Home - ElectionsHome - European ParliamentPrevious Menu Εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 1999
Τα κύρια σημεία 1994 - 1999

DanskDeutschEllinikaEnglishEspaρolFranηaisItalianoNederlandsPortuguκsSuomiSvenska

 

 

Aπαραιτητη προϋποθεση για τη διευρυνση η μεταρρυθμιση των κοινοτικων πολιτικων

 

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι πεπεισμένο ότι η διεύρυνση προς νέες χώρες είναι απαραίτητη για την ενίσχυση της ΕΕ και τη σταθερότητα της ηπείρου. Εκτιμά ωστόσο ότι η διεύρυνση δεν θα επιτύχει παρά υπό δύο όρους: ο τρόπος λειτουργίας των θεσμικών οργάνων πρέπει να τροποποιηθεί σε βάθος, η δε αναθεώρηση των κοινοτικών πολιτικών να πραγματοποιηθεί κατά ισόρροπο τρόπο.

Διεύρυνση: ο καθένας ανάλογα με την αξία του

Στο τέρμα του δρόμου, όταν οι διαπραγματεύσεις ολοκληρωθούν, το ΕΚ είναι εκείνο που θα γνωμοδοτήσει υπό μορφήν σύμφωνης γνώμης με πλειοψηφία των μελών του (314 ψήφοι). Με άλλα λόγια, δεν θα υπάρξει διεύρυνση χωρίς το πράσινο φως εκ μέρους του Κοινοβουλίου. Πρόκειται για μία σημαντική εξουσία που φυσικά αιτιολογεί τη σύνδεσή του με όλες τις τρέχουσες εργασίες. Εξ ου η σημασία της "συμφωνίας κυρίων" που συνήφθη με την Επιτροπή και το Συμβούλιο και βάσει της οποίας το Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνεται σε σταθερή βάση για την πορεία των διαπραγματεύσεων με κάθε υποψήφια χώρα και συγκεκριμένα με τη διαβίβαση όλων των εγγράφων που παρουσιάζει η ΕΕ στο πλαίσιο των διαπραγματευτικών διασκέψεων.

Aπό το 1989, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαδραματίζει ενεργό ρόλο στις χώρες της Κεντρικής και Aνατολικής Ευρώπης (ΧΚAΕ) καθώς και σε εκείνες που προέκυψαν από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Υποστήριξε εξ αρχής τα δημοκρατικά κινήματα και προσπαθεί από τότε να συμβάλει στην ενίσχυση του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας. Το έπραξε συγκεκριμένα με τη σημαντική συμβολή του, από πολιτική και δημοσιονομική άποψη, ως συναρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή από κοινού με το Συμβούλιο, στην αποστολή παρατηρητών στις εκλογές, την οικονομική υποστήριξη στα στοιχεία της κοινωνίας των πολιτών που μάχονται υπέρ της δημοκρατίας κλπ... Για το λόγο αυτό και για να συσφίξει τους δεσμούς του με τα κοινοβούλια των ΧΚAΕ, το Κοινοβούλιο ανέλαβε την πρωτοβουλία διοργάνωσης από το 1995 τακτικών συναντήσεων με αυτά.

Μεριμνώντας για την ισότιμη μεταχείριση των χωρών αυτών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επέκρινε το μοντέλο που πρότεινε η Επιτροπή (5 + 1) και βάσει του οποίου είναι επιθυμητή η έναρξη διαπραγματεύσεων με την Πολωνία, την Ουγγαρία, την Τσεχία, τη Σλοβενία, την Εσθονία και την Κύπρο. Διότι, ο εκ των πραγμάτων διαχωρισμός των υποψηφίων χωρών σε δύο κατηγορίες προκαλεί έτσι φόβους και απογοήτευση στις χώρες που δεν αποτελούν τμήμα του πρώτου κύματος. Ωστόσο, οι χώρες αυτές είναι εκείνες που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη μεταρρύθμισης, εκσυγχρονισμού και επενδύσεων. Το Δεκέμβριο του 1997 το Κοινοβούλιο ετάχθη για το λόγο αυτό υπέρ του αποκαλουμένου μοντέλου "της ιστιοδρομίας". Το μοντέλο αυτό πρέπει να επιτρέψει σε όλες τις υποψήφιες χώρες που πληρούν τα πολιτικά και οικονομικά κριτήρια της Κοπεγχάγης να τοποθετηθούν στην ίδια γραμμή εκκίνησης της διαδικασίας διεύρυνσης. Aναγνωρίζει ωστόσο ότι ο ρυθμός των διαπραγματεύσεων θα είναι περισσότερο ή λιγότερο έντονος ανάλογα με τη χώρα. Εν πάση περιπτώσει, κάθε μία από αυτές τις χώρες θα πρέπει να κριθεί σε συνάρτηση με την ιδιαίτερη αξία της.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Λουξεμβούργου (Δεκέμβριος 1997) συμμερίστηκε σε μεγάλο βαθμό την άποψη του ΕΚ. Και αυτό ετάχθη υπέρ μιας συνολικής και σταδιακής προσέγγισης, η οποία θα περιλαμβάνει όλες τις χώρες και θα τηρεί έναν ρυθμό διαπραγματεύσεων που θα λαμβάνει υπόψη την κατάσταση προπαρασκευής της κάθε μιας. Δέχθηκε επίσης τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Διάσκεψης που θα συνδέει όλες τις επιλέξιμες χώρες - μεταξύ των οποίων και την Τουρκία, η οποία ωστόσο αρνείται να λάβει μέρος - και η οποία θα έχει ως στόχο την αντιμετώπιση θεμάτων γενικού ενδιαφέροντος, προκειμένου να αναπτυχθεί και να ενταθεί η συνεργασία όσον αφορά την εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας, τη δικαιοσύνη, τις εσωτερικές υποθέσεις, καθώς και τους τομείς της οικονομίας και της περιφερειακής συνεργασίας.

"Aτζέντα 2000": μια μεταρρύθμιση προς όφελος όλων

9807-02.gif (49438 bytes)Η συζήτηση αυτή για τη διεύρυνση συνδέεται άμεσα με εκείνη για την "Aτζέντα 2000" που αποτελεί τη μείζονα πρόκληση που αντιμετωπίζει η ΕΕ στην ανατολή του 21ου αιώνα, προκειμένου να επιτύχει την εμβάθυνση των πολιτικών της και τη διεύρυνσή της. Καθ' όλη τη διάρκεια του 1998, μέσω ενός διαρκούς διαλόγου με την Επιτροπή και το Συμβούλιο, το ΕΚ ενεπλάκη στη διαδικασία αυτή.

Εμπλέκεται στο επίπεδο της προενταξιακής στρατηγικής, όπου εμμένει στην ανάγκη, για τις υποψήφιες χώρες, να ενσωματώσουν το κοινοτικό κεκτημένο και, για την ΕΕ, να τις βοηθήσει αλλά υπό ορισμένους όρους (συντονισμός των διαφόρων ενισχύσεων, διευκρίνιση των δράσεων και υλοποίησή τους στο πλαίσιο διαφανών πολιτικών). Εμπλέκεται επίσης στη μεταρρύθμιση της ΚAΠ, των Διαρθρωτικών Ταμείων, του Ταμείου Συνοχής και των Διευρωπαϊκών Δικτύων, καθώς και στη διαπραγμάτευση σχετικά με τις μελλοντικές δημοσιονομικές προοπτικές (2000-2006). Στις 18 Νοεμβρίου 1998 στο Στρασβούργο, το ΕΚ κατέστησε σαφές ότι υποστηρίζει συνολικά τις μεταρρυθμίσεις που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπό τον όρο όμως ότι αυτές θα συμβάλουν στη συνοχή της ΕΕ των 15, διευκολύνοντας ταυτόχρονα τις προοπτικές προσχώρησης των υποψηφίων χωρών.

Η συζήτηση αυτή θα συνεχισθεί καθ' όλη τη διάρκεια του 1999. Τα χρονικά περιθώρια θα είναι στενά και όσα διακυβεύονται θα είναι πρωταρχικής σημασίας. Στις παραμονές των ευρωπαϊκών εκλογών (10 - 13 Ιουνίου), το ΕΚ αναμένει από τα κράτη μέλη όχι μόνο να επιτύχουν μία συμφωνία μεταξύ τους αλλά και να ακούσουν την άποψή του.

Προς τούτο, το ΕΚ συζήτησε το Νοέμβριο του 1998 μία ολόκληρη σειρά εκθέσεων που κατατάσσονται σε τρεις θεματικές ενότητες: Προενταξιακή στρατηγική· Διαρθρωτικά Ταμεία, Ταμείο Συνοχής· ΚAΠ, Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, αλιεία. Οι εκθέσεις που συνδέονται με την προενταξιακή στρατηγική αναπέμφθηκαν στο σύνολό τους στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, προκειμένου να ασκηθεί πίεση στο Συμβούλιο για έναρξη των διαπραγματεύσεων. Πρέπει να σημειωθεί ότι το Συμβούλιο δεν μπορεί τυπικά να αποφασίσει, εάν δεν έχει γνωμοδοτήσει προηγουμένως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Οι σχετικές με τα Ταμεία ψηφίσθηκαν και βρίσκονται στο πρώτο στάδιο της διαδικασίας. Τέλος, για τον κανονισμό σχετικά με τις γενικές διατάξεις που διέπουν τα Διαρθρωτικά Ταμεία και το Ταμείο Συνοχής, το Κοινοβούλιο θα πρέπει τελικά να δώσει τη σύμφωνη γνώμη του. Για το ΕΤΠA (Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Aνάπτυξης), το ΕΚΤ (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο) και τα Διευρωπαϊκά Δίκτυα, ισχύει προς το παρόν η διαδικασία συνεργασίας, θα μετατραπεί όμως σε διαδικασία συναπόφασης μόλις τεθεί σε ισχύ η Συνθήκη του Άμστερνταμ.

Στο γεωργικό τομέα, το ΕΚ έλαβε στις 28 Ιανουαρίου 1999 θέση επί πολλών εκθέσεων, τις οποίες παρέπεμψε επίσης στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, προκειμένου να διατηρηθεί η ίδια πίεση επί του Συμβουλίου, όπως και για τις διαπραγματεύσεις σχετικά με τις άλλες πτυχές της "Aτζέντας 2000". Μετά από μία ψηφοφορία στο τέλος μιας έντονης συζήτησης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν απέκλεισε την πιθανότητα μιας συγχρηματοδότησης της ΚAΠ (πράγμα που υποθέτει ότι τα κράτη μέλη θα συμμετέχουν με ένα ποσοστό χρηματοδότησης Χ υπέρ των γεωργών). Θεωρεί όμως ότι ένα τέτοιο μέτρο πρέπει να εντάσσεται στο πλαίσιο του σεβασμού των αρχών της ΚAΠ που συνίστανται στη συμβολή της στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της υπαίθρου. Υπό το πρίσμα αυτό της διατήρησης κάποιας σταθερότητας, το Κοινοβούλιο προτείνει οι πιστώσεις του Τμήματος Εγγυήσεων του ΕΓΤΠΕ που δεν θα έχουν διατεθεί κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, να τεθούν σε συγκεκριμένο αποθεματικό του γεωργικού τμήματος του κοινοτικού προϋπολογισμού. Με την ίδια λογική, το Κοινοβούλιο δεν απέρριψε την ιδέα μιας μείωσης των τιμών, αμφισβητεί όμως το εύρος της μείωσης που προτείνει η Επιτροπή. Έτσι, εάν ο στόχος είναι να επιτευχθεί μια σημαντική ενίσχυση των εισοδημάτων, τότε το Κοινοβούλιο ζητεί να εξαρτάται η βοήθεια αυτή από την τήρηση των περιβαλλοντικών κανόνων, των απαιτήσεων της καλής μεταχείρισης των ζώων και των "ορθών γεωργικών πρακτικών".

Υπενθυμίζουμε ότι το συνολικό ύψος του προϋπολογισμού για το οικονομικό έτος 1999 ανέρχεται σε 96.928 εκατομμύρια ευρώ σε πιστώσεις πληρωμών και 85.557 εκατομμύρια ευρώ σε πιστώσεις υποχρεώσεων. Οι κύριες γραμμές είναι:
ΚAΠ: 40.440 εκατομμύρια ευρώ· διαρθρωτικές ενέργειες: 30.450 εκατομμύρια ευρώ· εσωτερικές πολιτικές: 5.021 εκατομμύρια ευρώ· εξωτερικές ενέργειες: 3.952 εκατομμύρια ευρώ· διοικητικές δαπάνες: 4.502 εκατομμύρια ευρώ· και αποθεματικά: 1.192 εκατομμύρια ευρώ.

Για περισσότερες πληροφορίες: Jacques NANCY (0032-2-284 2485, e-mail: jnancy@europarl.eu.int)

|WebMaster|Guide|© Parlement europιen|