ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές ενόψει της κατάρτισης του προϋπολογισμού του 2012

17.3.2011 - (2011/2042(BUD))

Επιτροπή Προϋπολογισμών
Εισηγήτρια: Francesca Balzani


Διαδικασία : 2011/2042(BUD)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A7-0058/2011
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A7-0058/2011
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές ενόψει της κατάρτισης του προϋπολογισμού του 2012

(2011/2042(BUD))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 313 και 314 της ΣΛΕΕ,

–   έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία (ΔΣ) της 17ης Μαΐου 2006, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση[1],

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 17ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020»[2],

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 15ης Δεκεμβρίου 2010, σχετικά με ανακοίνωση της Επιτροπής για το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2011[3],

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 20ής Οκτωβρίου 2010, σχετικά με τη χρηματοπιστωτική, οικονομική και κοινωνική κρίση: συστάσεις για τα ενδεικνυόμενα μέτρα και πρωτοβουλίες (ενδιάμεση έκθεση)[4],

–   έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 16ης Ιουνίου 2010, σχετικά με την οικονομική διακυβέρνηση[5],

–   έχοντας υπόψη τον επικαιροποιημένο δημοσιονομικό προγραμματισμό της Επιτροπής για το διάστημα 2007-2013 που υποβλήθηκε σύμφωνα με το σημείο 46 της προαναφερθείσας διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006,

–   έχοντας υπόψη τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2011,

–   έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τον προϋπολογισμό του 2012,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (Α7-0058/2011),

Ένας προϋπολογισμός για το 2012 υπό την αιγίδα της ενισχυμένης ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης, του μηχανισμού του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και των στόχων για τόνωση της ανάπτυξης και της απασχόλησης που περιέχονται στη στρατηγική «Ευρώπη 2020»

1.     συντάσσεται με την άποψη ότι η στρατηγική «Ευρώπη 2020» οφείλει να βοηθήσει την Ευρώπη να ανακάμψει από την κρίση και να βγει ισχυρότερη, μέσω μιας ευφυούς, βιώσιμης και ευρέος φάσματος ανάπτυξης βασισμένης στους πέντε πρωταρχικούς στόχους της ΕΕ που αφορούν την προώθηση της απασχόλησης, τη βελτίωση των συνθηκών για την καινοτομία και τις σχετικές δημόσιες δαπάνες, την έρευνα και την ανάπτυξη, την επίτευξη των στόχων που αφορούν την κλιματική μεταβολή και την ενέργεια, τη βελτίωση του εκπαιδευτικού επιπέδου και την προαγωγή της κοινωνικής ένταξης, ιδίως μέσω της μείωσης της φτώχειας· υπενθυμίζει ότι τα ίδια τα κράτη μέλη έχουν υιοθετήσει πλήρως αυτούς τους πέντε στόχους·

2.     επισημαίνει ότι απαιτείται η διασφάλιση ενός ορισμένου βαθμού συνεκτικότητας μεταξύ της επίτευξης των στόχων και των πόρων που διατίθενται σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο για την επίτευξή τους· εμμένει στην ανάγκη συμμόρφωσης της δημοσιονομικής πολιτικής της ΕΕ με τούτη την αρχή· εκτιμά ότι το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, νέος μηχανισμός ενισχυμένης ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης, πρέπει να έχει την ευχέρεια να ασχοληθεί με την καλύτερη δυνατή προσέγγιση για την επίτευξη αυτών των πέντε πρωταρχικών στόχων·

3.  πιστεύει ακράδαντα ότι το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο οφείλει να επιδιώξει την βελτίωση του συντονισμού και της συνεκτικότητας των εθνικών και ευρωπαϊκών οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών· εκτιμά ότι το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο οφείλει να επικεντρωθεί στην βελτίωση των συνεργειών μεταξύ ευρωπαϊκών και εθνικών δημοσίων επενδύσεων με σκοπό την ομαλότερη επίτευξη των ευρύτερων πολιτικών επιδιώξεων της ΕΕ· παρατηρεί τις θεμελιώδεις διαφορές που υφίστανται μεταξύ του προϋπολογισμού της ΕΕ και των εθνικών προϋπολογισμών όσον αφορά την διάρθρωσή τους· φρονεί ωστόσο ότι το άθροισμα των ευρωπαϊκών και εθνικών δημοσίων δαπανών που προορίζονται για τους κοινούς πολιτικούς σκοπούς πρέπει να καθοριστεί το συντομότερο δυνατό·

4.      γνωρίζει τις ανησυχίες του Συμβουλίου όσον αφορά τους οικονομικούς και δημοσιονομικούς περιορισμούς σε εθνικό επίπεδο αλλά υπενθυμίζει, πρώτον και κύριον, ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των Συνθηκών, ο προϋπολογισμός της ΕΕ δεν επιτρέπεται να εμφανίζει έλλειμμα· υπενθυμίζει ότι, εντός του 2009, το σύνολο του συσσωρευμένου δημοσίου ελλείμματος στην ΕΕ ανήλθε σε 801 δις ευρώ και ότι ο προϋπολογισμός της ΕΕ αντιπροσωπεύει μόλις το 2% των συνολικών δημοσίων δαπανών στην ΕΕ·

5.  εκτιμά εντούτοις ότι η δύσκολη οικονομική κατάσταση που επικρατεί σε ολόκληρη την Ένωση καθιστά σήμερα πιο σημαντική από ποτέ τη διασφάλιση της κατάλληλης εκτέλεσης του προϋπολογισμού της ΕΕ, της ποιότητας των δαπανών και της βέλτιστης χρήσης των υφισταμένων κοινοτικών χρηματοδοτήσεων·

6.  φρονεί ότι ο προϋπολογισμός της ΕΕ παρέχει προστιθέμενη αξία στις εθνικές δημόσιες δαπάνες όταν λειτουργεί ως έναυσμα, ενίσχυση και συμπλήρωση επενδύσεων σε εκείνους τους τομείς πολιτικής που βρίσκονται στο επίκεντρο της «Ευρώπης 2020»· φρονεί επιπλέον ότι ο προϋπολογισμός της ΕΕ οφείλει να παίξει αποφασιστικό ρόλο στην διαδικασία εξόδου της ΕΕ από την τρέχουσα οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση, διότι έχει τη δυνατότητα να αποτελέσει τον καταλύτη στην προσπάθεια να δοθεί ώθηση στις επενδύσεις, στην ανάπτυξη και στην απασχόληση στην Ευρώπη· θεωρεί ότι ο προϋπολογισμός της ΕΕ μπορεί, αν μή τι άλλο, να αμβλύνει τις συνέπειες των τωρινών περιοριστικών εθνικών δημοσιονομικών πολιτικών και ταυτόχρονα να στηρίζει τις προσπάθειες των εθνικών κυβερνήσεων· επισημαίνει εξάλλου, δεδομένου του αναδιανεμητικού χαρακτήρα του προϋπολογισμού της ΕΕ, ότι οποιαδήποτε προσπάθεια να περιοριστεί το ύψος του μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και για τον ρυθμό της οικονομικής ανάπτυξης σε πολλά κράτη μέλη· συντάσσεται με την άποψη ότι μια προσέγγιση που βασίζεται στις έννοιες «καθαρή συνεισφορά» / «καθαρή απολαβή» παραβλέπει τις δευτερογενείς συνέπειες που μεταδίδονται από χώρα σε χώρα και υπονομεύει με τον τρόπο αυτό τους στόχους πολιτικής που είναι κοινοί για όλη την ΕΕ·

7.  επισημαίνει ότι η υλοποίηση των επτά εμβληματικών πρωτοβουλιών της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» προϋποθέτει τεράστιο όγκο προσανατολισμένων στο μέλλον επενδύσεων, τις οποίες η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της με τίτλο ‘H επανεξέταση του προϋπολογισμού της ΕΕ’ (COM(2010)0700), εκτιμά σε τουλάχιστον 1,8 τρισ. ευρώ έως το 2020· τονίζει ότι μία από τις κύριες επιδιώξεις της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», δηλαδή η δημιουργία θέσεων εργασίας και η προαγωγή μιας απασχόλησης υψηλής ποιότητας για όλους τους Ευρωπαίους, μπορεί να υλοποιηθεί μόνο εφόσον οι απαραίτητες επενδύσεις στην εκπαίδευση υπέρ μιας κοινωνίας της γνώσης, στην έρευνα και ανάπτυξη, στην καινοτομία, στις ΜΜΕ και στις φιλικές προς το περιβάλλον τεχνολογίες πραγματοποιηθούν άμεσα χωρίς καμία περαιτέρω αναβολή· απευθύνει έκκληση για ένα νέο πολιτικό συμβιβασμό που θα συνδυάζει την μείωση των δημόσιων ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους με την προαγωγή τέτοιων επενδύσεων· εκφράζει την προθυμία του, προκειμένου να ενισχυθεί ο αντίκτυπος του προϋπολογισμού της ΕΕ και να βοηθηθεί η απόκριση της ΕΕ στην οικονομική κρίση, να διερευνηθούν τρόποι για διεύρυνση των υπαρχόντων μηχανισμών που βελτιώνουν τη συνέργεια ανάμεσα στον προϋπολογισμό τις ΕΕ και τις δράσεις της ΕΤΕπ, ούτως ώστε να ενισχυθούν οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις· εκφράζει επιπλέον την ικανοποίησή του για την έναρξη δημόσιας διαβούλευσης από την Επιτροπή με θέμα την πρωτοβουλία για τα ομόλογα σχεδίων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·  

8.  τάσσεται συνεπώς κατά οποιασδήποτε απόπειρας περικοπής των πιστώσεων του προϋπολογισμού σε εκείνους τους τομείς που συνδέονται με την υλοποίηση των πρωταρχικών στόχων και των επτά εμβληματικών πρωτοβουλιών της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»· παρατηρεί ότι κάθε τέτοια απόπειρα θα ήταν αντιπαραγωγική και, κατά πάσα πιθανότητα, αιτία αποτυχίας της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», όπως συνέβη με την στρατηγική της Λισαβόνας· εκτιμά ότι η στρατηγική «Ευρώπη 2020» μπορεί να είναι αξιόπιστη μόνο εφόσον διαθέτει επαρκή χρηματοδότηση, και υπενθυμίζει ότι το ΕΚ έχει επανειλημμένα ανακινήσει το σοβαρό αυτό πολιτικό θέμα· επαναλαμβάνει το κατηγορηματικό αίτημά του προς την Επιτροπή να αποσαφηνίσει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των εμβληματικών πρωτοβουλιών και να ενημερώσει το Κοινοβούλιο σχετικά με τα δημοσιονομικά μέσα που απαιτούνται για την εφαρμογή της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·

9.  τονίζει το γεγονός ότι τα δημοσιονομικά μέτρα δεν αποτελούν τον μοναδικό παράγοντα στην προσπάθεια επίτευξης των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», αλλά ότι πρέπει οι δημοσιονομικές προσπάθειες να πλαισιώνονται από συγκεκριμένες προτάσεις απλοποίησης προκειμένου να δημιουργηθεί εκείνο το περιβάλλον που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων μας στους τομείς της απασχόλησης, της έρευνας και της καινοτομίας, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογιών για το περιβάλλον και την ενέργεια· είναι επίσης πεπεισμένο ότι η επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας νέων πράσινων θέσεων εργασίας, είναι θέμα όχι μόνο αυξημένων δημοσιονομικών μέσων αλλά και μιας ποιοτικής επανεστίασης των υπαρχουσών πολιτικών της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της ΚΓΠ, που θα λαμβάνει δεόντως υπόψη τα κριτήρια βιωσιμότητας·

10. εκτιμά επίσης ότι οι πιστώσεις του προϋπολογισμού 2012, συμπεριλαμβανομένων όσων δεν αφορούν άμεσα τους τομείς που συνδέονται με την υλοποίηση της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», πρέπει να διατηρηθούν σε κατάλληλο επίπεδο προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχιση των πολιτικών της ΕΕ και η επίτευξη των στόχων της ΕΕ σε χρονικό ορίζοντα που υπερβαίνει κατά πολύ την διάρκεια της τρέχουσας οικονομικής κρίσης·

11. ζητεί μεγαλύτερη συνοχή ανάμεσα στις εξωτερικές και τις εσωτερικές πολιτικές της ΕΕ, λαμβανομένου υπόψη του σημαντικού αντικτύπου των παγκόσμιων εξελίξεων στο οικονομικό, φυσικό και βιομηχανικό περιβάλλον της ΕΕ, στην ανταγωνιστικότητά της και στην απασχόληση· υπογραμμίζει συνεπώς την ανάγκη να παρασχεθούν στην ΕΕ τα αναγκαία χρηματοδοτικά μέσα ώστε να μπορεί να αποκριθεί επαρκώς στις εντεινόμενες παγκόσμιες προσκλήσεις και να υπερασπίσει και προωθήσει αποτελεσματικά τα κοινά συμφέροντά της και τις κοινές βασικές αξίες της – όπως είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα, η δημοκρατία, το κράτος δικαίου, οι θεμελιώδεις ελευθερίες και η προστασία του περιβάλλοντος· υπενθυμίζει ότι λελογισμένες πρόσθετες δαπάνες σε επίπεδο ΕΕ είναι συχνά δυνατόν να προκαλούν αναλογικά μεγαλύτερες εξοικονομήσεις σε επίπεδο κρατών μελών·

12. πιστεύει ότι στην ΕΕ αναλογεί σημαντικός ρόλος στην υποβοήθηση και χρηματοδοτική στήριξη των αραβικών χωρών σε αυτό το ιστορικό σημείο της δημοκρατικής τους εξέλιξης και του οικονομικού και κοινωνικού τους μετασχηματισμού· επικροτεί εν προκειμένω την ανακοίνωση της Επιτροπής ‘Εταιρική σχέση με τις χώρες της Νότιας Μεσογείου για τη δημοκρατία και την κοινή ευημερία’ (COM(2011)0200

13. εκφράζει τη λύπη του για την απουσία οποιασδήποτε κοινοβουλευτικής διάστασης από την εφαρμογή του πρώτου Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, παρά το ρόλο που διαδραματίζουν στις αντίστοιχες δημοσιονομικές διαδικασίες το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα 27 εθνικά κοινοβούλια· πιστεύει ακράδαντα ωστόσο ότι μια μεγαλύτερη κοινοβουλευτική ανάμειξη θα βελτίωνε σημαντικά τον δημοκρατικό χαρακτήρα και την διαφάνεια του εν λόγω μέσου· συντάσσεται με την πρωτοβουλία της Επιτροπής Προϋπολογισμών του να διοργανώσει, σε πρώτο στάδιο, συνάντηση με τα εθνικά κοινοβούλια προκειμένου να συζητηθεί το γενικό περίγραμμα των προϋπολογισμών των κρατών μελών και της ΕΕ για το 2012·

14. χαιρετίζει τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν δημοσίως η ουγγρική και η πολωνική προεδρία για ανοιχτό και εποικοδομητικό διάλογο με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε θέματα προϋπολογισμού το 2011· επιβεβαιώνει την βούλησή του να συνεργαστεί στενά με το Συμβούλιο και την Επιτροπή, σε πλήρη συμμόρφωση με τις διατάξεις της Συνθήκης της Λισαβόνας· αναμένει ότι οι τρέχουσες κατευθυντήριες γραμμές θα ληφθούν πλήρως υπόψη κατά τη διαδικασία του προϋπολογισμού του 2012·

Η βιωσιμότητα και η ευθύνη στον πυρήνα του προϋπολογισμού 2012 της ΕΕ

15. παρατηρεί ότι, για το 2012 και σύμφωνα με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) για τη περίοδο 2007-2013 προβλέπονται συνολικές πιστώσεις αναλήψεως υποχρεώσεων ύψους147,55 δισ. ευρώ και ανώτατο όριο πιστώσεων πληρωμών ύψους 141,36 δισ. ευρώ· υπενθυμίζει ότι τα εν λόγω ποσά υπολείπονται ούτως ή άλλως σημαντικά (κατά περίπου 25 δισ. ευρώ για τις πιστώσεις αναλήψεως υποχρεώσεων και κατά περίπου 22 δισ. ευρώ για τις πιστώσεων πληρωμών) σε σχέση με το ανώτατο όριο που καθορίζεται με την ισχύουσα απόφαση περί ιδίων πόρων·

16. επισημαίνει ότι ο δημοσιονομικός προγραμματισμός που κατέθεσε η Επιτροπή στις 31 Ιανουαρίου 2011 περιέχει ενδεικτικά ποσά αναφοράς για πιστώσεις αναλήψεως υποχρεώσεων όλων των υφισταμένων προγραμμάτων και δράσεων της ΕΕ· σημειώνει ότι το συνολικό ύψος των πιστώσεων αναλήψεως υποχρεώσεων μπορεί να οριστεί στα 147,88 δισ. ευρώ·

17. υπογραμμίζει ότι αυτοί οι αριθμοί αποτελούν την ανά έτος κατανομή των πολυετών συνολικών ποσών επί των οποίων συμφώνησαν τόσο το Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο κατά την έγκριση των εν λόγω προγραμμάτων και δράσεων. επισημαίνει ότι τα προγραμματισμένα ετήσια ποσά αποτελούν πιστώσεις που επιτρέπουν την επίτευξη των στόχων και των προτεραιοτήτων της ΕΕ, ιδίως στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»· αντιλαμβάνεται εντούτοις ότι υπάρχει κάποιο περιθώριο ευελιξίας σε ορισμένους τομείς του ΠΔΠ, δεδομένων των απολύτως προσωρινών ενδεικτικών αριθμών (ιδίως στον τομέα 2) που παρουσίασε η Επιτροπή εκείνη τη χρονική στιγμή·

18. επισημαίνει ότι ο προϋπολογισμός του 2012 είναι ο έκτος από τους επτά που περιέχονται στο τρέχον ΠΔΠ· φρονεί ότι τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής έχουν πλέον σαφέστερη εικόνα των αδυναμιών των υφισταμένων πολυετών προγραμμάτων και των θετικών εξελίξεων που παρατηρήθηκαν σε αυτά· σημειώνει ότι έχουν ήδη πραγματοποιηθεί ενδιάμεσες επισκοπήσεις των περισσότερων συναποφασιζόμενων προγραμμάτων και καλεί την Επιτροπή να αποσαφηνίσει οποιεσδήποτε προκύπτουσες δημοσιονομικές επιπτώσεις· επισημαίνει σχετικά την αποφασιστικότητα του Κοινοβουλίου –εάν αναγκαστεί να πράξει κάτι τέτοιο για να στηρίξει και ενισχύσει τις πολιτικές προτεραιότητες της ΕΕ και να ανταποκριθεί σε νέες πολιτικές ανάγκες, σε στενή συνεργασία με τις ειδικευμένες επιτροπές– να κάνει πλήρη χρήση, μεταξύ άλλων, της παραγράφου 37 της διοργανικής συμφωνίας (που επιτρέπει νομοθετική ευελιξία της τάξης του 5%)·

19. τονίζει ότι η διατήρηση επαρκών περιθωρίων κάτω από τα όρια όλων των τομέων του ΠΔΠ δεν αποτελεί τη μοναδική λύση για την αντιμετώπιση εκτάκτων περιστάσεων· επισημαίνει την τρέχουσα υποχρηματοδότηση ορισμένων τομέων του ΠΔΠ, ιδίως των τομέων 1α, 3β και 4, τόσο σε σχέση με τις ανάγκες που υφίστανται όσο και σε σχέση με τις πολιτικές προτεραιότητες της ΕΕ όπως τις ενέκριναν τα κράτη μέλη· διαπιστώνει ότι η αντίληψη που διέπει τις κατευθυντήριες γραμμές του Συμβουλίου για τον προϋπολογισμό 2012 δεν αντανακλούν μακροπρόθεσμες προοπτικές και θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο υπάρχουσες δράσεις και προγράμματα σε περίπτωση εκτάκτων καταστάσεων ή νέων πολιτικών προτεραιοτήτων· τονίζει ότι τα πρόσφατα γεγονότα σε διάφορες βορειοαφρικανικές χώρες ήδη δείχνουν στην κατεύθυνση αυτή, και καλεί την Επιτροπή να διερευνήσει πώς θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν οι υπάρχοντες χρηματοδοτικοί μηχανισμοί της ΕΕ για να στηρίξουν τις δημοκρατικές βλέψεις·

20. φρονεί αντιθέτως ότι οι διάφοροι μηχανισμοί ευελιξίας που προβλέπει η διοργανική συμφωνία (όπως η μετατόπιση πιστώσεων μεταξύ τομέων ή η ενεργοποίηση του μέσου ευελιξίας) αποτελούν εργαλεία που πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως· υπενθυμίζει επίσης ότι, από το 2007 και έπειτα, η χρήση τους κρίθηκε απαραίτητη κάθε χρόνο για την αντιμετώπιση διάφορων προβλημάτων που προέκυπταν· διατυπώνει την προσδοκία ότι το Συμβούλιο θα συμπράξει πλήρως στη χρησιμοποίησή τους και θα συζητήσει το θέμα εγκαίρως, ώστε να αποφευχθούν οποιεσδήποτε δυσανάλογα χρονοβόρες και δύσκολες διαπραγματεύσεις για την κινητοποίησή τους·

21. επισημαίνει σχετικά ότι, προκειμένου να διατηρηθούν υπό αυστηρό έλεγχο οι πιστώσεις αναλήψεως υποχρεώσεων, θα χρειαστεί όχι μόνο να γίνουν σημαντικές ανακατανομές και αναδιατάξεις προτεραιοτήτων, αλλά και να προσδιοριστούν από κοινού από τα όργανα ενδεχόμενες αρνητικές προτεραιότητες καθώς και εξοικονομήσεις· προτρέπει τις ειδικευμένες επιτροπές του να δρομολογήσουν αποφασιστικά τη διαδικασία καθορισμού σαφών πολιτικών προτεραιοτήτων για όλους τους τομείς πολιτικής της ΕΕ· τονίζει εντούτοις ότι για τον σκοπό αυτό χρειάζεται μεγαλύτερη δημοσιονομική ευελιξία και ότι μια αναθεώρηση του ΠΔΠ (π.χ. αντισταθμίσεις μεταξύ τομέων του ισχύοντος ΠΔΠ) ενδέχεται να καταστεί απολύτως αναγκαία για την ικανότητα της Ένωσης να λειτουργήσει, όχι μόνο από την άποψη της αντιμετώπισης των νέων προκλήσεων αλλά και ενόψει της διευκόλυνσης της διαδικασίας λήψης αποφάσεων στα θεσμικά όργανα, ώστε οι δημοσιονομικοί πόροι να ευθυγραμμίζονται με τις εξελισσόμενες συνθήκες και προτεραιότητες· τονίζει ότι η διαδικασία αυτή πρέπει να είναι απολύτως διαφανής·

22. υπογραμμίζει ότι η ενίσχυση ορισμένου αριθμού πολιτικών και οι νέες αρμοδιότητες σε επίπεδο ΕΕ μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας συνεπάγονται λογικά πρόσθετη χρηματοδοτική ικανότητα για την ΕΕ, κάτι που δεν συνέβαινε το 2011, πρώτο έτος ισχύος της Συνθήκης· υπενθυμίζει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή την πολιτική δήλωση που προσαρτήθηκε στον προϋπολογισμό του 2011, βάσει της οποίας η Επιτροπή αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξετάσει πιθανούς τρόπους ενίσχυσης των τομέων προτεραιότητας της Συνθήκης της Λισαβόνας και να αξιολογήσει επισταμένως τις ανάγκες κατά την κατάρτιση του σχεδίου προϋπολογισμού του 2012· προσδοκά ότι η Επιτροπή θα δώσει έμπρακτη συνέχεια επί του θέματος προτείνοντας, για παράδειγμα, την μετατροπή επιτυχών πρότυπων σχεδίων ή προπαρασκευαστικών δράσεων που έχουν σχέση με τη Λισαβόνα σε πολυετή προγράμματα·

23. θεωρεί ότι η προσέγγιση της Επιτροπής όσον αφορά τον προσδιορισμό των προερχόμενων από τον προϋπολογισμό της ΕΕ επιδοτήσεων για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς είναι αξιόπιστη και παρέχει τα κατάλληλα κίνητρα· τονίζει ότι οι πιστώσεις του προϋπολογισμού που λαμβάνουν οι οργανισμοί της ΕΕ όχι μόνο δεν αναλίσκονται αποκλειστικά σε διοικητικές δαπάνες αλλά αντιθέτως συνεισφέρουν στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και στους εν γένει σκοπούς της ΕΕ, όπως αυτοί καθορίζονται από τη νομοθετική αρχή· επαναλαμβάνει ότι είναι ανάγκη να εξετάζονται τα αιτήματα για νέες θέσεις με προσοχή και σε συσχετισμό με τα προσφάτως ανατεθέντα καθήκοντα· υπογραμμίζει ωστόσο πόσο σημαντική είναι η επαρκής χρηματοδότηση των οργανισμών αυτών, των οποίων τα καθήκοντα έχουν αυξηθεί, ώστε να μην παρεμποδίζεται η απόδοσή τους· ζητεί να υπάρξει ιδιαίτερη μεθοδολογία όσον αφορά την πρόσληψη εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού με επαγγελματική εμπειρία, ιδίως όταν οι εν λόγω θέσεις χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από την είσπραξη διαφόρων τελών και άρα δεν έχουν επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της ΕΕ· στηρίζει το έργο που επιτελεί η διοργανική ομάδα εργασίας σχετικά με το μέλλον των οργανισμών, ομάδα που συστάθηκε στις αρχές του 2009, και προσβλέπει στα συμπεράσματά της, ιδίως όσον αφορά τα προαναφερθέντα σημεία·

Επίπεδο πληρωμών, υπόλοιπα προς εκκαθάριση (RAL) και χρηματοδότηση του προϋπολογισμού της ΕΕ

24. παρατηρεί ότι το επίπεδο πληρωμών του 2012 θα προκύψει άμεσα από τις νομικές και πολιτικές δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν τα προηγούμενα χρόνια· εκτιμά ότι μια αύξηση σε σχέση με τα επίπεδα του προϋπολογισμού του 2011 μπορεί να προβλεφθεί και συνάδει με το γενικό περίγραμμα των πληρωμών της περιόδου προγραμματισμού 2007-2013 (βλ. πίνακες παραρτήματος)·

25. επισημαίνει ότι πρέπει επειγόντως να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των διογκούμενων εκκρεμών αναλήψεων υποχρεώσεων (RAL) στα τέλη του 2010 (194 δισ. ευρώ, βλ. πίνακα παραρτήματος)· εκφράζει τη λύπη του για τη στάση του Συμβουλίου, που αποφασίζει για το επίπεδο πληρωμών εκ των προτέρων, χωρίς να λαμβάνει υπόψη μια ακριβή αξιολόγηση των πραγματικών αναγκών· τονίζει ότι το επίπεδο των RAL είναι ιδιαιτέρως υψηλό στον τομέα 1 β· δεν θεωρεί ότι η επιλογή του Συμβουλίου περί μείωσης των αναλήψεων δημοσιονομικών υποχρεώσεων της ΕΕ προκειμένου να μειωθεί το επίπεδο των RAL αποτελεί βιώσιμη λύση, διότι κάτι τέτοιο θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στην υλοποίηση στόχων και προτεραιοτήτων της ΕΕ που έχουν ήδη συμφωνηθεί· υπογραμμίζει σχετικά τη δέσμευση του Συμβουλίου, στο πλαίσιο της κοινής δήλωσης με το Κοινοβούλιο, για τη δυνατότητα αντιμετώπισης αναγκών σε πιστώσεις πληρωμών που θα ανακύψουν κατά τη διάρκεια του 2011 μέσω διορθωτικού προϋπολογισμού·

26. υπογραμμίζει ότι ένα ορισμένο επίπεδο RAL είναι αναπόφευκτο κατά την υλοποίηση πολυετών προγραμμάτων και ότι η ύπαρξη εκκρεμών αναλήψεων υποχρεώσεων εξ ορισμού προϋποθέτει πληρωμές που αντιστοίχως πρέπει να γίνουν· ζητεί συνεπώς να διαφυλαχθεί η ευταξία στην σχέση υποχρεώσεων και πληρωμών και δεσμεύεται να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να μειωθεί, καθ` όλη τη διάρκεια της διαδικασίας του προϋπολογισμού, η απόκλιση μεταξύ πιστώσεων αναλήψεως υποχρεώσεων και πιστώσεων πληρωμών

27. συμμερίζεται την άποψη του Συμβουλίου ότι πρέπει να δοθεί ώθηση σε μια πραγματιστική διαδικασία προϋπολογισμού· καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι το σχέδιο προϋπολογισμού της βασίζεται στην αρχή αυτή· παρατηρεί εντούτοις ότι η εκτέλεση του προϋπολογισμού στο παρελθόν, η οποία βελτιώθηκε τα τελευταία χρόνια, ενδέχεται σε ορισμένες περιπτώσεις να μην αποτελεί ιδιαίτερα ακριβή δείκτη ως προς τις ανάγκες του 2012, διότι η εφαρμογή ορισμένων προγραμμάτων μπορεί να επιταχυνθεί εντός του 2012 και οι ανάγκες πληρωμών να αυξηθούν αντιστοίχως· υιοθετεί την έκκληση του Συμβουλίου, σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη οφείλουν να παρέχουν καλύτερες προβλέψεις εκτέλεσης, ιδίως με σκοπό την αποφυγή της ελλιπούς απορρόφησης πόρων, και εκτιμά ότι το κύριο βάρος της σχετικής προσπάθειας πρέπει να το φέρουν τα ίδια τα κράτη μέλη, διότι το ύψος του σχεδίου προϋπολογισμού που καταρτίζει η Επιτροπή καθορίζεται κυρίως από τις δικές τους προβλέψεις (ιδίως στον τομέα 2) και από τη δυνατότητα τους να απορροφούν πιστώσεις· υπενθυμίζει ότι τα κράτη μέλη διαχειρίζονται από κοινού με την Επιτροπή ποσοστό που υπερβαίνει το 80% των χρηματοδοτικών πόρων της ΕΕ· υπενθυμίζει στα κράτη μέλη την εκ του νόμου ευθύνη τους ως προς τον καθορισμό και την εφαρμογή δημοσιονομικών διατάξεων με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται οι δικαιούχοι χρηματοδότησης της ΕΕ·

28. επισημαίνει ότι η προστασία των οικονομικών συμφερόντων υπάγεται, μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, και στην ευθύνη των κρατών μελών· υπογραμμίζει ότι, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου σε ορισμένα κράτη μέλη δεν είναι πλήρως αποτελεσματικά· υπενθυμίζει επιπλέον ότι δεν έχουν υλοποιηθεί ακόμη οι ανακτήσεις κονδυλίων αχρεωστήτως καταβληθέντων από τα διαρθρωτικά ταμεία, που ανέρχονται σε δισεκατομμύρια ευρώ· επισημαίνει ότι η φετινή ετήσια έκθεση της ΓΔ REGIO δεν μπορεί να βεβαιώσει τη νομιμότητα και κανονικότητα των δαπανών των κρατών μελών, διότι ορισμένα κράτη μέλη δεν τήρησαν την υποχρέωσή τους να υποβάλλουν εγκαίρως τις εκθέσεις τους· επισημαίνει ότι η συνεχιζόμενη υποχρηματοδότηση του προϋπολογισμού της ΕΕ από τα κράτη μέλη ενδέχεται να υποχρεώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να προσδιορίσει αρνητικές προτεραιότητες μεταξύ των προγραμμάτων της ΕΕ και κατά συνέπεια να προβεί σε περικοπές του προϋπολογισμού τους·

29. γνωρίζει ότι το επίπεδο των πληρωμών που εκτελούνται τελικά κάθε χρόνο συνεπάγεται ορισμένες φορές μια σημαντική αύξηση, το λεγόμενο «πλεόνασμα», σε σχέση με τα αρχικώς συμφωνηθέντα από την αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή επίπεδα πληρωμών, με αποτέλεσμα την αντίστοιχη μείωση των εθνικών συνεισφορών στον προϋπολογισμό της ΕΕ και βελτίωση της δημοσιονομικής κατάστασης των κρατών μελών· δεν συμφωνεί ότι οι ανησυχίες του Συμβουλίου όσον αφορά το επίπεδο και την χρονική στιγμή αυτών των «επιστροφών» έχουν θέση στη συζήτηση του πολιτικά ευαίσθητου βαθύτερου ζητήματος της χρηματοδότησης του προϋπολογισμού της ΕΕ· έχει αντίθετα τη γνώμη ότι οι μη εκτελεσθείσες πληρωμές του έτους ‘n’ πρέπει να μεταφέρονται στο επόμενο οικονομικό έτος (‘n+1’), όχι να αφαιρούνται από τον υπολογισμό της εθνικής συνεισφοράς των κρατών μελών· προτρέπει συνεπώς την Επιτροπή να υποβάλει φιλόδοξες προτάσεις για την θέσπιση νέων και γνήσιων ιδίων πόρων, ώστε να αποκτήσει η ΕΕ πραγματικούς και αυτόνομους χρηματοδοτικούς πόρους· επιμένει επιπροσθέτως ότι οποιοιδήποτε νέοι ίδιοι πόροι πρέπει να βασίζονται σε διεξοδική εκτίμηση αντικτύπου και να επιδιώκουν την εξεύρεση τρόπων για ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της οικονομικής ανάπτυξης της ΕΕ· καλεί το Συμβούλιο να συνεργαστεί εποικοδομητικά στο πλαίσιο της συζήτησης σχετικά με δίκαιους και νέους ιδίους πόρους για την ΕΕ·

Διοικητικές δαπάνες υπαγόμενες στο Τμήμα III του προϋπολογισμού της ΕΕ

30. λαμβάνει δεόντως υπόψη την από 3ης Φεβρουαρίου 2011 επιστολή του αρμοδίου για τον δημοσιονομικό προγραμματισμό και τον προϋπολογισμό Επιτρόπου, με την οποία διατυπώθηκε εκ νέου η δέσμευση της Επιτροπής για μηδενική αύξηση προσωπικού και η βούλησή της να μειώσει την ονομαστική αύξηση (σε σύγκριση με το 2011) των διοικητικών δαπανών του τομέα 5· έχει εντούτοις συναίσθηση του γεγονότος ότι, καθώς αυξάνονται διαρκώς οι αρμοδιότητες της ΕΕ, αυτή η τάση δεν είναι ενδεχομένως βιώσιμη μακροπρόθεσμα και μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στην ταχεία και αποτελεσματική υλοποίηση των δράσεων της ΕΕ·

31. καλεί την Επιτροπή να αναλογιστεί τον μακροπρόθεσμο αντίκτυπο που θα έχει η πολιτική ανάθεσης σε εξωτερικούς συνεργάτες και πρόσληψης ολοένα και μεγαλύτερου αριθμού συμβασιούχων στην ποιότητα και στην ανεξαρτησία της ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης· επισημαίνει ότι η εν λόγω πρακτική δημιουργεί μεν οικονομίες σε μισθούς και συντάξεις, αλλά έχει ως αποτέλεσμα να μην περιλαμβάνεται στον πίνακα προσωπικού της Επιτροπής ένας ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός ατόμων που εργάζονται για την Επιτροπή· υπενθυμίζει ότι τα επίπεδα μισθών και συντάξεων καθορίζονται με νομικά δεσμευτικές συμφωνίες με τις οποίες οφείλει να συμμορφώνεται πλήρως η Επιτροπή·

32. επισημαίνει επίσης ότι, στη περίπτωση των πολυετών προγραμμάτων, ορισμένες συγκεκριμένες διοικητικές δαπάνες (μεταξύ των οποίων εκείνες των εκτελεστικών οργανισμών) συμπεριλαμβάνονται στους συνολικούς δημοσιονομικούς πόρους των προγραμμάτων από κοινού με τις λεγόμενες επιχειρησιακές δαπάνες· επισημαίνει ότι η πρακτική του Συμβουλίου να πραγματοποιεί οριζόντιες περικοπές αυτών των γραμμών του προϋπολογισμού για να μειώσει τις διοικητικές δαπάνες θα έχει ως αναπόφευκτη συνέπεια να τροποποιήσει το σύνολο αυτών των κοινώς συμφωνηθέντων κονδυλίων και θα επηρεάσει ενδεχομένως την ταχύτητα και ποιότητα της υλοποίησης των προγραμμάτων·

* * * * *

33. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο και στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

15.3.2011

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

32

4

3

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Damien Abad, Alexander Alvaro, Francesca Balzani, Lajos Bokros, Andrea Cozzolino, James Elles, Göran Färm, José Manuel Fernandes, Eider Gardiazábal Rubial, Salvador Garriga Polledo, Jens Geier, Ingeborg Gräßle, Estelle Grelier, Carl Haglund, Lucas Hartong, Jutta Haug, Monika Hohlmeier, Sidonia Elżbieta Jędrzejewska, Anne E. Jensen, Jan Kozłowski, Alain Lamassoure, Giovanni La Via, Barbara Matera, Miguel Portas, Dominique Riquet, László Surján, Derek Vaughan, Angelika Werthmann, Jacek Włosowicz, Ивайло Калфин

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Antonello Antinoro, Gerben-Jan Gerbrandy, Jürgen Klute, Riikka Manner, María Muñiz De Urquiza, Paul Rübig, Theodor Dumitru Stolojan, Γεώργιος Σταυρακάκης

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Ádám Kósa