ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα

25.6.2007 - (2007/2023(INI))

Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων
Εισηγητής: Jacek Protasiewicz

Διαδικασία : 2007/2023(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0247/2007
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0247/2007
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα

(2007/2023 (INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τη Σύμβαση C87 της ΔΟΕ σχετικά με την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και την προστασία του συνδικαλιστικού δικαιώματος (1948), τη Σύμβαση C98 της ΔΟΕ σχετικά με το συνδικαλιστικό δικαίωμα και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις (1949) και τη Σύσταση R198 (2006) της ΔΟΕ σχετικά με τη σχέση απασχόλησης (2006),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία του Συμβουλίου 2000/78/ΕΚ της 27ης Νοεμβρίου 2000 για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία[1],

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο για το μέλλον[2], το οποίο επαναλαμβάνει τις κοινές αξίες της ισότητας, της αλληλεγγύης, της μη διάκρισης και της ανακατανομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 136 έως 145 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 15, 20 και 27 έως 38 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης[3], ιδιαίτερα δε τόσο το δικαίωμα προστασίας σε περίπτωση αδικαιολόγητης απόλυσης όσο και το δικαίωμα σε δίκαιες και πρόσφορες συνθήκες εργασίας,

–   έχοντας υπόψη τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση του Μαΐου 2004 της ομάδας υψηλού επιπέδου σχετικά με το μέλλον της κοινωνικής πολιτικής σε μια διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση,

–   έχοντας υπόψη το κοινοτικό πρόγραμμα της Λισαβόνας που κατάρτισε η Επιτροπή, καθώς και την εφαρμογή του κατά το 2006 (SEC(2006)1379),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ατζέντα για την κοινωνική πολιτική (COM(2005)0033),

–   έχοντας υπόψη τα εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα της Λισαβόνας που παρουσίασαν τα κράτη μέλη,

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο « Η Ευρώπη στον κόσμο: Η συμμετοχή της στον παγκόσμιο ανταγωνισμό»(COM(2006)0567),

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη και την απασχόληση (2005-2008) (COM(2005)0141),

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου 2000, του Μαρτίου 2001, του Μαρτίου και του Οκτωβρίου 2005 και του Μαρτίου 2006,

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 1999/70/ΕΚ της 28ης Ιουνίου 1999 σχετικά με τη συμφωνία πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP[4],

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Μαρτίου 2006 σχετικά με τις δημογραφικές προκλήσεις και την αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών[5],

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών[6],

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 96/71/ΕΚ όσον αφορά την απόσπαση εργαζομένων[7],

–   έχοντας υπόψη τη Σύμβαση για τους διακινούμενους εργαζόμενους (συμπληρωματικές διατάξεις) του 1975, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ),

–   έχοντας υπόψη τη Σύσταση περί των σχέσεων εργασίας του 2006, της ΔΟΕ,

–   έχοντας υπόψη τη Σύμβαση περί ιδιωτικών εταιρειών απασχόλησης του 1997, της ΔΟΕ,

–   έχοντας υπόψη την ατζέντα αξιοπρεπούς εργασίας της ΔΟΕ,

–   έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους: Η συμβολή της Ένωσης στην εφαρμογή της ατζέντας της αξιοπρεπούς εργασίας στον κόσμο» (COM(2006)0249),

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 75/117/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Φεβρουαρίου 1975 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν την εφαρμογή της αρχής της ισότητας των αμοιβών μεταξύ εργαζομένων ανδρών και γυναικών[8],

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 9ης Φεβρουαρίου 1976 περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών, όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας[9],

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 1992 σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων (δέκατη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)[10],

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 94/33/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1994 για την προστασία των νέων κατά την εργασία[11],

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 94/45/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Σεπτεμβρίου 1994 για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους[12],

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Σεπτεμβρίου 2002 για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της εφαρμογής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας[13],

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 97/81/ΕΚ του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με τη συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης που συνήφθη από την UNICE, το CEEP και την CES – Παράρτημα: Συμφωνία πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης[14],

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, της Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A6‑0247/2007),

Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε μια εποχή παγκοσμιοποίησης και ταχείας τεχνολογικής προόδου, δημογραφικής αλλαγής και σημαντικής ανάπτυξης του τομέα των υπηρεσιών, η βελτίωση της ευρωπαϊκής εργατικής νομοθεσίας, όπου αυτό είναι αναγκαίο, αποτελεί έναν από τους παράγοντες που θα διασφαλίσουν ότι τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι εργαζόμενοι θα είναι σε θέση να προσαρμοσθούν επιτυχώς, ενισχύοντας κατά συνέπεια τις αξίες του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική ανάπτυξη αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την αειφόρο ανάπτυξη της απασχόλησης, και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κοινωνικές πολιτικές, όπου έχουν τύχει κατάλληλου σχεδιασμού, δεν θα πρέπει να θεωρούνται κόστος, αλλά, αντίθετα, θετικός παράγοντας στην οικονομική ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την υλοποίηση της ατζέντας της Λισαβόνας,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι μόνο ζώνη ελευθέρων συναλλαγών, αλλά και μια κοινότητα κοινών αξιών και, ως εκ τούτου, το εργατικό δίκαιο θα πρέπει να αντικατοπτρίζει αυτές τις αξίες· ότι οι βασικές αρχές του εργατικού δικαίου που αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη τα τελευταία 200 χρόνια εξακολουθούν να ισχύουν· ότι το εργατικό δίκαιο προβλέπει νομική ασφάλεια και προστασία για εργαζόμενους και εργοδότες, ή μέσω της νομοθεσίας ή μέσω συλλογικών συμβάσεων ή με συνδυασμό των δύο, και ότι ρυθμίζει την ισορροπία εξουσιών μεταξύ εργαζόμενου και εργοδότη· λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιτυχία οποιασδήποτε διαδικασίας αλλαγών στο εργατικό δίκαιο θα είναι μεγαλύτερη εάν οι εργαζόμενοι νιώθουν πιο ασφαλείς και ότι αυτή η ασφάλεια εξαρτάται περισσότερο από την ευκολία εξεύρεσης νέας θέσης εργασίας,

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι νέες μορφές μη συνήθων συμβάσεων και ευέλικτων παραδοσιακών συμβάσεων (όπως είναι οι συμβάσεις μερικής απασχόλησης, ορισμένου χρόνου, προσωρινές συμβάσεις μέσω εταιρείας απασχόλησης, ανανεώσιμες συμβάσεις ελεύθερων συνεργατών και συμβάσεις έργου), πολλές από τις οποίες είναι επισφαλείς, είναι όλο και πιο συχνά κοινό στοιχείο στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι τέτοιες μορφές συμβατικών σχέσεων, εάν συνοδεύονται από τις απαραίτητες εγγυήσεις για την ασφάλεια των εργαζομένων, μπορούν να συμβάλλουν στην παροχή προς τις επιχειρήσεις της απαιτούμενης προσαρμοστικότητας στο νέο διεθνές πλαίσιο και παράλληλα να καλύπτουν τις συγκεκριμένες ανάγκες των απασχολούμενων για μια διαφορετική ισορροπία μεταξύ προσωπικής και οικογενειακής ζωής, και επαγγελματικής κατάρτισης,

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η μερική απασχόληση αντιστοιχεί στο 60% περίπου των νέων θέσεων εργασίας που έχουν δημιουργηθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2000, και λαμβάνοντας υπόψη ότι το 68% των εργαζομένων μερικής απασχόλησης δηλώνουν ικανοποιημένοι με τις ώρες εργασίας τους, λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, ότι αυτός ο βαθμός ικανοποίησης συνδέεται στενά με το επίπεδο προστασίας που παρέχεται στους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης από το εργατικό δίκαιο και την κοινωνική ασφάλιση,

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η μερική απασχόληση αποτελεί κυρίως χαρακτηριστικό της απασχόλησης των γυναικών καθώς αυτή συχνά αποτελεί στρατηγική συμβιβασμού που ακολουθούν οι γυναίκες λόγω της έλλειψης προσβάσιμων και οικονομικά προσιτών δυνατοτήτων για τη φροντίδα των παιδιών και των εξαρτώμενων ατόμων,

Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η υφιστάμενη κοινοτική νομοθεσία που προάγει την ισότητα μεταξύ των φύλων δεν έχει μέχρι τούδε επιτύχει τους στόχους της και ότι το μισθολογικό χάσμα λόγω φύλου καθώς και η έλλειψη διατάξεων για τον συνδυασμό επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής και η έλλειψη δημόσιων υπηρεσιών μέριμνας παιδιών εξακολουθούν να αποτελούν βασικές ανησυχίες για τους ευρωπαίους εργαζόμενους,

Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η προσωρινή απασχόληση έχει αναπτυχθεί ταχέως στα κράτη μέλη όπου έχουν πραγματοποιηθεί αλλαγές στους σχετικούς κανόνες προκειμένου να ενθαρρυνθεί η προσωρινή απασχόληση και ότι η μη συνήθης απασχόληση μπορεί να είναι ωφέλιμη εάν ανταποκρίνεται στις καταστάσεις των εργαζομένων και η επιλογή της είναι εκούσια· λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, ότι επί του παρόντος μεγάλο μέρος της μη συνήθους απασχόλησης δεν είναι αποτέλεσμα οικειοθελούς επιλογής και ότι πολλοί εργαζόμενοι δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των θεμελιωδών εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου το 60% μόνο των ατόμων που είχαν μη συνήθεις συμβατικές διευθετήσεις το 1997 είχαν παραδοσιακές συμβάσεις το 2003, γεγονός που σημαίνει ότι το 40% των εργαζομένων με μη συνήθη απασχόληση ακόμη δεν επωφελούνται από καθεστώς πλήρους απασχόλησης ύστερα από 6 χρόνια· ότι αυτό αφορά ιδιαίτερα τους νέους που εντάσσονται στην απασχόληση ολοένα και περισσότερο μέσω εναλλακτικών μορφών απασχόλησης με εργασιακές και κοινωνικές συνθήκες πολύ πιο επισφαλείς από το μέσο όρο, και οι οποίοι κινδυνεύουν ολοένα και περισσότερο να παραμείνουν εγκλωβισμένοι στο περιθώριο της αγοράς εργασίας,

ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόσφατη αύξηση των μη συνήθων συμβάσεων επέφερε διαφορές στις εργασιακές συνθήκες όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια και ενδέχεται να οδηγήσει σε χειρότερες συνθήκες εργασίας και σε υψηλότερα ποσοστά ατυχημάτων,

ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι δεδομένου ότι οι ανισότητες προκαλούν έμμεσο και άμεσο οικονομικό κόστος, και ότι αντίθετα η ίση μεταχείριση δημιουργεί ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, η υλοποίησή της συνιστά σαφώς σημαντική στρατηγική συμβολή στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να αγνοήσει την ενέργεια και το παραγωγικό δυναμικό των γυναικών που συνιστούν το ήμισυ του πληθυσμού,

IΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν σήμερα τριπλή δέσμευση, και συγκεκριμένα τη μεγαλύτερη συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας, την απόκτηση περισσότερων παιδιών και την ανάληψη αυξανόμενων ευθυνών στα πλαίσια των καθηκόντων οικογενειακής μέριμνας· ότι σχεδόν πάντοτε η γυναίκα είναι το άτομο που πρέπει να κάνει τους συμβιβασμούς που απαιτούνται για την προσαρμογή της εργασίας με τις οικογενειακές απαιτήσεις και που εκτίθεται σε μεγάλο άγχος και ένταση λόγω του συνδυασμού του επαγγελματικού ρόλου και των καθηκόντων παροχής φροντίδας,

ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι γεγονός ότι εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες δεν έχουν άλλη επιλογή από το να αποδέχονται μη ομαλές συνθήκες απασχόλησης διότι εκτελούν οικιακή εργασία έξω από το νοικοκυριό τους ή διότι πρέπει να φροντίσουν ηλικιωμένα μέλη της οικογένειάς τους,

ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εργαζόμενοι που έχουν μη συνήθεις συμβάσεις εκτίθενται σε μεγαλύτερους κινδύνους από ό,τι οι συνάδελφοί τους με άλλες μορφές απασχόλησης, λόγω της έλλειψης κατάρτισης, άγνοιας περί των κινδύνων και μη επίγνωσης των δικαιωμάτων τους,

ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι όλοι οι εργαζόμενοι θα πρέπει να χαίρουν επαρκούς ασφάλειας και προστασίας στην απασχόληση, ανεξάρτητα από τις συμβατικές τους ρυθμίσεις,

ΙΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι σε ορισμένα κράτη μέλη, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις βοηθούν την αγορά εργασίας να λειτουργεί με ευελιξία και αποτελούν βασικό στοιχείο του εργατικού δικαίου, καθώς και απαραίτητο εργαλείο για τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας· ότι οι διαφορετικές συνθήκες ως προς τις εργασιακές σχέσεις πρέπει να τυγχάνουν σεβασμού καθώς και οι παραδόσεις εργασιακών σχέσεων και το επίπεδο συμμετοχής σε συνδικαλιστικές οργανώσεις οι οποίες ποικίλλουν από το ένα κράτος μέλος στο άλλο· ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθούν τον κοινωνικό διάλογο μεταξύ των κοινωνικών εταίρων σε όλα τα επίπεδα, καθώς αυτός μπορεί να είναι ένα αποτελεσματικό μέσο προς μια επαρκή μεταρρύθμιση του εργατικού δικαίου,

ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η δράση που αναλαμβάνεται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να σέβεται την αρμοδιότητα των κρατών μελών στον τομέα της εργατικής νομοθεσίας και τις αρχές της επικουρικότητας και αναλογικότητας, αλλά ότι συγχρόνως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναμένει από την Επιτροπή να προτείνει νομοθετικές πρωτοβουλίες όπου αυτό είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση ενός συστήματος ελάχιστων κοινωνικών προτύπων που θα εφαρμόζεται στο σύνολο της Ένωσης και θα βασίζεται στο κοινοτικό κεκτημένο,

ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ενώπιον των σύγχρονων οικονομικών προκλήσεων η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να διασφαλίσει τη σταθερότητα των αγορών εργασίας των κρατών μελών, να ανταποκριθεί στις εκτεταμένες απολύσεις σε ορισμένους τομείς και να παρέχει στους πολίτες της υψηλότερο επίπεδο υγείας και ασφάλειας στον χώρο εργασίας από ό,τι στο παρελθόν, απαραίτητο στοιχείο για τη διατήρηση των συνθηκών διαβίωσης σύμφωνα με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τις θεμελιώδεις ευρωπαϊκές αξίες,

1.  χαιρετίζει μια νέα προσέγγιση του εργατικού δικαίου που αποσκοπεί στην κάλυψη όλων των εργαζομένων, ανεξάρτητα από τη σύμβαση δυνάμει της οποίας απασχολούνται·

2.  χαιρετίζει τις συζητήσεις σχετικά με την ανάγκη βελτίωσης της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα, ιδιαίτερα δε την ανάγκη μείωσης της ανασφάλειας που μερικές φορές συνδέεται με τις μη συνήθεις μορφές απασχόλησης, και ενίσχυσης της προστασίας των ευάλωτων εργαζομένων προκειμένου να δημιουργηθούν περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή, συνδράμοντας με τον τρόπο αυτό στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισαβόνας· θεωρεί ότι η βελτίωση της εργατικής νομοθεσίας θα πρέπει να συνάδει με τις αρχές του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, με συγκεκριμένη αναφορά στον Τίτλο IV, και να τηρεί και να διασφαλίζει τις αξίες του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και τα κατοχυρωμένα κοινωνικά δικαιώματα·

3.  διαπιστώνει με μεγάλη ανησυχία ότι η Πράσινη Βίβλος της Επιτροπής, μολονότι αναγνωρίζει ότι οι σημερινές συνθήκες της αγοράς εργασίας δημιουργούν άνισες καταστάσεις μεταξύ των δύο φύλων, λ.χ. οι διαφορές στις αμοιβές ανδρών και γυναικών καθώς και όσον αφορά τον επαγγελματικό και τομεακό διαχωρισμό της αγοράς εργασίας, και αγνοεί πλήρως τις υποχρεώσεις και ευθύνες βάσει της Ανακοίνωσης της Επιτροπής με τίτλο ' Χάρτης πορείας για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών' (COM(2006) 0092)·

4.  διαπιστώνει, επίσης με μεγάλη ανησυχία, ότι η Πράσινη Βίβλος, μολονότι αναγνωρίζει ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν αστάθμητες καταστάσεις μεταξύ της επαγγελματικής και της ιδιωτικής τους ζωής, αγνοεί την επιτακτική ανάγκη ανάληψης δράσεων με στόχο τον συνδυασμό μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής και των δημογραφικών προκλήσεων, η οποία θα συνάδει με το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Ισότητα των Φύλων και την Ανακοίνωση της Επιτροπής για το δημογραφικό μέλλον της Ευρώπης (COM(2006)0571

5.  θεωρεί ότι προτεραιότητες για μια μεταρρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας είναι: α) επέκταση της προστασίας στους εργαζόμενους με μη συνήθεις μορφές απασχόλησης· β) αποσαφήνιση του πλαισίου της εξαρτημένης εργασίας και της γκρίζας ζώνης μεταξύ αυτοαπασχολουμένων και εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας· γ) καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας, και δ) διευκόλυνση των μεταβάσεων μεταξύ των διαφορετικών καταστάσεων απασχόλησης και ανεργίας·

6.  υπογραμμίζει ότι η ευρωπαϊκή οικονομία χρειάζεται πολύ περισσότερα άτομα στην απασχόληση, προκειμένου να είναι σε θέση να είναι ανταγωνιστική σε παγκόσμιο επίπεδο και να εκπληρώσει τις υποσχέσεις για κοινωνική ασφάλιση·

7.  εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το γεγονός ότι δεν ζητήθηκε η γνώμη των κοινωνικών εταίρων, όπως προβλέπεται από το άρθρο 138 της Συνθήκης ΕΚ, δεδομένου ότι η Πράσινη Βίβλος έχει σαφώς σημαντικό αντίκτυπο στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής·

8.  θεωρεί ότι, για να αντιμετωπίσει η εργατική νομοθεσία τις προκλήσεις του 21ου αιώνα, πρέπει να επικεντρωθεί περισσότερο στην ασφάλεια της απασχόλησης κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου παρά στην προστασία συγκεκριμένων θέσεων εργασίας, καθιστώντας ευκολότερη τόσο την πρόσβαση και την παραμονή στην αγορά εργασίας όσο και τις μεταβάσεις από την ανεργία στην απασχόληση και από το ένα καθεστώς απασχόλησης στο άλλο με την εφαρμογή δραστήριων πολιτικών απασχόλησης που εστιάζουν τόσο στην ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού όσο και στη δημιουργία ενός ευνοϊκού επιχειρηματικού κλίματος καθώς και στη βελτίωση της ποιότητας των θέσεων εργασίας·

9.  θεωρεί ότι οι εργασιακές σχέσεις που χαρακτηρίζουν την απασχόληση και την επαγγελματική δραστηριότητα των πολιτών έχουν υποστεί μείζονες αλλαγές κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας· επισημαίνει ότι οι μόνιμες συμβάσεις πλήρους απασχόλησης συνιστούν την παραδοσιακή μορφή σχέσης απασχόλησης και ως τέτοια θα πρέπει να θεωρηθεί ως σημείο αναφοράς για μια συνεκτική και συνεπή εφαρμογή της αρχής της μη διάκρισης· πιστεύει, κατά συνέπεια, ότι το ευρωπαϊκό εργατικό δίκαιο θα πρέπει να ενισχύσει τις συμβάσεις απασχόλησης αορίστου χρόνου ως γενική μορφή απασχόλησης, όπου προβλέπεται επαρκής κοινωνική προστασία και προστασία της υγείας και εξασφαλίζεται ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων·

10. αναγνωρίζει, στο θέμα αυτό, την ανάγκη οι ρυθμίσεις του χρόνου εργασίας να είναι επαρκώς ευέλικτες ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες εργοδοτών και εργαζομένων, να μπορούν τα άτομα να συνδυάζουν καλύτερα επαγγελματική και οικογενειακή ζωή, καθώς και να διασφαλίζουν την ανταγωνιστικότητα και να βελτιώνουν την κατάσταση της απασχόλησης στην Ευρώπη, χωρίς να παραμελείται η υγεία των εργαζομένων·

11. εκφράζει την έντονη διαφωνία του ως προς το αναλυτικό πλαίσιο που παρουσιάζεται στην Πράσινη Βίβλο, σύμφωνα με το οποίο η παραδοσιακή σύμβαση απασχόλησης αορίστου χρόνου είναι παρωχημένη, αυξάνει τον κατακερματισμό της αγοράς και το χάσμα μεταξύ των «εσωτερικών» και των «εξωτερικών» και κατά συνέπεια πρέπει να θεωρείται εμπόδιο στην ανάπτυξη της απασχόλησης και στη βελτίωση του δυναμισμού της οικονομίας·

12. τονίζει ότι η εργατική νομοθεσία είναι αποτελεσματική, δίκαιη και ισχυρή μόνο εάν εφαρμόζεται από όλα τα κράτη μέλη, εάν ισχύει εξίσου για όλους τους παράγοντες και εάν ελέγχεται σταθερά και αποτελεσματικά· ζητεί στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας για τη «βελτίωση της νομοθεσίας» να ενισχύσει η Επιτροπή τον ρόλο της ως θεματοφύλακας της Συνθήκης αναφορικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας περί απασχόλησης και κοινωνικών θεμάτων· επικρίνει την Επιτροπή για την παρέμβασή της στο δικαίωμα των κρατών μελών να ελέγχουν την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου στην περίπτωση αποσπασμένων εργαζομένων·

13. επισημαίνει ότι πρόσφατες μελέτες του ΟΟΣΑ και άλλες κατέδειξαν ότι δεν υπάρχουν στοιχεία υπέρ του ισχυρισμού ότι η μείωση της προστασίας από τις απολύσεις και η αποδυνάμωση των παραδοσιακών συμβάσεων απασχόλησης συμβάλλουν στην ανάπτυξη της απασχόλησης· επισημαίνει ότι το παράδειγμα των σκανδιναβικών χωρών δείχνει με σαφήνεια ότι ένα υψηλό επίπεδο προστασίας από τις απολύσεις και προτύπων απασχόλησης είναι πλήρως συμβατό με υψηλή ανάπτυξη της απασχόλησης·

14. σημειώνει ότι ορισμένες μορφές μη συνήθων συμβάσεων εργασίας, ανάλογα με το πόσο καλά είναι ενταγμένες στην εργατική νομοθεσία και την κοινωνική ασφάλιση, καθώς και η παροχή ευκαιριών για διά βίου μάθηση και κατάρτιση, μπορούν να συμβάλλουν στον διττό στόχο της βελτίωσης της οικονομικής ανταγωνιστικότητας της ΕΕ, αλλά και στην κάλυψη των διαφορετικών αναγκών των εργαζομένων, λαμβάνοντας υπόψη το στάδιο της ζωής στο οποίο βρίσκονται καθώς και τις επαγγελματικές προοπτικές τους· ταυτοχρόνως, αναγνωρίζει ότι οι μη συνήθεις μορφές εργασίας πρέπει να συνδυάζονται με τη στήριξη των εργαζομένων που βρίσκονται σε καταστάσεις μετάβασης από μια θέση εργασίας σε άλλη ή από ένα καθεστώς απασχόλησης σε άλλο· επισημαίνει επίσης ότι προκειμένου να καταστεί ταχεία και βιώσιμη η εν λόγω μετάβαση, είναι αναγκαίο το επίκεντρο να είναι η ενεργητική παρέμβαση που θα επιτρέπει στους εργαζόμενους που επανέρχονται στην αγορά εργασίας να δικαιούνται κάποια ενίσχυση εισοδήματος κατά το απολύτως απαραίτητο γι' αυτούς χρονικό διάστημα, ώστε να καταστούν περισσότερο απασχολήσιμοι μέσω της κατάρτισης και επιμόρφωσης·

15. τονίζει ότι η Πράσινη Βίβλος θα πρέπει να εστιάζει στο ίδιο το εργατικό δίκαιο·

16. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή εστιάζει στο ατομικό εργατικό δίκαιο και της ζητεί να εστιάσει και να προωθήσει το συλλογικό εργατικό δίκαιο ως το μέσο που θα αυξήσει τόσο την ευελιξία όσο και την ασφάλεια για εργαζόμενους και εργοδότες·

17. πιστεύει ακράδαντα ότι κάθε μορφή απασχόλησης, μη συνήθους ή άλλης, θα πρέπει να χαίρει ενός πυρήνα δικαιωμάτων ανεξάρτητα από το συγκεκριμένο καθεστώς απασχόλησης, που θα πρέπει να περιλαμβάνει: την ίση μεταχείριση, την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων και διατάξεις για το χρόνο εργασίας/ανάπαυσης, την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και την ελευθερία εκπροσώπησης, καθώς και το δικαίωμα συλλογικών διαπραγματεύσεων και συλλογικών δράσεων, και την πρόσβαση στην κατάρτιση· ταυτοχρόνως, τονίζει ότι τα ζητήματα αυτά πρέπει να εφαρμόζονται επαρκώς σε επίπεδο κρατών μελών, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές παραδόσεις και κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες σε κάθε χώρα· υπογραμμίζει ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία δεν αντιβαίνει στην εθνική νομοθεσία, αλλά θα πρέπει να θεωρείται συμπληρωματική·

18. σημειώνει ότι σημαντικό τμήμα του εργατικού δικαίου σε πολλά κράτη μέλη, όπως καθορίζεται στη Συνθήκη, αποτελεί το δικαίωμα ανάληψης συλλογικής δράσης και ότι η Επιτροπή έχει δηλώσει ενώπιον του Δικαστηρίου ότι η συγκεκριμένη μορφή ορισμένων συλλογικών δράσεων από τις σκανδιναβικές χώρες συνάδει με τη Συνθήκη ΕΚ και ζητεί από την Επιτροπή να σεβαστεί τις συλλογικές συμφωνίες ως συγκεκριμένο είδος εργατικού δικαίου όπως αναγνωρίστηκε από το Δικαστήριο·

19. ζητεί να έχουν πρόσβαση όλοι οι εργαζόμενοι στο ίδιο επίπεδο προστασίας και να μην αποκλείονται ορισμένες ομάδες αυτόματα από το ευρύτερο επίπεδο προστασίας, όπως συμβαίνει συχνά σήμερα για τους ναυτικούς, τους εργαζόμενους στα πλοία και σε πλωτές μονάδες, καθώς και τους εργαζόμενους στις οδικές μεταφορές· ζητεί να εφαρμοστεί αποτελεσματική νομοθεσία για όλους, ανεξάρτητα από τον χώρο εργασίας τους·

20. θεωρεί ότι ο υπερβολικός διοικητικός φόρτος μπορεί να αποτρέψει τους εργοδότες να προσλαμβάνουν νέους εργαζομένους ακόμα και κατά την περίοδο οικονομικής ανάπτυξης, επιδεινώνοντας τις προοπτικές απασχόλησης και αποτρέποντας την είσοδο εργαζομένων στην αγορά εργασίας· τονίζει ότι η δημιουργία θέσεων απασχόλησης αποτελεί ευρωπαϊκό στόχο προτεραιότητας σύμφωνα με τις αποφάσεις που ελήφθησαν από το Συμβούλιο στη Λισαβόνα το 2000·

21. επισημαίνει τη διογκούμενη άτυπη οικονομία και ιδιαίτερα την εργασιακή εκμετάλλευση εργαζομένων χωρίς νόμιμα έγγραφα και θεωρεί ότι ο καλύτερος τρόπος καταπολέμησης του εν λόγω φαινομένου είναι να εστιαστεί η προσοχή σε εργαλεία και μηχανισμούς για την αντιμετώπιση της εκμετάλλευσης, μεταξύ άλλων με περισσότερη και καλύτερη εφαρμογή του εργατικού δικαίου και των εργασιακών προδιαγραφών, να καταστεί ευκολότερη η νόμιμη απασχόληση, να εστιαστεί το ενδιαφέρον στα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα των εργαζομένων· καλεί τα κράτη μέλη να προωθήσουν νομοθεσία για την πρόληψη της εκμετάλλευσης των ευάλωτων εργαζομένων από μεσάζοντες και να υπογράψουν και να κυρώσουν τη Σύμβαση του ΟΗΕ για την προστασία των δικαιωμάτων όλων των μεταναστών εργατών και των οικογενειών τους, καθώς και να υπογράψουν και να κυρώσουν τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την εμπορία ανθρώπων·

22. επιδοκιμάζει το ευρύ φάσμα εργασιακών παραδόσεων, μορφών συμβάσεων και επιχειρηματικών μοντέλων που απαντώνται στις αγορές εργασίας·

23. ζητεί τη διαμόρφωση ευέλικτων και ασφαλών συμβατικών ρυθμίσεων στο πλαίσιο των σύγχρονων οργανώσεων εργαζομένων·

24. τονίζει ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) αναγνωρίζονται ως σημαντική κινητήρια δύναμη για τη δημιουργία και αύξηση της απασχόλησης στην Ευρώπη, καθώς και για την προαγωγή της κοινωνικής και περιφερειακής ανάπτυξης· πιστεύει, συνεπώς, ότι είναι ζωτικής σημασίας να αυξηθεί ο ρόλος των ΜΜΕ στην βελτίωση του εργατικού δικαίου·

25. θεωρεί ότι για μια πιο αποτελεσματική εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας είναι απαραίτητο να ενισχυθεί το σύστημα εργασιακών σχέσεων και να δοθεί η δέουσα απάντηση στην έλλειψη εκπροσώπησης των εργαζομένων σε ορισμένους τομείς, όπου το μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας αναλαμβάνεται από ΜΜΕ που απασχολούν λιγότερους από 10 υπαλλήλους (αυτή η έλλειψη εκπροσώπησης είναι ιδιαίτερα έντονη στα νέα κράτη μέλη)·

26. συμμερίζεται τον στόχο του Συμβουλίου για κινητοποίηση όλων των κατάλληλων εθνικών και κοινοτικών πόρων για την ανάπτυξη ειδικευμένου, καταρτισμένου και προσαρμόσιμου εργατικού δυναμικού και αγορών εργασίας που θα ανταποκρίνονται στις προκλήσεις που προκύπτουν από τον συνδυασμένο αντίκτυπο της παγκοσμιοποίησης και της γήρανσης των ευρωπαϊκών κοινωνιών·

27. σημειώνει ότι, λόγω του κατακερματισμού της αγοράς εργασίας, όπου η εργασιακή ασφάλεια είναι χαμηλή και η απασχόληση είναι πιο ασταθής, σε μεγάλο αριθμό μη συνήθων συμβάσεων παρέχεται ελάχιστη ή μηδενική πρόσβαση σε εκπαίδευση και κατάρτιση, επαγγελματικές συντάξεις και επαγγελματική εξέλιξη και, γενικά, παρατηρείται υποεπένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό· τονίζει ότι αυτό αυξάνει την οικονομική ανασφάλεια και δημιουργεί αντίθεση προς την αλλαγή και την παγκοσμιοποίηση γενικότερα·

28. σημειώνει ότι σε πολλά κράτη μέλη, λόγω έλλειψης επαρκούς κοινωνικής ασφάλισης, καθίσταται αδύνατη η λήψη σύνταξης και στον δεύτερο πυλώνα, με αποτέλεσμα να ασκείται περαιτέρω πίεση στις συντάξεις γήρατος στον πρώτο πυλώνα·

29. πιστεύει ότι ένας συνδυασμός ατομικής παρώθησης, υποστήριξης εκ μέρους των εργοδοτών, δυνατότητας πρόσβασης και ύπαρξης των απαραίτητων υποδομών αποτελούν τους πιο σημαντικούς παράγοντες όσον αφορά τη συμμετοχή στη διαδικασία της διά βίου μάθησης και ζητεί την ανάπτυξη ενός εκπαιδευτικού κλάδου και σχολών που θα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας και στις ατομικές προσδοκίες των εργαζομένων και των εργοδοτών· τονίζει την ανάγκη να υπάρχει η δέουσα σύνδεση μεταξύ της επαγγελματικής σταδιοδρομίας και των σχολικών προγραμμάτων·

30. επισημαίνει την επείγουσα ανάγκη βελτίωσης του μορφωτικού επιπέδου του πληθυσμού της ΕΕ και καλεί την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τους κοινωνικούς εταίρους να επενδύσουν στη διά βίου μάθηση και στην ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου ως το πιο αποτελεσματικό μέσο αντιμετώπισης της μακροχρόνιας ανεργίας· στο πλαίσιο αυτό, η ανάπτυξη δεξιοτήτων και η απόκτηση προσόντων είναι προς το κοινό συμφέρον, όπως τονίζουν από κοινού οι ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι στο «πλαίσιο δράσεων για τη διά βίου ανάπτυξη ικανοτήτων και προσόντων» του 2006·

31. είναι της άποψης ότι οι μεταρρυθμίσεις του εργατικού δικαίου θα πρέπει να διευκολύνουν την επένδυση εκ μέρους των εταιρειών στις δεξιότητες των εργαζομένων τους, να ωθήσουν τους εργαζόμενους να αναβαθμίσουν τις δεξιότητές τους και να εγγυώνται την παρέμβαση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης για τη διασφάλιση μιας τέτοιας προσέγγισης·

32. τονίζει τη σημασία που έχει να επιτευχθεί ένας βαθμός συνοχής στον τομέα του εργατικού δικαίου, ο οποίος μπορεί να επιτευχθεί μέσω οδηγιών και συλλογικών συμφωνιών και της ανοικτής μεθόδου συντονισμού· καλεί την Επιτροπή να λάβει υπόψη τις τεράστιες διαφορές που επικρατούν στις εθνικές αγορές εργασίας και τις αρμοδιότητες των κρατών μελών στον τομέα αυτό, αλλά υπενθυμίζει το στόχο να δημιουργηθεί μια πιο ανταγωνιστική, καινοτόμος και χωρίς αποκλεισμούς Ευρώπη και περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας·

33. τονίζει την έλλειψη ορθής εφαρμογής και επιβολής της υφιστάμενης ευρωπαϊκής νομοθεσίας, και καλεί την Επιτροπή να προβεί στο συντονισμό μεταξύ του εθνικού εργατικού δικαίου και των επιθεωρήσεων εργασίας· τονίζει την ανάγκη τα κράτη μέλη να συμμορφώσουν τη νομοθεσία τους στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας με την ευρωπαϊκή νομοθεσία·

34. θεωρεί ότι τα δικαιώματα των διασυνοριακών εργαζομένων θα μπορούσαν να τύχουν επαρκούς προστασίας στο πλαίσιο της συναφούς νομοθεσίας εάν εφαρμοζόταν αποτελεσματικά, και ότι ο στόχος της θέσπισης ενός ενιαίου ορισμού του εργαζόμενου και του αυτοαπασχολούμενου προσώπου βάσει του κοινοτικού δικαίου είναι εξαιρετικά πολύπλοκος λόγω των πολύ διαφορετικών κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών και παραδόσεων των επιμέρους κρατών μελών· παράλληλα, πρέπει να αναληφθεί μια πρωτοβουλία με στόχο την άνοδο του επιπέδου της απαιτούμενης σύγκλισης που θα διασφαλίζει τη συνεκτική και πιο αποτελεσματική εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου· η σύγκλιση αυτή πρέπει να σέβεται τα δικαιώματα των κρατών μελών να καθορίζουν την ύπαρξη μιας σχέσης εργασίας·

35. καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι γίνεται διάκριση σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που έχει θεσπίσει το Δικαστήριο· καλεί την Επιτροπή να ξεκινήσει επειγόντως διαπραγματεύσεις με τα κράτη μέλη με στόχο τη διαμόρφωση διαφανών και καθοριστικών κριτηρίων για τον προσδιορισμό του καθεστώτος των «εργαζομένων» και των «αυτοαπασχολούμενων προσώπων» στο εργατικό δίκαιο· επαναλαμβάνει τη θέση του Κοινοβουλίου ότι κάθε ορισμός του εργαζόμενου θα πρέπει να βασίζεται στην πραγματική κατάσταση στο χώρο και στο χρόνο εργασίας·

36. καλεί τα κράτη μέλη να προωθήσουν την άμεση εφαρμογή της σύστασης του 2006 της ΔΟΕ αναφορικά με το πεδίο της σχέσης απασχόλησης·

37. καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη τη σύσταση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας ότι το εργατικό δίκαιο δεν θα πρέπει να παρεμβαίνει στις καθαρά εμπορικές σχέσεις·

38. ζητεί να χρησιμοποιηθεί η ανοικτή μέθοδος συντονισμού στον τομέα της πολιτικής της απασχόλησης και της κοινωνικής πολιτικής ως χρήσιμο εργαλείο για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών, με στόχο την αντιμετώπιση των κοινών προκλήσεων με τρόπο ευέλικτο και διαφανή, και για τη συνεκτίμηση των διαφορετικών συνθηκών που έχουν καίρια σημασία για τις αγορές εργασίας στα επιμέρους κράτη μέλη·

39. συνιστά στα κράτη μέλη, στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, στο πλαίσιο της ανοικτής μεθόδου συντονισμού, να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές σχετικά με την ευέλικτη οργάνωση του χρόνου εργασίας και να λαμβάνουν υπόψη καινοτόμους ρυθμίσεις του χρόνου εργασίας που θα εξασφαλίζουν καλή ισορροπία μεταξύ της επαγγελματικής και της οικογενειακής ζωής·

40. καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει να συλλέγει και να αναλύει πληροφορίες για τις εθνικές αγορές εργασίας, ώστε να διασφαλίσει ότι οι ανταλλαγές ορθών πρακτικών σχετικά με τις πολιτικές απασχόλησης που ακολουθούν τα διάφορα κράτη μέλη βασίζονται σε αξιόπιστα δεδομένα, ιδίως δε σε ομοιογενή και συγκρίσιμα στατιστικά στοιχεία·

41. καλεί τα κράτη μέλη να αναθεωρήσουν και να προσαρμόσουν τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και να συμπληρώσουν τις δραστήριες πολιτικές για την αγορά εργασίας, ιδίως όσον αφορά την κατάρτιση και τη διά βίου μάθηση με σκοπό την αντιμετώπιση της νέας πραγματικότητας στην εργασία και την υποστήριξη των μεταβατικών φάσεων της απασχόληση καθώς και την επάνοδο στην αγορά εργασίας αποτρέποντας τη μακροπρόθεσμη εξάρτηση από τα επιδόματα, καθώς και την εργασία στην άτυπη οικονομία·

42. καταδικάζει εντόνως την καταχρηστική αντικατάσταση της τακτικής απασχόλησης από νέες μορφές απασχόλησης χωρίς να υφίστανται επιτακτικοί οικονομικοί λόγοι – συνηθισμένη πρακτική στις επιχειρήσεις στον κλάδο των μέσων ενημέρωσης στην Ευρώπη – με στόχο τη μεγιστοποίηση των βραχυπρόθεσμων οφελών πέραν των δέοντος, εις βάρος του κοινωνικού συνόλου, των εργαζομένων και των ανταγωνιστών· τονίζει ότι τέτοιες ενέργειες παραβιάζουν το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, καθώς πλήττουν σε βάθος χρόνου τη συναίνεση, τη δικαιοσύνη και την εμπιστοσύνη μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων· ζητεί από τα κράτη μέλη και τους κοινωνικούς εταίρους να αναλάβουν δράση εν προκειμένω, ώστε να τεθεί τέλος στις ανεύθυνες καταχρήσεις·

43. υπενθυμίζει ότι ο όρος 'ευελιξία-ασφάλεια' ορίζεται ως ο συνδυασμός της ευελιξίας και της ασφάλειας στην αγορά εργασίας κατά τρόπον ώστε να συμβάλει στην παραγωγικότητα και την ποιότητα των απασχολήσεων παρέχοντας παράλληλα ασφάλεια, ενώ συγχρόνως επιτρέπει στις επιχειρήσεις την απαραίτητη ευελιξία για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης σε ανταπόκριση των μεταβαλλόμενων αναγκών της αγοράς· είναι της γνώμης ότι οι απαιτήσεις ευελιξίας και ασφάλειας δεν είναι ασυμβίβαστες αλλά ενισχύουν αλλήλους·

44. τονίζει ότι η 'ευελιξία-ασφάλεια' μπορεί μόνον να επιτευχθεί με αποτελεσματική και σύγχρονη εργατική νομοθεσία που αντικατοπτρίζει την μεταλλασσόμενη πραγματικότητα της εργασίας· επισημαίνει ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και οι ισχυροί κοινωνικοί εταίροι αποτελούν σημαντικό τμήμα της προσέγγισης 'ευελιξία-ασφάλεια'· πιστεύει ωστόσο ότι υφίστανται διάφοροι τύποι 'ευελιξίας-ασφάλειας'· σημειώνει ότι μια κοινή προσέγγιση θα πρέπει να βασίζεται στον συνδυασμό της προσαρμοστικότητας επιχειρήσεων και εργαζομένων με ένα επαρκές επίπεδο κοινωνικής προστασίας, επιδομάτων κοινωνικής ασφάλισης και ανεργίας, δραστήριες πολιτικές για την αγορά εργασίας, ευκαιρίες για κατάρτιση και διά βίου μάθηση· θεωρεί ότι οι εκτενείς κοινωνικές παροχές και η πρόσβαση σε υπηρεσίες όπως η μέριμνα παιδιών και άλλων εξαρτωμένων ατόμων συμβάλλουν θετικά στους στόχους αυτούς·

45. πιστεύει ότι ο ορισμός της ευελιξίας με ασφάλεια στην Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής είναι πολύ περιοριστικός· επισημαίνει ωστόσο ότι η Επιτροπή θα δημοσιεύσει ανακοίνωση για την ευελιξία με ασφάλεια·

46. πιστεύει ότι οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι θα πρέπει να παραμένουν στο εργατικό δυναμικό σε εθελούσια και ευέλικτη βάση, με την υποστήριξη της κατάλληλης κατάρτισης και ιατρικής περίθαλψης στον χώρο εργασίας· τονίζει την επείγουσα ανάγκη για θετική δράση προκειμένου να ενθαρρυνθούν οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι να επανέλθουν στην αγορά εργασίας, καθώς και την ανάγκη για μεγαλύτερη ευελιξία κατά την επιλογή συνταξιοδοτικού προγράμματος·

47. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν ότι η εργατική νομοθεσία έχει τεράστια επίδραση στη συμπεριφορά των επιχειρήσεων και ότι η εμπιστοσύνη τους σε σταθερές, σαφείς και ορθές διατάξεις αποτελεί βασικό στοιχείο κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων για τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων απασχόλησης και καλεί, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν και να επιβάλουν δεόντως το σύνολο της υφιστάμενης κοινοτικής νομοθεσίας που επηρεάζει τις αγορές εργασίας·

48. καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να ενισχύσουν τα δικαιώματα για γονική άδεια και παροχή μέριμνας παιδιών σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο τόσο για τους άντρες όσο και για τις γυναίκες·

49. επιδοκιμάζει τη στρατηγική για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας και της παραοικονομίας, οι οποίες – αν και η παρουσία τους ποικίλλει ως προς την ένταση στα διάφορα κράτη μέλη – πλήττουν την οικονομία, αφήνουν απροστάτευτους τους εργαζόμενους, λειτουργούν εις βάρος των καταναλωτών, μειώνουν τα φορολογικά έσοδα και οδηγούν στον αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ εταιρειών· συμμερίζεται την προσέγγιση της Επιτροπής για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας χάρη στον αυξημένο συντονισμό μεταξύ κυβερνητικών φορέων επιβολής του νόμου, επιθεωρήσεων εργασίας ή/και συνδικαλιστικών οργανώσεων, φορέων κοινωνικής ασφάλισης και φορολογικών αρχών και καλεί τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν καινοτόμες μεθόδους βάσει δεικτών και ορόσημων, συγκεκριμένων για κάθε επιχειρηματικό τομέα, προκειμένου να καταπολεμηθεί η διάβρωση της φορολογικής βάσης·

50. καλεί την Επιτροπή να εγκαινιάσει μια ενημερωτική εκστρατεία που θα απευθύνεται σε απασχολούμενους και εργαζόμενους με στόχο την εστίαση της προσοχής στους ελάχιστους κοινοτικούς κανόνες και κανονισμούς προς εφαρμογή καθώς και στις αρνητικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει η παράνομη εργασία στα εθνικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, στα δημόσια οικονομικά, στον δίκαιο ανταγωνισμό, στις οικονομικές επιδόσεις και στους ίδιους τους εργαζόμενους·

51. ζητεί να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στους νεαρούς εργαζόμενους που είναι αυτοί που κυρίως απασχολούνται με καθεστώς μερικής απασχόλησης, ώστε να διασφαλιστεί ότι η έλλειψη επαγγελματικής εμπειρίας δεν συνεπάγεται εργατικά ατυχήματα· παροτρύνει τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές εν προκειμένω και καλεί τις εταιρείες προσωρινής απασχόλησης να ευαισθητοποιήσουν τους εργοδότες και τους ίδιους τους νεαρούς εργαζόμενους·

52. επισημαίνει τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στην ενημέρωση και στην εκπαίδευση των εργαζομένων και των εργοδοτών σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο μιας εργασιακής σχέσης και σχετικά με την εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας στον τομέα αυτόν, και, προς τούτο, καλεί την Επιτροπή να παράσχει τεχνική υποστήριξη για τους κοινωνικούς εταίρους και να τους ενθαρρύνει να ανταλλάσσουν γνώσεις και εμπειρίες προς όφελος των συνθηκών εργασίας·

53. τονίζει τον πολύτιμο ρόλο των κοινωνικών εταίρων, οι οποίοι έχουν ήδη σημειώσει κάποια επιτυχία όσον αφορά τη μεταρρύθμιση των αγορών εργασίας, συγκεκριμένα με τη σύναψη συμφωνιών για τη γονική άδεια, τη μερική απασχόληση και τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, καθώς και για την τηλεργασία και τη διά βίου μάθηση·

54. πιστεύει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να επιδείξουν ανοικτό πνεύμα στον διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους σχετικά με τον εκσυγχρονισμό του εργατικού δικαίου και την προσαρμογή αυτού στις προκλήσεις του 21ου αιώνα, να λάβουν υπόψη τα επιχειρήματα των κοινωνικών εταίρων και να ανταποκριθούν στους προβληματισμούς τους·

55. επισημαίνει τον θετικό ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις σε εθνικό, τομεακό και εταιρικό επίπεδο στις εργασιακές σχέσεις και την οργάνωση της εργασίας αυξάνοντας την παραγωγικότητα των εταιρειών και βελτιώνοντας τις συνθήκες εργασίας, ενθαρρύνοντας έτσι την ανάπτυξη της απασχόλησης, και επισημαίνει τη δυνατότητα τροποποίησης των ρυθμίσεων με στόχο να ενισχυθεί ο ρόλος των συλλογικών διαπραγματεύσεων και να προαχθούν τέτοιες διαπραγματεύσεις για λύσεις προσιτές σε επίπεδο επιχειρήσεων, οι οποίες θα ωφελούν εργαζόμενους και εργοδότες·

56. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο του προγράμματος για τη βελτίωση της νομοθεσίας, να συνεργάζονται σε διαρκή βάση με τους κοινωνικούς εταίρους, και όταν χρειασθεί με άλλες συναφείς, αντιπροσωπευτικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών για οποιοδήποτε θέμα του εργατικού δικαίου ή της κοινωνικής πολιτικής, με στόχο την απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ιδίως οι νέες επιχειρήσεις, καθιστώντας την οικονομική τους κατάσταση ευκολότερη ώστε να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητά τους και να δημιουργηθούν θέσεις απασχόλησης·

57. καλεί την Επιτροπή ρυθμίσει την από κοινού και ατομική ευθύνη για τις γενικές ή κύριες επιχειρήσεις, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι καταχρήσεις κατά την υπεργολαβία και την εξωτερική ανάθεση εργαζομένων και να διαμορφωθεί μια διαφανής και ανταγωνιστική αγορά για όλες τις εταιρείες επί τη βάσει ισότιμων όρων ανταγωνισμού όσον αφορά τα πρότυπα και τις συνθήκες εργασίας· συγκεκριμένα δε καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να καθορίσουν με σαφήνεια σε ευρωπαϊκό επίπεδο ποιος είναι αρμόδιος για τη συμμόρφωση με το εργατικό δίκαιο και για την καταβολή των ανάλογων μισθών, εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και φόρων σε μια αλυσίδα υπεργοληπτών·

58. εκφράζει τη έντονη πεποίθησή του ότι η δημιουργία επισφαλών θέσεων εργασίας με χαμηλές αμοιβές δεν αποτελεί κατάλληλη απάντηση προς την τάση μετεγκαταστάσεων που πλήττει ολοένα και περισσότερους τομείς· θεωρεί, αντίθετα, ότι η επένδυση στην έρευνα, στην ανάπτυξη, στην κατάρτιση και στη διά βίου μάθηση θα μπορέσει να δώσει ώθηση στους τομείς που σήμερα πάσχουν από έλλειψη ανταγωνιστικότητας·

59. καλεί την Επιτροπή να διευκολύνει τη θέσπιση ενός συστήματος επίλυσης διαφορών ώστε να μπορέσουν οι ευρωπαϊκές συμφωνίες μεταξύ κοινωνικών εταίρων να εξελιχθούν σε αποτελεσματικό και ευέλικτο εργαλείο που θα προαγάγει μια πιο αποτελεσματική ρυθμιστική προσέγγιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

60. καλεί τα κράτη μέλη να άρουν τους περιορισμούς στην πρόσβαση στις αγορές εργασίας τους και να βελτιώσουν, κατά τον τρόπο αυτόν, την κινητικότητα των εργαζομένων εντός της ΕΕ, επιτρέποντας έτσι την ταχύτερη επίτευξη των στόχων της Ενιαίας Αγοράς και της στρατηγικής της Λισαβόνας·

61.    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

  • [1]  ΕΕ L 303 της 2.12.2000, σελ. 16.
  • [2]  ΕΕ C 305 E της 14.12.2006, σελ. 141.
  • [3]  EE C 364, 18.12.2000, σελ. 1
  • [4]  ΕΕ L 175, της 10.7.1999, σελ. 43.
  • [5]  ΕΕ C 292 E της 1.12.2006, σελ. 131.
  • [6]  ΕΕ L 18, 21.1.1997, σελ.1
  • [7]  Κείμενα που εγκρίθηκαν Ρ6_ΤΑ(2006)0463
  • [8]  ΕΕ L 45, 19-2.1975, σελ.19
  • [9]  ΕΕ L 39, 14.12.1976, σελ. 40
  • [10]  ΕΕ L 348 της 28.11.1992, σελ. 1
  • [11]  ΕΕ L 216 της 20.8.1994, σελ. 12.
  • [12]  ΕΕ L 254 της 30.9.1994, σελ. 64.
  • [13]  ΕΕ L 269 της 5.10.2002, σελ. 15.
  • [14]  ΕΕ L 14 της 20.1.1998, σελ. 9.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Στόχος της Πράσινης Βίβλου της Επιτροπής με τίτλο «Εκσυγχρονισμός της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα» είναι η εκκίνηση ενός δημόσιου διαλόγου στην ΕΕ σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η εργατική νομοθεσία μπορεί να εκσυγχρονιστεί για την αντιμετώπιση των βασικών προκλήσεων που προκύπτουν κατά κύριο λόγο από την παγκοσμιοποίηση και τη γήρανση των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Ο προσανατολισμός της εργατικής νομοθεσίας προς την κατεύθυνση αυτή φαίνεται πως έχει ζωτική σημασία για την επίτευξη των δύο πιο σημαντικών στόχων της στρατηγικής της Λισαβόνας – να καταστεί η ΕΕ η πιο ανταγωνιστική οικονομία έως το 2010 και να διαμορφωθούν υψηλά επίπεδα απασχόλησης.

Καθώς η ανάπτυξη της απασχόλησης είναι δυνατή μόνο σε συνδυασμό με την οικονομική ανάπτυξη, ο εκσυγχρονισμός της εργατικής νομοθεσίας πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις προσδοκίες τόσο των εργαζομένων όσο και των εργοδοτών. Στην πραγματικότητα, οι προσδοκίες αυτές δεν διαφέρουν τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου η νοοτροπία της σύγκρουσης –η φιλοσοφική βάση της εργατικής νομοθεσίας, η οποία είχε αρχικά ως σκοπό την προστασία του αδύναμου μέσα στην εργασιακή σχέση– αντικαθίσταται σταδιακά από μια νοοτροπία συνεργασίας. Σήμερα, ο κοινός στόχος των εργαζομένων και των εργοδοτών είναι η δυνατότητα προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες συνθήκες που διαμορφώνουν η ταχεία τεχνολογική ανάπτυξη, η ενισχυμένη ανταγωνιστικότητα –συνέπεια τόσο της παγκοσμιοποίησης όσο και της μεταβαλλόμενης καταναλωτικής ζήτησης– καθώς και η ραγδαία ανάπτυξη του τομέα των υπηρεσιών. Στη σύνοδο κορυφής του Hampton Court τον Οκτώβριο του 2005, συνεκτιμώντας τους παράγοντες αυτούς, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε την ανακοίνωση της Επιτροπής για τις ευρωπαϊκές αξίες και την παγκοσμιοποίηση, στην οποία τα κράτη μέλη καλούνταν να εφαρμόσουν ενεργές πολιτικές για την αγορά εργασίας και να προωθήσουν την ευελιξία και την προσαρμοστικότητα με στόχο την «προστασία των ανθρώπων και όχι των θέσεων απασχόλησης». Στην ανακοίνωση τονιζόταν, επίσης, η ανάγκη βελτίωσης του κανονιστικού περιβάλλοντος σε κοινοτικό και εθνικό επίπεδο, ώστε «οι επιχειρήσεις και οι πολίτες να απαλλαγούν από τις περιττές δαπάνες και τη γραφειοκρατία».

Η Πράσινη Βίβλος φαίνεται πως αποτελεί συνέχεια της λογικής που πρεσβεύει ότι είναι απαραίτητη η δημιουργία ενός πιο ευέλικτου πλαισίου εργατικής νομοθεσίας. Αυτό δεν σημαίνει ριζική εγκατάλειψη των υποχρεωτικών προτύπων ασφάλειας της απασχόλησης, αλλά μπορεί να απαιτήσει αλλαγές όσον αφορά την ποιότητα των προτύπων αυτών, όπως αποτυπώνεται στη μετάβαση από την έννοια της «ασφάλειας των θέσεων εργασίας» στην έννοια της «ασφάλειας της απασχόλησης» και από την έννοια της «ασφάλειας με μια θέση εργασίας» σε αυτήν της «ασφάλειας που απορρέει από μια θέση εργασίας». Η εργατική νομοθεσία που ουσιαστικά στοχεύει στην προστασία των εργαζομένων που απασχολούνται με τυπικές εργασιακές σχέσεις βάσει μόνιμων συμβάσεων εργασίας δεν θα αποτρέψει αυτούς που δεν απασχολούνται στη συμβατική αγορά εργασίας να ανταποκριθούν πιο ευέλικτα στις ανάγκες της αγοράς. Η υπερβολική ρύθμιση της αγοράς εργασίας έχει αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη και στην ανάπτυξη της απασχόλησης, αποτρέποντας τους εργοδότες να προσφέρουν νόμιμη εργασία και ενθαρρύνοντας τόσο τους εργοδότες όσο και τους εργαζομένους να καταφεύγουν στη μαύρη αγορά.

Η έλλειψη ευελιξίας στην εργασιακή νομοθεσία οδηγεί επίσης στη ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών απασχόλησης, οι οποίες, όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία, αυξάνουν τις ευκαιρίες απασχόλησης για τα άτομα που αρχίζουν τον εργασιακό τους βίο, καθώς και για όσους βρίσκονται σε ηλικία συνταξιοδότησης ή επιθυμούν να αρχίσουν να εργάζονται εκ νέου ύστερα από ένα διάλειμμα. Οι εν λόγω μορφές απασχόλησης παρέχουν στους νέους σπουδαστές και στους γονείς που ανατρέφουν παιδιά έναν εύκολο τρόπο συνδυασμού της εργασίας με τις σπουδές και τον οικογενειακό βίο. Δεδομένης της αυξανόμενης απήχησης αυτών των μορφών απασχόλησης, καθώς και των θετικών αποτελεσμάτων τους όσον αφορά τη διευκόλυνση της εισόδου και της παραμονής στην αγορά εργασίας, η εργασιακή νομοθεσία πρέπει να τις σέβεται, προστατεύοντας ταυτοχρόνως τους εν λόγω εργαζομένους από τις διακρίσεις και διασφαλίζοντας τη διατήρηση ορισμένων ελάχιστων δικαιωμάτων, τα οποία θα πρέπει να καθορίζονται σύμφωνα με τις παραδόσεις και τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες κάθε κράτους μέλους. Ωστόσο, δεν είναι απαραίτητο να επιδιωχθεί η εξάλειψη των διαφορών μεταξύ των παραδοσιακών και των εναλλακτικών μορφών απασχόλησης. Η θέσπιση κοινών ελάχιστων προτύπων απασχόλησης για όλες τις μορφές απασχόλησης δεν θα ήταν μόνο πολύ δύσκολη, αλλά θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει στη δημιουργία περαιτέρω εμποδίων για την πρόσβαση πολλών κοινωνικών ομάδων στη νόμιμη αγορά εργασίας, περιλαμβανομένων των ατόμων που είναι περισσότερο ευάλωτα στην περιθωριοποίηση.

Η δημιουργία νέων ομοιόμορφων προτύπων και ορισμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα έπρεπε να προσεγγιστεί με ιδιαίτερη προσοχή. Οι διαφορές μεταξύ των κρατών μελών είναι τόσο μεγάλες που η θέσπιση τέτοιων ομοιόμορφων μέτρων θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της οικονομικής αποδοτικότητας, επηρεάζοντας έτσι αρνητικά τα επίπεδα της απασχόλησης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση διαθέτει ένα εντυπωσιακό φάσμα κανονισμών που διέπουν την αγορά εργασίας και δεν χρειάζεται η θέσπιση νέων κανονισμών. Ωστόσο, χρειάζεται τακτική επαναξιολόγηση της υφιστάμενης νομοθεσίας για την αξιολόγηση του αντικτύπου της στη λειτουργία των επιχειρήσεων, ιδίως των ΜΜΕ, και στα επίπεδα απασχόλησης στην Ένωση.

Εν προκειμένω, θα ήταν αναμφίβολα χρήσιμο για τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν μια πιο θαρραλέα πολιτική για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς, με ιδιαίτερη έμφαση στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων και των υπηρεσιών. Οι προσπάθειες που καταβάλλουν τα κοινοτικά θεσμικά όργανα θα πρέπει να οδηγούν στην άρση των φραγμών και των δυσκολιών που προκύπτουν σε υπερεθνικό επίπεδο, καθώς συνεχίζουν να αποτελούν σημαντικό παράγοντα παρεμπόδισης της ανάπτυξης της κινητικότητας των ευρωπαίων πολιτών, απαραίτητης για την οικονομική ανάπτυξη και άρα την απασχόληση. Η ανοικτή μέθοδος συντονισμού θα έπρεπε να χρησιμεύει ως πλαίσιο για πιο δυναμικές ανταλλαγές θετικών εμπειριών από τα κράτη μέλη στον τομέα των ενεργών πολιτικών για την αγορά εργασίας.

Στην έκθεσή της η Επιτροπή σχετικά με την Απασχόληση στην Ευρώπη το 2006 ασχολείται με την ευελιξία και την ασφάλεια στις κοινοτικές αγορές εργασίας επισημαίνεται ρητώς ότι, σε μακροπρόθεσμο επίπεδο, η παροχή αποτελεσματικής κατάρτισης στους ανέργους τούς βοηθά πολύ περισσότερο να σταθούν στην αγορά εργασίας. Για τον λόγο αυτόν, πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στη διαθεσιμότητα και στην ποιότητα της κατάρτισης τόσο για τους εργαζομένους όσο και για τους ανέργους. Ωστόσο, δεδομένου ότι η ατομική παρώθηση έχει καίρια σημασία για την επιτυχία κάθε μαθησιακής διαδικασίας, πρέπει να καταστούν μόνιμο συστατικό στοιχείο των σχολικών προγραμμάτων κατάλληλα μαθήματα, όπως μαθήματα επιχειρηματικότητας και διαχείρισης της προσωπικής σταδιοδρομίας.

Οι στόχοι της στρατηγικής της Λισαβόνας σχετικά με την επαγγελματική δραστηριότητα έχουν επιτευχθεί σε τέσσερις χώρες της ΕΕ, οι οποίες διαφέρουν σημαντικά από τις υπόλοιπες λόγω της αριθμητικής ισχύος τους και του επιπέδου της δραστηριότητας των συνδικαλιστικών οργανώσεών τους. Ωστόσο, ο κοινωνικός διάλογος για ζητήματα κρίσιμα για την οικονομική ανάπτυξη και συνεπώς για την αύξηση της απασχόλησης είναι απαραίτητος παντού. Πέρα από τον διάλογο σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, πρέπει επίσης να δοθεί έμφαση στην αξία του διαλόγου σε κλαδικό επίπεδο, ο οποίος παρέχει ένα καλύτερο πλαίσιο για την αντιμετώπιση των μεταβαλλόμενων συνθηκών της αγοράς. Ένας υγιής κοινωνικός διάλογος καθιστά δυνατή την υπέρβαση των εντάσεων και την οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των εργαζομένων και των εργοδοτών. Οι κοινωνικοί εταίροι θα μπορούσαν να συνεισφέρουν ενθαρρύνοντας όσους βρίσκονται εκτός της αγοράς εργασίας να εκμεταλλευτούν τις εναλλακτικές μορφές απασχόλησης σε περιπτώσεις που δεν είναι διαθέσιμες παραδοσιακές συμβάσεις. Αυτές οι εναλλακτικές λύσεις είναι καλύτερες από την ανεργία. Η Επιτροπή και οι κυβερνήσεις των κρατών μελών θα έπρεπε να στηρίξουν την ανάπτυξη ισχυρών κοινωνικών εταίρων και, στο πλαίσιο της εργατικής νομοθεσίας, να ενθαρρύνουν τη συνεργασία και την ανταλλαγή θετικών εμπειριών μεταξύ των οργανώσεων, καθώς και την προώθηση της κατάρτισης και των ενημερωτικών εκστρατειών για τους εργαζόμενους και τους εργοδότες όσον αφορά τα δικαιώματα των εργαζομένων και τον αρνητικό αντίκτυπο της μη τήρησης των απαιτήσεων της εργατικής νομοθεσίας.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (6.6.2007)

προς την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων

σχετικά με τον εκσυγχρονισμό του εργατικού δικαίου για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα
2007/2023(INI)

Συντάκτρια γνωμοδότησης: Mia De Vits

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών καλεί την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

1.  επιβεβαιώνει ότι το εργατικό δίκαιο υπάγεται κυρίως στην αρμοδιότητα των κρατών μελών και των κοινωνικών εταίρων και διαφέρει πολύ από κράτος σε κράτος· τονίζει ωστόσο ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά την περιορισμένη της αρμοδιότητα στον τομέα αυτόν, οφείλει να επικεντρώσει τις ενέργειές της στην εφαρμογή των στόχων της Στρατηγικής της Λισαβόνας σχετικά με έναν μεγαλύτερο αριθμό θέσεων εργασίας και με θέσεις εργασίας καλύτερης ποιότητας·

2.  τονίζει ότι η εργατική νομοθεσία αποτελεί νομοθεσία που εξυπηρετεί την κοινωνική προστασία και αποσκοπεί στην προστασία των εργαζομένων·

3.  θεωρεί ότι ο κοινωνικός διάλογος αποτελεί, τόσο σε επίπεδο Ένωσης (άρθρο 137 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση) όσο και σε επίπεδο κρατών μελών, το κατάλληλο πλαίσιο για την δημιουργία ενός κανονιστικού πλαισίου για τις σχέσεις εργασίας· εκτιμά, ως εκ τούτου, ότι ο κοινωνικός διάλογος πρέπει να συμμετέχει επισήμως στις διαβουλεύσεις στο πλαίσιο αυτών των προβληματισμών· εκτιμά ότι η γενική ενίσχυση των κοινωνικών εταίρων και μιας εντονότερης διακρατικής συνεργασίας συμβάλλει σημαντικά στην επιθυμητή εφαρμογή της αρχής της ισότητας·

4.  υποστηρίζει ότι η ασφάλεια της απασχόλησης πρέπει να είναι στόχος καθαυτός, ούτως ώστε σε περίπτωση απώλειας θέσεων εργασίας να υπάρχει η δυνατότητα ταχείας επανόδου στην απασχόληση· υπογραμμίζει στο πλαίσιο αυτό την ιδιαίτερη σημασία της διά βίου μάθησης·

5.  θεωρεί ότι οι υπερβολικές προστατευτικές ρυθμίσεις στον τομέα του εργατικού δικαίου μπορεί να αποθαρρύνουν τις επιχειρήσεις από την πρόσληψη εργαζομένων· συμφωνεί με την Επιτροπή ότι ένα ευέλικτο πλαίσιο στον τομέα της εργατικής νομοθεσίας αυξάνει την ικανότητα προσαρμογής των αγορών εργασίας και προάγει την απασχόληση· θεωρεί επίσης ότι δεν πρέπει να επιβληθούν στις επιχειρήσεις επιπλέον γραφειοκρατικά βάρη, αλλά πρέπει να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος, γεγονός το οποίο ισχύει ιδιαίτερα για τις ΜΜΕ· στηρίζει τη δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 2007, σύμφωνα με την οποία ο διοικητικός φόρτος πρέπει να μειωθεί κατά 25% έως το έτος 2012·

6.  εφιστά την προσοχή στην οδηγία σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων, τον κανονισμό σχετικά με τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και άλλες ρυθμίσεις σε επίπεδο ΕΕ, που προστατεύουν συνολικά τα δικαιώματα των εργαζομένων· υποστηρίζει ότι δεν είναι χρήσιμος ο ορισμός των όρων "μισθωτός εργαζόμενος" και "αυτοαπασχολούμενος" σε ευρωπαϊκό επίπεδο· τάσσεται υπέρ της υλοποίησης ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας και της ελεύθερης κυκλοφορίας των παρόχων υπηρεσιών εντός της Ένωσης· περιπτώσεις σύγκρουσης μεταξύ του εθνικού εργατικού δικαίου και των κανόνων της εσωτερικής αγοράς θα πρέπει να επιλύονται με την υπερίσχυση των εθνικών κανόνων της εργατικής νομοθεσίας·

7.  εκτιμά ότι η οδηγία σχετικά με την απόσπαση, προβλέποντας τους ελάχιστους επιτακτικούς κανόνες για την προστασία των εργαζομένων, είναι το απαραίτητο εργαλείο για τη διασφάλιση δίκαιης μεταχείρισης των διαφόρων εργαζομένων στο πλαίσιο διασυνοριακής προσωρινής εργασιακής σχέσης· θεωρεί ωστόσο ότι είναι απαραίτητα αποτελεσματικά μέσα ελέγχου, προκειμένου να αντιμετωπίζονται οι καταχρήσεις· διαπιστώνει, ωστόσο, σχετικά ότι η υφιστάμενη νομολογία του Δικαστηρίου αναγνωρίζει ότι το κράτος μέλος υποδοχής πρέπει να έχει μόνο το δικαίωμα να ζητεί έγγραφα, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας· καλεί επιπλέον την Επιτροπή να δεσμευθεί ότι θα εργαστεί με περισσότερο ενεργό τρόπο με τα κράτη μέλη ώστε να βελτιωθεί η διασυνοριακή συνεργασία για τις επιθεωρήσεις εργασίας·

8.  αναφέρεται σχετικά στην απόφαση Wolff & Müller του Δικαστηρίου που αναγνωρίζει την αρχή της αλυσιδωτής ευθύνης μεταξύ της επιχείρησης που δίνει την εντολή και της επιχείρησης-υπεργολάβου· καλεί την Επιτροπή να ενθαρρύνει και διευκολύνει την ενισχυμένη συνεργασία και την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των αρχών των κρατών μελών· ζητεί στην περίπτωση αυτή να μην επιβαρύνεται η κύρια επιχείρηση με πρόσθετο γραφειοκρατικό και οικονομικό βάρος·

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Εκσυγχρονισμός του εργατικού δικαίου για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα

Αριθμός διαδικασίας

2007/2023 (INI)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

EMPL

Γνωμοδότηση της
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

IMCO
15.2.2007

Συντάκτης(κτρια) γνωμοδότησης
  Ημερομηνία ορισμού

Mia De Vits
1.3.2007

Εξέταση στην επιτροπή

12.4.2007

8.5.2007

4.6.2007

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

5.6.2007

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

18

16

1

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Daniela Buruiană-Aprodu, Charlotte Cederschiöld, Gabriela Creţu, Mia De Vits, Rosa Díez González, Janelly Fourtou, Evelyne Gebhardt, Małgorzata Handzlik, Malcolm Harbour, Edit Herczog, Pierre Jonckheer, Alexander Lambsdorff, Kurt Lechner, Lasse Lehtinen, Toine Manders, Arlene McCarthy, Béatrice Patrie, Zita Pleštinská, Guido Podestà, Giovanni Rivera, Zuzana Roithová, Luisa Fernanda Rudi Ubeda, Heide Rühle, Christel Schaldemose, Andreas Schwab, Alexander Stubb, Eva-Britt Svensson, Marianne Thyssen, Horia-Victor Toma, Jacques Toubon, Barbara Weiler

Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Wolfgang Bulfon, André Brie, Manuel Medina Ortega, Anja Weisgerber

Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 178, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Cristobal Montoro Romero, Paul Rübig

Παρατηρήσεις (πληροφορίες που διατίθενται σε μία μόνον γλώσσα)

...

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων (5.6.2007)

προς την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων

σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα
(2007/2023(INI))

Συντάκτρια γνωμοδότησης: Donata Gottardi

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων καλεί την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

1.   υπογραμμίζει την ανάγκη να διερευνηθούν κοινωνικές, οικονομικές και νομοθετικές καινοτομίες, οι οποίες θα διαφυλάσσουν και θα προωθούν το κοινοτικό κεκτημένο – με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων μερών και επί τη βάσει συλλογικών συμφωνιών όπως απαιτείται σε θεσμικό επίπεδο, με σκοπό την τροποποίηση της οργάνωσης και της πολιτιστικής διάστασης της εργασίας, σε βάσεις εμπιστοσύνης, αξιοπρέπειας, υπευθυνότητας και ευελιξίας·

2.   τονίζει την κοινωνική και οικονομική σημασία του να έχουν απασχόληση περισσότεροι άνθρωποι· υπογραμμίζει ότι το υψηλό ποσοστό ανεργίας στην Ευρώπη σήμερα υπονομεύει την ευημερία και τη μελλοντική οικονομική άνθιση καθώς και την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, και ακόμη πιο σημαντικό, δημιουργεί κοινωνικό διαχωρισμό και μια διαίρεση μεταξύ εκείνων οι οποίοι έχουν απασχόληση και εκείνων οι οποίοι δεν έχουν· αναμφισβήτητα, η ανεργία των μεμονωμένων ατόμων οδηγεί στην απομόνωση, στην εξάρτηση και στη μειωμένη αυτοπεποίθηση·

3.   υπογραμμίζει ότι η ευρωπαϊκή οικονομία χρειάζεται να εργάζονται περισσότερα άτομα προκειμένου να είναι σε θέση να ανταγωνιστεί σε παγκόσμιο επίπεδο και να εκπληρώσει τις υποσχέσεις της κοινωνικής ασφάλισης·

4.   τονίζει ότι το υψηλό ποσοστό ανεργίας στην Ευρώπη αποτελεί αποτυχία η οποία απαιτεί ενέργειες που θα καταστήσουν ευκολότερη για περισσότερους ανθρώπους την είσοδο στην αγορά εργασίας, αυξάνοντας την κινητικότητα στην αγορά εργασίας και διευκολύνοντας τα μεμονωμένα άτομα να αλλάζουν εργασίες χωρίς να χάνουν την ασφάλιση·

5.   ζητεί μεταρρυθμίσεις που θα καταστήσουν σημαντικότερη την παραμονή στην αγορά εργασίας, μειώνοντας τους κινδύνους των παγίδων φτώχιας και του διαχωρισμού·

6.   θέτει ως στόχο την δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας, επιδιώκοντας με την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα την βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας και ένα είδος ανάπτυξης το οποίο να αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη προσοχή τα θέματα της κοινωνικής συνοχής και της βιωσιμότητας για τις μελλοντικές γενεές, καθώς και των αλλαγών που προκύπτουν λόγω της παγκοσμιοποίησης, των δημογραφικών προκλήσεων, των νέων τεχνολογιών και της οικονομίας των υπηρεσιών· τονίζει ότι η αποτελεσματική αγορά εργασίας αποτελεί προϋπόθεση για την επίτευξη αυτών των στόχων· ζητεί τη δημιουργία ενός ευέλικτου περιβάλλοντος ως προϋπόθεση για την επίτευξη της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας·

7.   τονίζει τη σπουδαιότητα της εξασφάλισης συνέπειας μεταξύ προόδου στον τομέα του εργατικού δικαίου που έχει επιτευχθεί με την εναρμόνιση της ΕΕ μέσω οδηγιών και συλλογικών συμβάσεων και της ανοικτής μεθόδου συντονισμού, με ιδιαίτερη προσοχή στα νέα κράτη μέλη, και παροτρύνει την Επιτροπή να λάβει υπόψη τις συνεχιζόμενες διαφορές μεταξύ των εθνικών αγορών εργασίας με απώτερο στόχο την ενίσχυση του σχεδίου για μια ανταγωνιστική, καινοτόμο και περιεκτική Ευρώπη·

8.   εκφράζει την ικανοποίησή του σχετικά με την προσέγγιση του θέματος της μη δηλωμένης και της λαθραίας εργασίας, οι οποίες -παρά την διαφορετική έκταση με την οποία εκδηλώνονται στα επί μέρους κράτη μέλη, βλάπτουν το παραγωγικό σύστημα και τους καταναλωτές, υπονομεύουν τα έσοδα από την φορολογία και δημιουργούν αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων· πιστεύει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην καταπολέμηση της λαθρεμπορίας εργαζομένων και να εξασφαλίσει τη μη διάκριση των πολιτών της ΕΕ στο εργατικό δίκαιο σε όλα τα κράτη μέλη· ζητεί να ενισχυθούν οι έλεγχοι για τον εντοπισμό της αδήλωτης εργασίας·

9.   συμμερίζεται τη στρατηγική της Επιτροπής για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας μέσω ενός σθεναρού συντονισμού μεταξύ κυβερνητικών εκτελεστικών υπηρεσιών, επιθεωρήσεων εργασίας, διοικήσεων κοινωνικής ασφάλισης και φορολογικών αρχών και καλεί τα κράτη μέλη να κάνουν χρήση καινοτόμων μεθόδων που βασίζονται σε δείκτες και σημεία αναφοράς που έχουν συγκεκριμένη σχέση με τους διάφορους επιχειρηματικούς τομείς προκειμένου να καταπολεμηθεί η αδήλωτη εργασία και η φοροδιαφυγή·

10.  εκτιμά ότι είναι απαραίτητο να αποκατασταθεί θεμιτός και ισόρροπος συνδυασμός μεταξύ ευελιξίας και ασφάλειας λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις και την κατάσταση των επιχειρήσεων και των εργαζομένων και διαπιστώνει ότι τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι εργαζόμενοι απαιτούν ευελιξία και ασφάλεια στις μεταξύ τους σχέσεις· επαναλαμβάνει ότι είναι ανάγκη να υπάρξει ευελιξία, από την τυπολογία της οργάνωσης εργασίας μέχρι τα ωράριά της δημιουργώντας έτσι τις συνθήκες ώστε οι εργαζόμενοι να έχουν πρόσβαση και να μένουν στην αγορά εργασίας· επισημαίνει ότι πρέπει να επανεξετασθεί το θέμα της κατανομής των ρόλων και του συμβιβασμού της επαγγελματικής, της οικογενειακής και της προσωπικής ζωής, να εξετασθεί το θέμα όλων των ειδών εργασίας, περιλαμβανομένης της εργασίας παροχής φροντίδων και της εθελοντικής·

11. υπογραμμίζει ότι οι ενεργές πολιτικές της αγοράς εργασίας αποτελούν αποτελεσματικότερο τρόπο προστασίας των εργαζομένων έναντι των κινδύνων της αγοράς εργασίας και ότι για την εξασφάλιση ισόρροπου συνδυασμού μεταξύ ευελιξίας και ασφάλειας απαιτούνται επαρκείς - σε ύψος και διάρκεια - πόροι επιδότησης της ανεργίας με την παράλληλη λειτουργία ενός πλέγματος παρεμβάσεων και υποδομών για την κατάρτιση και επανακατάρτιση του εργατικού δυναμικού· καλεί τα κράτη μέλη να θέσουν σε εφαρμογή ειδικά μέτρα και δράσεις προκειμένου να διευκολυνθεί το πέρασμα από ένα επάγγελμα σε άλλο με το συνδυασμό ενεργών εργασιακών πολιτικών και διά βίου μάθησης και με την προώθηση της συνυπευθυνότητας των κοινωνικών εταίρων στην κατανομή και στην αναδιανομή πόρων και δαπανών·

12. επισημαίνει ότι είναι σκόπιμο να γίνουν τροποποιήσεις στο επίπεδο των ειδών προστασίας και όχι απλώς επέκταση ή μείωσή τους και προβληματίζεται όσον αφορά τους κινδύνους μεταφοράς δαπανών στον δημόσιο προϋπολογισμό, με ενδεχόμενες επιπτώσεις στο Σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης·

13. τονίζει ότι οι κανόνες για την προστασία της απασχόλησης και για τις πολιτικές της ενεργούς απασχόλησης πρέπει να στοχεύουν στη βελτίωση των προοπτικών απασχόλησης εκείνων που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση και έχουν προβλήματα για την απόκτηση θέσης στην αγορά εργασίας, όπως οι νέοι, οι γυναίκες και οι ηλικιωμένοι εργαζόμενοι·

14. επισημαίνει ωστόσο ότι μικρότεροι εργοδότες συχνά αναφέρουν την ακαμψία στη ρύθμιση της απασχόλησης ως αποτρεπτικό παράγοντα στην επέκταση και στην πρόσληψη νέων υπαλλήλων και ότι το κόστος και οι δυσκολίες της διακοπής της απασχόλησης, σε περιπτώσεις όπου είναι αιτιολογημένη, ορισμένες φορές οδηγούν σε ανακριβείς αναφορές που δίδονται σε πιθανούς μελλοντικούς εργοδότες ή στην παραμονή ακατάλληλων εργαζομένων και ότι αυτοί οι παράγοντες μπορεί να έχουν οικονομική συνέπεια στην ανταγωνιστικότητα η οποία έχει επίπτωση στην κοινωνία στο σύνολό της·

15. υπενθυμίζει την ανάγκη να εφαρμοσθούν δραστήριες πολιτικές για την εργασία, με βάση την δια βίου επιμόρφωση, και όχι μόνον κατά τις περιόδους κρίσης στον τομέα της απασχόλησης, επισημαίνοντας ότι η ικανότητα επαγγελματικής ένταξης και προσαρμοστικότητας του εργατικού δυναμικού δημιουργεί συνθήκες ασφάλειας τόσο στις επιχειρήσεις όσο και στους εργαζόμενους και αποτελεί το βασικό στοιχείο της ανταγωνιστικότητας ενός οικονομικού συστήματος που βασίζεται στη γνώση· επισημαίνει ότι η ανάπτυξη ικανοτήτων και η απόκτηση προσόντων είναι προς το συμφέρον των εταιριών και των εργαζομένων· επισημαίνει ότι οι κοινωνικοί εταίροι αναφέρθηκαν σ’ αυτά στο «Πλαίσιο δράσης» του 2006.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Eκσυγχρονισμός της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα

Αριθμός διαδικασίας

2007/2023(INI)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

EMPL

Γνωμοδοτική (ές) επιτροπή(ές)
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

ECON
15.2.2007

Ενισχυμένη συνεργασία – Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

 

Συντάκτης(τρια) γνωμοδότησης
  Ημερομηνία ορισμού

Gottardi Donata
13.3.2007

Προηγούμενος(η) συντάκτης/κτρια γνωμοδότησης

 

Εξέταση στην επιτροπή

8.5.2007

4.6.2007

 

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

5.6.2007

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

37

0

3

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Gabriele Albertini, Zsolt László Becsey, David Casa, Christian Ehler, Jonathan Evans, José Manuel García-Margallo y Marfil, Jean-Paul Gauzès, Karsten Friedrich Hoppenstedt, Piia-Noora Kauppi, Astrid Lulling, Cristobal Montoro Romero, Joop Post, John Purvis, Alexander Radwan, Ivo Strejček, Pervenche Berès, Udo Bullmann, Ieke van den Burg, Donata Gottardi, Joseph Muscat, Dariusz Rosati, Antolín Sánchez Presedo, Manuel António dos Santos, Sharon Bowles, Sophia in 't Veld, Andrea Losco, Margarita Starkevičiūtė, Dariusz Maciej Grabowski, Guntars Krasts, Eoin Ryan, Heide Rühle, Sahra Wagenknecht, Cristian Stănescu.

Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Ján Hudacký, Werner Langen, Maria Petre, Andreas Schwab, Κατερίνα Μπατζελή, Harald Ettl, Gianni Pittella.

Αναπληρωτής(ές) σύμφωνα με το άρθρο 178, παρ. 2, παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

 

Παρατηρήσεις (διαθέσιμες σε μια μόνο γλώσσα)

 

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (8.5.2007)

προς την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων

σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα
(2007/2023(INI))

Συντάκτρια γνωμοδότησης: Kartika Tamara Liotard

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων καλεί την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι σχετικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι στη νέα οικονομία υφίστανται κοινωνικές ανισότητες οι οποίες και τείνουν να ενταθούν και, ειδικότερα, οι ανισότητες μεταξύ των δύο φύλων, ιδίως στους τομείς στους οποίους δεν υπάρχουν ισχυρές συνδικαλιστικές οργανώσεις και συλλογικές συμβάσεις,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα στον τομέα της απασχόλησης και της κοινωνικής προστασίας ενδέχεται να περιοριστούν αισθητά στην περίπτωση των γυναικών, πράγμα που θα προκαλούσε κατάσταση αβεβαιότητας όσον αφορά τις προοπτικές απασχόλησης και θα επηρέαζε σημαντικές επιλογές στην ιδιωτική τους ζωή, όπως σχετικά με τον οικογενειακό προγραμματισμό,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες βρίσκονται σε μειονεκτική κατάσταση στην αγορά εργασίας και εκπροσωπούνται με δυσανάλογη αναλογία σε καθεστώτα μερικής απασχόλησης και σε νέες, συχνά επισφαλείς, μορφές εργασιακών ρυθμίσεων, όπως είναι συμβάσεις ορισμένου χρόνου και μερικής απασχόλησης, αντιμετωπίζοντας εμπόδια κατά την αναζήτηση πρόσβασης σε πλήρη κοινωνικά δικαιώματα και παροχές καθώς και ίσες αμοιβές και δυνατότητες σταδιοδρομίας,

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη τις δυσμενείς διακρίσεις που υφίστανται οι γυναίκες κατά την πρόσβασή τους στην αγορά εργασίας που συνεπάγονται μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας και ειδικότερα συνεχή μισθολογική διαφοροποίηση παρά το γεγονός ότι το επίπεδο εκπαίδευσης και κατάρτισής τους είναι ισότιμο ή και ανώτερο από εκείνο των ανδρών,

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η μειονεκτική θέση των γυναικών στην αγορά εργασίας έχει ως αποτέλεσμα να πληρώνονται κατά μέσον όρο κατά 15% λιγότερο από ό,τι οι άνδρες, μολονότι οι ίσες αμοιβές μεταξύ ανδρών και γυναικών προβλέπονται στη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το αρχικό της ήδη στάδιο,

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ανισότητες προκαλούν έμμεσο και άμεσο οικονομικό κόστος, και ότι αντίθετα η ίση μεταχείριση δημιουργεί ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και η υλοποίησή της συνιστά σαφώς σημαντική στρατηγική συμβολή στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να αγνοήσει την ενέργεια και το παραγωγικό δυναμικό των γυναικών που συνιστούν το ήμισυ του πληθυσμού,

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν σήμερα τριπλή δέσμευση, και συγκεκριμένα τη μεγαλύτερη συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας, την απόκτηση περισσότερων παιδιών και την αντιμετώπιση αυξανόμενων απαιτήσεων για καθήκοντα οικογενειακής μέριμνας, ενώ σχεδόν πάντοτε η γυναίκα είναι το άτομο που πρέπει να κάνει τους συμβιβασμούς που απαιτούνται για την προσαρμογή της εργασίας με τις οικογενειακές απαιτήσεις και που εκτίθεται σε μεγάλο άγχος και ένταση λόγω του συνδυασμού του επαγγελματικού ρόλου και των καθηκόντων παροχής φροντίδας,

Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες συχνά εγκαταλείπουν την αγορά εργασίας για εκτεταμένες χρονικές περιόδους λόγω των καθηκόντων παιδικής ή οικογενειακής μέριμνας και ότι οι προοπτικές επανένταξής τους στην αγορά εργασίας είναι περιορισμένες,

Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι γεγονός ότι εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες αποδέχονται μη ομαλές συνθήκες απασχόλησης διότι δεν έχουν άλλη επιλογή είτε επειδή εκτελούν οικιακή εργασία έξω από το νοικοκυριό τους ή διότι πρέπει να φροντίσουν ηλικιωμένα μέλη της οικογένειάς τους,

1.  τονίζει ότι η θέσπιση μέτρων για τη βελτίωση των δικαιωμάτων κοινωνικής ασφάλισης και των σχετικών παροχών προς τους εργαζομένους με καθεστώς μερικής απασχόλησης και σε όσους υπόκεινται σε ελαστικές ή μη συνήθεις εργασιακές ρυθμίσεις και η θέσπιση μέτρων για την εξασφάλιση της μετατροπής της αδήλωτης εργασίας σε κανονική εργασία είναι καθοριστικής σπουδαιότητας για την ισότητα μεταξύ των φύλων ενόψει του ότι η πλειονότητα αυτών των θιγομένων εργαζομένων είναι γυναίκες· καλεί τα κράτη μέλη να δείχνουν σεβασμό στο δικαίωμα στην εργασία, ιδίως στο πλαίσιο της νέας κοινωνικής πραγματικότητας και των πρόσφατων εξελίξεων στις εργασιακές σχέσεις, δεδομένου·

2.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν το δικαίωμα στην κοινωνική προστασία και σε ελάχιστο εισόδημα ούτως ώστε να επιτρέπεται σε όλα τα άτομα ως θεμελιώδες δικαίωμα η ασφαλής επιβίωση ανεξάρτητα από τα ωράρια απασχόλησης και τη μορφή της σύμβασης·

3.  τονίζει ότι θα πρέπει να προβλέπεται από τη νομοθεσία ότι οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου που ανανεώνονται πολλές φορές πρέπει να μετατρέπονται σε συμβάσεις αορίστου χρόνου· ζητεί να ασκείται αποτελεσματικότερος έλεγχος στη χρήση συμβάσεων ορισμένου χρόνου·

4.  τονίζει ότι η κατάσταση απασχόλησης στην Ευρώπη δεν συμβαδίζει με τους βασικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ου συνίστανται στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας των πολιτών της καθώς και με την Ατζέντα της Λισαβόνας που στοχεύει σε περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας, σε πλήρη απασχόληση και στην κοινωνική ένταξη καθώς και σε συντελεστή απασχόλησης για τις γυναίκες ύψους 60% μέχρι το 2010 · ζητεί από την Επιτροπή να αντιμετωπίσει επειγόντως τα ζητήματα αυτά·

5.  καλεί την Επιτροπή να εφαρμόσει αποτελεσματικά την αρχή της ισότητας ευκαιριών μεταξύ των δύο φύλων στη διαδικασία διαβούλευσής της· τονίζει ότι η Πράσινη Βίβλος της Επιτροπής για τον εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας ώστε να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του 21ου αιώνα (CΟΜ(2006)0708) (Πράσινη Βίβλος) δεν εστιάζεται στα διαφοροποιημένα για κάθε φύλο αποτελέσματα που θα έχουν οι προτεινόμενες τροποποιήσεις·

6.  καλεί τα κράτη μέλη και τους εργοδότες να παράσχουν νέες δυνατότητες με ευέλικτα ωράρια εργασίας και να προωθούν θέσεις εργασίας μερικής απασχόλησης και αυτοαπασχόλησης, ενώ παράλληλα θα εξασφαλίζουν δικαιώματα κοινωνικής προστασίας και συνταξιοδότησης προκειμένου να αυξηθεί η συμμετοχή των γυναικών, των νέων και των ηλικιωμένων στο εργατικό δυναμικό·

7.  τονίζει ότι οι πιέσεις που ασκούνται στο πλαίσιο του ανταγωνισμού έχουν συντελέσει στην όξυνση της οικονομικής ανισότητας και στην αύξηση των απαιτήσεων για εργασιακή ευελιξία, πράγμα που θα έχει δυσμενή αντίκτυπο στις γυναίκες όσον αφορά τις διαφορές στις αμοιβές και τις επαγγελματικές και τομεακές διακρίσεις, τις προοπτικές οικονομικής ανεξαρτησίας τους και την κοινωνική τους προστασία·

8.  τονίζει ότι το σημείο εκκίνησης του εργατικού δικαίου πρέπει να είναι η εξάλειψη των μισθολογικών διαφορών μεταξύ ανδρών και γυναικών· πιστεύει ότι οι μισθολογικές διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών σε διαφορετικούς τομείς απασχόλησης αντικατοπτρίζουν την έλλειψη σεβασμού για το έργο που εκτελούν οι γυναίκες·

9.  τονίζει την ανάγκη να καθιερωθεί ορθό σύστημα αξιολόγησης τόσο της γυναικείας όσο και της ανδρικής εργασίας ούτως ώστε να εφαρμόζεται η αρχή των ίσων αμοιβών για εργασία ίσης αξίας πράγμα που δεν ισχύει σε πολλές περιπτώσεις·

10. επισημαίνει ότι ο κίνδυνος να βρεθεί κανείς σε επισφαλέστερη θέση στην αγορά εργασίας σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με τη διάσταση του φύλου και της γενιάς στην οποία ανήκει το άτομο αυτό, δεδομένου ότι οι γυναίκες, τα ηλικιωμένα άτομα και οι νεαροί εργαζόμενοι, που προσλαμβάνονται συχνά με άτυπες συμβάσεις, έχουν λιγότερες δυνατότητες να βελτιώσουν τη θέση τους στην αγορά εργασίας·

11. τονίζει ότι μια καλύτερη αναγνώριση του δικαιώματος στο συνδυασμό ιδιωτικού, επαγγελματικού και οικογενειακού βίου ( τόσο από άποψη σταδιοδρομίας όσο και από άποψη κοινωνικών παροχών και δικαιωμάτων συνταξιοδότησης), η ενίσχυση της προστασίας των γυναικών κατά τη διάρκεια της κύησης και του θηλασμού, η καλύτερη κατανομή των οικογενειακών και οικιακών βαρών μεταξύ των γυναικών και των ανδρών, η κατάλληλη προσφορά υπηρεσιών παιδικής μέριμνας και φροντίδας εξαρτώμενων συγγενών καθώς και η θέσπιση αυτόνομης του γονικής άδειας ο πατέρα, άσχετης με αυτή της μητέρας τους, συνιστούν βασικές προϋποθέσεις για την εξασφάλιση ίσων δικαιωμάτων και ευκαιριών για άνδρες και γυναίκες στον τόπο εργασίας·

12. καλεί την Επιτροπή, ακολουθώντας τη διαδικασία της Πράσινης Βίβλου για τον σταθμισμένο συνδυασμό ευελιξίας και ασφάλειας, να λάβει υπόψη τις ανάγκες τόσο των εργαζομένων όσο και των επιχειρήσεων·

13. καλεί τα κράτη μέλη και τους κοινωνικούς εταίρους να εξασφαλίζουν δυνατότητες γονικής άδειας και μεγαλύτερης ευελιξίας στις συνθήκες εργασίας, ιδίως με τη χρήση νέων τεχνολογιών, με στόχο την καλύτερη εξισορρόπηση μεταξύ επαγγελματικής, οικογενειακής και ιδιωτικής ζωής·

14. συνιστά στα κράτη μέλη, στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, στο πλαίσιο της ανοικτής μεθόδου συντονισμού, να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές σχετικά με την ευέλικτη οργάνωση του χρόνου εργασίας και να λαμβάνουν υπόψη καινοτόμους ρυθμίσεις του χρόνου εργασίας που θα εξασφαλίζουν καλή ισορροπία μεταξύ της επαγγελματικής και της οικογενειακής ζωής·

15. τονίζει ότι το σύγχρονο εργατικό δίκαιο πρέπει να εγγυάται την πλήρη εφαρμογή της ευρωπαϊκής και εθνικής νομοθεσίας για την καταπολέμηση των διακρίσεων στην αγορά εργασίας· τονίζει ότι το εργατικό δίκαιο πρέπει επίσης να υποστηρίζει αποτελεσματικούς μηχανισμούς που θα εξασφαλίζουν ίσες ευκαιρίες για όλο το εργατικό δυναμικό, δηλαδή έλλειψη διακρίσεων στις διαδικασίες προσλήψεων, πρόσβαση στην ανέλιξη και στην κατάρτιση και κατάλληλη προστασία ώστε να μην ταλαιπωρούνται τα άτομα που διεκδικούν τα δικαιώματά τους·

16. καλεί τα κράτη μέλη να προωθήσουν την υιοθέτηση των μέσων που θα ενθαρρύνουν την ισότητα στις επιχειρήσεις με στόχο την εξάλειψη διακρίσεων σε συνθήκες εργασίας, τη σεξουαλική παρενόχληση, τη χρησιμοποίηση σεξιστικής γλώσσας κατά την περιγραφή της φύσης της εργασίας και τη διαμόρφωση του χρόνου εργασίας, και να εξασφαλίσουν την ισόρροπη συμμετοχή ανδρών και γυναικών στα διοικητικά συμβούλια·

17. καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι οι άνδρες και οι γυναίκες, ακόμη και όταν περιορίζουν ή διακόπτουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα για να ασχοληθούν με την ανατροφή των παιδιών τους παραμένουν εγγεγραμμένοι σε συστήματα κοινωνικής ασφάλισης ούτως ώστε να κατοχυρώσουν τα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα μετά τη λήξη της επαγγελματικής τους ζωής· υπογραμμίζει την ανάγκη να εξασφαλιστεί η απαραίτητη διά βίου εκπαίδευση για τους εργαζομένους ούτως ώστε να διευκολύνεται η επιτυχής τους μετάβαση σε διάφορα καθεστώτα απασχόλησης·

18. καλεί την Επιτροπή να εξετάσει το ζήτημα της εκμετάλλευσης διακινούμενων εργαζομένων, κυρίως γυναικών (χωρίς άδεια εργασίας), εστιαζόμενη σε μέσα και μηχανισμούς για την πρόληψη και καταπολέμηση της εκμετάλλευσης διακινούμενων εργαζομένων, συμπεριλαμβάνοντας την αναγνώριση και επιβολή θεμελιωδών ανθρωπίνων και εργασιακών δικαιωμάτων παράνομων μεταναστών, αντί μέτρων καταπίεσης και απέλασης·

19. διαπιστώνει με μεγάλη ανησυχία ότι η Πράσινη Βίβλος της Επιτροπής, μολονότι αναγνωρίζει ότι οι σημερινές συνθήκες της αγοράς εργασίας δημιουργούν άνισες καταστάσεις μεταξύ των δύο φύλων, λ.χ. οι διαφορές στις αμοιβές ανδρών και γυναικών καθώς και όσον αφορά τον επαγγελματικό και τομεακό διαχωρισμό της αγοράς εργασίας, και αγνοεί πλήρως τις υποχρεώσεις και ευθύνες που σχετίζονται με τον χάρτη πορείας για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών·

20. διαπιστώνει, επίσης με μεγάλη ανησυχία, ότι η Πράσινη Βίβλος, μολονότι αναγνωρίζει ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν αστάθμητες καταστάσεις μεταξύ της επαγγελματικής και της ιδιωτικής τους ζωής, αγνοεί την επιτακτική ανάγκη ανάληψης δράσεων με στόχο τον συνδυασμό μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής και των δημογραφικών προκλήσεων, και μάλιστα σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Ισότητα των Φύλων και την Ανακοίνωση της Επιτροπής για το Δημογραφικό Μέλλον της Ευρώπης·

21. τονίζει ότι οι ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών και ο γενικότερος φόρτος εργασίας των γυναικών θα εξακολουθήσουν να αυξάνονται εάν προωθείται περαιτέρω η γυναικεία απασχόληση χωρίς να αξιολογείται το έργο μέριμνας και η οικιακή εργασία των γυναικών, χωρίς να ενθαρρύνονται οι άνδρες να αναλαμβάνουν καθήκοντα μέριμνας και χωρίς να εξασφαλίζονται επαρκείς και ποιοτικές υπηρεσίες παιδικής μέριμνας·

22. υπογραμμίζει την ανάγκη να διασφαλιστούν αποτελεσματικά τα δικαιώματα απασχόλησης των εργαζομένων που απασχολούνται σε διεθνές πλαίσιο, στην επικράτεια της Κοινότητας, ανεξάρτητα από το κράτος μέλος στο οποίο εργάζονται, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι γυναίκες συνιστούν μεγάλη αναλογία των εργαζομένων αυτών·

23. τονίζει ότι ο όρος "ευελιξία και ασφάλεια" είναι παραπλανητικός: συνιστά μεγαλύτερη ευελιξία και ασφάλεια για τους εργαζομένους ενώ οι πραγματικές συνέπειες είναι μεγαλύτερη ευελιξία για τον εργοδότη και μεγαλύτερη ανασφάλεια για τον εργαζόμενο εφόσον οι σημερινές συνθήκες της αγοράς εργασίας δεν εξασφαλίζουν κοινωνικά δικαιώματα σε όλους και δεν παρέχουν στους εργαζομένους τα μέσα ώστε να έχουν δικαίωμα συμμετοχής στην οργάνωση του χρόνου εργασίας και να προσαρμόζεται στις ανάγκες τους·

24. τονίζει την ανάγκη να διευκρινιστεί η έννοια του όρου "εργαζόμενος" σε όλη την Κοινότητα καθώς και τα κοινά δικαιώματα που απολαύουν οι εργαζόμενοι ανεξάρτητα από το καθεστώς απασχόλησής τους·

25. καλεί τα κράτη μέλη να εξακολουθήσουν να υποστηρίζουν την εξέλιξη του τριμερούς διαλόγου μεταξύ των δημοσίων αρχών, των εργοδοτών και των συνδικαλιστικών οργανώσεων ούτως ώστε να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες της κοινοτικής πραγματικότητας και των νέων αναγκών που προκύπτουν στο πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων και να εξευρεθεί ισορροπία μεταξύ των αρμοδιοτήτων και των συμφερόντων κάθε συμβαλλόμενου μέρους·

26. υπογραμμίζει ότι η οικονομική ανάπτυξη δεν πρέπει να επιτευχθεί σε βάρος των κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων και ιδίως όσον αφορά τις γυναίκες και τις ευάλωτες ομάδες, όπως είναι οι μειονότητες·

27. καλεί την Επιτροπή, από κοινού με τα κράτη μέλη, να πραγματοποιεί τακτική αξιολόγηση του αντίκτυπου των λαμβανομένων μέτρων, ούτως ώστε να μπορούν να λαμβάνονται τα απαραίτητα μέτρα για να επέλθουν βελτιώσεις στα ζητήματα στα οποία δεν έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Tίτλος

Εκσυγχρονισμός της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα

Αριθμός διαδικασίας

2007/2023(INI)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

EMPL

Γνωμοδότηση της
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

FEMM
15.2.2007

Ενισχυμένη συνεργασία - Ημερομηνία αναγγελίας στην ολομέλεια

 

Συντάκτης(κτρια) γνωμοδότησης
  Ημερομηνία ορισμού

Kartika Tamara Liotard
24.1.2007

Συντάκτης(κτρια) γνωμοδότησης που αντικαταστάθηκε/καν

 

 

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

11.4.2007

2.5.2007

 

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

2.5.2007

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

-:

0:

[12]

[1]

[6]

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Κατερίνα Μπατζελή, Edit Bauer, Ilda Figueiredo, Věra Flasarová, Anneli Jäätteenmäki, Lívia Járóka, Urszula Krupa, Pia Elda Locatelli, Astrid Lulling, Siiri Oviir, Μαρία Παναγιωτοπούλου-Κασσιώτου, Christa Prets, Amalia Sartori, Eva-Britt Svensson, Anna Záborská

Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Anna Hedh, Kartika Tamara Liotard, Marusya Ivanova Lyubcheva, Heide Rühle

Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 178, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Daciana Octavia Sârbu

Παρατηρήσεις (πληροφορίες που διατίθενται σε μία μόνον γλώσσα)

...

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Εκσυγχρονισμός της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα

Αριθ. διαδικασίας

2007/2023(INI)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας
Ημερομηνία αναγγελίας στην ολομέλεια της έγκρισης εκπόνησης

EMPL
15.2.2007

Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες)
Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

IMCO
15.2.2007

ECON
15.2.2007

FEMM

15.2.2007

 

 

Αποφάσισε να μη γνωμοδοτήσει
  Ημερομηνία της απόφασης

ITRE
12.4.2007

 

 

 

 

Ενισχυμένη συνεργασία
  Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

ΝΟ

 

 

 

 

Εισηγητής(ές)
  Ημερομηνία ορισμού

Jacek Protasiewicz
13.12.2006

 

Εισηγητής(ές) που αντικαταστάθηκε(καν)

José Albino Silva Peneda

 

Εξέταση στην επιτροπή

8.5.2007

15.5.2007

 

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

18.6.2007

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+ :

- :

0 :

[40]

[1]

[5]

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Jan Andersson, Alexandru Athanasiu, Edit Bauer, Emine Bozkurt, Iles Braghetto, Philip Bushill-Matthews, Milan Cabrnoch, Alejandro Cercas, Ole Christensen, Luigi Cocilovo, Jean Louis Cottigny, Proinsias De Rossa, Harlem Désir, Harald Ettl, Richard Falbr, Ilda Figueiredo, Stephen Hughes, Karin Jöns, Ona Juknevičienė, Jean Lambert, Raymond Langendries, Bernard Lehideux, Elizabeth Lynne, Thomas Mann, Jiří Maštálka, Ana Mato Adrover, Μαρία Ματσούκα, Mary Lou McDonald, Elisabeth Morin, Csaba Őry, Jacek Protasiewicz, Bilyana Ilieva Raeva, Elisabeth Schroedter, José Albino Silva Peneda, Kathy Sinnott, Gabriele Stauner

Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Françoise Castex, Marian Harkin, Anna Ibrisagic, Claude Moraes, Roberto Musacchio, Ria Oomen-Ruijten, Anja Weisgerber, Glenis Willmott

Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 178, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Alfonso Andria, Tatjana Ždanoka

Ημερομηνία κατάθεσης

 

 

Παρατηρήσεις (πληροφορίες που διατίθενται σε μία μόνον γλώσσα)

...