Το ΕΚ εγκρίνει την ίδρυση ευρωπαϊκής οικονομικής αστυνομίας

Η έκθεση, που εγκρίθηκε τη Τρίτη 26 Μαρτίου, προτείνει τη δημιουργία ευρωπαϊκής οικονομικής αστυνομίας και τη σύσταση ενός εποπτικού μηχανισμού κατά της νομιμοποίησης παράνομων εσόδων.

Εντείνοντας τον αγώνα κατά της φοροδιαφυγής και του οικονομικού εγκλήματος

Η ΕΕ χρειάζεται μια νέα ευρωπαϊκή οικονομική αστυνομία στο πλαίσιο της Europol, που θα είναι αρμόδια για τη διενέργεια διασυνοριακών φορολογικών ελέγχων και τη διερεύνηση οικονομικού εγκλήματος, σύμφωνα με την τελική έκθεση της ειδικής επιτροπής για το οικονομικό έγκλημα, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή (TAX3), που εγκρίθηκε την Τρίτη 26 Μαρτίου κατά τη σύνοδο ολομέλειας.


Προτείνει, επίσης, τη σύσταση ενός ευρωπαϊκού εποπτικού μηχανισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς το επίπεδο συντονισμού εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι «αρκετά υψηλό για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προκλήσεων στον εν λόγω τομέα».


Υπολογίζεται ότι 110 δισεκατομμύρια το χρόνο στην ΕΕ προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες, αντιπροσωπεύοντας το 2,3% του συνολικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της ΕΕ.


Η ειδική επιτροπή συστάθηκε κατόπιν πρόσφατων σκανδάλων και αποκαλύψεων για περιπτώσεις φοροδιαφυγής και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως τα LuxLeaks και τα Panama Papers.


«Εξαιτίας της έλλειψης συνεργασίας και συντονισμού των αρμόδιων αρχών τόσο στο εσωτερικό των κρατών μελών όσο και μεταξύ τους, δεν επετεύχθη η έγκαιρη πρόληψη, αντιμετώπιση και αποτελεσματική διερεύνηση των εν λόγων υποθέσεων. Συχνά δεν είναι σαφές ποιος πρέπει να αναλάβει την ηγεσία», δηλώνει ο συνεισηγητής Λουντέκ Νίντερμαϊερ (ΕΛΚ, Τσεχία).


«Αυτό δημιουργεί μια σειρά από ‘παραθυράκια’ τα οποία μπορούν να εκμεταλλευτούν πολύ εύκολα για να νομιμοποιήσουν τεράστια ποσά από εγκληματικές δραστηριότητες», υπογραμμίζει ο συνεισηγητής Γιέπε Κόφοντ (Σοσιαλιστές, Δανία).



Η ΕΕ προς πώληση;


Η έκθεση επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι 18 κράτη μέλη χορηγούν κάποιο είδος «χρυσής βίζας» σε πλούσιους αλλοδαπούς. Υπολογίζεται ότι την τελευταία δεκαετία πάνω από 100.000 βίζες και 6.000 διαβατήρια έχουν χορηγηθεί σε Ρώσους πολίτες και πολίτες χωρών υπό ρωσική επιρροή, που είναι διατεθειμένοι να επενδύσουν στις χώρες που τους υποδέχονται.


Τα προγράμματα αυτά συχνά παρέχουν φορολογικά προνόμια στους δικαιούχους και παρέχουν το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας, αυξάνοντας τον κίνδυνο για ξέπλυμα χρήματος και φοροδιαφυγή.


Συγκλονιστικά συμπεράσματα


Με την ολοκλήρωση της δωδεκάμηνης εντολής της ειδικής επιτροπής, «καταλήγουμε στο θλιβερό συμπέρασμα ότι το πρόβλημα του οικονομικού εγκλήματος, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής στην Ευρώπη είναι συστημικό», τονίζει ο Γιέπε Κόφοντ.


«Έχουμε τη μεγαλύτερη, πλουσιότερη και πιο ενοποιημένη αγορά στον κόσμο με ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και υπηρεσιών, αλλά ελάχιστη διασυνοριακή συνεργασία σε θέματα εποπτείας, έρευνας και επιβολής του νόμου».


Αναφερόμενος στα πιο «συγκλονιστικά» συμπεράσματα της επιτροπής, ο Λουντέκ Νίντερμαϊερ υποδεικνύει τόσο τα ποσά του παράνομου χρήματος, τις εμπλεκόμενες τράπεζες και την προσέγγιση ορισμένων κρατών μελών σχετικά με τη μεταφορά της ευρωπαϊκής νομοθεσίας στα εθνικά νομικά συστήματα.


«Ένα άλλο συγκλονιστικό συμπέρασμα αφορά, δυστυχώς, την έντονη αντίσταση των κρατών μελών(κατά τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου ECOFIN) έναντι αλλαγών που θα μπορούσαν να αποφέρουν ζωτικά οφέλη στην ευρωπαϊκή κοινωνία», υπογραμμίζει ο Λουντέκ Νίντερμαϊερ. «Αναφέρομαι κυρίως στο οριστικό καθεστώς ΦΠΑ, στην κοινή βάση φορολογίας εταιρειών και σε άλλες πρωτοβουλίες που βρίσκονται σε τέλμα ή έχουν απορριφθεί από το Συμβούλιο, όπως είναι η ψηφιακή φορολογία.


Επόμενα βήματα


Η έκθεση ιδίας πρωτοβουλίας εγκρίθηκε στις 26 Μαρτίου και αναμένεται να υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για εξέταση.




Σύνδεσμοι