Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2011/2275(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A7-0330/2012

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A7-0330/2012

Συζήτηση :

PV 20/11/2012 - 17
CRE 20/11/2012 - 17

Ψηφοφορία :

PV 21/11/2012 - 5.11
Αιτιολογήσεις ψήφου
Αιτιολογήσεις ψήφου

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P7_TA(2012)0442

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 299kWORD 78k
Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2012 - Στρασβούργο
Έλεγχος της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ (2010)
P7_TA(2012)0442A7-0330/2012

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Νοεμβρίου 2012 σχετικά με την 28η ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ (2010) (2011/2275(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την 28η ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2010) (COM(2011)0588),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής με τίτλο «Έκθεση αξιολόγησης της πρωτοβουλίας »EU PILOT«» (COM(2010)0070),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής με τίτλο «Δεύτερη έκθεση αξιολόγησης της πρωτοβουλίας »EU PILOT«» (COM(2011)0930),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 5ης Σεπτεμβρίου 2007 με τίτλο «Μια Ευρώπη αποτελεσμάτων – εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου» (COM(2007)0502),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 20ής Μαρτίου 2002, όσον αφορά τις σχέσεις με τον καταγγέλλοντα στον τομέα των παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου (COM(2002)0141),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 2ας Απριλίου 2012, με τίτλο «Επικαιροποίηση του χειρισμού των σχέσεων με τους καταγγέλλοντες όσον αφορά την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης» (COM(2012)0154),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με την 27η ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2009)(1),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με την 26η ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2008)(2),

–  έχοντας υπόψη τα έγγραφα εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής SEC(2011)0193, SEC(2011)0194 και SEC(2011)1626,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με τις δραστηριότητες της Επιτροπής Αναφορών κατά το 2010(3),

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 48 και 119 παράγραφος 2, του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Αναφορών (A7-0330/2012),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας εισήγαγε ορισμένες νέες νομικές βάσεις με σκοπό να διευκολυνθεί η θέσπιση, η εφαρμογή και η επιβολή του δικαίου της ΕΕ·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 298 ΣΛΕΕ ορίζει ότι κατά την εκπλήρωση της αποστολής τους, τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης στηρίζονται σε ευρωπαϊκή διοίκηση ανοιχτή, αποτελεσματική και ανεξάρτητη·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το περιβάλλον, η εσωτερική αγορά και η φορολογία είναι οι τρεις τομείς πολιτικής όπου σημειώνονται οι περισσότερες παραβάσεις και ότι οι εν λόγω τομείς αντιπροσωπεύουν το 52% όλων των υποθέσεων παράβασης·

1.  υπενθυμίζει ότι το άρθρο 17 ΣΕΕ καθορίζει τον θεμελιώδη ρόλο της Επιτροπής ως «θεματοφύλακα των Συνθηκών»· επισημαίνει, στο πλαίσιο αυτό, ότι η εξουσία και η υποχρέωση της Επιτροπής να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει κατά κράτους μέλους το οποίο έχει παραβεί υποχρέωσή του εκ των Συνθηκών(4) αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της έννομης τάξης της ΕΕ και, συνεπώς, συνάδει με την ιδέα μιας Ένωσης που βασίζεται στην αρχή του κράτους δικαίου·

2.  υπογραμμίζει τη θεμελιώδη σημασία του κράτους δικαίου ως προϋπόθεση για τη νομιμότητα κάθε μορφής δημοκρατικής διακυβέρνησης και για την πλήρη διασφάλιση στους πολίτες ότι θα απολαμβάνουν τα δικαιώματά τους όπως προβλέπει το δίκαιο·

3.  επικροτεί την προσέγγιση της Επιτροπής όσον αφορά την «έξυπνη νομοθεσία», η οποία επικεντρώνεται στην ενσωμάτωση του ελέγχου της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ στον ευρύτερο κύκλο πολιτικής, κάτι το οποίο η επιτροπή θεωρεί ως καίριο μέτρο πρόληψης·

4.  σημειώνει ότι η διαδικασία επί παραβάσει αποτελείται από δύο φάσεις: τη διοικητική φάση (έρευνα) και τη δικαστική φάση ενώπιον του Δικαστηρίου· φρονεί ότι οι πολίτες, ως καταγγέλλοντες, διαδραματίζουν ουσιώδη ρόλο κατά τη διοικητική φάση όσον αφορά τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς το δίκαιο της ΕΕ κατά την επιτόπια εφαρμογή του·

5.  χαιρετίζει το γεγονός ότι η Επιτροπή χρησιμοποιεί πολυάριθμα μέσα που καθιστούν τη διαδικασία της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο ομαλότερη (κατάλογοι ελέγχου της μεταφοράς, εγχειρίδια ή ερμηνευτικά σημειώματα) και την ενθαρρύνει να παρακολουθεί ακόμη πιο στενά τη μεταφορά των οδηγιών πριν από το πέρας της προθεσμίας μεταφοράς, ιδίως όσον αφορά τα κράτη μέλη με «κακές επιδόσεις», προκειμένου να έχει τη δυνατότητα έγκαιρης παρέμβασης·

6.  τονίζει ότι οι διατάξεις των οδηγιών είναι άμεσα εφαρμόσιμες όταν είναι επαρκώς σαφείς και χωρίς όρους («άμεση ισχύς»), σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου·

7.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενεργούν από κοινού και με συνέπεια για την αντιμετώπιση του προβλήματος του κανονιστικού υπερθεματισμού («gold-plating»)·

8.  επισημαίνει ότι η Επιτροπή δημοσίευσε πρόσφατα μια νέα ανακοίνωση για τον χειρισμό των σχέσεων με τους καταγγέλλοντες όσον αφορά την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης (COM(2012)0154), στο πλαίσιο της οποίας αναθεώρησε τους όρους βάσει των οποίων καταχωρίζονται οι καταγγελίες, επηρεάζοντας ως εκ τούτου το σύνολο της διαδικασίας επί παραβάσει· παροτρύνει την Επιτροπή να μην εφαρμόζει διατάξεις χωρίς δεσμευτική ισχύ (soft law) κατά τον χειρισμό της διαδικασίας επί παραβάσει αλλά, αντ’ αυτού, να προτείνει έναν κανονισμό(5), ούτως ώστε το Κοινοβούλιο να συμμετέχει πλήρως ως συννομοθέτης σε αυτή την ουσιώδη παράμετρο της έννομης τάξης της ΕΕ·

9.  εκφράζει, ωστόσο, λύπη για τον τεράστιο αριθμό των υποθέσεων που κινήθηκαν για μη κοινοποίηση (470 σε εκκρεμότητα το 2010)·

10.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, στην προαναφερθείσα νέα ανακοίνωση, δεν γίνεται καμία αναφορά στην πρωτοβουλία EU Pilot, η οποία σύμφωνα με την ίδια την Επιτροπή, αποτελεί «μια καλά συγκροτημένη μέθοδο εργασίας»(6) που χρησιμοποιείται από την Επιτροπή ως πρώτο βήμα για τον χειρισμό καταγγελιών σε περίπτωση προσφυγής στη διαδικασία επί παραβάσει(7)· επισημαίνει ότι στην ανακοίνωση δεν αναφέρεται καν ονομαστικά η πρωτοβουλία «EU Pilot» ούτε γίνεται μνεία στα δικαιώματα ή στην προστασία που παρέχεται στον καταγγέλλοντα στο πλαίσιο του EU Pilot· ως εκ τούτου, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι αποφάσεις που λαμβάνει η Επιτροπή, οι οποίες προηγούνται της διαδικασίας επί παραβάσει ή την αποκλείουν, δεν συμμορφώνονται στην περίπτωση αυτή προς τους κανόνες της διαφάνειας και της λογοδοσίας και επαφίενται αποκλειστικά και πλήρως στη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής·

11.  καλεί την Επιτροπή να αποσαφηνίσει το καθεστώς του συστήματος EU Pilot και να προσδιορίσει σαφώς το πλαίσιο και τους κανόνες εφαρμογής του, ούτως ώστε να καταστούν κατανοητοί για τους πολίτες·

12.  επισημαίνει τον αριθμό των κρατών μελών που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία «EU Pilot» (18 μέχρι τα τέλη του 2010) και το μεγάλο αριθμό των υποθέσεων που περατώθηκαν μετά τον χαρακτηρισμό της απάντησης των κρατών μελών ως παραδεκτής (81% των υποθέσεων)· τονίζει τη σημασία της ποιότητας αυτών των εκτιμήσεων, τόσο από την άποψη έγκυρων και επαληθευμένων πληροφοριών όσο και από την άποψη της τήρησης των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου όπως καθορίζονται από το Δικαστήριο·

13.  επαναλαμβάνει την άποψή του ότι η διακριτική ευχέρεια που εκχωρείται στην Επιτροπή από τις Συνθήκες όσον αφορά τον χειρισμό της διαδικασίας επί παραβάσει, πρέπει να σέβεται τις αρχές του κράτους δικαίου και της δικαιϊκής σαφήνειας, τις απαιτήσεις διαφάνειας και δημοσιότητας καθώς και την αρχή της αναλογικότητας, και ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θέτει σε κίνδυνο τον κύριο σκοπό της εν λόγω εξουσίας, ήτοι τη διασφάλιση της έγκαιρης και ορθής εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης(8)·

14.  επισημαίνει τα ενθαρρυντικά στοιχεία που καταδεικνύουν ότι στο 88% των περιπτώσεων παράβασης που τέθηκαν στο αρχείο το 2010, «η υπόθεση δεν έφτασε ως το Δικαστήριο διότι τα κράτη μέλη επίλυσαν τα νομικού τύπου προβλήματα που επεσήμανε η Επιτροπή προτού καταστεί αναγκαίο να κινηθεί το επόμενο στάδιο της διαδικασίας παράβασης»· θεωρεί, ωστόσο, ότι είναι σημαντικό να συνεχιστεί ο ενδελεχής έλεγχος των ενεργειών των κρατών μελών, αφού ορισμένες αναφορές αφορούν προβλήματα που εξακολουθούν να υφίστανται ακόμα και μετά την περάτωση ενός ζητήματος (βλέπε, για παράδειγμα, τις αναφορές 0808/2006, 1322/2007, 0492/2010, 1060/2010 και 0947/2011)·

15.  τονίζει, συνολικά, ότι πρέπει να καταβληθούν επιπλέον προσπάθειες για την αύξηση της διαφάνειας και της αμοιβαιότητας στην επικοινωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής· επισημαίνει, για παράδειγμα, ότι μπορεί να παρασχεθεί μεγαλύτερη πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν καταγγελίες, υποθέσεις παράβασης και άλλους μηχανισμούς επιβολής, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο ο σκοπός των ερευνών, και ότι το υπέρτερο δημόσιο συμφέρον μπορεί κάλλιστα να δικαιολογήσει την πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου διακυβεύεται η ανθρώπινη υγεία και επαπειλείται μη αναστρέψιμη ζημία στο περιβάλλον·

16.  σημειώνει ότι, προκειμένου να αρχίσει να λειτουργεί το EU Pilot, η Επιτροπή δημιούργησε μια επιγραμμική βάση δεδομένων εμπιστευτικού χαρακτήρα με σκοπό την επικοινωνία μεταξύ των υπηρεσιών της Επιτροπής και των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών· τονίζει για μία ακόμη φορά την έλλειψη διαφάνειας έναντι των καταγγελλόντων στο EU Pilot και επαναλαμβάνει το αίτημά του να του παρασχεθεί πρόσβαση στη βάση δεδομένων όπου συγκεντρώνονται όλες οι καταγγελίες, ούτως ώστε να είναι σε θέση να επιτελεί το ελεγκτικό του έργο έναντι του ρόλου της Επιτροπής ως θεματοφύλακα των Συνθηκών·

17.  εκφράζει τη λύπη του για την παντελή έλλειψη ακόλουθων ενεργειών μετά το προαναφερθέν ψήφισμα του Κοινοβουλίου σχετικά με την 27η ετήσια έκθεση, και ιδίως μετά την έκκλησή του για διαδικαστική νομοθεσία υπό μορφή κανονισμού δυνάμει του άρθρου 298 ΣΛΕΕ στον οποίο θα προβλέπονται οι διάφορες πτυχές της διαδικασίας επί παραβάσει και της προκαταρκτικής διαδικασίας επί παραβάσει, συμπεριλαμβανομένων των κοινοποιήσεων, των δεσμευτικών προθεσμιών, του δικαιώματος ακρόασης, της υποχρέωσης αιτιολόγησης καθώς και του δικαιώματος κάθε προσώπου να έχει πρόσβαση στον φάκελό του, με σκοπό την ενίσχυση των δικαιωμάτων των πολιτών και την εξασφάλιση της διαφάνειας·

18.  καλεί εκ νέου την Επιτροπή να προτείνει διαδικαστική νομοθεσία υπό μορφή κανονισμού δυνάμει της νέας νομικής βάσης του άρθρου 298 ΣΛΕΕ·

19.  επισημαίνει, στο πλαίσιο αυτό, την απάντηση της Επιτροπής στο αίτημα του Κοινοβουλίου για διαδικαστική νομοθεσία, στην οποία εκφράζει τις αμφιβολίες της για τη δυνατότητα έγκρισης οποιουδήποτε κανονισμού στο μέλλον βάσει του άρθρου 298 ΣΛΕΕ, λόγω της διακριτικής ευχέρειας που εκχωρείται στην Επιτροπή από τις Συνθήκες «για την οργάνωση του τρόπου με τον οποίο διαχειρίζεται τις διαδικασίες επί παραβάσει και τις σχετικές εργασίες για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ»· είναι πεπεισμένο ότι μια τέτοια διαδικαστική νομοθεσία δεν θα περιόριζε με κανέναν τρόπο τη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής αλλά θα διασφάλιζε απλώς ότι, κατά την άσκηση της εξουσίας της, η Επιτροπή θα τηρούσε τις αρχές για «ευρωπαϊκή διοίκηση ανοιχτή, αποτελεσματική και ανεξάρτητη» όπως αναφέρεται στο άρθρο 298 ΣΛΕΕ και το δικαίωμα στη χρηστή διοίκηση όπως αναφέρεται στο άρθρο 41 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

20.  επισημαίνει τη σημασία της διαφάνειας στις διαδικασίες επί παραβάσει, κυρίως από την άποψη της δυνατότητας του Κοινοβουλίου να ελέγχει την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης· υπενθυμίζει εν προκειμένω ότι στην αναθεωρημένη συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις με το Κοινοβούλιο, η Επιτροπή αναλαμβάνει να «θέτει στη διάθεση του Κοινοβουλίου συνοπτικές πληροφορίες σχετικά με όλες τις διαδικασίες επί παραβάσει ήδη από το στάδιο της προειδοποιητικής επιστολής αλλά και, εφόσον ζητηθεί (...), [σχετικά με] τα ζητήματα στα οποία αναφέρεται η διαδικασία επί παραβάσει», και προσδοκά ότι αυτή η ρήτρα θα εφαρμόζεται στην πράξη με καλή πίστη·

21.  επισημαίνει ότι η αναφορά αποτελεί το κατάλληλο μέσο που μπορεί να χρησιμοποιείται από τους πολίτες, τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και τις επιχειρήσεις για την καταγγελία περιπτώσεων μη συμμόρφωσης προς το δίκαιο της ΕΕ αρχών των κρατών μελών σε διάφορα επίπεδα· στο πλαίσιο αυτό, καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει τη διαφάνεια των εν εξελίξει διαδικασιών επί παραβάσει ενημερώνοντας τους πολίτες εγκαίρως και καταλλήλως όσον αφορά τη συνέχεια που δίδεται στο αίτημά τους·

22.  τονίζει ότι οι πολίτες και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τον μηχανισμό των αναφορών κυρίως για να αναφέρουν και να καταγγέλλουν τη μη συμμόρφωση των αρχών των κρατών μελών με το δίκαιο της ΕΕ, σε διάφορα επίπεδα· υπογραμμίζει, βάσει αυτών, τον καθοριστικό ρόλο της Επιτροπής Αναφορών ως αποτελεσματικό σύνδεσμο μεταξύ των πολιτών, του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής·

23.  επικροτεί το ειδικό κεφάλαιο για τις αναφορές, το οποίο περιλαμβάνεται στην 28η ετήσια έκθεση, όπως έχει ζητήσει το Κοινοβούλιο, στο οποίο η Επιτροπή παραθέτει αναλυτικά τις νέες αναφορές που έχει λάβει· χαιρετίζει την έκθεση της Επιτροπής κατά την οποία «οι αναφορές προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο οδήγησαν σε διαδικασίες παράβασης» σε πολλούς τομείς· τονίζει ότι, ακόμα και στις περιπτώσεις που οι αναφορές δεν αφορούν παραβάσεις, παρέχουν στο Κοινοβούλιο και την Επιτροπή αξιόλογες πληροφορίες σχετικά με τις ανησυχίες των πολιτών·

24.  επισημαίνει τον σημαντικό αριθμό αναφορών που έχουν υποβληθεί για θέματα που αφορούν τη νομοθεσία για το περιβάλλον, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις διατάξεις διαχείρισης αποβλήτων· υπενθυμίζει τα σημεία που τόνισε ο πρόεδρος της διάσκεψης της Επιτροπής για την εφαρμογή του περιβαλλοντικού δικαίου της ΕΕ, που διεξήχθη στις 15 Ιουνίου 2011, τα οποία αναφέρονταν στη συχνή απουσία ολοκληρωμένων εκτιμήσεων των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, στην αδιαφορία για δημόσιες διαβουλεύσεις, και σε διάφορες άλλες ελλείψεις στη λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης αποβλήτων·

25.  υπενθυμίζει ότι η αρχική εντολή του Χάρτη ήταν να κωδικοποιήσει τα θεμελιώδη δικαιώματα που απολαμβάνουν οι ευρωπαίοι πολίτες και ότι οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων έχουν δηλώσει επισήμως σε επανειλημμένες ευκαιρίες ότι ο Χάρτης θεσπίζει τα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ· καλεί όλα τα κράτη μέλη να εξετάσουν εκ νέου την αναγκαιότητα του άρθρου 51 του Χάρτη και τα παροτρύνει να δηλώσουν μονομερώς ότι δεν θα περιορίζουν τα δικαιώματα των ατόμων στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας τους, με βάση τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου·

26.  τονίζει ότι, όταν οι πολίτες υποβάλλουν αναφορά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αναμένουν ότι θα προστατεύονται από τις διατάξεις του Χάρτη, ανεξάρτητα από το σε ποιο κράτος μέλος κατοικούν και κατά πόσο εφαρμόζεται το δίκαιο της ΕΕ· εξακολουθεί να εκφράζει την ανησυχία του, στο πλαίσιο αυτό, για το γεγονός ότι οι πολίτες αισθάνονται ότι παραπλανούνται σχετικά με το πραγματικό πεδίο εφαρμογής του Χάρτη· ως εκ τούτου, θεωρεί ότι είναι σημαντικό να διευκρινίζεται κατάλληλα η αρχή της επικουρικότητας και να διασαφηνίζεται το πεδίο εφαρμογής του Χάρτη από τη σκοπιά του Κοινοβουλίου με βάση το άρθρο 51 του Χάρτη·

27.  τονίζει ότι ένα σημαντικό ποσοστό των αναφορών που συνδέονται με τα θεμελιώδη δικαιώματα αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και ότι – όπως καθίσταται σαφές από την έκθεση 2010 για την ιθαγένεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης – τα δικαιώματα που προκύπτουν από την ιθαγένεια της ΕΕ αποτελούν σημαντική προϋπόθεση προκειμένου να μπορούν οι πολίτες να αξιοποιούν πλήρως την εσωτερική αγορά· επισημαίνει ότι αυτή η ενισχυμένη αξιοποίηση από τους πολίτες μπορεί να απελευθερώσει το σημαντικό αναπτυξιακό δυναμικό της εσωτερικής αγοράς, και ως εκ τούτου, συνεκτιμώντας τις παρούσες οικονομικές προκλήσεις στην Ευρώπη, επαναλαμβάνει το αίτημά του προς την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες με στόχο την πλήρη και έγκαιρη εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ σε αυτόν τον τομέα ·

28.  επιπλέον, τονίζει ότι οι πολίτες αισθάνονται εξίσου ότι παραπλανούνται εξίσου σχετικά με την εφαρμοσιμότητα του κοινοτικού δικαίου σε περιπτώσεις καθυστερημένης μεταφοράς· επισημαίνει τη θλιβερή πραγματικότητα ότι οι πολίτες που δεν είναι σε θέση να επικαλεστούν ένα εφαρμοστέο κοινοτικό νόμο, εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν έχει μεταφερθεί ακόμα στο εν λόγω κράτος μέλος, δεν μπορούν να καταφύγουν σε μηχανισμό έννομης προστασίας·

29.  προσυπογράφει την άποψη της Νομικής Υπηρεσίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι, όσον αφορά το παραδεκτό των αναφορών, τα πεδία δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ευρύτερα των αρμοδιοτήτων της· υπογραμμίζει ότι η αντίληψη αυτή πρέπει να λειτουργεί ως βάση για τον χειρισμό των αναφορών από το Κοινοβούλιο και την Επιτροπή·

30.  υπενθυμίζει ότι οι μεμονωμένες καταγγελίες πολιτών και επιχειρήσεων εξακολουθούν να αποτελούν τις πλέον σημαντικές πηγές για τον εντοπισμό παραβιάσεων του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη συνέχεια για την κίνηση των διαδικασιών επί παραβάσει· ζητεί, ως εκ τούτου, τη θέσπιση πιο αποτελεσματικών και νομικά δεσμευτικών διοικητικών διατάξεων, οι οποίες θα καθορίζουν με ασφάλεια και αξιοπιστία τη διαδικαστική σχέση μεταξύ της Επιτροπής και του καταγγέλλοντα πολίτη ή της καταγγέλλουσας επιχείρησης πριν, κατά τη διάρκεια και μετά από τις διαδικασίες επί παραβάσει, μέσω των οποίων θα ενισχύεται κυρίως η θέση του μεμονωμένου καταγγέλλοντα·

31.  επικροτεί το νέο στοιχείο που περιλαμβάνεται στο άρθρο 260 ΣΛΕΕ, το οποίο επιτρέπει στην Επιτροπή, όταν προσφεύγει ενώπιον του Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ, να ζητήσει από το Δικαστήριο την επιβολή χρηματικής ποινής σε κράτος μέλος για καθυστερημένη μεταφορά μιας οδηγίας·

32.  επικροτεί τη δέσμευση της Επιτροπής να αξιοποιήσει για λόγους αρχής το άρθρο 260, παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ σε περιπτώσεις μη εκπλήρωσης κάποιας υποχρέωσης που καλύπτεται από τη συγκεκριμένη διάταξη, η οποία αφορά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο οδηγιών που εκδόθηκαν σύμφωνα με νομοθετική διαδικασία·

33.  θεωρεί εξαιρετικά σημαντικό να αξιοποιήσει η Επιτροπή αυτήν τη δυνατότητα, σε συνδυασμό με όλα τα δυνατά μέσα για τη διασφάλιση της έγκαιρης και ορθής μεταφοράς της νομοθεσίας της Ένωσης από τα κράτη μέλη· θα πρέπει να κατονομαστούν όσοι υπολείπονται και δεν έχουν θέσει έγκαιρα σε εφαρμογή τη νομοθεσία·

34.  τονίζει το γεγονός ότι, μετά την έκδοση της παρούσας έκθεσης, το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη έχουν καταλήξει σε μια συμφωνία σχετικά με το ζήτημα των επεξηγηματικών εγγράφων που περιγράφουν τη σχέση μεταξύ των συστατικών μερών μιας οδηγίας και των αντίστοιχων μερών των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο («πίνακες αντιστοιχίας»)· επισημαίνει ότι τα τρία θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη έχουν συμφωνήσει να περιλάβουν στις οδηγίες μια αιτιολογική σκέψη που να δηλώνει ότι το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος πρέπει να παραδίδει έναν πίνακα αντιστοιχίας, στη δεδομένη περίσταση που αυτό κρίνεται αναγκαίο και σκόπιμο·

35.  επισημαίνει ότι οι πίνακες αντιστοιχίας αποτελούν πολύτιμο εργαλείο καθώς δίνουν τη δυνατότητα στην Επιτροπή και το Κοινοβούλιο να παρακολουθούν τη σωστή μεταφορά και εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης από την πλευρά των κρατών μελών, διότι η σχέση μεταξύ μιας οδηγίας και των αντίστοιχων εθνικών διατάξεων είναι συχνά ιδιαιτέρως πολύπλοκη και ορισμένες φορές δεν είναι δυνατό να ανιχνευθεί·

36.  καλεί την Επιτροπή να παράσχει σαφείς κατευθυντήριες γραμμές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσον αφορά τη δημιουργία, την ενσωμάτωση και την εφαρμογή πινάκων αντιστοιχίας του κοινοτικού δικαίου, και να προβεί σε διαφανή αξιολόγηση που θα συμβάλει σε σημαντικό βαθμό στην αξιολόγηση της εφαρμογής του δικαίου αυτού σε επίπεδο κρατών μελών·

37.  διαπιστώνει ότι τα δικαστήρια των κρατών μελών διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στην εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ και υποστηρίζει απεριόριστα τις προσπάθειες της ΕΕ για ενίσχυση και συντονισμό της νομικής κατάρτισης των νομικών, δικαστικών και διοικητικών αρχών, των ασκούντων νομικά επαγγέλματα, των στελεχών και των υπαλλήλων των εθνικών δημόσιων διοικήσεων καθώς και των περιφερειακών και τοπικών αρχών σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

38.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στο Δικαστήριο, στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.

(1) Κείμενα που εγκρίθηκαν P7_TA(2011)0377.
(2) ΕΕ C 99 Ε της 3.4.2012, σ. 46.
(3) Κείμενα που εγκρίθηκαν P7_TA(2011)0382.
(4) Τα άρθρα 258 και 260 ΣΛΕΕ καθορίζουν τις εξουσίες της Επιτροπής όσον αφορά την κίνηση διαδικασιών επί παραβάσει κατά των κρατών μελών. Ειδικότερα, το άρθρο 258 ορίζει ότι η Επιτροπή «διατυπώνει αιτιολογημένη γνώμη» εφόσον κρίνει ότι ένα κράτος μέλος έχει παραβεί υποχρέωσή του εκ των Συνθηκών.
(5) Βλ. παράγραφο 7, στην οποία ζητείται μια «διαδικαστική νομοθεσία».
(6) Δεύτερη έκθεση αξιολόγησης της Επιτροπής όσον αφορά την πρωτοβουλία «EU Pilot» (SEC(2011)1626), σελ. 7.
(7) Βλ. την προαναφερθείσα έκθεση, σελ. 3. Βλ. το προαναφερθέν ψήφισμα της 25ης Νοεμβρίου 2010.
(8) Το Κοινοβούλιο δήλωσε στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 25ης Νοεμβρίου 2010 ότι «η απόλυτη διακριτική ευχέρεια σε συνδυασμό με παντελή έλλειψη διαφάνειας είναι θεμελιωδώς αντίθετη με το κράτος δικαίου».

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου