ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του Πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Παραρτήματος Ι του Οργανισμού

5.6.2012 - (02074/2011 – C7‑0090/2011 – 2011/0901Α(COD)) - ***I

Επιτροπή Νομικών Θεμάτων
Εισηγήτρια: Alexandra Thein


Διαδικασία : 2011/0901A(COD)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A7-0185/2012
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A7-0185/2012
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του Πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Παραρτήματος Ι του Οργανισμού

(02074/2011 – C7‑0090/2011 – 2011/0901(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη το αίτημα που υπέβαλε το Δικαστήριο στο Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο (02074/2011),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 257 εδάφια 1 και 2 και το άρθρο 281 εδάφιο 2 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία το σχέδιο νομοθετικής πράξης υπεβλήθη στο Κοινοβούλιο (C7‑0090/2011),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφοι 3 και 15 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–   έχοντας υπόψη την γνώμη της Επιτροπής (COM(2011)0596),

–   έχοντας υπόψη την επιστολή του Δικαστηρίου της 8ης Μαΐου 2012,

–   έχοντας υπόψη την επιστολή της Επιτροπής της 30ής Μαΐου 2012,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμού και της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0185/2012),

1.  εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  επισημαίνει ότι, λαμβανομένης υπόψη της μερικής ανανέωσης των δικαστών στις 7 Οκτωβρίου 2012 και της επείγουσας ανάγκης να εξευρεθεί μια λύση που θα εγγυάται την ομαλή λειτουργία του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, είναι απαραίτητο να εγκριθούν χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση οι προταθείσες τροποποιήσεις του Οργανισμού σχετικά με το Δικαστήριο, την οργάνωση του Δικαστηρίου και το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης, όπως τονίζεται στην επιστολή του Προέδρου του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ημερομηνία 8 Μαΐου 2012·

3.  επιφυλάσσεται του δικαιώματός του να εξετάσει σε μεταγενέστερο στάδιο το μέρος του αιτήματος του Δικαστηρίου που αφορά τη σύνθεση του Γενικού Δικαστηρίου·

4.  αποφασίζει να οργανώσει στο προσεχές μέλλον μια συζήτηση στο Κοινοβούλιο σχετικά με τα πλεονεκτήματα που θα προκύψουν από την καθιέρωση της δυνατότητας διατύπωσης αποκλίνουσας γνώμης στο Δικαστήριο·

5.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στο Δικαστήριο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια των κρατών μελών.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ[1]*

στο Σχέδιο Πράξης

---------------------------------------------------------

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ, ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. …/2012ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της

για την τροποποίηση του Πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Παραρτήματος I του Οργανισμού

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, ιδίως τα άρθρα ▌257, πρώτο και δεύτερο εδάφιο, και 281, δεύτερο εδάφιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, ιδίως το άρθρο 106α, παράγραφος 1,

έχοντας υπόψη το αίτημα του Δικαστηρίου[2],

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής[3],

αφού διαβίβασαν το σχέδιο νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία[4],

εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)       Για την ενίσχυση της συμμετοχής του συνόλου των δικαστών στις αποφάσεις του τμήματος μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου, πρέπει να αυξηθεί ο αριθμός εκείνων που μπορούν να μετέχουν στον δικαστικό αυτό σχηματισμό και να καταργηθεί η συστηματική συμμετοχή όλων των προέδρων των πενταμελών τμημάτων.

(2)       Οι απαρτίες του τμήματος μείζονος συνθέσεως και της ολομέλειας προσαρμόζονται αναλόγως.

(3)       Η επιβάρυνση των καθηκόντων των προέδρων του Δικαστηρίου και του Γενικού Δικαστηρίου επιβάλλει την καθιέρωση, σε καθένα από τα δικαιοδοτικά αυτά όργανα ▌, θέσεως αντιπροέδρου επιφορτισμένου να επικουρεί τον πρόεδρο στην άσκηση των καθηκόντων του.

(5)       Κατόπιν της προοδευτικής διευρύνσεως των αρμοδιοτήτων του Γενικού Δικαστηρίου μετά την ίδρυσή του, ο αριθμός των υποθέσεων των οποίων επιλαμβάνεται σήμερα σημειώνει σταθερή αύξηση.

(6)  Ο αριθμός των υποθέσεων που εισάγονται ενώπιον του δικαιοδοτικού αυτού οργάνου είναι ανώτερος του αριθμού των υποθέσεων που περατώνει ετησίως, γεγονός που συνεπάγεται σημαντική αύξηση του αριθμού των εκκρεμών ενώπιόν του υποθέσεων και αύξηση της διάρκειας των διαδικασιών.

(7)         Η υφιστάμενη ανάγκη αντιμετωπίσεως των καθυστερήσεων που απορρέουν από τον υπερβολικό φόρτο εργασίας του Γενικού Δικαστηρίου επιβάλλει τη λήψη κατάλληλων μέτρων πριν από τη μερική ανανέωση των μελών του δικαιοδοτικού αυτού οργάνου το 2013.

(7α)       Ενόψει της μερικής ανανεώσεως των μελών του Δικαστηρίου στις 7 Οκτωβρίου 2012 και σύμφωνα με την από 8 Μαΐου 2012 επιστολή του Προέδρου του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε ένα πρώτο στάδιο πρέπει να εγκριθούν μόνον οι τροποποιήσεις του Οργανισμού που αφορούν την οργάνωση του Δικαστηρίου και του Γενικού Δικαστηρίου, με την επιφύλαξη της εξετάσεως σε μεταγενέστερο στάδιο του τμήματος του υποβληθέντος από το Δικαστήριο αιτήματος αναφορικά με τα μέλη του Γενικού Δικαστηρίου.

(7β)       Ενόψει της επείγουσας ανάγκης για εξεύρεση λύσεως η οποία να εγγυάται την αποτελεσματική λειτουργία του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, οι σχετικές με αυτό τροποποιήσεις πρέπει να εγκριθούν ταυτόχρονα με τις τροποποιήσεις που αφορούν το Δικαστήριο.

(10)     Προκειμένου τα εξειδικευμένα δικαστήρια να εξακολουθούν να λειτουργούν κατά τρόπο ικανοποιητικό σε περίπτωση απουσίας ενός δικαστή ο οποίος, χωρίς να τελεί σε κατάσταση αναπηρίας θεωρούμενης ως ολικής, κωλύεται να συμμετέχει στην εκδίκαση των υποθέσεων επί μακρό χρονικό διάστημα, πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα τοποθετήσεως αναπληρωτών δικαστών στα δικαστήρια αυτά.

(11)     Το Πρωτόκολλο (αριθ. 3) περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Παραρτήματος I του Οργανισμού θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθούν ανάλογα,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το πρωτόκολλο (αριθ. 3) περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης τροποποιείται ως εξής:

(1)         Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 9α

Οι δικαστές εκλέγουν μεταξύ τους τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο του Δικαστηρίου για περίοδο τριών ετών. Η επανεκλογή τους επιτρέπεται.

Ο αντιπρόεδρος επικουρεί τον πρόεδρο κατά τα προβλεπόμενα από τον κανονισμό διαδικασίας. Τον αντικαθιστά σε περίπτωση κωλύματος ή χηρείας της θέσεώς του▌.»

(2)         Το άρθρο 16, δεύτερο εδάφιο, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το τμήμα μείζονος συνθέσεως περιλαμβάνει δεκαπέντε δικαστές. Προεδρεύεται από τον πρόεδρο του Δικαστηρίου. Στο τμήμα μείζονος συνθέσεως μετέχουν επίσης ο αντιπρόεδρος του Δικαστηρίου και, κατά τα προβλεπόμενα από τον κανονισμό διαδικασίας, τρεις πρόεδροι πενταμελών τμημάτων και άλλοι δικαστές▌.»

(3)  Το άρθρο 17, τρίτο και τέταρτο εδάφιο, αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι αποφάσεις του τμήματος μείζονος συνθέσεως είναι έγκυρες μόνον εάν παρίστανται ένδεκα δικαστές.

Οι αποφάσεις της ολομέλειας του Δικαστηρίου είναι έγκυρες μόνον εάν παρίστανται δεκαεπτά δικαστές.»

(4)       Το άρθρο 20, τέταρτο εδάφιο, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η προφορική διαδικασία περιλαμβάνει την ακρόαση από το Δικαστήριο των εκπροσώπων, συμβούλων και δικηγόρων και των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα, καθώς και, ενδεχομένως, την εξέταση των μαρτύρων και των πραγματογνωμόνων.»

(5)       Το άρθρο 39, δεύτερο εδάφιο, αντικαθίσταται από τα ακόλουθα δύο εδάφια:

«Οι κατά το πρώτο εδάφιο εξουσίες μπορούν, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται από τον κανονισμό διαδικασίας, να ασκούνται από τον αντιπρόεδρο του Δικαστηρίου.

Σε περίπτωση κωλύματός τους, ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος αναπληρώνονται από άλλον δικαστή σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται από τον κανονισμό διαδικασίας.»

(6α)  Το άρθρο 47, πρώτο εδάφιο, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο

«Το άρθρο 9, πρώτο εδάφιο, το άρθρο 9a, τα άρθρα 14 και 15, το άρθρο 17, πρώτο, δεύτερο, τέταρτο και πέμπτο εδάφιο, και το άρθρο 18 έχουν εφαρμογή στο Γενικό Δικαστήριο και τα μέλη του.»

(8)       Το άρθρο 62γ συμπληρώνεται με το ακόλουθο εδάφιο:

«Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με το άρθρο 257 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να τοποθετήσουν στα ειδικευμένα δικαστήρια αναπληρωτές δικαστές προς αναπλήρωση δικαστών οι οποίοι, χωρίς να τελούν σε κατάσταση αναπηρίας θεωρούμενης ως ολικής, κωλύονται επί μακρό χρονικό διάστημα να μετέχουν στην εκδίκαση των υποθέσεων. Στην περίπτωση αυτή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θεσπίζουν τους όρους υπό τους οποίους διορίζονται οι αναπληρωτές δικαστές, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, τον τρόπο με τον οποίο αυτοί ασκούν τα καθήκοντά τους και τις περιστάσεις υπό τις οποίες παύουν να τα ασκούν.»

Άρθρο 2

Στο παράρτημα Ι του πρωτοκόλλου (αριθ. 3) περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το άρθρο 2, το ισχύον κείμενο του οποίου θα αποτελέσει την παράγραφο 1, συμπληρώνεται με την εξής παράγραφο:

«2. Στους δικαστές που αναφέρονται στην παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο, προστίθενται αναπληρωτές δικαστές, που θα μπορούν να αναπληρώνουν εκείνους οι οποίοι, χωρίς να τελούν σε κατάσταση αναπηρίας θεωρούμενης ως ολικής, κωλύονται επί μακρό χρονικό διάστημα να μετέχουν στην εκδίκαση των υποθέσεων.»

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται της δημοσιεύσεώς του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα σημεία 1, 2, 3, ▌ 5 και 6α του άρθρου 1 εφαρμόζονται από την αμέσως επόμενη μερική ανανέωση των μελών, σύμφωνα με το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου (αριθ. 3) περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ▌.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…, …

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                                  Για το ΣυμβούλιοΟ Πρόεδρος

  Ο Πρόεδρος

  • [1] * Τροπολογίες: το νέο ή τροποποιημένο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες και οι διαγραφές με το σύμβολο ▌.
  • [2]             Αίτημα της 28ης Μαρτίου 2011 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).
  • [3]             Γνώμη της 30ής Σεπτεμβρίου 2011 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).
  • [4]             Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της ... (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της....

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Ιστορικό

Το Δικαστήριο έχει υποβάλει προτάσεις για την τροποποίηση του Οργανισμού του Δικαστηρίου και του παραρτήματος Ι.

(1) Τροποποιήσεις που αφορούν το Δικαστήριο

Το Δικαστήριο θεωρεί επιθυμητή τη δημιουργία του αξιώματος του αντιπροέδρου του Δικαστηρίου και την τροποποίηση των διατάξεων σχετικά με τη σύνθεση του τμήματος μείζονος συνθέσεως.

Η σημερινή δομή και οι διατάξεις σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας του τμήματος μείζονος συνθέσεως – παρουσία εννέα δικαστών για το σχηματισμό απαρτίας και συμμετοχή σε κάθε υπόθεση του Προέδρου του Δικαστηρίου και των προέδρων των πενταμελών τμημάτων – είναι το αποτέλεσμα των τροποποιήσεων που εισήγαγε η Συνθήκη της Νίκαιας, η οποία τέθηκε σε ισχύ την 1η Φεβρουαρίου 2003. Έκτοτε, οι εργασίες του Δικαστηρίου υπέστησαν σειρά αλλαγών: (i) ένταξη δέκα νέων κρατών μελών· (ii) μετάβαση από δύο σε τρία πενταμελή τμήματα το Μάιο του 2004 και σε τέσσερα πενταμελή τμήματα τον Οκτώβριο του 2006· (iii) εισαγωγή της επείγουσας διαδικασίας προδικαστικών αποφάσεων τον Μάρτιο του 2008· και (iv) εισαγωγή της διαδικασίας επανεξέτασης μετά την ίδρυση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης.

Σήμερα, ο πρόεδρος του Δικαστηρίου και οι πρόεδροι των πενταμελών τμημάτων έχουν πολύ μεγάλο φόρτο εργασίας, ενώ η συμμετοχή των λοιπών δικαστών στην εκδίκαση των υποθέσεων που παραπέμπονται ενώπιον του τμήματος μείζονος συνθέσεως είναι μικρή.

Η πρόταση προβλέπει: α) ευρύτερη συμμετοχή των δικαστών στις υποθέσεις που παραπέμπονται ενώπιον του τμήματος μείζονος συνθέσεως, γεγονός που τους επιτρέπει να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις πολύ συχνότερα από ό,τι σήμερα. Αυτό θα επιτευχθεί με την τροποποίηση των άρθρων 16 και 17 του Οργανισμού, η οποία συνίσταται στην αύξηση του αριθμού των δικαστών του τμήματος μείζονος συνθέσεως σε δεκαπέντε και στην κατάργηση της συστηματικής συμμετοχής όλων των προέδρων των πενταμελών τμημάτων στις υποθέσεις που παραπέμπονται στο τμήμα μείζονος συνθέσεως. Οι διατάξεις περί απαρτίας του τμήματος μείζονος συνθέσεως και της ολομέλειας προσαρμόζονται αναλόγως· β) τη δημιουργία του αξιώματος του αντιπροέδρου: ο τελευταίος θα συμμετέχει, μαζί με τον Πρόεδρο, σε κάθε υπόθεση που παραπέμπεται στο τμήμα μείζονος συνθέσεως. Η μόνιμη παρουσία δύο προσώπων, μαζί με τη συχνότερη συμμετοχή των λοιπών δικαστών στις εργασίας του τμήματος μείζονος συνθέσεως, θα εξασφαλίσει τη συνεκτικότητα της σχετικής νομολογίας. Εκτός από τη συμμετοχή του σε όλες τις υποθέσεις του τμήματος μείζονος συνθέσεως, ο αντιπρόεδρος θα επικουρεί επίσης τον πρόεδρο του Δικαστηρίου στην άσκηση των καθηκόντων του.

(2) Προτάσεις που αφορούν το Γενικό Δικαστήριο

Επί σειρά ετών, ο αριθμός των υποθέσεων που εκδικάζει το Γενικό Δικαστήριο υπολειπόταν του αριθμού των νέων υποθέσεων, με αποτέλεσμα ο αριθμός των εκκρεμών υποθέσεων να αυξάνεται συνεχώς. Μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 12ης Οκτωβρίου 2011, εισήχθησαν 572 νέες υποθέσεις και εκδικάστηκαν 549. Στις 12 Οκτωβρίου 2011, ο αριθμός των εκκρεμουσών υποθέσεων ανήρχετο σε 1323. Συγκριτικά, μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 12ης Οκτωβρίου 2011, εισήχθησαν 514 νέες υποθέσεις και εκδικάστηκαν 401. Στις 12 Οκτωβρίου 2011, εκκρεμούσαν 1304 υποθέσεις.

Αν και η σύγκριση μεταξύ των ετών είναι δυσχερής, από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι ο αριθμός των εισαγομένων υποθέσεων αυξάνει συνεχώς (58 υποθέσεις ή 11,3% περισσότερες σε σχέση με την ίδια ημερομηνία του 2010). Δεύτερον, η παραγωγικότητα του Γενικού Δικαστηρίου έχει αυξηθεί (37% ή 148 υποθέσεις περισσότερες σε σχέση με την ίδια ημερομηνία το 2010). Τρίτον, ο αριθμός των εκκρεμουσών υποθέσεων αυξάνεται συνεχώς (19 υποθέσεις περισσότερες). Κατά συνέπεια, παρά τις σημαντικές προσπάθειές του, το Γενικό Δικαστήριο αδυνατεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Επιπλέον, από τα στοιχεία δεν προκύπτει ο αριθμός των αιτήσεων για την εφαρμογή της ταχείας διαδικασίας ή ο αριθμός των αιτήσεων για τη λήψη προσωρινών μέτρων, γεγονός που συνεπάγεται περαιτέρω φόρτο εργασίας.

Προς επίρρωσιν των επιχειρημάτων του, το Γενικό Δικαστήριο αναφέρει ότι οι φάκελοι των υποθέσεων που εκδικάστηκαν καταλαμβάνουν ράφια μήκους 505 μέτρων.

Η σημερινή αύξηση του φόρτου εργασίας οφείλεται (i) στη μεταβίβαση από το 2004 της αρμοδιότητας εκδίκασης ορισμένων κατηγοριών αγωγών ή προσφυγών των κρατών μελών· (ii) στην αύξηση των ένδικων διαφορών μετά τις προσχωρήσεις κατά τα έτη 2004 και 2077· (iii) στις διαφορές που προκύπτουν από την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η οποία είχε ως συνέπεια την αύξηση του αριθμού και τη διαφοροποίηση της νομοθετικής και κανονιστικής δραστηριότητας των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της ΕΕ, και (iv) στην αύξηση των διαφορών που σχετίζονται με τις αιτήσεις καταχώρισης κοινοτικών εμπορικών σημάτων. Επισημαίνεται ότι πολλές από τις αγωγές που είχαν ως αποτέλεσμα να διογκωθεί ο φόρτος εργασίας του Γενικού Δικαστηρίου δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν.

Το Γενικό Δικαστήριο δεν επέδειξε αδράνεια σε σχέση με τις καταιγιστικές αυτές εξελίξεις. Ο κανονισμός διαδικασίας του τροποποιήθηκε προκειμένου οι υποθέσεις πνευματικής ιδιοκτησίας να μπορούν να εκδικάζονται χωρίς προφορική διαδικασία, διευκρινίστηκε δε το καθεστώς όσων παρεμβαίνουν στις υποθέσεις αυτές προκειμένου να καθίσταται ταχύτερη η εκδίκασή τους.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο αποφάσισε το 2007 να οργανωθεί σε οκτώ διαφορετικά σώματα και ένα τμήμα ενδίκων μέσων. Εισήγαγε επίσης ένα δυναμικό σύστημα διαχείρισης των υποθέσεων. Τρίτον, η έκθεση της συνεδρίασης συντάσσεται πλέον υπό μορφή περίληψης για όλες τις υποθέσεις. Τέταρτον, ο Πρόεδρος μπορεί πλέον να παραπέμπει νέες υποθέσεις σε τμήματα τα οποία έχουν ήδη επιληφθεί άλλων υποθέσεων με παρόμοια νομικά ζητήματα. Πέμπτον, θεσπίστηκαν νέες μέθοδοι για τη σύνταξη αποφάσεων και διαταγών και, έκτον, εισήχθηκαν νέα υψηλής απόδοσης συστήματα πληροφορικής που καθιστούν άμεσα διαθέσιμα τα έγγραφα και επιτρέπουν την ταχεία ανταλλαγή τόσο μεταξύ των γραφείων όσο και μεταξύ των γραφείων, της γραμματείας και των διαφόρων τμημάτων του Δικαστηρίου.

Το Δικαστήριο θεωρεί ότι απαιτείται επειγόντως μια διαθρωτική λύση. Οι Συνθήκες παρέχουν δύο δυνατότητες μεταρρύθμισης:

α) σύσταση ειδικευμένων δικαστηρίων τα οποία, σύμφωνα με το άρθρο 257 ΣΛΕΕ, είναι αρμόδια να εκδικάζουν προσφυγές σε συγκεκριμένους τομείς, όπως ο τομέας της πνευματικής ιδιοκτησίας· β) αύξηση του αριθμού των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου με την τροποποίηση του άρθρου 48 του Οργανισμού, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 281 δεύτερο εδάφιο ΣΛΕΕ.

Μετά από στάθμιση των δύο αυτών δυνατοτήτων, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αύξηση του αριθμού των δικαστών είναι σαφώς προτιμότερη από την ίδρυση ειδικευμένου δικαιοδοτικού οργάνου για τις υποθέσεις πνευματικής ιδιοκτησίας. Το σκεπτικό του αφορά την αποτελεσματικότητα της προτεινομένης λύσης, τον επείγοντα χαρακτήρα της υπόθεσης, την ευελιξία του προτεινομένου μέτρου καθώς και τη συνοχή του ενωσιακού δικαίου.

Το Δικαστήριο θεωρεί, συνεπώς, απαραίτητη την αύξηση του αριθμού των δικαστών τουλάχιστον κατά δώδεκα, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου να ανέρχεται σε τριάντα εννέα.

Η επιτροπή θεωρεί πειστικά τα επιχειρήματα του Δικαστηρίου. Ωστόσο, αν και επικρατεί κατ' αρχήν συμφωνία για την αύξηση του αριθμού των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου, δεν έχει ακόμη οριστεί μια μέθοδος για το διορισμό τους. Η επιτροπή δεν εξετάζει συνεπώς στο παρόν στάδιο την εν λόγω πτυχή του αιτήματος που υπέβαλε το Δικαστήριο και έχει διαγράψει τα σχετικά χωρία του κειμένου προκειμένου να χωρίσει το αίτημα σε δύο μέρη. Η επιτροπή θεωρεί ότι δεν έχει ληφθεί ακόμη απόφαση για τα υπόλοιπα τμήματα του αιτήματος που υπέβαλε το Δικαστήριο όσον αφορά το Γενικό Δικαστήριο και επιφυλάσσεται του δικαιώματός της να τα εξετάσει σε μεταγενέστερο στάδιο με στόχο να τα εγκρίνει σε ένα ξεχωριστό κανονισμό.

(3) Η γνώμη της Επιτροπής

Η επιτροπή έκανε δεκτές τις περισσότερες από τις συστάσεις της Επιτροπής. Πιστεύει, ωστόσο, ότι δεν είναι ενδεδειγμένο να απαιτήσει από το Γενικό Δικαστήριο να δημιουργήσει τουλάχιστον δύο ειδικευμένα τμήματα, δεδομένου ότι αυτό θα προκαλούσε ακαμψίες. Αντιθέτως, θα προτιμούσε να δοθεί στο Γενικό Δικαστήριο η δυνατότητα να συστήσει τα τμήματα αυτά στον κανονισμό διαδικασίας του. Επιπλέον, έχει την πεποίθηση ότι το Γενικό Δικαστήριο διαθέτει ήδη την αρμοδιότητα να παραπέμπει υποθέσεις της ίδιας κατηγορίας σε ένα ή περισσότερα ειδικευμένα τμήματα.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Προϋπολογισμών (27.1.2012)

προς την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων

σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του Πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Παραρτήματος Ι του Οργανισμού
(02074/2011- C7-0090/2011- 2011/0901Α(COD))

Συντάκτρια γνωμοδότησης: Angelika Werthmann

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

Με την υποβολή δύο αιτήσεων στις 28 Μαρτίου 2011, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρότεινε πολλές τροποποιήσεις του οργανισμού του καθώς και την έγκριση κανονισμού για την τοποθέτηση αναπληρωτών δικαστών στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης. Δεδομένου ότι έχει τεθεί σε ισχύ η συνθήκη της Λισαβόνας, οι διατάξεις αυτές θα πρέπει, για πρώτη φορά, να εγκριθούν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, τα οποία θα λάβουν απόφαση με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία.

Οι προτεινόμενες τροπολογίες αφορούν, κατά το μάλλον ή το ήττον, τα τρία δικαιοδοτικά όργανα που απαρτίζουν επί του παρόντος το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης: το Δικαστήριο, το Γενικό Δικαστήριο και το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης.

Εκτός από τροποποιήσεις επί του περιεχομένου, δύο προτάσεις αφορούν αλλαγές στη σύνθεση ή αυξήσεις του προσωπικού που απαιτούν πρόσθετες πιστώσεις και συνεπώς έχουν άμεσο αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της ΕΕ:

1. Δημιουργία της θέσης αντιπροέδρου του Δικαστηρίου

Το Δικαστήριο προτείνει να δημιουργηθεί επιπλέον η θέση ενός αντιπροέδρου του Δικαστηρίου.

α. Αιτιολόγηση:

Το Δικαστήριο υποστηρίζει ότι ο φόρτος εργασίας του προέδρου του έχει αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό με την πάροδο του χρόνου, και κρίνεται συνεπώς σκόπιμο να παρέχεται η δυνατότητα αντικατάστασης ή επικούρησης του προέδρου από αντιπρόεδρο κατά την άσκηση των καθηκόντων του.

Ο πρόεδρος του Δικαστηρίου είναι επιφορτισμένος με μεγάλο αριθμό καθηκόντων των οποίων η άσκηση έχει καθοριστική σπουδαιότητα για την καλή λειτουργία του ως δικαιοδοτικού οργάνου. Είναι κυρίως αρμόδιος για τη διεκπεραίωση των διαδικασιών ασφαλιστικών μέτρων και των ένδικων μέσων κατά αποφάσεων περί ασφαλιστικών μέτρων. Κατά το παρελθόν, χρειάσθηκε σε ορισμένες περιπτώσεις μεγάλο χρονικό διάστημα, ενίοτε μεγαλύτερο του ενός έτους, για την εκδίκαση προσφυγών κατά αποφάσεων του Δικαστηρίου για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Εκτιμάται ότι η δημιουργία θέσης αντιπροέδρου θα συνέβαλλε σε βελτίωση της κατάστασης ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα.

β. Επίπτωση στον προϋπολογισμό:

Σύμφωνα με στοιχεία του Δικαστηρίου, η δημιουργία της θέσης αντιπροέδρου του Δικαστηρίου συνεπάγεται ετήσιες πρόσθετες δαπάνες ύψους 38.000 ευρώ. Το ποσό αυτό περιλαμβάνει προσαυξήσεις των μισθών, των αποζημιώσεων και των εξόδων παραστάσεως.

2. Αύξηση κατά 12 του αριθμού των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου

α. Αιτιολόγηση:

Το Δικαστήριο προβάλλει το επιχείρημα ότι, εδώ και πολλά έτη, παρατηρείται ολοένα μεγαλύτερη έλλειψη ισορροπίας μεταξύ των υποθέσεων που εξετάζει το Γενικό Δικαστήριο και του αριθμού των εισαγόμενων υποθέσεων, και ότι ο αριθμός των υποθέσεων που εκκρεμούν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αυξάνεται διαρκώς. Στα τέλη του 2010, ο αριθμός των υποθέσεων που εκκρεμούν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ανερχόταν σε 1.300, ενώ κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους ο αριθμός των υποθέσεων που περατώθηκαν ανήλθε σε 527. Κατά την περίοδο 2004-2010 η μέση διάρκεια του χρόνου εκδίκασης των υποθέσεων αυξήθηκε από 20,9 μήνες σε 27,2 μήνες. Κατά την περίοδο 2000-2010, ο αριθμός των νέων υποθέσεων αυξήθηκε κατά 65%. Το Δικαστήριο θεωρεί δεδομένο ότι και στο μέλλον θα αυξηθεί περαιτέρω ο αριθμός των εκδικαζόμενων υποθέσεων:

Σταθμίζοντας προσεκτικά τις επιλογές αυτές, το Δικαστήριο κατέληξε στην πρόταση για την αύξηση του αριθμού των δικαστών διότι μόνο με τον τρόπο αυτό αντιμετωπίζεται η επιτακτική ανάγκη για αποτελεσματικότητα, το επείγον της κατάστασης, την ελαστικότητα και τη συνοχή στη νομολογία του Δικαστηρίου.

β. Επίπτωση στον προϋπολογισμό:

Η προτεινόμενη αύξηση του αριθμού των δικαστών κατά 12, συμπεριλαμβανομένων των νέων θέσεων στο οργανόγραμμα για συνεργάτες, επίπλωση, κ.ά., για τους εν λόγω δικαστές, συνεπάγεται πρόσθετες δαπάνες ύψους 16.052 εκατ. ευρώ κατά το πρώτο έτος και 13.652 ευρώ στα προσεχή έτη.

Το προσχέδιο προϋπολογισμού του Δικαστηρίου για το 2012, και συνεπώς η χρονική περίοδος κατά την οποία θα μπορούσε κατά πάσα πιθανότητα να τεθεί σε ισχύ ο τροποποιημένος οργανισμός, προβλέπει προϋπολογισμό συνολικού ύψους περίπου 354 εκατ. ευρώ.

Η αύξηση του αριθμού των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου που προτείνει το Δικαστήριο θα αντιστοιχούσε συνεπώς σε αύξηση της τάξεως των 3,8% περίπου του ετήσιου προϋπολογισμού του Δικαστηρίου σε ένα έτος. Σε περίπτωση που το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αποδέχονταν την προτεινόμενη τροποποίηση του οργανισμού, θα έπρεπε να ρυθμισθούν οι πρόσθετες δαπάνες που θα προέκυπταν κατά το οικονομικό έτος 2012 μέσω διορθωτικού προϋπολογισμού.

γ. Σύσταση:

Η εισηγήτρια έχει πλήρη επίγνωση των επιπτώσεων των προτάσεων του Δικαστηρίου στον προϋπολογισμό της Ένωσης, και ιδίως ενόψει της σημερινής δυσχερούς οικονομικής κατάστασης στα περισσότερα κράτη μέλη καθώς και των σημαντικών περικοπών στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Παρόλα αυτά, θα ήθελε να υπογραμμίσει, αφενός, ότι η παροχή αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, και μάλιστα από δικαστήρια που εκδίδουν τις αποφάσεις τους μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, αποτελεί επιταγή καθοριστικής σπουδαιότητας και, αφετέρου, ότι οι δυσμενείς οικονομικές συνέπειες ενός αναποτελεσματικού συστήματος απονομής δικαιοσύνης, ακόμη και αν δεν είναι τόσο ορατές όσο μια αύξηση των κονδυλίων του προϋπολογισμού, έχουν κατά πάσα πιθανότητα μεγαλύτερο κόστος από αυτή την τελευταία.

*******

Η Επιτροπή Προϋπολογισμών καλεί την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων, ως αρμόδια επί της ουσίας, να προτείνει στο Κοινοβούλιο να εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση αποδεχόμενο την αίτηση του Δικαστηρίου.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του Πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Παραρτήματος Ι του Οργανισμού

Έγγραφα αναφοράς

02074/2011 – C7-0090/2011 – 2011/0901(COD)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

JURI

7.4.2011

 

 

 

Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες)

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

BUDG

29.9.2011

 

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

25.1.2012

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

29

2

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Reimer Böge, Lajos Bokros, Jean-Luc Dehaene, Göran Färm, José Manuel Fernandes, Eider Gardiazábal Rubial, Salvador Garriga Polledo, Jens Geier, Ivars Godmanis, Carl Haglund, Jutta Haug, Monika Hohlmeier, Anne E. Jensen, Jan Kozłowski, Alain Lamassoure, Giovanni La Via, George Lyon, Barbara Matera, Claudio Morganti, Dominique Riquet, Potito Salatto, László Surján, Helga Trüpel, Derek Vaughan, Angelika Werthmann, Ивайло Калфин

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

François Alfonsi, Peter Jahr, Jan Mulder, Juan Andrés Naranjo Escobar, Paul Rübig, Adina-Ioana Vălean

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Derk Jan Eppink

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (5.3.2012)

προς την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων

σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του Πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Παραρτήματος Ι του Οργανισμού
(02074/2011 – C7-0090/2011 – 2011/0901Α(COD))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Morten Messerschmidt

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

Το Δικαστήριο (ΔΕΚ) προτείνει τέσσερις μεταρρυθμίσεις, τις οποίες πρέπει να αποφασίσουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ) και το Συμβούλιο (συνήθης νομοθετική διαδικασία, ΕΚ και συμβούλιο σε ισότιμη βάση) μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή[1].

Γενική παρατήρηση: Την ανάλυση των προτάσεων του Δικαστηρίου δυσχεραίνει η δομή του δικαστικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης: ένα "Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης" στο οποίο περιλαμβάνονται το "Δικαστήριο" το "Γενικό Δικαστήριο" και τα "ειδικευμένα δικαστήρια"[2] (μέχρι σήμερα μόνο το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης), και το γεγονός ότι οι διατάξεις που αφορούν τη δομή και τη λειτουργία των ως άνω δικαιοδοτικών οργάνων είναι κατανεμημένες σε τέσσερα κείμενα, τη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΕΕ), τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), τον Οργανισμό του Δικαστηρίου (Οργανισμός, πρωτόκολλο της ΣΛΕΕ) και τον κανονισμό διαδικασίας (ΚΔ), όλα αλληλοσυνδεόμενα και αλληλοσυμπληρούμενα.

Η πρόταση του Δικαστηρίου περιέχει 4 βασικά σημεία (Α έως Δ)..

Α.  Δημιουργία θέσεως αντιπροέδρου του Δικαστηρίου (βλ. το άρθρο 1.αριθ. 1. και 2. της πρότασης του Δικαστηρίου)

Σκοπός της μεταρρύθμισης

Ο αντιπρόεδρος του Δικαστηρίου επικουρεί τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου κατά την εκδίκαση όλων των υποθέσεων που παραπέμπονται ενώπιον του τμήματος μείζονος συνθέσεως. Σε περίπτωση κωλύματος αναπληρώνει τον Πρόεδρο στα δικαστικά του καθήκοντα.

Επικουρεί ή εκπροσωπεί τον Πρόεδρο στα καθήκοντά του εκτός των δικαστικών (εκπροσώπηση, διοίκηση κλπ.).

Παρατηρήσεις

Ο Πρόεδρος, ο οποίος εκλέγεται μεταξύ των δικαστών για περίοδο τριών ετών, «διευθύνει την εκδίκαση των υποθέσεων και τη διοίκηση του Δικαστηρίου· προεδρεύει των συνεδριάσεων καθώς και των διασκέψεων εν συμβουλίω»[3].

Όπως επισημαίνει το Δικαστήριο, «το έργο του προέδρου έχει επιβαρυνθεί πολύ κατόπιν των διαδοχικών διευρύνσεων της Ένωσης, ιδίως όσον αφορά την εκπροσώπηση και τη διοίκηση του Δικαστηρίου».

Β.  Τροποποίηση της δομής του τμήματος μείζονος συνθέσεως και αύξηση του αριθμού των δικαστών που το απαρτίζουν από 13 σε 15 (βλ. άρθρο 1 αριθ. 2. της πρότασης του Δικαστηρίου)

Σκοπός της μεταρρύθμισης

Η μεταρρύθμιση αυτή αποσκοπεί στην αύξηση των δυνατοτήτων του τμήματος και τη συμμετοχή περισσότερων δικαστών στις δραστηριότητές του.

Οι πρόεδροι των τεσσάρων τμημάτων που απαρτίζονται από πέντε δικαστές είναι μέχρι σήμερα μόνιμα ή, ως εξ του αξιώματός τους, μέλη του τμήματος μείζονος συνθέσεως. Το Δικαστήριο προτείνει αυτό να καταργηθεί και να ορισθεί ότι το τμήμα μείζονος συνθέσεως απαρτίζεται από 15 δικαστές[4].

Παρατηρήσεις

Το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, σήμερα, ο πρόεδρος του Δικαστηρίου και οι πρόεδροι των πενταμελών τμημάτων έχουν πολύ μεγάλο φόρτο εργασίας, ενώ η συμμετοχή των λοιπών δικαστών στην εκδίκαση των υποθέσεων που παραπέμπονται ενώπιον του τμήματος μείζονος συνθέσεως δεν είναι τόσο συχνή.

Γ.  Δυνατότητα τοποθέτησης αναπληρωτών δικαστών στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης (άρθρο 1 αριθ. 8. και 2 της πρότασης του Δικαστηρίου για τροποποίηση του Οργανισμού

Σκοπός της μεταρρύθμισης

Κατ’ αυτό τον τρόπο θα αντικαθίσταται ένας δικαστής, σε περίπτωση που, για λόγους υγείας, κωλύεται να ανταποκριθεί στα δικαστικά του καθήκοντα για διάστημα που ενδεχομένως υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

Παρατηρήσεις

Οι αναπληρωτές δικαστές θα επιλέγονται από έναν κατάλογο τριών πρώην μελών του Δικαστηρίου, τον οποίο θα καταρτίζει το Συμβούλιο μετά από πρόταση του Προέδρου του Δικαστηρίου. Ο αναπληρωτής δικαστής θα ορίζεται μόνο για το διάστημα για το οποίο ο δικαστής που αντικαθιστά κωλύεται να ασκήσει τα καθήκοντά του. Το Δικαστήριο υποστηρίζει ότι η ρύθμιση αυτή διασφαλίζει την ευελιξία και εγγυάται ότι οι σχετικοί δικαστές θα βρίσκονται μετά το διορισμό τους σε υπηρεσιακή ετοιμότητα. Αυτό θα ίσχυε και για τα άλλα ειδικευμένα δικαστήρια που έχουν συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 257 ΣΛΕΕ (μέχρι σήμερα υφίσταται μόνο το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης).

Δ.  Αύξηση του αριθμού των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου από 27 σε 39 (άρθρο 1 αριθ. 7. της πρότασης του Δικαστηρίου)

Σκοπός της μεταρρύθμισης

Κατ’ αυτό τον τρόπο το Γενικό Δικαστήριο θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις καθυστερήσεις που προκαλεί ο διαρκώς αυξανόμενος αριθμός των εκκρεμουσών υποθέσεων και να σεβαστεί την «αρχή της εύλογης προθεσμίας» για τις διαδικασίες, η οποία έχει κατοχυρωθεί στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών.

Παρατηρήσεις

"Το Γενικό Δικαστήριο απαρτίζεται από έναν τουλάχιστον δικαστή ανά κράτος μέλος"[5]. "... Οι δικαστές του Γενικού Δικαστηρίου … διορίζονται με κοινή συμφωνία από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών για εξαετή θητεία …"[6]. Επί του παρόντος ο αριθμός τους καθορίζεται στον Οργανισμό σε 27[7].

Το Γενικό Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφαίνεται σε πρώτο βαθμό επί των προσφυγών ή των διαδικασιών που αφορούν τη νομιμότητα των νομοθετικών πράξεων ή των πράξεων των οργάνων, των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης[8] με εξαίρεση τις προσφυγές που έχουν ασκήσει σε ορισμένες υποθέσεις τα κράτη μέλη κατά ενός θεσμικού οργάνου της Ένωσης ή ένα θεσμικό όργανο κατά ενός άλλου θεσμικού οργάνου[9]. Οι αποφάσεις που εκδίδει το Γενικό Δικαστήριο υπόκεινται σε αναίρεση ενώπιον του Δικαστηρίου, η οποία περιορίζεται σε νομικά ζητήματα και μόνον[10]. Το Γενικό Δικαστήριο είναι συνεπώς επιφορτισμένο με ένα τεράστιο αριθμό υποθέσεων, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται και ορισμένες εξαιρετικά περίπλοκες υποθέσεις, για τις οποίες πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ένας μεγάλος αριθμός πραγματικών περιστατικών, όπως υποθέσεις ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων καθώς και πολυάριθμες υποθέσεις που αφορούν καταθέσεις κοινοτικών εμπορικών σημάτων. Το Δικαστήριο επισημαίνει την αύξηση του αριθμού των εκκρεμουσών υποθέσεων από 787 το 2000 σε 1300 το 2010 (=65%).

Το Δικαστήριο εξετάζει δύο δυνατότητες για την επίλυση του προβλήματος της υπερφόρτωσης του Γενικού Δικαστηρίου: Τη δημιουργία ενός ειδικευμένου δικαστηρίου που θα είναι αρμόδιο να εξετάζει και να αποφαίνεται επί προσφυγών σε ένα συγκεκριμένο τομέα[11] και την αύξηση του αριθμού των δικαστών[12].

Την πρώτη δυνατότητα εξετάζει και το ίδιο το Δικαστήριο σε σχέση με τον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας[13].

Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αύξηση του αριθμού των δικαστών είναι σαφώς προτιμότερη από την ίδρυση ειδικευμένου δικαιοδοτικού οργάνου για τις υποθέσεις πνευματικής ιδιοκτησίας. Προβάλλει κυρίως λόγους αποτελεσματικότητας, επείγοντος και ελαστικότητας.

Σύμφωνα με το επιχείρημα αυτό, η επιδιωκόμενη με την εξειδίκευση αύξηση της αποτελεσματικότητας μπορεί να επιτευχθεί εξίσου με τη δημιουργία τμημάτων εντός του Γενικού Δικαστηρίου. Η αύξηση του αριθμού των δικαστών και ο διορισμός τους απαιτεί λιγότερο χρόνο από την ίδρυση ενός νέου δικαστηρίου. Όσον αφορά την ευλυγισία, το Δικαστήριο παραδέχεται ότι ένα Γενικό Δικαστήριο μπορεί εύκολα να προσαρμόσει τους ανθρώπινους πόρους του στον εναλλασσόμενο φόρτο υποθέσεων στους διάφορους τομείς των νομικών διαφορών.

Το Γενικό Δικαστήριο αιτιολογεί την πρότασή του για τη δημιουργία ενός ειδικευμένου δικαστηρίου ως εξής: Η ιδέα της μεταρρύθμισης του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης που εισήγαγε η Συνθήκη της Νίκαιας και την οποία επιβεβαίωσε η Συνθήκη της Λισαβόνας συνίστατο στη χρησιμοποίηση κατά το δυνατόν ειδικευμένων δικαστηρίων για την εξέταση υποθέσεων σε πρώτο βαθμό. Οι προσφυγές στον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας είναι απόλυτα κατάλληλες για τη μεταβίβαση αρμοδιότητας σε ένα τέτοιο ειδικευμένο δικαστήριο, δεδομένου ότι ο τομέας αυτός του δικαίου έχει καθοριστεί κατά τρόπο συγκεκριμένο, ομοιογενή και σαφή. Το είδος αυτό των υποθέσεων αποτελεί ήδη σήμερα ένα μεγάλο μέρος του συνολικού φόρτου εργασίας του Γενικού Δικαστηρίου, αποτελώντας το ένα τρίτο περίπου των υποθέσεων. Οι δικαστές, οι εισηγητές και οι υπάλληλοι, εφόσον επιλεγούν λόγω των εξειδικευμένων γνώσεών τους σε ένα συγκεκριμένο τομέα, είναι περισσότερο παραγωγικοί τόσο από πλευράς ποιότητας όσο και ποσότητας. Το παράδειγμα του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της ΕΕ καταδεικνύει ότι η μεγαλύτερη παραγωγικότητα συμβαδίζει με το χαμηλότερο κόστος. Οι διαδοχικές αυξήσεις του αριθμού των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου δεν φαίνεται να συνιστούν βιώσιμη λύση του προβλήματος της υπερφόρτωσης, το οποίο να ανακύψει και πάλι στο μέλλον.

Η πρόταση του Δικαστηρίου δεν εξετάζει το ζήτημα του τρόπου διορισμού των 12 επιπλέον δικαστών. Ο ήδη προαναφερθείς γενικός κανόνας του «διορισμού με κοινή συμφωνία των κυβερνήσεων των κρατών μελών» θα πρέπει συνεπώς να εφαρμοστεί ή θα πρέπει να θεσπιστεί ένα σύστημα εκ περιτροπής.

Μία ακόμη δυνατότητα μείωσης του φόρτου εργασίας του Γενικού Δικαστηρίου θα συνίστατο στο να υπάγονται περισσότερα είδη προσφυγών στο Δικαστήριο από ό,τι συμβαίνει σήμερα σύμφωνα με το άρθρο 51 του Οργανισμού, δεδομένου ότι το Δικαστήριο δεν φαίνεται να αντιμετωπίζει τον ίδιο φόρτο εργασίας με το Γενικό Δικαστήριο.

Ε.  Εισαγωγή μιας "αποκλίνουσας γνώμης" στο Δικαστήριο

Η αποκλίνουσα γνώμη αφορά τη δυνατότητα ενός δικαστή, ο οποίος υποστηρίζει μια διαφορετική γνώμη σχετικά με την απόφαση στην οποία συγκλίνει η πλειοψηφία των δικαστών ή τους λόγους στους οποίους αυτή βασίζεται, να ανακοινώσει τη γνώμη αυτή στις διασκέψεις και να τη δημοσιεύσει μαζί με την απόφαση. Αποτελεί συνεπώς μια εξαίρεση στην αρχή της μυστικότητας των διασκέψεων. Η ιδέα της δυνατότητας διατύπωσης μιας τέτοιας αποκλίνουσας γνώμης στη διαδικασία του Δικαστηρίου δεν είναι νέα. Σημαντικοί λόγοι συνηγορούν υπέρ της εισαγωγής της πρακτικής αυτής: Η δυνατότητα αυτή υφίσταται σε ένα μεγάλο αριθμό συνταγματικών δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συγκεκριμένα σε εννέα: Δανία, Φινλανδία, Γερμανία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Σουηδία και Ηνωμένο Βασίλειο, χωρίς να θίγεται η αρχή της συλλογικότητας του Δικαστηρίου ή να υπονομεύεται το κύρος του. Υφίσταται επίσης ως γενική πρακτική στο Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ωστόσο, εφόσον η πρακτική αυτή εισαχθεί, αυτό θα πρέπει να γίνει κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μη θίγεται η ανεξαρτησία των δικαστών και τα το ζήτημα αυτό θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ενδελεχούς συζήτησης.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων καλεί την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες:

Τροπολογία  1

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 1

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

(1) Για την ενίσχυση της συμμετοχής του συνόλου των δικαστών στις αποφάσεις του τμήματος μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου, πρέπει να αυξηθεί ο αριθμός εκείνων που μπορούν να μετέχουν στον δικαστικό αυτό σχηματισμό και να καταργηθεί η συστηματική συμμετοχή των προέδρων των πενταμελών τμημάτων .

(1) Για να καταστεί ευρύτερη η συμμετοχή του συνόλου των δικαστών και για να δύνανται αυτοί να συμμετέχουν συχνότερα στην εκδίκαση των υποθέσεων που παραπέμπονται ενώπιον του τμήματος μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου, πρέπει να αυξηθεί ο αριθμός εκείνων που μπορούν να μετέχουν στον δικαστικό αυτό σχηματισμό και να καταργηθεί η συστηματική συμμετοχή των προέδρων των πενταμελών τμημάτων.

Τροπολογία  2

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 1 α (νέα)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

(1a) Το πρόσθετο δυναμικό θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία αναδιοργανώσεως για την κατά προτεραιότητα εκδίκαση της κατηγορίας των «λοιπών υποθέσεων», ιδίως των υποθέσεων ανταγωνισμού για τις οποίες θα πρέπει να λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα ως προς την τήρηση εύλογης προθεσμίας.

Τροπολογία  3

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 1 β (νέα)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

(1β) Η αύξηση του αριθμού των δικαστών δεν αρκεί για να επιλύσει το ζήτημα των καθυστερήσεων. Χρειάζεται, παράλληλα, ειδίκευση ορισμένων τμημάτων του, η οποία θα ενισχύσει την ευελιξία και την παραγωγικότητα του Γενικού Δικαστηρίου.

Τροπολογία  4

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 5

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

(5) Κατόπιν της προοδευτικής διευρύνσεως των αρμοδιοτήτων του Γενικού Δικαστηρίου μετά την ίδρυσή του, ο αριθμός των υποθέσεων των οποίων επιλαμβάνεται σήμερα σημειώνει σταθερή αύξηση.

(5) Κατόπιν της προοδευτικής διευρύνσεως των αρμοδιοτήτων του Γενικού Δικαστηρίου μετά την ίδρυσή του, ο αριθμός των υποθέσεων των οποίων επιλαμβάνεται σήμερα σημειώνει σταθερή αύξηση, οι δε διαδικαστικές καθυστερήσεις είναι εξίσου μεγάλες.

Τροπολογία  5

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 9

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

(9) Πρέπει, κατά συνέπεια, να ληφθούν τα μέτρα που επιβάλλονται για την αντιμετώπιση αυτής της καταστάσεως· η προβλεπόμενη από τις Συνθήκες δυνατότητα αυξήσεως του αριθμού των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου είναι ικανή να επιτρέψει τη βραχυπρόθεσμη μείωση τόσο του όγκου των εκκρεμών υποθέσεων όσο και της υπερβολικής διάρκειας των διαδικασιών ενώπιον του δικαιοδοτικού αυτού οργάνου.

(9) Πρέπει, κατά συνέπεια, να ληφθούν τα μέτρα που επιβάλλονται για την αντιμετώπιση αυτής της καταστάσεως· η προβλεπόμενη από τις Συνθήκες δυνατότητα αυξήσεως του αριθμού των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου από 27 σε 39 είναι ικανή να επιτρέψει τη βραχυπρόθεσμη μείωση τόσο του όγκου των εκκρεμών υποθέσεων όσο και της υπερβολικής διάρκειας των διαδικασιών ενώπιον του δικαιοδοτικού αυτού οργάνου. Επίσης, η καλύτερη κατανομή των υποθέσεων του Γενικού Δικαστηρίου σε κατάλληλα τμήματα θα μπορούσε να περιορίσει σημαντικά τις καθυστερήσεις στην εκδίκαση των υποθέσεων.

Τροπολογία  6

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 9 α (νέα)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

(9a) Με την αύξηση του αριθμού των δικαστών του Γενικού Δικαστηρίου, θα τεθεί φυσικά το ζήτημα του διορισμού τους. Σε ό,τι αφορά το ζήτημα του διορισμού των δικαστών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμφωνήσουν σε κανόνες που παρέχουν εχέγγυα ανεξαρτησίας και αμεροληψίας, επάρκειας και καταλληλότητας των διοριζόμενων και εξασφαλίζουν ισότητα και ισορροπία όσον αφορά τα κράτη μέλη προέλευσης των δικαστών.

Τροπολογία  7

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 9 β (νέα)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

(9β) Κατά κανόνα το Γενικό Δικαστήριο θα απαρτίζεται από τουλάχιστον έναν δικαστή και το πολύ δύο δικαστές από κάθε κράτος μέλος, οι οποίοι θα έχουν την ιθαγένεια του αντίστοιχου κράτους μέλους.

Τροπολογία  8

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 9 γ (νέα)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

(9γ) Προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητά του και να εξασφαλισθεί η διεκπεραίωση και η εκδίκαση των υποθέσεων εντός ευλόγου προθεσμίας, το Γενικό Δικαστήριο δύναται να συγκροτήσει ειδικευμένα τμήματα, εφόσον αυτό επιβάλλεται από τον αριθμό των υποθέσεων σε έναν ορισμένο τομέα.

Τροπολογία  9

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 9 δ (νέα)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

(9δ) Σε ό,τι αφορά την εσωτερική οργάνωση του Γενικού Δικαστηρίου, θα πρέπει με βάση τη λύση που εγκρίθηκε για το Δικαστήριο, να δημιουργηθεί θέση αντιπροέδρου ο οποίος θα είναι επιφορτισμένος να επικουρεί τον πρόεδρο.

Τροπολογία  10

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 10

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

(10) Προκειμένου τα εξειδικευμένα δικαστήρια να εξακολουθούν να λειτουργούν κατά τρόπο ικανοποιητικό σε περίπτωση απουσίας ενός δικαστή ο οποίος, χωρίς να τελεί σε κατάσταση αναπηρίας θεωρούμενης ως ολικής, κωλύεται να συμμετέχει στην εκδίκαση των υποθέσεων επί μακρό χρονικό διάστημα, πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα τοποθετήσεως αναπληρωτών δικαστών στα δικαστήρια αυτά.

(10) Προκειμένου τα εξειδικευμένα δικαστήρια να εξακολουθούν να λειτουργούν κατά τρόπο ικανοποιητικό σε περίπτωση απουσίας ενός δικαστή ο οποίος, χωρίς να τελεί σε κατάσταση αναπηρίας θεωρούμενης ως ολικής, κωλύεται να συμμετέχει στην εκδίκαση των υποθέσεων επί μακρό χρονικό διάστημα, πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα τοποθετήσεως αναπληρωτών δικαστών στα δικαστήρια αυτά. Ο διορισμός των αναπληρωτών δικαστών πρέπει να παρέχει όλα τα εχέγγυα ανεξαρτησίας και αμεροληψίας, προσόντων και ικανοτήτων των προσώπων που θα διορίζονται και να εξασφαλίζεται ισότητα μεταξύ των κρατών μελών και ισορροπία όσον αφορά τα κράτη μέλη προέλευσης των δικαστών.

Τροπολογία  11

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 10 α (νέα)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

Προς άρσιν πάσης αμφιβολίας ως προς το κύρος των αναπληρωτών δικαστών, είναι άκρως σημαντικό να εκλέγονται κατά τρόπον ώστε να μην διακυβεύεται το κύρος του δικαστηρίου και να εξασφαλίζεται η πλήρης ανεξαρτησία τους.

Τροπολογία  12

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 10 β (νέα)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

Οι αναπληρωτές δικαστές πρέπει να υπόκεινται σε υποχρεώσεις ανεξαρτησίας, αμεροληψίας, ικανότητας και επάρκειας και να απολαύουν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, των ιδίων δικαιωμάτων με τους μονίμους δικαστές.

Τροπολογία  13

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 10 γ (νέα)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

Το Δικαστήριο πρέπει να εισαγάγει ένα σύστημα που να επιτρέπει την διατύπωση αποκλινουσών γνωμών, χωρίς ωστόσο αυτό να θίγει την ανεξαρτησία των δικαστών· το ζήτημα αυτό πρέπει να εξεταστεί ενδελεχώς από τους ειδικούς, τους ασκούντες νομικά επαγγέλματα και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη.

Τροπολογία  14

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – στοιχείο 6 α (νέα)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

6a. Στο άρθρο 47, η πρώτη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

 

«Τα άρθρα 9a, 14, 15, η πρώτη, δεύτερη, τέταρτη, και πέμπτη παράγραφος του άρθρου 17, και το άρθρο 18 ισχύουν για το Γενικό Δικαστήριο και τα μέλη του.»

Τροπολογία  15

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – στοιχείο 7

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

7. Στο άρθρο 48, ο αριθμός «είκοσι επτά» αντικαθίσταται από τον αριθμό «τριάντα εννέα»..

7. Το άρθρο 48 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

 

«Το Γενικό Δικαστήριο απαρτίζεται από 39 δικαστές.

 

Η μερική ανανέωση των δικαστών, που γίνεται κάθε τρία έτη, αφορά εκ περιτροπής είκοσι και δεκαεννέα δικαστές.

Τροπολογία  16

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – στοιχείο 7 α (νέο)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

7a. Στο άρθρο 48, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

 

«Τα κράτη μέλη αντιπροσωπεύονται από έναν τουλάχιστον δικαστή και όχι περισσότερους από δύο δικαστές, της ιθαγένειάς τους.»

Τροπολογία  17

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – στοιχείο 7 β (νέο)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

7β. Στο άρθρο 50 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 2 μετά την παράγραφο 1:

 

«Για τη διεκπεραίωση νομικών ζητημάτων τα οποία ανακύπτουν σε σημαντικό αριθμό υποθέσεων, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να συγκροτήσει κατάλληλο αριθμό εξειδικευμένων τμημάτων, τα οποία επιλαμβάνονται των υποθέσεων, στο πλαίσιο των οποίων εγείρονται τα σχετικά νομικά ζητήματα.»

Τροπολογία  18

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – στοιχείο 8

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

Στο άρθρο 62γ, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

Στο άρθρο 62γ, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με το άρθρο 257 ΣΛΕΕ, μπορούν να τοποθετήσουν στα ειδικευμένα δικαστήρια αναπληρωτές δικαστές προς αναπλήρωση δικαστών οι οποίοι, χωρίς να τελούν σε κατάσταση αναπηρίας θεωρούμενης ως ολικής, κωλύονται επί μακρό χρονικό διάστημα να μετέχουν στην εκδίκαση των υποθέσεων. Στην περίπτωση αυτή, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θεσπίζουν τους όρους υπό τους οποίους διορίζονται οι αναπληρωτές δικαστές, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, τον τρόπο με τον οποίο αυτοί ασκούν τα καθήκοντά τους και τις περιστάσεις υπό τις οποίες παύουν να τα ασκούν.

Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με το άρθρο 257 ΣΛΕΕ, μπορούν να τοποθετήσουν στα ειδικευμένα δικαστήρια αναπληρωτές δικαστές προς αναπλήρωση δικαστών οι οποίοι, χωρίς να τελούν σε κατάσταση αναπηρίας θεωρούμενης ως ολικής, κωλύονται επί μακρό χρονικό διάστημα να μετέχουν στην εκδίκαση των υποθέσεων. Στην περίπτωση αυτή, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θεσπίζουν τους όρους υπό τους οποίους διορίζονται οι αναπληρωτές δικαστές, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, τον τρόπο με τον οποίο αυτοί ασκούν τα καθήκοντά τους και τις περιστάσεις υπό τις οποίες παύουν να τα ασκούν. Οι διατάξεις αυτές εξασφαλίζουν, επί πλέον, ότι οι αναπληρωτές δικαστές έχουν παρόμοια δικαιώματα με τους μονίμους και μπορούν να ασκούν τα αυτά καθήκοντα, προκειμένου να εξασφαλίζεται το απόλυτο κύρος των αποφάσεων του Δικαστηρίου.

(Η τροπολογία αυτή αντικαθιστά την τροπολογία αριθ. 4 του σχεδίου γνωμοδότησης (PE 470.092 v01-00))

Τροπολογία  19

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 3 – παράγραφος 2 α (νέα)

Σχέδιο του Δικαστηρίου

Τροπολογία

 

2a. Οι δώδεκα δικαστές οι οποίοι διορίζονται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού αναλαμβάνουν τα καθήκοντά τους αμέσως μετά την ορκωμοσία τους. Οι έξι εξ αυτών επιλέγονται με κλήρωση και η θητεία τους λήγει έξι έτη μετά την πρώτη μερική ανανέωση της σύνθεσης του Γενικού Δικαστηρίου, η οποία έπεται της έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Η θητεία των υπόλοιπων έξι δικαστών λήγει έξι έτη μετά τη δεύτερη μερική ανανέωση της σύνθεσης του Γενικού Δικαστηρίου η οποία έπεται της έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του Πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Παραρτήματος Ι του Οργανισμού

Έγγραφα αναφοράς

02074/2011 – C7-0090/2011 – 2011/0901(COD)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

JURI

7.4.2011

 

 

 

Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες)

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

AFCO

15.9.2011

 

 

 

Εισηγητής(ές)

       Ημερομηνία ορισμού

Morten Messerschmidt

12.7.2011

 

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

11.10.2011

 

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

28.2.2012

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

20

0

2

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Alfredo Antoniozzi, Andrew Henry William Brons, Andrew Duff, Ashley Fox, Zita Gurmai, Gerald Häfner, Daniel Hannan, Constance Le Grip, Jaime Mayor Oreja, Morten Messerschmidt, Paulo Rangel, Algirdas Saudargas, József Szájer, Søren Bo Søndergaard, Rafał Trzaskowski, Luis Yáñez-Barnuevo García, Станимир Илчев

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

John Stuart Agnew, Elmar Brok, Vital Moreira, Evelyn Regner, György Schöpflin, Tadeusz Zwiefka

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Leonardo Domenici

  • [1]  Άρθρο 281 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ.
  • [2]  Άρθρο 19 παράγραφος 1 ΣΕΕ.
  • [3]  Άρθρο 253 παράγραφος 3 ΣΛΕΕ, άρθρο 8 του κανονισμού διαδικασίας (ΚΔ).
  • [4]  Άρθρο 16 παράγραφος 2 του Οργανισμού, άρθρο 11β παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού διαδικασίας (ΚΔ).
  • [5]  Άρθρο 19 παρ. 2 δεύτερο εδάφιο ΣΕΕ.
  • [6]  Άρθρο 19 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο ΣΕΕ.
  • [7]  Άρθρο 254 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ και άρθρο 48 του Οργανισμού.
  • [8]  Άρθρο 256 παρ. 1 πρώτο εδάφιο ΣΛΕΕ.
  • [9]  Άρθρο 51 του Οργανισμού.
  • [10]  Άρθρο 256 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο ΣΛΕΕ.
  • [11]  δυνάμει του άρθρου 257 ΣΛΕΕ.
  • [12]  δυνάμει των άρθρων 19 παράγραφος 2 ΣΕΕ, 254 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ και 48 του Οργανισμού.
  • [13]  έγγραφο που διεβιβάσθη στον Πρόεδρο του Δικαστηρίου στις 22 Δεκεμβρίου 2009.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του Πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Παραρτήματος Ι του Οργανισμού

Έγγραφα αναφοράς

02074/2011 – C7-0090/2011 – 2011/0901A(COD)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

JURI

7.4.2011

 

 

 

Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες)

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

BUDG

29.9.2011

AFCO

15.9.2011

 

 

Εισηγητής(ές)

       Ημερομηνία ορισμού

Alexandra Thein

12.4.2011

 

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

21.6.2011

21.11.2011

26.1.2012

 

Ημερομηνία έγκρισης

31.5.2012

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

23

0

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Raffaele Baldassarre, Luigi Berlinguer, Sebastian Valentin Bodu, Françoise Castex, Christian Engström, Marielle Gallo, Giuseppe Gargani, Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Gerald Häfner, Sajjad Karim, Klaus-Heiner Lehne, Antonio Masip Hidalgo, Evelyn Regner, Rebecca Taylor, Alexandra Thein, Cecilia Wikström, Zbigniew Ziobro, Tadeusz Zwiefka

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Sergio Gaetano Cofferati, Luis de Grandes Pascual, Eva Lichtenberger, Axel Voss

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Mikael Gustafsson, Elisabeth Morin-Chartier

Ημερομηνία κατάθεσης

5.6.2012