Έκθεση - A5-0009/2002Έκθεση
A5-0009/2002

ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με τον αναλφαβητισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό
(2001/2340(INI))

15 Ιανουαρίου 2002

Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων
Εισηγήτρια: Marie-Thérèse Hermange

Διαδικασία : 2001/2340(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A5-0009/2002
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A5-0009/2002
Συζήτηση :
Ψηφοφορία :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Κατά τη συνεδρίαση της 28ης Φεβρουαρίου 2001, η Πρόεδρος του Κοινοβουλίου ανακοίνωσε ότι είχε εξουσιοδοτήσει την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων να εκπονήσει έκθεση πρωτοβουλίας, σύμφωνα με το άρθρο 163 του Κανονισμού, σχετικά με τον αναλφαβητισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό και την Επιτροπή Πολιτισμού, Νεότητας, Παιδείας, Μέσων Ενημέρωσης και Αθλητισμού να γνωμοδοτήσει.

Κατά τη συνεδρίασή της στις 15 Φεβρουαρίου 2001, η Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων όρισε εισηγήτρια την κ. Marie-Thérèse Hermange.

Κατά τις συνεδριάσεις της στις 9 Ιουλίου, 8 Οκτωβρίου, 19 Νοεμβρίου 2001 και 7/8 Ιανουαρίου 2002, η επιτροπή εξέτασε το σχέδιο έκθεσης.

Κατά την τελευταία ως άνω συνεδρίαση, η επιτροπή ενέκρινε την πρόταση ψηφίσματος ομόφωνα.

Ήσαν παρόντες κατά την ψηφοφορία οι βουλευτές Michel Rocard (πρόεδρος), Winfried Menrad (αντιπρόεδρος), Marie-Thérèse Hermange (εισηγήτρια), Jan Andersson, Elspeth Attwooll (αναπλ. Luciano Caveri), Regina Bastos, André Brie (αναπλ. Sylviane H. Ainardi), Hans Udo Bullmann (αναπλ. Ieke van den Burg), Philip Bushill-Matthews, Alejandro Cercas, Luigi Cocilovo, Elisa Maria Damião, Proinsias De Rossa, Den Dover, Harald Ettl, Jillian Evans, Carlo Fatuzzo, Ilda Figueiredo, Hélène Flautre, Marie-Hélène Gillig, Anne-Karin Glase, Roger Helmer, Richard Howitt (αναπλ. Fiorella Ghilardotti), Stephen Hughes, Anne Elisabet Jensen (αναπλ. Daniel Ducarme), Ιωάννης Κουκιάδης, Elizabeth Lynne, Thomas Mann, Mario Mantovani, Paolo Pastorelli, Manuel Pérez Álvarez, Bartho Pronk, Herman Schmid, Helle Thorning-Schmidt, Anne E.M. Van Lancker, Barbara Weiler και Sabine Zissener.

Η έκθεση κατατέθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2002.

Η προθεσμία για την κατάθεση τροπολογιών θα αναγράφεται στο σχέδιο ημερήσιας διάταξης της περιόδου συνόδου κατά την οποία θα εξετασθεί η έκθεση.

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τον αναλφαβητισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό (2001/2340(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 22 της Oικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,

-   έχοντας υπόψη τη Συνθήκη που ιδρύει την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, ιδίως δε τα άρθρα 2, 3, 136 και 137,

-   έχοντας υπόψη τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως δε από το άρθρο 14, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο: "κάθε άτομο έχει δικαίωμα στην εκπαίδευση…"

-   έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που συνήλθε στη Λισαβόνα στις 23 και 24 Μαρτίου 2000,

-   έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που συνήλθε στη Νίκαια από τις 7 έως τις 10 Δεκεμβρίου 2000,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 12ης Οκτωβρίου 2000 σχετικά με την Ατζέντα για την κοινωνική πολιτική: συνέχεια των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων της Λισαβόνας και της Φέιρα, Συμβούλιο της Νίκαιας του Δεκεμβρίου 2000, [1],

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Να οικοδομήσουμε μια Ευρώπη χωρίς αποκλεισμούς»(COM(2000) 79) ,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Ιουνίου 2000[2] περί της θέσπισης ενός κοινοτικού προγράμματος δράσης για την ενθάρρυνση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού (COM(2000) 368) και το ψήφισμα του της 17ης Μαΐου 2001 σχετικά με το πρόγραμμα δράσης για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού [3],

–   έχοντας υπόψη το Λευκό Βιβλίο της Επιτροπής με τίτλο «Εκπαίδευση και κατάρτιση. Διδασκαλία και μάθηση. Προς μια κοινωνία της γνώσης» (COM(1995) 590) και τα ψηφίσματά του της 18ης Φεβρουαρίου 1997[4] και της 11ης Οκτωβρίου 2000[5] σχετικά με το θέμα «Διδασκαλία και μάθηση» ),

–   έχοντας υπόψη την απόφαση του Συμβουλίου της 19ης Ιανουαρίου 2001 σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών το 2001 (2001/63/ΕΚ[6]) και το ψήφισμά του της 12ης Οκτωβρίου 2000 σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών κατά το 2001[7],

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου της 19ης Ιανουαρίου 2001 σχετικά με την εφαρμογή των πολιτικών απασχόλησης στα κράτη μέλη (2001/64/ΕΚ[8]),

–   έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής με τίτλο «Υπόμνημα για την εκπαίδευση και την δια βίου κατάρτιση» (SEC(2000)1832 – C5-0192/2001),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Απριλίου 1992 σχετικά με την εξάλειψη του αναλφαβητισμού στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας [9],

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 163 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Πολιτισμού, Νεότητας, Παιδείας, Μέσων Ενημέρωσης και Αθλητισμού (A5‑0009/2002),

A.   θεωρώντας ότι το να γνωρίζεις γραφή και ανάγνωση αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα,

Β.   θεωρώντας ότι το δικαίωμα να μαθαίνεις γραφή και ανάγνωση θα έπρεπε να ανήκει σε όλους ως θεμελιώδες δικαίωμα και ότι οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς θα έπρεπε να αναγνωρίζουν ως υποχρέωσή τους την εξασφάλιση της πρόσβασης όλων σε αυτήν την ευκαιρία,

Γ.   πιστεύοντας ότι η καταπολέμηση του αναλφαβητισμού είναι αναγκαία για την υλοποίηση και την ενίσχυση της ατομικής ελευθερίας και επιτρέπει την ίση πρόσβαση σε όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταπολέμηση του αναλφαβητισμού δεν εναπόκειται μόνον στους δασκάλους και τους καθηγητές, αλλά και σε μια δέσμευση ολόκληρης της κοινωνίας στο σύνολό της, ιδίως δε όλων των δημοσίων διοικήσεων, και καλώντας τα κράτη να αναλάβουν την ευθύνη με την οποία τα επιφορτίζουν οι Συνθήκες όσον αφορά το περιεχόμενο και την οργάνωση των εκπαιδευτικών συστημάτων·

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ένωση οφείλει να υποστηρίζει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και να προωθεί την ανταλλαγή άριστων πρακτικών, καινοτόμων προσεγγίσεων και να αξιολογεί τα αποτελέσματα με τα ενδιαφερόμενα άτομα και τους αντίστοιχους φορείς,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο της Λισαβόνας αποφάσισε ότι, προκειμένου να καταπολεμηθεί η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός, πρέπει να εφαρμοστεί μια «ανοικτή μέθοδος συντονισμού»,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, τα άτομα τα οποία είναι ανίκανα να καταλάβουν και να χρησιμοποιήσουν τα έντυπα και τα αναγκαία κείμενα προκειμένου να λειτουργήσουν στην κοινωνία και να επιτύχουν τους στόχους τους, να βελτιώσουν τις γνώσεις τους και να αναπτύξουν τις ικανότητές τους, είναι της τάξης του 10 έως 20% του πληθυσμού της Ένωσης και φθάνουν στο 30% του πληθυσμού των υποψηφίων για ένταξη χωρών, και ότι αυτή η ανησυχητική κατάσταση θα γινόταν ακόμη πιο έντονη εάν λαμβάναμε υπόψη και το μεταναστευτικό ρεύμα από τρίτες χώρες

Η.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι στατιστικές και τα λεπτομερή δεδομένα που αφορούν τον αναλφαβητισμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν είναι ακόμη διαθέσιμα, ιδίως σε ό,τι αφορά τον ορισμό του φαινομένου, τους δείκτες, τις πρωτοβουλίες και τις υπάρχουσες βέλτιστες πρακτικές στα κράτη μέλη,

Θ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η στράτευση για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού δεν υπήρξε μέχρι σήμερα συνεχής και συνεκτική· ότι τα άτομα με περιορισμένες ικανότητες δεν λαμβάνονται αρκετά υπόψη κατά τη σύλληψη των κοινοτικών προγραμμάτων,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι σε πνεύμα σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και για την καταπολέμηση της κοινωνικής περιθωριοποίησης πρέπει να καταπολεμηθεί και εκείνη η μορφή του "επιστρέφοντος" αναλφαβητισμού που πλήττει κυρίως τους ηλικιωμένους, οι οποίοι δεν είναι πλέον αυτοεξυπηρετούμενοι και αναγκάζονται να εγκαταλείψουν οριστικά τον οικογενειακό και κοινωνικοπολιτιστικό χώρο τους,

ΙΑ.   έχοντας υπόψη ότι η συμμετοχή στην κοινωνία της γνώσης και ο κοινωνικός αποκλεισμός βασίζονται κυρίως στην ικανότητα ανάγνωσης και γραφής και ότι ο αναλφαβητισμός περιορίζει την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, τις δυνατότητες εξεύρεσης απασχόλησης και την ικανότητα προσαρμογής στην κοινωνία και στη μεταβαλλόμενη οικονομία,

ΙΒ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αναλφαβητισμός και τα πενιχρά βασικά προσόντα πολλών εργαζομένων έχουν ως επίπτωση την αύξηση των κινδύνων εργατικών ατυχημάτων αφενός, αφετέρου δε καθιστούν πιο δύσκολη τη δυνατότητα αναβάθμισης (ή αναπροσανατολισμού) των εργαζομένων,

ΙΓ.   πιστεύοντας ότι, για να επιτευχθεί ο στόχος που τέθηκε στη Λισαβόνα, να καταστεί δηλαδή η Ευρώπη «η πιο ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία της γνώσης παγκοσμίως, ικανή να επιτύχει βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή», πρέπει να ενισχυθούν οι δεξιότητες στοιχειώδους παιδείας των Ευρωπαίων, με την προώθηση μιας περισσότερο συνειδητοποιημένης πολιτικής συμμετοχής και την βελτίωση της ικανότητας των πολιτών να γνωρίζουν και να διεκδικούν τα δικαιώματά τους,

ΙΔ.   εκτιμώντας ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη οι κατευθύνσεις που ενεκρίθησαν από το Συμβούλιο της Νίκαιας όσον αφορά τους κοινούς στόχους για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και να προωθηθεί η συμμετοχή στον κόσμο της εργασίας και η πρόσβαση όλων στους πόρους, τα δικαιώματα, τα αγαθά και τις υπηρεσίες, προλαμβάνοντας τους κινδύνους της περιθωριοποίησης εις τρόπον ώστε να αναπτύσσεται δράση υπέρ των πλέον εκτεθειμένων κατηγοριών·

1.   ζητεί από την Επιτροπή, στο πλαίσιο των κατευθυντηρίων γραμμών για την απασχόληση και των ανοικτών μεθόδων συντονισμού στον τομέα της καταπολέμησης του αναλφαβητισμού και του κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς και στο πλαίσιο της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης, να προτείνει συγκεκριμένους δείκτες και σημεία αναφοράς στον τομέα του αναλφαβητισμού, τούτο δε σε στενή συνεργασία με τους κοινωνικούς φορείς, ιδίως εκείνους που δίδουν το λόγο στα πλέον μειονεκτικά στρώματα του πληθυσμού·

2.   ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός των βραχύτερων προθεσμιών μια Πράσινη Βίβλο σχετικά με τον αναλφαβητισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό, η οποία θα συνοδεύεται από ένα χρονοδιάγραμμα των πραγματικών επιτεύξεων της κοινωνικής ατζέντας, προσδιορίζοντας σαφώς τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

3.   ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει στο Κοινοβούλιο μια Πράσινη Βίβλο και ένα σχέδιο δράσης βάσει των άρθρων 137 και 150 της Συνθήκης, που θα περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία :

  • α)τον κοινό ορισμό των διαφόρων μορφών αναλφαβητισμού με βάση συγκρίσιμους και συμβατούς δείκτες των κρατών μελών, έτσι ώστε να εκτιμηθούν η τρέχουσα κατάσταση όσον αφορά τους αναλφάβητους και οι εξελίξεις που απορρέουν από τις αλλαγές σε όλους τους τομείς του κοινωνικοοικονομικού και του οικογενειακού βίου·
  • β)το δημόσιο συντονισμό των πολιτικών της καταπολέμησης του αναλφαβητισμού με τις πολιτικές που τείνουν στην ισόβαθμη πρόσβαση σε όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα, την απασχόληση και την κοινωνική προστασία, τη μη διάκριση και την ισότητα των ευκαιριών, την εκπαίδευση και τη δια βίου κατάρτιση καθώς και την έρευνα·
  • γ)την ετήσια αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των κοινοτικών και εθνικών πολιτικών σε ό,τι αφορά τον αναλφαβητισμό και την κοινωνική πολιτική σε συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα·
  • δ)την ενεργό συμμετοχή για τον καθορισμό των κοινοτικών πολιτικών καταπολέμησης του αναλφαβητισμού για όλους τους ενδιαφερόμενους κοινωνικούς φορείς, ιδίως για τα πλέον οικονομικά ευάλωτα άτομα·
  • ε)τη δημιουργία ενός δικτύου ανταλλαγών των άριστων πρακτικών, στο οποίο θα έχουν πρόσβαση όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς, και την καθιέρωση μιας βάσης στατιστικών δεδομένων για τον αναλφαβητισμό στην Ένωση και τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες·
  • στ)την ειδική στήριξη των περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πλήττονται περισσότερο από αυτήν τη μορφή κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς και των υποψήφιων προς ένταξη χωρών, για την κατάρτιση συντονισμένων προγραμμάτων καταπολέμησης του αναλφαβητισμού με την παροχή αναγνωρισμένης εκπαίδευσης·
  • ζ)την βοήθεια προς τις υποψήφιες χώρες για την ανάλυση των αναγκών και την πραγματοποίηση προγραμμάτων καταπολέμησης του αναλφαβητισμού·
  • η)την αναθεώρηση των οδηγιών ή κανονισμών που ισχύουν σήμερα, προκειμένου να περιληφθούν στις πολιτικές της Ένωσης οι στόχοι της καταπολέμησης του αναλφαβητισμού και του κοινωνικού αποκλεισμού·
  • θ)την ενσωμάτωση των δράσεων καταπολέμησης του αναλφαβητισμού, ως πηγής κοινωνικού αποκλεισμού, στους τομείς αρμοδιότητας της Ένωσης·

4.   ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, εντός των βραχύτερων προθεσμιών, πρόταση σύστασης προς τα κράτη μέλη, η οποία θα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα στοιχεία:

  • α)την ανάπτυξη μεθόδων καταπολέμησης του αναλφαβητισμού σε όλα τα προγράμματα και τις δράσεις επαγγελματικής κατάρτισης για ενήλικες, λαμβάνοντας κυρίως υπόψη τις ανάγκες των διακινούμενων εργαζομένων, καθώς και την εφαρμογή μιας χρηματοδοτικής και υλικής υποστήριξης για κάθε δράση καταπολέμησης του αναλφαβητισμού που θα εφαρμόζεται στον τόπο εργασίας (περιλαμβάνοντας τη δυνατότητα εφαρμογής της συμφωνίας σχετικά με την άδεια για επιμόρφωση)·
  • β)τον καθορισμό κριτηρίων προτεραιότητας που θα εξασφαλίζουν την πρόσβαση στα προγράμματα κατάρτισης και προσωπικής ολοκλήρωσης για τους ενήλικες που διαθέτουν πενιχρές βασικές ικανότητες· επίσης, την εφαρμογή μεθόδων που θα είναι προσαρμοσμένες στις ανάγκες τους·
  • γ)την προώθηση σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο πρωτοβουλιών όπως είναι «οι βιβλιοθήκες του δρόμου» και η σχολική υποστήριξη· την προώθηση όλων των πρωτοβουλιών που θα έτειναν στην καταπολέμηση του αναλφαβητισμού για όλους τους αναλφάβητους, ανεξάρτητα από την εργασιακή τους κατάσταση, με ειδικότερο στόχο την κοινωνική ένταξη·
  • δ)την διαβούλευση και την ενεργό συμμετοχή των ενδιαφερομένων κοινωνικών εταίρων στον ορισμό και την εφαρμογή των προγραμμάτων σε κάθε επίπεδο της διαδικασίας λήψης αποφάσεων σε ό,τι αφορά την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού·
  • ε)τον στενό συντονισμό μεταξύ των εθνικών υπηρεσιών που είναι αρμόδιες για την εφαρμογή των δράσεων των διαρθρωτικών ταμείων, των υπευθύνων για τις πολιτικές καταπολέμησης του κοινωνικού αποκλεισμού, της επαγγελματικής ένταξης και της καταπολέμησης του αναλφαβητισμού·
  • στ)την αντιμετώπιση του φαινομένου του αναλφαβητισμού ως προς τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή, δεδομένου ότι μπορεί επίσης να οδηγήσει σε κοινωνικό αποκλεισμό·

5.   ζητεί από την Επιτροπή και το Συμβούλιο να καθιερώσουν ένα Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο του αναλφαβητισμού που θα είναι επιφορτισμένο να διοργανώνει εκπαιδευτικά τμήματα και να απονέμει διπλώματα κατάρτισης σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

6.   ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλλει κατ’ έτος στο Κοινοβούλιο γραπτό και στοιχειοθετημένο απολογισμό σε ό,τι αφορά την πραγματοποίηση των στόχων της καταπολέμησης του αναλφαβητισμού και του κοινωνικού αποκλεισμού, σε στενή συνεργασία με τους αναλφάβητους που έχουν μετάσχει στα προγράμματα κατάρτισης·

7.   χαιρετίζει την έκθεση της Επιτροπής για τη σύνοδο κορυφής της Στοκχόλμης με θέμα «Οι συγκεκριμένοι στόχοι των εκπαιδευτικών συστημάτων»· πιστεύει ότι οι κοινοτικοί θεσμοί έχουν να διαδραματίσουν χρήσιμο ρόλο, βοηθώντας τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα εργασίας, ανυψώνοντας το επίπεδο εκμάθησης στην Ευρώπη, βελτιώνοντας την ποιότητα της κατάρτισης διδασκάλων και εκπαιδευτών, και καταβάλλοντας συγκεκριμένες προσπάθειες ως προς την παροχή στοιχειωδών γνώσεων γραφής, ανάγνωσης και αριθμητικής·

8.   καλεί την Επιτροπή να υποστηρίξει την ανάπτυξη και τη διατήρηση των δεξιοτήτων στοιχειώδους παιδείας μέσω προγραμμάτων όπως το SOCRATES, το LEONARDO και το "Νεολαία για την Ευρώπη", καθώς και μέσω προγραμμάτων που υποστηρίζονται από τα Διαρθρωτικά Ταμεία·

9.   καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει προγράμματα στοιχειώδους παιδείας στο Ευρωπαϊκό Έτος Βιβλίου και Μελέτης·

10.   αναθέτει στην Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή και το Συμβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, καθώς και τις ευρωπαϊκές πλατφόρμες μη κυβερνητικών οργανώσεων που συνεργάζονται με τα μειονεκτικά άτομα.

  • [1] ΕΕ C 197 της 12.7.2001, σελ. 8.
  • [2] ΕΕ C 337 της 28.11.2000, σελ. 130-135.
  • [3] Κείμενα που έχουν εγκριθεί, σημ. 9.
  • [4] ΕΕ 115 της 14.4.1997, σελ. 4.
  • [5] ΕΕ C 223 της 8.8.2001, σελ. 4.
  • [6] ΕΕ L 022 της 24.1.2001, σελ. 18-26.
  • [7] ΕΕ C 197 της 12.7.2001, σελ. 9.
  • [8] ΕΕ L 022 της 24.1.2001, σελ. 27-28.
  • [9] ΕΕ C 150 της 31.5. 1993, σελ. 61.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Μία από τις κυριότερες πηγές οδύνης για τους πλέον φτωχούς είναι το γεγονός ότι δεν γίνονται πλήρως αποδεκτοί ως πολίτες και ότι θεωρούνται άχρηστοι και άνευ σημασίας. Κατά συνέπεια, η μεγάλη φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός πρέπει να θεωρούνται ως παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η καταπολέμηση του αναλφαβητισμού δεν αποτελεί μόνον μια πρόκληση για τους εκπαιδευτικούς και τους διδάσκοντες, αποτελεί μια πρόκληση που απευθύνεται σε όλους τους πολίτες. Η κοινωνία μας, αποδεικνυόμενη ανίκανη να επιτρέπει σε όλους τους πολίτες να πετυχαίνουν στο σχολείο, να μαθαίνουν ένα επάγγελμα και να μετέχουν ενεργητικά στην κατάρτιση για τις νέες τεχνολογίες, στερεί τον εαυτό της από ένα σημαντικό ανθρώπινο δυναμικό.

Εάν η αδυναμία πρόσβασης στη βασική εκπαίδευση και ο αναλφαβητισμός αποτελούν απαράδεκτες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τούτο συμβαίνει όχι μόνο επειδή στερούν τμήμα του πληθυσμού από το εργαλείο της γραφής και της ανάγνωσης που είναι αναγκαίο σε μια εξελισσόμενη κοινωνία, αλλά και γιατί καταδικάζουν στη σιωπή, στη μη επικοινωνία, στην αναγκαστική αχρηστία και, άρα, στον κοινωνικό αποκλεισμό και στην έκπτωση από την ιδιότητα του πολίτη.

Εδώ έγκειται η πραγματική πρόκληση της καταπολέμησης του αναλφαβητισμού. Το να μη μπορεί κανείς να χειριστεί τη γλώσσα αποτελεί μια βαθιά αιτία οδύνης. Εκείνοι που υποφέρουν δηλώνουν ότι «η γνώση της ανάγνωσης και της γραφής είναι απελευθέρωση από την ντροπή»[1].

H παρούσα έκθεση πρωτοβουλίας στοχεύει στην ανάληψη, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, κοινών δράσεων για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, οι οποίες θα αποτελέσουν αναπόσπαστο τμήμα των εγκαρσίων προγραμμάτων καταπολέμησης του κοινωνικού αποκλεισμού και θα λαμβάνονται οριζοντίως υπόψη σε όλες τις κοινοτικές πολιτικές.

Οι ορισμοί του κοινωνικού αποκλεισμού και του αναλφαβητισμού

Η εισηγήτρια θα δεχθεί ευχαρίστως τον ορισμό που πρότεινε το 1987 η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή της Γαλλίας μετά από την έκθεση του κ. Joseph Wresinski: «Αβεβαιότητα είναι η απουσία μιας ή περισσοτέρων ασφαλειών, ιδίως όσον αφορά την απασχόληση, που επιτρέπει στα άτομα και τις οικογένειες να αναλάβουν τις επαγγελματικές, οικογενειακές και κοινωνικές τους υποχρεώσεις και να απολαμβάνουν των θεμελιωδών τους δικαιωμάτων. Η ανασφάλεια που προκύπτει μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο εκτεταμένη και να υπάρχουν συνέπειες λιγότερο ή περισσότερο σοβαρές και οριστικές. Οδηγεί στη μεγάλη πτώχεια όταν πλήττει πολλούς τομείς της ύπαρξης, καθίσταται συνεχής και μειώνει τις ευκαιρίες για εκ νέου ανάληψη ευθυνών και επανακατάκτηση των δικαιωμάτων ιδίοις μέσοις, σε ένα προβλέψιμο μέλλον».[2]

Έστω και αν η Ευρώπη είναι μια ευημερούσα ήπειρος, πολλοί εκ των συμπολιτών μας διαβιούν υπό καθεστώς μεγάλης πτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Πράγματι, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, το 18% περίπου του πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβιώνει με εισόδημα κάτω του 60% του μέσου εθνικού εισοδήματος (πρώτο κατώτατο όριο χαμηλού εισοδήματος που λαμβάνεται υπόψη για τη μέτρηση της σχετικής πτώχειας).

Η Διεθνής Έρευνα για τον Εξαλφαβητισμό των Ενηλίκων (ΕΙΑΑ) – που διοργανώθηκε το 1994 από τον ΟΟΣΑ, με σκοπό να αξιολογήσει και να συγκρίνει τις γνώσεις και το επίπεδο καλλιέργειας των ενηλίκων σε ορισμένες βιομηχανοποιημένες χώρες- προσδιορίζει την εγγραμματοσύνη ως την δυνατότητα ανάγνωσης και γραφής που χρησιμοποιούν οι ενήλικοι στην καθημερινή τους ζωή, στην εργασία ή στην κοινότητα.[3]

Ο αναλφαβητισμός στην Ευρώπη

Το εύρος του προβλήματος σε κοινοτικό επίπεδο δεν πρέπει να υποτιμάται: σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, τα άτομα που είναι ανίκανα να αντιληφθούν και να χρησιμοποιήσουν τα έντυπα και τα γραπτά που χρειάζονται για να λειτουργήσουν στην καθημερινή τους ζωή, αντιπροσωπεύουν σημαντικό τμήμα του πληθυσμού ηλικίας μεταξύ 15 και 65 ετών της Ένωσης.

Σύμφωνα με την ίδια αυτή ανάλυση, το πρόβλημα του λειτουργικού αναλφαβητισμού θίγει επίσης σοβαρά τις υποψήφιες για προσχώρηση χώρες: 42,2% του πληθυσμού μεταξύ 16 και 65 ετών είναι αναλφάβητο στη Σλοβενία, 33,8% στην Ουγγαρία, 42,6% στην Πολωνία, 20,3% στη Ρουμανία, 29,5% στη Βουλγαρία, 25,9% στη Λιθουανία, 23,3% στην Εσθονία, 20,3% στη Λετονία.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, εάν ο αναλφαβητισμός που αφορά τα άτομα τα οποία επουδενί χειρίζονται την γραφή και την ανάγνωση είναι σήμερα σχεδόν πλήρως εκριζωμένος στην Ευρώπη, το φαινόμενο του «λειτουργικού αναλφαβητισμού» τείνει να επιβαρυνθεί.

Ο λειτουργικός αναλφαβητισμός προκαλεί έναν ολοένα εντονότερο διαχωρισμό μεταξύ των προνομιούχων και ευρισκομένων σε σχετική ασφάλεια και εκείνων που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, είναι περιθωριοποιημένοι, δεν έχουν πρόσβαση στην απασχόληση, και που υφίστανται την οικονομική ανασφάλεια, τον αποκλεισμό και τη μη συμμετοχή στον κοινωνικό βίο.

Από οικονομικής πλευράς, ο λειτουργικός αναλφαβητισμός. Τούτο παράγει πρόσθετο κόστος για τις επιχειρήσεις και τον εκσυγχρονισμό τους, πρόσθετες επιβαρύνσεις που συνδέονται με σημαντικά ποσοστά ατυχήματος, πρόσθετους μισθούς για να πληρωθούν οι ελλείψεις του ενός ή του άλλου, πρόσθετο χρόνο λόγω απασχόλησης επιπλέον προσωπικού, στον οποίο πρέπει να προστεθούν οι συνέπειες της μη παραγωγής πλούτου που συνδέεται με την απουσία των καλυτέρων δυνατών προσόντων.[4]

Το έλλειμμα απασχολησιμότητας δεν παραμένει χωρίς συνέπειες για τους ίδιους τους εργαζομένους. Πέραν των εργασιακών ατυχημάτων που προκαλεί, ο αναλφαβητισμός είναι πηγή συστηματικής απουσίας από την εργασία και αποθάρρυνσης.

Επιπλέον, η κοινωνία της πληροφορίας δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο αποκλεισμού των αναλφάβητων. Το θέμα είναι επομένως να αποφευχθεί ένα είδος «τεχνολογικού αναλφαβητισμού» που αντιστοιχεί σε μία δυσκολία αλληλεπίδρασης με τα νέα συστήματα τεχνολογίας της πληροφορίας.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας τόνισε ότι η εκπαίδευση και η επιμόρφωση δια βίου, καθώς και η καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού, πρέπει να συνοδεύονται μια επιτυχημένη μετάβαση προς μία οικονομία και μία κοινωνία που θα βασίζονται στη γνώση, ούτως ώστε το πέρασμα στην κοινωνία της πληροφορίας να μην αποτελέσει αφετηρία για τον αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση των πλέον ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού[5].

Η δράση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα εμπόδια όσον αφορά την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού

Σε κοινοτικό επίπεδο, ο λειτουργικός αναλφαβητισμός των ενηλίκων δεν αποτελεί ακόμη αντικείμενο μιας συνεπούς πολιτικής, έστω και αν το πρόβλημα έχει κατ’ επανάληψη θιγεί στα κοινοτικά έγγραφα (έκθεση για την απασχόληση 2000, κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση 2001, υπόμνημα για την δια βίου επιμόρφωση). Οι τελευταίες κοινοτικές ενέργειες, συγκεκριμένα για το πρόβλημα του λειτουργικού αναλφαβητισμού ανατρέχουν στο πρόγραμμα του Συμβουλίου με στόχο την εντατικοποίηση της καταπολέμησης του αναλφαβητισμού που ενεκρίθη το 1987, το οποίο επέτρεψε στην Επιτροπή να υποστηρίξει από το 1988, ένα δίκτυο 17 πιλοτικών προγραμμάτων για τα αποτελεσματικότερα προληπτικά μέτρα όσον αφορά την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού και κατέληξε το 1990 στη δημοσίευση ενός εγχειριδίου με τίτλο «Πρόληψη και αντιμετώπιση του αναλφαβητισμού στην ΕΚ: συλλογή στρατηγικών και πρακτικών».

Το πρώτο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την καταπολέμηση της αναλφαβητισμού ενεκρίθη στις 13 Μαΐου 1982. Δέκα χρόνια αργότερα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε ένα ψήφισμα για την εκρίζωση του αναλφαβητισμού στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (Α3-400/92), δια του οποίου καλούσε τα κοινοτικά εθνικά περιφερειακά και τοπικά θεσμικά όργανα να χρησιμοποιήσουν τους ανθρωπίνους και οικονομικούς τους πόρους προκειμένου να εξασφαλίσουν στον πληθυσμό την άσκηση του θεμελιώδους δικαιώματος στην εκπαίδευση και την πρόσβαση σε ένα ελάχιστο ποσοστό γνώσεων.

Τα μέγιστα προβλήματα που εμποδίζουν μια αποτελεσματική δράση σε αυτόν τον τομέα είναι διαφορετικής τάξης:

-   η έλλειψη αξιόπιστων και συγκρίσιμων στοιχείων για τον αναλφαβητισμό. Δεν υφίσταται σήμερα ο παραμικρός κοινός διεθνής δείκτης. Οι εθνικοί και διεθνείς οργανισμοί βασίζουν τις αξιολογήσεις τους σε δικά τους κριτήρια. Κάθε κράτος μέλος χρησιμοποιεί διαφορετικούς ορισμούς και δείκτες·

-   τα προτεινόμενα προγράμματα για τα άτομα που αντιμετωπίζουν δυσκολίες ανάγνωσης, γραφής και υπολογισμού είναι άσχημα προσαρμοσμένα στις πραγματικές ανάγκες του στοχευόμενου κοινού. Οι παραδοσιακές παρεμβάσεις στο εσωτερικό ή παράλληλα με το εκπαιδευτικό σύστημα, είναι ελάχιστα προσαρμοσμένες στις ανάγκες, τα ωράρια, τις μεθόδους εκμάθησης των ενηλίκων που βιώνουν μια κατάσταση κοινωνικού αποκλεισμού. Οι πιο ειδικές ενέργειες επιμόρφωσης εντός του τόπου εργασίας ή ενόψει της επαγγελματικής ένταξης απαιτούν συχνά, μεταξύ των όρων πρόσβασης, κάποιο επίπεδο προετοιμασίας·

-   η ανάγκη να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα μέσω ολοκληρωμένων πολιτικών που θα συνδυάζουν πολιτιστικούς και εκπαιδευτικούς στόχους, κοινωνικούς στόχους και στόχους ένταξης στην αγορά εργασίας οι οποίοι συνδέονται με μία πολιτική κοινωνικής ένταξης.

Η αρμοδιότητα της Ένωσης και οι προτάσεις για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού

Η πολιτική καταπολέμησης του αναλφαβητισμού και του κοινωνικού αποκλεισμού εμπίπτει σήμερα, κυρίως στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Ωστόσο η Κοινότητα έχει ως ρόλο να συμπληρώνει και να υποστηρίζει τις πρωτοβουλίες που λαμβάνουν τα κράτη μέλη, ενθαρρύνοντας τη μεταξύ τους συνεργασία. Η καταπολέμηση του αναλφαβητισμού και του κοινωνικού αποκλεισμού πρέπει να καταστεί μια εκ των προτεραιοτήτων της Ένωσης και των κρατών μελών, κινητοποιώντας όλες τις σχετικές πολιτικές στο πλαίσιο μιας συνολικής και ολοκληρωμένης στρατηγικής.

Η εισηγήτρια προτείνει να προβλεφθεί η δημιουργία μιας «ανοικτής μεθόδου συντονισμού» μεταξύ των κρατών μελών για τον αναλφαβητισμό, που θα μπορούσε να συνδυασθεί με τα εθνικά σχέδια για την απασχόληση και την κοινωνική ένταξη.

Α.   Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΑΤΟΜΩΝ

Το σημείο εκκίνησης όλων των κοινών στρατηγικών καταπολέμησης του αποκλεισμού και του αναλφαβητισμού πρέπει από τούδε να βρίσκεται σε σταθερή σύνδεση με τις ΜΚΟ που υποστηρίζουν τις προσπάθειες των πλέον φτωχών οικογενειών στην καθημερινή τους μάχη κατά του κοινωνικού αποκλεισμού.

Β.   Η ΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

Σε επίπεδο κρατών μελών, η εισηγήτρια προτείνει ιδιαίτερα να προωθηθεί:

1.   η ανάπτυξη προτύπων καταπολέμησης του αναλφαβητισμού σε όλα τα προγράμματα και τις δράσεις για την επιμόρφωση των ενηλίκων και ο καθορισμός κριτηρίων προτεραιότητας που θα διασφαλίζουν την πρόσβαση στα προγράμματα επιμόρφωσης στους αναλφάβητους. Ειδικότερα, πρέπει να υποστηριχθούν όλες οι δράσεις καταπολέμησης του αναλφαβητισμού που μπορούν να εφαρμοσθούν στον τόπο εργασίας ή σε συνεργασία με ενδεχόμενους εργοδότες·

2.   η εκπόνηση διδακτικών μέσων και μεθόδων προσαρμοσμένων στις ανάγκες των ενηλίκων, χρησιμοποιώντας επίσης τις νέες τεχνολογίες·

3.   η ανάληψη βασικών πρωτοβουλιών, όπως είναι οι «κινητές βιβλιοθήκες» και τα προγράμματα σχολικής υποστήριξης που προτείνουν οι ενώσεις σε τοπικό επίπεδο·

4.   η συμμετοχή στον προσδιορισμό των εθνικών στρατηγικών, όσον αφορά την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού όλων των ενδιαφερομένων κοινωνικών εταίρων·

5.   ο στενός συντονισμός μεταξύ των εθνικών υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες για την εφαρμογή των δράσεων βάσει των Διαρθρωτικών ταμείων και των υπευθύνων για τις πολιτικές καταπολέμησης του κοινωνικού αποκλεισμού και του αναλφαβητισμού.

Γ.   ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Οι δράσεις των κρατών μελών θα συνοδεύονται από μια πρωτοβουλία της Επιτροπής με στόχο:

1.   τον προσδιορισμό κοινών δεικτών και βάσεων δεδομένων όσον αφορά:

-   τα βασικά απαραίτητα προσόντα·

-   τα κριτήρια και τις μεθόδους εντοπισμού των ατόμων και ομάδων υψηλού κινδύνου·

-   τους ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους των ενεργειών στον τομέα του αναλφαβητισμού·

-   τον εντοπισμό των καλύτερων πρακτικών·

-   την αξιολόγηση του κόστους του αναλφαβητισμού·

2.   την εφαρμογή ενός συστήματος περιοδικής αξιολόγησης των επιπτώσεων των κοινοτικών και εθνικών πολιτικών για τον αναλφαβητισμό, καθώς και των αποτελεσμάτων των πολιτικών καταπολέμησης του αναλφαβητισμού·

3.   ο χαρακτηρισμός της καταπολέμησης του αναλφαβητισμού ως οριζόντιας πολιτικής (mainsreaming), σε όλες τις πολιτικές της Ένωσης και ο καθορισμός των καταλλήλων μηχανισμών που θα επιτρέψουν τον συντονισμό της με άλλες κοινοτικές πολιτικές·

4.   η εξασφάλιση της συμμετοχής όλων των κοινωνικών φορέων στον καθορισμό των δράσεων και δημιουργία ενός δικτύου ανταλλαγής απόψεων και πληροφοριών καθώς και των βελτίστων πρακτικών·

5.   η εξασφάλιση αμέσως και επειγόντως βοήθειας στις υποψήφιες χώρες για την υλοποίηση προγραμμάτων εκμάθησης γραφής και ανάγνωσης.

Δ.   ΝΟΜΙΚΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ

Η ευρωπαϊκή στρατηγική καταπολέμησης του αναλφαβητισμού πρέπει να συνοδεύεται από ένα χρονοδιάγραμμα συγκεκριμένων δράσεων, η πρώτη φάση των οποίων θα είναι η δημιουργία μιας Πράσινης Βίβλου που θα προσδιορίζει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο:

-   νομοθετική πρωτοβουλία·

-   σύσταση προς τα κράτη μέλη·

-   αναθεώρηση των ισχυουσών οδηγιών ή κανονισμών προκειμένου να συμπεριληφθεί στις πολιτικές της Ένωσης ο στόχος της καταπολέμησης του αναλφαβητισμού και του κοινωνικού αποκλεισμού.

Σε ετήσια βάση, η Επιτροπή θα υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο γραπτό και αριθμητικά στοιχειοθετημένο απολογισμό σε ό,τι αφορά την υλοποίηση των στόχων καταπολέμησης του αναλφαβητισμού και του κοινωνικού αποκλεισμού.

  • [1] Όλοι είμεθα θιασώτες των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Πράξεις της 6ης Ευρωπαϊκής Συνόδου των Λαϊκών Πανεπιστημίων Τετάρτου Κόσμου στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, υπό τη διεύθυνση του Olivier GERHARD, Βρυξέλλες 1999
  • [2] Μεγάλη πτώχεια και οικονομική και κοινωνική ανασφάλεια. Έκθεση προς το οικονομικό και κοινωνικό Συμβούλιο, Παρίσι 1987. Εισηγητής: κ. Joseph WRESINKSI.
  • [3] Έκθεση ΟΟΣΑ, Εγγραμματοσύνη, Οικονομία και Κοινωνία, 1995).
  • [4] Hugues LENOIR, Επιχείρηση και αναλφαβητισμός: ας μην υποκύψουμε !: Κοινωνικές Πληροφορίες αριθ. 59.
  • [5] «Προώθηση της κοινωνικής ενσωμάτωσης» (§ 32 και 33 των Συμπερασμάτων)

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΝΕΟΤΗΤΑΣ, ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΜΕΣΩΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ

18 Σεπτεμβρίου 2001

προς την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων

σχετικά με τον αναλφαβητισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό

(2001/2340 (INI))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Eurig Wyn

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Κατά τη συνεδρίασή της στις 6 Mαρτίου 2001, η Επιτροπή Πολιτισμού, Νεότητας, Παιδείας, Μέσων Ενημέρωσης και Αθλητισμού όρισε συντάκτη γνωμοδότησης τον Eurig Wyn.

Kατά τις συνεδριάσεις της στις 4 και 18 Σεπτεμβρίου 2001, η επιτροπή εξέτασε το σχέδιο γνωμοδότησης.

Κατά την τελευταία ως άνω συνεδρίαση η επιτροπή ενέκρινε ομόφωνα τα συμπεράσματα.

Ήσαν παρόντες κατά την ψηφοφορία οι βουλευτές : Giuseppe Gargani, πρόεδρος· Eurig Wyn συντάκτης γνωμοδότησης, Pedro Aparicio Sánchez, Marielle de Sarnez, Robert J.E. Evans (αναπλ. Lissy Gröner), Cristina Gutiérrez Cortines (αναπλ.Christopher Heaton-Harris), Thomas Mann (αναπλ. Ruth Hieronymi σύμφωνα με το άρθρο 153, παράγραφος 2, του Κανονισμού), Maria Martens, Pietro-Paolo Mennea, Barbara O'Toole, Doris Pack, Roy Perry, Mónica Ridruejo, The Earl of Stockton (αναπλ.Theresa Zabell), Kathleen Van Brempt, Luckas Vander Taelen, Sabine Zissener.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.   Στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο της «οικονομίας της γνώσης», οι στοιχειώδεις γνώσεις γραφής και ανάγνωσης και αριθμητικής εκτιμούνται ιδιαιτέρως. Αντιστρόφως, στις προηγμένες κοινωνίες, ο αναλφαβητισμός είναι στενά συνδεδεμένος με τον «κοινωνικό αποκλεισμό» – το όνειδος, την ένδεια και την κοινωνική ακινησία. Κατά κανόνα, οι αναλφάβητοι είναι παγιδευμένοι σε χειρωνακτικές εργασίες· καταλήγουν δε στη φυλακή συχνότερα από εκείνους που μπορούν να διαβάζουν και να γράφουν. Τι μπορεί και τι πρέπει να κάνει η Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να περιορίσει στο ελάχιστο τον αναλφαβητισμό στην Ευρώπη;

2.   Ποιο είναι το πρόβλημα; Μέχρι πρόσφατα, υπήρχε η κοινή πεποίθηση ότι οι ανεπτυγμένες χώρες δεν αντιμετώπιζαν πρόβλημα στοιχειώδους παιδείας χάρη στην επί μακρόν εφαρμοζόμενη πολιτική καθολικής και υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Αυτή η πεποίθηση ήταν εσφαλμένη. Τα επίπεδα παντελούς αναλφαβητισμού στην Ευρώπη είναι βεβαίως χαμηλά, άλλα, ωστόσο, ένα ανησυχητικά υψηλό ποσοστό του πληθυσμού ορισμένων εκ των πλουσιότερων χωρών παγκοσμίως διαθέτει ανεπαρκείς δεξιότητες, όσον αφορά τις στοιχειώδεις γνώσεις γραφής και ανάγνωσης – είναι «λειτουργικά αναλφάβητοι». Υπάρχει δε και ένα νέο πρόβλημα: πολλοί μετανάστες και πολλοί αναζητούντες άσυλο, ικανοί να διαβάζουν και να γράφουν στη μητρική τους γλώσσα, συχνά είναι λειτουργικά αναλφάβητοι στη βασική γλώσσα της χώρας υποδοχής. Όλα αυτά είναι ζητήματα ουσίας διότι το επίπεδο στοιχειώδους παιδείας επηρεάζει το προφίλ δεξιοτήτων και την ευελιξία του εργατικού δυναμικού μίας χώρας, τα επίπεδα ανεργίας, τις δυνατότητες κατάρτισης και το εισόδημα. Επηρεάζουν επίσης τον βαθμό στον οποίο οι πολίτες μπορούν να συμμετέχουν πλήρως στην πολιτισμική ζωή, στα κοινά αλλά και στην πολιτική ζωή των κοινωνιών στις οποίες ζουν. Για τους πολίτες, τα υψηλότερα επίπεδα στοιχειώδους παιδείας συνδέονται με υψηλότερα ποσοστά συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, λιγότερες πιθανότητες ανεργίας και μεγαλύτερες πιθανότητες απόκτησης μίας υπαλληλικής θέσης που απαιτεί αυξημένα προσόντα. Επίσης, υψηλότερα επίπεδα στοιχειώδους παιδείας συνδέονται και με καλύτερη κατάσταση της υγείας και υψηλότερο προσδόκιμο ζωής.

3.   Πόσο μεγάλο είναι; Μία έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2000 από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης – «Η Στοιχειώδης Παιδεία στην Εποχή της Πληροφορίας» ('Literacy in the Information Age')- επεδίωξε να μετρήσει τα επίπεδα στοιχειώδους παιδείας των ενηλίκων σε είκοσι χώρες. Η έκθεση, η οποία βασίστηκε σε συγκριτικές διεθνείς έρευνες που διεξήχθησαν το χρονικό διάστημα 1994-1999, περιλαμβάνει συνεντεύξεις με ανθρώπους ηλικίας από 16 έως 65 ετών. Η στοιχειώδης παιδεία ορίζεται ως: «η ικανότητα κατανόησης και χρήσης έντυπων πληροφοριών στις καθημερινές δραστηριότητες, στο σπίτι, στην εργασία και στην κοινότητα – προκειμένου να επιτύχει κανείς τους σκοπούς του και να αναπτύξει τις γνώσεις και τις δυνατότητές του».

4.   Η έρευνα στην οποία βασίστηκε η έκθεση εξέτασε τρεις τομείς:

  • στοιχειώδεις γνώσεις ανάγνωσης πεζού λόγου (κατανόηση συνήθων πληροφοριών μίας εφημερίδας)·
  • στοιχειώδεις γνώσεις ανάγνωσης εγγράφων (κατανόηση εγγράφων, όπως επιταγές ή χάρτες);
  • στοιχειώδεις γνώσεις αριθμητικής (κατανόηση του τρόπου υπολογισμού του τόκου ενός δανείου όπως παρουσιάζεται σε μία διαφήμιση)

Προσδιορίστηκαν πέντε επίπεδα ικανότητας, τα οποία κυμαίνονται από το επίπεδο 1 («εξαιρετικά ανεπαρκείς δεξιότητες») έως το επίπεδο 5 («υψηλού επιπέδου δεξιότητες επεξεργασίας πληροφοριών»): το επίπεδο 3 θεωρήθηκε ως το ελάχιστο επίπεδο στοιχειώδους παιδείας που είναι απαραίτητο για να αντεπεξέλθει κανείς στην καθημερινή ζωή και εργασία σε μία πολύπλοκη, προηγμένη κοινωνία.

5.   Συγκεντρωτικός πίνακας στοιχειώδους παιδείας: Προέκυψε η ακόλουθη ιεραρχία στοιχειώδους παιδείας: Σουηδία, Δανία, Νορβηγία, Τσεχική Δημοκρατία, Γερμανία, Κάτω Χώρες, Φινλανδία, Βέλγιο (Φλάνδρα), Καναδάς, Αυστραλία, ΗΠΑ, Νέα Ζηλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Σλοβενία, Πολωνία, Πορτογαλία, Χιλή. (Η Γαλλία αποσύρθηκε από τη μελέτη το Νοέμβριο του 1995). Καμία όμως κυβέρνηση δεν έχει τα περιθώρια να εφησυχάζει. Σε κάθε μία από τις ακόλουθες χώρες, ποσοστό άνω του 15% του πληθυσμού έφθασε μόνο στο επίπεδο 1 στην εξέταση στοιχειώδους γνώσεων πεζού λόγου: το Βέλγιο (Φλάνδρα), η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ακόμη και στη χώρα με τα υψηλότερα αποτελέσματα στην εξέταση αυτή (τη Σουηδία), ποσοστό 8% του πληθυσμού των ενηλίκων αντιμετώπιζε σοβαρό έλλειμμα στοιχειώδους παιδείας στην καθημερινή ζωή και την εργασία. Και η έκθεση του ΟΟΣΑ συμπεραίνει ότι σε όλες τις χώρες και τις περιφέρειες που συμμετείχαν στη μελέτη, τουλάχιστον ένας στους τέσσερις ενήλικες δεν έφθασε στο επίπεδο 3 – το επιθυμητό επίπεδο στοιχειώδους παιδείας. Η ανεπαρκής στοιχειώδης παιδεία είναι ένα πρόβλημα βαθιά εδραιωμένο: η εκρίζωσή του συνιστά μείζονα πρόκληση για τις κυβερνήσεις.

6.   Πλήρης εκπαίδευση: Η σχέση μεταξύ δεξιοτήτων στοιχειώδους παιδείας και ακαδημαϊκών επιδόσεων δεν είναι απλή. Πολλοί ενήλικες διαθέτουν υψηλό επίπεδο στοιχειώδους παιδείας παρά το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης: αντίστροφα, ορισμένοι έχουν ανεπαρκείς δεξιότητες στοιχειώδους παιδείας παρά το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης. Ωστόσο (όπως και ήταν αναμενόμενο), η μελέτη του ΟΟΣΑ διαπίστωσε ότι η ολοκληρωμένη εκπαίδευση αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για την εξασφάλιση της στοιχειώδους παιδείας. Κατά μέσο όρο, όσο περισσότερο χρόνο δαπανούν οι άνθρωποι στην πλήρη εκπαίδευση, τόσο περισσότερο εγγράμματοι είναι. Και ο αρνητικός συσχετισμός ηλικίας και στοιχειώδους παιδείας αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι οι ομάδες μεγαλύτερης ηλικίας που εξετάστηκαν είχαν κατά μέσο όρο δαπανήσει μικρότερο χρονικό διάστημα στην πλήρη εκπαίδευση από ό,τι οι ομάδες νεαρότερης ηλικίας. Η πλήρης, υψηλής ποιότητας εκπαίδευση αποτελεί πρόδηλη και ισχυρή συμβολή στα επίπεδα στοιχειώδους παιδείας του πληθυσμού στο σύνολό του: σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ και μια σειρά άλλων σχολιαστών, τα κύρια περιθώρια βελτίωσης βρίσκονται στην περισσότερη και καλύτερη διδασκαλία που θα στοχεύει στο πιο αδύνατο, από ακαδημαϊκή άποψη, τέταρτο του πληθυσμού σχολικής ηλικίας και στα άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.

7.   Πέρα από την πλήρη εκπαίδευση: Αλλά, από μόνη της, η επίσημη πλήρης εκπαίδευση δεν εγγυάται υψηλά επίπεδα παιδείας στους ενήλικες οι οποίοι έχουν εγκαταλείψει την πλήρη εκπαίδευση. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του ΟΟΣΑ, τέσσερις είναι οι παράγοντες που συμβάλλουν στην επίτευξη και διατήρηση υψηλού επιπέδου στοιχειώδους παιδείας στα άτομα που έχουν εγκαταλείψει την πλήρη εκπαίδευση:

  • το υψηλό ποσοστό του πληθυσμού σε θέσεις απασχόλησης που απαιτούν δεξιότητες
  • βιομηχανικές και επαγγελματικές δομές και πρότυπα εργασίας που απαιτούν και ανταμείβουν δεξιότητες στοιχειώδους παιδείας
  • συμμετοχή στην επίσημη εκπαίδευση και κατάρτιση ενηλίκων
  • χρήση δεξιοτήτων στοιχειώδους παιδείας κατ’ οίκον.

Τα παραπάνω υπογραμμίζουν τη σπουδαιότητα των πολιτικών που απευθύνονται στο χώρο εργασίας (οι εργοδότες του ιδιωτικού, αλλά και του δημόσιου τομέα έχουν σημαντικό ρόλο να διαδραματίσουν, προωθώντας και ανταμείβοντας τις δεξιότητες στοιχειώδους παιδείας) και στην οικογένεια (όπως εκπαιδευτικά προγράμματα που προορίζονται για ολόκληρη την οικογένεια).

8.   Τι μπορεί – και πρέπει – να κάνει η Ευρώπη; Το άρθρο 149, παράγραφος 1, της Συνθήκης αναφέρει ότι «η Κοινότητα σέβεται πλήρως την ευθύνη των κρατών μελών, όσον αφορά το περιεχόμενο της διδασκαλίας και την οργάνωση των εκπαιδευτικών συστημάτων, καθώς και την πολιτισμική και γλωσσική πολυμορφία». Επιπλέον, οι πόροι που προορίζονται για την εκπαίδευση σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι – στο πλαίσιο του συνόλου του προϋπολογισμού – πενιχροί. Τέλος, η Κοινότητα θα πρέπει να ενεργεί μόνο στις περιπτώσεις όπου υπάρχει ευαπόδεικτη και ανάλογη «ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία». Δεδομένων αυτών των περιορισμών, υπάρχουν τρεις τομείς που εμπίπτουν στη σφαίρα της δικαιοδοσίας της επιτροπής αυτής, όπου υπάρχει νομική βάση για ανάληψη δράσης και στην οποία η Κοινότητα θα μπορούσε να συμβάλλει με χρήσιμο τρόπο στην ανύψωση των επιπέδων στοιχειώδους παιδείας στην Ευρώπη:

  • συγκεντρώνοντας πληροφορίες σχετικά με το πώς τα κράτη μέλη σχεδιάζουν να εφαρμόσουν τα συμπεράσματα της Διάσκεψης της Λισσαβόνας στον τομέα της εκπαίδευσης και ενθαρρύνοντας τη διάδοση ορθής πρακτικής,
  • βοηθώντας τα κράτη μέλη (μέσω της «μεθόδου του ανοικτού συντονισμού») ώστε να εφαρμόσουν ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα εργασίας στην Ευρώπη, βελτιώνοντας την ποιότητα της κατάρτισης διδασκάλων και εκπαιδευτών και καταβάλλοντας ειδικές προσπάθειες στον τομέα της παροχής στοιχειωδών γνώσεων γραφής, ανάγνωσης και αριθμητικής»[1],
  • υποστηρίζοντας την ανάπτυξη και τη διατήρηση των δεξιοτήτων στοιχειώδους παιδείας μέσω προγραμμάτων όπως το SOCRATES (η δράση εκπαίδευσης ενηλίκων GRUNDTVIG), LEONARDO και Νεολαία για την Ευρώπη, καθώς και μέσω προγραμμάτων που υποστηρίζονται από τα Διαρθρωτικά Ταμεία.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η Επιτροπή Πολιτισμού, Νεότητας, Παιδείας, Μέσων Ενημέρωση και Αθλητισμού καλεί την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, ως αρμόδια επιτροπή, να ενσωματώσει τα ακόλουθα σημεία στην πρόταση ψηφίσματός της:

1.   παρατηρεί ότι, ενώ ο παντελής αναλφαβητισμός είναι ένα σχετικά σπάνιο φαινόμενο στην Ευρώπη, σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα τουλάχιστον ένας στους τέσσερις ενήλικες στερείται του ελάχιστου επιπέδου στοιχειώδους παιδείας που είναι απαραίτητη για να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις της καθημερινής ζωής και εργασίας σε μια πολύπλοκη, προηγμένη κοινωνία·

2.   πιστεύει ότι, για να επιτευχθεί ο στόχος που τέθηκε στη Λισσαβόνα, να καταστεί, δηλαδή η Ευρώπη «η πιο ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία της γνώσης παγκοσμίως, ικανή να επιτύχει βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή», πρέπει να ενισχυθούν οι δεξιότητες στοιχειώδους παιδείας των Ευρωπαίων· με την προώθηση μιας περισσότερο συνειδητοποιημένης πολιτικής συμμετοχής και την βελτίωση της ικανότητας των πολιτών να γνωρίζουν και να διεκδικούν τα δικαιώματά τους·

3.   καλεί τα κράτη να αναλάβουν την ευθύνη με την οποία τα επιφορτίζουν οι Συνθήκες όσον αφορά το περιεχόμενο και την οργάνωση των εκπαιδευτικών συστημάτων·

4.   εκτιμά ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη οι κατευθύνσεις που ενεκρίθησαν από το Συμβούλιο της Νίκαιας όσον αφορά τους κοινούς στόχους για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και να προωθηθεί η συμμετοχή στον κόσμο της εργασίας και η πρόσβαση όλων στους πόρους, τα δικαιώματα, τα αγαθά και τις υπηρεσίες, προλαμβάνοντας τους κινδύνους της περιθωριοποίησης εις τρόπον ώστε να αναπτύσσεται δράση υπέρ των πλέον εκτεθειμένων κατηγοριών·

5.   χαιρετίζει την έκθεση της Επιτροπής για τη σύνοδο κορυφής της Στοκχόλμης με θέμα «Οι συγκεκριμένοι στόχοι των εκπαιδευτικών συστημάτων», πιστεύει ότι οι κοινοτικοί θεσμοί έχουν να διαδραματίσουν χρήσιμο ρόλο, βοηθώντας τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα εργασίας «ανυψώνοντας το επίπεδο εκμάθησης στην Ευρώπη, βελτιώνοντας την ποιότητα της κατάρτισης διδασκάλων και εκπαιδευτών, και καταβάλλοντας συγκεκριμένες προσπάθειες ως προς την παροχή στοιχειωδών γνώσεων γραφής, ανάγνωσης και αριθμητικής»·

6.   καλεί την Επιτροπή να υποστηρίξει την ανάπτυξη και τη διατήρηση των δεξιοτήτων στοιχειώδους παιδείας μέσω προγραμμάτων όπως το SOCRATES, το LEONARDO και το "Νεολαία για την Ευρώπη", καθώς και μέσω προγραμμάτων που υποστηρίζονται από τα Διαρθρωτικά Ταμεία·

7.   καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει προγράμματα στοιχειώδους παιδείας στο Ευρωπαϊκό Έτος Βιβλίου και Μελέτης·

8.   προτρέπει τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν ότι οι μετανάστες, οι αναζητούντες άσυλο και οι ενήλικες που έχουν απομακρυνθεί από την αγορά εργασίας εξ αιτίας των τεχνολογικών καινοτομιών αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα προβλήματα, και να προβούν σε μέτρα που θα βοηθήσουν τα άτομα αυτά να βελτιώσουν τις δεξιότητες τους στον τομέα της στοιχειώδους παιδείας, συντονίζοντας τις πρωτοβουλίες τους με αυτές που ενδεχομένως αναλαμβάνονται από εθελοντικές θρησκευτικές ή λαϊκές οργανώσεις, συνδικάτα ή ενώσεις επιχειρηματιών.

  • [1] Έκθεση της Επιτροπής «Οι συγκεκριμένοι μελλοντικοί στόχοι των εκπαιδευτικών συστημάτων (COM(2001) 59 τελικό).