ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την προστασία της δημόσιας υγείας από τους ενδοκρινικούς διαταράκτες

30.1.2013 - (2012/2066(INI))

Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων
Εισηγήτρια: Åsa Westlund


Διαδικασία : 2012/2066(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A7-0027/2013
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A7-0027/2013
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την προστασία της δημόσιας υγείας από τους ενδοκρινικούς διαταράκτες

(2012/2066(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–       έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1907/2006[1] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ(7) («κανονισμός REACH»),

–       έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008[2] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2008 για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων, την τροποποίηση και την κατάργηση των οδηγιών 67/548/EΟΚ και 1999/45/EΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1907/2006,

–       έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009[3] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2009 σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ,

–       έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012[4] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων,

–       έχοντας υπόψη την οδηγία 2000/60/ΕΚ[5] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων («ΟΠΥ»),

–       έχοντας υπόψη την οδηγία 2009/128/EΚ[6] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των γεωργικών φαρμάκων,

–       έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1223/2009[7] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για τα καλλυντικά προϊόντα·

–       έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την τροποποίηση των οδηγιών 2000/60/ΕΚ και 2008/105/ΕΚ όσον αφορά τις ουσίες προτεραιότητας στον τομέα της πολιτικής των υδάτων,

–       έχοντας υπόψη το εννοιολογικό πλαίσιο του ΟΟΣΑ για τον έλεγχο και την αξιολόγηση των ενδοκρινικών διαταρακτών,

–       έχοντας υπόψη το σχέδιο καθοδηγητικού εγγράφου σχετικά με τις τυποποιημένες κατευθυντήριες γραμμές δοκιμών για την αξιολόγηση των χημικών ουσιών όσον αφορά την πρόκληση ενδοκρινικών διαταραχών (2011),

–       έχοντας υπόψη το σχέδιο εγγράφου της αναλυτικής έκθεσης με θέμα «Τρέχουσα κατάσταση της επιστήμης σχετικά με τις νέες μεθόδους εξέτασης in vitro και in vivo και δοκιμών και σχετικά με τα τελικά σημεία για την αξιολόγηση των ενδοκρινικών διαταρακτών»,

–       έχοντας υπόψη την επικείμενη πρόταση της Επιτροπής σχετικά με ένα «Σχέδιο για την προστασία των υδάτινων πόρων στην Ευρώπη»,

–       έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής για «την εφαρμογή της ‘Κοινοτικής Στρατηγικής για τους Ενδοκρινικούς Διαταράκτες’ – μια σειρά ουσιών των οποίων εικάζεται η επίδραση στα ορμονικά συστήματα του ανθρώπου και της άγριας πανίδας» (COM(1999)0706), (COM (2001)0262 και (SEC (2004)1372),

–       έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής «4η Έκθεση για την εφαρμογή της ‘Κοινοτικής Στρατηγικής για τους Ενδοκρινικούς Διαταράκτες’ – μια σειρά ουσιών των οποίων εικάζεται η επίδραση στα ορμονικά συστήματα του ανθρώπου και της άγριας πανίδας» (COM(1999)0706), (SEC(2011)1001),

–       έχοντας υπόψη την ευρωπαϊκή στρατηγική περιβάλλοντος και υγείας και το σχέδιο δράσης της ΕΕ για το περιβάλλον και την υγεία (2004-2010), που αναγνωρίζουν μεταξύ άλλων την ανάγκη να λαμβάνεται υπόψη η συνδυασμένη έκθεση σε χημικές ουσίες κατά την εκτίμηση του κινδύνου,

–       έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο για την αρχή της προφύλαξης (COM(2000)0001),

–       έχοντας υπόψη την τεχνική έκθεση του ΕΟΠ αριθ. 2/2012 με τίτλο «The impacts of endocrine disrupters on wildlife, people and their environments» («Οι επιπτώσεις των ενδοκρινικών διαταρακτών στην άγρια πανίδα, τους ανθρώπους και τα περιβάλλοντά τους»),

–       έχοντας υπόψη την έκθεσή του της 20ής Οκτωβρίου 1998 για τις χημικές ουσίες[8] που διαταράσσουν τη λειτουργία των ενδοκρινών αδένων,

–       έχοντας υπόψη την έκθεσή του της 6ης Μαΐου 2010 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Δράση κατά του καρκίνου: ευρωπαϊκή σύμπραξη»[9],

–       έχοντας υπόψη την έκθεσή του της 20ής Απριλίου 2012 σχετικά με την αναθεώρηση του 6ου προγράμματος δράσης για το περιβάλλον και τον καθορισμό προτεραιοτήτων για το 7ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον – Ένα καλύτερο περιβάλλον για μια καλύτερη ζωή[10],

–       έχοντας υπόψη τη μελέτη με τίτλο «Study on the scientific evaluation of 12 substances in the context of the endocrine disruptor priority list of actions» («Μελέτη για την επιστημονική αξιολόγηση 12 ουσιών στο πλαίσιο του καταλόγου προτεραιότητας δράσεων για τους ενδοκρινικούς διαταράκτες»),

–       έχοντας υπόψη τη μελέτη του DHI Water and Environment για τη βελτίωση του καταλόγου προτεραιότητας ενδοκρινικών διαταρακτών με έμφαση στα χημικά προϊόντα χαμηλού όγκου παραγωγής,

–       έχοντας υπόψη το έγγραφο «State-of-the-art assessment of endocrine disrupters» («Εκσυγχρονισμένη αξιολόγηση των ενδοκρινικών διαταρακτών»), αριθ. σύμβασης έργου 070307/2009/550687/SER/D3,

–       έχοντας υπόψη την έκθεση με τίτλο «The impacts of endocrine disrupters on wildlife, people and their environments» («Επιπτώσεις των ενδοκρινικών διαταρακτών στην άγρια πανίδα, τους ανθρώπους και το περιβάλλον τους»), έκθεση Weybridge+15 (1996–2011) (ISSN 1725-2237),

–       έχοντας υπόψη την οδηγία 2010/63/EΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2010, περί προστασίας των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς,

–       έχοντας υπόψη τον ορισμό των χημικών ουσιών που διαταράσσουν τη λειτουργία των ενδοκρινών αδένων, ο οποίος διατυπώθηκε από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ) και το Διεθνές Πρόγραμμα για την ασφάλεια των χημικών ουσιών (ΔΠΑΧΠ )[11]·

–       έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

–       έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A7-0027/2013),

Α.     λαμβάνοντας υπόψη ότι την τελευταία εικοσαετία έχουν αυξηθεί οι ενδοκρινικές διαταραχές και ασθένειες στους ανθρώπους· μερικά παραδείγματα είναι η χαμηλή ποιότητα του σπέρματος, η πρόωρη έναρξη της ήβης, η αυξημένη συχνότητα δυσπλασίας των γεννητικών οργάνων, η αυξημένη εμφάνιση ορισμένων μορφών καρκίνου και ασθένειες που σχετίζονται με τον μεταβολισμό· λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες νευρολογικές διαταραχές και νευροεκφυλιστικές ασθένειες, οι επιπτώσεις στις νευροαναπτυξιακές λειτουργίες, το ανοσοποιητικό σύστημα ή τις επιγενετικές αλλαγές, ενδέχεται να συνδέονται με την έκθεση σε χημικές ουσίες με ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες· λαμβάνοντας υπόψη ότι χρειάζεται περαιτέρω έρευνα για να επιτευχθεί καλύτερη κατανόηση των αιτιών αυτών των ασθενειών·

Β.     λαμβάνοντας υπόψη ότι οι χημικές ουσίες που δρουν ως ενδοκρινικοί διαταράκτες μπορούν έχουν οιστρογονική ή αντιοιστρογονική επίδραση που παρεμβαίνει στην λειτουργία του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος, τροποποιώντας τη συγκέντρωση των ορμονών, τον έμμηνο κύκλο, και τη γονιμότητα των γυναικών, ευνοώντας την ανάπτυξη ασθενειών της μήτρας όπως είναι τα ινώματα και η ενδομητρίωση και επηρεάζοντας την ανάπτυξη των μαστών και τον θηλασμό· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εν λόγω ουσίες έχουν αναγνωριστεί ως παράγοντες κινδύνου, υπεύθυνοι για πρόωρη έναρξη της ήβης των κοριτσιών, καρκίνο του μαστού, αποβολές και εξασθενημένη γονιμότητα ή στειρότητα·

Γ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με αυξανόμενο αριθμό επιστημονικών μελετών οι ουσίες που προκαλούν ενδοκρινικές διαταραχές, και ιδίως ο συνδυασμός αυτών, σχετίζονται τόσο με χρόνιες ασθένειες, συμπεριλαμβανομένων των καρκίνων που σχετίζονται με τις ορμόνες, της παχυσαρκίας, του διαβήτη και της καρδιαγγειακής νόσου, όσο και με προβλήματα στην αναπαραγωγή·

Δ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με σημαντικά επιστημονικά στοιχεία οι ενδοκρινικές διαταραχές στην άγρια πανίδα – συμπεριλαμβανομένων των αναπαραγωγικών ανωμαλιών, της αρρενοποίησης των γαστερόποδων, της θηλυκοποίησης ψαριών ή της μείωσης των πληθυσμών πολλών μαλακίων σε διάφορα μέρη του κόσμου, συνδέονται πλέον με τις επιπτώσεις που προκαλούν οι χημικές ουσίες με ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες·

Ε.     λαμβάνοντας υπόψη ότι τα πιθανά αίτια της αυξημένης συχνότητας ενδοκρινικών διαταραχών στους ανθρώπους είναι πολλά· λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν πλέον σημαντικά επιστημονικά στοιχεία που υποδεικνύουν ότι αυτό οφείλεται εν μέρει στην επίδραση χημικών ουσιών με ιδιότητες που διαταράσσουν την ενδοκρινική λειτουργία·

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αποδειχθεί η αιτιότητα ανάμεσα στην έκθεση σε μεμονωμένες χημικές ουσίες και στη διατάραξη της ορμονικής ισορροπίας με κίνδυνο για επιδράσεις επιβλαβείς για την υγεία·

Ζ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι όσον αφορά τις χημικές ουσίες με ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες, η απόδειξη της αιτιότητας δυσχεραίνεται, για παράδειγμα, λόγω των ακόλουθων παραγόντων:

–   το χρονικό διάστημα μεταξύ της έκθεσης και των επιγενετικών μεταβολών μπορεί να είναι πολύ μεγάλο, και οι ενδοκρινικοί διαταράκτες μπορεί να έχουν βλαβερές συνέπειες για πολλές μελλοντικές γενεές·

–   το μέγεθος του κινδύνου δυσμενούς επίδρασης διαφέρει από το ένα στάδιο ανάπτυξης στο άλλο, και τα ‘παράθυρα ευκαιρίας’, για παράδειγμα κατά την ανάπτυξη του εμβρύου, μπορεί να είναι πολύ μικρής διάρκειας·

–   στη διάρκεια της ζωής τους, οι άνθρωποι εκτίθενται σε μεγάλο αριθμό σύνθετων μιγμάτων χημικών ουσιών·

–   οι ενδοκρινικοί διαταράκτες μπορούν να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους όσο και με το ενδοκρινικό σύστημα του ίδιου του σώματος·

–   οι ενδοκρινικοί διαταράκτες μπορούν να δρουν σε εξαιρετικά χαμηλές συγκεντρώσεις, και κατά συνέπεια μπορούν να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις ακόμη και σε χαμηλή δόση· στις περιπτώσεις που η σχέση δόσης-απόκρισης είναι αμονότονη, αυξάνεται περαιτέρω ο βαθμός δυσκολίας της πρόβλεψης·

–   εξακολουθούμε να διαθέτουμε περιορισμένες γνώσεις σχετικά με το ενδοκρινικό σύστημα των ανθρώπων και των ζώων·

Η.     λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομοθεσία της ΕΕ περιλαμβάνει νομικές διατάξεις για τους ενδοκρινικούς διαταράκτες, αλλά όχι κριτήρια βάσει των οποίων μπορεί να καθορίζεται εάν μια ουσία πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει ιδιότητες ενδοκρινικού διαταράκτη, γεγονός που υπονομεύει την ορθή εφαρμογή των νομικών διατάξεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να καταρτιστεί χρονοδιάγραμμα για την διασφάλιση της ταχείας εφαρμογής των μελλοντικών κριτηρίων·

Θ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι σε επίπεδο ΕΕ δεν υπάρχουν συντονισμένα ή συνδυασμένα προγράμματα παρακολούθησης ειδικά για τους ενδοκρινικούς διαταράκτες·

Ι.      λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υπάρχει παρά ελάχιστος ή και καθόλου συντονισμός όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η συλλογή, διαχείριση, αξιολόγηση και αναφορά των δεδομένων στα διαφορετικά προγράμματα παρακολούθησης·

ΙΑ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι, επί του παρόντος, δεν είναι νομικά δυνατόν να ληφθούν υπόψη οι συνδυαστικές επιπτώσεις των ενδοκρινικών διαταρακτών που διαχέονται από προϊόντα και είδη που ρυθμίζονται σε διαφορετικές νομοθεσίες·

ΙΒ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τυπικές απαιτήσεις δεδομένων που ορίζονται στη νομοθεσία της ΕΕ δεν επαρκούν για την κατάλληλη αναγνώριση των ιδιοτήτων ενδοκρινικού διαταράκτη·

ΙΓ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι μεγάλο μέρος της νομοθεσίας της ΕΕ στοχεύει στην προστασία των πολιτών από την έκθεση σε βλαβερές χημικές ουσίες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ ωστόσο αξιολογεί κάθε έκθεση ξεχωριστά και δεν προβλέπει τη συνολική, ολοκληρωμένη εκτίμηση των σωρευτικών επιπτώσεων στην οποία να λαμβάνονται υπόψη οι διαφορετικές οδοί έκθεσης και οι διάφοροι τύποι προϊόντων·

1.      εκτιμά ότι, με βάση τη συνολική αξιολόγηση των γνώσεων που διαθέτουμε, η αρχή της προφύλαξης, σύμφωνα με το άρθρο 192 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), απαιτεί από την Επιτροπή και τους νομοθέτες να λάβουν μέτρα για τη μείωση της βραχυπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης έκθεσης των ανθρώπων στους ενδοκρινικούς διαταράκτες όπου κρίνεται απαραίτητο και παράλληλα να εντείνουν την ερευνητική προσπάθεια προκειμένου να βελτιωθεί το επίπεδο των επιστημονικών γνώσεων για τις επιπτώσεις των ενδοκρινικών διαταρακτών στην υγεία του ανθρώπου·

2.      υπενθυμίζει ότι η αρχή της προφύλαξης εφαρμόζεται σε έναν κόσμο επιστημονικής αβεβαιότητας, στον οποίο οι κίνδυνοι ορίζονται μόνο με βάση την ατελή, εξελικτική και μη συναινετική γνώση, και ότι είναι απαραίτητο να αναλαμβάνεται δράση προκειμένου να αποτρέπονται ή να μετριάζονται οι δυνητικά σοβαρές ή μη αναστρέψιμες συνέπειες για την ανθρώπινη υγεία ή/και το περιβάλλον·

3.      είναι της άποψης ότι όπου μπορεί κανείς ευλόγως να υποθέσει ότι θα υπάρξουν δυσμενείς επιπτώσεις ενδοκρινικών διαταρακτών, πρέπει να εφαρμόζονται μέτρα για την προστασία της υγείας του ανθρώπου· τονίζει πέραν των ανωτέρω ότι, επειδή είναι δυνατόν να προκληθούν από τις ουσίες με ιδιότητες ενδοκρινικού διαταράκτη επιβλαβείς ή μη αντιστρέψιμες επιπτώσεις, η έλλειψη επακριβών γνώσεων, περιλαμβανομένης της τελικής απόδειξης της αιτιώδους συνάφειας, δεν πρέπει να παρεμποδίζει τη λήψη μέτρων για την προστασία της υγείας σύμφωνα με την αρχή της προφύλαξης, έχοντας κατά νου την αρχή της αναλογικότητας·

4.      θεωρεί ότι η προστασία των γυναικών από τους πιθανούς κινδύνους που θέτουν οι ενδοκρινικές διαταραχές για την αναπαραγωγική υγεία τους είναι υψίστης σημασίας· ζητεί συνεπώς από την Επιτροπή να δώσει προτεραιότητα στη χρηματοδότηση της έρευνας, προκειμένου να μελετηθούν οι επιπτώσεις των ορμονικών διαταρακτών στην υγεία των γυναικών, καθώς και να υποστηρίξει τη διενέργεια μακροπρόθεσμων μελετών για την παρακολούθηση της υγείας των γυναικών κατά τη διάρκεια μεγάλων περιόδων της ζωής τους, προκειμένου να καταστεί δυνατή η τεκμηριωμένη αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της έκθεσης σε ενδοκρινικούς διαταράκτες, και των επιπτώσεών της που πλήττουν περισσότερες της μίας γενεές·

5.      καλεί την Επιτροπή να υποβάλει το συντομότερο δυνατό προτάσεις σχετικά με τα γενικά κριτήρια με βάση τον ορισμό των ενδοκρινικών διαταρακτών που έχει διατυπώσει το Διεθνές Πρόγραμμα για την Ασφάλεια των Χημικών Ουσιών της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΔΠΑΧΠ/ΠΟΥ), και τις σχετικές απαιτήσεις δοκιμών και ενημέρωσης για χημικές ουσίες που διατίθενται στο εμπόριο, και να διασαφηνίσει στη νομοθεσία της ΕΕ τι πρέπει να θεωρείται ουσία με ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες· ζητεί να καθιερωθεί η ένδειξη «ενδοκρινικός διαταράκτης» ως κανονιστική κατηγορία κινδύνου, και να δημιουργηθούν διαφορετικές κατηγορίες ανάλογα με τη βαρύτητα των αποδεικτικών στοιχείων·

6.      τονίζει ότι έχει σημασία τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής να βασισθούν σε αναλυτική αξιολόγηση επικινδυνότητας που θα διενεργηθεί με βάση την πλέον προηγμένη επιστήμη, λαμβάνοντας υπόψη τις πιθανές συνδυαστικές επιπτώσεις καθώς και τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις και τις επιπτώσεις στη διάρκεια κρίσιμων παραθύρων ανάπτυξης· η αξιολόγηση επικινδυνότητας θα πρέπει στη συνέχεια να χρησιμοποιείται στις διαδικασίες αξιολόγησης κινδύνου και διαχείρισης κινδύνου όπως περιγράφεται σε ποικίλες σχετικές νομοθετικές πράξεις·

7.      ζητεί από την Επιτροπή να αναλάβει περαιτέρω δράση στον τομέα της πολιτικής σχετικά με τις χημικές ουσίες και να εντείνει την έρευνα τόσο όσον αφορά την εκτίμηση των ενδοκρινικών διαταραχών που είναι δυνατόν να προκαλέσουν μεμονωμένες χημικές ουσίες, καθώς και όσον αφορά τη δυνατότητα αξιολόγησης της σωρευτικής επίδρασης που έχουν αναγνωρισμένοι συνδυασμοί ουσιών στο ενδοκρινικό σύστημα·

8.      θεωρεί ότι τα κριτήρια για τους ενδοκρινικούς διαταράκτες πρέπει να βασίζονται σε κριτήρια καθορισμού της δυσμενούς επίπτωσης και του ενδοκρινικού μηχανισμού δράσης· για το σκοπό αυτό η κατάλληλη βάση είναι ο ορισμός του ΔΠΑΧΠ/ΠΟΥ· πιστεύει ότι απαιτείται να εξετάζονται και να σταθμίζονται εκ παραλλήλου και η δυσμενής επίπτωση και ο ενδοκρινικός μηχανισμός δράσης σε μια συνολική εκτίμηση· θεωρεί ότι οι παρατηρούμενες επιπτώσεις πρέπει να θεωρούνται επιβλαβείς εάν υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία που να το υποδεικνύουν· τονίζει ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οιεσδήποτε συνδυαστικές επιπτώσεις όπως είναι οι επιπτώσεις μιγμάτων ή κοκτέιλ·

9.      τονίζει ότι τα κριτήρια που καθορίζουν τι είναι ενδοκρινικός διαταράκτης πρέπει να έχουν επιστημονική βάση και οριζόντια εφαρμογή· πιστεύει ότι πρέπει να χρησιμοποιείται η προσέγγιση του βάρους της απόδειξης και ότι δεν πρέπει ένα και μόνον κριτήριο να θεωρείται απορριπτικό ή καθοριστικό για τον χαρακτηρισμό ενός ενδοκρινικού διαταράκτη· πιστεύει ότι οι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες πρέπει να λαμβάνονται κατόπιν υπόψη σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία·

10.    εκφράζει την έντονη διαφωνία του ως προς τις προσπάθειες εισαγωγής του κριτηρίου της «ισχύος» προκειμένου να οριοθετηθεί ο ορισμός των ενδοκρινικών διαταρακτών, καθώς κάτι τέτοιο θα περιόριζε αδικαιολόγητα τον ορισμό των ενδοκρινικών διαταρακτών, θα ήταν επιστημονικά λανθασμένο και δεν θα συμφωνούσε με την ταξινόμηση των ουσιών ΚΜΤ που βασίζεται στη βαρύτητα των αποδεικτικών στοιχείων·

11.    υποστηρίζει ότι, όταν εκτιμάται κατά πόσον μια ουσία έχει ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες ή όχι, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα ελεγμένα επιστημονικά στοιχεία και οι πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων της επισκόπησης της επιστημονικής βιβλιογραφίας και των μελετών που συμμορφώνονται με την ορθή εργαστηριακή πρακτική, με βάση τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά τους· πιστεύει ότι είναι επίσης σημαντικό να λαμβάνονται υπόψη σύγχρονες μέθοδοι και νέες έρευνες·

12.    καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει κατάλληλες απαιτήσεις δοκιμών για τον εντοπισμό ουσιών με ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες σε κάθε σχετική νομοθεσία της ΕΕ· πιστεύει ότι οι πιο πρόσφατα επικυρωμένες και διεθνώς αναγνωρισμένες μέθοδοι δοκιμών –όπως αυτές που έχουν αναπτυχθεί στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ, του Εργαστηρίου αναφοράς της ΕΕ (ΕΑΕΕ) του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Επικύρωση Εναλλακτικών Μεθόδων (ECVAM), ή στο πλαίσιο του προγράμματος ενδοκρινοδιαταρακτικού προσυμπτωματικού ελέγχου EPA των ΗΠΑ – πρέπει να εφαρμόζονται· διαπιστώνει ότι το πρόγραμμα μεθόδων δοκιμών του ΟΟΣΑ καλύπτει τις σεξουαλικές και τις θυρεοειδικές ορμόνες, καθώς και τη στερεοειδογόνο λειτουργία· τονίζει ότι απουσιάζουν, ωστόσο, μέθοδοι για πολλά άλλα μέρη του ενδοκρινικού συστήματος, π.χ. την ινσουλίνη και την αυξητική ορμόνη· πιστεύει ότι πρέπει να αναπτυχθούν μέθοδοι δοκιμών και να συνταχθούν έγγραφα καθοδήγησης ώστε να λαμβάνονται καλύτερα υπόψη οι ενδοκρινικοί διαταράκτες, οι ενδεχόμενες επιπτώσεις σε χαμηλή δόση, οι συνδυαστικές επιπτώσεις και οι αμονότονες σχέσεις δόσης-απόκρισης, ιδίως όσον αφορά τα ‘παράθυρα ευκαιρίας’ κατά την έκθεση στη διάρκεια της ανάπτυξης·

13.    θεωρεί ότι θα πρέπει να προωθηθεί η ανάπτυξη δοκιμαστικών μεθόδων χωρίς τη χρήση ζώων για να παραχθούν δεδομένα ασφαλείας που θα έχουν σχέση με τον άνθρωπο και να αντικατασταθούν οι μελέτες σε ζώα που χρησιμοποιούνται επί του παρόντος·

14.    πιστεύει ότι θα πρέπει να προωθηθεί η χρήση δοκιμαστικών μεθόδων που δεν χρησιμοποιούν ζώα και άλλων στρατηγικών αξιολόγησης του κινδύνου, και ότι οι δοκιμές σε ζώα θα πρέπει να περιοριστούν στο ελάχιστο και οι δοκιμές σε σπονδυλωτά θα πρέπει να συνιστούν έσχατη λύση· διαπιστώνει ότι, σύμφωνα με την οδηγία 2010/63/EΕ, οι δοκιμές σε σπονδυλωτά ζώα θα πρέπει να αντικατασταθούν, να περιοριστούν ή να εξευγενιστούν· ζητεί, ως εκ τούτου, από την Επιτροπή να θεσπίσει κανόνες για την αποφυγή της επανάληψης δοκιμών και να εξασφαλίσει ότι απαγορεύεται η επανάληψη δοκιμών και μελετών σε σπονδυλωτά ζώα·

15.    καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να συντάξουν μητρώα αναπαραγωγικών διαταραχών με σκοπό την πλήρωση του υφιστάμενου κενού δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ·

16.    καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να συγκεντρώσουν αξιόπιστα στοιχεία σχετικά με τις κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις των ενδοκρινικών διαταραχών και ασθενειών·

17.    θεωρεί ότι οι φορείς λήψης αποφάσεων πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εξετάζουν ομαδικά τις ουσίες που έχουν τους ίδιους τρόπους δράσης και ιδιότητες όταν διατίθενται επαρκή στοιχεία, ενώ ελλείψει επαρκών δεδομένων μπορεί να είναι χρήσιμο να ομαδοποιούνται οι ουσίες με βάση την ομοιότητα δομής, για παράδειγμα προκειμένου να τίθενται προτεραιότητες για περαιτέρω δοκιμές, να προστατεύεται όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και αποτελεσματικά ο πληθυσμός από τις δυσμενείς επιπτώσεις της έκθεσης σε ενδοκρινικούς διαταράκτες, καθώς και να περιοριστεί ο αριθμός των δοκιμών στα ζώα· είναι της άποψης ότι η συγκέντρωση χημικών ουσιών με ομοιότητα δομής σε ομάδα πρέπει να εφαρμόζεται εάν ο κατασκευαστής ή εισαγωγέας δεν είναι σε θέση να αποδείξει ότι η χημική ουσία είναι ασφαλής προς ικανοποίηση των σχετικών φορέων λήψης αποφάσεων· επισημαίνει ότι στις περιπτώσεις αυτές οι εν λόγω φορείς μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις πληροφορίες για χημικές ουσίες με παρόμοια δομή για να συμπληρώσουν τα διαθέσιμα δεδομένα για δεδομένη χημική ουσία που εξετάζεται από τους φορείς με σκοπό να συναχθούν συμπεράσματα όσον αφορά τα επόμενα μέτρα που πρέπει να ληφθούν·

18.    καλεί την Επιτροπή να επανεξετάσει τη στρατηγική της ΕΕ για τους ενδοκρινικούς διαταράκτες με σκοπό να παρέχει αποτελεσματική προστασία της υγείας του ανθρώπου εστιάζοντας περισσότερο την προσοχή στην αρχή της προφύλαξης, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη την αρχή της αναλογικότητας, και να λάβει μέτρα ώστε να μειωθεί η έκθεση των ανθρώπων σε ενδοκρινικούς διαταράκτες όπου χρειάζεται·

19.    παροτρύνει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να λάβουν περισσότερο υπόψη το γεγονός ότι οι καταναλωτές πρέπει να έχουν αξιόπιστη ενημέρωση - η οποία να τους διατίθεται στην κατάλληλη μορφή και σε κατανοητές από αυτούς γλώσσες - όσον αφορά τους κινδύνους από ενδοκρινικούς διαταράκτες, τις συνέπειες στην υγεία τους και πιθανούς τρόπους για την προστασία τους·

20.    καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή, στην οικεία νομοθεσία, των μελλοντικών κριτηρίων και των τροποποιημένων απαιτήσεων δοκιμών για τους ενδοκρινικούς διαταράκτες, περιλαμβανομένης και της αναθεώρησης της έγκρισης των δραστικών ουσιών που χρησιμοποιούνται στα φυτοφάρμακα και βιοκτόνα προϊόντα, καθώς και έναν οδικό χάρτη με ειδικές δράσεις και στόχους για τη μείωση της έκθεσης σε ενδοκρινικούς διαταράκτες·

21.    εκτιμά ότι η βάση δεδομένων των ουσιών με ορμονικά ενεργό δράση που έχει αναπτυχθεί στο πλαίσιο της τρέχουσας στρατηγικής, πρέπει να ενημερώνεται συνεχώς·

22.    καλεί την Επιτροπή, ως μέρος της σημερινής επανεξέτασης της κοινοτικής στρατηγικής του 1999 για τους ενδοκρινικούς διαταράκτες, να προβεί στη συστηματική εξέταση όλης της οικείας νομοθεσίας, και, εφόσον είναι αναγκαίο το αργότερο την 1η Ιουνίου 2015, να τροποποιήσει την υπάρχουσα νομοθεσία ή να υποβάλει νέες νομοθετικές προτάσεις, περιλαμβανομένων αξιολογήσεων επικινδυνότητας και κινδύνου, ούτως ώστε να μειωθεί δεόντως η έκθεση ανθρώπων – ιδιαίτερα των εγκύων, των βρεφών, των παιδιών και των εφήβων – σε ορμονικούς διαταράκτες·

23.    ζητεί από την Επιτροπή να ορίσει, στο πλαίσιο της μελλοντικής αναθεώρησης της στρατηγικής της ΕΕ σχετικά με τους ενδοκρινικούς διαταράκτες, συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, στο οποίο να περιλαμβάνονται τα ενδιάμεσα στάδια και στόχος του οποίου θα είναι:

– η εφαρμογή των μελλοντικών κριτηρίων αναγνώρισης των χημικών ουσιών που συνιστούν δυνητικούς ενδοκρινικούς διαταράκτες·

– η αναθεώρηση της σχετικής νομοθεσίας που αναφέρεται στην παράγραφο 22·

– η δημοσιοποίηση ενός καταλόγου ενδοκρινικών διαταρακτών προτεραιότητας, ο οποίος θα επικαιροποιείται τακτικά, και του οποίου η πρώτη έκδοση θα πρέπει να δημοσιευθεί το αργότερο έως την 20ή Δεκεμβρίου 2014·

– η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων προκειμένου να μειωθεί η έκθεση του πληθυσμού και του περιβάλλοντος της ΕΕ στους ενδοκρινικούς διαταράκτες·

24.    εκτιμά ότι οι ενδοκρινικοί διαταράκτες πρέπει να θεωρούνται ουσίες που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία σύμφωνα με τον κανονισμό REACH ή κάτι ανάλογο δυνάμει άλλης νομοθεσίας·

25.    τονίζει ότι η επιστήμη σήμερα δεν παρέχει επαρκή βάση για τον καθορισμό οριακής τιμής κάτω από την οποία δεν εμφανίζονται ανεπιθύμητες ενέργειες, και επομένως οι ενδοκρινικοί διαταράκτες πρέπει να θεωρούνται ουσίες χωρίς κατώτατο όριο, και ότι οιαδήποτε έκθεση σε αυτές τις ουσίες μπορεί να συνεπάγεται κίνδυνο, εκτός εάν ο παρασκευαστής μπορεί να αποδείξει επιστημονικά ότι μπορεί να προσδιοριστεί κάποιο όριο, λαμβάνοντας υπόψη την αυξημένη ευαισθησία κατά τη διάρκεια ‘παραθύρων ευκαιρίας’ της ανάπτυξης και τις επιπτώσεις των μιγμάτων·

26.    καλεί την Επιτροπή να υποστηρίξει τις στοχοθετημένες ερευνητικές δράσεις σχετικά με ουσίες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το ενδοκρινικό σύστημα και να ενισχύσουν τις αρνητικές επιπτώσεις της έκθεσης σε χαμηλές συγκεντρώσεις ή της συνδυασμένης έκθεσης, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης νέων μεθόδων δοκιμών και ανάλυσης· ζητεί από την Επιτροπή να ενσωματώσει τα θέματα που σχετίζονται με τους ενδοκρινικούς διαταράκτες και τις συνδυαστικές επιπτώσεις τους στις προτεραιότητες του προγράμματος πλαισίου έρευνας και ανάπτυξης·

27.    καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει μεθόδους in vitro και in silico με σκοπό να ελαχιστοποιηθούν οι δοκιμές σε ζώα για τον εντοπισμό χημικών ουσιών με ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες·

28.    ζητεί από την Επιτροπή να απαιτεί τη συμμόρφωση όλων των προϊόντων που εισάγονται από τρίτες χώρες με την υφιστάμενη και τη μελλοντική νομοθεσία της ΕΕ που διέπει τους ενδοκρινικούς διαταράκτες·

29.    καλεί την Επιτροπή να περιλάβει όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη στις προσπάθειες συνεργασίας με στόχο την εισαγωγή των νομοθετικών αλλαγών που απαιτούνται για να προστατευθεί καλύτερα η υγεία των ανθρώπων από τις χημικές ουσίες με ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες και να οργανώσει ενημερωτικές εκστρατείες·

30.    καλεί την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο ίδρυσης ερευνητικού κέντρου για ενδοκρινικούς διαταράκτες το οποίο να διεξάγει έρευνες και να συντονίζει σε επίπεδο ΕΕ τις γνώσεις όσον αφορά τις ουσίες με ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες·

31.    καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε τα κριτήρια προσδιορισμού των γνωστών, πιθανών και δυνητικών ουσιών με ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες να εφαρμόζονται οριζοντίως σε όλη την ισχύουσα και μελλοντική νομοθεσία ώστε να επιτευχθεί ένα υψηλό επίπεδο προστασίας·

32.    τονίζει ότι, ενώ το παρόν ψήφισμα περιορίζεται αποκλειστικά στην προστασία της υγείας του ανθρώπου από ενδοκρινικούς διαταράκτες, είναι εξίσου σημαντικό να αναληφθεί αποφασιστική δράση όσον αφορά την προστασία της άγριας πανίδας και χλωρίδας, καθώς και του περιβάλλοντος από τους ενδοκρινικούς διαταράκτες·

33.    παροτρύνει την Επιτροπή να προωθήσει και να χρηματοδοτήσει προγράμματα δημόσιας ενημέρωσης όσον αφορά τους κινδύνους από τους ενδοκρινικούς διαταράκτες για την υγεία ώστε να μπορούν οι καταναλωτές, έχοντας πλήρη επίγνωση των γεγονότων, να προσαρμόζουν τη συμπεριφορά και τον τρόπο ζωής τους· αυτά τα ενημερωτικά προγράμματα πρέπει να εστιάζονται ειδικότερα στις πλέον ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες (κυοφορούσες γυναίκες και παιδιά) έτσι ώστε να λαμβάνονται έγκαιρα τα ανάλογα προληπτικά μέτρα·

34.    καλεί τα κράτη μέλη να βελτιώσουν τα προγράμματα κατάρτισης για τους επαγγελματίες του υγειονομικού κλάδου που ασκούν δραστηριότητα στο συγκεκριμένο αυτό πεδίο.

35.    χαιρετίζει το γεγονός ότι οι χημικές ουσίες με ιδιότητες ενδοκρινικού διαταράκτη (EDC) έχουν ενταχθεί ως πρωτοεμφανιζόμενο θέμα πολιτικής στο πλαίσιο της πολιτικής για στρατηγική προσέγγιση όσον αφορά τη διεθνή διαχείριση χημικών ουσιών (SAICM)· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν αυτές τις δραστηριότητες προσέγγισης για τη διεθνή διαχείριση χημικών ουσιών, και να προωθήσουν δραστήριες πολιτικές με στόχο να μειωθεί η έκθεση των ανθρώπων και του περιβάλλοντος σε ενδοκρινικούς διαταράκτες σε όλα τα σχετικά διεθνή βήματα περιλαμβανομένης της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας και του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UNEP)·

36.    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

  • [1]  EE L 36 της 5.2.2009, σ. 84.
  • [2]  EE L 353 της 31.12.08, σ. 1.
  • [3]  EE L 309 της 24.11.09, σ. 1.
  • [4]  EE L 167 της 27.06.12, σ. 1.
  • [5]  EE L 327 της 22.12.2000, σ. 1.
  • [6]  EE L 309 της 24.11.2009, σ. 71.
  • [7]  EE L 342 της 22.12.2009, σ. 59.
  • [8]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P4_TA(1998/)0608.
  • [9]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2010)0152.
  • [10]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0147.
  • [11]  Ορισμός από την έκθεση της ΠΟΕ/ΔΠΑΧΠ (2002): «Ως ενδοκρινικός διαταράκτης νοείται κάποια εξωγενής ουσία ή μίγμα που αλλοιώνει κάποια λειτουργία ή λειτουργίες του ενδοκρινικού συστήματος και συνεπώς προκαλεί δυσμενείς επιδράσεις στην υγεία σε έναν ανέπαφο οργανισμό, τους απογόνους του, ή σε (υπο)πληθυσμούς του.» Ως πιθανός ενδοκρινικός διαταράκτης νοείται κάποια «εξωγενής ουσία ή μίγμα που διαθέτει ιδιότητες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ενδοκρινική διαταραχή σε έναν ανέπαφο οργανισμό, τους απογόνους του, ή (υπο)πληθυσμούς του.» (http://www.who.int/ipcs/publications/en/ch1.pdf)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Η αύξηση των ενδοκρινικών διαταραχών και ασθενειών στους ανθρώπους πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη. Τα ορμονικά συστήματα ρυθμίζουν πολλές από τις λειτουργίες του σώματος, μεταξύ άλλων την αναπαραγωγή, τον μεταβολισμό, την ανάπτυξη, την ομοιόσταση αλάτων και ύδατος και την καρδιακή λειτουργία. Παρατηρούμε μια ανησυχητική εξέλιξη, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα αναπαραγωγής του ανθρώπου, στην οποία εικάζεται ότι συντελούν οι ενδοκρινικοί διαταράκτες.

Ένα ουσιαστικό στοιχείο της πολιτικής της ΕΕ στον τομέα των χημικών ουσιών είναι, και πρέπει να είναι, η αρχή της προφύλαξης. Η έλλειψη ολοκληρωμένων γνώσεων δεν μπορεί να προβάλλεται ως πρόσχημα για μια παθητική στάση. Οι κίνδυνοι ανεπανόρθωτων επιπτώσεων στους ανθρώπους και το περιβάλλον είναι απλούστατα πολύ μεγάλοι.

Σήμερα υπάρχουν περίπου 27.000 ερευνητικές εκθέσεις που ασχολούνται με τους ενδοκρινικούς διαταράκτες και τον τρόπο με τον οποίο επιδρούν στους ανθρώπους και τα ζώα. Παρατηρούμε μια σειρά ανησυχητικών τάσεων.

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες ενισχύθηκαν τα στοιχεία που δείχνουν αύξηση των ενδοκρινικών διαταραχών στους ανθρώπους. Η διάγνωση και η εμφάνιση σειράς ασθενειών αυξάνεται ραγδαία σε όλο τον κόσμο. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η αύξηση των δυνητικά σχετιζόμενων με την αναπαραγωγή παθήσεων, όπως η χαμηλή ποιότητα του σπέρματος, ο καρκίνος των όρχεων, η πρόωρη έναρξης της ήβης και οι δυσπλασίες των γεννητικών οργάνων, για παράδειγμα η κρυψορχία, κατάσταση όπου οι όρχεις δεν έχουν κατεβεί στο όσχεο κατά την ανάπτυξη του εμβρύου, και η υποσπαδίαση, κατάσταση όπου το στόμιο της ουρήθρας βρίσκεται στην κάτω επιφάνεια του πέους. Παρατηρούμε επίσης ότι αυξάνεται ο αριθμός περιπτώσεων διαμαρτίας περί τη διάπλαση των εμβρύων, των ασθενών με καρκίνο και των κρουσμάτων διαβήτη. Αυξάνεται επίσης ο αριθμός περιπτώσεων νευρολογικών αναπτυξιακών διαταραχών, όπως ο αυτισμός και η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητας (ADHD - ΔΕΠΥ). Ο αριθμός γυναικών στις οποίες έγινε διάγνωση καρκίνου του μαστού στη Μεγάλη Βρετανία έχει σχεδόν διπλασιαστεί από το 1980. Σήμερα, υπολογίζεται ότι μία στις εννιά γυναίκες θα πληγεί από καρκίνο του μαστού στη διάρκεια της ζωής της. Μόνο εξωτερικοί περιβαλλοντικοί παράγοντες μπορούν να εξηγήσουν μια τόσο ταχεία αλλαγή.

Τα γονίδιά μας δεν έχουν αλλάξει τόσο πολύ μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Ως εκ τούτου, η αύξηση των νόσων πρέπει να οφείλεται σε εξωτερικούς παράγοντες. Αυτή η εξωτερική επίδραση προέρχεται από πολλές και διαφορετικές πηγές, όπως παράγοντες που συνδέονται με τον τρόπο ζωής, η τροφή και η διατροφή, οι μολυσματικές ουσίες, τα φάρμακα, τα ναρκωτικά, οικονομικοί παράγοντες και κοινωνικά αίτια, όπως για παράδειγμα το άγχος. Εμπεριστατωμένες μελέτες δείχνουν επίσης ότι και η έκθεση στις χημικές ουσίες συντελεί στο εν λόγω φαινόμενο. Όλοι αυτοί οι παράγοντες μπορούν επίσης να συσχετίζονται, παραδείγματος χάριν, η διατροφή και το άγχος μπορούν να επηρεάζουν το πόσο επιρρεπές είναι το σώμα σε άλλους παράγοντες.

Ένα σημαντικό στοιχείο της πολιτικής της ΕΕ είναι να προστατεύει την υγεία των ανθρώπων (άρθρο 35 της Συνθήκης). Για να μπορεί να το πράξει αυτό είναι σημαντικό να εφαρμόζεται πλήρως η αρχή της προφύλαξης (άρθρο 191 της Συνθήκης).

Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες στο περιβάλλον των ανθρώπων είναι ένας από τους παράγοντες που επηρεάζουν αυτή την ανησυχητική εξέλιξη. Ωστόσο, είναι σχεδόν αδύνατον να αποκτηθούν ολοκληρωμένες γνώσεις σχετικά με το πώς ακριβώς ένας συγκεκριμένος ενδοκρινικός διαταράκτης προκαλεί μια συγκεκριμένη ασθένεια. Αυτό οφείλεται σε μια σειρά παραγόντων:

–    Το χρονικό διάστημα ανάμεσα στην έκθεση και στο αποτέλεσμα μπορεί να είναι πολύ μεγάλο, κατά πάσα πιθανότητα αρκετές δεκαετίες και γενεές.

–    Το μέγεθος του κινδύνου αρνητικής επίδρασης διαφέρει από το ένα στάδιο ανάπτυξης στο άλλο. Τα «παράθυρα ευκαιρίας» κατά την ανάπτυξη του εμβρύου, μπορεί να είναι πολύ μικρής διάρκειας.

–    Στη διάρκεια της ζωής τους, οι άνθρωποι εκτίθενται σε μεγάλο αριθμό σύνθετων μιγμάτων χημικών ουσιών.

–    Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες μπορούν να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους όσο και με ορμόνες του ίδιου του σώματος.

–    Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες μπορούν να δρουν σε εξαιρετικά χαμηλές συγκεντρώσεις, και κατά συνέπεια μπορούν να έχουν σοβαρότερες επιπτώσεις σε χαμηλή παρά σε υψηλή δόση. στις περιπτώσεις που η σχέση δόσης-απόκρισης είναι αμονότονη, αυξάνεται περαιτέρω ο βαθμός δυσκολίας της πρόβλεψης·

–    Οι γνώσεις μας σχετικά με το ορμονικό σύστημα των ανθρώπων και των ζώων παραμένουν περιορισμένες.

Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες υπάρχουν γύρω μας στην καθημερινή μας ζωή. Υπάρχουν στις συσκευασίες των τροφίμων, στα προϊόντα περιποίησης του δέρματος, στα καλλυντικά, στα οικοδομικά υλικά, στα ηλεκτρονικά είδη, στα έπιπλα και στα δάπεδα. Πολλά προϊόντα από πλαστικό στα σπίτια μας και στους χώρους εργασίας μας περιέχουν κάποιο ή κάποια είδη χημικών ουσιών για τα οποία υπάρχει η υποψία ότι έχουν ενδοκρινοδιαταρακτική δράση. Ο μεμονωμένος καταναλωτής είναι αδύνατον να γνωρίζει ποιες ουσίες υπάρχουν σε ποια προϊόντα, ειδικά για τα είδη που δεν φέρουν δήλωση περιεχομένου.

Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες εκλύονται από τα υλικά και τα προϊόντα και συσσωρεύονται, παραδείγματος χάριν, στη σκόνη στα σπίτια μας. Γι’ αυτό τα μικρά παιδιά, που κινούνται στο πάτωμα και επιπλέον βάζουν διάφορα αντικείμενα στο στόμα τους, είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένα. Λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη ότι τα παιδιά είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στις επιδράσεις των ουσιών αυτών, τούτο είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό.

Η ποσότητα και η εξάπλωση των ουσιών για τις οποίες υπάρχει η υποψία ότι έχουν ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες είναι μεγάλη, και ο μεμονωμένος καταναλωτής είναι αδύνατον να προστατευθεί. Η ποσότητα και η εξάπλωση των ουσιών αυτών καθιστά επίσης αδύνατη την προστασία των πιο ευαίσθητων ομάδων: των εμβρύων και των παιδιών έως την ενηλικίωση. Τα παιδιά, οι νέοι και οι γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία είναι ομάδες ατόμων που αναπτύσσονται γρήγορα και η σωστή ορμονική ισορροπία τους είναι καθοριστική. Ως εκ τούτου, χρειάζονται ιδιαίτερη προστασία από την έκθεση στους ενδοκρινικούς διαταράκτες. Η κοινωνία πρέπει να είναι επαρκώς ασφαλής και για τους πιο ευάλωτους πολίτες της.

Υπάρχουν μέτρα που μπορούν να ληφθούν ταχέως για να αυξηθεί η προστασία των πιο ευαίσθητων ομάδων. Κατά κύριο λόγο, πρέπει να περιοριστεί η χρήση των ενδοκρινικών διαταρακτών σε προϊόντα που απευθύνονται σε συγκεκριμένες ομάδες-στόχους: για παράδειγμα προϊόντα περιποίησης του δέρματος, υφάσματα και παιχνίδια με συγκεκριμένη χρήση. Μπορούν επίσης να εφαρμόζονται υψηλότερες απαιτήσεις ασφαλείας κατά την οικοδόμηση και επίπλωση παιδικών σταθμών και σχολείων, καθώς και άλλων χώρων όπου τα παιδιά περνούν πολύ χρόνο. Καθώς όμως τα παιδιά, οι νέοι και οι γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία αποτελούν αναπόσπαστο και μεγάλο μέρος του πληθυσμού, πρέπει να προστατευθεί ολόκληρος ο πληθυσμός.

Είναι ζωτικής σημασίας να εφαρμοστούν κατάλληλες δοκιμές για τον προσδιορισμό των ενδοκρινικών διαταρακτών στην υπάρχουσα νομοθεσία της ΕΕ, κυρίως στον κανονισμό για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (CLP), τον κανονισμό Reach, τον κανονισμό για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, στην οδηγία για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά και στην οδηγία για τα καλλυντικά προϊόντα.

Πρέπει να αναπτυχθούν κριτήρια για το πώς η ερμηνεία αυτών των δοκιμών μαζί με άλλες σχετικές δραστηριότητες έρευνας θα μεταφραστούν σε συγκεκριμένα νομοθετικά μέτρα. Καθώς θεωρείται ότι οι ενδοκρινικοί διαταράκτες επηρεάζουν τους ανθρώπους και το περιβάλλον σε πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις, και συνεπώς δεν μπορεί να καθοριστεί κανένα ασφαλές επίπεδο έκθεσης, θα πρέπει η κύρια οδός αντιμετώπισης στο πλαίσιο του REACH να είναι ο περιορισμός ή η έγκριση λαμβάνοντας υπόψη κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες σε συνδυασμό με ένα σχέδιο υποκατάστασης. Κατά την ανάπτυξη κριτηρίων και απαιτήσεων δοκιμών, η αρχή της προφύλαξης πρέπει να παίζει κυρίαρχο ρόλο. Είναι σημαντικό τα κριτήρια και η μεθοδολογία που θα αποτελέσουν τη βάση για τον καθορισμό του κατά πόσον μια ουσία κρίνεται ότι έχει ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες ή όχι, να χαρακτηρίζονται από όσο το δυνατόν περισσότερη διαφάνεια.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει επίσης να αναλάβει την πρωτοβουλία να αναθεωρήσει και να αναπτύξει όλη τη σχετική νομοθεσία, ώστε να λαμβάνει περισσότερο υπόψη τους κινδύνους που ενέχουν οι ενδοκρινικοί διαταράκτες. Χρειάζεται να επανεξετασθούν περισσότερες νομοθετικές πράξεις από αυτές που έχουν ήδη κοινοποιηθεί ή που επιτάσσει η εκάστοτε νομοθεσία.

Μεγάλο μέρος των συζητήσεων για τους ενδοκρινικούς διαταράκτες αφορούν προϊόντα και ουσίες που υπάρχουν στα καλλυντικά, τα έπιπλα, τα ηλεκτρονικά προϊόντα, τα οικοδομικά υλικά, τα παιχνίδια, τα υφάσματα και τα τρόφιμα, συμπεριλαμβανομένων των συσκευασιών/υλικών. Ως εκ τούτου είναι σημαντικό να επανεξετάσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την υπάρχουσα νομοθεσία και να προτείνει νέα νομοθεσία στους τομείς αυτούς, ώστε να προστατεύσει τους ανθρώπους από τις ουσίες με ενδοκρινοδιαταρακτικές ιδιότητες.

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρχουν απαιτήσεις σχετικά με τις χημικές ουσίες για τις κατηγορίες προϊόντων με τις οποίες έρχονται σε επαφή τα παιδιά. Τα υφάσματα είναι μια τέτοια κατηγορία όπου σήμερα δεν υπάρχουν ειδικοί κανόνες, παρά το γεγονός ότι τα μικρά παιδιά συχνά βάζουν τα υφάσματα στο στόμα τους και ότι τα υφάσματα έρχονται σε άμεση επαφή με την επιδερμίδα μας. Ως εκ τούτου προτείνεται να θεσπιστεί ειδική νομοθεσία περί χημικών ουσιών για τα υφάσματα.

Αυτή η έκθεση βασίζεται σε στοιχεία από πολλές πηγές. Στη διάσκεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τους ενδοκρινικούς διαταράκτες που διοργανώθηκε στις Βρυξέλλες τον Ιούνιο του 2012 έγιναν πολλές παρουσιάσεις που ήταν πολύτιμες για την έκθεση, μεταξύ άλλων της Linda Birnbaum, διευθύντριας του Εθνικού Ινστιτούτου Επιστημών Περιβαλλοντικής Υγείας των ΗΠΑ, της Tracey J Woodruff, καθηγήτριας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, της Laurence Musset από τον ΟΟΣΑ, και πολλών άλλων. Τον Σεπτέμβριο του 2012, η Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων διοργάνωσε ένα σεμινάριο υπό μορφή εργαστηρίου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο «Endocrine disruptors and impact on health» («Οι ενδοκρινικοί διαταράκτες και οι επιπτώσεις τους στην υγεία»). Στο σεμινάριο συμμετείχαν εκπρόσωποι της Επιτροπής, του ερευνητικού χώρου, μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων και της χημικής βιομηχανίας, και όλοι συνέβαλαν με πολύτιμα στοιχεία σε αυτή την έκθεση. Πολύτιμες πληροφορίες και απόψεις συγκεντρώθηκαν επίσης σε πολλές μεμονωμένες συναντήσεις με ερευνητές, εκπροσώπους της βιομηχανίας, μη κρατικών οργανισμών και αρχών. Η ιστοσελίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τους ενδοκρινικούς διαταράκτες αποτέλεσε επίσης πηγή πληροφοριών. http://ec.europa.eu/environment/endocrine/index_en.htm

Οι ακόλουθες εκθέσεις αποτέλεσαν σημαντικές παραπομπές:

•   Kortenkamp et al. State-of-the-art assessment of endocrine disrupters, αριθ. σύμβασης έργου 070307/2009/550687/SER/D3,

•   The impacts of endocrine disrupters on wildlife, people and their environments, έκθεση Weybridge+15 (1996–2011) (ISSN 1725-2237),

•   Διαμάντη-Καναδαράκη Ε. et al. 2009 Endocrine-Disrupting Chemicals: An Endocrine Society Scientific Statement. Endocrine Reviews 30(4):293-342

•   Linda Birnbaum. Environmental Chemicals: Evaluating Low-Dose Effects. doi:10.1289/ehp.1205179

•   Richard Sharpe. Male Reproductive Health Disorders and the Potential Role of Exposure to Environmental Chemicals. Κατ’ ανάθεση του CHEM Trust.

•   Καρκίνος του μαστού και έκθεση σε ορμονικά ενεργές χημικές ουσίες: εκτίμηση των επιστημονικών στοιχείων. Ενημερωτικό έγγραφο αναφοράς του καθηγητή Andreas Kortenkamp, επικεφαλής του Κέντρου Τοξικολογίας, Σχολή Φαρμακευτικής, Πανεπιστήμιο Λονδίνου, Απρίλιος 2008.

•   Μελέτη και αξιολόγηση των συνεπειών που έχει για την υγεία η έκθεση παιδιών δύο ετών σε χημικές ουσίες που βρίσκονται σε καταναλωτικά προϊόντα. Kathe Tønning, Eva Jacobsen και Eva Pedersen. Δανικό Ινστιτούτο Τεχνολογίας. Marianne Strange και Pia Brunn Poulsen. Force Technology. Lise Møller και Helle Buchardt Boyd, ομάδα DHI. Survey of Chemical Substances in Consumer Products, τεύχος 102 2009

•   Vandenberg et al: Hormones and endocrine-disrupting chemicals: Low dose effects and nonmonotonic dose responses, Endocrine Reviews, στο διαδίκτυο Μάρτιος 2012, υπό έκδοση Ιούνιος 2012.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

23.1.2013

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

55

6

1

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Sophie Auconie, Paolo Bartolozzi, Sandrine Bélier, Milan Cabrnoch, Martin Callanan, Nessa Childers, Yves Cochet, Esther de Lange, Anne Delvaux, Bas Eickhout, Jill Evans, Karl-Heinz Florenz, Elisabetta Gardini, Gerben-Jan Gerbrandy, Matthias Groote, Françoise Grossetête, Cristina Gutiérrez-Cortines, Jolanta Emilia Hibner, Karin Kadenbach, Christa Klaß, Eija-Riitta Korhola, Holger Krahmer, Jo Leinen, Corinne Lepage, Kartika Tamara Liotard, Linda McAvan, Radvilė Morkūnaitė-Mikulėnienė, Miroslav Ouzký, Gilles Pargneaux, Pavel Poc, Frédérique Ries, Dagmar Roth-Behrendt, Kārlis Šadurskis, Carl Schlyter, Richard Seeber, Claudiu Ciprian Tănăsescu, Salvatore Tatarella, Thomas Ulmer, Åsa Westlund, Glenis Willmott, Sabine Wils, Marina Yannakoudakis, Κρίτων Αρσένης, Θεόδωρος Σκυλακάκης, Антония Първанова

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Margrete Auken, Minodora Cliveti, José Manuel Fernandes, Vicky Ford, Gaston Franco, Judith A. Merkies, Miroslav Mikolášik, Vittorio Prodi, Christel Schaldemose, Birgit Schnieber-Jastram, Renate Sommer, Alda Sousa, Rebecca Taylor, Anna Záborská, Andrea Zanoni, Владимир Уручев

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Olle Ludvigsson