ΣΥΣΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ σχετικά με την κοινή θέση που καθόρισε το Συμβούλιο για την έκδοση της οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών
(11212/4/2002 – C5‑0534/2002 – 2000/0260(COD))

26 Φεβρουαρίου 2003 - ***II

Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής
Εισηγητής: Othmar Karas

Διαδικασία : 2000/0260(COD)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A5-0042/2003
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A5-0042/2003
Συζήτηση :
Ψηφοφορία :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Κατά τη συνεδρίαση του στις 4 Ιουλίου 2001, το Κοινοβούλιο γνωμοδότησε σε πρώτη ανάγνωση σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (COM(2000) 507 - 2000/0260 (COD)).

Κατά τη συνεδρίαση της 20ής Νοεμβρίου 2002, o Πρόεδρος του Κοινοβουλίου ανακοίνωσε την παραλαβή της κοινής θέσης, την οποία παρέπεμψε στην Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (11212/4/2002 - C5-0534/2002).

Κατά τη συνεδρίασή της στις 6 Νοεμβρίου 2000, η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής όρισε εισηγητή τον Othmar Karas.

Κατά τις συνεδριάσεις της στις 27 Νοεμβρίου 2002, 21 Ιανουαρίου, 27 Ιανουαρίου, 18 Φεβρουαρίου και 19 Φεβρουαρίου 2003, η επιτροπή εξέτασε την κοινή θέση καθώς και το σχέδιο σύστασης για τη δεύτερη ανάγνωση.

Κατά την τελευταία ως άνω συνεδρίαση, η επιτροπή ενέκρινε το σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος με 24 ψήφους υπέρ, 3 ψήφους κατά και 13 αποχές.

Ήσαν παρόντες κατά την ψηφοφορία οι βουλευτές: Christa Randzio-Plath, πρόεδρος· José Manuel García-Margallo y Marfil, Philippe A.R. Herzog και John Purvis, αντιπρόεδροι· Othmar Karas, εισηγητής· Generoso Andria, Richard A. Balfe (αναπλ. Brice Hortefeux), Pervenche Berès, Hans Blokland, Armonia Bordes, Renato Brunetta, Hans Udo Bullmann, Bert Doorn (αναπλ. Ιωάννη Μαρίνου), Harald Ettl (αναπλ. Helena Torres Marques), Jonathan Evans, Ingo Friedrich, Carles-Alfred Gasòliba i Böhm, Robert Goebbels, Lisbeth Grönfeldt Bergman, Mary Honeyball, Christopher Huhne, Piia-Noora Kauppi, Christoph Werner Konrad, Wilfried Kuckelkorn (αναπλ. μέλους που πρόκειται να ορισθεί), Astrid Lulling, Thomas Mann (αναπλ. Mónica Ridruejo), David W. Martin, Hans-Peter Mayer, Fernando Pérez Royo, Mikko Pesälä (αναπλ. Karin Riis-Jørgensen), Alexander Radwan, Bernhard Rapkay, Herman Schmid (αναπλ. Ιωάννη Πατάκη), Olle Schmidt, Peter William Skinner, Bruno Trentin, Ieke van den Burg (αναπλ. Γιώργου Κατηφόρη), Theresa Villiers, Hélène Flautre (αναπλ. Alain Lipietz, σύμφωνα με το άρθρο 153, παράγραφος 2 του Κανονισμού), Jean Lambert (αναπλ. Miquel Mayol i Raynal, σύμφωνα με το άρθρο 153, παράγραφος 2 του Κανονισμού).

Η σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση κατατέθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2003.

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου για την έγκριση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (11212/4/2002 – C5‑0534/2002 – 2000/0260(COD))

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (11212/4/2002 – C5‑0534/2002),

–   έχοντας υπόψη τη γνωμοδότησή του σε πρώτη ανάγνωση[1] σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2000) 507)[2] ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 80 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη το σχέδιο έκθεσης της Επιτροπής και του Συμβουλίου σχετικά με το μέλλον των συνταξιοδοτικών συστημάτων και τον εκσυγχρονισμό των λογιστικών μεθόδων που υπέβαλε στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η Επίτροπος κ. Διαμαντοπούλου στις 17 Δεκεμβρίου 2002 [3],

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Οικονομικής και Νομισματικής Επιτροπής (A5‑0042/2003),

1.   τροποποιεί ως ακολούθως την κοινή θέση·

2.   αναθέτει στoν Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Κοινή θέση του ΣυμβουλίουΤροπολογίες του Κοινοβουλίου
Τροπολογία 1
Αιτιολογική σκέψη 4α (νέα)
 

4α)   Επειδή τα δημόσια συστήματα κοινωνικής ασφάλισης υφίστανται συνεχώς πιέσεις, οι επαγγελματικές συνταξιοδοτικές παροχές θα αποτελούν στο μέλλον όλο και περισσότερο συμπλήρωμα των δημόσιων συνταξιοδοτικών συστημάτων. Για το λόγο αυτό οι επαγγελματικές συνταξιοδοτικές παροχές πρέπει να αναπτυχθούν, χωρίς ωστόσο να τίθεται υπό αμφισβήτηση η σημασία των δημόσιων συνταξιοδοτικών συστημάτων όσον αφορά την ασφάλεια, τη βιωσιμότητα και την αποτελεσματικότητα της κοινωνικής προστασίας, η οποία πρέπει να διασφαλίζει ένα αποδεκτό βιοτικό επίπεδο κατά το γήρας και να αποτελεί το επίκεντρο του στόχου της ενίσχυσης του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου.

Τροπολογία 2
Αιτιολογική σκέψη 11

(11)   Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που καλύπτονται ήδη από κοινοτικό νομοθετικό πλαίσιο θα πρέπει γενικά να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Δεδομένου όμως ότι τα ιδρύματα αυτά μπορούν επίσης να παρέχουν σε ορισμένες περιπτώσεις υπηρεσίες επαγγελματικής συνταξιοδότησης, είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι η παρούσα οδηγία δεν θα δημιουργεί στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Τέτοιες στρεβλώσεις μπορούν να αποφευχθούν με την εφαρμογή των απαιτήσεων εποπτείας της παρούσας οδηγίας στις υπηρεσίες επαγγελματικής συνταξιοδότησης που παρέχουν οι επιχειρήσεις ασφάλειας ζωής.

(11)   Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που καλύπτονται ήδη από κοινοτικό νομοθετικό πλαίσιο θα πρέπει γενικά να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Δεδομένου όμως ότι τα ιδρύματα αυτά μπορούν επίσης να παρέχουν σε ορισμένες περιπτώσεις υπηρεσίες επαγγελματικής συνταξιοδότησης, είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι η παρούσα οδηγία δεν θα δημιουργεί στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Τέτοιες στρεβλώσεις μπορούν να αποφευχθούν με την εφαρμογή, δυνάμει του άρθρου 4 της παρούσας οδηγίας, των απαιτήσεων εποπτείας της παρούσας οδηγίας στις υπηρεσίες επαγγελματικής συνταξιοδότησης που παρέχουν όλα τα ιδρύματα που εγκρίνονται και επιτηρούνται σε εθνικό επίπεδο και προσφέρουν επαγγελματικά συνταξιοδοτικά καθεστώτα βάσει επενδυτικών κεφαλαίων.

Τροπολογία 3
Αιτιολογική σκέψη 11 α (νέα)
 

(11 a) Οι υπηρεσίες που προσφέρουν τα ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών πρέπει να προβλέπουν την καταβολή σύνταξης εφ' όρου ζωής με στόχο την οικονομική εξασφάλιση κατά το γήρας. Πρέπει να υπάρχει επίσης η δυνατότητα πληρωμής για προσωρινό χρονικό διάστημα ή πληρωμής εφάπαξ ποσού.

Τροπολογία 4
Αιτιολογική σκέψη 11 β (νέα)
 

(11 β) Κατά τη σύναψη επιχειρηματικής ή κλαδικής συμφωνίας για τη θέσπιση καθεστώτος επαγγελματικής συνταξιοδότησης, πρέπει να προτείνεται στα μελλοντικά μέλη η επιλογή για την κάλυψη των κίνδυνων που συνδέονται με τη μακροζωία και με επαγγελματική αναπηρία καθώς και παροχή για επιζώντα εξαρτώμενα μέλη, κατόπιν αιτήσεως των κοινωνικών εταίρων, ήτοι των εκπροσώπων εργαζομένων και εργοδοτών. Τα μέλη πρέπει να λαμβάνουν ακριβείς πληροφορίες σχετικά με το κόστος κάλυψης αυτών των κινδύνων. Το ίδιο ισχύει και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο μελλοντικός δικαιούχος επιθυμεί την παροχή εγγύησης για την επιστροφή των καταβληθεισών συνεισφορών.

Τροπολογία 5
Αιτιολογική σκέψη 17

(17)   Δεδομένου ότι τα ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών παρέχουν χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, θα πρέπει να ανταποκρίνονται σε ορισμένα ελάχιστα εποπτικά πρότυπα όσον αφορά τις δραστηριότητες και τους όρους λειτουργίας τους.

(17)   Δεδομένου ότι τα ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών παρέχουν χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και αναλαμβάνουν μεγάλη ευθύνη όσον αφορά τη μεταγενέστερη καταβολή επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, πρέπει να ανταποκρίνονται σε ορισμένα ελάχιστα εποπτικά πρότυπα όσον αφορά τις δραστηριότητες και τους όρους λειτουργίας τους.

Τροπολογία 6
Αιτιολογική σκέψη 27

(27)   Σε πολλές περιπτώσεις, η χρηματοδοτούσα επιχείρηση και όχι το ίδιο το ίδρυμα θα μπορούσε είτε να καλύπτει τους βιομετρικούς κινδύνους είτε να εγγυάται ορισμένες παροχές ή επενδυτικές αποδόσεις. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, το ίδιο το ίδρυμα παρέχει την εν λόγω κάλυψη ή τις εν λόγω εγγυήσεις και οι χρηματοδοτούσες επιχειρήσεις περιορίζονται γενικά στις υποχρεώσεις καταβολής των αναγκαίων εισφορών. Υπό αυτές τις συνθήκες, τα προσφερόμενα προϊόντα εξομοιούνται προς αυτά των επιχειρήσεων ασφάλειας ζωής και τα σχετικά ιδρύματα θα πρέπει να κατέχουν τουλάχιστον τους ίδιους συμπληρωματικούς ιδίους πόρους όπως οι επιχειρήσεις για τις ασφάλειες ζωής.

(27)   Σε πολλές περιπτώσεις, η χρηματοδοτούσα επιχείρηση και όχι το ίδιο το ίδρυμα θα μπορούσε είτε να καλύπτει τους βιομετρικούς κινδύνους είτε να εγγυάται ορισμένες παροχές ή επενδυτικές αποδόσεις. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, το ίδιο το ίδρυμα παρέχει την εν λόγω κάλυψη ή τις εν λόγω εγγυήσεις και οι χρηματοδοτούσες επιχειρήσεις περιορίζονται γενικά στις υποχρεώσεις καταβολής των αναγκαίων εισφορών. Υπό αυτές τις συνθήκες, τα προσφερόμενα προϊόντα εξομοιούνται προς αυτά των επιχειρήσεων ασφάλειας ζωής και τα σχετικά ιδρύματα θα πρέπει να κατέχουν τουλάχιστον τους ίδιους συμπληρωματικούς ιδίους πόρους όπως οι επιχειρήσεις για τις ασφάλειες ζωής ή να ακολουθούν τους κανόνες που εφαρμόζονται σε αυτά στο κράτος μέλος καταγωγής τους.


Τροπολογία 7

Αιτιολογική σκέψη 37

(37)   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή ασφάλισης και συντάξεων, η οποία στις εργασίες της θα λάβει υπόψη τις σαφείς ιδιαιτερότητες των ιδρυμάτων επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και θα λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να οργανώσει αναλόγως τις εργασίες της.

(37)   Η Επιτροπή επικουρείται από συντονιστική επιτροπή, η οποία στις εργασίες της θα λάβει υπόψη τις σαφείς ιδιαιτερότητες των ιδρυμάτων επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών και θα λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να οργανώσει αναλόγως τις εργασίες της.

Τροπολογία 8
Άρθρο 4

Τα κράτη μέλη καταγωγής μπορούν να επιλέξουν να εφαρμόζουν τις διατάξεις των άρθρων 9 έως 16 και 18 έως 20 της παρούσας οδηγίας στις δραστηριότητες παροχής επαγγελματικών συντάξεων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που διέπονται από την οδηγία 79/267/ΕΟΚ. Στην περίπτωση αυτή, ο διαχωρισμός, η διαχείριση και η οργάνωση όλων των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεων που αντιστοιχούν στις ανωτέρω δραστηριότητες πραγματοποιούνται χωριστά από τις υπόλοιπες δραστηριότητες των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, χωρίς καμία δυνατότητα μεταφοράς.

Τα κράτη μέλη καταγωγής μπορούν να επιλέξουν να εφαρμόζουν τις διατάξεις των άρθρων 9 έως 16 και 18 έως 20 της παρούσας οδηγίας στις δραστηριότητες παροχής επαγγελματικών συντάξεων όλων των ιδρυμάτων που εγκρίνονται και επιτηρούνται σε εθνικό επίπεδο και προσφέρουν επαγγελματικά συνταξιοδοτικά καθεστώτα βάσει επενδυτικών κεφαλαίων. Στην περίπτωση αυτή, ο διαχωρισμός, η διαχείριση και η οργάνωση όλων των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεων που αντιστοιχούν στις ανωτέρω δραστηριότητες πραγματοποιούνται χωριστά από τις υπόλοιπες δραστηριότητες αυτών των επιχειρήσεων χωρίς καμία δυνατότητα μεταφοράς.

Στην περίπτωση αυτή, και μόνο όσον αφορά τις δραστηριότητες στον τομέα των επαγγελματικών συντάξεων, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις δεν υπάγονται στα άρθρα 17 και 21 της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ και στα άρθρα 19 έως 24 και 31 της οδηγίας 92/96/ΕΟΚ.

Μόνον όσον αφορά τις δραστηριότητες στον τομέα των επαγγελματικών συντάξεων, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις δεν υπάγονται στα άρθρα 17 και 21 της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ και στα άρθρα 19 έως 24 και 31 της οδηγίας 92/96/ΕΟΚ.

Το κράτος μέλος καταγωγής διασφαλίζει ότι, είτε οι αρμόδιες αρχές, είτε οι υπεύθυνες για την εποπτεία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων αρχές που καλύπτονται από την οδηγία 79/267/ΕΟΚ εξετάζουν, στο πλαίσιο του εποπτικού τους έργου, τον αυστηρό διαχωρισμό των δραστηριοτήτων των σχετικών με την παροχή επαγγελματικών συντάξεων.

Το κράτος μέλος καταγωγής διασφαλίζει ότι οι υπεύθυνες για την εποπτεία αρχές εξετάζουν, στο πλαίσιο του εποπτικού τους έργου, τον αυστηρό διαχωρισμό των δραστηριοτήτων των σχετικών με την παροχή επαγγελματικών συντάξεων.

Τροπολογία 9
Άρθρο 6, εδάφιο (δ)

(δ)   «συνταξιοδοτικές παροχές»: οι παροχές υπό μορφήν πληρωμών, είτε εφ’ όρου ζωής είτε για προσωρινό χρονικό διάστημα, ή ως εφάπαξ ποσό, που καταβάλλονται με γνώμονα ή αναμένοντας τη συνταξιοδότηση ή, εφόσον είναι συμπληρωματικές των εν λόγω συνταξιοδοτικών παροχών και παρέχονται επικουρικά, υπό μορφήν πληρωμών σε περίπτωση θανάτου, αναπηρίας, ή παύσης της απασχόλησης, ή υπό μορφήν καταβολής ενισχύσεων ή παροχής υπηρεσιών σε περίπτωση ασθενείας, ένδειας ή θανάτου,

(δ)   «συνταξιοδοτικές παροχές»: οι παροχές οι οποίες προβλέπουν κατά κανόνα τη μορφήν πληρωμών εφ’ όρου ζωής αλλά και πληρωμών για προσωρινό χρονικό διάστημα ή ως εφάπαξ ποσό, που καταβάλλονται με γνώμονα τη συνταξιοδότηση με στόχο την οικονομική εξασφάλιση κατά το γήρας· συμπληρωματικές των εν λόγω συνταξιοδοτικών παροχών οι οποίες παρέχονται επικουρικά, υπό μορφήν πληρωμών σε περίπτωση θανάτου, αναπηρίας, ή παύσης της απασχόλησης, ή υπό μορφήν καταβολής ενισχύσεων ή παροχής υπηρεσιών σε περίπτωση ασθενείας, ένδειας ή θανάτου,

Τροπολογία 10
Άρθρο 7

Κάθε κράτος μέλος απαιτεί από τα ιδρύματα που βρίσκονται στην επικράτειά του να περιορίζουν τις δραστηριότητές τους σε αυτές που συνδέονται με συνταξιοδοτικές παροχές και στις δραστηριότητες που απορρέουν από αυτές.

Κάθε κράτος μέλος απαιτεί από τα ιδρύματα που βρίσκονται στην επικράτειά του να περιορίζουν τις δραστηριότητές τους σε αυτές που συνδέονται με συνταξιοδοτικές παροχές και στις δραστηριότητες που απορρέουν από αυτές.

Όταν, βάσει του άρθρου 4, μια ασφαλιστική επιχείρηση διαχειρίζεται τις σχετικές με την παροχή επαγγελματικών συνταξιοδοτήσεων δραστηριότητές της μέσω ξεχωριστής παρουσίασης και διαχείρισης του ενεργητικού και του παθητικού, η δραστηριότητα αυτή πρέπει να περιορίζεται στις πράξεις τις σχετικές με τις συνταξιοδοτικές παροχές και σε δραστηριότητες που σχετίζονται άμεσα με αυτές.

Όταν, βάσει του άρθρου 4, ένα ίδρυμα διαχειρίζεται τις σχετικές με την παροχή επαγγελματικών συνταξιοδοτήσεων δραστηριότητές της μέσω ξεχωριστής παρουσίασης και διαχείρισης του ενεργητικού και του παθητικού, η δραστηριότητα αυτή πρέπει να περιορίζεται στις πράξεις τις σχετικές με τις συνταξιοδοτικές παροχές και σε δραστηριότητες που σχετίζονται άμεσα με αυτές.

Τροπολογία 11
Άρθρο 9, παράγραφος 1 και εδάφιο (α)

1.   Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει, για κάθε ίδρυμα εγκατεστημένο στην επικράτειά του, ότι :

1)   Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει, για κάθε ίδρυμα εγκατεστημένο στην επικράτειά του, ότι :

α)   το ίδρυμα είναι καταχωρημένο ή εγκεκριμένο,

α)   το ίδρυμα είναι καταχωρημένο σε εθνικό μητρώο από την αρμόδια εποπτική αρχή· σε περίπτωση διασυνοριακής δραστηριότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 20, αναφέρονται επίσης τα κράτη μέλη στα οποία λειτουργεί το ίδρυμα,

Τροπολογία 12
Άρθρο 9, παράγραφος 1 α (νέα)
 

(1 a) Τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της επικουρικότητας και τον όγκο των παροχών των εθνικών καθεστώτων, μεριμνούν ώστε να προσφέρεται ως παροχή στα μέλη η επιλογή για την κάλυψη των κίνδυνων που συνδέονται με μακροζωία και επαγγελματική αναπηρία, παροχή για επιζώντα εξαρτώμενα μέλη και παροχή εγγύησης για την επιστροφή των καταβληθεισών συνεισφορών, εάν αυτό επιθυμούν οι κοινωνικοί εταίροι (δηλ. οι εκπρόσωποι εργοδοτών και εργαζομένων) της εκάστοτε επιχείρησης.

Τροπολογία 13
Άρθρο 11, παράγραφος 4

4.   Κάθε μέλος λαμβάνει επίσης, κατόπιν αιτήματος, αναλυτικές και ουσιαστικές πληροφορίες σχετικά με :

4.   Κάθε μέλος λαμβάνει επίσης, κατόπιν αιτήματος, αναλυτικές και ουσιαστικές πληροφορίες σχετικά με :

(α)   το επιδιωκόμενο επίπεδο συνταξιοδοτικών παροχών, εφόσον εφαρμόζεται,

(α)   το επιδιωκόμενο επίπεδο συνταξιοδοτικών παροχών, εφόσον εφαρμόζεται,

(β)   την τρέχουσα χρηματοδότηση των σωρευμένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων,

(β)   την τρέχουσα χρηματοδότηση των σωρευμένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων,

(γ)   το επίπεδο των παροχών σε περίπτωση τερματισμού της απασχόλησης,

(γ)   το επίπεδο των παροχών σε περίπτωση τερματισμού της απασχόλησης,

(δ)   το φάσμα των επενδυτικών επιλογών, εάν υπάρχουν, και το υφιστάμενο χαρτοφυλάκιο επενδύσεων, όταν το μέλος επωμίζεται τον επενδυτικό κίνδυνο, καθώς και ενημέρωση για τον κίνδυνο και τις δαπάνες που συνδέονται με τις επενδύσεις.

(δ)   το φάσμα των επενδυτικών επιλογών, εάν υπάρχουν, και το υφιστάμενο χαρτοφυλάκιο επενδύσεων, όταν το μέλος επωμίζεται τον επενδυτικό κίνδυνο, καθώς και ενημέρωση για τον κίνδυνο και τις δαπάνες που συνδέονται με τις επενδύσεις.

 

(ε)   τις λεπτομέρειες μεταφοράς των ασφαλιστικών δικαιωμάτων σε άλλο ίδρυμα επαγγελματικής συνταξιοδότησης σε περίπτωση λήξεως της σχέσεως εργασίας.

Τροπολογία 14
Άρθρο 11, παράγραφος 5 α (νέα)
 

5 a. Τα μέλη και οι δικαιούχοι λαμβάνουν κάθε χρόνο συνοπτικές πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση του ιδρύματος καθώς και τη σημερινή κατάσταση των ατομικών δικαιωμάτων·


Τροπολογία 15

Άρθρο 16, παράγραφος 2, στοιχείο (γ)

(γ)   εάν το συνταξιοδοτικό καθεστώς τερματισθεί κατά το προαναφερθέν στην παρούσα παράγραφο διάστημα, το ίδρυμα ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής. Το ίδρυμα εισάγει μια διαδικασία μεταβίβασης των στοιχείων του ενεργητικού και των αντίστοιχων στοιχείων του παθητικού σε άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή ανάλογο φορέα. Η εν λόγω διαδικασία κοινοποιείται στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και μια γενική περιγραφή της διαδικασίας τίθεται στη διάθεση των μελών ή, εφόσον είναι δυνατόν, των αντιπροσώπων τους τηρουμένης της εμπιστευτικότητας.

(γ)   εάν το συνταξιοδοτικό καθεστώς τερματισθεί κατά το προαναφερθέν στην παρούσα παράγραφο διάστημα, το ίδρυμα ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής. Το ίδρυμα εισάγει μια διαδικασία μεταβίβασης των στοιχείων του ενεργητικού και των αντίστοιχων στοιχείων του παθητικού σε άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή ανάλογο φορέα. Η εν λόγω διαδικασία κοινοποιείται στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και μια γενική περιγραφή της διαδικασίας τίθεται στη διάθεση των μελών ή, εφόσον είναι δυνατόν, των αντιπροσώπων τους τηρουμένης της εμπιστευτικότητας.

Τροπολογία 16
Άρθρο 16, παράγραφος 3

3.   Εάν ασκείται διασυνοριακή δραστηριότητα βάσει του άρθρου 20, τα τεχνικά αποθεματικά τυγχάνουν ανά πάσα στιγμή πλήρους χρηματοδότησης για το σύνολο των λειτουργούντων συνταξιοδοτικών καθεστώτων. Εάν δεν πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής επεμβαίνουν βάσει του άρθρου 14. Προκειμένου να εξασφαλισθεί η τήρηση της απαίτησης αυτής, το κράτος μέλος καταγωγής μπορεί να απαιτήσει χωριστή παρουσίαση και διαχείριση των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού.

3.   Εάν ασκείται διασυνοριακή δραστηριότητα βάσει του άρθρου 20, τα τεχνικά αποθεματικά χρηματοδοτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν στην χώρα προέλευσης του ιδρύματος.

Τροπολογία 17
Άρθρο 17, παράγραφος 2

2.   Το ελάχιστο ποσό των συμπληρωματικών στοιχείων ενεργητικού υπολογίζεται βάσει των κανόνων των άρθρων 18 και 19 της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ.

2.   Το ποσό των συμπληρωματικών στοιχείων ενεργητικού υπολογίζεται βάσει των κανόνων που ισχύουν για το εκάστοτε ίδρυμα στο κράτος μέλος καταγωγής. Εάν ένα κράτος δεν έχει θεσπίσει κανόνες, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 18 και 19 της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ (άρθρο 18, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 25 της οδηγίας 92/96/ΕΟΚ).

Τροπολογία 18
Άρθρο 18, παράγραφος 5 α (νέα)
 

5 a. Τα κράτη μέλη τα οποία δεν εφαρμόζουν ακόμη την αρχή της συνετής διαχείρισης μπορούν, κατά τη διάρκεια της κατάλληλης μεταβατικής περιόδου η οποία ωστόσο, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε έτη, για τα ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στην επικράτειά τους, να ορίσουν λεπτομερέστερους κανόνες που να αντανακλούν το σύνολο των καθεστώτων που εφαρμόζονται από αυτά τα ιδρύματα. Η Επιτροπή εκδίδει, μετά από τρία χρόνια, έκθεση με στόχο πιθανή μείωση αυτής της προθεσμίας.

Τροπολογία 19
Άρθρο 20, παράγραφος 10

10.   Εάν, παρά την εκ μέρους της αρμόδιας αρχής του κράτους καταγωγής λήψη των μέτρων ή ελλείψει κατάλληλων μέτρων στο κράτος καταγωγής, το ίδρυμα εξακολουθεί να παραβιάζει τις εφαρμοστέες διατάξεις της κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας του κράτους υποδοχής σχετικά με τα καθεστώτα επαγγελματικών συντάξεων, οι αρμόδιες αρχές του κράτους αυτού δύνανται, αφού ενημερώσουν τις αρμόδιες αρχές του κράτους καταγωγής, να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να προληφθούν ή να κολασθούν περαιτέρω παραβάσεις και δύνανται, εάν είναι απολύτως αναγκαίο, να απαγορεύσουν στο ίδρυμα να λειτουργεί στο κράτος μέλος υποδοχής για λογαριασμό της χρηματοδοτούσας επιχείρησης.

10.   Εάν, παρά την εκ μέρους της αρμόδιας αρχής του κράτους καταγωγής λήψη των μέτρων ή ελλείψει κατάλληλων μέτρων στο κράτος καταγωγής, το ίδρυμα εξακολουθεί να παραβιάζει τις εφαρμοστέες διατάξεις της κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας του κράτους υποδοχής σχετικά με τα καθεστώτα επαγγελματικών συντάξεων, οι αρμόδιες αρχές του κράτους αυτού δύνανται, αφού ενημερώσουν τις αρμόδιες αρχές του κράτους καταγωγής, να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να προληφθούν ή να κολασθούν περαιτέρω παραβάσεις και, εάν είναι απολύτως αναγκαίο, πρέπει να ασχοληθεί με το θέμα η Επιτροπή και, εν συνεχεία, μπορεί να απαγορευθεί στο ίδρυμα να λειτουργεί στο κράτος μέλος υποδοχής για λογαριασμό της χρηματοδοτούσας επιχείρησης.

Τροπολογία 20
Άρθρο 21, παράγραφος 1

1)   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, δεόντως, την ομοιόμορφη εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ανταλλάσσοντας τακτικά πληροφορίες και εμπειρίες, με σκοπό ιδίως την ανάπτυξη επιτυχών πρακτικών σ’ αυτόν τον τομέα, αλλά και στενότερη συνεργασία, προλαμβάνοντας έτσι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και δημιουργώντας τις συνθήκες απρόσκοπτης συμμετοχής μελών διασυνοριακώς.

1)   Η Επιτροπή και οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται στενά, προκειμένου να διευκολύνουν την εποπτεία των πράξεων των ιδρυμάτων επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών.

Τροπολογία 21
Άρθρο 21, παράγραφος 2

(2)   Η Επιτροπή και οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται στενά προκειμένου να διευκολύνουν την εποπτεία των πράξεων των ιδρυμάτων επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών.

(2)   Εντός της Επιτροπής συγκροτείται συντονιστική επιτροπή, η οποία στο εξής αναφέρεται ως "επιτροπή".

Κάθε κράτος μέλος ανακοινώνει στην Επιτροπή τις σημαντικές δυσκολίες που αναφύονται κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Η Επιτροπή θεσπίζει τον κανονισμό της επιτροπής και διασφαλίζει ότι δεν υφίσταται επικάλυψη αρμοδιοτήτων μεταξύ της επιτροπής επιπέδου 3 και της συντονιστικής επιτροπής.

 

Η επιτροπή απαρτίζεται από έναν τουλάχιστον εκπρόσωπο κάθε εθνικής αρχής, που αναλαμβάνει την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία. Η Προεδρία αναλαμβάνεται από έναν εκπρόσωπο της Επιτροπής. Η γραμματεία ασκείται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Η Επιτροπή και οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών εξετάζουν τις αναφυόμενες δυσκολίες και εξευρίσκουν τις κατάλληλες λύσεις το ταχύτερο δυνατό.

Ο Πρόεδρος συγκαλεί την επιτροπή με δική του πρωτοβουλία ή με αίτηση κράτους μέλους.

Πέντε έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση με αντικείμενο την ανασκόπηση :

Η επιτροπή αναλαμβάνει τα ακόλουθα καθήκοντα:

(α)   της εφαρμογής του άρθρου 18 και της προόδου στην αναπροσαρμογή των εθνικών συστημάτων εποπτείας και

α)   τακτική ανταλλαγή πληροφοριών, κυρίως σχετικά με τις διατάξεις και τις εμπειρίες που αφορούν το εργατικό και κοινωνικό δίκαιο·

(β)   της εφαρμογής του άρθρου 19 παρ. 2 δεύτερο εδάφιο και ειδικότερα της κατάστασης που επικρατεί στα κράτη μέλη σχετικά με τη χρήση θεματοφυλάκων και του ρόλου που διαδραματίζουν όπου απαιτείται.

β)   εξασφάλιση της ενιαίας εφαρμογής της οδηγίας σε όλα τα κράτη μέλη·

Η Επιτροπή επικουρείται επίσης από επιτροπή ασφάλισης και συντάξεων.

γ)   θέσπιση δοκιμασμένων διαδικασιών, ιδιαίτερα όσον αφορά την εξέταση καταγγελιών και την πληροφόρηση σύμφωνα με το άρθρο 20, παράγραφος 9.

 

δ)   τακτική εναρμόνιση σχετικά με συγκεκριμένα προβλήματα που ανακύπτουν από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και για τα οποία κρίνεται σκόπιμη η ανταλλαγή απόψεων.

 

ε)   διαβούλευση με την Επιτροπή, εάν κριθεί αναγκαίο, για κάθε προσθήκη ή τροποποίηση που πρέπει να επέλθει στην παρούσα οδηγία.

Τροπολογία 22
Άρθρο 21, παράγραφος 3α (νέα)
 

(3α)   Κάθε κράτος μέλος ανακοινώνει στην Επιτροπή τις σημαντικές δυσκολίες που αναφύονται κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

 

Η Επιτροπή και οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών εξετάζουν τις αναφυόμενες δυσκολίες και εξευρίσκουν τις κατάλληλες λύσεις το ταχύτερο δυνατό.

Τροπολογία 23
Άρθρο 21, παράγραφος 3β (νέα)
 

(3β)   Τρία έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση με αντικείμενο την ανασκόπηση:

 

α)   της εφαρμογής του άρθρου 18 και της προόδου στην αναπροσαρμογή των εθνικών συστημάτων εποπτείας και

 

β)   της εφαρμογής του άρθρου 19, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο και ειδικότερα της κατάστασης που επικρατεί στα κράτη μέλη σχετικά με τη χρήση θεματοφυλάκων και το ρόλο που διαδραματίζουν όπου απαιτείται.

  • [1] ΕΕ C 65Ε της 14.3.2002, σελ. 116.
  • [2] ΕΕ C 96Ε της 17.3.2001, σελ. 136.
  • [3] ΕΕ C Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Η δημιουργία οργανωμένης ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς για τις επαγγελματικές συνταξιοδοτικές παροχές θεωρήθηκε σημαντική προτεραιότητα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας και στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

Η ταχεία δημογραφική εξέλιξη στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί μεγάλη πρόκληση για τα συνταξιοδοτικά συστήματα της Ένωσης, όπως διαπιστώθηκε πρόσφατα στην έκθεση της Επιτροπής και του Συμβουλίου για το μέλλον των συνταξιοδοτικών συστημάτων. Ιδιαίτερα εκεί όπου με το σύστημα συνεισφορών αποδεσμεύεται το μεγαλύτερο μέρος της ασφάλισης γήρατος, είναι αναγκαίο να προωθηθούν συμπληρωματικά στοιχεία για το σχηματισμό κεφαλαίου για την πρόληψη γήρατος. Η παρούσα πρόταση οδηγίας θα επιτρέψει την εξέλιξη της επαγγελματικής συνταξιοδότησης ως δεύτερου πυλώνα της ασφάλισης γήρατος. Μια οργανωμένη σε ευρωπαϊκό επίπεδο εσωτερική αγορά για την επαγγελματική συνταξιοδότηση θα συμβάλει στη βελτίωση του βαθμού αποτελεσματικότητας, διαφάνειας και ασφάλειας εντός του δευτέρου αυτού πυλώνα.

Ενώ οι κοινοτικές διατάξεις ρυθμίζουν τη διασυνοριακή παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στον τραπεζικό τομέα, στον ασφαλιστικό τομέα και τον τομέα των επενδυτικών κεφαλαίων, δεν υπάρχει ακόμη κοινοτική νομοθεσία στο πλαίσιο του δεύτερου πυλώνα. Δεδομένης της αυξανόμενης σημασίας του δεύτερου αυτού πυλώνα και της αύξησης του όγκου των καταθέσεων, είναι εξαιρετικά σημαντικό να μπορούν τα μέλη επαγγελματικών συνταξιοδοτικών συστημάτων να δρουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό συμβάλλει αφενός στην ανάπτυξη των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών, ωφελεί αφετέρου τους εργαζομένους που μπορούν επίσης να επωφεληθούν από αποτελεσματικότερες, πλέον διαφανείς και ασφαλέστερες τοποθετήσεις της σύνταξής τους.

Η παρούσα πρόταση οδηγίας αποτελεί εξάλλου ένα σημαντικό βήμα για την προώθηση της κινητικότητας των εργαζομένων. Για μια απρόσκοπτη μεταφορά των δικαιωμάτων απαιτούνται ωστόσο και άλλα ρυθμιστικά μέτρα.

Για τους παραπάνω λόγους ο εισηγητής είναι πεπεισμένος για τη σημασία της παρούσας οδηγίας. Το Κοινοβούλιο εργάσθηκε εξαιρετικά καλά στην πρώτη ανάγνωση και ενέκρινε στις 4 Ιουλίου 2001 την έκθεση με ισχυρή πλειοψηφία 460 ψήφων. Είναι συνεπώς ακόμη πιο λυπηρό το γεγονός ότι το Συμβούλιο χρειάσθηκε δύο χρόνια για να ανταποκριθεί στην πρόταση της Επιτροπής της 11ης Οκτωβρίου 2000 και να καταλήξει στην κοινή θέση.

Χαιρετίζουμε το γεγονός ότι στην κοινή θέση υιοθετήθηκαν τμήματα των προτάσεων του Κοινοβουλίου. Ωστόσο, η κοινή θέση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή στην σημερινή της διατύπωση. Ο εισηγητής προσπάθησε συνεπώς να επικεντρωθεί σε βασικά σημεία στο πλαίσιο των τροπολογιών. Είναι σκόπιμο να υπογραμμισθεί ότι πρόκειται για οδηγία που αφορά την παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που πρόκειται να αποτελέσει βήμα προόδου προς την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Πρόκειται για το δεύτερο πυλώνα του συνταξιοδοτικού συστήματος. Υπό την έννοια αυτή, η παρούσα οδηγία δεν πρέπει να διαμορφώνει μόνον ένα πλαίσιο για την κεφαλαιαγορά, αλλά πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη την κοινωνική ασφάλεια των δικαιούχων. Για το λόγο αυτό ο εισηγητής προσπαθεί να βρει τη σωστή ισορροπία μεταξύ των δύο αυτών στοιχείων.

Με γνώμονα τις ανωτέρω παρατηρήσεις, επαναφέρονται από την πρώτη ανάγνωση οι ακόλουθες τροπολογίες.

  • Σαφήνεια των εννοιών (άρθρο 6): οι διατάξεις που αφορούν τους ορισμούς πρέπει να είναι σαφείς. Για το λόγο αυτό επαναφέρεται η τροπολογία σχετικά με τον ορισμό των συνταξιοδοτικών παροχών γήρατος. Υπογραμμίζεται ότι οι παροχές υπό μορφή πληρωμών εφ΄ όρου ζωής αποτελούν τον κανόνα και διευκρινίζεται ο στόχος των άλλων μορφών συνταξιοδοτικών παροχών.
  • Νομική ασφάλεια και νομική σαφήνεια (άρθρο 5 και άρθρο 9, παρ. 1): είναι σκόπιμο να διασφαλίζεται ότι πριν από την καταχώρηση των εγκεκριμένων ιδρυμάτων θα πραγματοποιείται εξακρίβωση εκ μέρους της εποπτικής αρχής που θα εγγυάται ότι το εν λόγω ίδρυμα ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της παρούσας οδηγίας.
  • Κοινωνική ασφάλεια (αιτιολογικές σκέψεις και άρθρο 8): για τους προηγούμενους λόγους οι ονομαζόμενοι βιομετρικοί κίνδυνοι επαναφέρονται στην έκθεση. Πρόκειται για την προαιρετική κάλυψη της επαγγελματικής αναπηρίας και της σύνταξης επιζώντων καθώς και την εγγύηση για την επιστροφή των καταβληθέντων ποσών.
  • Προστασία των δικαιούχων (άρθρο 11): κατάλληλη και τακτική ενημέρωση των μελών και των δικαιούχων που ωστόσο πρέπει να παραμένει εφικτή για τα ιδρύματα. Ο εισηγητής προσπάθησε να διευκρινίσει τη μορφή και τον όγκο των πληροφοριών που θα παρέχουν τα ιδρύματα.
  • Συντονιστική επιτροπή (άρθρο 21): η προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των εποπτικών αρχών, της Επιτροπής και των κρατών μελών έχει μεγάλη σημασία, δεδομένου ότι ο δεύτερος πυλώνας των παροχών γήρατος δεν πρέπει να εξετάζεται μεμονωμένα, αλλά υπό το πρίσμα των πολυάριθμων στοιχείων του εργατικού δικαίου και του κοινωνικού δικαίου.