ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση τροποποίησης της πράξης περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976

21.2.2012 - (2009/2134(INI))

Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων
Εισηγητής: Andrew Duff

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την πρόταση τροποποίησης της πράξης περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976

(2009/2134(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–       έχοντας υπόψη την πράξη περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία, η οποία είναι προσαρτημένη στην απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 όπως τροποποιήθηκε[1], και ιδίως το άρθρο 14,

–       έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με τη διαδικασία εκλογής του Κοινοβουλίου, ιδίως το ψήφισμά του της 15ης Ιουλίου 1998[2],

–       έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με τη σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[3],

–       έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2007,

–       έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Μαΐου 2010 για το σχέδιο πρωτοκόλλου που τροποποιεί το Πρωτόκολλο αριθ. 36 σχετικά με μεταβατικές διατάξεις που αφορούν τη σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το υπόλοιπο διάστημα της κοινοβουλευτικής θητείας 2009-2014: η γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (άρθρο 48, παράγραφος 3, της Συνθήκης ΕΕ)[4],

–       έχοντας υπόψη το άρθρο 39 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–       έχοντας υπόψη τα άρθρα 9, 10, 14, παράγραφοι 2, 3 και 4, και 51 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και τα άρθρα 22, 223, 225 και 343 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης , και το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 2 για την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας,

–       έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο (αριθ. 7) περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–       έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 93/109/ΕΚ του Συμβουλίου της 6ης Δεκεμβρίου 1993, για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι κατά τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τους πολίτες της Ένωσης που κατοικούν σε ένα κράτος μέλος του οποίου δεν είναι υπήκοοι (COM(2006)0791),

–       έχοντας υπόψη τα άρθρα 41, 48, παράγραφος 3, 74α και 175 του Κανονισμού του,

–       έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0176/2011),

–       έχοντας υπόψη την δεύτερη έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0027/2012),

Λαμβάνοντας υπόψη ότι:

Α.     το Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να κινήσει τη διαδικασία για την αναθεώρηση της εκλογικής διαδικασίας που ισχύει για αυτό και να δώσει την έγκρισή του·

Β.     το Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να κινήσει τη διαδικασία για την τροποποίηση της σύνθεσής του και να δώσει την έγκρισή του·

Γ.     το Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να κινήσει τη διαδικασία για την αναθεώρηση των Συνθηκών·

Δ.     το Κοινοβούλιο εκλέγεται με άμεση ψηφοφορία ανά πενταετία από το 1979, οι δε εξουσίες και η επιρροή που ασκεί έχουν ενισχυθεί προοδευτικά καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου αυτής, ιδίως δε λόγω της έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας·

Ε.     η Συνθήκη της Λισαβόνας τροποποίησε την εντολή των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μετατρέποντας αυτούς από «αντιπροσώπους των λαών των κρατών» σε «αντιπροσώπους των πολιτών της Ένωσης»[5] και πρόβλεψε ότι «οι πολίτες εκπροσωπούνται άμεσα στο επίπεδο της Ένωσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο»[6]·

ΣΤ.   ακόμη και χωρίς συμφωνία επί μιας ενιαίας εκλογικής διαδικασίας, έχει σημειωθεί σταδιακή σύγκλιση των εκλογικών συστημάτων καθ’ όλη τη περίοδο αυτή, κυρίως με την καθολική υιοθέτηση της αναλογικής εκπροσώπησης το 1999, την επίσημη σύσταση πολιτικών κομμάτων σε επίπεδο ΕΕ[7] και την κατάργηση της διπλής βουλευτικής ιδιότητας[8]·

Ζ.     η έννοια της ιθαγένειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία θεσπίστηκε επισήμως στη συνταγματική τάξη από τη συνθήκη του Μάαστριχτ το 1993, περιλαμβανομένου του δικαιώματος συμμετοχής των ευρωπαίων πολιτών, υπό ορισμένες συνθήκες, στις ευρωπαϊκές και στις δημοτικές εκλογές σε ένα κράτος μέλος διαφορετικό του κράτους του οποίου είναι υπήκοοι, και ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος έχει λάβει δεσμευτική νομική ισχύ βάσει των διατάξεων της Συνθήκης της Λισαβόνας, έχουν ενισχύσει το εν λόγω δικαίωμα και λοιπά πολιτικά δικαιώματα·

Η.     η αναγνώριση της σημαντικής δημοκρατικής λειτουργίας του Κοινοβουλίου από τους πολίτες παραμένει χαμηλή, τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο εξακολουθούν να βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο ανάπτυξης, οι προεκλογικές εκστρατείες συνεχίζουν να έχουν περισσότερο εθνικό από ό,τι ευρωπαϊκό χαρακτήρα, η κάλυψη των διαδικασιών του Κοινοβουλίου από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης εξακολουθεί να μη είναι συστηματική·

Θ.     η συνολική συμμετοχή στις εκλογές για την ανάδειξη του Κοινοβουλίου έχει μειωθεί σταθερά, από 63% το 1979 σε 43% το 2009, οι νέες διατάξεις που απορρέουν από τη Συνθήκης της Λισαβόνας υποχρεώνουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και όλα τα άλλα θεσμικά όργανα να προωθούν τη λαϊκή συμμετοχή στη δημοκρατική διαδικασία της Ένωσης·

Ι.      παραμένει χαμηλός ο αριθμός των πολιτών της Ένωσης που ψηφίζουν στις εκλογές για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενώ διαμένουν σε κράτος μέλος διαφορετικό του κράτους του οποίου είναι υπήκοοι, ο δε αριθμός των πολιτών αυτών που θέτουν υποψηφιότητα στις εκλογές είναι αμελητέος· οι απαιτήσεις διαμονής για το δικαίωμα του εκλέγειν ποικίλλουν μεταξύ των κρατών μελών, όπως και ο χρόνος μετά τον οποίο οι δικοί τους υπήκοοι που διαμένουν σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ χάνουν το δικαίωμα του εκλέγειν στην πατρίδα τους· επιπλέον, η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών για υπηκόους άλλων κρατών μελών που έχουν εγγραφεί στους εκλογικούς καταλόγους ή έχουν λάβει το δικαίωμα του εκλέγεσθαι, δεν είναι αποτελεσματική·

ΙΑ.    αν και, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα κράτη μέλη είναι σε μεγάλο βαθμό ελεύθερα να καθορίζουν ποιος μπορεί να ψηφίσει στις ευρωεκλογές, οφείλουν να τηρούν τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου και δεν επιτρέπεται να αντιμετωπίζουν με διαφορετικό τρόπο διαφορετικές κατηγορίες πολιτών της ΕΕ που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση[9]· ενώ ανήκει στην αρμοδιότητα κάθε κράτους να θεσπίζει τους δικούς του όρους για την απόκτηση και απώλεια της υπηκοότητας, πρέπει παράλληλα να έχει υπόψη το καθεστώς ιθαγένειας της Ένωσης[10]·

ΙΒ.    η πορεία των τρεχουσών προτάσεων της Επιτροπής για διευκόλυνση της εκλογικής συμμετοχής των πολιτών της ΕΕ που διαμένουν σε κράτος μέλος διαφορετικό του κράτους του οποίου είναι υπήκοοι έχει διακοπεί στους κόλπους του Συμβουλίου[11]·

ΙΓ.    ο αριθμός των γυναικών βουλευτών του ΕΚ ανέρχεται σήμερα στο 35 τοις εκατό· πρέπει δε να καταβληθούν προσπάθειες για να μειωθεί περαιτέρω η έλλειψη ισορροπίας μεταξύ των φύλων, ιδίως σε ορισμένα κράτη μέλη·

ΙΔ.    το Κοινοβούλιο ζήτησε από το Συμβούλιο να επισπευσθούν χρονικά οι εκλογές τον Μάιο ώστε να μπορεί να λάβει καλύτερα οργανωτικά μέτρα για να επιταχυνθεί η εκλογή του νέου Προέδρου της Επιτροπής και να αποφεύγεται η έναρξη των θερινών διακοπών σε ορισμένα κράτη μέλη[12]·

ΙΕ.    το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δικαιούται και υποχρεώνεται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας να δρομολογήσει τη λήψη απόφασης σχετικά με την ανακατανομή των κοινοβουλευτικών εδρών μεταξύ των κρατών μελών εντός των πλαισίων των κατωτάτων και ανωτάτων ορίων και του συνολικού μεγέθους, τηρώντας την αρχή της φθίνουσας αναλογικότητας· το Κοινοβούλιο κατά το παρελθόν αντιμετώπισε με σωστό τρόπο περιπτώσεις της από ιστορικούς λόγους άνισης κατανομής εδρών και προσαρμόζει επί τακτικής βάσεως τη σύνθεσή του για να αντανακλώνται σε αυτήν οι δημογραφικές μεταβολές και η προσχώρηση νέων κρατών μελών στην Ένωση[13]· επιπλέον, θεωρεί σημαντικό για τη σύνθεση του Κοινοβουλίου να δίδεται συγκεκριμένη έκφραση στη πολυφωνία μεταξύ των κομμάτων και στην αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών·

ΙΣΤ.  η προσχώρηση της Κροατίας θα προκαλέσει σε κάθε περίπτωση ανακατανομή των εδρών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά τις προσεχείς εκλογές το 2014·

ΙΖ.    το Κοινοβούλιο δεν διαθέτει αυτόνομο σύστημα ρύθμισης των νομίμων προνομίων και ασυλιών των βουλευτών του· το Συμβούλιο έχει στο παρελθόν συμφωνήσει να εξετάσει το αίτημα του Κοινοβουλίου για αναθεώρηση του πρωτοκόλλου του 1965 σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες, μόλις θα ετίθετο σε ισχύ το καθεστώς των βουλευτών[14]·

ΙΗ.    παρά το γεγονός ότι το Συμβούλιο έχει στο παρελθόν συμφωνήσει στην αναθεώρησης της Πράξης του 1976, η τελευταία τυπική αναθεώρηση της εκλογικής διαδικασίας από το Κοινοβούλιο πραγματοποιήθηκε το 1998[15]·

ΙΘ.   η διαδικασία εκλογής του Κοινοβουλίου πρέπει να διατηρεί την πρακτική των ελεύθερων, δίκαιων και μυστικών εκλογών, να τηρεί τη συνολική αναλογική εκπροσώπηση και να είναι βιώσιμη και κατανοητή·

Κ.     το εκλογικό σύστημα του Κοινοβουλίου αποτελεί συμβιβασμό μεταξύ της δημοκρατικής αρχής της ισότητας «ένα άτομο, μία ψήφος» και την αρχή του διεθνούς δικαίου της ισότητας μεταξύ των κρατών· η ΣΕΕ θεσπίζει την αρχή της ισότητας μεταξύ των πολιτών της και δεν επιτρέπει διάκριση λόγω ιθαγένειας·

ΚΑ.  η μεταρρύθμιση της εκλογικής διαδικασίας πρέπει επίσης να τηρεί την αρχή της επικουρικότητας και της αναλογικότητας και δεν πρέπει να επιδιώκει την ομοιομορφία ως αυτοσκοπό·

ΚΒ.  το Κοινοβούλιο είχε παλαιότερα αποφασίσει να μελετήσει τη δυνατότητα εκλογής μέρους των ευρωπαίων βουλευτών με διακρατικά ψηφοδέλτια, θεωρώντας ότι τούτο θα συνέβαλε στο να δοθεί πραγματική ευρωπαϊκή διάσταση στην εκλογική εκστρατεία, ιδίως με την ανάθεση κεντρικού ρόλου στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα[16]·

ΚΓ.  κατά τη θέσπιση πανευρωπαϊκών λιστών ύψιστη αρχή πρέπει να παραμείνει η εκλογή ισότητα· το καθεστώς των βουλευτών στο Κοινοβούλιο δεν πρέπει, ως εκ τούτου, να επηρεάζεται από τον τρόπο με τον οποίο εκλέχθηκαν – είτε βάσει πανευρωπαϊκών είτε βάσει εθνικών ή περιφερειακών λιστών·

ΚΔ.  η ΣΕΕ ορίζει ότι «τα πολιτικά κόμματα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συμβάλλουν στην διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής συνείδησης και στην έκφραση της βούλησης των πολιτών της Ένωσης»[17], και για τον λόγο αυτό το Κοινοβούλιο καλεί την Επιτροπή στο ψήφισμά του της 6ης Απριλίου 2011 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 για το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο[18], να θεσπίσει νομοθεσία για ένα κοινό ευρωπαϊκό καταστατικό των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και ιδρυμάτων·

1.      αποφασίζει να μεταρρυθμίσει τη διαδικασία της εκλογής των μελών του με σκοπό να ενισχύσει τη νομιμότητα και την αποτελεσματικότητα του Κοινοβουλίου, ενδυναμώνοντας την ευρωπαϊκή δημοκρατική διάσταση και προβλέποντας μια δικαιότερη κατανομή των εδρών μεταξύ των κρατών, σύμφωνα με τις Συνθήκες·

2.      προτείνει 25 ΒΕΚ να εκλέγονται από μία ενιαία εκλογική περιφέρεια που θα αποτελείται από τη συνολική επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης· διεθνικοί κατάλογοι θα απαρτίζονται από υποψηφίους προερχόμενους από τουλάχιστον το ένα τρίτο των κρατών και δύνανται να διασφαλίζουν κατάλληλη εκπροσώπηση των φύλων· κάθε ψηφοφόρος θα μπορεί να δίδει μια ψήφο με το πανευρωπαϊκό ψηφοδέλτιο πέρα από την ψήφο του για το εθνικό ή περιφερειακό ψηφοδέλτιο: και οι έδρες θα κατανέμονται χωρίς κατώτατο όριο σύμφωνα με τη μέθοδο D'Hondt · επιπλέον, προτείνει να συσταθεί, σε επίπεδο ΕΕ, μία εκλογική αρχή προκειμένου να ρυθμίζει τη διεξαγωγή και να ελέγχει το αποτέλεσμα των εκλογών που θα πραγματοποιείται από την πανευρωπαϊκή λίστα·

3.      επισημαίνει την ανάγκη επανεξέτασης των δαπανών του Κοινοβουλίου και των εκλογών του και ζητεί οι μεταρρυθμίσεις αυτές να εφαρμοστούν σε μεγάλο βαθμό στο πλαίσιο των ισχυουσών δημοσιονομικών προοπτικών[19]

4.      (i)          αποφασίζει να προωθήσει το Κοινοβούλιο πρόταση απόφασης με την οποία να καθορίζεται η ανακατανομή των υφιστάμενων 751 εδρών μεταξύ των κρατών, εάν αυτό δικαιολογείται αντικειμενικά από τα στοιχεία της Eurostat, πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση· η απόφαση αυτή πρέπει να εγκριθεί πριν από το τέλος του τέταρτου ημερολογιακού έτους της κοινοβουλευτικής περιόδου,

         (ii)          προτείνει την έναρξη διαλόγου με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τη διερεύνηση των δυνατοτήτων επίτευξης συμφωνίας επί βιώσιμου και διαφανούς μαθηματικού τύπου για την κατανομή των εδρών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τηρώντας τα κριτήρια που καθορίζονται στις συνθήκες και τις αρχές της πολυφωνίας μεταξύ των πολιτικών κομμάτων και της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών·

5.      καλεί την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση κανονισμού για τη βελτίωση της συνοχής και της συγκρισιμότητας των δημογραφικών δεδομένων που παρέχουν τα κράτη·

6.      προτείνει όπως η ημερομηνία των ευρωπαϊκών εκλογών καθορίζεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με την πλειοψηφία των μελών που το απαρτίζουν, και με την έγκριση του Συμβουλίου, ένα σε έτος πριν από τη λήξη της πενταετούς θητείας και όχι αργότερα από έξι μήνες πριν από αυτή·

7.      παροτρύνει τα κράτη μέλη και τα πολιτικά κόμματα να προωθήσουν την καλύτερη δυνατή εκπροσώπηση υποψηφίων μεταξύ των γυναικών και των μειονοτήτων· θεωρεί ότι είναι σημαντικό για τη νομιμότητα της Ένωσης η σύνθεση του Κοινοβουλίου να αντικατοπτρίζει την πολυμορφία των ευρωπαϊκών λαών·

8.      τονίζει ότι είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι τα πολιτικά κόμματα τηρούν τις δημοκρατικές αρχές κατά την επιλογή των υποψηφίων τόσο σε πανευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο·

9.      καλεί το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειές τους για να βοηθήσουν τους πολίτες της ΕΕ που κατοικούν σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο του οποίου είναι υπήκοοι να συμμετέχουν στις ευρωεκλογές στη χώρα της κατοικίας τους· ζητεί στο πλαίσιο αυτό από την Επιτροπή να υποβάλει μια νέα πρόταση για την αναθεώρηση της οδηγίας 93/109/ΕΚ·

10.    επαναλαμβάνει το από μακρού αίτημά του για την τροποποίηση του πρωτοκόλλου του 1965 σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες με σκοπό τη θέσπιση ενός ενιαίου και υπερεθνικού καθεστώτος για τους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[20] και υποβάλλει στο Συμβούλιο τις τροποποιήσεις που περιέχει το Παράρτημα ΙΙ·

11.    (i)          ζητεί την έναρξη διαλόγου με το Συμβούλιο, με τη συμμετοχή της Επιτροπής, σχετικά με τα ζητήματα που τέθηκαν στο ψήφισμα αυτό και σχετικά με οποιοδήποτε άλλο θέμα που αφορά την εκλογική διαδικασία του Κοινοβουλίου[21]· επισημαίνει την ανάγκη επίτευξης συναίνεσης ιδίως όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα των μεταρρυθμίσεων, το συνολικό αριθμό των βουλευτών και την κατανομή των εδρών (συμπεριλαμβανομένου ενός νομικού ορισμού της φθίνουσας αναλογικότητας) και το σύστημα ψηφοφορίας που θα εφαρμοστεί σε ενιαία εκλογική περιφέρεια·

         (ii)          αναθέτει στον Πρόεδρό του, σε συνεργασία με την προεδρία της Επιτροπής Συνταγματικών Θεμάτων, τον εισηγητή και τους ορισθέντες από τη Διάσκεψη των Προέδρων εκπροσώπους των πολιτικών ομάδων, να διεξαγάγουν τις απαιτούμενες συζητήσεις με το Συμβούλιο·

12.    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.

  • [1]  Απόφαση 76/787/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου (ΕΕ L 278, 8.10.1976, σ. 1.) όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 93/81 Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 33, 9.2.1993, σ. 15) και την απόφαση 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου (ΕΕ L 283, 21.10.2002, σ. 1.). Βλ. Παράρτημα Ι.
  • [2]  ΕΕ C 292, 21.9.1998, σ. 66.
  • [3]  ΕΕ C 227 Ε, 4.9.2008, σ. 132.
  • [4]  ΕΕ C 81 Ε, 15.3.2011, σ. 78.
  • [5]  Αντιστοίχως, άρθρο 189 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και άρθρο 14, παράγραφος 2 ΣΕΕ.
  • [6]  Άρθρο 10, παράγραφος 2 ΣΕΕ.
  • [7]  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο (ΕΕ L 297, 15.11.2003, σ. 1).
  • [8]  Απόφαση 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, άρθρο 1 παράγραφος 7 στοιχείο β).
  • [9]  Αποφάσεις του Δικαστηρίου της 12ης Σεπτεμβρίου 2006 στην υπόθεση C-145/04 Ισπανία κατά Ηνωμένου Βασιλείου Συλ. 2006, σελ. Ι-7917(σχετικά με το Γιβραλτάρ) και στην υπόθεση C-300/04 Eman και Sevinger κατά College van burgemeester en wethouders van Den Haag Συλ. 2006, σελ. Ι-8055 (Αρούμπα).
  • [10]  Απόφαση του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 2010 στην υπόθεση C-135/08 Rottmann κατά Freistaat Bayern: [2010] ECR I‑1449.
  • [11]  Βλ. οδηγία 93/109/ΕΚ του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 1993, για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι κατά τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τους πολίτες της Ένωσης που κατοικούν σε ένα κράτος μέλος του οποίου δεν είναι υπήκοοι, (ΕΕ L 329 της 30.12.93, σ. 34) και θέση του Κοινοβουλίου της 26ης Σεπτεμβρίου 2007 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που τροποποιεί την οδηγία 93/109/ΕΚ (ΕΕ C 219 Ε, 28.8.2008, σελ. 193).
  • [12]  Όπως προτείνεται στο ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 1ης Δεκεμβρίου 2005 σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ C Ε 285 Ε, 22.11.2006, σ. 137).
  • [13]  Ψήφισμα της 11ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με τη σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΕ C 227 E, 4.9.2008, σ. 132) (έκθεση Lamassoure-Severin).
  • [14]  Δήλωση της 3ης Ιουνίου 2005 των αντιπροσώπων των κρατών μελών συνελθόντων στο πλαίσιο του Συμβουλίου.
  • [15]  Η δήλωση 6151/02 του Συμβουλίου της 22ας Φεβρουαρίου 2002 αναφέρει ότι «το Συμβούλιο κρίνει ότι οι διατάξεις της παρούσας Πράξης πρέπει να επανεξεταστούν πριν από τη δεύτερη εκλογή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που θα διεξαχθεί μετά την έναρξη της ισχύος των τροποποιήσεων της Πράξης του 1976, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο της παρούσας απόφασης» - ήτοι, πριν το 2009.
  • [16]  Ψήφισμα της 11ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με τη σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΕ C 227 E, 4.9.2008, σ. 132) (έκθεση Lamassoure-Severin).
  • [17]  Άρθρο 10, παράγραφος 4 της ΣΕΕ.
  • [18]  Εγκριθέντα κείμενα, Ρ7_ΤΑ(2011)0143.
  • [19]  Η μέση μηνιαία άμεση καταβολή σε ΒΕΚ το 2011, συμπεριλαμβανομένης της αποζημίωσης προ φόρων, της ασφάλισης, των ιατρικών δαπανών, του επιδόματος γενικών δαπανών, της κατάρτισης, των ταξιδίων και της διαβίωσης, ανέρχεται σε 24 298 ευρώ. Η μέση έμμεση καταβολή στο κοινοβουλευτικούς βοηθούς ανέρχεται σε 17 283.
  • [20]  Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Ιουλίου 2006 σχετικά με τροποποίηση του πρωτοκόλλου για τα προνόμια και τις ασυλίες (ΕΕ C 303 E, 13.12.2006, σ. 830), όπου το Κοινοβούλιο επιβεβαίωσε την πρόθεσή του να χρησιμοποιήσει το καθεστώς των βουλευτών ως μερική βάση για την προτεινόμενη αναθεώρηση (απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 3ης Ιουνίου σχετικά με τη θέσπιση του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, (ΕΕ C 68 E, 18.3.2004, σ. 115).
  • [21]  Για παράδειγμα, την κατώτερη ηλικία των ψηφοφόρων και υποψηφίων, τον έλεγχο της εντολής, την πλήρωση των χηρευουσών εδρών και τα ανώτατα και κατώτατα όρια δαπανών για προεκλογικές εκστρατείες.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I – Ενοποιημένη διατύπωση της Πράξης περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία, όπως προσαρτάται στην απόφαση του Συμβουλίου της 20ης Σεπτεμβρίου 1976, και των μεταγενέστερων τροποποιήσεών της

ΠΡΑΞΗ[1]

σχετικά με την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

με άμεση και καθολική ψηφοφορία

Άρθρο 1

1.      Σε κάθε κράτος μέλος, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκλέγονται με αναλογικό σύστημα, βάσει ψηφοδελτίων συνδυασμών ή ενιαίου ψηφοδελτίου με έκφραση προτιμήσεων.

2.      Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν σύστημα προτιμησιακής ψήφου σύμφωνα με τους όρους που θεσπίζουν.

3.      Οι εκλογές διεξάγονται με άμεση, καθολική, ελεύθερη και μυστική ψηφοφορία.

Άρθρο 2

Τα κράτη μέλη, ανάλογα με τις εθνικές τους ιδιαιτερότητες, μπορούν να ορίσουν εκλογικές περιφέρειες για την εκλογή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή να προβλέψουν άλλες εκλογικές υποδιαιρέσεις, χωρίς να θίγεται συνολικά η αναλογικότητα του εκλογικού συστήματος.

Άρθρο 3

Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν κατώτατο όριο για την συμμετοχή στην κατανομή των εδρών. Αυτό το κατώτατο όριο δεν μπορεί να υπερβαίνει, σε εθνικό επίπεδο, το 5% των ψήφων.

Άρθρο 4

Κάθε κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να καθορίσει ανώτατο όριο για τις δαπάνες προεκλογικής εκστρατείας των υποψηφίων.

Άρθρο 5

1.      Η πενταετής περίοδος για την οποία εκλέγονται τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αρχίζει με την έναρξη της πρώτης συνόδου μετά από κάθε εκλογή.

Παρατείνεται ή συντέμνεται σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο.

2.      Η θητεία κάθε μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αρχίζει και λήγει ταυτοχρόνως με την περίοδο η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 6

1.      Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ψηφίζουν ατομικώς και προσωπικώς. Δεν δεσμεύονται από οδηγίες, ούτε δέχονται δεσμευτική εντολή.

2.      Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απολαύουν των προνομίων και ασυλιών που ισχύουν γι’ αυτά δυνάμει του πρωτοκόλλου της 8ης Απριλίου 1965 περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 7

1.      Η ιδιότητα του μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν συμβιβάζεται προς την ιδιότητα του ως:

- μέλους της κυβερνήσεως ενός κράτους μέλους,

- μέλους της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

- δικαστού, γενικού εισαγγελέως ή γραμματέως του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή του Πρωτοδικείου,

- μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,

- μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

- διαμεσολαβητή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

- μέλους της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας,

- μέλους της Επιτροπής Περιφερειών,

- μέλους των επιτροπών ή οργανισμών, που συστάθηκαν δυνάμει ή κατ' εφαρμογή των Συνθηκών περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, για τη διοίκηση κοινοτικών ταμείων ή για συνεχή και άμεση άσκηση καθηκόντων διαχείρισης,

- μέλους του διοικητικού συμβουλίου, της διευθύνουσας επιτροπής ή υπαλλήλου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων,

- εν ενεργεία υπαλλήλου ή μέλους του λοιπού προσωπικού των θεσμικών οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των οργάνων ή οργανισμών που συνδέονται με αυτά ή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

2.      Από την εκλογή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2004, η ιδιότητα του μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν είναι συμβατή με την ιδιότητα του μέλους εθνικού κοινοβουλίου.

Κατά παρέκκλιση από τον κανόνα αυτό και με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3:

- τα μέλη του εθνικού κοινοβουλίου της Ιρλανδίας τα οποία εκλέγονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε μεταγενέστερες εκλογές μπορούν να ασκούν ταυτόχρονα τα δύο καθήκοντα έως τις επόμενες εκλογές του εθνικού κοινοβουλίου της Ιρλανδίας, οπότε τίθεται σε εφαρμογή το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου,

- τα μέλη του εθνικού κοινοβουλίου του Ηνωμένου Βασιλείου που είναι συγχρόνως μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την πενταετή περίοδο προ της εκλογής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2004, μπορούν να ασκούν ταυτόχρονα τα δύο καθήκοντα έως τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2009, οπότε τίθεται σε εφαρμογή το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

3.      Εξάλλου, κάθε κράτος μέλος δύναται, σύμφωνα με το άρθρο 8, να επεκτείνει τα ασυμβίβαστα που ισχύουν σε εθνικό επίπεδο.

4.      Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επί των οποίων εφαρμόζονται, κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5, οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3, αντικαθίστανται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13.

Άρθρο 8

Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρούσας πράξης, η εκλογική διαδικασία διέπεται, σε κάθε κράτος μέλος, από τις εθνικές διατάξεις.

Οι εθνικές αυτές διατάξεις, που ενδεχομένως λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες των κρατών μελών, δεν πρέπει συνολικά να θίγουν την αναλογικότητα του εκλογικού συστήματος.

Άρθρο 9

Κατά την εκλογή των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ουδείς δύναται να ψηφίσει περισσότερο από μια φορά.

Άρθρο 10

1.      Η εκλογή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διεξάγεται κατά την ημερομηνία και τις ώρες που ορίζονται από κάθε κράτος μέλος. Για όλα τα κράτη μέλη η ημερομηνία αυτή τοποθετείται εντός της περιόδου, που αρχίζει το πρωί της Πέμπτης και λήγει την Κυριακή που έπεται.

2.      Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να ανακοινώνουν επισήμως το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας τους παρά μόνο μετά τη λήξη της ψηφοφορίας στο κράτος μέλος του οποίου οι εκλογείς ψηφίζουν τελευταίοι κατά τη διάρκεια της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 11

1.      Το Συμβούλιο καθορίζει ομοφώνως, κατόπιν διαβουλεύσεως με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την περίοδο για την πρώτη εκλογή.

2.      Οι μεταγενέστερες εκλογές διεξάγονται κατά την αντίστοιχη περίοδο του τελευταίου έτους της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5.

Στην περίπτωση που αποδειχθεί αδύνατη η διενέργεια εκλογών στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, το Συμβούλιο, ομόφωνα και κατόπιν διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ορίζει, ένα τουλάχιστον έτος πριν από το τέλος της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5, άλλη εκλογική περίοδο, η οποία δύναται να τοποθετείται το νωρίτερο δύο μήνες πριν ή το αργότερο ένα μήνα μετά από την περίοδο που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο.

3.      Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 196 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του άρθρου 109 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνέρχεται αυτοδικαίως κατά την πρώτη Τρίτη μετά την πάροδο μηνός από το τέλος της εκλογικής περιόδου.

4.      Το απερχομένο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παύει να ασκεί τα καθήκοντά του κατά την πρώτη σύγκληση του νέου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Άρθρο 12

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβαίνει στον έλεγχο των εγγράφων νομιμοποίησης των μελών του. Για το σκοπό αυτό το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα που δηλώνονται επισήμως από τα κράτη μέλη και αποφασίζει επί των διαφορών οι οποίες θα μπορούσαν ενδεχομένως να ανακύψουν από την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας πράξης, εξαιρουμένων των εθνικών διατάξεων στις οποίες παραπέμπει η πράξη αυτή.

Άρθρο 13

1.      Μία βουλευτική έδρα χηρεύει όταν η θητεία μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου λήξει λόγω παραίτησης ή θανάτου του ή έκπτωσης από το αξίωμά του.

2.      Με την επιφύλαξη των άλλων διατάξεων της παρούσας πράξης, κάθε κράτος μέλος θεσπίζει τις κατάλληλες διαδικασίες πλήρωσης τυχόν χηρεύουσας έδρας για το υπόλοιπο της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5.

3.      Όταν η νομοθεσία κράτους μέλους προβλέπει ρητώς την έκπτωση μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το αξίωμά του, η θητεία του λήγει κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της νομοθεσίας αυτής. Οι αρμόδιες εθνικές αρχές ενημερώνουν σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

4.      Όταν μία έδρα χηρεύσει λόγω παραίτησης ή θανάτου, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενημερώνει σχετικά, χωρίς χρονοτριβή, τις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους.

Άρθρο 14

Εάν κριθεί απαραίτητη η λήψη μέτρων για την εφαρμογή της παρούσας πράξης, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα προτάσει του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή, λαμβάνει τα αντίστοιχα μέτρα αφού προηγουμένως επιδιώξει συμφωνία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο επιτροπής συνεννόησης που αποτελείται από το Συμβούλιο και εκπροσώπους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Άρθρο 15

Η παρούσα πράξη συντάσσεται στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ιρλανδική, ισπανική, ιταλική, ολλανδική, πορτογαλική, σουηδική και φινλανδική γλώσσα· όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

Τα παραρτήματα I και II αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας πράξης.

Άρθρο 16

Οι διατάξεις της παρούσας πράξης τίθενται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μηνός που ακολουθεί τη λήψη της τελευταίας των κοινοποιήσεων που αναφέρονται στην απόφαση.

Udfærdiget i Bruxelles, den tyvende september nitten hundrede og

seksoghalvfjerds.

Geschehen zu Brüssel am zwanzigsten September neunzehnhundert-

sechsundsiebzig.

Done at Brussels on the twentieth day of September in the year one

thousand nine hundred and seventy-six.

Fait à Bruxelles, le vingt septembre mil neuf cent soixante-seize.

Arna dhéanamh sa Bhruiséil, an fichiú lá de mhí Mhéan Fómhair, míle

naoi gcéad seachtó a sé.

Fatto a Bruxelles, addì venti settembre millenovecentosettantasei.

Gedaan te Brussel, de twintigste september negentienhonderd zesenze-

ventig.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Το Ηνωμένο Βασίλειο εφαρμόζει τις διατάξεις της πράξης αυτής μόνον όσον αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Δήλωση σχετικά με το άρθρο 14

Συμφωνείται ότι ως προς τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής συνεννόησης, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των παραγράφων 5, 6 και 7 της διαδικασίας που έχει θεσπισθεί στην κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 4ης Μαρτίου 1975[2].

  • [1]  Σημείωση: το παρόν έγγραφο αποτελεί ενοποιημένη απόδοση, που εκπόνησε η Νομική Υπηρεσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία στηρίχθηκε στην Πράξη περί εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία (ΕΕ L 278 της 8.10.1976, σ. 5) όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 93/81/Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ για την τροποποίηση της πράξης που αφορά την εκλογή των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία, η οποία προσαρτάται στην απόφαση 76/787/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976, (ΕΕ L 33 της 9.2.1993, σ. 15) και της απόφασης 2002/772/ΕΚ, Eυρατόμ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου και της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, (ΕΕ L 283 της 21.10.2002, σ. 1). Αυτή η ενοποιημένη απόδοση διαφέρει από την ενοποιημένη απόδοση της Υπηρεσίας Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (CONSLEG. 1976X1008-23/09/2002) κατά δύο απόψεις: προσθέτει μία περίπτωση στο άρθρο 7, παράγραφος 1 «- μέλους της Επιτροπής των Περιφερειών», ως απόρροια του άρθρου 5 της Συνθήκης του Άμστερνταμ (ΕΕ C 340, 10.11.1997), ενώ η αρίθμησή της τροποποιείται σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 1, της απόφασης αριθ. 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ.
  • [2]  ΕΕ C 89, 22.4.1975, σ. 1.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Πρόταση τροποποίησης της Πράξης περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση καθολική πλειοψηφία, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976

Έγγραφα αναφοράς

2009/2134(INI)

Ημερομηνία υποβολής στο ΕΚ

7.7.2011

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

AFCO

19.10.2009

Εισηγητής(ές)

  Ημερομηνία ορισμού

Andrew Duff

21.7.2009

 

Ημερομηνία έγκρισης

19.4.2011

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

20

4

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Andrew Henry William Brons, Carlo Casini, Andrew Duff, Ashley Fox, Matthias Groote, Roberto Gualtieri, Enrique Guerrero Salom, Zita Gurmai, Gerald Häfner, Daniel Hannan, Stanimir Ilchev, Constance Le Grip, David Martin, Morten Messerschmidt, Algirdas Saudargas, György Schöpflin, József Szájer, Indrek Tarand, Rafał Trzaskowski, Guy Verhofstadt

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Elmar Brok, Zuzana Brzobohatá, Μαριέττα Γιαννάκου, Íñigo Méndez de Vigo, Helmut Scholz

Ημερομηνία κατάθεσης

28.4.2011

ΑΝΑΠΟΜΠΗ ΣΕ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία εκ νέου παραπομπής στην επιτροπή (άρθρο 175, παράγραφος 2)

7.7.2011

 

Προθεσμία υποβολής έκθεσης

 

Εισηγητής(ές)

  Ημερομηνία ορισμού

Andrew Duff

21.7.2009

Ημερομηνία έγκρισης

26.1.2012

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

16

7

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Andrew Henry William Brons, Carlo Casini, Andrew Duff, Roberto Gualtieri, Enrique Guerrero Salom, Gerald Häfner, Stanimir Ilchev, Constance Le Grip, Morten Messerschmidt, Paulo Rangel, Algirdas Saudargas, Indrek Tarand, Rafał Trzaskowski, Guy Verhofstadt, Manfred Weber, Luis Yáñez-Barnuevo García

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Zuzana Brzobohatá, Dimitrios Droutsas, Μαριέττα Γιαννάκου, Anneli Jäätteenmäki, György Schöpflin, Rainer Wieland

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Sir Robert Atkins, Edvard Kožušník, Jo Leinen

Ημερομηνία κατάθεσης

1.2.2012