ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών
26.5.2010 - (COM(2009)0503 – C7‑0167/2009 – 2009/0144(COD)) - ***I
Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής
Εισηγητής: Sven Giegold
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών
(COM(2009)0503 – C7‑0167/2009 – 2009/0144(COD))
(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2009)0503),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0167/2009),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τίτλο «Συνέπειες της έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας στις τρέχουσες διοργανικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων" (COM(2009)0665),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294, παράγραφος 3 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 21ης Ιανουαρίου 2010,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών, της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0169/2010),
1. εγκρίνει την θέση σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. θεωρεί ότι το ποσό αναφοράς που εμφαίνεται στη νομοθετική πρόταση είναι συμβατό με το ανώτατο όριο για την υποδιαίρεση τομέα 1 α του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013, αλλά το περιθώριο που μένει στον τομέα 1 α για το διάστημα 2011-2013 είναι πολύ περιορισμένο και η χορήγηση πόρων σε νέες δραστηριότητες δεν πρέπει να θέτει εν κινδύνω τη χρηματοδότηση άλλων προτεραιοτήτων που εμπίπτουν στην υποδιαίρεση τομέα 1 α· επαναλαμβάνει συνεπώς ότι ζητεί ανασκόπηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013, συνοδευόμενη από συγκεκριμένες προτάσεις για προσαρμογή και αναθεώρησή του πριν από το τέλος του πρώτου εξαμήνου 2010 κάνοντας χρήση όλων των μηχανισμών που προβλέπονται δυνάμει της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση[1], συγκεκριμένα δε εκείνων μνεία των οποίων γίνεται στα σημεία 21 έως 23 της συμφωνίας, για να εξασφαλισθεί η χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (της Αρχής) χωρίς να τίθεται εν κινδύνω η χρηματοδότηση των άλλων προτεραιοτήτων και εξασφαλίζοντας ότι θα απομένει επαρκές περιθώριο στην υποδιαίρεση τομέα 1 α·
3. υπογραμμίζει ότι για τη σύσταση της Αρχής πρέπει να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του σημείου 47 της διοργανικής συμφωνίας· τονίζει ότι, εάν η νομοθετική αρχή αποφασίσει υπέρ της σύστασης της Αρχής, το Κοινοβούλιο θα αρχίσει διαπραγματεύσεις με το έτερο σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής με σκοπό την επίτευξη εγκαίρως συμφωνίας σχετικά με τη χρηματοδότηση της Αρχής σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της διοργανικής συμφωνίας·
4. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
5. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και την Επιτροπή καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.
Τροπολογία 1 Πρόταση κανονισμού Τίτλος | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών Και Αγορών |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Κινητές Αξίες και Αγορές) |
|
(Η εν λόγω τροποποίηση εφαρμόζεται στο σύνολο του κειμένου.) |
Τροπολογία 2 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(1) Η χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου 2007/2008 έφερε στην επιφάνεια σημαντικές αδυναμίες της χρηματοπιστωτικής εποπτείας, τόσο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις όσο και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα σαν σύνολο. Τα εθνικά εποπτικά μοντέλα υπερκεράστηκαν από την πραγματικότητα των ολοκληρωμένων και αλληλοσυνδεόμενων ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών, όπου πολλές χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις λειτουργούν διασυνοριακά. Η κρίση αποκάλυψε αδυναμίες στον τομέα της συνεργασίας, του συντονισμού, της συνέπειας εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας και στην εμπιστοσύνη μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών. |
(1) Η χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου 2007/2008 έφερε στην επιφάνεια σημαντικές αδυναμίες της χρηματοπιστωτικής εποπτείας, τόσο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις όσο και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα σαν σύνολο. Τα εθνικά εποπτικά μοντέλα υπερκεράστηκαν από την αυξημένη συνεκτικότητα, πολυσύνθετη υφή και παγκοσμιοποίηση των χρηματοπιστωτικών αγορών και την πραγματικότητα των ολοκληρωμένων και αλληλοσυνδεόμενων ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών, όπου πολλές χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις λειτουργούν διασυνοριακά. Η κρίση αποκάλυψε αδυναμίες στον τομέα της συνεργασίας, του συντονισμού, της συνέπειας εφαρμογής της νομοθεσίας της Ένωσης και στην εμπιστοσύνη μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών. |
Τροπολογία 3 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(1 α) Πολύ πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητούσε ήδη σε τακτική βάση την ενίσχυση της πραγματικής ισότητας των όρων του ανταγωνισμού για όλους τους ενδιαφερομένους σε επίπεδο της Ένωσης, επισημαίνοντας ταυτόχρονα σημαντικές αδυναμίες στην από την Ένωση εποπτεία των ολοένα και πιο ολοκληρωμένων χρηματοπιστωτικών αγορών (στα ψηφίσματά του της 13ης Απριλίου 2000 επί της ανακοίνωσης της Επιτροπής - Εφαρμογή του πλαισίου για τις χρηματοπιστωτικές αγορές: Σχέδιο δράσης1, της 25ης Νοεμβρίου 2002 σχετικά με τους κανόνες προληπτικής εποπτείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση2, της 11ης Ιουλίου 2007 σχετικά με την πολιτική για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (2005-2010) – Λευκή Βίβλος3, της 23ης Σεπτεμβρίου 2008 που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με τα αμοιβαία κεφάλαια κινδύνου (hedge funds) και τα κεφάλαια ιδιωτικών συμμετοχών (private equity)4, της 9ης Οκτωβρίου 2008 που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την παρακολούθηση της διαδικασίας Lamfalussy: μελλοντική δομή της εποπτείας5, της 22ας Απριλίου 2009 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης6 και της 23ης Απριλίου 2009 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τους οργανισμούς αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας7), |
|
________________ 1 ΕΕ C 40, 7.2.2001, σ. 453. 2 ΕΕ C 25E, 29.1.2004, σ. 394. 3 ΕΕ C 175 E, 10.7.2008, σ. xx.. 4 ΕΕ C 8 E, 14.1.2010, σ.26. 5 ΕΕ C 9 E, 15.1.2010, σ.48. 6 Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0251. 7 Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0279. |
Τροπολογία 4 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(2) Στις 25 Φεβρουαρίου 2009, έκθεση που δημοσιεύθηκε από ομάδα εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου υπό την προεδρία του κ. J. de Larosière, την οποία είχε ζητήσει η Επιτροπή, κατέληγε στο συμπέρασμα ότι, προκειμένου να μειωθούν ο κίνδυνος και η σοβαρότητα μελλοντικών χρηματοπιστωτικών κρίσεων, έπρεπε να ενισχυθεί το εποπτικό πλαίσιο και συνιστούσε μεγάλης κλίμακας μεταρρυθμίσεις στη δομή της εποπτείας του χρηματοπιστωτικού τομέα στην Κοινότητα. Η εν λόγω ομάδα ειδικών συμπέρανε επίσης ότι πρέπει να δημιουργηθεί ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας, το οποίο θα περιλαμβάνει τρεις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, μία για τον τομέα των κινητών αξιών, μία για τον τομέα των ασφαλίσεων και των επαγγελματικών συντάξεων και μία για τον τραπεζικό τομέα, καθώς και τη σύσταση ενός Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου. |
(2) Στις 25 Φεβρουαρίου 2009, έκθεση που δημοσιεύθηκε από ομάδα εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου υπό την προεδρία του κ. J. de Larosière (έκθεση de Larosière), την οποία είχε ζητήσει η Επιτροπή, κατέληγε στο συμπέρασμα ότι, προκειμένου να μειωθούν ο κίνδυνος και η σοβαρότητα μελλοντικών χρηματοπιστωτικών κρίσεων, έπρεπε να ενισχυθεί το εποπτικό πλαίσιο και συνιστούσε μεταρρυθμίσεις στη δομή της εποπτείας του χρηματοπιστωτικού τομέα στην Ένωση. Η εν λόγω ομάδα ειδικών συμπέρανε επίσης ότι πρέπει να δημιουργηθεί ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας, το οποίο θα περιλαμβάνει τρεις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, μία για τον τομέα των κινητών αξιών, μία για τον τομέα των ασφαλίσεων και των επαγγελματικών συντάξεων και μία για τον τραπεζικό τομέα, καθώς και τη σύσταση ενός Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου. Οι συστάσεις της έκθεσης αντιπροσώπευαν το χαμηλότερο επίπεδο αλλαγής που οι ειδικοί έκριναν αναγκαίο για να αποσοβηθεί μια παρόμοια κρίση στο μέλλον. |
Τροπολογία 5 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(3) Στην ανακοίνωσή της τής 4ης Μαρτίου 2009 με τίτλο «Η υλοποίηση της ευρωπαϊκής ανάκαμψης», η Επιτροπή πρότεινε την υποβολή νομοθετικής πρότασης για τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας και ενός Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, ενώ στην ανακοίνωσή της τής 27ης Μαΐου 2009 με τίτλο «Ευρωπαϊκή χρηματοπιστωτική εποπτεία» παρείχε περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την πιθανή αρχιτεκτονική αυτού του νέου εποπτικού πλαισίου. |
(3) Στην ανακοίνωσή της τής 4ης Μαρτίου 2009 με τίτλο «Η υλοποίηση της ευρωπαϊκής ανάκαμψης», η Επιτροπή πρότεινε την υποβολή νομοθετικής πρότασης για τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας και ενός Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, ενώ στην ανακοίνωσή της τής 27ης Μαΐου 2009 με τίτλο «Ευρωπαϊκή χρηματοπιστωτική εποπτεία» παρείχε περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την πιθανή αρχιτεκτονική αυτού του νέου εποπτικού πλαισίου αλλά δεν περιέλαβε όλες τις συστάσεις της έκθεσης de Larosière. |
Τροπολογία 6 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 7 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(7) Το Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας πρέπει να είναι δίκτυο εθνικών και κοινοτικών εποπτικών αρχών, το οποίο να αφήνει την καθημερινή εποπτεία των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές στο εθνικό επίπεδο και να παραχωρεί σε σώματα εποπτών κεντρικό ρόλο όσον αφορά την εποπτεία διασυνοριακών ομίλων. Επίσης πρέπει να επιτευχθούν μεγαλύτερη εναρμόνιση και η συνεκτική εφαρμογή των κανόνων για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές και τις αγορές σε ολόκληρη την Κοινότητα. Πρέπει να συσταθούν μια Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και μια Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και μια Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές). |
(7) Το Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας πρέπει να είναι δίκτυο εποπτικών αρχών των κρατών μελών και της Ένωσης το οποίο να αφήνει την καθημερινή εποπτεία των χωρίς ενωσιακή διάσταση χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στο εθνικό επίπεδο. Η εποπτεία ιδρυμάτων με διασυνοριακή δραστηριότητα τα οποία δεν έχουν ενωσιακή διάσταση πρέπει να ασκείται από σώματα εποπτών. Μία Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Κινητές Αξίες και Αγορές) (η "Αρχή") θα αναλάβει σταδιακά την εποπτεία των ιδρυμάτων με ενωσιακή διάσταση. Επίσης πρέπει να επιτευχθούν μεγαλύτερη εναρμόνιση και η συνεκτική εφαρμογή των κανόνων για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τις χρηματοπιστωτικές αγορές σε ολόκληρη την Ένωση. Εκτός από την Αρχή πρέπει να συσταθούν μια Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) και μια Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Τράπεζες), καθώς και μια Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Μικτή Επιτροπή). Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου πρέπει να αποτελεί τμήμα ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας. |
Τροπολογία 7 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 9 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(9) Η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών («Αρχή») πρέπει να ενεργεί με σκοπό τη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, ιδίως με την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου, αποτελεσματικής και συνεκτικής ρύθμισης και εποπτείας, λαμβάνοντας υπόψη τα ποικίλα συμφέροντα όλων των κρατών μελών, την προστασία των καταθετών και των επενδυτών, την διασφάλιση της ακεραιότητας, της αποδοτικότητας και της εύρυθμης λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών, τη διαφύλαξη της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την ενίσχυση του διεθνούς εποπτικού συντονισμού, προς όφελος της οικονομίας ευρύτερα, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων κι άλλων συμφεροντούχων, των καταναλωτών και των εργαζομένων. Στα καθήκοντά της περιλαμβάνεται επίσης η προώθηση της εποπτικής σύγκλισης και η παροχή συμβουλών στα θεσμικά όργανα της ΕΕ στους τομείς της ρύθμισης και της εποπτείας των καινητών τίτλων και των αγορών, καθώς επίσης και σε σχετικά ζητήματα εταιρικής διακυβέρνησης και χρηματοοικονομικής πληροφόρησης. Προκειμένου να μπορέσει να εκπληρώσει τους στόχους της, είναι ενδεδειγμένο και απαραίτητο να αποτελεί η Αρχή κοινοτικό όργανο με νομική προσωπικότητα, ενώ πρέπει να διαθέτει νομική, διοικητική και οικονομική αυτονομία. |
(9) Η Αρχή πρέπει να ενεργεί με σκοπό τη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, ιδίως με την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου, αποτελεσματικής και συνεκτικής ρύθμισης και εποπτείας, λαμβάνοντας υπόψη τα ποικίλα συμφέροντα όλων των κρατών μελών, την αποτροπή ρυθμιστικού αρμπιτράζ και την εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού, την προστασία των καταθετών και των επενδυτών, την διασφάλιση της ακεραιότητας, της αποδοτικότητας και της εύρυθμης λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών, τη διαφύλαξη της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την ενίσχυση του διεθνούς εποπτικού συντονισμού, προς όφελος της οικονομίας ευρύτερα, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων κι άλλων συμφεροντούχων, των καταναλωτών και των εργαζομένων. Στα καθήκοντά της περιλαμβάνεται επίσης η προώθηση της εποπτικής σύγκλισης και η παροχή συμβουλών στα θεσμικά όργανα της ΕΕ στους τομείς της ρύθμισης και της εποπτείας των καινητών τίτλων και των αγορών, καθώς επίσης και σε σχετικά ζητήματα εταιρικής διακυβέρνησης και χρηματοοικονομικής πληροφόρησης. Προκειμένου να μπορέσει να εκπληρώσει τους στόχους της, είναι ενδεδειγμένο και απαραίτητο να αποτελεί η Αρχή όργανο της Ένωσης με νομική προσωπικότητα, ενώ πρέπει να διαθέτει νομική, διοικητική και οικονομική αυτονομία. |
Τροπολογία 8 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 9 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(9 α) Για να μπορεί να εκπληροί τον προορισμό της, χρειάζεται και ενδείκνυται να αποτελεί η Αρχή φορέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με νομική προσωπικότητα και νομική, διοικητική και οικονομική αυτονομία. Στην Αρχή πρέπει να δοθούν αρμοδιότητες που θα της επιτρέπουν να ελέγχει τη συμμόρφωση προς τους νόμους καθώς και ζητήματα ασφάλειας και αξιοπιστίας, συγκεκριμένα εκείνα που σχετίζονται με τον συστημικό κίνδυνο και τους διασυνοριακούς κινδύνους. |
Τροπολογία 9 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 9 β (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(9 β) Στις 28 Οκτωβρίου 2009 το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όρισαν ως συστημικό κίνδυνο «έναν κίνδυνο διαταραχής των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που (i) προκαλείται από την ανεπάρκεια του συνόλου ή μερών του χρηματοπιστωτικού συστήματος και (ii) ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία. Όλα τα είδη χρηματοπιστωτικών διαμεσολαβητικών φορέων, αγορών και υποδομών ενδέχεται να είναι συστημικά σημαντικά σε κάποιον βαθμό». |
Τροπολογία 10 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 9 γ (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(9 γ) Σύμφωνα με τα ανωτέρω θεσμικά όργανα ο διασυνοριακός κίνδυνος περιλαμβάνει όλους τους κινδύνους που προκαλούνται από οικονομικές ανισορροπίες ή αστοχίες του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε ολόκληρη την Ένωση ή σε μέρη της οι οποίοι ενδέχεται να έχουν σοβαρές αρνητικές συνέπειες για τις συναλλαγές μεταξύ οικονομικών παραγόντων δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ή για τα δημόσια οικονομικά της Ένωσης ή οποιουδήποτε κράτους μέλους της. |
Τροπολογία 11 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 10 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(10) Στην απόφασή του της 2ας Μαΐου 2006 για την Υπόθεση αριθ. C-127/04 (Ηνωμένο Βασίλειο/Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο) το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αναγνώρισε ότι το άρθρο 95 της συνθήκης αναφορικά με την έκδοση των μέτρων σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών που έχουν ως αντικείμενο την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς παρέχει την κατάλληλη νομική βάση για τη δημιουργία ενός «Κοινοτικού φορέα με αρμοδιότητα τη συμβολή στην εφαρμογή μιας διαδικασίας εναρμόνισης», εφόσον τα καθήκοντα του εν λόγω φορέα συνδέονται στενά με το αντικείμενο των πράξεων των σχετικών με την προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών. Ο σκοπός και τα καθήκοντα της Αρχής – παροχή βοήθειας στις αρμόδιες εθνικές εποπτικές αρχές με σκοπό τη συνεπή ερμηνεία και εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων και συμβολή στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που απαιτείται για τη χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση – συνδέονται στενά με τους στόχους του κοινοτικού κεκτημένου σχετικά με την εσωτερική αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Συνεπώς η Αρχή πρέπει να συσταθεί βάσει του άρθρου 95 της συνθήκης. |
(10) Στην απόφασή του της 2ας Μαΐου 2006 για την υπόθεση C-127/04 (Ηνωμένο Βασίλειο/Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο) το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι: "από κανένα στοιχείο του άρθρου 95 ΕΚ [τώρα άρθρο 114 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης] δεν συνάγεται ότι τα μέτρα που θεσπίζει ο κοινοτικός νομοθέτης βάσει της διάταξης αυτής πρέπει να έχουν ως μόνους αποδέκτες τα κράτη μέλη. Ενδέχεται δηλαδή να είναι αναγκαίο, σύμφωνα με την εκτίμηση του νομοθέτη αυτού, να προβλεφθεί η ίδρυση κοινοτικού οργανισμού που καλείται να συμβάλει στην εφαρμογή μιας διαδικασίας εναρμόνισης στις περιπτώσεις στις οποίες είναι ενδεδειγμένη, για τη διευκόλυνση της εναρμονισμένης εκτέλεσης και εφαρμογής των πράξεων που στηρίζονται στην εν λόγω διάταξη, η θέσπιση μη δεσμευτικών συνοδευτικών μέτρων και μέτρων πλαισίωσης"1 και τα καθήκοντα του εν λόγω φορέα συνδέονται στενά με το αντικείμενο των πράξεων των σχετικών με την προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών. Ο σκοπός και τα καθήκοντα της Αρχής – παροχή βοήθειας στις αρμόδιες εθνικές εποπτικές αρχές με σκοπό τη συνεπή ερμηνεία και εφαρμογή των κανόνων της Ένωσης και συμβολή στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που απαιτείται για τη χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση – συνδέονται στενά με τους στόχους του κεκτημένου της Ένωσης σχετικά με την εσωτερική αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Συνεπώς η Αρχή πρέπει να συσταθεί βάσει του άρθρου 114 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 12 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 12 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(12) Ο όρος «συμμετέχων στη χρηματαγορά» πρέπει να καλύπτει ένα ευρύ φάσμα συμμετεχόντων που υπόκεινται στην κοινοτική νομοθεσία στον τομέα αυτόν. Μπορεί να περιλαμβάνει τόσο νομικά πρόσωπα όσο και άτομα. Μπορεί π.χ. να περιλαμβάνει εταιρείες επενδύσεων, ΟΣΕΚΑ και τις εταιρείες διαχείρισής τους, διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων, παράγοντες της αγοράς, γραφεία συμψηφισμού, συστήματα διακανονισμού, οίκους διαβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας, εκδότες, προσφέροντες, επενδυτές, άτομα που ελέγχουν ή έχουν μερίδιο σε συμμετέχοντες, άτομα που συμμετέχουν στη διαχείριση των συμμετεχόντων καθώς και άλλα πρόσωπα στα οποία εφαρμόζεται μια απαίτηση της νομοθεσίας. Πρέπει επίσης να περιλαμβάνει χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς όπως τα πιστωτικά ιδρύματα και οι ασφαλιστικές εταιρείες εφόσον επιδίδονται σε δραστηριότητες που καλύπτονται από την κοινοτική νομοθεσία στον τομέα αυτό. Οι αρμόδιες αρχές στην ΕΕ και σε τρίτες χώρες καθώς επίσης και η Επιτροπή δεν εμπίπτουν στο πεδίο του ορισμού αυτού. |
(12) Η υφιστάμενη ενωσιακή νομοθεσία που διέπει το πεδίο που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό περιλαμβάνει και την οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Νοεμβρίου 2006 περί των πληροφοριών για τον πληρωτή που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών, την οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος και σχετικά τμήματα της οδηγίας 2005/60/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26 Οκτωβρίου 2005 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και την οδηγία 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002 σχετικά με την εξ αποστάσεως εμπορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών προς τους καταναλωτές. |
Τροπολογία 13 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 14 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(14) Είναι αναγκαία η εισαγωγή κάποιου αποτελεσματικού μέσου για τη θέσπιση εναρμονισμένων τεχνικών κανόνων στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ώστε να εξασφαλιστούν, μέσω ενιαίου εγχειριδίου, ισότιμοι όροι και επαρκής προστασία των επενδυτών και των καταναλωτών σε ολόκληρη την Ευρώπη. Επειδή η Αρχή αποτελεί φορέα με μεγάλη εξειδικευμένη πείρα, είναι συμφέρον και σκόπιμο να της ανατεθεί,, σε τομείς καθοριζόμενους από το κοινοτικό δίκαιο, η εκπόνηση σχεδίων τεχνικών κανόνων, οι οποίοι δεν αφορούν επιλογές πολιτικής. Η Επιτροπή πρέπει να εγκρίνει αυτά τα σχέδια τεχνικών κανόνων σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, προκειμένου να τους προσδώσει δεσμευτική νομική ισχύ. Τα σχέδια τεχνικών κανόνων πρέπει να εγκριθούν από την Επιτροπή, και να τροποποιηθούν εάν, για παράδειγμα, δεν τηρούν την αρχή της αναλογικότητας ή αντιβαίνουν στις θεμελιώδεις αρχές της εσωτερικής αγοράς για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες που αντικατοπτρίζονται στο κεκτημένο της κοινοτικής νομοθεσίας στον εν λόγω τομέα. Για να εξασφαλίσει ομαλή και ταχεία διαδικασία έγκρισης των κανόνων αυτών, η Επιτροπή πρέπει να υπόκειται σε χρονικό περιορισμό όσον αφορά την εγκριτική της απόφαση. |
(14) Είναι αναγκαία η εισαγωγή κάποιου αποτελεσματικού μέσου για τη θέσπιση εναρμονισμένων ρυθμιστικών κανόνων στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ώστε να εξασφαλιστούν, μέσω ενιαίου εγχειριδίου, ισότιμοι όροι και επαρκής προστασία των καταθετών, των επενδυτών και των καταναλωτών σε ολόκληρη την Ευρώπη. Επειδή η Αρχή αποτελεί φορέα με μεγάλη εξειδικευμένη πείρα, είναι συμφέρον και σκόπιμο να της ανατεθεί,, σε τομείς καθοριζόμενους από το δίκαιο της Ένωσης, η εκπόνηση σχεδίων ρυθμιστικών κανόνων, οι οποίοι δεν αφορούν επιλογές πολιτικής. Η Επιτροπή πρέπει να έχει την εξουσία να εγκρίνει ρυθμιστικούς κανόνες σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
|
Τροπολογία 14 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 15 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(15) Η διαδικασία κατάρτισης τεχνικών κανόνων του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται υπό την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής να εγκρίνει με ίδια πρωτοβουλία μέτρα εφαρμογής σε πλαίσιο διαδικασιών επιτροπολογίας στο επίπεδο 2 του μηχανισμού Lamfalussy, όπως ορίζεται στη σχετική κοινοτική νομοθεσία. Τα θέματα που αφορούν οι τεχνικοί κανόνες δεν περιλαμβάνουν αποφάσεις πολιτικής και το περιεχόμενό τους οριοθετείται από τις κοινοτικές πράξεις που εγκρίθηκαν στο επίπεδο 1. Η εκπόνηση των σχεδίων κανόνων από την Αρχή εξασφαλίζει την πλήρη αξιοποίηση της εξειδικευμένης πείρας των εθνικών εποπτικών αρχών. |
(15) Η Επιτροπή πρέπει να εγκρίνει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών κανόνων για να τους προσδώσει δεσμευτική νομική ισχύ. Τα σχέδια αυτά πρέπει να υπόκεινται σε τροποποίηση εάν, για παράδειγμα, είναι ασυμβίβαστα με το δίκαιο της Ένωσης, δεν τηρούν την αρχή της αναλογικότητας ή αντιβαίνουν στις θεμελιώδεις αρχές της εσωτερικής αγοράς για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, όπως οι αρχές αυτές αντικατοπτρίζονται στη νομοθεσία της Ένωσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Για να εξασφαλίσει ομαλή και ταχεία διαδικασία έγκρισης των κανόνων αυτών, η Επιτροπή πρέπει να υπόκειται σε χρονικό περιορισμό όσον αφορά την εγκριτική της απόφαση. |
Τροπολογία 15 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 15 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(15 α) Η Επιτροπή πρέπει επίσης να έχει εξουσία να υλοποιεί νομικές πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 291 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 16 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 16 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(16) Σε τομείς που δεν καλύπτονται από τεχνικούς κανόνες, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να εκδίδει μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις σχετικά με την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας. Για την εξασφάλιση διαφάνειας και την ενίσχυση της συμμόρφωσης των εθνικών εποπτικών αρχών με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις, όταν οι εθνικές αρχές δεν συμμορφώνονται με τις εν λόγω οδηγίες και συστάσεις πρέπει να υποχρεούνται να αναφέρουν τους σχετικούς λόγους. |
(16) Σε τομείς που δεν καλύπτονται από ρυθμιστικούς κανόνες, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης. Για την εξασφάλιση διαφάνειας και την ενίσχυση της συμμόρφωσης των εθνικών εποπτικών αρχών με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις, όταν οι εθνικές αρχές δεν συμμορφώνονται με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις πρέπει να υποχρεούνται να δημοσιοποιούν τους λόγους για να εξασφαλίζεται πλήρης διαφάνεια προς τους συμμετέχοντες στην αγορά. Στους τομείς που δεν καλύπτονται από τους ρυθμιστικούς κανόνες, η Αρχή πρέπει να καταρτίζει και δημοσιεύει βέλτιστες πρακτικές. |
Τροπολογία 17 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 17 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(17) Η εξασφάλιση της ορθής και πλήρους εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ακεραιότητα, την αποδοτικότητα και την εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, για τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος και για την εξασφάλιση ουδέτερων όρων ανταγωνισμού των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές στην Κοινότητα. Επομένως, πρέπει να δημιουργηθεί μηχανισμός μέσω του οποίου η Αρχή θα αντιμετωπίζει περιπτώσεις εσφαλμένης ή ανεπαρκούς εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου. Ο μηχανισμός αυτός πρέπει να αφορά τομείς όπου η κοινοτική νομοθεσία ορίζει σαφείς και άνευ όρων υποχρεώσεις. |
(17) Η εξασφάλιση της ορθής και πλήρους εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ακεραιότητα, την αποδοτικότητα και την εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, για τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος και για την εξασφάλιση ουδέτερων όρων ανταγωνισμού των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές στην Ένωση. Επομένως, πρέπει να δημιουργηθεί μηχανισμός μέσω του οποίου η Αρχή θα αντιμετωπίζει περιπτώσεις μη εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης. Ο μηχανισμός αυτός πρέπει να αφορά τομείς όπου η νομοθεσία της Ένωσης ορίζει σαφείς και άνευ όρων υποχρεώσεις. |
Τροπολογία 18 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 19 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(19) Αν η εθνική αρχή δεν συμμορφωθεί με τη σύσταση, η Επιτροπή πρέπει να έχει την εξουσία να απευθύνει απόφαση προς την οικεία εθνική εποπτική αρχή, προκειμένου να εξασφαλίσει συμμόρφωση με το κοινοτικό δίκαιο, δημιουργώντας άμεσα νομικά αποτελέσματα, των οποίων είναι δυνατή η επίκληση ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και αρχών και η επιβολή σύμφωνα με το άρθρο 226 της Συνθήκης. |
(19) Αν η εθνική αρχή δεν συμμορφωθεί με τη σύσταση εντός προθεσμίας οριζόμενης από την Αρχή, η Αρχή πρέπει να μπορεί να απευθύνει άνευ χρονοτριβής απόφαση προς την οικεία εθνική εποπτική αρχή, προκειμένου να εξασφαλίσει συμμόρφωση με το δίκαιο της Ένωσης, δημιουργώντας άμεσα νομικά αποτελέσματα, των οποίων είναι δυνατή η επίκληση ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και αρχών και η επιβολή σύμφωνα με το άρθρο 258 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 19 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 21 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(21) Οι σοβαρές απειλές για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Κοινότητα απαιτούν ταχεία και εναρμονισμένη απόκριση σε κοινοτικό επίπεδο. Επομένως, η Αρχή πρέπει να μπορεί να ζητεί από τις εθνικές εποπτικές αρχές να προβαίνουν σε συγκεκριμένες ενέργειες για την αντιμετώπιση κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Επειδή ο προσδιορισμός μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης συνεπάγεται σημαντικό βαθμό διακριτικής ευχέρειας, την εξουσία αυτή πρέπει να ασκεί η Επιτροπή. Για την εξασφάλιση αποτελεσματικής αντίδρασης στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης, σε περίπτωση παράλειψης των αρμόδιων εθνικών εποπτικών αρχών, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να εκδώσει, ως έσχατη λύση, αποφάσεις απευθυνόμενες άμεσα στους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές για τομείς του κοινοτικού δικαίου οι οποίοι ισχύουν άμεσα για αυτούς, με στόχο την άμβλυνση των επιπτώσεων της κρίσης και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις αγορές. |
(21) Οι σοβαρές απειλές για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ένωση απαιτούν ταχεία και εναρμονισμένη απόκριση σε επίπεδο της Ένωσης. Επομένως, η Αρχή πρέπει να μπορεί να ζητεί από τις εθνικές εποπτικές αρχές να προβαίνουν σε συγκεκριμένες ενέργειες για την αντιμετώπιση κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου πρέπει να προσδιορίζει πότε υπάρχει κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Επειδή ο προσδιορισμός μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης συνεπάγεται σημαντικό βαθμό διακριτικής ευχέρειας, την εξουσία αυτή πρέπει να ασκεί η Επιτροπή. Για την εξασφάλιση αποτελεσματικής αντίδρασης στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης, σε περίπτωση παράλειψης των αρμόδιων εθνικών εποπτικών αρχών, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να εκδώσει, ως έσχατη λύση, αποφάσεις απευθυνόμενες άμεσα στους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές για τομείς του δικαίου της Ένωσης οι οποίοι ισχύουν άμεσα για αυτούς, με στόχο την άμβλυνση των επιπτώσεων της κρίσης και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις αγορές. |
Τροπολογία 20 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 21 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Η διακήρυξη για την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού συστήματος η οποία εγκρίθηκε κατά τη σύνοδο κορυφής των ηγετών της G-20 που πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο στις 2 Απριλίου 2009 ζητούσε την κατάρτιση κατευθυντηρίων γραμμών για τα εποπτικά σώματα και τη στήριξη της δημιουργίας και της λειτουργίας τους καθώς και της συμμετοχής σε αυτά, μεταξύ άλλων μέσω του συνεχούς εντοπισμού των συστημικά σημαντικότερων διασυνοριακών επιχειρήσεων. |
Τροπολογία 21 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(22) Προκειμένου να εξασφαλιστούν η αποδοτική και αποτελεσματική εποπτεία και η ισόρροπη εξέταση των θέσεων των αρμόδιων αρχών σε διάφορα κράτη μέλη, η Αρχή πρέπει να είναι σε θέση να ρυθμίζει διαφωνίες μεταξύ αυτών των αρμόδιων αρχών με δεσμευτικό τρόπο, συμπεριλαμβανομένων των σωμάτων εποπτών. Πρέπει να προβλέπεται ένα στάδιο συμβιβασμού, κατά το οποίο οι αρμόδιες αρχές μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία. Η αρμοδιότητα της Αρχής πρέπει να καλύπτει διαφωνίες σχετικά με διαδικαστικές υποχρεώσεις στη διαδικασία συνεργασίας καθώς και σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου σε εποπτικές αποφάσεις. Πρέπει χρησιμοποιηθούν οι υφιστάμενοι μηχανισμοί συμβιβασμού που προβλέπονται στην τομεακή νομοθεσία. Σε περίπτωση παράλειψης των οικείων εθνικών εποπτικών αρχών, η Αρχή θα έχει την εξουσία να εκδώσει, ως έσχατη λύση, αποφάσεις απευθυνόμενες άμεσα στους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές για τομείς του κοινοτικού δικαίου οι οποίοι ισχύουν άμεσα γι’ αυτούς. |
(22) Προκειμένου να εξασφαλιστούν η αποδοτική και αποτελεσματική εποπτεία και η ισόρροπη εξέταση των θέσεων των αρμόδιων αρχών σε διάφορα κράτη μέλη, η Αρχή πρέπει να είναι σε θέση να ρυθμίζει διαφωνίες μεταξύ αυτών των αρμόδιων αρχών με δεσμευτικό τρόπο, συμπεριλαμβανομένων των σωμάτων εποπτών. Πρέπει να προβλέπεται ένα στάδιο συμβιβασμού, κατά το οποίο οι αρμόδιες αρχές μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία. Η αρμοδιότητα της Αρχής πρέπει να καλύπτει διαφωνίες σχετικά με διαδικαστικές υποχρεώσεις στη διαδικασία συνεργασίας καθώς και σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης σε εποπτικές αποφάσεις. Πρέπει χρησιμοποιηθούν οι υφιστάμενοι μηχανισμοί συμβιβασμού που προβλέπονται στην τομεακή νομοθεσία. Σε περίπτωση παράλειψης των οικείων εθνικών εποπτικών αρχών, η Αρχή θα έχει την εξουσία να εκδώσει, ως έσχατη λύση, αποφάσεις απευθυνόμενες άμεσα στους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές για τομείς του δικαίου της Ένωσης οι οποίοι ισχύουν άμεσα γι’ αυτούς. Το ίδιο ισχύει και για τις διαφωνίες εντός των σωμάτων εποπτών. |
Τροπολογία 22 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22α) Η κρίση έχει αποκαλύψει σημαντικές ελλείψεις στις υπάρχουσες μεθόδους για την εποπτεία των διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ιδίως των μεγαλύτερων και/ή πολυπλοκότερων, των οποίων η πτώχευση μπορεί να προκαλέσει συστημικές βλάβες. Οι ελλείψεις αυτές προέρχονται, αφενός, από τους ποικίλους τομείς δραστηριότητας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και, αφετέρου, από τα εποπτικά όργανα. Τα ιδρύματα αυτά ενεργούν σε μια αγορά χωρίς σύνορα, ενώ τα εποπτικά όργανα ελέγχουν σε καθημερινή βάση κατά πόσον η περιοχή αρμοδιότητάς τους τελειώνει στα εθνικά σύνορα. |
Τροπολογία 23 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 β (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22 β) Έχει σαφώς αποδειχθεί ότι ο μηχανισμός συνεργασίας που χρησιμοποιήθηκε για να αρθεί αυτή η ασυμμετρία είναι ανεπαρκής. Υπάρχουν δύο δυνατές λύσεις για την άρση της εν λόγω ασυμμετρίας: να δοθούν περισσότερες εξουσίες στις εποπτικές αρχές των χωρών υποδοχής (λύση σε επίπεδο κρατών μελών) ή να δημιουργηθεί μια πραγματική εναλλακτική αρχή της Ένωσης (λύση σε επίπεδο Ένωσης). Όπως δηλώνει η έκθεση Turner, που δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο 2009: «υγιέστερες διευθετήσεις απαιτούν είτε αυξημένες εθνικές εξουσίες, πράγμα που συνεπάγεται μια λιγότερο ανοιχτή ενιαία αγορά, είτε μεγαλύτερο βαθμό ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης». |
Τροπολογία 24 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 γ (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22 γ) Δυνάμει της λύσης σε επίπεδο κρατών μελών η χώρα υποδοχής πρέπει να μπορεί να αρνηθεί το δικαίωμα λειτουργίας σε τοπικά υποκαταστήματα, να υποχρεώσει τα ξένα ιδρύματα να ενεργούν μόνο μέσω θυγατρικών και όχι μέσω υποκαταστημάτων και να επιβλέπει το κεφάλαιο και τη ρευστότητα των ιδρυμάτων που δραστηριοποιούνται στη χώρα αυτή, το οποίο θα σήμαινε περισσότερο προστατευτισμό. |
Τροπολογία 25 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 δ (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22 δ) Δυνάμει της λύσης σε επίπεδο Ένωσης τα σώματα εποπτών που ασκούν την εποπτεία των διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων πρέπει να ενισχυθούν και πρέπει να υπάρξει βαθμιαία μετατόπιση των εξουσιών εποπτείας επί των ιδρυμάτων που πληρούν το κριτήριο συστημικού κινδύνου προς μια αρχή της Ένωσης. Τα συστημικά ιδρύματα πρέπει να περιλαμβάνουν χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται σε διασυνοριακή ή εθνική κλίμακα η πτώχευση των οποίων θα μπορούσε να απειλήσει τη σταθερότητα της ενιαίας χρηματοπιστωτικής αγοράς της Ένωσης. |
Τροπολογία 26 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 ε (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22 ε) Τα σώματα εποπτών πρέπει να έχουν την εξουσία να ορίζουν κανόνες εποπτείας με στόχο τη συνεκτική εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης. Η Αρχή πρέπει να έχει πλήρη δικαιώματα συμμετοχής στα σώματα εποπτών, με στόχο την ομοιόμορφη λειτουργία της διαδικασίας ανταλλαγής πληροφοριών στα σώματα και την ενίσχυση της σύγκλισης και της συνέπειας στα σώματα όσον αφορά την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης. Η Αρχή πρέπει να ενεργεί ως επικεφαλής κατά την εποπτεία διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που δραστηριοποιούνται στην Ένωση. Η Αρχή πρέπει επίσης να έχει ρόλο δεσμευτικής μεσολάβησης για την επίλυση διαφωνιών μεταξύ εθνικών εποπτών. |
Τροπολογία 27 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 στ (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22 στ) Τα σώματα εποπτών πρέπει να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην αποδοτική, αποτελεσματική και συνεπή εποπτεία των διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που δεν είναι συστημικά ιδρύματα, αλλά όπου οι διαφορές μεταξύ εθνικών κανόνων και πρακτικών εξακολουθούν να υφίστανται. Η σύγκλιση των βασικών χρηματοπιστωτικών ρυθμίσεων δεν αρκεί εάν οι πρακτικές εποπτείας παραμένουν κατακερματισμένες. Όπως επισημαίνει η έκθεση de Larosière, «οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και το ρυθμιστικό αρμπιτράζ που προκύπτουν από τις αποκλίνουσες εποπτικές πρακτικές πρέπει να αποφεύγονται, επειδή μπορούν να υπονομεύσουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα – μεταξύ άλλων ενθαρρύνοντας μια μετατόπιση χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας προς τις χώρες με χαλαρή εποπτεία. Το εποπτικό σύστημα πρέπει να εκλαμβάνεται ως δίκαιο και ισορροπημένο». |
Τροπολογία 28 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 23 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(23) Τα σώματα εποπτών παίζουν σημαντικό ρόλο στην αποδοτική, αποτελεσματική και συνεπή εποπτεία των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές που λειτουργούν διασυνοριακά. Η Αρχή πρέπει να έχει πλήρη δικαιώματα συμμετοχής στα σώματα εποπτών, με στόχο την ομοιόμορφη λειτουργία της διαδικασίας ανταλλαγής πληροφοριών στα σώματα και την ενίσχυση της σύγκλισης και της συνέπειας στα σώματα όσον αφορά την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 29 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 23 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(23 α) Η προληπτική εποπτεία των συστημικών ιδρυμάτων πρέπει να ανατεθεί στην Αρχή. Οι εθνικές εποπτικές αρχές πρέπει να ενεργούν ως εντολοδόχοι της Αρχής και να δεσμεύονται από τις εντολές της Αρχής όταν εποπτεύουν συστημικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. |
Τροπολογία 30 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 23 β (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(23 β) Πρέπει επομένως να θεσπισθεί νέο πλαίσιο για τη διαχείριση χρηματοπιστωτικής κρίσης, διότι ο υφιστάμενος μηχανισμός για να εξασφαλίζει κανείς τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν λειτουργεί. Τα κύρια στοιχεία διαχείρισης κρίσης είναι ένα κοινό σύνολο κανόνων και μηχανισμών χρηματοπιστωτικής εξυγίανσης (εκτέλεση και χρηματοδότηση προς αντιμετώπιση της κρίσης μεγάλων, διασυνοριακών και/ή συστημικών ιδρυμάτων). |
Τροπολογία 31 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 23 γ (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(23 γ) Ο προσδιορισμός των συστημικών ιδρυμάτων πρέπει να διενεργείται λαμβάνοντας υπόψη διεθνή πρότυπα, συγκεκριμένα εκείνα που θεσπίζονται από το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τη Διεθνή Ένωση Εποπτών Ασφαλίσεων και την G20. Η αλληλοσύνδεση, η δυνατότητα υποκατάστασης και ο χρόνος είναι τα πλέον κοινόχρηστα κριτήρια για τον προσδιορισμό των συστημικών ιδρυμάτων. |
Τροπολογία 32 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 23 δ (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(23 δ) Πρέπει να θεσπισθεί Ευρωπαϊκό Ταμείο Σταθερότητας για τη χρηματοδότηση της εύρυθμης εκκαθάρισης ή των παρεμβάσεων διάσωσης συστημικών ιδρυμάτων που αντιμετωπίζουν δυσκολίες των οποίων ο αντίκτυπος θα απειλούσε τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ενιαίας χρηματοπιστωτικής αγοράς της Ένωσης. Το Ταμείο πρέπει να χρηματοδοτείται μέσω επαρκών συνεισφορών από τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Οι συνεισφορές στο Ταμείο πρέπει να αντικαταστήσουν τις συνεισφορές προς τα εθνικά ταμεία παρόμοιου χαρακτήρα.. |
Τροπολογία 33 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 24 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(24) Η ανάθεση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο μέσο στη λειτουργία του δικτύου εποπτικών αρχών, προκειμένου να μειωθεί η άσκοπη επανάληψη εποπτικών εργασιών, να ενισχυθεί η συνεργασία και με τον τρόπο αυτό να γίνει περισσότερο ομοιόμορφη η διαδικασία εποπτείας, καθώς επίσης να μειωθεί ο φόρτος που επιβαρύνει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Συνεπώς, ο κανονισμός πρέπει παράσχει σαφή νομική βάση για την ανάθεση αυτή. Ανάθεση καθηκόντων σημαίνει ότι ασκούνται καθήκοντα από άλλη εποπτική αρχή στη θέση της αρμόδιας, ενώ την ευθύνη για τις εποπτικές αποφάσεις εξακολουθεί να φέρει η αναθέτουσα αρχή. Κατά την ανάθεση αρμοδιοτήτων, μια εθνική εποπτική αρχή, η εξουσιοδοτούμενη, μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις για ορισμένο εποπτικό θέμα η ίδια, στη θέση κάποιας άλλης εθνικής εποπτικής αρχής. Οι αναθέσεις πρέπει να διέπονται από την αρχή της ανάθεσης εποπτικής αρμοδιότητας σε εποπτική αρχή που είναι σε θέση να προβεί σε ενέργειες σχετικές με το θέμα. Η ανακατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών μπορεί να είναι σκόπιμη, παραδείγματος χάρη για λόγους οικονομιών κλίμακας ή πεδίου, συνοχής στην εποπτεία ομίλων και βέλτιστης χρήσης τεχνικής πείρας. Η συναφής κοινοτική νομοθεσία μπορεί να εξειδικεύσει περαιτέρω τις αρχές για την ανακατανομή αρμοδιοτήτων κατόπιν συμφωνίας. Η Αρχή πρέπει να διευκολύνει τις συμφωνίες ανάθεσης μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών με κάθε πρόσφορο μέσο. Πρέπει να είναι ενήμερη εκ των προτέρων σχετικά με την πρόθεση σύναψης συμφωνιών ανάθεσης, ώστε να είναι σε θέση να εκφέρει άποψη σε περίπτωση που χρειαστεί. Πρέπει να προβαίνει κεντρικά στη δημοσιοποίηση των εν λόγω συμφωνιών, ώστε να εξασφαλίζεται η έγκαιρη, διαφανής πληροφόρηση, με εύκολη πρόσβαση όλων των ενδιαφερόμενων μερών στις πληροφορίες σχετικά με τις συμφωνίες. |
(24) Η ανάθεση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο μέσο στη λειτουργία του δικτύου εποπτικών αρχών, προκειμένου να μειωθεί η άσκοπη επανάληψη εποπτικών εργασιών, να ενισχυθεί η συνεργασία και με τον τρόπο αυτό να γίνει περισσότερο ομοιόμορφη η διαδικασία εποπτείας, καθώς επίσης να μειωθεί ο φόρτος που επιβαρύνει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Συνεπώς, ο κανονισμός πρέπει παράσχει σαφή νομική βάση για την ανάθεση αυτή. Ανάθεση καθηκόντων σημαίνει ότι ασκούνται καθήκοντα από άλλη εποπτική αρχή στη θέση της αρμόδιας, ενώ την ευθύνη για τις εποπτικές αποφάσεις εξακολουθεί να φέρει η αναθέτουσα αρχή. Κατά την ανάθεση αρμοδιοτήτων, μια εθνική εποπτική αρχή, η εξουσιοδοτούμενη, μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις για ορισμένο εποπτικό θέμα η ίδια, στη θέση κάποιας άλλης εθνικής εποπτικής αρχής. Οι αναθέσεις πρέπει να διέπονται από την αρχή της ανάθεσης εποπτικής αρμοδιότητας σε εποπτική αρχή που είναι σε θέση να προβεί σε ενέργειες σχετικές με το θέμα. Η ανακατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών μπορεί να είναι σκόπιμη, παραδείγματος χάρη για λόγους οικονομιών κλίμακας ή πεδίου, συνοχής στην εποπτεία ομίλων και βέλτιστης χρήσης τεχνικής πείρας. Η συναφής νομοθεσία της ΕΕ μπορεί να εξειδικεύσει περαιτέρω τις αρχές για την ανακατανομή αρμοδιοτήτων κατόπιν συμφωνίας. Η Αρχή πρέπει να διευκολύνει και παρακολουθεί τις συμφωνίες ανάθεσης μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών με κάθε πρόσφορο μέσο. Πρέπει να είναι ενήμερη εκ των προτέρων σχετικά με την πρόθεση σύναψης συμφωνιών ανάθεσης, ώστε να είναι σε θέση να εκφέρει άποψη σε περίπτωση που χρειαστεί. Πρέπει να προβαίνει κεντρικά στη δημοσιοποίηση των εν λόγω συμφωνιών, ώστε να εξασφαλίζεται η έγκαιρη, διαφανής πληροφόρηση, με εύκολη πρόσβαση όλων των ενδιαφερόμενων μερών στις πληροφορίες σχετικά με τις συμφωνίες. Πρέπει να προσδιορίζει και να διαδίδει βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά την ανάθεση και τις συμφωνίες ανάθεσης. |
Τροπολογία 34 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 26 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(26) Οι ομότιμες αξιολογήσεις αποτελούν αποδοτικό και αποτελεσματικό εργαλείο για την ενίσχυση της συνέπειας εντός του δικτύου των χρηματοπιστωτικών εποπτικών αρχών. Η Αρχή πρέπει επομένως να αναπτύξει το μεθοδολογικό πλαίσιο για τις εν λόγω αξιολογήσεις και να τις διεξάγει τακτικά. Οι αξιολογήσεις πρέπει να εστιάζουν όχι μόνο στη σύγκλιση των εποπτικών πρακτικών, αλλά και στην ικανότητα των εποπτικών αρχών να επιτυγχάνουν εποπτικά αποτελέσματα υψηλής ποιότητας καθώς επίσης στην ανεξαρτησία των αρμόδιων αρχών. |
(26) Οι αξιολογήσεις από ομοτίμους αποτελούν αποδοτικό και αποτελεσματικό εργαλείο για την ενίσχυση της συνέπειας εντός του δικτύου των χρηματοπιστωτικών εποπτικών αρχών. Η Αρχή πρέπει επομένως να αναπτύξει το μεθοδολογικό πλαίσιο για τις εν λόγω αξιολογήσεις και να τις διεξάγει τακτικά. Οι αξιολογήσεις πρέπει να εστιάζουν όχι μόνο στη σύγκλιση των εποπτικών πρακτικών, αλλά και στην ικανότητα των εποπτικών αρχών να επιτυγχάνουν εποπτικά αποτελέσματα υψηλής ποιότητας καθώς επίσης στην ανεξαρτησία των αρμόδιων αρχών. Το αποτέλεσμα των αξιολογήσεων από ομοτίμους πρέπει να δημοσιοποιείται και οι βέλτιστες πρακτικές πρέπει να προσδιορίζονται και να δημοσιοποιούνται. |
Τροπολογία 35 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 27 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(27) Η Αρχή πρέπει να προάγει ενεργά μια συντονισμένη κοινοτική εποπτική απόκριση, ειδικά σε περιπτώσεις κατά τις οποίες αντίξοες εξελίξεις ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Κοινότητα. Συνεπώς, επιπροσθέτως προς τις εξουσίες της για δράση σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, πρέπει να της ανατεθεί μια γενική λειτουργία συντονισμού στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας. Οι δράσεις της Αρχής πρέπει να εστιάζουν ιδιαίτερα στην ομαλή ροή όλων των συναφών πληροφοριών μεταξύ των αρμοδίων αρχών. |
(27) Η Αρχή πρέπει να προάγει ενεργά μια συντονισμένη εποπτική απόκριση της Ένωσης, ειδικά να εξασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ένωση. Συνεπώς, επιπροσθέτως προς τις εξουσίες της για δράση σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, πρέπει να της ανατεθεί μια γενική λειτουργία συντονισμού. Οι δράσεις της Αρχής πρέπει να εστιάζουν ιδιαίτερα στην ομαλή ροή όλων των συναφών πληροφοριών μεταξύ των αρμοδίων αρχών. |
Τροπολογία 36 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 28 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(28) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, είναι απαραίτητο να εντοπιστούν εξ αρχής οι τάσεις, οι δυνητικοί κίνδυνοι και τα τρωτά σημεία που απορρέουν από το μικροπροληπτικό επίπεδο, διασυνοριακά και διατομεακά. Η Αρχή πρέπει να παρακολουθεί και να αξιολογεί τις εν λόγω εξελίξεις στον τομέα αρμοδιότητάς της και, αν κρίνει σκόπιμο, να ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις άλλες Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές και το ευρωπαϊκό συμβούλιο συστημικού κινδύνου σε τακτική βάση και, αν είναι απαραίτητο, για συγκεκριμένη περίπτωση. Επίσης η Αρχή πρέπει να συντονίζει προσομοιώσεις αντίξοων καταστάσεων σε επίπεδο Κοινότητας για να αξιολογεί την αντοχή των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές υπό αντίξοες εξελίξεις της αγοράς, εξασφαλίζοντας για τις εν λόγω προσομοιώσεις την εφαρμογή όσο το δυνατόν συνεκτικότερης μεθοδολογίας σε εθνικό επίπεδο. |
(28) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, είναι απαραίτητο να εντοπιστούν εξ αρχής οι τάσεις, οι δυνητικοί κίνδυνοι και τα τρωτά σημεία που απορρέουν από το μικροπροληπτικό επίπεδο, διασυνοριακά και διατομεακά. Η Αρχή πρέπει να παρακολουθεί και να αξιολογεί τις εν λόγω εξελίξεις στον τομέα αρμοδιότητάς της και, αν κρίνει σκόπιμο, να ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις άλλες Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές και το ευρωπαϊκό συμβούλιο συστημικού κινδύνου σε τακτική βάση και, αν είναι απαραίτητο, για συγκεκριμένη περίπτωση. Επίσης η Αρχή πρέπει να δρομολογεί και να συντονίζει προσομοιώσεις αντίξοων καταστάσεων σε επίπεδο Ένωσης για να αξιολογεί την αντοχή των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές υπό αντίξοες εξελίξεις της αγοράς, εξασφαλίζοντας για τις εν λόγω προσομοιώσεις την εφαρμογή όσο το δυνατόν συνεκτικότερης μεθοδολογίας σε εθνικό επίπεδο. Για να βελτιώσει την εκτέλεση των καθηκόντων της, η Αρχή πρέπει να προβαίνει σε οικονομικές αναλύσεις των αγορών και του αντίκτυπου των ενδεχόμενων εξελίξεων σε αυτές. |
Αιτιολόγηση | |
Η πραγματοποίηση οικονομικών αναλύσεων θα επιτρέψει στην ΕΕΑ να λαμβάνει περισσότερο μελετημένες αποφάσεις σχετικά με την επίπτωση των ενεργειών της στην ευρύτερη αγορά, αλλά και τις επιπτώσεις που έχουν στις ενέργειές της τα γεγονότα στην ευρύτερη αγορά. Μια τέτοια στάση παρακολουθεί τις βέλτιστες πρακτικές σε επίπεδο κρατών μελών. | |
Τροπολογία 37 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 29 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(29) Με δεδομένα την παγκοσμιοποίηση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και την αυξημένη σημασία των διεθνών κανόνων, η Αρχή πρέπει να ενισχύσει το διάλογο και τη συνεργασία με τις εποπτικές αρχές εκτός της Κοινότητας. Πρέπει να λαμβάνει υπόψη της πλήρως τους υφιστάμενους ρόλους και αρμοδιότητες των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων στις σχέσεις τους με αρχές εκτός της Κοινότητας καθώς και σε διεθνή φόρα. |
(29) Με δεδομένα την παγκοσμιοποίηση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και την αυξημένη σημασία των διεθνών κανόνων, η Αρχή πρέπει να εκπροσωπεί την Ένωση στον διάλογο και τη συνεργασία με τις εποπτικές αρχές εκτός της Ένωσης. |
Τροπολογία 38 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 31 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(31) Για την αποτελεσματική εκπλήρωση των καθηκόντων της, η Αρχή πρέπει να έχει δικαίωμα να ζητεί όλες τις απαραίτητες πληροφορίες. Προκειμένου να αποφευχθεί η επικάλυψη υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές, κανονικά τις πληροφορίες αυτές πρέπει να τις παρέχουν οι εθνικές εποπτικές αρχές που βρίσκονται πλησιέστερα στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές. Ωστόσο, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να ζητεί πληροφορίες απευθείας από συμμετέχοντες στις χρηματαγορές και άλλα μέρη, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες κάποια αρμόδια εθνική αρχή δεν παρέχει ή δεν μπορεί να παράσχει έγκαιρα τις εν λόγω πληροφορίες. Οι αρχές των κρατών μελών πρέπει να είναι υποχρεωμένες να συνεπικουρούν την Αρχή στην επιβολή όσον αφορά τα εν λόγω άμεσα αιτήματα. |
(31) Για την αποτελεσματική εκπλήρωση των καθηκόντων της, η Αρχή πρέπει να έχει δικαίωμα να ζητεί όλες τις απαραίτητες πληροφορίες. Προκειμένου να αποφευχθεί η επικάλυψη υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές, κανονικά τις πληροφορίες αυτές πρέπει να τις παρέχουν οι εθνικές εποπτικές αρχές που βρίσκονται πλησιέστερα στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές, υπό τον όρο ότι οι εμπιστευτικές πληροφορίες δεν διατίθενται σε φορείς ή αρχές που δεν έχουν δικαίωμα να τις λάβουν. Ωστόσο, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να ζητεί πληροφορίες απευθείας από συμμετέχοντες στις χρηματαγορές και άλλα μέρη, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες κάποια αρμόδια εθνική αρχή δεν παρέχει ή δεν μπορεί να παράσχει έγκαιρα τις εν λόγω πληροφορίες. Οι αρχές των κρατών μελών πρέπει να είναι υποχρεωμένες να συνεπικουρούν την Αρχή στην επιβολή όσον αφορά τα εν λόγω άμεσα αιτήματα. |
Τροπολογία 39 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 32 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(32) Για να είναι πλήρως αποτελεσματική η λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου και για την παρακολούθηση της συνέχειας των προειδοποιήσεων και των συστάσεών του, έχει ουσιώδη σημασία η στενή συνεργασία μεταξύ της Αρχής και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου. Η Αρχή πρέπει να ανταλλάσσει όλες τις συναφείς πληροφορίες με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου. Δεδομένα σχετιζόμενα με μεμονωμένες επιχειρήσεις πρέπει να παρέχονται μόνο κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος. Όταν η Αρχή ή κάποια εθνική εποπτική αρχή λάβει προειδοποιήσεις ή συστάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, η Αρχή πρέπει να αναλαμβάνει άμεση δράση και να εξασφαλίζει την παρακολούθηση της συνέχειας. |
(32) Για να είναι πλήρως αποτελεσματική η λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου και για την παρακολούθηση της συνέχειας των προειδοποιήσεων και των συστάσεών του, έχει ουσιώδη σημασία η στενή συνεργασία μεταξύ της Αρχής και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου. Η Αρχή πρέπει να ανταλλάσσει όλες τις συναφείς πληροφορίες με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου. Δεδομένα σχετιζόμενα με μεμονωμένες επιχειρήσεις πρέπει να παρέχονται μόνο κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος. Όταν η Αρχή ή κάποια εθνική εποπτική αρχή λάβει προειδοποιήσεις ή συστάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, η Αρχή πρέπει, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, να εξασφαλίζει την παρακολούθηση της συνέχειας. |
Τροπολογία 40 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 33 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(33) Στις περιπτώσεις που είναι σκόπιμο η Αρχή πρέπει να διαβουλεύεται με ενδιαφερόμενα μέρη για τεχνικούς κανόνες, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις και να τους παρέχει εύλογη ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους για τα προτεινόμενα μέτρα. Για λόγους αποδοτικότητας, πρέπει να συσταθεί ομάδα συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών, η οποία θα εκπροσωπεί στη σωστή αναλογία τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές της Κοινότητας (συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, θεσμικών επενδυτών και λοιπών χρηματοπιστωτικών οργανισμών που χρησιμοποιούν και οι ίδιοι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες), τους υπαλλήλους τους, και τους καταναλωτές και τους χρήστες των χρηματοποστωτικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ. Η ομάδα συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών πρέπει να εργάζεται δραστήρια ως διεπαφή με άλλες ομάδες χρηστών στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, οι οποίες έχουν συσταθεί από την Επιτροπή ή σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία. |
(33) Η Αρχή πρέπει να διαβουλεύεται με ενδιαφερόμενα μέρη για τεχνικούς κανόνες, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις και να τους παρέχει εύλογη ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους για τα προτεινόμενα μέτρα. Πριν από την έγκριση των σχεδίων ρυθμιστικών κανόνων, κατευθυντήριων γραμμών και συστάσεων, η Αρχή πρέπει να διεξάγει μελέτη αντικτύπου. Για λόγους αποδοτικότητας, πρέπει να συσταθεί ομάδα συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών, η οποία θα εκπροσωπεί στη σωστή αναλογία τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές της Ένωσης (συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, θεσμικών επενδυτών και λοιπών χρηματοπιστωτικών οργανισμών που χρησιμοποιούν και οι ίδιοι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες), τους υπαλλήλους τους, την πανεπιστημιακή κοινότητα και τους καταναλωτές και τους χρήστες των χρηματοποστωτικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ. Η ομάδα συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών πρέπει να εργάζεται δραστήρια ως διεπαφή με άλλες ομάδες χρηστών στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, οι οποίες έχουν συσταθεί από την Επιτροπή ή από τη νομοθεσία της Ένωσης. |
Τροπολογία 41 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 33 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(33 α) Σε σύγκριση με τους εκπροσώπους της βιομηχανίας που λαμβάνουν επαρκή χρηματοδότηση και έχουν καλές διασυνδέσεις, οι μη κερδοσκοπικές οργανώσεις είναι περιθωριοποιημένες στο διάλογο σχετικά με το μέλλον των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και στην αντίστοιχη διεργασία λήψεως αποφάσεων. Το εν λόγω μειονέκτημα πρέπει να αντισταθμίζεται από επαρκή χρηματοδότηση των εκπροσώπων τους στην ομάδα συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών. |
Τροπολογία 42 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 34 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(34) Την κύρια ευθύνη της διατήρησης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας κατά τη διαχείριση κρίσεων, ιδίως όταν πρόκειται για τη σταθεροποίηση μεμονωμένων συμμετεχόντων στις χρηματαγορές που αντιμετωπίζουν δυσκολίες και τη λήψη σχετικών αποφάσεων, φέρουν τα κράτη μέλη. Τα μέτρα της Αρχής σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ή διευθέτησης κρίσεων τα οποία επηρεάζουν τη σταθερότητα κάποιου συμμετέχοντος στις χρηματαγορές δεν πρέπει να προσκρούουν στις δημοσιονομικές αρμοδιότητες κρατών μελών. Πρέπει να δημιουργηθεί μηχανισμός μέσω του οποίου τα κράτη μέλη θα μπορούν να επικαλεστούν αυτή τη διασφάλιση και τελικά να φέρουν το θέμα ενώπιον του Συμβουλίου για τη λήψη απόφασης. Δεδομένων των ιδιαίτερων αρμοδιοτήτων των κρατών μελών στο θέμα αυτό, είναι σκόπιμο να αναλάβει σχετικά κάποιο ρόλο το Συμβούλιο. |
(34) Την κύρια ευθύνη της εξασφάλισης συντονισμένης διαχείρισης κρίσεων και της διατήρησης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας σε καταστάσεις κρίσεων, ιδίως όταν πρόκειται για τη σταθεροποίηση μεμονωμένων συμμετεχόντων στις χρηματαγορές που αντιμετωπίζουν δυσκολίες και τη λήψη σχετικών αποφάσεων, φέρουν τα κράτη μέλη. Τα μέτρα της Αρχής σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ή διευθέτησης κρίσεων τα οποία επηρεάζουν τη σταθερότητα κάποιου συμμετέχοντος στις χρηματαγορές δεν πρέπει να προσκρούουν στις δημοσιονομικές αρμοδιότητες κρατών μελών. Πρέπει να δημιουργηθεί μηχανισμός μέσω του οποίου τα κράτη μέλη θα μπορούν να επικαλεστούν αυτή τη διασφάλιση και τελικά να φέρουν το θέμα ενώπιον του Συμβουλίου για τη λήψη απόφασης. Δεδομένων των ιδιαίτερων αρμοδιοτήτων των κρατών μελών στο θέμα αυτό, είναι σκόπιμο να αναλάβει σχετικά κάποιο ρόλο το Συμβούλιο. |
Τροπολογία 43 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 34 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(34 α) Με την επιφύλαξη των ειδικών αρμοδιοτήτων των κρατών μελών σε καταστάσεις κρίσεων, είναι προφανές ότι, εάν ένα κράτος μέλος επιλέξει να επικαλεσθεί αυτή τη διασφάλιση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνεται συγχρόνως με την Αρχή, το Συμβούλιο και την Επιτροπή. Επιπλέον, το κράτος μέλος πρέπει να εξηγήσει τους λόγους που το ώθησαν να επικαλεσθεί τη διασφάλιση. Η Αρχή πρέπει, σε συνεργασία με την Επιτροπή, να καθορίζει τις περαιτέρω ενέργειες. |
Τροπολογία 44 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 34 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(34 α) Εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος κανονισμού που θεσπίζει αυτόν τον μηχανισμό, η Επιτροπή ορίζει με βάση την κτηθείσα πείρα σαφείς και αυστηρές οδηγίες σε επίπεδο Ένωσης σχετικά με το πότε ενεργοποιείται από τα κράτη μέλη η ρήτρα διασφάλισης. Η προσφυγή από τα κράτη μέλη στη ρήτρα διασφάλισης πρέπει να αποτιμάται βάσει των εν λόγω οδηγιών. |
Αιτιολόγηση | |
Η πρόταση της Επιτροπής στερείται οδηγιών για την περίπτωση όπου απόφαση έρχεται σε σύγκρουση με τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες των κρατών μελών. Πρέπει να παρέχεται ασφάλεια δικαίου που να διέπει την έννοια της “δημοσιονομικής αρμοδιότητας” για να εξασφαλίζεται ισότητα όρων για τις αρχές των κρατών μελών και τους συμμετέχοντες στη χρηματοπιστωτική αγορά σε ολόκληρη την ΕΕ. | |
Σαφείς οδηγίες περί του πότε μπορεί να ισχυρισθεί κανείς σύγκρουση με τη δημοσιονομική αρμοδιότητα πρέπει να έχουν ορισθεί και συμφωνηθεί από κοινού. Στο μέλλον στην αιτιολόγηση και την αποτίμηση αντικτύπου που παρουσιάζουν τα κράτη μέλη πρέπει να δεικνύουν ότι η περίπτωσή τους εμπίπτει στο πεδίο των οδηγιών. | |
Τροπολογία 45 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 36 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(36) Το κύριο όργανο λήψης αποφάσεων της Αρχής πρέπει να είναι ένα συμβούλιο εποπτών, συγκροτούμενο από τους επικεφαλής κάθε οικείας αρμόδιας αρχής στα κράτη μέλη και το οποίο προεδρεύεται από τον πρόεδρο της Αρχής. Οι αντιπρόσωποι της Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου και των άλλων δυο Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών πρέπει να συμμετέχουν ως παρατηρητές. Τα μέλη του συμβουλίου εποπτών πρέπει να ενεργούν ανεξάρτητα και μόνο υπέρ του συμφέροντος της Κοινότητας. Για ενέργειες γενικής φύσεως, περιλαμβανομένων των σχετιζόμενων με την έκδοση τεχνικών κανόνων, κατευθυντηρίων γραμμών και συστάσεων, καθώς και θεμάτων προϋπολογισμού, πρέπει να ισχύουν οι κανόνες για την ειδική πλειοψηφία, όπως ορίζονται στη συνθήκη, ενώ για όλες τις άλλες αποφάσεις πρέπει να ισχύει απλή πλειοψηφία των μελών. Οι περιπτώσεις που αφορούν τη ρύθμιση διαφωνιών μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών πρέπει να εξετάζονται σε κλειστό κύκλο. |
(36) Το κύριο όργανο λήψης αποφάσεων της Αρχής πρέπει να είναι ένα συμβούλιο εποπτών, συγκροτούμενο από τους επικεφαλής κάθε οικείας αρμόδιας αρχής στα κράτη μέλη και το οποίο προεδρεύεται από τον πρόεδρο της Αρχής. Οι εκπρόσωποι της Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ασφαλίσεις και Συντάξεις) και της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Τράπεζες) πρέπει να συμμετέχουν ως παρατηρητές. Τα μέλη του συμβουλίου εποπτών πρέπει να ενεργούν ανεξάρτητα και μόνο υπέρ του συμφέροντος της Ένωσης. Για ενέργειες γενικής φύσεως, περιλαμβανομένων των σχετιζόμενων με την έκδοση τεχνικών κανόνων, κατευθυντηρίων γραμμών και συστάσεων, καθώς και θεμάτων προϋπολογισμού, πρέπει να ισχύουν οι κανόνες για την ειδική πλειοψηφία, όπως ορίζονται στο άρθρο 16 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ για όλες τις άλλες αποφάσεις πρέπει να ισχύει απλή πλειοψηφία των μελών. Οι περιπτώσεις που αφορούν τη ρύθμιση διαφωνιών μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών πρέπει να εξετάζονται σε κλειστό κύκλο. |
Τροπολογία 46 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 38 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(38) Την Αρχή πρέπει να εκπροσωπεί ο πρόεδρος, πλήρους απασχόλησης, τον οποίο επιλέγει το συμβούλιο εποπτών με ανοιχτό διαγωνισμό. Η διοίκηση της Αρχής πρέπει να ανατεθεί σε εκτελεστικό διευθυντή, ο οποίος πρέπει να έχει δικαίωμα να συμμετέχει στις συνεδριάσεις του συμβουλίου εποπτών και του διοικητικού συμβουλίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου. |
(38) Την Αρχή πρέπει να εκπροσωπεί ο πρόεδρος, πλήρους απασχόλησης, τον οποίο διορίζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μετά μία ανοικτή διαδικασία επιλογής την οποία διαχειρίζεται το συμβούλιο εποπτών. Η διοίκηση της Αρχής πρέπει να ανατεθεί σε εκτελεστικό διευθυντή, ο οποίος πρέπει να έχει δικαίωμα να συμμετέχει στις συνεδριάσεις του συμβουλίου εποπτών και του διοικητικού συμβουλίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου. |
Τροπολογία 47 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 39 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(39) Προκειμένου να εξασφαλιστεί διατομεακώς η συνεκτικότητα των δραστηριοτήτων των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, οι αρχές αυτές πρέπει να συντονίζονται σχολαστικά σε μια Μικτή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών και να καταλήγουν σε κοινές θέσεις, εφόσον είναι σκόπιμο. Η Μικτή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών πρέπει να αναλάβει όλες τις λειτουργίες της μικτής επιτροπής για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων. Όταν είναι σκόπιμο, οι πράξεις που εμπίπτουν επίσης στον τομέα αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων ή της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών πρέπει να εγκρίνονται εκ παραλλήλου από τις οικείες Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές. |
(39) Προκειμένου να εξασφαλιστεί διατομεακώς η συνεκτικότητα των δραστηριοτήτων των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, οι αρχές αυτές πρέπει να συντονίζονται σχολαστικά μέσω των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών (Μικτή Επιτροπή) ( η "Μικτή Επιτροπή") και να καταλήγουν σε κοινές θέσεις, εφόσον είναι σκόπιμο. Η Μικτή Επιτροπή πρέπει να συντονίζει τις λειτουργίες των τριών Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών σε σχέση με τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων. Όταν είναι σκόπιμο, οι πράξεις που εμπίπτουν επίσης στον τομέα αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) ή της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Τράπεζες) πρέπει να εγκρίνονται εκ παραλλήλου από τις οικείες Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές. Η Μικτή Επιτροπή θα πρέπει να προεδρεύεται για δωδεκάμηνη περίοδο εκ περιτροπής από τους προέδρους των τριών Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών. Ο πρόεδρος της Μικτής Επιτροπής πρέπει να είναι αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου. Η Μικτή Επιτροπή πρέπει να έχει μόνιμη γραμματεία, στελεχωμένη με αποσπάσεις από τις τρεις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, για να καθίσταται δυνατή η άτυπη ανταλλαγή πληροφοριών και η ανάπτυξη κοινής νοοτροπίας στις τρεις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές. |
Τροπολογία 48 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 41 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(41) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης αυτονομία και ανεξαρτησία της Αρχής, πρέπει να τεθεί στη διάθεσή της αυτόνομος προϋπολογισμός με έσοδα προερχόμενα κυρίως από υποχρεωτικές εισφορές εθνικών εποπτικών αρχών και από το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η κοινοτική δημοσιονομική διαδικασία πρέπει να ισχύει όσον αφορά την κοινοτική συμμετοχή. Ο λογιστικός έλεγχος πρέπει να ασκείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο. |
(41) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης αυτονομία και ανεξαρτησία της Αρχής, πρέπει να τεθεί στη διάθεσή της αυτόνομος προϋπολογισμός με έσοδα προερχόμενα κυρίως από υποχρεωτικές εισφορές εθνικών εποπτικών αρχών και από το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω χωριστού κονδυλίου εντός του προϋπολογισμού. Η χρηματοδότηση της Αρχής από την Ένωση υπόκειται στην επίτευξη συμφωνίας από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με το σημείο 47 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση1. Η δημοσιονομική διαδικασία της Ένωσης πρέπει να ισχύει όσον αφορά τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο λογιστικός έλεγχος πρέπει να ασκείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο. |
|
1 ΕΕ .... |
Αιτιολόγηση | |
Δυνάμει των προτάσεων της Επιτροπής ο προϋπολογισμός των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών θα αποτελεί τμήμα του προϋπολογισμού της Επιτροπής. Για μεγαλύτερη ανεξαρτησία των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών θα ήταν καλύτερα να προσδιορίζεται χωριστό κονδύλιο του προϋπολογισμού ειδικά για τις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές στον συνολικό προϋπολογισμό της ΕΕ. Κατά συνέπεια αλλά και για να δίδεται η δυνατότητα στις αρχές να επιτύχουν τις φιλοδοξίες τους προτείνεται να προβλέπεται ανεξάρτητο κονδύλιο, όπως έχει γίνει με τον Επόπτη Προστασίας Δεδομένων (βλέπε: Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 της 18ης Δεκεμβρίου 2000 σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών). | |
Τροπολογία 49 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Με τον παρόντα κανονισμό συγκροτείται η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών («Αρχή»). |
1. Με τον παρόντα κανονισμό συγκροτείται η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Κινητές Αξίες και Αγορές) («η Αρχή»). |
Τροπολογία 50 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Η Αρχή ενεργεί στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 97/9/EΚ, οδηγίας 98/26/EΚ, οδηγίας 2001/34/EΚ, οδηγίας 2002/47/EΚ, οδηγίας 2002/87/EΚ, οδηγίας 2003/6/EΚ, οδηγίας 2003/71/EΚ, οδηγίας 2004/25/EΚ, οδηγίας 2004/39/EΚ, οδηγίας 2004/109/EΚ, οδηγίας 2005/60/EΚ, οδηγίας 2009/65/EΚ, οδηγίας 2002/65/EΚ, οδηγίας 2006/49/EΚ (με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών όσον αφορά την προληπτική εποπτεία), οδηγίας … [μελλοντική οδηγία ΔΟΕΕ], και του κανονισμού … [μελλοντικός κανονισμός σχετικά με τους οργανισμούς αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας], συμπεριλαμβανομένων όλων των οδηγιών, των κανονισμών και των αποφάσεων που βασίζονται σε αυτές τις πράξεις, και κάθε άλλης κοινοτικής πράξης με την οποία ανατίθενται καθήκοντα στην Αρχή. |
2. Η Αρχή ενεργεί στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής του παρόντος Κανονισμού και της οδηγίας 97/9/EΚ, οδηγίας 98/26/EΚ, οδηγίας 2001/34/EΚ, οδηγίας 2002/47/EΚ, οδηγίας 2002/87/EΚ, οδηγίας 2003/6/EΚ, οδηγίας 2003/71/EΚ, οδηγίας 2004/25/EΚ, οδηγίας 2004/39/EΚ, οδηγίας 2004/109/EΚ, οδηγίας 2005/60/EΚ, οδηγίας 2009/65/EΚ, οδηγίας 2002/65/EΚ, οδηγίας 2006/49/EΚ (με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Αρχής (Τράπεζες) όσον αφορά την προληπτική εποπτεία), οδηγίας … [μελλοντική οδηγία ΔΟΕΕ], και του κανονισμού … [μελλοντικός κανονισμός σχετικά με τους οργανισμούς αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας], συμπεριλαμβανομένων όλων των οδηγιών, των κανονισμών και των αποφάσεων που βασίζονται σε αυτές τις πράξεις, και κάθε άλλης νομοθετικής πράξης της Ένωσης με την οποία ανατίθενται καθήκοντα στην Αρχή. |
Τροπολογία 51 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 - παράγραφος 2 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2 α. Η Αρχή ενεργεί επίσης στο πεδίο των δραστηριοτήτων των πιστωτικών ιδρυμάτων, των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων, των επιχειρήσεων επενδύσεων, των ιδρυμάτων πληρωμών και ηλεκτρονικού χρήματος, περιλαμβανομένων των θεμάτων δικαιωμάτων των μετόχων, εταιρικής διακυβέρνησης, λογιστικού ελέγχου, χρηματοπιστωτικών εκθέσεων για την εξασφάλιση αποτελεσματικής και συνεπούς εφαρμογής της νομοθεσίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Η Αρχή λαμβάνει επίσης τα κατάλληλα μέτρα στο πλαίσιο των ζητημάτων που αφορούν τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς, τους συμψηφισμούς και διακανονισμούς, την τιτλοποίηση, τις ανοικτές πωλήσεις και τα παράγωγα, συμπεριλαμβανομένων των ζητημάτων τυποποίησης. |
Τροπολογία 52 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού ισχύουν με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής, ιδίως με βάση τις διατάξεις του άρθρου 226 της συνθήκης για την εξασφάλιση της συμμόρφωση προς το κοινοτικό δίκαιο. |
3. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού ισχύουν με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής, ιδίως δυνάμει του άρθρου 258 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σκοπό την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς το ενωσιακό δίκαιο. |
Τροπολογία 53 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
4. Ο σκοπός της Αρχής είναι να συμβάλει: |
4. Ο σκοπός της Αρχής είναι να προστατεύει τις δημόσιες αξίες, όπως είναι η βραχυπρόθεσμη, μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η φερεγγυότητα και ρευστότητα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, η διαφάνεια των αγορών και χρηματοπιστωτικών προϊόντων και η προστασία των καταθετών και επενδυτών. Η Αρχή συμβάλλει: |
(i) στη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, ειδικά συμπεριλαμβανομένων υψηλού επιπέδου, αποτελεσματικής και συνεκτικής ρύθμισης και εποπτείας,· |
(i) στη βελτίωση της λειτουργίας και ανταγωνιστικότητας της εσωτερικής αγοράς, ειδικά συμπεριλαμβανομένων υψηλού επιπέδου, αποτελεσματικής και συνεκτικής ρύθμισης και εποπτείας,· |
(ii) στην προστασία των επενδυτών, |
(ii) στην τόνωση του ανταγωνισμού και της καινοτομίας εντός της εσωτερικής αγοράς και την ενθάρρυνση της ανταγωνιστικότητας σε παγκόσμιο επίπεδο |
|
(ii α) στην προώθηση της χρηματοπιστωτικής ένταξης, |
(iii) στην εξασφάλιση της ακεραιότητας, της αποδοτικότητας και της εύρυθμης λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών· |
(iii) στην εξασφάλιση της ακεραιότητας, της διαφάνειας, της αποδοτικότητας και της εύρυθμης λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών, |
(iv) στη διαφύλαξη της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, |
|
v) στην ενίσχυση του διεθνούς συντονισμού εποπτείας. |
(iv) στην ενίσχυση του διεθνούς συντονισμού εποπτείας. |
|
(v) στη στήριξη της νέας στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέσεις εργασίας και αύξηση της οικονομίας, |
|
(vi) στην αποτροπή του ρυθμιστικού αρμπιτράζ και τη συμβολή συνθηκών επί ίσοις όροις, |
|
(vii) στην αποτροπή της δημιουργίας μελλοντικών πιστωτικών φουσκών από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην ΕΕ, και |
|
(viii) στην ανάπτυξη κοινών μεθοδολογιών αξιολόγησης της επίπτωσης των χαρακτηριστικών προϊόντος και των διεργασιών πώλησης επί της χρηματοπιστωτικής θέσης ενός χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και επί της προστασίας των καταναλωτών. |
Γι’ αυτό το λόγο η Αρχή πρέπει να συμβάλει στη διασφάλιση της συνεπούς, αποδοτικής και αποτελεσματικής εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2 ανωτέρω, ενισχύοντας την εποπτική σύγκλιση και γνωμοδοτώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή. |
Γι' αυτό το λόγο η Αρχή πρέπει να συμβάλει στη διασφάλιση της συνεπούς, αποδοτικής και αποτελεσματικής εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 1, παράγραφος 2 ανωτέρω, ενισχύοντας την εποπτική σύγκλιση και γνωμοδοτώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή και πραγματοποιώντας οικονομικές αναλύσεις των αγορών για να προωθηθεί η επίτευξη των στόχων της Αρχής. |
Τροπολογία 54 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 4 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
4 α. Κατά την άσκηση των καθηκόντων που της ανατίθενται από τον παρόντα κανονισμό η Αρχή δίδει ιδιαίτερη προσοχή στα συστημικά ιδρύματα των οποίων μία βλάβη ή δυσλειτουργία μπορεί να παραβλάψουν τη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος ή της πραγματικής οικονομίας. |
Τροπολογία 55 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 5 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
5. Η Αρχή αποτελεί μέρος ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας, εφεξής «ΕΣΧΕ», το οποίο λειτουργεί ως δίκτυο εποπτικών αρχών, όπως εξειδικεύεται περαιτέρω στο άρθρο 39. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 56 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 6 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
6. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών συνεργάζεται με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου, εφεξής «ΕΣΣΚ», όπως ορίζεται στο άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 57 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 1α Το Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας |
|
1. Η Αρχή αποτελεί μέρος ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (ΕΣΧΕ). Κύριος στόχος του ΕΣΧΕ είναι να εξασφαλίζει την κατάλληλη εφαρμογή των κανόνων που ισχύουν για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, για να διαφυλάσσεται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ούτως να εξασφαλίζεται η εμπιστοσύνη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα στο σύνολό του και επαρκής προστασία των χρηστών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. |
|
2. Το ΕΣΧΕ περιλαμβάνει: |
|
(α) το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου· |
|
(β) την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Τράπεζες) που θεσπίζει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. …/2010 [EBA – ΕΑΤ]· |
|
(γ) την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) που θεσπίζει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. …/2010 [ΕΑΑΕΣ – EIOPA]· |
|
(δ) την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Κινητές Αξίες και Αγορές) που θεσπίζει ο παρών κανονισμός |
|
(ε) την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Μικτή Επιτροπή) την οποία θεσπίζει το άρθρο 40, |
|
(στ) τις αρχές των κρατών μελών στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 1, παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [ΕΑΚΑΑ], του κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/2010 [ΕΑΑΕΣ] και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ.…/2010 [ΕΑΤ]· |
|
(ζ) την Επιτροπή, για την εκπλήρωση των καθηκόντων σε μνεία των οποίων προβαίνουν τα άρθρα 7 και 9. |
|
3. Οι Αρχές που αποτελούν μέρος του ΕΣΧΕ, περιλαμβανομένων των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών, λογοδοτούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο χωρίς να θίγεται η υποχρέωση των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών να λογοδοτούν στα κοινοβούλια των κρατών μελών. |
|
4. Η Αρχή συνεργάζεται τακτικά και στενά, διασφαλίζει τη διατομεακή συνέπεια των εργασιών, και καταλήγει σε κοινές θέσεις στον τομέα της εποπτείας των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων και για άλλα διατομεακά θέματα με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου, καθώς και με την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) και την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Τράπεζες) μέσω της Μικτής Επιτροπής μνεία της οποίας γίνεται στο άρθρο 40. |
|
5. Σύμφωνα με την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι συμμετέχοντες στο ΕΣΧΕ συνεργάζονται με εμπιστοσύνη και πλήρη αμοιβαίο σεβασμό, ιδίως εξασφαλίζοντας τη ροή κατάλληλων και αξιόπιστων πληροφοριών μεταξύ τους. |
|
6. Μόνο οι εποπτικές αρχές που περιλαμβάνονται στο ΕΣΧΕ έχουν το δικαίωμα να εποπτεύουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. |
Τροπολογία 58 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 2 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(1) «συμμετέχων στις χρηματαγορές» σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο σε σχέση με το οποίο εφαρμόζεται μια απαίτηση στη νομοθεσία που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 ή μια εθνική νομοθετική διάταξη που εφαρμόζει την εν λόγω κοινοτική νομοθεσία. |
(1) 'χρηματοπιστωτικά ιδρύματα' σημαίνει 'πιστωτικά ιδρύματα' όπως ορίζονται στην οδηγία 2006/48/ΕΚ, 'επιχειρήσεις επενδύσεων' όπως ορίζονται στην οδηγία 2006/49/ΕΚ και 'χρηματοπιστωτικοί όμιλοι ετερογενών δραστηριοτήτων' όπως ορίζονται στην οδηγία 2002/87/ΕΚ και οιαδήποτε άλλη επιχείρηση ή οντότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση με παρόμοιας φύσης δραστηριότητες, ακόμη και αν δεν έχει άμεσες συναλλαγές με το ευρύ κοινό, περιλαμβανομένων των δημοσίων τραπεζών και των τραπεζών αναπτύξεως. Ωστόσο, όσον αφορά την οδηγία 2005/60/ΕΚ, «χρηματοπιστωτικά ιδρύματα» σημαίνει αποκλειστικά πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, όπως ορίζονται στην εν λόγω οδηγία· |
Τροπολογία 59 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – στοιχείο 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(2) «βασικός συμμετέχων στις χρηματαγορές» σημαίνει συμμετέχων στις χρηματαγορές, του οποίου η κανονική δραστηριότητα ή η χρηματοοικονομική βιωσιμότητα έχει ή ενδέχεται να έχει σημαντική επίδραση στη σταθερότητα, την ακεραιότητα ή την αποδοτικότητα των χρηματαγορών στην Κοινότητα. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 60 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – στοιχείο 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(3) «αρμόδιες αρχές» σημαίνει τις αρμόδιες αρχές ή/και τις εποπτικές αρχές όπως ορίζονται στη νομοθεσία που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2. Οι φορείς που διαχειρίζονται εθνικά συστήματα αποζημίωσης σύμφωνα με την οδηγία 97/9/EK θεωρούνται επίσης αρμόδιες αρχές. |
(3) «αρμόδιες αρχές» σημαίνει τις αρμόδιες αρχές όπως ορίζονται στις οδηγίες 2006/48/EΚ και 2006/49/EΚ και, όσον αφορά τα καθεστώτα εγγύησης καταθέσεων, τους φορείς που διαχειρίζονται καθεστώτα εγγύησης καταθέσεων σύμφωνα με την οδηγία 94/19/EΚ ή, στην περίπτωση που τη λειτουργία του καθεστώτος εγγύησης των καταθέσεων διαχειρίζεται ιδιωτική εταιρεία, η δημόσια αρχή που έχει την εποπτεία του συστήματος αυτού δυνάμει της οδηγίας 94/19/ΕΚ. |
Τροπολογία 61 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 3 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Η Αρχή αποτελεί κοινοτικό φορέα με νομική προσωπικότητα. |
1. Η Αρχή αποτελεί φορέα της Ένωσης με νομική προσωπικότητα. |
Τροπολογία 62 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 5 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Η Αρχή έχει την έδρα της στο Παρίσι. |
Η Αρχή έχει την έδρα της στη Φρανκφούρτη. |
Τροπολογία 63 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 1 – στοιχεία α και β | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(α) συμβάλλει στην καθιέρωση κοινών ρυθμιστικών και εποπτικών κανόνων και πρακτικών υψηλής ποιότητας, μεταξύ άλλων με γνωμοδοτήσεις προς τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας και με την ανάπτυξη κατευθυντήριων γραμμών, συστάσεων και σχεδίων τεχνικών κανόνων, που πρέπει να βασίζονται στη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2· |
(α) συμβάλλει στην καθιέρωση κοινών ρυθμιστικών και εποπτικών κανόνων και πρακτικών υψηλής ποιότητας, μεταξύ άλλων με γνωμοδοτήσεις προς τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και με την ανάπτυξη κατευθυντήριων γραμμών, συστάσεων και σχεδίων ρυθμιστικών κανόνων και κανόνων εφαρμογής, που πρέπει να βασίζονται στις νομοθετικές πράξεις στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 1, παράγραφος 2· |
(β) συμβάλλει στη συνεπή εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας, μεταξύ άλλων συμβάλλοντας στη διαμόρφωση κοινής εποπτικής νοοτροπίας, εξασφαλίζοντας τη συνεπή, αποδοτική και αποτελεσματική εφαρμογή της νομοθεσίας στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, αποτρέποντας ρυθμιστικές αυθαιρεσίες, μεσολαβώντας και ρυθμίζοντας διαφωνίες μεταξύ αρμόδιων αρχών, προάγοντας τη συνεκτική λειτουργία των σωμάτων εποπτών και λαμβάνοντας μέτρα σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης· |
(β) συμβάλλει στη συνεπή εφαρμογή των νομοθετικών πράξεων της Ένωσης, μεταξύ άλλων συμβάλλοντας στη διαμόρφωση κοινής εποπτικής πρακτικής, εξασφαλίζοντας τη συνεπή, αποδοτική και αποτελεσματική εφαρμογή της νομοθεσίας στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, αποτρέποντας ρυθμιστικές αυθαιρεσίες, μεσολαβώντας και ρυθμίζοντας διαφωνίες μεταξύ αρμόδιων αρχών, εξασφαλίζοντας αποτελεσματική και συνεπή εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και εξασφαλίζοντας τη συνεκτική λειτουργία των σωμάτων εποπτών και λαμβάνοντας μέτρα, μεταξύ άλλων, σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης· |
Τροπολογία 64 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 1 – στοιχείο γ | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(γ) διευκολύνει την ανάθεση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων μεταξύ αρμόδιων αρχών· |
(γ) προωθεί και διευκολύνει την ανάθεση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων μεταξύ αρμόδιων αρχών· |
Τροπολογία 65 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 1 – στοιχείο ε | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(ε) πραγματοποιεί αναλύσεις ομότιμης αξιολόγησης αρμόδιων αρχών, για να ενισχύεται η συνέπεια των εποπτικών αποτελεσμάτων· |
(ε) διοργανώνει και πραγματοποιεί αναλύσεις ομότιμης αξιολόγησης αρμόδιων αρχών, για να ενισχύεται η συνέπεια των εποπτικών αποτελεσμάτων· |
Τροπολογία 66 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 1 – στοιχείο στ α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(στ α) πραγματοποιεί οικονομικές αναλύσεις των αγορών με στόχο την εμπεριστατωμένη εκπλήρωση των καθηκόντων της Αρχής· |
Τροπολογία 67 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 1 – στοιχείο στ β (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(στ β) ενισχύει την προστασία καταθετών και επενδυτών· |
Τροπολογία 68 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 1 – στοιχείο στ γ (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(στ γ) δραστηριοποιείται ως ο αρμόδιος φορέας για τη διαχείριση κρίσεως διασυνοριακών ιδρυμάτων η οποία μπορεί να συνεπάγεται συστημικό κίνδυνο μνεία του οποίου γίνεται στο άρθρο 12 β, αναλαμβάνοντας ηγετικό ρόλο και προβαίνοντας στην εκτέλεση όλων των έγκαιρων παρεμβάσεων, των διαδικασιών εξυγίανσης ή αφερεγγυότητας για αυτά τα ιδρύματα μέσω της μονάδα εξυγίανσης που έχει όπως ορίζεται στο άρθρο 12 γ· |
Τροπολογία 69 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 1 – στοιχείο ζ | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(ζ) εκπληρώνει τυχόν άλλα ειδικά καθήκοντα που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό ή στην κοινοτική νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2. |
(ζ) εκπληρώνει τυχόν άλλα ειδικά καθήκοντα που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό ή στη νομοθεσία της Ένωσης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1, παράγραφος 2· |
Τροπολογία 70 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 1 – στοιχείο ζ α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(ζ α) ασκεί την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που δεν υπόκεινται στην εποπτεία των αρμοδίων αρχών· |
Τροπολογία 71 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 1 – στοιχείο ζ β (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(ζ β) παρέχει βάση δεδομένων των εγγεγραμμένων συμμετεχόντων στις χρηματαγορές στο πεδίο αρμοδιότητάς της και, όταν προβλέπεται από τις νομοθετικές πράξεις στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 1, παράγραφος 2 σε κεντρικό επίπεδο. |
Τροπολογία 72 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 2 – στοιχείο α | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(α) εκπονεί σχέδια τεχνικών κανόνων, στις συγκεκριμένες περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 7· |
(α) εκπονεί σχέδια ρυθμιστικών κανόνων, στις συγκεκριμένες περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 7· |
Τροπολογία 73 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 2 – στοιχείο α α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(α α) εκπονεί σχέδια κανόνων εφαρμογής στις συγκεκριμένες περιπτώσεις στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 7 ε· |
Τροπολογία 74 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 2 – στοιχείο ε | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(ε) λαμβάνει μεμονωμένες αποφάσεις απευθυνόμενες προς συμμετέχοντες στις χρηματαγορές στις ειδικές περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 6, στο άρθρο 10 παράγραφος 3 και στο άρθρο 11 παράγραφος 4· |
(ε) λαμβάνει μεμονωμένες αποφάσεις απευθυνόμενες προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στις ειδικές περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 9, παράγραφος 6, το άρθρο 10, παράγραφος 3 και το άρθρο 11, παράγραφος 4· |
Τροπολογία 75 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 2 – στοιχείο στ α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(στ α) συλλέγει άμεσα τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα· |
Τροπολογία 76 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 2 – στοιχείο στ β (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(στ β) απαγορεύει προσωρινά ορισμένους τύπους συναλλαγών που απειλούν την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα όλου του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ένωση ή μέρους αυτού· |
Τροπολογία 77 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 2 – στοιχείο στ γ (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(στ γ) εκπονεί ρυθμιστικό κανόνα που καθορίζει τις ελάχιστες πληροφορίες που πρέπει να τίθενται στη διάθεση της Αρχής σχετικά με συναλλαγές και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, με το πώς θα διεξάγεται ο συντονισμός της συλλογής και πώς πρόκειται οι υφιστάμενες βάσεις δεδομένων των κρατών μελών να συνδεθούν για να εξασφαλίζεται ότι η Αρχή έχει πάντοτε δυνατότητα πρόσβασης στις σχετικές και απαραίτητες πληροφορίες που αφορούν συναλλαγές και συμμετέχοντες στην αγορά εντός της αρμοδιότητάς της δυνάμει των νομοθετικών πράξεων που καθορίζονται στο άρθρο 1, παρ. 2· |
Τροπολογία 78 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1 α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Η Αρχή προβαίνει σε ανασκόπηση της απόφασης δυνάμει του στοιχείου (στ β) του εδαφίου 1 κατά τακτικά χρονικά διαστήματα. |
Τροπολογία 79 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Η Αρχή ασκεί κάθε αποκλειστική εποπτική εξουσία επί οντοτήτων με εξάπλωση ή οικονομικές δραστηριότητες σε όλη την Κοινότητα, οι οποίες της ανατίθενται βάσει της νομοθεσίας στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2. |
3. Η Αρχή ασκεί κάθε αποκλειστική ευρωπαϊκή εποπτική εξουσία επί οντοτήτων με εξάπλωση ή οικονομικές δραστηριότητες σε όλη την Ένωση, η οποία της ανατίθεται βάσει της νομοθεσίας στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1, παράγραφος 2. |
Τροπολογία 80 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Γι’ αυτό το λόγο η Αρχή διαθέτει κατάλληλες εξουσίες διερεύνησης και επιβολής, όπως καθορίζονται στην σχετική νομοθεσία, καθώς και τη δυνατότητα να χρεώνει τέλη. |
Για να ασκεί τις δυνάμει της παραγράφου 3 αποκλειστικές εποπτικές εξουσίες η Αρχή διαθέτει κατάλληλες εξουσίες διερεύνησης και επιβολής, όπως καθορίζονται στην σχετική νομοθεσία, καθώς και τη δυνατότητα να χρεώνει τέλη. Η Αρχή συνεργάζεται στενά με τις αρμόδιες αρχές και χρησιμοποιεί την εμπειρογνωμοσύνη, τα μέσα και τις εξουσίες τους για να επιτελεί τα καθήκοντά της. |
Τροπολογία 81 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 6 α |
|
Εξουσίες των αρμόδιων αρχών που είναι μέλη της Αρχής |
|
Προς επίτευξη των στόχων της Αρχής οι αρμόδιες αρχές που είναι μέλη της Αρχής έχουν εξουσίες να εγκρίνουν προληπτικά και διορθωτικά μέτρα εποπτείας περιλαμβανομένων, οσάκις σχετίζονται με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ασκούνται αναλογικά, των εξουσιών: |
|
(α) αίτησης και λήψης κατάλληλων πληροφοριών· |
|
(β) επιβολής υποχρεώσεων για την υποβολή εκθέσεων και την αποκάλυψη στοιχείων· |
|
(γ) πραγματοποίησης επιτόπιων επιθεωρήσεων· |
|
(δ) έγκρισης προληπτικών μέτρων, περιλαμβανομένων όσων αφορούν πολιτικές περί σύγκρουσης συμφερόντων, χρηστής διακυβέρνησης, ρευστότητας, παροχών, μερισμάτων και αποδοχών· |
|
(ε) διαίρεσης ή διαχωρισμού των τραπεζικών δραστηριοτήτων λιανικής από τις συναλλακτικές και άλλες μη κοινής ωφελείας δραστηριότητες σε περίπτωση όπου αποτιμάται η ύπαρξη σχετικού κινδύνου βάσει κοινών κριτηρίων· |
|
(στ) προσωρινού περιορισμού ή απαγόρευσης ορισμένων προϊόντων ή τύπων συναλλαγών που μπορεί να προκαλέσουν άμεσα ή έμμεσα υπέρμετρη αστάθεια στις αγορές ή να διαταράξουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τα δημόσια οικονομικά ή την πραγματική οικονομία της Ένωσης στο σύνολό τους ή εν μέρει· |
|
(ζ) διαταγής προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να ενεργούν μέσω θυγατρικής εταιρείας στην περίπτωση σημαντικού εσωτερικού κινδύνου που έχει αξιολογηθεί βάσει κοινών κριτηρίων· |
|
(η) επιβολής αποτρεπτικών προστίμων· |
|
(θ) παύσης διαχειριστών και διευθυντών από την άσκηση των καθηκόντων τους· |
|
(ι) απομάκρυνσης στελεχών ή του διοικητικού συμβουλίου· |
|
(ια) προσωρινής παρέμβασης σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα· |
|
(ιβ) απόσυρσης των παροχών περιορισμένης ευθύνης προς σημαντικούς μετόχους χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων όταν επιδεικνύουν παθητική στάση κατά την υπεράσπιση των εταιρικών συμφερόντων σε περιπτώσεις που περιλαμβάνουν έλλειψη διαφάνειας, παράτολμη πίστωση ή δανεισμό ή σοβαρές και συστηματικές παραβάσεις· |
|
(ιγ) επέκτασης της οικονομικής ευθύνης σε διαχειριστές, διευθυντές ή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που διαπράττουν ή συνεργούν σε συστηματική παράβαση της νομοθεσίας της Ένωσης ή έχουν ακατάλληλο σύστημα παροχής κινήτρων στις υπηρεσίες τους· |
|
(ιδ) απαίτησης, όταν αυτό κρίνεται σκόπιμο, από διαχειριστές και διευθυντές να προβούν σε δηλώσεις σχετικά με τόκους, δραστηριότητες και στοιχεία ενεργητικού· |
|
(ιε) αίτησης ανάπτυξης λεπτομερούς καθεστώτος εξυγίανσης, το οποίο να επικαιροποιείται τακτικά και να περιλαμβάνει διαρθρωμένο μηχανισμό έγκαιρης παρέμβασης, κατάλληλες διορθωτικές δράσεις και σχέδιο έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση πτώχευσης· |
|
(ιστ) ακύρωσης αδειών και αφαίρεσης διαβατηρίων· |
|
(ιζ) συμφωνίας για πρωτόκολλα με σκοπό την επίτευξη κοινής απόκρισης στο επίπεδο της Ένωσης με όσο το δυνατόν συντομότερο και πιο αυτοματοποιημένο τρόπο, για να αποτραπούν ή να διορθωθούν αναταραχές στην αγορά. |
Τροπολογία 82 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Η Αρχή μπορεί να καταρτίζει τεχνικούς κανόνες στους τομείς που ορίζονται συγκεκριμένα στη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2. Η Αρχή υποβάλλει τα σχέδια κανόνων που καταρτίζει στην Επιτροπή για έγκριση. |
1. Η Αρχή μπορεί να καταρτίζει ρυθμιστικούς κανόνες για να συμπληρώνει, επικαιροποιεί ή τροποποιεί μη ουσιώδη στοιχεία των νομοθετικών πράξεων στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2. Οι ρυθμιστικοί κανόνες δεν υποδηλώνουν στρατηγικές αποφάσεις και το περιεχόμενό τους περιορίζεται από τις νομοθετικές πράξεις επί των οποίων βασίζονται. |
Εφόσον είναι σκόπιμο, πριν υποβάλει τα σχέδια στην Επιτροπή, η Αρχή διενεργεί, ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις για τους τεχνικούς κανόνες και προβαίνει σε ανάλυση του δυνητικού κόστους/οφέλους. |
2. Η Αρχή διενεργεί ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις για τους ρυθμιστικούς κανόνες και προβαίνει σε ανάλυση του δυνητικού κόστους/οφέλους, πριν να εγκρίνει τα σχέδια των ρυθμιστικών κανόνων. Η Αρχή ζητεί επίσης τη γνώμη ή τη συμβουλή της Ομάδας Συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών στην οποία παραπέμπει το άρθρο 22. |
|
3. Η Αρχή υποβάλλει τα σχέδια κανόνων που καταρτίζει στην Επιτροπή για έγκριση και συγχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. |
Εντός τριών μηνών από την παραλαβή των σχεδίων κανόνων, η Επιτροπή αποφασίζει αν θα τα εγκρίνει. Η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει αυτό το χρονικό διάστημα κατά ένα μήνα. Η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει τα σχέδια κανόνων μόνο μερικώς ή με τροποποιήσεις, σε περίπτωση που αυτό απαιτεί το συμφέρον της Κοινότητας. |
4. Εντός τριών μηνών από την παραλαβή των σχεδίων ρυθμιστικών κανόνων, η Επιτροπή αποφασίζει εάν τα εγκρίνει, τα απορρίπτει ή τα τροποποιεί. Η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει αυτό το χρονικό διάστημα κατά ένα μήνα. Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την απόφασή της, δηλώνοντας τους λόγους για την απόφαση αυτή. |
Εάν η Επιτροπή δεν εγκρίνει τους κανόνες ή αν τους εγκρίνει μερικώς ή με τροποποιήσεις, γνωστοποιεί στην Αρχή τους σχετικούς λόγους. |
5. Τα σχέδια ρυθμιστικών κανόνων μπορεί να τροποποιηθούν από την Επιτροπή εάν είναι ασύμβατα προς το δίκαιο της Ένωσης, δεν τηρούν την αρχή της αναλογικότητας ή αντιβαίνουν στις θεμελιώδεις αρχές της εσωτερικής αγοράς για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, όπως οι αρχές αυτές αντικατοπτρίζονται στη νομοθεσία της Ένωσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. |
Τροπολογία 83 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Οι κανόνες εγκρίνονται από την Επιτροπή με κανονισμούς ή με αποφάσεις και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 84 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 7α |
|
Άσκηση της εξουσιοδότησης |
|
1. Οι εξουσίες για την έγκριση ρυθμιστικών κανόνων σε μνεία των οποίων προβαίνει το άρθρο 7, παράγραφος 2 ανατίθενται στην Επιτροπή για αόριστη χρονική περίοδο. |
|
2. Τα σχέδια ρυθμιστικών κανόνων εγκρίνονται από την Επιτροπή υπό τη μορφή κανονισμών ή αποφάσεων. |
|
3. Ευθύς ως εγκρίνει ρυθμιστικό κανόνα, η Επιτροπή τον κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. |
|
4. Η εξουσία για την έγκριση ρυθμιστικών κανόνων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα άρθρα 7 β έως 7 δ. |
|
5. Στην έκθεση μνεία της οποίας γίνεται στο άρθρο 35, ο Πρόεδρος της Αρχής ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τους ρυθμιστικούς κανόνες που έχουν εγκριθεί και δηλώνει ποίες αρμόδιες αρχές δεν έχουν συμμορφωθεί προς αυτούς. |
Τροπολογία 85 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 β (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 7 β |
|
Διατύπωση αντιρρήσεων για τους ρυθμιστικούς κανόνες |
|
1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν να διατυπώσουν αντιρρήσεις για ρυθμιστικό κανόνα εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης. Κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου η εν λόγω περίοδος μπορεί να παραταθεί κατά δύο μήνες. |
|
2. Εάν κατά τη λήξη αυτής της περιόδου ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο έχει αντιταχθεί σε ρυθμιστικό κανόνα, ο κανόνας δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αρχίζει να ισχύει από την ημερομηνία που ορίζεται στις διατάξεις του. |
|
3. Πριν από τη λήξη αυτής της περιόδου και σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να ενημερώσουν την Επιτροπή ότι δεν προτίθενται να προβάλουν αντιρρήσεις σε ρυθμιστικό κανόνα. Στις περιπτώσεις αυτές ο ρυθμιστικός κανόνας δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αρχίζει να ισχύει από την ημερομηνία που ορίζεται στις διατάξεις του. |
|
4. Εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις για ρυθμιστικό κανόνα, ο κανόνας δεν τίθεται σε ισχύ. Το θεσμικό όργανο που προβάλλει αντιρρήσεις εκθέτει τους λόγους για τους οποίους αντιτίθεται στον ρυθμιστικό κανόνα. |
Τροπολογία 86 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 γ (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 7 γ |
|
Μη έγκριση ή τροποποίηση σχεδίου ρυθμιστικών κανόνων |
|
1. Στην περίπτωση όπου η Επιτροπή δεν εγκρίνει σχέδιο ρυθμιστικού κανόνα ή το τροποποιήσει, ενημερώνει σχετικά την Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εκθέτοντας τους λόγους. |
|
2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορεί να καλέσει τον αρμόδιο Επίτροπο, μαζί με τον πρόεδρο της Αρχής, εντός ενός μηνός σε ειδική συνεδρίαση της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου για να εκθέσουν και να εξηγήσουν τις διιστάμενες απόψεις τους. |
Amendment 87 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 δ (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 7 δ |
|
Ανάκληση της εξουσιοδότησης |
|
1. Η ανάθεση εξουσίας που αναφέρεται στο άρθρο 7 μπορεί να ανακληθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. |
|
2. Η απόφαση ανάκλησης εκθέτει τους λόγους της ανάκλησης και περατώνει την ανάθεση εξουσίας. |
|
3. Το θεσμικό όργανο που έχει κινήσει εσωτερική διαδικασία για να αποφασιστεί εάν θα ανακληθεί η ανάθεση εξουσίας προσπαθεί να ενημερώσει το άλλο θεσμικό όργανο και την Επιτροπή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος πριν από τη λήψη της τελικής απόφασης, δηλώνοντας τις εξουσίες ρυθμιστικού κανόνα που θα μπορούσαν να ανακληθούν και τους ενδεχόμενους λόγους της ανάκλησης. |
Amendment 88 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 ε (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 7 ε |
|
Κανόνες εφαρμογής |
|
1. Η Αρχή μπορεί να εκπονεί σχέδια κανόνων εφαρμογής προς υλοποίηση νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τομείς που καθορίζει ρητώς ο παρών κανονισμός και οι νομοθετικές πράξεις στις οποίες παραπέμπει το άρθρο1, παράγραφος 2. |
|
2. Η Αρχή διενεργεί ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις για τους κανόνες εφαρμογής και προβαίνει σε ανάλυση του δυνητικού κόστους/οφέλους πριν να εγκρίνει τα σχέδια κανόνων εφαρμογής. Η Αρχή ζητεί τη γνώμη ή τη συμβουλή της Ομάδας Συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών που αναφέρεται στο άρθρο 22. |
|
3. Η Αρχή υποβάλλει τα σχέδια κανόνων εφαρμογής που εκπονεί στην Επιτροπή προς έγκριση σύμφωνα με το άρθρο 291 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. |
|
4. Εντός τριών μηνών από την παραλαβή των σχεδίων κανόνων εφαρμογής, η Επιτροπή αποφασίζει εάν εγκρίνει, απορρίπτει ή τροποποιεί τα σχέδια κανόνων εφαρμογής. Η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει αυτό το χρονικό διάστημα κατά ένα μήνα. Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την απόφασή της, και αναφέρει τους λόγους για την απόφαση αυτή. |
|
5. Τα σχέδια κανόνων εφαρμογής μπορεί να τροποποιηθούν από την Επιτροπή εάν είναι ασύμβατα προς το δίκαιο της Ένωσης, δεν τηρούν την αρχή της αναλογικότητας ή αντιβαίνουν στις θεμελιώδεις αρχές της εσωτερικής αγοράς για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. |
|
6. Εάν η Επιτροπή δεν εγκρίνει το σχέδιο κανόνα εφαρμογής ή το τροποποιήσει, ενημερώνει σχετικά την Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εκθέτοντας τους λόγους. |
|
7. Αφού ολοκληρωθεί η δέουσα διαδικασία , οι κανόνες δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 89 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 8 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Για την καθιέρωση συνεπών, αποδοτικών και αποτελεσματικών εποπτικών πρακτικών στο ΕΣΧΕ, και την εξασφάλιση της κοινής, ομοιόμορφης και συνεπούς εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας, η Αρχή εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις με αποδέκτες αρμόδιες αρχές ή συμμετέχοντες στις χρηματαγορές. |
1. Για την καθιέρωση συνεπών, αποδοτικών και αποτελεσματικών εποπτικών πρακτικών στο ΕΣΧΕ, και την εξασφάλιση της κοινής, ομοιόμορφης και συνεπούς εφαρμογής της νομοθεσίας της Ένωσης, η Αρχή εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις με αποδέκτες αρμόδιες αρχές ή τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. |
|
2. Η Αρχή πραγματοποιεί ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις για τις κατευθυντήριες γραμμές και τις συστάσεις και αναλύει το συναφές δυνητικό κόστος και όφελος. Η Αρχή ζητεί τη γνώμη ή τη συμβουλή της Ομάδας Συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών στην οποία παραπέμπει το άρθρο 22. Οι εν λόγω διαβουλεύσεις, αναλύσεις και γνώμες καθώς και η συμβουλή είναι αναλογικές σε σχέση με το πεδίο εφαρμογής, τη φύση και τον αντίκτυπο της κατευθυντήριας γραμμής ή σύστασης. |
|
3. Εντός δύο μηνών από την έκδοση κατευθυντήριας γραμμής ή σύστασης, κάθε αρμόδια αρχή αποφασίζει εάν προτίθεται να συμμορφωθεί προς την εν λόγω κατευθυντήρια γραμμή ή σύσταση. Στην περίπτωση όπου αρμόδια αρχή δεν προτίθεται να συμμορφωθεί, ενημερώνει την Αρχή εκθέτοντας τους λόγους. Η Αρχή δημοσιεύει τους λόγους αυτούς. |
Οι αρμόδιες αρχές καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να συμμορφωθούν με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις. |
4. Στην έκθεση μνεία της οποίας γίνεται στο άρθρο 35, παράγραφος 2 ο Πρόεδρος της Αρχής ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή για τις κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις που έχουν εκδοθεί, δηλώνοντας ποία εθνική αρχή δεν έχει συμμορφωθεί προς αυτές και σκιαγραφεί πώς προτίθεται η Αρχή να εξασφαλίσει τη μελλοντική συμμόρφωση προς τις κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις της. |
Εάν η αρμόδια αρχή δεν εφαρμόσει τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, γνωστοποιεί στην Αρχή τους σχετικούς λόγους. |
|
Τροπολογία 90 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Αν μια αρμόδια αρχή δεν έχει εφαρμόσει σωστά τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, και ειδικότερα αν παρέλειψε να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση ενός συμμετέχοντος στις χρηματαγορές προς τις απαιτήσεις που ορίζει η εν λόγω νομοθεσία, η Αρχή διαθέτει τις εξουσίες που ορίζονται στις παραγράφους 2, 3 και 6 του παρόντος άρθρου. |
1. Αν μια αρμόδια αρχή δεν έχει εφαρμόσει σωστά τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1, παράγραφος 2, περιλαμβανομένων των ρυθμιστικών κανόνων και των κανόνων εφαρμογής που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 7 και 7 ε, και ειδικότερα αν παρέλειψε να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος προς τις απαιτήσεις που ορίζει η εν λόγω νομοθεσία, η Αρχή διαθέτει τις εξουσίες που ορίζονται στις παραγράφους 2, 3 και 6 του παρόντος άρθρου. |
Τροπολογία 91 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Κατόπιν αιτήματος μιας ή περισσότερων αρμόδιων αρχών, της Επιτροπής, ή κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας, και αφού προηγουμένως ενημερώσει την οικεία αρμόδια αρχή, η Αρχή μπορεί να διερευνήσει την κατ’ ισχυρισμό εσφαλμένη εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας. |
2. Κατόπιν αιτήματος μιας ή περισσότερων αρμόδιων αρχών, της Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Ομάδας Συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών ή κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας, και αφού προηγουμένως ενημερώσει την οικεία αρμόδια αρχή, η Αρχή μπορεί να διερευνήσει την κατ’ ισχυρισμό εσφαλμένη εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης. |
Με την επιφύλαξη των εξουσιών που ορίζονται στο άρθρο 20, η αρμόδια αρχή παρέχει στην Αρχή χωρίς καθυστέρηση όλες τις πληροφορίες που η τελευταία θεωρεί απαραίτητες για έρευνα που διενεργεί. |
3. Με την επιφύλαξη των εξουσιών που ορίζονται στο άρθρο 20, η αρμόδια αρχή παρέχει στην Αρχή χωρίς καθυστέρηση όλες τις πληροφορίες που η τελευταία θεωρεί απαραίτητες για έρευνα που διενεργεί. |
Τροπολογία 92 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Το αργότερο εντός διμήνου από την κίνηση της έρευνάς της, η Αρχή μπορεί να απευθύνει στην οικεία αρμόδια αρχή σύσταση όπου ορίζεται η δράση που απαιτείται για τη συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία. |
4. Το αργότερο εντός διμήνου από την κίνηση της έρευνάς της, η Αρχή μπορεί να απευθύνει στην οικεία αρμόδια αρχή σύσταση όπου ορίζεται η δράση που απαιτείται για τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία της Ένωσης. Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι γίνεται σεβαστό το δικαίωμα των αποδεκτών της απόφασης να εκθέσουν τη γνώμη τους. |
Εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της σύστασης, η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί στην Αρχή τα μέτρα που έχει λάβει ή προτίθεται να λάβει για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία. |
5. Εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της σύστασης, η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί στην Αρχή τα μέτρα που έχει λάβει ή προτίθεται να λάβει για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με τη νομοθεσία της Ένωσης. |
Τροπολογία 93 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9 – παράγραφος 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
4. Εάν η αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με την κοινοτική νομοθεσία εντός ενός μηνός από την παραλαβή της σύστασης της Αρχής, η Επιτροπή μπορεί, αφού ενημερωθεί από την Αρχή ή κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας, να λάβει απόφαση και να απαιτεί από την αρμόδια αρχή να προβεί στις ενέργειες που απαιτούνται για να συμμορφωθεί με το κοινοτικό δίκαιο. |
6. Εάν η αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με τη νομοθεσία της Ένωσης εντός των δέκα εργάσιμων ημερών που ορίζονται στην παράγραφο 3 από την παραλαβή της σύστασης της Αρχής, η Αρχή λαμβάνει απόφαση με την οποία απαιτείται από την αρμόδια αρχή να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για να συμμορφωθεί με το δίκαιο της Ένωσης. |
Η Επιτροπή λαμβάνει την απόφαση αυτή το αργότερο εντός τριών μηνών από την έκδοση της σύστασης. Η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει αυτό το χρονικό διάστημα κατά ένα μήνα. |
Η Αρχή λαμβάνει την απόφαση αυτή το αργότερο εντός ενός μηνός από την έκδοση της σύστασης. |
Η Επιτροπή πρέπει να βεβαιώνεται ότι έγινε σεβαστό το δικαίωμα των αποδεκτών της απόφασης να διατυπώσουν τη γνώμη τους. |
|
Η Αρχή και οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στην Επιτροπή όλες τις απαραίτητες πληροφορίες. |
|
Τροπολογία 94 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9 – παράγραφος 5 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
5. Εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η αρμόδια αρχή ενημερώσει την Επιτροπή και την Αρχή σχετικά με τα μέτρα που έχει λάβει ή που προτίθεται να λάβει για την εφαρμογή της απόφασης της Επιτροπής. |
7. Εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η αρμόδια αρχή ενημερώσει την Επιτροπή και την Αρχή σχετικά με τα μέτρα που έχει λάβει ή που προτίθεται να λάβει για την εφαρμογή της απόφασης της Αρχής. |
Τροπολογία 95 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9 – παράγραφος 6 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
6. Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 226 της συνθήκης, αν μια αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου εντός του χρονικού διαστήματος που ορίζεται σε αυτήν, και εάν απαιτείται έγκαιρη αποκατάσταση της μη συμμόρφωσης από την αρμόδια αρχή προκειμένου να διατηρηθούν ή να αποκατασταθούν οι ουδέτερες συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά ή να διασφαλιστούν η εύρυθμη λειτουργία και η ακεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η Αρχή μπορεί, αν οι σχετικές απαιτήσεις της νομοθεσίας στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2 ισχύουν άμεσα για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές, να εκδώσει μεμονωμένη απόφαση απευθυνόμενη προς έναν συμμετέχοντα στις χρηματαγορές, με την οποία θα απαιτεί να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής κάθε πρακτικής. |
8. Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 258 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αν μια αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου εντός του χρονικού διαστήματος που ορίζεται σε αυτήν, και εάν απαιτείται έγκαιρη αποκατάσταση της μη συμμόρφωσης από την αρμόδια αρχή προκειμένου να διατηρηθούν ή να αποκατασταθούν οι ουδέτερες συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά ή να διασφαλιστούν η εύρυθμη λειτουργία και η ακεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η Αρχή εκδίδει μεμονωμένη απόφαση απευθυνόμενη προς ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα με την οποία θα απαιτεί να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής κάθε πρακτικής. |
Η απόφαση της Αρχής είναι σύμφωνη με την απόφαση που εκδόθηκε από την Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4. |
Η απόφαση της Αρχής είναι σύμφωνη με την απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4. Οιεσδήποτε νομικές ή δικαστικές δαπάνες επιβάλλονται στην Αρχή ως εκ της εφαρμογής του παρόντος άρθρου βαρύνουν την Επιτροπή. |
Τροπολογία 96 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9 – παράγραφος 7 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
7. Οι αποφάσεις που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με την παράγραφο 6 κατισχύουν οποιασδήποτε προγενέστερης απόφασης που είχε εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές για το ίδιο θέμα. |
9. Οι αποφάσεις που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με την παράγραφο 8 ισχύουν για όλα τα σχετικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται εντός της δικαιοδοσίας όπου έχει σημειωθεί η μη συμμόρφωση και κατισχύουν οποιασδήποτε προγενέστερης απόφασης που είχε εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές για το ίδιο θέμα. |
Κάθε ενέργεια εκ μέρους των αρμοδίων αρχών αναφορικά με γεγονότα τα οποία υπόκεινται σε απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή 6 είναι συμβατή με τις εν λόγω αποφάσεις. |
Κάθε ενέργεια εκ μέρους των αρμοδίων αρχών αναφορικά με γεγονότα τα οποία υπόκεινται σε απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 5 ή 8 είναι συμβατή με τις εν λόγω αποφάσεις. |
Τροπολογία 97 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9 – παράγραφος 7 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
7 α. Στην έκθεση στην οποία παραπέμπει το άρθρο 35, παράγραφος 2 ο Πρόεδρος εκθέτει ποιες εθνικές αρχές και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν έχουν συμμορφωθεί προς τις αποφάσεις μνεία των οποίων γίνεται στις παραγράφους 4 και 6. |
Τροπολογία 98 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Σε περίπτωση αντίξοων εξελίξεων, οι οποίες μπορούν να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα ολόκληρου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Κοινότητα, η Επιτροπή, κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας ή μετά από αίτημα της Αρχής, του Συμβουλίου ή του ΕΣΣΚ, μπορεί να εκδώσει απόφαση απευθυνόμενη προς την Αρχή, όπου ορίζει την ύπαρξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού. |
1. Σε περίπτωση αντίξοων εξελίξεων, οι οποίες μπορούν να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα ολόκληρου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ένωση, το ΕΣΣΚ, κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας ή μετά από αίτημα της Αρχής, του Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή της Επιτροπής, μπορεί να εκδώσει προειδοποίηση που κηρύσσει την ύπαρξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης για να δοθεί η δυνατότητα στην Αρχή να εγκρίνει χωρίς περαιτέρω απαιτήσεις τις επιμέρους αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3. |
Τροπολογία 99 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1 α. Όταν εκδίδει προειδοποίηση, το ΕΣΣΚ ενημερώνει ταυτοχρόνως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και την Αρχή. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει το ΕΣΣΚ υπόκειται σε εκ των υστέρων ανταλλαγή απόψεων μεταξύ του Προέδρου του ΕΣΣΚ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του αρμοδίου επιτρόπου και τίθεται σε ισχύ το ταχύτερο δυνατό. |
Τροπολογία 100 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 1 β (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1 β. Οσάκις έχει εκδοθεί προειδοποίηση, η Αρχή διευκολύνει ενεργά και, όπου κρίνεται αναγκαίο, συντονίζει οιεσδήποτε ενέργειες των σχετικών αρμοδίων αρχών. |
Τροπολογία 101 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Αν η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 1, η Αρχή μπορεί να εκδώσει μεμονωμένες αποφάσεις με τις οποίες ζητείται από τις αρμόδιες αρχές να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα σύμφωνα με τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, για να αντιμετωπιστούν όλοι οι κίνδυνοι που ενδέχεται να διακυβεύσουν την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αφορών ή τη σταθερότητα ολόκληρου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος, εξασφαλίζοντας ότι οι συμμετέχοντες στις χρηματαγορές και οι αρμόδιες αρχές ικανοποιούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στην υπόψη νομοθεσία. |
2. Αν το ΕΣΣΚ έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 1, η Αρχή εγκρίνει μεμονωμένες αποφάσεις για να εξασφαλισθεί ότι οι αρμόδιες αρχές θα λάβουν τα απαραίτητα μέτρα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό για να αντιμετωπιστούν όλοι οι κίνδυνοι που ενδέχεται να διακυβεύσουν την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα ολόκληρου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος, εξασφαλίζοντας ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι αρμόδιες αρχές ικανοποιούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στην υπόψη νομοθεσία. |
Τροπολογία 102 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 226 της Συνθήκης, αν μια αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με την απόφαση της Αρχής που αναφέρεται στην παράγραφο 2 εντός του χρονικού διαστήματος που ορίζεται εκεί, η Αρχή μπορεί, αν οι συναφείς απαιτήσεις που ορίζονται στη νομοθεσία που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 ισχύουν άμεσα για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές, να λάβει μεμονωμένη απόφαση την οποία απευθύνει προς έναν συμμετέχοντα στις χρηματαγορές, με την οποία απαιτεί να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με την εν λόγω νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής κάθε πρακτικής. |
3. Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 258 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αν μια αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με την απόφαση της Αρχής που αναφέρεται στην παράγραφο 2 εντός του χρονικού διαστήματος που ορίζεται εκεί, η Αρχή εγκρίνει μεμονωμένη απόφαση την οποία απευθύνει προς ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, με την οποία απαιτεί να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με την εν λόγω νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής κάθε πρακτικής. |
Τροπολογία 103 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 3 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
3a. Εάν ο αποδέκτης της απόφασης αρνείται να συμμορφωθεί προς το δίκαιο της Ένωσης ή μια συγκεκριμένη απόφαση που ελήφθη από την Αρχή, η Αρχή μπορεί να προσφύγει στα εθνικά δικαστήρια, μεταξύ άλλων με αίτηση για τη λήψη προσωρινών μέτρων. |
Τροπολογία 104 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 4 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
4 α. Το ΕΣΣΚ επανεξετάζει την απόφαση της παραγράφου 1 με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου, της Επιτροπής ή της Αρχής και κηρύσσει την αναστολή της κατάστασης έκτακτης ανάγκης όποτε το κρίνει σκόπιμο. |
Τροπολογία 105 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 10 – παράγραφος 4 β (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
4 β. Στην έκθεση στην οποία παραπέμπει το άρθρο 35, παράγραφος 2 ο Πρόεδρος εκθέτει τις μεμονωμένες αποφάσεις τις οποίες απηύθυνε σε εθνικές αρχές και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δυνάμει των παραγράφων 3 και 4. |
Τροπολογία 106 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Με την επιφύλαξη των εξουσιών που ορίζονται στο άρθρο 9, αν μια αρμόδια αρχή διαφωνεί με τη διαδικασία ή με το περιεχόμενο πράξης ή παράλειψης από άλλη αρμόδια αρχή σε τομείς όπου η νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2 απαιτεί συνεργασία, συντονισμό ή κοινή απόφαση από αρμόδιες αρχές σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, η Αρχή μπορεί, κατόπιν αιτήματος μιας ή περισσοτέρων από τις οικείες αρμόδιες αρχές, να βοηθήσει τις αρχές να καταλήξουν σε συμφωνία ακολουθώντας τη διαδικασία που ορίζεται στην παράγραφο 2. |
1. Με την επιφύλαξη των εξουσιών που ορίζονται στο άρθρο 9, αν μια αρμόδια αρχή διαφωνεί με τη διαδικασία ή με το περιεχόμενο πράξης ή παράλειψης από άλλη αρμόδια αρχή σε τομείς όπου η νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2 απαιτεί συνεργασία, συντονισμό ή κοινή απόφαση από αρμόδιες αρχές σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, η Αρχή, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος μιας ή περισσοτέρων από τις οικείες αρμόδιες αρχές, αναλαμβάνει ηγετικό ρόλο στην παροχή βοήθειας προς τις αρχές για να καταλήξουν σε συμφωνία ακολουθώντας τη διαδικασία που ορίζεται στις παραγράφους 2 έως 4. |
Τροπολογία 107 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Η Αρχή ορίζει χρονικό όριο για το συμβιβασμό των αρμόδιων αρχών, λαμβάνοντας υπόψη συναφή χρονικά διαστήματα που τυχόν ορίζονται στη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, καθώς και την πολυπλοκότητα και τον επείγοντα χαρακτήρα του ζητήματος. |
2. Η Αρχή ορίζει χρονικό όριο για το συμβιβασμό των αρμόδιων αρχών, λαμβάνοντας υπόψη συναφή χρονικά διαστήματα που τυχόν ορίζονται στη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, καθώς και την πολυπλοκότητα και τον επείγοντα χαρακτήρα του ζητήματος. Στο στάδιο αυτό η Αρχή ενεργεί ως μεσολαβητής. |
Τροπολογία 108 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Αν κατά το πέρας της φάσης συμβιβασμού οι ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές δεν καταλήξουν σε συμφωνία, η Αρχή μπορεί να λάβει απόφαση με την οποία θα απαιτεί να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα ή να απέχουν από ενέργειες, προκειμένου να διευθετηθεί το θέμα, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο. |
3. Αν κατά το πέρας της φάσης συμβιβασμού οι ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές δεν καταλήξουν σε συμφωνία, η Αρχή, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 29 παράγραφος 1, λαμβάνει απόφαση να λύσει τη διαφωνία και να απαιτήσει από αυτές να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, με δεσμευτικά αποτελέσματα για τις σχετικές αρμόδιες αρχές. |
Τροπολογία 109 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – παράγραφος 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
4. Με επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 226 της συνθήκης, αν μια αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με την απόφαση της Αρχής, και έτσι δεν εξασφαλίσει τη συμμόρφωση ενός συμμετέχοντος στις χρηματαγορές με τις απαιτήσεις που ισχύουν άμεσα για αυτό σύμφωνα με τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, η Αρχή μπορεί να εκδώσει μεμονωμένη απόφαση απευθυνόμενη προς έναν συμμετέχοντα στις χρηματαγορές, με την οποία θα απαιτεί να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής κάθε πρακτικής. |
4. Με επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 258 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αν μια αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με την απόφαση της Αρχής, και έτσι δεν εξασφαλίσει τη συμμόρφωση χρηματοπιστωτικού ιδρύματος με τις απαιτήσεις που ισχύουν άμεσα για αυτό σύμφωνα με τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, η Αρχή εγκρίνει μεμονωμένη απόφαση απευθυνόμενη προς χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, με την οποία απαιτεί να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής κάθε πρακτικής. |
Τροπολογία 110 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – παράγραφος 4 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
4 α. Οι αποφάσεις που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με την παράγραφο 4 κατισχύουν οποιασδήποτε προγενέστερης απόφασης που είχε εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές για το ίδιο θέμα. |
|
Οιαδήποτε ενέργεια των αρμοδίων αρχών σχετίζεται με γεγονότα τα οποία υπόκεινται σε απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή 4 είναι συμβατή με τις εν λόγω αποφάσεις. |
Τροπολογία 111 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – παράγραφος 4 β (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
4 β. Στην έκθεση στην οποία παραπέμπει το άρθρο 35, παράγραφος 2 ο Πρόεδρος εκθέτει τις μεμονωμένες αποφάσεις τις οποίες απηύθυνε σε αρμόδιες αρχές και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4. |
Τροπολογία 112 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 11 α |
|
Διευθέτηση διαφωνιών μεταξύ αρμόδιων αρχών σε διατομεακό επίπεδο |
|
Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11, η Μικτή Επιτροπή διευθετεί τις διαφωνίες που μπορεί να προκύψουν μεταξύ αρμόδιων αρχών που ενεργούν δυνάμει του άρθρου 42. |
Τροπολογία 113 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 12 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Η Αρχή συμβάλλει στην προώθηση της αποδοτικής και συνεπούς λειτουργίας των σωμάτων εποπτών και στην ενίσχυση της συνέπειας στην εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στα σώματα αυτά. |
1. Η Αρχή συμβάλλει στην προώθηση και παρακολούθηση της αποδοτικής, αποτελεσματικής και συνεπούς λειτουργίας των σωμάτων εποπτών στα οποία παραπέμπει η νομοθεσία που εμφαίνεται στο άρθρο 1, παράγραφος 2 και στην ενίσχυση της συνέπειας στην εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης στα σώματα αυτά. Προσωπικό από την αρχή θα μπορεί να συμμετέχει σε οιεσδήποτε δραστηριότητες, περιλαμβανομένων επιτοπίων εξετάσεων, διενεργούνται από κοινού από δύο ή πλείονες αρμόδιες αρχές. |
Τροπολογία 114 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 12 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Η Αρχή συμμετέχει στα σώματα εποπτών ως παρατηρητής, όταν το κρίνει σκόπιμο. Κατά τη συμμετοχή αυτή η Αρχή θεωρείται «αρμόδια αρχή» υπό την έννοια της σχετικής νομοθεσίας και, κατόπιν αιτήματός της, λαμβάνει όλες τις συναφείς πληροφορίες που ανταλλάσσονται με τα μέλη του σώματος. |
2. Η Αρχή αναλαμβάνει ηγετικό ρόλο στα σώματα εποπτών, όταν το κρίνει σκόπιμο. Για τον σκοπό αυτόν η Αρχή θεωρείται «αρμόδια αρχή» κατά την έννοια της σχετικής νομοθεσίας. Καλείται τουλάχιστον: |
|
(α) να προβαίνει σε συλλογή και από κοινού χρήση όλων των σχετικών πληροφοριών σε καταστάσεις τόσο τρέχουσας λειτουργίας όσο και εκτάκτου ανάγκης για να διευκολύνει το έργο των σωμάτων εποπτών και να θεσπίσει και διαχειρίζεται κεντρικό σύστημα για να παρέχει τη δυνατότητα πρόσβασης σε αυτές τις πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές στα σώματα εποπτών, |
|
(β) να κινεί και να συντονίζει προσομοιώσεις αντίξοων καταστάσεων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για να αποτιμά την αντοχή των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, συγκεκριμένα εκείνων που προσδιορίζει το άρθρο 12 β, υπό αντίξοες εξελίξεις της αγοράς εξασφαλίζοντας για τις εν λόγω προσομοιώσεις την εφαρμογή όσο το δυνατόν συνεπέστερης μεθοδολογίας στο επίπεδο των κρατών μελών. |
|
(γ) να προβαίνει στον σχεδιασμό και να ηγείται δραστηριοτήτων εποπτείας σε καταστάσεις τόσο τρέχουσας λειτουργίας όσο και εκτάκτου ανάγκης, περιλαμβανομένης της αποτίμησης των κινδύνων στους οποίους εκτίθενται ή θα μπορούσαν να εκτεθούν χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, και |
|
(δ) επιτηρεί τα καθήκοντα που εκτελούν οι αρμόδιες αρχές. |
Τροπολογία 115 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 12 – παράγραφος 3 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
3 α. Η Αρχή μπορεί να εκδίδει ρυθμιστικούς κανόνες και κανόνες εφαρμογής, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις, τα οποία εγκρίνει δυνάμει των άρθρων 7, 7 ε και 8 προς εναρμόνιση της εποπτικής λειτουργίας και των βέλτιστων πρακτικών που έχουν εγκριθεί από τα σώματα εποπτών. Οι αρχές εγκρίνουν γραπτές διευθετήσεις για τη λειτουργία εκάστου σώματος για να εξασφαλίζεται σύγκλιση στη λειτουργία του συνόλου των σωμάτων. |
Τροπολογία 116 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 12 – παράγραφος 3 β (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
3 β. Ένας νομικά δεσμευτικός μεσολαβητικός ρόλος θα επιτρέψει στην Αρχή να επιλύει τις διαφορές μεταξύ αρμοδίων αρχών ακολουθώντας την προβλεπόμενη στο άρθρο 11 διαδικασία. Οσάκις δεν είναι δυνατή η επίτευξη συμφωνίας εντός του σχετικού σώματος εποπτών, η Αρχή μπορεί να λαμβάνει εποπτικές αποφάσεις αμέσου ισχύος για τα σχετικά ιδρύματα. |
Τροπολογία 117 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 12 α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 12 α |
|
Γενικές διαταξεις |
|
1. Η Αρχή δίδει ιδιαίτερη προσοχή στους κινδύνους διαταραχής των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που (i) προκαλούνται από την ανεπάρκεια του συνόλου ή μερών του χρηματοπιστωτικού συστήματος και (ii) ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην εσωτερική αγορά και την πραγματική οικονομία (συστημικός κίνδυνος) και επιλαμβάνεται αυτών. Όλα τα είδη χρηματοπιστωτικών διαμεσολαβητικών φορέων, αγορών και υποδομών ενδέχεται να είναι συστημικά σημαντικά σε κάποιον βαθμό. |
|
2. Σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου η Αρχή εκπονεί κοινό σύνολο ποσοτικών και ποιοτικών δεικτών (πίνακας μεγεθών χειρισμού του κινδύνου) που θα χρησιμεύει ως βάση για τη "εποπτική βαθμολόγηση" των διασυνοριακών ιδρυμάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 12 β. Αυτή η βαθμολόγηση υπόκειται σε ανασκόπηση επί τακτικής βάσεως για να λαμβάνονται υπόψη υλικές αλλαγές στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος. Η εποπτική βαθμολόγηση συνιστά στοιχείο ζωτικής σημασίας για την απόφαση σχετικά με άμεση εποπτεία ή παρέμβαση σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που αντιμετωπίζει δυσκολίες. |
|
3. Με την επιφύλαξη των νομοθετικών πράξεων στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 1, παρ. 2, η Αρχή προτείνει, εάν κρίνεται απαραίτητο, πρόσθετα σχέδια ρυθμιστικών κανόνων και κανόνων εφαρμογής καθώς και κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις για ιδρύματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 12 β. |
|
4. Η Αρχή ασκεί την εποπτεία των διασυνοριακών ιδρυμάτων που μπορεί να συνεπάγονται συστημικό κίνδυνο όπως θεσπίζεται στο άρθρο 12 β. Στις περιπτώσεις αυτές η Αρχή ενεργεί μέσω των αρμοδίων αρχών. |
|
5. Η Αρχή θεσπίζει Μονάδα Εξυγίανσης με εντολή να υλοποιεί τη ρητώς οριζόμενη διακυβέρνηση και τον τρόπο ενεργείας της διαχείρισης κρίσεων από την έγκαιρη παρέμβαση έως την επίλυση και την αφερεγγυότητα και ηγείται αυτών των διαδικασιών. |
|
6. Όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 12 β πρέπει να συμμετέχουν στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Σταθερότητας που θεσπίζεται με το άρθρο 12 δ. Χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται σε ένα μόνο κράτος μέλος μπορούν να επιλέξουν να συμμετέχουν στο Ταμείο Σταθερότητας. Οι συνεισφορές που καταβάλλονται στο Ευρωπαϊκό Ταμείο αντικαθιστούν εκείνες που καταβάλλονται σε ταμεία παρομοίας φύσεως των κρατών μελών. |
Τροπολογία 118 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 12 β (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 12 β |
|
Προσδιορισμός συστημικών ιδρυμάτων που θα μπορούσαν να συνεπάγονται συστημικό κίνδυνο |
|
1. Μετά τη διενέργεια διαβούλευσης με το ΕΣΣΚ το συμβούλιο εποπτών μπορεί σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 29, παρ. 1 να προσδιορίσει διασυνοριακά ιδρύματα τα οποία λόγω του συστημικού κινδύνου που μπορεί να συνεπάγονται χρειάζεται να αποτελέσουν αντικείμενο άμεσης εποπτείας από την Αρχή ή να τεθούν υπό τη Μονάδα Εξυγίανσης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 12 γ. |
|
2. Τα κριτήρια για τον προσδιορισμό αυτών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων είναι συνεπή προς τα κριτήρια που θεσπίζονται από το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών. |
Τροπολογία 119 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 12 γ (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 12 γ |
|
Μονάδα Εξυγίανσης |
|
1. Η Μονάδα Εξυγίανσης διατηρεί τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ελαχιστοποιεί τη επιβλαβή επίδραση των ιδρυμάτων που αντιμετωπίζουν δυσκολίες και προσδιορίζονται στο άρθρο 12 β στο υπόλοιπο σύστημα και την ευρεία οικονομία και περιορίζουν το κόστος για τους φορολογουμένους τηρώντας την αρχή της αναλογικότητας, την ιεραρχία των πιστωτών και παρέχοντας εχέγγυα ίσης μεταχείρισης σε διασυνοριακή κλίμακα. |
|
2. Η Μονάδα Εξυγίανσης έχει εξουσία να επιτελεί τα καθήκοντα που ορίζονται στην παράγραφο 1 για να επαναφέρει σε εύρυθμη λειτουργία τα ιδρύματα που αντιμετωπίζουν δυσκολίες ή να αποφασίζει εκκαθάριση των μη βιώσιμων ιδρυμάτων. Μεταξύ άλλων δράσεων θα μπορούσε να απαιτήσει προσαρμογές κεφαλαίου ή ρευστότητας, να προσαρμόσει τη σύνθεση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, να βελτιώσει τις διεργασίες, να διορίσει ή αντικαταστήσει στελέχη διαχείρισης, να συστήσει τη λήψη εγγυήσεων, δανείων και ρευστότητας, ολικές ή μερικές πωλήσεις, τη μετοχοποίηση χρεών ή να θέσει το ίδρυμα υπό προσωρινή κυριότητα του δημοσίου. |
|
3. Η Μονάδα Εξυγίανσης περιλαμβάνει εμπειρογνώμονες που διορίζει το Συμβούλιο Εποπτών της Αρχής με γνώση και εμπειρογνωμοσύνη στην αναδιάρθρωση, τη μεταστροφή από ζημιογόνο επιχείρηση σε κερδοφόρο και την εκκαθάριση χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. |
Τροπολογία 120 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 12 δ (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 12δ |
|
Ευρωπαϊκό Ταμείο Σταθερότητας |
|
1. Ιδρύεται Ευρωπαϊκό Ταμείο Σταθερότητας για τις Κινητές Αξίες και Αγορές (το Ταμείο Σταθερότητας) για να ενισχυθεί η εσωτερίκευση του κόστους του χρηματοπιστωτικού συστήματος και να βοηθηθεί η επίλυση κρίσεων στην περίπτωση πτώχευσης διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται σε ένα μόνο κράτος μέλος μπορούν να επιλέξουν να συμμετέχουν στο Ταμείο Σταθερότητας. Το Ταμείο Σταθερότητας εγκρίνει τα κατάλληλα μέτρα για να αποφευχθεί το να δημιουργεί ηθικό κίνδυνο η δυνατότητα διάθεσης ενισχύσεων. |
|
2. Το Ταμείο Σταθερότητας χρηματοδοτείται μέσω αμέσων συνεισφορών από όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 12 β, παρ. 1. Οι εν λόγω συνεισφορές είναι ανάλογες προς το επίπεδο κινδύνου και τη συμβολή στον συστημικό κίνδυνο που αντιπροσωπεύει έκαστο ίδρυμα και τις διακυμάνσεις που σημειώνονται στον συνολικό κίνδυνο στον χρόνο, όπως προσδιορίζονται μέσω του πίνακα μεγεθών χειρισμού του κινδύνου εκάστου. Τα επίπεδα των απαιτουμένων συνεισφορών λαμβάνουν υπόψη τις ευρύτερες οικονομικές συνθήκες και την ανάγκη να διατηρούν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα κεφάλαιο για άλλες ρυθμιστικές και επιχειρηματικές απαιτήσεις. |
|
3. Το Ταμείο Σταθερότητας διοικείται από συμβούλιο διοριζόμενο από την Αρχή για πενταετή περίοδο. Τα μέλη του συμβουλίου επιλέγονται μεταξύ προσωπικού που προτείνουν οι αρχές των κρατών μελών. Το Ταμείο Σταθερότητας ιδρύει επίσης συμβουλευτικό συμβούλιο όπου συμμετέχουν άνευ ψήφου εκπρόσωποι των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που μετέχουν στο Ταμείο Σταθερότητας Το συμβούλιο του Ταμείου Σταθερότητας μπορεί να προτείνει να αναθέσει η Αρχή τη διαχείριση των ρευστών της σε ευυπόληπτα ιδρύματα (όπως είναι η ΕΤΕπ). Αυτοί οι πόροι πρέπει να επενδύονται σε ασφαλή και ρευστά μέσα. |
|
4. Εάν οι επισωρευμένοι πόροι από τις εισφορές των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων δεν επαρκούν για την αντιμετώπιση των δυσκολιών, το Ταμείο Σταθερότητας μπορεί να αυξάνει τους πόρους του μέσω της έκδοσης δανειακών τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων. |
Τροπολογία 121 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 13 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Η Αρχή διευκολύνει την ανάθεση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων μεταξύ αρμόδιων αρχών, εντοπίζοντας τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες που μπορούν να ανατεθούν ή να ασκηθούν από κοινού, καθώς επίσης προωθώντας βέλτιστες πρακτικές. |
2. Η Αρχή τονώνει και διευκολύνει την ανάθεση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων μεταξύ αρμόδιων αρχών, εντοπίζοντας τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες που μπορούν να ανατεθούν ή να ασκηθούν από κοινού, καθώς επίσης προωθώντας βέλτιστες πρακτικές. |
Τροπολογία 122 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 13 - παράγραφος 2 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2 α. Η ανάθεση αρμοδιοτήτων οδηγεί στην ανακατανομή των αρμοδιοτήτων που καθορίζονται στη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1, παράγραφος 2. Το δίκαιο της μεταβιβάζουσας αρχής διέπει τη διαδικασία, την εφαρμογή και το διοικητικό και δικαστικό έλεγχο που αφορούν τις μεταβιβαζόμενες αρμοδιότητες. |
Τροπολογία 123 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 13 – παράγραφος 3 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
3 α. Ουδεμία διμερής συμφωνία ανάθεσης αρμοδιοτήτων συνάπτεται όσον αφορά τα ιδρύματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 12 β. |
Τροπολογία 124 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 13 – παράγραφος 3 β (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
3 β. Η Αρχή αναθέτει στις αρχές των κρατών μελών τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες εποπτείας της προληπτικής εποπτείας των ιδρυμάτων δυνάμει του άρθρου 12 α. |
Τροπολογία 125 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 14 – παράγραφος 1 – εισαγωγή | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Η Αρχή παίζει ενεργό ρόλο στην οικοδόμηση κοινής ευρωπαϊκής εποπτικής νοοτροπίας και συνεπών εποπτικών πρακτικών, καθώς και στην εξασφάλιση ομοιόμορφων διαδικασιών και συνεπών προσεγγίσεων σε όλη την Κοινότητα και προβαίνει, τουλάχιστον, στις ακόλουθες ενέργειες: |
1. Η Αρχή παίζει ενεργό ρόλο στην οικοδόμηση κοινής ευρωπαϊκής εποπτικής νοοτροπίας και συνεπών εποπτικών πρακτικών, καθώς και στην εξασφάλιση ομοιόμορφων διαδικασιών και συνεπών προσεγγίσεων σε όλη την Ένωση και προβαίνει, τουλάχιστον, στις ακόλουθες ενέργειες: |
Τροπολογία 126 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 14 – παράγραφος 1 – στοιχείο γ | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(γ) συμβάλλει στην κατάρτιση ομοιόμορφων εποπτικών κανόνων υψηλής ποιότητας, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων υποβολής εκθέσεων· |
(γ) συμβάλλει στην κατάρτιση ομοιόμορφων εποπτικών κανόνων υψηλής ποιότητας, συμπεριλαμβανομένων των παγκόσμιων λογιστικών κανόνων και των κανόνων υποβολής εκθέσεων· |
Τροπολογία 127 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 14 – παράγραφος 1 – στοιχείο δ | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(δ) επανεξετάζει την εφαρμογή των συναφών τεχνικών κανόνων που εκδόθηκαν από την Επιτροπή, των κατευθυντηρίων γραμμών και των συστάσεων που εξέδωσε η Αρχή, και προτείνει τροποποιήσεις, αν κρίνει σκόπιμο· |
(δ) επανεξετάζει την εφαρμογή των συναφών ρυθμιστικών κανόνων και κανόνων εφαρμογής που εκδόθηκαν από την Επιτροπή, των κατευθυντηρίων γραμμών και των συστάσεων που εξέδωσε η Αρχή, και προτείνει τροποποιήσεις, αν κρίνει σκόπιμο· |
Τροπολογία 128 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 15 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Η Αρχή πραγματοποιεί περιοδικά αναλύσεις με ομότιμη αξιολόγηση ορισμένων ή όλων των δραστηριοτήτων των αρμόδιων αρχών, για την περαιτέρω βελτίωση της συνέπειας στα αποτελέσματα των εποπτικών ελέγχων. Προς το σκοπό αυτό η Αρχή αναπτύσσει μεθόδους που θα καταστήσουν δυνατή την αντικειμενική αξιολόγηση και τη σύγκριση μεταξύ των αρχών που εξετάζονται. |
1. Η Αρχή διοργανώνει και πραγματοποιεί περιοδικά αναλύσεις με αξιολόγηση από ομοτίμους ορισμένων ή όλων των δραστηριοτήτων των αρμόδιων αρχών, για την περαιτέρω βελτίωση της συνέπειας στα αποτελέσματα των εποπτικών ελέγχων. Προς το σκοπό αυτό η Αρχή αναπτύσσει μεθόδους που θα καταστήσουν δυνατή την αντικειμενική αξιολόγηση και τη σύγκριση μεταξύ των αρχών που εξετάζονται. |
Τροπολογία 129 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 15 – παράγραφος 2 – στοιχείο α | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(α) επάρκεια των θεσμικών ρυθμίσεων, της στελέχωσης και της πείρας του προσωπικού της αρμόδιας αρχής, ειδικώς όσον αφορά την αποτελεσματική εφαρμογή της νομοθεσίας στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2 και την ικανότητα αντίδρασης στις εξελίξεις της αγοράς· |
(α) επάρκεια των θεσμικών ρυθμίσεων, της στελέχωσης και της πείρας του προσωπικού της αρμόδιας αρχής, ειδικώς όσον αφορά την αποτελεσματική εφαρμογή των ρυθμιστικών κανόνων και κανόνων εφαρμογής στους οποίους παραπέμπουν τα άρθρα 7 και 7 ε και της νομοθεσίας στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1, παράγραφος 2 και την ικανότητα αντίδρασης στις εξελίξεις της αγοράς· |
Τροπολογία 130 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 15 – παράγραφος 2 – στοιχείο β | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(β) βαθμός σύγκλισης που επιτεύχθηκε στην εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας και στην εποπτική πρακτική, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών κανόνων, των κατευθυντηρίων γραμμών και των συστάσεων που εκδόθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8, και βαθμός στον οποίο η εποπτική πρακτική επιτυγχάνει τους στόχους που ορίζονται από το κοινοτικό δίκαιο· |
(β) βαθμός σύγκλισης που επιτεύχθηκε στην εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης και στην εποπτική πρακτική, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμιστικών κανόνων και κανόνων εφαρμογής, των κατευθυντηρίων γραμμών και των συστάσεων που εκδόθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 7, 7 ε και 8, και βαθμός στον οποίο η εποπτική πρακτική επιτυγχάνει τους στόχους που ορίζονται από το δίκαιο της Ένωσης· |
Τροπολογία 131 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 15 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Βάσει της ομότιμης αξιολόγησης, η Αρχή μπορεί να εκδίδει συστάσεις προς τις οικείες αρμόδιες αρχές. |
3. Βάσει της αξιολόγησης από ομοτίμους, η Αρχή μπορεί να εγκρίνει σχέδια ρυθμιστικών κανόνων ή κανόνων εφαρμογής σύμφωνα με τα άρθρα 7 έως 7 ε, να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις σύμφωνα με το άρθρο 8, ή να εγκρίνει απόφαση που απευθύνει προς τις οικείες αρμόδιες αρχές. |
Τροπολογία 132 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 15 – παράγραφος 3 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
3 α. Η Αρχή δημοσιοποιεί το αποτέλεσμα των αξιολογήσεων από ομοτίμους και τις βέλτιστες πρακτικές που μπορούν να εντοπισθούν μέσα από αυτές τις αξιολογήσεις από ομοτίμους. |
Τροπολογία 133 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 16 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Η Αρχή διαδραματίζει γενικό συντονιστικό ρόλο μεταξύ αρμόδιων εθνικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων κατά τις οποίες αντίξοες εξελίξεις ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Κοινότητα. |
Η Αρχή διαδραματίζει γενικό συντονιστικό ρόλο μεταξύ αρμόδιων εθνικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων κατά τις οποίες αντίξοες εξελίξεις ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ένωση. |
Τροπολογία 134 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 16 – παράγραφος 2 – εισαγωγικό τμήμα | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Η Αρχή προάγει τη συντονισμένη κοινοτική απόκριση, μεταξύ άλλων με: |
Η Αρχή προάγει τη συντονισμένη και ενιαία ενωσιακή απόκριση, μεταξύ άλλων με: |
Τροπολογία 135 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 16 – παράγραφος 2 – εδάφιο 4 α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(4 α) τη λήψη όλων των καταλλήλων μέτρων εντός του πεδίου των εξουσιών που έχει για να εξασφαλίζει τον συντονισμό των αρμοδίων αρχών στην περίπτωση εξελίξεων οι οποίες μπορεί να θέσουν εν κινδύνω τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών· |
Τροπολογία 136 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 16 – παράγραφος 2 – στοιχείο 4 β (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(4 β) την ανάληψη ρόλου κεντρικού παραλήπτη των βάσει των ρυθμιστικών διατάξεων εκθέσεων που υποχρεούνται να υποβάλλουν ιδρύματα που δραστηριοποιούνται σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη. |
Τροπολογία 137 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 16 - παράγραφος 2 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Αρχή όλα τα βάσει των ρυθμιστικών διατάξεων στοιχεία αναφοράς που λαμβάνουν από τα ιδρύματα στα οποία παραπέμπει το σημείο 4 της δευτέρας παραγράφου. Ευθύς ως παραλάβει τα στοιχεία, η Αρχή κοινοποιεί τις πληροφορίες στις αρμόδιες εθνικές αρχές. |
Τροπολογία 138 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 17 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Η Αρχή παρακολουθεί και αξιολογεί τις εξελίξεις της αγοράς στον τομέα της αρμοδιότητάς της και, αν κρίνει σκόπιμο, ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων, την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, το ΕΣΣΚ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με τις συναφείς μικροπροληπτικές τάσεις, τους ενδεχόμενους κινδύνους και τα τρωτά σημεία. |
1. Η Αρχή παρακολουθεί και αξιολογεί τις εξελίξεις της αγοράς στον τομέα της αρμοδιότητάς της και, αν κρίνει σκόπιμο, ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις), την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Τράπεζες), το ΕΣΣΚ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με τις συναφείς μικροπροληπτικές τάσεις, τους ενδεχόμενους κινδύνους και τα τρωτά σημεία. Η Αρχή συμπεριλαμβάνει στις αποτιμήσεις της οικονομική ανάλυση των αγορών για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και εκτιμά τον αντίκτυπο που θα έχουν ενδεχόμενες εξελίξεις της αγοράς σε αυτά. |
Ειδικότερα, σε συνεργασία με το ΕΣΣΚ, η Αρχή προωθεί και συντονίζει σε επίπεδο κοινότητας αξιολογήσεις της ευελιξίας βασικών συμμετεχόντων στις χρηματαγορές σε αντίξοες εξελίξεις της αγοράς. Προς το σκοπό αυτό αναπτύσσει, προς εφαρμογή από τις αρμόδιες αρχές: |
2. Σε συνεργασία με το ΕΣΣΚ, η Αρχή προωθεί και συντονίζει σε επίπεδο Ένωσης αξιολογήσεις της ευελιξίας χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε αντίξοες εξελίξεις της αγοράς. Προς το σκοπό αυτό αναπτύσσει, προς εφαρμογή από τις αρμόδιες αρχές: |
(α) κοινές μεθοδολογίες αξιολόγησης της επίπτωσης οικονομικών εκδοχών στις χρηματοπιστωτικές θέσεις ενός βασικού συμμετέχοντος στις χρηματαγορές· |
(α) κοινές μεθοδολογίες αξιολόγησης της επίπτωσης οικονομικών εκδοχών στις χρηματοπιστωτικές θέσεις ενός ιδρύματος· |
(β) κοινές προσεγγίσεις για την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των εν λόγω εκτιμήσεων για την ευελιξία των βασικών συμμετεχόντων στις χρηματαγορές. |
(β) κοινές προσεγγίσεις για την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των εν λόγω εκτιμήσεων για την ευελιξία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. |
|
(β α) κοινές μεθοδολογίες προς αποτίμηση του αντικτύπου συγκεκριμένων προϊόντων ή διεργασιών διανομής στη χρηματοπιστωτική θέση ενός ιδρύματος και την πληροφόρηση των καταθετών, επενδυτών και πελατών. |
Τροπολογία 139 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 17 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Η Αρχή εξασφαλίσει επαρκή κάλυψη των διατομεακών εξελίξεων, κινδύνων και τρωτών σημείων, συνεργαζόμενη στενά με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών. |
3. Η Αρχή εξασφαλίζει επαρκή κάλυψη των διατομεακών εξελίξεων, κινδύνων και τρωτών σημείων, συνεργαζόμενη στενά με την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) και με την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Τράπεζες) και μέσω της Κοινής Επιτροπής. |
Τροπολογία 140 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 18 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των κοινοτικών θεσμικών οργάνων, η Αρχή μπορεί να αναπτύσσει επαφές με εποπτικές αρχές από τρίτες χώρες. Μπορεί να προβαίνει σε διοικητικές ρυθμίσεις με διεθνείς οργανισμούς και κυβερνήσεις τρίτων χωρών. |
Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και των αρμοδίων αρχών, η Αρχή εκπροσωπεί την Ένωση σε όλα τα διεθνή φόρα που αφορούν την υπαγωγή σε ρυθμιστικές διατάξεις και την εποπτεία των ιδρυμάτων που εμπίπτουν στη νομοθεσία σε μνεία της οποίας προβαίνει το άρθρο 1, παράγραφος 2. |
Τροπολογία 141 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 18 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Η Αρχή αναπτύσσει επαφές με εποπτικές αρχές από τρίτες χώρες. Μπορεί να προβαίνει σε διοικητικές διευθετήσεις με διεθνείς οργανισμούς και κυβερνήσεις τρίτων χωρών. Οι διευθετήσεις αυτές δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη και τις αρμόδιες αρχές τους από τη σύναψη διμερών ή πολυμερών διευθετήσεων με τρίτες χώρες. |
Τροπολογία 142 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 18 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Η Αρχή συμβάλλει στην προετοιμασία αποφάσεων ισοδυναμίας όσον αφορά καθεστώτα εποπτείας σε τρίτες χώρες σύμφωνα με τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2. |
Η Αρχή συμβάλλει στην προετοιμασία αποφάσεων ισοδυναμίας όσον αφορά καθεστώτα εποπτείας σε τρίτες χώρες σύμφωνα με τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2. Η Επιτροπή εγκρίνει ρυθμιστικούς κανόνες σύμφωνα με τα άρθρα 7α έως 7δ, για τους σκοπούς των αξιολογήσεων ισοδυναμίας που αναφέρονται στο παρόν άρθρο. |
Τροπολογία 143 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 18 - παράγραφος 2 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Στην έκθεση μνεία της οποίας γίνεται στο άρθρο 35, παράγραφος 2 ο Πρόεδρος της Αρχής παρουσιάζει τις διοικητικές ρυθμίσεις και τις αποφάσεις ισοδυναμίας που συμφωνήθηκαν με διεθνείς οργανισμούς ή διοικητικές αρχές ή τρίτες χώρες. |
Τροπολογία 144 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 19 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Όσον αφορά τις προληπτικές αξιολογήσεις συγχωνεύσεων και εξαγορών που υπόκεινται στους όρους της οδηγίας 2007/44/EΚ, η Αρχή μπορεί, κατόπιν ίδιας πρωτοβουλίας ή κατόπιν αιτήματος οποιασδήποτε αρμόδιας αρχής, να εκδώσει και να δημοσιεύσει γνώμη για προληπτική αξιολόγηση η οποία πρέπει να εφαρμοστεί από κάθε αρχή ενός κράτους μέλους. Εφαρμόζεται το άρθρο 20. |
2. Όσον αφορά τις προληπτικές αξιολογήσεις συγχωνεύσεων και εξαγορών που υπόκεινται στους όρους της οδηγίας 2007/44/EΚ, η Αρχή μπορεί, κατόπιν ίδιας πρωτοβουλίας ή κατόπιν αιτήματος οποιασδήποτε αρμόδιας αρχής, να παρακολουθεί τις αξιολογήσεις και να παρέχει καθοδήγηση με σκοπό την ομοιομορφία και την εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού, και να εκδώσει και να δημοσιεύσει γνώμη για προληπτική αξιολόγηση η οποία πρέπει να εφαρμοστεί από κάθε αρχή ενός κράτους μέλους. Εφαρμόζεται το άρθρο 20. |
Τροπολογία 145 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 19 - παράγραφος 2 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2 α. Βάσει Κοινών Κατευθυντήριων Γραμμών, η Αρχή μπορεί να προβεί στην αλλαγή της διαδικασίας ελέγχου δυνάμει της οδηγίας 2007/44/ΕΚ. Μόλις λάβει την κοινοποίηση η Αρχή συντονίζεται με τις σχετικές εθνικές αρχές. |
Τροπολογία 146 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 20 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Επίσης η Αρχή μπορεί να ζητήσει να της παρέχονται πληροφορίες ανά τακτά διαστήματα. |
Επίσης η Αρχή μπορεί να ζητήσει να της παρέχονται πληροφορίες ανά τακτά διαστήματα. Οι αιτήσεις αυτές χρησιμοποιούν τους κοινούς μορφότυπους υποβολής εκθέσεων που πρέπει να πληρούνται, όποτε κρίνεται σκόπιμο, σε ενιαίο επίπεδο. |
Τροπολογία 147 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 20 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Οσάκις οι αρμόδιες αρχές δεν υποχρεούνται να συλλέγουν τις πληροφορίες που ζητούνται, η Αρχή μπορεί να τροποποιήσει τους ρυθμιστικούς κανόνες ή τους κανόνες εφαρμογής που παραπέμπουν στις απαιτήσεις περί υποβολής εκθέσεων. |
Τροπολογία 148 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 20 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 β (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Ύστερα από αίτημα αρμόδιας αρχής ενός κράτους μέλους, η Αρχή δύναται να παρέχει οποιεσδήποτε πληροφορίες είναι απαραίτητες για την εκπλήρωση των καθηκόντων της αρμόδιας αρχής, με την προϋπόθεση ότι η σχετική αρμόδια αρχή εφαρμόζει τις κατάλληλες ρυθμίσεις περί εμπιστευτικότητας. |
Τροπολογία 149 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 20 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 γ (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Προς αποφυγή διπλής υποχρέωσης υποβολής εκθέσεων, η Αρχή λαμβάνει πρώτα υπόψη τα υφιστάμενα στατιστικά στοιχεία που έχουν παραχθεί, διαδοθεί και αναπτυχθεί από το Ευρωπαϊκό Στατιστικό Σύστημα και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών. |
Τροπολογία 150 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 21 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών συνεργάζεται με το ΕΣΣΚ. |
1. Η Αρχή συνεργάζεται στενά και σε τακτική βάση με το ΕΣΣΚ. |
Τροπολογία 151 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 21 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2 Η Αρχή συνεργάζεται στενά με το ΕΣΣΚ. Παρέχει στο ΕΣΣΚ κατά τακτά διαστήματα και επικαιροποιημένες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων του. Όλα τα δεδομένα που είναι απαραίτητα για την εκπλήρωση των καθηκόντων του τα οποία όμως δεν υπάρχουν σε συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή παρέχονται χωρίς χρονοτριβή στο ΕΣΣΚ μετά από αιτιολογημένο αίτημα, όπως καθορίζεται στο άρθρο [15] του κανονισμού (EΚ) αριθ. .…./… [ΕΣΣΚ]. |
2. Η Αρχή παρέχει στο ΕΣΣΚ κατά τακτά διαστήματα και επικαιροποιημένες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων του. Όλα τα δεδομένα που είναι απαραίτητα για την εκπλήρωση των καθηκόντων του τα οποία όμως δεν υπάρχουν σε συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή παρέχονται χωρίς χρονοτριβή στο ΕΣΣΚ μετά από αιτιολογημένο αίτημα, όπως καθορίζεται στο άρθρο [15] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .…./2010 [ΕΣΣΚ]. Η Αρχή αναπτύσσει το κατάλληλο πρωτόκολλο για την κοινοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών που αφορούν μεμονωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. |
Τροπολογία 152 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 21 – παράγραφος 6 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
6. Κατά την άσκηση των καθηκόντων της τα οποία ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, η Αρχή λαμβάνει υπόψη της στο μέγιστο βαθμό τις προειδοποιήσεις και τις συστάσεις του ΕΣΣΚ. |
6. Κατά την άσκηση των καθηκόντων της τα οποία ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, η Αρχή λαμβάνει υπόψη της τις προειδοποιήσεις και τις συστάσεις του ΕΣΣΚ. |
Τροπολογία 153 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 22 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Για τη διεξαγωγή της διαβούλευσης με συμφεροντούχους τομέων σχετικών με τα καθήκοντα της Αρχής, συγκροτείται ομάδα συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών. |
1. Ως βοήθεια για τη διευκόλυνση της διαβούλευσης με συμφεροντούχους τομέων σχετικών με τα καθήκοντα της Αρχής, συγκροτείται Ομάδα Συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών (η Ομάδα Συμφεροντούχων). Η Ομάδα Συμφεροντούχων καλείται να γνωμοδοτήσει για κάθε σχετική απόφαση και ενέργεια της Αρχής. Εάν επιβάλλεται ανάληψη δράσεων κατεπειγόντως και η διαβούλευση καθίσταται αδύνατη, η Ομάδα Συμφεροντούχων ενημερώνεται το ταχύτερο δυνατό. |
|
Η Ομάδα Συμφεροντούχων συνεδριάζει τουλάχιστον τέσσερις φορές το χρόνο. |
Τροπολογία 154 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 22 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Η ομάδα συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών αποτελείται από 30 μέλη, τα οποία εκπροσωπούν αναλογικά τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές της Κοινότητας, τους υπαλλήλους τους καθώς και τους καταναλωτές, τους επενδυτές και τους χρήστες χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. |
2. Η Ομάδα Συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών αποτελείται από 30 μέλη, τα οποία εκπροσωπούν αναλογικά τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές της Ένωσης, τους υπαλλήλους τους καθώς και τους καταναλωτές, τους επενδυτές και τους χρήστες χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Τουλάχιστον 5 από τα μέλη είναι ανεξάρτητοι πανεπιστημιακοί ανωτάτου επιπέδου. Ο αριθμός των μελών που εκπροσωπούν τους συμμετέχοντες στις αγορές δεν υπερβαίνει τους 10. |
Τροπολογία 155 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 22 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Τα μέλη της ομάδας συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών ορίζονται από το συμβούλιο εποπτών της Αρχής, μετά από προτάσεις των οικείων συμφεροντούχων. |
3. Τα μέλη της Ομάδας Συμφεροντούχων ορίζονται από το συμβούλιο εποπτών της Αρχής, μετά από προτάσεις των οικείων συμφεροντούχων. |
Στο μέτρο του δυνατού, κατά τη λήψη της απόφασής του το συμβούλιο εποπτών εξασφαλίζει κατάλληλα τη γεωγραφική ισορροπία και την εκπροσώπηση των συμφεροντούχων από ολόκληρη την Κοινότητα. |
Κατά τη λήψη της απόφασής του το συμβούλιο εποπτών εξασφαλίζει ότι όλα τα μέλη που δεν εκπροσωπούν επαγγελματίες συμμετέχοντες στην αγορά ή τους υπαλλήλους τους γνωστοποιούν οιεσδήποτε ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων. |
Η Αρχή εξασφαλίζει επαρκή γραμματειακή υποστήριξη της ομάδας συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών. |
|
Τροπολογία 156 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 22 – παράγραφος 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
4. Η θητεία των μελών της ομάδας συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών διαρκεί δυόμιση έτη και τη λήξη της ακολουθεί νέα διαδικασία επιλογής. |
4. Η Αρχή παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες και εξασφαλίζει επαρκή γραμματειακή στήριξη της Ομάδας Συμφεροντούχων. Καθιερώνεται επαρκής οικονομική αποζημίωση για τα μέλη της Ομάδας Συμφεροντούχων που εκπροσωπούν μη κερδοσκοπικές οργανώσεις. Η Ομάδα μπορεί να συγκροτεί ομάδες εργασίας επί τεχνικών ζητημάτων στις οποίες και άλλοι εμπειρογνώμονες για να εξασφαλίσουν την απαραίτητη τεχνική πραγματογνωμοσύνη. |
Τα μέλη μπορούν να υπηρετήσουν επί δυο διαδοχικές θητείες. |
Η θητεία των μελών της Ομάδας Συμφεροντούχων διαρκεί πέντε έτη και τη λήξη της ακολουθεί νέα διαδικασία επιλογής. |
Τροπολογία 157 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 22 – παράγραφος 5 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
5. Η ομάδα συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών μπορεί να υποβάλλει στην Αρχή γνώμες και συμβουλές για οποιοδήποτε θέμα σχετικό με τα καθήκοντα της Αρχής τα οποία καθορίζονται στα άρθρα 7 και 8. |
5. Η Ομάδα Συμφεροντούχων υποβάλλει στην Αρχή γνώμες και συμβουλές για οποιοδήποτε θέμα σχετικό με τα καθήκοντα της Αρχής, περιλαμβανομένης της επίτευξης κοινών θέσεων με την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Τράπεζες) και την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 42, με ιδιαίτερη έμφαση στα καθήκοντα που προβλέπονται στα άρθρα 7 έως 7 ε, 8, 10, 14, 15 και 17. Η Ομάδα Συμφεροντούχων μπορεί να επηρεάσει την ημερήσια διάταξη των συνεδριάσεων της Αρχής. Οι εκπρόσωποι της κάθε ομάδας έχουν τη δυνατότητα να συμβάλουν στις συζητήσεις. Η τελική απόφαση επί της προτεινόμενης ημερήσιας διάταξης λαμβάνεται από την Ομάδα Συμφεροντούχων, ενώ κάθε υποομάδα συμφεροντούχων έχει το δικαίωμα να συμπεριλάβει τα δικά της θέματα στην ημερήσια διάταξη. Εκάστη υποομάδα συμφεροντούχων μπορεί να υποβάλει στην Αρχή τις γνώμες της και τη συμβουλή που διατυπώνει. Αυτές οι γνώμες και συμβουλές δεν αντικατοπτρίζουν κατ' ανάγκη εκείνες της πλειονότητας της Ομάδας Συμφεροντούχων. |
Τροπολογία 158 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 22 – παράγραφος 6 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
6. Η ομάδα συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών εγκρίνει τον εσωτερικό της κανονισμό. |
6. Η Ομάδα Συμφεροντούχων εγκρίνει τον εσωτερικό της κανονισμό βάσει της συμφωνίας της πλειοψηφίας των δύο τρίτων των μελών της. |
Τροπολογία 159 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Η Αρχή εξασφαλίζει ότι καμία απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει των άρθρων 10 ή 11 δεν έρχεται με οιονδήποτε τρόπο σε σύγκρουση με τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες κρατών μελών. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 160 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Αν ένα κράτος μέλος θεωρήσει ότι απόφαση που ελήφθη δυνάμει του άρθρου 11 προσκρούει στις δημοσιονομικές του αρμοδιότητες, μπορεί να ενημερώσει την Αρχή και την Επιτροπή εντός ενός μηνός από τη γνωστοποίηση της απόφασης της Αρχής στην αρμόδια αρχή ότι η απόφαση δεν θα τεθεί σε εφαρμογή από την αρμόδια αρχή. |
2. Αν ένα κράτος μέλος θεωρήσει ότι απόφαση που ελήφθη δυνάμει του άρθρου 10, παράγραφος 2 ή του άρθρου 11προσκρούει κατά τρόπο άμεσο και σημαντικό στις δημοσιονομικές του αρμοδιότητες, ενημερώνει την Αρχή, την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εντός δέκα εργάσιμων ημερών από τη γνωστοποίηση της απόφασης της Αρχής στην αρμόδια αρχή εάν προτίθεται ή δεν προτίθεται να συμμορφωθεί προς την εν λόγω απόφαση. |
Τροπολογία 161 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 2 – εδάφιο 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Στην ανακοίνωσή του το κράτος μέλος παραθέτει σχετική αιτιολογία και καταδεικνύει σαφώς τον τρόπο με τον οποίο η απόφαση προσκρούει στις δημοσιονομικές αρμοδιότητές του. |
Στην ανακοίνωσή του το κράτος μέλος παραθέτει σχετική αιτιολογία και εκτίμηση αντικτύπου ως προς τον βαθμό στον οποίο η απόφαση προσκρούει στις δημοσιονομικές αρμοδιότητές του. |
Τροπολογία 162 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 2 – εδάφιο 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Στην περίπτωση αυτή η απόφαση της Αρχής αναστέλλεται. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 163 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 2 – εδάφιο 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Εντός χρονικού διαστήματος ενός μηνός από την ανακοίνωση του κράτους μέλους, η Αρχή το ενημερώνει εάν εμμένει στην απόφασή της ή εάν την τροποποιεί ή την ανακαλεί. |
2 α. Εντός χρονικού διαστήματος ενός μηνός από την ανακοίνωση του κράτους μέλους, η Αρχή το ενημερώνει εάν εμμένει στην απόφασή της ή εάν την τροποποιεί ή την ανακαλεί. |
Τροπολογία 164 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 2 – εδάφιο 5 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Αν η Αρχή εμμείνει στην απόφασή της, το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία, όπως ορίζεται στο άρθρο 205 της Συνθήκης, αποφασίζει εντός δυο μηνών αν η απόφαση της Αρχής εξακολουθεί να ισχύει ή ανακαλείται. |
2 β. Αν η Αρχή εμμείνει στην απόφασή της ή την τροποποιήσει, το Συμβούλιο αποφασίζει αν η απόφαση της Αρχής εξακολουθεί να ισχύει ή ανακαλείται |
|
Η απόφαση να διατηρηθεί η απόφαση της Αρχής λαμβάνεται με απλή πλειοψηφία των μελών. Η απόφαση να ανακληθεί η απόφαση της Αρχής λαμβάνεται με ειδική πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου. Σε ουδεμία των δύο περιπτώσεων δεν λαμβάνεται υπόψη η ψήφος των μελών τα οποία αφορά. Ως ειδική πλειοψηφία ορίζεται ποσοστό τουλάχιστον 55% των μελών του Συμβουλίου, εξαιρουμένου του εν λόγω κράτους μέλους, η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον 65% του πληθυσμού της Ένωσης, εξαιρουμένου του πληθυσμού του εν λόγω κράτους μέλους. |
Τροπολογία 165 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 2 – εδάφιο 6 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Αν το Συμβούλιο αποφασίσει να διατηρήσει την απόφαση της Αρχής ή αν δεν λάβει απόφαση εντός δυο μηνών, η αναστολή της απόφασης παύει αμέσως να ισχύει. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 166 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 3 – εδάφιο 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Αν το Συμβούλιο δεν λάβει απόφαση εντός δέκα εργάσιμων ημερών, θεωρείται ότι η απόφαση της Αρχής εξακολουθεί να ισχύει. |
Αν το Συμβούλιο δεν λάβει απόφαση εντός δέκα εργάσιμων ημερών στην περίπτωση του άρθρου 10 και ενός μηνός στην περίπτωση του άρθρου 11, θεωρείται ότι η απόφαση της Αρχής εξακολουθεί να ισχύει. |
Τροπολογία 167 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 3 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
3 α. Εάν απόφαση που εγκρίνεται δυνάμει του άρθρου 10 οδηγεί στη χρήση των πόρων που συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 12 δ ή 12 ε τα κράτη μέλη δεν καλούν το Συμβούλιο να διατηρήσει ή να ανακαλέσει απόφαση που ελήφθη από την Αρχή. |
Τροπολογία 168 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 24 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Πριν λάβει τις αποφάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 6, στο άρθρο 10 παράγραφος 2 και στο άρθρο 11 παράγραφοι 3 και 4, η Αρχή ενημερώνει τον αποδέκτη σχετικά με την πρόθεσή της να λάβει την απόφαση, τάσσοντας προθεσμία εντός της οποίας ο αποδέκτης μπορεί να διατυπώσει τις απόψεις του για το θέμα, λαμβανόμενου πλήρως υπόψη του επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. |
1. Πριν λάβει τις αποφάσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, η Αρχή ενημερώνει τον αποδέκτη σχετικά με την πρόθεσή της να λάβει την απόφαση, τάσσοντας προθεσμία εντός της οποίας ο αποδέκτης μπορεί να διατυπώσει τις απόψεις του για το θέμα, λαμβανόμενων πλήρως υπόψη του επείγοντα χαρακτήρα, του πολυσύνθετου χαρακτήρα και των δυνάμει συνεπειών του θέματος. |
Τροπολογία 169 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 24 – παράγραφος 5 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
5. Οι αποφάσεις που λαμβάνει η Αρχή δυνάμει των άρθρων 9, 10 και 11 δημοσιοποιούνται και αναφέρουν την ταυτότητα της αρμόδιας αρχής ή του συμμετέχοντος στις χρηματαγορές που αφορούν και το γενικό περιεχόμενο της απόφασης, συνυπολογίζοντας το έννομο συμφέρον των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές για την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου τους. |
5. Οι αποφάσεις που λαμβάνει η Αρχή δυνάμει των άρθρων 9, 10 και 11 δημοσιοποιούνται και αναφέρουν την ταυτότητα της αρμόδιας αρχής ή του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που αφορούν και το γενικό περιεχόμενο της απόφασης, εκτός εάν η δημοσίευση αυτή έρχεται σε σύγκρουση με το έννομο συμφέρον των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων για την προστασία του επαγγελματικού απόρρητου τους ή θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα ολόκληρου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 170 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 25 – παράγραφος 1 – στοιχείο β | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(β) τον επικεφαλής της αρμόδιας αρχής σε κάθε κράτος μέλος· Εάν υπάρχουν περισσότερες από μια αρμόδιες αρχές σε ένα κράτος μέλος, οι αρχές συμφωνούν σχετικά με έναν από τους επικεφαλής ο οποίος θα είναι ο εκπρόσωπος στο συμβούλιο εποπτών. |
(β) τον επικεφαλής της αρμόδιας αρχής σε κάθε κράτος μέλος· οσάκις υπάρχουν περισσότερες από μια αρμόδιες αρχές σε ένα κράτος μέλος οι οποίες είναι αρμόδιες για την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης, οι αρχές αποφασίζουν μεταξύ τους με ποίον τρόπο θα ασκείται η εκπροσώπησή τους, περιλαμβανομένου και του πώς κατανέμονται σε αυτές οι δυνάμει του άρθρου 29 ψήφοι. |
Τροπολογία 171 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 25 – παράγραφος 1 – στοιχείο στ α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(στ α) δύο άνευ ψήφου εκπροσώπους της Ομάδας Συμφεροντούχων, εξ ων ένας εκπροσωπεί τις μη κερδοσκοπικές οργανώσεις. |
Τροπολογία 172 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 25 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Κάθε αρμόδια αρχή, και εάν υπάρχουν περισσότερες από μια αρμόδιες αρχές, οι εν λόγω αρχές από κοινού, είναι υπεύθυνη ή υπεύθυνες για τον ορισμό ενός αναπληρωματικού μέλους υψηλού επιπέδου, το οποίο μπορεί να αντικαθιστά το μέλος του συμβουλίου εποπτών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σημείο (β) σε περίπτωση που το πρόσωπο αυτό κωλύεται να παραστεί. |
2. Κάθε αρμόδια αρχή είναι υπεύθυνη για τον ορισμό ενός αναπληρωματικού μέλους υψηλού επιπέδου, το οποίο μπορεί να αντικαθιστά το μέλος του συμβουλίου εποπτών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σημείο (β) σε περίπτωση όπου το πρόσωπο αυτό κωλύεται να παραστεί. |
Τροπολογία 173 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 25 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Προκειμένου να ενεργεί στο πλαίσιο της οδηγίας 97/9/EΚ, το μέλος του συμβουλίου εποπτών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σημείο (β) δύναται, κατά περίπτωση, να συνοδεύεται από εκπρόσωπο των αρμόδιων φορέων οι οποίοι διαχειρίζονται συστήματα αποζημίωσης των επενδυτών σε κάθε κράτος μέλος. Ο εκπρόσωπος αυτός δεν έχει δικαίωμα ψήφου. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 174 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 26 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Για τους σκοπούς του άρθρου 11, το συμβούλιο εποπτών συγκαλεί ομάδα για να διευκολύνει τη διευθέτηση της διαφωνίας. Η ομάδα αποτελείται από τον πρόεδρο και δυο από τα μέλη του συμβουλίου, τα οποία δεν εκπροσωπούν τις διαφωνούσες αρμόδιες αρχές. |
2. Για τους σκοπούς του άρθρου 11, το συμβούλιο εποπτών συγκαλεί ανεξάρτητη ομάδα για να διευκολύνει αμερόληπτη διευθέτηση της διαφωνίας. Η ομάδα αποτελείται από τον πρόεδρο και δυο από τα μέλη του συμβουλίου, τα οποία δεν εκπροσωπούν τις διαφωνούσες αρμόδιες αρχές και δεν έχουν κανένα συμφέρον στη διάσταση απόψεων. |
Τροπολογία 175 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 26 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Κάθε απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 11 λαμβάνεται από το συμβούλιο εποπτών μετά από πρόταση της ομάδας. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 176 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 27 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων που του ανατίθενται βάσει του παρόντος κανονισμού, ο πρόεδρος και τα μέλη του συμβουλίου εποπτών με δικαίωμα ψήφου ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά υπέρ του κοινοτικού συμφέροντος και δεν ζητούν ούτε δέχονται οδηγίες από κοινοτικά θεσμικά όργανα ή φορείς, από την κυβέρνηση κάποιου κράτους μέλους ή από οποιονδήποτε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα. |
1. Κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων που του ανατίθενται βάσει του παρόντος κανονισμού, ο πρόεδρος και τα μέλη του συμβουλίου εποπτών με δικαίωμα ψήφου ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά αποκλειστικά υπέρ του συμφέροντος της Ένωσης ως συνόλου και δεν ζητούν ούτε δέχονται οδηγίες από θεσμικά όργανα ή φορείς της Ένωσης, από την κυβέρνηση κάποιου κράτους μέλους ή από οποιονδήποτε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα. |
Τροπολογία 177 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 27 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1a. Τα κράτη μέλη, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και οι λοιποί δημόσιοι ή ιδιωτικοί φορείς δεν επιδιώκουν να επηρεάσουν τα μέλη του συμβουλίου εποπτών κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους που σχετίζονται με την Αρχή. |
Τροπολογία 178 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 28 – παράγραφος 4 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
4 α. Το συμβούλιο εποπτών, κατόπιν πρότασης του διοικητικού συμβουλίου, εγκρίνει την ετήσια έκθεση πεπραγμένων της Αρχής σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 38, παράγραφος 7 περί σχεδίου έκθεσης και διαβιβάζει την εν λόγω έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έως τις 15 Ιουνίου. Η έκθεση δημοσιοποιείται. |
Τροπολογία 179 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 29 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Το συμβούλιο εποπτών αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία των μελών του, όπως ορίζεται στο άρθρο 205 της συνθήκης, για τις πράξεις που ορίζονται στα άρθρα 7, 8 και όλα τα μέτρα και τις αποφάσεις που εγκρίνονται βάσει του Κεφαλαίου VΙ. |
1. Το συμβούλιο εποπτών αποφασίζει με απλή πλειοψηφία των μελών του. |
Όλες οι άλλες αποφάσεις του συμβουλίου εποπτών λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των μελών. |
|
Τροπολογία 180 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 29 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1 α. Οι αποφάσεις του συμβουλίου εποπτών λαμβάνονται από τα μέλη του με απλή πλειοψηφία σύμφωνα με την αρχή «ένα άτομο μία ψήφος». Το συμβούλιο εποπτών αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία των μελών του, όπως ορίζεται στο άρθρο 16 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για τις πράξεις που ορίζονται στα άρθρα 7 και 8 και όλα τα μέτρα και τις αποφάσεις που εγκρίνονται βάσει του Κεφαλαίου VΙ. |
Τροπολογία 181 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 29 – παράγραφος 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
4. Ο εσωτερικός κανονισμός ορίζει λεπτομερώς τις ρυθμίσεις που διέπουν την ψηφοφορία, συμπεριλαμβανομένων, όταν απαιτείται, των κανόνων που διέπουν τις απαρτίες. Τα μέλη χωρίς δικαίωμα ψήφου και οι παρατηρητές, εκτός από τον πρόεδρο και τον εκτελεστικό διευθυντή, δεν παρίστανται σε συζητήσεις του συμβουλίου εποπτών όσον αφορά μεμονωμένους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 61 ή στη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2. |
4. Ο εσωτερικός κανονισμός ορίζει λεπτομερώς τις ρυθμίσεις που διέπουν την ψηφοφορία, συμπεριλαμβανομένων, όταν απαιτείται, των κανόνων που διέπουν τις απαρτίες. Τα μέλη χωρίς δικαίωμα ψήφου και οι παρατηρητές, εκτός από τον πρόεδρο και τον εκτελεστικό διευθυντή, δεν παρίστανται σε συζητήσεις του συμβουλίου εποπτών όσον αφορά μεμονωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 61 ή στη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2. |
Τροπολογία 182 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 30 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Το διοικητικό συμβούλιο συγκροτείται από τον πρόεδρο, έναν εκπρόσωπο της Επιτροπής και τέσσερα μέλη που εκλέγονται από το συμβούλιο εποπτών μεταξύ των μελών του. |
1. Το διοικητικό συμβούλιο συγκροτείται από πέντε μέλη: τον πρόεδρο και τέσσερα μέλη που εκλέγονται από το συμβούλιο εποπτών μεταξύ των μελών του με δικαίωμα ψήφου. |
Τροπολογία 183 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 30 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Για κάθε μέλος εκτός από τον πρόεδρο υπάρχει ένα αναπληρωματικό μέλος, το οποίο μπορεί να αντικαθιστά το μέλος του διοικητικού συμβουλίου, αν το εν λόγω μέλος κωλύεται να παραστεί. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 184 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 30 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Οι αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία των παρόντων μελών. Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο. |
|
Ο εκτελεστικός διευθυντής συμμετέχει στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου χωρίς δικαίωμα ψήφου. |
2. Ο εκτελεστικός διευθυντής και ένας εκπρόσωπος της Επιτροπής συμμετέχουν στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου χωρίς δικαίωμα ψήφου. Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει και δημοσιοποιεί τον εσωτερικό κανονισμό του. |
Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει και δημοσιοποιεί τον εσωτερικό κανονισμό του. |
|
Τροπολογία 185 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 30 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου συγκαλούνται από τον πρόεδρο με ίδια πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος τουλάχιστον του ενός τρίτου των μελών του, και προεδρεύονται από τον πρόεδρο. |
3. Οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου συγκαλούνται από τον πρόεδρο με ίδια πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος τουλάχιστον του ενός τρίτου των μελών του, και προεδρεύονται από τον πρόεδρο. Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται τουλάχιστον πριν από κάθε συνεδρίαση του συμβουλίου εποπτών καθώς και όποτε άλλοτε κρίνεται σκόπιμο. |
Τροπολογία 186 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 31 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά υπέρ του κοινοτικού συμφέροντος και δεν ζητούν ούτε δέχονται οδηγίες από κοινοτικά θεσμικά όργανα ή φορείς, από την κυβέρνηση κάποιου κράτους μέλους ή από οποιονδήποτε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα. |
Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά αποκλειστικά υπέρ του συμφέροντος της Ένωσης ως συνόλου και δεν ζητούν ούτε δέχονται οδηγίες από θεσμικά όργανα ή φορείς της Ένωσης, από την κυβέρνηση κάποιου κράτους μέλους ή από οποιονδήποτε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα. |
Τροπολογία 187 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 32 – παράγραφος 6 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
6. Μετά από διαβουλεύσεις με το συμβούλιο εποπτών, το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει την ετήσια έκθεση πεπραγμένων της αρχής βάσει του σχεδίου έκθεσης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 38 παράγραφος 7 και διαβιβάζει την εν λόγω έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ως τις 15 Ιουνίου. Η έκθεση δημοσιοποιείται. |
6. Μετά από διαβουλεύσεις με το συμβούλιο εποπτών, το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει τις ανά τρίμηνο εκθέσεις που υποβάλλει ο Πρόεδρος της Αρχής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 35, παράγραφος 2. |
Τροπολογία 188 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 32 – παράγραφος 6 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
6. Το διοικητικό συμβούλιο επίσης εγκρίνει την ετήσια έκθεση την οποία ο Πρόεδρος της Αρχής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. |
Τροπολογία 189 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 33 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Ο πρόεδρος διορίζεται από το συμβούλιο εποπτών με κριτήρια τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις του για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές και τις αγορές, και την πείρα του σχετικά με τη χρηματοπιστωτική εποπτεία και ρύθμιση, μετά από ανοικτή διαδικασία επιλογής. |
2. Ο πρόεδρος διορίζεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με κριτήρια τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις του για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και αγορές, και την πείρα του σχετικά με τη χρηματοπιστωτική εποπτεία και ρύθμιση, μετά από ανοικτή διαδικασία επιλογής την οποία διοργανώνει και διαχειρίζεται η Επιτροπή. |
Πριν από το διορισμό, η επιλογή του υποψηφίου από το συμβούλιο εποπτών υπόκειται σε επικύρωση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. |
Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατάλογο τελικής επιλογής με τρεις υποψηφίους. Μετά τη διεξαγωγή ακροάσεων των εν λόγω υποψηφίων το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επιλέγει έναν από αυτούς. Ο υποψήφιος που επιλέγεται διορίζεται από το συμβούλιο εποπτών. Επίσης το συμβούλιο εποπτών επιλέγει μεταξύ των μελών του αναπληρωτή, που ασκεί τις λειτουργίες του προέδρου όταν ο τελευταίος απουσιάζει. Ο αναπληρωτής δεν είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου. |
Επίσης το συμβούλιο εποπτών επιλέγει μεταξύ των μελών του αναπληρωτή, που ασκεί τις λειτουργίες του προέδρου όταν ο τελευταίος απουσιάζει. |
|
Τροπολογία 190 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 33 – παράγραφος 4 – εδάφιο 1 – εισαγωγικό τμήμα | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
4. Κατά το εννεάμηνο που προηγείται της λήξης της πενταετούς θητείας του προέδρου, το συμβούλιο εποπτών αποτιμά: |
4. Κατά το εννεάμηνο που προηγείται της λήξης της πενταετούς θητείας του προέδρου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτιμά: |
Τροπολογία 191 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 33 – παράγραφος 5 – εδάφιο 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
5. Ο πρόεδρος μπορεί να παυθεί από τα καθήκοντά του μόνο με απόφαση του συμβουλίου εποπτών, με την επιφύλαξη επικύρωσης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. |
5. Ο πρόεδρος μπορεί να παυθεί από τα καθήκοντά του μόνο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μετά τη λήψη απόφασης στο συμβούλιο εποπτών. |
Τροπολογία 192 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 34 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Τα κράτη μέλη, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και οιοσδήποτε δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας δεν επιδιώκουν να επηρεάσουν τον πρόεδρο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. |
Τροπολογία 193 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 35 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να ζητήσει από τον πρόεδρο ή από τον αναπληρωτή, σεβόμενο πλήρως την ανεξαρτησία του, να καταθέτει τακτικά ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Κοινοβουλίου και να απαντά σε ερωτήσεις των μελών της εν λόγω επιτροπής. |
1. Ο πρόεδρος καταθέτει ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο και απαντά σε οιεσδήποτε ερωτήσεις των μελών του. |
Τροπολογία 194 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 35 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να ζητήσει από τον πρόεδρο να υποβάλει έκθεση πεπραγμένων. |
2. Ο πρόεδρος υποβάλλει έκθεση πεπραγμένων της Αρχής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όποτε του ζητηθεί και τουλάχιστον 15 ημέρες πριν να προβεί στην κατάθεση στην οποία παραπέμπει η παράγραφος 1. Η έκθεση πρέπει να περιλαμβάνει τις απαντήσεις που δίδονται στη γνώμη που εξέδωσε η Ομάδα Συμφεροντούχων. Περιλαμβάνει επίσης οιαδήποτε σχετική πληροφορία ζητηθεί σε βάση ad hoc από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. |
Τροπολογία 195 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 35 – παράγραφος 2 (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2 α. Ο Πρόεδρος υποβάλλει επίσης ετήσια έκθεση σχετικά με την επιτέλεση των καθηκόντων του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. |
Τροπολογία 196 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 36 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται από το συμβούλιο εποπτών με κριτήρια τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις του για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές και τις αγορές και την πείρα του σχετικά με τη χρηματοπιστωτική εποπτεία και ρύθμιση, μετά από ανοικτή διαδικασία επιλογής. |
2. Ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται από το συμβούλιο εποπτών με κριτήρια τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις του για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τις αγορές και την πείρα του σχετικά με τη χρηματοπιστωτική εποπτεία και ρύθμιση, μετά από ανοικτή διαδικασία επιλογής την οποία διοργανώνει και διαχειρίζεται η Επιτροπή και μετά από επικύρωση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. |
Τροπολογία 197 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 37 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Σύμφωνα με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης στον οποίο παραπέμπει το άρθρο 54, ο εκτελεστικός διευθυντής συνεχίζει μετά την αποχώρησή του από την υπηρεσία να δεσμεύεται από την υποχρέωση να συμπεριφέρεται με ακεραιότητα και διακριτικότητα όσον αφορά την αποδοχή ορισμένων θέσεων και ευεργετημάτων. |
Τροπολογία 198 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 37 – παράγραφος 1 β (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Τα κράτη μέλη, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και οιοσδήποτε δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας δεν επιδιώκουν να επηρεάσουν τον εκτελεστικό διευθυντή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του |
Τροπολογία 199 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 39 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Η Αρχή αποτελεί μέρος του ΕΣΧΕ, το οποίο λειτουργεί ως δίκτυο εποπτικών αρχών. |
διαγράφεται |
2. Το ΕΣΧΕ περιλαμβάνει: |
|
(a) τις αρχές των κρατών μελών που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (EΚ) αριθ. …/2009 [ΕΑΑΕΣ - EIOPA] και στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/… [ΕΑΤ - EBA], |
|
(β) την Αρχή, |
|
(γ) την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων, η οποία συστάθηκε βάσει του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΚ) αρ. …/…[ΕΑΑΕΣ - EIOPA], |
|
(δ) την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, η οποία συστάθηκε βάσει του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΚ) αρ. …/…[ ΕΑΤ - EBA], |
|
(ε) τη Μικτή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών την οποία προβλέπει το άρθρο 40, |
|
(στ) την Επιτροπή, για την εκπλήρωση των καθηκόντων που αναφέρονται στα άρθρα7, 9 και 10. |
|
3. Η Αρχή συνεργάζεται τακτικά και στενά, διασφαλίζει τη διατομεακή συνέπεια των εργασιών, και καταλήγει σε κοινές θέσεις στον τομέα της εποπτείας των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων και για άλλα διατομεακά θέματα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών μέσω της Μικτής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, η οποία συγκροτείται με το άρθρο 40. |
|
Τροπολογία 200 Πρόταση κανονισμού Κεφάλαιο IV – Ενότητα 2 – τίτλος | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
ΜΙΚΤΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΕΠΟΠΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ |
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ (ΜΙΚΤΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ) |
Τροπολογία 201 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 40 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Συγκροτείται Μικτή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών. |
1. Συγκροτείται Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Μικτή Επιτροπή) με έδρα τη Φρανκφούρτη. |
Τροπολογία 202 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 40 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Η Μικτή Επιτροπή αποτελεί φόρουμ, όπου η Αρχή συνεργάζεται τακτικά και στενά και εξασφαλίζει διατομεακή συνέπεια με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών. |
2. Η Μικτή Επιτροπή αποτελεί φόρουμ, όπου η Αρχή συνεργάζεται τακτικά και στενά και εξασφαλίζει διατομεακή συνέπεια με τις λοιπές Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, ιδίως όσον αφορά: |
|
– τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων· |
|
– τη λογιστική και τον λογιστικό έλεγχο· |
|
– τις μικροπροληπτικές αναλύσεις των διατομεακών εξελίξεων, τους κινδύνους και τα τρωτά σημεία για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα· |
|
– τα επενδυτικά προϊόντα για μικροεπενδυτές· και |
|
– τα μέτρα για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. |
|
– την ανταλλαγή πληροφοριών με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου και την ανάπτυξη σχέσεων μεταξύ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου και των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών. |
Τροπολογία 203 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 40 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Η Αρχή διαθέτει επαρκείς πόρους για τη διοικητική υποστήριξη της Μικτής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών. Οι πόροι αυτοί καλύπτουν τις δαπάνες προσωπικού, τις διοικητικές δαπάνες, τις δαπάνες υποδομής και τις λειτουργικές δαπάνες. |
3. Η Μικτή Επιτροπή έχει μόνιμη γραμματεία, στελεχωμένη με αποσπάσεις από τις τρεις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές. Η Αρχή συνεισφέρει επαρκείς πόρους για να καλύπτει τις διοικητικές δαπάνες, τις δαπάνες υποδομής και τις λειτουργικές δαπάνες. |
Τροπολογία 204 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 40 α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Εάν ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που προσδιορίζεται στο άρθρο 12 β, παράγραφος 1 εκτείνεται σε διαφορετικούς τομείς, η Μικτή Επιτροπή αποφασίζει ποια ευρωπαϊκή εποπτική αρχή θα ενεργεί ως επικεφαλής αρμόδια αρχή και/ή εγκρίνει δεσμευτικές αποφάσεις για την επίλυση προβλημάτων μεταξύ των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών. |
Τροπολογία 205 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 41 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Η Μικτή Επιτροπή αποτελείται από τον πρόεδρο και τους προέδρους της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών και, ανάλογα με την περίπτωση, τον πρόεδρο υποεπιτροπής συγκροτούμενης βάσει του άρθρου 43. |
1. Η Μικτή Επιτροπή έχει συμβούλιο που αποτελείται από τους προέδρους των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών και, ανάλογα με την περίπτωση, τον πρόεδρο υποεπιτροπής συγκροτούμενης βάσει του άρθρου 43. |
Τροπολογία 206 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 41 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Στις συνεδριάσεις της Μικτής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών καθώς και των υποεπιτροπών που αναφέρονται στο άρθρο 43 προσκαλούνται ως παρατηρητές ο εκτελεστικός διευθυντής, η Επιτροπή και το ΕΣΣΚ. |
2. Στις συνεδριάσεις του συμβουλίου της Μικτής Επιτροπής καθώς και των υποεπιτροπών που αναφέρονται στο άρθρο 43 προσκαλούνται ως παρατηρητές ο εκτελεστικός διευθυντής, ένας εκπρόσωπος της Επιτροπής και το ΕΣΣΚ. |
Τροπολογία 207 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 41 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Ο πρόεδρος της Μικτής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών ορίζεται ετησίως εκ περιτροπής μεταξύ των προέδρων της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών. |
3. Ο πρόεδρος της Μικτής Επιτροπής ορίζεται ετησίως εκ περιτροπής μεταξύ των προέδρων της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Τράπεζες), της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) και της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Κινητές Αξίες και Αγορές). Ο Πρόεδρος της Μικτής Επιτροπής είναι ένας Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου. |
Τροπολογία 208 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 41 – παράγραφος 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
4. Η Μικτή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών εγκρίνει και δημοσιοποιήσει τον εσωτερικό κανονισμό της. Ο κανονισμός αυτός μπορεί να ορίζει επιπλέον συμμετέχοντες στις συνεδριάσεις της Μικτής Επιτροπής. |
4. Η Μικτή Επιτροπή εγκρίνει και δημοσιοποιεί τον εσωτερικό κανονισμό της. Ο κανονισμός αυτός μπορεί να ορίζει επιπλέον συμμετέχοντες στις συνεδριάσεις της Μικτής Επιτροπής. |
Η Μικτή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών συνέρχεται τουλάχιστον μια φορά το δίμηνο. |
Το συμβούλιο της Μικτής Επιτροπής συνέρχεται τουλάχιστον μια φορά ανά δίμηνο. |
Τροπολογία 209 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 42 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Εφόσον είναι αναγκαίο, στο πλαίσιο των καθηκόντων της που ορίζονται στο Κεφάλαιο II, και ιδίως όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας 2002/87/EΚ, η Αρχή καταλήγει σε κοινές θέσεις με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, ανάλογα με την περίπτωση. |
Εφόσον είναι αναγκαίο, στο πλαίσιο των καθηκόντων της που ορίζονται στο Κεφάλαιο II, και ιδίως όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας 2002/87/EΚ, η Αρχή καταλήγει σε κοινές θέσεις με την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) και με την Ευρωπαϊκή Εποπτρική Αρχή (Τράπεζες), ανάλογα με την περίπτωση. |
Οι πράξεις βάσει των άρθρων 7, 9, 10, ή 11 του παρόντος κανονισμού που αφορούν την εφαρμογή της οδηγίας 2002/87/EΚ και κάθε άλλης νομοθετικής πράξης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, που εμπίπτει επίσης στο πεδίο αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων ή της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, εγκρίνονται από την Αρχή, την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων, και την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, ανάλογα με την περίπτωση, παράλληλα. |
|
Τροπολογία 210 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 44 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Σύνθεση |
Συμβούλιο προσφυγών |
1. Το συμβούλιο προσφυγών είναι κοινός φορέας της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών. |
1. Το συμβούλιο προσφυγών είναι κοινός φορέας των τριών Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών. |
2. Το συμβούλιο προσφυγών περιλαμβάνει έξι τακτικά και έξι αναπληρωματικά μέλη, τα οποία είναι πρόσωπα με σχετικές γνώσεις και πείρα, αποκλειόμενου του εν ενεργεία προσωπικού των αρμόδιων αρχών ή άλλων εθνικών ή κοινοτικών οργάνων που συμμετέχουν στις δραστηριότητες της Αρχής. |
2. Το συμβούλιο προσφυγών συγκροτείται από έξι τακτικά και έξι αναπληρωματικά μέλη με επαρκή νομική εμπειρογνωμοσύνη για να παρέχουν νομικές συμβουλές εμπειρογνωμόνων σχετικά με το σύννομο της άσκησης των καθηκόντων της από την Αρχή. |
Το συμβούλιο προσφυγών ορίζει τον πρόεδρό του. |
|
Οι αποφάσεις του συμβουλίου προσφυγών λαμβάνονται με πλειοψηφία τουλάχιστον τεσσάρων από τα έξι μέλη του. |
|
Το συμβούλιο προσφυγών συγκαλείται από τον πρόεδρό του όποτε παραστεί ανάγκη. |
|
3. Δυο μέλη του συμβουλίου προσφυγών και δυο αναπληρωματικά ορίζει το διοικητικό συμβούλιο της αρχής από συνοπτικό κατάλογο τον οποίο προτείνει η Επιτροπή, μετά από δημόσια πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και μετά από διαβούλευση με το συμβούλιο εποπτών. |
3. Τα μέλη του συμβουλίου προσφυγών και οι αναπληρωτές τους διορίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από κατάλογο τελικής επιλογής τον οποίο προτείνει η Επιτροπή, μετά από δημόσια πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και μετά από διαβούλευση με το συμβούλιο εποπτών. |
Τα υπόλοιπα μέλη ορίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/… [ΕΑΑΕΣ] και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/… [ΕΑΤ]. |
|
4. Η θητεία των μελών του συμβουλίου προσφυγών διαρκεί πέντε έτη. Η θητεία αυτή μπορεί να ανανεωθεί άπαξ. |
4. Οι αποφάσεις του συμβουλίου προσφυγών λαμβάνονται με πλειοψηφία τουλάχιστον τεσσάρων από τα έξι μέλη του. |
5. Μέλος του συμβουλίου προσφυγών, το οποίο ορίστηκε από το διοικητικό συμβούλιο της Αρχής, δεν είναι δυνατό να παυθεί κατά τη διάρκεια της θητείας του, εκτός αν κριθεί ένοχος για σοβαρό παράπτωμα και το διοικητικό συμβούλιο λάβει σχετική απόφαση, αφού προηγουμένως διαβουλευτεί με το συμβούλιο εποπτών. |
5. Το συμβούλιο προσφυγών συγκαλείται από τον πρόεδρό του όποτε παραστεί ανάγκη. |
6. Η Αρχή, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων εξασφαλίζουν επαρκή επιχειρησιακή και γραμματειακή υποστήριξη του συμβουλίου προσφυγών. |
6. Η Αρχή, η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Τράπεζες) και η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) εξασφαλίζουν επαρκή επιχειρησιακή και γραμματειακή υποστήριξη του συμβουλίου προσφυγών μέσω της Μικτής Επιτροπής. |
Τροπολογία 211 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 45 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Άρθρο 45 |
διαγράφεται |
Ανεξαρτησία και αμεροληψία |
|
1. Τα μέλη του συμβουλίου προσφυγών είναι ανεξάρτητα κατά τη λήψη των αποφάσεών τους. Δεν δεσμεύονται από οδηγίες. Δεν επιτρέπεται να εκτελούν άλλα καθήκοντα στην Αρχή, στο διοικητικό της συμβούλιο ή στο συμβούλιο εποπτών της. |
|
2. Τα μέλη των συμβουλίων προσφυγών δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε εκδίκαση προσφυγής στην οποία έχουν προσωπικό συμφέρον, ή στην οποία είχαν προηγουμένως παρέμβει ως αντιπρόσωποι ενός διαδίκου, ή εάν συνέπραξαν στην απόφαση κατά της οποίας στρέφεται η προσφυγή. |
|
3. Εάν μέλος του συμβουλίου προσφυγών κρίνει ότι κάποιο άλλο μέλος δεν πρέπει να συμμετάσχει στην εκδίκαση προσφυγής για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο, ενημερώνει σχετικά το συμβούλιο προσφυγών. |
|
4. Οποιοδήποτε μέρος της εκδίκασης προσφυγής μπορεί να έχει αντίρρηση σχετικά με τη συμμετοχή μέλους του συμβουλίου προσφυγών για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, ή αν υπάρχουν υποψίες για μεροληπτική στάση. |
|
Η ένσταση δεν μπορεί να βασίζεται στην εθνικότητα μελών, ούτε είναι παραδεκτή αν, έχοντας επίγνωση του λόγου ένστασης, το μέρος της εκδίκασης της προσφυγής προέβη παρόλα αυτά σε άλλο διαδικαστικό βήμα, και όχι στην ένσταση στη σύνθεση του συμβουλίου προσφυγών. |
|
5. Το συμβούλιο προσφυγών αποφασίζει για τα ληπτέα μέτρα στις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 2 χωρίς τη συμμετοχή του υπόψη μέλους. |
|
Για τη λήψη της εν λόγω απόφασης, το υπόψη μέλος αντικαθίσταται στο συμβούλιο προσφυγών από το αναπληρωματικό μέλος του, εκτός αν και το τελευταίο μέλος βρίσκεται στην ίδια κατάσταση. Αν συμβεί αυτό, ο πρόεδρος ορίζει ως αντικαταστάτη κάποιο από τα διαθέσιμα αναπληρωματικά μέλη. |
|
6. Τα μέλη του συμβουλίου προσφυγών δεσμεύονται να ενεργούν ανεξάρτητα και υπέρ του δημοσίου συμφέροντος. |
|
Για το σκοπό αυτό, υποβάλλουν δήλωση δεσμεύσεων και δήλωση συμφερόντων, όπου δηλώνουν είτε την απουσία κάθε συμφέροντος που μπορεί να θεωρηθεί ότι θίγει την ανεξαρτησία τους, είτε κάθε άμεσο ή έμμεσο συμφέρον που μπορεί να θεωρηθεί ότι θίγει την ανεξαρτησία τους. |
|
Οι δηλώσεις αυτές γίνονται δημοσίως, κάθε έτος και εγγράφως. |
|
Τροπολογία 212 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 46 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των αρμόδιων αρχών, μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά απόφασης της Αρχής αναφερόμενης στα άρθρα 9, 10 και 11 και οποιαδήποτε άλλης απόφασης που ελήφθη από την Αρχή σύμφωνα με τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, η οποία απευθύνεται στο εν λόγω πρόσωπο, ή κατά απόφασης η οποία, παρότι έχει τη μορφή απόφασης απευθυνόμενης προς κάποιο άλλο πρόσωπο, αφορά άμεσα και μεμονωμένα το εν λόγω πρόσωπο. |
1. Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των αρμόδιων αρχών, μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά του συννόμου απόφασης της Αρχής αναφερόμενης στα άρθρα 9, 10 και 11 και οποιαδήποτε άλλης απόφασης που ελήφθη από την Αρχή σύμφωνα με τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, η οποία απευθύνεται στο εν λόγω πρόσωπο, ή κατά απόφασης η οποία, παρότι έχει τη μορφή απόφασης απευθυνόμενης προς κάποιο άλλο πρόσωπο, αφορά άμεσα και μεμονωμένα το εν λόγω πρόσωπο. |
Τροπολογία 213 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 46 – παράγραφος 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
4. Εφόσον η προσφυγή είναι παραδεκτή, το συμβούλιο προσφυγών εξετάζει αν είναι βάσιμη. Καλεί τους διαδίκους, όσες φορές απαιτηθεί, να υποβάλουν, εντός καθορισμένης προθεσμίας, παρατηρήσεις επί των κοινοποιήσεων που τους έχει απευθύνει ή επί των ανακοινώσεων που προέρχονται από τους λοιπούς διαδίκους. Οι διάδικοι έχουν δικαίωμα να διατυπώσουν τις απόψεις τους προφορικά. |
4. Εφόσον η προσφυγή είναι παραδεκτή, το συμβούλιο προσφυγών εξετάζει αν είναι βάσιμη. Καλεί τους διαδίκους να υποβάλουν, εντός καθορισμένης προθεσμίας, παρατηρήσεις επί των κοινοποιήσεων που τους έχει απευθύνει ή επί των ανακοινώσεων που προέρχονται από τους λοιπούς διαδίκους. Οι διάδικοι έχουν δικαίωμα να διατυπώσουν τις απόψεις τους προφορικά. |
Τροπολογία 214 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 47 – τίτλος | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Προσφυγές ενώπιον του Πρωτοδικείου και του Δικαστηρίου |
Προσφυγές ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και του Δικαστηρίου |
|
(Η εν λόγω τροποποίηση εφαρμόζεται στο σύνολο του κειμένου.) |
Τροπολογία 215 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 47 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Είναι δυνατή η προσφυγή ενώπιον του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 230 της συνθήκης, κατά απόφασης του συμβουλίου προσφυγών ή, σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του συμβουλίου προσφυγών, της Αρχής. |
1. Είναι δυνατή η προσφυγή ενώπιον του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 263 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά απόφασης του συμβουλίου προσφυγών ή, σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του συμβουλίου προσφυγών, της Αρχής. |
Τροπολογία 216 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 47 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1 α. Τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και οιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορούν να καταθέτουν απευθείας προσφυγή στο Δικαστήριο κατά αποφάσεων της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 263 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 217 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 47 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Σε περίπτωση που η Αρχή έχει υποχρέωση να ενεργήσει και δεν λαμβάνει απόφαση, μπορεί να ασκηθεί προσφυγή επί παραλείψει ενώπιον του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 232 της συνθήκης. |
2. Σε περίπτωση όπου η Αρχή έχει υποχρέωση να ενεργήσει και δεν λαμβάνει απόφαση, μπορεί να ασκηθεί προσφυγή επί παραλείψει ενώπιον του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 265 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 218 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 48 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Τα έσοδα της Αρχής συνίστανται βασικά σε: |
1. Τα έσοδα της Αρχής συνίστανται βασικά σε: |
(α) υποχρεωτικές εισφορές της αρμόδιας εθνικής εποπτικής αρχής ή αρχών· |
|
(β) επιχορήγηση από την Κοινότητα, που εγγράφεται στο γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τμήμα της Επιτροπής)· |
(α) επιχορήγηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που εμφαίνεται σε χωριστό κονδύλιο του προϋπολογισμού στο τμήμα [XII] του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης· |
(γ) τυχόν τέλη που καταβάλλονται στην Αρχή, στις περιπτώσεις που ορίζονται στις σχετικές πράξεις του κοινοτικού δικαίου. |
(β) τυχόν τέλη που καταβάλλονται στην Αρχή, στις περιπτώσεις που ορίζονται στις σχετικές πράξεις του δικαίου της Ένωσης. |
Τροπολογία 219 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 48 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Οι δαπάνες της Αρχής περιλαμβάνουν, τουλάχιστον, τις δαπάνες προσωπικού, τις αμοιβές, τις διοικητικές δαπάνες, τις δαπάνες υποδομής και τις λειτουργικές δαπάνες. |
2. Οι δαπάνες της Αρχής περιλαμβάνουν, τουλάχιστον, τις δαπάνες προσωπικού, τις αμοιβές, τις διοικητικές δαπάνες, τις δαπάνες υποδομής, επαγγελματικής κατάρτισης και τις λειτουργικές δαπάνες. |
Τροπολογία 220 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 49 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους, ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει για το επόμενο οικονομικό έτος κατάσταση προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών και διαβιβάζει αυτό το προσχέδιο προϋπολογισμού, συνοδευόμενο από το οργανόγραμμα, στο διοικητικό συμβούλιο. Κάθε έτος, βάσει του προσχεδίου που καταρτίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή, το διοικητικό συμβούλιο συντάσσει κατάσταση προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών της Αρχής για το επόμενο οικονομικό έτος. Αυτή η κατάσταση προβλέψεων, συνοδευόμενη από σχέδιο οργανογράμματος, διαβιβάζεται από το διοικητικό συμβούλιο στην Επιτροπή μέχρι τις 31 Μαρτίου. Πριν από την έκδοση της κατάστασης προβλέψεων, το σχέδιο που κατάρτισε ο εκτελεστικός διευθυντής εγκρίνεται από το συμβούλιο εποπτών. |
1. Μετά το πρώτο έτος λειτουργίας της Αρχής, το οποίο περατούται στις 31 Δεκεμβρίου 2011, ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει έως τις 15 Φεβρουαρίου εκάστου έτους για το επόμενο οικονομικό έτος κατάσταση προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών και διαβιβάζει αυτό το προσχέδιο προϋπολογισμού, συνοδευόμενο από τον πίνακα θέσεων προσωπικού, στο διοικητικό συμβούλιο και το συμβούλιο εποπτών. Κάθε έτος, βάσει του προσχεδίου που καταρτίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή και εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο, το διοικητικό συμβούλιο συντάσσει κατάσταση προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών της Αρχής για το επόμενο οικονομικό έτος. Αυτή η κατάσταση προβλέψεων, συνοδευόμενη από σχέδιο οργανογράμματος, διαβιβάζεται από το συμβούλιο εποπτών στην Επιτροπή μέχρι τις 31 Μαρτίου. Πριν από την έκδοση της κατάστασης προβλέψεων, το σχέδιο που κατάρτισε ο εκτελεστικός διευθυντής εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο. |
Αιτιολόγηση | |
Προτείνεται για το πρώτο έτος λειτουργίας των ΕΕΑ που περατούται στις 31 Δεκεμβρίου 2011 οι προϋπολογισμοί τους να εγκριθούν από τα μέλη των αντίστοιχων επιτροπών επιπέδου 3, κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή και εν συνεχεία να διαβιβασθούν στο Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο προς επικύρωση. Έχει θεμελιώδη σημασία η εξασφάλιση της επιχειρησιακής ανεξαρτησίας των ΕΕΑ ούτως ώστε να αρχίσουν να λειτουργούν επί υγειών οικονομικών βάσεων. Η ανεξαρτησία αυτή εξισορροπείται από την υποχρέωση λογοδοσίας στα πολιτικά θεσμικά όργανα της ΕΕ. | |
Τροπολογία 221 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 49 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Βάσει της εν λόγω κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες για το οργανόγραμμα, και το ποσό της επιδότησης που θα επιβαρύνει το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 272 της Συνθήκης. |
3. Βάσει της εν λόγω κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες για το οργανόγραμμα, και το ποσό της επιδότησης που θα επιβαρύνει το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τα άρθρα 313 και 314 της Συνθήκης για τη Λειοτυργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
Τροπολογία 222 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 49 – παράγραφος 6 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
6 α. Για το πρώτο έτος λειτουργίας της Αρχής το οποίο περατούται στις 31 Δεκεμβρίου 2011, ο προϋπολογισμός εγκρίνεται από τα μέλη της Επιτροπής Επιπέδου 3 μετά τη διενέργεια διαβουλεύσεων με την Επιτροπή και στη συνέχεια διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για επικύρωση. |
Αιτιολόγηση | |
Προτείνεται για το πρώτο έτος λειτουργίας των ΕΕΑ που περατούται στις 31 Δεκεμβρίου 2011 οι προϋπολογισμοί τους να εγκριθούν από τα μέλη των αντίστοιχων επιτροπών επιπέδου 3, κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή και εν συνεχεία να διαβιβασθούν στο Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο προς επικύρωση. Έχει θεμελιώδη σημασία η εξασφάλιση της επιχειρησιακής ανεξαρτησίας των ΕΕΑ ούτως ώστε να αρχίσουν να λειτουργούν επί υγειών οικονομικών βάσεων. Η ανεξαρτησία αυτή εξισορροπείται από την υποχρέωση λογοδοσίας στα πολιτικά θεσμικά όργανα της ΕΕ. | |
Τροπολογία 223 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 50 – παράγραφος 9 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
9. Μέχρι τις 15 Μαΐου του έτους Ν + 2, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, απαλλάσσει την Αρχή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους Ν. |
9. Μέχρι τις 15 Μαΐου του έτους Ν + 2 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, απαλλάσσει την Αρχή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους Ν ο οποίος περιλαμβάνει έσοδα από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τέλη που καταβάλλονται στις αρχές. |
Τροπολογία 224 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 54 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Για το προσωπικό της Αρχής, συμπεριλαμβανομένου του εκτελεστικού διευθυντή της, ισχύουν ο κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως, οι όροι απασχόλησης του λοιπού προσωπικού και οι κανόνες που θέσπισαν από κοινού τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για την εφαρμογή των ανωτέρω πράξεων. |
1. Για το προσωπικό της Αρχής, εξαιρουμένου του προέδρου της, ισχύουν ο κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως, οι όροι απασχόλησης του λοιπού προσωπικού και οι κανόνες που θέσπισαν από κοινού τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εφαρμογή των ανωτέρω πράξεων. |
Αιτιολόγηση | |
Ο πρόεδρος δεν πρέπει να υπόκειται στον κανονισμό υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων της ΕΕ. Οι όροι και οι συνθήκες απασχόλησης του προέδρου πρέπει να καθορίζονται από το συμβούλιο εποπτών όπως συμβαίνει άλλωστε για τον Πρόεδρο και τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Έχοντας κατά νου ότι οι πρόεδροι θα ανήκουν στο ΕΣΣΚ και στη διευθύνουσα επιτροπή του, ενδείκνυται μια συνεκτική προς την ΕΚΤ προσέγγιση. | |
Τροπολογία 225 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 54 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Το διοικητικό συμβούλιο, σε συμφωνία με την Επιτροπή, θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα εφαρμογής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 110 του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως. |
2. Το διοικητικό συμβούλιο, σε συμφωνία με την Επιτροπή, θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα εφαρμογής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 110 του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως. Τα μέτρα εφαρμογής επιτρέπουν αιτιολογημένες παρεκκλίσεις για να διασφαλίζεται η πλέον αποτελεσματική υλοποίηση των καθηκόντων που ορίζονται για την Αρχή. |
Τροπολογία 226 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 55 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Στην περίπτωση της εξωσυμβατικής ευθύνης, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών, η Αρχή αποκαθιστά τις ζημίες που προξενεί η ίδια ή το προσωπικό της κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδικάζει κάθε διαφορά που αφορά την αποκατάσταση τέτοιων ζημιών. |
1. Στην περίπτωση της εξωσυμβατικής ευθύνης, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών, η Αρχή αποκαθιστά τις μη αιτιολογημένες ζημίες που προξενεί η ίδια ή το προσωπικό της κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδικάζει κάθε διαφορά που αφορά την αποκατάσταση τέτοιων ζημιών. |
Αιτιολόγηση | |
Στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της η ΕΕΑ ενδέχεται να προξενήσει ζημίες σε μεμονωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για να εξασφαλίσει το γενικότερο καλό. Αυτές οι ζημίες θα είχαν αιτιολόγηση στο πλαίσιο της εξασφάλισης συστημικής σταθερότητας και δεν θα πρέπει να υπέχει ευθύνη η ΕΕΑ για αυτές . | |
Τροπολογία 227 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 56 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Τα μέλη του συμβουλίου εποπτών και του διοικητικού συμβουλίου, ο εκτελεστικός διευθυντής και μέλη του προσωπικού της Αρχής, συμπεριλαμβανομένων υπαλλήλων από κράτη μέλη οι οποίοι έχουν αποσπαστεί προσωρινά, υπόκεινται στις απαιτήσεις τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου σύμφωνα με το άρθρο 287 της συνθήκης και στις σχετικές διατάξεις της συναφούς κοινοτικής νομοθεσίας, ακόμη και μετά την παύση των καθηκόντων τους. |
1. Τα μέλη του συμβουλίου εποπτών και του διοικητικού συμβουλίου, ο εκτελεστικός διευθυντής και μέλη του προσωπικού της Αρχής, συμπεριλαμβανομένων υπαλλήλων από κράτη μέλη οι οποίοι έχουν αποσπαστεί προσωρινά, υπόκεινται στις απαιτήσεις τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου σύμφωνα με το άρθρο 339 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις σχετικές διατάξεις της συναφούς νομοθεσίας της Ένωσης, ακόμη και μετά την παύση των καθηκόντων τους. |
Τροπολογία 228 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 56 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Με την επιφύλαξη περιπτώσεων που διέπονται από το ποινικό δίκαιο, κάθε εμπιστευτική πληροφορία που λαμβάνουν πρόσωπα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δεν επιτρέπεται να γνωστοποιηθεί σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή αρχή, παρά μόνο υπό περιληπτική ή συγκεντρωτική μορφή, έτσι ώστε να μην είναι δυνατή η αναγνώριση μεμονωμένων συμμετεχόντων στις χρηματαγορές. |
2. Με την επιφύλαξη περιπτώσεων που διέπονται από το ποινικό δίκαιο, κάθε εμπιστευτική πληροφορία που λαμβάνουν πρόσωπα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δεν επιτρέπεται να γνωστοποιηθεί σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή αρχή, παρά μόνο υπό περιληπτική ή συγκεντρωτική μορφή, έτσι ώστε να μην είναι δυνατή η αναγνώριση μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. |
Τροπολογία 229 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 56 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εμποδίζουν την αρχή να ανταλλάσσει πληροφορίες με εθνικές εποπτικές αρχές σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και με τη λοιπή κοινοτική νομοθεσία που ισχύει για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές. |
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εμποδίζουν την αρχή να ανταλλάσσει πληροφορίες με εθνικές εποπτικές αρχές σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και με τη λοιπή νομοθεσία της Ένωσης που ισχύει για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. |
Τροπολογία 230 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 58 – παράγραφος 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
3. Οι αποφάσεις που λαμβάνει η Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 επιδέχονται καταγγελίας στο διαμεσολαβητή ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου, μετά από προσφυγή στο συμβούλιο προσφυγών, εφόσον αυτή προβλέπεται, υπό τους όρους των άρθρων 195 και 230 της συνθήκης αντιστοίχως. |
3. Οι αποφάσεις που λαμβάνει η Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 επιδέχονται καταγγελίας στο διαμεσολαβητή ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου, μετά από προσφυγή στο συμβούλιο προσφυγών, εφόσον αυτή προβλέπεται, υπό τους όρους των άρθρων 228 και 263 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιστοίχως. |
Τροπολογία 231 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 61 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Η συμμετοχή στο έργο της Αρχής είναι ανοικτή στις χώρες που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και που έχουν συνάψει με την Κοινότητα συμφωνίες με τις οποίες έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν το κοινοτικό δίκαιο στον τομέα αρμοδιότητας της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2. |
1. Η συμμετοχή στο έργο της Αρχής είναι ανοικτή στις χώρες που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και που έχουν συνάψει με την Ένωση συμφωνίες με τις οποίες έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης στον τομέα αρμοδιότητας της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 2. |
Τροπολογία 232 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 61 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1 α. Η συμμετοχή στο έργο της Αρχής που παρουσιάζει άμεσο ενδιαφέρον για αυτές είναι επίσης ανοικτή στις τρίτες χώρες οι οποίες εφαρμόζουν νομοθεσία που έχει αναγνωριστεί ως ισοδύναμη στους αναφερόμενους στο άρθρο 1, παράγραφος 2 τομείς αρμοδιότητας της Αρχής, με την επιφύλαξη της σύναψης συμφωνιών με την Ένωση. |
Τροπολογία 233 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 61 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Με βάση τις σχετικές διατάξεις αυτών των συμφωνιών επέρχονται ρυθμίσεις οι οποίες εξειδικεύουν τη φύση, το πεδίο εφαρμογής και διαδικαστικές πτυχές της συμμετοχής των χωρών αυτών στο έργο της Αρχής, και στις οποίες υπάρχουν προβλέψεις σχετικά με την οικονομική συμμετοχή και το προσωπικό. Οι σχετικές ρυθμίσεις μπορεί να προβλέπουν εκπροσώπηση, ως παρατηρητών, στο συμβούλιο εποπτών, αλλά διασφαλίζουν ότι οι χώρες αυτές δεν παρίστανται σε συζητήσεις που αφορούν μεμονωμένους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές, παρά μόνο αν υπάρχει άμεσο συμφέρον. |
2. Με βάση τις σχετικές διατάξεις αυτών των συμφωνιών επέρχονται ρυθμίσεις οι οποίες εξειδικεύουν τη φύση, το πεδίο εφαρμογής και διαδικαστικές πτυχές της συμμετοχής των χωρών αυτών στο έργο της Αρχής, και στις οποίες υπάρχουν προβλέψεις σχετικά με την οικονομική συμμετοχή και το προσωπικό. Οι σχετικές ρυθμίσεις μπορεί να προβλέπουν εκπροσώπηση, ως παρατηρητών, στο συμβούλιο εποπτών, αλλά διασφαλίζουν ότι οι χώρες αυτές δεν παρίστανται σε συζητήσεις που αφορούν μεμονωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, παρά μόνο αν υπάρχει άμεσο συμφέρον. |
Τροπολογία 234 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 62 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Προς το σκοπό αυτό, μέχρι να αναλάβει τα καθήκοντά του ο εκτελεστικός διευθυντής μετά το διορισμό του από το συμβούλιο εποπτών, σύμφωνα με το άρθρο 36, η Επιτροπή μπορεί να τοποθετήσει προσωρινά έναν υπάλληλο ο οποίος θα επιτελεί τις λειτουργίες των εκτελεστικών διευθυντών. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 235 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 62 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1 α. Κατά την διάρκεια της περιόδου μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και πριν από την ίδρυση της Αρχής, η Επιτροπή Επιπέδου 3 ενεργεί σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή για να προετοιμάσει την αντικατάσταση της Επιτροπής Επιπέδου 3 από την Αρχή. Οι Επιτροπές Επιπέδου 3 προβαίνουν σε όλες τις προπαρασκευαστικές ενέργειες, με την επιφύλαξη της τελικής απόφασης των αρμοδίων οργάνων της Αρχής. |
Τροπολογία 236 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 62 – παράγραφος β (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1 β. Στη διάρκεια της περιόδου που μεσολαβεί μεταξύ της έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού και της ημερομηνίας ορισμού του προέδρου και των μελών του διοικητικού συμβουλίου, καθώς και του διορισμού του εκτελεστικού διευθυντή, προσωρινά καθήκοντα προέδρου της ΕΕΑ θα ασκεί ο πρόεδρος της υπάρχουσας Επιτροπής Επιπέδου 3 και διοικητικά καθήκοντα θα ασκεί ο γενικός γραμματέας αυτής. |
Τροπολογία 237 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 62 – παράγραφος 3 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
3 α. Η Αρχή θεωρείται ο νόμιμος διάδοχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών. Το αργότερο μέχρι την ημερομηνία ίδρυσης της Αρχής, όλα τα περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις καθώς και όλες οι εκκρεμείς δράσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών μεταβιβάζονται αυτομάτως στην Αρχή. Η Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών θα εκδώσει δημοσιονομικό δελτίο που θα εμφαίνει το ενεργητικό και παθητικό την ημερομηνία αυτής της μεταβίβασης. Το εν λόγω δελτίο θα υπόκειται σε λογιστικό έλεγχο και έγκριση από τα μέλη της και από την Επιτροπή. |
Τροπολογία 238 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 63 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Σε όλα τα μέλη του προσωπικού με συμβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 θα προταθεί η δυνατότητα σύναψης σύμβασης έκτακτου υπαλλήλου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος (α) του καθεστώτος που εφαρμόζεται στους λοιπούς υπαλλήλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για τους διάφορους βαθμούς που προβλέπονται στο δυναμολόγιο της Αρχής. |
2. Για να καταστεί δυνατή η ομαλή μετάβαση του υπάρχοντος προσωπικού στην Αρχή, σε όλα τα μέλη του προσωπικού με συμβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, περιλαμβανομένων όσων έχουν συμβάσεις απόσπασης, θα προταθεί η δυνατότητα σύναψης σύμβασης έκτακτου υπαλλήλου με ισοδύναμες ή συγκρίσιμες οικονομικές και νομικές προϋποθέσεις σύμφωνα με το σχετικό νομικό πλαίσιο. |
Αιτιολόγηση | |
Προτείνεται να προβλεφθούν ειδικές μεταβατικές διατάξεις όσον αφορά το υφιστάμενο προσωπικό των επιτροπών επιπέδου 3. | |
Τροπολογία 239 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 63 – παράγραφος 2 – εδάφιο 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η αρχή η εξουσιοδοτημένη για τη σύναψη συμβάσεων θα διοργανώσει εσωτερική επιλογή περιοριζόμενη στο προσωπικό που έχει συνάψει συμβάσεις με την Επιτροπή Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών ή με τη γραμματεία της, προκειμένου να ελεγχθούν η ικανότητα, η αποδοτικότητα και η ακεραιότητα του προσωπικού προ πρόκειται να προσληφθεί. |
Μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η αρχή η εξουσιοδοτημένη για τη σύναψη συμβάσεων θα διοργανώσει εσωτερική επιλογή περιοριζόμενη στο προσωπικό που έχει συνάψει συμβάσεις με την Επιτροπή Επιπέδου 3 ή με τη γραμματεία της, προκειμένου να ελεγχθούν η ικανότητα, η αποδοτικότητα και η ακεραιότητα του προσωπικού προ πρόκειται να προσληφθεί. Η εσωτερική διαδικασία επιλογής λαμβάνει πλήρως υπόψη τα προσόντα και την εμπειρία που θα επιδείξει ο κάθε υπάλληλος στην εκτέλεση των καθηκόντων του πριν από τη μετάβαση στο νέο καθεστώς. |
Αιτιολόγηση | |
Προτείνεται να προβλεφθούν ειδικές μεταβατικές διατάξεις όσον αφορά το υφιστάμενο προσωπικό των επιτροπών επιπέδου 3. | |
Τροπολογία 240 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 66 – παράγραφος -1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
-1 α. Έως τις ...* η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τους απαραίτητους κανονισμούς για την εξασφάλιση ομαλής μετάβασης στο καθεστώς εποπτείας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων του άρθρου 12 β από την Αρχή και την εγκαθίδρυση νέου πλαισίου για τη διαχείριση χρηματοπιστωτικών κρίσεων. |
|
___________ * ΕΕ, να προστεθεί ημερομηνία: έξι μήνες από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του παρόντος κανονισμού. |
Τροπολογία 241 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 66 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Επίσης η έκθεση αυτή αξιολογεί την πρόοδο που σημειώθηκε προς τη ρυθμιστική και εποπτική σύγκλιση στους τομείς της διαχείρισης και επίλυσης κρίσεων στην Κοινότητα. Η αξιολόγηση βασίζεται σε εκτενείς διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων με την ομάδα συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών. |
Η έκθεση αυτή αξιολογεί μεταξύ άλλων: |
|
(α) τη σύγκλιση στις συνήθεις πρακτικές εποπτείας την οποία έχουν επιτύχει οι αρμόδιες αρχές· |
|
(β) τη λειτουργία των σωμάτων εποπτών· |
|
(γ) τον ρόλο που διαδραματίζει η Αρχή σχετικά με την εποπτεία των συστημικών ιδρυμάτων και |
|
(δ) την εφαρμογή της ρήτρας διασφάλισης που θεσπίζεται στο άρθρο 23. |
Τροπολογία 242 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 66 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1 α. Η έκθεση στην οποία παραπέμπει η παράγραφος 1 εξετάζει επίσης εάν: |
|
(α) είναι σκόπιμο να συνεχίζεται χωριστή εποπτεία των τραπεζικών αγορών, των αγορών ασφαλίσεων, των αγορών επαγγελματικών συντάξεων, των αγορών κινητών αξιών και των χρηματοπιστωτικών αγορών ή εάν πρέπει να τεθούν υπό ενιαίο επόπτη· |
|
(β) η προληπτική εποπτεία και η εποπτεία της επιχειρηματικής δραστηριότητας πρέπει να συνδυάζονται ή να είναι χωριστές· |
|
(γ) είναι σκόπιμο να απλουστευθεί και ενισχυθεί η αρχιτεκτονική του ΕΣΧΕ για την επιτευξη μεγαλύτερης συνέπειας ανάμεσα στα επίπεδα μάκρο και μίκρο και ανάμεσα στις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές· |
|
(δ) είναι σκόπιμο να αυξηθούν οι ρυθμιστικές εξουσίες των ΕΕΑ· |
|
(ε) η εξέλιξη του ΕΣΧΕ συμβαδίζει αρμονικά με τις παγκόσμιες εξελίξεις· |
|
(στ) υπάρχει επαρκής πολυμορφία και αριστεία εντός του ΕΣΧΕ· |
|
(ζ) επαρκούν η απόδοση λογαριασμών και η διαφάνεια σε σχέση με τις απαιτήσεις για δημοσιοποίηση. |
- [1] ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Ιστορικό
Από τη δρομολόγηση του σχεδίου δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στην οικοδόμηση ενιαίας αγοράς για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, προωθώντας ενεργά την εναρμόνιση, τη διαφάνεια και τον θεμιτό ανταγωνισμό, διασφαλίζοντας παράλληλα την προστασία των επενδυτών και των καταναλωτών.
Πολύ πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση, το Κοινοβούλιο ζήτησε κατ’ επανάληψη την ενίσχυση της πραγματικής ισότητας των όρων του ανταγωνισμού για όλους τους ενδιαφερομένους σε επίπεδο ΕΕ, επισημαίνοντας ταυτόχρονα σημαντικές αδυναμίες στην εποπτεία της ΕΕ στις ολοένα και πιο ολοκληρωμένες χρηματοπιστωτικές αγορές (βλέπε στο πλαίσιο αυτό την έκθεση García-Margallo y Marfil επί της ανακοίνωσης της Επιτροπής - Εφαρμογή του πλαισίου για τις χρηματοπιστωτικές αγορές: Πρόγραμμα δράσης (2000)[1], έκθεση Van den Burg σχετικά με τους κανόνες προληπτικής εποπτείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2002)[2], έκθεση Van den Burg σχετικά με την πολιτική για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (2005-2010) – Λευκή Βίβλος (2007)[3] και έκθεση Van den Burg και Daianu που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την παρακολούθηση της διαδικασίας Lamfalussy: μελλοντική δομή της εποπτείας (2008)[4]). Επιπροσθέτως, ορισμένα ειδικά νομοθετήματα ήδη σκιαγραφούσαν τις βασικές αρχές ή επισήμαιναν τη γενική τάση προς εκείνο που θα έπρεπε να είναι η μελλοντική εποπτική αρχιτεκτονική της ΕΕ (Skinner – έκθεση Φερεγγυότητα II (2009)· Gauzès – κανονισμός σχετικά με τους οργανισμούς αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας (CRA) (2009)).
Σε όλα τα ψηφίσματά του, το Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να αναλύσει πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί πρόοδος προς την κατεύθυνση μιας πιο ολοκληρωμένης δομής εποπτείας παράλληλα με τις προσπάθειες για μια ολοκληρωμένη ενιαία αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Επισήμανε επίσης την αναγκαιότητα για αποτελεσματική εποπτεία των συστημικών και προληπτικών κινδύνων των κορυφαίων παραγόντων της αγοράς. Η μακροπροληπτική ανάλυση και η διαχείριση των κρίσεων πρέπει να αποτελούν μέρος της εντολής για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστηρίζει τη δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής εποπτικής αρχής για τα διασυνοριακά ιδρύματα σε επίπεδο ΕΕ και ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού για την αντιμετώπιση της κρίσης που τα πλήττει.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να συγκροτήσει μια ομάδα εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου για να διατυπώσει προτάσεις για την ενίσχυση των ευρωπαϊκών εποπτικών ρυθμίσεων. Η ομάδα de Larosière υπέβαλε την έκθεσή της τον Φεβρουάριο του 2009 και, στις 23 Σεπτεμβρίου 2009, η Επιτροπή υπέβαλε συγκεκριμένες νομοθετικές προτάσεις με σκοπό:
– Να δημιουργηθεί ένα δίκτυο εθνικών εποπτικών αρχών που θα συνεργάζονται στενά με μια νέα Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (ΕΕΑ). Η εν λόγω Αρχή θα έχει τρεις πυλώνες. Κάθε πυλώνας θα βασίζεται στις ευρωπαϊκές εποπτικές επιτροπές[5], πράγμα που οδηγεί σε έναν πυλώνα για τις τράπεζες (ΕΕΑ (Τ)), έναν πυλώνα για τις ασφαλίσεις και τις επαγγελματικές συντάξεις (ΕΕΑ (ΑΕΣ)) και έναν πυλώνα για τις κινητές αξίες και τις αγορές (ΕΕΑ (ΚΑΑ)), ενώ μια «Μικτή Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής» θα εξασφαλίζει την ενδεικνυόμενη ενοποιημένη ρύθμιση και εποπτεία των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών.
– Να συγκροτηθεί Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ - ESRB), το οποίο να παρακολουθεί και να αξιολογεί πιθανές απειλές για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, οι οποίες ενδέχεται να προκύψουν από μακροοικονομικές εξελίξεις και από εξελίξεις στο πλαίσιο του χρηματοπιστωτικού συστήματος ως συνόλου. Προς το σκοπό αυτό το ΕΣΣΚ θα προβαίνει σε έγκαιρη προειδοποίηση για κινδύνους που μπορεί να λάβουν διαστάσεις σε επίπεδο συστήματος και, αν κρίνει σκόπιμο, προβαίνει σε συστάσεις για δράση με σκοπό την αντιμετώπιση αυτών των κινδύνων[6].
Σύμφωνα με το Δικαστήριο[7], το άρθρο 95 της συνθήκης (νυν άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης) αναφορικά με την έκδοση των μέτρων σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών που έχουν ως αντικείμενο την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς παρέχει την κατάλληλη νομική βάση για τη δημιουργία ενός «Κοινοτικού φορέα, με αρμοδιότητα τη συμβολή στην εφαρμογή μιας διαδικασίας εναρμόνισης», εφόσον τα καθήκοντα του εν λόγω φορέα συνδέονται στενά με το αντικείμενο των πράξεων των σχετικών με την προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών.
Τις νομοθετικές αυτές προτάσεις ακολούθησε στις 26 Οκτωβρίου 2009 η πρώτη πρόταση για μια οδηγία omnibus (οδηγία που καλύπτει μεγάλο αριθμό θεμάτων) για την τροποποίηση έντεκα οδηγιών, προκειμένου να αποσαφηνισθούν καλύτερα τα καθήκοντα της σχεδιαζόμενης αρχιτεκτονικής εποπτείας. Μια δεύτερη πρόταση για μια οδηγία omnibus θα ακολουθήσει τους επόμενους μήνες για την ολοκλήρωση του εγχειρήματος.
- [1] ΕΕ C 40, 7.2.2001, σ. 453.
- [2] ΕΕ C 25E, 29.1.2004, σ. 394.
- [3] Δεν έχει δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα.
- [4] ΕΕ C 9E, 15.1.2010, σ. 48.
- [5] Πρόκειται για την Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας (ΕΕΑΤΕ - SEBS), την Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Εποπτείας Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΕΑΕΑΕΣ - CEIOPS) και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ρυθμιστικών Αρχών και Αγορών Κινητών Αξιών (ΕΕΡΑΑΚΑ - CESR)..
- [6] Πρέπει να σημειωθεί ότι η παρούσα αιτιολογική έκθεση εστιάζει στις προτάσεις για τη σύσταση του ΕΣΣΚ, μετατρέποντας τις υφιστάμενες ευρωπαϊκές εποπτικές επιτροπές σε ΕΑΑ. Η πρόταση για τη σύσταση του ΕΣΣΚ αναλύεται σε χωριστό μνημόνιο.
- [7] Βλ. ΔΕΚ, C-217/04 σημείο 44.
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Προϋπολογισμών (29.4.2010)
προς την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής
σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών
(COM(2009)0503 – C7‑0167/2009 – 2009/0144(COD))
Εισηγήτρια: Jutta Haug
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ
1. Για να αντιμετωπισθούν οι αδυναμίες της σε ευρωπαϊκή κλίμακα εποπτείας στον χρηματοπιστωτικό τομέα τις οποίες έφερε στην επιφάνεια η χρηματοπιστωτική κρίση, η Επιτροπή υπέβαλε δέσμη προτάσεων εν όψει της εγκαθίδρυσης ενός αποδοτικότερου, περισσότερο ολοκληρωμένου και βιώσιμου συστήματος εποπτείας του χρηματοπιστωτικού τομέα στην ΕΕ. Τούτο θα βασίζεται σε ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (ΕΣΧΕ), αποτελούμενο από ένα δίκτυο των χρηματοπιστωτικών εποπτικών αρχών των κρατών μελών που θα συνεργάζεται με τις νέες Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές (ΕΕΑ), που προκύπτουν με τη μετατροπή των υφιστάμενων ευρωπαϊκών εποπτικών επιτροπών[1] σε πραγματικές Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές (ΕΕΑ). Για τον σκοπό αυτόν η Επιτροπή προτείνει τη δημιουργία τριών νέων ευρωπαϊκών αποκεντρωμένων υπηρεσιών:
· της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ)·
· της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ)·
· της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ).
2. Ο μετασχηματισμός των υφισταμένων ευρωπαϊκών επιτροπών εποπτείας σε πραγματικές ευρωπαϊκές αρχές εποπτείας στην πράξη, ήτοι σε ευρωπαϊκές υπηρεσίες, θα απαιτήσει τόνωση των πόρων που τους παρέχονται τόσο σε προσωπικό όσο και σε πόρους από τον προϋπολογισμό. Όσον αφορά τον αντίκτυπο από την ίδρυση αυτών των τριών υπηρεσιών στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, θα ανέρχεται σε περίπου € 59,699 εκατ. που κατανέμονται ως εξής:
Υπηρεσία |
2011 |
2012 |
2013 |
Σύνολο |
|
ΕΑΤ |
5, 206 |
7, 355 |
8, 965 |
21, 527 |
|
ΕΑΑΕΣ |
4, 235 |
5, 950 |
6, 799 |
16, 984 |
|
ΕΑΚΑΑ |
5, 465 |
7, 202 |
8, 491 |
21, 158 |
|
εκατ. €
3. Προέλευση των πόρων είναι ο τομέας 1 α, τομέας που ήδη αντιμετωπίζει πάρα πολύ μειωμένα περιθώρια:
ο τελευταίος δημοσιονομικός προγραμματισμός της Επιτροπής (Ιανουάριος 2010), όπου ήδη λαμβάνονται υπόψη τα ποσά για τις τρεις υπηρεσίες (μεταξύ άλλων τροποποιήσεων), εμφανίζει πολύ στενά περιθώρια έως τη λήξη του εν ισχύι πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (εντός παρενθέσεων τα περιθώρια που προεβλέποντο στον δημοσιονομικό προγραμματισμό του Ιανουαρίου 2009):
- € 37,041 εκατ. για το 2011 (€ 111,590 εκατ.)
- € 34,003 εκατ. για το 2012 (€ 123,879 εκατ.)
- € 49,153 εκατ. για το 2013 (€ 214,875 εκατ.)
Εάν κανείς θεωρήσει ότι στον δημοσιονομικό προγραμματισμό του Φεβρουαρίου 2009 η Επιτροπή προέβλεπε για τον τομέα 1A περιθώριο € 111,8 εκατ. για το 2010 το οποίο τελικά ήταν μόλις € 147 000, είναι σαφές ότι η κατάσταση είναι πολύ λεπτή. Ούτως το ενδεχόμενο αναθεώρησης των ανωτάτων ορίων για να ικανοποιηθεί η χορήγηση πόρων σε αυτές τις τρεις νέες υπηρεσίες πρέπει να ληφθεί υπόψη.
4. Πράγματι το καθ' εαυτού κόστος των υπηρεσιών θα είναι πολύ υψηλότερο, ανερχόμενο σε περίπου € 149,17 εκατ., αλλά τα κράτη μέλη θα συνεισφέρουν, χάρις στη συγχρηματοδότηση, περίπου € 89,497 εκατ., ήτοι 60% του ολικού κόστους λειτουργίας των υπηρεσιών έως τη λήξη του εν ισχύι πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου:
Υπηρεσία |
2011 |
2012 |
2013 |
ΣΥΝΟΛΟ |
|
ΕΑΤ ΚΜ+ΕΕ=Σύνολο |
7,809+5,206 =13,015 |
11,033+7,355 =18,388 |
13,448+8,965 =22,413 |
32,290+21,527 =53,816 |
|
ΕΑΑΕΣ ΚΜ+ΕΕ=Σύνολο |
8,197+4,235 =13,662 |
10,803+5,950 =18,005 |
12,737+6,799 =21,228 |
31,737+16,984 =52,895 |
|
ΕΑΚΑΑ ΚΜ+ΕΕ=Σύνολο |
6,352+5,465 =10,587 |
8,925+7,202 =14,874 |
10,199+8,491 =16,998 |
25,476+21,158 =42,459 |
|
εκατ. €
5. Όσον αφορά το προσωπικό, οι τρεις νέες υπηρεσίες θα συνεπάγονται έως το 2014 επιπλέον 269 υπαλλήλους (224 AD και 45 AST):
Υπηρεσία |
2011 |
2012 |
2013 |
2014 |
|
ΕΑΤ προσωπικό (AD/AST) |
40(36/4) |
62(53/9) |
80(69/11) |
90(73/17) |
|
ΕΑΑΕΣ προσωπικό (AD/AST) |
40 (32/8) |
62(50/12) |
73 (60/13) |
90 (77/13) |
|
ΕΑΚΑΑ προσωπικό (AD/AST) |
43 (35/8) |
60 (50/10) |
76 (64/12) |
89 (74/15) |
|
6. Η Επιτροπή προτείνει οι τρεις νέες υπηρεσίες να έχουν έδρες στους τόπους εργασίας των υφισταμένων ευρωπαϊκών επιτροπών εποπτείας (στην περίπτωση της ΕΑΚΑΑ το Παρίσι), το οποίο φαίνεται πολύ λογικό τόσο από πρακτικής όσο και από οικονομικής απόψεως, καθόσον θα διευκολύνει την άμεση έναρξη λειτουργίας της νέας υπηρεσίας και θα αποφεύγει τις περιττές δαπάνες νέων εγκαταστάσεων, μεταφοράς προσωπικού κλπ..
Τροπολογιες
Η Επιτροπή Προϋπολογισμών καλεί την Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες:
Tροπολογία 1 Σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος Παράγραφος 1 α (νέα) | |
Σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος |
Tροπολογία |
|
1 α. θεωρεί ότι το ποσό αναφοράς που εμφαίνεται στη νομοθετική πρόταση είναι συμβατό με το ανώτατο όριο για την υποδιαίρεση τομέα 1 α του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013, αλλά το περιθώριο που μένει στον τομέα 1 α για το διάστημα 2011-2013 είναι πολύ περιορισμένο και η χορήγηση πόρων σε νέες δραστηριότητες δεν πρέπει να θέτει εν κινδύνω τη χρηματοδότηση άλλων προτεραιοτήτων που εμπίπτουν στην υποδιαίρεση τομέα 1 α· επαναλαμβάνει συνεπώς ότι ζητεί ανασκόπηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013, συνοδευόμενη από συγκεκριμένες προτάσεις για προσαρμογή και αναθεώρησή του πριν από το τέλος του πρώτου εξαμήνου 2010 κάνοντας χρήση όλων των μηχανισμών που προβλέπονται δυνάμει της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006, συγκεκριμένα δε εκείνων μνεία των οποίων γίνεται στα σημεία 21 έως 23 της συμφωνίας, για να εξασφαλισθεί η χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών χωρίς να τίθεται εν κινδύνω η χρηματοδότηση των άλλων προτεραιοτήτων και εξασφαλίζοντας ότι θα απομένει επαρκές περιθώριο στην υποδιαίρεση τομέα 1 α· |
Tροπολογία 2 Σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος Παράγραφος 1 β (νέα) | |
Σχέδιο νομοθετικού ψηφίσματος |
Tροπολογία |
|
1 β. υπογραμμίζει ότι για τη σύσταση της Αρχής πρέπει να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του σημείου 47 της διοργανικής συμφωνίας· τονίζει ότι, εάν η νομοθετική αρχή αποφασίσει υπέρ της σύστασης της Αρχής, το Κοινοβούλιο θα αρχίσει διαπραγματεύσεις με το έτερο σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής με σκοπό την επίτευξη εγκαίρως συμφωνίας σχετικά με τη χρηματοδότηση της Αρχής σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της διοργανικής συμφωνίας· |
Tροπολογία 3 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 41 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Tροπολογία |
(41) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης αυτονομία και ανεξαρτησία της Αρχής, πρέπει να τεθεί στη διάθεσή της αυτόνομος προϋπολογισμός με έσοδα προερχόμενα κυρίως από υποχρεωτικές εισφορές εθνικών εποπτικών αρχών και από το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η κοινοτική δημοσιονομική διαδικασία πρέπει να ισχύει όσον αφορά την κοινοτική συμμετοχή. Ο λογιστικός έλεγχος πρέπει να ασκείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο. |
(41) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης αυτονομία και ανεξαρτησία της Αρχής, πρέπει να τεθεί στη διάθεσή της αυτόνομος προϋπολογισμός με έσοδα προερχόμενα κυρίως από υποχρεωτικές εισφορές εθνικών εποπτικών αρχών και από το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η χρηματοδότηση της Αρχής από την Ένωση υπόκειται στην επίτευξη συμφωνίας από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με το σημείο 47 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση1. Πρέπει να εφαρμόζεται η δημοσιονομική διαδικασία της Ένωσης. Ο λογιστικός έλεγχος πρέπει να ασκείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Ο συνολικός προϋπολογισμός υπόκειται στη διαδικασία απαλλαγής. |
|
1 ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1. |
Αιτιολόγηση | |
Η Αρχή συγκροτείται ως αποκεντρωμένη υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα χρηματοδοτείται σύμφωνα με τη διοργανική συμφωνία. Τούτο πρέπει να αντικατοπτρίζεται στη νομική της βάση. | |
Tροπολογία 4 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 48 – παράγραφος 1 – στοιχείο α | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Tροπολογία |
(α) υποχρεωτικές εισφορές της αρμόδιας εθνικής εποπτικής αρχής ή αρχών· |
(α) υποχρεωτικές εισφορές της αρμόδιας εθνικής εποπτικής αρχής ή αρχών, οι οποίες καταβάλλονται σύμφωνα με τύπο που βασίζεται στη στάθμιση των ψήφων ως έχει στο άρθρο 3, παράγραφος 3 του Πρωτοκόλλου αριθ. 36 σχετικά με τις μεταβατικές διατάξεις το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης· |
Tροπολογία 5 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 48 – παράγραφος 1 – στοιχείο β | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Tροπολογία |
(β) επιχορήγηση από την Κοινότητα, που εγγράφεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τμήμα της Επιτροπής)· |
(β) επιχορήγηση από την Ένωση, που εγγράφεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τμήμα της Επιτροπής), με την επιφύλαξη της επίτευξης συμφωνίας από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχής όπως προβλέπεται στο σημείο 47 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής· |
Τροπολογία 6 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 48 – παράγραφος 4 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
4 α. Οι υποχρεωτικές εισφορές των εθνικών δημόσιων αρχών και η επιχορήγηση από την Ένωση της παραγράφου 1, στοιχεία (α) και (β) θα διατίθενται στην αρχή εκάστου οικονομικού έτους. |
Tροπολογία 7 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 50 - παράγραφος 9 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Tροπολογία |
9. Μέχρι τις 15 Μαΐου του έτους Ν + 2, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, απαλλάσσει την Αρχή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους Ν. |
9. Μέχρι τις 15 Μαΐου του έτους Ν + 2, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, απαλλάσσει την Αρχή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους Ν ο οποίος περιλαμβάνει έσοδα από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τις εθνικές εποπτικές αρχές. |
Τροπολογία 8 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 54 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Tροπολογία |
2. Το διοικητικό συμβούλιο, σε συμφωνία με την Επιτροπή, θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα εφαρμογής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 110 του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως. |
2. Το διοικητικό συμβούλιο, σε συμφωνία με την Επιτροπή, θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα εφαρμογής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 110 του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως. Τα μέτρα εφαρμογής επιτρέπουν αιτιολογημένες παρεκκλίσεις για να διασφαλίζεται η πλέον αποτελεσματική υλοποίηση των καθηκόντων που ορίζονται για την Αρχή. |
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Τίτλος |
Ευρωπαϊκή αρχή για τις χρηματοπιστωτικές αγορές |
|||||||
Έγγραφα αναφοράς |
COM(2009)0503 – C7-0167/2009 – 2009/0144(COD) |
|||||||
Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας |
ECON |
|||||||
Γνωμοδοτική επιτροπή Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
BUDG 7.10.2009 |
|
|
|
||||
Συντάκτης γνωμοδότησης Ημερομηνία ορισμού |
Jutta Haug 21.10.2009 |
|
|
|||||
Ημερομηνία έγκρισης |
28.4.2010 |
|
|
|
||||
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
38 0 0 |
||||||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Damien Abad, Alexander Alvaro, Marta Andreasen, Francesca Balzani, Reimer Böge, Giovanni Collino, Jean-Luc Dehaene, Isabelle Durant, Göran Färm, José Manuel Fernandes, Eider Gardiazábal Rubial, Salvador Garriga Polledo, Ivars Godmanis, Estelle Grelier, Carl Haglund, Jutta Haug, Jiří Havel, Sidonia Elżbieta Jędrzejewska, Anne E. Jensen, Sergej Kozlík, Jan Kozłowski, Alain Lamassoure, Vladimír Maňka, Barbara Matera, Claudio Morganti, Miguel Portas, Dominique Riquet, Sergio Paolo Francesco Silvestris, László Surján, Helga Trüpel, Daniël van der Stoep, Derek Vaughan, Angelika Werthmann, Ивайло Калфин, Надежда Нейнски |
|||||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Franziska Katharina Brantner, Giovanni La Via, Peter Šťastný |
|||||||
- [1] Πρόκειται για την Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας (ΕΕΑΤΕ - CEBS), την Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Εποπτείας Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΕΑΕΑΕΣ - CEIOPS) και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών (ΕΕΡΑΑΚΑ - CESR).
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (30.4.2010)
προς την Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων
σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με θέμα τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών
(COM(2009)0503 – C7‑0167/2009 – 2009/0144(COD))
Εισηγήτρια: Raffaele Baldassarre
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ
Ιστορικό
Με βάση τις συστάσεις της έκθεσης De Larosière, η Επιτροπή υπέβαλε προτάσεις για μια νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική εποπτείας του χρηματοπιστωτικού τομέα. Οι νομοθετικές αυτές προτάσεις που δημοσιεύθηκαν από την Επιτροπή στις 23 Σεπτεμβρίου 2009 έχουν στόχο να δημιουργήσουν:
- ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (ΕΣΧΕ) για την εποπτεία των επιμέρους χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ("μικροπροληπτική εποπτεία"), απαρτιζόμενο από ένα δίκτυο εθνικών εποπτικών αρχών σε συνεργασία με τις νέες ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές (ΕΕΑ[1] ), συνδυάζοντας κατ' αυτόν τον τρόπο ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο χρηματοπιστωτικής εποπτείας με την εμπειρογνωμοσύνη των τοπικών μικροπροληπτικών εποπτικών οργάνων·
- ένα Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) για την παρακολούθηση και αξιολόγηση των κινδύνων για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στο σύνολό του (μακροπροληπτική εποπτεία").
Οι ΕΕΑ θα είναι κοινοτικά όργανα με νομική προσωπικότητα και ο στόχος τους θα είναι να συμβάλλουν: (i) στη βελτίωση της ρύθμισης και της εποπτείας στην εσωτερική αγορά, (ii) στην εξασφάλιση της ακεραιότητας και της εύρυθμης λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών, και (iii) στη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος με ταυτόχρονη ενίσχυση του συντονισμού της εποπτείας σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Θέση της εισηγήτριας
Η εισηγήτρια υποστηρίζει τον κύριο στόχο της πρότασης και φρονεί ότι η γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων συμβάλλει εποικοδομητικά στο έργο της αρμόδιας επιτροπής. Πιστεύει ότι απαιτούνται ευρείες μεταρρυθμίσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών και ιδρυμάτων της ΕΕ προκειμένου να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός με την προώθηση ισότιμων όρων ανταγωνισμού και τη διασφάλιση κατά το δυνατόν της συνεκτικότητας των διατάξεων και ρυθμιστικών παρεμβάσεων. Θεωρεί ότι η πρόταση, με ορισμένες προσαρμογές και καινοτομίες που προτείνονται στο παρόν σχέδιο γνωμοδότησης, έχει ζωτική σημασία προκειμένου να διασφαλισθεί αποτελεσματικότερη εποπτεία και ρύθμιση και καλύτερος εντοπισμός των κινδύνων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Η εισηγήτρια πιστεύει ακράδαντα ότι οι αποφασιστικές αρμοδιότητες της Αρχής δεν πρέπει να ασκούνται κατά τρόπο που μπορεί να υπονομεύσει την ικανότητα των εθνικών εποπτικών οργάνων να ασκούν τα ρυθμιστικά τους καθήκοντα ή που μπορεί να προκαλέσει αβεβαιότητα δικαίου για επιμέρους οντότητες που υπόκεινται σε τοπική εποπτεία[2]. Συνεπώς η δυνατότητα της Αρχής να λαμβάνει μεμονωμένες αποφάσεις σχετικά με συμμετέχοντες στις χρηματοπιστωτικές αγορές πρέπει να διατηρηθεί για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3.
Όσον αφορά τις καθημερινές καταστάσεις, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων, βασιζόμενη σε ευρείας αποδοχής συμβιβασμό, ενέκρινε τροπολογίες σχετικά τις εξουσίες των αρχών να απευθύνουν μεμονωμένες αποφάσεις σε συμμετέχοντες στις χρηματαγορές σε καθημερινές καταστάσεις (άρθρο 9 παράγραφος 6 και άρθρο 11 παράγραφος 4) στις οποίες προτείνει διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται μεταξύ της Αρχής και της Επιτροπής με σκοπό να ευθυγραμμισθούν καλύτερα οι εξουσίες των Αρχών με τις εξουσίες που εκχωρούνται στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 1 της ΣΕΕ και του άρθρου 258 της ΣΛΕΕ.
Δεσμευτικοί κανόνες πρέπει να θεσπίζονται αποκλειστικά σε επίπεδο ΕΕ, είτε από τα όργανα της ΕΕ είτε από τις ΕΕΑ, υπό την εποπτεία των οργάνων αυτών, τηρουμένης κατ' αυτόν τον τρόπο της αρχής της επικουρικότητας. Ωστόσο, η εισηγήτρια θεωρεί ότι έχει ζωτική σημασία να αποφευχθούν ερμηνείες που δεν είναι αναλογικές προς το στόχο, είναι υπερβολικά λεπτομερείς ή, ορισμένες φορές, ακατάλληλες εξαιτίας του γεγονότος ότι έχουν πραγματοποιηθεί επειγόντως, χωρίς πραγματικό διάλογο. Επομένως, η εισηγήτρια υποστηρίζει με έμφαση τη συμμετοχή των συμμετεχόντων στην αγορά στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Η συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του μικροπροληπτικού και μακροπροληπτικού επιπέδου έχει καθοριστική σημασία. Είναι σημαντικό ωστόσο οι αρμοδιότητες της Αρχής στον τομέα αυτό να είναι συμβατές με τις υποχρεώσεις της επαγγελματικής εχεμύθειας που θεσπίζει η νομοθεσία της ΕΕ προκειμένου οι εμπιστευτικές πληροφορίες να μην διατίθενται σε όργανα και αρχές που δεν τις δικαιούνται. Είναι επίσης ουσιώδες να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η δημοσιοποίηση δεδομένων χωρίς διακριτικά στοιχεία σε φορείς εκτός των αρμοδίων αρχών θα είναι δυσχερής[3]. Η εισηγήτρια θεωρεί συνεπώς ότι τα εμπιστευτικά στοιχεία πρέπει να προστατεύονται κατά τρόπο συνεκτικό και σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ.
Εκτός από τα βασικά αυτά ζητήματα, η εισηγήτρια έχει την πεποίθηση ότι ο μεσολαβητικός ρόλος της Αρχής πρέπει να ορισθεί σαφέστερα και να βελτιωθεί περαιτέρω. Εξάλλου, η Αρχή πρέπει να αξιοποιεί περισσότερο τη διεθνή εμπειρία ενώ οι συμφωνίες της πρέπει να μην έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα. Για την ενίσχυση της διαφάνειας και την προώθηση της χρήσης των διοικητικών προτύπων πρέπει να ληφθούν πρόσθετα μέτρα.
Τέλος, η εισηγήτρια πιστεύει ότι πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη διαβούλευση προκειμένου να διασφαλισθεί ότι η προστασία των καταναλωτών και των επενδυτών στις χρηματοπιστωτικές αγορές αντικατοπτρίζεται ικανοποιητικά στην πρόταση.
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ
Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων καλεί την Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες:
Τροπολογία 1 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(1) Η χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου 2007/2008 έφερε στην επιφάνεια σημαντικές αδυναμίες της χρηματοπιστωτικής εποπτείας, τόσο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις όσο και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα σαν σύνολο. Τα εθνικά εποπτικά μοντέλα υπερκεράστηκαν από την πραγματικότητα των ολοκληρωμένων και αλληλοσυνδεόμενων ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών, όπου πολλές χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις λειτουργούν διασυνοριακά. Η κρίση αποκάλυψε αδυναμίες στον τομέα της συνεργασίας, του συντονισμού, της συνέπειας εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας και στην εμπιστοσύνη μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών. |
(1) Η χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου 2007/2008 έφερε στην επιφάνεια σημαντικές αδυναμίες της χρηματοπιστωτικής εποπτείας, τόσο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις όσο και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα σαν σύνολο. Τα εθνικά εποπτικά μοντέλα αποδείχθηκαν ανεπαρκή για να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα των ολοκληρωμένων και αλληλοσυνδεόμενων ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών, όπου πολλές χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις λειτουργούν διασυνοριακά. Η κρίση αποκάλυψε αδυναμίες στον τομέα της συνεργασίας, του συντονισμού, της συνέπειας εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας και στην εμπιστοσύνη μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών. |
Τροπολογία 2 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 17 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(17) Η εξασφάλιση της ορθής και πλήρους εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ακεραιότητα, την αποδοτικότητα και την εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, για τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος και για την εξασφάλιση ουδέτερων όρων ανταγωνισμού των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές στην Κοινότητα. Επομένως, πρέπει να δημιουργηθεί μηχανισμός μέσω του οποίου η Αρχή θα αντιμετωπίζει περιπτώσεις εσφαλμένης ή ανεπαρκούς εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου. Ο μηχανισμός αυτός πρέπει να αφορά τομείς όπου η κοινοτική νομοθεσία ορίζει σαφείς και άνευ όρων υποχρεώσεις. |
(17) Η εξασφάλιση της ορθής και πλήρους εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ακεραιότητα, την αποδοτικότητα και την εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, για τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος και για την εξασφάλιση ουδέτερων όρων ανταγωνισμού των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές στην Ένωση. Επομένως, πρέπει να δημιουργηθεί μηχανισμός μέσω του οποίου η Αρχή θα αντιμετωπίζει περιπτώσεις μη εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης. Ο μηχανισμός αυτός πρέπει να αφορά τομείς όπου η κοινοτική νομοθεσία ορίζει σαφείς και άνευ όρων υποχρεώσεις. |
Τροπολογία 3 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 20 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(20) Για την υπέρβαση εξαιρετικών καταστάσεων με έμμονη αδράνεια της οικείας αρμόδιας αρχής, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία, ως έσχατη λύση, να εκδίδει αποφάσεις απευθυνόμενες σε μεμονωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Η εξουσία αυτή πρέπει να περιορίζεται σε εξαιρετικές περιστάσεις στις οποίες η αρμόδια αρχή δεν συμμορφώνεται με τις αποφάσεις που τις απευθύνονται και στις οποίες το κοινοτικό δίκαιο είναι άμεσα εφαρμόσιμο στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δυνάμει ισχυόντων ή μελλοντικών κανονισμών της ΕΕ. |
(20) Για την υπέρβαση εξαιρετικών καταστάσεων με έμμονη αδράνεια της οικείας αρμόδιας αρχής, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία, ως έσχατη λύση και μόνο σε επείγουσες περιπτώσεις, να εκδίδει αποφάσεις απευθυνόμενες σε μεμονωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Η εξουσία αυτή πρέπει να περιορίζεται σε εξαιρετικές περιστάσεις στις οποίες η αρμόδια αρχή δεν συμμορφώνεται με τις αποφάσεις που τις απευθύνονται και στις οποίες το κοινοτικό δίκαιο είναι άμεσα εφαρμόσιμο στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δυνάμει ισχυόντων ή μελλοντικών κανονισμών της ΕΕ. |
Τροπολογία 4 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 25 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(25) Η Αρχή πρέπει να υποστηρίζει ενεργά την εποπτική σύγκλιση σε όλη την Κοινότητα, με στόχο την ανάπτυξη κοινής εποπτικής νοοτροπίας. |
(25) Η Αρχή πρέπει να υποστηρίζει ενεργά την εποπτική σύγκλιση σε όλη την Ένωση, με στόχο την ανάπτυξη κοινής εποπτικής νοοτροπίας, σεβόμενη πλήρως τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες των κρατών μελών. |
Τροπολογία 5 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 28 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(28) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, είναι απαραίτητο να εντοπιστούν εξ αρχής οι τάσεις, οι δυνητικοί κίνδυνοι και τα τρωτά σημεία που απορρέουν από το μικροπροληπτικό επίπεδο, διασυνοριακά και διατομεακά. Η Αρχή πρέπει να παρακολουθεί και να αξιολογεί τις εν λόγω εξελίξεις στον τομέα αρμοδιότητάς της και, αν κρίνει σκόπιμο, να ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις άλλες Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές και το ευρωπαϊκό συμβούλιο συστημικού κινδύνου σε τακτική βάση και, αν είναι απαραίτητο, για συγκεκριμένη περίπτωση. Επίσης η Αρχή πρέπει να συντονίζει προσομοιώσεις αντίξοων καταστάσεων σε επίπεδο Κοινότητας για να αξιολογεί την αντοχή των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές υπό αντίξοες εξελίξεις της αγοράς, εξασφαλίζοντας για τις εν λόγω προσομοιώσεις την εφαρμογή όσο το δυνατόν συνεκτικότερης μεθοδολογίας σε εθνικό επίπεδο. |
(28) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, είναι απαραίτητο να εντοπιστούν εξ αρχής οι τάσεις, οι δυνητικοί κίνδυνοι και τα τρωτά σημεία που απορρέουν από το μικροπροληπτικό επίπεδο, διασυνοριακά και διατομεακά. Η Αρχή πρέπει να παρακολουθεί και να αξιολογεί τις εν λόγω εξελίξεις στον τομέα αρμοδιότητάς της και, τακτικά, να ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις άλλες Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές και το ευρωπαϊκό συμβούλιο συστημικού κινδύνου καθώς και τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Επίσης η Αρχή πρέπει να συντονίζει προσομοιώσεις αντίξοων καταστάσεων σε επίπεδο Ένωσης για να αξιολογεί την αντοχή των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές υπό αντίξοες εξελίξεις της αγοράς, εξασφαλίζοντας για τις εν λόγω προσομοιώσεις την εφαρμογή όσο το δυνατόν συνεκτικότερης μεθοδολογίας σε εθνικό επίπεδο. |
Τροπολογία 6 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 29 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(29) Με δεδομένα την παγκοσμιοποίηση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και την αυξημένη σημασία των διεθνών κανόνων, η Αρχή πρέπει να ενισχύσει το διάλογο και τη συνεργασία με τις εποπτικές αρχές εκτός της Κοινότητας. Πρέπει να λαμβάνει υπόψη της πλήρως τους υφιστάμενους ρόλους και αρμοδιότητες των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων στις σχέσεις τους με αρχές εκτός της Κοινότητας καθώς και σε διεθνή φόρα. |
(29) Με δεδομένα την παγκοσμιοποίηση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και την αυξημένη σημασία των διεθνών κανόνων, η Αρχή πρέπει να ενισχύσει το διάλογο και τη συνεργασία με τις εποπτικές αρχές εκτός της Κοινότητας. Πρέπει να λαμβάνει υπόψη της πλήρως τους υφιστάμενους ρόλους και αρμοδιότητες των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων στις σχέσεις τους με αρχές εκτός της Ένωσης καθώς και σε διεθνή φόρα. Η Αρχή πρέπει επίσης να μπορεί να επωφελείται από την τρέχουσα συνεργασία της Επιτροπής με διεθνή φόρα. |
Τροπολογία 7 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 31 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(31) Για την αποτελεσματική εκπλήρωση των καθηκόντων της, η Αρχή πρέπει να έχει δικαίωμα να ζητεί όλες τις απαραίτητες πληροφορίες. Προκειμένου να αποφευχθεί η επικάλυψη υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές, κανονικά τις πληροφορίες αυτές πρέπει να τις παρέχουν οι εθνικές εποπτικές αρχές που βρίσκονται πλησιέστερα στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές. Ωστόσο, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να ζητεί πληροφορίες απευθείας από συμμετέχοντες στις χρηματαγορές και άλλα μέρη, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες κάποια αρμόδια εθνική αρχή δεν παρέχει ή δεν μπορεί να παράσχει έγκαιρα τις εν λόγω πληροφορίες. Οι αρχές των κρατών μελών πρέπει να είναι υποχρεωμένες να συνεπικουρούν την Αρχή στην επιβολή όσον αφορά τα εν λόγω άμεσα αιτήματα. |
(31) Για την αποτελεσματική εκπλήρωση των καθηκόντων της, η Αρχή πρέπει να έχει δικαίωμα να ζητεί όλες τις απαραίτητες πληροφορίες. Προκειμένου να αποφευχθεί η επικάλυψη υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές, κανονικά τις πληροφορίες αυτές πρέπει να τις παρέχουν οι εθνικές εποπτικές αρχές που βρίσκονται πλησιέστερα στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές, υπό τον όρο ότι οι εμπιστευτικές πληροφορίες δεν διατίθενται σε όργανα ή αρχές που δεν τις δικαιούνται. Ωστόσο, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να ζητεί πληροφορίες απευθείας από συμμετέχοντες στις χρηματαγορές και άλλα μέρη, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες κάποια αρμόδια εθνική αρχή δεν παρέχει ή δεν μπορεί να παράσχει έγκαιρα τις εν λόγω πληροφορίες. Οι αρχές των κρατών μελών πρέπει να είναι υποχρεωμένες να συνεπικουρούν την Αρχή στην επιβολή όσον αφορά τα εν λόγω άμεσα αιτήματα. |
Τροπολογία 8 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 32 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(32) Για να είναι πλήρως αποτελεσματική η λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου και για την παρακολούθηση της συνέχειας των προειδοποιήσεων και των συστάσεών του, έχει ουσιώδη σημασία η στενή συνεργασία μεταξύ της Αρχής και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου. Η Αρχή πρέπει να ανταλλάσσει όλες τις συναφείς πληροφορίες με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου. Δεδομένα σχετιζόμενα με μεμονωμένες επιχειρήσεις πρέπει να παρέχονται μόνο κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος. Όταν η Αρχή ή κάποια εθνική εποπτική αρχή λάβει προειδοποιήσεις ή συστάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, η Αρχή πρέπει να αναλαμβάνει άμεση δράση και να εξασφαλίζει την παρακολούθηση της συνέχειας. |
(32) Για να είναι πλήρως αποτελεσματική η λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου και για την παρακολούθηση της συνέχειας των προειδοποιήσεων και των συστάσεών του, έχει ουσιώδη σημασία η στενή συνεργασία μεταξύ της Αρχής και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου. Η Αρχή πρέπει να ανταλλάσσει όλες τις συναφείς πληροφορίες με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου. Δεδομένα σχετιζόμενα με μεμονωμένες επιχειρήσεις πρέπει να παρέχονται μόνο κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος και πρέπει να προστατεύονται συστηματικά και σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης. Όταν η Αρχή ή κάποια εθνική εποπτική αρχή λάβει προειδοποιήσεις ή συστάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, η Αρχή πρέπει να αναλαμβάνει άμεση δράση και να εξασφαλίζει την παρακολούθηση της συνέχειας. |
Τροπολογία 9 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 34 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(34) Την κύρια ευθύνη της διατήρησης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας κατά τη διαχείριση κρίσεων, ιδίως όταν πρόκειται για τη σταθεροποίηση μεμονωμένων συμμετεχόντων στις χρηματαγορές που αντιμετωπίζουν δυσκολίες και τη λήψη σχετικών αποφάσεων, φέρουν τα κράτη μέλη. Τα μέτρα της Αρχής σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ή διευθέτησης κρίσεων τα οποία επηρεάζουν τη σταθερότητα κάποιου συμμετέχοντος στις χρηματαγορές δεν πρέπει να προσκρούουν στις δημοσιονομικές αρμοδιότητες κρατών μελών. Πρέπει να δημιουργηθεί μηχανισμός μέσω του οποίου τα κράτη μέλη θα μπορούν να επικαλεστούν αυτή τη διασφάλιση και τελικά να φέρουν το θέμα ενώπιον του Συμβουλίου για τη λήψη απόφασης. Δεδομένων των ιδιαίτερων αρμοδιοτήτων των κρατών μελών στο θέμα αυτό, είναι σκόπιμο να αναλάβει σχετικά κάποιο ρόλο το Συμβούλιο. |
(34) Την κύρια ευθύνη της διατήρησης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας σε καταστάσεις κρίσης, ιδίως όταν πρόκειται για τη σταθεροποίηση χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που αντιμετωπίζουν δυσκολίες και τη λήψη σχετικών αποφάσεων, φέρουν τα κράτη μέλη. Τα μέτρα της Αρχής σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ή διευθέτησης κρίσεων τα οποία επηρεάζουν τη σταθερότητα κάποιου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος δεν πρέπει να προσκρούουν στις δημοσιονομικές αρμοδιότητες κρατών μελών. Πρέπει να δημιουργηθεί μηχανισμός μέσω του οποίου τα κράτη μέλη θα μπορούν να ζητήσουν την επανεξέταση της απόφασης της Αρχής. |
Τροπολογία 10 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Η Αρχή ενεργεί στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 97/9/EΚ, οδηγίας 98/26/EΚ, οδηγίας 2001/34/EΚ, οδηγίας 2002/47/EΚ, οδηγίας 2002/87/EΚ, οδηγίας 2003/6/EΚ, οδηγίας 2003/71/EΚ, οδηγίας 2004/25/EΚ, οδηγίας 2004/39/EΚ, οδηγίας 2004/109/EΚ, οδηγίας 2005/60/EΚ, οδηγίας 2009/65/EΚ, οδηγίας 2002/65/EΚ, οδηγίας 2006/49/EΚ (με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών όσον αφορά την προληπτική εποπτεία), οδηγίας … [μελλοντική οδηγία ΔΟΕΕ], και του κανονισμού … [μελλοντικός κανονισμός σχετικά με τους οργανισμούς αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας], συμπεριλαμβανομένων όλων των οδηγιών, των κανονισμών και των αποφάσεων που βασίζονται σε αυτές τις πράξεις, και κάθε άλλης κοινοτικής πράξης με την οποία ανατίθενται καθήκοντα στην Αρχή. |
2. Η Αρχή ενεργεί στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 97/9/EΚ, οδηγίας 98/26/EΚ, οδηγίας 2001/34/EΚ, οδηγίας 2002/47/EΚ, οδηγίας 2002/87/EΚ, οδηγίας 2003/6/EΚ, οδηγίας 2003/71/EΚ, οδηγίας 2004/39/EΚ, οδηγίας 2004/109/EΚ, οδηγίας 2005/60/EΚ, οδηγίας 2009/65/EΚ, οδηγίας 2002/65/EΚ, οδηγίας 2006/49/EΚ (με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών όσον αφορά την προληπτική εποπτεία), οδηγίας … [μελλοντική οδηγία ΔΟΕΕ], και του κανονισμού … [μελλοντικός κανονισμός σχετικά με τους οργανισμούς αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας], συμπεριλαμβανομένων όλων των οδηγιών, των κανονισμών και των αποφάσεων που βασίζονται σε αυτές τις πράξεις, και κάθε άλλης κοινοτικής πράξης με την οποία ανατίθενται καθήκοντα στην Αρχή. |
Τροπολογία 11 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
4. Ο σκοπός της Αρχής είναι να συμβάλει: (i) στη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, ειδικά συμπεριλαμβανομένων υψηλού επιπέδου, αποτελεσματικής και συνεκτικής ρύθμισης και εποπτείας, (ii) στην προστασία των επενδυτών, (iii) στην εξασφάλιση της ακεραιότητας, της αποδοτικότητας και της εύρυθμης λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών, (iv) στη διαφύλαξη της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, και (v) στην ενίσχυση του διεθνούς συντονισμού εποπτείας. Γι’ αυτό το λόγο η Αρχή πρέπει να συμβάλει στη διασφάλιση της συνεπούς, αποδοτικής και αποτελεσματικής εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2 ανωτέρω, ενισχύοντας την εποπτική σύγκλιση και γνωμοδοτώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή. |
4. Ο σκοπός της Αρχής είναι να συμβάλει: (i) στη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, ειδικά συμπεριλαμβανομένων υψηλού επιπέδου, αποτελεσματικής και συνεκτικής ρύθμισης και εποπτείας, (ii) στην προστασία των επενδυτών, (iii) στην εξασφάλιση της ακεραιότητας, της αποδοτικότητας και της εύρυθμης λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών, (iv) στη διαφύλαξη της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, και (v) στην ενίσχυση του διεθνούς συντονισμού εποπτείας λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη την ανάγκη να αυξηθεί ο ανταγωνισμός και η καινοτομία στην εσωτερική αγορά και να διασφαλιστεί παγκόσμια ανταγωνιστικότητα. Γι’ αυτό το λόγο η Αρχή πρέπει να συμβάλει στη διασφάλιση της συνεπούς, αποδοτικής και αποτελεσματικής εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2 ανωτέρω, ενισχύοντας την εποπτική σύγκλιση και γνωμοδοτώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή. |
Τροπολογία 12 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 2 – στοιχείο β | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
β) εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις, όπως ορίζεται στο άρθρο 8· |
β) εκδίδει μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις, όπως ορίζεται στο άρθρο 8· |
Τροπολογία 13 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – τίτλος | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Τεχνικοί κανόνες |
Τεχνικοί κανόνες – πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση |
Τροπολογία 14 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Εφόσον είναι σκόπιμο, πριν υποβάλει τα σχέδια στην Επιτροπή, η Αρχή διενεργεί, ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις για τους τεχνικούς κανόνες και προβαίνει σε ανάλυση του δυνητικού κόστους/οφέλους. |
Εφόσον είναι σκόπιμο, πριν υποβάλει τα σχέδια στην Επιτροπή, η Αρχή διενεργεί, ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις για τους τεχνικούς κανόνες, συμπράττοντας με τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές στην σύνταξη κανόνων που τους αφορούν προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι κανόνες αυτοί είναι ανάλογοι προς τους στόχους τους και δεν είναι υπερβολικοί και να προβεί σε ανάλυση του δυνητικού κόστους/οφέλους. |
Τροπολογία 15 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Οι κανόνες εγκρίνονται από την Επιτροπή με κανονισμούς ή με αποφάσεις και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
2. Οι κανόνες εγκρίνονται από την Επιτροπή με κανονισμούς ή με αποφάσεις ως κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 16 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 8 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Για την καθιέρωση συνεπών, αποδοτικών και αποτελεσματικών εποπτικών πρακτικών στο ΕΣΧΕ, και την εξασφάλιση της κοινής, ομοιόμορφης και συνεπούς εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας, η Αρχή εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις με αποδέκτες αρμόδιες αρχές ή συμμετέχοντες στις χρηματαγορές. |
Για την καθιέρωση συνεπών, αποδοτικών και αποτελεσματικών εποπτικών πρακτικών στο ΕΣΧΕ, και την εξασφάλιση της κοινής, ομοιόμορφης και συνεπούς εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας, η Αρχή εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις με αποδέκτες αρμόδιες αρχές ή συμμετέχοντες στις χρηματαγορές. Η Αρχή πραγματοποιεί ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις και αναλύει τα σχετικά δυνητικά κόστη και οφέλη. Οι κατευθυντήριες γραμμές δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Αρχής. |
Οι αρμόδιες αρχές καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να συμμορφωθούν με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις. |
Οι αρμόδιες αρχές καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να συμμορφωθούν με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις. |
Εάν η αρμόδια αρχή δεν εφαρμόσει τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, γνωστοποιεί στην Αρχή τους σχετικούς λόγους. |
Εάν η αρμόδια αρχή δεν εφαρμόσει τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, γνωστοποιεί στην Αρχή τους σχετικούς λόγους. Η Αρχή δημοσιοποιεί τους λόγους αυτούς προειδοποιώντας δεόντως την αρμόδια αρχή για την πρόθεσή της να το πράξει. |
Τροπολογία 17 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 9 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Συνεπής εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων |
Μη εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης |
1. Αν μια αρμόδια αρχή δεν έχει εφαρμόσει σωστά τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, και ειδικότερα αν παρέλειψε να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση ενός συμμετέχοντος στις χρηματαγορές προς τις απαιτήσεις που ορίζει η εν λόγω νομοθεσία, η Αρχή διαθέτει τις εξουσίες που ορίζονται στις παραγράφους 2, 3 και 6 του παρόντος άρθρου. |
1. Αν μια αρμόδια αρχή δεν έχει εφαρμόσει τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, και ειδικότερα αν παρέλειψε να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση ενός συμμετέχοντος στις χρηματαγορές προς τις απαιτήσεις που ορίζει η εν λόγω νομοθεσία, η Αρχή διαθέτει τις εξουσίες που ορίζονται στις παραγράφους 2, 3 και 6 του παρόντος άρθρου. |
2. Κατόπιν αιτήματος μιας ή περισσότερων αρμόδιων αρχών, της Επιτροπής, ή κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας, και αφού προηγουμένως ενημερώσει την οικεία αρμόδια αρχή, η Αρχή μπορεί να διερευνήσει την κατ’ ισχυρισμό εσφαλμένη εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας. |
2. Κατόπιν αιτήματος μιας ή περισσότερων αρμόδιων αρχών, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής, ή κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας, και αφού προηγουμένως ενημερώσει την οικεία αρμόδια αρχή, η Αρχή μπορεί να διερευνήσει την κατ’ ισχυρισμό μη εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης. |
Με την επιφύλαξη των εξουσιών που ορίζονται στο άρθρο 20, η αρμόδια αρχή παρέχει στην Αρχή χωρίς καθυστέρηση όλες τις πληροφορίες που η τελευταία θεωρεί απαραίτητες για έρευνα που διενεργεί. |
Με την επιφύλαξη των εξουσιών που ορίζονται στο άρθρο 20, η αρμόδια αρχή παρέχει στην Αρχή χωρίς καθυστέρηση όλες τις πληροφορίες που η τελευταία θεωρεί απαραίτητες για έρευνα που διενεργεί. |
3. Το αργότερο εντός διμήνου από την κίνηση της έρευνάς της, η Αρχή μπορεί να απευθύνει στην οικεία αρμόδια αρχή σύσταση όπου ορίζεται η δράση που απαιτείται για τη συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία. |
3. Το αργότερο εντός διμήνου από την κίνηση της έρευνάς της, η Αρχή μπορεί να απευθύνει στην οικεία αρμόδια αρχή σύσταση όπου ορίζεται η δράση που απαιτείται για τη συμμόρφωση με την νομοθεσία της Ένωσης. |
Εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της σύστασης, η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί στην Αρχή τα μέτρα που έχει λάβει ή προτίθεται να λάβει για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία. |
Εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της σύστασης, η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί στην Αρχή τα μέτρα που έχει λάβει ή προτίθεται να λάβει για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με την νομοθεσία της Ένωσης. |
4. Εάν η αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με την κοινοτική νομοθεσία εντός ενός μηνός από την παραλαβή της σύστασης της Αρχής, η Επιτροπή μπορεί, αφού ενημερωθεί από την Αρχή ή κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας, να λάβει απόφαση και να απαιτεί από την αρμόδια αρχή να προβεί στις ενέργειες που απαιτούνται για να συμμορφωθεί με το κοινοτικό δίκαιο. |
4. Εάν η αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με τη νομοθεσία της Ένωσης εντός ενός μηνός από την παραλαβή της σύστασης της Αρχής, η Επιτροπή μπορεί, αφού ενημερωθεί από την Αρχή ή κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας, να λάβει απόφαση και να απαιτεί από την αρμόδια αρχή να προβεί στις ενέργειες που απαιτούνται για να συμμορφωθεί με το δίκαιο της Ένωσης. |
Η Επιτροπή λαμβάνει την απόφαση αυτή το αργότερο εντός τριών μηνών από την έκδοση της σύστασης. Η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει αυτό το χρονικό διάστημα κατά ένα μήνα. |
Η Επιτροπή λαμβάνει την απόφαση αυτή το αργότερο εντός τριών μηνών από την έκδοση της σύστασης. Η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει αυτό το χρονικό διάστημα κατά ένα μήνα. |
Η Επιτροπή πρέπει να βεβαιώνεται ότι έγινε σεβαστό το δικαίωμα των αποδεκτών της απόφασης να διατυπώσουν τη γνώμη τους. |
Η Επιτροπή πρέπει να βεβαιώνεται ότι έγινε σεβαστό το δικαίωμα των αποδεκτών της απόφασης να διατυπώσουν τη γνώμη τους. |
Η Αρχή και οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στην Επιτροπή όλες τις απαραίτητες πληροφορίες. |
Η Αρχή και οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στην Επιτροπή όλες τις απαραίτητες πληροφορίες. |
5. Εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η αρμόδια αρχή ενημερώνει την Επιτροπή και την Αρχή σχετικά με τα μέτρα που έχει λάβει ή που προτίθεται να λάβει για την εφαρμογή της απόφασης της Επιτροπής. |
5. Εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η αρμόδια αρχή ενημερώνει την Επιτροπή και την Αρχή σχετικά με τα μέτρα που έχει λάβει ή που προτίθεται να λάβει για την εφαρμογή της απόφασης της Επιτροπής. |
6. Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 226 της συνθήκης, αν μια αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου εντός του χρονικού διαστήματος που ορίζεται σε αυτήν, και εάν απαιτείται έγκαιρη αποκατάσταση της μη συμμόρφωσης από την αρμόδια αρχή προκειμένου να διατηρηθούν ή να αποκατασταθούν οι ουδέτερες συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά ή να διασφαλιστούν η εύρυθμη λειτουργία και η ακεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η Αρχή μπορεί, αν οι σχετικές απαιτήσεις της νομοθεσίας στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2 ισχύουν άμεσα για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές, να εκδώσει μεμονωμένη απόφαση απευθυνόμενη προς έναν συμμετέχοντα στις χρηματαγορές, με την οποία θα απαιτεί να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής κάθε πρακτικής. |
6. Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 258 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αν μια αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου εντός του χρονικού διαστήματος που ορίζεται σε αυτήν, και εάν απαιτείται έγκαιρη αποκατάσταση της μη συμμόρφωσης από την αρμόδια αρχή προκειμένου να διατηρηθούν ή να αποκατασταθούν οι ουδέτερες συνθήκες ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά ή να διασφαλιστούν η εύρυθμη λειτουργία και η ακεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στο πλαίσιο διασυνοριακών δραστηριοτήτων, η Αρχή μπορεί, αν οι σχετικές απαιτήσεις της νομοθεσίας στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2 ισχύουν άμεσα για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές, να εκδώσει μεμονωμένη απόφαση απευθυνόμενη προς έναν συμμετέχοντα στις χρηματαγορές, με την οποία θα απαιτεί να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής κάθε πρακτικής. Πριν από την έγκριση μεμονωμένης απόφασης, η Αρχή ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή. |
|
Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι γίνεται σεβαστό το δικαίωμα των αποδεκτών της απόφασης να διατυπώσουν τη γνώμη τους. |
|
Η Αρχή και οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στην Επιτροπή όλες τις απαραίτητες πληροφορίες. |
|
Εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή του σχεδίου απόφασης της Αρχής, η Επιτροπή αποφασίζει εάν θα το εγκρίνει. Η Επιτροπή δεν μπορεί να παρατείνει αυτό το χρονικό διάστημα. Η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει το σχέδιο απόφασης μόνο μερικώς ή με τροποποιήσεις, σε περίπτωση που αυτό απαιτεί το συμφέρον της Ένωσης. |
|
Εάν η Επιτροπή δεν εγκρίνει το σχέδιο απόφασης ή αν το εγκρίνει μερικώς ή με τροποποιήσεις, ενημερώνει την Αρχή χωρίς καθυστέρηση υπό τη μορφή επίσημης γνωμοδότησης. |
|
Εντός μίας εβδομάδας από την παραλαβή αυτής της επίσημης γνωμοδότησης, η Αρχή επανεξετάζει και προσαρμόζει την απόφασή της στην επίσημη γνωμοδότηση της Επιτροπής και τη διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή. |
|
Εντός μίας εβδομάδας από την παραλαβή της τροποποιημένης απόφασης της Αρχής, η Επιτροπή αποφασίζει εάν θα την εγκρίνει ή θα την απορρίψει. |
|
Εάν η τροποποιημένη απόφαση απορριφθεί από την Επιτροπή, η απόφαση θεωρείται ότι δεν εκδόθηκε. |
Η απόφαση της Αρχής είναι σύμφωνη με την απόφαση που εκδόθηκε από την Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4. |
Η απόφαση της Αρχής είναι σύμφωνη με την απόφαση που εκδόθηκε από την Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4. |
7. Οι αποφάσεις που έχουν εκδοθεί με βάση την παράγραφο 6 κατισχύουν οποιασδήποτε προγενέστερης απόφασης που είχε εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές για το ίδιο θέμα |
|
Κάθε ενέργεια εκ μέρους των αρμοδίων αρχών αναφορικά με γεγονότα τα οποία υπόκεινται σε απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή 6 είναι συμβατή με τις εν λόγω αποφάσεις. |
7. Κάθε ενέργεια εκ μέρους των αρμοδίων αρχών αναφορικά με γεγονότα τα οποία υπόκεινται σε απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή 6 είναι συμβατή με τις εν λόγω αποφάσεις. |
Τροπολογία 18 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – Τίτλος | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Διευθέτηση διαφωνιών μεταξύ αρμόδιων αρχών |
Διευθέτηση διαφωνιών μεταξύ αρμόδιων αρχών σε διασυνοριακές υποθέσεις |
Τροπολογία 19 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Με την επιφύλαξη των εξουσιών που ορίζονται στο άρθρο 9, αν μια αρμόδια αρχή διαφωνεί με τη διαδικασία ή με το περιεχόμενο πράξης ή παράλειψης από άλλη αρμόδια αρχή σε τομείς όπου η νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2 απαιτεί συνεργασία, συντονισμό ή κοινή απόφαση από αρμόδιες αρχές σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, η Αρχή μπορεί, κατόπιν αιτήματος μιας ή περισσοτέρων από τις οικείες αρμόδιες αρχές, να βοηθήσει τις αρχές να καταλήξουν σε συμφωνία ακολουθώντας τη διαδικασία που ορίζεται στην παράγραφο 2. |
1. Με την επιφύλαξη των εξουσιών που ορίζονται στο άρθρο 9, αν μια αρμόδια αρχή διαφωνεί με τη διαδικασία ή με το περιεχόμενο πράξης ή παράλειψης από άλλη αρμόδια αρχή σε τομείς που αφορούν τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, η Αρχή μπορεί, κατόπιν αιτήματος μιας ή περισσοτέρων από τις οικείες αρμόδιες αρχές, να βοηθήσει τις αρχές να καταλήξουν σε συμφωνία ακολουθώντας τη διαδικασία που ορίζεται στην παράγραφο 2. |
Τροπολογία 20 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – παράγραφος 1 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
1a. Για τη διεκπεραίωση των καθηκόντων διευκόλυνσης και συντονισμού, η Αρχή ενημερώνεται πλήρως για τις σχετικές εξελίξεις όσον αφορά την κατάσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και καλείται να συμμετέχει ως παρατηρητής σε κάθε έρευνα των σχετικών αρμοδίων εθνικών εποπτικών αρχών. |
Τροπολογία 21 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – παράγραφος 3 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
3a. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται με βάση την παράγραφο 3 υπερισχύουν κάθε προγενέστερης απόφασης που είχε εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές για το ίδιο θέμα. Κατά την λήψη μέτρων σε σχέση με θέματα που αφορούν απόφαση δυνάμει της παραγράφου 3, οι αρμόδιες αρχές συμμορφώνονται με την εν λόγω απόφαση. |
Τροπολογία 22 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 11 – παράγραφος 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
4. Με επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 226 της συνθήκης, αν μια αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με την απόφαση της Αρχής, και έτσι δεν εξασφαλίσει τη συμμόρφωση ενός συμμετέχοντος στις χρηματαγορές με τις απαιτήσεις που ισχύουν άμεσα για αυτό σύμφωνα με τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, η Αρχή μπορεί να εκδώσει μεμονωμένη απόφαση απευθυνόμενη προς έναν συμμετέχοντα στις χρηματαγορές, με την οποία θα απαιτεί να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής κάθε πρακτικής. |
4. Με επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 258 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αν μια αρμόδια αρχή δεν συμμορφωθεί με την απόφαση της Αρχής, και έτσι δεν εξασφαλίσει τη συμμόρφωση ενός συμμετέχοντος στις χρηματαγορές με τις απαιτήσεις που ισχύουν άμεσα για αυτό σύμφωνα με τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, η Αρχή μπορεί να εκδώσει, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 9 παράγραφος 6, μεμονωμένη απόφαση απευθυνόμενη προς έναν συμμετέχοντα στις χρηματαγορές, με την οποία θα απαιτεί να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής κάθε πρακτικής. |
Τροπολογία 23 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 16 – παράγραφος 2 – σημείο 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(3) την ανάληψη ρόλου μεσολαβητή κατόπιν αιτήματος των αρμόδιων αρχών ή κατόπιν ίδιας πρωτοβουλίας, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 11· |
(3) την πραγματοποίηση μη δεσμευτικής μεσολάβησης κατόπιν αιτήματος των αρμόδιων αρχών, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 11· |
Τροπολογία 24 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 18 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των κοινοτικών θεσμικών οργάνων, η Αρχή μπορεί να αναπτύσσει επαφές με εποπτικές αρχές από τρίτες χώρες. Μπορεί να προβαίνει σε διοικητικές ρυθμίσεις με διεθνείς οργανισμούς και κυβερνήσεις τρίτων χωρών. |
Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, η Αρχή μπορεί να αναπτύσσει επαφές με εποπτικές αρχές από τρίτες χώρες. Μπορεί να προβαίνει σε διοικητικές ρυθμίσεις με διεθνείς οργανισμούς και κυβερνήσεις τρίτων χωρών. Ρυθμίσεις τέτοιου είδους δεν δημιουργούν νομικές υποχρεώσεις για την Ένωση και τα κράτη μέλη της. |
Τροπολογία 25 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 20 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Μετά από αίτημα της Αρχής, οι αρμόδιες αρχές και άλλες δημόσιες αρχές των κρατών μελών της παρέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες προς εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό. |
1. Μετά από αίτημα της Αρχής, οι αρμόδιες αρχές και άλλες δημόσιες αρχές των κρατών μελών της παρέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες προς εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, σεβόμενες πλήρως την αρχή της εμπιστευτικότητας και τις διατάξεις περί προστασίας των δεδομένων που έχει θεσπίσει η σχετική νομοθεσία της Ένωσης. |
Τροπολογία 26 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 20 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Επίσης η Αρχή μπορεί να ζητήσει να της παρέχονται πληροφορίες ανά τακτά διαστήματα. |
Επίσης η Αρχή μπορεί να ζητήσει να της παρέχονται πληροφορίες ανά τακτά διαστήματα. Οι αιτήσεις αυτές χρησιμοποιούν, όπου είναι δυνατόν, κοινό μορφότυπο διαβίβασης στοιχείων. |
Τροπολογία 27 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 22 – Τίτλος | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Ομάδα συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών |
Συγκρότηση Ομάδας συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών |
Τροπολογία 28 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 22 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Για τη διεξαγωγή της διαβούλευσης με συμφεροντούχους τομέων σχετικών με τα καθήκοντα της Αρχής, συγκροτείται ομάδα συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών. |
1. Η Αρχή συγκροτεί ομάδα συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών για τη διεξαγωγή της διαβούλευσης με συμφεροντούχους τομέων σχετικών με τα καθήκοντα της Αρχής. |
Τροπολογία 29 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 22 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Στο μέτρο του δυνατού, κατά τη λήψη της απόφασής του το συμβούλιο εποπτών εξασφαλίζει κατάλληλα τη γεωγραφική ισορροπία και την εκπροσώπηση των συμφεροντούχων από ολόκληρη την Κοινότητα. |
Κατά τη λήψη της απόφασής του το συμβούλιο εποπτών εξασφαλίζει κατάλληλα τη γεωγραφική ισορροπία και την εκπροσώπηση των συμφεροντούχων από ολόκληρη την Κοινότητα. |
Τροπολογία 30 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Η Αρχή εξασφαλίζει ότι καμία απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει των άρθρων 10 ή 11 δεν έρχεται με οιονδήποτε τρόπο σε σύγκρουση με τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες κρατών μελών. |
1. Η Αρχή εξασφαλίζει ότι καμία απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει του άρθρου 10 ή 11 δεν έρχεται σε άμεση σύγκρουση με τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες κρατών μελών. |
Τροπολογία 31 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Αν ένα κράτος μέλος θεωρήσει ότι απόφαση που ελήφθη δυνάμει του άρθρου 11 προσκρούει στις δημοσιονομικές του αρμοδιότητες, μπορεί να ενημερώσει την Αρχή και την Επιτροπή εντός ενός μηνός από τη γνωστοποίηση της απόφασης της Αρχής στην αρμόδια αρχή ότι η απόφαση δεν θα τεθεί σε εφαρμογή από την αρμόδια αρχή. |
2. Αν ένα κράτος μέλος θεωρήσει ότι απόφαση που ελήφθη δυνάμει του άρθρου 11 προσκρούει στις δημοσιονομικές του αρμοδιότητες, μπορεί να ενημερώσει την Αρχή, το Συμβούλιο και την Επιτροπή εντός τριών εργάσιμων ημερών από τη γνωστοποίηση της απόφασης της Αρχής στην αρμόδια αρχή. |
Τροπολογία 32 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 2 – εδάφιο 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Εντός χρονικού διαστήματος ενός μηνός από την ανακοίνωση του κράτους μέλους, η Αρχή το ενημερώνει εάν εμμένει στην απόφασή της ή εάν την τροποποιεί ή την ανακαλεί. |
Εντός χρονικού διαστήματος μίας εβδομάδας από την ανακοίνωση του κράτους μέλους, η Αρχή το ενημερώνει εάν εμμένει στην απόφασή της ή εάν την τροποποιεί ή την ανακαλεί. Εάν η απόφαση διατηρείται ή τροποποιείται, η Αρχή δηλώνει ότι δεν θίγονται οι δημοσιονομικές αρμοδιότητες. |
Τροπολογία 33 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 23 – παράγραφος 2 – εδάφιο 5 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Αν η Αρχή εμμείνει στην απόφασή της, το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία, όπως ορίζεται στο άρθρο 205 της Συνθήκης, αποφασίζει εντός δυο μηνών αν η απόφαση της Αρχής εξακολουθεί να ισχύει ή ανακαλείται. |
Αν η Αρχή εμμείνει στην απόφασή της, το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία, όπως ορίζεται στο άρθρο 238 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποφασίζει εντός ενός μηνός αν η απόφαση της Αρχής εξακολουθεί να ισχύει ή ανακαλείται. |
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Τίτλος |
Ευρωπαϊκή αρχή για τις χρηματοπιστωτικές αγορές |
|||||||
Έγγραφα αναφοράς |
COM(2009)0503 – C7-0167/2009 – 2009/0144(COD) |
|||||||
Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας |
ECON |
|||||||
Γνωμοδοτική επιτροπή Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
JURI 7.10.2009 |
|
|
|
||||
Συντάκτης γνωμοδότησης Ημερομηνία ορισμού |
Raffaele Baldassarre 5.10.2009 |
|
|
|||||
Εξέταση στην επιτροπή |
28.1.2010 |
|
|
|
||||
Ημερομηνία έγκρισης |
28.4.2010 |
|
|
|
||||
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
23 0 0 |
||||||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Raffaele Baldassarre, Luigi Berlinguer, Sebastian Valentin Bodu, Françoise Castex, Christian Engström, Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Daniel Hannan, Klaus-Heiner Lehne, Antonio López-Istúriz White, Antonio Masip Hidalgo, Alajos Mészáros, Bernhard Rapkay, Evelyn Regner, Francesco Enrico Speroni, Alexandra Thein, Diana Wallis, Rainer Wieland, Cecilia Wikström, Tadeusz Zwiefka |
|||||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Piotr Borys, Sergio Gaetano Cofferati, Kurt Lechner, Eva Lichtenberger, József Szájer |
|||||||
Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Kay Swinburne |
|||||||
- [1] Πρόκειται για την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ), την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ) και την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ).
- [2] Σύμφωνα με την απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση Meroni (Meroni κατά Υπάτης Αρχής, C -9/56 και 10/56, 1958 Συλλογή 133 και 157 ), ένα όργανο δεν μπορεί να εκχωρεί αρμοδιότητες πέραν των όσων διαθέτει. Εάν δοθεί στην Αρχή η εξουσία να αποφασίζει εάν η αρμόδια εθνική αρχή έχει συμμορφωθεί με το κοινοτικό δίκαιο, όπως προτείνεται στα άρθρα 9, παρ. 6 και 11, παρ. 3, αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα να μεταφέρεται στην Αρχή μια αρμοδιότητα που υπερβαίνει τις καθορισμένες εκτελεστικές εξουσίες με αποτέλεσμα να λαμβάνονται αποφάσεις σε θέματα για τα οποία αμφισβητείται η ορθή εφαρμογή του δικαίου.
- [3] Για παράδειγμα, σε ορισμένα κράτη μέλη οι αγορές περιορίζονται σε ένα μικρό αριθμό σημαντικών συμμετεχόντων. Συνεπώς, η δημοσιοποίηση δεδομένων θα συνιστούσε στην ουσία παροχή πληροφοριών για μεμονωμένες επιχειρήσεις.
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (9.4.2010)
προς την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής
σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών.
(COM(2009)0503 – C7‑0167/2009 – 2009/0144(COD))
Συντάκτης γνωμοδότησης: Íñigo Méndez de Vigo
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ
Η έλλειψη επαρκούς ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού τομέα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η αδυναμία των εποπτικών μηχανισμών της αγοράς φάνηκαν καθαρά κατά την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση που χτύπησε την Ευρώπη το 2008, τις συνέπειες της οποίας ακόμη υφιστάμεθα. Η Επιτροπή έχει καταρτίσει τέσσερις προτάσεις -για το πέρασμα των οποίων από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι υπεύθυνη η Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων- με βάση την έκθεση της ομάδας εμπειρογνωμόνων που προεδρευόταν από τον Jacques de Larosiere.
Στη γνωμοδότησή της, η Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων επιδίωξε να εξετάσει προσεκτικά πώς η νέα Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου που δημιουργούνται με αυτές τις προτάσεις μπορούν να ενταχθούν καλύτερα στο θεσμικό σύστημα. Εστιάστηκε επίσης στην κατάρτιση εναρμονισμένων τεχνικών προτύπων για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, ώστε αφενός να εξασφαλίζεται ότι οι ενέργειές τους είναι συνεπείς και αφετέρου να εξασφαλίζεται επαρκής προστασία των θεματοφυλάκων, των επενδυτών και των καταναλωτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η σχέση με οργανισμούς του ιδιωτικού τομέα έχει μελετηθεί με ιδιαίτερη φροντίδα στην παρούσα γνωμοδότηση, καθώς και η σχέση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής και των εθνικών εποπτικών αρχών. Τέλος, τονίζονται τα προβλήματα που συνδέονται με την εποπτεία των διασυνοριακών οργανισμών.
Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 απαιτεί μια ευρωπαϊκή απάντηση σε ευρωπαϊκά προβλήματα: χάρη στις νέες εξουσίες που του έχουν αναγνωριστεί με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, το Κοινοβούλιο πρέπει να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο σε όλα αυτά τα θέματα.
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ
Η Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων καλεί την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες:
Τροπολογία 1 Πρόταση κανονισμού Τίτλος | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών Και Αγορών |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Κινητές Αξίες και Αγορές) |
|
(Η παρούσα τροπολογία ισχύει για όλο το κείμενο) |
Τροπολογία 2 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(1) Η χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου 2007/2008 έφερε στην επιφάνεια σημαντικές αδυναμίες της χρηματοπιστωτικής εποπτείας, τόσο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις όσο και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα σαν σύνολο. Τα εθνικά εποπτικά μοντέλα υπερκεράστηκαν από την πραγματικότητα των ολοκληρωμένων και αλληλοσυνδεόμενων ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών, όπου πολλές χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις λειτουργούν διασυνοριακά. Η κρίση αποκάλυψε αδυναμίες στον τομέα της συνεργασίας, του συντονισμού, της συνέπειας εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας και στην εμπιστοσύνη μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών. |
(1) Η χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου 2007/2008 έφερε στην επιφάνεια σημαντικές αδυναμίες της χρηματοπιστωτικής εποπτείας, τόσο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις όσο και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα σαν σύνολο. Τα εθνικά εποπτικά μοντέλα υπερκεράστηκαν από την πραγματικότητα των ολοκληρωμένων και αλληλοσυνδεόμενων ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών, όπου πολλές χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις λειτουργούν διασυνοριακά. Η κρίση αποκάλυψε αδυναμίες στον τομέα της συνεργασίας, του συντονισμού, της συνέπειας εφαρμογής της νομοθεσίας της Ένωσης και στην εμπιστοσύνη μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών. |
|
(Η παρούσα τροπολογία ισχύει για όλο το κείμενο) |
Τροπολογία 3 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 7 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(7) Το Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας πρέπει να είναι δίκτυο εθνικών και κοινοτικών εποπτικών αρχών, το οποίο να αφήνει την καθημερινή εποπτεία των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές στο εθνικό επίπεδο και να παραχωρεί σε σώματα εποπτών κεντρικό ρόλο όσον αφορά την εποπτεία διασυνοριακών ομίλων. Επίσης πρέπει να επιτευχθούν μεγαλύτερη εναρμόνιση και η συνεκτική εφαρμογή των κανόνων για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές και τις αγορές σε ολόκληρη την Κοινότητα. Πρέπει να συσταθούν μια Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και μια Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και μια Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές). |
(7) Το Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας πρέπει να είναι δίκτυο εθνικών και ενωσιακών εποπτικών αρχών, το οποίο να αφήνει την καθημερινή εποπτεία χρηματοπιστωτικών συστημάτων, εφόσον αυτά δεν έχουν ενωσιακή διάσταση, στο εθνικό επίπεδο. Η εποπτεία στα διασυνοριακά ιδρύματα που δεν έχουν ενωσιακή διάσταση πρέπει να ασκείται από σώματα εποπτών. Η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Κινητές Αξίες και Αγορές) (η "Αρχή") πρέπει να αναλάβει βαθμιαία την εποπτεία των ιδρυμάτων με ενωσιακή διάσταση. Επίσης πρέπει να επιτευχθούν μεγαλύτερη εναρμόνιση και η συνεκτική εφαρμογή των κανόνων για τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές και τις αγορές σε ολόκληρη την Ένωση. Εκτός από την Αρχή, πρέπει να συσταθούν μια Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) και μια Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Τράπεζες), καθώς και μια Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Μικτή Επιτροπή) (η "Μικτή Επιτροπή"). Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (το "ΕΣΣΚ") πρέπει να αποτελεί τμήμα του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας. |
|
(Οι τροποποιήσεις στα ονόματα των αρχών εφαρμόζονται σε ολόκληρο το κείμενο.) |
Τροπολογία 4 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 10 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(10α) Στην υπόθεση C-217/04, Ηνωμένο Βασίλειο κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Δικαστήριο της ΕΕ απεφάνθη ότι: "τίποτα στην διατύπωση του άρθρου 95 ΣΕΚ δεν συνεπάγεται ότι αποδέκτες των μέτρων που εγκρίνονται από την κοινοτική νομοθετική αρχή με βάση την εν λόγω διάταξη μπορούν να είναι μόνο τα επιμέρους κράτη μέλη. Ενδέχεται δηλαδή να είναι αναγκαίο, σύμφωνα με την εκτίμηση του νομοθέτη αυτού, να προβλεφθεί η ίδρυση κοινοτικού οργανισμού που καλείται να συμβάλει στην εφαρμογή μιας διαδικασίας εναρμόνισης στις περιπτώσεις στις οποίες είναι ενδεδειγμένη, για τη διευκόλυνση της εναρμονισμένης εκτέλεσης και εφαρμογής των πράξεων που στηρίζονται στην εν λόγω διάταξη, η θέσπιση μη δεσμευτικών συνοδευτικών μέτρων και μέτρων πλαισίωσης1". Τα μέτρα που θεσπίζονται βάσει του άρθρου 95 ΣΕΚ (τώρα, μετά τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας, άρθρο 114 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης) μπορούν να λάβουν τη μορφή οδηγιών ή κανονισμών. Για παράδειγμα, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών ιδρύθηκε σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) 460/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου2· κατά τον ίδιο τρόπο η Αρχή θα ιδρυθεί βάσει κανονισμού. |
|
1 Απόφαση της 2ας Μαΐου 2006, Συλλογή 2006, σελ. Ι-3771, παράγραφος 44. 2ΕΕ L77, 13.3.2004, σελ. 1. |
Τροπολογία 5 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 14 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(14) Είναι αναγκαία η εισαγωγή κάποιου αποτελεσματικού μέσου για τη θέσπιση εναρμονισμένων τεχνικών κανόνων στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ώστε να εξασφαλιστούν, μέσω ενιαίου εγχειριδίου, ισότιμοι όροι και επαρκής προστασία των επενδυτών και των καταναλωτών σε ολόκληρη την Ευρώπη. Επειδή η Αρχή αποτελεί φορέα με μεγάλη εξειδικευμένη πείρα, είναι συμφέρον και σκόπιμο να της ανατεθεί,, σε τομείς καθοριζόμενους από το κοινοτικό δίκαιο, η εκπόνηση σχεδίων τεχνικών κανόνων, οι οποίοι δεν αφορούν επιλογές πολιτικής. Η Επιτροπή πρέπει να εγκρίνει αυτά τα σχέδια τεχνικών κανόνων σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, προκειμένου να τους προσδώσει δεσμευτική νομική ισχύ. Τα σχέδια τεχνικών κανόνων πρέπει να εγκριθούν από την Επιτροπή Τα σχέδια τεχνικών κανόνων πρέπει να εγκριθούν από την Επιτροπή και να τροποποιηθούν εάν, για παράδειγμα, δεν τηρούν την αρχή της αναλογικότητας ή αντιβαίνουν στις θεμελιώδεις αρχές της εσωτερικής αγοράς για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες που αντικατοπτρίζονται στο κεκτημένο της κοινοτικής νομοθεσίας στον εν λόγω τομέα. Για να εξασφαλίσει ομαλή και ταχεία διαδικασία έγκρισης των κανόνων αυτών, η Επιτροπή πρέπει να υπόκειται σε χρονικό περιορισμό όσον αφορά την εγκριτική της απόφαση. |
(14) Είναι αναγκαία η εισαγωγή κάποιου αποτελεσματικού μέσου για τη θέσπιση εναρμονισμένων τεχνικών κανόνων στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ώστε να εξασφαλιστούν, μέσω ενιαίου εγχειριδίου, ισότιμοι όροι και επαρκής προστασία των επενδυτών και των καταναλωτών σε ολόκληρη την Ένωση. Επειδή η Αρχή αποτελεί φορέα με μεγάλη εξειδικευμένη πείρα, είναι συμφέρον και σκόπιμο να της ανατεθεί,, σε τομείς καθοριζόμενους από το δίκαιο της Ένωσης, η εκπόνηση σχεδίων τεχνικών κανόνων, οι οποίοι δεν αφορούν επιλογές πολιτικής. Η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τους τεχνικούς κανόνες στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. |
Τροπολογία 6 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 15 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(15) Η διαδικασία κατάρτισης τεχνικών κανόνων του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται υπό την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής να εγκρίνει με ίδια πρωτοβουλία μέτρα εφαρμογής σε πλαίσιο διαδικασιών επιτροπολογίας στο επίπεδο 2 του μηχανισμού Lamfalussy, όπως ορίζεται στη σχετική κοινοτική νομοθεσία. Τα θέματα που αφορούν οι τεχνικοί κανόνες δεν περιλαμβάνουν αποφάσεις πολιτικής και το περιεχόμενό τους οριοθετείται από τις κοινοτικές πράξεις που εγκρίθηκαν στο επίπεδο 1. Η εκπόνηση των σχεδίων κανόνων από την Αρχή εξασφαλίζει την πλήρη αξιοποίηση της εξειδικευμένης πείρας των εθνικών εποπτικών αρχών. |
(15) Η Επιτροπή πρέπει να εγκρίνει αυτά τα σχέδια τεχνικών κανόνων σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, προκειμένου να τους προσδώσει δεσμευτική νομική ισχύ. Τα σχέδια αυτά θα τροποποιούνται εάν, για παράδειγμα, είναι ασυμβίβαστα με το ενωσιακό δίκαιο, δεν τηρούν την αρχή της αναλογικότητας ή αντιβαίνουν στις θεμελιώδεις αρχές της εσωτερικής αγοράς για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, όπως οι αρχές αυτές αντικατοπτρίζονται στο κεκτημένο της νομοθεσίας της Ένωσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Για να εξασφαλίσει ομαλή και ταχεία διαδικασία έγκρισης των κανόνων αυτών, η Επιτροπή πρέπει να υπόκειται σε χρονικό περιορισμό όσον αφορά την εγκριτική της απόφαση. |
Τροπολογία 7 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 16 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(16) Σε τομείς που δεν καλύπτονται από τεχνικούς κανόνες, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να εκδίδει μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις σχετικά με την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας. Για την εξασφάλιση διαφάνειας και την ενίσχυση της συμμόρφωσης των εθνικών εποπτικών αρχών με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις, όταν οι εθνικές αρχές δεν συμμορφώνονται με τις εν λόγω οδηγίες και συστάσεις πρέπει να υποχρεούνται να αναφέρουν τους σχετικούς λόγους. |
(16) Σε τομείς που δεν καλύπτονται από τεχνικούς κανόνες, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης. Για την εξασφάλιση διαφάνειας και την ενίσχυση της συμμόρφωσης των εθνικών εποπτικών αρχών με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις, όταν οι εθνικές αρχές δεν συμμορφώνονται με τις εν λόγω οδηγίες και συστάσεις πρέπει να υποχρεούνται να αναφέρουν τους σχετικούς λόγους δημόσια ώστε να υπάρχει απόλυτη διαφάνεια ως προς τους συμμετόχους της αγοράς. Στους τομείς που δεν καλύπτονται από τους τεχνικούς κανόνες, η Αρχή πρέπει να καταρτίζει και να θεσπίζει βέλτιστες πρακτικές. |
Τροπολογία 8 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 19 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(19) Αν η εθνική αρχή δεν συμμορφωθεί με τη σύσταση, η Επιτροπή πρέπει να έχει την εξουσία να απευθύνει απόφαση προς την οικεία εθνική εποπτική αρχή, προκειμένου να εξασφαλίσει συμμόρφωση με το κοινοτικό δίκαιο, δημιουργώντας άμεσα νομικά αποτελέσματα, των οποίων είναι δυνατή η επίκληση ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και αρχών και η επιβολή σύμφωνα με το άρθρο 226 της Συνθήκης. |
(19) Αν η εθνική αρχή δεν συμμορφωθεί με τη σύσταση μέσα σε προθεσμία που έχει οριστεί από την Αρχή, η Αρχή πρέπει να απευθύνει απόφαση χωρίς καθυστέρηση προς την οικεία εθνική εποπτική αρχή, προκειμένου να εξασφαλίσει συμμόρφωση με το δίκαιο της Ένωσης, δημιουργώντας άμεσα νομικά αποτελέσματα, των οποίων είναι δυνατή η επίκληση ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και αρχών και η επιβολή σύμφωνα με το άρθρο 258 της Συνθήκης. |
Τροπολογία 9 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 21 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(21) Οι σοβαρές απειλές για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Κοινότητα απαιτούν ταχεία και εναρμονισμένη απόκριση σε κοινοτικό επίπεδο. Επομένως, η Αρχή πρέπει να μπορεί να ζητεί από τις εθνικές εποπτικές αρχές να προβαίνουν σε συγκεκριμένες ενέργειες για την αντιμετώπιση κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Επειδή ο προσδιορισμός μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης συνεπάγεται σημαντικό βαθμό διακριτικής ευχέρειας, την εξουσία αυτή πρέπει να ασκεί η Επιτροπή. Για την εξασφάλιση αποτελεσματικής αντίδρασης στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης, σε περίπτωση παράλειψης των αρμόδιων εθνικών εποπτικών αρχών, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να εκδώσει, ως έσχατη λύση, αποφάσεις απευθυνόμενες άμεσα στους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές για τομείς του κοινοτικού δικαίου οι οποίοι ισχύουν άμεσα για αυτούς, με στόχο την άμβλυνση των επιπτώσεων της κρίσης και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις αγορές. |
(21) Οι σοβαρές απειλές για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ένωση απαιτούν ταχεία και εναρμονισμένη απόκριση σε ενωσιακό επίπεδο. Επομένως, η Αρχή πρέπει να μπορεί να ζητεί από τις εθνικές εποπτικές αρχές να προβαίνουν σε συγκεκριμένες ενέργειες για την αντιμετώπιση κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Το ΕΣΣΚ πρέπει να διαπιστώνει πότε υπάρχει κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Για την εξασφάλιση αποτελεσματικής αντίδρασης στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης, σε περίπτωση παράλειψης των αρμόδιων εθνικών εποπτικών αρχών, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να εκδώσει, ως έσχατη λύση, αποφάσεις απευθυνόμενες άμεσα στους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές για τομείς του ενωσιακού δικαίου οι οποίοι ισχύουν άμεσα για αυτούς, με στόχο την άμβλυνση των επιπτώσεων της κρίσης και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις αγορές. |
Τροπολογία 10 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(22) Προκειμένου να εξασφαλιστούν η αποδοτική και αποτελεσματική εποπτεία και η ισόρροπη εξέταση των θέσεων των αρμόδιων αρχών σε διάφορα κράτη μέλη, η Αρχή πρέπει να είναι σε θέση να ρυθμίζει διαφωνίες μεταξύ αυτών των αρμόδιων αρχών με δεσμευτικό τρόπο, συμπεριλαμβανομένων των σωμάτων εποπτών. Πρέπει να προβλέπεται ένα στάδιο συμβιβασμού, κατά το οποίο οι αρμόδιες αρχές μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία. Η αρμοδιότητα της Αρχής πρέπει να καλύπτει διαφωνίες σχετικά με διαδικαστικές υποχρεώσεις στη διαδικασία συνεργασίας καθώς και σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου σε εποπτικές αποφάσεις. Πρέπει χρησιμοποιηθούν οι υφιστάμενοι μηχανισμοί συμβιβασμού που προβλέπονται στην τομεακή νομοθεσία. Σε περίπτωση παράλειψης των οικείων εθνικών εποπτικών αρχών, η Αρχή θα έχει την εξουσία να εκδώσει, ως έσχατη λύση, αποφάσεις απευθυνόμενες άμεσα στους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές για τομείς του κοινοτικού δικαίου οι οποίοι ισχύουν άμεσα γι’ αυτούς. |
(22) Προκειμένου να εξασφαλιστούν η αποδοτική και αποτελεσματική εποπτεία και η ισόρροπη εξέταση των θέσεων των αρμόδιων αρχών σε διάφορα κράτη μέλη, η Αρχή πρέπει να είναι σε θέση να ρυθμίζει διαφωνίες μεταξύ αυτών των αρμόδιων αρχών με δεσμευτικό τρόπο, συμπεριλαμβανομένων των σωμάτων εποπτών. Πρέπει να προβλέπεται ένα στάδιο συμβιβασμού, κατά το οποίο οι αρμόδιες αρχές μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία. Η αρμοδιότητα της Αρχής πρέπει να καλύπτει διαφωνίες σχετικά με διαδικαστικές υποχρεώσεις στη διαδικασία συνεργασίας καθώς και σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου σε εποπτικές αποφάσεις. Πρέπει χρησιμοποιηθούν οι υφιστάμενοι μηχανισμοί συμβιβασμού που προβλέπονται στην τομεακή νομοθεσία. Σε περίπτωση παράλειψης των οικείων εθνικών εποπτικών αρχών, η Αρχή θα έχει την εξουσία να εκδώσει, ως έσχατη λύση, αποφάσεις απευθυνόμενες άμεσα στους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές για τομείς του ενωσιακού δικαίου οι οποίοι ισχύουν άμεσα γι’ αυτούς. Το ίδιο ισχύει και για τις διαφωνίες εντός των σωμάτων εποπτών. |
Τροπολογία 11 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22α) Η κρίση έχει αποκαλύψει σημαντικές ελλείψεις στις υπάρχουσες μεθόδους για την εποπτεία των διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ιδίως των μεγαλύτερων και πολυπλοκότερων, των οποίων η χρεωκοπία μπορεί να προκαλέσει συστημικές βλάβες. Οι ελλείψεις αυτές προέρχονται, αφενός, από τους ποικίλους τομείς δραστηριότητας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και, αφετέρου, από τα εποπτικά όργανα. Τα ιδρύματα αυτά ενεργούν σε μια αγορά χωρίς σύνορα, ενώ τα εποπτικά όργανα ελέγχουν σε καθημερινή βάση κατά πόσον η περιοχή αρμοδιότητάς τους τελειώνει στα εθνικά σύνορα. |
Τροπολογία 12 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 β (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22β) Έχει σαφώς αποδειχθεί ότι ο μηχανισμός συνεργασίας που χρησιμοποιήθηκε για να διορθωθεί αυτή η ασυμμετρία είναι ανεπαρκής. Όπως επισημαίνει η βρετανική έκθεση Turner, που δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2009, «οι σημερινές διευθετήσεις, που συνδυάζουν κλαδικά δικαιώματα διαβατηρίου, εποπτεία από τη χώρα καταγωγής και αμιγώς εθνική ασφάλιση καταθέσεων, δεν αποτελούν υγιή βάση για τη μελλοντική ρύθμιση και εποπτεία των ευρωπαϊκών διασυνοριακών τραπεζών λιανικής1». |
|
_____________ 1 στη σ. 101. |
Τροπολογία 13 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 γ (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22γ) Υπάρχουν δύο μόνο δυνατές λύσεις για το ζήτημα αυτό: είτε να δοθούν περισσότερες αρμοδιότητες στις εποπτικές αρχές των χωρών υποδοχής είτε να δημιουργηθεί μια πραγματική εναλλακτική ευρωπαϊκή αρχή. Όπως επισημαίνει επίσης η βρετανική έκθεση Turner, «υγιέστερες διευθετήσεις απαιτούν είτε αυξημένες εθνικές εξουσίες, πράγμα που συνεπάγεται μια λιγότερο ανοιχτή ενιαία αγορά, είτε μεγαλύτερο βαθμό ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης». |
Τροπολογία 14 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 δ (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22δ) Η εθνική λύση συνεπάγεται ότι η χώρα υποδοχής θα μπορούσε να αρνηθεί το δικαίωμα λειτουργίας σε τοπικά υποκαταστήματα, να υποχρεώσει τα ξένα ιδρύματα να ενεργούν μόνο μέσω θυγατρικών και όχι μέσω υποκαταστημάτων, καθώς και να επιβλέπει το κεφάλαιο και τη ρευστότητα των τραπεζών που δραστηριοποιούνται στη χώρα αυτή, πράγμα που θα σήμαινε περισσότερο προστατευτισμό. |
Τροπολογία 15 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 ε (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22ε) Η ευρωπαϊκή λύση απαιτεί την ενίσχυση των σωμάτων εποπτών κατά την εποπτεία διασυνοριακών ιδρυμάτων και τη βαθμιαία μετατόπιση, προς μια ευρωπαϊκή αρχή, των εξουσιών εποπτείας επί των ιδρυμάτων με ενωσιακή διάσταση. Στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με ενωσιακή διάσταση περιλαμβάνονται όσα λειτουργούν διασυνοριακά καθώς και όσα λειτουργούν εντός εθνικής επικράτειας, υπό την προϋπόθεση ότι η χρεωκοπία τους θα μπορούσε να απειλήσει τη σταθερότητα της ενωσιακής ενιαίας χρηματοπιστωτικής αγοράς. |
Τροπολογία 16 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22 στ (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22στ) Τα σώματα εποπτών πρέπει να έχουν την εξουσία να ορίζουν εποπτικούς κανόνες με στόχο τη συνεκτική εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου. Η Αρχή πρέπει να έχει πλήρη δικαιώματα συμμετοχής στα σώματα εποπτών, με στόχο την ομοιόμορφη λειτουργία της διαδικασίας ανταλλαγής πληροφοριών στα σώματα και την ενίσχυση της σύγκλισης και της συνέπειας στα σώματα όσον αφορά την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου. Η Αρχή πρέπει να ενεργεί ως επικεφαλής κατά την εποπτεία διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που δραστηριοποιούνται στην Ένωση. Η Αρχή πρέπει επίσης να έχει ρόλο δεσμευτικής μεσολάβησης για την επίλυση διαφωνιών μεταξύ εθνικών εποπτών. |
Τροπολογία 17 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 22ζ (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(22ζ) Τα σώματα εποπτών πρέπει να παίζουν σημαντικό ρόλο στην αποδοτική, αποτελεσματική και συνεπή εποπτεία των διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που δεν έχουν ενωσιακή διάσταση, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις οι διαφορές μεταξύ εθνικών κανόνων και πρακτικών εξακολουθούν να υφίστανται. Η σύγκλιση των βασικών χρηματοπιστωτικών ρυθμίσεων είναι ανώφελη αν οι εποπτικές πρακτικές παραμένουν κατακερματισμένες. Όπως επισημαίνει η έκθεση de Larosière, «οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και το ρυθμιστικό αρμπιτράζ που προκύπτουν από τις αποκλίνουσες εποπτικές πρακτικές πρέπει να αποφεύγονται, επειδή μπορούν να υπονομεύσουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα – μεταξύ άλλων ενθαρρύνοντας μια μετατόπιση χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας προς τις χώρες με χαλαρή εποπτεία. Το εποπτικό σύστημα πρέπει να εκλαμβάνεται ως δίκαιο και ισορροπημένο». |
Τροπολογία 18 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 23α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(23α) Η προληπτική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων με ενωσιακή διάσταση πρέπει να ανατεθεί στην Αρχή. Οι εθνικές εποπτικές αρχές πρέπει να ενεργούν ως εντολοδόχοι της Αρχής και να δεσμεύονται από τις εντολές της Αρχής όταν εποπτεύουν διασυνοριακά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με ενωσιακή διάσταση. |
Τροπολογία 19 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 23 β (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(23β) Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με ενωσιακή διάσταση πρέπει να προσδιορίζονται λαμβανομένων υπόψη των διεθνών κανόνων. |
Τροπολογία 20 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 24 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(24) Η ανάθεση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο μέσο στη λειτουργία του δικτύου εποπτικών αρχών, προκειμένου να μειωθεί η άσκοπη επανάληψη εποπτικών εργασιών, να ενισχυθεί η συνεργασία και με τον τρόπο αυτό να γίνει περισσότερο ομοιόμορφη η διαδικασία εποπτείας, καθώς επίσης να μειωθεί ο φόρτος που επιβαρύνει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Συνεπώς, ο κανονισμός πρέπει παράσχει σαφή νομική βάση για την ανάθεση αυτή. Ανάθεση καθηκόντων σημαίνει ότι ασκούνται καθήκοντα από άλλη εποπτική αρχή στη θέση της αρμόδιας, ενώ την ευθύνη για τις εποπτικές αποφάσεις εξακολουθεί να φέρει η αναθέτουσα αρχή. Κατά την ανάθεση αρμοδιοτήτων, μια εθνική εποπτική αρχή, η εξουσιοδοτούμενη, μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις για ορισμένο εποπτικό θέμα η ίδια, στη θέση κάποιας άλλης εθνικής εποπτικής αρχής. Οι αναθέσεις πρέπει να διέπονται από την αρχή της ανάθεσης εποπτικής αρμοδιότητας σε εποπτική αρχή που είναι σε θέση να προβεί σε ενέργειες σχετικές με το θέμα. Η ανακατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών μπορεί να είναι σκόπιμη, παραδείγματος χάρη για λόγους οικονομιών κλίμακας ή πεδίου, συνοχής στην εποπτεία ομίλων και βέλτιστης χρήσης τεχνικής πείρας. Η συναφής κοινοτική νομοθεσία μπορεί να εξειδικεύσει περαιτέρω τις αρχές για την ανακατανομή αρμοδιοτήτων κατόπιν συμφωνίας. Η Αρχή πρέπει να διευκολύνει τις συμφωνίες ανάθεσης μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών με κάθε πρόσφορο μέσο. Πρέπει να είναι ενήμερη εκ των προτέρων σχετικά με την πρόθεση σύναψης συμφωνιών ανάθεσης, ώστε να είναι σε θέση να εκφέρει άποψη σε περίπτωση που χρειαστεί. Πρέπει να προβαίνει κεντρικά στη δημοσιοποίηση των εν λόγω συμφωνιών, ώστε να εξασφαλίζεται η έγκαιρη, διαφανής πληροφόρηση, με εύκολη πρόσβαση όλων των ενδιαφερόμενων μερών στις πληροφορίες σχετικά με τις συμφωνίες. |
(24) Η ανάθεση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο μέσο στη λειτουργία του δικτύου εποπτικών αρχών, προκειμένου να μειωθεί η άσκοπη επανάληψη εποπτικών εργασιών, να ενισχυθεί η συνεργασία και με τον τρόπο αυτό να γίνει περισσότερο ομοιόμορφη η διαδικασία εποπτείας, καθώς επίσης να μειωθεί ο φόρτος που επιβαρύνει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Συνεπώς, ο κανονισμός πρέπει παράσχει σαφή νομική βάση για την ανάθεση αυτή. Ανάθεση καθηκόντων σημαίνει ότι ασκούνται καθήκοντα από άλλη εποπτική αρχή στη θέση της αρμόδιας, ενώ την ευθύνη για τις εποπτικές αποφάσεις εξακολουθεί να φέρει η αναθέτουσα αρχή. Κατά την ανάθεση αρμοδιοτήτων, μια εθνική εποπτική αρχή, η εξουσιοδοτούμενη, μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις για ορισμένο εποπτικό θέμα η ίδια, στη θέση της Αρχής ή στη θέση κάποιας άλλης εθνικής εποπτικής αρχής. Οι αναθέσεις πρέπει να διέπονται από την αρχή της ανάθεσης εποπτικής αρμοδιότητας σε εποπτική αρχή που είναι σε θέση να προβεί σε ενέργειες σχετικές με το θέμα. Η ανακατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών μπορεί να είναι σκόπιμη, παραδείγματος χάρη για λόγους οικονομιών κλίμακας ή πεδίου, συνοχής στην εποπτεία ομίλων και βέλτιστης χρήσης τεχνικής πείρας. Η συναφής νομοθεσία της ΕΕ μπορεί να εξειδικεύσει περαιτέρω τις αρχές για την ανακατανομή αρμοδιοτήτων κατόπιν συμφωνίας. Η Αρχή πρέπει να διευκολύνει και να παρακολουθεί τις συμφωνίες ανάθεσης μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών με κάθε πρόσφορο μέσο. Πρέπει να είναι ενήμερη εκ των προτέρων σχετικά με την πρόθεση σύναψης συμφωνιών ανάθεσης, ώστε να είναι σε θέση να εκφέρει άποψη σε περίπτωση που χρειαστεί. Πρέπει να προβαίνει κεντρικά στη δημοσιοποίηση των εν λόγω συμφωνιών, ώστε να εξασφαλίζεται η έγκαιρη, διαφανής πληροφόρηση, με εύκολη πρόσβαση όλων των ενδιαφερόμενων μερών στις πληροφορίες σχετικά με τις συμφωνίες. Πρέπει να εντοπίζει και να προωθεί βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά την ανάθεση και τις συμφωνίες ανάθεσης. |
Τροπολογία 21 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 26 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(26) Οι ομότιμες αξιολογήσεις αποτελούν αποδοτικό και αποτελεσματικό εργαλείο για την ενίσχυση της συνέπειας εντός του δικτύου των χρηματοπιστωτικών εποπτικών αρχών. Η Αρχή πρέπει επομένως να αναπτύξει το μεθοδολογικό πλαίσιο για τις εν λόγω αξιολογήσεις και να τις διεξάγει τακτικά. Οι αξιολογήσεις πρέπει να εστιάζουν όχι μόνο στη σύγκλιση των εποπτικών πρακτικών, αλλά και στην ικανότητα των εποπτικών αρχών να επιτυγχάνουν εποπτικά αποτελέσματα υψηλής ποιότητας καθώς επίσης στην ανεξαρτησία των αρμόδιων αρχών. |
(26) Οι ομότιμες αξιολογήσεις αποτελούν αποδοτικό και αποτελεσματικό εργαλείο για την ενίσχυση της συνέπειας εντός του δικτύου των χρηματοπιστωτικών εποπτικών αρχών. Η Αρχή πρέπει επομένως να αναπτύξει το μεθοδολογικό πλαίσιο για τις εν λόγω αξιολογήσεις και να τις διεξάγει τακτικά. Οι αξιολογήσεις πρέπει να εστιάζουν όχι μόνο στη σύγκλιση των εποπτικών πρακτικών, αλλά και στην ικανότητα των εποπτικών αρχών να επιτυγχάνουν εποπτικά αποτελέσματα υψηλής ποιότητας καθώς επίσης στην ανεξαρτησία των αρμόδιων αρχών. Το αποτέλεσμα των ομότιμων αξιολογήσεων πρέπει να δημοσιοποιείται και οι βέλτιστες πρακτικές πρέπει να εντοπίζονται και να δημοσιοποιούνται. |
Τροπολογία 22 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 29 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(29) Με δεδομένα την παγκοσμιοποίηση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και την αυξημένη σημασία των διεθνών κανόνων, η Αρχή πρέπει να ενισχύσει το διάλογο και τη συνεργασία με τις εποπτικές αρχές εκτός της Κοινότητας. Πρέπει να λαμβάνει υπόψη της πλήρως τους υφιστάμενους ρόλους και αρμοδιότητες των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων στις σχέσεις τους με αρχές εκτός της Κοινότητας καθώς και σε διεθνή φόρα. |
(29) Με δεδομένα την παγκοσμιοποίηση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και την αυξημένη σημασία των διεθνών κανόνων, η Αρχή πρέπει να εκπροσωπεί την Ένωση στον διάλογο και τη συνεργασία με τις εποπτικές αρχές εκτός της Ένωσης. |
Τροπολογία 23 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 33 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(33) Στις περιπτώσεις που είναι σκόπιμο η Αρχή πρέπει να διαβουλεύεται με ενδιαφερόμενα μέρη για τεχνικούς κανόνες, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις και να τους παρέχει εύλογη ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους για τα προτεινόμενα μέτρα. Για λόγους αποδοτικότητας, πρέπει να συσταθεί ομάδα συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών, η οποία θα εκπροσωπεί στη σωστή αναλογία τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές της Κοινότητας (συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, θεσμικών επενδυτών και λοιπών χρηματοπιστωτικών οργανισμών που χρησιμοποιούν και οι ίδιοι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες), τους υπαλλήλους τους, και τους καταναλωτές και τους χρήστες των χρηματοποστωτικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ. Η ομάδα συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών πρέπει να εργάζεται δραστήρια ως διεπαφή με άλλες ομάδες χρηστών στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, οι οποίες έχουν συσταθεί από την Επιτροπή ή σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία. |
(33) Η Αρχή πρέπει να διαβουλεύεται με ενδιαφερόμενα μέρη για τεχνικούς κανόνες, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις και να τους παρέχει εύλογη ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους για τα προτεινόμενα μέτρα. Πριν από την έγκριση τέτοιων σχεδίων τεχνικών κανόνων, κατευθυντήριων γραμμών και συστάσεων, η Αρχή πρέπει να διεξάγει αξιολόγηση αντικτύπου. Για λόγους αποδοτικότητας, πρέπει να συσταθεί ομάδα συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών, η οποία θα εκπροσωπεί στη σωστή αναλογία τους συμμετέχοντες στις χρηματαγορές της Ένωσης (συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, θεσμικών επενδυτών και λοιπών χρηματοπιστωτικών οργανισμών που χρησιμοποιούν και οι ίδιοι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες), τους υπαλλήλους τους, τους πανεπιστημιακούς κύκλους και τους καταναλωτές και τους χρήστες των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ. Η ομάδα συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών πρέπει να εργάζεται δραστήρια ως διεπαφή με άλλες ομάδες χρηστών στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, οι οποίες έχουν συσταθεί από την Επιτροπή ή σύμφωνα με την νομοθεσία της Ένωσης. |
Τροπολογία 24 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 34α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
(34α) Με την επιφύλαξη των ειδικών αρμοδιοτήτων των κρατών μελών σε καταστάσεις κρίσεων, είναι προφανές ότι, εάν ένα κράτος μέλος επιλέξει να επικαλεσθεί αυτή τη διασφάλιση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνεται συγχρόνως με την Αρχή, το Συμβούλιο και την Επιτροπή. Επιπλέον, το κράτος μέλος πρέπει να εξηγήσει τους λόγους που το ώθησαν να επικαλεσθεί τη διασφάλιση. Η Αρχή πρέπει, σε συνεργασία με την Επιτροπή, να καθορίζει τις περαιτέρω ενέργειες. |
Τροπολογία 25 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 38 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(38) Την Αρχή πρέπει να εκπροσωπεί ο πρόεδρος, πλήρους απασχόλησης, τον οποίο επιλέγει το συμβούλιο εποπτών με ανοιχτό διαγωνισμό. Η διοίκηση της Αρχής πρέπει να ανατεθεί σε εκτελεστικό διευθυντή, ο οποίος πρέπει να έχει δικαίωμα να συμμετέχει στις συνεδριάσεις του συμβουλίου εποπτών και του διοικητικού συμβουλίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου. |
(38) Την Αρχή πρέπει να εκπροσωπεί ο πρόεδρος πλήρους απασχόλησης τον οποίο επιλέγει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μετά από ανοιχτό διαγωνισμό υπό τη διαχείριση της Επιτροπής και την επακόλουθη κατάρτιση καταλόγου τελικής επιλογής από την Επιτροπή. Η διοίκηση της Αρχής πρέπει να ανατεθεί σε εκτελεστικό διευθυντή, ο οποίος πρέπει να έχει δικαίωμα να συμμετέχει στις συνεδριάσεις του συμβουλίου εποπτών και του διοικητικού συμβουλίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου. |
Τροπολογία 26 Πρόταση κανονισμού Αιτιολογική σκέψη 39 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
(39) Προκειμένου να εξασφαλιστεί διατομεακώς η συνεκτικότητα των δραστηριοτήτων των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, οι αρχές αυτές πρέπει να συντονίζονται σχολαστικά σε μια Μικτή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών και να καταλήγουν σε κοινές θέσεις, εφόσον είναι σκόπιμο. Η Μικτή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών πρέπει να αναλάβει όλες τις λειτουργίες της μικτής επιτροπής για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων. Όταν είναι σκόπιμο, οι πράξεις που εμπίπτουν επίσης στον τομέα αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων ή της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών πρέπει να εγκρίνονται εκ παραλλήλου από τις οικείες Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές. |
(39) Προκειμένου να εξασφαλιστεί διατομεακώς η συνεκτικότητα των δραστηριοτήτων των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, οι αρχές αυτές πρέπει να συντονίζονται σχολαστικά μέσω της Μικτής Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών και να καταλήγουν σε κοινές θέσεις, εφόσον είναι σκόπιμο. Η Μικτή Επιτροπή πρέπει να συντονίζει τα καθήκοντα των τριών Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών σε σχέση με τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων. Όταν είναι σκόπιμο, οι πράξεις που εμπίπτουν επίσης στον τομέα αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Τράπεζες) ή της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) πρέπει να εγκρίνονται εκ παραλλήλου από τις οικείες Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές. Η Μικτή Επιτροπή πρέπει να προεδρεύεται για δωδεκάμηνη περίοδο εκ περιτροπής από τους προέδρους των τριών Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών. Ο πρόεδρος της Μικτής Επιτροπής πρέπει να είναι αντιπρόεδρος του ΕΣΣΚ. Η Μικτή Επιτροπή πρέπει να έχει μόνιμη γραμματεία, στελεχωμένη με αποσπάσεις από τις τρεις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, ώστε να καθίσταται δυνατή η άτυπη ανταλλαγή πληροφοριών και η ανάπτυξη κοινής νοοτροπίας στις τρεις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές. |
Τροπολογία 27 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Η Αρχή ενεργεί στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 97/9/EΚ, οδηγίας 98/26/EΚ, οδηγίας 2001/34/EΚ, οδηγίας 2002/47/EΚ, οδηγίας 2002/87/EΚ, οδηγίας 2003/6/EΚ, οδηγίας 2003/71/EΚ, οδηγίας 2004/25/EΚ, οδηγίας 2004/39/EΚ, οδηγίας 2004/109/EΚ, οδηγίας 2005/60/EΚ, οδηγίας 2009/65/EΚ, οδηγίας 2002/65/EΚ, οδηγίας 2006/49/EΚ (με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών όσον αφορά την προληπτική εποπτεία), οδηγίας … [μελλοντική οδηγία ΔΟΕΕ], και του κανονισμού … [μελλοντικός κανονισμός σχετικά με τους οργανισμούς αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας], συμπεριλαμβανομένων όλων των οδηγιών, των κανονισμών και των αποφάσεων που βασίζονται σε αυτές τις πράξεις, και κάθε άλλης κοινοτικής πράξης με την οποία ανατίθενται καθήκοντα στην Αρχή. |
2. Η Αρχή ενεργεί στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής του παρόντος Κανονισμού και της οδηγίας 97/9/EΚ, οδηγίας 98/26/EΚ, οδηγίας 2001/34/EΚ, οδηγίας 2002/47/EΚ, οδηγίας 2002/87/EΚ, οδηγίας 2003/6/EΚ, οδηγίας 2003/71/EΚ, οδηγίας 2004/25/EΚ, οδηγίας 2004/39/EΚ, οδηγίας 2004/109/EΚ, οδηγίας 2005/60/EΚ, οδηγίας 2009/65/EΚ, οδηγίας 2002/65/EΚ, οδηγίας 2006/49/EΚ (με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών όσον αφορά την προληπτική εποπτεία), οδηγίας … [μελλοντική οδηγία ΔΟΕΕ], και του κανονισμού … [μελλοντικός κανονισμός σχετικά με τους οργανισμούς αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας], συμπεριλαμβανομένων όλων των οδηγιών, των κανονισμών και των αποφάσεων που βασίζονται σε αυτές τις πράξεις, και κάθε άλλης ενωσιακής πράξης με την οποία ανατίθενται καθήκοντα στην Αρχή. |
Τροπολογία 28 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 2 α (νέα) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
2a. Η Αρχή ενεργεί επίσης στο πεδίο των δραστηριοτήτων που καλύπτονται από τη νομοθεσία στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 2, συμπεριλαμβανομένων των θεμάτων που αφορούν τα δικαιώματα των μετόχων, την εταιρική διακυβέρνηση, τους λογιστικούς ελέγχους και την υποβολή χρηματοοικονομικών εκθέσεων, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω δράσεις της Αρχής είναι αναγκαίες για την εξασφάλιση αποτελεσματικής και συνεπούς εφαρμογής της νομοθεσίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Η Αρχή λαμβάνει επίσης τα κατάλληλα μέτρα στο πλαίσιο των ζητημάτων που αφορούν τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς, τους συμψηφισμούς και διακανονισμούς, την τιτλοποίηση, τις ανοικτές πωλήσεις και τα παράγωγα, συμπεριλαμβανομένων των ζητημάτων τυποποίησης. |
Τροπολογία 29 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 5 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
5. Η Αρχή αποτελεί μέρος ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας, εφεξής «ΕΣΧΕ», το οποίο λειτουργεί ως δίκτυο εποπτικών αρχών, όπως εξειδικεύεται περαιτέρω στο άρθρο 39. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 30 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 – παράγραφος 6 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
6. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών συνεργάζεται με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου, εφεξής «ΕΣΣΚ», όπως ορίζεται στο άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 31 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 1 α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 1α |
|
Το Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας |
|
1. Η Αρχή αποτελεί μέρος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (ΕΣΧΕ), κύριος στόχος του οποίου είναι να εξασφαλίζεται η κατάλληλη εφαρμογή των κανόνων που ισχύουν για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, ώστε να διαφυλαχθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και, κατ’ αυτό τον τρόπο, να εξασφαλιστεί η εμπιστοσύνη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα στο σύνολό του και μια επαρκής προστασία των χρηστών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. |
|
2. Το ΕΣΧΕ περιλαμβάνει τους εξής οργανισμούς: |
|
(α) το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου που θεσπίζει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. …/… [ΕΣΣΚ]· |
|
(β) την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Τράπεζες) που θεσπίζει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. …/… [ΕΑΤ]· |
|
(γ) την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) που θεσπίζει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. …/… [ΕΑΑΕΣ]· |
|
(δ) την Αρχή· |
|
(ε) τη Μικτή Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών την οποία προβλέπει το άρθρο 40· |
|
(στ) τις αρχές των κρατών μελών που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [ΕΑΚΑΑ], στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/2009 [ΕΑΑΕΣ] και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ.…/… [ΕΑΤ]· |
|
(ζ) την Επιτροπή, για την εκπλήρωση των καθηκόντων που αναφέρονται στα άρθρα 7 και 9. |
|
3. Η Αρχή συνεργάζεται τακτικά και στενά, διασφαλίζει τη διατομεακή συνέπεια των εργασιών, και καταλήγει σε κοινές θέσεις στον τομέα της εποπτείας των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων και για άλλα διατομεακά θέματα με το ΕΣΣΚ, καθώς και με την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ασφαλίσεις και Επαγγελματικές Συντάξεις) και την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Τράπεζες) μέσω της Μικτής Επιτροπής η οποία αναφέρεται στο άρθρο 40. |
|
4. Σύμφωνα με την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι συμμετέχοντες το ΕΣΧΕ συνεργάζονται με εμπιστοσύνη και πλήρη αμοιβαίο σεβασμό, ιδίως προκειμένου να εξασφαλίζεται η αναμεταξύ τους ροή κατάλληλων και αξιόπιστων πληροφοριών. |
|
5. Μόνο οι εποπτικές αρχές που συμμετέχουν στο ΕΣΧΕ μπορούν να εποπτεύουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. |
Τροπολογία 32 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 6 – παράγραφος 1 – στοιχείο β | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
β) συμβάλλει στη συνεπή εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας, μεταξύ άλλων συμβάλλοντας στη διαμόρφωση κοινής εποπτικής νοοτροπίας, εξασφαλίζοντας τη συνεπή, αποδοτική και αποτελεσματική εφαρμογή της νομοθεσίας στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, αποτρέποντας ρυθμιστικές αυθαιρεσίες, μεσολαβώντας και ρυθμίζοντας διαφωνίες μεταξύ αρμόδιων αρχών, προάγοντας τη συνεκτική λειτουργία των σωμάτων εποπτών και λαμβάνοντας μέτρα σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης· |
β) συμβάλλει στη συνεπή εφαρμογή των κανόνων και της νομοθεσίας, μεταξύ άλλων συμβάλλοντας στη διαμόρφωση κοινής εποπτικής νοοτροπίας, εξασφαλίζοντας τη συνεπή, αποδοτική και αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και της νομοθεσίας στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, αποτρέποντας ρυθμιστικές αυθαιρεσίες, μεσολαβώντας και ρυθμίζοντας διαφωνίες μεταξύ αρμόδιων αρχών, εξασφαλίζοντας αποτελεσματική και συνεπή εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οργανισμών ενωσιακής διάστασης και προάγοντας τη συνεκτική λειτουργία των σωμάτων εποπτών και λαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, μέτρα σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης· |
Τροπολογία 33 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
1. Η Αρχή μπορεί να καταρτίζει τεχνικούς κανόνες στους τομείς που ορίζονται συγκεκριμένα στη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2. Η Αρχή υποβάλλει τα σχέδια κανόνων που καταρτίζει στην Επιτροπή για έγκριση. |
1. Η Αρχή μπορεί να καταρτίζει τεχνικούς κανόνες για να συμπληρώνει, να ενημερώνει και να τροποποιεί μη ουσιώδη στοιχεία των νομοθετικών πράξεων στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2. Αυτοί οι τεχνικοί κανόνες δεν αντιπροσωπεύουν στρατηγικές αποφάσεις και το περιεχόμενό τους περιορίζεται από τις νομοθετικές πράξεις επί των οποίων βασίζονται. |
Τροπολογία 34 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Εφόσον είναι σκόπιμο, πριν υποβάλει τα σχέδια στην Επιτροπή, η Αρχή διενεργεί, ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις για τους τεχνικούς κανόνες και προβαίνει σε ανάλυση του δυνητικού κόστους/οφέλους. |
Πριν εγκρίνει τα σχέδια των τεχνικών κανόνων, η Αρχή διενεργεί ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις για τα σχέδια τεχνικών κανόνων και προβαίνει σε ανάλυση του δυνητικού κόστους/οφέλους. Η Αρχή ζητεί τη γνώμη ή τη συμβουλή της ομάδας συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών. |
Τροπολογία 35 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Η Αρχή υποβάλλει τα σχέδια τεχνικών κανόνων που καταρτίζει στην Επιτροπή για έγκριση και συγχρόνως τα διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. |
Τροπολογία 36 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 1 – εδάφιο 3 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Εντός τριών μηνών από την παραλαβή των σχεδίων κανόνων, η Επιτροπή αποφασίζει αν θα τα εγκρίνει. Η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει αυτό το χρονικό διάστημα κατά ένα μήνα. Η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει τα σχέδια κανόνων μόνο μερικώς ή με τροποποιήσεις, σε περίπτωση που αυτό απαιτεί το συμφέρον της Κοινότητας. |
Εντός τριών μηνών από την παραλαβή των σχεδίων τεχνικών κανόνων, η Επιτροπή αποφασίζει αν θα τα εγκρίνει, θα τα απορρίψει ή θα τα τροποποιήσει. Η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει αυτό το χρονικό διάστημα κατά ένα μήνα. Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την απόφασή της, και αναφέρει τους λόγους για την απόφαση αυτή. |
Τροπολογία 37 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 1 – εδάφιο 4 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
Εάν η Επιτροπή δεν εγκρίνει τους κανόνες ή αν τους εγκρίνει μερικώς ή με τροποποιήσεις, γνωστοποιεί στην Αρχή τους σχετικούς λόγους. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 38 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 – παράγραφος 2 | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
2. Οι κανόνες εγκρίνονται από την Επιτροπή με κανονισμούς ή με αποφάσεις και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
2. Η Επιτροπή εγκρίνει τους τεχνικούς κανόνες σύμφωνα με τα άρθρα 7 έως 7δ, υπό μορφή κανονισμών ή αποφάσεων. |
Τροπολογία 39 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 α (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 7α |
|
Άσκηση της εξουσιοδότησης για έγκριση τεχνικών κανόνων |
|
1. Οι εξουσίες για την έγκριση τεχνικών κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 7, παράγραφος 2, ανατίθενται στην Επιτροπή για αόριστη χρονική περίοδο. |
|
2. Μόλις εκδώσει έναν τεχνικό κανόνα, η Επιτροπή τον κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. |
|
3. Η εξουσία για την έγκριση τεχνικών κανόνων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 7β έως 7δ. |
|
4. Στην έκθεση του Προέδρου που ορίζεται στο άρθρο 35, η Αρχή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ως προς τους τεχνικούς κανόνεςε που έχουν εγκριθεί και διαπιστώνει ποιες από τις εθνικές αρχές δεν συμμορφώνονται με αυτούς. |
Τροπολογία 40 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 β (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 7β |
|
Ανάκληση της εξουσιοδότησης για έγκριση τεχνικών κανόνων |
|
1. Η ανάθεσης εξουσίας για έγκριση τεχνικών κανόνων που αναφέρεται στο άρθρο 7 μπορεί να ανακαλείται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. |
|
2. Το θεσμικό όργανο που έχει κινήσει εσωτερική διαδικασία για να αποφασιστεί εάν θα ανακληθεί η ανάθεση εξουσίας προσπαθεί να ενημερώσει το άλλο θεσμικό όργανο και την Επιτροπή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος πριν από τη λήψη της τελικής απόφασης, αναφέροντας τον τεχνικό κανόνα που θα μπορούσε να ανακληθεί καθώς και τους ενδεχόμενους λόγους της ανάκλησης. |
|
3. Η απόφαση περί ανάκλησης αναφέρει τους λόγους της ανάκλησης και περατώνει την ανάθεση των εξουσιών που προσδιορίζονται στην εν λόγω απόφαση. Έχει άμεση ισχύ ή τίθεται σε ισχύ σε καθοριζόμενη μεταγενέστερη ημερομηνία. Δεν θίγει το κύρος των τεχνικών κανόνων που ισχύουν ήδη. Δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 41 Πρόταση κανονισμού Άρθρο 7 γ (νέο) | |
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 7γ |
|
Διατύπωση αντιρρήσεων για τους τεχνικούς κανόνες |
|
1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν να διατυπώσουν αντιρρήσεις σε έναν τεχνικό κανόνα εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης. Κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου η εν λόγω περίοδος μπορεί να παραταθεί κατά δύο μήνες. |
|
2. Αν κατά τη λήξη αυτής της περιόδου ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο έχει αντιταχθεί στον τεχνικό κανόνα, αυτός δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αρχίζει να ισχύει από την ημερομηνία που ορίζεται στις διατάξεις του. |
|
Πριν από τη λήξη αυτής της περιόδου και σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να ενημερώσουν την Επιτροπή ότι δεν προτίθενται να προβάλουν αντιρρήσεις σε έναν τεχνικό κανόνα. Στις περιπτώσεις αυτές, ο τεχνικός κανόνας δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αρχίζει να ισχύει από την ημερομηνία που ορίζεται στις διατάξεις της. |
|
3. Εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις σε τεχνικό κανόνα, αυτός δεν τίθεται σε ισχύ. Το θεσμικό όργανο που προβάλλει αντιρρήσεις εκθέτει τους λόγους για τους |