ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης και με την ένταξη των μεταναστών

3.5.2005 - (2004/2137(INI))

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων
Εισηγητής: Patrick Gaubert


Διαδικασία : 2004/2137(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0136/2005
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0136/2005
Συζήτηση :
Ψηφοφορία :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης και με την ένταξη των μεταναστών

(2004/2137(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Μελέτη για τις σχέσεις μεταξύ νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης» (COM(2004)0412),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Πρώτη ετήσια έκθεση για τη μετανάστευση και την ένταξη» (COM(2004)0508),

–   έχοντας υπόψη την «Πράσινη βίβλο για μια κοινοτική προσέγγιση της διαχείρισης της οικονομικής μετανάστευσης», που εξέδωσε η Επιτροπή (COM(2004)0811),

–   έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής και εκείνην της Επιτροπής Περιφερειών, της 15ης Δεκεμβρίου 2004 και 24ης Ιανουαρίου 2005 αντιστοίχως, επί της ανακοίνωσης της Επιτροπής με τίτλο «Μελέτη για τις σχέσεις μεταξύ νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης»,

–   έχοντας υπόψη το από 15 Ιανουαρίου 2004 ψήφισμά του σχετικά με την Ανακοίνωση της Επιτροπής για τη μετανάστευση, την απασχόληση και την ένταξη των μεταναστών[1],

–   έχοντας υπόψη τη Συνθήκη του Άμστερνταμ, που παρέχει στην Κοινότητα αρμοδιότητες και ευθύνες στους τομείς της μετανάστευσης και του ασύλου, καθώς και το άρθρο 63 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων του Tampere στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, του Laeken στις 14 και 15 Δεκεμβρίου 2001, της Σεβίλλης στις 21 και 22 Ιουνίου 2002 και της Θεσσαλονίκης στις 19 και 20 Ιουνίου 2003,

–   έχοντας υπόψη τη σύστασή του της 14ης Οκτωβρίου 2004 σχετικά με «Το μέλλον του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης καθώς και σχετικά με τις προϋποθέσεις για την ενίσχυση της νομιμότητας και της αποτελεσματικότητάς του»[2],

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών στις 4 και 5 Νοεμβρίου 2004 καθώς και το Πρόγραμμα της Χάγης που περιλαμβάνεται σε αυτά,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων καθώς και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6‑0136/2005),

Α. εκτιμώντας ότι έληξε η προθεσμία που έθεσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Tampere για τη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη την απουσία μιας πραγματικής, οργανωμένης και συντονισμένης ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής και την συνεπακόλουθη μετανάστευση που προκαλείται, καθώς και την ανάγκη για την Ένωση και τα κράτη μέλη να στραφούν προς μια μετανάστευση που θα ρυθμίζεται σε συνεργασία με τις τρίτες χώρες,

Γ.  επισημαίνοντας ότι η έγκριση του Προγράμματος της Χάγης, που θα τεθεί προσεχώς σε ισχύ από το Πρόγραμμα Δράσης της Επιτροπής, θα επιτρέψει να εξακολουθήσουν να ισχύουν τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν από το πρόγραμμα του Tampere και να αντιμετωπισθούν οι νέες προκλήσεις για τη δημιουργία του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης,

Δ.  εκτιμώντας ότι είναι πρωταρχικής σημασίας επί του προκειμένου η συνεργασία της Ένωσης και των κρατών μελών της με τις τρίτες χώρες καταγωγής και διαμετακόμισης,

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη αποτροπής οποιασδήποτε αμφισημίας στις σχέσεις μεταξύ αναπτυξιακής συνεργασίας και μετανάστευσης,

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο της διεύρυνσης, μια ασφαλέστερη ευρωπαϊκή κοινωνία προϋποθέτει - με σεβασμό των διατάξεων του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων καθώς και της Συνθήκης - την ενίσχυση των ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα και την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αλληλεγγύης,

Ζ.  εκτιμώντας ότι η Ένωση, ως χώρος χωρίς εσωτερικά σύνορα, οφείλει να διαθέτει κοινή προσέγγιση, συνεκτική και αποτελεσματική, στον τομέα της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων και πρέπει να χαράξει κοινή πολιτική στον τομέα των θεωρήσεων, του ασύλου και της μετανάστευσης,

Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης και της δουλεμπορίας, η θέσπιση νομίμων οδών μετανάστευσης και η ένταξη πρέπει να παραμείνουν προτεραιότητες της διευρυμένης Ένωσης και ότι η (διαγραφή) εκμετάλλευση των μεταναστών μέσω της παράνομης εργασίας και της απάνθρωπης μεταχείρισης πρέπει να τιμωρείται σοβαρά,

Θ. εκτιμώντας ότι η οικονομική μετανάστευση αντιπροσωπεύει μια νέα πρόκληση για την Ένωση, για την οποία η συζήτηση αναζωπυρώθηκε με το Πράσινο Βιβλίο για τη διαχείριση των οικονομικών μεταναστεύσεων, ύστερα από το οποίο θα ακολουθήσει, πριν από τα τέλη του 2005, ένα πρόγραμμα δράσης, που ευχόμαστε ότι θα χαρακτηρίζεται από κανόνες κοινούς και ανοικτούς στην οικονομική μετανάστευση,

Ι.   επισημαίνει ότι απαιτείται μια νόμιμη και ελεγχόμενη οικονομική μετανάστευση για μια Ευρώπη όπου η μείωση του ενεργού πληθυσμού θα οδηγήσει σε μείωση του αριθμού των εργαζομένων της τάξης των 20 εκατομμυρίων μεταξύ 2005 και 2030, όπως τονίζουν διάφορες μελέτες[3],

ΙΑ.    τονίζει ότι μια από τις βαθιές αιτίες της οικονομικής μετανάστευσης είναι η εύλογη επιδίωξη των μεταναστών να καλύψουν τις βασικές ανάγκες τους και να φύγουν από μια κατάσταση φτώχειας, και ζητεί όπως η κοινή μεταναστευτική πολιτική λάβει υπόψη την κοινοτική πολιτική ανάπτυξης, που έχει ως βασικό στόχο της την καταπολέμηση της φτώχειας, ώστε να στηριχθεί η ανάπτυξη των τρίτων χωρών ως προς την πρόσβαση στην παιδεία και την υγεία και να επιτευχθούν οι λοιποί Αναπτυξιακοί Στόχοι της Χιλιετίας,

ΙΒ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιτυχία των πολιτικών νόμιμης μετανάστευσης απαιτεί την εφαρμογή στρατηγικών που αποβλέπουν στην επίτευξη της πλήρους ένταξης, που θα λαμβάνουν υπόψη την εμπειρία των άλλων και θα αξιοποιούν την εμπειρία και τη συνεργασία του τριτογενούς τομέα και θα είναι βασισμένες στο σεβασμό των δικαιωμάτων και των κοινών υποχρεώσεων των αλλοδαπών πολιτών που διαμένουν νομίμως και των πολιτών της κοινωνίας υποδοχής, σε ένα διαρκή διάλογο θεμελιωμένο στην αμοιβαία εμπιστοσύνη και τον σεβασμό, καθώς επίσης και στην ικανότητα των θεσμών να οργανώνουν ενημερωτικές εκστρατείες για την οικοδόμηση μιας διαπολιτισμικής κοινωνίας, και μια συνεχή δράση κατά οποιασδήποτε μορφής φυλετικών, πολιτιστικών και οικονομικών διακρίσεων,

ΙΓ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι οποιαδήποτε αλλαγή της μεταναστευτικής πολιτικής ενός κράτους μέλους επηρεάζει τις μεταναστευτικές ροές και τις πολιτικές κατευθύνσεις άλλων κρατών μελών,

ΙΔ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αγώνας κατά της δουλεμπορίας και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των γυναικών και των παιδιών πρέπει να αποτελέσουν βασικό στοιχείο της μεταναστευτικής πολιτικής,

ΙΕ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη θέσπισης ενός Συντάγματος για την Ευρώπη ορίζει στο άρθρο ΙΙΙ-268 ότι η αρχή της αλληλεγγύης και ο δίκαιος καταμερισμός αρμοδιοτήτων θα διαπνέουν την ανάπτυξη της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τομείς της μετανάστευσης και του ασύλου,

ΙΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαθέσιμοι κοινοτικοί οικονομικοί πόροι είναι περιορισμένοι και ότι πρέπει να κατανεμηθούν δίκαια μεταξύ των διαφόρων στοιχείων της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής,

1.   φρονεί ότι η μεταναστευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να θεμελιωθεί σε μια συνολική και όχι τομεακή θεώρηση, βασισμένη όχι μόνο στις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας των κρατών μελών αλλά ιδίως σε πολιτικές υποδοχής και ένταξης και στον καθορισμό ενός σαφούς καθεστώτος και δικαιωμάτων πολιτογράφησης και κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων για τους μετανάστες σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση·

2.   θεωρεί λυπηρό το ότι το Συμβούλιο, πέντε χρόνια μετά τη Διάσκεψη Κορυφής του Τάμπερε, παρά τα πολλά ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν μπόρεσε να καθορίσει μια κοινή μεταναστευτική πολιτική και, αντίθετα, αποφάσισε να διατηρήσει τον κανόνα της ομοφωνίας και τη διαδικασία της διαβούλευσης για ολόκληρο τον τομέα της νόμιμης μετανάστευσης·

3.   εμμένει στην ανάγκη να εγκριθεί, στον τομέα της μετανάστευσης, μια σύνολη και συνεκτική προσέγγιση, βασισμένη σε στενές συνέργιες μεταξύ των διαφόρων εμπλεκομένων πολιτικών και εκφράζει τη λύπη του για την ευρωπαϊκή προσέγγιση, που συχνά έχει υπερβολικά τομεακό χαρακτήρα· προς τούτο εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρωτοβουλία της Επιτροπής και της σημερινής Προεδρίας του Συμβουλίου που σκοπεύει στη σύσταση ενός συστήματος αμοιβαίας ενημέρωσης και έγκαιρου συναγερμού με πλήρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

4.   τονίζει ότι η πραγματική ανάπτυξη των κοινών πολιτικών ασύλου και μετανάστευσης, εν πλήρει σεβασμώ των θεμελιωδών δικαιωμάτων, αποτελεί πρωταρχικό σχέδιο στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικοδόμησης, όπως διαπιστώνει η Συνθήκη για τη θέσπιση ενός Συντάγματος για την Ευρώπη·

5.   καλεί την Επιτροπή να αρχίσει, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προβληματισμούς για τον καλύτερο συντονισμό του συνόλου των δομών και φορέων που εμπλέκονται στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών και να μεριμνήσει για την καλή χρήση και διάδοση των χρηματοοικονομικών προγραμμάτων επί του θέματος·

6.   εκφράζει τη λύπη του διότι μέχρι σήμερα τα μέτρα που έχουν εγκρίνει το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη για τον έλεγχο των μεταναστευτικών κυμάτων ήταν μάλλον κατασταλτικά μέτρα ελέγχου παρά θετικά προληπτικά μέτρα· υπενθυμίζει ότι οι στρατηγικές που στοχεύουν στη μείωση της φτώχειας, τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας, τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και την ανάπτυξη της κατάρτισης στις χώρες προέλευσης, συμβάλλουν μακροπρόθεσμα στην ομαλοποίηση των μεταναστευτικών ροών·

7.   καλεί την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τις χώρες καταγωγής να ξεκινήσουν, ενημερώνοντας τους πληθυσμούς τους, εκστρατείες ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης για τις μεταναστευτικές πολιτικές·και για τις πολιτικές ένταξης των μεταναστών και καταπολέμησης του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, δεδομένου ότι οι μαφίες που οργανώνουν το δουλεμπόριο εκμεταλλεύονται την απουσία ενημέρωσης ως προς τις δυνατότητες νόμιμης μετανάστευσης· θεωρεί ότι η συνεργασία με τις χώρες καταγωγής στο θέμα της ενημέρωσης και της πρόληψης της εκμετάλλευσης των ανθρώπων είναι θεμελιώδους σημασίας, με έμφαση στο ρόλο της ένταξης, στην κοινωνική ενσωμάτωση και στα διαπολιτισμικά·

8.   θεωρεί πρωταρχικής σημασίας να δοθεί η μεγίστη προσοχή στο δυναμικό της μετανάστευσης στο πλαίσιο μιας ευρωπαϊκής πολιτικής κοινής ανάπτυξης, με τη συμμετοχή των κοινωνιών υποδοχής και καταγωγής και τα δίκτυα της διασποράς·

9.   τονίζει ότι, για να αξιοποιηθεί κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο το δυναμικό της μετανάστευσης, η Ένωση οφείλει να προτείνει συγκεκριμένες λύσεις στο πρόβλημα της "διαρροής εγκεφάλων" και να παροτρύνει τα κράτη μέλη να διευκολύνουν την αποστολή εμβασμάτων από τους μετανάστες στις χώρες καταγωγής τους·

10. υπενθυμίζει την κοινή ευθύνη όλων των κρατών μελών στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών Βορρά-Νότου προκειμένου αφενός -στη νότια όχθη κυρίως- να αντιμετωπισθούν η λαθρομετανάστευση και το δουλεμπόριο και, αφετέρου, στη βόρεια όχθη κυρίως, να δημιουργηθούν οι οικονομικές συνθήκες για την κοινωνική ανάπτυξη της τρίτης χώρας καθώς και μια ευπρεπής υποδοχή που να σέβεται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια·

11. ενθαρρύνει την ένταξη του μεταναστευτικού ζητήματος στην εξωτερική πολιτική της Ένωσης· καλεί τα κράτη μέλη να θεραπεύσουν τα βαθύτερα αίτια της μετανάστευσης, συνάπτοντας εταιρικές σχέσεις με τις αναπτυσσόμενες χώρες, θεμελιωμένες σε έναν πραγματικό διάλογο· τονίζει πάντως ότι η αναπτυξιακή βοήθεια και οι οικονομικές εταιρικές σχέσεις δεν επαρκούν προκειμένου να καταπολεμηθούν τα βαθύτερα αίτια της μετανάστευσης·

12. συνιστά στο Συμβούλιο να αναλάβει τις ενδεδειγμένες πρωτοβουλίες ώστε οι υπεύθυνοι για την μετανάστευση στο κάθε κράτος μέλος να έχουν τον ίδιο βαθμό και να ανήκουν στο ίδιο τμήμα υπουργείου·

13. τονίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να διαδραματίζει πολιτικό ρόλο, μεταξύ άλλων υποδεικνύοντας στην Επιτροπή τα μέτρα που αφορούν την μετανάστευση τα οποία θα έπρεπε να διέπονται από κοινούς κανόνες, ως φάσεις-κλειδιά για για την άσκηση πραγματικής κοινής πολιτικής για την μετανάστευση·

14. υπενθυμίζει τη σημασία του να συμπεριλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Ένωση σε όλες τις συμφωνίες σύνδεσης και συνεργασίας που υπογράφει ρήτρες κοινής διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών και υποχρεωτικής επανεισδοχής σε περίπτωση λαθρομετανάστευσης·

15. θεωρεί πάντως ότι η αναπτυξιακή συνεργασία, αν και αποτελεί απαραίτητο μέσον για την καταπολέμηση των αιτίων των μεταναστευτικών ροών στη ρίζα τους, παραμένει ένας συμπληρωματικός μηχανισμός που δεν υποκαθιστά τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα ένταξης και νόμιμης μετανάστευσης·

16. καλεί τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να ενισχύσουν τα ανθρώπινα και χρηματοοικονομικά μέσα των προξενικών αρχών τους στις τρίτες χώρες καταγωγής προκειμένου να ενημερώνουν τους υποψήφιους μετανάστες για τις δυνατότητες νόμιμης εισόδου με σκοπό την απασχόληση, τις σπουδές και την έρευνα· καλεί την Επιτροπή να ενθαρρύνει το συντονισμό των διπλωματικών και προξενικών αρχών των κρατών μελών που είναι εγκατεστημένες στην ίδια χώρα, προκειμένου κυρίως να κατευθύνονται οι μετανάστες προς τις χώρες που ενδιαφέρονται για τα επαγγελματικά τους προσόντα και να αυξηθούν στο μέγιστο οι αναχωρήσεις προς χώρες με δυνατότητες υποδοχής· προτείνει, μεταξύ άλλων, τη χρήση των προγραμμάτων ARGO και AENEAS·

17. θεωρεί ότι η καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης και ο έλεγχος των συνόρων είναι μία μόνο πτυχή της πολιτικής της ΕΕ έναντι των τρίτων χωρών και ότι πρέπει να εφαρμοσθεί μια ενεργός πολιτική ανάπτυξης των χωρών προέλευσης ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές συνέπειες της μετανάστευσης· θεωρεί ότι η ΕΕ δεν μπορεί να αναλύει τη μεταναστευτική της πολιτική μόνο ως προς το οικονομικό της συμφέρον, αλλά πρέπει να συνεκτιμά και τους λόγους που οδηγούν στη μετανάστευση·

18. φρονεί ότι η εφαρμογή του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων πρέπει να βασίζεται στην εναρμόνιση σε σημαντικό βαθμό στον τομέα των θεωρήσεων, στην ενεργό εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Διαχείρισης των Συνόρων, με τη σύσταση κοινοτικού ταμείου σχετικά με τα σύνορα, και στην ενισχυμένη προξενική συνεργασία που αναμένεται να οδηγήσει στη δημιουργία κοινών προξενικών θέσεων·

19. θεωρεί απαραίτητο να ενισχυθεί η αλληλεγγύη, ειδικότερα απέναντι στα νέα κράτη μέλη, στους τομείς της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων και του αγώνα κατά της λαθρομετανάστευσης·

20. υπενθυμίζει πως οποιοδήποτε μέτρο κατά της λαθρομετανάστευσης και για τον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων, ακόμη κι όταν η εφαρμογή του γίνεται σε συνεργασία με τρίτες χώρες, πρέπει να σέβεται τις εγγυήσεις και τα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μεταξύ των οποίων ειδικότερα είναι το δικαίωμα ασύλου και το δικαίωμα μη επαναπροώθησης στα σύνορα·

21. επανεπιβεβαιώνει ότι η νόμιμη μετανάστευση δεν θα εξαλείψει τελείως τη λαθρομετανάστευση και ότι οι λόγοι για τους οποίους έρχονται οι άνθρωποι στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι περίπλοκοι· συνεπώς, είναι πεπεισμένο ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην πάταξη της δουλεμπορίας και στους μετανάστες που είναι θύματα αυτής της δουλεμπορίας και ειδικότερα στις πιο ευπαθείς κατηγορίες, όπως είναι οι γυναίκες και οι ανήλικοι, καθιστώντας προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης την πάταξη των δουλεμπόρων· εκφράζει την ικανοποίησή του για ένα μελλοντικό πρόγραμμα δράσης της Επιτροπής στον εν λόγω τομέα, σχέδιο που θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την αναγκαία συνεργασία των χωρών καταγωγής και διέλευσης·

22. αναγνωρίζει ότι πολλές γυναίκες που πέφτουν θύματα εμπορίας ζουν στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως παράνομες μετανάστριες και ότι στην πλειοψηφία τους δεν έχουν πρόσβαση σε νομική ή κοινωνική προστασία· ζητεί από τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν την κατάστασή τους και, σύμφωνα με τη νομοθεσία τους, να θεωρήσουν τη μόνιμη παραμονή ως κατάλληλο μέσο για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων·

23. υπενθυμίζει ότι η υπευθυνοποίηση των μεταφορέων και των αρχών των χωρών προέλευσης στον απαιτούμενο βαθμό, η ενίσχυση του κατασταλτικού ποινικού πλαισίου κατά των δικτύων μεταφοράς λαθρομεταναστών, η καταπολέμηση της παράνομης εργασίας και της δουλεμπορίας και ο εντοπισμός της διοικητικής διαφθοράς αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της καταπολέμησης της παράνομης μετανάστευσης, που πρέπει να στηρίζεται σε ένα υψηλό επίπεδο αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας· καλεί συνεπώς την Ένωση και τα κράτη μέλη της να πατάξουν ενεργά την παράνομη εργασία των μεταναστών μέσα από ένα σύνολο ποινικών κυρώσεων για τις εμπλεκόμενες εταιρείες, μέσα από την ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού που ασχολείται με τους ελέγχους και μέσα από την προστασία των θυμάτων·

24. διευκρινίζει πάντως ότι τα μέτρα αυτά πρέπει να εφαρμόζονται με αυστηρότατο σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, και ειδικότερα του δικαιώματος ασύλου·

25. θεωρεί ότι τα κράτη μέλη πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες για να διευκρινιστεί το θέμα της ακανόνιστης εργασίας, ειδικότερα στους τομείς των οικιακών υπηρεσιών και των οικογενειακών βοηθών, τομείς που απασχολούν μεγάλο αριθμό μεταναστριών· εκτιμά ότι πρέπει να βρεθεί μια νέα λύση που θα επιτρέπει στις οικογένειες που απασχολούν τέτοιο προσωπικό να χρησιμοποιούν μια νομική λύση που να επιτρέπει την κοινωνική κάλυψη αυτών των ατόμων·

26. καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να προβληματιστούν, όσον αφορά την επανεισδοχή των λαθρομεταναστών, ως προς την εφαρμογή των συμφωνιών που έχουν συναφθεί και τους προσανατολισμούς των μελλοντικών συμφωνιών· υπενθυμίζει την ευθύνη των χωρών καταγωγής και των χωρών διέλευσης στο θέμα της επανεισδοχής και ενθαρρύνει μια ευρωπαϊκή πολιτική επιστροφής που να σέβεται την αξιοπρέπεια και τη φυσική ακεραιότητα των ατόμων, δυνάμει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης περί Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της Σύμβασης της Γενεύης·

27. επαναλαμβάνει ότι απορρίπτει κατηγορηματικά την ιδέα να δημιουργηθούν στρατόπεδα υποδοχής ή ανάσχεσης προσφύγων χωρίς χαρτιά ή αιτούντων άσυλο, έξω από τα σύνορα της ΕΕ, στις περιοχές προέλευσης της μετανάστευσης·

28. τονίζει ότι η διαχείριση των προσωρινών κέντρων υποδοχής που υπάρχουν εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει επίσης να είναι σύμφωνη με τη Σύμβαση της Γενεύης·

29. συμμερίζεται, μαζί με την Επιτροπή, την άποψη ότι η μαζική νομιμοποίηση των λαθρομεταναστών δεν αποτελεί λύση στο πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης και, ελλείψει ενός κοινού συστήματος για τη μετανάστευση και το άσυλο, θα πρέπει να εξακολουθήσει να έχει έκτακτο και εφάπαξ χαρακτήρα, δεδομένου ότι παροτρύνει κατά κάποιον τρόπο τη λαθρομετανάστευση και δεν λύνει τα πραγματικά προβλήματα ουσίας· καλεί την Επιτροπή να αναλύσει τις καλές πρακτικές των κρατών μελών οι οποίες θα πρέπει να εφαρμόζονται στο πλαίσιο ενός συστήματος αμοιβαίας ενημέρωσης και έγκαιρης ειδοποίησης·

30. θεωρεί ότι η μαζική νομιμοποίηση των λαθρομεταναστών πρέπει να συνεκτιμά οικονομικούς, δημογραφικούς και πολιτιστικούς λόγους, και ζητεί να αναλυθούν οι επιπτώσεις των προηγούμενων νομιμοποιήσεων που διενήργησαν τα κράτη μέλη·

31. θεωρεί ότι η νόμιμη μετανάστευση παίζει σημαντικό ρόλο στην ενδυνάμωση της ευρωπαϊκής οικονομίας που στηρίζεται στη γνώση καθώς και στην προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης·

32. θεωρεί ότι η συνολική ευρωπαϊκή στρατηγική στο θέμα της οικονομικής μετανάστευσης θα πρέπει να προωθεί οργανωμένες μορφές μετανάστευσης και, ειδικότερα, θα πρέπει να ενισχύσει τις διμερείς συμφωνίες διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών με τις χώρες καταγωγής· τονίζει ότι οι επιχειρήσεις νομιμοποίησης είναι σημαντικές για την καταπολέμηση της λαθραίας εργασίας, για την ενσωμάτωση των λαθρομεταναστών στην κοινωνία και για την αποτροπή της εκμετάλλευσής τους·

33. φρονεί ότι είναι αναγκαίο να οργανωθούν στα κράτη μέλη, ανάλογα με τις δυνατότητές τους υποδοχής, τα νόμιμα δίκτυα μετανάστευσης για λόγους δημογραφικούς, οικονομικούς και μείωσης της παράνομης μετανάστευσης·

34. χαιρετίζει τα μέτρα που υποσχέθηκε να λάβει η Επιτροπή σε ό,τι αφορά τον ειδικό αντίκτυπο που έχει η λαθρομετανάστευση στις εξαιρετικά απομακρυσμένες περιφέρειες[4]2, οι οποίες, λόγω της γεωγραφικής τους θέσης, της μικρής τους διάστασης και του απομακρυσμένου χαρακτήρα τους, είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στα παράνομα μεταναστευτικά ρεύματα·

35. καλεί τα κράτη μέλη να μετάσχουν στον προβληματισμό που άρχισε η Επιτροπή στο Πράσινο Βιβλίο της για τον βαθμό συντονισμού που πρέπει να επιτευχθεί και για την προστιθέμενη αξία της έγκρισης μιας ευρωπαϊκής νομοθεσίας που να λαμβάνει υπόψη την εθνική αρμοδιότητα για τον καθορισμό του αριθμού των μεταναστών που μπορούν να γίνουν δεκτοί·

36. ανησυχεί από τη δημιουργία, στις χώρες της Μεσογείου, μετά από αίτημα ορισμένων κρατών μελών της Ένωσης, "κέντρων πρώτης υποδοχής" μεταναστών που έχουν προορισμό το έδαφος της Ένωσης, κέντρων που δεν παρέχουν στους ενδιαφερόμενους τις ελάχιστες εγγυήσεις για τα θεμελιώδη δικαιώματα· υπενθυμίζει ότι η διαχείριση των μεταναστευτικών ροών δεν μπορεί να ασχολείται αποκλειστικά και μόνο με το σκέλος της ασφάλειας, αλλά πρέπει επίσης να θεμελιώνεται στη διαχείριση μιας βιώσιμης και κοινωνικής ανάπτυξης·

37. έχει επίγνωση ότι τα κράτη μέλη είναι αρμόδια για τον καθορισμό του αριθμού των υπηκόων τρίτων χωρών που μπορούν να ζουν στο έδαφός τους, υποστηρίζει όμως την ιδέα της κατάρτισης συνολικών εκτιμήσεων που θα συνυπολογίζουν επίσης τα άτομα των οποίων η παραμονή έχει επιτραπεί για λόγους άλλους από της οικονομικής δραστηριότητας, όπως είναι οι πρόσφυγες, οι δικαιούχοι καθεστώτος επικουρικής προστασίας και οι δικαιούχοι της οικογενειακής επανένωσης, συμπεριλαμβανομένων των ανηλίκων σε ηλικία εργασίας, που πρέπει να τους δοθούν εγγυήσεις για την πρόσβασή τους στην αγορά εργασίας·

38. θεωρεί λυπηρό το ότι η πρόταση οδηγίας περί μετανάστευσης για λόγους ανεύρεσης εργασίας δεν μπόρεσε να ευοδωθεί και υποστηρίζει την επιλογή, που πρότεινε η Επιτροπή στο Πράσινο Βιβλίο της, η οποία αποσκοπεί στη θέσπιση κοινού πλαισίου ελάχιστων προδιαγραφών για την είσοδο πολιτών τρίτων χωρών για απασχολήσεις τόσο έμμισθες όσο και ανεξάρτητες·

39. θεωρεί σκόπιμο να γίνουν πιο ευέλικτες και αποτελεσματικές οι προϋποθέσεις εισόδου, π.χ, εν αναμονή μιας άδειας παραμονής για εργασία· ενθαρρύνει τη χρήση κοινοτικών προγραμμάτων τύπου EURES για την προώθηση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με τις δυνατότητες απασχόλησης για τους πολίτες τρίτων χωρών που κατοικούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

40. ζητεί από την Επιτροπή να εκδόσει βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες προβλέψεις για τις πρόσθετες ανάγκες του κάθε κράτους μέλους σε εργατικό δυναμικό· καλεί τα κράτη μέλη να διαβιβάσουν στην Επιτροπή μια στατιστική πρόβλεψη προκειμένου να μπορέσει η Επιτροπή να κάνει τις δέουσες προβλέψεις περί των αναγκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε εργατικό δυναμικό·

41. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να συντηρήσουν έναν διαρκή διάλογο με τις ΜΚΟ που ασχολούνται με τη μετανάστευση, ώστε αυτές να προσφέρουν τη γνώμη τους για τα θέματα που αφορούν τη μετανάστευση, και να υποστηρίζονται οι δραστηριότητές τους σε θέματα υποδοχής μεταναστών καθώς και έρευνας·

42. φρονεί ότι επείγει η χάραξη μεταναστευτικών πολιτικών περισσότερο προσαρμοσμένων στις αγορές εργασίας·ώστε η εσωτερική αγορά εργασίας να μην απορυθμιστεί από χαμηλόμισθους και παράνομους εργαζομένους για να αποτραπεί τυχόν ανισομέρεια μεταξύ ενεργού και μη ενεργού πληθυσμού και καλεί τα κράτη μέλη να συνδέσουν τις περιφερειακές και τοπικές διοικήσεις, τις περιφερειακές υπηρεσίες εύρεσης εργασίας και τους κοινωνικούς εταίρους, τις συνδικαλιστικές και τομεακές οργανώσεις, τις ενώσεις εθελοντών που καλύπτουν την επικράτεια και τους δήμους υποδοχής στην απόφαση όσον αφορά τον αριθμό των αλλοδαπών εργαζομένων που γίνονται δεκτοί·

43. καλεί τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν ειδικές συνδυασμένες άδειες παραμονής και εργασίας που να διευκολύνουν την πρόσληψη εποχιακών εργαζομένων ή εργαζομένων ορισμένου έργου·

44. υπογραμμίζει ιδιαίτερα την ανάγκη να ενταθούν οι προσπάθειες της ΕΕ για την καταπολέμηση της φτώχειας στις χώρες προέλευσης των μεταναστευτικών ροών, στο πλαίσιο των Στόχων της Χιλιετίας, στηρίζοντας μεταξύ άλλων την εφαρμογή ενός στέρεου και ισότιμου εκπαιδευτικού συστήματος, καθώς και την ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας·

45. προτρέπει τα κράτη μέλη , στο πλαίσιο της εθνικής μεταναστευτικής πολιτικής τους, να υπογράψουν με τις χώρες μεγάλης μετανάστευσης διμερείς συμφωνίες που να καλύπτουν τις ευρωπαϊκές ανάγκες σε εργατικό δυναμικό ή να ανοίξουν νέες νόμιμες οδούς μετανάστευσης ώστε η διαδικασία μετανάστευσης να είναι καλύτερα οργανωμένη και πιο διαφανής και να προαχθούν οι σχέσεις με τις τρίτες χώρες στο πλαίσιο μιας στενής εταιρικής σχέσης· υπογραμμίζει επίσης ότι η σύναψη των διμερών συμφωνιών για τη διαχείριση της μετανάστευσης με τις χώρες προέλευσης επιτρέπει την έναρξη μιας πραγματικής εταιρικής σχέσης με τις χώρες προέλευσης στον κοινό αγώνα κατά της παράνομης μετανάστευσης και της σωματεμπορίας, ιδίως των πιο ευάλωτων ομάδων, όπως οι γυναίκες και τα παιδιά·

46. καλεί τα κράτη μέλη να αρχίσουν διάλογο όσον αφορά τη θέσπιση ποσοστώσεων ανά τομέα δραστηριοτήτων και να ενημερώνουν τακτικά την Επιτροπή για την εφαρμογή των εθνικών πολιτικών τους επί του θέματος·

47. τονίζει ότι η ένταξη των μεταναστών είναι ζωτικής σημασίας και ζητεί γενναία μέτρα υπέρ της ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας καθώς και υπέρ των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών δικαιωμάτων, που έχουν εξ ίσου σημασία για την επίτευξη των στόχων της Λισαβώνας περί ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας·

48. υπενθυμίζει την εθνική αρμοδιότητα στον τομέα της μετανάστευσης και τα συνεπαγόμενα δικαιώματα και υποχρεώσεις τόσο της κοινωνίας υποδοχής όσο και του μετανάστη· καλεί τα κράτη μέλη να συντονίσουν τις εθνικές πολιτικές τους χάρη στην ανοικτή μέθοδο συντονισμού, με βάση τις κοινές βασικές αρχές που πρόσφατα ενέκρινε το Συμβούλιο·

49. τονίζει ότι ο συντονισμός των εθνικών πολιτικών δεν μπορεί να υποκαταστήσει μια ευρωπαϊκή πολιτική ένταξης· καλεί τα κράτη μέλη να εκδόσουν τα ελάχιστα κριτήρια για τη θέσπιση αυτής της πολιτικής·

50. τονίζει ότι επιβάλλεται να ενθαρρυνθεί η εφαρμογή της εκμάθησης της γλώσσας της κοινωνίας υποδοχής και η οργάνωση μαθημάτων πολιτικής αγωγής και προγραμμάτων διδασκαλίας, μεταξύ άλλων για την ισότητα ανδρών και γυναικών, καθώς και να ενισχυθεί η ένταξη μέσω της εργασίας, ο αγώνας κατά των γκέτο, η πολιτική συμμετοχή στις τοπικές εκλογές· δηλώνει ότι αντιμετωπίζει ευνοϊκά τα προγράμματα εισαγωγής που εφαρμόζουν ορισμένα κράτη μέλη, τα οποία προϋποθέτουν αμοιβαία δέσμευση των χωρών υποδοχής και ιδίως των πρωτοαφικνούμενων· ζητεί να επιτυγχάνεται η δέσμευση των μεταναστών ότι θα σέβονται τις θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ μέσω μιας συμβολικής δέσμευσης· προτρέπει τα κράτη μέλη να προωθήσουν περισσότερο τη συμμετοχή των ενσωματωμένων μεταναστών στην πολιτική τους επί θεμάτων ενσωμάτωσης προωθώντας τις ανταλλαγές μεταξύ μεταναστών και αυτοχθόνων.

51. θεωρεί ότι μια ενεργός πολιτική ένταξης των υπηκόνων τρίτων χωρών που κατοικούν νομίμως στην Ένωση θα πρέπει μεταξύ άλλων: να καθορίζει σαφείς κανόνες που θα διέπουν το νομικό καθεστώς των αλλοδαπών μονίμων κατοίκων και θα κατοχυρώνει το δικαίωμά τους σε χρηστές διοικητικές πρακτικές· να επιτρέπει την ομαλή ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας· να υποχρεώνει τους υπηκόους τρίτων χωρών να παρακολουθούν μαθήματα διδασκαλίας της εθνικής γλώσσας ή των εθνικών γλωσσών, οργανωμένα από τα κράτη μέλη υποδοχής· να τους δίδει το δικαίωμα να έχουν πρόσβαση στις κοινωνικές και υγειονομικές υπηρεσίες· να προσπαθεί να προσφέρει ευπρεπείς συνθήκες διαβίωσης στις πόλεις και τα χωριά· να διασφαλίζει τη συμμετοχή των μεταναστών στην κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική ζωή·

52. καλεί τα κράτη μέλη και τα όργανα της ΕΕ να προωθήσουν τη συμμετοχή των αλλοδαπών στη δημόσια και πολιτική ζωή, χωρίς δικαίωμα ψήφου και εφόσον διαμένουν νομίμως στην ΕΕ, κυρίως μέσω των κατάλληλων μηχανισμών διαβούλευσης και εκπροσώπησης· καλεί όλα τα κράτη μέλη να επικυρώσουν την Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί συμμετοχής των αλλοδαπών στο δημόσιο βίο σε τοπικό επίπεδο·

53. ζητεί με έμφαση από όλα τα κράτη μέλη να κυρώσουν τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα όλων των μεταναστών εργαζομένων και των μελών των οικογενειών τους·

54. φρονεί ότι η καταπολέμηση των διακρίσεων, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας αποτελεί πρωταρχικής σημασίας συνιστώσα της πολιτικής ένταξης· καλεί τα κράτη μέλη να μεριμνήσουν ώστε να καλλιεργήσουν στους ευρωπαίους πολίτες μια νοοτροπία φιλοξενίας, ένταξης και κοινωνικής ενσωμάτωσης, ώστε να οικοδομηθεί μια διαπολιτισμική κοινωνία, αποφεύγοντας σε οποιοδήποτε πολιτικό και θεσμικό κείμενο να παραβιάζουν την αρχή της φιλοξενίας και της μη επαναπροώθησης, να μεταφέρουν το ταχύτερο δυνατόν τις δυο οδηγίες που αναφέρονται στα ανωτέρω[5] και εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρωτοβουλία της Προεδρίας του Συμβουλίου να προβάλει εκ νέου την πρόταση απόφασης-πλαισίου όσον αφορά την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας· ζητεί να κληθεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να γνωμοδοτήσει εκ νέου επί της απόφασης-πλαίσιο μετά τις νέες συνομιλίες στο Συμβούλιο·

55. εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την αύξηση των εγκλημάτων για λόγους τιμής, τις διώξεις και τις σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων των μεταναστριών λόγω θρησκευτικού φανατισμού και απάνθρωπων παραδόσεων και ζητεί από την Επιτροπή και το Συμβούλιο να αντιμετωπίσουν τα θέματα αυτά με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και να διασφαλίζουν προστασία για τις γυναίκες που απειλούνται·

56. καλεί τα κράτη μέλη να συνάψουν συμφωνίες με τις χώρες καταγωγής των μεταναστών, ώστε να διασφαλιστεί η μεταφορά των κεκτημένων δικαιωμάτων κοινωνικής ασφάλισης·

57. θεωρεί ότι η διεθνής κοινότητα δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει το δυναμικό των οικονομικών εμβασμάτων των μεταναστών προς τις χώρες καταγωγής τους για τη στήριξη των αναπτυξιακών τους πολιτικών, και καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προτείνει συγκεκριμένα μέτρα για να διευκολύνει την εθελοντική μεταφορά μέρους των αποδοχών στις χώρες προέλευσης, ελαχιστοποιώντας τα έξοδα συναλλαγής, όπως προτείνεται στην Πράσινη Βίβλο για την οικονομική μετανάστευση·

58. καλεί το Συμβούλιο να υιοθετήσει μια πιο βολονταριστική στάση ώστε να διαμορφωθεί, βάσει αυτών των προτάσεων, μια αποτελεσματική ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική που να απαντήσει στις προκλήσεις τις οποίες η Ένωση οφείλει να αντιμετωπίσει·

59. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.

  • [1]  EE C 92 της 16.04.2004, σελ. 339.
  • [2]  Κείμενα που εγκρίθηκαν εκείνη την ημερομηνία, P6_TA(2004)0022.
  • [3]  World Economic and Social Survey 2004
  • [4] 2 CΟΜ(2004)0343, 26.5.2004, παράγραφος 2.3.1 (ανακοίνωση σχετικά με ενισχυμένη εταιρική σχέση για τις απομεμακρυσμένες περιφέρειες).
    και CΟΜ(2004)0628, 29.9.2004 (πρόταση κανονισμού σχετικά με τη δημιουργία ευρωπαϊκού οργάνου γειτονίας και εταιρικής σχέσης)
  • [5]  Οδηγία 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Ιουνίου 2000 περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής (ΕΕ L 180 της 19.7.2000, σ. 22)· Οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2000 για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (ΕΕ L 303 της 2.12.2000, σ. 16).

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Πλαίσιο

Λόγω του αμφιλεγόμενου απολογισμού του προγράμματος του Tampere, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Νοεμβρίου 2004 καθόρισε το πολυετές πρόγραμμα της Χάγης που έθεσε σε εφαρμογή τις διατάξεις της Συνθήκης του Άμστερνταμ για την ειδική πλειοψηφία και τη συναπόφαση στον τομέα της μετανάστευσης και του ασύλου. Θα τεθεί σε εφαρμογή μέσω ενός προγράμματος δράσης της Επιτροπής στο οποίο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί, στο πλαίσιο της παρούσας έκθεσης, να συμβάλει.

Η Επιτροπή δημοσίευσε πρόσφατα δύο μελέτες, τη μία για τη σχέση μεταξύ της νόμιμης και της παράνομης μετανάστευσης, ύστερα από την οποία ακολούθησε, τον Ιανουάριο 2005, ένα πράσινο βιβλίο που αναζωπύρωσε το ευαίσθητο ζήτημα της μετανάστευσης για λόγους απασχόλησης· την άλλη για τη μετανάστευση και την ένταξη, ύστερα από την οποία ακολούθησε η έγκριση, από το Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Νοεμβρίου 2004, των κοινών βασικών αρχών στον τομέα της ένταξης των πολιτών τρίτων χωρών.

Επισημαίνοντας την τάση να συνδέονται συστηματικά η τρομοκρατία και η ανασφάλεια με τη μετανάστευση, ο εισηγητής φρονεί ότι έχει πρωταρχική σημασία να απορριφθεί αυτός ο συνειρμός και να παροτρυνθούν τα κράτη μέλη να μην χαρακτηρίζονται οι πολιτικές τους από υπερβολική εμπέδωση του αισθήματος της ασφάλειας ή του φιλελευθερισμού. Είναι απαραίτητο να υπερβούμε τις εθνικές αποκλίσεις ώστε να ηρεμήσουμε τη συζήτηση και να αναπτυχθεί μια ισόρροπη, ανθρώπινη και αποτελεσματική ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική.

Ο εισηγητής εκφράζει την ικανοποίησή του για την ευκαρία που του δόθηκε να υποβάλει μια σύνολη έκθεση για τη νόμιμη και παράνομη μετανάστευση και την ένταξη των μεταναστών και, στο μέτρο που εκφράζει λύπη για την ευρωπαϊκή προσέγγιση που συχνά είναι υπερβολικά τομεακή, χαιρετίζει το ότι η Επιτροπή και η λουξεμβουργιανή Προεδρία προτρέχουν ορισμένων εκ των προτάσεών του που τείνουν προς αυτή τη σύνολη προσέγγιση.

Γενικές προτάσεις

Ο εισηγητής καλεί την Επιτροπή, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να προβληματιστεί για τη θέση σε εφαρμογή ενός συνεκτικού νομοθετικού πλαισίου τεσσάρων επιπέδων στον τομέα της μετανάστευσης, το οποίο να προϋποθέτει:

- τη στενή συνέργια μεταξύ ευρωπαϊκών πολιτικών όπως της απασχόλησης, των κοινωνικών πολιτικών, της ανάπτυξης και των εξωτερικών σχέσεων·

- το σύστημα αμοιβαίας ενημέρωσης και έγκαιρου συναγερμού μεταξύ όσων λαμβάνουν αποφάσεις σε εθνικό επίπεδο στον τομέα της μετανάστευσης και του ασύλου, όπως συζητήθηκε στο Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 24ης Φεβρουαρίου 2005·

- το συντονισμό του συνόλου των δομών, τόσο των ευρωπαϊκών όσο και των εθνικών, που εμπλέκονται στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών[1], προκειμένου να εκλείψουν οι κίνδυνοι επικάλυψης που μπορεί να υφίστανται στον ίδιο τομέα δραστηριοτήτων λόγω ανυπαρξίας διαβούλευσης.

- την καλή διάδοση και χρήση των χρηματοοικονομικών προγραμμάτων. Οι πιστώσεις που διατίθενται στο πλαίσιο κοινοτικών ταμείων δεν χρησιμοποιούνται πάντοτε στο σύνολό τους. Έτσι, τα εξαιρετικά σημαντικά κονδύλια για το 2004 του προγράμματος ARGO δεν χρησιμοποιήθηκαν, κυρίως λόγω μη ενημέρωσης των εθνικών αρχών.

        Ο εισηγητής προτείνει επίσης εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης, των οποίων σκοπός είναι να παρουσιάσουν τα κράτη μέλη στους ευρωπαίους πολίτες την προσφορά της μετανάστευσης και την πολιτική που ασκεί η ΕΕ και οι αντίστοιχες κυβερνήσεις τους και, για τις χώρες καταγωγής, να προειδοποιήσουν τους πληθυσμούς τους για τους κινδύνους της παράνομης μετανάστευσης και τις δυνατότητες για νόμιμη μετανάστευση.

Συνεργασία με τις τρίτες χώρες

O εισηγητής κρίνει απαραίτητη τη συνεργασία με τις χώρες καταγωγής και διαμετακόμισης κινητοποιώντας όλες τις ευρωπαϊκές εξωτερικές πολιτικές, (ιδίως την ενίσχυση στην ανάπτυξη και τις συμφωνίες εταιρικής σχέσης ή σύνδεσης) σε δύο επίπεδα:

1) Στον τομέα της διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών, οι τρίτες χώρες πρέπει να υποστηριχθούν στην επιτήρηση των συνόρων τους, στην πρόληψη και την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης, στην επανένταξη των μεταναστών που απελαύνονται και στην υποδοχή των μεταναστών για τις χώρες διαμετακόμισης.

2) Όσον αφορά την καταπολέμηση των βαθύτερων αιτίων της μετανάστευσης, μια ενεργή πολιτική κοινής ανάπτυξης θα επηρεάσει την πρόληψη συρράξεων, τον σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου, την ενίσχυση των θεσμικών δυνατοτήτων, της καλής διακυβέρνησης και των εμπορικών συναλλαγών. Το μεταναστευτικό δυναμικό πρέπει να συμβάλει στην κοινή ανάπτυξη των χωρών υποδοχής και καταγωγής. Επίσης, τα εμβάσματα των μεταναστών προς τις χώρες καταγωγής τους πρέπει να είναι ασφαλή, το κόστος τους μειωμένο, και να προσανατολίζονται σε σχέδια τοπικής ανάπτυξης. Όσον αφορά τη «διαρροή εγκεφάλων» που πλήττει την ανάπτυξη αυτών των χωρών, ο εισηγητής φρονεί ότι έχει πρωταρχική σημασία να ενθαρρύνονται οι προσοντούχοι μετανάστες στο να διατηρούν οικονομικούς, κοινωνικούς και χρηματοοικονομικούς δεσμούς με τις χώρες τους έως την επιστροφή τους.

Ο εισηγητής φρονεί ότι ένα μέρος της λύσης του προβλήματος της λαθρομετανάστευσης πρέπει να αναζητηθεί στη αλλά και σε συνεργασία με τις περιοχές καταγωγής. Προτείνει στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να προσαρμόσουν και να συντονίσουν μεταξύ τους τις διπλωματικές αρχές τους ώστε να προσδιορίσουν τις δυνατότητες απασχόλησης του υποψήφιου μετανάστη σε ένα κράτος ανάλογα με τα επαγγελματικά χαρακτηριστικά του και τις οικονομικές ανάγκες της χώρας. Τα σχέδια αυτά προϋποθέτουν τη συνεργασία του διπλωματικού προσωπικού τόσο μεταξύ του όσο και με τις εθνικές υπηρεσίες τους που είναι αρμόδιες για τη μετανάστευση, τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης και φορείς όπως η Διεθνής Οργάνωση για τη Μετανάστευση και το δίκτυο των Αξιωματικών Συνδέσμων Μετανάστευσης. Μακροπρόθεσμα, τα κοινά γραφεία για αιτήσεις θεωρήσεων, εφόσον συσταθούν, θα πρέπει και αυτά να μετέχουν.

Καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης

Επειδή τουλάχιστον 500.000 λαθρομετανάστες εισέρχονται κάθε χρόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση[2], η καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης, σε όλες τις πτυχές της και σε συνεργασία με τις τρίτες χώρες καταγωγής, πρέπει να εξακολουθήσει να αποτελεί προτεραιότητα.

Η ευρωπαϊκή πολιτική σχετικά με τις θεωρήσεις συμβαδίζει υπό αυτή την έννοια με τα μελλοντικά VIS, SIS II[3], των οποίων η λειτουργικότητα πρόκειται να μελετηθεί, και την ασφάλεια των ταξιδιωτικών εγγράφων. Ο εισηγητής θα παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Μεθοριακής Υπηρεσίας που θα επιτρέψει την υποστήριξη της λειτουργικής διακρατικής συνεργασίας.

Η οδηγία για τη συνδρομή στα θύματα της εμπορίας ανθρώπων που συνεργάζεται με τη δικαιοσύνη[4] αποτελεί θετικό βήμα προς την κατεύθυνση της προστασίας των μεταναστών και ο εισηγητής θα παρακολουθεί, σχετικά με αυτό το θέμα, την υποβολή ενός σχεδίου δράσης με σκοπό τη θέσπιση κοινών προτύπων και μηχανισμών πρόληψης. Στον τομέα της καταπολέμησης της παράνομης εργασίας, η διακρατική συνεργασία αναμένεται ότι θα επιτρέψει την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος μέσω του ενισχυμένου ελέγχου των εκτιθέμενων τομέων, των αυστηρών κυρώσεων κατά των επιχειρήσεων και της στήριξης των θυμάτων.

Μια ευρωπαϊκή πολιτική επιστροφής είναι απαραίτητη για την αξιοπιστία της καταπολέμησης της παράνομης μετανάστευσης. Το πρόγραμμα της Χάγης προβλέπει τη θέσπιση κοινών διαδικαστικών σταθερότυπων, ενός ειδικού εκπροσώπου και ενός κοινοτικού ταμείου με «ολοκληρωμένα προγράμματα επιστροφής» που θα παροτρύνουν τον μετανάστη να εγκατασταθεί μόνιμα στη χώρα του.

Όσον αφορά τις συμφωνίες επανεισδοχής, το Συμβούλιο προτίθεται να τις χρησιμοποιήσει περισσότερο και κατά συνεκτικότερο τρόπο με τις εταιρικές σχέσεις που έχουν συναφθεί με τις τρίτες χώρες, με τακτική παρακολούθηση της αποτελεσματικότητάς τους και προτάσεις νέων διαπραγματεύσεων. Με το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, το ΕΚ θα συμμετάσχει στη σύνταξη αυτών των συμφωνιών.

Ο εισηγητής διαπιστώνει ότι, από εξαιρετικού χαρακτήρα, oι μαζικές νομιμοποιήσεις λαθρομεταναστών έχουν σε ορισμένες χώρες καταστεί επαναλαμβανόμενες, αποκαλύπτοντας τα όρια των μεταναστευτικών πολιτικών και την ύπαρξη μιας δυναμικής παραοικονομίας. Τα κράτη μέλη επιβάλλεται να προβληματιστούν από κοινού σχετικά με αυτή τη διαδικασία, που έχει αντίκτυπο σε ολόκληρη την Ένωση, στο πλαίσιο του προτεινόμενου συστήματος ενημέρωσης και συναγερμού.

Νόμιμη μετανάστευση

Ο εισηγητής φρονεί ότι μια υπερβολικά αυστηρή ρύθμιση των νόμιμων μεταναστατευτικών οδών μπορεί να αναγκάσει τους απορριφθέντες μετανάστες να χρησιμοποιήσουν παράνομους διαύλους. Στο διάστημα μεταξύ 2010 και 2030 η μείωση του ενεργού πληθυσμού της Ευρώπης των 25 θα μειώσει κατά 20 εκατομμύρια τον αριθμό των εργαζομένων[5] με αναπόφευκτες συνέπειες στην οικονομική ανάπτυξη. Συνεπώς πρέπει να οργανωθεί η νόμιμη μετανάστευση για να μειωθούν οι παράνομες μεταναστευτικές ροές, να υπάρξει ανταπόκριση στις οικονομικές ανάγκες των κρατών μελών και να ικανοποιηθούν οι στόχοι της Λισαβόνας. Ο εισηγητής υποστηρίζει την επιλογή της Επιτροπής που παρουσίασε στο πράσινο βιβλίο της, με την οποία προτείνεται κοινό πλαίσιο ελάχιστων σταθερότυπων για την είσοδο υπηκόων τρίτων χωρών για λόγους απασχόλησης, απαραίτητο για τη δημιουργία ενός χώρου ελεύθερης κυκλοφορίας χωρίς σύνορα. Η οργάνωση εξάλλου της νόμιμης μετανάστευσης δεν πλήττει τους υπηκόους των νέων κρατών μελών που έχουν προτεραιότητα επί των εξωκοινοτικών υπηκόων όσον αφορά την πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας.

Ο εισηγητής ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ενημερώνονται αμοιβαίως καθώς και την Επιτροπή, στο πλαίσιο του προτεινόμενου συστήματος συναγερμού και ενημέρωσης, μεταξύ άλλων για τα προγράμματα πρόσληψης εργατικού δυναμικού, τόσο με πλούσια όσο και με λιγότερα προσόντα, καθώς και για τις εθνικές ποσοστώσεις, προκειμένου να αξιολογούνται καλύτερα οι ανάγκες της ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας και να καταστεί περισσότερο διαφανής η μεταναστευτική διαδικασία. Ο εισηγητής δεν συμφωνεί με τις ποσοστώσεις ανά ιθαγένεια, που έχουν δυσμενείς επιπτώσεις διακρίσεων στις χώρες με τις οποίες ουδεμία συμφωνία έχει υπογραφεί.

Ο εισηγητής τάσσεται υπέρ της προώθησης της προσωρινής μετανάστευσης. Καλεί προς τον σκοπό αυτό τα κράτη μέλη να την οργανώσουν γύρω από δημόσιες υπηρεσίες ή προσεκτικά επιλεγμένες ιδιωτικές επιχειρήσεις προσλήψεων και να μεριμνούν για την πραγματική επιστροφή των εκτάκτων εργαζομένων στη χώρα καταγωγής τους ύστερα από τη λήξη της εξουσιοδοτημένης περιόδου. Η ενιαία άδεια, που συνδυάζει την παραμονή με την εργασία στο ίδιο σχήμα, θα διευκόλυνε τις διαδικασίες και την πρόσληψη μεταναστών, στους οποίους συγκαταλέγονται οι αλλοδαποί σπουδαστές, και θα αποτελούσε συνεπώς το κατάλληλο εργαλείο προς ενθάρρυνση της προσωρινής μετανάστευσης.

Ο εισηγητής φρονεί ότι είναι απαραίτητο να ενισχυθούν οι δυνατότητες των τρίτων χωρών να προβλέπουν τις ανάγκες σε αλλοδαπό εργατικό δυναμικό, συστήνοντας κέντρα κατάρτισης στις χώρες καταγωγής με σκοπό την απόκτηση προσόντων που αντιστοιχούν στις ευρωπαϊκές ανάγκες, ώστε να διευκολυνθεί η κατάρτιση των μεταναστών πριν από την αναχώρησή τους.

Ο εισηγητής υπενθυμίζει ότι οι πολιτικές εισόδου και ένταξης είναι αλληλοεξαρτώμενες και ενισχύονται αμοιβαίως.

Πολιτικές ένταξης

Ο εισηγητής καλεί τα κράτη μέλη να χαράξουν περισσότερο ενεργές και συντονισμένες πολιτικές ένταξης θεμελιωμένες σε κοινές βασικές αρχές όσον αφορά την ένταξη των νομίμων κατοίκων-μεταναστών.Ο εισηγητής φρονεί ότι η επιτυχία των μέτρων ένταξης εξαρτάται από τον καθορισμό των στόχων, των δεικτών και των μηχανισμών αξιολόγησης.

Ο εισηγητής προτείνει να γενικευθούν τα προγράμματα εισαγωγής για τους πρωτοερχομένους που να περιλαμβάνουν γλωσσική κατάρτιση και μαθήματα πολιτικής αγωγής καθώς και επαγγελματικού προσανατολισμού. Όσον αφορά τις κυρώσεις εις βάρος των μεταναστών που αποτυγχάνουν στις δοκιμασίες ένταξης, ο εισηγητής επιθυμεί να διεξαχθεί επί του θέματος συζήτηση, διυκρινίζοντας ταυτόχρονα ότι δεν πρέπει να αποτελούν την πρώτη λύση. Σε περίπτωση επιτυχίας, πρέπει να απονέμονται πιστοποιητικά επιτυχίας σε σχήμα γνωστό στους εργοδότες και στα εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Ο εισηγητής υπενθυμίζει ότι η ένταξη προϋποθέτει καταρχάς την καταπολέμηση των διακρίσεων, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας μέσω της ίσης μεταχείρισης και της ισότητας ευκαιριών, την οργάνωση γλωσσικών μαθημάτων, επειδή στη γνώση της γλώσσας βασίζεται η σχέση μεταξύ του μετανάστη και της κοινωνίας υποδοχής, και μαθημάτων πολιτικής αγωγής ώστε ο μετανάστης να γνωρίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του στην κοινωνία υποδοχής, την ιστορία της και τον πολιτισμό της.

Ο εισηγητής θεωρεί ότι η πρόσβαση στην εκπαίδευση, η ένταξη μέσω της εργασίας, η πολιτιστική και λατρευτική ένταξη, αποτελούν σημαντικές συνιστώσες μιας επιτυχημένης ένταξης. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συμβατότητα με τις ευρωπαϊκές δημοκρατικές αξίες ορισμένων πρακτικών των κοινωνιών καταγωγής, τα κράτη μέλη πρέπει να μεριμνούν ώστε να μην παραβιάζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα κάθε μετανάστη και να εγκρίνουν εν ανάγκη δεσμευτικά μέτρα, ιδίως σε περίπτωση κλειτοριδεκτομής ή πολυγαμίας.

Δεδομένου ότι η ένταξη συντελείται κυρίως σε τοπικό επίπεδο, η συμμετοχή των τοπικών πρωταγωνιστών, στους οποίους συγκαταλέγονται οι δήμοι, πρέπει να ενισχυθεί στον τομέα της υποδοχής των πρωτοερχομένων και της πολεοδομίας. Τέλος, στη διαδικασία ένταξης πρέπει να έχει ευρύτερη συμμετοχή η αστική κοινωνία, στην οποία συγκαταλέγονται οι Μ.Κ.Ο., ενώ θα πρέπει να καθοριστούν σαφέστερα οι αρμοδιότητές τους σε σχέση με εκείνες που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών.

21.3.2005

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

προς την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

σχετικά με τη σχέση μεταξύ νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης και την ένταξη των μεταναστών

(2004/2137(INI))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Alain Hutchinson

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Ανάπτυξης καλεί την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων που είναι αρμόδια επί της ουσίας να συμπεριλάβει τις εξής προτάσεις στην πρόταση ψηφίσματός της:

1.   υπενθυμίζει ότι, μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε το 1999, έχουν τεθεί οι βάσεις για μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου και μετανάστευσης, αλλά εκφράζει τη λύπη του διότι οι εξελίξεις στον τομέα αυτό δεν ήταν τόσο γρήγορες όσο αναμενόταν·

2.   τονίζει ότι η πραγματική ανάπτυξη των κοινών πολιτικών ασύλου και μετανάστευσης, εν πλήρει σεβασμώ των θεμελιωδών δικαιωμάτων, αποτελεί πρωταρχικό σχέδιο στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικοδόμησης, όπως διαπιστώνει η Συνθήκη για τη θέσπιση ενός Συντάγματος για την Ευρώπη.

3.   επιθυμεί να τονίσει την επιτακτική, για μια διευρυμένη 25μελή Ευρώπη, ανάγκη να καταρτίσει ένα ουσιαστικό κοινό πρόγραμμα δράσεων, συνδυάζοντας μέτρα διαχείρισης και ελέγχου των μεταναστευτικών ροών και ένταξης των πληθυσμών που έχουν μεταναστεύσει, το οποίο θα πρέπει να συνεπάγεται κυρίως τη θέσπιση μιας κοινής μεταναστευτικής πολιτικής·

4.   εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των Βρυξελλών (Νοέμβριος 2004) ενέκρινε το πρόγραμμα της Χάγης, που τονίζει, μεταξύ άλλων, την ανάγκη μιας σφαιρικής προσέγγισης της διεθνούς μετανάστευσης "που θα περιλαμβάνει όλα τα στάδια της μετανάστευσης και θα λαμβάνει υπόψη τα γενεσιουργά αίτια της μετανάστευσης, τις πολιτικές εισόδου και εισδοχής και τις πολιτικές ένταξης και επιστροφής."

5.   επισημαίνει ότι απαιτείται μια νόμιμη και ελεγχόμενη οικονομική μετανάστευση για μια Ευρώπη όπου η μείωση του ενεργού πληθυσμού θα οδηγήσει σε μείωση του αριθμού των εργαζομένων της τάξης των 20 εκατομμυρίων μεταξύ 2005 και 2030, όπως τονίζουν διάφορες μελέτες[6]·

6.   θεωρεί ότι μια υπεύθυνη μεταναστευτική πολιτική πρέπει να επικεντρώνεται στις αρνητικές επιπτώσεις που η αποδημία εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού έχει για την ανάπτυξη των χωρών αποδημίας και πιστεύει ότι η καταπολέμηση της φτώχειας συμπεριλαμβάνει την προώθηση, στις χώρες αυτές, της αειφόρου ανάπτυξης ·

7.   ζητεί τη σύναψη διεθνούς συμφωνίας μεταξύ της ΕΕ και των αναπτυσσομένων χωρών, προκειμένου να αποτραπούν οι καταστροφικές επιπτώσεις που έχει για τις χώρες αυτές η διαρροή εγκεφάλων·

8.   εκφράζει τη λύπη του διότι μέχρι σήμερα τα μέτρα που έχουν εγκρίνει το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη για τον έλεγχο των μεταναστευτικών κυμάτων ήταν μάλλον κατασταλτικά μέτρα ελέγχου παρά θετικά προληπτικά μέτρα· υπενθυμίζει ότι οι στρατηγικές που στοχεύουν στη μείωση της φτώχειας, τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας, τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και την ανάπτυξη της κατάρτισης στις χώρες προέλευσης, συμβάλλουν μακροπρόθεσμα στην ομαλοποίηση των μεταναστευτικών ροών·

9.   επαναλαμβάνει ότι απορρίπτει κατηγορηματικά την ιδέα να δημιουργηθούν στρατόπεδα υποδοχής ή ανάσχεσης προσφύγων χωρίς χαρτιά ή αιτούντων άσυλο, έξω από τα σύνορα της ΕΕ, στις περιοχές προέλευσης της μετανάστευσης·

10. ζητεί, κατά την κατάρτιση μιας πολιτικής για τις επιστροφές των προσφύγων, να διασφαλισθεί ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μεταναστών και σε καμία περίπτωση να μην τίθεται σε κίνδυνο η σωματική ή ηθική τους ακεραιότητα· στο πλαίσιο αυτό, ζητεί να αναθεωρηθεί η έννοια της "ασφαλούς τρίτης χώρας"·

11. επαναλαμβάνει ότι είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη οι τεράστιες συνέπειες που έχει η μεταναστευτική πολιτική της ΕΕ στις αναπτυξιακές πολιτικές των τρίτων χωρών και υπογραμμίζει την ανάγκη να ενσωματωθούν οι εκτιμήσεις αυτές στη σφαιρική ευρωπαϊκή στρατηγική για την οικονομική μετανάστευση·

12. υπογραμμίζει ιδιαίτερα την ανάγκη να ενταθούν οι προσπάθειες της ΕΕ για την καταπολέμηση της φτώχειας στις χώρες προέλευσης των μεταναστευτικών ροών, στο πλαίσιο των Στόχων της Χιλιετίας, στηρίζοντας μεταξύ άλλων την εφαρμογή ενός στέρεου και ισότιμου εκπαιδευτικού συστήματος, καθώς και την ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας·

13. υπογραμμίζει επίσης ότι, καθώς τα μεταναστευτικά ρεύματα οφείλονται και σε πολιτικούς λόγους, όπως μαρτυρεί η αύξηση του αριθμού των αιτούντων άσυλο στην Ευρώπη από τις αρχές της δεκαετίας του '90, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η στήριξη της ΕΕ στη διαδικασία εκδημοκρατισμού των κρατών, ιδίως δε αυτών της Υποσαχάριας Αφρικής·

14. θεωρεί ως βασικό στοιχείο την ανάπτυξη προγραμμάτων ενημέρωσης και νομικής στήριξης των οικονομικών μεταναστών στις χώρες προέλευσής τους, έτσι ώστε η μετανάστευση να αποτελεί ελεύθερη και συνειδητή επιλογή και όχι λύση απελπισίας και καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να χρηματοδοτήσει τέτοια προγράμματα ενημέρωσης και νομικής στήριξης·

15. θεωρεί ότι η διεθνής κοινότητα δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει το δυναμικό των οικονομικών εμβασμάτων των μεταναστών προς τις χώρες καταγωγής τους για τη στήριξη των αναπτυξιακών τους πολιτικών, και καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προτείνει συγκεκριμένα μέτρα για να διευκολύνει την εθελοντική μεταφορά μέρους των αποδοχών στις χώρες προέλευσης, ελαχιστοποιώντας τα έξοδα συναλλαγής, όπως προτείνεται στην Πράσινη Βίβλο για την οικονομική μετανάστευση·

16. τονίζει επίσης τις αρνητικές επιπτώσεις που μπορεί να έχουν οι μεταναστευτικές ροές, ιδίως του εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, για τις χώρες προέλευσης ("διαρροή εγκεφάλων") και καλεί την Επιτροπή να προτείνει συγκεκριμένα μέτρα αποζημίωσης των τρίτων χωρών για το κόστος κατάρτισης των εξειδικευμένων μεταναστών που εγκαταλείπουν τη χώρα τους και έρχονται στην ΕΕ, όπως προτείνεται στην Πράσινη Βίβλο για την οικονομική μετανάστευση·

17. θεωρεί ότι η καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης και ο έλεγχος των συνόρων είναι μία μόνο πτυχή της πολιτικής της ΕΕ έναντι των τρίτων χωρών και ότι πρέπει να εφαρμοσθεί μια ενεργός πολιτική ανάπτυξης των χωρών προέλευσης ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές συνέπειες της μετανάστευσης· θεωρεί ότι η ΕΕ δεν μπορεί να αναλύει τη μεταναστευτική της πολιτική μόνο ως προς το οικονομικό της συμφέρον, αλλά πρέπει να συνεκτιμά και τους λόγους που οδηγούν στη μετανάστευση·

18. πιστεύει ότι η μαζική μετανάστευση οφείλεται σε αποτυχημένες οικονομίες, στις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στο διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών χωρών, στον εμφύλιο πόλεμο, σε πολέμους για τον έλεγχο των φυσικών πόρων, σε πολιτικές διώξεις, στην υποβάθμιση του περιβάλλοντος, κ.λπ.·

19. τονίζει ότι μια από τις βαθιές αιτίες της οικονομικής μετανάστευσης είναι η εύλογη επιδίωξη των μεταναστών να καλύψουν τις βασικές ανάγκες τους και να φύγουν από μια κατάσταση φτώχειας, και ζητεί όπως η κοινή μεταναστευτική πολιτική λάβει υπόψη την κοινοτική πολιτική ανάπτυξης, που έχει ως βασικό στόχο της την καταπολέμηση της φτώχειας, ώστε να στηριχθεί η ανάπτυξη των τρίτων χωρών ως προς την πρόσβαση στην παιδεία και την υγεία και να επιτευχθούν οι λοιποί Αναπτυξιακοί Στόχοι της Χιλιετίας·

20. εκφράζει την υποστήριξή του σε μια κοινή αναπτυξιακή πολιτική που θα στοχεύει να συντελεί στη βελτίωση των συνθηκών ζωής στις ζώνες προέλευσης της μετανάστευσης, προκειμένου να εξαλειφθούν οι αιτίες της και να διευκολυνθεί η επιστροφή των μεταναστών·

21. εκτιμά ότι η σφαιρική ευρωπαϊκή στρατηγική για την οικονομική μετανάστευση θα πρέπει να υποστηρίζει τις οργανωμένες μορφές μετανάστευσης και, ειδικότερα, θα πρέπει να ενισχύει τις διμερείς συμφωνίες διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών με τις χώρες προέλευσης· υπογραμμίζει ότι οι ενέργειες ομαλοποίησης είναι σημαντικές για την καταπολέμηση της μαύρης εργασίας και την ενσωμάτωση των παράνομων μεταναστών στην κοινωνία, ώστε να αποφεύγεται η εκμετάλλευσή τους· είναι όμως δυνατόν να έχουν και ανεπιθύμητα αποτελέσματα, δίνοντας λάθος μηνύματα σε δυνητικούς λαθρομετανάστες·

22. επιθυμεί να τονίσει ότι ένα από τα κυριότερα πλεονεκτήματα των διμερών συμφωνιών μεταναστευτικής διαχείρισης είναι ότι επιτρέπουν τη διασφάλιση ενός ασφαλούς νομικού καθεστώτος για τους μετανάστες εργαζομένους, οι οποίοι πρέπει να απολαύουν της ίδιας μεταχείρισης με τους πολίτες της ΕΕ, ιδίως σε ό,τι αφορά ορισμένα κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα·

23. υπογραμμίζει επίσης ότι η σύναψη των διμερών συμφωνιών για τη διαχείριση της μετανάστευσης με τις χώρες προέλευσης επιτρέπει την έναρξη μιας πραγματικής εταιρικής σχέσης με τις χώρες προέλευσης στον κοινό αγώνα κατά της παράνομης μετανάστευσης και της σωματεμπορίας, ιδίως των πιο ευάλωτων ομάδων, όπως οι γυναίκες και τα παιδιά·

24. καλεί τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ξεκινήσουν μια κοινή πολιτική για την καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης, της σωματεμπορίας και της μαύρης εργασίας, συντονίζοντας τις προσπάθειές τους και ανταλλάσσοντας τις εμπειρίες τους, εστιάζοντας την προσέγγισή τους τόσο στην πρόληψη της μαύρης εργασίας όσο και στην τιμωρία της, με την επιβολή κυρώσεων στις επιχειρήσεις που ακολουθούν αυτή την πρακτική·

25. διαπιστώνει ότι η έλλειψη συμφωνίας για τη μεταφορά και την κατοχύρωση των κοινωνικών δικαιωμάτων, όπως τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, παραμένει, για τα πρόσωπα που προέρχονται από τρίτες χώρες, εμπόδιο στο ξεκίνημα μιας νέας ζωής στις χώρες καταγωγής τους, και ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάζει το θέμα αυτό κατά τη διαπραγμάτευση συμφωνιών εταιρικής σχέσης με τρίτες χώρες·

26. εκτιμά ότι η σφαιρική ευρωπαϊκή στρατηγική για την οικονομική μετανάστευση θα πρέπει να προαγάγει επίσης τα ενεργά μέτρα κοινωνικής και πολιτιστικής ένταξης των οικονομικών μεταναστών στη χώρα υποδοχής τους, καθιστώντας παράλληλα εφικτή την προστασία της πολιτιστικής τους διαφοράς, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της Επιτροπής στην ετήσια έκθεσή της για τη μετανάστευση και την ένταξη[7]·

27. ζητεί με έμφαση από όλα τα κράτη μέλη να κυρώσουν τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των μεταναστών εργαζομένων και των οικογενειών τους·

28. χαιρετίζει τα μέτρα που υποσχέθηκε να λάβει η Επιτροπή σε ό,τι αφορά τον ειδικό αντίκτυπο που έχει η λαθρομετανάστευση στις εξαιρετικά απομακρυσμένες περιφέρειες[8]2, οι οποίες, λόγω της γεωγραφικής τους θέσης, της μικρής τους διάστασης και του απομακρυσμένου χαρακτήρα τους, είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στα παράνομα μεταναστευτικά ρεύματα·

29. δεδομένου ότι πάνω από το ήμισυ των μεταναστών είναι γυναίκες, ζητεί να ληφθούν υπόψη οι ειδικές ανάγκες των μεταναστριών κατά την ανάπτυξη μιας σφαιρικής πολιτικής για τη διεθνή μετανάστευση, ενσωματώνοντας ρητώς τη διάσταση του φύλου σε όλες τις φάσεις της μετανάστευσης και δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στις γυναίκες στο πλαίσιο των πολιτικών ένταξης·

30. θεωρεί ότι η μεταναστευτική πολιτική πρέπει να ενσωματωθεί στην κοινωνική και οικονομική πολιτική της ΕΕ και συνιστά θερμά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ξεκινήσει ενεργό ενημερωτική εκστρατεία στις χώρες της ΕΕ για να τονίσει τα θετικά αποτελέσματα της μετανάστευσης και να υποστηρίξει τις προσπάθειες ένταξης των μεταναστών στις χώρες υποδοχής τους·

31. συμμερίζεται με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την κατηγορηματική καταδίκη κάθε μορφής ρατσισμού, αντισημιτισμού και ξενοφοβίας, η οποία διατυπώνεται στο Πρόγραμμα της Χάγης, και καλεί την Επιτροπή να δώσει συνέχεια στην πρότασή της για επέκταση της εντολής του Παρατηρητηρίου των Φαινομένων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας, ώστε να εξελιχθεί σε Υπηρεσία για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Σχέση μεταξύ νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης και ένταξη των μεταναστών

Αριθμός διαδικασίας

2004/2137(INI)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

LΙΒΕ

Γνωμοδοτική επιτροπή
Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

DEVE
28.10.2004

Ενισχυμένη συνεργασία

όχι

Συντάκτης γνωμοδότησης
  Ημερομηνία ορισμού

Alain Hutchinson
6.10.2004

Εξέταση στην επιτροπή

18.1.2005

21.2.2005

 

 

 

Ημερομηνία έγκρισης των προτάσεων

16.3.2005

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

υπέρ:

κατά:

αποχές:

33

0

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Alessandro Battilocchio, Margrietus van den Berg, Danutė Budreikaitė, Nirj Deva, Koenraad Dillen, Fernando Fernández Martín, Michael Gahler, Hélène Goudin, Jana Hybášková, Filip Andrzej Kaczmarek, Glenys Kinnock, Wolfgang Kreissl-Dörfler, Ģirts Valdis Kristovskis, Maria Martens, Miguel Angel Martínez Martínez, Gay Mitchell, Luisa Morgantini, Józef Pinior, José Ribeiro e Castro, Toomas Savi, Pierre Schapira, Frithjof Schmidt, Jürgen Schröder, María Elena Valenciano Martínez-Orozco και Jan Zahradil.

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Marie-Hélène Aubert, Ana Maria Gomes, Fiona Hall, Anne Van Lancker, Μανώλης Μαυρομμάτης, Mario Mantovani και Gabriele Zimmer.

Αναπληρωτές (άρθρο 178, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Javier Moreno Sánchez.

18.3.2005

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΚΑΙ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ

προς την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

σχετικά με τους δεσμούς μεταξύ της νόμιμης και της παράνομης μετανάστευσης και της ενσωμάτωσης των μεταναστών

(2004/2137(INI))

Συντάκτρια γνωμοδότησης: Ρόδη Κράτσα-Τσαγκαροπούλου

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων καλεί την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

1.  επισημαίνει ότι, με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία[9]1, οι γυναίκες νόμιμοι μετανάστες στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανέρχονται στο 4% του συνολικού πληθυσμού της και ότι το ποσοστό απασχόλησής τους ανέρχεται μόλις στο 44%, ενώ το ποσοστό ανεργίας στο 19%· καλεί τα κράτη μέλη να εξετάσουν λεπτομερέστερα τις υπάρχουσες δομές και όργανα (αποτελεσματικότητα και επάρκεια) και να αναλάβουν δράση στον τομέα αυτό, ιδίως όσον αφορά την ένταξη των γυναικών μεταναστών στα συστήματα εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης, την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και δεξιοτήτων τους, την πρόσβασή τους στην αγορά εργασίας και την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητάς τους· καλεί επίσης την Επιτροπή να εξετάσει τη διάσταση αυτή στα πλαίσια της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση και την κοινωνική ενσωμάτωση·

2.  επισημαίνει ότι οι γυναίκες νόμιμοι μετανάστες εργάζονται κυρίως σε κλάδους της σκιώδους οικονομίας και αδήλωτης εργασίας (γεωργία, τροφοδοσία, υπηρεσίες καθαρισμού, οικιακές εργασίες)· καλεί τα κράτη μέλη, στα πλαίσια των διμερών συμφωνιών εργασίας για την εισδοχή υπηκόων τρίτων χωρών ή άλλων μεθόδων, να εξασφαλίζουν ότι οι εργαζόμενες που γίνονται δεκτές απολαμβάνουν ασφαλές εργασιακό νομικό καθεστώς[10]2 στις χώρες υποδοχής και ότι δεν υφίστανται διακρίσεις σύμφωνα με το κοινοτικό κεκτημένο· θεωρεί ότι η μετατροπή της αδήλωτης εργασίας σε νόμιμη απασχόληση αποτελεί βασική συνιστώσα στην καταπολέμηση της παράνομης οικονομικής μετανάστευσης της οποίας συχνά είναι θύμα οι γυναίκες·

3.  επισημαίνει ότι οι μετανάστριες, νόμιμες ή παράνομες, που εργάζονται στις γκρίζες ζώνες της οικονομίας δεν έχουν καμία κοινωνική και οικονομική προστασία και ζητεί από τα κράτη μέλη να εντείνουν την ενίσχυση και τη χρηματοδότησή τους για να εξασφαλίσουν την προστασία των γυναικών αυτών έναντι οιασδήποτε μορφής εκμετάλλευσης και βίας·

4.  έχοντας ως στόχο τον περιορισμό της παράνομης μετανάστευσης και την οικονομική και κοινωνική ένταξη των γυναικών νομίμων μεταναστών, καλεί την Επιτροπή να προβλέψει χρηματοδότηση προγραμμάτων ειδικών για τις γυναίκες σχετικά με τη χορήγηση πληροφοριών για τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής των μεταναστών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τη δημιουργία κέντρων κατάρτισης για τις δεξιότητες για τις οποίες υπάρχει ανάγκη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την εκμάθηση της γλώσσας της χώρας υποδοχής, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματά τους και την εξοικείωση με το ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον·

5.  επισημαίνει τη σχέση μεταξύ εμπορίας ανθρώπων και παράνομης μετανάστευσης και ζητεί από την Επιτροπή να παράσχει πρακτική και οικονομική βοήθεια για τις χώρες καταγωγής και τα προγράμματα που εφαρμόζονται σε αυτές, με στόχο την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων·

6.  αναγνωρίζει ότι πολλές γυναίκες που πέφτουν θύματα εμπορίας ζουν στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως παράνομες μετανάστριες και ότι στην πλειοψηφία τους δεν έχουν πρόσβαση σε νομική ή κοινωνική προστασία· ζητεί από τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν την κατάστασή τους και, σύμφωνα με τη νομοθεσία τους, να θεωρήσουν τη μόνιμη παραμονή ως κατάλληλο μέσο για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων·

7.  αναγνωρίζει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι νεοαφικνούμενοι μετανάστες, ιδίως δε οι γυναίκες· καλεί τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τον διάλογο και τη συνεργασία με τις οργανώσεις των μεταναστών και τις θρησκευτικές κοινότητες, ώστε να διασφαλισθεί ότι κατανοούν και σέβονται τους θεμελιώδεις κανόνες και αξίες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας με στόχο την στήριξη της συμμετοχής και της ένταξης στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή και την ενίσχυση των ατομικών δικαιωμάτων τους, όπως το δικαίωμα στην εκπαίδευση, την εργασία, την οικονομική ανεξαρτησία, την υγεία, καθώς και των δικαιωμάτων στην αναπαραγωγή·

8.  τονίζει με ανησυχία ότι ένα τα κυριότερα προβλήματα των γυναικών μεταναστών παραμένει το πρόβλημα της γλωσσικής έκφρασης· λαμβάνοντας υπόψη ότι το 50% των γυναικών μεταναστών δεν προχώρησαν πέραν της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, ενώ μόλις ένα 17% πέρασε στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, καλεί τα κράτη μέλη να προαγάγουν την πρόσβαση των νέων γυναικών μεταναστών στα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης των χωρών υποδοχής και να συνεχίσουν τις πρωτοβουλίες ένταξής τους στον τομέα της εκπαίδευσης και του πολιτισμού μέσω των προγραμμάτων Socrates, Leonardo Da Vinci, Πολιτισμός και Νεολαία· θεωρεί ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αναγνωρίσουν τα κράτη μέλη τα επαγγελματικά προσόντα και τις δεξιότητες των γυναικών με υψηλού επιπέδου μόρφωση και να διασφαλίσουν την πρόσβασή τους στην γλωσσική κατάρτιση, κάτι που θα τους επιτρέψει να ζουν σύμφωνα με τις δυνατότητές τους·

9.  καλεί την Επιτροπή, στα πλαίσια της υποχρέωσής της να εκπονεί ετήσια στατιστική μελέτη για τη μετανάστευση στην οποία να αναλύονται οι κύριες μεταναστευτικές τάσεις στα κράτη μέλη, να συμπεριλάβει δείκτες, αξιόπιστα και συγκρίσιμα δεδομένα καθώς και στοιχεία για τις γυναίκες μετανάστες, ώστε να υπάρχει συγκεκριμένη αποτύπωση της θέσης και των προβλημάτων που αυτές αντιμετωπίζουν·

10. εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την αύξηση των εγκλημάτων για λόγους τιμής, τις διώξεις και τις σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων των μεταναστριών λόγω θρησκευτικού φανατισμού και απάνθρωπων παραδόσεων και ζητεί από την Επιτροπή και το Συμβούλιο να αντιμετωπίσουν τα θέματα αυτά με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και να διασφαλίζουν προστασία για τις γυναίκες που απειλούνται.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Δεσμοί μεταξύ της νόμιμης και της παράνομης μετανάστευσης και της ενσωμάτωσης των μεταναστών

Αριθμός διαδικασίας

2004/2137(INI)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

LIBE

Γνωμοδοτική επιτροπή
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

FEMM
28.10.2004

Ενισχυμένη συνεργασία

Όχι

Συντάκτης
  Ημερομηνία ορισμού

Ρόδη Κράτσα-Τσαγκαροπούλου
25.11.2004

Εξέταση στην επιτροπή

24.1.2005

16.3.2005

 

 

 

Ημερομηνία έγκρισης των τροπολογιών

17.3.2005

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

υπέρ:

κατά:

αποχές:

13

0

5

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Edit Bauer, Emine Bozkurt, Edite Estrela, Věra Flasarová, Nicole Fontaine, Lissy Gröner, Zita Gurmai, María Esther Herranz García, Anneli Jäätteenmäki, Ρόδη Κράτσα-Τσαγκαροπούλου, Urszula Krupa, Astrid Lulling, Siiri Oviir, Christa Prets, Teresa Riera Madurell, Raül Romeva i Rueda, Anna Záborská

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Elisabeth Jeggle, Karin Jöns, Christa Klaß, Karin Resetarits, Marta Vincenzi

Αναπληρωτές (άρθρο 178, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Σχέσεις μεταξύ νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης και με την ένταξη των μεταναστών

Αριθμός διαδικασίας

2004/2137 (INI)

Βάση στον Κανονισμό του ΕΚ

Άρθρο 45

Αρμόδια επιτροπή
  Ημερομ. έγκριση που ανακοινώθηκε στην ολομέλεια

LIBE
28.10.2004

Γνωμοδοτικές επιτροπές
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

AFET
28.10.2004

DEVE
28.10.2004

EMPL
28.10.2004

CULT
28.10.2004

FEMM
28.10.2004

Μη έκδοση γνωμοδοτήσεων
  Ημερομηνία της απόφασης

AFET
11.4.2005

EMPL
20.9.2004

CULT
25.11.2004

 

 

Ενισχυμένη συνεργασία
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

 

 

 

 

 

Πρόταση/εις

ψηφίσματος/φισμάτων που περιέχονται στην έκθεση

 

 

 

Εισηγητής
  Ημερομηνία ορισμού

Patrick Gaubert
13.9.2004

 

Προηγούμενοι εισηγητές

 

 

Συζήτηση στην επιτροπή

24.11.2004

16.3.2005

31.3.2005

26.4.2004

 

Ημερομηνία έγκρισης

26.4.2005

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

υπέρ:

κατά:

αποχές:

39

8

3

Μέλη παρόντα κατά την τελική ψηφοφορία

Alexander Nuno Alvaro, Edit Bauer, Johannes Blokland, Mario Borghezio, Mihael Brejc, Maria Carlshamre, Michael Cashman, Giusto Catania, Charlotte Cederschiöld, Fausto Correia, Rosa Díez González, Antoine Duquesne, Kinga Gál, Patrick Gaubert, Elly de Groen-Kouwenhoven, Lívia Járóka, Timothy Kirkhope, Ewa Klamt, Magda Kósáné Kovács, Wolfgang Kreissl-Dörfler, Barbara Kudrycka, Romano Maria La Russa, Henrik Lax, Edith Mastenbroek, Jaime Mayor Oreja, Claude Moraes, Hartmut Nassauer, Lapo Pistelli, Martine Roure, Michele Santoro, Amalia Sartori, Inger Segelström, Frank Vanhecke, Ιωάννης Βαρβιτσιώτης, Manfred Weber, Tatjana Ždanoka

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Koenraad Dillen, Jeanine Hennis-Plasschaert, Sophia in 't Veld, Sylvia-Yvonne Kaufmann, Jean Lambert, Antonio Masip Hidalgo, Vincent Peillon, Herbert Reul, Marie-Line Reynaud, Κυριάκος Τριανταφυλλίδης, Rainer Wieland, Παναγιώτης Δημητρίου

Αναπληρωτές (άρθρο 178, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Salvador Garriga Polledo, Ģirts Valdis Kristovskis

Ημερομηνία κατάθεσης – A6

3.5.2005

A6‑0136/2005

  • [1]  Όπως η Επιτροπή για το Άσυλο και τη Μετανάστευση, το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Μεταναστεύσεων, το Ασφαλές Δίκτυο Ενημέρωσης και Συντονισμού, που είναι προσβάσιμο από το Διαδίκτυο για τις εθνικές υπηρεσίες, το ΕΜΙΝ, το Δίκτυο Εθνικών Σημείων Επαφής, το Κέντρο Πληροφοριών, Προβληματισμού και Ανταλλαγών στον τομέα της διάβασης των Συνόρων και της Μετανάστευσης (CIREFI), το Κέντρο Πληροφοριών, Προβληματισμού και Ανταλλαγών στον τομέα του Ασύλου (CIREA) και η μελλοντική Υπηρεσία Εξωτερικών Συνόρων.
  • [2]  Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία, http://www.europol.eu.int
  • [3]  Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) δεύτερης γενεάς.
  • [4]  Οδηγία του Συμβουλίου. Οδηγία 2004/81/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με τον τίτλο παραμονής που χορηγείται στους υπηκόους τρίτων χωρών θύματα εμπορίας ανθρώπων ή συνέργειας στη λαθρομετανάστευση, οι οποίοι συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές.
  • [5] Πράσινο Βιβλίο - COM(2005) 811 τελικό, της 11ης Ιανουαρίου 2005
  • [6]  World Economic and Social Survey 2004
  • [7]  COM(2004)0508 της 16.07.2004
  • [8] 2 CΟΜ(2004)0343, 26.5.2004, παράγραφος 2.3.1 (ανακοίνωση σχετικά με την ενισχυμένη εταιρική σχέση για τις εξαιρετικά απομεμακρυσμένες περιφέρειες
    και CΟΜ(2004)0628, 29.9.2004 (πρόταση κανονισμού σχετικά με τη δημιουργία ευρωπαϊκού οργάνου γειτονίας και εταιρικής σχέσης).
  • [9] 1 Eurostat, Statistics in Focus, Theme 3-2/2003, σελ. 1.
  • [10] 2 Η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. προβλέπει ήδη ορισμένα δικαιώματα (Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 (ΕΕ L 149 της 5.7.1971, σελ. 2) για την εφαρμογή των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, oδηγίες 2000/43/ΕΚ (ΕΕ L 180 της 19.7.2000, σελ. 22) και 2000/78/ΕΚ (ΕΕ L 303 της 2.12.2000, σελ. 16) κατά της διακριτικής μεταχείρισης). Επιπλέον υπάρχει σειρά οδηγιών που αφορούν ζητήματα όπως η ασφάλεια και η υγεία στην εργασία καθώς και οι συνθήκες εργασίας που εφαρμόζονται σε όλους τους εργαζομένους ανεξαρτήτως υπηκοότητας.