ΣΥΣΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έκδοσης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις συμβάσεις πίστωσης που συνάπτονται με τους καταναλωτές και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου

12.12.2007 - (9948/2007 – C6‑0315/2007 – 2002/0222(COD)) - ***II

Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών
Εισηγητής: Kurt Lechner

Διαδικασία : 2002/0222(COD)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0504/2007
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0504/2007
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έκδοσης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις συμβάσεις πίστωσης που συνάπτονται με τους καταναλωτές και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου

(9948/2007 – C6‑0315/2007 – 2002/0222(COD))

(Διαδικασία συναπόφασης: δεύτερη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την κοινή θέση του Συμβουλίου (9948/2007 – C6‑0315/2007),

–   έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση[1] σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2002)0443)[2],

–   έχοντας υπόψη τις τροποποιημένες προτάσεις της Επιτροπής (COM(2004)0747, COM(2005)0483),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 62 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A6‑0504/2007),

1.  εγκρίνει την κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε·

2.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Κοινή θέση του Συμβουλίου

 

Τροποποιήσεις του Κοινοβουλίου

Τροπολογία 1

Αιτιολογική σκέψη 10

(10) Οι ορισμοί που περιέχονται στην παρούσα οδηγία οριοθετούν την έκταση της εναρμόνισης. Η υποχρέωση των κρατών μελών να εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας θα πρέπει συνεπώς να περιορίζεται στο πεδίο εφαρμογής της, όπως οριοθετείται από τους ορισμούς αυτούς. Ωστόσο, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, τις οικείες διατάξεις σε τομείς που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της. Με αυτό τον τρόπο, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να διατηρούν ή να θεσπίζουν νομοθετικές διατάξεις αντίστοιχες προς τις διατάξεις της οδηγίας ή προς ορισμένες από τις διατάξεις της σχετικά με συμβάσεις πίστωσης που δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, π.χ. συμβάσεις πίστωσης που αφορούν ποσά κάτω των 200 EUR ή άνω των 100.000 EUR. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να εφαρμόζουν τις διατάξεις της οδηγίας και σε συνδεδεμένες πιστώσεις οι οποίες δεν εμπίπτουν στον ορισμό της οδηγίας περί συνδεδεμένης σύμβασης πίστωσης. Με τον τρόπο αυτό, οι διατάξεις περί συνδεδεμένων συμβάσεων πίστωσης θα μπορούσαν να εφαρμόζονται στις συμβάσεις πίστωσης που χρησιμεύουν μόνο εν μέρει για τη χρηματοδότηση σύμβασης για την προμήθεια αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών.

(10) Οι ορισμοί που περιέχονται στην παρούσα οδηγία οριοθετούν την έκταση της εναρμόνισης. Η υποχρέωση των κρατών μελών να εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας θα πρέπει συνεπώς να περιορίζεται στο πεδίο εφαρμογής της, όπως οριοθετείται από τους ορισμούς αυτούς. Ωστόσο, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, τις οικείες διατάξεις σε τομείς που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της. Με αυτό τον τρόπο, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να διατηρούν ή να θεσπίζουν νομοθετικές διατάξεις αντίστοιχες προς τις διατάξεις της οδηγίας ή προς ορισμένες από τις διατάξεις της σχετικά με συμβάσεις πίστωσης που δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, π.χ. συμβάσεις πίστωσης που αφορούν ποσά κάτω των 200 EUR ή άνω των 50.000 EUR. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να εφαρμόζουν τις διατάξεις της οδηγίας και σε συνδεδεμένες πιστώσεις οι οποίες δεν εμπίπτουν στον ορισμό της οδηγίας περί συνδεδεμένης σύμβασης πίστωσης. Με τον τρόπο αυτό, οι διατάξεις περί συνδεδεμένων συμβάσεων πίστωσης θα μπορούσαν να εφαρμόζονται στις συμβάσεις πίστωσης που χρησιμεύουν μόνο εν μέρει για τη χρηματοδότηση σύμβασης για την προμήθεια αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών.

Αιτιολόγηση

Πιστώσεις άνω των 50.000 ευρώ σπανίως αποτελούν τυπικές καταναλωτικές πιστώσεις και ως εκ τούτου το πεδίο εφαρμογής θα μπορούσε να περιοριστεί. Εάν το κατώτατο όριο του πεδίου εφαρμογής διατηρηθεί στα 200 ευρώ, η οδηγία για την καταναλωτική πίστη μπορεί να συμπεριλάβει και τα δάνεια SMS. Η νέα αυτή μορφή των "γρήγορων δανείων" εξελίσσεται στη Σουηδία, ιδίως για τα νεαρά άτομα, σε ένα συνεχώς εντεινόμενο πρόβλημα. Τα δάνεια μπορούν να ζητηθούν τηλεφωνικά και τα χρήματα πιστώνονται στο λογαριασμό του αιτούντος κατά κανόνα εντός 15 λεπτών. Ενόψει της δυνατότητας επέκτασης της εν λόγω μορφής πιστώσεων σε ολόκληρη την Ευρώπη και της έκτασης των οικονομικών δυσχερειών που προκύπτουν για τα νεαρά άτομα θα ήταν σκόπιμο να παραμείνει το κατώτατο όριο του πεδίου εφαρμογής στα 200 ευρώ. Βλέπε επίσης άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο γ).

Τροπολογία 2

Αιτιολογική σκέψη 12 α (νέα)

 

(12a) Η οδηγία αυτή δεν ισχύει για ορισμένα είδη συμβάσεων πίστωσης, όπως οι κάρτες που παρέχουν τη δυνατότητα αναβολής της πληρωμής (charge cards), οι οποίες δεν επιβάλλουν τόκους με εξαίρεση την περίπτωση της μη συμμόρφωσης με τους όρους που ισχύουν για αυτές, και για τις οποίες χρεώνονται μόνο σταθερά τέλη υπηρεσίας που είναι ανεξάρτητα από το ποσό που δαπανάται με τις κάρτες αυτές. Τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διατηρούν ή να θεσπίζουν ξεχωριστές εθνικές διατάξεις για τις εν λόγω συμφωνίες πίστωσης.

Αιτιολόγηση

Οι εν λόγω κάρτες (charge cards) δεν αποτελούν πιστωτικό μέσο υπό στενή έννοια αλλά ο εκδότης παρέχει τη δυνατότητα στον πελάτη να αναβάλλει την πληρωμή του. Ο εκδότης πληρώνει τον πάροχο της υπηρεσίας για λογαριασμό του πελάτη και ο τελευταίος αποπληρώνει τον εκδότη σε μηνιαία βάση μετά την παραλαβή της σχετικής κατάστασης. Επιπλέον οι εν λόγω κάρτες επιβάλλουν μόνο σταθερά ετήσια τέλη υπηρεσίας, τα οποία είναι ανεξάρτητα από το ύψος των διενεργούμενων πληρωμών.

Τροπολογία 3

Αιτιολογική σκέψη 18

(18)     Για να μπορεί ο καταναλωτής να λαμβάνει την απόφασή του έχοντας πλήρως συνείδηση των πραγμάτων, θα πρέπει να του παρέχεται πριν από τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης, επαρκής ενημέρωση για τους όρους και το κόστος της πίστωσης και για τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει. Για να εξασφαλισθεί η πληρέστερη δυνατή διαφάνεια και συγκρισιμότητα των προσφορών, αυτή η πληροφόρηση θα πρέπει να περιλαμβάνει ειδικότερα το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο που ισχύει για τη χορήγηση της πίστωσης το οποίο πρέπει να καθορίζεται σε όλη την Κοινότητα με τον ίδιο τρόπο. Δεδομένου ότι το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο μπορεί σ’ αυτή τη φάση να υποδειχθεί μόνο μέσω παραδείγματος, το παράδειγμα αυτό θα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό. Επομένως, θα πρέπει να αντιστοιχεί, π.χ., στη μέση διάρκεια και στο συνολικό ποσό της πίστωσης που χορηγείται για το υπό εξέταση είδος σύμβασης πίστωσης και, κατά περίπτωση, στα αγαθά που αγοράζονται. Κατά τον καθορισμό του αντιπροσωπευτικού παραδείγματος, θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η συχνότητα της εμφάνισης ορισμένων μορφών συμβάσεων πίστωσης σε συγκεκριμένη αγορά. Όσον αφορά το χρεωστικό επιτόκιο, την περιοδικότητα των δόσεων και την κεφαλαιοποίηση των τόκων, οι πιστωτικοί φορείς θα πρέπει να χρησιμοποιούν την καθιερωμένη σε αυτούς μέθοδο υπολογισμού της αντίστοιχης καταναλωτικής πίστωσης.

(18)     Για να μπορεί ο καταναλωτής να λαμβάνει την απόφασή του έχοντας πλήρως συνείδηση των πραγμάτων, θα πρέπει να του παρέχεται, πριν από τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης, επαρκές ενημερωτικό υλικό που να μπορεί ενδεχομένως να το πάρει μαζί του να το μελετήσει, για τους όρους και το κόστος της πίστωσης και για τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει. Για να εξασφαλισθεί η πληρέστερη δυνατή διαφάνεια και συγκρισιμότητα των προσφορών, αυτή η πληροφόρηση θα πρέπει να περιλαμβάνει ειδικότερα το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο που ισχύει για τη χορήγηση της πίστωσης το οποίο πρέπει να καθορίζεται σε όλη την Κοινότητα με τον ίδιο τρόπο. Δεδομένου ότι το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο μπορεί σ’ αυτή τη φάση να υποδειχθεί μόνο μέσω παραδείγματος, το παράδειγμα αυτό θα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό. Επομένως, θα πρέπει να αντιστοιχεί, π.χ., στη μέση διάρκεια και στο συνολικό ποσό της πίστωσης που χορηγείται για το υπό εξέταση είδος σύμβασης πίστωσης και, κατά περίπτωση, στα αγαθά που αγοράζονται. Κατά τον καθορισμό του αντιπροσωπευτικού παραδείγματος, θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η συχνότητα της εμφάνισης ορισμένων μορφών συμβάσεων πίστωσης σε συγκεκριμένη αγορά. Όσον αφορά το χρεωστικό επιτόκιο, την περιοδικότητα των δόσεων και την κεφαλαιοποίηση των τόκων, οι πιστωτικοί φορείς θα πρέπει να χρησιμοποιούν την καθιερωμένη σε αυτούς μέθοδο υπολογισμού της αντίστοιχης καταναλωτικής πίστωσης.

Τροπολογία 4

Αιτιολογική σκέψη 37α (νέα)

 

(37α) Εφόσον ο πιστωτικός φορέας μπορεί να ζητήσει αποζημίωση και ασκεί το δικαίωμά του αυτό σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο των κρατών μελών, υποχρεούται να ενημερώσει σχετικά τον καταναλωτή.

Τροπολογία 5

Άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο γ)

γ) συμβάσεις πίστωσης που αφορούν συνολικό ποσό πίστωσης μικρότερο των 200 EUR ή μεγαλύτερο των 100.000 EUR,

γ) συμβάσεις πίστωσης που αφορούν συνολικό ποσό πίστωσης μικρότερο των 200 EUR ή μεγαλύτερο των 50.000 EUR,

Αιτιολόγηση

Μικροποσά κάτω των 500 ευρώ δεν πρέπει να υπαχθούν στο πεδίο εφαρμογής. Στην περίπτωση των χαμηλών ποσών πιστώσεων οι δαπάνες που συνδέονται με τις νομοθετικές ρυθμίσεις έχουν ιδιαίτερες επιπτώσεις. Τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν χωρίς προβλήματα υπόψη τους τις διαφορετικές συνθήκες εισοδημάτων και διαβίωσης, υποβάλλοντας κατά την εφαρμογή τα μικρότερα ποσά στις νομοθετικές ρυθμίσεις. Πιστώσεις άνω των 50.000 ευρώ δεν συνιστούν τυπικά καταναλωτικά δάνεια.

Τροπολογία 6

Άρθρο 2, παράγραφος 3

3. Στην περίπτωση των συμβάσεων πίστωσης υπό μορφή δυνατότητας υπερανάληψης και όταν η πίστωση αποπληρώνεται όταν ζητηθεί ή εντός τριμήνου, εφαρμόζονται μόνο: τα άρθρα 1 έως 3, το άρθρο 4, παράγραφος 1, παράγραφος 2, στοιχεία α) έως ε), και παράγραφος 4, τα άρθρα 6 έως 9, το άρθρο 10, παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ζ), ιβ, ), και ιστ), παράγραφος 2 στοιχεία ιη) έως κα) και παράγραφος 3, τα άρθρα 12, 15, 16, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, το άρθρο 17 και τα άρθρα 19 έως 32.

3. Στην περίπτωση των συμβάσεων πίστωσης υπό μορφή δυνατότητας υπερανάληψης και όταν η πίστωση αποπληρώνεται όταν ζητηθεί ή εντός τριμήνου, εφαρμόζονται μόνο: τα άρθρα 1 έως 3, το άρθρο 4, παράγραφος 1, παράγραφος 2, στοιχεία α) έως γ), και παράγραφος 4, τα άρθρα 6 έως 9, το άρθρο 10, παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ζ), ιβ, ), και ιστ), παράγραφος 3 και παράγραφος 4, τα άρθρα 12, 15, το άρθρο 17 και τα άρθρα 19 έως 32.

Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται σ’ αυτές τις συμβάσεις πίστωσης περιλαμβάνουν επίσης τις πληροφορίες για τις επιβαρύνσεις που ισχύουν από τον χρόνο σύναψης των εν λόγω συμβάσεων πίστωσης καθώς και, κατά περίπτωση, τις πληροφορίες για τους όρους υπό τους οποίους μπορούν να τροποποιηθούν οι επιβαρύνσεις αυτές.

 

Αιτιολόγηση

Προσαρμογή σε επόμενες τροπολογίες. Η παράγραφος 2 δεν ανήκει στο άρθρο 2 της οδηγίας.

Τροπολογία 7

Άρθρο 3, στοιχείο θ

θ) "συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο", το συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, εκφραζόμενο ως ετήσιο ποσοστό του συνολικού ποσού της πίστωσης,

θ) "συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο", το συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, εκφραζόμενο ως ετήσιο ποσοστό του συνολικού ποσού της πίστωσης, συμπεριλαμβανομένου ενδεχομένως του κόστους σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 19,

Αιτιολόγηση

Για λόγους σαφήνειας.

Τροπολογία 8

Άρθρο 3, στοιχείο (ιδ), σημείο (i)

i) η εν λόγω πίστωση χρησιμεύει αποκλειστικά για τη χρηματοδότηση σύμβασης που αφορά την προμήθεια συγκεκριμένων αγαθών ή την παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας, και

i) η εν λόγω πίστωση χρησιμεύει αποκλειστικά για τη χρηματοδότηση σύμβασης που αφορά την προμήθεια συγκεκριμένων αγαθών ή την παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας που ορίζεται ρητώς στην σύμβαση πίστωσης, και

Αιτιολόγηση

The text of the Council common positions has to be considered ambiguous and creates legal uncertainty as to which agreements have to be considered linked and therefore it creates uncertainty on when the consumer can benefit of the protection provided for by the Directive in these cases. The amendment clarifies that an exclusivity link between the credit agreement and the provision of specific goods or services must be identified in the credit agreement itself. For the above mentioned reason, it’s important to ensure legal certainty to the consumer making clear the elements which define when a credit agreement has to be considered “linked” without introducing the risk to determine different interpretations by Member States and different degrees of consumer protection.

Τροπολογία 9

Άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2

1.        Κάθε διαφήμιση για συμβάσεις πίστωσης που αναφέρει συγκεκριμένο επιτόκιο ή οποιαδήποτε άλλα αριθμητικά στοιχεία που αφορούν το κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή πρέπει να παρέχει τυποποιημένες πληροφορίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εθνική νομοθεσία απαιτεί η σχετική με συμβάσεις πίστωσης διαφήμιση να αναφέρει το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο και όχι το συγκεκριμένο επιτόκιο ή οποιαδήποτε άλλα αριθμητικά στοιχεία που αφορούν το κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή.

1.        Κάθε διαφήμιση για συμβάσεις πίστωσης που αναφέρει συγκεκριμένο επιτόκιο ή οποιαδήποτε άλλα αριθμητικά στοιχεία που αφορούν το κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή πρέπει να παρέχει τυποποιημένες πληροφορίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εθνική νομοθεσία απαιτεί η σχετική με συμβάσεις πίστωσης διαφήμιση να αναφέρει το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο και όχι το συγκεκριμένο επιτόκιο ή οποιαδήποτε άλλα αριθμητικά στοιχεία που αφορούν το κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή ή οποιοδήποτε άλλο κόστος κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου.

2.        Οι τυποποιημένες πληροφορίες πρέπει να αναφέρουν, με την εξής σειρά και με σαφή, συνοπτικό και ευδιάκριτο τρόπο, διά αντιπροσωπευτικού παραδείγματος:

2.        Οι τυποποιημένες πληροφορίες πρέπει να αναφέρουν με σαφή, συνοπτικό και ευδιάκριτο τρόπο, διά αντιπροσωπευτικού παραδείγματος:

α)        το χρεωστικό επιτόκιο, σταθερό ή μεταβλητό, ή κατά περίπτωση και τα δύο, μαζί με πληροφορίες για τυχόν εφαρμοζόμενες επιβαρύνσεις,

α)        το χρεωστικό επιτόκιο, σταθερό και/ή μεταβλητό μαζί με πληροφορίες για τυχόν εφαρμοζόμενες επιβαρύνσεις που περιλαμβάνονται στο συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή,

β)        το συνολικό ποσό της πίστωσης,

(β) κατά περίπτωση, το συνολικό ποσό της πίστωσης

γ)        το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο· στην περίπτωση σύμβασης πίστωσης κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 3, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο δεν χρειάζεται να αναφερθεί,

γ)        το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο· στην περίπτωση σύμβασης πίστωσης κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 3, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο δεν χρειάζεται να αναφερθεί,

δ) τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης,

(δ) κατά περίπτωση, τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης,

ε)        σε περίπτωση πίστωσης υπό μορφή προθεσμιακής πληρωμής για συγκεκριμένο αγαθό ή υπηρεσία, την τιμή τοις μετρητοίς και το ποσό της τυχόν προκαταβολής, και

ε)        σε περίπτωση πίστωσης υπό μορφή προθεσμιακής πληρωμής για συγκεκριμένο αγαθό ή υπηρεσία, την τιμή τοις μετρητοίς και το ποσό της τυχόν προκαταβολής, και

στ)      κατά περίπτωση, το συνολικό ποσό που πρέπει να πληρώσει ο καταναλωτής και το ποσό των δόσεων.

στ)      κατά περίπτωση, το συνολικό ποσό που πρέπει να πληρώσει ο καταναλωτής και το ποσό των δόσεων.

Τροπολογία 10

Άρθρο 5, παράγραφος 1, εδάφιο 1

1. Προτού δεσμευθεί ο καταναλωτής από οποιαδήποτε σύμβαση πίστωσης ή σχετική προσφορά, ο πιστωτικός φορέας και, όπου συντρέχει περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων παρέχουν έγκαιρα στον καταναλωτή, βάσει των πιστωτικών όρων και προϋποθέσεων που προσφέρει ο πιστωτικός φορέας και, ενδεχομένως, των προτιμήσεων που έχει εκφράσει και των πληροφοριών που έχει παράσχει ο καταναλωτής, τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τη σύγκριση διάφορων προσφορών και τη λήψη τεκμηριωμένης απόφασης σχετικά με τη σύναψη σύμβασης πίστωσης. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται, εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου, μέσω των "Τυποποιημένων ευρωπαϊκών πληροφοριών καταναλωτικής πίστης" που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙ. Ο πιστωτικός φορέας τεκμαίρεται ότι έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών της παρούσας παραγράφου και του άρθρου 3, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 2002/65/ΕΚ εφόσον έχει παράσχει τις τυποποιημένες ευρωπαϊκές πληροφορίες καταναλωτικής πίστης.

1. Προτού δεσμευθεί ο καταναλωτής από οποιαδήποτε σύμβαση πίστωσης ή σχετική προσφορά, ο πιστωτικός φορέας και, όπου συντρέχει περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων παρέχουν στον καταναλωτή, βάσει των πιστωτικών όρων και προϋποθέσεων που προσφέρει ο πιστωτικός φορέας και, ενδεχομένως, των προτιμήσεων που έχει εκφράσει και των πληροφοριών που έχει παράσχει ο καταναλωτής, τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τη σύγκριση διάφορων προσφορών και τη λήψη τεκμηριωμένης απόφασης σχετικά με τη σύναψη σύμβασης πίστωσης. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται, εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου, μέσω των "Τυποποιημένων ευρωπαϊκών πληροφοριών καταναλωτικής πίστης" που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙ. Ο πιστωτικός φορέας τεκμαίρεται ότι έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών της παρούσας παραγράφου και του άρθρου 3, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 2002/65/ΕΚ εφόσον έχει παράσχει τις τυποποιημένες ευρωπαϊκές πληροφορίες καταναλωτικής πίστης.

Τροπολογία 11

Άρθρο 5, παράγραφος 3

3. Εάν η σύμβαση έχει συναφθεί κατόπιν αιτήματος του καταναλωτή με χρήση μέσου επικοινωνίας εξ αποστάσεως, το οποίο δεν επιτρέπει την παροχή των πληροφοριών που προβλέπει η παράγραφος 1, ιδίως στην περίπτωση της παραγράφου 2, ο πιστωτικός φορέας παρέχει στον καταναλωτή τις πλήρεις «Τυποποιημένες Ευρωπαϊκές Πληροφορίες Καταναλωτικής Πίστης» αμέσως μετά τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης.

3. Εάν η σύμβαση έχει συναφθεί κατόπιν αιτήματος του καταναλωτή με χρήση μέσου επικοινωνίας εξ αποστάσεως, το οποίο δεν επιτρέπει την παροχή των πληροφοριών που προβλέπει η παράγραφος 1, ιδίως στην περίπτωση της παραγράφου 2, ο πιστωτικός φορέας παρέχει στον καταναλωτή τις πλήρεις προσυμβατικές πληροφορίες με βάση το έντυπο για τις «Τυποποιημένες Ευρωπαϊκές Πληροφορίες Καταναλωτικής Πίστης» αμέσως μετά τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης.

Αιτιολόγηση

Αυτονόητη.

Τροπολογία 12

Άρθρο 6, παράγραφος 1

1.        Εγκαίρως πριν δεσμευθεί ο καταναλωτής από οποιαδήποτε σύμβαση πίστωσης ή από οποιαδήποτε προσφορά σχετική με σύμβαση πίστωσης κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφοι 3, 5 ή 6, ο πιστωτικός φορέας και, όπου συντρέχει περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων παρέχουν στον καταναλωτή, βάσει των πιστωτικών όρων και προϋποθέσεων που προσφέρει ο πιστωτικός φορέας και, ενδεχομένως, των προτιμήσεων που έχει εκφράσει και των πληροφοριών που έχει παράσχει ο καταναλωτής, τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τη σύγκριση διάφορων προσφορών και τη λήψη τεκμηριωμένης απόφασης σχετικά με τη σύναψη σύμβασης πίστωσης.

1.        Προτού δεσμευθεί ο καταναλωτής από οποιαδήποτε σύμβαση πίστωσης ή από οποιαδήποτε προσφορά σχετική με σύμβαση πίστωσης κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφοι 3, 5 ή 6, ο πιστωτικός φορέας και, όπου συντρέχει περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων παρέχουν στον καταναλωτή, βάσει των πιστωτικών όρων και προϋποθέσεων που προσφέρει ο πιστωτικός φορέας και, ενδεχομένως, των προτιμήσεων που έχει εκφράσει και των πληροφοριών που έχει παράσχει ο καταναλωτής, τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τη σύγκριση διάφορων προσφορών και τη λήψη τεκμηριωμένης απόφασης σχετικά με τη σύναψη σύμβασης πίστωσης.

Τροπολογία 13

Άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο ε)

ε) στην περίπτωση πίστωσης υπό μορφή προθεσμιακής πληρωμής για συγκεκριμένο αγαθό ή υπηρεσία, το αγαθό ή την υπηρεσία και την τιμή του τοις μετρητοίς,

διαγράφεται

Τροπολογία 14

Άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο θ

θ) κατά περίπτωση, ένδειξη ότι ο καταναλωτής μπορεί να κληθεί να αποπληρώσει εντελώς το ποσό της πίστωσης ανά πάσα στιγμή,

θ) κατά περίπτωση, σε περίπτωση συμβάσεων πίστωσης σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3, ένδειξη ότι ο καταναλωτής μπορεί να κληθεί να αποπληρώσει εντελώς το ποσό της πίστωσης ανά πάσα στιγμή,

Τροπολογία 15

Άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο ιβ)

ιβ) το δικαίωμα του καταναλωτή να λάβει δωρεάν αντίγραφο του σχεδίου σύμβασης πίστωσης, κατόπιν αιτήσεως. Η παρούσα διάταξη δεν ισχύει εάν κατά τη στιγμή της αίτησης ο πιστωτής δεν επιθυμεί να προβεί στη σύναψη σύμβασης πίστωσης με τον καταναλωτή·

διαγράφεται

Τροπολογία 16

Άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο ιγ)

ιγ) τους όρους και τη διαδικασία της αποπληρωμής, και

διαγράφεται

Τροπολογία 17

Άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο ιγα) (νέο)

 

ιγα) σε περίπτωση συμβάσεων πίστωσης σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 3, πληροφορίες για το κόστος που προκύπτει από τη χρονική στιγμή σύναψης της σύμβασης καθώς και, κατά περίπτωση, για τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες το κόστος αυτό μπορεί να τροποποιηθεί,

Τροπολογία 18

Άρθρο 6, παράγραφος 1, τρίτη παράγραφος

Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου. Δυνατόν να παρέχονται μέσω των «Τυποποιημένων Ευρωπαϊκών Πληροφοριών Καταναλωτικής Πίστης» που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙΙ. Ο πιστωτικός φορέας θεωρείται ότι έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών της παρούσας παραγράφου και του άρθρου 3, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 2002/65/ΕΚ, εφόσον έχει παράσχει τις «Τυποποιημένες Ευρωπαϊκές Πληροφορίες Καταναλωτικής Πίστης».

Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου, και είναι όλες εξίσου ευδιάκριτες. Δυνατόν να παρέχονται μέσω των «Τυποποιημένων Ευρωπαϊκών Πληροφοριών Καταναλωτικής Πίστης» που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙΙ. Ο πιστωτικός φορέας θεωρείται ότι έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών της παρούσας παραγράφου και του άρθρου 3, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 2002/65/ΕΚ, εφόσον έχει παράσχει τις «Τυποποιημένες Ευρωπαϊκές Πληροφορίες Καταναλωτικής Πίστης».

Αιτιολόγηση

Η προστασία του καταναλωτή επιβάλλει, όταν οι πιστωτικοί φορείς δεν χρησιμοποιούν τα τυποποιημένα έντυπα ενημέρωσης, όλες οι βασικές πληροφορίες να εκτίθενται με ευδιάκριτο τρόπο και να μην καλύπτονται από άλλες μη βασικές πληροφορίες.

Τροπολογία 19

Άρθρο 7

Τα άρθρα 5 και 6 δεν εφαρμόζονται για τους προμηθευτές αγαθών ή υπηρεσιών που διαμεσολαβούν στο πλαίσιο συμπληρωματικής δραστηριότητας ως μεσίτες πιστώσεων, με την επιφύλαξη της υποχρέωσης του πιστωτή να μεριμνά για την παροχή στον καταναλωτή των πληροφοριών πριν από τη σύναψη της σύμβασης που προβλέπονται στα άρθρα αυτά.

Τα άρθρα 5 και 6 δεν εφαρμόζονται :

 

a) για τους προμηθευτές αγαθών ή υπηρεσιών που διαμεσολαβούν στο πλαίσιο συμπληρωματικής δραστηριότητας ως μεσίτες πιστώσεων, ή

 

β) για τους μεσίτες πιστώσεων όταν ο πιστωτικός φορέας αναλαμβάνει την ευθύνη (είτε εκ των πραγμάτων είτε νομικά) για τη συμπεριφορά του μεσίτη πιστώσεων έναντι του καταναλωτή σε σχέση με την πίστωση.

 

Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης του πιστωτή να μεριμνά για την παροχή στον καταναλωτή των πληροφοριών πριν από τη σύναψη της σύμβασης που προβλέπονται στα άρθρα αυτά

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αποσκοπεί να αποτρέψει τη δυσανάλογη επιβάρυνση των πράξεων μεσιτείας μικρής κλίμακας, ιδίως όσον αφορά την ταχυδρομική αποστολή εμπορευμάτων και την εβδομαδιαία είσπραξη των δόσεων της πίστωσης. Η τροπολογία δεν θίγει τις λεπτομερέστερες διατάξεις του άρθρου 21.

Τροπολογία 20

Άρθρο 8, παράγραφοι 1 και 2

1. Πριν από τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης ο πιστωτικός φορέας αξιολογεί την πιστοληπτική ικανότητα του καταναλωτή, βάσει επαρκών στοιχείων που λαμβάνονται όπου συντρέχει περίπτωση από τον καταναλωτή και, εν ανάγκη, κατόπιν έρευνας στην κατάλληλη βάση δεδομένων.

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν σύμφωνα με το άρθρο 20 ότι πριν από τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης ο πιστωτικός φορέας αξιολογεί την πιστοληπτική ικανότητα του καταναλωτή, βάσει επαρκών στοιχείων που λαμβάνονται όπου συντρέχει περίπτωση από τον καταναλωτή και, εν ανάγκη, κατόπιν έρευνας στην κατάλληλη βάση δεδομένων. Τα κράτη μέλη των οποίων η νομοθεσία απαιτεί από τον πιστωτικό φορέα να αξιολογεί την πιστοληπτική ικανότητα των καταναλωτών, κατόπιν έρευνας στην κατάλληλη βάση δεδομένων, μπορούν να διατηρήσουν την απαίτηση αυτή.

2. Εάν τα μέρη συμφωνήσουν να αλλάξουν το συνολικό ποσό της πίστωσης μετά τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης, ο πιστωτικός φορέας επικαιροποιεί τα χρηματοπιστωτικά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του σχετικά με τον καταναλωτή και αξιολογεί την πιστοληπτική ικανότητα του καταναλωτή πριν από οιαδήποτε σημαντική αύξηση του συνολικού ποσού της πίστωσης.

2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν εξίσου ότι, εάν τα μέρη συμφωνήσουν να αλλάξουν το συνολικό ποσό της πίστωσης μετά τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης, ο πιστωτικός φορέας επικαιροποιεί τα χρηματοπιστωτικά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του σχετικά με τον καταναλωτή και αξιολογεί την πιστοληπτική ικανότητα του καταναλωτή πριν από οιαδήποτε σημαντική αύξηση του συνολικού ποσού της πίστωσης.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 25 τα κράτη μέλη απαιτούν ευλυγισία στο πλαίσιο της προώθησης υπεύθυνων πρακτικών στις αγορές πίστωσης.

Τροπολογία 21

Άρθρο 9, παράγραφος 2

2.        Εάν η απόρριψη της αίτησης πίστωσης βασίζεται σε έρευνα βάσης δεδομένων, ο πιστωτικός φορέας ενημερώνει τον καταναλωτή, αμέσως και δωρεάν σχετικά με το αποτέλεσμα αυτής της έρευνας και με τα στοιχεία της συγκεκριμένης βάσης δεδομένων, εκτός εάν η παροχή των πληροφοριών αυτών απαγορεύεται από άλλες κοινοτικές νομοθετικές πράξεις ή αντίκειται σε στόχους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας.

2.        Εάν η απόρριψη της αίτησης πίστωσης βασίζεται σε έρευνα βάσης δεδομένων, ο πιστωτικός φορέας ενημερώνει τον καταναλωτή, αμέσως και δωρεάν σχετικά με το αποτέλεσμα αυτής της έρευνας και με τα στοιχεία της συγκεκριμένης βάσης δεδομένων.

 

 

Εάν η έγκριση της αίτησης πίστωσης βασίζεται σε έρευνα βάσης δεδομένων, ο πιστωτικός φορέας ενημερώνει τον καταναλωτή κατόπιν αιτήσεως και δωρεάν σχετικά με το αποτέλεσμα αυτής της έρευνας και με τα στοιχεία της συγκεκριμένης βάσης δεδομένων.

 

Σε αμφότερες τις περιπτώσεις και όταν η αξιολόγηση και απόφαση είναι αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο αυτοματοποιημένη, δίδεται στον καταναλωτή κατόπιν αιτήσεως η ευκαιρία να ελέγξει και να διορθώσει τυχόν εσφαλμένα στοιχεία.

 

Η ενημέρωση που αναφέρεται στα προηγούμενα εδάφια παρέχεται πράγματι, εκτός εάν η παροχή τους απαγορεύεται από άλλες κοινοτικές νομοθετικές πράξεις ή αντίκειται σε στόχους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας.

Τροπολογία 22

Άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο ε)

ε) στην περίπτωση πίστωσης υπό μορφή προθεσμιακής πληρωμής για συγκεκριμένο αγαθό ή υπηρεσία, το αγαθό ή την υπηρεσία και την τιμή του τοις μετρητοίς,

ε) στην περίπτωση πίστωσης υπό μορφή προθεσμιακής πληρωμής για συγκεκριμένο αγαθό ή υπηρεσία ή στην περίπτωση συνδεδεμένων συμβάσεων πίστωσης, το αγαθό ή την υπηρεσία και την τιμή του τοις μετρητοίς,

Τροπολογία 23

Άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο (θ)

θ) σε περίπτωση αποπληρωμής του κεφαλαίου σύμβασης πίστωσης που έχει σταθερή διάρκεια, κατάσταση των απαιτούμενων πληρωμών με τη μορφή πίνακα χρεωλυσίων, καθώς και τις περιόδους και τους όρους βάσει των οποίων πρέπει να καταβληθούν τα ποσά αυτά· ο πίνακας περιλαμβάνει ανάλυση κάθε περιοδικής αποπληρωμής, ούτως ώστε να εμφαίνονται: το αποσβεσθέν κεφάλαιο, ο τόκος που υπολογίζεται βάσει του χρεωστικού επιτοκίου και, όπου συντρέχει περίπτωση, οι συμπληρωματικές επιβαρύνσεις· εάν το επιτόκιο δεν είναι σταθερό ή εάν οι συμπληρωματικές επιβαρύνσεις βάσει της σύμβασης πίστωσης είναι μεταβλητές, στον πίνακα χρεωλυσίων επισημαίνεται με σαφή και συνοπτικό τρόπο ότι τα δεδομένα του πίνακα αυτού ισχύουν μόνον έως ότου επέλθει η επόμενη μεταβολή του επιτοκίου ή των συμπληρωματικών επιβαρύνσεων κατά τα οριζόμενα στη σύμβαση πίστωσης,

θ) κατόπιν αιτήσεως του καταναλωτή σε περίπτωση αποπληρωμής του κεφαλαίου σύμβασης πίστωσης που έχει σταθερή διάρκεια, κατάσταση των απαιτούμενων πληρωμών με τη μορφή πίνακα χρεωλυσίων, καθώς και τις περιόδους και τους όρους βάσει των οποίων πρέπει να καταβληθούν τα ποσά αυτά· ο πίνακας περιλαμβάνει ανάλυση κάθε περιοδικής αποπληρωμής, ούτως ώστε να εμφαίνονται: το αποσβεσθέν κεφάλαιο, ο τόκος που υπολογίζεται βάσει του χρεωστικού επιτοκίου και, όπου συντρέχει περίπτωση, οι συμπληρωματικές επιβαρύνσεις· εάν το επιτόκιο δεν είναι σταθερό ή εάν οι συμπληρωματικές επιβαρύνσεις βάσει της σύμβασης πίστωσης είναι μεταβλητές, στον πίνακα χρεωλυσίων επισημαίνεται με σαφή και συνοπτικό τρόπο ότι τα δεδομένα του πίνακα αυτού ισχύουν μόνον έως ότου επέλθει η επόμενη μεταβολή του επιτοκίου ή των συμπληρωματικών επιβαρύνσεων κατά τα οριζόμενα στη σύμβαση πίστωσης,

Αιτιολόγηση

Σε ορισμένες περιπτώσεις οι εν λόγω πίνακες χρεωλυσίων μπορεί να καταλάβουν 30 ή και περισσότερες σελίδες. Αυτό μπορεί εκτός από άλλες πληροφορίες να ενέχει τον κίνδυνο αποπροσανατολισμού του καταναλωτή από τις σημαντικότερες βασικές πληροφορίες. Ωστόσο, οι πίνακες αυτοί πρέπει να διατίθενται, εφόσον ο καταναλωτής το επιθυμεί.

Τροπολογία 24

Άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο ιγ α) (νέο)

 

ιγ α) κατά περίπτωση, για την επιβολή τελών συμβολαιογράφου·

 

Τροπολογία 25

Άρθρο 10, παράγραφος 3 α (νέα)

 

3α. Στην περίπτωση των συμβάσεων πίστωσης υπό μορφή δυνατότητας υπερανάληψης σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 3, αναφέρονται με σαφή και συνοπτικό τρόπο οι ακόλουθες πληροφορίες:

 

a) ο τύπος της πίστωσης,

 

β) τα στοιχεία ταυτότητας και οι διευθύνσεις των συμβαλλομένων μερών καθώς και, εάν συντρέχει περίπτωση, τα στοιχεία ταυτότητας και η διεύθυνση του διαμεσολαβούντος μεσίτη πιστώσεων,

 

γ) η διάρκεια της σύμβασης πίστωσης,

 

δ) το ανώτατο όριο του ποσού της πίστωσης και οι όροι που διέπουν τις αναλήψεις,

 

ε) το χρεωστικό επιτόκιο, οι όροι που διέπουν την εφαρμογή του χρεωστικού επιτοκίου και, εφόσον είναι διαθέσιμα, οι δείκτες ή τα επιτόκια αναφοράς που αφορούν το αρχικό χρεωστικό επιτόκιο καθώς επίσης και οι περίοδοι, οι όροι και οι διαδικασίες τροποποίησης του χρεωστικού επιτοκίου· εάν ισχύουν διαφορετικά χρεωστικά επιτόκια υπό διαφορετικές συνθήκες, οι προαναφερθείσες πληροφορίες σχετικά με όλα τα ισχύοντα χρεωστικά επιτόκια,

 

στ) το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο και το συνολικό ποσό που πρέπει να πληρώσει ο καταναλωτής κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης πίστωσης, συμπεριλαμβανομένων όλων των τεκμηρίων που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του εν λόγω επιτοκίου σύμφωνα με το άρθρο 19, παράγραφος 2 σε συνδυασμό με το άρθρο 3 στοιχεία ζ) και θ)· σε περίπτωση συμβάσεων πίστωσης κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 3, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο δεν χρειάζεται να αναφερθεί,

 

ζ) ένδειξη ότι ο καταναλωτής μπορεί να κληθεί να αποπληρώσει στο ακέραιο το ποσό της πίστωσης ανά πάσα στιγμή,

 

(η) οι όροι που διέπουν την άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης από τη συμφωνία πίστωσης, και

 

θ) τα στοιχεία σχετικά με τις επιβαρύνσεις που ισχύουν από τη χρονική στιγμή της σύναψης αυτών των συμφωνιών πίστωσης και, όπου συντρέχει περίπτωση, οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι επιβαρύνσεις αυτές μπορούν να τροποποιηθούν·

Τροπολογία 26

Άρθρο 12, τίτλος

Σύμβαση πίστωσης υπό μορφή δυνατότητας υπερανάληψης

Υποχρεώσεις σε περίπτωση συμβάσεων πίστωσης υπό μορφή δυνατότητας υπερανάληψης

Τροπολογία 27

Άρθρο 13, παράγραφος 1

1. Ο καταναλωτής μπορεί να καταγγείλει σύμβαση πίστωσης αόριστης διάρκειας ανά πάσα στιγμή και χωρίς επιβάρυνση, εκτός εάν τα μέρη έχουν συμφωνήσει προθεσμία προειδοποίησης. Η προθεσμία αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει τον ένα μήνα.

1. Ο καταναλωτής μπορεί να καταγγείλει σύμβαση πίστωσης αόριστης διάρκειας ανά πάσα στιγμή και χωρίς επιβάρυνση, εκτός εάν τα μέρη έχουν συμφωνήσει προθεσμία προειδοποίησης.

Εφόσον έχει συμφωνηθεί στη σύμβαση πίστωσης, ο πιστωτικός φορέας μπορεί να καταγγείλει σύμβαση πίστωσης αόριστης διάρκειας, εφόσον τηρήσει τουλάχιστον δίμηνη προθεσμία προειδοποίησης και επιδώσει στον καταναλωτή σχετική δήλωση εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου.

Εφόσον έχει συμφωνηθεί στη σύμβαση πίστωσης, ο πιστωτικός φορέας μπορεί να καταγγείλει σύμβαση πίστωσης αόριστης διάρκειας, εφόσον τηρήσει τουλάχιστον δίμηνη προθεσμία προειδοποίησης και επιδώσει στον καταναλωτή σχετική δήλωση εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου. Η προθεσμία καταγγελίας που διαθέτει ο καταναλωτής δεν μπορεί να υπερβαίνει τον ένα μήνα.

Αιτιολόγηση

Για λόγους σαφήνειας.

Τροπολογία 28

Άρθρο 14, παράγραφος 1, πρώτη παράγραφος

1. Ο καταναλωτής διαθέτει προθεσμία δεκατεσσάρων ημερολογιακών ημερών για να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση πίστωσης χωρίς να αναφέρει τους λόγους.

1. Ο καταναλωτής διαθέτει προθεσμία δεκατεσσάρων ημερολογιακών ημερών για να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση πίστωσης χωρίς να αναφέρει τους λόγους. Σε περίπτωση συνδεδεμένης συμφωνίας πίστωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 3, στοιχείο ιδ), η προθεσμία αυτή μπορεί να μειωθεί κατόπιν αιτήσεως του καταναλωτή σε τρεις τουλάχιστον ημερολογιακές ημέρες, εφόσον ο καταναλωτής επιθυμεί να παραλάβει ή να χρησιμοποιήσει ταχύτερα τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που θα χρηματοδοτηθούν με τη σύμβαση πίστωσης.

 

Όταν η παράδοση ή η ημερομηνία έναρξης της παροχής έπεται του τέλους της συμφωνηθείσας περιόδου, η περίοδος τελειώνει κατά την ημερομηνία της παράδοσης των αγαθών ή κατά την ημερομηνία έναρξης των παρεχομένων υπηρεσιών, χωρίς να υπερβαίνει τις δέκα τέσσερις ημερολογιακές ημέρες.

Αιτιολόγηση

Οι καταναλωτές πρέπει να έχουν τη δυνατότητα σύντμησης της προθεσμίας αυτής, εφόσον, κατά την υπογραφή μιας σύμβασης πίστωσης επιθυμούν την παράδοση των αγορασθέντων αγαθών εντός προθεσμίας μικρότερης των δεκατεσσάρων ημερών. Η διάταξη αυτή θα οφελήσει τους καταναλωτές που θα εξασφαλίσουν τη δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος υπαναχώρησης εντός βραχείας προθεσμίας έναντι ταχείας παράδοσης των αγορασθέντων αγαθών.

Τροπολογία 29

Άρθρο 16, παράγραφοι 2, 3 και 4

2. Ο πιστωτικός φορέας δικαιούται αποζημίωσης για ενδεχόμενα έξοδα που έχουν άμεση σχέση με την πρόωρη αποπληρωμή της πίστωσης, με την προϋπόθεση ότι η πρόωρη αποπληρωμή πραγματοποιείται εντός περιόδου για την οποία έχει καθορισθεί το χρεωστικό επιτόκιο και ο πιστωτικός φορέας αποδεικνύει ότι το επιτόκιο αναφοράς που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην πιο πρόσφατη πράξη αναχρηματοδότησής της, η οποία διενεργείται πριν την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του τρέχοντος εξαμήνου, είναι χαμηλότερο τη στιγμή της πρόωρης αποπληρωμής απ’ ό,τι ήταν κατά τη στιγμή σύναψης της σύμβασης πίστωσης. Για τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στην τρίτη φάση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, το επιτόκιο αναφοράς ισοδυναμεί προς το επιτόκιο που ορίζει η εθνική τους κεντρική τράπεζα.

2. Ο πιστωτικός φορέας μπορεί, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, να δικαιούται δίκαιη και αντικειμενικά δικαιολογημένη αποζημίωση για ενδεχόμενα έξοδα που έχουν άμεση σχέση με την πρόωρη αποπληρωμή της πίστωσης.

Η εν λόγω αποζημίωση καθορίζεται από τον πιστωτικό φορέα και δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1% του τμήματος της πίστωσης που αποπληρώθηκε πρόωρα, εφόσον η χρονική περίοδος μεταξύ της πρόωρης αποπληρωμής και της συμφωνηθείσας λήξης της σύμβασης πίστωσης υπερβαίνει το έτος. Εάν περίοδος αυτή δεν υπερβαίνει το έτος, η αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το 0,5% του τμήματος της πίστωσης που αποπληρώθηκε πρόωρα.

 

Η αποζημίωση δεν πρέπει να υπερβαίνει τους τόκους που θα είχε καταβάλει ο καταναλωτής κατά τη χρονική περίοδο μεταξύ της πρόωρης αποπληρωμής και της συμφωνηθείσας λήξης της σύμβασης πίστωσης.

Η αποζημίωση δεν πρέπει να υπερβαίνει τους τόκους που θα είχε καταβάλει ο καταναλωτής κατά τη χρονική περίοδο μεταξύ της πρόωρης αποπληρωμής και της συμφωνηθείσας λήξης της σύμβασης πίστωσης.

3. Δεν χωρεί αξίωση αποζημίωσης για πρόωρη αποπληρωμή:

3. Δεν χωρεί αξίωση αποζημίωσης για πρόωρη αποπληρωμή:

α) εφόσον η αποπληρωμή πραγματοποιείται δυνάμει ασφαλιστικού συμβολαίου το οποίο προβλέπει παροχή εγγυήσεων για την αποπληρωμή της πίστωσης

α) εφόσον η αποπληρωμή πραγματοποιείται δυνάμει ασφαλιστικού συμβολαίου το οποίο προβλέπει παροχή εγγυήσεων για την αποπληρωμή της πίστωσης ή

β) σε περιπτώσεις διευκολύνσεων υπερανάληψης· ή

β) σε περιπτώσεις διευκολύνσεων υπερανάληψης.

γ) εφόσον η αποπληρωμή πραγματοποιείται εντός περιόδου για την οποία δεν έχει καθορισθεί το χρεωστικό επιτόκιο.

 

4. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι ο πιστωτικός φορέας μπορεί να αξιώνει την εν λόγω αποζημίωση μόνο εφόσον το ποσό της πρόωρης αποπληρωμής υπερβαίνει το όριο που ορίζει το εθνικό δίκαιο. Το όριο αυτό δεν υπερβαίνει τα 10.000 EUR σε οποιοδήποτε διάστημα 12 μηνών.

 

Τροπολογία 30

Άρθρο 19, παράγραφος 2, εδάφιο 2

Τα έξοδα για την τήρηση λογαριασμού στον οποίο εγγράφονται ταυτόχρονα πληρωμές και αναλήψεις, τα έξοδα για τη χρήση μέσου πληρωμής που επιτρέπει ταυτόχρονα τη διενέργεια πληρωμών και αναλήψεων καθώς και τα λοιπά έξοδα τα σχετικά με πληρωμές περιλαμβάνονται στο συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, εκτός εάν το άνοιγμα του λογαριασμού είναι προαιρετικό και τα έξοδα του λογαριασμού έχουν προσδιορισθεί σαφώς και αυτοτελώς στη σύμβαση πίστωσης ή οιαδήποτε άλλη σύμβαση η οποία συνάπτεται με τον καταναλωτή.

Τα έξοδα για την τήρηση λογαριασμού στον οποίο εγγράφονται ταυτόχρονα πληρωμές και αναλήψεις, τα έξοδα για τη χρήση μέσου πληρωμής που επιτρέπει ταυτόχρονα τη διενέργεια πληρωμών και αναλήψεων καθώς και τα λοιπά έξοδα τα σχετικά με πληρωμές περιλαμβάνονται στο συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, εκτός εάν ο λογαριασμός δεν ανοίχτηκε σε συνάρτηση με την πίστωση ή το άνοιγμα του λογαριασμού είναι προαιρετικό και τα έξοδα του λογαριασμού έχουν προσδιορισθεί σαφώς και αυτοτελώς στη σύμβαση πίστωσης ή οιαδήποτε άλλη σύμβαση η οποία συνάπτεται με τον καταναλωτή.

Τροπολογία 31

Άρθρο 21, στοιχείο (β), σημείο (ii)

ii) ο μεσίτης πιστώσεων δεν αμείβεται από τον πιστωτικό φορέα,

ii) οι αμοιβές του μεσίτη πιστώσεων για τις υπηρεσίες του είναι διαφανείς και ανακοινώνονται στον καταναλωτή,

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αυτή επιδιώκει να διασφαλίσει ότι οι μεσίτες ενεργούν με διαφάνεια, ενώ εξασφαλίζεται η ευλυγισία που επιτρέπει την κατανομή των δαπανών στους καταναλωτές και τους πιστωτικούς φορείς.

Τροπολογία 32

Άρθρο 21, στοιχείο (β), σημείο (iii)

iii) η σύμβαση πίστωσης για την οποία μεσολάβησε έχει όντως συναφθεί στην πράξη,

διαγράφεται

Αιτιολόγηση

The condition risks introducing an element of cross-subsidy, whereby consumers who conclude a credit agreement could be charged higher amounts for the services of an intermediary to compensate for those who do not conclude the agreement. Additionally, if an intermediary was not able to recover some costs for providing his advice in case the agreement is not concluded, that may lead him to pressure the consumer to conclude the agreement. However, Member States should have the possibility of restricting the amount which intermediaries can charge in order to protect consumers from being charged disproportionately for advice in cases when no agreement is concluded.

Τροπολογία 33

Άρθρο 21, παράγραφος 2 (νέα)

 

Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν το ποσό που χρεώνουν οι μεσίτες για τις υπηρεσίες τους σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η σύμβαση δεν συνάπτεται.

Αιτιολόγηση

The condition risks introducing an element of cross-subsidy, whereby consumers who conclude a credit agreement could be charged higher amounts for the services of an intermediary to compensate for those who do not conclude the agreement. Additionally, if an intermediary was not able to recover some costs for providing his advice in case the agreement is not concluded, that may lead him to pressure the consumer to conclude the agreement. However, Member States should have the possibility of restricting the amount which intermediaries can charge in order to protect consumers from being charged disproportionately for advice in cases when no agreement is concluded.

Τροπολογία 34

Παράρτημα I, μέρος II, στοιχείο (β)

β) εάν η σύμβαση πίστωσης προβλέπει διαφορετικούς τρόπους ανάληψης με διαφορετικές επιβαρύνσεις ή χρεωστικά επιτόκια, θεωρείται ότι το συνολικό ποσό της πίστωσης αναλαμβάνεται με την υψηλότερη επιβάρυνση και χρεωστικό επιτόκιο,

β) εάν η σύμβαση πίστωσης προβλέπει διαφορετικούς τρόπους ανάληψης με διαφορετικές επιβαρύνσεις ή χρεωστικά επιτόκια, θεωρείται ότι το συνολικό ποσό της πίστωσης αναλαμβάνεται με την υψηλότερη επιβάρυνση και χρεωστικό επιτόκιο που ισχύει για την κατηγορία των συναλλαγών που χρησιμοποιούνται συχνότερα στο πλαίσιο της εν λόγω κατηγορίας σύμβασης πίστωσης·

Αιτιολόγηση

Οι μεγαλύτερες χρεώσεις για συναλλαγές με πιστωτικές κάρτες προκύπτουν σε περίπτωση προκαταβολής μετρητών, ωστόσο η πλειοψηφία των συναλλαγών με πιστωτικές κάρτες λαμβάνει χώρα στα σημεία πώλησης. Η επιβολή υψηλότερων χρεώσεων θα ήταν συνεπώς παραπλανητική.

Τροπολογία 35

Παράρτημα I, μέρος II, στοιχείο (δ)

δ) εάν δεν καθορίζεται χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής ούτε συνάγεται από τις ρήτρες της σύμβασης πίστωσης ή από τον τρόπο αποπληρωμής της χορηγούμενης πίστωσης, η διάρκεια της πίστωσης θεωρείται ενός έτους και το ποσό της πίστωσης τεκμαίρεται ότι αποπληρώνεται σε δώδεκα ίσες μηνιαίες δόσεις,

δ) εάν δεν καθορίζεται χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής, τεκμαίρεται

 

(i) ότι η πίστωση παρέχεται για χρονικό διάστημα ενός έτους, το οποίο αρχίζει τη σχετική ημερομηνία· και

 

(ii) ότι η πίστωση αποπληρώνεται σε δώδεκα ίσες μηνιαίες δόσεις, αρχής γενομένης ένα μήνα μετά τη σχετική ημερομηνία·

Αιτιολόγηση

Το ζήτημα κατά πόσο από τη σύμβαση μπορεί να συναχθεί ή όχι ένα σταθερό χρονοδιάγραμμα είναι ζήτημα υποκειμενικής ερμηνείας. Η τροπολογία αυτή αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι το ετήσιο πραγματικό επιτόκιο υπολογίζεται πάντοτε με βάση τις ίδιες υποθέσεις όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα, προκειμένου οι καταναλωτές να μπορούν να προβαίνουν σε αποτελεσματικές συγκρίσεις των διασυνοριακών προσφορών πίστωσης.

Τροπολογία 36

Παράρτημα I, μέρος II, στοιχείο (ζ)

ζ) το εφαρμοστέο ανώτατο όριο της πίστωσης, εάν δεν έχει συμφωνηθεί ήδη, τεκμαίρεται ότι ανέρχεται σε 1000 EUR,

ζ) το εφαρμοστέο ανώτατο όριο της πίστωσης, εάν δεν έχει συμφωνηθεί ήδη, τεκμαίρεται ότι ανέρχεται σε 2.500 ΕUR ή στο κατώτατο ποσό της πίστωσης που έχει προσφερθεί για το προϊόν,

Αιτιολόγηση

Το ανώτατο όριο των 2.500 ευρώ ανταποκρίνεται καλύτερα στα τυπικά πιστωτικά προϊόντα. Υπάρχουν επίσης προϊόντα με σαφώς υψηλότερα ανώτατα όρια πίστωσης, με αποτέλεσμα οι υπολογισμοί που έχουν ως βάση ένα χαμηλότερο ανώτατο όριο να παραπλανούν τους καταναλωτές.

Τροπολογία 37

Παράρτημα II, σημείο 4, 2ο πλαίσιο, αριστερή στήλη

Πρόωρη αποπληρωμή:

Έχετε το δικαίωμα πρόωρης αποπληρωμής ανά πάσα στιγμή, εν όλω ή εν μέρει.

Εφόσον συντρέχει περίπτωση

Πρόωρη αποπληρωμή:

Έχετε το δικαίωμα πρόωρης αποπληρωμής ανά πάσα στιγμή, εν όλω ή εν μέρει.

Εφόσον συντρέχει περίπτωση

Ο πιστωτικός φορέας δικαιούται αποζημίωση σε περίπτωση πρόωρης αποπληρωμής:

Ένδειξη οφειλόμενης αποζημίωσης.

Τροπολογία 38

Παράρτημα II, σημείο 4, 2ο πλαίσιο, δεξιά στήλη

[Προσδιορισμός της αποζημίωσης (μέθοδος υπολογισμού) σύμφωνα με τις διατάξεις για την εφαρμογή του άρθρου 16, παράγραφος 2 της οδηγίας ../..ΕΚ]

διαγράφεται

Τροπολογία 39

Παράρτημα II, σημείο 4, 3ο πλαίσιο, αριστερή στήλη

Έρευνα σε βάση δεδομένων

Έρευνα σε βάση δεδομένων

Ο πιστωτικός φορέας οφείλει να σας πληροφορήσει αμέσως και δωρεάν τα αποτελέσματα έρευνας σε βάση δεδομένων, εφόσον η αίτηση πίστωσης απορρίπτεται βάσει της εν λόγω έρευνας. Αυτό δεν ισχύει όταν η παροχή των σχετικών πληροφοριών απαγορεύεται από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή αντιβαίνει σε στόχους δημόσιας πολιτικής ή δημόσιας ασφάλειας.

Συγκατάθεση του καταναλωτή.

Τροπολογία 40

Παράρτημα III, σημείο 2, 4ο πλαίσιο, αριστερή στήλη

Με ποιόν τρόπο και πότε πρέπει να αποπληρωθεί η πίστωση;

διαγράφεται

Τροπολογία 41

Παράρτημα III, σημείο 2, 6ο πλαίσιο, αριστερή στήλη

Εφόσον συντρέχει περίπτωση

Πίστωση χορηγούμενη υπό μορφή προθεσμιακής πληρωμής για αγαθό ή υπηρεσία,

Όνομα αγαθού / υπηρεσίας

Τιμή μετρητοίς

διαγράφεται

Τροπολογία 42

Παράρτημα III, σημείο 4, 3ο πλαίσιο, αριστερή στήλη

Δικαίωμα σε αντίγραφο της σύμβασης πίστωσης

διαγράφεται

Έχετε το δικαίωμα να λάβετε από τον πιστωτικό φορέα/μεσίτη πίστωσης, κατόπιν αιτήσεως, αντίγραφο του σχεδίου σύμβασης πίστωσης. Η παρούσα διάταξη δεν ισχύει εάν κατά τη στιγμή της αίτησης ο πιστωτής δεν επιθυμεί να συνάψει πιστωτική σύμβαση με τον καταναλωτή.

 

Τροπολογία 43

Παράρτημα III, σημείο 5, 3ο πλαίσιο, αριστερή στήλη

Πρόωρη αποπληρωμή:

Πρόωρη αποπληρωμή:

Έχετε το δικαίωμα πρόωρης αποπληρωμής ανά πάσα στιγμή, εν όλω ή εν μέρει.

Έχετε το δικαίωμα πρόωρης αποπληρωμής ανά πάσα στιγμή, εν όλω ή εν μέρει.

Εφόσον συντρέχει περίπτωση

Εφόσον συντρέχει περίπτωση

Ο πιστωτικός φορέας δικαιούται αποζημίωση σε περίπτωση πρόωρης αποπληρωμής:

Ένδειξη οφειλόμενης αποζημίωσης

Τροπολογία 44

Παράρτημα III, σημείο 5, 3ο πλαίσιο, δεξιά στήλη

[Προσδιορισμός της αποζημίωσης (μέθοδος υπολογισμού) σύμφωνα με τις διατάξεις για την εφαρμογή του άρθρου 16, παράγραφος 2 της οδηγίας …/…ΕΚ *]

διαγράφεται

  • [1]  ΕΕ C 104 E
  • [2]  ΕΕ C 331 Ε της 31.12.2002, σελ. 200.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Η χορήγηση δανείων σε καταναλωτές για τη χρηματοδότηση αγαθών ή υπηρεσιών αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της οικονομικής ζωής. Αυτά αποτελούν σημαντικό τμήμα του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος στην Ευρώπη, ενώ υφίστανται μεγάλες διαφορές μεταξύ των επί μέρους κρατών μελών. Παρά την προϊούσα αλληλοδιείσδυση των οικονομιών, το ενιαίο νόμισμα και τη σημαντική βελτίωση των όρων των διασυνοριακών πληρωμών, οι αγορές εξακολουθούν σε πολύ μεγάλο βαθμό να έχουν εθνικά χαρακτηριστικά και οι διασυνοριακές πιστώσεις είναι σπάνιες. Οι αιτίες του φαινομένου αυτού είναι πολύπλευρες και θα πρέπει να αναζητηθούν κυρίως στις διαφορετικές εθνικές συνήθειες και τις αντιλήψεις γύρω από τη χρηματοδότηση καθώς και στους γλωσσικούς φραγμούς.

Το άνοιγμα των εθνικών αγορών στον τομέα της καταναλωτικής πίστωσης που αποτελεί σημαντικό τομέα της οικονομίας, η ενδυνάμωση του ανταγωνισμού και η βελτίωση της εσωτερικής αγοράς συνιστούν πολιτική αποστολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι προς το συμφέρον των καταναλωτών και των πιστωτικών φορέων.

Η δημιουργία ενός κοινού ευρωπαϊκού νομοθετικού πλαισίου για την προστασία του καταναλωτή μπορεί να συμβάλλει προς αυτήν την κατεύθυνση, ακόμη και αν εξακολουθούν να υφίστανται νομικά και πραγματικά εμπόδια και το δίκαιο δεν αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα στη διασυνοριακή καταναλωτική πίστη.

Το ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο συγκροτεί σήμερα η οδηγία 87/102/ΕΟΚ. Η οδηγία αυτή περιλαμβάνει ελάχιστα μόνο πρότυπα. Η περαιτέρω διαμόρφωση του νομοθετικού αυτού τομέα παρουσιάζει μεγάλες αποκλίσεις στα κράτη μέλη με αποτέλεσμα να δημιουργούνται εμπόδια στην εσωτερική αγορά.

Η πλήρης εναρμόνιση των νομοθετικών διατάξεων δεν είναι ωστόσο λυσιτελής.

Το δίκαιο των καταναλωτών πρέπει να είναι ευέλικτο· οι διαφορετικές καταστάσεις και ιδίως οι διαφορετικοί κίνδυνοι για τους καταναλωτές πρέπει να μπορούν να αντιμετωπιστούν με διαφορετικούς νομοθετικούς κανόνες και μάλιστα, εφόσον απαιτείται, με ταχύτητα και ικανότητα προσαρμογής. Η επενέργεια του δικαίου εξαρτάται και από την αποδοχή του από τους πολίτες, οι οποίοι επιθυμούν να το αντιλαμβάνονται ως δίκαιο που είναι δικό τους και είναι προσαρμοσμένο στις συνθήκες του περιβάλλοντός τους. Η εναρμόνιση του δικαίου δεν μπορεί μόνο να προσβάλει την αρχή της επικουρικότητας αλλά συχνά οδηγεί, λόγω των απαραίτητων συμβιβασμών, σε περίπλοκες και άκαμπτες ρυθμίσεις με αποτέλεσμα να αμβλύνεται περαιτέρω η ούτως ή άλλως περιορισμένη διάσταση της εσωτερικής αγοράς στην καταναλωτική πίστη.

Για το λόγο αυτό υπήρξε άστοχη η πρώτη πρόταση της Επιτροπής της 11.09.2002, η οποία προέβλεπε μια πλήρη εναρμόνιση. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε στην πρώτη ανάγνωσή του εκτεταμένες τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής και προέβλεψε απλώς μια στοιχειώδη εναρμόνιση.

Η Επιτροπή κατέθεσε από την πλευρά της τον Οκτώβριο του 2005 μια νέα και εκ βάθρων τροποποιημένη πρόταση. Η πρόταση αυτή λαμβάνει σε μεγάλο βαθμό υπόψη της τις αποφάσεις του Κοινοβουλίου και περιορίζει σημαντικά την πρόταση. Η νέα πρόταση της Επιτροπής δεν επιχειρεί πλέον μια ευρύτατη εναρμόνιση αλλά περιορίζεται αντιθέτως σε μια στοχευμένη και επιλεκτική εναρμόνιση συγκεκριμένων νομοθετικών ζητημάτων: προσυμβατικές πληροφορίες - συμβατικές πληροφορίες - δικαίωμα καταγγελίας - πρόωρη αποπληρωμή - συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο.

Η νέα αυτή προσέγγιση πρέπει κατά βάση να επικροτηθεί. Το Συμβούλιο υιοθέτησε ωσαύτως στην κοινή του θέση την προσέγγιση αυτή και επέφερε με τη σειρά του τροποποιήσεις, από τις οποίες προκύπτουν άλλοτε μεν περαιτέρω περιορισμοί άλλοτε όμως περιπλοκές.

Μολονότι η κοινή θέση αποτελεί μια καλή βάση, ωστόσο είναι απαραίτητο να επέλθουν αναθεωρήσεις και διορθώσεις σε επιμέρους σημεία. Για το σκοπό αυτό πρέπει να ισχύσουν τα ακόλουθα κριτήρια: οι νομοθετικές διατάξεις πρέπει να έχουν ως αφετηρία τον κανόνα, δηλαδή τον μέσο καταναλωτή και τη μέση επιχείρηση και όχι τις ατυχείς περιπτώσεις κατάχρησης που αποτελούν εξαιρέσεις. Η αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων πρέπει να διατηρηθεί και η υπευθυνότητα του καταναλωτή να ενισχυθεί. Η αύξηση των ρυθμίσεων δεν συνεπάγεται αυτόματα μεγαλύτερη προστασία των καταναλωτών. Όπως επιβεβαιώνουν ομόφωνα η ανατεθείσα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μελέτη και οι πραγματοποιηθείσες ακροάσεις, η πληθώρα πληροφοριών προκαλεί, ιδίως στην περίπτωση του άπειρου καταναλωτή, περισσότερη σύγχυση παρά διαφώτιση, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι συνδεόμενες με αυτές υψηλότερες δαπάνες, τις οποίες τελικά καλείται να καταβάλλει και ο καταναλωτής. Οι κανόνες πρέπει να είναι σαφείς, απλοί και κατανοητοί και να έχουν ως αποτέλεσμα μια ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία υπό την έννοια της προώθησης της εσωτερικής αγοράς. Η κοινή θέση σε ορισμένα τμήματά της δεν λαμβάνει υπόψη της τα επιχειρήματα αυτά που αποσκοπούν στην επίτευξη μιας ισορροπημένης λύσης. Ορισμένα τμήματα είναι υπερβολικά εκτεταμένα, διέπονται από γραφειοκρατικό πνεύμα είναι δε εν μέρει περίπλοκα και δεν γίνονται εύκολα κατανοητά. Αυτό μπορεί ενδεχομένως να οφείλεται στην προσπάθεια επίτευξης συμβιβασμού στο Συμβούλιο και στην εμμονή των κρατών μελών στις δικές τους ρυθμίσεις, δεν συνιστά ωστόσο το ενδεδειγμένο μέτρο και δεν μπορεί να αποτελεί κατευθυντήρια γραμμή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Στη συνέχεια αναλύονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:

1.   Πρέπει να επέλθουν περαιτέρω εξαιρέσεις στο πεδίο εφαρμογής, όπως για τις συμβολαιογραφικά καταρτιζόμενες συμβάσεις, τα δάνεια κατοικιών καθώς και τις πιστώσεις κάτω των 500 και άνω των 50.000 ευρώ. Τα κράτη μέλη αποκτούν κατ' αυτόν τον τρόπο μεγαλύτερα περιθώρια δράσης. Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ιδιαιτέρως το γεγονός ότι τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή των διατάξεων της οδηγίας μπορούν να θεσπίσουν ρυθμίσεις και για τους τομείς αυτούς. Τα κράτη μέλη μπορούν για παράδειγμα να εφαρμόσουν τις διατάξεις τους και από μια πίστωση ύψους 100 ευρώ και μπορούν να αναπροσαρμόζουν ανά πάσα στιγμή το όριο αυτό με βάση την εξέλιξη των χρηματικών και εισοδηματικών συνθηκών στη χώρα τους χωρίς να απαιτείται τροποποίηση της ευρωπαϊκής οδηγίας.

2.   Οι διατάξεις για τη διαφήμιση είναι ασαφείς και κρίνονται υπερβολικές, καθόσον μάλιστα ισχύει επιπροσθέτως η οδηγία 2005/29/ΕΚ σχετικά με τις αθέμιτες επαγγελματικές πρακτικές.

3.   Οι προσυμβατικές και συμβατικές υποχρεώσεις ενημέρωσης είναι ευρύτατες. Η εναρμόνιση του νομικού αυτού τομέα δεν είναι σκόπιμο να πραγματοποιηθεί με τρόπο που συνιστά συνάθροιση των απαιτήσεων που ισχύουν σε όλα τα κράτη μέλη. Αυτό οδηγεί κατ' ανάγκη σε αύξηση των ρυθμιστικών παρεμβάσεων και σε ένα κατακλυσμό πληροφοριών, ιδίως αν λάβει κανείς υπόψη του ότι ο καταναλωτής διαθέτει δικαίωμα καταγγελίας.

      Αυτό ισχύει όλως ιδιαιτέρως στην περίπτωση της πίστωσης υπέρ υπερανάληψης.

      Οι εξηγήσεις που προβλέπονται επιπλέον των πληροφοριών μπορούν να παρακωλύσουν σημαντικά την εσωτερική αγορά, αφενός μεν διότι τα κράτη μέλη μπορεί να εφαρμόσουν κατά διαφορετικό τρόπο τις διατάξεις, αφετέρου δε επειδή δημιουργούν δισεπίλυτα προβλήματα στον πιστωτικό φορέα τόσο στις διασυνοριακές συναλλαγές όσο και στις ηλεκτρονικές επαγγελματικές συναλλαγές και ενδέχεται κυριολεκτικά να τον αποτρέψουν από το να προσφέρει διασυνοριακές πιστώσεις.

      Για το λόγο αυτό αλλά και έχοντας υπόψη την ευθύνη του ίδιου του καταναλωτή οι εξηγήσεις αυτές θα πρέπει να παρέχονται μόνον κατόπιν αιτήσεως του καταναλωτή.

4.   Όσον αφορά το δικαίωμα καταγγελίας πρέπει να θεσπιστεί μια προθεσμία λήξης. Λαμβανομένης υπόψη της πληθώρας των υποχρεώσεων που πρέπει να λάβει υπόψη του η επιχείρηση, ενδέχεται κατά τη σύναψη της σύμβασης και την ενημέρωση σχετικά με το δικαίωμα καταγγελίας να λάβουν χώρα σφάλματα, τα οποία δεν οφείλονται σε κακή πρόθεση αλλά σε παραδρομή εκ μέρους της επιχείρησης. Εν τέλει η οδηγία ισχύει και για επιχειρήσεις που δεν διαθέτουν εμπειρία στον τομέα των πιστωτικών συναλλαγών. Τα σφάλματα αυτά μπορούν επίσης να παρασύρουν τον καταναλωτή σε καταχρηστικές συμπεριφορές. Έξι μήνες μετά τη σύναψη της σύμβασης πρέπει συνεπώς να επικρατεί δικαιική ειρήνη.

5.   Κατά την άποψη της Επιτροπής η πρόωρη αποπληρωμή συμπεριλαμβανομένης της αποζημίωσης αποτελούσε μια σημαντική προς εναρμόνιση ενότητα. Ο σχετικός συμβιβασμός που επιτεύχθηκε από το Συμβούλιο είναι νοητά περίπλοκος και η συμβολή του είναι μικρή. Ενόψει των θεμελιωδών διαφορών που υπάρχουν στις παραδόσεις και τις νομικές αντιλήψεις των επί μέρους κρατών μελών γίνεται κατανοητό το γεγονός ότι στο ζήτημα αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί ένας πειστικός συμβιβασμός.

      Η προτεινόμενη λύση είναι ωστόσο εξαιρετικά ατυχής, χωρίς προφανές όφελος (εναρμόνιση) για την εσωτερική αγορά.

      Ο τρόπος του υπολογισμού μιας τυχόν αποζημίωσης έχει ασαφή διατύπωση και παραμένει ανοικτός. Έως 10.000 ευρώ ετησίως η αποζημίωση δεν είναι απαραίτητη. Ως μοναδική άξια λόγου κοινή ρύθμιση παραμένει, εφόσον επιτρέπεται αποζημίωση ανεξαρτήτως τρόπου υπολογισμού της, η δυνατότητα να ζητηθεί το 0,5% ή το 1% κατ' ανώτατο όριο του προώρως αποπληρωθέντος ποσού.

      Με βάση τα παραπάνω και δεδομένου ότι και ο εν λόγω περιορισμός δεν ανταποκρίνεται απολύτως στα πράγματα, φαίνεται ότι η πλήρης διαγραφή του καθεστώτος αποζημίωσης και συνεπώς η υπαγωγή του στην αρμοδιότητα των κρατών μελών αποτελεί την ευνοϊκότερη λύση.

      Με τις προτεινόμενες τροπολογίες επιτυγχάνεται, κατά την άποψη του εισηγητή, βελτίωση της κοινής θέσης υπό την έννοια της θέσπισης συνοπτικών και σαφών ρυθμίσεων και αποκαθίσταται μια εύλογη ισορροπία μεταξύ των διαφόρων απόψεων.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Πιστώσεις που χορηγούνται στους καταναλωτές: εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών (κατάργηση οδηγίας)

Έγγραφα αναφοράς

09948/2/2007 - C6-0315/2007 - 2002/0222(COD)

Ημερομ. 1ης ανάγνωσης του ΕΚ – Αριθ. P

20.4.2004                     T5-0297/2004

Πρόταση της Επιτροπής

COM(2002)0443 - C5-0420/2002

Τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής

COM(2004)0747

Ημερομηνία αναγγελίας στην ολομέλεια της παραλαβής της κοινής θέσης

27.9.2007

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

IMCO

27.9.2007

Εισηγητής(ές)

       Ημερομηνία ορισμού

Kurt Lechner

30.1.2006

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

24.10.2005

9.10.2006

22.11.2006

8.5.2007

 

5.6.2007

3.10.2007

5.11.2007

22.11.2007

 

27.11.2007

 

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

10.12.2007

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

32

0

5

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Gabriela Creţu, Janelly Fourtou, Vicente Miguel Garcés Ramón, Evelyne Gebhardt, Malcolm Harbour, Edit Herczog, Kurt Lechner, Lasse Lehtinen, Toine Manders, Arlene McCarthy, Catherine Neris, Bill Newton Dunn, Zita Pleštinská, Giovanni Rivera, Luisa Fernanda Rudi Ubeda, Heide Rühle, Christel Schaldemose, Alexander Stubb, Eva-Britt Svensson, Marianne Thyssen, Jacques Toubon, Bernadette Vergnaud, Barbara Weiler, Nicola Zingaretti, Николай Младенов

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Εμμανουήλ Αγγελάκας, André Brie, Wolfgang Bulfon, Giovanna Corda, Benoît Hamon, Gisela Kallenbach, Othmar Karas, Andrea Losco, Manuel Medina Ortega, Joseph Muscat, José Javier Pomés Ruiz, Olle Schmidt, Gary Titley, Diana Wallis, Stefano Zappalà,

Αναπληρωτές (άρθρο 178, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Klaus-Heiner Lehne, Karsten Friedrich Hoppenstedt, Tadeusz Zwiefka

Ημερομηνία κατάθεσης

12.12.2007