ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγμάτευση και σύναψη διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου σε συμβατικές και εξωσυμβατικές ενοχές
23.4.2009 - (COM(2008)0893 – C6‑0001/2009 – 2008/0259(COD)) - ***I
Επιτροπή Νομικών Θεμάτων
Εισηγητής: Tadeusz Zwiefka
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγμάτευση και σύναψη διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου σε συμβατικές και εξωσυμβατικές ενοχές
(COM(2008)0893 – C6‑0001/2009 – 2008/0259(COD))
(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0893),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και τα άρθρα 61, στοιχείο γ), 65 και 67, παράγραφος 5 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6‑0001/2009),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6‑0270/2009),
1. εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Τροπολογία 1 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(2) Η δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών διέπεται κατά παράδοση από συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών. |
(2) Η δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών διέπεται κατά παράδοση από συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών. Οι διμερείς αυτές συμφωνίες, ο αριθμός των οποίων είναι μεγάλος, αντανακλούν πολύ συχνά ιστορικούς δεσμούς μεταξύ του οικείου κράτους μέλους και μιας συγκεκριμένης τρίτης χώρας ή συγκεκριμένων τρίτων χωρών. Ανταποκρίνονται σε μία έκδηλη ανάγκη των πολιτών τόσο στο κράτος μέλος όσο και στην ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα. |
Αιτιολόγηση | |
Ο εισηγητής θεωρεί ότι απαιτούνται πρόσθετοι λόγοι για την ενίσχυση του προοιμίου. Θεωρεί ότι επίσης θα μπορούσε να γίνει μνεία για το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής, το οποίο κυκλοφόρησε. | |
Τροπολογία 2 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 4 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(4) Ενδέχεται επίσης να είναι αναγκαία η σύναψη νέων συμφωνιών με τρίτες χώρες για τη ρύθμιση θεμάτων πολιτικής δικαιοσύνης τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου IV της συνθήκης ΕΚ. |
(4) Υφίσταται προφανής ανάγκη για την σύναψη νέων συμφωνιών με τρίτες χώρες σχετικά με θέματα πολιτικής δικαιοσύνης τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου IV του τρίτου μέρους της συνθήκης ΕΚ δεδομένου, ιδίως ότι πολλές υφιστάμενες διμερείς συμφωνίες δεν αντανακλούν τις τρέχουσες συνθήκες ή απαιτούν εκσυγχρονισμό. |
Αιτιολόγηση | |
Ο εισηγητής θεωρεί ότι απαιτούνται πρόσθετοι λόγοι για την ενίσχυση του προοιμίου. Θεωρεί ότι επίσης θα μπορούσε να γίνει μνεία για το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής, το οποίο κυκλοφόρησε. | |
Τροπολογία 3 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 8 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(8) Πρέπει να εκτιμηθεί κατά πόσον υφίσταται επί του παρόντος ικανό συμφέρον της Κοινότητας για την αντικατάσταση του συνόλου των υφιστάμενων ή προτεινόμενων διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών από κοινοτικές συμφωνίες. Για τον λόγο αυτό, είναι αναγκαία η θέσπιση διαδικασίας με διττό σκοπό. Ο πρώτος σκοπός είναι να δίδεται στην Κοινότητα η δυνατότητα να εκτιμήσει κατά πόσον υπάρχει όντως ικανό κοινοτικό συμφέρον για τη σύναψη μιας συγκεκριμένης διμερούς συμφωνίας. Ο δεύτερος σκοπός είναι να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να συνάψουν την εκάστοτε συμφωνία αν διαπιστωθεί ότι δεν υφίσταται τρέχον κοινοτικό συμφέρον για τη σύναψη τέτοιας συμφωνίας. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 4 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 9 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(9) Είναι σκόπιμο να καθιερωθεί συνεκτική και διαφανής διαδικασία προκειμένου να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να τροποποιούν υφιστάμενες συμφωνίες που έχουν συνάψει με τρίτες χώρες ή να διαπραγματεύονται και να συνάπτουν νέες συμφωνίες σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ιδίως όταν η ίδια η Κοινότητα δεν έχει δηλώσει την πρόθεσή της να ασκήσει τις εξωτερικές της αρμοδιότητες με σκοπό τη σύναψη της συμφωνίας. Η εν λόγω διαδικασία δεν θίγει την αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας, ούτε τις διατάξεις των άρθρων 300 και 307 της συνθήκης ΕΚ. Επειδή παρεκκλίνει από τον κανόνα ότι η Κοινότητα είναι αποκλειστικώς αρμόδια για τη σύναψη διεθνών συμφωνιών για τα συγκεκριμένα θέματα, η προτεινόμενη διαδικασία πρέπει να θεωρείται ως κατ’ εξαίρεση μέτρο και να υπόκειται σε περιορισμό, τόσο ως προς το πεδίο όσο και ως προς τον χρόνο εφαρμογής της. |
(9) Αναφορικά με συμφωνίες με τρίτες χώρες σχετικά με ειδικά θέματα πολιτικής δικαιοσύνης που εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας, είναι σκόπιμο να καθιερωθεί συνεκτική και διαφανής διαδικασία προκειμένου να επιτρέπεται στο κράτος μέλος να τροποποιεί υφιστάμενη συμφωνία ή να διαπραγματεύεται και να συνάπτει νέα συμφωνία, ιδίως όταν η ίδια η Κοινότητα δεν έχει δηλώσει την πρόθεσή της να ασκήσει την εξωτερική της αρμοδιότητα με σκοπό τη σύναψη συμφωνίας μέσω ήδη υφιστάμενης ή σχεδιαζόμενης εντολής διαπραγμάτευσης. Η εν λόγω διαδικασία δεν θίγει την αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας, ούτε τις διατάξεις των άρθρων 300 και 307 της συνθήκης ΕΚ. Πρέπει να θεωρείται ως κατ’ εξαίρεση μέτρο και να υπόκειται σε περιορισμό, τόσο ως προς το πεδίο όσο και ως προς τον χρόνο εφαρμογής της. |
Τροπολογία 5 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 9 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
(9α) Ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να ισχύσει σε περίπτωση που η Κοινότητα έχει ήδη συνάψει συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα ή τις οικείες τρίτες χώρες για το ίδιο αντικείμενο. Δύο συμφωνίες πρέπει να θεωρηθούν ότι αφορούν το ίδιο αντικείμενο μόνον στην περίπτωση και στην έκταση που ρυθμίζουν ουσιαστικά τα ίδια ειδικά νομικά ζητήματα. Διατάξεις οι οποίες απλώς δηλώνουν μια γενική πρόθεση για συνεργασία σε τέτοια θέματα δεν πρέπει να θεωρούνται ότι αφορούν το ίδιο αντικείμενο. |
Τροπολογία 6 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 9 β (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
(9β) Η Επιτροπή πρέπει να εκπονήσει μια στρατηγική και να ορίσει προτεραιότητες με στόχο την ανάπτυξη των εξωτερικών σχέσεων της Κοινότητας στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας στο πεδίο του αστικού και εμπορικού δικαίου, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που μπορεί να εγκρίνει στο μέλλον το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. |
Τροπολογία 7 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 10 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
(10a) Κατ’ εξαίρεση, ορισμένες περιφερειακές συμφωνίες μεταξύ λίγων κρατών μελών και λίγων τρίτων χωρών, για παράδειγμα, δύο ή τριών, που αποσκοπούν να επιλύσουν μεμονωμένα τοπικά προβλήματα και στις οποίες δεν έχουν πρόσβαση άλλα κράτη μέλη θα πρέπει να καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό. |
Αιτιολόγηση | |
Ο εισηγητής επεδίωξε να ενισχύσει το σημείο αυτό ώστε να ληφθούν υπόψη οι ανησυχίες που εξέφρασαν ορισμένοι συνάδελφοί του. | |
Τροπολογία 8 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 11 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(11) Σύμφωνα με τους προαναφερθέντες κανονισμούς, ο προτεινόμενος μηχανισμός πρέπει να εφαρμόζεται μόνο σε συμφωνίες σε μεμονωμένες και εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον η εκάστοτε συμφωνία αφορά τομεακά θέματα και περιέχει κανόνες για τους τομείς που υπάγονται στις εν λόγω πράξεις. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 9 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 12 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(12) Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι μια συμφωνία που προτείνεται από κράτος μέλος δεν καθιστά ατελέσφορη την κοινοτική νομοθεσία και δεν υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που συγκροτούν οι σχετικοί κανόνες, είναι σκόπιμο να απαιτείται άδεια τόσο για την έναρξη ή τη συνέχιση διαπραγματεύσεων όσο και για τη σύναψη συμφωνίας. Με τον τρόπο αυτό θα μπορεί η Επιτροπή να εκτιμά τον αναμενόμενο αντίκτυπο της (πιθανής) έκβασης των διαπραγματεύσεων για την κοινοτική νομοθεσία. Στις κατάλληλες περιπτώσεις, η Επιτροπή έχει την ευχέρεια να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες ή να ζητά να περιλαμβάνει η προτεινόμενη συμφωνία συγκεκριμένες ρήτρες. |
(12) Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι μια σχεδιαζόμενη από κράτος μέλος συμφωνία δεν καθιστά ατελέσφορη την κοινοτική νομοθεσία και δεν υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που συγκροτούν οι σχετικοί κανόνες, και επίσης προκειμένου να διασφαλίζεται ότι δεν υπονομεύει την πολιτική εξωτερικών σχέσεων της Κοινότητας όπως αποφασίσθηκε από την Κοινότητα, θα πρέπει να απαιτηθεί από το αρμόδιο κράτος μέλος να κοινοποιήσει στην Επιτροπή τις προθέσεις του με στόχο την παροχή έγκρισης για την έναρξη ή τη συνέχιση επίσημων διαπραγματεύσεων για συμφωνία ή και για τη σύναψη συμφωνίας. Μια τέτοια κοινοποίηση πρέπει να υποβάλλεται με επιστολή ή με ηλεκτρονικά μέσα. Θα πρέπει να περιέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες και τεκμηρίωση που θα επιτρέπουν στην Επιτροπή να εκτιμά τον αναμενόμενο αντίκτυπο της έκβασης των διαπραγματεύσεων για την κοινοτική νομοθεσία. |
Τροπολογία 10 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 12 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
(12α) Θα πρέπει να αξιολογηθεί το κατά πόσο υπάρχει αρκετό κοινοτικό ενδιαφέρον για τη σύναψη διμερούς συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας και της οικείας τρίτης χώρας ή, όπου κρίνεται σκόπιμο, αρκετό κοινοτικό ενδιαφέρον για την αντικατάσταση υφιστάμενης διμερούς συμφωνίας μεταξύ κράτους μέλους και τρίτης χώρας με Κοινοτική συμφωνία. Προς το σκοπό αυτό, όλα τα κράτη μέλη πρέπει να ενημερώνονται για οιαδήποτε κοινοποίηση λάβει η Επιτροπή σχετικά με συμφωνία που προβλέπεται από δεδομένο κράτος μέλος προκειμένου να τους επιτραπεί να επιδείξουν το ενδιαφέρον τους να συμμετάσχουν στην πρωτοβουλία του κοινοποιούντος κράτους μέλους. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει επίσης να ενημερωθεί. Εάν, από αυτήν την ανταλλαγή πληροφοριών, προκύψει αρκετό κοινοτικό ενδιαφέρον, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο να προτείνει διαπραγματευτική εντολή με σκοπό τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας και της οικείας τρίτης χώρας. |
Αιτιολόγηση | |
Ο εισηγητής επεδίωξε να εξασφαλίσει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα ενημερώνεται όσο το δυνατόν περισσότερο. | |
Τροπολογία 11 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 12 β (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
(12β) Όλα τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνονται για οιαδήποτε κοινοποίηση προς την Επιτροπή σχετικά με σχεδιαζόμενες ή υπό διαπραγμάτευση συμφωνίες και για οιαδήποτε αιτιολογημένη απόφαση της Επιτροπής δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Αυτές οι πληροφορίες ωστόσο, θα πρέπει να συμμορφώνονται πλήρως σε πιθανές απαιτήσεις εμπιστευτικότητας. |
Αιτιολόγηση | |
Ο εισηγητής επεδίωξε να εξασφαλίσει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα ενημερώνεται όσο το δυνατόν περισσότερο. | |
Τροπολογία 12 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 12 γ (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
(12γ) Σε καταστάσεις κατά τις οποίες η Επιτροπή, με βάση τις εκτιμήσεις της, δεν προτίθεται να εγκρίνει την έναρξη επίσημων διαπραγματεύσεων ή τη σύναψη συμφωνίας κατόπιν διαπραγματεύσεων, θα πρέπει, πριν να προβεί σε αιτιολογημένη απόφαση, να απευθύνει τη γνώμη της στο οικείο κράτος μέλος. Στην περίπτωση σύναψης συμφωνίας κατόπιν διαπραγματεύσεων, η γνωμοδότηση πρέπει να απευθύνεται στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. |
Τροπολογία 13 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 15 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(15) Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού είναι σκόπιμο να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 14 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών σχετικά με τομεακά θέματα οι οποίες καλύπτουν το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις και οι οποίες εμπίπτουν, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 864/2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές. |
2. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών σχετικά με συγκεκριμένες υποθέσεις οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 864/2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές. |
Τροπολογία 15 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 2 – παράγραφος 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, με τον όρο "συμφωνία" νοείται κάθε διμερής συμφωνία μεταξύ κράτους μέλους και τρίτης χώρας. |
1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, με τον όρο "συμφωνία" νοείται: |
|
|
(α) μία διμερής συμφωνία μεταξύ κράτους μέλους και τρίτης χώρας· |
|
|
(β) μία περιφερειακή συμφωνία μεταξύ ενός περιορισμένου αριθμού κρατών μελών και τρίτων χωρών που συνορεύουν με κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία αποσκοπεί στην επίλυση τοπικών προβλημάτων και στην οποία δεν έχουν πρόσβαση άλλα κράτη μέλη. |
Τροπολογία 16 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 2 – παράγραφος 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, με τον όρο "κράτος μέλος" νοείται κάθε κράτος μέλος πλην της Δανίας. |
Δεν αφορά το ελληνικό κείμενο |
Τροπολογία 17 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 3 – παράγραφος 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1. Όταν ένα κράτος μέλος σκοπεύει να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με τρίτη χώρα με σκοπό την τροποποίηση υφιστάμενης συμφωνίας ή τη σύναψη νέας συμφωνίας η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, κοινοποιεί εγγράφως την πρόθεσή του στην Επιτροπή. |
1. Όταν ένα κράτος μέλος σκοπεύει να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με τρίτη χώρα με σκοπό την τροποποίηση υφιστάμενης συμφωνίας ή τη σύναψη νέας συμφωνίας η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, κοινοποιεί στην Επιτροπή την αίτησή του με επιστολή ή με ηλεκτρονικά μέσα. |
Αιτιολόγηση | |
Είναι απαραίτητο να αποκατασταθεί η έλλειψη συνοχής με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 5 που ορίζει ότι "η Επιτροπή αποφασίζει επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός εξαμήνου από την παραλαβή της κοινοποίησης για την οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 3" και να ορισθούν συγκεκριμένα οι διατυπώσεις της κοινοποίησης (με επιστολή ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο). | |
Τροπολογία 18 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 3 – παράγραφος 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2. Η κοινοποίηση περιλαμβάνει υποχρεωτικά αντίγραφο της υφιστάμενης συμφωνίας, το σχέδιο συμφωνίας ή το σχέδιο πρότασης της οικείας τρίτης χώρας, εφόσον είναι διαθέσιμο, και οποιοδήποτε άλλο χρήσιμο έγγραφο. Το κράτος μέλος περιγράφει τους στόχους των διαπραγματεύσεων και προσδιορίζει τα προς ρύθμιση ζητήματα ή τις προς τροποποίηση διατάξεις της υφιστάμενης συμφωνίας και παρέχει κάθε άλλο χρήσιμο πληροφοριακό στοιχείο. |
2. Η κοινοποίηση περιλαμβάνει, ενδεχομένως, αντίγραφο της υφιστάμενης συμφωνίας, το σχέδιο συμφωνίας ή το σχέδιο πρότασης της οικείας τρίτης χώρας, εφόσον είναι διαθέσιμο, και οποιοδήποτε άλλο χρήσιμο έγγραφο. Το κράτος μέλος περιγράφει το αντικείμενο των διαπραγματεύσεων και προσδιορίζει τα προς ρύθμιση ζητήματα της σχεδιαζόμενης συμφωνίας ή τις προς τροποποίηση διατάξεις της υφιστάμενης συμφωνίας. Το κράτος μέλος παρέχει κάθε άλλο συμπληρωματικό πληροφοριακό στοιχείο. |
Τροπολογία 19 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 3 – παράγραφος 3 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
3. Η κοινοποίηση υποβάλλεται τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από την προγραμματισμένη έναρξη επίσημων διαπραγματεύσεων με την οικεία τρίτη χώρα. |
3. Η Επιτροπή διαθέτει την κοινοποίηση και, ενδεχομένως, τα συνοδευτικά έγγραφα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, τηρώντας τις απαιτήσεις εμπιστευτικότητας. |
Τροπολογία 20 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – παράγραφος 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1. Μόλις λάβει μια κοινοποίηση, η Επιτροπή διερευνά κατά πόσον το κράτος μέλος μπορεί να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με την οικεία τρίτη χώρα. Αν η Κοινότητα έχει ήδη συνάψει οποιαδήποτε συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα για το ίδιο αντικείμενο, η αίτηση του κράτους μέλους απορρίπτεται αυτοδικαίως από την Επιτροπή. |
1. Μετά την παραλαβή της κοινοποίησης, η Επιτροπή διερευνά κατά πόσον το κράτος μέλος μπορεί να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις. |
Τροπολογία 21 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
1a. Η Επιτροπή απορρίπτει την κοινοποίηση από το κράτος μέλος εάν: |
|
|
(α) η Κοινότητα έχει ήδη συνάψει συμφωνία με την ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα ή τις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες σχετικά με το ίδιο αντικείμενο ή |
|
|
(β) η σχεδιαζόμενη συμφωνία δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. |
Τροπολογία 22 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – παράγραφος 1 β (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
1β. Θεωρείται ότι υπάρχει κοινοτικό συμφέρον: |
|
|
α) εάν πέντε ή περισσότερα κράτη μέλη έχουν συνάψει, ή προτίθενται να συνάψουν, συμφωνία που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, με την ίδια τρίτη χώρα και για τι ίδιο αντικείμενο· |
|
|
β) εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο αποστείλουν σχετική γνωστοποίηση στην Επιτροπή εντός τριών μηνών από την παραλαβή κοινοποίησης. |
Τροπολογία 23 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – παράγραφος 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2. Αν η Κοινότητα δεν έχει συνάψει ακόμη συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα, η Επιτροπή, στο πλαίσιο της αξιολόγησής της, εξετάζει καταρχάς κατά πόσον αναμένεται να συναφθεί τυχόν συναφής κοινοτική συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα στο εγγύς μέλλον. Αν δεν αναμένεται κάτι τέτοιο, η Επιτροπή δύναται να χορηγήσει άδεια, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες δύο προϋποθέσεις: |
2. Αν η Κοινότητα δεν έχει συνάψει ακόμη συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα ή τις οικείες τρίτες χώρες, η Επιτροπή, στο πλαίσιο της αξιολόγησής της, εξετάζει καταρχάς κατά πόσον προβλέπεται ειδικά να συναφθεί τυχόν συναφής κοινοτική συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα ή τις οικείες τρίτες χώρες στα προσεχή δύο χρόνια. Αν δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο, η Επιτροπή εξετάζει εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις: |
|
(α) το οικείο κράτος μέλος έχει αποδείξει ότι υπάρχει συγκεκριμένο συμφέρον για τη σύναψη της διμερούς τομεακής συμφωνίας με την τρίτη χώρα, το οποίο σχετίζεται ιδίως με την ύπαρξη οικονομικών, γεωγραφικών, πολιτιστικών ή ιστορικών δεσμών μεταξύ του κράτους μέλους και της εν λόγω τρίτης χώρας· και |
(α) το οικείο κράτος μέλος έχει τεκμηριώσει ότι έχει συγκεκριμένο συμφέρον για τη σύναψη της συμφωνίας λόγω οικονομικών, γεωγραφικών, πολιτιστικών, ιστορικών ή κοινωνικών δεσμών μεταξύ του κράτους μέλους και της τρίτης χώρας ή των τρίτων χωρών και ότι δεν υπάρχει κατά το χρόνο αυτό κοινοτικό συμφέρον στη σύναψη της συμφωνίας· |
|
(β) η Επιτροπή κρίνει ότι η προτεινόμενη συμφωνία θα έχει περιορισμένο αντίκτυπο για την ενιαία και ομοιόμορφη εφαρμογή των ισχυουσών κοινοτικών διατάξεων και για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που έχει συγκροτηθεί με τις εν λόγω διατάξεις. |
(β) βάσει μιας αντικειμενική αξιολόγησης των πληροφοριών που διαβίβασε το κράτος μέλος και όλων των σχετικών εγγράφων και εκτιμήσεων, η σχεδιαζόμενη συμφωνία δεν θα καθιστούσε ανεφάρμοστο το κοινοτικό δίκαιο και δεν θα υπονόμευε την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που έχει συγκροτηθεί από τις διατάξεις του· |
|
|
(γ) η σχεδιαζόμενη συμφωνία δεν θα έθιγε το αντικείμενο και το σκοπό της πολιτικής εξωτερικών σχέσεων της Κοινότητας· |
|
|
(δ) στην περίπτωση μιας ενδοπεριφερειακής συμφωνίας, δεν υπάρχει δυνατότητα να συνάψει η Κοινότητα μια συμφωνία εντός μιας εύλογης προθεσμίας. |
Τροπολογία 24 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – παράγραφος 2 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
2a. Εάν οι πληροφορίες που διαβιβάζει το κράτος μέλος είναι ανεπαρκείς για την αξιολόγηση, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες. |
Τροπολογία 25 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1. Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν εμπόδια για τη σύναψη της συμφωνίας με γνώμονα τις προϋποθέσεις που μνημονεύονται στο άρθρο 4, δύναται να επιτρέψει στο εκάστοτε κράτος μέλος να αρχίσει διαπραγματεύσεις για τη σύναψη της συμφωνίας με την οικεία τρίτη χώρα. Αν είναι απαραίτητο, η Επιτροπή δύναται να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες και μπορεί να ζητήσει να περιλαμβάνει η προτεινόμενη συμφωνία συγκεκριμένες ρήτρες. |
1. Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που μνημονεύονται στο άρθρο 4, επιτρέπει στο κράτος μέλος να αρχίσει διαπραγματεύσεις για τη σύναψη της συμφωνίας με την οικεία τρίτη χώρα ή τις οικείες τρίτες χώρες. Αν είναι απαραίτητο, η Επιτροπή δύναται να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες και δύναται να ζητήσει να περιλαμβάνει η σχεδιαζόμενη συμφωνία συγκεκριμένες ρήτρες. |
Τροπολογία 26 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Η συμφωνία περιλαμβάνει ρήτρα για την καταγγελία της σε περίπτωση που η Κοινότητα συνάψει συμφωνία με την ίδια τρίτη χώρα για το ίδιο αντικείμενο. Η συμφωνία πρέπει να περιλαμβάνει την εξής ρήτρα: "[ονομασία του κράτους μέλους] θα καταγγείλει τη συμφωνία σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Κοινότητα συνάψει συμφωνία με [ονομασία της τρίτης χώρας] για τα ίδια θέματα πολιτικής δικαιοσύνης τα οποία διέπονται από την παρούσα συμφωνία". |
Η συμφωνία περιλαμβάνει ρήτρα που προβλέπει την πλήρη ή μερική καταγγελία της συμφωνίας σε περίπτωση μεταγενέστερης συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας ή της Κοινότητας και των κρατών μελών της και της ίδιας τρίτης χώρας ή των ίδιων τρίτων χωρών για το ίδιο αντικείμενο. Η ρήτρα αυτή διατυπώνεται λαμβάνοντας υπόψη τις ακόλουθες κατευθυντήριες αρχές: "[ονομασία του κράτους μέλους] θα καταγγείλει τη συμφωνία αυτή πλήρως ή εν μέρει εάν και σε περίπτωση που η Κοινότητα ή η Κοινότητα και τα κράτη μέλη της συνάψουν συμφωνία με [ονομασία της τρίτης χώρας ή των τρίτων χωρών] για τα ίδια θέματα πολιτικής δικαιοσύνης τα οποία διέπονται από την συμφωνία αυτή". |
Τροπολογία 27 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 2 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
2a. Η συμφωνία περιλαμβάνει μια ρήτρα για την αυτόματη αντικατάσταση της συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας ή της Κοινότητας και των κρατών μελών της και της τρίτης χώρας ή των οικείων τρίτων χωρών σχετικά με το ίδιο αντικείμενο. |
Τροπολογία 28 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
3. Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση για τη χορήγηση ή μη της άδειας που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 με τη διαδικασία η οποία μνημονεύεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 29 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Η Επιτροπή αποφασίζει επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός εξαμήνου από την παραλαβή της κοινοποίησης για την οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 3. |
Η Επιτροπή εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός τριμήνου από την παραλαβή της κοινοποίησης για την οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 3, ή των συμπληρωματικών πληροφοριών, εφόσον αυτές ζητηθούν, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 3. Το χρονικό αυτό διάστημα μπορεί να παραταθεί, μετά από αίτηση της Επιτροπής, για μία φορά κατά τριάντα ημέρες. |
Τροπολογία 30 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 3 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
3α. Εντός ενός μηνός αφότου λάβει την απόφασή της, η Επιτροπή την κοινοποιεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. |
Τροπολογία 31 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 α (νέο) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
Άρθρο 5α |
|
|
Άρνηση της έγκρισης για την έναρξη επίσημων διαπραγματεύσεων |
|
|
1. Σε περίπτωση που η Επιτροπή, βάσει των εκτιμήσεών της στα πλαίσια του Άρθρου 4, προτίθεται να μην εγκρίνει την έναρξη επίσημων διαπραγματεύσεων για σχεδιαζόμενη συμφωνία, γνωμοδοτεί στο οικείο κράτος μέλος εντός ενενήντα ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης που αναφέρεται στο Άρθρο 3. |
|
|
2. Εντός 30 ημερών από την υποβολή της γνωμοδότησης της Επιτροπής, το οικείο κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να αρχίσει συζητήσεις μαζί του με στόχο την αναζήτηση λύσης. |
|
|
3. Σε περίπτωση που το οικείο κράτος μέλος δεν υποβάλει τέτοιο αίτημα εντός των χρονικών ορίων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ή εάν η Επιτροπή αρνηθεί να αρχίσει συζητήσεις, η Επιτροπή προβαίνει σε αιτιολογημένη απόφαση σχετικά με την αίτηση του κράτους μέλους εντός 130 ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης που αναφέρεται στο Άρθρο 3. |
|
|
Στην περίπτωση που πραγματοποιούνται συζητήσεις σύμφωνα με την έννοια της παραγράφου 2, η Επιτροπή προβαίνει σε αιτιολογημένη απόφαση σχετικά με την αίτηση του κράτους μέλους εντός 30 ημερών από το πέρας των συζητήσεων. |
|
|
4. Το οικείο κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να υποβάλει επίσημη πρόταση για τη σύναψη κοινοτικής συμφωνίας που θα καλύπτει το ίδιο αντικείμενο με την οικεία τρίτη χώρα ή τις τρίτες χώρες. |
Αιτιολόγηση | |
Ο εισηγητής δεν είναι ικανοποιημένος με τον μηχανισμό που προτείνει το Συμβούλιο. Παρέλειψε ως άσκοπη την παραπομπή σε πιθανή συζήτηση στο Συμβούλιο, έχοντας επίγνωση του γεγονότος ότι κάθε κράτος μέλος μπορεί να εγγράψει στην ημερήσια διάταξη του Συμβουλίου οιοδήποτε θέμα προς συζήτηση. Θεωρεί ότι θα ήταν πιο χρήσιμο να προβλεφθεί ένας μηχανισμός «συνεννόησης». Αν αυτή η συνεννόηση αποτύχει θα ήταν σωστό και δίκαιο να μπορεί το εν λόγω κράτος μέλος να ζητήσει από την Επιτροπή να παρέμβει στη διαπραγμάτευση κοινοτικής συμφωνίας. | |
Τροπολογία 32 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1. Πριν από τη μονογράφηση της συμφωνίας, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή για την έκβαση των διαπραγματεύσεων και της διαβιβάζει το κείμενο της συμφωνίας. |
1. Πριν από την υπογραφή της συμφωνίας που προέκυψε, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή για την έκβαση των διαπραγματεύσεων και της διαβιβάζει το κείμενο της συμφωνίας. |
Τροπολογία 33 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2. Μόλις λάβει μια κοινοποίηση, η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις ανταποκρίνεται στην αρχική της εκτίμηση. Στο πλαίσιο της περαιτέρω αυτής εκτίμησης, η Επιτροπή οφείλει να ελέγξει κατά πόσον η προτεινόμενη συμφωνία περιλαμβάνει τις απαιτήσεις που καθόρισε η Επιτροπή, ιδίως σε σχέση με τη συμπερίληψη ρητρών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, καθώς και κατά πόσον η σύναψη της προτεινόμενης συμφωνίας θα καθιστούσε ατελέσφορη την κοινοτική νομοθεσία και θα υπονόμευε την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που συγκροτούν οι σχετικοί κανόνες. |
2. Μετά την παραλαβή της κοινοποίησης αυτής, η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις ανταποκρίνεται στην αρχική της εκτίμηση. Στο πλαίσιο της περαιτέρω αυτής εκτίμησης, η Επιτροπή ελέγχει κατά πόσον η συμφωνία που προέκυψε πληροί τους όρους που παρατίθενται στο άρθρο 4, ιδίως σε σχέση με τη συμπερίληψη της ρήτρας που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1. |
Τροπολογία 34 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 4 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
4. Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, μπορεί να επιτραπεί στο εκάστοτε κράτος μέλος να συνάψει τη συμφωνία. |
4. Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, επιτρέπεται στο εκάστοτε κράτος μέλος να συνάψει τη συμφωνία. |
Αιτιολόγηση | |
Η Επιτροπή δεν διαθέτει διακριτική ευχέρεια στο στάδιο αυτό. | |
Τροπολογία 35 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 5 – εδάφιο 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
5. Επιτροπή λαμβάνει απόφαση για τη χορήγηση ή μη της άδειας που προβλέπεται στις παραγράφους 3 και 4 με τη διαδικασία η οποία μνημονεύεται στο άρθρο 8 παράγραφος 3. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 36 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 5 – εδάφιο 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Η Επιτροπή αποφασίζει επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός εξαμήνου από την παραλαβή της κοινοποίησης για την οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1. |
Η Επιτροπή εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός τριμήνου από την παραλαβή της κοινοποίησης για την οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1. |
Τροπολογία 37 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 5 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
5α. Εντός ενός μηνός αφότου λάβει την απόφασή της, η Επιτροπή την κοινοποιεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. |
Τροπολογία 38 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 α (νέο) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
Άρθρο 7α |
|
|
Άρνηση της έγκρισης για τη σύναψη διαπραγματεύσεων |
|
|
1. Σε περίπτωση που η Επιτροπή, βάσει των εκτιμήσεών της στα πλαίσια του Άρθρου 7, παράγραφος 2, προτίθεται να μην εγκρίνει την σύναψη της υπό διαπραγμάτευση συμφωνίας, εκδίδει γνωμοδότηση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός 90 ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1. |
|
|
2. Εντός 30 ημερών από την υποβολή της γνωμοδότησης της Επιτροπής, το οικείο κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει να πραγματοποιηθεί συζήτηση για το θέμα στα πλαίσια του Συμβουλίου το συντομότερο δυνατόν. |
|
|
Σε περίπτωση τέτοιου αιτήματος, η Επιτροπή εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση σχετικά με το αίτημα του κράτους μέλους εντός 30 ημερών από τη συζήτηση στα πλαίσια του Συμβουλίου. |
|
|
3. Σε περίπτωση που το οικείο κράτος μέλος δεν ζητήσει τη διεξαγωγή συζήτησης στα πλαίσια του Συμβουλίου εντός των χρονικών ορίων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή προβαίνει σε αιτιολογημένη απόφαση σχετικά με το αίτημα του κράτους μέλους εντός 130 ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης που αναφέρεται στο Άρθρο 7, παράγραφος 1. |
|
|
4. Η Επιτροπή κοινοποιεί την απόφασή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός 30 ημερών από την απόφαση. |
Τροπολογία 39 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 8 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 8 |
διαγράφεται |
|
Διαδικασία επιτροπής |
|
|
1. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή που θα συσταθεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. [...] του Συμβουλίου για τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγμάτευση και σύναψη διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών και άλλων αποφάσεων σε υποθέσεις γαμικών διαφορών, γονικής μέριμνας και υποχρεώσεων διατροφής, καθώς και το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποθέσεις υποχρεώσεων διατροφής. |
|
|
2. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται η συμβουλευτική διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, σε συμμόρφωση με τα άρθρα της 7 και 8. |
|
|
3. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται η διαδικασία διαχείρισης που καθορίζεται στο άρθρο 4 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, σε συμμόρφωση με τα άρθρα της 7 και 8. |
|
|
4. Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ είναι τρίμηνη. |
|
Τροπολογία 40 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 8 α (νέο) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
Άρθρο 8α |
|
|
Εμπιστευτικότητα |
|
|
1. Κατά την κοινοποίησή τους προς στην Επιτροπή σχετικά με τις διαπραγματεύσεις και το αποτέλεσμά τους, όπως προβλέπεται στα άρθρα 3, 4, παράγραφος 3 και 7, τα κράτη μέλη ενημερώνουν σαφώς την Επιτροπή εάν περιλαμβάνονται σε αυτήν πληροφορίες οι οποίες πρέπει να θεωρούνται εμπιστευτικές και εάν αυτές μπορούν να διατεθούν σε άλλα κράτη μέλη. |
|
|
2. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όσες πληροφορίες θεωρούνται εμπιστευτικές αντιμετωπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής1. |
|
|
1 ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σελ. 43. |
Τροπολογία 41 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 8 β (νέο) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
Άρθρο 8β |
|
|
Ενημέρωση των κρατών μελών |
|
|
Η Επιτροπή αποστέλλει στα κράτη μέλη και την αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τις κοινοποιήσεις που παρέλαβε βάσει των Άρθρων 3 και 7 και, εάν κρίνει σκόπιμο, τα συνοδευτικά έγγραφα, καθώς επίσης όλες τις αιτιολογημένες αποφάσεις της σύμφωνα με τα Άρθρα 5, 5a, 7 και 7a, τηρώντας τις απαιτήσεις εμπιστευτικότητας. |
Τροπολογία 42 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Εφόσον το επιτρέπει το στάδιο στο οποίο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις, η Επιτροπή δύναται να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες ή τη συμπερίληψη συγκεκριμένων ρητρών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παράγραφος 1. |
Εφόσον το επιτρέπει το στάδιο στο οποίο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις, η Επιτροπή δύναται να προτείνει οδηγίες ή να ζητήσει τη συμπερίληψη συγκεκριμένων ρητρών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παράγραφος 1. |
Τροπολογία 43 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Το αργότερο μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2014, η Επιτροπή θα υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η οποία είναι δυνατό να συνοδεύεται από κατάλληλη νομοθετική πρόταση. |
Το αργότερο μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2014, η Επιτροπή θα υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση περιλαμβάνει θετική σύσταση η οποία αποσκοπεί είτε στην κατάργηση του παρόντος κανονισμού είτε στη διατήρησή του σε ισχύ έως την λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο Άρθρο 10α. |
|
|
Εάν ο κανονισμός παραμείνει σε ισχύ, η Επιτροπή υποβάλει περαιτέρω παρεμφερή έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή το αργότερο την 1η Ιανουαρίου 2019. |
|
|
Οι εκθέσεις είναι δυνατό να συνοδεύονται από κατάλληλη νομοθετική πρόταση, ιδίως για την αντικατάσταση του Κανονισμού από κανονισμό ιδίας εμβέλειας ή από κανονισμό το πεδίο αρμοδιότητάς του οποίου θα επεκτείνεται και θα περιλαμβάνει την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου1. |
|
|
Η αναθεώρηση από την Επιτροπή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001 θα πρέπει να διευρυνθεί ώστε να ληφθεί πλήρως υπόψη το ζήτημα αυτό. |
|
|
1 ΕΕ L 12 της 16.1.2001, σελ. 1. |
Τροπολογία 44 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 α (νέο) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
Άρθρο 10α |
|
|
Λήξη ισχύος |
|
|
1. Η ισχύς του κανονισμού αυτού λήγει 31 Δεκεμβρίου 2019. |
|
|
2. Παρά τη λήξη της ισχύος του παρόντος κανονισμού εκείνη την ημερομηνία ή την κατάργησή του σύμφωνα με το Άρθρο 10, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δόθηκε εξουσιοδότηση για την έναρξη διαπραγματεύσεων σε κράτος μέλος σύμφωνα με το Άρθρο 5 πριν από τη λήξη της ισχύος ή την ημερομηνία κατάργησης, θα επιτραπεί στις διαπραγματεύσεις αυτές να συνεχισθούν και να ολοκληρωθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. |
Τροπολογία 45 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – παράγραφος 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014. |
διαγράφεται |
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Εκτός από το κεκτημένο στο πλαίσιο της κοινοτικής νομοθεσίας, ο τομέας της πολιτικής δικαιοσύνης χαρακτηρίζεται επίσης για πολλά κράτη μέλη από μια σειρά διμερών συμφωνιών που αυτά συνήψαν με τρίτες χώρες πριν από τη θέση σε ισχύ των συναφών διατάξεων της συνθήκης του Άμστερνταμ ή πριν από την προσχώρησή τους στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Στο μέτρο που οι εν λόγω προϋπάρχουσες συμφωνίες περιέχουν διατάξεις μη συμβατές με τη συνθήκη ΕΚ, τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν κάθε αναγκαίο μέτρο για την εξάλειψη της οποιασδήποτε ασυμβατότητας, όπως ορίζει το άρθρο 307 της συνθήκης ΕΚ. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει επιβεβαιώσει ότι εν ανάγκη τα κράτη μέλη οφείλουν να καταγγείλουν συμφωνίες που δεν είναι συμβατές με το κοινοτικό κεκτημένο.
Πέρα από τις προϋπάρχουσες διμερείς συμφωνίες, ενδέχεται επίσης να απαιτηθεί η σύναψη νέων συμφωνιών με τρίτες χώρες για θέματα πολιτικής δικαιοσύνης τα οποία υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου IV της συνθήκης ΕΚ.
Στη γνωμοδότηση 1/03 της 7ης Φεβρουαρίου 2006 σχετικά με τη σύναψη της νέας σύμβασης του Λουγκάνο[1], το Δικαστήριο απεφάνθη ότι η Κοινότητα έχει αποκτήσει αποκλειστική αρμοδιότητα για τη σύναψη διεθνών συμφωνιών με τρίτες χώρες σχετικά με θέματα που έχουν συνέπειες για τους κανόνες οι οποίοι καθορίζονται, μεταξύ άλλων, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001 ("Βρυξέλλες I"), όπως είναι, ιδίως, η διεθνής δικαιοδοσία καθώς και η αναγνώριση και η εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις. Στη γνώμη που εξέδωσε, το Δικαστήριο απεφάνθη ότι από την ανάλυση των διατάξεων της νέας σύμβασης του Λουγκάνο σχετικά με τους κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας προκύπτει ότι οι διατάξεις αυτές επηρεάζουν την ενιαία και ομοιόμορφη εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που καθιερώνουν οι τελευταίοι αυτοί κανόνες. Το Δικαστήριο κατέληξε σε παρεμφερές συμπέρασμα σε σχέση με τους προτεινόμενους κανόνες της σύμβασης για την αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων. Συγκεκριμένα, απεφάνθη ότι οι κοινοτικοί κανόνες για την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων δεν μπορούν να διαχωριστούν από τους κανόνες για τη διεθνή δικαιοδοσία των δικαστηρίων, με τους οποίους συναπαρτίζουν ένα σύστημα χαρακτηριζόμενο από πληρότητα και συνοχή, και ότι η νέα σύμβαση του Λουγκάνο θα επηρέαζε την ενιαία και ομοιόμορφη εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων σε σχέση τόσο με τη διεθνή δικαιοδοσία όσο και με την αναγνώριση και την εκτέλεση των αποφάσεων, καθώς την εύρυθμη λειτουργία του ολοκληρωμένου αυτού συστήματος που έχουν θεσπίσει οι κανόνες αυτοί.
Επομένως, η Επιτροπή πιστεύει ότι πρέπει να γίνει δεκτό ότι η Κοινότητα έχει αποκτήσει αποκλειστική αρμοδιότητα για τη διαπραγμάτευση και τη σύναψη πολλών εκ των διμερών συμφωνιών για τις οποίες γίνεται λόγος παραπάνω. Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι δεν συμφωνούν όλοι οι σχολιαστές με την άποψη του Δικαστηρίου στη γνωμοδότηση 1/03[2]. Επιπλέον είναι σημαντικό να επισημανθούν οι διατάξεις των άρθρων [3] και 4[4] της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Επιτροπή φρονεί ότι είναι απαραίτητο να εκτιμηθεί κατά πόσον είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας να αντικαταστήσει όλες τις ισχύουσες ή τις προταθείσες συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών με κοινοτικές συμφωνίες. Για τον λόγο αυτό, είναι αναγκαία η θέσπιση διαδικασίας με διττό σκοπό προκειμένου αφενός να δίδεται στην Κοινότητα η δυνατότητα να εκτιμήσει κατά πόσον υπάρχει όντως επαρκές κοινοτικό συμφέρον για τη σύναψη μιας συγκεκριμένης συμφωνίας, αφετέρου να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να συνάπτουν την εκάστοτε συμφωνία, αν διαπιστωθεί ότι δεν υφίσταται κοινοτικό συμφέρον για τη σύναψη κοινοτικής συμφωνίας.
Ο εισηγητής υποστηρίζει την πρόταση κανονισμού ως ένα δυνητικό μέσο μετριασμού της δυσκαμψίας που έχει επιβληθεί στα κράτη μέλη από το δόγμα της προτίμησης στο πεδίο της εξωτερικής αρμοδιότητας. Το δόγμα αυτό δεν επιτρέπει στα κράτη μέλη να συνάπτουν επωφελείς διμερείς και ενδοπεριφερειακές συμφωνίες με τρίτες χώρες που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα αυτή. Στο δίλημμα αυτό δεν μπορεί να δοθεί άλλη λύση, δεδομένου ότι η Επιτροπή δεν διαθέτει το προσωπικό ή το χρόνο για να διαπραγματευθεί κοινοτικές συμφωνίες και επιπλέον, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν υπάρχει κοινοτικό ενδιαφέρον για τις εν λόγω διμερείς συμφωνίες.
Ωστόσο, η πρόταση της Επιτροπής έχει περιορισμένη εμβέλεια και, για το λόγο αυτό, ο εισηγητής έχει προτείνει η ρήτρα αναθεώρησης να καλύψει και μια ενδεχόμενη μελλοντική επέκταση του πεδίου εφαρμογής ώστε να καλύπτει τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων. Το ευτυχές γεγονός ότι η Επιτροπή αναθεωρεί τον κανονισμό (ΕΚ) Αριθ. 44/2001 ("Βρυξέλλες Ι") μπορεί να βοηθήσει σημαντικά προς αυτή την κατεύθυνση.
Ο εισηγητής έχει προτείνει και άλλες αλλαγές προκειμένου ο κανονισμός να καταστεί περισσότερο αποτελεσματικός: συγκεκριμένα, έχει τροποποιήσει τη φράση "τομεακά ζητήματα" προκειμένου να υπάρξει μεγαλύτερος βαθμός νομικής ασφάλειας, έχει συντομεύσει τις προθεσμίες και έχει εξαλείψει ορισμένες από τις πιο επαχθείς πτυχές της διαδικασίας.
Έχει επίσης απαλείψει τη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής όσον αφορά τη χορήγηση άδειας για τη σύναψη μιας συμφωνίας. Σύμφωνα με την πρόταση, η Επιτροπή θα μπορούσε να αρνηθεί να χορηγήσει άδεια για τη σύναψη μιας διμερούς συμφωνίας ακόμη και αν αυτή εκπληρούσε όλες τις προϋποθέσεις που απαιτούσε η αρχική άδεια. Αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει μείζονα διπλωματικά προβλήματα με την ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα.
Τέλος, ο εισηγητής επισημαίνει ότι οι τροπολογίες του αντανακλώνται στο σχέδιο γνωμοδότησής του σχετικά με την παράλληλη πρόταση κανονισμού για τη θέσπιση μιας διαδικασίας διαπραγμάτευσης και σύναψης διμερών συμφωνιών σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων σε υποθέσεις γαμικών διαφορών, γονικής μέριμνας και υποχρεώσεων διατροφής καθώς και το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποθέσεις υποχρεώσεων διατροφής.
- [1] Συλλογή [2006], σ. I-1145.
- [2] Βλέπε, για παράδειγμα, τις παρατηρήσεις του Ulrich G. Schroeter (Φράιμπουργκ) στην Επιθεώρηση Ευρωπαϊκού Κοινοτικού Ιδιωτικού Δικαίου (GPR) 2006, 203 κ.ε., όπου επικρίνει το σκεπτικό του Δικαστηρίου, υποστηρίζοντας ότι το Δικαστήριο δεν κατόρθωσε να καταδείξει ότι ο κανονισμός αριθ. 44/2001 θα επηρεαστεί από τη νέα σύμβαση του Λουγκάνο, ότι θα έπρεπε να είχει ελέγξει διεξοδικά την εσωτερική αρμοδιότητα της ΕΚ να ρυθμίζει σχέσεις με τρίτες χώρες και ότι δεν κατανόησε τη νομική σημασία των «ρητρών διαχωρισμού». Δεν γίνεται επίσης εύκολα αντιληπτός ο τρόπος με τον οποίο η αποκλειστική κοινοτική αρμοδιότητα μπορεί να συμβιβαστεί με την δανική ρήτρα αυτοεξαίρεσης.
- [3] Άρθρο 3
1. Η Ένωση έχει αποκλειστική αρμοδιότητα στους ακόλουθους τομείς:
(α) τελωνειακή ένωση,
(β) θέσπιση των κανόνων ανταγωνισμού που είναι αναγκαίοι για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς,
(γ) νομισματική πολιτική για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ,
(δ) διατήρηση των βιολογικών πόρων της θάλασσας στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής,
(ε) κοινή εμπορική πολιτική.
2. Η Ένωση έχει επίσης αποκλειστική αρμοδιότητα για τη σύναψη διεθνούς συμφωνίας όταν η σύναψη αυτή προβλέπεται σε νομοθετική πράξη της Ένωσης ή είναι απαραίτητη για να μπορέσει η Ένωση να ασκήσει την εσωτερική της αρμοδιότητα, ή κατά το μέτρο που ενδέχεται να επηρεάσει τους κοινούς κανόνες ή να μεταβάλει την εμβέλειά τους. (Η έμφαση με έντονους χαρακτήρες δόθηκε από τη συντάκτρια.) - [4] Άρθρο 4
1. Η Ένωση έχει συντρέχουσα αρμοδιότητα με τα κράτη μέλη όταν οι Συνθήκες της απονέμουν αρμοδιότητα μη εμπίπτουσα στους τομείς των άρθρων 3 και 6.
2. Οι συντρέχουσες αρμοδιότητες της Ένωσης και των κρατών μελών αφορούν τους εξής κύριους τομείς:
(α) την εσωτερική αγορά,
(β) την κοινωνική πολιτική, για τις πτυχές που καθορίζονται στην παρούσα Συνθήκη,
(γ) την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή,
(δ) την γεωργία και την αλιεία, με την εξαίρεση της διατήρησης των βιολογικών πόρων της θάλασσας,
(ε) το περιβάλλον,
(στ) την προστασία των καταναλωτών,
(ζ) τις μεταφορές,
(η) τα διευρωπαϊκά δίκτυα,
(θ) την ενέργεια,
(ι) τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης,
(ια) τις κοινές προκλήσεις για την ασφάλεια στον τομέα της δημόσιας υγείας, για τις πτυχές που καθορίζονται στην παρούσα Συνθήκη.
3. Στους τομείς της έρευνας, της τεχνολογικής ανάπτυξης και του διαστήματος, η Ένωση έχει αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράσεις, κυρίως όσον αφορά τον καθορισμό και την εφαρμογή των προγραμμάτων, χωρίς η άσκηση της αρμοδιότητας αυτής να έχει ως αποτέλεσμα να κωλύει την άσκηση των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών.
4. Στους τομείς της αναπτυξιακής συνεργασίας και της ανθρωπιστικής βοήθειας, η Ένωση έχει αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράσεις και να εφαρμόζει κοινή πολιτική, χωρίς η άσκηση της αρμοδιότητας αυτής να έχει ως αποτέλεσμα να κωλύει την άσκηση των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών. (Η έμφαση με έντονους χαρακτήρες δόθηκε από τη συντάκτρια.).
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (15.4.2009)
προς την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων
σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγμάτευση και σύναψη διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου σε συμβατικές και εξωσυμβατικές ενοχές
(COM(2008)0893 – C6‑0001/2009 – 2008/0259(COD))
Συντάκτης γνωμοδότησης: Gérard Deprez
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ
Ιστορικό
Ο παρών κανονισμός θεσπίζει μια διαδικασία για τη διαπραγμάτευση και σύναψη διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, οι οποίες αφορούν τη δικαιοδοσία, την αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων σε υποθέσεις γαμικών διαφορών, γονικής μέριμνας και υποχρεώσεων διατροφής. Σύμφωνα με το άρθρο 307 της Συνθήκης, τα κράτη μέλη καλούνται να εξαλείψουν κάθε ασυμβίβαστο μεταξύ του κοινοτικού κεκτημένου και της διεθνούς συμφωνίας που συνάπτει το εν λόγω κράτος μέλος και η τρίτη χώρα.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επιβεβαίωσε στη γνώμη του 1/03 της 7ης Φεβρουαρίου 2006 (Λουγκάνο) ότι η Κοινότητα έχει αποκτήσει αποκλειστικές εξωτερικές αρμοδιότητες για τη διαπραγμάτευση και σύναψη διεθνών συμφωνιών με τρίτες χώρες σε μια σειρά σημαντικών ζητημάτων που αναφέρονται στον τίτλο IV της Συνθήκης.
Συνεπώς, βάσει του άρθρου 300 της Συνθήκης, η Κοινότητα είναι αρμόδια να συνάπτει τις συμφωνίες αυτές μεταξύ της Κοινότητας και μιας τρίτης χώρας. Πρέπει συνεπώς να αξιολογηθεί κατά πόσο υφίσταται επαρκές συμφέρον για την αντικατάσταση όλων των ισχυουσών ή προταθεισών διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών με κοινοτικές συμφωνίες. Για το λόγο αυτό θεσπίζεται η διαδικασία αυτή. Εάν δεν υφίσταται κοινοτικό συμφέρον, πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να συνάπτουν τις συμφωνίες.
Ανάλυση του συντάκτη γνωμοδότησης
Ο συντάκτης γνωμοδότησης επιθυμεί ωστόσο να υπογραμμίσει ότι, καθόσον η διαδικασία αφίσταται της αρχής ότι η Κοινότητα συνάπτει μια συμφωνία, η διαδικασία για την εξουσιοδότηση των κρατών μελών πρέπει να υπόκειται σε πολύ συγκεκριμένους όρους. Ο σχετικός μηχανισμός πρέπει να υπόκειται σε ουσιαστικούς και χρονικούς περιορισμούς. Δεν μπορεί να εφαρμόζεται όταν η Κοινότητα έχει επαρκές συμφέρον στη σύναψη μιας συγκεκριμένης συμφωνίας με μια τρίτη χώρα και δεν πρέπει να υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που θεσπίζουν οι κοινοτικές διατάξεις. Ο συντάκτης γνωμοδότησης θεωρεί ζωτικής σημασίας ότι για λόγους συνοχής, η Επιτροπή πρέπει να εκπονήσει μια στρατηγική και να ορίσει προτεραιότητες με στόχο την ανάπτυξη μιας κοινοτικής πολιτικής στις εξωτερικές σχέσεις στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε θέματα αστικού και εμπορικού δικαίου. Όσον αφορά την προταθείσα διαδικασία επιτροπολογίας, ο συντάκτης γνωμοδότησης δεν την θεωρεί ενδεδειγμένη και προτείνει συνεπώς τη διαγραφή των σχετικών χωρίων. Εναπόκειται στην αρμοδιότητα της Επιτροπής, "ως θεματοφύλακα των συνθηκών" να διασφαλίσει την τήρηση του κοινοτικού δικαίου. Η αρμοδιότητα αυτή ανατίθεται στην Επιτροπή από τη συνθήκη και δεν αφορά συνεπώς τις εκτελεστικές αρμοδιότητες (όπως προβλέπεται στο άρθρο 202 της Συνθήκης). Αντιθέτως, ο συντάκτης γνωμοδότησης προτείνει ένα σύστημα κοινοποίησης (τροπ. 26), όπως ορίζεται και στον κανονισμό 1931/2006 της 20ής Δεκεμβρίου 2006 περί θεσπίσεως κανόνων σχετικά με την τοπική διασυνοριακή κυκλοφορία στα εξωτερικά χερσαία σύνορα των κρατών μελών και τροποποιήσεως των διατάξεων της σύμβασης Σένγκεν. Ο κανονισμός πρέπει να υπόκειται σε χρονικό περιορισμό και να ισχύει έως το 2014 (με εξαίρεση τις συμφωνίες που αποτελούν αντικείμενο τρεχουσών διαπραγματεύσεων και για τις οποίες η Επιτροπή έχει παράσχει την άδειά της για την έναρξη διαπραγματεύσεων).
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ
Η Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων καλεί την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες:
Τροπολογία 1 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 8 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(8) Πρέπει να εκτιμηθεί κατά πόσον υφίσταται επί του παρόντος ικανό συμφέρον της Κοινότητας για την αντικατάσταση του συνόλου των υφιστάμενων ή προτεινόμενων διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών από κοινοτικές συμφωνίες. Για τον λόγο αυτό, είναι αναγκαία η θέσπιση διαδικασίας με διττό σκοπό. Ο πρώτος σκοπός είναι να δίδεται στην Κοινότητα η δυνατότητα να εκτιμήσει κατά πόσον υπάρχει όντως ικανό κοινοτικό συμφέρον για τη σύναψη μιας συγκεκριμένης διμερούς συμφωνίας. Ο δεύτερος σκοπός είναι να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να συνάψουν την εκάστοτε συμφωνία αν διαπιστωθεί ότι δεν υφίσταται τρέχον κοινοτικό συμφέρον για τη σύναψη τέτοιας συμφωνίας. |
(8) Πρέπει να εκτιμηθεί κατά πόσον υφίσταται ικανό συμφέρον της Κοινότητας για την αντικατάσταση του συνόλου των υφιστάμενων ή προτεινόμενων διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών από κοινοτικές συμφωνίες. Η Επιτροπή πρέπει να εκτιμήσει κατά πόσον υπάρχει ένα κοινοτικό συμφέρον για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας και μιας τρίτης χώρας. Εάν δεν αναμένεται κάτι τέτοιο, πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να συνάψουν την εκάστοτε συμφωνία. |
Τροπολογία 2 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 9 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(9) Είναι σκόπιμο να καθιερωθεί συνεκτική και διαφανής διαδικασία προκειμένου να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να τροποποιούν υφιστάμενες συμφωνίες που έχουν συνάψει με τρίτες χώρες ή να διαπραγματεύονται και να συνάπτουν νέες συμφωνίες σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ιδίως όταν η ίδια η Κοινότητα δεν έχει δηλώσει την πρόθεσή της να ασκήσει τις εξωτερικές της αρμοδιότητες με σκοπό τη σύναψη της συμφωνίας. Η εν λόγω διαδικασία δεν θίγει την αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας, ούτε τις διατάξεις των άρθρων 300 και 307 της συνθήκης ΕΚ. Επειδή παρεκκλίνει από τον κανόνα ότι η Κοινότητα είναι αποκλειστικώς αρμόδια για τη σύναψη διεθνών συμφωνιών για τα συγκεκριμένα θέματα, η προτεινόμενη διαδικασία πρέπει να θεωρείται ως κατ’ εξαίρεση μέτρο και να υπόκειται σε περιορισμό, τόσο ως προς το πεδίο όσο και ως προς τον χρόνο εφαρμογής της. |
(9) Ο παρών κανονισμός πρέπει να θεσπίζει συγκεκριμένα κριτήρια και συγκεκριμένους όρους για τη διαδικασία που επιτρέπει στα κράτη μέλη να τροποποιούν υφιστάμενες συμφωνίες που έχουν συνάψει με τρίτες χώρες ή να διαπραγματεύονται και να συνάπτουν νέες συμφωνίες σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ιδίως όταν η ίδια η Κοινότητα δεν έχει δηλώσει την πρόθεσή της να ασκήσει τις εξωτερικές της αρμοδιότητες με σκοπό τη σύναψη της συμφωνίας. Η εν λόγω διαδικασία δεν θίγει την αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας, ούτε τις διατάξεις των άρθρων 300 και 307 της συνθήκης. |
Τροπολογία 3 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 9 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
(9a) Τα κριτήρια αυτά και οι προϋποθέσεις αυτές πρέπει να διασφαλίζουν μια ισορροπία μεταξύ του κοινοτικού συμφέροντος αφενός και του ειδικού συμφέροντος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους αφετέρου και δεν πρέπει να καθιστούν ατελέσφορη την κοινοτική νομοθεσία ή να υπονομεύουν την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που θεσπίζουν οι σχετικοί κανόνες. |
Τροπολογία 4 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 9 β (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
(9β) Δεδομένου ότι η διαδικασία συνιστά παρέκκλιση από τις διατάξεις σχετικά με την αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας να συνάπτει διεθνείς συμφωνίες στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, πρέπει να θεωρείται ως εξαιρετικό μέτρο και συνεπώς να υπόκειται τόσο σε ουσιαστικούς όσο και χρονικούς περιορισμούς. |
Τροπολογία 5 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 9 γ (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
(9γ) Η Επιτροπή πρέπει να εκπονήσει μια στρατηγική και να ορίσει προτεραιότητες με στόχο την ανάπτυξη των εξωτερικών σχέσεων της Κοινότητας στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας στο πεδίο του αστικού και εμπορικού δικαίου, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που μπορεί να εγκρίνει στο μέλλον το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. |
Τροπολογία 6 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 11 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(11) Σύμφωνα με τους προαναφερθέντες κανονισμούς, ο προτεινόμενος μηχανισμός πρέπει να εφαρμόζεται μόνο σε συμφωνίες σε μεμονωμένες και εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον η εκάστοτε συμφωνία αφορά τομεακά θέματα και περιέχει κανόνες για τους τομείς που υπάγονται στις εν λόγω πράξεις. |
(11) Σύμφωνα με τους προαναφερθέντες κανονισμούς, ο προτεινόμενος μηχανισμός πρέπει να εφαρμόζεται μόνο σε συμφωνίες σε μεμονωμένες και εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον η εκάστοτε συμφωνία αφορά τομεακά θέματα και περιέχει κανόνες για τους τομείς που υπάγονται στις εν λόγω πράξεις. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ο όρος "τομεακά" πρέπει να ερμηνευθεί ως "ειδικά". |
Τροπολογία 7 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 12 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(12) Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι μια συμφωνία που προτείνεται από κράτος μέλος δεν καθιστά ατελέσφορη την κοινοτική νομοθεσία και δεν υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που συγκροτούν οι σχετικοί κανόνες, είναι σκόπιμο να απαιτείται άδεια τόσο για την έναρξη ή τη συνέχιση διαπραγματεύσεων όσο και για τη σύναψη συμφωνίας. Με τον τρόπο αυτό θα μπορεί η Επιτροπή να εκτιμά τον αναμενόμενο αντίκτυπο της (πιθανής) έκβασης των διαπραγματεύσεων για την κοινοτική νομοθεσία. Στις κατάλληλες περιπτώσεις, η Επιτροπή έχει την ευχέρεια να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες ή να ζητά να περιλαμβάνει η προτεινόμενη συμφωνία συγκεκριμένες ρήτρες. |
(12) Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι μια συμφωνία που προτείνεται από κράτος μέλος δεν καθιστά ατελέσφορη την κοινοτική νομοθεσία και δεν υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που συγκροτούν οι σχετικοί κανόνες, είναι σκόπιμο να απαιτείται άδεια τόσο για την έναρξη ή τη συνέχιση διαπραγματεύσεων όσο και για τη σύναψη συμφωνίας. Με τον τρόπο αυτό θα μπορεί η Επιτροπή να εκτιμά τον αναμενόμενο αντίκτυπο της (πιθανής) έκβασης των διαπραγματεύσεων για την κοινοτική νομοθεσία. Η Επιτροπή έχει την ευχέρεια να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες ή να ζητά να περιλαμβάνει η προτεινόμενη συμφωνία συγκεκριμένες ρήτρες. |
Τροπολογία 8 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 15 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(15) Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού είναι σκόπιμο να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 9 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1. Με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζεται διαδικασία με την οποία επιτρέπεται σε ένα κράτος μέλος να τροποποιήσει υφιστάμενη διμερή συμφωνία μεταξύ του εν λόγω κράτους μέλους και τρίτης χώρας ή να διαπραγματευθεί και να συνάψει νέα διμερή συμφωνία υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στις επόμενες διατάξεις. |
1. Με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζεται διαδικασία με την οποία επιτρέπεται σε ένα κράτος μέλος να τροποποιήσει μία διμερή συμφωνία μεταξύ του εν λόγω κράτους μέλους και τρίτης χώρας ή να διαπραγματευθεί και να συνάψει νέα διμερή συμφωνία υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στις επόμενες διατάξεις. |
Τροπολογία 10 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών σχετικά με τομεακά θέματα οι οποίες καλύπτουν το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις και οι οποίες εμπίπτουν, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 864/2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές. |
2. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών σχετικά με συγκεκριμένες υποθέσεις οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 864/2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές. |
Τροπολογία 11 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 3 – παράγραφος 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1. Όταν ένα κράτος μέλος σκοπεύει να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με τρίτη χώρα με σκοπό την τροποποίηση υφιστάμενης συμφωνίας ή τη σύναψη νέας συμφωνίας η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, κοινοποιεί εγγράφως την πρόθεσή του στην Επιτροπή. |
1. Όταν ένα κράτος μέλος σκοπεύει να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με τρίτη χώρα με σκοπό την τροποποίηση υφιστάμενης συμφωνίας ή τη σύναψη νέας συμφωνίας η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, κοινοποιεί στην Επιτροπή την αίτησή του εγγράφως ή ηλεκτρονικά. |
Τροπολογία 12 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – παράγραφος 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1. Μόλις λάβει μια κοινοποίηση, η Επιτροπή διερευνά κατά πόσον το κράτος μέλος μπορεί να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με την οικεία τρίτη χώρα. Αν η Κοινότητα έχει ήδη συνάψει οποιαδήποτε συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα για το ίδιο αντικείμενο, η αίτηση του κράτους μέλους απορρίπτεται αυτοδικαίως από την Επιτροπή. |
1. Μετά την παραλαβή της κοινοποίησης, η Επιτροπή διερευνά κατά πόσον το κράτος μέλος μπορεί να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με την οικεία τρίτη χώρα, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη ότι οι παρεκκλίσεις από την αποκλειστική εξωτερική αρμοδιότητα της Κοινότητας πρέπει να αποτελούν εξαίρεση και να υπόκεινται τόσο σε ουσιαστικούς όσο και χρονικούς περιορισμούς. Αν η Κοινότητα έχει ήδη συνάψει οποιαδήποτε συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα για το ίδιο αντικείμενο, η αίτηση του κράτους μέλους απορρίπτεται αυτοδικαίως από την Επιτροπή. |
Τροπολογία 13 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
1α. Η Επιτροπή απορρίπτει ωσαύτως την αίτηση όταν θεωρεί ότι υπάρχει κοινοτικό συμφέρον στη σύναψη μιας συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας και μιας τρίτης χώρας. |
Τροπολογία 14 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – παράγραφος 1 β (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
1β. Θεωρείται ότι υπάρχει κοινοτικό συμφέρον: |
|
|
α) εάν πέντε ή περισσότερα κράτη μέλη έχουν συνάψει, ή προτίθενται να συνάψουν, συμφωνία που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, με την ίδια τρίτη χώρα και για τι ίδιο αντικείμενο· |
|
|
β) εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο αποστείλουν σχετική γνωστοποίηση στην Επιτροπή εντός τριών μηνών από την παραλαβή κοινοποίησης. |
Τροπολογία 15 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – παράγραφος 2 — εισαγωγή | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2. Αν η Κοινότητα δεν έχει συνάψει ακόμη συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα, η Επιτροπή, στο πλαίσιο της αξιολόγησής της, εξετάζει καταρχάς κατά πόσον αναμένεται να συναφθεί τυχόν συναφής κοινοτική συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα στο εγγύς μέλλον. Αν δεν αναμένεται κάτι τέτοιο, η Επιτροπή δύναται να χορηγήσει άδεια, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες δύο προϋποθέσεις: |
2. Εάν δεν υπάρχει κοινοτικό συμφέρον ούτε συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα, η Επιτροπή, στο πλαίσιο της αξιολόγησής της, εξετάζει κατά πόσον προβλέπεται ειδικά να συναφθεί τυχόν συναφής κοινοτική συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα εντός των προσεχών δύο ετών. Αν δεν αναμένεται κάτι τέτοιο, η Επιτροπή εξετάζει ότι πληρούνται οι ακόλουθες τρεις προϋποθέσεις: |
Τροπολογία 16 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – στοιχείο α | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
α) το οικείο κράτος μέλος έχει αποδείξει ότι υπάρχει συγκεκριμένο συμφέρον για τη σύναψη της διμερούς τομεακής συμφωνίας με την τρίτη χώρα, το οποίο σχετίζεται ιδίως με την ύπαρξη οικονομικών, γεωγραφικών, πολιτιστικών ή ιστορικών δεσμών μεταξύ του κράτους μέλους και της εν λόγω τρίτης χώρας· και |
α) το κράτος μέλος έχει αποδείξει ότι υπάρχει συγκεκριμένο συμφέρον για τη σύναψη της διμερούς συμφωνίας σχετικά με συγκεκριμένα ζητήματα με την τρίτη χώρα, τα οποία σχετίζονται ιδίως με οικονομικούς, γεωγραφικούς, πολιτιστικούς ή ιστορικούς δεσμούς μεταξύ του κράτους μέλους και της εν λόγω τρίτης χώρας· |
Τροπολογία 17 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – στοιχείο β | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
β) η Επιτροπή κρίνει ότι η προτεινόμενη συμφωνία θα έχει περιορισμένο αντίκτυπο για την ενιαία και ομοιόμορφη εφαρμογή των ισχυουσών κοινοτικών διατάξεων και για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που έχει συγκροτηθεί με τις εν λόγω διατάξεις. |
(β) η προτεινόμενη συμφωνία δεν έχει σημαντικό αντίκτυπο για την ενιαία και ομοιόμορφη εφαρμογή των ισχυουσών κοινοτικών διατάξεων· και |
Τροπολογία 18 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – στοιχείο β α (νέο) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
(βa) η σύναψη της προταθείσας συμφωνίας δεν καθιστά ατελέσφορη την κοινοτική νομοθεσία ούτε υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που θεσπίζουν οι κοινοτικές διατάξεις. |
Τροπολογία 19 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1. Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν εμπόδια για τη σύναψη της συμφωνίας με γνώμονα τις προϋποθέσεις που μνημονεύονται στο άρθρο 4, δύναται να επιτρέψει στο εκάστοτε κράτος μέλος να αρχίσει διαπραγματεύσεις για τη σύναψη της συμφωνίας με την οικεία τρίτη χώρα. Αν είναι απαραίτητο, η Επιτροπή δύναται να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες και μπορεί να ζητήσει να περιλαμβάνει η προτεινόμενη συμφωνία συγκεκριμένες ρήτρες. |
1. Αν πληρούνται οι προϋποθέσεις που μνημονεύονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, η Επιτροπή επιτρέπει στο κράτος μέλος να αρχίσει διαπραγματεύσεις για τη σύναψη της συμφωνίας με την οικεία τρίτη χώρα. Αν είναι απαραίτητο, η Επιτροπή δύναται να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες και μπορεί να ζητήσει να περιλαμβάνει η προτεινόμενη συμφωνία συγκεκριμένες ρήτρες. |
Τροπολογία 20 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 2 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
(2a) Η συμφωνία περιλαμβάνει μια ρήτρα για την αυτόματη αντικατάσταση της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή της Κοινότητας και των κρατών μελών της και της τρίτης χώρας σχετικά με το ίδιο αντικείμενο. |
Τροπολογία 21 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
3. Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση για τη χορήγηση ή μη της άδειας που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 με τη διαδικασία η οποία μνημονεύεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 22 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Η Επιτροπή αποφασίζει επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός εξαμήνου από την παραλαβή της κοινοποίησης για την οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 3. |
Η Επιτροπή εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός εξαμήνου από την παραλαβή της κοινοποίησης για την οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 3. |
Τροπολογία 23 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 – παράγραφος 3 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
3α. Εντός ενός μηνός αφότου λάβει την απόφασή της, η Επιτροπή την κοινοποιεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. |
Τροπολογία 24 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2. Μόλις λάβει μια κοινοποίηση, η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις ανταποκρίνεται στην αρχική της εκτίμηση. Στο πλαίσιο της περαιτέρω αυτής εκτίμησης, η Επιτροπή οφείλει να ελέγξει κατά πόσον η προτεινόμενη συμφωνία περιλαμβάνει τις απαιτήσεις που καθόρισε η Επιτροπή, ιδίως σε σχέση με τη συμπερίληψη ρητρών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, καθώς και κατά πόσον η σύναψη της προτεινόμενης συμφωνίας θα καθιστούσε ατελέσφορη την κοινοτική νομοθεσία και θα υπονόμευε την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που συγκροτούν οι σχετικοί κανόνες. |
2. Μετά την παραλαβή της κοινοποίησης, η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις ανταποκρίνεται στην αρχική της εκτίμηση. Στο πλαίσιο της περαιτέρω αυτής εκτίμησης, η Επιτροπή οφείλει να ελέγξει κατά πόσον η προτεινόμενη συμφωνία περιλαμβάνει τις απαιτήσεις που καθόρισε η Επιτροπή, ιδίως σε σχέση με τη συμπερίληψη ρητρών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, καθώς και κατά πόσον η σύναψη της προτεινόμενης συμφωνίας δεν παρουσιάζει κοινοτικό ενδιαφέρον ή θα καθιστούσε ατελέσφορη την κοινοτική νομοθεσία και υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που συγκροτούν οι σχετικοί κανόνες. |
Τροπολογία 25 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 4 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
4. Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, μπορεί να επιτραπεί στο εκάστοτε κράτος μέλος να συνάψει τη συμφωνία. |
4. Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η συμφωνία που προέκυψε από τις διαπραγματεύσεις ανταποκρίνεται σε όλες τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, επιτρέπεται στο εκάστοτε κράτος μέλος να συνάψει τη συμφωνία. |
Τροπολογία 26 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 5 – εδάφιο 1 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
5. Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση για τη χορήγηση ή μη της άδειας που προβλέπεται στις παραγράφους 3 και 4 με τη διαδικασία η οποία μνημονεύεται στο άρθρο 8 παράγραφος 3. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 27 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 5 – εδάφιο 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Η Επιτροπή αποφασίζει επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός εξαμήνου από την παραλαβή της κοινοποίησης για την οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1. |
Η Επιτροπή αποφασίζει εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση επί της αίτησης του κράτους μέλους εντός εξαμήνου από την παραλαβή της κοινοποίησης για την οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1. |
Τροπολογία 28 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 5 α (νέα) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
5α. Εντός ενός μηνός αφότου λάβει την απόφασή της, η Επιτροπή την κοινοποιεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. |
Τροπολογία 29 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 8 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 8 |
διαγράφεται |
|
Διαδικασία επιτροπής |
|
|
1. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή που θα συσταθεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. [...] του Συμβουλίου για τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγμάτευση και σύναψη διμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών και άλλων αποφάσεων σε υποθέσεις γαμικών διαφορών, γονικής μέριμνας και υποχρεώσεων διατροφής, καθώς και το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποθέσεις υποχρεώσεων διατροφής. |
|
|
2. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται η συμβουλευτική διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, σε συμμόρφωση με τα άρθρα της 7 και 8. |
|
|
3. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται η διαδικασία διαχείρισης που καθορίζεται στο άρθρο 4 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, σε συμμόρφωση με τα άρθρα της 7 και 8. |
|
|
4. Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ είναι τρίμηνη. |
|
Τροπολογία 30 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 8 α (νέο) | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
|
Άρθρο 8α |
|
|
Δημοσίευση των Κοινοποιήσεων |
|
|
1. Σύμφωνα με το άρθρο 3, η Επιτροπή διαβιβάζει τις κοινοποιήσεις αυτές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο και τις δημοσιοποιεί. |
|
|
2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή όλες τις συμφωνίες του άρθρου 2 που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή διαβιβάζει τις κοινοποιήσεις αυτές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο και τις δημοσιοποιεί. |
Τροπολογία 31 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Εφόσον το επιτρέπει το στάδιο στο οποίο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις, η Επιτροπή δύναται να προτείνει διαπραγματευτικές οδηγίες ή τη συμπερίληψη συγκεκριμένων ρητρών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παράγραφος 1. |
Εφόσον το επιτρέπει το στάδιο στο οποίο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις, η Επιτροπή δύναται να προτείνει οδηγίες ή να ζητήσει τη συμπερίληψη συγκεκριμένων ρητρών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παράγραφος 1. |
Τροπολογία 32 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – παράγραφος 2 | |
|
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014. |
Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014 με εξαίρεση τις συμφωνίες που αποτελούν αντικείμενο διαδικασίας διαπραγματεύσεων για τις οποίες η Επιτροπή έχει εγκρίνει την έναρξη διαπραγματεύσεων (σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 1) οι οποίες ωστόσο δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί. |
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
|
Τίτλος |
Διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου σε συμβατικές και εξωσυμβατικές ενοχές |
|||||||
|
Έγγραφα αναφοράς |
COM(2008)0893 – C6-0001/2009 – 2008/0259(COD) |
|||||||
|
Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας |
JURI |
|||||||
|
Γνωμοδοτική επιτροπή Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
LIBE 15.1.2009 |
|
|
|
||||
|
Συντάκτης γνωμοδότησης Ημερομηνία ορισμού |
Gérard Deprez 9.2.2009 |
|
|
|||||
|
Εξέταση στην επιτροπή |
19.3.2009 |
15.4.2009 |
|
|
||||
|
Ημερομηνία έγκρισης |
15.4.2009 |
|
|
|
||||
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
31 0 1 |
||||||
|
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Alexander Alvaro, Emine Bozkurt, Mihael Brejc, Kathalijne Maria Buitenweg, Giusto Catania, Carlos Coelho, Gérard Deprez, Agustín Díaz de Mera García Consuegra, Bárbara Dührkop Dührkop, Armando França, Urszula Gacek, Jeanine Hennis-Plasschaert, Ewa Klamt, Henrik Lax, Claude Moraes, Javier Moreno Sánchez, Rareş-Lucian Niculescu, Martine Roure, Inger Segelström, Csaba Sógor, Manfred Weber, Renate Weber, Παναγιώτης Δημητρίου, Владимир Уручев |
|||||||
|
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Edit Bauer, Marco Cappato, Sophia in ‘t Veld, Sylvia-Yvonne Kaufmann, Bill Newton Dunn, Siiri Oviir, Nicolae Vlad Popa, Αδάμος Αδάμου |
|||||||
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
|
Τίτλος |
Διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών οι οποίες αφορούν τομεακά θέματα και καλύπτουν το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου σε συμβατικές και εξωσυμβατικές ενοχές |
|||||||
|
Έγγραφα αναφοράς |
COM(2008)0893 – C6-0001/2009 – 2008/0259(COD) |
|||||||
|
Ημερομηνία υποβολής στο ΕΚ |
23.12.2008 |
|||||||
|
Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
JURI 15.1.2009 |
|||||||
|
Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες) Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
LIBE 15.1.2009 |
|
|
|
||||
|
Εισηγητής(ές) Ημερομηνία ορισμού |
Tadeusz Zwiefka 19.1.2009 |
|
|
|||||
|
Εξέταση στην επιτροπή |
12.2.2009 |
|
|
|
||||
|
Ημερομηνία έγκρισης |
21.4.2009 |
|
|
|
||||
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
9 3 0 |
||||||
|
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Carlo Casini, Bert Doorn, Monica Frassoni, Giuseppe Gargani, Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Klaus-Heiner Lehne, Hans-Peter Mayer, Manuel Medina Ortega, Hartmut Nassauer, Eva-Riitta Siitonen, Francesco Enrico Speroni, Rainer Wieland, Tadeusz Zwiefka |
|||||||
|
Ημερομηνία κατάθεσης |
23.4.2009 |
|||||||