ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων

04.12.2007 - (COM(2007)0037 – C6‑0068/2007 – 2007/0029(COD)) - ***I

Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών
Εισηγητής: André Brie

Διαδικασία : 2007/0029(COD)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0491/2007
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0491/2007
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων

(COM(2007)0037 – C6‑0068/2007 – 2007/0029(COD))

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2007)0037)[1],

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2 και τα άρθρα 95 και 133 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6‑0068/2007),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, και της Επιτροπής Βιομηχανίας, Εξωτερικού Εμπορίου, Έρευνας και Ενέργειας (A5-0491/2007),

1.  εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Κείμενο που προτείνει η ΕπιτροπήΤροπολογίες του Κοινοβουλίου

Τροπολογία 1

Αιτιολογική σκέψη 1

(1) Για να ενισχυθεί το συνολικό πλαίσιο που διασφαλίζει ότι τα προϊόντα ανταποκρίνονται σε υψηλό επίπεδο προστασίας δημόσιων συμφερόντων, όπως η υγεία και η ασφάλεια, πρέπει να θεσπιστούν ορισμένοι κανόνες και αρχές για τη διαπίστευση και την εποπτεία της αγοράς, που αποτελούν σημαντικές πτυχές του εν λόγω πλαισίου.

(1) Για να καθιερωθεί ένα συνολικό πλαίσιο που να διασφαλίζει ότι τα προϊόντα ανταποκρίνονται σε υψηλό επίπεδο προστασίας δημόσιων συμφερόντων όπως η υγεία και η ασφάλεια, η προστασία των καταναλωτών και το περιβάλλον, πρέπει να θεσπιστούν ορισμένοι κανόνες και αρχές για τη διαπίστευση και την εποπτεία της αγοράς, που αποτελούν σημαντικές πτυχές του εν λόγω πλαισίου. Το γενικό πλαίσιο διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς που θεσπίζεται με τον παρόντα κανονισμό δεν επηρεάζει τους βασικούς κανόνες της ισχύουσας νομοθεσίας με τους οποίους καθορίζονται οι διατάξεις που πρέπει να τηρούνται για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος σε τομείς όπως η υγεία, η ασφάλεια και η προστασία των καταναλωτών και του περιβάλλοντος, αλλά αποσκοπεί στη βελτίωση της λειτουργίας τους.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 1 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 2

Αιτιολογική σκέψη 2

(2) Ο παρών κανονισμός πρέπει να θεωρηθεί τμήμα ενός γενικού πλαισίου που εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο ασφάλειας των προϊόντων, όπως προβλέπεται στην απόφαση … του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου … σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για την εμπορία των προϊόντων.

Ο παρών κανονισμός πρέπει να θεωρηθεί συμπληρωματικός προς την απόφαση … του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου … σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για την εμπορία των προϊόντων.

Τροπολογία 3

Αιτιολογική σκέψη 3

(3) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων θεσπίζουν ήδη ένα κοινό και ενιαίο σύστημα για τα θέματα που καλύπτει ο παρών κανονισμός. Επομένως, στις περιπτώσεις που διέπονται από τη νομοθεσία περί τροφίμων και τη νομοθεσία περί ζωοτροφών δεν πρέπει να εφαρμόζονται οι κανόνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Ωστόσο, λόγω του ειδικού χαρακτήρα των υποχρεώσεων διαπίστευσης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 509/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2006, για τα γεωργικά προϊόντα και τα τρόφιμα που χαρακτηρίζονται ως εγγυημένα παραδοσιακά ιδιότυπα προϊόντα, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2006, για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων και [στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […/…] του Συμβουλίου, …, για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων], ενδείκνυται οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού να εφαρμόζονται για τους σκοπούς των εν λόγω υποχρεώσεων διαπίστευσης.

(3) Είναι πολύ δύσκολο να θεσπιστεί κοινοτική νομοθεσία για κάθε προϊόν που υπάρχει ή μπορεί να αναπτυχθεί· χρειάζεται ένα ευρύ νομοθετικό πλαίσιο οριζόντιου χαρακτήρα, για το χειρισμό τέτοιων προϊόντων και την κάλυψη των κενών, ιδιαίτερα εν αναμονή της αναθεώρησης της υπάρχουσας ειδικής νομοθεσίας και τη συμπλήρωση των διατάξεων της ισχύουσας ή της μελλοντικής ειδικής νομοθεσίας, ιδιαίτερα όσον αφορά τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας, της ασφάλειας, του περιβάλλοντος και των καταναλωτών, όπως επιβάλλει το άρθρο 95 της Συνθήκης.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 2 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 4

Αιτιολογική σκέψη 3α (νέα)

 

(3α) Το πλαίσιο εποπτείας της αγοράς που θεσπίζεται με τον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να συμπληρώνει και να ενισχύει τις ισχύουσες διατάξεις άλλων κοινοτικών κανόνων για την εποπτεία της αγοράς. Ωστόσο, σύμφωνα με την αρχή ότι οι ειδικότερες διατάξεις υπερισχύουν των γενικότερων, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να έχει εφαρμογή μόνο στο βαθμό που δεν υπάρχουν ειδικές διατάξεις που να έχουν τον ίδιο στόχο σε άλλους, ισχύοντες ή μελλοντικούς κανόνες της κοινοτικής νομοθεσίας, όπως η οδηγία 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Δεκεμβρίου 2001 για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων.

(1) ΕΕ L 11 της 15.1.2002, σ. 4.

(Η παρούσα συμβιβαστική τροπολογία αντικαθιστά τις τροπολογίες 115 και 116)

Τροπολογία 5

Αιτιολογική σκέψη 3β (νέα)

 

(3β) Προκειμένου, ωστόσο, να επιτευχθεί υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας των καταναλωτικών προϊόντων, οι μηχανισμοί εποπτείας της αγοράς που προβλέπονται στην οδηγία 2001/95/ΕΚ θα πρέπει να ενισχυθούν σε σχέση με τα προϊόντα που εγκυμονούν σοβαρό κίνδυνο, σύμφωνα με αρχές ίδιες με εκείνες που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό. Θα πρέπει επομένως η οδηγία 2001/95/ΕΚ να τροποποιηθεί αντίστοιχα.

Τροπολογία 6

Αιτιολογική σκέψη 4

(4) Λόγω του ειδικού τους χαρακτήρα, τα προϊόντα καπνού που υπάγονται στην οδηγία 2001/37/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2001, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παραγωγή, την παρουσίαση και την πώληση των προϊόντων καπνού πρέπει να αποκλεισθούν από τον παρόντα κανονισμό.

διαγράφεται

Αιτιολόγηση

Θα πρέπει επίσης να αποφευχθούν οι δύσχρηστοι κατάλογοι προϊόντων, που δεν ευνοούν την κατανόηση ή τις αρχές για καλύτερη νομοθεσία και μπορεί να επιβάλουν μελλοντικά συχνές αναθεωρήσεις της οδηγίας.

Τροπολογία 7

Αιτιολογική σκέψη 5

(5) Η οδηγία 2002/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, για τη θέσπιση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας για τη συλλογή, τον έλεγχο, την επεξεργασία, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρωπίνου αίματος και συστατικών του αίματος και για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/EK και η οδηγία 2004/23/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, για τη θέσπιση προτύπων ποιότητας και ασφάλειας για τη δωρεά, την προμήθεια, τον έλεγχο, την επεξεργασία, τη συντήρηση, την αποθήκευση και τη διανομή ανθρώπινων ιστών και κυττάρων θεσπίζουν κοινό καθεστώς για τα προϊόντα που καλύπτουν, τα οποία, επομένως, δεν πρέπει να υπόκεινται στον παρόντα κανονισμό.

διαγράφεται

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στην αιτιολογική σκέψη 4.

Τροπολογία 8

Αιτιολογική σκέψη 6α (νέα)

 

(6α) Η σύσταση ενιαίου εθνικού οργανισμού διαπίστευσης δεν αλλοιώνει την εσωτερική κατανομή των καθηκόντων στα κράτη μέλη.

Τροπολογία 9

Αιτιολογική σκέψη 10

(10) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 761/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Μαρτίου 2001 για την εκούσια συμμετοχή οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) θέσπισε ένα σύστημα για τη διαπίστευση ανεξάρτητων «επαληθευτών περιβάλλοντος» και για την εποπτεία των δραστηριοτήτων τους. Δεδομένου ότι οι κανόνες που διέπουν αυτό το σύστημα διαφέρουν από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, οι περιπτώσεις που διέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 761/2001 πρέπει να αποκλειστούν από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

διαγράφεται

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στην αιτιολογική σκέψη 4.

Τροπολογία 10

Αιτιολογική σκέψη 14

Στις περιπτώσεις στις οποίες δεν είναι οικονομικά σκόπιμο ή εφικτό για ένα κράτος μέλος να δημιουργήσει εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, το εν λόγω κράτος μέλος πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προσφύγει στις υπηρεσίες του εθνικού οργανισμού διαπίστευσης άλλου κράτους μέλους.

(14) Στις περιπτώσεις στις οποίες δεν είναι οικονομικά σκόπιμο ή εφικτό για ένα κράτος μέλος να δημιουργήσει εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, το εν λόγω κράτος μέλος πρέπει να έχει πρόσβαση στις υπηρεσίες του εθνικού οργανισμού διαπίστευσης άλλου κράτους μέλους και να ενθαρρύνεται να αξιοποιεί τη δυνατότητα αυτή στο μέγιστο δυνατό βαθμό.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 6 του σχεδίου έκθεσης)

Αιτιολόγηση

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνονται περισσότερο από ό,τι προβλέπεται στην πρόταση να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες φορέων διαπίστευσης άλλων κρατών μελών όταν χρειάζεται.

Τροπολογία 11

Αιτιολογική σκέψη 15

Για να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη των δραστηριοτήτων διαπίστευσης και για να προωθηθεί η αποδοχή και η αναγνώριση των πιστοποιητικών διαπίστευσης, καθώς και για την αποτελεσματική παρακολούθηση των διαπιστευμένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης πρέπει κατ’ αρχήν να ζητούν διαπίστευση από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι. Ωστόσο, πρέπει να εξασφαλιστεί η δυνατότητα του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης να ζητά διαπίστευση από άλλο κράτος μέλος, όταν στο δικό του κράτος μέλος δεν υπάρχει εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ή όταν ο οργανισμός αυτός δεν είναι σε θέση να παράσχει τις υπηρεσίες διαπίστευσης που ζητούνται. Στις περιπτώσεις αυτές, επιβάλλεται η κατάλληλη συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών οργανισμών διαπίστευσης.

(15) Για να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη των δραστηριοτήτων διαπίστευσης και για να προωθηθεί η αποδοχή και η αναγνώριση των πιστοποιητικών διαπίστευσης, καθώς και για την αποτελεσματική παρακολούθηση των διαπιστευμένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης πρέπει να ζητούν διαπίστευση από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι. Ωστόσο, πρέπει να εξασφαλιστεί η δυνατότητα του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης να ζητά διαπίστευση από άλλο κράτος μέλος, όταν στο δικό του κράτος μέλος δεν υπάρχει εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ή όταν ο οργανισμός αυτός δεν είναι σε θέση να παράσχει τις υπηρεσίες διαπίστευσης που ζητούνται. Στις περιπτώσεις αυτές, επιβάλλεται η κατάλληλη συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών οργανισμών διαπίστευσης.

Αιτιολόγηση

Διαγράφεται ως περιττή. Οι βασικοί κανόνες (άρθρο 6) περιλαμβάνουν ορισμένες εξαιρέσεις, και η προτεινόμενη τροπολογία καθιστά σαφές ότι οι φορείς αξιολόγησης της συμμόρφωσης μπορούν να ζητούν διαπίστευση από οποιονδήποτε φορέα διαπίστευσης για μη υποχρεωτικές δραστηριότητες αξιολόγησης.

Τροπολογία 12

Αιτιολογική σκέψη 16

(16) Για να εξασφαλιστεί ότι οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης τηρούν τις απαιτήσεις και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να υποστηρίζουν την ομαλή λειτουργία του συστήματος διαπίστευσης, να παρακολουθούν τακτικά τους εθνικούς τους οργανισμούς διαπίστευσης και να λαμβάνουν κατάλληλα διορθωτικά μέτρα, όταν χρειάζεται.

(16) Για να εξασφαλιστεί ότι οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης τηρούν τις απαιτήσεις και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να υποστηρίζουν την ομαλή λειτουργία του συστήματος διαπίστευσης, να παρακολουθούν τακτικά τους εθνικούς τους οργανισμούς διαπίστευσης και να λαμβάνουν κατάλληλα διορθωτικά μέτρα, μέσα σε λογικά χρονικά πλαίσια, όταν χρειάζεται.

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στο άρθρο 5(3).

Τροπολογία 13

Αιτιολογική σκέψη 18

(18) Η κύρια αποστολή της ευρωπαϊκής συνεργασίας για τη διαπίστευση (ΕΣΔ) είναι η προώθηση ενός διαφανούς και βασισμένου στην ποιότητα συστήματος για την αξιολόγηση της επάρκειας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης σε όλη την Ευρώπη. Η ΕΣΔ διαχειρίζεται ένα σύστημα αξιολόγησης από ομοτίμους μεταξύ εθνικών οργανισμών διαπίστευσης από τα κράτη μέλη και από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το εν λόγω σύστημα αποδείχθηκε αποτελεσματικό και χαίρει αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Επομένως, τα κράτη μέλη πρέπει να μεριμνήσουν ώστε οι εθνικοί τους οργανισμοί διαπίστευσης να επιδιώξουν ή να διατηρήσουν τη συμμετοχή τους στην ΕΣΔ.

(18) Μολονότι ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει την αναγνώριση άλλων φορέων για ορισμένα από τα καθήκοντα διαπίστευσης, η ευρωπαϊκή συνεργασία για τη διαπίστευση (ΕΣΔ), κύρια αποστολή της οποίας είναι η προώθηση ενός διαφανούς και βασισμένου στην ποιότητα συστήματος για την αξιολόγηση της επάρκειας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης σε όλη την Ευρώπη, διαχειρίζεται ένα σύστημα αξιολόγησης από ομοτίμους μεταξύ εθνικών οργανισμών διαπίστευσης από τα κράτη μέλη και από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το εν λόγω σύστημα αποδείχθηκε αποτελεσματικό και χαίρει αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Επομένως, η ΕΣΔ θα πρέπει να είναι ο φορέας που αναγνωρίζεται αρχικά στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού εδώ, και τα κράτη μέλη πρέπει να μεριμνήσουν ώστε οι εθνικοί τους οργανισμοί διαπίστευσης να επιδιώξουν ή να διατηρήσουν τη συμμετοχή τους στην ΕΣΔ για όσο αυτή αναγνωρίζεται. Παράλληλα θα πρέπει να παρέχεται δυνατότητα για μετέπειτα τροποποίηση της αναγνώρισης του σχετικού οργανισμού αν παραστεί τέτοια ανάγκη.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 9 του σχεδίου έκθεσης)

Αιτιολόγηση

Η ΕΣΔ είναι τώρα σε θέση να παράσχει υπηρεσίες στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού και υα πρέπει να είναι ο φορέας που αναγνωρίζεται κατ' αρχήν για το σκοπό αυτό, μπορεί ωστόσο να αναπτυχθούν μελλοντικά άλλοι φορείς, ή μπορεί η ΕΣΔ να αλλάξει. Ο κανονισμός θα πρέπει να διατυπωθεί κατά τρόπο που να επιτρέπει την επιτέλεση των σχετικών καθηκόντων από οποιονδήποτε κατάλληλο φορέα. Η πρόταση για ρητή αναφορά της ΕΣΔ στον κανονισμό και μόνιμη επίσημη αναγνώρισή της είναι επομένως προβληματική, δεδομένου ότι η ΕΣΔ είναι οργανισμός ιδιωτικού δικαίου. Οι ανωτέρω προβληματισμοί δεν θέτουν σε καμιά περίπτωση υπό αμφισβήτηση την ικανότητα της ΕΣΔ, η οποία έχει αποδειχτεί κατά την πολυετή λειτουργία της.

Τροπολογία 14

Αιτιολογική σκέψη 20

(20) Τα τομεακά συστήματα διαπίστευσης πρέπει να καλύπτουν τους τομείς δραστηριότητας στους οποίους οι γενικές απαιτήσεις επάρκειας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί το αναγκαίο επίπεδο προστασίας, όταν επιβάλλονται ιδιαίτερες λεπτομερείς τεχνολογικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις που σχετίζονται με την υγεία και την ασφάλεια. Δεδομένου του γεγονότος ότι η ΕΣΔ διαθέτει ευρύ φάσμα τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης, πρέπει να της ζητηθεί η ανάπτυξη αυτών των συστημάτων, ιδίως για τομείς που καλύπτονται από την κοινοτική νομοθεσία.

(20) Τα τομεακά συστήματα διαπίστευσης πρέπει να καλύπτουν τους τομείς δραστηριότητας στους οποίους οι γενικές απαιτήσεις επάρκειας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί το αναγκαίο επίπεδο προστασίας, όταν επιβάλλονται ιδιαίτερες λεπτομερείς τεχνολογικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις που σχετίζονται με την υγεία και την ασφάλεια. Δεδομένου του γεγονότος ότι η ΕΣΔ διαθέτει ευρύ φάσμα τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης, πρέπει να της ζητηθεί, ως φορέα που αναγνωρίζεται αρχικά βάσει του παρόντος, η ανάπτυξη αυτών των συστημάτων, ιδίως για τομείς που καλύπτονται από την κοινοτική νομοθεσία.

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στην αιτιολογική σκέψη 18.

Τροπολογία 15

Αιτιολογική σκέψη 22

(22) Σε ορισμένους τομείς υπάρχουν ήδη κοινοτικές απαιτήσεις, για να εξασφαλιστεί ότι οι δραστηριότητες εποπτείας της αγοράς εκτελούνται βάσει κοινών κανόνων. Για να αποφευχθεί οποιαδήποτε αλληλεπικάλυψη, οι τομείς αυτοί δεν πρέπει να υπόκεινται στον παρόντα κανονισμό. Ως εκ τούτου, οι ακόλουθες νομοθετικές πράξεις πρέπει να αποκλειστούν από τις διατάξεις για την εποπτεία της αγοράς, αλλά εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων που αφορούν τον έλεγχο των προϊόντων τα οποία προέρχονται από τρίτες χώρες: Οδηγία 70/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 6ης Φεβρουαρίου 1970 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν στην έγκριση των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους, οδηγία 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιουλίου 1976 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καλλυντικά προϊόντα, οδηγία του Συμβουλίου 90/385/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 1990 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα ενεργά εμφυτεύσιμα ιατρικά βοηθήματα fn , οδηγία 93/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1993 περί των ιατροτεχνολογικών προϊόντων, οδηγία 97/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1997 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων προερχόμενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα, οδηγία 98/79/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 1998 για τα ιατροτεχνολογικά βοηθήματα που χρησιμοποιούνται στη διάγνωση in vitro, οδηγία 2001/82/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα κτηνιατρικά φάρμακα, οδηγία 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση fn , οδηγία 2002/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 2002 που τροποποιεί την οδηγία 97/68/ΕΚ για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων προερχόμενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα, οδηγία 2002/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Μαρτίου 2002 για την έγκριση τύπου δικύκλων ή τρικύκλων οχημάτων με κινητήρα και την κατάργηση της οδηγίας 92/61/ΕΟΚ του Συμβουλίου, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1592/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2002, για κοινούς κανόνες στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και για την ίδρυση ευρωπαϊκού οργανισμού ασφάλειας της αεροπορίας, οδηγία 2003/37/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, σχετικά με την έγκριση τύπου γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων, των ρυμουλκουμένων και των εναλλάξιμων ρυμουλκούμενων μηχανημάτων τους, καθώς και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών ενοτήτων των οχημάτων αυτών και για την κατάργηση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ fn , οδηγία 2004/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της οδηγίας 97/68/ΕΚ για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων προερχόμενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 273/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, περί των προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών, κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 726/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 2004 για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών χορήγησης άδειας και εποπτείας όσον αφορά τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη και για κτηνιατρική χρήση και για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων.

διαγράφεται

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 11 του σχεδίου έκθεσης)

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στην αιτιολογική σκέψη 4.

Τροπολογία 16

Αιτιολογική σκέψη 23

(23) Η οδηγία 2001/95/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων έχει θεσπίσει ένα πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς και για τη διοικητική συνεργασία για τα καταναλωτικά προϊόντα. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού που αφορούν την εποπτεία της αγοράς δεν πρέπει να εφαρμόζονται για τα προϊόντα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2001/95/ΕΚ, σε ό,τι αφορά την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών.

διαγράφεται

Αιτιολόγηση

Το πεδίο εφαρμογής του πλαισίου που θεσπίζεται με τον παρόντα κανονισμό περί εποπτείας της αγοράς θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ευρύτερο και να περιλαμβάνει τις διατάξεις της οδηγίας για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων. Συχνά δεν είναι σαφές, αν ένα προϊόν είναι καταναλωτικό ή όχι, κι αν δεν περιληφθεί η της οδηγία για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης όσον αφορά τους κανόνες που ισχύουν για ένα συγκεκριμένο προϊόν. Η περίληψη της οδηγίας για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων στο πλαίσιο που θεσπίζεται εδώ αποτελεί απλούστευση του γενικού πλαισίου εποπτείας της αγοράς· η εξαίρεσή του εγκυμονεί κίνδυνο περιπλοκής και κατάτμησης.

Τροπολογία 17

Αιτιολογική σκέψη 23α (νέα)

 

(23α) Η ενδεδειγμένη ανεξάρτητη πιστοποίηση, η οποία αναγνωρίζεται από τις αρμόδιες αρχές, μπορεί να διευκολύνει την απόδειξη συμμόρφωσης των προϊόντων προς τα εφαρμοστέα κριτήρια ασφάλειας.

Αιτιολόγηση

Η διατύπωση είναι πανομοιότυπη με την αιτιολογική σκέψη 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Δεκεμβρίου 2001 σχετικά με τη γενική ασφάλεια των προϊόντων.

Οι κατασκευαστές δεν διαθέτουν πάντα τις απαιτούμενες ειδικές γνώσεις και, αν μη τι άλλο για λόγους κόστους, επιλέγουν να βασίζονται στις ικανότητες ανεξάρτητων φορέων διαπίστευσης.

Οι ανεξάρτητοι φορείς διαπίστευσης είναι ενημερωμένοι για τις τελευταίες έρευνες και διαθέτουν την απαιτούμενη τεχνογνωσία.

Τροπολογία 18

Αιτιολογική σκέψη 24

(24) Η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών, τόσο σε εθνικό όσο και σε διασυνοριακό επίπεδο, για την ανταλλαγή πληροφοριών, τη διερεύνηση των παραβάσεων και τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπισή τους έχει ουσιώδη σημασία για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας και για την κατοχύρωση της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

(24) Η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών, τόσο σε εθνικό όσο και σε διασυνοριακό επίπεδο, για την ανταλλαγή πληροφοριών, τη διερεύνηση των παραβάσεων και τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπισή τους, και ιδίως πριν από τη διάθεση στην αγορά επικίνδυνων προϊόντων ενισχύοντας τις δυνατότητες εντοπισμού τους, κυρίως στους θαλάσσιους λιμένες όπου συγκεντρώνεται σχεδόν το 90% των προϊόντων που εισάγονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει ουσιώδη σημασία για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας και για την κατοχύρωση της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Οι αρχές προστασίας των καταναλωτών των κρατών μελών πρέπει να συνεργάζονται σε εθνικό επίπεδο με τις εθνικές αρχές εποπτείας της αγοράς και πρέπει να ανταλλάσουν πληροφορίες με αυτές όσον αφορά προϊόντα τα οποία υποθέτουν ότι παρουσιάζουν κίνδυνο.

(Η παρούσα τροπολογία συγχωνεύει την τροπολογία 2 της ITRE με την τροπολογία 2 της ENVI(δεν είχε μεταφραστεί και πάρθηκε από το έγγραφο ΑΜ))

Αιτιολόγηση

Επειδή οι μεμονωμένοι καταναλωτές συνήθως στρέφονται στις αρχές προστασίας των καταναλωτών των κρατών μελών στην περίπτωση προβλημάτων ποιότητας ή ασφάλειας, οι σχετικές πληροφορίες πρέπει να διαβιβάζονται στις αρχές εποπτείας της αγοράς για πιθανή συνέχεια στο θέμα.

Τροπολογία 19

Αιτιολογική σκέψη 28

(28) Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου της 8ης Φεβρουαρίου 1993 σχετικά με τους ελέγχους της πιστότητας των προϊόντων που εισάγονται από τρίτες χώρες προς τους κανόνες που ισχύουν για την ασφάλεια των προϊόντων θεσπίζει κανόνες για την αναστολή της αποδέσμευσης των προϊόντων από τις τελωνειακές αρχές και προβλέπει περαιτέρω διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένης της παρέμβασης των αρχών εποπτείας της αγοράς. Επομένως, πρέπει οι διατάξεις αυτές, συμπεριλαμβανομένης της παρέμβασης των αρχών εποπτείας της αγοράς, να ενσωματωθούν στον παρόντα κανονισμό και να έχουν το ίδιο πεδίο εφαρμογής.

(28) Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου της 8ης Φεβρουαρίου 1993 σχετικά με τους ελέγχους της πιστότητας των προϊόντων που εισάγονται από τρίτες χώρες προς τους κανόνες που ισχύουν για την ασφάλεια των προϊόντων θεσπίζει κανόνες για την αναστολή της αποδέσμευσης των προϊόντων από τις τελωνειακές αρχές και προβλέπει περαιτέρω διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένης της παρέμβασης των αρχών εποπτείας της αγοράς. Επομένως, πρέπει οι διατάξεις αυτές, συμπεριλαμβανομένης της παρέμβασης των αρχών εποπτείας της αγοράς, να ενσωματωθούν στον παρόντα κανονισμό και να έχουν παρόμοιο πεδίο εφαρμογής.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 15 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 20

Αιτιολογική σκέψη 28α (νέα)

 

(28α) Μέσα σε ένα έτος από τη δημοσίευση του παρόντος κανονισμού στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή υποβάλλει λεπτομερή ανάλυση σχετικά με τη σήμανση ασφαλείας, συνοδευόμενη ενδεχομένως από νομοθετικές προτάσεις.

Τροπολογία 21

Αιτιολογική σκέψη 29

(29) Τα σημεία εισόδου στα εξωτερικά σύνορα είναι ιδιαιτέρως κατάλληλα για τον εντοπισμό των μη ασφαλών προϊόντων, ακόμη και πριν διατεθούν στην αγορά. Επομένως, η πρόβλεψη υποχρέωσης των τελωνειακών αρχών να διενεργούν ελέγχους σε κατάλληλη κλίμακα μπορεί να συμβάλει στη ενίσχυση της ασφάλειας στην αγορά.

(29) Τα σημεία εισόδου στα εξωτερικά σύνορα είναι ιδιαιτέρως κατάλληλα για τον εντοπισμό των μη ασφαλών μη συμμορφούμενων προϊόντων ή προϊόντων με εσφαλμένη ή παραπλανητική σήμανση CE, ακόμη και πριν διατεθούν στην αγορά. Επομένως, η πρόβλεψη υποχρέωσης των τελωνειακών αρχών να διενεργούν ελέγχους σε κατάλληλη κλίμακα μπορεί να συμβάλει στη ενίσχυση της ασφάλειας στην αγορά. Προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των ελέγχων αυτών, οι τελωνειακές αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν έγκαιρα από τις αρχές εποπτείας της αγοράς όλες τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τα επικίνδυνα προϊόντα.

Αιτιολόγηση

Η συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ τελωνείων και αρχών εποπτείας της αγοράς πρέπει να βελτιωθούν προκειμένου να υπάρχει αποτελεσματικότερος έλεγχος στα σύνορα της Κοινότητας. Η εποπτεία της αγοράς πρέπει να είναι προληπτική και όχι διορθωτική, και για τούτο απαιτείται βελτίωση της πληροφόρησης. Όσον αφορά τις υποχρεώσεις των οικονομικών φορέων, πρέπει να είναι σαφές ότι όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς υπέχουν ίση νομική υποχρέωση στο πλαίσιο του ισοδύναμου ρόλου τους όσον αφορά τη διάθεση προϊόντων στην ευρωπαϊκή αγορά.

Τροπολογία 22

Αιτιολογική σκέψη 30α (νέα)

 

(30α) Είναι αναγκαίο, τα κράτη μέλη να προβλέπουν ενδεδειγμένα ένδικα μέσα ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων για τα μέτρα που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές τα οποία περιορίζουν τη διάθεση στην αγορά ή επιβάλλουν την απόσυρση ή την ανάκληση κάποιου προϊόντος.

Αιτιολόγηση

Αν οι αρχές κράτους μέλους απαιτήσουν από οικονομικό φορέα να ανακαλέσει προϊόν, αλλά η ενέργεια αυτή αποδειχτεί λανθασμένη, ο οικονομικός φορέας πρέπει να μπορεί να ασκήσει προσφυγή. Το κείμενο είναι πανομοιότυπο με την αιτιολογική σκέψη 37 της οδηγίας για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων και συνεπώς δεν αποτελεί νέα ή μη δοκιμασθείσα έννοια.

Τροπολογία 23

Αιτιολογική σκέψη 30β (νέα)

 

(30β) Τα κράτη μέλη ενδεχομένως να θεωρήσουν χρήσιμο να συνάψουν συμφωνίες συνεργασίας με ενδιαφερόμενα μέρη, ιδίως με κλαδικές επαγγελματικές οργανώσεις, προκειμένου να επωφεληθούν των διατιθέμενων πληροφοριών για την αγορά κατά την κατάρτιση, την εφαρμογή και την επικαιροποίηση προγραμμάτων εποπτείας της αγοράς.

Αιτιολόγηση

Η συνεργασία με ενδιαφερόμενα μέρη αποτελεί ήδη πρακτική σε ορισμένα κράτη μέλη· σκοπός της παρούσας τροπολογίας είναι η ενθάρρυνση αυτής της καλής πρακτικής και η εξασφάλιση του ότι δεν παρεμποδίζεται σε ένα κράτος μέλος λόγω ασαφούς νομοθεσίας.

Τροπολογία 24

Αιτιολογική σκέψη 31

(31) Τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που θα επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και να μεριμνήσουν για την εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες με την παράβαση και αποτρεπτικές.

(31) Τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που θα επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και να μεριμνήσουν για την εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες με την παράβαση και αποτρεπτικές, και να αυξάνονται αναλογικά αν ο αντίστοιχος οικονομικός παράγοντας έχει διαπράξει παρόμοια παράβαση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού στο παρελθόν.

Αιτιολόγηση

Άλλο η παράβαση του κανονισμού μία φορά, και άλλο η επανειλημμένη παράβασή του. Η ποινή πρέπει να είναι πιο αυστηρή στη δεύτερη περίπτωση, προκειμένου να είναι όντως αποτρεπτική.

Τροπολογία 25

Αιτιολογική σκέψη 32

(32) Για να επιτευχθούν οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, είναι απαραίτητη η συμβολή της Κοινότητας στη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων που απαιτούνται για την υλοποίηση των πολιτικών στον τομέα της διαπίστευσης και της εποπτείας της αγοράς. Η χρηματοδότηση πρέπει να παρέχεται είτε με τη μορφή επιδοτήσεων χωρίς πρόσκληση υποβολής προτάσεων στην ΕΣΔ είτε με τη μορφή επιδοτήσεων με πρόσκληση υποβολής προτάσεων είτε με την ανάθεση συμβάσεων στην ΕΣΔ ή σε άλλους οργανισμούς, ανάλογα με τη φύση της προς χρηματοδότηση δραστηριότητας και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που θα καλείται στο εξής «δημοσιονομικός κανονισμός».

(32) Για να επιτευχθούν οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, είναι απαραίτητη η συμβολή της Κοινότητας στη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων που απαιτούνται για την υλοποίηση των πολιτικών στον τομέα της διαπίστευσης και της εποπτείας της αγοράς. Η χρηματοδότηση πρέπει να παρέχεται είτε με τη μορφή επιδοτήσεων χωρίς πρόσκληση υποβολής προτάσεων στο φορέα που αναγνωρίζεται βάσει του άρθρου 12α είτε με τη μορφή επιδοτήσεων με πρόσκληση υποβολής προτάσεων είτε με την ανάθεση συμβάσεων σε αυτόν ή σε άλλους οργανισμούς, ανάλογα με τη φύση της προς χρηματοδότηση δραστηριότητας και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που θα καλείται στο εξής «δημοσιονομικός κανονισμός».

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στην αιτιολογική σκέψη 18. Η αντικατάσταση της ΕΣΔ από το "φορέα που αναγνωρίζεται βάσει του άρθρου 12α" θα πρέπει να ισχύει σε ολόκληρο το κείμενο και δεν αντανακλάται σε ξεχωριστές μεταγενέστερες τροπολογίες εκτός αν τούτο καθοριστεί συγκεκριμένα.

Τροπολογία 26

Άρθρο 1, παράγραφος 1

1. Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους κανόνες οργάνωσης και λειτουργίας της διαπίστευσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης οι οποίοι αξιολογούν κάθε ουσία, παρασκεύασμα ή άλλο προϊόν που πρόκειται να διατεθεί στην κοινοτική αγορά, είτε η εν λόγω ουσία, παρασκεύασμα ή προϊόν έχει υποστεί μεταποίηση είτε όχι.

Παρέχει επίσης ένα πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς και για τον έλεγχο των προϊόντων που προέρχονται από τρίτες χώρες, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι ουσίες, τα παρασκευάσματα και τα μεταποιημένα προϊόντα που υπόκεινται σε κοινοτική νομοθεσία η οποία εναρμονίζει τους όρους εμπορίας των προϊόντων (στο εξής καλούμενη «κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης») ανταποκρίνονται σε υψηλό επίπεδο προστασίας δημόσιων συμφερόντων, όπως η υγεία και η ασφάλεια γενικά, η υγεία και η ασφάλεια στο χώρο εργασίας, η προστασία των καταναλωτών, η προστασία του περιβάλλοντος και η δημόσια ασφάλεια.

1. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα προϊόντα που υπόκεινται στο καθεστώς ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων στην Κοινότητα ανταποκρίνονται σε υψηλό επίπεδο προστασίας δημόσιων συμφερόντων, όπως η υγεία και η ασφάλεια γενικά, η υγεία και η ασφάλεια στο χώρο εργασίας, η προστασία των καταναλωτών και η προστασία του περιβάλλοντος, και παράλληλα ότι η ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων δεν θα περιορίζεται πέρα από τα προβλεπόμενα στην κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης και τυχόν άλλους σχετικούς κοινοτικούς κανόνες, ο παρών κανονισμός προβλέπει ένα πλαίσιο στήριξης ειδικών κανόνων της ισχύουσας και της μελλοντικής ειδικής κατά τομέα κοινοτικής νομοθεσίας, χωρίς να επιφέρει σημαντικές αλλαγές στη νομοθεσία αυτή, ιδιαίτερα όσον αφορά κανόνες της για την προστασία της υγείας και του περιβάλλοντος και ειδικούς κανόνες διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς που μπορεί να περιέχονται σε αυτήν. Για τους ανωτέρω σκοπούς, ο παρών κανονισμός καθορίζει:

 

(a) κανόνες για την οργάνωση και τη λειτουργία των οργανισμών διαπίστευσης ή αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

 

(b) πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς και για τον έλεγχο προϊόντων από τρίτες χώρες·

 

(g) διατάξεις σχετικά με το κοινοτικό σήμα CE και τη σήμανση CE.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά τις τροπολογίες 20, 21, 23 και 24 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 27

Άρθρο 1, παράγραφος 2

2. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που διέπονται από:

διαγράφεται

(α) τη νομοθεσία περί τροφίμων, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002, με την εξαίρεση, όσον αφορά το κεφάλαιο II, των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 509/2006, 510/2006 και […/…] [για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων]·

 

(β) τη νομοθεσία περί ζωοτροφών, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004·

 

(γ) την οδηγία 2001/37/ΕΚ·

 

(δ) την οδηγία 2002/98/ΕΚ·

 

(ε) την οδηγία 2004/23/ΕΚ.

 

Αιτιολόγηση

Η προβλεπόμενη ρήτρα αποκλείει την εφαρμογή του κανονισμού σε ορισμένους σημαντικούς τομείς που διέπονται από ειδική ευρωπαϊκή νομοθεσία. Μάλιστα, η διαπίστευση εφαρμόζεται ήδη ευρέως στους περισσότερους από τους εν λόγω τομείς, και επομένως οι προβλεπόμενες εξαιρέσεις θα απέβαιναν εις βάρος της επίτευξης των ποιοτικών στόχων στα συγκεκριμένα πεδία.

Τροπολογία 28

Άρθρο 2, σημείο -1 (νέο)

 

(-1) "προϊόντα": οποιεσδήποτε ουσίες, παρασκευάσματα και άλλα κινητά αγαθά, μεταποιημένα ή μη·

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 25 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 29

Άρθρο 2, σημείο 3

(3) «κατασκευαστής»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που σχεδιάζει ή κατασκευάζει ένα προϊόν ή που αναθέτει σε άλλους το σχεδιασμό ή την κατασκευή ενός προϊόντος υπό την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του·

(3) «κατασκευαστής»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που σχεδιάζει ή κατασκευάζει ένα προϊόν ή που αναθέτει σε άλλους το σχεδιασμό ή την κατασκευή ενός προϊόντος υπό την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του, και ο οποίος το διαθέτει στην αγορά·

Αιτιολόγηση

Ευθυγράμμιση του ορισμού με τους ορισμούς των άλλων φορέων της αγοράς.

Τροπολογία 30

Άρθρο 2, σημείο 5

(5) «διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην εφοδιαστική αλυσίδα το οποίο καθιστά διαθέσιμο ένα προϊόν, αλλά δεν το κυκλοφορεί στην αγορά·

(5)«διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην εφοδιαστική αλυσίδα, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά διαθέσιμο ένα προϊόν στην αγορά·

Αιτιολόγηση

Πρέπει να αποσαφηνιστεί η διάκριση μεταξύ των οικονομικών παραγόντων με παρεμφερείς ρόλους στη διάθεση ενός προϊόντος στην αγορά και εκείνων που δεν πρωτοδιαθέτουν το προϊόν. Η νομική οντότητα που διαθέτει το προϊόν στην κοινοτική αγορά θα φέρει και την ευθύνη της συμμόρφωσής του προς τις απαιτήσεις. Τούτο δεν συμβαίνει στην περίπτωση των διανομέων.

Τροπολογία 31

Άρθρο 2, σημείο 9

(9) "εναρμονισμένο πρότυπο": πρότυπο που εκδίδεται από έναν από τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 98/34/EK σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας 98/34/EK·

(9) "εναρμονισμένο πρότυπο": πρότυπο που εκδίδεται από έναν από τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 98/34/EK με βάση εντολή που εκδίδει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 6 της εν λόγω οδηγίας·

Τροπολογία 32

Άρθρο 2, σημείο 10

(10) "διαπίστευση": βεβαίωση τρίτου μέρους, σχετική με οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης, που πιστοποιεί επίσημα την ικανότητα του εν λόγω οργανισμού να εκτελεί συγκεκριμένα καθήκοντα αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

(10) "διαπίστευση": βεβαίωση από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, ότι οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις (μεταξύ άλλων ως προς την ικανότητα) για συγκεκριμένες δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, χορηγούμενη με βάση εναρμονισμένα πρότυπα και, ενδεχομένως, πρόσθετες απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων απαιτήσεων καθοριζόμενων στα αντίστοιχα τομεακά καθεστώτα·

Αιτιολόγηση

Η αναφορά σε "τρίτο μέρος" είναι περιττή δεδομένου ότι μόνο εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης μπορούν να χορηγούν διαπιστεύσεις με βάση τον παρόντα κανονισμό. Η ισχύς της διαπίστευσης καθορίζεται με βάση τα πρότυπα που καθορίζουν τις απαιτήσεις ικανότητας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Πρότυπα (εναρμονισμένα ή πρόσθετα) που δεν αναφέρονται ρητά στον παρόντα κανονισμό θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε άλλα καθεστώτα, π.χ. στη διαπίστευση των δημοσιογράφων. Ο όρος "ικανότητα" θα πρέπει να ερμηνευτεί με ευρύτητα. Η αναφορά σε "τομεακά καθεστώτα" αφορά καθεστώτα που αναφέρονται στο άρθρο 12(1).

Τροπολογία 33

Άρθρο 2, σημείο 13α (νέο)

 

(13α) "Κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης": νομοθεσία η οποία εναρμονίζει τους όρους εμπορίας των προϊόντων·

Αιτιολόγηση

Ο ορισμός μεταφέρθηκε από το άρθρο 1, προκειμένου όλοι οι ορισμοί να συγκεντρωθούν στην ίδια θέση.

Τροπολογία 34

Άρθρο 2, σημείο 13β (νέο)

 

(13β) «προϊόντα που εισέρχονται στην κοινοτική αγορά»: προϊόντα που υποβάλλονται για εκτελωνισμό·

Αιτιολόγηση

Για τη διασαφήνιση της σημασίας της έκφρασης «προϊόντα που εισέρχονται στην κοινοτική αγορά» που χρησιμοποιείται στο Κεφάλαιο ΙΙΙ, Τμήμα 3.

Τροπολογία 35

Άρθρο 2, σημείο 13γ (νέο)

 

(13γ) "αξιολόγηση της συμμόρφωσης": η απόδειξη ότι ένα προϊόν, μια διεργασία, ένα σύστημα, ένα πρόσωπο ή ένας οργανισμός πληροί τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο νομοθετικό μέσο ή τα νομοθετικά μέσα στα οποία υπάγεται·

Αιτιολόγηση

Πρέπει να οριστεί η έννοια της «αξιολόγησης συμμόρφωσης», αφού αυτός ο όρος χρησιμοποιείται εκτενώς στον κανονισμό. Ο ορισμός θα πρέπει να ληφθεί από το ISO/IEC 17000:2004 «Αξιολόγηση της συμμόρφωσης – Λεξιλόγιο και γενικές αρχές».

Τροπολογία 36

Άρθρο 2, σημείο 13δ (νέο)

 

(13δ) "οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης": οργανισμός ο οποίος πραγματοποιεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένων βαθμονομήσεων, δοκιμών, πιστοποίησης και επιθεώρησης·

Τροπολογία 37

Άρθρο 2, σημείο 13ε (νέο)

 

(13ε) "σήμα CE": σήμα που συνεπάγεται τη δήλωση εκ μέρους του κατασκευαστή (ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του) ότι το προϊόν συμμορφώνεται προς όλες τις ισχύουσες απαιτήσεις για τη διάθεσή του στην αγορά της ΕΕ.

Αιτιολόγηση

Το σήμα CE συνεπάγεται τη δήλωση εκ μέρους του κατασκευαστή (ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του) ότι το προϊόν συμμορφώνεται προς όλες τις ισχύουσες απαιτήσεις. Δεν πιστοποιεί την ουσιαστική συμμόρφωση του προϊόντος προς τις ισχύουσες απαιτήσεις, κάτι που θα ήταν λάθος, δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση η εποπτεία της αγοράς -που καλύπτει, φυσικά, και τα προϊόντα με το σήμα CE- θα ήταν περιττή για τα συγκεκριμένα προϊόντα.

Τροπολογία 38

Άρθρο 2, στοιχείο 13 στ (νέο)

 

(13στ) "εποπτεία της αγοράς": δραστηριότητες που διεξάγονται και μέτρα που λαμβάνονται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι προϊόντα συμμορφώνονται προς τις εθνικές απαιτήσεις οι οποίες καθορίζονται στη σχετική κοινοτική νομοθεσία·

Τροπολογία 39

Άρθρο 2, σημείο 13α (νέο)

 

(13ζ) "αρχή εποπτείας της αγοράς": η αρχή ή οι αρχές κάθε κράτους μέλους που είναι αρμόδιες για την πραγματοποίηση της εποπτείας της αγοράς στην επικράτειά του.

Αιτιολόγηση

Ο ορισμός μεταφέρθηκε από το άρθρο 15, προκειμένου όλοι οι ορισμοί να συγκεντρωθούν στην ίδια θέση.

Τροπολογία 40

Άρθρο 2, σημείο 13η (νέο)

 

(13η) "αξιολόγηση από ομότιμους": διαδικασία αξιολόγησης μεταξύ εθνικών οργανισμών διαπίστευσης με βάση τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και, ενδεχομένως, πρόσθετες τεχνικές προδιαγραφές κατά τομέα·

Τροπολογία 41

Άρθρο 2, σημείο 13θ (νέο)

 

(13θ) "έγκριση για ελεύθερη κυκλοφορία": η διαδικασία με την οποία εκχωρείται τελωνειακό καθεστώς κοινοτικού προϊόντος σε εξωκοινοτικά προϊόντα, σύμφωνα με τον Τελωνειακό Κώδικα·

Τροπολογία 42

Άρθρο 3, παράγραφος 1

1. Όταν χρησιμοποιείται η διαπίστευση, σε υποχρεωτική ή εθελοντική βάση, για να αξιολογηθεί η τεχνική επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης ώστε να διεξάγουν δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης οιασδήποτε ουσίας, παρασκευάσματος ή άλλου προϊόντος, ανεξάρτητα από το αν η συγκεκριμένη ουσία, παρασκεύασμα ή προϊόν έχει ή δεν έχει υποστεί μεταποίηση, εφαρμόζεται το παρόν κεφάλαιο ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς του οργανισμού που πραγματοποιεί τη διαπίστευση.

1. Όταν χρησιμοποιείται η διαπίστευση, σε υποχρεωτική ή εθελοντική βάση, για να αξιολογηθεί η τεχνική επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης ώστε να διεξάγουν δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, εφαρμόζεται το παρόν κεφάλαιο ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς του οργανισμού που πραγματοποιεί τη διαπίστευση.

Αιτιολόγηση

Ο ορισμός του προϊόντος περιλαμβάνεται μαζί με τους άλλους ορισμούς στο άρθρο 2.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 32 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 43

Άρθρο 3, παράγραφος 2

2. Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται στη διαπίστευση που αναφέρεται στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 509/2006, 510/2006 και […/…] [για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων].

διαγράφεται

Αιτιολόγηση

Οι κανονισμοί 509/2006 και 510/2006 δεν πρέπει να αποκλειστούν από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Η διαπίστευση εφαρμόζεται ήδη ευρέως για διάφορες δραστηριότητες αξιολόγησης συμμόρφωσης ειδών διατροφής. Το πεδίο εφαρμογής του πλαισίου διαπίστευσης θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ευρύτερο, προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία διαφόρων παράλληλων συστημάτων, αλλά να συνδέεται σαφώς με το υπάρχον πλαίσιο.

Τροπολογία 44

Άρθρο 3, παράγραφος 3

3. Το παρόν κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που διέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 761/2001.

διαγράφεται

Αιτιολόγηση

Ο κανονισμός 761/2006 δεν πρέπει να αποκλειστεί από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Η εξαίρεση της διαπίστευσης της πιστοποίησης επάρκειας των ελεγκτών του EMAS δεν δικαιολογείται, δεδομένου ότι ήδη χρησιμοποιείται διαπίστευση για τέτοιο σκοπό στη συντριπτική πλειοψηφία των κρατών μελών. Το πεδίο εφαρμογής του πλαισίου διαπίστευσης θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ευρύτερο, προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία διαφόρων παράλληλων συστημάτων, αλλά να συνδέεται σαφώς με το υπάρχον πλαίσιο.

Τροπολογία 45

Άρθρο 4, παράγραφος 2

2. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι δεν είναι οικονομικά σκόπιμο η εφικτό να διαθέτει εθνικό οργανισμό διαπίστευσης ή να παρέχει ορισμένες υπηρεσίες διαπίστευσης, μπορεί να προσφεύγει σε εθνικό οργανισμό διαπίστευσης άλλου κράτους μέλους.

2. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι δεν είναι οικονομικά σκόπιμο η εφικτό να διαθέτει εθνικό οργανισμό διαπίστευσης ή να παρέχει ορισμένες υπηρεσίες διαπίστευσης, θα πρέπει να μπορεί να προσφεύγει σε εθνικό οργανισμό διαπίστευσης άλλου κράτους μέλους.

Αιτιολόγηση

Αν ένα κράτος μέλος επιλέξει να μην ιδρύσει εθνική αρχή διαπίστευσης, ή να περιορίσει τα καθήκοντά της, θα πρέπει κατά κανόνα να χρησιμοποιεί αρχές διαπίστευσης άλλου κράτους μέλους. Μολονότι δεν προτείνεται να καταστεί τούτο υποχρεωτικό, θα πρέπει να εκφράζεται με αυστηρότερη διατύπωση και όχι απλώς ως δυνατότητα του κράτους μέλους.

Τροπολογία 46

Άρθρο 4, παράγραφος 3, υποπαράγραφος 2α (νέα)

 

Με βάση τις πληροφορίες που αναφέρονται στις υποπαραγράφους 1 και 2, η Επιτροπή καταρτίζει και ενημερώνει τον κατάλογο των εθνικών οργανισμών διαπίστευσης που λειτουργούν σε κάθε κράτος μέλος. Ο κατάλογος αυτός δημοσιεύεται από την Επιτροπή.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 36 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 47

Άρθρο 4, παράγραφος 4

4. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης θεωρείται ότι ασκεί δημόσια εξουσία.

4. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ενεργεί ως δημόσια εξουσία και προς το δημόσιο συμφέρον.

Αιτιολόγηση

Για την αποσαφήνιση της άσκησης δημόσιας εξουσίας, που μπορεί να έχει διαφορετική σημασία στα διάφορα κράτη μέλη, και προκειμένου να δοθεί έμφαση στο γεγονός ότι οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον.

Τροπολογία 48

Άρθρο 4, παράγραφος 6

6. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης λειτουργεί σε μη κερδοσκοπική βάση. Δεν μπορεί να προσφέρει ή να παρέχει δραστηριότητες ή υπηρεσίες τις οποίες παρέχουν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ούτε μπορεί να παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες.

6. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης λειτουργεί σε μη κερδοσκοπική βάση. Δεν μπορεί να προσφέρει ή να παρέχει δραστηριότητες ή υπηρεσίες τις οποίες παρέχουν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης, να παρέχει σε εμπορική βάση συμβουλευτικές υπηρεσίες, να κατέχει μετοχές ή να έχει οικονομικά ή διοικητικά συμφέροντα σε οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Αιτιολόγηση

Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα ώστε να εξασφαλισθεί η ανεξαρτησία αφενός του εθνικού οργανισμού διαπίστευσης και αφετέρου των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης· και ο κατάλογος αυτός των μέτρων πρέπει να συμπληρωθεί με το μέτρο της εγγύησης του χρηματοοικονομικού και διοικητικού διαχωρισμού.

Τροπολογία 49

Άρθρο 4, παράγραφος 8

8. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης επιδιώκει να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Συνεργασίας για τη Διαπίστευση (ΕΣΔ).

8. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης συμμετέχει ως μέλος στο φορέα που αναγνωρίζεται βάσει του άρθρου 12α.

Αιτιολόγηση

Η προαιρετική συμμετοχή στον αναγνωρισμένο οργανισμό δεν επαρκεί, διότι θα καθιστούσε την όλη έννοια της ευρωπαϊκής διαπίστευσης ασυνεπή. Η αλλαγή στο άρθρο 4(8) είναι σύμφωνη με τη γενική αντίληψη σχετικά με το επιθυμητό του προσδιορισμού της ΕΣΔ ως του μόνου φορέα που διαθέτει ειδικό καθεστώς στο πλαίσιο του κανονισμού, σύμφωνα με την τροπολογία στην αιτιολογική σκέψη 18.

Τροπολογία 50

Άρθρο 4, παράγραφος 8α (νέα)

 

8α. Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης συγκροτούν και διατηρούν κατάλληλες δομές για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής και ισόρροπης συμμετοχής όλων των ενδιαφερομένων τόσο στην οργανωτική τους διάρθρωση όσο και στο ευρωπαϊκό δίκτυο διαπίστευσης.

Αιτιολόγηση

Για την εξισορρόπηση του μη ανταγωνιστικού καθεστώτος της διαπίστευσης και τη διασφάλιση της απαιτούμενης αμεροληψίας των εθνικών οργανισμών διαπίστευσης, τα συμφέροντα των ενδιαφερομένων θα πρέπει να εκπροσωπούνται επαρκώς, τόσο στους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης όσο και στο ευρωπαϊκό δίκτυο διαπίστευσης.

Τροπολογία 51

Άρθρο 5, παράγραφος 1α (νέα)

 

1α. Σε περίπτωση που κοινοποίηση φορέα ελέγχου συμμόρφωσης δεν βασίζεται σε πιστοποιητικό διαπίστευσης, η κοινοποιούσα αρχή παρέχει στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη όλα τα στοιχεία σχετικά για την επαλήθευση της επάρκειας του φορέα αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Αιτιολόγηση

Ένας σημαντικός στόχος του κανονισμού συνίσταται στην ενθάρρυνση της χρήσης διαπίστευσης. Αν, ωστόσο, ένα κράτος μέλος επιλέξει να μην χρησιμοποιήσει διαπίστευση, θα πρέπει να υποχρεωθεί να αποδείξει στα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή ότι η ικανότητα του φορέα ελέγχου συμμόρφωσης έχει επαληθευτεί στον ίδιο βαθμό όπως αν είχε χρησιμοποιηθεί οργανισμός διαπίστευσης. Το κείμενο μεταφέρεται από την προτεινόμενη απόφαση με ορισμένες προσαρμογές.

Τροπολογία 52

Άρθρο 5, παράγραφος 3

3. Όταν ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης διαπιστώσει ότι ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ο οποίος έλαβε πιστοποιητικό διαπίστευσης, δεν διαθέτει πλέον την τεχνική επάρκεια για να πραγματοποιήσει μια συγκεκριμένη δραστηριότητα αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή διαπράττει σοβαρή παράβαση των υποχρεώσεών του, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για τον περιορισμό, την αναστολή ή την ανάκληση του πιστοποιητικού διαπίστευσής του.

3. 3. Όταν ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης διαπιστώσει ότι ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ο οποίος έλαβε πιστοποιητικό διαπίστευσης, δεν διαθέτει πλέον την τεχνική επάρκεια για να πραγματοποιήσει μια συγκεκριμένη δραστηριότητα αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή διαπράττει σοβαρή παράβαση των υποχρεώσεών του, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα, μέσα σε εύλογο χρονικό πλαίσιο, για τον περιορισμό, την αναστολή ή την ανάκληση του πιστοποιητικού διαπίστευσής του.

Αιτιολόγηση

Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα μέσα σε εύλογο χρονικό πλαίσιο, για τον περιορισμό, την αναστολή ή την απόσυρση του πιστοποιητικού διαπίστευσης του φορέα αξιολόγησης συμμόρφωσης σε περίπτωση ανεπάρκειας του τελευταίου. Η αξιολόγηση του κατά πόσο το μέτρο λήφθηκε μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα γίνεται σε τελική ανάλυση από τα δικαστήρια, θα πρέπει ωστόσο να εξαρτάται από τη σοβαρότητα του προβλήματος στη συγκεκριμένη περίπτωση. Οποιαδήποτε καθυστέρηση, ακόμη και μικρή, θα μπορούσε να κριθεί μη λογική, αν οι συνθήκες και τα αποτελέσματα είναι αρκετά σοβαρά.

Τροπολογία 53

Άρθρο 5, παράγραφος 4

4. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διαδικασίες για την επίλυση προσφυγών και καταγγελιών κατά αποφάσεων διαπίστευσης ή κατά της μη λήψης τέτοιων αποφάσεων.

4. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την καθιέρωση διαδικασιών για την επίλυση προσφυγών κατά αποφάσεων διαπίστευσης ή κατά της μη λήψης τέτοιων αποφάσεων και για την εξέταση καταγγελιών.

Αιτιολόγηση

Σε περίπτωση όπου εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης δεν ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους, πρέπει να διασφαλίζεται η ύπαρξη αποτελεσματικών νομικών μέσων στο πλαίσιο της εθνικής νομοθεσίας, προκειμένου να αντιμετωπίζεται η κατάσταση.

Τροπολογία 54

Άρθρο 5, παράγραφος 4α (νέα)

 

4α. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη έχουν δικαίωμα, στον τομέα των φαρμάκων, να επιβάλλουν στους κοινοποιημένους οργανισμούς πρόσθετες απαιτήσεις τις οποίες θεωρούν αναγκαίες για τη διασφάλιση ενεργητικής, προληπτικής και συστηματικής εποπτείας της αγοράς, την επίτευξη ενεργητικής προστασίας των ασθενών, των χρηστών και των λοιπών τρίτων προσώπων, και την τήρηση των διατάξεων της οδηγίας 93/42/ΕΟΚ σχετικά με τα φαρμακευτικά προϊόντα.

(Η παρούσα προφορική τροπολογία βασίζεται στην τροπολογία 174).

Τροπολογία 55

Άρθρο 5α (νέο), τίτλος και παρ. 1

 

Άρθρο 5α
Αρχή του μη ανταγωνισμού

 

1. Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης δεν ανταγωνίζονται τους φορείς αξιολόγησης συμμόρφωσης.

Τροπολογία 56

Άρθρο 5α (νέο), παρ. 2

 

2. Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης δεν ανταγωνίζονται άλλους εθνικούς φορείς διαπίστευσης στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τη διαπίστευση για δραστηριότητες υποχρεωτικής αξιολόγησης συμμόρφωσης.

Τροπολογία 57

Άρθρο 5α (νέο), παρ. 3

 

3. Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης, ωστόσο, επιτρέπεται να λειτουργούν και διασυνοριακά, στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους, μετά από αίτημα φορέα αξιολόγησης συμμόρφωσης σχετικά με διαπίστευση για υποχρεωτική αξιολόγηση συμμόρφωσης σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 6(1), ή αν τους ζητηθεί από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης σύμφωνα με το άρθρο 6(3) σε συνεργασία με τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

Τροπολογία 58

Άρθρο 6, παράγραφος 1, εδάφιο 1

1. Όταν ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης ζητά διαπίστευση, τη ζητά από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ή από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης στον οποίο προσέφυγε το εν λόγω κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2.

1. Όταν ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης ζητά διαπίστευση για υποχρεωτική ενέργεια αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τη ζητά από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ή από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης στον οποίο προσέφυγε το εν λόγω κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2.

Αιτιολόγηση

Οι ευρωπαϊκοί φορείς αξιολόγησης της συμμόρφωσης πρέπει να ανταγωνιστούν φορείς αξιολόγησης της συμμόρφωσης εκτός Ευρώπης. Η πολιτική διασυνοριακής διαπίστευσης των φορέων αξιολόγησης συμμόρφωσης εκτός Ευρώπης καθορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές του Διεθνούς Φόρουμ Διαπίστευσης (IAF). Οι απαιτήσεις προαιρετικής διασυνοριακής διαπίστευσης δεν πρέπει να είναι αυστηρότερες από τις πολιτικές IAF και του Διεθνούς Εργαστηρίου Συνεργασίας για τη Διαπίστευση (ILAC), προκειμένου να αποφεύγονται περιττά μειονεκτήματα (κόστος, γραφειοκρατία) για τους ευρωπαϊκούς φορείς.

Τροπολογία 59

Άρθρο 7, σημείο 9α (νέο)

 

(9α) Επιτρέπει και εγγυάται τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων συμμόρφωσης με τον ενδεδειγμένο τρόπο, ώστε να αποφεύγεται η περιττή επιβάρυνση των επιχειρήσεων και να λαμβάνονται δεόντως υπόψη, το μέγεθος, ο κλάδος, η επιχειρηματική διάρθρωση, ο βαθμός πολυπλοκότητας της τεχνολογίας των προϊόντων και ο μαζικός χαρακτήρας της παραγωγής.

Τροπολογία 60

Άρθρο 8, παράγραφος 1, εδάφιο 2

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να αποδεχθούν ότι η αξιολόγηση από ομοτίμους βάσει του άρθρου 9 ικανοποιεί τις ανάγκες της παρακολούθησης που προβλέπεται στην πρώτη παράγραφο.

Τα κράτη μέλη επιλέγουν να αποδεχθούν ότι η αξιολόγηση από ομοτίμους βάσει του άρθρου 9 ικανοποιεί τις ανάγκες της παρακολούθησης που προβλέπεται στην πρώτη παράγραφο.

Τροπολογία 61

Άρθρο 8, παράγραφος 2α (νέα)

 

2α. Οι εθνικοί φορείς διαπίστευσης καθιερώνουν διαδικασίες προσφυγής ούτως ώστε να εξασφαλίζουν στους οικονομικούς φορείς ένδικα μέσα όταν μπορούν να πιστοποιούν ότι ένας διαπιστευμένος φορέας δεν διαθέτει τις ελάχιστες απαιτούμενες δεξιότητες ή ικανότητες ή μεροληπτεί.

Αιτιολόγηση

Η υφιστάμενη πρόταση προβλέπει διαδικασία σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη απαιτείται να παρακολουθούν τους εθνικούς τους οργανισμούς διαπίστευσης σε τακτικά διαστήματα. Κατ' αυτό τον τρόπο προστατεύονται τα συμφέροντα του κοινού. Δεδομένου, ωστόσο, ότι οι δράσεις των εθνικών φορέων διαπίστευσης και των φορέων που διαπιστεύουν έχουν άμεσο αντίκτυπο στους οικονομικούς, θα πρέπει οι τελευταίοι να διαθέτουν επίσης σαφή ένδικα μέσα.

Τροπολογία 62

Άρθρο 9, παράγραφος 1

1. Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης χρησιμοποιούν σύστημα αξιολόγησης από ομοτίμους και συμμετέχουν σ’ αυτό.

1. Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης υπόκεινται σε αξιολόγηση από ομοτίμους την οποία διοργανώνει ο φορέας που αναγνωρίζεται βάσει του άρθρου 12.

Τροπολογία 63

Άρθρο 9, παράγραφος 1α (νέα)

 

1α. Οι ενδιαφερόμενοι έχουν δικαίωμα συμμετοχής στη δημιουργία του συστήματος για την εποπτεία των δραστηριοτήτων αξιολόγησης ομοτίμων.

Αιτιολόγηση

Προκειμένου το σύστημα να είναι αξιόπιστα ανεξάρτητο, δεν θα πρέπει να αποτελεί κλειστό κύκλωμα "ομοτίμων" που διαπιστεύουν εαυτούς στο πλαίσιο μιας μικρής "λέσχης". Οι εθνικές αρχές που συμμετέχουν στην αξιολόγηση ομοτίμων δεν θα πρέπει να παραιτούνται από την αρμοδιότητα των χρηστών του συστήματος: Το διεθνές σύστημα έγκρισης των ηλεκτρικών προϊόντων σύμφωνα με τα πρότυπα IEC βασίζεται στην αξιολόγηση ομοτίμων και είναι ανοικτό στους ενδιαφερομένους σε επίπεδο διοίκησης: το ίδιο ισχύει στην Ευρώπη για το σύνδεσμο ευρωπαϊκών φορέων πιστοποίησης που δραστηριοποιείται στο πλαίσιο της οδηγίας για τη χαμηλή τάση.

Τροπολογία 64

Άρθρο 9, παράγραφος 2

2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικοί τους οργανισμοί διαπίστευσης αποτελούν τακτικά αντικείμενο αξιολόγησης από ομοτίμους.

2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικοί τους οργανισμοί διαπίστευσης αποτελούν τακτικά αντικείμενο αξιολόγησης από ομοτίμους, όπως απαιτείται με βάση την παράγραφο 1.

Τροπολογία 65

Άρθρο 9, παράγραφος 3

3. Η αξιολόγηση από ομοτίμους πραγματοποιείται με βάση αυστηρά και διαφανή κριτήρια και διαδικασίες αξιολόγησης. Προβλέπονται κατάλληλες διαδικασίες προσφυγής κατά αποφάσεων που λαμβάνονται βάσει της αξιολόγησης.

3. 3. Η αξιολόγηση από ομοτίμους πραγματοποιείται με βάση αυστηρά και διαφανή κριτήρια και διαδικασίες αξιολόγησης, ιδιαίτερα όσον αφορά τις διαρθρωτικές απαιτήσεις, τους ανθρώπινους πόρους και τη διαδικασία, την εμπιστευτικότητα και τις καταγγελίες. Προβλέπονται κατάλληλες διαδικασίες προσφυγής κατά αποφάσεων που λαμβάνονται βάσει της αξιολόγησης.

Αιτιολόγηση

Προσθήκη ορισμένων στοιχείων στο πλαίσιο του υποχρεωτικού χαρακτήρα της αξιολόγησης ομοτίμων. Οι εκθέσεις για την αξιολόγηση ομοτίμων πραγματεύονται αυτές τις πτυχές, καθώς και κάθε άλλο σχετικό τομέα, σε ξεχωριστά κεφάλαια και σε μορφή που διευκολύνει τη σύγκριση των εκθέσεων μεταξύ τους.

Τροπολογία 66

Άρθρο 9, παράγραφος 4

4. Με την αξιολόγηση από ομοτίμους διαπιστώνεται κατά πόσον οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7.

4. Με την αξιολόγηση από ομοτίμους διαπιστώνεται κατά πόσον οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7. Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης που έχουν υποβληθεί επιτυχώς σε αξιολόγηση από ομοτίμους αναγνωρίζουν την ισοτιμία των διαπιστεύσεων και των αποτελεσμάτων των αξιολογήσεων συμμόρφωσης που εκδίδονται από οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης στους οποίους έχουν χορηγήσει διαπίστευση.

Αιτιολόγηση

Η συμμετοχή στον οργανισμό που αναγνωρίζεται με βάση το άρθρο 12 δεν συνεπάγεται υποχρέωση των εθνικών οργανισμών τυποποίησης για συμμετοχή στην αξιολόγηση ομοτίμων, που αποτελεί το κύριο μέσο για την επίτευξη ισοτιμίας, διαφάνειας και συνέπειας της πρακτικής διαπιστεύσεων. Το σύστημα αξιολόγησης ομοτίμων θα πρέπει να οργανωθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να λειτουργεί σύμφωνα με τους εναρμονισμένους κανόνες.

Τροπολογία 67

Άρθρο 9, παράγραφος 5

5. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης από ομοτίμους ανακοινώνονται σε όλα τα κράτη μέλη και στην Επιτροπή.

5. Τα τελικά αποτελέσματα της αξιολόγησης από ομοτίμους δημοσιεύονται και ανακοινώνονται σε όλα τα κράτη μέλη και στην Επιτροπή.

Αιτιολόγηση

Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης πρέπει να γνωστοποιούνται όχι μόνο στα κράτη μέλη και την Επιτροπή αλλά και να είναι προσβάσιμα από κάθε ενδιαφερόμενο.

Τροπολογία 68

Άρθρο 9, παράγραφος 6

6. Η Επιτροπή εποπτεύει τους κανόνες και την ορθή λειτουργία του συστήματος αξιολόγησης από ομοτίμους.

6. Η Επιτροπή εποπτεύει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, τους κανόνες και την ορθή λειτουργία του συστήματος αξιολόγησης από ομοτίμους.

Τροπολογία 69

Άρθρο 10, τίτλος

Τεκμήριο συμμόρφωσης

Τεκμήριο συμμόρφωσης για τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης

Αιτιολόγηση

Η συμμόρφωση προς το πρότυπο πρέπει να αποδεικνύεται με τη διαδικασία αξιολόγησης ομοτίμων που θεσπίζεται στο πλαίσιο της ΕΑ. Αν η εφαρμογή της διαπίστευσης έχει ως στόχο την αποτελεσματική στήριξη της ορθής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς με την αύξηση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, πρέπει να απαιτείται να αποδεικνύουν και οι ίδιοι οι οργανισμοί διαπίστευσης ότι η εμπιστοσύνη προς αυτούς είναι δικαιολογημένη.

Τροπολογία 70

Άρθρο 10

Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης που συμμορφώνονται με τα κριτήρια που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, οι αναφορές των οποίων δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θεωρούνται ότι πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 7.

Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης που αποδεικνύουν τη συμμόρφωσή τους προς τα κριτήρια που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, οι αναφορές των οποίων δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την επιτυχημένη συμμετοχή τους στο σύστημα αξιολόγησης από ομοτίμους που καθορίζεται στο άρθρο 9, θεωρούνται ότι πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 7.

Αιτιολόγηση

Η συμμόρφωση προς το πρότυπο πρέπει να αποδεικνύεται με τη διαδικασία αξιολόγησης ομοτίμων που θεσπίζεται στο πλαίσιο του οργανισμού που αναγνωρίζεται με βάση του άρθρο 12. Αν η εφαρμογή της διαπίστευσης έχει ως στόχο την αποτελεσματική στήριξη της ορθής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς με την αύξηση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, πρέπει να απαιτείται να αποδεικνύουν και οι ίδιοι οι οργανισμοί διαπίστευσης ότι η εμπιστοσύνη προς αυτούς είναι δικαιολογημένη.

Τροπολογία 71

Άρθρο 11, παράγραφος 2

2. Ένας εθνικός οργανισμός διαπίστευσης πληροφορεί τις αρμόδιες εθνικές αρχές και την Επιτροπή σχετικά με όλες τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες πραγματοποιεί διαπίστευση στο πλαίσιο της κοινοτικής νομοθεσίας καθώς και σχετικά με οποιαδήποτε αλλαγή σ’ αυτές.

2. Ένας εθνικός οργανισμός διαπίστευσης πληροφορεί τις αρμόδιες εθνικές αρχές, την Επιτροπή και το φορέα που αναγνωρίζεται με βάση το άρθρο 12Α του παρόντος κανονισμού σχετικά με όλες τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες πραγματοποιεί διαπίστευση στο πλαίσιο της κοινοτικής νομοθεσίας καθώς και σχετικά με οποιαδήποτε αλλαγή σ’ αυτές.

Αιτιολόγηση

Η συμπερίληψη του "φορέα που αναγνωρίζεται με βάση το άρθρο 12Α του παρόντος κανονισμού" στην υποχρέωση πληροφόρησης σχετικά με τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης θα αυξήσει τη διαφάνεια μεταξύ των διαφόρων φορέων.

Τροπολογία 72

Άρθρο 11, παράγραφος 3

3. Ένας εθνικός οργανισμός διαπίστευσης δημοσιοποιεί τις πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα της αξιολόγησής του από ομοτίμους, σχετικά με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες πραγματοποιεί διαπίστευση και σχετικά με οποιαδήποτε αλλαγή σ’ αυτές.

3. Ένας εθνικός οργανισμός διαπίστευσης δημοσιοποιεί τακτικά τις πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα της αξιολόγησής του από ομοτίμους, σχετικά με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες πραγματοποιεί διαπίστευση και σχετικά με οποιαδήποτε αλλαγή σ’ αυτές.

Αιτιολόγηση

Οι πληροφορίες σχετικά με την αξιολόγηση ομοτίμων θα πρέπει να είναι διαθέσιμη στο κοινό σε τακτική βάση.

Τροπολογία 73

Άρθρο 12, παράγραφος 2

Η Επιτροπή μπορεί, επίσης, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, να ζητήσει από την ΕΣΔ να αναπτύξει τομεακά συστήματα διαπίστευσης.

Η Επιτροπή μπορεί, επίσης, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο

 

(α) να δεχτεί τέτοια υπάρχοντα συστήματα που καθορίζουν ήδη κριτήρια αξιολόγησης και διαδικασίες αξιολόγησης ομοτίμων·

 

(β) να ζητήσει από τον οργανισμό που αναγνωρίζεται βάσει του άρθρου 12α να καθορίσει κριτήρια και διαδικασίες αξιολόγησης ομοτίμων και να αναπτύξει τομεακά συστήματα διαπίστευσης.

Αιτιολόγηση

Ο κανονισμός αναθέτει στον οργανισμό που αναγνωρίζεται βάσει του άρθρου 12α μείζονα ρόλο όσον αφορά τη διασφάλιση της ομοιογένειας και τη βελτίωση της ποιότητας της διαπίστευσης στην Ευρώπη. Συνεπώς, το σύστημα αξιολόγησης ομοτίμων, υπό την ευθύνη του οργανισμού που αναγνωρίζεται βάσει του άρθρου 12α, θα πρέπει επίσης να βρίσκεται υπό τον έλεγχο των κρατών μελών και την Επιτροπής.

Τροπολογία 74

Άρθρο 12, παράγραφος 3

Τα συστήματα αυτά προσδιορίζουν τις τομεακές τεχνικές προδιαγραφές που είναι αναγκαίες για την εξασφάλιση του επιπέδου τεχνικής επάρκειας το οποίο απαιτείται από την κοινοτική εναρμονισμένη νομοθεσία σε τομείς με ειδικές τεχνολογικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας.

Τα συστήματα αυτά προσδιορίζουν τις τομεακές τεχνικές προδιαγραφές που είναι αναγκαίες για την εξασφάλιση του επιπέδου τεχνικής επάρκειας το οποίο απαιτείται από την κοινοτική εναρμονισμένη νομοθεσία σε τομείς με ειδικές τεχνολογικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις υγείας, προστασίας του περιβάλλοντος και ασφάλειας.

Αιτιολόγηση

Η αναφορά στην προστασία του περιβάλλοντος έχει ήδη γίνει ήδη σε προηγούμενα άρθρα, αν μη τι άλλο διότι πρέπει να αντιμετωπίζονται και περιπτώσεις μη συμμόρφωσης προς την ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ στον τομέα του περιβάλλοντος.

Τροπολογία 75

Άρθρο 12α (νέο), τίτλος και παρ. 1

 

Άρθρο 12α

 

Ευρωπαϊκή υποδομή διαπίστευσης

 

1. Η Επιτροπή αναγνωρίζει έναν οργανισμό που ικανοποιεί τις απαιτήσεις του παραρτήματος Α του παρόντος κανονισμού, μετά από διαβούλευση με τα κράτη μέλη.

Αιτιολόγηση

Στόχος είναι η πρόβλεψη μιας δέσμης βασικών απαιτήσεων για το διορισμό του αναγνωρισμένου οργανισμού και για τη συμφωνία πλαίσιο που θα συναφθεί με αυτόν, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι η συμφωνία μπορεί να τερματιστεί είτε λόγω παράβασής της είτε χωρίς συγκεκριμένη αιτία, για παράδειγμα αν αναπτυχθεί άλλος οργανισμός που να ικανοποιεί καλύτερα τις ίδιες απαιτήσεις ή να ικανοποιεί υψηλότερες απαιτήσεις, και πρέπει κατά συνέπεια να χρησιμοποιηθεί στη θέση του παλαιού, είτε απλά για επαναδιαπραγμάτευση.

Τροπολογία 76

Άρθρο 12α (νέο), παρ. 2

 

2. Προκειμένου να αναγνωριστεί ένας οργανισμός, πρέπει να συνάψει συμφωνία πλαίσιο με την Επιτροπή. Η συμφωνία αυτή πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα λεπτομερή καθήκοντα του οργανισμού, η μη εκπλήρωση των οποίων δίνει το δικαίωμα στην Επιτροπή να την τερματίσει, χρηματοδοτικές ρυθμίσεις, ρυθμίσεις για την εποπτεία του αναγνωρισμένου οργανισμού καθώς και άλλες ρυθμίσεις, ειδικές για συμφωνίες τέτοιου τύπου. Η Επιτροπή και ο ενδιαφερόμενος οργανισμός δημοσιοποιούν τη συμφωνία πλαίσιο. Τόσο η Επιτροπή όσο και ο ενδιαφερόμενος οργανισμός μπορούν να τερματίσουν τη συμφωνία χωρίς συγκεκριμένη αιτία, μετά την παρέλευση εύλογης προθεσμίας που καθορίζεται στη συμφωνία.

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στο άρθρο 12α (νέο), παρ. 1.

Τροπολογία 77

Άρθρο 12α (νέο), παρ. 3

 

3. Η Επιτροπή κοινοποιεί την αναγνώριση σύμφωνα που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στα κράτη μέλη και τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης.

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στο άρθρο 12α (νέο), παρ. 1.

Τροπολογία 78

Άρθρο 12α (νέο), παρ. 4

 

4. Η Επιτροπή μπορεί ανά πάσα στιγμή να αναγνωρίζει μόνο έναν τέτοιο οργανισμό.

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στο άρθρο 12α (νέο), παρ. 1.

Τροπολογία 79

Άρθρο 12α (νέο), παρ. 5

 

5. Ο πρώτος οργανισμός που αναγνωρίζεται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού είναι η Ευρωπαϊκή Συνεργασία για τη Διαπίστευση, εφόσον έχει συνάψει συμφωνία πλαίσιο σύμφωνα με τα ανωτέρω.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 54 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 80

Άρθρο 13, παράγραφος 1α (νέα)

 

1α. Κάθε διάταξη του παρόντος κεφαλαίου πρέπει να εφαρμόζεται εφόσον δεν υπάρχουν ειδικές διατάξεις με τον ίδιο στόχο στους κανόνες της κοινοτικής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 2001 σχετικά με τη γενική ασφάλεια των προϊόντων.

(Η παρούσα συμβιβαστική τροπολογία αντικαθιστά τις τροπολογίες 196 και 197)

Τροπολογία 81

Άρθρο 13, παράγραφος 2

2. Τα άρθρα 14 έως 23 δεν εφαρμόζονται στα προϊόντα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2001/95/ΕΚ, για τα θέματα που αφορούν την υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών.

διαγράφεται

Αιτιολόγηση

Το άρθρο 13(2) θα πρέπει να διαγραφεί, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος ασυνέπειας, δεδομένου τα όρια μεταξύ προϊόντων καταναλωτικής και επαγγελματικής χρήσης είναι ασαφή, αφού η δε εξαίρεση θα σήμαινε περιττή περιπλοκή και μπορεί να οδηγήσει σε ασάφεια ως προς τις διαδικασίες και τις αρμοδιότητες στην εμπορία των προϊόντων. Το πλαίσιο που παρέχει ο κανονισμός θα πρέπει επομένως να έχει εφαρμογή και στην GPSD, όπου η εν λόγω οδηγία δεν περιλαμβάνει πιο συγκεκριμένους κανόνες, προκειμένου να διασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας.

Τροπολογία 82

Άρθρο 13, παράγραφος 3

3. Τα άρθρα 14 έως 23 δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που διέπονται από τις ακόλουθες κοινοτικές νομοθετικές πράξεις εναρμόνισης:

διαγράφεται

(α) οδηγία 70/156/ΕΟΚ·

 

(β) οδηγία 76/768/ΕΟΚ·

 

(γ) οδηγία 90/385/ΕΚ·

 

(δ) οδηγία 93/42/ΕΚ·

 

(ε) οδηγία 97/68/ΕΚ.

 

(στ) οδηγία 98/79/ΕΚ·

 

(ζ) οδηγία 2001/82/ΕΚ·

 

(η) οδηγία 2001/83/ΕΚ·

 

(θ) οδηγία 2002/24/ΕΚ·

 

(ι) οδηγία 2002/88/ΕΚ·

 

(ια) κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1592/2002·

 

(ιβ) οδηγία 2003/37/ΕΚ·

 

(ιγ) οδηγία 2004/26/ΕΚ·

 

(ιδ) κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 273/2004·

 

(ιε) κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 726/2004·

 

Αιτιολόγηση

Η εξαίρεση της GPSD θα υπονόμευε τη θέσπιση συνεκτικού πλαισίου για την αποτελεσματική εποπτεία της αγοράς, το ίδιο και οι εκτεταμένες και σαρωτικές εξαιρέσεις ολόκληρων οδηγιών, που προβλέπει το άρθρο 13(3). Στην περίπτωση της GPSD, οι ειδικότεροι κανόνες άλλων νομοθετικών μέτρων υπερισχύουν των γενικότερων κανόνων του παρόντος κανονισμού, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα μέτρα εποπτείας της αγοράς δεν θα παρουσιάζουν κενά και θα είναι κατάλληλα για τα επιμέρους προϊόντα.

Τροπολογία 83

Άρθρο 13, παράγραφος 4

4. Τα άρθρα 24 έως 26 εφαρμόζονται μόνο στο βαθμό στον οποίο άλλη κοινοτική νομοθεσία δεν περιέχει ειδικές διατάξεις σχετικά με την οργάνωση συνοριακών ελέγχων για συγκεκριμένα προϊόντα.

διαγράφεται

Αιτιολόγηση

Αναδιατυπώθηκε και έγινε το νέο άρθρο 13 παρ. 1α, πιο πάνω

Τροπολογία 84

Άρθρο 14

Τα κράτη μέλη οργανώνουν και πραγματοποιούν εποπτεία προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι τα προϊόντα που κυκλοφορούν στην κοινοτική αγορά ή εκείνα που εισέρχονται στην εν λόγω αγορά, και τα οποία καλύπτονται από κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, ικανοποιούν τις διατάξεις της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας εναρμόνισης και, υπό τον όρον ότι γίνεται ορθή εγκατάσταση, συντήρηση και χρήση τους, δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία ή την ασφάλεια, ούτε άλλα θέματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος που προβλέπονται στη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης.

Τα κράτη μέλη οργανώνουν και πραγματοποιούν εποπτεία της αγοράς όπως ορίζεται στο παρόν κεφάλαιο.

Στόχος της εποπτείας της αγοράς είναι να διασφαλιστεί ότι προϊόντα καλυπτόμενα από την κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης τα οποία, όταν χρησιμοποιούνται για το σκοπό για τον οποίο προορίζονται ή σε συνθήκες προβλέψιμες σε εύλογο βαθμό και εγκαθίστανται και συντηρούνται κατάλληλα, είναι πιθανό να θέσουν σε κίνδυνο την υγεία ή την ασφάλεια των χρηστών, ή δεν συμμορφώνονται για άλλο λόγο στις ισχύουσες απαιτήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας εναρμόνισης, θα αποσύρονται, θα απαγορεύονται ή θα περιορίζεται η κυκλοφορία τους στην αγορά, και ότι το κοινό, η Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη θα ενημερώνονται κατάλληλα.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά τις τροπολογίες 61 και 65 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 85

Άρθρο 14, παράγραφος 1α (νέα)

 

1α. Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν, περιορίζουν ή εμποδίζουν τη διάθεση προϊόντων στην αγορά της επικράτειάς τους, εκτός αν τα εν λόγω απαγόρευση, περιορισμός ή παρεμπόδιση βασίζονται και συμμορφώνονται στις απατήσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό ή σε άλλους ισχύοντες κανόνες της κοινοτικής νομοθεσίας εναρμόνισης.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 62 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 86

Άρθρο 14, παράγραφος 1β (νέα)

 

1β. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εποπτεία της αγοράς που πραγματοποιεί καλύπτει ολόκληρο το φάσμα προϊόντων που υπόκεινται σε νομικές απαιτήσεις, ανεξάρτητα από το αν προορίζονται για κατανάλωση ή χρήση από καταναλωτές ή αν προορίζονται για επαγγελματική χρήση.

Αιτιολόγηση

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή νομική βεβαιότητα, χρειάζεται να προσδιοριστεί ότι η εποπτεία της αγοράς αφορά το πλήρες φάσμα προϊόντων που χρειάζεται να συμμορφώνονται προς τις νομικές απαιτήσεις.

Τροπολογία 87

Άρθρο 15, παράγραφος 1

Κάθε κράτος μέλος πληροφορεί την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη σχετικά με τις αρχές που είναι αρμόδιες για την πραγματοποίηση της εποπτείας της αγοράς στην επικράτειά του, εφεξής «αρχές εποπτείας της αγοράς».

1. Κάθε κράτος μέλος πληροφορεί την Επιτροπή σχετικά με τις εθνικές αρχές εποπτείας της αγοράς και το πεδίο αρμοδιοτήτων τους. Η Επιτροπή διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στα άλλα κράτη μέλη.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 66 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 88

Άρθρο 15, παράγραφος 1α (νέα)

 

1α. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει την ενημέρωση του κοινού σχετικά με την ύπαρξη, τις αρμοδιότητες και την ταυτότητα της εθνικής αρχής εποπτείας της αγοράς, καθώς και το πώς μπορεί νε έλθει σε επαφή με την αρχή αυτή.

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στο άρθρο 15.

Τροπολογία 89

Άρθρο 16, παράγραφος 1

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την επικοινωνία και το συντονισμό μεταξύ όλων των διαφόρων αρχών εποπτείας της αγοράς.

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την επικοινωνία και το συντονισμό μεταξύ όλων των διαφόρων αρχών εποπτείας της αγοράς που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους.

Αιτιολόγηση

Αποσαφήνιση.

Τροπολογία 90

Άρθρο 16, παράγραφος 2

2. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν επαρκείς διαδικασίες προκειμένου να δίνουν συνέχεια στις καταγγελίες ή τις εκθέσεις που υποβάλλονται σχετικά με θέματα που αφορούν κινδύνους που ανακύπτουν από προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, να παρακολουθούν τα ατυχήματα και τις βλάβες στην υγεία που υπάρχει υπόνοια ότι προκλήθηκαν από τέτοια προϊόντα, καθώς και να παρακολουθούν και να επικαιροποιούν τις επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις που αφορούν θέματα ασφάλειας.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη θέσπιση επαρκών διαδικασιών προκειμένου να δίνεται συνέχεια στις καταγγελίες ή τις εκθέσεις που υποβάλλονται σχετικά με θέματα που αφορούν κινδύνους που ανακύπτουν από προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, να παρακολουθούν τα ατυχήματα και τις βλάβες στην υγεία που υπάρχει υπόνοια ότι προκλήθηκαν από τέτοια προϊόντα, να θεσπίζουν κατάλληλες διαδικασίες για να επαληθεύουν την αποτελεσματική εκτέλεση διορθωτικών ενεργειών, καθώς και να παρακολουθούν και επικαιροποιούν τις επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις που αφορούν θέματα ασφάλειας.

Αιτιολόγηση

Η εποπτεία της αγοράς θα πρέπει να περιλαμβάνει συγκεκριμένες διορθωτικές ενέργειες συνέχειας. Έχει εκφραστεί ρητά η ανησυχία διαφόρων μερών σχετικά με την αξιοπιστία του σήματος CE. Ένα τέτοιο χάσμα αξιοπιστίας μπορεί να οφείλεται σε δύο πράγματα, πρώτον ανεπάρκεια της διαδικασίας για τον εντοπισμό των οικονομικών φορέων που παραβαίνουν ηθελημένα την κοινοτική νομοθεσία, και δεύτερον ανεπάρκεια της συνέχειας που δίνεται για να διασφαλιστεί ότι αν ένα προϊόν διαπιστωθεί ότι δεν συμμορφώνεται, θα αποσύρεται από την αγορά. Εναπόκειται στα κράτη μέλη να επαληθεύουν την ουσιαστική εκτέλεση των διορθωτικών μέτρων.

Τροπολογία 91

Άρθρο 16, παράγραφος 4

4. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν, εκτελούν και επικαιροποιούν περιοδικά τα προγράμματα εποπτείας της αγοράς.

4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη θέσπιση, εφαρμογή και περιοδική αναπροσαρμογή των προγραμμάτων εποπτείας της αγοράς. Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει συνολικό πρόγραμμα εποπτείας τα αγοράς μέσα σε ένα έτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, και το κοινοποιεί στα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή, και το δημοσιεύει στο Διαδίκτυο. Κάθε μετέπειτα αναπροσαρμογή του προγράμματος αυτού κοινοποιείται με τον ίδιο τρόπο. Τα κράτη μέλη δύνανται να συνάψουν συμφωνίες συνεργασίας με ενδιαφερόμενους φορείς και ειδικότερα με τομεακές επαγγελματικές οργανώσεις προκειμένου να επωφεληθούν από τις διαθέσιμες πληροφορίες που αφορούν την αγορά.

(Η παρούσα τροπολογία συγχωνεύει τις τροπολογίες 211 και 212)

Τροπολογία 92

Άρθρο 16, παράγραφος 5

5. Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν και αξιολογούν περιοδικά τη λειτουργία των εποπτικών δραστηριοτήτων τους.

5. Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν και αξιολογούν περιοδικά τη λειτουργία των εποπτικών δραστηριοτήτων τους. Τέτοιες αναθεωρήσεις και αξιολογήσεις πραγματοποιούνται το λιγότερο ανά τετραετία, τα δε αποτελέσματά τους κοινοποιείται στα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή και δημοσιεύονται στο Διαδίκτυο.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 71 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 93

Άρθρο 17, παράγραφος 1, εδάφιο 1

1. Οι αρχές εποπτείας της αγοράς πραγματοποιούν κατάλληλους ελέγχους σχετικά με τα χαρακτηριστικά των προϊόντων σε επαρκή κλίμακα, μέσω του ελέγχου εγγράφων και, ενδεχομένως, μέσω φυσικών και εργαστηριακών ελέγχων, χρησιμοποιώντας αντιπροσωπευτικά δείγματα.

 

1. Λαμβάνοντας υπόψη τις καθιερωμένες αρχές αξιολόγησης κινδύνου, τις καταγγελίες και άλλες ενδείξεις που περιέρχονται στην κατοχή τους, οι αρχές εποπτείας της αγοράς πραγματοποιούν κατάλληλους ελέγχους σχετικά με τα χαρακτηριστικά των προϊόντων σε επαρκή κλίμακα, μέσω του ελέγχου εγγράφων και, ενδεχομένως, μέσω φυσικών και εργαστηριακών ελέγχων, χρησιμοποιώντας αντιπροσωπευτικά δείγματα.

Αιτιολόγηση

Όπου αυτό ενδείκνυται, οι αρχές εποπτείας της αγοράς, βασιζόμενες σε εκτίμηση κινδύνου και ενδείξεις προβλημάτων, και τηρώντας την αρχή της αναλογικότητας, θα πρέπει να μπορούν να προβαίνουν σε δειγματοληψία, ιδιαίτερα αν ο κίνδυνος αφορά την πώληση παρτίδων ως επί το πλείστον φτηνών εξαρτημάτων ή καταναλωτικών προϊόντων, που πολύ συχνά εξαντλούνται διατιθέμενα ως προσφορά από το διανομέα.

Τροπολογία 94

Άρθρο 17, παράγραφος 1, εδάφια 2 και 3

Οι αρχές μπορούν να απαιτήσουν από τους οικονομικούς φορείς να θέσουν στη διάθεσή τους τα σχετικά έγγραφα και πληροφορίες που κρίνουν αναγκαία για τους σκοπούς του άρθρου 14.

Μπορούν επίσης να επισκεφθούν τις εγκαταστάσεις των οικονομικών φορέων όταν το θεωρούν αναγκαίο για τους σκοπούς του άρθρου 14.

Με την επιφύλαξη της απαίτησης για αναλογικότητα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς μπορούν να απαιτήσουν από τους οικονομικούς φορείς να θέσουν στη διάθεσή τους τα σχετικά έγγραφα και πληροφορίες που κρίνουν αναγκαία για τους σκοπούς της διεξαγωγής των δραστηριοτήτων τους, συμπεριλαμβανομένης της εισόδου τους στις εγκαταστάσεις των οικονομικών φορέων και της πραγματοποίησης κατάλληλης δειγματοληψίας των προϊόντων.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 73 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 95

Άρθρο 17, παράγραφος 1, υποπαράγραφος 3α (νέα)

 

Κατά τη διενέργεια των ελέγχων που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο, οι αρχές εποπτείας της αγοράς αναγνωρίζουν εκθέσεις ελέγχου που καταδεικνύουν την αξιολόγηση της συμμόρφωσης από άλλο επίσημο οργανισμό πιστοποίησης στην Κοινότητα ως έγκυρη απόδειξη συμμόρφωσης.

Αιτιολόγηση

Για λόγους νομικής βεβαιότητας, οι εκθέσεις ελέγχου που καταδεικνύουν τη συμμόρφωση από άλλο επίσημο κοινοποιημένο οργανισμό πρέπει να αναγνωρίζονται από τις αρχές εποπτείας της αγοράς όλων των κρατών μελών.

Τροπολογία 96

Άρθρο 17, παράγραφος 2, εδάφιο 1

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα προκειμένου να ειδοποιούν τους χρήστες στην επικράτειά τους σχετικά με οποιοδήποτε προϊόν για το οποίο έχει διαπιστωθεί ότι παρουσιάζει κίνδυνο.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς διασφαλίζουν τη λήψη κατάλληλων και αναλογικών μέτρων προκειμένου να ειδοποιούν τους χρήστες στην επικράτειά τους μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα σχετικά με οποιοδήποτε προϊόν για το οποίο έχει διαπιστωθεί ότι παρουσιάζει σοβαρό κίνδυνο.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 74 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 97

Άρθρο 17, παράγραφος 2α (νέα)

 

2α. Όταν οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενός κράτους μέλους επιθυμούν να αποσύρουν προϊόν που έχει κατασκευαστεί σε άλλο κράτος μέλος, ενημερώνουν σχετικά τον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα στη διεύθυνση που αναφέρεται στο εν λόγω προϊόν ή στη συνοδευτική τεκμηρίωση του προϊόντος.

Αιτιολόγηση

Είναι σημαντικό να ενημερωθεί ο οικονομικός φορέας στην περίπτωση που ένα άλλο κράτος μέλος αποφασίζει να αποσύρει ένα από τα προϊόντα του. Ωστόσο, δεν μπορεί να αναμένεται από τις αρχές των κρατών μελών να επικοινωνούν με τον οικονομικό φορέα προτού αποσταλούν πληροφορίες σε αρχές ενός άλλου κράτους μέλους δεδομένου ότι τούτο θα επιβράδυνε αισθητά τη σχετική διαδικασία.

Τροπολογία 98

Άρθρο 17, παράγραφος 3

3. Οι αρχές εποπτείας της αγοράς εκτελούν τα καθήκοντά τους με τη δέουσα ανεξαρτησία και διασφαλίζουν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα και το επαγγελματικό απόρρητο.

3. Οι αρχές εποπτείας της αγοράς εκτελούν τα καθήκοντά τους με τη δέουσα ανεξαρτησία από πολιτικές και εμπορικές πιέσεις. Τηρούν την εμπιστευτικότητα όπου τούτο απαιτείται για την προστασία των πληροφοριών που επισημαίνει με κατάλληλο τρόπο ο ενδιαφερόμενος ως εμπορικό μυστικό, ή για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, πάντα με την επιφύλαξη της απαίτησης περί δημοσίευσης πληροφοριών για την προστασία των συμφερόντων των χρηστών στην Κοινότητα.

Αιτιολόγηση

Οι δραστηριότητες εποπτείας της αγοράς θα πρέπει να λειτουργούν μόνο για το σκοπό που καθορίζεται στην προτεινόμενη νέα παράγραφο 5 του άρθρου 14 και να είναι επομένως ανεξάρτητες τόσο από εμπορικές όσο και από πολιτικές πιέσεις. Στο πλαίσιο της επιδιωκόμενης ισορροπίας μεταξύ της τήρησης της εμπιστευτικότητας και της ανάγκης για ενημέρωση του κοινού σχετικά με σοβαρούς κινδύνους, η εμπιστευτικότητα θα πρέπει να περιορίζεται στις ελάχιστες απαιτούμενες πληροφορίες, όπως πληροφορίες που αποτελούν εμπορικό μυστικό και των οποίων η δημοσίευση αναγκαία για την ενημέρωση σχετικά με κινδύνους.

Τροπολογία 99

Άρθρο 18

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα προϊόντα που παρουσιάζουν σοβαρό κίνδυνο ο οποίος απαιτεί ταχεία παρέμβαση, συμπεριλαμβανομένου του σοβαρού κινδύνου που δεν έχει άμεσες συνέπειες, ανακαλούνται ή αποσύρονται ή απαγορεύεται η διάθεσή τους στην αγορά, και ότι η Επιτροπή ενημερώνεται αμέσως, σύμφωνα με το άρθρο 20.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα προϊόντα που παρουσιάζουν σοβαρό κίνδυνο ο οποίος απαιτεί ταχεία παρέμβαση, συμπεριλαμβανομένου του σοβαρού κινδύνου που δεν έχει άμεσες συνέπειες, ανακαλούνται ή αποσύρονται ή απαγορεύεται η διάθεσή τους στην εγχώρια αγορά, και ότι η Επιτροπή ενημερώνεται αμέσως, σύμφωνα με το άρθρο 20.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 76 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 100

Άρθρο 18, παράγραφος 1α (νέα)

 

1α. Η απόφαση σχετικά με το αν ένα προϊόν αντιπροσωπεύει ή όχι σοβαρό κίνδυνο πρέπει να βασίζεται στο χαρακτήρα του κινδύνου και την πιθανότητα εμφάνισής του. Στην αξιολόγηση κινδύνου λαμβάνονται υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων, όπου υπάρχουν, στοιχείων σχετικά με τους κινδύνους που έχουν πραγματωθεί σε σχέση με το προϊόν. Πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη τυχόν μέτρα άμβλυνσης του κινδύνου εκ μέρους του ενδιαφερόμενου οικονομικού φορέα. Η πρακτική δυνατότητα για επίτευξη υψηλότερων επιπέδων ασφάλειας ή η διαθεσιμότητα άλλων προϊόντων που εγκυμονούν μικρότερο κίνδυνο δεν συνιστούν λόγους να θεωρηθεί ότι ένα προϊόν εγκυμονεί σοβαρό κίνδυνο.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 77 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 101

Άρθρο 19, παράγραφος 1

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε μέτρα, τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, για την απαγόρευση ή τον περιορισμό της διάθεσης ενός προϊόντος στην αγορά ή για την απόσυρση ή την ανάκλησή του από την αγορά, συνοδεύονται από δήλωση σχετικά με τους ακριβείς λόγους για τους οποίους ελήφθησαν.

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε μέτρα, τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, για την απαγόρευση ή τον περιορισμό της διάθεσης ενός προϊόντος στην αγορά ή για την απόσυρση ή την ανάκλησή του από την αγορά, είναι αναλογικά και συνοδεύονται από δήλωση σχετικά με τους ακριβείς λόγους για τους οποίους ελήφθησαν.

Αιτιολόγηση

Για να γίνουν σεβαστά τα μέτρα από τους οικονομικούς φορείς και να λειτουργεί το σύστημα καλύτερα, πρέπει τα μέτρα αυτά να είναι ανάλογα και να μην ξεπερνούν το μέτρο που αρμόζει στην κάθε περίσταση.

Τροπολογία 102

Άρθρο 19, παράγραφος 3

3. Πριν από τη λήψη ενός μέτρου, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, παρέχεται στον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα η δυνατότητα να διατυπώσει την άποψή του, εκτός εάν αυτό δεν είναι δυνατόν λόγω της επείγουσας ανάγκης λήψης του μέτρου, η οποία δικαιολογείται από απαιτήσεις υγείας ή ασφάλειας ή από άλλους λόγους δημόσιου συμφέροντος που καλύπτονται από τη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης.

3. Πριν από τη λήψη ενός μέτρου, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, παρέχεται στον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα η δυνατότητα να διατυπώσει την άποψή του, εκτός εάν αυτό δεν είναι δυνατόν λόγω της επείγουσας ανάγκης λήψης του μέτρου, η οποία δικαιολογείται από απαιτήσεις υγείας ή ασφάλειας ή από άλλους λόγους δημόσιου συμφέροντος που καλύπτονται από τη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης. Αν έχει αναληφθεί δράση χωρίς να προηγηθεί ακρόαση του οικονομικού φορέα, του δίνεται η δυνατότητα να εκφράσει τις απόψεις του το νωρίτερο δυνατόν, η δε αναληφθείσα δράση επανεξετάζεται αμέσως μετά.

Αιτιολόγηση

Η παρούσα τροπολογία είναι σύμφωνη με την προτεινόμενη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της εποπτείας της αγοράς. Η προσθήκη εκφράζει το γενικό κανόνα στην περίπτωση ερήμην λαμβανομένων προσωρινών μέτρων.

Τροπολογία 103

Άρθρο 19, παράγραφος 3α (νέα)

 

3α. Οποιοδήποτε μέτρο, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, αποσύρεται αμέσως ή τροποποιείται ώστε να καταστεί λιγότερο περιοριστικό, μόλις ο οικονομικός φορέας αποδείξει ότι έχει λάβει αποτελεσματικά μέτρα για την εξάλειψη του σοβαρού κινδύνου.

Αιτιολόγηση

Το άρθρο 19(1) περιλαμβάνει ορισμένες δυνατές παρεμβάσεις στην αγορά οι οποίες θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν από τις αρχές, η οικονομική επίπτωση καθεμιάς από τις οποίες θα είχε διαφορετικές συνέπειες για τους οικονομικούς φορείς. Σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας, το επίπεδο της παρέμβασης στην αγορά θα πρέπει να είναι ανάλογο με το επίπεδο του κινδύνου για το κοινό. Παρεμφερείς διατάξεις περιλαμβάνονται ήδη στην οδηγία για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων.

Τροπολογία 104

Άρθρο 21, τίτλος

Σύστημα υποστήριξης πληροφοριών

Γενικό σύστημα υποστήριξης πληροφοριών

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 82 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 105

Άρθρο 21, παράγραφος 1

1. Η Επιτροπή αναπτύσσει και τηρεί γενικό σύστημα αρχειοθέτησης και ανταλλαγής πληροφοριών για όλα τα θέματα που σχετίζονται με τις δραστηριότητες εποπτείας της αγοράς.

1. Η Επιτροπή αναπτύσσει και τηρεί γενικό σύστημα αρχειοθέτησης και ανταλλαγής πληροφοριών για όλα τα θέματα που σχετίζονται με τις δραστηριότητες και τα προγράμματα εποπτείας της αγοράς. Το σύστημα πρέπει να εμφανίζει κατάλληλα τις κοινοποιήσεις και τις πληροφορίες που διαβιβάζονται στο πλαίσιο του κοινοτικού συστήματος ταχείας πληροφόρησης.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 83 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 106

Άρθρο 21, παράγραφος 2, εδάφιο 2

Διασφαλίζεται ο εμπιστευτικός χαρακτήρας και το επαγγελματικό απόρρητο όσον αφορά το περιεχόμενο των πληροφοριών. Η προστασία του επαγγελματικού απόρρητου δεν εμποδίζει τη διαβίβαση συναφών πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές με σκοπό τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των δραστηριοτήτων εποπτείας της αγοράς.

Με την επιφύλαξη της δεύτερης υποπαραγράφου της παραγράφου 3 του άρθρου 17, διασφαλίζεται ο εμπιστευτικός χαρακτήρας όσον αφορά το περιεχόμενο των πληροφοριών Η τήρηση του εμπιστευτικού χαρακτήρα δεν εμποδίζει τη διαβίβαση συναφών πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές με σκοπό τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των δραστηριοτήτων εποπτείας της αγοράς.

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στο άρθρο 21, παράγραφος 2, πρώτη υποπαράγραφος.

Τροπολογία 107

Άρθρο 22, παράγραφος 2α (νέα)

 

2α. Η Επιτροπή συλλέγει και οργανώνει στοιχεία για τα εθνικά μέτρα εποπτείας της αγοράς, που να της επιτρέπουν να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 87 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 108

Άρθρο 22, παράγραφος 2β (νέα)

 

2β. Πριν το υποβάλλον κράτος μέλος κοινοποιήσει τα συμπεράσματα και τις ενέργειές του στα υπόλοιπα κράτη μέλη και την Επιτροπή, επικοινωνεί με τον οικονομικό παράγοντα χρησιμοποιώντας τη διεύθυνση που αναφέρεται επάνω στο προϊόν ή παρέχεται μαζί με αυτό (αν υπάρχει). Αν υπάρξει αντίδραση εκ μέρους του οικονομικού παράγοντα μέσα σε διάστημα εικοσιοκτώ ημερών, περιλαμβάνεται στην έκθεση του κράτους μέλους. Η απαίτηση να περιληφθεί και η αντίδραση του οικονομικού παράγοντα δεν ισχύει αν το κράτος μέλος που υποβάλλει την έκθεση έχει λόγους να πιστεύει ότι η σχετική καθυστέρηση θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τη δημόσια υγεία και την ασφάλεια.

Αιτιολόγηση

Θα πρέπει γενικά να παρέχεται στους οικονομικούς παράγοντες η δυνατότητα να αντιδρούν στις απόψεις των αρχών, ιδιαίτερα όταν το θέμα της συμμόρφωσης τίθεται σε άλλα κράτη μέλη, γεγονός που πολλαπλασιάζει σημαντικά τις επιπτώσεις στις επιχειρήσεις τους.

Τροπολογία 109

Άρθρο 22, παράγραφος 2γ (νέα)

 

2γ. Όταν οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενός κράτους μέλους επιθυμούν να αποσύρουν προϊόν που έχει κατασκευαστεί σε άλλο κράτος μέλος, ενημερώνουν σχετικά τον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα στη διεύθυνση που αναφέρεται στο εν λόγω προϊόν ή στη συνοδευτική τεκμηρίωση του προϊόντος.

Αιτιολόγηση

Είναι σημαντικό να ενημερωθεί ο οικονομικός φορέας στην περίπτωση που ένα άλλο κράτος μέλος αποφασίζει να αποσύρει ένα από τα προϊόντα του. Ωστόσο, δεν μπορεί να αναμένεται από τις αρχές των κρατών μελών να επικοινωνούν με τον οικονομικό φορέα προτού αποσταλούν πληροφορίες σε αρχές ενός άλλου κράτους μέλους δεδομένου ότι τούτο θα επιβράδυνε αισθητά τη σχετική διαδικασία.

Τροπολογία 110

Άρθρο 23, παράγραφος 1

1. Η Επιτροπή θεσπίζει και συντονίζει πρωτοβουλίες εποπτείας της αγοράς για τις οποίες απαιτούνται η εμπειρογνωμοσύνη και η συνεργασία δύο ή περισσότερων κρατών μελών, με στόχο τον επιμερισμό των πόρων και της εμπειρογνωμοσύνης.

1. Η Επιτροπή θεσπίζει και συντονίζει πρωτοβουλίες εποπτείας της αγοράς για τις οποίες απαιτούνται η εμπειρογνωμοσύνη και η συνεργασία δύο ή περισσότερων κρατών μελών, με στόχο τον επιμερισμό των πόρων και της εμπειρογνωμοσύνης, συμπεριλαμβανομένων πρωτοβουλιών συνεργασίας με τρίτες χώρες.

Αιτιολόγηση

Η εποπτεία της αγοράς θα πρέπει να είναι αποτελεσματική για όλα τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά της ΕΕ, ανεξάρτητα από το πού κατασκευάζονται ή πώς διανέμονται. Συνεπώς, η ανάληψη κοινών πρωτοβουλιών με τρίτες χώρες και η ένταση της συνεργασίας με τις αντίστοιχες αρχές των χωρών αυτών θα συνέβαλλαν στην καλύτερη κατανόηση των πολύπλοκων κανόνων και κανονισμών της ΕΕ και να ενθάρρυναν επίσης τις αρχές των χωρών αυτών να λάβουν μέτρα για την πρόληψη των παράνομων εξαγωγών μη συμμορφούμενων προϊόντων στην ΕΕ.

Τροπολογία 111

Άρθρο 23, παράγραφος 2, σημείο (β α) (νέο)

 

(βα) ανάπτυξη κατάλληλων προγραμμάτων για τη συνεργασία με τρίτες χώρες σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών και τεχνικής υποστήριξης, την προώθηση και την αξιολόγηση των ευρωπαϊκών συστημάτων και δραστηριοτήτων αξιολόγησης συμμόρφωσης, εποπτείας της αγοράς και διαπίστευσης.

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στο άρθρο 23, παράγραφος 1.

Τροπολογία 112

Άρθρο 23, παράγραφος 2, σημείο (β β) (νέο)

 

(ββ) εκπονεί ετήσια έκθεση σχετικά με την επιβολή της κοινοτικής νομοθεσίας για την εναρμόνιση·

Αιτιολόγηση

Σημαντικό είναι η να βελτιωθεί η ενημέρωση σε ό,τι αφορά την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού, από την οποία θα επωφεληθούν όλοι οι οικονομικοί φορείς.

Τροπολογία 113

Άρθρο 23, παράγραφος 2, σημείο (β γ) (νέο)

 

(βγ) ιδρύει κοινή, δημόσια τράπεζα δεδομένων, προσβάσιμη στις δημόσιες διοικήσεις και στους οικονομικούς φορείς των κρατών μελών, όπου θα απαριθμούνται όλες οι περιπτώσεις που ένα προϊόν διαπιστώνεται ότι παρουσιάζει σοβαρό κίνδυνο για την υγεία και την ασφάλεια ή παραβιάζει την κοινοτική νομοθεσία για την εναρμόνιση·

Αιτιολόγηση

Η ενημέρωση σχετικά με την εφαρμογή του προτεινόμενου κανονισμού χρειάζεται να βελτιωθεί σημαντικά. Σ' αυτή την ειδική περίπτωση, η κοινή τράπεζα δεδομένων θα δώσει τη δυνατότητα σε καλόπιστους οικονομικούς φορείς να αποφύγουν να εγκαινιάσουν δραστηριότητες με μη αξιόπιστους συναδέλφους τόσο εκτός όσο και εντός της Κοινότητας.

Τροπολογία 114

Άρθρο 23, παράγραφος 2, σημείο (β δ) (νέο)

 

(βδ) αναπτύσσει, οργανώνει και καταρτίζει προγράμματα για την ανταλλαγή εμπειριών, πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών, προγράμματα και ενέργειες για κοινά σχέδια, εκστρατείες πληροφόρησης, προγράμματα αμοιβαίων επισκέψεων και προγράμματα επιμερισμού των πόρων, σε συνεργασία με τρίτες χώρες·

Αιτιολόγηση

Μεγάλος αριθμός προϊόντων που δεν συμμορφώνεται με τις κοινοτικές προδιαγραφές και εισέρχεται στην κοινοτική εσωτερική αγορά παράγεται σε τρίτες χώρες (π.χ. Κίνα: 47%). Πολλές φορές αυτό οφείλεται σε ανεπαρκή πληροφόρηση και κατάρτιση. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να καταρτιστούν κοινά προγράμματα και να αναπτυχθούν ανταλλαγές σε συνεργασία με αυτές τις χώρες, σύμφωνα με αυτά που ισχύουν στην ΕΚ.

Τροπολογία 115

Άρθρο 23, παράγραφος 3

3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικές αρχές τους συμμετέχουν, κατά περίπτωση, στις δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικές αρχές τους συμμετέχουν πλήρως, κατά περίπτωση, στις δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Αιτιολόγηση

Η συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών πρέπει να είναι πλήρης για λόγους αποτελεσματικότητας του συστήματος και να μην αφήνεται περιθώριο επιλογής στα κράτη μέλη ως προς τη συμμετοχή τους.

Τροπολογία 116

ΤΜΗΜΑ 2 Α (ΝΕΟ)

 

ΤΜΗΜΑ 2α

 

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ – ΣΗΜΑΝΣΗ CE

Αιτιολόγηση

Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικότερα το θέμα του σήματος CE, προτείνεται να προστεθούν, με τροποποιήσεις, στον κανονισμό, ορισμένες θεμελιώδεις διατάξεις της απόφασης.

Τροπολογία 117

Άρθρο 23α (νέο), παράγραφος 1

 

Άρθρο 23α

 

Γενικές αρχές της σήμανσης CE

 

1. Η σήμανση CE τοποθετείται μόνο από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του. Η σήμανση επιτρέπεται να τοποθετείται μόνο αν πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται σε σχετική κοινοτική νομοθεσία η οποία προβλέπει τη σήμανση με το σήμα CE. Ο κατασκευαστής, τοποθετώντας τη σήμανση CE ή αναθέτοντας την τοποθέτησή της, αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συμμόρφωση του προϊόντος προς τις απαιτήσεις που θεσπίζονται στη σχετική κοινοτική νομοθεσία.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 95 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 118

Άρθρο 23α (νέο), παράγραφος 2

 

2. Η σήμανση CE αποτελεί τη μόνη σήμανση η οποία πιστοποιεί τη συμμόρφωση του προϊόντος με τις ισχύουσες απαιτήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με τη χρήση του. Όσον αφορά τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στη νομοθεσία για τη σήμανση CE, τα κράτη μέλη δεν περιλαμβάνουν στις εθνικές νομοθετικές διατάξεις οποιαδήποτε παραπομπή σε μια άλλη σήμανση συμμόρφωσης από την CE.

Τροπολογία 119

Άρθρο 23α (νέο), παράγραφος 3

 

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν σωστή εφαρμογή του καθεστώτος που διέπει τη σήμανση CE και καταθέτουν αγωγή στην περίπτωση πλημμελούς χρήσης. Τα κράτη μέλη επιβάλλουν επίσης κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων των ποινικών κυρώσεων για σοβαρές παραβάσεις. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι ανάλογες με τη σοβαρότητα της παράβασης και να συνιστούν αποτελεσματικό αποτρεπτικό μέσο κατά της πλημμελούς χρήσης

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στο άρθρο 23β (νέο), παράγραφος 1.

Τροπολογία 120

Άρθρο 24, παράγραφος 1

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελωνειακές αρχές τους πραγματοποιούν ή έχουν πραγματοποιήσει κατάλληλους ελέγχους σχετικά με τα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος σε επαρκή κλίμακα πριν το αποδεσμεύσουν για ελεύθερη κυκλοφορία.

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές τους για τον έλεγχο των προϊόντων που εισέρχονται στην κοινοτική αγορά διαθέτουν τις αρμοδιότητες και τους πόρους που απαιτούνται για την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης την αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των τελωνειακών αρχών και των αρχών εποπτείας της αγοράς, μεταξύ άλλων για να πραγματοποιούν κατάλληλους ελέγχους σχετικά με τα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος σε επαρκή κλίμακα σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στην παράγραφο 17 του άρθρου 1 πριν διαθέσουν το προϊόν αυτό στην αγορά.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 102 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 121

Άρθρο 24, παράγραφος 1α (νέα)

 

1α. Αν σε κράτος μέλος είναι αρμόδιες για την εποπτεία της αγοράς και τους τελωνειακούς ελέγχους περισσότερες της μιας αρχές, οι αρχές αυτές συνεργάζονται μεταξύ τους, μεταξύ άλλων χρησιμοποιώντας από κοινού τις πληροφορίες που σχετίζονται με τα καθήκοντά τους.

Αιτιολόγηση

Η παρούσα τροπολογία επιτρέπει και επιβάλλει τη ροή πληροφοριών μεταξύ των αρχών στα κράτη μέλη όπου εμπλέκονται περισσότερες της μιας αρχές.

Τροπολογία 122

Άρθρο 24, παράγραφος 2, εισαγωγή

2. Οι τελωνειακές αρχές αναστέλλουν την αποδέσμευση ενός προϊόντος για ελεύθερη κυκλοφορία όταν, κατά την πραγματοποίηση των ελέγχων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, διαπιστώσουν οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές αναστέλλουν την αποδέσμευση για ελεύθερη κυκλοφορία στην κοινοτική αγορά, αν διαπιστωθεί ένα από τα ακόλουθα κατά την πραγματοποίηση των ελέγχων που αναφέρονται στην παράγραφο 1:

Αιτιολόγηση

Η παρούσα τροπολογία είναι απόρροια της τροπολογίας 24.1, που αναφέρει ρητά την ελευθερία των κρατών μελών να ανταποκρίνονται στις κοινές υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο της ΕΕ με τον τρόπο της επιλογής τους.

Τροπολογία 123

Άρθρο 24, παράγραφος 2, σημείο (α)

(α) το προϊόν παρουσιάζει χαρακτηριστικά τα οποία μπορούν να δημιουργήσουν σοβαρές υπόνοιες ότι αυτό, υπό τον όρον ότι θα γίνει ορθή εγκατάσταση, συντήρηση και χρήση του, παρουσιάζει σοβαρό κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια ή οποιοδήποτε άλλο θέμα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, όπως αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 1 παράγραφος 1·

(α) το προϊόν παρουσιάζει χαρακτηριστικά τα οποία μπορούν να δημιουργήσουν σοβαρές υπόνοιες ότι αυτό, υπό τον όρον ότι θα γίνει ορθή εγκατάσταση, συντήρηση και χρήση του, παρουσιάζει σοβαρό κίνδυνο για την υγεία, την ασφάλεια, την προστασία του περιβάλλοντος ή οποιοδήποτε άλλο θέμα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, όπως αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 1 παράγραφος 1·

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 104 του σχεδίου έκθεσης)

Τροπολογία 124

Άρθρο 24, παράγραφος 2, σημείο β

(β) το προϊόν δεν συνοδεύεται από τα έγγραφα που απαιτούνται από τη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης ή δεν φέρει επισήμανση σύμφωνα με την εν λόγω νομοθεσία.

(β) το προϊόν δεν συνοδεύεται από την έγγραφη ή ηλεκτρονική τεκμηρίωση που απαιτείται από τη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης ή δεν φέρει επισήμανση σύμφωνα με την εν λόγω νομοθεσία.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία προσθέτει τον όρο "έγγραφη ή ηλεκτρονική τεκμηρίωση" για την άρση οποιασδήποτε αμφιβολίας στην ερμηνεία του όρου "έγγραφο".

Τροπολογία 125

Άρθρο 24, παράγραφος 2, σημείο (β α) (νέο)

 

(β α) το προϊόν φέρει ψευδή κοινοτική σήμανση ή είναι παραπλανητικό ως προς την κοινοτική σήμανση.

Αιτιολόγηση

Οι εθνικές τελωνειακές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να αναστέλλουν την κυκλοφορία ενός προϊόντος στην αγορά κάθε φορά που αυτό φέρει ψευδή κοινοτική σήμανση ή μπορεί να παραπλανά σε ό,τι αφορά την κοινοτική σήμανση.

Τροπολογία 126

Άρθρο 25, παράγραφος 1

1. Ένα προϊόν η αποδέσμευση του οποίου ανεστάλη από τις τελωνειακές αρχές βάσει του άρθρου 24 αποδεσμεύεται εάν, εντός τριών εργάσιμων ημερών από την αναστολή της αποδέσμευσης, δεν έχει κοινοποιηθεί στις τελωνειακές αρχές οποιαδήποτε ενέργεια η οποία ανελήφθη από τις αρχές εποπτείας της αγοράς, υπό τον όρον ότι πληρούνται όλες οι υπόλοιπες απαιτήσεις και διατυπώσεις που αφορούν την εν λόγω αποδέσμευση.

1. Ένα προϊόν η αποδέσμευση του οποίου ανεστάλη από τις τελωνειακές αρχές βάσει του άρθρου 24 αποδεσμεύεται εάν, εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την αναστολή της αποδέσμευσης, δεν έχει κοινοποιηθεί στις τελωνειακές αρχές οποιαδήποτε ενέργεια η οποία ανελήφθη από τις αρχές εποπτείας της αγοράς, υπό τον όρον ότι πληρούνται όλες οι υπόλοιπες απαιτήσεις και διατυπώσεις που αφορούν την εν λόγω αποδέσμευση.

Αιτιολόγηση

Το άρθρο 25 προβλέπει τρεις εργάσιμες ημέρες για (εσωτερική) δράση της αρχής εποπτείας της αγοράς· διαφορετικά, το προϊόν αποδεσμεύεται για ελεύθερη κυκλοφορία. Τρεις ημέρες επαρκούν μετά βίας για την απλή ανταλλαγή ηλεκτρονικών μηνυμάτων μεταξύ των σχετικών δημόσιων διοικήσεων, και η δημόσια ασφάλεια δεν πρέπει να υποφέρει από διοικητικές καθυστερήσεις στην περίπτωση επικίνδυνων εμπορευμάτων.

Τροπολογία 127

Άρθρο 26, παράγραφος 2, εδάφιο 1

2. Εάν οι αρμόδιες αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το εν λόγω προϊόν δεν συμμορφώνεται με την κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα, τα οποία μπορεί, ενδεχομένως, να περιλαμβάνουν την απαγόρευση της διάθεσης του προϊόντος στην αγορά.

 

 

2. Εάν οι αρμόδιες αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το εν λόγω προϊόν δεν συμμορφώνεται με την κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα, τα οποία μπορεί να περιλαμβάνουν την απαγόρευση της διάθεσης του προϊόντος στην αγορά.

 

Αιτιολόγηση

Διαγράφεται ως περιττό.

Τροπολογία 128

Άρθρο 26, παράγραφος 2, εδάφιο 2

Σε περιπτώσεις στις οποίες απαγορεύεται η διάθεση του προϊόντος στην αγορά, ζητούν από τις τελωνειακές αρχές να συμπεριλάβουν την ακόλουθη επισήμανση στο εμπορικό τιμολόγιο που συνοδεύει το προϊόν και σε οποιοδήποτε άλλο σχετικό συνοδευτικό έγγραφο: "Product not in conformity - release for free circulation not authorized - Regulation (EC) No …/..".

[«Μη συμμορφούμενο προϊόν - Δεν επιτρέπεται η αποδέσμευση για ελεύθερη κυκλοφορία - Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. …/..»].

Όταν απαγορεύεται η διάθεση του προϊόντος στην αγορά, ζητούν από τις τελωνειακές αρχές να μην αποδεσμεύσουν το εν λόγω προϊόν για ελεύθερη κυκλοφορία και να συμπεριλάβουν την ακόλουθη επισήμανση στο εμπορικό τιμολόγιο που συνοδεύει το προϊόν και σε οποιοδήποτε άλλο σχετικό συνοδευτικό έγγραφο:

[«Μη συμμορφούμενο προϊόν - Δεν επιτρέπεται η αποδέσμευση για ελεύθερη κυκλοφορία - Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. …/..»].

Αιτιολόγηση

Η υποχρέωση μη αποδέσμευσης προϊόντων θα πρέπει να είναι ρητή.

Τροπολογία 129

Άρθρο 26, παράγραφος 4

4. Οι αρχές εποπτείας της αγοράς μπορούν να καταστρέφουν προϊόντα που παρουσιάζουν σοβαρό κίνδυνο, όταν το κρίνουν αναγκαίο και αναλογικό.

4. Οι αρχές των κρατών μελών μπορούν να καταστρέφουν ή να αχρηστεύουν προϊόντα που παρουσιάζουν σοβαρό κίνδυνο, όταν το κρίνουν αναγκαίο και αναλογικό.

(Πρόκειται για την τροπολογία 253, η οποία όμως τώρα δεν προσθέτει νέα παράγραφο, αλλά τροποποιεί την παράγραφο 4)

Τροπολογία 130

Άρθρο 26, παράγραφος 4α (νέα)

 

4α. Οι αρχές εποπτείας της αγοράς παρέχουν στις αρχές που είναι υπεύθυνες για τους ελέγχους στα εξωτερικά σύνορα πληροφορίες σχετικά με τις κατηγορίες προϊόντων για τα οποία έχει διαπιστωθεί σοβαρός κίνδυνος ή μη συμμόρφωση υπό την έννοια των παραγράφων 1 και 2.

Τροπολογία 131

Άρθρο 32, παράγραφος 2

2. Η Επιτροπή αξιολογεί την καταλληλότητα των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς που αποτελούν αντικείμενο κοινοτικής χρηματοδότησης με γνώμονα τις απαιτήσεις των κοινοτικών πολιτικών και της κοινοτικής νομοθεσίας και ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με το αποτέλεσμα της αξιολόγησης αυτής τουλάχιστον μία φορά ανά πενταετία.

2. Η Επιτροπή αξιολογεί την καταλληλότητα των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς που αποτελούν αντικείμενο κοινοτικής χρηματοδότησης με γνώμονα τις απαιτήσεις των κοινοτικών πολιτικών και της κοινοτικής νομοθεσίας και ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με το αποτέλεσμα της αξιολόγησης αυτής τουλάχιστον μία φορά ανά τριετία.

Αιτιολόγηση

Η πενταετής περίοδος που προτείνεται από την Επιτροπή είναι πολύ μεγάλη και χρειάζεται να επιβραχυνθεί.

Τροπολογία 132

Άρθρο 34

Προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές.

Προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές σε διαβούλευση με τους σχετικούς φορείς.

Αιτιολόγηση

Η Επιτροπή πρέπει να πραγματοποιεί διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους φορείς κατά την θέσπιση κατευθυντηρίων γραμμών για την εφαρμογή του κανονισμού.

Τροπολογία 133

Άρθρο 35α (νέο)

 

Άρθρο 35α
Ρήτρα αναθεώρησης

 

Το αργότερο στις …1, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας 2001/95/ΕΚ σχετικά με τη γενική ασφάλεια των προϊόντων και οποιοδήποτε άλλο σχετικό κοινοτικό μέσο εποπτείας της αγοράς. Στην έκθεση πρέπει, ιδιαίτερα, να αναλύεται η συνοχή των κοινοτικών κανόνων στον τομέα της εποπτείας της αγοράς. Η έκθεση πρέπει, αν χρειαστεί, να συνοδεύεται από προτάσεις για την τροποποίηση ή την ενοποίηση των σχετικών μέσων, για λόγους βελτίωσης της νομοθεσίας και απλούστευσης. Η έκθεση πρέπει να περιλαμβάνει αξιολόγηση της διεύρυνσης του πεδίου εφαρμογής του Κεφαλαίου ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού σε όλα τα προϊόντα.

 

_________

1 Πέντε έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Τροπολογία 134

Άρθρο 36

Τα κράτη μέλη καθορίζουν το καθεστώς κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ποινικών κυρώσεων για σοβαρές παραβάσεις, οι οποίες εφαρμόζονται σε παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, και λαμβάνουν κάθε απαραίτητο μέτρο για την εφαρμογή των εν λόγω κυρώσεων. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις το αργότερο έως την […] στην Επιτροπή και την ενημερώνουν αμέσως για κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση που τις επηρεάζει.

Τα κράτη μέλη καθορίζουν το καθεστώς κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ποινικών κυρώσεων για σοβαρές παραβάσεις, οι οποίες εφαρμόζονται σε παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, και λαμβάνουν κάθε απαραίτητο μέτρο για την εφαρμογή των εν λόγω κυρώσεων. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες με την παράβαση και αποτρεπτικές, και να αυξάνονται αναλογικά αν ο αντίστοιχος οικονομικός παράγοντας έχει διαπράξει παρόμοια παράβαση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού στο παρελθόν. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις το αργότερο έως την […] στην Επιτροπή και την ενημερώνουν αμέσως για κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση που τις επηρεάζει.

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στην τροπολογία 134.

Τροπολογία 135

Άρθρο 36α (νέο)

 

Άρθρο 36α

 

Τροποποίηση της οδηγίας 2001/95/ΕΚ·

 

Στο άρθρο 8 της οδηγίας 2001/95/ΕΚ, η παράγραφος 3 αντικαθίστανται ως εξής:

 

"3. Σε περίπτωση προϊόντων που εγκυμονούν σοβαρό κίνδυνο, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν έγκαιρα τα κατάλληλα μέτρα που αναφέρονται στις παραγράφους 1(β) έως (στ). Η ύπαρξη σοβαρού κινδύνου προσδιορίζεται από τα κράτη μέλη, τα οποία αξιολογούν κάθε περίπτωση ξεχωριστά, λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο σημείο 8 του παραρτήματος ΙΙ.

Τροπολογία 136

Άρθρο 37, παράγραφος 1

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 καταργείται δύο έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 καταργείται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Τροπολογία 137

Άρθρο 38, παράγραφος 2

Το κεφάλαιο III αρχίζει να εφαρμόζεται δύο έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

διαγράφεται

Τροπολογία 138

Παράρτημα (νέο)

 

Παράρτημα

 

Απαιτήσεις αναγνώρισης σύμφωνα με το άρθρο 12α

 

1. Ιδρύεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα οργανισμός αναγνωρισμένος βάσει του άρθρου 12α (στο εξής "ο οργανισμός").

 

2. Σύμφωνα με το καταστατικό του οργανισμού, οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης από την Κοινότητα θα μπορούν να είναι μέλη του υπό την προϋπόθεση ότι καταβάλλουν την απαιτούμενη συνδρομή και συμμορφώνονται προς τους κανόνες και τους στόχους του οργανισμού, όπως καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και έχουν συμφωνηθεί με την Επιτροπή στη συμφωνία πλαίσιο.

 

3. Ο οργανισμός διαβουλεύεται όλους τους ενδιαφερομένους κατά την προετοιμασία αποφάσεων που τους αφορούν.

 

4. Ο οργανισμός παρέχει στα μέλη του υπηρεσίες αξιολόγησης ομοτίμων που ικανοποιούν τις απαιτήσεις του άρθρου 9.

 

5. Οι διαδικασίες του οργανισμού επιτρέπουν τη σύναψη πολυμερών συμφωνιών που διασφαλίζουν ότι στις περιπτώσεις όπου ένας εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ολοκληρώνει επιτυχώς περιοδική αξιολόγηση ομοτίμων στο πλαίσιο των παρεχόμενων υπηρεσιών διαπίστευσης, οι υπηρεσίες αυτές αναγνωρίζονται από άλλους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης.

 

6. Ο οργανισμός εκτελεί τις εργασίες που του ζητεί η Επιτροπή βάσει του άρθρου 12.

(Η παρούσα τροπολογία αντικαθιστά την τροπολογία 110 του σχεδίου έκθεσης)

  • [1]  Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην ΕΕ.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Ο εισηγητής εκφράζει ικανοποίηση για την πρόταση κανονισμού σχετικά με τη διαπίστευση και την εποπτεία της αγοράς των προϊόντων στην Κοινότητα, καθώς και για τη συνοδευτική πρόταση απόφασης σχετικά με ένα κοινό πλαίσιο για την εμπορία των προϊόντων.

Η δημιουργία της εσωτερικής αγοράς προϊόντων αποτελεί έναν από τους στόχους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Η εσωτερική αγορά αποτελεί ένα χώρο χωρίς (εσωτερικά) σύνορα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία προϊόντων, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίου σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης ΕΚ. Ο στόχος της παρούσας πρότασης συνίσταται στη θέσπιση κοινού πλαισίου για τις υφιστάμενες υποδομές που αφορούν τη διαπίστευση, τον έλεγχο των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και την εποπτεία της αγοράς με στόχο τον έλεγχο των προϊόντων και των οικονομικών φορέων.

Κύριος στόχος είναι η διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων σε εναρμονισμένο πλαίσιο. Αποδίδοντας κεντρική σημασία στην ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων ως έναν από τους πυλώνες της εσωτερικής αγοράς, δεν μπορεί παρά να συμβάλουμε στην ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρχει η αναγκαία εμπιστοσύνη εκ μέρους των καταναλωτών. Η εξάλειψη των φραγμών για τους οικονομικούς παράγοντες και δημιουργία ευνοϊκών οικονομικών συνθηκών για τις επιχειρήσεις πρέπει πάντα να αντανακλά υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών. Το υψηλό επίπεδο υγιεινής και προστασίας των καταναλωτών και η προστασία του περιβάλλοντος αποτελούν βασική μέριμνα της πολιτικής της ΕΕ.

Ο εισηγητής, μολονότι εκφράζει ικανοποίηση για τις προτάσεις, πιστεύει ότι υπάρχουν περιθώρια για περαιτέρω βελτίωση. Προτείνει επομένως τροπολογίες στο ακόλουθο πλαίσιο:

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Ο εισηγητής εκφράζει την ανησυχία του σχετικά με το περιορισμένο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού όσον αφορά τα καλυπτόμενα προϊόντα. Η πρόταση προσφέρει τη δυνατότητα για τη δημιουργία ευρύτερου πλαισίου τόσο για τη διαπίστευση όσο και για την εποπτεία της αγοράς. Η ευκαιρία αυτή θα πρέπει να αξιοποιηθεί προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κανονιστικός κατακερματισμός, αλλά και για την απλούστευση και βελτίωση της νομοθεσίας.

Οι πολλές και ευρείες εξαιρέσεις καλύπτουν ολόκληρα τμήματα της νομοθεσίας και όχι μόνο τα συγκεκριμένα μέρη της. Με τις εξαιρέσεις αυτές ο κανονισμός κινδυνεύει να καταντήσει ο ίδιος εξαίρεση αντί για πλαίσιο, όπως προορίζεται. Για την εξάλειψη των εξαιρέσεων, πρέπει ο κανονισμός να αναθεωρείται όποτε τίθεται σε ισχύ νέα νομοθεσία. Η διατήρηση των εξαιρέσεων ανοίγει την πόρτα σε αιτήματα για ακόμα περισσότερες εξαιρέσεις, επιτείνοντας το πρόβλημα. Τα αιτήματα για εξαιρέσεις ενθαρρύνονται πιθανότατα από διάφορες ομάδες συμφερόντων και δεν απορρέουν από την επιθυμία για τη δημιουργία συνεκτικού πλαισίου.

Προκειμένου, επομένως, να προωθήσει ένα ευρύ πλαίσιο εφαρμογής, ο εισηγητής προτείνει τη εξάλειψη όλων των εξαιρέσεων.

Στη θέση τους υιοθετείται η αρχή ότι οι ειδικότεροι κανόνες υπερισχύουν των γενικότερων. Τούτο συνιστά γενική και καθιερωμένη αρχή δικαίου που ακολουθείται σε πολλά άλλα νομοθετικά μέτρα της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 2001/95/ΕΚ σχετικά με τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (GPSD).

Καθιερώνονται μερικοί ορισμοί, όπως για το «προϊόν», την «κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης», την «είσοδο στην κοινοτική αγορά» «την αξιολόγηση συμμόρφωσης», και το «σήμα CE», και απαιτείται συνοχή μεταξύ των ορισμών του κανονισμού και της απόφασης.

Διαπίστευση και αξιολόγηση της συμμόρφωσης

Η διαπίστευση δεν έχει έως τώρα ρυθμιστεί σε κοινοτικό επίπεδο μολονότι έχει εφαρμοστεί και εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια έχουν διαμορφωθεί στα κράτη μέλη διαφορετικά (και αποκλίνοντα) συστήματα και απαιτήσεις. Η πρόταση κανονισμού καθορίζει συνεκτικό πλαίσιο για τη διαπίστευση και προβλέπει σε κοινοτικό επίπεδο τις αρχές λειτουργίας και οργάνωσής της.

Ο εισηγητής υποστηρίζει ένθερμα την ιδέα να αφεθεί η διαπίστευση στην εθνική δικαιοδοσία και οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης να ενεργούν ως δημόσιες αρχές και προς το δημόσιο συμφέρον. Συνεπώς, αποκλείεται ο ανταγωνισμός μεταξύ των οργανισμών διαπίστευσης στο υποχρεωτικό πεδίο.

όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της διαπίστευσης, ο εισηγητής θεωρεί ότι θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ευρύτερο, προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία διαφόρων συστημάτων. Έτσι θα ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στη διαπίστευση και θα αποφευχθεί η δημιουργία σύγχυσης μεταξύ των οικονομικών παραγόντων.

Όσον αφορά τη λειτουργία της διαπίστευσης, ορισμένα δικαιώματα των αρμόδιων αρχών έχουν ενισχυθεί, προκειμένου να διατηρηθούν υψηλά επίπεδα διαπίστευσης.

Ρόλος της ευρωπαϊκής συνεργασίας για τη διαπίστευση (ΕΣΔ)

Ο εισηγητής θεωρεί ότι η παγίωση της ευρωπαϊκής συνεργασίας για τη διαπίστευση (ΕΣ∆) στον κανονισμό είναι προβληματική, δεδομένου ότι, πρώτον, η ΕΣ∆ είναι οργανισμός ιδιωτικού δικαίου και, δεύτερον, δεν έχει αποφασιστεί ακόμη επίσημα αν η ΕΣ∆ θα είναι ο συγκεκριμένος οργανισμός και για πόσο καιρό, και, τρίτον, είναι πιθανό να υπάρξουν μεταβολές στην επιχειρηματική διάρθρωση της ΕΣ∆, όπως να αλλάξει ονομασία, να κηρύξει πτώχευση ή να συγχωνευτεί. Ο εισηγητής δεν αμφισβητεί σε καμιά περίπτωση την ικανότητα της ΕΣ∆, που έχει αποδειχτεί όλα αυτά τα χρόνια, αλλά πιστεύει ότι ο κανονισμός θα πρέπει να αναφέρεται σε έναν οργανισμό που θα αναγνωριστεί με βάση συγκεκριμένα κριτήρια.

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θα πρέπει να αναγνωρίσει έναν οργανισμό που να ικανοποιεί τις απαιτήσεις του παραρτήματος Α, μετά από διαβούλευση με τα κράτη μέλη, και να καταλήξει σε συμφωνία πλαίσιο που να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, διατάξεις σχετικά με την εποπτεία του οργανισμού.

Εποπτεία της αγοράς και τελωνειακές αρχές

Οι ανωτέρω γενικές παρατηρήσεις σχετικά με το αντικείμενο και το πεδίο εφαρμογής εφαρμόζονται ιδιαίτερα στην εποπτεία της αγοράς. Ο εισηγητής δεν βλέπει το λόγο να θεσπιστεί πλαίσιο εποπτείας της αγοράς γεμάτο εξαιρέσεις. Ένα πλαίσιο εποπτείας της αγοράς θα πρέπει, από την ίδια του τη φύση, να είναι πολύ ευρύ.

Για παράδειγμα, η οδηγία για τη γενική προστασία των προϊόντων θα πρέπει να περιληφθεί στο πλαίσιο, δεδομένου τα όρια μεταξύ προϊόντων καταναλωτικής και επαγγελματικής χρήσης είναι ασαφή, αφού η εξαίρεση θα σήμαινε περιττή περιπλοκή και μπορεί να οδηγήσει σε ασάφεια ως προς τις διαδικασίες και τις αρμοδιότητες.

Επίσης, η εξαίρεση 15 ολόκληρων οδηγιών και κανονισμών με το άρθρο 13(3) θα αντέβαινε στην αποτελεσματική εποπτεία της αγοράς με βάση κανόνες σε επίπεδο ΕΕ.

Θα πρέπει, ωστόσο, να διασφαλίζεται η καταλληλότητα των μέτρων εποπτείας της αγοράς για επιμέρους προϊόντα και να διατηρηθούν οι αντίστοιχοι ειδικοί κανονισμοί και πρακτικές. Τούτο επιτυγχάνεται με τη γενική αρχή ότι οι ειδικοί κανόνες κάθε τομέα υπερισχύουν των γενικότερων κανόνων που περιλαμβάνονται στο παρόν πλαίσιο.

Ο εισηγητής ενισχύει τις διατάξεις σχετικά με τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά την καθιέρωση, εφαρμογή και περιοδική ενημέρωση των προγραμμάτων τους για την εποπτεία της αγοράς. Οι διαδικασίες αναθεώρησης και αξιολόγησης ενισχύονται. Δίνεται έμφαση στην επικοινωνία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής και την ενημέρωση του κοινού.

Ο εισηγητής προτείνει, οι προσπάθειες στο πλαίσιο της εποπτείας της αγοράς να επικεντρωθούν στα προϊόντα που αντιπροσωπεύουν σοβαρό κίνδυνο. Οι διατάξεις σχετικά με προϊόντα που παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο έχουν τροποποιηθεί και αποσαφηνιστεί, ιδιαίτερα όσον αφορά την αξιολόγηση κινδύνου.

Προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της εποπτείας της αγοράς σε ολόκληρη την ΕΕ, ο εισηγητής πιστεύει ότι η ανάληψη κοινών πρωτοβουλιών με τρίτες χώρες και η ένταση της συνεργασίας με τις αντίστοιχες αρχές των χωρών αυτών θα συνέβαλλαν στην καλύτερη κατανόηση των πολύπλοκων κανόνων και κανονισμών της ΕΕ και να ενθάρρυναν επίσης τις αρχές των τρίτων χωρών να λάβουν μέτρα για την πρόληψη των παράνομων εξαγωγών στην ΕΕ.

Όσον αφορά τον έλεγχο των προϊόντων που εισάγονται στην κοινοτική αγορά, ο εισηγητής θεωρεί ότι απαιτείται ενίσχυση του συντονισμού και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ τελωνείων και αρχών εποπτείας της αγοράς. Οι ποσότητες των προϊόντων τρίτων χωρών που εισάγονται στην κοινοτική αγορά αυξάνονται διαρκώς, και παράλληλα αυξάνεται η σημασία των ελέγχων των τελωνειακών αρχών. Προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των τελωνειακών αρχών, θα πρέπει αυτές να λαμβάνουν έγκαιρα τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με επικίνδυνα προϊόντα από τις αρμόδιες αρχές εποπτείας της αγοράς. Ο κανονισμός θα οδηγήσει σε περαιτέρω αύξηση των δραστηριοτήτων εποπτείας της αγοράς, και θα ήταν προς όφελος του θεμιτού ανταγωνισμού και προς το συμφέρον των καταναλωτών, η προσέγγιση στην εποπτεία της αγοράς να είναι προληπτική αντί διορθωτική.

Το σήμα CE

Ο εισηγητής πιστεύει ότι το σήμα CE χρήζει μεγαλύτερης προστασίας. Για τούτο προστίθενται διατάξεις (εμπνευσμένες από την προτεινόμενη απόφαση) σχετικά με το σήμα CE. Επειδή η έννοια της σήμανσης CE δεν είναι σαφώς κατανοητή, ένας αυξανόμενος αριθμός προϊόντων που φέρουν τη σήμανση CE δεν συμμορφούνται με τη σχετική νομοθεσία. Είναι συνεπώς προς το κοινό συμφέρον των κατασκευαστών, των εμπόρων και των καταναλωτών να έχουν σαφείς κανόνες σχετικά με τη σήμανση CE. Για τις αρχές εποπτείας της αγοράς, η σωστή εφαρμογή του σήματος CE συνιστά πολύ χρήσιμο μέσο για την αποτελεσματική εποπτεία της αγοράς.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (14.9.2007)

προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων
(COM(2007)0037 – C6‑0068/2007 – 2007/0029(COD))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Helmuth Markov

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

Η Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου επιδοκιμάζει τις προτάσεις της Επιτροπής που αποσκοπούν στη δημιουργία ευρύτερης και περισσότερο εκτεταμένης κοινοτικής εποπτείας της εμπορίας προϊόντων.

Ο συντάκτης είναι, συγκεκριμένα, της γνώμης ότι ο προτεινόμενος κανονισμός μπορεί να αποτελέσει σημαντικό βήμα προς τα εμπρός για τη δημιουργία ασφαλέστερης και ορθώς λειτουργούσας ενιαίας αγοράς.

Έχει διαπιστώσει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένοι κίνδυνοι στρέβλωσης του ανταγωνισμού λόγω των διαφορετικών πρακτικών κατά τον ορισμό από τις εθνικές αρχές φορέων σήμανσης σε ό,τι αφορά τη συμμόρφωση και λόγω της άνισης μεταχείρισης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ή επικίνδυνων προϊόντων στην αγορά, μέσω πολύ διαφορετικών εθνικών δομών εποπτείας της αγοράς, διαφορετικών κανόνων και διαφορετικών μέσων.

Συμφωνεί επίσης με τα συμπεράσματα της Επιτροπής σύμφωνα με τα οποία παλαιότερες καταχρηστικές πρακτικές είχαν ως αποτέλεσμα την έλλειψη εμπιστοσύνης σε ό,τι αφορά την επισήμανση της συμμόρφωσης, καθώς και ότι η συνοχή σχετικά με την εφαρμογή και την επιβολή των ισχυόντων κανόνων θα μπορούσε οπωσδήποτε να βελτιωθεί. Η προηγούμενη εμπειρία έχει δείξει ότι οι καταχρηστικές πρακτικές αφορούν συχνά εισαγόμενα αγαθά τα οποία μπορούν ευκόλως να διαφύγουν από το σύστημα επαληθεύσεων της Κοινότητας και των αρμόδιων εθνικών αρχών.

Η κοινοτική σήμανση θεωρείται συχνά ως απόδειξη ότι ένα προϊόν είναι πραγματικά ασφαλές διότι τηρεί τους αυστηρούς κοινοτικούς κανόνες σύμφωνα με το θεμελιώδες δικαίωμα των καταναλωτών και των πολιτών να έχουν πρόσβαση μόνο σε ασφαλή προϊόντα. Δυστυχώς, αυτό δεν ευσταθεί πάντοτε. Εφόσον η κοινοτική σήμανση στηρίζεται στην ευθύνη του κατασκευαστή στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν υπάρχει σαφής βεβαιότητα ότι αυτή η σήμανση αντανακλά πιστά τη συμμόρφωση του προϊόντος με την κοινοτική νομοθεσία. Αυτό είναι ακόμα περισσότερο προφανές όταν, κατά την εξέταση τεχνικών προδιαγραφών και επαληθεύσεων σε τρίτες χώρες, μπορεί να ανακαλύψει κανείς ότι αυτές είναι λιγότερο αυστηρές από εκείνες που εφαρμόζονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Υπό αυτές τις συνθήκες δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το σύστημα που βασίζεται στην "κοινοτική δήλωση συμμόρφωσης" (η οποία κατά μεγάλο μέρος αποτελεί αντικείμενο αυτοδιαχείρισης από παραγωγούς εντός και εκτός της Κοινότητας) χρειάζεται να ενισχυθεί από ένα σοβαρό σύστημα εποπτείας και από εξίσου αξιόπιστες κυρώσεις. Το κοινοτικό δημόσιο συμφέρον δεν μπορεί να αποδεχθεί ότι βασικά δικαιώματα των πολιτικών θυσιάζονται για τα συμφέροντα ισχυρών πολυεθνικών ομάδων.

Από αυτή την άποψη, οι εθνικές τελωνειακές αρχές διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στο να εξασφαλίζουν ότι μη ασφαλή προϊόντα δεν διατίθενται στην αγορά. Ο καλύτερος συντονισμός και η ευρύτερη διάδοση πληροφοριών αυξάνουν, ενδεχομένως, την αποτελεσματικότητα της δράσης των εθνικών τελωνειακών αρχών και διασφαλίζουν ότι αντιμετωπίζονται δεόντως οι αθέμιτες πρακτικές που στοχεύουν στην παράκαμψη των νομικών υποχρεώσεων των ξένων παραγωγών και των εισαγωγέων.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 3, της Απόφασης, οι εθνικές τελωνειακές αρχές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αναστέλλουν την κυκλοφορία ενός προϊόντος σε περίπτωση που αυτό φέρει επισημάνσεις, σημεία ή επιγραφές που είναι ψευδείς ή ενδέχεται να παραπλανούν τρίτα μέρη ως προς τη μορφή ή τη σημασία της κοινοτικής σήμανσης.

Ο συντάκτης είναι της γνώμης ότι η καταστροφή εισαγομένων προϊόντων τα οποία διαπιστώνεται ότι είναι επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία ή δεν συμμορφώνονται με την κοινοτική νομοθεσία, αποτελεί μια κατάλληλη απάντηση η οποία θα εξασφάλιζε μια αποτελεσματική αποτροπή έναντι εισαγωγών προϊόντων για τα οποία ισχύει απαγόρευση να εισέλθουν στην αγορά. Μια τέτοια λύση θα πρέπει να τερματίσει επίσης την απαράδεκτη πρακτική σύμφωνα με την οποία προϊόντα τα οποία είναι επικίνδυνα ή δεν συμμορφώνονται με τη σήμανση σχετικά με τη συμμόρφωση, συχνά επανεξάγονται και εν συνεχεία εισέρχονται στην κοινοτική αγορά σε άλλα σημεία εισόδου.

Η εποπτεία θα καταστεί αποτελεσματική μόνο αν οι εφαρμοζόμενες για τις παραβάσεις ποινές είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Η εκπόνηση κοινοτικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση αυτού του θέματος, αν και ευκταία, είναι, κατά πάσα πιθανότητα, πρόωρη. Ωστόσο, ο συντάκτης θα συνιστούσε ένα κοινό πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο παρόμοιες ποινές θα εφαρμόζονται σε όλη την Κοινότητα. Αυτοί οι κανόνες θα πρέπει επίσης να εφαρμόζονται με συνέπεια έτσι ώστε να αποφεύγονται σοβαρές παραβιάσεις του συστήματος κοινοτικής εποπτείας. Ο συντάκτης συνιστά επίσης να εφαρμόζονται σοβαρότερες ποινές όταν κάποιος οικονομικός φορέας αποδεικνύεται υπεύθυνος για επανειλημμένες παραβάσεις της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με την εναρμόνιση.

Ο προτεινόμενος κανονισμός θα μπορούσε επίσης να βελτιωθεί σε ό,τι αφορά τον επικοινωνιακό του χαρακτήρα. Γι' αυτό το σκοπό, ο συντάκτης προτείνει τις εξής βελτιώσεις:

α) ετήσια δημοσίευση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, έκθεσης σχετικά με την επιβολή της κοινοτικής νομοθεσίας για την εναρμόνιση·

β) σύσταση κοινής και δημόσιας τράπεζας δεδομένων, προσβάσιμης στις δημόσιες διοικήσεις και τους οικονομικούς φορείς των κρατών μελών, όπου θα απαριθμούνται όλες οι περιπτώσεις που ένα προϊόν διαπιστώνεται ότι παρουσιάζει σοβαρό κίνδυνο για την υγεία και την ασφάλεια ή έχει παραβεί την κοινοτική νομοθεσία για την εναρμόνιση.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου καλεί την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες:

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή[1]Τροπολογίες του Κοινοβουλίου

Τροπολογία 1

Αιτιολογική σκέψη 29

(29) Τα σημεία εισόδου στα εξωτερικά σύνορα είναι ιδιαιτέρως κατάλληλα για τον εντοπισμό των μη ασφαλών προϊόντων, ακόμη και πριν διατεθούν στην αγορά. Επομένως, η πρόβλεψη υποχρέωσης των τελωνειακών αρχών να διενεργούν ελέγχους σε κατάλληλη κλίμακα μπορεί να συμβάλει στη ενίσχυση της ασφάλειας στην αγορά.

(29) Τα σημεία εισόδου στα εξωτερικά σύνορα είναι ιδιαιτέρως κατάλληλα για τον εντοπισμό των μη ασφαλών προϊόντων ή προϊόντα που φέρουν σημάνσεις, σημεία ή επιγραφές που είναι ψευδείς ή ενδέχεται να παραπλανούν τρίτα μέρη ως προς τη σημασία ή τη μορφή της κοινοτικής σήμανσης ακόμη και πριν διατεθούν στην αγορά. Επομένως, η πρόβλεψη υποχρέωσης των τελωνειακών αρχών να διενεργούν ελέγχους σε κατάλληλη κλίμακα μπορεί να συμβάλει στη ενίσχυση της ασφάλειας στην αγορά.

Αιτιολόγηση

Υπάρχει αδήριτη ανάγκη οι τελωνειακές αρχές να είναι επίσης σε θέση να επαληθεύουν εάν τα προϊόντα που εισέρχονται στην Κοινότητα φέρουν ψευδή ή παραπλανητική κοινοτική σήμανση.

Τροπολογία 2

Αιτιολογική σκέψη 31

(31) Τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που θα επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και να μεριμνήσουν για την εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες με την παράβαση και αποτρεπτικές.

(31) Τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που θα επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και να μεριμνήσουν για την εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες με την παράβαση και αποτρεπτικές. Θα πρέπει να αυξάνονται αναλογικά εάν ο υπεύθυνος οικονομικός φορέας έχει, στο παρελθόν αποδειχθεί υπεύθυνος για παρόμοιες παραβιάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

Αιτιολόγηση

Οι καθ' υποτροπήν οικονομικοί φορείς πρέπει, κατ' αρχήν, να υπόκεινται σε αυστηρότερες και αποτρεπτικές κυρώσεις από εκείνες που επιβάλλονται σε οικονομικούς φορείς που έχουν αποδειχθεί ότι έχουν παραβεί τον παρόντα κανονισμό μόνο μία φορά. Αυτό αποτελεί σαφή νομική αρχή η οποία θα πρέπει να εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Τροπολογία 3

Άρθρο 6, παράγραφος 2, εδάφιο (γα) (νέο)

 

(γα) στην περίπτωση που ο οργανισμός ο οποίος πρέπει να διαπιστευθεί αποτελεί τμήμα παραρτήματος ενός οργανισμού εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος, μπορεί να ζητήσει διαπίστευση είτε από τον τοπικό ή είτε από τον συγγενή εθνικό οργανισμό διαπίστευσης.

Αιτιολόγηση

Στις περιπτώσεις όπου οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα εργαστήρια δοκιμών και διαμετρήματος κ.λπ. αποτελούν τμήμα ενός ευρύτερου διασυνοριακού οργανισμό πρέπει να επιτρέπεται η διαπίστευση τους είτε στο κράτος μέλος όπου έχουν την έδρα τους είτε στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένος ο συγγενικό τους οργανισμός.

Τροπολογία 4

Άρθρο 9, παράγραφος 5

5. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης από ομοτίμους ανακοινώνονται σε όλα τα κράτη μέλη και στην Επιτροπή.

5. Τα τελικά αποτελέσματα της αξιολόγησης από ομοτίμους δημοσιοποιούνται και ανακοινώνονται σε όλα τα κράτη μέλη και στην Επιτροπή.

Αιτιολόγηση

Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης από ομοτίμους ενδιαφέρουν άμεσα όχι μόνο τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, αλλά και τους πελάτες και τους λοιπούς ενδιαφερόμενους της διαπίστευσης.

Τροπολογία 5

Άρθρο 17, παράγραφος 2, εδάφιο 1

2. Οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα προκειμένου να ειδοποιούν τους χρήστες στην επικράτειά τους σχετικά με οποιοδήποτε προϊόν για το οποίο έχει διαπιστωθεί ότι παρουσιάζει κίνδυνο.

2. Οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν κατάλληλα και ανάλογα μέτρα προκειμένου να ειδοποιούν τους χρήστες στην επικράτειά τους σχετικά με οποιοδήποτε προϊόν για το οποίο έχει διαπιστωθεί ότι παρουσιάζει κίνδυνο.

Αιτιολόγηση

Το νομικό κείμενο πρέπει σαφώς να αναφέρει ότι τα μέτρα που λαμβάνονται για μια αποδεδειγμένη έλλειψη συμμόρφωσης πρέπει να είναι τα ανάλογα.

Τροπολογία 6

Άρθρο 19, παράγραφος 1

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε μέτρα, τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, για την απαγόρευση ή τον περιορισμό της διάθεσης ενός προϊόντος στην αγορά ή για την απόσυρση ή την ανάκλησή του από την αγορά, συνοδεύονται από δήλωση σχετικά με τους ακριβείς λόγους για τους οποίους ελήφθησαν.

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε μέτρα, τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, για την απαγόρευση ή τον περιορισμό της διάθεσης ενός προϊόντος στην αγορά ή για την απόσυρση ή την ανάκλησή του από την αγορά, είναι ανάλογα και συνοδεύονται από δήλωση σχετικά με τους ακριβείς λόγους για τους οποίους ελήφθησαν.

Αιτιολόγηση

Το νομικό κείμενο πρέπει σαφώς να αναφέρει ότι τα μέτρα που λαμβάνονται για μια αποδεδειγμένη έλλειψη συμμόρφωσης πρέπει να είναι τα ανάλογα.

Τροπολογία 7

Άρθρο 23, παράγραφος 2, σημείο (β α) (νέο)

 

(βα) εκπονεί ετήσια έκθεση σχετικά με την επιβολή της κοινοτικής νομοθεσίας για την εναρμόνιση·

Αιτιολόγηση

Θα πρέπει να βελτιωθεί σημαντικά η ενημέρωση σχετικά με την εφαρμογή του προτεινόμενου κανονισμού.

Τροπολογία 8

Άρθρο 23, παράγραφος 2, σημείο (β β) (νέο)

 

(ββ) ιδρύει κοινή, δημόσια τράπεζα δεδομένων, προσβάσιμη στις δημόσιες διοικήσεις και στους οικονομικούς φορείς των κρατών μελών, όπου θα απαριθμούνται όλες οι περιπτώσεις που ένα προϊόν διαπιστώνεται ότι παρουσιάζει σοβαρό κίνδυνο για την υγεία και την ασφάλεια ή παραβιάζει την κοινοτική νομοθεσία για την εναρμόνιση·

Αιτιολόγηση

Η ενημέρωση σχετικά με την εφαρμογή του προτεινόμενου κανονισμού χρειάζεται να βελτιωθεί σημαντικά. Σ' αυτή την ειδική περίπτωση, η κοινή τράπεζα δεδομένων θα δώσει τη δυνατότητα σε καλόπιστους οικονομικούς φορείς να αποφύγουν να εγκαινιάσουν δραστηριότητες με μη αξιόπιστους συναδέλφους τόσο εκτός όσο και εντός της Κοινότητας.

Τροπολογία 9

Άρθρο 23, παράγραφος 2, σημείο (β γ) (νέο)

 

(βγ) αναπτύσσει, οργανώνει και καταρτίζει τέτοια προγράμματα για την ανταλλαγή εμπειριών, πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών, προγράμματα και ενέργειες για κοινά σχέδια, εκστρατείες πληροφόρησης, προγράμματα αμοιβαίων επισκέψεων και προγράμματα επιμερισμού των πόρων, σε συνεργασία με τρίτες χώρες·

Αιτιολόγηση

Μεγάλος αριθμός προϊόντων που δεν συμμορφώνεται με τις κοινοτικές προδιαγραφές και εισέρχεται στην κοινοτική εσωτερική αγορά παράγεται σε τρίτες χώρες (π.χ. Κίνα: 47%). Πολλές φορές αυτό οφείλεται σε ανεπαρκή πληροφόρηση και κατάρτιση. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να καταρτιστούν κοινά προγράμματα και να αναπτυχθούν ανταλλαγές σε συνεργασία με αυτές τις χώρες, σύμφωνα με αυτά που ισχύουν στην ΕΚ.

Τροπολογία 10

Άρθρο 23, παράγραφος 3

3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικές αρχές τους συμμετέχουν, κατά περίπτωση, στις δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικές αρχές τους συμμετέχουν πλήρως στις δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Αιτιολόγηση

Προκειμένου να λειτουργήσει καλύτερα το σύστημα, η συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών θα πρέπει να μεγιστοποιηθεί και να μην εξαρτάται από τη διακριτική εκτίμηση των μεμονωμένων κρατών μελών.

Τροπολογία 11

Άρθρο 24, παράγραφος 1α (νέα)

 

1α. Τα κράτη μέλη παρέχουν στις τελωνειακές αρχές τους μεγαλύτερες εξουσίες και τους αναγκαίους πόρους για την άρτια εκπλήρωση των καθηκόντων τους, περιλαμβανομένης της καταστροφής του προϊόντος που δεν συμμορφούται με τους κοινοτικούς κανονισμούς.

Αιτιολόγηση

Οι εθνικές τελωνειακές αρχές διαδραματίζουν βασικό ρόλο προκειμένου να εμποδίζεται εντός της ΕΕ η εμπορία προϊόντων που δεν πληρούν τις προδιαγραφές. Για την καλύτερη άσκηση της δραστηριότητάς τους είναι σημαντικό να παρέχονται τις εθνικές τελωνειακές αρχές μεγαλύτερες εξουσίες, περιλαμβανομένης της καταστροφής των προϊόντων που δεν συμμορφούνται με τους κοινοτικούς κανονισμούς, καθώς και των προϊόντων που φέρουν σημάνσεις οι οποίες θα μπορούσαν να παραπλανήσουν τους καταναλωτές, ιδίως όσον αφορά τη σημασία και το σχήμα της σήμανσης CΕ.

Τροπολογία 12

Άρθρο 24, παράγραφος 2, σημείο (β α) (νέο)

 

(βα) το προϊόν φέρει σημάνσεις, σημεία ή επιγραφές που είναι ψευδείς ή ενδέχεται να παραπλανούν τρίτα μέρη ως προς τη σημασία ή τη μορφή της κοινοτικής σήμανσης, ή αμφότερα.

(Βλ. άρθρο 16, παράγραφος 3 της Απόφασης)

Αιτιολόγηση

Οι εθνικές τελωνειακές αρχές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αναστέλλουν την κυκλοφορία ενός προϊόντος όταν αυτό φέρει σημάνσεις, σημεία και επιγραφές που είναι ψευδείς ή ενδέχεται να παραπλανούν τρίτα μέρη ως προς τη σημασία ή τη μορφή της κοινοτικής σήμανσης.

Τροπολογία 13

Άρθρο 26α (νέο)

 

Άρθρο 26α

 

Γενικές αρχές της σήμανσης CE

 

1. Η σήμανση CE επικολλάται μόνο από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του. Με την επικόλληση ή έχοντας επικολλήσει τη σήμανση CE ο κατασκευαστής αναλαμβάνει ευθύνη για τη συμμόρφωση του προϊόντος με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην απόφαση αριθ. .../… του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … [σχετικά με ένα κοινό πλαίσιο για την εμπορία των προϊόντων]

 

2. Η σήμανση CE αποτελεί τη μόνη σήμανση η οποία πιστοποιεί τη συμμόρφωση του προϊόντος με τις ισχύουσες απαιτήσεις. Τα κράτη μέλη δεν θεσπίζουν στην εθνική νομοθεσία τους και αποσύρουν οιαδήποτε αναφορά σε σήμανση συμμόρφωσης εκτός από τη σήμανση CE σε σχέση με τη συμμόρφωση στις διατάξεις που περιλαμβάνονται στην κοινοτική νομοθεσία που αφορά τη σήμανση CE.

 

3. Απαγορεύεται η επικόλληση στα προϊόντα σημάνσεων, ενδείξεων και επιγραφών που ενδέχεται να είναι παραπλανητικές όσον αφορά την έννοια ή τη μορφή της σήμανσης CE. Μπορούν να επικολλώνται άλλες σημάνσεις οι οποίες δεν μειώνουν την ορατότητα, το ευανάγνωστον και την έννοια της σήμανσης CE.

Αιτιολόγηση

Τα προϊόντα που φέρουν τη σήμανση CE θεωρούνται ασφαλή γιατί κατασκευάζονται σε πλαίσιο σεβασμού των κοινοτικών κανονισμών. Είναι επομένως προς το κοινό συμφέρον των παραγωγών, εμπόρων και καταναλωτών να διαθέτουν σαφείς κανόνες σχετικά με τη σήμανση CE. Θεωρείται επομένως αναγκαίο, οι κανόνες που ρυθμίζουν τη σήμανση αυτή να μπορούν να εφαρμοστούν αμέσως και για το λόγο αυτό πρέπει να ενταχθούν στο κείμενο του κανονισμού έχοντας επίγνωση της ανάγκης να καταστεί συμβατή η παρουσία του άρθρου αυτού στον κανονισμό με τις υφιστάμενες κοινοτικές οδηγίες.

Τροπολογία 14

Άρθρο 26β (νέο)

 

Άρθρο 26β

 

Κανόνες και προϋποθέσεις για την επικόλληση της σήμανσης CE

 

1. Η σήμανση CE συνίσταται από τα αρχικά «CE» που λαμβάνουν την ακόλουθη μορφή:

 

2. Εάν η σήμανση CE σμικρύνεται ή μεγεθύνεται, οι αναλογίες που δίδονται στο βαθμονομημένο σχέδιο της παραγράφου 1 πρέπει να τηρούνται.????????.

 

3. Όταν η συγκεκριμένη νομοθεσία δεν επιβάλει συγκεκριμένες διαστάσεις, η σήμανση CE έχει ύψος τουλάχιστον 5 εκατοστομέτρων.

 

4. Η σήμανση CE επικολλάται κατά τρόπο ορατό, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο στο προϊόν ή στο φυλλάδιο των στοιχείων του. Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν ή δεν δικαιολογείται λόγω της φύσεως του προϊόντος, επικολλάται στη συσκευασία και στα συνοδευτικά έγγραφα όταν η σχετική νομοθεσία προβλέπει τέτοια έγγραφα.

 

5. Η σήμανση CE επικολλάται προτού το προϊόν διατεθεί στην αγορά. Μπορεί να ακολουθείται από ένα πικτόγραμμα ή από οιαδήποτε άλλη σήμανση που αναφέρει έναν ειδικό κίνδυνο ή μια ειδική χρήση.

 

6. Η σήμανση CE ακολουθείται από τον αριθμό αναγνώρισης του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης και/ή οιουδήποτε άλλου οργανισμού που εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής. Ο αριθμός αναγνώρισης αυτού του οργανισμού επικολλάται από τον ίδιο τον οργανισμό ή, βάσει οδηγιών του, από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του που είναι εγκατεστημένος εντός της Κοινότητας.

 

7. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν σωστή εφαρμογή του καθεστώτος που διέπει τη σήμανση CE και καταθέτουν αγωγή στην περίπτωση πλημμελούς χρήσης. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν επίσης ποινές, οι οποίες μπορεί να περιέχουν ποινικές κυρώσεις , για σοβαρές παραβιάσεις οι οποίες πρέπει να είναι ανάλογες με τη σοβαρότητα της παράβασης και αποτελούν αποτελεσματικό αποτρεπτικό μέσον κατά πλημμελούς χρήσης.

Αιτιολόγηση

Τα προϊόντα που φέρουν τη σήμανση CE θεωρούνται ασφαλή γιατί κατασκευάζονται σε πλαίσιο σεβασμού των κοινοτικών κανονισμών. Είναι επομένως προς το κοινό συμφέρον των παραγωγών, εμπόρων και καταναλωτών να διαθέτουν σαφείς κανόνες σχετικά με τη σήμανση CE. Θεωρείται επομένως αναγκαίο, οι κανόνες που ρυθμίζουν τη σήμανση αυτή να μπορούν να εφαρμοστούν αμέσως και για το λόγο αυτό πρέπει να ενταχθούν στο κείμενο του κανονισμού έχοντας επίγνωση της ανάγκης να καταστεί συμβατή η παρουσία του άρθρου αυτού στον κανονισμό με τις υφιστάμενες κοινοτικές οδηγίες.

Τροπολογία 15

Άρθρο 32, παράγραφος 2

2. Η Επιτροπή αξιολογεί την καταλληλότητα των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς που αποτελούν αντικείμενο κοινοτικής χρηματοδότησης με γνώμονα τις απαιτήσεις των κοινοτικών πολιτικών και της κοινοτικής νομοθεσίας και ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με το αποτέλεσμα της αξιολόγησης αυτής τουλάχιστον μία φορά ανά πενταετία.

2. Η Επιτροπή αξιολογεί την καταλληλότητα των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς που αποτελούν αντικείμενο κοινοτικής χρηματοδότησης με γνώμονα τις απαιτήσεις των κοινοτικών πολιτικών και της κοινοτικής νομοθεσίας και ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με το αποτέλεσμα της αξιολόγησης αυτής τουλάχιστον μία φορά ανά τριετία.

Αιτιολόγηση

Η πενταετής περίοδος που προτείνεται από την Επιτροπή είναι πολύ μεγάλη και χρειάζεται να επιβραχυνθεί.

Τροπολογία 16

Άρθρο 36

Τα κράτη μέλη καθορίζουν το καθεστώς κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ποινικών κυρώσεων για σοβαρές παραβάσεις, οι οποίες εφαρμόζονται σε παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, και λαμβάνουν κάθε απαραίτητο μέτρο για την εφαρμογή των εν λόγω κυρώσεων. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις το αργότερο έως την […] στην Επιτροπή και την ενημερώνουν αμέσως για κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση που τις επηρεάζει.

Τα κράτη μέλη καθορίζουν το καθεστώς κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ποινικών κυρώσεων για σοβαρές παραβάσεις, οι οποίες εφαρμόζονται σε παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, και λαμβάνουν κάθε απαραίτητο μέτρο για την εφαρμογή των εν λόγω κυρώσεων. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Οι εν λόγω κυρώσεις θα πρέπει να αυξάνονται αναλογικά εάν ο υπεύθυνος οικονομικός φορέας έχει, στο παρελθόν αποδειχθεί υπεύθυνος για παρόμοιες παραβιάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις το αργότερο έως την […] στην Επιτροπή και την ενημερώνουν αμέσως για κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση που τις επηρεάζει.

Αιτιολόγηση

Οι καθ' υποτροπήν οικονομικοί φορείς πρέπει, κατ' αρχήν, να υπόκεινται σε αυστηρότερες και αποτρεπτικές κυρώσεις από εκείνες που επιβάλλονται σε οικονομικούς φορείς που έχουν αποδειχθεί ότι έχουν παραβεί τον παρόντα κανονισμό μόνο μία φορά. Αυτό αποτελεί σαφή νομική αρχή η οποία θα πρέπει να εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Διαπίστευση και εποπτεία της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων

Έγγραφα αναφοράς

KOM(2007)0037 - C6-0068/2007 - 2007/0029(COD)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

IMCO

Γνωμοδοτική επιτροπή

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

INTA

13.3.2007

 

 

 

Συντάκτης γνωμοδότησης

       Ημερομηνία ορισμού

Helmuth Markov

21.3.2007

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

7.5.2007

27.6.2007

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

12.9.2007

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

29

1

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Kader Arif, Graham Booth, Daniel Caspary, Françoise Castex, Glyn Ford, Eduard Raul Hellvig, Jacky Henin, Syed Kamall, Sajjad Karim, Alain Lipietz, Marusya Ivanova Lyubcheva, Helmuth Markov, Cristiana Muscardini, Vural Öger, Γεώργιος Παπαστάμκος, Godelieve Quisthoudt-Rowohl, Tokia Saïfi, Peter Šťastný, Robert Sturdy, Gianluca Susta, Daniel Varela Suanzes-Carpegna, Corien Wortmann-Kool, Zbigniew Zaleski

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Harlem Désir, Vasco Graça Moura, Małgorzata Handzlik, Pia Elda Locatelli, Eugenijus Maldeikis, Javier Moreno Sánchez, Jan Marinus Wiersma

  • [1]  Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην ΕΕ.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (23.11.2007)

προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων
(COM(2007)0037 – C6‑0068/2007 – 2007/0029(COD))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Peter Liese

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θεσπίσει κατά τα προηγούμενα έτη πολυάριθμες ρυθμίσεις, οι οποίες θέτουν ορισμένες απαιτήσεις στους κατασκευαστές προϊόντων. Αυτές αφορούν πρωτίστως την ασφάλεια των καταναλωτών, την προστασία της υγείας από βλάβες και τα τελευταία χρόνια, όπως π.χ. με την οδηγία για την ενεργειακή κατανάλωση των προϊόντων, όλο και περισσότερο τις οικολογικές ιδιότητες των προϊόντων. Οι ρυθμίσεις θεσπίζονται σύμφωνα με τη λεγόμενη "νέα προσέγγιση", δηλαδή ο ίδιος ο κατασκευαστής είναι καταρχήν υπεύθυνος για την τήρηση των κανόνων, πράγμα το οποίο επιβεβαιώνει με την τοποθέτηση της επισήμανσης CE. Η ρύθμιση αυτή συνεπάγεται καταρχάς λιγότερη γραφειοκρατία καθώς και χαμηλότερο κόστος για τους κατασκευαστές. Δημιουργεί, ωστόσο, προβλήματα, όταν ορισμένοι κατασκευαστές ή ομάδες κατασκευαστών τοποθετούν την επισήμανση CE χωρίς να πληρούν τους κανόνες. Αυτό συνιστά κίνδυνο για τον καταναλωτή και επιβαρύνει το περιβάλλον. Εξάλλου οι έντιμοι κατασκευαστές που τηρούν τους κανόνες τίθενται σε δυσμενέστερη θέση στον ανταγωνισμό επειδή φέρουν το κόστος της τήρησης των κανόνων αυτών, οι δε ανταγωνιστές διαθέτουν ένα αθέμιτο πλεονέκτημα. Για το λόγο αυτό το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ήδη σε πολλές περιπτώσεις, π.χ. κατά την ψήφιση της οδηγίας για την ενεργειακή κατανάλωση των προϊόντων, ταχθεί υπέρ μιας συστηματικότερης παρακολούθησης της αγοράς. Η Επιτροπή έχει καταθέσει επιτέλους μια πρόταση προκειμένου να ανταποκριθεί στην επιθυμία αυτή. Η πρόταση, ωστόσο, δεν είναι αποτελεσματική δεδομένου ότι προβλέπει μεταβατική περίοδο δύο ετών. Κατά τα δύο αυτά χρόνια καταναλωτές και περιβάλλον θα εξακολουθήσουν χωρίς λόγο να εκτίθενται στον κίνδυνο των μη ελεγχόμενων προϊόντων. Για το λόγο αυτό ο συντάκτης γνωμοδότησης προτείνει στη γνωμοδότησή του τον περιορισμό της μεταβατικής περιόδου σε έναν μήνα, ούτως ώστε τα πλεονεκτήματα της αποτελεσματικότερης παρακολούθησης της αγοράς να καταστεί δυνατόν να υλοποιηθούν το ταχύτερο δυνατόν. Εξάλλου, ο συντάκτης γνωμοδότησης προτείνει να συμπεριληφθεί η αναφορά στην τήρηση των περιβαλλοντικών κανόνων σε όλα τα μέρη του κειμένου. Άλλες τροπολογίες αφορούν τον έλεγχο μετά από μια απαγόρευση. Συχνά διατυπώνεται μια απαγόρευση πώλησης χωρίς ωστόσο να ελέγχεται η τήρηση της απαγόρευσης αυτής. Μια άλλη τροπολογία αφορά την ταχύτητα δράσης. Ιδίως στην περίπτωση των εποχικών προϊόντων ή των προσφορών είναι απαραίτητο, εντός λίγων ημερών, ενίοτε δε και ωρών, να κατάσχονται τα ελαττωματικά προϊόντα, επειδή σε αντίθετη περίπτωση πωλούνται ολοσχερώς. Σημαντικό είναι εξάλλου να διαθέτουν τα κράτη μέλη επαρκές προσωπικό προκειμένου να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων καλεί την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες:

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή[1]Τροπολογίες του Κοινοβουλίου

Τροπολογία 1

Αιτιολογική σκέψη (1)

(1)       Για να ενισχυθεί το συνολικό πλαίσιο που διασφαλίζει ότι τα προϊόντα ανταποκρίνονται σε υψηλό επίπεδο προστασίας δημόσιων συμφερόντων, όπως η υγεία και η ασφάλεια, πρέπει να θεσπιστούν ορισμένοι κανόνες και αρχές για τη διαπίστευση και την εποπτεία της αγοράς, που αποτελούν σημαντικές πτυχές του εν λόγω πλαισίου.

(1)       Για να ενισχυθεί το συνολικό πλαίσιο που διασφαλίζει ότι τα προϊόντα ανταποκρίνονται σε υψηλό επίπεδο προστασίας δημόσιων συμφερόντων, όπως η υγεία και η ασφάλεια ή το περιβάλλον, πρέπει να θεσπιστούν ορισμένοι κανόνες και αρχές για τη διαπίστευση και την εποπτεία της αγοράς, που αποτελούν σημαντικές πτυχές του εν λόγω πλαισίου.

Αιτιολόγηση

Σε συνάρτηση με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 που αφορά το "αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής" ο συντάκτης της γνωμοδότησης προτείνει να γίνει μια σαφής αναφορά στην προστασία του περιβάλλοντος. Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι όλες οι περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τη νομοθεσία της ΕΕ, ιδίως στον τομέα του περιβάλλοντος, θα αντιμετωπίζονται με το δέοντα τρόπο.

Τροπολογία 2

Αιτιολογική σκέψη 24

(24) Η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών, τόσο σε εθνικό όσο και σε διασυνοριακό επίπεδο, για την ανταλλαγή πληροφοριών, τη διερεύνηση των παραβάσεων και τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπισή τους έχει ουσιώδη σημασία για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας και για την κατοχύρωση της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

(24) Η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών, τόσο σε εθνικό όσο και σε διασυνοριακό επίπεδο, για την ανταλλαγή πληροφοριών, τη διερεύνηση των παραβάσεων και τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπισή τους, και μάλιστα πριν από τη διάθεση στην αγορά επικίνδυνων προϊόντων με την ενίσχυση των δυνατοτήτων εντοπισμού τους, κυρίως στους θαλάσσιους λιμένες όπου συγκεντρώνεται σχεδόν το 90% των προϊόντων που εισάγονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει ουσιώδη σημασία για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας και για την κατοχύρωση της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

Τροπολογία 3

Αιτιολογική σκέψη 30α (νέα)

(30a) Τα κράτη μέλη πρέπει να μεριμνούν ώστε να καθίσταται δυνατή η άσκηση των καταλλήλων ενδίκων μέσων ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων κατά των μέτρων που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές, τα οποία περιορίζουν τη διάθεση στην αγορά ενός προϊόντος ή επιβάλλουν την απόσυρση ή την ανάκλησή του.

Αιτιολόγηση

Εάν ένα κράτος μέλος ζητήσει από κατασκευαστή να ανακαλέσει ένα προϊόν και αυτός θεωρεί ότι δεν είναι ορθή, πρέπει ο οικονομικός αυτός παράγων να μπορεί να στραφεί κατά του κράτους μέλους που έχει κινήσει την εν λόγω διαδικασία.

Το κείμενο είναι ταυτόσημο με την αιτιολογική σκέψη 37 της οδηγίας για τη Γενική Ασφάλεια Προϊόντων και, συνεπώς, δεν αποτελεί νέα ή μη δοκιμασμένη πρακτική.

Τροπολογία 4

Άρθρο 2, σημείο (5)

(5) «διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην εφοδιαστική αλυσίδα, το οποίο καθιστά διαθέσιμο ένα προϊόν στην αγορά·

(5) «διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην εφοδιαστική αλυσίδα, το οποίο καθιστά διαθέσιμο ένα προϊόν, αλλά δεν το θέτει σε κυκλοφορία στην αγορά·

Αιτιολόγηση

Πρέπει να διευκρινισθεί η διαφορά μεταξύ οικονομικών φορέων που κυκλοφορούν προϊόντα στην αγορά και εκείνων που δεν καθιστούν διαθέσιμο ένα προϊόν για πρώτη φορά.

Ο νομικός φορέας που διαθέτει ένα προϊόν στην αγορά της ΕΕ πρέπει να φέρει την ευθύνη ούτως ώστε το προϊόν να προορίζεται και να κατασκευάζεται για την αγορά της ΕΕ σύμφωνα με τη νομοθεσία μας. Τούτο δεν αφορά τους διανομείς.

Τροπολογία 5

Άρθρο 2, παράγραφος 11

(11) «εθνικός οργανισμός διαπίστευσης»: ο μόνος επίσημος οργανισμός κράτους μέλους που εκτελεί την διαπίστευση με εξουσία που του παρέχει το κράτος·

(11) «εθνικός οργανισμός διαπίστευσης»: οι επίσημοι οργανισμοί κράτους μέλους που εκτελούν την διαπίστευση με εξουσία που τους παρέχει το κράτος·

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αυτή αποτελεί συνέπεια της τροπολογίας στο άρθρο 4, παράγραφος 1.

Η απαίτηση να υπάρχει ένας μόνον εθνικός οργανισμός διαπίστευσης συνιστά παραβίαση της αρχής της επικουρικότητας και αντιβαίνει στην υποχρέωση των οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να μην θίγουν τη βασική διάρθρωση του συντάγματος των κρατών μελών και να μην υποσκάπτουν τις ουσιαστικές τους δομές – που στην περίπτωση αυτή είναι ομοσπονδιακού χαρακτήρα. Προκειμένου να διατηρηθεί ο φεντεραλισμός στα κράτη μέλη απαιτείται συνεπώς να εξασφαλισθεί η δημιουργία άλλων οργανισμών διαπίστευσης.

Τροπολογία 6

Άρθρο 2, σημείο 13 α (νέο)

(13a) «εισαγωγή στην κοινοτική αγορά»: υποβολή προς εκτελωνισμό.

Αιτιολόγηση

Πρέπει να διευκρινισθεί η διαφορά μεταξύ οικονομικών φορέων που κυκλοφορούν προϊόντα στην αγορά και εκείνων που δεν καθιστούν διαθέσιμο ένα προϊόν για πρώτη φορά.

Ο νομικός φορέας που διαθέτει ένα προϊόν στην αγορά της ΕΕ πρέπει να φέρει την ευθύνη ούτως ώστε το προϊόν να προορίζεται και να κατασκευάζεται για την αγορά της ΕΕ σύμφωνα με τη νομοθεσία μας. Τούτο δεν αφορά τους διανομείς.

Τροπολογία 7

Άρθρο 2, σημείο 13 β (νέο)

 

(13β) «οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης»: φορέας που εκτελεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης (όπως είναι κατά κανόντα εργαστήρια και οργανισμοί ελέγχου και πιστοποίησης).

Αιτιολόγηση

Πρέπει να διευκρινισθεί η διαφορά μεταξύ οικονομικών φορέων που κυκλοφορούν προϊόντα στην αγορά και εκείνων που δεν καθιστούν διαθέσιμο ένα προϊόν για πρώτη φορά.

Ο νομικός φορέας που διαθέτει ένα προϊόν στην αγορά της ΕΕ πρέπει να φέρει την ευθύνη ούτως ώστε το προϊόν να προορίζεται και να κατασκευάζεται για την αγορά της ΕΕ σύμφωνα με τη νομοθεσία μας. Τούτο δεν αφορά τους διανομείς.

Τροπολογία 8

Άρθρο 2, σημείο 13 γ (νέο)

(13γ) «αξιολόγηση της συμμόρφωσης»: η πιστοποίηση ότι πληρούνται συγκεκριμένες απαιτήσεις σχετικά με προϊόν, διαδικασία, σύστημα, άτομο ή φορέα.

Αιτιολόγηση

Πρέπει να διευκρινισθεί η διαφορά μεταξύ οικονομικών φορέων που κυκλοφορούν προϊόντα στην αγορά και εκείνων που δεν καθιστούν διαθέσιμο ένα προϊόν για πρώτη φορά.

Ο νομικός φορέας που διαθέτει ένα προϊόν στην αγορά της ΕΕ πρέπει να φέρει την ευθύνη ούτως ώστε το προϊόν να προορίζεται και να κατασκευάζεται για την αγορά της ΕΕ σύμφωνα με τη νομοθεσία μας. Τούτο δεν αφορά τους διανομείς.

Τροπολογία 9

Άρθρο 4, παράγραφος 1, εδάφιο 1α (νέα)

 

Σε κράτη μέλη με ομοσπονδιακή διάρθρωση μπορεί να συσταθεί ακόμη ένας οργανισμός διαπίστευσης για την άσκηση των ομοσπονδιακών αρμοδιοτήτων. Στην περίπτωση αυτή αμφότεροι οι οργανισμοί διαπίστευσης καλούνται να συνεργάζονται σε πνεύμα ειλικρίνειας.

Αιτιολόγηση

Η απαίτηση να υπάρχει ένας μόνον εθνικός οργανισμός διαπίστευσης συνιστά παραβίαση της αρχής της επικουρικότητας και αντιβαίνει στην υποχρέωση των οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να μην θίγουν τη βασική διάρθρωση του συντάγματος των κρατών μελών και να μην υποσκάπτουν τις ουσιαστικές τους δομές – που στην περίπτωση αυτή είναι ομοσπονδιακού χαρακτήρα. Προκειμένου να διατηρηθεί ο φεντεραλισμός στα κράτη μέλη απαιτείται συνεπώς να εξασφαλισθεί η δημιουργία άλλων οργανισμών διαπίστευσης.

Τροπολογία 10

Άρθρο 4, παράγραφος 6

6. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης λειτουργεί σε μη κερδοσκοπική βάση. Δεν μπορεί να προσφέρει ή να παρέχει δραστηριότητες ή υπηρεσίες τις οποίες παρέχουν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ούτε μπορεί να παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες.

6. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης λειτουργεί σε μη κερδοσκοπική βάση. Δεν μπορεί να προσφέρει ή να παρέχει δραστηριότητες ή υπηρεσίες τις οποίες παρέχουν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ούτε μπορεί να παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες, ή να είναι μέτοχος στους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Αιτιολόγηση

Προκειμένου να διατηρεί ο οργανισμός διαπίστευσης πλήρη ανεξαρτησία από όλους τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τους οποίους είναι αρμόδιος (ορισμένοι από τους οποίους μπορούν να λειτουργούν ως κοινοποιημένοι οργανισμοί) είναι απαραίτητο να εξασφαλίζονται τόσο λειτουργικοί περιορισμοί σε μία εταιρεία όσο και πραγματική αυτονομία, ούτως ώστε να μην προκαλούνται πιθανές επιφυλάξεις όσον αφορά τη σύγκρουση ή τη σύγχυση συμφερόντων. Είναι συνεπώς απαραίτητο να εξασφαλίζεται διαχωρισμός των οικονομικών συμφερόντων.

Τροπολογία 11

Άρθρο 5, παράγραφος 2

2. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης εποπτεύει όλους τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τους οποίους έχει εκδώσει πιστοποιητικό διαπίστευσης.

 

2. Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης εποπτεύουν όλους τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τους οποίους έχουν εκδώσει πιστοποιητικό διαπίστευσης.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αυτή αποτελεί συνέπεια της τροπολογίας στο άρθρο 4, παράγραφος 1.

Η απαίτηση να υπάρχει ένας μόνον εθνικός οργανισμός διαπίστευσης συνιστά παραβίαση της αρχής της επικουρικότητας και αντιβαίνει στην υποχρέωση των οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να μην θίγουν τη βασική διάρθρωση του συντάγματος των κρατών μελών και να μην υποσκάπτουν τις ουσιαστικές τους δομές – που στην περίπτωση αυτή είναι ομοσπονδιακού χαρακτήρα. Προκειμένου να διατηρηθεί ο φεντεραλισμός στα κράτη μέλη απαιτείται συνεπώς να εξασφαλισθεί η δημιουργία άλλων οργανισμών διαπίστευσης.

Τροπολογία 12

Άρθρο 5, παράγραφος 3

3. Όταν ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης διαπιστώσει ότι ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ο οποίος έλαβε πιστοποιητικό διαπίστευσης, δεν διαθέτει πλέον την τεχνική επάρκεια για να πραγματοποιήσει μια συγκεκριμένη δραστηριότητα αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή διαπράττει σοβαρή παράβαση των υποχρεώσεών του, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για τον περιορισμό, την αναστολή ή την ανάκληση του πιστοποιητικού διαπίστευσής του.

3. Όταν οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης διαπιστώσουν ότι ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ο οποίος έλαβε πιστοποιητικό διαπίστευσης, δεν διαθέτει πλέον την τεχνική επάρκεια για να πραγματοποιήσει μια συγκεκριμένη δραστηριότητα αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή διαπράττει σοβαρή παράβαση των υποχρεώσεών του, οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για τον περιορισμό, την αναστολή ή την ανάκληση του πιστοποιητικού διαπίστευσής τους.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αυτή αποτελεί συνέπεια της τροπολογίας στο άρθρο 4, παράγραφος 1.

Η απαίτηση να υπάρχει ένας μόνον εθνικός οργανισμός διαπίστευσης συνιστά παραβίαση της αρχής της επικουρικότητας και αντιβαίνει στην υποχρέωση των οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να μην θίγουν τη βασική διάρθρωση του συντάγματος των κρατών μελών και να μην υποσκάπτουν τις ουσιαστικές τους δομές – που στην περίπτωση αυτή είναι ομοσπονδιακού χαρακτήρα. Προκειμένου να διατηρηθεί ο φεντεραλισμός στα κράτη μέλη απαιτείται συνεπώς να εξασφαλισθεί η δημιουργία άλλων οργανισμών διαπίστευσης.

Τροπολογία 13

Άρθρο 6, παράγραφος 1

1. Όταν ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης ζητά διαπίστευση, τη ζητά από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ή από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης στον οποίο προσέφυγε το εν λόγω κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2.

1. Όταν ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης ζητά διαπίστευση, τη ζητά από τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ή από τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης στον οποίο προσέφυγε το εν λόγω κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αυτή αποτελεί συνέπεια της τροπολογίας στο άρθρο 4, παράγραφος 1.

Η απαίτηση να υπάρχει ένας μόνον εθνικός οργανισμός διαπίστευσης συνιστά παραβίαση της αρχής της επικουρικότητας και αντιβαίνει στην υποχρέωση των οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να μην θίγουν τη βασική διάρθρωση του συντάγματος των κρατών μελών και να μην υποσκάπτουν τις ουσιαστικές τους δομές – που στην περίπτωση αυτή είναι ομοσπονδιακού χαρακτήρα. Προκειμένου να διατηρηθεί ο φεντεραλισμός στα κράτη μέλη απαιτείται συνεπώς να εξασφαλισθεί η δημιουργία άλλων οργανισμών διαπίστευσης.

Τροπολογία 14

Άρθρο 6, παράγραφος 1, εδάφιο 2, στοιχείο α)

α) όταν το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος έχει αποφασίσει να μη δημιουργήσει εθνικό οργανισμό διαπίστευσης και δεν έχει προσφύγει σε εθνικό οργανισμό διαπίστευσης άλλου κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2·

α) όταν το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος έχει αποφασίσει να μη δημιουργήσει εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης και δεν έχει προσφύγει σε εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης άλλου κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2·

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αυτή αποτελεί συνέπεια της τροπολογίας στο άρθρο 4, παράγραφος 1.

Η απαίτηση να υπάρχει ένας μόνον εθνικός οργανισμός διαπίστευσης συνιστά παραβίαση της αρχής της επικουρικότητας και αντιβαίνει στην υποχρέωση των οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να μην θίγουν τη βασική διάρθρωση του συντάγματος των κρατών μελών και να μην υποσκάπτουν τις ουσιαστικές τους δομές – που στην περίπτωση αυτή είναι ομοσπονδιακού χαρακτήρα. Προκειμένου να διατηρηθεί ο φεντεραλισμός στα κράτη μέλη απαιτείται συνεπώς να εξασφαλισθεί η δημιουργία άλλων οργανισμών διαπίστευσης.

Τροπολογία 15

Άρθρο 8, παράγραφος 2 α (νέα)

2a. Οι εθνικοί φορείς διαπίστευσης θεσπίζουν διαδικασίες προσφυγής, ούτως ώστε να παρέχουν στους οικονομικούς φορείς τη δυνατότητα να ασκήσουν ένδικα μέσα, όταν μπορούν να αποδεικνύουν ότι ένας διαπιστευμένος φορέας δεν διαθέτει τις ελάχιστες απαιτούμενες ικανότητες ή ειδικές γνώσεις.

Αιτιολόγηση

Η παρούσα πρόταση προβλέπει διαδικασία σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη πρέπει να ελέγχουν τους εθνικούς φορείς διαπίστευσης σε τακτικά χρονικά διαστήματα και, συνεπώς, να προστατεύεται το δημόσιο συμφέρον. Ωστόσο, οι δράσεις των εθνικών φορέων διαπίστευσης και των φορέων που διαπιστεύουν έχουν άμεσο αντίκτυπο στους οικονομικούς φορείς και, συνεπώς, θα πρέπει και οι φορείς αυτοί να διαθέτουν ρητώς προβλεπόμενα ένδικα μέσα.

Τροπολογία 16

Άρθρο 16, παράγραφος 1

1.        Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την επικοινωνία και το συντονισμό μεταξύ όλων των διαφόρων αρχών εποπτείας της αγοράς.

1.        Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την επικοινωνία και το συντονισμό μεταξύ όλων των διαφόρων αρχών εποπτείας της αγοράς στην επικράτειά τους.

Αιτιολόγηση

Market surveillance should also ensure a concrete follow-up of corrective actions on the market. Concern has been expressed in the Parliament’s Working Document regarding the credibility of the CE marking. We do not believe that any such credibility gap stems from two points, firstly an inadequate process for catching those economic operators who deliberately flout Community legislation, and secondly an inadequate process to follow-up to ensure that, where a product has been found by a Court to be non-compliant, then it is positively removed from the market. Hence, market surveillance procedures should also ensure a concrete follow-up of corrective actions on the market place. As market surveillance is organised at Member State level in accordance with the principle of subsidiarity, this Regulation should require each Member State to verify that corrective actions have been effectively carried out.

Τροπολογία 17

Άρθρο 16, παράγραφος 2, εδάφιο 1 α (νέο)

 

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κατάλληλες διαδικασίες προκειμένου να διαπιστώσουν ότι οι διορθωτικές δράσεις έχουν υλοποιηθεί αποτελεσματικά.

Αιτιολόγηση

Βλ. αιτιολόγηση στην τροπολογία 3.

Τροπολογία 18

Άρθρο 16, παράγραφος 4

4. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν, εκτελούν και επικαιροποιούν περιοδικά τα προγράμματα εποπτείας της αγοράς.

4. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν, εκτελούν και επικαιροποιούν περιοδικά τα προγράμματα εποπτείας της αγοράς. Τα κράτη μέλη δύνανται να συνάψουν συμφωνίες συνεργασίας με ενδιαφερόμενους φορείς και ειδικότερα με τομεακές επαγγελματικές οργανώσεις προκειμένου να αξιολογήσουν τις διαθέσιμες πληροφορίες που αφορούν την αγορά.

Αιτιολόγηση

Βλ αιτιολόγηση στην τροπολογία 3.

Τροπολογία 19

Άρθρο 16, παράγραφος 5

5. Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν και αξιολογούν περιοδικά τη λειτουργία των εποπτικών δραστηριοτήτων τους.

5. Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν και αξιολογούν περιοδικά τη λειτουργία των εποπτικών δραστηριοτήτων τους δημοσιεύουν σχετικές εκθέσεις.

Αιτιολόγηση

Βλ αιτιολόγηση στην τροπολογία 3.

Τροπολογία 20

Άρθρο 17, παράγραφος 1, εδάφιο 1 α (νέο)

.

Οι αρχές έχουν το δικαίωμα να κατάσχουν δείγματα ενός προϊόντος που αναμένουν ότι θα πωληθεί ταχύτατα.

Αιτιολόγηση

Market surveillance speed should be adapted to the speed of sales of batches of often inexpensive components or consumer products: these are often rapidly sold out in a distributor’s promotional sale. Experience shows that once products are placed on the market, delays between complaints and action by market surveillance authorities often lead to the situation where authorities are not in a position to carry out checks, as the products have been already sold. This is particularly the case for promotional or seasonal sales of consumer products, such as Christmas lighting. It happens also for small electrical components such as electrical controls, switchgears or small measuring instruments. Therefore, when customs authorities have a serious reason to believe that the imported product may not be in compliance with all EU requirements, they should be entitled to seize samples of the product in order to speed up the control by market surveillance authorities and ensure possible legal action against the importer or the manufacturer’s authorised representative in case of characterised default of compliance with EU legislation.

Τροπολογία 21

Άρθρο 19, παράγραφος 1

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε μέτρα, τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, για την απαγόρευση ή τον περιορισμό της διάθεσης ενός προϊόντος στην αγορά ή για την απόσυρση ή την ανάκλησή του από την αγορά, συνοδεύονται από δήλωση σχετικά με τους ακριβείς λόγους για τους οποίους ελήφθησαν.

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε μέτρα, τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης και την αρχή της αναλογικότητας, για την απαγόρευση ή τον περιορισμό της διάθεσης ενός προϊόντος στην αγορά ή για την απόσυρση ή την ανάκλησή του από την αγορά, συνοδεύονται από δήλωση σχετικά με τους ακριβείς λόγους για τους οποίους ελήφθησαν.

Αιτιολόγηση

Η παράγραφος 1 του άρθρου 19 προβλέπει ορισμένες πιθανές παρεμβάσεις των αρχών στην αγορά και τις διαφορετικές οικονομικές συνέπειες κάθε μιας από τις παρεμβάσεις αυτές για τους οικονομικούς φορείς. Σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας, το επίπεδο της παρέμβασης στην αγορά θα πρέπει να είναι ανάλογο του βαθμού επικινδυνότητας για το κοινό. Παρεμφερείς διατάξεις περιλαμβάνονται ήδη στην οδηγία για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων.

Τροπολογία 22

Άρθρο 24, παράγραφος 1, εδάφιο 1 α (νέο)

 

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελωνειακές τους αρχές διαθέτουν τις απαραίτητες αρμοδιότητες και τους απαραίτητους πόρους προκειμένου να επιτελέσουν κατάλληλα τα καθήκοντά τους.

Αιτιολόγηση

Χάριν της συνοχής και της αποτελεσματικότητας του συνολικού πλαισίου για την εμπορία των προϊόντων, ο συντάκτης της γνωμοδότησης προτείνει να θεσπιστεί για τους τελωνειακούς ελέγχους μια ρύθμιση παρόμοια με εκείνη της παραγράφου 3 του άρθρου 16 σχετικά με τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

Τροπολογία 23

Άρθρο 34

Προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές.

Προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές κατόπιν διαβουλεύσεως με τους ενδιαφερόμενους φορείς.

Αιτιολόγηση

Η Επιτροπή πρέπει να πραγματοποιεί διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους φορείς κατά την θέσπιση κατευθυντηρίων γραμμών για την εφαρμογή του κανονισμού.

Τροπολογία 24

Άρθρο 35, παράγραφος 2

2. Αν σε ένα κράτος μέλος η διαπίστευση δεν πραγματοποιείται από έναν και μόνο εθνικό οργανισμό διαπίστευσης και το εν λόγω κράτος μέλος προτίθεται να εξακολουθήσει να πραγματοποιεί διαπίστευση, προβαίνει στις αναγκαίες διαρθρωτικές αναπροσαρμογές προκειμένου να δημιουργήσει έναν ενιαίο εθνικό οργανισμό διαπίστευσης μέχρι την 1 Ιανουαρίου 2010 το αργότερο.

2. Αν σε ένα κράτος μέλος η διαπίστευση δεν πραγματοποιείται από έναν και μόνο εθνικό οργανισμό διαπίστευσης και το εν λόγω κράτος μέλος προτίθεται να εξακολουθήσει να πραγματοποιεί διαπίστευση, προβαίνει στις αναγκαίες διαρθρωτικές αναπροσαρμογές προκειμένου να δημιουργήσει έναν ή/και, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1, εδάφιο 1α, έναν ακόμη εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, μέχρι την 1 Ιανουαρίου 2014 το αργότερο.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αυτή αποτελεί συνέπεια της τροπολογίας στο άρθρο 4, παράγραφος 1.

Πρέπει επίσης να παραταθεί η μεταβατική προθεσμία για τα απαιτούμενα νομοθετικά και διοικητικά μέτρα εφαρμογής. Ιδίως σε χώρες με περίπλοκα συστήματα διαπίστευσης, οι αναπροσαρμογές αυτές δεν μπορούν να υλοποιηθούν έως το 2010 και, για το λόγο αυτό, πρέπει να παραταθεί η προθεσμία έως το 2014.

Τροπολογία 25

Άρθρο 38, παράγραφος 2

Το κεφάλαιο III αρχίζει να εφαρμόζεται δύο έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Το κεφάλαιο III αρχίζει να εφαρμόζεται ένα μήνα μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Αιτιολόγηση

Δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή μια πρόσθετη καθυστέρηση δύο ετών προκειμένου να ισχύσουν οι προϋποθέσεις για να λειτουργήσει αποτελεσματικά η επειγόντως απαραίτητη εποπτεία των αγορών. Οι κατασκευαστές που τηρούν την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τα ευρωπαϊκά πρότυπα αντιμετωπίζουν σοβαρούς κινδύνους από τον αθέμιτο ανταγωνισμό.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Διαπίστευση και εποπτεία της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων

Έγγραφα αναφοράς

COM(2007)0037 - C6-0068/2007 - 2007/0029(COD)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

IMCO

Γνωμοδοτική επιτροπή

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

ENVI

13.3.2007

 

 

 

Συντάκτης γνωμοδότησης

       Ημερομηνία ορισμού

Peter Liese

10.5.2007

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

26.6.2007

8.10.2007

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

22.11.2007

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

31

6

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Pilar Ayuso, Johannes Blokland, Frieda Brepoels, Dorette Corbey, Chris Davies, Avril Doyle, Mojca Drčar Murko, Edite Estrela, Jill Evans, Matthias Groote, Françoise Grossetête, Cristina Gutiérrez-Cortines, Satu Hassi, Marie Anne Isler Béguin, Caroline Jackson, Dan Jørgensen, Marie-Noëlle Lienemann, Peter Liese, Alexandru-Ioan Morţun, Roberto Musacchio, Riitta Myller, Miroslav Ouzký, Frédérique Ries, Guido Sacconi, Karin Scheele, Carl Schlyter, Richard Seeber, Bogusław Sonik, Αντώνιος Τρακατέλλης, Thomas Ulmer, Anja Weisgerber, Glenis Willmott

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Alfonso Andria, Kathalijne Maria Buitenweg, Duarte Freitas, Milan Gaľa, Alojz Peterle

  • [1]  Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην ΕΕ.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (5.10.2007)

προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων
(COM(2007)0037 – C6‑0068/2007 –2007/0029 (COD))

Συντάκτης γνωμοδότησης: John Purvis

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

Ο συντάκτης γνωμοδότησης εκφράζει ικανοποίηση για την πρόταση κανονισμού σχετικά με τη διαπίστευση και την εποπτεία της αγοράς των προϊόντων στην Κοινότητα, καθώς και για τη συνοδευτική πρόταση απόφασης σχετικά με ένα κοινό πλαίσιο για την εμπορία των προϊόντων. Αυτές οι προτάσεις προορίζονται να διευκολύνουν τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς προϊόντων εξασφαλίζοντας παράλληλα ότι τα προϊόντα που εισέρχονται και κυκλοφορούν στην εσωτερική αγορά είναι ασφαλή.

Ο κανονισμός βασίζεται σε ήδη υφιστάμενα συστήματα στα κράτη μέλη· εισάγει ενισχυμένους κανόνες σχετικά με την εποπτεία της αγοράς για το φιλτράρισμα των μη ασφαλών προϊόντων συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγών· ενισχύει επίσης το ρόλο διαπίστευσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης αυξάνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο την εμπιστοσύνη στην αξιολόγηση της συμμόρφωσης των προϊόντων.

Αν και ο συντάκτης γνωμοδότησης, όπως προαναφέρθηκε, εκφράζει ικανοποίηση για τις προτάσεις, είναι της γνώμης ότι υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω βελτίωση και συνεπώς προτείνει τροποποιήσεις στο πλαίσιο των ακόλουθων κατευθύνσεων:

§ Ορισμένοι ορισμοί, όπως «διαθεσιμότητα στην αγορά» και «προϊόντα που εισέρχονται στην κοινοτική αγορά» πρέπει να διασαφηνισθούν· πρέπει να θεσπισθούν νέοι ορισμοί σχετικά με την «αξιολόγηση της συμμόρφωσης», τον «οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης»· πρέπει να εξασφαλισθεί η συνέπεια των ορισμών στον κανονισμό και στην απόφαση. Συνεπώς τροποποιείται αναλόγως το άρθρο 2 του κανονισμού.

§ Όσον αφορά τη θεσμική πλευρά: οι κανόνες της διασυνοριακής διαπίστευσης πρέπει να απλοποιηθούν, εξασφαλίζοντας ωστόσο ταυτόχρονα ότι ο αυξημένος διασυνοριακός ανταγωνισμός δεν έχει ως αποτέλεσμα χαμηλότυπα πρότυπα διαπίστευσης· οι οργανώσεις προστασίας των καταναλωτών των κρατών μελών πρέπει να συμμετέχουν στη συνεργασία μεταξύ αρμόδιων εθνικών αρχών· οι τελωνειακές αρχές, οι οποίες είναι η πρώτη γραμμή άμυνας με εισαγωγές, πρέπει να ενισχυθούν και να εφοδιασθούν με κατάλληλους πόρους. Συνεπώς, τα άρθρα 6 και 24 του κανονισμού τροποποιούνται κατ’ αυτό τον τρόπο.

§ Διατάξεις των υφιστάμενων οδηγιών που αφορούν αριθμούς αναγνώρισης και καταλόγους οργανισμών κοινοποίησης έχουν επικαιροποιηθεί προκειμένου να δοθεί άμεση νομική βεβαιότητα στην παρούσα πρακτική εφαρμογή της διαδικασίας κοινοποίησης.

§ Όσον αφορά τις διαδικασίες: ορισμένα δικαιώματα των αρμόδιων αρχών (π.χ. το δικαίωμα της λήψης δειγμάτων προϊόντων πριν καν τη λήψη καταγγελιών) πρέπει να ενισχυθούν· προκειμένου να αποφευχθούν περιττές γραφειοκρατικές επιβαρύνσεις, λοιποί παράγοντες όπως το μέγεθος της εταιρίας, ο σχετικά σύνθετος χαρακτήρας της τεχνολογίας που χρησιμοποιείται και κατά πόσον ή όχι ένα προϊόν είναι αποτέλεσμα παραγωγής μονάδας ή σειράς, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν πραγματοποιούνται διαδικασίες συμμόρφωσης. Τα άρθρα 2, 7 και 17 του κανονισμού τροποποιούνται κατ’ αυτό τον τρόπο. Επίσης, πρέπει να εξετάζεται ο οικονομικός αντίκτυπος προτού οι αρχές αποφασίσουν για την ανάκληση ενός προϊόντος – οιοδήποτε μέτρο που λαμβάνεται πρέπει να είναι ανάλογο με το επίπεδο κινδύνου. Οι οικονομικοί φορείς πρέπει επίσης να έχουν το δικαίωμα να αντιδρούν σε μια τέτοια απόφαση και να προσφεύγουν εάν χρειάζεται. Συνεπώς, τα άρθρα 2 και 19 έχουν τροποποιηθεί. Το άρθρο 16 έχει τροποποιηθεί ώστε να καλούνται τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν την ύπαρξη διαδικασιών που επιβεβαιώνουν ότι πράγματι εφαρμόζονται διορθωτικά μέτρα.

§ Η αιτιολογική σκέψη 30α και το άρθρο 34 του κανονισμού καθώς και το άρθρο 14 της απόφασης τροποποιούνται ώστε να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη συμμετοχή ενδιαφερομένων μερών και επαγγελματικών οργανώσεων.

§ Προκειμένου να αποφευχθεί η ύπαρξη «διπλών προτύπων» (δηλαδή μια σειρά απαιτήσεων που θεσπίζονται με την οδηγία 2001/95/ΕΚ σχετικά με τη γενική ασφάλεια των προϊόντων, και μια άλλη σειρά που θεσπίζεται με την παρούσα πρόταση) και να εξασφαλισθεί το υψηλότερο επίπεδο προστασίας που θεσπίζεται με την παρούσα πρόταση, πρέπει να διαγραφεί η εξαίρεση που διατυπώνεται στο άρθρο 13, παράγραφος 2, του κανονισμού. Επίσης πρέπει να διαγραφούν οι εξαιρέσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 1 της απόφασης διότι αυτό αποτελεί μία sui generis απόφαση που απευθύνεται στο νομοθέτη και συνεπώς όχι άμεσα εφαρμόσιμη.

§ Η σήμανση CE χρειάζεται μεγαλύτερη προστασία. Η έννοια της συμμόρφωσης με τα ρυθμιστικά πρότυπα της ΕΕ δεν είναι πάντοτε σαφώς κατανοητή. Ως αποτέλεσμα, ένας αυξανόμενος αριθμός προϊόντων που φέρουν τη σήμανση CE στην πραγματικότητα δεν συμμορφούνται με τη σχετική νομοθεσία. Αποτελεί κοινό συμφέρον των κατασκευαστών, των εμπόρων και των καταναλωτών να έχουν σαφείς κανόνες σχετικά με τη σήμανση CE. Προκειμένου αυτοί οι κανόνες να εφαρμοσθούν πάραυτα και να μην αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω εθνικής νομοθεσίας, τα άρθρα 16-17 της απόφασης πρέπει να ενταχθούν στον κανονισμό.

§ Τα άρθρα 4 και 16 έχουν τροποποιηθεί για να τονισθεί η σπουδαιότητα της διαφάνειας στη λήψη αποφάσεων και η ανεξαρτησία των αρχών εποπτείας της αγοράς.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας καλεί την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες:

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή[1]Τροπολογίες του Κοινοβουλίου

Τροπολογία 1

Αιτιολογική σκέψη 23

(23) Η οδηγία 2001/95/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων έχει θεσπίσει ένα πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς και για τη διοικητική συνεργασία για τα καταναλωτικά προϊόντα. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού που αφορούν την εποπτεία της αγοράς δεν πρέπει να εφαρμόζονται για τα προϊόντα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2001/95/ΕΚ, σε ό,τι αφορά την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών.

διαγράφεται

Αιτιολόγηση

Προκειμένου να αποφευχθεί η ύπαρξη «διπλών προτύπων» (δηλαδή μια σειρά απαιτήσεων που θεσπίζονται με την οδηγία 2001/95/ΕΚ (οδηγία για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων), και μια άλλη σειρά που θεσπίζεται με την παρούσα πρόταση) και να εξασφαλισθεί το υψηλότερο επίπεδο προστασίας που θεσπίζεται με την παρούσα πρόταση, πρέπει να διαγραφεί αυτή η εξαίρεση. Είναι ασαφής η διαχωριστική γραμμή μεταξύ προϊόντων για καταναλωτική χρήση και για επαγγελματική χρήση και αυτή η διάκριση θα μπορούσε να οδηγήσει σε ασαφείς διαδικασίες και αρμοδιότητες. Κατά συνέπεια πρέπει να διαγραφούν το άρθρο 13, παρ. 2, και η αντίστοιχη αιτιολογική σκέψη.

Τροπολογία 2

Αιτιολογική σκέψη 24

(24) Η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών, τόσο σε εθνικό όσο και σε διασυνοριακό επίπεδο, για την ανταλλαγή πληροφοριών, τη διερεύνηση των παραβάσεων και τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπισή τους έχει ουσιώδη σημασία για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας και για την κατοχύρωση της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

(24) Η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών, τόσο σε εθνικό όσο και σε διασυνοριακό επίπεδο, για την ανταλλαγή πληροφοριών, τη διερεύνηση των παραβάσεων και τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπισή τους έχει ουσιώδη σημασία για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας και για την κατοχύρωση της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Οι αρχές προστασίας των καταναλωτών των κρατών μελών πρέπει να συνεργάζονται σε εθνικό επίπεδο με τις εθνικές αρχές εποπτείας της αγοράς και πρέπει να ανταλλάσουν πληροφορίες με αυτές όσον αφορά προϊόντα τα οποία υποθέτουν ότι παρουσιάζουν κίνδυνο.

Αιτιολόγηση

Επειδή οι μεμονωμένοι καταναλωτές συνήθως στρέφονται στις αρχές προστασίας των καταναλωτών των κρατών μελών στην περίπτωση προβλημάτων ποιότητας ή ασφάλειας, οι σχετικές πληροφορίες πρέπει να διαβιβάζονται στις αρχές εποπτείας της αγοράς για πιθανή συνέχεια στο θέμα.

Τροπολογία 3

Αιτιολογική σκέψη 30α (νέα)

 

(30α) Τα κράτη μέλη ενδεχομένως να θεωρήσουν χρήσιμο να συνάψουν συμφωνίες συνεργασίας με ενδιαφερόμενα μέρη, ιδίως με κλαδικές επαγγελματικές οργανώσεις, προκειμένου να επωφεληθούν των διατιθέμενων πληροφοριών για την αγορά κατά την κατάρτιση, την εφαρμογή και την επικαιροποίηση προγραμμάτων εποπτείας της αγοράς.

Αιτιολόγηση

Η συνεργασία με ενδιαφερόμενα μέρη αποτελεί ήδη πρακτική σε ορισμένα κράτη μέλη· σκοπός της παρούσας τροπολογίας είναι η ενθάρρυνση αυτής της καλής πρακτικής και η εξασφάλιση του ότι δεν παρεμποδίζεται σε ένα κράτος μέλος λόγω ασαφούς νομοθεσίας.

Τροπολογία 4

Αιτιολογική σκέψη 30β (νέα)

 

(30β) Τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίζουν κατάλληλες διαδικασίες προσφυγής όσον αφορά μέτρα που λαμβάνονται από αρμόδιες αρχές τα οποία περιορίζουν τη διάθεση στην αγορά προϊόντων ή απαιτούν την απόσυρση ή ανάκλησή τους.

Αιτιολόγηση

Εάν ένα κράτος μέλος ζητεί από ένα κατασκευαστή να ανακαλέσει ένα προϊόν, το οποίο αργότερα αποδεικνύεται ότι συμμορφούται προς τις ισχύουσες απαιτήσεις, ο οικονομικός φορέας πρέπει να έχει πρόσβαση σε προσφυγή για το κράτος μέλος / τα κράτη μέλη που υπέβαλε / υπέβαλαν την αίτηση. Αυτό το κείμενο βασίζεται στην αιτιολογική σκέψη 37 της οδηγίας για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων και συνεπώς δεν αποτελεί νέα ή μη δοκιμασθείσα έννοια.

Τροπολογία 5

Αιτιολογική σκέψη 36α (νέα)

 

(36α) Η σήμανση CE, που αποδεικνύει τη συμμόρφωση ενός προϊόντος με τους ισχύοντες κανόνες, αποτελεί την ορατή συνέπεια μιας πλήρους διαδικασίας αξιολόγησης που αποσκοπεί στην επιβεβαίωση της συμμόρφωσης με τους ισχύοντες κανόνες υπό την ευρεία έννοια. Πρέπει συνεπώς να καθορισθούν στον παρόντα κανονισμό οι γενικές αρχές που διέπουν τη χρήση της σήμανσης CE και οι κανόνες όσον αφορά την επικόλλησή της, που πρέπει να ισχύουν στην εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας για εναρμόνιση της χρήσης της εν λόγω σήμανσης.

Αιτιολόγηση

Η σήμανση CE χρειάζεται καλύτερη προστασία. Επειδή η έννοια της σήμανσης CE δεν είναι σαφώς κατανοητή, ένας αυξανόμενος αριθμός προϊόντων που φέρουν τη σήμανση CE δεν συμμορφούνται με τη σχετική νομοθεσία. Είναι συνεπώς προς το κοινό συμφέρον των κατασκευαστών, των εμπόρων και των καταναλωτών να έχουν σαφείς κανόνες σχετικά με τη σήμανση CE. Προκειμένου αυτοί οι κανόνες να εφαρμοσθούν πάραυτα και να μην αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής νομοθεσίας, τα άρθρα 16 και 17 της απόφασης (COM(2007)053) πρέπει να περιληφθούν στον παρόντα κανονισμό καθώς και οι αντίστοιχες αιτιολογικές σκέψεις.

Τροπολογία 6

Αιτιολογική σκέψη 36β (νέα)

 

(36β) Είναι απαραίτητο να καταστεί σαφές τόσο στους κατασκευαστές όσο και στους χρήστες ότι με την επικόλληση της σήμανσης CE σε ένα προϊόν ο κατασκευαστής του δηλώνει ότι το προϊόν είναι σύμφωνο με όλες τις ισχύουσες απαιτήσεις και ότι αναλαμβάνει πλήρη ευθύνη για αυτό.

Αιτιολόγηση

Η σήμανση CE χρειάζεται καλύτερη προστασία. Επειδή η έννοια της σήμανσης CE δεν είναι σαφώς κατανοητή, ένας αυξανόμενος αριθμός προϊόντων που φέρουν τη σήμανση CE δεν συμμορφούνται με τη σχετική νομοθεσία. Είναι συνεπώς προς το κοινό συμφέρον των κατασκευαστών, των εμπόρων και των καταναλωτών να έχουν σαφείς κανόνες σχετικά με τη σήμανση CE. Προκειμένου αυτοί οι κανόνες να εφαρμοσθούν πάραυτα και να μην αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής νομοθεσίας, τα άρθρα 16 και 17 της απόφασης (COM(2007)053) πρέπει να περιληφθούν στον παρόντα κανονισμό καθώς και οι αντίστοιχες αιτιολογικές σκέψεις.

Τροπολογία 7

Αιτιολογική σκέψη 36γ (νέα)

 

(36γ) Η νομική προστασία που παρέχεται από τη σήμανση CE, η οποία απορρέει από την καταχώρισή της ως κοινοτική συλλογική σήμανση, επιτρέπει στις δημόσιες αρχές να εξασφαλίζουν την κατάλληλη εφαρμογή και να διώκουν τις παραβάσεις.

Αιτιολόγηση

Η σήμανση CE χρειάζεται καλύτερη προστασία. Επειδή η έννοια της σήμανσης CE δεν είναι σαφώς κατανοητή, ένας αυξανόμενος αριθμός προϊόντων που φέρουν τη σήμανση CE δεν συμμορφούνται με τη σχετική νομοθεσία. Είναι συνεπώς προς το κοινό συμφέρον των κατασκευαστών, των εμπόρων και των καταναλωτών να έχουν σαφείς κανόνες σχετικά με τη σήμανση CE. Προκειμένου αυτοί οι κανόνες να εφαρμοσθούν πάραυτα και να μην αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής νομοθεσίας, τα άρθρα 16 και 17 της απόφασης (COM(2007)053) πρέπει να περιληφθούν στον παρόντα κανονισμό καθώς και οι αντίστοιχες αιτιολογικές σκέψεις.

Τροπολογία 8

Άρθρο 2, σημείο 1

(1) «διαθεσιμότητα στην αγορά»: κάθε προσφορά προϊόντος για διανομή, κατανάλωση ή χρήση στην κοινοτική αγορά στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν·

(1) «διαθεσιμότητα στην αγορά»: κάθε προσφορά προϊόντος για διανομή ή κατανάλωση στην κοινοτική αγορά στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν, αλλά εκτός προϊόντων που συγκεντρώνονται για προσωπική χρήση στην υποβοήθηση μιας επαγγελματικής δραστηριότητας και την ενσωμάτωση μερών σε ένα τελικό προϊόν το οποίο θα διατεθεί στην αγορά και όταν δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος για την υγεία και την ασφάλεια·

Αιτιολόγηση

Αυτή η διασαφήνιση θα μειώσει υπερβολικά διοικητικά και χρηματοοικονομικά βάρη για τους βιοτέχνες και τις ΜΜΕ (όταν συγκεντρώνουν προϊόντα για ίδια χρήση ή κατασκευάζουν προϊόντα που θα ενσωματωθούν σε ένα τελικό έργο). Αυτή η προσθήκη ευθυγραμμίζεται επίσης με μια υφιστάμενη διάταξη του εγγράφου καθοδήγησης M (Μάιος 2005) της οδηγίας για την κατασκευή προϊόντων (89/106/ΕΟΚ) που αφορά τη συμμόρφωση των προϊόντων με τους ισχύοντες κανόνες.

Τροπολογία 9

Άρθρο 2, σημείο 2α (νέο)

 

(2α) «προϊόντα που εισέρχονται στην κοινοτική αγορά»: προϊόντα που υποβάλλονται για εκτελωνισμό σε κοινοτικό συνοριακό σταθμό·

Αιτιολόγηση

Αυτός ο ορισμός θα διασαφηνίσει την έννοια της έκφρασης «προϊόντα που εισέρχονται στην κοινοτική αγορά» που χρησιμοποιείται στο Κεφάλαιο ΙΙΙ, Τμήμα 3 του κανονισμού. Υπάρχει διαφορά μεταξύ οικονομικών φορέων οι οποίοι διαθέτουν ένα προϊόν στην αγορά για πρώτη φορά, και συνεπώς φέρουν την ευθύνη της εξασφάλισης ότι είναι σύμφωνο με τη νομοθεσία της ΕΕ, και διανομέων οι οποίοι διανέμουν προϊόντα τα οποία πωλούνται ήδη στην κοινοτική αγορά. Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται στο άρθρο 24, έτσι ένας ορισμός είναι χρήσιμος για αναφορά.

Τροπολογία 10

Άρθρο 2, σημείο 3

(3) «κατασκευαστής»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που σχεδιάζει ή κατασκευάζει ένα προϊόν ή που αναθέτει σε άλλους το σχεδιασμό ή την κατασκευή ενός προϊόντος υπό την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του·

(3) «κατασκευαστής»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που σχεδιάζει ή κατασκευάζει ένα προϊόν ή που αναθέτει σε άλλους το σχεδιασμό ή την κατασκευή ενός προϊόντος υπό την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του, και ο οποίος το διαθέτει στην αγορά·

Αιτιολόγηση

Ευθυγράμμιση του ορισμού με τους ορισμούς των άλλων φορέων της αγοράς και τις διατάξεις του προτεινόμενου άρθρου 7, παράγραφοι 1 και 7 (συνδέεται με τις τροπολογίες 2 και 3).

Τροπολογία 11

Άρθρο 2, σημείο 11α (νέο)

 

(11α) «αξιολόγηση της συμμόρφωσης»: εξακρίβωση του κατά πόσον πληρούνται συγκεκριμένες απαιτήσεις που αφορούν ένα προϊόν, μια κατεργασία, ένα σύστημα, ένα πρόσωπο ή έναν οργανισμό.

Αιτιολόγηση

Πρέπει να προστεθεί ο όρος «οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης», αφού αυτός ο όρος χρησιμοποιείται εκτενώς στον κανονισμό. Ο ορισμός έχει ληφθεί από το ISO/IEC 17000:2004 «Αξιολόγηση της συμμόρφωσης – Λεξιλόγιο και γενικές αρχές».

Τροπολογία 12

Άρθρο 2, σημείο 11β (νέο)

 

(11β) "οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης": οργανισμός που εκτελεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

Αιτιολόγηση

Ο όρος "αξιολόγηση της συμμόρφωσης" πρέπει να προσδιοριστεί δεδομένου ότι χρησιμοποιείται πολλές φορές στον κανονισμό. Δεν είναι ανάγκη να παρατεθούν παραδείγματα που να προσδιορίζουν σε τι μπορεί να συνίστανται οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Ο ορισμός έχει ληφθεί από το ISO/IEC 17000:2004 «Αξιολόγηση της συμμόρφωσης – Λεξιλόγιο και γενικές αρχές».

Τροπολογία 13

Άρθρο 4, παράγραφος 6

6. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης λειτουργεί σε μη κερδοσκοπική βάση. Δεν μπορεί να προσφέρει ή να παρέχει δραστηριότητες ή υπηρεσίες τις οποίες παρέχουν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ούτε μπορεί να παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες.

6. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης λειτουργεί σε μη κερδοσκοπική βάση. Δεν μπορεί να προσφέρει ή να παρέχει δραστηριότητες ή υπηρεσίες τις οποίες παρέχουν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ούτε μπορεί να παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες, ούτε να κατέχει μετοχές σε ένα οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Αιτιολόγηση

Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα ώστε να εξασφαλισθεί η ανεξαρτησία αφενός του εθνικού οργανισμού διαπίστευσης και αφετέρου των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης· και ο κατάλογος αυτός των μέτρων πρέπει να συμπληρωθεί με το μέτρο της εγγύησης του χρηματοοικονομικού διαχωρισμού.

Τροπολογία 14

Άρθρο 7, σημείο 9α (νέο)

 

(9α) εξασφαλίζει ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης πραγματοποιούν αξιολογήσεις συμμόρφωσης με αναλογικό τρόπο, αποφεύγοντας περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς και ιδίως λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος του αιτούντος οικονομικού φορέα, το σύνθετο χαρακτήρα οιασδήποτε τεχνολογίας που χρησιμοποιείται στο σχετικό προϊόν και κατά πόσον ή όχι το προϊόν είναι αποτέλεσμα παραγωγής μονάδας ή παραγωγής σειράς.

Αιτιολόγηση

Προκειμένου να αποφευχθεί περιττή επιβάρυνση, άλλοι παράγοντες όπως το μέγεθος της εταιρίας, ο σχετικά σύνθετος χαρακτήρας της τεχνολογίας που χρησιμοποιείται και ο χαρακτήρας της σειράς παραγωγής πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν πραγματοποιούνται αξιολογήσεις συμμόρφωσης. Τροποποιείται αναλόγως η αντίστοιχη διάταξη της πρότασης απόφασης (COM(2007)0053 – άρθρο 22, παράγραφος 4, εδάφιο 4α (νέο)) σχετικά με ένα κοινό πλαίσιο για την εμπορία των προϊόντων.

Τροπολογία 15

Άρθρο 8, παράγραφος 2α (νέα)

 

2α. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι διατίθενται κατάλληλες διαδικασίες προσφυγής κατά αποφάσεων που ελήφθησαν από εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης και οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Αιτιολόγηση

Η υφιστάμενη πρόταση προβλέπει διαδικασία σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη απαιτείται να παρακολουθούν τους εθνικούς τους οργανισμούς διαπίστευσης σε τακτικά διαστήματα και κατ’ αυτό τον τρόπο προστατεύονται τα συμφέροντα του κοινού. Ωστόσο, οι ενέργειες των εθνικών οργανισμών διαπίστευσης, και οι οργανισμοί που διαπιστεύουν, έχουν άμεσο αντίκτυπο στους οικονομικούς φορείς και έτσι και αυτοί πρέπει να διαθέτουν ένα συγκεκριμένο μέσον προσφυγής.

Τροπολογία 16

Άρθρο 13, παράγραφος 2

2. Τα άρθρα 14 έως 23 δεν εφαρμόζονται στα προϊόντα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2001/95/ΕΚ, για τα θέματα που αφορούν την υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών.

διαγράφεται

Αιτιολόγηση

Προκειμένου να αποφευχθεί η ύπαρξη «διπλών προτύπων» (δηλαδή μιας σειράς απαιτήσεων που θεσπίζονται με την οδηγία 2001/95/ΕΚ, και μιας άλλης σειράς που θεσπίζεται με την παρούσα πρόταση) και να εξασφαλισθεί το υψηλότερο επίπεδο προστασίας όπως το εγγυάται η παρούσα πρόταση, τα άρθρα 14 έως 23 της πρότασης πρέπει επίσης να εφαρμόζονται για προϊόντα τα οποία ορίζονται στο άρθρο 2(a) της οδηγίας 2001/95/ΕΚ. Συνεπώς πρέπει να διαγραφούν το άρθρο 13, παράγραφος 2, της πρότασης και η αντίστοιχη αιτιολογική σκέψη.

Τροπολογία 17

Άρθρο 16, παράγραφος 1

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την επικοινωνία και το συντονισμό μεταξύ όλων των διαφόρων αρχών εποπτείας της αγοράς.

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την επικοινωνία και το συντονισμό μεταξύ όλων των διαφόρων αρχών εποπτείας της αγοράς που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους.

Αιτιολόγηση

Πρέπει να δοθεί έμφαση στην ανάγκη συνεργασίας μεταξύ διαφόρων αρμόδιων αρχών σε ένα κράτος μέλος (π.χ. διαφορετικοί περιφερειακοί οργανισμοί, διαφορετικά υπουργεία). Διασαφήνιση ότι το άρθρο 16 αναφέρεται στη συνεργασία μεταξύ διαφόρων αρχών εντός κρατών μελών. Το άρθρο 22 αφορά τη διασυνοριακή συνεργασία..

Τροπολογία 18

Άρθρο 16, παράγραφος 2

2. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν επαρκείς διαδικασίες προκειμένου να δίνουν συνέχεια στις καταγγελίες ή τις εκθέσεις που υποβάλλονται σχετικά με θέματα που αφορούν κινδύνους που ανακύπτουν από προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, να παρακολουθούν τα ατυχήματα και τις βλάβες στην υγεία που υπάρχει υπόνοια ότι προκλήθηκαν από τέτοια προϊόντα, καθώς και να παρακολουθούν και να επικαιροποιούν τις επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις που αφορούν θέματα ασφάλειας.

2. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν επαρκείς διαδικασίες προκειμένου να δίνουν συνέχεια στις καταγγελίες ή τις εκθέσεις που υποβάλλονται σχετικά με θέματα που αφορούν κινδύνους που ανακύπτουν από προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, να παρακολουθούν τα ατυχήματα και τις βλάβες στην υγεία που υπάρχει υπόνοια ότι προκλήθηκαν από τέτοια προϊόντα, καθώς και να παρακολουθούν και να επικαιροποιούν τις επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις που αφορούν θέματα ασφάλειας. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν επαρκείς διαδικασίες προκειμένου να επιβεβαιώσουν ότι πράγματι έχουν τεθεί σε εφαρμογή διορθωτικά μέτρα.

Αιτιολόγηση

Η εποπτεία της αγοράς πρέπει επίσης να εξασφαλίζει τη συνέχεια για τα διορθωτικά μέτρα προκειμένου να εντοπίζονται οι οικονομικοί φορείς οι οποίοι εσκεμμένα δεν συμμορφούνται με την κοινοτική νομοθεσία και να εξασφαλίζεται ότι όταν ένα προϊόν έχει διαπιστωθεί ότι δεν συμμορφούται με τους ισχύοντες κανόνες πράγματι αποσύρεται από την αγορά.

Τροπολογία 19

Άρθρο 16, παράγραφος 5

5. Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν και αξιολογούν περιοδικά τη λειτουργία των εποπτικών δραστηριοτήτων τους.

5. Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν και αξιολογούν περιοδικά τη λειτουργία των εποπτικών δραστηριοτήτων τους και θέτουν στη διάθεση του κοινού τις σχετικές εκθέσεις.

Αιτιολόγηση

Για λόγους διαφάνειας τα αποτελέσματα της επανεξέτασης και της αξιολόγησης των εποπτικών δραστηριοτήτων πρέπει να διατίθενται στο κοινό.

Τροπολογία 20

Άρθρο 17, παράγραφος 1, εδάφιο 3

Μπορούν επίσης να επισκεφθούν τις εγκαταστάσεις των οικονομικών φορέων όταν το θεωρούν αναγκαίο για τους σκοπούς του άρθρου 14.

Μπορούν επίσης να επισκεφθούν τις εγκαταστάσεις των οικονομικών φορέων και να λάβουν δείγματα προϊόντων όταν το θεωρούν αναγκαίο για τους σκοπούς του άρθρου 14.

Αιτιολόγηση

Ορισμένα μη δαπανηρά εξαρτήματα ή καταναλωτικά προϊόντα μπορούν συχνά να ξεπουληθούν τάχιστα σε μια διαφημιστική πώληση διανομέα προτού φθάσει στις αρχές οιαδήποτε καταγγελία η οποία θα τους επέτρεπε να αντιδράσουν. Προκειμένου οι αρχές να είναι σε θέση να εκτελούν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους πρέπει να υπάρχει ένα μέτρο το οποίο θα τους επιτρέπει να λαμβάνουν δείγμα των προϊόντων από οιονδήποτε οικονομικό φορέα για λόγους αξιολόγησης της συμμόρφωσής τους με τους ισχύοντες κανόνες χωρίς να περιμένουν την υποβολή επίσημης καταγγελίας.

Τροπολογία 21

Άρθρο 17, παράγραφος 2α (νέα)

 

2α. Όταν οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενός κράτους μέλους επιθυμούν να αποσύρουν προϊόν που έχει κατασκευαστεί σε άλλο κράτος μέλος, ενημερώνουν σχετικά τον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα στη διεύθυνση που αναφέρεται στο εν λόγω προϊόν ή στη συνοδευτική τεκμηρίωση του προϊόντος.

Αιτιολόγηση

Είναι σημαντικό να ενημερωθεί ο οικονομικός φορέας στην περίπτωση που ένα άλλο κράτος μέλος αποφασίζει να αποσύρει ένα από τα προϊόντα του. Ωστόσο, δεν μπορεί να αναμένεται από τις αρχές των κρατών μελών να επικοινωνούν με τον οικονομικό φορέα προτού αποσταλούν πληροφορίες σε αρχές ενός άλλου κράτους μέλους δεδομένου ότι τούτο θα επιβράδυνε αισθητά τη σχετική διαδικασία.

Τροπολογία 22

Άρθρο 19, παράγραφος 1

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε μέτρα, τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, για την απαγόρευση ή τον περιορισμό της διάθεσης ενός προϊόντος στην αγορά ή για την απόσυρση ή την ανάκλησή του από την αγορά, συνοδεύονται από δήλωση σχετικά με τους ακριβείς λόγους για τους οποίους ελήφθησαν.

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε μέτρα, τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, για την απαγόρευση ή τον περιορισμό της διάθεσης ενός προϊόντος στην αγορά ή για την απόσυρση ή την ανάκλησή του από την αγορά, συνοδεύονται από δήλωση σχετικά με τους ακριβείς λόγους για τους οποίους ελήφθησαν, και είναι ανάλογα με το βαθμό κινδύνου για το κοινό.

Αιτιολόγηση

Τα μέτρα παρέμβασης στην αγορά έχουν διαφορετικό αντίκτυπο για τους οικονομικούς φορείς· συνεπώς, αυτά τα μέτρα πρέπει να επιλέγονται προσεκτικά και πρέπει να είναι ανάλογα με το βαθμό κινδύνου για το κοινό. Παρεμφερείς διατάξεις περιλαμβάνονται ήδη στην οδηγία για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων.

Τροπολογία 23

Άρθρο 22, παράγραφος 2α (νέα)

 

2α. Όταν οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενός κράτους μέλους παρέχουν πληροφορίες στις αρχές εποπτείας της αγοράς ενός άλλου κράτους μέλους πρέπει πρώτα να επικοινωνήσουν με το σχετικό οικονομικό φορέα στη διεύθυνση που αναφέρεται στο εν λόγω προϊόν ή στην τεκμηρίωση που συνοδεύει το προϊόν. Στον οικονομικό φορέα παρέχεται εύλογο χρονικό διάστημα για να απαντήσει, το οποίο θα είναι είκοσι οκτώ ημέρες όταν δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος για την υγεία και την ασφάλεια του κοινού.

Αιτιολόγηση

Στους οικονομικούς φορείς πρέπει να δίδεται η δυνατότητα να αντιδράσουν στη θέση των σχετικών αρχών, ιδίως όταν άλλα κράτη μέλη εμπλέκονται επίσης, αφού η διαδικασία μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στις επιχειρήσεις τους. Η προτεινόμενη περίοδος των 28 ημερών εξασφαλίζει μια λογική ισορροπία μεταξύ των αναγκών των οργανισμών εφαρμογής και των οικονομικών φορέων. Η ίδια προθεσμία εφαρμόζεται ήδη, για παράδειγμα, στο Ηνωμένο Βασίλειο για την εφαρμογή της οδηγίας σχετικά με τον περιορισμό της χρήσης επικίνδυνων ουσιών στον ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό και η πείρα έχει αποδείξει ότι είναι σωστή.

Τροπολογία 24

Άρθρο 24, παράγραφος 1α (νέα)

 

1α. Τα κράτη μέλη αναθέτουν μεγαλύτερες αρμοδιότητες στις τελωνειακές αρχές τους και εξασφαλίζουν στις αρχές αυτές τους πόρους που απαιτούνται ούτως ώστε να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους, συμπεριλαμβανομένης της καταστροφής προϊόντων που δεν συμμορφούνται προς τις διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας.

Αιτιολόγηση

Οι εθνικές τελωνειακές αρχές διαδραματίζουν ρόλο ζωτικής σπουδαιότητας παρεμποδίζοντας την εμπορία προϊόντων στην Ένωση που δεν συμμορφούνται προς τις διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας. Προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να εκτελούν τις δραστηριότητές τους κατά το βέλτιστο δυνατό τρόπο, πρέπει να διαθέτουν περισσότερες αρμοδιότητες, συμπεριλαμβανομένης της καταστροφής προϊόντων που δεν συμμορφούνται προς τους κοινοτικούς κανόνες καθώς και προϊόντων που φέρουν ενδείξεις που ενδέχεται να παραπλανούν τους καταναλωτές, ιδίως όσον αφορά την έννοια και τη μορφή της σήμανσης CE.

Τροπολογία 25

Άρθρο 25, παράγραφος 1

1. Ένα προϊόν η αποδέσμευση του οποίου ανεστάλη από τις τελωνειακές αρχές βάσει του άρθρου 24 αποδεσμεύεται εάν, εντός τριών εργάσιμων ημερών από την αναστολή της αποδέσμευσης, δεν έχει κοινοποιηθεί στις τελωνειακές αρχές οποιαδήποτε ενέργεια η οποία ανελήφθη από τις αρχές εποπτείας της αγοράς, υπό τον όρον ότι πληρούνται όλες οι υπόλοιπες απαιτήσεις και διατυπώσεις που αφορούν την εν λόγω αποδέσμευση.

1. Ένα προϊόν η αποδέσμευση του οποίου ανεστάλη από τις τελωνειακές αρχές βάσει του άρθρου 24 αποδεσμεύεται εάν, εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την αναστολή της αποδέσμευσης, δεν έχει κοινοποιηθεί στις τελωνειακές αρχές οποιαδήποτε ενέργεια η οποία ανελήφθη από τις αρχές εποπτείας της αγοράς, υπό τον όρον ότι πληρούνται όλες οι υπόλοιπες απαιτήσεις και διατυπώσεις που αφορούν την εν λόγω αποδέσμευση.

Αιτιολόγηση

Η προθεσμία των τριών ημερών είναι ελάχιστα επαρκής για την απλή ανταλλαγή ηλεκτρονικών μηνυμάτων μεταξύ των σχετικών δημόσιων διοικήσεων. Συνεπώς πρέπει να παραταθεί η προθεσμία, διότι η δημόσια ασφάλεια δεν πρέπει να πάσχει από διοικητικές καθυστερήσεις.

Τροπολογία 26

Άρθρο 26, παράγραφος 2

2. Εάν οι αρμόδιες αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το εν λόγω προϊόν δεν συμμορφώνεται με την κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα, τα οποία μπορεί, ενδεχομένως, να περιλαμβάνουν την απαγόρευση της διάθεσης του προϊόντος στην αγορά.

2. Εάν οι αρμόδιες αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το εν λόγω προϊόν δεν συμμορφώνεται με την κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης, λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα, τα οποία μπορεί να περιλαμβάνουν την απαγόρευση της διάθεσης του προϊόντος στην αγορά.

Σε περιπτώσεις στις οποίες απαγορεύεται η διάθεση του προϊόντος στην αγορά, ζητούν από τις τελωνειακές αρχές να συμπεριλάβουν την ακόλουθη επισήμανση στο εμπορικό τιμολόγιο που συνοδεύει το προϊόν και σε οποιοδήποτε άλλο σχετικό συνοδευτικό έγγραφο:

Όταν απαγορεύεται η διάθεση του προϊόντος στην αγορά, δίδουν οδηγίες στις τελωνειακές αρχές να μην αποδεσμεύσουν το εν λόγω προϊόν για ελεύθερη κυκλοφορία και να συμπεριλάβουν την ακόλουθη επισήμανση στο εμπορικό τιμολόγιο που συνοδεύει το προϊόν και σε οποιοδήποτε άλλο σχετικό συνοδευτικό έγγραφο:

"Product not in conformity - release for free circulation not authorized - Regulation (EC) No …/..". [«Μη συμμορφούμενο προϊόν - Δεν επιτρέπεται η αποδέσμευση για ελεύθερη κυκλοφορία - Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. …/..»].

"Product not in conformity - release for free circulation not authorized - Regulation (EC) No …/..". [«Μη συμμορφούμενο προϊόν - Δεν επιτρέπεται η αποδέσμευση για ελεύθερη κυκλοφορία - Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. …/..»].

Αιτιολόγηση

Ρητές οδηγίες από τις αρχές εποπτείας της αγοράς και σαφής δράση εκ μέρους των τελωνειακών αρχών είναι αναγκαίες προκειμένου να προληφθεί η ελεύθερη κυκλοφορία προϊόντων που δεν συμμορφούνται με τους ισχύοντες κανόνες. Είναι απίθανο, αλλά όχι αδύνατο, ένα μη εξουσιοδοτημένο προϊόν να αποδεσμευθεί για ελεύθερη κυκλοφορία λόγω απουσίας αυτής της συγκεκριμένης δράσης.

Τροπολογία 27

Κεφάλαιο ΙΙΙ, τμήμα 3α (νέο), τίτλος (μετά το άρθρο 26)

 

ΤΜΗΜΑ 3Α

 

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ – ΣΗΜΑΝΣΗ CE

Αιτιολόγηση

Η σήμανση CE χρειάζεται καλύτερη προστασία. Επειδή η έννοια της σήμανσης CE δεν είναι σαφώς κατανοητή, ένας αυξανόμενος αριθμός προϊόντων που φέρουν τη σήμανση CE δεν συμμορφούνται με τη σχετική νομοθεσία. Είναι συνεπώς προς το κοινό συμφέρον των κατασκευαστών, των εμπόρων και των καταναλωτών να έχουν σαφείς κανόνες σχετικά με τη σήμανση CE. Προκειμένου αυτοί οι κανόνες να εφαρμοσθούν πάραυτα και να μην αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής νομοθεσίας, τα άρθρα 16 - 17 της απόφασης πρέπει να μεταφερθούν στον κανονισμό.

Τροπολογία 28

Άρθρο 26α (νέο)

 

Άρθρο 26α

 

Γενικές αρχές της σήμανσης CE

 

1. Η σήμανση CE επικολλάται μόνο από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του.

 

Με την επικόλληση ή έχοντας επικολλήσει τη σήμανση CE ο κατασκευαστής αναλαμβάνει ευθύνη για τη συμμόρφωση του προϊόντος με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην απόφαση αριθ. .../… του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … [σχετικά με ένα κοινό πλαίσιο για την εμπορία των προϊόντων]1.

 

2. Η σήμανση CE αποτελεί τη μόνη σήμανση η οποία πιστοποιεί τη συμμόρφωση του προϊόντος με τις ισχύουσες απαιτήσεις. Τα κράτη μέλη δεν θεσπίζουν στην εθνική νομοθεσία τους και αποσύρουν οιαδήποτε αναφορά σε σήμανση συμμόρφωσης εκτός από τη σήμανση CE σε σχέση με τη συμμόρφωση στις διατάξεις που περιλαμβάνονται στην κοινοτική νομοθεσία που αφορά τη σήμανση CE.

 

3. Απαγορεύεται η επικόλληση στα προϊόντα σημάνσεων, ενδείξεων και επιγραφών που ενδέχεται να είναι παραπλανητικές όσον αφορά την έννοια ή τη μορφή της σήμανσης CE. Μπορούν να επικολλώνται άλλες σημάνσεις οι οποίες δεν μειώνουν την ορατότητα, το ευανάγνωστον και την έννοια της σήμανσης CE.

_______________

1 ΕΕ L...

Αιτιολόγηση

Η σήμανση CE χρειάζεται καλύτερη προστασία. Επειδή η έννοια της σήμανσης CE δεν είναι σαφώς κατανοητή, ένας αυξανόμενος αριθμός προϊόντων που φέρουν τη σήμανση CE δεν συμμορφούνται με τη σχετική νομοθεσία. Είναι συνεπώς προς το κοινό συμφέρον των κατασκευαστών, των εμπόρων και των καταναλωτών να έχουν σαφείς κανόνες σχετικά με τη σήμανση CE. Προκειμένου αυτοί οι κανόνες να εφαρμοσθούν πάραυτα και να μην αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής νομοθεσίας, τα άρθρα 16 - 17 της απόφασης πρέπει να μεταφερθούν στον κανονισμό.

Τροπολογία 29

Άρθρο 26β (νέο)

 

Άρθρο 26β

 

Κανόνες και προϋποθέσεις για την επικόλληση της σήμανσης CE

 

1. Η σήμανση CE συνίσταται από τα αρχικά «CE» που λαμβάνουν την ακόλουθη μορφή:

 

 

2. Εάν η σήμανση CE σμικρύνεται ή μεγεθύνεται, οι αναλογίες που δίδονται στο βαθμονομημένο σχέδιο της παραγράφου 1 πρέπει να τηρούνται.

 

3. Όταν η συγκεκριμένη νομοθεσία δεν επιβάλει συγκεκριμένες διαστάσεις, η σήμανση CE έχει ύψος τουλάχιστον 5 εκατοστομέτρων.

 

4. Η σήμανση CE επικολλάται κατά τρόπο ορατό, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο στο προϊόν ή στο φυλλάδιο των στοιχείων του. Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν ή δεν δικαιολογείται λόγω της φύσεως του προϊόντος, επικολλάται στη συσκευασία και στα συνοδευτικά έγγραφα όταν η σχετική νομοθεσία προβλέπει τέτοια έγγραφα.

 

5. Η σήμανση CE επικολλάται προτού το προϊόν διατεθεί στην αγορά. Μπορεί να ακολουθείται από ένα πικτόγραμμα ή από οιαδήποτε άλλη σήμανση που αναφέρει έναν ειδικό κίνδυνο ή μια ειδική χρήση.

 

6. Η σήμανση CE ακολουθείται από τον αριθμό αναγνώρισης του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης και/ή οιουδήποτε άλλου οργανισμού που εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής.

 

Ο αριθμός αναγνώρισης αυτού του οργανισμού επικολλάται από τον ίδιο τον οργανισμό ή, βάσει οδηγιών του, από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του που είναι εγκατεστημένος εντός της Κοινότητας.

 

7. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν σωστή εφαρμογή του καθεστώτος που διέπει τη σήμανση CE και καταθέτουν αγωγή στην περίπτωση πλημμελούς χρήσης. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν επίσης ποινές, οι οποίες μπορεί να περιέχουν ποινικές κυρώσεις , για σοβαρές παραβιάσεις οι οποίες πρέπει να είναι ανάλογες με τη σοβαρότητα της παράβασης και αποτελούν αποτελεσματικό αποτρεπτικό μέσον κατά πλημμελούς χρήσης.

Αιτιολόγηση

Η σήμανση CE χρειάζεται καλύτερη προστασία. Επειδή η έννοια της σήμανσης CE δεν είναι σαφώς κατανοητή, ένας αυξανόμενος αριθμός προϊόντων που φέρουν τη σήμανση CE δεν συμμορφούνται με τη σχετική νομοθεσία. Είναι συνεπώς προς το κοινό συμφέρον των κατασκευαστών, των εμπόρων και των καταναλωτών να έχουν σαφείς κανόνες σχετικά με τη σήμανση CE. Προκειμένου αυτοί οι κανόνες να εφαρμοσθούν πάραυτα και να μην αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής νομοθεσίας, τα άρθρα 16 - 17 της απόφασης πρέπει να μεταφερθούν στον κανονισμό.

Τροπολογία 30

Τελικές διατάξεις, τίτλος

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Αιτιολόγηση

Η προσθήκη στον κανονισμό διατάξεων σχετικά με τους οργανισμούς κοινοποίησης και τους αριθμούς αναγνώρισής τους θα παράσχει άμεση νομική βεβαιότητα στην παρούσα πρακτική εφαρμογή της διαδικασίας κοινοποίησης. Αυτό απαιτεί συγκεκριμένο τροποποιητικό κείμενο στις υπάρχουσες οδηγίες και συνεπώς ο τίτλος πρέπει να τροποποιηθεί.

Τροπολογία 31

Άρθρο 33α (νέο) (μετά τις "Τελικές διατάξεις")

 

Άρθρο 33α

 

Το άρθρο 9, παρ. 1, δεύτερη πρόταση, της οδηγίας 87/404/ΕΟΚ· το άρθρο 9, παρ. 2, δεύτερη πρόταση, της οδηγίας 88/378/ΕΟΚ· το άρθρο 9, παρ. 1, της οδηγίας 89/686/ΕΟΚ· το άρθρο 9, παρ. 1, δεύτερη πρόταση, της οδηγίας 90/384/ΕΟΚ· το άρθρο 11, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 90/385/ΕΟΚ· το άρθρο 9, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 90/396/ΕΟΚ· το άρθρο 8, παρ. 1, εδάφια 2 και 3 της οδηγίας 92/42/ΕΟΚ· το άρθρο 6, παρ. 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 93/15/ΕΟΚ· το άρθρο 16, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 93/42/ΕΟΚ· το άρθρο 9, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 94/9/ΕΚ· το άρθρο 9, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 94/25/ΕΚ· το άρθρο 9, παρ.1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 95/16/ΕΚ· το άρθρο 20, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 96/48/ΕΚ· το άρθρο 12, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 97/23/ΕΚ· το άρθρο 9, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 98/37/ΕΚ· το άρθρο 15, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 98/79/ΕΚ· το άρθρο 8, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 99/36/ΕΚ· το άρθρο 15, παρ. 4, της οδηγίας 2000/14/ΕΚ· το άρθρο 11, παρ. 4, της οδηγίας 2004/22/ΕΚ· και το άρθρο 12, παρ. 3, της οδηγίας 2004/108/ΕΚ αντικαθίστανται από το εξής:

 

«Η Επιτροπή παρέχει ένα αριθμό αναγνώρισης σε ένα οργανισμό κοινοποίησης. Παρέχει έναν ενιαίο αριθμό ακόμη και όταν ο οργανισμός γνωστοποιείται βάσει διαφόρων κοινοτικών πράξεων. Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση του κοινού τον κατάλογο των οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών αναγνώρισης που τους έχουν διατεθεί, και τις δραστηριότητες οι οποίες τους κοινοποιούνται. Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι ο εν λόγω κατάλογος είναι επικαιροποιημένος».

Αιτιολόγηση

Η προσθήκη στον κανονισμό διατάξεων σχετικά με τους οργανισμούς κοινοποίησης και τους αριθμούς αναγνώρισής τους θα παράσχει άμεση νομική βεβαιότητα στην παρούσα πρακτική εφαρμογή της διαδικασίας κοινοποίησης. Αυτό απαιτεί συγκεκριμένο τροποποιητικό κείμενο στις υπάρχουσες οδηγίες.

Τροπολογία 32

Άρθρο 33β (νέο)

 

Άρθρο 33β

 

1. Το άρθρο 10, παράγραφος 3, της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ αντικαθίσταται από το εξής:

 

«Ο κατάλογος των οργανισμών έγκρισης οι οποίοι είναι αρμόδιοι να εκδίδουν ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις καθώς και οιεσδήποτε τροποποιήσεις σ’ αυτό τον κατάλογο τίθενται στη διάθεση του κοινού».

 

2. Το άρθρο 18, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ αντικαθίσταται από το εξής:

 

«Η Επιτροπή παρέχει ένα αριθμό αναγνώρισης σε ένα οργανισμό κοινοποίησης. Παρέχει έναν ενιαίο αριθμό ακόμη και όταν ο οργανισμός γνωστοποιείται βάσει διαφόρων κοινοτικών πράξεων. Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση του κοινού τον κατάλογο των οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών αναγνώρισης που τους έχουν διατεθεί, και τις δραστηριότητες και τα προϊόντα που τους κοινοποιούνται. Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι ο εν λόγω κατάλογος είναι επικαιροποιημένος».

 

3. Το άρθρο 13, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 97/23/ΕΚ αντικαθίσταται από το εξής:

 

«Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση του κοινού κατάλογο αναγνωρισμένων οργανισμών με τα καθήκοντα για τα οποία έχουν αναγνωριστεί. Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι ο εν λόγω κατάλογος είναι επικαιροποιημένος».

 

4. Το άρθρο 11, παρ. 3, της οδηγίας 99/5/ΕΚ αντικαθίσταται από το εξής:

 

«Η Επιτροπή παρέχει ένα αριθμό αναγνώρισης σε ένα οργανισμό κοινοποίησης. Παρέχει έναν ενιαίο αριθμό ακόμη και όταν ο οργανισμός γνωστοποιείται βάσει διαφόρων κοινοτικών πράξεων. Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση του κοινού τον κατάλογο των οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών αναγνώρισης που τους έχουν διατεθεί, και τις δραστηριότητες οι οποίες τους κοινοποιούνται. Η Επιτροπή θέτει επίσης στη διάθεση του κοινού κατάλογο των αρχών εποπτείας. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την επικαιροποίηση αυτών των καταλόγων».

 

5. Το άρθρο 9, παρ. 1, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας 99/36/ΕΚ αντικαθίσταται από το εξής:

 

«Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση του κοινού τον κατάλογο των εγκεκριμένων οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών αναγνώρισης που τους έχουν διατεθεί, και τις δραστηριότητες οι οποίες τους κοινοποιούνται. Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι ο εν λόγω κατάλογος είναι επικαιροποιημένος».

 

6. Στο άρθρο 16, παρ. 1, της οδηγίας 2000/9/ΕΚ, στο άρθρο 20, παρ. 1, της οδηγίας 2001/16/ΕΚ και στο άρθρο 8, παρ. 1, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, η φράση: «Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης» αντικαθίσταται από τη φράση: «Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση του κοινού».

Αιτιολόγηση

Η προσθήκη στον κανονισμό διατάξεων σχετικά με τους οργανισμούς κοινοποίησης και τους αριθμούς αναγνώρισής τους θα παράσχει άμεση νομική βεβαιότητα στην παρούσα πρακτική εφαρμογή της διαδικασίας κοινοποίησης. Αυτό απαιτεί συγκεκριμένο τροποποιητικό κείμενο στις υπάρχουσες οδηγίες.

Τροπολογία 33

Άρθρο 34

Προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές.

Προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές μετά από διαβούλευση με τους σχετικούς φορείς.

Αιτιολόγηση

Η Επιτροπή πρέπει να διαβουλεύεται με τους σχετικούς φορείς όταν καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές εφαρμογής.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Διαπίστευση και εποπτεία της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων

Έγγραφα αναφοράς

COM(2007)0037 - C6-0068/2007 - 2007/0029(COD)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

IMCO

Γνωμοδοτική επιτροπή

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

ITRE

13.3.2007

 

 

 

Συντάκτης γνωμοδότησης

       Ημερομηνία ορισμού

John Purvis

12.4.2007

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

26.6.2007

 

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

2.10.2007

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

44

0

2

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Jan Březina, Philippe Busquin, Jerzy Buzek, Jorgo Chatzimarkakis, Silvia Ciornei, Pilar del Castillo Vera, Lena Ek, Nicole Fontaine, Adam Gierek, Umberto Guidoni, András Gyürk, Fiona Hall, David Hammerstein, Rebecca Harms, Mary Honeyball, Ján Hudacký, Romana Jordan Cizelj, Anne Laperrouze, Pia Elda Locatelli, Eluned Morgan, Angelika Niebler, Reino Paasilinna, Miloslav Ransdorf, Vladimír Remek, Mechtild Rothe, Paul Rübig, Andres Tarand, Radu Ţîrle, Patrizia Toia, Claude Turmes, Νικόλαος Βακάλης, Alejo Vidal-Quadras, Dominique Vlasto,

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Alexander Alvaro, Pilar Ayuso, Ivo Belet, Manuel António dos Santos, Avril Doyle, Robert Goebbels, Françoise Grossetête, Erika Mann, John Purvis, Bernhard Rapkay, Silvia-Adriana Ţicău, Vladimir Urutchev, Lambert van Nistelrooij

  • [1]  Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην ΕΕ.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Διαπίστευση και εποπτεία της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων

Έγγραφα αναφοράς

COM(2007)0037 - C6-0068/2007 - 2007/0029(COD)

Ημερομηνία υποβολής στο ΕΚ

14.2.2007

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

IMCO

13.3.2007

Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες)

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

INTA

13.3.2007

ENVI

13.3.2007

ITRE

13.3.2007

JURI

13.3.2007

Αποφάσισε να μη γνωμοδοτήσει

       Ημερομηνία της απόφασης

JURI

18.6.2007

 

 

 

Εισηγητής(ές)

       Ημερομηνία ορισμού

André Brie

20.3.2007

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

7.5.2007

27.6.2007

16.7.2007

12.9.2007

 

2.10.2007

5.11.2007

21.11.2007

 

Ημερομηνία έγκρισης

27.11.2007

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

39

0

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Charlotte Cederschiöld, Gabriela Creţu, Mia De Vits, Janelly Fourtou, Vicente Miguel Garcés Ramón, Evelyne Gebhardt, Malcolm Harbour, Anna Hedh, Iliana Malinova Iotova, Pierre Jonckheer, Kurt Lechner, Lasse Lehtinen, Toine Manders, Arlene McCarthy, Nickolay Mladenov, Catherine Neris, Bill Newton Dunn, Zita Pleštinská, Zuzana Roithová, Heide Rühle, Leopold Józef Rutowicz, Christel Schaldemose, Andreas Schwab, Alexander Stubb, Eva-Britt Svensson, Marianne Thyssen, Horia-Victor Toma, Jacques Toubon

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Εμμανουήλ Αγγελάκας, André Brie, Wolfgang Bulfon, Colm Burke, Giovanna Corda, András Gyürk, Filip Kaczmarek, Manuel Medina Ortega, Ieke van den Burg, Anja Weisgerber,

Αναπληρωτές (άρθρο 178, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Ingo Friedrich, Toomas Savi, Samuli Pohjamo

Ημερομηνία κατάθεσης

4.12.2007