ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων υπεργολαβίας σε αλυσίδες παραγωγής

12.2.2009 - (2008/2249(INI))

Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων
Εισηγητής: Lasse Lehtinen

Διαδικασία : 2008/2249(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A6-0065/2009
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A6-0065/2009
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων υπεργολαβίας σε αλυσίδες παραγωγής

(2008/2249(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 31, παράγραφος 1, του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 39, 49, 50 και 137 της Συνθήκης ΕΚ,

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 94/45/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 1994, για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους[1],

–   έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα[2],

–   έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την επιβολή κυρώσεων στους εργοδότες που απασχολούν παράνομα διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών (COM(2007)0249),

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 96/71/ΕΚ όσον αφορά την απόσπαση εργαζομένων[3] και το ψήφισμά του της 11ης Ιουλίου 2007 για την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών[4],

–   έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τις πολυεθνικές εταιρείες,

–   έχοντας υπόψη την τριμερή δήλωση αρχών της ΔΟΕ σχετικά με τις πολυεθνικές εταιρείες και την κοινωνική πολιτική,

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Νοεμβρίου 2005 σχετικά με την κοινωνική διάσταση της παγκοσμιοποίησης[5],

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Μαρτίου 2007 σχετικά με την εταιρική κοινωνική ευθύνη: νέα εταιρική σχέση[6],

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Μαΐου 2007 σχετικά με την προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους[7],

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 9ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με την ενίσχυση της καταπολέμησης της αδήλωτης εργασία[8],

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Ιουλίου 2007 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα[9],

–   έχοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην υπόθεση C-60/03 Wolff & Müller[10],

–   έχοντας υπόψη τη μελέτη με τίτλο «Liability in subcontracting processes in the European construction sector» (Ευθύνη στις διαδικασίες υπεργολαβίας στον ευρωπαϊκό κατασκευαστικό κλάδο) που εκπόνησε το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A6‑0065/2009),

A. λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπεργολαβία μπορεί να θεωρηθεί αναπόσπαστο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πρωτοφανείς ρυθμοί της οικονομικής δραστηριότητας κατά την τελευταία 25ετία έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην άνοδο του ποσοστού απασχόλησης στις περισσότερες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και ότι η εξέλιξη αυτή έχει ωφελήσει τις μεγάλες και τις μικρές εταιρείες και έχει ενθαρρύνει επίσης την επιχειρηματικότητα,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η παγκοσμιοποίηση και η επακόλουθη αύξηση του ανταγωνισμού επιφέρουν αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο οργανώνονται οι εταιρείες, περιλαμβανομένης της ανάθεσης μη στρατηγικών δραστηριοτήτων σε τρίτους, της δημιουργίας δικτύων και της εκτενέστερης χρήσης της υπεργολαβίας,

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνεπαγόμενη πολυπλοκότητα των σχέσεων μεταξύ των μητρικών εταιρειών και των θυγατρικών τους και μεταξύ των βασικών εργολάβων και των υπεργολάβων τους καθιστούν πιο δύσκολη την απόκτηση σαφούς εικόνας για τις διάφορες δομές, λειτουργίες και πολιτικές, καθώς και τις αρμοδιότητες ή τις ευθύνες των διαφόρων παραγόντων στην αλυσίδα παραγωγής,

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αλλαγές αυτές έχουν εκτεταμένες συνέπειες στις εργασιακές σχέσεις και ότι ορισμένες φορές καθιστούν δύσκολο τον σαφή καθορισμό του κλάδου του δικαίου που ισχύει για τις σχέσεις μεταξύ των διαφόρων κρίκων μιας αλυσίδας παραγωγής, και ότι κατά συνέπεια η τιμολόγηση και κατανομή της εργασίας δεν διέπεται πλέον από το ρυθμιστικό πλαίσιο του κλάδου,

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η παραγωγική διαδικασία σε διάφορους κλάδους λαμβάνει σήμερα τη μορφή μιας κατακερματισμένης αλυσίδας παραγωγής που έχει επιμηκυνθεί και διευρυνθεί, μιας αλυσίδας που συνιστά υλικοτεχνική αλυσίδα (τόσο οριζόντια όσο και κάθετη), καθώς και αξιακής αλυσίδας οικονομικής και παραγωγικής φύσης με επιμέρους ειδικεύσεις ή καθήκοντα που συχνά ανατίθενται σε μικρές επιχειρήσεις ή αυτοαπασχολούμενους, και λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αντίκτυπος στους εταιρικούς λογαριασμούς είναι η υποκατάσταση του άμεσου κόστους εργασίας από το κόστος υπεργολαβίας, υπηρεσιών ή προμηθευτών βάσει τιμολογίων και «εμπορικών συμβάσεων παροχής υπηρεσιών»,

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επιχειρήσεις υπεργολαβίας συχνά λειτουργούν ανταγωνιστικά μεταξύ τους και ότι οι εργαζόμενοι τόσο στους κυρίους των έργων όσο και στις επιχειρήσεις υπεργολαβίας δέχονται πιέσεις σε επίπεδο συνθηκών απασχόλησης,

Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο παρελθόν είχε επισημάνει προβλήματα με οιονεί αυτοαπασχολούμενους και ότι αυτά τα προβλήματα ισχύουν και στην περίπτωση των επιχειρήσεων υπεργολαβίας,

Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπεργολαβία και η ανάθεση εργασίας σε νομικά ανεξάρτητες επιχειρήσεις δεν συνεπάγεται ανεξαρτησία και ότι οι εταιρείες που βρίσκονται σε χαμηλότερο επίπεδο στην αξιακή αλυσίδα, με την εξαίρεση εξειδικευμένων επιχειρήσεων εργολαβίας που ασκούν δραστηριότητες υψηλής τεχνολογίας ή άλλες περίπλοκες δραστηριότητες, συχνά δεν είναι σε θέση να ενεργούν ισότιμα με τους κύριους εργολάβους,

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, αν και η υπεργολαβία έχει πολλές θετικές πτυχές και έχει επιτρέψει την αύξηση της παραγωγικής ικανότητας, προκαλεί επίσης ορισμένες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες μεταξύ των εργαζομένων και θα μπορούσε να προκαλέσει υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας, γεγονός που προκαλεί ανησυχία,

ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπεργολαβία μπορεί επίσης να εκτελείται από εταιρείες ασχολούμενες καθαρά με την εύρεση εργατικού δυναμικού, οι οποίες συνήθως λειτουργούν ως εικονικές, όπως αποκαλούνται, εταιρείες, και ότι συχνά εκτελούν μόνο επιμέρους καθήκοντα ή ο εργαζόμενος προσλαμβάνεται μόνο για αυτόν τον σκοπό· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι αυτό καταδεικνύει την ταχέως μεταβαλλόμενη φύση της κατασκευαστικής βιομηχανίας και άλλων τομέων στους οποίους οι σχέσεις εργασίας είναι πολλές φορές επισφαλείς,

ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε διασυνοριακό επίπεδο, τα προβλήματα που σχετίζονται με αυτή την επισφαλή θέση προκύπτουν εντονότερα όταν, για παράδειγμα, αποσπώνται εργαζόμενοι σε ένα τρίτο κράτος μέλος,

ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι σχέσεις εργασίας στον κατασκευαστικό τομέα έχουν επανακαθοριστεί και, ταυτοχρόνως, έχουν περιορίσει την άμεση κοινωνική ευθύνη του «κύριου εργολάβου», καθώς η εργασία ανατίθεται σε τρίτους με τη χρήση υπεργολάβων και γραφείων εύρεσης εργασίας, καθιστώντας την προμήθεια φθηνού και συχνά ανειδίκευτου εργατικού δυναμικού αναπόσπαστο μέρος της υπεργολαβίας στις χαμηλότερες βαθμίδες,

ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένοι τομείς, ιδίως ο κατασκευαστικός, είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι σε καταχρήσεις στο πλαίσιο των συχνά περιπεπλεγμένων αλυσίδων υπεργολαβίας,

ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να διασφαλισθεί ότι η βασική αρχή περί ίσης αμοιβής για όμοια εργασία στον ίδιο χώρο ισχύει για όλους τους εργαζόμενους, ανεξάρτητα από το καθεστώς τους και το είδος της σύμβασής τους, και ότι εφαρμόζεται,

1.  καλεί τις δημόσιες αρχές και όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την ενίσχυση της ενημέρωσης των εργαζομένων σχετικά με τα δικαιώματά τους που απορρέουν από τις διάφορες νομικές πράξεις (εργατικό δίκαιο, συλλογικές συμβάσεις, κώδικες συμπεριφοράς) που ρυθμίζουν τις εργασιακές σχέσεις και τις συνθήκες εργασίας τους στις επιχειρήσεις για τις οποίες εργάζονται και τις συμβατικές σχέσεις στις αλυσίδες υπεργολαβίας·

2.  καλεί την Επιτροπή να φροντίσει για την ενημέρωση των εταιρειών σχετικά με τις ορθές πρακτικές, τις υφιστάμενες κατευθυντήριες γραμμές, καθώς και τους κανόνες και τις πρακτικές κοινωνικής ευθύνης, είτε είναι βασικοί εργολάβοι είτε υπεργολάβοι·

3.  επαναλαμβάνει την πρόσκλησή του προς τη Επιτροπή να παρουσιάσει πρόταση για την εφαρμογή της ατζέντας για την αξιοπρεπή εργασία στους εργαζομένους σε επιχειρήσεις υπεργολαβίας και ιδιαίτερα για την τήρηση βασικών κανόνων εργασίας, τον σεβασμό των κοινωνικών δικαιωμάτων, την παροχή κατάρτισης στους εργαζομένους και την ίση μεταχείριση τους·

4.  υπογραμμίζει τη σημασία της χρήσης νέων τεχνολογιών από τις επιχειρήσεις υπεργολαβίας σε αλυσίδες παραγωγής για την ενίσχυση της ποιότητας τόσο της παραγωγής όσο και των θέσεων εργασίας·

5.  καλεί τις εθνικές δημόσιες αρχές να εγκρίνουν ή να αναπτύξουν περαιτέρω νομικές διατάξεις που θα αποκλείουν από τους δημόσιους διαγωνισμούς επιχειρήσεις που έχουν αποδεδειγμένα παραβεί το εργατικό δίκαιο, συλλογικές συμφωνίες ή κώδικες συμπεριφοράς·

6.  χαιρετίζει την έγκριση ενός διακρατικού νομικού πλαισίου κατόπιν συμφωνίας μεταξύ μεμονωμένων πολυεθνικών επιχειρήσεων και παγκόσμιων συνδικαλιστικών ομοσπονδιών, το οποίο αποσκοπεί στην προστασία των κανόνων εργασίας στις πολυεθνικές επιχειρήσεις και στους υπεργολάβους και στις θυγατρικές τους στις διάφορες χώρες, καθορίζει το καθεστώς των εξαρτημένων εργαζομένων και παρέχει κοινωνική προστασία ανεξαρτήτως των ειδικών συνθηκών απασχόλησης·

7.  σημειώνει την απόφαση στην υπόθεση Wolff & Müller, στο πλαίσιο της οποίας το Δικαστήριο απεφάνθη ότι το γερμανικό εθνικό σύστημα ευθύνης δεν παραβίασε το κοινοτικό δίκαιο αλλά αντιθέτως είχε στόχο τη διασφάλιση της προστασίας των εργαζομένων που αποσπώνται στο εξωτερικό·

8.  σημειώνει την πρόταση της Επιτροπής για μια οδηγία που θα θεσπίζει κυρώσεις κατά των εργοδοτών που απασχολούν παράνομα διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών και στην οποία η Επιτροπή προτείνει τη θέσπιση της έννοιας της αλληλέγγυας και εις ολόκληρον ευθύνης στην κοινοτική νομοθεσία· χαιρετίζει το γεγονός ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο η Επιτροπή δίνει το παράδειγμα ότι η αλληλέγγυα και εις ολόκληρον ευθύνη ως κοινοτικός κανόνας ρύθμισης συνιστά το δέον μέσο για τη διασφάλιση της ανάληψης επιχειρηματικής ευθύνης από όλους τους υπεργολάβους αναφορικά με τα δικαιώματα των εργαζομένων·

9.  σημειώνει τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης για την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής με τίτλο «Εκσυγχρονισμός του εργατικού δικαίου για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα»· επικροτεί εν προκειμένω την πρόθεση της Επιτροπής να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για τη διασαφήνιση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μερών που συμμετέχουν σε αλυσίδες υπεργολαβίας, ώστε να αποτραπεί το ενδεχόμενο στέρησης από τους εργαζομένους της δυνατότητάς τους να ασκούν τα δικαιώματά τους·

10. χαιρετίζει το γεγονός ότι οκτώ κράτη μέλη (Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Κάτω Χώρες και Φινλανδία) έχουν αναλάβει δράση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που σχετίζονται με τα καθήκοντα των υπεργολάβων ως εργοδοτών θεσπίζοντας εθνικά συστήματα ευθύνης· ενθαρρύνει τα λοιπά κράτη μέλη να εξετάσουν τη δυνατότητα θέσπισης παρόμοιων συστημάτων· τονίζει, ωστόσο, το γεγονός ότι η επιβολή των κανόνων σε διασυνοριακές διαδικασίες υπεργολαβίας είναι ιδιαίτερα δύσκολη όταν τα κράτη μέλη εφαρμόζουν διαφορετικά συστήματα·

11. τονίζει ότι η ύπαρξη περιορισμένου πεδίου ευθύνης, όπως είναι ο περιορισμός σε έναν μόνο κρίκο της αλυσίδας, αναφέρεται στη μελέτη του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας ως ένας από τους λόγους για τους οποίους οι ρυθμίσεις δεν είναι αποτελεσματικές·

12. τονίζει τις ιδιαίτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι μικρές επιχειρήσεις, και καλεί τους φορείς χάραξης πολιτικών να αναπτύξουν τα απαραίτητα μέσα για την αύξηση της ευαισθητοποίησης σε αυτόν τον τομέα·

13. υπενθυμίζει σε όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς ότι, στο ψήφισμά του της 26ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων, το Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να ρυθμίσει τα ζητήματα αλληλέγγυας και εις ολόκληρον ευθύνης των γενικών ή κύριων επιχειρήσεων με σκοπό την αντιμετώπιση των καταχρήσεων κατά την υπεργολαβία και την ανάθεση εργασίας σε διασυνοριακούς εργαζόμενους, καθώς και να δημιουργήσει μια διαφανή και ανταγωνιστική εσωτερική αγορά για όλες τις εταιρείες·

14. επαναλαμβάνει το μήνυμα του καλώντας την Επιτροπή να εγκρίνει μια σαφή κοινοτική νομική πράξη που θα θεσπίζει την αλληλέγγυα και εις ολόκληρον ευθύνη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σεβόμενη παράλληλα τα διαφορετικά νομικά συστήματα που υφίστανται στα κράτη μέλη και τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·

15. καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει μελέτη εκτίμησης των επιπτώσεων στην προστιθέμενη αξία και στη σκοπιμότητα μιας κοινοτικής νομικής πράξης σχετικά με την ευθύνη της αλυσίδας ως μέσο αύξησης της διαφάνειας στις διαδικασίες υπεργολαβίας και διασφάλισης καλύτερης εφαρμογής της κοινοτικής και της εθνικής νομοθεσίας· τονίζει ότι μια τέτοια μελέτη θα πρέπει να είναι διατομεακής φύσεως·

16. είναι πεπεισμένο ότι μια τέτοια νομική πράξη θα ωφελούσε όχι μόνο τους εργαζομένους, αλλά και τις αρχές των κρατών μελών, τους εργοδότες και ιδίως τις ΜΜΕ στον αγώνα τους για την καταπολέμηση της παραοικονομίας, καθώς σαφείς και διαφανείς κοινοτικοί κανόνες θα οδηγούσαν εκτός της αγοράς επιχειρήσεις που εφαρμόζουν αμφισβητήσιμες πρακτικές, βελτιώνοντας έτσι τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς·

17. πιστεύει ότι το πεδίο ευθύνης σε αυτή τη νομική πράξη θα πρέπει να καλύπτει τουλάχιστον τους μισθούς, τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, τους φόρους και την αποζημίωση σε περίπτωση εργατικών ατυχημάτων·

18. σημειώνει ότι όλα τα μέτρα για την ενημέρωση των εργαζομένων σχετικά με τα δικαιώματά τους και για την ενίσχυση της άσκησης των δικαιωμάτων συμβάλλουν στην προαγωγή της κοινωνικής ευθύνης των εταιρειών· καλεί τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν σε διαρθρωτικό επίπεδο την ενημέρωση των εργαζομένων σχετικά με τα δικαιώματά τους και θεωρεί ότι εν προκειμένω ιδιαίτερη ευθύνη αναλογεί στους κοινωνικούς εταίρους·

19. καλεί την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειές της για την προώθηση της διεύρυνσης και της βελτίωσης της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των εθνικών διοικητικών φορέων, των επιθεωρήσεων, των κρατικών αρχών επιβολής του νόμου, των αρχών κοινωνικής ασφάλισης και των φορολογικών αρχών· καλεί, επιπλέον, τα κράτη μέλη να θεσπίσουν πιο αυστηρές διαδικασίες επιθεώρησης και να προωθήσουν στενότερες σχέσεις μεταξύ των εθνικών επιθεωρήσεων εργασίας, επιτρέποντας έτσι την ενίσχυση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ τους· καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει πρότυπα ποιότητας για τις επιθεωρήσεις εργασίας και να εκπονήσει μια μελέτη σκοπιμότητας σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής ενός ευρωπαϊκού δικτύου επιθεωρήσεων εργασίας·

20. τονίζει την ανάγκη να προωθηθούν κίνητρα ώστε οι εταιρείες να καταβάλλουν κάθε δυνατή και καλή τη πίστει προσπάθεια για την εξάλειψη των παραβάσεων του εργατικού δικαίου από τους υπεργολάβους, όπως είναι τα συστήματα πιστοποίησης και οι κώδικες συμπεριφοράς, μεταξύ άλλων με την καταγγελία τους στις αρχές και με τη λύση μιας σύμβασης με υπεργολάβο που εφαρμόζει παράνομη πρακτική, ώστε να αποφεύγουν το ενδεχόμενο να κριθούν αλληλέγγυα και εις ολόκληρον υπεύθυνες για την εκάστοτε παράβαση·

21. καλεί και τις δύο πλευρές του κλάδου να ηγηθούν στην προώθηση της συνεταιρικής υπεργολαβίας για ειδικές επιμέρους δραστηριότητες, αφενός, και για τον περιορισμό του πολλαπλασιασμού των εργολαβιών, αφετέρου, και χαιρετίζει τη διαμόρφωση συμφωνιών πλαισίου που καθορίζουν την κοινωνική ευθύνη και τη γενική ευθύνη στην αλυσίδα ως συμπλήρωμα της απαραίτητης ρυθμιστικής εποπτείας·

22. προειδοποιεί επίσης για το ενδεχόμενο συγκρούσεων, αλληλεπικάλυψης και επανάληψης διατάξεων που περιέχονται σε κώδικες συμπεριφοράς και στο εργατικό δίκαιο, σε κώδικες συμπεριφοράς, κανόνες και κατευθυντήριες γραμμές που εγκρίνονται από εθνικές αρχές, καθώς και στις ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις· για τον λόγο αυτό, τονίζει πως οι επιχειρήσεις οφείλουν κατά προτεραιότητα να συμμορφώνονται με τους κώδικες συμπεριφοράς, τους κανόνες και τις κατευθυντήριες γραμμές που ορίζονται στο επίπεδο υπερεθνικών οργανισμών (ΟΟΣΑ, ΔΟΕ), καθώς και σε εθνικό ή τομεακό επίπεδο·

23. υπενθυμίζει σε όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, και ιδίως στους εργοδότες, τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά την ενημέρωση, τη διαβούλευση και τη συμμετοχή των εργαζομένων, κυρίως εκείνες που προβλέπονται από κοινοτικές και εθνικές νομικές πράξεις·

24. προτείνει τη νομική κατοχύρωση, σε εθνικό επίπεδο, της δυνατότητας συνδυασμού οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής των εργαζομένων σε επιχειρήσεις υπεργολαβίας σε αλυσίδες παραγωγής και την αποτελεσματική εφαρμογή των οδηγιών για άδεια μητρότητας και γονική άδεια·

25. καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει την αποτελεσματική συμμόρφωση με την οδηγία 96/71/ΕΚ για την απόσπαση εργαζομένων, μεταξύ άλλων και μέσω της έναρξης διαδικασιών επί παραβάσει, εάν απαιτείται· επιπλέον, καλεί τόσο την Επιτροπή όσο και τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν μέτρα για τη βελτίωση της πρόσβασης των αποσπασμένων εργαζομένων στην ενημέρωση, για την ενίσχυση του συντονισμού και της διοικητικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, περιλαμβανομένης και της αποσαφήνισης του ρόλου των υπηρεσιών διασύνδεσης των κρατών μελών, καθώς και για την επίλυση προβλημάτων διασυνοριακής επιβολής του νόμου τα οποία εμποδίζουν την αποτελεσματική εφαρμογή της οδηγίας 96/71/ΕΚ για την απόσπαση εργαζομένων·

26. τονίζει ότι η καταπολέμηση των δυνητικών αρνητικών κοινωνικών συνεπειών της υπεργολαβίας μπορεί να ενισχυθεί μέσω της αναβάθμισης του κοινωνικού διαλόγου μεταξύ των οργανώσεων των εργοδοτών και των συνδικαλιστικών οργανώσεων·

27. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.

  • [1]  ΕΕ L 254 της 30.9.1994, σελ. 64
  • [2]  ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σελ. 29
  • [3]  ΕΕ C 313 E της 20.12.2006, σελ. 452.
  • [4]  ΕΕ C 175 E της 10.7.2008, σελ. 411.
  • [5]  ΕΕ C 280 E της 18.11.2006, σελ. 65.
  • [6]  ΕΕ C 301E της 13.12.2007, σελ. 45.
  • [7]  ΕΕ C 102 E, 24.4.2008, σελ. 321.
  • [8]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0466.
  • [9]  ΕΕ 175 E, της 10.7.2008, σελ. 401.
  • [10]  Υπόθεση C-60/03 Wolff & Müller [2004] Συλλογή I-9553.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Η υπεργολαβία έχει γνωρίσει άνθιση στην Ευρωπαϊκή Ένωση τις τελευταίες δεκαετίες, όχι μόνο στον κατασκευαστικό τομέα αλλά και σε άλλους οικονομικούς τομείς, όπως, ενδεικτικά, η βιομηχανία καθαρισμών, οι μεταφορές, ο τουρισμός και τα ναυπηγεία. Η υπεργολαβία αποτελεί συχνά ευκαιρία για μια εταιρεία να χρησιμοποιήσει ειδικευμένο εργατικό δυναμικό με ευέλικτο τρόπο ενώ παράλληλα έχει συντελέσει στην ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας, δημιουργώντας έτσι περισσότερες θέσεις εργασίας.

Με την άνθιση της υπεργολαβίας, άρχισαν να εγείρονται ερωτήματα όσον αφορά τον αντίκτυπό της στις συνθήκες απασχόλησης και πιο συγκεκριμένα σε σχέση με τις νομικές επιπτώσεις της σε εργοδότες και εργαζομένους, τον αντίκτυπό της στα δικαιώματα των εργαζομένων, την ενίσχυση της πιθανότητας του «κοινωνικού ντάμπινγκ» και τη δυνητική αποφυγή φορολογικών ευθυνών και υποχρεώσεων κοινωνικής ασφάλισης. Ιδιαίτερα ευάλωτες σε καταχρήσεις έχουν αποδειχθεί οι μεγάλες αλυσίδες υπεργολαβίας στον κατασκευαστικό τομέα. Σε διακρατικό επίπεδο υπάρχουν ακόμη και σενάρια όπου ένας εργοδότης που έχει την έδρα του σε ένα κράτος μέλος Α αποσπά εργαζόμενους από ένα κράτος μέλος Β για να εργαστούν σε ένα κράτος μέλος Γ.

Σε διασυνοριακό πλαίσιο τα προβλήματα που σχετίζονται με την επισφάλεια των θέσεων προκύπτουν ακόμη εντονότερα όταν η απόσπαση εργαζομένων λαμβάνει χώρα σε ένα τρίτο κράτος μέλος. Ένα πρόσφατο σχετικό πρακτικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση μιας κυπριακής εταιρείας που απέσπασε πολωνούς εργαζόμενους στο εργοτάξιο κατασκευής ενός πυρηνικού σταθμού στη Φινλανδία. Η εταιρεία ήταν αρχικά ιρλανδική, αλλά εγκατέστησε την έδρα της στην Κύπρο. Είναι σαφές ότι, σε σύνθετες διασυνοριακές περιπτώσεις όπως αυτή, καθίσταται δύσκολη η ενίσχυση των αξιώσεων καταβολής δεδουλευμένων.

Οκτώ κράτη μέλη (Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Κάτω Χώρες και Φινλανδία) έχουν αναλάβει δράση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που σχετίζονται με τα καθήκοντα των υπεργολάβων ως εργοδοτών θεσπίζοντας εθνικά συστήματα ευθύνης. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ιδρύματος του Δουβλίνου, σε αυτά τα κράτη μέλη υπάρχουν δύο βασικά είδη ευθύνης: η αλληλέγγυα και εις ολόκληρον ευθύνη (ιδίως όσον αφορά τις εισφορές στην εφορία) και η ευθύνη της αλυσίδας, η οποία είτε περιορίζεται στον άμεσο εργολάβο είτε καλύπτει ολόκληρη την αλυσίδα των εργολάβων. Οι εν λόγω ρυθμίσεις της ευθύνης καλύπτουν υλικά και τα τρία είδη υποχρεώσεων: μισθούς, εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και φόρους επί των μισθών.

Σε επτά από τα οκτώ εν λόγω κράτη μέλη, υπάρχουν διαφορετικά προληπτικά εργαλεία, τα οποία έχουν στόχο τον περιορισμό των κρουσμάτων ευθύνης των ενδιαφερόμενων φορέων. Τα εν λόγω συστήματα, αν και διαφορετικά σε κάθε χώρα, θεωρούνται σε γενικές γραμμές αποτελεσματικά. Δεν θα έπρεπε να υποτιμηθεί ο προληπτικός τους αντίκτυπος στη στήριξη υγιών σχέσεων απασχόλησης και γενικότερα πιο δίκαιων συνθηκών στον τομέα. Ωστόσο, το Ίδρυμα του Δουβλίνου, παρότι χαρακτηρίζει τα εθνικά συστήματα σε γενικές γραμμές αποτελεσματικά, καταλήγει επίσης στο συμπέρασμα ότι όλες αυτές οι χώρες αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα όσον αφορά την επιβολή και την εφαρμογή των συστημάτων ευθύνης που διαθέτουν σε αλλοδαπούς υπεργολάβους και σε γραφεία εύρεσης προσωρινής απασχόλησης.

Ο εισηγητής είναι πεπεισμένος ότι τα ευρωπαϊκά προβλήματα χρειάζονται ευρωπαϊκές λύσεις. Ένα ευρωπαϊκό σύστημα «αλληλέγγυας ευθύνης» ή «ευθύνης της εταιρείας-πελάτη» θα διασφάλιζε ότι ο βασικός εργολάβος θα εξετάζει προσεκτικότερα εάν ο υπεργολάβος είναι αξιόπιστος και εάν σκοπεύει να ενεργήσει σύμφωνα με τις απαιτήσεις της ισχύουσας νομοθεσίας, ιδίως την οδηγία για την απόσπαση εργαζομένων. Το σύστημα αυτό θα αντιμετώπιζε την παραοικονομία και θα απέτρεπε τον αθέμιτο ανταγωνισμό που οφείλεται σε εργοδότες που καταβάλλουν στους εργαζομένους τους μισθό χαμηλότερο του βασικού. Προφανώς, θα ωφελούσε και τους εργαζομένους, εφόσον προστίθεται ένας επιπλέον «οφειλέτης», ο οποίος είναι «αλληλέγγυα υπεύθυνος» με τον εργοδότη και συνήθως πιο φερέγγυος.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ασχοληθεί επανειλημμένως με το ζήτημα της ευθύνης. Στην ανακοίνωσή της (COM(2007)0304) σχετικά με την οδηγία για την απόσπαση εργαζομένων προέβλεψε την ανάληψη περαιτέρω δράσης στον τομέα, αναφέροντας ότι «εάν μπορεί η επικουρική ευθύνη να αποτελέσει έναν αποτελεσματικό και αναλογικό τρόπο να αυξηθεί η εποπτεία και ο έλεγχος της συμμόρφωσης με το κοινοτικό δίκαιο, τότε αξίζει να εξεταστεί περαιτέρω». Παρόμοιο ερώτημα τίθεται και στην πράσινη βίβλο της Επιτροπής σχετικά με το εργατικό δίκαιο (COM(2006)0708).

Ο μηχανισμός ευθύνης έχει επικυρωθεί καταρχήν από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το οποίο έχει αναγνωρίσει ότι η ελευθερία παροχής υπηρεσιών (άρθρο 49 ΕΚ) δεν αποκλείει τη θέσπιση εθνικού συστήματος που επιβάλλει την αλληλέγγυα ευθύνη[1]. Ωστόσο, οι νομοθεσίες ποικίλουν μεταξύ των χωρών, γεγονός που δημιουργεί κενά νόμου ιδίως στα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν ακόμη αποτελεσματική νομοθεσία. Για τον λόγο αυτό, ο εισηγητής καταλήγει στο συμπέρασμα ότι μόνο ένα ευρωπαϊκό σύστημα ευθύνης που θα αντιμετωπίζει όλους τους φορείς με τον ίδιο τρόπο μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες της ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας. Ο εισηγητής είναι πεπεισμένος ότι μια διαφανής νομική πράξη για την ευθύνη θα ωφελήσει την ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά και θα την καταστήσει πιο δυναμική.

  • [1]  Υπόθεση C-60/03 Wolf & Müller

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

11.2.2009

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

28

14

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Jan Andersson, Edit Bauer, Iles Braghetto, Philip Bushill-Matthews, Milan Cabrnoch, Alejandro Cercas, Ole Christensen, Luigi Cocilovo, Jean Louis Cottigny, Jan Cremers, Harald Ettl, Richard Falbr, Carlo Fatuzzo, Ilda Figueiredo, Joel Hasse Ferreira, Stephen Hughes, Karin Jöns, Ona Juknevičienė, Jean Lambert, Bernard Lehideux, Elizabeth Lynne, Thomas Mann, Jiří Maštálka, Elisabeth Morin, Csaba Őry, Siiri Oviir, Pier Antonio Panzeri, Rovana Plumb, Elisabeth Schroedter, José Albino Silva Peneda, Jean Spautz, Gabriele Stauner, Ewa Tomaszewska, Anne Van Lancker, Gabriele Zimmer, Μαρία Ματσούκα, Μαρία Παναγιωτοπούλου-Κασσιώτου

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Françoise Castex, Gabriela Creţu, Lasse Lehtinen, Adrian Manole, Ria Oomen-Ruijten, Csaba Sógor, Patrizia Toia