Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2011/2094(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A7-0424/2011

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A7-0424/2011

Συζήτηση :

PV 15/12/2011 - 5
CRE 15/12/2011 - 5

Ψηφοφορία :

PV 15/12/2011 - 7.2
CRE 15/12/2011 - 7.2
Αιτιολογήσεις ψήφου
PV 02/02/2012 - 12.15
CRE 02/02/2012 - 12.15
Αιτιολογήσεις ψήφου
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P7_TA(2012)0031

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 436kWORD 137k
Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2012 - Βρυξέλλες
Πολιτική Ανταγωνισμού της ΕΕ
P7_TA(2012)0031A7-0424/2011

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Φεβρουαρίου 2012 σχετικά με την ετήσια έκθεση για την ευρωπαϊκή πολιτική του ανταγωνισμού (2011/2094(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την Έκθεση της Επιτροπής για την Πολιτική του Ανταγωνισμού 2010 (COM(2011)0328) και το συνοδευτικό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής (SEC(2011)0690);

–  έχοντας υπόψη τον από 16 Δεκεμβρίου 2002 κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης(1),

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου της 20ής Ιανουαρίου 2004 για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων(2) («κοινοτικός κανονισμός περί συγκεντρώσεων»),

–  έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για τη μέθοδο υπολογισμού των προστίμων που επιβάλλονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 23 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003(3) («οδηγία για τα πρόστιμα»),

–  έχοντας υπόψη την από 13 Οκτωβρίου 2008 ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης»(4) («ανακοίνωση περί Τραπεζικού Τομέα»),

–  έχοντας υπόψη την από 5 Δεκεμβρίου 2008 ανακοίνωση της Επιτροπής της με τίτλο «H ανακεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών στο πλαίσιο της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης: περιορισμός των ενισχύσεων στο ελάχιστο απαραίτητο και διασφαλίσεις έναντι αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού»(5) («Ανακοίνωση περί Ανακεφαλαιοποίησης»),

–  έχοντας υπόψη την από 25 Φεβρουαρίου 2009 ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Η αντιμετώπιση των απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων στον κοινοτικό τραπεζικό τομέα»(6) («Ανακοίνωση περί Απομειωμένων Στοιχείων»),

–  έχοντας υπόψη την από 23 Ιουλίου 2009 ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Η αποκατάσταση της βιωσιμότητας και η αξιολόγηση των μέτρων αναδιάρθρωσης στον χρηματοπιστωτικό τομέα στο πλαίσιο της παρούσας κρίσης βάσει των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων»(7) («Ανακοίνωση περί Αναδιάρθρωσης»),

–  έχοντας υπόψη την από 17 Δεκεμβρίου 2008 ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Προσωρινό κοινοτικό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης»(8) («Το αρχικό προσωρινό πλαίσιο»),

–  έχοντας υπόψη την από 1 Δεκεμβρίου 2010 ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Προσωρινό πλαίσιο της Ένωσης για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης»(9) («Το νέο προσωρινό πλαίσιο, που αντικαθιστά εκείνο που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2010»),

–  έχοντας υπόψη την παραγγελθείσα από το Κοινοβούλιο μελέτη του Ιουνίου 2011 με τίτλο «State aid - Crisis rules for the financial sector and the real economy»(10),

–  έχοντας υπόψη το εσωτερικό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής της 5ης Οκτωβρίου 2011 με τίτλο «The effects of temporary State aid rules adopted in the context of the financial and economic crisis» (SEC(2011)1126),

–  έχοντας υπόψη το σχέδιο Κανονισμού της Επιτροπής για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 περί εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ με σκοπό ένα απλουστευμένο σύστημα κοινοποιήσεων εκ μέρους των κρατών μελών για τις κρατικές ενισχύσεις,

–  έχοντας υπόψη το εσωτερικό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής με τίτλο «Public Consultation: Towards a Coherent European Approach to Collective Redress» (SEC(2011)0173),

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο της ΓΔ Ανταγωνισμού με τίτλο «Best Practices on the conduct of proceedings concerning Articles 101 and 102 TFEU»(11),

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο της ΓΔ Ανταγωνισμού με τίτλο «Guidance on procedures of the Hearing Officers in proceedings relating to Articles 101 and 102 TFEU»(12),

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο της ΓΔ Ανταγωνισμού με τίτλο «Best practices for the submission of economic evidence and data collection in cases concerning the application of Articles 101 and 102 TFEU and in merger cases»(13),

–  έχοντας υπόψη τη συμφωνία πλαίσιο της 20ής Οκτωβρίου 2010 για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής(14) (εφεξής «Συμφωνία-πλαίσιο»), και ειδικότερα τις παραγράφους 12(15) και 16(16) αυτής,

–  έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 25ης Απριλίου 2007 σχετικά με την Πράσινη Βίβλο για τις αγωγές αποζημίωσης για παράβαση των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΚ(17) και της 26ης Μαρτίου 2009 σχετικά με τη Λευκή Βίβλο για τις Αγωγές αποζημίωσης για παράβαση των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΚ(18) καθώς και την από 20 Οκτωβρίου 2011 γνωμοδότηση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής «Για μια Συνεκτική Προσέγγιση στο θέμα των Συλλογικών Προσφυγών»,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Νοεμβρίου 2011 σχετικά με τη μεταρρύθμιση των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος(19),

–  έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 22ας Φεβρουαρίου 2005 σχετικά με την 33η Έκθεση της Επιτροπής για την Πολιτική του Ανταγωνισμού 2003(20), της 4ης Απριλίου 2006 σχετικά με την Έκθεση της Επιτροπής για την Πολιτική του Ανταγωνισμού 2004(21), της 19ης Ιουνίου 2007 σχετικά με την Έκθεση για την Πολιτική του Ανταγωνισμού 2005(22), της 10ης Μαρτίου 2009 σχετικά με τις Εκθέσεις για την Πολιτική του Ανταγωνισμού 2006 και 2007(23), της 9ης Μαρτίου 2010 σχετικά με την Έκθεση για την Πολιτική του Ανταγωνισμού 2008(24), και της 20ής Ιανουαρίου 2011 σχετικά με την Έκθεση για την Πολιτική του Ανταγωνισμού 2009(25),

–  έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πολιτική του Ανταγωνισμού 2010 (INT/594 - CESE 1461/2011),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0424/2011),

A.  εκτιμώντας ότι η χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση που ξεκίνησε το φθινόπωρο του 2008 ακόμη δεν έχει ξεπεραστεί· εκτιμώντας ότι η χρηματοπιστωτική αναταραχή και οι φόβοι περί ύφεσης εντάθηκαν εκ νέου τους τελευταίους μήνες·

B.  εκτιμώντας ότι η Επιτροπή αντέδρασε με ταχύτητα και με λογική στην κρίση που ξέσπασε, εκδίδοντας ειδικούς κανονισμούς για τις κρατικές ενισχύσεις και χρησιμοποιώντας την πολιτική του ανταγωνισμού ως εργαλείο για τη διαχείριση της κρίσης κι ότι τούτο προβλεπόταν και προβλέπεται ακόμη να αποτελέσει απλώς ένα προσωρινό καθεστώς έστω κι αν το χρονοδιάγραμμά του ξεπέρασε τα αρχικά προβλεφθέντα πλαίσια·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, μεταξύ 1ης Οκτωβρίου 2008 και 1ης Οκτωβρίου 2010, η Επιτροπή έλαβε πάνω από 200 αποφάσεις για κρατικές ενισχύσεις υπέρ του χρηματοπιστωτικού τομέα, ότι το 2009 η ονομαστική αξία των ενισχύσεων υπέρ του χρηματοπιστωτικού τομέα που χρησιμοποιήθηκαν από κράτη μέλη ανήλθαν σε 1,107 τρισεκατομμύρια EUR (το 9,3 % του ΑΕγχΠ της ΕΕ), ότι ο μέγιστος όγκος των εγκεκριμένων από την Επιτροπή μέτρων από την αρχή της κρίσης μέχρι την 1η Οκτωβρίου 2010 (συμπεριλαμβανομένων των τακτικών και των έκτακτων επεμβάσεων) ανέρχεται σε 4,5889 τρισεκατομμύρια EUR·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή εισήγαγε από 1ης Ιανουαρίου 2011, για κάθε δικαιούχο μέτρων ανακεφαλαιοποίησης ή απομειωμένων στοιχείων ενεργητικού μια υποχρέωση υποβολής σχεδίου αναδιάρθρωσης, ανεξάρτητα από το εάν η ενδιαφερόμενη τράπεζα εκτιμάται ως θεμελιωδώς υγιής ή ως απελπισμένη κατάσταση·

E.  εκτιμώντας ότι τα σημαντικά ποσά κρατικών ενισχύσεων που δόθηκαν στη διάρκεια της κρίσης υπό μορφή π.χ. εγγυήσεων, ανακεφαλαιοποιήσεων και συμπληρωματικών μορφών στήριξης της χρηματοδότησης των τραπεζών με ρευστά συνέβαλαν στη δημιουργία σοβαρών ανισοσκελειών στα δημόσια οικονομικά, ότι ακόμη δεν γνωρίζουμε πόσο μακροπρόθεσμες επιπτώσεις μπορούν να έχουν μελλοντικά αυτές οι κρατικές ενισχύσεις και οι εγγυήσεις που παρασχέθηκαν στις τράπεζες, εάν κάποιες από αυτές τις εγγυήσεις καταπέσουν όντως·

ΣΤ.  εκτιμώντας ότι ο προστατευτισμός και η μη επιβολή των κανόνων ανταγωνισμού απλώς θα βαθύνουν και θα παρατείνουν την κρίση· ότι η πολιτική του ανταγωνισμού είναι βασικό εργαλείο για να μπορέσει η ΕΕ να έχει δυναμική, αποτελεσματική και καινοτόμο εσωτερική αγορά και να είναι ανταγωνιστική σε παγκόσμιο επίπεδο·

Ζ.   εκτιμώντας πως, παρ' όλες τις προσπάθειες αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης, τα καρτέλ παραμένουν η σοβαρότερη απειλή για τον ανταγωνισμό, για την ευημερία των καταναλωτών και για τη σωστή λειτουργία των αγορών, και κατά συνέπεια δεν μπορούν να είναι αποδεκτά ακόμη και στη διάρκεια μιας οικονομικής κρίσης·

Η Έκθεση της Επιτροπής για την Πολιτική του Ανταγωνισμού 2010

1.  καλωσορίζει την Έκθεση της Επιτροπής για την Πολιτική του Ανταγωνισμού 2010· τονίζει, επί τη ευκαιρία της 40ής επετείου από την καθιέρωση των εκθέσεων αυτών, ότι η ευρωπαϊκή πολιτική του ανταγωνισμού απέφερε πολλά οφέλη από άποψη ευημερίας των καταναλωτών και απετέλεσε βασικό εργαλείο για την εξάλειψη των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, υπηρεσιών, προσώπων και κεφαλαίων· επισημαίνει ότι η πολιτική του ανταγωνισμού συνεχίζει να αποτελεί βασικό εργαλείο για την προάσπιση της ενιαίας αγοράς και την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών· τονίζει ότι ορισμένοι κανονισμοί πρέπει να αναπροσαρμόζονται προκειμένου να ανταποκρίνονται στις νέες προκλήσεις·

2.  επισημαίνει ότι το συνδυασμένο αποτέλεσμα των αυστηρών αρχών και των ευέλικτων διαδικασιών επιτρέπει στην πολιτική του ανταγωνισμού να είναι ένας εποικοδομητικός και σταθεροποιητικός παράγων στο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα και στην πραγματική οικονομία εν γένει·

Συστάσεις για την πολιτική του ανταγωνισμού

3.  θεωρεί ότι η μεγαλύτερη διαφάνεια στις τιμές είναι απαραίτητη για την τόνωση του ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά και για την προσφορά πραγματικών επιλογών στους καταναλωτές·

4.  επιδοκιμάζει τις υφιστάμενες ανταλλαγές μεταξύ της Επιτροπής και ενώσεων καταναλωτών στο πεδίο του ευρωπαϊκού δικαίου του ανταγωνισμού και προτρέπει την Επιτροπή να προωθήσει περαιτέρω τις ανταλλαγές αυτές, μαζί και με άλλους ενδιαφερομένους εάν τούτο δικαιολογείται·

Έλεγχος των κρατικών ενισχύσεων

5.  καλωσορίζει το εσωτερικό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής για την αξιολόγηση των επιπτώσεων των κανόνων περί των προσωρινών κρατικών ενισχύσεων που εγκρίθηκαν στο πλαίσιο της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης· λαμβάνει γνώση της εκτίμησης της Επιτροπής ότι σε γενικές γραμμές οι κρατικές ενισχύσεις «λειτούργησαν αποτελεσματικά για τον περιορισμό της χρηματοπιστωτικής αστάθειας, τη βελτίωση της λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών και το μετριασμό των συνεπειών της κρίσης επί της πραγματικής οικονομίας'· διερωτάται όμως κατά πόσον ευσταθεί όντως μια τέτοια αισιόδοξη ανάλυση·

6.  τονίζει ότι το προσωρινό καθεστώς που διέπει τις κρατικές ενισχύσεις ήταν μεν θετικό ως αρχική αντίδραση στην κρίση αλλά δεν μπορεί να παρατείνεται ασκόπως· τονίζει την ανάγκη διακοπής των προσωρινών μέτρων και εξαιρέσεων το συντομότερο και ευθύς μόλις το επιτρέψει η οικονομική κατάσταση·

7.  επισημαίνει ότι απαιτείται ένα νέο μόνιμο ρυθμιστικό σύστημα για την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, ώστε να καλυφθούν τα κενά που εντοπίστηκαν στο πριν από την κρίση νομικό σύστημα, ιδίως σε ό,τι αφορά τον χρηματοπιστωτικό τομέα, και να διορθωθούν οι στρεβλώσεις που δημιουργήθηκαν κατά την χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση·

8.  επισημαίνει την εξαγγελία ειδικών κατευθυντήριων γραμμών για τη διάσωση και αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα· συνιστά στην Επιτροπή να λάβει υπόψη της τις επιπτώσεις που από άποψη στρέβλωσης του ανταγωνισμού είχαν οι ενέργειες των κεντρικών τραπεζών για τη στήριξη της ρευστότητας κατά τη φάση της διάσωσης, και να προβλέψει την συντεταγμένη αναδιάρθρωση των τραπεζών, με συμμετοχή των μετόχων, πριν από οποιαδήποτε χορήγηση δημοσίων κεφαλαίων·

9.  καλεί συνεπώς την Επιτροπή να εξαρτήσει την παράταση του καθεστώτος των προσωρινών κρατικών ενισχύσεων υπέρ του τραπεζικού κλάδου και μετά το 2011 από αυστηρότερες και δεσμευτικότερες απαιτήσεις για τον περιορισμό της σύνθεσης και του μεγέθους των ισολογισμών, συμπεριλαμβανομένων μιας σωστής εστίασης στα προσωπικά δάνεια, και αυστηρότερων περιορισμών στα πριμ, στη διανομή μερισμάτων και σε άλλα κρίσιμα ζητήματα· εκτιμά πως οι προϋποθέσεις αυτές πρέπει να είναι ρητές και να υπόκεινται σε ex post αξιολόγηση και επισκόπηση από την Επιτροπή·

10.  λαμβάνει γνώση των μέτρων που έχει υιοθετήσει μέχρι σήμερα η Επιτροπή προκειμένου να περιορίσει το μέγεθος των ισολογισμών ορισμένων «πολύ μεγάλων ή πολύ διασυνδεδεμένων για να πτωχεύσουν» οργανισμών που έλαβαν κρατικές ενισχύσεις στη διάρκεια της κρίσης· εκτιμά πως απαιτούνται και άλλα μέτρα προς το σκοπό αυτό·

11.  τονίζει πάντως ότι η υπό εξέλιξη εξυγίανση του τραπεζικού τομέα έχει στην πράξη αυξήσει το μερίδιο αγοράς αρκετών μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών και, κατά συνέπεια, καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει να επιβλέπει στενά τον κλάδο, ώστε να αυξηθεί ο ανταγωνισμός στις ευρωπαϊκές τραπεζικές αγορές, ακόμη και δια της επιβολής σχεδίων αναδιαρθρώσεων που θα συνεπάγονται διαχωρισμό τραπεζικών δραστηριοτήτων εκεί όπου οι μικροκαταθέσεις επιτρέπουν στους εν λόγω οργανισμούς να χρηματοδοτούν μέσω αυτών πιο ριψοκίνδυνες τραπεζικές επενδυτικές δραστηριότητες·

12.  επισημαίνει ότι η ΕΚΤ διενήργησε πολλές μη τυποποιημένες ενέσεις ρευστότητας στη διάρκεια της κρίσης· λαμβάνει γνώση της εκτίμησης της Επιτροπής ότι αυτού του είδους τα μέτρα δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση υπό την αυστηρή έννοια, όπως αναφέρει η Επιτροπή στη μελέτη της· τονίζει όμως ότι τα πολιτικά μέτρα σε επίπεδο ΕΕ πρέπει να είναι συντονισμένα κι ότι η Επιτροπή οφείλει να συνεκτιμά τις επιπτώσεις της στήριξης από την ΕΚΤ ή άλλες κεντρικές τράπεζες και λοιπών δημοσίων παρεμβάσεων όταν υπολογίζει τις κρατικές ενισχύσεις που δόθηκαν στις τράπεζες που λαμβάνουν επίσης βοήθεια από την ΕΚΤ ή από άλλες κεντρικές τράπεζες·

13.  επισημαίνει ότι οι επιπτώσεις της βοήθειας της ΕΚΤ και των άλλων δημοσίων παρεμβάσεων υπέρ των τραπεζών κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν συμπεριελήφθησαν στην αξιολόγηση της Επιτροπής περί συμβατότητας· καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει ex post αυτές τις πράξεις·

14.  καλεί την Επιτροπή να υποβάλει το ταχύτερο την προβλεπόμενη νομοθετική πρόταση για να αντιμετωπισθεί μέσα σε ένα πραγματικά ευρωπαϊκό πλαίσιο η διάλυση των υπό πτώχευση τραπεζών και να διασφαλιστούν κοινοί κανόνες, κοινά εργαλεία επέμβασης και όρια ενεργοποίησης, με περιορισμό της συμμετοχής των φορολογουμένων σε ένα ελάχιστο επίπεδο, μέσω ιδίως της δημιουργίας εναρμονισμένων, αυτοχρηματοδοτούμενων (βάσει μεθόδων εκτίμησης των κινδύνων) ταμείων παύσης δραστηριοτήτων·

15.  τονίζει ότι οι κρατικές ενισχύσεις πρέπει να χορηγούνται κατά τρόπο που να μη στρεβλώνει τον ανταγωνισμό και να μην ευνοεί υφιστάμενες εταιρίες σε βάρος νεοεμφανιζόμενων·

16.  εκτιμά πως οι κρατικές ενισχύσεις θα πρέπει να εστιάζονται στους πυρήνες (clusters) καινοτομίας και έρευνας και κατά συνέπεια να στηρίζουν την επιχειρηματική πρωτοβουλία·

17.  ζητεί από την Επιτροπή να φροντίσει ώστε η σχεδιαζόμενη απλοποίηση των κανόνων που διέπουν τις κρατικές ενισχύσεις για Υπηρεσίες Γενικού Οικονομικού Ενδιαφέροντος (SGEI) να μην οδηγήσει σε υποβαθμισμένη εποπτεία των τυχόν υπεραντισταθμίσεων·

18.  λαμβάνει γνώση της πρόθεσης της Επιτροπής να εισαγάγει μια ελάχιστη («de minimis») διευθέτηση σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις υπέρ των Υπηρεσιών Γενικού Οικονομικού Ενδιαφέροντος (SGEI)· τονίζει ότι απαιτούνται σαφή και μη διφορούμενα κριτήρια για τον προσδιορισμό των υπηρεσιών που θα καλύπτονται από αυτήν·

19.  υπογραμμίζει ότι κάθε πρόταση εξαίρεσης και άλλων κατηγοριών υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (SGEI) από την υποχρέωση κοινοποίησης πρέπει να στηριχθεί σε στοιχεία που θα αποδεικνύουν ότι αυτή η εξαίρεση από τους κανόνες είναι δικαιολογημένη και αναγκαία, και δεν στρεβλώνει αδικαιολόγητα τον ανταγωνισμό·

20.  τονίζει τη σημασία της προώθησης του ανταγωνισμού σε όλους τους τομείς, με πρώτο τον τομέα των υπηρεσιών, που αντιπροσωπεύει το 70 % της ευρωπαϊκής οικονομίας· τονίζει επίσης το δικαίωμα δημιουργίας νέων εταιριών και υπηρεσιών·

Αντιτράστ

21.  προτείνει, σε περίπτωση που η Επιτροπή υποβάλει πρόταση οριζόντιου νομοθετικού πλαισίου που θα διέπει τις συλλογικές προσφυγές, να μπορέσει να εγκριθεί κατ' αρχήν εφόσον χρειαστεί η δυνατότητα άσκησης αγωγής στο πλαίσιο δεδικασμένου (follow-on action), βάσει της οποίας η ιδιωτική επιβολή βάσει συλλογικής προσφυγής να μπορεί να εφαρμοστεί εάν έχει υπάρξει προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής ή μιας αρμόδιας εθνικής αρχής που διαπιστώνει παράβαση· επισημαίνει ότι η καθιέρωση της δυνατότητας άσκησης αγωγής στο πλαίσιο δεδικασμένου δεν αποκλείει εν γένει τη δυνατότητα να προβλέπεται και αυτόνομη αγωγή και αγωγή στο πλαίσιο δεδικασμένου·

22.  θεωρεί ότι οι μηχανισμοί της εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (ADR) εξαρτώνται συχνά από την προθυμία του επιχειρηματία να συνεργαστεί και η ύπαρξη ενός αποτελεσματικού δικαστικού συστήματος προσφυγών θα λειτουργούσε ως ισχυρό κίνητρο για να συμφωνήσουν οι διάδικοι επί μιας εξωδικαστικής ρύθμισης η οποία είναι πολύ πιθανό να αποτρέψει την κίνηση διαδικασιών για πολλές υποθέσεις, και κατά συνέπεια και τον ίδιο τον όγκο των δικών· ενθαρρύνει τη δημιουργία συστημάτων εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (ADR) σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να καταστεί δυνατή η ταχεία και φθηνή διευθέτηση των διαφορών ως ελκυστικότερη εναλλακτική δυνατότητα από τη δικαστική οδό· τονίζει εντούτοις ότι τα μέσα αυτά πρέπει να παραμείνουν, σύμφωνα εξάλλου με το όνομά τους, μια εναλλακτική λύση στην δικαστική προσφυγή και όχι προϋπόθεσή της·

23.  τονίζει ότι μετά τις αποφάσεις του Δικαστηρίου στις υποθέσεις 360/09, Pfleiderer, και 437/08, CDC Hydrogene Peroxide, η Επιτροπή οφείλει να διασφαλίσει ότι η συλλογική προσφυγή δεν θα επηρεάζει την αποτελεσματικότητα του συστήματος επιεικούς μεταχείρισης και της διαδικασίας διευθέτησης που προβλέπει η περί ανταγωνισμού νομοθεσία·

24.  πιστεύει ότι πρέπει να ληφθούν δεόντως υπόψη τα συγκεκριμένα θέματα που ανακύπτουν στο πεδίο του ανταγωνισμού, και ότι κάθε κείμενο που θα έχει εφαρμογή στις συλλογικές προσφυγές πρέπει να λαμβάνει πλήρως και δεόντως υπόψη τις ιδιαιτερότητες του αντιμονοπωλιακού τομέα·

25.  επαναλαμβάνει ότι, όσον αφορά τις συλλογικές προσφυγές στο πεδίο του ανταγωνισμού, πρέπει να προβλέπονται διασφαλίσεις για την αποφυγή ενός συστήματος που θα επέτρεπε αβάσιμες αξιώσεις και υπερβολική προσφυγή στα δικαστήρια και την εξασφάλιση της ισότητας των μέσων σε δικαστικές διαδικασίες, και τονίζει ότι αυτές οι διασφαλίσεις πρέπει να καλύπτουν, μεταξύ άλλων, τα εξής σημεία:

   η ομάδα των προσφευγόντων πρέπει να είναι σαφώς προσδιορισμένη ομάδα πριν από την κατάθεση της προσφυγής, για διαδικασίες στις οποίες συμμετέχουν μόνο όσοι θιγόμενοι δηλώσουν ρητά ότι επιθυμούν να συμμετάσχουν («διαδικασία opt-in»)·
   δημόσιες αρχές όπως οι διαμεσολαβητές ή οι εισαγγελείς, καθώς επίσης και αντιπροσωπευτικοί φορείς, μπορούν να καταθέσουν προσφυγή εξ ονόματος μιας σαφώς προσδιορισμένης ομάδας,
   τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των αντιπροσωπευτικών φορέων που νομιμοποιούνται να ασκούν αντιπροσωπευτικές αγωγές πρέπει να έχουν καθοριστεί σε επίπεδο ΕΕ·
   ένα σύστημα συλλογικών αγωγών τύπου «class actions» πρέπει να απορριφθεί, διότι θα ενεθάρρυνε υπερβολικό αριθμό αντιδικιών, διότι αντιβαίνει ενδεχομένως στα συντάγματα ορισμένων κρατών μελών και διότι μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τα δικαιώματα οποιουδήποτε θύματος συμμετέχει ενδεχομένως στη διαδικασία εν αγνοία του και εντούτοις δεσμεύεται από την απόφαση του δικαστηρίου·
  α) επιτρέπονται οι ατομικές αγωγές:
   οι προσφεύγοντες πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι ελεύθεροι να επιλέξουν την εναλλακτική λύση της άσκησης ατομικής αγωγής αποζημίωσης ενώπιον αρμόδιου δικαστηρίου·
   οι συλλογικά προσφεύγοντες δεν πρέπει να είναι σε ευνοϊκότερη θέση από ό,τι οι ατομικά προσφεύγοντες·
  β) αποζημίωση για χαμηλής αξίας και διάσπαρτες ζημίες:
   οι προσφεύγοντες για χαμηλής αξίας και διάσπαρτες ζημίες πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους τα κατάλληλα μέσα προσφυγής στη δικαιοσύνη με συλλογικές προσφυγές και να είναι σε θέση να εξασφαλίσουν δίκαιη αποζημίωση·
  γ) αποζημίωση μόνο για την πραγματική προκληθείσα ζημία:
   μπορεί να επιδικάζεται αποζημίωση μόνο για την πραγματική προκληθείσα ζημία: οποιεσδήποτε αποζημιώσεις με χαρακτήρα ποινής και αθέμιτος πλουτισμός πρέπει να απαγορεύονται·
   κάθε ενάγων πρέπει να αποδεικνύει την αξίωσή του·
   οι αποζημιώσεις που επιδικάζονται πρέπει να κατανέμονται στα ατομικά θύματα αναλογικά προς τη βλάβη την οποία υπέστησαν ο καθένας προσωπικά·
   γενικά, η έννοια της αμοιβής του δικηγόρου με ποσοστό της επιδικαζόμενης αποζημίωσης είναι άγνωστη στην Ευρώπη και πρέπει να απορριφθεί·
  δ) αρχή «ο χαμένος πληρώνει»:
   δεν νοείται αγωγή όταν ο ενάγων δεν μπορεί να υπερασπιστεί το δίκαιό του λόγω έλλειψης οικονομικών μέσων· ακόμη, τα δικαστικά έξοδα και άρα ο κίνδυνος που ενέχει η αγωγή πρέπει να βαρύνουν την πλευρά που θα χάσει την υπόθεση· η αρμοδιότητα καθορισμού των κανόνων κατανομής των δικαστικών εξόδων σε αυτό το πλαίσιο ανήκει στα κράτη μέλη·
  ε) δεν επιτρέπεται η χρηματοδότηση από τρίτα μέρη:
   οι διαδικασίες δεν πρέπει να προχρηματοδοτούνται από τρίτους, όπως σε περίπτωση λ.χ. εναγόντων που συμφωνούν να εκχωρήσουν σε τρίτους ενδεχόμενα μελλοντικά δικαιώματα αποζημίωσης·

26.  επισημαίνει ότι οποιοδήποτε οριζόντιο πλαίσιο πρέπει να διασφαλίζει δύο βασικές αρχές:

   τα κράτη μέλη δεν εφαρμόζουν πιο περιοριστικούς όρους σε υποθέσεις συλλογικών προσφυγών που ανακύπτουν από παραβίαση του ενωσιακού δικαίου σε σύγκριση με εκείνους τους όρους που ισχύουν σε υποθέσεις συλλογικών προσφυγών που ανακύπτουν από παραβίαση του δικαίου ενός κράτους μέλους·
   καμία αρχή από τις οριζόμενες στο οριζόντιο πλαίσιο δεν απαγορεύει την έγκριση περαιτέρω μέτρων για την επίτευξη της πλήρους αποτελεσματικότητας του ευρωπαϊκού δικαίου·

27.  επικροτεί το οριζόντιο νομοθετικό κείμενο που εξήγγειλε η Επιτροπή στο Πρόγραμμα Εργασίας της για το 2012, και το οποίο θα καλύψει τις αγωγές επί αποζημιώσει για παραβιάσεις της νομοθεσίας αντιτράστ· τονίζει ότι το κείμενο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα παλαιότερα ψηφίσματα του Κοινοβουλίου για το θέμα αυτό και τονίζει ότι θα πρέπει να εγκριθεί βάσει της κανονικής νομοθετικής διαδικασίας·

28.  εκτιμά πως η πολιτική των προστίμων αποτελεί σημαντικό εργαλείο για την επιβολή του νόμου και την αποτροπή των παρανομιών·

29.  επισημαίνει ότι η συμπεριφορά δεν επηρεάζεται μόνο από τις κυρώσεις, αλλά και από την ενθάρρυνση της συμμόρφωσης στους νόμους· είναι υπέρ μιας αντίληψης που θα έχει αποτελεσματικό αποτρεπτικό χαρακτήρα και ταυτόχρονα θα ενθαρρύνει τη συμμόρφωση·

30.  τονίζει ότι η πολιτική των υψηλών προστίμων δεν είναι και πρέπει να συνεχίσει να μην είναι ένας εναλλακτικός μηχανισμός χρηματοδότησης του προϋπολογισμού της ΕΕ·

31.  επισημαίνει πως η μέθοδος προσδιορισμού των προστίμων περιέχεται σε ένα μη νομοθετικό κείμενο -τις Κατευθυντήριες Γραμμές του 2006 για τα Πρόστιμα- και καλεί εκ νέου την Επιτροπή να ενσωματώσει στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1/2003 μια λεπτομερή βάση υπολογισμού των προστίμων, μαζί με τις νέες βασικές αρχές που θα τα διέπουν·

32.  προτρέπει την Επιτροπή να επανεξετάσει τις κατευθυντήριες γραμμές της για τα πρόστιμα και της προτείνει να εξετάσει την καθιέρωση βασικών αρχών όπως :

   ότι η εφαρμογή αυστηρών προγραμμάτων συμμόρφωσης δεν πρέπει να επηρεάζει αρνητικά τον παραβάτη πέρα από μια αναλογική θεραπεία της παράβασης·
   ότι πρέπει να καθιερωθεί ένας διαχωρισμός στα επίπεδα των προστίμων μεταξύ επιχειρήσεων, ανάλογα με το αν διέπραξαν την παράβαση εμπροθέτως ή εξ αμελείας·
   ότι πρέπει να συνεκτιμάται η αλληλεπίδραση μεταξύ δημοσίων και ιδιωτικών ευθυνών στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας αντιτράστ· ότι η Επιτροπή οφείλει να διασφαλίζει το συνυπολογισμό στα πρόστιμα όλων των τυχόν αντισταθμίσεων που έχουν ήδη καταβληθεί σε τρίτους· ότι τούτο θα πρέπει να ισχύει και για τις επιχειρήσεις που τυγχάνουν επιεικούς μεταχείρισης· ακόμη, ότι οι παραβάτες μπορούν να ενθαρρύνονται να καταβάλλουν αποζημιώσεις στο πλαίσιο εξωδικαστικής διευθέτησης προτού ληφθεί τελική απόφαση επί του προστίμου·
   ότι θα πρέπει να διευκρινισθούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι μητρικές εταιρίες που ασκούν αποφασιστική επιρροή σε μια θυγατρική αλλά δεν ενέχονται άμεσα σε μια παράβαση θα πρέπει να θεωρούνται ως από κοινού και αυστηρώς υπεύθυνες για παραβάσεις της νομοθεσίας αντιτράστ εκ μέρους των θυγατρικών τους·
   ότι, ως προς τις υποτροπές, πρέπει να απαιτείται μια σαφής σύνδεση μεταξύ αφενός της υπό διερεύνηση παράβασης και των παλαιών παραβάσεων και αφετέρου της συγκεκριμένης επιχείρησης· ότι πρέπει να ισχύει μια μέγιστη διορία·

33.  διαπιστώνει τον αυξημένο αριθμό αιτήσεων για μείωση των προστίμων λόγω αδυναμίας πληρωμής, ιδίως εκ μέρους επιχειρήσεων παραγωγής ενός μόνο προϊόντος («mono-product»), και μικρομεσαίων επιχειρήσεων· εκτιμά πως ένα σύστημα μεταχρονολογημένων και/ή τμηματικών πληρωμών μπορεί να θεωρηθεί ως μια εναλλακτική λύση αντί της μείωσης των προστίμων, ώστε να μην ωθούνται επιχειρήσεις στο να κλείσουν·

34.  αναμένει να επέλθει προσαρμογή στις κατευθυντήριες γραμμές για τα πρόστιμα στις «επιχειρήσεις παραγωγής ενός μόνο προϊόντος» («mono-product») και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όπως ανακοίνωσε ο Αντιπρόεδρος της Επιτροπής κ. Joaquín Almunia·

35.  επικροτεί τη χρήση της διαδικασίας διακανονισμού σε υποθέσεις καρτέλ, με σκοπό να καταστεί πιο αποτελεσματική η όλη διαδικασία,·

36.  καλεί την Επιτροπή να εξετάζει προσεκτικότερα την πτυχή της διάχυσης των οικονομικών ωφελειών σε πολλαπλά επίπεδα κατά την ανάλυση πιθανών καταχρήσεων δεσποζουσών θέσεων, όταν διαπιστώνει ότι δεν υπήρξε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης·

Έλεγχος συγχωνεύσεων

37.  εκτιμά πως η οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση δεν μπορεί να δικαιολογήσει καμία χαλάρωση των ευρωπαϊκών πολιτικών ελέγχου των συγχωνεύσεων· καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε οι συγχωνεύσεις, και ειδικά οι συγχωνεύσεις που αποσκοπούν στη διάσωση ή αναδιάρθρωση τραπεζών που βρίσκονται σε κρίσιμη κατάσταση δεν θα δημιουργήσουν κι άλλους «πολύ μεγάλους για να πτωχεύσουν» και γενικότερα συστημικούς οργανισμούς·

38.  υπογραμμίζει ότι η εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού στις συγχωνεύσεις πρέπει να αξιολογείται από τη σκοπιά ολόκληρης της εσωτερικής αγοράς·

Διεθνής συνεργασία

39.  τονίζει τη σημασία της προώθησης της διεθνούς σύγκλισης στις ρυθμίσεις περί ανταγωνισμού· προτρέπει την Επιτροπή να συμμετάσχει ενεργά στο Διεθνές Δίκτυο Ανταγωνισμού (ICN)·

40.  προτρέπει την Επιτροπή να συνάψει διμερείς συμφωνίες συνεργασίας για την εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού· χαιρετίζει την ανακοίνωση περί έναρξης διαπραγματεύσεων με την Ελβετία για μια τέτοια συμφωνία και ενθαρρύνει έναν μεγαλύτερο συντονισμό μέτρων και εφαρμογής·

Ειδικοί τομείς

41.  λαμβάνει γνώση της πρωτοβουλίας της Επιτροπής με τίτλο «Ενέργεια 2020»· καλεί την Επιτροπή να επιδιώξει την πλήρη εφαρμογή της δέσμης που αφορά την εσωτερική ενεργειακή αγορά· προτρέπει την Επιτροπή να εποπτεύει ενεργά τον ανταγωνισμό στις ενεργειακές αγορές, όσο δεν έχει επιτευχθεί πλήρως μια ανοικτή και ανταγωνιστική ενιαία ενεργειακή αγορά, ειδικά όποτε η ιδιωτικοποίηση δημοσίων υπηρεσιών κοινής ωφελείας δημιουργεί μονοπωλιακές ή ολιγοπωλιακές αγορές·

42.  καλεί την Επιτροπή, στα αρχικά στάδια εφαρμογής της τρίτης δέσμης μέτρων για την ενέργεια, να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς το επίπεδο του ανταγωνισμού, δεδομένου ότι οι τρεις μεγαλύτεροι φορείς εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν περίπου το 75 % (ηλεκτρική ενέργεια) και άνω του 60 % (φυσικό αέριο) της αγοράς, παρά το σταδιακό άνοιγμα των αγορών στα μέσα της δεκαετίας 1990· καλεί την Επιτροπή να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές για μια καλύτερη ενσωμάτωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό δίκτυο·

43.  υπενθυμίζει ότι είχε καλέσει την Επιτροπή να εξετάσει στην επόμενη ετήσια έκθεσή της σε ποιό βαθμό η συγκέντρωση προμηθευτών κρίσιμων πρώτων υλών μπορεί να αποβεί επιζήμια για τη δραστηριότητα των κλάδων που είναι πελάτες και για μια οικολογικά πιο αποδοτική οικονομία, δεδομένου ότι ορισμένες από αυτές είναι βασικής σπουδαιότητας για την ανάπτυξη οικολογικά αποδοτικών τεχνολογιών, όπως είναι τα φωτοβολταϊκά πλαίσια (πάνελ) και οι συσσωρευτές (μπαταρίες) ιόντων λιθίου·

44.  καλεί την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειες για τη διεύρυνση του ανταγωνισμού στον τομέα των οργανισμών αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας, ειδικά σε ό,τι αφορά τα εμπόδια εισόδου στον κλάδο, τις καταγγελλόμενες πρακτικές αθέμιτης συνεννόησης και την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης· καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε όλοι οι οργανισμοί αξιολόγησης να τηρούν τις ανώτατες προδιαγραφές εντιμότητας, δημοσιοποίησης, διαφάνειας και σύγκρουσης συμφερόντων, κατά τα οριζόμενα στον από 16 Σεπτεμβρίου 2009 κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί των οργανισμών αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας(26), ώστε να διασφαλιστεί η ποιότητα των αξιολογήσεων·

45.  καλεί την Επιτροπή να εποπτεύει ενεργά τις εξελίξεις στις αγορές που σχετίζονται με τα βασικά προϊόντα, βάσει των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου 2008 (παράγραφος 40) και να υποβάλει φιλόδοξες νομοθετικές προτάσεις με την ευκαιρία της αναθεώρησης του πλαισίου των οδηγιών MiFID (αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων) και MAD (κατάχρηση αγοράς), ώστε να αντιμετωπισθούν οι κερδοσκοπικές πρακτικές που επηρεάζουν αρνητικά την ευρωπαϊκή βιομηχανία και προκαλούν στρεβλώσεις στην ενιαία αγορά·

46.  τονίζει ότι πρόσφατες έρευνες διενεργηθείσες από ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιαπωνίας έδειξαν ότι, στη διάρκεια της κρίσης, υπήρξαν στοιχεία ότι αμερικανικές και ευρωπαϊκές τράπεζες χειραγώγησαν το επιτόκιο LIBOR· ανησυχεί επομένως για τις πιθανές στρεβλώσεις αγοράς από τέτοιες πρακτικές·

47.  προτρέπει την Επιτροπή να διερευνήσει την κατάσταση του ανταγωνισμού στον τομέα της λιανικής, και ειδικά τις συνέπειες των καταγγελλόμενων καταχρήσεων ισχύος από δεσπόζουσες αλυσίδες λιανικής με αρνητικές επιπτώσεις για τους μικρούς λιανοπωλητές και τους παραγωγούς, ιδίως στην αγορά γεωργικών προϊόντων και τροφίμων·

48.  υπενθυμίζει το αίτημά του προς την Επιτροπή να διενεργήσει έρευνα για τον ανταγωνισμό στον αγροδιατροφικό κλάδο, προκειμένου να εξεταστεί η επίδραση που ασκεί στη λειτουργία της εν λόγω αγοράς η ισχύς που κατέχουν στην αγορά αυτή οι σημαντικότεροι προμηθευτές και λιανοπωλητές·

49.  επισημαίνει την πολυπλοκότητα της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων και την έλλειψη διαφάνειας στην τιμολόγηση των τροφίμων· θεωρεί ότι η βελτιωμένη ανάλυση του κόστους, των διαδικασιών, της προστιθέμενης αξίας, του όγκου της παραγωγής, των τιμών και των περιθωρίων σε όλους τους τομείς της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων, περιλαμβανομένης της μεγαλύτερης διαφάνειας σε θέματα ποιότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις περί ανταγωνισμού και προστασίας του εμπορικού απορρήτου, θα βελτιώσει την παρεχόμενη στους καταναλωτές ενημέρωση και τη διαφάνεια των μηχανισμών καθορισμού των τιμών της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων και, ως εκ τούτου, τις δυνατότητες επιλογής για τους καταναλωτές και αποφεύγοντας τις άδικες διακρίσεις εις βάρος των καταναλωτών· χαιρετίζει τη σύσταση του Φόρουμ Υψηλού Επιπέδου για τη Βελτίωση της Λειτουργίας της Αλυσίδας Εφοδιασμού Τροφίμων και τις θετικές του επιπτώσεις για την βελτίωση των εμπορικών πρακτικών·

50.  επαναλαμβάνει το αίτημά του προς την Επιτροπή να διενεργήσει μια τομεακή έρευνα για την επιγραμμική διαφήμιση και τις μηχανές αναζήτησης·

51.  επαναλαμβάνει το αίτημά του για διενέργεια έρευνας σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων περί δημοσίων συμβάσεων και σχετικά με το κατά πόσον οι διαφορές μεταξύ κρατών οδηγούν σε στρέβλωση του ανταγωνισμού·

52.  τονίζει ότι η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς για όλα τα μέσα μεταφοράς πρέπει να είναι και να παραμείνει ο κύριος στόχος της ευρωπαϊκής πολιτικής μεταφορών·

53.  συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι το διασυνοριακό δίκτυο υποδομών της ΕΕ ακόμη δεν είναι επαρκώς διασυνδεδεμένο, διαλειτουργικό και αποτελεσματικό, κάτι απαραίτητο για έναν θεμιτό ανταγωνισμό στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς·

54.  κρίνει ότι η πολιτική του ανταγωνισμού πρέπει να συμβάλει στην προώθηση και ενίσχυση των ανοικτών προτύπων και της διαλειτουργικότητας προκειμένου να αποτραπεί ο τεχνολογικός εγκλωβισμός των καταναλωτών και πελατών από μια μειονότητα παραγόντων της αγοράς·

55.  επισημαίνει την έλλειψη ανταγωνισμού στην αγορά υπηρεσιών περιαγωγής και τονίζει την ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια των τιμών· επικροτεί το νέο νομοθετικό πλαίσιο για τις τηλεπικοινωνίες και την πρόταση της Επιτροπής για τον κανονισμό Roaming III (COM(2011)0402) που προτείνει δομικές αλλαγές για τη βελτίωση του ανταγωνισμού στη χονδρική αγορά, με προβλεπόμενα οφέλη για τον ανταγωνισμό, τις τιμές και τις επιλογές των καταναλωτών και στη λιανική αγορά· καλεί ειδικότερα την Επιτροπή να επιδιώξει το στόχο που καθορίσθηκε από το Ψηφιακό Θεματολόγιο για την Ευρώπη (COM(2010)0245/2) που προβλέπει την κατάργηση της διαφοράς τιμών μεταξύ κλήσεων με περιαγωγής και εθνικών κλήσεων μέχρι το 2015·

56.  τονίζει ότι ο αυξημένος ανταγωνισμός στον τομέα των ευρυζωνικών συνδέσεων είναι απαραίτητος για την επίτευξη του στόχου της Ευρώπης 2020, για την πλήρη κάλυψη των ευρωπαίων πολιτών, με οφέλη για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις· ζητεί από την Επιτροπή να διερευνήσει πιθανές περιπτώσεις στις οποίες η πρόσβαση σε ευρυζωνικές υπηρεσίες έχει περιορισθεί στο εθνικό επίπεδο·

57.  καλεί την Επιτροπή να διερευνήσει σε ποιο βαθμό η υπερβολικά γενναιόδωρη χορήγηση δωρεάν αδειών για ευρωπαϊκές επιδοτήσεις προς ορισμένους τομείς μπορεί να προκαλέσει στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό, δεδομένου ότι οι άδειες αυτές, των οποίων η αποτελεσματικότητα μειώθηκε λόγω της επιβράδυνσης των δραστηριοτήτων, έχουν αποφέρει απρόσμενα κέρδη σε ορισμένες επιχειρήσεις μειώνοντας παράλληλα τα κίνητρά τους να συμβάλλουν στη μετάβαση σε μια οικολογικά αποδοτική οικονομία·

58.  υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή έχει δρομολογήσει ορισμένες διαδικασίες επί παραβάσει κατά κρατών μελών λόγω της μη ορθής μεταφοράς της πρώτης δέσμης μέτρων για τους σιδηροδρόμους·

59.  καλεί την Επιτροπή να λάβει μέριμνα ώστε οι διμερείς συμφωνίες μεταξύ χωρών στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών να μη δίνουν επίσημη προτίμηση σε έναν συγκεκριμένο αερολιμένα για πτήσεις μεταξύ των δυο χωρών·

60.  καλεί την Επιτροπή να αναλύσει τον τομέα της αεροπλοΐας και ειδικά τις συμφωνίες μεταξύ αεροπορικών εταιριών (συμφωνίες κοινού κωδικού - code-share) που σε πολλές περιπτώσεις δεν ωφελούν τους καταναλωτές αλλά απλώς συμβάλλουν σε μεγαλύτερο κλείσιμο της αγοράς, οδηγώντας σε καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης και συνεννοημένες πρακτικές μεταξύ εταιριών οι οποίες διαφορετικά θα είχαν αναγκαστεί να λειτουργήσουν ανταγωνιστικά μεταξύ τους·

61.  αναμένει τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης σχετικά με την εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών του 2005 για τον τομέα των αεροπορικών μεταφορών· προτρέπει την Επιτροπή να εξετάσει προσεκτικά τις διατάξεις για την αξιολόγηση των κοινωνικών και αναδιαρθρωτικών ενισχύσεων υπέρ των αεροπορικών εταιριών, ώστε να διευκρινιστεί εάν οι διατάξεις αυτές μπορούν ακόμη να διασφαλίσουν συνθήκες ισότιμου ανταγωνισμού στους αερομεταφορείς υπό τις σημερινές συνθήκες της αγοράς, ή εάν χρειάζεται να αναθεωρηθούν·

62.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναλάβουν δράση ενάντια σε κάθε πολιτική διακρίσεων που τυχόν εφαρμόζεται στο πλαίσιο συμφωνιών μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών, προκειμένου να αποφευχθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού μεταξύ των διεθνών αεροπορικών εταιριών και να διασφαλιστεί, έτσι, ο θεμιτός ανταγωνισμός·

63.  επισημαίνει την ανάγκη ολοκλήρωσης του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού, με τον οποίο θα δημιουργηθεί ένας μηχανισμός επιδόσεων που θα διασφαλίζει τη διαφάνεια στην τιμολόγηση των υπηρεσιών·

64.  επαναλαμβάνει ότι πρέπει να εφαρμόζονται αυστηρά οι κανόνες σχετικά με την υποχρέωση αναγραφής πραγματικών, διαφανών και πλήρων τιμών αεροπορικών εισιτηρίων, προς το συμφέρον ενός πιο θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ και εντός των διαφόρων μέσων μεταφοράς·

65.  αναμένει τα αποτελέσματα των μελετών της Επιτροπής και του Κοινοβουλίου σχετικά με τη χρηματοδότηση των δομών των θαλάσσιων λιμένων, τα οποία θα δώσουν την δυνατότητα και στα δύο όργανα να αξιολογήσουν εάν οι σημερινοί κανόνες εφαρμόζονται με συνέπεια ή εάν χρειάζεται να επαναπροσδιοριστούν·

Διάλογος Κοινοβουλίου-Επιτροπής για τον Ανταγωνισμό
Διάλογος για τον Ανταγωνισμό

66.  καλωσορίζει την παρουσία του Αντιπροέδρου της Επιτροπής κ. Joaquín Almunia στις ανταλλαγές απόψεων με το Κοινοβούλιο, μαζί με την εποικοδομητική συνεργασία που σημειώθηκε φέτος μέσω των ενημερωτικών συνεδριάσεων που οργάνωσε η ΓΔ Ανταγωνισμού· εκτιμά πως μια ετήσια συνάντηση μεταξύ ευρωβουλευτών και Γενικού Διευθυντή της ΓΔ Ανταγωνισμού είναι μια καλή συνήθεια που πρέπει να συνεχιστεί·

67.  ζητεί, με την ευκαιρία της 40ής επετείου από τη θέσπιση των εκθέσεων της Επιτροπής για την Πολιτική του Ανταγωνισμού, να συναφθεί μια συμφωνία μεταξύ Κοινοβουλίου και Επιτροπής για την καθιέρωση ενός συνολικού διαλόγου σχετικά με την πολιτική του ανταγωνισμού, που θα ενισχύσει το ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ως απευθείας εκλεγμένου οργάνου που εκπροσωπεί τους ευρωπαίους πολίτες· επισημαίνει ότι η πρακτική αυτή διευθέτηση θα πρέπει να καταστήσει ουσιαστικότερο τον ήδη υπάρχοντα διάλογο και ίσως να θεσμοθετήσει, με την επιφύλαξη των κατά τη Συνθήκη αποκλειστικών αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, έναν τακτικό διάλογο μεταξύ Επιτροπής και Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ορίζοντας διαδικασίες και υποχρεώσεις για τη συνέχεια που θα δίνεται στις συστάσεις που διατυπώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

Η Ετήσια Έκθεση για τον Ανταγωνισμό

68.  καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει στην Ετήσια Έκθεσή της:

   μια περιγραφή των νομοθετικών και μη νομοθετικών, δεσμευτικών και μη δεσμευτικών κειμένων που εγκρίθηκαν κατά το υπό εξέταση έτος, μαζί με μια αιτιολόγηση των αλλαγών που έγιναν·
   μια σύνοψη των προτάσεων που έλαβε από το Κοινοβούλιο και από τους ενδιαφερομένους στο πλαίσιο των δημοσίων διαβουλεύσεων, μαζί με μια αιτιολόγηση των λόγων για τους οποίους αποδέχθηκε κάποιες απόψεις και δεν αποδέχθηκε κάποιες άλλες·
   μια περιγραφή των μέτρων που έλαβε η Επιτροπή κατά το υπό εξέταση έτος για να βελτιώσει τη διαφάνεια της διαδικασίας λήψης των αποφάσεών της και να διασφαλίσει καλύτερη τήρηση των προβλεπομένων διαδικασιών· στο τμήμα αυτό θα πρέπει να περιληφθεί και μια έκθεση για το Διάλογο με το Κοινοβούλιο επί Θεμάτων Ανταγωνισμού·

Ετήσιο Πρόγραμμα Εργασίας για τον Ανταγωνισμό

69.  καλεί την Επιτροπή να υποβάλλει το Πρόγραμμα Εργασίας για τον Ανταγωνισμό στην αρχή του κάθε έτους, μαζί με έναν λεπτομερή κατάλογο των δεσμευτικών και μη δεσμευτικών κειμένων περί ανταγωνισμού που αναμένεται να εγκριθούν το επόμενο έτος και των σχεδιαζομένων δημοσίων διαβουλεύσεων·

70.  τονίζει πως ο αρμόδιος για τον Ανταγωνισμό Επίτροπος θα πρέπει να παρουσιάζει τόσο την Έκθεση όσο και το Πρόγραμμα Εργασίας ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Κοινοβουλίου·

o
o   o

71.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1.
(2) ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.
(3) ΕΕ C 210 της 1.9.2006, σ. 2.
(4) ΕΕ C 270 της 25.10.2008, σ. 8.
(5) ΕΕ C 10 της 15.1.2009, σ. 2.
(6) ΕΕ C 72 της 26.3.2009, σ. 1.
(7) ΕΕ C 195 της 19.8.2009, σ. 9.
(8) ΕΕ C 16 της 22.1.2009, σ. 1.
(9) ΕΕ C 6 της 11.1.2011, σ. 5.
(10) http://www.europarl.europa.eu/activities/committees/studies/download.do?language=en&file= 42288.
(11) http://ec.europa.eu/competition/consultations/2010_best_practices/best_practice_articles.pdf
(12) http://ec.europa.eu/competition/consultations/2010_best_practices/hearing_officers.pdf
(13) http://ec.europa.eu/competition/consultations/2010_best_practices/best_practice_submissions.pdf
(14) ΕΕ L 304 της 20.11.2010, σ. 47.
(15) «Κάθε μέλος της Επιτροπής διασφαλίζει την τακτική και άμεση ροή πληροφοριών μεταξύ του μέλους της Επιτροπής και του προέδρου της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής.»
(16) «Εντός τριών μηνών από την έγκριση ψηφίσματος του Κοινοβουλίου, η Επιτροπή παρέχει εγγράφως ενημέρωση στο Κοινοβούλιο όσον αφορά τα μέτρα που ελήφθησαν κατόπιν ειδικών αιτημάτων που διατυπώθηκαν προς αυτήν σε ψηφίσματα του Κοινοβουλίου, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης του Κοινοβουλίου σε περιπτώσεις στις οποίες δεν κατέστη δυνατή η υιοθέτηση των απόψεών του. [...]»
(17) ΕΕ C 74 Ε της 20.3.2008, σ. 653.
(18) ΕΕ C 117 Ε της 6.5.2010, σ. 161.
(19) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2011)0494.
(20) ΕΕ C 304 Ε της 1.12.2005, σ. 114.
(21) ΕΕ C 293 Ε της 2.12.2006, σ. 143.
(22) ΕΕ C 146 Ε της 12.6.2008, σ. 105.
(23) ΕΕ C 87 Ε της 1.4.2010, σ. 43.
(24) ΕΕ C 349 Ε της 22.12.2010, σ. 16.
(25) Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2011)0023.
(26) ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 1.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου