ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με τον ρόλο της εδαφικής συνοχής στην περιφερειακή ανάπτυξη
25.7.2005 - (2004/2256(INI))
Επιτροπή Περιφερειακής Ανάπτυξης
Εισηγητής: Ambroise Guellec
ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με τον ρόλο της εδαφικής συνοχής στην περιφερειακή ανάπτυξη
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης και πιο συγκεκριμένα τα άρθρα I-3, I-14, II-96, III-220, III-365 παράγραφος 3 και το άρθρο 8 του πρωτοκόλλου σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας,
– έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, όπως τροποποιήθηκαν από την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη και από τις Συνθήκες του Μάαστριχτ, του Άμστερνταμ και της Νίκαιας, και πιο συγκεκριμένα τα άρθρα 158 και 159 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
– έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 7ης Φεβρουαρίου 2002[1] και της 22ας Απριλίου 2004[2] αντίστοιχα σχετικά με τη δεύτερη και τρίτη έκθεση της Επιτροπής για την οικονομική και κοινωνική συνοχή,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 2ας Σεπτεμβρίου 2003[3] σχετικά με τις διαρθρωτικά μειονεκτούσες περιφέρειες (νησιά, ορεινές περιφέρειες, περιφέρειες με χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού) στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής και των θεσμικών της προοπτικών,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 29ης Ιουνίου 1995[4] με τίτλο «Η Ευρώπη μετά το 2000 – Συνεργασία για τη χωροταξική οργάνωση του ευρωπαϊκού χώρου»,
– έχοντας υπόψη το Σχέδιο Ευρωπαϊκής Προοπτικής Χωροταξίας (ΣΕΠΧ) που εγκρίθηκε στο Πότσδαμ το 1999 από το ανεπίσημο Συμβούλιο των αρμόδιων Υπουργών για τη χωροταξία,
– έχοντας υπόψη τη Λευκή Βίβλο σχετικά με την Ευρωπαϊκή Διακυβέρνηση που εγκρίθηκε από την Επιτροπή τον Ιούλιο του 2001,
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών της 10ης Απριλίου 2003 σχετικά με την «Εδαφική συνοχή στην Ευρώπη»,
– έχοντας υπόψη τις εκθέσεις του Δικτυακού Παρατηρητηρίου της Ευρωπαϊκής Χωροταξίας (ORATE), την έκθεση του 2004 σχετικά με την εδαφική συνοχή και την ενδιάμεση έκθεση της άνοιξης του 2005, με τίτλο "Σε αναζήτηση εδαφικών δυναμικών",
– έχοντας υπόψη τη μελέτη του Φεβρουαρίου του 2005 που πραγματοποίησε η Ευρώπη μας σχετικά με «Το μέλλον της πολιτικής της συνοχής» κατόπιν αίτησης της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης,
– έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του ανεπίσημου Συμβουλίου «Χωροταξική οργάνωση»της 29ης Νοεμβρίου 2004 στο Ρότερνταμ,
– έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του ανεπίσημου Συμβουλίου Υπουργών για την περιφερειακή πολιτική και την εδαφική συνοχή της 20ης και 21ης Μαΐου 2005, καθώς και την πρόθεσή του να συντάξει, μέχρι το 2007, το έγγραφο με τον τίτλο Κατάσταση των εδαφών και προοπτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A6‑0251/2005),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνοχή αποτελεί έναν από τους στρατηγικούς στόχους της Ένωσης, εφόσον στοχεύει στην προώθηση μίας αρμονικής και ομοιογενούς ανάπτυξης του συνόλου της επικράτειας, και ότι ως συνέπεια της διεύρυνσης, η Ένωση πρέπει να αυξήσει περαιτέρω την αποτελεσματικότητα της πολιτικής συνοχής, δεδομένων των πολύ σημαντικότερων ανισοτήτων που εμφανίζονται σε μία Κοινότητα 25 κρατών μελών,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εδαφική συνοχή συνιστά πλέον νέο στόχο της Ένωσης και έρχεται να εμπλουτίσει τον στόχο της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής δίνοντάς της μία καθολική διάσταση, έγκυρη για το σύνολο της επικράτειας και για το σύνολο των κοινοτικών πολιτικών,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι μία πολιτική εδαφικής συνοχής σε κοινοτικό επίπεδο είναι αποφασιστικής σημασίας για την ανάπτυξη της Ένωσης φέροντας μία θεμελιώδη «κοινοτική προστιθέμενη αξία», προκειμένου να ενισχύσει τις προοπτικές αειφόρου ανάπτυξης,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι απώτερος στόχος της εδαφικής συνοχής είναι η ανάπτυξη στο μέγιστο του συνόλου της επικράτειας, αποφεύγοντας τις γεωγραφικές συγκεντρώσεις των δραστηριοτήτων, και η βελτίωση των συνθηκών ζωής όλων όσων κατοικούν σε αυτήν εξασφαλίζοντας ιδιαίτερα την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περιφερειακοί φυσικοί πόροι και η βιομηχανική τους αξιοποίηση είναι σημαντικότατος παράγων για την ανάπτυξη των περιφερειών αλλά και για την ΕΕ στο σύνολό της και επομένως και για όλους τους πολίτες της,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ένταξη της εδαφικής διάστασης στις κοινοτικές πολιτικές είναι απαραίτητη και μέρος της διαπίστωσης των πραγματικών επιπτώσεων των τομεακών πολιτικών στον χώρο της Ένωσης, ιδιαιτέρως της πολιτικής των μεταφορών, του περιβάλλοντος, του ανταγωνισμού και της έρευνας,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενδιάμεση αναθεώρηση των στρατηγικών της Λισσαβόνας και του Γκέτεμποργκ υπήρξε σχετικά απογοητευτική ως προς την ευκαιρία να συμπεριληφθεί η εδαφική διάσταση στους πρωταρχικούς στόχους της Ένωσης,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η μέθοδος καθορισμού των στρατηγικών προσανατολισμών της Κοινότητας για την πολιτική συνοχής περιλαμβάνει εφεξής την εδαφική συνοχή ως πλαίσιο για την παρέμβαση των Ταμείων,
1. εκτιμά ότι η εδαφική συνοχή αποτελεί θεμελιώδη στόχο της χωροταξικής οργάνωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ότι δίνει νόημα στην πολιτική της περιφερειακής ανάπτυξης·
2. βεβαιώνει ότι η εδαφική συνοχή εκφράζεται βάσει της αρχής της ισότητας μεταξύ των πολιτών, όποιος και αν είναι ο τόπος διαμονής τους εντός της ΕΕ·
3. ζητεί, συνεπώς, η περιφερειακή ανάπτυξη να βασίζεται σε προγράμματα που διασφαλίζουν την ισότητα μεταχείρισης μεταξύ των χώρων, διατηρώντας ωστόσο την ποικιλομορφία τους, γεγονός που συνεπάγεται κυρίως κατάλληλες δυνατότητες πρόσβασης στις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας και στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος·
4. ζητεί η εδαφική διάσταση να θεωρείται μείζον στοιχείο των στρατηγικών της Λισαβόνας και του Γκέτεμποργκ·
5. επιβεβαιώνει ότι μία αρμονική ανάπτυξη του συνόλου της επικράτειας της Ένωσης πρέπει να βασίζεται στην εφαρμογή ενός πολυκεντρικού μοντέλου χωροταξικής ανάπτυξης, στην ισότιμη πρόσβαση στις υποδομές και στη γνώση καθώς και στη συνετή διαχείριση της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως προτείνει το ΣΕΠΧ·
6. απαιτεί, κατά προτεραιότητα, να καταπολεμηθούν οι στρεβλώσεις μεταξύ του κέντρου και των περιφερειών και οι υποεθνικές ανισότητες, για να ενισχυθεί η συνοχή·
7. υπογραμμίζει, σε αυτό το πνεύμα, τη σπουδαιότητα της συνεργασίας και της εταιρικής σχέσης μεταξύ των αστικών κέντρων, των περιαστικών τομέων και των αγροτικών περιοχών, κυρίως εκείνων που επηρεάζονται από ιδιαίτερα μειονεκτήματα·
8. υπογραμμίζει επίσης τον ρόλο των πόλεων, ιδιαίτερα τον ρόλο των μικρών ή μεσαίων πόλεων, ως προνομιούχων φορέων οικονομικής μεγέθυνσης και εδαφικής ισορροπίας·
9. προτείνει την ενίσχυση όλων των διαστάσεων εδαφικής συνεργασίας, είτε είναι διασυνοριακή, διεθνική, ή διαπεριφερειακή·
10. ελπίζει να τεθεί σε εφαρμογή ένας μηχανισμός διασταύρωσης των τομεακών πολιτικών που έχουν ισχυρές επιπτώσεις στην ανάπτυξη των χώρων της Ένωσης, και της πολιτικής της περιφερειακής ανάπτυξης·
11. ζητεί να εφαρμόζονται τα προτεινόμενα από τη Λευκή Βίβλο μέτρα σχετικά με την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση του Ιουλίου 2001, με την προοπτική μίας πραγματικής πολυεπίπεδης και πολυτομεακής διακυβέρνησης, με τη συνεργασία μεταξύ των τριών επιπέδων εδαφικών παραγόντων, περιφερειακού, εθνικού και ευρωπαϊκού, που θα βασίζεται στην αρχή της εταιρικής σχέσης με όλους τους αρμόδιους φορείς·
12. επιβεβαιώνει ότι η αρχή «ένα Ταμείο ανά πρόγραμμα» επιτρέπει την ενίσχυση της ολοκληρωμένης προσέγγισης της πολιτικής συνοχής και εγγράφεται στη λογική αυτή καθαυτή της εδαφικής συνοχής·
13. ζητεί να τηρούνται, μαζί με το ΑΕΠ, νέοι εδαφικοί δείκτες, για τη μέτρηση της ανάπτυξης των περιφερειών και της αντικειμενικής εκτίμησης των εμποδίων για αυτή την ανάπτυξη, δηλαδή ο δείκτης αποκέντρωσης και προσβασιμότητας, οι υποδομές και οι μεταφορές, το επίπεδο δραστηριότητας στους τομείς της έρευνας και καινοτομίας, της εκπαίδευσης και κατάρτισης και το επίπεδο διαφοροποίησης της παραγωγικότητας στην περιοχή, καθώς και το ποσοστό ανεργίας·
14. ζητεί από την Επιτροπή να θεσπίσει ένα σύστημα επαλήθευσης των επιπτώσεων που επιφέρουν οι διάφορες κοινοτικές πολιτικές στην εδαφική συνοχή εντός της Ένωσης και επιμένει στη σημασία του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην παρακολούθηση των αποτελεσμάτων·
15. επαναλαμβάνει το αίτημα, παρόν στην τρίτη έκθεση σχετικά με τη συνοχή του Φεβρουαρίου 2004, για την έγκριση στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μίας «Κοινοτικής στρατηγικής για τη συνοχή», η οποία θα καθορίζει σαφείς προτεραιότητες και συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές για τα κράτη και τις περιφέρειες, θα αποτελεί το περιφερειακό σκέλος της στρατηγικής της αειφόρου ανάπτυξης της ΕΕ και η οποία θα βασίζεται στις αρχές και στους στόχους του ΣΕΠΧ·
16. τέλος, ζητεί από την Επιτροπή να συντάξει, πριν από το 2007, μία Λευκή Βίβλο σχετικά με τον στόχο της εδαφικής συνοχής, η οποία θα καθορίζει βασικά τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να ενσωματωθεί ο εν λόγω στόχος στο εθνικό στρατηγικό σχέδιο κάθε κράτους μέλους·
17. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Εισαγωγή
Ορολογία
Η εδαφική συνοχή μετουσιώνει τον στόχο της ισόρροπης και αειφόρου ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) από εδαφικής απόψεως. Πράγματι, η έννοια της εδαφικής συνοχής βασίζεται στην έννοια της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, επεκτείνοντάς την παράλληλα, και την εμπλουτίζει με μία καθολική διάσταση, την εδαφική διάσταση.
Ως πολιτικός στόχος, συνίσταται στην ενθάρρυνση μίας αρμονικής και ισόρροπης ανάπτυξης του συνόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περνώντας από την ένταξη της εδαφικής διάστασης στις κοινοτικές πολιτικές.
Η εδαφική διάσταση της συνοχής προϋποθέτει την οργάνωση του χώρου σε ευρωπαϊκή κλίμακα, για την επίτευξη μίας πραγματικής ευρωπαϊκής χωροταξίας, ιδιαίτερα όσον αφορά τη διαχείριση των δικτύων και των υπηρεσιών, είτε υλικών είτε άυλων.
Εξέλιξη της έννοιας
Η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη εισήγαγε την αναγκαιότητα μείωσης των διαφορών μεταξύ των χώρων της Ένωσης. Αλλά οι διαδοχικές μεταρρυθμίσεις των συνθηκών ξέχασαν την εδαφική διάσταση της συνοχής.
Παρόλο που η Συνθήκη του Άμστερνταμ ανέφερε την εδαφική συνοχή, δεν την τοποθέτησε στο κεφάλαιο της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής αλλά στο σχετικό κεφάλαιο των υπηρεσιών οικονομικού ενδιαφέροντος· αυτό εξηγεί γιατί η εδαφική συνοχή δεν απέκτησε μία πρακτική και αποτελεσματική διάσταση, αν και επιθυμητή.
Στη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, η οικονομική κοινωνική και εδαφική συνοχή (CEST) καθίσταται ζωτικός στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο I-3). Επιπλέον, το άρθρο III-220 («Προκειμένου να προωθηθεί η αρμονική ανάπτυξη του συνόλου της Ένωσης, η τελευταία αναπτύσσει και συνεχίζει τη δράση της στοχεύοντας στην ενίσχυση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής»), τοποθετεί την CEST στο επίκεντρο όλων των πολιτικών της ΕΕ, εφόσον αποσκοπεί στην αρμονική ανάπτυξη του συνόλου της Ένωσης.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, η έννοια της εδαφικής συνοχής εντάχθηκε σιγά σιγά σε διάφορα ψηφίσματα[5] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά υπό ένα μινιμαλιστικό πρίσμα, για να προσελκύσει την προσοχή σε ζώνες ιδιαίτερα παραμελημένες από την περιφερειακή ανάπτυξη (περιοχές αγροτικές, απομακρυσμένες, ορεινές, νησιωτικές, με διαρκές μειονέκτημα). Στα τελευταία ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (κυρίως αυτό σχετικά με την τρίτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή[6]), παρατηρείται ότι η έννοια της εδαφικής συνοχής έχει καταλάβει περισσότερο χώρο και έχει γίνει ένα πραγματικό μέσο περιφερειακής ανάπτυξης για το σύνολο του χώρου της ΕΕ.
I. Εδαφική συνοχή: από την έννοια στην λειτουργικότητα: το μέσο της Λισαβόνας
1. Ορισμός
Προς ένα κοινό σχέδιο
Η πρώτη επίσημη απόπειρα ορισμού προέρχεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην τρίτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή: «Η ιδέα της εδαφικής συνοχής προχωρά μακρύτερα από την οικονομική και κοινωνική συνοχή εμπλουτίζοντάς την και ενισχύοντάς την. Από πολιτικής απόψεως, ο στόχος είναι η επίτευξη μίας πιο ισόρροπης ανάπτυξης μειώνοντας τις υπάρχουσες ανισότητες, αποφεύγοντας τις εδαφικές ανισορροπίες και καθιστώντας ταυτόχρονα πιο συνεπείς τις τομεακές πολιτικές που έχουν εδαφικές επιπτώσεις, καθώς και την περιφερειακή πολιτική. Το μέλημα είναι επίσης η βελτίωση της ολοκλήρωσης και η ενθάρρυνση της συνεργασίας μεταξύ των περιφερειών.»
Στη συνέχεια, τα συμπεράσματα του ανεπίσημου Συμβουλίου των αρμόδιων υπουργών για τη χωροταξία στο Ρότερνταμ, τον Νοέμβριο του 2004, διευκρινίζουν ότι η εδαφική συνοχή επιτρέπει τη μετουσίωση του στόχου της ισόρροπης και αειφόρου ανάπτυξης της ΕΕ από εδαφικής απόψεως, ότι η ιδέα ολοκληρώνει ταυτόχρονα την πολυτομεακή και πολυεπίπεδη διάσταση.
Πρέπει εφεξής να δοθεί ένα περιεχόμενο στην έννοια, να γίνει λειτουργική, προκειμένου τα 25 κράτη μέλη να συγκλίνουν προς το ίδιο κοινό σχέδιο ενός πραγματικού συντονισμού ευρωπαϊκής χωροταξίας. Πράγματι, η ανάγκη εδαφικής συνοχής καθίσταται αναπόφευκτη εν όψει των νέων προκλήσεων της ΕΕ δηλαδή, την επιτυχία της διεύρυνσης και την αύξηση της συνολικής της ανταγωνιστικότητας.
Από πρακτική άποψη, η εδαφική συνοχή είναι έτοιμη να λειτουργήσει καθώς προϋποθέτει, για την εφαρμογή της, έναν συντονισμό ο οποίος είναι δυνατός από τώρα χάρη σε μία πολιτική ώθηση. Πράγματι, δεν πρόκειται για τη δημιουργία μίας ιεραρχημένης και διακριτής εδαφικής πολιτικής της ΕΕ, αλλά για την ένταξη της εδαφικής διάστασης στις κοινοτικές πολιτικές, χωρίς την προσθήκη συμπληρωματικών διοικητικών και νομικών εμποδίων.
Ισότητα των ευκαιριών μέσω του χώρου
Η εδαφική συνοχή αντιστοιχεί στην αρχή της ισότητας μεταξύ των πολιτών, όποιος και αν είναι ο τόπος διαμονής τους, γεγονός το οποίο συνεπάγεται μέτρα που στοχεύουν στην εφαρμογή μίας ισότητας μεταχείρισης μεταξύ των χώρων λαμβάνοντας υπόψη κυρίως την ποικιλομορφία των γεωγραφικών και δημογραφικών τους καταστάσεων. Συνεπώς, η έννοια της εδαφικής συνοχής πρέπει να είναι έγκυρη για το σύνολο της Ένωσης.
2. Εδαφικές προκλήσεις
Ένταξη χωρίς «ομοιομορφοποίηση»
Ο χώρος της ΕΕ χαρακτηρίζεται από μεγάλη πολιτιστική και γεωγραφική ποικιλομορφία συγκεντρωμένη σε έναν περιορισμένο χώρο. Αυτό το στοιχείο τον διαφοροποιεί από άλλους μεγάλους παγκόσμιους οικονομικούς χώρους όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ιαπωνία και η Κοινή αγορά του Νότου. Η ποικιλομορφία, που είναι δυνάμει ένας από του κύριους παράγοντες οικονομικής ανάπτυξης της ΕΕ, πρέπει να διαφυλάσσεται όσο προχωρά η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Συνεπώς, οι πολιτικές που αφορούν την χωρική και αστική διάρθρωση της ΕΕ πρέπει να ευνοούν την εδαφική συνέχεια της Ένωσης χωρίς όμως να ομοιομορφοποιούν τις τοπικές και περιφερειακές ταυτότητες, επειδή αυτές συμβάλλουν στον εμπλουτισμό της ποιότητας ζωής του συνόλου των πολιτών.
Ο αναδυόμενος ευρωπαϊκός χώρος δεν καταργεί τους εθνικούς, περιφερειακούς, τοπικούς χώρους, κάθε άλλο μάλιστα, εφόσον η χωροταξική οργάνωση σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει ως σκοπό τη βελτιστοποίηση κάθε ιδιαιτερότητας ως πηγής οικονομικής μεγέθυνσης.
Συνεπώς, περισσότερο από ό,τι η περιορισμένη έννοια μόνο της διασυνοριακής ανάπτυξης, η εδαφική συνοχή μεταφέρει τη συνολική ιδέα μίας ισόρροπης εδαφικής κάλυψης.
Πολυκεντρική ανάπτυξη
Επί του παρόντος υπάρχει μόνο μία μεγάλη γεωγραφική ζώνη οικονομικής ολοκλήρωσης παγκόσμιας σημασίας: ο πυρήνας της ΕΕ, ο οποίος ορίζεται από τις μητροπόλεις του Λονδίνου, του Παρισιού, του Μιλάνου, του Μονάχου και του Αμβούργου.
Με τη διεύρυνση στην Ανατολή, η πρόκληση της συνοχής παίρνει μία καινούρια διάσταση, εφόσον ποτέ η ΕΕ δεν αντιμετώπισε μία τόσο έντονη επιδείνωση των ανισοτήτων.
Η επιδίωξη μίας χωροταξικής ανάπτυξης επικεντρωμένης σε μία μόνο δυναμική ζώνη παγκόσμιας ολοκλήρωσης δεν θα ευνοήσει τη μείωση των ανισοτήτων μεταξύ του πυρήνα και μίας περιφέρειας που συνεχίζει να επεκτείνεται. Η συγκέντρωση του πλούτου στο ένα έβδομο της κοινοτικής επιφάνειας μπορεί να βλάψει σε μεγάλο βαθμό την ολοκλήρωση μακροπρόθεσμα επειδή επιφέρει την υποεκμετάλλευση των πόρων που βρίσκονται στο μεγαλύτερο μέρος του χώρου, που αποτελείται από απομακρυσμένες περιφέρειες.
Με αυτή την προοπτική, η ανάπτυξη ενός πολυκεντρικού μοντέλου (και όχι πλέον ενός μοντέλου ανάπτυξης κέντρου -περιφέρειας) πρέπει να αποτελέσει καίριο στοιχείο της στρατηγικής της εδαφικής συνοχής της Ένωσης. Το Σχέδιο της Ευρωπαϊκής Προοπτικής Χωροταξίας (ΣΕΠΧ) που εγκρίθηκε τον Μάιο του 1999 από το ανεπίσημο Συμβούλιο των αρμόδιων Υπουργών για την χωροταξία, αποτελεί μία στέρεα βάση για τη δέσμευση προς μία αποτελεσματική ευρωπαϊκή χωροταξία.
Στρατηγική σημασία των αστικών πόλων
Η πολιτική της συνοχής πρέπει όχι μόνο να φτάσει στις πιο φτωχές περιφέρειες, με ιδιαίτερη κατάσταση ( νησιωτικό, ορεινό, άκρως απομακρυσμένο χαρακτήρα, υποπληθυσμό),και να ενισχύσει την περιφερειακή συνεργασία στις διασυνοριακές της διαστάσεις, διεθνική και διαπεριφερειακή, αλλά επίσης να συντονίσει καλύτερα τα αστικά κέντρα με τις αγροτικές περοχές και τις απομακρυσμένες περιφέρειες· τις πόλεις, όλων των μεγεθών, που πρέπει να θεωρούνται ως θεμελιώδη στοιχεία οικονομικής μεγέθυνσης των ευρύτερων χώρων.
Νέοι χωροταξικοί δείκτες
Θα έπρεπε να δημιουργηθούν νέα χωροταξικά κριτήρια και δείκτες, μαζί με το ΑΕγχΠ, για τη μέτρηση της ανάπτυξης της περιφέρειας και των εμποδίων για αυτή την ανάπτυξη, όπως τα ειδικά γεωφυσικά μειονεκτήματα, ο δείκτης αποκέντρωσης και προσβασιμότητας, η δυνατότητα σε υποδομές και μεταφορές, το επίπεδο δραστηριότητας σε έρευνα και καινοτομία, σε εκπαίδευση και κατάρτιση, το επίπεδο διαφοροποίησης της παραγωγικότητας στην περιοχή.
3. Φορείς της εδαφικής συνοχής
Τοποθέτηση της εδαφικής συνοχής στον πυρήνα των στρατηγικών της Λισαβόνας και του Γκέτεμποργκ.
Ο χώρος είναι στρατηγικό στοιχείο για κάθε ολοκληρωμένη προσέγγιση αειφόρου ανάπτυξης. Διαμορφώνει το πιο ευνοϊκό πλαίσιο για τη συμφιλίωση των τριών σκελών: ανταγωνιστικότητα, κοινωνική συνοχή, περιβάλλον. Είναι εφεξής απαραίτητο να εγγραφεί η πολιτική συνοχής στους στρατηγικούς προσανατολισμούς που καθορίζονται σε κοινοτικό επίπεδο και να διασφαλιστεί μία περιφερειακή και εδαφική κλίση της στρατηγικής της Λισαβόνας και του Γκέτεμποργκ.
Η πρόοδος που έχει σημειωθεί στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισαβόνας είναι σχετικά απογοητευτική. Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων τελευταίων χρόνων, η αειφόρος οικονομική ανάπτυξη εντός της ΕΕ ήταν πολύ πιο ασθενής από αυτή που καταγράφτηκε σε άλλες βιομηχανοποιημένες χώρες ή σε αναδυόμενες οικονομίες. Πρέπει να επισημάνουμε ότι η ποικιλομορφία και ο πλούτος του ειδικού δυναμικού των ευρωπαϊκών περιφερειών δεν έχουν ληφθεί επαρκώς υπόψη.
Οι πολιτικές προσεγγίσεις και ένας καλύτερος συντονισμός των τομεακών πολιτικών που στοχεύουν στην ολοκληρωμένη περιφερειακή ανάπτυξη και επιτρέπουν στις πόλεις και τις περιφέρειες να εκμεταλλευτούν το ενδογενές δυναμικό τους και να συνεργαστούν αποτελεσματικά σε κρίσιμα ζητήματα, μπορούν να ενισχύσουν τη στρατηγική.
Διασταύρωση τομεακών πολιτικών και διαρθρωτικών πολιτικών
Μεταξύ των κρατών, οι οικονομικές ανισότητες μειώθηκαν κατά ένα τρίτο (το ΑΕγχΠ της Ιρλανδίας έχει περάσει από το 64% στο 119% του μέσου όρου της Ένωσης μεταξύ του 1998 και του 2000), αλλά σε περιφερειακή κλίμακα, ακόμη και αν η μέση απόκλιση μειώθηκε ταυτόχρονα περίπου κατά το ένα πέμπτο μεταξύ των περιφερειών, το αποτέλεσμα είναι λιγότερο καλό και γενικά, οι υποπεριφερειακές ανισότητες έχουν αυξητική τάση, κυρίως εντός των μητροπολιτικών περιφερειών: και άλλοι παράγοντες μπαίνουν στο παιχνίδι, και προπάντων ορισμένες κοινοτικές πολιτικές έχουν πολύ πιο σημαντικές εδαφικές επιπτώσεις από ό,τι η ευρωπαϊκή περιφερειακή πολιτική από μόνη της.
Η προβληματική των εδαφικών επιπτώσεων των κοινοτικών πολιτικών (καλούμενων τομεακών, παραδείγματος χάριν, ΚΓΠ, περιβάλλον, μεταφορές, ανταγωνισμός, έρευνα) που στερούνται εδαφικής διάστασης δεν είναι καινούρια. Στο σύγχρονο πλαίσιο, παρατηρείται κάποια εξέλιξη των τομεακών κοινοτικών πολιτικών προς μία καλύτερη εδαφική συνοχή (εξέλιξη της ΚΓΠ, κυρίως προς τη διαφοροποίηση της ανάπτυξης της υπαίθρου), αλλά παραμένουν αρκετές αποκλίσεις: οι κοινοτικές πολιτικές διαφοροποιούνται ολοένα και περισσότερο στην εφαρμογή τους σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο· ο κοινοτικός τομεακός πολιτισμός είναι όλο και περισσότερο ξεκρέμαστος σε σχέση με τις εδαφικές προσπάθειες των συλλογικών φορέων και της κοινωνίας των πολιτών, η διαχείριση των κοινοτικών πολιτικών δεν ευνοεί τη συνεκτίμηση των εδαφικών διαστάσεων.
Πολυεπίπεδη διακυβέρνηση των χώρων
Η επαναφορά της συνοχής μεταξύ των διαφόρων κοινοτικών παρεμβάσεων (τομεακών ή διαρθρωτικών) εθνικών ή περιφερειακών σε μία ζώνη και η διασφάλιση μίας καλύτερης διάρθρωσης των διαφόρων περιφερειακών επιπέδων, προϋποθέτει έναν ενισχυμένο διάλογο μεταξύ των τριών επιπέδων εδαφικών παραγόντων (υποεθνικό, εθνικό και κοινοτικό) και μία σύμπραξη δημόσιου-ιδιωτικού τομέα υψηλότερης ποιότητας, όπως υποδεικνύεται στη Λευκή Βίβλο για τη Διακυβέρνηση, που παρουσιάστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Μάιο του 2001.
Το Σχέδιο Ευρωπαϊκής Προοπτικής Χωροταξίας (ΣΕΠΧ) τοποθετείται αποφασιστικά σε αυτή τη λογική της αποκέντρωσης, της επικουρικότητας και της διακυβέρνησης. Δεν διατείνεται επ' ουδενί ότι υποκαθιστά με μία ευρωπαϊκή πολιτική χωροταξίας τις εθνικές ή περιφερειακές πολιτικές, αλλά καλεί να επιλυθούν τα προβλήματα όσο το δυνατόν επαρκέστερα, λαμβανομένης υπόψη της φύσης των προβλημάτων και της οργάνωσης που προσιδιάζουν σε κάθε κράτος. Ταυτόχρονα, κάνει επίσης έκκληση για την αντιμετώπισή τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η συμβολή του ΣΕΠΧ είναι να προτείνει το κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο αναφοράς που είναι απαραίτητο για τη συνεργασία.
Επιπλέον, το ΣΕΠΧ ολοκληρώνει την προσέγγιση της αειφόρου ανάπτυξης, εκφράζοντας την αναγκαιότητα να συγκρατηθούν οι οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνιστώσες της ανάπτυξης και να εμπλακούν στις διάφορες κλίμακες δημόσιοι φορείς, καθώς επίσης και οι επιχειρήσεις, η κοινωνία των πολιτών: με άλλα λόγια, να πρυτανεύσει η λογική της διακυβέρνησης και όχι μόνο της κυβέρνησης.
Συντονισμός σε ευρωπαϊκό επίπεδο
Ο συντονισμός σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα έπρεπε να διασφαλίζεται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία θα στηρίζεται κυρίως στις εργασίες και τα μέσα του Δικτυακού Παρατηρητηρίου της Ευρωπαϊκής Χωροταξίας (ORATE).
Προκειμένου να μετρώνται συστηματικά οι επιπτώσεις αυτών των πολιτικών στην αειφόρο ανάπτυξη και η συνοχή της Ένωσης βάσει του αναθεωρημένου ΣΕΠΧ, η Επιτροπή θα μπορούσε να θέσει σε εφαρμογή μία διαδικασία στρατηγικής εκτίμησης των εδαφικών επιπτώσεων. Αυτή η διαδικασία θα επέτρεπε επίσης τον προσδιορισμό των αλληλεπιδράσεων που υπάρχουν μεταξύ των κοινοτικών πολιτικών που δρουν στον ίδιο θεματικό τομέα ή χωροταξικό πλαίσιο.
Οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή, απώτερος στόχος της χωροταξίας
Η χωροταξία αποτελεί την εδαφική έκφραση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών πολιτικών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει αρμοδιότητα σχετικά με την χωροταξία. Οι συνθήκες δεν το έχουν προβλέψει, αν και πρόκειται για ένα ευαίσθητο θέμα των κρατών. Οι αρμόδιοι υπουργοί για τη χωροταξία έχουν επεξεργαστεί τους προσανατολισμούς για το εν λόγω θέμα σε κοινοτικό επίπεδο.
Κατέληξαν, συνεπώς, στο ανεπίσημο Συμβούλιο (Πότσδαμ, 1999) στην έγκριση του Σχεδίου Ευρωπαϊκής Προοπτικής Χωροταξίας. Αυτό το μη δεσμευτικό έγγραφο διέθετε, ωστόσο, σημαντική επιρροή από πολιτικής άποψης, εφόσον οδήγησε προφανώς τη Συνέλευση να προσθέσει τη χωροταξική συνοχή στους στόχους της Ένωσης. Το ΣΕΠΧ προωθεί μία πολυκεντρική ανάπτυξη και μία καινούρια σχέση μεταξύ των πόλεων και των αγροτικών περιοχών. Αυτοί οι στόχοι μνημονεύτηκαν στη λήξη του ανεπίσημου Συμβουλίου των υπουργών στο Ρότερνταμ τον περασμένο Νοέμβριο.
II. Διεύρυνση των στόχων και απλούστευση των χρηματοδοτικών μέσων της CEST
Η μεταρρύθμιση των διαρθρωτικών ταμείων από το 2007 ολοκλήρωσε αυτό το όραμα εφόσον αναζητεί τη στρατηγική βελτίωση της πολιτικής της συνοχής με μία καλύτερη συνολική συνοχή, την ενίσχυση της περιφερειακής βαθμίδας και την ένταξη της εδαφικής διάστασης στα σχέδια. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί περισσότερη πρόοδος στο επίπεδο της ανάπτυξης του εδαφικού χαρακτήρα των άλλων κοινοτικών πολιτικών που έχουν περιφερειακές επιπτώσεις.
1. Μείωση του αριθμού των στόχων και των προγραμμάτων, για περισσότερη συνεκτικότητα
Η μείωση των στόχων, για την επόμενη περίοδο, πρέπει να προσφέρει στη νέα περιφερειακή πολιτική και στην πολιτική συνοχής περισσότερη συνεκτικότητα.
Οι προσπάθειες θα επικεντρωθούν σε τρεις άξονες: σύγκλιση, ανταγωνιστικότητα, ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία. Αυτοί οι τρεις άξονες αντικαθιστούν τους τρεις στόχους των διαρθρωτικών ταμείων και τα τέσσερα προγράμματα κοινοτικής πρωτοβουλίας (INTERREG, URBAN, EQUAL και LEADER +) της παρούσας περιόδου προγραμματισμού.
Η τεχνική της συνεκτίμησης θα χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο: ολοκλήρωση του πεδίου δράσης των κοινοτικών πρωτοβουλιών, καθώς και των καινοτόμων δράσεων στους στόχους και τις προτεραιότητες των επιχειρησιακών προγραμμάτων.
2. Μείωση του αριθμού των ταμείων, για περισσότερη αποτελεσματικότητα
Για τη χρηματοδότηση των καθορισμένων στόχων για την περίοδο 2000-2006, υπάρχουν επί του παρόντος πέντε ταμεία (τέσσερα διαρθρωτικά ταμεία και ένα ταμείο συνοχής). Μετά το 2007, με στόχο να γίνει η περιφερειακή πολιτική και η πολιτική συνοχής λιγότερο σύνθετη και περισσότερο αποτελεσματική, τα πέντε υπάρχοντα επί του παρόντος ταμεία θα αντικατασταθούν από τρία (μείωση του αριθμού των ταμείων), εκ των οποίων τα δύο διαρθρωτικά (ΕΤΠΑ και ΕΚΤ) και ένα ταμείο συνοχής.
Εφαρμόζεται, συνεπώς, η αρχή «ένα ταμείο ανά πρόγραμμα», εκτός από τα προγράμματα που καλούνται «υποδομές» και στα οποία το ΕΤΠΑ και το ταμείο συνοχής παρεμβαίνουν μαζί. Αυτό θα επιτρέψει την απλούστευση της διαχείρισης και του ελέγχου των ταμείων και θα βελτιώσει την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων.
3. Μία περιφερειακή πολιτική περισσότερο προσανατολισμένη στους πρωταρχικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η περιφερειακή πολιτική και η πολιτική συνοχής για την περίοδο 2000-2006 στόχευε στην ανάπτυξη της Ένωσης για τη διευκόλυνση της διεύρυνσης και αυτό έγινε πραγματικότητα. Πρέπει στο εξής να βρει έναν νέο δυναμισμό, για να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις, προκειμένου ο στόχος της εδαφικής συνοχής να γίνει πραγματικότητα, όποιος και αν είναι ο προϋπολογισμός που θα διατεθεί στην περιφερειακή πολιτική και την πολιτική συνοχής.
Για να γίνει αυτό, η περιφερειακή πολιτική πρέπει:
- να είναι περισσότερο προσανατολισμένη στους πρωταρχικούς στόχους όπως καθορίζονται στις στρατηγικές της Λισαβόνας και του Γκέτεμποργκ: «οικονομία της γνώσης, ανταγωνιστική και αειφόρος».
- να επικεντρωθεί στους κοινοτικούς στρατηγικούς προσανατολισμούς για τη συνοχή.
- να ενεργεί με πιο αποκεντρωμένο τρόπο, προκειμένου να απλουστεύσει τη διαχείριση και να επιτύχει το καλύτερο αποτέλεσμα για το σύνολο της Ένωσης και των πολιτών της.
- να λάβει υπόψη τις εδαφικές ιδιαιτερότητες, δηλαδή τα ιδιαίτερα πολιτιστικά, ιστορικά, γλωσσικά και γεωγραφικά χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν σε κάθε χώρο.
III. Νέα λογική δράσης στην υλοποίηση των στόχων και των ταμείων της CEST
1. Εδαφική διάσταση στην κοινοτική πολιτική της CEST
Η Επιτροπή, στην τρίτη έκθεσή της σχετικά με την κοινωνική και οικονομική συνοχή του Φεβρουαρίου 2004, παρατηρεί ότι η διεύρυνση συνοδεύεται από σημαντική αύξηση των ανισοτήτων μεταξύ των περιφερειών. Επιπλέον, ορισμένες περιφέρειες της Ευρώπης των Δεκαπέντε δεν έχουν επιτύχει πραγματική σύγκλιση, ενώ οι ανισότητες σε αυτές αυξάνονται.
Όμως οι περιφέρειες φαίνονται να είναι το προνομιούχο επίπεδο εφαρμογής της πολιτικής συνοχής: γνωρίζοντας τις δυνατότητές τους και τα εμπόδιά τους, είναι οι πλέον κατάλληλες για να προσδιορίσουν τις ανάγκες και να προβούν στη βέλτιστη κατανομή των πόρων. Συνεπώς, η Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης δίνει μεγαλύτερη θέση στις περιφέρειες, αφενός στον προσδιορισμό των αναγκών τους και αφετέρου στην εφαρμογή και την παρακολούθηση των κοινοτικών στόχων με μία αυξημένη δημοσιονομική αυτονομία.
Ομοίως, η Επιτροπή εισάγει την αρχή της αποκέντρωσης η οποία αποσκοπεί στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της περιφερειακής πολιτικής. Η τρίτη έκθεση σχετικά με τη συνοχή προτείνει έναν καταμερισμό των διαφόρων αρμοδιοτήτων μεταξύ των αρχών που είναι επιφορτισμένες με τη διαχείριση του κοινοτικού προϋπολογισμού και την επιτήρηση της ορθής υλοποίησης των προγραμμάτων. Διακρίνει από τη μία πλευρά την ΕΕ και από την άλλη τα κράτη μέλη. Μία αποκέντρωση σύμφωνα με αυτά τα επίπεδα φαίνεται αναγκαία για τον σεβασμό της αρχής της επικουρικότητας και της χρηστής διαχείρισης. Σημειωτέον ότι το μέγεθος και οι ικανότητες των περιφερειών διαφέρουν μεταξύ των κρατών μελών και κρίνεται αναγκαία η επίτευξη προαπαιτούμενης συνάφειας.
Σημασία των περιφερειών στον προσδιορισμό των αναγκών τους
Το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα ενισχύει τον ρόλο της Επιτροπής των Περιφερειών (άρθ. III-365§3), που συνδέεται συστηματικά με την έγκριση των ευρωπαϊκών νόμων και των ευρωπαϊκών νόμων πλαισίων όσον αφορά τη CEST. Μπορεί να προσφύγει δικαστικώς με το μέσο της άμεσης προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, για δύο ζητήματα: τον σεβασμό των ιδίων προνομίων και της αρχής της επικουρικότητας (άρθ. 8, Πρωτόκολλο για την «εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας»). Ο ρόλος των περιφερειών στη διαχείριση των διαρθρωτικών πολιτικών αποτελεί μία πρόκληση ανάλογη με τον βαθμό της αποκέντρωσης του κράτους μέλους. Συνεπώς, η κοινοτική εξέλιξη ευνοεί, για αυξημένη αποτελεσματικότητα, τα φαινόμενα αποκέντρωσης. Η εμφάνιση ή η επιβεβαίωση της περιφερειακής βαθμίδας αποτελεί εγγύηση της εταιρικής σχέσης και της συνεργασίας και, κατά συνέπεια, της χρηστής διακυβέρνησης, ενώ το κράτος διατηρεί τη χρηματοδοτική αρμοδιότητα για την υλοποίηση των διαρθρωτικών ταμείων και του ταμείου συνοχής.
Αυξημένη περιφερειακή δημοσιονομική αυτονομία στην υλοποίηση και την παρακολούθηση των κοινοτικών στόχων
Οι περιφέρειες έχουν αποκτήσει τη συνήθεια να εκπονούν τα σχέδιά τους προλαμβάνοντας την καταβολή των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών ποσών. Οι αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης των κρατών μελών διαχειρίζονται κατ’ αυτόν τον τρόπο ένα αυξανόμενο ποσοστό κοινοτικών προγραμμάτων.
Στην τρίτη έκθεση σχετικά με τη συνοχή, η Επιτροπή προτείνει κάθε κράτος μέλος να εγκρίνει το πλαίσιο αναφοράς σύμφωνα με τους στρατηγικούς προσανατολισμούς της Κοινότητας για τη συνοχή. Οι κανόνες επιλεξιμότητας των δαπανών για τα σχέδια, σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής, δεν θα είναι πλέον κοινοτικοί αλλά θα καθορίζονται σύμφωνα με τις διαδικασίες των κρατών μελών. Τα κράτη μέλη πρέπει όχι μόνο να επιτρέψουν αλλά και να ενθαρρύνουν την ενεργή συμμετοχή των περιφερειών στην εκπόνηση αυτών των πλαισίων αναφοράς και στον καθορισμό των κανόνων επιλεξιμότητας, επειδή η επίλυση των προβλημάτων συνδέεται με την εφαρμογή μίας συνεκτικής στρατηγικής στην κλίμακα ολόκληρης της περιφέρειας. Αυτό το σενάριο αποτελεί την αποτελεσματική εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας, καθώς και της αποκέντρωσης δύο επιπέδων.
Οριστικά, οι περιφέρειες αποτελούν εφεξής την επαρκή εδαφική βαθμίδα για την εφαρμογή των πολιτικών της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης.
2. Εφαρμογή της κατάταξης σε ζώνες των ευρωπαϊκών οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών
Όσον αφορά την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή, η διάρθρωση μεταξύ του περιφερειακού, κρατικού και κοινοτικού επιπέδου, καθώς και μεταξύ των διαφορετικών κοινοτικών πολιτικών, είναι απαραίτητη.
Εδαφική διάσταση στις κοινοτικές τομεακές πολιτικές για περισσότερη συνεκτικότητα
Ο χωρισμός σε τομείς των κοινοτικών πολιτικών τίθεται όλο και περισσότερο υπό αμφισβήτηση, επειδή παίρνει το ρίσκο να αγνοήσει τις εδαφικές αποκλίσεις, γεγονός το οποίο έχει αρνητικές επιπτώσεις στη συνολική ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της Ένωσης. Η αντιμετώπισή τους είναι απαραίτητη, καθώς και η επίτευξη μίας πιο ισόρροπης ανάπτυξης, μειώνοντας τις υπάρχουσες ανισότητες, αποφεύγοντας τις εδαφικές ανισορροπίες και συγχρόνως καθιστώντας πιο συνεκτικές τις τομεακές πολιτικές και την πολιτική των περιφερειών.
Ο χωροταξικός συντονισμός των αναπτυξιακών δράσεων θα καταστήσει πιο συνεκτικό και πιο συμβατό το σύνολο των κοινοτικών πολιτικών, προς όφελος μίας ενισχυμένης συνοχής. Επιπλέον, η συνεκτίμηση των εδαφικών ιδιαιτεροτήτων θα βελτιώσει την αποτελεσματικότητα των εφαρμοσθεισών πολιτικών και οι περιφέρειες έχουν την δυνατότητα να το εγγυηθούν. Στο ίδιο πνεύμα, η συνεργασία μεταξύ των περιφερειών πρέπει να ενθαρρυνθεί. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο αυξανόμενος ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης στα στάδια των διαπραγματεύσεων, της εφαρμογής και του ελέγχου της εφαρμογής των τομεακών πολιτικών συμβάλλει στην επίτευξη της εδαφικής συνοχής.
Αντικατάσταση της λογικής της ροής με τη λογική του όγκου
Η επιθυμία ορισμένων κρατών να προβούν σε μείωση του κοινοτικού προϋπολογισμού, συνεπώς σε μείωση της χρηματοδότησης για την περιφερειακή πολιτική, σε σύνδεση με το καλούμενο φαινόμενο «phasing out» (υπέρβαση του ορίου του 75% του κοινοτικού ΑΕγχΠ κατόπιν των στατιστικών επιπτώσεων της διεύρυνσης), οδηγεί στην αναζήτηση μίας νέας χρήσης των ταμείων ευνοώντας τα αποτελέσματα μόχλευσης της περιφερειακής πολιτικής, τόσο χρηματοδοτικά όσο και γεωγραφικά.
Η αυξημένη αλληλεξάρτηση μεταξύ των κοινοτικών πολιτικών απαιτεί την εναρμόνισή τους προκειμένου να ευνοηθεί ο δυναμισμός τους και η αποτελεσματικότητά τους.
Μπορεί να επιτευχθεί καλύτερο αποτέλεσμα με μικρότερη χρηματοδοτική προσπάθεια, χρησιμοποιώντας καλύτερα τους διαθέσιμους πόρους. Σε αυτό το πνεύμα, η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την περίοδο 2007-2013 εισάγει την αποκέντρωση και τη συγκέντρωση μέσω της αρχής «ένα ταμείο ανά πρόγραμμα».
Μείωση των διαπεριφερειακών ανισοτήτων
Ένας από τους στόχους της Ένωσης είναι η οικονομική και κοινωνική συνοχή. Δεν θα υπάρξει πραγματικά χωρίς εδαφική συνοχή, και αυτή δεν θα υπάρξει παρά μόνο αν μειωθούν οι διαρθρωτικές ανισότητες μεταξύ των περιφερειών. Συνεπώς, οι περιφέρειες είναι εκείνες οι οποίες πρέπει να συνεργαστούν μεταξύ τους για να επιλύσουν τα προβλήματά τους και να γνωρίσουν καλύτερα τις δυνατότητες επιτυχίας τους, προκειμένου να ενισχυθεί η εδαφική συνοχή και να καταστεί δυνατή η οικονομική και κοινωνική συνοχή. Η κοινοτική πρωτοβουλία INTERREG εφαρμόστηκε σωστά και οι συνοριακές περιφέρειες επωφελήθηκαν από αυτή. Ο νέος στόχος της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας, εμπνευσμένος από την εμπειρία της INTERREG, εντείνει τη συνεργασία σε τρία επίπεδα διασυνοριακό, διεθνικό, διαπεριφερειακό. Για να ενισχυθεί η διεθνική συνεργασία, πρέπει να συσταθεί μία στρατηγική Επιτροπή για κάθε πρόγραμμα, δίπλα στην Επιτροπή διαχείρισης των προγραμμάτων, με ρόλο να καθορίζει τους διαρθρωτικούς άξονες της περιφερειακής ανάπτυξης.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Τίτλος |
Ο ρόλος της εδαφικής συνοχής στην περιφερειακή ανάπτυξη | |||||||||||
Αριθ. διαδικασίας |
2004/2256](INI) | |||||||||||
Κανονιστική βάση |
άρθρο 45 | |||||||||||
Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας |
REGI 13.1.2005 | |||||||||||
Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες) |
|
|
|
|
| |||||||
Αποφάσισε να μη γνωμοδοτήσει |
|
|
|
|
| |||||||
Ενισχυμένη συνεργασία |
|
|
|
|
| |||||||
Πρόταση/Προτάσεις ψηφίσματος που περιέχεται/ονται στην έκθεση |
|
|
| |||||||||
Εισηγητής(ές) |
Ambroise Guellec |
| ||||||||||
Εισηγητής(ές) που αντικαταστάθηκε(καν) |
|
| ||||||||||
Εξέταση στην επιτροπή |
30.3.2005 |
21.4.2005 |
|
|
| |||||||
Ημερομηνία έγκρισης |
16.6.2005 | |||||||||||
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
υπέρ: κατά: αποχές: |
46 1 2 | ||||||||||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Alfonso Andria, Σταύρος Αρναουτάκης, Jean Marie Beaupuy, Rolf Berend, Jana Bobošíková, Graham Booth, Bairbre de Brún, Giovanni Claudio Fava, Iratxe García Pérez, Eugenijus Gentvilas, Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Ambroise Guellec, Κωνσταντίνος Χατζηδάκης, Mieczysław Edmund Janowski, Gisela Kallenbach, Miloš Koterec, Constanze Angela Krehl, Miroslav Mikolášik, Francesco Musotto, Lambert van Nistelrooij, Jan Olbrycht, István Pálfi, Markus Pieper, Francisca Pleguezuelos Aguilar, Bernard Poignant, Elisabeth Schroedter, Alyn Smith, Grażyna Staniszewska, Catherine Stihler, Κυριάκος Τριανταφυλλίδης, Vladimír Železný | |||||||||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Alfredo Antoniozzi, Inés Ayala Sender, Jan Březina, Simon Busuttil, Den Dover, Mojca Drčar Murko, Richard Falbr, Věra Flasarová, Karl-Heinz Florenz, Louis Grech, Ewa Hedkvist Petersen, Eluned Morgan, Mirosław Mariusz Piotrowski, Richard Seeber, Thomas Ulmer | |||||||||||
Αναπληρωτές (άρθρο 178, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Sharon Margaret Bowles, Albert Deß, Janusz Wojciechowski | |||||||||||
Ημερομηνία κατάθεσης – A[6] |
25.7.2005 |
A6‑0251/2005 | ||||||||||
Παρατηρήσεις |
... | |||||||||||
- [1] ΕΕ C 284E της 21.11.2002, σελ. 329.
- [2] ΕΕ C 104 Ε της 30.4.2004. σελ. 1000.
- [3] ΕΕ C 76 E της 25.3.2004, σελ. 111
- [4] ΕΕ C183 της 17.7.1995, σελ. 39.
- [5] T4- 0399/1998, της 2/07/98 σχετικάμε τη χωροταξία και το ΣΕΠΧ· T5- 0474/2001, της 20/09/01 σχετικά
με τα διαρθρωτικά ταμεία· T5- 0060/2002, της 7/02/02 Δεύτερη έκθεση γιατην οικονομική και κοινωνική συνοχή. - [6] T5- 0368/2004, της 22/04/04 Τρίτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή.