ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας

26.11.2007 - (2007/2109(INI))

Επιτροπή Αλιείας
Εισηγητής: Pedro Guerreiro

Διαδικασία : 2007/2109(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0467/2007
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0467/2007
Συζήτηση :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας

(2007/2109(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–    έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 104/2000 του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 1999, για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας[1],

- έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, της 29ης Σεπτεμβρίου 2006, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000 (COM(2006)0558),

–    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 19ης Ιουνίου 1998 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με θέμα "Το μέλλον της αγοράς των αλιευτικών προϊόντων στην Ευρωπαϊκή Ένωση : ευθύνη, συνεργασία και ανταγωνιστικότητα"[2],

–    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 19ης Ιουνίου 1998 σχετικά με τη βιομηχανία κονσερβοποίησης αλιευτικών προϊόντων και την ιχθυοκαλλιέργεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση[3],

–    έχοντας υπόψη τη θέση του της 2ας Δεκεμβρίου 1999 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των αλιευομένων προϊόντων και των προϊόντων υδατοκαλλιέργειας[4],

–    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Μαρτίου 2002, σχετικά με τη βιομηχανία μεταποίησης ιχθύων[5],

- έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, της 9ης Μαρτίου 2006, σχετικά με τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης του κλάδου της αλιείας (COM(2006)0103),

- έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 28ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης του κλάδου της αλιείας[6],

- έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής Αλιείας, της 5ης Ιουνίου 2007[7], σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000,

–    έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–    έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A6‑0467/2007),

Α.  τονίζοντας για μια ακόμη φορά τη στρατηγική σημασία που έχει ο τομέας αλιείας για την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, τον τακτικό εφοδιασμό σε προϊόντα αλιείας και την ισορροπία του ισοζυγίου ειδών διατροφής στα διάφορα κράτη μέλη και στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση· λαμβάνοντας υπόψη ότι συμβάλλει σημαντικά στην οικονομική και κοινωνική συνοχή, την ενίσχυση της ανάπτυξης των παράκτιων περιοχών και τη διατήρηση και τη δημιουργία συναφών οικονομικών δραστηριοτήτων και θέσεων απασχόλησης, ιδίως σε μειονεκτικές περιφέρειες και κοινότητες, καθώς και στη διατήρηση των τοπικών πολιτιστικών παραδόσεων,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινή οργάνωση των αγορών (ΚΟΑ) των προϊόντων αλιείας αποτέλεσε το πρώτο συστατικό στοιχείο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (ΚΑΠ) που θεσπίστηκε το 1970 και τον ένα από τους τέσσερις στυλοβάτες της, παράλληλα με τη διαρθρωτική πολιτική, την πολιτική για τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων και τις σχέσεις με τις τρίτες χώρες,

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας υπέστη δύο σημαντικές μεταρρυθμίσεις, την πρώτη το 1981, που επιδίωκε τη μείωση της προσφυγής στις αποσύρσεις και καθιέρωσε τις ενισχύσεις στη μεταφορά, και τη δεύτερη το 2000, που επιδίωκε να αποθαρρύνει δραστικά την προσφυγή στις αποσύρσεις και να ενισχύσει το ρόλο των οργανώσεων παραγωγών (ΟΠ) στον τομέα της διαχείρισης της παραγωγής και της παρέμβασης στην αγορά,

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κύριοι στόχοι, που δεν υλοποιήθηκαν, της ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας είναι η διασφάλιση της σταθερότητας των αγορών προϊόντων αλιείας και δίκαιου εισοδήματος για τους παραγωγούς,

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας πρέπει να δώσει απάντηση σε μια αγορά κύριο χαρακτηριστικό της οποίας είναι οι μεγάλες ανισότητες διαρθρώσεων εμπορίας/διανομής και μεταποίησης, τιμών και καταναλωτικών συνηθειών,

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το ισχύον σύστημα της πρώτης πώλησης με πλειστηριασμό (στις ιχθυόσκαλες) των αλιευμάτων, η οποία εφαρμόζεται στα περισσότερα κράτη μέλη, επιβαρύνει σε μεγάλο βαθμό τους παραγωγούς, οι οποίοι κερδίζουν σχεδόν δέκα φορές λιγότερα από τους τελικούς διανομείς,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι με την ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας καθιερώθηκε ένα σύνολο μηχανισμών παρέμβασης στην αγορά για τη στήριξη των τιμών και τη ρύθμιση του εφοδιασμού σε αλιεύματα· ότι επιδιώχθηκε η συγκέντρωση της προσφοράς μέσω της στήριξης της δημιουργίας ΟΠ, ο ρόλος των οποίων έχει ενισχυθεί στον τομέα της παρέμβασης στην αγορά, μολονότι το μέτρο αυτό δεν συνοδεύτηκε από την απαιτούμενη χρηματοδοτική στήριξη,

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διμερείς εμπορικές συμφωνίες και η καθιέρωση ενός συστήματος εμπορικών ανταλλαγών με τρίτες χώρες για τον εφοδιασμό της μεταποιητικής βιομηχανίας αλιευτικών προϊόντων στην ΕΕ συνετέλεσαν στην αμφισβήτηση της κοινοτικής προτίμησης και στην αύξηση του ανταγωνισμού επί των κοινοτικών προϊόντων, με άμεσο αντίκτυπο στα εισοδήματα του τομέα,

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα μέσα της ΚΟΑ άλλαζαν κατά καιρούς και έχαναν τη σημασία τους σε σχέση με άλλους πυλώνες και προτεραιότητες της ΚΑΠ, όπως η διατήρηση των αλιευτικών πόρων και η μείωση της αλιευτικής προσπάθειας, που έχει αναχθεί σε βασικό στόχο της ΚΑΠ,

Ι.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας δεν κατάφερε να συμβάλει επαρκώς στη βελτίωση των τιμών πρώτης πώλησης ούτε στην καλύτερη κατανομή της προστιθέμενης αξίας στην αλυσίδα δημιουργίας αξίας του κλάδου ενώ, εκτός από τους μεγάλους μεσάζοντες που είναι ήδη εγκατεστημένοι, ο ρόλος των πολυκαταστημάτων στον τομέα της διανομής διαρκώς ενισχύεται,

ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαδικασία διαμόρφωσης των τιμών πρώτης πώλησης των αλιευμάτων δεν επιτρέπει την αντανάκλαση των διακυμάνσεων των παραγόντων κόστους της παραγωγής στις τιμές των αλιευμάτων,

ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, από το 2000, οι μέσες τιμές πρώτης πώλησης παρέμειναν στάσιμες ή μειώθηκαν, χωρίς αυτό να αντικατοπτρίζεται με ουσιαστικό τρόπο σε μείωση των τιμών για τον τελικό καταναλωτή νωπών ιχθύων, στις οποίες, αντίθετα, παρατηρείται διαρκής άνοδος,

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την έκθεση εφαρμογής του ΕΓΤΠΕ, οι πραγματικές δαπάνες μεταξύ 1974 και 2005 έφθασαν σχεδόν τα 550 εκατομμύρια ευρώ, κατά μέσον όρο 17 εκατομμύρια ευρώ κατ' έτος, δηλαδή προϋπολογισμό μάλλον πενιχρό σε σχέση με τους στόχους του άρθρου 33 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο συμπέρασμα 5 της προαναφερθείσας έκθεσής της της 29ης Σεπτεμβρίου 2006, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι είναι δύσκολο να συμβιβαστούν οι νέες προτεραιότητες της ΚΟΑ με τους νέους στόχους - όπως η εξασφάλιση του εισοδήματος, που προβλέπεται από το άρθρο 33 της Συνθήκης· τονίζοντας συγκεκριμένα ότι "οι τιμές αγοράς δεν ακολούθησαν την εξέλιξη του παραγωγικού κόστους",

ΙΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 28ης Σεπτεμβρίου 2006, το Κοινοβούλιο συμπεραίνει ότι οι δυνατότητες βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας που περιέχονται στην ισχύουσα ΚΟΑ δεν έχουν αξιοποιηθεί επαρκώς από τον κλάδο,

ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το ψήφισμά του της 2ας Δεκεμβρίου 1999 προέβλεπε ευνοϊκότερους όρους για την εφαρμογή των μηχανισμών παρέμβασης στην αγορά, ιδίως όσον αφορά τις αποσύρσεις και τη χρηματοδοτική στήριξη των ΟΠ, οι οποίοι δεν ελήφθησαν υπόψη από το Συμβούλιο,

ΙΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η βιομηχανία καταφεύγει όλο και περισσότερο στις εισαγωγές, εις βάρος της εσωτερικής παραγωγής,

ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη το σημερινό επισιτιστικό έλλειμμα ιχθυοπρωτεϊνών και η εξάρτηση από τις εισαγωγές προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι καταναλωτικές ανάγκες, σε ένα πλαίσιο όπου η παραγωγή της Κοινότητας φθίνει διαρκώς και η παγκόσμια παραγωγή συνεχίζει να αυξάνεται,

ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή ήδη αναγνώρισε ότι εισέρχονται στην κοινοτική αγορά προϊόντα τα οποία δεν ανταποκρίνονται στα ελάχιστα μεγέθη, λόγω του ότι οι προδιαγραφές εμπορίου δεν εφαρμόζονται στα κατεψυγμένα προϊόντα,

Κ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή, στην προαναφερθείσα ανακοίνωσή της της 9ης Μαρτίου 2006, τονίζει την ανάγκη αναθεώρησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000,

ΚΑ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι στο προαναφερθέν ψήφισμά της 28ης Σεπτεμβρίου 2006, το Κοινοβούλιο επέμεινε ότι επείγει η αναθεώρηση της ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας, προκειμένου να βελτιωθούν οι τιμές πρώτης πώλησης και η κατανομή της προστιθέμενης αξίας στην αλυσίδα δημιουργίας αξίας του κλάδου,

1.  χαιρετίζει την απόφαση της Επιτροπής να προβεί σε εις βάθος αξιολόγηση της τρέχουσας ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, αλλά εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την καθυστέρηση κατά ένα περίπου έτος στην υποβολή της έκθεσης αξιολόγησης, με βάση τα προβλεπόμενα στο άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000·

2.  υποστηρίζει ότι απαιτείται επειγόντως μια φιλόδοξη αναθεώρηση της ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας για να αυξηθεί η συμβολή της στην εξασφάλιση του εισοδήματος του τομέα, τη σταθερότητα των αγορών, τη βελτίωση της εμπορίας των αλιευμάτων και να μεγεθυνθεί η προστιθέμενη αξία της·

3.  παροτρύνει την Επιτροπή να υποβάλει το συντομότερο ανακοίνωση σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές και πρόταση αναθεώρησης της ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας, που θα συνεκτιμά τις προτάσεις που περιλαμβάνονται στο παρόν ψήφισμα·

4.  τονίζει ότι έχει ζωτική σημασία η συμμετοχή των βασικών οικονομικών φορέων του τομέα, ιδίως των ψαράδων και των αντιπροσωπευτικών οργανώσεών τους, στη διαδικασία αναθεώρησης της ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας, ιδίως στην παρούσα περίοδο αξιολόγησης·

5.  τονίζει ότι η συμβολή της ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας στον τομέα μειώθηκε, κυρίως μετά την αναθεώρηση του 2000 · εκτιμά ότι η αντιστροφή της κατάστασης αυτής, κυρίως μέσω μιας σημαντικής αύξησης των πόρων, πρέπει να αποτελέσει έναν από τους βασικούς στόχους μιας μελλοντικής αναθεώρησης της ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας, ώστε αυτή να είναι σε θέση να εξασφαλίζει την κατάλληλη κοινοτική χρηματοδότηση των αναγκών του τομέα αλιείας, προκειμένου να εκπληρωθούν οι στόχοι που ορίζει η Συνθήκη·

6.  επισημαίνει ότι οι ισχύοντες μηχανισμοί παρέμβασης παρουσιάζουν αυξημένη συγκέντρωση και ζητεί από την Επιτροπή να αξιολογήσει κατά πόσον οι μηχανισμοί αυτοί είναι οι πλέον ενδεδειγμένοι και αν διαθέτουν την απαιτούμενη ευελιξία προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες που δημιουργούν οι υπάρχουσες δομές παραγωγής/εμπορίας στα διάφορα κράτη μέλη, με στόχο τη βελτίωση της εμπορίας των αλιευμάτων και την εξασφάλιση δίκαιου εισοδήματος στους παραγωγούς·

7.  ζητεί, στο πλαίσιο αυτό, από την Επιτροπή να αξιολογήσει κατά πόσον τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στα διάφορα παραρτήματα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000, κυρίως όσον αφορά τις αυτόνομες αποσύρσεις και μεταφορές, είναι τα καταλληλότερα και εάν ο κατάλογος αυτός πρέπει να τροποποιηθεί και να επεκταθεί·

8.  εκτιμά ότι η αντισταθμιστική αποζημίωση για τον τόνο πρέπει να επεκταθεί και υπενθυμίζει τις σχετικές προτάσεις που περιλαμβάνονται στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 19ης Ιουνίου 1998· ζητεί από την Επιτροπή την καθιέρωση αντισταθμιστικής αποζημίωσης για τη σαρδέλα, όπως προτείνεται στην παράγραφο 14, εδάφιο β), του ψηφίσματός του της 19ης Ιουνίου 1998 σχετικά με τη βιομηχανία κονσερβοποίησης αλιευτικών προϊόντων και την ιχθυοκαλλιέργεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση[8]·

9.  τονίζει πόσο σημαντική είναι η συσκευασία και η ορθή ενημέρωση του καταναλωτή, προκειμένου να προαχθεί η ποιότητα και η προστιθέμενη αξία των προϊόντων αλιείας· θεωρεί ότι οι εμπορικές ονομασίες, κυρίως των εισαγόμενων προϊόντων, αξίζει να τύχουν ενδελεχούς ανάλυσης και ελέγχου, ώστε να μην οδηγούν τον καταναλωτή σε πλάνη·

10.  παρακινεί την Επιτροπή να επιταχύνει τη διαδικασία οικολογικής πιστοποίησης των αλιευτικών προϊόντων, κυρίως ενόψει ενός αθέμιτου ανταγωνισμού μεταξύ οικονομικών παραγόντων, εντός και εκτός ΕΕ·

11.  τονίζει ότι τα διαθρωτικά ταμεία πρέπει να συμβάλουν στον εκσυγχρονισμό και τη δημιουργία υποδομών στήριξης των παραγωγών κατά την παραγωγή/εμπορία, όπως μονάδες ψύξης, μεταποίησης, μεταφοράς και εμπορίας/διανομής·

12.  υπογραμμίζει ότι οι μηχανισμοί παρέμβασης πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αυξημένη διάρκεια ζωής των προϊόντων αλιείας·

13.  ζητεί την αύξηση των ενισχύσεων για τη βελτίωση της επεξεργασίας των αλιευμάτων επί του σκάφους, κυρίως δε για επενδύσεις σε συστήματα ψύξης και κλιματισμού και για τη βελτίωση των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας επί του σκάφους·

14.  τονίζει την ανάγκη διατήρησης και ενίσχυσης των μηχανισμών και των μέσων στήριξης, ιδίως χρηματοδοτικών, για να προαχθεί η συγκέντρωση της προσφοράς, κυρίως με την ουσιαστική στήριξη της σύστασης και της λειτουργίας των ΟΠ, ιδίως της παράκτιας αλιείας μικρής κλίμακας και της παραδοσιακής αλιείας, οι οποίες αναγνωρίζεται ότι είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000·

15.  εκτιμά ότι τα επιχειρησιακά προγράμματα πρέπει να διασφαλίζουν - με την κατάλληλη οικονομική στήριξη - τη δυνατότητα των ΟΠ να εμπορεύονται άμεσα τα προϊόντα τους, προκειμένου να αξιοποιηθεί η παραγωγή τους και να αυξηθεί η προστιθέμενη αξία των προϊόντων αλιείας· ζητεί, ως εκ τούτου, την τροποποίηση του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000, όπως προτείνει στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 2ας Δεκεμβρίου 1999·

16.  επαναλαμβάνει την ανάγκη διατήρησης της άμεσης σύνδεσης της ενίσχυσης των ΟΠ από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, παρέχοντας επίσης τη δυνατότητα συμπληρωματικών ενισχύσεων για τα επιχειρησιακά προγράμματα από τα κράτη μέλη, όπως προτείνει στο ψήφισμά του της 2ας Δεκεμβρίου 1999· ζητεί, ως εκ τούτου, την τροποποίηση του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1094/2000·

17.  θεωρεί απαραίτητη την εκπόνηση μελέτης σχετικά με τα αίτια στα οποία οφείλεται η μη καθιέρωση της δυνατότητας να συσταθούν οι διεπαγγελματικές οργανώσεις που περιλαμβάνει η αναθεώρηση της ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας του 2000, που περιλαμβάνεται στο συμπέρασμα 4 της προαναφερθείσας έκθεσης της 29ης Σεπτεμβρίου 2006 της Επιτροπής·

18.  υποστηρίζει την πρωτοβουλία για τη δημιουργία κώδικα συμπεριφοράς για την εμπορία των προϊόντων αλιείας στην ΕΕ, με τη συμμετοχή όλων των φορέων του τομέα, προκειμένου να καθοριστούν σε εθελοντική βάση κανόνες για μια πιο δίκαιη κατανομή της προστιθέμενης αξίας και κανόνες εμπορίας στην αλυσίδα δημιουργίας αξίας του κλάδου·

19.  τονίζει τη σημασία της δημιουργίας αγορών προέλευσης και παραδοσιακών προϊόντων ιδιαίτερης ποιότητας, που θα υποστηρίζονται στις εκθέσεις, στο εμπόριο μικρής κλίμακας και στα εστιατόρια, ως μέσου ενίσχυσης της προστιθέμενης αξίας των τοπικών προϊόντων και προώθησης της τοπικής ανάπτυξης·

20.  συνιστά στην Επιτροπή να αξιολογήσει τις συνέπειες των σχέσεων με τις τρίτες χώρες, κυρίως τον αντίκτυπο των εισαγόμενων προϊόντων στις τιμές πρώτης πώλησης· ζητεί από την Επιτροπή να είναι αυστηρότερη στην αξιολόγηση των εξωτερικών εμπορικών σχέσεων, ιδίως στην εφαρμογή των μέτρων προστασίας στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου, που αναφέρονται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000, ώστε να μην υπονομευθούν οι στόχοι του άρθρου 33 της Συνθήκης·

21.  θεωρεί απαραίτητο να εφαρμόζονται στα εισαγόμενα και διακινούμενα προϊόντα αλιείας στην εσωτερική αγορά οι ίδιοι κανόνες και απαιτήσεις με αυτούς που ισχύουν για τα κοινοτικά προϊόντα αλιείας, π.χ. σε επίπεδο συσκευασίας, φυτοϋγειονομικών κανόνων ή απαγόρευσης εισόδου στην κοινοτική αγορά προϊόντων αλιείας με μέγεθος μικρότερο από το ελάχιστο επιτρεπόμενο για την κοινοτική παραγωγή·

22.  θεωρεί απαραίτητο να ενισχυθεί η χρηματοδότηση της ΚΟΑ αλιευτικών προϊόντων με την ευκαιρία της μελλοντικής της αναθεώρησης·

23.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Ημερομηνία έγκρισης

22.11.2007

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

17

4

4

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Alfonso Andria, Σταύρος Αρναουτάκης, Elspeth Attwooll, Iles Braghetto, Paulo Casaca, Zdzisław Kazimierz Chmielewski, Carmen Fraga Estévez, Duarte Freitas, Ιωάννης Γκλαβάκης, Alfred Gomolka, Pedro Guerreiro, Heinz Kindermann, Rosa Miguélez Ramos, Philippe Morillon, James Nicholson, Willi Piecyk, Struan Stevenson, Catherine Stihler, Margie Sudre, Daniel Varela Suanzes-Carpegna, Cornelis Visser

Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Ole Christensen, Josu Ortuondo Larrea, Carl Schlyter

Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 178, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Friedrich-Wilhelm Graefe zu Baringdorf