ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την XXXIIIη έκθεση της Επιτροπής επί της πολιτικής ανταγωνισμού - 2003

7.2.2005 - (2004/2139(INI))

Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων
Εισηγητής: Jonathan Evans
PR_INI_art112-2


Διαδικασία : 2004/2139(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0024/2005
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0024/2005
Συζήτηση :
Ψηφοφορία :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την XXXIIIη έκθεση της Επιτροπής επί της πολιτικής ανταγωνισμού - 2003

(2004/2139(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

–       έχοντας υπόψη την XXXIIIη έκθεση της Επιτροπής επί της πολιτικής ανταγωνισμού - 2003 (SEC(2004)0658),

–       έχοντας υπόψη τα άρθρα 112, παράγραφος 2 και 45 του Κανονισμού του,

–       έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (A6-0024/2005),

A.     υπενθυμίζοντας ότι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων αποτελεί έναν από τους στόχους κλειδιά της στρατηγικής της Λισαβόνας,

B.     τονίζοντας την ανάγκη για συνεχή και έντονη παρακολούθηση των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού,

Γ.     έχοντας επίγνωση της ανάγκης της επιχειρηματικής κοινότητας για το υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας δικαίου όσον αφορά την πολιτική ελέγχου των συγχωνεύσεων,

Δ.     σημειώνοντας ιδιαίτερα τον σημαντικό όγκο των υποθέσεων που έχει αναλάβει η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Επιτροπής όπου οι αποφάσεις της Επιτροπής είτε έγιναν πλήρως αποδεκτές από τα κόμματα ή επικυρώθηκαν από τα δικαστήρια,

1.      χαιρετίζει την XXXIIIη έκθεση της Επιτροπής επί της πολιτικής ανταγωνισμού, η οποία τονίζει τις μείζονες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην πολιτική και την επιβολή του ανταγωνισμού που προωθήθηκαν υπό την αιγίδα του Επιτρόπου Monti×

2.      συγχαίρει τον Επίτροπο για τη συνεχή και έντονη παρακολούθηση των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, ενώ έχει αναλάβει μια τόσο μεγαλεπήβολη αναδιοργάνωση και ανανέωση των αντιμονοπωλιακών κανόνων καθώς και των ρυθμίσεων για τον έλεγχο των συγχωνεύσεων και για τις κρατικές ενισχύσεις όσο και την εσωτερική αναδιοργάνωση της Διεύθυνσης Ανταγωνισμού·

3.      επιδοκιμάζει την έγκριση σειράς νόμων που περιλαμβάνονται στο πακέτο εκσυγχρονισμού, και συγκεκριμένα τις πρωτοβουλίες στον τομέα της συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων φορέων επιβολής των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού - Επιτροπή, εθνικές αρχές ανταγωνισμού και εθνικά δικαστήρια· σχετικά με το θέμα αυτό, πιστεύει πως αξίζει επίσης να αναφερθεί ο ορισμός ενός Επικεφαλής Οικονομολόγου Ανταγωνισμού, η ενίσχυση του ρόλου του συμβούλου ακροάσεων καθώς και η ισχυροποίηση της μονάδας καρτέλ, η οποία θα συμβάλει στη μείωση του χρόνου που απαιτείται για να κλείνουν οι υποθέσεις καρτέλ·

4.      λυπάται για την ανάγκη ανανέωσης του «προσωρινού αμυντικού μηχανισμού» από το Συμβούλιο, που δικαιολογεί τη χορήγηση ενίσχυσης έως 100 εκ. ευρώ στα ναυπηγεία της Γερμανίας, της Ολλανδίας, της Φινλανδίας και της Δανίας ως απάντηση στον αθέμιτο ανταγωνισμό από τα ναυπηγεία της Νότιας Κορέας και προσβλέπει σε μια έγκαιρη επίλυση της διένεξης στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, πριν από την ημερομηνία λήξης του ισχύοντος μηχανισμού τον Μάρτιο του 2005×

5.      απευθύνει έκκληση ώστε ο περιορισμένος αριθμός υποθέσεων, στις οποίες οι αποφάσεις της Επιτροπής αναθεωρήθηκαν από το Δικαστήριο και απορρίφθηκαν, να μην θεωρηθεί ότι κλονίζει την εμπιστοσύνη στο γενικό σύστημα ανάλυσης και επιβολής×

6.      επιδοκιμάζει την ανάπτυξη συγκεκριμένου κεφαλαίου στην έκθεση επί της πολιτικής ανταγωνισμού που τονίζει την προσέγγιση της Επιτροπής σε σχέση με τους όρους υπό τους οποίους μπορούν τα κράτη μέλη να παράσχουν οικονομική υποστήριξη σε εκείνους στους οποίους έχουν αναθέσει υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος και, μετά την έκθεση της Επιτροπής για το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Laeken της 14ης και 15ης Δεκεμβρίου 2001, το Πράσινο Βιβλίο σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος το οποίο ενέκρινε η Επιτροπή το Μάιο 2003 και τη δικαστική απόφαση στην υπόθεση Altmark[1], παροτρύνει την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις για την ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου, τον καθορισμό της χρηστής διακυβέρνησης και τη συνδρομή προς τις τοπικές και περιφερειακές αρχές ώστε να συμμορφωθούν με τα άρθρα 87 και 88 της Συνθήκης·

7.      παροτρύνει την Επιτροπή να συνεχίσει την αναθεώρηση της λειτουργίας του δικαστικού συστήματος σε σχέση με τις υποθέσεις ανταγωνισμού ώστε να αυξηθεί η ταχύτητα πρόσβασης στη δικαιοσύνη και να μεγιστοποιηθούν οι εμπειρίες και οι ικανότητες των δικαστών που χειρίζονται υποθέσεις ανταγωνισμού·

8.      συνεχίζει να υποστηρίζει ένα δυναμικότερο ρόλο για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην εξέλιξη της πολιτικής ανταγωνισμού μέσω της προώθησης αρμοδιοτήτων συναπόφασης για το Κοινοβούλιο και λυπάται που η Επιτροπή και το Συμβούλιο δεν μπόρεσαν να το υποστηρίξουν στο σχέδιο Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης·

9.      επιδοκιμάζει την αναθεώρηση των κανόνων που διέπουν τις κρατικές ενισχύσεις η οποία επαναπροσανατολίζει το ενδιαφέρον της Επιτροπής προς σημαντικές υποθέσεις και ζητήματα για την περαιτέρω ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς και που έχει εκσυγχρονίσει και απλοποιήσει την κοινοποίηση και την καταχώριση καταγγελιών και διευκρινίζει περαιτέρω τα «περί ελαχίστων» και τις αρχές που διέπουν την έρευνα και την ανάπτυξη·

10.    επιδοκιμάζει την άποψη της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία οι κρατικές ενισχύσεις ενίσχυση για την έρευνα και την ανάπτυξη θα αποτελέσει κίνητρο για να επιδοθούν οι ΜΜΕ σε περισσότερες δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης, και την επακόλουθη πρόταση τροποποίησης του κανονισμού προκειμένου να περιληφθεί η βοήθεια για Ε & Α, και επισύρει την προσοχή της Επιτροπής στο ότι οι 25 κοινοτικές χώρες έχουν διαφορετικές δυνατότητες συμμετοχής σε τέτοιου είδους προγράμματα·

11.    προτρέπει την Επιτροπή να προχωρήσει περαιτέρω τις εργασίες της για τον αντίκτυπο που έχουν για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις οι μηχανισμοί, οι αποζημιώσεις, τα πιστοποιητικά και οι πιστώσεις για το εμπόριο των εκπομπών σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του Κιότο·

12.    επιδοκιμάζει τα φιλικά για το περιβάλλον κριτήρια της Επιτροπής που εφαρμόζονται κατά την έγκριση διαφόρων σχεδίων περιβαλλοντικής βοήθειας και ζητεί από την Επιτροπή να αναπτύξει περαιτέρω τις προϋποθέσεις διαφάνειας για τέτοιου είδους σχέδια προκειμένου αυτά να αποτελέσουν προηγούμενο για άλλες περιφέρειες και κράτη μέλη·

13.    συγχαίρει την Επιτροπή για τη θετική της ανταπόκριση σε προηγούμενα ψηφίσματα του Κοινοβουλίου με τη σύσταση μιας αφοσιωμένης μονάδας επιβολής για τις κρατικές ενισχύσεις, αρμόδιας για την εκτέλεση των αποφάσεων της Επιτροπής, ιδιαίτερα στο χώρο της ανάκτησης παράνομων κρατικών ενισχύσεων·

14.    επιδοκιμάζει την περαιτέρω ανάπτυξη του πίνακα αποτελεσμάτων των κρατικών ενισχύσεων σε διαδικτυακό σχήμα ως σημαντικό όργανο για τη διαφάνεια και την ενημέρωση των καταναλωτών όσον αφορά τις δραστηριότητες της Επιτροπής·

15.    χαιρετίζει την πρόοδο κατά την εφαρμογή του προγράμματος του Επιτρόπου Monti για τον εκσυγχρονισμό των αντιμονοπωλιακών κανόνων της Επιτροπής, που εστιάζεται κυρίως στην έρευνα και την ποινικοποίηση των σκληροπυρηνικών οικονομικών συνασπισμών, αλλά εκφράζει ανησυχία για το ότι η έκθεση επί της πολιτικής ανταγωνισμού του 2003 δεν φαίνεται να έχει επιδείξει ακόμη σημαντική μείωση των καθυστερημένων υποθέσεων που ερευνώνται από τη Επιτροπή·

16.    εκφράζει την ανησυχία του για τη συνεχιζόμενη αποτυχία να επιτευχθεί πλήρης ελευθέρωση των αγορών ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου στην ΕΕ·

17.    επιδοκιμάζει τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής σε σχέση με αντίστοιχες αγορές, όπως οι τηλεπικοινωνίες, και τη σύσταση επιχειρησιακών ομάδων ανάμεσα στις ΓΔ Ανταγωνισμού και Κοινωνίας της Πληροφορίας προκειμένου αυτές να διαχειρισθούν τη διαδικασία διαβούλευσης·

18.    επιδοκιμάζει τον διορισμό από την Επιτροπή ενός υπαλλήλου-συνδέσμου με τους καταναλωτές ώστε να αναπτυχθεί καλύτερα και να διευκολυνθεί ο διάλογος της Επιτροπής με τους καταναλωτές·

19.    διατηρεί την πεποίθηση ότι η αποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής ανταγωνισμού αποτελεί απαραίτητο εργαλείο για την επίτευξη μιας αποτελεσματικής δομής της αγοράς η οποία θα λειτουργεί προς το συμφέρον των καταναλωτών και θα έχει θετικό και σημαντικό αντίκτυπο στην καθημερινότητά τους· θα ήθελε να τονίσει πως η βαθύτερη ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς μερικές φορές καθιστά λογικότερη την ανάλυση της κατάστασης του ανταγωνισμού σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά και όχι απλώς σε διαφορετικές επιμέρους αγορές (όπως συνέβη πρόσφατα στην περίπτωση αρκετών πρόσφατων αποφάσεων συγχώνευσης εταιριών), και ζητεί από την Επιτροπή να χαράξει σαφείς κατευθυντήριες γραμμές ως προς την ερμηνεία της για" την αγορά" σε τέτοιες περιπτώσεις·

20.    χαιρετίζει τη συνεχή δέσμευση της Επιτροπής στις Ευρωπαϊκές Ημερίδες Ανταγωνισμού ως μια σημαντική ευκαιρία για την ερμηνεία του θετικού αντίκτυπου της πολιτικής ανταγωνισμού στους καταναλωτές σε ολόκληρη την ΕΕ, αλλά καλεί τις εθνικές αρχές που διοργανώνουν τέτοια συνέδρια να εντάξουν οργανώσεις καταναλωτών και τα εθνικά μέσα επικοινωνίας στο σχεδιασμό του προγράμματος για τις Ευρωπαϊκές Ημερίδες Ανταγωνισμού·

21.    επιδοκιμάζει τους νέους κανόνες της Επιτροπής για τη διανομή μηχανοκίνητων οχημάτων, ζητεί μεγαλύτερη πρόοδο στη μείωση των μεγάλων διακυμάνσεων στις τιμές των καινούργιων μηχανοκίνητων οχημάτων μεταξύ των κρατών μελών και λυπάται για τις υπάρχουσες αποδείξεις ότι αυτές οι ανισότητες παραμένουν σημαντικές·

22.    απευθύνει έκκληση για περαιτέρω πρόοδο σε σχέση με τον τομέα επισκευής μηχανοκίνητων οχημάτων, ιδιαίτερα σχετικά με την πρόσβαση σε τεχνικές πληροφορίες, καθώς και ευκολότερη πρόσβαση σε ανταλλακτικά αυτοκινήτων·

23.    επιδοκιμάζει στοιχεία της μεταρρύθμισης του κανονισμού για τον έλεγχο των συγχωνεύσεων από την Επιτροπή, αλλά λυπάται για το ότι δεν υποστηρίχθηκαν από την Επιτροπή οι ανησυχίες του Κοινοβουλίου σχετικά με κάποια στοιχεία της σχετικής πρότασης που αφορούσαν την ασφάλεια δικαίου και τις θεμιτές διεργασίες·

24.    χαιρετίζει την αναδιοργάνωση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Επιτροπής στα πλαίσια του ελέγχου των συγχωνεύσεων, ιδιαίτερα δε την αναδιοργάνωση σε θέματα τομέων, την ενίσχυση της οικονομικής αξιολόγησης και τον σαφέστερο ορισμό όσον αφορά τον ρόλο των καταναλωτών·

25.    επιδοκιμάζει τη δέσμευση της Επιτροπής να βοηθήσει τα δέκα νέα κράτη μέλη να προσαρμοσθούν γρήγορα στους κανόνες ανταγωνισμού, την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία, και συγκεκριμένα, στις ρυθμίσεις για τις κρατικές ενισχύσεις και ζητεί από την Επιτροπή να συνεχίσει τη διαδικασία τεχνικής βοήθειας και συνεργασίας·

26.    επιδοκιμάζει τη δέσμευση της Επιτροπής να ακολουθήσει μια πολιτική ενισχυμένης διμερούς συνεργασίας με του κυριότερους εμπορικούς εταίρους της Κοινότητας και να επεκτείνει την πολυμερή συνεργασία στον τομέα του ανταγωνισμού· συγκεκριμένα, αξίζει συγχαρητηρίων η Επιτροπή για τη σύναψη συμφωνιών συνεργασίας σε θέματα ανταγωνισμού με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και την Ιαπωνία·

27.    προτρέπει την Επιτροπή να συνεχίσει τη συνεργασία με τις χώρες του ΟΟΣΑ, τις ασιατικές χώρες (με ιδιαίτερο επίκεντρο την Κίνα) και τις χώρες της Λατινικής Αμερικής·

28.    ζητεί από την Επιτροπή να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις με τον ΠΟΕ σχετικά με την αλληλεπίδραση μεταξύ εμπορικής πολιτικής και πολιτικής ανταγωνισμού κατά το πνεύμα της Διακήρυξης της Ντόχα του Νοεμβρίου 2001·

29.    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.

  • [1]        Υπόθεση C-280/00 Altmark Trans and Regierungspräsidium Magdeburg κατά Nahverkehrsgesellschaft Altmark [2003] ECR I-7747.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Από την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τη Συνθήκη της Ρώμης, η αποτελεσματική πολιτική ανταγωνισμού θεωρήθηκε ως απαραίτητο εργαλείο για την επίτευξη μιας αποδοτικής δομής αγοράς, που θα λειτουργεί προς όφελος των καταναλωτών. Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής είχε ήδη θετική και σημαντική επίδραση στην καθημερινότητα των λαών της Ευρώπης. Υπό την ηγεσία του Επίτροπου Monti, η Επιτροπή δεν διατήρησε μόνο την αρμοδιότητά της όσον αφορά τον συνεχή και συστηματικό έλεγχο για στρεβλώσεις του ανταγωνισμού× έχει επίσης αναλάβει ένα φιλόδοξο και μεγαλεπήβολο πρόγραμμα αναθεώρησης της αναδιοργάνωσης και ανανέωσης των κανόνων και των πρακτικών ρυθμίσεων που διέπουν την αντιμονοπωλιακή πολιτική, το καθεστώς ελέγχου των συγχωνεύσεων και τους ελέγχους των κρατικών ενισχύσεων. Η επιτυχής εφαρμογή αυτών των μεταρρυθμίσεων θα αποτελέσει κρίσιμο στοιχείο στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, που είναι ο κύριος στόχος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όπως περιγράφηκε στη Λισαβόνα.

Η Έκθεση του 2003 της Επιτροπής σχετικά με το έργο της Διεύθυνσης Ανταγωνισμού αναφέρει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί μέχρι στιγμής. Ο εκσυγχρονισμός των κανόνων που αφορούν την αντιμονοπωλιακή πολιτική της Επιτροπής έχει πλέον εφαρμοσθεί και αναμφίβολα θα επιφέρει μεγάλες αλλαγές στην πρακτική εφαρμογή των Άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης ΕΚ. Η μεταβολή της εστίασης των περιορισμένων πόρων της Επιτροπής σε προσωπικό προς την έρευνα και τον κολασμό των σκληροπυρηνικών οικονομικών συνασπισμών θα συμβάλει στην περαιτέρω μείωση των στρεβλώσεων στον ανταγωνισμό. Ο τερματισμός του συστήματος κοινοποιήσεων αντικατοπτρίζεται στη μείωση των κοινοποιήσεων από 101 το 2002 σε 71 το 2003. Τα παράπονα μειώθηκαν επίσης από 129 σε 94 και το νέο καθεστώς ενεργής έρευνας από την Επιτροπή τονίζεται από την αύξηση των υποθέσεων ιδίας πρωτοβουλίας στις 97, ο μεγαλύτερος αριθμός που έχει αναλάβει η Επιτροπή από το 1998. Ωστόσο η έκθεση του 2003 δεν έχει επιδείξει ακόμη καμιά σημαντική μείωση στις καθυστερημένες υποθέσεις που πρέπει ακόμη να κλείσει η Επιτροπή, παρά αυτή την αναμενόμενη βελτίωση στις εργασίες της Επιτροπής. Σημειώθηκε σταθερή μείωση στον όγκο των εκκρεμών υποθέσεων από 840 το 2001, σε 805 το 2002 και σε 760 το 2003. Μπορούμε με βεβαιότητα να αναμένουμε ότι αυτή η μείωση θα είναι σαφέστερα εμφανής στην έκθεση του επόμενου χρόνου.

Όσον αφορά τον έλεγχο των συγχωνεύσεων, η Επιτροπή έχει αναλάβει τη σημαντική μεταρρύθμιση των ισχυόντων κανόνων μετά από έντονες διαβουλεύσεις. Η μεταρρύθμιση έλαβε χώρα με φόντο τη μειούμενη δραστηριότητα των συγχωνεύσεων. Οι κοινοποιήσεις μειώθηκαν το 2003 σε 212, ο μικρότερος αριθμός της τελευταίας εξαετίας. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα προτιμούσε η μεταρρύθμιση των κανόνων που διέπουν την παραπομπή να είχε απλοποιηθεί σύμφωνα με όσα είχε αρχικά προτείνει η ίδια η Επιτροπή. Είναι επίσης απαραίτητο να εξασφαλισθεί ότι έχει επιτευχθεί το υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας δικαίου ώστε να διευκρινιστούν στις εταιρίες οι συνέπειες των εμπορικών τους αποφάσεων. Ωστόσο, η αναδιοργάνωση της Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, και ειδικότερα η αναδιάρθρωση των τομέων, ο διορισμός ενός επικεφαλής οικονομολόγου ανταγωνισμού και η σύσταση ειδικών ομάδων που θα διερευνούν τα συμπεράσματα των ερευνητικών ομάδων θα πρέπει όλα να συμβάλουν στον εκσυγχρονισμό της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και την ενίσχυση της οικονομικής αξιολόγησης σε υποθέσεις συγχωνεύσεων. Αυτό όχι μόνο θα αυξήσει την εμπιστοσύνη στο σύστημα, αλλά θα μειώσει και των αριθμό των περιπτώσεων όπου οι αποφάσεις της Επιτροπής ανατρέπονται από τα δικαστήρια.

Επιπλέον είναι ζωτικής σημασίας ο περιορισμένος αριθμός υποθέσεων που αναθεωρούνται από το δικαστήριο και απορρίπτονται να μην θεωρηθεί ότι υπονομεύουν την εμπιστοσύνη στο συνολικό σύστημα ανάλυσης και επιβολής. Υπάρχει ένας σημαντικός όγκος υποθέσεων που έχει αναλάβει η Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπου οι αποφάσεις της Επιτροπής είτε έγιναν πλήρως δεκτές από τα κόμματα ή επικυρώθηκαν από τα δικαστήρια.

Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να συνεχίσει την αναθεώρηση της λειτουργίας του δικαστικού συστήματος σχετικά με τις υποθέσεις ανταγωνισμού, ώστε να αυξηθεί η ταχύτητα πρόσβασης στη δικαιοσύνη και να μεγιστοποιηθούν η εμπειρία και οι ικανότητες των δικαστών που χειρίζονται υποθέσεις ανταγωνισμού.

Είναι επίσης σημαντικό ότι έχει υπάρξει σαφέστερος καθορισμός του ρόλου των καταναλωτών στη διαδικασία. Η θέσπιση του νέου συνδέσμου με τους καταναλωτές αποτελεί ευπρόσδεκτη εξέλιξη για τη βελτίωση του διαλόγου της Επιτροπής με τους καταναλωτές.

Η συνεργασία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής στη συνεχή προώθηση της Ευρωπαϊκής Ημέρας Ανταγωνισμού στα κράτη μέλη αποδείχθηκε ιδιαίτερα επιτυχής. Το πρόγραμμα θα μπορούσε να βελτιωθεί περαιτέρω αν οι εκδηλώσεις τόνιζαν λιγότερο τις νομικές και φιλοσοφικές συζητήσεις για τη μεταρρύθμιση της πολιτικής ανταγωνισμού και περισσότερο τη θετική επίδραση της πολιτικής ανταγωνισμού στην καθημερινότητα των καταναλωτών. Το όφελος θα ήταν μεγαλύτερο αν υπήρχε περισσότερος διάλογος μεταξύ της Επιτροπής και του Κοινοβουλίου για το συμφωνηθέν σχήμα, το περιεχόμενο και τους διαύλους πληροφόρησης, ώστε το γεγονός αυτό να περιβληθεί με την ευρύτερη δυνατή δημοσιότητα.

Ο τρίτος σημαντικός χώρος όπου η Επιτροπή έχει αναλάβει ευρείας έκτασης διαρθρωτική μεταρρύθμιση είναι το πεδίο ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων. Όπως και σε άλλους τομείς δραστηριότητας της Επιτροπής, η μεταρρύθμιση των κανόνων προχώρησε ενώ η Επιτροπή διατήρησε την αρμοδιότητά της να ελέγχει αποτελεσματικά τις κρατικές ενισχύσεις, όπως προβλέπεται δυνάμει της Συνθήκης. Η έκθεση του 2003 επισημαίνει την περαιτέρω πρόοδο στη μείωση του συνολικού όγκου των κρατικών ενισχύσεων στα τότε 15 κράτη μέλη, από το υψηλό ποσό των 60 δισ. ευρώ το 1998 στα 49 δισ. ευρώ το 2002. Ωστόσο, αυτή η μείωση οφείλεται τουλάχιστον κατά ένα μέρος στη λήξη κάποιων ειδικών διακανονισμών που ίσχυαν στα κρατίδια της Γερμανίας και το ποσό του 2002 παραμένει υπερβολικά υψηλό. Οι μεταρρυθμιστικές προτάσεις έγιναν λοιπόν την κατάλληλη στιγμή. Η αναθεώρηση των κανόνων που επαναπροσανατολίζουν το ενδιαφέρον της Επιτροπής προς σημαντικές υποθέσεις και ζητήματα για την περαιτέρω εξέλιξη της εσωτερικής αγοράς απλοποίησε τις κοινοποιήσεις και την υποβολή παραπόνων και διασαφήνισε περαιτέρω «τα ελάχιστα» και τις αρχές που διέπουν την έρευνα και την εξέλιξη. Αυτό θα προσφέρει μεγαλύτερη διαφάνεια και ασφάλεια δικαίου και θα μειώσει το ανώφελο διαδικαστικό άχθος, διευκολύνοντας έτσι την ταχεία λήψη αποφάσεων.

Η περαιτέρω εξέλιξη του πίνακα των κρατικών ενισχύσεων στο διαδικτυακό σχήμα του προσέφερε μια πρακτική επίδειξη διαφάνειας, τονίζοντας τους τομείς και τα κράτη μέλη στα οποία δόθηκαν κρατικές ενισχύσεις. Οι πληροφορίες σχετικά με τον τύπο και το ποσό της ενίσχυσης που χορηγήθηκε είναι πλέον εύκολα συγκρίσιμες, καταδεικνύοντας σαφώς τις συνέπειες των διαφόρων μορφών ενίσχυσης στον ανταγωνισμό. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε νωρίτερα εκφράσει την ανησυχία του σχετικά με την αργή πρόοδο στην επιβολή της ανάκτησης των ενισχύσεων που έπρεπε να επιστραφούν στο εσωτερικό των κρατών μελών, κυρίως εξαιτίας της αδράνειας εκ μέρους των κρατών μελών που είχαν αρχικά χορηγήσει την ενίσχυση. Για τον λόγο αυτόν, η σύσταση μιας αφοσιωμένης μονάδας επιβολής για τις κρατικές ενισχύσεις, υπεύθυνης για την εκτέλεση των αποφάσεων της Επιτροπής, ιδιαίτερα στο χώρο της ανάκτησης παράνομων κρατικών ενισχύσεων, αποτελεί ένα ιδιαίτερα θετικό βήμα.

Ο εισηγητής λυπάται επίσης για την ανάγκη ανανέωσης του «προσωρινού αμυντικού μηχανισμού» από το Συμβούλιο Υπουργών, που θα δικαιολογεί τη χορήγηση ενίσχυσης έως 100 εκ. ευρώ σε ναυπηγεία στη Γερμανία, την Ολλανδία, τη Φιλανδία και τη Δανία. Αυτή η απόφαση, που ήρθε ως απάντηση στον αθέμιτο ανταγωνισμό από ναυπηγεία της Νότιας Κορέας, μπορεί να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό μεταξύ των ναυπηγείων στην Ευρώπη που ενισχύονται και εκείνων που δεν εισπράττουν ενισχύσεις, και έτσι μπορεί να σωρεύσει τη μια αδικία πάνω στην άλλη. Προσβλέπουμε σε μια σύντομη επίλυση των διαφορών στο ΠΟΕ, πριν από τη λήξη του ισχύοντος μηχανισμού τον Μάρτιο του 2005.

Είναι σημαντικό να διαφοροποιήσουμε τις παράνομες κρατικές ενισχύσεις από την περιφερειακή και κυβερνητική υποστήριξη για υπηρεσίες κοινής ωφελείας, που είναι αποδεκτές δραστηριότητες. Η έκθεση του 2003 βασίζεται στη δομή προηγούμενων εκθέσεων περιλαμβάνοντας ένα κεφάλαιο για τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας, το οποίο συμβάλλει στην αποσαφήνιση της πολιτικής της Επιτροπής. Σε συνέχεια της δικαστικής απόφασης στην υπόθεση Altmark, είναι ακόμη σημαντικότερο η Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις που θα θεσπίζουν σαφώς τους κανόνες και το καθεστώς των υπηρεσιών κοινής ωφελείας, ενισχύοντας έτσι την ασφάλεια δικαίου, καθορίζοντας τη χρηστή διακυβέρνηση και βοηθώντας τις εθνικές και περιφερειακές αρχές να συμμορφωθούν με τα Άρθρα 87 και 88 της Συνθήκης.

Η έκθεση του 2003 επισημαίνει την προπαρασκευαστική εργασία που έχει αναλάβει η Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή νέων κανονισμών απαλλαγής κατά κατηγορία που θα διέπουν τη διανομή μηχανοκίνητων οχημάτων. Αυτός είναι ένας σημαντικός χώρος όπου τα συμφέροντα των καταναλωτών χρειαζόντουσαν εδώ και καιρό την ανάληψη δράσης σε επίπεδο Επιτροπής. Οι νέοι κανόνες αποτελούν επίσης ένα σημαντικό βήμα προς την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της ενιαίας αγοράς. Παρά τις διαβεβαιώσεις από τους κατασκευαστές αυτοκινήτων ότι οι ανισότητες στις τιμές των αυτοκινήτων μειώθηκαν, η έκθεση τονίζει ότι δεν έχει υπάρξει καμιά ένδειξη άμβλυνσης αυτών των ανισοτήτων κατά το 2002, επιβεβαιώνοντας την ανάγκη για αυστηρές και αποφασιστικές ενέργειες της Επιτροπής στον χώρο.

Η Επιτροπή μπόρεσε να αναφέρει πρόοδο στα συμφέροντα των καταναλωτών με το άνοιγμα της αγοράς επισκευής μηχανοκίνητων οχημάτων, η οποία θα πρέπει πλέον να οικοδομηθεί χωριστά σε σχέση με την πρόσβαση σε τεχνικές πληροφορίες και την ευκολότερη πρόσβαση σε ανταλλακτικά αυτοκινήτων.

Η έκθεση του 2003 επίσης επισημαίνει τις διεθνείς δραστηριότητες της Επιτροπής. Ο Επίτροπος Monti υπήρξε πρωτοπόρος στη βελτίωση της πληροφόρησης και της συνεργασίας στη διεθνή αρένα, καθώς και στην προώθηση της εξέλιξης και στην εστίαση στις εθνικές αρχές στον τομέα του ανταγωνισμού στα νέα κράτη μέλη. Η εξέλιξη του Διεθνούς Δικτύου Ανταγωνισμού και η στενότερη συνεργασία με ρυθμιστές στις ΗΠΑ αποτελούν σαφείς αποδείξεις για την επιτυχία του στο χώρο.

Η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχει συχνά εκφράσει τη μεγάλη εκτίμησή της στη σχέση συνεργασίας που ο Επίτροπος Monti και η διεύθυνσή του εδραίωσαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο Επίτροπος έχει μια εξέχουσα κληρονομιά σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, λεπτομερή πρακτική εφαρμογή και ενισχύει την εικόνα της πολιτικής ανταγωνισμού της ΕΕ διεθνώς. Ενώ η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής λυπάται που ο Επίτροπος δεν μπόρεσε να υποστηρίξει τη μακροχρόνια επιδίωξή του να μοιραστεί τις αρμοδιότητες συναπόφασης πολιτικών με την Επιτροπή, η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής αναγνώρισε ότι ο Επίτροπος συχνά απέδιδε την ίδια σημασία στις απόψεις του Κοινοβουλίου σαν αυτές οι εξουσίες όντως να υπήρχαν. Ελπίζουμε ότι ο διάδοχος του Επιτρόπου Monti και η διεύθυνση ανταγωνισμού θα συνεχίσουν ακολουθώντας την κληρονομιά του.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Tίτλος

XXXIIIη έκθεση της Επιτροπής επί της πολιτικής ανταγωνισμού - 2003

Αριθμός της διαδικασίας

2004/2139(INI)

Νομική βάση

Άρθρο 112, παράγραφος 2, και άρθρο 45

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

ECON
28.10.2004

Γνωμοδοτική (ές) επιτροπή(ές)
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

 

 

 

 

 

Αποφάσισε να μην γνωμοδοτήσει
  Ημερομηνία της απόφασης

 

 

 

 

 

Ενισχυμένη συνεργασία
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

 

 

 

 

 

Πρόταση ψηφίσματος που περιλαμβάνεται στην έκθεση

 

 

 

Εισηγητής(ές)
  Ημερομηνία ορισμού

Jonathan Evans
21.9.2004

 

Εισηγητής(ές) που αντικαταστάθηκε/καν

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

21.9.2004

30.11.2004

 

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

2.2.2005

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

υπέρ:

κατά:

αποχές:

40

2

3

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Zsolt László Becsey, Pervenche Berès, Pier Luigi Bersani, Udo Bullmann, Ieke van den Burg, Elisa Ferreira, José Manuel García-Margallo y Marfil, Gunnar Hökmark, Karsten Friedrich Hoppenstedt, Ian Hudghton, Christopher Huhne, Sophia in 't Veld, Othmar Karas, Piia-Noora Kauppi, Wolf Klinz, Guntars Krasts, Kurt Joachim Lauk, Enrico Letta, Astrid Lulling, Gay Mitchell, Cristobal Montoro Romero, Joseph Muscat, Alexander Radwan, Bernhard Rapkay, Karin Riis-Jørgensen, Dariusz Rosati, Eoin Ryan, Antolín Sánchez Presedo, Manuel António dos Santos, Peter Skinner, Margarita Starkevičiūtė, Ivo Strejček, Sahra Wagenknecht, Lars Wohlin

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Jules Maaten, Thomas Mann, Diamanto Manolakou, Maria Matsouka, Giovanni Pittella, Antonis Samaras, Andreas Schwab, Theresa Villiers, Corien Wortmann-Kool

Αναπληρωτές (άρθρο 178, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Ambroise Guellec, Godelieve Quisthoudt-Rowohl

Ημερομηνία κατάθεσης – A6

7.2.2005

A6‑0024/2005

Παρατηρήσεις

...