Ευρετήριο 
Κείμενα που εγκρίθηκαν
Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2007 - Στρασβούργο
Άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου από μετόχους εταιριών ***I
 Δημοσιονομικές ενισχύσεις προς τις αναπτυσσόμενες χώρες
 Εφαρμογή του σχεδίου δράσης σχετικά με την παράνομη, λαθραία και άναρχη αλιεία
 Eθνικά στρατηγικά έγγραφα - Μαλαισία, Βραζιλία και Πακιστάν
 Συμφωνία ΕΚ/Ρωσίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων βραχείας διαμονής *
 Συμφωνία επανεισδοχής μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ρωσικής Ομοσπονδίας *
 Kατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών *
 Μεταρρύθμιση της κοινής οργάνωσης αγοράς του αμπελοοινικού τομέα
 Η εξωτερική διάσταση της καταπολέμησης της διεθνούς τρομοκρατίας
 Γενικοί προσανατολισμοί των οικονομικών πολιτικών για το 2007
 Κατάσταση στο Νταρφούρ
 Ετήσια έκθεση της ΕΤΕπ (2005)
 Μακροοικονομικός αντίκτυπος της αύξησης της τιμής της ενέργειας
 Διάλογος μεταξύ της κινεζικής κυβέρνησης και των απεσταλμένων του Δαλάϊ Λάμα
 Ανθρωπιστική κατάσταση των προσφύγων από το Ιράκ
 Γουινέα

Άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου από μετόχους εταιριών ***I
PDF 436kWORD 121k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου από μετόχους εταιριών με έδρα σε κράτος μέλος των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και η οποία τροποποιεί την οδηγία 2004/109/EΚ (COM(2005)0685 – C6-0003/2006 – 2005/0265(COD))
P6_TA(2007)0042A6-0024/2007

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2005)0685),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και τα άρθρα 44 και 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0003/2006),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A6-0024/2007),

1.   εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.   ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.   ζητεί από την Επιτροπή να διαβουλευθεί με το Κοινοβούλιο πριν ολοκληρώσει μια σύσταση σχετικά με ζητήματα και θέματα στο πλαίσιο της προτεινόμενης οδηγίας·

4.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 15 Φεβρουαρίου 2007 εν όψει της έγκρισης οδηγίας αριθ. 2007/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την άσκηση ορισμένων δικαιωμάτων από μετόχους εταιρειών που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο

P6_TC1-COD(2005)0265


ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 44 και 95,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης(2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Με την ανακοίνωσή της προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, της 21ης Μαΐου 2003, με τίτλο "Εκσυγχρονισμός του εταιρικού δικαίου και ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Σχέδιο για την επίτευξη προόδου", η Επιτροπή επισήμανε ότι πρέπει να ληφθούν νέες συγκεκριμένες πρωτοβουλίες ώστε να ενισχυθούν τα δικαιώματα των μετόχων εισηγμένων εταιρειών και να επιλυθούν επειγόντως προβλήματα σχετικά με τη διασυνοριακή ψήφο.

(2)  Με το ψήφισμά του της 21ης Απριλίου 2004(3), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέφρασε την υποστήριξή του προς την πρόθεση της Επιτροπής να ενισχύσει τα δικαιώματα των μετόχων, ιδίως με την επέκταση των κανόνων για τη διαφάνεια, τα δικαιώματα ψήφου μέσω πληρεξουσίου, τη δυνατότητα συμμετοχής σε γενικές συνελεύσεις με ηλεκτρονικά μέσα και τη δυνατότητα άσκησης δικαιωμάτων διασυνοριακής ψήφου.

(3)  Οι κάτοχοι μετοχών με δικαιώματα ψήφου θα πρέπει να μπορούν να ασκούν αυτά τα δικαιώματα, δεδομένου ότι έχουν συνυπολογισθεί στην τιμή που έχουν καταβάλει κατά την αγορά των μετοχών. Επιπλέον, η διενέργεια αποτελεσματικού ελέγχου από τους μετόχους αποτελεί προϋπόθεση για την υγιή εταιρική διακυβέρνηση και, συνεπώς, θα πρέπει να διευκολύνεται και να ενθαρρύνεται. Είναι, επομένως, απαραίτητο να ληφθούν μέτρα για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών προς την κατεύθυνση αυτή. Εμπόδια που αποθαρρύνουν τους μετόχους από την ψηφοφορία, όπως η εξάρτηση της άσκησης του δικαιώματος ψήφου από τη δέσμευση των μετοχών για ορισμένο χρονικό διάστημα πριν από τη γενική συνέλευση, θα πρέπει να αρθούν. Ωστόσο, η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει την υφιστάμενη κοινοτική νομοθεσία για τα μερίδια που εκδίδονται από οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων ή τα μερίδια που διατίθενται ή εξαγοράζονται από τέτοιους οργανισμούς.

(4)  Η ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία δεν επαρκεί για να επιτευχθεί ο σκοπός αυτός. Η οδηγία 2001/34/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, σχετικά με την εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο αξιών και τις πληροφορίες επί των αξιών αυτών που πρέπει να δημοσιεύονται(4) επικεντρώνεται στις πληροφορίες που πρέπει να γνωστοποιούν οι εκδότες στην αγορά και, συνεπώς, δεν αφορά τη διαδικασία ψηφοφορίας ων μετόχων καθ" εαυτήν. Επιπλέον η οδηγία 2004/109/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά(5) επιβάλλει στους εκδότες την υποχρέωση να διαθέτουν ορισμένες πληροφορίες και έγγραφα σχετικά με τις γενικές συνελεύσεις, αλλά η υποχρέωση αυτή ισχύει μόνο στο κράτος μέλος προέλευσης του εκδότη. Επομένως, θα πρέπει να ορισθούν ορισμένα ελάχιστα πρότυπα με σκοπό την προστασία των επενδυτών και την προαγωγή της ομαλής και αποτελεσματικής άσκησης των δικαιωμάτων των μετόχων που κατέχουν μετοχές με δικαίωμα ψήφου. Όσον αφορά τα άλλα δικαιώματα πλην του δικαιώματος ψήφου, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να επεκτείνουν την εφαρμογή των ελαχίστων αυτών προτύπων και στις μετοχές άνευ δικαιώματος ψήφου, εφόσον για τις εν λόγω μετοχές δεν εφαρμόζονται ήδη τέτοια πρότυπα.

(5)  Σημαντικά ποσοστά των μετοχών εισηγμένων εταιρειών βρίσκονται στην κατοχή μετόχων που δεν κατοικούν στο κράτος μέλος στο οποίο έχει την καταστατική έδρα της η εταιρεία. Οι μέτοχοι κάτοικοι εξωτερικού θα πρέπει να μπορούν να ασκούν τα δικαιώματά τους σε σχέση με τη γενική συνέλευση το ίδιο εύκολα με τους μετόχους που διαμένουν στο κράτος μέλος στο οποίο έχει την καταστατική έδρα της η εταιρεία. Τούτο προϋποθέτει την άρση των υφισταμένων εμποδίων ως προς την πρόσβαση των μετόχων κατοίκων εξωτερικού στις πληροφορίες σχετικά με τη γενική συνέλευση και την άσκηση του δικαιώματος ψήφου χωρίς φυσική παρουσία στη γενική συνέλευση. Η άρση των εν λόγω εμποδίων θα πρέπει επίσης να είναι επωφελής και για τους μετόχους κατοίκους εσωτερικού που δεν παρακολουθούν ή δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τη γενική συνέλευση.

(6)  Ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής τους, οι μέτοχοι θα πρέπει να μπορούν να ψηφίζουν, γνωρίζοντας τις σχετικές πληροφορίες, είτε κατά τη διάρκεια της γενικής συνέλευσης είτε πριν από αυτή. Όλοι οι μέτοχοι θα πρέπει να διαθέτουν επαρκή χρόνο για να εξετάζουν τα έγγραφα που θα υποβληθούν στη γενική συνέλευση και για να αποφασίσουν πώς θα ψηφίσουν. Προς τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να κοινοποιείται εγκαίρως η πρόσκληση για σύγκληση της γενικής συνέλευσης και οι μέτοχοι θα πρέπει να λαμβάνουν όλες τις πληροφορίες για τα θέματα που θα υποβληθούν στη γενική συνέλευση. Οι δυνατότητες που προσφέρουν οι σύγχρονες τεχνολογίες για τη δυνατότητα άμεσης πρόσβασης στις πληροφορίες θα πρέπει να αξιοποιούνται. Η παρούσα οδηγία προϋποθέτει ότι όλες οι εισηγμένες εταιρείες έχουν ήδη ιστοσελίδα.

(7)  Οι μέτοχοι θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, κατ" αρχήν, να προσθέτουν θέματα στην ημερήσια διάταξη της γενικής συνέλευσης και να υποβάλλουν σχέδια αποφάσεων για θέματα της ημερήσιας διάταξης. Με την επιφύλαξη των διαφορετικών χρονικών πλαισίων και των λεπτομερειών που ισχύουν σήμερα ανά την Κοινότητα, η άσκηση αυτών των δικαιωμάτων θα πρέπει να υπόκειται σε δύο βασικούς κανόνες, ήτοι ότι το όριο που απαιτείται για την άσκηση αυτών των δικαιωμάτων δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 5% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας και ότι όλοι οι μέτοχοι θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να λαμβάνουν εγκαίρως την τελική ημερήσια διάταξη ώστε να προετοιμάζονται για τη συζήτηση και την ψηφοφορία για κάθε θέμα της ημερήσιας διάταξης.

(8)  Κάθε μέτοχος θα πρέπει να έχει, κατ" αρχήν, τη δυνατότητα να θέτει ερωτήσεις σχετικά με τα θέματα που είναι εγγεγραμμένα στην ημερήσια διάταξη της γενικής συνέλευσης και να λαμβάνει απαντήσεις. O καθορισμός των κανόνων για τον τρόπο και τον χρόνο με τον οποίο υποβάλλονται οι ερωτήσεις και δίδονται οι απαντήσεις θα πρέπει να αφεθεί στα κράτη μέλη.

(9)  Οι εταιρείες δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζουν νομικά εμπόδια όταν παρέχουν στους μετόχους τους οιοδήποτε μέσο ηλεκτρονικής συμμετοχής στη γενική συνέλευση. Η άσκηση της ψήφου χωρίς φυσική παρουσία στην γενική συνέλευση, είτε δι" αλληλογραφίας είτε με ηλεκτρονικά μέσα, δεν θα πρέπει να υπόκειται σε άλλους περιορισμούς εκτός από όσους απαιτούνται για τον έλεγχο ταυτότητας και για την ασφάλεια των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ωστόσο, τούτο δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα κράτη μέλη να θεσπίζουν κανόνες που αποσκοπούν να εξασφαλίσουν ότι τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας αντανακλούν τις προθέσεις των μετόχων σε κάθε περίπτωση, συμπεριλαμβανομένων κανόνων για την αντιμετώπιση καταστάσεων κατά τις οποίες προκύπτουν ή αποκαλύπτονται νέες συνθήκες αφότου ένας μέτοχος έχει ψηφίσει δι" αλληλογραφίας ή με ηλεκτρονικά μέσα.

(10)  Η καλή εταιρική διακυβέρνηση προϋποθέτει ομαλή και αποτελεσματική διαδικασία της ψηφοφορίας μέσω πληρεξουσίου. Οι υφιστάμενοι περιορισμοί και τα εμπόδια που καθιστούν την ψήφο με πληρεξούσιο πολύπλοκη και δαπανηρή θα πρέπει, συνεπώς, να αρθούν. Όμως η καλή εταιρική διακυβέρνηση απαιτεί επίσης κατάλληλες ασφαλιστικές δικλείδες έναντι πιθανής κατάχρησης της ψηφοφορίας μέσω πληρεξουσίου. Συνεπώς, ο πληρεξούσιος θα πρέπει να δεσμεύεται ότι θα τηρεί τις οδηγίες που μπορεί να έχει λάβει ι από τον μέτοχο και τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα θέσπισης των καταλλήλων μέτρων με τα οποία θα εξασφαλίζεται ότι ο πληρεξούσιος δεν εξυπηρετεί άλλα συμφέροντα πλην αυτών του μετόχου, ανεξαρτήτως του λόγου που οδήγησε σε σύγκρουση συμφερόντων. Μεταξύ των μέτρων για την αντιμετώπιση ενδεχόμενων καταχρήσεων είναι δυνατό να περιλαμβάνονται ρυθμίσεις τις οποίες θα μπορούν να θεσπίζουν τα κράτη μέλη προκειμένου να ρυθμίζουν τη δραστηριότητα προσώπων που επιδίδονται ενεργά στη συγκέντρωση πληρεξουσίων ή που έχουν εκ των πραγμάτων συγκεντρώσει αριθμό πληρεξουσίων που υπερβαίνει ορισμένο σημαντικό αριθμό, κυρίως προκειμένου να διασφαλίζεται το ενδεδειγμένο επίπεδο αξιοπιστίας και διαφάνειας. Σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, οι μέτοχοι έχουν το απόλυτο δικαίωμα να ορίζουν τα πρόσωπα αυτά πληρεξουσίους προκειμένου αυτά να παρίστανται και να ψηφίζουν στη γενική συνέλευση στο όνομά τους. Η παρούσα οδηγία, ωστόσο, δεν επηρεάζει τυχόν κανόνες ή κυρώσεις που μπορούν να επιβάλλουν τα κράτη μέλη στα πρόσωπα αυτά, εφόσον ψηφίζουν με δόλια χρήση των πληρεξουσίων που τους χορηγήθηκαν. Επιπλέον, η παρούσα οδηγία δεν επιβάλλει στις εταιρείες την υποχρέωση να επαληθεύουν ότι οι πληρεξούσιοι ψηφίζουν σύμφωνα με τις οδηγίες ψηφοφορίας των μετόχων που τους διόρισαν.

(11)  Όταν εμπλέκονται χρηματοοικονομικοί μεσάζοντες, η ουσιαστική άσκηση του δικαιώματος ψήφου βάσει οδηγιών εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από την αποτελεσματικότητα της αλυσίδας μεσαζόντων, δεδομένου ότι οι επενδυτές συχνά δεν είναι σε θέση να ασκήσουν τα δικαιώματα ψήφου που συνδέονται με τις μετοχές τους χωρίς τη συνεργασία όλων των μεσαζόντων στην αλυσίδα, οι οποίοι ενδέχεται να μην έχουν οικονομικό συμφέρον στις συγκεκριμένες μετοχές. Επομένως, προκειμένου να μπορούν οι επενδυτές να ασκούν τα δικαιώματα ψήφου τους σε διασυνοριακές περιπτώσεις, είναι σημαντικό να διευκολύνουν οι μεσάζοντες την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου. Το θέμα αυτό θα πρέπει να αντιμετωπισθεί διεξοδικότερα από την Επιτροπή στο πλαίσιο σύστασης, η οποία θα αποσκοπεί να εξασφαλίσει ότι οι επενδυτές έχουν πρόσβαση σε ουσιαστικές υπηρεσίες ψηφοφορίας και ότι τα δικαιώματα ψήφου ασκούνται σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν δώσει.

(12)  Η χρονική στιγμή της ανακοίνωσης προς το διοικητικό, διαχειριστικό ή εποπτικό όργανο καθώς και προς το κοινό του αποτελέσματος της ψηφοφορίας που πραγματοποιήθηκε πριν από τη γενική συνέλευση με ηλεκτρονικό τρόπο ή δι" αλληλογραφίας, αποτελεί σημαντικό στοιχείο της εταιρικής διακυβέρνησης, και μπορεί να καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

(13)  Τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας θα πρέπει να καταγράφονται με μεθόδους που αντικατοπτρίζουν την πρόθεση ψήφου που έχουν εκφράσει οι μέτοχοι και θα πρέπει να καταχωρίζονται μετά τη γενική συνέλευση τουλάχιστον στην ιστοσελίδα της εταιρείας.

(14)  Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή να μπορούν οι μέτοχοι να ασκούν αποτελεσματικά τα δικαιώματά τους σε ολόκληρη την Κοινότητα, δεν δύναται να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη βάσει της ισχύουσας κοινοτικής νομοθεσίας και μπορεί, κατά συνέπεια, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(15)  Σύμφωνα με την παράγραφο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας(6), τα κράτη μέλη παροτρύνονται να καταρτίσουν, προς ιδία χρήση και προς όφελος της Κοινότητας, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι θα αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία της παρούσας οδηγίας με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, και να τους δημοσιοποιήσουν,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Κεφάλαιο I

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.  Η παρούσα οδηγία καθορίζει προϋποθέσεις για την άσκηση ορισμένων δικαιωμάτων των μετόχων που κατέχουν δικαίωμα ψήφου σε γενικές συνελεύσεις εταιρειών που έχουν την καταστατική έδρα τους σε κράτος μέλος και οι μετοχές των οποίων έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, εγκατεστημένη ή λειτουργούσα σε κράτος μέλος.

2.  Το κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για τη ρύθμιση των θεμάτων που εμπίπτουν στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας είναι το κράτος μέλος στο οποίο έχει την καταστατική έδρα της η εταιρεία, και τυχόν αναφορές στο "εφαρμοστέο δίκαιο" νοούνται ως αναφορές στο δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

3.  Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν από την παρούσα οδηγία τις εξής μορφές εταιρειών:

   α) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με τους Οργανισμούς Συλλογικών Επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ)(7),
   β) οργανισμούς οι οποίοι έχουν μοναδικό σκοπό να επενδύουν συλλογικά κεφάλαια που συγκεντρώνουν από το κοινό και η λειτουργία των οποίων βασίζεται στην αρχή της διασποράς του κινδύνου και δεν επιδιώκουν να αναλάβουν νομικό ή διαχειριστικό έλεγχο οποιουδήποτε από τους εκδότες στους οποίους επενδύουν, εφόσον οι εν λόγω οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων είναι εγκεκριμένοι και υπόκεινται στην εποπτεία των αρμόδιων αρχών, διαθέτουν δε θεματοφύλακα που ασκεί αρμοδιότητες αντίστοιχες με αυτές που προβλέπει η οδηγία 85/611/EΟΚ,
   γ) συνεταιρισμούς.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

   α) "οργανωμένη αγορά": η αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 14, της οδηγίας 2004/39/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων(8),
   β) "μέτοχος": το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο αναγνωρίζεται ως μέτοχος δυνάμει του εφαρμοστέου δικαίου,
   γ) "πληρεξούσιο": η εξουσιοδότηση φυσικού ή νομικού προσώπου από μέτοχο προκειμένου να ασκεί ορισμένα ή όλα τα δικαιώματα του μετόχου αυτού στη γενική συνέλευση στο όνομά του.

Άρθρο 3

Πρόσθετα εθνικά μέτρα

Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη από την επιβολή προσθέτων υποχρεώσεων στις εταιρείες ή τη λήψη περαιτέρω μέτρων για τη διευκόλυνση της άσκησης από τους μετόχους των δικαιωμάτων που προβλέπει η παρούσα οδηγία.

Κεφάλαιο II

Γενικές συνελεύσεις των μετόχων

Άρθρο 4

Ίση μεταχείριση των μετόχων

Η εταιρεία διασφαλίζει την ίση μεταχείριση όλων των μετόχων που βρίσκονται στην ίδια θέση όσον αφορά τη συμμετοχή και την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου στη γενική συνέλευση.

Άρθρο 5

Πληροφορίες πριν από τη γενική συνέλευση

1.  Με την επιφύλαξη των άρθρων 9, παράγραφος 4, και 11, παράγραφος 4, της οδηγίας 2004/25/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς(9), τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εταιρεία δημοσιοποιεί την πρόσκληση για σύγκληση της γενικής συνέλευσης με έναν από τους τρόπους που προβλέπει η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου, το αργότερο την εικοστή πρώτη ημέρα πριν από την ημέρα της συνέλευσης.

Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι, εφόσον η εταιρεία παρέχει στους μετόχους την ευχέρεια να ψηφίζουν με ηλεκτρονικά μέσα προσιτά σε όλους τους μετόχους, η γενική συνέλευση των μετόχων δύναται να αποφασίζει να δημοσιοποιεί την πρόσκληση για σύγκληση της γενικής συνέλευσης, πλην της ετήσιας γενικής συνέλευσης, με έναν από τους τρόπους που καθορίζει η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου, το αργότερο τη δέκατη τέταρτη ημέρα πριν από την ημέρα της συνέλευσης. Η απόφαση αυτή πρέπει να λαμβάνεται με πλειοψηφία τουλάχιστον δύο τρίτων των δικαιωμάτων ψήφου μετοχών που εκπροσωπούνται ή του εκπροσωπουμένου καταβεβλημένου κεφαλαίου, και να ισχύει για διάστημα που δεν υπερβαίνει την επόμενη ετήσια γενική συνέλευση.

Τα κράτη μέλη δεν χρειάζεται να επιβάλλουν τις ελάχιστες προθεσμίες κατά το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο για τη δεύτερη ή τη μεταγενέστερη αυτής σύγκληση γενικής συνέλευσης, λόγω μη επίτευξης της απαιτούμενης απαρτίας για τη συνέλευση που συνεκλήθη με την πρώτη πρόσκληση σύγκλησης, υπό τον όρο ότι το παρόν άρθρο έχει τηρηθεί κατά την πρώτη σύγκληση και ότι δεν έχουν προστεθεί νέα θέματα στην ημερήσια διάταξη, καθώς και ότι μεσολαβούν τουλάχιστον δέκα ημέρες μεταξύ της τελικής πρόσκλησης για σύγκληση και της ημερομηνίας της γενικής συνέλευσης.

2.  Με την επιφύλαξη περαιτέρω απαιτήσεων κοινοποίησης ή δημοσίευσης που θεσπίζει το αρμόδιο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 2, επιβάλλεται στην εταιρεία να δημοσιοποιεί την πρόσκληση για σύγκληση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου με τρόπο ο οποίος διασφαλίζει την ταχεία πρόσβαση σ" αυτήν και δεν εισάγει διακρίσεις. Το κράτος μέλος επιβάλλει στην εταιρεία να χρησιμοποιεί μέσα τα οποία ευλόγως θεωρούνται αξιόπιστα για την αποτελεσματική διάδοση των πληροφοριών στο κοινό σε ολόκληρη την Κοινότητα. Το κράτος μέλος δεν δύναται να επιβάλει την υποχρέωση να χρησιμοποιούνται μόνο μέσα οι φορείς εκμετάλλευσης των οποίων είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός του.

Το κράτος μέλος δεν υποχρεούται να εφαρμόζει το πρώτο εδάφιο σε εταιρείες οι οποίες είναι σε θέση να γνωρίζουν τα ονόματα και τις διευθύνσεις των μετόχων τους βάσει ισχύοντος μητρώου μετόχων, υπό τον όρο ότι η εταιρεία υποχρεούται να αποστέλλει την πρόσκληση για σύγκληση σε κάθε έναν από τους καταγεγραμμένους μετόχους της.

Σε κάθε περίπτωση, η εταιρεία δεν μπορεί να χρεώνει ειδικά τέλη για τη δημοσιοποίηση της πρόσκλησης για σύγκληση με τον προδιαγεγραμμένο τρόπο.

3.  Η πρόσκληση για σύγκληση που προβλέπει η παράγραφος 1 πρέπει τουλάχιστον:

   α) να προσδιορίζει με ακρίβεια τον χρόνο και τον τόπο στον οποίο πρόκειται να πραγματοποιηθεί η γενική συνέλευση, καθώς και την προτεινόμενη ημερήσια διάταξη της γενικής συνέλευσης·
  β) να περιλαμβάνει σαφή και ακριβή περιγραφή των διαδικασιών που πρέπει να ακολουθούν οι μέτοχοι ώστε να μπορούν να συμμετέχουν και να ψηφίζουν στη γενική συνέλευση. Τούτο συμπεριλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με:
   i) τα δικαιώματα των μετόχων δυνάμει του άρθρου 6, στον βαθμό που τα δικαιώματα αυτά μπορούν να ασκηθούν μετά τη δημοσιοποίηση της πρόσκλησης για σύγκληση, και δυνάμει του άρθρου 9, καθώς και τις ημερομηνίες μέχρι τις οποίες αυτά τα δικαιώματα μπορούν να ασκούνται· η πρόσκληση για σύγκληση μπορεί να περιορίζεται μόνο στη μνεία των καταληκτικών ημερομηνιών μέχρι τις οποίες μπορούν να ασκηθούν τα δικαιώματα αυτά, υπό τον όρο ότι λεπτομερέστερες πληροφορίες θα είναι διαθέσιμες με παραπομπή στην ιστοσελίδα της εταιρείας σχετικά με τα εν λόγω δικαιώματα,
   ii) τη διαδικασία για ψήφο μέσω πληρεξουσίου, και κυρίως τα έντυπα που πρέπει να χρησιμοποιούνται για τη ψήφο μέσω πληρεξουσίου και τα μέσα με τα οποία έχει εφοδιασθεί η εταιρεία για να δέχεται ηλεκτρονικές κοινοποιήσεις για τον διορισμό πληρεξουσίων, και
   iii) τις διαδικασίες για την ψήφο δι" αλληλογραφίας ή με ηλεκτρονικά μέσα, εφόσον συντρέχει περίπτωση·
   γ) να σημειώνει,κατά περίπτωση, την ημερομηνία καταγραφής που προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 2, και να εξηγεί ότι μόνο τα πρόσωπα που είναι μέτοχοι εκείνη την ημερομηνία έχουν δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στη γενική συνέλευση·
   δ) να υποδεικνύει τον τόπο στον οποίο και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να λαμβάνεται το πλήρες, χωρίς περικοπές, κείμενο των εγγράφων και των προτάσεων αποφάσεων όπως προβλέπει η παράγραφος 4, στοιχεία γ) και δ)·
   ε) να σημειώνει τη διεύθυνση της ιστοσελίδας στην οποία θα διατίθενται οι πληροφορίες όπως προβλέπει η παράγραφος 4.

4.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, επί συνεχές χρονικό διάστημα το οποίο αρχίζει το αργότερο την εικοστή πρώτη ημέρα πριν από την ημέρα της γενικής συνέλευσης και περιλαμβάνει την ημέρα της γενικής συνέλευσης, η εταιρεία θέτει στη διάθεση των μετόχων της στην ιστοσελίδα της, τουλάχιστον τις εξής πληροφορίες:

   α) την πρόσκληση για σύγκληση που προβλέπει η παράγραφος 1·
   β) τον συνολικό αριθμό των μετοχών και των δικαιωμάτων ψήφου που υφίστανται κατά την ημερομηνία της πρόσκλησης για σύγκληση (συμπεριλαμβανομένων χωριστών συνόλων ανά κατηγορία μετοχών εφόσον το κεφάλαιο της εταιρείας είναι κατανεμημένο σε δύο ή περισσότερες κατηγορίες μετοχών)·
   γ) τα έγγραφα που πρόκειται να υποβληθούν στη γενική συνέλευση·
   δ) σχέδιο απόφασης ή, εφόσον καμμία απόφαση δεν έχει προταθεί προς έγκριση, σχόλιο του αρμοδίου οργάνου της εταιρείας, όπως ορίζει το εφαρμοστέο δίκαιο, για κάθε θέμα της προτεινόμενης ημερήσιας διάταξης της γενικής συνέλευσης· επιπλέον, προστίθενται στην ιστοσελίδα τα σχέδια αποφάσεων που έχουν προτείνει οι μέτοχοι μόλις αυτό καταστεί δυνατό, μετά την παραλαβή τους από την εταιρεία·
   ε) κατά περίπτωση, τα έντυπα που πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την ψήφο με πληρεξούσιο και για την ψήφο δι" αλληλογραφίας, εκτός εάν τα εν λόγω έντυπα αποστέλλονται απευθείας σε κάθε μέτοχο.

Εφόσον δεν είναι δυνατή η πρόσβαση μέσω Διαδικτύου, για τεχνικούς λόγους, στα έντυπα που διαλαμβάνει το στοιχείο ε), η εταιρεία σημειώνει στην ιστοσελίδα της τον τρόπο πρόσβασης στα σχετικά έντυπα επί χάρτου. Στην περίπτωση αυτή, η εταιρεία υποχρεούται να αποστέλλει τα έντυπα ταχυδρομικώς και δωρεάν σε κάθε μέτοχο που το ζητεί.

Εάν η πρόσκληση για τη σύγκληση γενικής συνέλευσης δημοσιοποιηθεί μετά την εικοστή πρώτη ημέρα πριν από τη γενική συνέλευση, δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 4, ή του άρθρου 11, παράγραφος 4, της οδηγίας 2004/25/ΕΚ, ή δυνάμει του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, το χρονικό διάστημα για το οποίο γίνεται λόγος στην παρούσα παράγραφο συντομεύεται αναλόγως.

Άρθρο 6

Δικαίωμα προσθήκης θεμάτων στην ημερήσια διάταξη της γενικής συνέλευσης και υποβολής σχεδίων αποφάσεων

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μέτοχοι, ενεργώντας ατομικά ή συλλογικά, έχουν το δικαίωμα:

   α) να προσθέτουν θέματα στην ημερήσια διάταξη της γενικής συνέλευσης, υπό τον όρο ότι κάθε τέτοιο θέμα συνοδεύεται από αιτιολόγηση ή από σχέδιο απόφασης προς έγκριση στη γενική συνέλευση· και
   β) να υποβάλλουν σχέδια αποφάσεων για θέματα που περιλαμβάνονται ή θα περιληφθούν στην ημερήσια διάταξη γενικής συνέλευσης.

Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι το δικαίωμα του στοιχείου α) μπορεί να ασκείται μόνο σε σχέση με την ετήσια γενική συνέλευση, υπό την προϋπόθεση ότι οι μέτοχοι, ατομικά ή συλλογικά, έχουν το δικαίωμα να συγκαλούν ή να απαιτούν από την εταιρεία να συγκαλέσει, γενική συνέλευση που δεν αποτελεί ετήσια γενική συνέλευση, με ημερήσια διάταξη η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον όλα τα θέματα που έχουν ζητήσει οι εν λόγω μέτοχοι.

Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι τα δικαιώματα αυτά ασκούνται εγγράφως (και υποβάλλονται ταχυδρομικώς ή με ηλεκτρονικά μέσα).

2.  Εφόσον οποιοδήποτε από τα δικαιώματα που προσδιορίζονται στην παράγραφο 1 υπόκειται στην προϋπόθεση να κατέχει ο μέτοχος ή οι μέτοχοι ελάχιστο ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας, το ελάχιστο αυτό ποσοστό δεν υπερβαίνει το 5% του μετοχικού κεφαλαίου.

3.  Κάθε κράτος μέλος ορίζει ενιαία καταληκτική ημερομηνία, βάσει καθορισμένου αριθμού ημερών πριν από τη γενική συνέλευση ή την πρόσκληση για σύγκλησή της, έως την οποία οι μέτοχοι μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα της παραγράφου 1, στοιχείο α). Κατά τον ίδιο τρόπο, κάθε κράτος μέλος μπορεί να ορίζει καταληκτική ημερομηνία για την άσκηση του δικαιώματος της παραγράφου 1, στοιχείο β).

4.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, εφόσον η άσκηση του δικαιώματος της παραγράφου 1, στοιχείο α), συνεπάγεται τροποποίηση της ημερήσιας διάταξης της γενικής συνέλευσης η οποία έχει ήδη γνωστοποιηθεί στους μετόχους, η εταιρεία δημοσιοποιεί αναθεωρημένη ημερήσια διάταξη με τον ίδιο τρόπο όπως και η προηγούμενη ημερήσια διάταξη, πριν από την εφαρμοστέα ημερομηνία καταγραφής, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7, παράγραφος 2, ή, εφόσον δεν εφαρμόζεται ημερομηνία καταγραφής, αρκετά πριν από την ημερομηνία της γενικής συνέλευσης ώστε να είναι σε θέση οι άλλοι μέτοχοι να ορίσουν πληρεξούσιο ή, εφόσον είναι δυνατό, να ψηφίσουν δι" αλληλογραφίας.

Άρθρο 7

Προϋποθέσεις για την συμμετοχή και τη ψηφοφορία στη γενική συνέλευση

1.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι:

   α) το δικαίωμα μετόχου να συμμετέχει σε γενική συνέλευση και να ψηφίζει αναλόγως των μετοχών του δεν προϋποθέτει την κατάθεση ή τη μεταφορά ή την καταχώριση των μετοχών αυτών στο όνομα άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου πριν από τη γενική συνέλευση, και
   β) τα δικαιώματα του μετόχου να πωλεί ή να μεταφέρει με άλλον τρόπο τις μετοχές του κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της ημερομηνίας καταγραφής, όπως ορίζει η παράγραφος 2, και της γενικής συνέλευσης για την οποία ισχύει, δεν υπόκεινται σε περιορισμούς στους οποίους δεν υπόκεινται σε άλλο χρονικό διάστημα.

2.  Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι το δικαίωμα μετόχου να συμμετέχει σε γενική συνέλευση και να ψηφίζει αναλόγως των μετοχών του, καθορίζεται σε συνάρτηση με τις μετοχές που κατέχει ο εν λόγω μέτοχος σε καθορισμένη ημερομηνία πριν από τη γενική συνέλευση ("ημερομηνία καταγραφής").

Τα κράτη μέλη δεν χρειάζεται να εφαρμόζουν το πρώτο εδάφιο σε εταιρείες οι οποίες είναι σε θέση να γνωρίζουν τα ονόματα και τις διευθύνσεις των μετόχων τους βάσει ισχύοντος μητρώου μετόχων την ημέρα της γενικής συνέλευσης.

3.  Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι, για όλες τις εταιρείες, ισχύει ενιαία ημερομηνία καταγραφής. Εντούτοις, ένα κράτος μέλος δύναται να ορίσει μία ημερομηνία καταγραφής για τις εταιρείες που έχουν εκδώσει ανώνυμες μετοχές και άλλη ημερομηνία καταγραφής για τις εταιρείες που έχουν εκδώσει ονομαστικές μετοχές, υπό την προϋπόθεση ότι εφαρμόζεται ενιαία ημερομηνία καταγραφής για κάθε εταιρεία που εκδίδει και τα δύο είδη μετοχών. Η ημερομηνία καταγραφής δεν εκτείνεται σε διάστημα μεγαλύτερο των 30 ημερών πριν από την ημερομηνία διεξαγωγής της γενικής συνέλευσης την οποία αφορά. Κατά την εφαρμογή της παρούσας διάταξης και του άρθρου 5, παράγραφος 1, κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι παρέρχονται τουλάχιστον οκτώ ημέρες μεταξύ της τελευταίας επιτρεπόμενης ημερομηνίας για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης και της ημερομηνίας καταγραφής. Στον υπολογισμό του αριθμού ημερών δεν περιλαμβάνονται οι δύο αυτές ημερομηνίες. Ωστόσο, στις περιπτώσεις που περιγράφονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, κράτος μέλος δύναται να απαιτεί την πάροδο τουλάχιστον έξι ημερών μεταξύ της τελευταίας επιτρεπόμενης ημερομηνίας για τη δεύτερη ή τη μεταγενέστερη αυτής σύγκληση της γενικής συνέλευσης και της ημερομηνίας καταγραφής. Στον υπολογισμό του αριθμού των ημερών δεν περιλαμβάνονται οι δύο αυτές ημερομηνίες.

4.  Η απόδειξη της ιδιότητας του μετόχου μπορεί να υπόκειται μόνο στις προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες προκειμένου να εξασφαλισθεί ο έλεγχος της ταυτότητας των μετόχων και μόνον εφόσον αυτές είναι ανάλογες προς την επίτευξη του στόχου αυτού.

Άρθρο 8

Συμμετοχή στη γενική συνέλευση με ηλεκτρονικά μέσα

1.  Τα κράτη μέλη επιτρέπουν στις εταιρείες να παρέχουν στους μετόχους τους οποιαδήποτε μορφή συμμετοχής στη γενική συνέλευση με ηλεκτρονικά μέσα, κυρίως δε μία ή όλες από τις ακόλουθες μορφές συμμετοχής:

   α) μετάδοση της γενικής συνέλευσης σε πραγματικό χρόνο·
   β) αμφίδρομη επικοινωνία σε πραγματικό χρόνο, ώστε να μπορούν οι μέτοχοι να απευθύνονται στη γενική συνέλευση εξ αποστάσεως·
   γ) μηχανισμό ψηφοφορίας, είτε πριν είτε κατά τη διάρκεια της γενικής συνέλευσης, που καθιστά περιττό τον ορισμό πληρεξουσίου προκειμένου να παρίσταται στη συνέλευση.

2.  Η χρήση ηλεκτρονικών μέσων με σκοπό την παροχή της δυνατότητας στους μετόχους η δυνατότητα να συμμετάσχουν στη γενική συνέλευση μπορεί να υπόκειται μόνο στις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς που απαιτούνται για να διασφαλίζονται ο έλεγχος της ταυτότητας των μετόχων και η ασφάλεια των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και μόνο στον βαθμό που αυτά είναι ανάλογα προς την επίτευξη των στόχων αυτών.

Τα ανωτέρω ισχύουν υπό την επιφύλαξη οιωνδήποτε κανόνων δικαίου έχουν θεσπίσει ή πρόκειται να θεσπίσουν τα κράτη μέλη σχετικά με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων εντός της εταιρείας για την εισαγωγή ή την εφαρμογή οποιασδήποτε μορφής συμμετοχής με ηλεκτρονικά μέσα.

Άρθρο 9

Δικαίωμα υποβολής ερωτήσεων

1.  Κάθε μέτοχος έχει το δικαίωμα να υποβάλλει ερωτήσεις σχετικά με θέματα της ημερήσιας διάταξης της γενικής συνέλευσης. Η εταιρεία πρέπει να απαντά στις ερωτήσεις που της θέτουν οι μέτοχοι.

2.  Το δικαίωμα υποβολής ερωτήσεων και η υποχρέωση απάντησης ισχύουν με την επιφύλαξη των μέτρων που μπορούν να λάβουν τα κράτη μέλη, ή που επιτρέπουν στις εταιρείες να λάβουν, ώστε να διασφαλίζεται ο έλεγχος της ταυτότητας των μετόχων, η ορθή διεξαγωγή των γενικών συνελεύσεων καθώς και η προετοιμασία τους και η προστασία της εμπιστευτικότητας και των επιχειρηματικών συμφερόντων των εταιρειών. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στις εταιρείες να παρέχουν μια γενική απάντηση σε ερωτήσεις με το ίδιο περιεχόμενο.

Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέψουν ότι θεωρείται ότι η εταιρεία έχει απαντήσει εάν οι σχετικές πληροφορίες διατίθενται ήδη με τη μορφή ερώτησης-απάντησης στη διαδικτυακή ιστοσελίδα της εταιρείας.

Άρθρο 10

Ψήφος μέσω πληρεξουσίου

1.  Κάθε μέτοχος έχει το δικαίωμα να ορίζει οιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο πληρεξούσιο, προκειμένου να παρίσταται και να ψηφίζει στη γενική συνέλευση εξ ονόματός του. Ο πληρεξούσιος απολαμβάνει τα ίδια δικαιώματα να λαμβάνει τον λόγο και να θέτει ερωτήσεις στο πλαίσιο της γενικής συνέλευσης, όπως και ο μέτοχος τον οποίο εκπροσωπεί.

Εκτός από την απαίτηση να διαθέτει ο πληρεξούσιος δικαιοπρακτική ικανότητα, τα κράτη μέλη καταργούν οιονδήποτε κανόνα δικαίου περιορίζει, ή επιτρέπει στις εταιρείες να περιορίζουν, την επιλεξιμότητα των προσώπων που μπορούν να ορίζονται πληρεξούσιοι.

2.  Τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίζουν τον διορισμό πληρεξουσίου σε μία και μόνη γενική συνέλευση, ή σε όσες γενικές συνελεύσεις πραγματοποιηθούν εντός συγκεκριμένης περιόδου.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 13, παράγραφος 5, τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίζουν τον αριθμό των προσώπων που δικαιούται να διορίσει ο μέτοχος ως πληρεξουσίους σε σχέση με συγκεκριμένη γενική συνέλευση. Ωστόσο, εάν ο μέτοχος κατέχει μετοχές μιας εταιρείας, οι οποίες εμφανίζονται σε περισσότερους του ενός λογαριασμούς αξιών, ο περιορισμός αυτός δεν εμποδίζει τον μέτοχο να ορίζει διαφορετικούς πληρεξουσίους για τις μετοχές που εμφανίζονται στον κάθε λογαριασμό αξιών, σε σχέση με συγκεκριμένη γενική συνέλευση. Τούτο δεν θίγει τους κανόνες του εφαρμοστέου δικαίου που απαγορεύουν στους πληρεξουσίους του ιδίου μετόχου να ψηφίζουν διαφορετικά για μετοχές που κατέχει ο ίδιος μέτοχος.

3.  Εκτός από τους περιορισμούς που επιτρέπονται ρητά στις παραγράφους 1 και 2, τα κράτη μέλη δεν περιορίζουν ούτε επιτρέπουν στις εταιρείες να περιορίζουν, την άσκηση των δικαιωμάτων του μετόχου με πληρεξουσίους για σκοπό άλλον από την αντιμετώπιση ενδεχόμενων συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ του πληρεξουσίου και του μετόχου, προς το συμφέρον του οποίου δεσμεύεται να ενεργεί ο πληρεξούσιος. Ενεργώντας με τον τρόπο αυτόν, τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν άλλες απαιτήσεις πέραν των εξής:

   α) τα κράτη μέλη δύνανται να ορίζουν ότι ο πληρεξούσιος γνωστοποιεί ορισμένα συγκεκριμένα γεγονότα τα οποία μπορούν να είναι χρήσιμα στους μετόχους για την αξιολόγηση του τυχόν κινδύνου να εξυπηρετήσει ο πληρεξούσιος άλλα συμφέροντα πλην των συμφερόντων του μετόχου·
   β) τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίζουν ή να αποκλείουν την άσκηση δικαιωμάτων μετόχου με πληρεξούσιο χωρίς συγκεκριμένες οδηγίες ψήφου για κάθε απόφαση για την οποία ο πληρεξούσιος πρόκειται να ψηφίσει εξ ονόματος του μετόχου·
   γ) τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν ή να αποκλείουν τη μεταβίβαση πληρεξουσίου σε άλλο πρόσωπο, αυτό όμως δεν εμποδίζει τον πληρεξούσιο που είναι νομικό πρόσωπο να ασκεί τις εξουσίες που του έχουν ανατεθεί, μέσω οιουδήποτε μέλους του διοικητικού ή του διαχειριστικού του οργάνου ή οποιουδήποτε από τους υπαλλήλους του.

Κατά την έννοια της παρούσας παραγράφου, δύναται να προκύπτει σύγκρουση συμφερόντων, ιδίως όταν ο πληρεξούσιος:

   i) είναι μέτοχος που ασκεί τον έλεγχο της εταιρείας, ή είναι άλλη οντότητα που ελέγχεται από τον μέτοχο αυτό,
   ii) είναι μέλος του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου της εταιρείας ή μετόχου που ασκεί τον έλεγχο της εταιρείας, ή ελεγχόμενης οντότητας κατά το σημείο i),
   iii) είναι υπάλληλος ή ελεγκτής της εταιρείας ή μετόχου που ασκεί τον έλεγχο της εταιρείας, ή ελεγχόμενης οντότητας κατά το σημείο i),
   iv) έχει οικογενειακή σχέση με ένα από τα φυσικά πρόσωπα που διαλαμβάνουν τα σημεία i) έως iii).

4.  Ο πληρεξούσιος ψηφίζει σύμφωνα με τις οδηγίες που παρέσχε ο μέτοχος που τον διόρισε.

Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν από τους πληρεξουσίους να αρχειοθετούν τις οδηγίες ψήφου για συγκεκριμένο ελάχιστο χρονικό διάστημα και να επιβεβαιώνουν, εφόσον τους ζητηθεί, ότι εκτελέσθηκαν οι οδηγίες ψήφου.

5.  Πρόσωπο που ενεργεί με την ιδιότητα του πληρεξουσίου δύναται να έχει πληρεξούσιο για περισσότερους από έναν μέτοχο χωρίς περιορισμό του αριθμού των μετόχων που εκπροσωπεί. Εφόσον πληρεξούσιος έχει πληρεξούσια περισοτέρων του ενός μετόχων, πρέπει το εφαρμοστέο δίκαιο να του επιτρέπει να ψηφίζει διαφορετικά για κάθε μέτοχο.

Άρθρο 11

Διατυπώσεις για τον διορισμό πληρεξουσίων και την κοινοποίηση

1.  Τα κράτη μέλη επιτρέπουν στους μετόχους να διορίζουν πληρεξούσιο με ηλεκτρονικά μέσα. Επίσης, τα κράτη μέλη επιτρέπουν στις εταιρείες να δέχονται την κοινοποίηση του διορισμού με ηλεκτρονικά μέσα και διασφαλίζουν ότι κάθε εταιρεία παρέχει στους μετόχους της τουλάχιστον μία αποτελεσματική μέθοδο κοινοποίησης με ηλεκτρονικά μέσα.

2.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πληρεξούσιοι μπορούν να διορίζονται, και ο διορισμός τους να κοινοποιείται στην εταιρεία, μόνον εγγράφως. Πέραν αυτής της βασικής τυπικής προϋπόθεσης, ο διορισμός πληρεξουσίου, η κοινοποίηση του διορισμού του στην εταιρεία και η έκδοση, ενδεχόμενων, οδηγιών ψήφου προς τον πληρεξούσιο δύνανται να υπόκεινται μόνο στις τυπικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη διασφάλιση του ελέγχου της ταυτότητας του μετόχου και του πληρεξουσίου ή για τη διασφάλιση της δυνατότητας εξακρίβωσης του περιεχομένου των οδηγιών ψήφου, αντιστοίχως, και μόνο στον βαθμό που αυτό είναι ανάλογο προς την επίτευξη των στόχων αυτών.

3.  Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών και για την ανάκληση του διορισμού πληρεξουσίου.

Άρθρο 12

Ψήφος δι" αλληλογραφίας

Τα κράτη μέλη επιτρέπουν στις εταιρείες να παρέχουν στους μετόχους τους τη δυνατότητα να ψηφίζουν δι" αλληλογραφίας πριν από τη γενική συνέλευση. Η ψήφος δι" αλληλογραφίας μπορεί να υπόκειται μόνο στις προϋποθέσεις και στους περιορισμούς που απαιτούνται προκειμένου να διασφαλίζεται ο έλεγχος της ταυτότητας των μετόχων και μόνον στον βαθμό που αυτό είναι ανάλογο προς την επίτευξη του στόχου αυτού.

Άρθρο 13

Άρση ορισμένων εμποδίων για την αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου

1.  Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στην περίπτωση κατά την οποία φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο αναγνωρίζεται ως μέτοχος από το εφαρμοστέο δίκαιο ενεργεί στο πλαίσιο των επαγγελματικών του δραστηριοτήτων για λογαριασμό άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου ("πελάτη").

2.  Εφόσον το εφαρμοστέο δίκαιο επιβάλλει προϋποθέσεις γνωστοποίησης ως προαπαιτούμενο για την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου από μέτοχο σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι προϋποθέσεις αυτές περιορίζονται στην υποβολή καταλόγου με τον οποίο γνωστοποιείται στην εταιρεία η ταυτότητα κάθε πελάτη και ο αριθμός των μετοχών του για τις οποίες τον εκπροσωπεί.

3.  Εφόσον το εφαρμοστέο δίκαιο επιβάλλει τυπικές προϋποθέσεις για την εξουσιοδότηση μετόχου κατά την παράγραφο 1 να ασκήσει δικαιώματα ψήφου ή για τις οδηγίες ψήφου, οι τυπικές αυτές προϋποθέσεις δεν υπερβαίνουν τα αναγκαία για την εξασφάλιση του ελέγχου της ταυτότητας του πελάτη ή για τη δυνατότητα εξακρίβωσης του περιεχομένου των οδηγιών ψήφου, αντιστοίχως, και είναι ανάλογες προς την επίτευξη των στόχων αυτών.

4.  Ο μέτοχος, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 1, επιτρέπεται να ψηφίζει διαφορετικά ανάλογα με τις μετοχές από τις οποίες απορρέουν οι σχετικές ψήφοι.

5.  Εφόσον το εφαρμοστέο δίκαιο περιορίζει τον αριθμό των προσώπων τα οποία ο μέτοχος μπορεί να ορίζει ως πληρεξουσίους σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 2, ο περιορισμός αυτός δεν εμποδίζει τον μέτοχο, ως ορίζεται στην παράγραφο 1, να χορηγεί πληρεξούσιο σε οποιονδήποτε από τους πελάτες του ή με οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο υποδεικνύεται από τον πελάτη.

Άρθρο 14

Αποτελέσματα ψηφοφορίας

1.  Η εταιρεία προσδιορίζει, για κάθε απόφαση, τουλάχιστον τον αριθμό των μετοχών για τις οποίες δόθηκαν έγκυρες ψήφοι, την αναλογία του μετοχικού κεφαλαίου που εκπροσωπούν αυτές οι ψήφοι, τον συνολικό αριθμό έγκυρων ψήφων καθώς και τον αριθμό ψήφων υπέρ και κατά κάθε απόφασης, καθώς και, ενδεχομένως, τον αριθμό των αποχών.

Ωστόσο, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ή να επιτρέπουν στις εταιρείες να προβλέψουν ότι, εάν κανείς μέτοχος δεν απαιτεί λεπτομερή απολογισμό της ψηφοφορίας, αρκεί να προσδιορίζονται τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας μόνο στο βαθμό που απαιτείται ώστε να διασφαλίζεται ότι έχει επιτευχθεί η απαιτούμενη για κάθε απόφαση πλειοψηφία.

2.  Εντός της προθεσμίας που ορίζει το εφαρμοστέο δίκαιο, η οποία δεν υπερβαίνει τις 15 ημέρες από τη γενική συνέλευση, η εταιρεία δημοσιεύει στην ιστοσελίδα της τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας όπως προσδιορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

3.  Το παρόν άρθρο ισχύει υπό την επιφύλαξη τυχόν κανόνων δικαίου τους οποίους έχουν θεσπίσει ή δύνανται να θεσπίσουν τα κράτη μέλη σχετικά με τις διατυπώσεις που απαιτούνται προκειμένου να καθίσταται έγκυρη απόφαση ή σχετικά με τη δυνατότητα νομικής αμφισβήτησης του αποτελέσματος της ψηφοφορίας στη συνέχεια.

Κεφάλαιο III

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 15

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο μέχρι τις [...](10). Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Παρά το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη τα οποία την 1η Ιουλίου 2006 είχαν σε ισχύ εθνικά μέτρα που περιορίζουν ή απαγορεύουν τον ορισμό πληρεξουσίου στην περίπτωση του άρθρου 10, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο ii), θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις ώστε να συμμορφωθούν με το άρθρο 10, παράγραφος 3, όσον αφορά τον εν λόγω περιορισμό ή απαγόρευση, το αργότερο μέχρι τις [...](11)*.

Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν πάραυτα τον αριθμό ημερών που ορίζουν δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 3, και του άρθρου 7, παράγραφος 3, καθώς και οιανδήποτε μεταγενέστερη μεταβολή του στην Επιτροπή, η οποία δημοσιεύει τις σχετικές πληροφορίες στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 16

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 17

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

(1) ΕΕ C 318, 23.12.2006, σ. 42.
(2) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Φεβρουαρίου 2007.
(3) ΕΕ C 104 Ε, 30.4.2004, σ. 714.
(4) ΕΕ L 184 της 6.7.2001, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2005/1/ΕΚ (ΕΕ L 79, 24.3.2005, σ. 9).
(5) ΕΕ L 390, 31.12.2004, σ. 38.
(6) ΕΕ C 321, 31.12.2003, σ. 1.
(7) ΕΕ L 375, 31.12.1985, σ. 3. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2005/1/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
(8) ΕΕ L 145, 30.4.2004, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/31/ΕΚ (ΕΕ L 114, 27.4.2006, σ. 60).
(9) ΕΕ L 142, 30.4.2004, σ. 12.
(10)* Δύο έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.
(11)** Πέντε έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.


Δημοσιονομικές ενισχύσεις προς τις αναπτυσσόμενες χώρες
PDF 300kWORD 79k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις δημοσιονομικές ενισχύσεις προς τις αναπτυσσόμενες χώρες (2006/2079(INI))
P6_TA(2007)0043A6-0005/2007

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 177 και το άρθρο 180 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη τη Δήλωση της Χιλιετηρίδας του ΟΗΕ της 18ης Σεπτεμβρίου 2000, η οποία θέτει τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετηρίδας ως στόχους από κοινού οριζόμενους από τη διεθνή κοινότητα για την εξάλειψη της φτώχειας,

–   έχοντας υπόψη το πρόγραμμα δράσης της Διεθνούς Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη, Κάιρο, 1994,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο "Κοινοτική στήριξη των προγραμμάτων οικονομικών μεταρρυθμίσεων και διαρθρωτικής προσαρμογής: απολογισμός και προοπτικές" (COM(2000)0058),

–   έχοντας υπόψη τον οδηγό προγραμματισμού και εκτέλεσης της δημοσιονομικής στήριξης για τρίτες χώρες που συνέταξαν το γραφείο συνεργασίας της Επιτροπής EuropeAid (AIDCO) και οι ΓΔ Ανάπτυξη (DEV) και Εξωτερικές Σχέσεις (RELEX), του Απριλίου 2003,

–   έχοντας υπόψη τη συμφωνία εταιρικής σχέσης μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (ΑΚΕ) και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που υπογράφηκε στο Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000(1) (Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης του Κοτονού),

–   έχοντας υπόψη την από κοινού αξιολόγηση της γενικής δημοσιονομικής στήριξης, συγκεφαλαιωτική έκθεση, του Μαΐου 2006, του Τμήματος Διεθνούς Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου του Birmingham,

–   έχοντας υπόψη την ειδική έκθεση αριθ. 5/2001 του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τα ανταλλαγματικά κεφάλαια της στήριξης διαρθρωτικής προσαρμογής που διατίθεται για ενισχύσεις του προϋπολογισμού (έβδομο και όγδοο ΕΤΑ), συνοδευόμενη από τις απαντήσεις της Επιτροπής(2),

–   έχοντας υπόψη την ειδική έκθεση αριθ. 2/2005 του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τις δημοσιονομικές ενισχύσεις του ΕΤΑ στις χώρες ΑΚΕ: διαχείριση από την Επιτροπή του σκέλους "μεταρρύθμιση των δημόσιων οικονομικών", συνοδευόμενη από τις απαντήσεις της Επιτροπής(3),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο "Συνεργασία με τις χώρες ΑΚΕ που είναι εμπλεγμένες σε ένοπλες συγκρούσεις" (COM(1999)0240),

–   έχοντας υπόψη το από 6 Απριλίου 2006 ψήφισμά του σχετικά με την αποτελεσματικότητα της βοήθειας και τη διαφθορά στις αναπτυσσόμενες χώρες(4),

–   έχοντας υπόψη τη διακοίνωση της Γενικής Διεύθυνσης Εξωτερικής Πολιτικής, Τμήμα Πολιτικής, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σχετικά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των δημοσιονομικών ενισχύσεων ως τρόπου επίδοσης της βοήθειας, του Ιουνίου 2004,

–   έχοντας υπόψη τη συνάντηση υψηλού επιπέδου της Επιτροπής Αναπτυξιακής Βοήθειας του ΟΟΣΑ που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι το Μάρτιο του 2005,

–   έχοντας υπόψη τη Δήλωση των Παρισίων για την αποτελεσματικότητα της βοήθειας, της 2ας Μαρτίου 2005,

–   έχοντας υπόψη το πλαίσιο αξιολόγησης επιδόσεων του προγράμματος δημόσιων δαπανών και δημοσιονομικής ευθύνης PEFA (Public Expenditure and Financial Accountability Programme) του Ιουνίου 2005,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ανάπτυξης και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A6-0005/2007),

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι συνεχίζεται η συζήτηση σχετικά με το πώς θα αποκομιστούν τα βέλτιστα οφέλη από τους αναπτυξιακούς πόρους για τους λαούς στις αποδέκτριες χώρες,

B.   λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να επισημανθεί ότι προσπάθειες δεκαετιών για τη βελτίωση των συνθηκών καθημερινής διαβίωσης των ανθρώπων στις αναπτυσσόμενες χώρες έχουν αποτύχει σε πολλά μέρη του κόσμου, για διάφορες περίπλοκες αιτίες και περιστάσεις, κάποιες από τις οποίες είναι προφανώς η κακή διακυβέρνηση, η κατάχρηση πόρων και η διαφθορά,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναγκαιότητα συμμετοχής στην αναπτυξιακή συνεργασία απαιτεί συνεχή αιτιολόγηση, όχι μόνο προς το ευρύ κοινό, αλλά και στις επαφές με άλλους ενδιαφερόμενους φορείς στον τομέα των δημοσίων δαπανών,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενίσχυση του προϋπολογισμού θεωρείται απαραίτητο μέσο της αναπτυξιακής συνεργασίας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ότι περίπου το ένα πέμπτο των ενισχύσεων ΕΤΑ έχει τη μορφή δημοσιονομικών ενισχύσεων που χορηγούνται χωρίς συγκεκριμένο στόχο,

E.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η σημασία της παροχής προβλέψιμης διακυβερνητικής ενίσχυσης, με τη χρήση, στο μέτρο του δυνατού, των ιδίων συστημάτων των αποδεκτριών χωρών, αναγνωρίστηκε από τη συνάντηση υψηλού επιπέδου της ΕΑΒ που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι το Μάρτιο του 2005,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημοσιονομική στήριξη αφήνει περιθώρια για καλύτερο συντονισμό μεταξύ των χορηγών βοήθειας,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αποτελεσματικές δομές των δικαιούχων κρατών, όσον αφορά, αφενός, την ορθή λειτουργία της δημοκρατίας που σέβεται τις θεμελιώδεις ελευθερίες, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την πολιτική πολυφωνία και, αφετέρου, τις δημοσιονομικές διαδικασίες, την αρμοδιότητα πραγματοποίησης δαπανών και παροχής υπηρεσιών που υπόκεινται σε λογοδοσία, είναι καίριας σημασίας για την αποτελεσματικότητα της δημοσιονομικής στήριξης,

H.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημοσιονομική στήριξη μπορεί να δώσει τη δυνατότητα στις αποδέκτριες χώρες να καθορίσουν τη διαδικασία ανάπτυξής τους,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαδικασία δημοσιονομικής στήριξης πραγματοποιείται σε πλαίσιο εταιρικής σχέσης, όσον αφορά τη θέσπιση προτεραιοτήτων και την αξιολόγηση, με συνεχή διάλογο σε θέματα πολιτικής μεταξύ του χορηγού βοήθειας και του δικαιούχου,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημοσιονομική στήριξη θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνει την ενίσχυση των δημοκρατικών διαδικασιών, αφήνοντας περιθώριο για την κατάρτιση πολιτικών στην κοινωνία των πολιτών, ιδίως με τη συμμετοχή στη διαμόρφωση της στρατηγικής για τον περιορισμό της φτώχειας και την ανάπτυξη, και προάγοντας τον κοινοβουλευτικό έλεγχο επί της αναπτυξιακής πολιτικής και των δαπανών του προϋπολογισμού,

ΙΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημοσιονομική στήριξη μπορεί είτε να είναι γενική, καλύπτοντας όλο το μακροοικονομικό και δημοσιονομικό πλαίσιο, είτε τομεακή,

ΙΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα καίρια ζητήματα στην απόφαση για την κατανομή των πόρων της δημοσιονομικής στήριξης είναι οι "ανάγκες εξωτερικής χρηματοδότησης", το ποσοστό φτώχειας, η καλή διακυβέρνηση, οι προηγούμενες επιδόσεις, οι αναπτυξιακές δεσμεύσεις και η ρεαλιστική αξιολόγηση των πιθανών αποτελεσμάτων όσον αφορά τη μείωση της φτώχειας, την ανάπτυξη και τη θεσμική μεταρρύθμιση,

ΙΓ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κεφάλαια που παρέχονται ως γενική δημοσιονομική στήριξη είναι πλήρως αντικαταστατά, καθώς οι μεταφορές πραγματοποιούνται άμεσα στους λογαριασμούς του δημόσιου ταμείου μιας χώρας, γεγονός που σημαίνει ουσιαστικά ότι ο έλεγχος, η ιδιοκτησία και η λογοδοσία για τη χρήση των εν λόγω κεφαλαίων βαρύνουν το δικαιούχο,

ΙΔ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 61, παράγραφος 2, και το άρθρο 67 της συμφωνίας του Κοτονού ορίζουν επακριβώς τους όρους επιλεξιμότητας μιας χώρας ως δικαιούχου δημοσιονομικής στήριξης, υπογραμμίζοντας σαφώς την ανάγκη προδιαγραφών όσον αφορά τη διαχείριση των δημόσιων δαπανών, τις μακροοικονομικές και τομεακές πολιτικές και τις διαδικασίες για τις δημόσιες συμβάσεις και, επιπλέον, απαιτώντας από το χορηγό και το δικαιούχο να εξασφαλίσουν ότι η προσαρμογή είναι οικονομικά βιώσιμη και κοινωνικά και πολιτικά εφικτή,

IE.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ορθώς λειτουργούσα δημοκρατία που σέβεται τις θεμελιώδεις ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής πολυφωνίας, και η αποτελεσματικότητα του συστήματος διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών αποτελούν προϋπόθεση για τη δημοσιονομική στήριξη, και πρέπει να αξιολογούνται όσον αφορά το βαθμό στον οποίο η χρηστή διακυβέρνηση, ο έλεγχος από δημοκρατικά εκλεγμένους βουλευτές, το κράτος δικαίου, η υποχρέωση λογοδοσίας της κυβέρνησης, η ικανότητα, οι σαφώς καθορισμένες μακροοικονομικές και τομεακές πολιτικές του και οι ανοιχτές και διαφανείς διαδικασίες για τις δημόσιες συμβάσεις, αποτελούν χαρακτηριστικά του κράτους,

P.  ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κίνδυνος θα πρέπει να υπολογίζεται βάσει της ικανότητας των κρατικών δομών για διαχείριση και εκτέλεση των χρηματοδοτήσεων, της χρηστής διακυβέρνησης, της δέσμευσης έναντι των αναπτυξιακών αρχών, της συχνότητας των φαινομένων διαφθοράς, της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

ΙΖ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματική διαχείριση των δημοσίων οικονομικών και τα αποτελεσματικά δημοσιονομικά συστήματα που έχουν ως στόχο τη διαμόρφωση σταθερού μακροοικονομικού κλίματος αποτελούν βασική προϋπόθεση ανάπτυξης,

ΙΗ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες χώρες-εταίροι που λαμβάνουν δημοσιονομική στήριξη, ειδικά στα κράτη ΑΚΕ, έχουν πολύ κακής ποιότητας συστήματα διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών,

ΙΘ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η εταιρική σχέση μεταξύ των χορηγών βοήθειας και των δικαιούχων πρέπει να εξασφαλίζει πραγματικά από κοινού ανάλυση των αποτελεσμάτων της υλοποίησης της αναπτυξιακής πολιτικής και των μεταρρυθμίσεων, που είναι καίριας σημασίας για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας της δημοσιονομικής στήριξης,

1.   καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να κάνουν χρήση της δημοσιονομικής στήριξης μόνον εφόσον μπορούν να καταδειχθούν τα καθαρά οφέλη ενός τέτοιου μηχανισμού βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και μόνο μετά από πλήρη αξιολόγηση των ενδεχομένων κινδύνων·

2.   τονίζει ότι η δημοσιονομική στήριξη ως μέσο παροχής βοήθειας μπορεί να είναι επιτυχής μόνον εφόσον και οι δύο εταίροι αναλαμβάνουν στο ακέραιο τις ευθύνες τους, με γνήσιο πνεύμα εταιρικής σχέσης και ιδιοκτησίας·

3.   ζητεί η δημοσιονομική στήριξη να εστιάζει, στο μέτρο του δυνατού, σε αναπτυξιακές προτεραιότητες για τη μείωση της φτώχειας, να δοθεί κεντρικός ρόλος στις προτεραιότητες αυτές κατά τον διάλογο περί πολιτικής μεταξύ των χορηγών βοήθειας και των δικαιούχων και να εξασφαλισθεί κοινοβουλευτικός έλεγχος όσον αφορά τόσο τους χορηγούς όσο και τους δικαιούχους·

4.   τονίζει πόσο σημαντική είναι η δημιουργία ικανοτήτων από τις κυβερνήσεις των δικαιούχων, οι οποίες θα πρέπει να αναλάβουν ισχυρότερο ηγετικό ρόλο στο συντονισμό της αναπτυξιακής βοήθειας·

5.   τονίζει πόση σημασία έχει να καλλιεργηθεί πνεύμα λογοδοσίας που θα περιλαμβάνει πλήρως τα κοινοβούλια και τα ανώτατα ελεγκτικά θεσμικά όργανα· αναγνωρίζει ότι η δημοσιονομική στήριξη πρέπει να συμβαδίζει με την ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών·

6.   θεωρεί ότι η ισότιμη εφαρμογή σαφών, ρητών και ρεαλιστικών προϋποθέσεων, που συμφωνούνται από όλα τα μέρη και συνδέονται με το πρόγραμμα δημοσιονομικής στήριξης, είναι ουσιώδης για το εν λόγω πρόγραμμα και απαραίτητη ώστε να αντισταθμιστεί η μη προβλέψιμη αστάθεια στην παροχή βοήθειας·

7.   εξαίρει τα κριτήρια επιλεξιμότητας για την παροχή δημοσιονομικής στήριξης στα κράτη ΑΚΕ, όπως κατοχυρώνονται με το άρθρο 61, παράγραφος 2, και το άρθρο 67, της συμφωνίας εταιρικής σχέσης του Κοτονού·

8.   εκφράζει την ανησυχία του για την απόφαση να γίνει χρήση της δημοσιονομικής στήριξης στο Μαλάουι, όπου υφίστανται σημαντικοί διαπιστωμένοι κίνδυνοι, καθώς και στην Κένυα, προς την οποία όλα τα κράτη μέλη έχουν αναστείλει τη δημοσιονομική στήριξη, με αποτέλεσμα να τίθεται υπό αμφισβήτηση η ικανότητα της Επιτροπής να κάνει αποτελεσματική χρήση αυτού του μηχανισμού·

9.   εκφράζει την ανησυχία του για τις διαπιστώσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι λόγοι της Επιτροπής για τη χορήγηση δημοσιονομικής στήριξης σε χώρες με κακής ποιότητας συστήματα διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών ήταν ανεπαρκείς, και ότι το άρθρο 61, παράγραφος 2, και το άρθρο 67 της συμφωνίας του Κοτονού συχνά ερμηνεύτηκαν κατά τρόπο ευρύ και υποκειμενικό·

10.   έχει θορυβηθεί από το γεγονός ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο εντόπισε ανεπάρκειες στη συνολική συνοχή του μηχανισμού δημοσιονομικής στήριξης, όπως χρησιμοποιείται από την Επιτροπή, και στους ελέγχους και την παρακολούθηση και την ενίσχυση προς τους μηχανισμούς δημοσιονομικού ελέγχου των ίδιων των δικαιούχων κρατών, δηλαδή τα κοινοβούλια και τα ανώτατα θεσμικά ελεγκτικά όργανα των ενδιαφερόμενων χωρών, και από το γεγονός ότι γίνεται περιορισμένη χρήση της τεχνικής συνδρομής· όλα αυτά τα στοιχεία είναι απαραίτητα για τον μηχανισμό δημοσιονομικής στήριξης·

11.   αναγνωρίζει ότι μπορεί να υπάρχει μόνον ένα πρόγραμμα μακροοικονομικών μεταρρυθμίσεων ανά χώρα, το οποίο συνήθως διαχειρίζονται οι διεθνείς χρηματοδοτικοί οργανισμοί, αλλά σε συνδυασμό με αυτό θα πρέπει η Επιτροπή και τα κράτη μέλη να επιδιώξουν να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο ώστε να ασκήσουν επιρροή σε θέματα πολιτικής·

12.   υπενθυμίζει ότι οι μακροοικονομικές μεταρρυθμίσεις μπορούν να έχουν βιώσιμη επίπτωση μόνον εφόσον αποσκοπούν συγχρόνως στην ανθρώπινη και κοινωνική ανάπτυξη·

13.   εκτιμά ότι η τομεακή δημοσιονομική στήριξη ή οι προσεγγίσεις σε επίπεδο τομέα πρέπει να θεωρούνται ως προνομιακά μέσα παρέμβασης στους τομείς της υγείας και της παιδείας·

14.   επιβεβαιώνει ότι το 20% του συνόλου των αναλήψεων υποχρεώσεων κατ' έτος θα πρέπει να διατίθεται σε δραστηριότητες στους τομείς της βασικής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και της βασικής υγείας (περιλαμβανομένης της γενετήσιας και της αναπαραγωγικής υγείας)·

15.   καλεί την Επιτροπή να εγκρίνει και να εφαρμόσει το νέο διεθνές πλαίσιο αξιολόγησης της ποιότητας της διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών εκ μέρους μιας χώρας, όπως θεσπίστηκε από το PEFA·

16.   καλεί την Επιτροπή να είναι συνεπής και αμερόληπτη σε περίπτωση παραβίασης των δημοκρατικών αρχών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από μία χώρα·

17.   καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει τη συχνότητα των φαινομένων διαφθοράς και τους κινδύνους που ενέχει, σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 3, και το άρθρο 97 της συμφωνίας εταιρικής σχέσης του Κοτονού·

18.   καλεί την Επιτροπή να επιδιώξει την ύπαρξη συνοχής σε θέματα πολιτικής και λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο των εταιρικών σχέσεων των χορηγών δημοσιονομικής στήριξης και ζητεί την αποτελεσματική διαχείριση των κονδυλίων των χορηγών βοήθειας, έτσι ώστε να εξαλειφθεί το ενδεχόμενο απρόβλεπτης αστάθειας στην παροχή βοήθειας, και θεωρεί ότι η Επιτροπή είναι η πλέον κατάλληλη να αναλάβει το συντονισμό των χορηγών βοήθειας της ΕΕ·

19.   θεωρεί ότι έχει καίρια σημασία η εκταμίευση των κεφαλαίων και η διαδικασία αξιολόγησης να αντιστοιχούν στην αναπτυξιακή στρατηγική, στις δημοσιονομικές διαδικασίες και διαδικασίες αξιολόγησης των ίδιων των δικαιούχων·

20.   καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει να αποδίδει μεγάλη προσοχή στην ισότητα και στη μείωση της φτώχειας, επικεντρώνοντας τις προσπάθειες στα πλέον περιθωριοποιημένα και φτωχότερα τμήματα της κοινωνίας·

21.   εξαίρει τη χρήση μεταβλητών δόσεων, που παρέχουν κίνητρα βάσει των αποτελεσμάτων, αλλά επισημαίνει ότι κάθε είδους αστάθεια των εκταμιεύσεων θα πρέπει να είναι προβλέψιμη, στο μέτρο του δυνατού, ώστε να μην επιδρά αρνητικά στο δημοσιονομικό σχεδιασμό·

22.   εκφράζει την ανησυχία του για τη δυσκολία αξιολόγησης των επιτευγμάτων των δεικτών επιδόσεων και ιδιαίτερα για τα αποτελέσματα στη μείωση της φτώχειας, καλεί δε την Επιτροπή να υποστηρίξει την ανάπτυξη ικανοτήτων στην κατάρτιση στατιστικών, στη συλλογή στοιχείων, στην αξιολόγηση της ποιότητας και στην ανάλυση·

23.   καλεί την Επιτροπή να διακριβώνει σε τακτική βάση και σε συνεργασία με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς ότι οι οικονομικές πολιτικές των δικαιούχων χωρών συνάδουν με τους στόχους και της αρχές της αναπτυξιακής βοήθειας και ότι πληρούνται οι συναφείς προϋποθέσεις αυτής·

24.   καλεί την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τις αποδέκτριες χώρες να ενημερώνουν τακτικά το ευρύ κοινό επί του εν λόγω θέματος, ώστε να καταστεί σαφής στους ευρωπαίους φορολογούμενους ο αντίκτυπος της δημοσιονομικής βοήθειας και να ευαισθητοποιηθούν οι πολίτες ως προς την αναγκαιότητα της αναπτυξιακής συνεργασίας γενικά και ως προς τα αποτελέσματα της δημοσιονομικής στήριξης ειδικότερα, προκειμένου να αντικρουσθούν οι γενικές εικασίες περί κατάχρησης πόρων και να υπάρξει ενημέρωση για τις βασικές προϋποθέσεις της χρήσης της δημοσιονομικής στήριξης, καθώς επίσης και για τις περιπτώσεις που αυτή αποδείχθηκε αναποτελεσματική· καλείται η Επιτροπή, να βελτιώσει την προβολή της ΕΕ στην αναπτυξιακή βοήθεια και να τεκμηριώσει και να αποδείξει τις προόδους που καταγράφονται από τις αποδέκτριες τρίτες χώρες στον τομέα της ανεξάρτητης διαχείρισης της δημοσιονομικής βοήθειας·

25.   καλεί την Επιτροπή να αξιολογεί κατά τακτά διαστήματα την αποτελεσματικότητα των δημοσιονομικών ενισχύσεων στην καταπολέμηση της φτώχειας από την άποψη της σχέσης κόστους-αποτελέσματος και να καταδεικνύει την πρόοδο που σημειώνουν οι αποδέκτριες δικαιούχοι χώρες στην ανεξάρτητη διαχείριση των δημοσιονομικών ενισχύσεων· στην προσπάθεια αυτή, θα πρέπει να κάνει διάκριση μεταξύ γενικών και τομεακών δημοσιονομικών ενισχύσεων, ούτως ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερη σαφήνεια όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των διαφόρων μηχανισμών βοήθειας στην καταπολέμηση της φτώχειας· πρέπει επίσης να αξιολογούνται και οι διοικητικές δαπάνες των δημοσιονομικών ενισχύσεων και της βοήθειας προς συγκεκριμένα έργα· στόχος πρέπει να είναι να μπορεί να αιτιολογεί γιατί και πότε πρέπει να χρησιμοποιείται κάθε μηχανισμός·

26.   καλεί την Επιτροπή να αντιμετωπίσει τις ανεπάρκειες κατά τους ελέγχους και την επιτήρηση με την καθιέρωση εξωτερικού ελέγχου στις δημοσιονομικές ενισχύσεις (π.χ. με το Ελεγκτικό Συνέδριο)· η Επιτροπή πρέπει να ενθαρρυνθεί να αναλάβει την πρωτοβουλία για τη δημιουργία κοινής υπηρεσίας ελέγχου μαζί με άλλους μεγάλους δωρητές·

27.   εμμένει στην άποψη ότι, με σκοπό να υποστηρίξει τους μηχανισμούς δημοσιονομικού ελέγχου των ίδιων των αποδεκτριών χωρών, το κοινοβούλιο της κάθε χώρας θα πρέπει να συμμετέχει στην έγκριση του προϋπολογισμού και ο νόμος για τον προϋπολογισμό θα πρέπει να δημοσιεύεται· επιμένει επιπλέον ότι η πρόοδος που καταγράφεται στον τομέα των δημοσιονομικών ενισχύσεων πρέπει να αξιολογείται μια φορά ανά έτος από το κοινοβούλιο·

28.   καλεί την Επιτροπή να εκθέσει τον τρόπο με τον οποίο οι δημοσιονομικές ενισχύσεις μπορούν να περιοριστούν στο χρόνο· επισημαίνει ότι απώτερος στόχος της δημοσιονομικής στήριξης πρέπει να είναι να ενισχυθεί η αυτάρκεια της αποδέκτριας χώρας· η Επιτροπή θα πρέπει να διευκρινίσει εντός ποιου (λογικού) χρονικού διαστήματος μπορεί να επιτευχθεί ο εν λόγω στόχος·

29.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ L 317, 15.12.2000, σ. 3. Συμφωνία όπως τροποποιήθηκε με τη συμφωνία για τροποποίηση της συμφωνίας εταιρικής σχέσης της 25ης Ιουνίου 2005 (ΕΕ L 287, 28.10.2005, σ. 4).
(2) ΕΕ C 257, 14.9.2001, σ. 1.
(3) ΕΕ C 249, 7.10.2005, σ. 1.
(4) ΕΕ C 293 Ε, 2.12.2006, σ. 316.


Εφαρμογή του σχεδίου δράσης σχετικά με την παράνομη, λαθραία και άναρχη αλιεία
PDF 318kWORD 101k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την εφαρμογή του σχεδίου κοινοτικής δράσης για την εξάλειψη της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων (2006/2225(INI))
P6_TA(2007)0044A6-0015/2007

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Σχέδιο κοινοτικής δράσης για την εξάλειψη της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων" (COM(2002)0180) και τα σχετικά συμπεράσματα του Συμβουλίου της 11ης Ιουνίου 2002,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Νοεμβρίου 2002 σχετικά με το σχέδιο κοινοτικής δράσης για την εξάλειψη της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων(1),

–   έχοντας υπόψη τις τριετείς ανακοινώσεις της Επιτροπής για την παρακολούθηση της εφαρμογής της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ) και των αντίστοιχων ψηφισμάτων του Κοινοβουλίου σχετικά με αυτό το θέμα,

–   έχοντας υπόψη τις ετήσιες ανακοινώσεις της Επιτροπής και τα αντίστοιχα ψηφίσματα σχετικά με τη συμπεριφορά που παραβιάζει σοβαρά τους κανόνες της ΚΑλΠ,

–   έχοντας υπόψη το διεθνές σχέδιο δράσης του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) κατά της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων, καθώς τα τεχνικά έγγραφα που εγκρίθηκαν ακολούθως από τον FAO,

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 768/2005 του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 2005 για την ίδρυση Κοινοτικής Υπηρεσίας Ελέγχου της Αλιείας(2), και ιδιαίτερα το άρθρο 3, στοιχείο η), αυτού,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Δεκεμβρίου 2001 σχετικά με τον ρόλο των σημαιών ευκαιρίας στον τομέα της αλιείας(3),

–   έχοντας υπόψη την Πράσινη Βίβλο με τίτλο "Προς μια μελλοντική θαλάσσια πολιτική για την Ένωση: Ένα ευρωπαϊκό όραμα για τους ωκεανούς και τις θάλασσες" (COM(2006)0275),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με την έναρξη διαδικασίας διαλόγου με θέμα την κοινοτική θεώρηση των συστημάτων οικολογικής επισήμανσης των αλιευτικών προϊόντων(4),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A6-0015/2007),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράνομη αλιεία, καθώς και η αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων αποτελεί μείζον πρόβλημα σε ολόκληρο τον κόσμο, το οποίο προκαλεί σημαντική υποβάθμιση του περιβάλλοντος, συμβάλλει στην εξάντληση των εμπορικών και μη εμπορικών αλιευτικών αποθεμάτων και άλλων ειδών και επιφέρει δυσχέρειες σε κοινότητες που εξαρτώνται από την αλιεία για την επιβίωσή τους, τόσο σε αναπτυσσόμενες όσο και σε ανεπτυγμένες χώρες,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταπολέμηση της παράνομης, μη δηλωθείσας και ανεξέλεγκτης αλιείας έχει παρεμποδιστεί από παράγοντες όπως η χρήση σημαιών ευκαιρίας, οι μεταφορτώσεις στην ανοιχτή θάλασσα, η έλλειψη επαρκούς λιμενικού ελέγχου και η ανεπαρκής συνεργασία μεταξύ των ελεγκτικών αρχών,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τον ορισμό του FAO για την παράνομη αλιεία καθώς και την αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων, η "παράνομη αλιεία" αφορά δραστηριότητες που πραγματοποιούνται από σκάφη κατά παράβαση των νόμων και κανονισμών κρατών που ανήκουν σε περιφερειακή οργάνωση διαχείρισης της αλιείας (ΠΟΔΑ), η αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων αφορά δραστηριότητες που έχουν δηλωθεί με εσφαλμένα στοιχεία ή που δεν έχουν δηλωθεί στην αρμόδια εθνική αρχή ή την αντίστοιχη ΠΟΔΑ, και η ανεξέλεγκτη αλιεία αφορά δραστηριότητες που ασκούνται από σκάφη χωρίς εθνικότητα ή υπό τη σημαία κράτους που δεν ανήκει σε συγκεκριμένη ΠΟΔΑ, κατά παράβαση των μέτρων διατήρησης και διαχείρισης του εν λόγω οργανισμού,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, αν και οι δραστηριότητες της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων μπορούν να σημειωθούν σε οποιοδήποτε τμήμα του στόλου, οι σημαντικότερες επιπτώσεις της παρατηρούνται στο τμήμα της αλιείας ανοιχτής θάλασσας, η οποία διεξάγεται κατά προτίμηση στα διεθνή ύδατα και στην ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα αναπτυσσόμενων χωρών με ελλιπή μέσα ελέγχου, γεγονός το οποίο συνεπάγεται ότι η δράση της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να επικεντρωθεί σε αυτούς τους τομείς και στο εν λόγω τμήμα του στόλου,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα σκάφη ανοιχτής θάλασσας που αναλαμβάνουν παράνομη αλιεία καθώς και αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων συντελούν στην εξασθένιση των κοινωνικών συνθηκών και των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας των πληρωμάτων,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράνομη αλιεία καθώς και η αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων καθώς και οι δραστηριότητες εμπορίας που συνδέονται με αυτήν συνιστούν επίσης αθέμιτο ανταγωνισμό για τους αλιείς και τους εμπορικούς παράγοντες που συμμορφώνονται προς τους κανόνες που ορίζονται από τη νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης της νομοθεσίας της ΕΕ, των κρατών μελών της και άλλων χωρών, καθώς και των μέτρων διαχείρισης που έχουν συμφωνηθεί από ΠΟΔΑ,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της πρέπει να αυξήσουν την αφοσίωσή τους στην καταπολέμηση όλων των μορφών παράνομης αλιείας, αλλά και ότι είναι επίσης απαραίτητο να γίνεται διάκριση μεταξύ των παραβάσεων κοινοτικών κανόνων από κοινοτικά σκάφη και της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων όπως ερμηνεύεται σε διεθνές επίπεδο, και έχοντας κατά νου ότι οι δραστηριότητες που ασκούνται στο πλαίσιο της ΚΑλΠ είναι όντως ελεγχόμενες, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι η καταπολέμηση των δύο αυτών δραστηριοτήτων στην πλειονότητα των περιπτώσεων προϋποθέτει διαφορετικές διαδικασίες,

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ίδια η Επιτροπή αναγνωρίζει τη δυσκολία διαφοροποίησης μεταξύ νόμιμων και παράνομων αλιευμάτων, ιδίως σε ορισμένες περιπτώσεις όπου οι ιχθύες οι οποίοι εκφορτώνονται είναι κατεψυγμένοι, ή όπου υπάρχουν εμπορικά δίκτυα με τρίτες χώρες και οι ιχθύες έχουν υποστεί επεξεργασία πριν από τη διάθεσή τους στην ευρωπαϊκή αγορά,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ΠΟΔΑ αποτελούν το καλύτερο μέσο καταπολέμησης της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων σε διεθνές επίπεδο και ότι η συμμετοχή της Κοινότητας σε αυτές παρέχει τη δυνατότητα θέσπισης κοινών δράσεων και ομόφωνης εκπροσώπησης στους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ύπαρξη ενός αποτελεσματικού και συνεκτικού συστήματος ελέγχου αποτελεί καίρια συνιστώσα για την αειφόρο διατήρηση και πολιτική διαχείρισης των πόρων και συνεπάγεται όχι απλώς θέσπιση περιοριστικότερων μέτρων αλλά και καλύτερη και δικαιότερη εφαρμογή των ήδη υφιστάμενων μέτρων,

ΙΑ.   έχοντας επίγνωση της σημασίας της ανταλλαγής πληροφοριών και της διεθνούς συνεργασίας για την καταπολέμηση της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων,

ΙΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κέρδη που προκύπτουν από την παράνομη αλιεία καθώς και την αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων συντελούν ενδεχομένως, σε ορισμένες περιπτώσεις, στη χρηματοδότηση δραστηριοτήτων οργανωμένων εγκληματικών κυκλωμάτων,

1.   επαναλαμβάνει τη δέσμευσή του για την καταπολέμηση όλων των μορφών παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων, όπως εκφράζεται στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 20ής Νοεμβρίου 2002·

2.   χαιρετίζει την πρόοδο που έχει σημειωθεί σε διεθνές επίπεδο, καθώς και από την ΕΕ στην καταπολέμηση της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων, αλλά θεωρεί ότι το φαινόμενο εξακολουθεί να κλιμακώνεται και ότι, κατά συνέπεια, απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες·

3.   θεωρεί ότι η έκταση της διεξαγωγής παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων, η ποικιλία των παραγόντων που συμβάλλουν σε αυτήν και το ευρύ φάσμα νομικών, υλικοτεχνικών και χρηματοοικονομικών εργαλείων που απαιτούνται για την καταπολέμησή της είναι τέτοια που επιβάλλουν τη διεθνή συνεργασία σε όλα τα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων γενικών διευθύνσεων της Επιτροπής (ειδικότερα, αλλά όχι μόνον, των γενικών διευθύνσεων αλιείας και θαλάσσιων υποθέσεων, εμπορίου, ανάπτυξης, καθώς και υγείας και προστασίας των καταναλωτών), του Συμβουλίου, των επιμέρους κρατών μελών και της διεθνούς κοινότητας· θεωρεί, συναφώς, ότι η Πράσινη Βίβλος σχετικά με μια νέα θαλάσσια πολιτική για την Ένωση θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως πλαίσιο συνεργασίας βάσει του οποίου η καταπολέμηση της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων θα μπορούσε να προσεγγιστεί αποτελεσματικότερα·

4.   θεωρεί ότι η σημασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης παγκοσμίως, όπου εμφανίζεται με διάφορους ρόλους ως μείζων αλιευτική δύναμη και ως η μεγαλύτερη αγορά ιχθύων στον κόσμο, της επιβάλλει να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του αγώνα κατά της παράνομης, μη δηλωθείσας και ανεξέλεγκτης αλιείας·

5.   επισημαίνει ότι η ΕΕ συγκαταλέγεται μεταξύ των πλουσιότερων και των πιο προηγμένων τεχνολογικά οντοτήτων και ότι βασίζεται στο κράτος δικαίου, και κατά συνέπεια οφείλει να διευρύνει και να εντείνει τις προσπάθειές της για την καταπολέμηση της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων·

6.   θεωρεί ότι η ΕΕ μπορεί να δρα με αξιοπιστία στην παγκόσμια σκηνή μόνον εάν έχει ήδη αναλάβει αποτελεσματική δράση κατά της εμπλοκής της ίδιας στη διεξαγωγή παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων τόσο σε κοινοτικά χωρικά ύδατα όσο και από κοινοτικά σκάφη ή σκάφη κοινοτικών συμφερόντων εκτός ΕΕ·

7.   προτρέπει την Επιτροπή να βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες, προπάντων αυτές με τις οποίες έχει συνάψει αλιευτικές συμφωνίες, να συμμορφωθούν πλήρως με τις δεσμεύσεις του ανωτέρω διεθνούς σχεδίου δράσης που αποσκοπεί στην πρόληψη της παράνομης αλιείας, συντελώντας στην ενίσχυση των ανεπαρκών μέσων που διαθέτουν οι χώρες αυτές, περιλαμβάνοντας ειδικές δράσεις στις νέες συμφωνίες εταιρικής σχέσης·

8.   επαναλαμβάνει την πεποίθησή του ότι ένα σημαντικό και αυτονόητο πρώτο βήμα για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι, κατά πρώτον, η πλήρης εφαρμογή των υφιστάμενων διατάξεων της ΚΑλΠ και της λοιπής σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας κατά τρόπο αποτελεσματικό, δίκαιο και αυστηρό, ώστε να μειωθεί η παράνομη αλιεία καθώς και η αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων από κοινοτικά σκάφη και σε κοινοτικά ύδατα, και κατά δεύτερον, η πρόληψη της εκφόρτωσης και διάθεσης προϊόντων παράνομων αλιευμάτων από περιοχές εκτός της ΕΕ· επισημαίνει ότι τα εν λόγω καθήκοντα βαρύνουν πρωτίστως τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, κατ' εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας και ως κράτη λιμένες·

9.   προτρέπει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τους μηχανισμούς αποτροπής (εποπτεία, έλεγχος, κυρώσεις, κλπ.) και να προτείνουν μέτρα που θα καταστήσουν δυνατή την πρόληψη των παραβάσεων και τη βελτίωση της εφαρμογής των υφιστάμενων κανόνων·

10.   επισημαίνει ότι η περιορισμένη ανιχνευσιμότητα των αλιευμάτων επιφέρει σύγχυση όσον αφορά την προέλευσή τους, καθιστώντας δύσκολη ή αδύνατη τη διάκριση μεταξύ νόμιμων και παράνομων αλιευμάτων·

11.   θεωρεί απαραίτητη τη βελτίωση της βοήθειας και της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών προκειμένου να ενισχυθούν οι έλεγχοι και η εποπτεία και να προωθηθούν τα μέτρα κανονιστικής ρύθμισης του εμπορίου που θα καταστήσουν δυνατό τον προσδιορισμό της προέλευσης των αλιευμάτων που εκφορτώνονται·

12.   θεωρεί απαραίτητη την ενίσχυση του ελέγχου των εκφορτώσεων και των μεταφορτώσεων κατεψυγμένων ιχθύων από τρίτες χώρες εκ μέρους του κράτους λιμένα, καθώς και τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και των εν λόγω χωρών·

13.   υπενθυμίζει το ψήφισμά του της 7ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με την οικολογική επισήμανση και επαναλαμβάνει την πεποίθησή του ότι οι βελτιώσεις στην ανιχνευσιμότητα των αλιευμάτων από το δίχτυ στο πιάτο που απαιτούνται από τα συστήματα οικολογικής επισήμανσης θα αποτελούσαν σημαντική βοήθεια στον εντοπισμό των ιχθύων παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων και την παρεμπόδιση της πρόσβασής τους στην αγορά της ΕΕ· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει την πρότασή της σχετικά με την οικολογική επισήμανση έως τον Ιούνιο του 2007·

14.   καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την υλοποίηση των 15 δράσεων που περιλαμβάνονται στο σχέδιο κοινοτικής δράσης για την παράνομη αλιεία καθώς και την αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων όπως συμφωνήθηκε το 2002, ειδικότερα δε:

   i. να εγγυηθούν την ίση μεταχείριση των οικονομικών παραγόντων, αποθαρρύνοντας όσους εντός της Κοινότητας επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν σημαίες ευκαιρίας·
   ii. να ενσωματώσουν κανόνες στην κοινοτική νομοθεσία για την απαγόρευση του εμπορίου αλιευμάτων που προέρχονται από παράνομη αλιεία καθώς και αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων·
   iii. να θεσπίσουν δεσμευτικούς κανόνες ελέγχου και επιθεώρησης βάσει κοινού νομικού πλαισίου σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση·
   iv. να επεκτείνουν την ενημερωτική εκστρατεία της Κοινότητας ούτως ώστε να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση του κοινού για την έκταση και τη σοβαρότητα του φαινομένου της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων·
   v. να προαγάγουν λεπτομερή σχέδια ελέγχου και επιθεώρησης για κάθε ΠΟΔΑ στην οποία υπάγεται η ΕΕ·
   vi. να μεριμνήσουν ώστε να διασφαλιστεί ότι η κάλυψη από ΠΟΔΑ θα επεκταθεί, προκειμένου να συμπεριλάβει όλα τα σημαντικά είδη ιχθύων στους ωκεανούς του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων των βενθοπελαγικών ειδών, των μικρών πελαγικών ειδών και των άκρως μεταναστευτικών ειδών·
   vii. να συμβάλουν ενεργά στην κατάρτιση και αναθεώρηση, κατά το δοκούν, των εγκεκριμένων από τις ΠΟΔΑ καταλόγων σκαφών που υπονομεύουν τα μέτρα διατήρησης, μεταξύ άλλων με την παροχή θέασης· να ενθαρρύνουν την εφαρμογή εμπορικών κυρώσεων σε κράτη υπό τη σημαία των οποίων πλέουν τα εν λόγω σκάφη·
   viii. να προωθήσουν την έγκριση ενιαίων σχεδίων δράσης από τις ΠΟΔΑ, προωθώντας τα αποτελεσματικότερα δυνατά μέτρα·
   ix. να εργαστούν ενεργά για την προαγωγή της θέσπισης συστημάτων τεκμηρίωσης αλιευμάτων, αρχής γενομένης από τα πλέον απειλούμενα είδη, και να διασφαλίσουν ότι τα αλιεύματα στα οποία επιτρέπεται η είσοδος στην κοινοτική αγορά δεν έχουν αλιευθεί παρανόμως·
   x. να ενισχύσουν τη διεθνή συνεργασία στο πλαίσιο του δικτύου MCS (παρακολούθηση, έλεγχος και εποπτεία), καθώς και στο πλαίσιο περιφερειακών συστημάτων με στόχο τη θέσπιση, υπό την αιγίδα του FAO, ενός διεθνούς συστήματος πληροφοριών για τα αλιευτικά σκάφη ανοιχτής θάλασσας·
   xi. να ορίσουν έναν "ουσιαστικό δεσμό" μεταξύ ενός αλιευτικού σκάφους και της σημαίας υπό την οποία πλέει·
   xii. να καθορίσουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του κράτους λιμένος·
   xiii. να στηρίξουν τις αναπτυσσόμενες χώρες όσον αφορά την ικανότητά τους να παρακολουθούν τις αλιευτικές δραστηριότητες στα χωρικά τους ύδατα και να καταπολεμούν την παράνομη αλιεία καθώς και την αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων·

15.   χαιρετίζει τη συμπερίληψη στο πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2007 μίας δέσμης για την παράνομη αλιεία καθώς και την αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων, συμπεριλαμβανομένης μιας ανακοίνωσης της Επιτροπής και μιας πρότασης του Συμβουλίου για την ενίσχυση του αγώνα κατά της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων· χαιρετίζει την αναβίωση της διυπηρεσιακής ομάδας διαβουλεύσεων της Επιτροπής, η οποία είχε συσταθεί αρχικά το 2002·

16.   καλεί την Κοινοτική Υπηρεσία Ελέγχου της Αλιείας να συμπεριλάβει την καταπολέμηση της παράνομης αλιείας και τον συντονισμό της δραστηριότητας των κρατών μελών στον εν λόγω τομέα μεταξύ των προτεραιοτήτων της στο πλαίσιο του ετήσιου προγράμματος εργασιών της·

17.   καλεί όλους όσοι ενδιαφέρονται για την εξάλειψη της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων, συμπεριλαμβανομένων όλων των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, των κυβερνήσεων των κρατών μελών, των διαφόρων τμημάτων του τομέα αλιείας, επεξεργασίας και πώλησης, των ΜΚΟ και άλλων ενδιαφερομένων μερών να υποβάλουν τις προτάσεις τους σχετικά με το τι θα πρέπει να πράξει η ΕΕ κατά τη διάρκεια της συζήτησης που θα ξεκινήσει από την Επιτροπή με την επικείμενη ανακοίνωσή της σχετικά με την παράνομη αλιεία καθώς και την αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων·

18.   θεωρεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να συμπεριλάβει τις εξής δράσεις στην πρότασή της για κοινοτική νομοθεσία:

   όλα τα αλιευτικά σκάφη και τα σκάφη μεταφοράς ιχθύων που είναι νηολογημένα στην ΕΕ ή πλέουν υπό τη σημαία τρίτων χωρών και επιθυμούν να εισέλθουν σε κοινοτικό λιμένα θα πρέπει να είναι άμεσα αναγνωρίσιμα από διακριτικά που συμπεριλαμβάνονται στις τυπικές προδιαγραφές σήμανσης και ταυτοποίησης αλιευτικών σκαφών του FAO·
   θα πρέπει να δημιουργηθεί κοινοτικό νηολόγιο σκαφών που επιδίδονται σε παράνομη αλιεία καθώς και αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων, το οποίο θα περιλαμβάνει τα σκάφη που συγκαταλέγονται στις μαύρες λίστες των ΠΟΔΑ· ένα τέτοιο νηολόγιο θα διευκολύνει την ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και θα καταστήσει δυνατή την παρακολούθηση των σκαφών λαμβάνοντας υπόψη την πιθανότητα μετανηολόγησης·
   κοινές ελάχιστες ποινές για σοβαρές παραβιάσεις θα πρέπει να ισχύουν σε όλα τα κράτη μέλη και θα πρέπει να είναι επαρκώς αποτρεπτικές·
   ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου της 12ης Οκτωβρίου 1993 για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής(5) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 104/2000 του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 1999 για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας(6) πρέπει να ενισχυθούν κατά τρόπο, ώστε να προβλέπουν την πλήρη ανιχνευσιμότητα των ιχθύων από τη στιγμή που θα βρεθούν επί αλιευτικού σκάφους έως τη στιγμή που θα φτάσουν στον τελικό καταναλωτή·
   όλες οι μαύρες λίστες με αλιευτικά σκάφη και σκάφη μεταφοράς ιχθύων, συμπεριλαμβανομένων των ιδιοκτητών ή των φορέων εκμετάλλευσής τους, οι οποίοι έχουν εγκριθεί από τις ΠΟΔΑ, πρέπει να δημοσιεύονται και να ενσωματώνονται άμεσα στο κοινοτικό δίκαιο· στα μη κοινοτικά σκάφη που περιλαμβάνονται σε αυτές τις λίστες θα πρέπει να απαγορεύεται η είσοδος σε κοινοτικούς λιμένες για οιονδήποτε σκοπό, εκτός από περιπτώσεις ανωτέρας βίας ή για ανθρωπιστικούς λόγους· σε όλα τα σκάφη με σημαία ΕΕ πρέπει να απαγορεύεται να παρέχουν υποστήριξη (καύσιμα, προμήθειες, μεταφορτώσεις, κλπ.) προς αυτά τα σκάφη στη θάλασσα·
   η νόμιμη προέλευση των ιχθύων θα πρέπει να αποδεικνύεται πριν επιτραπεί η εκφόρτωσή τους σε κοινοτικούς λιμένες ή η εισαγωγή τους στην ΕΕ· οι αποδείξεις θα πρέπει να περιλαμβάνουν, τόσο όσον αφορά τις εκφορτώσεις από αλιευτικά σκάφη όσο και τις μεταφορτώσεις:
   στην περίπτωση αλιευτικών προϊόντων από ύδατα που ελέγχονται από μια ΠΟΔΑ, έγγραφα που αποδεικνύουν ότι τα αλιευτικά προϊόντα που εκφορτώνονται έχουν αλιευθεί σύμφωνα με τους κανόνες της εν λόγω ΠΟΔΑ και ότι έχουν τηρηθεί οι ποσοστώσεις που έχουν χορηγηθεί στο συμβαλλόμενο μέρος υπό τη σημαία του οποίου πλέει το πλοίο·
   στην περίπτωση αλιευτικών προϊόντων που αλιεύονται στις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες τρίτων χωρών, έγγραφα που αποδεικνύουν ότι το πλοίο διαθέτει άδεια αλιείας ή έχει στην κατοχή του αλιευτική άδεια για τα εν λόγω ύδατα και για τα προς εκφόρτωση είδη·
   τα κράτη μέλη πρέπει να αποτρέπουν τη μεταφορά από τα εθνικά τους νηολόγια σκαφών που πρόκειται να αλλάξουν σημαία και να περάσουν υπό τη σημαία χώρας που έχει εντοπιστεί από κάποια ΠΟΔΑ ως χώρα της οποίας τα σκάφη συμπεριφέρονται κατά τρόπο που πλήττει την αποτελεσματικότητα των μέσων διατήρησης που έχει εγκρίνει η εν λόγω ΠΟΔΑ·
   τα σκάφη και οι παραγωγοί σε τρίτες χώρες στους οποίους επιτρέπεται η εξαγωγή ιχθύων ή αλιευτικών προϊόντων προς την ΕΕ, όπως περιλαμβάνονται σε καταλόγους που έχουν καταρτισθεί από την τρίτη χώρα και έχουν δημοσιευτεί από τη γενική διεύθυνση υγείας και προστασίας των καταναλωτών, θα πρέπει να διασταυρώνονται με τις μαύρες λίστες σκαφών που έχουν καταρτισθεί από τις ΠΟΔΑ ή άλλες τρίτες χώρες· η Επιτροπή θα πρέπει να χρησιμοποιεί όλα τα δυνατά μέσα προκειμένου να διασφαλίσει ότι δεν επιτρέπεται σε σκάφη που συγκαταλέγονται στις εν λόγω μαύρες λίστες να εξάγουν ιχθύες ή αλιευτικά προϊόντα στην ΕΕ· για τον σκοπό αυτόν, θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για τον καθορισμό ειδικών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο(7)·

19.   χαιρετίζει τη δημιουργία νέας υπηρεσίας ελέγχου και έχει την πεποίθηση ότι η υπηρεσία θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην καταπολέμηση της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο θέσπισης κοινοτικής ακτοφυλακής·

20.   καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αποτρέψουν την αλιεία στα κοινοτικά ύδατα και την είσοδο στους κοινοτικούς λιμένες σκαφών που εμπλέκονται σε παράνομη αλιεία καθώς και αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες και να απαγορεύσουν την εισαγωγή ιχθύων από τα εν λόγω σκάφη· καλεί, ομοίως, τα κράτη μέλη να μην επιτρέψουν στα σκάφη αυτού του είδους να φέρουν τη σημαία τους, και καλεί τους εισαγωγείς, τους μεταφορείς και άλλους ενδιαφερόμενους τομείς να μην μεταφορτώνουν ή εμπορεύονται ιχθύες που αλιεύονται από τα εν λόγω σκάφη·

21.   προτρέπει την Επιτροπή να μεριμνήσει ούτως ώστε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ευθύνεται για παράνομη αλιεία καθώς και αλιεία που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες να μην λαμβάνει οιαδήποτε μορφή βοήθειας ή επιχορήγησης από κοινοτικούς πόρους για οιονδήποτε κλάδο των δραστηριοτήτων του, και να ζητήσει από τα κράτη μέλη να αναλάβουν ανάλογη δράση σε σχέση με τη χορήγηση αντίστοιχης εθνικής βοήθειας·

22.   καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει και να υποβάλει μελέτη για τους δασμούς και τους κανόνες προέλευσης, η οποία θα περιλαμβάνει εξέταση των τρόπων με τους οποίους μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα εν λόγω εργαλεία, ώστε οι τρίτες χώρες να ενθαρρυνθούν να διασφαλίσουν ότι τα σκάφη τους συμμορφώνονται προς τα συναφή διεθνή μέτρα διαχείρισης·

23.   καλεί την Επιτροπή να διεξαγάγει και να υποβάλει μελέτη σχετικά με τη συμμόρφωση προς την κοινοτική εργατική νομοθεσία, και τη νομοθεσία σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια, καθώς επίσης και σε σχέση με τα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων για τον εν λόγω τύπο σκαφών, και τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας τους επί του σκάφους·

24.   καλεί την Επιτροπή να αξιοποιήσει τη σημαντική επιρροή που έχει στις ΠΟΔΑ, ώστε να τις ενθαρρύνει να καταρτίσουν καταλόγους με τα σκάφη στα οποία επιτρέπεται να αλιεύουν (λευκές λίστες) και τα σκάφη που συνελήφθησαν να αλιεύουν παράνομα (μαύρες λίστες)· οι εν λόγω λίστες θα πρέπει να καταρτίζονται με διαφανή και συνεκτικό τρόπο σύμφωνα με σαφή κριτήρια· καλεί, επίσης, την Επιτροπή να ενθαρρύνει τις ΠΟΔΑ να αναγνωρίσουν τις χώρες που δεν ελέγχουν τις δραστηριότητες των σκαφών που πλέουν υπό τη σημαία τους και να χρησιμοποιήσουν αυτούς τους καταλόγους ως εργαλεία για την αποδοχή ή την απόρριψη ιχθύων·

25.   προτρέπει την Επιτροπή να συνεχίσει να δίνει μέγιστη προτεραιότητα στη συνεργασία με τις ΠΟΔΑ, όπως η Επιτροπή Αλιείας του Βορειανατολικού Ατλαντικού (ΕΑΒΑΑ), η Οργάνωση Αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού (NAFO) και η Επιτροπή για τη Διατήρηση της Θαλάσσιας Χλωρίδας και Πανίδας της Ανταρκτικής, οι οποίες, με τις πρωτοβουλίες τους που αποσκοπούν στην καταπολέμηση της παράνομης αλιείας, έχει αποδειχθεί ότι αποτελούν τα πλέον κατάλληλα μέσα για τη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης της ανοικτής θάλασσας·

26.   καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να αυξήσουν τους πόρους που διατίθενται για την καταπολέμηση της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος σε όλα τα επίπεδα·

27.   είναι πεπεισμένο ότι οι βασικές προϋποθέσεις για τη μείωση και την εξάλειψη της παράνομης αλιείας καθώς και της αλιείας που διεξάγεται χωρίς την υποβολή εκθέσεων και την εφαρμογή κανόνων είναι η πλήρης ανιχνευσιμότητα σε ολόκληρη την αλυσίδα επιτήρησης, η διαφάνεια κατά τη λήψη αποφάσεων, η συνεργασία εντός της ΕΕ και της ευρύτερης διεθνούς κοινότητας και, το σημαντικότερο, μια έκφραση πολιτικής βούλησης εκ μέρους όλων των ενδιαφερομένων μερών· επαναλαμβάνει ότι, εάν δεν αναληφθεί περαιτέρω δράση, τα αλιευτικά αποθέματα θα συνεχίσουν να εξαντλούνται και οι αλιευτικές κοινότητες στην ΕΕ και αλλού θα αντιμετωπίσουν ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα·

28.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, στην Επιτροπή Αλιείας του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και στις γραμματείες των περιφερειακών οργανώσεων διαχείρισης της αλιείας στις οποίες υπάγεται η ΕΕ.

(1) ΕΕ C 25 E, 29.1.2004, σ. 179.
(2) ΕΕ L 128, 21.5.2005, σ. 1.
(3) ΕΕ C 177 E, 25.7.2002, σ. 324.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2006)0347.
(5) ΕΕ L 261, 20.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 768/2005 (ΕΕ L 128, 21.5.2005, σ. 1).
(6) ΕΕ L 17, 21.1.2000, σ. 22. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1759/2006 (ΕΕ L 335, 1.12.2006, σ. 3).
(7) ΕΕ L 139, 30.4.2004, σ. 206. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 (ΕΕ L 363, 20.12.2006, σ. 1).


Eθνικά στρατηγικά έγγραφα - Μαλαισία, Βραζιλία και Πακιστάν
PDF 346kWORD 52k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τα σχέδια αποφάσεων της Επιτροπής για τη θέσπιση εθνικών στρατηγικών εγγράφων και ενδεικτικών προγραμμάτων για τη Μαλαισία, τη Βραζιλία και το Πακιστάν
P6_TA(2007)0045B6-0067/2007

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση μηχανισμού χρηματοδότησης της αναπτυξιακής συνεργασίας(1),

–   έχοντας υπόψη τα σχέδια αποφάσεων της Επιτροπής για τη θέσπιση εθνικών στρατηγικών εγγράφων και ενδεικτικών προγραμμάτων για τη Μαλαισία, τη Βραζιλία και το Πακιστάν (CMT-2007-0001, CMT-2006-3525 και CΜΤ-2006-3021),

–   έχοντας υπόψη τις γνωμοδοτήσεις που εξέδωσε στις 25 Ιανουαρίου 2007 η επιτροπή του άρθρου 35, παράγραφος 1, του ανωτέρω κανονισμού (στο εξής επιτροπή διαχείρισης του μηχανισμού αναπτυξιακής συνεργασίας (DCI) ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 8 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(2),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 81 του Κανονισμού του,

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 25 Ιανουαρίου 2007, η επιτροπή διαχείρισης του μηχανισμού αναπτυξιακής συνεργασίας (DCI) ψήφισε υπέρ των σχεδίων αποφάσεων της Επιτροπής για τη θέσπιση εθνικών στρατηγικών εγγράφων και ενδεικτικών προγραμμάτων για τη Μαλαισία, τη Βραζιλία και το Πακιστάν (CMT-2007-0001, CMT-2006-3525 και CΜΤ-2006-3021),

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 3, της απόφασης 1999/468/ΕΚ και το σημείο 1 της συμφωνίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τις διαδικασίες για την εφαρμογή της απόφασης του Συμβουλίου αριθ. 1999/468/ΕΚ(3), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έλαβε το σχέδιο μέτρων εφαρμογής που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχείρισης του μηχανισμού αναπτυξιακής συνεργασίας (DCI) και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 2, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 ορίζει ότι "ο κύριος και πρωταρχικός στόχος της συνεργασίας στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού είναι η εξάλειψη της φτώχειας στις χώρες και περιφέρειες εταίρους στο πλαίσιο της βιώσιμης ανάπτυξης",

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 2, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 ορίζει ότι "τα μέτρα του άρθρου 1, παράγραφος 1(4), σχεδιάζονται ώστε να τηρούν τα κριτήρια για τη δημόσια αναπτυξιακή βοήθεια (ΔΑΒ) που καθόρισε η Επιτροπής Αναπτυξιακής Βοήθειας (ΕΑΒ) του ΟΟΣΑ",

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΟΟΣΑ/ΕΑΒ στο έγγραφο DCD/DAC (2002)21: "Reporting Directives for the Creditor Reporting System" ορίζει τη δημόσια αναπτυξιακή βοήθεια ως χρηματοδοτικές ροές στις χώρες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο της ΕΑΒ των αποδεκτών ΔΑΒ για τις οποίες, μεταξύ άλλων, κάθε συναλλαγή παρέχεται με την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας των αναπτυσσομένων χωρών ως κύριο στόχο της,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι παράγραφοι 3 και 8 του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 ορίζουν αντίστοιχα ότι "τα έγγραφα στρατηγικής καταρτίζονται, κατ' αρχήν, βάσει διαλόγου με τις χώρες και περιφέρειες εταίρους, με τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και των περιφερειακών και τοπικών αρχών" και ότι "η Επιτροπή και τα κράτη μέλη διαβουλεύονται μεταξύ τους καθώς και με άλλους δωρητές και αναπτυξιακούς φορείς, περιλαμβανομένων εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών και των περιφερειακών και τοπικών αρχών, σε πρώιμο στάδιο του προγραμματισμού, προκειμένου να προάγεται η συμπληρωματικότητα μεταξύ των δραστηριοτήτων συνεργασίας τους",

1.   είναι της άποψης ότι στα περισσότερα σχέδια στρατηγικών εγγράφων και σχέδια ενδεικτικών προγραμμάτων οι Αναπτυξιακοί Στόχοι της Χιλιετηρίδας (ΑΣΧ) δεν αναφέρονται με σαφή τρόπο ως κύρια προτεραιότητα· θεωρεί ότι αυτό δεν είναι σύμφωνο με το άρθρο 2, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 αφού οι ΑΣΧ καθορίζονται εκεί ως η πρωταρχική αρχή της συνεργασίας βάσει του μηχανισμού αναπτυξιακής συνεργασίας·

Μαλαισία

2.   είναι της άποψης ότι στο σχέδιο στρατηγικού εγγράφου και στο σχέδιο πολυετούς ενδεικτικού προγράμματος 2007-2010 για τη Μαλαισία η Επιτροπή υπερβαίνει τις εκτελεστικές αρμοδιότητές της που καθορίζονται στη βασική πράξη επιλέγοντας ως το μόνο εστιακό τομέα (για τον οποίο προορίζεται το 100% των κεφαλαίων) "Διευκόλυνση του διαλόγου πολιτικής ΕΕ-Μαλαισίας για το εμπόριο και τις επενδύσεις", ο γενικός στόχος του οποίου είναι η διευκόλυνση των σχέσεων εμπορίου και επενδύσεων μεταξύ της ΕΕ και της Μαλαισίας και με τη συμπερίληψη δύο ειδικών στόχων για τις δράσεις, συγκεκριμένα την αύξηση των γνώσεων της επιχειρηματικής κοινότητας της Μαλαισίας όσον αφορά την αγορά της ΕΕ και αντιστρόφως καθώς και την αύξηση της προβολής της ΕΕ στη Μαλαισία μέσω κοινών πρωτοβουλιών· θεωρεί ότι αυτά τα στοιχεία δεν είναι σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4 του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1905/2006, αφού ο κύριος στόχος του εθνικού στρατηγικού εγγράφου δεν είναι η εξάλειψη της φτώχειας και αφού αυτά τα στοιχεία δεν πληρούν τα κριτήρια για ΔΑΒ που καθόρισε η ΟΟΣΑ/ΕΑΒ·

Βραζιλία

3.   είναι της άποψης ότι στο σχέδιο στρατηγικού εγγράφου και στο σχέδιο εθνικού ενδεικτικού προγράμματος 2007-2010 για τη Βραζιλία η Επιτροπή υπερβαίνει τις εκτελεστικές αρμοδιότητές της που καθορίζονται στη βασική πράξη διαθέτοντας το 70% του εθνικού ενδεικτικού προγράμματος για την προτεραιότητα Ι "Αναβάθμιση διμερών σχέσεων", η οποία έχει ως κύριους στόχους: i) βελτίωση των τομεακών διαλόγων μεταξύ της ΕΕ και της Βραζιλίας σε θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος, ii) διεύρυνση συνεργασίας και ανταλλαγών μεταξύ σχετικών ευρωπαϊκών και βραζιλιανών οργάνων και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, iii) ενίσχυση δεσμών μεταξύ πανεπιστημιακών της ΕΕ και της Βραζιλίας, iv) βελτίωση των αμοιβαίων γνώσεων μεταξύ θεσμικών οργάνων και εταιρειών της ΕΕ και της Βραζιλίας, και βάσει των οποίων θα χρηματοδοτηθεί μέσον για την προώθηση και την ενίσχυση τομεακών διαλόγων για θέματα κοινού ενδιαφέροντος καθώς και η θέσπιση ευρωπαϊκού ινστιτούτου μελετών με κύριο στόχο την ανύψωση της φυσιογνωμίας της ΕΕ και την ενίσχυση των δεσμών στην ανώτερη εκπαίδευση· θεωρεί ότι αυτά τα στοιχεία δεν είναι σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4 του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) 1905/2006, αφού ο κύριος στόχος του στρατηγικού εγγράφου δεν είναι η εξάλειψη της φτώχειας και αφού αυτά τα στοιχεία δεν πληρούν τα κριτήρια για ΔΑΒ που καθόρισε η ΟΟΣΑ/ΕΑΒ·

Πακιστάν

4.   είναι της άποψης ότι στο σχέδιο στρατηγικού εγγράφου και στο σχέδιο εθνικού ενδεικτικού προγράμματος 2007-2010 για το Πακιστάν η Επιτροπή υπερβαίνει τις εκτελεστικές αρμοδιότητές της που καθορίζονται στη βασική πράξη συμπεριλαμβάνοντας στο μη εστιακό τομέα 3 του εθνικού ενδεικτικού προγράμματος την "Καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες"(5) με το γενικό στόχο της συμβολής στις προσπάθειες των πακιστανικών αρχών για την εφαρμογή της απόφασης 1373 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών(6)· θεωρεί ότι αυτό το στοιχείο δεν είναι σύμφωνο με το άρθρο 2, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΚ) 1905/2006 αφού δεν πληροί τα κριτήρια για ΔΑΒ που καθόρισε η ΟΟΣΑ/ΕΑΒ·

o
o   o

5.   καλεί την Επιτροπή να αποσύρει ή να τροποποιήσει τα σχέδια αποφάσεών της για τη θέσπιση εθνικών στρατηγικών εγγράφων και ενδεικτικών προγραμμάτων για τη Μαλαισία, τη Βραζιλία και το Πακιστάν και να υποβάλει στην επιτροπή διαχείρισης του μηχανισμού αναπτυξιακής συνεργασίας νέα σχέδια αποφάσεων που θα τηρούν πλήρως τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1905/2006·

6.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.

(1) ΕΕ L 378, 27.12.2006, σ. 41.
(2) ΕΕ L 184 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200, 22.7.2006, σ. 11.)
(3) ΕΕ L 256, 10.10.2000, σ. 19.
(4) Άρθρο 1(1): "Η Κοινότητα χρηματοδοτεί μέτρα που αποσκοπούν στη στήριξη της συνεργασίας με αναπτυσσόμενες χώρες, εδάφη και περιφέρειες (...)".
(5) Στον πίνακα περιεχομένων του εθνικού στρατηγικού εγγράφου αυτός ο τομέας αναφέρεται ως "Καταπολέμηση της τρομοκρατίας και ασφάλεια".
(6) Η απόφαση 1373 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, η οποία εγκρίθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2001, μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στις ΗΠΑ, επιβάλλει ευρείας κλίμακας υποχρεώσεις σε όλα τα κράτη για την πρόληψη και καταστολή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, για τη θέσπιση κατάλληλων ποινών για εγκλήματα τρομοκρατίας, για την άρνηση παροχής καταφυγίου σε τρομοκράτες και για τη συνεργασία με άλλα κράτη σε ποινικές διαδικασίες ή έρευνες που σχετίζονται με τρομοκρατικές πράξεις.


Συμφωνία ΕΚ/Ρωσίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων βραχείας διαμονής *
PDF 255kWORD 32k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου περί υπογραφής της συμφωνίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων βραχείας διαμονής μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ρωσικής Ομοσπονδίας (8780/2006 – COM(2006)0188 – C6-0169/2006 – 2006/0062(CNS))
P6_TA(2007)0046A6-0029/2007

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου (COM(2006)0188)(1),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 62, παράγραφος 2, στοιχείο β), σημεία i) και ii), και το άρθρο 300, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 300, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0169/2006),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 51 και το άρθρο 83, παράγραφος 7, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A6-0029/2007),

1.   εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

(1) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.


Συμφωνία επανεισδοχής μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ρωσικής Ομοσπονδίας *
PDF 254kWORD 32k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη της Συμφωνίας επανεισδοχής μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ρωσικής Ομοσπονδίας (8779/2006 – COM(2006)0191 – C6-0168/2006 –2006/0064(CNS))
P6_TA(2007)0047A6-0028/2007

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου (COM(2006)0191)(1),

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 63, παράγραφος 3, στοιχείο β), και 300, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, πρώτη περίοδος, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 300, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0168/2006),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 51 και το άρθρο 83, παράγραφος 7, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A6-0028/2007),

1.   εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·

2.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

(1) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.


Kατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών *
PDF 333kWORD 38k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών (COM(2006)0815 – C6-0036/2007 – 2006/0271(CNS))
P6_TA(2007)0048A6-0008/2007

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2006)0815)(1),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 128, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6-0036/2007),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A6-0008/2007),

1.   εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής, όπως τροποποιήθηκε·

2.   καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ·

3.   καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

4.   ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

5.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή   Τροπολογίες του Κοινοβουλίου
Τροπολογία 1
Αιτιολογική σκέψη 3α (νέα)
(3α) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να έχει στη διάθεσή του τον απαιτούμενο χρόνο, επ' ουδενί κατώτερο των πέντε μηνών, προκειμένου να διαδραματίσει τον συμβουλευτικό του ρόλο όπως αυτός προσδιορίζεται στο άρθρο 128, παράγραφος 2, της Συνθήκης, καθ' όλη τη διάρκεια της αναθεώρησης των κατευθυντηρίων γραμμών για την απασχόληση η οποία έχει προγραμματισθεί για το 2008.

(1) Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.


Μεταρρύθμιση της κοινής οργάνωσης αγοράς του αμπελοοινικού τομέα
PDF 466kWORD 177k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την μεταρρύθμιση της κοινής οργάνωσης αγοράς του αμπελοοινικού τομέα (2006/2109(INI))
P6_TA(2007)0049A6-0016/2007

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

‐   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 22ας Ιουνίου 2006 προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο "Προς έναν αειφόρο ευρωπαϊκό κλάδο του οίνου" (CΟΜ(2006)0319),

‐   έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1999 σχετικά με την κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς(1),

‐   έχοντας υπόψη τη θέση του της 14ης Απριλίου 1999 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που καθορίζει τις τιμές προσανατολισμού στον τομέα του οίνου για την περίοδο εμπορίας 1999/2000(2), τις θέσεις του της 11ης Φεβρουαρίου 1999(3) και της 6ης Μαΐου 1999(4) σχετικά με τη μεταρρύθμιση της κοινής οργάνωσης της αμπελοοινικής αγοράς στο πλαίσιο της Agenda 2000, καθώς και της 11ης Δεκεμβρίου 2001(5) και της 15ης Νοεμβρίου 2005(6) για την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ.1493/1999,

‐   έχοντας υπόψη τα έγγραφα εργασίας της Επιτροπής "Οίνος – Κοινή Οργάνωση Αγοράς" και "Οίνος – Οικονομία του τομέα" του Φεβρουαρίου 2006(7),

‐   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του σεμιναρίου "Προκλήσεις και προοπτικές για τους Ευρωπαϊκούς οίνους" που διοργανώθηκε από την Επιτροπή στις 16 Φεβρουαρίου 2006 (8),

‐   έχοντας υπόψη τις εξωτερικές μελέτες που πραγματοποιήθηκαν για λογαριασμό της Επιτροπής(9) και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

‐   έχοντας υπόψη τις σχετικές γνωμοδοτήσεις και συζητήσεις κατά τη δημόσια ακρόαση που διοργανώθηκε από την Επιτροπή Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης την 12η Ιουλίου 2006 σχετικά με έναν αειφόρο ευρωπαϊκό κλάδο του οίνου,

‐   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

‐   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (Α6-0016/2007),

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αμπελοκαλλιέργεια αποτελεί σημείο κλειδί του Ευρωπαϊκού αγροτικού πολυλειτουργικού μοντέλου, απασχολεί περισσότερες από 1,6 εκατ. εκμεταλλεύσεις σε 3,4 εκατ. εκτάρια, και εξασφαλίζει το 5,4% της αξίας της γεωργικής παραγωγής της Ένωσης, ενώ απορροφά μόνο το 2,5 % των δαπανών του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ)· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αμπελοκαλλιέργεια επηρεάζει κατ' αρχήν θετικά το περιβάλλον, κυρίως επειδή προστατεύει το έδαφος από τη διάβρωση αλλά και επειδή συνήθως συνεπάγεται την εκτατική εκμετάλλευση των φυσικών πόρων,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρωπαϊκή οινοποιία παραμένει ένας σημαντικός τομέας εξαγωγών κατέχοντας το 60% της παγκόσμιας παραγωγής,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ζωτικότητα του κλάδου αυτού στις εξαγωγές βασίζεται σε μια παράδοση ποιότητας παγκοσμίως αναγνωρισμένη,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι παγκοσμίως πρώτος παραγωγός, πρώτος καταναλωτής και πρώτος εξαγωγέας κρασιού,

E.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι σημαντικές εξελίξεις στην Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) και στις διεθνείς συμφωνίες και διαπραγματεύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρίως στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), που έχουν μεσολαβήσει από την τελευταία ριζική μεταρρύθμιση της Κοινής Οργάνωσης Αγοράς (ΚΟΑ) του αμπελοοινικού τομέα, που έγινε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1493/1999, η κατάσταση της αγοράς του τομέα και η εμπειρία από την εφαρμογή του εν λόγω καθεστώτος οδηγούν στην ανάγκη προσαρμογής στα νέα δεδομένα, και δεν μπορούν να ζητηθούν περαιτέρω παραχωρήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η μεταρρύθμιση του αμπελοοινικού τομέα οφείλει να εξασφαλίζει βεβαιότητα ως προς τις μελλοντικές προοπτικές της ΚΟΑ και σταθερότητα στους αμπελοκαλλιεργητές, ότι πρέπει να αποφευχθεί η εκ νέου αμφισβήτηση της μεταρρύθμισης κατά τις διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ντόχα, ιδίως σε ό,τι αφορά την εσωτερική στήριξη,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αμπελοοινικός τομέας της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαιτεί σταθερή πολιτική στάση εκ μέρους της ΕΕ προκειμένου να προαχθούν το κρασί και ο αμπελοοινικός τομέας στην κοινωνία μας με τη χάραξη μιας γνήσιας ευρωπαϊκής αμπελοοινικής πολιτικής μέσω της ΚΟΑ,

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή οφείλει να μεριμνήσει ώστε η μεταρρύθμιση του τομέα να μεταφρασθεί στην εκπόνηση μιας πραγματικής οινοποιητικής πολιτικής της Ένωσης που θα συμβάλλει στη βελτίωση των δομών παραγωγής, μεταποίησης και ιδίως, εμπορίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και στην ανάπτυξη νέων επεκτεινομένων αγορών εδραιώνοντας ταυτόχρονα τις παραδοσιακές αγορές,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής αποτελεί παραδοχή της ανάγκης μιας ειδικής ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα και προτείνει ριζική μεταρρύθμιση της παρούσας ΚΟΑ,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι με βάση την προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής και τις συνοδευτικές μελέτες και έγγραφα είναι δυνατόν να διαμορφωθεί μια ολοκληρωμένη πρόταση μεταρρύθμισης της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα, η οποία να αξιοποιεί στοιχεία που περιλαμβάνονται στα εναλλακτικά σενάρια, τα οποία μελέτησε η Επιτροπή, χωρίς όμως να ταυτίζεται με ένα από τα σενάρια αυτά, ενώ η εναλλακτική λύση μιας ριζικής μεταρρύθμισης της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα με ουσιώδεις τροποποιήσεις των προτεινόμενων μέτρων πρέπει να θεωρηθεί ότι μπορεί να επιτύχει τους επιδιωκόμενους στόχους,

ΙΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η μεταρρύθμιση του αμπελοοινικού τομέα πρέπει να στοχεύει κυρίως στο να καταστεί ο ευρωπαϊκός οινοποιητικός κλάδος περισσότερο ανταγωνιστικός και δυναμικός, χωρίς τούτο να συνεπάγεται απώλεια μεριδίων στη διεθνή αγορά, λαμβάνοντας συγχρόνως υπόψη τα συμφέροντα των ευρωπαίων οινοπαραγωγών και των καταναλωτών οίνου, τον σεβασμό στην ευρωπαϊκή οινοποιητική παράδοση, καθώς και την ποιότητα και την αυθεντικότητα των ευρωπαϊκών οίνων στις διεθνείς αγορές,

ΙΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί ισορροπία στην αγορά με ποσοτικούς ελέγχους και πολιτικές παρεμβάσεις στην παραγωγή,

ΙΓ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση στον αμπελοοινικό τομέα απαιτεί μια δίκαιη και φιλόδοξη μεταρρύθμιση που, μέσα από μια σε βάθος αναπροσαρμογή της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα, θα εξασφαλίσει πραγματικά το μέλλον της ευρωπαϊκής αμπελοκαλλιέργειας χωρίς να διαρρήξει την παραγωγική ικανότητά της,

ΙΔ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η φιλόδοξη αυτή μεταρρύθμιση πρέπει να προβλέψει επαρκείς πόρους τόσο για τη χρηματοδότηση των αναγκαίων εκσυγχρονιστικών αναπροσαρμογών της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα όσο και των κοινωνικών επιπτώσεων που ίσως υπάρξουν,

ΙΕ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το σενάριο για μία "ριζική μεταρρύθμιση" της ΚΟΑ που επιλέγει η Επιτροπή επιδέχεται κριτικές, όπως ότι:

   i. η ανάλυση στην οποία στηρίζεται η Επιτροπή είναι εσφαλμένη, η μείωση της εσωτερικής κατανάλωσης έχει υπερεκτιμηθεί (βλ. τα στοιχεία του Διεθνούς Γραφείου Αμπέλου και Οίνου, OIV) και θεωρείται μείζων αιτία των δυσχερειών που αντιμετωπίζει ο κλάδος· οι συνιστώμενες λύσεις, και ιδίως οι μαζικές εκριζώσεις, είναι απρόσφορες και δεν επιτρέπουν να λυθεί το κυριότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κλάδος, εκείνο της ανταγωνιστικότητας· μια από τις λύσεις για να εξέλθει ο ευρωπαϊκός αμπελοοινικός κλάδος από τις δυσχέρειες που αντιμετωπίζει, είναι η αναζωπύρωση της ζήτησης μέσα από την κατάκτηση των ευρωπαϊκών και διεθνών αγορών,
   ii. το σχέδιο της μαζικής και άνευ διακρίσεων εκρίζωσης που προτείνεται συνιστά αδικαιολόγητη προσβολή της ευρωπαϊκής αμπελοκαλλιεργητικής κληρονομιάς, ιδίως εκείνης των πιο ευπαθών περιοχών, και δεν είναι ο κατάλληλος τρόπος για την αποτροπή μιας ευρωπαϊκής πλεονασματικής παραγωγής και για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κλάδου σε μια διευρυνόμενη παγκόσμια αγορά,
   iii. η πλήρης απελευθέρωση της παραγωγικής ικανότητας είναι επικίνδυνη, διότι θα μπορούσε να υποσκάψει τις προσπάθειες αποκατάστασης της ισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης και να οδηγήσει σε γεωγραφική μετατόπιση της αμπελοκαλλιέργειας· δεν εξετάζεται καθόλου το πραγματικό ζήτημα, δηλαδή η καλύτερη κυκλοφορία των δικαιωμάτων φύτευσης εντός ενός κράτους μέλους,
   iv. με τις προτάσεις της Επιτροπής στην ουσία επιδιώκεται σταδιακή αποδυνάμωση των μέτρων ρύθμισης της αγοράς και στήριξης των αμπελουργών, μεταφέροντας πόρους από τον πρώτο στο δεύτερο πυλώνα της ΚΑΠ, δηλαδή στην αγροτική ανάπτυξη·
   v. δημιουργείται επικοινωνιακά μία αρνητική κριτική στους Ευρωπαίους πολίτες σχετικά με την εξέλιξη του τομέα, τον τρόπο διαχείρισης του καθεστώτος, και τις εμπορικές δυνατότητες των ευρωπαϊκών οίνων, ενώ αντίθετα ενισχύεται επικοινωνιακά η θέση των εισαγόμενων οίνων του "νέου κόσμου",
   vi. δεν προτείνονται επαρκή μέτρα σε ό,τι αφορά την ανάγκη βελτίωσης της πληροφόρησης του καταναλωτή σχετικά με την ποιότητα του κρασιού και την ευεργετική του επίδραση στην υγεία, όταν καταναλώνεται σε λογικές ποσότητες,
   vii. η Επιτροπή σχεδιάζει αναδιάρθρωση της ευρωπαϊκής αμπελοκαλλιέργειας που θα οδηγήσει στη συγκέντρωση της παραγωγής στα χέρια ολίγων, μεγάλων αμπελοοινικών επιχειρήσεων, και σε ομοιομορφία των παραγόμενων οίνων, πράγμα συνεπώς που θα θέσει σε κίνδυνο την ποικιλομορφία των ευρωπαϊκών οίνων και τον οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό πλούτο πολλών ευρωπαϊκών περιφερειών,

P.  ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι απέναντι στην επιθετική εμπορική πολιτική του "νέου κόσμου" η ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα οφείλει να εξελιχθεί για να προωθήσει μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα του κοινοτικού αμπελοοινικού τομέα και την προσαρμογή του στις εξελίξεις της παγκόσμιας αγοράς, χωρίς εντούτοις αυτό να μετατρέψει τον ευρωπαϊκό κλάδο σε απλή μεταβλητή της παγκόσμιας αγοράς,

ΙΖ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η μεταρρύθμιση της ΚΟΑ του ευρωπαϊκού αμπελοοινικού τομέα αποτελεί μοναδική ευκαιρία για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας αυτού του τομέα σε ένα πλαίσιο όλο και μεγαλύτερου διεθνούς ανταγωνισμού,

ΙΗ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναθεώρηση της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα πρέπει να στοχεύει στη σταθεροποίηση των αμπελουργικών περιφερειών, και του τομέα συνολικά, να ρυθμίζει την προσφορά και τη ζήτηση με τον πιο αποτελεσματικό και καθετοποιημένο τρόπο, με παράλληλο σεβασμό της ευρωπαϊκής αμπελοοινικής παράδοσης και της ποιότητας και αυθεντικότητας των ευρωπαϊκών οίνων, να κατοχυρώνει στο διεθνές και ευρωπαϊκό καταναλωτικό κοινό την ποιοτική διαφορά των ευρωπαϊκών οίνων και να αναδεικνύει ότι αυτή εξασφαλίζεται από μια ολοκληρωμένη και διαφανή κοινοτική νομοθεσία, που έχει συνεκτιμήσει την πολιτισμική προσέγγιση,

ΙΘ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κοινοτικός αμπελοοινικός τομέας χαρακτηρίζεται από μια σειρά από ιδιαιτερότητες ως προς την καλλιέργεια, τις δομές παραγωγής και εμπορίας, που τον διαφοροποιούν από τους άλλους γεωργικούς κλάδους, και ότι γι' αυτό στον συγκεκριμένο τομέα δεν πρέπει να εφαρμοσθεί το σύστημα των αποσυνδεδεμένων ενιαίων ενισχύσεων,

Κ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανταγωνιστικότητα του αμπελοοινικού τομέα μπορεί να βελτιωθεί με συστηματικές δράσεις ενημέρωσης και προβολής, με σκοπό την ανάκτηση μεριδίων αγοράς στην Κοινότητα και την κατάκτηση άλλων μεριδίων αγοράς σε αναδυόμενες χώρες· ότι η εν λόγω δράση προβολής πρέπει να χρηματοδοτηθεί μέσω της δημιουργίας ενός ταμείου προβολής που θα το διαχειρίζονται επαγγελματικές και διεπαγγελματικές ενώσεις, οργανώσεις προστασίας προϊόντων ή δημόσιοι τοπικοί αναπτυξιακοί οργανισμοί,

Σχετικά με τις γενικές αρχές της μεταρρύθμισης

1.   κρίνει απαραίτητη την προώθηση μιας μεταρρύθμισης της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα που να βασίζεται στους παρακάτω άξονες θεμελιώδους σημασίας:

   α. στην απλούστευση και εναρμόνιση των νομοθετικών μέτρων αναγνωρίζοντας τις ιδιαιτερότητες του κλάδου,
   β. στην ενίσχυση και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του ευρωπαϊκού οινοπαραγωγικού κλάδου στο πλαίσιο ενός όλο και μεγαλύτερου διεθνούς ανταγωνισμού,
   γ. στη διατήρηση της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα και του κοινοτικού προϋπολογισμού που της αναλογεί στο πλαίσιο του πρώτου πυλώνα της ΚΑΠ,
   δ. στη συμβατότητα του αμπελοοινικού τομέα με τις πολιτικές της ΚΑΠ, για μία βιώσιμη μεταρρύθμιση της ΚΟΑ,
   ε. στην εδαφική προσέγγιση και στον συνυπολογισμό του συνόλου των φυσικών πόρων, με την υπαγωγή του αμπελουργού σε κανόνες πολλαπλής συμμόρφωσης και ορθές γεωργικές πρακτικές καλλιέργειας, θεσπίζοντας δηλαδή κίνητρα που θα τον βοηθήσουν να στραφεί σε καλλιεργητικές μεθόδους που συμβάλλουν στον ποιοτικό και ποσοτικό έλεγχο της παραγωγής και στην προστασία του περιβάλλοντος με απώτερο σκοπό τη διατήρηση ενός αξιοπρεπούς εισοδήματος για τους αμπελουργούς και τη βελτίωση της ποιότητας του προϊόντος,
   στ. στη διατήρηση κοινών κανόνων εντός της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα , που θα συμπληρωθεί με ένα ευρύ πρόγραμμα διαρθρωτικής στήριξης, για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της βιωσιμότητας του ευρωπαϊκού αμπελοοινικού τομέα,
   ζ. στην επικουρικότητα κατά την εφαρμογή του νέου καθεστώτος για τα κράτη-μέλη, βάσει της υλοποίησης εθνικών Προγραμμάτων Στήριξης και Ανάπτυξης του Αμπελοοινικού τομέα (ΠΣΑΑ) τα οποία οφείλουν να περιλαμβάνουν επιλέξιμες κοινοτικές πολιτικές και μέτρα που θα χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα, δηλαδή από τον πρώτο πυλώνα της ΚΑΠ,
   η. στη σταδιακή υλοποίηση της νέας ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα σε δύο φάσεις που θα επιτρέψει την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων μετά τη λήξη της πρώτης φάσης, καθώς και τις ενδεχόμενες προσαρμογές των κοινοτικών πολιτικών που έχουν επιλεγεί από τα κράτη μέλη και που περιλαμβάνονται στα εθνικά ΠΣΑΑ, χωρίς όμως να μεταβληθεί η κατανομή του προϋπολογισμού της ΚΟΑ αυτού του τομέα ανά κράτος μέλος,
   θ. στην ενίσχυση του ρόλου και της συνυπευθυνότητας των Οργανώσεων Παραγωγών και των άλλων Επαγγελματικών Οργανώσεων του κλάδου και στην προσαρμογή του Αμπελουργικού Μητρώου,
   ι. στις ειδικές εκστρατείες προβολής με σκοπό την ανάκτηση παλαιών και το άνοιγμα νέων αγορών εντός κι εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, και στις εκστρατείες ενημέρωσης των καταναλωτών για μία υπεύθυνη και λελογισμένη κατανάλωση κρασιού στην Ευρώπη·

2.   τονίζει ότι η μεταρρύθμιση πρέπει να λάβει επίσης υπόψη:

   α. τη μελλοντική διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, δύο χώρες με σημαντική παραγωγή οίνου, οι οποίες θα πρέπει να προσαρμοστούν τόσο στα νέα μέτρα αγοράς και παρέμβασης, όσο και στον έλεγχο και την παρακολούθηση του νέου καθεστώτος,
   β. το διαρκώς ανταγωνιστικότερο διεθνές πλαίσιο, τόσο σε επίπεδο παραγωγής όσο και σε επίπεδο κατανάλωσης,
   γ. τη συνεχώς αναπτυσσόμενη αγορά της Κίνας η οποία αρχίζει να μπαίνει δυναμικά στην παραγωγή οίνου, αλλά και την αυξημένη παραγωγή των λοιπών νέων χωρών, όπως της Αυστραλίας, της Ν. Ζηλανδίας, των ΗΠΑ, του Καναδά και της Ν. Αφρικής,
   δ. την επίπτωση των εμπορικών συμφωνιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
   ε. τις διεθνείς διαπραγματεύσεις του ΠΟΕ στο πλαίσιο του Γύρου της Ντόχα που δεν θα πρέπει να αμφισβητήσουν τις αρχές της μεταρρύθμισης, αρχές οι οποίες είναι σκόπιμο να ενσωματωθούν στις δεσμεύσεις αυτού του Γύρου, ιδίως σε ό,τι αφορά την εσωτερική στήριξη,
   στ. τις προοπτικές της ΚΑΠ και ιδιαίτερα τη μελλοντική της χρηματοδότηση για την οποία οι συζητήσεις θα αρχίσουν το 2009·

Απορρύθμιση της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα - Ενιαία Κοινοτική Πολιτική

3.   πιστεύει ότι η μεταρρύθμιση της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα οφείλει να θέσει στόχους και να εντείνει τον συνεκτικό χαρακτήρα των πολιτικών, των μέτρων εξισορρόπησης της αγοράς, των διαρθρωτικών παρεμβάσεων και των κανόνων επισήμανσης και ταξινόμησης των οίνων, καθορίζοντας τους στόχους της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα και τις πολιτικές που μπορούν να εφαρμοστούν για την υλοποίησή τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτή η συνολική συνεκτικότητα πρέπει όμως να στηρίζεται στην αρχή της επικουρικότητας, ώστε να γίνουν σεβαστές οι ιδιαιτερότητες που υπάρχουν σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, και να σηματοδοτηθεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση με συντεταγμένες πολιτικές θα επιχειρήσει να κερδίσει τις αγορές και την εμπιστοσύνη των καταναλωτών·

4.   εκτιμά ότι η μεταφορά πόρων από τον πρώτο πυλώνα στον δεύτερο πυλώνα της ΚΑΠ με συγχρηματοδότηση διαμέσου των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης, αντιτίθεται σε κάθε λογική και πρέπει να απορριφθεί, ώστε τα εθνικά χρηματοδοτικά πλαίσια να μπορούν να επιχορηγούνται και να διασφαλιστεί η βιώσιμη ανάπτυξη του τομέα μέσω των κοινοποιούμενων από την Επιτροπή μέτρων για τα εθνικά χρηματοδοτικά πλαίσια·

5.   υπενθυμίζει ότι η κατανομή των κοινοτικών πόρων των άλλων γεωργικών τομέων που μεταρρυθμίστηκαν στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ δημιουργώντας "εθνικούς φακέλους", έγινε βάσει της λογικής της πλήρους ή μερικής αποσύνδεσης των κοινοτικών επιδοτήσεων· τονίζει ότι η νέα ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα θα πρέπει να βασιστεί στην υλοποίηση ομογενών μέτρων, κοινών για όλα τα κράτη μέλη, καθώς και στην υλοποίηση μέτρων διεπόμενων από την αρχή της επικουρικότητας, που θα επιτρέπουν τον συνυπολογισμό των ειδικών αναγκών του κλάδου σε κάθε κράτος μέλος ή περιφέρεια παραγωγής· προσθέτει ότι σε κάθε κράτος μέλος ο ίδιος ο κλάδος (παραγωγοί, έμποροι, διακλαδικοί φορείς, περιφέρειες παραγωγής κλπ.), σε συνεννόηση με τις περιφερειακές και εθνικές αρχές, θα ορίζει, μέσω μιας σειράς προγραμμάτων, τον τρόπο επίτευξης του στόχου της προσαρμογής της παραγωγής στις ανάγκες της αγοράς, με τη χρήση ενός ή περισσοτέρων μέτρων μεταξύ των οριζομένων στο πλαίσιο των εθνικών φακέλων· θεωρεί ότι τα μέτρα που διέπονται από την αρχή της επικουρικότητας πρέπει να καθορίζονται και να πλαισιώνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να αποφευχθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, και να χρηματοδοτούνται εξ ολοκλήρου από τον κοινοτικό προϋπολογισμό·

Μεταρρύθμιση σε δύο περιόδους (2008-2011 και 2012-2015)

6.   εκτιμά ότι για την επίτευξη των στόχων της η μεταρρύθμιση πρέπει να εφαρμοσθεί σταδιακά σε δύο περιόδους: στην πρώτη φάση (2008-2011) στόχος θα πρέπει να είναι η εξισορρόπηση, εξυγίανση και διαφάνεια της αγοράς, η ενίσχυση των παραγωγικών φορέων και των αμπελουργικών περιοχών, με μια σταδιακή υιοθέτηση μέτρων που θα έχουν κυρίως ενιαίο κοινοτικό χαρακτήρα και θα προετοιμάσουν τον ευρωπαϊκό αμπελοοινικό τομέα για ένα πιο επιθετικό άνοιγμα των αγορών, μεταφέροντας προοδευτικά τους πόρους που θα εξοικονομούνται από την απόσταξη στα μέτρα στήριξης της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης·

7.   επισημαίνει ότι, λόγω της σοβαρότητας των πιθανών συνεπειών της μεταρρύθμισης, της πολυπλοκότητάς της και της ανάγκης σταδιακής εφαρμογής της, πρέπει να υπάρξει, μετά το τέλος της πρώτης, και μια ενδιάμεση φάση, προκειμένου να αξιολογηθούν τα πρώτα αποτελέσματά της και ενδεχομένως να αναπροσαρμοστούν, λαμβανομένων υπόψη των αρχικών στόχων, τόσο το σύνολο των ήδη χρησιμοποιηθέντων πόρων όσο και οι πόροι που ακόμη δεν έχουν χρησιμοποιηθεί·

8.   υποστηρίζει ότι, επειδή η υφιστάμενη κατάσταση απαιτεί την άμεση λήψη μέτρων για την επίλυση των προβλημάτων του ευρωπαϊκού αμπελοοινικού τομέα, οι πολιτικές που θα στηρίξουν τη μεταρρύθμιση, είτε με τον ισχύοντα κοινοτικό προϋπολογισμό, είτε εάν παραστεί ανάγκη με αύξησή του, θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ εξαρχής, ορισμένες όμως με αύξουσα τάση, όπως π.χ. εκείνη της προώθησης της εμπορικής διακίνησης και της βελτίωσης της ποιότητας, ενώ άλλες με φθίνουσα τάση, όπως π.χ. εκείνη των μηχανισμών παρέμβασης στην αγορά·

Ριζική μεταρρύθμιση της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα - Συμβατότητα με τη νέα ΚΑΠ

9.   υπογραμμίζει ότι η αμπελοκαλλιέργεια καταρχήν ασκεί θετική επίδραση στο περιβάλλον, κυρίως με την προστασία των εδαφών από τη διάβρωση αλλά και την κατά κανόνα εκτατική χρήση των φυσικών πόρων· για τους λόγους αυτούς καθώς και για την εναρμόνιση του καθεστώτος στο πνεύμα της νέας ΚΑΠ, μπορούν να ενθαρρυνθούν σε κοινοτικό επίπεδο βασικές γεωργικές πρακτικές καλλιέργειας που θα λαμβάνουν υπόψη το περιβάλλον και θα μπορούν να χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό της ΚΟΑ·

Έλεγχος παραγωγής για λόγους ποιότητας, περιβάλλοντος και εξισορρόπησης της αγοράς

10.   διευκρινίζει ότι ο καθορισμός πλαισίου για τον τρόπο παραγωγής των επιτραπέζιων οίνων θα βοηθήσει και προς την κατεύθυνση της αποσαφήνισης των εμπορικών όρων διακίνησής τους και της διαφοροποίησής τους από τους οίνους γεωγραφικών ενδείξεων οι οποίοι έχουν πολύ πιο αυστηρούς όρους παραγωγής και είναι κατοχυρωμένοι σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο·

11.   κρίνει απαραίτητη την υποχρεωτική συμμόρφωση των αμπελουργών σε γεωργικές πρακτικές καλλιέργειας και σε περιβαλλοντικά φυτοϋγειονομικά και άλλα πρότυπα ώστε να συμβάλλουν στην προστασία του περιβάλλοντος, στον έλεγχο της πρωτογενούς παραγωγής, στον περιορισμό του δυναμικού απόδοσης, στην καταπολέμηση των πλεονασμάτων και στη βελτίωση της ποιότητας των οίνων, μειώνοντας με τον τρόπο αυτό τις προς απόσταξη ποσότητες·

Αποστάξεις - Μηχανισμός διαχείρισης κρίσεων και εξισορρόπησης της αγοράς, προστασίας του περιβάλλοντος και βελτίωσης της ποιότητας

12.   τονίζει ότι οι προτάσεις της Επιτροπής για τη διατήρηση μιας απόσταξης ή απόσυρσης των υποπροϊόντων χωρίς χρηματοδότηση δεν ευσταθούν διότι η απόσταξη αφορά τους παραγωγούς οίνου ενώ η υλοποίησή της αφορά τους αποστάκτες, γεγονός το οποίο στην ουσία θα καταστήσει ανενεργό το μέτρο· τονίζει επίσης ότι η πρόταση της Επιτροπής για απόσυρση υπό έλεγχο των υποπροϊόντων οινοποίησης θα δημιουργήσει σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα στις μεγάλες οινοπαραγωγικές περιοχές· σημειώνει ότι και η πρόταση για κατάργηση των αποστάξεων διπλής χρήσης θα οδηγήσει μεγάλες ποσότητες προς οινοποίηση, διαταράσσοντας σημαντικά την περιφερειακή και ευρωπαϊκή αγορά ενώ θα δημιουργήσει ενδοπεριφερειακά προβλήματα· επισημαίνει ότι η μη σταδιακή απορρόφηση των υπαρχόντων πλεονασμάτων, όπως διαφαίνεται από την πρόταση της Επιτροπής, θα δημιουργήσει σημαντικούς κραδασμούς στην αγορά αλλά και στο εισόδημα των αμπελουργών·

13.   τονίζει ότι η απόσταξη οίνου αρχικά είχε εισαχθεί ως επείγον μέτρο μόνο, αλλά κατέστη το δαπανηρότερο και πλέον διαμφισβητούμενο στοιχείο της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα· τονίζει ότι οι μηχανισμοί απόσταξης θα πρέπει, συνεπώς, να καταργηθούν σταδιακά στη διάρκεια εύλογης μεταβατικής περιόδου που θα επιτρέψει στους παραγωγούς οίνου να παγιώσουν ή να εγκαινιάσουν αειφόρες μεθόδους παραγωγής και να παράγουν ποιοτικούς οίνους· διευκρινίζει ότι, στη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου, οι παραγωγοί οίνου που θα έχουν επωφεληθεί της απόσταξης θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να εισέλθουν σε αγορές ποιοτικών προϊόντων χρησιμοποιώντας μηχανισμούς εκρίζωσης καθώς και μέτρα για την εθελοντική διαχείριση της προσφοράς καθώς και την ανάπτυξη της υπαίθρου, με σκοπό την καλύτερη εμπορική διακίνηση των ποιοτικών οίνων και τη διαφοροποίηση·

14.   απορρίπτει την άμεση κατάργηση του μηχανισμού των αποστάξεων και άλλων μέτρων στήριξης της αγοράς οι οποίοι, παρότι επιδέχονται σαφώς βελτίωση ως προς το σχεδιασμό και τη χρήση τους, δεν φαίνεται σκόπιμο να καταργηθούν χωρίς μία μεταβατική περίοδο, προκειμένου να αξιοποιηθούν τα πλεονεκτήματα ορισμένων από αυτούς· τονίζει ότι κατά τη μεταβατική περίοδο θα πρέπει να μειωθούν σταδιακά τα ποσά που εκχωρούνται στα παρεμβατικά μέτρα αγοράς και παράλληλα να ενταθούν τα μέτρα που αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας, την προώθηση και την εμπορική διακίνηση των ευρωπαϊκών οίνων·

15.   θεωρεί σκόπιμο να διατηρηθούν οι ενισχύσεις υπέρ των οινικών παρακρατημάτων, ώστε να διαφυλαχθεί η ποιότητα των ευρωπαϊκών οίνων και να αποτραπούν περιβαλλοντικές βλάβες εξ αιτίας της απόσυρσης αυτών των προϊόντων· ομοίως θα πρέπει να διατηρηθεί η ενίσχυση υπέρ της απόσταξης πόσιμης οινικής αλκοόλης, που αποτελεί την μόνη απόσταξη με πραγματική εμπορική διέξοδο·

16.   εκτιμά ότι η απόσταξη των υποπροϊόντων πρέπει να επανεξετασθεί ως προς την εφαρμογή της, ώστε να στοιχίζει λιγότερο σε κοινοτικό επίπεδο, επιτρέποντας κυρίως τη διοχέτευση μέρους των οινοπνευμάτων σε άλλες διεξόδους, όπως είναι η πόσιμη αλκοόλη·

17.   θεωρεί σκόπιμη, κατά την πρώτη φάση της μεταρρύθμισης, τη μετατροπή των τεσσάρων σημερινών αποστάξεων σε μόνο δύο:

   α. υποχρεωτική απόσταξη που θα λειτουργεί ως δίχτυ ασφαλείας και θα επιτρέψει τη σταδιακή εξυγίανση της αγοράς, ενώ ταυτόχρονα θα εξυπηρετεί περιβαλλοντικούς και ποιοτικούς στόχους·
   β. προαιρετική απόσταξη πόσιμης οινικής αλκοόλης που θα επιτρέψει την προσαρμογή του κλάδου της πόσιμης οινικής αλκοόλης που χρησιμοποιείται για ενσωμάτωση σε ορισμένα οινικά προϊόντα (λικέρ, μπράντι) ή για την εξισορρόπηση του γευστικού χαρακτήρα·

18.   θεωρεί απαραίτητο να δημιουργηθεί νέος μηχανισμός διαχείρισης των κρίσεων σε περίπτωση που προκύψουν ειδικές, σοβαρές και πραγματικές καταστάσεις επείγουσας ανάγκης που θα πρέπει να ορίζονται με τα αντικειμενικά κριτήρια τα οποία θα έχουν καθορισθεί εκ των προτέρων σε κοινοτικό επίπεδο·

19.   θεωρεί σκόπιμη την κατάργηση της δημόσιας αποθεματοποίησης αλκοόλης και την αντικατάσταση της πώλησης αλκοόλης που παράγεται από απόσταξη στο πλαίσιο της αντιμετώπισης κρίσεων από την άμεση οργάνωση απευθείας πωλήσεων μέσω διαγωνισμών·

Ελεύθερες εκριζώσεις - Εκριζώσεις με κριτήρια

20.   υποστηρίζει ότι στην προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής δίνεται βαρύτητα στις εκριζώσεις ως μέτρο που σκοπεύει στη μείωση της παραγωγής και του ανθρώπινου δυναμικού που ασχολείται με τον τομέα αντί να προωθεί τον έλεγχο της παραγωγής με μέτρα ρύθμισης της προσφοράς και της ζήτησης· θεωρεί ότι επακόλουθο της πολιτικής αυτής θα είναι ότι δεν θα μπορεί να επιτευχθεί η αναμενόμενη ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του αμπελοοινικού τομέα· υποστηρίζει ότι η ενισχυμένη επικουρικότητα δεν μπορεί να αποτελέσει άλλοθι για μια τυφλή απορύθμιση η οποία θα οδηγήσει σε αθέμιτο ανταγωνισμό ακόμα και εντός των ίδιων των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

21.   θεωρεί ότι το θέμα της οριστικής εγκατάλειψης δεν μπορεί να αποτελεί το κομβικό σημείο της μεταρρύθμισης της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα αλλά μία από τις παραμέτρους των διαρθρωτικών παρεμβάσεων που χρηματοδοτείται από τον προϋπολογισμό της ΚΟΑ μέσω εθνικών χρηματοδοτικών πλαισίων με σκοπό την ανανέωση του αμπελουργικού δυναμικού και τη σταδιακή προσαρμογή του τομέα οίνου στις ανάγκες της αγοράς·

22.   εκτιμά ότι η πρωτοβουλία της οριστικής εγκατάλειψης πρέπει να ανήκει στον παραγωγό με την προϋπόθεση ότι τα κράτη μέλη μπορούν να εγκρίνουν ή όχι την οριστική εγκατάλειψη, χρησιμοποιώντας εθνικά ή/και περιφερειακά περιβαλλοντικά και κοινωνικά κριτήρια τα οποία θα συμφωνούν με αντικειμενικούς όρους καθορισμένους εκ των προτέρων σε κοινοτικό επίπεδο· θεωρεί σημαντικό να προβλεφθεί ότι το κάθε κράτος μέλος ή η περιφέρεια μπορεί να καθορίσει ένα ευέλικτο ανώτατο επιτρεπόμενο όριο εκριζώσεων ανά περιφέρεια και να έχει τη δυνατότητα επιλογής των κατηγοριών οίνου που θα έχουν προτεραιότητα στο πρόγραμμα εκριζώσεων·

23.   εκτιμά ότι τα αντικειμενικά κοινοτικά κριτήρια που περιορίζουν τη δυνατότητα οριστικής εγκατάλειψης μπορεί να είναι μεταξύ των άλλων: (α) αμπελώνες σε ορεινές, παράκτιες και νησιωτικές περιοχές που παράγουν κυρίως οίνους γεωγραφικών ενδείξεων· (β) αμπελώνες που βρίσκονται σε περιοχές επικλινείς όπου πρέπει να αποτραπεί η διάβρωση του εδάφους και η απώλεια της βιοποικιλότητας ή παραδοσιακές περιοχές με ιστορική σημασία· (γ) αμπελώνες που παράγουν οίνους με εμπορική διέξοδο· (δ) αμπελώνες, η υπερβολική μείωση των οποίων θα απειλούσε την ύπαρξη μιας ολόκληρης αμπελουργικής περιοχής ή μιας ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης (ΕΟΠ)· (ε) αμπελώνες που έτυχαν διαρθρωτικών ενισχύσεων στα πλαίσια κοινοτικών προγραμμάτων· (στ) περιπτώσεις όπου η εγκατάλειψη της αμπελουργίας δημιουργεί περιβαλλοντικούς κινδύνους·

24.   εκτιμά ότι τα αντικειμενικά κοινοτικά κριτήρια που συνδυάζονται με μία γενικότερη αναδιάρθρωση του παραγωγικού και του ανθρώπινου δυναμικού στην ύπαιθρο και που μπορούν να διευκολύνουν την επιλογή της οριστικής εγκατάλειψης αφορούν ενδεικτικά τις ακόλουθες περιπτώσεις: (α) αμπελώνες που έχουν πλέον χαμηλή αποδοτικότητα χωρίς δυνατότητα επανάκτησης του δυναμικού τους· (β) περιπτώσεις που συνδυάζονται με ένταξη των αμπελουργών στο πρόγραμμα πρόωρης συνταξιοδότησης· (γ) αμπελώνες που είναι ακατάλληλοι για την παραγωγή ποιοτικών ή εμπορεύσιμων οίνων·

25.   συνιστά, εκτός του καθεστώτος οριστικής εγκατάλειψης, να καθιερωθεί ως επιλογή η προσωρινή εκρίζωση και να είναι στη διακριτική ευχέρεια κάθε κράτους μέλους να αποφασίσει αν θα την εφαρμόσει· πιστεύει ότι η προσωρινή εκρίζωση θα επιτρέψει να χορηγηθεί οικονομική ενίσχυση στον παραγωγό εφόσον το δικαίωμα φύτευσης θα παραμείνει παγωμένο για περίοδο πολλών ετών, μετά τη λήξη της οποίας όμως ο αμπελουργός θα μπορεί να φυτεύσει εκ νέου ή να εκχωρήσει τα δικαιώματά του ή να ζητήσει τη μετατροπή σε οριστική εκρίζωση εάν προβλέπεται το εν λόγω καθεστώς στο οικείο κράτος μέλος·

26.   υποστηρίζει ότι οι εκριζωθείσες εκτάσεις για τις οποίες θα καταβληθεί μία κατ' αποκοπή αποζημίωση, θα μπορούν να προστεθούν στις επιλέξιμες εκτάσεις για την χορήγηση δικαιωμάτων ενιαίας αποδεσμευμένης ενίσχυσης· φρονεί ότι, κατά τον καθορισμό των πριμοδοτήσεων εκρίζωσης και της ενιαίας ενίσχυσης πρέπει να εξετασθούν οι ελάχιστες περιβαλλοντικές απαιτήσεις ώστε να μην υποβαθμισθεί η ύπαιθρος· θεωρεί ότι κάθε κράτος μέλος πρέπει να έχει τη δυνατότητα να παρέχει στους αμπελουργούς που εντάσσονται στο πρόγραμμα εκρίζωσης, συμπληρωματική στήριξη που θα προέρχεται από τους πόρους των Προγραμμάτων Στήριξης και Ανάπτυξης του Αμπελοοινικού τομέα (ΠΣΑΑ) ή από την εφαρμογή του καθεστώτος διακύμανσης ή/και από την ανακατανομή του εθνικού αποθέματος δικαιωμάτων ενιαίας ενίσχυσης, κατά τρόπον ώστε η στήριξη των παραγωγών να μπορεί να φθάνει στο επίπεδο της μέσης αποδεσμευμένης άμεσης ενίσχυσης της περιφέρειας· εκτιμά ότι δεν μπορεί να χορηγείται αποζημίωση για την εκρίζωση των παράνομων φυτεύσεων·

Απαγόρευση νέων φυτεύσεων - Σταδιακή απελευθέρωση των νέων φυτεύσεων

27.   εκτιμά ότι θα πρέπει να ακολουθηθεί προσεκτική και διαφανής διαδικασία σταδιακής παραχώρησης νέων δικαιωμάτων φύτευσης ώστε να αποφευχθεί η αρνητική επίπτωση στην αγορά από μία ανεξέλεγκτη επέκταση του δυναμικού της αμπελοκαλλιέργειας· τα κράτη μέλη οφείλουν να καταθέσουν πρόγραμμα στο οποίο θα περιλαμβάνεται το επιδιωκόμενο επίπεδο φυτεύσεων, η πορεία παραχώρησης νέων δικαιωμάτων, οι ποικιλίες ανά περιφέρεια και το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής· υποστηρίζει ότι τα νέα δικαιώματα φυτεύσεων θα πρέπει να προορίζονται κυρίως για τους νέους αγρότες, για παραγωγή οίνων ποιότητας και για εκμεταλλεύσεις που έχουν ενταχθεί σε προγράμματα ποιότητας και εμπορίας, ενώ είναι αναγκαίο να ενταχθούν στο προσαρμοσμένο αμπελουργικό μητρώο· πιστεύει ότι το κάθε κράτος μέλος σε συνεργασία με τις περιφέρειες, τις οργανώσεις του τομέα και τις ενώσεις παραγωγών πριν την έναρξη της παραχώρησης νέων δικαιωμάτων φύτευσης θα πρέπει να αξιολογήσει το πρόγραμμα και την εξέλιξη των εκριζώσεων· εκτιμά ότι πριν την παραχώρηση νέων δικαιωμάτων φύτευσης θα πρέπει να αξιολογηθεί η κατάσταση των μη νομιμοποιημένων ή και παράνομων φυτεύσεων·

28.   τονίζει ότι, όσον αφορά τις ζώνες παραγωγής με γεωγραφική ένδειξη, μπορεί να είναι σκόπιμο, οι αποφάσεις για την ελευθέρωση να λαμβάνονται από τις αρμόδιες περιφερειακές αρχές, δεδομένης της ανάγκης να περιφρουρηθεί η αξία των επενδύσεων που πραγματοποιούν οι αμπελουργοί στη ζώνη γεωγραφικής ένδειξης, να αποτραπεί η υποβάθμιση του κύρους για την εν λόγω γεωγραφική ένδειξη και να διατηρηθεί ο έλεγχος επί της ποιότητας της παραγωγής·

29.   εκτιμά ότι οι νέες φυτεύσεις δεν μπορούν να εντάσσονται σε επιλέξιμες χρηματοδοτούμενες δράσεις όπως εκείνες των αναδιαρθρώσεων, των γεωργικών καλλιεργητικών πρακτικών και της πολλαπλής συμμόρφωσης, της διαχείρισης κρίσεων, ενώ αντίθετα μπορούν να ενταχθούν στις συλλογικές δράσεις των Οργανώσεων Παραγωγών ή/και των Διεπαγγελματικών Οργανώσεων, οι οποίες αφορούν πολιτικές προώθησης, ενημέρωσης των καταναλωτών, έρευνας της αγοράς και αποζημιώσεις από φυσικές καταστροφές αγοράς που περιλαμβάνονται στα εθνικά ΠΣΑΑ·

Αμπελουργικό μητρώο - Εργαλείο αποτελεσματικών ελέγχων και διαχείρισης της ΚΟΑ

30.   συνιστά στα κράτη μέλη να διατηρούν αμπελουργικό μητρώο στο οποίο να υποδεικνύονται οι φυτευμένες ποικιλίες και ο αριθμός των οίνων σε κάθε μονάδα (σύμφωνα με τον κανονισμό(ΕΟΚ) αριθ. 2392/86)(10)·

31.   τονίζει ότι το αμπελουργικό μητρώο είναι το βασικό εργαλείο για τον έλεγχο της τήρησης των ορίων των αποδόσεων·

Εμπλουτισμός

32.   έχει επίγνωση ότι ο εμπλουτισμός επηρεάζει άμεσα τα επίπεδα παραγωγής δεδομένου ότι μπορεί να προκαλέσει αύξηση της παραγόμενης ποσότητας ανά εκτάριο· τονίζει, ωστόσο, ότι το ζήτημα της διατήρησης ή της κατάργησης της ενίσχυσης για το συμπυκνωμένο γλεύκος ή το ανακαθαρισμένο συμπυκνωμένο γλεύκος πρέπει να συνδέεται στενά και αδιαχώριστα με την διατήρηση ή την κατάργηση του εμπλουτισμού με σακχαρόζη, έχοντας επίσης υπόψη την πτώση στις τιμές ζάχαρης συνεπεία της μεταρρύθμισης στην ΚΟΑ ζάχαρης, τις διαφορετικές οινολογικές παραδόσεις των κρατών μελών, τη σκοπιμότητα και την τεχνική δυνατότητα του περιορισμού της χρήσης παρόμοιων πρακτικών για συγκεκριμένες ανώτατες ποσότητες, καθώς και τις πιθανές εναλλακτικές χρήσεις του μούστου που θα είχαν θετικό αντίκτυπο σε ό,τι αφορά τη μείωση των πλεονασμάτων οίνου·

33.   θεωρεί ότι τα κράτη μέλη μπορούν να εξαρτήσουν την έγκριση του εμπλουτισμού με χρήση ζάχαρης από προϋποθέσεις όπως οι έλεγχοι στα μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας (λ.χ. η συμμόρφωση με τα ανώτατα όρια απόδοσης) και οι κλιματικές συνθήκες·

34.   πιστεύει ότι ο εμπλουτισμός θα πρέπει να επιτραπεί σε κάθε περιοχή αμπελοκαλλιέργειας, όπου χρησιμοποιείτο κατά παράδοση και όπου δεν υπάρχουν διαρθρωτικά πλεονάσματα· πιστεύει ότι η πρόταση της Επιτροπής για την μείωση του μέγιστου επιπέδου εμπλουτισμού δεν δικαιολογείται και ότι θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν οι τρέχοντες κανόνες·

35.   πιστεύει ότι δεν πρέπει να απαγορευθεί η χρήση ζάχαρης για τον εμπλουτισμό του οίνου διότι σε αυτή την περίπτωση θα δημιουργούνταν διακρίσεις εις βάρος κρατών μελών που βρίσκονται σε περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου είναι δυσκολότερη η καλλιέργεια της αμπέλου εξαιτίας αντίξοων κλιματικών συνθηκών·

36.   υποστηρίζει την ανάγκη παροχής ενίσχυσης για το συμπυκνωμένο γλεύκος και το ανακαθαρισμένο συμπυκνωμένο γλεύκος που χρησιμοποιείται για τον εμπλουτισμό, εφόσον είναι απαραίτητο να διατηρηθεί μια ιστορική οινολογική πρακτική·

37.   τονίζει την ανάγκη να διατηρηθεί η ενίσχυση για το γλεύκος που χρησιμοποιείται για την παραγωγή χυμού σταφυλιών, με στόχο να διατηρηθεί ένα προϊόν που χρησιμοποιείται για σκοπούς άλλους εκτός της παραγωγής οίνου, το οποίο είναι σημαντικό για τον κλάδο και συμβάλλει στη διατήρηση της ισορροπίας της αγοράς·

38.   φρονεί ότι, σε περίπτωση εμπλουτισμού με την προσθήκη συμπυκνωμένου γλεύκους, το τελευταίο θα πρέπει να προέρχεται από το ίδιο σημείο παραγωγής·

39.   επισημαίνει ότι η μελέτη που συνδέει τον εμπλουτισμό με την προσθήκη ζάχαρης με την υπερπαραγωγή οίνου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χρονολογείται από το 1991, δεν αντικατοπτρίζει τις σημερινές συνθήκες στην αγορά και, εν πάση περιπτώσει, δεν είχε κύρος·

Δημόσια παρέμβαση αλκοόλης - Ιδιωτική αποθεματοποίηση οίνων και γλευκών

40.   θεωρεί ότι είναι σκόπιμο να εξετασθεί η δυνατότητα διατήρησης της ιδιωτικής αποθεματοποίησης οίνων και γλευκών τουλάχιστον κατά την πρώτη περίοδο της μεταρρύθμισης (2008-2011), λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη τους προτεινόμενους περιορισμούς των αποστάξεων και την κατάργηση της δημόσιας αποθεματοποίησης·

Επαγγελματικοί φορείς και διεπαγγελματικές οργανώσεις

41.   τονίζει ότι οι διεπαγγελματικές οργανώσεις μπορούν να λαμβάνουν πρωτοβουλίες, στους ακόλουθους τομείς, υπό την προϋπόθεση ότι έχει δημιουργηθεί σχετικό κοινοτικό πλαίσιο έγκρισης, το οποίο θα μπορούσε να καλύπτει, π.χ.: την πληρέστερη εκμετάλλευση του δυναμικού παραγωγής, την ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με την λελογισμένη κατανάλωση οίνου, την διεξαγωγή των απαραίτητων ερευνών για προϊόντα καλύτερα προσαρμοσμένα προς τις ανάγκες της εγχώριας και εξαγωγικής αγοράς, τις απαραίτητες εμπορικές επενδύσεις, την αναζήτηση νέων τρόπων περιορισμού της χρήσης ουσιών φυτοπροστασίας, την στροφή προς την βιολογική γεωργία κ.ά·

42.   καλεί την Επιτροπή να επιδείξει, στην πρότασή της, αποφασιστικότητα για την μεταρρύθμιση του αμπελοοινικού τομέα, ιδιαίτερα μέσω αποτελεσματικής και συγκεκριμένης κοινοτικής πολιτικής για την προώθηση των ευρωπαϊκών οίνων, προβλέποντας αρκούντως σημαντικές οικονομικές δεσμεύσεις·

43.   θεωρεί σκόπιμη τη θέσπιση ειδικού ταμείου για την προώθηση των ευρωπαϊκών οίνων μέσω των επαγγελματικών φορέων και διεπαγγελματικών οργανώσεων του τομέα, των ενώσεων προστασίας ή κρατικών φορέων ανάπτυξης της υπαίθρου·

44.   θεωρεί απαραίτητο να καθορίσει η Επιτροπή κατευθυντήριες γραμμές δράσης για την προώθηση των ευρωπαϊκών οίνων οι οποίες θα βασίζονται στην λελογισμένη και υπεύθυνη κατανάλωση των οίνων συνοδευόμενες από την απαραίτητη χρηματοδότηση·

Επισήμανση και προώθηση του ευρωπαϊκού οίνου

45.   εκτιμά ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να επιδιώκει την εδραίωση, την αναγνώριση και την προστασία των οίνων με συγκεκριμένη γεωγραφική προέλευση σε παγκόσμιο επίπεδο· επισημαίνει ότι η αναγνωρισιμότητα των οίνων αυτών θα διευκολυνθεί και με την απλοποίηση της επισήμανσης·

46.   θεωρεί ότι η παραγωγή ενός ποιοτικού οίνου με παραδοσιακές μεθόδους και η ειδική επισήμανσή του, χωρίς παράλληλα να πραγματοποιείται η κατάλληλη προώθησή του στην παγκόσμια αγορά, δεν επαρκεί για να εξασφαλισθεί η διατήρηση ή η ενδεχόμενη αύξηση της ζήτησης· κρίνει απαραίτητη, προς τον σκοπό αυτό, την πρόβλεψη ειδικών, δεόντως χρηματοδοτούμενων μέτρων, για την ενίσχυση της ικανότητας να ανακοινώνεται στην παγκόσμια αγορά η ποιότητα του ευρωπαϊκού οίνου·

47.   έχοντας υπόψη τον πρόσφατο επανακαθορισμό, με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1991/2004(11) και (ΕΚ) αριθ. 1427/2004(12) της Επιτροπής, των διατάξεων σχετικά με την επισήμανση, θεωρεί απαραίτητη την αξιολόγηση των επιπτώσεων των τροποποιήσεων που εισήχθησαν πριν από οποιαδήποτε περαιτέρω τροποποίηση·

48.   τονίζει ότι οι οινολογικές πρακτικές οι οποίες δεν επιτρέπονται στην ΕΕ πρέπει να επισημαίνονται με σαφήνεια επί των εισαγομένων ποτών που αφορούν στην εικόνα του οίνου·

49.   θεωρεί ουσιώδη την επισήμανση των οίνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης· κρίνει, ωστόσο, ότι δεν πρέπει να είναι πιο περίπλοκη από την επισήμανση οίνων από τρίτες χώρες·

50.   ζητεί την εναρμόνιση των διατάξεων των κρατών μελών σε σχέση με την γλώσσα της ετικέτας, κατά τρόπον ώστε οι παραγωγοί να μην υποχρεούνται να μεταφράζουν σε άλλες γλώσσες ορισμένες πληροφορίες όταν στην χώρα προορισμού ο όρος που χρησιμοποιείται είναι παρόμοιος και, ως εκ τούτου, δεν υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης των καταναλωτών·

Προορατική και φιλόδοξη Πολιτική Εξωτερικού Εμπορίου της ΕΕ για τους οίνους ως σημαντικός πυλώνας της ΚΟΑ

51.   τονίζει ότι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο αμπελοοινικός τομέας λόγω κυρίως της αύξησης των εισαγωγών οίνου από τρίτες χώρες, και της αύξησης των αποθεμάτων οίνου που υπερβαίνουν την παραγωγή ενός έτους και έχουν ελάχιστες πιθανότητες να διατεθούν, ασκούν πτωτική πίεση στις τιμές και τα εισοδήματα των παραγωγών και είναι ανάγκη να ρυθμισθούν με την πρόβλεψη καταλόγου βασικών προτεραιοτήτων στις οποίες δεν αναφέρεται η προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής, και συγκεκριμένα με την προώθηση υπεύθυνης και λελογισμένης κατανάλωσης, την αναδιάθεση των δημοσιονομικών πόρων κατά τρόπον που να επιτρέπει την κατάκτηση νέων καταναλωτών και νέων αγορών, ή και την εκ νέου κατάκτηση των αγορών, καθώς και την προώθηση της ποιότητας και της έρευνας·

52.   καλεί την Επιτροπή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να ενισχύσει την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων, καθορίζοντας υψηλότερα κριτήρια και δημιουργώντας κοινό πλαίσιο για τις ενδείξεις αυτές σε διαπεριφερειακό και πολυμερές επίπεδο ιδιαίτερα στο πλαίσιο του ΠΟΕ και των συμφωνιών για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, με σκοπό τη δημιουργία πολυμερούς μητρώου για τους οίνους και τα οινοπνευματώδη ποτά και την καταπολέμηση της παραποίησης και κάθε μορφής κατάχρησης των ευρωπαϊκών γεωγραφικών ενδείξεων και των παραδοσιακών ονομασιών σε τρίτες χώρες·

53.   θεωρεί αναγκαίο να επιτευχθεί μια καλύτερη προστασία των προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων και των προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης) στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ και των διμερών συμφωνιών δεδομένου ότι πρόκειται για σημαντικό στοιχείο διατήρησης μιας ποιοτικής παραγωγής οίνου συνδεόμενης με τα τοπικά εδάφη και συνήθειες·

54.   υπογραμμίζει ότι προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα του κλάδου στις διεθνείς αγορές είναι αναγκαίο να προσδιοριστεί, σε στενή συνεργασία με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των ευρωπαίων παραγόντων του κλάδου, μια προορατική και φιλόδοξη εξωτερική εμπορική πολιτική για τους ευρωπαϊκούς οίνους, συνοδευόμενη από ανακατανομή των πόρων του προϋπολογισμού και από τα κατάλληλα μέσα·

55.   τονίζει την ανάγκη σύναψης, στο πλαίσιο της εξωτερικής αυτής εμπορικής πολιτικής για τους ευρωπαϊκούς οίνους, διμερών συμφωνιών εμπορίας οίνου με τρίτες χώρες, στη βάση της αμοιβαίας αναγνώρισης και προστασίας των γεωγραφικών ενδείξεων·

56.   υπενθυμίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δεσμευθεί να προβεί στη σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων των εξαγωγών της έως το 2013· καλεί την Επιτροπή να μετριάσει τις συνέπειες της μείωσης των επιδοτήσεων βελτιώνοντας τη διαθεσιμότητα των πόρων με σκοπό τη διαφοροποίηση του εισοδήματος των οινοπαραγωγών οίνου και καθιερώνοντας ειδική πρόσβαση στην αγορά για τα προϊόντα οίνου, για όσο διάστημα κριθεί απαραίτητο ώστε να διατηρηθεί ισορροπία στην ευρωπαϊκή αγορά·

57.   εύχεται να συμπεριληφθεί ο οίνος στον κατάλογο των ευαίσθητων προϊόντων του ΠΟΕ·

58.   πιστεύει ότι λόγω των υφιστάμενων ιδιαιτεροτήτων στο καθεστώς των γεωγραφικών ενδείξεων των οίνων θα μπορούσε κατά την πρώτη περίοδο της μεταρρύθμισης (2008-2011) να εξεταστεί η δυνατότητα ένταξης των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου της 20ής Μαρτίου 2006 για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων(13) με τις απαραίτητες προσαρμογές στη νέα ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα· επισημαίνει ότι κατά την δεύτερη περίοδο της μεταρρύθμισης (2012-2015), αφού η σταδιακή ταξινόμηση και ενιαία καταχώρηση των οίνων σε κοινοτικό και εθνικό επίπεδο θα έχει ήδη επιτευχθεί κατά την πρώτη περίοδο, θα πρέπει να εξετασθεί η σκοπιμότητα ένταξης των διατάξεων του μελλοντικού κανονισμού για την νέα ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα σχετικά με τις γεωγραφικές ενδείξεις στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 510/2006·

59.   τονίζει τη σημασία του μη εμπορικού χαρακτήρα προβληματισμού στα πλαίσια του ΠΟΕ· καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει καθεστώς επισήμανσης για τα εισαγόμενα αλκοολούχα ποτά-παράγωγα οίνου, τα οποία δεν συμμορφώνονται με τις ευρωπαϊκές οινολογικές πρακτικές και, κατά συνέπεια, δεν πρέπει να επισημαίνονται ως οίνος·

60.   επισημαίνει ότι ένας από τους πιο σημαντικούς κινδύνους παραποίησης της παραγωγής οίνου, διαστρέβλωσης της αγοράς και συρρίκνωσης της κοινοτικής παραγωγής είναι η άρση της απαγόρευσης οινοποίησης εισαγόμενου γλεύκους, άρση η οποία θα πρέπει να αποτραπεί από πλευράς Επιτροπής στα πλαίσια του ΠΟΕ·

61.   θεωρεί ότι η κοινοτική νομοθεσία δεν πρέπει να επιτρέψει την οινοποίηση εισαγόμενου γλεύκους ούτε την ανάμειξή του με κοινοτικά γλεύκη, στο βαθμό που τέτοιες διαδικασίες δεν συνάδουν με άλλα μέτρα που προτείνονται από την Επιτροπή, όπως η εκρίζωση ή η κατάργηση ενισχύσεων για τη χρησιμοποίηση συμπυκνωμένου γλεύκους με σκοπό την αύξηση του αλκοολικού βαθμού·

62.   τονίζει ότι δεν υπάρχει υποχρέωση διαπραγμάτευσης στον ΠΟΕ σχετικά με την δυνατότητα ανάμειξης εισαγόμενων οίνων τρίτων χωρών και την ανάμειξή τους με κοινοτικούς και αντιτίθεται σε μια τέτοια εξέλιξη αφού θα δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στην καταγωγή προέλευσης και ταυτοποίησης των προϊόντων και στην υποβάθμιση του οίνου που παράγεται στις ευρωπαϊκές χώρες·

63.   θεωρεί απαραίτητο, προκειμένου να διαφυλαχθεί η ποιότητα και η αναγνώριση των ευρωπαϊκών οίνων, να είναι δυνατή η χρησιμοποίηση για την παρασκευή τους μόνον οίνων και γλευκών που έχουν παραχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

Διεθνές Γραφείο Αμπέλου και Οίνου (OIV) - Διμερείς εμπορικές συμφωνίες

64.   πιστεύει ότι σε μία περίοδο δύσκολων διαπραγματεύσεων στα πλαίσια του ΠΟΕ αλλά και των διμερών συμφωνιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την κατοχύρωση των ευρωπαϊκών διατροφικών προϊόντων, των προϊόντων γεωγραφικών ενδείξεων, των βιολογικών προϊόντων κ.ο.κ. είναι σκόπιμο το Συμβούλιο, μετά από διαβουλεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να είναι το αρμόδιο όργανο για την έγκριση των νέων οινολογικών πρακτικών και αυτό διότι εάν αυτή η αρμοδιότητα διαβιβαστεί στην Επιτροπή, θα ετίθετο σε κίνδυνο ο ορισμός και η ταξινόμηση των οίνων ποιότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση· θεωρεί ότι οι εν λόγω οινολογικές πρακτικές θα πρέπει να εγγραφούν σε θετικό κοινοτικό κατάλογο·

65.   καλεί την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει κάθε δυνατό μέσο για την πρόληψη της απάτης και των καταχρήσεων των ορισμών γεωγραφικής ένδειξης στις τρίτες χώρες·

66.   θεωρεί ότι η ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα δεν πρέπει να στερηθεί όλα τα οικονομικά μέσα σε ευρωπαϊκό επίπεδο με μεταφορές στον δεύτερο πυλώνα της ΚΑΠ και την επιστροφή στα μέτρα εθνικής αρμοδιότητας ανοίγοντας τον δρόμο σε στρεβλώσεις ανταγωνισμού και διακρίσεις μεταξύ δομών παραγωγής/διακίνησης και μεταξύ κρατών μελών·

67.   υποστηρίζει ότι οι οινολογικές πρακτικές δεν θα πρέπει να προκαλούν σύγχυση στους καταναλωτές, να αλλοιώνουν την ποιότητα και να δημιουργούν αθέμιτο ανταγωνισμό· επισημαίνει ότι οι μέχρι σήμερα εγκριθείσες οινολογικές πρακτικές δεν μπορούν να εγκριθούν αυτόματα και ούτε μπορεί να επιτραπεί η χρήση τους στην ΕΕ ακόμα και στις περιπτώσεις που οι οίνοι προορίζονται για εξαγωγές σε περιοχές όπου οι πρακτικές αυτές είναι εγκεκριμένες·

68.   εκτιμά ότι η συγκέντρωση του συνόλου των οινολογικών πρακτικών στο Διεθνές Γραφείο Αμπέλου και Οίνου (OIV) βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση υπό την προϋπόθεση ότι οι πρακτικές θα αξιολογηθούν και θα θεσπιστούν βάσει επιστημονικών και τεχνικών ερευνών, ενώ βεβαίως θα πρέπει να εγγυώνται την ασφάλεια των τροφίμων και της δημόσιας υγείας·

Ενημέρωση και προώθηση της λελογισμένης και υπεύθυνης κατανάλωσης οίνου

69.   αναφέρει ότι στην Ευρώπη έχει σημειωθεί σταθερή μείωση στην κατανάλωση οίνου, κυρίως στις παραδοσιακές χώρες κατανάλωσης οίνου, γεγονός που αποτελεί ένα από τα αίτια διαρθρωτικού πλεονάσματος στον κλάδο· αναφέρει ότι τα τελευταία χρόνια οι εξαγωγές οίνου παρουσίασαν στασιμότητα σε αντίθεση με τις εισαγωγές που αυξήθηκαν δυναμικά και ότι ως εκ τούτου είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού αμπελοοινικού τομέα· ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει άμεσα έκθεση με την οποία θα εξηγεί τους λόγους της μείωσης, τα τελευταία χρόνια, των εξαγωγών ευρωπαϊκών οίνων, καθώς και της δυναμικής αύξησης των εισαγωγών από τρίτες χώρες, διευκρινίζοντας, ιδιαίτερα, κατά πόσον εφαρμόσθηκαν οι διμερείς εμπορικές συμφωνίες με τις τρίτες χώρες, ελήφθησαν υπόψη τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ευρωπαίων παραγωγών και αξιοποιήθηκαν καταλλήλως οι μηχανισμοί της κοινής εμπορικής πολιτικής για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων·

70.   τονίζει ότι η αειφόρος ανάπτυξη του ευρωπαϊκού αμπελοοινικού τομέα απαιτεί την ανακατανομή σημαντικών δημοσιονομικών πόρων στα πλαίσια της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα για την προώθηση της λελογισμένης και υπεύθυνης κατανάλωσης οίνου· κρίνει ότι η ενίσχυση της τάσης για ολοένα και περισσότερο λελογισμένη και υπεύθυνη κατανάλωση οίνου αποτελεί μείζονα θετική συνεισφορά στην προστασία των Ευρωπαίων καταναλωτών και της δημόσιας υγείας· προσθέτει ότι τα μέτρα αυτά πρέπει να αναπτυχθούν με αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, των κρατών μελών, των περιφερειών και του ίδιου του αμπελοοινικού τομέα, ο οποίος έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο·

71.   καλεί την Επιτροπή να θέσει σε εφαρμογή μια προορατική εμπορική πολιτική προκειμένου να προωθηθεί η ποιότητα των ευρωπαϊκών οίνων και να υπερασπισθεί τις ευρωπαϊκές μεθόδους οινοποίησης·

72.   τονίζει ότι στις προτεραιότητες της Επιτροπής πρέπει να προστεθούν η περαιτέρω προβολή των αμπελοοινικών προϊόντων και οι προσπάθειες για την κατάκτηση νέων καταναλωτών και αγορών, ιδίως με εξαγωγές προς τις νέες αναδυόμενες αγορές, μέσω μιας προορατικής και φιλόδοξης στρατηγικής όσον αφορά το εξωτερικό εμπόριο, με τη χρήση των κατάλληλων πόρων·

73.   θεωρεί ότι είναι απαραίτητη η ενίσχυση και η χρηματοδότηση της πληροφόρησης των καταναλωτών σχετικά με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του οίνου που παράγεται στην Ευρώπη σύμφωνα με τις παραδοσιακές και ελεγχόμενες οινοποιητικές πρακτικές, προκειμένου να προστατευτούν από αμφίβολης ποιότητας προϊόντα εισαγωγής και προκειμένου να προωθηθεί το προϊόν αυτό στην εσωτερική και τη διεθνή αγορά·

Εθνικοί φάκελοι - Ενιαίες κοινοτικές πολιτικές βάσει προγραμμάτων στήριξης και ανάπτυξης του αμπελοοινικού τομέα (ΠΣΑΑ)

74.   τονίζει την ανάγκη να διατηρηθεί ο κοινοτικός προϋπολογισμός και να μην μεταφερθούν κονδύλια από τον πρώτο πυλώνα στο δεύτερο πυλώνα της ΚΑΠ, ο οποίος αφορά την αγροτική ανάπτυξη, γεγονός που θα μπορούσε να έχει ως συνέπεια την μείωση των πόρων σε βάρος του αμπελοοινικού τομέα· απαιτεί να διευκρινισθούν επαρκώς τα επιλέξιμα προς χρηματοδότηση μέτρα προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι τα κεφάλαια διατίθενται πράγματι στον τομέα·

75.   συνιστά, βάσει των στόχων για μία βιώσιμη και ανταγωνιστική μεταρρύθμιση της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα, να θεσπισθεί κοινοτικό πλαίσιο, το οποίο να μπορεί να εφαρμοσθεί σε εθνικό/περιφερειακό επίπεδο, περιλαμβανομένου και του τρόπου χρηματοδότησής του που πρέπει να προέρχεται από τον πρώτο πυλώνα της ΚΑΠ, δηλαδή από τους πόρους της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα · πιστεύει ότι οι πολιτικές αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν: την αναδιάρθρωση των αμπελώνων, μέτρα για την βελτίωση των υποδομών καταγραφής και διακίνησης, τις γεωργικές πρακτικές καλλιέργειας και περιβαλλοντικά πρότυπα στο πλαίσιο της ποιοτικής διαχείρισης, τους μηχανισμούς διαχείρισης κρίσεων, την έρευνα για την παραγωγή και την καλύτερη διακίνηση των προϊόντων, την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών, την πολιτική προώθησης και ενημέρωσης των καταναλωτών αλλά και των εκριζώσεων και, κατά τη διάρκεια μεταβατικής φάσης, την ιδιωτική αποθεματοποίηση, μέτρα απόσταξης και άλλους ισχύοντες μηχανισμούς της αγοράς·

76.   διευκρινίζει ότι για την αναθεώρηση της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα, προτεραιότητα αποτελεί ο καθορισμός πολιτικών που θα συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και στη βελτίωση της ποιότητας των ευρωπαϊκών οίνων· υποστηρίζει ότι η κατανομή των κοινοτικών πόρων στα εθνικά Προγράμματα Στήριξης και Ανάπτυξης του Αμπελοοινικού τομέα θα πρέπει να πραγματοποιηθεί επί τη βάσει κοινών κριτηρίων ώστε να μην υπάρξουν ανισότητες μεταξύ κρατών μελών και περιφερειών·

77.   επισημαίνει ότι κατά την επιλογή της μεθόδου κατανομής των κοινοτικών πόρων ανά εθνικό πρόγραμμα στήριξης και ανάπτυξης του αμπελοοινικού τομέα, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι τα μέτρα παρέμβασης στην αγορά τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί με εντελώς διαφορετικό τρόπο μεταξύ των κρατών μελών, απορροφούν σημαντικό μέρος των πόρων της παρούσας ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα ·

78.   θεωρεί ότι βάσει των στατιστικών στοιχείων της παραγωγής και επιφάνειας της αμπελοκαλλιέργειας κάθε κράτους μέλους κατά την περίοδο π.χ. 2001-2005, μπορεί να γίνει μία καταρχήν (a priori) κατανομή του προϋπολογισμού των εθνικών φακέλων κατά τρόπον ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε κάθε κράτος μέλος να χρησιμοποιήσει - εντός του ορισθέντος δημοσιονομικού του φακέλου - οποιοδήποτε εργαλείο κρίνει κατάλληλο εντός του κανονιστικού πλαισίου που ορίζεται εκ των προτέρων σε κοινοτικό επίπεδο, σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια, εντός δε αυτού του πλαισίου τα μέτρα που ορίζονται θα προσφέρουν την ίδια στήριξη για όλα τα κράτη μέλη·

79.   θεωρεί, ωστόσο, ότι μπορεί να αντιμετωπιστεί το ενδεχόμενο μιας δεύτερης αξιόλογης λύσης, η οποία θα βασίζεται στα ποσά που χρησιμοποιήθηκαν από κάθε κράτος μέλος στο πλαίσιο της παρούσας ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα, ή η εκπόνηση φόρμουλας και/ή ενός μικτού κριτηρίου στο οποίο θα λαμβάνονται υπόψη ιστορικά δεδομένα, το μέγεθος του αμπελώνα και οι ποσότητες που παράγονται και διακινούνται σε κάθε κράτος μέλος, εξασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό ένα σύστημα επιλεξιμότητας για πριμοδοτήσεις που θα καλύπτει τους στόχους της μεταρρύθμισης·

80.   κρίνει απαραίτητο στην περίπτωση όπου ένα κράτος μέλος θεωρεί αναγκαία μία συμπληρωματική ενίσχυση για τη βελτίωση των διαρθρωτικών του παρεμβάσεων στον αμπελοοινικό τομέα, να μπορεί να τις συγχρηματοδοτήσει και από τον δεύτερο πυλώνα της ΚΑΠ, εφόσον πρόκειται για επιλέξιμες δράσεις· οι δράσεις αυτές αφορούν κυρίως το συνδυασμό των διαρθρωτικών παρεμβάσεων με τα προγράμματα πρόωρης συνταξιοδότησης και τις πολιτικές ενίσχυσης των νέων αγροτών και αγροτισσών·

81.   εκτιμά ότι οι νέες φυτεύσεις δεν μπορούν να εντάσσονται σε επιλέξιμες χρηματοδοτούμενες δράσεις·

82.   επισημαίνει ότι οποιαδήποτε μεταρρύθμιση της ΚΟΑ του αμπελοοινικού τομέα πρέπει να προστατεύει και να ενισχύει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαίων παραγωγών οίνου· τονίζει ότι η ικανότητα καινοτομίας και ο δυναμισμός αποτελούν ζωτικές πτυχές του ζητήματος αυτού·

o
o   o

83.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή. 20070215-P6_TA(2007)0049_EL-p0000002 20070215-P6_TA(2007)0049_EL-p0000003

(1) ΕΕ L 179, 14.7.1999, σ. 1.Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 (ΕΕ L 363, 20.12.2006, σ. 1).
(2) ΕΕ C 219, 30.7.1999, σ. 198.
(3) ΕΕ C 150, 28.5.1999, σ. 289.
(4) ΕΕ C 279, 1.10.1999, σ. 385.
(5) ΕΕ C 177 Ε, 25.7.2002, σ. 50.
(6) ΕΕ C 280 Ε, 18.11.2006, σ. 48.
(7) http://ec.europa.eu/agriculture/capreform/wine/index_en.htm.
(8) http://ec.europa.eu/agriculture/capreform/wine/sem_concl.en.pdf.
(9) http://ec.europa.eu/agriculture/eval/reports/wine/index_en.htm.
(10) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2392/86 του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 για την κατάρτιση του κοινοτικού αμπελουργικού μητρώου (ΕΕ L 208, 31.7.1986, σ. 1). Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε για τελευταία φορά με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1631/98. (ΕΕ L 210, 28.7.1998, σ. 14).
(11) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1991/2004 της Επιτροπής της 19ης Νοεμβρίου 2004 για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 753/2002 για τη θέσπιση ορισμένων λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά την περιγραφή, την ονομασία, την παρουσίαση και την προστασία ορισμένων αμπελοοινικών προϊόντων (ΕΕ L 344, 20.11.2004, σ. 9).
(12) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1427/2004 της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2004, σχετικά με τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1622/2000 για τον καθορισμό ορισμένων λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 για την κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς και για την καθιέρωση κοινοτικού κώδικα των οινολογικών πρακτικών και επεξεργασιών  (ΕΕ L 263 της 10.8.2004, σ. 3).
(13) ΕΕ L 93, 31.3.2006, σ. 12.


Η εξωτερική διάσταση της καταπολέμησης της διεθνούς τρομοκρατίας
PDF 430kWORD 141k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την εξωτερική διάσταση της καταπολέμησης της διεθνούς τρομοκρατίας (2006/2032(INI))
P6_TA(2007)0050A6-0441/2006

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης,

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 6 και 7 του τίτλου V της Συνθήκης για την ΕΕ,

–   έχοντας υπόψη την οικουμενική διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου της 10ης Δεκεμβρίου 1948,

–   έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, που υπεγράφη στη Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950,

–   έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την καταστολή της τρομοκρατίας του Συμβουλίου της Ευρώπης που υπεγράφη στο Στρασβούργο στις 27 Ιανουαρίου 1977,

–   έχοντας υπόψη τις δεκατρείς πράξεις των Ηνωμένων Εθνών που έχουν συναφθεί έως σήμερα και τις τέσσερις πράξεις που εγκρίθηκαν το 2005, αλλά ακόμη δεν έχουν τεθεί σε ισχύ, σχετικά με την πρόληψη και την εξάλειψη της διεθνούς τρομοκρατίας· τα ψηφίσματα 1368, 1373 (2001) και 1267 (1999) του Συμβουλίου Ασφαλείας· και το ψήφισμα A/RES/60/288 της Γενικής Συνέλευσης της 8ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με τη συνολική στρατηγική των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και το συνημμένο σχέδιο δράσης,

–   έχοντας υπόψη την απόφαση 1267(1999) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, την οποία υλοποιεί σε επίπεδο ΕΕ ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου, της 27ης Μαΐου 2002, για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν(1),

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα για την τρομοκρατία της Παγκόσμιας Διάσκεψης του ΟΗΕ του 2005 (Ψήφισμα A/RES/60/1 της Γενικής Συνέλευσης),

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Ομάδας Υψηλού Επιπέδου με τίτλο "Συμμαχία των Πολιτισμών" που υποβλήθηκε στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών στις 13 Νοεμβρίου 2006,

–   έχοντας υπόψη τη ρήτρα της αμοιβαίας άμυνας που περιέχεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης της Ουάσινγκτον, σε επίκληση της οποίας προέβησαν τα μέλη του NATO στις 12 Σεπτεμβρίου 2001 ορίζοντας ούτως την τρομοκρατική επίθεση κατά του Κέντρου Παγκοσμίου Εμπορίου την 11η Σεπτεμβρίου 2001 ως έξωθεν επίθεση κατά των Ηνωμένων Πολιτειών,

–   έχοντας υπόψη την ευρωπαϊκή στρατηγική στον τομέα της ασφάλειας –'Μια ασφαλής Ευρώπη σε έναν καλύτερο κόσμο'– που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 12ης Δεκεμβρίου 2003, καθώς και τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής, που εγκρίθηκε την ίδια ημέρα,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση με τίτλο "Δόγμα Ανθρώπινης Ασφάλειας - Έκθεση της Βαρκελώνης της ομάδας εργασίας για τις ευρωπαϊκές ικανότητες στην ασφάλεια", όπως υποβλήθηκε στον Ύπατο Εκπρόσωπο για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας της ΕΕ στις 15 Σεπτεμβρίου 2004,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών της 25ης και 26ης Μαρτίου 2004 και πιο συγκεκριμένα τη δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχετικά με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, της 25ης Μαρτίου 2004, όπου προβλέπεται ρήτρα αλληλεγγύης,

–   έχοντας υπόψη το Σχέδιο Δράσης κατά της Τρομοκρατίας που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 21 Σεπτεμβρίου 2001 και το αναθεωρημένο πρόγραμμα δράσης/οδικό χάρτη της 15ης Ιουνίου 2004, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κατά τη σύνοδο της 17ης και 18ης Ιουνίου 2004,

–   έχοντας υπόψη τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 14ης και 15ης Δεκεμβρίου 2005, καθώς και τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη ριζοσπαστικοποίηση και τη στρατολόγηση τρομοκρατών, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την ίδια ημέρα,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της διεθνούς διάσκεψης κορυφής για τη δημοκρατία, την τρομοκρατία και την ασφάλεια, που πραγματοποιήθηκε στη Μαδρίτη από τις 8 έως τις 11 Μαρτίου 2005,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών της 27ης Απριλίου 2006 με τίτλο "Ενωμένοι κατά της τρομοκρατίας: συστάσεις για μια παγκόσμια στρατηγική για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας" (A/60/825),

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Υψηλού Επιπέδου Ομάδας Προσωπικοτήτων των Ηνωμένων Εθνών για τις απειλές, τις προκλήσεις και την αλλαγή της 2ας Δεκεμβρίου 2004 με τίτλο "Ένας ασφαλέστερος κόσμος: η κοινή μας ευθύνη", και την έκθεση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ της 21ης Μαρτίου 2005 για τη διάσκεψη κορυφής του 2005 για τις μεταρρυθμίσεις, με τίτλο: "Για περισσότερη ελευθερία: προς την ανάπτυξη, την ασφάλεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα για όλους",

–   έχοντας υπόψη τον Ευρωμεσογειακό κώδικα συμπεριφοράς για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, που εγκρίθηκε επ' ευκαιρία της Ευρωμεσογειακής διάσκεψης της Βαρκελώνης της 27ης και 28ης Νοεμβρίου 2005,

–   έχοντας υπόψη τις δηλώσεις της ΕΕ και των ΗΠΑ της 26ης Ιουνίου 2004 για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, της 20ής Ιουνίου 2005 για την ενίσχυση της αμοιβαίας συνεργασίας όσον αφορά τη μη διάδοση και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, καθώς και της 21ης Ιουνίου 2006 κατά τη Σύνοδο Κορυφής της Βιέννης, και επισημαίνοντας με ιδιαίτερη ανησυχία το πρόγραμμα μυστικών συλλήψεων της ΣΙΑ, την ύπαρξη του οποίου επιβεβαίωσε ο Πρόεδρος Μπους στις 6 Σεπτεμβρίου 2006,

–   έχοντας υπόψη τον χάρτη πορείας για τη δημιουργία ενός κοινού χώρου εξωτερικής ασφάλειας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ρωσίας, που υπεγράφη στις 10 Μαΐου 2005 επ" ευκαιρία της 15ης συνόδου κορυφής ΕΕ-Ρωσίας,

–   έχοντας υπόψη τις πρόσφατες αποκαλύψεις για την ύπαρξη εξαιρτικά επικίνδυνων τρομοκρατικών οργανώσεων στην Ιταλία και τη Γαλλία,

–   έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση ΕΕ/ASEAN (ένωση κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας) για την τρομοκρατία, που υπεγράφη στις 27 Ιανουαρίου 2003 επ" ευκαιρία της 14ης υπουργικής διάσκεψης ΕΕ/ASEAN,

–   έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση ΕΕ/ΟΑΕ (Οργανισμός Αφρικανικής Ενότητας) σχετικά με την τρομοκρατία, που υπογράφηκε στις 11 Οκτωβρίου 2001,

–   έχοντας υπόψη το καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, που εγκρίθηκε στις 17 Ιουλίου 1998 από την διπλωματική διάσκεψη πληρεξουσίων των Ηνωμένων Εθνών,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, της 29ης Νοεμβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη και καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας με την ενίσχυση του συντονισμού σε εθνικό επίπεδο και με τη βελτίωση της διαφάνειας των οργανισμών μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης σύστασης προς τα κράτη μέλη (COM(2005)0620) και το Υπόμνημα της Επιτροπής της 1ης Δεκεμβρίου 2005 με τίτλος "Χρηματοδότηση της τρομοκρατίας: νέες οδηγίες για τα κράτη μέλη σχετικά με το συντονισμό σε εθνικό επίπεδο και τα ευάλωτα σημεία του μη κερδοσκοπικού τομέα" (MEMO/05/460),

–   έχοντας υπόψη τη σύστασή του της 7ης Ιουνίου 2005 προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με το σχέδιο δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της τρομοκρατίας(2),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6-0441/2006),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η διεθνής τρομοκρατία αποτελεί σήμερα μια από τις σοβαρότερες απειλές κατά της ασφάλειας, της ειρήνης, της σταθερότητας και των δημοκρατικών αρχών της διεθνούς κοινότητας και συνιστά μάλιστα άμεση απειλή κατά των ευρωπαίων πολιτών, των κρατών μελών της ΕΕ, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, καθώς και των θεμελιωδών αξιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη την πολυμορφία της τρομοκρατίας, των οργανώσεων που την ασκούν και των κρατών και των μη κρατικών φορέων που την στηρίζουν, τη χρηματοδοτούν και την ασκούν για τους δικούς τους σκοπούς· λαμβάνοντας επίσης υπόψη τον αναδυόμενο και απρόβλεπτο χαρακτήρα ενός φαινομένου που προϋποθέτει προφανή αίσθηση της ευκαιρίας (ιδιαίτερα στην περίπτωση τρομοκρατίας που ασκείται από ριζοσπαστικές ομάδες που ισχυρίζονται ότι υπερασπίζονται το Ισλάμ) και την ανάγκη να εφαρμόσει η Ευρωπαϊκή Ένωση μια ενεργό πολιτική πρόληψης (και όχι απλά μια πολιτική εκ των υστέρων κινητοποίησης) για την καταπολέμησή της,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρώπη, από χώρος υλικοτεχνικής υποστήριξης, έχει μετατραπεί σε μείζονα στόχο σχεδιαζόμενων επιθέσεων,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταπολέμηση της τρομοκρατίας αποτελεί προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και βασικό στοιχείο της εξωτερικής της δράσης, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή στρατηγική στον τομέα της ασφάλειας,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιδίωξη της ασφάλειας πέραν των συνόρων της ΕΕ θα πρέπει να διέπεται από τις αρχές του Δόγματος Ανθρώπινης Ασφάλειας, όπως περιέχεται στην έκθεση της Βαρκελώνης της ομάδας εργασίας για τις ευρωπαϊκές ικανότητες στην ασφάλεια του 2004, δηλαδή την υπεροχή των δικαιωμάτων του ανθρώπου, τις επιταγές της πολυμερούς συνεργασίας, μια προσέγγιση από τη βάση προς τα πάνω βάσει της γνώσης της κατάστασης στην εκάστοτε περιοχή, μια περιφερειακή διάσταση, και τη θέσπιση σαφούς και νόμιμης πολιτικής εξουσίας,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διαθέτει μια κατάλληλη στρατηγική για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, η οποία πρέπει να εντάσσεται σε μια πολυμερή στρατηγική και να εγγυάται τον απόλυτο σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των αρχών του κράτους δικαίου, δεδομένου ότι η τρομοκρατία συνιστά άμεση επίθεση κατά αμφότερων, και λαμβάνοντας υπόψη ότι οποιαδήποτε ενέργεια εκτός αυτού του πλαισίου συνιστά αποτυχία της δημοκρατίας,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η τρομοκρατία αποτελεί πάντοτε πράξη εγκληματική και αδικαιολόγητη, σε κάθε περίσταση, οπουδήποτε και από οποιονδήποτε και να διαπράττεται, και ότι δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιείται για την επίτευξη πολιτικών στόχων,

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θύματα της τρομοκρατίας αποτελούν ηθικό σημείο αναφοράς για τις κοινωνίες μας και τη δημοκρατία και ότι οι δημόσιες αρχές θα πρέπει να ακούσουν τη φωνή τους, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων για τον αγώνα κατά αυτών που τους έκαναν άθελά τους πρωταγωνιστές,

Θ.   αναγνωρίζοντας ότι οι τρομοκρατικές ομάδες εκμεταλλεύονται την ακραία φτώχεια, την έλλειψη σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του κράτους δικαίου, τη συλλογική απογοήτευση, την έλλειψη πρόσβασης στην κατάρτιση και τον κοινωνικό αποκλεισμό στο πλαίσιο των στρατηγικών τους προσέλκυσης και διείσδυσης,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η τρομοκρατία βρίσκει πρόσφορο έδαφος στις κοινωνίες που μαστίζονται από υψηλά επίπεδα πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών, εθνοτικών, θρησκευτικών και άλλων ειδών διακρίσεων και από έλλειμμα δημοκρατίας και σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου,

ΙΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι για την αποτελεσματική καταπολέμηση της τρομοκρατίας απαιτείται η εις βάθος γνώση της τρομοκρατικής ομάδας που καταπολεμάται, της ιδεολογίας της εν λόγω ομάδας και του κοινωνικού, πολιτικού, οικονομικού και θρησκευτικού πλαισίου όπου εμφανίζεται και όπου γαλουχούνται οι δράστες και οι υποστηρικτές της,

ΙΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να αναληφθεί συγκεκριμένη δράση για την καταπολέμηση κάθε τρομοκρατικής οργάνωσης, δεδομένου ότι κάθε μία έχει τους δικούς της στόχους, τον δικό της τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας και ότι πρέπει να αναληφθεί συγκεκριμένη δράση κατά της οργάνωσης Αλ Κάιντα,

ΙΓ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η απειλή της τρομοκρατίας δεν περιορίζεται σε κάποιες συγκεκριμένες γεωγραφικές ζώνες, αλλά ότι οι τρομοκρατικές οργανώσεις βρίσκονται τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων μας και έχουν δείξει πάνω από μία φορά ότι είναι ικανές να διαπράττουν επιθέσεις και πράξεις βίας σε όλες τις ηπείρους και κατά πολλών χωρών ταυτοχρόνως,

ΙΔ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τόσο τα κράτη μέλη χωριστά όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα θεσμικά της όργανα στο σύνολό τους έχουν ήδη γίνει ή ενδέχεται να γίνουν άμεσοι στόχοι της διεθνούς τρομοκρατίας,

ΙΕ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι θλιβερές εμπειρίες που έχουν συγκεντρωθεί έως σήμερα δείχνουν ότι κανένα κράτος δεν μπορεί να αντιμετωπίσει με επιτυχία μόνο του το φαινόμενο της τρομοκρατίας και ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση φαίνεται πως πρέπει αφενός να θεσπίσει μια κοινή πολιτική για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας που θα επιτρέπει τη χρήση όλων των εργαλείων και όλων των μέσων που έχουν στη διάθεσή τους το κράτος δικαίου και η Ευρωπαϊκή Ένωση, και αφετέρου να σφυρηλατήσει μια ενεργό και δημοκρατικά ελεγχόμενη διεθνή συνεργασία για την καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας,

P.  ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι βασικές προϋποθέσεις για μια αποτελεσματική καταπολέμηση της τρομοκρατίας είναι η ενίσχυση της διατλαντικής συνεργασίας και ο συντονισμός καθώς και η πλήρης εφαρμογή της Δήλωσης ΕΕ-ΗΠΑ του 2004 για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-ΗΠΑ του 2005 για την ενίσχυση της συνεργασίας όσον αφορά τη μη διάδοση και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, και της δήλωσης ΕΕ-ΗΠΑ κατά τη Σύνοδο Κορυφής της Βιέννης του 2006,

ΙΖ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας απαιτεί στενή σύνδεση μεταξύ των εσωτερικών και των εξωτερικών πτυχών της ασφάλειας και ότι η ΕΕ πρέπει να έχει ως στόχο μια συνολική, συνεκτική και διαπυλωνική προσέγγιση αυτής της πρόκλησης,

ΙΗ.   έχοντας επίγνωση του γεγονότος ότι η παγκόσμια διάσταση της τρομοκρατίας απαιτεί μια εξίσου παγκόσμια κινητοποίηση, που θα μπορεί να αντιμετωπίσει το φαινόμενο σε όλες τις πτυχές του, τόσο εκείνες που αφορούν την ασφάλεια όσο και τις πολιτικές, τις οικονομικές, τις κοινωνικές και τις πολιτισμικές,

ΙΘ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση στηρίζεται σε ένα σύστημα αξιών, όπως εκφράζονται επί παραδείγματι στα κριτήρια της Κοπεγχάγης, και ότι αυτές οι αξίες θα πρέπει να προωθούνται σε ολόκληρο τον κόσμο ως ο μόνος τρόπος για την πρόληψη της τρομοκρατίας μακροπρόθεσμα,

Κ.   έχοντας επίγνωση του γεγονότος ότι οι εξωτερικές και οι εσωτερικές διαστάσεις της καταπολέμησης της τρομοκρατίας είναι αλληλοσυνδεόμενες και αδιαχώριστες,

ΚΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόληψη και, κατά συνέπεια, η ανάγκη για εξαντλητική εξέταση των εκθέσεων των υπηρεσιών πληροφοριών, είναι τα βασικά στοιχεία στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, όπως αποδείχθηκε από τις διάφορες επιθέσεις,

ΚΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, για να είναι αποτελεσματική η δράση της Ένωσης κατά της τρομοκρατίας, ζωτική σημασία έχει η στενή συνεργασία και η βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, των κρατών μελών και των υπηρεσιών πληροφοριών τους, καθώς και των ειδικευμένων οργανισμών της Ένωσης (όπως είναι η Europol και η Eurojust),

ΚΓ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συντονιστής αντιτρομοκρατικής δράσης της ΕΕ μπορεί να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο και ότι πρέπει να του δοθούν περισσότερες αρμοδιότητες και πόροι,

ΚΔ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ένωση, στο πλαίσιο της αποτελεσματικής καταπολέμησης της τρομοκρατίας, πρέπει να αναπτύξει μια ενεργό πολιτική πρόληψης, προστασίας και καταστολής και όχι απλώς μια πολιτική εκ των υστέρων κινητοποίησης,

ΚΕ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, για να είναι αποτελεσματική, η καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας και της ιδεολογίας της πρέπει να βασίζεται στην πραγματική πεποίθηση και ισχυρή αποφασιστικότητα της Ένωσης και των κρατών μελών της και να έχει τη στήριξη μιας ευαισθητοποιημένης και καλά ενημερωμένης κοινής γνώμης,

Z.  ΚΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη δεν πρέπει να καθυστερήσουν την υλοποίηση όλων των δεσμεύσεων που συνδέονται με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, και να μεριμνήσουν για την αντιτρομοκρατική συνεργασία τόσο εντός της Ένωσης όσο και σε διεθνές επίπεδο,

ΚΖ.   πεπεισμένο ότι η δαιμονοποίηση οποιασδήποτε κουλτούρας, ενός πολιτισμού ή μιας θρησκείας στο όνομα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας αποτελεί λάθος που ενδέχεται να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα,

ΚΗ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι μεταξύ των θυμάτων της ισλαμικής τρομοκρατίας βρίσκονται και Μουσουλμάνοι, γεγονός το οποίο συνδέεται με τις συγκρούσεις στο εσωτερικό του μουσουλμανικού κόσμου και με τις διενέξεις για την εξουσία και τους φυσικούς πόρους, μεταξύ των οποίων και το πετρέλαιο,

Βασικές αρχές της εξωτερικής διάστασης της καταπολέμησης της διεθνούς τρομοκρατίας

1.   στηρίζει την αναγκαιότητα ενός στρατηγικού στόχου που συνίσταται στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας με σφαιρικό τρόπο, παράλληλα με τον πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου, και αποβλέπει στο να καταστεί ασφαλέστερη η Ευρωπαϊκή Ένωση, ώστε οι πολίτες της να μπορούν να απολαμβάνουν έναν πραγματικό χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης· συμφωνεί με την άποψη του Συμβουλίου ότι, χωρίς να υποβαθμίζεται η σημασία των άλλων μορφών τρομοκρατίας, η πιο σοβαρή απειλή για την Ευρώπη αυτή τη στιγμή προέρχεται από ριζοσπαστικές βίαιες ομάδες που διακηρύσσουν ότι προασπίζονται το Ισλάμ, όπως το εγκληματικό δίκτυο της Αλ Κάιντα και οι ομάδες που συνδέονται με αυτή ή εμπνέονται από την ιδεολογία της·

2.   υπογραμμίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, τα κράτη μέλη της και οι χώρες εταίροι τους πρέπει να χαράξουν μια συνολική στρατηγική κατά της τρομοκρατίας, ακολουθώντας τις βασικές αρχές που καθοδηγούν και τις δράσεις των Ηνωμένων Εθνών, στο πλαίσιο ενός εποικοδομητικού και σοβαρού διαλόγου μεταξύ λαών και εθνών, πολιτιστικών αξιών, θρησκειών και πολιτισμών, που θα λαμβάνει υπόψη τις αντιλήψεις και ανησυχίες όλων των μερών, τηρώντας παράλληλα τους διεθνείς κανόνες·

3.   ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να μεριμνούν ώστε να μην στιγματίζονται ορισμένες ομάδες προσώπων που προέρχονται από διάφορες εθνοτικές κοινότητες και διαμένουν στο ευρωπαϊκό έδαφος, υποστηρίζοντας ιδίως πολιτικές καταπολέμησης της ξενοφοβίας και κάθε παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εις βάρος των κοινοτήτων μεταναστών και προσφύγων, καθώς και τα προγράμματα αναπτυξιακής βοήθειας που υλοποιούνται από μετανάστες ή ενώσεις μεταναστών

4.   εκφράζει τη λύπη του για την αποτυχία της Διάσκεψης Κορυφής των ΗΕ το 2005 να καταλήξει σε συμφωνία σχετικά με πλήρη ορισμό της τρομοκρατίας, και τονίζει την ανάγκη να καταλήξει σε αποδεκτό από όλους ορισμό της διεθνούς τρομοκρατίας· καλεί ως εκ τούτου το Συμβούλιο να εγκρίνει κοινή θέση για τη θέσπιση ορισμού της τρομοκρατίας με βάση την Απόφαση Πλαίσιο του Συμβουλίου 2002/475/ΔΕΥ της 13ης Ιουνίου 2002 σχετικά με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας(3) και λαμβάνοντας υπόψη τον ορισμό που προτάθηκε από τον πρώην Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, κ. Κόφι Ανάν(4)

5.   τονίζει ότι πρέπει να εφαρμοστεί επειγόντως με ορθό και πλήρη τρόπο ένα σύνολο πολιτικών μέτρων εγκεκριμένων στο πιο υψηλό πολιτικό επίπεδο στο πλαίσιο της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, στο πλαίσιο του προγράμματος δράσης και στο πλαίσιο της στρατηγικής για την καταπολέμηση της ριζοσπαστικοποίησης και της στρατολόγησης τρομοκρατών, ώστε οι φιλόδοξοι μηχανισμοί και οι άλλες προτάσεις που περιέχονται στα έγγραφα αυτά να μετατραπούν όσο το δυνατόν συντομότερα σε συγκεκριμένα και αποτελεσματικά πρακτικά μέτρα για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας·

6.   εκφράζει την ικανοποίησή του για την έγκριση, από τη Γενική Συνέλευση, της στρατηγικής των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του συμπληρωματικού σχεδίου δράσης της 8ης Σεπτεμβρίου 2006·τονίζει την ανάγκη να καταπολεμηθεί η τρομοκρατία σε όλες τις μορφές και τις εκφάνσεις της με κάθε δυνατό μέσο, σύμφωνα με τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, όπως αντικατοπτρίζεται στο ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας 1624(2005)· εκφράζει την ανησυχία του για την καθυστέρηση που διαπιστώνεται όσον αφορά την έγκριση της παγκόσμιας σύμβασης κατά της διεθνούς τρομοκρατίας· καλεί τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και τα διάφορα κράτη μέλη να συνεχίσουν να εργάζονται αδιαλείπτως προκειμένου να καταλήξουν σε μια διεθνή συμφωνία που θα επιτρέψει καταρχάς την έγκριση μιας οικουμενικής σύμβασης και στη συνέχεια την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων που περιλαμβάνονται στην εν λόγω στρατηγική και στο σχέδιο δράσης·

7.   εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι, παρά την πασιφανή τρομοκρατική απειλή, ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν ακόμα υπογράψει ή / και κυρώσει ορισμένες από τις δεκαέξι καθολικής ισχύος πράξεις των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας· υπενθυμίζει ότι έως σήμερα μόνο δύο χώρες έχουν κυρώσει δεκατρείς συμβάσεις και ότι άλλες 78 έχουν κυρώσει ήδη δώδεκα· θεωρεί ιδιαίτερα ανησυχητικό το γεγονός ότι 33 άλλες χώρες έχουν κυρώσει το πολύ έξι εκ των συμβάσεων αυτών·

8.   καλεί τα κράτη μέλη και τους εταίρους τους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία δεν το έχουν ήδη πράξει, να θεσπίσουν πάραυτα τους εσωτερικούς νόμους που απαιτούνται για την αποτελεσματική εφαρμογή των εν λόγω συμβάσεων και να ενημερώσουν έγκαιρα τα αρμόδια όργανα των Ηνωμένων Εθνών σχετικά·

9.   συνιστά στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της εξωτερικής δράσης της να κάνει χρήση των κατάλληλων μέσων ώστε να ενθαρρύνει τις χώρες να γίνουν συμβαλλόμενα μέρη σε όλες τις καθολικής ισχύος πράξεις κατά της τρομοκρατίας και να θεσπίσουν, όπου χρειάζεται, την απαραίτητη εσωτερική νομοθεσία για την εφαρμογή των διατάξεων των εν λόγω συμβάσεων και πρωτοκόλλων, αξιοποιώντας παράλληλα την τεχνική εμπειρογνωμοσύνη των Ηνωμένων Εθνών·

10.   τονίζει ότι η εξωτερική δράση της Ένωσης όσον αφορά την καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας πρέπει να επικεντρωθεί καταρχάς στην πρόληψη, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι ριζοσπαστικές ή εξτρεμιστικές ομάδες καθώς και τα κράτη δεν θα καταφύγουν στην τρομοκρατία ούτε θα την στηρίζουν ως μέσου επίτευξης των στόχων τους· καλεί τα κράτη μέλη να αποκτήσουν μεγαλύτερη θεσμική ικανότητα για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας· εκτιμά ότι, σε γενικές γραμμές, οι στόχοι για την πρόληψη που ορίζονται στη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας συνάδουν με τον σκοπό αυτό·

11.   ζητεί από την ΕΕ να μεριμνήσει ώστε όλα τα μέτρα που λαμβάνονται στον τομέα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας να μην οδηγούν στον περιορισμό των δυνατοτήτων των μέσων ενημέρωσης του Νότου όσον αφορά τον χειρισμό με πλήρη ανεξαρτησία των θεμάτων που άπτονται των δικαιωμάτων των φτωχών και ευάλωτων πληθυσμών, πληροφορίες οι οποίες αποτελούν απαραίτητο στοιχείο για τον καθορισμό της συγκεκριμένης βοήθειας που πρέπει να διατεθεί στις χώρες αυτές·

12.   καλεί τα κράτη με τα οποία η ΕΕ έχει αρχίσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις ή τα οποία έχουν εκφράσει την πρόθεσή τους για ένταξη στην ΕΕ να λάβουν άμεσα μέτρα για τη διάλυση ακραίων εθνικιστικών και φανατικών οργανώσεων που έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τις δημοκρατικές αρχές της Ένωσης και υποκινούν την εχθρότητα και το φυλετικό μίσος·

13.   επαναλαμβάνει ότι πρέπει συστηματικά να δίνεται το μήνυμα ότι η τρομοκρατία είναι ανεπίτρεπτη και αδικαιολόγητη σε όλες τις περιστάσεις από κάθε κρατικό και μη κρατικό φορέα και σε όλους τους πολιτισμούς, ανεξάρτητα από τους πολιτικούς, φιλοσοφικούς, ιδεολογικούς, φυλετικούς, εθνοτικούς, θρησκευτικούς ή άλλης φύσεως λόγους που μπορεί να επικληθούν για τη δικαιολόγησή της, και ότι πρέπει να εξαλειφθούν όλα τα στοιχεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους τρομοκράτες όπως η δαιμονοποίηση των θυμάτων, η έκρηξη και η παράταση βίαιων συγκρούσεων, η κακή διακυβέρνηση, οι παραβιάσεις των ατομικών δικαιωμάτων ή των δικαιωμάτων του ανθρώπου, οι διακρίσεις για θρησκευτικούς ή εθνοτικούς λόγους, ο πολιτικός αποκλεισμός και η κοινωνικοοικονομική περιθωριοποίηση·

14.   θεωρεί εξίσου σημαντικό η εξωτερική δράση της Ένωσης για την καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας να έχει ως στόχο, σεβόμενη παράλληλα τη συναφή νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, να αποτρέψει τους τρομοκράτες από το να αποκτήσουν πρόσβαση στα μέσα διάπραξης των επιθέσεών τους, στερώντας τους για παράδειγμα τη δυνατότητα των μετακινήσεων, την πρόσβαση στα μέσα επικοινωνίας και προσηλυτισμού, τη χρήση του Διαδικτύου για τους σκοπούς τους, τη λήψη οικονομικής στήριξης, την εμπλοκή τους σε ξέπλυμα χρημάτων, την πρόσβαση σε όπλα, τόσο συμβατικά όσο και πυρηνικά, βιολογικά, χημικά και ραδιενεργά, και να επιτύχουν εύκολα τους στόχους τους και τα αποτελέσματα που επιδιώκουν·

15.   εκτιμά ότι τα μέτρα προστασίας που περιλαμβάνονται στη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας προσανατολίζονται προς την κατεύθυνση αυτή, αλλά ότι η πραγματική αποτελεσματικότητά τους ποικίλλει σημαντικά· εκτιμά δε ότι υπάρχουν και άλλες επιλογές όσον αφορά την εξωτερική δράση της ΕΕ·

16.   επαναλαμβάνει την ανάγκη καταπολέμησης των ροών παράνομων κεφαλαίων και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στην επικράτεια της Ένωσης (μέσω της μεταφορά ως το Δεκέμβριο 2007 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας)(5) και αλλού και άσκησης αποτελεσματικού ελέγχου επί διαφόρων ισλαμικών φιλανθρωπικών οργανώσεων·

17.   επισημαίνει ότι τα κράτη έχουν την υποχρέωση να επαγρυπνούν και συνιστά την αποφασιστική χρήση όλων των μέσων που διαθέτει η Ένωση για την παρεμπόδιση κάθε παραβίασης αυτής της διεθνούς υποχρέωσης στο πλαίσιο της εξωτερικής δράσης της ώστε να αποτρέπονται ορισμένα κράτη από το να προσφέρουν στήριξη στις τρομοκρατικές ομάδες και να οργανώνουν, να χρηματοδοτούν, να ενθαρρύνουν και να στηρίζουν με κάθε άλλο μέσο τρομοκρατικές δραστηριότητες, μέσω της εφαρμογής κυρωτικών ή καταναγκαστικών μέτρων·

18.   στηρίζει ανεπιφύλακτα την ανάπτυξη της ικανότητας των κρατών να προλαμβάνουν την τρομοκρατία μέσω της προώθησης του κράτους δικαίου, του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και της συγκρότησης αποτελεσματικών συστημάτων ποινικής δικαιοσύνης, καθώς και μέσω της προώθησης της ποιοτικής εκπαίδευσης, της θρησκευτικής και πολιτισμικής ανεκτικότητας· για τον σκοπό αυτό καλεί όλα τα κράτη στο πλαίσιο της διεθνούς κοινότητας να διασφαλίσουν την απαγόρευση δια νόμου της προτροπής διάπραξης τρομοκρατικών ενεργειών και να αποτρέψουν τέτοιου είδους συμπεριφορές, όπως καλούνται να πράξουν από την παγκόσμια στρατηγική για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας του ΟΗΕ, της 8ης Σεπτεμβρίου 2006·

19.   θεωρεί ότι για την ανάπτυξη της προληπτικής ικανότητας τα κράτη πρέπει, επίσης, να εμποδίσουν άμεσα τη χρηματοδότηση τρομοκρατικών οργανώσεων με συγκεκριμένα μέσα, να φροντίσουν για την ασφάλεια των μεταφορών (όπως ορίζεται στο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα για την Προστασία Κρίσιμων Υποδομών (EPCIP)) (COM(2004)0702), να εκμεταλλευτούν τις δυνατότητες που προσφέρει το Διαδίκτυο για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και να βελτιώσουν την προστασία των δυνητικών στόχων των τρομοκρατών και την ικανότητα αντιμετώπισης των επιθέσεων, καθώς και την ικανότητα των κρατών να εμποδίζουν την απόκτηση συμβατικών όπλων ή πυρηνικών, βιολογικών, χημικών ή ραδιενεργών υλικών από τους τρομοκράτες·

20.   επιμένει ότι, στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, πρέπει να συνεχίσουν να προστατεύονται τα δικαιώματα του ανθρώπου και οι ατομικές ελευθερίες μέσω των διαθέσιμων διεθνών πράξεων, διότι τα δικαιώματα του ανθρώπου αποτελούν καθολική αξία και ιδιαίτερο στοιχείο της εξωτερικής μας δράσης, αλλά η παραβίασή τους αποτελεί de facto σαφές πλήγμα κατά του αντιτρομοκρατικού αγώνα και ξεκάθαρη νίκη των τρομοκρατών και αποτελεί αποτυχία της δημοκρατίας· θεωρεί, συνεπώς, ότι τα μόνα αποτελεσματικά μέσα για την καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας είναι τα νόμιμα μέσα και ότι όλες οι δραστηριότητες που διαφεύγουν του ανεξάρτητου διεθνούς ελέγχου, όπως οι κατ" εξαίρεση παραδόσεις ή οι φυλακές που λειτουργούν εκτός του διεθνούς νομικού πλαισίου, θα πρέπει να απαγορεύονται από το διεθνές δίκαιο·

21.   θεωρεί ότι πρέπει απαραιτήτως να διατεθούν επαρκείς ανθρώπινοι και δημοσιονομικοί πόροι για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας· στηρίζει τις διάφορες προτάσεις της Επιτροπής σχετικά με το ζήτημα αυτό· προτείνει να προέρχεται από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης η χρηματοδότηση του κοινού κόστους κάθε αντιτρομοκρατικής επιχείρησης στο πλαίσιο της ΕΠΑΑ· τάσσεται υπέρ της δημιουργίας ενός διεθνούς ταμείου που θα στηρίζει δημοσιονομικά τα κράτη που έχουν περιορισμένους πόρους, προκειμένου να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας·

22.   φρονεί ότι το να συμπεριληφθούν στην ΕΑΒ οικονομικές ενισχύσεις σε σχέση με ένα φάσμα δραστηριοτήτων που συνδέονται με την πρόληψη και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας θα διακύβευε απλώς ακόμη περισσότερο την έννοια της επίσημης αναπτυξιακής βοήθειας και τον πρώτιστο σκοπό της: την εξάλειψη της φτώχειας·

23.   επιμένει ότι οιοδήποτε πρόγραμμα της ΕΕ για την ανάπτυξη της συνεργασίας σχετικά με αντιτρομοκρατικές δραστηριότητες, τεχνολογίες επιτήρησης και ανταλλαγές πληροφοριών θα πρέπει να περιλαμβάνει μια οικονομική ρήτρα η οποία θα διασφαλίζει τμήμα του προϋπολογισμού για θέματα θεμελιωδών δικαιωμάτων καθώς και μεταγενέστερες ανεξάρτητες εκτιμήσεις επιπτώσεων·

24.   εφιστά επιμόνως την προσοχή των κρατών μελών στο γεγονός ότι τίποτα δεν μπορεί να δικαιολογήσει την εκτροπή της βοήθειας υπέρ των χωρών που είναι αφοσιωμένες στη μείωση της φτώχειας και την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της χιλιετίας προς όφελος χωρών που έχουν εμπλακεί άμεσα στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας·

25.   υπενθυμίζει ότι οι πρόσθετοι δημοσιονομικοί πόροι που αποδεσμεύτηκαν με την εφαρμογή καινοτόμων χρηματοδοτικών μέσων δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τις δεσμεύσεις της ΕΑΒ και φρονεί ότι, μόλις καταστούν διαθέσιμες, αυτές οι νέες πιστώσεις δεν θα πρέπει να χρησιμεύσουν για τη χρηματοδότηση μέτρων πρόληψης ή καταπολέμησης της τρομοκρατίας εις βάρος των μέτρων καταπολέμησης της φτώχειας για τα οποία πρέπει υποχρεωτικά να προορίζονται·

26.   εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η ανάπτυξη μιας κοινής προσέγγισης της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα μπορούσε να αποτελέσει στοιχείο της προσπάθειας για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, και εκφράζει ως εκ τούτου την ανησυχία του για το γεγονός ότι ο τεχνικός εξοπλισμός που τίθεται στη διάθεση των αρμόδιων για τον έλεγχο των συνόρων αρχών δεν είναι στο σύνολό του υψηλών προδιαγραφών·

27.   υπογραμμίζει τον καίριο ρόλο της κοινωνίας των πολιτών και των ΜΚΟ για την προαγωγή της αλληλοκατανόησης μεταξύ των πολιτισμών και των θρησκειών μέσω του εποικοδομητικού διαλόγου·

28.   εκτιμά ότι είναι ουσιώδες να αναπτυχθεί διαπολιτισμικός διάλογος και άλλα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης εντός και εκτός της ΕΕ με πρώτη προϋπόθεση την επίτευξη ενός κοινού ορισμού της έννοιας του "διαπολιτισμικού διαλόγου" στο εσωτερικό της ΕΕ· επιπλέον, εκτιμά ότι είναι επίσης ουσιώδες να εξεταστούν οι παράγοντες που συμβάλλουν στην ριζοσπαστικοποίηση και τη στρατολόγηση Μουσουλμάνων εντός και εκτός Ευρώπης·

Μέσα που διαθέτει η Ένωση στο πλαίσιο της εξωτερικής δράσης της για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας

29.   υπογραμμίζει τον πολλαπλό χαρακτήρα των μέσων αντίδρασης που έχει στη διάθεσή της η Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της εξωτερικής της δράσης για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την ανάγκη συνδυασμού και συνεκτικής χρήσης από πλευράς των κρατών μελών των πολιτικών μέσων, των μέσων πρόληψης και καταστολής, των μέσων αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας, των μέσων εκπαίδευσης και κατάρτισης, καθώς και κάθε άλλου είδους μέσου αντίδρασης που, εφόσον ζητηθεί και στηριχθεί από τα Ηνωμένα Έθνη, εντάσσεται σε μια πολυμερή στρατηγική·

30.   υπενθυμίζει τις συστάσεις που περιλαμβάνονται στο από 28 Σεπτεμβρίου 2006 ψήφισμά του(6) και εμμένει ειδικότερα στο γεγονός ότι, αν συμπεριληφθεί, χάριν της συνεργασίας για την ανάπτυξη, πληθώρα στόχων που δεν συνδέονται παρά μόνον έμμεσα, ή και καθόλου, με τη στρατηγική που καθορίζεται στην Ευρωπαϊκή κοινή αντίληψη για την ανάπτυξη και την υλοποίηση των αναπτυξιακών στόχων της χιλιετηρίδας (ΑΣΧ), για τους οποίους ο ΟΗΕ αναφέρει ότι απαιτείται ετήσια συμπληρωματική βοήθεια 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ, θα αυξηθεί σημαντικά η δυσκολία όσον αφορά την ανάληψη αποτελεσματικής δράσης κατά της φτώχειας·

31.   ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ακολουθήσουν μια αντιτρομοκρατική πολιτική που θα μεριμνά ώστε να μην διακυβεύονται οι λύσεις που παρέχει η ευρωπαϊκή συνεργασία για την ανάπτυξη όσον αφορά τη χάραξη και την εφαρμογή στρατηγικών που στοχεύουν στην αποτελεσματική καταπολέμηση της φτώχειας και στην πρόληψη των όλο και πιο παρατεταμένων βίαιων συγκρούσεων, ιδιαίτερα στην Αφρική·

32.   επιμένει ότι η αντίδραση που θα υιοθετήσει η ΕΕ έναντι της τρομοκρατίας πρέπει να είναι αναλογική και να στοχεύει επακριβώς την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ότι, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, στο πλαίσιο του αγώνα κατά των νέων μορφών τρομοκρατίας, τα παραγωγικότερα μέτρα είναι οι αποτελεσματικές υπηρεσίες πληροφοριών και αστυνόμευσης, με άλλα λόγια νόμιμες δραστηριότητες οι οποίες όμως δεν εμπίπτουν ούτε στην πολιτική της συνεργασίας για την ανάπτυξη ούτε στην καταπολέμηση της φτώχειας·

33.   επαναλαμβάνει, για τον σκοπό αυτό, την πρότασή του για ενίσχυση της συνεκτικότητας και της αποτελεσματικότητας της αντιτρομοκρατικής πολιτικής της Ένωσης στο πλαίσιο των σχέσεών της με τις τρίτες χώρες, με τους εξής τρόπους:

   α) ενίσχυση του πολιτικού διαλόγου με όλες τις τρίτες χώρες σχετικά με το ζήτημα αυτό και ιδίως με τις χώρες με τις οποίες η Ένωση ή/και τα κράτη μέλη της έχουν συνάψει ή διαπραγματευτεί συμφωνίες σύνδεσης ή συνεργασίας,
   β) πολιτική, εμπορική και αναπτυξιακή στήριξη των μετριοπαθών ισλαμικών χωρών, τόσο στον τομέα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας όσο και στον τομέα των κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων που πραγματοποιούνται σε αυτές τις χώρες·
   γ) ενίσχυση του διαλόγου και της συνεργασίας όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας με τους μεγάλους εταίρους της Ένωσης (το Ισραήλ, την Ιαπωνία, την Αυστραλία, τον Καναδά, τη Ρωσία κ.λπ.) και ιδίως τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες βρίσκονται στην πρώτη γραμμή στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, χωρίς να πλήττεται με κανέναν τρόπο η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου,
   δ) προώθηση της διεθνούς συναίνεσης για την έγκριση της παγκόσμιας σύμβασης για τη διεθνή τρομοκρατία και την ανάπτυξη της στρατηγικής για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας των Ηνωμένων Εθνών, της 8ης Σεπτεμβρίου 2006, περιλαμβανομένου και κοινού ορισμού της τρομοκρατίας,
   ε) την απαίτηση προς όλες τις χώρες με τις οποίες η Ένωση διατηρεί σχέσεις να υπογράψουν και να κυρώσουν τις δεκαέξι καθολικής ισχύος πράξεις των Ηνωμένων Εθνών που αφορούν την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, καθώς και το προαιρετικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης του ΟΗΕ κατά των Βασανιστηρίων και Άλλων Τρόπων Σκληρής, Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας,
   στ) αυστηρή εφαρμογή της ρήτρας σχετικά με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, καθώς και εφαρμογή της ρήτρας σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, η οποία περιλαμβάνεται στις συμφωνίες με τις χώρες αυτές, χωρίς καμία τροποποίηση που θα μπορούσε να αποδυναμώσει το περιεχόμενό τους,
   ζ) διακοπή των πολιτικών και εμπορικών σχέσεων με κράτη τα οποία συστηματικά δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους προς την Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Καταπολέμηση της Τρομοκρατίας,
   η) θέσπιση του διοργανικού κώδικα συμπεριφοράς για τις εξωτερικές σχέσεις της Ένωσης, όπως προτάθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του, της 25ης Απριλίου 2002, με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην προώθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του εκδημοκρατισμού στις τρίτες χώρες(7),
   θ) ενίσχυση της συνεργασίας με τους διεθνείς και τους περιφερειακούς οργανισμούς που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των προσπαθειών διατήρησης της ειρήνης και της παγκόσμιας ασφάλειας, όπως ο ΟΗΕ (ιδίως το Συμβούλιο Ασφαλείας του και η επιτροπή του κατά της τρομοκρατίας και το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα), ο ΟΑΣΕ, το Συμβούλιο της Ευρώπης και το ΝΑΤΟ,
   ι) προώθηση της αυστηρής εφαρμογής του ψηφίσματος 1540 (2004) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, προκειμένου να μην δύνανται μη κρατικοί φορείς και κράτη που δεν έχουν υπογράψει τη συνθήκη για τη μη διασπορά των πυρηνικών όπλων να αποκτούν πυρηνικά, χημικά ή βιολογικά όπλα, στο πλαίσιο της κοινοτικής στρατηγικής κατά της διασποράς των όπλων μαζικής καταστροφής, και ανάπτυξη και στήριξη νέων πρωτοβουλιών για τον πυρηνικό αφοπλισμό και της αναβίωσης της Διάσκεψης του ΟΗΕ για τον Αφοπλισμό,
   ια) ενίσχυση της συνεργασίας για την ανταλλαγή πληροφοριών και της συνεργασίας στο εσωτερικό των υπηρεσιών ασφάλειας και πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών υπηρεσιών πληροφοριών, καθώς και μεταξύ των αρχών καταστολής, των δικαστικών αρχών και των τελωνειακών αρχών των κρατών μελών, και συγκεκριμένα του Joint Situation Centre (SitCen), του European Agency for the Management of Operational Cooperation at the External Borders (Frontex), της Europol, της Interpol και της Eurojust και των διαφόρων αρμόδιων αρχών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, του συντονιστή αντιτρομοκρατικής δράσης, κ. Gijs de Vries, και του Επιτρόπου για θέματα δικαιοσύνης, ελευθερίας και ασφάλειας, κ. Franco Frattini· της βελτίωσης των πρωτοκόλλων ασφάλειας και διαλειτουργικότητας, διαχωρίζοντας αυστηρά τις δραστηριότητες των υπηρεσιών πληροφοριών από αυτές των υπηρεσιών επιβολής του νόμου, όπως ορίζεται από πολλά εθνικά συντάγματα και υπό τον όρο ότι εξασφαλίζεται κοινοβουλευτικός και δικαστικός έλεγχος·
   ιβ) διοργάνωση τακτικών συσκέψεων (τουλάχιστον μία ετησίως), με συμμετοχή των αρμόδιων υπουργών των κρατών μελών, του Επιτρόπου για θέματα δικαιοσύνης, ελευθερίας και ασφάλειας, του συντονιστή αντιτρομοκρατικής δράσης της ΕΕ και των επικεφαλής της Europol, της Eurojust, του SitCen και του Frontex, οι οποίες θα είναι αφιερωμένες αποκλειστικά στο ζήτημα της καταπολέμησης της διεθνούς τρομοκρατίας·
   ιγ) προώθηση της παγκόσμιας συναίνεσης όσον αφορά την ανάγκη να τεθεί τέρμα στις υπερπόντιες τραπεζικές υπηρεσίες και σε άλλες μορφές αδιαφανών φορολογικών παραδείσων που χρησιμοποιούν οι τρομοκράτες για να συγκαλύψουν τις χρηματοοικονομικές τους συναλλαγές·
   ιδ) εφαρμογή του Πρωτοκόλλου για την καταπολέμηση της λαθραίας κατασκευής και διακίνησης πυροβόλων όπλων, πυρομαχικών και άλλων σχετικών υλικών, το οποίο συμπληρώνει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση του διακρατικού οργανωμένου εγκλήματος και του προγράμματος δράσης του ΟΗΕ για την παρεμπόδιση, καταπολέμηση και εξαφάνιση του παρανόμου εμπορίου φορητών όπλων και ελαφρού οπλισμού σε όλες τις μορφές του·
   ιε) ενίσχυση της αντιτρομοκρατικής στρατιωτικής μονάδας μέσω εκπαίδευσης και άλλων μέτρων·
   p) ιστ) αύξηση των αρμοδιοτήτων της Europol προκειμένου να διασφαλιστεί ότι συμβάλλει αποτελεσματικά στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας·
   ιζ) βελτίωση της συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών και της συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών, καθώς και μεταξύ των αστυνομικών, δικαστικών και τελωνειακών αρχών·
   ιη) βελτίωση της συνεργασίας των ειδικών δυνάμεων των κρατών μελών με αυτές τρίτων χωρών·

34.   εξαίρει τις διάφορες πρωτοβουλίες για την προαγωγή του διαλόγου, της ανεκτικότητας και της κατανόησης μεταξύ διαφορετικών πολιτιστικών αξιών, πολιτισμών και θρησκειών· θεωρεί ότι η ιδέα της δημιουργίας ευρωμεσογειακής ιθαγένειας αποτελεί παράδειγμα ευρείας και συγκεκριμένης πρωτοβουλίας που μπορεί να συμβάλει ώστε να προβληθούν απόψεις για το κοινό μέλλον της περιοχής·

35.   τονίζει την ανάγκη για μεγαλύτερη συνεργασία και συντονισμό με τις Ηνωμένες Πολιτείες στον αγώνα για την καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας, υπογραμμίζοντας παράλληλα την ανάγκη προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου·

36.   τονίζει την ανάγκη αύξησης των αρμοδιοτήτων και των διαθέσιμων πόρων του συντονιστή αντιτρομοκρατικής δράσης της ΕΕ (με ιδιαίτερη μνεία στους ανεπαρκείς πόρους που του έχουν διατεθεί), ώστε το έργο του να αποκτήσει μεγαλύτερο κύρος και αποτελεσματικότητα·

37.   καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο, στις εξωτερικές σχέσεις τους, να επιμείνουν στην υπογραφή και την επικύρωση του καταστατικού της Ρώμης και, κατά συνέπεια, στην καθολική αναγνώριση της δεσμευτικής αρμοδιότητας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ) από όλα τα τρίτα κράτη·

38.   καλεί το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να αναλάβουν αποτελεσματική και έμπρακτη δράση για την απαγόρευση των τρομοκρατικών οργανώσεων·

39.   θεωρεί ότι είναι απαραίτητο να ενθαρρυνθεί η ενίσχυση της σταθερότητας στο εξωτερικό της Ένωσης, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα και τους πόρους που είναι διαθέσιμα για την εξωτερική δράση και αναλαμβάνοντας δράσεις όπως:

   α) το νέο μηχανισμό σταθερότητας, ο οποίος δημιουργήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1717/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Νοεμβρίου 2006(8), ο οποίος θα παράσχει τη νέα νομική βάση για τη μακροπρόθεσμη βοήθεια γύρω από θέματα όπως η καταπολέμηση της τρομοκρατίας, η μη διασπορά των όπλων μαζικής καταστροφής, η καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, ο αφοπλισμός όσον αφορά τα συμβατικά όπλα και η ανθρώπινη ασφάλεια· υπενθυμίζει τη δήλωση της Επιτροπής σχετικά με τα αντιτρομοκρατικά μέτρα που προσαρτάται στον μηχανισμό σταθερότητας, στην οποία η Επιτροπή δεσμεύεται ότι όλα τα αντιτρομοκρατικά μέτρα που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του μηχανισμού αυτού θα σέβονται τις υποχρεώσεις περί δικαιωμάτων του ανθρώπου και το συναφές ανθρωπιστικό δίκαιο και ότι η Επιτροπή θα παρακολουθεί τη συμμόρφωση των δικαιούχων χωρών με αυτά,
   β) στήριξη, ωσότου τεθεί σε ισχύ ο μηχανισμός αυτός, της στρατηγικής για τη βοήθεια που έχει καταρτίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να βοηθήσει τις τρίτες χώρες στην αντιμετώπιση της τρομοκρατικής απειλής στο πλαίσιο προγραμμάτων, όπως του ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1638/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 2006(9) και του μηχανισμού σταθερότητας, καθώς και της ενσωμάτωσης της αντιτρομοκρατικής ενίσχυσης σε όλα τα προγράμματα βοήθειας, όπως ζητήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο,
   γ) εφαρμογή της στρατηγικής αυτής σε όλους τους τομείς εξωτερικής δράσης της Ένωσης, καθώς και σε όλα τα μεγάλα προγράμματα αναπτυξιακής βοήθειας, εξαιρουμένης της ανθρωπιστικής βοήθειας για την οποία δεν ισχύουν ουσιαστικά περιορισμοί,
   δ) ενισχυμένη χρήση του Μηχανισμού Ταχείας Αντίδρασης για τις επιχειρήσεις στρατιωτικού και μη χαρακτήρα·
   ε) το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα μεριμνήσουν ώστε το ενδιαφέρον προς τα θύματα της τρομοκρατίας να καταστεί ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής της Ένωσης στον τομέα αυτό, να τους δοθεί απόλυτη προσοχή ώστε να ακουστεί η φωνή τους, να ενημερώνονται και να λαμβάνουν κάθε δυνατή βοήθεια,
   στ) δημιουργία ενός παρόμοιου γραφείου στο πλαίσιο της νέας αντιτρομοκρατικής στρατηγικής του ΟΗΕ, της 8ης Σεπτεμβρίου 2006, το οποίο θα προσέφερε βοήθεια σε όλα τα θύματα της τρομοκρατίας, ανεξαρτήτως ιθαγένειας·

40.   καλεί την Επιτροπή να υποβάλει όσο το δυνατόν συντομότερα ανακοίνωση που θα περιλαμβάνει τους υφιστάμενους μηχανισμούς και προγράμματα βοήθειας για τον περιορισμό και την καταπολέμηση των απειλών κατά της ασφάλειας που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι πολίτες της, και κυρίως να υποβάλει προτάσεις και συστάσεις για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της συνεκτικότητας των προγραμμάτων βοήθειας της Ένωσης·

41.   καλεί τα κράτη μέλη να συνδράμουν περισσότερο στην ολοκληρωμένη αξιολόγηση των απειλών που θα καλύπτει το σύνολο της ΕΕ, αυξάνοντας τη ροή πληροφοριών προς το SitCen της Γραμματείας του Συμβουλίου της ΕΕ· καλεί τα κράτη μέλη να αυξήσουν το ανθρώπινο δυναμικό και τους πόρους που έχει στη διάθεσή του το Κέντρο Επιχειρήσεων και να κάνουν αυξημένη χρήση των μοναδικών συνδυασμένων αξιολογήσεων της τρομοκρατίας που διαθέτει, οι οποίες περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με εξωτερικές απειλές, καθώς και πληροφορίες από τις εσωτερικές υπηρεσίες ασφαλείας και την Europol·

42.   συνιστά τη λήψη μέτρων για τη συγκρότηση νέας σύνθεσης του Συμβουλίου που θα αποτελείται από υπουργούς εξωτερικών και εσωτερικών όταν εξετάζονται θέματα που άπτονται της καταπολέμησης της τρομοκρατίας·

43.   προτείνει την εφαρμογή των διατάξεων της Συνθήκης ΕΕ σχετικά με την ΕΠΑΑ στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, καθώς και της δήλωσης για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας,της 25ης Μαρτίου 2004, του σχεδίου δράσης που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την 21η Σεπτεμβρίου 2001 και της αντιτρομοκρατικής στρατηγικής της 14ης και 15ης Δεκεμβρίου 2005, με την έγκριση πρωτοβουλιών όπως:

   α) η από κοινού κατάρτιση σχεδίων αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων με την αποτελεσματική εφαρμογή της ρήτρας αλληλεγγύης και αμοιβαίας συνδρομής της Δήλωσης για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας,
   β) η προσφυγή, εφόσον απαιτείται, σε ειδικές αστυνομικές ή/και στρατιωτικές επιχειρήσεις ΕΠΑΑ, στο πλαίσιο της αντίδρασης της Ένωσης στην τρομοκρατία,
   γ) η προσαρμογή στα νέα καθήκοντα της μόνιμης διαρθρωμένης συνεργασίας και των μάχιμων ομάδων που προβλέπονται με το πρωτόκολλο 23 της Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης,
   δ) η παρέκκλιση από τον κανόνα της ομοφωνίας σε ορισμένους τομείς αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις·

Κοινοβουλευτικός έλεγχος της καταπολέμησης της διεθνούς τρομοκρατίας από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης

44.   υπογραμμίζει τη ζωτική σημασία που έχει η πρόληψη όσον αφορά την καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας και την ανάγκη ανταλλαγής σε πραγματικό χρόνο με τα άλλα κράτη μέλη και τα κοινοτικά θεσμικά όργανα όλων των πληροφοριών που αποκτώνται, μέσω αξιόπιστων και αποτελεσματικών συστημάτων πληροφοριών και της αυστηρής και επαγγελματικής αξιολόγησης των εκθέσεων που καταρτίζουν οι διάφορες αστυνομικές υπηρεσίες και υπηρεσίες πληροφοριών·

45.   ζητεί από το Συμβούλιο να επανεξετάσει και να προσαρμόσει στα πρόσφατα δεδομένα τη διοργανική συμφωνία της 20ης Νοεμβρίου 2002 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ευαίσθητες πληροφορίες του Συμβουλίου στον τομέα της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας(10), ώστε να βελτιωθεί το σημερινό σύστημα διαβίβασης χαρακτηρισμένων πληροφοριών και να διασφαλιστεί η διαβίβαση στο ΕΚ όλων των διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με την καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας, χωρίς να παρακρατούνται σε καμία περίπτωση από αυτό πληροφορίες που, σε εγχώριο επίπεδο, έχουν διαβιβαστεί ή πρέπει να διαβιβάζονται στο εθνικό κοινοβούλιο από τις αντίστοιχες κυβερνήσεις των κρατών μελών ή τις διεθνείς οργανώσεις στις οποίες συμμετέχουν·

46.   ζητεί από το Συμβούλιο, στο πλαίσιο της ετήσιας έκθεσής του για την ΕΠΑΑ, να μην περιορίζεται στην περιγραφή των δραστηριοτήτων της Ένωσης όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, αλλά, βάσει του άρθρου 21 της συνθήκης της Ένωσης, να προσέρχεται σε ουσιαστικές διαβουλεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσον αφορά τις κύριες πτυχές και τις βασικές επιλογές του αντιτρομοκρατικού αγώνα, γεγονός που αποτελεί προτεραιότητα της ευρωπαϊκής στρατηγικής ασφάλειας, της εξωτερικής δράσης της Ένωσης και της ΕΠΑΑ στο σύνολό της· θεωρεί απαραίτητο να ενημερώνεται το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και να ζητείται η γνώμη του σε περίπτωση μαζικής τρομοκρατικής επίθεσης, εάν απαιτείται μέσω της ειδικής επιτροπής που προβλέπεται στην προαναφερθείσα διοργανική συμφωνία της 20ης Νοεμβρίου 2002·

47.   θεωρεί ότι ο πολιτικός διάλογος υψηλού επιπέδου στον οποίο συμμετέχουν κάθε εξάμηνο το ΕΚ, το Συμβούλιο και η Επιτροπή με θέμα την καταπολέμηση της τρομοκρατίας αποτελεί καλό παράδειγμα των δυνατοτήτων που υπάρχουν σήμερα όσον αφορά τη διοργανική συνεργασία για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας· προτείνει να πραγματοποιούνται οι συναντήσεις αυτές τουλάχιστον μια φορά το τρίμηνο και να συμμετέχουν στην αντιπροσωπεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και οι πρόεδροι των μόνιμων επιτροπών που ασχολούνται με τους τρεις μεγάλους τομείς της εξωτερικής δράσης (εξωτερικές υποθέσεις, διεθνές εμπόριο και αναπτυξιακή συνεργασία)·

48.   ζητεί οι εκθέσεις που καταρτίζει το SitCen για το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαβιβάζονται και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε τακτική βάση, εφόσον απαιτείται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει η προαναφερθείσα διοργανική συμφωνία·

49.   θεωρεί ότι απαιτείται η ενεργός συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στον μηχανισμό εφαρμογής της ρήτρας αλληλεγγύης της Δήλωσης για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, ιδίως στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι αποφάσεις που λαμβάνονται έχουν επιπτώσεις στο επίπεδο της ΕΠΑΑ·

50.   ζητεί από την Επιτροπή και τον ευρωπαίο συντονιστή για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας να υποβάλλουν ετήσια έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους στον τομέα αυτό και να λαμβάνουν υπόψη ενδεχόμενες σχετικές παρατηρήσεις και συστάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

51.   ζητεί εκ νέου από το Συμβούλιο να ενημερώνει το Κοινοβούλιο σχετικά με την τακτική ενημέρωση της κοινής θέσης 2001/931/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 27ης Δεκεμβρίου 2001, για την εφαρμογή των ειδικών μέτρων για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας(11) (κατάλογος τρομοκρατικών ομάδων και οργανώσεων), και την εξέλιξή τους από το 2001·

52.   δεσμεύεται να διενεργήσει ενισχυμένο διάλογο με τα εθνικά κοινοβούλια όσον αφορά την καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας, με στόχο τη διασφάλιση του κοινού κοινοβουλευτικού ελέγχου των δραστηριοτήτων των διαφόρων υπηρεσιών ασφάλειας και πληροφοριών, καθότι καθήκον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ως αντιπροσώπου των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι η άσκηση δημόσιου και διαφανούς ελέγχου των μέτρων που λαμβάνει η Ένωση όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, ιδίως των δραστηριοτήτων του ευρωπαίου συντονιστή αντιτρομοκρατικής δράσης και των διαφόρων οργάνων που ασχολούνται με το ζήτημα αυτό·

o
o   o

53.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και στις ειδικές υπηρεσίες του.

(1) ΕΕ L 139, 29.5.2002, σ. 9. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 14/2007 (ΕΕ L 6, 11.1. 2007, σ. 6)
(2) ΕΕ C 124 E, 25.5.2006, σ. 241.
(3) OJ L 164, 22.6.2002, σ. 3.
(4) "Πέραν των πράξεων που περιγράφονται ήδη σε υπάρχουσες συμβάσεις, μια πράξη συνιστά τρομοκρατία εάν αποσκοπεί στην πρόκληση θανάτου ή σοβαρής σωματικής βλάβης εις βάρος πολιτών ή μη μαχίμων με σκοπό τον εκφοβισμό ενός πληθυσμού ή τον εξαναγκασμό μιας κυβέρνησης ή ενός διεθνούς οργανισμού να προβεί σε οιαδήποτε ενέργεια ή να απόσχει από αυτήν" (ορισμός όπως προτάθηκε αρχικά από την Επιτροπή Υψηλού Επιπέδου για τις Απειλές, τις Προκλήσεις και την Αλλαγή στην από 2 Δεκεμβρίου 2004 έκθεσή της).
(5) ΕΕ L 309, 25.11.2005, σ. 15.
(6) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2006)0382.
(7) ΕΕ C 131 Ε, 5.6.2003, σ. 147.
(8) ΕΕ L 327, 24.11.2006, σ. 1.
(9) ΕΕ L 310, 9.11.2006, σ. 1.
(10) ΕΕ C 298, 30.11.2002, σ. 1.
(11) ΕΕ L 344, 28.12.2001, σ. 93.


Γενικοί προσανατολισμοί των οικονομικών πολιτικών για το 2007
PDF 417kWORD 116k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας: προπαρασκευαστική έκθεση για τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών για το 2007 (2006/2272(INI))
P6_TA(2007)0051A6-0012/2007

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για την ανάπτυξη και την απασχόληση (2005-2008) (COM(2005)0141) (οι ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές),

–   έχοντας υπόψη την απόφαση 2005/600/ΕΚ του Συμβουλίου της 12ης Ιουλίου 2005 για τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών(1),

–   έχοντας υπόψη τις οικονομικές προβλέψεις της Επιτροπής(2),

–   έχοντας υπόψη την οικονομική έκθεση για την ΕΕ για το 2006 της Επιτροπής της 22ας Νοεμβρίου 2006, με τίτλο "Δυναμική προσαρμογής στην Ευρωζώνη - Εμπειρίες και προκλήσεις",

–   έχοντας υπόψη τις εκθέσεις των κρατών μελών του φθινοπώρου 2006 για την εφαρμογή των εθνικών προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων (ΕΠΜ) οι οποίες υπεβλήθησαν στο πλαίσιο της Στρατηγικής της Λισαβόνας(3),

–   έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση προόδου της Επιτροπής της 12ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με τη Στρατηγική της Λισαβόνας, "Εφαρμόζοντας την ανανεωμένη στρατηγική της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση - Ένα έτος υλοποίησης της στρατηγικής",

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο "Η μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών στην ΕΕ" (COM(2006)0574),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Το δημογραφικό μέλλον της Ευρώπης - μετατροπή μιας πρόκλησης σε ευκαιρία" (COM(2006)0571),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, την Επιτροπή των Περιφερειών και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με τίτλο "Ετήσια δήλωση για την Ευρωζώνη" (COM(2006)0392),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Μαΐου 2005 σχετικά με τη σύσταση της Επιτροπής που αφορά τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών και της Κοινότητας στο πλαίσιο των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών για την ανάπτυξη και την απασχόληση (2005-2008)(4),

–   έχοντας υπόψη το έγγραφο βασικών θεμάτων της Προεδρίας του Συμβουλίου της 7ης Φεβρουαρίου 2006 για τη συνεδρίαση του Συμβουλίου ECOFIN ("Key Issues Paper") ενόψει του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου 2007,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας της 23ης και 24ης Μαρτίου 2000, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Γκέτεμποργκ της 15ης και 16ης Ιουνίου 2001, και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Βρυξελλών της 22ας και 23ης Μαρτίου 2005,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 99, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A6-0012/2007),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές αποτελούν κεντρικό μέσο της οικονομικής πολιτικής και της πολιτικής απασχόλησης της ΕΕ, το οποίο έχει μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα τριών ετών· λαμβάνοντας υπόψη ότι το εν λόγω μέσο θα πρέπει να αξιολογηθεί προσεκτικά και να εξελιχθεί περαιτέρω με βάση την έκδοση του 2005 και την επικείμενη αξιολόγησή του προς όφελος μιας καλύτερης εφαρμογής,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές, το μεταρρυθμισμένο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το δημοσιονομικό πλαίσιο την περίοδο 2007-2013, θα συμβάλουν από κοινού τόσο στη δημιουργία μεγαλύτερης συνοχής στη διαδικασία χάραξης πολιτικής όσο και στη βελτίωση της οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές δεν πρέπει να περιορίζονται απλώς στην αναδιατύπωση υφιστάμενων πολιτικών αλλά να καταστούν μια πραγματικά ολοκληρωμένη δέσμη πολιτικών που θα περιλαμβάνει και θα συνδυάζει τη μακροοικονομική και μικροοικονομική διάσταση καθώς και τη διάσταση της απασχόλησης,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές αποτελούν καίριο συστατικό στοιχείο της στρατηγικής της Λισαβόνας και ότι, ως βασικό μέσο υλοποίησής τους θα πρέπει να επιδιώκουν αμοιβαία ενθαρρυντικές μεταρρυθμίσεις όσον αφορά την οικονομία, την απασχόληση, το περιβάλλον και την κοινωνική ασφάλιση με τη συνδρομή ενός ισορροπημένου μείγματος πολιτικής (Policy Mix),

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική ανάπτυξη δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά απαραίτητη προϋπόθεση και, συνεπώς, συστατικό στοιχείο μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης για τη διασφάλιση της ευημερίας και του βιοτικού επιπέδου των πολιτών· λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιδίωξη της βιώσιμης ανάπτυξης θα πρέπει να στηρίζεται σε οικονομική, κοινωνική, δημοσιονομική πολιτική και πολιτική στον τομέα της απασχόλησης και του περιβάλλοντος η οποία θα αναλαμβάνει την ευθύνη της έναντι των επόμενων γενεών,

Αξιοποίηση της ανάκαμψης της οικονομίας και της αύξησης της απασχόλησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση

1.   επισημαίνει ότι μετά από έξι χρόνια ασθενούς ανάπτυξης της οικονομίας, στασιμότητας, έως και ύφεσης σε πολλά κράτη μέλη, η ευρωπαϊκή οικονομία σημειώνει καλύτερα αποτελέσματα με ρυθμό ανάπτυξης ο οποίος υπερβαίνει τον αντίστοιχο ρυθμό των προηγούμενων ετών, δηλαδή ποσοστό ανάπτυξης που φθάνει, το 2006, στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο 2,8% και στην ευρωζώνη στο 2,6% του ΑΕγχΠ η οποία παρουσιάζει, εντούτοις, πτώση στο 2,4% στην ΕΕ και στο 2,1% στην ευρωζώνη το 2007· διερωτάται σε ποιο βαθμό η ανάπτυξη αυτή είναι κυκλική και τονίζει την ανάγκη να ενισχυθεί το δυναμικό ανάπτυξης, προκειμένου να καταστεί δυνατή η δημιουργία θέσεων απασχόλησης·

2.   επισημαίνει ότι υπάρχουν μεγάλες ανισότητες μεταξύ των ρυθμών ανάπτυξης των κρατών μελών και εκφράζει την ανησυχία του για τον σχετικά χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης σε αρκετά από τα μεγαλύτερα κράτη μέλη, που αποδίδεται πρωτίστως στη στάσιμη εσωτερική ζήτηση· σημειώνει εν προκειμένω τον ανωτέρω μέσο ρυθμό ανάπτυξης που απολαμβάνουν οι σκανδιναβικές χώρες, ο οποίος συνοδεύτηκε προσφάτως από σημαντική μείωση της ανεργίας·

3.   τονίζει τη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών με μείωση του μέσου ελλείμματος του προϋπολογισμού σε 2% του ΑΕγχΠ για το 2006· αναμένει περαιτέρω ποιοτικές βελτιώσεις των δημόσιων οικονομικών που δεν θα αντικατοπτρίζουν μόνο κυκλικούς παράγοντες·

4.   επισημαίνει τη θετική εξέλιξη της αγοράς εργασίας με διπλασιασμό του ετήσιου συντελεστή ανάπτυξης της παραγωγικότητας της εργασίας από 0,6 σε 1,2% και υποχώρηση της ανεργίας στο 8% τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στην ευρωζώνη το 2006 και με προβλεπόμενο ποσοστό ανεργίας ύψους 7,3% στην Ευρωπαϊκή Ένωση και 7,4% στην ευρωζώνη έως το 2008, αύξηση της απασχόλησης κατά 1,4% περίπου, γεγονός που αντιστοιχεί σε 2,9 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας το 2006 με προοπτική αύξησης κατά 7 εκατομμύρια των νέων θέσεων εργασίας κατά το χρονικό διάστημα 2007 έως 2008, κάτι που θα σήμαινε αύξηση του ποσοστού απασχόλησης από 63,7% το 2005 σε 65,5% έως το 2008· σημειώνει, εντούτοις, ότι τα ποσοστά ανεργίας, ιδίως μεταξύ των γυναικών, εξακολουθούν να είναι υψηλά και απέχουν πολύ από την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισαβόνας· ζητεί, συνεπώς, να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για μια αποδοτική και συνεκτική ευρωπαϊκή αγορά εργασίας που θα συνδυάζει την ευελιξία και την ασφάλεια και θα μπορεί να επιτύχει αισθητά υψηλότερο δείκτη συμμετοχής· τονίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις πρέπει να σχεδιαστούν και να εφαρμοστούν σε άριστη συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους·

5.   εκφράζει την ανησυχία του για το σταθερά υψηλό ποσοστό φτώχειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο, κατόπιν μείωσης από 17% σε 15% στα μέσα της δεκαετίας του 1990, αυξήθηκε προσφάτως εκ νέου στο 17% το 2005· θεωρεί εν προκειμένω απαράδεκτο το γεγονός ότι, στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση, περίπου 80 εκατομμύρια άτομα έχουν διαθέσιμο εισόδημα κάτω του 60% του εθνικού διάμεσου ισοδύναμου εισοδήματος·

6.   τονίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μπόρεσε το 2006 να επεκτείνει τον ηγετικό ρόλο της ως παγκόσμιος πρωταθλητής εξαγωγών με αύξηση αυτών κατά 8%, αλλά υπογραμμίζει ότι τα εξαγωγικά πλεονάσματα αναλογούν μόλις στο 0,3 τοις εκατό της σημερινής ανάπτυξης του ΑΕγχΠ της ευρωζώνης και τονίζει τον παράγοντα κινδύνου που συνδέεται με την υψηλή συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ/δολαρίου· επισημαίνει ότι η σημερινή οικονομική ανάκαμψη υποστηρίζεται κυρίως από μια ανακάμπτουσα εγχώρια ζήτηση και ότι τούτο είναι αποτέλεσμα κυρίως βραχυπρόθεσμων επενδύσεων· επισημαίνει ότι το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή οικονομία την τελευταία δεκαετία είναι η ανεπαρκής εσωτερική ζήτηση λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης που οφείλεται στην ανεργία· εκφράζει εν προκειμένω ανησυχία για τον βαθμό στον οποίο μπορεί να επιτευχθεί σταθερή αύξηση των επενδύσεων και των καταναλωτικών δαπανών σε συνδυασμό με διαρκή βελτίωση της κατάστασης στην αγορά εργασίας, ώστε η κατά κύριο λόγο κυκλική ανάκαμψη να μετατραπεί σε διαρθρωτική ανοδική τάση·

7.   εκτιμά ότι η ευρωπαϊκή οικονομία έχει ενισχυθεί από τα καίρια επιτεύγματα της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και της ενιαίας αγοράς· ζητεί την πλήρη ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, ιδίως στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες καθώς και στον τομέα της ενέργειας μέσω ταχείας και πλήρους εφαρμογής των οδηγιών για τον ηλεκτρισμό και το φυσικό αέριο· τονίζει, συνεπώς, τη σπουδαιότητα των επενδύσεων στις υποδομές που απαιτούνται για την επίτευξη του εν λόγω στόχου· αναμένει περαιτέρω οικονομικά κίνητρα από μια ευρωπαϊκή αγορά υπηρεσιών, η οποία θα εγγυάται την άνευ διακρίσεων πρόσβαση των παρόχων υπηρεσιών και την προστασία του εργατικού δικαίου και των νόμων κοινωνικής ασφάλισης στον τόπο παροχής της υπηρεσίας· προτρέπει τα κράτη μέλη, σε σχέση με τις τελευταίες διευρύνσεις, να διατηρήσουν ανοιχτή και ελεύθερη αγορά εργασίας που θα στηρίζει την οικονομική ανάπτυξη·

8.   επισημαίνει ότι μια μονιμότερη αύξηση των δυνατοτήτων οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισαβόνας απαιτεί τη συνεχή εφαρμογή καλοσταθμισμένων μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα περιλαμβάνουν μέτρα με στόχο την ενίσχυση της καινοτομίας, της τεχνολογικής προόδου και της σώρευσης ανθρώπινου κεφαλαίου, την άρση των εναπομενόντων φραγμών που παρεμποδίζουν τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, και τη δημιουργία προσφορότερου περιβάλλοντος για επιχειρηματικές δραστηριότητες στα κράτη μέλη·

9.   υπογραμμίζει, στο πλαίσιο της αναμενόμενης προβλεπόμενης μείωσης της ανάπτυξης στις ΗΠΑ και κατ' επέκταση του παγκόσμιου εμπορίου, στο πλαίσιο πιθανών εξωτερικών κραδασμών, όπως η απότομη προσαρμογή της παγκόσμιας ανισορροπίας με τεράστιες επιπτώσεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες και τις χρηματοοικονομικές αγορές, καθώς και στο πλαίσιο πιθανής περαιτέρω αύξησης των τιμών του πετρελαίου, την ανάγκη υποστήριξης και ενίσχυσης της οικονομικής ανάκαμψης μέσω οικονομικής πολιτικής που θα βελτιώνει την αποδοτικότητα των αγορών προϊόντων, υπηρεσιών, εργατικού δυναμικού και κεφαλαίου, θα προωθεί την ανάπτυξη και ταυτόχρονα θα στρέφεται προς τις εξαγωγές και την εσωτερική ζήτηση·

10.   εκφράζει την ανησυχία του για μια συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ που θα μπορούσε να βλάψει την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών· αναμένει από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και να λάβει τα δέοντα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει τα οικονομικά συμφέροντα της Ευρώπης στο διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα·

Ενθάρρυνση των κρατών μελών για επιδόσεις συγκριτικής αξιολόγησης

11.   επισημαίνει ότι η πραγματική οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση χαρακτηρίζεται από παλαιά και νέα φαινόμενα απόκλισης, με τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης να σημειώνεται στην Πορτογαλία (1,2% του ΑΕγχΠ) και την Ιταλία (1,7%) και με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στην ΕΕ των 15 να σημειώνονται στην Ισπανία (3,8%), στην Ελλάδα (3,8%) και κυρίως στη Σουηδία (4%), στη Φινλανδία (4,9%) και στο Λουξεμβούργο (5,5%)· διαπιστώνει ότι τα νέα κράτη μέλη εμφανίζουν ιδιαίτερα υψηλό ρυθμό ανάπτυξης: στη Σλοβακία (6,7%), στη Λιθουανία (7,8%), στην Εσθονία (10,5%) και στη Λετονία (11%)· υπογραμμίζει ότι αυτές οι αποκλίσεις αντικατοπτρίζουν επίσης σημαντικές διαρθρωτικές διαφορές, διαφορετικές εσωτερικές οικονομικές πολιτικές και δημογραφικές δομές καθώς και ασύμμετρες επιπτώσεις κοινών πολιτικών, που παρουσιάζουν υποβόσκοντες κινδύνους για την εσωτερική συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης· τονίζει συνεπώς την ανάγκη για πολιτικές που ενισχύουν την οικονομική συνοχή και, κατά συνέπεια, τονώνουν την εσωτερική αγορά και τη νομισματική ένωση·

12.   τονίζει ότι, όσον αφορά τις προσπάθειες εκσυγχρονισμού και τις οικονομικές επιδόσεις, μεγαλύτερη επιτυχία γνωρίζουν τα κράτη μέλη που συνδυάζουν μακρόπνοες και καλά ισορροπημένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με υψηλές επενδύσεις άνω του μέσου όρου στους τομείς των μεταφορών, των επικοινωνιών, της έρευνας και της ανάπτυξης καθώς και της καινοτομίας, της εκπαίδευσης, της διά βίου μάθησης και των ιδρυμάτων μέριμνας, και της ανανέωσης αξιόπιστων κοινωνικών ιστών· διαπιστώνει ότι κατά κύριο λόγο τα ίδια κράτη μέλη διαθέτουν εξαιρετικά αποτελεσματική και διαφανή διοίκηση, καινοτόμο επιχειρηματικό περιβάλλον, δημοσιονομικά πλεονάσματα και επίπεδα χρέους πολύ κατώτερα του μέσου όρου, υψηλή ποιότητα δημόσιων δαπανών, και επιπλέον εμφανίζουν σχεδόν διπλάσια, σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ, συμβολή της τεχνολογικής προόδου στην εθνική επίδοση όσον αφορά την ανάπτυξη· καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι πολιτικές των κρατών μελών που επιδιώκουν την επίτευξη υψηλών ποσοστών απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένης της απασχόλησης γυναικών και μεγαλύτερων σε ηλικία εργαζομένων, θα δώσουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει με μεγαλύτερη σιγουριά παρούσες και μελλοντικές προκλήσεις όπως ο γηράσκων πληθυσμός και ο αυξανόμενος ανταγωνισμός ως αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης·

13.   τονίζει ότι, στο πλαίσιο αυτό, τα πιο επιτυχημένα κατ' αυτή την έννοια κράτη μέλη όσον αφορά τις στρατηγικές οικονομικής και κοινωνικής ανανέωσης μπορούν επίσης να αποτελέσουν υπόδειγμα για την επιτυχή εφαρμογή της στρατηγικής της Λισαβόνας και παροτρύνει άλλα κράτη μέλη να καθοδηγηθούν από αυτά τα παραδείγματα, ακόμη και αν τα μέτρα εφαρμογής της στρατηγικής της Λισαβόνας πρέπει να προσαρμοστούν στην κατάσταση του εκάστοτε κράτους μέλους και να συνεχίσουν να αποτελούν αρμοδιότητα των εν λόγω κρατών μελών·

14.   διαπιστώνει, όσον αφορά τα εθνικά προγράμματα μεταρρύθμισης των κρατών μελών ότι συνολικά παρατηρείται μεγαλύτερη εναρμόνιση και νέα υποχρεωτική δέσμευση προσανατολισμού προς από κοινού ορισμένους στόχους σε ευρωπαϊκό επίπεδο· υπογραμμίζει, εντούτοις, ότι τα κράτη μέλη έχουν διαφορετικά σημεία αφετηρίας και παρουσιάζουν σημαντικές διακυμάνσεις ως προς το περιεχόμενο, τον ρυθμό και την ένταση των μεταρρυθμίσεων σε όλους τους τομείς πολιτικής· εκφράζει την άποψη ότι οι μεταρρυθμίσεις ανταποκρίνονται μόνο σε περιορισμένο βαθμό στην παρούσα συγκυρία όσον αφορά την οικονομία και την απασχόληση και ότι επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις, σε μια ολοκληρωμένη ατζέντα μεταρρυθμίσεων δεν εντάσσονται ακόμα επαρκώς καίρια ζητήματα όπως η καινοτομία, η προώθηση της απασχόλησης, η παροχή ενέργειας, η περιβαλλοντική αειφορία και η βελτίωση της νομοθεσίας· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, ακόμη και στους τομείς της ανάπτυξης του ποσοστού απασχόλησης και της ενεργού πολιτικής απασχόλησης, η πρόοδος και οι προσπάθειες μεταρρύθμισης κινούνται βραδύτερα από ό,τι σε άλλους τομείς· χαιρετίζει, ωστόσο, τις προσπάθειες για ενίσχυση της ευθύνης σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο ("Ownership") καθώς και τη συμμετοχή των κοινοβουλίων και των κοινωνικών εταίρων και ενθαρρύνει την περαιτέρω ανάπτυξη αυτών των προσπαθειών·

Ενίσχυση των δυνατοτήτων - διάδοση των επιτυχιών: τι απομένει να γίνει

15.   ζητεί από τα κράτη μέλη να αξιοποιήσουν τη νέα οικονομική κατάσταση και τα περιθώρια ελιγμών που συνδέονται με αυτή για την προώθηση μιας οικονομικής ανάπτυξης περισσότερο βιώσιμης και σαφέστερα προσανατολισμένης σε ποιοτικούς στόχους· υπογραμμίζει ότι ένα υγιές και σταθερό μακροοικονομικό περιβάλλον απαιτεί βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών με περαιτέρω ενοποιημένους προϋπολογισμούς, καθώς και ευφυή πολιτική ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων, η οποία θα εξασφαλίζει μακρόπνοες υποδομές και θα αναπτύσσει τις αγορές του αύριο ήδη από σήμερα·

16.   τονίζει ότι, προκειμένου να αξιοποιηθούν πλήρως οι δυνατότητες της εσωτερικής αγοράς και να ενισχυθεί η θέση της Ευρώπης στην παγκόσμια αγορά, πρέπει να καμφθούν οι παρούσες προστατευτικές και αντιανταγωνιστικές τάσεις·

17.   επισημαίνει τη σπουδαιότητα των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) στη δημιουργία απασχόλησης· τονίζει, συνεπώς, την ανάγκη δημιουργίας ευνοϊκότερου κλίματος για αυτές μέσω ευνοϊκότερων φορολογικών ρυθμίσεων, μείωσης των ρυθμιστικών και διοικητικών επιβαρύνσεων, βελτιωμένης πρόσβασης στη χρηματοδότηση, βελτίωσης της κατάστασης όσον αφορά το επιχειρηματικό κόστος σε σχέση με την ενέργεια, τις μεταφορές, τις επικοινωνίες και τις υπηρεσίες, βελτιωμένης πρόσβασης των ΜΜΕ σε ΤΠΕ και αυξημένων επενδύσεων στην έρευνα και την καινοτομία·

18.   τονίζει τη σημασία τόσο της υψηλής ανταγωνιστικότητας όσο και της ανάγκης να σταθεροποιηθεί η δυνητική ζήτηση για την ευρωπαϊκή οικονομία και αναμένει από τους παράγοντες της οικονομικής πολιτικής να καταβάλουν περαιτέρω προσπάθειες για την επίτευξη υψηλότερου μακροπρόθεσμου συντελεστή ανάπτυξης σε πλαίσιο οικονομικής σταθερότητας και αειφόρου ανάπτυξης καθώς και με αποτελεσματικό συντονισμό των οικονομικών πολιτικών·

19.   τονίζει εν προκειμένω τη σημασία της εκπαίδευσης, ειδικά της τριτοβάθμιας, για την ενίσχυση των μελλοντικών δυνατοτήτων ανάπτυξης και την αύξηση του επιπέδου δεξιοτήτων, της κινητικότητας και της προσαρμοστικότητας των ευρωπαίων πολιτών· καλεί τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειές τους προκειμένου να καταστήσουν τα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα περισσότερο ελκυστικά, προσιτά και ανταγωνιστικά·

20.   υπενθυμίζει ότι η επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισαβόνας απαιτεί επαρκείς χρηματοδοτικούς πόρους μέσω του κοινοτικού προϋπολογισμού· εκφράζει εν προκειμένω τη δυσαρέσκειά του για την ανεπάρκεια των χρηματοδοτικών πόρων για την επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων·

21.   θεωρεί ότι μια ταυτόχρονη και συντονισμένη προσέγγιση των κρατών μελών όσον αφορά τις δαπάνες υψηλού αναπτυξιακού δυναμικού, την προώθηση των ιδιωτικών επενδύσεων και των κοινών πρωτοβουλιών στον τομέα των συμπράξεων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα μπορεί να εξασφαλίσει σημαντική συνέργεια, να βελτιώσει την ικανότητα της Ευρώπης να αντιμετωπίζει τις υφιστάμενες προκλήσεις στους τομείς των επιστημών και της έρευνας, των μεταφορών και των επικοινωνιών, της ενέργειας και της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και θα στηρίζει την αποδοτική κατανομή πόρων στην Ευρώπη· σημειώνει εν προκειμένω τη σημασία ενός συντονισμένου φορολογικού πλαισίου το οποίο θα περιλαμβάνει ρυθμίσεις εταιρικής φορολόγησης ευνοϊκές για τις ΜΜΕ και με στόχο τη δημιουργία απασχόλησης· πιστεύει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να βελτιώσουν την αποδοτικότητα των ρυθμίσεων των φορολογικών και κοινωνικών εισφορών προκειμένου να διευκολυνθεί η δημιουργία θέσεων απασχόλησης, ιδίως για ειδικές κοινωνικές ομάδες όπως οι γυναίκες, οι μακροχρονίως άνεργοι και τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας· πιστεύει ότι τα ανταγωνιστικά φορολογικά συστήματα θα πρέπει να ενθαρρύνουν τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων χωρίς να υπονομεύεται η εθνική ικανότητα χρηματοδότησης και θα πρέπει να μεταθέτουν τις φορολογικές επιβαρύνσεις από τον εργασιακό στον περιβαλλοντικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων φορολογικών κινήτρων για τη στήριξη της Ε&Α και τη χρήση των ανανεώσιμων πόρων·

22.   ζητεί για μια ακόμη φορά, ενόψει της επικείμενης αναθεώρησης του δημοσιονομικού πλαισίου, να προσαρμοσθεί ο προϋπολογισμός της ΕΕ υπό το πρίσμα των στόχων της Λισαβόνας και, κατ' αυτόν τον τρόπο, να στηριχθεί η πλήρης εφαρμογή της στρατηγικής της Λισαβόνας στο σύνολό της·

23.   αναγνωρίζει ότι έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος στη μετατόπιση της εστίασης των κρατικών ενισχύσεων προς οριζόντιους στόχους· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να συνεχίσουν την πορεία αυτή και να εξακολουθήσουν να εναρμονίζουν τις κρατικές ενισχύσεις με τους στόχους της στρατηγικής της Λισαβόνας, και συγκεκριμένα την απασχόληση, την καινοτομία και την αειφόρο ανάπτυξη·

24.   υπογραμμίζει την ανάγκη η ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών εθνικών οικονομιών να στραφεί στο μέλλον περισσότερο προς μια ευφυή και αειφόρο οικονομική πορεία, η οποία θα συνοδεύεται από αποδοτικότερη χρήση των πόρων· συνιστά εν προκειμένω να εξεταστούν σε εθνικό επίπεδο ιδιαίτερα τα ακόλουθα μέτρα, τα οποία συμβάλλουν τόσο στον εκσυγχρονισμό της οικονομίας, την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας όσο και στην περιβαλλοντική συμβατότητα, καθώς και στη διάνοιξη νέων τομέων απασχόλησης:

  α) στους τομείς της έρευνας και της ανάπτυξης
   κίνητρα για την επέκταση ιδιωτικών δραστηριοτήτων Ε&Α·
   προώθηση των δημόσιων επενδύσεων στο πλαίσιο της Ε&Α, και συγκεκριμένα δημόσιων-ιδιωτικών εταιρικών σχέσεων·
   προώθηση δικτύων και των συνεργασιών μεταξύ πανεπιστημίων, ερευνητικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων·
   προώθηση εθνικών ή περιφερειακών αρχών συντονισμού στον τομέα της Ε&Α·
   προώθηση καινοτομιών και ανάπτυξη νέων τεχνολογιών από ΜΜΕ και μικρούς παρόχους υπηρεσιών, ιδιαίτερα μέσω της βελτιωμένης πρόσβασης σε όλες τις πηγές κεφαλαίου, και ιδίως κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου·
   προώθηση της εκπαίδευσης και κατάρτισης προς όφελος ενεργού πολιτικής απασχόλησης στον τομέα των σύγχρονων τεχνολογιών·
  β) στους τομείς της ενέργειας και του περιβάλλοντος
   εφαρμογή των οδηγιών για τον ηλεκτρισμό και το φυσικό αέριο προς όφελος μιας δίκαιης, ανταγωνιστικής και λειτουργικής ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας που δεν συνεπάγεται διακρίσεις·
   διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού των ευρωπαϊκών οικονομιών μέσω της διαφοροποίησης των πηγών και των οδών διαμετακόμισης των ενεργειακών εισαγωγών·
   θέσπιση φορολογικών κινήτρων, κίνητρων απόδοσης και επενδύσεων για την προώθηση των μέτρων ενεργειακής αποδοτικότητας, συμπεριλαμβανομένης της υλοποίησης των στόχων εξοικονόμησης ενέργειας·
   θέσπιση φορολογικών κινήτρων, κίνητρων απόδοσης και επενδύσεων για την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών και καινοτομιών·
   διασφάλιση της ανεξαρτησίας των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και του συντονισμού τους σε επίπεδο ΕΕ·
   επέκταση και δικτύωση των περιφερειακών μονάδων παραγωγής ενέργειας·
   αύξηση της διαφάνειας στην αγορά ενέργειας και σαφής διαχωρισμός της παραγωγής, της κατανομής και της πώλησης της ενέργειας ("unbundling")· και
   ισχυρότερη καθιέρωση των "περιβαλλοντικών πιστοποιητικών'·

25.   θεωρεί καταρχήν ότι συνιστά καίριο καθήκον να δοθούν νέες ευκαιρίες και νέες δυνατότητες δράσης σε όλες τις πληθυσμιακές ομάδες στο πλαίσιο μιας ταχύτατα μεταβαλλόμενης οικονομίας· υπογραμμίζει ότι τα πιο ευάλωτα μέλη της κοινωνίας διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο στο πλαίσιο αυτό και ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην προώθηση της "ενεργού ένταξης" και τη δημιουργία καλύτερων θέσεων εργασίας σε ευρύτερη κλίμακα· υπογραμμίζει επίσης την ανάγκη οι νέες απαιτήσεις για ευελιξία και διάθεση για μάθηση από τους εργαζόμενους να συνοδεύονται από νέες προσφορές και την εγγύηση νέων μορφών ασφάλειας ("Flexicurity"), προκειμένου να προωθηθούν επίσης οι δυνατότητες καλύτερου συνδυασμού του επαγγελματικού και ιδιωτικού βίου· ζητεί εν προκειμένω να βελτιωθεί η δυνατότητα συμμετοχής και πρόσβασης των γυναικών, των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας, των νέων ανθρώπων, των μακροχρόνια άνεργων και των μεταναστών στην αγορά εργασίας, και τούτο θα καταστεί δυνατό, μεταξύ άλλων, εάν επιδιωχθούν εντονότερα τα εξής μέτρα στους τομείς της απασχόλησης και της εκπαίδευσης σε εθνικό επίπεδο:

   διασφάλιση θέσης εργασίας, κατάρτισης ή άλλων ισότιμων μέτρων εντός έξι μηνών για κάθε απόφοιτο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης·
   θέσπιση δικαιωμάτων στην κατάρτιση και τη διά βίου μάθηση·
   κίνητρα και επενδύσεις για την προώθηση της εκπαίδευσης, της κατάρτισης και της διά βίου μάθησης, καθώς και επιτυχών μοντέλων για τον συνδυασμό οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, κατάρτισης και εκπαίδευσης·
   προώθηση ευέλικτων μοντέλων κατά τη μετάβαση από την ηλικία απασχόλησης στην ηλικία συνταξιοδότησης σε εθελουσία βάση, στοχεύοντας μεταξύ άλλων στη διευκόλυνση της πρόσβασης των νέων στην αγορά εργασίας·
   προώθηση της έναρξης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, καθώς και της εξασφάλισης της μεταβίβασης υφιστάμενων επιχειρήσεων λόγω ηλικίας·
   περαιτέρω μείωση της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης και των κοινωνικών εισφορών για τα κατώτερα και μεσαία εισοδήματα από εργασία·
   διασφάλιση της ανάπτυξης δεξιοτήτων και της επαγγελματικής ένταξης των νέων μέσω των κατάλληλων ιδιωτικών και δημόσιων πρωτοβουλιών·
   αύξηση της διαθεσιμότητας και της οικονομικής προσβασιμότητας μιας ποιοτικής παιδικής μέριμνας·
   διασφάλιση απαιτούμενου χρονικού διαστήματος, μίας εβδομάδας κατ' ανώτατο όριο, για την έναρξη νέων επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων χαμηλών διοικητικών δαπανών και χαμηλών εξόδων έναρξης·
   συμπερίληψη της επιχειρηματικής κατάρτισης στα εκπαιδευτικά προγράμματα διά βίου μάθησης·
   διασφάλιση κατάλληλης πολιτικής για την παράνομη μετανάστευση σύμφωνα με την πρόταση για ευρωπαϊκό σύστημα πράσινης κάρτας·

26.   επισημαίνει ότι, προς όφελος της μακροοικονομικής σταθερότητας, η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας θα πρέπει να συνοδεύεται από δικαιότερη κατανομή των καρπών της ανάπτυξης και από ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής· υπενθυμίζει εν προκειμένω την απαίτηση η αύξηση των μισθών να συμβαδίζει με τη μεσοπρόθεσμη αύξηση της παραγωγικότητας· υπογραμμίζει την επιτακτική ανάγκη να ενισχυθεί στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις μια κουλτούρα προώθησης και συμμετοχής στο πλαίσιο εννοιών όπως η εταιρική διακυβέρνηση ("Corporate Governance") και η εταιρική κοινωνική ευθύνη ("Corporate Social Responsibility")·

27.   τονίζει την ανάγκη για ισχυρότερη και διαρθρωμένη συνεργασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδιαίτερα στην ευρωζώνη, προκειμένου να ενισχυθεί η ικανότητα διακυβέρνησης, καθώς και η διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, καθώς μόνο με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν οι παγκόσμιες οικονομικές προκλήσεις· ζητεί, συνεπώς, από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να μεριμνήσουν ώστε η ετήσια έκθεση για την ευρωζώνη να παρέχει στο μέλλον πιο συγκεκριμένο σύνολο εργαλείων που θα επιτρέψουν λεπτομερέστερο διάλογο μεταξύ των διαφόρων θεσμικών οργάνων της ΕΕ τα οποία ασχολούνται με την ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης· εκφράζει επίσης την άποψη ότι οι χώρες της ζώνης του ευρώ θα πρέπει να εστιαστούν στην καλύτερη στάθμιση και εναρμόνιση, τόσο όσον αφορά το περιεχόμενο όσο και το χρονοδιάγραμμα κατά την κατάρτιση και εφαρμογή των εθνικών προϋπολογισμών, γεγονός που αναμένεται να συμβάλει σημαντικά στην υλοποίηση μιας μεταρρυθμιστικής ατζέντας στον τομέα της οικονομικής πολιτικής· προτείνει, στο πλαίσιο μιας περισσότερο ενισχυμένης και διαρθρωμένης συνεργασίας εντός της ευρωζώνης, να κληθούν και άλλες ενδιαφερόμενες συνθέσεις του Συμβουλίου να συμμετάσχουν στην εν λόγω συνεργασία·

Προώθηση των απαραίτητων θεσμικών μεταρρυθμίσεων

28.   χαιρετίζει τη νέα προσέγγιση της Επιτροπής για την παρακολούθηση της αξιολόγησης των εθνικών προγραμμάτων μεταρρύθμισης προτείνοντας συστάσεις ανά χώρα για την καθοδήγηση των κρατών μελών και ζητεί την έγκρισή τους από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο· υπογραμμίζει σε αυτό το πλαίσιο την επείγουσα ανάγκη ενίσχυσης της κοινής προσέγγισης των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών που πρέπει να αντανακλώνται στις εθνικές πολιτικές μεταρρύθμισης· κάνει εκ νέου έκκληση για διαφανή ανταλλαγή δοκιμασμένων διαδικασιών και δημοσίευση από την Επιτροπή ενός ετήσιου "πίνακα κατάταξης" των κρατών μελών με τις βέλτιστες και τις χείριστες επιδόσεις στον τομέα των μεταρρυθμίσεων προκειμένου να αντληθούν διδάγματα τόσο από τις επιτυχίες όσο και από τις αποτυχίες· υπογραμμίζει, ωστόσο, εν προκειμένω ότι απαιτείται επαρκής αριθμός ενοποιημένων δεικτών που θα καλύπτουν όλους τους τομείς πολιτικής της στρατηγικής της Λισαβόνας·

29.   εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την διαρκώς ανεπαρκή προβολή της στρατηγικής της Λισαβόνας στις εθνικές πολιτικές πολλών κρατών μελών της ΕΕ· θεωρεί ότι η κινητοποίηση όλων των οικονομικών φορέων είναι ουσιώδης για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής της· πιστεύει ότι η καλύτερη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, των εθνικών κοινοβουλίων και της κοινωνίας των πολιτών θα ενισχύσει την προβολή της στρατηγικής της Λισαβόνας και την ποιότητα του δημόσιου διαλόγου για τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, θα ενισχύσει τη λογοδοσία και θα αυξήσει την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης όσον αφορά την ανάγκη για προσεκτικό συντονισμό των οικονομικών πολιτικών με στόχο την αντιμετώπιση των βασικών προκλήσεων που θέτει η συνεχιζόμενη διαδικασία παγκοσμιοποίησης και την έγκριση μιας συλλογικής θέσης για τη βελτίωση της οικονομικής διακυβέρνησης στο εσωτερικό της ΕΕ· προτρέπει τα κράτη μέλη, με την ενεργότερη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων και άλλων ενδιαφερομένων φορέων όπως οι κοινωνικοί εταίροι, να εφαρμόσουν με ζήλο τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές και τα εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα κατά την έννοια του "ownership", και ζητεί να επανεξετάζουν τακτικά τη συνάφειά τους κατά την έννοια της αρχής της συγκριτικής αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένης της ευρύτερης διαβούλευσης στα κράτη μέλη στα οποία δεν ισχύει ακόμη κάτι τέτοιο· αναμένει ότι οι προτεραιότητες των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων θα αντικατοπτρίζονται τόσο στο χρονοδιάγραμμα όσο και στο περιεχόμενο των εθνικών δημοσιονομικών αποφάσεων·

30.   χαιρετίζει την ενοποίηση και την ολοκλήρωση των κατευθυντήριων γραμμών για τα μέτρα οικονομικής και διαρθρωτικής πολιτικής και πολιτικής απασχόλησης· επαναλαμβάνει εν προκειμένω ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για την οικονομική και διαρθρωτική πολιτική πρέπει να αποκτήσουν το ίδιο νομικό καθεστώς με τις κατευθυντήριες γραμμές για τα μέτρα για την πολιτική απασχόλησης και ότι πρέπει να καταρτιστεί μια διοργανική συμφωνία προκειμένου να αποσαφηνιστεί η συμμετοχή του Κοινοβουλίου σε αυτό το πλαίσιο·

31.   αναμένει, ενόψει των επικείμενων εργασιών για την αναθεώρηση των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών μια κοινή διαδικασία προβληματισμού μεταξύ των αρμόδιων θεσμικών οργάνων της ΕΕ και προτείνει τη σύσταση διοργανικής ομάδας εργασίας μετά το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2007· προτείνει δε προς συζήτηση και προβληματισμό τα εξής ζητήματα για μια βελτιωμένη εφαρμογή της ατζέντας μεταρρυθμίσεων της ΕΕ:

   υποβολή διεξοδικής ανάλυσης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και των άμεσων επιπτώσεών τους στην παραγωγικότητα, την απασχόληση και τη ζήτηση στην εσωτερική αγορά ενόψει της αναθεώρησης των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών·
   ανάπτυξη σαφέστερων και περισσότερο στοχοθετημένων ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών διευρύνοντας παράλληλα το φάσμα των καλυπτόμενων τομέων μεταρρύθμισης όσον αφορά επί παραδείγματι τη συνολική ατζέντα μεταρρυθμίσεων για μια πιο ενεργή πολιτική περιβαλλοντικής αειφορίας η οποία θα υπερβαίνει τον τομέα της ενεργειακής πολιτικής, καθώς και για μια πολιτική αυξημένης συμμετοχής για την προώθηση της διά βίου μάθησης·
   ανάπτυξη πιο ομοιόμορφης δομής των εκθέσεων στο πλαίσιο των ΕΠΜ, χωρίς να διακυβεύεται το δικαίωμα των κρατών μελών να καθορίζουν εθνικές προτεραιότητες μεταρρύθμισης·
   ανάπτυξη κατευθυντήριων γραμμών και κριτηρίων αξιολόγησης για τις εθνικές διαδικασίες διαβούλευσης, συμπεριλαμβανομένων συστάσεων για συμμετοχή και ενεργό συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων τόσο κατά την κατάρτιση όσο και κατά την εποπτεία των εθνικών προγραμμάτων μεταρρύθμισης·
   ανάπτυξη και ανταλλαγή των επιτυχημένων μοντέλων πληροφοριακών και επικοινωνιακών στρατηγικών·
   αύξηση της αποτελεσματικότητας της ατζέντας μεταρρυθμίσεων της ΕΕ μέσω της ενοποίησης, σε επίπεδο περιεχομένου και χρονοδιαγράμματος, των μέσων οικονομικής πολιτικής που ακόμη εφαρμόζονται μεμονωμένα, με στόχο μια "έξυπνη στρατηγική ανάπτυξης" που θα εστιάζεται περαιτέρω στις εργασίες υποβολής εκθέσεων και αξιολόγησης στον τομέα των εθνικών προγραμμάτων μεταρρύθμισης, αλλά συγχρόνως θα περιλαμβάνει τα εθνικά προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης, καθώς και τις συστηματικές πρωτοβουλίες για την ενσωμάτωση της αρχής της περιβαλλοντικής αειφορίας·

32.   εκφράζει εκ νέου τη λύπη του για το γεγονός ότι ακόμη δεν έχει συμφωνηθεί σαφές χρονοδιάγραμμα και κώδικας δεοντολογίας μεταξύ του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, που θα διασφάλιζαν την κατάλληλη συνεργασία και την ευρεία συμμετοχή των τριών αρμόδιων θεσμικών οργάνων της ΕΕ στην κατάλληλη περαιτέρω επεξεργασία των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών, ως καίρια εργαλεία της στρατηγικής της Λισαβόνας· ζητεί εν προκειμένω από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να υποβάλουν άμεσα προτάσεις για στενή συνεργασία μεταξύ των τριών θεσμικών οργάνων της ΕΕ ενόψει της επικείμενης αναθεώρησης των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών·

o
o   o

33.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.

(1) ΕΕ L 205, 6.8.2005, σ. 21.
(2) Φθινόπωρο 2006, αριθ. 5/2006.
(3) http://ec.europa.eu/growthandjobs/key/nrp2006_en.htm.
(4) ΕΕ C 117 E, 18.5.2006, σ. 248.


Κατάσταση στο Νταρφούρ
PDF 287kWORD 52k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κατάσταση στο Νταρφούρ
P6_TA(2007)0052RC-B6-0068/2007

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων της 12ης και 13ης Φεβρουαρίου 2007,

–   έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για την κατάσταση στο Νταρφούρ, και συγκεκριμένα αυτά που ενέκρινε στις 16 Σεπτεμβρίου 2004(1), στις 23 Ιουνίου 2005(2), στις 6 Απριλίου 2006(3) και στις 28 Σεπτεμβρίου 2006(4),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 1706/2006 που προτείνει την αποστολή ειρηνευτικής δύναμης 22 000 ανδρών στο Νταρφούρ,

–   έχοντας υπόψη την Ειρηνευτική Συμφωνία για το Νταρφούρ που υπεγράφη στην Abuja της Νιγηρίας στις 5 Μαΐου 2006,

–   έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού που έχει δεσμευτική και απαρέκκλιτη ισχύ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,

A.   εκφράζοντας την έντονη ανησυχία του για το γεγονός ότι η σύγκρουση στην περιοχή του Νταρφούρ μεταξύ δυνάμεων του τακτικού στρατού, φιλοκυβερνητικών πολιτοφυλακών και ανταρτών είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο 400 000 ατόμων τουλάχιστον, ενώ σε περισσότερα από 2,5 εκατομμύρια ανέρχεται ο αριθμός των προσφύγων και των εκτοπισθέντων τα τρία τελευταία χρόνια, παρά την υπογραφή ειρηνευτικής συμφωνίας για το Νταρφούρ στις 5 Μαΐου 2006 στην Abuja της Νιγηρίας,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η σουδανική κυβέρνηση και οι ανταρτικές ομάδες συμφώνησαν, στις 11 Ιανουαρίου 2007, 60ήμερη εκεχειρία, αλλά ότι οι επιθέσεις αδιακρίτως κατά αμάχων και ανθρωπιστικού προσωπικού συνεχίζονται αμείωτες, με τις ανθρωπιστικές οργανώσεις να ομιλούν για "πρωτοφανή για το Νταρφούρ επίπεδα βίας(5)",

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η διένεξη στο Ντάρφουρ – και η μη δίωξη των ενόχων – επηρεάζει όλο και περισσότερο τη σταθερότητα στην περιοχή της Κεντρικής Αφρικής και συνιστά απειλή κατά της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας,

Δ..   λαμβάνοντας υπόψη ότι το δόγμα του ΟΗΕ περί "Ευθύνης για την παροχή προστασίας" ορίζει ότι "εκεί όπου οι εθνικές αρχές αδυνατούν προδήλως να προστατεύσουν τους πληθυσμούς τους από γενοκτονία, εγκλήματα πολέμου, εθνικές εκκαθαρίσεις και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας", αναλαμβάνουν άλλοι την ευθύνη να παράσχουν την αναγκαία αυτή προστασία,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ εξουσιοδότησε με το ψήφισμά του 1706/2006 την αποστολή νέας ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ έως 22 500 στρατιωτών και αστυνομικών για να διαδεχθούν στο Νταρφούρ την Αποστολή της Αφρικανικής Ένωσης στο Σουδάν (AMIS), και επαναβεβαιώνοντας ταυτόχρονα τον πλήρη σεβασμό της κυριαρχίας, ενότητας, ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας του Σουδάν,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ναι μεν η σεξουαλική βία κατά των γυναικών και των παιδιών έχει αναγνωρισθεί ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, ωστόσο οι συστηματικοί βιασμοί συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται ως πολεμικό όπλο από τους εμπλεκόμενους στη σύγκρουση του Νταρφούρ, κι ότι παρά τις πολυάριθμες διαβεβαιώσεις της Σουδανικής Κυβέρνησης, η σεξουαλική βία συνεχίζεται αμείωτη,

Ζ.   υπενθυμίζοντας ότι το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο διεξήγαγε έρευνα σχετικά με τα εγκλήματα στο Νταρφούρ τον Ιούνιο 2005,

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τα βασανιστήρια και η αναγκαστική στρατολόγηση ενηλίκων και παιδιών έχουν καταστεί το χαρακτηριστικό συστατικό των περιπτώσεων καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της παραβίασης του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου στο Νταρφούρ, με τα θύματα των βασανιστηρίων να είναι τόσο φοβισμένα που να μην τολμούν να τα καταγγείλουν ούτε στην ΑΜΙS ούτε στο προσωπικό των ανθρωπιστικών οργανώσεων, από το φόβο των αντιποίνων,

1.   καλεί τον ΟΗΕ να ενεργήσει βάσει της "Ευθύνης για προστασία", βασίζοντας τη δράση του στην αδυναμία της κυβέρνησης του Σουδάν να προστατεύσει τον πληθυσμό του Νταρφούρ από εγκλήματα πολέμου και κατά της ανθρωπότητας, καθώς και στην αδυναμία της να παράσχει ανθρωπιστική βοήθεια στον πληθυσμό·

2.   καλεί συνεπώς τον ΟΗΕ, ακόμη και χωρίς συναίνεση ή συμφωνία της Κυβέρνησης του Σουδάν, να ορίσει ημερομηνία για την ανάπτυξη ειρηνευτικής δύναμης στο Νταρφούρ υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, δυνάμει του Κεφαλαίου VII του Χάρτη των ΗΕ και σύμφωνα με το ψήφισμα 1706/2006 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και τη συμφωνία του ΟΗΕ της 16ης Νοεμβρίου 2006, ούτως ώστε να εξασφαλίσει την δημιουργία διαδρόμων διέλευσης της ανθρωπιστικής βοήθειας, προκειμένου να υποστηριχθεί χωρίς καθυστέρηση ο όλο και πιο απομονωμένος και δοκιμαζόμενος πληθυσμός στην περιοχή·

3.   ζητεί από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για την αποτελεσματική προστασία του πληθυσμού του Νταρφούρ από ανθρωπιστική καταστροφή·

4.   εκφράζει τη λύπη του γιατί η σουδανική κυβέρνηση υποστηρίζει τους ενόπλους Janjaweed και τον εκ μέρους τους βομβαρδισμό της περιοχής του Νταρφούρ, που αποτελεί σαφή και καταφανή παραβίαση της ειρηνευτικής συμφωνίας για το Νταρφούρ·

5.   καλεί τη διεθνή κοινότητα, συμπεριλαμβανομένων των κρατών μελών, να διαθέσουν εξοπλισμό στην περιοχή για την εφαρμογή της ζώνης απαγόρευσης πτήσεων πάνω από το Νταρφούρ, όπως ορίζεται στο ψήφισμα 1591/2005 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ·

6.   καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και άλλους διεθνείς παράγοντες να επιβάλουν κυρώσεις σε οποιαδήποτε πλευρά, συμπεριλαμβανομένης της σουδανικής κυβέρνησης, παραβιάζει την κατάπαυση του πυρός ή επιτίθεται κατά αόπλων και μελών ειρηνευτικών ή ανθρωπιστικών επιχειρήσεων, και να λάβουν κάθε απαραίτητο μέτρο για να συμβάλουν στον τερματισμό της ατιμωρησίας με την επιβολή και την εφαρμογή του καθεστώτος κυρώσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ μέσω στοχοθετημένων οικονομικών κυρώσεων, όπως οι απαγορεύσεις ταξιδίου και το πάγωμα περιουσιακών στοιχείων, όπως έχει κάνει η ΕΕ στο παρελθόν με άλλες χώρες(6)· υπογραμμίζει ότι οι κυρώσεις κατά του Σουδάν πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν την απειλή εμπάργκο πετρελαίου·

7.   καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τη διεθνή κοινότητα να συγκαλέσουν εκ νέου ειρηνευτικές συνομιλίες για να βελτιωθεί το περιεχόμενο της Ειρηνευτικής Συμφωνίας του Νταρφούρ και να καταστεί αποδεκτό από όλα τα μέρη· καλεί τους διεθνείς συντελεστές να καταστήσουν υπεύθυνα όλα τα μέρη για τη συμφωνία που θα προκύψει και ζητεί από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη της σύγκρουσης στο Νταρφούρ να επιδείξουν την προσήλωσή τους στην εξεύρεση ειρηνικής λύσης στην κρίση, μέσω της εφαρμογής της συμφωνίας χωρίς καθυστέρηση·

8.   καλεί την κυβέρνηση του Σουδάν και τη διεθνή κοινότητα να συνεργαστούν πλήρως με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, προκειμένου να τερματιστεί η ατιμωρησία·

9.   καλεί την Κίνα να κάνει υπεύθυνη χρήση της σημαντικής επιρροής της στην περιοχή για να τηρήσει η σουδανική κυβέρνηση τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει βάσει της Γενικής Ειρηνευτικής Συμφωνίας της 9ης Ιανουαρίου 2005 και της Ειρηνευτικής Συμφωνίας του Νταρφούρ· καλεί ακόμη την Κίνα να σταματήσει να εξάγει όπλα στο Σουδάν και να σταματήσει να παρεμποδίζει τη λήψη αποφάσεων στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για την επιβολή στοχοθετημένων κυρώσεων σε βάρος της σουδανικής κυβέρνησης·

10.   επισημαίνει την απόφαση του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ να στείλει Αποστολή Υψηλού Επιπέδου στο Νταρφούρ προς διερεύνηση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην περιοχή, γεγονός που θα προσφέρει τη βάση για τη δίωξη των ενόχων τέτοιων εγκλημάτων, και τονίζει την ανάγκη ανεξαρτησίας και αξιοπιστίας της ομάδας που θα σταλεί· επικρίνει τις καθυστερήσεις που προκάλεσε η μη χορήγηση βίζας σε μέλη αυτής της αποστολής·

11.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων των κρατών μελών, στην Κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο του Σουδάν, στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, στους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων του Αραβικού Συνδέσμου, στις κυβερνήσεις των χωρών ΑΚΕ, στη Μικτή Κοινοβουλευτική Συνέλευση ΑΚΕ-ΕΕ και στα θεσμικά όργανα της Αφρικανικής Ένωσης.

(1) ΕΕ C 140 Ε, 9.6.2005, σ. 153.
(2) ΕΕ C 133 Ε, 8.6.2006, σ. 96.
(3) ΕΕ C 293 Ε, 2.12.2006, σ. 320.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2006)0387.
(5) "Οι ανθρωπιστικές οργανώσεις προειδοποιούν ότι οι επιχειρήσεις στο Νταρφούρ φτάνουν σε κρίσιμο σημείο", ανακοινωθέν τύπου των Action Against Hunger, CARE International, Oxfam International, Norwegian Refugee Council, World Vision και Save the Children μετά το τέλος της διάσκεψης κορυφής της Αφρικανικής Ένωσης στις 29 Ιανουαρίου 2007.
(6) Λευκορωσία, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Βόρειος Κορέα, Μολδαβία, Βιρμανία, Ζιμπάμπουε.


Ετήσια έκθεση της ΕΤΕπ (2005)
PDF 354kWORD 72k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την Ετήσια Έκθεση της ΕΤΕπ για το 2005 (2006/2269(INI))
P6_TA(2007)0053A6-0011/2007

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 266 και 267 της Συνθήκης ΕΚ σχετικά με την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), και το συνημμένο στην Συνθήκη Πρωτόκολλο σχετικά με το Καταστατικό της ΕΤΕπ,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση δραστηριοτήτων του 2005 του ομίλου της ΕΤΕπ και το επιχειρησιακό του σχέδιο 2006-2008, την ετήσια έκθεση 2005 του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, τις ετήσιες εκθέσεις της επιτροπής ελέγχου για το οικονομικό έτος 2005 και τις απαντήσεις της διευθύνουσας επιτροπής, την γενική έκθεση 2005 σχετικά με την αξιολόγηση των δράσεων, καθώς και την ακρόαση του Προέδρου της ΕΤΕπ ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Κοινοβουλίου στις 20 Ιουνίου 2005,

–   έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Δράση για την Ανάπτυξη που ενεκρίθη από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των Βρυξελλών την 12η και 13η Δεκεμβρίου 2003,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 8 Μαρτίου 2005 σχετικά με την έκθεση δραστηριοτήτων 2003 της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων(1) καθώς και το ψήφισμά του της 4ης Απριλίου 2006 σχετικά με την κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας: προπαρασκευαστική έκθεση σχετικά με τις γενικές κατευθύνσεις της οικονομικής πολιτικής για το 2006(2),

–   έχοντας υπόψη την περιβαλλοντική έκθεση της ΕΤΕ για το 2004,

–   έχοντας υπόψη τη δημοσίευση της ΕΤΕ, στις 2 Οκτωβρίου 2006, με τίτλο "Η Κοινωνική Εκτίμηση Σχεδίων εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης: η προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων",

–   έχοντας υπόψη τη Σύμβαση για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη σε θέματα περιβάλλοντος (Σύμβαση του Ώρχους), σύμφωνα με την οποία η Κοινότητα έχει δεσμευθεί να διασφαλίσει "το δικαίωμα πρόσβασης σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για θέματα περιβάλλοντος",

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 112, παράγραφος 2, και το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A6-0011/2007),

A.   επισημαίνοντας ότι η ΕΤΕ είναι δημόσια τράπεζα με πολιτικό προσανατολισμό, η οποία ιδρύθηκε βάσει της Συνθήκης ΕΚ ως το κύριο χρηματοπιστωτικό θεσμικό όργανο επιφορτισμένο με την επιδίωξη των στόχων της ΕΕ,

Β.   επισημαίνοντας ότι το αναπτυξιακό δυναμικό της ευρωπαϊκής οικονομίας εξακολουθεί να είναι αρκετά χαμηλό -κυμαίνεται περί το 2%-, πολύ χαμηλότερα από αυτό που έχει επιτευχθεί σε άλλες περιοχές του κόσμου και είναι ανεπαρκές προκειμένου να παράσχει απασχόληση στους άνω των δώδεκα εκατομμυρίων άνεργους ευρωπαίους και για την ανάπτυξη μιας διευρυμένης Ευρώπης,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, το 2005, η ΕΤΕπ χορήγησε δάνεια ύψους 47 400 εκατ. EUR από τα οποία 42 300 εκατ. EUR προορίζονταν για τα κράτη μέλη, 2 000 εκατ. EUR για τις προσχωρούσες χώρες, και 3 100 εκατ. EUR για συνδεδεμένες χώρες, και ότι περίπου 9 000 εκατ. EUR διανεμήθηκαν μέσω ενδιάμεσων τραπεζών,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, από τα δάνεια που χορήγησε ο όμιλος ΕΤΕπ, 34 000 εκατ. EUR προορίζονταν για την οικονομική και την κοινωνική συνοχή, 10 400 εκατ. EUR για την πρωτοβουλία "Καινοτομία 2010", 12 300 εκατ. EUR για την προστασία του περιβάλλοντος, 8 200 εκατ. EUR για την ανάπτυξη των Διευρωπαϊκών Δικτύων, 4 200 εκατ. EUR για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ), 3 600 εκατ. EUR ως συνδρομή στην ευρωπαϊκή πολιτική συνεργασίας και αναπτυξιακής βοήθειας, 400 εκατ. EUR για κεφάλαια επιχειρησιακού κινδύνου και 1 700 εκατ. EUR για εγγυήσεις υπέρ των ΜΜΕ,

Ε.   επισημαίνοντας ότι με τις ενοποιημένες κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για την ανάπτυξη και την απασχόληση για την περίοδο 2005-2008 (COM(2005)0141), επισημαίνεται η ανάγκη προώθησης του επιχειρηματικού πνεύματος και της δημιουργίας επιχειρήσεων και ότι ένας τρόπος επίτευξης των στόχων αυτών είναι η βελτίωση της πρόσβασης στην χρηματοδότηση για τις ΜΜΕ,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν στο πλαίσιο της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής οι περίπου 23 εκατ. ΜΜΕ στην ΕΕ, που συνιστούν το ήμισυ της συνολικής οικονομίας της ΕΕ και απασχολούν τα 2/3 των ευρωπαίων εργαζομένων,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητη μία νέα ενεργειακή πολιτική για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών ενέργειας για τη διασφάλιση του εφοδιασμού και για την αναχαίτιση της αλλαγής του κλίματος,

1.   συγχαίρει την ΕΤΕπ για την έκθεση δραστηριοτήτων του 2005, λόγω της μεγαλύτερης διαφάνειας για το κοινό και της βελτίωσης των συστημάτων ελέγχου· ενθαρρύνει την ΕΤΕπ να συνεχίσει το έργο της για την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας·

Στρατηγική και δραστηριότητες

2.   εκφράζει την ικανοποίησή του διότι η ΕΤΕπ έχει ενστερνιστεί τους στόχους της Στρατηγικής της Λισαβόνας επί θεμάτων ανάπτυξης και απασχόλησης και χαιρετίζει τις αλλαγές που έχει πραγματοποιήσει η ΕΤΕπ κατά την άσκηση της δραστηριότητάς της για την επίτευξη των στόχων αυτών· στο σημείο αυτό θεωρεί ότι υπάρχει περιθώριο προβληματισμού εάν οι πόροι που έχει στη διάθεσή της η ΕΤΕπ επαρκούν για την επίτευξη των στόχων αυτών·

3.   διαπιστώνει ότι κατά την αναθεώρηση της στρατηγικής της ΕΤΕπ που ολοκληρώθηκε το 2005 η προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξακολουθεί να αποτελεί την κύρια αποστολή της ΕΤΕπ· ζητεί, ως εκ τούτου, η δραστηριότητα της ΕΤΕπ στον τομέα αυτό να επικεντρωθεί στις περιφέρειες που παρουσιάζουν μεγαλύτερη αναπτυξιακή καθυστέρηση·

4.   ζητεί από την ΕΤΕπ, όσον αφορά την πρωτοβουλία "Καινοτομία 2010", να χρηματοδοτήσει αποκλειστικά προγράμματα άμεσα συνδεόμενα με την καινοτομία, ειδικότερα δε, σε θέματα κατάρτισης και εκπαίδευσης ζητεί να υποστηριχθούν πλήρως οι στόχοι πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου αυτή να καταστεί μια κοινωνία που βασίζεται στη γνώση, με ιδιαίτερη έμφαση σε εκπαιδευτικά προγράμματα που αφορούν την καινοτομία, τόσο στη βασική όσο και στην ανώτερη εκπαίδευση ούτως ώστε να βελτιωθεί το ανθρώπινο δυναμικό της Ευρώπης· υποστηρίζει την ΕΤΕπ στις προσπάθειες που καταβάλλει για την ενσωμάτωση ολιγότερο ανεπτυγμένων περιφερειών στην οικονομία που βασίζεται στην γνώση·

5.   συγχαίρει την ΕΤΕπ διότι επέτυχε τον στόχο της να διαθέσει μεταξύ 30 και 35% των ατομικών της δανείων εντός της ΕΕ σε προγράμματα για την προστασία ή τη βελτίωση του φυσικού ή του αστικού περιβάλλοντος· σημειώνει ότι επί του συνόλου των δανείων που χορηγήθηκαν εντός της ΕΕ το 60% διατέθηκε για το αστικό περιβάλλον (δημόσια μεταφορικά μέσα, ανάπλαση του αστικού περιβάλλοντος), ενώ μόνον το 20% κατευθύνθηκε για έρευνα στην ενεργειακή απόδοση και την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας· ζητεί, ως εκ τούτου, από την ΕΤΕπ να κατανείμει με συνεκτικότερο τρόπο τα κονδύλια που προορίζονται για την προστασία του περιβάλλοντος·

6.   αντιμετωπίζει ευνοϊκά την πρόθεση της ΕΤΕπ να καταρτίσει νέο πρόγραμμα δράσης υπέρ της ενέργειας ενσωματώνοντας τους νέους σχετικούς με το θέμα στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης· καλεί την ΕΤΕπ να καθορίσει περισσότερο φιλόδοξους στόχους χρηματοδότησης τόσο για τις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας όσο και για τα προγράμματα που βελτιώνουν την ενεργειακή απόδοση, κυρίως στα νέα κράτη μέλη και στον τομέα των ΜΜΕ όπου οι δυνατότητες βελτίωσης είναι μεγαλύτερες·

7.   συγχαίρει την ΕΤΕπ για τον καταλυτικό της ρόλο όσον αφορά τη χρηματοδότηση, κυρίως στον τομέα των δανείων που προορίζονται για την ενίσχυση συμπράξεων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα που προωθούν την συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην χρηματοδότηση των Διευρωπαϊκών Δικτύων· υποστηρίζει την ανάπτυξη ενός μέσου εγγυήσεων της ΕΕ που θα σχεδιασθεί ειδικά για τα σχέδια των διευρωπαϊκών δικτύων στον τομέα των μεταφορών και θα προορίζεται για την κάλυψη του κινδύνου σε περίπτωση που τα έσοδα δεν θα ανέρχονται στα προβλεπόμενα επίπεδα κατά τη διάρκεια της αρχικής φάσης λειτουργίας· τονίζει πόσο σημαντικό είναι να βελτιωθεί η διάσταση των ενεργειακών δικτύων προς και μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ για να διευκολυνθεί η δημιουργία της εσωτερικής αγοράς εφοδιασμού και διανομής ενέργειας·

8.   πιστεύει ότι οι δραστηριότητες της ΕΤΕπ θα πρέπει και να αντικατοπτρίζουν τις ανάγκες μιας διευρυμένης ΕΕ· τονίζει ότι η ΕΤΕπ δεν διαθέτει μόνιμη αντιπροσωπεία στην περιοχή της Βαλτικής που θα κάλυπτε τα κράτη της Βαλτικής, τη Δανία, τη Φινλανδία, τη Σουηδία και τις χώρες ΕΟΧ-ΕΖΕΣ·

9.   ζητεί μεγαλύτερη συνοχή στο θέμα της εξωτερικής εντολής της ΕΤΕπ τόσο όσον αφορά την επάρκεια των κονδυλίων για ολόκληρη την περίοδο της νέας εντολής, όσο και για την κατανομή τους κατά γεωγραφικές περιοχές· υπογραμμίζει την ανεπάρκεια των δανείων που χορηγήθηκαν στην Λατινική Αμερική που αντιπροσωπεύουν μόνο το 2,5% του συνόλου που διετέθη για προγράμματα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης· επιδοκιμάζει τη νέα πρωτοβουλία που συνδυάζει τα δάνεια της ΕΤΕπ με μη επιστρεπτέες ενισχύσεις της ΕΕ που προορίζονται για περιφερειακά σχέδια υποδομών στην Αφρική καθώς και για άλλες πρωτοβουλίες που στηρίζουν την αφρικανική αναπτυξιακή ατζέντα με βάση κριτήρια βιωσιμότητας, στον περιβαλλοντικό, τον κοινωνικό και τον οικονομικό τομέα· προτρέπει την ΕΤΕπ, στο πλαίσιο των συνολικών δανείων που προορίζονται για μεσογειακές χώρες εταίρους, να θέσει σε λειτουργία τεχνική βοήθεια που θα συμβάλλει στην ανάπτυξη και την αναμόρφωση του τοπικού χρηματοοικονομικού τομέα·

10.   συγχαίρει το Συμβούλιο των διοικητών της ΕΤΕπ διότι, κατά το 2005, κατέστησε την ενίσχυση των ΜΜΕ έναν από τους 5 στόχους προτεραιότητας που έθεσε· υποστηρίζει την ΕΤΕπ στην προσπάθεια που καταβάλλει προκειμένου να αναπτύξει τα χρηματοδοτικά μέσα που είναι προσαρμοσμένα στις ανάγκες των ΜΜΕ εις τρόπον ώστε τα συνολικά δάνεια υπέρ των ΜΜΕ να υπερβούν το 50% του συνόλου των ετήσιων συνολικών δανείων·

Τρόποι παρέμβασης

11.   εγκρίνει την εντατικοποίηση της συνεργασίας με την Επιτροπή στο πλαίσιο των νέων προγραμμάτων που αποσκοπούν στην αύξηση της αποτελεσματικότητας των δαπανών χάρη στην αποκτηθείσα πείρα από την ΕΤΕπ, και ειδικότερα στο πρόγραμμα JASPERS·

12.   υπογραμμίζει ότι ένα πλαίσιο νέων χρηματοδοτικών οργάνων, τα οποία διαχειρίζεται η ΕΤΕπ και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων, θα επηρεάσει πολλαπλασιαστικά τις επιστρεπτέες ενισχύσεις· εκφράζει επίσης την ικανοποίησή του για την έναρξη λειτουργίας της πρωτοβουλίας κοινών ευρωπαϊκών πόρων για τις μικροεπιχειρήσεις και τις μεσαίες επιχειρήσεις (JEREMIE), που θα μπορούσε να παραγάγει πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα ακόμη και δεκαπλάσιο σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό των διαρθρωτικών ταμείων μέσω της λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, το οποίο μετατρέπει τις επενδύσεις σε ένα φάσμα χρηματοδοτικών προϊόντων που προορίζονται για τις ΜΜΕ·

13.   εκτιμά ότι οι νέοι τρόποι συνεργασίας και χρηματοδότησης πρέπει να αξιολογηθούν με προσοχή προκειμένου να επιλυθούν τα διοικητικά προβλήματα που ενδέχεται να υπάρχουν·

14.   υπενθυμίζει στην ΕΤΕπ ότι τα δάνειά της δεν πρέπει να υποκαθιστούν, με πλεονεκτικότερους για τα ενδιάμεσα χρηματοοικονομικά ιδρύματα όρους, δάνεια που σε κάθε περίπτωση ο ιδιωτικός τομέας θα είχε χορηγήσει·

15.   καλεί το Ελεγκτικό Συνέδριο να διασφαλίσει ότι οι όροι που διέπουν τα δάνεια και τις εγγυήσεις που αφορούν δημοσιονομικούς πόρους της ΕΕ που χορηγεί η ΕΕ δεν έχουν ως αποτέλεσμα να επωφελούνται έμμεσα ορισμένοι δικαιούχοι από μη θεμιτές επιδοτήσεις, μολονότι θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση στην αγορά·

16.   καλεί την ΕΤΕπ να διεξαγάγει λεπτομερή έρευνα σχετικά με την πραγματική συμβολή των επενδύσεων της ΕΤΕπ στην περιφερειακή ανάπτυξη, αφού αναλύσει επίσης τις συνέπειες των πολιτικών της ΕΕ, και να καθορίσει κατάλληλους δείκτες, όπως συνιστά το τμήμα αξιολόγησής της·

17.   συνιστά στην ΕΤΕπ να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τις δυνατότητες πρόσβασης σε χρηματοδοτήσεις της, κυρίως για τις ΜΜΕ, μέσω της αύξησης του αριθμού των χρηματοδοτικών οργάνων με κατάλληλο δυναμικό εμπειρογνωμοσύνης και δανειοδότησης για την υποστήριξη των προτεραιοτήτων της ΕΕ, τα οποία λειτουργούν ως ενδιάμεσοι φορείς στην κάθε χώρα, πράγμα που θα βελτίωνε ταυτοχρόνως τους όρους για τους τελικούς δικαιούχους·

18.   συνιστά, στην επόμενη ετήσια έκθεσή της, να δώσει η ΕΤΕπ ιδιαίτερη έμφαση στη σχέση της με τις τράπεζες οι οποίες -σε εθνικό επίπεδο- ειδικεύονται στη χορήγηση δανείων σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, υπενθυμίζει δε ότι η καλή συνεργασία μεταξύ της ΕΤΕπ και των τραπεζών αυτών δεν μπορεί παρά να αποβεί επωφελής για τις ΜΜΕ·

19.   θεωρεί ότι θα πρέπει να προωθηθεί, επ' ωφελεία των ΜΜΕ, ένας συνδυασμός χορηγούμενων από την ΕΤΕπ κεφαλαίων και εγκεκριμένων κρατικών ενισχύσεων·

Διαφάνεια και λειτουργία

20.   ζητεί από την ΕΤΕπ να αναπτύσσει καλύτερα τα αξιολογικά της κριτήρια κατά την επιλογή των χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων και να παρουσιάζει αξιολόγηση των ενεργειών της με όρους οικονομικής ανάπτυξης και απασχόλησης· συνιστά στην ΕΤΕπ να δημοσιεύει τις πληροφορίες της σχετικά με τα επενδυτικά σχέδια στα οποία μετέχει, για την ενθάρρυνση της συμμετοχής ιδιωτών επενδυτών στη πιθανή χρηματοδότηση των σχεδίων αυτών·

21.   συνιστά στην ΕΤΕπ να προσδιορίσει σαφέστερα τα κριτήρια για την τελική χορήγηση των συνολικών δανείων της, και την καλεί να καθιερώσει διαφανή διαδικασία γνωστοποίησης και εκτίμησης του τρόπου χρησιμοποίησής τους από τις ενδιάμεσες τράπεζες, πράγμα που θα διευκολύνει ειδικότερα να ελέγχεται εάν από την ποιότητα των δανείων της ΕΤΕπ επωφελούνται πραγματικά οι τελικοί δικαιούχοι·

22.   καλεί την ΕΤΕπ να διασφαλίσει ότι τα επιχειρησιακά της πρότυπα συμφωνούν με τα διεθνή πρότυπα και τις βέλτιστες πρακτικές, και να θεσπίσει διαφανή μηχανισμό για τη συμμετοχή οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και άλλων ενδιαφερομένων μερών κατά τη διαμόρφωση ενισχυμένων κοινωνικών προτύπων της ΕΤΕπ·

23.   καλεί την ΕΤΕπ να θεσπίσει νέο περιβαλλοντικό πλαίσιο που θα βασίζεται σε σαφή, δεσμευτικά και εφαρμόσιμα ελάχιστα πρότυπα που θα εξασφάλιζαν τη δυνατότητα στην ΕΤΕπ να γνωστοποιεί σε όλους τους ενδιαφερομένους, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών κοινοτήτων, τις αξίες και τα πρότυπά της·

24.   συγχαίρει την ΕΤΕπ για την εξέλιξη του συστήματος ελέγχου με σκοπό την αναβάθμιση της εκ των υστέρων αξιολόγησης των ενεργειών· εκφράζει την ικανοποίησή του για την δημοσίευση συνοπτικής παρουσίασης των αξιολογήσεων που πραγματοποιήθηκαν από το τμήμα "Αξιολόγηση των δράσεων'· επαναλαμβάνει το αίτημα του σημείου 14 του Ψηφίσματός του της 22ας Απριλίου 2004 σχετικά με την έκθεση δραστηριοτήτων 2002 της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων(3) να παρέχει η ΕΤΕπ ενημέρωση σχετικά με τα προγράμματα που απέτυχαν, ενημέρωση που θα μπορούσε να αποβεί ιδιαίτερα χρήσιμη·

25.   διαπιστώνει τη θέληση της ΕΤΕπ να συνδεθεί εθελοντικώς με την καθιέρωση ενός διεθνούς συντελεστή φερεγγυότητας (Βασιλεία II)· ζητεί από την ΕΤΕπ να ανακοινώσει τις εφαρμοζόμενες μεθοδολογίες και τα καταστατικά μακροοικονομικά μεγέθη του εν λόγω συντελεστή· ζητεί να εξεταστεί η μορφή εποπτείας της εφαρμογής του·

26.   χαιρετίζει τον στόχο της ΕΤΕπ στο θέμα της διαφάνειας, που περιγράφεται στο πλαίσιο της πολιτικής της για την ενημέρωση του κοινού της 28ης Μαρτίου 2006·

27.   ζητεί από την ΕΤΕπ να συνεχίσει να βελτιώνει την επικοινωνιακή της πολιτική· ζητεί τα βασικά σημεία της ιστοσελίδας της ΕΤΕπ να μεταφράζονται σε όλες τις γλώσσες της ΕΕ·

28.   ζητεί από την ΕΤΕπ να συνεχίσει να παρέχει τόσο στο Κοινοβούλιο όσο και στην κοινή γνώμη μια ετήσια συνοπτική παρουσίαση των μέτρων που ελήφθησαν για την βελτίωση της λειτουργίας της, ευθυγραμμιζόμενη με παλαιότερα ψηφίσματα του Κοινοβουλίου·

o
o   o

29.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.

(1) ΕΕ C 320 E, 15.12.2005, σ. 66.
(2) ΕΕ C 293 Ε, 2.12.2006, σ. 163.
(3) ΕΕ C 104 E, 30.4.2004, σ. 1019.


Μακροοικονομικός αντίκτυπος της αύξησης της τιμής της ενέργειας
PDF 464kWORD 103k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τον μακροοικονομικό αντίκτυπο της αύξησης της τιμής της ενέργειας (2006/2247(INI))
P6_TA(2007)0054A6-0001/2007

Tο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής "Ενέργεια και μεταφορές στην Ευρώπη: Σενάρια για υψηλές τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου", που δημοσιεύτηκε τον Σεπτέμβριο του 2006,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής "Σχέδιο δράσης για την ενεργειακή απόδοση: Αξιοποίηση του δυναμικού" (COM(2006)0545),

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Göteborg της 15ης και 16ης Ιουνίου 2001 και των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων των Βρυξελλών της 23ης και 24ης Μαρτίου 2006 και της 15ης και 16ης Ιουνίου 2006,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της άτυπης συνόδου των αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων της ΕΕ στο Hampton Court, στις 27 Οκτωβρίου 2005, που σηματοδότησε την έναρξη της νέας ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 26ης Φεβρουαρίου 2004, σχετικά με την κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας – έκθεση σχετικά με τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές της οικονομικής πολιτικής(1),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 23ης Μαρτίου 2006, για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση(2),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 1ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ενεργειακή απόδοση ή περισσότερα αποτελέσματα με λιγότερα μέσα – Πράσινη Βίβλος(3), ιδίως όσον αφορά την έκκλησή του προς την Επιτροπή και τα εθνικά σχέδια δράσης για την ενεργειακή απόδοση,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με την ευρωπαϊκή στρατηγική για αειφόρο, ανταγωνιστική και ασφαλή ενέργεια – Πράσινη Βίβλος(4),

–   έχοντας υπόψη την ολοκληρωμένη δέσμη μέτρων της Επιτροπής σχετικά με την ενέργεια και τις κλιματικές αλλαγές για να περιορισθούν οι εκπομπές τον 21ο αιώνα, η οποία δημοσιεύθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2007,

–   έχοντας υπόψη την ανασκόπηση Stern: "The Economics of Climate Change" (Οι οικονομικές πτυχές της αλλαγής του κλίματος), η οποία δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2006,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (A6-0001/2007),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αυξήσεις της τιμής του πετρελαίου έχουν επίπτωση στην ΕΕ ως καθαρό εισαγωγέα πετρελαίου, περιορίζοντας την αύξηση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕγχΠ), την απασχόληση και τις επενδύσεις και αυξάνοντας την πληθωριστική πίεση και τα επιτόκια,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υψηλότερες τιμές του πετρελαίου αναπόφευκτα θα προκαλέσουν αύξηση των τιμών άλλων καυσίμων, οξύνοντας περαιτέρω τις δυσμενείς μακρο-οικονομικές επιπτώσεις της αύξησης της τιμής του πετρελαίου,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι προηγούμενοι κλυδωνισμοί των τιμών του πετρελαίου προκλήθηκαν από σημαντικές διαταραχές του εφοδιασμού σε πετρέλαιο, ενώ η τρέχουσα αύξηση της τιμής του πετρελαίου πυροδοτείται κυρίως από τη σημαντική αύξηση της ζήτησης πετρελαίου στην Ασία και τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη γεωπολιτική αστάθεια στις περιοχές που εξάγουν πετρέλαιο,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αβεβαιότητες σχετικά με την ισορροπία μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης πετρελαίου έχουν αυξήσει περισσότερο τις τιμές του πετρελαίου και έχουν ενισχύσει την αστάθεια της αγοράς,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι φτηνές τιμές του πετρελαίου έχουν διαμορφώσει την παγκόσμια οικονομία εδώ και πάνω από 50 χρόνια και ότι η προοπτική των μακροχρόνια υψηλών τιμών ήδη συμβάλλει σε θεμελιώδεις αλλαγές στην οικονομία· λαμβάνοντας υπόψη ότι, εάν δεν ληφθούν μέτρα, η εξάρτηση της Ευρώπης από τις εισαγωγές ενέργειας ενδέχεται να αυξηθεί από 50% σε 70% από τώρα έως το 2030, με το 94% του πετρελαίου να προέρχεται από εισαγωγές,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οποιαδήποτε μέτρα ληφθούν από την ΕΕ προκειμένου να μειώσουν την εξάρτησή της από τις εισαγωγές πετρελαίου πρέπει να συνεκτιμούν την αλλαγή του κλίματος· λαμβάνοντας υπόψη ότι η προαναφερθείσα ανασκόπηση Stern επιβεβαιώνει ότι η δέσμη μέτρων της ΕΕ για την ενέργεια θα αποτελέσει βασικό στοιχείο για την καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος· και λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανασκόπηση Stern επισημαίνει επίσης τις σημαντικές οικονομικές ευκαιρίες που θα μπορούσε να αποκομίσει η ΕΕ αν αναλάμβανε ηγετικό ρόλο στην καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος,

1.   εκφράζει την ανησυχία του επειδή τα τελευταία χρόνια η εξέλιξη των τιμών του πετρελαίου έχει χαρακτηριστεί από σημαντική αστάθεια και από μεγάλη αύξηση από 12 USD το βαρέλι προ του 2000 σε 79 USD, στις 8 Αυγούστου 2006, απειλώντας την οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης· υπογραμμίζει ότι η πρόσφατη αύξηση των τιμών μοιάζει κατ' ουσίαν με αλλαγές που συνέβησαν κατά την προηγούμενη επενδυτική φάση από τα μέσα της δεκαετίας του "70 έως τα μέσα της δεκαετίας του "80, αλλά υπάρχουν και πρόσθετες υφέρπουσες συγκυρίες και προκλήσεις·

2.   θεωρεί ότι οι αντιλήψεις αυτές έχουν επίσης ενισχυθεί από φόβους σχετικά με τη μελλοντική επάρκεια των πόρων, καθώς ορισμένοι αναλυτές προβλέπουν επικείμενη μείωση των φυσικών πόρων και άλλοι, κυρίως εντός της βιομηχανίας του πετρελαίου, παρουσιάζουν καθησυχαστική εικόνα για τα αποθέματα πετρελαίου· επισημαίνει ότι οι αντιλήψεις σχετικά με τη μελλοντική ανεπάρκεια επηρεάζουν τις μακροπρόθεσμες τιμές της αγοράς·

3.   σημειώνει ότι καθίσταται όλο και πιο δύσκολο να βρεθούν νέες πηγές πετρελαίου και ότι κάθε νέο βαρέλι είναι πιο ακριβό από άποψη έρευνας και παραγωγής· σημειώνει επιπλέον ότι απαιτούνται τεράστιες επενδύσεις στον τομέα του πετρελαίου για την ενίσχυση των ικανοτήτων παραγωγής και διύλισης ώστε να αντιμετωπισθεί η αύξηση της ζήτησης·

4.   σημειώνει τη διαφορετική φύση της σημερινής αύξησης της τιμής του πετρελαίου σε σχέση με τις αυξήσεις του παρελθόντος, οι οποίες ήταν παροδικές και κατευθύνονταν από την προσφορά· λαμβάνοντας υπόψη ότι η τρέχουσα αύξηση της τιμής του πετρελαίου έχει προκληθεί σε σημαντικό βαθμό από την ταχέως αυξανόμενη ζήτηση σε οικονομίες όπως η Κίνα αλλά και από την υψηλή κατανάλωση στις ΗΠΑ, καθώς και από τις αβεβαιότητες στις πετρελαιοπαραγωγές περιοχές και τη μείωση της προσφοράς που οφείλεται στην έλλειψη επενδύσεων στην υποδομή· η πρόσφατη αύξηση των τιμών έχει συνεπώς, σε μεγάλο βαθμό, μόνιμο χαρακτήρα·

5.   ανησυχεί διότι η ζήτηση του πετρελαίου αυξάνεται όχι μόνο στον τομέα της ενέργειας, αλλά και σε άλλους τομείς, όπως στον τομέα των πετροχημικών· πιστεύει ότι το πετρέλαιο δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας·

6.   σημειώνει τις ιδιαίτερα αποκλίνουσες εκτιμήσεις και απόψεις σχετικά με τα απομένοντα αποθέματα πετρελαίου και το πότε θα φτάσουμε στη μέγιστη παραγωγή πετρελαίου (oil peak)· συνιστά, εν προκειμένω, να συνεχισθεί η βελτίωση της διαφάνειας των δεδομένων για τις ενεργειακές στατιστικές, ιδίως σε σχέση με τα επίπεδα των αποθεμάτων πετρελαίου· υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι η Ευρώπη πρέπει να αντιμετωπίσει την πρόκληση των μακροπρόθεσμα υψηλών και ασταθών τιμών και των οικονομικών συνεπειών που προκύπτουν· ότι οι νεοανακαλυφθέντες πόροι τείνουν να είναι περιορισμένοι και η αξιοποίησή τους πιο δαπανηρή, δεδομένου ότι είναι ως επί το πλείστον υπεράκτιοι, και ότι το κόστος έρευνας, ανάπτυξης και παραγωγής θα αυξηθεί, καθιστώντας κατ' αυτόν τον τρόπο πιο επείγουσα τη μετάβαση σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας και την ανάπτυξη τεχνολογιών εξοικονόμησης ενέργειας και ανανεωσίμων μορφών ενέργειας·

Υφεσιακές επιπτώσεις

7.   υπογραμμίζει τις απτές επιπτώσεις των αυξήσεων της τιμής του πετρελαίου στην ΕΕ ως καθαρό εισαγωγέα πετρελαίου, περιορίζοντας την αύξηση του ΑΕγχΠ, τις επενδύσεις και την απασχόληση και αυξάνοντας την πληθωριστική πίεση και τα επιτόκια·

8.   τονίζει ότι, ανάλογα με τους διαφορετικούς βαθμούς της πετρελαϊκής εξάρτησης και τις διαφορετικές δομές παραγωγής, ο αντίκτυπος των αυξήσεων της τιμής του πετρελαίου ποικίλλει από το ένα κράτος μέλος στο άλλο και ότι οι συνέπειες είναι εντονότερες στις χώρες υψηλής πετρελαϊκής εξάρτησης, όπως, αφενός, στην ευρωζώνη, όπου το ΑΕγχΠ υπολογίζεται ότι έχει μειωθεί κατά τουλάχιστον 0,5%, και, αφετέρου, στα νέα κράτη μέλη, λόγω της μεγαλύτερης έντασης ενέργειας (energy-intensity) των οικονομιών τους·

9.   ανησυχεί για την ανοδική πίεση των αυξημένων τιμών ενέργειας στις τιμές καταναλωτή, που αυξάνει τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή σε 2,3% στην ευρωζώνη και στην ΕΕ· επισημαίνει την αύξηση στις τιμές βιομηχανικού παραγωγού κατά 5,9% τον Ιούλιο του 2006 στην ευρωζώνη, ενώ τα δευτερογενή αποτελέσματα της ανόδου των τιμών του πετρελαίου δεν έχουν επηρεάσει αισθητά τους μισθούς, οι οποίοι παρουσιάζουν μικρή αύξηση· εκφράζει τις ανησυχίες του για τις αρνητικές επιδράσεις της αύξησης της τιμής του πετρελαίου στη ζήτηση των νοικοκυριών λόγω του μειωμένου διαθέσιμου εισοδήματος·

10.   εκφράζει την ανησυχία του για τις κοινωνικές επιπτώσεις του αυξημένου κόστους στέγασης, θέρμανσης και μεταφορών, ιδίως σε σχέση με χαμηλόμισθα, φτωχά και ευάλωτα τμήματα του πληθυσμού, και προτρέπει τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν τον προσιτό χαρακτήρα και την προσβασιμότητα των υπηρεσιών αυτών παρά την αύξηση της τιμής του πετρελαίου, ούτως ώστε να διασφαλιστεί η κινητικότητα και να αποφευχθεί ο κοινωνικός αποκλεισμός και η εξαθλίωση·

11.   σημειώνει ότι η ΕΚΤ έχει αυξήσει τα επιτόκια ήδη έξι φορές από το Δεκέμβριο του 2005· εκφράζει τις ανησυχίες του για την όλο και μικρότερη δυνατότητα των ΜΜΕ να προβλέψουν το κόστος των δανείων και για τις αρνητικές συνέπειες στις επενδύσεις και στην απασχόληση στην ΕΕ· προβληματίζεται για το γεγονός ότι οι πληθωριστικές πιέσεις λόγω της αύξησης των τιμών του πετρελαίου, σε συνδυασμό με τις ενδεχόμενες δευτερογενείς συνέπειες, θα μπορούσαν να κάνουν τελικά αναπόφευκτη μια περιοριστικότερη νομισματική πολιτική·

12.   υπογραμμίζει τους κινδύνους, σε σχέση με την ανάπτυξη, της αύξησης των επιτοκίων στο πλαίσιο μιας εύθραυστης ανάκαμψης και εφιστά την προσοχή στους κινδύνους που συνδέονται με την εξέλιξη της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ και με την τιμή του πετρελαίου, παράγοντες που έχουν διαδραματίσει ρόλο όσον αφορά την ασθενή ανάπτυξη κατά το 2005, λόγω των επιπτώσεων τους στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών· ζητεί να διερευνηθούν οι ευκαιρίες και οι δυνατότητες για έκφραση των τιμών του πετρελαίου και των παραγώγων του εντός της ευρωζώνης σε ευρώ και όχι σε δολάρια·

13.   σημειώνει ότι η αβεβαιότητα που περιβάλλει τη μελλοντική ισορροπία μεταξύ ζήτησης και προσφοράς έχει δημιουργήσει κίνητρα για νέες εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, όπως με τις πράξεις αντιστάθμισης κινδύνου και τα χρηματοοικονομικά παράγωγα που συνδέονται με την τιμή του πετρελαίου ή άλλες ενεργειακές τιμές· σημειώνει ότι αναγνωρίζεται πως σε ορισμένες περιπτώσεις οι δραστηριότητες αυτές μπορεί να έχουν μεγεθύνει τις τάσεις σε δυσμενή κατεύθυνση, αλλά από την άλλη πλευρά έχουν τη δυνατότητα να εισφέρουν ρευστότητα στην αγορά και έτσι να μειώνουν τη μεταβλητότητα των τιμών· θεωρεί ότι χρειάζεται να βρεθούν κατάλληλοι τρόποι ενίσχυσης της διαφάνειας των δραστηριοτήτων αυτών, ώστε να διασκεδαστούν οι ανησυχίες σχετικά με τη συνεχιζόμενη εξέλιξή τους·

Ο τομέας των μεταφορών

14.   σημειώνει ότι οι επιπτώσεις της αύξησης της τιμής του πετρελαίου διαφέρουν σημαντικά από τομέα σε τομέα και ότι ο τομέας των μεταφορών, που αντιστοιχεί στο 56% της συνολικής κατανάλωσης πετρελαίου στην ΕΕ, και ο στεγαστικός τομέας έχουν πληγεί περισσότερο, ενώ άλλοι τομείς έχουν επιτύχει να μειώσουν την πετρελαϊκή εξάρτησή τους με βελτιώσεις στην ενεργειακή απόδοση και αλλαγές στον συνδυασμό των καυσίμων· υπογραμμίζει ότι οι εν λόγω δύο τομείς των μεταφορών και της στέγασης έχουν προτεραιότητα στις οικιακές δαπάνες και ότι η αύξηση της τιμής του πετρελαίου αυξάνει τις ανισότητες της αγοραστικής δύναμης εις βάρος των πιο φτωχών νοικοκυριών·

15.   ζητεί τη χάραξη σφαιρικής κοινοτικής στρατηγικής που θα προχωρήσει στη σταδιακή μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων στον τομέα των μεταφορών, γεγονός που θα οδηγήσει σε προοδευτική μείωση της εξάρτησης της ΕΕ από το πετρέλαιο και προοδευτική χρήση καθαρών πηγών ενέργειας στις μεταφορές·

16.   πιστεύει ότι τα αποθέματα καυσίμων για τις μεταφορές θα μπορούσαν να διευρυνθούν με τη διευκόλυνση της παραγωγής μη συμβατικού πετρελαίου και υγρών καυσίμων με βάση το φυσικό αέριο ή τον άνθρακα, όπου αυτό είναι οικονομικά εφικτό· υποστηρίζει την ανάπτυξη και παραγωγή εναλλακτικών οχημάτων και καυσίμων όπως τα βιοκαύσιμα, οχήματα στήλης υδρογόνου/καυσίμου και υβριδικά οχήματα· στηρίζει επίσης τις προσπάθειες για την εξεύρεση καινοτόμων λύσεων για τη διαχείριση των συστημάτων μεταφορών γενικότερα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την ενεργειακή απόδοση των οχημάτων·

Εμπορικό ισοζύγιο· ανισορροπίες σε παγκόσμιο επίπεδο

17.   επισημαίνει τη δυσμενή επίδραση της αύξησης της τιμής του πετρελαίου στο εμπορικό ισοζύγιο των χωρών εισαγωγής πετρελαίου, με την ανακατανομή του πλούτου προς όφελος των χωρών εξαγωγής πετρελαίου και την μετατροπή τους σε σημαντικούς παράγοντες στο πλαίσιο των παγκοσμίων ανισορροπιών, και με την ανακύκλωση πετροδολαρίων που έχει οδηγήσει ήδη σε συσσώρευση σημαντικών περιουσιακών στοιχείων στο εξωτερικό·

18.   χαιρετίζει το γεγονός ότι η ανακύκλωση πετροδολαρίων από τους εξαγωγείς πετρελαίου έχει ωφελήσει την ευρωζώνη, με θετικό αντίκτυπο στις ξένες επενδύσεις και αυξημένη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών της ευρωζώνης, αντισταθμίζοντας εν μέρει τις δυσμενείς συνέπειες της αύξησης της τιμής του πετρελαίου·

Ανταγωνισμός

19.   υπενθυμίζει την επείγουσα ανάγκη να μειωθούν οι ενεργειακές τιμές στις εγχώριες αγορές ενέργειας· σημειώνει, στο πλαίσιο αυτό, ότι οι αγορές ενέργειας παραμένουν σε μεγάλο βαθμό εθνικές και κυριαρχούνται από λίγες επιχειρήσεις, τόσο ιδιωτικές όσο και δημόσιες, οι οποίες συχνά είναι και ιδιοκτήτες των υποδομών· καλεί την Επιτροπή, τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στις εταιρείες του ενεργειακού τομέα·

20.   ζητεί την ολοκλήρωση της εσωτερικής ενεργειακής αγοράς με τη λήψη μέτρων για να αντιμετωπιστούν: οι επικρατούσες αποκλίσεις όσον αφορά τις αρμοδιότητες των ρυθμιστικών αρχών, η έλλειψη ευρωπαϊκής ρυθμιστικής αρχής για την ενέργεια που θα εξετάζει τα διασυνοριακά ζητήματα, η έλλειψη σχεδίου προτεραιότητας για τις γραμμές διασύνδεσης, κανόνων για το διασυνδεδεμένο δίκτυο και συστημάτων αντιστάθμισης και αποθήκευσης φυσικού αερίου·

21.   υπογραμμίζει ότι η αποσύνδεση της υποδομής από τους προμηθευτές είναι ζωτικής σημασίας για την εύρυθμη λειτουργία των εθνικών αγορών και της εσωτερικής αγοράς και για την παροχή κινήτρων για επενδύσεις σε υποδομές·

22.   σημειώνει, επίσης, ότι η αυξημένη συγκέντρωση στην εσωτερική αγορά ενδέχεται να επιτείνει τις υφιστάμενες στρεβλώσεις, απαιτώντας κατά συνέπεια τη βελτίωση των ρυθμιστικών ικανοτήτων των κρατών μελών και της ΕΕ προκειμένου να διασφαλιστούν τα καταναλωτικά δικαιώματα και η συμμόρφωση με τους στόχους ενεργειακής απόδοσης της ΕΕ·

23.   καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να περιλάβουν το υψηλό επίπεδο ενεργειακής απόδοσης μεταξύ των κριτηρίων για την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων· θεωρεί ότι, στο πλαίσιο της αναθεώρησης των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με την κρατική βοήθεια που χορηγείται για την προστασία του περιβάλλοντος, πρέπει να ληφθούν περισσότερα μέτρα για την προώθηση των επενδύσεων σε μέτρα ενεργειακής απόδοσης και διαφοροποίησης·

Η Ευρώπη πρέπει να ενεργήσει τώρα

24.   τονίζει ότι, εάν δεν ληφθούν μέτρα τώρα, η εξάρτηση της Ευρώπης από τις εισαγωγές ενέργειας θα αυξηθεί από 50% σε 70% το 2030, από τις οποίες το 94% θα αντιστοιχεί στις εισαγωγές πετρελαίου, επιδεινώνοντας τις επιπτώσεις της αύξησης και της αστάθειας της τιμής του πετρελαίου στην οικονομία της Ευρώπης·

25.   καλεί την Επιτροπή να λαμβάνει υπόψη, κατά την εκτίμηση των κρατικών ενισχύσεων, την υπαγορευόμενη από το ενεργειακό πλαίσιο ανάγκη επενδύσεων για προώθηση καινοτομιών και να μεριμνά ώστε οι νέες ενισχύσεις να μην οδηγούν σε στρεβλώσεις του ανταγωνισμού·

26.   επισημαίνει την ανάγκη μαζικών επενδύσεων στην ενεργειακή υποδομή και στον ενεργειακό εφοδιασμό κατά τα επόμενα χρόνια· ζητεί να γίνει παγκοινοτική σε βάθος συζήτηση με θέμα τις διάφορες πηγές ενέργειας, η οποία να λαμβάνει υπόψη όλες τις δαπάνες που συνδέονται με την ενεργειακή παραγωγή, την αποθήκευση, τη διανομή, τη μεταφορά, την κατανάλωση και την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, καθώς και τις πτυχές της ασφάλειας και των αποβλήτων, και με τη συμβολή της ενέργειας στις κλιματικές αλλαγές, ειδικότερα όσον αφορά τις εκπομπές του CO2· καλεί την Επιτροπή να ξεκινήσει εκτιμήσεις του αντικτύπου στις διαφορετικές πηγές ενέργειας και συνδυασμούς χαρτοφυλακίου σύμφωνα με αυτές τις παραμέτρους·

27.   υπενθυμίζει το ψήφισμά του της 26ης Φεβρουαρίου 2004, με το οποίο ήδη τόνιζε τη σημασία της μείωσης της εξάρτησης της Ευρώπης από τις εισαγωγές πετρελαίου, οι οποίες αποτελούν βαρύ φορτίο από πλευράς πολιτικού κόστους και αστάθειας, χαιρέτιζε τα τεχνολογικά βήματα, όπως την ευρωπαϊκή εταιρική σχέση για την οικονομία του υδρογόνου, ενθάρρυνε τις περαιτέρω επενδύσεις στις αποδοτικότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι οποίες θα μειώσουν την αστάθεια του κόστους ανά μονάδα ενέργειας, θα αυξήσουν την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, θα είναι λιγότερο επιβλαβείς για το περιβάλλον, και ενδεχομένως θα αποτελέσουν έναυσμα για βιομηχανική επανάσταση παρόμοια με τη βιομηχανική επανάσταση στις ΗΠΑ, της οποίας ηγήθηκε ο τομέας της πληροφορικής·

28.   υπογραμμίζει ότι οι αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες χώρες και οι χώρες που υφίστανται μετασχηματισμό πλήττονται ιδιαίτερα από την αύξηση της τιμής του πετρελαίου λόγω της υψηλής έντασης ενέργειας και της χαμηλής ενεργειακής απόδοσης των οικονομιών τους, και τονίζει τη σημασία της ατζέντας για τη βιώσιμη ανάπτυξη στην εξωτερική, εμπορική και αναπτυξιακή πολιτική της ΕΕ·

29.   επισημαίνει τις ελπιδοφόρες προοπτικές που έχουν οι αγορές ανανεωσίμων πηγών ενέργειας και τεχνολογιών που αυξάνουν την ενεργειακή απόδοση· τονίζει τα θετικά ποσοστά ανάπτυξης και απασχόλησης του τομέα των ανανεωσίμων πηγών ενέργειας· προειδοποιεί για τον κίνδυνο απώλειας της ηγετικής θέσης στην αγορά των περιβαλλοντικών τεχνολογιών προς όφελος των ΗΠΑ και των αναδυομένων οικονομιών υψηλής εξειδίκευσης· επισημαίνει τη μεγάλη σημασία των προγραμμάτων εξυγίανσης κτιρίων όσον αφορά το CO2 και την εξοικονόμηση ενέργειας·

30.   σημειώνει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν ευρωπαϊκές πετρελαιοπηγές· πιστεύει ότι η μεγίστη δυνατή εκμετάλλευση των γηγενών πηγών πρέπει να θεωρηθεί σημαντικό (μολονότι προσωρινό) μέσο αντιστάθμισης του αύξοντος όγκου του πετρελαίου που εισάγεται στην Ευρώπη·

31.   επισημαίνει την ανάγκη να προσανατολιστεί η ενεργειακή υποδομή στη συμπαραγωγή ηλεκτρισμού-θερμότητας και στην αποκεντρωμένη παραγωγή ενέργειας·

32.   καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να καταρτίσουν λεπτομερές σχέδιο για τη μείωση της εξάρτησης της ΕΕ από τις εισαγωγές πετρελαίου και να στραφούν προς την καθαρή ενέργεια· προτρέπει να ληφθούν μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης· υπενθυμίζει ότι συνήθως η ενεργειακή απόδοση αποτελεί συνήθως τον κατά πολύ φθηνότερο τρόπο περικοπής των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και ενίσχυσης της ενεργειακής ασφάλειας·

33.   επιδοκιμάζει το σχέδιο δράσης της Επιτροπής για την ενεργειακή απόδοση, ως βασική συνεισφορά στην εξοικονόμηση ενέργειας και, κατά συνέπεια, στη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης·

34.   υπογραμμίζει την ανάγκη ορθής προσέγγισης των πολιτικών και των δράσεων για την ενεργειακή απόδοση από τα διαρθρωτικά ταμεία και το Ταμείο Συνοχής, καθώς και από το πρόγραμμα-πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία(5)· επιδοκιμάζει την πρόταση του σχεδίου δράσης για την ενεργειακή απόδοση που επιζητεί να κινητοποιηθεί η ιδιωτική χρηματοδότηση με τη χρήση αυτών των μέσων·

35.   ζητεί τη θέσπιση ολοκληρωμένου μηχανισμού έκτακτης ανάγκης της ΕΕ για την ασφάλεια του εφοδιασμού, με αύξηση του ελάχιστου αποθέματος πετρελαίου στην ΕΕ από 90 σε 120 ημέρες κατανάλωσης, και ζητεί την ανάπτυξη ελάχιστου αποθέματος φυσικού αερίου 90 ημερών τουλάχιστον· ως προς το θέμα αυτό, εκφράζει τη λύπη του διότι η Επιτροπή, στην ολοκληρωμένη δέσμη μέτρων της σχετικά με την ενέργεια και τις κλιματικές αλλαγές της 10ης Ιανουαρίου 2007, δεν πρότεινε αύξηση και μερισμό του αποθέματος έκτακτης ανάγκης πετρελαίου και φυσικού αερίου·

36.   υποστηρίζει ότι με την εβδομαδιαία δημοσίευση (βάσει κοινόχρηστων δεδομένων, όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες) των ευρωπαϊκών αποθεμάτων πετρελαίου και πετρελαϊκών προϊόντων καθώς και των εισαγωγών και εξαγωγών, και μάλιστα ανά τύπο προϊόντος (αργό πετρέλαιο, βενζίνη, πετρέλαιο ντίζελ, πετρέλαιο θέρμανσης κλπ.), θα μπορούσαν να εκτιμηθούν καλύτερα οι πιέσεις που ασκούνται επί της παγκόσμιας αγοράς, να αποκαλυφθεί το επίπεδο της ευρωπαϊκής κατανάλωσης, να περιορισθεί η τάση των φορέων της αγοράς να κλίνουν προς τα αμερικανικά αποθέματα και να μειωθεί κατά συνέπεια η αστάθεια των τιμών του πετρελαίου.

37.   υπενθυμίζει την απαίτησή του οι πολυμερείς τράπεζες και οι δημόσιοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί να υποχρεώνονται να δημιουργούν κεφάλαια ενεργειακής απόδοσης για τη χρηματοδότηση προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης· πιστεύει ότι οι στόχοι ενεργειακής απόδοσης πρέπει να ενσωματωθούν και σε άλλες τομεακές πολιτικές, ιδίως στην πολιτική φορολόγησης, των μεταφορών και στην πολιτική συνοχής· θεωρεί ότι πρέπει να ενθαρρυνθούν καινοτόμα χρηματοδοτικά συστήματα και συμβατικά εργαλεία, όπως η μικροπίστωση και οι κοινοπραξίες μεταξύ των ιδιωτικών επιχειρήσεων και των δήμων, με σκοπό την ενεργό συμμετοχή των τοπικών εταίρων και των αρμοδίων για τη λήψη αποφάσεων·

38.   υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) στην προώθηση των επενδύσεων για την καθαρή ενέργεια· χαιρετίζει τη δέσμευση της ΕΤΕπ να ενισχύσει τη συμβολή της στις επενδύσεις υποδομής, συμπεριλαμβανομένων της ενεργειακής ασφάλειας, των ανανεωσίμων πηγών ενέργειας και των διευρωπαϊκών δικτύων, καθώς και στο διπλασιασμό του ποσοστού των επενδύσεων για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας από 7% σε 15 %· τονίζει την επείγουσα ανάγκη για διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών και τη δέσμευση της ΕΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη και για την εκπλήρωση της διεθνούς υποχρέωσής της να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του πρωτοκόλλου του Κιότο· ενθαρρύνει την ΕΤΕπ να ενσωματώσει τα κριτήρια σχετικά με τις εκπομπές του CO2 στα κριτήρια επιλογής της και να θέσει ακόμη πιο μεγαλόπνοο στόχο για τα προγράμματα ανανεωσίμων πηγών ενέργειας και ενεργειακής απόδοσης·

Φορολογία

39.   σημειώνει την αύξηση στα φορολογικά έσοδα από την ενέργεια λόγω των πρόσφατων αυξήσεων της τιμής του πετρελαίου· υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα των ενδεδειγμένων φορολογικών πολιτικών, μεταξύ άλλων στον στεγαστικό τομέα, ως μέσων για τη μείωση της οικονομικής εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, για την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος και για τη δημιουργία κινήτρων με σκοπό την αύξηση των επενδύσεων και τη δραστήρια προώθηση της ενεργειακής απόδοσης, των ανανεωσίμων πηγών ενέργειας και των φιλικών προς το περιβάλλον προϊόντων· τονίζει ότι τα φορολογικά συστήματα πρέπει επίσης να υιοθετήσουν την αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει'·

40.   τονίζει ότι ο τομέας των μεταφορών αντιστοιχεί στο 56% της συνολικής κατανάλωσης πετρελαίου στην ΕΕ και ότι έχει πληγεί περισσότερο από την αύξηση της τιμής του πετρελαίου· ζητεί τη θέσπιση οδηγίας-πλαισίου για την ενεργειακή απόδοση στις μεταφορές· τονίζει ότι σημαντικό μέσο για τη μείωση της χρήσης πετρελαίου είναι η μετατόπιση προς άλλους τρόπους μεταφορών· ενθαρρύνει την εναρμόνιση της νομοθεσίας για τα επιβατικά αυτοκίνητα, συμπεριλαμβανομένης της εναρμόνισης της φορολογίας οχημάτων με βάση το CO2 σε ολόκληρη την Ένωση, με διαδικασίες πιστοποίησης και επισήμανσης και με φορολογικά κίνητρα για τη διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών· ζητεί ολοκληρωμένη στρατηγική για τη σταδιακή κατάργηση της χρήσης ορυκτών καυσίμων στον τομέα των μεταφορών και για την προώθηση της διείσδυσης στην αγορά χαμηλών εκπομπών CO2 και της χρήσης βιοκαυσίμων τελευταίας τεχνολογίας και/ή οχημάτων που κινούνται με βιοϋδρογόνο· υπογραμμίζει ότι η καθιέρωση των βιοκαυσίμων δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την απαλλαγή της αυτοκινητοβιομηχανίας από την υποχρέωσή της να κατασκευάζει οικονομικότερα αυτοκίνητα με χαμηλότερες εκπομπές ρύπων·

Κοινή ενεργειακή πολιτική: ενεργειακή διπλωματία

41.   χαιρετίζει το διάλογο και τη συνεργασία της ΕΕ με τις χώρες εξαγωγής πετρελαίου που αποσκοπεί στον περιορισμό των αβεβαιοτήτων όσον αφορά τόσο τη ζήτηση όσο και την προσφορά, στη διευκόλυνση της λήψης αποφάσεων σχετικά με επενδύσεις και την οικονομική και ενεργειακή διαφοροποίηση και για τις δύο πλευρές, και στη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας·

42.   σημειώνει ότι η ενεργειακή πολιτική, και ειδικότερα η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού πρέπει να γίνει αναπόσπαστο τμήμα της κοινής, εξωτερικής, εμπορικής, αναπτυξιακής πολιτικής καθώς και της πολιτικής ασφάλειας της ΕΕ, και ζητεί κοινή στρατηγική για την ασφάλεια και τη διαφοροποίηση του εφοδιασμού και των αξόνων διαμετακόμισης, διασφαλίζοντας την αλληλεγγύη εντός της ΕΕ· πιστεύει ότι οι συμφωνίες συμπράξεων και συνεργασίας με τις περιφέρειες παραγωγής πετρελαίου πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να δημιουργηθεί σταθερό αλλά ανοικτό ρυθμιστικό πλαίσιο στις προμηθεύτριες χώρες, για να ενθαρρυνθούν οι επενδύσεις στην υποδομή εκμετάλλευσης και μεταφορών και για να εξασφαλιστεί ο μακροπρόθεσμος εφοδιασμός·

43.   τονίζει πόσο σημαντικό είναι να συμπεριληφθεί στη νέα ενεργειακή διπλωματία της ΕΕ ο εποικοδομητικός διάλογος με τις χώρες εξαγωγής πετρελαίου, τις χώρες του διαμετακομιστικού άξονα και όλους τους σημαντικούς καταναλωτές ενέργειας, και ιδίως τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, σχετικά με την ενεργειακή απόδοση και διατήρηση, με σκοπό να τεθούν ελάχιστες προδιαγραφές απόδοσης για τα παγκόσμια αγαθά, να αναπτυχθεί η αλληλεγγύη στην ενεργειακή πολιτική και να καταπολεμηθεί η ρύπανση του περιβάλλοντος και η κλιματική αλλαγή·

44.   υπενθυμίζει ότι είναι ζωτικής σημασίας να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα και η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της ΕΕ· τονίζει τον διττό ρόλο που θα πρέπει να διαδραματίσουν η επαρκής ρύθμιση της αγοράς και η ενεργειακή διπλωματία για τη δημιουργία σταθερού πλαισίου όσον αφορά τον ενεργειακό εφοδιασμό.

45.   ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει μέτρα για τη μείωση του αντίκτυπου της μεγίστης ικανότητας παραγωγής πετρελαίου (peak oil) στους πολίτες της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της ανάλυσης προτάσεων πολιτικής, όπως το πρωτόκολλο εξάντλησης πετρελαίου, που θα συντελούσαν στην ομαλή μετάβαση προς την εξάλειψη της χρήσης ορυκτών καυσίμων·

46.   εκφράζει την ικανοποίησή του για το ρόλο που διαδραματίζει το καθεστώς εμπορίας εκπομπών της ΕΕ στην παροχή κινήτρων για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας· ζητεί την επέκταση του συστήματος για να περιλάβει και τον τομέα των αερομεταφορών· ζητεί από την Επιτροπή να διαδραματίσει το ρόλο της στη δημιουργία καθεστώτος εμπορίας εκπομπών σε παγκόσμιο επίπεδο·

47.   αναγνωρίζει ότι οι σταθερά υψηλές τιμές της ενέργειας θα ασκήσουν πιέσεις σε όσες παραγωγικές διαδικασίες βασίζονται σε πρώτες ύλες που προέρχονται από διάφορες γεωγραφικά απομακρυσμένες περιοχές· ζητεί από την Επιτροπή να προβεί σε πλήρη ανάλυση των συνεπειών των αυξημένων ενεργειακών τιμών και της μεγίστης ικανότητας παραγωγής πετρελαίου στη ροή του εμπορίου, ως μέρος της εργασίας της στον τομέα του εμπορίου και της ανταγωνιστικότητας·

48.   υπογραμμίζει πόσο σημαντικό είναι να προωθηθεί η εύρυθμη λειτουργία της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου, ιδίως με τους κανόνες και τις οδηγίες του ΠΟΕ· θεωρεί ότι η προσέγγιση αυτή θα παρείχε σημαντική συμβολή στην αύξηση της ενεργειακής απόδοσης και, κατά συνέπεια, στη μείωση των ανοδικών πιέσεων που υφίστανται οι τιμές της ενέργειας·

49.   υπογραμμίζει την ανάγκη για ενεργότερη εμπλοκή του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στην ενεργειακή πολιτική και για προώθηση συμφωνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τα κράτη μέλη του οργανισμού πετρελαιοπαραγωγών κρατών προκειμένου να τεθεί υπό έλεγχο η αύξηση της τιμής των ενεργειακών πόρων·

50.   ζητεί να αποδοθεί κεντρικός ρόλος στη δημιουργία πραγματικής ευρωμεσογειακής αγοράς ενέργειας· σημειώνει με ενδιαφέρον τη βούληση που εξέφρασε η Επιτροπή, με την ευκαιρία της συνδιάσκεψης για την εξωτερική ενεργειακή πολιτική στις 20 και 21 Νοεμβρίου 2006, να λάβουν η Βόρεια Αφρική και η Μέση Ανατολή σημαντική θέση στην εξωτερική ενεργειακή της πολιτική, και ελπίζει οι διακηρύξεις αυτές να συνοδευθούν από συγκεκριμένες ενέργειες·

o
o   o

51.   αναθέτει στην Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ C 98 E, 23.4.2004, σ. 162.
(2) ΕΕ C 292 E, 1.12.2006, σ. 112.
(3) ΕΕ C 298 Ε, 8.12.2006, σ. 273.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2006)0603.
(5) Απόφαση αριθ. 1639/2006/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2006, που θεσπίζει πρόγραμμα πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία (2007 έως 2013) (ΕΕ L 310, 9.11.2006, σ. 15).


Διάλογος μεταξύ της κινεζικής κυβέρνησης και των απεσταλμένων του Δαλάϊ Λάμα
PDF 272kWORD 44k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τον διάλογο μεταξύ της κινεζικής κυβέρνησης και των απεσταλμένων του Δαλάι Λάμα
P6_TA(2007)0055RC-B6-0051/2007

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με το Θιβέτ(1),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με τις σχέσεις ΕΕ-Κίνας(2),

–   έχοντας υπόψη τη δήλωση της Προεδρίας, της 22ας Φεβρουαρίου 2006, όπου βεβαιώνεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση υποστηρίζει θερμά τον διάλογο ανάμεσα στην κινεζική κυβέρνηση και τους απεσταλμένους του Δαλάι Λάμα και εκφράζεται η ελπίδα ότι αμφότερα τα μέρη θα είναι διατεθειμένα να επιληφθούν καλή τη πίστει ουσιαστικών θεμάτων για να εξευρεθούν λύσεις στην πράξη οι οποίες να μπορούν να συμβάλουν σε ειρηνική και βιώσιμη διευθέτηση για το Θιβέτ επί της οποίας να υπάρχει η συμφωνία αμφοτέρων των πλευρών,

–   έχοντας υπόψη τη δήλωση στην οποία προέβη, στις 15 Δεκεμβρίου 2005, ο Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Günter Verheugen, εξ ονόματος της Επιτρόπου Εξωτερικών Σχέσεων Benita Ferrero-Waldner, ότι η Επιτροπή ελπίζει να ευρεθεί σύντομα λύση στο ζήτημα του Θιβέτ η οποία να είναι συμβατή με την κινεζική κυριαρχία και να σέβεται τον θιβετιανό πληθυσμό και ότι ο μόνος τρόπος προς επίτευξη αυτού του τελικού στόχου είναι μέσω ειρηνικής διεργασίας βάσει ανοικτού και άμεσου διαλόγου ο οποίος δεν υπόκειται σε προϋποθέσεις,

–   έχοντας υπόψη τους προηγούμενους πέντε γύρους διαλόγου ανάμεσα στην κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και τους απεσταλμένους της αγιότητας του Δαλάι Λάμα, διαλόγου που άρχισε τον Σεπτέμβριο 2002,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,

Α.   χαιρετίζοντας τη δέσμευση που έχουν αναλάβει η κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και η αγιότητά του ο Δαλάι Λάμα για να επιλύσουν το ζήτημα του Θιβέτ μέσω διεργασίας διαλόγου,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν διαφορές επί ουσιαστικών θεμάτων και ότι συγκεκριμένα για τις δύο πλευρές δεν έχει καταστεί δυνατόν να επιτύχουν κοινή αντίληψη της σχέσεως Θιβέτ-Κίνας στην ιστορία,

Γ.   έχοντας υπόψη τις ανησυχίες που εκφράζει η κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας για την ενότητα και τη σταθερότητα της Κίνας, καθώς και όσον αφορά την προσήλωση της Ευρωπαϊκής Ένωση στην πολιτική της "μιας Κίνας",

Δ.   έχοντας υπόψη ότι ο Δαλάι Λάμα έχει με συνέπεια δηλώσει ότι δεν επιδιώκει ανεξαρτησία αλλά γνήσια αποκεντρωμένη αυτονομία για το Θιβέτ,

Ε.   επιβεβαιώνοντας και υπογραμμίζοντας την κοινή εθνοτική, γλωσσική, θρησκευτική και πολιτιστική ταυτότητα του θιβετιανού λαού και τις φιλοδοξίες του θιβετιανού λαού για ενοποιημένο διοικητικό σύστημα,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 17 Ιανουαρίου 2007 άρχισαν επίσημα στο Πεκίνο οι διαπραγματεύσεις για μία νέα συμφωνία-πλαίσιο εταιρικής σχέσης και συνεργασίας ΕΕ-Κίνας,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Δαλάι Λάμα έχει εκφράσει την επιθυμία να πραγματοποιήσει προσκύνημα στην Κίνα και λαμβάνοντας υπόψη ότι το εν εξορία θιβετιανό κοινοβούλιο έχει ζητήσει συνάντηση του Προέδρου της Κίνας με την αγιότητά του τον Δαλάι Λάμα, συνάντηση που θα δημιουργούσε κλίμα εμπιστοσύνης ανάμεσα στους λαούς του Θιβέτ και της Κίνας αλλά επίσης και στη διεθνή κοινότητα,

1.   παροτρύνει την κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και τον Δαλάι Λάμα, παρά τις διαφορές που τους χωρίζουν επί ορισμένων ουσιαστικών θεμάτων, να επαναλάβουν και να συνεχίσουν τον διάλογο χωρίς προϋποθέσεις, κοιτάζοντας προς τα εμπρός κατά τρόπο που να επιτρέπει την επίτευξη ρεαλιστικών λύσεων οι οποίες να σέβονται την εδαφική ακεραιότητα της Κίνας και να ανταποκρίνονται στις φιλοδοξίες του θιβετιανού λαού·

2.   χαιρετίζει τους νόμους και τις διατάξεις περί περιφερειακής εθνοτικής αυτονομίας που ενέκρινε η κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, εκφράζει όμως την ανησυχία του διότι πολλοί από αυτούς τους νόμους περιέχουν προϋποθέσεις που εμποδίζουν ή υπονομεύουν την εφαρμογή τους·

3.   καλεί το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν ενεργητικά την ενδυνάμωση του διαλόγου και, τη ελλείψει σαφών και συγκεκριμένων αποτελεσμάτων επί ουσιαστικών θεμάτων, να αποτιμήσουν σε διαβούλευση με τα δύο μέρη ποίον περαιτέρω ρόλο μπορεί να διαδραματίσει η ΕΕ για να διευκολύνει μία βάσει διαπραγματεύσεων επίλυση για το Θιβέτ, περιλαμβανομένου και του ορισμού ειδικού εντεταλμένου της ΕΕ για το Θιβέτ·

4.   καλεί τον Ύπατο Εκπρόσωπο/Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου να περιλάβει στην ετήσια έκθεση ΚΕΠΠΑ προς το Κοινοβούλιο πληροφορίες σχετικά με την εξέλιξη του διαλόγου ανάμεσα στην κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και τους απεσταλμένους της αγιότητας του Δαλάι Λάμα το 2007 και εφεξής·

5.   καλεί την Επιτροπή να θέσει το ζήτημα του Θιβέτ και της επαναλήψεως των συνομιλιών των δύο πλευρών κατά τις διαπραγματεύσεις σχετικά με την νέα συμφωνία-πλαίσιο εταιρικής σχέσης και συνεργασίας ΕΕ-Κίνας και να προβεί σε αναφορά στο Κοινοβούλιο σχετικά με την εξέλιξη του διαλόγου ανάμεσα στην κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και τους απεσταλμένους της αγιότητας του Δαλάι Λάμα το 2007 και εφεξής·

6.   καλεί την Προεδρία του Συμβουλίου να εγκρίνει δήλωση που να αναφέρεται στο πώς θα μπορούσε η ΕΕ να διευκολύνει την επίτευξη προόδου προς μία ειρηνική και βάσει διαπραγματεύσεων επίλυση για το Θιβέτ·

7.   καλεί την Επιτροπή, το Συμβούλιο και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να συνεργασθούν με τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλα κράτη που δεν είναι μέλη της ΕΕ στις προσπάθειες προς διευκόλυνση του διαλόγου ανάμεσα στην κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και τον Δαλάι Λάμα·

8.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, τον Πρόεδρο, την κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και την αγιότητά του τον Δαλάι Λάμα.

(1) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2006)0465.
(2) ΕΕ C 305 Ε, 14.12.2006, σ. 219.


Ανθρωπιστική κατάσταση των προσφύγων από το Ιράκ
PDF 283kWORD 55k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τους πρόσφυγες από το Ιράκ
P6_TA(2007)0056RC-B6-0052/2007

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με το δικαίωμα των προσφύγων στη διεθνή προστασία,

–   έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για την κατάσταση στο Ιράκ,

–   έχοντας υπόψη τη Σύμβαση σχετικά με το Καθεστώς των Προσφύγων του 1951 (Σύμβαση Προσφύγων) και το Πρωτόκολλο των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με το Καθεστώς των Προσφύγων του 1967,

–   έχοντας υπόψη την επείγουσα έκκληση του Υπάτου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες της 7ης Φεβρουαρίου 2007 να αυξηθεί η διεθνής υποστήριξη για τις χώρες εκείνες που φιλοξενούν πρόσφυγες από το Ιράκ, καθώς και το συμβουλευτικό έγγραφο και τη θέση του UNHCR για τις ανάγκες διεθνούς προστασίας των εκτός Ιράκ ιρακινών (Return Advisory and Position on International Protection Needs of Iraqis outside Iraq) της 18ης Δεκεμβρίου 2006, καθώς και το από 8 Ιανουαρίου 2007 έγγραφο του Υπάτου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες με τίτλο "Συμπληρωματική έκκληση ανταπόκρισης στην κατάσταση του Ιράκ",

–   έχοντας υπόψη τις από 11 Φεβρουαρίου 1998 κατευθυντήριες αρχές για τις εσωτερικές εκτοπίσεις που εξέδωσε ο ειδικός εκπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για τα εκτοπισμένα πρόσωπα,

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απατρίδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους(1) ("οδηγία περί αναγνωρίσεως"),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,

A.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η βία και οι εγκληματικές δραστηριότητες στο Ιράκ περιλαμβάνουν ένοπλες ληστείες, απαγωγές για λύτρα, παρενόχληση, δολοφονίες ατόμων που εμπλέκονται στο πολιτικό γίγνεσθαι ή σε δραστηριότητες ανασυγκρότησης, εθνοτική κάθαρση, σαμποτάζ στις υποδομές, όπως στους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρισμού ή στους αγωγούς πετρελαίου, και ευρείας κλίμακας επιθέσεις κατά του αμάχου πληθυσμού αδιακρίτως, με βόμβες και/ή άλλα εκρηκτικά, με συνέπεια εκατοντάδες χιλιάδων ατόμων να έχουν εκτοπιστεί διά της βίας εντός της χώρας και στο εξωτερικό, κυρίως στην Ιορδανία και τη Συρία, αλλά και στην Αίγυπτο, Λίβανο, Τουρκία, Ιράν και αλλού, σε μια άνευ προηγουμένου αναταραχή στη Μέση Ανατολή,

B.   λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλές ομάδες εξακολουθούν να διώκονται στο Ιράκ, κυρίως επαγγελματίες, γυναίκες, ιρακινοί που απασχολούνται από ξένες εταιρείες, προσωπικό του ΟΗΕ ή άλλων διεθνών οργανώσεων περιλαμβανομένων των ΜΚΟ και εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες –όπως Χριστιανοί, Εβραίοι και Μανδεανοί· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εσωτερικώς εκτοπισθέντες πέφτουν συχνά θύματα παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων λόγω εθνοθρησκευτικών διαφορών, ή για πολιτικούς λόγους··ή βάσει κατηγοριών διάπραξης ποινικών αδικημάτων λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη ότι η ασφάλεια των πολιτών τρίτων χωρών, των απατρίδων και ιδίως των 34 000 περίπου παλαιστινίων προσφύγων και των χιλιάδων προσφύγων από την Τουρκία, το Ιράν και τη Συρία στο Ιράκ έχει χειροτερεύσει δραματικά,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με υπολογισμούς των Ηνωμένων Εθνών, 1,8 εκατομμύρια ιρακινοί έχουν εκτοπιστεί εντός του Ιράκ και έως 2 εκατομμύρια ιρακινών έχουν εγκαταλείψει τη χώρα,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι 50 000 άνθρωποι προσπαθούν να εγκαταλείψουν το Ιράκ κάθε μήνα και ότι οι γειτονικές χώρες έχουν περιορίσει την πρόσβαση για τους πρόσφυγες που ζητούν άσυλο υποχρεώνοντας πολλούς να επιστρέψουν στο Ιράκ ή να παραμείνουν παγιδευμένοι στα σύνορα,

E.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πρόσφυγες λαμβάνουν σποραδικά ανθρωπιστική βοήθεια από τον Υπάτου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες και τη Διεθνή Επιτροπή Ερυθρού Σταυρού (ICRC), οι συνθήκες όμως για τους πρόσφυγες και τους άλλους εκτοπισμένους ιρακινούς χειροτερεύουν συνεχώς και περισσότερο, με περιορισμένες προμήθειες ύδατος, τροφίμων, καυσίμων και φαρμάκων, και ότι οι ανθρωπιστικές οργανώσεις απευθύνουν έκκληση για επαρκή χρηματοδότηση προκειμένου να υπάρχει ανταπόκριση στις αυξημένες ανάγκες εντός του Ιράκ και στις γειτονικές του χώρες,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι διάφορες χώρες που φιλοξενούν ιρακινούς πρόσφυγες περιορίζουν την είσοδό τους, επιβάλλοντας επίσης περιοριστικές απαιτήσεις παραμονής, όπως ο περιορισμός του καθεστώτος προσωρινής προστασίας, και /ή καθιστώντας την ανανέωση των θεωρήσεων εισόδου τόσο δυσχερή ώστε οι περισσότεροι ιρακινοί να χάνουν σύντομα το νομικό τους καθεστώς,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανταπόκριση των περισσοτέρων κρατών μελών να αποδεχθούν ιρακινούς πρόσφυγες ήταν εξίσου περιοριστική, με εξαίρεση τη Σουηδία,

H.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, βάσει του διεθνούς εθιμικού δικαίου, υπάρχει νομική υποχρέωση να μην επιστρέφουν οι πρόσφυγες σε περιπτώσεις που διώκονται ή αντιμετωπίζουν σοβαρές απειλές και να επιτρέπεται στους αιτούντες άσυλο, που διαφεύγουν από εκτεταμένες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καταστάσεις γενικευμένης βίας, να εισέρχονται στην αντίστοιχη χώρα τουλάχιστον προσωρινά, με σκοπό να εξετασθεί το ενδεχόμενο να τους χορηγηθεί το καθεστώς του πρόσφυγα,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αίγυπτος, αν και δεν συνορεύει με το Ιράκ, έχει φιλοξενήσει σημαντικό αριθμό προσφύγων και ότι η Συρία που φιλοξενεί υψηλό ποσοστό ιρακινών προσφύγων δεν αναγνωρίζουν το καθεστώς προσωρινής προστασίας, που εφαρμοζόταν μέχρι σήμερα χωρίς περιορισμούς,

1.   καλεί επειγόντως τις συνορεύουσες με το Ιράκ χώρες να εκπληρώσουν το νομικό τους καθήκον και να δεχθούν αμέσως τους πρόσφυγες, ιδίως εκείνους που σταθμεύουν στα σύνορά τους και ανήκουν σε ιδιαίτερα διωκόμενες μειονότητες όπως οι απάτριδες παλαιστίνιοι ή οι ανήκοντες σε θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες·

2.   χαιρετίζει την πρόσφατη έκκληση του Υπάτου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες να κινητοποιηθεί πρόσθετη διεθνής υποστήριξη προκειμένου να χρηματοδοτηθεί το έργο της για τους ξεριζωμένους ιρακινούς μέσα στην ίδια τους τη χώρα και στα γειτονικά κράτη, καθώς και για τους ξένους πρόσφυγες στο Ιράκ· καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της, καθώς και άλλους διεθνείς δωρητές, να ανταποκριθούν στην έκκληση του Υπάτου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες για υποστήριξη των προγραμμάτων σχετικά με τους ιρακινούς πρόσφυγες και τους εσωτερικώς εκτοπισθέντες στο Ιράκ, Συρία, Λίβανο, Τουρκία και Ιράν, όπως και στην Αίγυπτο· θεωρεί ότι πρόκειται για κατάσταση έκτακτης ανάγκης και ζητεί επειγόντως να προβλεφθεί ένα σημαντικό τμήμα του προϋπολογισμού της ΕΕ για προγράμματα με το Ιράκ αφιερωμένα στο σκοπό αυτό·

3.   θεωρεί ότι η υποστήριξη της διεθνούς κοινότητας είναι ζωτικής σημασίας για την ανακούφιση εκατοντάδων χιλιάδων ιρακινών προσφύγων και εσωτερικώς εκτοπισθέντων ή εκείνων που εγκαταλείπουν τη χώρα και ζητεί ως εκ τούτου από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν τις προσπάθειες προστασίας του Υπάτου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες που επικεντρώνονται σε μια ελάχιστη προστασία από την κράτηση και την επαναπροώθηση, καθώς και στη μη ποινικοποίηση της παράνομης εισόδου όπως και την πρόσβαση στην εκπαίδευση, την κατάλληλη στέγαση, τη βασική υγειονομική περίθαλψη και άλλες βασικές υπηρεσίες για τον πληθυσμό εντός και εκτός Ιράκ·

4.   καλεί τις πολυάριθμες χώρες δωρητές, που φάνηκαν διστακτικές σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση μιας περιφερειακής κρίσης προσφύγων του Ιράκ, να λάβουν υπόψη το γεγονός ότι οι ιρακινές αρχές και οι κυβερνήσεις των γειτονικών χωρών δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν πλήρως την κρίση και να επανεξετάσουν την ανάγκη παροχής οικονομικής βοήθειας ώστε να συνδράμουν τις εν λόγω χώρες υποδοχής στο να μοιραστούν το βάρος του προβλήματος των προσφύγων, προσφέροντας ευκαιρίες επανεγκατάστασης σε τρίτες χώρες στους πρόσφυγες αυτούς·

5.   χαιρετίζει τη διεξαγωγή Διεθνούς Διάσκεψης για την αντιμετώπιση των ανθρωπιστικών αναγκών των προσφύγων και των εσωτερικώς εκτοπισθέντων εντός του Ιράκ και στις γειτονικές χώρες στις 17 Απριλίου 2007 στη Γενεύη· καλεί επειγόντως το Συμβούλιο, την Επιτροπή, το Κοινοβούλιο, τις αρχές της περιοχής και τη διεθνή κοινότητα να συμμετάσχουν πλήρως στη διάσκεψη αυτή και να παράσχουν τη δέουσα οικονομική υποστήριξη·

6.   ζητεί από τα κράτη μέλη της ΕΕ και τη διεθνή κοινότητα, ως απόδειξη της διεθνούς αλληλεγγύης, να συμβάλουν στην επανεγκατάσταση των ιρακινών προσφύγων και των απατρίδων, περιλαμβανομένων των παλαιστινίων προσφύγων από το Ιράκ που έχουν εγκαταλειφθεί στην περιοχή·

7.   ενώ αναγνωρίζει τις προσπάθειες της Σουηδικής Κυβέρνησης, η οποία χορήγησε άσυλο σε 8 951 Ιρακινούς το 2006, καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να διευθετήσουν γρήγορα και δίκαια τα αιτήματα των ιρακινών που ζητούν άσυλο, σύμφωνα με το προαναφερθέν από 18 Δεκεμβρίου 2006 συμβουλευτικό έγγραφο και θέση του Υπάτου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, και να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του διεθνούς και του κοινοτικού δικαίου για τη χορήγηση καθεστώτος πρόσφυγα ή παρεμφερούς προστασίας σε εκείνους που κινδυνεύουν από διώξεις ή απειλούνται σοβαρά·

8.   αναγνωρίζει επίσης τις προσπάθειες των χωρών της περιοχής που δεν συνορεύουν με το Ιράκ, όπως η Αίγυπτος, για συνδρομή των ιρακινών προσφύγων και ζητεί από τη χώρα αυτή να συνεχίσει τις προσπάθειές της έναντι των προσφύγων αυτών κρατώντας ανοικτά τα σύνορα και βελτιώνοντας τις συνθήκες διαβίωσής τους· ζητεί από τις χώρες που φιλοξενούν ιρακινούς να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματά τους και να εξασφαλίσουν την πρόσβασή τους στις βασικές υπηρεσίες όπως η υγεία και η εκπαίδευση·

9.   αναγνωρίζει τη συμβολή της περιφερειακής Κουρδικής Κυβέρνησης στην αρωγή προς τις χριστιανικές κοινότητες που έχουν εκτοπισθεί εσωτερικώς·

10.   καλεί την Ιρακινή Κυβέρνηση, τις τοπικές περιφερειακές και θρησκευτικές αρχές και τις συμμαχικές πολυεθνικές δυνάμεις στο Ιράκ να λάβουν άμεσα μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας όλων των προσφύγων και των εσωτερικώς εκτοπισθέντων στο Ιράκ και να τερματίσουν τις πρακτικές διακρίσεων·

11.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο, στον Ύπατο Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, στον Γενικό Γραμματέα του Αραβικού Συνδέσμου, στον Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια του Ιράκ, του Ιράν, της Συρίας, της Ιορδανίας, του Λιβάνου, της Αιγύπτου, της Τουρκίας, στα κράτη μέλη του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου και στην Εθνική Παλαιστινιακή Αρχή.

(1) ΕΕ L 304 της 30.9.2004, σ. 12.


Γουινέα
PDF 276kWORD 44k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη Γουινέα
P6_TA(2007)0057RC-B6-0049/2007

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5, του Κανονισμού του,

A.   ανησυχώντας σοβαρά για το γεγονός της κήρυξης κατάστασης έκτακτης ανάγκης στις 13 Φεβρουαρίου 2007 από τον Πρόεδρο Lansana Conté μετά τη γενική απεργία που άρχισαν στις 10 Ιανουαρίου 2007 τα εργατικά συνδικάτα και η κοινωνία των πολιτών της Γουινέας με οικονομικά και κοινωνικά αιτήματα και εξαιτίας της βίαιης καταστολής εκ μέρους των δυνάμεων ασφαλείας μιας ειρηνικής διαδήλωσης, στις 17 Ιανουαρίου 2007, στο Conakry,

Β.   ανησυχώντας για τις πρόσφατες βιαιότητες κατά τις οποίες οι δυνάμεις ασφαλείας συγκρούστηκαν με διαδηλωτές που ζητούσαν από τον Πρόεδρο Conté, που κατέλαβε την εξουσία με πραξικόπημα το 1984, να διορίσει ανεξάρτητο Πρωθυπουργό και να παραδώσει τις προεδρικές του εξουσίες,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Πρόεδρος Conté κήρυξε στρατιωτικό νόμο, που προβλέπει απαγόρευση κυκλοφορίας 20 ώρες το 24ωρο, απαγόρευση των λιτανειών, παρελάσεων και διαδηλώσεων, καθώς και τις δημόσιες ή ιδιωτικές συγκεντρώσεις, και επιτρέπει την διεξαγωγή ερευνών ημέρα και νύχτα, παραχωρώντας ευρύτατες εξουσίες στον στρατό που εξουσιοδοτείται να λάβει "όλα τα αναγκαία μέτρα",

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η περιπτώσεις βιαίων καταστολών εκ μέρους των ειδικών δυνάμεων, κυρίως των "Mobile Company of Intervention and Safety" και "Autonomous battalion of Presidential Safety" προκάλεσαν πολλά θύματα, ενώ υπάρχουν ισχυρισμοί για την παρουσία μισθοφόρων και πρώην ανταρτών στις τάξεις των παραστρατιωτικών κυβερνητικών δυνάμεων,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο διορισμός στις 9 Φεβρουαρίου 2007, του κ. Eugene Camara ως Πρωθυπουργού από τον Πρόεδρο Conté δεν έγινε σύμφωνα με την υπογραφείσα συμφωνία της 27ης Ιανουαρίου 2007 μεταξύ της κυβέρνησης και των ενώσεων που ζήτησαν πρωθυπουργό κοινής αποδοχής με εκτεταμένες εκτελεστικές εξουσίες για τριετή μεταβατική περίοδο κατά την οποία θα διοργανωθούν βουλευτικές και προεδρικές εκλογές, γεγονός που οδήγησε στη συνέχιση των βιαιοτήτων και στην απουσία κράτους δικαίου σε όλη τη Γουινέα,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι από το 2005 υπήρξαν πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες οι δυνάμεις ασφαλείας της Γουινέας πυροβόλησαν κατά αόπλων διαδηλωτών, όπως τον Ιούνιο 2006, όταν η κυβέρνηση απάντησε στις διαδηλώσεις κατά της αύξησης των τιμών των ειδών πρώτης ανάγκης με αγριότητα, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τουλάχιστον 13 άοπλοι διαδηλωτές από την αστυνομία και τον στρατό,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Γουινέα διαθέτει κοιτάσματα χρυσού, σιδήρου και βωξίτη, καθώς και εύφορη γη και υδάτινες πηγές και αλιευτικά αποθέματα, που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στη βελτίωση του επιπέδου ζωής του πληθυσμού εάν υπήρχε δημοκρατική διαχείριση της χώρας,

1.   καταδικάζει έντονα τη δυσανάλογη και υπερβολική χρήση βίας εκ μέρους των ειδικών δυνάμεων της Γουινέας κατά τις πρόσφατες διαδηλώσεις σε διάφορα μέρη της χώρας, που είχαν σαν αποτέλεσμα το θάνατο πολλών πολιτών, τον τραυματισμό πολλών διαδηλωτών και τη σύλληψη, μεταξύ άλλων, των επικεφαλής των συνδικάτων·

2.   υπενθυμίζει τη σημασία του διορισμού πρωθυπουργού κοινής αποδοχής σύμφωνα με τις δεσμεύσεις που ανέλαβε ο Πρόεδρος Conté·

3.   ζητεί την συγκρότηση ανεξάρτητης διεθνούς επιτροπής υπό την εποπτεία των Ηνωμένων Εθνών για τη διεξαγωγή ερευνών και τη διερεύνηση των πρόσφατων φόνων, καθώς και των προηγούμενων παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την εξεύρεση των υπευθύνων και την παραπομπή τους ενώπιον της δικαιοσύνης, για να παύσει η ατιμωρησία αυτή·

4.   ζητεί από τις αρχές της Γουινέας να διατάξουν την άμεση απελευθέρωση των συλληφθέντων κατά τη διαδήλωση εναντίον των οποίων δεν υπάρχουν κατηγορίες, για όσους δε έχουν απαγγελθεί κατηγορίες, να τους εξασφαλισθεί δίκαιη και ορθή δίκη με εγγύηση των δικαστικών τους δικαιωμάτων·

5.   ζητεί τον σεβασμό και την αποκατάσταση των ατομικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών και τον τερματισμό των καταχρήσεων εξουσίας που χαρακτήρισαν το καθεστώς του Προέδρου Conté επί 23 έτη· ζητεί την έναρξη διαπραγματεύσεων με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και των συνδικαλιστικών φορέων ενόψει της σύναψης διακανονισμού διεκδικήσεων·

6.   ζητεί από τις αρχές της Γουινέας να σταματήσουν αμέσως τα εγκλήματα και ζητεί τη δημοκρατική μετάβαση προς σύστημα που θα αντιπροσωπεύει τη θέληση του λαού της Γουινέας·

7.   ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο έναρξης της διαδικασίας διαβούλευσης που προβλέπει το άρθρο 96 της Συμφωνίας της Κοτονού, και συγχρόνως να επισπεύσει την ανθρωπιστική της βοήθεια προς τα θύματα·

8.   αναθέτει στον Πρόεδρο του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις των κρατών μελών, στην Αφρικανική Ένωση, στην ECOWAS, στην κυβέρνηση της Γουινέας, καθώς και στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου