ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρωτοβουλία του Βασιλείου του Βελγίου, της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, της Σλοβακικής Δημοκρατίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας, της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, της Ρουμανίας και του Βασιλείου της Σουηδίας για την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος
24.5.2007 - (6566/2007 – C6‑0079/2007 – 2007/0804(CNS)) - *
Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων
Εισηγητής: Fausto Correia
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με την πρωτοβουλία του Βασιλείου του Βελγίου, της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, της Σλοβακικής Δημοκρατίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας, της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, της Ρουμανίας και του Βασιλείου της Σουηδίας για την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος
(6566/2007 – C6‑0079/2007 – 2007/0804(CNS))
(Διαδικασία διαβούλευσης)
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την πρωτοβουλία του Βασιλείου του Βελγίου, της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, της Σλοβακικής Δημοκρατίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας, της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, της Ρουμανίας και του Βασιλείου της Σουηδίας (6566/2007)[1],
– έχοντας υπόψη τις τροπολογίες του Συμβουλίου (7273/1/2007 της 17ης Απριλίου 2007)[2] που αφορούν τη διατύπωση,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 34, παρ. 2, στοιχείο γ της Συνθήκης ΕΕ,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 39, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΕ, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C6‑0079/2007),
– έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων σχετικά με την προτεινόμενη νομική βάση,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 93, 51 και 35 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6‑0207/2007),
1. εγκρίνει την πρωτοβουλία του Βασιλείου του Βελγίου, της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, της Σλοβακικής Δημοκρατίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας, της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, της Ρουμανίας και του Βασιλείου της Σουηδίας όπως τροποποιήθηκε·
2. καλεί το Συμβούλιο να τροποποιήσει αναλόγως το κείμενο·
3. καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·
4. ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρωτοβουλία του Βασιλείου του Βελγίου, της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, της Σλοβακικής Δημοκρατίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας, της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, της Ρουμανίας και του Βασιλείου της Σουηδίας·
5. λυπάται για την υποχρέωση που το Συμβούλιο επέβαλε στο Κοινοβούλιο να εκφράσει τη γνώμη του κατεπειγόντως, χωρίς να διαθέτει τον επαρκή και ενδεδειγμένο χρόνο για να προβεί σε κοινοβουλευτικό έλεγχο, καθώς και την έλλειψη μέχρι στιγμής τόσο μιας ολοκληρωμένης αξιολόγησης επιπτώσεων όσο και αξιολόγησης της εφαρμογής της σύμβασης του Prüm , όπως άλλωστε και την έλλειψη κατάλληλης απόφασης πλαισίου για την προστασία των προσωπικών δεδομένων στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας, που θεωρεί απαραίτητη πριν από την έγκριση οιασδήποτε νομοθεσίας δυνάμει του τρίτου πυλώνα·
6. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή καθώς και στις κυβερνήσεις του Βασιλείου του Βελγίου, της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, της Σλοβακικής Δημοκρατίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας, της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, της Ρουμανίας και του Βασιλείου της Σουηδίας.
Κείμενο που προτείνει το Βασίλειο του Βελγίου, η Δημοκρατία της Βουλγαρίας, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, το Βασίλειο της Ισπανίας, η Γαλλική Δημοκρατία, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, η Δημοκρατία της Αυστρίας, η Δημοκρατία της Σλοβενίας, η Σλοβακική Δημοκρατία, η Ιταλική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Φινλανδίας, η Πορτογαλική Δημοκρατία, η Ρουμανίας και το Βασίλειο της Σουηδίας | Τροποποιήσεις του Κοινοβουλίου |
Τροπολογία 1 Τίτλος | |
ΑΠΟΦΑΣΗ 2007/…/ΔΕΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος |
ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΛΑΙΣΙΟ 2007/…/ΔΕΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος |
|
( Η τροπολογία αυτή ισχύει για όλο το κείμενο, πράγμα που σημαίνει πως αν εγκριθεί θα χρειασθεί να γίνουν οι αντίστοιχες αλλαγές παντού) |
Αιτιολόγηση | |
Καθώς η πρωτοβουλία έχει να κάνει με τον σκοπό της προσέγγισης των νομοθεσιών και ρυθμίσεων των κρατών μελών, το κατάλληλο μέσο είναι μια απόφαση πλαίσιο και όχι μια απόφαση. | |
Τροπολογία 2 Αιτιολογική αναφορά 1 | |
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 30, παράγραφος 1, στοιχεία α) και β), το άρθρο 31, παράγραφος 1, στοιχείο α), το άρθρο 32 και το άρθρο 34, παράγραφος 2, στοιχείο γ), |
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 30, παράγραφος 1, στοιχεία α) και β), το άρθρο 31, παράγραφος 1, στοιχείο α), το άρθρο 32 και το άρθρο 34, παράγραφος 2, στοιχείο β), |
Τροπολογία 3 Αιτιολογική αναφορά 2α (νέα) | |
|
Έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων της 4ης Απριλίου 2007, |
Τροπολογία 4 Αιτιολογική σκέψη 1 | |
(1) (1) Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποδίδει θεμελιώδη σημασία στη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που αποτελεί βασικό μέλημα των λαών των κρατών που συγκροτούν την Ένωση. |
(1) Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποδίδει θεμελιώδη σημασία στο χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που αποτελεί θεμελιώδη ανάγκη των λαών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 5 Αιτιολογική σκέψη 10 | |
(10) Οι απαιτήσεις αυτές καλύπτονται από τη Σύμβαση του Prüm της 27ης Μαΐου 2005 μεταξύ του Βασιλείου του Βελγίου, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και της Δημοκρατίας της Αυστρίας σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδιαίτερα όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, του διασυνοριακού εγκλήματος και της παράνομης μετανάστευσης. Για να μπορέσουν να εκπληρωθούν οι ουσιαστικές απαιτήσεις του Προγράμματος της Χάγης ως προς όλα τα κράτη μέλη και ταυτοχρόνως να επιτευχθούν οι στόχοι του όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα, τα βασικά μέρη της Σύμβασης του Prüm χρειάζεται να καταστούν εφαρμοστέα ως προς όλα τα κράτη μέλη. Η παρούσα απόφαση του Συμβουλίου θα πρέπει να βασίζεται, συνεπώς, στις κύριες διατάξεις της Σύμβασης του Prüm. |
(10) Οι απαιτήσεις αυτές καλύπτονται από τη Σύμβαση του Prüm της 27ης Μαΐου 2005 μεταξύ του Βασιλείου του Βελγίου, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και της Δημοκρατίας της Αυστρίας σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδιαίτερα όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, του διασυνοριακού εγκλήματος και της παράνομης μετανάστευσης. Για την εκπλήρωση των ουσιαστικών απαιτήσεων του Προγράμματος της Χάγης ως προς όλα τα κράτη μέλη, η Σύμβαση του Prüm χρειάζεται να καταστεί εφαρμοστέα ως προς όλα τα κράτη μέλη. Η παρούσα απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου περιλαμβάνει συνεπώς ορισμένες από τις κύριες διατάξεις της Σύμβασης του Prüm, και συγκεκριμένα εκείνες που έχουν σχέση με την αστυνομική και δικαστική συνεργασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. |
Τροπολογία 6 Αιτιολογική σκέψη 11α (νέα) | |
|
(11a) Αυτές οι βελτιώσεις στην ανταλλαγή δεδομένων συνιστούν βήμα προόδου καθώς οι πληροφορίες τίθενται στη διάθεση των αστυνομικών υπαλλήλων στα κράτη μέλη. Θα πρέπει να διασφαλισθεί ότι είναι δεόντως αιτιολογημένη η αυτοματοποιημένη πρόσβαση στα εθνικά αρχεία DNA και στα αρχεία δακτυλικών αποτυπωμάτων όταν πρόκειται για δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. |
Αιτιολόγηση | |
Το διττό σύστημα πρόσβασης στα προσωπικά δεδομένα συνδυάζει την αρχή περί διαθεσιμότητας (αυτοματοποιημένες και αμοιβαίες έρευνες στις εθνικές βάσεις δεδομένων) και μια πιο παραδοσιακή προσέγγιση (έρευνα κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης). | |
Τροπολογία 7 Αιτιολογική σκέψη 15 | |
(15) Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να παρέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και μη προσωπικού χαρακτήρα με στόχο τη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών σε σχέση με σημαντικά γεγονότα με διασυνοριακή διάσταση. |
(15) Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να παρέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και μη προσωπικού χαρακτήρα με στόχο τη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών σε σχέση με σημαντικά γεγονότα με διασυνοριακή διάσταση και τούτο για να προληφθούν τρομοκρατικές ενέργειες. Η χορήγηση πληροφοριών πρέπει να είναι απαραίτητη και αναλογική και να βασίζεται σε συγκεκριμένες περιστάσεις από τις οποίες διαφαίνεται ότι μπορεί να διαπραχθούν εγκληματικές ενέργειες. |
Αιτιολόγηση | |
Πρέπει να αναφερθούν τόσο το κεφάλαιο 3 όσο και το 4, διότι βασίζονται στην υπόθεση πως υφίστανται σοβαροί λόγοι για να θεωρηθεί πως καταχωρισμένα άτομα θα προβούν σε εγκληματικές ενέργειες, και όχι σε περιστατικά ( ή αντικειμενικές πιθανότητες να συμβούν) εγκληματικών ενεργειών. | |
Τροπολογία 8 Αιτιολογική σκέψη 15 α (νέα) | |
|
(15α) Εντός του πλαισίου της εντολής της, η Europol θα πρέπει να έχει δυνατότητα πρόσβασης σε εθνικές βάσεις δεδομένων. |
Τροπολογία 9
Αιτιολογική σκέψη 16
(16) Δεδομένου ότι η διεθνής συνεργασία, ειδικότερα για την καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος, πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω, η παρούσα απόφαση, πέρα από το ότι βελτιώνει την ανταλλαγή πληροφοριών, θα πρέπει να επιτρέψει μεταξύ άλλων, τη στενότερη συνεργασία μεταξύ αστυνομικών αρχών, παραδείγματος χάριν μέσω κοινών επιχειρήσεων ασφαλείας (όπως, κοινών περιπολιών) και διασυνοριακών επεμβάσεων σε περίπτωση άμεσου κινδύνου για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα προσώπων. |
(16) Δεδομένου ότι η διεθνής συνεργασία, ειδικότερα για την καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος, πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω, η παρούσα απόφαση πλαίσιο, πέρα από το ότι βελτιώνει την ανταλλαγή πληροφοριών, θα πρέπει να επιτρέψει μεταξύ άλλων, τη στενότερη συνεργασία μεταξύ αστυνομικών αρχών, παραδείγματος χάριν μέσω κοινών επιχειρήσεων ασφαλείας (όπως, κοινών περιπολιών). |
|
Αιτιολόγηση
Αποκλείστηκαν από την παρούσα πρόταση οι κανόνες περί διασυνοριακών επεμβάσεων σε περίπτωση άμεσου κινδύνου για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα προσώπων.
Τροπολογία 10 Αιτιολογική σκέψη 18 | |
(18) Τα κράτη μέλη, γνωρίζοντας τη σημασία της παρούσας απόφασης για την προστασία των δικαιωμάτων των ατόμων, και συνειδητοποιώντας ότι η παροχή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε άλλο κράτος μέλος απαιτεί επαρκές επίπεδο προστασίας των δεδομένων εκ μέρους του λαμβάνοντος κράτους μέλους, θα πρέπει να μεριμνούν για την αποτελεσματική εφαρμογή όλων των κανόνων προστασίας δεδομένων που περιέχονται στην παρούσα απόφαση. |
(18)Το σύστημα επιτυχούς/μη επιτυχούς αναζήτησης(hit/no hit) παρέχει τη διάρθρωση για τη σύγκριση ανώνυμων προφίλ, στο πλαίσιο του οποίου συμπληρωματικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ανταλλάσσονται μόνο μετά από επιτυχή αναζήτηση, και εγγυάται επαρκές σύστημα προστασίας δεδομένων· εξυπακούεται ότι η παροχή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε άλλο κράτος μέλος απαιτεί επαρκές επίπεδο προστασίας των δεδομένων εκ μέρους του λαμβάνοντος κράτους μέλους. |
Αιτιολόγηση | |
Μολονότι αυτή η πρωτοβουλία επιτρέπει μόνο τη μετάδοση δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών, το επίπεδο της προβλεπόμενης προστασίας πρέπει να είναι επαρκές (και εναρμονισμένο). | |
Τροπολογία 11 Αιτιολογική σκέψη 18α (νέα) | |
|
(18α) Ειδικές κατηγορίες δεδομένων σχετικά με τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τις πολιτικές απόψεις, τα θρησκευτικά ή φιλοσοφικά πιστεύω, τη συμμετοχή σε πολιτικό κόμμα ή συνδικαλιστική ένωση, τον γενετήσιο προσανατολισμό ή την υγεία πρέπει να γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας μόνο αν κρίνεται απολύτως απαραίτητο, με τρόπο αναλογικό προς τη συγκεκριμένη περίπτωση και σύμφωνα με ειδικές διασφαλίσεις. |
Τροπολογία 12 Αιτιολογική σκέψη 18 β (νέα) | |
|
(18β) Αυτοί οι ειδικοί κανόνες περί προστασίας των δεδομένων δημιουργούνται ελλείψει καταλλήλου νομοθετήματος του τρίτου πυλώνα περί προστασίας των δεδομένων. Όταν εγκριθεί, αυτό το γενικό νομοθέτημα πρέπει να εφαρμόζεται σε ολόκληρο το χώρο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, υπό την προϋπόθεση πάντοτε ότι το επίπεδο προστασίας των δεδομένων είναι επαρκές και όχι κατώτερο από εκείνο που απορρέει από τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των ατόμων κατά την αυτόματη επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων από υπολογιστή της 28ης Ιανουαρίου 1981 και το πρόσθετο πρωτόκολλό της 8ης Νοεμβρίου 2001 και λαμβάνει υπόψη τη σύσταση αριθ. R (87) 15 της 17ης Σεπτεμβρίου 1987 της Επιτροπής των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης προς τα κράτη μέλη για τη ρύθμιση της χρήσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον αστυνομικό τομέα, ακόμη και στην περίπτωση που τα δεδομένα δεν υποβάλλονται σε αυτόματη επεξεργασία. |
Αιτιολόγηση | |
Η σχέση μεταξύ της απόφασης πλαισίου σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος και της απόφασης πλαισίου για την προστασία των δεδομένων. | |
Τροπολογία 13 Αιτιολογική σκέψη 18 γ (νέα) | |
|
(18γ) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να καλείται να γνωμοδοτεί για οποιοδήποτε μέτρο εφαρμογής της παρούσας απόφασης πλαισίου. |
Τροπολογία 14 Αιτιολογική σκέψη 18δ (νέα) | |
|
(18δ) Είναι απαραίτητο το Συμβούλιο να εγκρίνει το συντομότερο δυνατό την απόφαση πλαίσιο για τα δικονομικά δικαιώματα, προκειμένου να θεσπισθούν ορισμένοι ελάχιστοι κανόνες ως προς τη διαθεσιμότητα δικαστικής συνδρομής προς φυσικά πρόσωπα στα κράτη μέλη. |
Αιτιολόγηση | |
Ελλείψει αυτής της απόφασης πλαισίου, τα μόνα όρια στην εθνική νομοθεσία αποτελούν οι θεμελιώδεις αρχές και δικαιώματα που αναφέρονται στο άρθρο 7, παρ. 2 (όπως τροποποιήθηκε). | |
Τροπολογία 15 Αιτιολογική σκέψη 18ε (νέα) | |
|
(18ε) Σε ό,τι αφορά τη χορήγηση πληροφοριών και συνδρομής σε σχέση με σημαντικά γεγονότα και μαζικές συγκεντρώσεις, το γενικό πλαίσιο πρέπει να ρυθμισθεί σε συνδυασμό με την κοινή δράση 97/339/ΔΕΥ της 26ης Μαΐου 1997 που ενέκρινε το Συμβούλιο με βάση το άρθρο Κ3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με τη συνεργασία στον τομέα της δημόσιας τάξης και ασφάλειας1 και το ψήφισμα του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με την ασφάλεια των συνόδων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και άλλων εκδηλώσεων αντίστοιχης σπουδαιότητας2 καθώς και την Πρωτοβουλία του Βασιλείου των Κάτω Χωρών για έγκριση απόφασης του Συμβουλίου με σκοπό την ενίσχυση της διασυνοριακής αστυνομικής συνεργασίας σ' ό,τι αφορά τις συνεδριάσεις τις οποίες παρακολουθούν πολλά άτομα από περισσότερα από ένα κράτη μέλη, και όπου σκοπός της αστυνόμευσης είναι κατά κύριο λόγο η διατήρηση της τάξης και η ασφάλεια και η πρόληψη και καταπολέμηση αξιοποίνων πράξεων3.
|
|
1 ΕΕ L 147, 5.6.1997, σελ. 1. 2 ΕΕ C 116, 30.4.2004, σελ. 18. 3 ΕΕ C 101, 27.4.2005, σελ. 36. |
Αιτιολόγηση | |
Αυτό το γενικό πλαίσιο πρέπει να συντονισθεί με συγκεκριμένα μέσα. | |
Τροπολογία 16 Αιτιολογική σκέψη 20 | |
(20) Η παρούσα απόφαση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που καθιερώνονται ιδίως στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, |
(20) Η παρούσα απόφαση πλαίσιο σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται, ιδίως, από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, η παρούσα απόφαση πλαίσιο επιδιώκει να διασφαλίσει πλήρη συμμόρφωση με τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών για σεβασμό της ιδιωτικής ζωής τους και των επικοινωνιών τους και για την προστασία των προσωπικών δεδομένων τους όπως κατοχυρώνονται στα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη. |
Τροπολογία 17 Αιτιολογική σκέψη 20 α (νέα) | |
|
(20α) Η πλήρης επανεξέταση και αξιολόγηση της λειτουργίας της Σύμβασης Prüm έως σήμερα και η θέσπιση απόφασης-πλαισίου για προστασία των δεδομένων στο πλαίσιο του τρίτου πυλώνα αποτελούν προϋποθέσεις για την αποτελεσματικότητα την ορθή εφαρμογή της παρούσας απόφασης πλαισίου, |
Τροπολογία 18
Άρθρο 1, παράγραφος 1, εισαγωγή
Μέσω της παρούσας απόφασης, τα κράτη μέλη σκοπεύουν να αναβαθμίσουν τη διασυνοριακή συνεργασία σε θέματα που καλύπτονται από τον τίτλο IV της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ υπηρεσιών αρμόδιων για την πρόληψη και την διερεύνηση αξιόποινων πράξεων. Προς τον σκοπό αυτό, η παρούσα απόφαση περιέχει κανόνες στους εξής τομείς: |
Μέσω της παρούσας απόφασης πλαισίου, τα κράτη μέλη σκοπεύουν να αναβαθμίσουν τη διασυνοριακή συνεργασία σε θέματα που καλύπτονται από τον τίτλο IV της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ υπηρεσιών αρμόδιων για την πρόληψη και την διερεύνηση αξιόποινων πράξεων όπως αναφέρονται στο άρθρο 2 της απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου (2002/584/ΔΕΥ) της 13ης Ιουνίου 2002 σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών1 καθώς και σύμφωνα με τα άρθρα 1 έως 4 της απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου 2002/475/ΔΕΥ της 13ης Ιουνίου 2002 σχετικά με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας2,εξασφαλίζοντας συγχρόνως κατάλληλο επίπεδο προστασίας των δεδομένων. Προς τον σκοπό αυτό, η παρούσα απόφαση πλαίσιο περιέχει κανόνες στους εξής τομείς: |
|
|
1 ΕΕ L 190, 18.7.2002, σελ. 1. 2 ΕΕ L 164, 22.6.2002, σελ. 3.
|
|
|
( Η τροπολογία αυτή ισχύει για όλο το κείμενο, πράγμα που σημαίνει πως αν εγκριθεί θα χρειασθεί να γίνουν οι αντίστοιχες αλλαγές παντού) |
|
Αιτιολόγηση
Περιορισμός του πεδίου εφαρμογής της απόφασης πλαισίου στις αξιόποινες και τρομοκρατικές πράξεις που απαριθμούνται στο Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης και στην απόφαση που καθορίζει τις τρομοκρατικές πράξεις.
Τροπολογία 19
Άρθρο 1, σημείο 4
4) Διατάξεις όσον αφορά τους όρους και τη διαδικασία της αναβάθμισης της αστυνομικής συνεργασίας μέσω διάφορων μέτρων (Κεφάλαιο 5). |
4) Διατάξεις όσον αφορά τους όρους και τη διαδικασία της αναβάθμισης της αστυνομικής συνεργασίας μέσω διάφορων καθορισμένων μέτρων (Κεφάλαιο 5). |
|
Τροπολογία 20 Άρθρο 1, παράγραφος 1, σημείο 4α (νέο) | |
|
4α. Διατάξεις για την προστασία των δεδομένων (Κεφάλαιο 6, άρθρο 14, παράγραφος 2 και άρθρο 16, παράγραφοι 2 και 4). |
Αιτιολόγηση | |
Προκειμένου να προστεθούν κανόνες περί προστασίας των δεδομένων στο κεφάλαιο 6 στο στόχο και το πεδίο εφαρμογής της απόφασης πλαισίου. |
Τροπολογία 21
Άρθρο 1α (νέο)
|
Άρθρο 1α Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης πλαισίου: |
|
|
1) Ως "αξιόποινες πράξεις" νοούνται οι πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 της απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου 2002/584/ΔΕΥ· |
|
|
2) Ως "τρομοκρατικές πράξεις" νοούνται οι αξιόποινες εκείνες πράξεις που αναφέρονται στα άρθρα 1 έως 4 της απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου 2002/475/ΔΕΥ· |
|
|
3)Ως "δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα" νοούνται οποιεσδήποτε πληροφορίες έχουν σχέση με κάποιο φυσικό πρόσωπο που έχει αναγνωρισθεί ή δύναται να αναγνωρισθεί (πρόσωπο στο οποίο τα δεδομένα αναφέρονται)· ως "πρόσωπο δυνάμενο να αναγνωρισθεί" νοείται ένα πρόσωπο που μπορεί να αναγνωρισθεί, άμεσα ή έμμεσα, και συγκεκριμένα με αριθμό αναγνώρισης ή ένα ή περισσότερα στοιχεία που έχουν να κάνουν με τa σωματικά χαρακτηριστικά ή τη φυσιολογία του· |
|
|
4) Ως «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», οποιαδήποτε εργασία ή σειρά εργασιών που εκτελείται επί δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, είτε με αυτόματα μέσα είτε όχι, όπως η συλλογή, η καταχώρηση, η οργάνωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η μεταβολή, η διαλογή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η κοινολόγηση μέσω παροχής, διάδοσης ή άλλου τρόπου διάθεσης, η ευθυγράμμιση, ο συνδυασμός, το κλείδωμα, η διαγραφή ή η εξάλειψη δεδομένων. Η επεξεργασία κατά την έννοια της παρούσας απόφασης περιλαμβάνει επίσης την κοινοποίηση του κατά πόσον ήταν επιτυχής η αναζήτηση.· |
|
|
5) Ως «αυτοματοποιημένη διαδικασία αναζήτησης», η άμεση πρόσβαση στους αυτοματοποιημένους φακέλους άλλου φορέα, όπου η ανταπόκριση στη διαδικασία αναζήτησης δεν απαιτεί ανθρώπινη παρέμβαση· |
|
|
6) Ως «χαρακτηρισμός», η επισήμανση των αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα χωρίς σκοπό να περιορισθεί η επεξεργασία τους στο μέλλον· |
|
|
7) Ως «κλείδωμα», η επισήμανση των αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό να περιορισθεί η επεξεργασία τους στο μέλλον· |
|
|
8) Ως "μη κωδικοποιητικό τμήμα του DNA, "χρωμοσωμικές ζώνες που δεν περιέχουν γενετικά χαρακτηριστικά δηλ. δεν είναι γνωστό κατά πόσον παρέχουν πληροφορίες για συγκεκριμένα κληρονομικά χαρακτηριστικά· κατά παρέκβαση τυχόν επιστημονικής προόδου, καμιά περαιτέρω πληροφορία δεν αποκαλύπτεται από το μη κωδικοποιητικό τμήμα του DNA, είτε σήμερα είτε στο μέλλον. |
|
Αιτιολόγηση
Το άρθρο αυτό περιλαμβάνει ορισμούς που έχουν δοθεί προηγουμένως στα άρθρα 26 και 16, παρ. 1 καθώς και ορισμό των προσωπικών δεδομένων (ελλείψει γενικού πλαισίου για το θέμα αυτό) και των αξιοποίνων πράξεων (προκειμένου να επέλθει κάποια εναρμόνιση των κανόνων για την πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων άλλων κρατών μελών). Οι αξιόποινες πράξεις του καταλόγου των ευρωπαϊκού εντάλματος είναι πιο πιθανό να παραβιάζουν το χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης απ' ό, τι τα ήσσονα αδικήματα. Ως εκ τούτου, για να τηρηθούν οι απαιτήσεις περί συμπληρωματικότητας και αναλογικότητας, πρέπει να εξετασθούν στην παρούσα απόφαση πλαίσιο μόνο οι αξιόποινες αυτές πράξεις.
Τροπολογία 22 Άρθρο 1β (νέο) | |
|
Άρθρο 1β |
|
Τα κράτη μέλη κάνουν σαφή διάκριση ανάμεσα στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα |
|
- ενός προσώπου που είναι ύποπτο για διάπραξη ή συμμετοχή σε κάποια αξιόποινη πράξη, |
|
- ενός προσώπου που έχει καταδικασθεί για αξιόποινη πράξη, |
|
- ενός προσώπου για το οποίο υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες ότι θα διαπράξει αξιόποινη πράξη, |
|
- ενός προσώπου το οποίο θα μπορούσε να κληθεί να καταθέσει στις ανακρίσεις σε σχέση με αξιόποινες πράξεις ή επακόλουθη ποινική δίωξη, |
|
- ενός προσώπου το οποίο έχει πέσει θύμα αξιόποινης πράξης ή για το οποίο υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι θα πέσει θύμα αξιόποινης πράξης, |
|
- ενός προσώπου το οποίο μπορεί να παράσχει στοιχεία για αξιόποινες πράξεις· |
|
- κάποιου ο οποίος γνωρίζει ή συνδέεται με ένα από τα προαναφερθέντα πρόσωπα, και |
|
- ενός προσώπου το οποίο δεν εμπίπτει σε καμιά από τις προαναφερθείσες κατηγορίες. |
Τροπολογία 23 Άρθρο 2, παράγραφος 1 | |
1. Τα κράτη μέλη ανοίγουν και τηρούν εθνικούς φακέλους εξέτασης DNA για τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων. Η επεξεργασία των δεδομένων που διατηρούνται στους φακέλους αυτούς, δυνάμει της παρούσας απόφασης, εκτελείται σύμφωνα με την παρούσα απόφαση, τηρουμένου του εθνικού δικαίου που διέπει την επεξεργασία δεδομένων. |
1. Τα κράτη μέλη ανοίγουν και τηρούν εθνικούς φακέλους εξέτασης DNA για τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων. Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στους φακέλους αυτούς, δυνάμει της παρούσας απόφασης πλαισίου, εκτελείται σύμφωνα με του κανόνες περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων που αναφέρονται στο Κεφάλαιο 6, τηρουμένου του εθνικού δικαίου που διέπει την επεξεργασία δεδομένων. |
Αιτιολόγηση | |
Η εισαγωγή της διατύπωσης "επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα" όπως ορίζεται στο άρθρο 2α σκοπό έχει να αποσαφηνίσει ότι οι διατάξεις περί προστασίας των δεδομένων ισχύουν και για τη συλλογή (νέων) δεδομένων (και όχι μόνο για τα ήδη συγκεντρωμένα δεδομένα). | |
Τροπολογία 24 Άρθρο 2, παράγραφος 2 | |
2. Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας απόφασης, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα των δεδομένων αναφοράς από τους εθνικούς φακέλους εξέτασης DNA, όπως αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1. Τα δεδομένα αναφοράς περιλαμβάνουν μόνο προφίλ DNA που έχουν καταρτισθεί από το μη κωδικοποιητικό τμήμα του DNA και αριθμό αναφοράς. Τα δεδομένα αναφοράς δεν πρέπει να περιέχουν δεδομένα που να επιτρέπουν την άμεση αναγνώριση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται. Τα δεδομένα αναφοράς τα οποία δεν ανάγονται σε οποιοδήποτε πρόσωπο («μη αναγνωρισθέντα προφίλ DNA») πρέπει να επισημαίνονται. |
2. Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας απόφασης πλαισίου, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη δυνατότητα πρόσβασης στα δεδομένα αναφοράς από τους εθνικούς φακέλους εξέτασης DNA οι οποίοι έχουν ανοίξει για τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων. Τα δεδομένα αναφοράς περιλαμβάνουν μόνο προφίλ DNA που έχουν καταρτισθεί από το μη κωδικοποιητικό τμήμα του DNA και αριθμό αναφοράς. Τα δεδομένα αναφοράς δεν πρέπει να περιέχουν δεδομένα που να επιτρέπουν την άμεση αναγνώριση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται. Τα δεδομένα αναφοράς τα οποία δεν ανάγονται σε οποιοδήποτε πρόσωπο («μη αναγνωρισθέντα προφίλ DNA») πρέπει να επισημαίνονται. |
Αιτιολόγηση | |
Η λέξη "πρόσβαση" αντί για "διαθεσιμότητα" αποσαφηνίζει ότι τα δυο συστήματα δεν είναι όμοια, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 11α. Η αναφορά στους "εθνικούς φακέλους εξέτασης DNA οι οποίοι έχουν ανοίξει για τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων" τονίζει ότι η έρευνα σε άλλα είδη φακέλων DNA, όπως αυτοί που καταρτίζονται για λόγους υγείας ή έρευνας, δεν είναι αποδεκτή. | |
Τροπολογία 25 Άρθρο 3, παράγραφος 1 | |
1. Για τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, τα κράτη μέλη παρέχουν στα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών κρατών μελών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 6, πρόσβαση στα δεδομένα αναφοράς των φακέλων τους εξέτασης DNA, με εξουσία διεξαγωγής αυτοματοποιημένων αναζητήσεων μέσω σύγκρισης των προφίλ DNA. Η εξουσία αναζήτησης μπορεί να ασκείται μόνο σε ατομικές περιπτώσεις και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους. |
1. Για τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, τα κράτη μέλη παρέχουν στα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών κρατών μελών, πρόσβαση στα δεδομένα αναφοράς των φακέλων τους εξέτασης DNA, με εξουσία διεξαγωγής αυτοματοποιημένων αναζητήσεων μέσω σύγκρισης των προφίλ DNA. Η εξουσία αναζήτησης μπορεί να ασκείται μόνο σε ατομικές περιπτώσεις και σύμφωνα με τους κανόνες περί προστασίας των δεδομένων που ορίζονται στο Κεφάλαιο 6 και το εθνικό δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους. |
Τροπολογία 26 Άρθρο 5 | |
Εάν, κατά τη διαδικασία που αναφέρεται στα άρθρα 3 και 4, διαπιστώνεται αντιστοιχία μεταξύ προφίλ DNA, η παροχή οποιωνδήποτε διαθέσιμων περαιτέρω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και άλλων πληροφοριών σχετικά με τα δεδομένα αναφοράς διέπεται από το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων περί νομικής συνδρομής, του προς ο η αίτηση κράτους μέλους. |
Εάν, κατά τη διαδικασία που αναφέρεται στα άρθρα 3 και 4, διαπιστώνεται αντιστοιχία μεταξύ προφίλ DNA, η παροχή περαιτέρω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και άλλων πληροφοριών σχετικά με τα δεδομένα αναφοράς διέπεται από το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων περί νομικής συνδρομής, του προς ο η αίτηση κράτους μέλους και τους κανόνες περί προστασίας των δεδομένων που ορίζονται στο Κεφάλαιο 6 . |
Αιτιολόγηση | |
Η αναφορά για την προστασία των δεδομένων είναι ιδιαίτερα σχετική καθώς το Κεφάλαιο 6 ορίζει σε ποια προσωπικά δεδομένα μπορεί να υπάρξει πρόσβαση, προκειμένου να θεσπισθούν κοινοί κανόνες για όλα τα κράτη μέλη (και να μην εναπόκειται αποκλειστικά και μόνο στο εθνικό δίκαιο κάθε κράτους μέλους). | |
Τροπολογία 27 Άρθρο 6 | |
Άρθρο 6 Εθνικό σημείο επαφής και μέτρα εφαρμογής |
διαγράφεται |
1. Για τους σκοπούς της παροχής δεδομένων που αναφέρεται στα άρθρα 3 και 4, κάθε κράτος μέλος ορίζει εθνικό σημείο επαφής. Οι εξουσίες του εθνικού σημείου επαφής διέπονται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο. |
|
2. Οι λεπτομερείς τεχνικές ρυθμίσεις για τις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4 καθορίζονται στα μέτρα εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 34. |
|
Αιτιολόγηση | |
Η διάταξη αυτή πηγαίνει στο κεφάλαιο 7 (διατάξεις εφαρμογής και τελικές διατάξεις) | |
Τροπολογία 28 Άρθρο 7, παράγραφος 1, εισαγωγικό μέρος | |
Εάν, κατά τη διάρκεια έρευνας ή ποινικής διαδικασίας, δεν υπάρχει διαθέσιμο προφίλ DNA για συγκεκριμένο πρόσωπο το οποίο ευρίσκεται στο έδαφος του προς ο η αίτηση κράτους μέλους, το εν λόγω κράτος μέλος παρέχει νομική συνδρομή μέσω της συλλογής και της εξέτασης κυτταρικού υλικού από το πρόσωπο αυτό και της παροχής του αποκτηθέντος προφίλ DNA, εφόσον: |
1. Εάν, κατά τη διάρκεια έρευνας ή ποινικής διαδικασίας σε σχέση με τη διάπραξη αξιόποινων πράξεων δεν υπάρχει διαθέσιμο προφίλ DNA για συγκεκριμένο πρόσωπο το οποίο είναι ύποπτο ότι διέπραξε μια τέτοια αξιόποινη πράξη και το οποίο ευρίσκεται στο έδαφος του προς ο η αίτηση κράτους μέλους, το εν λόγω κράτος μέλος παρέχει νομική συνδρομή μέσω της συλλογής και της εξέτασης κυτταρικού υλικού από το πρόσωπο αυτό και της παροχής του αποκτηθέντος προφίλ DNA, εφόσον: |
Τροπολογία 29 Άρθρο 7, παράγραφος 1α (νέο) | |
|
1α. Η συλλογή κυτταρικού υλικού πραγματοποιείται μόνο βάσει του εθνικού δικαίου και μόνο για συγκεκριμένο σκοπό, πληροί δε τις απαιτήσεις περί αναγκαιότητας και αναλογικότητας. |
Αιτιολόγηση | |
Ο σεβασμός των θεμελιωδών αρχών και δικαιωμάτων πρέπει να τονίζεται στις περιπτώσεις όπου διακυβεύεται η συλλογή κυτταρικού υλικού. | |
Τροπολογία 30 Άρθρο 8 | |
Για τον σκοπό της εφαρμογής της παρούσας απόφασης, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα δεδομένων αναφοράς από τον φάκελο για τα εθνικά συστήματα αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων που έχουν δημιουργηθεί για την πρόληψη και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων. Τα δεδομένα αναφοράς περιλαμβάνουν μόνο δεδομένα σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα και αριθμό αναφοράς. Τα δεδομένα αναφοράς δεν πρέπει να περιέχουν δεδομένα που να επιτρέπουν την άμεση αναγνώριση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται. Τα δεδομένα αναφοράς τα οποία δεν ανάγονται σε οποιοδήποτε πρόσωπο (μη αναγνωρισθέντα δεδομένα σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα) πρέπει να επισημαίνονται. |
Για τον σκοπό της εφαρμογής της παρούσας απόφασης πλαισίου, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την πρόσβαση σε δεδομένα αναφοράς από τον φάκελο για τα εθνικά συστήματα αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων που έχουν δημιουργηθεί για την πρόληψη και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων. Τα δεδομένα αναφοράς περιλαμβάνουν μόνο δεδομένα σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα και αριθμό αναφοράς. Τα δεδομένα αναφοράς δεν πρέπει να περιέχουν δεδομένα που να επιτρέπουν την άμεση αναγνώριση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται. Τα δεδομένα αναφοράς τα οποία δεν ανάγονται σε οποιοδήποτε πρόσωπο (μη αναγνωρισθέντα δεδομένα σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα) πρέπει να επισημαίνονται. |
Τροπολογία 31 Άρθρο 9, παράγραφος 1 | |
1. Για την πρόληψη και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, τα κράτη μέλη παρέχουν στα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών κρατών μελών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11, πρόσβαση στα δεδομένα αναφοράς των συστημάτων αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων που έχουν δημιουργηθεί για τον σκοπό αυτό, με εξουσία διεξαγωγής αυτοματοποιημένων αναζητήσεων μέσω σύγκρισης των δεδομένων σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα. Η αναζήτηση μπορεί να ασκείται μόνο σε ατομικές περιπτώσεις και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους. |
1. Για την πρόληψη και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, τα κράτη μέλη παρέχουν στα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών κρατών μελών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11, πρόσβαση στα δεδομένα αναφοράς των συστημάτων αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων που έχουν δημιουργηθεί για τον σκοπό αυτό, με εξουσία διεξαγωγής αυτοματοποιημένων αναζητήσεων μέσω σύγκρισης των δεδομένων σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα. Η αναζήτηση μπορεί να ασκείται μόνο σε ατομικές περιπτώσεις και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του αιτούντος κράτους μέλους και τους κανόνες περί προστασίας των δεδομένων που ορίζονται στο Κεφάλαιο 6. |
Τροπολογία 32 Άρθρο 10 | |
Εάν, κατά τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 9, διαπιστώνεται αντιστοιχία μεταξύ δεδομένων σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα, η παροχή οποιωνδήποτε διαθέσιμων περαιτέρω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και άλλων πληροφοριών σχετικά με τα δεδομένα αναφοράς διέπεται από το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων περί νομικής συνδρομής, του προς ο η αίτηση κράτους μέλους. |
Εάν, κατά τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 9, διαπιστώνεται αντιστοιχία μεταξύ δεδομένων σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα, η παροχή περαιτέρω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και άλλων πληροφοριών σχετικά με τα δεδομένα αναφοράς διέπεται από το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων περί νομικής συνδρομής, του προς ο η αίτηση κράτους μέλους και τους κανόνες περί προστασίας των δεδομένων που ορίζονται στο Κεφάλαιο 6. |
Αιτιολόγηση | |
Η αναφορά στην προστασία των δεδομένων είναι ιδιαίτερα σχετική καθώς το κεφάλαιο 6 (αν τροποποιηθεί) ορίζει σε ποια προσωπικά δεδομένα μπορεί να υπάρξει πρόσβαση, προκειμένου να θεσπισθούν κοινοί κανόνες για όλα τα κράτη μέλη (και να μην εναπόκειται αποκλειστικά και μόνο στο εθνικό δίκαιο κάθε κράτους μέλους). | |
Τροπολογία 33 Άρθρο 11 | |
Άρθρο 11 Εθνικό σημείο επαφής και μέτρα εφαρμογής |
διαγράφεται |
1. Για τους σκοπούς της παροχής δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 9, κάθε κράτος μέλος ορίζει εθνικό σημείο επαφής. Οι εξουσίες του εθνικού σημείου επαφής διέπονται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο. |
|
2. Οι λεπτομερείς τεχνικές ρυθμίσεις για τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 9 καθορίζονται στα μέτρα εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 34. |
|
Αιτιολόγηση | |
Η διάταξη αυτή πηγαίνει στο κεφάλαιο 7 (διατάξεις εφαρμογής και τελικές διατάξεις) | |
Τροπολογία 34 Άρθρο 12, παράγραφος 1 | |
1. Για την πρόληψη και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων και κατά την αντιμετώπιση άλλων αδικημάτων που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία των δικαστηρίων ή της εισαγγελικής υπηρεσίας στο κράτος μέλος που προβαίνει στην αναζήτηση καθώς και για τη διατήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, τα κράτη μέλη παρέχουν στα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών κρατών μελών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, πρόσβαση στα κατωτέρω δεδομένα σχετικά με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, με εξουσία διεξαγωγής αυτοματοποιημένων αναζητήσεων σε ατομικές περιπτώσεις: |
1. Για την πρόληψη και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων και κατά την αντιμετώπιση άλλων αδικημάτων που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία των δικαστηρίων ή της εισαγγελικής υπηρεσίας στο κράτος μέλος που προβαίνει στην αναζήτηση, τα κράτη μέλη παρέχουν στα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών κρατών μελών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, πρόσβαση στα κατωτέρω δεδομένα σχετικά με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, με εξουσία διεξαγωγής αυτοματοποιημένων αναζητήσεων σε ατομικές περιπτώσεις: |
1) δεδομένα σχετικά με ιδιοκτήτες ή χρήστες, και |
1) δεδομένα σχετικά με ιδιοκτήτες ή χρήστες, και |
2) δεδομένα σχετικά με οχήματα. |
2) δεδομένα σχετικά με οχήματα. |
Οι αναζητήσεις μπορούν να διεξάγονται μόνο με πλήρες αριθμό αμαξώματος ή πλήρη αριθμό άδειας κυκλοφορίας. Η εξουσία αναζήτησης μπορεί να ασκείται μόνο σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους που προβαίνει στην αναζήτηση αυτή. |
Οι αναζητήσεις μπορούν να διεξάγονται μόνο με πλήρες αριθμό αμαξώματος ή πλήρη αριθμό άδειας κυκλοφορίας. Η εξουσία αναζήτησης μπορεί να ασκείται μόνο σύμφωνα με τους κανόνες περί προστασίας των δεδομένων που ορίζονται στο Κεφάλαιο 6 και το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους που προβαίνει στην αναζήτηση αυτή. |
Αιτιολόγηση | |
Η διαγραφή της φράσης "δημόσιας τάξης και ασφάλειας" ως αυτόνομου λόγου για αυτόματη έρευνα στα μητρώα των οχημάτων οφείλεται στο αόριστο των εννοιών (όταν δεν σχετίζονται με κάποιο συγκεκριμένο γεγονός) και το γεγονός ότι οι αντίστοιχες ανησυχίες για τη δημόσια τάξη και την ασφάλεια καλύπτονται από την ανάγκη να διερευνηθούν αξιόποινες ή άλλου είδους πράξεις (και συγκεκριμένα διοικητικής φύσης). | |
Τροπολογία 35 Άρθρο 12, παράγραφος 2 | |
2. Για τους σκοπούς της παροχής δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 1, κάθε κράτος μέλος ορίζει εθνικό σημείο επαφής. Οι εξουσίες του εθνικού σημείου επαφής διέπονται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο. Οι λεπτομερείς τεχνικές ρυθμίσεις για τη διαδικασία περιέχονται στα μέτρα εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 34. |
διαγράφεται |
Αιτιολόγηση | |
Η διάταξη αυτή πηγαίνει στο κεφάλαιο 7 (διατάξεις εφαρμογής και τελικές διατάξεις) | |
Τροπολογία 36 Άρθρο 14, παράγραφος 1 | |
1. Για την πρόληψη αξιόποινων πράξεων και τη διατήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας προκειμένου για σημαντικά γεγονότα με διασυνοριακή διάσταση, ιδίως αθλητικές εκδηλώσεις ή συνόδους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τα κράτη μέλη παρέχουν το ένα στο άλλο, έπειτα από αίτηση και κατόπιν δικής τους συμφωνίας, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όταν, από οριστικές καταδικαστικές αποφάσεις ή άλλες περιστάσεις, προκύπτουν εύλογες υπόνοιες ότι τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα θα διαπράξουν αξιόποινες πράξεις στο πλαίσιο του γεγονότος ή θα θέσουν σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, εφόσον η παροχή των δεδομένων αυτών επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο του παρέχοντος κράτους μέλους. |
1. Για την πρόληψη αξιόποινων πράξεων και τη διατήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας προκειμένου για σημαντικά γεγονότα με διασυνοριακή διάσταση, ιδίως αθλητικές εκδηλώσεις ή συνόδους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τα κράτη μέλη παρέχουν το ένα στο άλλο, έπειτα από αίτηση και κατόπιν δικής τους συμφωνίας, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα όταν, από οριστικές καταδικαστικές αποφάσεις ή άλλες περιστάσεις, προκύπτουν εύλογες υπόνοιες ότι τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα θα διαπράξουν αξιόποινες πράξεις στο πλαίσιο του γεγονότος ή θα θέσουν σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, εφόσον η παροχή των δεδομένων αυτών επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο του παρέχοντος κράτους μέλους και όταν κρίνεται αναγκαία και αναλογική σε μια δημοκρατική κοινωνία, για συγκεκριμένο λόγο και κατά περίπτωση. |
Τροπολογία 37 Άρθρο 15 | |
Άρθρο 15 Εθνικό σημείο επαφής |
διαγράφεται |
Για τους σκοπούς της παροχής δεδομένων κατά τα αναφερόμενα στα άρθρα 13 και 14, κάθε κράτος μέλος ορίζει εθνικό σημείο επαφής. Οι εξουσίες του εθνικού σημείου επαφής διέπονται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο. |
|
Αιτιολόγηση | |
Η διάταξη αυτή πηγαίνει στο κεφάλαιο 7 (διατάξεις εφαρμογής και τελικές διατάξεις) | |
Τροπολογία 38 Άρθρο 16, παράγραφος 1 | |
1. Για την πρόληψη τρομοκρατικών πράξεων, το κράτος μέλος μπορεί, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, σε ατομικές περιπτώσεις, ακόμη και χωρίς σχετική αίτηση, να παρέχει στα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών κρατών μελών, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και τις πληροφορίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2, εφόσον αυτό απαιτείται διότι από ειδικές περιστάσεις προκύπτουν εύλογες υπόνοιες ότι τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα θα διαπράξουν αξιόποινες πράξεις σύμφωνα με τα άρθρα 1 έως 3 της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. |
1. Για την πρόληψη τρομοκρατικών πράξεων, το κράτος μέλος μπορεί, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, τις βασικές αρχές του νόμου και τα θεμελιώδη δικαιώματα, σε ατομικές περιπτώσεις, ακόμη και χωρίς σχετική αίτηση, να παρέχει στα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών κρατών μελών, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και τις πληροφορίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2, εφόσον αυτό απαιτείται διότι από ειδικές περιστάσεις προκύπτουν εύλογες υπόνοιες ότι τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα θα διαπράξουν τρομοκρατικές πράξεις. |
Αιτιολόγηση | |
Η παράμετρος για τη χορήγηση πληροφοριών πρέπει να είναι το διεθνές και κοινοτικό δίκαιο και όχι μόνο το εθνικό δίκαιο. | |
Τροπολογία 39 Άρθρο 16, παράγραφος 2 | |
2. Τα δεδομένα που πρέπει να παρέχονται περιλαμβάνουν το ονοματεπώνυμο, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης και την περιγραφή των περιστάσεων από τις οποίες προκύπτουν οι εύλογες υπόνοιες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. |
2. Τα δεδομένα που πρέπει να παρέχονται περιλαμβάνουν μόνο δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και την περιγραφή των περιστάσεων από τις οποίες προκύπτουν οι εύλογες υπόνοιες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. |
Αιτιολόγηση | |
Καλύτερος ορισμός των προσωπικών δεδομένων που μπορούν να χορηγηθούν προτείνεται στο άρθρο 1α (όπως αυτό τροποποιήθηκε). | |
Τροπολογία 40 Άρθρο 16, παράγραφος 3 | |
3. Κάθε κράτος μέλος ορίζει εθνικό σημείο επαφής για την ανταλλαγή πληροφοριών με τα εθνικά σημεία επαφής των λοιπών κρατών μελών. Οι εξουσίες του εθνικού σημείου επαφής διέπονται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο. |
διαγράφεται |
Αιτιολόγηση | |
Η διάταξη αυτή πηγαίνει στο κεφάλαιο 7 (διατάξεις εφαρμογής και τελικές διατάξεις) | |
Τροπολογία 41 Άρθρο 16, παράγραφος 4α (νέα) | |
|
4α. Ανεξάρτητα από τις προϋποθέσεις αυτές, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να τύχουν επεξεργασίας μόνο για τους σκοπούς που ορίζονται επακριβώς στην παράγραφο 1. Τα δεδομένα που έχουν παρασχεθεί διαγράφονται χωρίς καθυστέρηση αμέσως μόλις οι σκοποί που ορίζονται στην παράγραφο 1 έχουν επιτευχθεί ή δεν μπορούν πλέον να επιτευχθούν, και εν πάση περιπτώσει όχι περισσότερο από δυο χρόνια από την ημερομηνία κατά την οποία παρασχέθηκαν. |
Αιτιολόγηση | |
Επειδή χρειάζεται οπωσδήποτε να προστατευθούν τα άτομα από τη χορήγηση των δεδομένων στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου, χρειάζεται ένας παρόμοιος περιοριστικός κανόνας για την κατοχή και διαγραφή δεδομένων όπως για την περίπτωση των σημαντικών γεγονότων. | |
Τροπολογία 42 Άρθρο 17, παράγραφος 2 | |
2. Κάθε κράτος μέλος μπορεί, ως κράτος μέλος υποδοχής, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και με τη συγκατάθεση του αποσπώντος κράτους μέλους, να αναθέτει εκτελεστικές εξουσίες σε όργανα των αποσπόντων κρατών μελών που συμμετέχουν σε κοινές επιχειρήσεις ή, εφόσον το επιτρέπει το δίκαιο του κράτους μέλους υποδοχής, να παρέχει στα όργανα των αποσπόντων κρατών μελών τη δυνατότητα να ασκούν τις εκτελεστικές εξουσίες τους σύμφωνα με το δίκαιο του αποσπώντος κράτους μέλους. Αυτές οι κυριαρχικές εξουσίες μπορούν να ασκούνται μόνο υπό την καθοδήγηση οργάνων του κράτους μέλους υποδοχής και κατά κανόνα παρουσία τους. Τα όργανα των αποσπώντων κρατών μελών υπόκεινται στο εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους υποδοχής. Το κράτος μέλος υποδοχής αναλαμβάνει την ευθύνη για τις πράξεις τους. |
2. Τα όργανα των αποσπώντων κρατών μελών υπόκεινται στο εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους υποδοχής. Κάθε κράτος μέλος μπορεί, ως κράτος μέλος υποδοχής, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και με τη συγκατάθεση του αποσπώντος κράτους μέλους, να αναθέτει εκτελεστικές εξουσίες σε όργανα των αποσπώντων κρατών μελών που συμμετέχουν σε κοινές επιχειρήσεις. Αυτές οι κυριαρχικές εξουσίες μπορούν να ασκούνται μόνο υπό τις οδηγίες οργάνων του κράτους μέλους υποδοχής και, κατά γενικό κανόνα, παρουσία τους. |
Αιτιολόγηση | |
Ο σαφής ορισμός του δικαίου που εφαρμόζεται στις κοινές επιχειρήσεις είναι πολύ σημαντικός για να επιτευχθούν αποτελέσματα. Οι διατάξεις για τις κυριαρχικές εξουσίες που παρέχονται στα όργανα των αποσπώντων κρατών μελών δεν είναι αρκετά σαφείς. Επί πλέον, το ενδεχόμενο να χρησιμοποιούνται οι κυριαρχικές εξουσίες χωρίς την παρουσία οργάνων από το κράτος υποδοχής πρέπει να περιορισθεί αυστηρά. |
Τροπολογία 43
Άρθρο 17 α (νέο)
|
Άρθρο 17α Μέτρα σε περίπτωση επαπειλούμενου κινδύνου |
|
|
1) Σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, τα όργανα ενός κράτους μέλους μπορούν, χωρίς προηγούμενη συναίνεση του άλλου κράτους μέλους, να διέλθουν τα κοινά σύνορα για να λάβουν στην συνοριακή περιοχή που βρίσκεται στην επικράτεια του άλλου κράτους μέλους, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους υποδοχής, οποιαδήποτε προσωρινά μέτρα είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση επαπειλούμενου κινδύνου κατά της σωματικής ακεραιότητας ατόμων. |
|
|
2) Κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, κατά την έννοια της παραγράφου 1, θεωρείται ότι προκύπτει όταν επαπειλείται υλοποίηση του κινδύνου σε περίπτωση αναμονής της επέμβασης ή της δραστηριοποίησης των οργάνων του κράτους μέλους υποδοχής, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2. |
|
|
3) Τα όργανα που διέρχονται τα σύνορα πρέπει να ενημερώνουν χωρίς καθυστέρηση το κράτος μέλος υποδοχής. Το κράτος μέλος υποδοχής επιβεβαιώνει ότι ενημερώθηκε και λαμβάνει χωρίς καθυστέρηση τα μέτρα που είναι αναγκαία για την αποτροπή του κινδύνου και αναλαμβάνει την ευθύνη της επιχείρησης. Τα όργανα που διέρχονται τα σύνορα μπορούν να δρουν εντός του κράτους μέλους υποδοχής μόνον έως ότου το κράτος μέλος υποδοχής λάβει τα αναγκαία προστατευτικά μέτρα. Απαιτείται από τα όργανα που διέρχονται τα σύνορα να ακολουθούν τις οδηγίες του κράτους μέλους υποδοχής. |
|
|
4) Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν σε χωριστή συμφωνία τις αρχές που, σύμφωνα με την παράγραφο 3, πρέπει να ενημερώνονται χωρίς καθυστέρηση. Απαιτείται από τα όργανα που διέρχονται τα σύνορα να ενεργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και με το δίκαιο του κράτους μέλους, στην επικράτεια του οποίου δραστηριοποιούνται. |
|
|
5) Το κράτος μέλος υποδοχής αναλαμβάνει την ευθύνη για τα μέτρα που λαμβάνουν τα όργανα που διέρχονται τα σύνορα. |
|
Αιτιολόγηση
Η εν λόγω τροπολογία είναι ταυτόσημη με την διατύπωση του άρθρου 25 της Σύμβασης του Prüm. Οι διατάξεις σχετικά με τη λήψη μέτρων σε περίπτωση άμεσου κινδύνου πρέπει επίσης να ενσωματωθούν στην απόφαση του Συμβουλίου, προκειμένου να διασφαλιστεί αποτελεσματικότερη αστυνομική συνεργασία στις συνοριακές περιοχές.
Τροπολογία 44
Άρθρο 18α (νέο)
|
Άρθρο 18α Συνεργασία κατόπιν αιτήσεως 1) Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών παρέχουν μεταξύ τους αμοιβαία συνδρομή κατόπιν αιτήσεως, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους και σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο. |
|
|
2) Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών παρέχουν μεταξύ τους αμοιβαία συνδρομή κατόπιν αιτήσεως, σύμφωνα με την πρώτη πρόταση του άρθρου 39, παράγραφος 1 της συμφωνίας της 19ης Ιουνίου 1990 για την εφαρμογή της Συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 σχετικά με την σταδιακή άρση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, κυρίως με |
|
|
1. την εξακρίβωση της ταυτότητας ιδιοκτητών και χρηστών οχημάτων και την παροχή πληροφοριών για οδηγούς οχημάτων και κυβερνήτες πλοίων και αεροσκαφών, εφόσον τούτο δεν προβλέπεται ήδη στο άρθρο 12, |
|
|
2. την παροχή πληροφοριών σχετικά με άδειες οδήγησης και πλοήγησης και παρόμοιες άδειες, |
|
|
3. την εξακρίβωση του τόπου παραμονής και κατοικίας ατόμων, |
|
|
4. τον έλεγχο των αδειών παραμονής, |
|
|
5. την εξακρίβωση της ταυτότητας συνδρομητών τηλεφωνικών υπηρεσιών και συνδρομητών άλλων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, εφόσον υπάρχει δημόσια πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα, |
|
|
6. την εξακρίβωση της ταυτότητας των ατόμων, |
|
|
7. τη διενέργεια ερευνών για την εξακρίβωση της προέλευσης αντικειμένων, όπως για παράδειγμα όπλων, αυτοκινήτων και σκαφών (έρευνες μέσω εμπορικών διαύλων), |
|
|
8. την παροχή δεδομένων από βάσεις δεδομένων και αρχεία της αστυνομίας και την παροχή πληροφοριών από επίσημα αρχεία στα οποία υπάρχει πρόσβαση του κοινού· |
|
|
9. την άμεση προειδοποίηση σχετικά με όπλα και εκρηκτικά καθώς και σε περιπτώσεις παραχάραξης χρήματος και πλαστογράφησης τίτλων, |
|
|
10. την άμεση προειδοποίηση σχετικά με όπλα και εκρηκτικά καθώς και σε περιπτώσεις παραχάραξης χρήματος και πλαστογράφησης τίτλων, |
|
|
11. την εξακρίβωση της προθυμίας ενός πληροφοριοδότη να προβεί σε μαρτυρίες. |
|
|
3) Σε περίπτωση που η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση δεν είναι αρμόδια για την διεκπεραίωσή της, τη διαβιβάζει στην αρμόδια αρχή. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενημερώνει την υποβάλλουσα αρχή σχετικά με τη διαβίβασή της και με την αρχή που είναι αρμόδια για τη διεκπεραίωσή της. Η αρμόδια αρχή διεκπεραιώνει την αίτηση και κοινοποιεί το αποτέλεσμα στην υποβάλλουσα αρχή. |
|
Αιτιολόγηση
Η εν λόγω τροπολογία είναι ταυτόσημη με την διατύπωση του άρθρου 27 της Σύμβασης του Prüm. Οι διατάξεις σχετικά με τη λήψη μέτρων σε περίπτωση άμεσου κινδύνου πρέπει επίσης να ενσωματωθούν στην απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου, προκειμένου να διασφαλιστεί αποτελεσματικότερη αστυνομική συνεργασία στις συνοριακές περιοχές.
Τροπολογία 45
Άρθρο 19, παράγραφος 1
1. Τα όργανα του αποσπώντος κράτους μέλους που συμμετέχουν σε κοινή επιχείρηση στο έδαφος άλλου κράτους μέλους μπορούν να φορούν τις εθνικές τους στολές. Μπορούν να φέρουν τα όπλα, πυρομαχικά και εξοπλισμό που τους επιτρέπει το εθνικό δίκαιο του αποσπώντος κράτους μέλους. Το κράτος μέλος υποδοχής μπορεί να απαγορεύει στα όργανα αποσπώντος κράτους μέλους να φέρουν συγκεκριμένα όπλα, πυρομαχικά ή εξοπλισμό. |
1. Τα όργανα του αποσπώντος κράτους μέλους μπορούν να φέρουν υπηρεσιακά όπλα, πυρομαχικά και εξοπλισμό που τους επιτρέπει το εθνικό δίκαιο του αποσπώντος κράτους μέλους. Το κράτος μέλος υποδοχής μπορεί να απαγορεύει στα όργανα αποσπώντος κράτους μέλους να φέρουν ορισμένα υπηρεσιακά όπλα, πυρομαχικά ή εξοπλισμό, υπό τον όρο ότι η δική του νομοθεσία επιβάλλει την ίδια απαγόρευση στα δικά του όργανα. |
|
Αιτιολόγηση
Το διαγραφέν κείμενο πήγε στην παράγραφο 2 α(νέα) του παρόντος άρθρου. Η διάταξη που επιτρέπει στα όργανα των αποσπώντων κρατών μελών να φέρουν υπηρεσιακά όπλα πρέπει να ευθυγραμμισθεί προς τις αντίστοιχες των εθνικών οργάνων.
Τροπολογία 46 Άρθρο 19, παράγραφος 2α (νέα) | |
|
2α. Τα όργανα του αποσπώντος κράτους μέλους που συμμετέχουν σε κοινή επιχείρηση στο έδαφος άλλου κράτους μέλους φορούν τις εθνικές τους στολές. Όλα τα μέλη της κοινής επιχείρησης πρέπει να φέρουν ένα κοινό διακριτικό σήμα. Το κράτος μέλος υποδοχής πρέπει να χορηγεί στα όργανα του αποσπώντος κράτους μέλους έγγραφο διαπίστευσης το οποίο να περιλαμβάνει το όνομα, το βαθμό και ψηφιακή φωτογραφία του οργάνου. |
Αιτιολόγηση | |
Οι κανόνες αυτοί, η έμπνευση για τους οποίους προέρχεται από τη συμβιβαστική λύση "Ομάδες άμεσης συνοριακής επέμβασης", δείχνουν να έχουν σχέση με την "κοινή" επιχείρηση, δηλαδή είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό σύνολο των στοιχείων της. | |
Τροπολογία 47 Άρθρο 24, παράγραφος 1 | |
1. Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, νοούνται ως: |
διαγράφεται |
1) «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», οποιαδήποτε εργασία ή σειρά εργασιών που εκτελείται επί δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, είτε με αυτόματα μέσα είτε όχι, όπως η συλλογή, η καταχώρηση, η οργάνωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η μεταβολή, η διαλογή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η κοινολόγηση μέσω παροχής, διάδοσης ή άλλου τρόπου διάθεσης, η ευθυγράμμιση, ο συνδυασμός, το κλείδωμα, η διαγραφή ή η εξάλειψη δεδομένων. Η επεξεργασία κατά την έννοια της παρούσας απόφασης περιλαμβάνει επίσης την κοινοποίηση του κατά πόσον ήταν επιτυχής η αναζήτηση, |
|
2) «αυτοματοποιημένη διαδικασία αναζήτησης», η άμεση πρόσβαση στους αυτοματοποιημένους φακέλους άλλου φορέα, με πλήρως αυτοματοποιημένη ανταπόκριση στη διαδικασία αναζήτησης, |
|
3) «χαρακτηρισμός», η επισήμανση των αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα χωρίς σκοπό να περιορισθεί η επεξεργασία τους στο μέλλον, |
|
4) «κλείδωμα», η επισήμανση των αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό να περιορισθεί η επεξεργασία τους στο μέλλον. |
|
Αιτιολόγηση | |
Οι ορισμοί υπάρχουν τώρα στο Κεφάλαιο 1. | |
Τροπολογία 48 Άρθρο 24, παράγραφος 2 | |
2. Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται στα δεδομένα που παρέχονται ή έχουν παρασχεθεί δυνάμει της παρούσας απόφασης, εκτός εάν προβλέπεται άλλως στα προηγούμενα Κεφάλαια. |
2. Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται στη συλλογή και την επεξεργασία υλικού DNA και δακτυλικών αποτυπωμάτων σε ένα κράτος μέλος, καθώς και στην παροχή περαιτέρω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας απόφασης πλαισίου. |
|
Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται επίσης στα δεδομένα που συλλέγονται ή έχουν συλλεχθεί δυνάμει της παρούσας απόφασης πλαισίου. |
Αιτιολόγηση | |
Σαφέστερη διατύπωση και πιο ευθυγραμμισμένη με την πρόταση του ΕΕΠΔ. | |
Τροπολογία 49 Άρθρο 25, παράγραφος 1α (νέα) | |
|
1a. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τους τις διάφορες κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τους διάφορους σκοπούς για τους οποίους συλλέγονται, προκειμένου να καταστεί δυνατή η θέσπιση προθεσμιών για την αποθήκευσή τους και κατάλληλων προϋποθέσεων για τη συλλογή, την περαιτέρω επεξεργασία και την διαβίβασή τους. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν πρόσωπα που δεν θεωρούνται ύποπτα για τέλεση αξιόποινης πράξης ή για συμμετοχή τους σε τέτοια πράξη ή που δεν έχουν καταδικαστεί για αξιόποινη πράξη, υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους συλλέχθηκαν και για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κατάλληλους περιορισμούς για την πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα και για τη διαβίβασή τους. |
Αιτιολόγηση | |
Ανάλογα με τον βαθμό ανάμειξης, πρέπει να ισχύουν ανάλογες διατάξεις περί προστασίας δεδομένων (αντιστοιχεί στην τροπ. 14 του κειμένου της 14ης Ιουνίου 2006 που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, με αντικείμενο την πρόταση της Επιτροπής για την απόφαση - πλαίσιο σχετικά με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις). | |
Τροπολογία 50 Άρθρο 25, παράγραφος 3 | |
3. Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται στα κράτη μέλη στα οποία η παροχή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την παρούσα απόφαση έχει αρχίσει ήδη δυνάμει της Σύμβασης, της 27ης Μαΐου 2005, μεταξύ του Βασιλείου του Βελγίου, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και της Δημοκρατίας της Αυστρίας σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, του διασυνοριακού εγκλήματος και της παράνομης μετανάστευσης («Σύμβαση του Prüm). |
διαγράφεται |
Αιτιολόγηση | |
Αυτή η εξαίρεση δεν χρειάζεται γιατί αρκεί μια ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου για να ελεγχθεί κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις. | |
Τροπολογία 51 Άρθρο 25, παράγραφος 3 α (νέα) | |
|
3α. Τα δεδομένα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της παρούσας απόφασης πλαισίου δεν διαβιβάζονται ούτε τίθενται στη διάθεση τρίτης χώρας ή οιουδήποτε διεθνούς οργανισμού. |
Τροπολογία 52 Άρθρο 26, παράγραφος 1 | |
1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το λαμβάνον κράτος μέλος επιτρέπεται μόνον για τους σκοπούς για τους οποίους έχουν παρασχεθεί τα δεδομένα σύμφωνα με την παρούσα απόφαση. H επεξεργασία για άλλους σκοπούς επιτρέπεται μόνο με προηγούμενη άδεια του κράτους μέλους που διαχειρίζεται τον φάκελο και υπό την επιφύλαξη μόνον του εθνικού δικαίου του λαμβάνοντος κράτους μέλους. Η άδεια αυτή μπορεί να δίδεται εφόσον η εν λόγω επεξεργασία για τους συγκεκριμένους άλλους σκοπούς επιτρέπεται δυνάμει του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους που χειρίζεται τον φάκελο. |
1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το λαμβάνον κράτος μέλος επιτρέπεται μόνον για τους σκοπούς για τους οποίους έχουν παρασχεθεί τα δεδομένα σύμφωνα με την παρούσα απόφαση πλαίσιο. H επεξεργασία για άλλους σκοπούς επιτρέπεται μόνο με προηγούμενη άδεια του κράτους μέλους που διαχειρίζεται τον φάκελο και υπό την επιφύλαξη μόνον του εθνικού δικαίου του λαμβάνοντος κράτους μέλους. Η άδεια αυτή μπορεί να δίδεται εφόσον η εν λόγω επεξεργασία για τους συγκεκριμένους άλλους σκοπούς επιτρέπεται δυνάμει του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους που χειρίζεται τον φάκελο και κατά περίπτωση. |
Τροπολογία 53 Άρθρο 27 | |
Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να υποβάλλονται σε επεξεργασία από τις αρχές, φορείς και δικαστήρια που είναι αρμόδια για την προώθηση των στόχων του άρθρου 26. Ιδίως, παρέχονται δεδομένα σε άλλες οντότητες μόνο με προηγούμενη άδεια του παρέχοντος κράτους μέλους και σύμφωνα με το δίκαιο του λαμβάνοντος κράτους μέλους. |
Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να υποβάλλονται σε επεξεργασία από τις αρχές, φορείς και δικαστήρια που είναι αρμόδια για την προώθηση των στόχων του άρθρου 26. Ιδίως, παρέχονται δεδομένα σε άλλες οντότητες μόνο με προηγούμενη άδεια του παρέχοντος κράτους μέλους, κατά περίπτωση και σύμφωνα με το δίκαιο του λαμβάνοντος κράτους μέλους. |
Τροπολογία 54
Άρθρο 28, παράγραφος 2α (νέα)
|
2α. Ειδικές κατηγορίες δεδομένων σχετικά με τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τις πολιτικές απόψεις, τα θρησκευτικά ή φιλοσοφικά πιστεύω, τη συμμετοχή σε πολιτικό κόμμα ή συνδικαλιστική ένωση, τον γενετήσιο προσανατολισμό ή την υγεία πρέπει να γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας μόνο αν κρίνεται απολύτως απαραίτητο, με τρόπο αναλογικό προς τη συγκεκριμένη περίπτωση και σύμφωνα με ειδικές διασφαλίσεις. |
|
Αιτιολόγηση
Η παροχή προσωπικών δεδομένων πρέπει να περιέχει μόνο ατομικά δεδομένα. Όλα τα άλλα δεδομένα πρέπει να ζητούνται με σαφή τρόπο από τις αρχές του αιτούντος τα δεδομένα κράτους μέλους και να κρίνονται αναγκαία.
Τροπολογία 55 Άρθρο 28, παράγραφος 3, στοιχείο (2) | |
2) μετά την πάροδο της ανώτατης περιόδου διατήρησης των δεδομένων που καθορίζει το εθνικό δίκαιο του παρέχοντος κράτους μέλους, εφόσον ο παρέχων φορέας ενημέρωσε τον λαμβάνοντα φορέα για αυτές τις ανώτατες περιόδους κατά την παροχή των δεδομένων. |
2) μετά την πάροδο της ανώτατης περιόδου των δυο ετών, εκτός από τις περιπτώσεις που ορίζονται στα άρθρα 14 και 16. |
Αιτιολόγηση | |
Χρειάζεται να προβλεφθεί η εναρμόνιση της περιόδου διατήρησης των δεδομένων προκειμένου να αποφευχθούν οι διαφορές στην προστασία των προσωπικών δεδομένων. | |
Τροπολογία 56 Άρθρο 29, παράγραφος 2, στοιχείο (1) | |
1) λαμβάνονται σύγχρονα τεχνικά μέτρα για την αποτελεσματική προστασία και ασφάλεια των δεδομένων, ιδίως όσον αφορά την εμπιστευτικότητα και την ακεραιότητά τους, |
1) λαμβάνονται τα καλύτερα διαθέσιμα τεχνικά μέτρα για την αποτελεσματική προστασία και ασφάλεια των δεδομένων, ιδίως όσον αφορά την εμπιστευτικότητα και την ακεραιότητά τους, |
Αιτιολόγηση | |
Στον τομέα της προστασίας των δεδομένων πρέπει να χρησιμοποιηθεί το κριτήριο των καλύτερων υπαρκτών μέσων (και όχι μόνο η χρήση των συνήθων μέσων). | |
Τροπολογία 57 Άρθρο 30, παράγραφος 2, εισαγωγικό μέρος | |
2. Τα κατωτέρω εφαρμόζονται στις αυτοματοποιημένες αναζητήσεις δεδομένων βάσει των άρθρων 3, 9 και 12 και στην αυτοματοποιημένη σύγκριση σύμφωνα με το άρθρο 4: |
διαγράφεται |
Αιτιολόγηση | |
Οι κανόνες για την τήρηση βιβλίου κίνησης και καταχώρησης πρέπει γενικά να ισχύουν στη διαβίβαση όλων των τύπων δεδομένων (αυτοματοποιημένων ή μη) και σε όλα τα είδη λόγων για την αίτηση δεδομένων (συμπεριλαμβανομένων και των περιπτώσεων των σοβαρών γεγονότων και της πρόληψης των τρομοκρατικών ενεργειών). |
Τροπολογία 58
Άρθρο 30, παράγραφος 4
4. Τα καταχωρηθέντα δεδομένα προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα έναντι της ανάρμοστης χρήσης και άλλων μορφών εσφαλμένης χρήσης, διατηρούνται δε επί δύο έτη. Μετά την περίοδο διατήρησης, τα καταχωρηθέντα δεδομένα διαγράφονται αμέσως. |
4. Τα καταχωρηθέντα δεδομένα προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα έναντι της ανάρμοστης χρήσης και άλλων μορφών εσφαλμένης χρήσης, διατηρούνται δε επί τρία έτη. Μετά την περίοδο διατήρησης, τα καταχωρηθέντα δεδομένα διαγράφονται αμέσως. |
|
Τροπολογία 59
Άρθρο 31, παράγραφος 1
1. Κατ’ αίτηση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα κατά το εθνικό δίκαιο, παρέχονται πληροφορίες σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, κατόπιν αποδείξεως της ταυτότητάς του, χωρίς υπέρμετρη δαπάνη, με γενικά κατανοητή διατύπωση και χωρίς απαράδεκτες καθυστερήσεις, σχετικά με τα δεδομένα τα οποία υποβλήθηκαν σε επεξεργασία όσον αφορά τα προσωπικά του στοιχεία, την καταγωγή τους, τον αποδέκτη ή τις ομάδες αποδεκτών, τον επιδιωκόμενο σκοπό της επεξεργασίας και τη νομική βάση της επεξεργασίας. Επιπλέον, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να ζητεί τη διόρθωση των ανακριβών δεδομένων και τη διαγραφή των δεδομένων που υποβλήθηκαν παράνομα σε επεξεργασία. |
1. Οι πληροφορίες για δεδομένα που έχουν συλλεγεί, δεδομένα που έχουν παρασχεθεί σε άλλα κράτη μέλη καθώς και οι άδειες σχετικά με τα δεδομένα αυτά παρέχονται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα χωρίς υπέρμετρη δαπάνη, με γενικά κατανοητή διατύπωση και χωρίς απαράδεκτες καθυστερήσεις, σχετικά με τα δεδομένα τα οποία υποβλήθηκαν σε επεξεργασία όσον αφορά τα προσωπικά του στοιχεία, την καταγωγή τους, τον αποδέκτη ή τις ομάδες αποδεκτών, τον επιδιωκόμενο σκοπό της επεξεργασίας και τη νομική βάση της επεξεργασίας. Επιπλέον, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να ζητεί τη διόρθωση των ανακριβών δεδομένων και τη διαγραφή των δεδομένων που υποβλήθηκαν παράνομα σε επεξεργασία, δικαίωμα το οποίο γνωστοποιείται στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.. |
|
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν επίσης ότι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, σε περίπτωση παράβασης των δικαιωμάτων του όσον αφορά την προστασία των δεδομένων, δύναται να καταθέσει πραγματική προσφυγή σε ανεξάρτητο δικαστήριο κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ή σε ανεξάρτητη αρχή ελέγχου κατά την έννοια του άρθρου 28 της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και ότι του παρέχεται η δυνατότητα να ζητήσει αποζημίωση ή άλλο νομικό αντιστάθμισμα. Οι λεπτομερείς δικονομικοί κανόνες για την επιδίωξη αυτών των δικαιωμάτων και οι λόγοι περιορισμού του δικαιώματος πρόσβασης διέπονται από τις σχετικές εθνικές νομικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου επιδιώκει τα δικαιώματά του το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. |
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν επίσης ότι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, σε περίπτωση παράβασης των δικαιωμάτων του όσον αφορά την προστασία των δεδομένων, δύναται να καταθέσει πραγματική προσφυγή σε ανεξάρτητο δικαστήριο κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ή σε ανεξάρτητη αρχή ελέγχου κατά την έννοια του άρθρου 28 της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών , και ότι του παρέχεται η δυνατότητα να ζητήσει αποζημίωση ή άλλο νομικό αντιστάθμισμα. Οι λεπτομερείς δικονομικοί κανόνες για την επιδίωξη αυτών των δικαιωμάτων και οι λόγοι περιορισμού του δικαιώματος πρόσβασης διέπονται από τις σχετικές εθνικές νομικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου επιδιώκει τα δικαιώματά του το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. |
|
Τροπολογία 60 Άρθρο 32α (νέο) | |
|
Άρθρο 32α |
|
Τα κράτη μέλη εγκρίνουν κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσουν την πλήρη εφαρμογή των διατάξεων αυτού του Κεφαλαίου και ορίζουν αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές κυρώσεις οι οποίες θα επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασής τους, και συγκεκριμένα των διατάξεων εκείνων που αποσκοπούν στο να εξασφαλισθεί το απόρρητο και η ασφάλεια της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. |
Αιτιολόγηση | |
Ελλείψει μιας απόφασης πλαισίου χρειάζεται μια διάταξη για ποινικές κυρώσεις προκειμένου να προληφθεί ή κατασταλεί η παράβαση των κανόνων περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων. | |
Τροπολογία 61 Άρθρο 32β (νέο) | |
|
Άρθρο 32β |
|
1. Για τους σκοπούς της παροχής δεδομένων όπως αναφέρεται στα άρθρα 3, 4, 9, 12, 14 και 16, κάθε κράτος μέλος ορίζει ένα ή περισσότερα εθνικά σημεία επαφής. |
|
2. Οι εξουσίες των εθνικών σημείων επαφής διέπονται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο. Τα εθνικά σημεία επαφής πρέπει να είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή. |
|
3.Ο κατάλογος όλων των εθνικών σημείων επαφής αποστέλλεται από κάθε κράτος μέλος στα άλλα κράτη μέλη και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 62 Άρθρο 33, παράγραφος 2 | |
2. Οι δηλώσεις που υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορούν να τροποποιούνται ανά πάσα στιγμή με την υποβολή δήλωσης στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου. Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου διαβιβάζει οποιεσδήποτε δηλώσεις λαμβάνει στα κράτη μέλη και την Επιτροπή. |
2. Οι δηλώσεις που υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορούν να τροποποιούνται ανά πάσα στιγμή με την υποβολή δήλωσης στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου. Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου διαβιβάζει οποιεσδήποτε δηλώσεις λαμβάνει στα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Επιτροπή. |
Αιτιολόγηση | |
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να διαδραματίσει ένα πιο σημαντικό ρόλο στην εκτέλεση αυτής της απόφασης πλαισίου. | |
Τροπολογία 63 Άρθρο 33, παράγραφος 2α (νέα) | |
|
2α. Οι δηλώσεις, εκτός από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 19, παρ. 4, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Αιτιολόγηση | |
Όλες οι δηλώσεις, πλην εκείνων που αναφέρονται σε συγκεκριμένα επιχειρησιακά σχέδια πρέπει να δημοσιεύονται για να τυγχάνουν ελέγχου. | |
Τροπολογία 64 Άρθρο 34 | |
Το Συμβούλιο θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης σε επίπεδο Ένωσης, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 34, παράγραφος 2, στοιχείο γ), δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης ΕΕ. |
1. Το Συμβούλιο θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα μόνον μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. |
|
2. Τα εκτελεστικά αυτά μέτρα κοινοποιούνται επίσης στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων που δύναται να δώσει τη γνώμη του/της σχετικά. |
Τροπολογία 65
Άρθρο 35
Κάθε κράτος μέλος φέρει τις επιχειρησιακές δαπάνες στις οποίες υποβάλλονται οι δικές του αρχές σε σχέση με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης. Σε ειδικές περιπτώσεις, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη μπορούν να συμφωνούν διαφορετικούς διακανονισμούς. |
Κάθε κράτος μέλος φέρει τις επιχειρησιακές δαπάνες στις οποίες υποβάλλονται οι δικές του αρχές σε σχέση με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης πλαισίου. Ωστόσο, ο γενικός προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβαρύνεται με τις δαπάνες σχετικά με τη λειτουργία των TESTA II (Διευρωπαϊκές Υπηρεσίες Τηλεματικής μεταξύ Διοικήσεων) ή οιουδήποτε άλλου δικτύου που χρησιμοποιείται για την ανταλλαγή των δεδομένων που αναφέρονται στο Κεφάλαιο 2 της παρούσας απόφασης πλαισίου. |
|
Τροπολογία 66
Άρθρο 36, παράγραφος 2
2. Τα κράτη μέλη μπορούν να συνάπτουν ή να θέτουν σε ισχύ διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή διακανονισμούς που αφορούν το πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης μετά την έναρξη της ισχύος της, στον βαθμό που οι εν λόγω συμφωνίες ή διακανονισμοί προβλέπουν την επέκταση ή διεύρυνση των στόχων της παρούσας απόφασης. |
2. Τα κράτη μέλη μπορούν να συνάπτουν ή να θέτουν σε ισχύ διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή διακανονισμούς που αφορούν το πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης πλαισίου μετά την έναρξη της ισχύος της, στον βαθμό που οι εν λόγω συμφωνίες ή διακανονισμοί προβλέπουν την επέκταση ή διεύρυνση των στόχων της παρούσας απόφασης πλαισίου, συμπεριλαμβανομένων των στόχων της παρούσας απόφασης πλαισίου για την προστασία των δεδομένων. |
|
Τροπολογία 67 Άρθρο 36, παράγραφος 4 | |
4. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, εντός … ετών από την έναρξη παραγωγής αποτελεσμάτων από την παρούσα απόφαση, τις ισχύουσες συμφωνίες ή διακανονισμούς, κατά την έννοια της παραγράφου 1, των οποίων επιθυμούν να συνεχίσουν την εφαρμογή. |
4. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, εντός … ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης πλαισίου, τις ισχύουσες συμφωνίες ή διακανονισμούς, κατά την έννοια της παραγράφου 1, των οποίων επιθυμούν να συνεχίσουν την εφαρμογή. |
Αιτιολόγηση | |
Πρέπει να διασφαλιστεί η συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σε περίπτωση μέτρων που αφορούν την απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου. |
Τροπολογία 68
Άρθρο 36, παράγραφος 5
5. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν επίσης στο Συμβούλιο και την Επιτροπή όλες τις νέες συμφωνίες ή διακανονισμούς, κατά την έννοια της παραγράφου 2, εντός τριών μηνών από την υπογραφή τους ή, στην περίπτωση πράξεων που έχουν υπογραφεί πριν από την έκδοση της παρούσας απόφασης, εντός τριών μηνών από την έναρξη της ισχύος τους. |
5. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν επίσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και την Επιτροπή όλες τις νέες συμφωνίες ή διακανονισμούς, κατά την έννοια της παραγράφου 2, εντός τριών μηνών από την υπογραφή τους ή, στην περίπτωση πράξεων που έχουν υπογραφεί πριν από την έκδοση της παρούσας απόφασης πλαισίου, εντός τριών μηνών από την έναρξη της ισχύος τους. |
|
Αιτιολόγηση
Πρέπει να διασφαλιστεί η συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σε περίπτωση μέτρων που αφορούν την απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου.
Τροπολογία 69
Άρθρο 37, παράγραφος 2
2. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και την Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων με τις οποίες μεταφέρονται στο οικείο εθνικό δίκαιο οι υποχρεώσεις τους βάσει της παρούσας απόφασης. Κατά τη διαβίβαση αυτή, κάθε κράτος μέλος μπορεί να δηλώνει ότι θα εφαρμόσει αμέσως την παρούσα απόφαση στις σχέσεις του με τα κράτη μέλη που έχουν προβεί στην ίδια κοινοποίηση. |
2. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου το κείμενο των διατάξεων με τις οποίες μεταφέρονται στο οικείο εθνικό δίκαιο οι υποχρεώσεις τους βάσει της παρούσας απόφασης πλαισίου. Κατά τη διαβίβαση αυτή, κάθε κράτος μέλος μπορεί να δηλώνει ότι θα εφαρμόσει αμέσως την παρούσα απόφαση πλαίσιο στις σχέσεις του με τα κράτη μέλη που έχουν προβεί στην ίδια κοινοποίηση. Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου διαβιβάζει τις κοινοποιήσεις που παραλαμβάνει στα κράτη μέλη, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Επιτροπή. |
|
Αιτιολόγηση
Συντονισμός του άρθρου 37 με το άρθρο 33
Τροπολογία 70 Άρθρο 37α (νέο) | |
|
Άρθρο 37α |
|
1. Το Συμβούλιο προβαίνει σε αξιολόγηση της διοικητικής, τεχνικής και οικονομικής εφαρμογής και εκτέλεσης της παρούσας απόφασης πλαισίου κάθε δύο έτη. |
|
2. Οι λεπτομέρειες της αυτοματοποιημένης αναζήτησης και σύγκρισης των δεδομένων DNA και δακτυλικών αποτυπωμάτων αξιολογούνται έξι μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της παρούσας απόφασης πλαισίου. Σ' ό, τι αφορά τα δεδομένα καταχώρησης οχημάτων, αυτή η πρώτη αξιολόγηση πραγματοποιείται τρεις μήνες μετά από αυτή την ημερομηνία. |
|
3. Οι εκθέσεις αξιολόγησης διαβιβάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Επιτροπή. |
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ
Κύριο Jean-Marie Cavada
Πρόεδρο
Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων
ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ
Θέμα: Γνωμοδότηση σχετικά με τη νομική βάση της πρωτοβουλίας για μια απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (2007/0804(CNS))
Κύριε Πρόεδρε,
Με επιστολή της 19 Απριλίου 2007, ζητήσατε από την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων να εξετάσει, σύμφωνα με το άρθρο 35, παράγραφος 2, του Κανονισμού, την ισχύ και την καταλληλότητα της νομικής βάσης της ανωτέρω πρότασης της Επιτροπής.
Η επιτροπή εξέτασε το εν λόγω ζήτημα κατά τη συνεδρίασή της στις 2 Μαΐου 2007.
Η νομική βάση που προτείνεται είναι το άρθρο 34, παράγραφος 2 στοιχείο (γ) της Συνθήκης ΕΕ. Ο εισηγητής της αρμόδιας επιτροπής κ. Correia θεωρεί, ωστόσο, ότι θα ήταν περισσότερο ενδεδειγμένη η έγκριση μιας απόφασης πλαίσιο σύμφωνα με το άρθρο 34, παράγραφος 2, στοιχείο (β) και όχι μιας απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 34, παράγραφος 2, στοιχείο (γ).
Κατά την άποψη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η ουσιώδης διαφορά μεταξύ αποφάσεων σύμφωνα με το άρθρο 34, παράγραφος 2, στοιχείο (γ) και αποφάσεων πλαίσιο σύμφωνα με το άρθρο 34, παράγραφος 2, στοιχείο (β) έγκειται στο ότι ενώ το Κοινοβούλιο καλείται να γνωμοδοτήσει σχετικά με την απόφαση ή την απόφαση πλαίσιο σύμφωνα με το άρθρο 39, παράγραφος 1 της Συνθήκης ΕΕ, το άρθρο 34, παράγραφος 2, στοιχείο (γ) εξουσιοδοτεί το Συμβούλιο στη συνέχεια να θεσπίζει μέτρα εφαρμογής με ειδική πλειοψηφία χωρίς διαβούλευση με το Κοινοβούλιο.
Σχετικές διατάξεις της Συνθήκης ΕΕ
Άρθρο 34
1. Στους τομείς που αναφέρονται στον παρόντα τίτλο, τα κράτη μέλη αλληλοενημερώνονται και διαβουλεύονται μεταξύ τους στα πλαίσια του Συμβουλίου προκειμένου να συντονίζουν τη δράση τους. Προς το σκοπό αυτό, καθιερώνουν συνεργασία μεταξύ των αντίστοιχων υπηρεσιών των διοικήσεών τους.
2. Το Συμβούλιο λαμβάνει μέτρα και προωθεί, με τις κατάλληλες μορφές και διαδικασίες, όπως ορίζονται στον παρόντα τίτλο, τη συνεργασία η οποία συμβάλλει στην επιδίωξη των στόχων της Ένωσης. Προς το σκοπό αυτό, αποφασίζοντας ομόφωνα κατόπιν πρωτοβουλίας οποιουδήποτε κράτους μέλους ή της Επιτροπής, το Συμβούλιο μπορεί:
α) να υιοθετεί κοινές θέσεις προσδιορίζοντας την προσέγγιση της Ένωσης ως προς συγκεκριμένο θέμα·
β) να υιοθετεί αποφάσεις-πλαίσιο με σκοπό την προσέγγιση των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών. Οι αποφάσεις-πλαίσιο δεσμεύουν τα κράτη μέλη ως προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα αλλά αφήνουν στην αρμοδιότητα των εθνικών αρχών την επιλογή του τύπου και των μέσων. Δεν παράγουν άμεσο αποτέλεσμα·
γ) να υιοθετεί αποφάσεις για οποιοδήποτε άλλο σκοπό συνεπή με τους στόχους του παρόντος τίτλου, αποκλειόμενης οποιασδήποτε προσέγγισης των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών. Οι αποφάσεις αυτές είναι δεσμευτικές και δεν παράγουν άμεσο αποτέλεσμα· το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή αυτών των αποφάσεων στο επίπεδο της Ένωσης·
δ) να καταρτίζει συμβάσεις, τις οποίες συνιστά στα κράτη μέλη προς αποδοχή σύμφωνα με τους αντίστοιχους συνταγματικούς τους κανόνες. Τα κράτη μέλη κινούν τις εφαρμοστέες διαδικασίες εντός προθεσμίας που ορίζεται από το Συμβούλιο.
Εκτός αν άλλως ορίζουν, οι συμβάσεις αυτές, αφού υιοθετηθούν τουλάχιστον από τα μισά κράτη μέλη, αρχίζουν να ισχύουν στα εν λόγω κράτη μέλη· τα μέτρα εφαρμογής των συμβάσεων αυτών θεσπίζονται από το Συμβούλιο με πλειοψηφία δύο τρίτων των Συμβαλλομένων Μερών.
Σκοπός και περιεχόμενο της πρωτοβουλίας για την έκδοση απόφασης του Συμβουλίου
Η προταθείσα απόφαση του Συμβουλίου αποσκοπεί στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και των διασυνοριακών εγκλημάτων με τη διευκόλυνση και ενίσχυση της διασυνοριακής συνεργασίας μέσω ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες με την πρόληψη και τη διερεύνηση των ποινικών αδικημάτων.
Ο δικαιολογητικός λόγος του μέσου αυτού προκύπτει ως εξής από το προοίμιο: Για μια πραγματική διεθνή συνεργασία στον τομέα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος, έχει πρωταρχική σημασία να είναι δυνατή η γρήγορη και αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών. Ο στόχος είναι να εισαχθούν διαδικασίες για την προώθηση ταχέων, αποτελεσματικών και οικονομικών μέσων ανταλλαγής δεδομένων. Για την κοινή χρήση των δεδομένων, οι διαδικασίες αυτές πρέπει να υπόκεινται σε λογοδοσία και να περιλαμβάνουν κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά την ακρίβεια και την ασφάλεια των δεδομένων κατά τη διαβίβαση και την αποθήκευση καθώς και τρόπους καταχώρησης της ανταλλαγής δεδομένων και περιορισμούς της χρήσης των πληροφοριών που ανταλλάσσονται. Οι απαιτήσεις αυτές καλύπτονται από τη σύμβαση του Prüm της 27ης Μαΐου 2005 μεταξύ του Βελγίου, της Γερμανίας, της Ισπανίας, της Γαλλίας, του Λουξεμβούργου, της Ολλανδίας και της Αυστρίας σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδιαίτερα όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, του διασυνοριακού εγκλήματος και της παράνομης μετανάστευσης. Για να μπορέσουν να εκπληρωθούν οι ουσιαστικές απαιτήσεις του προγράμματος της Χάγης ως προς όλα τα κράτη μέλη και ταυτοχρόνως να επιτευχθούν οι στόχοι του όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα, τα βασικά μέρη της σύμβασης του Prüm χρειάζεται να καταστούν εφαρμοστέα ως προς όλα τα κράτη μέλη. Η παρούσα απόφαση του Συμβουλίου θα πρέπει να βασίζεται, συνεπώς, στις κύριες διατάξεις της σύμβασης του Prüm.
Ο σκοπός και το περιεχόμενο του εγγράφου, σύμφωνα με το προοίμιο μπορεί να αναλυθεί ως ακολούθως:
Η αιτιολογική σκέψη 2 καθιστά σαφές ότι ένας από τους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης έγκειται στο να προσφέρει υψηλό βαθμό ασφάλειας στους πολίτες εντός ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης "με την ανάπτυξη κοινών διαδικασιών μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις".
Η αιτιολογική σκέψη 9 τονίζει ότι η ανταλλαγή πληροφοριών "για μια πραγματική διεθνή συνεργασία" απαιτεί διαδικασίες στα κράτη μέλη "για την προώθηση ταχέων, αποτελεσματικών και οικονομικών μέσων ανταλλαγής δεδομένων".
Το προοίμιο αναλύει στη συνέχεια την ανάγκη για ένα "σύστημα επιτυχούς/ μη επιτυχούς αναζήτησης" που θα επιτρέπει στο κράτος μέλος που προβαίνει στην αναζήτηση να έχει πρόσβαση σε δεδομένα άλλων κρατών μελών, σε αυτοματοποιημένους φακέλους εξέτασης DΝΑ και συστήματα αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων. Τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν δικαιώματα πρόσβασης σε αυτοματοποιημένους φακέλους εξέτασης DΝΑ άλλων κρατών μελών. Όλα αυτά μπορεί να επιτευχθούν με τη δικτύωση των εθνικών βάσεων δεδομένων.
Εξάλλου αυτό θα καταστήσει δυνατή τη στενή συνεργασία μεταξύ των αστυνομικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων κοινών επιχειρήσεων ασφάλειας και διασυνοριακών επεμβάσεων.
Επιπλέον το προοίμιο αναφέρεται στη διασφάλιση του δικαιώματος προστασίας της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Δεδομένου ότι δεν είναι δυνατή η διενέργεια προηγούμενων ελέγχων σε περίπτωση διασυνοριακής επιγραμμικής πρόσβασης στις βάσεις δεδομένων, είναι απαραίτητη η διεξαγωγή εκ των υστέρων παρακολούθησης. Η αιτιολογική σκέψη 18 καθιστά σαφές ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν για την "αποτελεσματική εφαρμογή όλων των κανόνων προστασίας δεδομένων που περιέχονται στην παρούσα απόφαση".
Το κεφάλαιο ΙΙ αφορά την επιγραμμική πρόσβαση και τις αιτήσεις επακόλουθων ενεργειών και περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με τα προφίλ DNA, τα δεδομένα σχετικά με δακτυλικά αποτυπώματα και τα δεδομένα σχετικά με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων. Όλα τα τμήματα αναφέρονται σε "εθνικά σημεία επαφής" που είναι αρμόδια για την παροχή των δεδομένων και που διέπονται από το "εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο" (άρθρα 6, 11 και 12).
Το κεφάλαιο ΙΙΙ που αφορά "σημαντικά γεγονότα" καθιστά σαφές ότι η παροχή δεδομένων μη προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να πραγματοποιείται "σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του παρέχοντος κράτους μέλους" (άρθρο 13).
Το κεφάλαιο ΙV αφορά την παροχή πληροφοριών για την πρόληψη τρομοκρατικών πράξεων και ορίζει ότι το παρέχον κράτος μέλος "σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο" επιβάλλει όρους για τη χρήση των σχετικών δεδομένων και πληροφοριών από το λαμβάνον κράτος μέλος, το οποίο δεσμεύεται από τους όρους αυτούς (άρθρο 16).
Το κεφάλαιο V ρυθμίζει άλλες μορφές συνεργασίας, όπως κοινές επιχειρήσεις, για τις οποίες είναι απαραίτητο να ληφθεί υπόψη τι "επιτρέπει το δίκαιο του κράτους μέλους" και, όσον αφορά τους κανόνες περί αστικής ευθύνης το "δίκαιο του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου δρουν" (άρθρα 17 και 21).
Το κεφάλαιο VΙ θεσπίζει γενικές διατάξεις σχετικά με την προστασία των δεδομένων και καθιστά σαφές ότι "κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει στο εθνικό του δίκαιο επίπεδο προστασίας τουλάχιστον ισοδύναμο με εκείνο που απορρέει από τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασίας των ατόμων" (άρθρα 25 και 27).
Το πρόβλημα
Η επιστολή του προέδρου της αρμόδιας επιτροπής ορίζει τα εξής:
"Η πρωτοβουλία επιδιώκει την προσέγγιση των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών. Υπό τις συνθήκες αυτές, ο εισηγητής θεωρεί ότι θα ήταν περισσότερο ενδεδειγμένη η έγκριση μιας απόφασης πλαίσιο σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 2, στοιχείο (β) και όχι μιας απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 2, στοιχείο (γ)".
Το ζήτημα έγκειται συνεπώς στο κατά πόσο το προταθέν μέσο έχει ως στόχο την προσέγγιση των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών και αν, συνεπώς, το μέσο πρέπει να λάβει τη μορφή απόφασης πλαίσιο κατά την έννοια του άρθρου 34 παράγραφος 2, στοιχείο (β) ή απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 2, στοιχείο (γ), δεδομένου ότι η διάταξη αυτή αποκλείει ρητώς την προσέγγιση των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών.
Γενικές αρχές σχετικά με τη νομική βάση στηριζόμενες στη νομολογία
Όλες οι κοινοτικές πράξεις πρέπει να θεμελιώνονται σε νομική βάση που απορρέει από τη Συνθήκη (ή από άλλη νομική πράξη την οποία αυτές πρόκειται να εφαρμόσουν). Η νομική βάση ορίζει την αρμοδιότητα της Κοινότητας ratione materiae και καθορίζει τον τρόπο άσκησης της αρμοδιότητας αυτής, δηλαδή το νομοθετικό μέσο / τα νομοθετικά μέσα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί/ χρησιμοποιηθούν και τη διαδικασία λήψης απόφασης.
Από την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει σαφώς ότι η επιλογή της νομικής βάσης δεν υπάγεται στη διακριτική ευχέρεια του κοινοτικού νομοθέτη αλλά πρέπει να καθορίζεται από αντικειμενικούς παράγοντες επιδεκτικούς δικαστικού ελέγχου[1], όπως ο σκοπός και το περιεχόμενο του υπό εξέταση μέτρου[2]. Εξάλλου, αποφασιστικό παράγοντα πρέπει να αποτελεί ο κύριος στόχος ενός μέτρου[3].
Αξιολόγηση
Επιβάλλεται να διατυπωθούν δύο προκαταρκτικές παρατηρήσεις· αν και η πρώτη δεν επηρεάζει άμεσα την καταλληλότητα της νομικής βάσης που επέλεξε το Συμβούλιο, είναι ωστόσο εξίσου σημαντική.
Στη σύνοδο κορυφής του Εδιμβούργου, τα κράτη μέλη συμφώνησαν ότι η αρχή της αναλογικότητας που έχει θεσπιστεί στο άρθρο 3Β (τρίτη παράγραφος) της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 5) πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα ότι ανεξαρτήτως της απαιτούμενης νομοθετικής παρέμβασης της Κοινότητας, πρέπει να δίδεται προτεραιότητα στις οδηγίες έναντι των κανονισμών και στις οδηγίες πλαίσιο έναντι των λεπτομερών μέτρων. Η ίδια άποψη υιοθετήθηκε στη συνέχεια το πρωτόκολλο για την επικουρικότητα και την αναλογικότητα που προσαρτήθηκε στη Συνθήκη του Άμστερνταμ και στο Λευκό Βιβλίο για την Ευρωπαϊκή Διακυβέρνηση[4].
Δεύτερον, και η παρατήρηση αυτή αφορά άμεσα το ζήτημα της καταλληλότητας της επιλεγείσας νομικής βάσης, το Δικαστήριο κατέστησε σαφές στην απόφασή του της 16ης Ιουνίου 2005 στην Υπόθεση C-105/03 Pupino, ότι η διατύπωση του άρθρου 34 παράγραφος 2, στοιχείο (β) ΕΕ είναι στενά συνδεδεμένη με την αντίστοιχη της τρίτης παραγράφου του άρθρου 249 ΕΚ. Το άρθρο 34 παράγραφος, στοιχείο (β) ΕΕ προσδίδει δεσμευτικό χαρακτήρα στις αποφάσεις πλαίσιο υπό την έννοια ότι αυτές "δεσμεύουν" τα κράτη μέλη "ως το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα αλλά αφήνουν στην αρμοδιότητα των εθνικών αρχών την επιλογή του τύπου και των μέσων" (παράγραφος 33). Συνεπώς η απόφαση πλαίσιο ισοδυναμεί με μια οδηγία του πρώτου πυλώνα, χωρίς ωστόσο άμεσο αποτέλεσμα.
Δεδομένου ότι οι "αποφάσεις" κατά την έννοια του άρθρου 34 παράγραφος 2, στοιχείο (γ) αποκλείουν ρητώς οποιαδήποτε προσέγγιση των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων, είναι αυτονόητο ότι εάν η υπό εξέταση πρωτοβουλία συνεπάγεται οποιαδήποτε προσέγγιση, αυτή θα πρέπει αντιθέτως να λάβει τη μορφή μιας απόφασης πλαίσιο σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 2, στοιχείο (β).
Στη συνάρτηση αυτή σημειώνεται ότι στη γνωμοδότησή του της 12ης Σεπτεμβρίου 2006 στην Υπόθεση C-303/05 Advocaten voor de Wereld κατά Leden van de Ministerraad, o Γενικός Εισαγγελέας Ruiz-Jarabo Colomer υποστήριξε ότι η απόφαση πλαίσιο σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης αποτελούσε διάταξη εναρμόνισης δεδομένου ότι "τα εντάλματα σύλληψης έχουν μακρά παράδοση στο πλαίσιο των ποινικών δικονομικών διατάξεων των κρατών μελών και, σε ορισμένες περιπτώσεις, υπαγόμενες σε συγκεκριμένες προϋποθέσεις, η απόφαση πλαίσιο τους προσδίδει διασυνοριακό χαρακτήρα, δηλαδή ένα σκοπό που απαιτεί προσέγγιση των σχετικών εθνικών κανόνων" (παράγραφος 49). Επισήμανε (στην παράγραφο 55) ότι οι υπόλοιπες πράξεις - αποφάσεις πλαίσιο, αποφάσεις και συμβάσεις - είναι κατάλληλες για μέτρα που απαιτούν μεταφορά στο εθνικό δίκαιο. Ωστόσο, η παρούσα διαδικασία δεν αφορά τις αποφάσεις του άρθρου 34 παράγραφος 2, στοιχείο (γ) ΕΕ, επειδή το άρθρο αποκλείει την έγκρισή τους για σκοπούς εναρμόνισης, η οποία είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της διαδικασίας του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.
Ωσαύτως, η υπό εξέταση πρωτοβουλία χρησιμοποιεί τους υφιστάμενους μηχανισμούς - διαδικασίες για δικαιώματα πρόσβασης σε αυτοματοποιημένους φακέλους εξέτασης DΝΑ, συστήματα αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων και άδειας κυκλοφορίας οχημάτων - και, σε ορισμένες περιπτώσεις, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, τους παρέχει διασυνοριακό αποτέλεσμα, το οποίο, όπως προκύπτει με απόλυτη σαφήνεια από την ανάλυση του κειμένου, απαιτεί προσέγγιση των σχετικών εθνικών κανόνων. Επιπλέον, το κείμενο στην παρούσα φάση εξέτασής του από το Συμβούλιο περιλαμβάνει ένα ουσιώδες κεφάλαιο για την προστασία των δεδομένων, το οποίο επίσης μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά προσέγγιση των εθνικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων.
Συνεπώς υποστηρίζεται ότι η πρωτοβουλία για μια απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος, πρέπει να λάβει τη μορφή μιας απόφασης πλαίσιο και να βασιστεί στο άρθρο 34 παράγραφος 2, στοιχείο (β) της Συνθήκης ΕΕ και όχι τη μορφή μιας απόφασης βάσει του άρθρου 34 παράγραφος 2, στοιχείο (γ).
Κατά τη συνεδρίασή της στις 2 Μαΐου 2007, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων αποφάσισε συνεπώς ομόφωνα[5], να σας συστήσει ότι υπό το φως των προηγηθέντων, η πρωτοβουλία για μια απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (2007/0804 (CNS)) πρέπει να βασιστεί στο άρθρο 34 παράγραφος 2, στοιχείο (β) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Με εξαιρετική εκτίμηση,
Giuseppe Gargani
- [1] Υπόθεση 45/86, Επιτροπή κατά Συμβουλίου (1978) Συλλ.1439, παράγραφος 5
- [2] Υπόθεση C-300/89, Επιτροπή κατά Συμβουλίου (1991) Συλλ. Ι-287, παράγραφος 10, και Υπόθεση C-42/97, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου (1999) Συλλ. Ι-869, παράγραφος 36.
- [3] Υπόθεση C-377/98, Ολλανδία κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (2001) ECR Ι-7079, παράγραφος 27.
- [4] Βλ. Prechal, Αποχαιρετισμός στην Οδηγία; Επιθεώρηση Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου, Ι: 481-494, 2005.
- [5] Ήταν παρόντες κατά την ψηφοφορία οι βουλευτές Giuseppe Gargani (πρόεδρος), Cristian Dumitrescu, Francesco Enrico Speroni (αντιπρόεδρος), Manuel Medina Ortega (συντάκτης γνωμοδότησης), Mario Borghezio, Mogens N.J. Camre, Carlo Casini, Bert Doorn, Klaus-Heiner Lehne, Eva Lichtenberger, Antonio Masip Hidalgo, Aloyzas Sakalas, Gary Titley, Diana WallisJaroslav Zvěřina.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Τίτλος |
Σύμβαση του Prüm : αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος |
|||||||
Έγγραφα αναφοράς |
06566/2007 - C6-0079/2007 - 2007/0804(CNS) |
|||||||
Ημερομηνία κλήσης του ΕΚ προς γνωμοδότηση |
1.3.2007 |
|||||||
Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
LIBE 13.3.2007 |
|||||||
Εισηγητής(ές) Ημερομηνία ορισμού |
Fausto Correia 20.3.2007 |
|
|
|||||
Αμφισβήτηση της νομικής βάσης Ημερομ. γνωμοδότησης JURI |
JURI 2.5.2007 |
|
|
|
||||
Εξέταση στην επιτροπή |
20.3.2007 |
11.4.2007 |
23.4.2007 |
7.5.2007 |
||||
|
21.5.2007 |
|
|
|
||||
Ημερομηνία έγκρισης |
21.5.2007 |
|
|
|
||||
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
32 0 1 |
||||||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Alexander Alvaro, Giusto Catania, Mladen Petrov Chervenyakov, Carlos Coelho, Fausto Correia, Παναγιώτης Δημητρίου, Agustín Díaz de Mera García Consuegra, Claudio Fava, Kinga Gál, Patrick Gaubert, Lilli Gruber, Jeanine Hennis-Plasschaert, Magda Kósáné Kovács, Wolfgang Kreissl-Dörfler, Barbara Kudrycka, Σταύρος Λαμπρινίδης, Henrik Lax, Kartika Tamara Liotard, Sarah Ludford, Javier Moreno Sánchez, Martine Roure, Károly Ferenc Szabó, Søren Bo Søndergaard, Adina-Ioana Vălean, Ιωάννης Βαρβιτσιώτης, Manfred Weber, Tatjana Ždanoka |
|||||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Inés Ayala Sender, Simon Busuttil, Iratxe García Pérez, Sylvia-Yvonne Kaufmann, Bill Newton Dunn, Herbert Reul, Rainer Wieland |
|||||||
Ημερομηνία κατάθεσης |
24.5.2007 |
|||||||