ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών Ποινικού Μητρώου (ECRIS) κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11 της απόφασης-πλαισίου 2008/XX/ΔΕΥ

19.9.2008 - (COM(2008)0332 – C6‑0216/2008 – 2008/0101(CNS)) - *

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων
Εισηγητής: Luca Romagnoli

Διαδικασία : 2008/0101(CNS)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0360/2008
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0360/2008
Συζήτηση :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών Ποινικού Μητρώου (ECRIS) κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11 της απόφασης-πλαισίου 2008/XX/ΔΕΥ

(COM(2008)0332 – C6‑0216/2008 – 2008/0101(CNS))

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής (COM(2008)0332),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 31 και το άρθρο 34, παράγραφος 2, στοιχείο γ), της Συνθήκης ΕΕ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 39, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΕ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6‑0216/2008),

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 93 και 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6‑0360/2008),

1.  εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.  καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ·

3.  καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

4.  ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

5.  στην περίπτωση που η παρούσα πρόταση δεν εγκριθεί πριν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, είναι αποφασισμένο να εξετάσει κάθε μελλοντική πρόταση στο πλαίσιο της διαδικασίας του κατεπείγοντος, σε στενή συνεργασία με τα εθνικά κοινοβούλια·

5.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Τροπολογία  1

Πρόταση απόφασης

Αιτιολογική σκέψη 6α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(6α) Η παρούσα απόφαση βασίζεται στις αρχές που ήδη έχει καθορίσει η απόφαση πλαίσιο 2008/ΧΧ/ΔΕΥ του Συμβουλίου σχετικά με την οργάνωση και το περιεχόμενο των ανταλλαγών μεταξύ των κρατών μελών πληροφοριών από το ποινικό μητρώο συμπληρώνοντας και χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες αυτές από τεχνικής πλευράς.

Αιτιολόγηση

Θα ήταν σκόπιμο να διευκρινισθεί ότι ο χαρακτήρας της παρούσας απόφασης συνίσταται στην εφαρμογή και συμπλήρωση ενός ήδη υπάρχοντος κανονιστικού μέσου χωρίς να αλλοιωθούν οι αρχές του.

Τροπολογία  2

Πρόταση απόφασης

Αιτιολογική σκέψη 9

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(9) Για να διασφαλισθεί η αμοιβαία κατανόηση και η διαφάνεια της κοινής κατηγοριοποίησης, έκαστο κράτος μέλος καλείται να υποβάλει κατάλογο των εθνικών αξιόποινων πράξεων και των κυρώσεων που εμπίπτουν σε καθεμιά από τις κατηγορίες του οικείου πίνακα, καθώς και κατάλογο των εθνικών ποινικών δικαστηρίων. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να είναι προσιτές στις εθνικές δικαστικές αρχές, ιδίως μέσω κάθε διαθέσιμου ηλεκτρονικού διαύλου.

(9) Για να διασφαλισθεί η αμοιβαία κατανόηση και η διαφάνεια της κοινής κατηγοριοποίησης, έκαστο κράτος μέλος καλείται να υποβάλει κατάλογο των εθνικών αξιόποινων πράξεων και των κυρώσεων που εμπίπτουν σε καθεμιά από τις κατηγορίες του οικείου πίνακα, μαζί με μια σύντομη περιγραφή της αντικειμενικής υπόστασης της αξιόποινης πράξης, καθώς και κατάλογο των εθνικών ποινικών δικαστηρίων. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να είναι προσιτές στις εθνικές δικαστικές αρχές, ιδίως μέσω κάθε διαθέσιμου ηλεκτρονικού διαύλου.

Αιτιολόγηση

Βάσει των συχνά ουσιαστικών διαφορών που χαρακτηρίζουν τον ορισμό των συγκεκριμένων περιπτώσεων αξιόποινης πράξης στα διάφορα κράτη μέλη, φαίνεται περισσότερο από ποτέ σκόπιμο να διατίθενται οι περισσότερες δυνατές πληροφορίες σε όποιον πρέπει να χρησιμοποιήσει το απόσπασμα του ποινικού μητρώου. Η τροπολογία αυτή συνδέεται με την κατωτέρω τροπολογία 8.

Τροπολογία  3

Πρόταση απόφασης

Αιτιολογική σκέψη 9 (α) (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(9α) Οι πίνακες αναφοράς στα παραρτήματα Α και Β επ' ουδενί αποσκοπούν στην εναρμόνιση των συγκεκριμένων περιπτώσεων της αξιόποινης πράξης και των συνεπακόλουθων ποινών, που εξακολουθούν να ρυθμίζονται από την εθνική νομοθεσία.

Αιτιολόγηση

Πρέπει να διευκρινισθεί ότι η παρούσα απόφαση δεν αποσκοπεί στην εναρμόνιση του ουσιαστικού ποινικού δικαίου αλλά στη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρονται στα αποσπάσματα του ποινικού μητρώου.

Τροπολογία  4

Πρόταση απόφασης

Αιτιολογική σκέψη 13

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(13) Αμφότεροι οι πίνακες αναφοράς με τις κατηγορίες αξιόποινων πράξεων και κυρώσεων, καθώς και τα τεχνικά πρότυπα που θα εφαρμόζονται για την ανταλλαγή πληροφοριών χρήζουν διαρκούς επανεξέτασης και τακτικής επικαιροποίησης. Προς τον σκοπό αυτό ανατέθηκαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία επικουρείται από επιτροπή, εκτελεστικές εξουσίες. Η κανονιστική διαδικασία που προβλέπει η κοινοτική νομοθεσία είναι σκόπιμο να εφαρμόζεται κατ’ αναλογία για τη θέσπιση των μέτρων που απαιτούνται για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

(13) Αμφότεροι οι πίνακες αναφοράς με τις κατηγορίες αξιόποινων πράξεων και κυρώσεων, καθώς και τα τεχνικά πρότυπα που θα εφαρμόζονται για την ανταλλαγή πληροφοριών χρήζουν διαρκούς επανεξέτασης και τακτικής επικαιροποίησης.

Τροπολογία  5

Πρόταση απόφασης

Αιτιολογική σκέψη 14

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(14) Η απόφαση-πλαίσιο 2008/XX/ΔΕΥ σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις είναι σκόπιμο να εφαρμόζεται για την ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών προερχόμενων από τα ποινικά μητρώα των κρατών μελών.

(14) Στο πλαίσιο αυτό, είναι υψίστης σημασίας η έγκριση το ταχύτερο δυνατό της απόφασης-πλαίσιο του Συμβουλίου 2008/XX/ΔΕΥ σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, που διασφαλίζει το κατάλληλο επίπεδο προστασίας των δεδομένων και συμπεριλαμβάνει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε εθνικό επίπεδο.

Τροπολογία  6

Πρόταση απόφασης

Άρθρο 3-παράγραφος 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5. Για να διασφαλισθεί η αποτελεσματική λειτουργία του ECRIS, η Επιτροπή παρέχει γενική υποστήριξη και υπηρεσίες παρακολούθησης.

5. Για να διασφαλισθεί η αποτελεσματική λειτουργία του ECRIS, η Επιτροπή παρέχει γενική υποστήριξη και υπηρεσίες παρακολούθησης και επαληθεύει την ορθή εφαρμογή των μέτρων που προσδιορίζονται στο άρθρο 6..

Αιτιολόγηση

Κατά τη φάση της εφαρμογής του συστήματος διασύνδεσης, είναι αναγκαίος ο συντονισμός και η εποπτεία εκ μέρους της Επιτροπής, η οποία και έχει μια συνολική θεώρηση και τα απαραίτητα για το σκοπό αυτό τεχνικά μέσα.

Τροπολογία  7

Πρόταση απόφασης

Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – εδάφιο α

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(α) κατάλογο των εθνικών αξιόποινων πράξεων που εμπίπτουν σε καθεμιά από τις κατηγορίες του πίνακα με τις αξιόποινες πράξεις του παραρτήματος A. Ο εν λόγω κατάλογος περιλαμβάνει την ονομασία ή τον νομικό χαρακτηρισμό της αξιόποινης πράξης και αναφορά στην εφαρμοστέα διάταξη νόμου. Είναι επίσης δυνατό να περιλαμβάνει σύντομη περιγραφή της αντικειμενικής υπόστασης της αξιόποινης πράξης·

(α) κατάλογο των εθνικών αξιόποινων πράξεων που εμπίπτουν σε καθεμιά από τις κατηγορίες του πίνακα με τις αξιόποινες πράξεις του παραρτήματος A. Ο εν λόγω κατάλογος περιλαμβάνει την ονομασία ή τον νομικό χαρακτηρισμό της αξιόποινης πράξης και αναφορά στην εφαρμοστέα διάταξη νόμου. Επίσης περιλαμβάνει σύντομη περιγραφή της αντικειμενικής υπόστασης της αξιόποινης πράξης·

Αιτιολόγηση

Η υποχρεωτική συμπερίληψη μιας σύντομης περιγραφής των συστατικών στοιχείων του ποινικού αδικήματος θα κάνει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των οικείων κρατών μελών πιο αποτελεσματική. Τα ποινικά συστήματα των κρατών μελών μπορεί να διαφέρουν σημαντικά. Συχνά, τα κράτη μέλη δεν έχουν τα ίδια ποινικά αδικήματα, δηλαδή κάτι που μπορεί να θεωρείται ως αδίκημα σε ένα κράτος μέλος μπορεί να μην είναι αξιόποινο σύμφωνα με τους νόμους άλλου κράτους μέλους. Έτσι, μια τέτοια σύντομη περιγραφή θα βοηθήσει τις αρχές του κράτους μέλους να κατανοήσουν καλύτερα τη φύση των εν λόγω αδικήματος.

Τροπολογία  8

Πρόταση απόφασης

Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – εδάφιο α

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Η μετάφραση της περιγραφής εθνικής αξιόποινης πράξης από την αρχική γλώσσα υποβολής αποτελεί καθήκον και ευθύνη αποκλειστικά του κάθε κράτους που ζητεί τη μετάφραση και δεν πραγματοποιείται από το ECRIS. Όταν πραγματοποιηθεί η μετάφραση, το ECRIS παρέχει τη δυνατότητα καταχώρισής της στη βάση δεδομένων.

Αιτιολόγηση

Η συστηματική μετάφραση της περιγραφής του κάθε εθνικού ποινικού κώδικα, από τις οποίες υπάρχουν χιλιάδες, στη γλώσσα κάθε κράτους μέλους θα απαιτούσε χιλιάδες ώρες εργασίας και άγνωστο ποσό εξόδων. Αν όλες οι μεταφράσεις είναι αναγκαίες πριν από την ολοκλήρωση του ECRIS, αυτό θα εμποδίσει για χρόνια το ECRIS να τεθεί σε λειτουργία, πράγμα που πρέπει να αποτραπεί. Ταυτόχρονα, εφόσον ένα εθνικό δικαστήριο έχει μεταφράσει την περιγραφή, οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να μπορούν να προστεθούν στο ECRIS ως βοήθεια για μελλοντική επικοινωνία και για να αποφευχθούν μελλοντικά οι επαναλήψεις των μεταφράσεων.

Τροπολογία  9

Πρόταση απόφασης

Άρθρο 6-εισαγωγή

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα ακόλουθα εκτελεστικά μέτρα θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 7:

Όπου θεωρείται αναγκαίο και σύμφωνα με το άρθρο 34, παράγραφος 2, στοιχείο γ, και το άρθρο 39 της Συνθήκης ΕΕ, η Επιτροπή προτείνει στο Συμβούλιο την έγκριση όλων των αναγκαίων μέτρων για την καλύτερη λειτουργία του ECRIS και την εξασφάλιση της διαδραστικότητας του συστήματος με τα εθνικά συστήματα όπως:

Τροπολογία  10

Πρόταση απόφασης

Άρθρο 7

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Άρθρο 7

 

Διαδικασία επιτροπής

διαγράφεται

1.Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή επικουρείται από κανονιστική επιτροπή, την οποία αποτελούν αντιπρόσωποι των κρατών μελών και της οποίας προεδρεύει αντιπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (στο εξής: "επιτροπή").

 

2. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό της

 

3. Ο αντιπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των ληπτέων μέτρων. Η επιτροπή γνωμοδοτεί επί του σχεδίου εντός προθεσμίας που καθορίζει ο πρόεδρος με γνώμονα τον βαθμό κατεπείγοντος του εκάστοτε θέματος. Η γνώμη εκδίδεται με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 205 παράγραφοι 2 και 4 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας προκειμένου για αποφάσεις που καλείται να λάβει το Συμβούλιο βάσει πρότασης της Επιτροπής. Οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών στο πλαίσιο της επιτροπής σταθμίζονται με τον τρόπο που ορίζει το προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

 

4. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεσπίζει τα προβλεπόμενα μέτρα εφόσον συνάδουν με τη γνώμη της επιτροπής.

 

5. Αν τα προβλεπόμενα μέτρα δεν συμβαδίζουν με τη γνώμη της επιτροπής ή ελλείψει τέτοιας γνώμης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποβάλλει αμελλητί στο Συμβούλιο πρόταση για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν και ενημερώνει σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

6. Το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία επί της πρότασης, εντός προθεσμίας τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής στο Συμβούλιο.

 

Εάν εντός της ως άνω προθεσμίας το Συμβούλιο δηλώσει με ειδική πλειοψηφία ότι διαφωνεί με την πρόταση, η Επιτροπή την επανεξετάζει. Μπορεί δε να υποβάλει στο Συμβούλιο τροποποιημένη πρόταση, να υποβάλει εκ νέου την πρότασή της ή να υποβάλει νομοθετική πρόταση βάσει της συνθήκης.

 

Εάν κατά τη λήξη της προθεσμίας το Συμβούλιο δεν έχει εγκρίνει την προτεινόμενη εκτελεστική πράξη ούτε έχει εκφράσει τη διαφωνία του με τα προτεινόμενα εκτελεστικά μέτρα, η προτεινόμενη εκτελεστική πράξη εγκρίνεται από την Επιτροπή.

 

Αιτιολόγηση για τις τροπολογίες 4, 9 και 10

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (C-133/06) επανέλαβε πρόσφατα την αρχή σύμφωνα με την οποία "οι κανόνες σχετικά με το σχηματισμό της βούλησης των κοινοτικών θεσμικών οργάνων πηγάζουν από τη Συνθήκη χωρίς παρεκκλίσεις ούτε από τα κράτη μέλη ούτε από τα ίδια τα θεσμικά όργανα". Σε συμμόρφωση με τη νομολογία του Δικαστηρίου, οι τροπολογίες 4,9 και 10 αποτελούν τον καρπό με μιας αυστηρής ερμηνείας της ΣΕΕ που δεν προβλέπει την αποκαλούμενη επιτροπολογία για τα θέματα που ρυθμίζονται από τον Τίτλο VI ούτε επιτρέπει τη δημιουργία δευτερευουσών νομικών βάσεων πέραν των περιπτώσεων που ρυθμίζουν οι Συνθήκες. Το σύστημα που εκπονείται στον Τίτλο VI, και ιδιαίτερα οι συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 34 και 39, προβλέπει πράγματι ότι ενδεχόμενα μέτρα εφαρμογής των αποφάσεων πρέπει να εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 39.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Η ανταλλαγή πληροφοριών από το ποινικό μητρώο εξακολουθεί ουσιαστικά να βασίζεται στις διατάξεις που προβλέπονται από τη Σύμβαση του 1959 του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή επί ποινικών θεμάτων και ιδιαίτερα στα άρθρα 13 και 22 που προβλέπουν ότι οι πληροφορίες αυτές κοινοποιούνται από τον υπουργό δικαιοσύνης τουλάχιστον μία φορά το χρόνο.

Έχοντας γνώση της ανεπάρκειας και της ιδιαίτερης βραδύτητας του συστήματος αυτού, η Επιτροπή πρότεινε από το 2005 διάφορες ρυθμιστικές πρωτοβουλίες με στόχο αφενός τη ρύθμιση και διευκόλυνση της ανταλλαγής των αποσπασμάτων του ποινικού μητρώου και αφετέρου, τη ρύθμιση της χρήσης των αποσπασμάτων αυτών εκ μέρους του κράτους μέλους που τα παραλαμβάνει.

Η τελευταία αυτή η πτυχή αντιμετωπίστηκε στην απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου σχετικά με την εξέταση των καταδικαστικών αποφάσεων μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ επ’ ευκαιρία της έναρξης μιας νέας ποινικής διαδικασίας που εγκρίθηκε επίσημα από το Συμβούλιο ΔΕΥ στις 25 Ιουλίου 2008. Η απόφαση αυτή πλαίσιο καθορίζει την αρχή της ισοδυναμίας μεταξύ καταδικαστικών ποινικών αποφάσεων που απήγγειλε μια εθνική ποινική αρχή και καταδικαστικών ποινικών αποφάσεων που απήγγειλε η δικαστική αρχή ενός άλλου κράτους μέλους.

Η απόφαση του Συμβουλίου 2005/876/ΔΕΥ της 21ης Νοεμβρίου 2005 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών από το ποινικό μητρώο είναι κατά χρονολογική σειρά το πρώτο μέτρο με στόχο τη ρύθμιση και διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών. Βασίζεται στην αρχή σύμφωνα με την οποία κάθε κράτος μέλος διαχειρίζεται τις πληροφορίες που αναφέρονται τους πολίτες του και φροντίζει οι πληροφορίες από το ποινικό μητρώο να διαβιβάζονται στο κράτος μέλος που τη ζητεί εντός δέκα ημερών από την αίτηση χρησιμοποιώντας ένα ειδικό έντυπο. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται μπορούν να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για το σκοπό για τον οποίον ζητήθηκαν. Η πρόταση απόφασης-πλαισίου σχετικά με την οργάνωση και το περιεχόμενο της ανταλλαγής από το ποινικό μητρώο πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών (COM(2005)690 τελικό) που υπέβαλε η Επιτροπή στα τέλη του 2005 φιλοδοξεί να διευρύνει τη ρυθμιστική αυτή δομή. Η βασική αρχή που εντοπίζει στο κράτος μέλος του οποίου είναι πολίτης το πρόσωπο που έχει καταδικασθεί το σημείο αναφοράς για όλα τα αιτήματα σε σχέση με το ποινικό μητρώο, έχει αναπτυχθεί εις τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται ότι θα καθίστανται διαθέσιμες και οι καταδικαστικές αποφάσεις που έχουν απαγγελθεί στα άλλα κράτη μέλη. Από την άλλη πλευρά, επιβάλλεται στο κράτος μέλος όπου έχει απαγγελθεί η καταδικαστική απόφαση να ενεργεί εις τρόπον ώστε όλες οι καταδικαστικές αποφάσεις να συνοδεύονται από πληροφορίες σχετικά με την εθνικότητα του καταδικασθέντος καθώς και να ενημερώνονται και να διαβιβάζονται όλες οι σχετικές πληροφορίες στο κράτος μέλος του οποίου είναι πολίτης ο καταδικασθείς. Τον Ιούνιο του 2007 το Συμβούλιο ΔΕΥ κατέληξε σε πολιτική συμφωνία επί της πρότασης απόφασης-πλαισίου η οποία θα αντικαταστήσει, μόλις τεθεί σε ισχύ, το όλο πλαίσιο της απόφασης του 2005, αφού το ενσωματώσει.

Η πρόταση απόφασης ECRIS έχει ως στόχο, όπως ζητείται από το άρθρο 11 της απόφασης-πλαισίου, να συμπληρώσει από τεχνικής και πληροφορικής πλευράς το σύστημα που δημιουργήθηκε από τα προηγούμενα ρυθμιστικά μέσα.

Οι βασικές αρχές παραμένουν για μια ακόμη φορά αμετάβλητες:

- σημείο αναφοράς παραμένει το κράτος μέλος του οποίου πολίτης είναι ο καταδικασθείς.

- Οι πληροφορίες διατηρούνται στα εθνικά κεντρικά ποινικά μητρώα και δεν είναι άμεσα προσβάσιμες στα ποινικά μητρώα των άλλων κρατών μελών.

- Τα κράτη μέλη διαχειρίζονται και ενημερώνουν τις τράπεζες δεδομένων τους.

Επιπλέον, προκειμένου να διευκολύνεται η ανταλλαγή πληροφοριών, εκπονούνται κώδικες αναφοράς για τις διάφορες κατηγορίες αξιοποίνων πράξεων (Παράρτημα Α) και κυρώσεων (Παράρτημα).

Επισημαίνεται εξάλλου, ότι τον Ιούνιο του 2006 ξεκίνησε ένα πιλοτικό πρόγραμμα που αφορά το Βελγίου, τη Δημοκρατία της Τσεχίας, τη Γαλλία, τη Γερμανία, το Λουξεμβούργο και την Ισπανία δια του οποίου υλοποιείται μια ηλεκτρονική διασύνδεση μεταξύ των κεντρικών ποινικών μητρώων των χωρών αυτών. Δεδομένης της επιτυχίας του προγράμματος προσχώρησαν στο μεταξύ και άλλα κράτη μέλη.

Θέση του εισηγητή

Ο εισηγητής δεν διάκειται ευνοϊκά στην πρόταση αυτή που συγκεκριμενοποιεί από τεχνικής πλευράς τη δομή του ευρωπαϊκού ποινικού μητρώου, όπως αυτή προσδιορίζεται από την απόφαση πλαίσιο 1008/ΧΧ/ΔΕΥ σχετικά με την οργάνωση και το περιεχόμενο των ανταλλαγών πληροφοριών από το ποινικό μητρώο μεταξύ των κρατών μελών.

Ο εισηγητής λαμβάνει ιδιαίτερα γνώση του ότι ο χαρακτήρας της παρούσας πρότασης έγκειται στην εφαρμογή των αρχών που έχουν ήδη συμφωνηθεί στο πλαίσιο προηγούμενων ρυθμιστικών μέσων δημιουργώντας την ηλεκτρονική εκείνη διασύνδεση μεταξύ των εθνικών ποινικών μητρώων, η έλλειψη της οποίας εμπόδιζε μέχρι σήμερα την ουσιαστική λειτουργία του ευρωπαϊκού ποινικού μητρώου.

Υπό το πρίσμα αυτό η τροπολογία 1 στόχο έχει να διευκρινίσει το χαρακτήρα του εκτελεστικού μέτρου του παρόντος ρυθμιστικού μέσου υπογραμμίζοντας ότι στόχος του δεν είναι ο καθορισμός νέων κανόνων αλλά να εφοδιαστούν οι ήδη υπάρχοντες με τις τεχνικές απαιτήσεις που χρειάζονται για να καταστούν λειτουργικοί.

Η τροπολογία 3 έχει επίσης ως στόχο να αποσαφηνίσει την εμβέλεια της πρότασης διευκρινίζοντας ότι τα παραρτήματα Α και Β δεν έχουν σκοπό την εναρμόνιση των συγκεκριμένων ποινικών περιπτώσεων και των σχετικών κυρώσεων που αντίθετα, εξακολουθούν να ρυθμίζονται στο πλαίσιο των εθνικών νομοθεσιών.

Η ανάγκη εξεύρεσης ενός σημείου επαφής μεταξύ των είκοσι επτά διαφορετικών νομοθετικών συστημάτων, στα οποία αντιστοιχούν ισάριθμες ευαισθησίες νομικού και κοινωνικού χαρακτήρα, οδήγησε την Επιτροπή να συνοψίσει τα ποινικά αδικήματα στις κατηγορίες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Α. Το προτεινόμενο σύστημα αποτελείται από απλούς και απέριττους πίνακες που έχουν το μεγάλο πλεονέκτημα να είναι "αναγνώσιμοι" από όλα τα κράτη μέλη, διατρέχουν όμως τον κίνδυνο να μη συμβαίνει τούτο τουλάχιστον σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις. Έχοντας επίγνωση του ότι η προσπάθεια αυτή σύνοψης οδηγεί αναπόφευκτα σε γενικεύσεις, η Επιτροπή προέβλεψε επίσης και «ανοικτές» κατηγορίες οι οποίες όμως, εξ ορισμού, είναι ακόμη πιο ασαφείς. Η γενίκευση αυτή πρέπει επομένως να αντιμετωπισθεί παρέχοντας στις δικαστικές αρχές όλα τα απαραίτητα μέσα γνώσης προκειμένου να αντιληφθούν και να ερμηνεύσουν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους. Αναφερόμαστε ιδιαίτερα στην αντικειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξη, στην οποία πρέπει να έχουν πρόσβαση οι δικαστικές αρχές, πολλώ δε μάλλον όταν η αξιόποινη πράξη δεν εμπίπτει σε μια από τις υποκατηγορίες αλλά εντάσσεται σε μια ανοικτή κατηγορία.

Ακριβώς επειδή μια προσεκτική αξιολόγηση της σημασίας των αποσπασμάτων του ποινικού μητρώου ενός άλλου κράτους μέλους δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητη από τη δέουσα ενημέρωση σχετικά με το χαρακτήρα της αξιόποινης πράξης στην οποία αναφέρεται το απόσπασμα, στις τροπολογίες 2 και 6 προτείνεται, η πράξη με την οποία τα κράτη μέλη κοινοποιούν τον κατάλογο, βάσει του άρθρου 5 εδάφιο 1 στοιχείο α), να περιλαμβάνει υποχρεωτικά την περιγραφή της αντικειμενικής υπόστασης της αξιόποινης πράξης.

Παραμένει πάντως για τις αιτούσες δικαστικές αρχές η δυνατότητα να ζητούν, όταν το θεωρούν σκόπιμο, το πλήρες κείμενο της απόφασης ή διευκρινίσεις άλλου είδους. Στην περίπτωση αυτή όμως, θα πρέπει να ακολουθήσουν τους παραδοσιακούς διαύλους της αμοιβαίας συνδρομής επί ποινικών θεμάτων που πιθανόν να είναι χρονοβόροι και περίπλοκοι.

Ο εισηγητής εκφράζει σχετικά την επιθυμία να δημιουργηθούν το συντομότερο δυνατόν τα ηλεκτρονικά μέσα με στόχο να επιταχύνεται η ικανοποίηση των αιτημάτων αυτών και να μπορούν οι δικαστικές αρχές να λαμβάνουν τις αναγκαίες πληροφορίες σύντομα. Υπ' αυτό το πρίσμα υπενθυμίζεται ότι η πρόταση ECRIS εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο του συστήματος της ηλεκτρονικής δικαιοσύνης E-justice με στόχο μεταξύ άλλων να επιτρέπεται μια καλύτερη και ταχύτερη επικοινωνία μεταξύ των δικαστικών αρχών των κρατών μελών.

Όσον αφορά, τέλος, τις τροπολογίες 4, 9 και 10, βασίζονται στα όσα πρόσφατα επανέλαβε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην απόφασή του επί της υπόθεσης C-133/06, σημείο 54 και επόμενα, όπου υπενθυμίζεται ότι οι κανόνες σχετικά με το σχηματισμό της βούλησης των κοινοτικών θεσμικών οργάνων πηγάζουν από τη Συνθήκη χωρίς παρεκκλίσεις ούτε από τα κράτη μέλη ούτε από τα ίδια τα θεσμικά όργανα. Κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου, η αναγνώριση της ευχέρειας ενός οργάνου να δημιουργεί παράγωγα κανονιστικά θεμέλια που συμβάλλουν στην επιβάρυνση ή την απλούστευση των κανόνων έγκρισης μιας πράξης, θα σήμαινε την απόδοση στην πράξη αυτή μιας νομοθετικής εξουσίας που υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τη Συνθήκη. Τούτο θα σήμαινε επίσης ότι η πράξη θα μπορούσε να πλήξει την αρχή της θεσμικής ισορροπίας που συνεπάγεται ότι το κάθε όργανο ασκεί τις αρμοδιότητές του σε πλαίσιο του σεβασμού εκείνων των άλλων θεσμικών οργάνων. Επίσης, το Δικαστήριο τονίζει ότι η έγκριση των παραγώγων κανονιστικών θεμελίων δεν μπορεί να αιτιολογείται ούτε με βάση τις σκέψεις που αφορούν το λεπτό από πολιτικής άποψης χαρακτήρα του θέματος ή τη βούληση να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα μιας κοινοτικής δράσης.

Η διαδικασία που προτείνει η Επιτροπή, δηλαδή η λειτουργία μέσω μιας επιτροπής υπό την προεδρία της ίδιας, διαφεύγει εντελώς του Τίτλου VI της Συνθήκης για την ΕΕ και θα μπορούσε να δημιουργήσει πηγές παραγώγου δικαίου που δεν προβλέπονται από την ίδια τη Συνθήκη. Οι τροπολογίες 4, 9 και 10 στόχο έχουν να ευθυγραμμίσουν την πρόταση της Επιτροπής εις τρόπον ώστε τα εκτελεστικά μέτρα που επιδρούν στα περιεχόμενα της απόφασης να εγκρίνονται σύμφωνα με τα άρθρα 34 και 39 της ΣΕΕ.

Από πλευράς προστασίας των δεδομένων, θέμα για το οποίο η Επιτροπή Ελευθεριών επιδεικνύει μεγάλη ευαισθησία, ο εισηγητής επισημαίνει με ικανοποίηση ότι δεν υπάρχουν παρατηρήσεις στην πρόταση της Επιτροπής.

Αναπτύσσοντας τις αρχές που ήδη περιλαμβάνονται στην απόφαση πλαίσιο, η παρούσα απόφαση ορίζει πράγματι ότι το κάθε κράτος μέλος συγκεντρώνει τις πληροφορίες σχετικά με τους πολίτες του. Τις πληροφορίες αυτές διαχειρίζεται η κεντρική διοίκηση, που είναι η μόνη η οποία έχει πρόσβαση στη διασύνδεση με τα άλλα ευρωπαϊκά ποινικά μητρώα. Τούτο σημαίνει ότι ούτε οι δικαστικές αρχές έχουν πρόσβαση στο ευρωπαϊκό ποινικό μητρώο, δεδομένου ότι πρέπει να υποβάλλουν τις αιτήσεις για παροχή πληροφοριών στο κεντρικό ποινικό μητρώο της χώρας τους, που θα φροντίσει για την αποστολή τους στην ή στις ενδιαφερόμενες χώρες. Η κεντρική διοίκηση θα είναι πάντοτε εκείνη που θα λαμβάνει τις ζητηθείσες πληροφορίες και τέλος θα της αποστέλλει στην αιτούσα δικαστική αρχή. Ο εισηγητής επιθυμεί να έχουν και στο μέλλον οι εθνικές αρχές τη διαχείριση των κεντρικών εθνικών ποινικών μητρώων.

Η αναφορά, η οποία περιέχεται στην αιτιολογική σκέψη 14 της πρότασης, στην απόφαση-πλαίσιο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υφίστανται επεξεργασία στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, εξασφαλίζει ότι οι κανόνες που περιλαμβάνονται σε αυτό είναι εγγυημένοι ακόμη και σε αυτή την περίπτωση. Επ' αυτού, επισημαίνεται η σκοπιμότητα εναρμόνισης της αιτιολογικής σκέψης 10 της απόφασης-πλαισίου 2008/XX/ΔΕΥ για την οργάνωση και το περιεχόμενο των ανταλλαγών μεταξύ των κρατών μελών πληροφοριών που προέρχονται από το ποινικό μητρώο, η οποία αναφέρεται στη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των ατόμων όσον αφορά την αυτόματη επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που εγκρίθηκε στο Στρασβούργο στις 28 Ιανουαρίου 1981, με την αιτιολογική σκέψη 14 της παρούσας απόφασης, η οποία, δικαιολογημένα, παραπέμπει αντιθέτως στην απόφαση-πλαίσιο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υφίστανται επεξεργασία στο πλαίσιο της δικαστικής και αστυνομικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις. Τέλος, κρίνεται σκόπιμο να επιστηθεί η προσοχή των κρατών μελών στην καθοριστική σημασία της έγκαιρης έγκρισης της εν λόγω απόφασης πλαίσιο για την προστασία των δεδομένων.

Υπό το πρίσμα πάντοτε της προστασίας των δεδομένων, ο εισηγητής συμμερίζεται την επιλογή να χρησιμοποιείται το σύστημα S-Testa που εγγυάται την ασφάλεια των δικτύων και είναι απαραίτητο όταν πρόκειται για τόσο ευαίσθητες πληροφορίες. Ο εισηγητής συνιστά να συνεχισθεί η χρησιμοποίηση του συστήματος αυτού και να μην επιτρέπεται η μετάδοση των πληροφοριών από το ποινικό μητρώο μέσω διαδικτύου ή άλλων διαύλων που δεν εγγυώνται τις πλέον υψηλές προδιαγραφές ασφαλείας.

Συμπέρασμα

Ο εισηγητής είναι βαθιά πεπεισμένος για την ανάγκη να υλοποιηθεί η ηλεκτρονική διασύνδεση το συντομότερο δυνατόν και ότι χωρίς την παρούσα πρόταση, η απόφαση πλαίσιο σχετικά με την οργάνωση και το περιεχόμενο των ανταλλαγών μεταξύ των κρατών μελών πληροφοριών από το ποινικό μητρώο θα παραμείνει νεκρό γράμμα.

Οι προτεινόμενες τροπολογίες, επομένως, έχουν ως κύριο στόχο να καταστήσουν σαφέστερο το περιεχόμενο της απόφασης και να διευκολύνουν περαιτέρω τη χρήση των πληροφοριών που λαμβάνονται.

Ο εισηγητής έχει επίσης επίγνωση του ότι κατά πάσα πιθανότητα η πρακτική εφαρμογή του συστήματος διασύνδεσης θα απαιτήσει μια σταθερή ενημέρωση καθώς και τεχνικές προσαρμογές. Επισημαίνει ωστόσο ότι η λύση που προτείνει η Επιτροπή δεν ακολουθεί τις ισχύουσες Συνθήκες ούτε συμβαδίζει με τον πρόσφατο προσανατολισμό του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε σχέση με τις παράγωγες πηγές δικαίου. Ως εκ τούτου, ο εισηγητής ζητεί από το Συμβούλιο την τήρηση των κανόνων των Συνθηκών και ιδιαίτερα των άρθρων 34 και 39 της ΣΕΕ.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Θέσπιση ευρωπαϊκού συστήματος πληροφοριών για τα ποινικά μητρώα (ECRIS]

Έγγραφα αναφοράς

COM(2008)0332 – C6-0216/2008 – 2008/0101(CNS)

Ημερομηνία κλήσης του ΕΚ προς γνωμοδότηση

28.5.2008

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

LIBE

19.6.2008

Εισηγητής(ές)

       Ημερομηνία ορισμού

Luca Romagnoli

26.6.2008

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

9.6.2008

14.7.2008

9.9.2008

15.9.2008

Ημερομηνία έγκρισης

15.9.2008

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

38

0

1

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Alexander Alvaro, Roberta Angelilli, Emine Bozkurt, Philip Bradbourn, Mihael Brejc, Kathalijne Maria Buitenweg, Giusto Catania, Jean-Marie Cavada, Carlos Coelho, Elly de Groen-Kouwenhoven, Bárbara Dührkop Dührkop, Urszula Gacek, Kinga Gál, Jeanine Hennis-Plasschaert, Lívia Járóka, Ewa Klamt, Magda Kósáné Kovács, Kartika Tamara Liotard, Viktória Mohácsi, Javier Moreno Sánchez, Rareş-Lucian Niculescu, Inger Segelström, Renate Weber, Tatjana Ždanoka, Παναγιώτης Δημητρίου, Σταύρος Λαμπρινίδης, Владимир Уручев

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Edit Bauer, Simon Busuttil, Evelyne Gebhardt, Sophia in ‘t Veld, Ona Juknevičienė, Sylvia-Yvonne Kaufmann, Antonio Masip Hidalgo, Bill Newton Dunn, Luca Romagnoli, María Isabel Salinas García, Eva-Britt Svensson, Илияна Малинова Йотова

Ημερομηνία κατάθεσης

19.9.2008