ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης των συνόρων από τα πρόσωπα

15.6.2005 - (COM(2004)0391 – C6‑0080/2004 – 2004/0127(COD)) - ***I

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων
Εισηγητής: Michael Cashman

Διαδικασία : 2004/0127(COD)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0188/2005
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0188/2005
Συζήτηση :
Ψηφοφορία :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης των συνόρων από τα πρόσωπα

(COM(2004)0391 – C6‑0080/2004 – 2004/0127(COD))

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2004)0391)[1],

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 62, σημεία 1 και 2, στοιχείο (α) της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6‑0080/2004),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανάπτυξης (A6‑0000/2005),

A. έχοντας υπόψη την πρόθεση του Συμβουλίου να εγκρίνει όλες τις τροπολογίες που περιέχονται στη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όπως αυτή εκφράστηκε από την Προεδρία κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 13ης Ιουνίου 2005,

Β.  έχοντας υπόψη την πρόθεση της Επιτροπής να υποστηρίξει όλες τις τροπολογίες επί της προτάσεως που εγκρίθηκε από την επιτροπή όπως εκφράστηκε στη συνεδρίαση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 13ης Ιουνίου 2005,

1.  εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ

ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη :

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και κυρίως το άρθρο 62 σημεία 1 και 2 στοιχείο α),

την πρόταση της Επιτροπής[2],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης[3],

Εκτιμώντας τα εξής :

(1)    Από το άρθρο 62, παράγραφος 1 της Συνθήκης προκύπτει ότι η θέσπιση μέτρων προκειμένου να εξασφαλισθεί η απουσία κάθε συνοριακού ελέγχου όσον αφορά τα πρόσωπα που διέρχονται εσωτερικά σύνορα αποτελεί συστατικό στοιχείο του στόχου που αναφέρεται στο άρθρο 14 της Συνθήκης για τη δημιουργία χώρου χωρίς εσωτερικά σύνορα μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων.

(2)    Σύμφωνα με το άρθρο 61 της Συνθήκης, η δημιουργία χώρου ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων πρέπει να συνδέεται με συνοδευτικά μέτρα. Η κοινή πολιτική σχετικά με τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 62, παράγραφος 2,,ανήκει σε αυτά τα μέτρα.

(3)    Η θέσπιση κοινών μέτρων όσον αφορά τη διέλευση προσώπων από τα εσωτερικά σύνορα καθώς και τον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις διατάξεις του κεκτημένου Σένγκεν που ενσωματώθηκε στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, κυρίως, τις αντίστοιχες διατάξεις της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985[4] καθώς και του κοινού εγχειριδίου[5].

(4)  Όσον αφορά τον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων, η θέσπιση κοινών νομοθετικών διατάξεων, κυρίως μέσω της ενοποίησης και της ανάπτυξης του υπάρχοντος στον τομέα αυτό κεκτημένου, αποτελεί ένα από τα ουσιαστικά συστατικά της κοινής πολιτικής διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων, όπως καθορίζεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 7ης Μαΐου 2002, με τον τίτλο «Ολοκληρωμένη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης»[6]. Αυτός ο στόχος συμπεριλήφθηκε στο σχέδιο για τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 13 Ιουνίου 2002 και υποστηρίχθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Σεβίλλης της 21ης και 22ας Ιουνίου 2002, καθώς και από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Θεσσαλονίκης της 19ης και 20ής Ιουνίου 2003.

(5)    Ο προσδιορισμός κοινού καθεστώτος σχετικά με τη διέλευση προσώπων από τα σύνορα δεν αμφισβητεί ούτε επηρεάζει τα δικαιώματα ελεύθερης κυκλοφορίας των οποίων απολαύουν οι πολίτες της Ένωσης και τα μέλη της οικογενείας τους, καθώς και οι υπήκοοι τρίτων χωρών και τα μέλη της οικογενείας τους οι οποίοι, δυνάμει συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών μελών της αφενός και αυτών των χωρών αφετέρου, απολαύουν δικαιωμάτων ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδυνάμων με εκείνα των πολιτών της Ένωσης.

(6)    Ο έλεγχος των συνόρων δεν γίνεται μόνο προς το συμφέρον των κρατών μελών στα εξωτερικά σύνορα των οποίων ασκείται αλλά προς το συμφέρον όλων των κρατών μελών που έχουν καταργήσει τον έλεγχο στα εσωτερικά τους σύνορα. Ο έλεγχος των συνόρων θα πρέπει να συμβάλλει στην καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης και της εμπορίας ανθρώπων, καθώς και στην πρόληψη κάθε απειλής κατά της εσωτερικής ασφάλειας, της δημόσιας τάξης, της δημόσιας υγείας και των διεθνών σχέσεων των κρατών μελών.

(6α)  Οι διαδικασίες συνοριακών ελέγχων θα πρέπει να διεξάγονται υπό συνθήκες πλήρους σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Ο έλεγχος των συνόρων θα πρέπει να διενεργείται κατά επαγγελματικό τρόπο και με τον δέοντα σεβασμό και να είναι ανάλογος προς τους επιδιωκόμενους στόχους.

(7)    Ο έλεγχος των συνόρων περιλαμβάνει όχι μόνο διαδικασίες ελέγχου προσώπων στα συνοριακά σημεία διέλευσης και την επιτήρηση μεταξύ των σημείων αυτών αλλά και ανάλυση των κινδύνων για την εσωτερική ασφάλεια και ανάλυση των ενδεχόμενων απειλών κατά της ασφάλειας των εξωτερικών συνόρων. Πρέπει κατά συνέπεια να ορισθούν οι προϋποθέσεις, τα κριτήρια καθώς και οι λεπτομερείς ρυθμίσεις που διέπουν ταυτόχρονα τις διαδικασίες ελέγχου στα συνοριακά σημεία διέλευσης και την επιτήρηση.

(8)  Για να αποφεύγονται τα υπερβολικά διαστήματα αναμονής στα σύνορα, θα πρέπει να προβλεφθούν, σε περίπτωση εξαιρετικών και απρόβλεπτων συνθηκών, δυνατότητες απλούστευσης των διαδικασιών ελέγχου στα εξωτερικά σύνορα. Η συστηματική επίθεση σφραγίδων στα έγγραφα υπηκόων τρίτων χωρών θα παραμείνει υποχρεωτική σε περίπτωση απλούστευσης των διαδικασιών συνοριακών ελέγχων. Με τις σφραγίδες αποδεικνύεται , με βεβαιότητα, η ημερομηνία και το σημείο διέλευσης των συνόρων, χωρίς να αποδεικνύεται σε όλες τις περιπτώσεις ότι έχουν διεξαχθεί όλα τα απαιτούμενα μέτρα ελέγχου των ταξιδιωτικών εγγράφων.

(9)    Για να μειωθούν τα διαστήματα αναμονής των δικαιούχων του κοινοτικού δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας , πρέπει επίσης να προβλεφθούν, όταν το επιτρέπουν οι συνθήκες, χωριστές λωρίδες στα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων, σηματοδοτημένες με ενιαίες σε όλα τα κράτη μέλη ενδείξεις. Χωριστές λωρίδες πρέπει να προβλέπονται στους διεθνείς αερολιμένες. Όπου θεωρείται σκόπιμο και εφόσον το επιτρέπουν οι τοπικές συνθήκες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο πρόβλεψης χωριστών λωρίδων σε χερσαία και θαλάσσια συνοριακά σημεία διέλευσης

(10)  Τα κράτη μέλη πρέπει να μεριμνούν ώστε οι διαδικασίες ελέγχου να μη συνιστούν σοβαρό εμπόδιο στις εμπορικές, κοινωνικές και πολιτιστικές συναλλαγές στα εξωτερικά σύνορα. Προς το σκοπό αυτό, πρέπει να διαθέτουν επαρκές προσωπικό και πόρους.

(11)  Τα κράτη μέλη πρέπει να ορίσουν την εθνική υπηρεσία ή τις εθνικές υπηρεσίες που είναι αρμόδιες, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, να εκτελούν αποστολές φύλαξης των συνόρων. Όταν υπάρχουν στο ίδιο κράτος μέλος περισσότερες υπηρεσίες αρμόδιες για τη φύλαξη των συνόρων πρέπει να εξασφαλίζεται η στενή και διαρκής συνεργασία τους.

(12)  Η επιχειρησιακή συνεργασία και η βοήθεια μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά τον έλεγχο των συνόρων πρέπει να διοικείται και να συντονίζεται από τον «Ευρωπαϊκό οργανισμό για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών» που δημιουργήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2007/2004[7].

(13) Πρέπει εντούτοις να καταστεί σαφές ότι ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει τους ελέγχους που λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο των γενικών αστυνομικών αρμοδιοτήτων, τους ελέγχους ασφαλείας επί προσώπων που είναι ανάλογοι με τους ελέγχους που διεξάγονται για εσωτερικές πτήσεις, ούτε τις δυνατότητες των κρατών μελών να διενεργούν εκτάκτως ελέγχους των αποσκευών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3925/91 του Συμβουλίου για την κατάργηση των ελέγχων και διατυπώσεων που εφαρμόζονται στις χειραποσκευές και τις παραδιδόμενες αποσκευές προσώπων που πραγματοποιούν ενδοκοινοτικές πτήσεις καθώς και στις αποσκευές των προσώπων που πραγματοποιούν ενδοκοινοτικό θαλάσσιο ταξίδι[8], ούτε τις εθνικές νομοθεσίες που αφορούν την επίδειξη ταξιδιωτικών εγγράφων και δελτίων ταυτότητας ή την υποχρέωση γνωστοποίησης της παρουσίας προσώπου στην επικράτεια του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

(14)  Σε περίπτωση σοβαρής απειλής κατά της δημόσιας τάξης ή της εσωτερικής ασφάλειας κράτους μέλους, το κράτος αυτό θα πρέπει να έχει επίσης τη δυνατότητα να επαναφέρει προσωρινά τον έλεγχο των εσωτερικών του συνόρων. Πρέπει να προσδιορισθούν οι σχετικές προϋποθέσεις και διαδικασίες για να διαφυλαχθεί ο εξαιρετικός χαρακτήρας του μέτρου και η αρχή της αναλογικότητας. Η έκταση και η διάρκεια του ελέγχου των συνόρων θα πρέπει να περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο για την αντιμετώπιση της απειλής επίπεδο.

(15)  Η επαναφορά του ελέγχου των εσωτερικών συνόρων, σε χώρο ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, θα πρέπει να αποτελεί εξαίρεση. Δεν θα πρέπει να διενεργείται έλεγχος των συνόρων ή να επιβάλλονται διατυπώσεις μόνο λόγω του γεγονότος της διέλευσης συνόρου.

(16)  Θα πρέπει να προβλεφθεί διαδικασία που να επιτρέπει στην Επιτροπή να προσαρμόζει ορισμένους λεπτομερείς πρακτικούς κανόνες που διέπουν τον έλεγχο των συνόρων. Σε αυτές τις περιπτώσεις, θα πρέπει να θεσπισθούν τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[9].

(17)  Θα πρέπει να προβλεφθεί επίσης διαδικασία η οποία θα δίνει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να γνωστοποιούν στην Επιτροπή τυχόν αλλαγές των λοιπών λεπτομερών πρακτικών κανόνων που διέπουν τον έλεγχο των συνόρων.

(18)  Δεδομένου ότι ο στόχος της προβλεπόμενης δράσης, δηλαδή η θέσπιση κανόνων για τη διέλευση των συνόρων, επηρεάζει άμεσα το κοινοτικό κεκτημένο σχετικά με τα εξωτερικά και εσωτερικά σύνορα και δεν μπορεί κατά συνέπεια να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη ενεργώντας μόνα τους, η Κοινότητα δύναται να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτών των στόχων.

(19)  Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες που αναγνωρίζονται κυρίως από τον Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τίθεται σε εφαρμογή τηρουμένων των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τη διεθνή προστασία και τη μη επαναπροώθηση.

(20)  Κατά παρέκκλιση του άρθρου 299 της Συνθήκης, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μόνο στα ευρωπαϊκά εδάφη της Γαλλίας και των Κάτω Χωρών., Δεν θίγει τις ειδικές ρυθμίσεις που ισχύουν για τη Ceuta και τη Melilla, όπως ορίζονται με την πράξη προσχώρησης της Ισπανίας στη σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985[10].

(21)  Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του. Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός αναπτύσσει το κεκτημένο Σένγκεν κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Τίτλου ΙV του τρίτου μέρους της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία, σύμφωνα με το άρθρο 5 του εν λόγω πρωτοκόλλου, θα πρέπει να αποφασίσει, εντός έξι μηνών από την έκδοση του παρόντος κανονισμού από το Συμβούλιο, εάν θα τον μεταφέρει στο εθνικό της δίκαιο.

(22)  Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας που συνήφθη από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας σχετικά με τη σύνδεση των εν λόγω χωρών προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν[11], που υπάγονται στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1, σημείο Α, της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1999 σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής αυτής της συμφωνίας.[12]

(23)  Θα πρέπει να προβλεφθεί ρύθμιση η οποία θα επιτρέπει στους αντιπροσώπους της Ισλανδίας και της Νορβηγίας να συνδεθούν με τις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών της εξουσιών. Έχει εξετασθεί το ενδεχόμενο τέτοιας ρύθμισης στην ανταλλαγή επιστολών μεταξύ της Κοινότητας και της Ισλανδίας και Νορβηγίας [13], η οποία έχει προσαρτηθεί στην προαναφερόμενη Συμφωνία.

(24)  Όσον αφορά την Ελβετία, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας που υπογράφηκε μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν[14], οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα του άρθρου 1, στοιχείο Α, της απόφασης 1999/437/ΕΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 4, παράγραφος 1, των αποφάσεων του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2004 για την υπογραφή εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για την υπογραφή εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και την προσωρινή εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της συμφωνίας αυτής[15].

(25)  Θα πρέπει να προβλεφθεί ρύθμιση η οποία θα επιτρέπει στους αντιπροσώπους της Ελβετίας να συνδεθούν με τις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών της εξουσιών. Έχει εξετασθεί το ενδεχόμενο τέτοιας ρύθμισης στην ανταλλαγή επιστολών μεταξύ της Κοινότητας και της Ελβετίας[16], η οποία έχει προσαρτηθεί στην προαναφερόμενη Συμφωνία.

(26)  Ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει, σύμφωνα με την απόφαση (ΕΚ) αριθ. 365/2000 της 29ης Μαΐου 2000 σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν[17]. Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει κατά συνέπεια στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(27)  Ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες η Ιρλανδία δεν συμμετέχει, σύμφωνα με την απόφαση 2000/192/ΕΚ της 28ης Φεβρουαρίου 2002 σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν[18]. Η Ιρλανδία δεν συμμετέχει συνεπώς στην έκδοση του εν λόγω κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(28)  Το άρθρο 1, πρώτη περίοδος, το άρθρο 5, παράγραφος 4, σημείο α), ο τίτλος ΙΙΙ καθώς και οι διατάξεις του τίτλου ΙΙ και τα παραρτήματά του που αφορούν το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν, αποτελούν διατάξεις βασιζόμενες στο κεκτημένο του Σένγκεν ή άλλως σχετιζόμενες με αυτό, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, της πράξης προσχώρησης του 2003.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ :

Τίτλος I
Γενικές διατάξεις

Άρθρο 1

Σκοπός και αρχές

Ο παρών κανονισμός προβλέπει ότι δεν διενεργείται συνοριακός έλεγχος επί προσώπων κατά τη διέλευση των εσωτερικών συνόρων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο κανονισμός θεσπίζει τους κανόνες συνοριακού ελέγχου των προσώπων κατά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 2
Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως :

1)        «εσωτερικά σύνορα» :

α)          τα κοινά χερσαία σύνορα, περιλαμβανομένων των ποτάμιων και λιμναίων συνόρων, μεταξύ των κρατών μελών,

β)          οι αερολιμένες των κρατών μελών για τις εσωτερικές πτήσεις,

γ)          οι θαλάσσιοι, ποτάμιοι και λιμναίοι λιμένες των κρατών μελών για τα τακτικά δρομολόγια οχηματαγωγών,

2)     «εξωτερικά σύνορα», τα χερσαία, ποτάμια, λιμναία και θαλάσσια σύνορα, καθώς και οι αερολιμένες και ποτάμιοι, θαλάσσιοι και λιμναίοι λιμένες των κρατών μελών, εφόσον δεν αποτελούν εσωτερικά σύνορα,

3)     «εσωτερική πτήση», κάθε πτήση που πραγματοποιείται αποκλειστικά από ή προς τις επικράτειες των κρατών μελών χωρίς στάση στην επικράτεια τρίτης χώρας,

4)     «τακτικό δρομολόγιο οχηματαγωγών», κάθε δρομολόγιο με οχηματαγωγά μεταξύ δύο ή περισσοτέρων συγκεκριμένων λιμένων που ευρίσκονται στην επικράτεια των κρατών μελών, χωρίς στάση σε λιμένες που ευρίσκονται εκτός της επικράτειας των κρατών μελών, που περιλαμβάνει τη μεταφορά προσώπων και οχημάτων σύμφωνα με δημοσιευμένο ωράριο,

5)     «δικαιούχοι του κοινοτικού δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας»:

α)     οι πολίτες της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 17, παράγραφος 1, της Συνθήκης, καθώς και οι υπήκοοι τρίτων χωρών οι οποίοι είναι μέλη της οικογενείας πολίτη της Ένωσης με δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ της 29ης Απριλίου 2004[19],

β)     οι υπήκοοι τρίτων χωρών και τα μέλη της οικογενείας τους, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, εφόσον, δυνάμει συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών μελών της αφενός και αυτών των χωρών αφετέρου, απολαύουν δικαιωμάτων ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδυνάμων με τα δικαιώματα των πολιτών της Ένωσης [20],

6)     «υπήκοος τρίτης χώρας», οποιοσδήποτε δεν είναι υπήκοος της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 17, παράγραφος 1, της Συνθήκης και δεν καλύπτεται από την παράγραφο 5,

7)     «πρόσωπο που έχει καταχωριστεί ως ανεπιθύμητο», κάθε υπήκοος τρίτης χώρας που έχει καταχωριστεί στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 96 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν και για τους σκοπούς που ορίζονται στο άρθρο αυτό,

8)     «συνοριακό σημείο διέλευσης», κάθε σημείο διέλευσης επιτρεπόμενο από τις αρμόδιες αρχές για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων,

9)     «έλεγχος των συνόρων», οι δραστηριότητες που αναλαμβάνονται στα σύνορα, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και για τους σκοπούς του, αποκλειστικά συνεπεία πρόθεσης διέλευσης ή της ίδιας της διέλευσης των συνόρων, ασχέτως άλλου λόγου, · οι εν λόγω δραστηριότητες συνίστανται σε διαδικασίες συνοριακών ελέγχων και στην επιτήρηση των συνόρων,

10)   «διαδικασίες συνοριακών ελέγχων », οι διαδικασίες ελέγχου στα συνοριακά σημεία διέλευσης, προκειμένου να εξακριβωθεί ότι τα πρόσωπα, τα μέσα μεταφοράς τους και τα αντικείμενα που έχουν στην κατοχή τους δικαιούνται να εισέλθουν στην επικράτεια των κρατών μελών ή να την εγκαταλείψουν,

11)   «επιτήρηση των συνόρων», η επιτήρηση των συνόρων εκτός των συνοριακών σημείων διέλευσης και η επιτήρηση των συνοριακών σημείων διέλευσης εκτός των καθορισμένων ωραρίων λειτουργίας, ώστε να μη δύνανται τα πρόσωπα να παρακάμπτουν τις διαδικασίες συνοριακών ελέγχων,

12)   «διαδικασία ελέγχου δεύτερης γραμμής», ο περαιτέρω έλεγχος που μπορεί να διενεργηθεί σε ειδική τοποθεσία μακριά από την τοποθεσία στην οποία διεξάγεται ο γενικός έλεγχος (πρώτη γραμμή)

13)   «συνοριοφύλακας», δημόσιος υπάλληλος ο οποίος, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, υπηρετεί είτε σε συνοριακό σημείο διέλευσης είτε κατά μήκος των συνόρων ή σε άμεση εγγύτητα προς αυτά και ο οποίος εκτελεί, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και το εθνικό δίκαιο, καθήκοντα ελέγχου των συνόρων,

14)   «μεταφορέας», φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί κατ’ επάγγελμα τη μεταφορά προσώπων,

15)      «τίτλος διαμονής» :

α)     κάθε τίτλος διαμονής εκδιδόμενος από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τον ενιαίο τύπο που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002,

β)     κάθε άλλο έγγραφο χορηγούμενο από κράτος μέλος σε υπηκόους τρίτου κράτους με το οποίο τους επιτρέπεται η παραμονή ή η επανείσοδος στο έδαφός του, με την εξαίρεση των προσωρινών αδειών που χορηγούνται μέχρις ότου εξετασθεί η πρώτη αίτηση τίτλου διαμονής αναφερόμενου υπό α) ή αίτηση ασύλου

16)   «κρουαζιερόπλοιο», πλοίο το οποίο ακολουθεί δεδομένο δρομολόγιο σύμφωνα με προκαθορισμένο πρόγραμμα, το οποίο περιλαμβάνει πρόγραμμα τουριστικών δραστηριοτήτων στους διάφορους λιμένες και το οποίο, κατά κανόνα, δεν επιβιβάζει και δεν αποβιβάζει επιβάτες κατά τη διάρκεια του ταξιδίου,

17)   «ναυσιπλοΐα αναψυχής», η χρησιμοποίηση πλοίων για την άσκηση αθλητικής ή τουριστικής ναυσιπλοΐας,

18)   «παράκτια αλιεία», οι αλιευτικές δραστηριότητες που πραγματοποιούνται με τη βοήθεια πλοίων τα οποία επιστρέφουν καθημερινά ή εντός 36 ωρών σε λιμένα ευρισκόμενο στην επικράτεια κράτους μέλους χωρίς να σταματούν σε λιμένα ευρισκόμενο σε τρίτη χώρα.

19)   «απειλή κατά της δημόσιας υγείας» οιαδήποτε νόσος η οποία ενδέχεται να προσλάβει χαρακτήρα επιδημίας όπως ορίζεται στο Διεθνή Υγειονομικό Κανονισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και άλλες λοιμώδεις ή μεταδοτικές παρασιτικές ασθένειες εφόσον διέπονται από διατάξεις περί προστασίας οι οποίες ισχύουν για τους υπηκόους των κρατών μελών.

Άρθρο 3
Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα πρόσωπα που διέρχονται τα εσωτερικά ή εξωτερικά σύνορα κράτους μέλους, υπό την επιφύλαξη :

α)        των δικαιωμάτων των δικαιούχων του κοινοτικού δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας,

β)     των δικαιωμάτων των προσφύγων και των αιτούντων διεθνή προστασία, κυρίως όσον αφορά την μη επαναπροώθηση.

Τίτλος II

Εξωτερικά σύνορα

Κεφάλαιο Ι
Διέλευση των εξωτερικών συνόρων
και προϋποθέσεις εισόδου

Άρθρο 4
Διέλευση των εξωτερικών συνόρων

1.      Η διέλευση των εξωτερικών συνόρων επιτρέπεται μόνο στα συνοριακά σημεία διέλευσης και κατά τη διάρκεια καθορισμένων ωρών λειτουργίας. Οι ώρες λειτουργίας προσδιορίζονται με σαφήνεια στα σημεία διέλευσης που δεν λειτουργούν επί εικοσιτετραώρου βάσεως.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τον κατάλογο των συνοριακών τους σημείων διέλευσης στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 30α.

2.      Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, μπορούν να προβλεφθούν εξαιρέσεις από την υποχρέωση διέλευσης των εξωτερικών συνόρων μόνο στα συνοριακά σημεία διέλευσης και κατά τη διάρκεια των καθορισμένων ωρών λειτουργίας :

α)          στην περίπτωση της ναυσιπλοΐας αναψυχής ή της παράκτιας αλιείας,

β)     στην περίπτωση ναυτικών που αποβιβάζονται του πλοίου για να διαμείνουν στην περιοχή του λιμένα στον οποίο έχει προσαράξει το σκάφος τους ή στις όμορες κοινότητες,

γ)      στην περίπτωση των προσώπων ή ομάδων που αντιμετωπίζουν ανάγκη ιδιαίτερου χαρακτήρα, εφόσον κατέχουν τις άδειες που επιβάλλονται από την εθνική νομοθεσία και δεν αντιτάσσονται λόγοι δημόσιας τάξης και εσωτερικής ασφάλειας των κρατών μελών,

δ)     στην περίπτωση των προσώπων ή ομάδων για τα οποία προκύπτει απρόβλεπτη κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

3.      Υπό την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 2 και των υποχρεώσεών τους όσον αφορά τη διεθνή προστασία, τα κράτη μέλη θεσπίζουν κυρώσεις, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, σε περίπτωση μη επιτρεπόμενης διέλευσης των εξωτερικών συνόρων εκτός των συνοριακών σημείων διέλευσης και των καθορισμένων ωρών λειτουργίας. Αυτές οι κυρώσεις είναι πραγματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές.

Άρθρο 5
Προϋποθέσεις εισόδου για τους υπηκόους τρίτων χωρών

1.      Για διαστήματα παραμονής μικρότερα του τριμήνου ανά εξάμηνο, οι υπήκοοι τρίτων χωρών οφείλουν να πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις εισόδου:

α)     να διαθέτουν έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο ή έγγραφα που επιτρέπουν τη διέλευση των συνόρων,

β)     να διαθέτουν έγκυρη θεώρηση, εφόσον απαιτείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 539/2001[21], εκτός εάν διαθέτουν έγκυρο τίτλο διαμονής όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15),

γ)      να αιτιολογούν το σκοπό και τις συνθήκες της προβλεπόμενης παραμονής, να διαθέτουν δε επαρκή μέσα διαβίωσης, τόσο για την προβλεπόμενη περίοδο παραμονής όσο και για την επιστροφή στη χώρα προέλευσης ή τη διέλευση προς τρίτη χώρα στην οποία είναι εξασφαλισμένη η είσοδός τους, ή είναι σε θέση να εξασφαλίσουν νομίμως τα μέσα αυτά,

δ)          δεν είναι καταχωρισμένοι ως ανεπιθύμητοι στο SIS,

ε)      δεν θεωρούνται ως απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια, τη δημόσια υγεία ή τις διεθνείς σχέσεις ενός εκ των κρατών μελών, ιδίως δε δεν είναι καταχωρισμένοι ως ανεπιθύμητοι στις εθνικές βάσεις δεδομένων των κρατών μελών για τους αυτούς λόγους.

2.        Στο παράρτημα Ι περιέχεται μη εξαντλητικός κατάλογος των δικαιολογητικών τα οποία

ενδέχεται να ζητήσει ο συνοριοφύλακας από τον υπήκοο τρίτης χώρας προς εξακρίβωση της τήρησης των όρων της παραγράφου 1γ.

3.      Τα μέσα διαβίωσης αξιολογούνται ανάλογα με τη διάρκεια και το σκοπό της παραμονής και σε σχέση με τις μέσες τιμές στέγασης και διατροφής στο ή στα οικεία κράτη μέλη, οι οποίες υπολογίζονται με βάση τιμές οικονομικών ξενοδοχείων πολλαπλασιαζόμενες επί τον αριθμό των ημερών παραμονής.

         Τα ποσά αναφοράς που ορίζονται από τα κράτη μέλη κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 30α.

Η εξακρίβωση της ύπαρξης επαρκών μέσων διαβίωσης μπορεί να βασισθεί στα μετρητά, τις ταξιδιωτικές επιταγές και τις πιστωτικές κάρτες που έχει ο υπήκοος τρίτης χώρας στην κατοχή του. Οι δηλώσεις χορηγιών, όταν οι δηλώσεις αυτές προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία και οι εγγυητικές επιστολές από φιλοξενούντα, όπως ορίζονται από την εθνική νομοθεσία, σε περίπτωση που ο υπήκοος τρίτης χώρας φιλοξενείται, δύνανται επίσης να συνιστούν αποδείξεις επαρκών μέσων διαβίωσης.

4.        Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1 :

α)     Στους υπηκόους τρίτης χώρας οι οποίοι δεν πληρούν όλες τις προϋποθέσεις εισόδου αλλά διαθέτουν τίτλο διαμονής ή θεώρηση επιστροφής που έχει εκδοθεί από ένα εκ των κρατών μελών ή, και τα δύο αυτά έγγραφα, επιτρέπεται η είσοδος στις επικράτειες των άλλων κρατών μελών, για σκοπούς διέλευσης προκειμένου να μπορέσουν να φθάσουν στην επικράτεια του κράτους μέλους το οποίο χορήγησε τον τίτλο διαμονής ή τη θεώρηση επιστροφής, εκτός εάν οι υπήκοοι αυτοί έχουν καταχωριστεί στον εθνικό πίνακα ανεπιθύμητων του κράτους μέλους τα εξωτερικά σύνορα του οποίου επιδιώκουν να διέλθουν και η καταχώριση συνοδεύεται από οδηγίες για άρνηση εισόδου ή διέλευσης.

β)     Στους υπηκόους τρίτης χώρας οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, εκτός από το στοιχείο β), και παρουσιάζονται στα σύνορα μπορεί να επιτραπεί η είσοδος στις επικράτειες των κρατών μελών, εάν εκδοθεί θεώρηση στα σύνορα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 415/2003.

Οι θεωρήσεις που εκδίδονται στα σύνορα καταγράφονται σε κατάλογο.

Εάν δεν είναι δυνατόν να τοποθετηθεί θεώρηση στο συγκεκριμένο έγγραφο, πρέπει να τοποθετηθεί κατ’ εξαίρεση σε χωριστό φύλλο το οποίο προσαρτάται στο έγγραφο. Στην περίπτωση αυτή, χρησιμοποιείται το φύλλο ενιαίου τύπου επί του οποίου τίθεται η θεώρηση, όπως ορίζεται από τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 333/2002 του Συμβουλίου[22].

γ)      Στους υπηκόους τρίτης χώρας οι οποίοι δεν πληρούν μία ή περισσότερες από τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 μπορεί να επιτραπεί από κράτος μέλος η είσοδος στο έδαφός του για λόγους ανθρωπιστικούς ή εθνικού συμφέροντος ή λόγω διεθνών υποχρεώσεων. Εφόσον ο εν λόγω υπήκοος τρίτης χώρας είναι καταχωρισμένος ως ανεπιθύμητος σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο δ), το κράτος μέλος που επιτρέπει την είσοδο του προσώπου αυτού στο έδαφός του ενημερώνει σχετικά τα λοιπά κράτη μέλη.

Κεφάλαιο ΙΙ
Έλεγχος των εξωτερικών συνόρων και άρνηση εισόδου

Άρθρο
Διενέργεια ελέγχων στα σύνορα

1.      Οι συνοριοφύλακες εκτελούν τα καθήκοντά τους υπό συνθήκες πλήρους σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Τα μέτρα που λαμβάνουν στο πλαίσιο της εκτέλεσης των καθηκόντων τους είναι ανάλογα προς τους επιδιωκόμενους σκοπούς.

2.      Κατά τις διαδικασίες συνοριακών ελέγχων, οι συνοριοφύλακες μεριμνούν ώστε να μην παρατηρούνται διακρίσεις εις βάρος προσώπων λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού.

Άρθρο 6
Διαδικασίες ελέγχου προσώπων στα συνοριακά σημεία διέλευσης

1.      Η διασυνοριακή κυκλοφορία στα εξωτερικά σύνορα υπόκειται σε διαδικασίες ελέγχου εκ μέρους των συνοριοφυλάκων, οι οποίες διεξάγονται σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο.

Οι διαδικασίες αυτές μπορούν επίσης να αφορούν τα μέσα μεταφοράς και τα αντικείμενα που ευρίσκονται στην κατοχή των προσώπων που διέρχονται τα σύνορα. Σε περίπτωση ερευνών εφαρμόζεται η εθνική νομοθεσία κάθε κράτους μέλους.

2.      Όλα τα πρόσωπα που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα υπόκεινται σε στοιχειώδη διαδικασία ελέγχου προκειμένου να εξακριβωθεί η ταυτότητά τους με προσκόμιση ή επίδειξη των ταξιδιωτικών τους εγγράφων. Αυτή η στοιχειώδης διαδικασία συνίσταται σε απλή και ταχεία εξακρίβωση - κατά περίπτωση με τη χρησιμοποίηση τεχνικών μέσων και την εξέταση πληροφοριών που αφορούν αποκλειστικά έγγραφα τα οποία έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απωλεσθεί ή καταστεί άκυρα στις οικείες βάσεις δεδομένων - της ισχύος του εγγράφου που επιτρέπει στο νόμιμο δικαιούχο τη διέλευση του συνόρου και της παρουσίας ενδείξεων πλαστογράφησης ή παραποίησης.

         Η προαναφερθείσα διαδικασία ελέγχου αποτελεί τον κανόνα για τα πρόσωπα που απολαύουν του κοινοτικού δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας.

         Ωστόσο, οι συνοριοφύλακες δύνανται, σε μη συστηματική βάση, κατά τη στοιχειώδη διαδικασία ελέγχου προσώπων που απολαύουν του κοινοτικού δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας, να συμβουλεύονται εθνικές και ευρωπαϊκές βάσεις δεδομένων προκειμένου να βεβαιώνονται ότι συγκεκριμένο πρόσωπο δεν συνιστά πραγματικό, άμεσο και επαρκώς σοβαρό κίνδυνο για την εσωτερική ασφάλεια, τη δημόσια τάξη, τις διεθνείς σχέσεις των κρατών μελών ή απειλή για τη δημόσια υγεία.

         Η δυνατότητα αναδρομής στις εν λόγω βάσεις δεδομένων δεν διακυβεύει το δικαίωμα εισόδου προσώπων που απολαύουν του κοινοτικού δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους όπως προβλέπεται στην οδηγία 2004/38/ΕΚ[23].

3.      Κατά την είσοδο και την έξοδο, οι υπήκοοι τρίτων χωρών υποβάλλονται σε διεξοδική διαδικασία ελέγχου.

α)          Οι διεξοδικοί έλεγχοι κατά την είσοδο περιλαμβάνουν :

την εξακρίβωση των προϋποθέσεων εισόδου που ορίζονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, καθώς και, ενδεχομένως, των εγγράφων που επιτρέπουν τη διαμονή και την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας. Η εξακρίβωση αυτή περιλαμβάνει αναλυτική εξέταση των ακόλουθων στοιχείων:

                  i)      εξακρίβωση ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας διαθέτει έγγραφο έγκυρο για τη διέλευση των συνόρων το οποίο δεν έχει λήξει και ότι το έγγραφο αυτό συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από την αναγκαία θεώρηση ή τίτλο διαμονής,

ii)      λεπτομερή έλεγχο του ταξιδιωτικού εγγράφου για τη διαπίστωση ενδείξεων πλαστογράφησης ή παραποίησης,

iii)     εξέταση των σφραγίδων εισόδου και εξόδου του ταξιδιωτικού εγγράφου του υπηκόου τρίτης χώρας προκειμένου να εξακριβωθεί, με σύγκριση των ημερομηνιών εισόδου και εξόδου, ότι το πρόσωπο δεν έχει ήδη υπερβεί την ανώτατη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής στο έδαφος των κρατών μελών,

iv)     εξακρίβωση του σημείου αναχώρησης και του προορισμού του οικείου υπηκόου τρίτης χώρας και του σκοπού της παραμονής του, και, εφόσον χρειάζεται, έλεγχος των αντίστοιχων δικαιολογητικών,

v)     εξακρίβωση ότι ο οικείος υπήκοος τρίτης χώρας διαθέτει επαρκή μέσα διαβίωσης για τη διάρκεια και το σκοπό της παραμονής του, για την επιστροφή του σε τρίτη χώρα ή τη διέλευσή του μέσω αυτής, ή ότι μπορεί να αποκτήσει νομίμως τα μέσα αυτά.

vi)     εξακρίβωση ότι ο οικείος υπήκοος τρίτης χώρας, τα μέσα μεταφοράς του και τα αντικείμενα τα οποία μεταφέρει δεν ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη, εσωτερική ασφάλεια, δημόσια υγεία ή τις διεθνείς σχέσεις κάποιου εκ των κρατών μελών. Η εξακρίβωση αυτή περιλαμβάνει την άμεση εξέταση των δεδομένων και των καταχωρήσεων προσώπων και, εφόσον απαιτείται, αντικειμένων που περιέχονται στο   Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (ΣΠΣ) και σε εθνικά αρχεία δεδομένων καθώς και, ενδεχομένως, τη λήψη των αναγκαίων μέτρων συνεπεία της καταχώρισης προσώπου ως ανεπιθύμητου.

β)          Οι διεξοδικοί έλεγχοι κατά την έξοδο περιλαμβάνουν:

i)      εξακρίβωση ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας διαθέτει έγκυρο έγγραφο για τη διέλευση των συνόρων

ii) έλεγχο του ταξιδιωτικού εγγράφου για ενδείξεις πλαστοποίησης ή παραποίησης

iii)     όπου είναι εφικτό, εξακρίβωση ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν θεωρείται ως απειλή κατά της δημόσιας τάξης, της εσωτερικής ασφάλειας ή των διεθνών σχέσεων οιουδήποτε κράτους μέλους.

Οι διεξοδικοί έλεγχοι κατά την έξοδο μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν :

i)      εξακρίβωση ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο διαθέτει έγκυρη θεώρηση, εφόσον απαιτείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 539/2001[24], εκτός εάν διαθέτει έγκυρο τίτλο διαμονής όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15),

ii)      εξακρίβωση ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο δεν υπερέβη την ανώτατη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών.

iii)     εξέταση των καταχωρήσεων σεσημασμένων και αντικειμένων που περιέχονται στο ΣΠΣ και των εκθέσεων που περιέχονται σε εθνικά αρχεία δεδομένων.

4.      Εφόσον υπάρχουν οι ανάλογες δυνατότητες και εφόσον το ζητήσει ο υπήκοος τρίτης χώρας, οι εν λόγω διεξοδικοί έλεγχοι διενεργούνται σε μη δημόσιο χώρο.

5.        Οι υπήκοοι τρίτης χώρας οι οποίοι υποβάλλονται σε διεξοδική διαδικασία ελέγχου σε δεύτερη γραμμή ενημερώνονται σχετικά με το σκοπό και τη διαδικασία του ελέγχου αυτού. Η ενημέρωση αυτή παρέχεται σε όλες τις επίσημες γλώσσες των Οργάνων της Κοινότητας και στη (στις) γλώσσα (ες) της χώρας ή των χωρών που συνορεύουν με το οικείο κράτος μέλος. Ο οικείος υπήκοος ενημερώνεται μεταξύ άλλων ότι έχει δικαίωμα να ζητήσει το όνομα ή τον υπηρεσιακό αριθμό αναγνώρισης των συνοριοφυλάκων οι οποίοι διενήργησαν το διεξοδικό έλεγχο σε δεύτερη γραμμή καθώς και την ονομασία του συνοριακού σημείου διέλευσης και την ημερομηνία διέλευσης του συνόρου.

6.      Οι διαδικασίες ελέγχου προσώπου που απολαύει του κοινοτικού δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας διενεργούνται σύμφωνα με την οδηγία 204/38/ΕΚ .[25]

7.      Στο Παράρτημα ΙΙ προβλέπονται λεπτομερείς κανόνες για την καταχώριση των πληροφοριών.

Άρθρο 7

Απλούστευση των διαδικασιών συνοριακών ελέγχων

1.      Οι διαδικασίες ελέγχου στα εξωτερικά σύνορα μπορούν να απλουστευθούν λόγω εξαιρετικών και απρόβλεπτων συνθηκών. Αυτό συμβαίνει όταν λόγω απρόβλεπτων γεγονότων δημιουργείται τόσο έντονη κυκλοφορία ώστε ο χρόνος αναμονής στο συνοριακό σημείο διέλευσης είναι υπερβολικός, έχουν δε εξαντληθεί όλοι οι πόροι όσον αφορά το προσωπικό, τον εξοπλισμό και την οργάνωση.

2.      Σε περίπτωση απλουστευμένων διαδικασιών ελέγχου σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι έλεγχοι κατά την είσοδο έχουν κατ' αρχήν προτεραιότητα έναντι των ελέγχων κατά την έξοδο.

Η εν λόγω απλούστευση είναι προσωρινή, προσαρμοσμένη στις συνθήκες που την δικαιολογούν και εισάγεται σταδιακά.

3.      Ακόμη και σε περίπτωση απλούστευσης των διαδικασιών συνοριακών ελέγχων, ο συνοριοφύλακας σφραγίζει τα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών τόσο κατά την είσοδο όσο και κατά την έξοδο, σύμφωνα με το άρθρο 9.

4.      Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν μία φορά κατ’έτος έκθεση σχετικά με την εφαρμογή     του εν λόγω άρθρου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Επιτροπή.

Άρθρο 8
Χωριστές λωρίδες και σηματοδότηση

1.      Τα κράτη μέλη δημιουργούν χωριστές λωρίδες, ιδίως στα σημεία διέλευσης των εναέριων συνόρων τους, για να διευκολύνουν τη διεξαγωγή των διαδικασιών ελέγχου προσώπων σύμφωνα με το άρθρο 6. Αυτές οι λωρίδες διαφοροποιούνται με τις πινακίδες οι οποίες φέρουν τις ενδείξεις που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ.

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν χωριστές λωρίδες στα σημεία διέλευσης των θαλάσσιων και χερσαίων συνόρων τους, καθώς και στα σύνορα μεταξύ των κρατών μελών που δεν εφαρμόζουν το άρθρο 18 στα κοινά τους σύνορα. Οι πινακίδες οι οποίες φέρουν τις ενδείξεις που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ χρησιμοποιούνται εφόσον τα κράτη μέλη προβλέπουν χωριστές λωρίδες στα σύνορα αυτά.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι λωρίδες αυτές να φέρουν σαφή σηματοδότηση, ακόμη και όταν αναστέλλεται, σύμφωνα με την παράγραφο 4, η εφαρμογή των κανόνων σχετικά με τη χρήση των διαφόρων λωρίδων, προκειμένου να εξασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή ροή των προσώπων που διέρχονται τα σύνορα.

2.      α)          Οι δικαιούχοι του κοινοτικού δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας δικαιούνται να

χρησιμοποιούν τις λωρίδες που επισημαίνονται με την πινακίδα του παραρτήματος ΙΙΙ,

μέρος Α. Μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν τις λωρίδες που επισημαίνονται με την

πινακίδα του παραρτήματος ΙΙΙ, μέρος Β.

β)     Όλα τα άλλα πρόσωπα χρησιμοποιούν τις λωρίδες που επισημαίνονται με την πινακίδα του παραρτήματος ΙΙΙ, μέρος Β.

Οι ενδείξεις των προαναφερόμενων πινακίδων μπορούν να εμφαίνονται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που κρίνονται ενδεδειγμένες από κάθε κράτος μέλος.

3.      Στα σημεία διέλευσης των θαλάσσιων και χερσαίων συνόρων, τα κράτη μέλη μπορούν να χωρίζουν την κυκλοφορία των οχημάτων σε διαφορετικές λωρίδες, ανάλογα αν πρόκειται για ελαφρά ή βαρέα οχήματα ή λεωφορεία, μέσω των πινακίδων που εκτίθενται στο παράρτημα ΙΙΙ, μέρος Γ.

Tα κράτη μέλη μπορούν να διαφοροποιούν τις ενδείξεις των πινακίδων αυτών εφόσον το απαιτούν οι τοπικές συνθήκες.

4.      Σε περίπτωση προσωρινής διαταραχής της κυκλοφορίας σε δεδομένο συνοριακό σημείο διέλευσης, οι κανόνες σχετικά με τη χρήση των διαφόρων λωρίδων μπορούν να ανασταλούν από τις αρμόδιες αρχές για το διάστημα που είναι απαραίτητο για την αποκατάσταση της κυκλοφορίας.

5.      Η προσαρμογή των υφισταμένων πινακίδων στις διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 πρέπει να πραγματοποιηθεί το αργότερο έως την 31η Μαΐου 2009. Εάν τα κράτη μέλη αντικαταστήσουν τις υφιστάμενες πινακίδες ή δημιουργήσουν νέες πριν από την ημερομηνία αυτή, τηρούν τις ενδείξεις που προβλέπονται στις συγκεκριμένες παραγράφους.

Άρθρο 9
Σφράγιση των ταξιδιωτικών εγγράφων των υπηκόων τρίτων χωρών

1.      Τα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών σφραγίζονται συστηματικά κατά την είσοδο και την έξοδο. Ειδικότερα, σφραγίδα εισόδου ή εξόδου τοποθετείται:

α)     στα έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών που επιτρέπουν τη διέλευση των συνόρων, τα οποία φέρουν ισχύουσα θεώρηση,

β)     στα έγγραφα που επιτρέπουν τη διέλευση των συνόρων από υπηκόους τρίτων χωρών στους οποίους έχει χορηγηθεί θεώρηση στα σύνορα από κάποιο κράτος μέλος,

γ)      στα έγγραφα που επιτρέπουν τη διέλευση των συνόρων από υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης.

2.      Τα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών, μελών της οικογένειας πολίτη της Ένωσης ο οποίος υπάγεται στην οδηγία 2004/38/ΕΚ, οι οποίοι δεν επιδεικνύουν το δελτίο διαμονής που προβλέπεται στο άρθρο 10 της παρούσας οδηγίας, σφραγίζονται κατά την είσοδο ή την έξοδο.

Τα ταξιδιωτικά έγγραφα υπηκόων τρίτων χωρών, μελών της οικογένειας υπηκόων τρίτων χωρών που απολαύουν του κοινοτικού δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας, οι οποίοι δεν επιδεικνύουν το δελτίο διαμονής που προβλέπεται στο άρθρο 10 της παρούσας οδηγίας, σφραγίζονται κατά την είσοδο ή την έξοδο.

3.        Δεν τοποθετείται σφραγίδα εισόδου και εξόδου :

α)     στα ταξιδιωτικά έγγραφα των αρχηγών κρατών ή των προσωπικοτήτων των οποίων η άφιξη έχει προαναγγελθεί επισήμως δια της διπλωματικής οδού,

β)     στις άδειες κυβερνήτη αεροσκάφους ή τα πιστοποιητικά μέλους πληρώματος αεροσκάφους,

γ)      στα ταξιδιωτικά έγγραφα των ναυτικών οι οποίοι δεν παραμένουν στην επικράτεια κράτους μέλους παρά μόνο κατά τον ελλιμενισμό του πλοίου στη ζώνη του λιμένα ενδιάμεσης στάσης,

δ)     στα ταξιδιωτικά έγγραφα των μελών του πληρώματος και των επιβατών κρουαζιερόπλοιων που δεν υπόκεινται σε διαδικασίες συνοριακών ελέγχων σύμφωνα με το σημείο 3.2.3 του Παραρτήματος VI.

ε)      στα έγγραφα που επιτρέπουν τη διέλευση των συνόρων από υπηκόους της Ανδόρας, του Μονακό και του Αγίου Μαρίνου.

Κατόπιν αιτήματος υπηκόου τρίτης χώρας, μπορεί κατ’ εξαίρεση να μην τοποθετηθεί σφραγίδα εισόδου ή εξόδου όταν αυτή η σφράγιση μπορεί να δημιουργήσει σοβαρές δυσκολίες για το συγκεκριμένο πρόσωπο. Στην περίπτωση αυτή η είσοδος ή η έξοδος βεβαιούται σε ξεχωριστό φύλλο με μνεία του ονόματος και του αριθμού διαβατηρίου. Το φύλλο αυτό παραδίδεται στον υπήκοο τρίτης χώρας.

4.        Οι πρακτικές ρυθμίσεις της σφράγισης ορίζονται στο παράρτημα ΙV.

5.      Οι υπήκοοι τρίτων χωρών ενημερώνονται, εφόσον είναι δυνατόν, για την υποχρέωση του συνοριοφύλακα να σφραγίζει τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα κατά την είσοδο και έξοδο, ακόμη και κατά την απλούστευση των διαδικασιών ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 7.

6.      Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τη λειτουργία των διατάξεων περί σφράγισης ταξιδιωτικών εγγράφων έως τα τέλη του 2008.

Άρθρο 9α

1.      Εάν το ταξιδιωτικό έγγραφο του υπηκόου τρίτης χώρας δεν φέρει σφραγίδα εισόδου, οι αρμόδιες εθνικές αρχές μπορούν να εικάσουν ότι ο κάτοχος του εγγράφου δεν πληροί, ή έχει παύσει να πληροί, τους όρους διάρκειας παραμονής που ισχύουν στο οικείο κράτος μέλος.

2.      Το τεκμήριο αυτό καταρρίπτεται εφόσον ο υπήκοος της τρίτης χώρας προσκομίσει, με οιοδήποτε μέσο, αξιόπιστη απόδειξη όπως εισιτήρια ή αποδεικτικά στοιχεία της παρουσίας του εκτός του εδάφους των κρατών μελών, από τα οποία να συνάγεται ότι έχουν τηρηθεί οι όροι όσον αφορά τη διάρκεια βραχείας παραμονής.

         Σε αυτές τις περιπτώσεις :

α)     όταν ο υπήκοος τρίτης χώρας τυγχάνει στο έδαφος των κρατών μελών που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, οι αρμόδιες αρχές αναφέρουν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και πρακτική, στο ταξιδιωτικό έγγραφο του υπηκόου αυτού, την ημερομηνία και το σημείο της υπ΄αυτού διέλευσης των εξωτερικών συνόρων ενός από αυτά τα κράτη μέλη.

β)     όταν ο υπήκοος της τρίτης χώρας τυγχάνει στο έδαφος κράτους μέλους ως προς το οποίο δεν έχει ληφθεί η απόφαση η οποία προβλέπεται στο άρθρο 3 παρ. 2 της Πράξης προσχώρησης του 2003, οι αρμόδιες αρχές αναφέρουν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και πρακτική, στο ταξιδιωτικό έγγραφο του υπηκόου αυτού, την ημερομηνία και το σημείο της υπ΄αυτού διέλευσης των εξωτερικών συνόρων του εν λόγω κράτους μέλους.

γ)      πέραν των ενδείξεων που αναφέρονται υπό α) και β), ο υπήκοος της τρίτης χώρας μπορεί να λάβει έντυπο όπως το προβλεπόμενο στο Παράρτημα VIII.

δ)     τα κράτη μέλη ενημερώνονται μεταξύ τους και ενημερώνουν την Επιτροπή και τη Γραμματεία του Συμβουλίου σχετικά με τις εθνικές πρακτικές όσον αφορά τις ενδείξεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

3.      Αν δεν καταρριφθεί το τεκμήριο της παραγράφου 1, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να απομακρύνουν τον υπήκοο από το έδαφος των εν λόγω κρατών μελών.

Άρθρο 10
Επιτήρηση των συνόρων μεταξύ των συνοριακών σημείων διέλευσης

1.      Η επιτήρηση των εξωτερικών συνόρων εκτός των συνοριακών σημείων διέλευσης και η επιτήρηση των σημείων διέλευσης εκτός των ωρών λειτουργίας τους έχουν ως κύριο σκοπό να εμποδίσουν τη μη επιτρεπόμενη διέλευση των συνόρων, να καταπολεμήσουν τη διασυνοριακή εγκληματικότητα και να εφαρμόσουν ή να λάβουν μέτρα κατά των ατόμων που διήλθαν παράνομα τα σύνορα.

2.        Οι συνοριοφύλακες χρησιμοποιούν σταθερές ή κινητές μονάδες για την επιτήρηση των εξωτερικών συνόρων.

Η επιτήρηση αυτή διεξάγεται κατά τρόπο ώστε να εμποδίζεται και να αποθαρρύνεται η παράκαμψη των διαδικασιών ελέγχου στα συνοριακά σημεία διέλευσης.

3.      Η επιτήρηση μεταξύ των συνοριακών σημείων διέλευσης διεξάγεται από συνοριοφύλακες, των οποίων ο αριθμός και οι μέθοδοι προσαρμόζονται στους υφιστάμενους ή προβλεπόμενους κινδύνους και απειλές. Περιλαμβάνει συχνές και απρόοπτες αλλαγές των χρονικών διαστημάτων επιτήρησης, κατά τρόπον ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο η δυνατότητα μη επιτρεπόμενης διέλευσης των συνόρων χωρίς κίνδυνο ανακάλυψης.

4.      Η επιτήρηση πραγματοποιείται από σταθερές ή κινητές μονάδες οι οποίες περιπολούν ή σταθμεύουν στα γνωστά ή εικαζόμενα ευαίσθητα σημεία, με στόχο να συλλάβουν τα πρόσωπα που διέρχονται παράνομα τα σύνορα. Η επιτήρηση μπορεί εξίσου να εκτελείται με τη βοήθεια τεχνικών μέσων, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών.

5.      Πρόσθετες ρυθμίσεις όσον αφορά την επιτήρηση μπορούν να θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 30, παράγραφος 2.

Άρθρο 11

Άρνηση εισόδου

1.      Η είσοδος στην επικράτεια των κρατών μελών απαγορεύεται στους υπηκόους τρίτων χωρών που δεν πληρούν το σύνολο των προϋποθέσεων εισόδου, όπως αυτές καθορίζονται με το άρθρο 5, παράγραφος 1, και δεν υπάγονται στις κατηγορίες προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 5, παράγραφος 4. Τα ανωτέρω ισχύουν με την επιφύλαξη της εφαρμογής των ειδικών διατάξεων σχετικά με το δικαίωμα ασύλου και τη διεθνή προστασία ή την έκδοση θεωρήσεων μακράς διαρκείας.

2.      Η άρνηση εισόδου επιβάλλεται μόνο με αιτιολογημένη απόφαση η οποία αναφέρει τους συγκεκριμένους λόγους της άρνησης. Η απόφαση λαμβάνεται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και έχει άμεση εφαρμογή.

Η αιτιολογημένη απόφαση η οποία αναφέρει τους συγκεκριμένους λόγους άρνησης έχει τη μορφή τυποποιημένου εντύπου, όπως προβλέπεται στο Παράρτημα V, Μέρος Β, το οποίο συμπληρώνεται από την αρμόδια σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο αρχή. Το έντυπο αυτό, αφού συμπληρωθεί, παραδίδεται στον οικείο υπήκοο, ο οποίος βεβαιώνει την παραλαβή της απόφασης άρνησης μέσω του συγκεκριμένου εντύπου.

3.      Τα πρόσωπα στα οποία απαγορεύεται η είσοδος έχουν δικαίωμα προσφυγής. Οι προσφυγές ασκούνται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Ο υπήκοος της τρίτης χώρας λαμβάνει επίσης γραπτό κατάλογο σημείων επαφής που θα μπορούσαν να τον ενημερώσουν σχετικά με τη δυνατότητα εκπροσώπησής του μέσω αρμοδίων προς τούτο αντιπροσώπων σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Η κίνηση της διαδικασίας προσφυγής δεν αναστέλλει την εφαρμογή της απόφασης περί άρνησης εισόδου. Με την επιφύλαξη ενδεχόμενης αποζημίωσης βάσει του εθνικού δικαίου, ο υπήκοος τρίτης χώρας δικαιούται να ζητήσει διόρθωση της ακυρωθείσας σφραγίδας εισόδου, και τυχόν άλλων ακυρώσεων ή προσθηκών, από το κράτος μέλος το οποίο του απαγόρευσε την είσοδο εφόσον αποδειχθεί, συνεπεία της προσφυγής, ότι η απόφαση περί άρνησης εισόδου ήταν αβάσιμη.

4.      Οι συνοριοφύλακες μεριμνούν ώστε ο υπήκοος τρίτης χώρας στον οποίο επεβλήθη απαγόρευση εισόδου να μην εισέλθει στο έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

5.      Τα κράτη μέλη συλλέγουν στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των προσώπων στα οποία απαγορεύεται η είσοδος, την ιθαγένεια των προσώπων αυτών και το είδος των συνόρων (χερσαία, θαλάσσια, εναέρια) στα οποία τους απαγορεύθηκε η είσοδος. Τα στοιχεία αυτά διαβιβάζονται μια φορά κατ’έτος στην Επιτροπή, η οποία ανά διετία δημοσιεύει συγκεντρωτικό πίνακα των στοιχείων που παρέχονται από τα κράτη μέλη.

6.        Οι λεπτομερείς κανόνες της διαδικασίας άρνησης αναφέρονται στο παράρτημα V, μέρος Α.

Κεφάλαιο ΙΙΙ

Πόροι για τον έλεγχο των συνόρων και
συνεργασία μεταξύ κρατών μελών

Άρθρο 12

Πόροι για τον συνοριακό έλεγχο

Τα κράτη μέλη διαθέτουν κατάλληλο και επαρκές σε αριθμό προσωπικό και μέσα για την άσκηση του ελέγχου των εξωτερικών συνόρων σύμφωνα με τα άρθρα 5α και 6 έως 11, κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται αποτελεσματικό, υψηλό και ενιαίο επίπεδο ελέγχου στα εξωτερικά σύνορά τους.

Άρθρο 13

Διεξαγωγή των ελέγχων

1.      Ο προβλεπόμενος στα άρθρα 5α και 6 έως 11 του παρόντος κανονισμού έλεγχος των συνόρων διεξάγεται από τους συνοριοφύλακες σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και την εθνική νομοθεσία.

Κατά τη διεξαγωγή του ελέγχου αυτού δεν θίγονται οι αρμοδιότητες των συνοριοφυλάκων να κινούν ποινικές διαδικασίες σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το σώμα των συνοριοφυλάκων να αποτελείται από εξειδικευμένους και δεόντως καταρτισμένους επαγγελματίες. Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν την υπό των συνοριοφυλάκων εκμάθηση γλωσσών, και ιδίως των αναγκαίων για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

2.      Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 30α, τον κατάλογο των εθνικών υπηρεσιών που είναι αρμόδιες για τον έλεγχο των συνόρων σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο

3.      Για να εξασφαλισθεί ο αποτελεσματικός έλεγχος των συνόρων, κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε να υπάρχει στενή και μόνιμη συνεργασία μεταξύ των οικείων αρμόδιων εθνικών υπηρεσιών του.

Άρθρο 14

Συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών

1.      Τα κράτη μέλη παρέχουν αμοιβαία συνδρομή και διατηρούν στενή και μόνιμη συνεργασία μεταξύ τους με σκοπό την αποτελεσματική εφαρμογή του ελέγχου των συνόρων , σύμφωνα με τα άρθρα 5α και 6 έως 13 του παρόντος κανονισμού. Ανταλλάσσουν μεταξύ τους όλες τις αναγκαίες για το σκοπό αυτό πληροφορίες.

2.      Η επιχειρησιακή συνεργασία μεταξύ κρατών μελών στον τομέα της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων συντονίζεται από τον ευρωπαϊκό οργανισμό για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δημιουργήθηκε με τον κανονισμό αριθ. 2007/2004/ΕΚ[26].

3.      Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του οργανισμού, τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίσουν την επιχειρησιακή συνεργασία με άλλα κράτη μέλη και / ή τρίτες χώρες στα εξωτερικά σύνορα, περιλαμβανομένης της ανταλλαγής αξιωματικών-συνδέσμων, εφόσον η συνεργασία αυτή συμπληρώνει τη δράση του οργανισμού.

Τα κράτη μέλη αποφεύγουν κάθε δραστηριότητα που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη λειτουργία του οργανισμού ή την επίτευξη των στόχων του.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν τον οργανισμό σχετικά με τα επιχειρησιακά ζητήματα στα εξωτερικά σύνορα, τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο δράσης του οργανισμού.

4.      Τα κράτη μέλη παρέχουν εκπαίδευση όσον αφορά τους κανόνες του ελέγχου των συνόρων καθώς και όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα. Εν προκειμένω, λαμβάνονται υπόψη τα κοινά εκπαιδευτικά πρότυπα τα οποία έχουν καθορισθεί και διαμορφωθεί περαιτέρω από τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 15
Κοινοί έλεγχοι

1.      Τα κράτη μέλη τα οποία δεν εφαρμόζουν το άρθρο 18 στα κοινά χερσαία σύνορά τους μπορούν, μέχρι την ημερομηνία εφαρμογής του εν λόγω άρθρου, να πραγματοποιούν από κοινού έλεγχο αυτών των κοινών συνόρων - στην περίπτωση αυτή διενεργείται μόνο μία φορά έλεγχος κατά την είσοδο και έξοδο προσώπου - υπό την επιφύλαξη της ατομικής ευθύνης των κρατών μελών που απορρέει από τις διατάξεις των άρθρων 5α και 6 έως 11.

Προς τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μπορούν να συνάπτουν μεταξύ τους διμερείς διακανονισμούς.

2.      Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τους διακανονισμούς που συνάπτονται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Κεφάλαιο IV
Ειδικοί κανόνες για τις διαδικασίες συνοριακών ελέγχων

Άρθρο 16
Ειδικοί κανόνες για τα διάφορα είδη συνόρων και τα διάφορα μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιούνται για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων

Οι ειδικοί κανόνες διαδικασιών ελέγχου του παραρτήματος VI εφαρμόζονται για τα διάφορα είδη συνόρων και τα διάφορα μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιούνται για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων.

Οι εν λόγω ειδικοί κανόνες μπορούν να περιέχουν παρεκκλίσεις από τα άρθρα 5 και 6 έως 11.

Άρθρο 17

Ειδικοί κανόνες διαδικασιών ελέγχου για συγκεκριμένες κατηγορίες προσώπων

1.      Οι ειδικοί κανόνες του παραρτήματος VIΙ εφαρμόζονται για τις διαδικασίες ελέγχου που αφορούν τις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων :

α)          αρχηγούς κρατών και τα μέλη της αντιπροσωπίας τους,

β)          κυβερνήτες και άλλα μέλη του πληρώματος των αεροσκαφών,

γ)           ναυτικούς,

δ)     κατόχους διπλωματικών ή υπηρεσιακών διαβατηρίων και μέλη διεθνών οργανισμών,

ε)           διασυνοριακούς εργαζόμενους,

στ)         ανήλικους,

Οι εν λόγω ειδικοί κανόνες μπορούν να περιέχουν παρεκκλίσεις από τα άρθρα 5 και 6 έως 11.

2.      Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα υποδείγματα διπλωματικών ή υπηρεσιακών διαβατηρίων που εκδίδονται από τα Υπουργεία Εξωτερικών των κρατών μελών στα διαπιστευμένα μέλη των διπλωματικών αποστολών και των προξενικών αντιπροσωπιών, καθώς και στην οικογένειά τους σύμφωνα με το άρθρο 30α.

Τίτλος III
Εσωτερικά σύνορα

Κεφάλαιο I
Κατάργηση του ελέγχου στα εσωτερικά σύνορα

Άρθρο 18
Διέλευση των εσωτερικών συνόρων

Επιτρέπεται η διέλευση των εσωτερικών συνόρων σε οποιοδήποτε σημείο χωρίς διαδικασίες συνοριακών ελέγχων, ανεξαρτήτως της ιθαγενείας των προσώπων.

Άρθρο 19

Διαδικασίες ελέγχων στο εσωτερικό της επικράτειας

Η κατάργηση του ελέγχου των εσωτερικών συνόρων δεν θίγει :

α)     την άσκηση αστυνομικών αρμοδιοτήτων εκ μέρους των αρμόδιων αρχών δυνάμει της νομοθεσίας κάθε κράτους μέλους, εφόσον η άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών δεν έχει ισοδύναμο αποτέλεσμα με τις διαδικασίες συνοριακών ελέγχων· αυτό ισχύει και στις παραμεθόριες περιοχές. Κατά την έννοια της πρώτης πρότασης, η άσκηση αστυνομικών αρμοδιοτήτων δεν μπορεί, ειδικότερα, να θεωρηθεί ισοδύναμη με τις διαδικασίες συνοριακών ελέγχων όταν τα αστυνομικά μέτρα :

i)       δεν έχουν ως στόχο τους τον έλεγχο των συνόρων,

ii)      βασίζονται σε γενικές αστυνομικές πληροφορίες και πείρα όσον αφορά ενδεχόμενες απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και αποσκοπούν συγκεκριμένα στην καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος,

iii)     σχεδιάζονται και εκτελούνται κατά τρόπο σαφώς διαφορετικό από τις συστηματικές διαδικασίες ελέγχου προσώπων στα εξωτερικά σύνορα

iv)     διενεργούνται βάσει δειγματοληπτικών ελέγχων

β)     τη διενέργεια ελέγχων ασφαλείας στους λιμένες ή αερολιμένες από τις αρμόδιες αρχές δυνάμει της νομοθεσίας κάθε κράτους μέλους, από τους υπεύθυνους των λιμένων ή αερολιμένων ή από τους μεταφορείς, στο βαθμό που αυτοί οι έλεγχοι διενεργούνται και για τα πρόσωπα που ταξιδεύουν στο εσωτερικό κράτους μέλους·

γ)      τη δυνατότητα κράτους μέλους να προβλέπει στην εθνική νομοθεσία του την υποχρέωση κατοχής και επίδειξης τίτλων και εγγράφων·

δ)     την υποχρέωση των υπηκόων τρίτων χωρών να δηλώνουν την παρουσία τους στην επικράτεια κράτους μέλους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν.

Άρθρο 19α

Άρση των εμποδίων κυκλοφορίας στα οδικά σημεία διέλευσης των εσωτερικών συνόρων

Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την άρση κάθε εμποδίου ελεύθερης κυκλοφορίας σε οδικά σημεία διέλευσης των εσωτερικών συνόρων, και ιδίως περιορισμών της ταχύτητας που δεν οφείλονται αποκλειστικά σε λόγους οδικής ασφάλειας.

Τα κράτη μέλη πρέπει να είναι προετοιμασμένα ταυτόχρονα να παράσχουν τα απαραίτητα τεχνικά μέσα για τη διεξαγωγή ελέγχων, σε περίπτωση επαναφοράς του ελέγχου των εσωτερικών συνόρων.

Κεφάλαιο ΙΙ

Προσωρινή επαναφορά του ελέγχου των εσωτερικών συνόρων

Άρθρο 20

Προσωρινή επαναφορά του ελέγχου των εσωτερικών συνόρων από κράτος μέλος

1.      Όταν υφίσταται σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη ή την εσωτερική ασφάλεια, ένα κράτος μέλος μπορεί εκτάκτως να επαναφέρει τον έλεγχο στα εσωτερικά του σύνορα, για περιορισμένη περίοδο ανώτατης διάρκειας 30 ημερών ή για την προβλεπόμενη διάρκεια του γεγονότος εφόσον αυτή υπερβαίνει τις 30 ημέρες, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 21 ή, σε περίπτωση επείγοντος, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 22. Η έκταση και η διάρκεια του ελέγχου δεν πρέπει να υπερβαίνουν το απολύτως αναγκαίο για να αντιμετωπισθεί η σοβαρή απειλή.

2.      Όταν η σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη ή την εσωτερική ασφάλεια συνεχίζει να υφίσταται πέραν της περιόδου που προβλέπεται στην παράγραφο 1, το κράτος μέλος μπορεί να διατηρήσει τον έλεγχο των συνόρων για τους ίδιους λόγους με εκείνους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και λαμβάνοντας υπόψη ενδεχόμενα νέα στοιχεία, για ανανεώσιμες περιόδους που δεν υπερβαίνουν τις 30 ημέρες, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 23.

Άρθρο 21

Διαδικασία στις προβλέψιμες περιπτώσεις

1.      Όταν κράτος μέλος προτίθεται να επαναφέρει τον έλεγχο των εσωτερικών του συνόρων δυνάμει του άρθρου 20, παράγραφος 1, ενημερώνει το συντομότερο δυνατόν τα άλλα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Συμβουλίου και την Επιτροπή και παρέχει, μόλις μπορέσει, τις ακόλουθες πληροφορίες :

α)     τους λόγους της προβλεπόμενης απόφασης, προσδιορίζοντας τα γεγονότα που αποτελούν σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη ή την εσωτερική ασφάλεια ,

β)     την έκταση της προβλεπόμενης απόφασης, προσδιορίζοντας τα σημεία στα οποία θα επαναφέρει τον έλεγχο των συνόρων,

γ)           τις ονομασίες των επιτρεπόμενων σημείων διέλευσης,

δ)          την ημερομηνία και τη διάρκεια της προβλεπόμενης απόφασης,

ε)           ενδεχομένως, τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν από τα άλλα κράτη μέλη.

2.      Μετά την κοινοποίηση του συγκεκριμένου κράτους μέλους και ενόψει της αναφερόμενης στην παράγραφο 3 διαβούλευσης, η Επιτροπή μπορεί να διατυπώσει γνώμη με την επιφύλαξη του άρθρου 64 παρ. 1 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

3.      Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και η γνώμη που μπορεί να διατυπώσει η Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 2, αποτελούν το αντικείμενο διαβούλευσης μεταξύ του αιτούντος κράτους μέλους, των άλλων κρατών μελών στο πλαίσιο του Συμβουλίου και της Επιτροπής κυρίως για να διοργανωθεί, ενδεχομένως, κάποια μορφή αμοιβαίας συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και για να εξετασθεί η αναλογικότητα των μέτρων σε σχέση με τα πραγματικά περιστατικά που ώθησαν στην επαναφορά του ελέγχου των συνόρων καθώς και με τους κινδύνους που υφίστανται για τη δημόσια τάξη ή την εσωτερική ασφάλεια.

4.      Η προαναφερόμενη διαβούλευση πρέπει να πραγματοποιείται τουλάχιστον δεκαπέντε ημέρες πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία επαναφοράς του ελέγχου.

Άρθρο 22

Διαδικασία για περιπτώσεις που επιβάλλουν επείγουσα δράση

1. Όταν η δημόσια τάξη ή η εσωτερική ασφάλεια κράτους επιβάλλουν επείγουσα δράση, το οικείο κράτος μέλος μπορεί εκτάκτως να επαναφέρει αμέσως τον έλεγχο στα εσωτερικά του σύνορα.

2.      Το κράτος μέλος που σχεδιάζει να επαναφέρει τον έλεγχο των εσωτερικών του συνόρων ενημερώνει αμέσως σχετικά τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή και παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 21, παράγραφος 1, και τους λόγους που δικαιολογούν την προσφυγή στη διαδικασία αυτή.

Άρθρο 23
Διαδικασία παράτασης του ελέγχου των εσωτερικών συνόρων

1.      Τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν τον έλεγχο των εσωτερικών τους συνόρων, δυνάμει του άρθρου 20, παράγραφος 2, μόνο αφού ενημερώσουν τα άλλα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Συμβουλίου και την Επιτροπή.

2.      Το κράτος μέλος που σχεδιάζει να παρατείνει τον έλεγχο των εσωτερικών του συνόρων παρέχει στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή όλα τα απαραίτητα στοιχεία για τους λόγους της παράτασης του ελέγχου αυτού. Ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 2.

Άρθρο 24
Ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Το οικείο κράτος μέλος ή, όπου ενδείκνυται, το Συμβούλιο ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το συντομότερο δυνατόν για τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει των άρθρων 21 έως 23.Αν κράτος μέλος παρατείνει για τρίτη διαδοχική φορά τον έλεγχο των εσωτερικών του συνόρων σύμφωνα με το άρθρο 23, θα πρέπει, εφόσον κληθεί, να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την ανάγκη διεξαγωγής του ελέγχου αυτού.

Άρθρο 25

Διατάξεις που εφαρμόζονται κατά την επαναφορά του ελέγχου των εσωτερικών συνόρων

Κατά την επαναφορά του ελέγχου των εσωτερικών συνόρων εφαρμόζονται κατ' αναλογία οι σχετικές διατάξεις του τίτλου ΙΙ.

Άρθρο 26
Έκθεση για την επαναφορά του ελέγχου των εσωτερικών συνόρων

Το κράτος μέλος που επανέφερε τον έλεγχο στα εσωτερικά του σύνορα σύμφωνα με το άρθρο 20, επιβεβαιώνει την ημερομηνία άρσης του ελέγχου αυτού και υποβάλλει ταυτόχρονα ή εντός σύντομης προθεσμίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή έκθεση για την επαναφορά του ελέγχου στα εσωτερικά σύνορα, περιγράφοντας, ειδικότερα, τη λειτουργία των διαδικασιών ελέγχου και την αποτελεσματικότητα του μέτρου της επαναφοράς.

Άρθρο 27

Ενημέρωση του κοινού

Η απόφαση επαναφοράς του ελέγχου των εσωτερικών συνόρων λαμβάνεται υπό συνθήκες διαφάνειας και με πλήρη ενημέρωση του κοινού, εκτός αν επιτακτικοί λόγοι ασφάλειας δεν το επιτρέπουν.

Άρθρο 28
Εμπιστευτικότητα

Έπειτα από αίτηση του σχετικού κράτους μέλους, τα άλλα κράτη μέλη καθώς και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Επιτροπή τηρούν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών που παρέχονται στο πλαίσιο της επαναφοράς και της παράτασης του ελέγχου των συνόρων, καθώς και της έκθεσης που συντάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 26.

Τίτλος IV

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 29

Τροποποιήσεις των παραρτημάτων

Τα παραρτήματα ΙΙΙ, IV, και VIII τροποποιούνται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 30, παράγραφος 2.

Άρθρο 30
Διαδικασία επιτροπής

1.        Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή, εφεξής «η επιτροπή».

2.      Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 468/1999/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής και υπό την προϋπόθεση ότι τα εκτελεστικά μέτρα τα οποία έχουν θεσπισθεί σύμφωνα με την εν λόγω διαδικασία δεν θίγουν τις βασικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 6, της απόφασης 468/1999/ΕΚ ορίζεται σε τρεις μήνες.

3.        Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

3α.    Με την επιφύλαξη των ήδη θεσπισθέντων εκτελεστικών μέτρων, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού σχετικά με την έγκριση τεχνικών κανόνων και αποφάσεων σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 2 αναστέλλεται για τέσσερα έτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Βάσει προτάσεως της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται να ανανεώνουν τις σχετικές διατάξεις σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης και, προς τούτο, τις αναθεωρούν πριν από τη λήξη της τετραετούς περιόδου.

Άρθρο 30α

1.      Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή:

- τον κατάλογο των τίτλων διαμονής που αναφέρονται στο άρθρο 2, στοιχείο 15),

- τον κατάλογο των σημείων διέλευσης των συνόρων τους,

- τα ποσά αναφοράς που απαιτούνται για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων τους και τα οποία καθορίζονται ετησίως από τις εθνικές αρχές,

- τον κατάλογο των υπευθύνων για τον έλεγχο των συνόρων εθνικών αρχών,

-τα υποδείγματα δελτίων που χορηγούν τα Υπουργεία Εξωτερικών.

2.      Η Επιτροπή θέτει τα στοιχεία που κοινοποιούνται δυνάμει της παραγράφου 1 στη διάθεση των κρατών μελών και του κοινού με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με κάθε άλλο κατάλληλο μέσο.

Άρθρο 31

Τοπική διασυνοριακή κυκλοφορία

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τους κοινοτικούς κανόνες για την τοπική διασυνοριακή κυκλοφορία ούτε τις ισχύουσες διμερείς συμφωνίες που αφορούν την τοπική διασυνοριακή κυκλοφορία.

Άρθρο 32
Θέουτα και Μελίλλια

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν θίγουν τους ειδικούς κανόνες που εφαρμόζονται στις πόλεις Θέουτα και Μελίλλια, όπως ορίζονται στη δήλωση του Βασιλείου της Ισπανίας για τις πόλεις Θέουτα και Μελίλλια στην Τελική Πράξη της Συμφωνίας Προσχώρησης του Βασιλείου της Ισπανίας στη Σύμβαση εφαρμογής της Συμφωνίας Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985[27].

Άρθρο 33

Κοινοποίηση πληροφοριών από τα κράτη μέλη

Εντός προθεσμίας δέκα εργάσιμων ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις εθνικές τους διατάξεις σχετικά με το άρθρο 19 στοιχεία γ) και δ), τις κυρώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4, παράγραφος 3, και τους διμερείς διακανονισμούς που συνάπτονται δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 1. Κοινοποιούν τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις αυτών των διατάξεων εντός προθεσμίας πέντε εργάσιμων ημερών.

Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C.

Άρθρο 34

Έκθεση για την εφαρμογή του τίτλου ΙΙΙ

Το αργότερο τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση για την εφαρμογή του τίτλου ΙΙΙ.

Η Επιτροπή εξετάζει με ιδιαίτερη προσοχή τυχόν δυσκολίες λόγω επαναφοράς του ελέγχου στα εσωτερικά σύνορα. Υποβάλλει ενδεχομένως προτάσεις για την αντιμετώπιση αυτών των δυσκολιών.

Άρθρο 35

Κατάργηση διατάξεων

1.      Οι διατάξεις των άρθρων 2 έως 8 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 καταργούνται από … [ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού].

2.        Καταργούνται από την ίδια ημερομηνία :

– το κοινό εγχειρίδιο, συμπεριλαμβανομένων των παραρτημάτων του,

–       οι αποφάσεις της εκτελεστικής επιτροπής Σένγκεν της 26ης Απριλίου 1994 (SCH/Com-ex (94), 1, αναθ. 2), της 22ας Δεκεμβρίου 1994 (SCH/Com-ex (94)17, αναθ. 4) και της 20ής Δεκεμβρίου 1995 (SCH/Com-ex (95) 20, αναθ. 2),

– το παράρτημα 7 της κοινής προξενικής εγκυκλίου,

– ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 790/2001,

 η απόφαση 2004/581/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για καθορισμό των ελαχίστων επιβαλλομένων ενδείξεων των πινακίδων σήμανσης στα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων[28],

 η απόφαση 2004/574/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με την τροποποίηση του κοινού εγχειριδίου.

- ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2133/2004 του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 2004 σχετικά με την υποχρέωση των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών να προβαίνουν σε συστηματική σφράγιση των ταξιδιωτικών εγγράφων των υπηκόων τρίτων χωρών κατά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών και την τροποποίηση, για το σκοπό αυτό, των διατάξεων της Σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν και του Κοινού Εγχειριδίου.

Τυχόν παραπομπές σε άρθρα και πράξεις που καταργούνται νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και πρέπει να αναγιγνώσκονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα XII.

Άρθρο 36

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ έξι μήνες μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, το άρθρο 30α τίθεται σε ισχύ την ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Βρυξέλλες, […]

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                              Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος                                                           Ο Πρόεδρος

[…]                                                                       […]

Τα Παραρτήματα έχουν επίσης τροποποιηθεί, αλλά οι τροποποιήσεις δεν δηλώνονται με υπογράμμιση/διαγραφή.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Δικαιολογητικά για την εξακρίβωση της εκπλήρωσης των προϋποθέσεων εισόδου του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γ)

1.      Τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, μπορούν να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα :

α)   για ταξίδια επαγγελματικού χαρακτήρα :

- πρόσκληση επιχείρησης ή αρχής για συμμετοχή σε συνεδριάσεις, διασκέψεις ή εκδηλώσεις εμπορικού, βιομηχανικού χαρακτήρα ή υπηρεσιακές,

- άλλα έγγραφα, από όπου προκύπτει η ύπαρξη εμπορικών ή υπηρεσιακών σχέσεων,

- δελτία εισόδου σε εκθέσεις και συνέδρια, εφόσον συμμετέχει ο ενδιαφερόμενος.

β)   για ταξίδια πραγματοποιούμενα στα πλαίσια σπουδών ή άλλου είδους κατάρτισης :

- πιστοποιητικό εγγραφής σε εκπαιδευτικό ίδρυμα με σκοπό τη συμμετοχή σε θεωρητικά ή πρακτικά μαθήματα βασικής κατάρτισης και διαρκούς εκπαίδευσης,

- σπουδαστικές ταυτότητες ή βεβαιώσεις σχετικές με τα παρακολουθούμενα μαθήματα,

γ)   για ταξίδια τουριστικού ή ιδιωτικού χαρακτήρα :

δικαιολογητικά σχετικά με το κατάλυμα:

- πρόσκληση του φιλοξενούντος, εάν παρέχει κατάλυμα στον ενδιαφερόμενο

- δικαιολογητικό από τον οργανισμό ο οποίος παρέχει το κατάλυμα, ή

- οιοδήποτε άλλο κατάλληλο δικαιολογητικό στο οποίο αναφέρεται το προβλεπόμενο κατάλυμα

δικαιολογητικά σχετικά με τη διαδρομή:

- επιβεβαίωση της κράτησης οργανωμένου ταξιδίου ή οιοδήποτε άλλο κατάλληλο δικαιολογητικό στο οποίο αναφέρονται τα προβλεπόμενα σχέδια ταξιδίου·

δικαιολογητικά σχετικά με την επιστροφή:

- εισιτήριο επιστροφής ή εισιτήριο τουριστικής κυκλοφορίας

δ) για ταξίδια πολιτικού, επιστημονικού, πολιτιστικού, αθλητικού ή θρησκευτικού χαρακτήρα ή που πραγματοποιούνται για άλλους λόγους:

προσκλήσεις, εισιτήρια εισόδου, εγγραφές ή προγράμματα, όπου αναφέρεται, στο μέτρο του δυνατού, το όνομα του προσκαλούντος οργανισμού και η διάρκεια της παραμονής ή οιοδήποτε άλλο κατάλληλο δικαιολογητικό το οποίο αναφέρει το σκοπό της επίσκεψης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Καταχώριση πληροφοριών

Σε όλα τα συνοριακά σημεία διέλευσης καταχωρούνται σε έντυπο ή ηλεκτρονικό αρχείο, όλες οι υπηρεσιακές πληροφορίες καθώς και κάθε άλλη ιδιαίτερα σημαντική πληροφορία. Πρέπει ιδίως να καταχωρούνται οι ακόλουθες πληροφορίες :

- το όνομα του κατά τόπον υπευθύνου για τις διαδικασίες συνοριακών ελέγχων συνοριοφύλακα και των άλλων υπαλλήλων κάθε ομάδας,

- οι περιπτώσεις απλούστευσης των διαδικασιών ελέγχου προσώπων σύμφωνα με το άρθρο 7,

- η χορήγηση στα σύνορα εγγράφων που επέχουν θέση διαβατηρίου καθώς και θεωρήσεων,

- οι συλλήψεις και οι καταγγελίες (ποινικά αδικήματα και διοικητικές παραβάσεις),

- οι αρνήσεις εισόδου σύμφωνα με το άρθρο 11, (λόγοι της άρνησης και ιθαγένεια),

- οι κωδικοί ασφαλείας των σφραγίδων εσόδου και εξόδου, η ταυτότητα των συνοριοφυλάκων που χρησιμοποιούν τις σφραγίδες σε οποιαδήποτε ημερομηνία ή βάρδια καθώς και οι πληροφορίες που αφορούν τις απολεσθείσες ή κλαπείσες σφραγίδες,

- καταγγελίες προσώπων που υπόκεινται σε διαδικασίες ελέγχου,

- άλλα ιδιαίτερα σημαντικά αστυνομικά και δικαστικά μέτρα,

- ιδιαίτερα γεγονότα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ


Υποδείγματα πινακίδων που τοποθετούνται στις λωρίδες

των συνοριακών σημείων διέλευσης

Μέρος A
[29]

Μέρος B

Μέρος Γ



[30]

2


2









ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
Σφράγιση

1.      Τα ταξιδιωτικά έγγραφα υπηκόων τρίτων χωρών σφραγίζονται συστηματικά κατά την είσοδο και την έξοδο, σύμφωνα με το άρθρο 9. Τα ειδικά χαρακτηριστικά αυτών των σφραγίδων καθορίζονται στην απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής Σένγκεν SCH/COM-EX (94) 16 αναθ. και SCH/Gem-Handb (93) 15 (CONFIDENTIAL).

2.      Οι κωδικοί ασφαλείας των σφραγίδων τροποποιούνται κατά τακτά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν τον μήνα.

3.      Στην περίπτωση εισόδου και εξόδου υπηκόων τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, η σφραγίδα τοποθετείται, ει δυνατόν, κατά τρόπο ώστε να καλύπτει την άκρη της θεώρησης χωρίς να θίγει το ευανάγνωστο των ενδείξεων που υπάρχουν επάνω στη θεώρηση ούτε τα ορατά χαρακτηριστικά ασφάλειας της αυτοκόλλητης θεώρησης. Αν πρέπει να τοποθετηθούν περισσότερες σφραγίδες (για παράδειγμα, στην περίπτωση θεώρησης πολλαπλών εισόδων), τίθενται στην απέναντι σελίδα από αυτή στην οποία έχει τοποθετηθεί η θεώρηση.

Αν αυτή η σελίδα δεν είναι χρησιμοποιήσιμη, η σφραγίδα τοποθετείται στην επόμενη σελίδα. Η ζώνη που προορίζεται για ανάγνωση από μηχανήματα δεν σφραγίζεται.

4.      Τα κράτη μέλη ορίζουν τα εθνικά σημεία επαφής τα οποία είναι αρμόδια για την ανταλλαγή πληροφοριών για τους κωδικούς ασφαλείας των σφραγίδων εισόδου και εξόδου που χρησιμοποιούνται στα συνοριακά σημεία διέλευσης και ενημερώνουν σχετικά τα άλλα κράτη μέλη, τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και την Επιτροπή. Τα εν λόγω σημεία επαφής έχουν πρόσβαση, χωρίς καθυστέρηση, στις πληροφορίες που αφορούν τις κοινές σφραγίδες εισόδου και εξόδου που χρησιμοποιούνται στα εξωτερικά σύνορα του σχετικού κράτους μέλους, και κυρίως στις πληροφορίες που αφορούν την ένδειξη :

- του συνοριακού σημείου διέλευσης, το οποίο θα χρησιμοποιεί τη μία ή την άλλη σφραγίδα,

- της ταυτότητας του συνοριοφύλακα ο οποίος θα τοποθετεί σφραγίδα σε δεδομένη στιγμή,

- του κωδικού ασφαλείας τον οποίο φέρει κάθε σφραγίδα σε δεδομένη στιγμή.

Κάθε αίτηση πληροφοριών σχετικά με τις κοινές σφραγίδες εισόδου και εξόδου υποβάλλεται μέσω των προαναφερόμενων εθνικών σημείων επαφής.

Τα εθνικά σημεία επαφής είναι επιπλέον επιφορτισμένα με την υποχρέωση να διαβιβάζουν αμέσως στα άλλα σημεία επαφής και στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που αφορούν μεταβολή των σημείων επαφής καθώς και τις απολεσθείσες ή κλαπείσες σφραγίδες.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
Μέρος A

Διαδικασίες άρνησης εισόδου στα σύνορα

1.        Σε περίπτωση άρνησης εισόδου, ο αρμόδιος συνοριοφύλακας :

- συμπληρώνει το ενιαίο έντυπο άρνησης εισόδου, το οποίο εμφανίζεται κάτωθι (μέρος Β)· ο συγκεκριμένος υπήκοος τρίτης χώρας υπογράφει το έντυπο και λαμβάνει αντίγραφο του υπογεγραμμένου εντύπου· εάν ο υπήκοος τρίτης χώρας αρνηθεί να υπογράψει, ο συνοριοφύλακας αναφέρει την άρνησή του στο έντυπο, στο τμήμα «παρατηρήσεις»·

- θέτει επί του διαβατηρίου σφραγίδα εισόδου, που διαγράφεται από σταυρό με μαύρη ανεξίτηλη μελάνη και γράφει απέναντι, στα δεξιά, επίσης με ανεξίτηλη μελάνη το(τα) γράμμα(-τα) που αντιστοιχεί(-ούν) στο/στους λόγο/ους της άρνησης εισόδου, των οποίων ο κατάλογος περιλαμβάνεται στο ενιαίο έντυπο άρνησης εισόδου που αναφέρεται ανωτέρω·

- ακυρώνει τη θεώρηση σφραγίζοντάς την με την ένδειξη «ΑΚΥΡΟ» στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2· στην περίπτωση αυτή το οπτικώς μεταβλητό χαρακτηριστικό της αυτοκόλλητης θεώρησης, το χαρακτηριστικό ασφαλείας «φαινόμενο λανθάνουσας εικόνας» καθώς και η λέξη «θεώρηση» διαγράφονται με κατάλληλο μολύβι, ώστε να καθίσταται αδύνατη οποιαδήποτε μεταγενέστερη κατάχρηση·ο συνοριοφύλακας ενημερώνει αμέσως τις κεντρικές αρχές του για αυτή την απόφαση·

- καταχωρεί κάθε άρνηση εισόδου σε αρχείο ή σε κατάλογο, τα οποία θα μνημονεύουν την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τα στοιχεία του εγγράφου που επιτρέπει τη διέλευση καθώς και το λόγο και την ημερομηνία της άρνησης εισόδου.

2.      Η θεώρηση ακυρώνεται στις εξής περιπτώσεις :

α) εάν ο κάτοχος θεώρησης έχει καταχωριστεί στο SIS ως ανεπιθύμητος, εκτός εάν είναι κάτοχος θεώρησης ή θεώρησης επανεισόδου η οποία χορηγήθηκε από κράτος μέλος και ζητεί είσοδο με σκοπό τη διέλευση, προκειμένου να εισέλθει στην επικράτεια του κράτους μέλους που χορήγησε το έγγραφο·

β) εάν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι η θεώρηση αποκτήθηκε με αθέμιτο τρόπο.

Η αδυναμία του υπηκόου τρίτης χώρας να επιδείξει στα σύνορα ένα ή περισσότερα από τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, δεν οδηγεί αυτομάτως σε απόφαση ακύρωσης της θεώρησης.

3.  Εάν ο υπήκοος τρίτης χώρας για τον οποίο ελήφθη απόφαση αρνήσεως εισόδου μεταφέρθηκε στα εξωτερικά σύνορα από μεταφορική εταιρία, ο κατά τόπο αρμόδιος συνοριοφύλακας :

- διατάσσει το συγκεκριμένο μεταφορέα να αναλάβει τον υπήκοο τρίτης χώρας χωρίς

καθυστέρηση και να τον μεταφέρει είτε προς την τρίτη χώρα από την οποία μεταφέρθηκε είτε προς την τρίτη χώρα η οποία χορήγησε το έγγραφο που επιτρέπει τη διέλευση των συνόρων είτε προς οποιαδήποτε άλλη τρίτη χώρα στην οποία η αποδοχή του είναι εγγυημένη, ή να εξεύρει μέσον για την περαιτέρω μεταφορά σύμφωνα με το άρθρο 26 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν και την οδηγία 2001/51/EΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 2001·

- εν αναμονή της περαιτέρω μεταφοράς, είναι υποχρεωμένος να λαμβάνει στα πλαίσια του εθνικού δικαίου και λαμβανομένων υπόψη των τοπικών περιστάσεων τα κατάλληλα μέτρα για να αποφεύγεται η παράνομη είσοδος υπηκόων τρίτων χωρών για τους οποίους ελήφθη απόφαση αρνήσεως εισόδου.

4.      Όταν συντρέχουν λόγοι άρνησης εισόδου και σύλληψης υπηκόου τρίτης χώρας, ο συνοριοφύλακας έρχεται σε επαφή με τις αρμόδιες δικαστικές αρχές για να αποφασισθεί η στάση που πρέπει να τηρηθεί σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

Μέρος B :
Ενιαίο έντυπο άρνησης εισόδου στα σύνορα

Ονομασία του κράτους

ΛΟΓΟΤΥΠΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ        (Ονομασία της Υπηρεσίας)

_________________

______________________________________________________________________________________[31]

ΑΡΝΗΣΗ ΕΙΣΟΔΟΥ ΣΤΑ ΣΥΝΟΡΑ


(ημερομηνία) ____________, ώρα _______, στο συνοριακό σημείο διέλευσης ________________


Η κάτωθι υπογεγραμμένη αρχή__________________________________________ έχει ενώπιόν της :


επώνυμο________________________________ όνομα __________________________________________


ημερομηνία γεννήσεως_________________ τόπος γεννήσεως_______________________φύλο_________


υπηκοότητα____________________ κάτοικος _________________________________________________


Δελτίο ταυτότητας/διαβατηρίου______________________ υπ’ αριθ.___________________

εκδούσα αρχή _______________________________ ημερ. έκδοσης _______________________________

Αριθμός θεώρησης____τύπος___________ εκδόθηκε από ________________________

ισχύει από____________ έως______________

για περίοδο _______ημερών, για τους κάτωθι λόγους :_______________________________________



Προερχόμενος από______________, μέσω _______________(προσδιορίσατε το χρησιμοποιηθέν μέσο μεταφοράς, όπως π.χ. τον αριθμό πτήσης), ο οποίος πληροφορήθηκε ότι ελήφθη για το άτομό του απόφαση άρνησης εισόδου στη χώρα, δυνάμει
(αναφέρονται τα κύρια στοιχεία της ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας), για τους ακόλουθους λόγους :

(A)             Δεν διαθέτει έγκυρο(α) ταξιδιωτικό(ά) έγγραφο/α


(B)    Παρουσίασε πλαστό(α), πλαστογραφημένο(α) ή παραποιημένο(α) ταξιδιωτικό(α) έγγραφο(α)


(Γ)    Δεν διαθέτει έγκυρη θεώρηση ή τίτλο διαμονής


(Δ)  Παρουσίασε πλαστή, πλαστογραφημένη ή παραποιημένη θεώρηση ή τίτλο διαμονής


(Ε)  Δεν διαθέτει τα απαραίτητα αποδεικτικά έγγραφα σχετικά με το σκοπό και τους όρους διαμονής του

Δεν παρασχέθηκε(αν) το(α) ακόλουθο(α) έγγραφο(α):…..


(ΣΤ)  Έχει παραμείνει ήδη επί τρεις μήνες εντός περιόδου 6 μηνών στην επικράτεια των κρατών μελών της

               Ευρωπαϊκής Ένωσης

 

(Ζ)      Δεν διαθέτει επαρκή μέσα διαβίωσης σε σχέση με τη διάρκεια και τον τρόπο διαμονής του, καθώς και για την επιστροφή του στη χώρα προέλευσης ή διέλευσης,

 

(Η)     Έχει καταχωριστεί ως ανεπιθύμητος

                στο SIS

                στο εθνικό μητρώο

 

(Θ)     Θεωρείται άτομο επικίνδυνο για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, την εσωτερική ασφάλεια, την δημόσια υγεία ή τις διεθνείς σχέσεις ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (κάθε κράτος πρέπει να αναφέρει τα κύρια στοιχεία της εθνικής νομοθεσίας που διέπει τη συγκεκριμένη περίπτωση άρνησης εισόδου)

 

Παρατηρήσεις

Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά της απόφασης άρνησης εισόδου, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Στον ενδιαφερόμενο χορηγείται αντίγραφο της παρούσας πράξης (κάθε κράτος πρέπει να αναφέρει τα κύρια στοιχεία της εθνικής νομοθεσίας και διαδικασίας που διέπει το δικαίωμα προσφυγής).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Ειδικοί κανόνες για τα διάφορα είδη συνόρων και τα διάφορα μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιούνται για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών

1.        Χερσαία σύνορα

1.1.     Διαδικασίες ελέγχου στο πλαίσιο της οδικής κυκλοφορίας

1.1.1.  Η κυκλοφορία στα συνοριακά σημεία διέλευσης ρυθμίζεται με τον κατάλληλο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική διενέργεια διαδικασιών ελέγχου και ταυτόχρονα να διασφαλίζεται η ασφαλής και ομαλή ροή της οδικής κυκλοφορίας. Αν παραστεί ανάγκη, τα κράτη μέλη δύνανται να συνάπτουν διμερείς συμφωνίες σχετικά με τη διοχέτευση της κυκλοφορίας και την τοποθέτηση φραγμάτων. Ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33.

1.1.2.  Στα χερσαία σύνορα, τα κράτη μέλη μπορούν, εφόσον το κρίνουν ενδεδειγμένο και το επιτρέπουν οι συνθήκες να διευθετήσουν διαδρόμους ή να θέσουν σε λειτουργία χωριστές λωρίδες σε ορισμένα συνοριακά σημεία διέλευσης, σύμφωνα με το άρθρο 8.

Η χρησιμοποίηση διαδρόμων ή χωριστών λωρίδων μπορεί να ανασταλεί οποτεδήποτε από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, υπό εξαιρετικές συνθήκες και όταν το επιβάλλει η κατάσταση της κυκλοφορίας και των υποδομών.

Τα κράτη μέλη μπορούν να συνεργάζονται με τις γειτονικές χώρες για τη διευθέτηση χωριστών διαδρόμων ή λωρίδων στα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων.

1.1.3.    Οι επιβαίνοντες σε οχήματα μπορούν, κατά γενικό κανόνα, να παραμένουν εντός των οχημάτων κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ελέγχου. Ωστόσο, εφόσον το απαιτούν οι περιστάσεις, μπορεί να τους ζητηθεί να εξέλθουν από τα οχήματά τους. Οι διεξοδικοί έλεγχοι πραγματοποιούνται, εάν το επιτρέπουν οι τοπικές συνθήκες, στους ειδικούς για το σκοπό αυτό χώρους. Για λόγους ασφάλειας του προσωπικού, οι διαδικασίες ελέγχου διενεργούνται, εφόσον είναι δυνατόν, από δύο συνοριοφύλακες.

1.2.     Διαδικασίες ελέγχου στο πλαίσιο της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας

1.2.1.    Σε διαδικασίες ελέγχου υπάγονται τόσο οι επιβάτες , όσο και οι υπάλληλοι των σιδηροδρόμων που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα, συμπεριλαμβανομένων αυτών που επιβαίνουν σε εμπορικές αμαξοστοιχίες ή σε κενές αμαξοστοιχίες. Οι εν λόγω διαδικασίες ελέγχου διενεργούνται με έναν από τους ακόλουθους δύο τρόπους :

–           είτε στην αποβάθρα, στον πρώτο σταθμό άφιξης ή αναχώρησης, στην επικράτεια κράτους μέλους,

–           είτε εντός της αμαξοστοιχίας κατά τη διάρκεια του ταξιδίου.

Τα κράτη μέλη δύνανται να συνάπτουν διμερείς συμφωνίες για τον τρόπο διενέργειας των διαδικασιών ελέγχου. Ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33.

1.2.2.    Κατά παρέκκλιση από το σημείο 1.2.1. και για τη διευκόλυνση της κυκλοφορίας των επιβατικών αμαξοστοιχιών μεγάλης ταχύτητας, τα κράτη μέλη από τα οποία διέρχονται οι εν λόγω αμαξοστοιχίες ερχόμενες από τρίτες χώρες μπορούν επίσης, κατόπιν κοινής   συμφωνίας με τις οικείες τρίτες χώρες, να αποφασίσουν τη διενέργεια διαδικασιών ελέγχων εισόδου για τους επιβάτες των αμαξοστοιχιών από τρίτες χώρες, με έναν από τους ακόλουθους τρόπους :

 στους σταθμούς επιβίβασης που ευρίσκονται σε τρίτη χώρα,

 στους σταθμούς αποβίβασης που ευρίσκονται στην επικράτεια των κρατών μελών,

 εντός της αμαξοστοιχίας κατά τη διάρκεια του ταξιδίου μεταξύ των σταθμών που ευρίσκονται στην επικράτεια των κρατών μελών, εφόσον τα πρόσωπα παραμένουν εντός της αμαξοστοιχίας στον προηγούμενο ή στους προηγούμενους σταθμούς.

1.2.3.             Εάν η εταιρία σιδηροδρομικών μεταφορών μπορεί, για τις αμαξοστοιχίες μεγάλης ταχύτητας που προέρχονται από τρίτες χώρες και πραγματοποιούν πολλαπλές στάσεις στην επικράτεια των κρατών μελών, να επιβιβάζει επιβάτες αποκλειστικά για το εναπομένον τμήμα της διαδρομής εντός της επικράτειας των κρατών μελών, οι εν λόγω επιβάτες υποβάλλονται σε διαδικασίες ελέγχων εισόδου, είτε εντός της αμαξοστοιχίας είτε στο σταθμό προορισμού, εκτός εάν έχουν διεξαχθεί έλεγχοι σύμφωνα με τα σημεία 1.2.1. ή 1.2.2., πρώτη περίπτωση.

Τα πρόσωπα τα οποία επιθυμούν να ταξιδέψουν σιδηροδρομικώς αποκλειστικά για το εναπομένον τμήμα της διαδρομής εντός της επικράτειας των κρατών μελών ενημερώνονται πριν από την αναχώρηση, κατά τρόπο σαφή, ότι θα υποβληθούν σε διαδικασίες ελέγχου εισόδου, είτε κατά τη διάρκεια του ταξιδίου είτε στο σταθμό προορισμού.

1.2.4.    Όταν ταξιδεύουν προς την αντίστροφη κατεύθυνση, οι επιβάτες της αμαξοστοιχίας υποβάλλονται σε διαδικασίες ελέγχου εξόδου βάσει αντίστοιχων ρυθμίσεων.

1.2.5.    Ο συνοριοφύλακας μπορεί να διατάξει να ερευνηθούν οι κενοί χώροι των οχημάτων, εάν είναι απαραίτητο με τη συνδρομή του σταθμάρχη, για να εξακριβωθεί το κατά πόσον κρύβονται εκεί πρόσωπα ή αντικείμενα που υπόκεινται σε διαδικασίες συνοριακών ελέγχων.

1.2.6.    Όταν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι πρόσωπα σεσημασμένα ή ύποπτα εγκληματικών πράξεων, ή υπήκοοι τρίτων χωρών που έχουν την πρόθεση να εισέλθουν παράνομα, κρύβονται εντός της αμαξοστοιχίας, ο συνοριοφύλακας, εάν δεν μπορεί να επέμβει σύμφωνα με τις εθνικές του διατάξεις, ενημερώνει τα κράτη μέλη προς τα οποία ή εντός των οποίων κινείται η αμαξοστοιχία.

2.        Εναέρια σύνορα

2.1.     Διαδικασίες ελέγχου στους διεθνείς αερολιμένες

2.1.1.    Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μεριμνούν ώστε η εταιρία του αερολιμένα να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για τον διαχωρισμό μεταξύ των επιβατών των εσωτερικών πτήσεων αφενός και των επιβατών άλλων πτήσεων αφετέρου. Προς το σκοπό αυτό, πρέπει να δημιουργούνται οι κατάλληλες υποδομές σε όλους τους διεθνείς αερολιμένες.

2.1.2.  Ο τόπος διενέργειας των διαδικασιών συνοριακών ελέγχων προσδιορίζεται σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία :

α)     Οι επιβάτες πτήσης προερχόμενης από τρίτη χώρα, οι οποίοι επιβιβάζονται σε εσωτερική πτήση, υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εισόδου στον αερολιμένα άφιξης της πτήσης που προέρχεται από τρίτη χώρα. Οι επιβάτες εσωτερικής πτήσης οι οποίοι επιβιβάζονται σε πτήση με προορισμό τρίτη χώρα (επιβάτες με ανταπόκριση) υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εξόδου στον αερολιμένα αναχώρησης αυτής της τελευταίας πτήσης.

β)     Για πτήσεις με προέλευση ή προορισμό τρίτες χώρες χωρίς οι επιβάτες να αλλάξουν αεροσκάφος και για πτήσεις με πολλαπλές στάσεις σε αερολιμένες των κρατών μελών χωρίς αλλαγή αεροσκάφους :

i)       οι επιβάτες των πτήσεων με προέλευση ή προορισμό τρίτες χώρες χωρίς προηγούμενη ή επόμενη ανταπόκριση στην επικράτεια των κρατών μελών υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εισόδου στον αερολιμένα άφιξης και σε διαδικασία ελέγχου εξόδου στον αερολιμένα αναχώρησης,

ii)      οι επιβάτες πτήσεων με προέλευση ή προορισμό τρίτες χώρες με πολλαπλές στάσεις στην επικράτεια των κρατών μελών χωρίς αλλαγή αεροσκάφους (διερχόμενοι επιβάτες), και χωρίς δυνατότητα επιβίβασης στο τμήμα της πτήσης που ευρίσκεται στην επικράτεια των κρατών μελών, υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εισόδου στον αερολιμένα προορισμού και σε διαδικασίες ελέγχου εξόδου στον αερολιμένα επιβίβασης,

iii)     εάν ο αερομεταφορέας έχει τη δυνατότητα, για πτήσεις προερχόμενες από τρίτες χώρες με πολλές στάσεις στην επικράτεια των κρατών μελών, να επιβιβάζει επιβάτες αποκλειστικά για το εναπομένον τμήμα του ταξιδίου εντός αυτής της επικράτειας, οι εν λόγω επιβάτες υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εξόδου στον αερολιμένα επιβίβασης και σε διαδικασία ελέγχου εισόδου στον αερολιμένα άφιξης.

         Οι διαδικασίες ελέγχου των επιβατών οι οποίοι, κατά τη διάρκεια αυτών των στάσεων, ευρίσκονται ήδη εντός του αεροσκάφους και δεν έχουν επιβιβασθεί στην επικράτεια των κρατών μελών, πραγματοποιούνται σύμφωνα με το στοιχείο β) σημείο ii)· η αντίστροφη διαδικασία εφαρμόζεται σε πτήσεις αυτής της κατηγορίας, όταν η χώρα προορισμού είναι τρίτη χώρα.

2.1.3.    Οι διαδικασίες συνοριακών ελέγχων διενεργούνται κατά κανόνα εκτός του αεροσκάφους ή της πύλης, εκτός εάν δικαιολογεί το αντίθετο η αξιολόγηση των κινδύνων που αφορούν την εσωτερική ασφάλεια και τη λαθρομετανάστευση. Για να εξασφαλισθεί, στους αερολιμένες που ορίζονται ως συνοριακά σημεία διέλευσης, ότι οι διαδικασίες ελέγχου διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5α έως 11, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρχές του αερολιμένα να λαμβάνουν τα δέοντα μέτρα για τη διοχέτευση των επιβατών προς τις εγκαταστάσεις οι οποίες προορίζονται για τη διενέργεια των ελέγχων.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η εταιρία του αερολιμένα να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να εμποδίζει την είσοδο και την έξοδο μη εξουσιοδοτημένων προσώπων στις καθορισμένες ζώνες πρόσβασης, όπως για παράδειγμα στη ζώνη διέλευσης. Οι διαδικασίες ελέγχου κανονικά δεν διενεργούνται στη ζώνη διέλευσης, εκτός εάν δικαιολογεί το αντίθετο η αξιολόγηση των κινδύνων που αφορούν την εσωτερική ασφάλεια και τη λαθρομετανάστευση· οι διαδικασίες ελέγχου στη ζώνη αυτή είναι δυνατόν να αφορούν ιδίως πρόσωπα που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης διέλευσης από αερολιμένα, προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσον διαθέτουν τη θεώρηση αυτή.

2.1.4.    Αν, σε περίπτωση ανωτέρας βίας, επικείμενου κινδύνου ή κατόπιν οδηγιών των αρχών, αεροσκάφος που εκτελεί πτήση από τρίτη χώρα πρέπει να προσγειωθεί σε σημείο το οποίο δεν είναι συνοριακό σημείο διέλευσης, αυτό το αεροσκάφος μπορεί να συνεχίσει την πτήση του μόνο έπειτα από άδεια των συνοριοφυλάκων και των τελωνειακών αρχών. Το αυτό ισχύει όταν αεροσκάφος που εκτελεί πτήση από τρίτη χώρα προσγειώνεται χωρίς άδεια. Σε κάθε περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 5α έως 11 για τις διαδικασίες ελέγχου των επιβατών των αεροσκαφών αυτών.

2.2. Διαδικασίες ελέγχου στα δευτερεύοντα αεροδρόμια

2.2.1.    Διενεργούνται επίσης διαδικασίες ελέγχου προσώπων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5α έως 11, στους αερολιμένες που δεν έχουν το καθεστώς διεθνούς αερολιμένα σύμφωνα με το σχετικό εθνικό δίκαιο («δευτερεύοντα αεροδρόμια»), αλλά μέσω των οποίων επιτρέπονται οι πτήσεις από ή προς τρίτες χώρες.

2.2.2.  Κατά παρέκκλιση από το σημείο 2.1.1, στα δευτερεύοντα αεροδρόμια δεν είναι απαραίτητη η πρόβλεψη των αναγκαίων ρυθμίσεων για το διαχωρισμό μεταξύ των επιβατών εσωτερικών και άλλων πτήσεων, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/2002 για τη θέσπιση κοινών κανόνων στο πεδίο της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας[32]. Επιπλέον, όταν υπάρχει μειωμένη κυκλοφορία, δεν απαιτείται η συνεχής παρουσία των συνοριοφυλάκων, εφόσον υπάρχει η βεβαιότητα ότι, σε περίπτωση ανάγκης, το προσωπικό μπορεί να μεταβεί επιτόπου σε εύλογο χρονικό διάστημα.

2.2.3.    Σε περίπτωση που στο δευτερεύον αεροδρόμιο δεν υπάρχουν μονίμως συνοριοφύλακες, ο διευθυντής του εν λόγω αεροδρομίου ενημερώνει δεόντως τους συνοριοφύλακες για την άφιξη και την αναχώρηση αεροσκάφους που εκτελεί πτήση από ή προς τρίτη χώρα.

2.3.     Διαδικασίες ελέγχου επιβατών ιδιωτικών πτήσεων

2.3.1.    Στην περίπτωση ιδιωτικών πτήσεων από ή προς τρίτες χώρες, ο κυβερνήτης διαβιβάζει στους συνοριοφύλακες του κράτους μέλους προορισμού και, ενδεχομένως, του κράτους μέλους πρώτης εισόδου, πριν από την απογείωση, γενική δήλωση που περιλαμβάνει κυρίως σχέδιο πτήσης σύμφωνα με το παράρτημα 2 της σύμβασης σχετικά με τη διεθνή πολιτική αεροπορία και πληροφορίες για την ταυτότητα των επιβατών.

2.3.2.    Όταν οι ιδιωτικές πτήσεις που προέρχονται από τρίτη χώρα και έχουν προορισμό κράτος μέλος κάνουν στάση στην επικράτεια άλλων κρατών μελών, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εισόδου προβαίνουν σε διαδικασίες συνοριακών ελέγχων και επιθέτουν σφραγίδα εισόδου στη γενική δήλωση που προβλέπεται στο σημείο 2.3.1.

2.3.3.  Όταν δεν είναι βέβαιο ότι μια πτήση έχει αποκλειστική προέλευση ή προορισμό κράτος μέλος, χωρίς ενδιάμεση προσγείωση στο έδαφος τρίτης χώρας, οι αρμόδιες αρχές διενεργούν τις σχετικές διαδικασίες ελέγχου στους αερολιμένες και στα αεροδρόμια σύμφωνα με τα σημεία 2.1 και 2.2.

2.3.4.    Οι ρυθμίσεις για την είσοδο και έξοδο των ανεμοπλάνων, των υπερελαφρών αεροπλάνων, των ελικοπτέρων και των αεροσκαφών ερασιτεχνικής κατασκευής με τα οποία διανύονται μικρές αποστάσεις, καθώς και των αεροστάτων, ορίζονται από το εθνικό δίκαιο και, ενδεχομένως, από διμερείς συμφωνίες.

3.        Θαλάσσια σύνορα

3.1.     Γενικές διαδικασίες ελέγχου στο πλαίσιο της θαλάσσιας κυκλοφορίας

3.1.1.    Οι διαδικασίες ελέγχου όσον αφορά τα σκάφη πραγματοποιούνται στο λιμένα άφιξης ή αναχώρησης, επί του σκάφους ή σε χώρο που προβλέπεται για το σκοπό αυτό, ο οποίος ευρίσκεται σε άμεση εγγύτητα με το σκάφος. Εντούτοις, σύμφωνα με συμφωνίες που έχουν συναφθεί για το συγκεκριμένο θέμα, οι διαδικασίες ελέγχου μπορούν επίσης να πραγματοποιηθούν κατά τη διάρκεια του διάπλου ή, κατά την άφιξη ή την αναχώρηση του σκάφους, στην επικράτεια τρίτης χώρας.

Στόχος των διαδικασιών ελέγχου είναι να διασφαλισθεί ότι τόσο το πλήρωμα όσο και οι επιβάτες πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 17, παράγραφος 1, στοιχείο β).

3.1.2.  […]

3.1.3.    Ο πλοίαρχος ή, σε περίπτωση απουσίας του, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκπροσωπεί τον πλοιοκτήτη σε όλα τα θέματα που αφορούν τις υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη σχετικά με τον εφοπλισμό του πλοίου («ναυτιλιακός πράκτορας»), καταρτίζει έναν κατάλογο, σε δύο αντίτυπα, του πληρώματος και των ενδεχόμενων επιβατών. Το αργότερο κατά την άφιξη στον λιμένα, διαβιβάζει αυτόν (ή αυτούς) τον κατάλογο /τους καταλόγους στους συνοριοφύλακες. Εάν, για λόγους ανωτέρας βίας, η διαβίβαση αυτού (ή αυτών) του καταλόγου /των καταλόγων στους συνοριοφύλακες δεν είναι δυνατή, διαβιβάζεται αντίγραφο στον αρμόδιο συνοριακό σταθμό ή λιμενική αρχή, που το διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση στους συνοριοφύλακες.

3.1.4.  Αντίγραφο των δύο καταλόγων που έχει υπογραφεί δεόντως από το συνοριοφύλακα επιστρέφεται στον πλοίαρχο, ο οποίος το επιδεικνύει έπειτα από απλή αίτηση κατά τις ημέρες που το πλοίο είναι προσδεδεμένο.

3.1.5.  Ο πλοίαρχος ή, σε περίπτωση απουσίας του, ο ναυτιλιακός πράκτορας επισημαίνει χωρίς καθυστέρηση όλες τις τροποποιήσεις που αφορούν τη σύνθεση του πληρώματος ή τον αριθμό των επιβατών.

Επιπλέον, ο πλοίαρχος γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές, χωρίς καθυστέρηση και ει δυνατόν πριν και από αυτή την ίδια την είσοδο του σκάφους στο λιμένα, την παρουσία λαθρεπιβατών. Αυτοί οι τελευταίοι παραμένουν πάντως υπό την ευθύνη του πλοιάρχου.

3.1.6.    Ο πλοίαρχος ενημερώνει τους συνοριοφύλακες για την αναχώρηση του πλοίου εγκαίρως και σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν στο συγκεκριμένο λιμένα· εάν δεν είναι σε θέση να πληροφορήσει αυτές τις υπηρεσίες, ειδοποιεί την αρμόδια λιμενική αρχή. Σε αυτές τις αρχές διαβιβάζεται το δεύτερο αντίγραφο του /των καταλόγου /ων που έχει /έχουν συμπληρωθεί και υπογραφεί προηγουμένως.

3.2.     Ειδικές διαδικασίες ελέγχου για ορισμένα είδη θαλάσσιας ναυσιπλοΐας

Κρουαζιερόπλοια

3.2.1.    Ο πλοίαρχος του κρουαζερόπλοιου ή, σε περίπτωση απουσίας του, ο ναυτιλιακός πράκτορας διαβιβάζει στους αντίστοιχους συνοριοφύλακες το δρομολόγιο και το πρόγραμμα της κρουαζιέρας, τουλάχιστον 24 ώρες πριν το πλοίο εγκαταλείψει το λιμένα αναχώρησης και πριν από την άφιξη σε κάθε λιμένα ευρισκόμενο στην επικράτεια των κρατών μελών.

3.2.2.    Εάν το δρομολόγιο του κρουαζερόπλοιου περιλαμβάνει αποκλειστικά λιμένες που ευρίσκονται στην επικράτεια των κρατών μελών, κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 4 και 6 δεν διενεργούνται διαδικασίες συνοριακών ελέγχων και το πλοίο μπορεί να ελλιμενίζεται σε λιμένες που δεν είναι συνοριακά σημεία διέλευσης.

Ωστόσο, βάσει αξιολογήσεως των κινδύνων που αφορούν την ασφάλεια και τη λαθρομετανάστευση, είναι δυνατή η διενέργεια διαδικασιών ελέγχου επί του πληρώματος και των επιβατών των πλοίων αυτών.

3.2.3.    Εάν το δρομολόγιο του κρουαζερόπλοιου περιλαμβάνει τόσο λιμένες που ευρίσκονται στην επικράτεια των κρατών μελών όσο και λιμένες που ευρίσκονται σε τρίτες χώρες, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6 οι διαδικασίες συνοριακών ελέγχων διενεργούνται ως εξής :

α) Όταν το κρουαζιερόπλοιο, προερχόμενο από λιμένα που ευρίσκεται σε τρίτη χώρα, φθάνει για πρώτη φορά σε λιμένα που ευρίσκεται στην επικράτεια κράτους μέλους, το πλήρωμα και οι επιβάτες υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εισόδου βάσει των ονομαστικών καταλόγων πληρώματος και επιβατών, όπως αναφέρεται στο σημείο 3.2.4.

Οι επιβάτες που αποβιβάζονται υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εισόδου σύμφωνα με το άρθρο 6, εκτός εάν η αξιολόγηση των κινδύνων που αφορούν την ασφάλεια και τη λαθρομετανάστευση δείξει ότι δεν απαιτείται διαδικασία ελέγχου.

β) Όταν το κρουαζιερόπλοιο, προερχόμενο από λιμένα που ευρίσκεται σε τρίτη χώρα, φθάνει και πάλι σε λιμένα που ευρίσκεται στην επικράτεια κράτους μέλους, το πλήρωμα και οι επιβάτες υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εισόδου βάσει των ονομαστικών καταλόγων πληρώματος και επιβατών, όπως αναφέρεται στο σημείο 3.2.4, στο βαθμό που οι εν λόγω κατάλογοι έχουν τροποποιηθεί μετά την άφιξη του κρουαζερόπλοιου στον προηγούμενο λιμένα που ευρίσκεται στην επικράτεια κράτους μέλους.

Οι επιβάτες που αποβιβάζονται υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εισόδου σύμφωνα με το άρθρο 6, εκτός εάν η αξιολόγηση των κινδύνων που αφορούν την ασφάλεια και τη λαθρομετανάστευση δείξει ότι δεν απαιτείται διαδικασία ελέγχου.

γ) Όταν το κρουαζιερόπλοιο, προερχόμενο από λιμένα που ευρίσκεται σε κράτος μέλος, φθάνει σε άλλο λιμένα κράτους μέλους, οι αποβιβαζόμενοι επιβάτες υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εισόδου σύμφωνα με το άρθρο 6, εφόσον το απαιτεί η αξιολόγηση των κινδύνων που αφορούν την ασφάλεια και τη λαθρομετανάστευση.

δ) Όταν κρουαζιερόπλοιο αναχωρεί από λιμένα που ευρίσκεται σε κράτος μέλος με προορισμό λιμένα που ευρίσκεται σε τρίτη χώρα, το πλήρωμα και οι επιβάτες υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εξόδου βάσει των ονομαστικών καταλόγων πληρώματος και επιβατών.

Εφόσον το απαιτεί η αξιολόγηση των κινδύνων που αφορούν την ασφάλεια και τη λαθρομετανάστευση, οι επιβιβαζόμενοι επιβάτες υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εξόδου σύμφωνα με το άρθρο 6.

ε) Όταν κρουαζιερόπλοιο αναχωρεί από λιμένα που ευρίσκεται σε κράτος μέλος με προορισμό άλλο λιμένα κράτους μέλους, δεν διενεργούνται διαδικασίες ελέγχου εξόδου.

Ωστόσο, βάσει αξιολογήσεως των κινδύνων που αφορούν την ασφάλεια και τη λαθρομετανάστευση, είναι δυνατή η διενέργεια ελέγχου του πληρώματος και των επιβατών των πλοίων αυτών.

3.2.4.  Οι ονομαστικοί κατάλογοι πληρώματος και επιβατών περιλαμβάνουν :

-   το ονοματεπώνυμο

-   την ημερομηνία γέννησης

-   την ιθαγένεια

-       τον αριθμό και τον τύπο του ταξιδιωτικού εγγράφου και, ενδεχομένως, τον αριθμό της θεώρησης.

Ο πλοίαρχος του κρουαζερόπλοιου ή, σε περίπτωση απουσίας του, ο ναυτιλιακός πράκτορας, διαβιβάζει στους αντίστοιχους συνοριοφύλακες τους ονομαστικούς καταλόγους τουλάχιστον 24 ώρες πριν από την άφιξη σε κάθε λιμένα που ευρίσκεται στην επικράτεια των κρατών μελών ή, σε περίπτωση που το ταξίδι προς το λιμένα αυτό διαρκεί κάτω των 24 ωρών, αμέσως μετά την περάτωση της επιβίβασης στον προηγούμενο λιμένα.

Ο ονομαστικός κατάλογος σφραγίζεται στον πρώτο λιμένα εισόδου στην επικράτεια κράτους μέλους και σε κάθε περίπτωση μεταγενέστερα, εφόσον τροποποιηθεί. Ο ονομαστικός κατάλογος λαμβάνεται υπόψη κατά την αξιολόγηση των κινδύνων που αναφέρεται στο σημείο 3.2.3.

Ναυσιπλοΐα αναψυχής

3.2.5.    Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 4 και 6, οι επιβάτες σκαφών αναψυχής τα οποία προέρχονται από ή αναχωρούν προς λιμένα ευρισκόμενο σε κράτος μέλος δεν υποβάλλονται σε διαδικασίες συνοριακών ελέγχων και μπορούν να εισέλθουν σε λιμένα που δεν είναι συνοριακό σημείο διέλευσης.

Ωστόσο, βάσει αξιολογήσεως των κινδύνων όσον αφορά τη λαθρομετανάστευση και κυρίως εάν οι ακτές τρίτης χώρας ευρίσκονται σε άμεση εγγύτητα με την επικράτεια του συγκεκριμένου κράτους μέλους, διενεργούνται διαδικασίες ελέγχου των επιβατών αυτών ή /και έρευνα του σκάφους αναψυχής.

3.2.6.    Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4, σκάφος αναψυχής προερχόμενο από τρίτη χώρα μπορεί να εισέλθει κατ’ εξαίρεση σε λιμένα ο οποίος δεν είναι συνοριακό σημείο διέλευσης. Στις περιπτώσεις αυτές, οι επιβάτες του σκάφους ειδοποιούν τις λιμενικές αρχές, ώστε να επιτραπεί η είσοδός τους στο συγκεκριμένο λιμένα. Οι λιμενικές αρχές έρχονται σε επαφή με τις αρχές του εγγύτερου λιμένα που έχει ορισθεί ως συνοριακό σημείο διέλευσης για να δηλώσουν την άφιξη του σκάφους. Η δήλωση σχετικά με τους επιβάτες γίνεται με την κατάθεση προς τις λιμενικές αρχές του καταλόγου των παρόντων επί του σκάφους προσώπων. Αυτός ο κατάλογος τίθεται στη διάθεση των συνοριοφυλάκων το αργότερο κατά την άφιξη.

Κατά τον ίδιο τρόπο, εάν για λόγους ανωτέρας βίας, σκάφος αναψυχής προερχόμενο από τρίτη χώρα πρέπει να προσδέσει σε άλλο λιμένα πέραν συνοριακού σημείου διέλευσης, οι λιμενικές αρχές έρχονται σε επαφή με τις αρχές του εγγύτερου λιμένα που έχει ορισθεί ως συνοριακό σημείο διέλευσης για να δηλώσουν την παρουσία του σκάφους.

3.2.7.  Με την ευκαιρία των διαδικασιών ελέγχου παραδίδεται έγγραφο το οποίο περιέχει το σύνολο των τεχνικών χαρακτηριστικών του σκάφους, καθώς και το όνομα των προσώπων που ευρίσκονται επ’ αυτού. Αντίγραφο αυτού του εγγράφου διαβιβάζεται στις αρχές των λιμένων εισόδου και εξόδου. Όσο το σκάφος παραμένει στα εθνικά ύδατα ενός εκ των κρατών μελών, αντίγραφο αυτού του καταλόγου συγκαταλέγεται μεταξύ των εγγράφων του σκάφους.

Παράκτια αλιεία

3.2.8.    Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 4 και 6, το πλήρωμα σκαφών παράκτιας αλιείας που επιστρέφει καθημερινά ή εντός 36 ωρών στο λιμένα νηολόγησης ή σε οποιονδήποτε άλλο λιμένα ευρισκόμενο στην επικράτεια των κρατών μελών, χωρίς να αγκυροβολήσει σε λιμένα ευρισκόμενο στην επικράτεια τρίτης χώρας, δεν υποβάλλεται συστηματικά σε ελέγχους. Εντούτοις, η αξιολόγηση των κινδύνων όσον αφορά τη λαθρομετανάστευση, κυρίως σε περίπτωση που οι ακτές τρίτης χώρας ευρίσκονται σε άμεση εγγύτητα με την επικράτεια του συγκεκριμένου κράτους μέλους, λαμβάνεται υπόψη για να καθορίζεται η συχνότητα των απαιτουμένων διαδικασιών ελέγχου. Ανάλογα με αυτούς τους κινδύνους, διενεργούνται έλεγχοι των προσώπων ή /και έρευνα του σκάφους.

3.2.9.    Το πλήρωμα σκαφών που πραγματοποιούν παράκτια αλιεία, τα οποία δεν είναι καταχωρισμένα σε λιμένα ευρισκόμενο στην επικράτεια κράτους μέλους, υποβάλλεται σε διαδικασίες ελέγχου σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τους ναυτικούς.

Ο πλοίαρχος του σκάφους δηλώνει, εφόσον συντρέχει περίπτωση, κάθε τροποποίηση του καταλόγου του πληρώματός του και την ενδεχόμενη παρουσία επιβατών στις αρμόδιες αρχές.

Δρομολόγια οχηματαγωγών

3.2.10 Υποβάλλονται σε διαδικασίες ελέγχου οι επιβάτες οχηματαγωγών τα οποία εκτελούν δρομολόγια με στάσεις σε λιμένες τρίτων χωρών. Εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες :

α)        τα κράτη μέλη προβλέπουν, ει δυνατόν, χωριστές λωρίδες σύμφωνα με το άρθρο 8,

β)        οι επιβάτες χωρίς όχημα υποβάλλονται ατομικά σε διαδικασία ελέγχου,

γ)        οι επιβάτες οχημάτων υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εντός του οχήματος,

δ)     οι επιβάτες που ταξιδεύουν με λεωφορείο αντιμετωπίζονται ως επιβάτες χωρίς όχημα, αποβιβάζονται από το λεωφορείο για τη διεξαγωγή του ελέγχου.

ε)      οι οδηγοί βαρέων φορτηγών οχημάτων και οι τυχόν συνοδοί τους υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου εντός του οχήματος. Η διαδικασία αυτή οργανώνεται κατ΄αρχήν χωριστά από τις διαδικασίες ελέγχου των λοιπών επιβατών.

στ)      για την ταχεία διεξαγωγή των διαδικασιών ελέγχου , πρέπει να προβλεφθεί επαρκής αριθμός       πυλών,

ζ)      διεξάγονται δειγματοληπτικά, με σκοπό κυρίως τον εντοπισμό λαθρομεταναστών, διαδικασίες ελέγχου των μεταφορικών μέσων των επιβατών, ενδεχομένως δε και επί του φορτίου και λοιπών αντικειμένων που ευρίσκονται εντός του μεταφορικού μέσου.

η)     το πλήρωμα των οχηματαγωγών αντιμετωπίζεται κατά τον ίδιο τρόπο με το πλήρωμα εμπορικών πλοίων.

4.        Ναυσιπλοΐα στα εσωτερικά ύδατα

4.1.     Ως «ναυσιπλοΐα στα εσωτερικά ύδατα με διέλευση εξωτερικού συνόρου», πρέπει να νοείται η χρησιμοποίηση για σκοπούς επαγγελματικούς ή αναψυχής κάθε είδους πλοίων, πλοιαρίων και εξωλεμβίων στους μεγάλους ποταμούς, στους παραποτάμους, στα κανάλια και στις λίμνες.

4.2.     Θεωρούνται ως μέλη του πληρώματος ή εξομοιούνται προς αυτά, όσον αφορά τα πλοία που χρησιμοποιούνται για επαγγελματικούς σκοπούς, ο πλοίαρχος και τα πρόσωπα που εργάζονται επί του πλοίου και αναφέρονται σε κατάλογο πληρώματος καθώς και τα μέλη της οικογενείας αυτών των προσώπων τα οποία διαμένουν επί του πλοίου.

4.3.     Οι αντίστοιχες διατάξεις των σημείων 3.1 έως 3.2 εφαρμόζονται κατ' αναλογία όσον αφορά τις διαδικασίες ελέγχου στο πλαίσιο της ναυσιπλοΐας στα εσωτερικά ύδατα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

Ειδικές ρυθμίσεις για ορισμένες κατηγορίες προσώπων

1.        Αρχηγοί κρατών

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 και τα άρθρα 6 έως 11, οι αρχηγοί κρατών και τα μέλη της αντιπροσωπίας τους, εφόσον η άφιξη και αναχώρησή τους έχει προαναγγελθεί επισήμως στους συνοριοφύλακες διά της διπλωματικής οδού, δεν υποβάλλονται σε διαδικασίες συνοριακών ελέγχων.

2.        Κυβερνήτες και άλλα μέλη του πληρώματος αεροσκαφών

2.1.     Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5, οι κάτοχοι άδειας κυβερνήτη αεροσκάφους ή πιστοποιητικού μέλους πληρώματος (Crew Member Certificate) που προβλέπονται στο παράρτημα 9 της σύμβασης της 7ης Σεπτεμβρίου 1944 σχετικά με την πολιτική αεροπορία μπορούν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και βάσει αυτών των εγγράφων :

- να επιβιβάζονται και να αποβιβάζονται στον αερολιμένα στάθμευσης ή προορισμού που ευρίσκεται στην επικράτεια κράτους μέλους·

- να εισέρχονται στην κοινότητα στην οποία υπάγεται ο αερολιμένας στάθμευσης ή προορισμού που ευρίσκεται στην επικράτεια κράτους μέλους·

- να μεταβαίνουν με κάθε μεταφορικό μέσο σε αερολιμένα ευρισκόμενο στην επικράτεια κράτους μέλους για να επιβιβασθούν σε αεροσκάφος το οποίο αναχωρεί από αυτόν τον ίδιο αερολιμένα.

Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις πρέπει να πληρούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1.

2.2.     Οι διατάξεις των άρθρων 5α έως 11 εφαρμόζονται για τις διαδικασίες ελέγχου των μελών των πληρωμάτων αεροσκαφών. Κατά τη διενέργεια των ελέγχων προτεραιότητα δίνεται, στο μέτρο του δυνατού, στα πληρώματα των αεροσκαφών. Συγκεκριμένα, τα μέλη των πληρωμάτων υποβάλλονται σε έλεγχο είτε πριν από τους επιβάτες είτε σε ειδικούς χώρους που προβλέπονται για το σκοπό αυτό. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6, τα μέλη των πληρωμάτων που είναι γνωστά στους αρμόδιους για τις διαδικασίες συνοριακών ελέγχων υπαλλήλους στο πλαίσιο των καθηκόντων τους υποβάλλονται μόνο δειγματοληπτικά σε διαδικασίες ελέγχου.

3.        Ναυτικοί

3.1.     Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 4 και 6, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους ναυτικούς που είναι εφοδιασμένοι με δελτίο ναυτικής ταυτότητας, το οποίο εκδόθηκε σύμφωνα με τη σύμβαση της Γενεύης της 19ης Ιουνίου 2003 (αριθ. 185) και τη σύμβαση του Λονδίνου της 9ης Απριλίου 1965 καθώς και με τις αντίστοιχες εθνικές διατάξεις, να εισέρχονται στην επικράτεια των κρατών μελών αποβιβαζόμενοι στην ξηρά για να παραμείνουν στην τοποθεσία του λιμένα στον οποίον σταθμεύει το πλοίο τους ή σε γειτονικές κοινότητες, χωρίς να παρουσιάζονται σε σημείο διέλευσης, υπό την προϋπόθεση ότι περιλαμβάνονται στον κατάλογο του πληρώματος του σκάφους στο οποίο ανήκουν ο οποίος έχει προηγουμένως υποβληθεί στον έλεγχο των αρμόδιων αρχών.

Ωστόσο, σε συνάρτηση με την αξιολόγηση των κινδύνων όσον αφορά τη λαθρομετανάστευση και την ασφάλεια, οι ναυτικοί υποβάλλονται σε διαδικασία ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 6 από τους συνοριοφύλακες πριν από την αποβίβασή τους στη ξηρά.

Εάν ένας ναυτικός αποτελεί απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία, είναι δυνατόν να του απαγορευθεί το δικαίωμα αποβίβασης στη ξηρά.

3.2.     Οι ναυτικοί που σκοπεύουν να παραμείνουν εκτός των κοινοτήτων που ευρίσκονται κοντά στους λιμένες πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις εισόδου στην επικράτεια των κρατών μελών όπως προβλέπονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1.

4.        Κάτοχοι διπλωματικών ή υπηρεσιακών διαβατηρίων καθώς και μέλη διεθνών οργανισμών

4.1.     Λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων προνομίων ή των ασυλιών που απολαύουν οι κάτοχοι διπλωματικών ή υπηρεσιακών διαβατηρίων τα οποία έχουν εκδοθεί από τρίτες χώρες ή τις κυβερνήσεις τους που έχουν αναγνωρισθεί από τα κράτη μέλη, καθώς και οι κάτοχοι εγγράφων τα οποία έχουν εκδοθεί από τους διεθνείς οργανισμούς που ορίζονται στο σημείο 4.4, οι οποίοι ταξιδεύουν για την άσκηση των καθηκόντων τους, τα πρόσωπα αυτά μπορούν να λαμβάνουν προτεραιότητα έναντι άλλων ταξιδιωτών κατά τις διαδικασίες συνοριακών ελέγχων, μολονότι εξακολουθούν να υπόκεινται, ενδεχομένως, στην υποχρέωση θεώρησης.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γ), οι κάτοχοι αυτών των τίτλων δεν είναι υποχρεωμένοι να αποδεικνύουν ότι διαθέτουν επαρκή μέσα διαβίωσης.

4.2.     Εάν πρόσωπο παρουσιαζόμενο στα εξωτερικά σύνορα επικαλείται προνόμια, ασυλίες και απαλλαγές, ο συνοριοφύλακας μπορεί να απαιτήσει την προσκόμιση αποδείξεων για την ιδιότητά του, με την προσκόμιση των απαραίτητων εγγράφων, κυρίως πιστοποιητικών εκδοθέντων από το διαπιστεύον κράτος ή διπλωματικού διαβατηρίου ή άλλου μέσου. Εάν έχει αμφιβολίες, ο συνοριοφύλακας μπορεί σε περίπτωση επείγοντος να επικοινωνήσει απευθείας με το Υπουργείο Εξωτερικών.

4.3.     Τα διαπιστευμένα μέλη των διπλωματικών αποστολών και των προξενικών αντιπροσωπιών καθώς και οι οικογένειές τους μπορούν να εισέρχονται στην επικράτεια των κρατών μελών με την επίδειξη του δελτίου που αναφέρεται στο άρθρο 17, παράγραφος 2, συνοδευόμενου από το έγγραφο που επιτρέπει τη διέλευση των συνόρων. Εξάλλου, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 11, οι συνοριοφύλακες δεν μπορούν να απαγορεύσουν στους κατόχους διπλωματικών ή υπηρεσιακών διαβατηρίων την είσοδο στην επικράτεια των κρατών μελών, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Αυτό ισχύει εξίσου όταν ο ενδιαφερόμενος έχει καταχωριστεί ως ανεπιθύμητος στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS).

4.4.     Τα έγγραφα που εκδίδονται από τους διεθνείς οργανισμούς για τους σκοπούς που προσδιορίζονται στο σημείο 4.1 είναι κυρίως τα ακόλουθα :

- άδεια διέλευσης (laissez-passer) των Ηνωμένων Εθνών : εκδίδεται για το προσωπικό των Ηνωμένων Εθνών και για εκείνο των οργάνων που εξαρτώνται από αυτά στη βάση της σύμβασης σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες των ειδικών οργάνων, που θεσπίσθηκε στη Νέα Υόρκη, στις 21 Νοεμβρίου 1947, από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών·

- άδεια διέλευσης (laissez-passer) της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (EΚ)·

- άδεια διέλευσης (laissez-passer) της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ατομικής ενέργειας (Ευρατόμ)·

- πιστοποιητικό νομιμοποίησης που εκδίδεται από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου της Ευρώπης·

- έγγραφα που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου ΙΙΙ της συμφωνίας μεταξύ των μερών του Βορειοατλαντικού Συμφώνου σχετικά με το καθεστώς των δυνάμεών τους (δελτία στρατιωτικής ταυτότητας συνοδευόμενα από διατεταγμένη υπηρεσία, φύλλο πορείας ή ατομική ή συλλογική διαταγή μετακίνησης) καθώς και έγγραφα που εκδίδονται στο πλαίσιο της Εταιρικής Σχέσης για την Ειρήνη.

5.        Διασυνοριακοί εργαζόμενοι

5.1.     Οι διαδικασίες ελέγχου για τους διασυνοριακούς εργαζόμενους διέπονται από τις γενικές διατάξεις που αφορούν τον έλεγχο των συνόρων, κυρίως τα άρθρα 6 και 11.

5.2.     Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6, οι διασυνοριακοί εργαζόμενοι που είναι πολύ γνωστοί στους συνοριοφύλακες λόγω συχνής διέλευσης των συνόρων από το ίδιο συνοριακό σημείο διέλευσης και οι οποίοι, σύμφωνα με αρχικό έλεγχο, δεν είναι καταχωρισμένοι ως ανεπιθύμητοι ούτε στο SIS ούτε σε εθνικό δελτίο δεδομένων, θα υποβάλλονται μόνο δειγματοληπτικά σε διαδικασίες ελέγχου προκειμένου να διαπιστωθεί ότι διαθέτουν έγκυρο έγγραφο που επιτρέπει τη διέλευση των συνόρων και πληρούν τις προϋποθέσεις εισόδου. Αυτή η ομάδα προσώπων υποβάλλεται από καιρού εις καιρό, απροειδοποίητα και σε μη τακτά χρονικά διαστήματα, σε διεξοδικούς ελέγχους.

5.3.     Οι διατάξεις του σημείου 5.2 μπορούν να επεκταθούν και σε άλλες κατηγορίες διασυνοριακών μετακινουμένων.

6.        Ανήλικοι

6.1.     Οι συνοριοφύλακες δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στους ανηλίκους, είτε ταξιδεύουν συνοδευόμενοι είτε ασυνόδευτοι. Οι ανήλικοι οι οποίοι διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα υπόκεινται στις αυτές διαδικασίες ελέγχου με τους ενήλικες κατά την είσοδο και έξοδο, όπως προβλέπει ο παρών κανονισμός.

6.2.     Στην περίπτωση συνοδευόμενων ανηλίκων, ο συνοριοφύλακας ελέγχει επίσης την ύπαρξη γονικής μέριμνας του συνοδού ως προς τον ανήλικο, κυρίως στην περίπτωση κατά την οποία ο ανήλικος συνοδεύεται από έναν μόνον ενήλικο και υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες ότι ο ανήλικος έχει παράνομα αποσπασθεί από την επιμέλεια του προσώπου (ή των προσώπων) στο οποίο (στα οποία) έχει ανατεθεί νόμιμα η γονική μέριμνα. Σε αυτή την τελευταία περίπτωση, ο συνοριοφύλακας πραγματοποιεί περαιτέρω έρευνα, προκειμένου να διαπιστωθούν τυχόν ασυμφωνίες ή αντιφάσεις μεταξύ των παρασχεθέντων στοιχείων.

6.3.     Στην περίπτωση ασυνόδευτων ανηλίκων, οι συνοριοφύλακες διασφαλίζουν, μέσω διεξοδικού ελέγχου των ταξιδιωτικών εγγράφων και δικαιολογητικών, ότι οι ανήλικοι δεν εγκαταλείπουν την επικράτεια παρά τη θέληση του προσώπου (ή των προσώπων) στο οποίο (στα οποία) έχει ανατεθεί η γονική μέριμνα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

Ονομασία κράτους

ΛΟΓΟΤΥΠΟΣ ΚΡΑΤΟΥΣ                         (Ονομασία Υπηρεσίας)

___________________________

 

           Δεν απαιτείται λογότυπος για την Ισλανδία και τη Νορβηγία

_________________________________________________________________________________________

 

ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΟΡΟΥ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΣΥΝΤΟΜΗΣ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΟΥ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΟ ΕΓΓΡΑΦΟ ΔΕΝ ΦΕΡΕΙ ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΕΙΣΟΔΟΥ

 

 

(Ημερομηνία) ____________ (ώρα) _______στ ________________(τόπος)

 

Η κάτωθι υπογεγραμμένη αρχή, ______________________________________________ έχει ενώπιόν της:

Επώνυμο __________________________________ Όνομα _____________________________

Ημερομηνία γέννησης ____________________Τόπος γέννησης ___________________ Φύλο: ______

Υπηκοότητα ____________________ Κάτοικος ___________________________________________

Ταξιδιωτικό έγγραφο ________________________ Αριθμός _______________________________

Εκδοθέν στ _______________________________ την _________________________________________

Αριθμός θεώρησης_______________ (εάν συντρέχει περίπτωση) εκδοθείσας από ___________________

για περίοδο ____ ημερών για τους κάτωθι λόγους: ________________________________________

 

Λαμβανομένων υπόψη των δικαιολογητικών για τη διάρκεια της παραμονής του(της) στην επικράτεια των κρατών μελών τα οποία προσεκόμισε, εκτιμάται ότι εισήλθε στην επικράτεια του κράτους μέλους ______________ την ___________ ώρα _______στο συνοριακό σημείο_______________

 

Στοιχεία επικοινωνίας της υπογεγραμμένης αρχής:

Τηλ.:__________________

Fax:_________________

e-mail:_______________

 

Ο ενδιαφερόμενος λαμβάνει αντίγραφο του παρόντος εγγράφου.

 

 

 

________________________

  • [1]  Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην ΕΕ.
  • [2]               ΕΕ C […], […], σ. […].
  • [3]               ΕΕ ….
  • [4]               ΕΕ L 230, 22.9.2000, σ. 19.
  • [5]               ΕΕ C 313, 16.12.2002, σ. 97.
  • [6]               COM(2002) 233 τελικό.
  • [7]           ΕΕ L […], […], σ. […].
  • [8]               ΕΕ L 374, 31.12.1991, σ. 4. Κανονισμός που τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284, 31.10.2003, σ. 1).
  • [9]               ΕΕ L 184, 17.9.1999, σ. 23.
  • [10]             ΕΕ L 239, 22.9.2000, σ. 69.
  • [11]             ΕΕ L 176, 10.7.1999, σ. 36.
  • [12]             ΕΕ L 176, 10.7.1999, σ. 31.
  • [13]             ΕΕ L 176, 10.7.1999, σ. 53
  • [14]             Έγγρ. 13054/04 του Συμβουλίου, διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση
                   http ://register.consilium.eu.int.
  • [15]             ΕΕ L 368, 15.12.2004, σ. 26, και ΕΕ L 370, 17.12.2004, σ. 78.
  • [16]             ΕΕ L131, 1.6.2000, σ. 43
  • [17]             ΕΕ L 131, 1.6.2000, σ. 43.
  • [18]             ΕΕ L 64, 7.3.2002, σ. 20.
  • [19]             ΕΕ L 158, 30.4.2004, σ. 77.
  • [20]             Δήλωση για τους κατόχους διαβατηρίων αλλοδαπών και μη υπηκόων
                   «Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο καλούν την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις, στο πλαίσιο της αναθεώρησης του κανονισμού (ΕΚ) αρ. 539/2001, προκειμένου να εξαιρεθούν από την υποχρέωση θεώρησης οι κάτοχοι διαβατηρίων αλλοδαπών και μη υπηκόων που διαμένουν σε κράτος μέλος.».
  • [21]             ΕΕ L 81, 21.3.2001, σ. 1. Τροποποιήθηκε την τελευταία φορά με τον κανονισμό αριθ. 453/2003, ΕΕ L 69, 13.3.2003, σ. 10.
  • [22]             ΕΕ L 53, 23.2.2002, σ. 4.
  • [23]             ΕΕ L 158, 30.4.2004, σελ. 77
  • [24]             ΕΕ L 81, 21.3.2001, σ. 1. Τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό αριθ. 453/2003, ΕΕ L 69, 13.3.2003, σ. 10.
  • [25]             ΕΕ L 158 30.4.2004, σελ. 77.
  • [26]             ΕΕ L 349, 25.11.2004, σ. 1.
  • [27]             ΕΕ L 239, 22.9.2000, σ. 73.
  • [28]             ΕΕ L 261, 6.8.2004, σ. 119.
  • [29]           Δεν απαιτείται λογότυπο για τη Νορβηγία και την Ισλανδία.
  • [30]           Δεν απαιτείται λογότυπο για τη Νορβηγία και την Ισλανδία.
  • [31]             Δεν απαιτείται λογότυπο για την Ισλανδία και τη Νορβηγία.
  • [32]             ΕΕ L 355, 30.12.2002, σ. 1.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Όσον αφορά τη γενική παρουσίαση της πρότασης της Επιτροπής καθώς και τους γενικούς πολιτικούς στόχους, και τις κατευθυντήριες γραμμές για την εξέταση της πρότασης, ο εισηγητής παραπέμπει στα έγγραφα εργασίας του, της 17ης Δεκεμβρίου 2004 που παρουσιάσθηκαν στην επιτροπή στις 19 Ιανουαρίου 2005.

Στο παρόν κείμενο αιτιολογούνται οι τροπολογίες που προτείνει ο εισηγητής. Μπορούν να ταξινομηθούν στα ακόλουθα κεφάλαια:

Ο συνοριακός έλεγχος στο κοινοτικό νομοθετικό πλαίσιο

Μετά τη Συνθήκη του Άμστερνταμ οι "προδιαγραφές και διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούν τα κράτη μέλη κατά τη διενέργεια ελέγχων προσώπων στα εξωτερικά σύνορα" (άρθρο 62, παράγραφος 2, στοιχείο α)) και τα "μέτρα, προκειμένου να εξασφαλισθεί ... η απουσία κάθε ελέγχου προσώπων ... όταν διέρχονται εσωτερικά σύνορα" (άρθρο 62, παράγραφος 1) εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Κοινότητας. Παράλληλα, το κεκτημένο του Σένγκεν ενσωματώθηκε στο πλαίσιο της Ένωσης. Παρά το γεγονός ότι η Συνθήκη του Άμστερνταμ εφαρμόζεται σχεδόν από εξαετίας, εξακολουθούν να υπάρχουν εκκρεμή θέματα από την περίοδο κατά την οποία η συνεργασία στο πλαίσιο του Σένγκεν αναπτύχθηκε εκτός του πλαισίου των Συνθηκών. Ο εισηγητής θεωρεί ότι αυτές οι εκκρεμότητες πρέπει να αντιμετωπισθούν τώρα, διότι σε διαφορετική περίπτωση η υπό εξέταση νομική πράξη δεν θα μπορέσει να έχει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η Επιτροπή, να θεμελιώσει και να αναπτύξει περαιτέρω το κεκτημένο.

Κατ' αρχήν, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο πρέπει να διαθέτει αρμοδιότητα να εκδίδει αποφάσεις σχετικά με όλους του τομείς που αφορούν τον συνοριακό έλεγχο. Επί του παρόντος, δεν είναι αρμόδιο για την επαναφορά ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα (άρθρο 68, παράγραφος 2 ΣΕΚ, άρθρο 2, παράγραφος 3, τρίτη περίπτωση του πρωτοκόλλου για την ενσωμάτωση του κεκτημένου του Σένγκεν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης)[1]. Είναι προφανές ότι ένας νόμος, του οποίου η εφαρμογή δεν μπορεί να ελεγχθεί από το Δικαστήριο, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός στο κοινοτικό πλαίσιο. Ο εισηγητής ζητεί από το Συμβούλιο να προσαρμόσει τις αρμοδιότητες του Δικαστηρίου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 67, παράγραφος 2, δεύτερη περίπτωση, προκειμένου να καλυφθεί αυτό το κενό, όπως έχουν ζητήσει το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή.

Δεύτερον, ο έλεγχος της εφαρμογής του κεκτημένου του Σένγκεν δεν εκτελείται μέχρι σήμερα σύμφωνα με τη μέθοδο της Κοινότητας. Η απόφαση SCH/Com-ex(98)26 τελ.) του 1998, δηλαδή απόφαση ληφθείσα μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Άμστερνταμ, αλλά πριν από την έναρξη ισχύος της, προβλέπει τη σύσταση Μόνιμης Επιτροπής στους κόλπους του Συμβουλίου προκειμένου 1) να εξετάζει κατά πόσον οι χώρες που επιθυμούν να προσχωρήσουν στο χώρο του Σένγκεν πληρούν τους απαιτούμενους όρους και 2) να θέτει τις βάσεις που θα επιτρέπουν στην εκτελεστική επιτροπή να μεριμνά για την ορθή εφαρμογή της σύμβασης. Αυτές οι αξιολογήσεις Σένγκεν (Μέρος 2) δεν μπορούν και δεν πρέπει να αντικαταστήσουν την κοινοτική μέθοδο. Οι εκθέσεις που συντάσσονται δεν εξετάζονται περαιτέρω ενώπιον δικαστηρίων, είναι απόρρητες και δεν διαβιβάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή στα εθνικά κοινοβούλια και έχουν γίνει αντικείμενο κριτικής χαρακτηριζόμενες ως εξαιρετικά επιεικείς[2]. Επιπλέον, οι αξιολογήσεις κρατών μελών πραγματοποιούνται σε διαστήματα ετών και με τον τρόπο αυτό δεν είναι δυνατό να αποτραπεί η ανάπτυξη πρακτικών που δεν συμμορφώνονται προς την νομοθεσία. Η Ελλάδα και οι Σκανδιναβικές χώρες, επί παραδείγματι, αφότου προσεχώρησαν πλήρως στο χώρο Σένγκεν, δεν έχουν γίνει αντικείμενο αξιολόγησης[3]. Συνεπώς, αυτό το δεύτερο καθήκον πρέπει να καθήκον της Επιτροπής η οποία πρέπει να έχει το δικαίωμα να διενεργεί απροειδοποίητες επιθεωρήσεις. Προκειμένου να εκπληρώσει η Επιτροπή αυτό το καθήκον, πρέπει να έχει τη δυνατότητα να συστήσει ομάδα ανεξάρτητων επιθεωρητών.

Ο εισηγητής ζητεί επίσης από την Επιτροπή να αξιοποιήσει περισσότερο τις εξουσίες που της εκχωρεί η Συνθήκη όσον αφορά την κίνηση της διαδικασίας επί παραβάσει κατά κρατών μελών σε περίπτωση παραβίασης των Συνθηκών. Μέχρι σήμερα έχουν παραπεμφθεί στο Δικαστήριο μόνον 5 περιπτώσεις[4]. Ο αριθμός αυτός ευρίσκεται σε καταφανή αντίθεση με τις 509 εκδικαζόμενες υποθέσεις που αφορούν παραβάσεις της νομοθεσίας της ΕΕ για το περιβάλλον[5].

Τρίτον, πρέπει να ενισχυθεί ο ρόλος των κοινοτικών θεσμικών οργάνων. Προς το σκοπό αυτό, ο εισηγητής στηρίζει το ρόλο της Επιτροπής στην επαναφορά των έλέγχων στα εσωτερικά σύνορα, όπως προτείνεται από την Επιτροπή, αν και τα κράτη μέλη, όπως φαίνεται στις συζητήσεις στο Συμβούλιο, προσπαθούν να περιορίσουν αυτόν τον ρόλο. Ο εισηγητής εισάγει επίσης τροπολογίες με στόχο να ενισχυθεί το δικαίωμα του Κοινοβουλίου να τηρείται ενήμερο.

Ενίσχυση των δικαιωμάτων των πολιτών της ΕΕ και των υπηκόων τρίτων χωρών

Υπάρχουν πολυάριθμες διαμαρτυρίες για διακριτική μεταχείριση κατά τους συνοριακούς ελέγχους. Πρόσωπα που έχουν εξωτερικά χαρακτηριστικά αλλοδαπών και άνδρες υποβάλλονται συχνότερα σε ελέγχους απ' ό τι άλλα άτομα[6]. Διαμαρτυρίες διατυπώνονται επίσης για το γεγονός ότι τα άτομα που υποβάλλονται σε έλεγχο δεν ελέγχονται με τον αρμόζοντα τρόπο. Για το λόγο αυτό, ο εισηγητής εισάγει ένα νέο άρθρο σχετικά με την "διεξαγωγή των ελέγχων" υπενθυμίζοντας την υποχρέωση σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας σε κάθε περίπτωση και την απαγόρευση των διακρίσεων λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού.

Ο εισηγητής υποστηρίζει την πρόταση της Επιτροπής όσον αφορά του ελέγχους πολιτών της ΕΕ. Οι πολίτες της ΕΕ πρέπει να υποβάλλονται μόνο σε έλεγχο ταυτότητας.

Δεδομένου ότι στο πλαίσιο της δραστηριότητάς τους, οι συνοριοφύλακες ανταλλάσσουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ο εισηγητής εισάγει αιτιολογική σκέψη στην οποία υπενθυμίζεται ότι εφαρμόζεται η οδηγία 95/46 σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Ο εισηγητής επιδιώκει επίσης να ενισχύσει τα δικαιώματα των υπηκόων τρίτων χωρών, στους οποίου δεν δίδεται άδεια εισόδου. Η πρόταση της Επιτροπής, υπό τη σημερινή της μορφή, υπαγορεύει ότι η απόφαση για άρνηση της εισόδου είναι "αιτιολογημένη" και παρέχει πληροφορίες για τους τρόπους προσφυγής. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όντως υπάρχει μια διαδικασία προσφυγής. Ο εισηγητής εισάγει μια σειρά τροπολογιών που σκοπό έχουν να αναπτύξουν την πρόταση της Επιτροπής: αίτηση δεύτερης γνώμης ανωτέρου υπαλλήλου πριν από την άρνηση της εισόδου, λεπτομερέστερη αιτιολόγηση της άρνησης εισόδου, υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέψουν διαδικασία προσφυγής, ενημέρωση σχετικά με τη διαδικασία και τη δυνατότητα του υπηκόου τρίτης χώρας να εκπροσωπηθεί στη διαδικασία προσφυγής, δεδομένου ότι δεν έχει δικαίωμα να παραμείνει στη χώρα.

Ο εισηγητής υποστηρίζει επίσης ότι, σύμφωνα με το κράτος δικαίου, τα κράτη μέλη πρέπει να επιτρέπουν την είσοδο σε υπηκόους τρίτων χωρών εφόσον αυτοί πληρούν όλες τις προϋποθέσεις. Δεν είναι ορθό να αφήνεται στο συνοριοφύλακα το περιθώριο να εκτιμήσει (βλ. και κατωτέρω) εάν πρέπει να επιτρέψει την είσοδο ακόμη και αν οι υπήκοοι τρίτων χωρών πληρούν όλες τις προϋποθέσεις. Αυτή η ιδέα αντικατοπτρίζεται ήδη στο ενιαίο έντυπο άρνησης εισόδου (Παράρτημα VIII Β), το οποίο δεν περιλαμβάνει κατηγορία λόγων για την άρνηση της εισόδου, π.χ. "άλλοι λόγοι". Όλοι οι λόγοι συνδέονται με τις προϋποθέσεις εισόδου.

Σε αρκετές περιπτώσεις ο εισηγητής προτείνει τη διάθεση περισσοτέρων πληροφοριών στους ταξιδιώτες. Αυτό αφορά επί παραδείγματι πληροφορίες σχετικά με τα δικαιολογητικά που οι υπήκοοι τρίτων χωρών πρέπει να μπορούν να παρουσιάσουν, σχετικά με την υποχρέωση του συνοριοφύλακα να σφραγίσει το διαβατήριό τους, ακόμη και αν δεν διενεργηθεί έλεγχος (απλούστευση ελέγχου) καθώς και σχετικά με τη διαδικασία της "δεύτερης γραμμής ελέγχου".

Ενίσχυση του συνοριακού ελέγχου

Απαιτείται αποτελεσματικός συνοριακός έλεγχος. Προς το σκοπό αυτό, ο εισηγητής προτείνει, επί παραδείγματι, ότι ο έλεγχος αντικειμένων και οχημάτων των υπηκόων τρίτων χωρών είναι υποχρεωτικός, ότι ο έλεγχος μπορεί να απλουστευθεί μόνον λόγω πολύ εξαιρετικών συνθηκών, ότι παραμένει στο κείμενο η δυνατότητα επαναφοράς ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα σε περίπτωση εξαιρετικά σοβαρής απειλής (ενώ στο Συμβούλιο φαίνεται να υπάρχει η τάση διαγραφής αυτής της διάταξης) και ότι οι υπήκοοι τρίτων χωρών που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για την είσοδο στην ΕΕ μπορούν να υποβληθούν σε ειδικό έλεγχο, προκειμένου να εκτιμηθεί κατά πόσον υφίσταται κίνδυνος παράνομης μετανάστευσης.

Ο εισηγητής ζητεί από τα κράτη μέλη να διαθέτουν επαρκή αριθμό συνοριοφυλάκων στα συνοριακά σημεία διέλευσης που θα επιτρέπει να ελέγχεται το 100% των προσώπων που διέρχονται τα σύνορα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Προτεραιότητα από πολιτικούς φορείς λήψεως αποφάσεων στη νομοθεσία έναντι της εκτελεστικής εξουσίας

Σε δύο σημεία η πρόταση της Επιτροπής, κατά την άποψη του εισηγητή, αφήνει πολύ μεγάλη εξουσία στις εθνικές διοικήσεις.

Πρώτον, η διατύπωση του κειμένου συχνά αφήνει υπερβολικά μεγάλο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στις αρμόδιες για το συνοριακό έλεγχο εθνικές υπηρεσίες. Ο εισηγητής προσπάθησε να διατυπώσει τις διατάξεις με μεγαλύτερη ακρίβεια, χωρίς να προβλέψει ρύθμιση για κάθε περίπτωση που είναι πιθανόν να προκύψει στα σύνορα, πράγμα το οποίο θα ήταν αδύνατο. Θεωρεί ότι οι διατάξεις πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ακριβέστερες, διότι εάν το περιθώριο διακριτικής ευχέρειας είναι μεγάλο, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από την εκτελεστική εξουσία με τρόπο που θα οδηγούσε σε αποτελέσματα τα οποία ουδόλως επεδίωκε ο νομοθέτης.

Δεύτερο, δεν είναι αποδεκτό να μπορούν να τροποποιηθούν όλα τα παραρτήματα στο πλαίσιο της επιτροπολογίας. Ο εισηγητής συμφωνεί με την προσέγγιση της Επιτροπής να καταστήσει το πολύ εκτεταμένο κείμενο (η αγγλική έκδοση του κειμένου αριθμεί 229 σελίδες μαζί με την αιτιολογική έκθεση) πιο ευανάγνωστο με τη χρησιμοποίηση παραρτημάτων. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όλα τα παραρτήματα πρέπει να τροποποιηθούν στο πλαίσιο της επιτροπολογίας. Ο εισηγητής προτείνει ότι όταν τα παραρτήματα περιλαμβάνουν αφηρημένους, γενικούς κανόνες ή αφορούν ευαίσθητα ζητήματα πρέπει να τροποποιούνται στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας. Ταυτόχρονα ο εισηγητής προτείνει να εισαχθεί στο κείμενο το δικαίωμα ανάκλησης αρμοδιοτήτων, όπως προβλέπεται στο Σύνταγμα.

Ποιότητα της διατύπωσης νομοθετικών κειμένων

Τέλος, ο εισηγητής εισάγει μια σειρά τροπολογιών που αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας του κειμένου στηριζόμενος στη Διοργανική Συμφωνία της 22ας Δεκεμβρίου 1998 για τις κοινές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την ποιότητα της διατύπωσης της κοινοτικής νομοθεσίας[7], την οποία έχει υπογράψει το Κοινοβούλιο. Με τη διαδικασία συναπόφασης η ευθύνη για τη συνολική ποιότητα του κειμένου είναι κοινή.

  • [1]  Πβλ. επί παραδείγματι την απάντηση στην ερώτηση αριθ. E-1321/04 του Robert Goebbels προς την Επιτροπή.
  • [2]  Παρατίθενται κατωτέρω ορισμένες παρατηρήσεις από τη μελέτη σκοπιμότητας σχετικά με τον έλεγχο των θαλασσίων συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης: οι αξιολογήσεις αυτές χαρακτηρίζονται από αβρότητα και διπλωματικότητα, και η διαδικασία ελέγχου αποτελεί βασικά μια αξιολόγηση από ομολόγους των σχετικών διοικητικών φορέων, με αποτέλεσμα να φαίνεται στον εξωτερικό παρατηρητή ως ανταλλαγή φιλοφρονήσεων που επιτρέπει στα κράτη μέλη που είναι αντικείμενο των επισκέψεων να προβάλλουν μια καλή εικόνα (window dressing).... το σημείο όμως που το κοινοτικό επίπεδο δεν είναι στο αναμενόμενο ύψος είναι ότι οι αξιολογήσεις Σένγκεν (Scheval) δεν έχουν τυποποιηθεί ώστε να λάβουν το χαρακτήρα πραγματικής επιθεώρησης ... η αξιοπιστία της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης απαιτεί τώρα μεγαλύτερη ομοιομορφία και αυστηρούς ελέγχους ...δεν είναι ικανοποιητικό ότι στις παρατηρήσεις που διατυπώνονται δίδονται μόνο τυπικές απαντήσεις από τις ελεγχόμενες υπηρεσίες και ότι οι απαιτήσεις για την διόρθωση καταστάσεων όπου δεν υπάρχει συμμόρφωση προς τις ρυθμίσεις Σένγκεν δεν έχουν υποχρεωτικό χαρακτήρα για την αξιολογούμενη υπηρεσία, ότι δεν δίδεται συνέχεια στις συστάσεις που διατυπώνονται και τέλος ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα επιβολής κυρώσεων για σημαντικές παραλείψεις από τα κράτη του Σένγκεν.
  • [3]  Έγγραφο του Συμβουλίου αριθ. 15275/04.
  • [4]  321/78 και C-68/89 σχετικά με το συνοριακό έλεγχο, C-449/04 και C-512/03 σχετικά με την οδηγία 2001/51 και C-503/03 σχετικά με τις θεωρήσεις.
  • [5]  Πβλ. την πέμπτη ετήσια μελέτη για την εφαρμογή και επιβολή της νομοθεσίας της ΕΕ για το περιβάλλον.
  • [6]  Αυτό επιβεβαιώθηκε σε εμπειρική μελέτη· πβλ. F. Bovenkerk, Er zijn grenzen (Arnhem: Gouda Quint, 1989), S. 13-14.
  • [7]  ΕΕ C 73, της 17.3.1999, σελ. 1.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής νομικων θεματων ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ ()

Κύριο Jean-Marie Cavada

Πρόεδρο

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ

Θέμα:             Νομική βάση της πρότασης κανονισμού του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης των συνόρων από τα πρόσωπα (CΟΜ(2004)0391 - C6-0080/2004 - 2004/0127(COD))[1].

Aξιότιμε κύριε Πρόεδρε,

Με επιστολή της 30ής Μαρτίου 2005, ζητήσατε τη γνώμη της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 35, παράγραφος 2, του Κανονισμού, σχετικά με την ισχύ και την καταλληλότητα της νομικής βάσης της ανωτέρω πρότασης της Επιτροπής.

Η επιτροπή εξέτασε το εν λόγω ζήτημα κατά τη συνεδρίασή της στις 21 Απριλίου 2005.

Η νομική βάση που προτείνεται για τον εν λόγω κανονισμό είναι το άρθρο 62, σημεία 1 και 2 α), της Συνθήκης ΕΚ. Ο εισηγητής της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, κ. Michael Cashman, προτίθεται να προσθέσει το άρθρο 62, σημείο 3 της Συνθήκης ΕΚ ως πρόσθετη νομική βάση που καθίσταται αναγκαία με την υποβολή ορισμένων τροπολογιών.

Εν προκειμένω, ο εισηγητής προτείνει την κατάργηση του άρθρου 22 της Σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 (τροπολογίες 85 και 70)[2].

Ωστόσο, πρέπει πρώτ' απ' όλα να υπενθυμισθεί ότι, σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου 1999/436/ΕΚ της 20ής Μαΐου 1999 η οποία καθορίζει, σύμφωνα με τις αρμόζουσες διατάξεις της Συνθήκης ΕΚ και της Συνθήκης ΕΕ, τη νομική βάση κάθε μιας από τις διατάξεις ή αποφάσεις που συνιστούν το κεκτημένο του Σένγκεν, η νομική βάση η οποία αντιστοιχεί στο εν λόγω άρθρο 22 είναι το άρθρο 62, σημείο 3 της Συνθήκης ΕΚ (βλέπε το Παράρτημα Α και το άρθρο 2 της προαναφερθείσας απόφασης).

Κατά συνέπεια, είναι προφανές ότι το άρθρο 62, σημείο 3 της Συνθήκης ΕΚ συνιστά την κατάλληλη νομική βάση για κάθε παρέμβαση του νομοθέτη η οποία έχει ως αντικείμενο το εν λόγω άρθρο 22 της Σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν.

Κατά δεύτερο λόγο, πρέπει να σημειωθεί ότι η προτεινόμενη προσθήκη δεν θα είχε ως αποτέλεσμα τροποποίηση της διαδικασίας έγκρισης της πράξης, αφού η συναπόφαση απαιτείται και στις δύο περιπτώσεις, σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2004 σύμφωνα με την οποία ορισμένοι τομείς που ανήκουν στον Τίτλο ΙV του Μέρους ΙΙΙ της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας θα διέπονται από τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 251 της εν λόγω Συνθήκης (2004/927/ΕΚ).

Δυνάμει αυτών των εκτιμήσεων και κατόπιν προτάσεως του εισηγητή, κ. Manuel Medina Ortega, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασής της στις 21 Απριλίου 2005, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων αποφάσισε συνεπώς ομόφωνα[3] να εκφέρει θετική γνώμη όσον αφορά την κατάθεση τροπολογίας με στόχο την προσθήκη του άρθρου 62, σημείο 3 της Συνθήκης ΕΚ ως πρόσθετη νομική βάση στο άρθρο 62, σημεία 1 και 2 α), της Συνθήκης ΕΚ που προτείνει η Επιτροπή.

Με εξαιρετική εκτίμηση,

Giuseppe Gargani

  • [1]  Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην ΕΕ.
  • [2]  Το άρθρο 22 της Σύμβασης του Σένγκεν προβλέπει ότι οι "αλλοδαποί" οφείλουν να δηλώνουν την παρουσία τους στις αρμόδιες αρχές "κατά την είσοδο, ή εντός προθεσμίας τριών ημερών από της εισόδου στο έδαφος του συμβαλλομένου μέρους". Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις σχετικές διατάξεις και εξαιρέσεις.
  • [3]  Ήσαν παρόντες κατά τη στιγμή της ψηφοφορίας: Giuseppe Gargani (πρόεδρος), Manuel Medina Ortega (συντάκτης γνωμοδότησης και αναπλ. Maria Berger), Marek Aleksander Czarnecki, Kurt Lechner (αναπλ. Bert Doorn), Klaus-Heiner Lehne, Antonio López-Istúriz White, Antonio Masip Hidalgo, Aloyzas Sakalas, József Szájer (αναπλ. Rainer Wieland), Nicola Zingaretti και Jaroslav Zvěřina

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Ανάπτυξης (25.5.2005)

προς την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης των συνόρων από τα πρόσωπα
(COM(2004)0391 – C6‑0080/2004 – 2004/0127(COD))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Alessandro Battilocchio

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

Στόχος του προτεινόμενου κανονισμού είναι να αποσαφηνίσει, αναδιαρθρώσει, εδραιώσει και αναπτύξει την ισχύουσα νομοθεσία σχετικά με τους ελέγχους των προσώπων στα σύνορα.

Συγκεκριμένα, ο κανονισμός σκοπεύει να θεσπίσει ένα κοινοτικό κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης των συνόρων από τα πρόσωπα. Πρόκειται για συνισταμένη των μέτρων που πρέπει να ληφθούν βραχυπρόθεσμα, όπως ανακοινώθηκε στην Ανακοίνωση της Επιτροπής το Μάιο 2002 "Προς μια ολοκληρωμένη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης".

Κύριος στόχος είναι να προσδοθεί περισσότερη κοινοτική χροιά και μορφή στους κανόνες που έχουν αναπτυχθεί εντός του διακυβερνητικού πλαισίου του Σένγκεν και ενσωματωθεί στη Συνθήκη από το Μάιο του 1999.

Ο κοινοτικός κώδικας που ορίζεται στην πρόταση περιέχει δυο τμήματα: ένα για τα "εξωτερικά σύνορα" και ένα άλλο για τα "εσωτερικά σύνορα". Ο συντάκτης γνωμοδότησης επικεντρώθηκε στο πρώτο τμήμα, το οποίο περιλαμβάνει όλους τους κανόνες σχετικά με τον έλεγχο των προσώπων στα εξωτερικά σύνορα, μεταξύ των οποίων: τους όρους για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων και την είσοδο στα κράτη μέλη, τις αρχές που διέπουν τον έλεγχο των εξωτερικών ελέγχων, συμπεριλαμβανομένης και της επιτήρησης μεταξύ επιτρεπόμενων σημείων διέλευσης των συνόρων και τους όρους άρνησης της εισόδου· επίσης τη συνεργασία ανάμεσα στα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της διενέργειας των συνοριακών ελέγχων. Ο κώδικας ορίζει ειδικούς λεπτομερείς κανόνες για διασυνοριακούς ελέγχους σε διάφορα είδη συνόρων (χερσαία, εναέρια και θαλάσσια) και συγκεκριμένες διαδικασίες για ορισμένες κατηγορίες ατόμων (ναυτικούς, πιλότους, διπλωμάτες, κλπ).

Ο εισηγητής υποστηρίζει ένθερμα την κοινοτικοποίηση της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων, ως μέρος της απλοποίησης και εναρμόνισης των κοινοτικών κανόνων. Το κύριο σώμα του κανονισμού είναι τεχνικού χαρακτήρα, πράγμα που ξεπερνά τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Ανάπτυξης. Για το λόγο αυτό, ο συντάκτης έχει επικεντρώσει τις τροπολογίες του σε λίγες αλλά θεμελιώδεις πλευρές όπως είναι:

-         Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην εφαρμογή των διασυνοριακών ελέγχων, στα οποία συμπεριλαμβάνεται και η καταπολέμηση οποιασδήποτε διάκρισης και γίνεται αναφορά στο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης (Άρθρο 3 και 6 του Κανονισμού).

-         Η καθιέρωση των ανθρωπιστικών προβλημάτων ή καταστάσεων έκτακτης ανάγκης ως σοβαρών λόγων για παρέκκλιση από τις βασικές διατάξεις (Άρθρο 4 και 5).

-         Η εγγύηση ότι οι αρνήσεις είναι τεκμηριωμένες και βασίζονται σε αντικειμενικούς λόγους, προκειμένου να αποκλεισθεί κατά το δυνατόν περισσότερο η αυθαίρετη κρίση η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αδικαιολόγητες διακρίσεις και η υποχρέωση να προβλέπεται για τους υπηκόους τρίτων χωρών σχετική ενημέρωση (σε κατανοητή γι' αυτούς γλώσσα) σχετικά με του κανόνες που διέπουν την άρνηση εισόδου, καθώς και σχετικά με τα δικαιώματά τους για να κινήσουν διαδικασία αναίρεσης της απόφασης σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Ο εισηγητής θεωρεί ότι αυτό αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα, το οποίο πρέπει να ενισχυθεί έμπρακτα (Άρθρο 11).

-         Η πρόβλεψη της δυνατότητας συμπλήρωσης ενός ενιαίου έντυπου καταγγελίας, για την περίπτωση που κάποιος υπήκοος τρίτης χώρας θεωρεί ότι έτυχε κακής μεταχείρισης σε κάποιο συνοριακό σημείο διέλευσης. Η καταπολέμηση των διακρίσεων, ιδιαίτερα στον τομέα της μετανάστευσης, πρέπει να αποτελέσει κάτι περισσότερο από μια απλή διακήρυξη μέτρων και για το λόγο αυτό πρέπει να ενισχυθεί με ένα απλό αλλά δυνητικά αποτελεσματικό μέτρο ελέγχου. Ένα πρότυπο ενός τέτοιου έντυπου καταγγελίας προτείνεται στην Τροπ. 12 (Παράρτημα VIII, Μέρος Γ του Κανονισμού).

-         Η θέσπιση της υποχρέωσης της Επιτροπής να υποβάλλει ετήσια έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του Τίτλου ΙΙ (διαχείριση των εξωτερικών συνόρων). Ο κανονισμός υπό την παρούσα του μορφή προβλέπει την υποβολή έκθεσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο μετά από τρία χρόνια από της ενάρξεως της ισχύος του, η οποία θα πρέπει να καλύπτει μόνο τον Τίτλο ΙΙΙ (διαχείριση των εσωτερικών συνόρων). Ο συντάκτης έκρινε αναγκαία την παρακολούθηση σε τακτικά χρονικά διαστήματα των στατιστικών σχετικά με τις αρνήσεις εισόδου, της συνέχειας που δίδεται στις καταγγελίες και στις διαδικασίες αναίρεσης κατά των αποφάσεων, προκειμένου να εντοπισθούν και αντιμετωπισθούν οι κυριότερες δυσχέρειες (Άρθρο 32 α).

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η Επιτροπή Ανάπτυξης καλεί την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες:

Σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος

Κείμενο που προτείνει η ΕπιτροπήΤροπολογίες του Κοινοβουλίου

Τροπολογία 1

Αιτιολογική σκέψη 6α (νέα)

 

(6α) Με τον παρόντα Κανονισμό επιδιώκεται να εξασφαλισθούν η ασφάλεια, τα δικαιώματα και οι ελευθερίες των προσώπων. Τα δικαιώματα αυτά και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μέχρι και η σωματική ακεραιότητα και η ζωή των προσώπων, διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο όταν χρησιμοποιούνται ορισμένα σημεία των χερσαίων ή των θαλάσσιων συνόρων στα οποία δεν υπάρχουν μεθοριακά φυλάκια, διότι πρόκειται γενικώς για παράνομα μεταναστευτικά ρεύματα.

Αιτιολόγηση

Η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι τα δίκτυα των δουλεμπόρων χρησιμοποιούν γενικώς σημεία εισόδου τα οποία δεν είναι μεθοριακά φυλάκια, οπότε έχει ιδιαίτερη σημασία να επισημανθεί το θέμα αυτό στην έκθεση.

Τροπολογία 2

Αιτιολογική σκέψη 6β (νέα)

 

(6β) Κατά τα τελευταία έτη παρατηρούνται μεταναστευτικά κύματα να διέρχονται τις ακτές και παραμεθόρια σημεία διέλευσης των απόμακρων περιφερειών που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι. Τα ρεύματα αυτά είναι γενικά παράνομα και πολυπληθή, πράγμα που σημαίνει ότι, δεδομένης της γεωγραφικής θέσης των νήσων, των ακτών και των περιφερειών , τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια και η σωματική ακεραιότητα των προσώπων που προσπαθούν να εισέλθουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπό πολύ ανασφαλείς συνθήκες, ιδιαίτερα όταν διασχίζουν τη θάλασσα.

 

Αιτιολόγηση

Υπάρχει ένα σημαντικό ρεύμα μεταναστών οι οποίοι, μέσω παράνομων δουλεμπορικών κυκλωμάτων, προσπαθούν σχεδόν καθημερινά να εισέλθουν στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χρησιμοποιώντας προς τούτο πλοιάρια σε κακή κατάσταση τα οποία θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο την ζωή των προσώπων.

Τροπολογία 3

Άρθρο 3, παράγραφος 1α (νέα)

 

1α. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χωρίς καμία διάκριση λόγω φύλου, εθνικότητας, φυλής, χρώματος, εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκείας ή πιστεύω, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, επειδή κάποιος ανήκει σε μια εθνική μειονότητα, λόγω κληρονομιάς, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή σεξουαλικής κατεύθυνσης, σύμφωνα με το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αιτιολόγηση

Είναι σημαντικός ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων κατά την διενέργεια των ελέγχων στα σύνορα, όπως και η καταπολέμηση των διακρίσεων. Η αντίληψη ότι η διακρίσεις μπορούν να επιτρέπονται στον τομέα της μετανάστευσης περισσότερο απ' ό,τι στους άλλους τομείς δραστηριότητας μπορεί να έχει μόνο αρνητικό αντίκτυπο στη μεταχείριση των υπηκόων τρίτων χωρών που ήδη ζουν στα κράτη μέλη της ΕΕ, ενώ έχει παράλληλα και επιβλαβή αποτελέσματα στην ποιότητα των φυλετικών σχέσεων γενικότερα. Ο δε Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης αποτελεί το σημείο αναφοράς.

Τροπολογία 4

Άρθρο 4, παράγραφος 2, σημείο ε)

(ε) στην περίπτωση των προσώπων ή ομάδων οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με ανάγκη ιδιαίτερου χαρακτήρα, εφόσον αυτοί είναι κάτοχοι των αδειών που επιβάλλονται από την εθνική νομοθεσία και δεν αντιτάσσονται λόγοι δημόσιας τάξης και εσωτερικής ασφάλειας των κρατών μελών. Αυτές οι άδειες θα μπορούν να εκδίδονται μόνον εφόσον τα πρόσωπα που τις ζητούν παρουσιάζουν τα απαραίτητα έγγραφα κατά τη διέλευση των συνόρων.

ε) στην περίπτωση των προσώπων ή ομάδων οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με ανάγκη ιδιαίτερου χαρακτήρα, εφόσον αυτοί είναι κάτοχοι των αδειών που επιβάλλονται από την εθνική νομοθεσία και δεν αντιτάσσονται λόγοι δημόσιας τάξης και εσωτερικής ασφάλειας των κρατών μελών.

Τροπολογία 5

Άρθρο 4, παράγραφος 2, σημείο ε α) (νέο)

 

ε α) στην περίπτωση των προσώπων ή ομάδων που βρίσκονται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης ή για ανθρωπιστικούς λόγους.

Αιτιολόγηση

Κρίθηκε αναγκαίο να προστεθεί άλλος ένας λόγος για παρέκκλιση από τις βασικές διατάξεις, και συγκεκριμένα για ανθρωπιστικούς λόγους ή καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Η πρόσφατη καταστροφή στην Ασία την οποία προκάλεσε το τσουνάμι έρχεται να μας θυμίσει ότι οι ανθρωπιστικές καταστροφές και οι καταστάσεις έκτακτης ανάγκης δικαιολογούν τις εξαιρέσεις στους προβλεπόμενους κανόνες εισόδου. Ήδη στο άρθρο 11 γίνεται λόγος για παρέκκλιση, η διατύπωση όμως του άρθρου 11 δείχνει να υποδηλώνει ότι η παρέκκλιση παραχωρείται στο συνοριακό σημείο διέλευσης και όχι στη χώρα καταγωγής. Η προσθήκη τέτοιων ρητρών στο άρθρο 4 χωρίς να προστίθεται και κάτι εντελώς νέο, αποτελεί βάση για συστηματικότερη εφαρμογή της αρχής, καθώς και για δράση σε κοινοτικό επίπεδο, εφόσον το καλούν οι περιστάσεις.

Τροπολογία 6

Άρθρο 5, παράγραφος 2, υποπαράγραφος 1

2. Εναπόκειται στον υπήκοο τρίτης χώρας να αιτιολογεί κατόπιν αιτήσεως την αίτησή του εισόδου στην επικράτεια για διαμονή που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες. Σε περίπτωση αμφιβολίας οι συνοριοφύλακες είναι υποχρεωμένοι να απαιτούν την παρουσίαση δικαιολογητικών στοιχείων και εγγράφων.

2. Εναπόκειται στον υπήκοο τρίτης χώρας να αιτιολογεί κατόπιν αιτήσεως την αίτησή του εισόδου στην επικράτεια για διαμονή που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες.

Αιτιολόγηση

Οι υπήκοοι τρίτης χώρας που φθάνουν στα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν πρέπει να θεωρούνται ως πιθανοί παράνομοι μετανάστες. Οι όροι για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να μοιάζουν με τους όρους που ισχύουν για τους πολίτες της ΕΕ όταν αυτοί διέρχονται τα σύνορα τρίτης χώρας.

Τροπολογία 7

Άρθρο 5, παράγραφος 6

6. Ένας υπήκοος τρίτης χώρας ο οποίος δεν πληροί τις προϋποθέσεις εισόδου που αναφέρονται στην παράγραφος 1, αλλά επικαλείται τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφος 1 και ζητεί την είσοδο και τη διέλευση από τα εξωτερικά σύνορα ενός κράτους μέλους πλην εκείνου το οποίο δέχεται, κατ’ εξαίρεση, να του χορηγήσει διαμονή, πρέπει να επαναπροωθείται και να αφήνεται ελεύθερος να παρουσιαστεί στα εξωτερικά σύνορα αυτού του τελευταίου κράτους μέλους με σκοπό την είσοδο στην επικράτειά του.

6. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, ένας υπήκοος τρίτης χώρας ο οποίος δεν πληροί τις προϋποθέσεις εισόδου που αναφέρονται στην παράγραφος 1, μπορεί να λάβει από κάποιο κράτος μέλος άδεια εισόδου στο έδαφός του για ανθρωπιστικούς λόγους, για λόγους εθνικού συμφέροντος ή λόγω διεθνών υποχρεώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11. Σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος ζητεί την είσοδο και τη διέλευση από τα εξωτερικά σύνορα ενός κράτους μέλους πλην εκείνου το οποίο δέχεται, κατ’ εξαίρεση, να του χορηγήσει διαμονή, πρέπει να επαναπροωθείται και να αφήνεται ελεύθερος να παρουσιαστεί στα εξωτερικά σύνορα αυτού του τελευταίου κράτους μέλους με σκοπό την είσοδο στην επικράτειά του.

Τροπολογία 8

Άρθρο 6, παράγραφος 1

1. Η διασυνοριακή κυκλοφορία στα εξωτερικά σύνορα υπόκειται στον έλεγχο των εθνικών συνοριοφυλάκων. Ο έλεγχος διεξάγεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3.

1. Η διασυνοριακή κυκλοφορία στα εξωτερικά σύνορα υπόκειται στον έλεγχο των εθνικών συνοριοφυλάκων. Ο έλεγχος διεξάγεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 και κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 3.

Τροπολογία 9

Άρθρο 11, παράγραφος 3, υποπαράγραφος 1

3. Η άρνηση εισόδου είναι μια αιτιολογημένη απόφαση που εφαρμόζεται άμεσα ή, ενδεχομένως, από την εκπνοή της προθεσμίας που προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία, η οποία λαμβάνεται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, το οποίο καθορίζει τους τρόπους προσφυγής.

3. Η άρνηση εισόδου εκδίδεται κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης που βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια και λαμβάνεται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, το οποίο καθορίζει τους τρόπους προσφυγής· η εν λόγω άρνηση εφαρμόζεται άμεσα ή, ενδεχομένως, από την εκπνοή της προθεσμίας που προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία·

Αιτιολόγηση

Σκοπός της τροπολογίας είναι να εξασφαλίσει ότι οι αρνήσεις εισόδου είναι τεκμηριωμένες και βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια, προκειμένου να αποκλεισθεί κατά το δυνατόν περισσότερο η αυθαίρετη κρίση που μπορεί να οδηγήσει σε αδικαιολόγητες διακρίσεις.

Τροπολογία 10

Άρθρο 11, παράγραφος 3, υποπαράγραφος 2

Το ενιαίο έντυπο άρνησης εισόδου περιλαμβάνεται στο παράρτημα VIII μέρος Β. Ο συγκεκριμένος υπήκοος τρίτης χώρας βεβαιώνει την παραλαβή της απόφασης άρνησης μέσω του συγκεκριμένου εντύπου.

Το ενιαίο έντυπο άρνησης εισόδου περιλαμβάνεται στο παράρτημα VIII μέρος Β. Ο συγκεκριμένος υπήκοος τρίτης χώρας βεβαιώνει ότι έλαβε γνώση της απόφασης άρνησης μέσω του συγκεκριμένου εντύπου απλώς υπογράφοντας το έντυπο. Η εν λόγω υπογραφή επουδενί δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως αποδοχή εκ μέρους του ενδιαφερόμενου των λόγων για τους οποίους του αρνήθηκε η αρμόδια αρχή την είσοδο, ούτε ως παραίτησή του από το δικαίωμα να υποβάλει ενδεχομένως αναίρεση κατά της αποφάσεως.

Τροπολογία 11

Άρθρο 11, παράγραφος 3, υποπαράγραφος 2α (νέα)

 

2α. Το ενιαίο έντυπο άρνησης της εισόδου διατίθεται στον υπήκοο τρίτης χώρας σε όλες τις κύριες γλώσσες, συμπεριλαμβανομένων των επισήμων γλωσσών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των γλωσσών των γειτονικών τρίτων χωρών.

Αιτιολόγηση

Σκοπός της τροπολογίας είναι να εξασφαλίσει ότι οι υπήκοοι τρίτων χωρών ενημερώνονται σε όλες τις γλώσσες που μπορούν να κατανοήσουν. Κρίθηκε πως είναι θεμελιώδες δικαίωμα που πρέπει να ενισχυθεί έμπρακτα.

Τροπολογία 12

Άρθρο 11, παράγραφος 3α (νέα)

 

3α. Οι πολίτες τρίτων χωρών έχουν δικαίωμα να συμπληρώσουν έντυπο καταγγελίας σε περίπτωση που θεωρούν ότι έτυχαν κακής μεταχείρισης στο συνοριακό σταθμό. Στο Παράρτημα VIII, Μέρος Γ, παρατίθεται δείγμα του ενιαίου έντυπου το οποίο θα διατίθεται στους υπηκόους τρίτων χωρών σε όλες τις κύριες γλώσσες, συμπεριλαμβανομένων των επισήμων γλωσσών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των γλωσσών των γειτονικών τρίτων χωρών.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία προβλέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης ενός ενιαίου έντυπου καταγγελίας, σε περίπτωση που κάποιος υπήκοος τρίτης χώρας κρίνει ότι έτυχε κακής μεταχείρισης στο συνοριακό σημείο διέλευσης. Η καταπολέμηση των διακρίσεων, ιδιαίτερα στον τομέα της μετανάστευσης, πρέπει προχωρήσει πέρα των απλών δηλώσεων αρχής, και ως εκ τούτου πρέπει να ενισχυθεί με ένα απλό αλλά δυνάμει αποτελεσματικό μέτρο ελέγχου.

Στην τροπολογία 12, (Παράρτημα VIII, Μέρος Γ του κανονισμού) προτείνεται ένα τέτοιο ενιαίο έντυπο καταγγελίας.

Τροπολογία 13

Άρθρο 11, παράγραφος 5α (νέα)

 

5α Οι κανόνες που διέπουν την άρνηση εισόδου και το δικαίωμα των υπηκόων τρίτων χωρών να ζητήσουν πληροφορίες σε περισσότερες από μια γλώσσες, να συμπληρώσουν ένα έντυπο καταγγελίας ή να κινήσουν διαδικασία αναίρεσης κατά της αποφάσεως σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, πρέπει να ορίζονται με σαφή τρόπο.

 

Οι εν λόγω πληροφορίες τίθενται στη διάθεση των υπηκόων τρίτων χωρών μόλις αυτοί ζητήσουν τα έντυπα που απαιτούνται για την έκδοση άδειας εισόδου και στο συνοριακό σταθμό, σε όλες τις κύριες γλώσσες, συμπεριλαμβανομένων των επισήμων γλωσσών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των γλωσσών των γειτονικών τρίτων χωρών.

 

Οι πληροφορίες πρέπει να εκτίθενται με σαφή τρόπο σε πίνακες ανακοινώσεων στα συνοριακά σημεία διέλευσης.

Αιτιολόγηση

Σκοπός της τροπολογίας είναι να εξασφαλίσει η κατάλληλη ενημέρωση των υπηκόων τρίτων χωρών (σε κατανοητή γι' αυτούς γλώσσα) σχετικά με τους κανόνες που διέπουν την άρνηση εισόδου, τα δικαιώματά τους για να κινήσουν διαδικασία αναίρεσης κατά της απόφασης σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Κρίθηκε πως είναι θεμελιώδες δικαίωμα που πρέπει να ενισχυθεί έμπρακτα.

Τροπολογία 14

Άρθρο 32α (νέο)

 

Άρθρο 32α

 

Έκθεση για την εφαρμογή του Τίτλου ΙΙ

 

Η Επιτροπή υποβάλλει ετήσια έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του Τίτλου ΙΙ.

 

Η Επιτροπή δίδει ιδιαίτερη προσοχή στα κριτήρια επί των οποίων στηρίχθηκε η άρνηση εισόδου, στην επεξεργασία και τη συνέχεια που δόθηκε στις καταγγελίες και στις αναιρέσεις που υπέβαλαν οι πολίτες τρίτων χωρών.

 

Όταν αυτή το κρίνει σκόπιμο, υποβάλλει προτάσεις με σκοπό την επίλυση σαφώς επαναλαμβανόμενων προβλημάτων.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία θεσπίζει την υποχρέωση της Επιτροπής να υποβάλλει ετήσια έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του Τίτλου ΙΙ (διαχείριση των εξωτερικών συνόρων). Ο κανονισμός με τη σημερινή του μορφή προβλέπει την υποβολή έκθεσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μετά από τρία χρόνια από την έναρξη της ισχύος του η οποία θα καλύπτει μόνο τον Τίτλο ΙΙΙ (διαχείριση των εσωτερικών συνόρων). Κρίθηκε σημαντικό να παρακολουθούνται σε τακτική βάση οι στατιστικές σχετικά με τις αρνήσεις εισόδου, τη συνέχεια που δίδεται στις καταγγελίες και τις διαδικασίες αναίρεσης, προκειμένου να εντοπισθούν και αντιμετωπισθούν οι κυριότερες δυσχέρειες.

Τροπολογία 15

Παράρτημα VIII, Mέρος Γ (νέα)

Ενιαίο έντυπο καταγγελίας

Όνομα Κράτους

ΛΟΓΟΤΥΠΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ (Όνομα της Υπηρεσίας)

__________________ ­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­_____________________________

_____________________________________________________________________________________[1]___Έντυπο καταγγελίας

Την (ημερομηνία) ____________ (ώρα) _______ στο συνοριακό σημείο διέλευσης (τοποθεσία)_______

ο/η υπογεγραμμένος/η, ___________________________________________________________________

Επώνυμο __________________________________ Όνομα _____________________________

Ημερομηνία γέννησης ___________________________ τόπος γέννησης ________________________

Φύλο: ______

Υπηκοότητα ____________________ Κάτοικος ___________________________________________

κάτοχος του δελτίου ταυτότητας/διαβατηρίου ________________________ υπ. αριθμό________________

εκδούσα αρχή _______________________________ ημερ. έκδοσης________________________________

Προερχόμενος/η από ______________________ μέσω _____________________ (προσδιορίσατε το χρησιμοποιηθέν μέσο μεταφοράς, όπως π.χ. τον αριθμό πτήσης), υποβάλλω την παρούσα επίσημη καταγγελία στην οποία περιγράφω την μεταχείριση που μου επιφυλάχθηκε κατά τον έλεγχό μου στα σύνορα (αν χρειασθεί, μπορούν να χρησιμοποιηθούν και πρόσθετες σελίδες):

 

Υπογραφή

 

Ο καταγγέλλων πρέπει να λάβει αντίγραφο του παρόντος εγγράφου.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης των συνόρων από τα πρόσωπα

Έγγραφα αναφοράς

COM(2004)0391 – C6‑0080/2004 – 2004/0127(COD)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

LIBE

Γνωμοδοτική επιτροπή
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

DEVE
15.9.2004

Ενισχυμένη συνεργασία

 

Συντάκτης
  Ημερομηνία ορισμού

Alessandro Battilocchio
2.12.2004

Εξέταση στην επιτροπή

18.1.2005

15.3.2005

24.5.2005

 

 

Ημερομηνία έγκρισης τροπολογιών

24.5.2005

Αποτελέσματα τελικής ψηφοφορίας

υπέρ:

κατά:

αποχές:

28

0

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Margrete Auken, Alessandro Battilocchio, Margrietus van den Berg, Danutė Budreikaitė, Nirj Deva, Michael Gahler, Jana Hybášková, Filip Andrzej Kaczmarek, Glenys Kinnock, Ģirts Valdis Kristovskis, Maria Martens, Miguel Angel Martínez Martínez, Luisa Morgantini, Toomas Savi, Jürgen Schröder, Feleknas Uca, Anna Záborská, Jan Zahradil, Mauro Zani

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

John Bowis, Fiona Hall, Linda McAvan, Μανώλης Μαυρομμάτης, Karin Scheele, Britta Thomsen, Zbigniew Zaleski, Gabriele Zimmer

Αναπληρωτές (άρθρο 178, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Agustín Díaz de Mera García Consuegra

  • [1]  Το λογότυπο δεν ισχύει για την Ισλανδία και τη Νορβηγία.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης των συνόρων από τα πρόσωπα

Έγγραφα αναφοράς

COM(2004)0391 – C6-0080/2004 – 2004/0127(COD)

Νομική βάση

άρθρο 251, παρ. 2, και άρθρο 62, παρ. 1 και 2 (α)

Διαδικαστική βάση

άρθρο 51

Ημερομηνία υποβολής στο ΕΚ

13.1.2005

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

LIBE
15.9.2004

Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες)
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

 

DEVE

15.9..2004

AFET

15.9.2004

 

 

Αποφάσισε να μη γνωμοδοτήσει
  Ημερομηνία της απόφασης

AFET

20.10.2004

 

 

 

 

Ενισχυμένη συνεργασία
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

 

 

 

 

 

Εισηγητής(ές)
  Ημερομηνία ορισμού

Michael Cashman
13.9.2004

 

Εισηγητής(ές) που αντικαταστάθηκε(καν)

 

 

Απλοποιημένη διαδικασία
  Ημερομηνία απόφασης

 

Αμφισβήτηση της νομικής βάσης
  Ημερομ. γνωμοδότησης ΝΟΜΙ

JURI

21.4.2005

/

 

Τροποποίηση του χρηματοδοτικού κονδυλίου
  Ημερομ. γνωμοδότησης ΠΡΟΫ

 

/

 

Διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή
  Ημερομ. απόφασης στην ολομέλεια

 

Διαβούλευση με την Επιτροπή των Περιφερειών
  Ημερομ. απόφασης στην ολομέλεια

 

Εξέταση στην επιτροπή

5.10.2004

18.1.2005

30.3.2005

28.4.2005

24.5.2004

Ημερομηνία έγκρισης

13.6.2005

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

υπέρ:

κατά:

αποχές:

29
0
0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Edit Bauer, Mihael Brejc, Maria Carlshamre, Michael Cashman, Giusto Catania, Jean-Marie Cavada, Carlos Coelho, Kinga Gál, Elly de Groen-Kouwenhoven, Adeline Hazan, Ewa Klamt, Magda Kósáné Kovács, Wolfgang Kreissl-Dörfler, Barbara Kudrycka, Edith Mastenbroek, Inger Segelström, Manfred Weber, Stefano Zappalà, Tatjana Ždanoka

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Παναγιώτης Δημητρίου, Gérard Deprez, Anne Ferreira, Jeanine Hennis-Plasschaert, Antonio Masip Hidalgo, Bill Newton Dunn, Siiri Oviir, Herbert Reul, Marie-Line Reynaud, Κυριάκος Τριανταφυλλίδης

Αναπληρωτές (άρθρο 178, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

 

Ημερομηνία κατάθεσης – A[6]

15.6.2005

A6-0188/2005

Παρατηρήσεις

Άρθρο 62, παρ. 1 και άρθρο 62, παρ. 2(α) ΕΚ - αρχική πρόταση της Επιτροπής βάσει διαδικασίας CNS, διαβούλευση με το Συμβούλιο 15.7.2004· μετά την 1.1.2005 διαδικασία COD σύμφωνα με το άρθρο 251 ΕΚ, βλ. επιστολή της Επιτροπής της 13.1.2005.