Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2007/2131(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A6-0301/2007

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A6-0301/2007

Συζήτηση :

PV 25/10/2007 - 2
CRE 25/10/2007 - 2

Ψηφοφορία :

PV 25/10/2007 - 7.16
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P6_TA(2007)0487

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 356kWORD 77k
Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2007 - Στρασβούργο
Δραστηριότητες του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή (2006)
P6_TA(2007)0487A6-0301/2007

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή κατά το 2006 (2007/2131(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή κατά το 2006,

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 195, 230 και 232 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 43 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–   έχοντας υπόψη την απόφαση 94/262/ΕΚΑΧ, ΕΚ, Ευρατόμ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1994, σχετικά με το καθεστώς και τους γενικούς όρους για την άσκηση των καθηκόντων του Διαμεσολαβητή(1),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Σεπτεμβρίου 2001 σχετικά με την τροποποίηση του άρθρου 3 του καθεστώτος του Διαμεσολαβητή(2),

–   έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία συνεργασίας που συνήφθη μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Διαμεσολαβητή στις 15 Μαρτίου 2006 και ετέθη σε ισχύ την 1η Απριλίου 2006,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 5ης Οκτωβρίου 2005 σχετικά με την "Ανάθεση ευθύνης για έγκριση και διαβίβαση ανακοινώσεων στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή και εξουσιοδότηση υπαλλήλων να προσέρχονται ενώπιον του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή" (SEC(2005)1227),

–   έχοντας υπόψη την επιστολή που απέστειλε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 11 Ιουλίου 2006 για την έναρξη της διαδικασίας αναθεώρησης του καθεστώτος του Διαμεσολαβητή,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 195, παράγραφος 2, δεύτερη και τρίτη πρόταση, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αναφορών (A6-0301/2007),

Α.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του Διαμεσολαβητή κατά το 2006 υποβλήθηκε επισήμως στον Πρόεδρο του Κοινοβουλίου στις 12 Μαρτίου 2007 και ότι ο Διαμεσολαβητής, κ. Νικηφόρος Διαμαντούρος, παρουσίασε την έκθεση στην Επιτροπή Αναφορών στις 2 Μαΐου 2007 στις Βρυξέλλες,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 41 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ορίζει ότι "κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην αμερόληπτη, δίκαιη και εντός ευλόγου προθεσμίας εξέταση των υποθέσεών του από τα όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης",

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 195, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ, και το άρθρο 43 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ορίζει ότι "κάθε πολίτης της Ένωσης ή κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατοικεί ή έχει την καταστατική έδρα του σε κράτος μέλος, έχει δικαίωμα να προσφεύγει στον Διαμεσολαβητή της Ευρώπης, σχετικά με περιπτώσεις κακής διοίκησης στο πλαίσιο της δράσης των κοινοτικών οργάνων ή οργανισμών, με εξαίρεση το Δικαστήριο και το Πρωτοδικείο κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών καθηκόντων τους",

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητο, στο πλαίσιο της ενίσχυσης της συμμετοχικής δημοκρατίας στην Ευρώπη και της βελτίωσης της αντίληψης των πολιτών περί της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι πολίτες να λαμβάνουν από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και οργανισμούς άμεσες και ουσιαστικές απαντήσεις στα αιτήματα, τις καταγγελίες και τις αναφορές τους, και λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητο να διατίθενται στα εν λόγω θεσμικά όργανα και οργανισμούς οι απαραίτητοι δημοσιονομικοί και ανθρώπινοι πόροι ώστε να διασφαλίζεται ότι οι πολίτες λαμβάνουν όχι μόνον άμεσες αλλά και ουσιαστικές απαντήσεις,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά το γεγονός ότι από τη στιγμή της έγκρισης του ψηφίσματος της 6ης Σεπτεμβρίου 2001, με το οποίο το Κοινοβούλιο ενέκρινε τον κώδικα ορθής διοικητικής συμπεριφοράς του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή, έχει παρέλθει μιάμιση θητεία του Κοινοβουλίου, τα άλλα βασικά θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν έχουν ακόμη συμμορφωθεί με το επείγον αίτημα του Κοινοβουλίου να ευθυγραμμίσουν τις πρακτικές τους με τις διατάξεις του κώδικα αυτού,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2006, παρότι ο αριθμός των καταγγελιών σταθεροποιήθηκε στο υψηλό επίπεδο στο οποίο είχαν ανέλθει το 2004, πάνω από τα τρία τέταρτα των καταγγελιών δεν ενέπιπταν και πάλι στην αρμοδιότητα του Διαμεσολαβητή, κυρίως επειδή δεν αφορούσαν κάποιο κοινοτικό θεσμικό όργανο ή οργανισμό,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι από τις διεξαχθείσες έρευνες προκύπτει ότι σε 95 υποθέσεις (ήτοι το 26% των υποθέσεων που εξετάστηκαν) οι έρευνες του Διαμεσολαβητή δεν απεκάλυψαν κακοδιοίκηση,

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δραστηριότητες του Διαμεσολαβητή και της Επιτροπής Αναφορών πρέπει να παραμείνουν χωριστές και, κατ' αρχήν, προκειμένου να αποφεύγεται η σύγκρουση αρμοδιοτήτων, να περιλαμβάνουν την αμοιβαία και οριστική παραπομπή των αντίστοιχων φακέλων,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2006 σημειώθηκε σημαντική μείωση του αριθμού των υποθέσεων κακοδιοίκησης όπου επετεύχθη φιλικός διακανονισμός, μείωση που συνοδεύτηκε από μια εξίσου εντυπωσιακή αύξηση του αριθμού των ερευνών που περατώθηκαν με διατύπωση επικριτικής παρατήρησης και από ένα χαμηλότερο ποσοστό αποδοχής των σχεδίων συστάσεων του Διαμεσολαβητή από τα θεσμικά όργανα,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ούτε οι επικριτικές παρατηρήσεις που περιλαμβάνονται σε αποφάσεις περάτωσης υποθέσεων κακοδιοίκησης που δεν επιδέχονται επανόρθωση ούτε οι συστάσεις ούτε οι ειδικές εκθέσεις του Διαμεσολαβητή έχουν δεσμευτική ισχύ, καθώς οι εξουσίες του δεν επεκτείνονται στην άμεση επανόρθωση κρουσμάτων κακοδιοίκησης, αλλά αποσκοπούν στην ενθάρρυνση της αυτορρύθμισης των θεσμικών οργάνων και οργανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΙΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η υποβολή ειδικής έκθεσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παραμένει το ύστατο μέσο ανάληψης δράσης του Διαμεσολαβητή, σε περίπτωση άρνησης εκ μέρους θεσμικού οργάνου να συμμορφωθεί με σύσταση του Διαμεσολαβητή,

ΙΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Νίκαιας, το Κοινοβούλιο απολαμβάνει το ίδιο δικαίωμα με τα κράτη μέλη, το Συμβούλιο και την Επιτροπή όσον αφορά την άσκηση προσφυγής στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων λόγω αναρμοδιότητας, παράβασης ουσιώδους τύπου, παράβασης της Συνθήκης ΕΚ ή οποιουδήποτε κανόνα δικαίου σχετικού με την εφαρμογή της ή λόγω κατάχρησης εξουσίας,

ΙΓ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2006 ο Διαμεσολαβητής, υποβάλλοντας δύο ειδικές εκθέσεις(3) στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μετά την απόρριψη του σχετικού σχεδίου συστάσεων από το Συμβούλιο και την Επιτροπή, έκανε λελογισμένη χρήση των εξουσιών του,

ΙΔ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η νέα προσέγγιση του Διαμεσολαβητή έναντι της Επιτροπής, η οποία συνίσταται στην προώθηση πνεύματος εξυπηρέτησης ως αναπόσπαστου μέρους των ορθών διοικητικών πρακτικών και ως βασικού μέσου επανόρθωσης εσφαλμένων ενεργειών ή συμπεριφοράς, πρέπει να εφαρμοστεί από τη βάση προς την κορυφή σε συναινετική βάση,

ΙΕ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επικριτικές παρατηρήσεις που διατύπωσε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής για 41 περιπτώσεις κακοδιοίκησης, οι οποίες περιλαμβάνονται στην έκθεση του 2006 (επικριτικές παρατηρήσεις, σχέδια σύστασης και ειδικές εκθέσεις), μπορούν να χρησιμεύσουν ώστε να αποφεύγεται στο μέλλον η επανάληψη σφαλμάτων ή δυσλειτουργιών με τη λήψη και την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων εκ μέρους των θεσμικών και άλλων οργάνων της ΕΕ,

P.  ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εθελοντική συνεργασία που καθιέρωσε ο Διαμεσολαβητής στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαμεσολαβητών λειτουργεί εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία ως ευέλικτο σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών και ως μέσο παραπομπής των καταγγελλόντων στους Διαμεσολαβητές ή άλλους παρεμφερείς οργανισμούς πλέον κατάλληλους να τους βοηθήσουν,

ΙΖ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ρόλος του Διαμεσολαβητή ως φορέα επιφορτισμένου με την προστασία των ευρωπαίων πολιτών έχει εξελιχθεί από τότε που θεσμοθετήθηκε το αξίωμά του, πριν από περισσότερα από δέκα έτη, και τούτο χάρη στην ανεξαρτησία του Διαμεσολαβητή και στο δημοκρατικό έλεγχο της διαφάνειας των δραστηριοτήτων του από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

ΙΗ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Διαμεσολαβητής δήλωσε ότι προτίθεται να χρησιμοποιήσει τις εξουσίες του για τη διενέργεια ερευνών ιδία πρωτοβουλία όταν πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν εκτός της ΕΕ υποβάλλουν καταγγελία στο Διαμεσολαβητή η οποία, κατά τα άλλα, εμπίπτει στην εντολή του,

ΙΘ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 30 Νοεμβρίου 2006, ο Διαμεσολαβητής και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων υπέγραψαν μνημόνιο συνεννόησης σχετικά με τη συνεργασία και τους όρους άσκησης των αντίστοιχων εξουσιών τους,

Κ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι μία από τις θεμελιώδεις αρχές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είναι η δημοκρατική ισότητα όλων των ευρωπαίων πολιτών χωρίς διακρίσεις λόγω εθνικότητας ή γλώσσας και ότι εξακολουθούν να υποβάλλονται πολλές καταγγελίες από πολίτες, ενώσεις ή εταιρείες που δεν λαμβάνουν στη γλώσσα τους τις πληροφορίες που ζητούν σχετικά με κοινοτικές διαδικασίες υποβολής προσφορών ή διαγωνισμών,

ΚΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Διαμεσολαβητής επανέλαβε, τον Ιούλιο 2006, την έκκλησή του για αναθεώρηση του καθεστώτος του και ότι ένα από τα αιτήματά του, για την τροποποίηση του άρθρου 3 του καθεστώτος του, έχει ήδη εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με βάση το προαναφερθέν ψήφισμα της 6ης Σεπτεμβρίου 2001,

1.   εγκρίνει την ετήσια έκθεση για το έτος 2006 που υποβλήθηκε από τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή και επιδοκιμάζει τη μορφή με την οποία υποβλήθηκε, όπου συνδυάζεται σύνοψη των δραστηριοτήτων που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους με θεματική ανάλυση των αποφάσεων του Διαμεσολαβητή και των προβλημάτων που ανέκυψαν στα διάφορα στάδια της διαδικασίας· καλεί τον Διαμεσολαβητή, ωστόσο, να προβεί σε τεχνικές τροποποιήσεις, ώστε να καταστεί ευκολότερη η ανάγνωση των διαφόρων κεφαλαίων, όπως οι πίνακες των στατιστικών στοιχείων και οι περιλήψεις του αναλυτικού μέρους·

2.   ζητεί να διατεθούν σε όλα τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και οργανισμούς οι απαραίτητοι δημοσιονομικοί και ανθρώπινοι πόροι, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι πολίτες λαμβάνουν άμεσες και ουσιαστικές απαντήσεις στις έρευνες, τις καταγγελίες και τις αναφορές τους·

3.   θεωρεί ότι ο Διαμεσολαβητής εξακολούθησε να ασκεί τις εξουσίες του με ισορροπημένο και ενεργό τρόπο τόσο σε σχέση με την εξέταση και τη διεκπεραίωση των καταγγελιών και τη διενέργεια και την περάτωση ερευνών, όσο και σε σχέση με τη διατήρηση εποικοδομητικών σχέσεων με τα κοινοτικά θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την ενθάρρυνση των πολιτών να ασκούν τα δικαιώματά τους έναντι των εν λόγω θεσμικών οργάνων και οργανισμών·

4.   παροτρύνει τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή να συνεχίσει τις προσπάθειές του και να προωθήσει τις δραστηριότητές του με αποτελεσματικότητα και ευελιξία, ώστε να αντιπροσωπεύει στα μάτια των πολιτών το θεματοφύλακα της χρηστής διοίκησης των κοινοτικών οργάνων·

5.   τονίζει ότι κύριος σκοπός κάθε παρέμβασης του Διαμεσολαβητή είναι να επιτευχθεί φιλικός διακανονισμός μεταξύ του καταγγέλλοντος και του θεσμικού οργάνου και να αποφευχθεί η αντιπαράθεση ενώπιον της δικαιοσύνης·

6.   συμφωνεί ότι ο όρος "κακή διοίκηση στα πλαίσια της δράσης των κοινοτικών οργάνων ή οργανισμών" πρέπει να ερμηνευτεί διασταλτικά, ώστε να συμπεριλάβει όχι μόνο παράνομες διοικητικές πράξεις ή παραβάσεις δεσμευτικών νομικών κανόνων ή αρχών, αλλά και, επί παραδείγματι, περιπτώσεις όπου οι διοικητικές αρχές επιδεικνύουν οκνηρία, αμέλεια ή έλλειψη διαφάνειας ή παραβιάζουν άλλες αρχές χρηστής διοίκησης·

7.   ενθαρρύνει το Διαμεσολαβητή να συνεχίσει να προωθεί ένα πραγματικό πνεύμα εξυπηρέτησης ως αναπόσπαστο μέρος των ορθών διοικητικών πρακτικών, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η δημόσια διοίκηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα είναι ανοικτή στο κοινό που χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες της και διαθέσιμη για διάλογο μαζί του, αναγνωρίζοντας και απολογούμενη για τα λάθη της και αναζητώντας ικανοποιητικές λύσεις για τους καταγγέλλοντες·

8.   θεωρεί ότι δεν αρκεί το γεγονός ότι έχουν θεσπίσει χωριστούς κώδικες ορθής διοικητικής συμπεριφοράς κάποια από τα υπόλοιπα κοινοτικά θεσμικά όργανα και οργανισμοί, κυρίως η Επιτροπή και το Συμβούλιο: η μεν Επιτροπή με τον κώδικα της 13ης Σεπτεμβρίου 2000, που καλύπτει τις σχέσεις του προσωπικού της με το κοινό, το δε Συμβούλιο με τον κώδικα της 25ης Ιουνίου 2001, σχετικά με τις υπηρεσιακές σχέσεις του προσωπικού του με το κοινό,

9.   επισημαίνει ότι ο "ευρωπαϊκός κώδικας ορθής διοικητικής συμπεριφοράς" που πρότεινε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής και ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 6 Σεπτεμβρίου 2001, ισχύει για το προσωπικό όλων των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και οργανισμών και, σε αντίθεση με τους άλλους κώδικες, αναθεωρείται τακτικά και δημοσιεύεται στον ιστότοπο του Διαμεσολαβητή·

10.   τονίζει ότι την αποτελεσματικότητα του κώδικα erga omnes εξήγησε ο Διαμεσολαβητής στην επιστολή του της 11ης Μαρτίου 2002 προς τον Πρόεδρο του Κοινοβουλίου, η οποία δημοσιεύεται στον ιστότοπο του Διαμεσολαβητή· θεωρεί, για το λόγο αυτό, ότι κανείς άλλος κώδικας με πιο περιορισμένη εφαρμογή δεν μπορεί να αντικαταστήσει ή να υποβιβάσει τον "ευρωπαϊκό" κώδικα συμπεριφοράς·

11.   προτρέπει όλα τα θεσμικά όργανα να συνεργάζονται εποικοδομητικά με το Διαμεσολαβητή σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, να επιδιώκουν τους φιλικούς διακανονισμούς, να ανταποκρίνονται στις επικριτικές παρατηρήσεις του και να εφαρμόζουν τα σχέδια συστάσεων·

12.   ενθαρρύνει το Διαμεσολαβητή να καταρτίζει ετησίως κατάλογο βέλτιστων διοικητικών πρακτικών και κατάλογο πρακτικών που δεν είναι σύμφωνες με τις αποφάσεις του και να υποβάλλει μελέτη των αποτελεσμάτων των επικριτικών παρατηρήσεών του·

13.   παροτρύνει όλους εκείνους στους οποίους απευθύνονται επικριτικές παρατηρήσεις να σέβονται και να λαμβάνουν υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές στο πλαίσιο των μελλοντικών τους ενεργειών, ούτως ώστε να αποφεύγονται περιπτώσεις ασυνέπειας μεταξύ των επίσημων δηλώσεων και των διοικητικών πράξεων ή των παραλείψεων·

14.   υπενθυμίζει σε όλα τα κοινοτικά θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς αφενός τις υποχρεώσεις που υπέχουν δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ης Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής(4), ο οποίος πρέπει να εφαρμόζεται αποτελεσματικά, κυρίως για να διασφαλιστεί η αξιοπιστία της προτεινόμενης αναθεώρησής του που εξετάζεται επί του παρόντος, αφετέρου τις υποχρεώσεις τους δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών(5)·

15.   καλεί εκ νέου την Επιτροπή να κάνει κατάλληλη χρήση της διακριτικής εξουσίας της να κινεί διαδικασίες επί παραβάσει δυνάμει του άρθρου 226 της Συνθήκης ΕΚ ή να προτείνει κυρώσεις δυνάμει του άρθρου 228 της Συνθήκης ΕΚ, φροντίζοντας επιμελώς να αποφεύγει καθυστερήσεις ή αδικαιολόγητες παραλείψεις ανάληψης έγκαιρης δράσης, που είναι ασύμβατες με το καθήκον της Επιτροπής να επιβλέπει την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου·

16.   θεωρεί ότι, εάν ένα θεσμικό όργανο αρνηθεί να ακολουθήσει σύσταση που περιλαμβάνεται σε ειδική έκθεση του Διαμεσολαβητή, παρόλο που το Κοινοβούλιο έχει εγκρίνει την εν λόγω σύσταση, το Κοινοβούλιο μπορεί να χρησιμοποιήσει νομίμως τις εξουσίες του προκειμένου να ασκήσει προσφυγή στο Δικαστήριο σε σχέση με την ενέργεια ή την παράλειψη που αποτέλεσε αντικείμενο της σύστασης του Διαμεσολαβητή·

17.   προτρέπει όλα τα κοινοτικά θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς, καθώς και τις μόνιμες αντιπροσωπείες των κρατών μελών, να συνεργάζονται υπέρ της διαφάνειας και της συμμόρφωσης προς τους κανόνες χρηστής διοίκησης που περιλαμβάνονται στην εν λόγω έκθεση, χωρίς να μεταθέτουν τις ευθύνες τους σε ισχυρούς κεντρικούς φορείς όπως η Προεδρία του Συμβουλίου ή το Ανώτατο Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Σχολείων, επί των οποίων δύσκολα ο Διαμεσολαβητής μπορεί να ασκήσει έλεγχο·

18.   καλεί την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Επιλογής Προσωπικού να διασφαλίσει ότι τηρεί αποτελεσματικά και πλήρως τους κανόνες και τις καθιερωμένες πρακτικές όσον αφορά τον ανοικτό χαρακτήρα και τη διαφάνεια των διαδικασιών των διαγωνισμών, ιδίως σε ό,τι αφορά την πρόσβαση των υποψηφίων σε πληροφορίες που τους αφορούν σχετικά με τη βαθμολόγηση των γραπτών, να θέσει τέρμα στις γλωσσικές διακρίσεις και να μην αποφεύγει τις ευθύνες της παραπέμποντας σε αποφάσεις που λαμβάνουν οι εξεταστικές επιτροπές·

19.   χαιρετίζει τη δήλωση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή όσον αφορά την πρόθεσή του να επιληφθεί των πιστωτικών δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων εκτός της ΕΕ χρησιμοποιώντας τις εξουσίες του για διενέργεια έρευνας ιδία πρωτοβουλία, και επισημαίνει ότι ο Διαμεσολαβητής θα πρέπει να αξιολογεί και να διασφαλίζει την εσωτερική ικανότητα εξέτασης καταγγελιών σε αυτό το πλαίσιο·

20.   καλεί το Διαμεσολαβητή να εξετάσει το ενδεχόμενο σύναψης μνημονίου συνεννόησης με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων σχετικά με τους όρους συνεργασίας μεταξύ των θεσμικών οργάνων όσον αφορά την άσκηση των εξουσιών του Διαμεσολαβητή να διερευνά καταγγελίες σχετικά με περιπτώσεις κακοδιοίκησης στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, και είναι της γνώμης ότι η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων είναι η πλέον κατάλληλη να ενημερώνει ενεργά τους πολίτες τους οποίους αφορούν έργα που χρηματοδοτούνται από την Τράπεζα όσον αφορά τη δυνατότητα υποβολής καταγγελιών στον Διαμεσολαβητή, ακόμη και εάν αυτοί είναι υπήκοοι τρίτων χωρών που διαμένουν εκτός της ΕΕ·

21.   χαιρετίζει το γεγονός ότι ο Διαμεσολαβητής μπορεί να διεξάγει έρευνες για τη συμπεριφορά των οργανισμών που λειτουργούν υπό τον τρίτο πυλώνα της ΕΕ·

22.   επισημαίνει ότι ο Διαμεσολαβητής έχει υποβάλει τις προαναφερθείσες δύο ειδικές εκθέσεις, εκ των οποίων η μία έχει ήδη επιτύχει τον επιδιωκόμενο στόχο της και η άλλη θα εξεταστεί από το Κοινοβούλιο· στηρίζει τα συμπεράσματα που παρουσίασε ο Διαμεσολαβητής στο Συμβούλιο σχετικά με την ανάγκη εφαρμογής συνεκτικών κανόνων όσον αφορά το γλωσσικό καθεστώς που χρησιμοποιείται από τις Προεδρίες του Συμβουλίου, καθώς και αποσαφήνισης του καθεστώτος της Προεδρίας ως τμήματος του Συμβουλίου ως θεσμικού οργάνου·

23.   τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης των εσωτερικών κοινοβουλευτικών διαδικασιών προκειμένου να διασφαλιστεί, στο μέλλον, ταχύτερη εξέταση της ετήσιας έκθεσης του Διαμεσολαβητή από την Επιτροπή Αναφορών του Κοινοβουλίου·

24.   προτρέπει το Διαμεσολαβητή να υποβάλλει στο Κοινοβούλιο κάθε αίτημα που κρίνει ο ίδιος σκόπιμο για τη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αντίστοιχων υπηρεσιών τους και την ενθάρρυνση της συνεργασίας, στο πλαίσιο που ορίζεται από το άρθρο 1 της συμφωνίας-πλαίσιο για τη συνεργασία της 15ης Μαρτίου 2006, με ιδιαίτερη αναφορά στις υπηρεσίες που είναι αρμόδιες για την επικοινωνία, την τεχνολογία της πληροφορίας και τη μετάφραση·

25.   εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι διατηρούνται εποικοδομητικές σχέσεις με την Επιτροπή Αναφορών του Κοινοβουλίου, όπως εκφράζονται τόσο από τη συμμετοχή του Διαμεσολαβητή στις συνεδριάσεις της επιτροπής όσο και από τον αμοιβαίο σεβασμό των αρμοδιοτήτων και των δικαιωμάτων τους· καλεί το Διαμεσολαβητή, ως εκ τούτου, να διαβιβάζει εγκαίρως στην Επιτροπή Αναφορών τη θέση του σε σχέση με τις πιο σημαντικές έρευνες που κινεί αυτεπαγγέλτως, ώστε να επιτυγχάνονται χρήσιμες συνέργειες·

26.   επαναλαμβάνει τη θετική γνώμη του, όπως εκφράστηκε το 2001, για το αίτημα του Διαμεσολαβητή να τροποποιηθεί το καθεστώς του όσον αφορά την πρόσβαση στα έγγραφα και την ακρόαση μαρτύρων, συμφωνώντας ότι οι τροποποιήσεις που έχουν έκτοτε ζητηθεί θα συμβάλουν στη διασάφηση των εξουσιών του Διαμεσολαβητή, δεδομένων των αυξανόμενων απαιτήσεων κατά την άσκηση των καθηκόντων του και λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην πράξη, τα κυριότερα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα έχουν ήδη αποδεχτεί την πλειονότητα των τροποποιήσεων αυτών·

27.   τονίζει ότι οι τροποποιήσεις δεν πρέπει να θίγουν τη βάση και τη φύση του ρόλου του Διαμεσολαβητή ως εγγυητή των συμφερόντων των πολιτών έναντι της δημόσιας διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

28.   αναγνωρίζει τη χρησιμότητα του Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαμεσολαβητών, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, στη διασφάλιση εξωδικαστικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών·

29.   ενθαρρύνει, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαμεσολαβητών, την αμοιβαία διαβούλευση μεταξύ του Διαμεσολαβητή και της Επιτροπής Αναφορών για την επίλυση ζητημάτων που έχουν ήδη εξεταστεί στο πλαίσιο αναφορών·

30.   επιδοκιμάζει την αυξανόμενη συμμετοχή των μέσων ενημέρωσης στη δημοσίευση του έργου του Διαμεσολαβητή και επικροτεί τη στρατηγική επικοινωνίας που ενέκρινε ο Διαμεσολαβητής, η οποία προβλέπει τη χρήση διαφόρων μέσων ενημέρωσης των πολιτών και ευαισθητοποίησης του κοινού και η οποία, συμβάλλοντας στην καθιέρωση ποικίλων μορφών διαλόγου με σκοπό να έρθουν οι πολίτες πιο κοντά στα θεσμικά όργανα και στους οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα βοηθήσει τους πολίτες, μεσοπρόθεσμα, να έχουν καλύτερη γνώση των δικαιωμάτων τους και των κοινοτικών αρμοδιοτήτων, καθώς και να κατανοήσουν το πεδίο αρμοδιοτήτων του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή·

31.   αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, καθώς και στους διαμεσολαβητές ή τα αντίστοιχα αρμόδια όργανα των κρατών μελών.

(1) ΕΕ L 113, 4.5.1994, σ. 15. Απόφαση που τροποποιήθηκε με την απόφαση 2002/262/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ (ΕΕ L 92, 9.4.2002, σ. 13).
(2) ΕΕ C 72 E, 21.3.2002, σ. 336.
(3) Ειδική έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έπειτα από το σχέδιο σύστασης προς το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την καταγγελία 1487/2005/GG και την ειδική έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έπειτα από το σχέδιο σύστασης προς την Επιτροπή όσον αφορά την καταγγελία 289/2005/(WP)GG.
(4) EE L 145, 31.5.2001, σ. 43.
(5) ΕΕ L 281, 23.11.1995, σ. 31. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284, 31.10.2003, σ. 1).

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου