ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με τον ρόλο ενός ελάχιστου εισοδήματος για την καταπολέμηση της φτώχειας και την προώθηση μιας ανεκτικής κοινωνίας στην Ευρώπη

16.7.2010 - (2010/2039(INI))

Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων
Εισηγήτρια: Ilda Figueiredo


Διαδικασία : 2010/2039(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A7-0233/2010
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A7-0233/2010
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τον ρόλο ενός ελάχιστου εισοδήματος για την καταπολέμηση της φτώχειας και την προώθηση μιας ανεκτικής κοινωνίας στην Ευρώπη

(2010/2039(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–       έχοντας υπόψη τα άρθρα 4, 9, 14, 19, 151 και 153 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–       έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (CEDAW) που εγκρίθηκε το 1979,

–       έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του 1948, η οποία επιβεβαιώθηκε εκ νέου κατά την παγκόσμια διάσκεψη για τα ανθρώπινα δικαιώματα το 1993, και ειδικότερα τα άρθρα 3, 16, 18, 23, 25, 26 και 29 αυτής,

–       έχοντας υπόψη το Διεθνές Σύμφωνο των Ηνωμένων Εθνών για τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα του 1966,

–       έχοντας υπόψη τους αναπτυξιακούς στόχους της Χιλιετίας των Ηνωμένων Εθνών του 2000, ειδικότερα δε την εξάλειψη της ακραίας φτώχειας και της πείνας (πρώτος στόχος), την επίτευξη καθολικής βασικής εκπαίδευσης (δεύτερος στόχος) και την ισότητα ευκαιριών μεταξύ ανδρών και γυναικών (τρίτος στόχος),

–       έχοντας υπόψη τις συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) αριθ. 26 και 131 σχετικά με τον καθορισμό ελάχιστων αμοιβών και αριθ. 29 και 105 σχετικά με την κατάργηση της αναγκαστικής εργασίας,

–       έχοντας υπόψη το Παγκόσμιο Σύμφωνο Απασχόλησης της ΔΟΕ,

–       έχοντας υπόψη τα προγράμματα δράσης των Ηνωμένων Εθνών και της ΔΟΕ για την αξιοπρεπή εργασία,

–       έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, ειδικότερα δε τις διατάξεις αυτού σχετικά με τα κοινωνικά δικαιώματα[1],

–        έχοντας υπόψη τα άρθρα 34, 35 και 36 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ορίζουν συγκεκριμένα το δικαίωμα στην κοινωνική αρωγή και στη στέγαση, σε υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας του ανθρώπου και σε πρόσβαση στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος[2],

–       έχοντας υπόψη την έκθεση της ΔΟΕ με τίτλο «Παγκόσμια συμμαχία κατά της καταναγκαστικής εργασίας. Παγκόσμια έκθεση βάσει της συνέχειας που δόθηκε στη Διακήρυξη της ΔΟΕ σχετικά με τις θεμελιώδεις αρχές και τα δικαιώματα στην εργασία. Έκθεση του Γενικού Διευθυντή, 2005»,

–       έχοντας υπόψη τη σύσταση 92/441/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουνίου 1992, σχετικά με τα κοινά κριτήρια που αφορούν την επάρκεια πόρων και παροχών στα συστήματα κοινωνικής προστασίας (σύσταση σχετικά με το ελάχιστο εισόδημα)[3],

–       έχοντας υπόψη τη σύσταση 92/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιουλίου 1992 για τη σύγκλιση των στόχων και των πολιτικών κοινωνικής προστασίας[4],

–       έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου «Απασχόληση, Κοινωνική Πολιτική, Υγεία και Καταναλωτές» της 2916ης συνόδου του στις 16 και 17 Δεκεμβρίου 2008[5],

–       έχοντας υπόψη την απόφαση αριθ. 1098/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2008 σχετικά με το Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού (2010)[6],

–       έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο για το μέλλον[7],

–       έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 9ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με την προώθηση της κοινωνικής ένταξης και την καταπολέμηση της φτώχειας, συμπεριλαμβανομένης της παιδικής φτώχειας, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων καθώς και την γνωμοδότηση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6-0364/2008)[8],

–       έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα[9],

–       έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Οκτωβρίου 2008 για την ενεργητική ένταξη των αποκλεισμένων από την αγορά εργασίας ατόμων, και το ψήφισμά του της 6ης Μαίου 2009 για την ενεργητική ένταξη των αποκλεισμένων από την αγορά εργασίας ατόμων[10],

–       έχοντας υπόψη τη γραπτή του δήλωση αριθ. 0111/2007 της 22ας Απριλίου 2008 σχετικά με την εξάλειψη του προβλήματος των αστέγων που ζουν στο δρόμο[11],

–       έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Μαρτίου 2010 με τίτλο «Ευρώπη 2020: στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη»,[12]

–       έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής της 27ης Απριλίου 2010 για απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών[13],

–       έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

–       έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A7-0233/2010),

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινωνική ατζέντα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2005-2010 σημείωσε πρόοδο με τον ορισμό του 2010 ως «Ευρωπαϊκού Έτους για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού» με δεδηλωμένο στόχο την επιβεβαίωση και την ενίσχυση της αρχικής πολιτικής δέσμευσης της ΕΕ, στο ξεκίνημα της στρατηγικής της Λισαβόνας, προκειμένου να δοθεί «αποφασιστική ώθηση στην εξάλειψη της φτώχειας»,

B.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός αποτελούν παραβιάσεις της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και ότι κεντρικός στόχος των συστημάτων ενίσχυσης του εισοδήματος πρέπει να είναι η έξοδος των ανθρώπων από τη φτώχεια και η παροχή σε αυτούς του δικαιώματος να ζουν με αξιοπρέπεια,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά την οικονομική ευημερία και όλες τις δηλώσεις σχετικά με τη μείωση της φτώχειας, επιδεινώθηκαν οι κοινωνικές ανισότητες και ότι, στα τέλη του 2008, το 17% του πληθυσμού (δηλαδή περίπου 85 εκατομμύρια άτομα), ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας, ακόμη και μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις[14], ενώ το 2005 το ποσοστό αυτό ήταν 16 % και το 2000 ήταν 15 % στην ΕΕ των 15,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το ποσοστό κινδύνου φτώχειας είναι μεγαλύτερο για τα παιδιά και τους νέους ηλικίας μέχρι 17 ετών από ό,τι για το σύνολο του πληθυσμού, δεδομένου ότι το 2008 έφθανε το 20% στην ΕΕ των 27, ενώ το υψηλότερο ποσοστό ήταν 33%,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ηλικιωμένοι εκτίθενται, επίσης, σε υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας σε σύγκριση με τον ευρύτερο πληθυσμό· ότι το ποσοστό κινδύνου φτώχειας των ατόμων ηλικίας 65 ετών ή άνω ήταν 19% στην ΕΕ των 27 το 2008, ενώ το ποσοστό αυτό ανήρχετο στο 19% το 2005 και στο 17% το 2000,

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα σταθερά υψηλά επίπεδα επισφαλούς εργασίας και χαμηλών μισθών σε ορισμένους κλάδους οδηγούν σε υψηλά επίπεδα στασιμότητας του ποσοστού των εργαζομένων που απειλούνται με τον κίνδυνο της φτώχειας, ότι το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τον πληθυσμό που είχε απασχόληση ήταν της τάξεως του 8% κατά μέσο όρο στην ΕΕ των 27 το 2008, ενώ το 2005, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 8% και, το 2000 ήταν 7% για την ΕΕ των 15,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, στη σύσταση 92/441/ΕΟΚ της 24ης Ιουνίου 1992, το Συμβούλιο συνιστά στα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν το βασικό δικαίωμα κάθε ανθρώπου να διαθέτει κοινωνική ασφάλιση και επαρκείς πόρους για να ζει αξιοπρεπώς· ότι, στη σύσταση 92/442/ΕΟΚ της 27ης Ιουλίου 1992, το Συμβούλιο συνιστά στα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ένα επίπεδο εισοδήματος που επιτρέπει στο άτομο να ζει αξιοπρεπώς, και ότι, στα συμπεράσματα της 17ης Δεκεμβρίου 1999, το Συμβούλιο ενέκρινε την προώθηση της κοινωνικής ενσωμάτωσης ως έναν από τους στόχους για τον εκσυγχρονισμό και τη βελτίωση της κοινωνικής προστασίας·

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού που απειλείται από την φτώχεια, λόγω της ανεργίας, του μη επιμερισμού των ευθυνών παροχής φροντίδας, της επισφαλούς και ανεπαρκώς αμειβόμενης εργασίας, των μισθολογικών διακρίσεων και των χαμηλότερων επιδομάτων και συντάξεων,

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κίνδυνος ακραίας φτώχειας είναι μεγαλύτερος για τις γυναίκες από ό,τι για τους άνδρες, και η εμμένουσα τάση προς την εκθήλυνση της φτώχειας στις ευρωπαϊκές κοινωνίες καταδεικνύει ότι το ισχύον πλαίσιο των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και το ευρύ πεδίο κοινωνικών και οικονομικών πολιτικών, καθώς και πολιτικών απασχόλησης στην Ένωση δεν έχουν σχεδιαστεί για να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των γυναικών ή να λαμβάνουν υπόψη τους τις ιδιαίτερες διαφορές στην εργασία των γυναικών· λαμβάνοντας υπόψη ότι η φτώχεια μεταξύ των γυναικών και ο κοινωνικός τους αποκλεισμός στην Ευρώπη απαιτούν συγκεκριμένες, πολλαπλές και ειδικές πολιτικές παρεμβάσεις για κάθε φύλο,

Ι.    λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κίνδυνος ακραίας φτώχειας είναι μεγαλύτερος για τις γυναίκες από ό,τι για τους άνδρες, μεγάλης κυρίως ηλικίας, διότι τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης βασίζονται συχνά στην αρχή της συνεχούς μισθωτής επαγγελματικής σταδιοδρομίας, ότι το εξατομικευμένο δικαίωμα ενός ελάχιστου εισοδήματος που αποτρέπει τον κίνδυνο φτώχειας δεν θα πρέπει να εξαρτάται από εισφορές που σχετίζονται με την απασχόληση,

ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανεργία των νέων έχει ανέλθει σε πρωτοφανή επίπεδα, φτάνοντας το 21,4 % στην ΕΕ, και κυμαίνεται από 7,6 % στις Κάτω Χώρες έως 44,5 % στην Ισπανία και 43,8 % στη Λετονία, και ότι οι περίοδοι μαθητείας και άσκησης που προτείνονται στους νέους είναι συχνά μη αμειβόμενες ή ανεπαρκώς αμειβόμενες,

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας στους πέντε νέους ηλικίας κάτω των 25 ετών στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι χωρίς απασχόληση, ενώ οι εργαζόμενοι ηλικίας άνω των 55 ετών είναι οι ευρωπαίοι πολίτες που πλήττονται περισσότερο από την ανεργία και αυτοί που πρέπει να αντιμετωπίσουν το ιδιαίτερο και σοβαρό πρόβλημα της μείωσης των ευκαιριών να βρουν μια θέση εργασίας σε αυτήν την ηλικία,

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση οδήγησε σε συρρίκνωση της προσφοράς θέσεων εργασίας, με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για περισσότερες από 5 εκατομμύρια απολεσθείσες θέσεις εργασίας από τον Σεπτέμβριο του 2008, και για αύξηση της ανασφάλειας,

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υπάρχουν επίσημα ευρωπαϊκά στοιχεία σχετικά με τις καταστάσεις ακραίας φτώχειας, όπως είναι η περίπτωση των αστέγων, και, ως εκ τούτου, καθίσταται δύσκολη η παρακολούθηση των σημερινών τάσεων,

ΙΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Έτος για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού πρέπει να αποτελέσει μια ευκαιρία για την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης σε σχέση με τη φτώχεια και τον συνδεόμενο με αυτήν κοινωνικό αποκλεισμό, και την βελτίωση της πολιτικής ανταπόκρισης για την αντιμετώπιση αυτού του αποκλεισμού, και να προωθήσει την ενεργό ένταξη, επαρκές εισόδημα, την πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες και υποστηρικτικές προσεγγίσεις στην αξιοπρεπή εργασία, πράγμα που απαιτεί μια δίκαιη ανακατανομή του πλούτου και προϋποθέτει μέτρα και πολιτικές που να διασφαλίζουν αποτελεσματική οικονομική και κοινωνική συνοχή, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και μεταξύ των ευρωπαϊκών περιφερειών, και ότι το ελάχιστο εισόδημα μπορεί να αποτελέσει το κατάλληλο σύστημα για την προστασία των περιθωριοποιημένων και ευάλωτων ατόμων,

ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι βασικοί στόχοι και αρχές του Ευρωπαϊκού Έτους για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού είναι η αναγνώριση των δικαιωμάτων, η συνυπευθυνότητα και η συμμετοχή, η συνοχή, η δέσμευση και οι συγκεκριμένες ενέργειες,

ΙΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να αξιολογηθεί σωστά το οικονομικό και το χρηματοπιστωτικό κλίμα στην ΕΕ των 27 προκειμένου να ενθαρρυνθούν τα κράτη μέλη να θεσπίσουν ένα κατώτατο όριο ελάχιστου εισοδήματος, το οποίο θα βοηθήσει στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου προωθώντας παράλληλα την ανταγωνιστικότητα,

ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δεσμευτεί για την επίτευξη των στόχων της Χιλιετίας των Ηνωμένων Εθνών και του ψηφίσματος που διακηρύσσει τη δεύτερη δεκαετία των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη της φτώχειας (2008-2017),

ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη τον πολυδιάστατο χαρακτήρα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, την ύπαρξη ιδιαίτερα ευάλωτων και εξαρτώμενων πληθυσμιακών ομάδων (παιδιά, γυναίκες, ηλικιωμένοι, άτομα με ειδικές ανάγκες και άλλα), συμπεριλαμβανομένων των μεταναστών, των εθνικών μειονοτήτων, των πολυμελών ή των μονογονεϊκών οικογενειών, των ασθενών που έχουν πληγεί από χρόνιες παθήσεις και των αστέγων, καθώς και την ανάγκη ενσωμάτωσης, στις άλλες ευρωπαϊκές πολιτικές, των μέτρων και των μέσων για την πρόληψη και την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού· λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να ορισθούν κατευθυντήριες γραμμές για τα κράτη μέλη προκειμένου να τις συμπεριλάβουν στις εθνικές πολιτικές τους, ούτως ώστε να εξασφαλισθούν ποιοτικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και προστασίας, η πρόσβαση για όλους σε προσβάσιμες δημόσιες υποδομές και σε ποιοτικές δημόσιες υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος, σε αξιοπρεπείς και ποιοτικές συνθήκες εργασίας και θέσεις απασχόλησης, παράλληλα με δικαιώματα, καθώς και σε ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα που θα επιτρέπει τον αποκλεισμό της φτώχειας και θα δίδει στον καθένα τη δυνατότητα να συμμετέχει στην κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική ζωή και να ζει με αξιοπρέπεια,

Κ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η επίπτωση των τεράστιων επιπέδων φτώχειας δεν περιορίζεται στην κοινωνική συνοχή στο εσωτερικό της Ευρώπης, αλλά επεκτείνεται και στην οικονομία μας, στο βαθμό που ο αποκλεισμός μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας μας σε μόνιμη βάση αποδυναμώνει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας και αυξάνει την πίεση στους κρατικούς προϋπολογισμούς μας,

ΚΑ. λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη εδραίωσης ενός ευρύτερου στόχου, κυρίως ατό πλαίσιο της στρατηγικής Ευρώπη 2020, δίνοντας προτεραιότητα στην οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή και στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, γεγονός που συνεπάγεται μια ισορροπία μεταξύ των οικονομικών πολιτικών, των πολιτικών στον τομέα της απασχόλησης, των κοινωνικών, περιφερειακών και περιβαλλοντικών πολιτικών, καθώς και τη δίκαιη ανακατανομή του πλούτου και του εισοδήματος, έχοντας υπόψη τις δραματικές αλλαγές στα ποσοστά εξάρτησης, εξού και η ανάγκη εκπόνησης κοινωνικών μελετών αντικτύπου για όλες τις αποφάσεις, καθώς και εφαρμογής της οριζόντιας κοινωνικής ρήτρας της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 9),

ΚΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας αποτελεί θεμελιώδη αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η δράση της οποίας αποβλέπει στην προώθηση της πλήρους απασχόλησης και της κοινωνικής προόδου, στην καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και των διακρίσεων, καθώς και στην προαγωγή της δικαιοσύνης και της κοινωνικής προστασίας,

ΚΓ. λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη διασφάλισης της εφαρμογής, της αύξησης και της καλύτερης χρήσης των διαρθρωτικών ταμείων για την πρόληψη της φτώχειας, την επίτευξη της κοινωνικής ένταξης και για τη δημιουργία προσβάσιμων ποιοτικών θέσεων εργασίας και εργασίας με δικαιώματα,

ΚΔ. λαμβάνοντας υπόψη τον ρόλο των συστημάτων κοινωνικής προστασίας για την εξασφάλιση του αναγκαίου για την ανάπτυξη επιπέδου κοινωνικής συνοχής με στόχο τη διασφάλιση της κοινωνικής ένταξης και την άμβλυνση των κοινωνικών επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης, γεγονός που σημαίνει εγγυημένο ελάχιστο ατομικό εισόδημα σε εθνικό επίπεδο, το οποίο θα αποτρέπει τη φτώχεια, βελτίωση του επιπέδου προσόντων και κατάρτισης των ατόμων που έχουν αποκλειστεί από την αγορά εργασίας λόγω ανταγωνιστικών πιέσεων και διασφάλιση ίσων ευκαιριών στην αγορά εργασίας και στην άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων,

ΚΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εισαγωγή και η ενίσχυση συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος αποτελεί έναν σημαντικό και αποτελεσματικό εργαλείο για την αντιμετώπιση της φτώχειας υποστηρίζοντας την κοινωνική ένταξη και την πρόσβαση στην αγορά εργασίας και επιτρέποντας στους ανθρώπους να ζουν αξιοπρεπώς,

ΚΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα συστήματα ελάχιστου εισοδήματος αποτελούν σημαντικό εργαλείο για την εγγύηση της ασφάλειας των ατόμων που πρέπει να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες του κοινωνικού αποκλεισμού και της ανεργίας, και για την υποστήριξη της πρόσβασης στην αγορά εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εν λόγω συστήματα ελάχιστου εισοδήματος διαδραματίζουν ανάλογο ρόλο στην αναδιανομή του πλούτου και τη διασφάλιση της αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης και ότι, ιδίως σε περιόδους κρίσης, αναπτύσσουν αντικυκλική δράση, παρέχοντας επιπλέον πόρους που ενισχύουν τη ζήτηση και την κατανάλωση στην εσωτερική αγορά,

ΚΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Ευρωβαρόμετρου για τη στάση των πολιτών της ΕΕ απέναντι στη φτώχεια, στη μεγάλη πλειονότητά τους (73 %) πιστεύουν ότι η φτώχεια είναι ένα πρόβλημα που μαστίζει τις χώρες τους, σε ποσοστό 89 % ζητούν από τις κυβερνήσεις τους επείγουσα δράση για την καταπολέμησή της και σε ποσοστό 74 % αναμένουν από την ΕΕ να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο πλαίσιο αυτό,

ΚΗ.  λαμβάνοντας υπόψη τις οδυνηρές κοινωνικές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, η οποία οδήγησε πάνω από 6 εκατομμύρια ευρωπαίους πολίτες εκτός εργασίας κατά την τελευταία διετία,

ΚΘ.  λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης και τις επιπτώσεις της στην αύξηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, με την άνοδο της ανεργίας (από 6,7 % στις αρχές του 2008 σε 9,5 % στα τέλη του 2009) και τη μακροχρόνια ανεργία να πλήττει έναν στους τρεις ανέργους, μια κατάσταση που είναι χειρότερη σε χώρες με πιο ευάλωτες οικονομίες,

Λ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένα κράτη μέλη δέχονται πιέσεις από το Συμβούλιο και την Επιτροπή και από διεθνείς οργανισμούς, όπως το ΔΝΤ, ώστε να μειώσουν, σε σύντομο χρονικό διάστημα, τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα, τα οποία έγιναν βαθύτερα εξαιτίας της κρίσης, και να προβούν σε περικοπές των δαπανών, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών δαπανών, γεγονός που αποδυναμώνει το κοινωνικό κράτος και επιδεινώνει τη φτώχεια,

ΛΑ.  λαμβάνοντας υπόψη την αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων σε ορισμένα κράτη μέλη, ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, της οικονομικής ανισότητας στην κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου, των ανισοτήτων στην αγορά εργασίας, με συνέπεια την κοινωνική ανασφάλεια, της άνισης πρόσβασης στις κοινωνικές υπηρεσίες του κράτους, όπως π.χ. η κοινωνική ασφάλιση, η υγεία, η εκπαίδευση, η δικαιοσύνη και άλλες,

ΛΒ.  λαμβάνοντας υπόψη την υλοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής για την κοινωνική ένταξη, ιδίως των στόχων και του αντίστοιχου ευρωπαϊκού προγράμματος που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισαβόνας, στις αρχές του 2000, με την εφαρμογή της ανοικτής μεθόδου συντονισμού και των κοινών στόχων που πρέπει να επιτευχθούν στο πλαίσιο των εθνικών σχεδίων δράσης,

ΛΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν πολλοί άστεγοι σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για διάφορους λόγους, γεγονός που απαιτεί τη λήψη ειδικών μέτρων με στόχο την κοινωνική τους ένταξη,

1.      επισημαίνει την ανάγκη λήψης συγκεκριμένων μέτρων τα οποία να εξαλείφουν τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, διερευνώντας τα πεδία που θα επιτρέψουν την επανένταξη στην αγορά εργασίας, προωθώντας μια δίκαιη ανακατανομή του εισοδήματος και του πλούτου, εξασφαλίζοντας επαρκές εισόδημα και δίνοντας έτσι πραγματικό νόημα και περιεχόμενο στο Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και εξασφαλίζοντας επιπλέον μια ισχυρή πολιτική κληρονομιά για την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της Χιλιετίας, συμπεριλαμβανομένης της διασφάλισης ίδιων συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος για την πρόληψη της φτώχειας και την προώθηση της κοινωνικής ένταξης βάσει των διαφόρων εθνικών πρακτικών, συλλογικών συμβάσεων ή της νομοθεσίας των κρατών μελών σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, και καταβάλλοντας δραστήριες προσπάθειας για την προώθηση επαρκών συστημάτων εισοδήματος και κοινωνικής προστασίας· καλεί τα κράτη μέλη να επανεξετάσουν τις πολιτικές για τη διασφάλιση ενός επαρκούς εισοδήματος, έχοντας επίγνωση του γεγονότος ότι για την καταπολέμηση της φτώχειας απαιτείται η δημιουργία αξιοπρεπών και βιώσιμων θέσεων απασχόλησης, για τις μειονεκτούσες στην αγορά εργασίας κοινωνικές κατηγορίες· πιστεύει ότι όλοι οι εργαζόμενοι πρέπει να μπορούν να ζουν με αξιοπρέπεια· θεωρεί ότι η πολιτική ενός κράτους πρόνοιας συνεπάγεται επίσης μια δραστήρια πολιτική σε θέματα αγοράς εργασίας·

2.      υπενθυμίζει ότι η πρόσφατη οικονομική επιβράδυνση, η αύξηση του ποσοστού της ανεργίας και η μείωση της προσφοράς εργασίας, εκθέτουν πολλούς ανθρώπους στον κίνδυνο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, αυτό δε ισχύει ιδιαίτερα για ορισμένα κράτη μέλη, που πλήττονται από μακροχρόνια ανεργία ή αεργία·

3.      απαιτεί να υπάρξει πραγματική πρόοδος ως προς την επάρκεια των συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος, ούτως ώστε να διασφαλισθεί η έξοδος κάθε παιδιού, ενηλίκου και ηλικιωμένου ατόμου από τη φτώχεια και να τους δοθεί το δικαίωμα να ζουν με αξιοπρέπεια·

4.      επισημαίνει τις διαφορές που υπάρχουν σε διάφορους τομείς (υγεία, στέγαση, εκπαίδευση, εισόδημα και απασχόληση) μεταξύ των κοινωνικών ομάδων που ζουν σε καθεστώς φτώχειας· καλεί δε την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να λάβουν τις διαφορές αυτές υπόψη τους στο πλαίσιο των στοχευμένων μέτρων τους· επισημαίνει ότι το πλέον αποτελεσματικό μέσον για τη μείωση της φτώχειας είναι να καταστεί η αγορά εργασίας προσβάσιμη σε όλους·

5.      επισημαίνει την ανάγκη να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στα προγράμματα δια βίου εκπαίδευσης ως βασικού εργαλείου καταπολέμησης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, μέσω της ενίσχυσης της ικανότητας επαγγελματικής ένταξης, της πρόσβασης στη γνώση και την αγορά εργασίας· θεωρεί αναγκαίο να εφαρμοσθούν μέτρα που θα ενθαρρύνουν την μεγαλύτερη συμμετοχή των εργαζομένων, των ανέργων και όλων των ευπαθών κοινωνικών ομάδων στη δια βίου εκπαίδευση και μέτρα που θα επιτρέπουν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά οι παράγοντες που οδηγούν στην εγκατάλειψη των δομών της, εφόσον η αναβάθμιση των επαγγελματικών δεξιοτήτων και η απόκτηση νέων μπορεί να λειτουργήσει είτε ως μέσο επιτάχυνσης της επανεισδοχής στην αγορά εργασίας, είτε ως μέσο αύξησης της παραγωγικότητας ή ανεύρεσης μιας καλύτερης ποιοτικά εργασίας·

6.      υπογραμμίζει την ανάγκη να αναληφθεί συγκεκριμένη δράση σε επίπεδο κρατών μελών για τη θέσπιση κατώτατου ορίου ελάχιστου εισοδήματος, επί τη βάσει των σχετικών δεικτών, το οποίο θα εγγυάται την κοινωνικοοικονομική συνοχή, τον περιορισμό του κινδύνου των διαφορετικών επιπέδων αμοιβής για την ίδια εργασία, τη μείωση του κινδύνου ύπαρξης φτωχού πληθυσμού σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, και κάνει έκκληση για εντονότερες συστάσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με αυτού του είδους τις ενέργειες·

7.      υπογραμμίζει ότι η απασχόληση πρέπει να θεωρείται ως το πιο αποτελεσματικό μέσο προστασίας από τη φτώχεια και, συνεπώς, απαιτείται η λήψη μέτρων που να ενθαρρύνουν την απασχόληση των γυναικών, καθορίζοντας ποιοτικούς στόχους για τις προσφερόμενες θέσεις εργασίας·

8.      υπογραμμίζει την ανάγκη ανάληψης δράσης τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο για την προάσπιση των πολιτών - καταναλωτών έναντι των καταχρηστικών όρων αποπληρωμής δανείων και πιστωτικών καρτών και για τη θέσπιση των όρων πρόσβασης στη δανειοληψία, με σκοπό την αποτροπή της υπερχρέωσης των νοικοκυριών που με αυτό τον τρόπο οδηγούνται στη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό·

9.      τονίζει την πολυδιάστατη φύση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, και εμμένει στην ανάγκη να διασφαλιστεί η ενσωμάτωση των κοινωνικών στόχων και στη σημασία της κοινωνικής διάστασης και της βιωσιμότητας των μακροοικονομικών πολιτικών· κρίνει ότι οι κοινωνικοί στόχοι πρέπει να αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος της στρατηγικής για την έξοδο από την κρίση καθώς και της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής· αυτό συνεπάγεται μια συγκλίνουσα κοινωνική κατευθυντήρια γραμμή και την αποτελεσματική εκτίμηση του κοινωνικού αντικτύπου που θα διασφαλίσει τον επανακαθορισμό των προτεραιοτήτων και των πολιτικών, ιδίως των νομισματικών πολιτικών, των πολιτικών στον τομέα της απασχόλησης, των κοινωνικών και μακροοικονομικών πολιτικών, συμπεριλαμβανομένου του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης, των πολιτικών ανταγωνισμού, της εσωτερικής αγοράς, και των δημοσιονομικών και φορολογικών πολιτικών· είναι της γνώμης ότι οι εν λόγω πολιτικές δεν πρέπει να αποτελέσουν φραγμό στην κοινωνική συνοχή αλλά να εγγυώνται την εφαρμογή των σχετικών μέτρων και την προαγωγή της ισότητας των ευκαιριών προκειμένου να διασφαλισθεί η σε μόνιμη βάση έξοδος από την κρίση, η επάνοδος στη δημοσιονομική εξυγίανση και η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που χρειάζεται η οικονομία για να επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης και στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης· ζητεί τη θέσπιση πολιτικών έμπρακτης στήριξης των κρατών μελών που το έχουν περισσότερη ανάγκη, μέσω κατάλληλων μηχανισμών·

10.    θεωρεί ότι η δημιουργία θέσεων εργασίας πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, και ένα πρώτο βήμα για τη μείωση της φτώχειας·

11.    εκτιμά ότι τα συστήματα ελάχιστου εισοδήματος πρέπει να ενσωματωθούν σε μια στρατηγική προσέγγιση με στόχο την κοινωνική ένταξη, που θα περιλαμβάνει τόσο γενικές πολιτικές όσο και στοχευμένα μέτρα – σχετικά με τη στέγαση, την υγειονομική περίθαλψη, την εκπαίδευση και την κατάρτιση, καθώς και τις κοινωνικές υπηρεσίες – που θα βοηθούν τους ανθρώπους να εξέλθουν από τη φτώχεια και θα τους παροτρύνουν να δραστηριοποιηθούν με σκοπό την κοινωνική ένταξη και την πρόσβαση στην αγορά εργασίας· θεωρεί ότι ο πραγματικός στόχος των συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος δεν είναι απλώς η παροχή βοήθειας αλλά, κυρίως, η στήριξη των δικαιούχων για τη μετάβασή τους από καταστάσεις κοινωνικού αποκλεισμού στην ενεργό ζωή·

12.    επιμένει στην ανάγκη να ληφθούν υπόψη τα εξαρτώμενα μέλη κατά τον καθορισμό του ύψους του ελάχιστου εισοδήματος, κυρίως τα παιδιά, με στόχο να σπάσει ο φαύλος κύκλος της παιδικής φτώχειας· θεωρεί άλλωστε ότι η Επιτροπή θα πρέπει να εκπονεί ετήσια έκθεση σχετικά με την πρόοδο στον τομέα της καταπολέμησης της παιδικής φτώχειας·

13.    εμμένει στην ανάγκη αλλαγής των πολιτικών λιτότητας που επιβάλλονται σε ορισμένες χώρες με στόχο την καταπολέμηση της κρίσης και υπογραμμίζει τη σημασία λήψης αποτελεσματικών μέτρων αλληλεγγύης, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης, της κινητικότητας, της πρόβλεψης των μεταβιβάσεων και της μείωσης της συγχρηματοδότησης του κοινοτικού προϋπολογισμού, με στόχο τη δημιουργία αξιοπρεπών θέσεων απασχόλησης, την ενίσχυση των παραγωγικών τομέων, την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, και την αποφυγή νέων εξαρτήσεων και την επιδείνωση του χρέους·

14.    θεωρεί ότι η θέσπιση συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος σε όλα τα κράτη μέλη – που θα αποτελούνται από συγκεκριμένα μέτρα για την στήριξη των ατόμων που διαθέτουν ανεπαρκές εισόδημα με οικονομικές παροχές και διευκόλυνση της πρόσβασής τους στις υπηρεσίες – αποτελεί ένα από τα πλέον αποτελεσματικά μέτρα καταπολέμησης της φτώχειας, εγγύησης ενός επαρκούς βιοτικού επιπέδου και ενθάρρυνσης της κοινωνικής ένταξης·

15.    θεωρεί ότι τα συστήματα επαρκούς ελάχιστου εισοδήματος πρέπει να οριστούν στο 60 % τουλάχιστον του διάμεσου εισοδήματος του οικείου κράτους·

16.    εμμένει στην ανάγκη αξιολόγησης της πολιτικής κοινωνικής ένταξης, της εφαρμογής της ανοιχτής μεθόδου συντονισμού, της εκπλήρωσης των κοινών στόχων και των εθνικών σχεδίων δράσης ενόψει της αύξησης της φτώχειας, για μια πιο δεσμευτική δράση σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, και για την καταπολέμηση της φτώχειας μέσω πιο ολοκληρωμένων, συνεκτικών και διαρθρωμένων πολιτικών με στόχο την εξάλειψη της απόλυτης φτώχειας και της παιδικής φτώχειας έως το 2015 και την ουσιαστική μείωση της σχετικής φτώχειας·

17.    επαναλαμβάνει ότι, ανεξάρτητα από τη σημασία τους, τα συστήματα ελάχιστου εισοδήματος πρέπει να συνοδεύονται από μια συντονισμένη στρατηγική σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο που θα επικεντρώνεται σε ευρείες δράσεις και συγκεκριμένα μέτρα, όπως π.χ. από ενεργές πολιτικές της αγοράς εργασίας για τις ομάδες εκείνες που απέχουν περισσότερο από την αγορά εργασίας, εκπαίδευση και κατάρτιση για τα άτομα με τις λιγότερες δεξιότητες, βασικό μισθό, πολιτικές σε θέματα κοινωνικής κατοικίας και παροχή προσιτών, προσβάσιμων και υψηλής ποιότητας δημοσίων υπηρεσιών·

18.    εμμένει στην προώθηση της κοινωνικής ενσωμάτωσης και ένταξης, με στόχο τη διασφάλιση με αποτελεσματικό τρόπο του σεβασμού των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και στις σαφείς δεσμεύσεις σε σχέση με τη διαμόρφωση των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των εθνικών πολιτικών για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού· κρίνει απαραίτητη τη διασφάλιση της καλύτερης πρόσβασης όλων, χωρίς φυσικούς και επικοινωνιακούς φραγμούς, στην αγορά εργασίας, στις υπηρεσίες δημόσιας υγείας, στην εκπαίδευση και στην κατάρτιση (από την προσχολική εκπαίδευση έως τον πρώτο κύκλο πανεπιστημιακών σπουδών), στην επαγγελματική κατάρτιση, στην κοινωνική κατοικία, στην παροχή ενέργειας, και στην κοινωνική προστασία· θεωρεί ότι οι θέσεις απασχόλησης πρέπει να είναι προσπελάσιμες, ποιοτικές και να συνοδεύονται από δικαιώματα· είναι της άποψης ότι οι αμοιβές πρέπει να είναι αξιοπρεπείς και οι συντάξεις να συνοδεύονται από ένα βασικό επίδομα γήρατος ώστε να επιτραπεί στους συνταξιούχους που εργάσθηκαν όλη τους τη ζωή να λαμβάνουν αξιοπρεπείς συντάξεις· προσθέτει ότι στα συστήματα επαρκούς ελάχιστου εισοδήματος για όλους πρέπει να προβλέπεται εκ των προτέρων ο κίνδυνος της φτώχειας και να διασφαλίζεται η κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική ένταξη στα πλαίσια της τήρησης των εθνικών πρακτικών, των συλλογικών συμβάσεων και της νομοθεσίας των κρατών μελών· επισημαίνει εξάλλου ότι, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, όσο περισσότερο επενδύουν τα κράτη μέλη στις διάφορες αυτές πολιτικές, τόσο λιγότερο θα είναι αναγκαίο ένα σύστημα που θα βασίζεται στο ελάχιστο οικογενειακό εισόδημα· υπογραμμίζει ότι τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να θεσπίζονται με απόλυτο σεβασμό της αρχής της επικουρικότητας και των διάφορων πρακτικών, συλλογικών συμβάσεων και εθνικών νομοθεσιών των κρατών μελών· κρίνει ότι μόνο με τον τρόπο αυτό μπορεί να εξασφαλισθεί για όλους το δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική ζωή·

19.    εφιστά και πάλι την προσοχή στις ανάγκες των νέων που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσκολίες όσον αφορά την οικονομική και κοινωνική τους ένταξη και που διατρέχουν τον κίνδυνο να εγκαταλείψουν πρόωρα την σχολική εκπαίδευση· καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ώστε η καταπολέμηση της ανεργίας των νέων να αποτελεί ειδικό στόχο, με ειδικές προτεραιότητες, μέσω της έγκρισης μέτρων συγκεκριμένης δράσης και επαγγελματικής κατάρτισης, της υποστήριξης των προγραμμάτων της Ένωσης (δια βίου μάθηση, Erasmus, Mundus) και της ενθάρρυνσης της επιχειρηματικότητας·

20.    επισημαίνει ότι η πρόωρη εγκατάλειψη της σχολικής εκπαίδευσης καθώς επίσης και η περιορισμένη πρόσβαση στην ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση είναι βασικοί παράγοντες διαμόρφωσης ενός υψηλού ποσοστού μακροχρόνιας ανεργίας και αποτελούν πλήγμα στην κοινωνική συνοχή· κρίνει ότι, επειδή αυτά τα δύο σημεία συγκαταλέγονται μεταξύ των μεγάλων στόχων της Επιτροπής στη στρατηγική Ευρώπη 2020, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην κατάρτιση συγκεκριμένων δράσεων και πολιτικών σχετικά με την πρόσβαση των νέων στην εκπαίδευση μέσω παροχής υποτροφιών, επιδομάτων σπουδών, φοιτητικών δανείων και πρωτοβουλιών για την ενίσχυση της δυναμικής της σχολικής εκπαίδευσης·

21.    εκτιμά ότι η Επιτροπή πρέπει να μελετήσει τις επιπτώσεις που θα έχει για κάθε κράτος μέλος μια νομοθετική πρωτοβουλία από την πλευρά της σχετικά με τη θέσπιση ενός βασικού μισθού σε ευρωπαϊκό επίπεδο· συνιστά κυρίως η διαφορά ανάμεσα στο επαρκές ελάχιστο εισόδημα και τον βασικό μισθό στο οικείο κράτος μέλος, καθώς και οι συνέπειές της στην είσοδο στην αγορά εργασίας να αποτελέσουν αντικείμενο της συγκεκριμένης μελέτης·

22.    επισημαίνει τη σημασία της θέσπισης κανόνων αποζημίωσης σχετικά με το επίδομα ανεργίας που θα επιτρέπει στους δικαιούχους να αποφύγουν τη φτώχεια, και της ενθάρρυνσης των κρατών μελών να λάβουν μέτρα που θα διευκολύνουν την επιστροφή στην αγορά εργασίας σε μη δημοφιλείς θέσεις εργασίας, διευκολύνοντας μεταξύ άλλων την κινητικότητα στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

23.    τονίζει ότι οι επενδύσεις στα συστήματα ελάχιστου εισοδήματος αποτελούν βασικό στοιχείο της πρόληψης και της μείωσης της φτώχειας και ότι, ακόμα και σε περιόδους κρίσης, τα συστήματα ελάχιστου εισοδήματος δεν πρέπει να θεωρούνται παράγοντες κόστους αλλά ουσιαστικό στοιχείο για την καταπολέμηση της κρίσης· τονίζει ότι οι πρώτες επενδύσεις για την καταπολέμηση της φτώχειας θα έχουν σημαντική απόδοση όσον αφορά τη μείωση του μακροχρόνιου κόστους για την κοινωνία·

24.    επισημαίνει τον ρόλο της κοινωνικής προστασίας, ιδίως υπό τη μορφή του επιδόματος ασθενείας, των οικογενειακών επιδομάτων, των συντάξεων και των επιδομάτων αναπηρίας, και καλεί τα κράτη μέλη να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στα πλέον ευάλωτα άτομα διασφαλίζοντάς τους ελάχιστα δικαιώματα, ακόμα και εάν είναι άνεργοι·

25.    επισημαίνει το θεμελιώδες δικαίωμα του ανθρώπου να διαθέτει επαρκείς πόρους και υπηρεσίες για να ζει με αξιοπρέπεια, στο πλαίσιο μιας σφαιρικής και συνεκτικής προσπάθειας για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού· καλεί τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο μιας ενεργούς στρατηγικής για την κοινωνική ένταξη, να θεσπίσουν τις αναγκαίες, σε εθνικό επίπεδο, πολιτικές για την οικονομική και κοινωνική ενσωμάτωση των ενδιαφερομένων·

26.    επισημαίνει τον αυξανόμενο αριθμό φτωχών εργαζόμενων και την ανάγκη αντιμετώπισης αυτής της νέας πρόκλησης μέσω του συνδυασμού διαφορετικών μέσων· ζητεί οι ελάχιστες αποδοχές διαβίωσης να υπερβαίνουν πάντα το όριο της φτώχειας και οι εργαζόμενοι οι οποίοι, για διάφορους λόγους, παραμένουν κάτω από το όριο της φτώχειας, να λαμβάνουν ενισχύσεις χωρίς όρους και με απλές διαδικασίες είσπραξης· επισημαίνει την καλή εμπειρία των Ηνωμένων Πολιτειών οι οποίες εφαρμόζουν τον αρνητικό φόρο εισοδήματος επιτρέποντας στους χαμηλόμισθους εργαζόμενους να υπερβούν το όριο της φτώχειας·

27.    σημειώνει ότι η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Ευρώπη 2020 – στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη», προτείνει να ορίσει η ΕΕ πέντε μεγάλους στόχους μεταξύ δε αυτών εκείνον της μείωσης κατά 20 εκατομμύρια του αριθμού των ατόμων που απειλούνται από τη φτώχεια· υπενθυμίζει ότι αυτός ο στόχος υπολείπεται των αρχικών φιλοδοξιών της στρατηγικής της Λισαβόνας που δυστυχώς δεν υλοποιήθηκαν (εξάλειψη της φτώχειας)· πιστεύει ότι η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός πρέπει να εξαλειφθούν μέσω αξιόπιστων, συγκεκριμένων και δεσμευτικών μέτρων· πιστεύει ότι ο αριθμός αυτός είναι πολύ μικρός και ότι δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί ο στόχος μιας Ευρώπης χωρίς φτώχεια· κρίνει ότι, προς τούτο, πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα και να προστεθεί σε αυτόν τον αριθμητικό σε απόλυτες τιμές στόχο ένας στόχος μείωσης της φτώχειας ανά κράτος μέλος, προκειμένου να δοθούν κίνητρα σε κάθε κράτος μέλος να συμμετάσχει στην υλοποίηση του στόχου αυτού, και να καταστεί αξιόπιστος με τη στήριξη κατάλληλων μέτρων, ιδίως όσον αφορά τις πολιτικές στήριξης των εξαρτώμενων ατόμων· είναι της γνώμης ότι αυτός ο στόχος πρέπει να υλοποιηθεί με συγκεκριμένα και κατάλληλα μέτρα, ιδίως μέσω της θέσπισης συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος από όλα τα κράτη μέλη·

28.    θεωρεί προτεραιότητα την καταπολέμηση των κοινωνικών ανισοτήτων, κυρίως της οικονομικής ανισότητας στην κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου, των ανισοτήτων στην αγορά εργασίας, που συνεπάγονται κοινωνική ανασφάλεια, ανισότητα στην πρόσβαση στις κοινωνικές υπηρεσίες του κράτους, όπως είναι η κοινωνική ασφάλιση, η υγεία, η εκπαίδευση, η δικαιοσύνη και άλλες·

29.    καλεί το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να στηρίξουν τον κεντρικό στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για την καταπολέμηση της φτώχειας στον δείκτη σχετικής φτώχειας (60 % του εθνικού διάμεσου εισοδήματος), όπως εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Laeken τον Δεκέμβριο του 2001, διότι ο εν λόγω δείκτης επανατοποθετεί την πραγματικότητα της φτώχειας στο πλαίσιο κάθε κράτους μέλους, δεδομένου ότι αντικατοπτρίζει μια προσέγγιση για τη φτώχεια ως σχετικής κατάστασης·

30.    καλεί τα κράτη μέλη να μεταφράσουν τον κεντρικό στόχο της ΕΕ σχετικά με τη φτώχεια σε συγκεκριμένους και εφικτούς εθνικούς στόχους που αφορούν ζητήματα προτεραιότητας της στρατηγικής κοινωνικής ένταξης της ΕΕ, όπως η εξάλειψη του προβλήματος των αστέγων που ζουν στον δρόμο ως το 2015, σύμφωνα με τη γραπτή δήλωση αριθ. 0111/2007·

31.    θεωρεί ότι η κατάσταση των αστέγων χρήζει ιδιαίτερης προσοχής και ότι απαιτεί επιπρόσθετα μέτρα, είτε από τα κράτη μέλη είτε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με στόχο την πλήρη κοινωνική τους ένταξη μέχρι το 2015, γεγονός που προϋποθέτει τη συγκέντρωση συγκρίσιμων στοιχείων και αξιόπιστων στατιστικών δεδομένων σε κοινοτικό επίπεδο, την ετήσια δημοσιοποίησή τους που να συνοδεύεται από την καταγεγραμμένη πρόοδο και τους στόχους που ορίζονται στις αντίστοιχες εθνικές και κοινοτικές στρατηγικές για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού·

32.    θεωρεί ότι αποτελεί υποχρέωση κάθε κράτους μέλους να λάβει κάθε κατάλληλο μέτρο προκειμένου να προλαμβάνει επισφαλείς οικονομικές καταστάσεις για τους πολίτες του αποφεύγοντας τον υπέρμετρο δανεισμό τους, ιδίως με τη μορφή τραπεζικών δανείων, εξετάζοντας το ενδεχόμενο φορολόγησης των τραπεζών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που συμφωνούν να χορηγούν δάνεια σε άτομα χωρίς φερεγγυότητα·

33.    εκτιμά ότι τα κράτη μέλη πρέπει να δεσμευθούν ρητά για τη υλοποίηση της ενεργητικής ένταξης: μειώνοντας τις προϋποθέσεις, επενδύοντας στην ενεργοποίηση της ενίσχυσης, υποστηρίζοντας το επαρκές ελάχιστο εισόδημα και διαφυλάσσοντας τα κοινωνικά πρότυπα, απαγορεύοντας τις περικοπές του προϋπολογισμού σε βασικές δημόσιες υπηρεσίες, ώστε να μην πληρώσουν οι φτωχοί για την κρίση·

34.    θεωρεί ότι οι διάφορες εμπειρίες των ελάχιστων εισοδημάτων και του βασικού εισοδήματος χωρίς όρους για όλους, σε συνδυασμό με συμπληρωματικά μέτρα κοινωνικής ένταξης και προστασίας, δείχνουν ότι πρόκειται για αποτελεσματικά εργαλεία για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, και για την εξασφάλιση μιας ζωής με αξιοπρέπεια για όλους· ζητεί, ως εκ τούτου, από την Επιτροπή να αναλάβει πρωτοβουλία που να υποστηρίζει άλλες εμπειρίες στα κράτη μέλη, στις οποίες λαμβάνονται υπόψη και ενθαρρύνονται οι βέλτιστες πρακτικές, και με τις οποίες εξασφαλίζονται μεμονωμένα διαφορετικά πρότυπα επαρκούς ελάχιστου εισοδήματος και βασικού εισοδήματος, βάσει των οποίων αποτρέπεται το ενδεχόμενο να χρησιμοποιηθεί η φτώχεια ως μέσο για την εξάλειψη της φτώχειας, και για την εξασφάλιση της κοινωνικής δικαιοσύνης και των ίσων ευκαιριών για όλους, η ανάγκη των οποίων πρέπει να στοιχειοθετείται στην αντίστοιχη περιφερειακή κλίμακα, με τήρηση της αρχής της επικουρικότητας και χωρίς να υπονομεύονται οι ιδιαιτερότητες του κάθε κράτους μέλους· κρίνει ότι αυτή η πρωτοβουλία της Επιτροπής πρέπει να καταλήξει στην εκπόνηση σχεδίου δράσης που θα αποσκοπεί να συνοδεύει την υλοποίηση ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για το ελάχιστο εισόδημα στα κράτη μέλη, με σεβασμό των διαφόρων εθνικών πρακτικών, συλλογικών συμβάσεων και νομοθεσιών των κρατών μελών για την επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

–  του καθορισμού κοινών προτύπων και δεικτών σχετικά με την επιλεξιμότητα και τις προϋποθέσεις πρόσβασης στο ελάχιστο εισόδημα,

–  του ορισμού των κριτηρίων για να αξιολογηθεί το ποια θεσμικά και εδαφικά επίπεδα –συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων και των οικείων ενδιαφερόμενων μερών– θα μπορούσαν να είναι καταλληλότερα για την εφαρμογή των μέτρων σχετικά με το ελάχιστο εισόδημα,

–  του ορισμού κοινών δεικτών και σημείων αναφοράς για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων, των συνεπειών και της αποτελεσματικότητας της πολιτικής κατά της φτώχειας,

–  της διασφάλισης της παρακολούθησης και της αποτελεσματικής ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών,

35.    επιβεβαιώνει ότι ένα λογικό ελάχιστο εισόδημα είναι απαραίτητο στοιχείο για την αξιοπρεπή διαβίωση του ανθρώπου και αποτελεί, μαζί με την κοινωνική συμμετοχή, προϋπόθεση για την πλήρη ανάπτυξη των δυνατοτήτων εκάστου και για τη συνεργασία όλων στη δημοκρατική διαμόρφωση της κοινωνίας· υπογραμμίζει ότι τα εισοδήματα που εξασφαλίζουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης συνεισφέρουν επιπροσθέτως, σε επίπεδο εθνικής πολιτικής, σε μια θετική δυναμική, και συνακόλουθα, στη διασφάλιση της ευημερίας·

36.    θεωρεί ότι στην πρωτοβουλία της Επιτροπής για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η σύσταση 92/441/ΕΟΚ η οποία αναγνωρίζει «το θεμελιώδες ατομικό δικαίωμα επαρκών πόρων και παροχών που να εξασφαλίζουν αξιοπρεπή ανθρώπινη διαβίωση», και τονίζει ότι ο κεντρικός στόχος των καθεστώτων ενίσχυσης του εισοδήματος πρέπει να είναι η έξοδος των ανθρώπων από τη φτώχεια, επιτρέποντάς τους να ζουν με αξιοπρέπεια, συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων αναπηρίας και αξιοπρεπούς συνταξιοδότησης· υπό αυτήν την οπτική, συνιστά στην Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας κοινής μεθόδου υπολογισμού του ελάχιστου αναγκαίου ποσού και του κόστους διαβίωσης («καλάθι» αγαθών και υπηρεσιών) ούτως ώστε να διασφαλίσει συγκρίσιμες μονάδες μέτρησης του ορίου της φτώχειας και να καθορίσει τις μεθόδους της κοινωνικής παρέμβασης·

37.    καλεί τα κράτη μέλη να αναλάβουν επειγόντως δράση προκειμένου να βελτιώσουν το ποσοστό προσφυγής στις κοινωνικές παροχές, να παρακολουθούν τα επίπεδα μη προσφυγής σε αυτές και τα αίτια, αναγνωρίζοντας ότι η μη προσφυγή κυμαίνεται από 20-40% των παροχών, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, αυξάνοντας τη διαφάνεια, παρέχοντας αποτελεσματικότερη πληροφόρηση, υιοθετώντας αποτελεσματικότερες υπηρεσίες παροχής συμβουλών, απλοποιώντας τις διαδικασίες και θεσπίζοντας αποτελεσματικά μέτρα και πολιτικές για την καταπολέμηση του στιγματισμού και των διακρίσεων που συνδέονται με τους δικαιούχους ελάχιστου εισοδήματος·

38.    υπογραμμίζει τη σημασία ύπαρξης ενός επιδόματος ανεργίας, που να διασφαλίζει στον δικαιούχο ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, αλλά και την ανάγκη μείωσης του χρόνου απουσίας από την εργασία, μέσω, μεταξύ άλλων, και της ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας των κρατικών υπηρεσιών ευρέσεως εργασίας·

39.    υπογραμμίζει την ανάγκη θέσπισης ασφαλιστικών ρυθμίσεων, προκειμένου να θεμελιωθεί διασύνδεση της κατώτατης προβλεπόμενης σύνταξης με το αντίστοιχο όριο της φτώχειας·

40.    επικρίνει τα κράτη μέλη στα οποία τα συστήματα ελάχιστου εισοδήματος δεν καλύπτουν το όριο της σχετικής φτώχειας· επαναλαμβάνει το αίτημά του προς τα κράτη μέλη προκειμένου η εν λόγω κατάσταση να διορθωθεί όσο το δυνατόν συντομότερα· ζητεί να εξετασθούν από την Επιτροπή οι καλές και οι κακές πρακτικές κατά την αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων δράσης·

41.    Εφιστά την προσοχή στις σημαντικές διακρίσεις λόγω ηλικίας όσον αφορά τα συστήματα ελάχιστου εισοδήματος, όπως η θέσπιση ελάχιστου εισοδήματος για παιδιά κάτω από το όριο της φτώχειας ή ο αποκλεισμός των νέων από τα συστήματα ελάχιστου εισοδήματος λόγω έλλειψης εισφορών κοινωνικής ασφάλισης· τονίζει ότι αυτές οι διακρίσεις θέτουν υπό αμφισβήτηση την απουσία όρων και την επάρκεια των συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος·

42.    υπογραμμίζει ότι επείγει η κατάρτιση και εφαρμογή κατάλληλων κοινωνικοοικονομικών δεικτών σε διάφορους τομείς όπως η υγεία, η στέγαση, η παροχή ενέργειας, η κοινωνική και πολιτιστική ένταξη, η κινητικότητα, η εκπαίδευση, τα εισοδήματα (όπως ο συντελεστής Gini που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της εξέλιξης του εισοδηματικού χάσματος), οι υλικές ελλείψεις, η απασχόληση και οι υπηρεσίες κοινωνικής αρωγής, οι οποίοι θα επιτρέπουν την παρακολούθηση και μέτρηση της προόδου που σημειώθηκε στην καταπολέμηση της φτώχειας και στο θέμα της κοινωνικής ένταξης, και θα υποβάλλονται κάθε χρόνο κατά την Παγκόσμια Ημέρα για την Καταπολέμηση της Φτώχειας (17 Οκτωβρίου), επισημαίνοντας την εξέλιξή της, σε συνάρτηση με το φύλο, τις ηλικιακές ομάδες, την οικογενειακή κατάσταση, τις καταστάσεις αναπηρίας, τη μετανάστευση, τις χρόνιες παθήσεις και τα διάφορα επίπεδα εισοδημάτων (60% του διάμεσου εισοδήματος, 50% του διάμεσου εισοδήματος, 40% του διάμεσου εισοδήματος), προκειμένου να ληφθεί υπόψη η σχετική φτώχεια, η ακραία φτώχεια και οι πιο ευάλωτες ομάδες· τονίζει την επείγουσα ανάγκη απόκτησης ευρωπαϊκών στατιστικών στοιχείων, πέραν των νομισματικών δεικτών για τις καταστάσεις ακραίας φτώχειας, όπως είναι οι άστεγοι που δεν καλύπτονται επί του παρόντος από τις στατιστικές «EU-SILC»· ζητεί να διαβιβάζονται κάθε χρόνο αυτοί οι κοινωνικοοικονομικοί δείκτες στο πλαίσιο μιας έκθεσης προς τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προκειμένου να υποβάλλονται σε συζήτηση και να καθορίζονται περαιτέρω συγκεκριμένες επιλογές δράσης·

43.    εμμένει στην ανάγκη πρόσθετων ειδικών παροχών στις μειονεκτούσες ομάδες (άτομα με αναπηρίες ή χρόνιες παθήσεις, μονογονεϊκές ή πολυμελείς οικογένειες) που να καλύπτουν τις πρόσθετες λόγω της κατάστασής τους δαπάνες, σε σχέση κυρίως με την ατομική υποστήριξη, τη χρήση συγκεκριμένων εγκαταστάσεων, την ιατρική περίθαλψη και την κοινωνική στήριξη·

44.    καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξετάσουν με ποιον τρόπο τα διάφορα μοντέλα βασικών εισοδημάτων που διασφαλίζονται χωρίς όρους και στοχεύουν στην αποφυγή της φτώχειας για όλους, μπορούν να συμβάλουν στην κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική ένταξη, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τον χαρακτήρα τους που δεν πρέπει να οδηγεί σε στιγματισμό και την ικανότητά τους να αποτρέπουν καταστάσεις συγκεκαλυμμένης φτώχειας·

45.    θεωρεί ότι όσον αφορά τις πολιτικές μείωσης της φτώχειας που συνοδεύουν τη θέσπιση ενός επαρκούς ελάχιστου εισοδήματος στα κράτη μέλη, πρέπει να επανεξετασθεί η ανοιχτή μέθοδος συντονισμού προκειμένου αυτή να επιτρέψει μια πραγματική ανταλλαγή ορθών πρακτικών μεταξύ των τελευταίων·

46.    επισημαίνει ότι το ελάχιστο εισόδημα θα επιτύχει τον στόχο του για την καταπολέμηση της φτώχειας μόνο εάν δεν φορολογείται και συνιστά να εξετασθεί το ενδεχόμενο σύνδεσης του επιπέδου του ελάχιστου εισοδήματος με τις διακυμάνσεις των χρεώσεων των υπηρεσιών κοινής ωφελείας·

47.    υπενθυμίζει ότι για τις γυναίκες, ο κίνδυνος να περιέλθουν σε κατάσταση ακραίας φτώχειας είναι μεγαλύτερος από ό, τι για τους άνδρες λόγω της ανεπάρκειας των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και των διακρίσεων που εξακολουθούν να υφίστανται, ιδίως στην αγορά εργασίας, με αποτέλεσμα να απαιτούνται ειδικές και πολλαπλές πολιτικές παρεμβάσεις, ανάλογα με το φύλο και τις ιδιαιτερότητες της κάθε κατάστασης·

48.    θεωρεί ότι η φτώχεια η οποία πλήττει εκείνους που ήδη απασχολούνται, υποδηλώνει άδικες συνθήκες εργασίας, και ζητεί την επικέντρωση των προσπαθειών στη βελτίωση της εν λόγω κατάστασης, μέσω της αμοιβής γενικά και των ελάχιστων μισθών ειδικότερα, ανεξάρτητα εάν αυτοί καθορίζονται από τον νόμο ή από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, και να διασφαλίζουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης·

49.    ζητεί την ένταξη των ατόμων που ζουν στη φτώχεια (πρέπει να ενθαρρύνονται ιδιαίτερα οι πρωτοβουλίες ενσωμάτωσής τους στην αγορά εργασίας) και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να καθιερώσουν διάλογο με τα άτομα και τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των ατόμων που βρίσκονται σε κατάσταση φτώχειας, των δικτύων τους καθώς και των κοινωνικών εταίρων· κρίνει ότι θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα ώστε τα άτομα που ζουν στη φτώχεια και οι οργανώσεις εκπροσώπησής τους να καταστούν ενδιαφερόμενα μέρη και να λάβουν τη στήριξη και επαρκείς οικονομικούς και άλλους πόρους που θα τους επιτρέψουν να συμμετάσχουν στην κατάρτιση, την εφαρμογή και την παρακολούθηση των πολιτικών, των μέτρων και των δεικτών σε ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, ιδίως σε σχέση με τα εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και με την ανοιχτή μέθοδο συντονισμού για την κοινωνική προστασία και ένταξη· υπογραμμίζει εξάλλου την ανάγκη να ενισχυθεί η δράση κατά των εργοδοτών που απασχολούν παρανόμως περιθωριοποιημένες ομάδες με μισθό κατώτερο του ελάχιστου εισοδήματος·

50.    θεωρεί ότι οι προσπάθειες κατά της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού πρέπει να συνεχιστούν και να επεκταθούν, προκειμένου να βελτιωθεί η κατάσταση των ατόμων που κινδυνεύουν περισσότερο από τη φτώχεια και τον αποκλεισμό, όπως οι εργαζόμενοι που απασχολούνται σε επισφαλή εργασία, οι άνεργοι, οι μονογονεϊκές οικογένειες, οι ηλικιωμένοι που ζουν μόνοι τους, οι γυναίκες, τα μειονεκτούντα παιδιά, καθώς και οι εθνικές μειονότητες, οι ασθενείς ή τα άτομα με αναπηρίες·

51.    εκφράζει τη βαθιά του λύπη για το γεγονός ότι ορισμένα κράτη μέλη φαίνεται να μην λαμβάνουν υπόψη τη σύσταση 92/441/ΕΟΚ του Συμβουλίου, που αναγνωρίζει το «θεμελιώδες ατομικό δικαίωμα επαρκών πόρων και παροχών που να εξασφαλίζουν αξιοπρεπή ανθρώπινη διαβίωση»·

52.    εμμένει στη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων σε πλήρη και ισότιμη βάση στην κατάρτιση των εθνικών σχεδίων δράσης για την καταπολέμηση της φτώχειας καθώς και των δεικτών, σε κάθε επίπεδο διακυβέρνησης·

53.    υπογραμμίζει την ανάγκη σχεδιασμού και υλοποίησης στοχευμένων παρεμβάσεων, μέσα από ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης σε γεωγραφικό, κλαδικό ή επιχειρησιακό επίπεδο, με την ενεργό συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, προκειμένου να ενδυναμωθεί η πρόσβαση στην αγορά εργασίας ατόμων, προερχόμενων από κλάδους ή γεωγραφικές περιοχές, που εμφανίζουν ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά ανεργίας·

54.    υπογραμμίζει την ανάγκη επικέντρωσης σε επιλεγμένες πληθυσμιακές ομάδες (μετανάστες, γυναίκες, άνεργοι προσυνταξιοδοτικής ηλικίας κλπ), με στόχο την αναβάθμιση των προσόντων, την πρόληψη της ανεργίας και την ενδυνάμωση του ιστού κοινωνικής ενσωμάτωσης·

55.    παροτρύνει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να λάβουν μέτρα για την στήριξη της ένταξης των νεότερων και μεγαλύτερων σε ηλικία ατόμων στην αγορά εργασίας, εφόσον πρόκειται για ευάλωτες ομάδες που πλήττονται σοβαρά από την ανεργία στο πλαίσιο της παρούσας ύφεσης·

56.    τονίζει ότι τα συστήματα ελάχιστου εισοδήματος πρέπει να καλύπτουν το κόστος καυσίμων ώστε να επιτρέπουν στα φτωχά νοικοκυριά που πλήττονται από την ενεργειακή ένδεια να εξοφλούν τους λογαριασμούς κατανάλωσης ενέργειας· το ελάχιστο εισόδημα πρέπει να υπολογίζεται βάσει ρεαλιστικών εκτιμήσεων ως προς το κόστος θέρμανσης μιας κατοικίας σε σχέση με τις ιδιαίτερες οικογενειακές ανάγκες – π.χ. οικογένεια με παιδιά, ηλικιωμένοι και άτομα με ειδικές ανάγκες·

57.    επισημαίνει ότι αν και τα περισσότερα κράτη μέλη στην ΕΕ των 27 διαθέτουν εθνικά συστήματα ελάχιστου εισοδήματος, πολλά άλλα δεν διαθέτουν· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να προβλέψουν συστήματα εγγυημένου ελάχιστου εισοδήματος για την πρόληψη της φτώχειας και την κοινωνική ένταξη, και τα παροτρύνει να προβούν σε ανταλλαγές βέλτιστων πρακτικών· αναγνωρίζει ότι, στις περιπτώσεις που προτείνεται η παροχή κοινωνικής αρωγής, τα κράτη μέλη έχουν την υποχρέωση να διασφαλίσουν ότι οι πολίτες κατανοούν και είναι σε θέση να κάνουν χρήση των δικαιωμάτων τους·

58.    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών και των υποψήφιων χωρών·

  • [1]  ΕΕ C 364 της 18.12.2000.
  • [2]  ΕΕ C 303, 14.12.2007, σ. 1.
  • [3]  ΕΕ L 245 της 26.8.1992, σ. 46 έως 48.
  • [4]  ΕΕ L 245 της 26.8.1992, σ. 49 έως 52.
  • [5]  Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ανακοινωθέν Τύπου, 16825/08 (Τύπος 358) σ. 18.
  • [6]  ΕΕ L 298 της 7.11.2008, σ. 20.
  • [7]  ΕΕ C 305 E της 14.12.2006, σ. 141.
  • [8]  Εγκριθέντα κείμενα, P6_TA(2008)0467.
  • [9]  Εγκριθέντα κείμενα αυτής της ημερομηνίας, P6_TA(2009)0370.
  • [10]  Εγκριθέντα κείμενα αυτής της ημερομηνίας, P6_TA(2009)0371.
  • [11]  Εγκριθέντα κείμενα αυτής της ημερομηνίας, P6_TA(2008)0163.
  • [12]  COM(2010)2020 της 3.3.2010.
  • [13]  COM(2010)193 τελικό.
  • [14]  Το όριο της φτώχειας υπολογίζεται σε κάθε χώρα ως το 60% του διάμεσου εισοδήματος στη χώρα αυτή, που είναι χαμηλότερο από το μέσο εισόδημα.

AΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός

Τα τελευταία στοιχεία σχετικά με τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό δημοσιεύτηκαν από την Eurostat[1], (Ιανουάριος 2010) σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης το 2008 (βλέπε Πίνακα I).

Με βάση τα στοιχεία αυτά, κατέστη δυνατό να διαπιστωθεί ότι, παρ’ όλες τις δηλώσεις σχετικά με τη μείωση της φτώχειας, επιδεινώθηκαν οι κοινωνικές ανισότητες και υπάρχουν περίπου 85 εκατομμύρια άτομα που απειλούνται από τη φτώχεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση (17% των περίπου 500 εκατομμυρίων κατοίκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα τέλη του 2008, ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας, ακόμη και μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις)[2], ενώ το 2005 το ποσοστό αυτό ήταν 16% και το 2000 ήταν 15% στην ΕΕ των 15.

Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας είναι μεγαλύτερο για τα παιδιά και τους νέους ηλικίας μέχρι 17 ετών από ό,τι για το σύνολο του πληθυσμού· φθάνοντας το 20% στην ΕΕ των 27, δηλαδή, ένα στα πέντε παιδιά και νέους είναι θύμα της φτώχειας, με τη Ρουμανία (33%), τη Βουλγαρία (26%), την Ιταλία και τη Λετονία (25%), την Ισπανία (24%), την Ελλάδα, την Πορτογαλία, τη Λιθουανία και το Ηνωμένο Βασίλειο (23% έκαστη) και την Πολωνία (22%) να καταγράφουν τα υψηλότερα ποσοστά, α χαμηλότερα ποσοστά σημειώθηκαν στη Δανία (9%), τη Σλοβενία και τη Φινλανδία (12% έκαστη).

Οι ηλικιωμένοι εκτίθενται, επίσης, σε υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας από τον γενικό πληθυσμό· φθάνοντας, το 2008, περίπου το 19% του πληθυσμού ηλικίας 65 ετών και άνω στην ΕΕ των 27.

Εν τω μεταξύ, αυξάνεται ο αριθμός των φτωχών εργαζόμενων. Υπάρχουν περισσότεροι από 19 εκατομμύρια εργαζόμενοι σε κατάσταση φτώχειας. Αυτό σημαίνει ότι, παρά το γεγονός ότι η εργασία μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο της φτώχειας, η εξάπλωση της επισφαλούς εργασίας και των χαμηλών μισθών οδηγεί σε αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων που απειλούνται με τον κίνδυνο της φτώχειας· φθάνοντας το μέσο ποσοστό του 8% του πληθυσμού που, ενώ είχε εργασία, βρέθηκε υπό την απειλή της φτώχειας στην ΕΕ των 27, το 2008, με τη Ρουμανία (17%), την Ελλάδα (14%), την Πολωνία και την Πορτογαλία (12% έκαστη), την Ισπανία και τη Λετονία (11% έκαστη) να καταγράφουν τα υψηλότερα ποσοστά.

Για να έχουμε μια ευρύτερη εικόνα του κοινωνικού αποκλεισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα πρέπει να συνδυάσουμε το ποσοστό κινδύνου φτώχειας, που αποτελεί ένα σχετικό μέτρο, με το ποσοστό της υλικής στέρησης, το οποίο καταμετρά τον κοινωνικό αποκλεισμό με πιο απόλυτους όρους. Το ποσοστό της υλικής στέρησης ορίζεται ως η ανεπιθύμητη έλλειψη τουλάχιστον τριών υλικών στοιχείων από τα εννέα. Τα εννέα αυτά στοιχεία που συνθέτουν αυτόν τον δείκτη είναι:

- η δυνατότητα αντιμετώπισης μιας απρόβλεπτης δαπάνης

- η δυνατότητα απόλαυσης μιας εβδομάδας διακοπών ετησίως μακριά από την οικία

- η ύπαρξη καθυστερημένων πληρωμών (δόσεις για αγορές με πίστωση για το σπίτι, το αυτοκίνητο ή άλλες καθυστερημένες πληρωμές)

- η δυνατότητα να έχει κάποιος ένα γεύμα με βάση το κρέας, το ψάρι ή ισοδύναμο χορτοφαγικό γεύμα σε καθημερινή βάση

- η δυνατότητα επαρκούς θέρμανσης της κατοικίας

- η κατοχή πλυντηρίου

- η κατοχή έγχρωμης τηλεόρασης

- η κατοχή τηλεφώνου

- η κατοχή ιδιωτικού αυτοκινήτου

Όπως φαίνεται στον Πίνακα ΙΙ, το ποσοστό αυτό της υλικής στέρησης, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, το 2008, ανήλθε σε 17%, αλλά ήταν πολύ υψηλότερο σε δέκα κράτη μέλη: 51% στη Βουλγαρία, 50% στη Ρουμανία, 37% στην Ουγγαρία, 35% στη Λετονία, 32% στην Πολωνία, 28% στη Σλοβακία, 27% στη Λιθουανία, 23% στην Κύπρο και στην Πορτογαλία, 22% στην Ελλάδα.

Είναι σημαντικό να ενσωματωθεί η πρόληψη και η καταπολέμηση της φτώχειας και του αποκλεισμού σε άλλες πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της διασφάλισης της πρόσβασης όλων σε δημόσιες υπηρεσίες, σε ποιοτικές θέσεις εργασίας και σε εργασία με δικαιώματα, και σε ένα εισόδημα το οποίο να τους επιτρέπει να ζουν με αξιοπρέπεια. Αυτό συνεπάγεται αλλαγές και τομές στις τρέχουσες πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε ότι, σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα του Ευρωβαρόμετρου σχετικά με τη στάση των πολιτών της ΕΕ απέναντι στη φτώχεια, στη μεγάλη πλειονότητά τους (73%) πιστεύουν ότι η φτώχεια είναι ένα πρόβλημα που μαστίζει τις χώρες τους, σε ποσοστό 89% απαιτούν από τις κυβερνήσεις τους επείγουσα δράση για την καταπολέμησή της και σε ποσοστό 74% αναμένουν από την ΕΕ να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο.

2. Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας

Η κοινωνική ατζέντα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2005-2010 όρισε το 2010 ως «Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού» με δεδηλωμένο σκοπό την επιβεβαίωση και την ενίσχυση της πολιτικής δέσμευσης της ΕΕ, στο ξεκίνημα της στρατηγικής της Λισαβόνας, να λάβει μέτρα για να δοθεί «αποφασιστική ώθηση στην εξάλειψη της φτώχειας».

Η μελέτη της Eurostat[3] σχετικά με τον κίνδυνο φτώχειας πριν και μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, κατά ηλικία και φύλο, για το 2007, επισημαίνει τη σημασία των κοινωνικών μεταβιβάσεων για την πρόληψη της φτώχειας, παρά το γεγονός ότι οι γυναίκες και τα παιδιά εξακολουθούν να υποφέρουν περισσότερο, λόγω της ανεργίας, της επισφαλούς και ανεπαρκώς αμειβόμενης εργασίας, των μισθολογικών διακρίσεων και των διακρίσεων στα επιδόματα και στις συντάξεις. (βλ. στον παρακάτω πίνακα)

Πριν από τις κοινωνικές μεταβιβάσεις – κίνδυνος φτώχειας

 

 

Κάτω των 18 ετών

Άνω των 65 ετών

Άνδρες

Γυναίκες

UE27

33%

24%

25%

27%

Μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις – κίνδυνος φτώχειας

 

 

Κάτω των 18 ετών

Άνω των 65 ετών

Άνδρες

Γυναίκες

UE27

20

20

16

18

Πρέπει να έχουμε υπόψη τους στόχους και τις κατευθυντήριες αρχές του Ευρωπαϊκού Έτους για την Καταπολέμηση της Φτώχειας, που είναι: η αναγνώριση των δικαιωμάτων, η κοινή ευθύνη και συμμετοχή, η συνοχή, η δέσμευση και συγκεκριμένες δράσεις. Τα συγκεκριμένα μέτρα είναι απαραίτητα, έτσι ώστε, στο πλαίσιο της ΕΕ και σε επίπεδο κρατών μελών, να ενσωματωθούν αυτοί οι στόχοι στις γενικές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων κατά της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, ώστε να τους δοθεί πρακτικό περιεχόμενο και ώστε να υπάρξουν πρακτικά αποτελέσματα στη μείωση της φτώχειας.

Εξάλλου, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δεσμευτεί να εκπληρώσει τους στόχους της Χιλιετίας των Ηνωμένων Εθνών και το ψήφισμα που ανακηρύσσει τη δεύτερη δεκαετία των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη της φτώχειας (2008-2017). Γεγονός το οποίο, δυστυχώς, δεν αποτυπώνεται στο έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Στρατηγική ΕΕ 2020», το οποίο περιορίζεται απλώς στην άποψη ότι η έξοδος από την κατάσταση κινδύνου της φτώχειας 20 εκατομμυρίων ανθρώπων είναι ένας από τους πέντε στόχους για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η πρόταση αυτή δεν σημαίνει μόνο την υποχώρηση από τους αρχικούς στόχους της στρατηγικής της Λισαβόνας, αλλά και εμποδίζει οποιαδήποτε προσέγγιση των στόχων της Χιλιετίας στη μείωση στο ήμισυ του αριθμού των ατόμων που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Για τον λόγο αυτόν, είναι αναγκαίο, τουλάχιστον, να διευρύνουμε αυτόν τον στόχο και να τον καταστήσουμε αξιόπιστο με τα κατάλληλα μέτρα.

Πρέπει να επενδύσουμε στην προώθηση της κοινωνικής ενσωμάτωσης και ένταξης, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση προς τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και σε σαφείς δεσμεύσεις σε σχέση με τη χάραξη πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ευρωπαϊκών πολιτικών για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, με στόχο τη διασφάλιση της πρόσβασης όλων στις βασικές δημόσιες υπηρεσίες και το δικαίωμα στην υγεία, την εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση, τη στέγαση, την κοινωνική προστασία, την εργασία με δικαιώματα, τις δίκαιες αμοιβές, τις αξιοπρεπείς συντάξεις και ένα επαρκές εισόδημα για όλους.

Ο πολυδιάστατος χαρακτήρας της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού απαιτούν την ύπαρξη μιας κοινωνικής διάστασης, με στόχο την κοινωνική βιωσιμότητα των μακροοικονομικών πολιτικών ως αναπόσπαστο μέρος της στρατηγικής για την έξοδο από την κρίση και την οικονομική και κοινωνική συνοχή, γεγονός που συνεπάγεται την αλλαγή των προτεραιοτήτων και των πολιτικών, κυρίως των νομισματικών πολιτικών, συμπεριλαμβανομένου του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, των πολιτικών ανταγωνισμού, της εσωτερικής αγοράς, καθώς και των δημοσιονομικών και φορολογικών πολιτικών. Επιβάλλεται επίσης η θέσπιση ενός παγκόσμιου στόχου, δίνοντας προτεραιότητα στην οικονομική και κοινωνική συνοχή και την προστασία των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, γεγονός που συνεπάγεται την εξισορρόπηση μεταξύ των οικονομικών πολιτικών, της απασχόλησης, των κοινωνικών και περιβαλλοντικών πολιτικών και μιας δίκαιης ανακατανομής του πλούτου και του εισοδήματος.

3. Ο ρόλος του ελάχιστου εισοδήματος στην καταπολέμηση της φτώχειας και στην κοινωνική ένταξη

Είδαμε ότι ο καλύτερος τρόπος για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού είναι η πρόληψη, η οποία απαιτεί:

- βελτίωση της ποιότητας της εργασίας και των μισθών, που αποτελεί βασικό θεμέλιο για την ανάπτυξη και την έξοδο από την κρίση·

- κατοχύρωση ενός πραγματικού δικαιώματος στο εισόδημα, το οποίο θεωρείται βασική κοινωνική επένδυση·

- διασφάλιση δίκαιων συντάξεων, συμπληρωμάτων και οικογενειακών επιδομάτων·

- διασφάλιση της πρόσβασης όλων σε ποιοτικές δημόσιες υπηρεσίες.

Ταυτόχρονα με την προτεραιότητα της εργασίας με δικαιώματα, με ποιότητα και δίκαιες αμοιβές, και διασφαλίζοντας ότι όλοι όσοι εργάζονται θα έβγαιναν από την κατάσταση φτώχειας, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι υπάρχουν περισσότεροι από 23 εκατομμύρια άνθρωποι που είναι άνεργοι και αποκλεισμένοι από την αγορά εργασίας, στους οποίους πρέπει να διασφαλίσουμε επιδόματα ανεργίας που θα τους επιτρέψουν να ζήσουν με αξιοπρέπεια.

Είναι γνωστός ο σημαντικός ρόλος των συστημάτων κοινωνικής προστασίας για τη διασφάλιση του επιπέδου κοινωνικής συνοχής που είναι αναγκαίο για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, για τη διασφάλιση της κοινωνικής ένταξης, τη βελτίωση του επιπέδου εκπαίδευσης των ατόμων που αποκλείονται από την αγορά εργασίας και τη διασφάλιση της άσκησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της ισότητας ευκαιριών.

Υπάρχουν πιο ευάλωτα στρώματα του πληθυσμού και ομάδες, χωρίς να ξεχνάμε τα άτομα με ειδικές ανάγκες, τους μετανάστες, τις μονογονεϊκές οικογένειες ή τις πολυμελείς οικογένειες, τους ασθενείς με χρόνιες παθήσεις και τους αστέγους, οι οποίοι χρειάζονται ενισχύσεις που θα τους εξασφαλίσουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα. Η πολυσχιδής εμπειρία των κατώτατων μισθών στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδυασμό με τα μέτρα κοινωνικής ένταξης, δείχνει ότι αποτελούν έναν ουσιαστικό συμπληρωματικό τρόπο για την πρόληψη της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.

Συνεπώς, το «κλειδί» στα συστήματα κοινωνικής προστασίας, η πρόβλεψη ενός ελάχιστου εισοδήματος μπορεί να οριστεί ως ένα εγγυημένο οικονομικό ποσό για εκείνους που δεν μπορούν να το αποκτήσουν χωρίς βοήθεια. Το δικαίωμα σε έναν κατώτατο μισθό είναι καθολικό (ισχύει για όλους τους πολίτες) και είναι μη ανταποδοτικού χαρακτήρα (δεν χρειάζεται περιοδικές εισφορές σε ένα ταμείο, όπως οι ασφάλειες).

Το μέτρο αυτό υπάρχει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και χαρακτηρίζεται, στις διάφορες μορφές του, από τη διασφάλιση ενός ελάχιστου εισοδήματος, το οποίο θεωρείται βασικό για την επιβίωση των πολιτών, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη κινήτρων ώστε οι δικαιούχοι του να αυτονομηθούν σε σχέση με την ενίσχυση αυτή. Ενθαρρύνθηκε από τη σύσταση 92/441/EΟΚ που ενέκρινε τον καθορισμό κοινών κριτηρίων που αφορούν την «επάρκεια πόρων και παροχών στα συστήματα κοινωνικής προστασίας».

Στην κοινωνική ατζέντα, που δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο του 2005, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επανέλαβε τη δέσμευσή της να δημοσιεύσει μια ανακοίνωση για το θέμα, πράγμα που έγινε τον Φεβρουάριο του 2006, αλλά μόνο με τη μορφή διαβούλευσης.

Στη συνέχεια, στις 3 Οκτωβρίου 2008, η Επιτροπή υπέβαλε τη Σύσταση COM(2008)0639 για την ενεργητική ένταξη των αποκλεισμένων από την αγορά εργασίας ατόμων και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε στις 6 Μάιου 2009 ψήφισμα για το ίδιο θέμα.

Ήρθε, επομένως, η ώρα να επιστρέψουμε στις προηγούμενες δεσμεύσεις που χρονολογούνται από το 1992, αλλά ολοκληρώνοντάς τις και βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητά τους, εφιστώντας παράλληλα την προσοχή στο γεγονός ότι η αποκαλούμενη «ενεργός ένταξη» δεν σημαίνει παραμέληση όλων εκείνων που έχουν λίγες πιθανότητες να εισέλθουν στην αγορά εργασίας με δικαιώματα και με δίκαιες αμοιβές, γεγονός που απαιτεί τη συμμετοχή σε όλη τη διαδικασία των φτωχών και αποκλεισμένων, των εργαζομένων και των κοινωνικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων που τους εκπροσωπούν.

Πίνακας I – Όριο της φτώχειας και ποσοστό κινδύνου φτώχειας

 

Όριο της φτώχειας

(σε ΜΑΔ)

Ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τον πληθυσμό:

Σύνολο

Ηλικία από

0 έως 17 ετών

Ηλικία από

65 ετών και άνω

Εργαζόμενοι

ΕΕ27

-

17 p

20p

19p

8p

Βέλγιο

10100

15

17

21

5

Βουλγαρία

2800

21

26

34

7

Δημοκρατία της Τσεχίας

5800

9

13

7

4

Δανία

10500

12

9

18

5

Γερμανία

10600

15

15

15

7

Εσθονία

4700

19

17

39

7

Ιρλανδία

10900

16

18

21

6

Ελλάδα

7200

20

23

22

14

Ισπανία

8400

20

24

28

11

Γαλλία

9700

13

17

11

7

Ιταλία

9000

19

25

21

9

Κύπρος

11300

16

14

49

6

Λετονία

4400

26

25

51

11

Λιθουανία

4200

20

23

29

9

Λουξεμβούργο

16500

13

20

5

9

Ουγγαρία

4000

12

20

4

5

Μάλτα

7800

15

20

22

5

Κάτω Χώρες

11300

11

13

10

5

Αυστρία

11200

12

15

15

6

Πολωνία

3900

17

22

12

12

Πορτογαλία

5800

18

23

22

12

Ρουμανία

1900

23

33

26

17

Σλοβενία

8400

12

12

21

5

Σλοβακία

4000

11

17

10

6

Φινλανδία

9600

14

12

23

5

Σουηδία

10400

12

13

16

7

Ηνωμένο Βασίλειο

11600p

19p

23p

30p

9p

Πίνακας II - Υλική στέρηση, 2008

 

Ποσοστό υλικής στέρησης

Ποσοστό του πληθυσμού που δεν διαθέτει τα μέσα για:

Μία εβδομάδα διακοπών εκτός οικίας

Επαρκή θέρμανση της οικίας

Πλήρη γεύματα σε καθημερινή βάση

Αγορά ιδιωτικού οχήματος

ΕΕ27

17e

37

10e

9

9

Βέλγιο

12

26

6

5

6

Βουλγαρία

51

59

34

30

28

Δημοκρατία της Τσεχίας

16

39

6

12

11

Δανία

:

10

:

2

8

Γερμανία

13

25

6

11

5

Εσθονία

12

44

1

5

17

Ιρλανδία

14

30

4

3

9

Ελλάδα

22

50

15

7

9

Ισπανία

9

34

5

2

5

Γαλλία

13

32

5

8

4

Ιταλία

16

40

11

8

3

Κύπρος

23

46

29

5

1

Λετονία

35

55

17

23

24

Λιθουανία

27

60

22

19

13

Λουξεμβούργο

4

12

1

2

2

Ουγγαρία

37

67

10

26

20

Μάλτα

13

65

9

10

2

Κάτω Χώρες

5

14

2

2

5

Αυστρία

14

28

4

13

7

Πολωνία

32

63

20

21

17

Πορτογαλία

23

64

35

4

9

Ρουμανία

50

76

25

19

49

Σλοβενία

17

30

6

12

3

Σλοβακία

28

57

6

29

20

Φινλανδία

9

18

2

3

8

Σουηδία

5

11

1

2

3

Ηνωμένο Βασίλειο

11

24

6

4

5

  • [1]  Συνθήκες διαβίωσης το 2008 - Eurostat 18/01/10.
  • [2]  Το όριο της φτώχειας υπολογίζεται σε κάθε χώρα ως το 60% του διάμεσου εισοδήματος στη χώρα αυτή, που είναι χαμηλότερο από το μέσο εισόδημα.
  • [3]  "Combating poverty and social exclusion – a statistical portrait of the European Union 2010" («Καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού – ένα στατιστικό πορτρέτο της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2010»)

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

24.6.2010

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

23

5

14

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Regina Bastos, Edit Bauer, Pervenche Berès, Mara Bizzotto, Milan Cabrnoch, Alejandro Cercas, Ole Christensen, Derek Roland Clark, Sergio Gaetano Cofferati, Marije Cornelissen, Frédéric Daerden, Proinsias De Rossa, Frank Engel, Sari Essayah, Richard Falbr, Ilda Figueiredo, Thomas Händel, Marian Harkin, Roger Helmer, Nadja Hirsch, Liisa Jaakonsaari, Danuta Jazłowiecka, Martin Kastler, Ádám Kósa, Jean Lambert, Veronica Lope Fontagné, Olle Ludvigsson, Elizabeth Lynne, Thomas Mann, Elisabeth Morin-Chartier, Csaba Őry, Rovana Plumb, Συλβάνα Ράπτη, Licia Ronzulli, Elisabeth Schroedter, Jutta Steinruck

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Georges Bach, Raffaele Baldassarre, Silvia Costa, Julie Girling, Joe Higgins, Dieter-Lebrecht Koch, Jan Kozłowski, Ria Oomen-Ruijten, Csaba Sógor