ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με τις προσπάθειες των κρατών μελών κατά τη διάρκεια του 2005 για την επίτευξη βιώσιμης ισορροπίας μεταξύ της αλιευτικής ικανότητας και των αλιευτικών δυνατοτήτων
23.7.2007 - (2007/2108(INI))
Επιτροπή Αλιείας
Εισηγητής: Paulo Casaca
ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με τις προσπάθειες των κρατών μελών κατά τη διάρκεια του 2005 για την επίτευξη βιώσιμης ισορροπίας μεταξύ της αλιευτικής ικανότητας και των αλιευτικών δυνατοτήτων
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις προσπάθειες των κρατών μελών, κατά τη διάρκεια του 2005, για την επίτευξη βιώσιμης ισορροπίας μεταξύ της αλιευτικής ικανότητας και των αλιευτικών δυνατοτήτων (COM/2006/0872),
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής[1],
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1438/2003 της Επιτροπής, της 12ης Αυγούστου 2003, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής για την κοινοτική πολιτική που αφορά το στόλο, όπως ορίζεται στο κεφάλαιο ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου[2],
– έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού πλαισίου για τη συλλογή, διαχείριση και χρήση δεδομένων στον τομέα της αλιείας και τη στήριξη όσον αφορά τις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις για την Κοινή Αλιευτική Πολιτική (COM(2007)0196),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο "Πολιτική μείωσης ανεπιθύμητων παρεμπιπτόντων αλιευμάτων και εξάλειψης των απορρίψεων στην ευρωπαϊκή αλιεία" (COM(2007)0136),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τα εργαλεία διαχείρισης στον τομέα της αλιείας με βάση τα αλιευτικά δικαιώματα (COM(2007)0073),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τη βελτίωση των δεικτών αλιευτικής ικανότητας και αλιευτικής προσπάθειας στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (COM/2007/0039),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A6‑0297/2007),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η προστασία και η διατήρηση των θαλάσσιων πόρων και η εκμετάλλευσή τους σύμφωνα με τις αρχές της αειφόρου ανάπτυξης πρέπει να αποτελέσουν ένα από τα κεντρικά στοιχεία της κοινοτικής αλιευτικής πολιτικής,
Β. επισημαίνοντας ότι η βιωσιμότητα των αλιευτικών πόρων έχει θεμελιώδη σημασία για την μακροπρόθεσμη εξασφάλιση της αλιευτικής δραστηριότητας και την βιωσιμότητα του τομέα της αλιείας,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 η πλεονάζουσα ικανότητα του κοινοτικού στόλου σε σχέση με τους διαθέσιμους πόρους αποτελεί έναν από τους παράγοντες διαρκούς ανησυχίας για τη βιωσιμότητα της αλιείας,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στην τελική δήλωση της παγκόσμιας διάσκεψης κορυφής για την αειφόρο ανάπτυξη, η οποία πραγματοποιήθηκε από τις 26 Αυγούστου έως τις 4 Σεπτεμβρίου 2002 στο Γιοχάνεσμπουργκ, προβάλλεται μια βασισμένη στο οικοσύστημα προσέγγιση της εκμετάλλευσης των αλιευτικών πόρων, προτείνεται η κατάργηση των καταστροφικών αλιευτικών πρακτικών και ζητείται η εφαρμογή της αρχής της προφύλαξης στην εκμετάλλευση των πόρων,
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διάσκεψη κορυφής έθεσε ως στόχο να επιτευχθεί, έως το 2015, η αποκατάσταση των ιχθυαποθεμάτων των υπό εξάντληση ειδών, καθώς και να ληφθούν μέτρα ώστε έως την ίδια ημερομηνία το επίπεδο εκμετάλλευσης όλων των αλιευτικών πόρων να είναι συμβατό με τη μέγιστη διαρκή απόδοση,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα τελευταία χρόνια η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εγκρίνει πολυάριθμα σχέδια αποκατάστασης και διαχείρισης των πόρων που υφίστανται υπερεκμετάλλευση (μερλούκιος, γάδος, γλώσσα, χέλι, καραβίδα) και ότι, κατά πάσα πιθανότητα, στο μέλλον θα πρέπει να συμπεριληφθούν στα εν λόγω σχέδια και άλλα εμπορικά είδη,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τις προόδους που έχουν σημειωθεί μετά την εφαρμογή, το 1983, του πρώτου πολυετούς προγράμματος προσανατολισμού του αλιευτικού στόλου, στόχος του οποίου ήταν η μείωση της ικανότητας και της ισχύος μηχανών του εν λόγω στόλου ώστε να προσαρμοστεί στους υπάρχοντες πόρους, δεν ελήφθησαν υπόψη οι ιδιαιτερότητες των εθνικών στόλων και τομέων αλιείας και ο στόχος αυτός δεν έχει επιτευχθεί από ορισμένα κράτη μέλη, ενώ ορισμένα από αυτά επιπλέον αύξησαν την αλιευτική τους προσπάθεια,
Η. επισημαίνοντας την ανάγκη για την προώθηση αλιευτικών μεθόδων που σέβονται το περιβάλλον σε σχέση με την επιστημονική έρευνα στον τομέα της αλιείας, με την βελτίωση των αλιευτικών μέσων, την μεγαλύτερη επιλεκτικότητά τους και την απαγόρευση αλιευτικών εργαλείων που καταστρέφουν τα θαλάσσια οικοσυστήματα,
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τα χρόνια που έχουν παρέλθει, τα δεδομένα που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη δεν είναι πάντοτε ομοιογενή, γεγονός που καθιστά δύσκολη ή ακόμα και πρακτικώς αδύνατη τη συγκριτική αξιολόγηση του στόλου,
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλά κράτη μέλη καθυστέρησαν σημαντικά να αποστείλουν τα δεδομένα σχετικά με το μητρώο των σκαφών και ότι ορισμένα εξ αυτών δεν τήρησαν ούτε την προθεσμία που ορίζει η κοινοτική νομοθεσία,
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι για την ορθή διαχείριση των πόρων σύμφωνα με τις αρχές της προφύλαξης και της αειφόρου ανάπτυξης απαιτείται η ενίσχυση των υφιστάμενων ελεγκτικών μηχανισμών, ώστε το κράτος της σημαίας και το παράκτιο κράτος όπου δραστηριοποιούνται τα σκάφη, να μπορούν να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή τη θέση των σκαφών και τις εν εξελίξει αλιευτικές δραστηριότητες,
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο διάλογος και η συμμετοχή του επαγγελματικού κλάδου επί του συνόλου των μέτρων που θεσπίζονται για την προσαρμογή του στόλου στην κατάσταση των πόρων αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την αποτελεσματικότητα των μέτρων αυτών,
ΙΓ. επισημαίνοντας ότι οι αλιείς και οι ενώσεις που τους εκπροσωπούν πρέπει να συμμετέχουν στον καθορισμό των μέτρων για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και την αποκατάσταση των αλιευτικών πόρων,
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συμβουλευτικές επιτροπές αλιείας αποτελούν αποτελεσματικά όργανα συνεργασίας και διαλόγου μεταξύ των διαφόρων παραγόντων που εμπλέκονται στην εκμετάλλευση του κλάδου της αλιείας (περιβάλλον, προστασία της φύσης, επαγγελματίες των κλάδων της παραγωγής, της μεταποίησης και της υδατοκαλλιέργειας), καθότι συνδέονται στενά με τη γεωγραφική ζώνη και τα προβλήματα που αναλύουν,
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαιτερότητα του τομέα της αλιείας στις νησιωτικές και τις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που χαρακτηρίζεται από θαλάσσιους οικοτόπους, η φύση των οποίων χρήζει καθεστώτος ειδικής προστασίας, καθώς και από την ύπαρξη ενός στόλου παράκτιας αλιείας μικρής κλίμακας ο οποίος δραστηριοποιείται σε ένα περιβάλλον δύσκολο λόγω της μορφολογίας της υφαλοκρηπίδας και της θέσης των πόρων στην ανοικτή θάλασσα, γεγονός που καθιστά απαραίτητη τη θέσπιση ειδικών όρων για την εγγύηση της ασφάλειας των σκαφών και των αλιευτικών δραστηριοτήτων,
1. συγχαίρει την Επιτροπή για την ετήσια έκθεσή της σχετικά με τις προσπάθειες των κρατών μελών, κατά τη διάρκεια του 2005, για την επίτευξη βιώσιμης ισορροπίας μεταξύ της αλιευτικής ικανότητας και των ιχθυϊκών αποθεμάτων, διότι, παρά τις δυσκολίες που οφείλονται στην ετερογένεια των πληροφοριών που παρείχαν τα κράτη μέλη, προβαίνει σε μια συγκεντρωτική παρουσίαση που επιτρέπει την ανάλυση της εξέλιξης των εθνικών στόλων·
2. επαναλαμβάνει την ανάγκη για ευρύτερη προσέγγιση όσον αφορά τα μέτρα προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος και της αποκατάστασης των αλιευτικών αποθεμάτων, εκτιμώντας ιδίως και εξετάζοντας διάφορους παράγοντες με σημαντικές επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον και την κατάσταση των αλιευτικών πόρων, όπως η ρύπανση των ακτών και της ανοιχτής θάλασσας, τα βιομηχανικά και γεωργικά απόβλητα, η βυθοκόρηση του πυθμένα ή οι θαλάσσιες μεταφορές, ως συμπλήρωμα των σημερινών μεθόδων διαχείρισης· εκτιμά ότι πρέπει να αναληφθεί κατά προτεραιότητα κοινοτική πρωτοβουλία στον τομέα αυτόν·
3. σημειώνει ότι έχει σημειωθεί σταδιακή μείωση της ικανότητας και της συνολικής ισχύος μηχανών του στόλου (περίπου 2% ετησίως), χωρίς ωστόσο να περιοριστεί το επίπεδο εκμετάλλευσης των πόρων, λόγω της προόδου των ναυτικών τεχνικών που εξουδετερώνουν ή εκμηδενίζουν τα οφέλη ως προς την απόδοση και την αλιευτική προσπάθεια τα οποία αναμένεται να αποφέρουν οι περιορισμένες μειώσεις που επιτυγχάνονται·
4. θεωρεί ότι είναι απαράδεκτο τα κράτη μέλη να μην ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους οα τη συλλογή και την διαβίβαση των στοιχείων που αφορούν την προσαρμογή των αλιευτικών τους δυνατοτήτων στην κατάσταση των αλιευτικών αποθεμάτων, ζητεί δε από την Επιτροπή να θεωρήσει αυτήν την μη συμμόρφωση ως σοβαρό σφάλμα και να επιβάλει ανάλογες κυρώσεις, όπως και στην περίπτωση των υποχρεώσεων των αλιέων να δηλώνουν τα στοιχεία των αλιευμάτων τους·
5. υπογραμμίζει ότι η προσαρμογή των εθνικών στόλων στους υφιστάμενους αλιευτικούς πόρους πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ήδη πραγματοποιηθείσα μείωση της αλιευτικής προσπάθειας -και συγκεκριμένα τον βαθμό υλοποίησης των πολυετών προγραμμάτων προσανατολισμού·
6. υπενθυμίζει ότι όλα τα μέτρα για την προσαρμογή των εθνικών στόλων και την αποκατάσταση των αλιευτικών πόρων πρέπει να λαμβάνονται σε συνεργασία με τους αλιείς βάσει των επιστημονικών ερευνών για την αλιεία·
7. παροτρύνει την Επιτροπή να προτείνει χωρίς καθυστέρηση κατευθυντήριες γραμμές που θα διασφαλίζουν την ομοιογένεια των πληροφοριών που υποβάλλουν τα κράτη μέλη, ούτως ώστε να είναι εφικτή η συγκριτική ανάλυση της εξέλιξης των διαφόρων εθνικών στόλων και να παρέχονται σε κάθε κράτος μέλος αναλυτικά δεδομένα για το επίπεδο των αλιευμάτων των σκαφών που δραστηριοποιούνται στις παράκτιες περιοχές του·
8. επισημαίνει ότι, λαμβανομένης υπόψη της κατάστασης και της συνεχιζόμενης, επί του παρόντος, πλεονάζουσας ικανότητας, θα ήταν σκόπιμο να αναρωτηθούμε για τη χρησιμότητα των σημερινών προγραμμάτων προσαρμογής του κοινοτικού στόλου στις αλιευτικές δυνατότητες, εισάγοντας στην κοινοτική πολιτική διατήρησης και διαχείρισης της αλιείας άλλα αποτελεσματικότερα συστήματα, τα οποία θα μπορούσαν, ως εκ της φύσεώς τους, να προκαλέσουν ακόμη και μεγαλύτερη μείωση της αλιευτικής δυνατότητας από αυτήν που προβλέπεται από την κοινοτική νομοθεσία·
9. ζητεί από την Επιτροπή να αναλάβει τις πρωτοβουλίες που απαιτούνται για την ενδεχόμενη μετάβαση από ένα καθεστώτος διαχείρισης των στόλων με βάση τη μείωση της χωρητικότητας και της ισχύος μηχανών των σκαφών σε ένα καθεστώς που θα επιτρέπει τον έλεγχο της αλιευτικής προσπάθειας μέσω της διαχείρισης ανά γεωγραφική αλιευτική περιοχή και με τη χρήση κατάλληλων τεχνικών μέτρων που θα επιτρέπουν την αειφόρο διαχείριση των πόρων·
10. ζητεί από την Επιτροπή να παρουσιάσει προτάσεις με σκοπό τη βελτίωση της ασφάλειας των σκαφών παράκτιας αλιείας και αλιείας μικρής κλίμακας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με σκοπό την ανάπτυξη του όγκου και της ισχύος των κινητήρων και την ανακαίνιση των σκαφών ώστε να βελτιωθούν οι συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας σε αυτά, χωρίς να επέρχεται αύξηση της αλιευτικής προσπάθειας·
11. ζητεί από την Επιτροπή να παρουσιάσει πρόταση για τη δημιουργία μιας περιφερειακής συμβουλευτικής επιτροπής ειδικά για τις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
12. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου[1] και το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1438/2003 της Επιτροπής[2] προβλέπουν ότι τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλλουν στην Επιτροπή, σε ετήσια βάση και πριν από την 1η Μαΐου, έκθεση σχετικά με τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους για την επίτευξη βιώσιμης ισορροπίας μεταξύ της αλιευτικής ικανότητας και των υφιστάμενων αλιευτικών δυνατοτήτων. Οι εκθέσεις των κρατών μελών διατίθενται στην ιστοθέση "Europa" στην ακόλουθη διεύθυνση: http://ec.europa.eu/fisheries/fleet/index.cfm?method=FM_Reporting.menu.
2. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΤΗΣΙΑΣ ΕΚΘΕΣΗΣ 2005
Στην ετήσια έκθεση που υπέβαλε η Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, στο πλαίσιο της εντολής της για την παροχή ενημέρωσης σχετικά με την κατάσταση του στόλου και την καταλληλότητά του ως προς τους διαθέσιμους πόρους, παρουσιάζεται η κατάσταση και η εξέλιξη του στόλου κατά την περίοδο 2003-2005. Παρέχονται αναλυτικά δεδομένα σχετικά με τον ηπειρωτικό στόλο και τους στόλους που είναι νηολογημένοι στις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες και αξιολογείται το περιεχόμενο των εκθέσεων που υπέβαλαν οι εθνικές διοικήσεις των κρατών μελών, καθώς και τα δεδομένα σχετικά με το μητρώο εισόδου και εξόδου που διατηρεί η Επιτροπή. Αυτές τις πτυχές επιθυμεί να σχολιάσει ο εισηγητής, αφού πρώτα τις επαναλάβει σε γενικές γραμμές.
α) Αποτελέσματα για τον ηπειρωτικό στόλο (κοινοτικός στόλος εκτός από τα σκάφη που είναι νηολογημένα στις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες):
Σύμφωνα με το κοινοτικό μητρώο του στόλου, κατά την τριετία 2003‑2005 η συνολική αλιευτική ικανότητα του κοινοτικού στόλου των κρατών μελών της ΕΕ των 15 μειώθηκε κατά 117 000 GT και κατά 499 000 kW, που αντιστοιχεί σε καθαρή μείωση 6,27% από απόψεως χωρητικότητας και 7,28% από απόψεως ισχύος μηχανών του στόλου της ΕΕ των 15. Η καθαρή μείωση κατά τη διάρκεια του 2005 ανήλθε σε 50 000 GT περίπου, έναντι 23 000 GT το 2004 και 44 000 GT το 2003. Οι μειώσεις αυτές φαίνονται σχετικά μικρές εάν λάβουμε υπόψη τα υψηλά επίπεδα της πίεσης που ασκείται στα περισσότερα κοινοτικά είδη αλιείας, ιδίως όσον αφορά τα βενθοπελαγικά είδη.
Στα νέα κράτη μέλη, από την 1η Μαΐου 2004 η αλιευτική ικανότητα του στόλου μειώθηκε κατά 41 000 GT και κατά 101 000 kW, που αντιστοιχεί σε μείωση 18% από απόψεως χωρητικότητας και 18% από απόψεως ισχύος μηχανών των στόλων τους σε σύγκριση με την αλιευτική τους ικανότητα κατά την ημερομηνία προσχώρησης.
Κατά το 2003, 2004 και 2005, περίπου 132 000 GT και 427 000 kW αποσύρθηκαν από τον κοινοτικό στόλο μέσω κρατικών ενισχύσεων, γεγονός που σημαίνει ότι η αλιευτική αυτή ικανότητα δεν μπορεί να αντικατασταθεί.
Η συντριπτική πλειονότητα (112.000 GT και 373.000 kW) αυτής της αλιευτικής ικανότητας που αποσύρθηκε μέσω κρατικών ενισχύσεων προέρχεται από τα κράτη μέλη της ΕΕ των 15. Η αλιευτική ικανότητα που αποσύρθηκε από τα νέα κράτη μέλη μέσω κρατικών ενισχύσεων από την 1η Μαΐου 2004 ανήλθε σε 20.000 GT και 54.000 kW.
β) Αποτελέσματα για τους στόλους που είναι νηολογημένοι στις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες
Σε ό,τι αφορά την ικανότητα των στόλων που είναι νηολογημένοι στις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες και τη διακύμανσή της μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2003 και της 31ης Δεκεμβρίου 2005, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι ο στόλος που είναι νηολογημένος στις ισπανικές και πορτογαλικές εξόχως απόκεντρες περιφέρειες μειώθηκε σημαντικά τόσο από απόψεως χωρητικότητας όσο και ισχύος μηχανών. Για τα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα σημειώθηκε ελαφρά μείωση του συνολικού αριθμού σκαφών και της χωρητικότητάς τους και αύξηση της ισχύος μηχανών.
γ) Γενικές παρατηρήσεις της Επιτροπής
Η ποιότητα των εκθέσεων που υποβλήθηκαν από τα κράτη μέλη βελτιώθηκε σε σύγκριση με εκείνη του 2004. Ορισμένα κράτη μέλη υπέβαλαν πολύ λεπτομερείς εκθέσεις, που περιείχαν πολύ περισσότερες πληροφορίες από τις απαιτούμενες. Παρόλα αυτά, άλλα κράτη μέλη δεν τήρησαν την προθεσμία υποβολής ή τις απαιτήσεις από απόψεως μορφοτύπου και περιεχομένου που προβλέπονται στο άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1438/2003 της Επιτροπής · έως τη στιγμή της σύνταξης της έκθεσης, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είχε ακόμη υποβάλει την ετήσια έκθεσή του.
Τα κράτη μέλη τόνισαν στις εκθέσεις τους την εφαρμογή του καθεστώτος διαχείρισης των εθνικών στόλων τους, ενώ η εκτίμηση της ισορροπίας μεταξύ της αλιευτικής ικανότητας του στόλου και των αλιευτικών δυνατοτήτων είναι πληρέστερη από ό,τι στις προηγούμενες εκθέσεις.
Η συνοπτική έκθεση στηρίζεται στις ετήσιες εκθέσεις των κρατών μελών και στα δεδομένα που προκύπτουν από το κοινοτικό μητρώο του στόλου. Εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένες μικρές διαφορές μεταξύ των αριθμητικών στοιχείων που υποβλήθηκαν από τα κράτη μέλη στις εκθέσεις τους και εκείνων που προκύπτουν από τις δηλώσεις τους στο κοινοτικό μητρώο του στόλου. Χάρη στις προσπάθειες που κατέβαλαν τα κράτη μέλη και η Επιτροπή για την εναρμόνιση των δεδομένων τους, οι διαφορές αυτές δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικές ως προς τη διαχείριση του στόλου. Εντούτοις, θα πρέπει να συνεχιστούν οι προσπάθειες για την εξάλειψη των διαφορών αυτών. Οπωσδήποτε όμως, τα δεδομένα που υποβλήθηκαν από τα κράτη μέλη στις εθνικές εκθέσεις τους δεν μεταβάλλουν τα συμπεράσματα της έκθεσης.
Σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, τα κράτη μέλη που δεν συμμορφώνονται προς τα άρθρα 11, 13 και 15 του κανονισμού αυτού υποχρεούνται να μειώσουν την αλιευτική τους προσπάθεια στο επίπεδο που θα είχαν επιτύχει εάν είχαν συμμορφωθεί προς τα προαναφερόμενα άρθρα. Επιπροσθέτως, είναι δυνατόν να τους επιβληθεί αναλογική αναστολή της χρηματοδοτικής συνδρομής της Κοινότητας στο πλαίσιο του ΧΜΠΑ.
Για τη βελτίωση της ποιότητας των ετήσιων εκθέσεων, η Επιτροπή, επικουρούμενη από την επιτροπή αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, προτίθεται να θεσπίσει λεπτομερέστερες κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά το περιεχόμενό τους και να εισαγάγει μια κοινή εναρμονισμένη μεθοδολογική προσέγγιση που θα δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην ανάλυση της εξέλιξης της αλιευτικής ικανότητας σε σχέση με τα διαθέσιμα ιχθυαποθέματα.
Στις προσεχείς ετήσιες εκθέσεις, θα δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στη συμβολή του νέου καθεστώτος που θεσπίστηκε το 2002 για τη διαχείριση του κοινοτικού στόλου με στόχο την επίτευξη καλύτερης ισορροπίας μεταξύ των στόλων και των ιχθυαποθεμάτων. Θα πρέπει να διαπιστωθούν και να αξιολογηθούν καλύτερα οι επιπτώσεις των εθνικών καθεστώτων οριστικής παύσης της αλιευτικής δραστηριότητας, ιδίως όσον αφορά τη μείωση της αλιευτικής προσπάθειας για είδη αλιείας που υπάγονται σε σχέδια διαχείρισης ή αποκατάστασης των αποθεμάτων.
3. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΗ
Η έκθεση του 2006 του FAO σχετικά με την παγκόσμια κατάσταση της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας δείχνει ότι πόρρω απέχουμε από την επίλυση του προβλήματος της πλεονάζουσας ικανότητας, το οποίο βρίσκεται τουλάχιστον εδώ και δύο δεκαετίες στο πρόγραμμα εργασίας όλων των χωρών που διαθέτουν σημαντικό εμπορικό αλιευτικό στόλο.
Στις κυριότερες δυνάμεις συγκαταλέγονται η Κίνα και οι ασιατικές χώρες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 86,1% του παγκόσμιου στόλου. Η Κίνα ενέκρινε το 2002 ένα πρόγραμμα για τη μείωση του εμπορικού στόλου της, με ετήσια χρηματοδότηση της τάξεως των 33 εκατομμυρίων δολαρίων για την αποζημίωση της απόσυρσης των σκαφών. Ωστόσο, οι προοπτικές επιτυχίας είναι αβέβαιες, διότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που κοινοποιήθηκαν στον FAO το 2003 και το 2004, ο αριθμός των σκαφών που δραστηριοποιούνται υπό κινεζική σημαία έχει αυξηθεί. Οι στόλοι των Φιλιππίνων και της Ινδονησίας, ετέρων μεγάλων δυνάμεων, αυξήθηκαν και αυτοί κατά τη διάρκεια της ιδίας περιόδου.
Στην αμερικανική ζώνη, επικρατεί το ίδιο σκηνικό: στις ΗΠΑ, ο αριθμός των σκαφών ολικής χωρητικότητας άνω των 100 τόνων αυξήθηκε κατά 3,55% το διάστημα 2003-2005· η Αργεντινή και η Χιλή έχουν μεν μειώσει τον αριθμό των σκαφών βιομηχανικής αλιείας που διαθέτουν, όμως, όπως συνέβη και σε άλλες χώρες της περιοχής αυτής, αυξήθηκε ο στόλος παράκτιας αλιείας που δραστηριοποιείται σε αυτές.
Στις ευρωπαϊκές χώρες που δεν είναι μέλη της Κοινότητας η εξέλιξη ήταν συγκρατημένη. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα δεδομένα, στην Ισλανδία, τη Νορβηγία και τη Ρωσία, ο αριθμός των σκαφών μειώθηκε ελαφρώς, αλλά τα σκάφη που κατασκευάζονται είναι πιο μεγάλα, γεγονός που επιτρέπει στους πλοιοκτήτες να αυξήσουν την οικονομική απόδοση της δραστηριότητας. Άλλως ειπείν, η αλιευτική προσπάθεια δεν περιορίζεται.
Οι αλιευτικοί πόροι, από την πλευρά τους, έχουν παραμείνει στάσιμοι σε παγκόσμιο επίπεδο κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας, παρότι παρατηρούνται κάποιες αλλαγές. Σε ορισμένες περιοχές, όπως ο Ατλαντικός, η μείωση των αλιευτικών πόρων λόγω της υπερεκμετάλλευσης εμπορικών ειδών, όπως ο γάδος και ο μερλούκιος, είναι πολύ έντονη. Από τότε που ο FAO διαθέτει ένα αξιόπιστο μητρώο της κατάστασης των αλιευτικών πόρων, δηλαδή από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, οι πόροι αυτοί διαρκώς μειώνονται. Κατά τη δεκαετία του 1970, η διαρκώς αυξανόμενη υπερεκμετάλλευση αφορούσε μόλις το 10% των ειδών, ποσοστό που ανήλθε στο 25% τη δεκαετία του 1990 και έκτοτε έχει σταθεροποιηθεί στο επίπεδο αυτό. Οι πόροι υπό πλήρη εκμετάλλευση αυξήθηκαν από το 50% κατά τη δεκαετία του 1970 στο 52% σήμερα.
Δεδομένων των ανωτέρω, ο εισηγητής οφείλει να επαναλάβει της συστάσεις που έχει διατυπώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο παρελθόν, όταν οι προσπάθειες μείωσης βασίζονταν στην τήρηση των πολυετών προγραμμάτων προσανατολισμού (ΠΠΠ). Η αλλαγή του συστήματος υπέρ της νέας κοινοτικής αλιευτικής πολιτικής, με τη συγκρότηση ενός μητρώου εισόδου και εξόδου, δεν έχει μεταβάλει το θεμελιώδες πρόβλημα της πλεονάζουσας ικανότητας του κοινοτικού στόλου σε σχέση με τους διαθέσιμους πόρους.
Τα συμπεράσματα που διατύπωσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα ψηφίσματά του, του 1998[3] και του 1999[4], παραμένουν επίκαιρα. Τα προβλήματα είναι τα ίδια. Παρά τα χρόνια που έχουν παρέλθει, τα κράτη μέλη συνεχίζουν να εμφανίζονται απρόθυμα να προσαρμόσουν τη διαστασιολόγηση του στόλου στους διαθέσιμους πόρους.
Κάποιες φορές φαίνεται ότι, αντιμέτωπα ίσως με τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις που θα είχε η θέσπιση συνεκτικών και αναγκαίων αλλά καθόλου δημοφιλών μέτρων, τα κράτη μέλη επιλέγουν μια πολιτική που δεν θέτει περιορισμούς, περιμένοντας ότι η φυσική εξέλιξη της κατάστασης, δηλαδή η όλο και μεγαλύτερη μείωση των αλιευμάτων, θα επιφέρει από μόνη της την παύση της αλιευτικής δραστηριότητας λόγω της απουσίας οικονομικού ενδιαφέροντος και βιώσιμης προοπτικής όσον αφορά την εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων.
Από την έκθεση που παρουσίασε η Επιτροπή προκύπτει ότι ορισμένες δημόσιες διοικήσεις δεν διαθέτουν επαρκή τεχνικά μέσα και ανθρώπινους πόρους για την αποτελεσματική ανάλυση της εξέλιξης των στόλων τους.
Τα κράτη μέλη που διαθέτουν μεγάλο στόλο, όπως η Ιταλία και η Γαλλία, υπέβαλαν την έκθεσή τους με καθυστέρηση και ένα σημαντικό κράτος μέλος, το Ηνωμένο Βασίλειο, δεν απέστειλε καν έκθεση, με αποτέλεσμα η Επιτροπή να μην είναι σε θέση να εκπληρώσει αποτελεσματικά τις υποχρεώσεις της και να καταρτίσει μια συνοπτική έκθεση που θα επέτρεπε στο επιστημονικό, τεχνικό και οικονομικό συμβούλιο αλιείας και στην επιτροπή αλιείας και υδατοκαλλιέργειας να εκδώσουν μια ισορροπημένη γνωμοδότηση σχετικά με την εξέλιξη του στόλου.
Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και χωρίς ακριβή εικόνα της κατάστασης του στόλου, παραμένει γεγονός ότι ο στόλος είναι υπερβολικά μεγάλος σε σχέση με το επίπεδο των αλιευμάτων που θα αντιστοιχούσε σε μια βιώσιμη εκμετάλλευση της αλιείας. Οι προσπάθειες μείωσης της ικανότητας ως προς τη χωρητικότητα και την ισχύ μηχανών του στόλου έχουν οδηγήσει σε ένα ποσοστό μείωσης μόλις 2% σε ετήσια βάση, επίπεδο που δεν αντισταθμίζει την αύξηση της οικονομικής απόδοσης που προκύπτει χάρη στις τεχνολογικές προόδους που επιτρέπουν την καλύτερη εκμετάλλευση των θαλάσσιων πόρων.
Δεδομένης της κατάστασης αυτής, ποιος ο λόγος να επιμένουμε στην εφαρμογή μιας πολιτικής που συνίσταται στη μείωση της χωρητικότητας και της ισχύος μηχανών των σκαφών, τη στιγμή που τα αποτελέσματά της είναι τόσο περιορισμένα; Θα έπρεπε ίσως να διερευνήσουμε άλλες οδούς για τη συγκράτηση της αλιευτικής προσπάθειας, επί παραδείγματι ελέγχοντας αυστηρά την αλιεία ανά γεωγραφική περιοχή, υιοθετώντας μια διαχείριση προσαρμοσμένη στα χαρακτηριστικά των διαφόρων περιοχών όπου πραγματοποιούνται αλιευτικές δραστηριότητες και λαμβάνοντας υπόψη το θαλάσσιο περιβάλλον, τη διατήρηση των φυσικών πόρων και των οικοτόπων, καθώς και τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες του κλάδου, και επιλέγοντας ένα σύστημα διαχείρισης της αλιευτικής προσπάθειας που θα βασίζεται στην επιλεκτικότητα των αλιευτικών εργαλείων και όχι στη μείωση της ικανότητας και της ισχύος μηχανών του στόλου.
Η Επιτροπή φαίνεται πως αρχίζει να τείνει ευήκοον ους στα επιχειρήματα αυτά, διότι πολύ πρόσφατα υπέβαλε στο Συμβούλιο και στο Κοινοβούλιο τέσσερα έγγραφα τα οποία, στο σύνολό τους, εγκαινιάζουν έναν εις βάθος διάλογο για την τροποποίηση των συστημάτων διαχείρισης που προέβλεπε η μεταρρύθμιση της κοινής αλιευτικής πολιτικής κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού αριθ. 2371/2002. Πρόκειται για τα ακόλουθα έγγραφα:
- πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού πλαισίου για τη συλλογή, διαχείριση και χρήση δεδομένων στον τομέα της αλιείας και τη στήριξη όσον αφορά τις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις για την Κοινή Αλιευτική Πολιτική (COM(2007)0196)·
- ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο "Πολιτική μείωσης ανεπιθύμητων παρεμπιπτόντων αλιευμάτων και εξάλειψης των απορρίψεων στην ευρωπαϊκή αλιεία" (COM/2007/0136)·
- ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με εργαλεία διαχείρισης στον τομέα της αλιείας με βάση τα αλιευτικά δικαιώματα (COM/2007/0073)·
- ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τη βελτίωση των δεικτών αλιευτικής ικανότητας και αλιευτικής προσπάθειας στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής(COM/2007/0039).
Η αιτιολογική έκθεση της πρότασης κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τη συλλογή δεδομένων στον τομέα της αλιείας φαίνεται πως επιβεβαιώνει το γεγονός ότι η Επιτροπή διερευνά νέες κατευθύνσεις για τη βελτίωση άλλων πτυχών, όπως η ασφάλεια των αλιευτικών σκαφών, ανεξάρτητα από το μέγεθος ή την ισχύ τους.
"Ο αναθεωρημένος κανονισμός συλλογής δεδομένων αποβλέπει στην κάλυψη των νέων αναγκών που δημιουργούνται από την ανάγκη καθιέρωσης συστήματος διαχείρισης της αλιείας (δηλαδή συστήματος διαχείρισης με βάση το στόλο και την περιοχή αλιείας αντί συστήματος με βάση τα αλιευτικά αποθέματα) το οποίο θα στηρίζεται σε μια προσέγγιση με βάση το οικοσύστημα. Σημαντική καινοτομία της πρότασης είναι η πρόβλεψη της συλλογής περιβαλλοντικών δεδομένων με κύριο στόχο την παρακολούθηση των επιπτώσεων των αλιευτικών δραστηριοτήτων στο θαλάσσιο οικοσύστημα".
- [1] Κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 (ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σελ. 59-80).
- [2] Κανονισμός της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 1438/2003 (ΕΕ L 204 της 12.8.2003, σελ. 21-28).
- [3] Έγγραφο A4-0046/98, Ετήσια έκθεση προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα των πολυετών προγραμμάτων προσανατολισμού για τους αλιευτικούς στόλους στα τέλη του 1996 (COM(1997)0352).
- [4] Έγγραφο A5-0096/99, Ετήσια έκθεση προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα των πολυετών προγραμμάτων προσανατολισμού για τους αλιευτικούς στόλους στα τέλη του 1997 (COM(1999)0175).
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Τίτλος |
Προσπάθειες των κρατών μελών κατά τη διάρκεια του 2005 για την επίτευξη βιώσιμης ισορροπίας μεταξύ της αλιευτικής ικανότητας και των αλιευτικών δυνατοτήτων |
||||||||||
Αριθ. διαδικασίας |
|||||||||||
Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας |
PECH |
||||||||||
Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες) |
ENVI 6.6.2007 |
|
|
|
|
||||||
Αποφάσισε να μη γνωμοδοτήσει |
ENVI |
|
|
|
|
||||||
Ενισχυμένη συνεργασία |
|
|
|
|
|
||||||
Εισηγητής(ές) |
Paulo Casaca |
|
|||||||||
Εισηγητής(ές) που αντικαταστάθηκε(καν) |
|
|
|||||||||
Εξέταση στην επιτροπή |
3.5.2007 |
11.6.2007 |
|
|
|
||||||
Ημερομηνία έγκρισης |
17.7.2007 |
||||||||||
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+ : - : 0 : |
23 1 0 |
|||||||||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Alfonso Andria, Elspeth Attwooll, Iles Braghetto, Paulo Casaca, Zdzisław Kazimierz Chmielewski, Emanuel Jardim Fernandes, Carmen Fraga Estévez, Duarte Freitas, Ιωάννης Γκλαβάκης, Pedro Guerreiro, Ian Hudghton, Heinz Kindermann, Rosa Miguélez Ramos, Marianne Mikko, Philippe Morillon, James Nicholson, Seán Ó Neachtain, Willi Piecyk, Joop Post, Struan Stevenson, Catherine Stihler, Daniel Varela Suanzes-Carpegna |
||||||||||
Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία |
Carl Schlyter, Thomas Wise |
||||||||||
Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 178, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία |
Francesco Ferrari |
||||||||||
Ημερομηνία κατάθεσης |
23.7.2007 |
|
|||||||||
Παρατηρήσεις (πληροφορίες που διατίθενται σε μία μόνον γλώσσα) |
|
|
|||||||||