Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2011/2006(INL)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A7-0355/2011

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A7-0355/2011

Συζήτηση :

Ψηφοφορία :

PV 15/11/2011 - 7.8
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P7_TA(2011)0484

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 345kWORD 99k
Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011 - Στρασβούργο
Οι διαδικασίες αφερεγγυότητας στο πλαίσιο της νομοθεσίας της ΕΕ για τις επιχειρήσεις
P7_TA(2011)0484A7-0355/2011
Ψήφισμα
 Παράρτημα

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Νοεμβρίου 2011 με συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με τις διαδικασίες αφερεγγυότητας στο πλαίσιο του εταιρικού δικαίου της ΕΕ (2011/2006(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 225 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1346/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας(1) (κανονισμός περί αφερεγγυότητας),

–  έχοντας υπόψη τις από 2 Μαΐου 2006(2), 10 Σεπτεμβρίου 2009(3) και 21 Ιανουαρίου 2010(4) αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 42 και 48 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων καθώς και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων και της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A7-0355/2011),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών περί αφερεγγυότητας δημιουργούν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα ή μειονεκτήματα και δυσκολίες για εταιρείες με διασυνοριακές δραστηριότητες που θα μπορούσαν να αποτελέσουν εμπόδια σε μια επιτυχή εξυγίανση των αφερέγγυων εταιρειών· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαφορές αυτές ευνοούν το λεγόμενο forum-shopping· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εσωτερική αγορά θα επωφελείτο από ισότιμους όρους ανταγωνισμού,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα για την αποτροπή των καταχρήσεων και της διάδοσης του φαινομένου του forum shopping καθώς και της συρροής κυρίων διαδικασιών·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ακόμη και αν δεν είναι δυνατή η θέσπιση ουσιαστικών νομοθετικών διατάξεων περί αφερεγγυότητας σε επίπεδο ΕΕ, εντούτοις υπάρχουν ορισμένοι τομείς του πτωχευτικού δικαίου για τους οποίους η εναρμόνιση είναι συμφέρουσα και εφικτή·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι παρατηρείται μια προϊούσα προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών περί αφερεγγυότητας των κρατών μελών·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κανονισμός περί αφερεγγυότητας εγκρίθηκε το 2000 και έκτοτε εφαρμόζεται για περισσότερα από εννέα χρόνια· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Ιουνίου 2012 θα πρέπει να υποβάλει μια έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κανονισμός περί αφερεγγυότητας υπήρξε το αποτέλεσμα μιας μακρόχρονης διαδικασίας διαπραγμάτευσης, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να μη ρυθμισθούν πολλά ευαίσθητα ζητήματα, η δε προσέγγιση που ακολουθήθηκε σε πολλά ζητήματα είχε ήδη ξεπερασθεί κατά το χρόνο έγκρισης του κανονισμού·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι από την έναρξη ισχύος του κανονισμού περί αφερεγγυότητας έχουν επέλθει πολλές αλλαγές, 12 νέα κράτη μέλη έχουν προσχωρήσει στην Ένωση και το φαινόμενο των ομίλων επιχειρήσεων έχει αυξηθεί σημαντικά·

H.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η αφερεγγυότητα έχει αρνητικές επιπτώσεις όχι μόνο για την ενδιαφερόμενη επιχείρηση αλλά και για την οικονομία των κρατών μελών και ότι θα πρέπει συνεπώς να επιδιώκεται η προφύλαξη κάθε οικονομικού φορέα, κάθε φορολογούμενου και κάθε εργοδότη από τις επιπτώσεις της αφερεγγυότητας·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η προσέγγιση σε σχέση με τις διαδικασίες αφερεγγυότητας είναι σήμερα περισσότερο επικεντρωμένη στη διάσωση των εταιρειών ως εναλλακτική επιλογή προς τη διάλυσή τους·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το πτωχευτικό δίκαιο πρέπει να αποτελεί ένα μέσο για τη διάσωση των επιχειρήσεων σε ενωσιακό επίπεδο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διάσωση αυτή, οσάκις είναι εφικτή, είναι προς όφελος των οφειλετών, των πιστωτών και των εργαζομένων·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν πρέπει να επιτρέπεται η κατάχρηση της διαδικασίας αφερεγγυότητας από τους πιστωτές με στόχο να αποτραπεί μια συλλογική διαδικασία για την είσπραξη των απαιτήσεών τους και ότι είναι συνεπώς απαραίτητο να θεσπιστούν κατάλληλες διαδικαστικές εγγυήσεις·

ΙΒ.  εκτιμώντας ότι πρέπει να θεσπιστεί ένα νομοθετικό πλαίσιο το οποίο να είναι καλύτερα προσαρμοσμένο σε περίπτωση προσωρινής αφερεγγυότητας μιας εταιρίας·

ΙΓ.  εκτιμώντας ότι η ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Μαρτίου 2010 με τίτλο «Ευρώπη 2020: »Μια στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη' ' (COM(2010)2020), αναφερόμενη στην απουσία συνοχής και στα εμπόδια για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς για τον 21ο αιώνα προέβη στην ακόλουθη διαπίστωση: «Η πρόσβαση των ΜΜΕ στην ενιαία αγορά πρέπει να βελτιωθεί. Η επιχειρηματικότητα πρέπει να αναπτυχθεί με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες πολιτικής, περιλαμβανομένης της απλούστευσης της εταιρικής νομοθεσίας (πτωχευτικές διαδικασίες, καταστατικό ιδιωτικών εταιρειών, κλπ.) και με πρωτοβουλίες που επιτρέπουν στους επιχειρηματίες να ξεκινήσουν εκ νέου μετά από μια επιχειρηματική τους αποτυχία'·

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το πτωχευτικό δίκαιο πρέπει να θεσπίζει κανόνες και για τη διάλυση μιας επιχείρησης, κατά τρόπο λιγότερο επιζήμιο και περισσότερο ευνοϊκό για όλα τα μέρη, εφόσον διαπιστωθεί ότι η διάσωση της επιχείρησης προβλέπεται να αποτύχει ή έχει ήδη αποτύχει·

ΙΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση πρέπει να εξετάζονται οι αιτίες της αφερεγγυότητας μιας επιχείρησης, δηλαδή θα πρέπει να εξακριβώνεται εάν οι χρηματοοικονομικές δυσχέρειες της επιχείρησης είναι απλώς προσωρινές ή εάν η επιχείρηση είναι πλήρως αφερέγγυα· λαμβάνοντας υπόψη ότι στην ουσία πρόκειται για την εξακρίβωση του συνόλου του ενεργητικού ενός οφειλέτη και του παθητικού του, έτσι ώστε να είναι δυνατό να εκτιμηθεί εάν είναι φερέγγυος ή αφερέγγυος·

ΙΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι όμιλοι επιχειρήσεων αποτελούν ένα σύνηθες φαινόμενο, η αφερεγγυότητά τους ωστόσο δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο ρύθμισης σε ενωσιακό επίπεδο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η πτώχευση ενός ομίλου επιχειρήσεων ενδέχεται να οδηγήσει στην έναρξη σειράς ξεχωριστών διαδικασιών αφερεγγυότητας σε διαφορετικές έννομες τάξεις αναφορικά με κάθε ξεχωριστό αφερέγγυο μέλος του ομίλου· λαμβάνοντας υπόψη ότι, εφόσον οι διαδικασίες αυτές δεν μπορεί να συντονιστούν, δεν φαίνεται πιθανό να μπορεί ο όμιλος να αναδιοργανωθεί ως ολότητα και ενδέχεται να πρέπει να διασπαστεί στα συστατικά του μέρη, με αποτέλεσμα την πρόκληση ζημιών για τους πιστωτές, τους μετόχους και τους εργαζομένους·

ΙΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι σε περίπτωση αφερεγγυότητας ομίλων επιχειρήσεων, η εξυγίανση είναι σήμερα δυσχερής λόγω ύπαρξης διαφορετικών ρυθμίσεων στα κράτη μέλη της ΕΕ, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο χιλιάδες θέσεις εργασίας·

ΙΗ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η δικτύωση των εθνικών μητρώων αφερεγγυότητας και η δημιουργία ενός προσβάσιμου από όλους και εκτενούς συστήματος λήψης πληροφοριών σχετικά με τις διαδικασίες αφερεγγυότητας θα επέτρεπε στους πιστωτές, τους μετόχους, τους εργαζομένους και τα δικαστήρια να διαπιστώσουν κατά πόσο έχουν ξεκινήσει διαδικασίες αφερεγγυότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος καθώς επίσης τις προθεσμίες και τις λεπτομέρειες για την αναγγελία των απαιτήσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτό θα προωθούσε μια οικονομικά αποτελεσματική διαχείριση και αύξηση της διαφάνειας, με παράλληλο σεβασμό της προστασίας των δεδομένων·

ΙΘ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διασυνοριακές «διαθήκες εν ζωή» πρέπει να είναι νομικά εκτελεστές στην περίπτωση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και πρέπει να εξεταστεί η καθιέρωσή τους σε όλες τις συστημικά συναφείς εταιρείες, ακόμη και εάν δεν πρόκειται για χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ως ένα σημαντικό βήμα στη διαδικασία επίτευξης ενός κατάλληλου διασυνοριακού πλαισίου για την αφερεγγυότητα·

Κ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στο πλαίσιο των διατάξεων για τις διαδικασίες αφερεγγυότητας πρέπει να θεσπιστούν ειδικές ρυθμίσεις για το διαχωρισμό βιώσιμων μονάδων που προσφέρουν υπηρεσίες ζωτικής σημασίας, όπως συστήματα πληρωμών και άλλοι μηχανισμοί που ορίζονται σε «διαθήκες εν ζωή» και ότι στο πλαίσιο αυτό τα κράτη μέλη πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι οι νομοθεσίες τους περί αφερεγγυότητας περιλαμβάνουν κατάλληλες διατάξεις που καθιστούν δυνατή τη θέσπιση ειδικών ρυθμίσεων σε επίπεδο ΕΕ για τη διάσπαση αφερέγγυων διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων σε βιώσιμες μονάδες·

ΚΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι μπορεί στο πλαίσιο διαδικασιών αφερεγγυότητας να εξεταστούν ενδοεταιρικές μεταβιβάσεις προκειμένου να διασφαλιστεί ότι περιουσιακά στοιχεία μπορούν ενδεχομένως να αναληφθούν σε διασυνοριακό επίπεδο προκειμένου να επιτευχθεί ένα δίκαιο αποτέλεσμα·

ΚΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες επενδυτικές εταιρείες και ιδίως ασφαλιστικές δεν μπορούν να διαλυθούν από τη μια στιγμή στην άλλη και απαιτούν μια λύση που έχει μακροπρόθεσμα ως αποτέλεσμα τη δίκαιη κατανομή των περιουσιακών στοιχείων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μεταβιβάσεις επιχειρήσεων, η διακοπή ή η συνέχιση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων δεν πρέπει να παρεμποδίζονται και ενδεχομένως πρέπει να αντιμετωπίζονται κατά προτεραιότητα·

ΚΓ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόφαση υπαγωγής ολόκληρων ομίλων και όχι μεμονωμένων νομικών οντοτήτων σε διαδικασίες αφερεγγυότητας πρέπει να είναι προσανατολισμένη σε αποτελέσματα και πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλες τις συνέπειες όπως η εφαρμογή άλλων μέσων διευθέτησης ή οι επιπτώσεις στα συστήματα εγγυήσεων που καλύπτουν πολλαπλές επωνυμίες εντός ενός ομίλου·

ΚΔ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι θα ήταν σκόπιμο να διερευνηθεί η θέσπιση εναρμονισμένων διαδικασιών και προτύπων διάσωσης για διασυνοριακούς ομίλους, περιλαμβανομένης της μετατροπής του χρέους σε μετοχικό κεφάλαιο·

ΚΕ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι αν και το εργατικό δίκαιο αποτελεί αρμοδιότητα των κρατών μελών, το δίκαιο περί αφερεγγυότητας μπορεί να έχει αντίκτυπο στο εργατικό δίκαιο και ότι στο πλαίσιο της αυξανόμενης παγκοσμιοποίησης και βεβαίως της οικονομικής κρίσης, το θέμα της αφερεγγυότητας πρέπει να εξετασθεί από την άποψη του εργατικού δικαίου, επειδή οι διαφορετικοί ορισμοί των εννοιών «απασχόληση» και «εργαζόμενος» στα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να υπονομεύουν τα δικαιώματα των εργαζομένων σε περίπτωση αφερεγγυότητας· λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι οιαδήποτε συζήτηση για το συγκεκριμένο θέμα της αφερεγγυότητας δεν θα πρέπει αυτομάτως να αποτελεί πρόσχημα για τη ρύθμιση του εργατικού δικαίου σε επίπεδο ΕΕ·

ΚΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στόχος της οδηγίας 2008/94/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2008 σχετικά με την προστασία των εργαζομένων σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη(5) είναι να εξασφαλίσει έναν ελάχιστο βαθμό προστασίας των εργαζομένων σε περίπτωση αφερεγγυότητας, διατηρώντας συγχρόνως επαρκή ευελιξία για τα κράτη μέλη· λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν όντως διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την εφαρμογή και ζητεί να εκτιμηθούν οι εν λόγω διαφορές·

ΚΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης, οι εργαζόμενοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου και οι εργαζόμενοι με σχέση προσωρινής απασχόλησης, υπάγονται ρητώς στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2008/94/ΕΚ και ότι είναι αναγκαία σε περίπτωση αφερεγγυότητας η ενίσχυση της προστασίας και των εργαζόμενων με άτυπες συμβάσεις·

ΚΗ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η τρέχουσα έλλειψη εναρμόνισης όσον αφορά την κατάταξη των πιστωτών, μειώνει την προβλεψιμότητα των αποτελεσμάτων των νομικών διαδικασιών λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητο να δοθεί αυξημένη προτεραιότητα στις απαιτήσεις των εργαζομένων έναντι των απαιτήσεων άλλων πιστωτών·

ΚΘ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2008/94/ΕΚ, και ιδίως η ερμηνεία των όρων «ανεξόφλητες απαιτήσεις», είναι υπερβολικά ευρύ, καθώς ορισμένα κράτη μέλη εφαρμόζουν έναν συσταλτικό ορισμό της αμοιβής (π.χ. αποκλείοντας από αυτό τις αποζημιώσεις απόλυσης, τα επιδόματα, τις συμφωνίες καταβολής), γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στη μη ικανοποίηση σημαντικού αριθμού απαιτήσεων·

Λ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη είναι αρμόδια να ορίζουν τις έννοιες «αποδοχές» και «μισθός», υπό τον όρο ότι τηρούν τις γενικές αρχές της ισότητας και των μη διακρίσεων μεταξύ των εργαζομένων, ώστε κάθε κατάσταση αφερεγγυότητας που είναι επιζήμια για τους τελευταίους να λαμβάνεται υπόψη για την αποζημίωσή τους, σύμφωνα με τον κοινωνικό στόχο της οδηγίας 2008/94/ΕΚ και τα κατώτατα όρια αποζημιώσεων που θα πρέπει να προσδιοριστούν·

ΛΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι λόγω των συμβάσεων απασχόλησης σε ολόκληρη την ΕΕ και της διαφοροποίησης των συμβάσεων αυτών στα κράτη μέλη, δεν είναι δυνατόν σήμερα να προσδιοριστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο η έννοια του «εργαζομένου'·

ΛΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει κατά το δυνατόν να αποφεύγονται οι εξαιρέσεις από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2008/94/ΕΚ·

ΛΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάληψη νομοθετικής δράσης που ζητείται στο παρόν ψήφισμα θα πρέπει να βασίζεται σε εμπεριστατωμένες εκτιμήσεις επιπτώσεων, όπως έχει ζητηθεί από το Κοινοβούλιο·

1.  καλεί την Επιτροπή να υποβάλει, βάσει του άρθρου 50, του άρθρου 81 παράγραφος 2 ή του άρθρου 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μία ή περισσότερες προτάσεις σχετικά με ένα ενωσιακό πλαίσιο για την αφερεγγυότητα των επιχειρήσεων, σύμφωνα με τις λεπτομερείς συστάσεις που εκτίθενται στο παράρτημα, προκειμένου να διασφαλισθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού βάσει μιας εμπεριστατωμένης ανάλυσης των βιώσιμων εναλλακτικών δυνατοτήτων·

2.  διαπιστώνει ότι οι συστάσεις αυτές σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών και την αρχή της επικουρικότητας·

3.  εκτιμά ότι οι δημοσιονομικές επιπτώσεις της ζητούμενης πρότασης πρέπει να καλυφθούν από τον προϋπολογισμό, με τις κατάλληλες επιχορηγήσεις·

4.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα και τις επισυναπτόμενες λεπτομερείς συστάσεις στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο.

(1) ΕΕ L 160 της 30.6.2000, σ. 1.
(2) Υπόθεση C-341/04 Eurofood IFSC Ltd, Συλλ. 2006, σελ. I-3813.
(3) Υπόθεση C-97/08 P Akzo Nobel και λοιποί κατά Επιτροπής, Συλλ. 2009, σελ. I-8237.
(4) Υπόθεση C-444/07 MG Probud Gdynia sp. z o.o., Συλλ. 2010, σελ. I-417.
(5) ΕΕ L 283 της 28.10.08, σ. 36.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΨΗΦΙΣΜΑ:

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΣ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΖΗΤΟΥΜΕΝΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Μέρος 1: Συστάσεις σχετικά με την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του πτωχευτικού και εταιρικού δικαίου

1.1.  Σύσταση σχετικά με την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών της έναρξης της διαδικασίας αφερεγγυότητας

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προτείνει την εναρμόνιση των προϋποθέσεων υπό τις οποίες μπορεί να κηρυχθεί η έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πιστεύει ότι μια οδηγία θα πρέπει να εναρμονίζει πτυχές της έναρξης της διαδικασίας αφερεγγυότητας ως ακολούθως:

   η διαδικασία αφερεγγυότητας μπορεί να κινηθεί κατά οφειλετών που είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις·
   η διαδικασία αφερεγγυότητας ξεκινά εγκαίρως προκειμένου να σωθεί η επιχείρηση που αντιμετωπίζει προβλήματα·
   η διαδικασία αφερεγγυότητας μπορεί να κινηθεί όσον αφορά τα περιουσιακά στοιχεία των προαναφερθέντων οφειλετών, τα περιουσιακά στοιχεία φορέων χωρίς νομική προσωπικότητα (π.χ. μια Ευρωπαϊκή Ένωση Οικονομικού Συμφέροντος), την κληρονομία και τα περιουσιακά στοιχεία στο πλαίσιο μιας κοινοκτημοσύνης·
   κάθε επιχείρηση μπορεί σε περίπτωση προσωρινής αφερεγγυότητας και προκειμένου να προστατευθεί να κινήσει μια διαδικασία αφερεγγυότητας·
   η διαδικασία αφερεγγυότητας μπορούν επίσης να κινηθεί μετά τη διάλυση ενός νομικού προσώπου ή φορέα χωρίς νομική προσωπικότητα, ενόσω η κατανομή των περιουσιακών στοιχείων δεν έχει ακόμα πραγματοποιηθεί ή εξακολουθούν να υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία·
   η διαδικασία αφερεγγυότητας μπορεί να κινηθεί από ένα δικαστήριο ή μια άλλη αρμόδια αρχή μετά από έγγραφη αίτηση ενός πιστωτή ή οφειλέτη· η αίτηση για την έναρξη της διαδικασίας μπορεί να αποσυρθεί ενόσω η διαδικασία δεν έχει ξεκινήσει ή η αίτηση δεν έχει απορριφθεί από ένα δικαστήριο·
   ένας πιστωτής μπορεί να ζητήσει την έναρξη της διαδικασίας, εάν έχει έννομο συμφέρον σε αυτήν και πιθανολογεί ότι είναι κάτοχος απαίτησης·
   μια διαδικασία μπορεί να ξεκινήσει εάν ο οφειλέτης είναι αφερέγγυος, δηλαδή δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις πληρωμής· εάν η αίτηση υποβληθεί από τον οφειλέτη, η διαδικασία μπορεί επίσης να ξεκινήσει εάν η αφερεγγυότητα του οφειλέτη επίκειται άμεσα, δηλαδή ο οφειλέτης είναι πιθανό να μην μπορεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις πληρωμής·
   όσον αφορά την υποχρεωτική δήλωση αδυναμίας πληρωμής από τον οφειλέτη, η διαδικασία πρέπει να ξεκινήσει εντός προθεσμίας ενός και δύο μηνών μετά την παύση των πληρωμών, εφόσον το δικαστήριο δεν έχει ήδη ξεκινήσει μια προκαταρκτική διαδικασία ή δεν έχει λάβει άλλα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση των περιουσιακών στοιχείων και υπό τον όρο ότι υπάρχουν επαρκή περιουσιακά στοιχεία για την κάλυψη των δαπανών της διαδικασίας αφερεγγυότητας·
   τα κράτη μέλη καλούνται να θεσπίσουν διατάξεις σχετικά με την ευθύνη του οφειλέτη σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης ή υποβολής αντικανονικής δήλωσης και να μεριμνήσουν για την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων·

1.2.  Συστάσεις σχετικά με την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών της αναγγελίας των απαιτήσεων

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προτείνει την εναρμόνιση των προϋποθέσεων υπό τις οποίες αναγγέλλονται οι απαιτήσεις σε μία διαδικασία αφερεγγυότητας. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πιστεύει ότι μια οδηγία πρέπει να εναρμονίζει πτυχές της αναγγελίας των απαιτήσεων ως ακολούθως:

   ο χρόνος για τη διαπίστωση της μη ικανοποίησης των απαιτήσεων συμπίπτει με την έναρξη της αφερεγγυότητας του εργοδότη, δηλαδή με την ημερομηνία κατά την οποία ελήφθη η απόφαση για την έναρξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας ή κατά την οποία απερρίφθη η αίτηση για την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας λόγω μη κάλυψης των δαπανών·
   οι πιστωτές αναγγέλλουν τις απαιτήσεις τους εγγράφως στο σύνδικο εντός συγκεκριμένης προθεσμίας·
   τα κράτη μέλη ορίζουν την προαναφερθείσα προθεσμία εντός ενός έως τριών μηνών από την ημερομηνία της δημοσίευσης της απόφασης περί πτώχευσης·
   ο πιστωτής υποβάλλει έγγραφα που αποδεικνύουν την απαίτησή του·
   ο σύνδικος καταρτίζει πίνακα των αναγγελθεισών απαιτήσεων και ο πίνακας αυτός αναρτάται στο αρμόδιο δικαστήριο κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο δ) του κανονισμού περί αφερεγγυότητας·
   εκπρόθεσμες αναγγελίες, δηλαδή αναγγελίες πιστωτών που απώλεσαν την προθεσμία αναγγελίας της απαίτησής τους υπόκεινται σε έλεγχο, ενδέχεται όμως να επιφέρουν πρόσθετες δαπάνες για τον πιστωτή·

1.3.  Σύσταση σχετικά με την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών της ακυρωτικής αγωγής

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προτείνει την εναρμόνιση πτυχών της ακυρωτικής αγωγής ως ακολούθως:

   οι νομοθεσίες των κρατών μελών προβλέπουν τη δυνατότητα προσβολής πράξεων που πραγματοποιήθηκαν πριν από την έναρξη της διαδικασίας και οι οποίες είναι επιζήμιες για τους πιστωτές
   πράξεις που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ακυρωτικής αγωγής αποτελούν συναλλαγές σε περίπτωση επικείμενης αφερεγγυότητας, η δημιουργία εξασφαλιστικών δικαιωμάτων, συναλλαγές με σχετιζόμενα μέρη και συναλλαγές με πρόθεση εξαπάτησης των πιστωτών·
   τα χρονικά διαστήματα εντός των οποίων μία πράξη μπορεί να προσβληθεί με ακυρωτική αγωγή ποικίλλουν ανάλογα με το χαρακτήρα της επίμαχης πράξης· το χρονικό διάστημα αρχίζει με την ημερομηνία της αίτησης για έναρξη της διαδικασίας· τα χρονικά διαστήματα μπορεί να ανέρχονται μεταξύ τριών και εννέα μηνών για συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν ενόψει μιας επικείμενης αφερεγγυότητας, μεταξύ έξι και δώδεκα μηνών για τη δημιουργία εξασφαλιστικών δικαιωμάτων, μεταξύ ενός και δύο ετών για συναλλαγές με σχετιζόμενα μέρη και μεταξύ τριών και πέντε ετών για συναλλαγές με πρόθεση εξαπάτησης των πιστωτών·
   το βάρος της απόδειξης για το εάν μία πράξη μπορεί να προσβληθεί φέρει κατ' αρχήν το μέρος που ισχυρίζεται ότι η πράξη μπορεί να ακυρωθεί· σε περίπτωση συναλλαγών με σχετιζόμενα μέρη το βάρος της απόδειξης φέρει το σχετιζόμενο πρόσωπο·

1.4.  Συστάσεις σχετικά με την εναρμόνιση των γενικών πτυχών σχετικά με τις απαιτήσεις για τα προσόντα και το έργο του συνδίκου

   ο σύνδικος πρέπει να έχει λάβει άδεια από μια αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους ή να έχει διοριστεί από αρμόδιο δικαστήριο κράτους μέλους, να απολαύει καλής φήμης και να διαθέτει το κατάλληλο επίπεδο εκπαίδευσης που απαιτείται για την άσκηση των καθηκόντων του·
   ο σύνδικος πρέπει να διαθέτει ικανότητα και προσόντα προκειμένου να αξιολογεί την κατάσταση του οφειλέτη και να αναλαμβάνει καθήκοντα διαχείρισης της εταιρείας·
   σε περίπτωση έναρξης διαδικασίας αφερεγγυότητας ο σύνδικος διατηρεί για διάστημα έξι μηνών το δικαίωμα να δηλώσει με αναδρομική ισχύ την προστασία των διαθεσίμων, σε περίπτωση που μια εταιρία θα μετέφερε τα κεφάλαιά της·
   ο σύνδικος πρέπει, ως εναλλακτική δυνατότητα προς τη μεταβίβαση των απαιτήσεων, να μπορεί να ζητήσει, με κατάλληλες διαδικασίες και κατά προτεραιότητα, τα ποσά που οφείλονται στην επιχείρηση πριν από την ικανοποίηση των πιστωτών·
   ο σύνδικος πρέπει να είναι ανεξάρτητος από τους πιστωτές και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη στη διαδικασία αφερεγγυότητας·
   σε περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων, ο σύνδικος πρέπει να παραιτείται από τα καθήκοντά του.

1.5.  Συστάσεις σχετικά με την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών των σχεδίων εξυγίανσης

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προτείνει την εναρμόνιση πτυχών της κατάρτισης, των αποτελεσμάτων και του περιεχομένου των σχεδίων εξυγίανσης ως ακολούθως:

   εναλλακτικά σε σχέση με την τήρηση νομοθετικών διατάξεων, οι οφειλέτες ή οι σύνδικοι μπορούν να υποβάλλουν ένα σχέδιο εξυγίανσης·
   το σχέδιο πρέπει να περιλαμβάνει ρυθμίσεις για την ικανοποίηση των πιστωτών και για την ευθύνη των οφειλετών μετά την περάτωση της διαδικασίας αφερεγγυότητας·
   το σχέδιο πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις σχετικές πληροφορίες που επιτρέπουν στους πιστωτές να αποφασίσουν κατά πόσο μπορούν να αποδεχθούν το σχέδιο·
   το σχέδιο πρέπει να εγκρίνεται ή να απορρίπτεται στο πλαίσιο μιας ειδικής διαδικασίας ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου.
   μη θιγόμενοι πιστωτές ή μέρη που δεν πλήττονται από το σχέδιο, δεν πρέπει να έχουν δικαίωμα ψήφου σχετικά με το σχέδιο ή δεν πρέπει τουλάχιστον να μπορούν να το παρεμποδίσουν.

Μέρος 2: Συστάσεις σχετικά με την αναθεώρηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1346/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας

2.1.  Σύσταση σχετικά με το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού περί αφερεγγυότητας

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πιστεύει ότι το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού περί αφερεγγυότητας πρέπει να διευρυνθεί προκειμένου να συμπεριλάβει διαδικασίες αφερεγγυότητας στις οποίες ο οφειλέτης εξακολουθεί να είναι ιδιοκτήτης ή όταν έχει οριστεί προσωρινός σύνδικος. Το Παράρτημα Α του κανονισμού περί αφερεγγυότητας πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

2.2.  Σύσταση σχετικά με τον ορισμό του «κέντρου των κυρίων συμφερόντων»

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πιστεύει ότι κανονισμός περί αφερεγγυότητας πρέπει να συμπεριλαμβάνει ορισμό της έννοιας «κέντρο των κυρίων συμφερόντων», ο οποίος να είναι διατυπωμένος κατά τρόπο που να αποτρέπει το καταδολιευτικό forum-shopping. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προτείνει να προστεθεί ένας επίσημος ορισμός, με βάση τη διατύπωση της αιτιολογικής σκέψης 13, με στόχο την αντικειμενική δυνατότητα αναγνώρισης από τρίτους.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο φρονεί ότι ο ορισμός πρέπει να λαμβάνει υπόψη στοιχεία όπως η εμφανής προς τα έξω κύρια διεκπεραίωση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, ο τόπος στον οποίο ευρίσκονται τα περιουσιακά στοιχεία, το κέντρο της επιχειρησιακής δραστηριότητας ή της παραγωγής, η διατήρηση χώρων γραφείων, η κατοικία των εργαζομένων κλπ..

2.3.  Σύσταση σχετικά με τον ορισμός της «εγκατάστασης» στο πλαίσιο μιας δευτερεύουσας διαδικασίας

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πιστεύει ότι κανονισμός περί αφερεγγυότητας πρέπει να συμπεριλάβει έναν ορισμό της έννοιας της «εγκατάστασης» ως κάθε τόπο δραστηριότητας, στον οποίο ο οφειλέτης ασκεί μη προσωρινή οικονομική δραστηριότητα, στην οποία χρησιμοποιείται ο ανθρώπινος παράγοντας, περιουσιακά στοιχεία και υπηρεσίες.

2.4.  Σύσταση σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ δικαστηρίων

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πιστεύει ότι το άρθρο 32 του κανονισμού περί αφερεγγυότητας πρέπει να συμπεριλάβει μια σαφή υποχρέωση ενημέρωσης και συνεργασίας όχι μόνο μεταξύ των συνδίκων αλλά και μεταξύ των δικαστηρίων.

Σε περίπτωση έναρξης μιας κύριας και μιας δευτερεύουσας διαδικασίας αφερεγγυότητας, οι προθεσμίες διεκπεραίωσης των διαδικασιών αυτών πρέπει να εναρμονιστούν και να συντομευθούν.

2.5.  Συστάσεις σχετικά με ορισμένες πτυχές των αγωγών ακύρωσης

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο φρονεί ότι το άρθρο 13 του κανονισμού περί αφερεγγυότητας πρέπει να αναθεωρηθεί ώστε να μην ενθαρρύνει διασυνοριακές αγωγές ακύρωσης και να μην επιτρέπει την επιτυχή έκβαση των αγωγών ακύρωσης μέσω ρητρών επιλογής δικαίου.

Σε κάθε περίπτωση κατά την αναθεώρηση των διατάξεων περί αγωγών ακύρωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι οι υγιείς θυγατρικές επιχειρήσεις αφερέγγυων εταιριών χαρτοφυλακίου δεν πρέπει να ωθούνται στην αφερεγγυότητα συνεπεία αγωγών ακύρωσης αντί να πωλούνται ως υφιστάμενες επιχειρήσεις χάριν των πιστωτών.

Μέρος 3: Συστάσεις σχετικά με την αφερεγγυότητα ομίλων επιχειρήσεων

Λόγω διαφορετικών επιπέδων ενοποίησης που μπορεί να υφίστανται σε έναν όμιλο επιχειρήσεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει μια ευέλικτη πρόταση για τη ρύθμιση της αφερεγγυότητας ομάδων επιχειρήσεων, λαμβάνοντας υπόψη τα εξής:

1.  Όταν το επιτρέπει το οργανωτικό/ιδιοκτησιακό καθεστώς, πρέπει να εφαρμόζεται η ακόλουθη προσέγγιση:

   Α. Η διαδικασία πρέπει να αρχίζει στο κράτος μέλος, στο οποίο ευρίσκεται το κέντρο διοίκησης του ομίλου. Η αναγνώριση της έναρξης της διαδικασίας πρέπει να είναι αυτόματη.
   Β. Η έναρξη της κύριας διαδικασίας πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την αναστολή της διαδικασίας που έχει ξεκινήσει σε ένα άλλο κράτος μέλος κατά άλλων μελών του ομίλου.
   Γ. Πρέπει να ορίζεται ένας μόνο σύνδικος.
   Δ. Σε κάθε κράτος μέλος στο οποίο ξεκινά μια δευτερεύουσα διαδικασία, πρέπει να συγκροτείται μια επιτροπή που θα υπερασπίζεται και θα εκπροσωπεί τα συμφέροντα των τοπικών πιστωτών και εργαζομένων.
   Ε. Εάν δεν μπορεί να διαπιστωθεί ποια περιουσιακά στοιχεία ανήκουν σε ποιον οφειλέτη, η εκτίμηση των ενδοεταιρικών απαιτήσεων, θα πρέπει κατ' εξαίρεση να επιτρέπεται η συνένωση των περιουσιακών στοιχείων.

2.  Για τις διαδικασίες αφερεγγυότητας σε σχέση με αποκεντρωμένους ομίλους, το μέσο πρέπει να προβλέπει τα εξής:

   Α. Πρέπει να θεσπισθούν ρυθμίσεις για τον υποχρεωτικό συντονισμό και την υποχρεωτική συνεργασία μεταξύ δικαστηρίων, μεταξύ δικαστηρίων και συνδίκων και μεταξύ συνδίκων.
   Β. Ρυθμίσεις σχετικά με την άμεση αναγνώριση αποφάσεων που αφορούν την έναρξη, τη διεξαγωγή και την περάτωση της διαδικασίας αφερεγγυότητας και αποφάσεις που εκδίδονται σε συνάρτηση με τις διαδικασίες αυτές.
   Γ. Ρυθμίσεις σχετικά με την πρόσβαση στα δικαστήρια για συνδίκους και πιστωτές.
  Δ. Ρυθμίσεις για τη διευκόλυνση και προώθηση της χρήσης διαφόρων μορφών συνεργασίας μεταξύ δικαστηρίων για τον συντονισμό των διαδικασιών αφερεγγυότητας και τον καθορισμό των όρων και διασφαλίσεων που πρέπει να διέπουν τις εν λόγω μορφές συνεργασίας. Αυτές θα επηρεάζουν την ανταλλαγή πληροφοριών, τον συντονισμό των δραστηριοτήτων και την επεξεργασία κοινών λύσεων:
   διαβίβαση πληροφοριών μεταξύ δικαστηρίων με όλα τα μέσα,
   συντονισμός της διαχείρισης και εποπτεία των περιουσιακών στοιχείων και των υποθέσεων του οφειλέτη,
   διαπραγμάτευση, έγκριση και εφαρμογή συμφωνιών για την αφερεγγυότητα που αφορούν το συντονισμό των διαδικασιών,
   συντονισμός των ακροάσεων.
   Ε. Ρυθμίσεις που διευκολύνουν και προωθούν το διορισμό ενός κοινού συνδίκου για όλες τις διαδικασίες, ο οποίος θα ορισθεί από τα εμπλεκόμενα δικαστήρια και θα επικουρείται από τοπικούς αντιπροσώπους που συγκροτούν μία συντονιστική επιτροπή· ρυθμίσεις που ορίζουν τη διαδικασία συνεργασίας μεταξύ των μελών της συντονιστικής επιτροπής.
  ΣΤ. Ρυθμίσεις που διευκολύνουν και προωθούν τις διασυνοριακές συμφωνίες περί αφερεγγυότητας, που αφορούν την κατανομή της ευθύνης για διάφορες πτυχές της διεξαγωγής και διαχείρισης της διαδικασίας μεταξύ των διαφόρων εμπλεκόμενων δικαστηρίων και μεταξύ συνδίκων, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται:
   η κατανομή των ευθυνών μεταξύ των μερών της συμφωνίας,
   η διάθεση και ο συντονισμός των ενδίκων μέσων,
   ο συντονισμός της κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων προς όφελος των πιστωτών εν γένει,
   η αναγγελία και επεξεργασία των απαιτήσεων·
   μέθοδοι επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της γλώσσας, της συχνότητας και των μέσων,
   η χρησιμοποίηση και διάθεση περιουσιακών στοιχείων·
   ο συντονισμός και εναρμόνιση των σχεδίων εξυγίανσης·
   ζητήματα που αφορούν ειδικά την συμφωνία, συμπεριλαμβανομένης της τροποποίησης και λήξης, της ερμηνείας, της αποτελεσματικότητας και της επίλυσης των διαφορών·
   η διαχείριση των διαδικασιών, ιδίως όσον αφορά την αναστολή διαδικασιών ή συμφωνίες μεταξύ μερών που δεν έχουν πρόσβαση σε συγκεκριμένες νομικές ενέργειες·
   ρήτρες προστασίας,
   δαπάνες και τέλη.

Μέρος 4: Συστάσεις σχετικά με τη δημιουργία ενός μητρώου αφερεγγυότητας της ΕΕ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προτείνει τη δημιουργία ενός μητρώου αφερεγγυότητας της ΕΕ στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής πύλης για τη δικαιοσύνη, το οποίο για κάθε έναρξη διασυνοριακής αφερεγγυότητας θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον:

   τις σχετικές δικαστικές διαταγές και αποφάσεις,
   τον ορισμό του συνδίκου και τα στοιχεία επικοινωνίας του προσώπου αυτού,
   τις προθεσμίες για την αναγγελία των απαιτήσεων.

Η διαβίβαση των στοιχείων αυτών στο μητρώο της ΕΕ από τα δικαστήρια πρέπει να είναι υποχρεωτική.

Οι πληροφορίες πρέπει να διατυπώνονται στην επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο κηρύσσεται η έναρξη της διαδικασίας καθώς και στην αγγλική γλώσσα.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου