ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ κατά το 2006

26.3.2007 - (2007/2004(INI))

Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων
Εισηγητής: Kurt Joachim Lauk

Διαδικασία : 2007/2004(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0076/2007
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0076/2007
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ κατά το 2006

(2007/2004(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ κατά το 2006 – το πρώτο έτος του αναθεωρημένου Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (COM(2006)0304),

–    έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Στοκχόλμης της 23ης και 24ης Μαρτίου 2001, όπου ζητείται η τακτική επανεξέταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών, συμπεριλαμβανομένων των αναμενόμενων αντιξοοτήτων που θα προκληθούν από τις μελλοντικές δημογραφικές μεταβολές,

–    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών στην ΕΕ (COM(2006)0574),

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1056/2005 του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 2005 που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος[1],

–   έχοντας υπόψη την Έκθεση Σύγκλισης της Επιτροπής του Δεκεμβρίου 2006 (COM(2006)0762),

–   έχοντας υπόψη τις συστάσεις της Επιτροπής σχετικά με τα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης των κρατών μελών για την περίοδο 2006-2007,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών στις 22 και 23 Μαρτίου 2005 σχετικά με την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης,

–   έχοντας υπόψη τις ανακοινώσεις της Επιτροπής για τη δεύτερη έκθεση σχετικά με τις πρακτικές προετοιμασίες για τη μελλοντική διεύρυνση της ζώνης του ευρώ (COM(2005)0545) και την Ετήσια Δήλωση του 2006 για τη Ευρωζώνη (COM(2006)0392),

–   έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 1ης Ιουνίου 2006 σχετικά με τη διεύρυνση της ευρωζώνης[2] και της 14ης Νοεμβρίου 2006 σχετικά με την ετήσια έκθεση 2006 για την ευρωζώνη[3],

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A6‑0076/2007),

Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να διατηρούν τα δημοσιονομικά ελλείμματά τους κάτω από το 3% του ΑΕγχΠ, σύμφωνα με τους κανόνες που στηρίζουν το ενιαίο νόμισμα, και ότι σημειώνονται τακτικές παραβάσεις του κανόνα αυτού, και ότι οποτεδήποτε το έλλειμμα του προϋπολογισμού είναι ανώτερο του 3% αυτό μπορεί να αξιολογείται ευνοϊκότερα εάν συνδυάζεται με υψηλή ανάπτυξη και δείκτη χρέους σε πτωτική πορεία (αποκλειομένων των εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις), με μείωση του ετησίου ελλείμματος κάτω από 3% μεσοπρόθεσμα,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ΟΟΣΑ, στην πρόσφατη προειδοποίησή του για τα ελλείμματα, καλεί τα κράτη μέλη να επικεντρωθούν στις μεταρρυθμίσεις για την εμπέδωση της οικονομικής προόδου τους χρησιμοποιώντας την οικονομική ανάκαμψη για τον περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων τους και καθιστώντας πιο ανταγωνιστικές τις αγορές εργασίας,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο μέσος δείκτης του χρέους στην ευρωζώνη βρισκόταν στο 70,6% το 2005, και στο 69,4% περίπου το 2006 και προβλέπεται να μειωθεί στο 68% το 2007· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφορά μεταξύ του χαμηλότερου και του υψηλότερου δείκτη του χρέους υπερέβαινε τις 100 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕγχΠ τόσο το 2005 όσο και το 2006 και ότι η ίδια διαφορά αυτή αναμένεται να διατηρηθεί και το 2007· εκτιμώντας ότι οι δείκτες αυτοί εξακολουθούν να είναι πολύ υψηλότεροι από την αξία αναφοράς ύψους 60% για το δείκτη του χρέους προς το ΑΕΠ, ένα εκ των δύο πυλώνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ),

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το μέσο έλλειμμα στην ευρωζώνη ανήλθε στο - 2,6% του ΑΕγχΠ το 2005 και περίπου στο - 2,0% το 2006 και προβλέπεται να μειωθεί στο - 1,5% το 2007· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφορά όσον αφορά τον δείκτη του ελλείμματος άγγιξε σχεδόν τις 9 ποσοστιαίες μονάδες το 2005 και το 2006 και αναμένεται να μειωθεί σε 7 ποσοστιαίες μονάδες περίπου το 2007,

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο μέσος ρυθμός αύξησης του ΑΕγχΠ στην ευρωζώνη το 2005 ήταν 1,4% και περίπου 2,6% το 2006 και προβλέπεται να ανέλθει στο 2,1% το 2007· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι η διαφορά ως προς τον ρυθμό ανάπτυξης το 2005 και το 2006 ήταν περίπου 5 ποσοστιαίες μονάδες και ότι αναμένεται να παραμείνει στα ίδια επίπεδα το 2007· εκτιμώντας ότι αυτός ο ρυθμός ανάπτυξης είναι σαφώς κατώτερος σε σχέση με άλλες περιοχές του κόσμου,

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το ποσοστό ανεργίας στην ευρωζώνη ήταν 8,6% (12.600.000) το 2005 και μειώθηκε στο 8,1% (11.900.000) το 2006· λαμβάνοντας υπόψη ότι το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να μειωθεί στο 7,7% (11.500.000) το 2007 και ότι η προβλεπόμενη μείωση δείχνει ότι η περιστολή του ελλείμματος ενισχύει την οικονομική δραστηριότητα και μειώνει την ανεργία,

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συνδεόμενες με τη δημογραφική γήρανση δαπάνες προβλέπεται να αυξηθούν κατά 4% του ΑΕγχΠ έως το 2050· λαμβάνοντας υπόψη ότι, συνεπώς, σε ορισμένα κράτη μέλη οι συνδεόμενες με τη δημογραφική γήρανση δημόσιες δαπάνες θα αυξηθούν κατά 5% με 13% του ΑΕγχΠ, γεγονός που θα ασκήσει τεράστια πίεση στη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών τους, ενώ η ανάπτυξη προβλέπεται να μειωθεί από 2,4% κατά την περίοδο 2004-2010 σε 1,9% κατά την περίοδο 2011-2030 και σε μόλις 1,2% κατά την περίοδο 2031-2050· λαμβάνοντας υπόψη ότι η φθίνουσα ανάπτυξη και η αύξηση των συνδεόμενων με τη δημογραφική γήρανση δαπανών μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την οικονομική και κοινωνική ευημερία των ευρωπαίων πολιτών καθώς και την κοινωνική συνοχή των κοινωνιών μας και μπορούν να ασκήσουν διαλυτικές πιέσεις στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και τις κοινές πολιτικές,

Η. εκτιμώντας ότι η Επιτροπή και η ΕΚΤ αξιολογούν ανά διετία την εκπλήρωση των κριτηρίων του Μάαστριχτ για την έγκριση του ευρώ σε όλα τα "κράτη μέλη με παρέκκλιση",

Τα αποτελέσματα του αναθεωρημένου Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης

1.   υπενθυμίζει ότι ο βασικός στόχος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) είναι η διασφάλιση δημοσιονομικού πλεονάσματος ή τουλάχιστον ενός ισοσκελισμένου προϋπολογισμού μεσοπρόθεσμα, στοιχείο απαραίτητο ενόψει των επικείμενων δημογραφικών προκλήσεων·

2.   χαιρετίζει το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των κρατών μελών έχει καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους σε σχέση με το ΣΣΑ· υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι είναι πολύ πρόωρο να αξιολογήσει τα αποτελέσματα που προήλθαν από την εφαρμογή του αναθεωρημένου ΣΑΑ·

3.   συμμερίζεται τις ανησυχίες της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του προληπτικού σκέλους του ΣΣΑ, ιδίως όσον αφορά τα κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη καταφέρει να ισοσκελίσουν τα δημόσια οικονομικά τους·

4.   εκφράζει τον φόβο του για το γεγονός ότι το αναθεωρημένο ΣΣΑ, ιδίως το διορθωτικό σκέλος του, εάν εφαρμοστεί με επιείκεια, ενέχει τον κίνδυνο υψηλού και παρατεταμένου δημόσιου χρέους, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει σοβαρή απειλή για την ισοσκέλιση των δημόσιων οικονομικών και τις ευκαιρίες απασχόλησης·

5.   τονίζει ότι η στάση των κρατών μελών έναντι του αναθεωρημένου ΣΣΑ θα κρίνει τελικώς την επιτυχία ή την αποτυχία του· προειδοποιεί ότι οποιαδήποτε περαιτέρω αναθεώρησή του είναι απίθανο να γίνει αποδεκτή από τους πολίτες ή από τους οικονομικούς φορείς·

6.   εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά το έλλειμμα, το χρέος και την ανάπτυξη ενδέχεται να διευρυνθούν, γεγονός που θα μπορούσε να υπονομεύσει το ενιαίο νόμισμα, να καταπνίξει την οικονομική ανάπτυξη και να μειώσει τις προοπτικές απασχόλησης· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν οικονομικές πολιτικές που θα περιορίζουν τις διαφορές που έχουν εντοπιστεί και θα οδηγούν σε περαιτέρω σύγκλιση προς τα χαμηλότερα επίπεδα ελλείμματος και χρέους και μεγαλύτερης ανάπτυξης·

7.   εκφράζει την ανησυχία του για τον αργό ρυθμό μείωσης του δημόσιου χρέους σε ορισμένα κράτη μέλη· εκφράζει την αντίθεσή του στις ατέρμονες και άγονες διαδικασίες ελλείμματος και καλεί, για τον λόγο αυτόν, το Συμβούλιο και την Επιτροπή να δράσουν με γρήγορο και αποφασιστικό τρόπο· προτείνει να διατηρηθεί η αξιοπιστία της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος και το ενιαίο πρότυπο αξιολόγησης των χωρών·

8.   διερωτάται σε ποιο βαθμό η ευρωπαϊκή ανάπτυξη μπορεί να είναι κυκλική και εφιστά την προσοχή στην ανάγκη αύξησης του δυναμικού ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να ευνοηθεί η δημιουργία θέσεων απασχόλησης· υπενθυμίζει στα κράτη μέλη ότι η ενίσχυση της ανάπτυξης και η αύξηση της απασχόλησης αναμένεται να οδηγούν σε ουσιαστική αύξηση των φορολογικών εσόδων, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο των υπερβολικών ελλειμμάτων και επιτρέποντας παράλληλα τη σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους·

9.   υπογραμμίζει ότι οι παραβάσεις του ΣΣΑ θα μπορούσαν, τελικώς, να υπονομεύσουν την κοινή νομισματική πολιτική και να ενισχύσουν τις πιέσεις για αύξηση των επιτοκίων· επισημαίνει ότι μια ανεξάρτητη Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών, δημιουργώντας έτσι ένα πλαίσιο για τις οικονομικές πολιτικές που θα συντελεί στην επίτευξη υψηλών επιπέδων ανάπτυξης και απασχόλησης·

10. θεωρεί, για τον λόγο αυτόν, ότι είναι επιτακτική η ανάγκη αφενός να προσαρμόσουν τα κράτη μέλη τις δημοσιονομικές πολιτικές τους στις απαιτήσεις της κοινής οικονομικής και νομισματικής πολιτικής, προκειμένου να ενισχύσουν περαιτέρω την ευημερία των ευρωπαίων πολιτών, αφετέρου να ισχύσει για όλα τα κράτη μέλη ένα κοινό δημοσιονομικό χρονοδιάγραμμα και πλαίσιο·

11. χαιρετίζει το γεγονός ότι το αναθεωρημένο ΣΣΑ επιτρέπει την ανάπτυξη μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων με ρεαλιστικές προθεσμίες και μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους·

12. συμφωνεί ότι τα εξειδικευμένα μεταρρυθμιστικά προγράμματα που είναι προσαρμοσμένα στις ανάγκες των κρατών μελών θα μπορούσαν να επιτρέψουν καλύτερη εφαρμογή του προληπτικού σκέλους του ΣΣΑ·

13. εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι τα κράτη μέλη δεν εκμεταλλεύονται επαρκώς τη θετική οικονομική κατάστασή τους προκειμένου να εφαρμόσουν σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα αυξάνουν την αποτελεσματικότητα στις αγορές προϊόντων, υπηρεσιών, εργασίας και κεφαλαίων και, σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, θα διασφαλίζουν τη δημοσιονομική εξυγίανση, την οικονομική ανάπτυξη και την αύξηση της απασχόλησης·

Μελλοντικές προκλήσεις

14. υπενθυμίζει ότι το ΣΣΑ αποτελεί το βασικό και ισχυρότερο εργαλείο συντονισμού των οικονομικών πολιτικών στην ΕΕ· τονίζει ότι όσο το ΣΣΑ εφαρμόζεται με συνέπεια και αυστηρότητα τόσο οι οικονομικές πολιτικές θα συνεχίζουν να οδηγούν σε αύξηση της ανάπτυξης και ενίσχυση της απασχόλησης·

15. εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι προβλέψεις της Επιτροπής δείχνουν ραγδαία αύξηση των συνδεόμενων με τη γήρανση του πληθυσμού δαπανών, ενώ οι μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης δείχνουν πτωτική πορεία στο μέλλον, δύο στοιχεία που, από κοινού, θα ασκήσουν αναπόφευκτα τεράστια πίεση στη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών των κρατών μελών·

16. εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι έξι κράτη μέλη θεωρείται ότι αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο όσον αφορά τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών τους λόγω του δημοσιονομικού αντικτύπου της γήρανσης του πληθυσμού, ενώ δέκα άλλα κράτη μέλη θεωρείται ότι αντιμετωπίζουν μεσαίο κίνδυνο και μόνον εννέα κράτη μέλη χαμηλό κίνδυνο·

17. ζητεί την αντιμετώπιση αυτής της σοβαρής δημοσιονομικής πρόκλησης για την ΕΕ· υπενθυμίζει ότι η μείωση του δημόσιου χρέους θα έπρεπε να επιταχύνεται κατά τις περιόδους της οικονομικής ανάκαμψης, αποφεύγοντας μέτρα που επιτείνουν τις κυκλικές διακυμάνσεις και εφαρμόζοντας διαρθρωτικές και φορολογικές μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να επωφεληθούν από την τρέχουσα ανάκαμψη της οικονομίας για την πραγματοποίηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, στον τομέα των υπηρεσιών και να μειώσουν τη διοικητική επιβάρυνση των επιχειρήσεων· θεωρεί ότι υπάρχουν ακόμη περιθώρια και ανάγκη για περαιτέρω επιτάχυνση της επενδυτικής δραστηριότητας και ζητεί κατά συνέπεια διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τη λήψη πρόσθετων μέτρων που θα βελτιώσουν σε μόνιμη βάση το επενδυτικό κλίμα και θα ενθαρρύνουν τις επενδύσεις·

18. ζητεί τον αναπροσανατολισμό των δημόσιων δαπανών προς τη συσσώρευση υλικού και ανθρώπινου κεφαλαίου και τη δημιουργία συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που δραστηριοποιούνται σε τομείς, όπως η καινοτομία, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η εκπαίδευση και η κατάρτιση, η έρευνα, οι τεχνολογίες της πληροφορίας, τα δίκτυα τηλεπικοινωνιών και μεταφορών·

19. χαιρετίζει το γεγονός ότι στις προβλέψεις των κρατών μελών για το 2007 και το 2008 έχει ενσωματωθεί η μείωση του ελλείμματος κατά 0,5% του ΑΕγχΠ, όπως προβλέπει το αναθεωρημένο ΣΣΑ· συμμερίζεται τις ανησυχίες της Επιτροπής για το γεγονός ότι η μέση ετήσια διαρθρωτική προσαρμογή για το 2006 δεν επιτυγχάνει τον στόχο αυτόν· έχει την πεποίθηση ότι, δεδομένων των καλών οικονομικών προοπτικών, η διαρθρωτική προσαρμογή θα μπορούσε να υπερβεί κατά πολύ το συνιστώμενο 0,5% στα περισσότερα κράτη μέλη·

20. προτρέπει τα κράτη μέλη να αποφεύγουν τις αυθαίρετες δημοσιονομικές προβλέψεις και να μην προβαίνουν στη λήψη έκτακτων μέτρων και στη χρήση της δημιουργικής λογιστικής· συνιστά στο Συμβούλιο να διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη θα καταστήσουν έως το 2015 το νέο δημόσιο χρέος είτε αντισυνταγματικό είτε παράνομο, εφαρμόζοντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, τις βέλτιστες πρακτικές ορισμένων κρατών μελών και περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης· συστήνει την εκπόνηση μελέτης από την Επιτροπή για τις βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά τη στατιστική διακυβέρνηση της γνωστοποίησης των δημοσιονομικών στοιχείων και τη λογιστική των δημόσιων στοιχείων ενεργητικού και παθητικού των κρατών μελών·

21. συνιστά να εξεταστεί το ενδεχόμενο του καθορισμού ενός ενιαίου χρονοδιαγράμματος για τις δημοσιονομικές διαδικασίες σε ολόκληρη την ΕΕ, ενώ παράλληλα να επεκτείνεται ο δημοσιονομικός προγραμματισμός πέραν του ισχύοντος ορίου του ενός έτους· είναι της γνώμης ότι ο δημοσιονομικός προγραμματισμός των κρατών μελών πρέπει να βασίζεται σε ενιαίες υποθέσεις όσον αφορά τις καίριες οικονομικές παραμέτρους ώστε να εκτιμηθούν και να καθορισθούν με ενιαίο τρόπο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση·

22. προειδοποιεί τα κράτη μέλη ότι πρέπει να υποβάλλουν στην Επιτροπή ποιοτικά στατιστικά στοιχεία, προκειμένου να είναι δυνατή η σύγκριση των δημόσιων ελλειμμάτων και των χρεών· ενθαρρύνει την Επιτροπή να ελέγχει ενδελεχώς την ποιότητα των στατιστικών στοιχείων που υποβάλλουν τα κράτη μέλη· προτρέπει την Επιτροπή να λάβει κάθε απαραίτητο μέτρο, συμπεριλαμβανομένων και των κυρωτικών μέτρων, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη παρέχουν υψηλής ποιότητας και αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία σε ενιαία και συγκρίσιμη μορφή, ενσωματώνοντας το σύνολο των σημερινών και μελλοντικών υποχρεώσεων (όπως συντάξεις και υγειονομική περίθαλψη)· καλεί την Επιτροπή να περατώσει γρήγορα το έργο της·

23. συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι οι ανεξάρτητοι φορείς και οι ειδικοί κανόνες σχετικά με τη δημοσιονομική ισορροπία έχουν πολύ θετικό αντίκτυπο στους μεσοπρόθεσμους στόχους των κρατών μελών και στη μακροπρόθεσμη σταθερότητα των ισορροπημένων δημόσιων οικονομικών·

24. επισημαίνει ότι στην τελευταία της έκθεση για τη σύγκλιση το Δεκέμβριο του 2006 η Επιτροπή θεωρεί ότι τα περισσότερα από τα κράτη μέλη που αξιολογήθηκαν έχουν σημειώσει πρόοδο, αλλά κανένα δεν ανταποκρίνεται επί του παρόντος σε όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την εισαγωγή του ευρώ·

25. υπενθυμίζει ότι τα κριτήρια του Μάαστριχτ βάσει των οποίων η Επιτροπή προβαίνει στις αξιολογήσεις της πρέπει να εφαρμοσθούν ομοιόμορφα, δηλαδή, χωρίς να καθίσταται, σε ιδιαίτερες συνθήκες, πιο δύσκολη για τα κράτη μέλη η πρόσβαση στην ευρωζώνη αλλά και χωρίς να ερμηνεύονται τα κριτήρια με επιείκεια·

26. ενθαρρύνει την Επιτροπή να διερευνήσει τα πλεονεκτήματα της θέσπισης ανεξάρτητων εθνικών οργάνων που θα είναι επιφορτισμένα με τον καθορισμό του ετήσιου επιπέδου ελλείμματος σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο στόχο ενός ισορροπημένου προϋπολογισμού·

27. επιδοκιμάζει τις προσπάθειες του Συμβουλίου και της Επιτροπής να βελτιώσουν τη στατιστική διακυβέρνηση γνωστοποίησης των δημοσιονομικών στοιχείων, με μια σύσταση προς τα κράτη μέλη για πρότυπα σε κλίμακα ΕΕ όσον αφορά τις στατιστικές υπηρεσίες, όπου περιλαμβάνονται οι αρχές της επαγγελματικής ανεξαρτησίας, της εμπιστευτικότητας, της αξιοπιστίας και της έγκαιρης παροχής στοιχείων, καθώς επίσης η καταλληλότητα των πηγών των στατιστικών υπηρεσιών και τα βελτιωμένα δικαιώματα παρακολούθησης από την Επιτροπή·

28. εκτιμά ότι υπάρχει περιθώριο βελτίωσης στη λογιστική των περιουσιακών στοιχείων και των έμμεσων υποχρεώσεων του δημοσίου, προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια και η συγκρισιμότητα και να δημιουργηθεί μια πιο υγιής βάση για τη λήψη αποφάσεων· εκτιμά ότι η Επιτροπή θα μπορούσε να αναλάβει μια πρωτοβουλία στον τομέα αυτόν·

29. εκφράζει την απογοήτευσή του για την έλλειψη συντονισμού πολιτικών στην ευρωζώνη και εφιστά την προσοχή στην απόκλιση των δημοσιονομικών πολιτικών των κρατών μελών στην ευρωζώνη· ανησυχεί για τα πιθανά ανταγωνιστικά προβλήματα λόγω αυτής της έλλειψης συντονισμού· ενθαρρύνει την περαιτέρω έρευνα για τα διάφορα είδη και μέτρα διαρθρωτικών και μακροοικονομικών μεταρρυθμίσεων και για την αλληλεπίδραση και τον αμοιβαίο αντίκτυπό τους στα διάφορα στάδια του οικονομικού κύκλου, προκειμένου να προσδιοριστούν τα καλύτερα δυνατά μέσα ενίσχυσης των δημόσιων οικονομικών, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα τη Στρατηγική της Λισαβόνας·

o

o o

30. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Η Συνθήκη καθιστά σαφές ότι οι εξελίξεις στα δημόσια οικονομικά των κρατών μελών της ΕΕ πρέπει να παρακολουθούνται πολύ στενά στο κοινοτικό επίπεδο, ιδίως επειδή η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών αποτελεί προαπαιτούμενο για την αειφόρο ανάπτυξη, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και τη μακροοικονομική σταθερότητα. Επιπλέον, τα βιώσιμα δημόσια οικονομικά έχουν ζωτική σημασία για την αξιοπιστία του κοινού νομίσματος και, ως εκ τούτου, αποτελούν ζήτημα κοινού ενδιαφέροντος για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Οι διατάξεις της Συνθήκης που ορίζουν τις απαιτήσεις για τα υγιή και βιώσιμα δημόσια οικονομικά έχουν αποσαφηνιστεί από μια σειρά κανονισμών του Συμβουλίου. Στα βασικά σχετικά έγγραφα περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ), μαζί με τους μεταγενέστερους κανονισμούς που τροποποιούν τις διατάξεις του ΣΣΑ, οι επίσημες διακηρύξεις των κρατών μελών για την τήρηση του Συμφώνου και οι εκθέσεις της Επιτροπής που περιέχουν εκτιμήσεις και συστάσεις προς κάθε κράτος μέλος χωριστά. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αξιολογεί τα έγγραφα αυτά στο πλαίσιο των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών εξελίξεων στα κράτη μέλη και εγκρίνει τη δική του ετήσια έκθεση για τα δημόσια οικονομικά στην ΕΕ.

Ο εισηγητής θα ήθελε να υπενθυμίσει ότι ο βασικός στόχος της αναθεώρησης του ΣΣΑ ήταν η βελτίωση των επιδόσεων των κρατών μελών, ώστε να αποφεύγουν τα υπερβολικά ελλείμματα και, κατ’ αυτόν τον τρόπο, να συμβάλλουν στη διατήρηση της βιώσιμης ισόρροπης σταθερότητας των δημόσιων οικονομικών σε μεσοπρόθεσμο έως μακροπρόθεσμο επίπεδο, ιδίως ενόψει των επικείμενων δημογραφικών προκλήσεων.

Τα πορίσματα του εισηγητή είναι παρόμοια με την εκτίμηση της Επιτροπής. Το αναθεωρημένο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ασφάλειας λειτουργεί. Έχει ενισχυθεί και έχει τονιστεί ο ζωτικός ρόλος του όσον αφορά τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και τη μακροοικονομική σταθερότητα.

Ωστόσο, ο εισηγητής αντιλαμβάνεται ότι η εκτίμησή του αυτή βασίζεται στα αποτέλεσμα ενός μόνον έτους εφαρμογής του αναθεωρημένου συμφώνου. Ήταν ένα έτος θετικής οικονομικής ανάπτυξης με ευνοϊκό αντίκτυπο στις δημοσιονομικές επιδόσεις των κρατών μελών. Το αναθεωρημένο ΣΣΑ θα δοκιμαστεί στην πραγματικότητα κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών – όταν το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα κράτη μέλη εφαρμόζουν όντως τις κατευθυντήριες γραμμές που συμφωνούνται στο Συμβούλιο. Προφανώς, αυτό θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την καλή θέληση των κρατών μελών και θα έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς εάν κατά τα επόμενα έτη τα κράτη μέλη θα εκπληρώσουν όντως τους στόχους που τα ίδια έχουν θέσει, περιλαμβανομένης και της αποφυγής της λήψης μέτρων που επιτείνουν τις κυκλικές διακυμάνσεις.

Στο πλαίσιο αυτό, ο εισηγητής τονίζει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν τα ακόλουθα μέτρα:

- Τα κράτη μέλη πρέπει να εξυγιάνουν τους προϋπολογισμούς τους κατά τη διάρκεια των ευνοϊκών περιόδων – δηλαδή κατά τις περιόδους οικονομικής ανάπτυξης. Είναι απαραίτητο να χρησιμοποιείται ορθολογικά η οικονομική ανάκαμψη, περιλαμβανομένων και των βελτιωμένων φορολογικών εσόδων, για την ουσιαστική μείωση του δημόσιου χρέους, την αποφυγή της δημιουργίας υπερβολικών ελλειμμάτων και την επιδίωξη ενός πλεονασματικού προϋπολογισμού. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί χωρίς να επηρεαστούν οι υπηρεσίες που παρέχει ο δημόσιος τομέας και θα αποτελέσει στήριγμα για τη σταθερότητα του ευρώ, δημιουργώντας παράλληλα συνθήκες που θα ευνοούν την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Σήμερα, μόνο τρία κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ έχουν πλεονασματικό προϋπολογισμό.

- Πρέπει να συνεχιστούν και να εφαρμοστούν με δυναμικό τρόπο διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, το περαιτέρω άνοιγμα της αγοράς των υπηρεσιών, της ενέργειας και των τηλεπικοινωνιών (περιλαμβανομένης της σημαντικής μείωσης του κόστους περιαγωγής) και η βελτίωση των συνθηκών για τις επενδύσεις στην έρευνα και την ανάπτυξη μπορούν να διευκολύνουν την αξιοποίηση των δυνατοτήτων ώθησης της ανάπτυξης και θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερη ζήτηση και, συνεπώς, σε μεγαλύτερη απασχόληση.

- Η πρόκληση του δημοσιονομικού αντικτύπου της γήρανσης του πληθυσμού δεν αντιμετωπίζεται επαρκώς από κανένα από τα κράτη μέλη, παρά το γεγονός ότι έχει τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στη μελλοντική ευημερία των πολιτών της ΕΕ. Οι πιο πρόσφατες εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι μια ορθολογική δημοσιονομική πολιτική μπορεί να δώσει ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση. Συνεπώς, τα κράτη μέλη πρέπει να θέσουν ως συνταγματική ή νομική απαίτηση τον μη ελλειμματικό προϋπολογισμό. Αυτό έχει θεμελιώδη σημασία για την αντιμετώπιση της μελλοντικής πρόκλησης των υψηλών συνδεόμενων με τη γήρανση του πληθυσμού δαπανών στην Ευρώπη.

Επιπλέον, με την αναθεώρηση του ΣΣΑ θεσπίστηκαν νέες έννοιες, ορισμοί και αρχές όσον αφορά το προληπτικό σκέλος του. Για τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής των κανόνων, αποσαφηνίστηκε η μεθοδολογία για τη θέσπιση των ειδικών ανά χώρα μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων και, παράλληλα, η Επιτροπή έχει αρχίσει να εξετάζει τρόπους με τους οποίους οι έμμεσες υποχρεώσεις θα μπορούσαν να λαμβάνονται υπόψη μελλοντικά κατά τον καθορισμό των εν λόγω στόχων. Διασαφηνίστηκε, επίσης, μια σειρά ζητημάτων που σχετίζονται με τον καθορισμό της πορείας προσαρμογής προς τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους, περιλαμβανομένων και των προϋποθέσεων για τη συνεκτίμηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στο προληπτικό σκέλος του ΣΣΑ.

Σύμφωνα με την αξιολόγηση της Επιτροπής, τα αποτελέσματα της λειτουργίας του προληπτικού σκέλους του ΣΣΑ είναι ανάμεικτα. Στα θετικά σημειώνεται το γεγονός ότι, στο πλαίσιο των αναθεωρημένων προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης για το 2005, τέθηκαν διαφοροποιημένοι μεσοπρόθεσμοι δημοσιονομικοί στόχοι (ΜΔΣ) που ανταποκρίνονται στα βασικά οικονομικά χαρακτηριστικά της κάθε χώρας. Επιπροσθέτως, τα κράτη μέλη τήρησαν τη δέσμευσή τους να βασίζουν τις δημοσιονομικές προβλέψεις τους σε ρεαλιστικές μακροοικονομικές προβλέψεις, η δε χρήση έκτακτων μέτρων έχει σαφώς περιοριστεί. Στην αξιολόγηση της Επιτροπής για τα αναθεωρημένα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης για το 2005 επισημάνθηκαν, εξάλλου, κάποιες παρεκκλίσεις από τις συμπεφωνημένες αρχές. Συγκεκριμένα, η διαρθρωτική δημοσιονομική προσαρμογή που έχει προγραμματιστεί για το 2006 από τα κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη επιτύχει τους ΜΔΣ τους είναι μικρότερη από την τιμή αναφοράς του 0,5% που είχε συμφωνηθεί κατά την αναθεώρηση. Το γεγονός αυτό αποτελεί απόδειξη ότι το ευνοϊκό οικονομικό περιβάλλον δεν αξιοποιείται για την επίτευξη των ΜΔΣ. Επιπροσθέτως, σε ορισμένα κράτη μέλη, η προβλεπόμενη προσαρμογή μετατίθεται χρονικά και δεν στηρίζεται από συγκεκριμένα μέτρα. Για τον λόγο αυτόν, τα κράτη μέλη οφείλουν να εντείνουν ακόμα περισσότερο τις προσπάθειές τους.

Γενικά, τα αποτελέσματα της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος είναι θετικά. Το αυξημένο περιθώριο κρίσης έχει εφαρμοστεί κυρίως για τη θέσπιση ρεαλιστικών προθεσμιών εντός των οποίων τα κράτη μέλη οφείλουν να διορθώσουν τα υπερβολικά ελλείμματά τους, διασφαλίζοντας παράλληλα την πραγματοποίηση σημαντικών δημοσιονομικών προσπαθειών. Η εφαρμογή των διατάξεων περί «άλλων συναφών παραγόντων» στο πλαίσιο των διαδικασιών για τον καθορισμό της ύπαρξης υπερβολικού ελλείμματος επιβεβαίωσε το γεγονός ότι το ΣΣΑ παραμένει ένα πλαίσιο που βασίζεται σε κανόνες: από την αναθεώρηση και επέκεινα, όλα τα ελλείμματα άνω του 3% του ΑΕγχΠ θεωρούνται υπερβολικά. Ωστόσο, ο εισηγητής εκφράζει την ανησυχία του για τον αργό ρυθμό μείωσης του δημόσιου χρέους σε ορισμένα κράτη μέλη. Είναι αντίθετος στις ατέρμονες και άγονες διαδικασίες ελλείμματος και, για τον λόγο αυτόν, καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να δράσουν με γρήγορο και αποφασιστικό τρόπο. Τέλος, η αναθεώρηση του ΣΣΑ αποτέλεσε έναυσμα για έναν εποικοδομητικό και διαφανή διάλογο επί της πολιτικής σε κοινοτικό επίπεδο σχετικά με τις επιμέρους περιπτώσεις συγκεκριμένων χωρών, ο οποίος συνέβαλε στην εύρυθμη και αποδοτική λειτουργία του ΣΣΑ.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ κατά το 2006

Αριθ. διαδικασίας

2007/2004(INI)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας
Ημερομηνία αναγγελίας στην ολομέλεια της έγκρισης εκπόνησης

ECON
18.1.2007

Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες)
Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

BUDG
18.1.2007

 

 

 

 

Αποφάσισε να μη γνωμοδοτήσει
  Ημερομηνία της απόφασης

BUDG
14.2.2007

 

 

 

 

Ενισχυμένη συνεργασία
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

 

 

 

 

 

Εισηγητής(ές)
  Ημερομηνία ορισμού

Kurt Joachim Lauk
4.7.2006

 

Εισηγητής(ές) που αντικαταστάθηκε(καν)

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

23.1.2007

30.1.2007

20.3.2007

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

21.3.2007

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+ :

- :

0 :

33

2

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Pervenche Berès, Sharon Bowles, Udo Bullmann, Ieke van den Burg, José Manuel García-Margallo y Marfil, Jean-Paul Gauzès, Donata Gottardi, Benoît Hamon, Gunnar Hökmark, Sophia in 't Veld, Othmar Karas, Piia-Noora Kauppi, Guntars Krasts, Kurt Joachim Lauk, Andrea Losco, Astrid Lulling, Gay Mitchell, Cristobal Montoro Romero, Joseph Muscat, Lapo Pistelli, John Purvis, Alexander Radwan, Bernhard Rapkay, Dariusz Rosati, Heide Rühle, Antolín Sánchez Presedo, Manuel António dos Santos, Olle Schmidt, Lydia Shouleva, Margarita Starkevičiūtė, Sahra Wagenknecht

Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Harald Ettl, Werner Langen, Andreas Schwab, Lars Wohlin

Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 178, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

 

Ημερομηνία κατάθεσης

26.3.2007

 

Παρατηρήσεις (πληροφορίες που διατίθενται σε μία μόνον γλώσσα)