ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την τροποποίηση του άρθρου 70 του Κανονισμού όσον αφορά τις διοργανικές διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας
27.9.2012 - (2011/2298(REG))
Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων
Εισηγητής: Enrique Guerrero Salom
ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με την τροποποίηση του άρθρου 70 του Κανονισμού όσον αφορά τις διοργανικές διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την από 18 Απριλίου 2011 επιστολή του Προέδρου του,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 211 και 212 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7-0281/2012),
1. αποφασίζει να επιφέρει στον Κανονισμό του τις εξής τροποποιήσεις·
2. υπενθυμίζει ότι οι εν λόγω τροποποιήσεις τίθενται σε ισχύ την πρώτη ημέρα της προσεχούς περιόδου συνόδου·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
Τροπολογία 1 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 1 | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
1. Οι διαπραγματεύσεις με τα άλλα όργανα, με στόχο την επίτευξη συμφωνίας κατά τη διάρκεια νομοθετικής διαδικασίας, διεξάγονται λαμβανομένου υπόψη του κώδικα συμπεριφοράς για τις διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της συνήθης νομοθετικής διαδικασίας . |
1. Οι διαπραγματεύσεις με τα άλλα όργανα, με στόχο την επίτευξη συμφωνίας κατά τη διάρκεια μιας νομοθετικής διαδικασίας, διεξάγονται λαμβανομένου υπόψη του κώδικα συμπεριφοράς που καθορίζεται από τη Διάσκεψη των Προέδρων. |
Τροπολογία 2 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 2 | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
2. Πριν από την έναρξη αυτών των διαπραγματεύσεων, η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή πρέπει, καταρχήν, να λαμβάνει απόφαση με την πλειοψηφία των μελών της και να εγκρίνει εντολή, κατευθυντήριες γραμμές ή προτεραιότητες. |
2. Αυτές οι διαπραγματεύσεις δεν αρχίζουν προτού η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή λάβει απόφαση, κατά περίπτωση για κάθε σχετική νομοθετική διαδικασία και με την πλειοψηφία των μελών της, για την έναρξη διαπραγματεύσεων. Η απόφαση αυτή καθορίζει την εντολή και τη σύνθεση της διαπραγματευτικής ομάδας. |
Τροπολογία 3 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1 α (νέο) | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
Η εντολή αποτελείται από έκθεση που εγκρίνεται από την επιτροπή και κατατίθεται στο Κοινοβούλιο προς εξέταση. Κατ’ εξαίρεση, όταν η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή θεωρεί δεόντως δικαιολογημένη την έναρξη διαπραγματεύσεων πριν από την έγκριση έκθεσης στην επιτροπή, η εντολή δύναται να συνίσταται σε μια σειρά τροπολογιών ή σε μια σειρά σαφώς καθορισμένων στόχων, προτεραιοτήτων ή κατευθυντηρίων γραμμών. |
Τροπολογία 4 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 2 α (νέα) | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
2α. Της διαπραγματευτικής ομάδας ηγείται ο εισηγητής και προεδρεύει ο πρόεδρος της αρμόδιας επιτροπής ή ένας αντιπρόεδρος που ορίζεται από τον πρόεδρο. Περιλαμβάνει τουλάχιστον τους σκιώδεις εισηγητές από κάθε πολιτική ομάδα. |
Τροπολογία 5 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 2 β (νέα) | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
2β. Κάθε έγγραφο που προορίζεται να συζητηθεί στο πλαίσιο συνεδρίασης με το Συμβούλιο και την Επιτροπή (τριμερής συνεδρίαση) περιέχει τις αντίστοιχες θέσεις των ενεχομένων θεσμικών οργάνων και τις πιθανές συμβιβαστικές λύσεις και διανέμεται στη διαπραγματευτική ομάδα τουλάχιστον 48 ώρες, ή σε επείγουσες περιπτώσεις 24 ώρες, πριν από κάθε τριμερή συνεδρίαση. |
|
Μετά από κάθε τριμερή συνεδρίαση, η διαπραγματευτική ομάδα υποβάλλει αναφορά στην επόμενη συνεδρίαση της αρμόδιας επιτροπής. Τα έγγραφα που αντικατοπτρίζουν την έκβαση της τελευταίας τριμερούς συνεδρίασης τίθενται στη διάθεση της επιτροπής. |
|
Όταν είναι ανέφικτη η έγκαιρη σύγκληση συνεδρίασης της επιτροπής, η διαπραγματευτική ομάδα ενημερώνει τον πρόεδρο, τους σκιώδεις εισηγητές και τους συντονιστές της επιτροπής, κατά περίπτωση. |
|
Η αρμόδια επιτροπή μπορεί να ανανεώνει την εντολή υπό το φως της προόδου των διαπραγματεύσεων. |
Τροπολογία 6 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 3 | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
3. Εάν οι διαπραγματεύσεις καταλήξουν σε συμβιβασμό με το Συμβούλιο μετά από την έγκριση της έκθεσης από την επιτροπή, η επιτροπή καλείται σε κάθε περίπτωση να γνωμοδοτήσει εκ νέου πριν από την ψηφοφορία στην Ολομέλεια. |
3. Εάν οι διαπραγματεύσεις καταλήξουν σε συμβιβασμό, η αρμόδια επιτροπή ενημερώνεται χωρίς καθυστέρηση. Το συμφωνηθέν κείμενο υποβάλλεται στην αρμόδια επιτροπή προς εξέταση. Το συμφωνηθέν κείμενο, εφόσον εγκριθεί με ψηφοφορία στην επιτροπή, κατατίθεται προς εξέταση στο Κοινοβούλιο υπό την ενδεδειγμένη μορφή, συμπεριλαμβανομένων συμβιβαστικών τροπολογιών. Δύναται να υποβληθεί ως ενοποιημένο κείμενο, υπό τον όρο ότι επισημαίνει σαφώς τις τροποποιήσεις στην υπό εξέταση πρόταση νομοθετικής πράξης. |
Τροπολογία 7 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 3 α (νέα) | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
3α. Στις περιπτώσεις όπου η διαδικασία περιλαμβάνει διαδικασία με συνδεδεμένες επιτροπές ή με κοινές συνεδριάσεις επιτροπών, τα άρθρα 50 και 51 εφαρμόζονται επί της απόφασης σχετικά με την έναρξη διαπραγματεύσεων και τη διεξαγωγή των εν λόγω διαπραγματεύσεων. |
|
Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των ενδιαφερομένων επιτροπών, οι όροι για την έναρξη διαπραγματεύσεων και τη διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων αυτών καθορίζονται από τον πρόεδρο της διάσκεψης των προέδρων των επιτροπών σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στα άρθρα αυτά. |
Τροπολογία 8 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 α (νέο) – τίτλος | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
Άρθρο 70α |
|
Έγκριση απόφασης για την έναρξη διοργανικών διαπραγματεύσεων πριν από την έγκριση έκθεσης σε επιτροπή |
Τροπολογία 9 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 α (νέο) – παράγραφος 1 | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
1. Κάθε απόφαση επιτροπής για την έναρξη διαπραγματεύσεων πριν από την έγκριση έκθεσης στην επιτροπή μεταφράζεται σε όλες τις επίσημες γλώσσες, διανέμεται σε όλους τους βουλευτές του Κοινοβουλίου και υποβάλλεται στη Διάσκεψη των Προέδρων. |
|
Κατόπιν αιτήσεως μιας πολιτικής ομάδας, η Διάσκεψη των Προέδρων μπορεί να αποφασίσει να περιλάβει το θέμα, προς εξέταση με συζήτηση και ψηφοφορία, στο σχέδιο ημερήσιας διάταξης της περιόδου συνόδου που έπεται της διανομής, οπότε ο Πρόεδρος ορίζει προθεσμία για την κατάθεση τροπολογιών. |
|
Σε περίπτωση που η Διάσκεψη των Προέδρων δεν αποφασίσει να περιλάβει το θέμα στο σχέδιο ημερήσιας διάταξης της εν λόγω περιόδου συνόδου, η απόφαση για την έναρξη διαπραγματεύσεων ανακοινώνεται από τον Πρόεδρο κατά την έναρξη αυτής της περιόδου συνόδου. |
Τροπολογία 10 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 α (νέο) – παράγραφος 2 | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
2. Το θέμα περιλαμβάνεται στην ημερήσια διάταξη της περιόδου συνόδου που έπεται της ανακοίνωσης προς εξέταση με συζήτηση και ψηφοφορία, και ο Πρόεδρος ορίζει προθεσμία κατάθεσης τροπολογιών εφόσον αυτό ζητηθεί από το ένα δέκατο των βουλευτών του Κοινοβουλίου που προέρχεται από τουλάχιστον δύο πολιτικές ομάδες ή από τουλάχιστον δύο πολιτικές ομάδες εντός 48 ωρών από την ανακοίνωση. |
|
Ελλείψει σχετικής αιτήσεως, η απόφαση για την έναρξη των διαπραγματεύσεων θεωρείται εγκριθείσα με άμεση ισχύ. |
|
Η απόφαση όπως εγκρίθηκε αποτελεί τη βάση της εντολής της διαπραγματευτικής ομάδας και αναπέμπεται στην αρμόδια επιτροπή. |
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Η Διάσκεψη των Προέδρων των Επιτροπών πραγματοποίησε κατά τη συνεδρίασή της στις 19 Οκτωβρίου 2010 μια εκτεταμένη ανταλλαγή απόψεων σχετικά με τις διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας. Οι γενικοί γραμματείς των πολιτικών ομάδων προέβησαν σε παρατηρήσεις και αναλύσεις ενόψει της συζήτησης που επρόκειτο να διεξαχθεί κατά τη Διάσκεψη των Προέδρων. Η Διάσκεψη των Προέδρων εξέτασε κατά τη συνεδρίασή της στις 10 Μαρτίου 2011 το ζήτημα αυτό. Με επιστολή της 18ης Απριλίου, ο Πρόεδρος Buzek ενημέρωσε τον Πρόεδρο Casini για το αποτέλεσμα της συνεδρίασης αυτής και ανακοίνωσε την απόφαση της Διάσκεψης να κληθεί η Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων να επανεξετάσει το άρθρο 70 του Κανονισμού προκειμένου η διαδικασία να καταστεί περισσότερο αποτελεσματική, διαφανής και συνεκτική μέσω της ενσωμάτωσης ορισμένων βασικών στοιχείων του κώδικα συμπεριφοράς για τις διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας[1] στο δεσμευτικό τμήμα του Κανονισμού, ιδίως όσον αφορά:
– την απόφαση μιας επιτροπής να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις·
– την απόφαση σχετικά με τη σύνθεση και την εντολή της διαπραγματευτικής ομάδας·
– την τακτική υποβολή έκθεσης στην ενδιαφερόμενη επιτροπή όσον αφορά την πρόοδο και το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων, συμπεριλαμβανομένης και οποιασδήποτε επιτευχθείσας συμφωνίας·
– την εκ νέου διαβούλευση της επιτροπής σχετικά με το συμφωνηθέν κείμενο πριν από την ψηφοφορία στην ολομέλεια.
Σχετικά με την παραπομπή αυτή, ο κ. Lehne έχει διαβιβάσει συστάσεις[2] στον Πρόεδρο Casini σχετικά με βέλτιστες πρακτικές για την εφαρμογή του κώδικα συμπεριφοράς. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το διοργανικό πλαίσιο και ιδίως η κοινή δήλωση του ΕΚ, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή στην πράξη της διαδικασίας συναπόφασης[3].
Ο εισηγητής υπέβαλε στην επιτροπή έγγραφο εργασίας και σχέδιο έκθεση πέρυσι το φθινόπωρο. Υπό το πρίσμα των συζητήσεων επί αυτών των εγγράφων, πραγματοποιήθηκαν διάφορες διαβουλεύσεις με τη Διάσκεψη των προέδρων των επιτροπών, με τους σκιώδεις εισηγητές και εντός των πολιτικών ομάδων. Αυτές οι διερευνητικές επαφές συνέβαλαν στην τελειοποίηση της προσέγγισης που αντικατοπτρίζεται στο έγγραφο εργασίας και στο σχέδιο έκθεσης και οδήγησαν στο παρόν αναθεωρημένο σχέδιο.
Το ζήτημα των διοργανικών διαπραγματεύσεων και συμφωνιών στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας συνδέεται – μέσω των αρχών της διαφάνειας και της δημοκρατικής λογοδοσίας – με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία σε ευρωπαϊκό επίπεδο[4]. Από τις απαρχές της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, ο δημόσιος χαρακτήρας των συζητήσεων και των ψηφοφοριών ήταν συνδεδεμένος με τη δημοκρατική λογοδοσία: εάν οι ψηφοφόροι δεν μπορούν να γνωρίζουν τι είπαν και πώς ψήφισαν οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποί τους, δεν θα είναι σε θέση να τους ζητήσουν απολογισμό στις προσεχείς εκλογές. Στο πλαίσιο αυτό, η εισαγωγή δεσμευτικών κανόνων για τις διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας που ενισχύουν τη διαφάνεια και συνεπώς τη λογοδοσία θα αποτελούσε ένα βήμα προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Από την άλλη πλευρά, η μεταρρύθμιση θα πρέπει να λάβει υπόψη της την απαίτηση της αποδοτικότητας και ιδίως το γεγονός ότι οι συμφωνίες σε πρώτη ανάγνωση έχουν το πλεονέκτημα ότι είναι απλούστερες και ταχύτερες απ’ ό, τι η διαδικασία των τριών αναγνώσεων. Η θέσπιση νέων περίπλοκων διαδικασιών θα υπονόμευε το πλεονέκτημα αυτό. Τοιουτοτρόπως θα μπορούσε να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ αυτών των απαιτήσεων κατά τη μεταφορά των ισχυουσών ήδη διατάξεων (που έχουν θεσπισθεί στον κώδικα συμπεριφοράς και τις βέλτιστες πρακτικές) στα δεσμευτικά τμήματα του Κανονισμού. Ο εισηγητής προτείνει λοιπόν τροπολογίες οι οποίες, αφενός, αντικατοπτρίζουν το ήδη ισχύον, μολονότι μη δεσμευτικό, κεκτημένο στον τομέα αυτό και, αφετέρου, στοχεύουν στο να ληφθούν υπόψη οι απαιτήσεις τόσο της διαφάνειας όσο και της αποτελεσματικότητας.
Η εν λόγω μεταρρύθμιση του άρθρου 70 πρέπει πρώτα από όλα να διασαφηνίζει το νομικό καθεστώς του κώδικα συμπεριφοράς. Ενώ όλες οι νομοθετικές διαπραγματεύσεις οφείλουν να τηρούν το δεσμευτικό Κανονισμό, ρόλος του μη δεσμευτικού κώδικα είναι να κατευθύνει ή να προσανατολίζει. Οι διαπραγματεύσεις πρέπει να διεξάγονται βάσει του κώδικα, αλλά μόνο εφόσον ο κώδικας δεν έρχεται σε αντίθεση με οποιοδήποτε δεσμευτικό κανόνα στη δεδομένη κατάσταση, ή εφόσον κρίνεται ενδεδειγμένο να τηρηθεί ανάλογα με τις πολιτικές σκοπιμότητες ή τους χρονικούς περιορισμούς.
Οι αποφάσεις για την έναρξη νομοθετικών διαπραγματεύσεων πριν από την έγκριση έκθεσης σε πρώτη ανάγνωση πρέπει να λαμβάνονται κατά περίπτωση για κάθε μια νομοθετική διαδικασία και κατόπιν συνεκτίμησης των ιδιαιτεροτήτων κάθε επιμέρους φακέλου σ' ό, τι αφορά τα κριτήρια που ορίζονται στον Κώδικα. Τούτο σημαίνει ότι μια τέτοια απόφαση πρέπει να αιτιολογείται πολιτικά, για παράδειγμα, σ' ό, τι αφορά:
– τις πολιτικές προτεραιότητες·
– τη μη αμφισβητούμενη ή «τεχνική» φύση της πρότασης·
– μια επείγουσα κατάσταση· και/ή
– τη στάση μιας δεδομένης Προεδρίας σε ένα συγκεκριμένο φάκελο.
Η απόφαση πρέπει να περιλαμβάνει εντολή διαπραγμάτευσης. Ο πολύ αυστηρός ορισμός εντός του Κανονισμού της μορφής μιας τέτοιας εντολής θα ήταν αντιπαραγωγικός από πλευράς ευελιξίας και αποτελεσματικότητας. Εξάλλου, ο Κανονισμός πρέπει να παρέχει μορφές εντολής. Πρέπει λοιπόν να αρθρωθεί ότι μια εντολή μπορεί να συνιστά σειρά τροπολογιών ή σαφώς καθορισμένων στόχων, προτεραιοτήτων ή κατευθυντήριων γραμμών. Η απόφαση πρέπει επίσης να προβλέπει πολιτικά ισορροπημένη σύνθεση της διαπραγματευτικής ομάδας. Καθώς η εντολή πρέπει να εγκρίνεται από την επιτροπή, επικεφαλής της ομάδας πρέπει να είναι ένα άτομο που να εκπροσωπεί αμερόληπτα ολόκληρη την επιτροπή και όχι κάποιος που να θεωρείται εκπρόσωπος μιας συγκεκριμένης πολιτικής ομάδας. Για το λόγο αυτό, της ομάδας πρέπει να ηγείται ο πρόεδρος ο οποίος μπορεί να αναθέσει το καθήκον αυτό σε κάποιο άλλο μέλος της ομάδας (συμπεριλαμβανομένου και του εισηγητή). Φυσικά, ο εισηγητής πρέπει πάντα να είναι μέλος της διαπραγματευτικής ομάδας.
Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα και η ευελιξία πρέπει να συνυπάρχουν με τη διαφάνεια οσάκις η επιτροπή εξετάζει μια επίσημη απόφαση για έναρξη νομοθετικών διαπραγματεύσεων. Κατά συνέπεια, τέτοιου είδους αποφάσεις πρέπει να μεταφράζονται, διανέμονται σε όλα τα μέλη του Κοινοβουλίου, να διαβιβάζονται στον Πρόεδρο και να ανακοινώνονται στην περίοδο συνόδου που έπεται της έγκρισής τους από την επιτροπή. Η διαφάνεια πρέπει επίσης να εξασφαλίζεται από τη διάταξη σύμφωνα με την οποία η διαπραγματευτική ομάδα πρέπει να ενημερώνει τακτικά την αρμόδια επιτροπή σχετικά με την πρόοδο και την έκβαση των διαπραγματεύσεων. Τα διαθέσιμα σχέδια πρέπει να διανέμονται πάντα μετά από κάθε τριμερή συνεδρίαση. Γενικά, η διαπραγματευτική ομάδα πρέπει να ενημερώνει την ολομέλεια της επιτροπής. Εάν μια τέτοια αναφορά δεν είναι εφικτή λόγω έλλειψης χρόνου επειδή δεν μπορεί να συγκληθεί η ολομέλεια της επιτροπής, πρέπει να ενημερώνονται τουλάχιστον οι σκιώδεις εισηγητές, ο πρόεδρος και συντονιστές σχετικά με την πρόοδο και την έκβαση των διαπραγματεύσεων.
Ο πιθανός ρόλος της ολομέλειας του Κοινοβουλίου στην έγκριση της εντολής και της απόφασης για έναρξη διαπραγματεύσεων συζητήθηκε από την επιτροπή με βάση τις εναλλακτικές λύσεις που εκτίθενται στο έγγραφο εργασίας του εισηγητή και στο σχέδιο έκθεσης. Πρόκειται για ένα πολύ περίπλοκο ζήτημα. Κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι η έγκριση της διαπραγματευτικής εντολής της επιτροπής από την ολομέλεια θα προσέδιδε μεγαλύτερη βαρύτητα στην άποψη του Κοινοβουλίου και θα μπορούσε θεωρητικά να διασφαλίσει την έγκαιρη σύμπραξη όλων των βουλευτών σε αποφάσεις που αφορούν νομοθετικούς φακέλους. Συνεπώς, ο γενικός κανόνας της υποβολής όλων των σχεδίων αποφάσεων που περιλαμβάνουν εντολές διαπραγμάτευσης προς συζήτηση ή προς έγκριση από την ολομέλεια θα μπορούσε με μια πρώτη ματιά να αιτιολογηθεί με τη βελτίωση της δημοκρατικής νομιμοποίησης. Ωστόσο, αυτό θα είχε και σημαντικά μειονεκτήματα. Μία πλήρης και αυτόματη σύμπραξη θα ενείχε τον κίνδυνο να καταστεί η διαδικασία υπερβολικά δυσκίνητη, πράγμα που θα υπονόμευε την αποτελεσματικότητα και τη σχετική ταχύτητα που διέπει τις συμφωνίες σε πρώτη ανάγνωση. Εξάλλου, εάν αυτό καθίστατο συνήθης πρακτική, σημαντικοί φάκελοι θα περνούσαν απαρατήρητοι ανάμεσα σε δεκάδες άλλους φακέλους. Επιπλέον, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η λύση αυτή θα αύξανε το φόρτο εργασίας του προσωπικού των γλωσσικών υπηρεσιών του ΕΚ. Για το λόγο αυτό, πρέπει να ανευρεθούν ρυθμίσεις που να πληρούν τα κάτωθι κριτήρια:
– εξασφαλίζουν τη δημοκρατική νομιμότητα,
– είναι ευέλικτες και ρεαλιστικές, αλλά και
– λαμβάνονται σύμφωνα με την πολιτική σπουδαιότητα των νομοθετικών φακέλων.
Βάσει των ανωτέρω, ο εισηγητής προτείνει τις ακόλουθες διαδικασίες:
Τροπολογία 4: πρώτον, πρέπει να καθιερωθεί μια διαδικασία που να εξασφαλίζει διαφάνεια και την επίσημη δημοκρατική νομιμότητα όλων των αποφάσεων για την έναρξη διαπραγματεύσεων σε πρώτη ανάγνωση η οποία να μην είναι χρονοβόρα και περίπλοκη. Η εν λόγω διαδικασία πρέπει να βασίζεται στη λογική υπόθεση "qui tacet consentire", δηλαδή ότι σιωπή σημαίνει συναίνεση. (Μια τέτοια υπόθεση μπορεί ήδη να εντοπισθεί στο άρθρο 211).
Τροπολογία 5: δεύτερον, πρέπει να δημιουργηθεί μια ταχεία ή έκτακτης πέδησης διαδικασία που να οδηγεί σε μια απλή ψηφοφορία με ένα "ναι ή όχι" για την έναρξη διαπραγματεύσεων.
Τροπολογία 6: τρίτον, πρέπει επίσης να εξασφαλισθεί ότι σε εξαιρετικές και πολιτικά σημαντικές περιπτώσεις η ολομέλεια μπορεί να διεξαγάγει πλήρη συζήτηση, τροποποιήσεις και ψηφοφορία σχετικά με τη διαπραγματευτική εντολή. Η ενεργοποίηση μιας τέτοιας διαδικασίας θα απαιτούσε σοβαρή παρέμβαση: τη Διάσκεψη των Προέδρων ή τουλάχιστον δυο πολιτικές ομάδες που να εκπροσωπούν το ένα τρίτο των Μελών του Κοινοβουλίου.
Εάν οι διαπραγματεύσεις καταλήξουν σε συμβιβασμό με το Συμβούλιο, οι συντονιστές της επιτροπής ενημερώνονται αμέσως έτσι ώστε να περιέλθει εις γνώση των πολιτικών ομάδων η συμφωνία και να επικεντρωθεί η συζήτηση εντός της επιτροπής στην επιτευχθείσα συμφωνία. Μετά ταύτα, το συμφωνηθέν σχέδιο πρέπει να εξετάζεται από την αρμόδια επιτροπή. Το συμφωνηθέν σχέδιο πρέπει να εγκριθεί από την ολομέλεια της αρμόδιας επιτροπής και στη συνέχεια πρέπει να υποβληθεί από την επιτροπή στο Κοινοβούλιο για να το εξετάσει. Κρίνεται σκόπιμο να ορισθεί με πιο ακριβή τρόπο η μορφή μιας τέτοιας κίνησης, διότι μετά την έγκρισή του από το Κοινοβούλιο το συμφωνηθέν σχέδιο θα γίνει νομοθετική πράξη. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τη πάγια πρακτική, πρέπει να λάβει τη μορφή έκθεσης, συμβιβαστικών τροπολογιών στην πρόταση ή ενοποιημένου κειμένου που να συνίσταται από την εγκριθείσα πρόταση και τροπολογίες.
Τέλος, στις περιπτώσεις όπου το σχέδιο νομοθετικής πράξης εξετάζεται στη διαδικασία με συνδεδεμένες επιτροπές (άρθρο 50), ή στη διαδικασία με κοινές συνεδριάσεις επιτροπών (άρθρο 51), είναι καλό να χρησιμοποιούνται τα ίδια άρθρα για την έναρξη και τη διεξαγωγή των νομοθετικών διαπραγματεύσεων. Καθώς πρέπει να διευθετείται γρήγορα οποιαδήποτε διαφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων επιτροπών ως προς την εφαρμογή των άρθρων αυτών, πρέπει να εκχωρείται η εξουσία στον πρόεδρο της διάσκεψης των προέδρων των επιτροπών να αποφασίζει για τους εφαρμοστέους όρους στις περιπτώσεις αυτές.
- [1] Παράρτημα XXI του Κανονισμού (έκδοση του Ιουλίου 2011).
- [2] Βλ. συνημμένο στο έγγραφο εργασίας της 14ης Οκτωβρίου 2011 (PE.472.201v01.00).
- [3] ΕΕ C 145 της 30.6.2007, σ. 5.
- [4] Πρβ. άρθρο 10 ΣΕΕ: «Η λειτουργία της Ένωσης θεμελιώνεται στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία. [...] Οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο το δυνατόν πιο ανοιχτά και εγγύτερα στους πολίτες» και άρθρο 15, παράγραφος 1 ΣΛΕΕ: «Προκειμένου να προωθήσουν τη χρηστή διακυβέρνηση και να διασφαλίσουν τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης διεξάγουν τις εργασίες τους όσο το δυνατόν πιο ανοιχτά.»
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (4.7.2012)
προς την Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων
σχετικά με την τροποποίηση του άρθρου 70 του Κανονισμού όσον αφορά τις διοργανικές διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας
(2011/2298(REG)
Συντάκτρια γνωμοδότησης: Sharon Bowles
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής καλεί την Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην έκθεσή της τις ακόλουθες προτάσεις:
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ
Τροπολογία 1 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 2 | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
2. Πριν από την έναρξη αυτών των διαπραγματεύσεων, η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή πρέπει, καταρχήν, να λαμβάνει απόφαση με την πλειοψηφία των μελών της και να εγκρίνει εντολή, κατευθυντήριες γραμμές ή προτεραιότητες. |
2. Όταν η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή, μετά την έγκριση έκθεσης στην επιτροπή, κρίνει σκόπιμο να προχωρήσει σε τέτοιου είδους διαπραγματεύσεις, λαμβάνει, με την πλειοψηφία των μελών της και ανάλογα με την περίπτωση για κάθε μια υπό εξέταση νομοθετική διαδικασία, απόφαση σχετικά με την έναρξη διαπραγματεύσεων. Η διαπραγματευτική εντολή περιλαμβάνει την έκθεση που εγκρίθηκε στην επιτροπή έως ότου εγκριθεί οιαδήποτε μεταγενέστερη εντολή που την αντικαθιστά, είτε στην επιτροπή είτε στην Ολομέλεια. |
Τροπολογία 2 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 2 α (νέα) | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
2a. Η διαπραγματευτική ομάδα απαρτίζεται οπωσδήποτε από τον πρόεδρο, τον εισηγητή και όλους τους σκιώδεις εισηγητές, ώστε να διασφαλίζεται εκπροσώπηση όλων των πολιτικών ομάδων. Η αναπλήρωση πρέπει να αποφεύγεται, είναι δυνατό ωστόσο να προβλέπεται, εφόσον είναι αναγκαίο, όπως επίσης και η παρουσία πρόσθετων προσώπων σε ειδικές περιστάσεις, όπως η διαπραγμάτευση δέσμης μέτρων. |
|
Ο πρόεδρος ασκεί την προεδρία σε τριμερείς συνεδριάσεις, εξασφαλίζει ότι ακολουθούνται οι ορθές διαδικασίες και, εφόσον είναι αναγκαίο, διεξάγει τις διαπραγματεύσεις σχετικά με διοργανικά ζητήματα, όπως τα ζητήματα που περιλαμβάνονται σε διοργανικά υπομνήματα ή σε ανάλογες ειδικές για τις επιτροπές παραλλαγές. Ο εισηγητής διεξάγει τις διαπραγματεύσεις σχετικά με τα ουσιώδη νομοθετικά ζητήματα. Ο εισηγητής δεν υποστηρίζει τη θέση της πολιτικής ομάδας του αλλά τη θέση της επιτροπής. |
Τροπολογία 3 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 2 β (νέα) | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
2β. Η απόφαση σχετικά με την έναρξη διαπραγματεύσεων σε πρώτη ανάγνωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, διαβιβάζεται στον Πρόεδρο και διανέμεται σε όλους τους βουλευτές. Ανακοινώνεται από τον Πρόεδρο κατά την έναρξη της περιόδου συνόδου μετά την έγκρισή της από την αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή. |
Τροπολογία 4 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 2 γ (νέα) | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
2γ. Το ζήτημα εγγράφεται στο σχέδιο ημερήσιας διάταξης της επόμενης περιόδου συνόδου προς εξέταση με ψηφοφορία και, ενδεχομένως, με συζήτηση σχετικά με την έναρξη διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο της πρώτης ανάγνωσης, όταν |
|
– το ζητήσουν τουλάχιστον 40 βουλευτές ή δύο πολιτικές ομάδες εντός 48 ωρών μετά την ανακοίνωση, ή |
|
– το αποφασίσει η Διάσκεψη των Προέδρων κατά τη τακτική συνεδρίασή της μετά την ανακοίνωση. |
|
Άλλως, η απόφαση για την έναρξη των διαπραγματεύσεων θεωρείται ότι έχει εγκριθεί με την ανακοίνωσή της. |
|
Σε επείγουσες περιπτώσεις είναι δυνατό να πραγματοποιούνται τριμερείς συνεδριάσεις πριν από την ανακοίνωση. |
Τροπολογία 5 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 2 δ (νέα) | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
2δ. Όλα τα έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων των σχεδίων εγγράφων και των ανεπισήμων εγγράφων, διανέμονται σε ολόκληρη τη διαπραγματευτική ομάδα. Τα έγγραφα που πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο συζήτησης στις τριμερείς συνεδριάσεις διανέμονται τουλάχιστον 24 ώρες πριν από κάθε συνεδρίαση. Όλα τα σχέδια εγγράφων και τα ανεπίσημα έγγραφα που εξετάσθηκαν κατά την τριμερή συνεδρίαση τίθενται στη διάθεση της επιτροπής, κατά περίπτωση μέσω των πολιτικών ομάδων. |
|
Ο εισηγητής ενημερώνει τη διαπραγματευτική ομάδα εκ των προτέρων όταν προβλέπεται να πραγματοποιηθεί διμερής συζήτηση με την Επιτροπή ή την Προεδρία του Συμβουλίου, υποβάλλει έκθεση σχετικά με τα θέματα που συζητήθηκαν και διανέμει ενδεχόμενες προτάσεις ή έγγραφα. Οι διμερείς διαπραγματεύσεις δεν υποκαθιστούν τις τριμερείς διαπραγματεύσεις και δεν οδηγούν στη σύναψη συμφωνίας. |
|
Ο πρόεδρος υποβάλλει επίσημη έκθεση σχετικά με την πρόοδο των τριμερών διαπραγματεύσεων που πραγματοποιήθηκαν μετά την προηγούμενη συνεδρίαση της επιτροπής. Σε περίπτωση που έχουν σημειωθεί ουσιαστικές εξελίξεις ή πρέπει να οριστούν προτεραιότητες, ο εισηγητής και η διαπραγματευτική ομάδα πραγματοποιούν συζήτηση. |
|
Σε περίπτωση που υπάρχουν σημαντικές εξελίξεις και αποδεικνύεται ανέφικτη η έγκαιρη σύγκληση συνεδρίασης της επιτροπής, η διαπραγματευτική ομάδα υποβάλλει έκθεση τους συντονιστές της επιτροπής. |
|
Η αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή μπορεί να ανανεώνει την εντολή υπό το φως της προόδου των διαπραγματεύσεων. |
Τροπολογία 6 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 3 | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
3. Εάν οι διαπραγματεύσεις καταλήξουν σε συμβιβασμό με το Συμβούλιο μετά από την έγκριση της έκθεσης από την επιτροπή, η επιτροπή καλείται σε κάθε περίπτωση να γνωμοδοτήσει εκ νέου πριν από την ψηφοφορία στην Ολομέλεια. |
3. Εάν οι διαπραγματεύσεις καταλήξουν σε συμβιβασμό με το Συμβούλιο, οι συντονιστές της αρμόδιας επί της ουσίας επιτροπής ενημερώνονται χωρίς καθυστέρηση και ο συμβιβασμός παρουσιάζεται στην αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή. Εάν κάποιο μέλος της αρμόδιας επιτροπής δεν διατυπώσει αντιρρήσεις η επιτροπή καταθέτει το συμφωνηθέν κείμενο προς εξέταση στο Κοινοβούλιο υπό μορφή έκθεσης ή συμβιβαστικής τροπολογίας και, ενδεχομένως, ως ενοποιημένο κείμενο. |
|
Εάν ένα μέλος της επιτροπής αντιτίθεται στην κατάθεση του συμφωνηθέντος κειμένου στην Ολομέλεια, το ζήτημα τίθεται σε ψηφοφορία στην επιτροπή που αποφασίζει με απλή πλειοψηφία. Η ψηφοφορία μπορεί να προστεθεί στην ημερήσια διάταξη της εν λόγω συνεδρίασης της επιτροπής. |
Τροπολογία 7 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 3 α (νέα) | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
3α. Με την επιφύλαξη του άρθρου 57, παράγραφος 2, σε περίπτωση που έχει ζητηθεί εντολή στην Ολομέλεια αλλά δεν έχει διεξαχθεί τελική ψηφοφορία επί του νομοθετικού ψηφίσματος, είναι δυνατή η κατάθεση τροπολογιών από την αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή, από μία πολιτική ομάδα ή από τουλάχιστον 40 βουλευτές. |
Τροπολογία 8 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Άρθρο 70 – παράγραφος 3 β (νέα) | |
Ισχύον κείμενο |
Τροπολογία |
|
3β. Όταν ένα σχέδιο νομοθετικής πράξης εξετάζεται με τη διαδικασία συνδεδεμένων επιτροπών σύμφωνα με το άρθρο 50, ή με τη διαδικασία με κοινές συνεδριάσεις επιτροπών σύμφωνα με το άρθρο 51, τα εν λόγω άρθρα εφαρμόζονται επίσης και στην απόφαση σχετικά με την έναρξη διαπραγματεύσεων και τη διεξαγωγή των εν λόγω διαπραγματεύσεων. Όταν εφαρμόζεται το άρθρο 50, υπερισχύει, σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των ενδιαφερομένων επιτροπών, η απόφαση της αρμόδιας επί της ουσίας επιτροπής σχετικά με τη δυνατότητα έναρξης διαπραγματεύσεων, χωρίς να θίγεται η διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 2α. |
|
Όταν εφαρμόζεται το άρθρο 51, σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των δύο ενδιαφερομένων επιτροπών, οι όροι για την έναρξη διαπραγματεύσεων και τη διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων αυτών καθορίζονται από τον Πρόεδρο της Διάσκεψης των Προέδρων των Επιτροπών σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στον παρόντα Κανονισμό. |
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Ημερομηνία έγκρισης |
2.7.2012 |
|
|
|
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
33 0 0 |
|||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Elena Băsescu, Sharon Bowles, Νικόλαος Χουντής, George Sabin Cutaş, Leonardo Domenici, Diogo Feio, Elisa Ferreira, Jean-Paul Gauzès, Sven Giegold, Sylvie Goulard, Liem Hoang Ngoc, Wolf Klinz, Jürgen Klute, Philippe Lamberts, Werner Langen, Ivari Padar, Alfredo Pallone, Άννυ Ποδηματά, Antolín Sánchez Presedo, Olle Schmidt, Edward Scicluna, Theodor Dumitru Stolojan, Sampo Terho, Marianne Thyssen, Ρόδη Κράτσα-Τσαγκαροπούλου, Pablo Zalba Bidegain |
||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Herbert Dorfmann, Bas Eickhout, Sari Essayah, Danuta Maria Hübner, Sophia in ‘t Veld, Olle Ludvigsson, Roberts Zīle |
||||
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Ημερομηνία έγκρισης |
17.9.2012 |
|
|
|
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
20 0 1 |
|||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Andrew Henry William Brons, Carlo Casini, Andrew Duff, Roberto Gualtieri, Enrique Guerrero Salom, Zita Gurmai, Gerald Häfner, Daniel Hannan, Constance Le Grip, Paulo Rangel, Algirdas Saudargas, József Szájer, Rafał Trzaskowski, Manfred Weber, Luis Yáñez-Barnuevo García, Станимир Илчев |
||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Zuzana Brzobohatá, Luis de Grandes Pascual, Isabelle Durant, Anneli Jäätteenmäki, György Schöpflin, Μαριέττα Γιαννάκου |
||||