ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την υποστήριξη του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου από την ΕΕ: αντιμετώπιση των προκλήσεων και υπέρβαση των δυσκολιών

20.10.2011 - (2011/2109(INI))

Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων
Εισηγητής: Wolfgang Kreissl-Dörfler

Διαδικασία : 2011/2109(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A7-0368/2011
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A7-0368/2011
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την υποστήριξη του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου από την ΕΕ: αντιμετώπιση των προκλήσεων και υπέρβαση των δυσκολιών

(2011/2109(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ), το οποίο τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2002,

–   έχοντας υπόψη τη Σύμβαση για την Πρόληψη και Καταπολέμηση του Εγκλήματος της Γενοκτονίας που τέθηκε σε ισχύ στις 12 Ιανουαρίου 1951,

–   έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, ιδίως δε τα ψηφίσματα της 19ης Νοεμβρίου 1998[1], της 18ης Ιανουαρίου 2001[2], της 28ης Φεβρουαρίου 2002[3], της 26ης Σεπτεμβρίου 2002[4] και της 19ης Μαΐου 2010[5],

–   έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με τις ετήσιες εκθέσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο, με πλέον πρόσφατο αυτό της 16ης Δεκεμβρίου 2010[6],

–   έχοντας υπόψη την κοινή θέση 2003/444/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου της 16ης Ιουνίου 2003 για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο[7],

–   έχοντας υπόψη την απόφαση 2011/168/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου της 21ης Μαρτίου 2011 για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο[8],

–   έχοντας υπόψη το σχέδιο δράσης της 4ης Φεβρουαρίου 2004 και το σχέδιο δράσης σε συνέχεια της απόφασης για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της 12ης Ιουλίου 2011,

–   έχοντας υπόψη τη συμφωνία μεταξύ του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί συνεργασίας και συνδρομής[9],

–   έχοντας υπόψη την ευρωπαϊκή στρατηγική ασφάλειας (ΕΣΑ) του 2003 με τίτλο «Μια ασφαλής Ευρώπη σε έναν καλύτερο κόσμο», που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 12 Δεκεμβρίου 2003,

–   έχοντας υπόψη το πρόγραμμα της Στοκχόλμης για την περίοδο 2010-2014 με τίτλο «Μια ανοικτή και ασφαλής Ευρώπη που εξυπηρετεί και προστατεύει τους πολίτες» (Δεκέμβριος 2009)[10] και το σχέδιο δράσης για την εφαρμογή του προγράμματος της Στοκχόλμης (Απρίλιος 2010, COM (2010)0171 τελικό),

–   έχοντας υπόψη την απόφαση 2002/494/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για την ίδρυση ευρωπαϊκού δικτύου σημείων επαφής σχετικά με πρόσωπα που ευθύνονται για γενοκτονία, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου[11], και την απόφαση 2003/335/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2003, σχετικά µε τη διεύρυνση και τη δίωξη της γενοκτονίας, των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και των εγκλημάτων πολέμου[12],

–   έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αριθ. 1593 (2005) για το Σουδάν/Νταρφούρ και αριθ. 1970 (2011) για τη Λιβύη,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A7-0368/2011),

Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η δικαιοσύνη, το κράτος δικαίου και η καταπολέμηση της ατιμωρησίας αποτελούν τους πυλώνες της βιώσιμης ειρήνης, δεδομένου ότι κατοχυρώνουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι από τον Σεπτέμβριο του 2011, 117 κράτη έχουν κυρώσει το Καταστατικό της Ρώμης· λαμβάνοντας υπόψη ότι η επίτευξη της καθολικής κύρωσής του πρέπει, εντούτοις, να παραμείνει πρωταρχικός στόχος·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο καθολικός χαρακτήρας της δικαιοσύνης συνεπάγεται την ισότιμη εφαρμογή της, χωρίς εξαιρέσεις ή τη χρήση δύο μέτρων και δύο σταθμών· λαμβάνοντας υπόψη ότι κανένας τόπος δεν πρέπει να αποτελεί ασφαλές καταφύγιο για τους δράστες γενοκτονίας, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, εξωδικαστικών εκτελέσεων, εγκλημάτων πολέμου, βασανιστηρίων, μαζικών βιασμών ή βίαιων εξαφανίσεων·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η δικαιοσύνη θα πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως απολύτως απαραίτητο στοιχείο για την υποστήριξη της ειρήνης και της διευθέτησης των συγκρούσεων·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η διατήρηση της ανεξαρτησίας του ΔΠΔ έχει καθοριστική σημασία όχι μόνο για την πλήρη αποτελεσματικότητά του, αλλά και για την προώθηση της καθολικότητας του Καταστατικού της Ρώμης·

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το ΔΠΔ αποτελεί την πρώτη μόνιμη διεθνή δικαστική αρχή που έχει τη δυνατότητα να δικάζει άτομα για γενοκτονία, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου συμβάλλοντας καθοριστικά στην τήρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς δικαίου, καταπολεμώντας την ατιμωρησία, διαδραματίζοντας καίριο αποτρεπτικό ρόλο και αποστέλλοντας σαφές μήνυμα ότι δεν πρόκειται να γίνει ανεκτή η ατιμωρησία για τα εγκλήματα αυτά·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η προάσπιση των «συμφερόντων της δικαιοσύνης», ανεξάρτητα από πολιτικά κριτήρια (άρθρο 53 του Καταστατικού της Ρώμης) αποτελεί τη θεμελιώδη αρχή του Δικαστηρίου· λαμβάνοντας υπόψη ότι το ΔΠΔ διαδραματίζει καίριο ρόλο για την προώθηση της διεθνούς δικαιοσύνης και συμβάλλει έτσι στην ασφάλεια, τη δικαιοσύνη και το κράτος δικαίου, καθώς και στη διατήρηση της ειρήνης και την ενίσχυση της διεθνούς ασφάλειας·

Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι το ΔΠΔ διαθέτει δικαιοδοσία επί των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν μετά την έναρξη ισχύος του Καταστατικού της Ρώμης την 1η Ιουλίου 2002·

Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το Προοίμιο του Καταστατικού, καθώς και με την αρχή της συμπληρωματικότητας, το ΔΠΔ ενεργεί μόνο σε υποθέσεις στις οποίες τα εθνικά δικαστήρια είναι ανίκανα ή απρόθυμα να διεξάγουν αξιόπιστες δίκες στη χώρα τους, με αποτέλεσμα τα συμβαλλόμενα κράτη να διατηρούν την πρωταρχική αρμοδιότητα να ασκούν διώξεις για εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και γενοκτονία· λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνεργασία μεταξύ των συμβαλλόμενων κρατών στο Καταστατικό της Ρώμης και με τους περιφερειακούς οργανισμούς είναι ύψιστης σημασίας, ιδίως σε περιπτώσεις κατά τις οποίες αμφισβητείται η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου·

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική «θετικής συμπληρωματικότητας» του ΔΠΔ στηρίζει την ικανότητα των εθνικών δικαστηρίων να ερευνούν και να ασκούν διώξεις για εγκλήματα πολέμου·

ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το ΔΠΔ διεξάγει επί του παρόντος έρευνες σε επτά χώρες (Ουγκάντα, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, περιοχή του Νταρφούρ στο Σουδάν, Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, Κένυα, Λιβύη και Ακτή του Ελεφαντοστού), και έχει ανακοινώσει δημοσίως ότι αναλύει επί του παρόντος πληροφορίες σχετικά με εγκλήματα που φέρεται ότι έχουν διαπραχθεί σε πολλές άλλες καταστάσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι δύο υποθέσεις (Νταρφούρ και Λιβύη) παραπέμφθηκαν από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, τρεις υποθέσεις (Ουγκάντα, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και Κεντροαφρικανική Δημοκρατία) παραπέμφθηκαν στο Δικαστήριο από τα ίδια τα συμβαλλόμενα κράτη, και δύο (Κένυα και Ακτή του Ελεφαντοστού) κινήθηκαν αυτεπάγγελτα από τον εισαγγελέα·

ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πλειονότητα των 18 ενταλμάτων σύλληψης που έχουν εκδοθεί από το ΔΠΔ δεν έχουν ακόμα εκτελεστεί, συμπεριλαμβανομένων των ενταλμάτων σύλληψης κατά του Joseph Kony και άλλων ηγετών του Αντιστασιακού Στρατού του Κυρίου σε σχέση με την κατάσταση στη Βόρεια Ουγκάντα, του Bosco Ntaganda στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, των Ahmad Muhammad Harun, Ali Muhammad Ali Abd-Al-Rahman και του Προέδρου Omar Hassan Ahmad Al Bashir του Σουδάν, του Muammar Mohammed Abu Minyar Gaddafi, του Saif al-Islam Gaddafi και του Abdullah Al-Senussi στη Λιβύη·

ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διεξαγωγή δίκαιας δίκης, η τήρηση της νομιμότητας και τα δικαιώματα των θυμάτων αποτελούν τις θεμελιώδεις αρχές του συστήματος του Καταστατικού της Ρώμης·

ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο αποσκοπεί στην απονομή δικαιοσύνης για τα θύματα και τις πληγείσες κοινότητες με ολοκληρωμένο και επανορθωτικό τρόπο, μέσω, μεταξύ άλλων, δραστηριοτήτων συμμετοχής, προστασίας, νομικής εκπροσώπησης και προσέγγισης·

ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο παρέχει στα θύματα δικαίωμα συμμετοχής που υποστηρίζεται από δομές προστασίας των μαρτύρων·

ΙΣΤ.λαμβάνοντας υπόψη ότι το σύστημα των επανορθώσεων για τα θύματα εγκλημάτων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του Δικαστηρίου αναδεικνύει το ΔΠΔ σε μοναδικό δικαστικό όργανο σε διεθνές επίπεδο·

ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιτυχία των δικών που έχουν ως αντικείμενο τη διεκδίκηση επανορθώσεων και θα ξεκινήσουν το 2011 εξαρτάται από τις εθελοντικές εισφορές των δωρητών, καθώς και από την είσπραξη προστίμων και τις κατασχέσεις από τους καταδικασθέντες·

ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο καλείται επί του παρόντος να διαχειριστεί ταχέως αυξανόμενο αριθμό ερευνών, υποθέσεων και προκαταρκτικών εξετάσεων, ενώ ορισμένα συμβαλλόμενα κράτη του Καταστατικού της Ρώμης επιδιώκουν να περιορίσουν το Δικαστήριο στον ίδιο ή ακόμα και σε μειωμένο προϋπολογισμό·

ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη της είναι πιστοί σύμμαχοι του Δικαστηρίου ήδη από την έναρξη λειτουργίας του, παρέχοντάς του συνεχή πολιτική, διπλωματική, χρηματοδοτική και υλικοτεχνική στήριξη, συμπεριλαμβανομένης της προαγωγής της καθολικότητας και της διαφύλαξης της ακεραιότητας του Καταστατικού της Ρώμης, με στόχο την προστασία και την ενίσχυση της ανεξαρτησίας του Δικαστηρίου·

Κ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταπολέμηση της ατιμωρησίας μπορεί να αποδώσει μόνο όταν όλα τα συμβαλλόμενα κράτη συνεργαστούν πλήρως με το ΔΠΔ, και όταν τα μη συμβαλλόμενα κράτη συνδράμουν επίσης το δικαστικό όργανο·

Η ανάγκη ενισχυμένης υποστήριξης του Δικαστηρίου μέσω πολιτικής και διπλωματικής δράσης

1.  επαναβεβαιώνει την πλήρη στήριξή του προς το ΔΠΔ, το Καταστατικό της Ρώμης και το διεθνές σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, των οποίων ο πρωταρχικός στόχος είναι η καταπολέμηση της ατιμωρησίας του εγκλήματος της γενοκτονίας, των εγκλημάτων πολέμου και των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας·

2.  επαναλαμβάνει την πλήρη υποστήριξή του προς την Εισαγγελία, τις αρμοδιότητες του Εισαγγελέα για αυτεπάγγελτη δίωξη και την πρόοδο κατά την κίνηση νέων ερευνών·

3.  παροτρύνει τα συμβαλλόμενα και τα μη συμβαλλόμενα κράτη στο Καταστατικό της Ρώμης να απέχουν από την άσκηση πολιτικής πίεσης στο Δικαστήριο προκειμένου να διατηρηθεί και να διασφαλισθεί η αντικειμενικότητά του και να καταστεί δυνατή η απόδοση δικαιοσύνης που θα βασίζεται στο δίκαιο και όχι σε πολιτικά κριτήρια·

4.  υπογραμμίζει τη σημασία της αρχής της καθολικότητας, και καλεί την ΕΥΕΔ, τα κράτη μέλη της ΕΕ και την Επιτροπή να συνεχίσουν τις εντατικές τους προσπάθειές για την προώθηση της καθολικής κύρωσης του Καταστατικού της Ρώμης, της Συμφωνίας για τα Προνόμια και τις Ασυλίες του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου και της εθνικής νομοθεσίας εφαρμογής·

5.  επικροτεί το γεγονός ότι η ΕΕ και τα περισσότερα κράτη μέλη ανέλαβαν συγκεκριμένες δεσμεύσεις κατά τη διάσκεψη της Καμπάλα, και συστήνει η εκπλήρωση των εν λόγω δεσμεύσεων να γίνει εγκαίρως και να υπάρξει ενημέρωση στο πλαίσιο της επόμενης συνέλευσης των κρατών μερών, η διεξαγωγή της οποίας έχει προγραμματιστεί για τη Νέα Υόρκη από τις 12 έως τις 21 Δεκεμβρίου 2011·

6.  επικροτεί την έγκριση των τροπολογιών στο Καταστατικό της Ρώμης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν το έγκλημα της επίθεσης, και καλεί όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ να τις κυρώσουν και να τις ενσωματώσουν στην εθνική τους νομοθεσία·

7.  επικροτεί την αναθεώρηση της κοινής θέσης της ΕΕ για το ΔΠΔ μέσω της έγκρισης σχετικής απόφασης στις 21 Μαρτίου 2011· επισημαίνει ότι η νέα απόφαση λαμβάνει υπόψη τις προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπο το Δικαστήριο και τονίζει ότι απόφαση αυτή παρέχει στην ΕΕ και τα κράτη μέλη της άρτια βάση για την παροχή συνδρομής στο Δικαστήριο ώστε να ανταποκριθεί σε αυτές τις προκλήσεις·

8.  επικροτεί το αναθεωρημένο πρόγραμμα δράσης της ΕΕ που συμφωνήθηκε στις 12 Ιουλίου 2011 σε συνέχεια της απόφασης για το ΔΠΔ και περιγράφει συγκεκριμένα και αποτελεσματικά μέτρα που πρέπει να λάβει η ΕΕ για την ενίσχυση της μελλοντικής της υποστήριξης προς το Δικαστήριο, και ενθαρρύνει την Προεδρία του Συμβουλίου, από κοινού με την Επιτροπή την ΕΥΕΔ, και τα κράτη μέλη να θέσουν ως προτεραιότητα την υλοποίηση του προγράμματος δράσης·

9.  τονίζει ότι η πλήρης και άμεση συνεργασία μεταξύ των συμβαλλόμενων κρατών, συμπεριλαμβανομένων των κρατών μελών της ΕΕ, και του Δικαστηρίου παραμένει εξαιρετικά σημαντική για την αποτελεσματικότητα και την επιτυχία του διεθνούς συστήματος ποινικής δικαιοσύνης·

10. καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να συμμορφωθούν εγκαίρως προς όλα τα αιτήματα του Δικαστηρίου για παροχή συνδρομής και συνεργασίας προκειμένου να διασφαλισθεί, μεταξύ άλλων, η εκτέλεση των εκκρεμών ενταλμάτων σύλληψης και η παροχή πληροφόρησης, όπως π.χ. για αιτήματα που στοχεύουν στη διευκόλυνση του εντοπισμού, της δέσμευσης και της δήμευσης των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων των υπόπτων·

11. ζητεί από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, που δεν το έχουν ακόμη πράξει, να θέσουν σε εφαρμογή εθνική νομοθεσία για τη συνεργασία και να συνάψουν συμφωνίες-πλαίσιο με το ΔΠΔ για την επιβολή των αποφάσεων του Δικαστηρίου καθώς και για ζητήματα που αφορούν τις έρευνες, τη συλλογή στοιχείων, την εύρεση, προστασία και μεταφορά μαρτύρων, τη σύλληψη, έκδοση, προφυλάκιση και φιλοξενία κατηγορουμένων όταν απελευθερώνονται με εγγύηση, και τη φυλάκιση καταδικασθέντων· καλεί τα κράτη μέλη να συνεργαστούν μέσω των αστυνομικών, δικαστικών και άλλων σχετικών μηχανισμών τους για να διασφαλίσουν την επαρκή υποστήριξη προς το ΔΠΔ·

12. ενθαρρύνει τα κράτη μέλη της ΕΕ να αναθεωρήσουν το άρθρο 83 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να προστεθούν τα εγκλήματα που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του ΔΠΔ στον κατάλογο των εγκλημάτων για τα οποία διαθέτει δικαιοδοσία η ΕΕ· πιο συγκεκριμένα, παροτρύνει τα κράτη μέλη της ΕΕ να μεταφέρουν στην ΕΕ τις αρμοδιότητές τους που αφορούν τον τομέα της ταυτοποίησης και κατάσχεσης των περιουσιακών στοιχείων των προσώπων, στα οποία έχουν απαγγελθεί κατηγορίες από το ΔΠΔ, ανεξαρτήτως του αν έχει κινηθεί δικαστική δίωξη από το ΔΠΔ· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να συνεργαστούν για την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών μέσω των υφιστάμενων υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων, καθώς και μέσω του δικτύου του Camden που συνδέει τις υπηρεσίες ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων (CARIN)·

13. παροτρύνει τα κράτη μέλη της ΕΕ να ενσωματώσουν πλήρως τις διατάξεις του Καταστατικού της Ρώμης και της Συμφωνίας για τα Προνόμια και τις Ασυλίες του Δικαστηρίου στην εθνική τους νομοθεσία·

14. εκφράζει την ικανοποίησή του για την έγκριση των τροπολογιών του Καταστατικού της Ρώμης σχετικά με το έγκλημα της επίθεσης κατά τη διάσκεψη για την αναθεώρηση του Καταστατικού της Ρώμης στην Καμπάλα, και απευθύνει έκκληση σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ να τις κυρώσουν και να τις ενσωματώσουν στις εθνικές νομοθεσίες τους· συστήνει, προκειμένου να ενισχυθεί η καθολικότητα του Καταστατικού της Ρώμης, να καταβληθούν προσπάθειες προκειμένου για την επίτευξη, μέσω μιας κοινής συμφωνίας, ενός ακριβέστερου ορισμού για τα συναφή αδικήματα, που στοιχειοθετούν επιθετική πράξη η οποία παραβιάζει το διεθνές δίκαιο·

15. σημειώνει ότι το Δικαστήριο, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της διάσκεψης της Καμπάλα, δεν θα έχει τη δυνατότητα να ασκήσει τη δικαιοδοσία του επί του εγκλήματος της επίθεσης πριν από τον Ιανουάριο του 2017, οπότε και θα ληφθεί απόφαση από τα συμβαλλόμενα κράτη για την ενεργοποίηση της εν λόγω δικαιοδοσίας·

16. επικροτεί τη συμβολή ορισμένων κρατών μελών της ΕΕ στην καταπολέμηση της ατιμωρησίας για τα χειρότερα εγκλήματα που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα μέσω της εφαρμογής της καθολικής δικαιοδοσίας· ενθαρρύνει όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ να κάνουν το ίδιο· συστήνει την ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσης του ρόλου του δικτύου σημείων επαφής της ΕΕ για τα εγκλήματα πολέμου, τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και το έγκλημα της γενοκτονίας, στο πλαίσιο της διευκόλυνσης της συνεργασίας μεταξύ των αρχών επιβολής του δικαίου της ΕΕ κατά τη δίωξη σοβαρών εγκληματικών πράξεων·

17.  υπογραμμίζει τον θεμελιώδη ρόλο της διεθνούς ποινικής δικαιοδοσίας για την καταπολέμηση της ατιμωρησίας και την αντιμετώπιση των σχετικών παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου όσον αφορά την παράνομη χρήση και τη στρατολόγηση ανήλικων στρατιωτών· αντιτίθεται σθεναρά στην στρατολόγηση ή επιστράτευση παιδιών ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ ετών στις ένοπλες δυνάμεις ή στην εκμετάλλευσή τους με οποιονδήποτε τρόπο σε στρατιωτική δράση· τονίζει τη σημασία διασφάλισης του δικαιώματός τους για μια ειρηνική παιδική ηλικία, την εκπαίδευση, τη σωματική ακεραιότητα, την ασφάλεια και την σεξουαλική αυτονομία·

18. απευθύνει έκκληση για τη θέσπιση αποτελεσματικών πολιτικών και την ενίσχυση των μηχανισμών προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η συμμετοχή των θυμάτων στο ΔΠΔ έχει ουσιαστικό αντίκτυπο, συμπεριλαμβανομένων μιας πιο προσπελάσιμης παροχής ψυχολογικών, ιατρικών και νομικών συμβουλών και της εύκολης πρόσβασης σε προγράμματα προστασίας μαρτύρων· υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να ενισχυθεί η ευαισθητοποίηση σε θέματα σεξουαλικής βίας στις ζώνες συγκρούσεων μέσω νομικών προγραμμάτων, της στοιχειοθέτησης εγκλημάτων με βάση το φύλο στις ένοπλες συγκρούσεις, και της κατάρτισης δικηγόρων, δικαστών και ακτιβιστών στο Καταστατικό της Ρώμης και στην διεθνή νομολογία σχετικά με τα εγκλήματα με βάση το φύλο κατά γυναικών και παιδιών·

19. παροτρύνει την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της να διασφαλίσουν την ύπαρξη προγραμμάτων κατάρτισης, μεταξύ άλλων για αστυνομικούς ερευνητές, εισαγγελείς, δικαστές, στρατιωτικούς αξιωματούχους, που θα εστιάζουν, κατά πρώτον, στις διατάξεις του Καταστατικού της Ρώμης και του σχετικού διεθνούς δικαίου και, κατά δεύτερον, στην πρόληψη, τον εντοπισμό, την έρευνα και τη δίωξη τυχόν παραβιάσεων των εν λόγω αρχών·

20. λαμβάνει υπό σημείωση τη Συμφωνία Συνεργασίας και Συνδρομής μεταξύ της ΕΕ και του ΔΠΔ· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να εφαρμόσουν την αρχή της διεθνούς δικαιοδοσίας κατά την αντιμετώπιση της ατιμωρησίας και των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, και επισημαίνει τη σημασία της για την αποτελεσματικότητα και την επιτυχία του διεθνούς συστήματος ποινικής δικαιοσύνης·

21. παροτρύνει σθεναρά την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να αξιοποιήσουν κάθε δυνατή διπλωματική ευκαιρία και τυχόν διπλωματικά μέσα για την άσκηση πιέσεων με στόχο την αποτελεσματική συνεργασία με το ΔΠΔ, ιδίως δε όσον αφορά την εκτέλεση εκκρεμούντων ενταλμάτων σύλληψης·

22. παροτρύνει σθεναρά την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να θέσουν σε εφαρμογή, με τη συνδρομή της ΕΥΕΔ, μια δέσμη αυστηρών εσωτερικών κατευθυντηρίων γραμμών, κατά το πρότυπο των υφιστάμενων κατευθυντηρίων γραμμών των Ηνωμένων Εθνών και του ΔΠΔ που ακολουθούνται από την Εισαγγελία, περιγράφοντας συνοπτικά έναν κώδικα δεοντολογίας για τις επαφές μεταξύ των υπαλλήλων της ΕΕ και των κρατών μελών και των καταζητούμενων ατόμων από το ΔΠΔ, ιδίως όταν τα τελευταία εξακολουθούν να κατέχουν επίσημα αξιώματα, ανεξαρτήτως της ιδιότητάς τους και του αν είναι υπήκοοι συμβαλλομένων κρατών ή κρατών που δεν έχουν προσχωρήσει στο Καταστατικό της Ρώμης·

23. ζητεί από την ΕΕ και τα κράτη μέλη της, σε περίπτωση που μια χώρα εταίρος εκδώσει κλήτευση ή εκφράσει βούληση να επιτρέψει επίσκεψη στην επικράτειά του από κάποιο άτομο εις βάρος του οποίου εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης από το ΔΠΔ, να ασκούν έντονες πιέσεις χωρίς καθυστέρηση στην αντίστοιχη χώρα, ούτως ώστε είτε να συλληφθεί είτε να υποστηριχθεί τυχόν επιχείρηση σύλληψης ή, τουλάχιστον, να αποτραπεί το ενδεχόμενο ταξιδίου του εν λόγω ατόμου· σημειώνει ότι, πρόσφατα, ανάλογες κλητεύσεις εκδόθηκαν για τον Πρόεδρο του Σουδάν Omar al-Bashir, μεταξύ άλλων, από το Τσαντ, την Κίνα, το Τζιμπουτί και την Κένυα·

24. αναγνωρίζει την πρόσφατη απόφαση του Εισαγγελέα του ΔΠΔ να εκδώσει εντάλματα σύλληψης του Συνταγματάρχη Gaddafi, του γιου του Said al Islam και του επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών Abdullah al Sanoussi, σε σχέση με εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που φέρεται να διαπράχθηκαν μετά την έναρξη της εξέγερσης στη χώρα· τονίζει ότι η επιτυχημένη σύλληψη και μετέπειτα δίκη τους από το ΔΠΔ θα συμβάλει καίρια στην καταπολέμηση της ατιμωρησίας στην περιοχή·

25. εκφράζει τη βαθιά ανησυχία του για το γεγονός ότι συμβαλλόμενα κράτη του ΔΠΔ, όπως το Τσαντ, το Τζιμπουτί και η Κένυα, υποδέχθηκαν πρόσφατα στην επικράτειά τους τον πρόεδρο του Σουδάν, al-Bashir, χωρίς να τον συλλάβουν και να τον παραδώσουν στο Δικαστήριο, παρά τη σαφή νομική τους υποχρέωση, δυνάμει του Καταστατικού της Ρώμης, να προβούν στη σύλληψη και την παράδοσή του·

26. τονίζει τη σημασία μιας δυναμικής κινητοποίησης της ΕΕ προκειμένου να προλαμβάνονται και να αποτρέπονται ή να καταδικάζονται τέτοια περιστατικά μη συνεργασίας· επαναλαμβάνει ότι η ΕΕ (και τα κράτη μέλη) είναι ανάγκη να καταρτίσουν εσωτερικό πρωτόκολλο με συγκεκριμένες και πρότυπες δράσεις που θα επιτρέπουν σε αυτά να ανταποκρίνονται εγκαίρως και συντεταγμένα σε περιστατικά μη συνεργασίας με το Δικαστήριο, εφόσον κρίνεται απαραίτητο σε συντονισμό με μηχανισμούς άλλων αντίστοιχων θεσμικών οργάνων, συμπεριλαμβανομένης της Συνέλευσης των Συμβαλλομένων Κρατών·

27. επισημαίνει ότι τα αφρικανικά κράτη συνέβαλαν σε πολύ σημαντικό βαθμό στη δημιουργία του ΔΠΔ και θεωρεί τη στήριξη και τη στενή τους συνεργασία καθοριστικής σημασίας για την αποτελεσματική λειτουργία και την ανεξαρτησία του Δικαστηρίου·

28. καλεί τα αφρικανικά συμβαλλόμενα κράτη στο Καταστατικό της Ρώμης του ΔΠΔ να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του Καταστατικού της Ρώμης του ΔΠΔ και, σύμφωνα με την Καταστατική Πράξη της Αφρικανικής Ένωσης, να στηρίξουν ενεργά το καθήκον προσαγωγής στη δικαιοσύνη των χείριστων παραβατών σε παγκόσμια κλίμακα, παρέχοντας σθεναρή υποστήριξη στο Δικαστήριο κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων της Αφρικανικής Ένωσης, και παροτρύνει την Αφρικανική Ένωση να σπάσει τον κύκλο της ατιμωρησίας για τα χειρότερα εγκλήματα και να συνδράμει τα θύματα των ωμοτήτων· εκφράζει την υποστήριξή του στο αίτημα του Δικαστηρίου να ιδρύσει γραφείο συνδέσμου με την Αφρικανική Ένωση στην Αντίς Αμπέμπα·

29. παροτρύνει την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να εντάξουν το έργο του ΔΠΔ και τις διατάξεις του Καταστατικού της Ρώμης στα προγράμματά της για την ανάπτυξη με στόχο την ενίσχυση του κράτους δικαίου· καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να παράσχουν την αναγκαία τεχνική, υλικοτεχνική και χρηματοδοτική στήριξη και εμπειρογνωμοσύνη προς τις αναπτυσσόμενες χώρες που διαθέτουν περιορισμένους πόρους για να προσαρμόσουν την εθνική τους νομοθεσία στις αρχές του Καταστατικού της Ρώμης και να συνεργαστούν με το ΔΠΔ, ανεξαρτήτως του αν οι χώρες αυτές έχουν κυρώσει ή όχι το Καταστατικό· ενθαρρύνει επιπλέον την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να στηρίξουν προγράμματα κατάρτισης των αστυνομικών, δικαστικών, στρατιωτικών και διοικητικών αρχών των αναπτυσσόμενων χωρών, προκειμένου να τις εξοικειώσει με τις διατάξεις του Καταστατικού της Ρώμης·

30. ενθαρρύνει την επόμενη Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ να συζητήσει σχετικά με την καταπολέμηση της ατιμωρησίας στο πλαίσιο της διεθνούς αναπτυξιακής συνεργασίας και του σχετικού πολιτικού διαλόγου, όπως ορίζεται σε αρκετά ψηφίσματα και στο άρθρο 11, παράγραφος 6 της αναθεωρημένης Συμφωνίας του Κοτονού, με σκοπό την ένταξη της καταπολέμησης της ατιμωρησίας και της ενίσχυσης του κράτους δικαίου στα υφιστάμενα προγράμματα και δράσεις αναπτυξιακής συνεργασίας·

31. ενθαρρύνει την ΕΥΕΔ και τις διπλωματικές υπηρεσίες των κρατών μελών της ΕΕ να εφαρμόζουν με συστηματικό και στοχευμένο τρόπο τα διπλωματικά μέσα που χρησιμοποιούν τόσο για την ενίσχυση της υποστήριξης του ΔΠΔ όσο και για την προώθηση της ευρύτερης κύρωσης του Καταστατικού της Ρώμης· σημειώνει ότι στα εν λόγω μέσα συγκαταλέγονται διαβήματα (démarches), πολιτικές διακηρύξεις, δηλώσεις και ρήτρες για το ΔΠΔ σε συμφωνίες με τρίτες χώρες, καθώς και η διεξαγωγή διαλόγου στους τομείς της πολιτικής και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· συνιστά την ανάληψη κατάλληλων δράσεων, με βάση την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων·

32. τονίζει την ανάγκη να επεκτείνει το ΔΠΔ την εστίασή του και πέραν καταστάσεων ενόπλων συγκρούσεων και να λειτουργεί πιο προληπτικά διερευνώντας καταστάσεις έκτακτης ανάγκης στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που ισοδυναμούν με εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, και καταστάσεις κατά τις οποίες οι εγχώριες αρχές είναι εμφανώς απρόθυμες να διεξαγάγουν έρευνες, να προβούν σε διώξεις και να τιμωρήσουν τους φερόμενους ως παραβάτες·

33. παροτρύνει την Ύπατη Εκπρόσωπο / Αντιπρόεδρο και τα κράτη μέλη της ΕΕ να καταβάλουν διπλωματικές προσπάθειες προκειμένου να ενθαρρύνουν τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών να επιδιώξουν παραπομπές στο ΔΠΔ ώστε να κινηθούν έρευνες για υποθέσεις, στις οποίες αξιωματούχοι από μη συμβαλλόμενα κράτη στο Καταστατικό φέρεται να εμπλέκονται σε εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας αλλά εξακολουθούν να απολαμβάνουν διαρκή ατιμωρησία, όπως π.χ. συνέβη πρόσφατα στο Ιράν, τη Συρία, το Μπαχρέιν και την Υεμένη·

34. αναγνωρίζει τον ρόλο της ΕΕ στην προαγωγή της παγκόσμιας κύρωσης του Καταστατικού της Ρώμης και της Συμφωνίας για τα Προνόμια και τις Ασυλίες του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (APIC), και επικροτεί τις πρόσφατες προσχωρήσεις στο Καταστατικό της Ρώμης και τις αντίστοιχες κυρώσεις από την Τυνησία, τις Φιλιππίνες, τις Μαλδίβες, τη Γρενάδα, τη Μολδαβία, την Αγία Λουκία και τις Σεϋχέλλες, με τις οποίες ο συνολικός αριθμός των συμβαλλομένων κρατών ανέρχεται πλέον στα 118 κράτη· καλεί και άλλες χώρες της Ασίας, της Βόρειας Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της υποσαχάριας Αφρικής να γίνουν συμβαλλόμενα μέλη του Καταστατικού της Ρώμης·

35. παροτρύνει την ΕΕ, και κυρίως την ΕΥΕΔ, να συνεχίσει να προάγει την καθολικότητα του Καταστατικού της Ρώμης και της APIC, καθώς και τον σεβασμό απέναντι στο Δικαστήριο στο πλαίσιο των σχέσεών του με τρίτες χώρες, τη συνεργασία μαζί του και την παροχή συνδρομής σε αυτό στο πλαίσιο των σχέσεων της ΕΕ με τρίτες χώρες, μεταξύ άλλων και στο πλαίσιο της συμφωνίας του Κοτονού και του διαλόγου που διατηρεί η ΕΕ με περιφερειακές οργανώσεις, όπως με την Αφρικανική Ένωση, τον Αραβικό Σύνδεσμο και την Ένωση Κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN)· επισημαίνει τη σημασία της προώθησης της κύρωσης και της εφαρμογής του Καταστατικού της Ρώμης για το Δικαστήριο στο πλαίσιο των διμερών διαλόγων του για τα ανθρώπινα δικαιώματα με τρίτες χώρες·

36. καλεί την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ να επιδιώξουν με συστηματικότερο τρόπο την προσθήκη μιας ρήτρας για το ΔΠΔ κατά τη διαπραγμάτευση εντολών και συμφωνιών με τρίτες χώρες·

37. καλεί τους ηγέτες της ΕΕ να ενθαρρύνουν όλα τα κράτη που δεν έχουν προσχωρήσει ακόμα στο Καταστατικό της Ρώμης, ώστε να τα πείσουν να γίνουν συμβαλλόμενα μέρη· στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στα μόνιμα και στα μη μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών·

38. επικροτεί τη συμμετοχή των Ηνωμένων Πολιτειών στη συνέλευση των κρατών μερών του ΔΠΔ υπό την ιδιότητα του παρατηρητή, και εκφράζει την ελπίδα να καταστεί σύντομα συμβαλλόμενο κράτος·

39. επικροτεί την πρόσφατη προσχώρηση της Τυνησίας στο Καταστατικό της Ρώμης και ευελπιστεί ότι η ενέργεια αυτή θα αποστείλει θετικό μήνυμα σε άλλες χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής ώστε να ακολουθήσουν ενδεχομένως το παράδειγμά της· επιπλέον, επικροτεί την πρόσφατη κύρωση του Καταστατικού της Ρώμης από τις Φιλιππίνες, η οποία αυξάνει τον αριθμό των ασιατικών κρατών στο σύστημα του Δικαστηρίου και στέλνει σημαντικό σήμα ότι αυξάνεται η ασιατική συμμετοχή στο ΔΠΔ, καθώς και την πρόσφατη κύρωση του Καταστατικού της Ρώμης από τις Μαλδίβες και το πρόσφατο νομοσχέδιο της Εθνικής Συνέλευσης του Πράσινου Ακρωτηρίου που παρέχει εντολή για την κύρωση του Καταστατικού της Ρώμης, και ελπίζει ότι η κυβέρνησή του θα προχωρήσει ανάλογα χωρίς καθυστέρηση· εκφράζει την ελπίδα ότι όλες οι χώρες της Λατινικής Αμερικής θα προσχωρήσουν στο ΔΠΔ·

40. ενθαρρύνει την Τουρκία, τη μοναδική υποψήφια προς ένταξη στην ΕΕ χώρα που δεν το έχει πράξει ακόμα, να καταστεί το συντομότερο δυνατόν συμβαλλόμενο κράτος στο Καταστατικό της Ρώμης και στη Συμφωνία για τα Προνόμια και τις Ασυλίες του ΔΠΔ (APIC), τονίζοντας ότι είναι αναγκαίο να πράξουν το ίδιο και τυχόν μελλοντικές υποψήφιες προς ένταξη χώρες και δυνάμει υποψήφιες προς ένταξη χώρες, καθώς και οι χώρες εταίροι που καλύπτονται από την Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας (ΕΠΓ)·

41. καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της ΕΕ να στηρίξουν την ικανότητα και την πολιτική βούληση τρίτων χωρών –ιδίως των χωρών των οποίων η κατάσταση εξετάζεται από το ΔΠΔ και των χωρών που έχουν υποβληθεί σε προκαταρκτική ανάλυση από το ΔΠΔ– να πραγματοποιήσουν δίκες σε εθνικό επίπεδο για πράξεις γενοκτονίας, εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας· στο πλαίσιο αυτό, καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της να στηρίξουν τις μεταρρυθμιστικές διαδικασίες και τις εθνικές προσπάθειες ανάπτυξης ικανοτήτων που στοχεύουν στην ενίσχυση του ανεξάρτητου δικαστικού σώματος, του κλάδου επιβολής του νόμου και του σωφρονιστικού συστήματος σε όλες τις χώρες που εμπλέκονται άμεσα σε καταστάσεις κατά τις οποίες φαίνεται να έχουν διαπραχθεί σοβαρά διεθνή εγκλήματα·

42. τονίζει ότι η αποτελεσματικότητα της αρχής της συμπληρωματικότητας του Δικαστηρίου έγκειται στην πρωταρχική υποχρέωση των συμβαλλόμενων κρατών να ερευνούν και να διώκουν εγκλήματα πολέμου, πράξεις γενοκτονίας και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι δεν διαθέτουν όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ νομοθεσία στο εθνικό τους δίκαιο που να ορίζει αυτά τα εγκλήματα επί των οποίων μπορούν να ασκήσουν δικαιοδοσία τα δικαστήριά τους·

43. παροτρύνει τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ακόμα, να εκπονήσουν πλήρη και αποτελεσματική νομοθεσία εφαρμογής μέσα από διαφανείς διαβουλεύσεις με την κοινωνία των πολιτών, και να παράσχουν στις εθνικές δικαστικές τους αρχές τα αναγκαία εργαλεία, ώστε να ερευνούν και να ασκούν δίωξη κατά των συγκεκριμένων εγκλημάτων·

44. επαναβεβαιώνει την ανάγκη να ενταθούν οι διπλωματικές προσπάθειες της ΕΕ και των κρατών μελών της μεταξύ των μη συμβαλλόμενων μελών του Καταστατικού της Ρώμης και των περιφερειακών οργανώσεων (π.χ. Αφρικανική Ένωση, ASEAN, και Αραβικός Σύνδεσμος) για την προώθηση της καλύτερης κατανόησης της εντολής του ΔΠΔ, ήτοι της άσκησης διώξεων σε βάρος των υπαιτίων εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και του εγκλήματος της γενοκτονίας, μεταξύ άλλων μέσω της ανάπτυξης ειδικής επικοινωνιακής στρατηγικής για το εν λόγω θέμα, καθώς και για την προώθηση της μεγαλύτερης στήριξης του Δικαστηρίου και της εντολής του, ιδίως στα φόρα του ΟΗΕ, όπως το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ·

45. επιβεβαιώνει τον καίριο ρόλο της παροχής από τα κράτη μέλη της ΕΕ διπλωματικής στήριξης προς την εντολή του ΔΠΔ και τις δραστηριότητές του στο πλαίσιο των φόρουμ των Ηνωμένων Εθνών, συμπεριλαμβανομένης της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ·

46. υπογραμμίζει την ανάγκη καταβολής συνεχών διπλωματικών προσπαθειών για την παρότρυνση των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών να διασφαλίζουν την έγκαιρη παραπομπή υποθέσεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 13, παράγραφος β του Καταστατικού της Ρώμης και όπως συνέβη πλέον προσφάτως με την ομόφωνη παραπομπή ενώπιον του ΔΠΔ της κατάστασης που επικρατεί στη Λιβύη από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών· εκφράζει επίσης την ελπίδα ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών δεν θα αναβάλει τυχόν έρευνες ή διώξεις του Δικαστηρίου, όπως ορίζεται στο άρθρο 16 του Καταστατικού της Ρώμης·

47. καλεί τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και τα μέλη της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών να βρουν κατάλληλους τρόπους και μέσα παροχής χρηματοδοτικών πόρων στο Δικαστήριο από τον ΟΗΕ για την κάλυψη των δαπανών που συνδέονται με την έναρξη ερευνών και διώξεων επί των υποθέσεων που παραπέμπονται από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με το άρθρο 115 του Καταστατικού της Ρώμης·

48. ζητεί από τα κράτη μέλη της ΕΕ να διασφαλίσουν τη συμπερίληψη του συντονισμού και της συνεργασίας με το ΔΠΔ στην εντολή των αρμόδιων περιφερειακών ειδικών εντεταλμένων της ΕΕ (ΕΕΕΕ)· καλεί την Ύπατη Εκπρόσωπο να διορίσει ειδικό εντεταλμένο της ΕΕ για τη διεθνή δικαιοσύνη με την εντολή να προωθήσει, να ενσωματώσει και να εκπροσωπήσει τη δέσμευση της ΕΕ για την καταπολέμηση της ατιμωρησίας, και το ΔΠΔ σε όλο το φάσμα των εξωτερικών πολιτικών της ΕΕ·

49. καλεί την ΕΥΕΔ να διασφαλίσει την ενσωμάτωση της πτυχής του ΔΠΔ σε όλες τις προτεραιότητες εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, λαμβάνοντας συστηματικά υπόψη την καταπολέμηση της ατιμωρησίας και την αρχή της συμπληρωματικότητας στο ευρύτερο πλαίσιο της αναπτυξιακής βοήθειας και της βοήθειας προς το κράτος δικαίου, και ιδίως να ενθαρρύνει τα κράτη σε μετάβαση στη Νότια Μεσόγειο να υπογράψουν και να κυρώσουν το Καταστατικό της Ρώμης·

50. βεβαιώνει πως η ΕΕ πρέπει να εξασφαλίσει ότι η ΕΥΕΔ διαθέτει την αναγκαία εμπειρογνωμοσύνη και ικανότητες υψηλού επιπέδου για να καταστήσει το ΔΠΔ πραγματική προτεραιότητα· συστήνει στην ΕΥΕΔ να εξασφαλίσει επαρκή επίπεδα στελέχωσης προσωπικού τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στις αντιπροσωπείες υπαλλήλων που είναι επιφορτισμένες με το καθήκον διαχείρισης διεθνών υποθέσεων δικαιοσύνης, και να αναπτύξουν περαιτέρω μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή την κατάρτιση του προσωπικού σε ζητήματα διεθνούς δικαιοσύνης και ΔΠΔ, καθιερώνοντας ένα πρόγραμμα ανταλλαγής μελών προσωπικού με το ΔΠΔ, ούτως ώστε να προαχθούν αμοιβαία σχετικές θεσμικές γνώσεις και να ευνοηθεί η περαιτέρω συνεργασία μεταξύ τους·

51. παροτρύνει όλα τα συμβαλλόμενα κράτη του ΔΠΔ, την ΕΕ και το ίδιο το ΔΠΔ, συμπεριλαμβανομένης της Εισαγγελίας, να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για τη δίωξη και την τιμωρία των δραστών σεξουαλικών εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, που αποτελούν ειδική κατηγορία εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του ΔΠΔ (άρθρο 7 του Καταστατικού της Ρώμης) και περιλαμβάνουν τον βιασμό, τη σεξουαλική δουλεία, την αναγκαστική πορνεία, την αναγκαστική εγκυμοσύνη, την αναγκαστική στείρωση και κάθε άλλη μορφή σεξουαλικής βίας ανάλογης βαρύτητας, καθώς και τη δίωξη λόγω φύλου· επισημαίνει ότι τέτοιου είδους σεξουαλικά εγκλήματα είναι ιδιαιτέρως ειδεχθή εφόσον διαπράττονται συχνά και σε μεγάλη κλίμακα, και συνιστούν εγκλήματα πολέμου καθώς και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας (άρθρο 8 του Καταστατικού της Ρώμης), έχοντας ως στόχο τις πλέον ευάλωτες ομάδες –γυναίκες, παιδιά και αμάχους– σε χώρες που έχουν ήδη αποδυναμωθεί εξαιτίας συγκρούσεων ή/και ελλείψεως τροφίμων ή λιμού·

52. στο πλαίσιο της επικείμενης εκλογής έξι νέων δικαστών και ενός νέου Εισαγγελέα, που πρόκειται να λάβει χώρα κατά τη σύνοδο του Δεκεμβρίου 2011 της Συνέλευσης των Συμβαλλομένων Κρατών, παροτρύνει τα κράτη μέλη της ΕΕ να ψηφίσουν τους υποψηφίους με τα καλύτερα προσόντα, μέσω δίκαιης, διαφανούς και αξιοκρατικής διαδικασίας, διασφαλίζοντας ισορροπία όσον αφορά τόσο τα γεωγραφικά κριτήρια όσο και τη διάσταση του φύλου, και να ενθαρρύνουν τα κράτη από περιοχές που επωφελούνται από ελάχιστες απαιτήσεις ψηφοφορίας (όπως η Ομάδα της Λατινικής Αμερικής και Καραϊβικής (GRULAC)) να τις εκμεταλλευτούν και να υποδείξουν επαρκείς υποψηφίους, εξασφαλίζοντας έτσι μια ισορροπημένη περιφερειακή εκπροσώπηση στο προεδρείο του Δικαστηρίου· επισημαίνει ότι η εκλογή νέου Εισαγγελέα είναι υψίστης σημασίας για την αποτελεσματικότητα και τη νομιμότητα του Δικαστηρίου, και εκφράζει την εκτίμησή του προς το έργο της Επιτροπής Αναζήτησης που θεσπίσθηκε από το Προεδρείο της Συνέλευσης των Συμβαλλομένων Κρατών·

53. επικροτεί τις προτάσεις για τη σύσταση συμβουλευτικής επιτροπής που θα λαμβάνει και θα εξετάζει όλες τις υποψηφιότητες των νέων δικαστών, όπως ορίζεται στο άρθρο 36(4α) του Καταστατικού της Ρώμης, καθώς και τη σύσταση μιας επιτροπής αναζήτησης για τον Εισαγγελέα του ΔΠΔ, και εκφράζει την άποψη ότι το έργο της επιτροπής αναζήτησης δεν πρέπει να επηρεάζεται από πολιτικά κριτήρια·

Η ανάγκη εξασφάλισης περαιτέρω χρηματοδοτικής και υλικοτεχνικής στήριξης προς το Δικαστήριο

54. επικροτεί τη χρηματοδοτική και υλικοτεχνική στήριξη που παρέχουν μέχρι στιγμής η ΕΕ και τα κράτη μέλη στο ΔΠΔ, και συστήνει τη συνέχιση των υφιστάμενων μορφών στήριξης, είτε μέσω του τακτικού προϋπολογισμού του ΔΠΔ που χρηματοδοτείται από εισφορές των κρατών μερών ή μέσω του Ευρωπαϊκού Μέσου για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (EIDHR) που χρηματοδοτείται από την ΕΕ, ιδίως δε στους ακόλουθους τομείς: δραστηριότητες προσέγγισης που αποσκοπούν στη συνδρομή των θυμάτων και των πληγεισών κοινοτήτων· νομική αντιπροσώπευση· μεταφορά των μαρτύρων· συμμετοχή και προστασία των θυμάτων/μαρτύρων, με ιδιαίτερη μέριμνα για τις ανάγκες των γυναικών και των θυμάτων παιδικής/εφηβικής ηλικίας· και παροχή κατάλληλης στήριξης, η οποία θα επιτρέπει στο Δικαστήριο να καλύπτει επείγουσες επιχειρησιακές ανάγκες που προκύπτουν από νέες έρευνες· καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να στηρίξουν τις προσπάθειες του Δικαστηρίου να ενισχύσει την επιτόπια παρουσία του, αναγνωρίζοντας ότι μια ισχυρή επιτόπια παρουσία του ΔΠΔ έχει καίρια σημασία για την προώθηση της κατανόησης και τη στήριξη της εντολής του και για τη συμμετοχή και την υποβοήθηση των κοινοτήτων που έχουν καταστεί θύματα εγκλημάτων τα οποία εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η έλλειψη πόρων εξακολουθεί να αποτελεί εμπόδιο στη βέλτιστη λειτουργία του Δικαστηρίου·

55. τονίζει τον σημαντικό αντίκτυπο του συστήματος του Καταστατικού της Ρώμης για τα θύματα, τους ιδιώτες και τις κοινότητες που πλήττονται από εγκλήματα που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου· εκτιμά ότι οι προσπάθειες προσέγγισης του Δικαστηρίου είναι ζωτικής σημασίας για την προώθηση της κατανόησης και τη στήριξη της εντολής του, τη διαχείριση των προσδοκιών και την παροχή στα θύματα και τις πληγείσες κοινότητες της δυνατότητας να παρακολουθήσουν και να κατανοήσουν τη διαδικασία απονομής διεθνούς ποινικής δικαιοσύνης και το έργο του Δικαστηρίου·

56. συστήνει στα κράτη μέλη της ΕΕ να εξασφαλίσουν επαρκή χρηματοδότηση για το ταμείο του ΔΠΔ για την αποκατάσταση των θυμάτων (ώστε να συμπληρώσει τυχόν επικείμενες αποζημιώσεις ενώ παράλληλα θα συνεχίζονται οι δραστηριότητες συνδρομής που είναι σε εξέλιξη) και να συνεισφέρουν στο νεοϊδρυθέν Ειδικό Ταμείο του ΔΠΔ για τις Μεταφορές, στο Ταμείο για τις επισκέψεις των μελών των οικογενειών των κρατουμένων στην έδρα του Δικαστηρίου στη Χάγη, στο Πρόγραμμα Νομικής Συνδρομής και στο κόστος που συνδέεται με τη διατήρηση και επέκταση της επιτόπιας παρουσίας του ΔΠΔ·

57. υποστηρίζει θερμά τις προσπάθειες του ΔΠΔ να επεκτείνει και να ενισχύσει την επιτόπια παρουσία του καθώς αυτό είναι πολύ σημαντικό για την ικανότητά του να επιτελεί τα καθήκοντά του, συμπεριλαμβανομένων των ερευνών, της προσέγγισης των θυμάτων και των πληγεισών κοινοτήτων, της προστασίας των μαρτύρων και της διευκόλυνσης της προάσπισης των δικαιωμάτων των θυμάτων σε σχέση με τη συμμετοχή και τις αποζημιώσεις και που επιπροσθέτως αποτελεί ζωτικής σημασίας παράγοντα προκειμένου να ενισχυθεί ο αντίκτυπος και η δυνατότητα του Δικαστηρίου να αφήσει πίσω του μια ισχυρή και θετική κληρονομιά·

58. ενθαρρύνει την ΕΕ να διασφαλίσει επαρκή και σταθερή χρηματοδότηση για τους παράγοντες της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιούνται σε ζητήματα σχετικά με το ΔΠΔ στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Μέσου για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (EIDHR), και προτρέπει τα κράτη μέλη της ΕΕ και τα υφιστάμενα ευρωπαϊκά ιδρύματα να συνεχίσουν τη στήριξή τους στους εν λόγω παράγοντες·

59. ενθαρρύνει τα κράτη μέλη της ΕΕ και την ΕΥΕΔ να ξεκινήσουν διαβουλεύσεις σχετικά με την αναθεώρηση των υφιστάμενων χρηματοδοτικών μέσων της ΕΕ, ιδίως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης (ΕΤΑ), με στόχο την αναζήτηση τρόπων για την περαιτέρω συμβολή τους στην υποστήριξη δραστηριοτήτων συμπληρωματικότητας στις δικαιούχους χώρες, ούτως ώστε να προωθηθεί η καταπολέμηση της ατιμωρησίας στο εσωτερικό των χωρών αυτών·

60. αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλει επί του παρόντος η Επιτροπή για τη δημιουργία μιας «εργαλειοθήκης της ΕΕ για τη συμπληρωματικότητα», η οποία αποβλέπει στην ανάπτυξη εθνικών ικανοτήτων για τη διεξαγωγή ερευνών και την άσκηση διώξεων σε υποθέσεις ισχυρισμών περί διεθνών εγκλημάτων, με στόχο την ενσωμάτωση δραστηριοτήτων που συνδέονται με τη συμπληρωματικότητα σε προγράμματα βοήθειας, καθώς και τη βελτίωση της συνοχής μεταξύ των διαφόρων μέσων της ΕΕ·

61. καλεί όλα τα συμβαλλόμενα κράτη του ΔΠΔ να προωθήσουν κοινές προσπάθειες για τη βελτίωση της εκδίκασης, σε εθνικό επίπεδο, των πλέον σοβαρών εγκλημάτων, όπως είναι τα εγκλήματα πολέμου, τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και το έγκλημα της γενοκτονίας·

62. επικροτεί την πρωτοβουλία της Επιτροπής για τη διοργάνωση ενός σεμιναρίου σχετικά με την ευρωπαϊκή και αφρικανική κοινωνία των πολιτών με σκοπό να συζητηθούν θέματα διεθνούς δικαιοσύνης στην Πραιτόρια τον Απρίλιο του 2011, λαμβάνει υπόψη τις συστάσεις που προέκυψαν από την εν λόγω συνεδρίαση και καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει να στηρίζει τέτοιες ευκαιρίες·

63. υπενθυμίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπήρξε ένας από τους πρώτους ένθερμους υποστηρικτές του Δικαστηρίου και σημειώνει τον ουσιαστικό του ρόλο όσον αφορά την παρακολούθηση των δράσεων της ΕΕ εν προκειμένω· ζητεί την προσθήκη μιας παραγράφου για την καταπολέμηση της ατιμωρησίας και το ΔΠΔ στην Ετήσια Έκθεση του ΕΚ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο και προτείνει επίσης να αναλάβει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έναν περισσότερο προληπτικό ρόλο, προωθώντας και ενσωματώνοντας την καταπολέμηση της ατιμωρησίας και το ΔΠΔ σε όλες τις πολιτικές και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, μεταξύ άλλων στο έργο όλων των επιτροπών, των ομάδων και των αντιπροσωπειών με τις τρίτες χώρες·

64. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.

  • [1]  ΕΕ C 379, 7.12.1998, σ. 265.
  • [2]  ΕΕ C 262, 18.9.2001, σ. 262.
  • [3]  ΕΕ C 293 E, 28.11.2002, σ. 88.
  • [4]  ΕΕ C 273 E, 14.11.2003, σ. 291.
  • [5]  ΕΕ C 161 E, 31.5.2011, σ. 78.
  • [6]  Εγκριθέντα κείμενα, P7_TA(2010)0489.
  • [7]  ΕΕ L 150, 18.6.2003, σ. 67.
  • [8]  ΕΕ L 76, 22.3.2011, σ. 56.
  • [9]  ΕΕ L 115, 28.4.2006, σ.50.
  • [10]  ΕΕ C 115, 4.5.2010, σ. 4.
  • [11]  ΕΕ L 167 της 26.6.2002, σ. 1.
  • [12]  ΕΕ L 118 της 14.5.2003, σ.12.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Από τότε που ξεκίνησε να λειτουργεί την 1η Ιουλίου 2002, ημερομηνία κατά την οποία τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη της Ρώμης, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) εφαρμόζει επιτυχώς τη μοναδική παγκόσμια εντολή του για την άσκηση διώξεων εις βάρος υπαιτίων εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και του εγκλήματος της γενοκτονίας. Κάνοντας χρήση της αρχής της «συμπληρωματικότητας», η οποία ορίζει ότι το Δικαστήριο δύναται να παρεμβαίνει μόνον εφόσον τα αρμόδια εθνικά δικαστήρια δεν μπορούν ή δεν είναι διατεθειμένα να το πράξουν, το Δικαστήριο έχει κινήσει έρευνες επί υποθέσεων στην Ουγκάντα, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ), το Νταρφούρ (Σουδάν) και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, την Κένυα, τη Λιβύη και την Ακτή του Ελεφαντοστού.

Παρά τις προσπάθειες, τον επαγγελματισμό και την αφοσίωσή του, το ΔΠΔ βρίσκεται επί του παρόντος σε κρίσιμη συγκυρία, λόγω πολιτικών και χρηματοδοτικών περιστάσεων που εκφεύγουν του ελέγχου του. Γίνεται ολοένα και συχνότερα στόχος άδικων, πολιτικά υποκινούμενων επιθέσεων, τα εντάλματα σύλληψης που εκδίδει συχνά περιφρονούνται, ενώ ο υφιστάμενος προϋπολογισμός του δεν επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών του. Δεδομένου ότι η ΕΕ αποτελεί ένθερμο υποστηρικτή του ΔΠΔ, σκοπός της παρούσας έκθεσης είναι να αξιολογήσει πώς θα μπορούσε να συνδράμει περαιτέρω το Δικαστήριο στην αντιμετώπιση των προκλήσεων και την υπέρβαση των δυσκολιών, τόσο πολιτικού όσο και χρηματοδοτικού χαρακτήρα, με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπο.

Ήδη από την έναρξη λειτουργίας του Δικαστηρίου, η ΕΕ στηρίζει το ΔΠΔ μέσω διαφόρων πολιτικών, διπλωματικών, χρηματοδοτικών και υλικοτεχνικών δράσεων, συνδράμοντας ταυτόχρονα στην προαγωγή της καθολικότητας και της ακεραιότητας του Καταστατικού της Ρώμης, ενώ συμβάλλει ταυτόχρονα και στην ανεξαρτησία και την αποτελεσματική λειτουργία του Δικαστηρίου.

Από την πλευρά του, το Δικαστήριο έχει κινήσει μέχρι στιγμής έρευνες στη ΛΔΚ, την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και την Ουγκάντα, και το έπραξε κατόπιν ειδικής αίτησης (αίτηση παραπομπής από κράτος) που υπέβαλαν οι ίδιες οι χώρες. Επιπλέον, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών έχει παραπέμψει ενώπιον του Δικαστηρίου αμφότερες τις υποθέσεις του Σουδάν/Νταρφούρ και της Λιβύης. Και στις δύο υποθέσεις έχουν εκδοθεί εντάλματα σύλληψης εις βάρος εν ενεργεία αρχηγών κρατών και υψηλόβαθμων αξιωματούχων, ήτοι εις βάρος του σουδανού προέδρου Omar Hassan Ahmad Al Bashir και του λιβύου ηγέτη Muammar Gaddafi. Επιπροσθέτως, το Τμήμα Προδικασίας ΙΙ ανέθεσε στον εισαγγελέα του ΔΠΔ να κινήσει έρευνα στην Κένυα (ήταν η πρώτη φορά που ο εισαγγελέας έκανε χρήση της αυτεπάγγελτης δικαιοδοσίας του και κίνησε έρευνα, χωρίς να λάβει προηγουμένως απόφαση παραπομπής από κυβερνήσεις ή από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών), και πρόσφατα και στην Ακτή του Ελεφαντοστού. Παρέπεμψε δε ενώπιον της δικαιοσύνης τόσο κυβερνητικούς αξιωματούχους όσο και επαναστάτες ηγέτες, αποδεικνύοντας την αμεροληψία της δικαιοσύνης.

Ο Εισαγγελέας του ΔΠΔ ανακοίνωσε επίσης δημοσίως ότι εξετάζει τουλάχιστον εννέα υποθέσεις σε τέσσερις ηπείρους, μεταξύ άλλων, στο Αφγανιστάν, την Κολομβία, τη Γεωργία, τη Γουινέα, την Ονδούρα, τη Δημοκρατία της Κορέας, τη Νιγηρία και την Παλαιστίνη.

Ενώ το φάσμα και ο αποτρεπτικός αντίκτυπος του Δικαστηρίου εξακολουθούν να διευρύνονται, το ίδιο διαπιστώνεται και για τις αυξανόμενες ποικίλες προκλήσεις και δυσκολίες, τόσο πολιτικού όσο και χρηματοδοτικού χαρακτήρα, με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπο. Από πολιτικής πλευράς, δέχεται τα πυρά άδικων επιθέσεων εκ μέρους εχθρικών κρατών και ηγετών. Παρότι οι επικρίσεις αυτού του είδους δεν αναγνωρίζουν το πραγματικό γεγονός ότι η ευρεία πλειονότητα των υποθέσεων που εξετάζει το Δικαστήριο έχουν παραπεμφθεί ενώπιόν του είτε από τα ίδια τα ενδιαφερόμενα συμβαλλόμενα κράτη είτε από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, δεν παύουν να είναι επιζήμιες για την υπόσταση του Δικαστηρίου, επηρεάζοντας δυσμενώς τις αντιλήψεις της κοινής γνώμης και το συνολικό επίπεδο συνεργασίας.

Από πλευράς χρηματοδότησης, το Δικαστήριο πασχίζει να καλύψει τις επείγουσες επιχειρησιακές του ανάγκες, διότι ο προϋπολογισμός του δεν αυξάνεται κατ’ αναλογία του φόρτου εργασίας του. Οι νέες παραπομπές δεν συνοδεύονται από επιπρόσθετη χρηματοδότηση, ενώ ο συνολικός αντίκτυπος της χρηματοπιστωτικής κρίσης είχε αρνητικές επιπτώσεις στους βασικούς χορηγούς του ΔΠΔ, οδηγώντας κατά τον τρόπο αυτόν στη στασιμότητα των πόρων του προϋπολογισμού του.

Η ΕΕ παρουσίαζε ανέκαθεν εξαιρετικά ενεργό δράση στην κινητοποίηση της υποστήριξης του Δικαστηρίου, χρησιμοποιώντας διάφορα μέσα από τον πολιτικό της κατάλογο, συμπεριλαμβανομένων δηλώσεων, διακηρύξεων, διαβημάτων (démarches), διαλόγων στους τομείς της πολιτικής και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σχέσεων με τις χώρες εταίρους στο πλαίσιο του Κοτονού, ή και άλλες περιφερειακές πρωτοβουλίες (περιλαμβανομένης της ΕΠΓ), καθώς και τα περιφερειακά φόρουμ (ειδικότερα μέσω των σχέσεών της με την Αφρικανική Ένωση), αλλά και τα πολυμερή φόρουμ (ιδίως στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών). Συνδράμει ενεργά στη διασφάλιση νέων επικυρώσεων και στην εφαρμογή του Καταστατικού της Ρώμης, μέσω της διπλωματικής προσέγγισης και της τεχνικής υποστήριξης έναντι των χωρών εταίρων, και ανταποκρίνεται αναλόγως μετερχόμενη τα πολιτικά και διπλωματικά της μέσα.

Παρά το εν λόγω υψηλό επίπεδο υποστήριξης που παρέχεται στο Δικαστήριο από την ΕΕ και τα κράτη μέλη της στο ΔΠΔ, πρέπει να καταβληθούν ακόμα πολλές προσπάθειες σε πολιτικό, διπλωματικό επίπεδο, αλλά και σε πρακτικό επίπεδο, προκειμένου να λάβει το Δικαστήριο βοήθεια ώστε να αντεπεξέλθει στις υφιστάμενες προκλήσεις και δυσκολίες που αντιμετωπίζει επί του παρόντος. Η στενότερη παρακολούθηση της συνεχούς εφαρμογής των ρητρών του ΔΠΔ στο πλαίσιο των συμφωνιών με τρίτες χώρες, καθώς και του αντικτύπου των πολιτικών δηλώσεων και διακηρύξεων της ΕΕ, θα μπορούσαν αδιαφιλονίκητα να ενισχύσουν τα μηνύματα και τις θέσεις της σε ζητήματα σχετικά με το ΔΠΔ έναντι των χωρών και των οργανισμών εταίρων της ΕΕ, ιδίως της Αφρικανικής Ένωσης. Κατά συνέπεια, οι διάλογοι της ΕΕ στους τομείς της πολιτικής και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πρέπει εν γένει να θίγουν το ζήτημα του ΔΠΔ και τα θέματα διεθνούς δικαιοσύνης, εφόσον αυτό ενδείκνυται. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη της θα πρέπει να διαθέτουν έγκαιρες και άρτια συντονισμένες κοινές απαντήσεις ώστε να αντιδρούν σε περιπτώσεις μη συνεργασίας με το Δικαστήριο, ενδεχομένως στο πλαίσιο ενός συμπεφωνημένου εσωτερικού κώδικα δεοντολογίας για ανάλογες υποθέσεις.

Εξίσου σημαντική είναι και η προσέγγιση της ΕΕ προς τις στρατηγικές χώρες που δεν είναι συμβαλλόμενα κράτη του ΔΠΔ, ιδίως δε προς τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (όπως η Ρωσία, η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής), για την εξασφάλιση επαρκούς συνεργασίας και έγκαιρων παραπομπών ενώπιον του Δικαστηρίου. Αυτός ο στόχος επετεύχθη επιτυχώς πρόσφατα στην υπόθεση της παραπομπής της Λιβύης, η οποία παραπέμφθηκε ομόφωνα χάρη και στην άσκηση ισχυρών πολιτικών πιέσεων και την καταβολή εκτενών προσπαθειών από τα κράτη μέλη της ΕΕ.

Προκειμένου για την επαρκή υποστήριξη του Δικαστηρίου, η ΕΕ και τα κράτη μέλη της οφείλουν να διασφαλίσουν ότι οι αρμόδιες δομές τους σε ζητήματα του ΔΠΔ είναι σε θέση να ανταποκρίνονται στα αιτήματα του Δικαστηρίου με έγκαιρο και αποτελεσματικό τρόπο. Τούτο θα μπορούσε να επιτευχθεί με την εξασφάλιση επαρκών επιπέδων στελέχωσης προσωπικού και κατάρτισης στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), τόσο στις Βρυξέλλες όσο και επιτόπου, στις συναφείς αντιπροσωπείες, ιδίως σε εκείνες που βρίσκονται σε περιοχές που αφορούν υποθέσεις του ΔΠΔ[1] και σε χώρες που τελούν υπό προκαταρκτική εξέταση. Κατά την αναζήτηση τρόπων εξασφάλισης επαρκούς κατάρτισης του προσωπικού της, η ΕΥΕΔ θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο εφαρμογής ενός προγράμματος προσωρινής ανταλλαγής μελών προσωπικού με το Δικαστήριο, προκειμένου τα μέλη προσωπικού της να είναι σε θέση να «διδαχθούν μέσω της πρακτικής εξάσκησης».

Όσον αφορά την παροχή άμεσης στήριξης προς το Δικαστήριο, τα κράτη μέλη της ΕΕ θα μπορούσαν να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες για τη διευκόλυνση του ευαίσθητου ζητήματος της μεταφοράς των μαρτύρων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, για παράδειγμα, μέσω της ενεργού συμμετοχής και της συνεισφοράς τους στο Ειδικό Ταμείο του ΔΠΔ για τις Μεταφορές, το οποίο δημιουργήθηκε πρόσφατα από το ΔΠΔ. Ακόμα, τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ εξακολουθούν να μην έχουν εκπληρώσει την υποχρέωσή τους να κατοχυρώσουν την εκτελεστική νομοθεσία για το ΔΠΔ. Η πλήρης ενσωμάτωση του Καταστατικού της Ρώμης στις εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών της ΕΕ θα πρέπει να θεωρηθεί δράση προτεραιότητας.

Δεδομένου ότι οι επιχειρήσεις ΚΠΑΑ της ΕΕ συνεχίζουν να συμβάλλουν σημαντικά στην παγκόσμια ειρήνη, δικαιοσύνη και ασφάλεια, θα ήταν σκόπιμο να διασφαλισθεί ότι οι αποστολές ΚΠΑΑ μπορούν να συνδράμουν εν προκειμένω, διευκολύνοντας την ικανοποίηση των αιτημάτων του ΔΠΔ με έγκαιρο και αποτελεσματικό τρόπο[2].

Προκειμένου για την επαρκή υποστήριξη του Δικαστηρίου σε πολιτικό επίπεδο, η ΕΕ οφείλει να εξασφαλίσει την έντονη πολιτική και διπλωματική παρουσία της στις αντίστοιχες περιοχές και χώρες. Ένας από τους τρόπους ενίσχυσης της εικόνας της ΕΕ στο πεδίο της διεθνούς δικαιοσύνης θα μπορούσε να είναι η δημιουργία θέσης «θεματικού ειδικού εντεταλμένου της ΕΕ (ΕΕΕΕ)» για τη διεθνή δικαιοσύνη, καθώς και η ανάθεση στους ΕΕΕΕ των αντίστοιχων χωρών και περιοχών μιας εντολής να περιληφθούν τα ζητήματα που αφορούν το ΔΠΔ.

Υπό την ιδιότητά τους ως μελών της συνέλευσης των συμβαλλόμενων κρατών[3], τα κράτη μέλη της ΕΕ καλούνται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στον καθορισμό και την επιλογή των υποψηφίων σε καίριες θέσεις του ΔΠΔ, ειδικά τώρα που επίκειται η αντικατάσταση έξι Δικαστών και του Εισαγγελέα, η οποία έχει προγραμματιστεί για τον Δεκέμβριο του 2011. Τα κράτη μέλη της ΕΕ πρέπει να διασφαλίσουν ότι ο καθορισμός των υποψηφίων είναι αξιοκρατικός και ότι οι υποψήφιοι που θα επιλεχθούν πληρούν τα καλύτερα επαγγελματικά πρότυπα, διατηρώντας παράλληλα την ισορροπία όσον αφορά τόσο τα γεωγραφικά κριτήρια όσο και τη διάσταση του φύλου.

Επειδή το Δικαστήριο στηρίζεται εξ ολοκλήρου στη συνεργασία μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών για την επιτυχή διεξαγωγή των ερευνών, την προστασία και τη μεταφορά μαρτύρων και τη σύλληψη των υπόπτων, καθώς και την εκτέλεση των αποφάσεων, κρίνεται καίριας σημασίας η έγκαιρη και επαρκής ανταπόκριση των κρατών μελών της ΕΕ στα διάφορα αιτήματα συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένων των αιτημάτων παροχής πληροφοριών, εκτέλεσης ενταλμάτων σύλληψης ή παρακολούθησης, δέσμευσης και δήμευσης περιουσιακών στοιχείων των υπόπτων.

Επιπλέον των πολιτικών και διπλωματικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει επί του παρόντος το Δικαστήριο, η ανεπαρκής χρηματοδότηση εξακολουθεί να αποτελεί βασικό φραγμό στην αποτελεσματικότητά του. Παρότι αναλαμβάνει νέες υποθέσεις, η έναρξη της εξέτασής τους δεν συνοδεύεται από αύξηση της χρηματοδότησης. Ακόμα και οι παραπομπές από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών δεν συνοδεύονται από επιπρόσθετη χρηματοδότηση για το Δικαστήριο, γεγονός το οποίο δημιουργεί σοβαρό χρηματοδοτικό κενό. Συνεπεία τούτου, πολύ σημαντικοί τομείς παραμένουν υποχρηματοδοτούμενοι, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών προσέγγισης των θυμάτων, καθώς και της επιτόπιας παρουσίας του ΔΠΔ (των γραφείων που διατηρεί επιτόπου, σε χώρες που αφορούν υποθέσεις του Δικαστηρίου).

Λόγω της χρηματοδοτικής στήριξης που παρέχει στο Δικαστήριο, η ΕΕ αποτελεί πλέον σημαντικό χορηγό του. Δυνάμει του EIDHR, από το 2007 και μετά[4], έχουν διατεθεί στο ΔΠΔ αυτό καθαυτό περισσότερα από 4 εκατομμύρια ευρώ, ενώ περίπου 11 εκατομμύρια ευρώ έχουν διατεθεί σε οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιούνται υπέρ της κύρωσης άλλων ζητημάτων τα οποία συνδέονται με το ΔΠΔ. Το μέσο αυτό έχει συνδράμει στη χρηματοδότηση ποικίλων δραστηριοτήτων του ίδιου του Δικαστηρίου, συγκεκριμένα του προγράμματος πρακτικής άσκησης και επισκέψεων επαγγελματιών, των δραστηριοτήτων κατάρτισης για δικηγόρους που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των νομικών συμβούλων του ΔΠΔ, καθώς και του έργου για τη δημιουργία νομικών μέσων του ΔΠΔ.

Επιπλέον, ως συμβαλλόμενα μέρη, τα κράτη μέλη της ΕΕ είναι οι βασικοί άμεσοι συνεισφέροντες στο Δικαστήριο, έχοντας συνεισφέρει τουλάχιστον στο ήμισυ των τρεχουσών δαπανών του Ταμείου του ΔΠΔ για τα Θύματα. Είναι κεφαλαιώδους σημασίας να συνεχίσουν τα κράτη μέλη της ΕΕ να παρέχουν στο Δικαστήριο επαρκείς πόρους για την αποτελεσματική εκπλήρωση της εντολής του, και να τηρήσουν τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν στην Καμπάλα για την παροχή επιπρόσθετης χρηματοδότησης στο Ταμείο.

Παρ’ όλα αυτά, οι υφιστάμενες μορφές χρηματοδοτικής και υλικοτεχνικής υποστήριξης θα μπορούσαν να ενισχυθούν περαιτέρω, ούτως ώστε να διασφαλισθεί η επιτυχής κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού που παρουσιάζει επί του παρόντος το Δικαστήριο. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη της θα πρέπει να εξασφαλίσουν την επαρκή χρηματοδοτική ενίσχυση του προϋπολογισμού του Δικαστηρίου κατά την επερχόμενη συνεδρίαση της συνέλευσης των κρατών μερών, η οποία θα πραγματοποιηθεί στη Νέα Υόρκη τον Δεκέμβριο. Ο προϋπολογισμός του Δικαστηρίου δεν αυξήθηκε επί τη ευκαιρία των προηγούμενων συνεδριάσεων του εν λόγω οργάνου.

Επιπροσθέτως, το EIDHR εξακολουθεί να αποτελεί το μοναδικό μέσο της ΕΕ το οποίο είναι επί του παρόντος σε θέση να χρηματοδοτεί οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιούνται σε παραδοσιακά θέματα δικαιοσύνης, συμπεριλαμβανομένων των θεμάτων που αφορούν το ΔΠΔ. Είναι επίσης σημαντικό να συζητηθεί ο δυνητικός ρόλος των νέων χρηματοδοτικών μέσων που βρίσκονται επί του παρόντος στο στάδιο των διαβουλεύσεων ή των ήδη υφιστάμενων μέσων που τελούν υπό διαδικασία αναθεώρησης, με στόχο την υποστήριξη δραστηριοτήτων «συμπληρωματικότητας» σε χώρες εταίρους. Εξίσου σημαντικό είναι να μην αντικατασταθεί ούτε να επισκιασθεί το EIDHR από τυχόν νέα μέσα.

Δεδομένου ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη της δαπανούν εκατομμύρια για την υποστήριξη των μεταρρυθμίσεων στον τομέα της δικαιοσύνης και της ασφάλειας στις διάφορες χώρες, θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο να οργανωθούν και να συντονιστούν καλύτερα οι αντίστοιχες προσπάθειες, ούτως ώστε να αποφευχθούν χρηματοδοτικά κενά και να διασφαλισθεί με καλύτερο τρόπο ο αντίκτυπος της «συμπληρωματικότητας» των δραστηριοτήτων τους. Κατά τα φαινόμενα, οι τρέχουσες προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανάπτυξη της αποκαλούμενης «εργαλειοθήκης για τη συμπληρωματικότητα», ήτοι μιας δέσμης κατευθυντηρίων γραμμών προς τους χορηγούς οι οποίες πρέπει να διαδοθούν και να τεθούν σε εφαρμογή στο εσωτερικό της ΕΕ, με στόχο τη βελτίωση της συνοχής και της αποτελεσματικότητας, δεν είναι μόνο επίκαιρες, αλλά και επωφελείς.

Καθώς ο κόσμος στον οποίο ζούμε χαρακτηρίζεται, δυστυχώς, από έναν αυξανόμενο αριθμό απειλών για την ανθρώπινη ζωή και την ασφάλεια, η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου θα πρέπει να αποτυπώνει αυτήν την τάση. Ένα ιδιαίτερα σημαντικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση σημειώθηκε κατά τη διάσκεψη αναθεώρησης του Καταστατικού της Ρώμης στην Καμπάλα, η οποία διεξήχθη στις 11 Ιουνίου 2010. Με τη ευκαιρία αυτή, τα συμβαλλόμενα κράτη συμφώνησαν επί του ορισμού του εγκλήματος της επίθεσης[5], καθώς και επί των συναφών προϋποθέσεων, δυνάμει των οποίων το Δικαστήριο θα μπορεί, από το έτος 2017 και μετά, να συμπεριλάβει στη δικαιοδοσία του και το έγκλημα της επίθεσης. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, τουλάχιστον 30 συμβαλλόμενα κράτη πρέπει να κυρώσουν, έως το 2017, τις απαραίτητες τροποποιήσεις του Καταστατικού της Ρώμης, και τουλάχιστον τα δύο τρίτα των συμβαλλομένων κρατών πρέπει να επιβεβαιώσουν την εν λόγω τροποποίηση μέσω ψηφοφορίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η υποστήριξη των κρατών μελών της ΕΕ παραμένει ανεκτίμητη.

  • [1]  Το ΔΠΔ χρησιμοποιεί τον όρο «καταστάσεις» για να αναφέρει χώρες ή τοποθεσίες στις οποίες έχει κινήσει έρευνες. Στην περίπτωση χωρών που τελούν υπό προκαταρκτική εξέταση, παρακολουθεί προορατικά τις σχετικές εξελίξεις στις εν λόγω περιοχές, χωρίς να κινεί συναφή επίσημη έρευνα.
  • [2]  Όπως στις ειρηνευτικές επιχειρήσεις των Ηνωμένων Εθνών, από τις οποίες ζητήθηκε να συνεργαστούν, παρέχοντας πληροφορίες στο Δικαστήριο.
  • [3]  Η συνέλευση των κρατών μερών είναι το εποπτικό όργανο διαχείρισης, καθώς και το νομοθετικό όργανο του ΔΠΔ, το οποίο απαρτίζεται από εκπροσώπους όλων των κρατών που έχουν προσχωρήσει στη Συνθήκη της Ρώμης και την έχουν επικυρώσει.
  • [4]  Το 2007 είναι η χρονολογία έναρξης του τελευταίου κύκλου του ευρωπαϊκού μέσου για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα (EIDHR), στο πλαίσιο του οποίου χρηματοδοτούνται ορισμένες ειδικές δραστηριότητες του ΔΠΔ, καθώς και κάποιες εκστρατείες ΜΚΟ για την υποστήριξη του συστήματος του Καταστατικού της Ρώμης.
  • [5]  Ψήφισμα αριθ. 6 της διάσκεψης για την αναθεώρηση του Καταστατικού της Ρώμης με τίτλο «Το έγκλημα της επίθεσης») («The Crime of Aggression»), http://www.icc-cpi.int/iccdocs/asp_docs/Resolutions/RC-Res.6-ENG.pdf.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (22.9.2011)

προς την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων

σχετικά με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ): αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις και ξεπερνώντας τις δυσκολίες
2011/2109(INI)

Συντάκτρια γνωμοδότησης: Eva Joly

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Ανάπτυξης καλεί την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

1.   ενθαρρύνει την Ευρωπαϊκή Ένωση, περιλαμβανομένης της ΕΥΕΔ, και τα κράτη μέλη να κάνουν συστηματικά χρήση των διπλωματικών μέσων που έχουν στη διάθεσή τους για την προβολή του ΔΠΔ και να υπενθυμίσουν την ανάγκη της υποστήριξής του και της υπογραφής ή της κύρωσης της την ιδρυτικής του πράξης από τις τρίτες χώρες και ιδίως τις αναπτυσσόμενες που δεν το έχουν ακόμη πράξει, δεν έχουν υπογράψει και κυρώσει την ιδρυτική του πράξη (το καταστατικό της Ρώμης) να το πράξουν, ενσωματώνοντας δεσμευτικές ρήτρες στις συμφωνίες με τις τρίτες χώρες, υποχρεώνοντάς τες να συνεργασθούν με το ΔΠΔ ή ακόμη επιβάλλοντας περιοριστικά μέτρα εις βάρος των προσώπων που έχουν παραπεμφθεί στο ΔΠΔ· σημειώνει ότι οι πολιτικοί διάλογοι και οι διάλογοι επί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αναπτύσσει η Ευρωπαϊκή Ένωση με τις τρίτες χώρες καθώς και οι διασκέψεις κορυφής με τις χώρες αυτές, ιδίως τις αναπτυσσόμενες και, μεταξύ αυτών, με τις χώρες ΑΚΕ, είναι το πλέον ενδεδειγμένο μέσο για τον σκοπό αυτό·

2.   υπογραμμίζει τον σημαντικότατο ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την ενίσχυση του κράτους δικαίου προάγοντας την καθολικότητα και διαφυλάσσοντας την ακεραιότητα του Καταστατικού της Ρώμης, στον βαθμό που και στην ίδια την Ευρώπη έχουν σημειωθεί παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα, περιλαμβανομένων και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, εγκλημάτων πολέμου και γενοκτονιών· καλεί συνεπώς την Ευρωπαϊκή Ένωση να συνεχίσει να ευαισθητοποιεί και να ενημερώνει τους τοπικούς πληθυσμούς και να παρέχει αγωγή στους νέους σχετικά με το διεθνές ποινικό δίκαιο και το ρόλο του ΔΠΔ·

3.   ενθαρρύνει το ΔΠΔ και την ΕΕ να προωθήσουν κατά προτεραιότητα την ενίσχυση των ανεξάρτητων και αμερόληπτων εθνικών δικαστικών συστημάτων· υπενθυμίζει ότι η δικαιοσύνη αποτελεί τμήμα των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ότι πρέπει κατ' αρχήν να ασκείται σε εθνικό επίπεδο, όταν αυτό είναι δυνατό βάσει του δικαστικού συστήματος και ότι η παραπομπή των ζητημάτων στο ΔΠΔ δεν πρέπει να γίνεται παρά μετά την εξάντληση των εθνικών ένδικων μέσων·

4.   αναγνωρίζει την ιδιαίτερη σημασία του ΔΠΔ για την εξωτερική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υπογραμμίζει επίσης την ιδιαίτερη σημασία του διεθνούς δικαίου για την ειρήνη, την ασφάλεια, τη σταθερότητα, την εμπιστοσύνη, τον σεβασμό και τη συμφιλίωση που αποτελούν τις απαραίτητες βάσεις για την βιώσιμη ανάπτυξη· υπενθυμίζει εντούτοις μετ’ εμφάσεως ότι, κατά την εφαρμογή των πολιτικών που ενδέχεται να αφορούν τις αναπτυσσόμενες χώρες, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι υποχρεωμένη κατά την Συνθήκη να λαμβάνει υπόψη τους στόχους της αναπτυξιακής συνεργασίας, κυριότερος από τους οποίους είναι ο περιορισμός και, τελικά, η εξάλειψη της ένδειας (άρθρο 208, παράγραφος 1, εδάφιο 2 της ΣΛΕΕ)·

5.   υπογραμμίζει την ανάγκη να διαθέτει το ΔΠΔ την απαραίτητη χρηματοδότηση για την εκτέλεση των ολοένα και περισσότερων αποστολών του· υπενθυμίζει συνεπώς ότι σε κάθε μέσο χρηματοδότησης της εξωτερικής δράσης που σχετίζεται με τη δράση του ΔΠΔ στις αναπτυσσόμενες χώρες πρέπει να διατεθούν πρόσθετα και νέα κονδύλια·

6.   καλεί τόσο τα κράτη μέλη της ΕΕ όσο και τις αναπτυσσόμενες χώρες να διευρύνουν την συνεργασία με το Δικαστήριο, συνάπτοντας συμφωνίες για την εκτέλεση των αποφάσεών του, καθώς και για την προστασία των μαρτύρων και θυμάτων·

7.   υπενθυμίζει την αρχή της συνοχής των εξωτερικών πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης· προσθέτει ότι, στη βάση αυτή, η ΕΕ οφείλει να προωθήσει στο επίπεδο των εξωτερικών της δράσεων, την δημοκρατία, την ανεξάρτητη και αμερόληπτη δικαιοσύνη και τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα

8.   παρακαλεί συγκεκριμένα όλα τα κράτη που συμμετέχουν στο ΔΠΔ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ίδιο το ΔΠΔ, περιλαμβανομένου του Γραφείου του Εισαγγελέως, να μη φεισθούν ουδεμιάς προσπαθείας προκειμένου να προβούν στην δίωξη και την τιμωρία των δραστών σεξουαλικών εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, ήτοι της ειδικής αυτής κατηγορίας εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας που εμπίπτουν στην συγκεκριμένη αρμοδιότητα του ΔΠΔ (άρθρο 7 του καταστατικού της Ρώμης) και που αφορά πράξεις βιασμού, σεξουαλικής δουλείας, εξαναγκασμού σε πορνεία, αναγκαστικής εγκυμοσύνης, αναγκαστικής στείρωσης, σεξουαλικής κακοποίησης σε οποιαδήποτε άλλη μορφή ανάλογης βαρύτητας καθώς και δίωξης με βάση το φύλο· σημειώνει ότι τα σεξουαλικά αυτά εγκλήματα είναι ιδιαζόντως ειδεχθή δεδομένου ότι μπορούν να αποτελούν ταυτοχρόνως, και σε μεγάλη κλίμακα, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου (άρθρο 8 του καταστατικού της Ρώμης), και ότι διαπράττονται εις βάρος των πλέον ευπαθών τμημάτων του πληθυσμού, των γυναικών, των παιδιών και των πολιτών, από χώρες που έχουν ήδη δοκιμασθεί από ένοπλες συγκρούσεις ή/και έλλειψη τροφίμων ή ακόμη και λιμό.

9.   εκφράζει την ανησυχία του διότι κράτη, συμβαλλόμενα μέρη του ΔΠΔ, έχουν κατ' επανάληψη αποτύχει να συλλάβουν τον Πρόεδρο του Σουδάν Αλ Μπασίρ.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

22.9.2011

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

21

0

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Thijs Berman, Michael Cashman, Corina Creţu, Véronique De Keyser, Charles Goerens, Catherine Grèze, András Gyürk, Filip Kaczmarek, Michał Tomasz Kamiński, Franziska Keller, Maurice Ponga, Birgit Schnieber-Jastram, Michèle Striffler, Alf Svensson, Ελένη Θεοχάρους

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Santiago Fisas Ayxela, Martin Kastler, Cristian Dan Preda, Judith Sargentini

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

María Irigoyen Pérez, Wolfgang Kreissl-Dörfler

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΚΑΙ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ (19.9.2011)

προς την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων

σχετικά με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο: επίλυση των προβλημάτων και υπέρβαση των δυσκολιών
(2011/2109(INI))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Tadeusz Cymański

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων καλεί την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

A.  έχοντας υπόψη ότι το Καταστατικό της Ρώμης για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) αναφέρει μεταξύ των σοβαρότερων εγκλημάτων τα εγκλήματα που διαπράττονται στο πλαίσιο εκτεταμένων και συστηματικών επιθέσεων κατά του άμαχου πληθυσμού κυρίως αυτά που στρέφονται κατά των γυναικών και των παιδιών·

B.   έχοντας υπόψη ότι η διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών της 14ης Δεκεμβρίου 1974, για την προστασία των γυναικών και των παιδιών σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και ένοπλης σύγκρουσης, ζητεί τη λήψη αποτελεσματικών μέτρων κατά των διώξεων, των βασανιστηρίων και της βιαίας και ταπεινωτικής μεταχείρισης των γυναικών·

Γ.   έχοντας υπόψη ότι η έκθεση του 2010 για την κατάσταση του παγκόσμιου πληθυσμού σημειώνει ότι η βία κατά των γυναικών σε περιοχές κρίσεων έχει αυξηθεί παγκοσμίως· έχοντας υπόψη ότι η σεξουαλική βία χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο ως πολεμικό όπλο και ότι πάρα πολλές γυναίκες και παιδιά καθίστανται θύματα βιασμών και διώξεων κατά τη διάρκεια ένοπλων συγκρούσεων και μετά από αυτές·

Δ.   έχοντας υπόψη ότι, κυρίως λόγω των περιορισμένων πόρων του και της έλλειψης πληροφοριών από τα κράτη μέρη του Καταστατικού της Ρώμης, το ΔΠΔ αντιμετωπίζει δυσκολίες ως προς τη δίωξη ατόμων που ευθύνονται για μαζικά εγκλήματα εις βάρος γυναικών και παιδιών, με αποτέλεσμα να παραμένουν συχνά ατιμώρητοι οι ένοχοι·

1.   καταδικάζει έντονα την χρήση σεξουαλικής βίας κατά των γυναικών ως πολεμικής τακτικής, και εγκλήματα όπως οι μαζικοί βιασμοί, η σεξουαλική δουλεία, η εξαναγκαστική πορνεία, η εξαναγκαστική εγκυμοσύνη, η εξαναγκαστική στείρωση, οι μορφές δίωξης με βάση το φύλο όπως ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων, η εμπορία ανθρώπων και όλες οι άλλες μορφές σεξουαλικής βίας συγκρίσιμης σοβαρότητας·

2.   καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ και συμβαλλόμενα μέρη του Καταστατικού της Ρώμης να υποστηρίξουν το ΔΠΔ στο έργο του και ζητεί την ενεργό διεθνή στήριξη στο ΔΠΔ ώστε να τεθεί τέλος στη συνεχιζόμενη de facto ατιμωρησία των υπευθύνων παρομοίων πράξεων βίας, και να καταστεί τελικά δυνατή η προσαγωγή τους ενώπιον της δικαιοσύνης·

3.   τονίζει ότι είναι σημαντικό να συμπεριληφθούν τα εγκλήματα με βάση το φύλο στο πεδίο των ερευνών και των ποινικών διώξεων του ΔΠΔ·

4.   τονίζει ότι είναι σημαντικό να καταπολεμήσει το ΔΠΔ το φαινόμενο της ατιμωρησίας για κρούσματα σεξουαλικής βίας κατά των γυναικών στις ζώνες συγκρούσεων και στο πλαίσιο εγκλημάτων πολέμου·

5.   ζητεί να εξετασθεί το θέμα της ατιμωρησίας ως κύριος παράγοντας για την εξασφάλισης της δικαιοσύνης και να αποτελεί μη διαπραγματεύσιμο θέμα· τονίζει ότι οι ένοχοι πρέπει να προσάγονται ενώπιον της δικαιοσύνης και να υφίστανται τις ποινικές κυρώσεις που αρμόζουν για τις πράξεις τους·

6.   αντιτίθεται σθεναρά στην στρατολόγηση ή επιστράτευση παιδιών ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ ετών στις ένοπλες δυνάμεις ή στην εκμετάλλευσή τους με οποιονδήποτε τρόπο σε στρατιωτική δράση· τονίζει τη σημασία διασφάλισης του δικαιώματός τους για μια ειρηνική παιδική ηλικία, την εκπαίδευση, τη σωματική ακεραιότητα, την ασφάλεια και την σεξουαλική αυτονομία·

7.   απευθύνει έκκληση για τη θέσπιση αποτελεσματικών πολιτικών και την ενίσχυση των μηχανισμών προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η συμμετοχή των θυμάτων στο ΔΠΔ έχει ουσιαστικό αντίκτυπο, συμπεριλαμβανομένων μιας πιο προσπελάσιμης παροχής ψυχολογικών, ιατρικών και νομικών συμβουλών και της εύκολης πρόσβασης σε προγράμματα προστασίας μαρτύρων· υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να ενισχυθεί η ευαισθητοποίηση σε θέματα σεξουαλικής βίας στις ζώνες συγκρούσεων μέσω νομικών προγραμμάτων, της στοιχειοθέτησης εγκλημάτων με βάση το φύλο στις ένοπλες συγκρούσεις, και της κατάρτισης δικηγόρων, δικαστών και ακτιβιστών στο Καταστατικό της Ρώμης και στην διεθνή νομολογία σχετικά με τα εγκλήματα με βάση το φύλο κατά γυναικών και παιδιών·

8.   καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αναλάβουν περαιτέρω δράση για την προσχώρηση νέων μελών στο Καταστατικό της Ρώμης για το ΔΠΔ καθώς και για την παγκόσμια επικύρωσή του·

9.   καλεί την προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ και την Αντιπρόεδρο της Επιτροπής / Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας να συνεργαστούν στενά με το ΔΠΔ και να χρησιμοποιούν την πολιτική τους επιρροή στα διεθνή φόρουμ για να πιέζουν τα κράτη που έχουν υπογράψει το Καταστατικό της Ρώμης για το ΔΠΔ να τηρούν τις υποχρεώσεις τους, δεδομένου ότι παρατηρούνται επανειλημμένως περιπτώσεις κρατών που έχουν υπογράψει το Καταστατικό της Ρώμης τα οποία υποσκάπτουν το έργο του ΔΠΔ μέσω των πράξεων ή των παραλείψεών τους·

10. αναμένει ότι στα ψηφίσματα και τις δράσεις του ΟΗΕ θα λαμβάνεται υπόψη το πρόβλημα της βίας εις βάρος γυναικών και παιδιών σε διεθνείς εμπόλεμες καταστάσεις, καθώς και σε ειρηνευτικές διαδικασίες και ειρηνευτικές συμφωνίες σε συμμόρφωση με το διεθνές δίκαιο και τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών για τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια, ούτως ώστε τα εγκλήματα με βάση το φύλο να κατέχουν πιο εξέχουσα θέση στο έργο του ΔΠΔ· τονίζει ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις καταστάσεις που προκύπτουν μετά τις συγκρούσεις , προκειμένου να επιβάλλονται άμεσες, αυστηρότερες και πιο συνεκτικές κυρώσεις κατά των δραστών, και αναμένει από τον ΟΗΕ να συνεχίσει να παρέχει στοιχεία και αριθμούς σχετικά με το θέμα αυτό·

11. καλεί την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης να ανταλλάξει βέλτιστες πρακτικές και να συνεργαστεί στενά με τον ειδικό εκπρόσωπο του ΟΗΕ για τη σεξουαλική βία σε ένοπλες συρράξεις, ώστε να ενισχυθεί το έργο του ΔΠΔ στον τομέα αυτό.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

15.9.2011

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

28

0

1

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Edit Bauer, Tadeusz Cymański, Ilda Figueiredo, Iratxe García Pérez, Zita Gurmai, Mary Honeyball, Lívia Járóka, Teresa Jiménez-Becerril Barrio, Nicole Kiil-Nielsen, Ρόδη Κράτσα-Τσαγκαροπούλου, Constance Le Grip, Elisabeth Morin-Chartier, Siiri Oviir, Antonyia Parvanova, Raül Romeva i Rueda, Nicole Sinclaire, Joanna Katarzyna Skrzydlewska, Marc Tarabella, Britta Thomsen, Marina Yannakoudakis, Anna Záborská

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Izaskun Bilbao Barandica, Jill Evans, Christa Klaß, Kartika Tamara Liotard, Mariya Nedelcheva, Katarína Neveďalová, Αντιγόνη Παπαδοπούλου, Joanna Senyszyn

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

11.10.2011

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

61

1

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Gabriele Albertini, Sir Robert Atkins, Bastiaan Belder, Elmar Brok, Arnaud Danjean, Michael Gahler, Ana Gomes, Richard Howitt, Anna Ibrisagic, Jelko Kacin, Paweł Robert Kowal, Wolfgang Kreissl-Dörfler, Eduard Kukan, Vytautas Landsbergis, Ryszard Antoni Legutko, Krzysztof Lisek, Sabine Lösing, Ulrike Lunacek, Barry Madlener, Mario Mauro, Willy Meyer, Francisco José Millán Mon, Alexander Mirsky, Norica Nicolai, Raimon Obiols, Kristiina Ojuland, Ioan Mircea Paşcu, Bernd Posselt, Hans-Gert Pöttering, Cristian Dan Preda, Libor Rouček, Tokia Saïfi, José Ignacio Salafranca Sánchez-Neyra, Jacek Saryusz-Wolski, Werner Schulz, Marek Siwiec, Inese Vaidere, Geoffrey Van Orden, Sir Graham Watson, Μαριέττα Γιαννάκου, Ιωάννης Κασουλίδης, Μαρία-Ελένη Κοππά, Κυριάκος Μαυρονικόλας, Евгени Кирилов, Андрей Ковачев

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Laima Liucija Andrikienė, John Attard-Montalto, Tanja Fajon, Roberto Gualtieri, Liisa Jaakonsaari, Jaromír Kohlíček, Monica Luisa Macovei, Jacek Protasiewicz, Marietje Schaake, Helmut Scholz, György Schöpflin, Alf Svensson, Indrek Tarand, Traian Ungureanu, Renate Weber, Luis Yáñez-Barnuevo García

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Jolanta Emilia Hibner