ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό των διατάξεων για την υγεία των ζώων που διέπουν την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση
(COM(2000)438 – C5‑0382/2000 – 2000/181(CNS))

7 Δεκεμβρίου 2001 - *

Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου
Εισηγητής: Heinz Kindermann

Διαδικασία : 2000/0181(CNS)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A5-0452/2001
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A5-0452/2001
Συζήτηση :
Ψηφοφορία :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

Ιστορικό της διαδικασίας

Με την από 24 Ιουλίου 2000 επιστολή του, το Συμβούλιο κάλεσε το Κοινοβούλιο να γνωμοδοτήσει, σύμφωνα με το άρθρο 37 της Συνθήκης ΕΚ, σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό των διατάξεων για την υγεία των ζώων που διέπουν την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση (COM(2000)438 - 2000/181 (CNS)).

Κατά τη συνεδρίαση της 17 Νοεμβρίου 2000, η Πρόεδρος του Κοινοβουλίου ανακοίνωσε ότι παρέπεμψε την εν λόγω πρόταση, για εξέταση επί της ουσίας, στην Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και, για γνωμοδότηση, στην Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Πολιτικής των Καταναλωτών (C5-0382/2000).

Κατά τη συνεδρίαση της 4 Σεπτεμβρίου 2000, η Πρόεδρος του Κοινοβουλίου ανακοίνωσε ότι παρέπεμψε επίσης την εν λόγω πρόταση στην Επιτροπή Βιομηχανίας, Εξωτερικού Εμπορίου, Έρευνας και Ενέργειας και στην Επιτροπή Αλιείας για γνωμοδότηση.

Κατά τη συνεδρίασή της στις 13 Σεπτεμβρίου 2000, η Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου όρισε εισηγητή τον κ. Heinz Kindermann.

Η Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου αποφάσισε κατά τη συνεδρίασή της στις 18 Σεπτεμβρίου 2001 σύμφωνα με το άρθρο 63, παρ. 2 του Κανονισμού να ζητήσει από την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς να γνωμοδοτήσει όσον αφορά τη νομική βάση της πρότασης.

Κατά τις συνεδριάσεις της στις 10 Οκτωβρίου 2000, 24 Ιανουαρίου 2001, 18 Σεπτεμβρίου 2001 και 3 Δεκεμβρίου 2001, η επιτροπή εξέτασε την πρόταση της Επιτροπής καθώς και το σχέδιο έκθεσης.

Κατά την τελευταία ως άνω συνεδρίαση, η επιτροπή ενέκρινε το σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος ομόφωνα.

Ήσαν παρόντες κατά την ψηφοφορία οι βουλευτές Friedrich-Wilhelm Graefe zu Baringdorf, πρόεδρος· Joseph Daul, αντιπρόεδρος· Heinz Kindermann, εισηγητής· Gordon J. Adam, Danielle Auroi, María del Pilar Ayuso González (αναπλ. Elisabeth Jeggle), Carlos Bautista Ojeda, Giorgio Celli, Arlindo Cunha, Michel J.M. Dary, Avril Doyle (αναπλ. Robert William Sturdy), Christel Fiebiger, Francesco Fiori, Carmen Fraga Estévez (αναπλ. Michl Ebner), Georges Garot, Lutz Goepel, Willi Görlach, María Izquierdo Rojo, Δημήτριος Κουλουριάνος, Wolfgang Kreissl-Dörfler (αναπλ. Bernard Poignant), Albert Jan Maat, Xaver Mayer, Neil Parish, Mikko Pesälä, Agnes Schierhuber, Struan Stevenson.

Οι γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Βιομηχανίας, Εξωτερικού Εμπορίου, Έρευνας και Ενέργειας, της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Πολιτικής των Καταναλωτών, της Επιτροπής Αλιείας και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς όσον αφορά τη νομική βάση επισυνάπτονται στην παρούσα έκθεση.

Η έκθεση κατατέθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2001.

Η προθεσμία κατάθεσης τροπολογιών θα αναγράφεται στο σχέδιο ημερήσιας διάταξης της περιόδου συνόδου κατά την οποία θα εξετασθεί η έκθεση.

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό των διατάξεων για την υγεία των ζώων που διέπουν την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση (COM(2000)438 – C5‑0382/2000 – 2000/181(CNS))

Η εν λόγω πρόταση τροποποιείται ως ακολούθως:

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή[1]Τροποποιήσεις του Κοινοβουλίου
Τροπολογία 1
Αιτιολογική σκέψη 9

Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να θεσπισθούν διαδικασίες για να προλαμβάνεται η είσοδος επιζωοτιών· στις διαδικασίες αυτές περιλαμβάνεται η αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας των ζώων των εξεταζόμενων τρίτων χωρών.

Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να θεσπισθούν διαδικασίες για να προλαμβάνεται η είσοδος επιζωοτιών· στις διαδικασίες αυτές περιλαμβάνεται τακτική αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας των ζώων των εξεταζόμενων τρίτων χωρών.

Αιτιολόγηση

Η αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας των ζώων δεν επιτρέπεται ενόψει της ταχείας επέκτασης ορισμένων επιζωοτιών να αποτελεί στιγμιαία καταγραφή.

Τροπολογία 2
Αιτιολογική σκέψη 15

Πρέπει να προβλεφθεί η οργάνωση κοινοτικών ελέγχων και επιθεωρήσεων, για να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων για την υγεία των ζώων.

Πρέπει να πραγματοποιηθεί η οργάνωση κοινοτικών ελέγχων και επιθεωρήσεις, για να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων για την υγεία των ζώων.

Αιτιολόγηση

Αυτονόητη.

Τροπολογία 3
Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στις οδηγίες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι και, κατά περίπτωση, στον κανονισμό …/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την υγιεινή των τροφίμων.

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στις οδηγίες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι και, κατά περίπτωση, στους κανονισμούς …/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την υγιεινή των τροφίμων καθώς και στις ειδικές υγειονομικές διατάξεις για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης.

Αιτιολόγηση

Στόχος της τροπολογίας είναι να συμπεριληφθούν όλες οι νομικές βάσεις. Ήδη καταφαίνεται σαφώς ότι ορισμούς περιέχουν και οι ειδικές υγειονομικές διατάξεις.

Τροπολογία 4
Άρθρο 3, παράγραφος 2, σημείο α (νέο)
 

(α)   σύμφωνα με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Γεωργίας της 4ης Δεκεμβρίου 2000 που απαγόρευσε να εισέλθουν στην τροφική αλυσίδα όλα τα βοοειδή άνω των 30 μηνών, εφόσον δεν έχουν υποβληθεί σε τεστ ΣΕΒ·

Αιτιολόγηση

Λαμβάνοντας υπόψη τις τελευταίες εξελίξεις στον τομέα της ΣΕΒ, είναι απαραίτητο να γίνει σχετική αναφορά και να ενημερωθεί η πρόταση του κανονισμού.

Τροπολογία 5
Άρθρο 3.2 (γ) (νέο)
 

Τα προϊόντα ζωικής προέλευσης παράγονται από ζώα τα οποία,

 

γ)   έχουν τεκμηριωθεί και καταγραφεί στο πλαίσιο διαδικασιών ανιχνευσιμότητας, γεγονός που διευκολύνει την απόσυρση των ζώων αυτών από τη διατροφική αλυσίδα σε περίπτωση που προκαλούν κάποιο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία.

Αιτιολόγηση

Η καθιέρωση καταλλήλων διαδικασιών ανιχνευσιμότητας για όλα τα ζωικά προϊόντα διατροφής είναι ο κύριος στόχος των προτάσεων της Επιτροπής για αναδιάρθρωση των κανόνων υγιεινής τροφίμων στην ΕΕ. Είναι σημαντική η ανάγκη εισαγωγής των καταλλήλων διαδικασιών ανιχνευσιμότητας ιδίως όταν το άρθρο 3(3) καλύπτει τα ζώα που δεν προέρχονται από εκμετάλλευση η οποία μολυνθεί σε κάποια εδαφική επικράτεια ή τμήμα αυτής, υπό την επιφύλαξη υγειονομικών περιορισμών ως προς την είσοδό τους στη διατροφική αλυσίδα. Δεδομένου ότι η κρίση του αφθώδους πυρετού έχει αποδειχθεί, είναι επιτακτική η ύπαρξη καταλλήλων διαδικασιών ανιχνευσιμότητας προκειμένου να αποφεύγεται η πιθανότητα του να εισέρχονται τα μολυσμένα ζώα στη διατροφική αλυσίδα του ανθρώπου.

Τροπολογία 6
Άρθρο 3, παράγραφος 4

4.   Παρεκκλίσεις από τις διατάξεις της παραγράφου 2 είναι δυνατό να εγκριθούν σε ειδικές περιστάσεις, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11. Στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ιδίως:

4.   Παρεκκλίσεις από τις διατάξεις της παραγράφου 2 είναι δυνατό, όταν η κατάσταση της επιζωοτίας το επιτρέπει, να εγκριθούν σε ειδικές περιστάσεις, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11 για ορισμένο χρονικό διάστημα οι οποίες παρεκκλίσεις συμβιβάζονται με την εξέλιξη της υγείας των ζώων στην περιοχή ή επιμέρους περιοχή και είναι δυνατόν να αναθεωρηθούν ανά πάσα στιγμή. Στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ιδίως:

α)   αν πρέπει να επιβληθούν μέτρα ή να διενεργηθούν δοκιμασίες στα ζώα

α)   αν πρέπει να επιβληθούν μέτρα ή να διενεργηθούν δοκιμασίες στα ζώα

β)   τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της νόσου στο συγκεκριμένο ζωικό είδος.

β)   τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της νόσου στο συγκεκριμένο ζωικό είδος.

Όταν εγκρίνονται παρεκκλίσεις, τα μέτρα που απαιτούνται για τη διασφάλιση της προστασίας της υγείας των ζώων στην Κοινότητα θεσπίζονται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.

Όταν εγκρίνονται παρεκκλίσεις, πρέπει να είναι διασφαλισμένο ότι δε θίγεται σε καμία περίπτωση το επίπεδο προστασίας της υγείας των ζώων. Τα μέτρα που απαιτούνται για τη διασφάλιση της προστασίας της υγείας των ζώων στην Κοινότητα θεσπίζονται ως εκ τούτου σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.

Αιτιολόγηση

Πρέπει να καταστεί σαφές σε ποιες περιστάσεις επιτρέπονται οι παρεκκλίσεις, δηλαδή τότε μόνο, όταν το επιτρέπει η κατάσταση της επιζωοτίας. Επιπλέον πρέπει να διασφαλίζεται ότι το επίπεδο της προστασίας της υγείας των ζώων δε θίγεται σε καμία περίπτωση από αυτές τις παρεκκλίσεις.

Τροπολογία 7
Άρθρο 4

Διενεργούνται επίσημοι έλεγχοι από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, για να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό, τους κανόνες εφαρμογής του και τα μέτρα διασφάλισης που εφαρμόζονται στα προϊόντα ζωικής προέλευσης δυνάμει αυτού.

Διενεργούνται επίσημοι αιφνιδιαστικοί έλεγχοι σε μη τακτά χρονικά διαστήματα από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, για να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό, τους κανόνες εφαρμογής του και τα μέτρα διασφάλισης που εφαρμόζονται στα προϊόντα ζωικής προέλευσης δυνάμει αυτού.

 

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, έκθεση σχετικά με τους ελέγχους που πραγματοποιήθηκαν, από την οποία να προκύπτουν οπωσδήποτε η συχνότητα των ελέγχων, το είδος των ελλείψεων και παραβάσεων που εντοπίσθηκαν καθώς και οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν.

Οι λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τους ελέγχους αυτούς, τα αποτελέσματά τους και τις αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει των εν λόγω αποτελεσμάτων, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11.

Οι λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τους ελέγχους αυτούς, τα αποτελέσματά τους και τις αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει των εν λόγω αποτελεσμάτων, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11.

Αιτιολόγηση

Επειδή οι λεπτομερείς κανόνες ελέγχου γνωστοποιούνται κατά τη διαδικασία της επιτροπολογίας, είναι απαραίτητο να καθορισθούν συγκεκριμένες θεμελιώδεις αρχές για την πραγματοποίηση των ελέγχων στο πλαίσιο ήδη του υπάρχοντος κανονισμού. Οι έλεγχοι από τα κράτη μέλη πρέπει να πραγματοποιούνται σε μη τακτά διαστήματα και αιφνιδιαστικά. Η Επιτροπή πρέπει - αν το θεωρεί αναγκαίο - να ενημερώνεται σχετικά μέσω εκθέσεων ως προς το βαθμό στον οποίο πραγματοποιούν τα κράτη μέλη ελέγχους, ποια αποτελέσματα προέκυψαν και ποιες κυρώσεις επιβλήθηκαν, προκειμένου να έχει τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε, αν κριθεί αναγκαίο, να προτείνει τροποποιήσεις του κανονισμού.

Τροπολογία 8
Άρθρο 5, παράγραφος 3

Οι παραβάσεις του παρόντος κανονισμού, των κανόνων εφαρμογής του ή των μέτρων διασφάλισης της υγείας που εφαρμόζονται σε προϊόντα ζωικής προέλευσης, καθώς και η άρνηση συνεργασίας με την αρμόδια αρχή έχουν ως αποτέλεσμα την επιβολή των κατάλληλων ποινικών ή/και διοικητικών κυρώσεων από τις αρμόδιες εθνικές αρχές.

Οι παραβάσεις του παρόντος κανονισμού, των κανόνων εφαρμογής του ή των μέτρων διασφάλισης της υγείας που εφαρμόζονται σε προϊόντα ζωικής προέλευσης, καθώς και η άρνηση συνεργασίας με την αρμόδια αρχή έχουν ως αποτέλεσμα την επιβολή των κατάλληλων ποινικών ή/και διοικητικών κυρώσεων από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Το κοινό πρέπει να κρατείται ενήμερο σχετικά με τα πρόσωπα που εμπλέκονται και το χαρακτήρα των παραβάσεων από τις αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες τροφίμων των κρατών μελών προκειμένου να ενισχυθεί η βέλτιστη υγειονομική πρακτική σε όλη την ΕΕ.

Αιτιολόγηση

Το πρόσφατο παράδειγμα της Αρχής Ασφαλείας Τροφίμων στην Ιρλανδία που εκθέτει τα ονόματα και τις διευθύνσεις των προσώπων εκείνων των οποίων οι εγκαταστάσεις παραγωγής τροφίμων έκλεισαν καταδεικνύει τη χρησιμότητα μιας τέτοιας διαδικασίας για την ενίσχυση της βέλτιστης υγειονομικής πρακτικής. Συντελεί επίσης στη δημιουργία κάποιου βαθμού διαφάνειας όσον αφορά τα θέματα αυτά που θα βοηθήσει στο να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη του καταναλωτή στις ισχύουσες διαδικασίες ασφαλείας τροφίμων που ρυθμίζουν την είσοδο των ζώων στη διατροφική αλυσίδα.

Τροπολογία 9
Άρθρο 5, παράγραφος 3(α) (νέα)
 

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο με κατηγορίες πιθανών παραβιάσεων αυτού του κανονισμού, τις διατάξεις για την εφαρμογή του ή τα μέτρα προστασίας και κρίνει για κάθε περίπτωση αν οι κυρώσεις πρέπει να επιβληθούν από τις αρμόδιες εθνικές αρχές στο πλαίσιο του ποινικού ή του διοικητικού δικαίου.

Αιτιολόγηση

Για να εφαρμοσθεί ο κανονισμός ομοιόμορφα στα κράτη μέλη είναι αναγκαίο και οι κυρώσεις να είναι ομοιόμορφες. Θα έπρεπε επομένως να καθορισθεί τουλάχιστον σε επίπεδο Κοινότητας ποια είδη παραβιάσεων πρέπει να τιμωρούνται μέσω του ποινικού ή του διοικητικού δικαίου. Επιπλέον υπάρχει ο κίνδυνος στρέβλωσης του ανταγωνισμού λόγω διαφορών στη βαρύτητα των κυρώσεων σε κάθε κράτος μέλος χωριστά. Μια τέτοια κατηγοριοποίηση των κυρώσεων θα μπορούσε να βοηθήσει στην προκειμένη περίπτωση.

Τροπολογία 10
Άρθρο 6, παράγραφος 1

1.   Εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, να πραγματοποιούν ελέγχους ή/και επιθεωρήσεις σε όλα τα στάδια της παραγωγής και εμπορίας προϊόντων ζωικής προέλευσης, καθώς και στην οργάνωση και λειτουργία των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, των κανόνων εφαρμογής του και των μέτρων διασφάλισης που λαμβάνονται δυνάμει αυτού. Οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν να συνοδεύονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους και από τους εμπειρογνώμονες που διορίζει η Επιτροπή για τον έλεγχο ή/και την επιθεώρηση.

1.   Εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, να πραγματοποιούν ελέγχους ή/και επιθεωρήσεις σε όλα τα στάδια της παραγωγής και εμπορίας προϊόντων ζωικής προέλευσης, καθώς και στην οργάνωση και λειτουργία των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, των κανόνων εφαρμογής του και των μέτρων διασφάλισης που λαμβάνονται δυνάμει αυτού. Οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν να συνοδεύονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους και από τους εμπειρογνώμονες που διορίζει η Επιτροπή για τον έλεγχο ή/και την επιθεώρηση. Επιτρέπεται στην Επιτροπή να δημοσιοποιεί το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος αρνείται να επιτρέψει ελέγχους και/ή επιθεωρήσεις εκ μέρους εμπειρογνωμόνων της και αν χρειάζεται μπορεί να προβεί σε περαιτέρω ενέργειες κατά του συγκεκριμένου κράτους μέλους όπως προσδιορίζεται στις διαδικασίες οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 11.

Αιτιολόγηση

Είναι ουσιώδους σημασίας μια ταχεία απάντηση σε πιθανή κατάσταση κινδύνου όσον αφορά τα τρόφιμα. Κατά την κρίση της διοξίνης, οι βελγικές αρχές αρνήθηκαν για μερικές εβδομάδες να επιτρέψουν στους υπαλλήλους της Επιτροπής από την Υπηρεσία Τροφίμων και Κτηνιατρική Υπηρεσία να προβούν στην οποιαδήποτε επιθεώρηση στο έδαφός τους. Με την τροπολογία αυτή αποφεύγεται μια τέτοια κατάσταση στο μέλλον, δίνοντας στη δημοσιότητα την άρνηση ενός κράτους μέλους να επιτρέψει στους υπαλλήλους της Επιτροπής να εισέλθουν στο έδαφός του και να παρέχεται στην Μόνιμη Κτηνιατρική Επιτροπή η εξουσία να λάβει άλλα μέτρα εάν το θεωρήσει σωστό.

Τροπολογία 11
Άρθρο 6, παράγραφος 4

4.   Για να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική εκτέλεση των ελέγχων ή/και των επιθεωρήσεων, το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου πραγματοποιείται ο έλεγχος ή/και η επιθεώρηση παρέχει κάθε απαιτούμενη βοήθεια και τεκμηρίωση που ζητούν οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής για τους σκοπούς του ελέγχου.

4.   Εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν, όπου αυτό χρειάζεται για την ενιαία εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, να πραγματοποιούν επιτόπου ελέγχους σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου πραγματοποιείται ένας έλεγχος παρέχει όλη την αναγκαία βοήθεια στους εμπειρογνώμονες για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Η Επιτροπή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές, τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το αποτέλεσμα των πραγματοποιηθέντων ελέγχων.

Αιτιολόγηση

Για την ορθή εφαρμογή του κανονισμού αυτού που είναι ουσιώδης για την πρόληψη των επιζωοτιών, είναι απαραίτητο παράλληλα με τους ελέγχους, να μπορούν να πραγματοποιούνται αιφνιδιαστικές επιθεωρήσεις. Όσον αφορά την αρωγή των αρμοδίων εθνικών αρχών, καλό θα ήταν να χρησιμοποιηθούν εκ νέου οι όροι του νομοθετικού ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επί της κοινής θέσης του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης της οδηγίας 2001/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που τροποποιεί την οδηγία 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου η οποία καθορίζει τις αρχές σχετικά με τη διοργάνωση επισήμων ελέγχων στον τομέα της διατροφής των ζώων καθώς και τις οδηγίες 70/524/ΕΟΚ, 96/25/ΕΚ και 1999/29/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη διατροφή των ζώων (13724/1/2000 - C5-0047/2001 - 2000/0068(COD)).

Τροπολογία 12
Άρθρο 7

Οι διατάξεις που εφαρμόζονται στην εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης από τρίτες χώρες πρέπει να είναι σύμφωνες ή να είναι ισοδύναμες με αυτές που εφαρμόζονται στην παραγωγή και εμπορία κοινοτικών προϊόντων.

Οι διατάξεις που εφαρμόζονται στην εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης από τρίτες χώρες πρέπει να είναι σύμφωνες ή να είναι ισοδύναμες με αυτές που εφαρμόζονται στην παραγωγή και εμπορία κοινοτικών προϊόντων. Στο μέτρο που οι κανόνες αυτοί είναι αυστηρότεροι από εκείνους που έχει ορίσει το Διεθνές Γραφείο Επιζωοτιών (ΔΓΕ), πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις που να λαμβάνουν υπόψη την δυνατότητα των αναπτυσσόμενων χωρών που εξάγουν ή δύνανται να εξάγουν προς την Ευρωπαϊκή Ένωση να τις τηρούν, στο μέτρο του δυνατού, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο ο στόχος υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας των ζώων και των ανθρώπων.

Αιτιολόγηση

Η χρησιμοποίηση διαφορετικών κανόνων από εκείνους που έχουν ορισθεί σε διεθνές επίπεδο μπορεί να παρακωλύσει το εμπόριο και να δημιουργήσει δυσκολίες κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις αγορές εξαγωγών.

Τροπολογία 13
Άρθρο 8, παράγραφος 1, υποπαράγραφος 2.2η παύλα

-   η οργάνωση της αρμόδιας αρχής και των οικείων υπηρεσιών επιθεώρησης της τρίτης χώρας, οι αρμοδιότητες των εν λόγω υπηρεσιών, η εποπτεία στην οποία υπόκεινται και η εξουσία που διαθέτουν για την αποτελεσματική παρακολούθηση της εφαρμογής της νομοθεσίας τους

-   η οργάνωση της αρμόδιας αρχής και των οικείων υπηρεσιών επιθεώρησης της τρίτης χώρας, οι αρμοδιότητες των εν λόγω υπηρεσιών, η εποπτεία στην οποία υπόκεινται και η εξουσία καθώς και η επάρκεια προσωπικού που διαθέτουν για την αποτελεσματική παρακολούθηση της εφαρμογής της νομοθεσίας τους

Αιτιολόγηση

Κατά τη σύνταξη των καταλόγων τρίτων χωρών λαμβάνονται υπόψη διάφορα κριτήρια, μεταξύ άλλων η αποτελεσματικότητα των ελέγχων από τις αρμόδιες αρχές των τρίτων χωρών. Αποφασιστικής όμως σημασίας δεν είναι μόνο οι αρμοδιότητες και η εξουσία αυτών των υπηρεσιών αλλά πρωτίστως το αναγκαίο για όλα αυτά προσωπικό. Επειδή η σύνταξη του καταλόγου πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διαδικασίας της επιτροπής κανονιστικής ρύθμισης, είναι αναγκαίο να είναι τα κριτήρια πλήρη και σαφή.

Τροπολογία 14
Άρθρο 8, παράγραφος 1, υποπαράγραφος 2.6η παύλα

-   τα αποτελέσματα των κοινοτικών επιθεωρήσεων στην τρίτη χώρα,

-   τα αποτελέσματα των κοινοτικών επιθεωρήσεων στην τρίτη χώρα, ή η έκθεση που υποβάλλεται, κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής από τις αρμόδιες αρχές της εν λόγω τρίτης χώρας σχετικά με τους ελέγχους που πραγματοποίησαν·

Αιτιολόγηση

Όπως και τα κράτη μέλη (βλ. τροπολογία 2) έτσι θα έπρεπε και οι τρίτες χώρες να υποβάλλουν στην Επιτροπή κατόπιν αιτήσεώς της έκθεση σχετικά με τους ελέγχους που έγιναν. Οι πληροφορίες αυτών των εκθέσεων θα μπορούσαν να αποτελέσουν πολύτιμο συμπλήρωμα στους ελέγχους που πραγματοποιεί η ευρωπαϊκή κτηνιατρική αρχή στις τρίτες χώρες, οι οποίοι πραγματοποιούνται πολύ σπάνια λόγω ελλείψεως προσωπικού.

Τροπολογία 15
Άρθρο 8, παράγραφος 1, υποπαράγραφος 2.8η παύλα

-   η τακτικότητα και η ταχύτητα της ροής πληροφοριών που παρέχει η τρίτη χώρα σχετικά με την παρουσία λοιμωδών ή μεταδοτικών ασθενειών των ζώων στην επικράτειά της, ιδίως των ασθενειών που αναφέρονται στους καταλόγους Α και Β του Διεθνούς Γραφείου Επιζωοτιών (ΔΓΕ) ή, στην περίπτωση νόσων των ζώων υδατοκαλλιέργειας, των ασθενειών υποχρεωτικής δήλωσης που απαριθμούνται στον Υγειονομικό Κώδικα Υδρόβιων Ζώων του ΔΓΕ,

-   η τακτικότητα, η ταχύτητα της ροής και η αξιοπιστία των πληροφοριών που παρέχει η τρίτη χώρα σχετικά με την παρουσία λοιμωδών ή μεταδοτικών ασθενειών των ζώων στην επικράτειά της, ιδίως των ασθενειών που αναφέρονται στους καταλόγους Α και Β του Διεθνούς Γραφείου Επιζωοτιών (ΔΓΕ) ή, στην περίπτωση νόσων των ζώων υδατοκαλλιέργειας, των ασθενειών υποχρεωτικής δήλωσης που απαριθμούνται στον Υγειονομικό Κώδικα Υδρόβιων Ζώων του ΔΓΕ,

Αιτιολόγηση

Κατά τη σύνταξη των καταλόγων των τρίτων χωρών λαμβάνονται υπόψη διάφορα κριτήρια, μεταξύ άλλων η τακτικότητα και η ταχύτητα ροής πληροφοριών που παρέχει η τρίτη χώρα σχετικά με την παρουσία επιζωοτιών. Αποφασιστικής όμως σημασίας είναι προ πάντων η αξιοπιστία των εν λόγω πληροφοριών. Επειδή η σύνταξη του καταλόγου πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διαδικασίας της επιτροπής κανονιστικής ρύθμισης, είναι αναγκαίο να είναι τα κριτήρια πλήρη και σαφή.

Τροπολογία 16
Άρθρο 9

1.   Σε όλα τα στάδια που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, μπορούν να διενεργούνται έλεγχοι ή/και επιθεωρήσεις σε τρίτες χώρες από εμπειρογνώμονες της Επιτροπής, για να επαληθεύεται η συμμόρφωση ή η ισοδυναμία προς τους κοινοτικούς κανόνες για την υγεία των ζώων. Οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν να συνοδεύονται από τους εμπειρογνώμονες που διορίζει η Επιτροπή για τον έλεγχο ή/και την επιθεώρηση.

1.   Σε όλα τα στάδια που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, πρέπει να διενεργούνται έλεγχοι ή/και επιθεωρήσεις σε τρίτες χώρες από εμπειρογνώμονες της Επιτροπής, για να επαληθεύεται η συμμόρφωση ή η ισοδυναμία προς τους κοινοτικούς κανόνες για την υγεία των ζώων. Οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν να συνοδεύονται από τους εμπειρογνώμονες που διορίζει η Επιτροπή για τον έλεγχο ή/και την επιθεώρηση.

2.   Οι έλεγχοι ή/και επιθεωρήσεις σε τρίτες χώρες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διενεργούνται εξ ονόματος της Επιτροπής, η οποία καλύπτει τις πραγματοποιούμενες δαπάνες.

2.   Οι έλεγχοι ή/και επιθεωρήσεις σε τρίτες χώρες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διενεργούνται εξ ονόματος της Επιτροπής, η οποία καλύπτει τις πραγματοποιούμενες δαπάνες.

3.   Η διαδικασία των ελέγχων ή/και επιθεωρήσεων σε τρίτες χώρες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορεί να καθορισθεί ή να τροποποιηθεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11.

3.   Η διαδικασία των ελέγχων ή/και επιθεωρήσεων σε τρίτες χώρες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορεί να καθορισθεί ή να τροποποιηθεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11.

4.   Εάν, κατά τη διάρκεια κοινοτικού ελέγχου ή/και επιθεώρησης, εντοπισθεί σοβαρός κίνδυνος για την υγεία των ζώων, η Επιτροπή λαμβάνει αμέσως τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της υγείας των ζώων και ενημερώνει αμέσως σχετικά τα κράτη μέλη.

4.   Εάν, κατά τη διάρκεια κοινοτικού ελέγχου ή/και επιθεώρησης, εντοπισθεί σοβαρός κίνδυνος για την υγεία των ζώων, η Επιτροπή λαμβάνει αμέσως τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της υγείας των ζώων και ενημερώνει αμέσως σχετικά τα κράτη μέλη μέσω ενός συστήματος ταχείας αντίδρασης.

Αιτιολόγηση

Αυτονόητη.

Τροπολογία 17
Παράρτημα ΙΙ, παράγραφος 2, εδάφιο 2

Το σήμα πρέπει να τοποθετείται από τον επίσημο κτηνίατρο ή υπ’ ευθύνη του επίσημου κτηνιάτρου, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τον έλεγχο της εφαρμογής των ζωοϋγειονομικών απαιτήσεων.

Το σήμα πρέπει να τοποθετείται από τον επίσημο κτηνίατρο, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τον έλεγχο της εφαρμογής των ζωοϋγειονομικών απαιτήσεων.

Αιτιολόγηση

Παράλληλα με τη συστηματική εφαρμογή της αρχής της ανάλυσης κινδύνου κρίσιμου σημείου ελέγχου (HACCP), πρέπει να διατηρηθούν η παρουσία των κτηνιάτρων και οι επίσημες δραστηριότητές τους για την καλή εφαρμογή των αρχών υγιεινής και την ενίσχυση της επισιτιστικής εξασφάλισης.

  • [1] ΕΕ C 365 Ε, της 19ης Δεκεμβρίου 2000, σελ. 132.

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό των διατάξεων για την υγεία των ζώων που διέπουν την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση (COM(2000)438 – C5‑0382/2000 – 2000/181(CNS))

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2000)438)[1],

–   έχοντας κληθεί από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει σύμφωνα με το άρθρο 37 της Συνθήκης (C5-0382/2000),

–   έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς όσον αφορά την προταθείσα νομική βάση,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 67 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου, και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Βιομηχανίας, Εξωτερικού Εμπορίου, Έρευνας και Ενέργειας, της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Πολιτικής των Καταναλωτών και της Επιτροπής Αλιείας (Α5-0452/2001)

1.   εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.   καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ·

3.   καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

4.   ζητεί να κινηθεί η διαδικασία συνεννόησης σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο·

5.   ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

6.   αναθέτει στην Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

  • [1] ΕΕ C 365 Ε της 19.12.2000, σελ. 132.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Τα προϊόντα ζωικής προέλευσης είναι ενδεχόμενο να έχουν μολυνθεί από παθογόνους παράγοντες και συνιστούν ως εκ τούτου σοβαρό κίνδυνο μετάδοσης κατά την επαφή με ζωντανούς οργανισμούς. Ακόμη και όταν δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία, μπορεί τούτο να προκαλέσει σοβαρές οικονομικές απώλειες στις ενεχόμενες αγροτικές εκμεταλλεύσεις.

Προς το παρόν οι ειδικότερες διατάξεις σχετικά με την υγιεινή στο ενδοκοινοτικό εμπόριο προϊόντων ζωικής προέλευσης και τις εισαγωγές από τρίτες χώρες με σκοπό να αποτραπεί η διάδοση επιζωοτιών κατά τη διακίνησή τους ρυθμίζονται από 7 διαφορετικές οδηγίες.

Οι υφιστάμενες οδηγίες περιέχουν εν μέρει κοινές διατάξεις ή συμπίπτουν, πράγμα που μέχρι στιγμής δεν συμβάλλει ιδιαίτερα στη σαφήνεια της σχετικής νομοθεσίας.

ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Ο σκοπός της παρούσας πρότασης κανονισμού είναι να καταστούν διαφανέστερες οι διατάξεις που αφορούν τις επιζωοτίες καθώς και να ενοποιηθούν οι υφιστάμενες οδηγίες σε ένα κείμενο. Σε αυτό το πλαίσιο επελέγη συνειδητά το νομικό μέσο του κανονισμού για να διασφαλισθεί στο μέλλον η ενιαία εφαρμογή των διατάξεων σε ολόκληρη την ΕΕ καθώς και σε τρίτες χώρες.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Η πρόταση περιλαμβάνει τρία κεφάλαια και τρία παραρτήματα.

Το κεφάλαιο Ι ρυθμίζει τις διατάξεις για την υγεία των ζώων που διέπουν την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά προϊόντων εντός της Κοινότητας. Στο άρθρο 3 ορίζεται κάτω από ποιες συνθήκες επιτρέπεται να διακινούνται ζωικά προϊόντα (προέλευση από περιοχή που δεν έχει αποκλεισθεί ή προβλεπόμενη διαδικασία για την εξόντωση των παθογόνων παραγόντων σε περίπτωση ζώων που προέρχονται από περιοχή που έχει αποκλεισθεί). Ρυθμίζονται επίσης οι έλεγχοι από τα κράτη μέλη (άρθρο 4), οι κυρώσεις επί παραβάσει των διατάξεων (άρθρο 5) και οι έλεγχοι/επιθεωρήσεις από την Κοινότητα (άρθρο 6).

Το κεφάλαιο ΙΙ ρυθμίζει την εισαγωγή ζωικών προϊόντων από τρίτες χώρες και πιο συγκεκριμένα ορίζει την αρχή σύμφωνα με την οποία τα ζωικά προϊόντα από τρίτες χώρες πρέπει να πληρούν τις ισχύουσες - ή ισοδύναμες - διατάξεις. Για να διασφαλισθεί αυτό συντάσσονται κατάλογοι των τρίτων χωρών από τις οποίες επιτρέπεται η εισαγωγή ζωικών προϊόντων επί τη βάσει διαφόρων δεδομένων, και καθορίζονται -κατά την εκάστοτε υγειονομική κατάσταση- οι συνθήκες εισαγωγής.

Η Επιτροπή πραγματοποιεί στο όνομα της Κοινότητας ελέγχους και επιθεωρήσεις σε τρίτες χώρες για να διαπιστώσει το κατά πόσο τηρούνται οι κοινοτικές διατάξεις ή είναι ισοδύναμες οι διατάξεις των τρίτων χωρών.

Το κεφάλαιο ΙΙΙ περιλαμβάνει τις τελικές διατάξεις. Εδώ ρυθμίζεται κυρίως η διαδικασία της επιτροπολογίας. Η Επιτροπή προβλέπει εδώ τη διαδικασία της κανονιστικής επιτροπής, επειδή τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού είναι γενικά μέτρα κατά την έννοια του άρθρου 2 της απόφασης 1999/468/ΕΚ της επιτροπολογίας. Εκτός αυτού ορίζεται ότι ο κανονισμός θα τεθεί σε ισχύ από το 2004.

Το Παράρτημα Ι αποτελεί παράθεση των επιζωοτιών, η καταπολέμηση των οποίων έχει ήδη ρυθμισθεί σε κοινοτικό επίπεδο, και των αντίστοιχων οδηγιών ή μέτρων τα οποία προβλέπονται για την καταπολέμηση της πανώλης των χοίρων, μέχρι να θεσπισθούν συγκεκριμένες διατάξεις σε κοινοτικό επίπεδο.

Το Παράρτημα ΙΙ ρυθμίζει τους τρόπους σήμανσης του νωπού κρέατος το οποίο προέρχεται από περιοχή που έχει προσβληθεί από νόσο και πρέπει να υποβληθεί σε διαδικασία εξόντωσης ενδεχόμενων παθογόνων παραγόντων.

Το Παράρτημα ΙΙΙ τέλος καθορίζει τις μεθόδους εξόντωσης των παθογόνων παραγόντων.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Ο εισηγητής χαιρετίζει την πρόθεση της Επιτροπής να ενοποιήσει και να απλουστεύσει τα πολύπλοκα νομοθετικά κείμενα. Επιπλέον χαιρετίζει ιδιαίτερα το γεγονός ότι οι ενοποιημένες διατάξεις θα έχουν τη μορφή ενός κανονισμού διότι κατά τη γνώμη του μόνο έτσι θα διασφαλισθεί η ενιαία εφαρμογή τους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο η οποία είναι ουσιώδης στον τομέα ακριβώς της καταπολέμησης των επιζωοτιών.

Η αποτελεσματικότητα του νομικού πλαισίου εξαρτάται ωστόσο σε μεγάλο βαθμό από την πραγματοποίηση ελέγχων. Από αυτήν την άποψη ο εισηγητής χαιρετίζει την ανακοίνωση της Επιτροπής ότι θα καταθέσει κατά το δεύτερο εξάμηνο αυτού του έτους πρόταση για οριζόντιο κανονισμό σχετικά με τους ελέγχους στον τομέα συνολικά των τροφίμων και της κτηνιατρικής. Θα έπρεπε πάντως να ορισθεί ήδη στο παρόν κείμενο του κανονισμού ότι οι εθνικοί έλεγχοι πρέπει να γίνονται απροειδοποίητα και επιπλέον ότι η Επιτροπή πρέπει , αν το κρίνει αναγκαίο, να μπορεί να ζητεί από τα κράτη μέλη λεπτομερείς εκθέσεις, προκειμένου να αποκομίζει πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού και να εντοπίζει ενδεχόμενες αδυναμίες. Σε αυτό το πλαίσιο όμως ο εισηγητής θέτει το κρίσιμο ερώτημα εάν επαρκεί το υπάρχον προσωπικό του Γραφείου Τροφίμων και Κτηνιατρικών Θεμάτων στο Δουβλίνο, προκειμένου να επιθεωρεί τους απαιτούμενους κοινοτικούς ελέγχους στα κράτη μέλη και στις τρίτες χώρες καθώς και την εφαρμογή των υφιστάμενων διατάξεων.

Ο εισηγητής επισημαίνει ότι στο πλαίσιο αυτού του νέου καθεστώτος οι διατάξεις που αποδείχθηκαν κατά τη μέχρι τώρα εφαρμογή τους στα κράτη μέλη ως επιτυχείς θα πρέπει να εισαχθούν και στο νέο νομοθετικό κείμενο χωρίς τροποποιήσεις καθώς και ότι όλα κατά βάση τα μέτρα που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο του υπάρχοντος κανονισμού θα πρέπει να έχουν ένα θεμελιωμένο επιστημονικό υπόβαθρο.

Πέραν τούτου πρέπει να διασφαλισθεί ότι οι υποψήφιες για ένταξη χώρες θα συμμετάσχουν ήδη από τώρα στο νέο καθεστώς νομοθεσίας, προκειμένου να είναι σε θέση να εφαρμόσουν τη στιγμή της ένταξής τους τις τότε ισχύουσες διατάξεις.

Σε περιπτώσεις παραβάσεων των διατάξεων του κανονισμού οι κυρώσεις πρέπει να είναι κατά το δυνατόν ενιαίες για όλα τα κράτη μέλη. Δεν είναι δυνατόν το ίδιο αδίκημα να θεωρείται στο ένα κράτος μέλος διοικητική παράβαση και σε άλλα αξιόποινο γεγονός. Γι’ αυτό θα έπρεπε να επεξεργασθεί η Επιτροπή έναν κατάλογο με κατηγορίες πιθανών παραβάσεων και να ορίσει για κάθε περίπτωση αν πρέπει αυτές να αντιμετωπισθούν από τις αρμόδιες εθνικές αρχές στο πλαίσιο του διοικητικού ή του ποινικού δικαίου.

Οι προβλεπόμενες από τον κανονισμό παρεκκλίσεις πρέπει να παραμείνουν συνολικά περιορισμένες και σε κάθε περίπτωση να ορίζονται επακριβώς.

Σε ό,τι αφορά συνολικά τον κανονισμό διαπιστώνεται ότι η Επιτροπή βασίζεται σε πολλά σημεία στη διαδικασία του άρθρου 11, δηλαδή τη διαδικασία της κανονιστικής επιτροπής στο πλαίσιο της επιτροπολογίας. Τούτο δε συμβαίνει μόνο στην τροποποίηση των τριών παραρτημάτων (άρθρο 10), αλλά και στον ορισμό των παρεκκλίσεων (άρθρο 3(4)), στους κανόνες ελέγχου που πρέπει να τηρούν τα κράτη μέλη (άρθρο 4), στους κοινοτικούς ελέγχους τόσο εντός της Κοινότητας (άρθρο 6) όσο και σε τρίτες χώρες (άρθρο 99 και στη σύνταξη του καταλόγου των τρίτων χωρών, από τις οποίες επιτρέπεται η εισαγωγή συγκεκριμένων ζωικών προϊόντων, καθώς και κατά τον ορισμό των κριτηρίων για το χαρακτηρισμό της κατάστασης στην οποία εμφανίζεται η ασθένεια σε μια τρίτη χώρα (άρθρο 8). Ακριβώς στον τομές καταπολέμησης των επιζωοτιών είναι ορθό και σημαντικό να μπορεί η Επιτροπή να αντιδρά η Επιτροπή ταχύτερα και καλύτερα σε νέες επιστημονικές ανακαλύψεις και απρόβλεπτες καταστάσεις, χωρίς να πρέπει να κινεί κάθε φορά μια χρονοβόρα νομοθετική διαδικασία. Στο πλαίσιο της διαδικασίας επιτροπολογίας πρέπει ως εκ τούτου να ρυθμισθούν συγκεκριμένα τεχνικά ζητήματα. Ο εισηγητής ωστόσο διαπιστώνει την τάση να προβλέπει η Επιτροπή για όλο και περισσότερους τομείς τη διαδικασία επιτροπολογίας στην οποία δε συμμετέχει κατά κανένα τρόπο το Κοινοβούλιο και θεωρεί γι’ αυτό αναγκαίο να δοθεί εντός του ίδιου του νομοθετικού κειμένου το πλαίσιο που μπορεί να υλοποιηθεί σε αυτή την περίπτωση ως διαδικασία της κανονιστικής επιτροπής. Πρέπει γι’ αυτό να προβλεφθούν συμπληρώσεις σε ορισμένα σημαία του κειμένου του κανονισμού.

Το άρθρο 2 επισημαίνει την ισχύ των ορισμών από άλλα νομοθετικά κείμενα, ιδιαίτερα στις οδηγίες που παρατίθενται στο Παράρτημα Ι και του προς έγκριση κανονισμού σχετικά με την υγιεινή των τροφίμων (2000/0178 (ΣΥΝ)). Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι οι ορισμοί δεν είναι προς το παρόν ενιαίοι, ιδίως σε ό,τι αφορά την πρόταση κανονισμού για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα (CΟΜ(2000)716). Αυτοί οι ορισμοί πρέπει να αλληλοεναρμονισθούν οπωσδήποτε, διότι αλλιώς μπορεί να προκύψουν σημαντικές δυσκολίες στην εφαρμογή των κανονισμών.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η παρούσα πρόταση είναι σε γενικές γραμμές καλή. Όσον αφορά τα ζητήματα των ελέγχων , των κυρώσεων και των αποκλίσεων ωστόσο, για τη λεπτομερέστερη περιγραφή των οποίων προβλέπεται η διαδικασία της κανονιστικής επιτροπής, πρέπει να αποσαφηνισθεί περισσότερο το κείμενο του κανονισμού. Για αυτά τα σημεία κατατίθενται στο πλαίσιο αυτής της επιτροπής τροπολογίες, που έχουν ως σκοπό να ορίσουν ένα στενότερο πλαίσιο για την Επιτροπή και να καταστήσουν έτσι την εφαρμογή της διαδικασίας της επιτροπολογίας διαφανέστερη. Σε ό,τι αφορά τα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τη σύνταξη του καταλόγου των τρίτων χωρών είναι αναγκαίες ορισμένες διασαφηνίσεις.

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

Ο Πρόεδρος

Κύριο

Friedrich-Wilhelm Graefe zu Baringdorf

Πρόεδρο

Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ

Θέμα:   Νομική βάση της πρότασης κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό των διατάξεων για την υγεία των ζώων που διέπουν την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για την ανθρώπινη κατανάλωση

(COM(2000)438 – 2000/0181(CΝS))

Κύριε πρόεδρε,

Στις 21 Οκτωβρίου 2001, η επιτροπή σας απέστειλε επίσημο αίτημα προκειμένου να εξετασθεί η νομική βάση της πρότασης της Επιτροπής για την έκδοση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό των διατάξεων για την υγεία των ζώων που διέπουν την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για την ανθρώπινη κατανάλωση.

Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς εξέτασε το αίτημά σας σύμφωνα με το άρθρο 63 κατά τη συνεδρίασή της στις 10-11 Οκτωβρίου 2001.

Η πρόταση της Επιτροπής αποτελεί τμήμα δέσμης προτάσεων που απορρέουν από την αναμόρφωση της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με την υγιεινή των τροφίμων, την υγεία των ζώων και τους επίσημους ελέγχους των προϊόντων ζωικής προέλευσης. Ο γενικός σκοπός αυτής της δέσμης προτάσεων είναι να διασφαλισθεί ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας στους προαναφερόμενους τομείς. Η υφισταμένη νομοθεσία θα πρέπει να καταργηθεί.

Όπως αναφέρει η Επιτροπή στο αιτιολογικό υπόμνημά της, οι κανόνες για την υγεία των ζώων αποσκοπούν στην πρόληψη της εξάπλωσης ασθενειών ζώων όπως η πανώλη των χοίρων και του αφθώδους πυρετού μέσω προϊόντων ζωικής προέλευσης.

Η πρόταση της Επιτροπής βασίζεται στο άρθρο 37 ΣΕΚ.

Σύμφωνα με το άρθρο 1 αυτής, η πρόταση κανονισμού στοχεύει στη θέσπιση "κανόνων για την υγεία των ζώων που διέπουν τη διάθεση στην αγορά και τις εισαγωγές από τρίτες χώρες προϊόντων ζωικής προέλευσης".

Για το σκοπό αυτό, η πρόταση καθορίζει στο κεφάλαιο 1 απαιτήσεις για την παραγωγή και εμπορία κοινοτικών προϊόντων, όπως κανόνες για την εμπορία, τους επίσημους ελέγχους, και τους κοινοτικούς ελέγχους και επιθεωρήσεις.

Το άρθρο 6 της πρότασης ορίζει ότι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν "να πραγματοποιούν ελέγχους και/ή επιθεωρήσεις σε όλα τα στάδια της παραγωγής και εμπορίας προϊόντων ζωικής προέλευσης, καθώς και στην οργάνωση και λειτουργία των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή του [προτεινόμενου] κανονισμού, των κανόνων εφαρμογής του και των μέτρων διασφάλισης που λαμβάνονται δυνάμει αυτού". Οι εμπειρογνώμονες πρέπει "να έχουν καταρτισθεί επαρκώς σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας των τροφίμων, ελεγκτικών τεχνικών (…)". (Η υπογράμμιση δική μας).

Το κεφάλαιο 2, σχετικά με τις εισαγωγές από τρίτες χώρες, προβλέπει ότι οι διατάξεις που εφαρμόζονται στις εισαγωγές πρέπει να είναι σύμφωνες ή να είναι ισοδύναμες με αυτές που εφαρμόζονται στην παραγωγή και εμπορία κοινοτικών προϊόντων.

Για το σκοπό αυτό, το άρθρο 8 της πρότασης προβλέπει την κατάρτιση καταλόγου των τρίτων χωρών ή τμημάτων τρίτων χωρών από τις οποίες επιτρέπονται οι εισαγωγές συγκεκριμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης. Η παύλα 7 του άρθρου 8 (1) αναφέρει ότι, κατά την κατάρτιση των εν λόγω καταλόγων, πρέπει να λαμβάνεται ιδιαιτέρως υπόψη "το υγειονομικό καθεστώς του ζωικού κεφαλαίου, των λοιπών κατοικίδιων ζώων και των άγριων ζώων στην τρίτη χώρα, ιδιαίτερα όσον αφορά τις εξωτικές ασθένειες των ζώων και ζητήματα της γενικής υγειονομικής κατάστασης στη χώρα, που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία ή την υγεία των ζώων στην Κοινότητα" (Η υπογράμμιση δική μας).

Η παύλα 7 του άρθρου 8 (1) αποτελεί τη μοναδική αναφορά στη δημόσια υγεία στην εν λόγω πρόταση.

Από την πάγια νομολογία του ΔΕΚ προκύπτει σαφώς ότι η επιλογή της νομικής βάσης δεν εξαρτάται από τη διακριτική ευχέρεια της κοινοτικής νομοθεσίας αλλά θα πρέπει να εδράζεται σε αντικειμενικά στοιχεία που υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο. Μεταξύ των στοιχείων αυτών περιλαμβάνονται, ειδικότερα, ο σκοπός και το περιεχόμενο της νομικής πράξης[1]. Στην πράξη, το Δικαστήριο βασίζει τις αποφάσεις του κυρίως σε αιτιολογικές σκέψεις που περιλαμβάνονται στο προοίμιο.

Είναι επίσης απαραίτητο να καθορισθεί εάν τα εν λόγω μέτρα αφορούν κυρίως έναν συγκεκριμένο τομέα δράσης, με δευτερεύουσες μόνο επιπτώσεις σε άλλες πολιτικές, ή εάν και οι δύο πτυχές είναι εξίσου σημαντικές.

Εάν η πρώτη υπόθεση είναι ορθή, αρκεί η προσφυγή σε μία μόνο νομική βάση[2]· εάν η δεύτερη υπόθεση είναι ορθή, η προσφυγή σε μία μόνο νομική βάση είναι ανεπαρκής[3] και το Όργανο οφείλει να εγκρίνει το μέτρο βάσει και των δύο διατάξεων από τις οποίες αντλεί την αρμοδιότητά του[4]. Ωστόσο, μία τέτοια διπλή βάση δεν είναι δυνατή εάν οι διαδικασίες που καθορίζονται για κάθε νομική βάση είναι μεταξύ τους ασυμβίβαστες[5].

Η πρόταση της Επιτροπής βασίζεται στο άρθρο 37 ΣΕΚ. Η διάταξη αυτή σχετικά με τη γεωργική πολιτική θα πρέπει να ερμηνευθεί υπό το φως του άρθρου 32 ΕΚ και του παραρτήματος I (πρώην παράρτημα ΙΙ) της Συνθήκης ΕΚ. Το άρθρο 32 (1) ΕΚ ορίζει ως "γεωργικά προϊόντα" τα προϊόντα του εδάφους, της κτηνοτροφίας και της αλιείας, καθώς και τα προϊόντα πρώτης μεταποιήσεως τα οποία έχουν άμεση σχέση με αυτά.

Το ΔΕΚ έχει αποφανθεί ότι "το άρθρο 37 αποτελεί το κατάλληλο νόμιμο έρεισμα για κάθε ρύθμιση που αφορά την παραγωγή και την εμπορία των γεωργικών προϊόντων τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της Συνθήκης, η οποία συμβάλλει στην πραγματοποίηση ενός ή περισσοτέρων από τους στόχους της κοινής γεωργικής πολιτικής που διατυπώνει το άρθρο 33 της Συνθήκης" [6].

Η δεύτερη νομική βάση που εξέτασαν τα μέλη της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς είναι το άρθρο 152 (4) β) ΕΚ. Το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι, σύμφωνα με την τρίτη υποπαράγραφο του άρθρου 152 (1) ΕΚ, οι απαιτήσεις στον τομέα της προστασίας της υγείας αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των άλλων πολιτικών της Κοινότητας και ότι οι προσπάθειες για την επίτευξη των στόχων της κοινής γεωργικής πολιτικής δεν πρέπει να παραβλέπουν τις απαιτήσεις που αφορούν το δημόσιο συμφέρον όπως η προστασία των καταναλωτών ή η προστασία της υγείας και της ζωής των ανθρώπων και των ζώων, απαιτήσεις που θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα κοινοτικά όργανα κατά την άσκηση των εξουσιών τους[7].

Εξάλλου, η προστασία της υγείας συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων της κοινής γεωργικής πολιτικής που καθορίζονται στο άρθρο 33 (1) της Συνθήκης, ιδίως στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η γεωργική παραγωγή εξαρτάται άμεσα από τη ζήτηση καταναλωτών που ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο για την προστασία της υγείας τους[8]. Σε μία Υπόθεση σχετικά με την αναγνώριση και καταγραφή των βοοειδών, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο κανονισμός σχετικά με τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών και την επισήμανση του βοείου κρέατος ορθώς έχει εκδοθεί βάσει του άρθρου 37 ΣΕΚ[9].

Το ΔΕΚ ανέφερε περαιτέρω ότι το γεγονός ότι λαμβάνεται υπόψη η δημόσια υγεία στο πλαίσιο πράξεων που εκδίδονται βάσει του άρθρου 37 είναι σύμφωνο με την τρίτη υποπαράγραφο του άρθρου 152 (1)[10]0.

Προκειμένου να καθορισθεί η κατάλληλη νομική βάση της πρότασης της Επιτροπής, είναι απαραίτητο να εξετασθεί ο σκοπός και το περιεχόμενο της πρότασης υπό το φως της προαναφερόμενης νομολογίας.

Το περιεχόμενο του προτεινόμενου κανονισμού συνίσταται στον καθορισμό κανόνων σχετικά με την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για την ανθρώπινη κατανάλωση. Συνεπώς ο προτεινόμενος κανονισμός αφορά την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά γεωργικών προϊόντων που αναγράφονται στο παράρτημα Ι της Συνθήκης.

Όσον αφορά το σκοπό του προτεινόμενου κανονισμού, θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι, σύμφωνα με την τέταρτη και την έκτη αιτιολογική σκέψη, ο κανονισμός στοχεύει στην εναρμόνιση των ισχυουσών ειδικών διατάξεων που αποσκοπούν στην πρόληψη της εξάπλωσης ασθενειών των ζώων που οφείλεται στη διάθεση στην αγορά προϊόντων ζωικής προέλευσης.

Η όγδοη αιτιολογική σκέψη αναφέρει ότι τα εισαγόμενα από τρίτες χώρες προϊόντα δεν πρέπει να παρουσιάζουν κίνδυνο για την υγεία του ζωικού κεφαλαίου της Κοινότητας.

Η ένατη αιτιολογική σκέψη αναφέρει επίσης ότι, για τον σκοπό αυτό, πρέπει να θεσπισθούν διαδικασίες για να προλαμβάνεται η είσοδος επιζωοτιών· στις διαδικασίες αυτές περιλαμβάνεται η αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας των ζώων των εξεταζόμενων τρίτων χωρών.

Τέλος, η δέκατη έκτη αιτιολογική σκέψη αναφέρει ότι τα προϊόντα που καλύπτονται από την πρόταση περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι της Συνθήκης. Το εν λόγω παράρτημα συνίσταται σε κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 32 ΣΕΚ. Ο κατάλογος αυτός περιλαμβάνει προϊόντα όπως ζώντα ζώα, κρέατα και βρώσιμα παραπροϊόντα σφαγίων· ιχθείς, μαλακόστρακα και μαλάκια· έντερα, κύστεις και στομάχους ζώων μεταξύ άλλων προϊόντων.

Ως εκ τούτου θα πρέπει να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι, με τη ρύθμιση των όρων που διέπουν την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για την ανθρώπινη κατανάλωση, ο προτεινόμενος κανονισμός αποσκοπεί κυρίως στην επίτευξη των στόχων του άρθρου 33 της Συνθήκης και ειδικότερα στη σταθεροποίηση της αγοράς.

Είναι αληθές ότι η έβδομη παύλα του άρθρου 8 (1) του υπό έκδοση κανονισμού περιλαμβάνει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους κινδύνους που προκαλούνται από ζώα στη δημόσια υγεία ή στην υγεία των ζώων στην Κοινότητα.

Ωστόσο, μπορεί να θεωρηθεί ότι αυτό αποτελεί μία μόνο προϋπόθεση για την κατάρτιση τέτοιων καταλόγων. Συνεπώς, ο προτεινόμενος κανονισμός συμβάλλει μόνο δευτερευόντως στη δημόσια υγεία στο βαθμό που αφορά επίσης τον κτηνιατρικό τομέα, καθορίζοντας έναν κατάλογο των χωρών από τις οποίες επιτρέπονται οι εισαγωγές προϊόντων ζωικής προέλευσης.

Κατά τη συνεδρίασή της στις 11 Οκτωβρίου 2001, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς αποφάσισε με 6 ψήφους υπέρ και 4 κατά ότι το άρθρο 37 ΣΕΚ είναι η κατάλληλη νομική βάση της πρότασης της Επιτροπής[11]1.

Με εκτίμηση,

Ana Palacio Vallelersundi

  • [1] Βλέπε, μεταξύ άλλων, ΔΕΚ, υπόθεση C-42/97, Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, παρ. 36.
  • [2] Υπόθεση C-70/88 Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου [1991] Συλ.I-4529, παρ. 17, και Υπόθεση C-271/94 Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου [1996] Συλ. I-1689, παρ. 32 και 33.
  • [3] Υπόθεση 242/87 Επιτροπή κατά Συμβουλίου [1989] Συλ. 1425, παρ. 33 έως 37, και Υπόθεση C-360/93 Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου [1996] Συλ. I-1195, παρ. 30.
  • [4] Υπόθεση 165/87 Επιτροπή κατά Συμβουλίου [1988] Συλ. 5545, παρ. 6 έως 13.
  • [5] Υπόθεση C-300/98 Επιτροπή κατά Συμβουλίου [1991] Συλ. I-2867, παρ. 17 έως 21.
  • [6] ΔΕΚ, Υπόθεση 68/86 Ηνωμένο Βασίλειο κατά Συμβουλίου [1988] Συλ. 855 και Υπόθεση 131/86 Ηνωμένο Βασίλειο κατά Συμβουλίου [1988] Συλ. 905.
  • [7] Υπόθεση C-189/96 Ηνωμένο Βασίλειο κατά Επιτροπής, παρ. 120.
  • [8] Υπόθεση C-189/96 Ηνωμένο Βασίλειο κατά Επιτροπής, παρ. 121.
  • [9] Υπόθεση C-269/97 Επιτροπή και Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, παρ. 60.
  • [10] Υπόθεση C-269/97 Επιτροπή και Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, παρ. 62.
  • [11] Ήσαν παρόντες: Ana Palacio Vallelersundi (πρόεδρος), Ward Beysen (αντιπρόεδρος), Neil MacCormick (εισηγητής), Paolo Bartolozzi, Klaus-Heiner Lehne, Luis Marinho, Mannuel Medina Ortega, Dagmar Roth-Behrendt, Gary Titley, Joachim Wuermeling.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

6 Νοεμβρίου 2001

προς την Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου

σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό των διατάξεων για την υγεία των ζώων που διέπουν την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση

(COM(2000)438 – C5‑0382/2000 – 2000/0181(CNS))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Yves Piétrasanta

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Κατά τη συνεδρίασή της στις 13 Σεπτεμβρίου 2000, η Επιτροπή Βιομηχανίας, Εξωτερικού Εμπορίου, Έρευνας και Ενέργειας όρισε συντάκτη γνωμοδότησης τον Yves Piétrasanta.

Κατά τις συνεδριάσεις της στις 18 Σεπτεμβρίου 2001 και 6 Νοεμβρίου 2001, η επιτροπή εξέτασε το σχέδιο γνωμοδότησης.

Κατά την τελευταία ως άνω συνεδρίαση, η επιτροπή ενέκρινε τις ακόλουθες τροπολογίες ομόφωνα.

Ήσαν παρόντες κατά την ψηφοφορία οι βουλευτές: Carlos Westendorp y Cabeza, πρόεδρος, Renato Brunetta και Peter Michael Mombaur, αντιπρόεδροι, Κωνσταντίνος Αλυσανδράκης, Giles Bryan Chichester, Χρήστος Φώλιας, Pat the Cope Gallagher, Norbert Glante, Alfred Gomolka (αναπλ. Christian Foldberg Rovsing), Michel Hansenne, Malcolm Harbour (αναπλ. W.G. van Velzen), Roger Helmer, Hans Karlsson, Bashir Khanbhai (αναπλ. John Purvis), Constanze Angela Krehl (αναπλ. Mechtild Rothe, σύμφωνα με το άρθρο 153, παράγραφος 2, του Κανονισμού), Werner Langen, Albert Jan Maat (αναπλ. Konrad K. Schwaiger), Eryl Margaret McNally, Nelly Maes, Erika Mann, Hans-Peter Martin (αναπλ. Glyn Ford), Angelika Niebler, Barbara O'Toole (αναπλ. Elena Valenciano Martínez-Orozco), Reino Paasilinna, Elly Plooij-van Gorsel, Samuli Pohjamo (αναπλ. Astrid Thors), Bernhard Rapkay (αναπλ. François Zimeray), Imelda Mary Read, Paul Rübig, Ilka Schröder, Esko Olavi Seppänen, Claude Turmes (αναπλ. Nuala Ahern), Alejo Vidal-Quadras Roca, Dominique Vlasto, Anders Wijkman, Μυρσίνη Ζορμπά, Olga Zrihen Zaari.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η Επιτροπή Βιομηχανίας, Εξωτερικού Εμπορίου, Έρευνας και Ενέργειας καλεί την Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες:

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή [1]Τροπολογίες του Κοινοβουλίου
Τροπολογία 1
Αιτιολογική σκέψη 9

(9)   Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να θεσπισθούν διαδικασίες για να προλαμβάνεται η είσοδος επιζωοτιών· στις διαδικασίες αυτές περιλαμβάνεται η αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας των ζώων των εξεταζόμενων τρίτων χωρών.

(9)   Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να θεσπισθούν διαδικασίες για να προλαμβάνεται η είσοδος επιζωοτιών· στις διαδικασίες αυτές περιλαμβάνεται η αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας των ζώων των εξεταζόμενων τρίτων χωρών. Αυτή η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται τακτικά προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η πραγματική υγειονομική κατάσταση των ενδιαφερομένων χωρών.

Αιτιολόγηση

Έχοντας υπόψη την ταχύτητα εξάπλωσης ορισμένων επιζωοτιών η αξιολόγηση της κατάστασης των τρίτων χωρών στον τομέα της υγείας των ζώων δεν μπορεί να θεωρείται στατικό στοιχείο.

Τροπολογία 2
Αιτιολογική σκέψη 15

(15)   Πρέπει να προβλεφθεί η οργάνωση κοινοτικών ελέγχων και επιθεωρήσεων, για να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων για την υγεία των ζώων.

(15)   Πρέπει να διοργανώνονται κοινοτικοί έλεγχοι και επιθεωρήσεις, για να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων για την υγεία των ζώων.

Αιτιολόγηση

Αυτονόητη

Τροπολογία 3
Άρθρο 3, παράγραφος 2, σημείο α (νέο)
 

(α)   σύμφωνα με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Γεωργίας της 4ης Δεκεμβρίου 2000 που απαγόρευσε να εισέλθουν στην τροφική αλυσίδα όλα τα βοοειδή άνω των 30 μηνών, εφόσον δεν έχουν υποβληθεί σε τεστ ΣΕΒ·

Αιτιολόγηση

Λαμβάνοντας υπόψη τις τελευταίες εξελίξεις στον τομέα της ΣΕΒ, είναι απαραίτητο να γίνει σχετική αναφορά και να ενημερωθεί η πρόταση του κανονισμού.

Τροπολογία 4
Άρθρο 3, παράγραφος 4, εδάφιο 1

Παρεκκλίσεις από τις διατάξεις της παραγράφου 2 είναι δυνατό να εγκριθούν σε ειδικές περιστάσεις, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11. Στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ιδίως:

Παρεκκλίσεις από τις διατάξεις της παραγράφου 2 είναι δυνατό να εγκριθούν σε ειδικές περιστάσεις, για καθορισμένες χρονικές περιόδους που αντιστοιχούν στην εξέλιξη της υγειονομικής κατάστασης της επικράτειας ή τμήματος της επικράτειας και μπορούν να αναθεωρηθούν ανά πάσα στιγμή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11. Στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ιδίως:

Αιτιολόγηση

Η υγειονομική κατάσταση μιας επικράτειας ή μέρους της επικράτειας μπορεί να εξελίσσεται θετικά ή αρνητικά. Είναι επομένως σκόπιμο να προβλεφθούν καθορισμένα χρονικά μέτρα και αναθεωρήσιμα ανά πάσα στιγμή.

Τροπολογία 5
Άρθρο 5, εδάφιο 2

Εάν το νομικό ή φυσικό πρόσωπο ή πρόσωπα που εμπλέκονται στην παράβαση δεν επανορθώσουν εντός της προθεσμίας που ορίζει η αρμόδια αρχή ή εάν διαπιστωθεί σοβαρός κίνδυνος για την υγεία των ζώων, επιβάλλονται περιορισμοί στην παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των σχετικών προϊόντων. Οι περιορισμοί αυτοί μπορούν να οδηγήσουν στην απαγόρευση παραγωγής και διάθεσης στην αγορά προϊόντων ζωικής προέλευσης και στην απόσυρση και, εάν χρειάζεται, στην καταστροφή των προϊόντων που έχουν ήδη διατεθεί στην αγορά.

Πρέπει η Επιτροπή των ΕΚ να ενημερώνεται με τη χρησιμοποίηση του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης. Εάν το νομικό ή φυσικό πρόσωπο ή πρόσωπα που εμπλέκονται στην παράβαση δεν επανορθώσουν εντός της προθεσμίας που ορίζει η αρμόδια αρχή ή εάν διαπιστωθεί σοβαρός κίνδυνος για την υγεία των ζώων, επιβάλλονται περιορισμοί στην παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των σχετικών προϊόντων. Οι περιορισμοί αυτοί μπορούν να οδηγήσουν στην απαγόρευση παραγωγής και διάθεσης στην αγορά προϊόντων ζωικής προέλευσης και στην απόσυρση και στην καταστροφή των προϊόντων που έχουν ήδη διατεθεί στην αγορά. Οι περιορισμοί αυτοί πρέπει να κοινοποιούνται το κοινό εντός της δέουσας προθεσμίας.

Αιτιολόγηση

Οι επιζωοτίες που προκαλούνται λόγω της διάθεσης στην αγορά μολυσματικών προϊόντων ζωικής προέλευσης δύνανται να έχουν άμεσα ή έμμεσα συνέπειες στην υγεία του ανθρώπου, είναι επομένως σκόπιμο το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης, αφού επανακαθορισθεί στον κανονισμό που ιδρύει νέα επισιτιστική αρχή, να μπορεί να προσφέρει την αποτελεσματικότητά του στον τομέα.

Τροπολογία 6
Άρθρο 6, παράγραφος 2

2.   Η Επιτροπή κοινοποιεί τακτικά στα κράτη μέλη το γενικό πρόγραμμα ελέγχων ή/και επιθεωρήσεων και τα ενημερώνει για τα αποτελέσματά τους.

2.   Η Επιτροπή κοινοποιεί τακτικά στα κράτη μέλη το γενικό πρόγραμμα ελέγχων και τα ενημερώνει για τα αποτελέσματά τους. Μπορεί να διενεργεί ανά πάσα στιγμή αιφνιδιαστικές επιθεωρήσεις στα κράτη μέλη και τα ενημερώνει για το αποτέλεσμα.

Αιτιολόγηση

Για την καλή εφαρμογή αυτού του βασικού κανονισμού στην πρόληψη των επιζωοτιών, είναι απαραίτητο παράλληλα με τους λογιστικούς ελέγχους, να μπορούν να διενεργούνται αιφνιδιαστικές επιθεωρήσεις. Όσον αφορά την αρωγή των αρμόδιων εθνικών αρχών, καλόν είναι να χρησιμοποιηθούν και πάλι οι όροι του νομοθετικού ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επί της κοινής θέσεως του Συμβουλίου με σκοπό την έγκριση της οδηγίας 2001/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … που τροποποιεί την οδηγία 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των αρχών οργάνωσης των επίσημων ελέγχων στον τομέα της διατροφής των ζώων καθώς και τις οδηγίες 70/524/ΕΟΚ, 96/25/ΕΚ και 1999/29/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τη διατροφή των ζώων (13724/1/2000 – C5-0047/2001 – 2000/0068(COD)).

Τροπολογία 7
Άρθρο 6, παράγραφος 4

4.   Για να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική εκτέλεση των ελέγχων ή/και των επιθεωρήσεων, το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου πραγματοποιείται ο έλεγχος ή/και η επιθεώρηση παρέχει κάθε απαιτούμενη βοήθεια και τεκμηρίωση που ζητούν οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής για τους σκοπούς του ελέγχου.

4.   Οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής δύνανται, στο μέτρο που τούτο είναι απαραίτητο για την ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, να διενεργούν ελέγχους επί τόπου σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου πραγματοποιείται ο έλεγχος παρέχει κάθε απαιτούμενη βοήθεια στους εμπειρογνώμονες για την επιτέλεση των καθηκόντων τους. Η Επιτροπή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές, τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα αποτελέσματα των διενεργούμενων ελέγχων.

Αιτιολόγηση

Ίδια αιτιολόγηση με την τροπολογία 6, άρθρο 6, παράγραφος 2.

Τροπολογία 8
Άρθρο 7

Οι διατάξεις που εφαρμόζονται στην εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης από τρίτες χώρες πρέπει να είναι σύμφωνες ή να είναι ισοδύναμες με αυτές που εφαρμόζονται στην παραγωγή και εμπορία κοινοτικών προϊόντων.

Οι διατάξεις που εφαρμόζονται στην εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης από τρίτες χώρες πρέπει να είναι σύμφωνες ή να είναι ισοδύναμες με αυτές που εφαρμόζονται στην παραγωγή και εμπορία κοινοτικών προϊόντων. Στο μέτρο που οι κανόνες αυτοί είναι αυστηρότεροι από εκείνους που έχει ορίσει το Διεθνές Γραφείο Επιζωοτιών (ΔΓΕ), πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις που να λαμβάνουν υπόψη την δυνατότητα των αναπτυσσόμενων χωρών που εξάγουν ή δύνανται να εξάγουν προς την Ευρωπαϊκή Ένωση να τις τηρούν, στο μέτρο του δυνατού, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο ο στόχος υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας των ζώων και των ανθρώπων.

Αιτιολόγηση

Η χρησιμοποίηση διαφορετικών κανόνων από εκείνους που έχουν ορισθεί σε διεθνές επίπεδο μπορεί να παρακωλύσει το εμπόριο και να δημιουργήσει δυσκολίες κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις αγορές εξαγωγών.

Τροπολογία 9
Άρθρο 9, παράγραφος 1

1.   Σε όλα τα στάδια που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, μπορούν να διενεργούνται έλεγχοι ή/και επιθεωρήσεις σε τρίτες χώρες από εμπειρογνώμονες της Επιτροπής, για να επαληθεύεται η συμμόρφωση ή η ισοδυναμία προς τους κοινοτικούς κανόνες για την υγεία των ζώων.

1.   Σε όλα τα στάδια που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, πρέπει να διενεργούνται έλεγχοι ή/και επιθεωρήσεις σε τρίτες χώρες από εμπειρογνώμονες της Επιτροπής, για να επαληθεύεται η συμμόρφωση ή η ισοδυναμία προς τους κοινοτικούς κανόνες για την υγεία των ζώων.

Αιτιολόγηση

Αυτονόητη

Τροπολογία 10
Άρθρο 9, παράγραφος 4

4.   Εάν, κατά τη διάρκεια κοινοτικού ελέγχου ή/και επιθεώρησης, εντοπισθεί σοβαρός κίνδυνος για την υγεία των ζώων, η Επιτροπή λαμβάνει αμέσως τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της υγείας των ζώων και ενημερώνει αμέσως σχετικά τα κράτη μέλη.

4.   Εάν, κατά τη διάρκεια κοινοτικού ελέγχου ή/και επιθεώρησης, εντοπισθεί σοβαρός κίνδυνος για την υγεία των ζώων, η Επιτροπή λαμβάνει αμέσως τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της υγείας των ζώων και ενημερώνει αμέσως σχετικά τα κράτη μέλη μέσω του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης.

Αιτιολόγηση

Αυτονόητη

Τροπολογία 11
Παράρτημα ΙΙ, παράγραφος 2, εδάφιο 2

Το σήμα πρέπει να τοποθετείται από τον επίσημο κτηνίατρο ή υπ’ ευθύνη του επίσημου κτηνιάτρου, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τον έλεγχο της εφαρμογής των ζωοϋγειονομικών απαιτήσεων.

Το σήμα πρέπει να τοποθετείται από τον επίσημο κτηνίατρο, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τον έλεγχο της εφαρμογής των ζωοϋγειονομικών απαιτήσεων.

Αιτιολόγηση

Παράλληλα με τη συστηματική εφαρμογή της αρχής της ανάλυσης κινδύνου κρίσιμου σημείου ελέγχου (HACCP), πρέπει να διατηρηθούν η παρουσία των κτηνιάτρων και οι επίσημες δραστηριότητές τους για την καλή εφαρμογή των αρχών υγιεινής και την ενίσχυση της επισιτιστικής εξασφάλισης.

  • [1] ΕΕ C 365 της 19.12.2000, σελ. 123.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

7 Νοεμβρίου 2001

προς την Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου

επί της πρότασης κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό διατάξεων για την υγεία των ζώων που διέπουν την παραγωγή, την διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή από τρίτες χώρες προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση

(COM(2000) 438 – C5‑0382/2000 – 2000/0181((CNS))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Horst Schnellhardt

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Κατά τη συνεδρίασή της στις 29 Αυγούστου 2001, η Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Πολιτικής των Καταναλωτών όρισε συντάκτη γνωμοδότησης τον κ. Horst Schnellhardt.

Κατά τη συνεδρίασή της στις 6 Νοεμβρίου 2001, η επιτροπή εξέτασε το σχέδιο γνωμοδότησης.

Κατά την ως άνω συνεδρίαση, η επιτροπή ενέκρινε τις ακόλουθες τροπολογίες ομόφωνα.

Ήσαν παρόντες κατά την ψηφοφορία οι βουλευτές: Caroline F. Jackson, πρόεδρος· Horst Schnellhardt, συντάκτης γνωμοδότησης· Per-Arne Arvidsson, María del Pilar Ayuso González, John Bowis, Philip Bushill-Matthews, Martin Callanan, Anne Ferreira, Karl-Heinz Florenz, Laura González Álvarez, Robert Goodwill, Françoise Grossetête, Rosemarie Müller, Béatrice Patrie, Marit Paulsen, Frédérique Ries, Dagmar Roth-Behrendt, Giacomo Santini και Phillip Whitehead.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Πολιτικής των Καταναλωτών καλεί την Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες:

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή [1]Τροπολογίες του Κοινοβουλίου
Τροπολογία 1
Νομική Βάση

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, κυρίως το άρθρο 37,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, κυρίως το άρθρο 152, παρ. 4, σημείο β),

Αιτιολόγηση

Από τους 4 κανονισμούς και την οδηγία που αποτελούν τη δέσμη νέων υγειονομικών διατάξεων για τα τρόφιμα, μόνο η παρούσα πρόταση κανονισμού βασίζεται στο άρθρο 37 της Συνθήκης. Επομένως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν έχει τη δυνατότητα να ενεργοποιήσει τις αρμοδιότητές του ως προς την συναπόφαση. Ο παρών κανονισμός, που συνδέεται άμεσα με την Κοινή Γεωργική Πολιτική, θα έχει άμεσες συνέπειες στην πρόληψη επιζωοτιών, οι οποίες έχουν, σε πολλές περιπτώσεις, άμεσες ή έμμεσες συνέπειες στην ασφάλεια της τροφικής αλυσίδας, και, κατά συνέπεια, στη δημόσια υγεία.

Τροπολογία 2
Αιτιολογική σκέψη 9

Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να θεσπισθούν διαδικασίες για να προλαμβάνεται η είσοδος επιζωοτιών· στις διαδικασίες αυτές περιλαμβάνεται η αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας των ζώων των εξεταζόμενων τρίτων χωρών.

Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να θεσπισθούν διαδικασίες για να προλαμβάνεται η είσοδος επιζωοτιών· στις διαδικασίες αυτές περιλαμβάνεται η αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας των ζώων των εξεταζόμενων τρίτων χωρών. Η αξιολόγηση αυτή πρέπει να πραγματοποιείται τακτικά, ούτως ώστε να διαπιστώνεται η πραγματική υγειονομική κατάσταση στις ενδιαφερόμενες χώρες.

Αιτιολόγηση

Η αξιολόγηση της κατάστασης των τρίτων χωρών στον τομέα της υγείας των ζώων δεν πρέπει να αποτελέσει στιγμιαία διαδικασία λαμβάνοντας υπόψη την ταχύτητα με την οποία διαδίδονται ορισμένες επιζωοτίες.

Τροπολογία 3
Αιτιολογική σκέψη 15

Πρέπει να προβλεφθεί η οργάνωση κοινοτικών ελέγχων και επιθεωρήσεων, για να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων για την υγεία των ζώων.

Πρέπει να διοργανώνονται κοινοτικοί έλεγχοι και επιθεωρήσεις, για να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων για την υγεία των ζώων.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία είναι αυτονόητη.

Τροπολογία 4
Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στις οδηγίες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι και, κατά περίπτωση, στον κανονισμό …/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την υγιεινή των τροφίμων.

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στις οδηγίες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι και, κατά περίπτωση, στους κανονισμούς …/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την υγιεινή των τροφίμων καθώς και στις ειδικές υγειονομικές διατάξεις για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης.

Αιτιολόγηση

Στόχος της τροπολογίας είναι να συμπεριληφθούν όλες οι νομικές βάσεις. Ήδη καταφαίνεται σαφώς ότι ορισμούς περιέχουν και οι ειδικές υγειονομικές διατάξεις.

Τροπολογία 5
Άρθρο 4

Διενεργούνται επίσημοι έλεγχοι από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, για να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό, τους κανόνες εφαρμογής του και τα μέτρα διασφάλισης που εφαρμόζονται στα προϊόντα ζωικής προέλευσης δυνάμει αυτού.

Διενεργούνται επίσημοι έλεγχοι από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, για να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό, τους κανόνες εφαρμογής του και τα μέτρα διασφάλισης που εφαρμόζονται στα προϊόντα ζωικής προέλευσης δυνάμει αυτού.

 

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή ετήσια έκθεση σχετικά με τους διενεργηθέντες ελέγχους, από την οποία θα προκύπτουν, κυρίως, η συχνότητα των ελέγχων, η φύση των διαπιστωμένων ελλείψεων και παραβιάσεων καθώς και τα μέτρα κύρωσης που έχουν ληφθεί από τις αρμόδιες αρχές.

 

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν την πρώτη έκθεση το αργότερο 12 μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα τεθεί σε ισχύ ο παρών κανονισμός.

Οι λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τους ελέγχους αυτούς, τα αποτελέσματά τους και τις αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει των εν λόγω αποτελεσμάτων, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11.

Οι λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τους ελέγχους αυτούς, τα αποτελέσματά τους και τις αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει των εν λόγω αποτελεσμάτων, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11.

Αιτιολόγηση

Είναι σημαντικό να είναι η Επιτροπή σε θέση να επιβλέπει την εκτέλεση του κανονισμού.

Τροπολογία 6
Άρθρο 5

Όταν διαπιστώνονται παραβάσεις των διατάξεων για την υγεία των ζώων, πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για την επανόρθωση της κατάστασης.

Όταν διαπιστώνονται παραβάσεις των διατάξεων για την υγεία των ζώων, πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για την επανόρθωση της κατάστασης και ενδεχομένως να απαγορεύεται η παραγωγή και διάθεση στην αγορά αυτών των προϊόντων.

 

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημερώνεται επ' αυτού μέσω του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης.

Εάν το νομικό ή φυσικό πρόσωπο ή πρόσωπα που εμπλέκονται στην παράβαση δεν επανορθώσουν εντός της προθεσμίας που ορίζει η αρμόδια αρχή ή εάν διαπιστωθεί σοβαρός κίνδυνος για την υγεία των ζώων, επιβάλλονται περιορισμοί στην παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των σχετικών προϊόντων. Οι περιορισμοί αυτοί μπορούν να οδηγήσουν στην απαγόρευση παραγωγής και διάθεσης στην αγορά προϊόντων ζωικής προέλευσης και στην απόσυρση και, εάν χρειάζεται, στην καταστροφή των προϊόντων που έχουν ήδη διατεθεί στην αγορά.

Εάν το νομικό ή φυσικό πρόσωπο ή πρόσωπα που εμπλέκονται στην παράβαση δεν επανορθώσουν εντός της προθεσμίας που ορίζει η αρμόδια αρχή ή εάν διαπιστωθεί σοβαρός κίνδυνος για την υγεία των ζώων, επιβάλλονται περιορισμοί στην παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των σχετικών προϊόντων. Οι περιορισμοί αυτοί μπορούν να οδηγήσουν στην απαγόρευση παραγωγής και διάθεσης στην αγορά προϊόντων ζωικής προέλευσης και στην απόσυρση και στην καταστροφή των προϊόντων που έχουν ήδη διατεθεί στην αγορά. Οι περιορισμοί αυτοί ανακοινώνονται στο κοινό κατά τρόπο εύκολα κατανοητό.

Αιτιολόγηση

Με την επιφύλαξη της προθεσμίας που ορίζει η παράγραφος 2 πρέπει να είναι σαφές ότι ήδη μια πρώτη παραβίαση των διατάξεων που αφορούν την υγεία των ζώων μπορεί, σε σοβαρές περιπτώσεις, να οδηγήσει σε απαγόρευση της παραγωγής και εμπορίας των προϊόντων.

Οι επιζωοτίες που προκαλούνται από την διάθεση στην αγορά μολυσμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης μπορούν να έχουν άμεσες ή έμμεσες συνέπειες για τη δημόσια υγεία. Συνεπώς, συνιστάται να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά στον τομέα αυτό το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης, που επανακαθορίζεται στον κανονισμό που θεσπίζει την νέα Αρχή για τα Τρόφιμα.

Τροπολογία 7
Άρθρο 6, παράγραφος 1

1.   Εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, να πραγματοποιούν ελέγχους ή/και επιθεωρήσεις σε όλα τα στάδια της παραγωγής και εμπορίας προϊόντων ζωικής προέλευσης, καθώς και στην οργάνωση και λειτουργία των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, των κανόνων εφαρμογής του και των μέτρων διασφάλισης που λαμβάνονται δυνάμει αυτού. Οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν να συνοδεύονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους και από τους εμπειρογνώμονες που διορίζει η Επιτροπή για τον έλεγχο ή/και την επιθεώρηση.

1.   Εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, να πραγματοποιούν ελέγχους ή/και επιθεωρήσεις σε όλα τα στάδια της παραγωγής και εμπορίας προϊόντων ζωικής προέλευσης, καθώς και στην οργάνωση και λειτουργία των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, των κανόνων εφαρμογής του και των μέτρων διασφάλισης που λαμβάνονται δυνάμει αυτού. Οι έλεγχοι αυτοί μπορούν να πραγματοποιούνται χωρίς προειδοποίηση. Οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν να συνοδεύονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους και από τους εμπειρογνώμονες που διορίζει η Επιτροπή για τον έλεγχο ή/και την επιθεώρηση.

Αιτιολόγηση

Από τις εξελίξεις που σημειώθηκαν τα τελευταία χρόνια στο θέμα της ασφάλειας των τροφίμων έχει καταδειχθεί ότι οι έλεγχοι που πραγματοποιούνται μετά από προειδοποίηση δεν αποκαλύπτουν πάντα την πραγματική κατάσταση που επικρατεί στις επιχειρήσεις. Και οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ασκούν ελέγχους χωρίς προειδοποίηση, όπως ισχύει για τους ελεγκτές των κρατών μελών.

Τροπολογία 8
Άρθρο 6, παράγραφος 2

Η Επιτροπή κοινοποιεί τακτικά στα κράτη μέλη το γενικό πρόγραμμα ελέγχων ή/και επιθεωρήσεων και τα ενημερώνει για τα αποτελέσματά τους.

Η Επιτροπή κοινοποιεί τακτικά στα κράτη μέλη το γενικό πρόγραμμα ελέγχων ή/και επιθεωρήσεων και τα ενημερώνει για τα αποτελέσματά τους. Η Επιτροπή μπορεί ανά πάσα στιγμή να πραγματοποιεί αιφνίδιες επιθεωρήσεις στα κράτη μέλη και τα ενημερώνει για τα αποτελέσματα.

Αιτιολόγηση

Για την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού που είναι ουσιαστικής σημασίας για την πρόληψη των επιζωοτιών, είναι απαραίτητο να μπορούν να διενεργούνται, παράλληλα με τους ελέγχους, αιφνίδιες επιθεωρήσεις. Ως προς τη συνδρομή των αρμοδίων εθνικών αρχών, καλό είναι να επαναληφθούν οι όροι του νομοθετικού ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επί της κοινής θέσης του Συμβουλίου εν όψει της έγκρισης της οδηγίας 2001/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου …… που τροποποιεί την οδηγία 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των αρχών οργάνωσης των επισήμων ελέγχων στον τομέα της διατροφής των ζώων καθώς τις οδηγίες 70/524/ΕΟΚ, 96/25/ΕΚ και 1999/29/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τη διατροφή των ζώων. (13724/1/2000-C5-0047/2001-2000/0068(CΟD)).

Τροπολογία 9
Άρθρο 6, παράγραφος 4

4.   Για να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική εκτέλεση των ελέγχων ή/και των επιθεωρήσεων, το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου πραγματοποιείται ο έλεγχος ή/και η επιθεώρηση παρέχει κάθε απαιτούμενη βοήθεια και τεκμηρίωση που ζητούν οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής για τους σκοπούς του ελέγχου.

4.   Εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν, στο μέτρο που αυτό είναι απαραίτητο για την ενιαία εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, να προβαίνουν σε επιτόπιους ελέγχους σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Το κράτος μέλος, στην επικράτεια του οποίου πραγματοποιείται έλεγχος, παρέχει κάθε απαιτούμενη βοήθεια στους εμπειρογνώμονες για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Η Επιτροπή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές, τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα αποτελέσματα των πραγματοποιηθέντων ελέγχων.

Αιτιολόγηση

Βλ.   τροπολογία 8

Τροπολογία 10
Άρθρο 6, παράγραφος 6α (νέα)
 

Βάσει των αναφερομένων στο άρθρο 4 ετήσιων εκθέσεων και των κοινοτικών ελέγχων και επιθεωρήσεων που περιγράφονται στο παρόν άρθρο, η Επιτροπή εκπονεί συνοπτική έκθεση για την εφαρμογή του κανονισμού, των εκτελεστικών διατάξεων και των μέτρων διασφάλισης.

 

Σ' αυτήν την συνοπτική έκθεση η Επιτροπή εκτιμά κατά πόσον οι εθνικές αρχές επέβαλαν, με αφορμή τις διαπιστωμένες παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού, κυρώσεις που είναι συγκρίσιμες με αυτές που επιβάλλονται για συγκρίσιμες παραβιάσεις σε άλλα κράτη μέλη.

 

Η Επιτροπή υποβάλλει στο Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ετήσια συνοπτική έκθεση. Η πρώτη συνοπτική έκθεση υποβάλλεται στο Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο το αργότερο 3 μήνες μετά από την αναφερόμενη στην τρίτη παράγραφο του άρθρου 4 ημερομηνία.

Αιτιολόγηση

Βάσει της συνοπτικής έκθεσης ελέγχεται η εφαρμογή του κανονισμού. Στο πλαίσιο αυτό είναι σημαντικό να διαπιστώνονται οι παραβιάσεις και να τιμωρούνται με κυρώσεις. Πρέπει να προληφθεί το ενδεχόμενο να επιβάλλονται στα επιμέρους κράτη μέλη διαφορετικές κυρώσεις για συγκρίσιμες παραβιάσεις. Κατά συνέπεια ζητείται από την Επιτροπή να ελέγχει ότι οι κυρώσεις είναι ισότιμες.

Τροπολογία 11
Άρθρο 9, παράγραφος 1

1.   Σε όλα τα στάδια που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, μπορούν να διενεργούνται έλεγχοι ή/και επιθεωρήσεις σε τρίτες χώρες από εμπειρογνώμονες της Επιτροπής, για να επαληθεύεται η συμμόρφωση ή η ισοδυναμία προς τους κοινοτικούς κανόνες για την υγεία των ζώων. Οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν να συνοδεύονται από τους εμπειρογνώμονες που διορίζει η Επιτροπή για τον έλεγχο ή/και την επιθεώρηση.

1.   Σε όλα τα στάδια που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, διενεργούνται έλεγχοι ή/και επιθεωρήσεις σε τρίτες χώρες από εμπειρογνώμονες της Επιτροπής, για να επαληθεύεται η συμμόρφωση ή η ισοδυναμία προς τους κοινοτικούς κανόνες για την υγεία των ζώων. Συμφωνείται με τις τρίτες χώρες ότι οι επιτόπιοι έλεγχοι μπορούν να διενεργούνται χωρίς προειδοποίηση. Οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν να συνοδεύονται από τους εμπειρογνώμονες που διορίζει η Επιτροπή για τον έλεγχο ή/και την επιθεώρηση.

Αιτιολόγηση

Οι διατάξεις που ισχύουν για τα κράτη μέλη όσον αφορά τους ελέγχους χωρίς προειδοποίηση πρέπει να επεκταθούν και σε τρίτες χώρες. (Πβλ. τροπολογία 7).

Τροπολογία 12
Άρθρο 9, παράγραφος 4

4.   Εάν, κατά τη διάρκεια κοινοτικού ελέγχου ή/και επιθεώρησης, εντοπισθεί σοβαρός κίνδυνος για την υγεία των ζώων, η Επιτροπή λαμβάνει αμέσως τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της υγείας των ζώων και ενημερώνει αμέσως σχετικά τα κράτη μέλη.

4.   Εάν, κατά τη διάρκεια κοινοτικού ελέγχου ή/και επιθεώρησης, εντοπισθεί σοβαρός κίνδυνος για την υγεία των ζώων, η Επιτροπή λαμβάνει αμέσως τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της υγείας των ζώων και ενημερώνει αμέσως σχετικά τα κράτη μέλη μέσω του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία είναι αυτονόητη.

Τροπολογία 13
Άρθρο 11, παράγραφος 1

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την Μόνιμη Κτηνιατρική Επιτροπή, η οποία έχει συσταθεί με την απόφαση 68/361/ΕΟΚ1[2] του Συμβουλίου.

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την Επιστημονική Ομάδα για την Υγεία των Ζώων που συστάθηκε βάσει του άρθρου 28 του κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που καθορίζει τις γενικές αρχές και τις γενικές διατάξεις της νομοθεσίας που διέπει τη διατροφή, θεσπίζει την Ευρωπαϊκή Αρχή για τα Τρόφιμα και καθορίζει τις διαδικασίες που αφορούν την ασφάλεια των τροφίμων.

Αιτιολόγηση

Οι επιζωοτίες που προκαλούνται από τη διάθεση στην αγορά μολυσμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης μπορούν να έχουν άμεσες ή έμμεσες συνέπειες για την δημόσια υγεία. Συνεπώς, συνιστάται να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά στον τομέα αυτό το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης, που επανακαθορίζεται στον κανονισμό που θεσπίζει την νέα Αρχή για τα Τρόφιμα.

  • [1] ΕΕ C της 26.6.2001, σελ. 156.
  • [2]  ΕΕL 225 της 18.10.1968, σελ. 5.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΛΙΕΙΑΣ

23 Ιανουαρίου 2001

προς την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Πολιτικής των Καταναλωτών

σχετικά με την πρόταση Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για:

  • (i)την υγιεινή των τροφίμων,
  • (ii)τον καθορισμό των ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης,
  • (iii)τον καθορισμό των λεπτομερών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση

(COM(2000) 438 – C5‑0376/2000 – 2000/0178(COD))

(COM(2000) 438 – C5‑0377/2000 – 2000/0179(COD))

(COM(2000) 438 – C5‑0378/2000 – 2000/0180(COD))

σχετικά με την πρόταση Κανονισμού του Συμβουλίου για τον καθορισμό των διατάξεων για την υγεία των ζώων που διέπουν την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και την εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση

(COM(2000) 438 – C5‑0382/2000 – 2000/0181(CNS))

σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση ορισμένων οδηγιών σχετικά με την υγιεινή των τροφίμων και τους υγειονομικούς όρους για την παραγωγή και διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και για την τροποποίηση των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ και 91/67/ΕΟΚ

(COM(2000) 438 – C5‑0379/2000 – 2000/0182(COD))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Pat the Cope Gallagher

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Κατά τη συνεδρίασή της στις 19 Σεπτεμβρίου 2000, η Επιτροπή Αλιείας όρισε συντάκτη γνωμοδότησης τον κ. Pat the Cope Gallagher.

Κατά τις συνεδριάσεις της στις 28 Νοεμβρίου 2000 και 22 Ιανουαρίου 2001 η επιτροπή εξέτασε το σχέδιο γνωμοδότησης.

Κατά την τελευταία ως άνω συνεδρίαση, η επιτροπή ενέκρινε τα κατωτέρω συμπεράσματα ομόφωνα.

Ήσαν παρόντες κατά την ψηφοφορία οι βουλευτές: Daniel Varela Suanzes-Carpegna, πρόεδρος· Rosa Miguélez Ramos, αντιπρόεδρος· Niels Busk, Carmen Fraga Estévez, Salvador Jové Peres, Heinz Kindermann, Brigitte Langenhagen, Albert Jan Maat (αναπλ. James Nicholson), Jens Dyhr Okking (αναπλ. Nigel Paul Farage) και Catherine Stihler.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

1.   Εισαγωγή

Από το 1964, ως ανταπόκριση στις ανάγκες της εσωτερικής αγοράς και στην ανάγκη για υψηλά επίπεδα προστασίας, έχουν εγκριθεί και αναπτυχθεί 17 διαφορετικές Οδηγίες του Συμβουλίου για να καλύψουν τους τομείς της υγιεινής των τροφίμων και της δημόσιας υγείας, τους επίσημους ελέγχους των προϊόντων ζωικής προέλευσης και τις πτυχές της υγείας των ζώων όσον αφορά τη διάθεση των προϊόντων αυτών στην αγορά.

Το αποτέλεσμα είναι μία πολύπλοκη και συγκεχυμένη κατάσταση, ιδίως στην περίπτωση των αλιευτικών προϊόντων, και τούτο προκάλεσε το ανακάτεμα κανόνων υγιεινής, υγείας των ζώων και επίσημων ελέγχων και την ύπαρξη διαφορετικών καθεστώτων υγιεινής για τα προϊόντα ζωικής προέλευσης και τα λοιπά τρόφιμα.

Στόχος των σημερινών προτάσεων της Επιτροπής είναι η απλοποίηση και διασαφήνιση της νομοθεσίας, με το χωρισμό των θεμάτων υγιεινής των τροφίμων από τα αφορούντα τους επίσημους ελέγχους και την υγεία των ζώων, και η κατ' αυτόν τον τρόπο εξάλειψη των δυσχερειών που προκαλούσε η αποσπασματική προσέγγιση των 17 Οδηγιών.

2.   Οι προτάσεις της Επιτροπής

Στο πακέτο της Επιτροπής περιλαμβάνονται πέντε διαφορετικές προτάσεις: 4 σχέδια Κανονισμών που υιοθετούν, τροποποιούν και ενοποιούν το περιεχόμενο των διαφόρων Οδηγιών, και ένα σχέδιο Οδηγίας το οποίο θα καταργήσει εν συνεχεία τις αρχικές 17 Οδηγίες.

Οι προτάσεις 1 και 2 αφορούν την υγιεινή των τροφίμων. Η πρώτη εξ αυτών είναι ένα οριζόντιο μέτρο που εφαρμόζεται σε όλα τα τρόφιμα, ενώ η δεύτερη περιλαμβάνει ειδικούς κανόνες για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης. Η πρόταση 3 αφορά τους επίσημους ελέγχους των τροφίμων ζωικής προέλευσης και η πρόταση 4 τα θέματα υγείας των ζώων, που ανακύπτουν από την ενοποίηση των κανόνων υγιεινής και σχετίζονται με την παραγωγή, διάθεση στην αγορά και εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης.

Πρόταση 1 - Υγιεινή των τροφίμων

Αυτό το σχέδιο Κανονισμού, που θα αντικαταστήσει την Οδηγία 93/43/EΟΚ για την υγιεινή των τροφίμων, περιλαμβάνει τους γενικούς κανόνες υγιεινής που ισχύουν για όλα τα τρόφιμα και βασίζεται στις κάτωθι αρχές:

–   οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων εξακολουθούν να φέρουν τη βασική ευθύνη για την ασφάλεια των τροφίμων,

–   προτείνεται να εισαχθούν οι αρχές του συστήματος Aνάλυση Κινδύνων και Κρίσιμα Σημεία Ελέγχου (HACCP), που τίθενται από αυτήν την οργάνωση του Codex Alimentarius. Προτείνεται να γίνει το σύστημα αυτό υποχρεωτικό για όλες τις επιχειρήσεις τροφίμων και να υιοθετηθεί ως εργαλείο διοίκησης από τους υπευθύνους των επιχειρήσεων τροφίμων, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των τροφίμων,

–   οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων πρέπει να εξασφαλίζουν τη δυνατότητα εντοπισμού της προέλευσης των τροφίμων και των συστατικών τροφίμων και να εκπονήσουν διαδικασίες απόσυρσης προϊόντων σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης,

–   πρέπει να εφαρμόζεται βάσει της αρχής "από το αγρόκτημα στο τραπέζι",

–   πρέπει να θεσπιστούν κώδικες βέλτιστης πρακτικής από τους διάφορους τομείς τροφίμων, ούτως ώστε να καθοδηγήσουν τους υπεύθυνους επιχειρήσεων τροφίμων σε θέματα ασφάλειας των τροφίμων,

–   οι εισαγωγές και εξαγωγές από και προς τρίτες χώρες πρέπει να τηρούν τις κοινοτικές προδιαγραφές υγιεινής,

–   πρέπει να υπάρχει ευελιξία προς αντιμετώπιση των ειδικών αναγκών των μικρών επιχειρήσεων και εκείνων που λειτουργούν σε περιφερειακές και σε απόμακρες περιοχές, όπως τα όρη και τα νησιά. Πρέπει να υπάρξουν ειδικές διατάξεις για την παραδοσιακή παραγωγή τροφίμων και για την εφαρμογή του HACCP, ιδίως σε μικρές επιχειρήσεις.

Προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης ad hoc παρεκκλίσεων.

Ειδικό Παράρτημα αφιερώνεται στην πρωτογενή παραγωγή. Περιέχει τα στοιχεία που θεωρούνται απαραίτητα για την εξασφάλιση της ασφάλειας των τροφίμων στο επίπεδο αυτό, ήτοι:

–   κώδικες καλής γεωργικής (αλιευτικής) πρακτικής,

–   τήρηση μητρώων σχετικά με θέματα ασφάλειας των τροφίμων.

Πρόταση 2 - Ειδικοί κανόνες υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης

Αυτό το σχέδιο κανονισμού προβλέπει ειδικούς κανόνες υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (κρέας, γάλα, ψάρια, κλπ) εξ αιτίας των διαφορετικών κινδύνων που υπάρχουν. Οι κανόνες αυτοί περιορίστηκαν από τις 14 διαφορετικές Οδηγίες σε ένα απλοποιημένο κείμενο, που προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία στους υπεύθυνους επιχειρήσεων τροφίμων κατά τον καθορισμό των "εσωτερικών" μέτρων που πρέπει να ληφθούν για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των τροφίμων.

Η πρόταση αυτή περιλαμβάνει και διατάξεις υπέρ της ευελιξίας για τις μικρές επιχειρήσεις και τα παραδοσιακά τρόφιμα.

Όσον αφορά τον αλιευτικό τομέα, καλύπτει τους ειδικούς όρους υγιεινής της παραγωγής, συλλογής και μεταφοράς ζώντων δίθυρων μαλακίων, τους κανόνες για τα κέντρα αποστολής και καθαρισμού και τα θέματα υγείας, επισήμανσης, συσκευασίας, αποθήκευσης και μεταφοράς των προϊόντων.

Όσον αφορά τα αλιευτικά προϊόντα, ο Κανονισμός θεσπίζει τους όρους για τα αλιευτικά σκάφη, συμπεριλαμβανομένων των πλοίων-εργοστασίων και καταψυκτών, και τις απαιτήσεις υγιεινής που εφαρμόζονται επί του σκάφους, κατά τη διάρκεια της εκφόρτωσης και μετά από αυτήν. Θεσπίζονται επίσης οι προδιαγραφές υγείας για τα αλιευτικά προϊόντα. Τέλος, προτείνονται μέτρα που αφορούν το περιτύλιγμα και τη συσκευασία των αλιευτικών προϊόντων, την αποθήκευση και μεταφορά τους, καθώς και την έγκριση και καταχώρηση των επιχειρήσεων.

Πρόταση 3 - Επίσημοι έλεγχοι στα προϊόντα ζωικής προέλευσης

Η πρόταση αυτή ενοποιεί τους κανόνες για τους επίσημους ελέγχους στα προϊόντα ζωικής προέλευσης, όπως οι επιθεωρήσεις κρέατος και ο έλεγχος των περιοχών καλλιέργειας των μαλακίων (Παράρτημα III). Πρόκειται βασικά για ενοποίηση των πολλαπλών σχετικών διατάξεων που ήταν διασκορπισμένοι στις διάφορες Οδηγίες.

Δεν εισήχθησαν σημαντικές καινοτομίες, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις έγινε μετατόπιση της έμφασης, π.χ. στην ανάγκη διεξαγωγής ελέγχων σε ολόκληρο το μήκος της αλυσίδας τροφίμων.

Πέραν των κοινών απαιτήσεων ελέγχου, οι επίσημοι έλεγχοι στα αλιευτικά προϊόντα θα πρέπει να διεξάγονται κατά τη στιγμή της εκφόρτωσης ή πριν από την πρώτη πώληση σε πλειστηριασμό ή χονδρική αγορά. Σε αυτούς περιλαμβάνονται η οργανοληπτική εξέταση, η χημική ανάλυση και διάφορες άλλες μορφές δοκιμών επιτήρησης.

Η Επιτροπή προτείνει να θεωρηθούν ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση τα κάτωθι:

(α)   αλιευτικά προϊόντα στα οποία οι οργανοληπτικοί, χημικοί, φυσικοί ή μικροβιολογικοί έλεγχοι δείχνουν ότι δεν αρμόζουν για ανθρώπινη κατανάλωση·

(β)   ιχθείς ή μέρη ιχθύων που δεν έχουν εξεταστεί δεόντως για την ανίχνευση ενδοπαρασίτων, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία·

(γ)   αλιευτικά προϊόντα που περιέχουν στα εδώδιμα μέρη τους επιβλαβείς ουσίες που βρίσκονται στο υδάτινο περιβάλλον, όπως βαρέα μέταλλα και οργανοχλωριούχες ουσίες, σε επίπεδα στα οποία η υπολογιζόμενη διαιτητική πρόσληψη θα υπερέβαινε την παραδεκτή ημερήσια ή εβδομαδιαία πρόσληψη από ανθρώπους·

(δ)   δηλητηριώδεις ιχθείς και αλιευτικά προϊόντα που περιέχουν βιοτοξίνες·

(ε)   αλιευτικά προϊόντα ή μέρη αυτών που θεωρούνται επικίνδυνα για την ανθρώπινη υγεία.

Πρόταση 4 - Διατάξεις για την υγεία των ζώων

Παρότι δε σχετίζεται άμεσα με την υγιεινή, η πρόταση αυτή είναι αποτέλεσμα της ανασύνταξης των κανόνων περί υγιεινής και αποσκοπεί στην πρόληψη της εξάπλωσης ασθενειών των ζώων που προκαλούνται από τη διάθεση στην αγορά ζωικών προϊόντων.

Το όφελος από την πρόταση αυτή θα είναι ότι όλοι οι κανόνες για την υγεία των ζώων θα περιέχονται πλέον σε ένα ενιαίο μέσο αντί να είναι κατεσπαρμένοι σε 7 Οδηγίες.

Υπάρχουν διάφορες διατάξεις που αφορούν την υγεία των εκτρεφόμενων σε υδατοκαλλιέργειες ιχθύων και ζώντων μαλακίων.

Πρόταση 5 - Οδηγία κατάργησης

Η πρόταση αυτή καταργεί τις 17 Οδηγίες και περιλαμβάνει ρήτρα αναστολής των ισχυόντων κανόνων εφαρμογής.

3.   Σχόλια και πορίσματα

Η Επιτροπή Αλιείας δέχεται με ικανοποίηση τις προτάσεις αυτές και υποστηρίζει τους στόχους τους για απλοποίηση, συνοχή και ενοποίηση, διατηρώντας ταυτόχρονα υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών.

Ειδικότερα, υποστηρίζει την ιδέα ότι οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων πρέπει να φέρουν ακέραιη την ευθύνη για τα τρόφιμα που παράγουν, εφόσον αυτό εφαρμόζεται δίκαια παντού και ισχύει εξίσου και επί της ίδιας βάσης στις εισαγωγές από τρίτες χώρες και στους κοινοτικούς παραγωγούς.

Για το λόγο αυτό, η επιτροπή χαιρετίζει επίσης την απόφαση της Επιτροπής να διατυπώσει τις προτάσεις της υπό μορφήν Κανονισμού και όχι Οδηγιών, ούτως ώστε να εξασφαλίσει ενιαίο καθεστώς σε ολόκληρη την Κοινότητα. Πάντως, και ανεξαρτήτως αυτού, ο αλιευτικός τομέας θα δώσει μεγάλη σημασία στις διατάξεις για την ευελιξία.

Παρότι οι αρχές "από το κτήμα ή τη θάλασσα στο τραπέζι", της ανιχνευσιμότητας και του HACCP μπορούν όλες να συμβάλουν στην ενισχυμένη ασφάλεια των τροφίμων, και συνεπώς πρέπει να υποστηριχθούν, ο αλιευτικός τομέας θα επιδιώξει ιδιαίτερα να εξεταστούν δεόντως οι ειδικές ανάγκες των κοινοτήτων που υποστηρίζει. Σχεδόν εξ ορισμού, η αλιεία είναι συγκεντρωμένη σε απόμακρες ή περιφερειακές παράκτιες περιοχές, όπου υπάρχουν ελάχιστες εναλλακτικές πηγές απασχόλησης. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε ρυθμιστικό περιβάλλον θα πρέπει να εφαρμοστεί με μεγάλη ευαισθησία.

Οι κώδικες καλής πρακτικής αποτελούν ενδεχομένως, υπό τις συνθήκες αυτές, την πρακτικότερη λύση και το καταλληλότερο εργαλείο για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που κυριαρχούν στον αλιευτικό τομέα των περιοχών αυτών.

Το άρθρο 1 της πρότασης για την υγιεινή των τροφίμων και το Παράρτημα Ι της Πρότασης 2 για τους ειδικούς κανόνες υγιεινής παρέχουν λεπτομερείς ορισμούς των πρωτογενών και επεξεργασμένων προϊόντων και των ζώντων δίθυρων μαλακίων και των αλιευτικών προϊόντων. Πρόκειται για βήμα προόδου στον αλιευτικό τομέα.

Η επιτροπή μας έχει με συνέπεια υποστηρίξει ότι, ενώ η πρωτογενής γεωργική παραγωγή έχει θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει συνήθως τα αλιευτικά προϊόντα, η αλιεία και η υδατοκαλλιέργεια καλύπτονται από την χωριστή Κοινή Αλιευτική Πολιτική, που προβλέπει ειδικές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου τροφίμων για τον τομέα.

Όμως, ακόμα και το 1996, η Επιτροπή και το Συμβούλιο, χωρίς να καλέσουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να γνωμοδοτήσει, κατάφεραν να φορτώσουν αδίκως στον αλιευτικό τομέα επιβαρύνσεις προς χρηματοδότηση κτηνιατρικών επιθεωρήσεων βάσει οδηγίας που είχε αρχικά εκπονηθεί για το κρέας (απόφαση του Συμβουλίου Υπουργών Γεωργίας, της 24/27 Ιουνίου 1996, σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής για την τροποποίηση των Οδηγιών (ΕΟΚ)85/73[1], (ΕΟΚ)90/675[2]) και (ΕΟΚ)91/496)[3]).

Η νομοθεσία πρέπει να βασίζεται σε αξιολόγηση των σχετικών κινδύνων. Σε αυτήν πάντως τη συγκεκριμένη περίπτωση, αυτό προφανώς δε συνέβη, ούτε ελήφθη υπόψη η ειδική φύση της "ιδιαίτερης κατηγορίας τροφίμων". Σαφείς ορισμοί και διαφανέστεροι κανονισμοί θα βοηθήσουν στην αποφυγή της επανάληψης τέτοιων καταστάσεων.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Συμπερασματικά, η Επιτροπή Αλιείας επιθυμεί να τονίσει ότι:

α)   Ένα ρυθμιστικό καθεστώς πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα διαφορετικά επίπεδα επικινδυνότητας των διαφόρων επιχειρήσεων, ανάλογα με τις επιχειρηματικές τους πρακτικές. Οι γενικές και ενιαίες αρχές μπορούν και πρέπει να εγκρίνονται κεντρικώς. Όμως, πρέπει να εφαρμόζονται με ευαισθησία σε περιφερειακές και απόμακρες περιοχές που εξαρτώνται από κάποιο συγκεκριμένο τομέα της βιομηχανίας παραγωγής τροφίμων, μολονότι θα πρέπει να εξασφαλίζεται πάντοτε η αυστηρή εφαρμογή των κανονισμών·

β)   Η Οδηγία για την Υγιεινή των Ιχθύων (ΕΟΚ) 91/493 [4] υιοθέτησε την έννοια του αυτοελέγχου και της ευθύνης του τομέα να διεξάγει τους δικούς του ελέγχους. Όπως αναφέρει η Επιτροπή "Η ιδέα που διατρέχει την ανασύνταξη των κανόνων υγιεινής είναι ότι οι επιχειρήσεις τροφίμων φέρουν πλήρως την ευθύνη για την ασφάλεια των τροφίμων που παράγουν. Η εφαρμογή των αρχών ανάλυσης κινδύνων και ελέγχου και η τήρηση των κανόνων υγιεινής πρέπει να εξασφαλίζουν την ασφάλεια αυτή."

Ο αλιευτικός τομέας λειτουργεί ήδη βάσει των αρχών αυτών.

  • [1] ) ΕΕ L 32, 5.2.1985, σελ. 14.
  • [2] ) ΕΕ L 373, 31.12.1990, σελ. 1.
  • [3] ) ΕΕ L 268, 24.9.1991, σελ. 56.
  • [4] ) ΕΕ L 268, 24.9.1991, σελ. 15.