ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πολιτική για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (2005-2010) – Λευκή Βίβλος
25.6.2007 - (2006/2270(INI))
Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων
Εισηγήτρια: Ieke van den Burg
ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με την πολιτική για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (2005-2010) – Λευκή Βίβλος
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τη Λευκή Βίβλο της Επιτροπής σχετικά με την πολιτική για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες 2005-2010 (COM(2005)0629) (Λευκή Βίβλο της Επιτροπής),
– έχοντας υπόψη την εφαρμογή του προγράμματος δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (ΠΔΧΥ) (COM(1999)0232) που ενέκρινε η Επιτροπή, ιδίως την οδηγία 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 28ης Ιανουαρίου 2003 για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς)[1], την οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 2004 σχετικά με τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων[2], την οδηγία 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 2004 για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά[3], τις οδηγίες για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΟΚΑ) (οδηγία 2006/48/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση)[4] και οδηγία 2006/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση)[5]) και την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου από μετόχους εταιριών με έδρα σε κράτος μέλος των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά (COM(2005)0685),
– έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής με τίτλο «Single Market in Financial Services Progress report 2006» (Έκθεση προόδου 2006 για την ενιαία αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών),
– έχοντας υπόψη τον ευρωπαϊκό κώδικα συμπεριφοράς για τον συμψηφισμό και τον διακανονισμό της 7ης Νοεμβρίου 2006 και την πρόταση του Ευρωσυστήματος για την ανάπτυξη ενός συστήματος διακανονισμού για αγοραπωλησίες τίτλων σε νόμισμα κεντρικής τραπέζης (TARGET 2 Securities) (Κώδικας συμπεριφοράς),
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για τη θέσπιση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που τροποποιεί την οδηγία 92/49/ΕΚ και τις οδηγίες 2002/83/ΕΚ, 2004/39/ΕΚ, 2005/68/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ όσον αφορά τους διαδικαστικούς κανόνες και τα κριτήρια αξιολόγησης για την προληπτική αξιολόγηση της απόκτησης και της αύξησης συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο στον χρηματοπιστωτικό τομέα (COM(2006)0507),
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών σχετικά με τη χρηματοπιστωτική εποπτεία του Φεβρουαρίου 2006 (έκθεση Francq), που δημοσιεύτηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2006,
– έχοντας υπόψη τη δεύτερη ενδιάμεση έκθεση της διοργανικής ομάδας παρακολούθησης που παρακολουθεί τη διαδικασία Lamfalussy (IIMG), η οποία εκδόθηκε στις 26 Ιανουαρίου 2007,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών (Committee of European Securities Regulators - CESR) σχετικά με τα ενδεδειγμένα εποπτικά μέσα για τις αγορές κινητών αξιών της ΕΕ (έκθεση Himalaya), που δημοσιεύτηκε στις 25 Οκτωβρίου 2004,
– έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 15ης Ιανουαρίου 2004 σχετικά με το μέλλον των αμοιβαίων κεφαλαίων κινδύνου και των παράγωγων προϊόντων[6], της 28ης Απριλίου 2005 σχετικά με το παρόν στάδιο ολοκλήρωσης των χρηματοπιστωτικών αγορών της ΕΕ[7] και της 4ης Ιουλίου 2006 σχετικά με την πορεία προς την περαιτέρω ενοποίηση της βιομηχανίας χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών[8],
– έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6-0248/2007),
1. συγχαίρει την Επιτροπή για τη συνεισφορά του ΠΔΧΥ στη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αγοράς κεφαλαίων που κατέχει ηγετική θέση σε παγκόσμιο επίπεδο, χάρη, μεταξύ άλλων, στην ποιότητα και την εγκυρότητα της χρηματοπιστωτικής ρύθμισής της· εκφράζει ικανοποίηση για τις προτεραιότητες οικονομικής φύσεως που περιλαμβάνονται στη Λευκή Βίβλο της Επιτροπής, ήτοι: ενοποίηση της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής αγοράς, εξάλειψη των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, βελτίωση του ελέγχου των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών·
2. καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την έγκαιρη και συνεκτική εφαρμογή του ΠΔΧΥ· καλεί αφενός την Επιτροπή να παρακολουθήσει την εφαρμογή του, αφετέρου τις επιτροπές Επιπέδου 3 να βελτιώνουν συνεχώς τη συνεκτικότητα της εφαρμογής του·
3. ανησυχεί για το γεγονός ότι το ποσοστό μεταφοράς της κοινοτικής νομοθεσίας από τα κράτη μέλη εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας είναι ακόμη χαμηλό, και καλεί να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των ελεγκτών των κρατών μελών·
4. χαιρετίζει τη δέσμευση της Επιτροπής για ενιαία ερμηνεία της ορολογίας σε όλα τα κράτη μέλη· καλεί την Επιτροπή, όταν εκπονεί νέα νομοθετήματα, να διασφαλίζει τη συμβατότητά τους με την ισχύουσα ορολογία, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο·
5. θα χαιρέτιζε τη διενέργεια μιας περισσότερο ενδελεχούς εξέτασης των οικονομικών επιπτώσεων των μέτρων του ΠΔΧΥ υπό το πρίσμα της στρατηγικής της Λισαβόνας και των αναγκών χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας· καλεί την Επιτροπή να παραγγείλει την εκπόνηση τέτοιων μελετών μαζί με τις ετήσιες εκθέσεις προόδου και παρακολούθησης της εφαρμογής και συνιστά να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στα αποτελέσματα της εφαρμογής των μέτρων ΠΔΧΥ με ιδιαίτερη έμφαση στις χώρες που ωφελούνται από την εφαρμογή των μέτρων του ΠΔΧΥ και στο ύψος των κερδών των ωφελούμενων χωρών από την ενοποίηση της χρηματοπιστωτικής αγορά·
Συγκέντρωση της αγοράς
6. επισημαίνει την υψηλή ενοποίηση της αγοράς στην ανώτατη βαθμίδα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που παρέχεται στις μεγάλες εισηγμένες εταιρείες, ιδίως από ελεγκτικές εταιρείες, στους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (ΟΑΠΙ) και στις τράπεζες επενδύσεων· καλεί την Επιτροπή και τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού να εφαρμόζουν προσεκτικά τους κοινοτικούς κανόνες του ανταγωνισμού σε αυτούς τους παράγοντες της αγοράς, να βρίσκονται σε επαγρύπνηση για οιοδήποτε κίνδυνο αθέμιτης συγκέντρωσης της αγοράς στην παροχή υπηρεσιών σε μεγάλες εισηγμένες εταιρείες· τονίζει την ανάγκη θέσπισης προσιτών διαδικασιών καταγγελιών και προσφυγών, και καλεί την Επιτροπή να λάβει δεόντως υπόψη τη σκοπιά των χρηστών· υπογραμμίζει την ανάγκη να αρθούν οι φραγμοί για τις νεοεισερχόμενες επιχειρήσεις, καθώς και την ανάγκη να καταργηθεί η νομοθεσία που ευνοεί τις εδραιωμένες επιχειρήσεις και τις υπάρχουσες δομές αγοράς εκεί όπου ο ανταγωνισμός είναι περιορισμένος·
7. εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόσφατη έγκριση της προτεινόμενης οδηγίας που τροποποιεί το άρθρο 19 της οδηγίας ΟΚΑ από την επικείμενη οδηγία σχετικά με την προληπτική αξιολόγηση της απόκτησης και αύξησης συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο στον χρηματοπιστωτικό τομέα[9] και προτρέπει την Επιτροπή να συνεχίσει τη δράση της με στόχο την άρση των εμποδίων στις διασυνοριακές συγχωνεύσεις και εξαγορές, όπως προσδιορίστηκε στο έγγραφο εργασίας της Επιτροπής σχετικά με τη διασυνοριακή ενοποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα της ΕΕ (SEC(2005)1398) και στο ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 4ης Ιουλίου 2006 σχετικά με την περαιτέρω ενοποίηση της βιομηχανίας χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών[10] και ενθαρρύνει την ευρύτερη χρησιμοποίηση σύγχρονων λογισμικών λύσεων, προωθώντας έτσι την απομεσολαβημένη και άμεση πρόσβαση του τελικού επενδυτή στην αγορά·
8. τονίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί στους κόλπους των ΟΑΠΙ η διαφάνεια των χρεώσεων και ο διαχωρισμός μεταξύ υπηρεσιών αξιολόγησης και παρεπόμενων υπηρεσιών και να διευκρινισθούν τα κριτήρια αποτίμησης και τα επιχειρηματικά μοντέλα· τονίζει ότι οι ΟΑΠΙ διαδραματίζουν δημόσιο ρόλο, επί παραδείγματι στο πλαίσιο της οδηγίας ΟΚΑ, και ότι, ως εκ τούτου, θα έπρεπε να τηρούν τα ίδια υψηλά πρότυπα προσβασιμότητας, διαφάνειας, ποιότητας και αξιοπιστίας, όπως είναι υποχρεωμένες να κάνουν οι ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις όπως οι τράπεζες· καλεί τη Διεθνή Οργάνωση Επιτροπών Εποπτείας Χρηματιστηρίων (IOSCO) και την CESR να εξακολουθήσουν να παρακολουθούν στενά τη συμμόρφωση των ΟΑΠΙ με τον κώδικα συμπεριφοράς της IOSCO· καλεί τα ευρωπαϊκά ενδιαφερόμενα μέρη να εξετάσουν κατά πόσον ενδείκνυται να ευνοηθεί η ανάδυση ενός καθαρά ευρωπαϊκού φορέα στον τομέα των ΟΑΠΙ·
9. μετά την εφαρμογή της οδηγίας 2004/39/ΕΚ[11] σχετικά με τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (ΟΑΧΜ), αναμένει ενίσχυση του ανταγωνισμού μεταξύ των συστημάτων συναλλαγών των χρηματοπιστωτικών μεσολαβητών αλλά και μεγαλύτερη ενοποίηση των μεγάλων χρηματιστηρίων· φρονεί ότι χρειάζεται ισχυρότερη διατλαντική σύγκλιση των κανόνων της χρηματοπιστωτικής αγοράς και των εποπτικών πρακτικών χωρίς να υπονομεύεται μια προσέγγιση βασισμένη σε αρχές και με αποφυγή της επιβολής εξωεδαφικών κανόνων· τονίζει ότι η χρηστή διακυβέρνηση αποτελεί επιτακτική ανάγκη και ότι η επιρροή των χρηστών δεν θα έπρεπε να φθίνει με τις αλλαγές της ιδιοκτησίας·
10. καλεί την Επιτροπή να διερευνήσει ποια είναι τα μέτρα που αρμόζουν περισσότερο για να προωθηθεί η προσκόλληση των μετόχων στην επιχείρηση και τη συμμετοχή των μισθωτών στο μετοχικό κεφάλαιο με σκοπό την εξισορρόπηση των διαφόρων συμφερόντων των μετόχων·
11. παρότι ζητεί να υπάρξει πρόοδος όσον αφορά την άρση των άλλων εμποδίων που προσδιορίζονται στην έκθεση Giovannini του Νοεμβρίου του 2001 σχετικά με τα διασυνοριακά συστήματα εκκαθάρισης και διακανονισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, επαναλαμβάνει μετ’ επιτάσεως ότι πρέπει να βελτιωθεί η μετασυναλλακτική υποδομή, με στόχο τόσο τη διαφάνεια των τιμών και του ανταγωνισμού όσο και το δημόσιο συμφέρον της ασφάλειας του συμψηφισμού και των διακανονισμών· εκφράζει ικανοποίηση για την επιτευχθείσα πρόοδο κατά την εφαρμογή του κώδικα συμπεριφοράς που υα συμβάλει στην υλοποίηση αυτών των στόχων και θα στηρίξει επίσης το άρθρο 34 της οδηγίας σχετικά με τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (ΟΑΧΜ), το οποίο απαιτεί από τα χρηματιστήρια να παρέχουν σε όλους τους χρήστες τους τη δυνατότητα να ορίσουν το σύστημα διακανονισμού όπου επιθυμούν να γίνει ο διακανονισμός της συναλλαγής τους σε περίπτωση διασυνοριακών πράξεων σε μετοχές· ν προκειμένω, σκοπεύει να παρακολουθήσει στενά τις εξελίξεις γύρω από τον κώδικα συμπεριφοράς και το πρόγραμμα TARGET 2 Securities, δίνοντας έμφαση στη διακυβέρνηση και επίβλεψη που χρειάζονται για την αντιμετώπιση των συγκρούσεων συμφερόντων· καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να δρομολογήσουν χωρίς αργοπορία τις πρωτοβουλίες που είναι αναγκαίες για την πλήρη άρση των εμποδίων υπό τον έλεγχο του δημόσιου τομέα σε σχέση με τους νομικούς και φορολογικούς φραγμούς που προσδιορίζονται στην έκθεση Giovanini καθώς και στους τομείς που δεν καλύπτονται από τον κώδικα συμπεριφοράς·
12. επισημαίνει την αυξανόμενη επιρροή των μεσολαβητών που συμμετέχουν στις ψηφοφορίες ως πληρεξούσιοι και των χρηματοπιστωτικών μεσολαβητών που διασφαλίζουν ενσώματα στοιχεία ενεργητικού των καταναλωτών τα οποία τηρούνται με έμμεσα συστήματα κατοχής· ζητεί από την Επιτροπή να αξιολογήσει τους δυνητικούς κινδύνους από την κατοχή δεσπόζουσας θέσης στην αγορά, την κατάχρηση της αγοράς και τις συγκρούσεις συμφερόντων από τους εν λόγω μεσολαβητές και να παρακολουθήσει στενά τις επιπτώσεις της επικείμενης οδηγίας σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου από μετόχους εταιριών·
13. εκφράζει την ανησυχία του για το υψηλό ποσοστό εταιρειών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στα νέα κράτη μέλη οι οποίες είναι εν μέρει ή πλήρως ξενόκτητες, δεδομένου ότι, κατ’ αρχάς, αυτό δυσκολεύει τις εποπτικές αρχές των εν λόγω χωρών να ασκήσουν αποτελεσματική εποπτεία και έλεγχο και, επιπροσθέτως, τα συμφέροντα και οι ανάγκες των οικονομιών των νέων κρατών μελών παίζουν συχνά δευτερεύοντα μόνο ρόλο στις στρατηγικές που ακολουθούν τα παραρτήματα εξωτερικού των μητρικών εταιρειών·
14. ζητεί από την Επιτροπή να αξιολογήσει γεγονότα σχετικά με τη λειτουργία της κορυφής της αγοράς των συγχωνεύσεων και των εξαγορών και των συμφωνιών κεφαλαίων ιδιωτικών τοποθετήσεων και τις συνοδεύουσες δραστηριότητες αναδοχής και δανεισμού· χαιρετίζει θερμά την ενισχυμένη επαγρύπνηση των εποπτικών αρχών για κατάφωρες περιπτώσεις πράξεων χειραγώγησης της αγοράς, πράξεων προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και προπορευόμενων συναλλαγών· καλεί την Επιτροπή να συνεργασθεί με τις αμερικανικές ρυθμιστικές αρχές προκειμένου να ελέγξει εάν οι αναγκαίες διασφαλίσεις, όπως οι εσωτερικοί κώδικες συμπεριφοράς και τα «σινικά τείχη» επαρκούν για την επίτευξη του κατάλληλου επιπέδου εταιρικής διακυβέρνησης και διαφάνειας της αγοράς και για τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων·
15. τονίζει πόσο σημαντικό είναι να εξασφαλίζεται η ανεξαρτησία των χρηματοοικονομικών αναλυτών και των παρόχων δεδομένων των χρηματοπιστωτικών αγορών μέσω μιας διαφανούς δομής χρηματοδότησης· προτρέπει την Επιτροπή να δώσει λύση στα ζητήματα που δεν έλυσαν η οδηγία της Επιτροπής 2004/72/EC[12] σχετικά με την κατάχρηση της αγοράς (MAD) και η ΟΑΧΜ όσον αφορά τη διάκριση μεταξύ «χρηματοοικονομικής ανάλυσης» και «άλλων πληροφοριών»·
Εναλλακτικά επενδυτικά σχήματα
16. έχει πλήρη επίγνωση της ταχείας ανόδου των εναλλακτικών επενδυτικών σχημάτων (αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου (hedge funds) και κεφάλαια ιδιωτικών τοποθετήσεων)· αναγνωρίζει ότι παρέχουν ρευστότητα και διαφοροποίηση στην αγορά και δημιουργούν την ευκαιρία για βελτίωση της αποτελεσματικότητας της εταιρικής διαχείρισης αλλά συμμερίζεται και τις ανησυχίες μερικών κεντρικών τραπεζών και εποπτικών αρχών ότι μπορούν να οδηγούν σε συστημικό κίνδυνο και σε υψηλά επίπεδα έκθεσης άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων·
17. καλεί την Επιτροπή να δρομολογήσει μια συζήτηση για τα αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου, ώστε να είναι προετοιμασμένη για τις διεθνείς και ευρωπαϊκές συζητήσεις·
18. χαιρετίζει τις πρόσφατες μελέτες της Επιτροπής για τα αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου και τα κεφάλαια ιδιωτικών τοποθετήσεων, αλλά εκφράζει τη δυσαρέσκειά του διότι, έως σήμερα, οι μελέτες αυτές έχουν επικεντρωθεί μόνο στους φραγμούς για την ανάπτυξη των κεφαλαίων αυτών, καλεί την Επιτροπή να παρακολουθεί οποιαδήποτε ενδεχόμενα κενά πολιτικής· τονίζει την ανάγκη για ανά κλάδο έργο των ρυθμιστικών αρχών των κεφαλαίων αυτών, συμπεριλαμβανομένων των CESR και IOSCO και των αρμόδιων αρχών σε αγορές όπου τα κεφάλαια αυτά είναι κοινά καθώς και στο πλαίσιο του διαλόγου ΕΕ-ΗΠΑ· ζητεί μια ευρύτερη και πιο κριτική προσέγγιση όσον αφορά τους κινδύνους της κατάχρησης της αγοράς· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει τις διαφορές των καθεστώτων των κρατών μελών όσον αφορά την πρόσβαση λιανικής στα εναλλακτικά μέσα, και ειδικότερα να προσδιορίσει τα απαιτούμενα προσόντα των διανομέων τέτοιων προϊόντων προς επενδυτές λιανικής·
19. καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει την ποιότητα της εποπτείας στις υπεράκτιες (off-shore) ζώνες και να εντατικοποιήσει τη συνεργασία με τις εποπτικές αρχές σε αυτές τις δικαιοδοσίες· σκοπεύει από κοινού με την Επιτροπή Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών της Βουλής των Αντιπροσώπων του Κογκρέσου των ΗΠΑ να ερευνήσει, μεταξύ άλλων, φορολογικά μέτρα για την αντιμετώπιση της ανεπιθύμητης διαφυγής κεφαλαίων σε φορολογικούς παράδεισους·
20. επιδοκιμάζει την επικαιροποιημένη έκθεση του Φόρουμ Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της 19ης Μαΐου 2007 σχετικά με τον κλάδο των αμοιβαίων κεφαλαίων υψηλού κινδύνου· συγκεκριμένα επιδοκιμάζει τις συστάσεις της έκθεσης που αποσκοπούν στο να θίξουν τους συστημικούς και λειτουργικούς κινδύνους που συνδέονται με τις δραστηριότητες των αμοιβαίων κεφαλαίων υψηλού κινδύνου· ζητεί να αυξηθεί η συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ εποπτικών αρχών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων όσον αφορά την προώθηση αυτών των συστάσεων και τη διάδοση ορθής πρακτικής με σκοπό να ενισχυθεί η προσαρμοστικότητα στους συστημικούς κλονισμούς· προτρέπει πέραν τούτων τους πιστωτές, επενδυτές και τις αρχές να βρίσκονται σε επαγρύπνηση και να αποτιμούν δεόντως τους πιθανούς κινδύνους αντισυμβαλλομένου που παρουσιάζουν τα αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου·
Πρόσβαση στα χρηματοπιστωτικά προϊόντα στον τομέα της λιανικής
21. επισημαίνει ότι η διασυνοριακή ολοκλήρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών λιανικής είναι λιγότερο αναπτυγμένη σε σχέση με τον τομέα χονδρικής· επισημαίνει ότι οι καταναλωτές εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που έχουν φυσική παρουσία περισσότερο από τα εικονικά, και σημειώνει μια κατά κύριο λόγο εγχώρια δομή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών· αλλά τάσσεται κατά της απλής αναθεώρησης των εθνικών παραδόσεων προστασίας των καταναλωτών και των νομικών συστημάτων μέσω μιας κοινής για όλους εναρμόνισης· πιστεύει ότι οι εθνικές παραδόσεις προστασίας των καταναλωτών δεν πρέπει να ερμηνεύονται κατά τρόπο που να εμποδίζει τους νέους ανταγωνιστές στην εγχώρια αγορά· τονίζει ότι χρειάζεται μια εύρυθμης λειτουργίας εσωτερική αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών· επισημαίνει τη σπουδαιότητα των μεσολαβητών προκειμένου να υπάρξει ανταγωνισμός στις εγχώριες αγορές των κρατών μελών· υπογραμμίζει τα οφέλη των ανοιχτών και πλουραλιστικών δομών στην ευρωπαϊκή τραπεζική αγορά όσον αφορά την ικανοποίηση των ποικίλων και εξελισσόμενων αναγκών των καταναλωτών·
22. προτιμά μια πιο στοχοθετημένη προσέγγιση που θα προσανατολίζεται στα συγκεκριμένα εμπόδια που επηρεάζουν τους μετακινούμενους διασυνοριακούς χρήστες· ενθαρρύνει τον χρηματοπιστωτικό κλάδο να αναπτύξει πιλοτικά πανευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά προϊόντα, όπως συνταξιοδοτικά, υποθηκικά και ασφαλιστικά προϊόντα και προϊόντα καταναλωτικής πίστης και καλεί την Επιτροπή να αναλάβει την προετοιμασία ενός κατάλληλο και εφικτού πλαισίου ρύθμισης και εποπτείας, από άποψη δικαίου των συμβάσεων, φορολογίας, καταναλωτικής πίστης και προστασίας των καταναλωτών, ώστε τα προϊόντα αυτά να μπορούν να μεταφέρονται και να αναγνωρίζονται αμοιβαία εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σκοπό να προωθηθούν ευνοϊκές συνθήκες για τη διασυνοριακή κινητικότητα των εργαζομένων σε μια ολοκληρωμένη ενιαία αγορά·
23. επισημαίνει ότι σε μια κοινή ευρωπαϊκή αγορά χρηματοπιστωτικών προϊόντων οι ίδιοι κίνδυνοι πρέπει να αντισταθμίζονται με τις ίδιες εξασφαλίσεις και οι κεφαλαιακές απαιτήσεις πρέπει να προσαρμοστούν αναλόγως· υποστηρίζει ότι, για να προωθηθεί η διαφάνεια και να προστατευθούν οι καταναλωτές, τα κράτη μέλη πρέπει να εμποδίζονται να έρχονται σε ανταγωνισμό μεταξύ τους με βάση τις χαμηλότερες προδιαγραφές εποπτείας και ασφάλειας·
24. συμμερίζεται την ανησυχία, που εκφράζεται στο σημείο 1.2.3 του Background Paper που επισυνάπτεται στην Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής για την ενίσχυση του πλαισίου της ΕΕ που διέπει τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων (SEC(2005)0947), όσον αφορά την εμφάνιση σε ορισμένα κράτη μέλη εγγυημένων αμοιβαίων κεφαλαίων που δεν στηρίζονται από απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας, δεδομένου ότι η προστασία των καταναλωτών στον τομέα αυτό είναι ανεπαρκής· καλεί συνεπώς την Επιτροπή, για λόγους αποτελεσματικής προστασίας των καταναλωτών, να καλύψει την ευρωπαϊκή κανονιστική υστέρηση θεσπίζοντας κατάλληλες απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας για τα εγγυημένα αμοιβαία κεφάλαια, με τήρηση της αρχής ότι οι εποπτικές απαιτήσεις πρέπει να είναι ίσες τόσο από ποιοτική άποψη, όσον αφορά τα πρότυπα διαχείρισης κινδύνου, όσο και από ποιοτική άποψη, όσον αφορά τις κεφαλαιακές απαιτήσεις («ίδιος κίνδυνος, ίδιο κεφάλαιο»)·
25. έχει λάβει δεόντως υπόψη την τομεακή έρευνα της λιανικής τραπεζικής και των συστημάτων καρτών πληρωμής, σύμφωνα με την οποία αρκετοί τομείς επιδέχονται βελτίωσης· χαιρετίζει την επικείμενη οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών, η οποία αναμένεται να δημιουργήσει καλύτερες προϋποθέσεις για τον ανταγωνισμό στους τομείς αυτούς· αλλά προειδοποιεί ότι το άνοιγμα υφιστάμενων ατελών συστημάτων δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου το υψηλό επίπεδο ενοποίησης της αγοράς θα μπορούσε να δημιουργήσει νέες ατέλειες και περιορισμούς όσον αφορά τις τιμές, καταστρέφοντας τη συνολική αρχιτεκτονική του συστήματος χρηματοδότησης της ευρωπαϊκής οικονομίας, την ποιότητα των εκ του σύνεγγυς υπηρεσιών και την πρόσβαση των ΜΜΕ σε τρόπους χρηματοδότησης προσαρμοσμένους στις ανάγκες τους· λαμβάνει υπό σημείωση την ανάγκη να ανοίξει η πρόσβαση στα μητρώα πιστώσεων και στα συστήματα πληρωμών και ζητεί περαιτέρω διευκρινίσεις ως προς τα συγκεκριμένα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν εν προκειμένω·
26. προτρέπει την Επιτροπή να εξετάσει, μεταξύ άλλων λαμβάνοντας υπόψη τη σημερινή κατάσταση όσον αφορά τη SWIFT, τη δυνατότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αποκτήσει δικό της σύστημα τραπεζικών καρτών·
27. τονίζει ότι τα δύο βασικά στοιχεία της συμφωνίας για την ενιαία ζώνη πληρωμών σε ευρώ, δηλαδή οι μεταφορές πίστωσης και οι απευθείας χρεώσεις, θα τεθούν σε ισχύ το 2010· ότι ο τρίτος πυλώνας, δηλαδή το πλαίσιο που αφορά τις κάρτες, θα τεθεί σε ισχύ το 2008· ότι η επικείμενη οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών αναμένεται να φέρει στον τομέα αυτό νέους παρόχους υπηρεσιών, όπως λιανεμπόρους, αποστολείς εμβασμάτων και φορείς κινητής τηλεφωνίας· ότι συνεπώς το κόστος των διασυνοριακών πράξεων πληρωμών λιανικής είναι πιθανό να μειωθεί σημαντικά·
28. ανησυχεί για το γεγονός ότι η ευχέρεια επιλογής των καταναλωτών συχνά περιορίζεται σε προϊόντα λιανικής των χρηματοπιστωτικών ομίλων που αναπτύσσουν δραστηριότητα στην εγχώρια αγορά· τονίζει τη σπουδαιότητα της αποσύνδεσης των διάφορων υπηρεσιών που παρέχονται στους καταναλωτές και ζητεί τη γνωστοποίηση των στοιχείων κόστους της αξιακής αλυσίδας για τους πελάτες, προκειμένου να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη διαφάνεια και ίσιοι όροι ανταγωνισμού·
29. προτρέπει εν προκειμένω την Επιτροπή να επαναδρομολογήσει την πρωτοβουλία που έχει στόχο να αποκτήσουν τα αλληλασφαλιστικά ταμεία ευρωπαϊκό καταστατικό, σύμφωνα με το ψήφισμά του της 16ης Μαΐου 2006 σχετικά με το αποτέλεσμα της εξέτασης των νομοθετικών προτάσεων που εκκρεμούν ενώπιον του νομοθέτη[13]·
30. αναγνωρίζει την πρόκληση που συνιστά η γήρανση του πληθυσμού· τονίζει τη σημασία των συλλογικών επαγγελματικών συντάξεων του δεύτερου πυλώνα σε συνδυασμό με κατάλληλα συνταξιοδοτικά συστήματα του πρώτου πυλώνα που βασίζονται στην αλληλεγγύη και εγκρίνει την οδηγία 2003/41/ΕΚ[14] για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών ως το ειδικό ρυθμιστικό πλαίσιο για τα συνταξιοδοτικά ταμεία· προτρέπει την Επιτροπή, στο πλαίσιο της βελτίωσης της νομοθεσίας και προκειμένου να προωθηθεί η εποπτική σύγκλιση σε ολόκληρη την ΕΕ και να αποφευχθεί η άνιση μεταχείριση των παραγόντων της αγοράς και των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, να διερευνήσει τη δυνατότητα συμπλήρωσης της οδηγίας αυτής με εναρμονισμένο ειδικό πλαίσιο φερεγγυότητας για τα συνταξιοδοτικά ταμεία, σύμφωνα με την προσέγγιση Φερεγγυότητα ΙΙ, ώστε να προβλεφθούν προηγμένες τεχνικές διαχείρισης κινδύνου και αντικίνητρα για το κανονιστικό αρμπιτράζ με τη θέσπιση ίσων εποπτικών απαιτήσεων τόσο από ποιοτική άποψη, όσον αφορά τα πρότυπα διαχείρισης κινδύνου, όσο και από ποιοτική άποψη, όσον αφορά τις κεφαλαιακές απαιτήσεις («ίδιος κίνδυνος, ίδιο κεφάλαιο»), λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά των υπηρεσιών επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών· και επαναλαμβάνει ότι αυτό το νομοθετικό πλαίσιο πρέπει να υποστηριχθεί με συντονισμό της σχετικής φορολογίας, όπου θα δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη φορολογική βάση·
31. επισημαίνει ότι πάρα πολλοί πολίτες της ΕΕ είναι αποκλεισμένοι από βασικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες· συμπεραίνει ότι οι εύρυθμα λειτουργούσες βασικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες πρέπει να παραμένουν διαθέσιμες και προσιτές σε όλους τους ευρωπαίους πολίτες· ζητεί από την Επιτροπή να διενεργήσει μελέτη για την προσβασιμότητα υπηρεσιών όπως οι τραπεζικοί λογαριασμοί, οι αυτόματες ταμειακές μηχανές, οι κάρτες πληρωμών και τα δάνεια χαμηλού κόστους· και να προωθήσει βέλτιστες πρακτικές και εμπειρίες από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για την παροχή αυτών των βασικών υπηρεσιών·
32. υποστηρίζει τα συμπεράσματα της τομεακής έρευνας για τη λιανική τραπεζική, σύμφωνα με τα οποία ο συμμερισμός πιστωτικών πληροφοριών τείνει να έχει θετικά οικονομικά αποτελέσματα, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό και ωφελώντας τους νεοεισερχομένους στην αγορά, μειώνοντας την ασυμμετρία πληροφόρησης μεταξύ τράπεζας και πελάτη, επενεργώντας ως μηχανισμός πειθάρχησης των δανειζομένων, μειώνοντας τα προβλήματα επαχθούς επιλογής και προωθώντας την κινητικότητα των πελατών· θεωρεί ότι η χορήγηση πρόσβασης τόσο στα θετικά όσο και στα αρνητικά πιστωτικά δεδομένα μπορεί να βοηθήσει αποφασιστικά τους καταναλωτές να αποκτήσουν πρόσβαση στη δανειοδότηση και να καταπολεμήσει τον χρηματοπιστωτικό αποκλεισμό·
33. επισημαίνει την ανάπτυξη ειδικών παρόχων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών για τους μεταναστευτικούς πληθυσμούς, οι οποίοι αποστέλλουν εμβάσματα και αναπτύσσουν την ισλαμική ιδίως τραπεζική· προειδοποιεί ότι οι απαιτήσεις για αυτούς τους νέους εξειδικευμένους παράγοντες της αγοράς να είναι αυστηρές, αποτρέποντας ωστόσο την εξαφάνισή τους στη γκρίζα ζώνη, όπου δεν είναι δυνατή η άσκηση καμίας εποπτείας· καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως στο πλαίσιο των σχέσεών της με τις «χώρες καταγωγής των μεταναστών εργαζομένων», να συνεργασθεί με τις αρμόδιες τοπικές οικονομικές και νομισματικές αρχές·
34. χαιρετίζει την αυξανόμενη προσοχή που δίδεται στην παροχή μικροπιστώσεων ως συνεισφορά στους αυτοαπασχολούμενους και στις νεοσύστατες επιχειρήσεις, π.χ. στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της Γενικής Διεύθυνσης της Επιτροπής για την περιφερειακή πολιτική και του προγράμματος JEREMIE της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων· ζητεί να προσαρμοστούν οι κανόνες της Βασιλείας στα χαρτοφυλάκια μικροπιστώσεων και να τεθεί ένα ανώτατο όριο στο συχνά υπερβολικό κόστος των μικρών δανείων· καλεί την Επιτροπή, σε συνεργασία με τις διάφορες αρμόδιες γενικές διευθύνσεις, να καταρτίσει ένα σχέδιο δράσης για τη μικροχρηματοδότηση, να συντονίσει τα διάφορα μέτρα της σχετικής πολιτικής και να κάνει την καλύτερη δυνατή χρήση των βέλτιστων πρακτικών εντός και εκτός Ευρώπης·
Χρηματοοικονομικές γνώσεις και συμβολή των χρηστών στη χάραξη πολιτικών
35. πιστεύει ότι η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ολοκληρωμένης χρηματοπιστωτικής αγοράς δεν σημαίνει απλώς παροχή περισσότερων επιλογών στους πολίτες· τονίζει ότι οι χρηματοοικονομικές γνώσεις πρέπει να προωθηθούν πιο ενεργά απ' όσο μέχρι τώρα και ότι η πρόσβαση σε κατάλληλες πληροφορίες και αντικειμενικές επενδυτικές συμβουλές έχει καίρια σημασία· πιστεύει ότι αρχές όπως η εξασφάλιση της βέλτιστης εκτέλεσης και η διενέργεια δοκιμών καταλληλότητας κατά την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών πρέπει να αποτελούν τη βάση για ρύθμιση των παρόχων υπηρεσιών σε αυτόν τον τομέα·
36. στηρίζει σθεναρά τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής για αναβάθμιση της χρηματοοικονομικής ικανότητας και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειές τους για τη δημιουργία ειδικών προγραμμάτων και ιστοχώρων, όπου θα πρέπει να συμμετέχουν και οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, αλλά και να καταστήσουν την αναβάθμιση της χρηματοοικονομικής ικανότητας αναπόσπαστο μέρος της βασικής σχολικής εκπαίδευσης·
37. χαιρετίζει τη συγκρότηση της ομάδας καταναλωτών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και τις προσπάθειες συμμετοχής αντιπροσώπων των χρηστών σε ομάδες εμπειρογνωμόνων και σε διαβουλεύσεις· σημειώνει ότι, εντούτοις, η φωνή των καταναλωτών και των τελικών χρηστών, όπως οι ΜΚΟ, υστερεί σημαντικά σε σχέση με εκείνη του χρηματοπιστωτικού κλάδου· συνιστά τη δημιουργία μιας γραμμής στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό για τη χρηματοδότηση της ειδημοσύνης σχετικά με τη χρηματοπιστωτική αγορά στο πλαίσιο των οργανώσεων καταναλωτών και των ΜΜΕ, με στόχο τη συνεισφορά τους στη διαδικασία διαβουλεύσεων του ΠΔΧΥ·
38. καλεί τον κλάδο να συμβάλει στην προστασία των καταναλωτών προτείνοντας εύληπτα και εύχρηστα προϊόντα και συνοπτικές πληροφορίες φιλικές προς τον καταναλωτή·
Βελτίωση της νομοθεσίας
39. είναι πλήρως προσηλωμένο στους στόχους της βελτίωσης της νομοθεσίας με βάση τα συμπεράσματα προσεκτικών, ανεξάρτητων και επαγγελματικά πραγματοποιημένων εκτιμήσεων αντικτύπου και τονίζει ότι αυτές οι εκτιμήσεις και οι αποφάσεις πολιτικής που βασίζονται στις εκτιμήσεις δεν θα πρέπει να διαμορφώνονται με βάση μόνο τις χρηματοοικονομικές πτυχές αλλά πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές, πολιτισμικές και λοιπές πτυχές δημόσιου συμφέροντος·
40. διαπιστώνει ότι μια προτεραιότητα της βελτίωσης της νομοθεσίας αφορά τη νομική πτυχή ήτοι «εφαρμογή, σεβασμός και αξιολόγηση σε μόνιμη βάση του υφισταμένου νομοθετικού πλαισίου και αυστηρή εφαρμογή των αρχών της προσέγγισης «βελτίωση της νομοθεσίας» σε κάθε μελλοντική πρωτοβουλία·
41. εκτιμά ότι οι διαβουλεύσεις με τα συμμετέχοντα μέρη –ιδίως, όσον αφορά τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, την IIMG - πρέπει να συνεχίσουν να διαδραματίζουν κεντρικό λόγο και υπογραμμίζει ότι πρέπει να οργανωθούν επαρκώς στα έναντι της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων κατά τρόπον ώστε οι γνωμοδοτήσεις να λαμβάνονται πραγματικά υπόψη· ζητεί από την Επιτροπή να συνεχίζει να δημοσιεύει τις απαντήσεις στις διαβουλεύσεις της κατά τρόπο που διασφαλίζεται η διαφάνεια της διαδικασίας·
42. σημειώνει ότι, σύμφωνα με τη συμφωνία σχετικά με τη «βελτίωση της νομοθεσίας», κάθε νέα πρόταση της Επιτροπής πρέπει να προκαλεί την εκπόνηση ανάλυσης επιπτώσεων για τα σημαντικά ζητήματα· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι έως τώρα, η δέσμευση αυτή δεν εφαρμόστηκε κατά ικανοποιητικό τρόπο και υπογραμμίζει ότι οι αναλύσεις επιπτώσεων δεν πρέπει ωστόσο να έχουν ως συνέπεια να παραλύσουν τη νομοθετική δράση· επαναλαμβάνει τη δέσμευση του Κοινοβουλίου για βελτίωση της νομοθεσίας και για πραγματοποίηση μελετών επιπτώσεων όταν επιφέρονται ουσιαστικές αλλαγές στις νομοθετικές προτάσεις·
43. υπενθυμίζει ότι η επιλογή του πρόσφορου μέσου, ήτοι μια οδηγία ή ένας κανονισμός, δεν είναι ουδέτερη· ζητεί να αναληφθεί ένας προβληματισμός από τις εργασίες της IIMG·
44. χαιρετίζει την πρόσφατη συμφωνία επιτροπολογίας και δεσμεύεται για την προσαρμογή των σχετικών πράξεων του τομέα χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών· συνιστά παρομοίως την τροποποίηση των προ της διαδικασίας του Lamfalussy πράξεων· τονίζει ότι το Κοινοβούλιο θα πρέπει να αποκτήσει παρατηρητές στις επιτροπές Επίπεδου 2 (Ε2)· επισημαίνει την ανάγκη να συγκροτηθούν στέρεες διοργανικές μέθοδοι εργασίας μέσα από την πράξη μάλλον παρά μέσα από γραπτούς κανόνες και τυπικές συμφωνίες· χρήσιμο παράδειγμα θα μπορούσε να αποτελέσει εν προκειμένω η κατάστρωση εκτελεστικών μέτρων επιπέδου 2 για την ΟΑΧΜ·
45. δεσμεύεται να ακολουθεί ταχείες νομοθετικές διαδικασίες όποτε είναι δυνατόν, εάν έχουν αποδείξει την αξία τους στην πράξη, αλλά προειδοποιεί ότι ο στόχος για επίτευξη συμφωνίας κατά την πρώτη ανάγνωση δεν θα πρέπει να καταλήγει σε υποβάθμιση της ποιότητας της λήψης αποφάσεων ή σε παραβάσεις της δημοκρατικής διαδικασίας· συνιστά την αξιολόγηση των διαδικασιών αυτών και τη θέσπιση διαδικαστικών κανόνων για τη διασφάλιση της συλλογικότητας, της διαφάνειας και του δημοκρατικού ελέγχου·
46. θεωρεί ότι η πληθώρα απαιτήσεων πληροφόρησης και/ή επικαλυπτόμενων ισχυουσών διατάξεων προκαλεί άσκοπο κόστος και υπέρμετρο διοικητικό φόρτο και ενδέχεται επίσης να έχει δυσμενείς συνέπειες από πλευράς ασφάλειας δικαίου και, κατά συνέπεια, ακεραιότητας της αγοράς· τονίζει ότι θα μπορούσε να υποστηριχθεί πως είναι δυνατή η αποκόμιση περισσότερων οφελών από τον εξορθολογισμό, την απλούστευση και, όποτε είναι αναγκαίο, την κατάργηση αναποτελεσματικών ισχυουσών διατάξεων·
47. πιστεύει ότι το ΠΔΧΥ έχει συμβάλει στην αναπλήρωση πολλών κανονιστικών κενών στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, αλλά είναι πεπεισμένο ότι ο περαιτέρω συντονισμός με την επιβολή των κανόνων ανταγωνισμού θα είχε πολλαπλασιαστική επίδραση στην όλη λειτουργία και αποτελεσματικότητα του κανονιστικού πλαισίου· επισημαίνει ότι η νέα νομοθεσία πρέπει να εξασφαλίσει ένα δίκαιο και ανταγωνιστικό περιβάλλον που θα συμπλέει με την πολιτική ανταγωνισμού·
Συστημικοί κίνδυνοι
48. σημειώνει ένα φάσμα νέων εξελίξεων που παρουσιάζουν τόσο δυνητικά πλεονεκτήματα όσο και ενδεχόμενες αδυναμίες, συμπεριλαμβανομένων των καινοτόμων τεχνικών άμβλυνσης των κινδύνων, τη σημαντική ανάπτυξη των αγορών πιστωτικών παραγώγων, την αυξημένη συστημική σημασία των μεγάλων πανευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών ομίλων και τον αυξανόμενο ρόλο των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, όπως τα αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου και τα κεφάλαια ιδιωτικών τοποθετήσεων·
49. επισημαίνει ότι οι εν λόγω αλλαγές της αγοράς επηρεάζουν επίσης τη φύση, την πηγή και τη μεταφορά του συστημικού κινδύνου και άρα την αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων εργαλείων εκ των προτέρων άμβλυνσης των κινδύνων· ζητεί συνεπώς τεκμηριωμένο προσδιορισμό και αξιολόγηση των πηγών των συστημικών κινδύνων και της βαθύτερης δυναμικής των χρηματοπιστωτικών κρίσεων στο πλαίσιο αυτό·
50. εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι το υφιστάμενο πλαίσιο εποπτείας σε εθνική και τομεακή βάση ενδέχεται να μην ακολουθήσει τη δυναμική της χρηματοπιστωτικής αγοράς και τονίζει ότι πρέπει να χρηματοδοτείται ικανοποιητικά και να συντονίζεται για να παρέχει επαρκή και ταχεία αντιμετώπιση μειζόνων συστημικών κρίσεων που πλήττουν περισσότερα από ένα κράτη μέλη·
51. εκτιμά την απόφαση του Συμβουλίου Οικονομικών και Δημοσιονομικών Θεμάτων να εγκαινιάσει μια άσκηση αντιμετώπισης κρίσεων προκειμένου να ελεγχθεί η καταλληλότητα της αντίδρασης των φορέων προληπτικής εποπτείας, των υπουργών οικονομικών και των κεντρικών τραπεζών, και ενθαρρύνει τις κοινές ομάδες εργασίας που θα συγκροτηθούν στη συνέχεια να αντλήσουν τολμηρά συμπεράσματα, ακόμη και εάν είναι πολιτικώς ευαίσθητα·
52. χαιρετίζει την πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αξιολογεί την οδηγία 2002/47/EΚ[15] για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας (FCD)· σημειώνει τις παρατηρήσεις της Επιτροπής σχετικά με τη σπουδαιότητα του διμερούς συμψηφισμού (close-out netting) για τη μείωση του πιστωτικού κινδύνου και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας στις χρηματοπιστωτικές αγορές, καθώς και για μια αποτελεσματικότερη κατανομή του προβλεπόμενου από τον νόμο κεφαλαίου, και ενθαρρύνει την Επιτροπή να διατυπώσει πρόταση για τη βελτίωση της συνεκτικότητας του κεκτημένου σε σχέση με διάφορες κοινοτικές πράξεις, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας FCD, που περιέχει διατάξεις για τον συμψηφισμό και την αντιστάθμιση (set-off), ενδεχομένως με την κατάρτιση μιας ενιαίας πράξης που θα θεσπίζει ένα σύνολο κοινών θεμελιωδών αρχών για κάθε εθνικό νομικό καθεστώς του διμερούς συμψηφισμού·
Αρχιτεκτονική της ρύθμισης και της εποπτείας
53. εκφράζει ικανοποίηση για το έργο που επιτελούν οι ευρωπαϊκές επιτροπές ρυθμιστικών αρχών (η CESR, η Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας (CEBS) και η Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων(CEIOPS)) όσον αφορά τις διαβουλεύσεις με τις αγορές, την παροχή συμβουλών στις επιτροπές επιπέδου 2 του Συμβουλίου και της Επιτροπής και, προπαντός, την πρόοδο της σύγκλισης των ρυθμιστικών και εποπτικών πρακτικών, χωρίς ωστόσο να υπερβαίνουν τις αρμοδιότητές τους ούτε να επιχειρούν να υποκαταστήσουν τους νομοθέτες· είναι πεπεισμένο ότι αυτή η προσπάθεια πρέπει να ενθαρρυνθεί και ότι οι εν λόγω επιτροπές πρέπει να χρησιμοποιούνται επαρκώς και να διαθέτουν επαρκείς πόρους για το έργο που έχουν αναλάβει ·
54. καλεί της επιτροπές επίπεδου 3 (Ε3) να βελτιώσουν τη διατομεακή συνεκτικότητα της ρύθμισης της προληπτικής εποπτείας και των κανόνων εποπτείας ομίλων για τους μεγάλους χρηματοπιστωτικούς ομίλους που ασχολούνται με τα ίδια ή παρόμοια προϊόντα, και, ύστερα από διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους και τηρώντας τις προβλεπόμενες διαδικασίες, να συμβουλεύουν τους νομοθέτες κατά πόσον είναι αναγκαία η αναθεώρηση των κανόνων· τους προτρέπει επίσης να διασφαλίσουν ότι όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα εποπτεύονται εξίσου σε λειτουργική βάση σε όλα τα κράτη μέλη·
55. καλεί τις επιτροπές επιπέδου 2 και επιπέδου 3 να συγκρατούν τις διακριτικές ευχέρειες των κρατών μελών και τον κανονιστικό υπερθεματισμό (gold-plating) σύμφωνα με τη βασική νομοθεσία επιπέδου 1, λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη τις εθνικές ιδιομορφίες και ειδικότερα για τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά των επιμέρους αγορών· προτείνει στο πλαίσιο των εργασιών της Διοργανικής Ομάδας Παρακολούθησης (IIMG) να εξετασθεί κατά πόσο θα ήταν χρήσιμο εάν οι επιτροπές Ε3 μπορούσαν να λειτουργούν σε μεγαλύτερο βαθμό βάσει της λήψης αποφάσεων με κάποια μορφή ειδικής πλειοψηφίας σύστημα του οποίου οι αρχές πρέπει να καθορισθούν· προτείνει ότι πρέπει να χορηγείται στις επιτροπές Ε3 από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ετήσια εντολή για επεξεργασία συγκεκριμένων σχεδίων με στόχο τη συνεργασία και την εφαρμογή των συμφωνηθέντων μέτρων, προσελκύοντας ενδεχομένως πόρους από τον προϋπολογισμό της ΕΕ· συνιστά όπως οι εξουσίες και οι εντολές των επιτροπών Lamfalussy Επιπέδου 2 και Επιπέδου 3 προσδιορίζονται ακριβέστερα ώστε να αντικατοπτρίζουν την ανάγκη για πρόοδο προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης σύγκλισης των πρακτικών τους και να τους παρέχεται η δυνατότητα εντός του πεδίου των δραστηριοτήτων τους να λαμβάνουν αποφάσεις σε σχέση με τα μέλη τους, και όπως η διαδικασία διαβούλευσης με τον ενδιαφερόμενο κλάδο τροφοδοτείται με περισσότερες πληροφορίες από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους επενδυτές·
56. υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου ευρωπαϊκού συστήματος συνεργαζόμενων εποπτών σε εθνικό και τομεακό επίπεδο, που θα μπορεί να διασφαλίζει την αποτελεσματική εποπτεία τόσο των μεγάλων χρηματοοικονομικών παραγόντων όσο και των τοπικών φορέων που στηρίζονται στις εθνικές παραδόσεις· τονίζει ότι όλοι οι επόπτες πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις παραδόσεις αυτές στον τρόπο που διενεργούν την επιτόπια εποπτεία των επιχειρήσεων· χαιρετίζει την αυξανόμενη συνεργασία των επιτροπών Επιπέδου 3 CEBS, CESR και CEIOPS και το γεγονός ότι τώρα δημοσιεύουν κοινά ετήσια προγράμματα εργασίας·
57. επισημαίνει ότι, για μια αποτελεσματική εποπτεία των συστημικών και εποπτικών κινδύνων των κορυφαίων παραγόντων της αγοράς, το σημερινό σύστημα συνεργασίας χρειάζεται ίσως να ενισχυθεί στη βάση του συστήματος συνεργασίας που υπάρχει μεταξύ εποπτικών αρχών, και ενθαρρύνει έναν αυξημένο συντονισμό, ιδίως όσον αφορά την εποπτεία εποπτικού κινδύνου των πολυδικαιοδοτικών και διατομεακών οντοτήτων και των χρηματοπιστωτικών ομίλων· ενθαρρύνει τις συμφωνίες και τους κώδικες συμπεριφοράς μεταξύ των κρατών μελών και των κεντρικών τραπεζών σχετικά με τη χρηματοδοτική στήριξη αυτού του συστήματος προληπτικής εποπτείας, όσον αφορά τις σωστικές παρεμβάσεις και τις υποχρεώσεις δανειστή εσχάτης ανάγκης για περιπτώσεις όπου εμπλέκονται περισσότερα του ενός κράτη μέλη και εποπτικές αρχές· σημειώνει ότι, για να κριθεί κατά πόσον το σημερινό σύστημα επιτρέπει ουσιαστική επιτήρηση των συστημικών και εποπτικών κινδύνων των κορυφαίων παραγόντων της αγοράς, χρειάζεται να δοθεί στις σχετικά πρόσφατες διευθετήσεις Επιπέδου 2 και Επιπέδου 3 χρόνος να σταθεροποιηθούν·
58. κατανοεί γιατί τα κράτη μέλη επιθυμούν να δώσουν στις νέες διευθετήσεις χρόνο για εφαρμογή και δοκιμή πριν εξετάσουν οποιαδήποτε περαιτέρω κίνηση στην κατεύθυνση της σύγκλισης· επισημαίνει ότι, αν δεν συντελεσθεί πρόοδος στην κατεύθυνση αυτή, ενδέχεται να ενταθούν οι πιέσεις για την εξέταση του ενδεχομένου ενός συγκεντρωτικού εποπτικού συστήματος· υποστηρίζει συνεπώς ότι, υπό τις συνθήκες αυτές, μια στενότερη σύγκλιση όσον αφορά την εποπτεία και τη συνεργασία μεταξύ εποπτικών αρχών της χώρας προέλευσης και της χώρας υποδοχής μέσα στις υπάρχουσες δομές γίνεται ζήτημα ιδιαίτερης σπουδαιότητας·
59. χαιρετίζει τη συνεργασία μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών που αποβλέπει σε καλύτερη αξιοποίηση των εποπτικών πόρων, ανάπτυξη της εποπτικής πρακτικής και ελάφρυνση του φόρτου που επιβάλλει η εποπτεία στην αγορά· τάσσεται υπέρ της ενασχόλησης των επιτροπών εποπτικών αρχών που θα ασχολούνται με χρηματοπιστωτικούς ομίλους που εμπίπτουν σε διάφορες έννομες τάξεις και του προγράμματος επιχειρησιακής δικτύωσης που εισήγαγε πρόσφατα η CEBS· καλεί τις επιτροπές εποπτικών αρχών να προωθήσουν μια κοινή ευρωπαϊκή εποπτική κουλτούρα και να προσδιορίσουν πού ακριβώς τοποθετούνται τα όρια μιας τέτοιας εθελοντικής συνεργασίας όταν ενσκήψουν πραγματικές κρίσεις· σημειώνει, πάντως, ότι οι επιτροπές αυτές δεν διαθέτουν τις εθνικές εντολές που θα τους επέτρεπαν να μεταβιβάζουν αρμοδιότητες, να αποδέχονται αποφάσεις που λαμβάνονται με πλειοψηφία, ή απλώς να παρέχουν επαρκείς πόρους και ειδημοσύνη στο πλαίσιο των εργασιών των επιτροπών· επισημαίνει την ανάγκη να προσδιοριστεί πλαίσιο και εθνικές εντολές για συνεργασία και αναμένει από τις επιτροπές εποπτικών αρχών και το πρόγραμμα επιχειρησιακής δικτύωσης να προσφέρουν βραχυπρόθεσμα τις απαιτούμενες πρακτικές λύσεις (μνημόνια συνεννόησης) για την εποπτεία των διασυνοριακών ομίλων·
60. τονίζει ότι η συνεργασία των εποπτικών αρχών της χώρας προέλευσης και της χώρας υποδοχής αποτελεί τη σημαντικότερη συνιστώσα της διαμόρφωσης μιας ενιαίας χρηματοπιστωτικής αγοράς· σημειώνει ειδικότερα ότι, στον τομέα της διαδικασίας εποπτικής έγκρισης για συγχωνεύσεις και εξαγορές, μπορούν να γίνουν πολλά για να διευκολυνθεί η δημιουργία αποτελεσματικών χρηματοπιστωτικών ομίλων με αυξημένες οικονομίες κλίμακας· υποστηρίζει ότι πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η κατάσταση της τραπεζικής αγοράς στη χώρα όπου έχει την έδρα της η εξαγοραζόμενη χρηματοπιστωτική οντότητα·
61. θεωρεί επιθυμητή την ακριβέστερη κατανομή ρόλων μεταξύ του Συμβουλίου, της Επιτροπής και των επιτροπών Επιπέδου 3· θεωρεί, επίσης, ότι για την αυστηρή εποπτεία (ιδίως όταν υπάρχει σαφής σύνδεση με ζητήματα ανταγωνισμού) απαιτείται υψηλό επίπεδο ανεξαρτησίας και ουδετερότητας, το οποίο δεν μπορεί να συνδυαστεί εύκολα με ένα υπερβολικά πολιτικό προφίλ· τονίζει ότι πρέπει να παρακινηθούν τα κράτη μέλη να προωθήσουν τη σύγκλιση των εξουσιών των εθνικών εποπτικών αρχών, ιδίως σε ζητήματα κυρώσεων· θεωρεί ότι μια μεγαλύτερη σύγκλιση μεταξύ των εποπτικών αρχών θα διευκολύνει τη δραστηριότητα εταιρειών που εξαρτώνται σήμερα από περισσότερες της μίας ρυθμιστικές αρχές· επισημαίνει ότι τα μεγαλύτερα προβλήματα πρακτικής συνεργασίας εντοπίζονται στις επιτροπές Επιπέδου 3· προτείνει την κατάστρωση σχετικών επιμορφωτικών προγραμμάτων για τους επόπτες της χρηματοπιστωτικής αγοράς καλεί την Επιτροπή να εξετάσει σε ποιο βαθμό θα μπορούσαν να καθιερωθούν πρότυπα ευρωπαϊκής κλίμακας για την επιμόρφωση των εθνικών εποπτών κατά τρόπο ώστε να συμπλέουν με μια κοινή ευρωπαϊκή εποπτική κουλτούρα και να την προωθούν·
62. χαιρετίζει την απόφαση του Συμβουλίου Οικονομικών και Δημοσιονομικών Θεμάτων να συγκροτήσει μια υποομάδα στο πλαίσιο της Επιτροπής Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών για μακροπρόθεσμα εποπτικά ζητήματα, η οποία αναμένεται να καταθέσει την έκθεσή της τον Οκτώβριο του 2007· προσμένει ότι η ομάδα θα προβεί σε μια δίκαιη εκτίμηση της κατάστασης που επικρατεί σήμερα· παράλληλα με την τελική έκθεση της Διοργανικής Ομάδας Παρακολούθησης, που αναμένεται το φθινόπωρο του 2007, την έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και την αναμενόμενη έκθεση παρακολούθησης της Επιτροπής των ΕΚ τούτο μπορεί να δώσει ώθηση για αξιολόγηση των προκλήσεων που απομένουν για την ολοκλήρωση και την αποτελεσματικότητα της ρύθμισης των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και της εποπτικής δομής, και να προσφέρει δέσμευση για πιθανές συστάσεις για περαιτέρω ενέργειες·
63. είναι πεπεισμένο ότι η σύγκλιση της πρακτικής των εποπτικών αρχών μπορεί να συμβάλει ώστε να αναδυθεί μια ευρωπαϊκή χρηματοπιστωτική αγορά λιανικής·
64. καλεί την IIMG να εξετάσει με ευρύτητα τις προκλήσεις και ευκαιρίες για το ευρωπαϊκό σύστημα εποπτείας και να συνεισφέρει, μέσω των τελικών συμπερασμάτων της που θα παρουσιάσει το φθινόπωρο, σε έναν ευρύτερο διάλογο για το μέλλον·
Παγκόσμιος αντίκτυπος
65. πιστεύει ότι μια μεγαλύτερη αντιστάθμιση εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ηγετική θέση των ΗΠΑ θα μπορούσε να ενισχύσει την επιρροή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της σε παγκόσμιο επίπεδο όσον αφορά την αυθεντία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ· είναι πεπεισμένο ότι το μοντέλο χρηματοδότησης και το πλαίσιο λογοδοσίας των φορέων αυτορύθμισης όπως το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων, πρέπει να αποσαφηνιστούν· ελπίζει ότι θα καταστεί επίσης δυνατή η επαναφορά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ως πραγματικής παγκόσμιας νομισματικής αρχής και φορέα πρόληψης των κρίσεων, εξασφάλισης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και αποκατάστασης της παγκόσμιας ισορροπίας·
66. πιστεύει ότι η διατλαντική εταιρική σχέση πρέπει να αναπτυχθεί και να ενισχυθεί με τη βελτίωση του ρυθμιστικού συντονισμού· επισημαίνει τη σημασία της εφαρμογής της Βασιλείας ΙΙ από τις αμερικανικές αρχές καθώς και της αμοιβαίας αναγνώρισης των λογιστικών πρότυπων της ΕΕ και των ΗΠΑ και ζητεί την ενίσχυση της συνεργασίας, υπό δημοκρατικό έλεγχο, μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών όσον αφορά την παρακολούθηση του τομεακού έργου των ρυθμιστικών αρχών που έχουν αρμοδιότητα για τα εναλλακτικά επενδυτικά σχήματα με υψηλό βαθμό μόχλευσης, όπως είναι τα αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου, μεταξύ άλλων μαζί με την Διεθνή Οργάνωση Επιτροπών Εποπτείας Χρηματιστηρίων και τις αρμόδιες αρχές των αγορών όπου αυτά τα αμοιβαία κεφάλαια είναι συνηθισμένα, καθώς και στο πλαίσιο του διαλόγου ΕΕ/ΗΠΑ· υποστηρίζει την πρωτοβουλία της γερμανικής Προεδρίας του Συμβουλίου για τη διατλαντική οικονομική εταιρική σχέση, που επιδιώκει την προώθηση του διατλαντικού ρυθμιστικού συντονισμού και την αποτροπή άσκοπων επικαλύψεων, ή ενδεχομένως και ασυμφωνιών, στους κανόνες που εφαρμόζονται στους παράγοντες της χρηματοπιστωτικής αγοράς·
67. πιστεύει ότι, απέναντι σε μερικές νέες παγκόσμιες προκλήσεις και κινδύνους, είναι ενδεδειγμένο να υπάρξουν παρόμοιες απαντήσεις των ρυθμιστικών αρχών στις κυριότερες χρηματοπιστωτικές αγορές· έχει επίγνωση του γεγονότος ότι οι κανονιστικές ρυθμίσεις της Κοινότητας έχουν αντίκτυπο στις σχέσεις με τις τρίτες χώρες· προτρέπει την Επιτροπή να διατηρήσει εντατικό διάλογο και τεχνική συνεργασία μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναπτυσσόμενων χωρών, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα και η ποιότητα των παγκόσμιων νομικών και ρυθμιστικών πλαισίων για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες·
68. επισημαίνει τον ηγετικό ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις εν εξελίξει εργασίες σχετικά με το πλαίσιο του Solvency II και προσμένει ότι ο ρόλος αυτός θα επηρεάσει την παγκόσμια αρχιτεκτονική ρύθμισης και τις δραστηριότητες της Διεθνούς Ένωσης Εποπτών Ασφαλιστικών Εταιρειών όσον αφορά τη θέσπιση προτύπων.
69. πιστεύει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να υιοθετήσει μια εποικοδομητική και ανοιχτόμυαλη στάση απέναντι στην οικονομική άνοδο της Νοτιοανατολικής Ασίας, και ιδίως της Ινδίας, της Κίνας και της Νότιας Κορέας, και να μην επιβάλει κανένα προστατευτικό μέτρο σε κοινοτικό ή εθνικό επίπεδο· υποστηρίζει τις πρωτοβουλίες που αποσκοπούν στην κατάρτιση κοινών παγκόσμιων προτύπων για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, όπως είναι π.χ. οι ετήσιες συνεδριάσεις της Στρογγυλής Τράπεζας ΕΕ-Κίνας για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και το σχετικό ρυθμιστικό πλαίσιο·
o o
o
70. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών, στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας και στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων.
- [1] ΕΕ L 96 της 12.4.2003, σελ. 16.
- [2] ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σελ. 1.
- [3] ΕΕ L 390 της 31.12.2004, σελ. 38.
- [4] ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σελ. 1.
- [5] ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σελ. 201.
- [6] ΕΕ C 92 E, 16.4.2004, σ. 204.
- [7] ΕΕ C 45 E της 23.2.2006, σελ. 140.
- [8] Εγκριθέντα κείμενα, P6_TA(2006)0294.
- [9] COD 2006/0166.
- [10] Εγκριθέντα κείμενα, P6_TA(2006)0294.
- [11] ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1.
- [12] ΕΕ L 162 της 30.4.2004, σ. 70.
- [13] ΕΕ C 297 E, 7.12.2006, σ. 140.
- [14] ΕΕ L 235, 23.9.2003, σ. 10.
- [15] ΕΕ L 168, 27.6.2002, σ. 43.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Το πρόγραμμα δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες έχει συμβάλει στην επίτευξη μιας ολοκληρωμένης και εύρυθμα λειτουργούσας ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς, η οποία κατέχει ηγετική θέση σε παγκόσμιο επίπεδο χάρη, μεταξύ άλλων, στην ποιότητα και την εγκυρότητα των κανόνων της. Το ερώτημα που τίθεται τώρα είναι το εξής: ποιος ωφελείται από αυτή την επιτυχία; Ωφελούνται οι τελικοί χρήστες στον ίδιο βαθμό με τους μεγάλους πολυεθνικούς παράγοντες, οι οποίοι ενίσχυσαν τη διεθνή θέση τους χάρη σε μια διαδικασία ενοποίησης που τους οδήγησε σε αποδοτικότατες δεσπόζουσες θέσεις στην κορυφή των χρηματοπιστωτικών αγορών;
Η ενοποίηση στην κορυφή της αγοράς είναι ισχυρή, με 30-40 μεγάλους διασυνοριακούς χρηματοπιστωτικούς παράγοντες και υψηλό βαθμό συγκέντρωσης σε αρκετά κράτη μέλη. Οι δραστηριότητες συγχωνεύσεων και αποκτήσεων βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα και οι εθνικές αγορές στα νέα κράτη μέλη κυριαρχούνται από ξένους παράγοντες. Τα όρια μεταξύ των τομέων καθίστανται ολοένα και πιο ασαφή, με τη βοήθεια οδηγιών όπως η ΟΑΧΜ, η οποία έχει οδηγήσει σε πρωτοβουλίες όπως το σχέδιο Turquoise στον τομέα των εναλλακτικών συστημάτων συναλλαγών, και οι οδηγίες ΟΚΑ και Solvency 2, που προσφέρουν τη δυνατότητα σύγκλισης των τραπεζικών και ασφαλιστικών δραστηριοτήτων μέσω προηγμένων συστημάτων διαχείρισης κινδύνων.
Ο υψηλός βαθμός ενοποίησης μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα που άπτονται του δικαίου του ανταγωνισμού και σε δυσλειτουργία της αγοράς. Μπορεί μια μεγάλη εισηγμένη εταιρεία (εισηγμένη σε ένα από τα μεγαλύτερα χρηματιστήρια που συμμετέχουν πλήρως σε αυτή τη διαδικασία ενοποίησης) να επιβιώσει χωρίς αξιολόγηση από έναν ή περισσοτέρους εκ των 3 μεγάλων οργανισμών αξιολόγησης, χωρίς τις υπηρεσίες των κορυφαίων τραπεζών επενδύσεων σε περίπτωση σημαντικής απόκτησης ή συγχώνευσης, ή χωρίς μια από τις 4 μεγάλες ελεγκτικές εταιρείες για τις λογιστικές καταστάσεις της;
Τί συμβαίνει πίσω και μεταξύ των σινικών τειχών της συνοικίας City του Λονδίνου και των λοιπών χρηματοπιστωτικών κέντρων; Υπάρχει επαρκής ανταγωνισμός στην κορυφή της αγοράς; Βάσει αυτού του πρώτου ερωτήματος που τίθεται στην παρούσα έκθεση, διατυπώνονται συστάσεις για τη διενέργεια περαιτέρω ενδελεχών μελετών οικονομικού αντικτύπου και τομεακών ερευνών από τη ΓΔ «Ανταγωνισμός», σε συνεργασία, όποτε είναι δυνατόν, με αμερικανικές και άλλες διεθνείς αρχές.
Ένα άλλο σημαντικό φαινόμενο που παρατηρείται σήμερα είναι η ταχεία άνοδος των εναλλακτικών επενδυτικών δραστηριοτήτων, οι οποίες συχνά εκτελούνται από επιχειρήσεις με έδρες σε εξωτικά μέρη εκτός της ΕΕ. Προσφέρουν τα αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου και τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια στην πραγματική οικονομία τις επιθυμητές επενδύσεις στην καινοτομία, στην αειφόρο ανάπτυξη, στη βελτίωση της ποιότητας των θέσεων εργασίας και στην κοινωνική συνοχή; Ή μήπως έχουν επιβαρύνει με πολύ υψηλότερα επίπεδα μόχλευσης τα χρέη των εταιρειών, έχουν υποβαθμίσει τη θέση των ομολόγων τους και έχουν ενισχύσει την πολυπλοκότητα και αλληλεξάρτηση των κινδύνων που συνεπάγονται σύνθετα χρηματοπιστωτικά προϊόντα όπως τα παράγωγα πιστωτικού κινδύνου; Είναι σε θέση οι τεχνικές κάλυψης που περιορίζουν τους κινδύνους για τους μεμονωμένους επενδυτές να διασπείρουν και να περιορίσουν τους κινδύνους σε μακροεπίπεδο ή μήπως οδηγούν μόνο σε αγελαία συμπεριφορά;
Έως σήμερα ο Επίτροπος McCreevy φαίνεται πως προωθεί τους εν λόγω εναλλακτικούς επενδυτές μόνο ως παρόχους ρευστότητας και ακτιβιστές μετόχους. Η βασική του ανησυχία είναι η άρση των εμποδίων για τις ιδιωτικές τοποθετήσεις και δεν δέχεται καμία συζήτηση για περαιτέρω ρύθμιση. Οι αρχές προληπτικής εποπτείας, οι κεντρικές τράπεζες και η ΕΚΤ, όπως και οι ομόλογοί τους στις ΗΠΑ, αντιλαμβάνονται ολοένα και περισσότερο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τους συστημικούς κινδύνους που προκύπτουν. Έχει ξεκινήσει η διενέργεια ορισμένων ερευνών για τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς και τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες. Οι διογκούμενοι δείκτες μόχλευσης και χρέους που επιβάλλονται στις εταιρείες, οι αυξανόμενοι κίνδυνοι για τους αναδόχους της έκδοσης και η ολοένα και πιο σύνθετη αρχιτεκτονική των χρηματοπιστωτικών τεχνικών για τη διαφοροποίηση και τη διασπορά των κινδύνων (όπως τα παράγωγα πιστωτικού κινδύνου) έχουν οδηγήσει σε προειδοποιήσεις και έρευνες. Η άλλη όψη της μεγαλύτερης διαφοροποίησης και ρευστότητας είναι η μεγαλύτερη αλληλεξάρτηση μεταξύ των επενδύσεων και των κινδύνων, η οποία σε περίπτωση μείζονος αθέτησης υποχρέωσης μπορεί να οδηγήσει σε απρόβλεπτες επιπτώσεις-ντόμινο σε ολόκληρη την παγκόσμια χρηματοπιστωτική αγορά. Πέρα από τον επιμέρους έλεγχο και την παρακολούθηση των ρυθμιζόμενων μερών του συστήματος και την καλύτερη καταγραφή και παρακολούθηση των μη ρυθμιζόμενων μερών, χρειάζεται, σε συνεργασία με όλες τις εποπτικές αρχές και τους πολιτικούς φορείς, μια γενική μακροπροληπτική εκτίμηση των συστημικών και λειτουργικών κινδύνων.
Ένα τρίτο θέμα της έκθεσης είναι ο πολύ μικρότερος βαθμός ολοκλήρωσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές λιανικής. Η απάντηση στην επίμονη επικράτηση των παραδοσιακών εγχώριων δομών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών λιανικής δεν είναι απλώς το άνοιγμα των εθνικών αγορών, επιβάλλοντας την αποδοχή ξένων προϊόντων και μεθόδων πώλησης βάσει συστημάτων εποπτείας και προστασίας των καταναλωτών της χώρας προέλευσής τους. Οι παραδόσεις όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών και τη διενέργεια της εποπτείας των επιχειρήσεων είναι βαθιά ριζωμένες στο πλαίσιο των διαφορετικών νομικών και κοινωνικοοικονομικών συστημάτων και δεν θα πρέπει να αναθεωρηθούν απλώς μέσω μιας κοινής για όλους εναρμόνισης. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να δοθεί περισσότερη προσοχή στις συγκεκριμένες διασυνοριακές απαιτήσεις των μετακινούμενων χρηστών παρά στην επιδίωξη της προώθησης των διασυνοριακών αγορών από εγχώριους χρήστες για τη δημιουργία μεγαλύτερου ανταγωνισμού και την προσφορά περισσότερων επιλογών. Αντιθέτως, επιθυμία της εισηγήτριας είναι η ανάπτυξη από τη χρηματοπιστωτική βιομηχανία πιλοτικών πανευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών προϊόντων, όπως συντάξεις, υποθήκες ή ειδικά ασφαλιστικά προϊόντα. Πρέπει να αναπτυχθεί ένα κατάλληλο πλαίσιο εποπτείας, δικαίου των συμβάσεων και προστασίας των καταναλωτών, ώστε τα προϊόντα αυτά να μπορούν να μεταφέρονται μεταξύ των χωρών της ΕΕ και να αναγνωρίζονται αμοιβαία από όλες τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές.
Η ζήτηση μικροπιστώσεων από τους αυτοαπασχολούμενους και τα άτομα που εργάζονταν στο παρελθόν στον άτυπο τομέα απασχόλησης και επιχειρούν να ξεκινήσουν τις δικές τους επιχειρήσεις αναγνωρίστηκε μόλις πρόσφατα και οι παραδοσιακοί πάροχοι πιστώσεων ανταποκρίνονται διστακτικά στη ζήτηση αυτή. Η εισηγήτρια προτείνει στην Επιτροπή να παρουσιάσει, βάσει των βέλτιστων πρακτικών για το νομοθετικό και ρυθμιστικό περιβάλλον εντός και εκτός Ευρώπης, ένα σχέδιο δράσης για τις μικροπιστώσεις.
Στο κεφάλαιο αυτό αναφέρεται επίσης η αειφόρος χρηματοδότηση περαιτέρω δημογραφικών ανισορροπιών μέσω χρηματοδοτούμενων συνταξιοδοτικών συστημάτων. Πέρα από τις διανεμητικές εισοδηματικές παροχές του πρώτου πυλώνα για τους συνταξιούχους, ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν και οι επαγγελματικές συντάξεις του δεύτερου πυλώνα. Η μεγάλη πρόκληση είναι να καταστούν οι συντάξεις αυτές προσβάσιμες από όλους και όχι μόνο από λίγους τυχερούς. Πρέπει, ιδίως, να αναπτυχθούν σε μεγαλύτερο βαθμό συστήματα καθορισμένων παροχών του δεύτερου πυλώνα βασισμένα στην αλληλεγγύη, τα οποία μάλιστα δεν θα πρέπει να εξουδετερώνονται και να τίθενται σε κίνδυνο από κανονισμούς και διατάξεις που τείνουν να οδηγούν σε ποιοτικά υποβαθμισμένα συστήματα (καθορισμένων εισφορών), όπου ο κάθε συμμετέχων επωμίζεται το σύνολο των κινδύνων. Για την προληπτική εποπτεία, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της συγκεκριμένης οδηγίας για τα ιδρύματα που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών και της συνολικής προσέγγισης του Solvency II.
Η πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες αποτελεί ένα άλλο μείζον ζήτημα. Ο τραπεζικός λογαριασμός, η πρόσβαση σε αυτόματες ταμειακές μηχανές, οι κάρτες ή άλλα μέσα ασφαλούς πληρωμής, η δυνατότητα χρηματικών μεταφορών με χαμηλό κόστος, η αποταμίευση ή ο δανεισμός είναι βασικές ανάγκες κάθε πολίτη, οι οποίες πρέπει να ικανοποιούνται. Αυτό, ωστόσο, δεν συμβαίνει πάντοτε. Μεγάλος αριθμός ευρωπαίων πολιτών που έχουν χαμηλό εισόδημα, είχαν χρέη στο παρελθόν, μένουν στη λάθος γειτονιά ή έχουν το λάθος ονοματεπώνυμο θεωρούνται μη αποδεκτοί ως τραπεζικοί πελάτες και αποκλείονται από τη χρήση βασικών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η Επιτροπή καλείται να ξεκινήσει μια ευρωπαϊκή μελέτη για την αξιολόγηση της προσβασιμότητας των βασικών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και για την εξέταση του εάν και κατά πόσο είναι επιθυμητή και εφικτή η επιβολή υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για την παροχή αυτών των βασικών υπηρεσιών.
Μια τέταρτη δέσμη συστάσεων αφορά την ενίσχυση των χρηματοοικονομικών γνώσεων και τη συμβολή των χρηστών στη διαδικασία χάραξης πολιτικών. Σε ένα χρηματοοικονομικό περιβάλλον με διαρκώς πολλαπλασιαζόμενα νέα και σύνθετα προϊόντα και έξυπνες τεχνικές πωλήσεων και μάρκετινγκ, δεν αρκεί να πιστεύουμε απλώς ότι οι καταναλωτές βρίσκονται σε καλύτερη θέση χάρη στις περισσότερες επιλογές που έχουν στη διάθεσή τους. Πέρα από τις απαιτήσεις διαφάνειας και τα προστατευτικά πλαίσια, δημόσια ευθύνη αποτελεί και η προώθηση των χρηματοοικονομικών γνώσεων και της εκπαίδευσης των καταναλωτών. Το 2005, Ο ΟΟΣΑ συνέστησε την εντατικοποίηση των προσπαθειών στον τομέα της χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης και ικανότητας. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, η κατάσταση είναι ανησυχητική. Μάλιστα, ένα από τα πιο εντυπωσιακά ευρήματα είναι το γεγονός ότι οι νεότερες γενιές έχουν ακόμη χαμηλότερες επιδόσεις από τους γονείς τους. Είναι προφανές ότι είναι επιβεβλημένη η ενίσχυση της χρηματοοικονομικής ικανότητας και η βελτίωση της χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης μέσω συγκεκριμένων προγραμμάτων και ιστοχώρων αλλά και ως αναπόσπαστο μέρος της βασικής σχολικής εκπαίδευσης, αν και δεν θα έπρεπε να θεωρείται υποκατάστατο της προληπτικής προστασίας και εποπτείας.
Σε σύγκριση με την τεράστια συμβολή των παρόχων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στην προετοιμασία της νομοθεσίας και στη χάραξη πολιτικών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η φωνή των καταναλωτών και των χρηστών, όπως οι ΜΜΕ, ουσιαστικά απουσιάζει. Το 2004, η Επιτροπή συγκρότησε το φόρουμ FIN-USE, όπου 14 ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες προσφέρουν σε ατομική βάση τις υπηρεσίες τους σε σχέση με τα πολυάριθμα ζητήματα που εξετάζει η ΓΔ «Αγορά» σχετικά με τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η χρησιμότητα και η αποτελεσματικότητά του θα αξιολογηθούν αυτήν την άνοιξη. Πέρα από αυτό το ακαδημαϊκό φόρουμ, το καλοκαίρι του 2006 συστάθηκε μια ομάδα καταναλωτών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, η οποία – ως υποομάδα στο πλαίσιο του διαλόγου που διενεργεί η ΓΔ «Υγεία και Προστασία του Καταναλωτή» με τους καταναλωτές – σκοπεύει να αναπτύξει στενότερες σχέσεις με τις οργανώσεις καταναλωτών. Η δική μας εμπειρία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δείχνει ότι είναι εξαιρετικά περιορισμένη η συμβολή των καταναλωτών και των τελικών χρηστών στις ομάδες πίεσης για τα διάφορα ζητήματα του ΠΔΧΥ . Η εισηγήτρια συνιστά στην Επιτροπή να εξετάσει τις δυνατότητες διευκόλυνσης και χρηματοδότησης εμπειρογνωμόνων που θα συνδέονται ξεκάθαρα ή ακόμα και θα διορίζονται σε ευρωπαϊκές οργανώσεις καταναλωτών και χρηστών προϊόντων και υπηρεσιών χρηματοπιστωτικών αγορών και οι οποίοι θα είναι σε θέση να παρακολουθούν όλες τις συμβουλευτικές και ρυθμιστικές δραστηριότητες στον τομέα του ΠΔΧΥ.
Στο θεσμικό επίπεδο, η εισηγήτρια επαναλαμβάνει τη γραμμή της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία επικεντρώνεται στη βελτίωση της νομοθεσίας μέσω, μεταξύ άλλων, της εκπόνησης αξιολογήσεων αντικτύπου και της συνεπούς εφαρμογής και επιβολής. Εγκρίνεται η συμφωνία επιτροπολογίας και επαναλαμβάνεται το αίτημα για παρουσία παρατηρητών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις επιτροπές επίπεδου 2.
Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην αρχιτεκτονική της ρύθμισης και της εποπτείας. Η εισηγήτρια προειδοποιεί ότι το σημερινό κατακερματισμένο εποπτικό πλαίσιο ενδέχεται να μην είναι σε θέση να ακολουθήσει τη δυναμική των χρηματοπιστωτικών αγορών, ιδίως όσον αφορά την εποπτεία σύνθετων νέων προϊόντων και των αλληλεπιδράσεων και επιπτώσεών τους σε μακροεπίπεδο. Ενώ το σημερινό σύστημα μπορεί να θεωρηθεί ικανό να διασφαλίσει την αποδοτική διενέργεια εποπτείας των επιχειρήσεων στο πλαίσιο των εθνικών παραδόσεων και πρακτικών επιτόπιας εποπτείας, η εισηγήτρια τάσσεται υπέρ ενός συστήματος εποπτείας που θα είναι βασισμένο στις υπάρχουσες εγχώριες δομές και παραδόσεις εποπτείας και επιβολής και θα περιλαμβάνει, επίσης, μια καλά εξοπλισμένη εκτελεστική ευρωπαϊκή αρχή με εντολή να εποπτεύει τους εποπτικούς και συστημικούς κινδύνους των μεγάλων διασυνοριακών και διατομεακών χρηματοπιστωτικών ομίλων.
Χαιρετίζει αφενός τις δραστηριότητες της κοινής ομάδας εργασίας Συμβουλίου-ΕΚΤ, η οποία αντλεί τα συμπεράσματα από την άσκηση αντιμετώπισης κρίσεων που πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο του 2006, αφετέρου τη συγκρότηση μιας υποομάδας της Επιτροπής Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών, η οποία θα ασχολείται με τα προβλήματα της εποπτικής αρχιτεκτονικής σε πιο μακροπρόθεσμο επίπεδο. Επαναλαμβάνει την πρόταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη συγκρότηση μιας νέας συμβουλευτικής ομάδας σοφών υψηλού επίπεδου και ενθαρρύνει τη διοργανική ομάδα παρακολούθησης (ΔΟΠ) να χαράξει περαιτέρω κατευθυντήριες γραμμές για το μέλλον της διαδικασίας Lamfalussy. Το φθινόπωρο θα δημοσιευθούν διάφορες εκθέσεις για την εκτίμηση της κατάστασης που επικρατεί σήμερα και για τη δημιουργία της βάσης για τη λήψη περαιτέρω μέτρων όσον αφορά τη ρυθμιστική και την εποπτική δομή. Για την περαιτέρω πρόοδο και επιτυχία του ΠΔΧΥ απαιτείται μια αξιόπιστη, επαγγελματική και καλά εξοπλισμένη ευρωπαϊκή εποπτική δομή, η οποία θα μπορεί να ανταποκριθεί στους περίπου 30 – ή μέσω περαιτέρω ενοποίησης ακόμα λιγότερους – μεγάλους ευρωπαίους παίκτες, καθώς και να ενισχύσει, σε διεθνές επίπεδο, την επιρροή της Ευρώπης στους παγκόσμιους κανόνες και στην επιβολή τους στους παράγοντες που δραστηριοποιούνται στις ευρωπαϊκές χώρες αλλά έχουν την έδρα τους εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ (11.4.2007)
προς την Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων
σχετικά με τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες 2005-2010 – Λευκή Βίβλος
(2006/2270 (INI))
Συντάκτης γνωμοδότησης: Jean-Paul Gauzès
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων καλεί την Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:
1. εκφράζει την ικανοποίησή της για τις προτεραιότητες οικονομικής φύσεως που περιλαμβάνονται στη Λευκή Βίβλο της Επιτροπής, ήτοι: ενοποίηση της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής αγοράς, εξάλειψη των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, βελτίωση του ελέγχου των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών·
2. διαπιστώνει ότι μια προτεραιότητα αφορά τη νομική πτυχή ήτοι «εφαρμογή, σεβασμός και αξιολόγηση σε μόνιμη βάση του υφισταμένου νομοθετικού πλαισίου και αυστηρή εφαρμογή των αρχών της προσέγγισης «βελτίωση της νομοθεσίας» σε κάθε μελλοντική πρωτοβουλία»·
3. εκτιμά ότι οι διαβουλεύσεις με τα συμμετέχοντα μέρη –ιδίως, όσον αφορά τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, της «διοργανικής ομάδας εποπτείας»- πρέπει να συνεχίσουν να διαδραματίζουν κεντρικό λόγο και υπογραμμίζει ότι πρέπει να οργανωθούν επαρκώς στα έναντι της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων κατά τρόπον ώστε οι γνωμοδοτήσεις να λαμβάνονται πραγματικά υπόψη· ζητεί από την Επιτροπή να συνεχίζει να δημοσιεύει τις απαντήσεις στις διαβουλεύσεις της κατά τρόπο που διασφαλίζεται η διαφάνεια της διαδικασίας·
4. σημειώνει ότι, σύμφωνα με τη συμφωνία σχετικά με τη «βελτίωση της νομοθεσίας», κάθε νέα πρόταση της Επιτροπής πρέπει να προκαλεί την εκπόνηση ανάλυσης επιπτώσεων για τα σημαντικά ζητήματα· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι έως τώρα, η δέσμευση αυτή δεν εφαρμόστηκε κατά ικανοποιητικό τρόπο και υπογραμμίζει ότι οι αναλύσεις επιπτώσεων δεν πρέπει ωστόσο να έχουν ως συνέπεια να παραλύσουν τη νομοθετική δράση· επαναλαμβάνει τη δέσμευση του Κοινοβουλίου για βελτίωση της νομοθεσίας και για πραγματοποίηση μελετών επιπτώσεων όταν επιφέρονται ουσιαστικές αλλαγές στις νομοθετικές προτάσεις·
5. υπενθυμίζει ότι η επιλογή του πρόσφορου μέσου, ήτοι μια οδηγία ή ένας κανονισμός, δεν είναι ουδέτερη· ζητεί να αναληφθεί ένας προβληματισμός από τις εργασίες της διοργανικής ομάδας εποπτείας·
6. χαιρετίζει τη δέσμευση της Επιτροπής για ενιαία ερμηνεία της ορολογίας σε όλα τα κράτη μέλη· καλεί την Επιτροπή, όταν εκπονεί νέα νομοθετήματα, να διασφαλίζει τη συμβατότητά τους με την ισχύουσα ορολογία, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο·
7. ανησυχεί για το γεγονός ότι το ποσοστό μεταφοράς της κοινοτικής νομοθεσίας από τα κράτη μέλη εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας είναι ακόμη χαμηλό, και καλεί να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των ελεγκτών των κρατών μελών·
8. εκτιμά ότι στις περιπτώσεις που η εκ των υστέρων αξιολόγηση εμφανίζει ότι ορισμένα κείμενα δεν έδωσαν καλά αποτελέσματα, πρέπει να τροποποιηθούν ή καταργηθούν στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Τίτλος |
Xρηματοπιστωτικές υπηρεσίες 2005-2010 – Λευκή Βίβλος |
||||||
Αριθμός διαδικασίας |
|||||||
Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας |
ECON |
||||||
Γνωμοδότηση της |
JURI 29.11.2006 |
||||||
Ενισχυμένη συνεργασία - Ημερομηνία αναγγελίας στην ολομέλεια |
|
||||||
Συντάκτης(κτρια) γνωμοδότησης |
Jean-Paul Gauzès 24.10.2006 |
||||||
Συντάκτης(κτρια) γνωμοδότησης που αντικαταστάθηκε/καν |
|
|
|
|
|||
Εξέταση στην επιτροπή |
29.1.2007 |
11.4.2007 |
|
|
|
||
Ημερομηνία έγκρισης |
11.4.2007 |
||||||
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: -: 0: |
[17] [0] [0] |
|||||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Marek Aleksander Czarnecki, Bert Doorn, Cristian Dumitrescu, Monica Frassoni, Giuseppe Gargani, Klaus-Heiner Lehne, Hans-Peter Mayer, Hartmut Nassauer, Aloyzas Sakalas, Francesco Enrico Speroni, Gary Titley, Jaroslav Zvěřina, Tadeusz Zwiefka |
||||||
Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία |
Sharon Bowles, Jean-Paul Gauzès, Μαρία Παναγιωτοπούλου-Κασσιώτου, Jacques Toubon |
||||||
Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 178, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία |
|
||||||
Παρατηρήσεις (πληροφορίες που διατίθενται σε μία μόνον γλώσσα) |
... |
||||||
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Τίτλος |
Πολιτική για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (2005-2010) – Λευκή Βίβλος |
|||||||||||
Αριθ. διαδικασίας |
||||||||||||
Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας |
ECON |
|||||||||||
Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες) |
JURI |
|
|
|
|
|||||||
Αποφάσισε να μη γνωμοδοτήσει |
|
|
|
|
|
|||||||
Ενισχυμένη συνεργασία |
|
|
|
|
|
|||||||
Εισηγητής(ές) |
Ieke van den Burg |
|
||||||||||
Εισηγητής(ές) που αντικαταστάθηκε(καν) |
|
|
||||||||||
Εξέταση στην επιτροπή |
30.1.2007 |
27.3.2007 |
8.5.2007 |
|
|
|||||||
Ημερομηνία έγκρισης |
18.6.2007 |
|||||||||||
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+ - 0 |
31 2 4 |
||||||||||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Mariela Velichkova Baeva, Pervenche Berès, Sharon Bowles, Ieke van den Burg, David Casa, Jan Christian Ehler, José Manuel García-Margallo y Marfil, Jean-Paul Gauzès, Gunnar Hökmark, Karsten Friedrich Hoppenstedt, Sophia in 't Veld, Othmar Karas, Piia-Noora Kauppi, Wolf Klinz, Christoph Konrad, Kurt Joachim Lauk, Andrea Losco, Astrid Lulling, Cristobal Montoro Romero, Joseph Muscat, Lapo Pistelli, Joop Post, John Purvis, Alexander Radwan, Bernhard Rapkay, Heide Rühle, Eoin Ryan, Antolín Sánchez Presedo, Margarita Starkevičiūtė, Ivo Strejček, Sahra Wagenknecht |
|||||||||||
Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία |
Κατερίνα Μπατζελή, Werner Langen, Vladimír Maňka, Donato Tommaso Veraldi, Kristian Vigenin |
|||||||||||
Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 178, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία |
Wolfgang Bulfon |
|||||||||||
Ημερομηνία κατάθεσης |
25.6.2007 |
|||||||||||
Παρατηρήσεις (πληροφορίες που διατίθενται σε μία μόνον γλώσσα) |
|
|||||||||||