ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Tobias Pflüger
28.4.2006 - (2006/2030(IMM))
Επιτροπή Νομικών Θεμάτων
Εισηγητής: Francesco Enrico Speroni
ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Tobias Pflüger
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την αίτηση άρσης της ασυλίας του Tobias Pflüger, που διαβιβάστηκε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, στις 29 Νοεμβρίου 2005, και ανακοινώθηκε σε συνεδρίαση ολομέλειας στις 15 Δεκεμβρίου 2005,
– αφού άκουσε τον Tobias Pflüger, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 3, του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 10 του Πρωτοκόλλου της 8ης Απριλίου 1965 περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καθώς και το άρθρο 4, παράγραφος 2, της Πράξης της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία,
– έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 12ης Μαΐου 1964 και 10ης Ιουλίου 1986[1],
– έχοντας υπόψη το άρθρο 46 του Θεμελιώδους Νόμου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 6, παράγραφος 2, και το άρθρο 7 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6‑0156/2006),
1. αποφασίζει να άρει την ασυλία του Tobias Pflüger;
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει αμέσως την παρούσα απόφαση και την έκθεση της αρμόδιας επιτροπής του στις αρμόδιες αρχές της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
- [1] Υπόθεση 101/63, Wagner/Fohrmann και Krier, Συλλογή 1964, σελ. 397, και υπόθεση 149/85 Wybot/Faure και άλλων, Συλλογή 1986, σελ. 2403.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Ι. ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Με επιστολή της 22ας Δεκεμβρίου 2005 ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διαβίβασε στην Επιτροπή Νομικών Θεμάτων, προκειμένου να εξεταστεί, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2, του Κανονισμού, επιστολή του Υπουργείου Δικαιοσύνης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας της 29ης Νοεμβρίου 2005, που διαβιβάζει αίτηση άρσης της βουλευτικής ασυλίας του κ. Tobias PFLÜGER, βουλευτού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας που εκκρεμεί ενώπιον του "Leitender Oberstaatsanwalt München I" (Προϊστάμενος Γενικός Εισαγγελέας Μόναχο Ι).
Σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2 του Κανονισμού, το Κοινοβούλιο την έλαβε υπό σημείωση κατά τη συνεδρίαση ολομελείας της 15ης Δεκεμβρίου 2005 και την παρέπεμψε στην Επιτροπή Νομικών Θεμάτων.
Στην αίτησή του άρσης της ασυλίας, ο Προϊστάμενος Γενικός Εισαγγελέας του Μονάχου Ι ζητεί άδεια προκειμένου να κινηθεί ποινική διαδικασία κατά του κ. Tobias Klaus Pflüger, βουλευτού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, λόγω υπονοιών της τέλεσης του εγκλήματος της εξύβρισης σύμφωνα με τα άρθρα 185 και 194, παράγραφος 1, του ποινικού κώδικα, και του εγκλήματος της εκ προθέσεως πρόκλησης σωματικών κακώσεων που τιμωρείται από τα άρθρα 223, παράγραφος 1 και 230, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο του ποινικού κώδικα[1].
Οι υπόνοιες αυτές βασίζονται στα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: στις 12 Φεβρουαρίου 2005, μεταξύ 11.30 π.μ και 5 μ.μ., πραγματοποιήθηκε, με την ευκαιρία της 41ης Διάσκεψης του Μονάχου για την Ασφάλεια, υπαίθρια αντιδιαδήλωση, την οποία ακολούθησε διαδήλωση για το κλείσιμο της εκδήλωσης στην πλατεία Lenbach στο Μόναχο. Όταν, μετά το τέλος της διαδήλωσης, περίπου στις 5 το απόγευμα, απομακρύνθηκαν οι ειρηνικά συμμετέχοντες σ' αυτήν τη διαδήλωση, μέλη "ομάδων αυτονόμων" και συμπαθούντων παρέμειναν στην πλατεία Lenbach και εκσφενδόνισαν μπουκάλια προς την κατεύθυνση του αστυνομικού κλοιού. Η αστυνομία προχώρησε τότε σε ορισμένες συλλήψεις. Προκειμένου να προστατεύσει αυτές τις συλλήψεις, μέρος των αστυνομικών υπαλλήλων που ήταν παρόντες σχημάτισαν αλυσίδα μεταξύ των αστυνομικών υπαλλήλων που προέβαιναν σ' αυτές τις συλλήψεις και των διαδηλωτών οι οποίοι ήταν έτοιμοι να συμπλακούν.
Σύμφωνα με τις κατηγορίες δύο αστυνομικών, των κ.κ. Proske και Michaelis, οι οποίοι έκαναν μήνυση, ο κ. Pflüger, ευρωβουλευτής, αποσπάστηκε από την ομάδα των αντιδιαδηλωτών και πλησίασε τον κ. Proske, αστυνομικό υπάλληλο, ο οποίος συμμετείχε σ' αυτόν τον κλοιό, προειδοποιώντας τον να τον αφήσει να περάσει αμέσως. Ο κ. Pflüger έχοντας δηλώσει ότι είναι ευρωβουλευτής, ο κ. Proske, αστυνομικός υπάλληλος, του ζήτησε να του επιδειχθεί έγγραφο που βεβαιώνει αυτήν την ιδιότητα και τον εμπόδισε να διασχίσει τον αστυνομικό κλοιό. Ο κ. Pflüger απείλησε τότε τους παρόντες αστυνομικούς υπαλλήλους ότι θα ασκήσει μήνυση για παράβαση του νόμου λόγω του ότι αρνούνταν να τον αφήσουν να περάσει. Δεδομένου ότι ο κ. Pflüger δεν απέδειξε την ιδιότητά του, ο κ. Proske, αστυνομικός υπάλληλος, τοποθέτησε τον αριστερό του βραχίονα στο δεξιό του ώμο, προκειμένου να του δώσει να καταλάβει ότι έπρεπε να απομακρυνθεί από τον αστυνομικό κλοιό. Ο κ. Pflüger απομάκρυνε τότε βίαια τον βραχίονα του αστυνομικού απειλώντας τον ότι θα κάνει μήνυση για σωματικές κακώσεις. Ένας άλλος αστυνομικός, ο κ. Michaelis, παρενέβη ζητώντας για άλλη μια φορά από τον κ. Pflüger να αποδείξει την ιδιότητά του, αλλά αυτός αρνήθηκε εκ νέου. Τελικώς, αποκάλεσε τους δύο αστυνομικούς υπαλλήλους Proske και Michaelis "καθήκια" (Arschloch) και "κωλόπαιδα" (Arschkopf) προκειμένου να προσβάλει την αξιοπρέπειά τους.
Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων άκουσε τον κ. Pflüger κατά τη συνεδρίασή της στις 21 Μαρτίου 2006. Ο κ. Pflüger αμφισβήτησε αυτήν την παρουσίαση των περιστατικών και υπέβαλε δήλωση του δικηγόρου του σχετικά με τα περιστατικά. Σύμφωνα με αυτήν τη δήλωση, τα περιστατικά εκτυλίχτηκαν ως ακολούθως:
"Ο εντολέας μου συμμετείχε στις 12.2.2005 με την ιδιότητά του ως βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε αντιδιαδηλώσεις της αποκαλούμενης Διάσκεψης Ασφαλείας του Μονάχου.
Εν προκειμένω παρατήρησε τη σύλληψη ενός προσώπου, το οποίο προηγουμένως είχε συμμετάσχει σε μουσική εκδήλωση, και η οποία σύλληψη κατά την άποψή του διενεργήθηκε με ιδιαίτερα βίαιο τρόπο χωρίς να είναι προφανής κανένας λόγος γι' αυτήν τη συμπεριφορά. Το συλληφθέν άτομο αρπάχθηκε από τον τόπο των συμβάντων και βρέθηκε εντός του αστυνομικού κλοιού.
Προκειμένου να ενημερωθεί για το λόγο αυτής της συμπεριφοράς και να αποτρέψει μια περαιτέρω παράνομη αντιμετώπιση του συλληφθέντος, ο εντολέας μου προσπάθησε να έρθει σε επαφή με τον εν προκειμένω υπεύθυνο επικεφαλής αστυνομικό. Εν προκειμένω ο εντολέας μου απαίτησε με αναφορά της ιδιότητάς του ως ευρωβουλευτής από τους παρόντες αστυνομικούς υπαλλήλους να του επιτρέψουν την πρόσβαση στον συλληφθέντα. Για το σκοπό αυτό επέδειξε σαφώς και εμφανώς την βουλευτική του ταυτότητα. Οι αστυνομικοί υπάλληλοι αγνόησαν πλήρως το γεγονός αυτό και του αρνήθηκαν τόσο να έρθει σε επαφή με τον συλληφθέντα όσο και να του δώσουν πληροφορίες σχετικά με τη σύλληψη. Επειδή ο εντολέας μου δεν απεδέχθη αυτό, λόγω του ότι κατ' αυτόν τον τρόπο προσβάλλονταν τα δικαιώματά του ως βουλευτού, απαίτησε από τους παρόντες αστυνομικούς υπαλλήλους, να του δώσουν τα ονόματά τους, λόγω του ότι είχε την πρόθεση να διαμαρτυρηθεί για τη συμπεριφορά τους. Σ' αυτήν την πρόσκληση δεν υπήρξε ωστόσο ανταπόκριση. Όλοι οι αστυνομικοί υπάλληλοι στους οποίους απευθύνθηκε αρνήθηκαν κάθε δυνατότητα να δώσουν τα στοιχεία τους. Επίσης υπήρξε περαιτέρω άρνηση όσον αφορά τα δικαιώματα του εντολέα μου ως βουλευτού.
Ο ισχυρισμός του αστυνομικού υπαλλήλου ότι ο εντολέας μου απομάκρυνε βίαια το χέρι ενός αστυνομικού υπαλλήλου που το είχε "βάλει στον ώμο του" είναι αναληθής· καθώς επίσης ο ισχυρισμός ότι ο εντολέας μου προσέβαλε τους αστυνομικούς υπαλλήλους με τις λέξεις "καθήκια" και "κωλόπαιδα" πράγμα το οποίο είναι αποκύημα της φαντασίας τους. Στο πλαίσιο της τεταμένης κατάστασης έγιναν συζητήσεις. Ύβρεις όμως ωστόσο εκ μέρους του εντολέα μου δεν διατυπώθηκαν. (...)".
ΙΙ ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΣΥΛΙΑ ΤΩΝ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
1. Τα άρθρα 9 και 10 του Πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 8ης Απριλίου 1965, έχουν ως εξής:
9. Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε έρευνα κράτηση ή δίωξη για γνώμη ή ψήφο δοθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
10. Κατά τη διάρκεια των συνόδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τα μέλη του απολαύουν:
α. εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του κοινοβουλίου της χώρας τους,
β. εντός της επικρατείας άλλων κρατών μελών, της εξαιρέσεως από κάθε μέτρο κρατήσεως και κάθε δικαστική δίωξη.
Η ασυλία τους καλύπτει επίσης όταν μεταβαίνουν στον τόπο συνεδριάσεως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή όταν επιστρέφουν από αυτόν
Επίκληση της ασυλίας δεν δύνανται να γίνει σε περίπτωση αυτοφώρου εγκλήματος ούτε δύναται να εμποδίσει την άσκηση του δικαιώματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να άρει την ασυλία ενός από τα μέλη του".
2. Η διαδικασία που εφαρμόζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διέπεται από τα άρθρα 6 και 7 του Κανονισμού του. Οι σχετικές διατάξεις έχουν ως εξής:
"΄Αρθρο 6 Βουλευτική ασυλία:
1. Το Κοινοβούλιο, κατά την άσκηση των εξουσιών του σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες, επιδιώκει πρωτίστως να διατηρεί την ακεραιότητά του ως δημοκρατικής νομοθετικής συνέλευσης και να διασφαλίζει την ανεξαρτησία των βουλευτών του κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
2. Κάθε αίτηση η οποία απευθύνεται στον Πρόεδρο από αρμόδια αρχή κράτους μέλους με σκοπό την άρση της ασυλίας ενός βουλευτή ανακοινώνεται σε συνεδρίαση ολομέλειας και παραπέμπεται στην αρμόδια επιτροπή.
(...)"
"΄Αρθρο 7 Διαδικασίες σχετικά με την ασυλία:
1. Η αρμόδια επιτροπή εξετάζει χωρίς καθυστέρηση και με τη σειρά υποβολής τους τις αιτήσεις για άρση της ασυλίας ή για υπεράσπιση της ασυλίας και των προνομίων.
2. Η επιτροπή εκπονεί πρόταση απόφασης που περιορίζεται σε σύσταση για την έγκριση ή την απόρριψη της αίτησης άρσης της ασυλίας ή υπεράσπισης της ασυλίας και των προνομίων.
3. Η επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την ενδιαφερόμενη αρχή να της παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία ή επεξήγηση θεωρεί αναγκαία προκειμένου να σχηματίσει γνώμη για το εάν η ασυλία πρέπει να αρθεί ή να υποστηριχθεί. Πρέπει να δίδεται στον ενδιαφερόμενο βουλευτή η ευκαιρία να εκφράσει την άποψή του· μπορεί να προσκομίσει οποιαδήποτε έγγραφα ή άλλα γραπτά στοιχεία θεωρεί χρήσιμα. Μπορεί να εκπροσωπηθεί από άλλο βουλευτή.
(...)
7. Η επιτροπή μπορεί να διατυπώσει αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με την αρμοδιότητα της εν λόγω αρχής και σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης, αλλά δεν αποφαίνεται σε καμία περίπτωση για την ενοχή ή μη του βουλευτή ούτε για το σκόπιμο ή μη της ποινικής δίωξης για την έκφραση γνώμης ή της πράξης που του καταλογίζεται, ακόμη και σε περίπτωση που εξέταση της αίτησης παρέχει στην επιτροπή εμπεριστατωμένες πληροφορίες για την υπόθεση.
(...)".
3. Από την πρώτη πενταετή περίοδο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ανέπτυξε με μια πάγια πρακτική ορισμένες γενικές αρχές οι οποίες αναγνωρίστηκαν τελικά στο ψήφισμα[2] που εγκρίθηκε κατά τη συνεδρίασή του στις 10 Μαρτίου 1987 βάσει της έκθεσης του κ. Donnez σχετικά με το σχέδιο Πρωτοκόλλου όσον αφορά την αναθεώρηση περί του Πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 8ης Απριλίου 1965 όσον αφορά τους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (έγγρ. Α2-121/86). Μεταξύ αυτών των γενικών αρχών, φαίνεται χρήσιμο να αναφερθούν οι ακόλουθες που εφαρμόζονται εν προκειμένω:
Σκοπός της βουλευτικής ασυλίας
Η βουλευτική ασυλία δεν αποτελεί προνόμιο υπέρ του ενός ή του άλλου βουλευτού του Κοινοβουλίου, αλλά είναι μια εγγύηση ανεξαρτησίας του Κοινοβουλίου και των μελών του έναντι των άλλων εξουσιών. Δυνάμει αυτής της αρχής, μικρή σημασία έχει η ημερομηνία των στοιχειοθετούντων την κατηγορία περιστατικών, τα οποία μπορεί να προηγούνται ή να ακολουθούν την εκλογή του βουλευτή, ενώ το μόνο στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι η προστασία του κοινοβουλευτικού οργάνου μέσω αυτής των μελών του.
Χρονικός περιορισμός της ασυλίας
Το Δικαστήριο εκλήθη δύο φορές να ερμηνεύσει τις λέξεις "κατά τη διάρκεια των συνόδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου" που περιλαμβάνονται στο άρθρο 10 του Πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Προκύπτει από τις δύο αποφάσεις του Δικαστηρίου (Wagner/Fohrmann και Krier της 12ης Μαΐου 1964, 101, Συλλογή 1964, σελ. 397, και Wybot/Faure της 10ης Ιουλίου 1986, 149/85, Συλλογή 1986, σελ. 2403) ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πραγματοποιεί μια ετήσια σύνοδο ενός έτους κατά τη διάρκεια της οποίας τα μέλη του απολαύουν της ασυλίας που προβλέπεται από το πρωτόκολλο, συμπεριλαμβανομένης της διάρκειας των διακοπών της συνόδου. Προκύπτει, εξάλλου, από τον ίδιο το σκοπό της βουλευτικής ασυλίας ότι παράγει τα αποτελέσματά της καθ' όλη τη διάρκεια της εντολής, είτε πρόκειται για την κίνηση των διώξεων, ανακριτικών μέτρων, μέτρων εκτέλεσης, αποφάσεων που έχουν ήδη εκδοθεί ή διαδικασιών κατ' έφεση ή κατ' αναίρεση.
Αυτόνομος χαρακτήρας της ευρωπαϊκής βουλευτικής ασυλίας σε σχέση με την εθνική βουλευτική ασυλία
Το γεγονός ότι το άρθρο 10, πρώτο εδάφιο, σημείο α), του Πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών προβαίνει σε αναφορά στις ασυλίες που αναγνωρίζονται στους βουλευτές των εθνικών κοινοβουλίων δεν σημαίνει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν μπορεί θα θεσπίσει τους δικούς του κανόνες όσον αφορά την άρση της βουλευτικής ασυλίας. Οι αποφάσεις του Κοινοβουλίου διαμόρφωσαν σιγά σιγά μια συνεκτική έννοια της ευρωπαϊκής βουλευτικής ασυλίας, η οποία είναι κατ' αρχήν αυτόνομη σε σχέση με τις διάφορες πρακτικές των εθνικών κοινοβουλίων. Αυτό επιτρέπει να αποφεύγεται όπως οι βουλευτές αντιμετωπίζονται διαφορετικά ανάλογα με την ιθαγένειά τους. Κατά συνέπεια, ακόμα και αν ληφθεί υπόψη η ασυλία που αναγνωρίζεται από το εθνικό δίκαιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εφαρμόζει τις δικές του σταθερές αρχές, προκειμένου να αποφασίσει αν πρέπει ή όχι να αρθεί η ασυλία ενός βουλευτή.
Η βουλευτική ασυλία προορίζεται να προστατεύσει την ελευθερία έκφρασης και την ελευθερία πολιτικής συζήτησης των βουλευτών. Κατά συνέπεια η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προέκρινε πάντοτε ως θεμελιώδη αρχή ότι σε όλες τις περιπτώσεις όπου οι προσαπτόμενες πράξεις στους βουλευτές εντάσσονται στην πολιτική τους δραστηριότητα ή συνδέονται άμεσα με αυτήν, δεν αίρεται η ασυλία.
Αυτό περιλαμβάνει, παραδείγματος χάριν, την έκφραση γνώμης λογιζόμενης ότι εντάσσεται στην πολιτική δραστηριότητα ενός βουλευτή η οποία εκφέρεται κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων, δημοσίων συνεδριάσεων, σε πολιτικές δημοσιεύσεις, στον Τύπο, σε ένα βιβλίο, στην τηλεόραση, με την υπογραφή ενός πολιτικού εντύπου και ακόμη ενώπιον ενός δικαστηρίου.
Η αρχή αυτή συνοδεύεται από άλλες παρατηρήσεις που συνηγορούν υπέρ ή κατά της άρσης της ασυλίας, ιδίως το "fumus persecutionis" δηλαδή το τεκμήριο ότι μια ποινική αγωγή έχει ως κίνητρο την πρόθεση να προκαλέσει βλάβη στην πολιτική δραστηριότητα του βουλευτή. Όπως έχει παγιωθεί στην αιτιολογική έκθεση της έκθεσης Donnez, η έννοια του "fumus persecutionis" σημαίνει, κατ' ουσία, ότι η ασυλία δεν αίρεται όταν υπάρχει η υπόνοια ότι στο κίνητρο της ποινικής αγωγής υπάρχει η πρόθεση να προκληθεί η βλάβη στην πολιτική δραστηριότητα του βουλευτή.
Έτσι, όταν κινηθούν διώξεις από πολιτικό αντίπαλο, εκτός σε περίπτωση αποδείξεως του εναντίου, η ασυλία δεν αίρεται στο βαθμό που πρέπει να θεωρηθεί ότι οι διώξεις στοχεύουν στην πρόκληση βλάβης στον ενεχόμενο βουλευτή και όχι στην αποκατάσταση μιας ζημίας. Κατά τον ίδιο τρόπο, όταν κινηθούν διώξεις υπό περιστάσεις οι οποίες δημιουργούν τη σκέψη ότι έχουν ως μοναδικό στόχο να προκαλέσουν βλάβη στο βουλευτή, δεν αίρεται η ασυλία.
ΙΙΙ. ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
Τα περιστατικά τα οποία προσάπτονται στον κ. Pflüger, ευρωπαίο βουλευτή γερμανικής ιθαγένειας, τελέστηκαν στην επικράτεια της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Ο κ. Pflüger απολαύει κατά συνέπεια των ασυλιών που αναγνωρίζονται στους βουλευτές της Ομοσπονδιακής Βουλής, όπως αυτές απορρέουν από το άρθρο 46 του Θεμελιώδους Νόμου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (Grundgesetz), το οποίο έχει την ακόλουθη διατύπωση:
Άρθρο 46 (Ανεύθυνο και ασυλία)
(1) Βουλευτής ουδέποτε δύναται να αποτελέσει αντικείμενο δικαστικών ή πειθαρχικών διώξεων, ή να θεωρηθεί υπεύθυνος καθ' οιονδήποτε τρόπον εκτός της Ομοσπονδιακής Βουλής, λόγω ψήφου, ή δηλώσεως στην οποία προέβη στην Ομοσπονδιακή Βουλή ή μια από τις επιτροπές της. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στη συκοφαντική δυσφήμιση.
(2) Βουλευτής δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος για αξιόποινη πράξη ή να συλληφθεί παρά μόνο με την έγκριση της Ομοσπονδιακής Βουλής, εκτός εάν συνελήφθη επ' αυτοφόρω ή την επομένη της ημέρας κατά την οποία ετέλεσε αυτήν την πράξη.
(3) Η έγκριση της Ομοσπονδιακής Βουλής είναι εξάλλου αναγκαία για κάθε άλλο περιορισμό που επιβάλλεται στην προσωπική ελευθερία βουλευτή ή την κίνηση της διαδικασίας κατά βουλευτού σύμφωνα με το άρθρο 18.
(4) Κάθε ποινική διαδικασία ή κάθε διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 18, που κινούνται κατά βουλευτού, κάθε κράτηση και κάθε άλλος περιορισμός της προσωπικής του ελευθερίας πρέπει να ανασταλούν κατόπιν αιτήσεως της Ομοσπονδιακής Βουλής.
Το άρθρο 46 του Θεμελιώδους Νόμου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας ρυθμίζει την έκταση του ανεύθυνου (Indemnität) και της βουλευτικής ασυλίας. Ορίζει στην παράγραφο 1 ότι βουλευτής ουδέποτε μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο δικαστικών ή πειθαρχικών διώξεων, ούτε να θεωρηθεί υπεύθυνος καθ' οιονδήποτε τρόπον εκτός της Ομοσπονδιακής Βουλής, λόγω ψήφου ή δηλώσεως στην οποία προέβη στην Ομοσπονδιακή Βουλή ή σε μια από τις επιτροπές της (Indemnität). Στις παραγράφους 2 έως 4, το άρθρο αυτό περιλαμβάνει κανόνες για τη βουλευτική ασυλία. Εξάλλου, για αξιόποινη πράξη, βουλευτής δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος ή να συλληφθεί παρά μόνο με την έγκριση της Ομοσπονδιακής Βουλής.
Πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη τα άρθρα 9 και 10 του Πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών καθώς και οι αρχές που θεσπίστηκαν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οι οποίες εφαρμόστηκαν, σύμφωνα με μια δοκιμασμένη πρακτική από πολλών ετών, στο πλαίσιο των αιτήσεων άρσεως της ασυλίας. Δεν τίθεται ζήτημα άρσεως της ασυλίας όταν οι προσαπτόμενες πράξεις σε έναν βουλευτή εντάσσονται στην πολιτική του δραστηριότητα ή έχουν άμεση σχέση με αυτήν. Δεν τίθεται επίσης λόγος να αρθεί η ασυλία όταν υπάρχουν υπόνοιες, ότι η ποινική διαδικασία καλύπτει την πρόθεση να προκληθεί βλάβη στην πολιτική δραστηριότητα του βουλευτή.
Στην παρούσα περίπτωση, οι κατηγορίες κατά του κ. Pflüger και η ανακριτική διαδικασία κατά του κ. Pflüger αφορούν μια ενδεχόμενη παράβαση του ποινικού κώδικα, άρθρα 185, 194, παράγραφος 1, άρθρο 223, παράγραφος 1, άρθρο 230, παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο (εξύβριση, κάκωση και εκ προθέσεως πρόκληση κακώσεων).
Οι κατηγορίες κατά του κ. Pflüger δεν δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή του άρθρου 9 του Πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών (ΠΠΑ). Ακόμα και αν γίνει δεκτό ότι οι λόγοι του αποδειχθούν ακριβείς, πράγμα το οποίο ο κ. Pflüger αμφισβητεί ρητώς, οι λόγοι αυτοί δεν είναι δυνατόν να θεωρηθούν ως γνώμη εκφρασθείσα από βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
Όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 10 α) του ΠΠΑ, ο εισηγητής εκτιμά ότι τα περιστατικά που εκτίθενται από τον κ. Pflüger δεν δικαιολογούν να θεωρηθούν αυτά ότι αποτελούν έναν ""fumus persecutionis" . Ακόμη και αν ο κ. Pflüger παρευρέθη σ' αυτή τη διαδήλωση ως ευρωπαίος βουλευτής και έλαβε δημοσίως το λόγο, δεν είναι δυνατόν να συναχθεί από αυτά ότι οι κατηγορίες που απευθύνονται εναντίον του απέβλεπαν να προκαλέσουν βλάβη στην πολιτική δραστηριότητα του βουλευτή.
Δεν αναγνωρίζονται εν προκειμένω ούτε στα περιστατικά του αμφισβητουμένου αδικήματος ούτε στη διαδικασία που ακολουθήθηκε από τις αρμόδιες αρχές, στοιχεία που θα στήριζαν την υπόθεση της πρόθεσης καταδίωξης ή δικαστικής εμμονής απέναντί του.
Στη βάση των εν λόγω παρατηρήσεων, ο εισηγητής θεωρεί σκόπιμο όπως το Κοινοβούλιο ασκήσει το δικαίωμά του να άρει τη βουλευτική ασυλία του κ. Tobias Pflüger.
Σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 2, του Κανονισμού, η πρόταση απόφασης της επιτροπής θα πρέπει να περιορίζεται στη σύσταση της υιοθέτησης ή της απόρριψης της αίτησης υπεράσπισης της ασυλίας και των προνομίων.
ΙV. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Βάσει των εν λόγω θεωρήσεων που προηγούνται και σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 1 και 2 του Κανονισμού, μετά από εξέταση των λόγων που συνηγορούν υπέρ ή κατά της άρσης της ασυλίας, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων συνιστά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να άρει τη βουλευτική ασυλία του κ. Tobias Pflüger.
- [1] Το άρθρο 185 του ποινικού κώδικα ορίζει: "Η εξύβριση τιμωρείται με ποινή στερητική της ελευθερίας τουλάχιστον ενός έτους, ή με χρηματική ποινή, και εάν η εξύβριση ετελέσθη έργω, με ποινή στερητική της ελευθερίας δύο ετών κατ' ανώτατο όριο ή χρηματική ποινή".
Το άρθρο 194, παράγραφος 1, του ποινικού κώδικα ορίζει: "Η εξύβριση διώκεται κατ' έγκληση (...)".
Το άρθρο 223, παράγραφος 1, του ποινικού κώδικα ορίζει: "Ο προξενών σε άλλον σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι πέντε ετών ή με χρηματική ποινή".
Το άρθρο 230, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, ορίζει: "Η εκ προθέσεως σωματική κάκωση, σύμφωνα με το άρθρο 223 (...) διώκεται κατ' έγκληση εκτός εάν οι διωκτικές αρχές θεωρούν επιβεβλημένη αυτεπάγγελτη δίωξη λόγω της ύπαρξης ιδιαίτερου δημόσιου συμφέροντος στην ποινική δίωξη. - [2] ΕΕ C 99 της 13.4.1987, σελ. 44
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Τίτλος |
Αίτηση άρσης της ασυλίας του Tobias Pflüger | |||||
Αριθ. διαδικασίας |
||||||
Αίτηση άρσης της ασυλίας
|
| |||||
Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας |
JURI | |||||
Εισηγητής/ήτρια (Εισηγητές) |
Francesco Enrico Speroni | |||||
Εισηγητής/ήτρια (Εισηγητές) που αντικαταστάθηκε(καν) |
| |||||
Εξέταση στην επιτροπή |
23.2.2006 |
21.3.2006 |
|
|
| |
Ημερομηνία έγκρισης |
19.4.2006 | |||||
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+ : - : |
[8] | ||||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Rosa Díez González, Giuseppe Gargani, Kurt Lechner, Klaus-Heiner Lehne, Aloyzas Sakalas, Francesco Enrico Speroni | |||||
Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία |
Adeline Hazan, Manuel Medina Ortega | |||||
Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 178, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία |
| |||||
Ημερομηνία κατάθεσης |
28.4.2006 |
| ||||
Παρατηρήσεις (πληροφορίες που διατίθενται σε μία μόνον γλώσσα |
... |
| ||||