ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Miloslav Ransdorf

22.1.2009 - (2008/2176(IMM))

Επιτροπή Νομικών Θεμάτων
Εισηγητής: Aloyzas Sakalas

Διαδικασία : 2008/2176(IMM)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0008/2009
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0008/2009
Συζήτηση :
Ψηφοφορία :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Miloslav Ransdorf

(2008/2176(IMM))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την αίτηση άρσης της ασυλίας του Miloslav Ransdorf, που διαβίβασε η αρμόδια αρχή της Τσεχικής Δημοκρατίας, στις 16 Ιουνίου 2008, και που ανακοινώθηκε στην ολομέλεια στις 9 Ιουλίου 2008,

–   αφού άκουσε τον Miloslav Ransdorf, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 3, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 10 του Πρωτοκόλλου της 8ης Απριλίου 1965 περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καθώς και το άρθρο 6, παράγραφος 2, της Πράξης της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία,

–   έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με ημερομηνία 12 Μαΐου 1964 και 10 Ιουλίου 1986[1],

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 27, παράγραφος 4 του τσεχικού Συντάγματος,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 6, παράγραφος 2, και το άρθρο 7, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A6‑0008/2009),

Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Miloslav Ransdorf είναι βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που εξελέγη στις έκτες άμεσες εκλογές που διενεργήθηκαν από τις 10 έως 13 Ιουνίου 2004, και ότι η εντολή του ελέγχθηκε από το Κοινοβούλιο στις 14 Δεκεμβρίου 2004[2],

B.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 10 του πρωτοκόλλου περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 8ης Απριλίου 1965, κατά τη διάρκεια των συνόδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τα μέλη του απολαύουν εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν μπορεί να γίνει επίκληση της ασυλίας σε περίπτωση αυτοφώρου εγκλήματος· λαμβάνοντας υπόψη ότι τούτο δεν δύναται να εμποδίσει την άσκηση του δικαιώματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να άρει την ασυλία ενός εκ των βουλευτών του,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο27, παράγραφος 4, του τσεχικού Συντάγματος, κανένας βουλευτής ή γερουσιαστής δεν μπορεί να διωχθεί ποινικά χωρίς τη συγκατάθεση του σώματος του οποίου είναι μέλος και, εφόσον το οικείο σώμα δεν συγκατατεθεί, η ποινική δίωξη αποκλείεται εις το διηνεκές,

1.  αποφασίζει να άρει την ασυλία του Miloslav Ransdorf·

2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει αμέσως την παρούσα απόφαση και την έκθεση της αρμόδιας επιτροπής του στις αρμόδιες αρχές της Τσεχικής Δημοκρατίας.

  • [1]  Υπόθεση 101/63, Wagner/Fohrmann και Krier, Συλλογή 1964, σελ. 397, και υπόθεση 149/85 Wybot/Faure και άλλων, Συλλογή 1986, σελ. 2403.
  • [2]  Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 2004/2140(REG) σχετικά με τον έλεγχο της εντολής (ΕΕ C 226 Ε, 15.9.2005, σελ. 51).

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

I.         ΙΣΤΟΡΙΚΟ

1. Στις 9 Ιουλίου 2008, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2, του Κανονισμού, ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου διαβίβασε στον πρόεδρο της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων επιστολή του Επιθεωρητή J. Přáda της Αστυνομίας της Τσεχικής Δημοκρατίας (Τμήμα της πόλης της Πράγας, εγκληματολογική αστυνομία και υπηρεσία ερευνών, τμήμα διερεύνησης τροχαίων ατυχημάτων) που περιλάμβανε αίτηση άρσης της βουλευτικής ασυλίας του κ. Miroslav Ransdorf για τους σκοπούς ποινικής δίωξης.

2. Σύμφωνα με τις τσεχικές αρχές, στις 8 Ιουνίου 2007, ο κ. Ransdorf, ενώ οδηγούσε το ιδιωτικό του αυτοκίνητο στην Πράγα (Praha 6), παρέσυρε και τραυμάτισε έναν πεζό σε διάβαση με ειδική σήμανση, προξενώντας του σωματικές βλάβες. Ο κ. Ransdorf παραβίασε έτσι τις διατάξεις του άρθρου 5/1h) του νόμου 361/2000 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει δικαιολογημένη υποψία διάπραξης εγκληματικής πράξης - σωματικής βλάβης - κατά την έννοια του άρθρου 223 του νόμου αριθ. 140/1961 - του Ποινικού Κώδικα, το οποίο ορίζει: "Όποιος, από αμέλεια, προκαλεί σε τρίτο σωματική βλάβη κατά παράβαση υποχρέωσης που απορρέει από την εργασία, το επάγγελμα, τη θέση ή το λειτούργημά του, ή του επιβάλλεται από το νόμο, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους ή απαγόρευση άσκησης της επαγγελματικής δραστηριότητας". Σύμφωνα με το άρθρο 9 του Ποινικού Κώδικα, δράστης του εγκλήματος είναι το πρόσωπο που διαπράττει την εγκληματική πράξη. Το άρθρο 65 του Ποινικού Κώδικα - εξάλειψη του κινδύνου για την κοινωνία από μια εγκληματική πράξη - που προβλέπει ότι "η εγκληματική πράξη η οποία ήταν επικίνδυνη για την κοινωνία όταν διεπράχθη εξαλείφεται όταν, λόγω της εξέλιξης της κατάστασης ή του ίδιου του δράστη της πράξης, ο κίνδυνος για την κοινωνία από την πράξη αυτή εξαφανίζεται", δεν ισχύει στην προκειμένη περίπτωση. Σύμφωνα με το άρθρο 67/1d του Ποινικού Κώδικα, η προθεσμία παραγραφής είναι τριετής.

II.       ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΣΥΛΙΑ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΊΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

1. Τα άρθρα 9 και 10 του Πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 8ης Απριλίου 1965, ορίζουν τα εξής:

Άρθρο 9:

Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε έρευνα, κράτηση ή δίωξη για γνώμη ή ψήφο δοθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 10:

Κατά τη διάρκεια των συνόδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τα μέλη του απολαύουν:

           α.        εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους·

           β.        εντός της επικρατείας άλλων κρατών μελών της εξαιρέσεως από κάθε μέτρο κρατήσεως και κάθε δικαστική δίωξη.

Η ασυλία τους καλύπτει επίσης όταν μεταβαίνουν στον τόπο συνεδριάσεως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή όταν επιστρέφουν από αυτόν.

Επίκληση της ασυλίας δεν δύναται να γίνει στην περίπτωση αυτοφώρου εγκλήματος και ούτε δύναται να εμποδίσει την άσκηση του δικαιώματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να άρει την ασυλία ενός από τα μέλη του.

2. Η διαδικασία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διέπεται από τα άρθρα 6 και 7 του Κανονισμού του. Οι σχετικές διατάξεις έχουν ως εξής:

Άρθρο 6 - Άρση της βουλευτικής ασυλίας:

1. Το Κοινοβούλιο, κατά την άσκηση των εξουσιών του σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες, επιδιώκει πρωτίστως να διατηρεί την ακεραιότητά του ως δημοκρατικής νομοθετικής συνέλευσης και να διασφαλίζει την ανεξαρτησία των Βουλευτών του κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

(...)

3. Κάθε αίτηση η οποία απευθύνεται στον Πρόεδρο από βουλευτή ή πρώην βουλευτή με σκοπό την υπεράσπιση της ασυλίας και των προνομίων ανακοινώνεται στην Ολομέλεια και παραπέμπεται στην αρμόδια επιτροπή.

(...)

Άρθρο 7 - Διαδικασίες σχετικά με την ασυλία:

1. Η αρμόδια επιτροπή εξετάζει χωρίς καθυστέρηση και με τη σειρά υποβολής τους τις αιτήσεις για άρση της ασυλίας ή για υπεράσπιση της ασυλίας και των προνομίων.

2. Η επιτροπή καταρτίζει πρόταση απόφασης που περιορίζεται σε σύσταση για την έγκριση ή την απόρριψη της αίτησης άρσης της ασυλίας ή υπεράσπισης της ασυλίας και των προνομίων.

3. Η επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την ενδιαφερόμενη αρχή να της παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία ή επεξήγηση θεωρεί αναγκαία προκειμένου να σχηματίσει γνώμη για το εάν η ασυλία πρέπει να αρθεί ή να υποστηριχθεί. Πρέπει να δίδεται στον ενδιαφερόμενο βουλευτή η ευκαιρία να εκφράσει την άποψή του· μπορεί να προσκομίσει οποιαδήποτε έγγραφα ή άλλα γραπτά στοιχεία θεωρεί χρήσιμα. Μπορεί να εκπροσωπηθεί από άλλο βουλευτή.

4. Όταν η αίτηση ζητεί την άρση της ασυλίας για διαφόρους λόγους, ο κάθε ένας από αυτούς μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ξεχωριστής απόφασης. Η έκθεση της επιτροπής μπορεί, κατ’ εξαίρεση, να προτείνει την άρση της ασυλίας μόνο για τις ποινικές διώξεις ενώ, μέχρις ότου εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση, ο βουλευτής έχει ασυλία από κάθε μορφή κράτησης ή προφυλάκισης ή οποιοδήποτε άλλο μέτρο τον παρεμποδίζει στην άσκηση των καθηκόντων που προβλέπει η εντολή του.

(...)

6. Σε περιπτώσεις σχετικά με την υπεράσπιση προνομίου ή ασυλίας, η επιτροπή αποφασίζει εάν οι περιστάσεις συνιστούν διοικητικό ή άλλο περιορισμό επιβαλλόμενο στην ελεύθερη διακίνηση των βουλευτών που ταξιδεύουν προς και από τον τόπο συνεδρίασης του Κοινοβουλίου ή στην έκφραση γνώμης ή ψήφου κατά την άσκηση της εντολής τους ή αν εμπίπτουν στις περιπτώσεις του άρθρου 10 του πρωτοκόλλου περί προνομίων και ασυλιών που δεν αποτελούν θέμα εθνικής νομοθεσίας, και υποβάλλει πρόταση με την οποία καλεί την ενδιαφερόμενη αρχή να καταλήξει στα αναγκαία συμπεράσματα.

7. Η επιτροπή μπορεί να διατυπώσει αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με την αρμοδιότητα της εν λόγω αρχής και σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης, αλλά δεν αποφαίνεται σε καμία περίπτωση για την ενοχή ή μη του βουλευτή ούτε για το σκόπιμο ή μη της ποινικής δίωξης για την έκφραση γνώμης ή τις πράξεις που του καταλογίζονται, ακόμη και σε περίπτωση που η εξέταση της αίτησης παρέχει στην επιτροπή εμπεριστατωμένες πληροφορίες για την υπόθεση.

(...)

III.      ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

1. Πρώτον και κύριον, είναι σαφές ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου για τον προφανέστατο λόγο ότι σε καμία περίπτωση σωματικές βλάβες που προκαλούνται από οδηγό αυτοκινήτου δεν μπορούν να εξομοιωθούν με γνώμες ή ψήφους που δόθηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων του μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

2. Όσον αφορά το άρθρο 10, δεδομένου ότι οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν κατά του κ. Ransdorf αναφέρονται σε γεγονότα που διαπράχθηκαν στην Τσεχική Δημοκρατία, της οποίας την ιθαγένεια είχε κατά τη στιγμή εκείνη, το μόνο μέρος που ισχύει είναι το εξής: "Κατά τη διάρκεια των συνόδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τα μέλη του απολαύουν: α. εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους·"

3. Η εμβέλεια της βουλευτικής ασυλίας στην Τσεχική Δημοκρατία είναι παρεμφερής με αυτή που εξυπηρετεί τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία βασίζεται στο πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών. Συγκεκριμένα, ο νόμος αριθ. 141/1961 - Ποινικός Κώδικας, άρθρο 10 - όσον αφορά την εξαίρεση από τη δικαιοδοσία των αρμόδιων οργάνων της ποινικής διαδικασίας, ορίζει: "τα πρόσωπα που απολαύουν των προνομίων και ασυλιών που προβλέπονται από το νόμο ή το διεθνές δίκαιο εξαιρούνται από τη δικαιοδοσία των οργάνων της ποινικής διαδικασίας, στο πλαίσιο του παρόντος νόμου". Επιπλέον, το άρθρο27, παράγραφος 4, του τσεχικού Συντάγματος, ορίζει ότι "κανένας βουλευτής ή γερουσιαστής δεν μπορεί να διωχθεί ποινικά χωρίς τη συγκατάθεση του σώματος του οποίου είναι μέλος και, εφόσον το οικείο σώμα δεν συγκατατεθεί, η ποινική δίωξη αποκλείεται εις το διηνεκές". Με άλλα λόγια, σύμφωνα με την ισχύουσα τσεχική νομοθεσία, ποινική διαδικασία μπορεί να κινηθεί κατά του κ. Ransdorf μόνο με την προϋπόθεση της άρσης της ασυλίας του.

4. Σύμφωνα με πάγια πρακτική, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα μπορούσε να αποφασίσει να μην άρει την ασυλία ενός από τα μέλη του, εφόσον υπήρχαν υπόνοιες ότι η δίωξη βασίζεται σε πρόθεση βλάβης των πολιτικών δραστηριοτήτων του βουλευτή (fumus persecutionis). Ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχουν σχετικές σαφείς ενδείξεις.

IV.      ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

     Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων, έχοντας εξετάσει τα επιχειρήματα υπέρ και κατά της άρσης της ασυλίας, συνιστά την άρση της ασυλίας του κ. Miroslav Ransdorf.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Άρθρο 27, παράγραφος 4, του τσεχικού Συντάγματος

Το άρθρο 27, παράγραφος 4, του τσεχικού Συντάγματος ορίζει:

"Κανένας βουλευτής ή γερουσιαστής δεν μπορεί να διωχθεί ποινικά χωρίς τη συγκατάθεση του σώματος του οποίου είναι μέλος και, εφόσον το οικείο σώμα δεν συγκατατεθεί, η ποινική δίωξη αποκλείεται εις το διηνεκές."

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

19.1.2009

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

8

0

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Klaus-Heiner Lehne, Manuel Medina Ortega, Aloyzas Sakalas, Francesco Enrico Speroni, Diana Wallis, Jaroslav Zvěřina, Tadeusz Zwiefka