ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με ειδικά προβλήματα στη μεταφορά και εφαρμογή της νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις και τη σχέση της με την ατζέντα της Λισαβόνας

11.6.2007 - (2006/2084(INI))

Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών
Εισηγήτρια: Arlene McCarthy

Διαδικασία : 2006/2084(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0226/2007
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0226/2007
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με ειδικά προβλήματα στη Μεταφορά και Εφαρμογή της νομοθεσίας για τις Δημόσιες Συμβάσεις και τη σχέση της με την ατζέντα της Λισαβόνας

(2006/2084(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–    έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

–    έχοντας υπόψη την οδηγία 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Ιουνίου 1992 για τον συντονισμό των διαδικασιών δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών[1],

–    έχοντας υπόψη την οδηγία 93/38/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1993 περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών[2],

–    έχοντας υπόψη την οδηγία 93/37/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1993 περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων[3],

–    έχοντας υπόψη την οδηγία 93/36/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1993 περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών[4],

–    έχοντας υπόψη την οδηγία 97/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 1997 περί τροποποιήσεως των οδηγιών 92/50/ΕΟΚ, 93/36/ΕΟΚ και 93/37/ΕΟΚ περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, συμβάσεων δημοσίων προμηθειών και συμβάσεων δημοσίων έργων, αντιστοίχως[5],

–    έχοντας υπόψη την οδηγία 98/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 93/38/ΕΟΚ περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών[6],

–    έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας της Επιτροπής περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας και των μεταφορών (COM(2000)0276),

–    έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας της Επιτροπής περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών και συμβάσεων δημοσίων έργων (COM(2000)0275),

–    έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας[7],

–    έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών[8],

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών[9],

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6‑0226/2007),

Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινοτική νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις επιδιώκει να ανοίξει τις δημόσιες αγορές των κρατών μελών στον διασυνοριακό ανταγωνισμό, δημιουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ίσους όρους ανταγωνισμού για τους παρόχους και στηρίζοντας την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η έγκαιρη και ορθή μεταφορά και εφαρμογή της νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις συμβάλλει σημαντικά στην επίτευξη των στόχων του προγράμματος της ΕΕ όσον αφορά τη βελτίωση της νομοθεσίας,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η νέα οδηγία για τον δημόσιο τομέα (2004/18/ΕΚ) συγκεντρώνει τρεις προηγούμενες οδηγίες για τα έργα, τις υπηρεσίες και τις προμήθειες, αποσαφηνίζοντας και εκσυγχρονίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τους προηγούμενους κανόνες,

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι νέες οδηγίες εισάγουν νέες διατάξεις και προαιρετικούς κανόνες, οι οποίοι παρέχουν αυξημένη ευελιξία στις αρχές προμηθειών και ότι με την εισαγωγή των προαιρετικών στοιχείων της νέας οδηγίας για τον δημόσιο τομέα (2004/18/ΕΚ) μπορεί να επιτευχθεί γενική αύξηση της αποδοτικότητας των δημόσιων συμβάσεων, καθώς τα προαναφερθέντα στοιχεία μειώνουν το κόστος των συναλλαγών,

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η νέα οδηγία (2004/17/ΕΚ) περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών εισάγει μηχανισμό απαλλαγής για δραστηριότητες πλήρως ανοικτές στον ανταγωνισμό σε ολόκληρη την ΕΕ,

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η προθεσμία για τη μεταφορά των νέων οδηγιών στην εθνική νομοθεσία ήταν η 31 Ιανουαρίου του 2006 και ότι, έως σήμερα, μόνον 20 εκ των 27 κρατών μελών τις έχουν μεταφέρει· λαμβάνοντας υπόψη ότι η καθυστέρηση στη μεταφορά δημιουργεί ανομοιογένεια όσον αφορά το νομικό πλαίσιο σε ολόκληρη την ΕΕ,

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, αν δεν εφαρμοστούν με συνέπεια όλα τα προαιρετικά στοιχεία της νέας οδηγίας για τον δημόσιο τομέα από όλα τα κράτη μέλη, ενδέχεται επίσης να ανακύψουν ορισμένοι φραγμοί στο εμπόριο,

Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή περιορίζεται στην επί εθελοντικής βάσης παροχή συνδρομής προς τα κράτη μέλη κατά τη διαδικασία της μεταφοράς, η αποτελεσματικότητα της οποίας, κατά συνέπεια, δεν διασφαλίζεται πάντα,

Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συχνότερα καταγραφόμενοι φραγμοί στην ικανοποιητική μεταφορά είναι η έλλειψη εθνικής νομικής εμπειρογνωμοσύνης ή ανθρώπινων πόρων και η έλλειψη πολιτικής βούλησης στα κράτη μέλη,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πίνακας αποτελεσμάτων της εσωτερικής αγοράς του Δεκεμβρίου του 2006 καταδεικνύει σημαντικές βελτιώσεις όσον αφορά τους δείκτες μεταφοράς νομοθεσίας,

ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πλειονότητα των δημόσιων συμβάσεων που διέπονται από τις οδηγίες συμμορφώνονται με τους κανόνες και, επομένως, είναι αβάσιμοι οι ισχυρισμοί ότι η εσωτερική αγορά στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων χωλαίνει με αποτέλεσμα να απειλείται η επίτευξη των στόχων της ατζέντας της Λισαβόνας,

ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, την ύπαρξη προβλημάτων όσον αφορά τη συλλογή δεδομένων σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, τα οποία συνδέονται κυρίως με τον μεγάλο αριθμό αναθετουσών αρχών και με την ελλιπή καταγραφή περιπτώσεων πλημμελούς εφαρμογής των κανόνων,

ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή εκφράζει την ανησυχία της για τον αριθμό των παράνομων απευθείας αναθέσεων,

ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι παράνομες απευθείας αναθέσεις είναι το αποτέλεσμα ορισμένων παραγόντων, όπως παρερμηνεία των κανόνων για τις δημόσιες συμβάσεις όπως καθορίζονται στις οδηγίες, καθώς και των αρχών της Συνθήκης και των σχετικών αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου· σφάλματα που διαπράττονται στην περίπτωση σύνθετων συμβάσεων· επέκταση πλαισίων πέραν του αρχικού πεδίου εφαρμογής τους ή της προβλεπόμενης διάρκειάς τους· εικαζόμενες πρακτικές διαφθοράς· παράκαμψη μακρών χρονοδιαγραμμάτων που συνδέονται με τη δημοσιοποίηση στην ΕΕ· και ασκόπως περίπλοκες εθνικές απαιτήσεις όσον αφορά τις διαδικασίες υποβολής προσφορών, όπως π.χ. πολύπλοκες ρυθμίσεις σχετικά με τις ηλεκτρονικές αγορές,

ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη τις ανησυχίες που εκφράζονται σχετικά με τη δυνητική πλημμελή εφαρμογή των περιβαλλοντικών ή των κοινωνικών κριτηρίων που καθορίζονται στη νέα οδηγία για τον δημόσιο τομέα,

ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η δυνατότητα της Επιτροπής να προβαίνει συστηματικά και άμεσα σε νομικές ενέργειες σε περιπτώσεις πλημμελούς εφαρμογής των κανόνων είναι περιορισμένη εξαιτίας της έλλειψης επαρκών ανθρώπινων πόρων,

ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δείκτες μεταφοράς και εφαρμογής της νομοθεσίας θα μπορούσαν να βελτιωθούν μέσω της προώθησης του επαγγελματισμού και των βέλτιστων πρακτικών στις πολιτικές για τις δημόσιες συμβάσεις σε επίπεδο κρατών μελών,

ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι σε ορισμένα κράτη μέλη οι βέλτιστες πρακτικές έχουν κωδικοποιηθεί σε αποτελεσματικά συστήματα αναθεώρησης των δημόσιων συμβάσεων,

ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι σε προ-εμπορικό στάδιο συμβάσεις έχουν θεωρηθεί ως αναξιοποίητη δυνατότητα στην Ευρώπη προκειμένου να χρησιμοποιηθούν οι δημόσιες ανάγκες ως κινητήρια δύναμη για καινοτομίες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι σε προ-εμπορικό στάδιο συμβάσεις μπορούν να οργανώνονται στα υφιστάμενα νομοθετικά πλαίσια που έχει καθορίσει η συμφωνία για τις δημόσιες συμβάσεις του ΠΟΕ, οι οδηγίες της Επιτροπής για τις δημόσιες συμβάσεις, η Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Δίκαιο Ανταγωνισμού, συμπεριλαμβανομένης της νομοθεσίας για τις κρατικές ενισχύσεις και η νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

Εισαγωγή

1.  επιδοκιμάζει τον πρόσφατο εκσυγχρονισμό και την απλούστευση των κανόνων της ΕΕ για τις δημόσιες συμβάσεις, που αύξησαν σημαντικά την αποδοτικότητα των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων στην ΕΕ·

Μεταφορά της κοινοτικής νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις

2.  θεωρεί ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να αξιοποιήσουν στο έπακρο τη συνδρομή της Επιτροπής κατά τη διαδικασία μεταφοράς·

3.  θεωρεί ότι η Επιτροπή πρέπει να ενισχυθεί με ανθρώπινο δυναμικό για τον αποτελεσματικότερο έλεγχο της εκπρόθεσμης ή μη ορθής μεταφοράς της νομοθεσίας·

4.  τονίζει ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθήσουν ενεργά τη μεταξύ τους ανταλλαγή γνώσεων και βέλτιστων πρακτικών σχετικά με τη μεταφορά της νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις και να βελτιώσουν τη συνεργασία με την Επιτροπή σε αυτόν τον τομέα·

5.  θεωρεί ότι η ασυνεπής μεταφορά των προαιρετικών στοιχείων της νέας οδηγίας για τον δημόσιο τομέα θα μπορούσε να έχει αρνητική επίδραση στην αγορά και ενθαρρύνει επομένως τα κράτη μέλη να εξετάσουν το ενδεχόμενο της έγκρισης όλων των επιλογών ευελιξίας· τονίζει ιδιαίτερα ότι οι εν λόγω επιλογές θα μπορούσαν να μειώσουν τον κίνδυνο των παράνομων πρακτικών·

6.  καλεί επομένως την Επιτροπή να διενεργήσει μια μελέτη προκειμένου να αξιολογήσει τις επιπτώσεις της μη εναρμονισμένης μεταφοράς των προαιρετικών στοιχείων της νέας οδηγίας για τον δημόσιο τομέα σχετικά με τη διασυνοριακή διαδικασία υποβολής προσφορών στην ΕΕ·

Εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις

7.  πιστεύει ακράδαντα ότι οι παραβιάσεις των κανόνων θα μπορούσαν να μειωθούν αν τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θεσπίσουν πρακτικές στενότερης συνεργασίας· ενθαρρύνει, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να προωθήσουν δυναμικά τις ανεπίσημες ανταλλαγές σε αρχικό στάδιο·

8.  πιστεύει ότι, ενόψει του αριθμού των παραβάσεων, θα πρέπει να παρασχεθούν στην Επιτροπή οι ανθρώπινοι πόροι ώστε να μπορεί να ελέγχει αποτελεσματικότερα την εφαρμογή της νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις·

9.  καλεί τα κράτη μέλη να θέσουν στη διάθεση της Επιτροπής επαρκή στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή των οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις στο εθνικό δίκαιο· παροτρύνει επίσης τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να συνεργαστούν με σκοπό την αύξηση των δυνατοτήτων για την καλύτερη συλλογή δεδομένων και την καλύτερη παρακολούθηση των προβλημάτων μεταφοράς και εφαρμογής της νομοθεσίας·

10. ζητεί τη σύσταση εθνικών συμβουλευτικών υπηρεσιών για τις δημόσιες συμβάσεις, με σκοπό την παροχή συνδρομής προς τις αναθέτουσες αρχές για την ορθή εφαρμογή των κανόνων σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, καθώς και προς τους υποβάλλοντες προσφορά, ιδιαίτερα τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, όσον αφορά την υποβολή προσφορών για δημόσιες συμβάσεις·

11. καλεί τα κράτη μέλη να εστιάσουν τις εθνικές προσπάθειες στον εντοπισμό των παράνομων πρακτικών και την ανάλογη επιβολή κυρώσεων και να διασφαλίσουν την τήρηση όλων των συναφών αποφάσεων των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

12. τονίζει ότι οι ανεπίσημοι μηχανισμοί επίλυσης διαφορών μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά προς τη δράση των επίσημων ενδίκων μέσων στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων και θα πρέπει να τύχουν μεγαλύτερης προβολής·

13. ενθαρρύνει σθεναρά τα κράτη μέλη να προβούν στον συντονισμό και την απλούστευση των ηλεκτρονικών τεχνικών αγορών ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση σε δημόσιες συμβάσεις αυτού του είδους·

14. επιδοκιμάζει το εγχειρίδιο της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των περιβαλλοντικών κριτηρίων·

15. επιδοκιμάζει την υπό εξέλιξη μελέτη της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κοινωνικών κριτηρίων με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής και αποτελεσματικής εφαρμογής των κριτηρίων αυτού του είδους· ζητεί τη δημοσίευση κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή των κοινωνικών κριτηρίων μετά την ολοκλήρωση της μελέτης·

Βελτίωση των βέλτιστων πρακτικών στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων

16. θεωρεί ότι τα κράτη μέλη πρέπει να αφιερώσουν περισσότερους πόρους για τη βελτίωση του επιπέδου επαγγελματισμού στη σύναψη συμβάσεων καθώς και για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών σε εθνικό επίπεδο, ώστε να διασφαλιστεί η συνεπής και ομαλή εφαρμογή των κανόνων για τις δημόσιες συμβάσεις από όλες τις αναθέτουσες αρχές και στους τομείς εφαρμογής των κανόνων όπου υπάρχει λιγότερη σαφήνεια, ιδιαίτερα ως προς τις συμβάσεις που δεν εμπίπτουν πλήρως στο πεδίο εφαρμογής των οδηγιών,

17. επισημαίνει ότι η συστηματική κατάρτιση επαγγελματιών στον χώρο των δημόσιων συμβάσεων σε ολόκληρη την ΕΕ θα ενίσχυε τη διαφάνεια των εθνικών μέτρων και διαδικασιών εφαρμογής όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις σε ολόκληρη την ΕΕ·

18. τονίζει ότι είναι αναγκαία η μετάβαση από μια προσέγγιση βασιζόμενη στον προϋπολογισμό σε μια προσέγγιση επικεντρωμένη στο αποτέλεσμα στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων, η οποία θα προσανατολίζεται προς τις δαπάνες ολόκληρου του προγραμματικού κύκλου και θα απαιτεί από τους επαγγελματίες στον τομέα των αγορών να αναπτύξουν δεξιότητες χρηστής διαχείρισης και δεξιότητες στον οικονομικό τομέα·

19. ενθαρρύνει την Επιτροπή να βελτιώσει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, τη διάδοση της γνώσης σε επίπεδο ΕΕ στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων·

20. ενθαρρύνει την ανάπτυξη «διασκέψεων προθήκης» για τις εθνικές δημόσιες συμβάσεις, όπου θα προβάλλονται τα καλύτερα στην κατηγορία τους σχέδια δημοσίων συμβάσεων, καθώς και την ανάπτυξη και τον συντονισμό του έργου των ευρωπαϊκών δικτύων για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων·

21. ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν τις σε προ-εμπορικό στάδιο συμβάσεις, με βάση την κατανομή κινδύνου-οφέλους μεταξύ φορέων ανάθεσης και φορέων παροχής, προκειμένου να αναπτυχθούν καινοτόμες λύσεις για την αντιμετώπιση ειδικών προβλημάτων δημοσίου ενδιαφέροντος, ως αποτελεσματικό εργαλείο που θα ενθαρρύνει την καινοτομία στην ΕΕ·

Συμπέρασμα

22. συνιστά στην Επιτροπή να προτείνει σχέδιο δράσης ώστε να ενθαρρυνθούν τα κράτη μέλη να εκπληρώσουν την υποχρέωσή τους όσον αφορά την αντιμετώπιση των επίμονων και των αναδυόμενων προβλημάτων μεταφοράς και εφαρμογής της νομοθεσίας στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων, με κεντρικό άξονα τις παράνομες απευθείας αναθέσεις και την εκπρόθεσμη ή μη ορθή μεταφορά·

*

* *

23. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.

  • [1]  ΕΕ L 209 της 24.7.1992, σελ. 1–24 .
  • [2]  ΕΕ L 199 της 9.8.1993, σελ. 84–138.
  • [3]  ΕΕ L 199 της 9.8.1993, σελ. 54–83.
  • [4]  ΕΕ L 199 της 9.8.1993, σελ. 1–53.
  • [5]  ΕΕ L 328, της 28.11.1997, σελ. 1–59.
  • [6]  ΕΕ L 101 της 1.4.1998, σελ. 1–16.
  • [7]  ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σελ. 1.
  • [8]  ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σελ. 114–240 .
  • [9]  ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σελ. 1–113

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Οι νέες οδηγίες του 2004 για τις δημόσιες συμβάσεις θέτουν ένα πλαίσιο ελάχιστων εφαρμόσιμων προτύπων για τα κράτη μέλη και επίσης ενσωματώνουν συναφείς εξελίξεις στο ΔΕΚ. Στο πλαίσιο της προσπάθειας για βελτίωση της νομοθεσίας στην ΕΕ, οι νέες οδηγίες στοχεύουν στην απλούστευση και τον εκσυγχρονισμό των προηγούμενων επιμέρους οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις.

Δεδομένου ότι οι δημόσιες συμβάσεις αντιστοιχούν σε ποσοστό μεγαλύτερο του 16% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της ΕΕ, και στο πλαίσιο των προκλήσεων που θέτει η διεύρυνση της ΕΕ, η ευνοιοκρατία υπέρ εθνικών πρωτοπόρων και άλλες αδυναμίες σύναψης συμβάσεων σε ανταγωνιστική βάση αποτελούν συνεχή απειλή για την υγεία της –διευρυμένης πλέον– εσωτερικής αγοράς.

Σύμφωνα με το πρόγραμμα για τη βελτίωση της νομοθεσίας μέσω της αναθεώρησης της αποτελεσματικότητας της ισχύουσας νομοθεσίας, η Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών επέλεξε να εξετάσει τα προβλήματα που θα προκύψουν μετά τη θέσπιση των νέων οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις, εστιάζοντας την προσοχή της στα εκκρεμή ή τα νέα προβλήματα και στην εξεύρεση των πλέον πρακτικών και αποτελεσματικών λύσεων για την αντιμετώπισή τους.

Το κοινοτικό μέσο για την αντιμετώπιση της καθυστερημένης μεταφοράς είναι η κίνηση διαδικασίας εκ μέρους της Επιτροπής κατά των κρατών μελών στο ΔΕΚ (σύμφωνα με τις διαδικασίες των άρθρων 226 ή 228). Η Επιτροπή, κατά τα άλλα, μπορεί μόνο να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να συνεργάζονται πιο ενεργά μεταξύ τους και με την Επιτροπή κατά τη μεταφορά της νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις.

Επιπλέον, τα δεδομένα σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις στην ΕΕ παραμένουν ελλιπή. Η συλλογή δεδομένων παρακωλύεται κυρίως από τον τεράστιο αριθμό αναθετουσών αρχών και το υψηλό ποσοστό συμβάσεων που απαλλάσσονται από την υποχρέωση δημοσιοποίησης στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ. Επιπλέον, είναι ιδιαίτερα δύσκολη η παρακολούθηση των επιπέδων των πρακτικών σύναψης συμβάσεων που εισάγουν διακρίσεις, καθώς οι εταιρείες επιλέγουν συχνά να μην υποβάλουν καταγγελία, από φόβο μήπως περιληφθούν στη μαύρη λίστα. Το κόστος της εκπόνησης χρήσιμων μελετών είναι ιδιαίτερα υψηλό και τα πορίσματα συχνά είναι ασαφή.

Μολονότι πολλές κατηγορίες είναι αβάσιμες, η ευνοιοκρατία στη σύναψη συμβάσεων τείνει να παρατηρείται σε πολιτικά ευαίσθητες περιπτώσεις, καθώς και λόγω του ότι τα επίπεδα επαγγελματισμού στις δημόσιες συμβάσεις δεν είναι τα ίδια σε ολόκληρο τον δημόσιο τομέα. Η έλλειψη επαγγελματισμού στη σύναψη συμβάσεων εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό πρόβλημα, όπως και η εμπειρογνωμοσύνη γενικά στις περίπλοκες συμβάσεις ή τις αγορές που δεν καλύπτονται ή δεν καλύπτονται πλήρως από τις οδηγίες. Εκτός από τις βελτιώσεις που παρατίθενται στη νέα οδηγία για τα μέσα αποκατάστασης, πρέπει να γίνει σύσταση για διάδοση βέλτιστων πρακτικών και ανταλλαγή θετικών εμπειριών σε ολόκληρη την ΕΕ.

Η Επιτροπή θεωρεί τις παράνομες απευθείας αναθέσεις τη σοβαρότερη παραβίαση των κανόνων για τις δημόσιες συμβάσεις και έχει εκφράσει ανησυχία για την εξακολούθηση του φαινομένου. Συγκεκριμένα, οι περιορισμένοι ανθρώπινοι πόροι μειώνουν τη δυνατότητα της Επιτροπής να προβαίνει συστηματικά σε νομικές ενέργειες σε όλες τις περιπτώσεις. Επίσης, η Επιτροπή θεωρεί ότι υπάρχει ανεπάρκεια αποτελεσματικών μέσων αποκατάστασης για τις παράνομες απευθείας αναθέσεις. Ορισμένες αρχές φθάνουν μάλιστα στο σημείο να αγνοούν αποφάσεις εθνικών δικαστηρίων. Οι κυρώσεις πρέπει να θέσουν ως προτεραιότητα τις περιπτώσεις απείθειας ενώπιον δικαστηρίου. Επίσης, πρόσφατη έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας κατέδειξε επίμονα, εάν όχι αυξανόμενα, προβλήματα διαφθοράς. Η ενίσχυση της αρμοδιότητας της Επιτροπής είναι μια λύση αλλά στην παρούσα έκθεση προτείνονται και ορισμένες άλλες προσεγγίσεις.

Τα προαιρετικά στοιχεία της νέας οδηγίας για τον δημόσιο τομέα παρέχουν μεγαλύτερη ευελιξία στις αρχές προμηθειών των κρατών μελών. Οι επιλογές αυτές είναι κυρίως: η χρήση κεντρικών φορέων προμηθειών, ο ανταγωνιστικός διάλογος, οι συμφωνίες πλαίσιο, τα δυναμικά συστήματα αγορών και οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί. Η μη μεταφορά ορισμένων επιλογών επηρεάζει πρωτίστως το αντίστοιχο κράτος μέλος, το οποίο δεν θα επωφεληθεί από τη συνακόλουθη αποδοτικότητα και εξοικονόμηση δαπανών τόσο για τους αγοραστές όσο και για τους υποβάλλοντες προσφορά. Τα προαιρετικά στοιχεία της νέας οδηγίας μπορούν να μειώσουν τις αθέμιτες πρακτικές σύναψης συμβάσεων, αλλά, για παράδειγμα, στον βαθμό που οι επιλογές αυτές οδηγούν σε αύξηση της ζήτησης ή βελτίωση της αποτελεσματικότητας, πρέπει να ληφθεί μέριμνα, ώστε να διασφαλισθεί ότι οι ΜΜΕ θα συνεχίσουν να είναι σε θέση να υποβάλλουν προσφορές με ίσους όρους ανταγωνισμού με τους μεγαλύτερους προμηθευτές. Οι ηλεκτρονικές τεχνικές αγορών και η χρήση πλαισίων μπορούν να οδηγήσουν σε εξοικονόμηση δαπανών και αποδοτικότητας αλλά εκφράζονται επίσης ανησυχίες περί εσφαλμένης χρήσης, για παράδειγμα τα επιτυχή πλαίσια ενδέχεται να αποτελέσουν θύματα της ίδιας της επιτυχίας τους, ενώ ενδέχεται επίσης τα πλαίσια να διευρύνονται παράνομα πέραν του δημοσιοποιηθέντος πεδίου και αξίας τους.

Υπάρχουν ορισμένες ισχύουσες κωδικοποιημένες ορθές πρακτικές στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων σε ορισμένα κράτη μέλη, οι οποίες μπορούν να χρησιμεύσουν ως παραδείγματα για τα υπόλοιπα κράτη, όπως λόγου χάρη το σύστημα συνεχούς αξιολόγησης από ομοτίμους, το οποίο εφαρμόζεται για σχέδια δημοσίων συμβάσεων ή μεγάλα προγράμματα στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο είναι γνωστό ως διαδικασία αναθεώρησης OGC Gateway. Επίσης, μπορούν να αναπτυχθούν συμβουλευτικές υπηρεσίες στα κράτη μέλη με σκοπό την παροχή συνδρομής προς τις αναθέτουσες αρχές για την εφαρμογή των κανόνων σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, καθώς και προς τους υποβάλλοντες προσφορά, ιδιαίτερα τις ΜΜΕ, όσον αφορά την υποβολή προσφορών για δημόσιες συμβάσεις.

Τέλος, η νέα οδηγία επιδιώκει να αποσαφηνίσει πώς μπορεί κανείς να ικανοποιήσει περιβαλλοντικές και κοινωνικές ανάγκες τηρώντας παράλληλα τους κανόνες της ΕΕ. Τα περιβαλλοντικά ή τα κοινωνικά κριτήρια συνάδουν απόλυτα με την αποδοτική διασυνοριακή σύναψη συμβάσεων. Ωστόσο, είναι αναγκαίο να διασφαλισθεί ότι οι αρχές προμηθειών δεν εφαρμόζουν αυτά τα κριτήρια με τρόπο που να εισάγει διακρίσεις εις βάρος εταιρειών σε άλλα κράτη μέλη.

Συνοπτικά, παρόλο που τα προβλήματα που αφορούν τη μη μεταφορά και εφαρμογή παραμένουν σύνθετα, η παρούσα έκθεση επικεντρώνεται σε ένα φάσμα τόσο επίσημων όσο και ανεπίσημων μεθόδων για τη βελτίωση της αποδοτικότητας σε αυτόν τον σημαντικό τομέα σε ολόκληρη την ΕΕ.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (11.6.2007)

προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

σχετικά με τα ειδικά προβλήματα στη Μεταφορά και έμπρακτη Εφαρμογή της Νομοθεσίας περί Δημοσίων Συμβάσεων και τη σχέση της νομοθεσίας αυτής με την Ατζέντα της Λισσαβόνας
(20006/2084 (INI))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Alain Lipietz

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων καλεί την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

A. έχοντας υπόψη ότι η στρατηγική της Λισσαβόνας προτείνει την δημιουργία ενός «ενεργού και δυναμικού κοινωνικού κράτους»[1] με την επιδίωξη στόχων όπως «η απασχόληση, η περιφερειακή ανάπτυξη, το περιβάλλον …»[2], και ότι οι στόχοι αυτοί πρέπει να συνάδουν με τους κανόνες του ανταγωνισμού και να περιβάλλονται από ασφάλεια δικαίου,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δημόσιες συμβάσεις αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σπουδαιότητα για την οικονομική ανάπτυξη της ΕΕ και την εσωτερική αγορά της,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οδηγίες 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ εγκρίθηκαν με στόχο την απλοποίηση του νομοθετικού πλαισίου, τη δημιουργία νομικής ασφάλειας και την προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες τεχνολογικές και οικονομικές συνθήκες,

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένα από τα καινοτόμα στοιχεία που εισήγαγαν οι οδηγίες αυτές δεν έχουν αναγκαστικό χαρακτήρα και ότι κατά συνέπεια η μεταφορά τους μπορεί να επιφέρει διαφορετικά νομοθετικά αποτελέσματα στα κράτη μέλη,

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οδηγίες 2004/18 και 2004/17 δεν παρέχουν σαφή ορισμό των συμβάσεων «in house » ή άλλων διαφόρων μορφών συνεργασίας μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα,

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη την νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσον αφορά τα συμβόλαια «in house», η οποία το ωθεί να περιλαμβάνει στις αποφάσεις του[3] αναφορές σε υποθέσεις που δικαιολογούν μια παρέκκλιση από τους κανόνες των δημοσίων συμβάσεων,

Ζ.   γνωρίζοντας ότι πολλά κράτη μέλη ενθαρρύνουν τις τοπικές αρχές να δημιουργούν θεσμοθετημένες εταιρικές σχέσεις δημοσίου - δημοσίου επί των οποίων δεν υπάρχει πάγια νομολογία,

Η.  έχοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο πρότεινε κριτήρια που επιτρέπουν τη σύνδεση ορισμένων θεσμοθετημένων εταιρικών σχέσεων δημοσίου - ιδιωτικού τομέα με συμβόλαια «in house »[4],

Θ.  έχοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ακολουθώντας τη στρατηγική της Λισσαβόνας, ορίζει τη μεγιστοποίηση του κέρδους για τον τοπικό πληθυσμό[5] ως πρώτο κριτήριο για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων,

Ι.    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του 26ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με τις εταιρικές σχέσεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα καθώς και την κοινοτική νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις και παραχωρήσεις[6],

1.   καλεί την Επιτροπή, εν όψει της διαδεδομένης αβεβαιότητας δικαίου όσον αφορά την εφαρμογή των κριτηρίων in house, να αναπτύξει κριτήρια που θα βασίζονται στη νομολογία του Δικαστηρίου, τα οποία θα θεσπίσουν ένα σταθερό πλαίσιο αναφοράς για τη λήψη αποφάσεων από τις δημόσιες αρχές σε όλα τα κράτη μέλη·

2.   καλεί την Επιτροπή να παράσχει συμπληρωματικές διευκρινίσεις για την έννοια της «δημόσιας αρχής» ώστε να καθοριστεί ποιες μορφές εταιρικής σχέσης δημοσίου - δημοσίου εμπίπτουν στην επικουρικότητα και όχι στους κανόνες των δημοσίων συμβάσεων·

3.   καλεί μετ' επιτάσεως τα κράτη μέλη και τις τοπικές τους αρχές να ακολουθήσουν την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου κατά τη δημιουργία θεσμοθετημένων εταιρικών σχέσεων δημοσίου-δημοσίου·

4.   καλεί την Επιτροπή να υιοθετήσει τα κριτήρια του Δικαστηρίου και τους στόχους που έθεσε η διάσκεψη κορυφής της Λισαβόνας[7] στην αξιολόγησή της για τις δραστηριότητες που συμβάλλουν στο ενεργό και δυναμικό κοινωνικό κράτος·

5.   καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει το ρόλο της στο πλαίσιο της παροχής συνδρομής στα κράτη μέλη για τη μεταφορά των οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις, ιδίως όσον αφορά τα μη αναγκαστικού χαρακτήρα καινοτόμα στοιχεία σύμφωνα με τα κριτήρια του Δικαστηρίου·

6.   καλεί μετ’ επιτάσεως τα κράτη μέλη να ενισχύσουν το δυναμικό τους για την πρόληψη των παράνομων πρακτικών ανάθεσης με την αύξηση του επαγγελματισμού στο πεδίο των αναθέσεων και τη διάδοση των βέλτιστων πρακτικών ιδίως στις τοπικές και περιφερειακές αρχές.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Ειδικά προβλήματα στη Μεταφορά και έμπρακτη Εφαρμογή της Νομοθεσίας περί Δημοσίων Συμβάσεων και τη σχέση της νομοθεσίας αυτής με την Ατζέντα της Λισσαβόνας

Αριθμός διαδικασίας

2006/2084(INI)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

IMCO

Γνωμοδότηση της
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

JURI
6.4.2006

Ενισχυμένη συνεργασία - Ημερομηνία αναγγελίας στην ολομέλεια

 

Συντάκτης(κτρια) γνωμοδότησης
  Ημερομηνία ορισμού

Alain Lipietz
30.5.2006

Συντάκτης(κτρια) γνωμοδότησης που αντικαταστάθηκε/καν

Reimer Böge

 

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

21.12.2006

11.4.2007

11.6.2007

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

11.6.2007

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

-:

0:

18

0

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Carlo Casini, Cristian Dumitrescu, Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Klaus-Heiner Lehne, Alain Lipietz, Antonio Masip Hidalgo, Manuel Medina Ortega, Aloyzas Sakalas, Diana Wallis, Rainer Wieland, Jaroslav Zvěřina, Tadeusz Zwiefka

Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Janelly Fourtou, Luis de Grandes Pascual, Kurt Lechner, Michel Rocard, Gabriele Stauner, József Szájer

Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 178, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

 

Παρατηρήσεις (πληροφορίες που διατίθενται σε μία μόνον γλώσσα)

...

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Ειδικά προβλήματα στη Μεταφορά και έμπρακτη Εφαρμογή της Νομοθεσίας περί Δημοσίων Συμβάσεων και τη σχέση της νομοθεσίας αυτής με την Ατζέντα της Λισσαβόνας

Αριθ. διαδικασίας

2006/2084(INI)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

IMCO

Ημερομηνία αναγγελίας στην ολομέλεια της έγκρισης εκπόνησης (Άρθρο 45)

6.4.2006

Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες)
Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

JURI
6.4.2007

 

 

 

 

Εισηγητής(ές)
  Ημερομηνία ορισμού

Arlene McCarthy

21.2.2006

 

Εξέταση στην επιτροπή

10.7.2006

12.4.2007

8.5.2007

4.6.2007

 

Ημερομηνία έγκρισης

5.6.2007

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

33

0

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Daniela Buruiană-Aprodu, Charlotte Cederschiöld, Gabriela Creţu, Mia De Vits, Rosa Díez González, Evelyne Gebhardt, Małgorzata Handzlik, Malcolm Harbour, Edit Herczog, Pierre Jonckheer, Alexander Lambsdorff, Kurt Lechner, Lasse Lehtinen, Toine Manders, Arlene McCarthy, Béatrice Patrie, Zita Pleštinská, Giovanni Rivera, Heide Rühle, Christel Schaldemose, Andreas Schwab, Alexander Stubb, Eva-Britt Svensson, Marianne Thyssen, Horia-Victor Toma, Jacques Toubon, Barbara Weiler

Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Wolfgang Bulfon, André Brie, Manuel Medina Ortega, Diana Wallis

Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 178, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Cristobal Montoro Romero, Paul Rübig

Ημερομηνία κατάθεσης

11.6.2007

Παρατηρήσεις (πληροφορίες που διατίθενται σε μία μόνον γλώσσα)

 

  • [1]  Βλ. παρ. 24
  • [2]  Βλ.παρ.17
  • [3]  Υπόθεση C-107/98 Teckal [1999], Συλλογή I-08121, παρ. 50· Υπόθεση C-26/03 Stadt Halle [2005] Συλλογή Ι-1, παρ. 49· Υπόθεση C-458/03 Parking Brixen [2005] Συλλογή Ι-8612, παρ.49
  • [4]  Πλειοψηφία κεφαλαίου, υπαγωγή στην εδαφική αρχή, δραστηριότητα εκτελούμενη κατ’ εξοχήν στο έδαφος της
  • [5]  και όχι την ελαχιστοποίηση του κόστους για τις τοπικές αρχές. Τούτο απορρέει εμμέσως από την απόφαση της 17ης Σεπτεμβρίου 2002 στην υπόθεση C-513/99 Concordia [2002] Συλλογή Ι-7213
  • [6]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, Ρ6_ΤΑ(2006)0462.
  • [7]  Ιδίως εκείνους που αφορούν στην τοπική απασχόληση και στο περιβάλλον