Πρόταση ψηφίσματος - B8-0144/2017Πρόταση ψηφίσματος
B8-0144/2017

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ σχετικά με την απόφαση για τη σύναψη της συνολικής οικονομικής και εμπορικής συμφωνίας (CETA) μεταξύ του Καναδά, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφετέρου

8.2.2017 - (2017/2525(RSP))

εν συνεχεία δήλωσης της Επιτροπής
σύμφωνα με το άρθρο 123 παράγραφος 2 του Κανονισμού

Anne-Marie Mineur, Helmut Scholz, Eleonora Forenza, Lola Sánchez Caldentey, Patrick Le Hyaric, Στέλιος Κούλογλου, Marina Albiol Guzmán, Martina Anderson, Xabier Benito Ziluaga, Malin Björk, Lynn Boylan, Matt Carthy, Νικόλαος Χουντής, Κώστας Χρυσόγονος, Javier Couso Permuy, Dennis de Jong, Fabio De Masi, Stefan Eck, Cornelia Ernst, Luke Ming Flanagan, Tania González Peñas, Τάκης Χατζηγεωργίου, Thomas Händel, Anja Hazekamp, Josu Juaristi Abaunz, Jaromír Kohlíček, Kateřina Konečná, Κωνσταντίνα Κούνεβα, Merja Kyllönen, Paloma López Bermejo, Sabine Lösing, Curzio Maltese, Jiří Maštálka, Marisa Matias, Jean-Luc Mélenchon, Martina Michels, Liadh Ní Riada, Younous Omarjee, Δημήτριος Παπαδημούλης, Rina Ronja Kari, Σοφία Σακοράφα, Maria Lidia Senra Rodríguez, Barbara Spinelli, Νεοκλής Συλικιώτης, Estefanía Torres Martínez, Miguel Urbán Crespo, Ángela Vallina, Marie-Christine Vergiat, Gabriele Zimmer εξ ονόματος Ομάδας GUE/NGL

Διαδικασία : 2017/2525(RSP)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
B8-0144/2017
Κείμενα που κατατέθηκαν :
B8-0144/2017
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

B8-0144/2017

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη σύναψη της συνολικής οικονομικής και εμπορικής συμφωνίας (CETA) μεταξύ του Καναδά, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφετέρου

(2017/2525(RSP))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 8ης Ιουνίου 2011 σχετικά με τις εμπορικές σχέσεις ΕΕ-Καναδά[1],

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Δεκεμβρίου 2013 που περιέχει τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς την Επιτροπή, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης σχετικά με τις διαπραγματεύσεις για μια συμφωνία στρατηγικής εταιρικής σχέσης μεταξύ ΕΕ και Καναδά[2],

–  έχοντας υπόψη τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη,

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «Χάρτης πορείας για τη μετάβαση σε μια ανταγωνιστική οικονομία χαμηλών επιπέδων ανθρακούχων εκπομπών το 2050» (COM(2011)0112),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της UNCTAD, του 2014, για τις Παγκόσμιες Επενδύσεις - Επένδυση στους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης: σχέδιο δράσης»,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση «Kριτική αξιολόγηση της προτεινόμενης συνολικής οικονομικής και εμπορικής συμφωνίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Kαναδά» - Mια κοινή θέση της Ευρωπαϊκής Oμοσπονδίας Ενώσεων Δημοσίων Υπηρεσιών (EPSU) και της Canadian Union of Public Employees, της National Union of Public and General Employees και της Public Service Alliance of Canada», του Ιανουαρίου 2010,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση των Friends of the Earth Europe «How trade talks threaten to undermine EU climate policies and bring tar sands to Europe», του Fabian Flues κ.ά., Ιούλιος 2014,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση του Canadian Centre for Policy Alternatives (CCPA) με τίτλο «Making Sense of the CETA - An analysis of the final text of the Canada-European Union Comprehensive Economic and Trade Agreement», των Scott Sinclair, Stuart Trew και Hadrian Mertins-Kirkwood (eds.), Σεπτέμβριος 2014,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης Δικαστών (EAJ) σχετικά με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ένα νέο Σύστημα Επενδυτικών Δικαστηρίων, της 9 Νοεμβρίου 2015,

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της EPSU «CETA and TTIP — Potential impacts on health and social services», του Thomas Fritz, Aπρίλιος 2015,

–  έχοντας υπόψη τη μελέτη του Public Citizen «Tens of Thousands of US Firms Would Obtain New Powers to Launch Investor-State Attacks against European Policies via CETA and TTIP», του 2015[3],

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο «Stellungnahme zur Errichtung eines Investitionsgerichts für TTIP – Vorschlag der Europäischen Kommission vom 16.09.2015 und 12.11.2015» της Γερμανικής Ένωσης Δικαστών (Deutscher Richterbund), του Φεβρουαρίου 2016,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση του Corporate European Observatory (CEO) και άλλων «The zombie ISDS — Rebranded as ICS, rights for corporations to sue states refuse to die», της Pia Eberhardt, Mάρτιος 2016,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο «ISDS in the Revised CETA: Positive Steps, But Is It the “Gold Standard?», του καθ. Gus Van Harten από το York University, Mάιος 2016,

–  έχοντας υπόψη την ανάλυση «TTIP and Dispute Settlement: Potential Consequences for the Autonomous EU Legal Order», της Inge Govaere, Mάιος 2016,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση του PSI «Investment Court System (ICS): the wolf in sheep’s clothing – the EU’s great corporate privilege rebrand», της Pia Eberhardt, Mάιος 2016,

–  έχοντας υπόψη την ανάλυση του Ευρωπαϊκού Γραφείου Ενώσεων Καταναλωτών (BEUC) με τίτλο «CETA fails the Consumer Crash Test - BEUC position on the EU-Canada Comprehensive Economic and Trade Agreement», του Μαΐου 2016,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της PowerShift/Campact με τίτλο «Investment Protection in the EU-Canada Comprehensive Economic and Trade Agreement (CETA): a critical analysis», του Peter Fuchs, Mάιος 2016,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Deutscher Gewerkschaftsbund και της Österreichischer Arbeiterkammer με τίτλο «CETA - Regulatory cooperation jeopardises our democracy and standards», του Stefan Körzell κ.ά., Ιούνιος 2016,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Deutscher Gewerkschaftsbund και της Österreichischer Arbeiterkammer με τίτλο «CETA - Labour standards not on the agenda», του Stefan Körzell κ.ά., Ιούνιος 2016,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Deutscher Gewerkschaftsbund και της Österreichischer Arbeiterkammer με τίτλο «CETA - Public services under pressure», του Stefan Körzell κ.ά., Ιούνιος 2016,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Deutscher Gewerkschaftsbund και της Österreichischer Arbeiterkammer με τίτλο «CETA - No privileged rights to sue states for corporations», του Stefan Körzell κ.ά., Ιούνιος 2016,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση του Österreichische Forschungsstiftung für Internationale Entwicklung (ÖFSE) και της Arbeiterkammer Wien, με τίτλο «Assess CETA: assessing the claimed benefits of the EU-Canada trade agreement (CETA)», του Werner Raza κ.ά., Ιούνιος 2016,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση «Food Safety, Agriculture and Regulatory Cooperation in the Canada-EU Comprehensive Economic and Trade Agreement (CETA)», των Via Campesina, Transnational Institute κ.ά, Aύγουστος 2016,

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας του Tufts University, με τίτλο «CETA Without Blinders: How Cutting “Trade Costs and More” Will Cause Unemployment, Inequality and Welfare Losses’, των Pierre Kohler και Servaas Storm, Σεπτέμβριος 2016,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση των PowerShift, CCPA κ.ά., με τίτλο «Making Sense of CETA (2nd edition)», Σεπτέμβριος 2016,

–  έχοντας υπόψη την «Legal statement on investment protection and investor-state dispute settlement mechanisms in TTIP and CETA» που δημοσίευσε ο συνασπισμός Stop TTIP και την οποία υπόγραψαν πάνω από 100 καθηγητές νομικής, τον Oκτώβριο 2016,

–  έχοντας υπόψη την ανάλυση της Ευρωπαϊκής Συμμαχίας για τη Δημόσια Υγεία (EPHA), «How CETA could undermine public health», του Οκτωβρίου 2016,

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο της Transport & Environment / Client Earth με τίτλο «Comprehensive Economic and Trade Agreement (CETA) and the environment — A gold standard for the planet or for big business?» των Cécile Toubeau και Laurens Ankersmit, Nοέμβριος 2016,

–  έχοντας υπόψη την προσωρινή έκδοση της έκθεσης της PACE με τίτλο «New generation” trade agreements and their implications for social rights, public health and sustainable development», του Geraint Davies, Nοέμβριος 2016,

–  έχοντας υπόψη την προσωρινή έκδοση της έκθεσης της PACE με τίτλο «Human Rights compatibility of investor-State arbitration in international investment protection agreements», του Pieter Omtzigt, Δεκέμβριος 2016,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση του CEO με τίτλο «Regulatory cooperation: big business’ wishes come true in TTIP and CETA», Φεβρουάριος 2017,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 123 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύναψη μιας συμφωνίας ελευθέρων συναλλαγών ΕΕ-Kαναδά (FTA) δείχνει μη συμβατή με την περαιτέρω αυτοδιάθεση μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα προωθεί τους στόχους της στους τομείς της περιβαλλοντικής προστασίας, της αρχής της προφύλαξης, της κοινωνικής συνοχής, της αξιοπρεπούς εργασίας, της προάσπισης των ατομικών ελευθεριών, ειδικά σε ό,τι αφορά την προστασία των δεδομένων, την πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, τις πολιτιστικές πολιτικές και την πολιτιστική πολυμορφία, την επισιτιστική ασφάλεια και την διαφύλαξη της οικογενειακής γεωργίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η μείωση ορισμένων περιττών κανονιστικών διατάξεων και διαφορών θα πρέπει να ενσωματωθεί σε πολυμερείς διαδικασίες αντί μιας διμερούς FTA (συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών)·

B.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η εναρμόνιση των κανόνων μεταξύ της ΕΕ και του Kαναδά δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να θέσει σε κίνδυνο την υγεία των καταναλωτών ή να αποδυναμώσει τα ποιοτικά πρότυπα που πρέπει να πληρούν τα Kαναδικά προϊόντα που πωλούνται στην ευρωπαϊκή αγορά·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι προδιαγραφές στο πεδίο των γεωργικών προϊόντων διαφέρουν πολύ μεταξύ ΕΕ και Kαναδά, και ότι τυχόν υποβάθμισή τους δεν είναι συμβατή με το κεκτημένο της ΕΕ ούτε αποδεκτή από αυτό·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η χαλάρωση των κανονιστικών υποχρεώσεων θα πρέπει πάντα να εξετάζεται προσεκτικά σε σχέση με το δικαίωμα ενημέρωσης του καταναλωτή ως προς τα προϊόντα που αγοράζει και σε σχέση με το δικαίωμα του πολίτη να ζει σε μια νομικά ασφαλή κοινωνία·

E.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τόσο το άρθρο 1 όσο και το άρθρο 10 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση ορίζουν ότι «οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο το δυνατόν πιο ανοιχτά και εγγύτερα στους πολίτες»·

ΣT.  λαμβάνοντας υπόψη ότι μια θεσμοθετημένη συνεργασία σε κανονιστικά θέματα, όπως προτείνεται σήμερα από την Επιτροπή, θίγει τις νομοθετικές εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων και, συνεπώς, έχει αρνητικό αντίκτυπο στην εφαρμογή των αξιών της Ένωσης, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 της ΣΕΕ·

Z.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η μυστικότητα στις διαπραγματεύσεις για την CETA οδήγησε σε ελλείψεις από άποψη δημοκρατικού ελέγχου της διαδικασίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η πλήρης πρόσβαση βουλευτών, καθώς και δημοσιογράφων, ερευνητών, πολιτών και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, σε βασικά έγγραφα της διαπραγμάτευσης, θα είχε αποτελέσει απόδειξη δημοκρατικών αρχών· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ενοποιημένα κείμενα θα πρέπει να δημοσιοποιηθούν αμέσως·

H.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιρροή των εκπροσώπων των συμφερόντων των εταιρειών είναι πολύ μεγαλύτερη από εκείνη των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών και η επικοινωνία τους με την Επιτροπή είναι μέχρι και δέκα φορές πιο συχνή·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια υπορρυθμισμένη παγκοσμιοποίηση, και ότι μια εμπορική συμφωνία εστιασμένη σε ακόμα μεγαλύτερη ελευθέρωση μέσα από τη στοχοθέτηση κυρίως των υφιστάμενων και των μελλοντικών μη δασμολογικών φραγμών, θα ήταν επιζήμια για τα δικαιώματα των εργαζομένων και των καταναλωτών, ενώ οι μεγάλες εταιρείες και τα επενδυτικά κεφάλαια θα εκμεταλλεύονταν ακόμη περισσότερο αυτό το είδος ελευθέρωσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι αναγκαία μια συμφωνία συνεργασίας που να εστιάζει στην προστασία των εργαζομένων, των καταναλωτών και του περιβάλλοντος· λαμβάνοντας υπόψη ότι μια εμπορική συμφωνία μόνο συμπληρωματική θα μπορούσε να είναι σε μια μεγάλη προσπάθεια βάσει των ανωτέρω για την ενίσχυση των κανονιστικών ρυθμίσεων και την ευθυγράμμισή τους με τα παγκοσμίως υψηλότερα πρότυπα, ώστε να αποτρέπεται το κοινωνικό και περιβαλλοντικό ντάμπινγκ·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εξαγωγές μέσω του εμπορίου και η οικονομική μεγέθυνση μέσω των επενδύσεων, αντί να είναι καθοριστικοί παράγοντες δημιουργίας θέσεων εργασίας και οικονομικής μεγέθυνσης που δεν απαιτούν κυβερνητικές επενδύσεις, είναι αιτία απώλειας θέσεων εργασίας και οικονομικής παρακμής·

ΙA.  λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι δύσκολο να εκτιμηθεί ο πραγματικός αντίκτυπος της CETA στις οικονομίες τόσο της ΕΕ όσο και του Καναδά, ενώ οι μελέτες καταλήγουν σε αντιφατικά αποτελέσματα· λαμβάνοντας υπόψη ότι η CETA δεν θα επιλύσει τα μακροχρόνια διαρθρωτικά οικονομικά προβλήματα ή τα βαθύτερα αίτιά τους στην ΕΕ·

ΙB.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το 87% των 20 και πλέον εκατομμυρίων μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (MMΕ) που υπάρχουν στην ΕΕ στηρίζεται στην εγχώρια ζήτηση και δεν συμμετέχει στο διεθνές εμπόριο και ότι, για τις επιχειρήσεις αυτές, η πρόοδος στην περαιτέρω ανάπτυξη των τοπικών και περιφερειακών αγορών και της κοινής ευρωπαϊκής αγοράς αποτελεί πολύ σημαντικότερη προτεραιότητα·

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημιουργία ευημερίας από την CETA είναι κυρίως αποτέλεσμα εκτροπής του εμπορίου, και όχι αύξησης των εμπορικών συναλλαγών·

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η CETA δεν περιλαμβάνει ένα κεφάλαιο για τις ΜΜΕ·

ΙΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Ευρωπαίοι γεωργοί κινούνται σε μια όλο και πιο παγκοσμιοποιημένη αγορά και, κατά συνέπεια, είναι πιο εκτεθειμένοι στην αστάθεια των τιμών από ό,τι άλλοι τομείς· λαμβάνοντας υπόψη ότι συμφωνίες σαν την CETA εμποδίζουν τη δημιουργία θέσεων εργασίας σε αγροτικές περιοχές και τη δημιουργία των προϋποθέσεων για τη στήριξη των αγροτικών βιοτικών πόρων·

ΙΣT.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκθεση της ίδιας της Επιτροπής σχετικά με τη σωρευτική επίπτωση των εμπορικών συμφωνιών (συμπεριλαμβανομένης της CETA) στη γεωργία της ΕΕ επισημαίνει ότι θα υπάρξει σημαντική αύξηση των γεωργικών εισαγωγών, αλλά μικρή μόνο αύξηση των εξαγωγών, με αποτέλεσμα την άμεση συμπίεση των ευρωπαϊκών τιμών παραγωγού· λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκθεση προβλέπει ακόμη δραστική μείωση των τιμών του βοείου κρέατος, μείωση του όγκου της τοπικής παραγωγής και πτώση στην αξία παραγωγής των προϊόντων που παράγονται εντός της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα στοιχεία αυτά δείχνουν μελλοντικές αρνητικές επιπτώσεις στις τιμές παραγωγού για τους μικρούς γεωργούς·

ΙZ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κατεξοχήν αγροτικές περιοχές που επικεντρώνονται σε συγκεκριμένες δραστηριότητες και διαθέτουν λίγες εναλλακτικές λύσεις είναι άκρως εκτεθειμένες στις επιπτώσεις της CETA· εκτιμώντας ότι οι αγροτικές περιοχές και οι θέσεις αγροτικής απασχόλησης θα απειληθούν από την απομάκρυνση από τα παραδοσιακά γεωργικά μοντέλα, την οποία η συμφωνία αυτή θα προκαλέσει·

1.  απορρίπτει την υπό εξέταση συμφωνία CETA·

2.  εκτιμά πως τα φιλόδοξα «παγκόσμια πρότυπα» που η Επιτροπή υπόσχεται να θέσει μέσω συμφωνιών σαν την TTIP και την CETA είναι ένας μύθος, αφού οι συμφωνίες αυτές περιέχουν μόνο μια διμερή αμοιβαία αναγνώριση·

3.  ζητεί από την Επιτροπή να έχει επίγνωση πως η CETA και άλλες γιγάντιες εμπορικές συμφωνίες θα επιβάλουν de facto πρότυπα και έτσι θα προκαλέσουν διακρίσεις, αποκλείοντας κάπου 130 χώρες από τις διαπραγματεύσεις και με κίνδυνο να τεθούν στο περιθώριο σημαντικά ζητήματα για τις αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η επισιτιστική ασφάλεια,, οι γεωργικές επιδοτήσεις και ο μετριασμός της κλιματικής αλλαγής· καλεί την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειες στα δημοκρατικά πολυμερή φόρα, π.χ. βάσει της «γραμμής» που έχει χαράξει η COP 21·

4.  καλεί την Επιτροπή να λάβει υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας ορίζει την εμπορική πολιτική της ΕΕ ως αναπόσπαστο τμήμα της συνολικής εξωτερικής δράσης της Ένωσης και ότι η πολιτική αυτή πρέπει επομένως να περιλαμβάνει αναπτυξιακούς, περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς στόχους, καθώς και να συμβάλλει στην επίτευξη των άλλων στόχων που προβλέπονται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση· απορρίπτει ως εκ τούτου την CETA, διότι αυτή έχει σκοπό να αυξήσει τα κέρδη των πολυεθνικών αντί να ενισχύσει την κοινωνία·

5.  ζητεί από την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε το κεφάλαιο της βιώσιμης ανάπτυξης να επιδιώκει την πλήρη και αποτελεσματική κύρωση, εφαρμογή και επιβολή των οκτώ θεμελιωδών συμβάσεων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) και του περιεχομένου τους, της Ατζέντας της ΔΟΕ για την Αξιοπρεπή Εργασία και των βασικών διεθνών περιβαλλοντικών συμφωνιών· θεωρεί ότι οι διατάξεις θα πρέπει να στοχεύουν στην περαιτέρω βελτίωση των επιπέδων προστασίας των εργασιακών και περιβαλλοντικών προτύπων·

6.  καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε τα εργασιακά και περιβαλλοντικά πρότυπα να μην περιορίζονται στο κεφάλαιο περί εμπορίου και βιώσιμης ανάπτυξης, αλλά να περιλαμβάνονται και σε άλλους τομείς της συμφωνίας·

7.  καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε η εφαρμογή των εργασιακών διατάξεων και η συμμόρφωση προς αυτές να υπόκεινται σε αποτελεσματική διαδικασία παρακολούθησης, με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών·

8.  τονίζει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη πρέπει να προωθούν το εμπόριο ή τις άμεσες ξένες επενδύσεις χωρίς να υποβαθμίζουν την εγχώρια εργατική νομοθεσία και ότι η συμφωνία δεν θα πρέπει επ’ ουδενί να εμποδίζει τα συμβαλλόμενα μέρη να εφαρμόζουν το εθνικό δίκαιο·

9.  επισημαίνει ότι ο ενισχυμένος ανταγωνισμός στον τομέα των επενδύσεων μεταξύ τραπεζών της ΕΕ και του Καναδά καθώς και άλλων παρόχων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών καθιστά τα χρηματοπιστωτικά συστήματα, τόσο στον Καναδά όσο και στην ΕΕ, περισσότερο διασυνδεδεμένα και ευάλωτα σε εξωτερικούς κλονισμούς και μετάδοση των επιπτώσεων·

10.  επισημαίνει ότι ο επιδιωκόμενος από την CETA αυξημένος ανταγωνισμός σημαίνει ότι ο χρηματοπιστωτικός κλάδος, για να κατακτήσει αγορές, θα επιδεικνύει πιο ριψοκίνδυνη συμπεριφορά, θα πωλεί χρηματοπιστωτικά προϊόντα υψηλότερου κινδύνου και θα μειώσει τις υπηρεσίες προς τους πελάτες με μικρότερη οικονομική επιφάνεια·

11.  τονίζει ότι, χωρίς να ξεχνάμε πως πολύ λίγες ευρωπαϊκές μικρομεσαίες επιχειρήσεις εξάγουν στον Καναδά, ο βασικός λόγος απόρριψης της CETA και των άλλων ανάλογων συμφωνιών ελευθέρων συναλλαγών, είναι ότι δεν εκπροσωπούν τα νόμιμα συμφέροντα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ή οποιαδήποτε κοινή δέσμευση αμφοτέρων των διαπραγματευομένων μερών και καθιστούν ακόμη πιο τρωτές τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις απέναντι στις πολυεθνικές· τονίζει πως είναι ως εκ τούτου σαφές ότι η CETA δεν επιδιώκει τη δημιουργία στον Καναδά νέων ευκαιριών για τις ευρωπαϊκές μικρομεσαίες επιχειρήσεις·

12.  επισημαίνει ότι η CETA και οι παρόμοιες συμφωνίες αποσκοπούν στην περαιτέρω ελευθέρωση των οικονομιών μας και ότι οι γυναίκες συχνά πλήττονται σε δυσανάλογα υψηλότερο βαθμό από την περαιτέρω ελευθέρωση επειδή υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να εργάζονται στον δημόσιο τομέα·

13.  υπενθυμίζει ότι κατά τη δημόσια διαβούλευση για τα συστήματα επενδυτικής προστασίας, το 97% των απαντησάντων ήταν αρνητικό για οποιαδήποτε μορφή διαιτησίας επενδυτή-κράτους, επιβεβαιώνοντας ένα από τα βασικά προβλήματα αυτού του τρόπου εκδίκασης, ότι δηλαδή μόνο ο προσφεύγων επενδυτής και η εναγόμενη επιβεβαιώθηκή κυβέρνηση επιτρέπεται να είναι διάδικοι·

14.  επισημαίνει ότι το προτεινόμενο σύστημα επενδυτικών δικαστηρίων δεν πληροί τα δημοκρατικά πρότυπα και δίνει στις εταιρείες το δικαίωμα να παρακάμπτουν τα εθνικά δικαστήρια, δίνοντας στους ξένους επενδυτές τη δυνατότητα ειδικής πρόσβασης σε μια εξαιρετικά ισχυρή διαδικασία διεθνούς εκδίκασης,με δισεκατομμύρια ευρώ δημοσίου χρήματος ως αντικείμενο, επιτρέποντας σε αυτούς να επιβάλουν τα δικαιώματά τους χωρίς να αναλαμβάνουν τις υποχρεώσεις που τους αντιστοιχούν·

15.  επισημαίνει ότι υπό το προτεινόμενο σύστημα επενδυτικών δικαστηρίων οι διαιτητές δεν θα δεσμεύονται από τα προηγούμενα·

16.  επισημαίνει ότι οι διαιτητές θα πληρώνονται βάσει του αριθμού των περιπτώσεων που θα εκδικάζουν και του χρόνου που θα δαπανούν και ότι τούτο θα λειτουργήσει ως κίνητρο για να τραβά σε μάκρος η δίκη, με σημαντικό κόστος για τους φορολογούμενους·

17.  επισημαίνει ότι το 80 % των αμερικανικών εταιρειών έχουν σημαντικό μερίδιο σε κάποια καναδική εταιρεία και ότι υπογράφοντας τη συμφωνία η ΕΕ θα τους προσφέρει την ευκαιρία να υποβάλουν μηνύσεις κατά των κυβερνήσεων των κρατών μελών της σε βάρος των φορολογουμένων·

18.  θεωρεί λυπηρή την χρήση της ασαφούς έννοιας «δίκαιη και ισότιμη μεταχείριση» στο κείμενο της CETA, εάν λάβουμε υπόψη τις πολλές περιπτώσεις επενδυτικής διαιτησίας που ανέδειξαν το ζήτημα αυτό·

19.  επισημαίνει ότι η CETA θα επέτρεπε στους ξένους επενδυτές να μηνύουν τα κράτη μέλη της ΕΕ για τους νόμους που εγκρίνουν και οι οποίοι επηρεάζουν τα δικά τους κέρδη, συμπεριλαμβανομένων των νόμων που προβλέπονται για να προστατεύσουν τη δημόσια υγεία, το περιβάλλον ή τα δικαιώματα των εργαζομένων· επισημαίνει περαιτέρω ότι ένας ανεξάρτητος εμπειρογνώμων του ΟΗΕ δήλωσε πως η CETA δεν είναι συμβατή με το κράτος δικαίου, τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα και ότι οι εμπορικές συμφωνίες θα πρέπει να επικυρώνονται μετά από αξιολογήσεις για τις επιπτώσεις στα ανθρώπινα δικαιώματα, στην υγεία και στο περιβάλλον, κάτι που δεν έγινε στην περίπτωση της CETA·

20.  επισημαίνει ότι ενώ η CETA όντως απαιτεί «ουσιαστική επιχειρηματική δραστηριότητα», το Σύστημα Επενδυτικών Δικαστηρίων (ICS) θα επιτρέπει μια μορφή «treaty shopping» (αναζήτηση της πλέον ευνοϊκής νομοθεσίας) που θα επιτρέπει στους επενδυτές να διαλέγουν βάσει ποιας συμφωνίας επιθυμούν να υποβάλουν μια καταγγελία τύπου ISDS (επίλυση διαφορών επενδυτή-κράτους)·

21.  επισημαίνει ότι ενώ η Βελγική Κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για το κατά πόσο η εγκυρότητα ενός συστήματος επενδυτικών δικαστηρίων είναι σύμφωνη προς τις Συνθήκες της ΕΕ, κανένα ευρωπαϊκό θεσμικό όργανο δεν έπραξε το ίδιο, ούτε ζητήθηκε η νομική γνωμοδότηση του Δικαστηρίου για το κατά πόσο η εγκυρότητα ενός συστήματος επενδυτικών δικαστηρίων υπό τη μορφή πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου είναι σύμφωνη προς τις Συνθήκες της ΕΕ·

22.  υπενθυμίζει ότι το κανονιστικό δικαίωμα και των δυο μερών υπόκειται στις διατάξεις της CETA, πράγμα συνεπώς που περιορίζει τον κανονιστικό χώρο των εθνικών αρχών·

23.  επισημαίνει ότι η Μεικτή Επιτροπή CETA θα διαθέτει μεγάλης εμβέλειας αρμοδιότητες στις μελλοντικές νομοθετικές διαδικασίες χωρίς να υπόκειται σε δημοκρατικό έλεγχο·

24.  επισημαίνει ότι ατυχώς οι διατάξεις της CETA για τις ρήτρες μη αναστρεψιμότητας και διατήρησης της ισχύουσας κατάστασης (standstill clause) υπερισχύουν του συστήματος του «θετικού καταλόγου», κατοχυρώνοντας έτσι όλες τις πιθανές μελλοντικές πράξεις ελευθέρωσης στον δημόσιο τομέα·

25.  απορρίπτει την τακτική της λεγόμενης «ζωντανής συμφωνίας» και την εμμονή στη θέση ότι όλα τα σημαντικά επιμέρους ζητήματα που αφορούν τη συμφωνία θα πρέπει να αποφασιστούν στις διαπραγματεύσεις, επειδή τίποτε δεν θα πρέπει συμφωνηθεί εάν πρώτα δεν έχουν συμφωνηθεί τα πάντα· απορρίπτει την πρόταση να παραπεμφθούν στη συνέχεια τα κανονιστικά ζητήματα σε ειδικές επιτροπές εμπειρογνωμόνων, κατά παράκαμψη δηλαδή της δημοκρατικής νομοθετικής διαδικασίας·

26.  εκτιμά πως θα πρέπει η Επιτροπή να επικεντρωθεί σε συμφωνίες και συνθήκες που προασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και την βιώσιμη ανάπτυξη, και όχι στην σημερινή εμπορική πολιτική που μόνο τις διεθνικές εταιρείες ωφελεί· καλεί ως εκ τούτου την Επιτροπή να αρχίσει να συμμετέχει ενεργά στην διαρκή ομάδα εργασίας του ΟΗΕ εν όψει μιας δεσμευτικής συνθήκης για τις πολυεθνικές εταιρείες και τα ανθρώπινα δικαιώματα·

27.  επισημαίνει με λύπη του ότι οι διατάξεις του κεφαλαίου της CETA για το διασυνοριακό εμπόριο υπηρεσιών που αφορούν την πρόσβαση στην αγορά εξαλείφουν ευρέως τα τεστ οικονομικών αναγκών ή τους ποσοτικούς περιορισμούς στον αριθμό των παρόχων υπηρεσιών σε ένα συγκεκριμένο τομέα· εκτιμά πως η αρχή της προφύλαξης και η μελλοντική εφαρμογή της δεν κατοχυρώνονται επαρκώς στην CETA·

28.  απορρίπτει τη μη ρητή εξαίρεση των δημόσιων παρόχων ύδρευσης από τις διατάξεις της CETA, κάτι που θα μπορούσε να έχει ως συνέπεια για τις σχετικές κυβερνητικές πολιτικές που αποσκοπούν στην προστασία της πρόσβασης σε καθαρό και ασφαλές πόσιμο νερό να αποτελέσουν αντικείμενο μήνυσης δυνάμει του κεφαλαίου περί επενδύσεων ως «εμπόδια στις εμπορικές συναλλαγές», και να δημιουργηθεί έτσι προηγούμενο για όλες τις πολιτικές του δημοσίου τομέα· επισημαίνει ακόμη ότι πουθενά στην CETA δεν υπάρχει περιγραφή ή ορισμός των δημόσιων υπηρεσιών·

29.  απορρίπτει τις απειλές που θέτει η CETA για τα μέτρα δημόσιας πολιτικής στον τομέα της δημόσιας υγείας και αρνείται στους ξένους επενδυτές το δικαίωμα να αμφισβητούν τα μέτρα αυτά βάσει των διατάξεων περί ξένων επενδύσεων· θεωρεί λυπηρό το ότι θα υπερέχουν τα εμπορικά συμφέροντα των πολυεθνικών εταιρειών, υποστηριζόμενα από ένα σύστημα διαιτησίας, ενώ θα παραμελούνται οι ανθρώπινες πτυχές και τα δικαιώματα των ασθενών·

30.  επισημαίνει ότι η CETA θα ενθαρρύνει τον χρηματοπιστωτικό κλάδο να αναλαμβάνει μεγαλύτερους κινδύνους – δραστηριοποιούμενος στις κερδοσκοπικές επενδύσεις – προκειμένου να επιβιώσει σε μια πιο ανταγωνιστική διεθνή αγορά· εκτιμά πως η CETA θα περιορίσει επίσης τις κανονιστικές εναλλακτικές δυνατότητες των κυβερνήσεων για την αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής αστάθειας, επειδή μεταξύ άλλων μέτρων θα δώσει στον χρηματοπιστωτικό κλάδο ένα θεσμικό ρόλο στο κανονιστικό έργο·

31.  απορρίπτει κάθε περαιτέρω άνοιγμα των εκπαιδευτικών υπηρεσιών με μεικτή χρηματοδότηση, ειδικότερα στους τομείς της προσχολικής εκπαίδευσης, των σχολείων και της ανώτατης εκπαίδευσης, καθώς και στους τομείς της εκπαίδευσης ενηλίκων και της συμπληρωματικής εκπαίδευσης, εφόσον η πολυμερής συμφωνία GATS ήδη περιέχει με το παραπάνω διατάξεις περί ελευθέρωσης·

32.  επισημαίνει ότι η CETA θα επηρεάσει αρνητικά την πρόσβαση στα φάρμακα, ειδικά για τους Καναδούς, οι οποίοι ήδη έχουν να κάνουν με τα δεύτερα στον κόσμο πιο ακριβά φάρμακα· εκτιμά πως η CETA έχει τη δυνατότητα να υπονομεύσει τα ποιοτικά πρότυπα και την προσιτή τιμή των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (SGEI) (κοινωνικές υπηρεσίες, υγεία, εκπαίδευση, νερό)·

33.  επισημαίνει ότι η CETA δεν περιέχει κάποια αξιολόγηση των πιθανών επιπτώσεών της στην τιμή των φαρμάκων και δεν αναγνωρίζει πως τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (IPRs) λειτουργούν ως ανυπέρβλητο εμπόδιο για την ισότιμη πρόσβαση στα φάρμακα·

34.  εκτιμά πως τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (IPRs), συμπεριλαμβανομένων των γεωγραφικών ενδείξεων, θα πρέπει να αφαιρεθούν από την CETA, δεδομένου ότι οι προτεινόμενοι κανόνες είναι υπέρ το δέον επεμβατικοί και συνιστούν απειλή για την πρόσβαση σε φθηνά φάρμακα·

35.  δηλώνει για άλλη μια φορά ότι η CETA, ελευθερώνοντας τις γεωργικές αγορές, θα απειλήσει τα πρότυπα που αφορούν την ασφάλεια των τροφίμων επειδή θα παγιώσει τις αλλαγές στους κανονισμούς και θα ενθαρρύνει την περαιτέρω απορύθμιση μέσω της Μεικτής Επιτροπής της CETA· επισημαίνει κατά συνέπεια ότι η CETA στερείται κάθε συγκεκριμένης αναφοράς στην καλή μεταχείριση των ζώων, ενθαρρύνοντας έτσι μια τάση να θυσιάζονται στο πλαίσιο των διεθνών εμπορικών συμφωνιών σημαντικές δεοντολογικές αρχές και κοινωνικές αξίες’ εκτιμά πως η συμφωνία, υπό τη σημερινή της μορφή, συνιστά απειλή για την τοπική γεωργία και στις δυο όχθες του Ατλαντικού·

36.  καλεί την Επιτροπή να αναλάβει τη σταθερή δέσμευση ότι θα διαφυλάξει αυστηρά τα σημερινά και μελλοντικά πρότυπα στην ασφάλεια των τροφίμων και στην ανθρώπινη υγεία, στην υγεία των φυτών και των καλλιεργειών καθώς και την περιβαλλοντική προστασία, την προστασία των καταναλωτών και την υγεία και καλή μεταχείριση των ζώων, κατά τα προβλεπόμενα στην ευρωπαϊκή νομοθεσία· καλεί επίσης την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε η ενδυνάμωση αυτών των προτύπων να μην παρεμποδιστεί επ’ ουδενί στο μέλλον, οι θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ όπως η αρχή της προφύλαξης και η βιώσιμη γεωργία να μην υπονομευθούν, οι δε πολίτες της ΕΕ να συνεχίσουν να έχουν εμπιστοσύνη στην ιχνηλασιμότητα και την επισήμανση των προϊόντων στην αγορά της ΕΕ, και να εκθέσει συνοπτικά κάποια συγκεκριμένα μέτρα που θα διατηρήσουν την αρχή της προφύλαξης στις διαπραγματεύσεις·

37.  καλεί την Επιτροπή να καταβάλει κάθε προσπάθεια ώστε οι εισαγωγές γεωργικών προϊόντων να επιτρέπονται στην ΕΕ μόνο εάν αυτά έχουν παραχθεί κατά τρόπο συνεπή προς τα πρότυπα που διέπουν την προστασία του Ευρωπαίου καταναλωτή, την καλή μεταχείριση των ζώων και την περιβαλλοντική προστασία καθώς και προς τα ελάχιστα κοινωνικά πρότυπα·

38.  καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει την κατάλληλη νομική προστασία στην καναδική αγορά για τις γεωγραφικές ενδείξεις της ΕΕ και την ποιότητα των γεωργικών προϊόντων της ΕΕ και μέτρα για την αντιμετώπιση της αθέμιτης χρήσης και των παραπλανητικών πληροφοριών και πρακτικών, καθώς και να διασφαλίσει προστασία όσον αφορά την επισήμανση, την ιχνηλασιμότητα και την πραγματική καταγωγή των γεωργικών προϊόντων, ως βασικά στοιχεία μιας ισορροπημένης συμφωνίας·

39.  επισημαίνει ότι στις εμπορικές διαπραγματεύσεις τα εξωτερικά στοιχεία κόστους των κλιματικής φύσης ζημιών που προκαλούνται από τις μεταφορές μεγάλων αποστάσεων, του μεγάλους όγκους συναλλαγών, τη βιομηχανική γεωργία και την καταστροφή των τοπικών οικονομιών δεν συνεκτιμώνται ή απλώς έχουν δευτερεύουσα σημασία·

40.  επισημαίνει ακόμη ότι μέτρα μετριασμού της κλιματικής αλλαγής όπως η σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων, η χρήση καθαρών πηγών ενέργειας και η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στη γεωργία δεν εξετάζονται, ενώ υπάρχει κίνδυνος να παγιωθεί η πρακτική της αμφισβήτησής τους ως παράνομων φραγμών στο εμπόριο· επισημαίνει ότι η προστασία των επενδύσεων κάνει υπερβολικά ακριβές τις μεταρρυθμίσεις·

41.  καλεί την Επιτροπή να διατηρήσει τους στόχους της ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης στο πλαίσιο της βελτίωσης της ενεργειακής ασφάλειας· τονίζει πως το σχετικό κεφάλαιο πρέπει να περιέχει σαφείς εγγυήσεις ότι τα περιβαλλοντικά πρότυπα και οι κλιματικοί στόχοι της ΕΕ δεν πρέπει να υπονομευθούν και ότι η ΕΕ οφείλει να διατηρήσει την ελευθερία να ενεργεί ανεξάρτητα στον καθορισμό των μελλοντικών προτύπων και στόχων·

42.  επισημαίνει ότι η CETA μόνο να παρεμποδίσει μπορεί το στόχο μας της επίτευξης των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης, εάν λάβουμε υπόψη την αρνητική της επίπτωση στο θέμα της κλιματικής αλλαγής και την εκ μέρους της υπονόμευση των περιβαλλοντικών, κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων·

43.  απορρίπτει την εκ μέρους της CETA υπονόμευση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των πολιτών της ΕΕ μέσω των δεσμεύσεων που ενσωματώνονται σχετικά με τα δεδομένα των διασυνοριακών ροών·

44.  επισημαίνει ότι τα συμβαλλόμενα στην CETA μέρη έχουν εκδώσει 38 δηλώσεις, διευκρινίσεις και άλλα τέτοια έγγραφα για διευκρινιστικούς και ερμηνευτικούς λόγους· επισημαίνει ακόμη ότι στην πλειονότητά τους οι δηλώσεις αυτές έχουν μονομερή χαρακτήρα, που σημαίνει ότι μικρή μόνο νομική ισχύ διαθέτουν και δεν μπορούν να θεωρηθούν δεσμευτικές για την ερμηνεία του κειμένου και επομένως δεν επαρκούν για να αλλάξουν ή να τροποποιηθούν οι βασικές διατάξεις της CETA προκειμένου να καθησυχαστούν οι δημόσιες ανησυχίες και να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της Κυβέρνησης της Βαλλωνίας·

45.  επισημαίνει ότι ο Γενικός Εισαγγελέας, στις προτάσεις για την υπόθεση 2/15 έχει δηλώσει ότι η συμφωνία ελευθέρων συναλλαγών (FTA) ΕΕ-Σιγκαπούρης είναι μια μεικτή συμφωνία· εκτιμά πως το ίδιο ισχύει και για την CETA και ότι ως εκ τούτου απαιτείται και για τη συμφωνία αυτή επικύρωση από όλα τα εθνικά κοινοβούλια, σε συμφωνία με τις εθνικές τους διαδικασίες·

46.  απορρίπτει την συμφωνία CETA και απορρίπτει τη σχετική πράξη·

47.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.