ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση τροποποίησης της Πράξης περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση καθολική ψηφοφορία, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976
28.4.2011 - (2009/2134 (INI))
Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων
Εισηγητής: Andrew Duff
- ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
- ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I – Ενοποιημένη διατύπωση της Πράξης περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία, όπως προσαρτάται στην απόφαση του Συμβουλίου της 20ης Σεπτεμβρίου 1976, και των μεταγενέστερων τροποποιήσεών της
- ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II - Πρόταση τροποποίησης των Συνθηκών
- ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ – Σχέδιο πρότασης απόφασης του Συμβουλίου για την έγκριση των διατάξεων που τροποποιούν την Πράξη περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976
- Παράρτημα στο σχέδιο πρότασης απόφασης του Συμβουλίου για την έγκριση των διατάξεων που τροποποιούν την Πράξη περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 Οι τροπολογίες στο παρόν έγγραφο βασίζονται σε μια ενοποιημένη απόδοση, που εκπόνησε η Νομική Υπηρεσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία στηρίχθηκε στην Πράξη σχετικά με την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία (ΕΕ L 278, 8.10.1976, σ. 5), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση αριθ. 93/81/Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ για την τροποποίηση της Πράξης σχετικά με την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία που επισυνάπτεται στην απόφαση του Συμβουλίου αριθ. 76/787/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 (ΕΕ L 33, 9.2.1993, σ. 15), και στην απόφαση του Συμβουλίου αριθ. 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ, της 25ης Ιουνίου 2002 και της 2ης Σεπτεμβρίου 2002 (ΕΕ L 283, 21.10.2002, σ. 1). Αυτή η ενοποιημένη απόδοση διαφέρει από την ενοποιημένη απόδοση της Υπηρεσίας Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (CONSLEG. 1976X1008-23/09/2002) κατά δύο απόψεις: προσθέτει μία περίπτωση στο άρθρο 6, παράγραφος 1 "- μέλους της Επιτροπής των Περιφερειών", ως απόρροια του άρθρου 5 της Συνθήκης του Άμστερνταμ(ΕΕ C 340, 10.11.1997), ενώ η αρίθμησή της τροποποιείται σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 1, της απόφασης του Συμβουλίου αριθ. 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ.
- ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
- ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΣΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ: Ψήφισμα σχετικά με την εκπόνηση σχεδίου εκλογικής διαδικασίας περιλαμβάνουσας κοινές αρχές για την εκλογή των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (έκθεση Αναστασόπουλου) Εγκρίθηκε στις 15 Ιουλίου 1998· ΕΕ C 292, 21.9.1998.
- ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II ΣΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ: Κατανομή των εδρών (2009 - 2014)
- ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III ΣΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ: Συμμετοχή στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1979 - 2009)
- ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV ΣΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ: Ανισότητες μεταξύ των φύλων
- ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V ΣΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Τρέχουσες εκλογικές πρακτικές στα κράτη μέλη
- ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με την πρόταση τροποποίησης της Πράξης περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση καθολική ψηφοφορία, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976
(2009/2134 (INI))
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την πράξη περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση καθολική ψηφοφορία, η οποία είναι προσαρτημένη στην απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 όπως τροποποιήθηκε[1], και ιδίως το άρθρο 14,
– έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με τη διαδικασία εκλογής του Κοινοβουλίου, ιδίως το ψήφισμά του της 15ης Ιουλίου 1998,[2]
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με τη σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[3],
– έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2007,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Μαΐου 2010 για το σχέδιο πρωτοκόλλου που τροποποιεί το Πρωτόκολλο αριθ. 36 σχετικά με μεταβατικές διατάξεις που αφορούν τη σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το υπόλοιπο διάστημα της κοινοβουλευτικής θητείας 2009-2014: η γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (άρθρο 48, παράγραφος 3, της Συνθήκης ΕΕ)[4],
– έχοντας υπόψη το άρθρο 39 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 9, 10, 14, παράγραφοι 2, 3 και 4 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και τα άρθρα 22, 223 και 225 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), και το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 2 για την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας,
– έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο (αριθ. 7) περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής της 12ης Δεκεμβρίου 2006 (COM(2006)0791) σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 93/109/ΕΚ του Συμβουλίου της 6ης Δεκεμβρίου 1993, για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι κατά τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τους πολίτες της Ένωσης που κατοικούν σε ένα κράτος μέλος του οποίου δεν είναι υπήκοοι,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 41, 48, παράγραφος 3, και 74α του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0176/2011),
Εκτιμώντας ότι:
Α. το Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να κινήσει τη διαδικασία για την αναθεώρηση της εκλογικής διαδικασίας που ισχύει για αυτό και να δώσει την έγκρισή του,
Β. το Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να κινήσει τη διαδικασία για την τροποποίηση της σύνθεσής του και να δώσει την έγκρισή του,
Γ. το Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να κινήσει τη διαδικασία για την αναθεώρηση των Συνθηκών,
Δ. το Κοινοβούλιο εκλέγεται με άμεση ψηφοφορία ανά πενταετία από το 1979, οι δε εξουσίες και η επιρροή που ασκεί έχουν ενισχυθεί προοδευτικά καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου αυτής, ιδίως δε λόγω της έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας,
Ε. η Συνθήκη της Λισαβόνας τροποποίησε την εντολή του βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, καθιστώντας τον άμεσο αντιπρόσωπο των πολιτών της Ένωσης[5],
ΣΤ. ακόμη και χωρίς συμφωνία επί μιας ενιαίας εκλογικής διαδικασίας, έχει σημειωθεί σταδιακή σύγκλιση των εκλογικών συστημάτων καθ’ όλη τη περίοδο αυτή, κυρίως με την καθολική υιοθέτηση της αναλογικής εκπροσώπησης το 1999, την επίσημη σύσταση πολιτικών κομμάτων σε επίπεδο ΕΕ[6] και την κατάργηση της διπλής βουλευτικής ιδιότητας[7],
Ζ. η έννοια της ιθαγένειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία θεσπίστηκε επισήμως στη συνταγματική τάξη από τη συνθήκη του Μάαστριχτ το 1993, περιλαμβανομένου του δικαιώματος συμμετοχής των ευρωπαίων πολιτών, υπό ορισμένες συνθήκες, στις ευρωπαϊκές και στις δημοτικές εκλογές σε ένα κράτος μέλος διαφορετικό του κράτους του οποίου είναι υπήκοοι, και ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος έχει λάβει δεσμευτική νομική ισχύ βάσει των διατάξεων της Συνθήκης της Λισαβόνας, έχουν ενισχύσει το εν λόγω δικαίωμα και λοιπά πολιτικά δικαιώματα,
Η. η αναγνώριση της σημαντικής δημοκρατικής λειτουργίας του Κοινοβουλίου από τους πολίτες παραμένει χαμηλή, τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο εξακολουθούν να βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο ανάπτυξης, οι προεκλογικές εκστρατείες συνεχίζουν να έχουν περισσότερο εθνικό από ό,τι ευρωπαϊκό χαρακτήρα, η κάλυψη των διαδικασιών του Κοινοβουλίου από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης εξακολουθεί να μη είναι συστηματική,
Θ. η συνολική συμμετοχή στις εκλογές για την ανάδειξη του Κοινοβουλίου έχει μειωθεί σταθερά, από 63% το 1979 σε 43% το 2009,
Ι. παραμένει χαμηλός ο αριθμός των πολιτών της Ένωσης που ψηφίζουν στις εκλογές για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενώ διαμένουν σε κράτος μέλος διαφορετικό του κράτους του οποίου είναι υπήκοοι, ο δε αριθμός των πολιτών αυτών που θέτουν υποψηφιότητα στις εκλογές είναι αμελητέος· οι απαιτήσεις διαμονής για το δικαίωμα του εκλέγειν ποικίλλουν μεταξύ των κρατών μελών, όπως και ο χρόνος μετά τον οποίο οι δικοί τους υπήκοοι που διαμένουν σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ χάνουν το δικαίωμα του εκλέγειν στην πατρίδα τους· επιπλέον, η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών για υπηκόους άλλων κρατών μελών που έχουν εγγραφεί στους εκλογικούς καταλόγους ή έχουν λάβει το δικαίωμα του εκλέγεσθαι, δεν είναι αποτελεσματική,
ΙΑ. αν και, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα κράτη μέλη είναι σε μεγάλο βαθμό ελεύθερα να καθορίζουν ποιος μπορεί να ψηφίσει στις ευρωεκλογές, οφείλουν να τηρούν τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου και δεν επιτρέπεται να αντιμετωπίζουν με διαφορετικό τρόπο διαφορετικές κατηγορίες πολιτών της ΕΕ που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση[8]· ενώ ανήκει στην αρμοδιότητα κάθε κράτους να θεσπίζει τους δικούς του όρους για την απόκτηση και απώλεια της υπηκοότητας, πρέπει παράλληλα να έχει υπόψη το καθεστώς ιθαγένειας της Ένωσης[9],
ΙΒ. η πορεία των τρεχουσών προτάσεων της Επιτροπής για διευκόλυνση της εκλογικής συμμετοχής των πολιτών της ΕΕ που διαμένουν σε κράτος μέλος διαφορετικό του κράτους του οποίου είναι υπήκοοι έχει διακοπεί στους κόλπους του Συμβουλίου[10],
ΙΓ. μεταξύ των 27 κρατών μελών η ελάχιστη ηλικία για την άσκηση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι κυμαίνεται σήμερα ανάμεσα στο 18ο και 25ο έτος, και η ιδιότητα του εκλογέα ανάμεσα στο 16ο και 18ο έτος· είναι σημαντικό να ενθαρρύνονται οι νέοι να συμμετέχουν στις εκλογές,
ΙΔ. ο αριθμός των γυναικών βουλευτών του ΕΚ ανέρχεται σήμερα στο 35 τοις εκατό· πρέπει δε να καταβληθούν προσπάθειες για να μειωθεί περαιτέρω η έλλειψη ισορροπίας μεταξύ των φύλων, ιδίως σε ορισμένα κράτη μέλη,
ΙΕ. εξακολουθεί να υπάρχει μια σειρά άλλων ζητημάτων που πρέπει να εξεταστούν όσον αφορά τις εκλογές, περιλαμβανομένου του ζητήματος των κατωφλιών, του ελέγχου της εντολής των ευρωβουλευτών και της πλήρωσης των χηρευουσών εδρών,
ΙΣΤ.το Κοινοβούλιο ζήτησε από το Συμβούλιο να επισπευσθούν χρονικά οι εκλογές τον Μάιο ώστε να μπορεί να λάβει καλύτερα οργανωτικά μέτρα για να επιταχυνθεί η εκλογή του νέου Προέδρου της Επιτροπής και να αποφεύγεται η έναρξη των θερινών διακοπών σε ορισμένα κράτη μέλη[11],
ΙΖ. το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δικαιούται και υποχρεώνεται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας να δρομολογήσει τη λήψη απόφασης σχετικά με την ανακατανομή των κοινοβουλευτικών εδρών μεταξύ των κρατών μελών εντός των πλαισίων των κατωτάτων και ανωτάτων ορίων και του συνολικού μεγέθους, τηρώντας την αρχή της φθίνουσας αναλογικότητας· το Κοινοβούλιο κατά το παρελθόν αντιμετώπισε με σωστό τρόπο περιπτώσεις της από ιστορικούς λόγους άνισης κατανομής εδρών και προσαρμόζει επί τακτικής βάσεως τη σύνθεσή του για να αντανακλώνται σ’ αυτήν οι δημογραφικές μεταβολές και η προσχώρηση νέων κρατών μελών στην Ένωση[12]· επιπλέον, θεωρεί σημαντικό για τη σύνθεση του Κοινοβουλίου να δίδεται συγκεκριμένη έκφραση στη πολυφωνία μεταξύ των κομμάτων και στην αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών·
ΙΗ. το Κοινοβούλιο δεν διαθέτει αυτόνομο σύστημα ρύθμισης των νομίμων προνομίων και ασυλιών των βουλευτών του· το Συμβούλιο έχει στο παρελθόν συμφωνήσει να εξετάσει το αίτημα του Κοινοβουλίου για αναθεώρηση του πρωτοκόλλου του 1965 σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες, μόλις θα ετίθετο σε ισχύ το καθεστώς των βουλευτών[13],
ΙΘ. παρά το γεγονός ότι το Συμβούλιο έχει στο παρελθόν συμφωνήσει στην αναθεώρησης της Πράξης του 1976, η τελευταία τυπική αναθεώρηση της εκλογικής διαδικασίας από το Κοινοβούλιο πραγματοποιήθηκε το 1998[14],
Κ. η διαδικασία εκλογής του Κοινοβουλίου πρέπει να διατηρεί την πρακτική των ελεύθερων, δίκαιων και μυστικών εκλογών, να τηρεί τη συνολική αναλογική εκπροσώπηση και να είναι βιώσιμη και κατανοητή,
ΚΑ. το εκλογικό σύστημα του Κοινοβουλίου αποτελεί συμβιβασμό μεταξύ της δημοκρατικής αρχής της ισότητας "ένα άτομο, μία ψήφος" και την αρχή του διεθνούς δικαίου της ισότητας μεταξύ των κρατών· η ΣΕΕ θεσπίζει την αρχή της ισότητας μεταξύ των πολιτών της και δεν επιτρέπει διάκριση λόγω ιθαγένειας,
ΚΒ.η μεταρρύθμιση της εκλογικής διαδικασίας πρέπει επίσης να τηρεί την αρχή της επικουρικότητας και της αναλογικότητας και δεν πρέπει να επιδιώκει την ομοιομορφία ως αυτοσκοπό,
ΚΓ.το Κοινοβούλιο είχε παλαιότερα αποφασίσει να μελετήσει τη δυνατότητα εκλογής μέρους των ευρωπαίων βουλευτών με διακρατικά ψηφοδέλτια, θεωρώντας ότι τούτο θα συνέβαλε στο να δοθεί πραγματική ευρωπαϊκή διάσταση στην εκλογική εκστρατεία, ιδίως με την ανάθεση κεντρικού ρόλου στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα[15],
ΚΔ.κατά τη θέσπιση διεθνικών λιστών ύψιστη αρχή πρέπει να παραμείνει η εκλογή ισότητα· το καθεστώς των βουλευτών στο Κοινοβούλιο δεν πρέπει, ως εκ τούτου, να επηρεάζεται από τον τρόπο με τον οποίο εκλέχθηκαν - είτε βάσει διεθνικών είτε βάσει εθνικών λιστών.
ΚΕ. η ΣΕΕ ορίζει ότι "τα πολιτικά κόμματα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συμβάλλουν στην διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής συνείδησης και στην έκφραση της βούλησης των πολιτών της Ένωσης"[16], και για τον λόγο αυτό το Κοινοβούλιο καλεί την Επιτροπή στο ψήφισμά του της 6ης Απριλίου 2011 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 για το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο[17] , να θεσπίσει νομοθεσία για ένα κοινό ευρωπαϊκό καταστατικό των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και ιδρυμάτων,
1. αποφασίζει να μεταρρυθμίσει τη διαδικασία της εκλογής των μελών του εν ευθέτω χρόνω πριν από τις εκλογές του 2014, με σκοπό να ενισχύσει τη νομιμότητα και την αποτελεσματικότητα του Κοινοβουλίου, ενδυναμώνοντας την ευρωπαϊκή δημοκρατική διάσταση και προβλέποντας μια δικαιότερη κατανομή των εδρών μεταξύ των κρατών, σύμφωνα με τις Συνθήκες·
2. προτείνει 25 επιπλέον ΒΕΚ να εκλέγονται από μία ενιαία εκλογική περιφέρεια που θα αποτελείται από τη συνολική επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης· διεθνικοί κατάλογοι θα απαρτίζονται από υποψηφίους προερχόμενους από τουλάχιστον το ένα τρίτο των κρατών και δύνανται να διασφαλίζουν κατάλληλη εκπροσώπηση των φύλων· κάθε ψηφοφόρος θα μπορεί να δίδει μια ψήφο με το πανευρωπαϊκό ψηφοδέλτιο πέρα από την ψήφο του για το εθνικό ή περιφερειακό ψηφοδέλτιο: η ψηφοφορία για την εκλογική περιφέρεια της ΕΕ θα πραγματοποιείται σύμφωνα με το αναλογικό σύστημα της κλειστής λίστας· και οι έδρες θα κατανέμονται χωρίς κατώτατο όριο σύμφωνα με τη μέθοδο D'Hondt[18] · επιπλέον, προτείνει να συσταθεί, σε επίπεδο ΕΕ, μία εκλογική αρχή προκειμένου να ρυθμίζει τη διεξαγωγή και να ελέγχει το αποτέλεσμα των εκλογών που θα πραγματοποιείται από την πανευρωπαϊκή λίστα·
3. (i) αποφασίζει να προωθήσει το Κοινοβούλιο πρόταση απόφασης με την οποία να καθορίζεται η ανακατανομή των υφιστάμενων 751 εδρών μεταξύ των κρατών, εάν αυτό δικαιολογείται αντικειμενικά από τα στοιχεία της Eurostat, πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση· η απόφαση αυτή πρέπει να εγκριθεί πριν από το τέλος του τέταρτου ημερολογιακού έτους της κοινοβουλευτικής περιόδου·
(ii) προτείνει την έναρξη διαλόγου με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τη διερεύνηση των δυνατοτήτων επίτευξης συμφωνίας επί βιώσιμου και διαφανούς μαθηματικού τύπου για την κατανομή των εδρών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τηρώντας τα κριτήρια που καθορίζονται στις συνθήκες και τις αρχές της πολυφωνίας μεταξύ των πολιτικών κομμάτων και της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών·
4. καλεί την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση κανονισμού για τη βελτίωση της συνοχής και της συγκρισιμότητας των δημογραφικών δεδομένων που παρέχουν τα κράτη·
5. αποφασίζει να μετατεθεί νωρίτερα η περίοδος των ευρωπαϊκών εκλογών, από τον Ιούνιο στον Μάιο·
6. παροτρύνει τα κράτη μέλη και τα πολιτικά κόμματα να προωθήσουν την καλύτερη δυνατή εκπροσώπηση υποψηφίων μεταξύ των γυναικών και των μειονοτήτων· θεωρεί ότι είναι σημαντικό για τη νομιμότητα της Ένωσης η σύνθεση του Κοινοβουλίου να αντικατοπτρίζει την πολυμορφία των ευρωπαϊκών λαών·
7. καλεί με εξίσου μεγάλη έμφαση τα πολιτικά κόμματα να εφαρμόσουν δημοκρατικές αρχές κατά την επιλογή των υποψηφίων·
8. καλεί το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειές τους για να βοηθήσουν τους πολίτες της ΕΕ που κατοικούν σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο του οποίου είναι υπήκοοι να συμμετέχουν στις ευρωεκλογές στη χώρα της κατοικίας τους· στο πλαίσιο αυτό, ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει νέα πρόταση αναθεώρησης της οδηγίας του συμβουλίου 93/109/ΕΚ που θεσπίζει λεπτομερείς διατάξεις για την άσκηση του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τους πολίτες της Ένωσης που διαμένουν σε κράτος μέλος του οποίου δεν είναι υπήκοοι[19] και, να προτείνει την κατάργηση του σημερινού συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών, του οποίου η λειτουργία θα μπορούσε να αντικατασταθεί από έναν εκλογικό κατάλογο σε επίπεδο ΕΕ για τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·
9. επαναλαμβάνει το από μακρού αίτημά του για την τροποποίηση του πρωτοκόλλου του 1965 σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες με σκοπό τη θέσπιση ενός ενιαίου και υπερεθνικού καθεστώτος για τους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[20]·
10. υποβάλλει τις τροπολογίες που περιέχονται στο Παράρτημα ΙΙ προς το Συμβούλιο, για την τροποποίηση των Συνθηκών·
11. υποβάλλει την πρόταση που περιέχεται στο Παράρτημα ΙΙΙ προς το Συμβούλιο, για την τροποποίηση της Πράξης περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση καθολική ψηφοφορία·
12. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.
- [1] Απόφαση 76/787/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου (ΕΕ L 278, 8.10.1976, σ. 1.) όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 93/81 Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 33, 9.2.1993, σ. 15) και την απόφαση 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου (ΕΕ L 283, 21.10.2002, σ. 1.).
- [2] ΕΕ C 292, 21.9.1998, σ. 66.
- [3] ΕΕ C 227 Ε, 4.9.2008, σ. 132.
- [4] Εγκριθέντα κείμενα, Ρ7_ΤΑ(2010)0148.
- [5] Άρθρα 10, παράγραφος 2 και 14, παράγραφος 2 της ΣΕΕ.
- [6] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο (ΕΕ L 297, 15.11.2003, σ. 1).
- [7] Απόφαση 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, άρθρο 1 παράγραφος 7 στοιχείο β).
- [8] Υπόθεση C-145/04 Ισπανία κατά Ηνωμένου Βασιλείου [2006] ΣΥΛΛ Ι-7917(σχετικά με το Γιβραλτάρ) και υπόθεση C-300/04 Eman και Sevinger κατά College van burgemeester en wethouders van Den Haag [2006] ΣΥΛΛ Ι-8055 (Αρούμπα).
- [9] Υπόθεση C-135/08 Rottmann κατά Freistaat Bayern, απόφαση της 2ας Μαρτίου 2010 (ΕΕ C 113, 1.5.2010, σ. 4)..
- [10] Βλ. οδηγία 93/109/ΕΚ του Συμβουλίου της 6ης Δεκεμβρίου 1993 για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι κατά τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, από τους πολίτες της Ένωσης που κατοικούν σε ένα κράτος μέλος του οποίου δεν είναι υπήκοοι (ΕΕ L 329, 30.12.1993, σ. 34), και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 2007, σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που τροποποιεί την οδηγία 93/109/EΚ του Συμβουλίου της 6ης Δεκεμβρίου 1993, για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι κατά τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τους πολίτες της Ένωσης που κατοικούν σε ένα κράτος μέλος του οποίου δεν είναι υπήκοοι (ΕΕ C 219 E, 28.8.2008, σ. 193).
- [11] Όπως προτείνεται στο ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 1ης Δεκεμβρίου 2005 σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ C Ε 285 Ε, 22.11.2006, σ. 137.
- [12] Ψήφισμα της 11ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με τη σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΕ C 227 E, 4.9.2008, σ. 132) (έκθεση Lamassoure-Severin).
- [13] Δήλωση της 3ης Ιουνίου 2005 των αντιπροσώπων των κρατών μελών συνελθόντων στο πλαίσιο του Συμβουλίου.
- [14] Η δήλωση 6151/02 του Συμβουλίου της 22ας Φεβρουαρίου 2002 αναφέρει ότι «το Συμβούλιο κρίνει ότι οι διατάξεις της παρούσας Πράξης πρέπει να επανεξεταστούν πριν από τη δεύτερη εκλογή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που θα διεξαχθεί μετά την έναρξη της ισχύος των τροποποιήσεων της Πράξης του 1976, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο της παρούσας απόφασης» - ήτοι, πριν το 2009.
- [15] Πρόσφατα, στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 11ης Οκτωβρίου 2007 (έκθεση Lamassoure-Severin).
- [16] Άρθρο 10, παράγραφος 4 της ΣΕΕ.
- [17] Εγκριθέντα κείμενα, P7_TA(2011)0144.
- [18] Η μέθοδος Sainte-Laguë χρησιμοποιεί ως διαιρέτες το 1, το 3, το 5, το 7 κ.λπ., και χρησιμοποιήθηκε στις ευρωεκλογές του 2009 στη Γερμανία, στη Λετονία και στη Σουηδία. Παράγει ένα σχετικώς πιο αναλογικό αποτέλεσμα από τη μέθοδο D'Hondt.
- [19] ΕΕ°L°329, 30.12.1993, σ. 34.
- [20] Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Ιουλίου 2006 σχετικά με τροποποίηση του πρωτοκόλλου για τα προνόμια και τις ασυλίες (ΕΕ C 303 E, 13.12.2006, σ. 830), όπου το Κοινοβούλιο επιβεβαίωσε την πρόθεσή του να χρησιμοποιήσει το καθεστώς των βουλευτών ως μερική βάση για την προτεινόμενη αναθεώρηση (απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 3ης Ιουνίου σχετικά με τη θέσπιση του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, (ΕΕ C 68 E, 18.3.2004, σ. 115).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I – Ενοποιημένη διατύπωση της Πράξης περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία, όπως προσαρτάται στην απόφαση του Συμβουλίου της 20ης Σεπτεμβρίου 1976, και των μεταγενέστερων τροποποιήσεών της
ΠΡΑΞΗ[1]
σχετικά με την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
με άμεση και καθολική ψηφοφορία
Άρθρο 1
1. Σε κάθε κράτος μέλος, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκλέγονται με αναλογικό σύστημα, βάσει ψηφοδελτίων συνδυασμών ή ενιαίου ψηφοδελτίου με έκφραση προτιμήσεων.
2. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν σύστημα προτιμησιακής ψήφου σύμφωνα με τους όρους που θεσπίζουν.
3. Οι εκλογές διεξάγονται με άμεση, καθολική, ελεύθερη και μυστική ψηφοφορία.
Άρθρο 2
Τα κράτη μέλη, ανάλογα με τις εθνικές τους ιδιαιτερότητες, μπορούν να ορίσουν εκλογικές περιφέρειες για την εκλογή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή να προβλέψουν άλλες εκλογικές υποδιαιρέσεις, χωρίς να θίγεται συνολικά η αναλογικότητα του εκλογικού συστήματος.
Άρθρο 3
Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν κατώτατο όριο για την συμμετοχή στην κατανομή των εδρών. Αυτό το κατώτατο όριο δεν μπορεί να υπερβαίνει, σε εθνικό επίπεδο, το 5% των ψήφων.
Άρθρο 4
Κάθε κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να καθορίσει ανώτατο όριο για τις δαπάνες προεκλογικής εκστρατείας των υποψηφίων.
Άρθρο 5
1. Η πενταετής περίοδος για την οποία εκλέγονται τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αρχίζει με την έναρξη της πρώτης συνόδου μετά από κάθε εκλογή.
Παρατείνεται ή συντέμνεται σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο.
2. Η θητεία κάθε μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αρχίζει και λήγει ταυτοχρόνως με την περίοδο η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.
Άρθρο 6
1. Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ψηφίζουν ατομικώς και προσωπικώς. Δεν δεσμεύονται από οδηγίες, ούτε δέχονται δεσμευτική εντολή.
2. Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απολαύουν των προνομίων και ασυλιών που ισχύουν γι’ αυτά δυνάμει του πρωτοκόλλου της 8ης Απριλίου 1965 περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Άρθρο 7
1. Η ιδιότητα του μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν συμβιβάζεται προς την ιδιότητα του ως:
- μέλους της κυβερνήσεως ενός κράτους μέλους,
- μέλους της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,
- δικαστού, γενικού εισαγγελέως ή γραμματέως του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή του Πρωτοδικείου,
- μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,
- μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,
- διαμεσολαβητή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,
- μέλους της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας,
- μέλους της Επιτροπής Περιφερειών,
- μέλους των επιτροπών ή οργανισμών, που συστάθηκαν δυνάμει ή κατ' εφαρμογή των Συνθηκών περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, για τη διοίκηση κοινοτικών ταμείων ή για συνεχή και άμεση άσκηση καθηκόντων διαχείρισης,
- μέλους του διοικητικού συμβουλίου, της διευθύνουσας επιτροπής ή υπαλλήλου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων,
- εν ενεργεία υπαλλήλου ή μέλους του λοιπού προσωπικού των θεσμικών οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των οργάνων ή οργανισμών που συνδέονται με αυτά ή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
2. Από την εκλογή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2004, η ιδιότητα του μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν είναι συμβατή με την ιδιότητα του μέλους εθνικού κοινοβουλίου.
Κατά παρέκκλιση από τον κανόνα αυτό και με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3:
- τα μέλη του εθνικού κοινοβουλίου της Ιρλανδίας τα οποία εκλέγονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε μεταγενέστερες εκλογές μπορούν να ασκούν ταυτόχρονα τα δύο καθήκοντα έως τις επόμενες εκλογές του εθνικού κοινοβουλίου της Ιρλανδίας, οπότε τίθεται σε εφαρμογή το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου,
- τα μέλη του εθνικού κοινοβουλίου του Ηνωμένου Βασιλείου που είναι συγχρόνως μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την πενταετή περίοδο προ της εκλογής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2004, μπορούν να ασκούν ταυτόχρονα τα δύο καθήκοντα έως τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2009, οπότε τίθεται σε εφαρμογή το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.
3. Εξάλλου, κάθε κράτος μέλος δύναται, σύμφωνα με το άρθρο 8, να επεκτείνει τα ασυμβίβαστα που ισχύουν σε εθνικό επίπεδο.
4. Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επί των οποίων εφαρμόζονται, κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5, οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3, αντικαθίστανται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13.
Άρθρο 8
Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρούσας πράξης, η εκλογική διαδικασία διέπεται, σε κάθε κράτος μέλος, από τις εθνικές διατάξεις.
Οι εθνικές αυτές διατάξεις, που ενδεχομένως λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες των κρατών μελών, δεν πρέπει συνολικά να θίγουν την αναλογικότητα του εκλογικού συστήματος.
Άρθρο 9
Κατά την εκλογή των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ουδείς δύναται να ψηφίσει περισσότερο από μια φορά.
Άρθρο 10
1. Η εκλογή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διεξάγεται κατά την ημερομηνία και τις ώρες που ορίζονται από κάθε κράτος μέλος. Για όλα τα κράτη μέλη η ημερομηνία αυτή τοποθετείται εντός της περιόδου, που αρχίζει το πρωί της Πέμπτης και λήγει την Κυριακή που έπεται.
2. Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να ανακοινώνουν επισήμως το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας τους παρά μόνο μετά τη λήξη της ψηφοφορίας στο κράτος μέλος του οποίου οι εκλογείς ψηφίζουν τελευταίοι κατά τη διάρκεια της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1.
Άρθρο 11
1. Το Συμβούλιο καθορίζει ομοφώνως, κατόπιν διαβουλεύσεως με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την περίοδο για την πρώτη εκλογή.
2. Οι μεταγενέστερες εκλογές διεξάγονται κατά την αντίστοιχη περίοδο του τελευταίου έτους της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5.
Στην περίπτωση που αποδειχθεί αδύνατη η διενέργεια εκλογών στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, το Συμβούλιο[2], ομόφωνα και κατόπιν διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ορίζει, ένα τουλάχιστον μήνα πριν από το τέλος της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5, άλλη εκλογική περίοδο, η οποία δύναται να τοποθετείται το νωρίτερο δύο μήνες πριν ή το αργότερο ένα μήνα μετά από την περίοδο που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο.
3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 196 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του άρθρου 109 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνέρχεται αυτοδικαίως κατά την πρώτη Τρίτη μετά την πάροδο μηνός από το τέλος της εκλογικής περιόδου.
4. Το απερχομένο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παύει να ασκεί τα καθήκοντά του κατά την πρώτη σύγκληση του νέου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Άρθρο 12
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβαίνει στον έλεγχο των εγγράφων νομιμοποίησης των μελών του. Για το σκοπό αυτό το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα που δηλώνονται επισήμως από τα κράτη μέλη και αποφασίζει επί των διαφορών οι οποίες θα μπορούσαν ενδεχομένως να ανακύψουν από την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας πράξης, εξαιρουμένων των εθνικών διατάξεων στις οποίες παραπέμπει η πράξη αυτή.
Άρθρο 13
1. Μία βουλευτική έδρα χηρεύει όταν η θητεία μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου λήξει λόγω παραίτησης ή θανάτου του ή έκπτωσης από το αξίωμά του.
2. Με την επιφύλαξη των άλλων διατάξεων της παρούσας πράξης, κάθε κράτος μέλος θεσπίζει τις κατάλληλες διαδικασίες πλήρωσης τυχόν χηρεύουσας έδρας για το υπόλοιπο της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5.
3. Όταν η νομοθεσία κράτους μέλους προβλέπει ρητώς την έκπτωση μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το αξίωμά του, η θητεία του λήγει κατ' εφαρμογή των διατάξεων της νομοθεσίας αυτής. Οι αρμόδιες εθνικές αρχές ενημερώνουν σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
4. Όταν μία έδρα χηρεύσει λόγω παραίτησης ή θανάτου, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενημερώνει σχετικά, χωρίς χρονοτριβή, τις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους.
Άρθρο 14
Εάν κριθεί απαραίτητη η λήψη μέτρων για την εφαρμογή της παρούσας πράξης, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα προτάσει του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή, λαμβάνει τα αντίστοιχα μέτρα αφού προηγουμένως επιδιώξει συμφωνία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο επιτροπής συνεννόησης που αποτελείται από το Συμβούλιο και εκπροσώπους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Άρθρο 15
Η παρούσα πράξη συντάσσεται στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ιρλανδική, ισπανική, ιταλική, ολλανδική, πορτογαλική, σουηδική και φινλανδική γλώσσα· όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.
Τα παραρτήματα I και II αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας πράξης.
Άρθρο 16
Οι διατάξεις της παρούσας πράξης τίθενται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μηνός που ακολουθεί τη λήψη της τελευταίας των κοινοποιήσεων που αναφέρονται στην απόφαση.
Udfærdiget i Bruxelles, den tyvende september nitten hundrede og
seksoghalvfjerds.
Geschehen zu Brüssel am zwanzigsten September neunzehnhundert-
sechsundsiebzig.
Done at Brussels on the twentieth day of September in the year one
thousand nine hundred and seventy-six.
Fait à Bruxelles, le vingt septembre mil neuf cent soixante-seize.
Arna dhéanamh sa Bhruiséil, an fichiú lá de mhí Mhéan Fómhair, míle
naoi gcéad seachtó a sé.
Fatto a Bruxelles, addì venti settembre millenovecentosettantasei.
Gedaan te Brussel, de twintigste september negentienhonderd zesenze-
ventig.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
Το Ηνωμένο Βασίλειο εφαρμόζει τις διατάξεις της πράξης αυτής μόνον όσον αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
Δήλωση σχετικά με το άρθρο 14
Συμφωνείται ότι ως προς τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής συνεννόησης, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των παραγράφων 5, 6 και 7 της διαδικασίας που έχει θεσπισθεί από την κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 4ης Μαρτίου 1975[3].
- [1] Σημείωση: το παρόν έγγραφο αποτελεί ενοποιημένη απόδοση, που εκπόνησε η Νομική Υπηρεσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία στηρίχθηκε στην Πράξη περί εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία (ΕΕ L 278 της 8.10.1976, σ. 5) όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 93/81/Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ για την τροποποίηση της πράξης που αφορά την εκλογή των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία, η οποία προσαρτάται στην απόφαση 76/787/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976, (ΕΕ L 33 της 9.2.1993, σ. 15) και της απόφασης 2002/772/ΕΚ, Eυρατόμ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου και της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, (ΕΕ L 283 της 21.10.2002, σ. 1). Αυτή η ενοποιημένη απόδοση διαφέρει από την ενοποιημένη απόδοση της Υπηρεσίας Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (CONSLEG. 1976X1008-23/09/2002) κατά δύο απόψεις: προσθέτει μία περίπτωση στο άρθρο 6, παράγραφος 1 "- μέλους της Επιτροπής των Περιφερειών", ως απόρροια του άρθρου 5 της Συνθήκης του Άμστερνταμ(ΕΕ C 340, 10.11.1997), ενώ η αρίθμησή της τροποποιείται σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 1, της απόφασης του Συμβουλίου αριθ. 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ.
- [2] Στην έκδοση της απόφασης αριθ. 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα, εκτός της αγγλικής και της ισπανικής έκδοσης, η περίοδος αυτή καθορίζεται σε ένα έτος.
- [3] ΕΕ C 89, 22. 4. 1975, σ. 1.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II - Πρόταση τροποποίησης των Συνθηκών
ΣΥΝΘΗΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Τροπολογία Α Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση Άρθρο 14 – παράγραφος 2 | |
|
Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση |
Τροπολογία |
|
2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απαρτίζεται από αντιπροσώπους των πολιτών της Ένωσης. Ο αριθμός τους δεν υπερβαίνει τους επτακόσιους πενήντα συν τον πρόεδρο. Η εκπροσώπηση των πολιτών είναι αναλογική κατά φθίνουσα τάξη, με ελάχιστο όριο έξι μελών ανά κράτος μέλος. Κανένα κράτος μέλος δεν λαμβάνει περισσότερες από ενενήντα έξι έδρες. |
2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απαρτίζεται από αντιπροσώπους των πολιτών της Ένωσης. |
|
|
2 α. Επτακόσιοι πενήντα ένας αντιπρόσωποι εκλέγονται στα κράτη μέλη. Η εκπροσώπηση των πολιτών είναι αναλογική κατά φθίνουσα τάξη, με ελάχιστο όριο έξι μελών ανά κράτος μέλος. Κανένα κράτος μέλος δεν λαμβάνει περισσότερες από ενενήντα έξι έδρες. |
|
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εκδίδει ομόφωνα, μετά από πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και με την έγκρισή του, απόφαση για τον καθορισμό της σύνθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σεβόμενο τις αρχές που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο. |
Η κατανομή των εδρών αυτών μεταξύ των κρατών αναθεωρείται τακτικά. Πριν από τη λήξη του τέταρτου ημερολογιακού έτους της κοινοβουλευτικής περιόδου, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εκδίδει ομόφωνα, μετά από πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και με την έγκρισή του, απόφαση για την κατανομή των εδρών στη διάρκεια της επόμενης κοινοβουλευτικής περιόδου.
|
|
|
2β. Επιπλέον, εκλέγονται εικοσιπέντε αντιπρόσωποι σε μία ενιαία περιφέρεια η οποία περιλαμβάνει ολόκληρη την επικράτεια της Ένωσης. |
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ (ΑΡΙΘ. 7) ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΩΝ ΚΑΙ ΑΣΥΛΙΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Τροπολογία Β Πρωτόκολλο περί των Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Άρθρο 7 | |
|
Πρωτόκολλο (αριθ. 7) |
Τροπολογία |
|
Κανένας διοικητικός ή άλλου είδους περιορισμός δεν επιβάλλεται στην ελεύθερη διακίνηση μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που ταξιδεύουν από και προς τον τόπο συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. |
Οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχουν παντού στην Ευρωπαϊκή Ένωση δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας. |
|
Σε ό,τι αφορά τελωνειακούς ελέγχους και ελέγχους συναλλάγματος, στα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρέχονται: |
Δεν επιτρέπεται περιορισμός του δικαιώματος αυτού ούτε με νόμο ούτε με διαταγή αρχής ή δικαστηρίου. |
|
(α) από την κυβέρνηση της χώρας τους οι ίδιες διευκολύνσεις με αυτές που παρέχονται σε ανώτερους υπαλλήλους που ταξιδεύουν στο εξωτερικό σε προσωρινή επίσημη αποστολή· |
|
|
(β) από τις κυβερνήσεις των άλλων κρατών μελών οι ίδιες διευκολύνσεις με αυτές που παρέχονται στους αντιπροσώπους ξένων κυβερνήσεων που ευρίσκονται σε προσωρινή επίσημη αποστολή. |
|
Τροπολογία Γ Πρωτόκολλο περί των Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Άρθρο 8 | |
|
Πρωτόκολλο (αριθ. 7) |
Τροπολογία |
|
Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε κανενός είδους ανάκριση, κράτηση ή άλλη νομική ενέργεια για γνώμη ή ψήφο που δόθηκε κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. |
Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ουδέποτε υπόκεινται σε έρευνα, κράτηση ή δίωξη για πράξη πραγματοποιηθείσα, ψήφο δοθείσα ή δήλωση διατυπωθείσα κατά την άσκηση της εντολής τους. |
|
|
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφασίζει, κατόπιν σχετικού αιτήματος του βουλευτού, αν μια πράξη πραγματοποιήθηκε ή αν μια δήλωση διατυπώθηκε κατά την άσκηση της εντολής του. |
|
|
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεσπίζει διατάξεις για την ενσωμάτωση του παρόντος άρθρου στον Κανονισμό του. |
Τροπολογία Δ Πρωτόκολλο περί των Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Άρθρο 9 | |
|
Πρωτόκολλο (αριθ. 7) |
Τροπολογία |
|
Κατά τη διάρκεια των συνόδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τα μέλη του απολαύουν: |
1. Κάθε περιορισμός της προσωπικής ελευθερίας ενός βουλευτού απαιτεί τη συναίνεση του Κοινοβουλίου, εκτός αν ο βουλευτής συλληφθεί επ’ αυτοφώρω. |
|
(α) εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους, |
2. Η κατάσχεση εγγράφων ή ηλεκτρονικών εγγραφών ενός βουλευτού ή η έρευνα του προσώπου του, του γραφείου του ή της κατοικίας του ή η παρακολούθηση της αλληλογραφίας ή των τηλεφωνικών του συνδιαλέξεων μπορούν να διαταχθούν μόνο με τη συναίνεση του Κοινοβουλίου. |
|
(β) εντός της επικρατείας άλλων κρατών μελών της εξαιρέσεως από κάθε μέτρο κρατήσεως και κάθε δικαστική δίωξη. |
3. Ένας βουλευτής έχει το δικαίωμα να αρνηθεί να δώσει μαρτυρία σχετικά με πληροφορίες που έλαβε κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή για πρόσωπα από τα οποία έλαβε ή στα οποία έδωσε τέτοιες πληροφορίες. |
|
Η ασυλία τους καλύπτει επίσης όταν μεταβαίνουν στον τόπο συνεδριάσεως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή όταν επιστρέφουν από αυτόν. |
4. Μια ανακριτική ή ποινική διαδικασία κατά βουλευτού αναστέλλεται κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. |
|
Επίκληση της ασυλίας δεν δύναται να γίνει στην περίπτωση αυτοφώρου εγκλήματος και ούτε δύναται να εμποδίσει την άσκηση του δικαιώματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να άρει την ασυλία ενός από τα μέλη του. |
5. Η συναίνεση σύμφωνα με την παράγραφο 2 μπορεί να ζητηθεί από τις κατά το εθνικό δίκαιο αρμόδιες αρχές. |
|
|
6. Η συναίνεση σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή η αναστολή σύμφωνα με την παράγραφο 4 μπορεί να χορηγείται υπό όρους, υπό προθεσμία ή υπό περιορισμούς. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ – Σχέδιο πρότασης απόφασης του Συμβουλίου για την έγκριση των διατάξεων που τροποποιούν την Πράξη περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 223,
Έχοντας υπόψη την πρόταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,
΄Εχοντας υπόψη την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,
Λαμβάνοντας υπόψη ότι:
(1) Οι διατάξεις της Συνθήκης που αφορούν την εκλογική διαδικασία πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή,
ΘΕΣΠΙΣΕ τις διατάξεις που προσαρτώνται στην παρούσα απόφαση, την αποδοχή των οποίων συνιστά στα κράτη μέλη, σύμφωνα με τους συνταγματικούς τους κανόνες.
Η παρούσα απόφαση και οι διατάξεις που προσαρτώνται σε αυτήν δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Τα κράτη μέλη ενημερώνουν χωρίς καθυστέρηση τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου ότι έχουν ολοκληρώσει τις διαδικασίες που επιβάλλουν οι συνταγματικοί κανόνες τους, για την έγκριση των διατάξεων που επισυνάπτονται στην παρούσα απόφαση.
Οι τροποποιήσεις τίθενται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την έγκριση των διατάξεων της παρούσας απόφασης από τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τους αντίστοιχους συνταγματικούς τους κανόνες.
Παράρτημα στο σχέδιο πρότασης απόφασης του Συμβουλίου για την έγκριση των διατάξεων που τροποποιούν την Πράξη περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 Οι τροπολογίες στο παρόν έγγραφο βασίζονται σε μια ενοποιημένη απόδοση, που εκπόνησε η Νομική Υπηρεσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία στηρίχθηκε στην Πράξη σχετικά με την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία (ΕΕ L 278, 8.10.1976, σ. 5), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση αριθ. 93/81/Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ για την τροποποίηση της Πράξης σχετικά με την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία που επισυνάπτεται στην απόφαση του Συμβουλίου αριθ. 76/787/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 (ΕΕ L 33, 9.2.1993, σ. 15), και στην απόφαση του Συμβουλίου αριθ. 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ, της 25ης Ιουνίου 2002 και της 2ης Σεπτεμβρίου 2002 (ΕΕ L 283, 21.10.2002, σ. 1). Αυτή η ενοποιημένη απόδοση διαφέρει από την ενοποιημένη απόδοση της Υπηρεσίας Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (CONSLEG. 1976X1008-23/09/2002) κατά δύο απόψεις: προσθέτει μία περίπτωση στο άρθρο 6, παράγραφος 1 "- μέλους της Επιτροπής των Περιφερειών", ως απόρροια του άρθρου 5 της Συνθήκης του Άμστερνταμ(ΕΕ C 340, 10.11.1997), ενώ η αρίθμησή της τροποποιείται σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 1, της απόφασης του Συμβουλίου αριθ. 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ.
Τροπολογία 1 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 1 – παράγραφος 1 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
1. Σε κάθε κράτος μέλος, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκλέγονται με αναλογικό σύστημα, βάσει ψηφοδελτίων συνδυασμών ή ενιαίου ψηφοδελτίου με έκφραση προτιμήσεων. |
1. Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκλέγονται ως αντιπρόσωποι των πολιτών της Ένωσης με αναλογικό σύστημα, βάσει ψηφοδελτίων συνδυασμών ή ενιαίου ψηφοδελτίου με έκφραση προτιμήσεων. |
Τροπολογία 2 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 2 α (νέο) | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
|
Άρθρο 2α |
|
|
1. Για την κατανομή των εδρών μεταξύ των κρατών μελών σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας κατά φθίνουσα τάξη, σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφος 2, στοιχείο α) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο λόγος μεταξύ του πληθυσμού και του αριθμού των εδρών κάθε κράτους πριν τη στρογγυλοποίηση σε ακέραιους αριθμούς διαφοροποιείται αναλόγως του πληθυσμού τους, κατά τρόπον ώστε οι βουλευτές από πολυπληθέστερες χώρες να εκπροσωπούν περισσότερους πολίτες από ό,τι εκείνοι που προέρχονται από χώρες με μικρότερο πληθυσμό, αλλά και, αντιστρόφως, χώρες με μικρότερο πληθυσμό να μη διαθέτουν περισσότερες έδρες από ό,τι πολυπληθέστερες χώρες. |
|
|
2. Όταν ένα κράτος ενταχθεί στην Ένωση κατά τη διάρκεια μιας κοινοβουλευτικής περιόδου, θα λάβει έδρες οι οποίες θα προστεθούν στον αριθμό εδρών που προβλέπονται στο άρθρο 14, παράγραφοι 2α και 2β της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια μεταβατική βάση για το υπόλοιπο της κοινοβουλευτικής περιόδου. |
Τροπολογία 3 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 2 β (νέο) | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
|
Άρθρο 2β |
|
|
1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 14, παράγραφος 2, στοιχείο β) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, θεσπίζεται μία ακόμη εκλογική περιφέρεια, η οποία καλύπτει ολόκληρη την επικράτεια της Ένωσης και από την οποία εκλέγονται εικοσιπέντε βουλευτές. |
|
|
2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, θεσπίζουν εκλογική αρχή για τη διεξαγωγή και την επαλήθευση της εκλογικής διαδικασίας στην εκλογική περιφέρεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
|
|
3. Οι διεθνικές λίστες υποψηφίων για την εκλογική περιφέρεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υποβάλλονται από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα γίνονται παραδεκτές μόνο εάν: |
|
|
(α) απαρτίζονται από υποψηφίους που κατοικούν τουλάχιστον στο ένα τρίτο των κρατών, και |
|
|
(β) υπάρχει ισορροπία όσον αφορά το φύλο των υποψηφίων. |
|
|
4. Κάθε εκλογέας διαθέτει μία συμπληρωματική ψήφο που μπορεί να καταθέσει υπέρ του υποψηφίου της προτίμησής του σε κατάλογο της ενιαίας περιφέρειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι έδρες κατανέμονται σύμφωνα με τη μέθοδο Sainte-Laguë. |
|
|
5. Οι λεπτομέρειες όσον αφορά τις εκλογές για την ενιαία εκλογική περιφέρεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα ορίζονται στα εκτελεστικά μέτρα που θα εγκριθούν σύμφωνα με το άρθρο 14. |
Τροπολογία 4 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 3 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν κατώτατο όριο για την συμμετοχή στην κατανομή των εδρών. Αυτό το κατώτατο όριο δεν μπορεί να υπερβαίνει, σε εθνικό επίπεδο, το 5% των ψήφων. |
1. Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν κατώτατο όριο για την συμμετοχή στην κατανομή των εδρών. Αυτό το κατώτατο όριο δεν μπορεί να υπερβαίνει, σε εθνικό επίπεδο, το 5% των ψήφων. |
|
|
2. Δεν τίθεται ελάχιστο όριο για την κατανομή των εδρών της ενιαίας εκλογικής περιφέρειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 5 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 4 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
Κάθε κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να καθορίσει ανώτατο όριο για τις δαπάνες προεκλογικής εκστρατείας των υποψηφίων. |
Κάθε κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να καθορίσει ανώτατο όριο για τις δαπάνες προεκλογικής εκστρατείας των υποψηφίων και των πολιτικών κομμάτων σε εθνικό και/ή περιφερειακό επίπεδο. Η εκλογική αρχή καθορίζει ανώτατο όριο για τις δαπάνες προεκλογικής εκστρατείας των υποψηφίων και των πολιτικών κομμάτων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 6 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
Παρατείνεται ή συντέμνεται σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο. |
Παρατείνεται ή συντέμνεται σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο. |
Τροπολογία 7 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 6 – παράγραφος 2 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
|
|
|
2. Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απολαύουν των προνομίων και ασυλιών που ισχύουν γι’ αυτά δυνάμει του πρωτοκόλλου της 8ης Απριλίου 1965 περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. |
2. Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο καθεστώς των βουλευτών και το Πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 8 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 7 – παράγραφος 1 – περίπτωση 1 α (νέα) | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
|
– βουλευτή εθνικού ή περιφερειακού κοινοβουλίου με νομοθετική αρμοδιότητα, |
Τροπολογία 9 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 7 – παράγραφος 2 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
2. Από την εκλογή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2004, η ιδιότητα του μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν είναι συμβατή με την ιδιότητα του μέλους εθνικού κοινοβουλίου. |
διαγράφεται |
|
Κατά παρέκκλιση από τον κανόνα αυτό και με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3: |
|
|
– τα μέλη του εθνικού κοινοβουλίου της Ιρλανδίας τα οποία εκλέγονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε μεταγενέστερες εκλογές μπορούν να ασκούν ταυτόχρονα τα δύο καθήκοντα έως τις επόμενες εκλογές του εθνικού κοινοβουλίου της Ιρλανδίας, οπότε τίθεται σε εφαρμογή το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, |
|
|
– τα μέλη του εθνικού κοινοβουλίου του Ηνωμένου Βασιλείου που είναι συγχρόνως μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την πενταετή περίοδο προ της εκλογής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2004, μπορούν να ασκούν ταυτόχρονα τα δύο καθήκοντα έως τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2009, οπότε τίθεται σε εφαρμογή το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου. |
|
Τροπολογία 10 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 7 – παράγραφος 4 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
4. Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επί των οποίων εφαρμόζονται, κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5, οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3, αντικαθίστανται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13. |
4. Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επί των οποίων εφαρμόζονται, κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5, οι διατάξεις των παραγράφων 1 ή 3 αντικαθίστανται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13α και 13β. |
Τροπολογία 11 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 9 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
Κατά την εκλογή των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ουδείς δύναται να ψηφίσει περισσότερο από μια φορά. |
Με την επιφύλαξη του άρθρου 2β, κατά την εκλογή των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ουδείς δύναται να ψηφίσει περισσότερο από μια φορά. Για να διασφαλισθεί η τήρηση της αρχής αυτής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μέσω κανονισμού σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, καταρτίζουν εκλογικό κατάλογο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Τροπολογία 12 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 11 – παράγραφος 1 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
1. Το Συμβούλιο καθορίζει ομοφώνως, κατόπιν διαβουλεύσεως με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την περίοδο για την πρώτη εκλογή. |
1. Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο καθορίζουν την περίοδο τουλάχιστον δύο έτη πριν από τη λήξη της πενταετούς κοινοβουλευτικής περιόδου, σύμφωνα με το άρθρο 14. |
Τροπολογία 13 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 11 – παράγραφος 2 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
2. Οι μεταγενέστερες εκλογές διεξάγονται κατά την αντίστοιχη περίοδο του τελευταίου έτους της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5. |
διαγράφεται |
|
Στην περίπτωση που αποδειχθεί αδύνατη η διενέργεια εκλογών στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, το Συμβούλιο, ομόφωνα και κατόπιν διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ορίζει, ένα τουλάχιστον μήνα[2] πριν από το τέλος της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5, άλλη εκλογική περίοδο, η οποία δύναται να τοποθετείται το νωρίτερο δύο μήνες πριν ή το αργότερο ένα μήνα μετά από την περίοδο που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο.
|
|
Τροπολογία 14 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 11 – παράγραφος 3 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 196 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του άρθρου 109 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνέρχεται αυτοδικαίως κατά την πρώτη Τρίτη μετά την πάροδο μηνός από το τέλος της εκλογικής περιόδου. |
3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 229 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνέρχεται αυτοδικαίως κατά την πρώτη Τρίτη μετά την πάροδο μηνός από το τέλος της εκλογικής περιόδου. |
Τροπολογία 15 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 12 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβαίνει στον έλεγχο των εγγράφων νομιμοποίησης των μελών του. Για το σκοπό αυτό το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα που δηλώνονται επισήμως από τα κράτη μέλη και αποφασίζει επί των διαφορών οι οποίες θα μπορούσαν ενδεχομένως να ανακύψουν από την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας πράξης, εξαιρουμένων των εθνικών διατάξεων στις οποίες παραπέμπει η πράξη αυτή. |
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβαίνει στον έλεγχο των εγγράφων νομιμοποίησης των μελών του Κοινοβουλίου, στη βάση των αποτελεσμάτων που δηλώνονται επισήμως από την εκλογική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 2β, παράγραφος 2, και τα κράτη μέλη. |
Τροπολογία 16 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 13 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
1. Μία βουλευτική έδρα χηρεύει όταν η θητεία μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου λήξει λόγω παραίτησης ή θανάτου του ή έκπτωσης από το αξίωμά του. |
Μία βουλευτική έδρα χηρεύει όταν η θητεία μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου λήξει λόγω παραίτησης ή θανάτου του ή έκπτωσης από το αξίωμά του. |
|
2. Με την επιφύλαξη των άλλων διατάξεων της παρούσας πράξης, κάθε κράτος μέλος θεσπίζει τις κατάλληλες διαδικασίες πλήρωσης τυχόν χηρεύουσας έδρας για το υπόλοιπο της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5. |
|
|
3. Όταν η νομοθεσία κράτους μέλους προβλέπει ρητώς την έκπτωση μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το αξίωμά του, η θητεία του λήγει κατ' εφαρμογή των διατάξεων της νομοθεσίας αυτής. Οι αρμόδιες εθνικές αρχές ενημερώνουν σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. |
|
|
4. Όταν μία έδρα χηρεύσει λόγω παραίτησης ή θανάτου, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενημερώνει σχετικά, χωρίς χρονοτριβή, τις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους. |
|
Τροπολογία 17 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 13 α (νέο) | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
|
Άρθρο 13α |
|
|
1. Όσον αφορά τα μέλη που εκλέγονται στα κράτη μέλη, και με την επιφύλαξη των λοιπών διατάξεων της παρούσας πράξης, κάθε κράτος μέλος θεσπίζει τις κατάλληλες διαδικασίες πλήρωσης έδρας που τυχόν χηρεύσει στη διάρκεια της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 5, για το υπόλοιπο της περιόδου αυτής. |
|
|
2. Όταν η νομοθεσία κράτους μέλους προβλέπει την προσωρινή αντικατάσταση μέλους του εθνικού του κοινοβουλίου λόγω άδειας μητρότητας, το κράτος αυτό μπορεί να αποφασίσει ότι οι διατάξεις αυτές θα πρέπει να εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, και στα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που εκλέγονται στο συγκεκριμένο κράτος. |
|
|
3. Όταν η νομοθεσία ενός κράτους μέλους προβλέπει ρητά την έκπτωση από την εντολή ενός μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που έχει εκλεγεί στο συγκεκριμένο κράτος μέλος, η εντολή λήγει, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της νομοθεσίας αυτής. Οι νομικές αυτές διατάξεις δεν εγκρίνονται με αναδρομική ισχύ. Οι αρμόδιες εθνικές αρχές ενημερώνουν σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. |
|
|
4. Όταν μια έδρα μέλους που έχει εκλεγεί σε κράτος μέλος χηρεύσει λόγω παραίτησης ή θανάτου, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενημερώνει σχετικά, χωρίς χρονοτριβή, τις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους. |
(Η τροπολογία αυτή ακολουθεί εν μέρει τη διατύπωση των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 13 της Πράξης περί Εκλογής του 1976. Βλ. τροπολογία στο άρθρο 13. | |
Τροπολογία 18 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 13 β (νέο) | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
|
Άρθρο 13β |
|
|
1. Όσον αφορά τα μέλη που εκλέγονται στην ενιαία εκλογική περιφέρεια της ΕΕ, και με την επιφύλαξη των άλλων διατάξεων της παρούσας πράξης, οι κατάλληλες διαδικασίες για την πλήρωση έδρας που τυχόν χηρεύσει στη διάρκεια της πενταετούς περιόδου θητείας που αναφέρεται στο άρθρο 5, καθορίζεται με εκτελεστικά μέτρα που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 14. |
|
|
2. Όταν η νομοθεσία της Ένωσης προβλέπει ρητά την έκπτωση από την εντολή ενός μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που έχει εκλεγεί στην ενιαία εκλογική περιφέρεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η εντολή λήγει, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της νομοθεσίας αυτής. Η εκλογική αρχή ενημερώνει σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. |
|
|
3. Όταν μια έδρα μέλους που έχει εκλεγεί στην ενιαία εκλογική περιφέρεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης χηρεύσει λόγω παραίτησης ή θανάτου, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενημερώνει σχετικά, χωρίς χρονοτριβή, την εκλογική αρχή. |
Τροπολογία 19 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 13 γ (νέο) | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
|
Άρθρο 13γ |
|
|
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφασίζει σε σχέση με διαφωνίες που ενδεχομένως ανακύψουν όσον αφορά τις διατάξεις της παρούσας Πράξης και που σχετίζονται με τη νομοθεσία της Ένωσης. |
Τροπολογία 20 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 14 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
Εάν κριθεί απαραίτητη η λήψη μέτρων για την εφαρμογή της παρούσας πράξης, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα προτάσει του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή, λαμβάνει τα αντίστοιχα μέτρα αφού προηγουμένως επιδιώξει συμφωνία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο επιτροπής συνεννόησης που αποτελείται από το Συμβούλιο και εκπροσώπους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. |
Μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας πράξης θεσπίζονται από το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, προτάσει του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο αποφασίζει με την πλειοψηφία των μελών που το απαρτίζουν, κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή και με τη συναίνεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. |
Τροπολογία 21 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 15 – παράγραφος 2 | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
Τα παραρτήματα I και II αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας πράξης. |
διαγράφεται |
Τροπολογία 22 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Άρθρο 15 – παράγραφος 2 α (νέα) | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
|
Σύμφωνα με τις Συνθήκες Προσχώρησης, η βουλγαρική, η τσεχική, η εσθονική, η λετονική, η λιθουανική,η ουγγρική, η μαλτέζικη, η πολωνική, η ρουμανική, η σλοβακική και η σλοβενική έκδοση της παρούσας Πράξης θεωρούνται επίσης αυθεντικές. |
Τροπολογία 23 Πράξη περί Εκλογής του 1976 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I |
διαγράφεται |
|
Το Ηνωμένο Βασίλειο εφαρμόζει τις διατάξεις της πράξης αυτής μόνον όσον αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο. |
|
Τροπολογία 24 Πράξη περί Εκλογής του 1976 Παράρτημα ΙΙ | |
|
Πράξη περί Εκλογής του 1976 |
Τροπολογία |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II |
διαγράφεται |
|
Δήλωση σχετικά με το άρθρο 14 |
|
|
Συμφωνείται ότι ως προς τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής συνεννόησης, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των παραγράφων 5, 6 και 7 της διαδικασίας που έχει θεσπισθεί στην κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 4ης Μαρτίου 1975.
|
|
- [1] Οι τροπολογίες στο παρόν έγγραφο βασίζονται σε μια ενοποιημένη απόδοση, που εκπόνησε η Νομική Υπηρεσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία στηρίχθηκε στην Πράξη σχετικά με την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία (ΕΕ L 278, 8.10.1976, σ. 5), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση αριθ. 93/81/Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ για την τροποποίηση της Πράξης σχετικά με την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία που επισυνάπτεται στην απόφαση του Συμβουλίου αριθ. 76/787/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ, της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 (ΕΕ L 33, 9.2.1993, σ. 15), και στην απόφαση του Συμβουλίου αριθ. 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ, της 25ης Ιουνίου 2002 και της 2ης Σεπτεμβρίου 2002 (ΕΕ L 283, 21.10.2002, σ. 1). Αυτή η ενοποιημένη απόδοση διαφέρει από την ενοποιημένη απόδοση της Υπηρεσίας Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (CONSLEG. 1976X1008-23/09/2002) κατά δύο απόψεις: προσθέτει μία περίπτωση στο άρθρο 6, παράγραφος 1 "- μέλους της Επιτροπής των Περιφερειών", ως απόρροια του άρθρου 5 της Συνθήκης του Άμστερνταμ(ΕΕ C 340, 10.11.1997), ενώ η αρίθμησή της τροποποιείται σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 1, της απόφασης του Συμβουλίου αριθ. 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ.
- [2] Στην έκδοση της απόφασης αριθ. 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα, εκτός της αγγλικής και της ισπανικής έκδοσης, η περίοδος αυτή καθορίζεται σε ένα έτος.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΚΛΟΓΗΣ ΤΩΝ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
Andrew Duff, ΒΕΚ
Ιστορικό
Ένα Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που εκλέγεται άμεσα με καθολική ψηφοφορία αποτελεί θεμελιώδες χαρακτηριστικό της συνταγματικής τάξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ήδη το 1951, το άρθρο 20 της Συνθήκης του Παρισιού για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα προέβλεπε μια Συνέλευση αποτελούμενη από "αντιπροσώπους των λαών των κρατών που έχουν συνενωθεί στην Κοινότητα". Το άρθρο 21(3) ανέφερε:
Η Συνέλευση καταρτίζει σχέδια διεξαγωγής εκλογών με άμεση καθολική ψηφοφορία κατά ομοιόμορφη διαδικασία σε όλα τα κράτη μέλη.
Το Συμβούλιο θεσπίζει ομοφώνως τις σχετικές διατάξεις τις οποίες συνιστά στα κράτη μέλη να αποδεχθούν κατά τους συνταγματικούς τους κανόνες.
Η ίδια αυτή διάταξη εγκρίθηκε με το άρθρο 138(3) της Συνθήκης της Ρώμης (1957) για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας[1].
Η Κοινή Συνέλευση της ΕΚΑΧ ζήτησε την εφαρμογή της διάταξης ήδη το 1954[2] . Το 1960 η Ευρωπαϊκή Κοινοβουλευτική Συνέλευση κατάρτισε μια Σύμβαση για την καθιέρωση άμεσης εκλογής και την υπέβαλε προς εξέταση στο Συμβούλιο[3] . Δεν σημειώθηκε όμως καμία πρόοδος στο θέμα αυτό, έως ότου η σύνοδος κορυφής της Χάγης του Δεκεμβρίου 1969 το επανέφερε στην ημερήσια διάταξη του Συμβουλίου. Η έκθεση Vedel (1972), της οποίας την εκπόνηση είχε ζητήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, συνιστούσε να εφαρμοστεί σύντομα η διάταξη της Συνθήκης για την άμεση εκλογή[4]. Ο Vedel υποδείκνυε ότι ο όρος "ομοιόμορφη εκλογική διαδικασία" δεν έπρεπε να γίνεται κατ’ ανάγκη αντιληπτός με την έννοια ότι επιβαλλόταν να επιτευχθεί μεμιάς πλήρης ομοιομορφία του εκλογικού συστήματος: το Κοινοβούλιο μπορούσε να προχωρήσει προς έναν ενιαίο εκλογικό νόμο αφού πρώτα θα αποκτούσε πρόσθετη νομιμοποίηση χάρη στην πρώτη άμεση εκλογή του.
Τον Δεκέμβριο του 1974, οι αρχηγοί κυβερνήσεων που συνεδρίασαν στο Παρίσι υπό την προεδρία του Valéry Giscard d’Estaing έλαβαν απόφαση αρχής για να προχωρήσουν σε εκλογές με άμεση ψηφοφορία "όσο το δυνατόν συντομότερα … εντός του 1978 ή αργότερα"[5]. Αυτό συμπλήρωνε την απόφασή τους να μετατρέψουν τις δικές τους ειδικές συνεδριάσεις κορυφής σε επίσημο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο – και ίσως να ήταν ακόμη και ένα είδος ανταλλάγματος.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε ήδη αρχίσει να επανεξετάζει το δικό του σχέδιο Σύμβασης του 1960. Η έκθεση Patijn πρότεινε ένα άμεσα εκλεγμένο Κοινοβούλιο με πενταετή θητεία[6]. Αρχικά θα εφαρμόζονταν τα εθνικά εκλογικά συστήματα αλλά μόνο για μια μεταβατική περίοδο, εν αναμονή της καθιέρωσης ενός περισσότερο ομοιόμορφου εκλογικού συστήματος, που αναμενόταν ότι θα ήταν έτοιμο εγκαίρως για τις δεύτερες εκλογές. Η ψηφοφορία θα πραγματοποιούνταν σε ολόκληρη την Κοινότητα μέσα στο ίδιο τριήμερο. Οι διπλές βουλευτικές εντολές θα επιτρέπονταν αλλά δεν θα ενθαρρύνονταν. Συμφωνήθηκε επίσης ένας κατάλογος των αξιωμάτων σε επίπεδο ΕΚ που κρίθηκαν ασυμβίβαστα με την εντολή του βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Θα κατανέμονταν (για τα τότε 9 κράτη) 355 έδρες σε αναλογική βάση, ως εξής: Γερμανία 71, ΗΒ 67, Ιταλία 66, Γαλλία 65, Ολλανδία 27, Βέλγιο 23, Δανία 17, Ιρλανδία 13, Λουξεμβούργο 6. Οι άμεσα εκλεγμένοι βουλευτές του ΕΚ θα είχαν τα ίδια προνόμια και τις ίδιες ασυλίες όπως οι εθνικοί ομόλογοί τους. Η εθνική διακριτική ευχέρεια θα ίσχυε επίσης όσον αφορά το όριο ηλικίας για τους ψηφοφόρους και τους υποψηφίους, την πλήρωση χηρευουσών εδρών, τους κανόνες για τα πολιτικά κόμματα και τους όρους και προϋποθέσεις για τους βουλευτές του ΕΚ. Εν αναμονή της θέσπισης της ομοιόμορφης εκλογικής διαδικασίας, ο έλεγχος της εντολής των βουλευτών θα γινόταν από το Κοινοβούλιο.
Η έκθεση Patijn αποδείχτηκε αρκετά ρεαλιστική ώστε τα κράτη μέλη να την λάβουν ως βάση για τις διαπραγματεύσεις τους στο πλαίσιο του Συμβουλίου. Το μεγάλο εμπόδιο για την επίτευξη συμφωνίας εξακολουθούσε να είναι η άρνηση της βρετανικής κυβέρνησης να εγκρίνει εκλογικό σύστημα αναλογικού τύπου, στο οποίο οι έδρες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε γενικές γραμμές θα αντιστοιχούσαν με τις ψήφους που θα έπεφταν στην κάλπη. Μολονότι η έλλειψη ομοιόμορφης εκλογικής διαδικασίας προξένησε τότε μεγάλη απογοήτευση, μπορούμε να πούμε εκ των υστέρων ότι το Κοινοβούλιο ασφαλώς έκανε καλά να επιμείνει αρχικά στην καθιέρωση εκλογών με άμεση ψηφοφορία και να αναβάλει για αργότερα την τελειοποίηση του συστήματος.
Επιτέλους άμεσες εκλογές
Στις 20 Σεπτεμβρίου 1976, το Συμβούλιο κατέληξε σε συμφωνία για μια Πράξη περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία. Η Πράξη, που έχει καθεστώς πρωτογενούς δικαίου και χρειάστηκε να επικυρωθεί από κάθε κράτος μέλος, προσαρτήθηκε σε μια απόφαση[7].
Το Συμβούλιο δημιούργησε μια συνέλευση 410 βουλευτών (για τα τότε 9 κράτη), όπου τα τέσσερα μεγαλύτερα κράτη είχαν ίσο αριθμό εδρών. Μολονότι διατυπώθηκε εκ νέου ο στόχος μιας μελλοντικής ομοιόμορφης εκλογικής διαδικασίας, δεν τέθηκε χρονοδιάγραμμα για την επίτευξή του. Η ψηφοφορία θα διεξαγόταν μεταξύ Πέμπτης και Κυριακής. Εν αναμονή της διαμόρφωσης μιας ομοιόμορφης εκλογικής διαδικασίας, ο έλεγχος της εντολής των εκλεγμένων από το Κοινοβούλιο θα λάμβανε υπόψη τα επίσημα αποτελέσματα που θα ανακηρύσσονταν σε και από κάθε κράτος μέλος. Μια διαδικασία συνεννόησης με το Κοινοβούλιο προβλέφθηκε για τη διευθέτηση των λεπτομερειών[8]. Ύστερα από ορισμένες καθυστερήσεις, οι πρώτες εκλογές για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πραγματοποιήθηκαν τελικά τον Ιούνιο του 1979.
Σύντομα το νεοεκλεγμένο Κοινοβούλιο αντιμετώπισε το ζήτημα της μετατροπής της Πράξης του 1976 σε ομοιόμορφη εκλογική διαδικασία. Η εκπόνηση της έκθεσης Seitlinger εστιάστηκε στο ζήτημα της επέκτασης της αναλογικής εκπροσώπησης[9]. Πρότεινε πολυεδρικές εκλογικές περιφέρειες με 3 έως 15 έδρες οι οποίες κατανέμονται σύμφωνα με το σύστημα D’Hondt και προέβλεπε τη δυνατότητα προτιμησιακής ψήφου για μεμονωμένους υποψηφίους εντός των συνδυασμών. Επισήμαινε ότι μπορούσε να υπάρξει απόκλιση από τον κανόνα λόγω "ειδικών γεωγραφικών ή εθνοτικών παραγόντων". Επίσης, ο Seitlinger προσπάθησε επίμονα να περάσει πρόβλεψη σύμφωνα με την οποία οι υπήκοοι ενός κράτους μέλους που διαμένουν πάνω από πέντε χρόνια σε άλλο κράτος μέλος πρέπει να έχουν δικαίωμα ψήφου στη χώρα διαμονής τους. Η διενέργεια της ψηφοφορίας προτάθηκε να περιοριστεί σε δύο ημέρες (Κυριακή και Δευτέρα). Εντούτοις, λόγω της γενικής πολιτικής κατάστασης στην Κοινότητα, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη άρνηση του ΗΒ να εγκαταλείψει το απλό πλειοψηφικό του σύστημα σε μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες, δεν επιτεύχθηκε πρόοδος στο Συμβούλιο.
Παρόμοια τύχη είχε και ο Reinhold Bocklet, που ορίσθηκε εισηγητής επί του θέματος στην επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο (1984-89). Οι προσπάθειές του ναυάγησαν εξαιτίας του βρετανικού κωλύματος. Η εφευρετικότητα δεν κατόρθωσε να παντρέψει τα αναλογικά και τα μη αναλογικά εκλογικά συστήματα μέσα σε ένα πλαίσιο που θα μπορούσε αξιόπιστα να αποκαλεστεί "ομοιόμορφο" και να επιφέρει ταυτόχρονα συναίνεση εντός του Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.
Η πτώση του Τείχους του Βερολίνου και η ένταξη της Ανατολικής Γερμανίας στην Κοινότητα κατέστησαν αναγκαίο να γίνει αναθεώρηση του αριθμού των γερμανών βουλευτών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μετά τις εκλογές του 1989 (για τα τότε 12 κράτη), ο Karel De Gucht ορίσθηκε εισηγητής επί του θέματος. Κατόρθωσε να εκπονήσει με επιτυχία δύο "ενδιάμεσες εκθέσεις" οι οποίες έδωσαν ουσιαστική ώθηση στο ζήτημα. Στην πρώτη ο De Gucht επαναλάμβανε την παλαιότερη πρόταση του Κοινοβουλίου για τη χρησιμοποίηση του συστήματος D’Hondt[10]. Προβληματισμένος από τη φθίνουσα προσέλευση τις κάλπες το 1984 και το 1989, εισήγαγε στη συζήτηση το ζήτημα του τρόπου με τον οποίον έπρεπε να πραγματοποιείται και να χρηματοδοτείται η προεκλογική εκστρατεία για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Στη δεύτερη έκθεσή του ο De Gucht πρότεινε να αυξηθούν οι έδρες της ενοποιημένης Γερμανίας σε 99, ενώ η Γαλλία, η Ιταλία και το ΗΒ θα παρέμεναν με 87 έδρες[11]. Τέλος, ο De Gucht πρότεινε ένα σύστημα συμπλήρωσης, όπου τα 2/3 των βρετανών βουλευτών θα εκλέγονταν με απλή πλειοψηφία σε μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες, αλλά το υπολειπόμενο 1/3 θα κατανέμονταν αναλογικά σύμφωνα με το σύνολο των ψήφων του κάθε κόμματος.
Ωστόσο, παρά τις προσπάθειες του Κοινοβουλίου, ήταν η εκλογή της κυβέρνησης των Εργατικών στο ΗΒ τον Μάιο του 1997 που συντέλεσε στο να ξεπεραστεί τελικά το αδιέξοδο του εκλογικού συστήματος, με τη βοήθεια στο σημείο αυτό και των Φιλελεύθερων Δημοκρατών. Για τις εκλογές του 1999 εφαρμόστηκε στη Μεγάλη Βρετανία ένα σύστημα περιφερειακής αναλογικής εκπροσώπησης με κλειστούς συνδυασμούς (closed list system)[12]. Παρόμοιες μεταρρυθμίσεις έγιναν και στη Γαλλία, εγκαίρως για τις εκλογές του 2004.
Μία χρήσιμη αλλαγή στη Συνθήκη
Στο μεταξύ, η Συνθήκη του Μάαστριχτ (1992) έκανε μερικά τολμηρά βήματα στον τομέα της ιθαγένειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το άρθρο 8Β(2) όριζε ότι:
… κάθε πολίτης της Ένωσης που κατοικεί σε κράτος μέλος του οποίου δεν είναι υπήκοος έχει το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο κράτος μέλος της κατοικίας του, υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους του εν λόγω κράτους. Το δικαίωμα αυτό ασκείται με την επιφύλαξη των λεπτομερέστερων διατάξεων που θεσπίζει το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα προτάσει της Επιτροπής και μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· Οι διατάξεις αυτές μπορούν να προβλέπουν παρεκκλίσεις όταν αυτό δικαιολογείται λόγω ειδικών προβλημάτων σε ένα κράτος μέλος[13].
Το στοιχείο αυτό πρόσφερε μια χρήσιμη νομική βάση για μέτρα που αποσκοπούν στην τόνωση της υπερεθνικής εκλογικής πολιτικής και την αύξηση της προσέλευσης των πολιτών στις κάλπες.
Ταυτόχρονα, η Συνθήκη του Μάαστριχτ τροποποίησε το άρθρο 138 για να δώσει στο Κοινοβούλιο δικαίωμα σύμφωνης γνώμης σε σχέση με την πρόταση του Συμβουλίου για ομοιόμορφη εκλογική διαδικασία. Επίσης, εισήγαγε ένα νέο άρθρο, το 138Α, που όριζε ότι:
Τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την ολοκλήρωση στα πλαίσια της Ένωσης. Συμβάλλουν στη δημιουργία ευρωπαϊκής συνείδησης και στην έκφραση της πολιτικής βούλησης των πολιτών της Ένωσης.
Η νίκη του Tony Blair τον Μάιο του 1977 είχε ευεργετική επίδραση στα καταληκτικά στάδια της διακυβερνητικής διάσκεψης που οδήγησε στην υπογραφή της Συνθήκης του Άμστερνταμ. Πρώτον, η νέα Συνθήκη έβαλε ανώτατο όριο για το Κοινοβούλιο τις 700 έδρες – με 99 για τη Γερμανία και 87 για τη Γαλλία, την Ιταλία και το ΗΒ[14]. Στη συνέχεια πρόσθετε την ακόλουθη νέα διάταξη της οποίας όμως το περιεχόμενο ήταν εν μέρει δυσνόητο:
Σε περίπτωση τροποποίησης της παρούσας παραγράφου, ο αριθμός των αντιπροσώπων που εκλέγονται στο κάθε κράτος μέλος πρέπει να εξασφαλίζει τη δέουσα αντιπροσώπευση των λαών των κρατών που συνενώθηκαν στην Κοινότητα.
Τρίτον, η Συνθήκη του Άμστερνταμ εισήγαγε ένα νέο εδάφιο που όριζε ότι η θητεία του Κοινοβουλίου είναι πενταετής.[15] Τέταρτον, η νέα Συνθήκη τροποποιούσε το άρθρο 190(4) (πρώην άρθρο 138(3)) ως εξής:
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καταρτίζει σχέδιο για τη διεξαγωγή εκλογών με άμεση και καθολική ψηφοφορία κατά ενιαία διαδικασία σε όλα τα κράτη μέλη ή σύμφωνα με κοινές αρχές όλων των κρατών μελών.[16]
Η αναθεώρηση αυτή αντανακλούσε μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση του Κοινοβουλίου όπως είχε διατυπωθεί στην έκθεση De Gucht. Ειδικότερα, η αλλαγή θα επέτρεπε στους Ιρλανδούς να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τη μεταφερόμενη μονοσταυρία αντί ενός συστήματος συνδυασμών με βάση τον μεγαλύτερο μέσο όρο.
Τέλος, ένα νέο άρθρο, το 190(5), προστέθηκε επωφελώς στη Συνθήκη του Άμστερνταμ:
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής και με την ομόφωνη έγκριση του Συμβουλίου, θεσπίζει τους κανόνες και τους γενικούς όρους που θα διέπουν την εκπλήρωση, των καθηκόντων των μελών του.
Η έκθεση Αναστασόπουλου
Αμέσως μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Άμστερνταμ το 1997, η Επιτροπή Θεσμικών Θεμάτων όρισε τον Αντιπρόεδρο του Κοινοβουλίου, Γεώργιο Αναστασόπουλο, εισηγητή στο θέμα της εκλογικής διαδικασίας. Η αποστολή του ήταν να εξετάσει κατά πόσον θα μπορούσε να υπάρξει συμφωνία σε μια νέα πρόταση με βάση το αναθεωρημένο άρθρο 190(4), δηλαδή κατά πόσον οι "κοινές αρχές όλων των κρατών μελών" πρόσφεραν καλύτερη ομοιομορφία σε σχέση με την "ενιαία διαδικασία σε όλα τα κράτη μέλη".
Ο Αναστασόπουλος διαπίστωσε ότι υπήρχε "πολύ ευρεία συναίνεση" μεταξύ των κρατών σε ό,τι αφορά ορισμένες κοινές αρχές, στις οποίες συμπεριλαμβανόταν –και αυτό είναι πολύ σημαντικό– η αναλογική εκπροσώπηση. Ο εισηγητής εγκατέλειψε την ιδέα της προσπάθειας χάραξης εδαφικών εκλογικών περιφερειών κατά ομοιόμορφο τρόπο, αλλά επέμεινε ότι αυτές θα έπρεπε να δημιουργηθούν σε κράτη με πληθυσμό άνω των 20 εκατομμυρίων κατοίκων. Ειδικότερα, έθεσε το ερώτημα αν ένα μέρος των εδρών – πρότεινε 10% – θα μπορούσε να κατανεμηθεί αναλογικά σε υπερεθνικούς συνδυασμούς (με ισορροπημένη εκπροσώπηση των φύλων) από τις εκλογές του 2009 και μετά. Τα εθνικά ελάχιστα όρια θα παρέμεναν προαιρετικά. Η προτιμησιακή ψήφος θα έπρεπε να προβληθεί εν είδει κινήτρου για την προσέλευση των ψηφοφόρων. Θα απαγορευόταν η διπλή ανάληψη εντολής (και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σε κοινοβούλιο κράτους μέλους). Ο εισηγητής πρότεινε τη χρονική μετατόπιση της εκλογικής περιόδου από τον Ιούνιο στον Μάιο (ώστε να αποφεύγεται η σύμπτωση με τις θερινές διακοπές στα βόρεια κράτη) και τη συντόμευση του χρονικού διαστήματος για τη διεξαγωγή των ψηφοφοριών σε δύο κατ’ ανώτατο όριο ημέρες. Η σημαντικής εμβέλειας έκθεση Αναστασόπουλου εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο στις 15 Ιουλίου 1998 με 355 ψήφους υπέρ, 146 κατά και 39 αποχές[17].
Το 2002 το Συμβούλιο τροποποίησε την Πράξη του 1976 προκειμένου να κωδικοποιηθεί η καθιέρωση της αναλογικής εκπροσώπησης σε όλα τα κράτη, να επιτραπεί ρητά η μεταφερόμενη μονοσταυρία και η προτιμησιακή ψήφος, να υπάρξει μέριμνα για τις εκλογικές περιφέρειες, να καθοριστεί ένα ανώτατο όριο που δεν θα υπερβαίνει το 5%, να καταργηθεί σταδιακά η διπλή εντολή και να προβλεφθεί η εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στην ανάκληση της εντολής και στην πλήρωση των χηρευουσών εδρών[18]. Οι τολμηρότερες προτάσεις της κοινοβουλευτικής έκθεσης Αναστασόπουλου δεν έγιναν δεκτές από το Συμβούλιο[19].
Νίκαια, Λάκεν και η Συνέλευση
Το Κοινοβούλιο δεν κατόρθωσε να εγείρει το ζήτημα της διαδικασίας της εκλογής του κατά τη διακυβερνητική διάσκεψη (ΔΚΔ) της Νίκαιας. Αντίθετα, τα καταληκτικά στάδια της ΔΚΔ τον Δεκέμβριο του 2000 σημαδεύτηκαν από τις αντεγκλήσεις σχετικά με την ανακατανομή των εδρών στο Κοινοβούλιο. Τελικά, ο αριθμός των βουλευτών για την περίοδο 2004-09 (για τα τότε 25 κράτη) θα αυξανόταν σε 732: η Γερμανία διατήρησε 99, η Γαλλία, η Ιταλία και το ΗΒ διατήρησαν ισότητα με 78 έδρες, ενώ η Ισπανία και η Πολωνία θα είχαν από 54 έδρες. (Αργότερα, με την προσχώρηση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, συμφωνήθηκε ότι από το 2009 θα υπήρχαν 736 έδρες: η Γερμανία θα διατηρούσε και πάλι 99 έδρες, ενώ οι έδρες της Γαλλίας, της Ιταλίας και του ΗΒ θα μειώνονταν σε 72 για έκαστη χώρα και της Ισπανίας και της Πολωνίας θα μειώνονταν σε 50.)
Η Συνθήκη της Νίκαιας τροποποίησε το άρθρο 190(5) ως εξής:
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής και με την έγκριση του Συμβουλίου, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, θεσπίζει τους κανόνες και τους γενικούς όρους που θα διέπουν την εκπλήρωση των καθηκόντων των μελών του. Κάθε κανόνας ή όρος σχετικά με το φορολογικό καθεστώς των μελών ή των πρώην μελών υπάγεται στην ομοφωνία στο πλαίσιο του Συμβουλίου[20].
Το άρθρο 191 τροποποιήθηκε ώστε να δημιουργηθεί νομική βάση για τον καθορισμό ενός καθεστώτος για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα. Το Συμβούλιο εξουσιοδοτήθηκε να θεσπίζει κανόνες που διέπουν τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, και ιδιαίτερα τη χρηματοδότησή τους, σε πλαίσιο συναπόφασης με το Κοινοβούλιο.
Στην κατεύθυνση της ανάκαμψης από την απογοήτευση της Συνθήκης της Νίκαιας, η Δήλωση του Λάκεν, τον Δεκέμβριο του 2001, έθεσε διάφορα ουσιώδη ερωτήματα σχετικά με τον μελλοντικό ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. "Θα πρέπει να ενισχυθεί ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου; Πρέπει να επεκτείνουμε το δικαίωμα συναπόφασης ή όχι; Πρέπει να επανεξεταστεί ο τρόπος εκλογής των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου; Πρέπει να δημιουργηθεί μια ευρωπαϊκή εκλογική περιφέρεια, ή πρέπει οι εκλογικές περιφέρειες να εξακολουθήσουν να καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο; Θα μπορούσαν να συνδυαστούν τα δύο συστήματα; Όταν όμως η συνταγματική Συνέλευση συζήτησε αυτά τα θέματα, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι το εκλογικό σύστημα είχε χαμηλότερη προτεραιότητα σε σχέση με τις εξουσίες του Κοινοβουλίου και τη θέση που κατείχε στη διοργανική ισορροπία[21].
Η Συνέλευση φρονίμως πρότεινε το εκλογικό σύστημα να υπόκειται σε νόμο ή νόμο-πλαίσιο του Συμβουλίου, που θα αποφάσιζε ομόφωνα βάσει πρότασης και με την έγκριση του Κοινοβουλίου[22]. Όσον αφορά τη διαμόρφωση του Κοινοβουλίου, η Συνέλευση πρότεινε να λάβει ομόφωνη απόφαση το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο βάσει πρότασης και με την έγκριση του Κοινοβουλίου. Το ανώτατο μέγεθος ορίστηκε σε 736 έδρες. "Η εκπροσώπηση των ευρωπαίων πολιτών είναι αναλογική κατά φθίνουσα τάξη, με ελάχιστο όριο τεσσάρων μελών ανά κράτος μέλος."[23] Επιπλέον, ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων θα γινόταν υποχρεωτικός, και το άρθρο 39 του Χάρτη θέσπιζε το δικαίωμα κάθε πολίτη να ψηφίζει ή να είναι υποψήφιος στις εκλογές για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο κράτος μέλος κατοικίας του, υπό τους ίδιους όρους με τους πολίτες του εν λόγω κράτους.
Η ΔΚΔ του 2003-04, η οποία έδωσε συνέχεια στο έργο της Συνέλευσης, δεν επέφερε καμία αλλαγή στις διαδικασίες αλλά ενέκρινε τη σχετική διάταξη (που μετατράπηκε σε άρθρο I-20(2)) με την εξής διατύπωση:
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απαρτίζεται από αντιπροσώπους των πολιτών της Ένωσης. Ο αριθμός τους δεν υπερβαίνει τους επτακόσιους πενήντα. Η εκπροσώπηση των πολιτών είναι αναλογική κατά φθίνουσα τάξη, με ελάχιστο όριο έξι μελών ανά κράτος μέλος. Κανένα κράτος μέλος δεν λαμβάνει περισσότερες από ενενήντα έξι έδρες.
Το κείμενο αυτό ήταν περίπου το ίδιο με το αντίστοιχο της πρότασης που είχε διατυπώσει η Γερμανία τον καιρό του Μάαστριχτ, η οποία όμως στο στάδιο εκείνο είχε απορριφθεί. Υποστηρίχθηκε ότι η σημασία της αλλαγής της καθιερωμένης διατύπωσης –από "αντιπροσώπους των λαών των κρατών που έχουν συνενωθεί στην Κοινότητα" σε "αντιπροσώπους των πολιτών της Ένωσης"– διέφυγε από ορισμένους παρατηρητές. Παρότι ο όρος "λαοί" δεν θεωρείται πως έχει κάποια συγκεκριμένη νομική έννοια στην ισχύουσα Συνθήκη, η αντικατάστασή του με τον όρο "πολίτες" δεν ήταν τυχαία: πράγματι, δινόταν έμφαση στον πολίτη της ΕΕ και σε άλλα σημεία της συνταγματικής Συνθήκης[24]. Και οι αντιπρόσωποι του Κοινοβουλίου στη Συνέλευση και στις μετέπειτα ΔΚΔ ήλπιζαν ότι η αλλαγή αυτή θα ενθάρρυνε την περαιτέρω ανάπτυξη της υπερεθνικής πολιτικής, ώστε να οδηγηθούμε σε μια ευρύτερη αναγνώριση του μεταεθνικού πολιτικού χώρου.
Η Συνθήκη της Λισαβόνας
Η πρόσφατη ιστορία της "περιόδου στοχασμού" και της διαπραγμάτευσης για τη Συνθήκη της Λισσαβώνας μας είναι περισσότερο οικεία. Στη διακυβερνητική διάσκεψη, το Κοινοβούλιο προτίμησε να μην επιμείνει σε μια ενιαία εκλογική διαδικασία ή, όπως είχε κάποτε συζητηθεί, σε μια μεταρρύθμιση του καθεστώτος των προνομίων και ασυλιών.
Έξω από το πλαίσιο της συνταγματικής διαπραγμάτευσης, σημειώθηκε σημαντική πρόοδος. Το πρώτο καθεστώς των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων θεσπίστηκε το 2003 και επεκτάθηκε στα πολιτικά ιδρύματα των κομμάτων το 2007[25]. Παρόμοια, το καθεστώς των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου συμφωνήθηκε επιτέλους το 2005[26].
Ενώ δεν ετέθη το ζήτημα της εκλογικής διαδικασίας στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη συνταγματική Συνθήκη, προκλήθηκαν έντονες διχογνωμίες σχετικά με την πρόταση για την ανακατανομή των εδρών του Κοινοβούλιο που θα εκλεγόταν το 2009. Το Κοινοβούλιο ανταποκρίθηκε στο αίτημα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου 2007 να υποβάλει πρόταση για την ανακατανομή των εδρών. Το Κοινοβούλιο κατόρθωσε, στην έκθεση Lamassoure-Severin (2007), να καθορίσει με πειστικό τρόπο πώς θα έπρεπε να εφαρμοστεί στην πράξη η αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης κατά φθίνουσα τάξη, και συνεπώς: "ο λόγος μεταξύ πληθυσμού και αριθμού εδρών των κρατών μελών πρέπει να κυμαίνεται σε συνάρτηση με τον πληθυσμό καθενός, κατά τρόπο ώστε κάθε βουλευτής κράτους μέλους με μεγαλύτερο πληθυσμό να αντιπροσωπεύει περισσότερους πολίτες από κάθε βουλευτή κράτους μέλους με μικρότερο πληθυσμό και αντιστρόφως, αλλά και κανένα κράτος μέλος με μικρότερο πληθυσμό να μη διαθέτει περισσότερες έδρες από ένα κράτος μέλος με μεγαλύτερο πληθυσμό"[27].
Ένα όμως κράτος, η Ιταλία, αντιτάχθηκε στην πρόταση η οποία αποτελούσε λογική απόρροια των ανωτέρω, να λάβει δηλαδή 72 έδρες έναντι 73 για το ΗΒ και 74 για τη Γαλλία. Στις τελευταίες στιγμές της ΔΚΔ επιτεύχθηκε ένας συμβιβασμός που αύξανε το μέγεθος του Κοινοβουλίου σε 751 μέλη –δηλαδή 750 συν τον Πρόεδρό του– και έδινε την πρόσθετη έδρα στην Ιταλία. Αλλά δυστυχώς η διευθέτηση αυτή παραβιάζει την αυστηρή εφαρμογή της αρχής της αναλογικής εκπροσώπησης κατά φθίνουσα τάξη (όπως ορίστηκε από το Κοινοβούλιο), επειδή ένας ιταλός βουλευτής του ΕΚ μπορεί να αντιπροσωπεύει λιγότερους πολίτες από έναν ισπανό συνάδελφό του, παρά το γεγονός ότι η Ισπανία έχει μικρότερο πληθυσμό από την Ιταλία[28]. Κατά παρέκκλιση από το ιδανικό σχήμα, ο ορισμός Lamassoure-Severin για την αναλογική εκπροσώπηση κατά φθίνουσα τάξη έχει γίνει δεκτός, τουλάχιστον θεωρητικά, τόσο από το Κοινοβούλιο όσο και από το Συμβούλιο.
Εν πάση περιπτώσει, ύστερα από τη μικροαναστάτωση για τις κοινοβουλευτικές έδρες, η Συνθήκη της Λισσαβώνας τελικά υπεγράφη στις 13 Δεκεμβρίου 2007 και ετέθη σε ισχύ έντεκα μήνες αργότερα, την 1η Δεκεμβρίου 2009.
Το άρθρο 14 της αναθεωρημένης Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ως εξής:[29]
1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ασκεί, από κοινού με το Συμβούλιο, νομοθετικά και δημοσιονομικά καθήκοντα. Ασκεί καθήκοντα πολιτικού ελέγχου και συμβουλευτικά καθήκοντα υπό τους όρους που προβλέπονται στις Συνθήκες. Εκλέγει τον πρόεδρο της Επιτροπής.
2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απαρτίζεται από αντιπροσώπους των πολιτών της Ένωσης. Ο αριθμός τους δεν υπερβαίνει τους επτακόσιους πενήντα, συν τον πρόεδρο. Η εκπροσώπηση των πολιτών είναι αναλογική κατά φθίνουσα τάξη, με ελάχιστο όριο έξι μελών ανά κράτος μέλος. Κανένα κράτος μέλος δεν λαμβάνει περισσότερες από ενενήντα έξι έδρες.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εκδίδει ομόφωνα, μετά από πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και με την έγκρισή του, απόφαση για τον καθορισμό της σύνθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σεβόμενο τις αρχές που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο.
3. Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκλέγονται για πέντε έτη με άμεση, καθολική, ελεύθερη και μυστική ψηφοφορία.
4. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκλέγει τον πρόεδρο και το προεδρείο του μεταξύ των μελών του.
Το άρθρο 223 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει ως εξής:
1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καταρτίζει σχέδιο για τη θέσπιση των αναγκαίων διατάξεων με στόχο την εκλογή των μελών του με άμεση και καθολική ψηφοφορία κατά ενιαία διαδικασία σε όλα τα κράτη μέλη ή σύμφωνα με κοινές αρχές όλων των κρατών μελών.
Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία και μετά από την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο αποφασίζει με την πλειοψηφία των μελών που το απαρτίζουν, θεσπίζει τις αναγκαίες διατάξεις. Οι διατάξεις αυτές τίθενται σε ισχύ μετά την έγκρισή τους από τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τους αντίστοιχους συνταγματικούς κανόνες τους.
2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αποφασίζοντας μέσω κανονισμών με δική του πρωτοβουλία σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία,, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής και με την έγκριση του Συμβουλίου, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, θεσπίζει τους κανόνες και τους γενικούς όρους που θα διέπουν την εκπλήρωση, των καθηκόντων των μελών του. Κάθε κανόνας ή όρος σχετικά με το φορολογικό καθεστώς των μελών ή των πρώην μελών υπάγεται στην ομοφωνία στο πλαίσιο του Συμβουλίου.
Παράλληλα με τις μακρόχρονες διαπραγματεύσεις για την αναθεώρηση της συνθήκης, η ΕΕ έχει ήδη επιτύχει σημαντική πρόοδο στη δημιουργία των βασικών προϋποθέσεων για την ομοιόμορφη εκλογή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, παρά την έλλειψη ενιαίας εκλογικής νομοθεσίας. Από τα προβλήματα που είχαν εντοπίσει οι παλαιότεροι εισηγητές αυτού του θέματος, ορισμένα έχουν ήδη βρει ικανοποιητική λύση, και ειδικότερα:
· σε όλα τα κράτη μέλη έχει θεσπιστεί μια μορφή αναλογικής εκπροσώπησης·
· η διπλή εντολή έχει καταργηθεί·
· έχουν συγκροτηθεί και χρηματοδοτηθεί ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και ιδρύματα·
· οι όροι και προϋποθέσεις για τους βουλευτές του ΕΚ έχουν εναρμονισθεί.
Υπάρχει μια άλλη κατηγορία ζητημάτων τα οποία ίσως φάνηκαν προβληματικά στις απαρχές της καθιέρωσης της άμεσης εκλογής αλλά, με τη βοήθεια της πείρας, δεν προβληματίζουν πια – όπως είναι η εκλογιμότητα ανεξάρτητων υποψηφίων και ο έλεγχος των προεκλογικών δαπανών. Εδώ δεν φαίνεται να έχει προκαλέσει προβλήματα η απλή εφαρμογή της εθνικής διακριτικής ευχέρειας και της εθνικής εκλογικής πρακτικής.
Παρά τη μέχρι τούδε πρόοδο, η έκθεση αυτή καλείται να πραγματευθεί την αναθεώρηση της Πράξης του 1976 περί της άμεσης εκλογής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Και έτσι, δώδεκα χρόνια μετά την τελευταία εξέταση του φακέλου από το Κοινοβούλιο με την έκθεση Αναστασόπουλου, και τέσσερα ολόκληρα χρόνια πριν τεθεί σε ισχύ οποιαδήποτε εφαρμόσιμη μεταρρύθμιση της εκλογικής διαδικασίας (το 2014), η τωρινή στιγμή φαίνεται πράγματι ως η κατάλληλη για τη δρομολόγηση περαιτέρω μεταρρυθμίσεων.
Η σπουδαιότητα και οι εξουσίες του Κοινοβουλίου έχουν αυξηθεί σημαντικά από το 1979. Αυτό δεν έχει αποτυπωθεί στις μάλλον περιορισμένου εύρους αναθεωρήσεις της Πράξης του 1976 οι οποίες έγιναν από τότε και μετά. Τώρα έχει επιτέλους τεθεί σε ισχύ η Συνθήκη της Λισαβόνας και οι βουλευτές του ΕΚ έχουν αποκτήσει πολύ μεγαλύτερη εξουσία. Το Κοινοβούλιο χρειάζεται και αξίζει ένα εκλογικό σύστημα και μια εσωτερική οργάνωση που να είναι ανάλογα των νέων του καθηκόντων.
Η αναζήτηση της αναλογικότητας κατά φθίνουσα τάξη
Επειδή η Συνθήκη της Λισσαβώνας δεν είχε ακόμη τεθεί σε ισχύ, οι εκλογές του 2009 θα διεξάγονταν επί τη βάσει της Συνθήκης της Νίκαιας (736 έδρες, με 5 έως 99 έδρες ανά κράτος μέλος). Κατά συνέπεια, θα πρέπει ούτως ή άλλως να υπάρξει πλήρης ανακατανομή των εδρών πριν από τις εκλογές του 2014 προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι προβλέψεις της Συνθήκης της Λισσαβώνας καθώς και η δημογραφική αλλαγή και η πιθανή ένταξη νέων κρατών στην Ένωση[30].
Η αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης κατά φθίνουσα τάξη αποτελεί μία κομψή φεντεραλιστική ιδέα σύμφωνα με την οποία τα συμφέροντα των μικρότερων μειονοτήτων προστατεύονται όταν παρέχεται στα κράτη με μικρό πληθυσμό υψηλότερη αντιπροσώπευση έναντι αυτής των κρατών με μεγάλο πληθυσμό. Παρά τη συμφωνία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Δεκέμβριο 2007 να γίνει δεκτή η πρόταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης κατά φθίνουσα τάξη δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί στην πράξη. Στο Κοινοβούλιο του 2004 υπήρχαν δέκα κράτη που είχαν ή πάρα πολλούς ή πολύ λίγους βουλευτές ΕΚ. Στο παρόν Κοινοβούλιο που εξελέγη τον Ιούνιο 2009, υπάρχουν εννέα. Ακόμη και μετά την αποδοχή των 18 επιπλέον μελών δυνάμει της Συνθήκης της Λισσαβώνας, εξακολουθούν να παραμένουν 5 ‘παραβάσεις’ όπως παρουσιάζεται στον πίνακα και τη γραφική απεικόνιση του παραρτήματος ΙΙ.
Είναι σημαντικό να αναγνωριστεί ότι το σημερινό σύστημα για την κατανομή των εδρών δεν είναι στην ουσία τίποτε περισσότερο από μία πολιτική πανάκεια – και μάλιστα μονίμως ασταθής. Ένας προφανής αποσταθεροποιητικός παράγοντας είναι το γεγονός ότι η Γερμανία σημειώνει μία ραγδαία πτωτική δημογραφική τάση και συνεπώς το χάσμα μεταξύ της χώρας αυτής αφενός και της Γαλλίας, του ΗΒ και της Ιταλίας με αυξανόμενους πληθυσμούς αφετέρου θα ελαττωθεί στις προσεχείς δεκαετίες. Εάν η Γερμανία παραμείνει με τον ανώτατο αριθμό εδρών (96) παρά τη μείωση του πληθυσμού της, θα πρέπει στα αμέσως επόμενα κράτη σε μέγεθος πληθυσμού να δοθεί μεγαλύτερος αριθμός εδρών από αυτόν που διαθέτουν σήμερα. Μία τέτοιας μορφής έκβαση θα βλάψει σοβαρά τα συμφέροντα των μεσαίου μεγέθους κρατών και με τον τρόπο αυτό θα υπονομευθεί η αναλογική εκπροσώπηση κατά φθίνουσα τάξη. Έτσι, η δημογραφική μεταβολή αποτελεί σοβαρή πρόκληση στη συνέχιση των σημερινών διευθετήσεων, χωρίς να συνυπολογίζονται και οι πολιτικές συνδιαλλαγές που συνοδεύουν αναπόφευκτα μία ανακατανομή εδρών.
Τουλάχιστον, στη συνθήκη αναφέρεται ότι κανένα κράτος δεν λαμβάνει περισσότερες από ενενήντα έξι έδρες και η πρόβλεψη αυτή εισάγει τη δυνατότητα της σταδιακής μείωσης των εδρών της Γερμανίας για να ληφθεί υπόψη η μείωση του πληθυσμού της.[31] Εντούτοις, στο κατώτερο άκρο της κλίμακας δεν παρατηρείται τέτοια ευελιξία: οι έξι έδρες αποτελούν το κατώτερο όριο. Ας υπενθυμιστεί ότι, κατά τις επόμενες δύο δεκαετίες, στην προοπτική της ένταξης νέων κρατών περιλαμβάνονται τουλάχιστον η Κροατία, η Ισλανδία, οι έξι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και η Τουρκία.
Το πρόβλημα για την εξεύρεση ισότιμης λύσης για όλους κάτω από το ανώτατο όριο των 751 εδρών σύμφωνα με την αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης κατά φθίνουσα τάξη εντάσσεται αμιγώς στις αρμοδιότητες του Κοινοβουλίου το οποίο, δυνάμει της Συνθήκης της Λισσαβώνας, έχει το δικαίωμα (αλλά και το καθήκον) να αρχίσει διαδικασία τροποποιήσεων στη σύνθεση του Σώματος στη διάρκεια εκάστης κοινοβουλευτικής θητείας. Το Κοινοβούλιο είναι επίσης αρμόδιο να προτείνει την προσωρινή προσθήκη μελών από κράτη που βρίσκονται στο στάδιο της ένταξης, για πενταετή θητεία.
Το γεγονός ότι οι Γερμανοί υποαντιπροσωπεύονται κατά δυσανάλογο τρόπο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτέλεσε τμήμα της αιτιολόγησης των μηνυτών οι οποίοι προσέφυγαν κατά της Συνθήκης της Λισσαβώνας στο Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας. Στην απόφασή του τον Ιούνιο 2009, το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, ύστερα από μία ενδιαφέρουσα συζήτηση σχετικά με τα προτερήματα της αναλογικής εκπροσώπησης κατά φθίνουσα τάξη, απεφάνθη ότι το σύστημα, όπως προτείνεται στη συνθήκη, είναι παραδεκτό διότι η ΕΕ δεν είναι ομοσπονδιακό κράτος. Το δικαστήριο διαπίστωσε ότι, παρά τους ισχυρισμούς της Ένωσης για την ευρωπαϊκή ιθαγένεια, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτελείται στην πράξη από εθνικές ομάδες. Σε αντίθεση με την ομοσπονδιακή βουλή, το Κοινοβούλιο δεν είναι μία συνέλευση ίσων. Ούτε όμως αποτελεί την ανώτατη αρχή του ευρωπαϊκού κυρίαρχου λαού. Η γερμανική εκπροσώπηση σε άλλα πλαίσια του κυβερνητικού συστήματος της Ένωσης αντισταθμίζει αυτό που σε άλλες περιπτώσεις θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η άνιση μεταχείρισή του στους κόλπους του Κοινοβουλίου. Επιπλέον, η συνθήκη περιέχει προαιρετικά μέσα διακρατικής συμμετοχικής δημοκρατίας, όπως η πρωτοβουλία των πολιτών, τα οποία συμπληρώνουν με χρήσιμο τρόπο τον ρόλο των βουλευτών του ΕΚ[32].
Η απόφαση του δικαστηρίου της Καρλσρούης σχετικά με τη συνθήκη της Λισσαβώνας εξακολουθεί να είναι αμφιλεγόμενη. Δεν πρέπει να δεχθούμε κατ’ ανάγκη τα πορίσματά της για να κατανοήσουμε τον ευαίσθητο χαρακτήρα του θέματος που αφορά το τρόπο με τον οποίον θα γίνεται η σύνθεση του Κοινοβουλίου στο μέλλον. Τουλάχιστον, τώρα που η συνθήκη της Λισσαβώνας έχει τεθεί σε ισχύ είναι ουσιαστικό, σε ό,τι αφορά την απόφαση για τη σύνθεση του Κοινοβουλίου στο μέλλον, να εφαρμοσθεί σχολαστικά η αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης κατά φθίνουσα τάξη εάν θέλουμε να αποφευχθούν προσφυγές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Ίσως έχει φτάσει η στιγμή να αξιολογήσουμε πιο σοβαρά τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαμε να καταλήξουμε σε μία λύση μέσω μαθηματικής διατύπωσης για την κατανομή των εδρών, μία λύση που να είναι βιώσιμη, διαφανής και πολιτικά αμερόληπτη[33].
Διεύρυνση του δικαιώματος του εκλέγειν
Είναι σαφές ότι, εξαιτίας των μεγάλων διαφορών στις νομοθεσίες περί ιθαγένειας, υπάρχει άνιση πρόσβαση στα δικαιώματα της ιθαγένειας της ΕΕ από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Επιπλέον, η κατάσταση των υπηκόων ενός κράτους μέλους που διαμένουν επί μεγάλο χρονικό διάστημα σε άλλο κράτος μέλος είναι κάθε άλλο παρά ομοιόμορφη. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία όσον αφορά την περίπτωση απώλειας των εκλογικών δικαιωμάτων στο κράτος μέλος καταγωγής και τη δυνατότητα ή μη, κατά περίπτωση, απόκτησης εκλογικών δικαιωμάτων στο κράτος μέλος υποδοχής[34]. Αν προσθέσουμε το πλέγμα των 27 πολύπλοκων εκλογικών νομοθεσιών πάνω στις 27 νομοθεσίες περί ιθαγένειας, αντιλαμβανόμαστε αμέσως ότι δεν θα ήταν καθόλου ρεαλιστικό αλλά και καθόλου σώφρον να δρομολογήσει η Ένωση ένα πρόγραμμα γενικής εναρμόνισης[35].
Εξακολουθεί ως εκ τούτου να παραμένει ένα σοβαρό πρόβλημα που αφορά τη στέρηση των εκλογικών δικαιωμάτων από τους πολίτες της ΕΕ οι οποίοι επιλέγουν να ασκήσουν το δικαίωμα που τους χορηγεί η συνθήκη να ζήσουν σε κράτος μέλος άλλο από το δικό τους. Η άρση των νομικών εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία δεν επέφερε στην πράξη τη διεύρυνση του δικαιώματος του εκλέγειν[36].
Ωστόσο, με τα χρόνια κατεβλήθησαν σημαντικές προσπάθειες με σκοπό την παροχή κινήτρων για τη μεγαλύτερη προσέλευση των πολιτών στις κάλπες για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε για τους πολίτες που κατοικούν σε κράτος μέλος άλλο από το δικό τους – αυξανόμενος αριθμός ατόμων, που σήμερα αντιπροσωπεύει περίπου το 2% του συνολικού πληθυσμού της ΕΕ. Η Επιτροπή Barroso I προσπάθησε να αναθεωρήσει την Οδηγία 93/109/ΕΚ για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι κατά τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τους πολίτες της Ένωσης που κατοικούν σε ένα κράτος μέλος του οποίου δεν είναι υπήκοοι[37].
Το Κοινοβούλιο υποστήριξε τις προτάσεις της Επιτροπής για την απλούστευση των γραφειοκρατικών διαδικασιών που σχετίζονται με τη δήλωση εγγραφής σε εκλογικούς καταλόγους ή τη δήλωση υποψηφιότητας και με την από πλευράς των κρατών επαλήθευση του βάσιμου αυτών των δηλώσεων εγγραφής. Εντούτοις, το Κοινοβούλιο διαφωνεί με την πλήρη απαγόρευση που εισάγει η νομοθεσία του 1993 για την υποψηφιότητα σε περισσότερα του ενός κράτη για τις ίδιες εκλογές, και ζητά από το Συμβούλιο να χαλαρώσει τους ισχύοντες περιορισμούς. Το Κοινοβούλιο βάσισε τη θέση του στο γεγονός ότι, ενώ το άρθρο 8 της Πράξης του 1976 απαγορεύει τη διπλή ψήφο, δεν υπάρχει τέτοια ρητή απαγόρευση για τις υποψηφιότητες και ότι, επιπλέον, η επέκταση του υπερεθνικού χαρακτήρα της πολιτειακής οντότητας της ΕΕ εξαρτάται σε κάποιο βαθμό από την ενδεχόμενη δυνατότητα που έχει ο πολίτης να ψηφίζει υποψηφίους διαφορετικής εθνικότητας από τη δική του. Το Κοινοβούλιο επεδίωξε επίσης να εξασφαλίσει ότι το κράτος κατοικίας δεν θα υποχρεούται αυτομάτως να εμποδίζει έναν πολίτη να ψηφίσει αν έχει στερηθεί τα εκλογικά του δικαιώματα σε ένα άλλο κράτος. Οι βουλευτές του ΕΚ είναι της άποψης ότι, και στις δύο περιπτώσεις, θα έπρεπε να εναπόκειται στα ενδιαφερόμενα κράτη να αποφασίσουν κατά περίπτωση, ώστε να αποτρέπονται οι διακρίσεις. Επικαλέσθηκαν τις διατάξεις που εισήχθησαν με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, σύμφωνα με τις οποίες κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στις ευρωπαϊκές βουλευτικές εκλογές στο κράτος κατοικίας του, υπό τους ίδιους όρους με τους πολίτες του κράτους αυτού[38].
Μία πιο ριζοσπαστική λύση θα ήταν να διευρυνθεί ακόμη περισσότερο το πεδίο εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ ώστε να έχουν οι πολίτες της ΕΕ το δικαίωμα να συμμετέχουν, όχι μόνο στις ευρωπαϊκές και τις δημοτικές, αλλά, και στις εθνικές και περιφερειακές βουλευτικές εκλογές. Μια τέτοια πρωτοβουλία σε επίπεδο ΕΕ είναι βέβαιο ότι θα κατέληγε σε κατηγορίες για κατάφωρη παραβίαση των δίδυμων αρχών επικουρικότητας και αναλογικότητας. Συνεπώς, η πρόταση που θα απαιτούσε τροποποίηση του άρθρου 22 της ΣΛΕΕ θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί σε βάθος στο πλαίσιο μίας Συνέλευσης στην οποία ασφαλώς θα συμμετείχαν και εθνικοί βουλευτές, όπως επίσης κυβερνήσεις, η Επιτροπή και βουλευτές του ΕΚ.
Απουσία μίας τέτοιας μορφής τροποποίησης της συνθήκης, ένας ομοσπονδιακής νοοτροπίας πυρήνας κρατών θα μπορούσε να επιχειρήσει την εφαρμογή της ενισχυμένης συνεργασίας σε ό,τι αφορά την εκλογική νομοθεσία. Μια επέκταση των διμερών αμοιβαίων εκλογικών δικαιωμάτων, όπως ισχύει μεταξύ ΗΒ, Ιρλανδίας, Κύπρου και Μάλτας, θα ήταν ένας άλλος τρόπος να αναπτυχθούν τα πολιτικά δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ χωρίς επίσημη παρέμβαση της ΕΕ[39]. Θα μπορούσε επίσης να αναμένεται μια αναφορά για το θέμα των εκλογικών δικαιωμάτων βάσει της νέας διάταξης της Συνθήκης της Λισσαβώνας για τις πρωτοβουλίες των πολιτών[40]. Εν πάση περιπτώσει, αν ποτέ το πολιτικό κλίμα γίνει ευνοϊκότερο για την αναβάθμιση του πολιτικού περιεχομένου της ιθαγένειας της ΕΕ, το Συμβούλιο έχει πάντα τη δυνατότητα να διευρύνει την εμβέλεια των δικαιωμάτων ιθαγένειας χωρίς να είναι υποχρεωμένο να καταφύγει στις περιπλοκές μιας ΔΚΔ[41].
Εθνικότητα και υπηκοότητα
Η ιταλική διαμαρτυρία, η οποία διατυπώθηκε στη ΔΚΔ της Λισσαβώνας και αφορούσε τον αριθμό των εδρών της στο Κοινοβούλιο μετά το 2009, βασίστηκε εν μέρει στον ισχυρισμό ότι η νέα Συνθήκη θα μετατόπιζε τη βάση αναφοράς για τη σύνθεση του Κοινοβουλίου από τον πληθυσμό στους πολίτες. Τα δύο αυτά μεγέθη είναι βεβαίως διαφορετικά, ιδίως σε χώρες, όπως η Ιταλία, που έχουν δείξει μεγαλύτερη απροθυμία από άλλες για την πολιτογράφηση των μεταναστών τους. Ωστόσο, σύμφωνα με την Eurostat, είναι αδύνατο να υπάρξει αριθμητική ακρίβεια, ιδίως σήμερα που παρατηρείται μεγάλης κλίμακας μετακίνηση ανθρώπων διαμέσου των εσωτερικών συνόρων της ΕΕ. Η Eurostat συνεχίζει να προβάλλει το επιχείρημα, σύμφωνα και με τις συμβάσεις του ΟΗΕ, ότι ο συνολικός πληθυσμός των κατοίκων αποτελεί τον πλέον αξιόπιστο δημογραφικό συγκριτικό παράγοντα. Η εκτίμηση της Eurostat είναι ότι το 94% του πληθυσμού της ΕΕ κατοικεί στη χώρα καταγωγής του, το 4% δεν είναι πολίτες της ΕΕ και μόλις το 2% είναι πολίτες της ΕΕ εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος.
Υπενθυμίζεται ότι η ιδιότητα του πολίτη της ΕΕ εξαρτάται πλήρως από την απόκτηση της υπηκοότητας ενός κράτους μέλους. Δεν υπάρχει κανείς τρόπος να γίνει κάποιος πολίτης της ΕΕ χωρίς να έχει την υπηκοότητα ενός κράτους μέλους. Είναι λυπηρό το γεγονός ότι σε όλα σχεδόν τα κράτη μέλη οι διαδικασίες για τη χορήγηση της υπηκοότητας ή για την απόκτηση διπλής υπηκοότητας έχουν γίνει πιο περίπλοκες από ό,τι ήταν στο παρελθόν. Επιπλέον, τα κράτη μέλη ενεργούν ανεξάρτητα, χωρίς να υπολογίζουν τις συνέπειες των ενεργειών τους για το εύρος ή την ποιότητα της υπηκοότητας της ΕΕ.
Τέτοιας μορφής τάσεις μονομερούς δράσης αποκλίνουν από τις προσπάθειες για την αναθεώρηση των Συνθηκών της ΕΕ κατά τρόπο ευνοϊκό για τους πολίτες. Η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως τροποποιήθηκε από τη Συνθήκη της Λισσαβώνας, για παράδειγμα, προσφέρει στέρεες βάσεις στην έννοια του πολίτη της ΕΕ, όπως φαίνεται παρακάτω:
Άρθρο 9
Σε όλες τις δραστηριότητές της, η Ένωση σέβεται την αρχή της ισότητας των πολιτών της, οι οποίοι τυγχάνουν ίσης προσοχής από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της. Πολίτης της Ένωσης είναι κάθε πρόσωπο που έχει την υπηκοότητα κράτους μέλους. Η ιθαγένεια της Ένωσης προστίθεται στην εθνική ιθαγένεια και δεν την αντικαθιστά.
Άρθρο 10
1. Η λειτουργία της Ένωσης θεμελιώνεται στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία.
2. Οι πολίτες εκπροσωπούνται άμεσα στο επίπεδο της Ένωσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Τα κράτη μέλη εκπροσωπούνται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο από τον αρχηγό κράτους ή κυβέρνησης και στο Συμβούλιο από τις κυβερνήσεις τους, οι οποίοι είναι δημοκρατικά υπεύθυνοι είτε έναντι των εθνικών τους κοινοβουλίων, είτε έναντι των πολιτών τους.
3. Κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στον δημοκρατικό βίο της Ένωσης. Οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο το δυνατόν πιο ανοιχτά και εγγύτερα στους πολίτες.
4. Τα πολιτικά κόμματα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συμβάλλουν στην διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής συνείδησης και στην έκφραση της βούλησης των πολιτών της Ένωσης.
Η ΕΕ δεν διαθέτει επομένως έναν μοναδικό ορισμό της ιθαγένειάς της, αλλά 27 εθνικές εκδοχές. Το φάσμα των νόμων περί ιθαγένειας στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ προκαλεί σύγχυση[42]. Ορισμένα κράτη παρέχουν ειδικά προνόμια σε υπηκόους τρίτων χωρών των οποίων οι πρόγονοι κατάγονταν από το κράτος αυτό· άλλα το αποκλείουν κατηγορηματικά. Ορισμένα κράτη διατηρούν ορισμένα δικαιώματα κατοικίας για τους υπηκόους των πρώην αποικιών· άλλα όχι. Τα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν τα πολιτικά δικαιώματα των υπερπόντιων εδαφών ή των εξαρτώμενων εδαφών τους με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Δεν έχει υπάρξει καμία προσπάθεια της ΕΕ για εναρμόνιση των νόμων αυτών, μολονότι έχουν σημειωθεί πολλές περιπτώσεις όπου κάποιο κράτος μιμείται ένα άλλο στη σχετική νομοθεσία. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι το δικαίωμα των κρατών μελών να θεσπίζουν δικούς τους κανόνες για την απόκτηση ή απώλεια της ιθαγένειας περιορίζεται από την ανάγκη τήρησης του δικαίου της ΕΕ[43]. Στο πλαίσιο αυτό, η πρόσφατη απόφαση του 2005 της Ισπανίας να πολιτογραφήσει 700.000 μετανάστες χωρίς διαβούλευση με τους εταίρους της έτυχε μεγάλης προσοχής.
Όποια προσέγγιση και αν επιτευχθεί όσον αφορά την εκλογική νομοθεσία, θα εξακολουθεί να εκκρεμεί το πρόβλημα του τρόπου κατανομής των εδρών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Είναι λοιπόν σημαντικές οι αλλαγές που επέφερε η Συνθήκη της Λισσαβώνας στο άρθρο 14 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ό,τι αφορά την ιθαγένεια της ΕΕ; Θα έπρεπε άραγε να μετράμε πολίτες της ΕΕ αντί για κατοίκους κρατών μελών; Αν ναι, ποιοι ακριβώς είναι οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Ή ασπαζόμαστε την άποψη του Τζέιμς Μάντισον ότι η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση στη δημοκρατική πολιτεία είναι περισσότερο εκ γενετής δικαίωμα από ό,τι πολιτικό προνόμιο; Η προσέγγιση του Μάντισον υποδεικνύει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν αντιπροσωπεύει μόνο τους de jure πολίτες της ΕΕ (όπως προσδιορίζεται ρητά στη Συνθήκη ΕΕ), αλλά επίσης αντιπροσωπεύει, και έχει υποχρέωση να φροντίζει, οποιονδήποτε άλλον που διαμένει στο έδαφος της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των ανηλίκων και των απλών πολιτών. Υπ’ αυτές τις προϋποθέσεις, και εάν όλοι οι άλλοι παράγοντες παραμείνουν ως έχουν, η καθιερωμένη μέθοδος κατανομής των εδρών στο Κοινοβούλιο βάσει του συνολικού πληθυσμού –για να μην αναφερθούμε στον αριθμό των ψήφων στο Συμβούλιο– συνεχίζει να φαίνεται η ενδεδειγμένη και δεν πρέπει να τροποποιηθεί, τουλάχιστον, πριν το θέμα εξετασθεί σε μεγαλύτερο βάθος.
Ανάγκη για περαιτέρω μεταρρύθμιση
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν πρέπει να αισθάνεται ικανοποιημένο από τις εκλογικές του μεθόδους. Εάν προτίθεται να συνεχίσει να διακηρύσσει συχνά τα πλεονεκτήματα της πολυφωνικής και φιλελεύθερης δημοκρατίας σε άλλες χώρες, θα πρέπει να ασκήσει μεγαλύτερη αυτοκριτική.
Το Γραφείο για τους δημοκρατικούς θεσμούς και τα ανθρώπινα δικαιώματα του ΟΑΣΕ εκπόνησε την πρώτη εφ' όλης της ύλης αποστολή παρατήρησης των εκλογών του 2009 για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Τα πορίσματά του είναι ενδιαφέροντα[44]. Αρχικά, η ομάδα του ΟΑΣΕ εξεπλάγη από τη μεγάλη διαφορά στον τρόπο διεξαγωγής των εκλογών σε κάθε κράτος και σημείωσε τις διαφορές όσον αφορά τις μεθόδους κατανομής των εδρών, τη δυνατότητα προτιμησιακής ψήφου, την κατανομή των εδρών που έχουν χηρεύσει, τα εκλογικά συστήματα, τα εκλογικά δικαιώματα, τις υποψηφιότητες, τον ορισμό των υποψηφίων, τις εκλογικές περιφέρειες και τις ημέρες ψηφοφορίας. Οι διεθνείς παρατηρητές θεώρησαν επίσης παράξενο το γεγονός ότι στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα απαγορεύονται εκ των πραγμάτων οι προεκλογικές εκστρατείες[45].
Το Γραφείο για τους δημοκρατικούς θεσμούς και τα ανθρώπινα δικαιώματα του ΟΑΣΕ επέκρινε συγκεκριμένα:
· την έλλειψη εναρμόνισης σε επίπεδο ΕΕ των απαιτήσεων για την υποψηφιότητα·
· την έλλειψη, σε ορισμένα κράτη, διατάξεων που επιτρέπουν σε μεμονωμένους υποψηφίους να κατεβαίνουν στις εκλογές σύμφωνα με τις δεσμεύσεις του ΟΑΣΕ·
· την έλλειψη, σε ορισμένα κράτη, διατάξεων σχετικά με τα εκλογικά δικαιώματα, ιδίως των κρατουμένων και των κατοίκων της ΕΕ που δεν έχουν λάβει την υπηκοότητα κάποιου κράτους·
· την έλλειψη, σε ορισμένα κράτη, της δυνατότητας να επικαλείται ο πολίτης δικαστική απόφαση σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα των εκλογών·
· την έλλειψη, σε ορισμένα κράτη, διατάξεων για την εξασφάλιση κατάλληλης πρόσβασης και συνεργασίας για εγχώριους και διεθνείς παρατηρητές σύμφωνα με τις δεσμεύσεις του ΟΑΣΕ.
Οι συστάσεις τους περιελάμβαναν:
· την αναθεώρηση ορισμένων εν ισχύι πρακτικών για εκστρατείες ενημέρωσης με σκοπό την αύξηση της αποτελεσματικότητας και την πρόληψη πιθανών υποψιών μεροληπτικής συμπεριφοράς·
· την εξασφάλιση ότι η σχετική νομοθεσία που διέπει τις προεκλογικές εκστρατείες στις εθνικές εκλογές θα λαμβάνει επαρκώς υπόψη τις δραστηριότητες των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων·
· την ενοποίηση των ημερομηνιών διεξαγωγής των εκλογών για να εξασφαλισθεί ότι η δημοσίευση των αποτελεσμάτων θα λαμβάνει δεόντως υπόψη τόσο την ανάγκη να υπάρχει διαφάνεια όσο και την ανάγκη να προλαμβάνεται η πιθανότητα επηρεασμού των ψηφοφόρων ενός κράτους από τα ήδη δημοσιευμένα αποτελέσματα άλλου κράτους·
· τη βελτίωση της διεργασίας ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τους εγγεγραμμένους ψηφοφόρους για να προστατεύεται η ισότητα της ψήφου και να αποφεύγεται η δυνατότητα πολλαπλής ψηφοφορίας·
· την τροποποίηση της νομοθεσίας, όπου κρίνεται απαραίτητο, για να προβλεφθεί ένας ανεξάρτητος μηχανισμός παρατήρησης και ελέγχου των μέσων ενημέρωσης με σκοπό την αποτίμηση του κατά πόσο οι διατάξεις που αφορούν τα μέσα ενημέρωσης τηρήθηκαν στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.
Στην αξιόλογη έκθεσή του που πρέπει να εξετασθεί προσεκτικά το Γραφείο για τους δημοκρατικούς θεσμούς και τα ανθρώπινα δικαιώματα του ΟΑΣΕ έφερε στο φως πολλές καταγγελίες πολιτών της ΕΕ οι οποίοι ισχυρίσθηκαν ότι απώλεσαν το εκλογικό τους δικαίωμα επειδή διέμεναν σε κράτος διαφορετικό από το κράτος καταγωγής τους. Οι εμπειρογνώμονες υποστηρίζουν την προσπάθεια της Επιτροπής για βελτίωση της κατάστασης σε ότι αφορά το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι.
Αναφορές
Η Επιτροπή Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρέλαβε πολλές σοβαρές καταγγελίες που αφορούσαν διάφορες πτυχές των ευρωεκλογών. Αρκετές από τις καταγγελίες αυτές προέρχονται από πολίτες της ΕΕ που κατοικούν τώρα στην Ισπανία ή τη Μάλτα οι οποίοι ισχυρίστηκαν ότι δεν μπόρεσαν να ψηφίσουν στις ευρωεκλογές εξαιτίας της δράσεως (ή, πιο συχνά, της αδράνειας) των τοπικών εκλογικών αρχών. Άλλες καταγγελίες που παρελήφθησαν προέρχονται από απάτριδες οι οποίοι ισχυρίστηκαν ότι δεν τους επιτράπηκε να συμμετάσχουν σε πολιτικό κόμμα στο νέο κράτος παραμονής τους.
Οι πλέον καταφανείς περιπτώσεις ισχυρισμού εισαγωγής διακρίσεων προέρχονται από αναφέροντες στη Λετονία και την Εσθονία όπου το 20% και το 12% αντιστοίχως του πληθυσμού είναι ρωσικής καταγωγής και θεωρούνται απάτριδες για τους σκοπούς των ευρωπαϊκών και άλλων εκλογών.
Διάφοροι αναφέροντες από την Ιταλία ζητούσαν να μην μπορούν να συμμετάσχουν ως υποψήφιοι βουλευτές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσοι είχαν στο παρελθόν καταδικαστεί για αδικήματα. Ωστόσο, ο γενικός κανόνας σε ολόκληρη την ΕΕ είναι ότι όταν έχει λήξει η ποινή ή έχει καταβληθεί το σχετικό πρόστιμο, δεν υπάρχει πλέον εμπόδιο στην επανένταξη του ενδιαφερομένου, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής του ως υποψηφίου στις εκλογές. Τα περισσότερα κράτη αφήνουν την απόφαση σχετικά με τους υποψηφίους για τις εκλογές του Κοινοβουλίου στα πολιτικά κόμματα και τελικά στους ψηφοφόρους.
Παρόλα αυτά είναι δυνατόν, μετά από τη διεξαγωγή νέων ερευνών, να εισαχθεί το δικαίωμα ανάκλησης βουλευτών του ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο ένας βουλευτής, ο οποίος καταδικάστηκε για αδίκημα μετά από την εκλογή του στο ΕΚ, να μπορεί να ανακληθεί από τα καθήκοντά του ύστερα από την κατάθεση σχετικής αναφοράς στην οποία προβαίνουν οι εκλογείς. Κάτι τέτοιο θα ήταν ιδιαίτερα σκόπιμο σε περίπτωση μεγάλης κατάχρησης δημοσίων κονδυλίων.
Άλλος συντάκτης αναφοράς ζήτησε να μάθει γιατί στο Ηνωμένο Βασίλειο τα κληρονομικά μέλη στη Βουλή των Λόρδων αποκλείονται από τη δυνατότητα να είναι υποψήφιοι βουλευτές του ΕΚ[46].
Ελήφθησαν επίσης αναφορές από πρόσωπα οι οποίες αφορούσαν α) τη στέρηση του εκλογικού δικαιώματός τους μετά από μία χρονική περίοδο στις εκλογές στη χώρα καταγωγής τους, και β) τη στέρηση του εκλογικού δικαιώματός τους στη νέα χώρα κατοικίας τους στις εθνικές βουλευτικές εκλογές. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, το θέμα για τη διεύρυνση του εκλογικού δικαιώματος ώστε να περιλάβει και τις εθνικές βουλευτικές εκλογές θα απαιτήσει τροποποίηση της συνθήκης και θα πρέπει συνεπώς να αποτελέσει το αντικείμενο μίας Συνέλευσης που θα εξετάζει τη σχέση μεταξύ της ευρωπαϊκής ιθαγένειας και της εκλογικής μεταρρύθμισης.
Η Συνέλευση θα πρέπει να κληθεί να εξετάσει όλα τα άλλα θέματα που έθιξαν οι συντάκτες αναφορών προς το Κοινοβούλιο και οι εμπειρογνώμονες του Γραφείου για τους δημοκρατικούς θεσμούς και τα ανθρώπινα δικαιώματα του ΟΑΣΕ.
Νομιμοποίηση και συμμετοχή στις εκλογές
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ορθά επιθυμεί να είναι περισσότερο ορατό από το κοινό, ώστε να γίνει το επίκεντρο του νέου ευρωπαϊκού πολιτικού χώρου, το αποδεκτό φόρουμ της ενιαίας πολιτικής αγοράς μέσω της εκπόνησης ευρωπαϊκών νόμων και προϋπολογισμών και του ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας. Μέχρι στιγμής, η αναζήτηση πολιτικής νομιμοποίησης υπονομεύεται από τη συνεχιζόμενη μείωση της συμμετοχής στις εκλογές, από την πενιχρή κάλυψη που παρέχουν τα μέσα ενημέρωσης, από την απάθεια των πολιτικών κομμάτων, ακόμα και από τον λανθάνοντα φθόνο ορισμένων εθνικών κοινοβουλίων για την αύξηση των εξουσιών του. Δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για αισιοδοξία όταν η συνολική συμμετοχή στις εκλογές για την ανάδειξη του Κοινοβουλίου έχει μειωθεί σταθερά, από 63,0% το 1979 σε 43,1% το 2009[47].
Από όποια πτυχή και να εξετασθεί, η πτώση της συμμετοχής είναι το σύμπτωμα του βαθμού αδιαφορίας έναντι των ευρωπαϊκών υποθέσεων. Παρόλα αυτά, τα ποσά που αφορούν τη γενική συμμετοχή κρύβουν σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των χωρών, οι οποίες προέρχονται από το αντίστοιχο νομικό και ιστορικό πλαίσιο καθώς και από τις πραγματικές συνθήκες. Η διάρκεια για την ένταξη στην ΕΕ, τα κρούσματα διαφθοράς ή οι επικείμενες εθνικές γενικές εκλογές για παράδειγμα δημιουργούν σημαντική διαφορά στην εκλογική συμμετοχή[48]. Το 2009, η εκλογική συμμετοχή στο Λουξεμβούργο ήταν πάνω από 90%, ενώ στη Σλοβακία ήταν κάτω από 20%. Ο σημαντικός παράγοντας είναι η διαφορά στις εκλογικές συνήθειες ανάμεσα σε εθνικές και ευρωπαϊκές εκλογές: η μέση διαφορά στην ΕΕ το 2009 ήταν 25%, δηλαδή για κάθε 3 ψηφοφόρους σε εθνικές εκλογές 2 μόνο πήγαν να ψηφίσουν για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Στις Κάτω Χώρες η σχέση είναι δύο προς ένα[49].
Μπορεί μια επίσημη μεταρρύθμιση της εκλογικής διαδικασίας να διορθώσει αυτά τα προβλήματα εκλογικής συμμετοχής; Τα κριτήριά μας για τη δρομολόγηση ενός νέου γύρου μεταρρυθμίσεων πρέπει να οριστούν προσεκτικά. Δεν επιζητούμε την ομοιομορφία για την ομοιομορφία. Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που γίνονται αντιληπτά σε εθνικό επίπεδο πρέπει να ακολουθεί ρεαλιστική μεθοδολογία. Η πολιτική των, κατ’ ανάγκη, βαθμιαίων αλλαγών μπόρεσε με τα χρόνια να φέρει στο προσκήνιο πολλούς από τους στόχους που πρωτοδιατύπωσαν οι θεμελιωτές της Ένωσης κατά τη δεκαετία του 1950. Η μεταρρύθμιση αυτή είναι απίθανο να είναι η τελευταία: τα ισχυρά κοινοβούλια προσαρμόζονται χωρίς μεγάλη δυσκολία στις μεταβαλλόμενες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες. Στην περίπτωση της ΕΕ, ο ρυθμός και η κλίμακα της μελλοντικής διεύρυνσης παραμένει ένας μεγάλος άγνωστος. Χωρίς να γνωρίζουμε το μέγεθος και τη διαμόρφωση της Ένωσης στο μέλλον, θα ήταν παρακινδυνευμένο να προσπαθήσουμε να καθορίσουμε σήμερα την τελική τύχη της μεταεθνικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Ευρώπη.
Αλλά γνωρίζουμε τουλάχιστον αρκετά τα εναλλακτικά σενάρια για το μέλλον της Ευρώπης ώστε να είμαστε βέβαιοι ότι ένα ισχυρό, σφριγηλό, άμεσα εκλεγμένο Κοινοβούλιο πρέπει να βρίσκεται –και θα βρίσκεται– στην καρδιά του συστήματος διακυβέρνησης της Ευρώπης.
Προνόμια και ασυλίες
Εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά σημαντικά πράγματα που πρέπει να γίνουν σε ό,τι αφορά το Πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών. Το μέσο αυτό ανάγεται σε μία εποχή, περίπου 50 χρόνια πίσω, όταν τα μέλη του ΕΚ ήταν επίσης και μέλη των εθνικών κοινοβουλίων τους και όταν αναμφίβολα ήταν σωστό να είναι οι εθνικές αρχές αρμόδιες να αποφασίζουν πότε και με ποιον τρόπο οι βουλευτές του ΕΚ έπρεπε να εξαιρούνται από το εθνικό δίκαιο. Ωστόσο, το 2005, κατά τη στιγμή της συμφωνίας για το καθεστώς των βουλευτών, το Κοινοβούλιο ήταν της άποψης ότι το Πρωτόκολλο θα έπρεπε να επικαιροποιηθεί για να συμφωνεί με το σύγχρονο καθεστώς του Κοινοβουλίου ως ανεξάρτητης, άμεσα εκλεγόμενης και πλήρως υπεύθυνης συνέλευσης. Υπήρξαν αρκετές στιγμές σύγκρουσης ανάμεσα στα εθνικά καθεστώτα και το καθεστώς της ΕΕ σχετικά με τον έλεγχο της εντολής των εκλεγμένων ΒΕΚ και την πλήρωση των κενών εδρών οι οποίες έφεραν στο φως πραγματικές διαφορές σε ό,τι αφορά τη νομική θέση των ΒΕΚ στα 27 αντίστοιχα κράτη καταγωγής τους. Το Κοινοβούλιο θα έπρεπε τώρα να μπορεί να αναλαμβάνει δράση κατά της έκπτωσης από το αξίωμα ενός ΒΕΚ με απόφαση κράτους, σε περίπτωση και στον βαθμό που αυτό αντίκειται στην Πράξη ή στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
Ως αναπόσπαστο μέρος της διαπραγματευθείσας συμφωνίας για το καθεστώς των βουλευτών, το Συμβούλιο συμφώνησε να επανεξετάσει τις πιθανές συνέπειες που θα μπορούσε να επιφέρει το καθεστώς σε ό,τι αφορά το πρωτογενές δίκαιο. Το Κοινοβούλιο είχε ζητήσει να χρησιμοποιηθεί το ψήφισμά του του Ιουνίου 2003, με το οποίο πρότεινε νέες διατάξεις για τα προνόμια και τις ασυλίες των ευρωβουλευτών, ως βάση για την επανεξέταση αυτή[50]. Μέχρι σήμερα δεν έχει σημειωθεί πρόοδος επ’ αυτού. Τώρα, μετά τη Λισσαβώνα, απαιτείται να εγγραφούν αυτά τα σημαντικά ζητήματα στην ημερήσια διάταξη μίας συνέλευσης επιφορτισμένης να εξετάσει όλες τις πτυχές της κοινοβουλευτικής μεταρρύθμισης.
Ανισότητα μεταξύ των φύλων και εθνοτική ανισορροπία
Ο αριθμός των γυναικών ΒΕΚ υπερδιπλασιάστηκε από τις πρώτες εκλογές του 1979 και τώρα βρίσκεται στο 35,5% επί του συνόλου των βουλευτών. Και στο σημείο αυτό υπάρχουν διαφορές μεταξύ των κρατών. Στο Κοινοβούλιο του 2009, μόνο η Φινλανδία και η Σουηδία έχουν πλειοψηφία γυναικών ΒΕΚ· λιγότερο από το ένα τρίτο των ΒΕΚ στη Σλοβενία, τη Λιθουανία, την Ιρλανδία, την Ιταλία, την Πολωνία, την Τσεχική Δημοκρατία και το Λουξεμβούργο είναι γυναίκες· και η Μάλτα δεν έχει καμία[51].
Δεν έχουμε πρόθεση να επιβάλουμε ποσοστώσεις για τη διόρθωση της ανισότητας μεταξύ των φύλων. Ωστόσο, τα πολιτικά κόμματα πρέπει να θέσουν ως στόχο την επίτευξη του 40% τουλάχιστον για τις γυναίκες το 2014, όπως συνέστησε η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Πρέπει να σημειωθεί ότι περίπου σε όλα τα κράτη, η συμμετοχή των γυναικών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι καλύτερη από ό,τι στα εθνικά κοινοβούλια.
Η κατάσταση όσον αφορά τις εθνοτικές μειονότητες είναι πολύ χειρότερη. Υπάρχουν πολύ λίγοι βουλευτές από την Ασία ή την Αφρο-καραϊβική περιφέρεια. Εάν στόχος είναι να γίνει πραγματικότητα η ιθαγένεια της ΕΕ για τις κοινότητες των μεταναστών και τους απογόνους τους, θα πρέπει τα πολιτικά κόμματα να εξασφαλίσουν, μεταξύ των σημαντικών υποψηφιοτήτων τους, ένα κατάλληλο μίγμα από διαφορετικές εθνοτικές καταγωγές.
Συμπεράσματα
Από τη συζήτηση αυτή διαφαίνεται με σαφήνεια ότι απομένει ένας αρκετά μεγάλος αριθμός σημαντικών ζητημάτων εκλογικής διαδικασίας τα οποία, αν αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά, θα έκαναν την εκλογή του Κοινοβουλίου περισσότερο ομοιόμορφη απ’ όσο στο παρελθόν και θα απέφεραν οφέλη από την άποψη της συνοχής, της δημοκρατικής νομιμοποίησης, της αποτελεσματικότητας και της πολυφωνίας[52].
Ο εισηγητής έχει ήδη εκφράσει τη γνώμη του όσον αφορά την ανάγκη και τη σκοπιμότητα μίας συνέλευσης για την εκλογική μεταρρύθμιση ώστε να αξιολογηθεί πλήρως και με δημοκρατικό και συνεκτικό τρόπο το περίπλοκο σύνολο των διασυνδεόμενων θεμάτων των εκλογικών δικαιωμάτων, της εκλογικής συμμετοχής, της σύνθεσης, των προνομίων και του εκλογικού συστήματος. Θα ήταν οπωσδήποτε χρήσιμο – ει μη τι άλλο – να επανεξετασθούν τα διάφορα εν ισχύι εθνικά εκλογικά συστήματα με σκοπό να απαλειφθούν οι πιο έντονες ανομοιότητες και ιδιομορφίες[53].
Ενώ πρέπει να αποτελεί μείζονα στόχο της εκλογικής μεταρρύθμισης η παροχή κινήτρων για την αύξηση της εκλογικής συμμετοχής, θα υπάρξουν ορισμένες προτάσεις – για παράδειγμα η μείωση της ηλικίας ψήφου – που μπορεί να μην οδηγούν άμεσα στην επίτευξη του στόχου αυτού, έχουν όμως μία εγγενή αξία.
Ο βασικός στόχος είναι η ενίσχυση της ευρωπαϊκής διάστασης σε αυτές τις εκλογές ώστε η κοινή γνώμη και τα μέσα ενημέρωσης να εμπλέκονται στις πολιτικές επιλογές για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εδώ ο ρόλος των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων είναι ζωτικής σημασίας. Χωρίς βιώσιμα πολιτικά κόμματα σε ομοσπονδιακό επίπεδο λείπει μία σημαντική πηγή δύναμης της δημοκρατίας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον προτείνεται, πέραν από τους 751 ΒΕΚ που εκλέγονται παραδοσιακά από εθνικές και περιφερειακές εκλογικές περιφέρειες, η προσθήκη άλλων 25 ΒΕΚ στο επόμενο Κοινοβούλιο το 2014 οι οποίοι θα ψηφιστούν από μία ενιαία, πανευρωπαϊκή εκλογική περιφέρεια. Υπεύθυνα για την επιλογή των υποψηφίων, τον καθορισμό των εκλογικών καταλόγων και τον μεταξύ τους ανταγωνισμό για την απόκτηση ψήφων θα είναι τα ίδια τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα. Μία τέτοια καινοτομία θα αλλάξει τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και θα αυξήσει την αντιπροσωπευτική του ικανότητα – αντικατοπτρίζοντας με τον τρόπο αυτό την τροποποίηση που έφερε η Συνθήκη της Λισσαβώνας η οποία αναφέρει ότι οι βουλευτές του ΕΚ θα είναι τώρα ‘εκπρόσωποι των πολιτών της Ένωσης’ και όχι πια ‘εκπρόσωποι των λαών των κρατών’[54].
Η ψήφος για την πανευρωπαϊκή λίστα θα είναι βέβαια προαιρετική και στα εκλογικά τμήματα θα χορηγείται και δεύτερο ψηφοδέλτιο σε κάθε ψηφοφόρο. Μπορεί να προβλεφθεί ότι η επιλογή αυτή θα λαμβάνει με τον καιρό όλο και μεγαλύτερη διάσταση, όσο το εκλογικό σώμα θα προσαρμόζεται στη νέα διάσταση της πολιτικής και τα πολιτικά κόμματα θα αποκτούν μεγαλύτερη εμπειρία στην προεκλογική εκστρατεία σε επίπεδο ΕΕ.
Αν πρέπει να ενισχύσουμε τον διακρατικό χαρακτήρα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, είναι σημαντικό ταυτόχρονα να αποφύγουμε την αποξένωση των εκλογέων η οποία δημιουργείται όταν τονίζεται μόνο το μεγάλο μέγεθος της Ένωσης και η απόσταση που αισθάνεται ο μεμονωμένος πολίτης από τις ‘Βρυξέλλες’. Όπως συμβουλεύει επίμονα το ευρωβαρόμετρο και διαφαίνεται και από άλλες δημοσκοπήσεις, το εκλογικό σώμα σπάνια είναι καλά ενημερωμένο γύρω από το σύστημα διακυβέρνησης της ΕΕ. Οι εκλογείς ανταποκρίνονται καλύτερα σε μικρές εκλογικές περιφέρειες. Εξάλλου, αντιδρούν πιο θετικά όταν μπορούν ή να επιλέγουν τη δυνατότητα να ψηφίζουν λίστα όπως την έχει ετοιμάσει εκ των προτέρων ένα κόμμα, ή να δείχνουν την προτίμησή τους σε μεμονωμένο υποψήφιο μέσα από λίστα κόμματος. Μπορούν να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση και των δύο αυτών θεμάτων. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η έκθεση προτείνει πρώτα την υποχρεωτική δημιουργία περιφερειακών εκλογικών περιφερειών εντός των μεγαλυτέρων κρατών και δεύτερο την υποχρεωτική χρήση της προτιμησιακής ψήφου με το σύστημα της "ημι-ανοικτής" λίστας.
Αυτές είναι οι βασικές προτάσεις στην έκθεση. Έχουν επινοηθεί για να διευρύνουν τη δημοκρατική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενισχύοντας την ιδέα της ευρωπαϊκής ιθαγένειας. Θα προσφέρουν στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα έναν λόγο ύπαρξης τον οποίον επί του παρόντος δε διαθέτουν. Θα συμπληρώσουν με χρήσιμο τρόπο τις μεταρρυθμίσεις που εισήχθησαν ήδη με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας σε ό,τι αφορά την αντιπροσωπευτική και συμμετοχική δημοκρατία.
Ανακεφαλαιωτικά, οι προτάσεις στην παρούσα έκθεση περιέχουν μεταρρυθμίσεις με σκοπό:
1. τη δημιουργία διακρατικής εκλογικής περιφέρειας για 25 επιπλέον ΒΕΚ που θα εκλέγονται από δεύτερο γύρο εκλογών σύμφωνα με σύστημα προτιμησιακής ψήφου και ισορροπημένη εκπροσώπηση ως προς το φύλο·
2. την υποχρεωτική καθιέρωση εκλογικών περιφερειών σε περιφερειακή βάση εντός των κρατών με τον μεγαλύτερο πληθυσμό·
3. την εμμονή στην προτιμησιακή ψήφο με το σύστημα της "ημι-ανοικτής" λίστας (όπου οι ψηφοφόροι μπορούν να ψηφίζουν μεμονωμένους υποψηφίους που βρίσκονται σε συνδυασμό πολιτικού κόμματος για την ανατροπή της σειράς τους στον συνδυασμό που καθόρισε το κόμμα)·
4. τη θέσπιση τακτικής αναθεώρησης για την κατανομή των 751 εδρών στη διάρκεια της κάθε κοινοβουλευτικής θητείας εγκαίρως για τις επόμενες εκλογές, με τήρηση της αρχής της φθίνουσας αναλογικότητας και, ίσως, συμφωνίες με μαθηματική διατύπωση η οποία δεν έχει συμφωνηθεί
5. τη διευκόλυνση των διευθετήσεων για τους πολίτες της ΕΕ που κατοικούν σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος καταγωγής τους·
6. τη δημιουργία ευρωπαϊκής εκλογικής αρχής αρμόδιας για τη διαχείριση και εποπτεία των εκλογών από διακρατικά ψηφοδέλτια και τις ενστάσεις·
7. τη σύμπτυξη του χρονοδιαγράμματος της ψηφοφορίας στα σαββατοκύριακα για να γίνει πιο συναρπαστική η ψηφοφορία και να μειωθεί η κακή πρακτική της πρώιμης δημοσιοποίησης των αποτελεσμάτων (απαιτείται αλλαγή του συστήματος στην Ιρλανδία, τις Κάτω Χώρες και το ΗΒ)΄·
8. τη χρονική μετατόπιση της εκλογικής περιόδου από τον Ιούνιο στον Μάιο για να επιταχυνθεί η εκλογή της νέας Επιτροπής·
9. την πρόταση ενιαίου κατώτατου ορίου ηλικίας για τους εκλογείς και τους υποψηφίους·
10. τη δημιουργία υπερεθνικού καθεστώτος για τα προνόμια και τις ασυλίες των βουλευτών·
11. τη διερεύνηση της δυνατότητας διεύρυνσης ενός συστήματος ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στο πλαίσιο προσπάθειας για την κινητοποίηση των ψηφοφόρων και τη διευκόλυνση της εκλογικής διαδικασίας·
Η διεργασία μεταρρύθμισης
Η δέσμη μεταρρυθμίσεων που προτείνεται εδώ απαιτεί την εκπόνηση μίας σειράς μέσων του πρωτογενούς δικαίου της ΕΕ σύμφωνα με διαφορετικές διαδικασίες.
(α) Η θέσπιση ευρωπαϊκής λίστας 25 επιπλέον ΒΕΚ απαιτεί αλλαγή στο άρθρο 14, παράγραφος 2 της ΤΕΕ μέσω των διαδικασιών που ορίζονται για την τακτική αναθεώρηση της συνθήκης, ήτοι μία συνέλευση ακολουθούμενη από ΔΚΔ με επικύρωση από όλα τα κράτη[55].
(β) Η αναθεώρηση του πρωτοκόλλου για τα προνόμια και τις ασυλίες απαιτεί την ίδια διαδικασία.
(γ) Η ανακατανομή των 751 εδρών εγκαίρως για τις επόμενες εκλογές απαιτεί ομόφωνη απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου επί προτάσεως και με την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[56].
(δ) Άλλα στοιχεία που αφορούν την εκλογική διαδικασία απαιτούν ειδικό νόμο του Συμβουλίου που αποφασίζει ομόφωνα βάσει πρότασης και με την έγκριση του Κοινοβουλίου, που αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των μελών του, κατόπιν εγκρίσεως από όλα τα εθνικά κοινοβούλια[57].
Αυτή η ειδική νομοθετική διαδικασία μπορεί να λάβει μορφή τροπολογίας στην Πράξη του 1976 όπως προτείνεται στην έκθεση αυτή. Εναλλακτικά, θα μπορούσε, για λόγους διαφάνειας, να κριθεί σκόπιμη η θέσπιση νέου πρωτοκόλλου στις συνθήκες σχετικά με την εκλογική διαδικασία που θα αντικαταστήσει την αρχική νομοθετική πράξη και θα περιλάβει όλα τα διαφορετικά στοιχεία πρωτογενούς δικαίου τα οποία συζητήθηκαν εδώ.
Όταν υλοποιηθούν οι βασικές μεταρρυθμίσεις που υποδεικνύονται στην παρούσα έκθεση, θα απαιτηθεί να εγκριθεί σε εύθετο χρόνο η νομοθεσία εφαρμογής για να καθιερωθεί, για παράδειγμα, η νέα εκλογική αρχή της ΕΕ.
Ως αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων αυτών, θα υπάρξουν δημοσιονομικές επιπτώσεις για την ΕΕ και τα κράτη.
Ενώ απαιτούνται διαφορετικά μέσα και διαδικασίες, οι μεταρρυθμίσεις αποτελούν μία συνεκτική δέσμη μέτρων που πρέπει να θεωρηθούν ως σύνολο. Ευτυχώς, το φόρουμ της συνέλευσης προσφέρει τον τέλειο μηχανισμό για μία συζήτηση εφ' όλης της ύλης επί σειράς θεμάτων που είναι αρκετά περίπλοκα, θα έχουν σοβαρό αντίκτυπο στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών και θα επιφέρουν σημαντικές επιπτώσεις θεσμικού χαρακτήρα.
Η Συνέλευση θα είναι σε ιδανική θέση όχι μόνο για να ωθήσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα εθνικά κοινοβούλια να συμμετάσχουν σε ουσιαστική συζήτηση για την κοινοβουλευτική μεταρρύθμιση, αλλά και για να προτρέψει ευρύτερη διαβούλευση με εκπροσώπους των πολιτικών κομμάτων, των ακαδημαϊκών κύκλων, τους εκλογικούς αξιωματούχους, μη κυβερνητικές οργανώσεις, κλπ.
Θα ήταν σκόπιμο το Κοινοβούλιο, όταν θα υποβάλει τις προτάσεις του για την αναθεώρηση της συνθήκης στο Συμβούλιο, να υποδείξει ταυτόχρονα ότι θα απαιτηθεί η σύγκληση συνέλευσης.
Το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα έχει ως εξής: έγκριση από το Κοινοβούλιο των προτάσεών του, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2010· απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να συγκαλέσει ΔΚΔ, Οκτώβριος-Δεκέμβριος·, διεξαγωγή Συνέλευσης και ΔΚΔ, άνοιξη και καλοκαίρι 2011· εθνικές διαδικασίες επικύρωσης και έγκριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έως τον Ιούνιο 2012, και ακολουθούν εκτελεστικά μέτρα· απόφαση για την ανακατανομή των εδρών έως τον Μάιο 2013 το αργότερο, εγκαίρως για τις εκλογές που θα διεξαχθούν στις αρχές Μαΐου 2014 σύμφωνα με το σύστημα που έχει μεταρρυθμιστεί.
- [1] Επίσης άρθρο 108 (3) της Συνθήκης Ευρατόμ.
- [2] Έκθεση Teitgen, Επιτροπή Πολιτικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων, έγγραφο αριθ. 1954/1955 και ψήφισμα της Κοινής Συνέλευσης της 2ας Δεκεμβρίου 1954 σχετικά με τις εξουσίες της Κοινής Συνέλευσης και με την άσκησή τους ΕΚΑΧ, EE, 11.12.1954.
- [3] Έκθεση Dehousse, ΕΕ 37, 2.6.1960.
- [4] Έκθεση της ομάδας εργασίας για την εξέταση του προβλήματος της διεύρυνσης των εξουσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Δελτίο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συμπλήρωμα 4/72.
- [5] Παράγραφος 12 της ανακοίνωσης των αρχηγών κυβερνήσεων, Παρίσι, 9-10 Δεκεμβρίου 1974. Το ΗΒ και η Δανία επιφυλάχθηκαν να λάβουν θέση. Η απόφαση επιβεβαιώθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Ρώμης τον επόμενο Δεκέμβριο.
- [6] Έκθεση Patijn, εγκρίθηκε στις 14 Ιανουαρίου 1975· ΕΕ C 32 της 11.2.1975.
- [7] Απόφαση 76/787/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου· ΕΕ L 278, 8.10.1976.
- [8] Το ΗΒ και η Δανία προσάρτησαν δηλώσεις σχετικά με τα υπερπόντια εδάφη τους και η Γερμανία προσάρτησε δήλωση σχετικά με το Βερολίνο.
- [9] Έκθεση Seitlinger, εγκρίθηκε στις 10 Μαρτίου 1982 με 158 ψήφους υπέρ, 77 κατά και 27 αποχές· ΕΕ C 87, 5.4.1982. Δείτε ωστόσο την κρίσιμη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (εισηγητής: D’Angelosante).
- [10] Έκθεση De Gucht, εγκρίθηκε στις 10 Οκτωβρίου 1991 με 150 ψήφους υπέρ, 26 κατά και 30 αποχές· ΕΕ C 280, 28.10.1991.
- [11] Έκθεση De Gucht, εγκρίθηκε στις 10 Μαρτίου 1993 με 207 ψήφους υπέρ, 79 κατά και 19 αποχές· ΕΕ C 115, 26.4.1993.
- [12] Η Βόρεια Ιρλανδία είχε εφαρμόσει ήδη από το 1979 το σύστημα μεταφερόμενης μονοσταυρίας, λόγω της πιεστικής ανάγκης να αντανακλάται η άποψη της μειοψηφίας στην περιφέρεια αυτή. Το 1999 εκλέχθηκαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 10 Φιλελεύθεροι Δημοκράτες, 2 Πράσινοι, 2 του ουαλικού κόμματος Plaid Cymru και 3 του βρετανικού Κόμματος της Ανεξαρτησίας (UKIP), γεγονός που μαρτυρά τη σπουδαιότητα της αναλογικής εκπροσώπησης στη δημοκρατική νομιμοποίηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
- [13] Στη συνέχεια, άρθρο 19(2) της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΣΕΚ). Η Συνθήκη του Μάαστριχτ, μέσω της απόφασης 93/81 του Συμβουλίου, κατέστησε αναγκαία την αναθεώρηση της Πράξης του 1976· ΕΕ L 33, 9.2.1993.
- [14] Άρθρο 138(2), μετέπειτα άρθρο 190(2).
- [15] Η διάταξη αυτή, που στη συνέχεια έγινε το άρθρο 190(3), κωδικοποιούσε απλώς την Πράξη του 1976.
- [16] Έμφαση του εισηγητή.
- [17] ΕΕ C 292, 21.9.1998, Το σχετικό ψήφισμα του Κοινοβουλίου υπάρχει στο Παράρτημα Ι.
- [18] Απόφαση του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 2002 και της 23ης Σεπτεμβρίου 2002 για την τροποποίηση της Πράξης περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία· ΕΕ L 283, 21.10.2002.
- [19] Για μια πλήρη ανάλυση, βλ. Δρος. Γεωργίου Ν. Αναστασόπουλου, Ο διάλογος για το σύστημα εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με πρόλογο του καθηγητή Δημήτρη Τσάτσου, ΒΕΚ, Αθήνα και Βρυξέλλες, 2002.
- [20] Έμφαση του εισηγητή.
- [21] Ο εισηγητής ήταν μέλος της Συνέλευσης για το Μέλλον της Ευρώπης (2002-03) και ένας από τους τρεις αντιπροσώπους του Κοινοβουλίου στη ΔΚΔ του 2007.
- [22] Άρθρο III-232 του σχεδίου Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης (2003).
- [23] Άρθρο I-19(2) του σχεδίου Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης (2003).
- [24] Ιδίως στο άρθρο I-45(2) που έλεγε ότι "Οι πολίτες εκπροσωπούνται άμεσα στο επίπεδο της Ένωσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο" (διατύπωση που αργότερα υιοθετήθηκε από τη Συνθήκη της Λισσαβώνας και ενσωματώθηκε στο άρθρο 10(2) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση).
- [25] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Νοεμβρίου 2003 σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο· ΕΕ L 297, 15.11.2003· και κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ 1524/2007 της 18ης Δεκεμβρίου 2007· ΕΕ L 343, 27.12.2007.
- [26] Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 28ης Σεπτεμβρίου 2005 για τη θέσπιση του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2005/684/ΕΚ, Ευρατόμ), ΕΕ L 262, της 07.10.2005.
- [27] Από την παράγραφο 6 της έκθεσης Lamassoure-Severin, που εγκρίθηκε στις 11 Οκτωβρίου 2007 με 378 ψήφους υπέρ, 154 κατά και 109 αποχές· A5-0351/2007 (ΕΕ C 227, 4.9.2008, σ. 132)
- [28] Η πολιτική συμφωνία για την ανακατανομή των εδρών επιβεβαιώθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 14 Δεκεμβρίου 2007 (παράγραφος 5 των συμπερασμάτων της Προεδρίας). .
- [29] Οι αναφορές στη Συνθήκη της Λισσαβώνας προέρχονται από την ενοποιημένη έκδοση των Συνθηκών, ΕΕ C 115, 9.5.2008.
- [30] Εάν η Κροατία προσχωρήσει στην ΕΕ κατά τη διάρκεια της θητείας του Κοινοβουλίου του 2009-14, οι έδρες της θα προστεθούν προσωρινά στις 751, σύμφωνα με το προηγούμενο της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. Το ίδιο θα ισχύσει και με την Ισλανδία.
- [31] Άρθρο 14, παράγραφος 2 της ΣΕΕ. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι το περιττό πλέον σήμερα σχέδιο απόφασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχετικά με τη σύνθεση του Κοινοβουλίου για την κοινοβουλευτική περίοδο 2009-14 απαιτεί ότι ‘πρέπει να γίνει πλήρης χρήση των ελαχίστων και μεγίστων αριθμών […] ώστε η κατανομή των εδρών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να αντικατοπτρίζει όσο το δυνατόν περισσότερο την κατανομή των πληθυσμών των κρατών μελών’. Αυτό είναι πραγματικά παράδοξο.
- [32] Απόφαση του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της 30ής Ιουνίου 2009, ιδίως παράγραφοι 279-297· http://www.bundesverfassungsgericht.de/entscheidungen/es20090630_2bve000208en.html
- [33] Βλ., π.χ., Victoriano Ramirez και άλλοι: 'Degressively Proportional Methods for the Allotment of the European Parliament Seats Amongst the EU Member States' in Mathematics and Democracy, Springer, Βερολίνο, 2006.
- [34] Για παράδειγμα, οι πολίτες του ΗΒ χάνουν το δικαίωμα ψήφου στις εκλογές του ΗΒ ύστερα από 15 χρόνια διαμονής στο εξωτερικό.
- [35] Η προσέγγιση της ΕΕ ήταν μέχρι στιγμής δικαιολογημένα διστακτική: βλ. οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών· ΕΕ L 158, 30.04.2004.
- [36] Βλ. Dimitry Kochenov: 'Free Movement and Participation in the Parliamentary Elections in the Member State of Nationality: An Ignored Link?' στην Εφημερίδα Ευρωπαϊκού και Συγκριτικού Δικαίου του Μάαστριχτ MJ), 2009, αριθ. 2.
- [37] ΕΕ L 329, 30.12.1993.
- [38] Έκθεση Duff (A6-0267/2007) σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που τροποποιεί την οδηγία 93/109/EΚ του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 1993, για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι κατά τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τους πολίτες της Ένωσης που κατοικούν σε ένα κράτος μέλος του οποίου δεν είναι υπήκοοι. Εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο στις 26 Σεπτεμβρίου 2007 (ΕΕ C 219 E, 28.8.2008, σελ. 193) αλλά το ζήτημα δεν έχει λυθεί ακόμη στο Συμβούλιο.
- [39] Για μια διεξοδική εξέταση των ζητημάτων αυτών, βλ. Jo Shaw, The Transformation of Citizenship in the European Union: Electoral Rights and the Restructuring of Political Space, Cambridge, 2007.
- [40] Άρθρο 11, παράγραφος 4 της ΣΕΕ.
- [41] Άρθρο 25 ΣΛΕΕ.
- [42] Βλ. Rainer Bauböck, Eva Ersbøll, Kees Groenendijk and Harald Waldrauch (eds), Acquisition and Loss of Nationality: policies and trends in 15 European states, Institute for European Integration Research, Austrian Academy of Sciences, Vienna, January 2006.
- [43] Βλ. για παράδειγμα, Υποθέσεις C-369/90 Micheletti[1992], C-145/04 Ισπανία κατά Ηνωμένου Βασιλείου [2006] (Gibraltar) και C-300/04 Eman και Sevinger κατά College van burgemeester en wethouders van Den Haag [2006] (Aruba)..
- [44] Έκθεση της ομάδας εμπειρογνωμόνων του Γραφείου για τους δημοκρατικούς θεσμούς και τα ανθρώπινα δικαιώματα του ΟΑΣΕ, Εκλογές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 4-7 Ιουνίου 2009, Βαρσοβία, 22 Σεπτεμβρίου 2009.
- [45] Κανονισμός ΕΚ 2004/2003, όπως τροποποιήθηκε το 2007.
- [46] Η απάντηση είναι διότι, ειρωνικά, το εναπομείναν αριστοκρατικό στοιχείο στη Βουλή των Λόρδων είναι το μόνο τμήμα αυτού του Σώματος που εκλέγεται (από τα μέλη του). Τα ‘ισόβια μέλη’ δεν εκλέγονται και δεν μπορούν να παραιτηθούν από τη Βουλή των Λόρδων.
- [47] Βλ. παράρτημα ΙΙΙ.
- [48] Στο Βέλγιο, την Κύπρο και τη Δανία η προσέλευση στις κάλπες είναι υποχρεωτική.
- [49] Βλ. τη μελέτη των Richard Rose και Gabriela Borz, Variability in European Parliament Turnout: political causes and implications, Studies in Public Policy Number 466, Centre for the Study of Public policy, Πανεπιστήμιο του Aberdeen, 2010.
- [50] Βλ. ΕΕ C 068E, 18.03.2004, σ. 115-126 και ΕΕ C 303E, 13.12.2006, σ. 830-831.
- [51] Βλ. παράρτημα IV.
- [52] Ο εισηγητής εκφράζει τις ευχαριστίες του για τα ερεθίσματα που του παρείχαν όσοι συμμετείχαν στη διημερίδα με θέμα Υπηκοότητα και εκλογική διαδικασία, η οποία πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες, στις 25 και 26 Μαρτίου 2008. Συνεισέφεραν στην τεκμηρίωση οι Betty de Hart, Dieter Gosewinkel, Sara Hagemann & Simon Hix, Eva Østergaard-Nielsen, Ken Ritchie και Jo Shaw. Τα έγγραφα αυτά, καθώς και μια περίληψη των συζητήσεων, μπορούν να αναζητηθούν στην ιστοσελίδα: http://www.europarl.europa.eu/activities/committees/hearings.do?body=AFCO&language=EN
- [53] Βλέπε παράρτημα V.
- [54] Άρθρο 14, παράγραφος 2 της ΣΕΕ και άρθρο 189 της ΣΕΚ, αντιστοίχως.
- [55] Άρθρο 48(2), (3) και (4) ΣΕΕ.
- [56] Άρθρο 14, παράγραφος 2 της ΣΕΕ.
- [57] Άρθρο 223 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΣΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ: Ψήφισμα σχετικά με την εκπόνηση σχεδίου εκλογικής διαδικασίας περιλαμβάνουσας κοινές αρχές για την εκλογή των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (έκθεση Αναστασόπουλου) Εγκρίθηκε στις 15 Ιουλίου 1998· ΕΕ C 292, 21.9.1998.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την πρόταση ψηφίσματος του κ. De Vries σχετικά με την ενιαία εκλογική διαδικασία για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Β4-0723/96)
– έχοντας υπόψη τις εκθέσεις του για την ενιαία εκλογική διαδικασία και ιδιαίτερα τα ψηφίσματα της 10ης Οκτωβρίου 1991 και της 10ης Μαρτίου 1993[2],
– έχοντας υπόψη την Πράξη περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία, η οποία προσαρτάται στην απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Σεπτεμβρίου 1976,
– έχοντας υπόψη την πρόταση της 22ας Οκτωβρίου 1996 που κατέθεσε η κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας κατά τη διάρκεια της Διακυβερνητικής Διάσκεψης σχετικά με την ενιαία εκλογική διαδικασία στην οποία εμπεριέχονται τα βασικά στοιχεία του ψηφίσματος της 10ης Μαρτίου 1993,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 138, παράγραφος 3 της Συνθήκης ΕΚ και την τροποποίηση που επήλθε με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 148 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Θεσμικών Θεμάτων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Δικαιωμάτων των Πολιτών (Α4-0212/98)
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη του Άμστερνταμ εισάγει την έννοια των "κοινών αρχών για όλα τα Κράτη Μέλη", υιοθετώντας έτσι τον προσανατολισμό που είχε ήδη υποδείξει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 10ης Μαρτίου 1993, στο οποίο δεν είχε προταθεί ρητώς η θέσπιση ενιαίας εκλογικής διαδικασίας, είχαν όμως προταθεί γενικές κατευθυντήριες γραμμές,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου κατέθεσε ενώπιον της βρετανικής βουλής ένα σχέδιο νόμου για την θέσπιση ενός αναλογικού και περιφερειακού εκλογικού συστήματος για τις ευρωεκλογές του 1999,
Γ. έχοντας υπόψη ότι οι διαπραγματεύσεις για τη διεύρυνση, θα οδηγήσουν κατά πάσα πιθανότητα στην προσχώρηση 10 νέων κρατών μελών στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
Δ. έχοντας υπόψη ότι μεταξύ των κρατών μελών διαμορφώθηκε μία ευρύτατη συναίνεση όσον αφορά την ανάγκη προσδιορισμού ορισμένων κοινών αρχών,
Ε έχοντας υπόψη ότι οι αρχές αυτές πρόκειται να εφαρμοσθούν εν πρώτοις σε εθνικό επίπεδο σε μία ένωση λαών και κρατών· έχοντας υπόψη ότι ο αριθμός των μελών που εκλέγονται στο κάθε κράτος μέλος πρέπει να εξασφαλίζει τη δέουσα αντιπροσώπευση των λαών των κρατών που συνενώθηκαν στην Κοινότητα,
1. εκφράζει την ικανοποίησή του για τη συμφωνία που επιτεύχθηκε από τους διαπραγματευτές στη ΔΚΔ με την οποία καθορίζεται μία σειρά κοινών διατάξεων· εκφράζει την πεποίθησή του ότι ήδη από τις προσεχείς ευρωπαϊκές εκλογές μπορεί να τεθεί σε ισχύ ένας ορισμένος αριθμός διατάξεων οι οποίες αφορούν ειδικότερα το αναλογικό εκλογικό σύστημα, τον καθορισμό του ελάχιστου ορίου, τα ασυμβίβαστα και τα μέτρα που αποσκοπούν στην επίτευξη του στόχου της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών, ενώ για άλλες διατάξεις θα πρέπει να εισαχθούν σταδιακά·
2. θεωρεί ότι παρατηρείται γενική συναίνεση για την εισαγωγή ψηφοφορίας επί τη βάσει συστήματος αναλογικής εκπροσώπησης και ότι αυτό θα πρέπει να ενσωματωθεί στο ευρωπαϊκό εκλογικό σύστημα·
3. διαπιστώνει ότι δεν μπορεί να θεσπιστεί ένα σύστημα χωρισμού της επικράτειας σε διάφορες εκλογικές περιφέρειες με ομοιόμορφο τρόπο και ότι θα πρέπει να γίνεται διάκριση με γνώμονα τον πληθυσμό εκάστου κράτους μέλους· τονίζει, ωστόσο, ότι ένα σύστημα χωρισμού της επικράτειας σε εκλογικές περιφέρειες δεν πρέπει να επηρεάζει την αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης που αναφέρεται στο άρθρο 2 της Πράξεως·
4. είναι της απόψεως ότι με την προοπτική της διαμόρφωσης μίας ευρωπαϊκής πολιτικής συνειδήσεως και της δημιουργίας ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων, ένα ποσοστό εδρών θα πρέπει να κατανέμεται βάσει του αναλογικού εκλογικού συστήματος σε μία ενιαία εκλογική περιφέρεια που θα απαρτίζεται από τις επικράτειες των κρατών μελών·
5. παρατηρεί ότι όσον αφορά την θέσπιση ενός ελαχίστου ορίου, τούτο πρέπει να είναι προαιρετικό και δεν πρέπει να υπερβαίνει το 5% των εκπεφρασμένων στο σύνολο της επικρατείας ψήφων·
6. λαμβάνει υπόψη την αθρόα συμμετοχή κατά την εφαρμογή του συστήματος της προτιμησιακής ψήφου το οποίο ωστόσο κάθε κράτος μέλος πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εφαρμόζει προαιρετικά·
7. θεωρεί ότι η κατάρτιση ευρωπαϊκών συνδυασμών θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον στόχο της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών και ότι τα πολιτικά κόμματα είναι εκείνα που οφείλουν κατά βάση να μεριμνήσουν για την άμεση υλοποίηση του στόχου αυτού·
8. προτείνει να καθορισθεί ως περίοδος διεξαγωγής των ευρωεκλογών ο μήνας Μάιος κατά τρόπον ώστε να επιτραπεί η καλύτερη προσέλευση στις εκλογές αποφεύγοντας τις περιόδους των θερινών σχολικών διακοπών οι οποίες αρχίζουν στις αρχές του μηνός Ιουνίου σε πολλά κράτη μέλη·
9. συνιστά τη μεγαλύτερη δυνατή μείωση του αριθμού των ημερών ψηφοφορίας, προκειμένου να επιτευχθεί συναίνεση επί μίας ενιαίας ημέρας ή, εάν αυτό δεν καταστεί δυνατό, επί δύο κατ' ανώτατο όριο ημερών, π.χ. του Σαββάτου και της Κυριακής·
10. ζητεί από το Συμβούλιο να εξετάσει το σχέδιο πράξεως και να το υιοθετήσει το ταχύτερο δυνατόν, ώστε να καταστεί δυνατή η θέση σε εφαρμογή του μόλις τούτο αποδειχθεί εφικτό·
11. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή καθώς και στα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II ΣΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ: Κατανομή των εδρών (2009 - 2014)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III ΣΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ: Συμμετοχή στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1979 - 2009)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV ΣΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ: Ανισότητες μεταξύ των φύλων
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V ΣΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Τρέχουσες εκλογικές πρακτικές στα κράτη μέλη
|
|
Εκλογικές περιφέρειες
|
Προτιμησιακή ψήφος
|
Κατανομή των εδρών
|
Κατώφλι
|
Εκλογικό δικαίωμα
|
Υποψηφιότητα
|
Ορισμός υποψηφίων
|
Ημέρα διεξαγωγής εκλογών
|
|
|
AΥΣΤΡIA |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια |
Πλήρως
|
D'Hondt
|
4% |
Ηλικία: 16 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
Παράβολο € 3600 ανά λίστα· Ο υποψήφιος πρέπει να υποστηρίζεται από 3 βουλευτές, ή έναν ΒΕΚ, ή 2600 εγγεγραμμένους ψηφοφόρους |
Κυριακή |
|
|
ΒΕΛΓΙΟ |
Τρία γλωσσικά σώματα εκλεκτόρων (ολλανδικό, γαλλικό, γερμανικό), και τέσσερις περιφερειακές εκλογικές περιφέρειες: 1. Φλάνδρα (ολλανδικό σώμα εκλεκτόρων), 2. Βαλλονία (γαλλικό σώμα εκλεκτόρων), 3. Brussels-Hal-Vilvorde (BHV) (είτε ολλανδικό, είτε γαλλικό σώμα εκλεκτόρων)4, 2 καντόνια (γερμανόφωνο σώμα εκλεκτόρων) |
Πλήρως |
D'Hondt
|
Όχι |
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ - Οι Βέλγοι υπήκοοι που κατοικούν σε άλλα κράτη μέλη (οι Βέλγοι υπήκοοι που κατοικούν εκτός ΕΕ δεν μπορούν να ψηφίζουν για την ανάδειξη του ΕΚ)· - Υποχρέωση ψήφου: η παράλειψη της άσκησης του εκλογικού δικαιώματος τιμωρείται από τον νόμο
|
Ηλικία: 21 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ - Πρέπει να ομιλούν τη γλώσσα του σώματος εκλεκτόρων
|
Υποστήριξη υποψηφίων: - από 5 Βέλγους βουλευτές που ανήκουν σε οικείες γλωσσικές ομάδες· - από 5000 εγγεγραμμένους ψηφοφόρους στη Βαλλονία, Φλάνδρα & BHV· - από 200 ψηφοφόρους εγγεγραμμένους στη γερμανόφωνη εκλογική περιφέρεια
|
Κυριακή |
|
|
BΟΥΛΓΑΡIA |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια |
Πλήρως |
Hare-Niemeyer |
Όχι |
Ηλικία: 18 - Οι πολίτες ΕΕ που κατοικούν για 3 μήνες ή σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ
|
Ηλικία: 21 - Οι πολίτες ΕΕ που κατοικούν για 2 έτη ή σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ -
|
- Οι μεμονωμένοι υποψήφιοι πρέπει να συγκεντρώσουν 10.000 υπογραφές και να καταβάλουν παράβολο 10.000 λέβα (€ 5100)· -Τα πολιτικά κόμματα πρέπει να συγκεντρώσουν 15.000 υπογραφές και να καταβάλουν παράβολο 15.000 λέβα (€ 7700)· -Οι συνασπισμοί πρέπει να συγκεντρώσουν 20.000 υπογραφές και να καταβάλουν παράβολο 20.000 λέβα (€ 10.250) |
Κυριακή |
|
|
ΚΥΠΡΟΣ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Όχι
|
D'Hondt / Droop
|
Όχι |
Ηλικία: 18 - Οι Κύπριοι πολίτες και οι υπήκοοι ΕΕ που κατοικούν 6 μήνες πριν από τις εκλογές· - Ειδικός εκλογικός κατάλογος· - Η ψήφος είναι υποχρεωτική (αλλά η παράλειψη της άσκησης του εκλογικού δικαιώματος δεν τιμωρείται από τον νόμο) |
Ηλικία: 25
|
|
Κυριακή |
|
|
ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια |
Ναι: έκαστος ψηφοφόρος έχει δύο ψήφους. Για να εκλεγεί κανείς χρειάζεται το 5% των ψήφων που συγκεντρώνει το πολιτικό του κόμμα |
D'Hondt |
5% |
Ηλικία: 18 - Οι πολίτες ΕΕ που κατοικούν για 45 ημέρες·
|
Ηλικία: 21 - Οι πολίτες ΕΕ που κατοικούν για 45 ημέρες·
|
- Μόνο τα πολιτικά κόμματα ή οι συνασπισμοί μπορούν να ορίζουν υποψηφίους· Παράβολο 15.000 κορωνών (€ 585)
|
Παρασκευή & Σάββατο |
|
|
ΔΑΝΙΑ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Όχι
|
D'Hondt |
Όχι |
Ηλικία: 18 - Οι Δανοί πολίτες που διαμένουν μονίμως στην ΕΕ· - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ |
Ηλικία: 18 - Οποιοσδήποτε έχει δικαίωμα να ψηφίζει για την ανάδειξη του ΕΚ
|
-Τα κόμματα που εκπροσωπούνται στη Βουλή ή στο ΕΚ· - Τα νέα κόμματα απαιτούν υπογραφές ψηφοφόρων που αντιστοιχούν στο 2% τουλάχιστον των ψήφων κατά τις προηγούμενες εκλογές για την ανάδειξη της Βουλής· |
Δεν υπάρχει προκαθορισμένη ημέρα εκλογών |
|
|
EΣΘONIA |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Όχι
|
D'Hondt |
|
Ηλικία: 18
|
Ηλικία: 21
|
- Τα εγγεγραμμένα πολιτικά κόμματα υποβάλλουν λίστες· - καταβάλλεται παράβολο ίσο προς το πενταπλάσιο του κατώτατου μηνιαίου μισθού |
Κυριακή |
|
|
ΦΙΛΑΝΔΙΑ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Πλήρως
|
D'Hondt |
Όχι |
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
- Τα πολιτικά κόμματα ή ένωση ψηφοφόρων (που απαρτίζονται από τουλάχιστον 2000 άτομα) ορίζουν υποψήφιους |
Κυριακή |
|
|
ΓΑΛΛΙΑ |
Οκτώ περιφερειακές εκλογικές περιφέρειες
|
Όχι
|
D'Hondt |
5% |
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
Ηλικία: 23 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
- Με βάση την ισότητα στην εκπροσώπησης των φύλων
|
Κυριακή |
|
|
ΓΕΡΜΑΝΙΑ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια - αλλά οι βουλευτές εκλέγονται από τις λίστες των ομόσπονδων κρατών ή από τις λίστες σε ομοσπονδιακό επίπεδο
|
Όχι
|
Sainte-Laguë (σύμφωνα με την αλλαγή της νομοθεσίας - 17 Μαρτίου 2008· Εφημερίδα Ομοσπονδιακών Νόμων I, σ. 394) |
5% |
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
- Τις λίστες υποβάλλουν πολιτικά κόμματα που έχουν συγκροτηθεί στην ΕΕ· - Για λίστες σε ομοσπονδιακό επίπεδο: για τα κόμματα με λιγότερους από 5 αντιπροσώπους στο ΕΚ, την Ομοσπονδιακή Βουλή ή τη βουλή ομόσπονδου κράτους απαιτούνται 4000 υπογραφές· Για λίστα ομόσπονδου κράτους: απαιτούνται 2000 υπογραφές |
Κυριακή |
|
|
EΛΛAΔA |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια |
Όχι |
Παραλλαγή του συστήματος Hare |
3% |
Ηλικία: 18
|
Ηλικία: 21
|
- Τις λίστες υποβάλλουν πολιτικά κόμματα ή συνασπισμοί· |
Κυριακή |
|
|
OYΓΓAΡIA |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Όχι
|
D'Hondt |
5% |
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
Ηλικία: 18 - Όλοι οι ψηφοφόροι έχουν δικαίωμα να συμπεριληφθούν ως υποψήφιοι σε λίστες κομμάτων |
- Τις λίστες υποβάλλει εγγεγραμμένο κόμμα και απαιτούνται 20.000 υπογραφές (ένας ψηφοφόρος μπορεί να επιλέξει μία μόνο λίστα) |
Κυριακή |
|
|
IΡΛΑΝΔΙΑ |
Τέσσερις περιφερειακές εκλογικές περιφέρειες
|
Πλήρως
|
Μεταφερόμενη μονοσταυρία
|
Όχι |
Ηλικία: 18
|
Ηλικία: 21
|
- Τις λίστες υποβάλλουν εγγεγραμμένα πολιτικά κόμματα· - Οι ανεξάρτητοι υποψήφιοι χρειάζονται 60 υπογραφές ατόμων εκλογικού καταλόγου της ίδιας εκλογικής περιφέρειας |
Παρασκευή |
|
|
ITAΛΙΑ (στο στάδιο της επανεξέτασης) |
Πέντε περιφερειακές εκλογικές περιφέρειες
|
Ναι - και οι ψήφοι μπορούν να μεταφερθούν από μία εκλογική περιφέρεια σε άλλη
|
Hare
|
Όχι
|
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ· - οι Ιταλοί πολίτες που κατοικούν σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ μπορούν να ψηφίζουν στις ιταλικές προξενικές αρχές ή μέσω ταχυδρομείου· οι Ιταλοί πολίτες που κατοικούν εκτός ΕΕ, εφόσον επιστρέφουν για να ψηφίσουν στην Ιταλία· - Η ψήφος δεν είναι υποχρεωτική αλλά θεωρείται υποχρέωση του πολίτη |
Ηλικία: 25 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
- Για τις μεμονωμένες υποψηφιότητες απαιτούνται 30.000 υπογραφές, το 10% των οποίων πρέπει να προέρχεται από εκάστη υποπεριφέρεια της εκλογικής περιφέρειας· - Τα πολιτικά κόμματα και οι πολιτικές ομάδες με τουλάχιστον μία έδρα στο ΕΚ ή στην Ιταλική Βουλή μπορούν να υποβάλλουν λίστες χωρίς να συνοδεύονται από υπογραφές
|
Σάββατο / Κυριακή |
|
|
ΛΕΤΟΝΙΑ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Όχι
|
Sainte-Laguë
|
Όχι |
Ηλικία: 18
|
Ηλικία: 21
|
- Τις λίστες υποβάλλουν εγγεγραμμένα πολιτικά κόμματα· - Κατάθεση LVL 1.000 (€ 1.450) |
Σάββατο |
|
|
ΛΙΘΟΥANIA |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια |
Πλήρως
|
Hare-Niemeyer |
5% |
Ηλικία: 18
|
Ηλικία: 21
|
- Μόνο τα πολιτικά κόμματα μπορούν να ορίζουν υποψηφίους· |
Κυριακή |
|
|
ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Ναι - οι ψηφοφόροι έχουν 6 ψήφους
|
D'Hondt / Hagenbach– Bischoff
|
Όχι |
Ηλικία: 18 - Οι πολίτες ΕΕ που κατοικούν για 5 έτη· - Η ψήφος είναι υποχρεωτική
|
Ηλικία: 18 - Οι πολίτες ΕΕ που κατοικούν για 5 έτη |
- Για τις λίστες απαιτούνται 250 υπογραφές εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, ή ενός ΒΕΚ, ή Μελών της Βουλής· - Η πλειοψηφία των υποψηφίων στις λίστες πρέπει να είναι Λουξεμβούργιοι υπήκοοι |
Κυριακή |
|
|
MAΛTA |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Πλήρως
|
Μεταφερόμενη μονοσταυρία |
Όχι
|
Ηλικία: 18
|
Ηλικία: 18
|
- Κατάθεση 40 λιρών Μάλτας (€ 95) (επιστρέφονται εφόσον συγκεντρωθεί το 10% των ψήφων) |
Σάββατο |
|
|
ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Πλήρως |
D'Hondt
|
Όχι |
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
Τα κόμματα που δεν εκπροσωπούνται στο ΕΚ καταβάλλουν παράβολο € 450· - Οι λίστες πρέπει να συνοδεύονται από τουλάχιστον 30 υπογραφές ψηφοφόρων |
Πέμπτη |
|
|
ΠΟΛΩΝΙΑ |
Δεκατρείς περιφερειακές εκλογικές περιφέρειες
|
Όχι
|
D'Hondt / Hare-Niemeyer |
5% |
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
Ηλικία: 21 - Οι πολίτες ΕΕ που κατοικούν για 5 έτη
|
- Για τις λίστες απαιτούνται τουλάχιστον 5 ονόματα και 10.000 υπογραφές ψηφοφόρων της οικείας εκλογικής περιφέρειας |
Κυριακή |
|
|
ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Όχι
|
D'Hondt |
Όχι |
Ηλικία: 18
|
Ηλικία: 18
|
- Οι λίστες πρέπει να περιέχουν αριθμό υποψηφίων ίσο με τον αριθμό των ΒΕΚ που θα εκλεγούν, συν 3-8 αναπληρωτές |
Κυριακή |
|
|
ΡΟΥΜΑΝΙΑ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Όχι
|
D'Hondt |
5% |
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ |
Ηλικία: 23 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ |
- Για τις λίστες απαιτούνται 200.000 υπογραφές· για τους ανεξάρτητους υποψήφιους απαιτούνται 100.000 υπογραφές |
Κυριακή |
|
|
ΣΛΟΒΑΚΙΑ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Πλήρως
|
Droop |
5% |
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ που είναι κάτοικοι και παρόντες την ημέρα της ψηφοφορίας |
Ηλικία: 21 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
- Παράβολο ανά πολιτικό κόμμα 50.000 κορωνών Σλοβακίας (€ 1510)
|
Σάββατο |
|
|
ΣΛΟΒENIA |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Πλήρως
|
D'Hondt |
4% |
Ηλικία: 18 |
Ηλικία: 18
|
- Τα πολιτικά κόμματα υποβάλλουν λίστες με την υποστήριξη τεσσάρων Μελών της Εθνοσυνέλευσης ή τουλάχιστον 1000 ψηφοφόρων· - Οι ανεξάρτητοι υποψήφιοι πρέπει να υποστηρίζονται από 3000 υπογραφές |
Κυριακή |
|
|
ΙΣΠΑΝΙΑ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Όχι
|
D'Hondt |
Όχι |
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
- Τα κόμματα ή οι συνασπισμοί υποβάλλουν λίστες με 15.000 υπογραφές ψηφοφόρων ή εκλεγμένων αντιπροσώπων |
Κυριακή |
|
|
ΣΟΥΗΔΙΑ |
Ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια
|
Πλήρως
|
Sainte-Lagüe |
Τα κόμματα πρέπει να λάβουν το 4%· οι μεμονωμένοι υποψήφιοι πρέπει να λάβουν το 5% του συνολικού αριθμού των ψηφισάντων το κόμμα τους |
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ
|
Ηλικία: 18 - Κάθε πολίτης με δικαίωμα ψήφου μπορεί να είναι υποψήφιος
|
- Δεν υπάρχουν όροι
|
Κυριακή |
|
|
ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ |
Δώδεκα περιφερειακές εκλογικές περιφέρειες
|
Μεγάλη Βρετανία: Όχι
Βόρειος Ιρλανδία: Πλήρως |
Μεγάλη Βρετανία: D'Hondt;
Βόρειος Ιρλανδία: Μεταφερόμενη μονοσταυρία |
Όχι |
Ηλικία: 18 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ που κατοικούν για ένα έτος
|
Ηλικία: 21 - Οι εγγεγραμμένοι πολίτες ΕΕ που κατοικούν για ένα έτος |
- Κατάθεση £ 5.000 (€ 6750)· - Οι ορισμοί στις εκλογικές περιφέρειες πρέπει να υποστηρίζονται από 30 ψηφοφόρους |
Πέμπτη
|
|
Συναλλαγματική ισοτιμία: Φεβρουάριος 2008
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
|
Ημερομηνία έγκρισης |
19.4.2011 |
|
|
|
||
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
20 4 0 |
||||
|
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Andrew Henry William Brons, Carlo Casini, Andrew Duff, Ashley Fox, Matthias Groote, Roberto Gualtieri, Enrique Guerrero Salom, Zita Gurmai, Gerald Häfner, Daniel Hannan, Stanimir Ilchev, Constance Le Grip, David Martin, Morten Messerschmidt, Algirdas Saudargas, György Schöpflin, József Szájer, Indrek Tarand, Rafał Trzaskowski, Guy Verhofstadt |
|||||
|
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Elmar Brok, Zuzana Brzobohatá, Μαριεττα Γιαννάκου, Íñigo Méndez de Vigo, Helmut Scholz |
|||||