ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με το καθεστώς εισαγωγής στην ΕΕ προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας με προοπτική τη μεταρρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑΠ)
24.6.2010 - (2009/2238(INI))
Επιτροπή Αλιείας
Εισηγητής: Alain Cadec
ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με το καθεστώς εισαγωγής στην ΕΕ προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας με προοπτική τη μεταρρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑΠ)
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982,
– έχοντας υπόψη τη συμφωνία της 4ης Αυγούστου 1995 με σκοπό την εφαρμογή των διατάξεων της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982 σε σχέση με τη διατήρηση και τη διαχείριση των αποθεμάτων ιχθύων οι μετακινήσεις των οποίων πραγματοποιούνται τόσο εντός όσο και εκτός των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών (αλληλοεπικαλυπτόμενα αποθέματα) και των άκρως μεταναστευτικών αποθεμάτων ιχθύων ("Συμφωνία της Νέας Υόρκης"),
– έχοντας υπόψη τον κώδικα συμπεριφοράς για την υπεύθυνη αλιεία του FΑΟ που ενεκρίθη στις 31 Οκτωβρίου 1995,
– έχοντας υπόψη την τελική δήλωση στο πλαίσιο της παγκόσμιας διάσκεψης κορυφής για τη βιώσιμη ανάπτυξη που πραγματοποιήθηκε στο Γιοχάνεσμπουργκ από 26 Αυγούστου έως 4 Σεπτεμβρίου 2002,
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με τη διατήρηση και τη βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της ΚΑΠ[1],
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 104/2000 του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 1999 σχετικά με την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας[2],
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 12ης Δεκεμβρίου 2007 σχετικά με την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας[3],
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου της 29ης Σεπτεμβρίου 2008 για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας[4],
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 66/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2009 για τη θέσπιση του οικολογικού σήματος της ΕΕ[5],
– έχοντας υπόψη την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής με τίτλο "Μεταρρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής" (CΟΜ(2009)0163),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με την Πράσινη Βίβλο για τη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ[6],
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Οικοδομώντας ένα βιώσιμο μέλλον για την υδατοκαλλιέργεια - Νέα ώθηση στη στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη της ευρωπαϊκής υδατοκαλλιέργειας" (CΟΜ(2009)0162),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Ιουνίου 2010 σχετικά με μια νέα ώθηση στη στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη της ευρωπαϊκής υδατοκαλλιέργειας[7],
– έχοντας υπόψη τη συμφωνία του Μαρακές της 15ης Απριλίου 1994 διά της οποίας ιδρύθηκε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου,
– έχοντας υπόψη την υπουργική δήλωση του ΠΟΕ που ενεκρίθη στην Ντόχα στις 14 Νοεμβρίου 2001,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Μια ανταγωνιστική Ευρώπη σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία" (CΟΜ(2006)0567),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με το νέο ρόλο και τις νέες ευθύνες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου βάσει της Συνθήκης της Λισαβόνας[8],
– έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ)
– έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (A7‑0207/2010),
Α. λαμβάνοντας υπόψη τη στρατηγική σημασία των τομέων της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας για τον εφοδιασμό του πληθυσμού και για την ισορροπία του ισοζυγίου ειδών διατροφής στα διάφορα κράτη μέλη καθώς και στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της, καθώς και τη σημαντική συμβολή των τομέων αυτών στην κοινωνικοοικονομική ευημερία των παράκτιων περιοχών, την τοπική ανάπτυξη, την απασχόληση και τη διατήρηση των τοπικών πολιτιστικών παραδόσεων,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα αλιευτικά προϊόντα αποτελούν έναν φυσικό πόρο που μπορεί με την κατάλληλη διαχείριση να είναι ανανεώσιμος και να παρέχει τροφή και θέσεις εργασίας στην ΕΕ και παγκοσμίως, καθώς και ότι έχει ανάγκη υποστήριξης ώστε να αποτραπούν η εξάντληση των ιχθυοαποθεμάτων και οι συνεπαγόμενες δυσχέρειες στις παράκτιες κοινότητες, τόσο στην ΕΕ όσο και εκτός αυτής· λαμβάνοντας υπόψη, προς το σκοπό αυτό, την ανάγκη να ενισχυθεί η αποτελεσματική διαχείριση της αλιείας, όπου περιλαμβάνονται και οι διαστάσεις και οι επιπτώσεις του διεθνούς εμπορίου αλιευτικών πόρων,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη τη φιλόδοξη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ την οποία ξεκίνησε η Επιτροπή με την έγκριση της Πράσινης Βίβλου της 22ας Απριλίου 2009 με σκοπό την αναθεώρηση των περισσοτέρων πτυχών της πολιτικής αυτής,
Δ. λαμβάνοντας επίσης υπόψη τη νέα στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη της ευρωπαϊκής υδατοκαλλιέργειας που προσδιορίζεται από την Επιτροπή στην ανακοίνωσή της της 8ης Απριλίου 2009 (CΟΜ(2009)0162),
Ε. λαμβάνοντας υπόψη τους συγκεκριμένους στόχους που τέθηκαν για τη διαχείριση της αλιείας στο πλαίσιο της παγκόσμιας διάσκεψης κορυφής για τη βιώσιμη ανάπτυξη που πραγματοποιήθηκε το 2002 στο Γιοχάνεσμπουργκ, μεταξύ των οποίων ο στόχος να επανέλθει η εκμετάλλευση των αλιευτικών αποθεμάτων σε ένα επίπεδο που θα συνάδει με τη μέγιστη βιώσιμη απόδοση (ΜΒΑ), έως το 2015,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινοτική παραγωγή προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας (ΠΑΥ) σημείωσε πτώση της τάξης του 30% περίπου κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πτώση αυτή συνδέεται τόσο με τη μείωση των αλιευτικών πόρων στα ευρωπαϊκά ύδατα όσο και με τα μέτρα που, σωστά, ελήφθησαν για να περιορισθεί η αλιεία και να εξασφαλιστεί η βιώσιμη διαχείριση των αποθεμάτων στο πλαίσιο στη ΚΑΠ, τόσο εντός όσο και εκτός των υδάτων της ΕΕ, κυρίως όπου δραστηριοποιούνται αλιευτικά σκάφη της ΕΕ βάσει των συμφωνιών εταιρικής σχέσης στον τομέα της αλιείας,
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρωπαϊκή αλιεία καλύπτει ποσοστό κάτω του 6% των παγκόσμιων αλιευμάτων,
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, έστω και αν η Πράσινη Βίβλος για τη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ παρουσιάζει την προοπτική, μακροπρόθεσμα, μιας πιθανής αντιστροφής αυτής της τάσης μείωσης των αλιευμάτων, τα ριζικά μέτρα που προβλέπονται για την ανανέωση των αποθεμάτων (μείωση της ικανότητας των στόλων, πιο δεσμευτικά μέτρα διαχείρισης, ενισχυμένοι έλεγχοι, κ.λπ.) δεν μπορεί παρά να συμβάλουν, αντίθετα, στη μεσοπρόθεσμη όξυνσή της,
Ι. λαμβάνοντας εξάλλου υπόψη ότι, παρά τη νέα σχετική στρατηγική, οι πολλαπλοί περιορισμοί στην ανάπτυξη της παραγωγής υδατοκαλλιέργειας είναι τέτοιοι ώστε να καθίσταται απίθανο να μπορέσει η ανάπτυξη αυτή να αντισταθμίσει σημαντικά, βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, την πτωτική τάση της παραγωγής στον τομέα της αλιείας,
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι από την άποψη αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία να ενθαρρυνθεί η αύξηση της ευρωπαϊκής παραγωγής, ιδίως στα νέα κράτη μέλη της ΕΕ, που διαθέτουν ένα προφανές δυναμικό στον τομέα της υδατοκαλλιέργειας,
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινοτική ζήτηση ΠΑΥ παρουσιάζει, αντίθετα, γενική άνοδο στην ΕΕ, με μια ιδιαίτερα έντονη δυναμική στις αγορές των νέων κρατών μελών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, και ότι αναμένεται, ως αποτέλεσμα διαφόρων παραγόντων, διαρκής αύξηση της κατανάλωσης κατά την προσεχή εικοσαετία,
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ αποτελεί σήμερα τη μεγαλύτερη αγορά για τα ΠΑΥ (12 εκατ. τόνοι προϊόντος και 55 δισ. ευρώ το 2007), μπροστά από την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ, ότι εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές από τρίτες χώρες που καλύπτουν περισσότερο από το 60% των αναγκών και ότι η εξάρτηση αυτή αναμένεται να αυξηθεί,
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το θέμα των εισαγωγών ΠΑΥ στην ΕΕ και οι συνθήκες με τις οποίες πραγματοποιούνται οι εισαγωγές αυτές εμφανίζεται ως το απολύτως κεντρικό θέμα σε κάθε ανάλυση των πολιτικών που ακολουθεί η ΕΕ στον τομέα της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας και ότι πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερης προσοχής στο πλαίσιο των τρεχουσών μεταρρυθμίσεων,
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το θέμα αυτό πρέπει να εξετασθεί σε όλες τις πτυχές του, και συγκεκριμένα από εμπορικής, περιβαλλοντικής, κοινωνικής, υγειονομικής και ποιοτικής πλευράς,
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μη επιλεκτικές αλιευτικές πρακτικές και τα υψηλά επίπεδα απορρίψεων σε ορισμένους τόπους αλιείας που εξάγουν προς τις αγορές της ΕΕ έχουν ως συνέπεια να χάνονται σημαντικές ποσότητες βρώσιμου ψαριού,
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο προβληματισμός πρέπει να επικεντρωθεί ιδιαίτερα την κοινή οργάνωση των αγορών (ΚΟΑ) στον τομέα των ΠΑΥ, η σημερινή ρύθμιση για την οποία φαίνεται ξεπερασμένη από πολλές απόψεις και χρειάζεται επειγόντως αναθεώρηση,
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο προβληματισμός αυτός απαιτεί επίσης μια κριτική θεώρηση της κοινής εμπορικής πολιτικής, όπως αυτή εφαρμόζεται στο συγκεκριμένο τομέα, και της συνέπειας των αποφάσεων που λαμβάνονται στο πλαίσιο αυτό με τη διατήρηση ενός ευρωπαϊκού κλάδου βιώσιμης και υπεύθυνης αλιείας,
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι έστω και αν τα ΠΑΥ εξακολουθούν να αποτελούν αντικείμενο μιας θεωρητικής τελωνειακής προστασίας βάσει του Κοινού Δασμολογίου, ελαφρώς ανώτερης σε σχέση με το μέσο όρο για τα μη γεωργικά προϊόντα, η προστασία αυτή έχει στην πράξη μειωθεί σημαντικά από διάφορες εξαιρέσεις και μειώσεις, αυτόνομες ή συμβατικές, η εφαρμογή των οποίων συντελεί ώστε οι εισαγωγές να πλήττονται ουσιαστικά από τους δασμούς ΜΕΚ (που εφαρμόζονται αυτομάτως) και αντιπροσωπεύουν το 5% περίπου του συνόλου,
Κ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική του ανοίγματος των αγορών της ΕΕ στις εισαγωγές ΠΑΥ αναμένεται να συνεχισθεί τόσο σε πολυμερές επίπεδο, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων ΠΟΕ και ιδιαίτερα του τομέα ΑΜΝΑ (πρόσβαση στις μη γεωργικές αγορές) του κύκλου της Ντόχα, όσο και στο πλαίσιο μιας σειράς προτιμησιακών διαπραγματεύσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη με όλους τους εμπορικούς εταίρους στην Ασία, τη Λατινική Αμερική, τη Βόρειο Αμερική, τη Λεκάνη της Μεσογείου και με διάφορες ομάδες χωρών ΑΚΕ,
ΚΑ. λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη ότι η ολοκλήρωση του τομέα ΑΜΝΑ του κύκλου της Ντόχα με την προβλεπόμενη σήμερα βάση της "ελβετικής φόρμουλας" με συντελεστή 8 θα είχε ως αποτέλεσμα να οδηγηθεί ο μέγιστος δασμός που εφαρμόζεται στα ΠΑΥ στην ΕΕ από το 26% στο 6% περίπου και ο μέσος δασμός από το 12% στο 5% περίπου,
ΚΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόφαση αυτή, πέραν του ότι θα μηδένιζε σχεδόν την προστασία από τους δασμούς που εξακολουθούν να ισχύουν, θα στερούσε από κάθε σημασία, διαβρώνοντάς τις σε μεγάλο βαθμό, τις ήδη χορηγηθείσες προτιμήσεις ή τις προτιμήσεις υπό διαπραγμάτευση προς όφελος των αναπτυσσόμενων χωρών και ότι θα υπέσκαπτε τα θεμέλια καθώς και τους μηχανισμούς του ΠΟΕ, επιτρέποντας τη διαμόρφωση της πρόσβασης στην κοινοτική αγορά σε συνάρτηση με τις ανάγκες της ευρωπαϊκής μεταποιητικής βιομηχανίας ΠΑΥ (αναστολές και δασμολογικές ποσοστώσεις),
ΚΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, λόγω της υποχρέωσης της ΕΕ να εξασφαλίζει ορισμένη συνέπεια μεταξύ των στόχων της πολιτικής της για την ανάπτυξη (εξάλειψη της φτώχειας, ανάπτυξη βιώσιμης τοπικής αλιείας) και της εμπορικής της πολιτικής, οι αναπτυσσόμενες χώρες θα έπρεπε να ενθαρρύνονται να εξάγουν προϊόντα αλιείας με υψηλότερη προστιθέμενη αξία, υπό την προϋπόθεση ότι τα αλιεύματα προέρχονται από αποθέματα με καλή διαχείριση και βιώσιμα και πληρούν τους απαιτούμενους όρους υγιεινής,
ΚΕ. λαμβάνοντας επίσης υπόψη τη διαπιστωμένη τάση κατά τα τελευταία αυτά έτη των εμπορικών διαπραγματευτών της ΕΕ να επιτρέπουν ευκολότερα παρεκκλίσεις από τους κανόνες προτιμησιακής προέλευσης που παραδοσιακά εφαρμόζονται στα ΠΑΥ, τόσο για τα ακατέργαστα προϊόντα (κριτήρια προσδιορισμού της εθνικότητας των πλοίων) όσο και για τα μεταποιημένα προϊόντα (δυνατότητα διατήρησης της προτιμησιακής προέλευσης παρά τη χρήση πρώτων υλών που δεν έχουν την προέλευση αυτή),
ΚΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, βάσει μελέτης του FAO (Οργανισμός Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών), το διεθνές εμπόριο προϊόντων αλιείας μπορεί μεν να έχει ως αποτέλεσμα την αυξημένη επισιτιστική ασφάλεια στις αναπτυσσόμενες χώρες, γίνεται όμως παράλληλα αιτία να αυξάνεται η αλιεία, προκειμένου να τροφοδοτείται η εξαγωγική αγορά, γεγονός που επιδεινώνει έντονα τα φαινόμενα εξάντλησης των αποθεμάτων και δημιουργεί την ανάγκη διασφάλισης της ορθής και ελεγχόμενης διαχείρισης της αλιείας προκειμένου να αποτραπεί η εξάντληση των αποθεμάτων,
ΚΖ. λαμβάνοντας υπόψη τα εν μέρει αποκλίνοντα συμφέροντα των κοινοτικών παραγωγών ΠΑΥ (αλιείς και υδατοκαλλιεργητές), των μεταποιητικών βιομηχανιών, των διανομέων, των εισαγωγέων και των καταναλωτών, που οι πολιτικές σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα έπρεπε να προσπαθήσουν να συμφιλιώσουν κατά τρόπο αποτελεσματικό και ισορροπημένο,
ΚΗ. λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να εξασφαλισθούν ικανοποιητικές διέξοδοι για τους κοινοτικούς παραγωγούς (αλιείς και υδατοκαλλιεργητές) σε ικανοποιητικές τιμές, λαμβανομένου υπόψη του κόστους και των διαφόρων απρόβλεπτων που συνδέονται με τη δραστηριότητά τους,
ΚΘ. λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να διασφαλίζεται στους κοινοτικούς μεταποιητές η διάθεση πρώτων υλών ομοιογενούς ποιότητας σε επαρκείς ποσότητες και σε σταθερές τιμές καθ' όλη τη διάρκεια του έτους,
Λ. λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να ικανοποιείται η ζήτηση εκ μέρους των καταναλωτών της Κοινότητας για προϊόντα καλής ποιότητας σε ανταγωνιστικές τιμές και να λαμβάνεται υπόψη η αυξανόμενη επιθυμία τους να είναι ενήμεροι σε σχέση με τα χαρακτηριστικά, την προέλευση και τις συνθήκες αλίευσης ή παραγωγής των προϊόντων αυτών,
ΛΑ. λαμβάνοντας υπόψη τις διαφοροποιημένες επιπτώσεις των εισαγωγών στην κοινοτική αγορά σε συνάρτηση με τα είδη, το βαθμό μεταποίησης των προϊόντων και τα δίκτυα διανομής,
ΛΒ. λαμβάνοντας υπόψη, επί παραδείγματι, ότι μια πίεση των τιμών πρώτης πώλησης προς τα κάτω εξαιτίας του ανταγωνισμού από τις εισαγωγές ισχύει περισσότερο για τα είδη βιομηχανικής χρήσης (που προορίζονται για τη μεταποιητική βιομηχανία) σε σχέση με τα μη βιομηχανικά είδη,
ΓΕΝΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ
1. εκφράζει τη λύπη του γιατί η Πράσινη Βίβλος για τη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ αφιερώνει μόλις λίγες γραμμές στο θέμα των εισαγωγών και υποτιμά προφανώς τη σημασία που έχει να αντιμετωπισθεί με τον δέοντα τρόπο το θέμα αυτό προκειμένου η μεταρρύθμιση να είναι αξιόπιστη και επιτυχής·
2. διαπιστώνει ότι η ελευθέρωση της πρόσβασης στην κοινοτική αγορά των εισαγόμενων ΠΑΥ έχει ήδη προχωρήσει πολύ συνεπεία της εμπορικής πολιτικής που ακολούθησε η ΕΕ κατά την τελευταία εικοσαετία·
3. διαπιστώνει ότι η κοινοτική παραγωγή ΠΑΥ είναι σαφώς ανεπαρκής για την κάλυψη των αναγκών της μεταποιητικής βιομηχανίας και την αυξανόμενη ζήτηση των καταναλωτών και ότι η κατάσταση αυτή θα παραμείνει· αναγνωρίζει ως εκ τούτου την ανάγκη προώθησης της υπεύθυνης κατανάλωσης με βάση περισσότερο την ποιότητα και τη βιωσιμότητα και όχι την ποσότητα, την ανάγκη ενίσχυσης της διαχείρισης της αλιείας προκειμένου να προωθηθεί η ανανέωση των αποθεμάτων και το γεγονός ότι οι εισαγωγές θα εξακολουθήσουν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον εφοδιασμό της κοινοτικής αγοράς·
4. αναγνωρίζει ότι υφίσταται ένα ανώτατο όριο στην ποσότητα ψαριού που δύναται να αλιευθεί είτε για ανθρώπινη κατανάλωση είτε για βιομηχανικούς σκοπούς, γεγονός που σημαίνει ότι ο εφοδιασμός με ψάρια της αγοράς της ΕΕ δεν είναι δυνατόν να διευρύνεται επ' άπειρον·
5. επιμένει, ωστόσο, στην επιτακτική ανάγκη να εξασφαλισθεί η διατήρηση στην ΕΕ των τομέων της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας που σέβονται μακροπρόθεσμα το περιβάλλον και είναι οικονομικά βιώσιμοι, περιλαμβανομένης της βιοτεχνικής τους συνιστώσας, είναι αρμονικά κατανεμημένοι στις ακτές της και συμβάλλουν στη διατήρηση της πολιτιστικής ταυτότητας των ενδιαφερόμενων περιοχών, παρέχοντας απασχόληση σε όλο το φάσμα του κλάδου και προμηθεύοντας τρόφιμα ασφαλή και καλής ποιότητας, κάτι που συνεπάγεται ότι οι αλιείς θα μπορούν να λαμβάνουν τη σωστή τιμή για τα προϊόντα τους· επισημαίνει επίσης ότι οι εργαζόμενοι του κλάδου της αλιείας πρέπει να εργάζονται υπό εύλογες συνθήκες, σύμφωνα με τα όσα προβλέπουν οι συμβάσεις του ΔΟΕ περί υγείας και ασφάλειας στην εργασία·
6. επισημαίνει ότι η ελευθέρωση των αγορών και η υφιστάμενη δυνατότητα εύκολων εξαγωγών ΠΑΥ προς την κοινοτική αγορά έχουν σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στην τοπική οικονομία ορισμένων περιοχών, και μάλιστα των πλέον απομακρυσμένων, που αδυνατούν να εξεύρουν αγορές για τα προϊόντα τους·
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ
Εμπορική και τελωνειακή πολιτική
7. θεωρεί ότι η ΕΕ, ως ο μεγαλύτερος εισαγωγέας προϊόντων αλιείας στον κόσμο, μοιράζεται με άλλες μεγάλες ιχθυοεισαγωγούς χώρες την πολιτική ευθύνη να διασφαλίσει ότι οι εμπορικοί κανόνες του ΠΟΕ εφαρμόζουν τα υψηλότερα δυνατά παγκόσμια πρότυπα διαχείρισης της αλιείας και διατήρησης των πόρων· προς το σκοπό αυτόν, καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε να ενισχυθεί η παρουσία ενός δίκαιου, διαφανούς και βιώσιμου εμπορίου αλιευτικών προϊόντων στις διμερείς και πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες της ΕΕ·
8. θεωρεί ότι μια λογική δασμολογική προστασία είναι και πρέπει να παραμείνει ένα σημαντικό και νόμιμο μέσο ρύθμισης των εισαγωγών στη διάθεση της πολιτικής εξουσίας· υπενθυμίζει ότι μια δασμολογική προστασία erga omnes αντιπροσωπεύει όλη την αξία των προτιμήσεων που παρέχονται από την ΕΕ σε ορισμένες χώρες, ιδιαίτερα τις αναπτυσσόμενες· υπενθυμίζει ότι η εξάλειψη αυτής της προστασίας θα στερούσε τις χώρες που απολαύουν προτιμήσεων από όλα τα πλεονεκτήματα που έχουν σήμερα· υπενθυμίζει επίσης τη χρησιμότητα της ελαστικής φύσης της δασμολογικής αυτής προστασίας, που επιτρέπει στην ΕΕ να αναστέλλει την εφαρμογή της, όταν η κοινοτική παραγωγή πρώτων υλών είναι ανεπαρκής για τη διασφάλιση επαρκούς εφοδιασμού της βιομηχανίας μεταποίησης·
9. απορρίπτει, ως εκ τούτου, τη θεώρηση που προωθείται με την εμπορική πολιτική η οποία ακολουθείται σήμερα, μιας αναπότρεπτης κατάργησης κάθε δασμολογικής προστασίας του τομέα των ΠΑΥ μπροστά στην οποία οι κοινοτικοί παραγωγοί – αλιείς, υδατοκαλλιεργητές και μεταποιητές – δεν θα είχαν άλλη εναλλακτική λύση από το να παραιτηθούν·
10. θεωρεί ότι, όπως και ο γεωργικός τομέας, οι τομείς της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας είναι στρατηγικής σημασίας, πολυλειτουργικοί, εξαρτώνται από τη βιώσιμη διατήρηση και χρήση των φυσικών πόρων και είναι λίαν ευάλωτοι σε ορισμένες εκ των συνιστωσών τους που δύσκολα μπορούν να ανταποκριθούν σε μια προσέγγιση καθαρά ελεύθερων συναλλαγών βασιζόμενοι στο ελεύθερο παιχνίδι των συγκριτικών πλεονεκτημάτων·
11. εκφράζει τη λύπη του γιατί, αντίθετα με τις εμπορικές διαπραγματεύσεις για τα γεωργικά προϊόντα που πραγματοποιούνται από τον αρμόδιο για τη γεωργία επίτροπο, εκείνες που αφορούν τα ΠΑΥ θεωρούνται "μη γεωργικές" διαπραγματεύσεις και υπάγονται στην αρμοδιότητα του αρμόδιου για το εμπόριο επιτρόπου, για τον οποίο αποτελούν συχνά μόλις μία μεταβλητή σε ένα ευρύτερο φάσμα προβληματισμού·
12. ζητεί τη μεταφορά της αρμοδιότητας για την πραγματοποίηση των εμπορικών διαπραγματεύσεων που αφορούν τα ΠΑΥ από τον επίτροπο εμπορίου στον επίτροπο ναυτιλιακών υποθέσεων και αλιείας·
13. ζητεί την ανάπτυξη, με μια σειρά μελετών και διαβουλεύσεων, μιας σαφούς και σφαιρικής θεώρησης της κοινοτικής αγοράς ΠΑΥ κατά είδος, της προβλεπόμενης εξέλιξης της ζήτησης και της παραγωγής σε κοινοτικό πλαίσιο και των διεξόδων που προτιθέμεθα να διατηρήσουμε για την παραγωγή αυτή υπό συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού·
14. ζητεί επίσης να επιδιώξει η Επιτροπή να αξιολογεί με περισσότερη αξιοπιστία και ακρίβεια τον αντίκτυπο των εισαγωγών ΠΑΥ στην κοινοτική αγορά, ειδικότερα όσον αφορά τον καθορισμό των τιμών, και να μεριμνήσει για την εφαρμογή συστήματος συλλογής και ανταλλαγής δεδομένων για τη διευκόλυνση αυτής της αξιολόγησης·
15. ζητεί να θεωρούνται τα ΠΑΥ ευαίσθητα προϊόντα για την εφαρμογή της "ελβετικής φόρμουλας" στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων ΑΜΝΑ του κύκλου της Ντόχα, στον ΠΟΕ, προκειμένου να αποφευχθεί η συρρίκνωση της δασμολογικής προστασίας της οποίας εξακολουθούν να απολαμβάνουν ορισμένα προϊόντα βάσει του κοινού δασμολογίου και με τον τρόπο αυτό να προστατευθεί η αξία των προτιμήσεων που χορηγούνται σε ορισμένους εταίρους και η αποτελεσματικότητα των μηχανισμών του ΠΟΕ·
16. υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την παράγραφο 47 της υπουργικής δήλωσης της Ντόχα της 14ης Νοεμβρίου 2001, οι διαπραγματεύσεις του τρέχοντος κύκλου πραγματοποιούνται με βάση την αρχή της ενιαίας δέσμευσης και ότι, μέχρις ότου ολοκληρωθεί ο κύκλος αυτός, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αναθεωρήσει τη θέση της σε ορισμένα κεφάλαια του κύκλου αυτού·
17. ενθαρρύνει επίσης τους κοινοτικούς διαπραγματευτές στο πλαίσιο του ΠΟΕ να εξακολουθήσουν να αρνούνται κατηγορηματικά τη δέσμευση της ΕΕ σε κάθε πρωτοβουλία πολυμερούς τομεακής ελευθέρωσης των ΠΑΥ·
18. καλεί την Επιτροπή να απαιτήσει, η ενδεχόμενη σύναψη συμφωνίας σχετικά με τις επιδοτήσεις στον τομέα της αλιείας, για την οποία διεξάγονται διαπραγματεύσεις στον ΠΟΕ, ειδικότερα σχετικά με τα μέτρα ρύθμισης της αγοράς, να μη συνεπάγεται για τους ευρωπαίους παραγωγούς θέση μειονεκτική από την άποψη του ανταγωνισμού, σε σύγκριση με τους προμηθευτές από τρίτες χώρες· αντιτίθεται για λόγους αρχής στην οποιαδήποτε ενδεχόμενη ξεχωριστή και πρόωρη ("early harvest") εφαρμογή μιας τέτοιας συμφωνίας που πρέπει να παραμείνει αναπόσπαστο τμήμα του γύρου Ντόχα·
19. καλεί τους κοινοτικούς διαπραγματευτές για τις διμερείς και περιφερειακές διαπραγματεύσεις να απαιτούν συστηματικότερα ουσιαστικά ανταλλάγματα στις εμπορικές παραχωρήσεις σε τρίτες χώρες όσον αφορά την εισαγωγή ΠΑΥ, υπερασπιζόμενοι με αποφασιστικότητα τα επιθετικά συμφέροντα της ΕΕ στον κλάδο αυτό, όπου αυτά υφίστανται·
20. επιμένει στην ανάγκη να διατηρήσει η ΕΕ τον έλεγχο των εμπορικών προτιμήσεων που χορηγεί σε ορισμένους εταίρους απαιτώντας την εφαρμογή αυστηρών κανόνων προέλευσης, βασιζόμενων στην έννοια των προϊόντων "εξ ολοκλήρου αποκτηθέντων"· ζητεί την επίδειξη σύνεσης σε σχέση με την ενδεχόμενη χαλάρωση των παραδοσιακών κριτηρίων για τον προσδιορισμό της εθνικότητας των πλοίων για τα ακατέργαστα προϊόντα και απαιτεί την απόρριψη κάθε νέας αίτησης για παρέκκλιση σε σχέση με τα μεταποιημένα προϊόντα· θεωρεί ότι ο αποκαλούμενος κανόνας "non drawback" θα πρέπει να εφαρμόζεται συστηματικά και οι πιθανότητες σώρευσης να είναι περιορισμένες·
21. ζητεί από την Επιτροπή να βελτιώσει, ποιοτικά και ποσοτικά, την ανάλυση των επιπτώσεων των δασμολογικών προτιμήσεων που χορηγούνται σε ορισμένες χώρες στους τομείς της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, όσον αφορά ιδίως την αποδοτικότητα των επιχειρήσεων και την απασχόληση, τόσο στην ΕΕ όσο και στις δικαιούχες χώρες, ειδικότερα τις ΑΚΕ· ζητεί επίσης οι εν λόγω αναλύσεις να παρέχουν επαρκή αριθμητικά δεδομένα και να λαμβάνουν ιδιαίτερα υπόψη τα ευάλωτα είδη ψαριών·
22. υπενθυμίζει τη δυνατότητα που έχει η κοινοτική βιομηχανία να προστρέχει στα εμπορικά αμυντικά μέσα της ΕΕ στην περίπτωση ντάμπινγκ, επιδότησης ή μαζικής και ξαφνικής αύξησης των εισαγωγών ορισμένων κατηγοριών ΠΑΥ·
Περιβαλλοντικές, κοινωνικές, υγειονομικές και ποιοτικές πτυχές
23. θεωρεί ότι ένας από τους βασικούς στόχους της κοινοτικής πολιτικής για την εισαγωγή ΠΑΥ πρέπει να συνίσταται στην εξασφάλιση του ότι τα εισαγόμενα προϊόντα θα πληρούν τους ίδιους όρους, σε όλους τους τομείς, που επιβάλλονται για την κοινοτική παραγωγή· θεωρεί ότι ο στόχος αυτός ανταποκρίνεται σε βασικές ανησυχίες για ισότητα, συνέπεια και αποτελεσματικότητα των μέτρων που σήμερα εφαρμόζονται στον τομέα αυτό ή προβλέπονται στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης· επισημαίνει εξάλλου ότι η συμμόρφωση των τρίτων χωρών με τις απαιτήσεις της ΕΕ θα συμβάλει στην προώθηση ενός δικαιότερου ανταγωνισμού μεταξύ της παραγωγής εντός της ΕΕ και αυτής στις τρίτες χώρες, δεδομένου ότι η παραγωγή ψαριών σύμφωνα με τα πρότυπα της ΕΕ θα έχει ως συνέπεια υψηλότερο κόστος για τις χώρες εκτός ΕΕ·
24. εκφράζει το φόβο ότι η μαζική είσοδος ΠΑΥ στην κοινοτική αγορά, σε συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού, μπορεί να επηρεάσει τις διατροφικές συνήθειες των Ευρωπαίων, οι οποίοι, μεσούσης της γενικευμένης οικονομικής κρίσης, θα υποκύψουν ενδεχομένως στον εύκολο πειρασμό της αγοράς φτηνότερων τροφίμων κατώτερης ποιότητας·
25. θεωρεί ότι η εντατικοποίηση των προσπαθειών της ΕΕ σε σχέση με τη διατήρηση των αποθεμάτων και τη βιωσιμότητα της αλιείας, στο πλαίσιο της ΚΑΠ, δεν συνάδει με τις εισαγωγές ΠΑΥ από χώρες που εντατικοποιούν τις αλιευτικές προσπάθειές τους αδιαφορώντας για τη βιωσιμότητα της αλιείας και με αποκλειστικό σκοπό το βραχυπρόθεσμο κέρδος·
26. επισημαίνει ότι η κοινοτική πολιτική για τη διατήρηση των πόρων συμβάλλει, ιδίως μέσω σχεδίων αποκατάστασης και διαχείρισης, στη διευκόλυνση των εισαγωγών ΠΑΥ από τρίτες χώρες, επιτρέποντάς τους να αντικαθιστούν, με τρόπο συχνά ανεπανόρθωτο, την κοινοτική παραγωγή· ζητεί από την Επιτροπή να λαμβάνει δεόντως υπόψη αυτό τον κίνδυνο κατά την εκπόνηση αυτών των προγραμμάτων·
27. εκφράζει το φόβο ότι, ελλείψει μιας αποφασιστικής πολιτικής επί του θέματος, η σημαντική έλξη που ασκεί μια κοινοτική αγορά ΠΑΥ σε μεγάλο βαθμό με ελεύθερη πρόσβαση και χαρακτηριζόμενη από υψηλή άνοδο της ζήτησης, αποτελεί για τις χώρες αυτές μόνιμο κίνητρο για υπεραλίευση·
28. χαιρετίζει την πρόσφατη έναρξη ισχύος μιας ρύθμισης που αφορά την καταπολέμηση της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας επιβάλλοντας την πιστοποίηση όλων των προϊόντων που διοχετεύονται στην κοινοτική αγορά· ενθαρρύνει μια αυστηρή και αποτελεσματική εφαρμογή της ρύθμισης αυτής ενώ αναγνωρίζει την ανάγκη παροχής βοήθειας σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες για την ορθή εφαρμογή της ρύθμισης και την καταπολέμηση της παράνομης αλιείας· υπενθυμίζει, ωστόσο, ότι πρόκειται για μια ελάχιστη απαίτηση που δεν αρκεί για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των αλιευτικών περιοχών από τις οποίες προέρχονται τα εν λόγω προϊόντα·
29. φρονεί ότι, πέραν της εφαρμογής της κοινοτικής ρύθμισης στην παράνομη, λαθραία και άναρχη αλιεία, είναι απαραίτητη η άσκηση αυστηρότερων ελέγχων στα επόμενα στάδια της διαδικασίας διάθεσης στην αγορά αυτών των προϊόντων, ιδίως μέσω της διενέργειας αυστηρότερων ελέγχων επί εκείνων των κρατών μελών και των επιχειρήσεων εις βάρος των οποίων υπάρχουν υπόνοιες ότι εφοδιάζονται με προϊόντα παράνομης αλιείας·
30. καλεί την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της προκειμένου να εξασφαλισθεί ο σεβασμός εκ μέρους των κύριων χωρών εξαγωγέων ΠΑΥ προς την ΕΕ των δεσμεύσεων που ανελήφθησαν στο Γιοχάνεσμπουργκ και την εφαρμογή εκ μέρους των χωρών αυτών αυστηρών πολιτικών σε σχέση με τη διατήρηση των πόρων· την ενθαρρύνει να συνεργασθεί με τις χώρες αυτές σε όλα τα κατάλληλα φόρα, και ιδιαίτερα στο πλαίσιο των Περιφερειακών Οργανώσεων Διαχείρισης της Αλιείας (ORGP)·
31. κρίνει, εξάλλου, ότι η Ένωση οφείλει να ενισχύσει αυτές τις δεσμεύσεις προκειμένου να διασφαλίσει ότι όλα τα προϊόντα που εξάγονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση προέρχονται, χωρίς εξαίρεση, από χώρες που έχουν κυρώσει τις κυριότερες διεθνείς συμφωνίες στον τομέα του δικαίου της θάλασσας, ιδίως δε τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, τη Σύμβαση περί αποθεμάτων ιχθύων οι μετακινήσεις των οποίων πραγματοποιούνται τόσο εντός όσο και εκτός των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών και των άκρως μεταναστευτικών αποθεμάτων ιχθύων, και οι οποίες είναι συμβαλλόμενα μέρη στην αντίστοιχη συμφωνία περί Περιφερειακών Οργανώσεων Διαχείρισης της Αλιείας, σε περιπτώσεις εξαγωγών προερχομένων από ύδατα τα οποία διαχειρίζεται κάποια από τις οργανώσεις αυτές·
32. υπογραμμίζει τα σοβαρά μειονεκτήματα των κοινοτικών αλιέων, υδατοκαλλιεργητών και μεταποιητών έναντι του ανταγωνισμού από ορισμένες τρίτες χώρες, εξαιτίας των πολύ χαμηλού εργατικού κόστους στις χώρες αυτές και των λιγότερο απαιτητικών κοινωνικών κανόνων που εφαρμόζονται εκεί·
33. θεωρεί ότι το πρόβλημα του "κοινωνικού ντάμπινγκ" που συναντάται σε πολλούς άλλους τομείς της οικονομίας, είναι ιδιαίτερα οξύ στον τομέα των ΠΑΥ, και ιδιαίτερα στις μεταποιητικές δραστηριότητες που χρησιμοποιούν σε μεγάλο βαθμό εργατικά χέρια·
34. καλεί την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της για να εξασφαλισθεί τουλάχιστον ο σεβασμός εκ μέρους των κυρίων χωρών εξαγωγέων ΠΑΥ προς την ΕΕ των οκτώ συμβάσεων του ΔΟΕ για τα θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα·
35. απαιτεί όλες οι εμπορικές προτιμήσεις που χορηγεί η ΕΕ για τα ΠΑΥ να εξαρτώνται συστηματικά από αυστηρούς περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς όρους· ζητεί επίσης οι διατάξεις που περιλαμβάνονται για το σκοπό αυτό στις συμφωνίες που συνάπτονται, να περιλαμβάνουν αξιόπιστους μηχανισμούς παρακολούθησης της τήρησης των δεσμεύσεων που ανελήφθησαν και την αναστολή ή ακόμη και την απόσυρση των προτιμήσεων σε περίπτωση παραβίασης· ζητεί, στην περίπτωση των αναπτυσσόμενων χωρών, την εφαρμογή ειδικά καταρτισμένων προγραμμάτων για την παροχή τεχνικής και, εάν χρειαστεί, οικονομικής βοήθειας, προκειμένου να βοηθηθούν οι ενδιαφερόμενες χώρες να ανταποκριθούν στις περιβαλλοντικές και κοινωνικές απαιτήσεις·
36. επιμένει στη σημασία της αυστηρής εφαρμογής στα ΠΑΥ που εισάγονται, περιλαμβανομένων των ζωοτροφών και των πρώτων υλών για ζωοτροφές, της κοινοτικής νομοθεσίας νομοθεσία στον τομέα των προτύπων και των υγειονομικών ελέγχων σε όλες τις πτυχές τους (διατροφική ασφάλεια, ιχνηλασιμότητα, πρόληψη), οι οποίες είναι απαραίτητες για την προστασία των καταναλωτών· ζητεί, στο πλαίσιο αυτό, από την Επιτροπή να βελτιώσει το πρόγραμμα επιθεωρήσεων σε τρίτες χώρες μέσω της βελτίωσης των αποστολών του Γραφείου Τροφίμων και Κτηνιατρικών Θεμάτων (ΓΤΚΘ), αυξάνοντας κυρίως τον αριθμό των εγκαταστάσεων που ελέγχονται σε κάθε αποστολή, με σκοπό την επίτευξη αποτελεσμάτων που αποδίδουν πιστότερα την πραγματική κατάσταση που επικρατεί στην τρίτη χώρα·
37. ζητεί τη μεγαλύτερη δυνατή επιφυλακτικότητα στην αναγνώριση των αναγκών που εφαρμόζονται σε ορισμένες τρίτες χώρες ως ισοδύναμες με εκείνες που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση για λόγους εφαρμογής της νομοθεσίας αυτής και κατά την επικύρωση των καταλόγων χωρών και εγκαταστάσεων που εξουσιοδοτούνται να εξάγουν ΠΑΥ στην ΕΕ· θεωρεί ότι η ΓΔ Υγείας και Προστασίας των Καταναλωτών (SANCO) θα έπρεπε να είναι σε θέση να αποσύρει μεμονωμένα σκάφη ή μονάδες μεταποίησης από τέτοιους εγκεκριμένους καταλόγους στην περίπτωση που δεν πληρούν ελάχιστες προδιαγραφές·
38. ζητεί μεγάλο βαθμό επαγρύπνησης σε σχέση με προϊόντα που προέρχονται από νέες μορφές ιδιαίτερα εντατικής υδατοκαλλιέργειας που εφαρμόζονται σε ορισμένες περιοχές του κόσμου και μια κριτική εξέταση των τεχνικών και διαδικασιών που χρησιμοποιούνται για την αύξηση της παραγωγικότητας των εγκαταστάσεων αυτών και των πιθανών επιπτώσεών τους στην υγεία, καθώς και των επιπτώσεών τους σε τοπικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό επίπεδο·
39. απαιτεί ισχυροποίηση και συχνότητα των ελέγχων που πραγματοποιούνται σε όλα τα επίπεδα και ιδιαίτερα σε σχέση με τους ουσιαστικά εναρμονισμένους και χαρακτηριζόμενους από διαφάνεια ελέγχους στα σύνορα, ανάλογα με τους κινδύνους που παρουσιάζουν τα σχετικά προϊόντα σε συνάρτηση, ιδιαίτερα, με τον χαρακτήρα τους και την προέλευσή τους· ζητεί από τα κράτη μέλη να προβλέψουν όλους τους αναγκαίους οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους·
Μεταρρύθμιση της ΚΑΠ
40. υπενθυμίζει τα διάφορα ψηφίσματά του που ενεκρίθησαν κατά την 6η κοινοβουλευτική περίοδο καλώντας την Επιτροπή να προχωρήσει επειγόντως σε μια φιλόδοξη μεταρρύθμιση της ΚΟΑ των προϊόντων αλιείας προκειμένου να συμβάλει εκ των προτέρων στη διασφάλιση των εισοδημάτων στον τομέα αυτό, στη σταθερότητα των αγορών, την καλύτερη εμπορία των προϊόντων αλιείας και την αύξηση της προστιθέμενης αξίας που αποτελούν· εκφράζει τη λύπη του για την καθυστέρηση που σημειώθηκε στον τομέα αυτό· παραπέμπει στα ψηφίσματα αυτά σε σχέση με το ποιοι θα έπρεπε να είναι οι μεγάλοι άξονες μιας τέτοιας μεταρρύθμισης·
41. επιμένει στο γεγονός ότι οι νέοι μηχανισμοί που θα δημιουργηθούν στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνουν υπόψη την αναπόφευκτη πραγματικότητα που αποτελεί ο έντονος ανταγωνισμός των εισαγωγών χαμηλού κόστους που προκύπτουν από πρακτικές οι οποίες βλάπτουν το περιβάλλον ή ισοδυναμούν με μια μορφή κοινωνικού ντάμπινγκ και να προσπαθήσουν να διασφαλίσουν την κανονική διακίνηση της κοινοτικής παραγωγής σε τιμές επαρκώς υψηλές·
Ενημέρωση του καταναλωτή
42. εκφράζει την πεποίθηση ότι οι ευρωπαίοι καταναλωτές θα προέβαιναν συχνά σε διαφορετική επιλογή εάν ήταν καλύτερα ενημερωμένοι για τον πραγματικό χαρακτήρα, τη γεωγραφική προέλευση και τις συνθήκες υπό τις οποίες έγινε η παραγωγή και η αλίευση των προς πώληση προϊόντων, καθώς και για τη ποιότητά τους·
43. υπογραμμίζει την επείγουσα ανάγκη καθιέρωσης κριτηρίων πιστοποίησης και επισήμανσης, αυστηρών και χαρακτηριζόμενων από διαφάνεια σε ό,τι αφορά την ποιότητα και την ανιχνευσιμότητα των προϊόντων της ευρωπαϊκής αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, και προώθησης της καθιέρωσης το συντομότερο δυνατόν ενός κοινοτικού ειδικού οικολογικού σήματος για τα προϊόντα αυτά προκειμένου να τερματισθεί η ανεξέλεγκτη εξάπλωση των ιδιωτικών συστημάτων πιστοποίησης·
44. θεωρεί ότι η διαδικασία πιστοποίησης και οικολογικής σήμανσης των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας πρέπει να είναι διαφανής και εύκολα κατανοητή για τους καταναλωτές και προσιτή σε ολόκληρη την αλυσίδα χωρίς εξαίρεση, στο μέτρο που τα κριτήρια τα οποία χρησιμοποιούνται για τη χορήγησή του τηρούνται με ευσυνειδησία·
Υδατοκαλλιέργεια
45. υπογραμμίζει το αυξανόμενο ποσοστό προϊόντων υδατοκαλλιέργειας στις εισαγωγές ΠΑΥ της ΕΕ·
46. αποδίδει το φαινόμενο αυτό σε μια σημαντική εξάπλωση της παραγωγής προϊόντων υδατοκαλλιέργειας σε ορισμένες περιοχές του κόσμου κατά την τελευταία δεκαετία, ενώ η κοινοτική παραγωγή, που δεν υπερβαίνει το 2% της παγκόσμιας, γνώρισε μια περίοδο στασιμότητας·
47. διαπιστώνει σοβαρές αλλαγές στις συνήθειες των καταναλωτών και στη ζήτηση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων διανομής μεταξύ νωπών προϊόντων κοινοτικής προέλευσης και ορισμένων εισαγόμενων προϊόντων υδατοκαλλιέργειας·
48. θεωρεί ότι μια βολονταριστική πολιτική βοήθειας στην ανάπτυξη μιας βιώσιμης κοινοτικής υδατοκαλλιέργειας, με λιγότερες επιπτώσεις στο περιβάλλον, αποτελεί ένα από τα βασικά στοιχεία μιας πολιτικής με στόχο τη μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές στον τομέα των ΠΑΥ, την ενίσχυση αυτής της δραστηριότητα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την κάλυψη μιας έντονα αυξανόμενης ζήτησης με μια μεγαλύτερη και πιο διαφοροποιημένη προσφορά· επισημαίνει σχετικά την ανάγκη εντατικοποίησης των προσπαθειών στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης ως προς τα ευρωπαϊκά προϊόντα υδατοκαλλιέργειας·
49. παραπέμπει σχετικά στο ψήφισμά του της 17ης Ιουνίου 2010 με θέμα "νέα ώθηση στη στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη της ευρωπαϊκής υδατοκαλλιέργειας"·
50. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να λάβουν δεόντως υπόψη τις κύριες συστάσεις της παρούσας έκθεσης στο πλαίσιο των προτάσεων και αποφάσεών τους για τη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ·
51. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
- [1] ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.
- [2] ΕΕ L 17 της 21.1.2000, σ. 22.
- [3] ΕΕ C 323 Ε της 18.12.2008, σ. 271.
- [4] ΕΕ L 286 της 29.10.2008, σ. 1.
- [5] ΕΕ L 27 της 30.1.2010, σ. 1.
- [6] Εγκριθέντα κείμενα της ίδιας ημερομηνίας, Ρ7_ΤΑ(2010)0039.
- [7] Εγκριθέντα κείμενα της ίδιας ημερομηνίας, Ρ7_ΤΑ(2010)0243.
- [8] Εγκριθέντα κείμενα της ίδιας ημερομηνίας, Ρ6_ΤΑ-PROV(2009)0373.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Η πολιτική μου ομάδα και εγώ ο ίδιος αποφασίσαμε στα τέλη του παρελθόντος έτους να αναλάβουμε την πρωτοβουλία σύνταξης της έκθεσης αυτής δεδομένης της θεμελιώδους σημασίας του θέματος και του εγκάρσιου χαρακτήρα των θεμάτων που θίγονται.
Η Επιτροπή Αλιείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενέκρινε τον παρελθόντα Φεβρουάριο ένα ψήφισμα για την Πράσινη Βίβλο σχετικά με τη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ βάσει μιας έκθεσης της κ. Maria do Céu Patrão Neves. Ετοιμάζεται επίσης να ψηφίσει σχέδιο έκθεσης του κ. Guido Milana για τη νέα στρατηγική σε σχέση με την ευρωπαϊκή υδατοκαλλιέργεια. Θεωρήσαμε ότι οι δύο σημαντικές αυτές εκθέσεις θα μπορούσαν να συμπληρωθούν με χρήσιμο τρόπο από μια εργασία που αφορά μια ιδιαίτερα αποφασιστική προβληματική για το μέλλον των σχετικών τομέων.
Το θέμα του καθεστώτος εισαγωγής προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας (ΠΑΥ), δηλαδή οι όροι υπό τους οποίους τα προϊόντα αυτά από τρίτες χώρες γίνονται δεκτά στο έδαφος της ΕΕ συμπληρωματικά ή σε ανταγωνισμό με τα προϊόντα της ευρωπαϊκής αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, αποτελεί πράγματι βασικό και αναπόφευκτο θέμα σε κάθε ανάλυση των συγκεκριμένων αυτών τομέων της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Τα αριθμητικά στοιχεία είναι κάτι παραπάνω από εύγλωττα:
· η αγορά της ΕΕ, με παραγωγή 12 εκατ. τόνων αξίας 55 δισ. ευρώ το 2007 αποτελεί την πρώτη παγκόσμια αγορά για τα ΠΑΥ, μπροστά από εκείνες της Ιαπωνίας και των Ηνωμένων Πολιτειών·
· παρουσιάζοντας έντονη ανάπτυξη από το 2005, καθίσταται όλο και περισσότερο εξαρτημένη από τις εισαγωγές σε σημείο που το ποσοστό κάλυψης της κατανάλωσης από την κοινοτική παραγωγή να είναι σήμερα κατώτερο του 40% πράγμα που σημαίνει εξάρτηση από τις εισαγωγές σε ποσοστό που υπερβαίνει το 60%·
· οι προβλέψεις για την κατανάλωση δείχνουν ότι η ζήτηση ενδέχεται να αυξηθεί κατά 1,5 εκατ. τόνους περίπου έως το 2030 και ότι η αύξηση αυτή θα πρέπει να καλυφθεί στο σύνολό της σχεδόν από συμπληρωματικές εισαγωγές.
Οπωσδήποτε η κοινοτική παραγωγή δεν αρκεί και ουδέποτε θα μπορούσε να αρκέσει για την κάλυψη της ζήτησης αυτής. Η εξάρτηση αυτή από τις εισαγωγές αποκαλύπτει από τον ένα τομέα της αγοράς στον άλλο (είδη, τύποι προϊόντων, κυκλώματα διανομής), πολύπλοκες και διαφοροποιημένες πραγματικότητες.
Ως εκ τούτου, η κατάσταση αυτή προκαλεί εύλογες ανησυχίες σε ορισμένους παράγοντες του κλάδου και τις ανησυχίες αυτές προσπάθησα να εκφράσω με το σχέδιο αυτό έκθεσης.
Σε επίπεδο μεθοδολογίας, η εργασία αυτή με οδήγησε να συμβουλευτώ ορισμένες μελέτες και διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως μελέτες που εκπονήθηκαν πρόσφατα για λογαριασμό της Επιτροπής αφενός και του Κοινοβουλίου αφετέρου. Απευθύνθηκα στη συνέχεια για συγκεκριμένες πληροφορίες σε ορισμένες γενικές διευθύνσεις της Επιτροπής (ΓΔ ΕΜΠΟΡΙΟΥ και ΓΔ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ) και είχα συνομιλίες με εκπροσώπους των υπηρεσιών αυτών.
Πραγματοποίησα εξάλλου μια άτυπη διαβούλευση με πολλές μεγάλες αντιπροσωπευτικές οργανώσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο αλιέων και υδατοκαλλιεργητών, εισαγωγέων και μεταποιητών καθώς με τους διανομείς με ερωτηματολόγια προσαρμοσμένα σε κάθε κατηγορία και είχα συναντήσεις με ορισμένες από τις οργανώσεις αυτές.
Η ακρόαση που διοργάνωσε η Επιτροπή Αλιείας στις 8 παρελθόντος Απριλίου με θέμα "Μεταρρύθμιση της ΚΑΠ: εμπορικές και οργανωτικές πτυχές της αγοράς" μου επέτρεψε επίσης να εμβαθύνω την κατανόησή μου για τα αντίστοιχα συμφέροντα των ενδιαφερομένων μερών και να αξιολογήσω το πόσο δύσκολο είναι να συμφιλιωθούν τα συμφέροντα αυτά.
Κατά τα δέοντα, τέλος, οι συζητήσεις, ενίοτε έντονες, με τους συναδέλφους μου στην Επιτροπή Αλιείας, που πραγματοποιήθηκαν σε τρία στάδια (πρώτη ανταλλαγή απόψεων, παρουσίαση εγγράφου εργασίας και η προαναφερθείσα ακρόαση) εμπλούτισαν την προσωπική μου θεώρηση σε σχέση με τις εθνικές προοπτικές και πολιτικές ευαισθησίες διαφορετικές από τις δικές μου. Προσπάθησα να λάβω όλα αυτά τα στοιχεία υπόψη στο παρόν σχέδιο έκθεσης.
Οι μεγάλοι άξονες του προγράμματος αυτού ανταποκρίνονται στα μεγάλα θέματα που προέκυψαν από τις εργασίες αυτές και συγκεκριμένα:
· τα θέματα που συνδέονται με μια κοινή εμπορική πολιτική όπως αυτή εφαρμόσθηκε μέχρι σήμερα και ακολουθείται σήμερα σε σχέση με τα ΠΑΥ και τη συνέπεια των αποφάσεων που λαμβάνονται στο πλαίσιο αυτό με τη διατήρηση ενός ευρωπαϊκού τομέα αλιείας βιώσιμου και υπεύθυνου·
· το βασικό θέμα να γνωρίζουμε εάν τα ΠΑΥ που εισάγονται στην ΕΕ σε όλο και πιο μεγάλες ποσότητες ανταποκρίνονται πράγματι στις ίδιες ανάγκες που επιβάλλονται στην κοινοτική παραγωγή, ιδίως σε περιβαλλοντικό, κοινωνικό, υγειονομικό και ποιοτικό επίπεδο·
· το θέμα της επείγουσας μεταρρύθμισης της κοινής οργάνωσης των αγορών στον τομέα των ΠΑΥ οι μηχανισμοί της οποίας ισχύουν από δεκαετίας και δεν ανταποκρίνονται πλέον στις νέες προκλήσεις που προκύπτουν ιδιαίτερα από τη σταδιακή κατάργηση των τελωνειακών δασμών και τον όλο και πιο μαζικό ανταγωνισμό των εισαγωγών·
· το θέμα της ενημέρωσης του καταναλωτή γενικά και εκείνο ενός ευρωπαϊκού οικολογικού σήματος για τα ΠΑΥ ιδιαίτερα.
Πρόσθεσα στις εξελίξεις αυτές ορισμένες συγκεκριμένες σκέψεις για την υδατοκαλλιέργεια προκειμένου να υπογραμμισθεί ότι η καθυστέρηση της ΕΕ σε σχέση με άλλες περιοχές του κόσμου στον τομέα αυτό είναι μια από τις εξηγήσεις για την αυξανόμενη εξάρτησή της από τις εισαγωγές και παραπέμπω στην έκθεση Milana σε ό,τι αφορά τα μέτρα που πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή για την κάλυψη της καθυστέρησης αυτής.
Η διάρκεια της ευρωπαϊκής αλιείας είναι ένα θέμα που μας ενώνει. Θα βρείτε, επομένως, στην έκθεση αυτή, τα κύρια συμπεράσματα στα οποία κατέληξα για την επίτευξη του στόχου αυτού.
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (2.6.2010)
προς την Επιτροπή Αλιείας
σχετικά με το καθεστώς εισαγωγής στην ΕΕ προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας με προοπτική τη μεταρρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑΠ)
(2009/2238(INI))
Συντάκτης γνωμοδότησης: Yannick Jadot
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Η Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου καλεί την Επιτροπή Αλιείας, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:
1. επισημαίνει ότι τα αλιευτικά προϊόντα αποτελούν έναν φυσικό πόρο που μπορεί με την κατάλληλη διαχείριση να είναι ανανεώσιμος και να παρέχει τροφή και θέσεις εργασίας στην ΕΕ και παγκοσμίως, καθώς και ότι έχει ανάγκη υποστήριξης ώστε να αποτραπούν η εξάντληση των ιχθυοαποθεμάτων και οι συνεπαγόμενες δυσχέρειες στις παράκτιες κοινότητες, τόσο στην ΕΕ όσο και εκτός αυτής· αναγνωρίζει, στο πλαίσιο αυτό, την ανάγκη να ενισχυθεί η αποτελεσματική διαχείριση της αλιείας, όπου περιλαμβάνονται και οι διαστάσεις και οι επιπτώσεις του διεθνούς εμπορίου αλιευτικών πόρων·
2. θεωρεί ότι η ΕΕ, ως ο μεγαλύτερος εισαγωγέας προϊόντων αλιείας στον κόσμο, μοιράζεται με άλλες μεγάλες ιχθυοεισαγωγούς χώρες την πολιτική ευθύνη να διασφαλίσει ότι οι εμπορικοί κανόνες του ΠΟΕ εφαρμόζουν τα υψηλότερα δυνατά παγκόσμια πρότυπα διαχείρισης της αλιείας και διατήρησης των πόρων· προς τον σκοπό αυτόν, καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε να ενισχυθεί η παρουσία ενός δίκαιου, διαφανούς και βιώσιμου εμπορίου αλιευτικών προϊόντων στις διμερείς και πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες της ΕΕ·
3. καλεί την Επιτροπή να αναλάβει τη δέσμευση, μαζί με άλλους εταίρους του ΠΟΕ και του FAO, να αναπτύξει και να προωθήσει περιβαλλοντικά και κοινωνικά πρότυπα, προς εφαρμογή στο διμερές και πολυμερές εμπόριο, τα οποία θα προωθούν τη βιωσιμότητα και θα συμβάλλουν στην ανακούφιση της φτώχειας σε παγκόσμιο επίπεδο·
4. τονίζει ότι τα αλιευτικά προϊόντα δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται όπως κάθε άλλο βιομηχανικό προϊόν, αλλά να υπόκεινται σε ειδικούς εμπορικούς κανόνες του ΠΟΕ που ισχύουν για ευαίσθητα προϊόντα, επιτρέποντας έτσι τη θέσπιση εγγυήσεων και ελέγχων·
5. καλεί την Επιτροπή να εξετάσει την ανάληψη κοινών πρωτοβουλιών εντός του ΠΟΕ και του FAO για την αξιολόγηση της σκοπιμότητας να μην υπόκεινται πλέον τα προϊόντα αλιείας στους βιομηχανικούς κανόνες της ΠΑΜΑΠ, προκειμένου να διευκολυνθεί η ευθυγράμμιση του εμπορίου των προϊόντων αλιείας με τις προδιαγραφές που ισχύουν για τα τρόφιμα και τα ευαίσθητα προϊόντα·
6. δίνει έμφαση στην ανάγκη συμμόρφωσης όλων των εισαγωγών στην ΕΕ προς τις υγειονομικές προδιαγραφές που ισχύουν για τα αλιευτικά προϊόντα τα οποία έχουν παραχθεί εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
7. υποστηρίζει τον κανονισμό της ΕΕ για την παράνομη αλιεία, ο οποίος αποσκοπεί στην αποτροπή της εισόδου στην αγορά της ΕΕ αλιευτικών προϊόντων που έχουν αλιευθεί παράνομα, ενώ αναγνωρίζει την ανάγκη παροχής βοήθειας σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες για την ορθή εφαρμογή του κανονισμού και την καταπολέμηση της παράνομης αλιείας.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Ημερομηνία έγκρισης |
1.6.2010 |
|
|
|
||
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
23 0 2 |
||||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
William (The Earl of) Dartmouth, Kader Arif, David Campbell Bannerman, Daniel Caspary, Harlem Désir, Christofer Fjellner, Joe Higgins, Yannick Jadot, David Martin, Vital Moreira, Godelieve Quisthoudt-Rowohl, Tokia Saïfi, Helmut Scholz, Peter Šťastný, Gianluca Susta, Iuliu Winkler, Jan Zahradil, Pablo Zalba Bidegain, Метин Казак |
|||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Josefa Andrés Barea, Catherine Bearder, George Sabin Cutaş, Mário David, Béla Glattfelder, Salvatore Iacolino, Syed Kamall, Michael Theurer, Γεώργιος Παπαστάμκος |
|||||
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Ημερομηνία έγκρισης |
22.6.2010 |
|
|
|
||
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
20 0 0 |
||||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Josefa Andrés Barea, Alain Cadec, Carmen Fraga Estévez, Pat the Cope Gallagher, Carl Haglund, Guido Milana, Maria do Céu Patrão Neves, Britta Reimers, Ulrike Rodust, Catherine Trautmann, Jarosław Leszek Wałęsa, Κρίτων Αρσένης |
|||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Jean-Paul Besset, Luis Manuel Capoulas Santos, Gabriel Mato Adrover, Antolín Sánchez Presedo, Ιωάννης Α. Τσουκαλάς |
|||||
Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Giovanni La Via, Maurice Ponga, Jacek Włosowicz |
|||||