ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας – 15η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας σύμφωνα με το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου

29.6.2010 - (2009/2142(INI))

Επιτροπή Νομικών Θεμάτων
Εισηγήτρια: Lidia Joanna Geringer de Oedenberg

Διαδικασία : 2009/2142(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A7-0215/2010
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A7-0215/2010
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας – 15η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας σύμφωνα με το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου

(2009/2142(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–       έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας[1],

–       έχοντας υπόψη τη διοργανική κοινή προσέγγιση για την εκτίμηση επιπτώσεων του Νοεμβρίου 2005,

–       έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 9ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με τη συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής[2],

–       έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Οκτωβρίου 2008 για τη βελτίωση της νομοθεσίας 2006: εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας - 14η ετήσια έκθεση[3],

–       έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του για την 24η και την 25η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου[4],

–       έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής με τίτλο "Βελτίωση της νομοθεσίας για το 2007" σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας σύμφωνα με το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου (15η έκθεση) (COM(2008)0586),

–       έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής με τίτλο "Βελτίωση της νομοθεσίας για το 2008" σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας σύμφωνα με το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου (16η έκθεση) (COM(2009)0504),

–       έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Τρίτη στρατηγική επισκόπηση για τη βελτίωση της νομοθεσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση" (COM(2009)0015),

–       έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής με τίτλο "Μείωση του διοικητικού φόρτου στην Ευρωπαϊκή Ένωση - έκθεση προόδου 2008 και προοπτικές για το 2009" (COM(2009)0016),

–       έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής με τίτλο "Τρίτη έκθεση προόδου σχετικά με τη στρατηγική για την απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος" (COM(2009)0017),

–       έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Πρόγραμμα δράσης για τη μείωση του διοικητικού φόρτου στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Τομεακά προγράμματα μείωσης του διοικητικού φόρτου και ενέργειες για το 2009" (COM(2009)0544),

–       έχοντας υπόψη τις εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη διεξαγωγή εκτιμήσεων επιπτώσεων (SEC(2009)0092),

–       έχοντας υπόψη την έκθεση του Συμβουλίου του 2008 για τη διεξαγωγή εκτιμήσεων επιπτώσεων (SEC(2009)0055),

–       έχοντας υπόψη την έκθεση του Συμβουλίου του 2009 για τη διεξαγωγή εκτιμήσεων επιπτώσεων (SEC(2010)1728),

–       έχοντας υπόψη την έκθεση της ομάδας υψηλού επιπέδου ανεξάρτητων ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με τον διοικητικό φόρτο, της 17ης Σεπτεμβρίου 2009,

–       έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την ανταγωνιστικότητα της 4ης Δεκεμβρίου 2009,

–       έχοντας υπόψη την τελική έκθεση της ομάδας εργασίας για την κοινοβουλευτική μεταρρύθμιση 2007-2009,

–       έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Διάσκεψης των Προέδρων των Επιτροπών με τίτλο "Εκτίμηση επιπτώσεων: εμπειρίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου",

–       έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού της Επιτροπής σχετικά με την πρωτοβουλία πολιτών (COM(2010)0119),

–       έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

–       έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7‑0215/2010),

A.     λαμβάνοντας υπόψη ότι η ορθή εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας είναι απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για την ορθή προσαρμογή της δραστηριότητας των θεσμικών της οργάνων στις προσδοκίες των πολιτών, των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά και των εθνικών και τοπικών κυβερνήσεων, καθώς και για να διασφαλισθεί ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο το δυνατόν εγγύτερα στον πολίτη,

B.     λαμβάνοντας υπόψη ότι η βελτίωση της νομοθεσίας ("better law-making") έχει καταστεί απαραίτητη προϋπόθεση για την αποτελεσματική λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην υπέρβαση της οικονομικής κρίσης και στην οικονομική ανάπτυξη,

Γ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι το ζήτημα της βελτίωσης της νομοθεσίας δεν πρέπει να εξετάζεται μόνο στο πλαίσιο του προγράμματος της Επιτροπής που έχει ως στόχο τη βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος ("better regulation"), αλλά και υπό μια ευρύτερη οπτική γωνία που σχετίζεται με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας,

Δ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας καθιστά το Κοινοβούλιο ισότιμο με το Συμβούλιο σε ό, τι αφορά το νομοθετικό έργο στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας,

Ε.     λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει την επίσημη συμμετοχή των επιμέρους εθνικών κοινοβουλίων στην παρακολούθηση της εφαρμογής της αρχής της επικουρικότητας,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η βελτίωση της νομοθεσίας αποτέλεσε προτεραιότητα για την προηγούμενη Επιτροπή και θα πρέπει επίσης να είναι πρωταρχικής σημασίας για τη νέα Επιτροπή,

Ζ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι η βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος στην Ένωση περιλαμβάνει μια σειρά ζητημάτων όπως η εκτίμηση επιπτώσεων, η μείωση του διοικητικού φόρτου και η απλοποίηση και κωδικοποίηση της υφιστάμενης νομοθεσίας,

Η.     λαμβάνοντας υπόψη τη θεμελιώδη σημασία που έχουν οι διαβουλεύσεις με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και ιδίως με τους κοινωνικούς εταίρους στο πλαίσιο της εκπόνησης νομικών κειμένων (συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης επιπτώσεων),

Θ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 225 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) επιτρέπει στο Κοινοβούλιο να ζητάει από την Επιτροπή να υποβάλει κατάλληλες προτάσεις για θέματα για τα οποία χρειάζεται κατά τη γνώμη του να εκπονηθούν πράξεις της Ένωσης προκειμένου να υλοποιηθούν οι Συνθήκες,

Ι.      λαμβάνοντας υπόψη το πρόγραμμα μείωσης του διοικητικού φόρτου που απορρέει από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο εφαρμόζεται από το 2005 με στόχο τη μείωση του διοικητικού φόρτου κατά 25% μέχρι το 2012,

ΙΑ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα από τα κύρια στοιχεία αυτού του προγράμματος είναι ο βασικός υπολογισμός των διοικητικών δαπανών που βασίζεται στο επονομαζόμενο τυποποιημένο υπόδειγμα κόστους,

ΙΒ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρήση της αναδιατύπωσης και κωδικοποίησης για την απλοποίηση και κωδικοποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας καθιστούν δυνατό να είναι πιο κατανοητές και συνεκτικές οι τροποποιήσεις που γίνονται,

ΙΓ.    λαμβάνοντας υπόψη την ουσιαστική σημασία που έχει για τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης η ορθή και έγκαιρη εφαρμογή τους από τα κράτη μέλη, καθώς και η συνεχιζόμενη συσσώρευση πολύπλοκων ρυθμιστικών πράξεων (το επονομαζόμενο "goldplating"), στο πλαίσιο της οποίας αναλαμβάνονται υποχρεώσεις που υπερβαίνουν τις απαιτήσεις του ευρωπαϊκού δικαίου,

ΙΔ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας αντικατέστησε το σύστημα της επιτροπολογίας με μια νέα διαίρεση σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και εκτελεστικές πράξεις,

ΙΕ.    λαμβάνοντας υπόψη την πρωτοβουλία ευρωπαίων πολιτών που καθιερώνει η Συνθήκη της Λισαβόνας ως ένα νέο μέσο που δίνει τη δυνατότητα στους πολίτες να ασκούν επιρροή στο δίκαιο που διαμορφώνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

ΙΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφέρει μεταξύ των δικαιωμάτων των πολιτών το δικαίωμα στην χρηστή διοίκηση, η οποία μπορεί να λειτουργήσει μόνο όταν στηρίζεται σε σαφείς και κατανοητές για τους πολίτες νομικές πράξεις,

Βασικές παρατηρήσεις

1.      τονίίζει την ζωτική ανάγκη το νομοθετικό έργο να πραγματοποιείται κατά τρόπο απλό, σαφή και κατανοητό για τους πολίτες της ΕΕ·

2.      τονίζει ότι τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα πρέπει να σέβονται τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας κατά τη διατύπωση προτάσεων και να τηρούν τα κριτήρια που καθορίζονται στο πρωτόκολλο για την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και αναλογικότητας, το οποίο προσαρτάται στη ΣΛΕΕ·

3.      τονίζει ότι όλα τα νομοθετικά σχέδια πρέπει να περιλαμβάνουν τους λόγους που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα με τη δράση της ΕΕ, και να τεκμηριώνονται με ποιοτικούς και, ει δυνατόν, ποσοτικούς δείκτες, σύμφωνα με το προαναφερθέν πρωτόκολλο·

4.      υποστηρίζει ένθερμα τη διαδικασία βελτίωσης του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, η οποία επιδιώκει μεγαλύτερη διαφάνεια, αποτελεσματικότητα και συνοχή της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης· υπογραμμίζει τον καίριο ρόλο της Επιτροπής ως θεσμικού οργάνου με νομοθετικές πρωτοβουλίες κατά την εκπόνηση νομοθετικών προτάσεων υψηλής ποιότητας· δεσμεύεται να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να ελέγχονται ταχέως οι προτάσεις αυτές σύμφωνα με τις κατάλληλες νομοθετικές διαδικασίες· υπογραμμίζει επίσης τη σημασία της συνεργασίας με τα κράτη μέλη για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της νομοθεσίας αυτής·

5.      σημειώνει τη δέσμευση της Επιτροπής σχετικά με την εν λόγω διαδικασία, που εκφράζεται σε μια σειρά εγγράφων και ιδίως στην τρίτη στρατηγική επισκόπηση για τη βελτίωση της νομοθεσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς και στις συνεχιζόμενες δραστηριότητές της· σημειώνει ταυτόχρονα ότι το πρόγραμμα αυτό είναι άγνωστο σε σχετικά μεγάλο αριθμό αποδεκτών και καλεί την Επιτροπή να το προωθήσει αποτελεσματικότερα·

6.      συμφωνεί με τις παρατηρήσεις που περιέχονται στα σημεία 3 και 15 των συμπερασμάτων του Συμβουλίου της 4ης Δεκεμβρίου 2009 και αφορούν την κοινή ευθύνη για τη βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος και την ενίσχυση αυτής της ευθύνης σε όλα τα όργανα και τα πρόσωπα που συμμετέχουν σε αυτήν τη διαδικασία·

7.      σημειώνει τη συμμετοχή της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής και της Επιτροπής των Περιφερειών στις συζητήσεις για τη βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος και τη μείωση του διοικητικού φόρτου και περιμένει μια γόνιμη συνεργασία στον εν λόγω τομέα·

8.      θεωρεί ότι η βελτίωση της διοργανικής συνεργασίας σε αυτό τον ευρύ τομέα απαιτεί αναθεώρηση της διοργανικής συμφωνίας του 2003 για τη βελτίωση της νομοθεσίας· εφιστά την προσοχή στις σχετικές με το ζήτημα αυτό παραγράφους του ψηφίσματός του της 9ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με τη συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, ιδίως δε στην κοινή δέσμευση των δύο θεσμικών οργάνων να προβούν σε συμφωνία για βασικές αλλαγές, στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τις μελλοντικές διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο Υπουργών σχετικά με μια προσαρμογή της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας στις νέες διατάξεις της Συνθήκης της Λισαβόνας·

9.      προτρέπει την Επιτροπή, με βάση την πολιτική συμφωνία που περιλαμβάνεται στο ψήφισμα της 9ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με τη σύναψη αναθεωρημένης συμφωνίας πλαισίου μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, να καταβάλει κάθε προσπάθεια για να τύχουν το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ισότιμης μεταχείρισης στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας, εφαρμόζοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όπως απορρέει από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, ειδικότερα με την ταυτόχρονη και πλήρη ενημέρωση των δυο θεσμικών οργάνων για κάθε εξέλιξη και πρόοδο που έχει αντίκτυπο στη διαδικασία αυτή και διασφαλίζοντας την ίση μεταχείριση όσον αφορά την πρόσβαση σε συνεδριάσεις και σε προτάσεις ή άλλες πληροφορίες·

10.    τονίζει ότι η διαδικασία απλοποίησης της νομοθεσίας δεν πρέπει να οδηγήσει σε μείωση των προτύπων που καθορίζονται στην υφιστάμενη νομοθεσία, και για τον λόγο αυτόν πρέπει οι διαβουλεύσεις με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών εταίρων, να αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας αυτής·

11.    εκφράζει ικανοποίηση για τη στενότερη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων στη διαδικασία διαμόρφωσης του ευρωπαϊκού δικαίου και ιδίως στη διαδικασία ελέγχου της συμμόρφωσης των νομοθετικών προτάσεων με την αρχή της επικουρικότητας· υπογραμμίζει την ανάγκη τήρησης της προθεσμίας των οκτώ εβδομάδων για την παράδοση των γνωμοδοτήσεων από τα εθνικά κοινοβούλια·

12.    εκφράζει ικανοποίηση για τις ενέργειες της Επιτροπής που έχουν ως στόχο να διασφαλίσουν μια αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών κοινοβουλίων και να ενημερώνουν σχετικά το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο· ενθαρρύνει τα εθνικά κοινοβούλια να προβαίνουν σε σαφή διάκριση μεταξύ των γνωμοδοτήσεων που αφορούν την αρχή της επικουρικότητας και εκείνων που συντάσσονται όσον αφορά το περιεχόμενο προτάσεων της Επιτροπής·

Εκτίμηση επιπτώσεων

13.    υπογραμμίζει τη θεμελιώδη ευθύνη της Επιτροπής για τις εκτιμήσεις επιπτώσεων· ζητεί την ανάπτυξη μηχανισμών που να διασφαλίζουν την ανεξαρτησία και την αξιοπιστία των διεξαγόμενων αναλύσεων· ταυτόχρονα, δεσμεύεται να συνεχίσει τις εκτιμήσεις επιπτώσεων των δικών του ουσιωδών τροποποιήσεων που υποβάλλονται στις προτάσεις της Επιτροπής·

14.    προς το σκοπό αυτό, ζητεί από την Επιτροπή να παρέχει συστηματικά μια περίληψη δύο έως τεσσάρων σελίδων των μελετών της σχετικά με τις εκτιμήσεις επιπτώσεων στο Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, μαζί με την πλήρη έκθεση των εκτιμήσεων επιπτώσεων κατά την υποβολή της νομοθετικής πρότασης ·

15.    ενθαρρύνει όλες τις κοινοβουλευτικές επιτροπές να διεξάγουν, πριν από κάθε συζήτηση μιας νομοθετικής πρότασης της Επιτροπής, ανταλλαγή απόψεων με την Επιτροπή σχετικά με τις εκτιμήσεις επιπτώσεων·

16.    αναγνωρίζει, βάσει των μέχρι τώρα εμπειριών, την ανάγκη αναθεώρησης της κοινής διοργανικής προσέγγισης των εκτιμήσεων επιπτώσεων και ενθαρρύνει όλα τα θεσμικά όργανα να τηρούν τις δεσμεύσεις τους ως προς τις εκτιμήσεις επιπτώσεων· εφιστά την προσοχή στα συμπεράσματα του εγγράφου εργασίας της Διάσκεψης των Προέδρων των Επιτροπών για το ζήτημα αυτό· ενθαρρύνει τις πρωτοβουλίες των κοινοβουλευτικών επιτροπών που καλούν την Επιτροπή να παρουσιάζει όλες τις εκτιμήσεις επιπτώσεων, ώστε να μπορούν να ελέγχονται πλήρως από τις αρμόδιες επιτροπές εξ αρχής και πριν από την πρώτη ανταλλαγή απόψεων·

17.    υπενθυμίζει ταυτόχρονα στην Επιτροπή ότι κατά την αξιολόγηση όλων των νέων προτάσεων πρέπει να λαμβάνονται σε μεγάλο βαθμό υπόψη όλες οι επιπτώσεις τους, ενώ πρέπει να ακολουθείται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που απαιτεί την ανάλυση των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών συνεπειών τους·

18.    τονίζει ιδίως την ανάγκη εξέτασης των κοινωνικών συνεπειών των νομοθετικών προτάσεων, μεταξύ άλλων και των επιπτώσεών τους στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας και στο βιοτικό επίπεδο· υπογραμμίζει για μια ακόμη φορά την ανάγκη να εξετασθούν προσεκτικά οι συνέπειες της νομοθεσίας στις επιχειρήσεις·

19.    συνιστά να προβαίνει η Επιτροπή σε εκτίμηση των επιπτώσεων όλων των προτάσεων που μειώνουν τον διοικητικό φόρτο, πράγμα που καθιστά δυνατή την ανάλυση των πιθανών παράπλευρων συνεπειών των εν λόγω προτάσεων

20.    επισημαίνει ότι για μια αντικειμενική εκτίμηση επιπτώσεων, η Επιτροπή πρέπει να διεξάγει συστηματικά διαβουλεύσεις με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων· θεωρεί απολύτως αναγκαία τη βελτίωση της ενημέρωσής τους σχετικά με τη δυνατότητα συμμετοχής τους σε διαβουλεύσεις και ζητεί παράταση της περιόδου διαβουλεύσεων των οκτώ εβδομάδων· καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει και να δημοσιεύσει έναν σαφή κατάλογο των εκτιμήσεων επιπτώσεων που έχουν προγραμματιστεί για το εκάστοτε επόμενο έτος ώστε να παρασχεθεί η δυνατότητα στους εμπλεκομένους να προετοιμαστούν σωστά·

21.    πιστεύει ότι οι αντικειμενικές εκτιμήσεις επιπτώσεων αποτελούν ένα εξαιρετικά σημαντικό εργαλείο για την αξιολόγηση των προτάσεων της Επιτροπής και, κατά συνέπεια, ζητεί έλεγχο στη διεξαγωγή των εκτιμήσεων επιπτώσεων από ανεξάρτητο όργανο, το οποίο ωστόσο θα πρέπει να λογοδοτεί στο Κοινοβούλιο·

22.    υπογραμμίζει ότι η ποιότητα των εκτιμήσεων επιπτώσεων πρέπει να ελέγχεται διαρκώς· εκφράζει ικανοποίηση για τη γνωμοδότηση του Συμβουλίου για τις εκτιμήσεις επιπτώσεων σχετικά με τη γενική βελτίωση της ποιότητάς τους· σημειώνει ότι το εν λόγω Συμβούλιο εφαρμόζει αυστηρότερα κριτήρια αξιολόγησης· ταυτόχρονα, σημειώνει ότι το μεγάλο ποσοστό εκτιμήσεων επιπτώσεων (πάνω από 30%) που απορρίφθηκαν αρχικά από το Συμβούλιο αποτελεί απόδειξη της ανάγκης για περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας των αντίστοιχων υπηρεσιών της Επιτροπής· ζητεί επιπλέον να αυξηθεί το σημερινό προσωπικό του εν λόγω Συμβουλίου ·

23.    εκφράζει ικανοποίηση για τις νέες κατευθυντήριες γραμμές τις Επιτροπής για τις εκτιμήσεις επιπτώσεων και ιδίως τη συμπερίληψη μιας σειράς θεμάτων που σχετίζονται με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας· αναμένει ότι οι νέες κατευθυντήριες γραμμές θα συνεισφέρουν σημαντικά στη βελτιστοποίηση της διαδικασίας διεξαγωγής των εκτιμήσεων επιπτώσεων και συνακόλουθα στη βελτίωση των νομοθετικών προτάσεων ·

24.    επικροτεί, ειδικότερα, το γεγονός ότι οι νέες κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για τις εκτιμήσεις επιπτώσεων ζητούν ανάλυση της επίπτωσης της επερχόμενης νομοθεσίας και των διοικητικών πρωτοβουλιών επί των ΜΜΕ (δοκιμασία ΜΜΕ), καθώς και ότι τα αποτελέσματα της ανάλυσης αυτής να λαμβάνονται υπόψη κατά την εκπόνηση προτάσεων· τονίζει με έμφαση ότι η συστηματική εφαρμογή της δοκιμασίας ΜΜΕ στις εκτιμήσεις επιπτώσεων της Επιτροπής αποτελεί σημαντικό στοιχείο στην εφαρμογή της Πράξης περί Μικρών Επιχειρήσεων, συμβάλλοντας σημαντικά σε ένα ρυθμιστικό περιβάλλον φιλικό προς τις ΜΜΕ· καλεί τα κράτη μέλη να θέσουν σε εφαρμογή τη δοκιμασία ΜΜΕ σε εθνικό επίπεδο·

25.    καλεί την Επιτροπή να διασαφηνήσει το πρόγραμμα της "έξυπνης ρύθμισης" (smart regulation) που παρουσιάζεται στις πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές του Προέδρου της Επιτροπής Barroso καθώς και να περιλάβει στο εν λόγω πρόγραμμα ποσοτικούς δείκτες, ιδίως εκείνους που συνδέονται με την πρόθεση μείωσης της γραφειοκρατίας·

26.    καλεί την Επιτροπή να προβαίνει συστηματικά σε εκ των υστέρων αξιολογήσεις των νομοθετικών πράξεων που εγκρίνονται, προκειμένου, ανάλογα με τις δυνατότητες, να ελέγχει μεταξύ άλλων την ορθότητα των σχετικών εκτιμήσεων επιπτώσεων·

27.    σημειώνει την πρωτοβουλία του Ελεγκτικού Συνεδρίου για την αξιολόγηση του συστήματος των εκτιμήσεων επιπτώσεων και αναμένει με ενδιαφέρον τα αποτελέσματά της·

Μείωση του διοικητικού φόρτου

28.    υπογραμμίζει τη σημασία της μείωσης του κόστους για τις επιχειρήσεις που λειτουργούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα για μια αποδοτική δραστηριότητα υπό τις σημερινές δύσκολες οικονομικές συνθήκες και να μπορέσουν να ανταγωνισθούν παγκοσμίως· υπογραμμίζει την ανάγκη να εκσυγχρονισθούν οι δημόσιες διοικητικές διαδικασίες· τονίζει ότι η μείωση του διοικητικού φόρτου πρέπει να εστιάζεται στις περιττές απαιτήσεις ενημέρωσης και, κατά συνέπεια, υποστηρίζει πλήρως την αρχή "μόνον άπαξ" που ορίζεται στην Πράξη περί των Μικρών Επιχειρήσεων· τονίζει ότι η μείωση του διοικητικού φόρτου των επιχειρήσεων δεν πρέπει να έχει οιεσδήποτε αρνητικές κοινωνικές ή περιβαλλοντικές επιπτώσεις ·

29.    σημειώνει με ικανοποίηση τα αποτελέσματα της μέχρι τώρα εργασίας της Επιτροπής όσον αφορά την εκπόνηση προτάσεων που, εφόσον εγκριθούν, θα καταστήσουν δυνατή τη μείωση του διοικητικού φόρτου κατά 33% μέχρι το 2012, πράγμα που αποτελεί βελτίωση σε σχέση με την προηγούμενη υποχρέωση μείωσης κατά 25%· σημειώνει ότι οι εξοικονομήσεις που θα προκύψουν μπορεί να ξεπεράσουν τα 40 δισ. ευρώ[5]·

30.    εφιστά ιδιαίτερα την προσοχή στην πρόοδο των εργασιών για τις προτάσεις της Επιτροπής που προσφέρουν τις μεγαλύτερες δυνατότητες εξοικονόμησης (π.χ. η εξαίρεση των πολύ μικρών επιχειρήσεων από τις απαιτήσεις χρηματοοικονομικής πληροφόρησης της Ένωσης και η τροποποίηση της οδηγίας για τον φόρο προστιθέμενης αξίας που θα διευκολύνει την έκδοση ηλεκτρονικών τιμολογίων)· καλεί τα κράτη μέλη σε εποικοδομητική συνεργασία στο Συμβούλιο και σε αποτελεσματική μεταφορά της εγκρινόμενης νομοθεσίας στην εσωτερική νομοθεσία τους·

31.    σημειώνει ότι το πρόγραμμα αναφοράς για τον υπολογισμό του διοικητικού φόρτου αποδείχθηκε χρήσιμη αλλά δαπανηρή μέθοδος· προτρέπει την Επιτροπή να εξετάσει τη χρησιμοποίηση εναλλακτικών μεθόδων υπολογισμού του διοικητικού φόρτου, όπως διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη, πράγμα που καθιστά σε συγκεκριμένες περιπτώσεις δυνατή τη γρήγορη εξάλειψη αυτού του φόρτου·

32.    τονίζει ότι το Τυποποιημένο Μοντέλο Κόστους για τη μέτρηση του διοικητικού φόρτου δεν έχει αξιολογηθεί από ανεξάρτητο φορέα·

33.    σημειώνει ταυτόχρονα ότι υπάρχει σχετικά μικρός αριθμός προτάσεων (148 το έτος 2008) που έγιναν επιγραμμικά μέσω ειδικού ιστοτόπου· θεωρεί ότι η Επιτροπή πρέπει να δώσει στους ενδιαφερομένους περισσότερες δυνατότητες να επισημαίνουν τις υπερβολικές διοικητικές δαπάνες που απορρέουν από το ευρωπαϊκό ή το εθνικό δίκαιο·

34.    συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας αποτελούν ένα εξαίρετο μέσο για τη μείωση του διοικητικού φόρτου και την παροτρύνει να υλοποιήσει τις ιδέες της ανακοίνωσης eCommission 2006-2010 και της στρατηγικής i2010, που έχουν ως στόχο τον εκσυγχρονισμό της διοίκησης στην Ευρώπη

35.    προτρέπει την Επιτροπή να συνεχίσει την υλοποίηση των μέτρων των τομεακών προγραμμάτων για τη μείωση του διοικητικού φόρτου· δεσμεύεται να εξετάσει τάχιστα τις αντίστοιχες νομοθετικές προτάσεις··

36.    σημειώνει τη θετική συμβολή της ομάδας υψηλού επιπέδου ανεξάρτητων ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με τον διοικητικό φόρτο όσον αφορά το πρόγραμμα μείωσης του διοικητικού φόρτου, το οποίο υλοποιείται από την Επιτροπή· τονίζει, ωστόσο, ότι η σύνθεση της ομάδας θα πρέπει να είναι πιο ισορροπημένη, περιλαμβάνοντας περισσότερους εμπειρογνώμονες που εκπροσωπούν την κοινωνία των πολιτών και εμπειρογνώμονες από άλλα κράτη μέλη· ζητεί την παράταση των αρμοδιοτήτων αυτής της διευρυμένης ομάδας έως το 2013·

37.    επισημαίνει ότι οι πολίτες δεν είναι σε θέση να διακρίνουν τον διοικητικό φόρτο που προκύπτει από το ευρωπαϊκό δίκαιο από εκείνον που επιβάλλεται από το εθνικό δίκαιο του εκάστοτε κράτους μέλους, και ότι ο εθνικός διοικητικός φόρτος συμβάλλει στη δημιουργία μιας αρνητικής εικόνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

38.    επισημαίνει ότι για την επιτυχή υλοποίηση του προγράμματος για τη μείωση του διοικητικού φόρτου απαιτείται ενεργός συνεργασία της Επιτροπής με τα κράτη μέλη προκειμένου να αποφευχθούν διαφορές ως προς την ερμηνεία και το επονομαζόμενο goldplating της νομοθεσίας·

39.    καλεί τα κράτη μέλη να υλοποιήσουν με συνέπεια τους εθνικούς στόχους που έχουν θέσει για τη μείωση του διοικητικού φόρτου· υπολογίζει σε μια γόνιμη συνεργασία με τα εθνικά κοινοβούλια στον τομέα αυτόν·

40.    ενθαρρύνει την Επιτροπή να επεκτείνει το πρόγραμμα δράσης για τη μείωση του διοικητικού φόρτου στην ΕΕ σε νέους τομείς προτεραιότητας και σε άλλες νομοθετικές πράξεις, επί τη βάσει της διαβούλευσης με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών εταίρων, και της εκ των υστέρων εκτίμησης της υπάρχουσας νομοθεσίας· καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει το συγκεκριμένο πρόγραμμα δράσης και πέραν του 2012·

Παρατηρήσεις θεσμικού και διαδικαστικού χαρακτήρα

41.    εκφράζει ικανοποίηση για τις μέχρι τώρα προσπάθειες της Επιτροπής όσον αφορά τον προσδιορισμό και την εκπόνηση προτάσεων για την απλοποίηση και την κωδικοποίηση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας· τονίζει την ανάγκη διατήρησης μιας καλής διοργανικής συνεργασίας στον τομέα αυτόν, ιδίως όταν η Επιτροπή αποσύρει νομοθετικές προτάσεις που θεωρούνται μη απαραίτητες·

42.    καλεί την Επιτροπή να προχωρήσει στην κωδικοποίηση νομικών πράξεων και να υποβάλει την προγραμματισθείσα για το 2009 έκθεση που θα αναφέρει λεπτομερώς τα επιτεύγματα ολόκληρου του προγράμματος κωδικοποίησης της νομοθεσίας[6]·

43.    τονίζει ότι η τροποποίηση της νομοθεσίας πρέπει να γίνεται πάντοτε με την τεχνική της αναδιατύπωσης· αναγνωρίζει και εκτιμά ταυτόχρονα τα δικαιώματα της Επιτροπής στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας·

44.    επισημαίνει ότι οι υπόλοιπες πρωτοβουλίες για την απλοποίηση της νομοθεσίας υπόκεινται στη συνήθη νομοθετική διαδικασία και στις προθεσμίες που ισχύουν στο πλαίσιο αυτό· διαβεβαιώνει σχετικά ότι καταβάλλει κάθε προσπάθεια προκειμένου να εξετάζει τις προτάσεις της Επιτροπής εντός της συντομότερης δυνατής προθεσμίας·

45.    επισημαίνει το γεγονός ότι η ΣΛΕΕ[7] απαγορεύει ρητώς την έγκριση νομοθετικών πράξεων από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο που δεν προβλέπονται στις διατάξεις της Συνθήκης για τον εκάστοτε τομέα·

46.    προειδοποιεί ότι δεν πρέπει να παραιτηθούμε από μια νομοθεσία που είναι απαραίτητη για την αυτορρύθμιση, την από κοινού ρύθμιση ή οιαδήποτε άλλα μέτρα μη νομοθετικού χαρακτήρα· πιστεύει ότι πρέπει σε κάθε περίπτωση να αναλυθούν προσεκτικά οι συνέπειες μιας τέτοιας επιλογής λαμβάνοντας υπόψη το δίκαιο που απορρέει από τη Συνθήκη και τις αρμοδιότητες των επιμέρους θεσμικών οργάνων·

47.    τονίζει ταυτόχρονα ότι τα μέσα της επονομαζόμενης ήπιας νομοθεσίας πρέπει να εφαρμόζονται με τη μέγιστη προσοχή και επί δεόντως αιτιολογημένης βάσης, χωρίς να υπονομεύεται η νομική ασφάλεια και η σαφήνεια της ισχύουσας νομοθεσίας, και ύστερα από διαβούλευση με το Κοινοβούλιο όπως υπογραμμίζεται στο ψήφισμά του για μια αναθεωρημένη συμφωνία πλαίσιο·

48.    σημειώνει με ικανοποίηση τη βελτίωση ως προς την ανταλλαγή πληροφοριών και εγγράφων σε συνάρτηση με εκτελεστικές πράξεις (επιτροπολογία), και ιδίως τη λειτουργία της νέας ρυθμιστικής διαδικασίας με έλεγχο· εκφράζει την ελπίδα ότι η μετάβαση στο νέο σύστημα που θεσπίζεται με τη Συνθήκη της Λισαβόνας θα πραγματοποιηθεί ομαλά και χωρίς περιττές καθυστερήσεις·

49.    σημειώνει, επιπλέον, μια σειρά λοιπών θεσμικών αλλαγών που θεσπίστηκαν με τη Συνθήκη της Λισαβόνας που θα έχουν επιπτώσεις στη νομοθετική διαδικασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση· υπογραμμίζει ιδιαίτερα τη σημασία της πρωτοβουλίας ευρωπαίων πολιτών , η οποία έχει τη δυνατότητα να καταστεί ουσιώδες στοιχείο του ευρωπαϊκού δημόσιου διαλόγου και εκφράζει ικανοποίηση για την σχετική πρόταση κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής· τονίζει την ανάγκη στενής συνεργασίας μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής για τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού και κατανοητού μέσου, με σαφή κριτήρια περί παραδεκτού, που να είναι σύμφωνο με την καλή πρακτική της νομοθετικής διαδικασίας της ΕΕ·

50.    υποστηρίζει την πρόταση της Επιτροπής να εξετάζεται το παραδεκτό προτεινόμενης ex-ante πρωτοβουλίας των πολιτών, εφόσον έχει συγκεντρωθεί το ένα τρίτο των απαιτούμενων δηλώσεων στήριξης, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η αποφυγή απογοητευμένων πολιτών σε περίπτωση πρωτοβουλιών που έχουν κριθεί μη παραδεκτές·

51.    καλεί την Επιτροπή να καθορίζει όχι μόνο τα χρονικά περιθώριά της για την εξέταση μιας επισήμως υποβληθείσας πρωτοβουλίας, αλλά και τα χρονικά περιθώριά της για την υποβολή μιας νομοθετικής πρότασης σε περίπτωση που η πρωτοβουλία κριθεί παραδεκτή·

52.    προτρέπει την Επιτροπή να δεσμευθεί ως προς τις προθεσμίες εντός των οποίων θα ικανοποιούνται αιτήματα του Κοινοβουλίου δυνάμει του άρθρου 225 της ΣΛΕΕ, με ειδική αναφορά στις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί στη συμφωνία πλαίσιο ως προς την εκπόνηση έκθεσης για τη συνέχεια που δίδεται σε όλα τα αιτήματα νομοθετικής πρωτοβουλίας κατά το τρίμηνο που ακολουθεί την έγκριση έκθεσης που αφορά νομοθετική πρωτοβουλία και την υποβολή νομοθετικής πρότασης το αργότερο εντός ενός έτους·

53.    καλεί την Επιτροπή, υπό το πρίσμα των μέχρι τώρα ψηφισμάτων του Κοινοβουλίου για την παρακολούθηση της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, να κάνει πλήρη χρήση των δικαιωμάτων της βάσει των άρθρων 258 και 260 της ΣΛΕΕ, ιδίως αναφορικά με την μη κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο των οδηγιών από την πλευρά των κρατών μελών·

54.    επισημαίνει ότι το ζήτημα της βελτίωσης της νομοθεσίας συνδέεται άμεσα με το ζήτημα της παρακολούθησης της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης·

55.    παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την εφαρμογή του πιλοτικού σχεδίου της ΕΕ για την παρακολούθηση αυτή· εκφράζει ανησυχία για το ότι η προτεινόμενη μέθοδος εξέτασης των καταγγελιών θα μπορούσε να οδηγήσει στην υπερβολική εξάρτηση της Επιτροπής από τα κράτη μέλη·

56.    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

  • [1]  ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1.
  • [2]  Εγκριθέντα κείμενα της ίδιας ημερομηνίας, P7_TA-PROV(2010)0009.
  • [3]  Εγκριθέντα κείμενα της ίδιας ημερομηνίας, P6_TA(2008)0493.
  • [4]  Εγκριθέντα κείμενα της ίδιας ημερομηνίας, P6_TA(2008)0494 και P6_TA-PROV(2009)0335.
  • [5]  Βλέπε σελίδα 6 του προγράμματος δράσης για τη μείωση του διοικητικού φόρτου στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Τομεακά προγράμματα μείωσης και ενέργειες για το 2009 (COM(2009)0544).
  • [6]  Βλ. τμήμα 5, «Τρίτη έκθεση προόδου σχετικά με τη στρατηγική για την απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος» (COM(2009)0017).
  • [7]  Άρθρο 296, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Η έκθεση για τη βελτίωση της νομοθεσίας ("better law-making") στην Ευρωπαϊκή Ένωση περιλαμβάνει, εξαιτίας της εμβέλειάς της, πάρα πολλά προβλήματα. Εκτός από τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, αφορά και τη στρατηγική της συνολικής βελτίωσης του ρυθμιστικού περιβάλλοντος ("better regulation") σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πρόκειται για το πρόγραμμα που άρχισε με τη διοργανική συμφωνία του 2003 για τη βελτίωση της νομοθεσίας και αποτέλεσε αντικείμενο μεγάλου αριθμού ψηφισμάτων του Κοινοβουλίου κατά τις δύο προηγούμενες κοινοβουλευτικές περιόδους. Στη στρατηγική συγκαταλέγεται ιδίως η πρόβλεψη των κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών συνεπειών νομοθετικών προτάσεων, η μείωση του διοικητικού φόρτου και η απλούστευση και ενοποίηση της υφιστάμενης νομοθεσίας.

Η παρούσα έκθεση αναφέρεται τόσο στη 15η όσο και στη 16η έκθεση της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας που περιλαμβάνουν τα έτη 2007 και 2008, στην τρίτη στρατηγική επισκόπηση για τη βελτίωση της νομοθεσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (της 28ης Ιανουαρίου 2009, συμπεριλαμβανομένων των παραρτημάτων), στο πρόγραμμα δράσης για τη μείωση του διοικητικού φόρτου της 22ας Οκτωβρίου 2009, καθώς και σε άλλα έγγραφα που ενέκριναν διάφορα θεσμικά όργανα, συμπεριλαμβανομένων των τελευταίων ψηφισμάτων του Κοινοβουλίου για τη βελτίωση της νομοθεσίας και τον έλεγχο του κοινοτικού δικαίου.

Επιπροσθέτως, η παρούσα έκθεση δίνει το έναυσμα ενασχόλησης με ορισμένα ουσιαστικά θεσμικά ζητήματα που σχετίζονται με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας (την 1η Δεκεμβρίου 2009) και θα έχουν μελλοντικά επιπτώσεις στη νομοθετική διαδικασία.

Τα σημαντικότερα ζητήματα που θίγονται στο παρόν σχέδιο έκθεσης είναι:

· Οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας

Οι αρχές αυτές συνιστούν τα κεντρικά αιτήματα του πρωτογενούς δικαίου, η δε εφαρμογή τους έχει ως στόχο να επιτύχει μια ανάλογη σχέση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας με τις προσδοκίες των πολιτών. Από την άλλη πλευρά, οι αρχές αυτές δίνουν στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να ασκούν τις δικές τους νομοθετικές αρμοδιότητες μέσα σε πνεύμα συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων κυβερνητικών επιπέδων, αυξάνοντας ταυτόχρονα με τον τρόπο αυτόν τη νομική ασφάλεια.

Με τη Συνθήκη της Λισαβόνας ενισχύεται ουσιαστικά ο ρόλος των εθνικών κοινοβουλίων στο πλαίσιο της αρχής της επικουρικότητας. Η Επιτροπή διαβιβάζει ήδη σήμερα στα κοινοβούλια όλα τα σχέδια νομικών εγγράφων, όμως μέχρι τώρα μόνο λίγα κοινοβούλια διαβιβάζουν τακτικά τις γνωμοδοτήσεις τους. Τα εθνικά κοινοβούλια πρέπει να παροτρυνθούν στο άμεσο μέλλον σε συνεργασία και αξιοποίηση των νέων δυνατοτήτων.

· Η εκτίμηση επιπτώσεων

Πρόκειται για ένα πολύ ουσιαστικό στοιχείο της νομοθετικής διαδικασίας και το Κοινοβούλιο έχει επισημάνει πολλές φορές ότι πρέπει να προετοιμάζεται με πολύ μεγάλη προσοχή από τις υπηρεσίες της Επιτροπής. Η Επιτροπή, ανταποκρινόμενη στα αιτήματα του Κοινοβουλίου, συνέστησε το 2006 συμβούλιο για τις εκτιμήσεις επιπτώσεων που είναι εγκατεστημένο στην Επιτροπή και υπάγεται άμεσα στον Πρόεδρό της. Το όργανο αυτό ελέγχει την ποιότητα των εκτιμήσεων επιπτώσεων πριν υποβληθεί το σχέδιο του εκάστοτε νομικού εγγράφου στην Επιτροπή ως επίσημη νομοθετική πρόταση. Ενόψει των αποτελεσμάτων της μέχρι τώρα δραστηριότητας του συμβουλίου απαιτείται η εξασφάλιση της πλήρους ανεξαρτησίας του και των ανάλογων συνθηκών εργασίας. Επί του παρόντος το συμβούλιο απαρτίζεται από 5 μέλη (ή τους αντιπροσώπους τους), που εργάζονται με την ενίσχυση των 15 αντίστοιχων προϋπολογισμών, πράγμα που δεν φαίνεται αρκετό, αν αναλογιστεί κανείς ότι αξιολογούνται εκτιμήσεις επιπτώσεων που φθάνουν από όλες τις γενικές διευθύνσεις της Επιτροπής και αφορούν όλους τους τομείς του δικαίου. Η Επιτροπή ενέκρινε, επηρεασμένη και από τη γνωμοδότηση του συμβουλίου για τις εκτιμήσεις επιπτώσεων, τον Ιανουάριο του 2009 νέες κατευθυντήριες γραμμές για την προετοιμασία των εκτιμήσεων επιπτώσεων. Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων θεωρεί θέμα αρχής την αναφορά στα προαναφερθέντα ζητήματα στο παρόν σχέδιο έκθεσης, μολονότι εκπονεί επίσης χωριστή έκθεση για την προετοιμασία εκτιμήσεων επιπτώσεων.

· Μείωση του διοικητικού φόρτου

Ενόψει του φιλόδοξου στόχου μείωσης του διοικητικού φόρτου που απορρέει από το ευρωπαϊκό δίκαιο κατά 25% μέχρι το 2012, η επιτροπή εξέτασε τόσο τη μεθοδολογία υπολογισμού αυτού του φόρτου όσο και τη συνεργασία μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και των κρατών μελών για τη μείωσή του. Ιδιαίτερα σημαντική φαίνεται η πληροφορία ότι, με κριτήριο τη βασική μέτρηση των διοικητικών δαπανών, μπορεί να εκτιμηθεί ότι 72 νομικά έγγραφα της Ένωσης περιλαμβάνουν 486 υποχρεώσεις ενημέρωσης που συνεπάγονται την έγκριση περισσοτέρων από 10 000 μέτρων εφαρμογής στα κράτη μέλη. Επιπλέον, εκτιμάται ότι το 32% του διοικητικού φόρτου που οφείλεται στην ΕΕ είναι αποτέλεσμα αποφάσεων ορισμένων κρατών μελών που υπερβαίνουν τις απαιτήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας (υπερβολικά αυστηρή μεταφορά), καθώς και της αναποτελεσματικότητας των διοικητικών διαδικασιών στα εν λόγω κράτη μέλη. Αυτό δείχνει πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος των κρατών μελών για τη μείωση του διοικητικού φόρτου, καθώς και ότι η μεταφορά του κοινοτικού δικαίου πρέπει να ελέγχεται συστηματικά και ενεργά.

Ενόψει της διατύπωσης των τομεακών προγραμμάτων για τη μείωση του διοικητικού φόρτου από την Επιτροπή τον Οκτώβριο του 2009, φαίνεται απαραίτητο να διατυπωθούν αρνητικές γνωμοδοτήσεις για επιμέρους νομοθετικές προτάσεις. Το παρόν σχέδιο έκθεσης εκτιμά επίσης τον ρόλο της ομάδας υψηλού επιπέδου ανεξάρτητων ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με τον διοικητικό φόρτο, της οποίας ο πρόεδρος, Edmund Stoiber, επισκέφθηκε την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων τον Νοέμβριο του 2009 και τον Ιούνιο του 2010.

· Απλούστευση και κωδικοποίηση της νομοθεσίας

Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να δούμε την τρίτη έκθεση προόδου σχετικά με τη στρατηγική για την απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, η οποία περιλαμβάνει πληροφορίες για συγκεκριμένες προτάσεις, καθώς και το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής. Το Κοινοβούλιο επιβεβαιώνει την υποστήριξή του προς τη στρατηγική και τους γενικούς στόχους αυτής της διαδικασίας, μολονότι η πείρα της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων σχετικά με την επικαιροποίηση του δικαίου στο πλαίσιο της αναδιατύπωσης και κωδικοποίησης δείχνει ότι υπάρχει δυνατότητα βελτίωσης της διοργανικής συνεργασίας.

Έξι χρόνια μετά την υπογραφή της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας μπορούν να συναχθούν ορισμένα συμπεράσματα και να εξεταστεί πώς μπορεί να βελτιωθεί περισσότερο η συνεργασία αυτή. Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων δεν θεωρεί απαραίτητο να διατυπωθούν ήδη στο παρόν σχέδιο έκθεσης προτάσεις για την τροποποίηση των αντίστοιχων συμφωνιών (και για την κοινή προσέγγιση των εκτιμήσεων επιπτώσεων). Αντίθετα, εφιστά την προσοχή στις σημαντικές υποδείξεις που περιλαμβάνονται στην τελική έκθεση της ομάδας εργασίας για την κοινοβουλευτική μεταρρύθμιση και στο ψήφισμα του ΕΚ της 9ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με την αναθεωρημένη συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής.

Σε συνάρτηση με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, η επιτροπή εφιστά ιδιαίτερα την προσοχή στην πρωτοβουλία ευρωπαίων πολιτών που δίνει στους πολίτες τη δυνατότητα ενεργού συμμετοχής στην εκπόνηση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Επίσης, αξίζει να αναφερθεί η νέα διαίρεση σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και εκτελεστικές πράξεις που θεσπίζεται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (4.5.2010)

προς την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων

σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας – 15η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας σύμφωνα με το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου
(2009/2142(INI))

Εισηγητής: Tadeusz Zwiefka

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων καλεί την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

A. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας καθιστά το Κοινοβούλιο ισότιμο με το Συμβούλιο εις ό, τι αφορά το νομοθετικό έργο στο πλαίσιο της κανονικής νομοθετικής διαδικασίας,

B.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας παρέχει, χάρη στην εισαγωγή της Πρωτοβουλίας των Ευρωπαίων Πολιτών, στους πολίτες, άνδρες και γυναίκες, της Ευρωπαϊκής Ένωσης τη δυνατότητα να ζητήσουν την ανάληψη πρωτοβουλίας στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή υπέβαλε στις 31 Μαρτίου 2010 πρόταση κανονισμού, που καθορίζει τις διαδικασίες και προϋποθέσεις για την εν λόγω Πρωτοβουλία Πολιτών,

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 225 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιτρέπει στο Κοινοβούλιο να ζητάει από την Επιτροπή να υποβάλλει κατάλληλες προτάσεις για θέματα για τα οποία χρειάζεται κατά τη γνώμη του να εκπονηθούν πράξεις της Ένωσης προκειμένου να υλοποιηθούν οι Συνθήκες,

E.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφέρει μεταξύ των δικαιωμάτων των πολιτών το δικαίωμα στην χρηστή διοίκηση, η οποία δεν μπορεί να λειτουργήσει παρά μόνο όταν στηρίζεται σε διαφανείς και κατανοητές για τους πολίτες νομικές διατάξεις,

1.  ζητεί να καταβάλει η Επιτροπή, με βάση την πολιτική συμφωνία που περιλαμβάνεται στο ψήφισμα της 9ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας πλαισίου μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, κάθε προσπάθεια για να τύχουν το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ισότιμης μεταχείρισης στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας, εφαρμόζοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης μεταξύ των Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όπως απορρέει από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, ειδικότερα με την ταυτόχρονη και πλήρη ενημέρωση των δυο θεσμικών οργάνων για κάθε εξέλιξη και πρόοδο που ενδέχεται να έχει αντίκτυπο στη διαδικασία αυτή και διασφαλίζοντας την ίση μεταχείριση όσον αφορά την πρόσβαση σε συνεδριάσεις και σε προτάσεις ή άλλες πληροφορίες·

2.  καλεί την Επιτροπή να προβεί χωρίς αναβολή και σε στενή συνεργασία με το Κοινοβούλιο στην ανάληψη των νομικής και οργανωτικής φύσεως μέτρων που χρειάζονται για να μπορούν οι πολίτες της ΕΕ να ασκούν το δικαίωμά τους, που προβλέπεται στο άρθρο 11 της Συνθήκης της Λισαβόνας, στην ανάληψη πρωτοβουλίας στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας·

3.  καλεί την Επιτροπή να δεσμευθεί ως προς τις προθεσμίες, εντός των οποίων θα ικανοποιηθούν οι αιτήσεις του Κοινοβουλίου δυνάμει του άρθρου 225 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με ειδική παραπομπή στις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί στη συμφωνία πλαίσιο ως προς την εκπόνηση έκθεσης για τη συνέχεια που δίδεται σε όλες τις αιτήσεις νομοθετικής πρωτοβουλίας κατά το τρίμηνο που ακολουθεί την έγκριση έκθεσης που αφορά νομοθετική πρωτοβουλία και την υποβολή νομοθετικής πρότασης το αργότερο εντός ενός έτους·

4.  υπογραμμίζει την ανάγκη το νομοθετικό έργο να πραγματοποιείται κατά τρόπο απλό, διαφανή και κατανοητό για τους πολίτες της ΕΕ.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

3.5.2010

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

20

1

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Carlo Casini, Andrew Duff, Roberto Gualtieri, Zita Gurmai, Gerald Häfner, Ramón Jáuregui Atondo, Constance Le Grip, David Martin, Morten Messerschmidt, Potito Salatto, György Schöpflin, Indrek Tarand, Rafał Trzaskowski, Станимир Илчев

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Enrique Guerrero Salom, Alain Lamassoure, Íñigo Méndez de Vigo, Vital Moreira, Helmut Scholz, Μαριεττα Γιαννάκου

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Maria Da Graça Carvalho

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

23.6.2010

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

21

0

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Raffaele Baldassarre, Luigi Berlinguer, Sebastian Valentin Bodu, Françoise Castex, Christian Engström, Marielle Gallo, Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Klaus-Heiner Lehne, Antonio López-Istúriz White, Antonio Masip Hidalgo, Alajos Mészáros, Bernhard Rapkay, Evelyn Regner, Alexandra Thein, Diana Wallis, Zbigniew Ziobro, Tadeusz Zwiefka

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Jan Philipp Albrecht, Piotr Borys, Sajjad Karim, Kurt Lechner, Angelika Niebler, József Szájer