ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις ποινικές κυρώσεις για καταχρήσεις εμπιστευτικών πληροφοριών και για χειραγώγηση αγοράς

19.10.2012 - (COM(2011)0654 – C7‑0358/2011 – 2011/0297(COD)) - ***I

Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής
Εισηγήτρια: Arlene McCarthy


Διαδικασία : 2011/0297(COD)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A7-0344/2012
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A7-0344/2012
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις ποινικές κυρώσεις για καταχρήσεις εμπιστευτικών πληροφοριών και για χειραγώγηση αγοράς

(COM(2011)0654 – C7‑0358/2011 – 2011/0297(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0654) και την τροποποιημένη πρόταση (COM(2012)0420),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 83 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0358/2011),

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–   έχοντας υπόψη την αιτιολογημένη γνώμη που υποβλήθηκε από το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με την οποία υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,

–   έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που εκδόθηκε στις 22 Μαρτίου 2012[1],

–   έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 28 Μαρτίου 2012[2],

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0344/2012),

1.  εγκρίνει τη θέση σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.  καλεί την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα εθνικά κοινοβούλια.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ[3]*

στην πρόταση της Επιτροπής

---------------------------------------------------------

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τις ποινικές κυρώσεις για καταχρήσεις εμπιστευτικών πληροφοριών και για χειραγώγηση αγοράς

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κυρίως το άρθρο 83 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Μετά τη διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που εκδόθηκε στις 22 Μαρτίου 2012[4],

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[5],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία[6],

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)      Για μια ενοποιημένη και αποτελεσματική χρηματοπιστωτική αγορά και για ενισχυμένη εμπιστοσύνη των επενδυτών, η αγορά πρέπει να είναι ανεπίληπτη. Η ομαλή λειτουργία των αγορών κινητών αξιών και η εμπιστοσύνη του κοινού στις αγορές αποτελούν προϋποθέσεις για την οικονομική ανάπτυξη και ευημερία. Η κατάχρηση της αγοράς βλάπτει την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών και την εμπιστοσύνη του κοινού στις κινητές αξίες και τα παράγωγα μέσα.

(2)      Η οδηγία 2003/6/ΕΚ13 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 28ης Ιανουαρίου 2003 για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση της αγοράς), συμπλήρωσε και επικαιροποίησε το νομικό πλαίσιο της Ένωσης για την προστασία της ακεραιότητας της αγοράς. Επίσης επέβαλλε στα κράτη μέλη την υποχρέωση να διασφαλίσουν ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν τις εξουσίες έρευνας και εντοπισμού των καταχρήσεων αγοράς. Τηρουμένου του δικαιώματος των κρατών μελών να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις, η οδηγία 2003/6/ΕΚ απαιτούσε επίσης από τα κράτη μέλη να εξασφαλίζουν ότι θα μπορούν να ληφθούν τα κατάλληλα διοικητικά μέτρα ή να επιβληθούν κατάλληλες διοικητικές κυρώσεις κατά των υπευθύνων παραβίασης των εθνικών διατάξεων εφαρμογής της οδηγίας αυτής.

(3)      Η έκθεση της Ομάδας Υψηλού Επιπέδου της ΕΕ για τη χρηματοπιστωτική εποπτεία (η Ομάδα Υψηλού Επιπέδου) διατύπωσε τη σύσταση ότι ένα άρτιο εποπτικό πλαίσιο επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του χρηματοπιστωτικού τομέα πρέπει να στηρίζεται σε ισχυρά συστήματα εποπτείας και κυρώσεων. Για το σκοπό αυτό, η Ομάδα Υψηλού Επιπέδου θεώρησε ότι οι εποπτικές αρχές πρέπει να διαθέτουν επαρκείς εξουσίες δράσης και ότι πρέπει να υπάρχουν ταυτόσημα, ισχυρά και αποτρεπτικά συστήματα κυρώσεων για κάθε οικονομικό έγκλημα, οι κυρώσεις οι οποίες θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, προκειμένου να διαφυλαχτεί η ακεραιότητα της αγοράς. Η Ομάδα κατέληξε συμπεραίνουσα ότι, κατά γενικό κανόνα, τα καθεστώτα κυρώσεων που ισχύουν στα κράτη μέλη είναι αδύναμα και ανομοιογενή

(4)      Για την καλή λειτουργία ενός νομοθετικού πλαισίου για τις καταχρήσεις αγοράς χρειάζεται η αποτελεσματική εφαρμογή του. Διενεργηθείσα αξιολόγηση των εθνικών καθεστώτων διοικητικών κυρώσεων βάσει της οδηγίας 2003/6/ΕΚ κατέδειξε ότι όλες οι εθνικές αρμόδιες αρχές δεν διέθεταν ένα πλήρες σύνολο αρμοδιοτήτων ώστε να διασφαλίζουν ότι θα μπορούσαν να αντιμετωπίζουν τις καταχρήσεις αγοράς επιβάλλοντας την κατάλληλη κύρωση. Ειδικότερα, όλα τα κράτη μέλη δεν είχαν θεσπίσει χρηματικές διοικητικές κυρώσεις όσον αφορά τις πράξεις κατόχων εμπιστευτικών πληροφοριών και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς, το δε επίπεδο των κυρώσεων διέφερε σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών. Μία νέα νομοθετική πράξη είναι επίσης απαραίτητη για τη διασφάλιση ενιαίων κανόνων και της αποσαφήνισης βασικών εννοιών, καθώς και για τη διασφάλιση ενός ενιαίου εγχειριδίου κανόνων που συνάδει με τα συμπεράσματα της Ομάδας Υψηλού Επιπέδου.

(5)      Η θέσπιση των διοικητικών κυρώσεων από τα κράτη μέλη έχει έως τώρα αποδειχθεί ανεπαρκής ώστε να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τους κανόνες για την πρόληψη και την καταπολέμηση των καταχρήσεων αγοράς.

(6)      Είναι ουσιώδους σημασίας να ενισχυθεί η συμμόρφωση αυτή με την ύπαρξη ποινικών κυρώσεων, οι οποίες να αντικατοπτρίζουν μια κοινωνική αποδοκιμασία διαφορετικού ποιοτικού χαρακτήρα από αυτήν που εκδηλώνεται μέσω της επιβολής διοικητικών ποινών. Η απόδοση χαρακτήρα ποινικού αδικήματος στις πλέον σοβαρές μορφές καταχρήσεων αγοράς σημασιοδοτεί σαφώς, από άποψη δικαίου, ότι τέτοιες συμπεριφορές θεωρούνται απαράδεκτες και απευθύνει ένα μήνυμα στο κοινό και στους επίδοξους παραβάτες ότι οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν ιδιαιτέρως σοβαρά υπόψη τους τις συμπεριφορές αυτές.

(6α)    Πολλά χρηματοοικονομικά μέσα αποτιμώνται με βάση κριτήρια αξιολόγησης. Η πραγματική ή επιχειρούμενη χειραγώγηση κριτηρίων αξιολόγησης, όπως των διατραπεζικών επιτοκίων προσφοράς, μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην εμπιστοσύνη της αγοράς και μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές απώλειες για τους επενδυτές και να στρεβλώσει την πραγματική οικονομία. Ως εκ τούτου απαιτούνται ειδικές διατάξεις όσον αφορά τα κριτήρια αξιολόγησης προκειμένου να διαφυλαχθεί η ακεραιότητα των αγορών. Είναι αναγκαίο να συμπληρώνεται η γενική απαγόρευση των καταχρήσεων εμπιστευτικών πληροφοριών και της χειραγώγησης της αγοράς με την απαγόρευση της χειραγώγησης των ίδιων των κριτηρίων αξιολόγησης και της τυχόν διαβίβασης ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών, της παροχής ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων, ή οποιασδήποτε άλλης ενέργειας που συνεπάγεται τη χειραγώγηση του υπολογισμού ενός κριτηρίου αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένης της μεθοδολογίας που εφαρμόζεται για το κριτήριο αξιολόγησης. Εξάλλου, δεν είναι απαραίτητο να αποδεικνύουν οι αρμόδιες αρχές τον σύνδεσμο μεταξύ της παράνομης τακτικής ενός ή περισσοτέρων ατόμων και τον τελικό αντίκτυπο σε ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα· θα ήταν αρκετό να υπάρχει μια σχέση, ακόμη και έμμεση, μεταξύ της καταχρηστικής συμπεριφοράς και ενός χρηματοπιστωτικού μέσου. Για παράδειγμα, η διάδοση εσφαλμένων ή παραπλανητικών πληροφοριών σχετικά με διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού ή άλλο κριτήριο αξιολόγησης θα ενέπιπτε στον ορισμό της χειραγώγησης της αγοράς.

(7)      Όλα τα κράτη μέλη δεν έχουν προβλέψει ποινικές κυρώσεις για ορισμένες μορφές σοβαρών παραβάσεων της εθνικής νομοθεσίας εφαρμογής της οδηγίας 2003/6/ΕΚ. Οι διαφορετικές αυτές προσεγγίσεις υπονομεύουν την ομοιομορφία των όρων λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και μπορούν να ενθαρρύνουν ορισμένα πρόσωπα στη διάπραξη καταχρήσεων αγοράς στα κράτη μέλη εκείνα που δεν προβλέπουν ποινικές κυρώσεις για τα εν λόγω αδικήματα. Επιπλέον, δεν έχει υπάρξει μέχρι τώρα σε όλη την Ένωση συμφωνία επί των ορισμών των συμπεριφορών εκείνων οι οποίες θα πρέπει να θεωρούνται ως σοβαρές παραβάσεις. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καθοριστούν ελάχιστοι κανόνες όσον αφορά τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων που διαπράττονται από φυσικά και νομικά πρόσωπα καθώς και κυρώσεις. Η ύπαρξη κοινών ελάχιστων κανόνων θα καταστήσει επίσης δυνατή τη χρήση αποτελεσματικότερων μεθόδων έρευνας και αποτελεσματικής συνεργασίας τόσο εντός όσο και μεταξύ των κρατών μελών. Από τις συνέπειες της χρηματοπιστωτικής κρίσης, καθίσταται σαφές ότι n χειραγώγηση της αγοράς δύναται να ζημιώσει σε μεγάλο βαθμό τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων. Η απουσία κοινών συστημάτων ποινικών κυρώσεων στην Ένωση παρέχει στους δράστες, σε περίπτωση καταχρήσεων αγοράς, τη δυνατότητα να επωφελούνται από την ύπαρξη λιγότερο αυστηρών συστημάτων σε ορισμένα κράτη μέλη. Αυτό έχει ως συνέπεια την έλλειψη εμπιστοσύνης εκ μέρους των πολιτών προς το κράτος δικαίου και τη νομιμότητα των θεσμών. Η επιβολή ποινικών κυρώσεων για τα πλέον σοβαρά αδικήματα καταχρήσεων αγοράς θα ενεργήσει σε μεγαλύτερο βαθμό αποτρεπτικά για τους επίδοξους παραβάτες.

(8)      Η πρόβλεψη από όλα τα κράτη μέλη ποινικών κυρώσεων για τα πλέον σοβαρά αδικήματα κατάχρησης αγοράς είναι συνεπώς απαραίτητη ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή της ενωσιακής πολιτικής για την καταπολέμηση των καταχρήσεων αγοράς, σύμφωνα με τους όρους που περιγράφονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 20ής Σεπτεμβρίου 2011 με τίτλο «Προς μια ενωσιακή πολιτική για ποινικές υποθέσεις: Εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής των πολιτικών της ΕΕ μέσω του ποινικού δικαίου».

(9)      Προκειμένου το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας να ευθυγραμμιστεί με αυτό του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MAR], οι πράξεις επί ιδίων μετοχών και άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων στο πλαίσιο μέτρων σταθεροποίησης και προγραμμάτων επαναγοράς, καθώς και οι συναλλαγές, εντολές ή συμπεριφορές που εντάσσονται στο πλαίσιο δραστηριοτήτων νομισματικής διαχείρισης και διαχείρισης δημόσιου χρέους και οι δραστηριότητες που αναφέρονται σε δικαιώματα εκπομπής στο πλαίσιο άσκησης της κλιματικής πολιτικής της Ένωσης, θα πρέπει να εξαιρούνται από την παρούσα οδηγία.

(9α)    Η χρήση εμπιστευτικών πληροφοριών μπορεί να οδηγήσει στην απόκτηση ή πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων. Δεδομένου ότι της απόκτησης ή πώλησης χρηματοπιστωτικών μέσων προηγείται απαραιτήτως λήψη σχετικής απόφασης, η διενέργεια της απόκτησης ή πώλησης αυτής δεν θα πρέπει να θεωρείται καθεαυτή ότι συνιστά κατάχρηση εμπιστευτικών πληροφοριών.

(9β)    Η πρόσβαση σε εμπιστευτικές πληροφορίες που αφορούν μία άλλη εταιρία, καθώς και η χρήση τους στο πλαίσιο μιας δημόσιας προσφοράς εξαγοράς με σκοπό την απόκτηση του ελέγχου της εταιρίας ή την υποβολή πρότασης συγχώνευσης με την εταιρία αυτή δεν θα πρέπει να θεωρούνται καθεαυτές ότι συνιστούν κατάχρηση εμπιστευτικών πληροφοριών.

(9γ)     Έρευνες και εκτιμήσεις που απορρέουν από δεδομένα που έχουν δημοσιοποιηθεί δεν θα πρέπει να θεωρούνται εμπιστευτικές πληροφορίες και, ως εκ τούτου, οι συναλλαγές που διενεργούνται βάσει των ερευνών και των εκτιμήσεων αυτών δεν θα πρέπει καθεαυτές να θεωρούνται ότι συνιστούν κατάχρηση εμπιστευτικών πληροφοριών.

(9δ)    Το γεγονός και μόνο ότι ειδικοί διαπραγματευτές ή πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται να ενεργούν ως αντισυμβαλλόμενοι, και που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες, περιορίζονται στην άσκηση της νόμιμης επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, η οποία συνίσταται στην αγοραπωλησία χρηματοπιστωτικών μέσων, ή ότι πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται να εκτελούν εντολές για λογαριασμό τρίτων περιορίζονται στην πιστή εκτέλεση μιας εντολής, δεν πρέπει να θεωρείται ότι συνιστά καθεαυτό κατάχρηση εμπιστευτικών πληροφοριών.

(10)    Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να υποβάλλουν τα αδικήματα της κατάχρησης εμπιστευτικών πληροφοριών και της χειραγώγησης αγοράς σε ποινικές κυρώσεις σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, παρά μόνον εφόσον διαπράττονται από πρόθεση.

(11)    Λόγω των δυσμενών επιπτώσεων τις οποίες συνεπάγονται για την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών και για την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις αγορές αυτές οι απόπειρες καταχρήσεων εμπιστευτικών πληροφοριών και οι απόπειρες χειραγώγησης της αγοράς, οι εν λόγω μορφές συμπεριφοράς θα πρέπει επίσης να τιμωρούνται ως ποινικά αδικήματα.

(12)    Η παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να επιβάλλει στα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι θα τιμωρούνται επίσης τόσο η υποκίνηση όσο και η συνέργεια στη διάπραξη των ποινικών αδικημάτων. Στο πλαίσιο αυτό, το να οδηγείται άλλο πρόσωπο, βάσει εμπιστευτικών πληροφοριών, στην απόκτηση ή διάθεση των χρηματοπιστωτικών μέσων στα οποία αναφέρονται οι πληροφορίες αυτές, θα πρέπει να θεωρείται ως υποκίνηση σε πράξη προσώπου που κατέχει εμπιστευτικές πληροφορίες.

(12α)  Προκειμένου οι κυρώσεις για τα αδικήματα που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία να είναι αποτελεσματικές και αποτρεπτικές, θα πρέπει να θεσπίζεται στην παρούσα οδηγία ένα ελάχιστο όριο για τη μέγιστη διάρκεια φυλάκισης.

(13)    Για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το νομικό πλαίσιο που έχει τεθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. .../2012 [MAR], και τα μέτρα εφαρμογής του.

(14)    Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη διασφάλιση της ακεραιότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών, όπως αυτή εκτίθεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. .../2012 [MAR], τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να επεκτείνουν την ευθύνη ώστε να περιλαμβάνει τα νομικά πρόσωπα και, όπου είναι εφικτό, να επισύρεται η ποινική ευθύνη των νομικών προσώπων.

(14α)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι αρχές επιβολής του νόμου και οι δικαστικές αρχές ή άλλες επιφορτισμένες με τη διερεύνηση ή τη δίωξη των αδικημάτων που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία υπηρεσίες, διαθέτουν επαρκείς πόρους και κατάλληλη κατάρτιση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου οι διώκτες και δικαστικές αρχές ή άλλες υπηρεσίες που είναι αρμόδιες για τη διερεύνηση ή δίωξη των αδικημάτων που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία να έχουν στη διάθεσή τους αποτελεσματικά ανακριτικά μέσα.

(15)    Δεδομένου ότι η παρούσα οδηγία προβλέπει ελάχιστους κανόνες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι ελεύθερα να θεσπίζουν ή να διατηρούν αυστηρότερους κανόνες ποινικού δικαίου για τις καταχρήσεις αγοράς.

(16)    Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να είναι σύμφωνη προς την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[7].

(16α)  Κάθε ποινική καταδίκη που επιβάλλεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να δημοσιοποιείται αμέσως και να περιλαμβάνει τουλάχιστον πληροφορίες για το είδος και τη φύση του αδικήματος, την επιβληθείσα ποινή και την ταυτότητα του καταδικασθέντος φυσικού ή νομικού προσώπου, εκτός εάν η δημοσιοποίηση αυτή θέτει σοβαρά σε κίνδυνο τη τις διενεργούμενες επίσημες έρευνες.

(16β)  Στο υφιστάμενο περιβάλλον διαπραγμάτευσης μετοχών, είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, για τις αρμόδιες αρχές να εντοπίσουν περιπτώσεις διασταυρούμενης χειραγώγησης της αγοράς. Από την εμπειρία σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο στον τομέα της εποπτείας προκύπτει ότι υπάρχουν περιπτώσεις καταχρήσεων αγοράς στις οποίες εμπλέκονται άτομα από πολλά κράτη μέλη. Καθώς οι αγορές ενοποιούνται όλο και περισσότερο, αυξάνεται συνεχώς η τάση για διασυνοριακές περιπτώσεις κατάχρησης αγοράς. Η διασφάλιση της αποτελεσματικής συνεργασίας και της ανταλλαγής δεδομένων έχει ζωτική σημασία προκειμένου οι αρμόδιες εθνικές αρχές να έχουν τη δυνατότητα εκπλήρωσης των εποπτικών τους καθηκόντων. Η αδυναμία συγκρότησης διασυνοριακών μηχανισμών εποπτείας επιτείνει τα υφιστάμενα χάσματα και κενά και διευκολύνει όσους επιθυμούν να διαπράξουν διασυνοριακές καταχρήσεις.

(17)  Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή να εξασφαλιστεί η ύπαρξη σε όλη την Ένωση ποινικών κυρώσεων για τα πλέον σοβαρά αδικήματα κατάχρησης αγοράς, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και κατά συνέπεια, λόγω των διαστάσεων και των επιπτώσεων της παρούσας οδηγίας, μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή διατυπώνεται στο προαναφερθέν άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του εν λόγω στόχου.

(17α)  Προκειμένου να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική δίωξη σε διασυνοριακές υποθέσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για τη θεμελίωση της δικαιοδοσίας τους όσον αφορά τα αδικήματα που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία σε περιπτώσεις που το αδίκημα διεπράχθη εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στο έδαφός τους ή προς όφελος ενός φυσικού ή νομικού προσώπου που διαμένει ή είναι εγκατεστημένο στο έδαφος ενός κράτους μέλους.

(18)    Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στο Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτά κατοχυρώνονται στη ΣΛΕΕ. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να εφαρμόζεται με το δέοντα σεβασμό της ελευθερίας του επιχειρείν (άρθρο 16), του δικαιώματος λυσιτελούς προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου (άρθρο 47), του τεκμηρίου αθωότητας και των δικαιωμάτων της υπεράσπισης (άρθρο 48), των αρχών της νομιμότητας και της αναλογικότητας αξιοποίνων πράξεων και ποινών (άρθρο 49), και του δικαιώματος του προσώπου να μη δικάζεται και να μην τιμωρείται ποινικά δύο φορές για την ίδια αξιόποινη πράξη (άρθρο 50). Τα κράτη μέλη θα πρέπει να τηρούν πλήρως την αρχή της απαγόρευσης νέας δίωξης για το ίδιο αδίκημα («ne bis in idem»).

(18α)  Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν τα δικονομικά δικαιώματα των υπόπτων ή των κατηγορουμένων στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών και, ιδίως, να λαμβάνουν υπόψη το ψήφισμα του Συμβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 2009 για έναν οδικό χάρτη για την ενίσχυση των δικονομικών δικαιωμάτων των υπόπτων ή κατηγορουμένων σε ποινικές διαδικασίες[8], την οδηγία 2010/64/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Οκτωβρίου 2010 σχετικά με το δικαίωμα σε διερμηνεία και μετάφραση κατά την ποινική διαδικασία[9], την οδηγία 2012/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά με το δικαίωμα ενημέρωσης στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών[10] και οποιαδήποτε άλλη νομική πράξη της Ένωσης στον εν λόγω τομέα.

(19)    Η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στα κράτη μέλη, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να προβαίνει σε εκτίμηση της πιθανής μελλοντικής ανάγκης για τη θέσπιση μιας ελάχιστης εναρμόνισης των ειδών και των επιπέδων των ποινικών κυρώσεων. Η Επιτροπή θα πρέπει ειδικότερα να αναζητήσει πληροφορίες για το διασυνοριακό χαρακτήρα πολλών εκ των συναλλαγών που συνιστούν αδίκημα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, σεβόμενη συνεπώς την αρχή της επικουρικότητας.

(20)    [Σύμφωνα με τα άρθρα 1, 2, 3 και 4 του Πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη, το Ηνωμένο Βασίλειο γνωστοποίησε την επιθυμία του να συμμετάσχει στη θέσπιση και εφαρμογή της παρούσας οδηγίας] Ή [Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του Πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα συμμετάσχει στη θέσπιση της παρούσας οδηγίας και συνεπώς δεν δεσμεύεται από την εφαρμογή της ούτε υπόκειται σε αυτήν.]

(21)    [Σύμφωνα με τα άρθρα 1, 2, 3 και 4 του Πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη, η Ιρλανδία γνωστοποίησε την επιθυμία της να συμμετάσχει στη θέσπιση και εφαρμογή της παρούσας οδηγίας] Ή [Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του Πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη, η Ιρλανδία δεν θα συμμετάσχει στη θέσπιση της παρούσας οδηγίας και συνεπώς δεν δεσμεύεται από την εφαρμογή της ούτε υπόκειται σε αυτήν.]

(22)    Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 22 για τη θέση της Δανίας, που έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της οδηγίας και συνεπώς δεν δεσμεύεται από την εφαρμογή της ούτε υπόκειται σε αυτήν.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.          Με την παρούσα οδηγία θεσπίζονται ελάχιστοι κανόνες σε θέματα ποινικών κυρώσεων που εφαρμόζονται στις πλέον σοβαρές μορφές κατάχρησης αγοράς, ήτοι στις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και στις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς, προκειμένου να διασφαλισθεί η ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών στην Ένωση και να ενισχυθεί η προστασία και η εμπιστοσύνη των επενδυτών στις εν λόγω αγορές.

2.          Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις πράξεις επί ιδίων μετοχών στο πλαίσιο προγραμμάτων επαναγοράς ή σταθεροποίησης ορισμένου χρηματοπιστωτικού μέσου, όταν οι εν λόγω πράξεις διενεργούνται σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2012 [MAR], ούτε στις συναλλαγές ή εντολές ▌ που εντάσσονται στο πλαίσιο δραστηριοτήτων νομισματικής διαχείρισης και διαχείρισης δημόσιου χρέους και δραστηριοτήτων που αναφέρονται σε δικαιώματα εκπομπής στο πλαίσιο άσκησης της κλιματικής πολιτικής της Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2012 [MAR].

3.          Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης σε συμπεριφορές και συναλλαγές, περιλαμβανομένων των προσφορών, οι οποίες είναι συναφείς με δημοπρατήσεις δικαιωμάτων εκπομπής ή άλλων εκπλειστηριαζόμενων προϊόντων βασιζομένων στα δικαιώματα αυτά σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1031/2010 της Επιτροπής της 12ης Νοεμβρίου 2010 για το χρόνο διεξαγωγής, τη διαχείριση και τις λοιπές πτυχές των πλειστηριασμών δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου κατ’ εφαρμογήν της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας[11]. Κάθε διάταξη της παρούσας οδηγίας, η οποία αναφέρεται σε εντολές διαπραγμάτευσης, εφαρμόζεται στις προσφορές που υποβάλλονται στο πλαίσιο δημοπρασίας.

3α.        Η παρούσα οδηγία ισχύει επίσης για επιτόκια, νομίσματα, κριτήρια αξιολόγησης, διατραπεζικά επιτόκια δανεισμού, δείκτες και είδη χρηματοπιστωτικών μέσων, συμπεριλαμβανομένων συμβάσεων παραγώγων ή παραγώγων μέσων, που αντλούν την αξία τους από την αξία επιτοκίων, νομισμάτων ή δεικτών.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

1.          «χρηματοπιστωτικό μέσο», κάθε μέσο κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 σημείο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/… [MiFIR]·

1α.        «συμβόλαιο άμεσης παράδοσης επί εμπορεύματος», κάθε συμβόλαιο για την προμήθεια ενός εμπορεύματος που έχει εισαχθεί για διαπραγμάτευση σε αγορά άμεσης παράδοσης και παραδίδεται αμέσως μόλις διακανονιστεί η συναλλαγή, συμπεριλαμβανομένου κάθε παράγωγου συμβολαίου που πρέπει να διακανονίζεται με φυσική παράδοση·

1β.        «πρόγραμμα επαναγοράς», η διενέργεια πράξεων επί ιδίων μετοχών, σύμφωνα με τα άρθρα 19 έως 24 της οδηγίας 77/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί συντονισμού των εγγυήσεων που επιβάλλονται από κράτη μέλη στις εταιρίες, κατά την έννοια του άρθρου 58 δεύτερη παράγραφος της συνθήκης για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες όσον αφορά τη σύσταση της ανωνύμου εταιρίας και τη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφαλαίου της[12].

2.          «εμπιστευτικές πληροφορίες», πληροφορίες κατά την έννοια του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2012 [MAR]·

2α.        «αρμόδια αρχή», η αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2012 [MAR]·

2β.        «πρόσωπο», κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο·

2γ.         «δικαίωμα εκπομπής», κάθε χρηματοπιστωτικό μέσο κατά την έννοια του παραρτήματος Ι τμήμα Γ σημείο 11 της οδηγίας …/.../ΕΕ [νέα MiFID]·

3.          «κριτήριο αξιολόγησης», κάθε δημοσιευμένο επιτόκιο, εμπορικός δείκτης ή αριθμητικό στοιχείο βάσει του οποίου προσδιορίζεται το πληρωτέο ποσό στο πλαίσιο ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, συμπεριλαμβανομένου και του διατραπεζικού επιτοκίου δανεισμού, το οποίο υπολογίζεται με την εφαρμογή ενός τύπου, ή που διαφορετικά απορρέει από:

α)          την τιμή ή την αξία ενός ή περισσότερων υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων· ή

β)          το επιτόκιο (πραγματικό ή κατ’ εκτίμηση) που εφαρμόζεται για τον δανεισμό κεφαλαίων·

3α.      «αποδεκτές πρακτικές αγοράς», οι πρακτικές που είναι ευλόγως αναμενόμενες σε μία ή περισσότερες χρηματοπιστωτικές αγορές και που έχουν γίνει αποδεκτές από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 4α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../... [MAR]·

3β.        «σταθεροποίηση», κάθε αγορά ή προσφορά για την αγορά των σχετικών χρηματοπιστωτικών μέσων, ή κάθε συναλλαγή σε συνδεόμενα με αυτές ισοδύναμα μέσα, την οποία διενεργούν επιχειρήσεις επενδύσεων ή πιστωτικά ιδρύματα, στο πλαίσιο σημαντικής διάθεσης τέτοιων σχετικών κινητών αξιών με αποκλειστικό σκοπό τη στήριξη της αγοραίας τιμής αυτών των σχετικών κινητών αξιών, για προκαθορισμένη χρονική περίοδο, λόγω πίεσης που ασκείται στις τιμές αυτών των κινητών αξιών.

Άρθρο 3

Πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και αθέμιτη δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι οι πιο κάτω ενέργειες συνιστούν ποινικά αδικήματα, εφόσον γίνονται σκοπίμως:

α)          η από πλευράς κατόχου εμπιστευτικών πληροφοριών άμεση ή έμμεση χρησιμοποίησή τους, ενώ γνωρίζει τη φύση των εν λόγω πληροφοριών, για την απόκτηση ή την πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων στα οποία αναφέρονται οι εν λόγω πληροφορίες, ▌ για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου·

αα)        η χρησιμοποίηση από ένα πρόσωπο εμπιστευτικών πληροφοριών για την ακύρωση ή τροποποίηση μιας εντολής σχετικά με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο που αφορούν οι πληροφορίες, εάν η εντολή εστάλη πριν το σχετικό πρόσωπο αποκτήσει τις εμπιστευτικές πληροφορίες·

αβ)        η χρησιμοποίηση από ένα πρόσωπο εμπιστευτικών πληροφοριών προκειμένου να επηρεάσει την αξία των επιτοκίων, νομισμάτων, κριτηρίων αξιολόγησης, διατραπεζικών επιτοκίων δανεισμού, δεικτών και ειδών χρηματοπιστωτικών μέσων, συμπεριλαμβανομένων συμβάσεων παραγώγων ή παραγώγων μέσων, που αντλούν την αξία τους από την αξία επιτοκίων, νομισμάτων, κριτηρίων αξιολόγησης, διατραπεζικών επιτοκίων δανεισμού, δεικτών και ειδών χρηματοπιστωτικών μέσων·

αγ)        η από πλευράς ενός προσώπου που κατέχει εμπιστευτικές πληροφορίες σύσταση προς τρίτο πρόσωπο, βάσει των εμπιστευτικών πληροφοριών, να αγοράσει ή να πωλήσει χρηματοπιστωτικά μέσα που αφορούν οι εν λόγω πληροφορίες ή η υποκίνηση του εν λόγω προσώπου να προβεί στην αγορά ή την πώληση των μέσων αυτών·

αδ)        η χρησιμοποίηση ή κοινοποίηση από ένα πρόσωπο μιας σύστασης σύμφωνα με το στοιχείο αγ)·

αε)        η από πλευράς ενός προσώπου που κατέχει εμπιστευτικές πληροφορίες σύσταση προς τρίτο πρόσωπο, βάσει των εμπιστευτικών πληροφοριών, να ακυρώσει ή να τροποποιήσει εντολή σχετικά με χρηματοπιστωτικά μέσα που αφορούν οι εν λόγω πληροφορίες, χωρίς να γνωστοποιήσει τις εμπιστευτικές πληροφορίες αυτές στο τρίτο πρόσωπο, ή η υποκίνηση του προσώπου αυτού να προβεί στην εν λόγω ακύρωση ή τροποποίηση·

β)          η από πλευράς ενός προσώπου που κατέχει εμπιστευτικές πληροφορίες κοινοποίηση των εν λόγω εμπιστευτικών πληροφοριών σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, εκτός εάν αυτό γίνει στα συνήθη πλαίσια άσκησης των εκ της απασχόλησης ή του επαγγέλματος καθηκόντων.

Άρθρο 4

Χειραγώγηση της αγοράς

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι οι πιο κάτω ενέργειες συνιστούν ποινικά αδικήματα, εφόσον γίνονται από αμέλεια ή σκοπίμως:

α)          η πραγματοποίηση συναλλαγής, η διαβίβαση εντολής διαπραγμάτευσης ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια η οποία επιφέρει τις ακόλουθες συνέπειες:

(i)         παρέχει, ή ενδέχεται να παρέχει, ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά με την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, περιλαμβανομένων της αξίας των επιτοκίων, νομισμάτων, κριτηρίων αξιολόγησης, διατραπεζικών επιτοκίων δανεισμού, δεικτών και ειδών χρηματοπιστωτικών μέσων, συμπεριλαμβανομένων συμβάσεων παραγώγων ή παραγώγων μέσων, που αντλούν την αξία τους από την αξία επιτοκίων, νομισμάτων, κριτηρίων αξιολόγησης, διατραπεζικών επιτοκίων δανεισμού, δεικτών και ειδών χρηματοπιστωτικών μέσων, ή μιας συναφούς με αυτό σύμβασης χρηματιστηριακού εμπορεύματος τοις μετρητοίς· ή

(ii)    διαμορφώνει, ή ενδέχεται να διαμορφώνει, την τιμή ενός ή περισσότερων χρηματοπιστωτικών μέσων, περιλαμβανομένων της αξίας των επιτοκίων, νομισμάτων, τίτλων αναφοράς, διατραπεζικών επιτοκίων δανεισμού, δεικτών και ειδών χρηματοπιστωτικών μέσων, συμπεριλαμβανομένων συμβάσεων παραγώγων ή παραγώγων μέσων, που αντλούν την αξία τους από την αξία επιτοκίων, νομισμάτων, κριτηρίων αξιολόγησης, διατραπεζικών επιτοκίων δανεισμού, δεικτών και ειδών χρηματοπιστωτικών μέσων ή ενός σχετικού συμβολαίου άμεσης παράδοσης επί εμπορεύματος σε μη κανονικό ή τεχνητό επίπεδο·

γ)          η πραγματοποίηση συναλλαγής, η αποστολή εντολής διαπραγμάτευσης ή οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα ή συμπεριφορά που επηρεάζει, ή ενδέχεται να επηρεάσει, την τιμή ενός ή περισσότερων χρηματοπιστωτικών μέσων ή ενός σχετικού συμβολαίου άμεσης παράδοσης επί εμπορεύματος, και η οποία χρησιμοποιεί εικονική διάταξη ή κάθε άλλης μορφής παραπλάνηση ή τέχνασμα·

δ)          η διάδοση πληροφοριών μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένου του διαδικτύου, ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, οι οποίες έχουν, άμεσα ή έμμεσα, τις συνέπειες που αναφέρονται στο στοιχείο α), εφόσον το πρόσωπο που τις διέδωσε γνώριζε, ή όφειλε να γνωρίζει, ότι οι πληροφορίες ήταν ψευδείς ή παραπλανητικές ή αποκρύπτουν στοιχεία·

ε)          η διαβίβαση ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών, η χορήγηση ψευδών ή παραπλανητικών εισροών ή η άσκηση οποιασδήποτε άλλης ισοδύναμης δραστηριότητας που συνεπάγεται τη σκόπιμη χειραγώγηση του υπολογισμού του κριτηρίου αξιολόγησης.

Άρθρο 5

Υποκίνηση, συνέργεια και απόπειρα

1.          Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι η υποκίνηση και η συνέργεια στη διάπραξη, όπως και η απόπειρα διάπραξης των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 4, τιμωρούνται ως ποινικά αδικήματα

2.          Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι η απόπειρα διάπραξης οιουδήποτε αδικήματος από τα αναφερόμενα στο άρθρο 3 στοιχεία α), αα) έως αε) και στο άρθρο 4 στοιχεία α), β), γ) και ε), τιμωρείται ως ποινικό αδίκημα.

Άρθρο 6

Ποινικές κυρώσεις

1.          Tα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι τα ποινικά αδικήματα τα οποία αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 5 τιμωρούνται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές κυρώσεις.

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω κυρώσεις δρουν αποτρεπτικά για το ευρύ κοινό, πρέπει να δημοσιεύονται, εφόσον απαιτείται, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και να περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστον στοιχεία σχετικά με το είδος και τη φύση της παράβασης καθώς και με την ταυτότητα των προσώπων που ευθύνονται για αυτήν, εκτός εάν η εν λόγω δημοσίευση θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών. Εάν η εν λόγω δημοσίευση προκαλούσε δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη, οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν ανώνυμα τα μέτρα και τις κυρώσεις.

1α.        Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι τα ποινικά αδικήματα τα οποία αναφέρονται στα στοιχεία α) έως αγ) του άρθρου 3 και στα στοιχεία α), γ) και ε) του άρθρου 4, τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης το ανώτατο όριο της οποίας ανέρχεται σε τουλάχιστον πέντε έτη.

1β.        Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι τα ποινικά αδικήματα τα οποία αναφέρονται στα στοιχεία αδ), αε) και β) του άρθρου 3 και στο στοιχείο δ) του άρθρου 4 τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης το ανώτατο όριο της οποίας ανέρχεται σε τουλάχιστον δύο έτη.

1γ.         Κατά την εκτίμηση της αναλογικότητας των κυρώσεων, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τα κέρδη που έχουν αποκομίσει ή τις ζημίες που έχουν αποφύγει τα άτομα που θεωρούνται υπεύθυνα καθώς και τη ζημία που έχει προκαλέσει το αδίκημα σε άλλα άτομα και, κατά περίπτωση, τη ζημία στη λειτουργία των αγορών ή της ευρύτερης οικονομίας.

Άρθρο 7

Ευθύνη νομικών προσώπων

1.          Tα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε τα νομικά πρόσωπα να είναι δυνατό να καθίστανται υπεύθυνα για τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 5, στις περιπτώσεις που τα αδικήματα αυτά διαπράττονται επ’ ωφελεία τους από οιοδήποτε πρόσωπο κατέχει ιθύνουσα θέση εντός του νομικού προσώπου και ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου, με την ιδιότητα:

             α)     εξουσία εκπροσώπησης του νομικού προσώπου·

             β)     εξουσία λήψης αποφάσεων για λογαριασμό του νομικού προσώπου· or

             γ)      εξουσία άσκησης ελέγχου εντός του νομικού προσώπου.

2.          Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης τα αναγκαία μέτρα ώστε τα νομικά πρόσωπα να είναι δυνατό να καθίστανται υπεύθυνα στις περιπτώσεις που λόγω πλημμελούς εποπτείας ή ελέγχου, οφειλόμενης σε πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, κατέστη δυνατή η διάπραξη αδικήματος που αναφέρεται στα άρθρα 3 έως 5, από πρόσωπο υποκείμενο την εξουσία του επ’ ωφελεία του νομικού προσώπου.

3.          Η δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 ευθύνη των νομικών προσώπων δεν αποκλείει την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον των φυσικών προσώπων που είναι δράστες, ηθικοί αυτουργοί ή συνεργοί στα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 5.

Άρθρο 8

Κυρώσεις κατά νομικών προσώπων

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι τα νομικά πρόσωπα τα οποία καθίστανται υπεύθυνα δυνάμει του άρθρου 7 τιμωρούνται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις.

Άρθρο 8αΔιεθνής δικαιοδοσία

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να θεμελιώσουν τη δικαιοδοσία τους για τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 5 όταν:

α)          το αδίκημα έχει διαπραχθεί εξ ολοκλήρου ή εν μέρει εντός της επικράτειάς τους· ή

β)          το αδίκημα έχει διαπραχθεί προς όφελος ενός φυσικού ή νομικού προσώπου που διαμένει ή είναι εγκατεστημένο στην επικράτειά τους.

Άρθρο 8βΔημοσιοποίηση ή διάδοση πληροφοριών στα μέσα ενημέρωσης

Όταν οι πληροφορίες ή οι συστάσεις δημοσιοποιούνται ή διαδίδονται για δημοσιογραφικούς σκοπούς, η εν λόγω δημοσιοποίηση ή διάδοση πληροφοριών αξιολογείται λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις που διέπουν την ελευθερία της έκφρασης, την ελευθερία και πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης καθώς και τις διατάξεις ή τους κώδικες που διέπουν το επάγγελμα του δημοσιογράφου, εκτός εάν:

α)          τα πρόσωπα που δημοσιοποιούν ή διαδίδουν τις πληροφορίες ή τα πρόσωπα που συνδέονται στενά με αυτά προσπορίζονται, άμεσα ή έμμεσα, πλεονέκτημα ή κέρδη από τη δημοσιοποίηση ή τη διάδοση των εν λόγω πληροφοριών· ή

β)          η δημοσιοποίηση ή η διάδοση γίνεται με σκοπό την παραπλάνηση της αγοράς σχετικά με την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή χρηματοπιστωτικών μέσων.

Άρθρο 8γΚατάρτιση και μέσα διερεύνησης

1.          Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι αρμόδιες για την επιβολή του νόμου και δικαστικές αρχές και άλλες υπηρεσίες υπεύθυνες για τη διερεύνηση ή τη δίωξη των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 5, διαθέτουν επαρκείς πόρους καθώς και κατάλληλη κατάρτιση.

2.          Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι αρμόδιες για την επιβολή του νόμου αρχές και οι δικαστικές αρχές ή άλλες υπηρεσίες που είναι επιφορτισμένες με τη διερεύνηση ή τη δίωξη των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 5 διαθέτουν αποτελεσματικά μέσα έρευνας.

Άρθρο 9

Υποβολή εκθέσεων

Εντός ...*, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και, αν καθίσταται αναγκαίο, σχετικά με το κατά πόσο είναι απαραίτητη η αναθεώρησή της, ιδίως όσον αφορά τη σκοπιμότητα θέσπισης ελάχιστων κοινών κανόνων για τις κατηγορίες και τα επίπεδα των ποινικών κυρώσεων.

Η Επιτροπή υποβάλλει την έκθεσή της συνοδευόμενη από νομοθετική πρόταση, κατά περίπτωση.

Άρθρο 10

Μεταφορά της οδηγίας

1.  Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, το αργότερο εντός ..., τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που καθίστανται αναγκαίες για τη συμμόρφωσή τους με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από τις …* ή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/... [MAR], ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

Τα μέτρα αυτά, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από αυτήν την αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη µέλη.

2.  Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των διατάξεων αυτών και της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 12

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 13

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Έγινε στ ….,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                                         Για το ΣυμβούλιοΟ Πρόεδρος

                Ο Πρόεδρος

  • [1]     ΕΕ C 161, 7.6.2012, σ. 3.
  • [2]     ΕΕ C 181, 21.6.2012, σ. 64.
  • [3] *          Τροπολογίες: το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ▌.
  • [4]                      ΕΕ C 161, 7.6.2012, σ. 3.
  • [5]           ΕΕ C 318, 29.10.11, σ. 163.
  • [6]           Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της …
  • [7]             ΕΕ L 281, 23.11.1995, σ. 31.
  • [8]             ΕΕ C 295, 4.12.2009, σ. 1.
  • [9]             ΕΕ L 280, 26.10.2010, σ. 1.
  • [10]             ΕΕ L 142, 1.06.2012, σ. 1.
  • [11]            ΕΕ L 302, 18.11.2010, σ. 1.
  • [12]          ΕΕ L 26, 31.1.1977, σ. 1.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (*) (13.6.2012)

προς την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής

σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις ποινικές κυρώσεις για καταχρήσεις εμπιστευτικών πληροφοριών και για χειραγώγηση αγοράς
(COM(2011)0654 – C7‑0358/2011 – 2011/0297(COD))

Συντάκτρια γνωμοδότησης(*): Emine Bozkurt

(*)       Συνδεδεμένη επιτροπή – άρθρο 50 του Κανονισμού

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

Η οδηγία σχετικά με την κατάχρηση της αγοράς 2003/6/ΕΚ, η οποία εκδόθηκε στις αρχές του 2003, μολονότι θέσπισε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο για την καταπολέμηση πράξεων προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και των πρακτικών χειραγώγησης της αγοράς, δεν πέτυχε τον στόχο ενίσχυσης της εμπιστοσύνης των επενδυτών και της ακεραιότητας της αγοράς.

Σύμφωνα με την έκθεση της Ομάδας Υψηλού Επιπέδου της ΕΕ για τη χρηματοπιστωτική εποπτεία, ένα από τα βασικά αίτια έγκειται στα καθεστώτα επιβολής κυρώσεων των κρατών μελών, που θεωρούνται αδύναμα και ανομοιογενή.

Επιπλέον, η εκτίμηση των επιπτώσεων της Επιτροπής επισημαίνει ότι οι νυν ισχύουσες κυρώσεις για την καταπολέμηση των αδικημάτων κατάχρησης αγοράς χαρακτηρίζονται από έλλειψη αντικτύπου και είναι ανεπαρκώς αποτρεπτικές, πράγμα που οδηγεί σε αναποτελεσματική εφαρμογή της οδηγίας. Επιπροσθέτως, ο ορισμός των πράξεων εκείνων που συνιστούν κατάχρηση εμπιστευτικών πληροφοριών, όπως και των πρακτικών χειραγώγησης της αγοράς, παρουσιάζει σημαντικές αποκλίσεις από ένα κράτος μέλος σε άλλο. Δεδομένου ότι οι καταχρήσεις της αγοράς μπορούν να διαπράττονται σε διασυνοριακό επίπεδο, οι αποκλίσεις αυτές υπονομεύουν την εσωτερική αγορά και αφήνουν στους δράστες καταχρήσεων αγοράς κάποια περιθώρια για αναζήτηση ευνοϊκότερης δικαιοδοσίας (forum shopping). Το συμπέρασμα της εκτίμησης των επιπτώσεων ήταν ότι οι ποινικές κυρώσεις για τα πλέον σοβαρά αδικήματα κατάχρησης αγοράς είναι απαραίτητες ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής της Ένωσης σχετικά με τις καταχρήσεις της αγοράς.

Η πρόταση οδηγίας που βασίζεται στο άρθρο 83, παράγραφος 2, της ΣΛΕΕ στοχεύει στην εφαρμογή των συστάσεων της Ομάδας Υψηλού Επιπέδου της ΕΕ για τη χρηματοπιστωτική εποπτεία και της εκτίμησης αντικτύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πρέπει να θεωρηθεί τμήμα δέσμης μέτρων που θα περιλαμβάνει επίσης την πρόταση κανονισμού για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς) COM(2011)0651 τελικό. Με τον τρόπο αυτόν θα εξασφαλισθεί η μέγιστη συνεκτικότητα μεταξύ των δύο νομικών πράξεων. Αυτό σημαίνει ότι οι ορισμοί των διοικητικών παραβάσεων και των ποινικών αδικημάτων πρέπει να είναι συνεκτικοί και ταυτόχρονα να σέβονται την αρχή της ασφάλειας δικαίου περιγράφοντας τα στοιχεία ενός ποινικού αδικήματος με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια, ώστε να επιτρέπουν στα άτομα να αντιλαμβάνονται επακριβώς ποιες πράξεις θα τα καταστήσουν ποινικά υπόλογα (τροπολογίες στα άρθρα 3 και 4). Εξάλλου, θα πρέπει να εφαρμοσθεί η αρχή ne bis in idem ώστε να μην τιμωρείται κάποιος δύο φορές για το ίδιο αδίκημα (τροπολογία στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γ) νέα).

Καθώς ένας από τους βασικούς προβληματισμούς που εγείρονται στο ισχύον νομικό πλαίσιο αφορά το αδύναμο και ανομοιογενές καθεστώς κυρώσεων, η εναρμόνιση του ελάχιστου έστω ορίου της μέγιστης κύρωσης φαίνεται να είναι παραπάνω από δέουσα (τροπολογία στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο α) (νέα) και στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο β) (νέα)).

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων καλεί την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες.

Τροπολογία  1

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 7

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(7) Όλα τα κράτη μέλη δεν έχουν προβλέψει ποινικές κυρώσεις για ορισμένες μορφές σοβαρών παραβάσεων της εθνικής νομοθεσίας εφαρμογής της οδηγίας 2003/6/ΕΚ. Οι διαφορετικές αυτές προσεγγίσεις υπονομεύουν την ομοιομορφία των όρων λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και μπορούν να ενθαρρύνουν ορισμένα πρόσωπα στη διάπραξη καταχρήσεων αγοράς στα κράτη μέλη εκείνα που δεν προβλέπουν ποινικές κυρώσεις για τα εν λόγω αδικήματα. Επιπλέον, δεν έχει υπάρξει μέχρι τώρα σε όλη την Ένωση συμφωνία επί των ορισμών των συμπεριφορών εκείνων οι οποίες θα πρέπει να θεωρούνται ως σοβαρές παραβάσεις. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καθοριστούν ελάχιστοι κανόνες όσον αφορά τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων που διαπράττονται από φυσικά και νομικά πρόσωπα καθώς και κυρώσεις. Η ύπαρξη κοινών ελάχιστων κανόνων θα καταστήσει επίσης δυνατή τη χρήση αποτελεσματικότερων μεθόδων έρευνας και αποτελεσματικής συνεργασίας τόσο εντός όσο και μεταξύ των κρατών μελών. Οι ποινικές καταδίκες για αδικήματα κατάχρησης της αγοράς συχνά αποτελούν το αντικείμενο ευρείας κάλυψης από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, πράγμα που συμβάλλει στην αποτροπή των επίδοξων παραβατών, καθώς εφιστούν την προσοχή του κοινού στην προσήλωση των αρμοδίων αρχών στο έργο της καταστολής των πράξεων κατάχρησης αγοράς.

(7) Όλα τα κράτη μέλη δεν έχουν προβλέψει ποινικές κυρώσεις για ορισμένες μορφές σοβαρών παραβάσεων της εθνικής νομοθεσίας εφαρμογής της οδηγίας 2003/6/ΕΚ. Οι διαφορετικές αυτές προσεγγίσεις υπονομεύουν την ομοιομορφία των όρων λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και μπορούν να ενθαρρύνουν ορισμένα πρόσωπα στη διάπραξη καταχρήσεων αγοράς στα κράτη μέλη εκείνα που δεν προβλέπουν ποινικές κυρώσεις για τα εν λόγω αδικήματα. Επιπλέον, δεν έχει υπάρξει μέχρι τώρα σε όλη την Ένωση συμφωνία επί των ορισμών των συμπεριφορών εκείνων οι οποίες θα πρέπει να θεωρούνται ως σοβαρές παραβάσεις. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καθοριστούν ελάχιστοι κανόνες όσον αφορά τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων που διαπράττονται από φυσικά και νομικά πρόσωπα καθώς και κυρώσεις. Η ύπαρξη κοινών ελάχιστων κανόνων θα καταστήσει επίσης δυνατή τη χρήση αποτελεσματικότερων μεθόδων έρευνας και αποτελεσματικής συνεργασίας τόσο εντός όσο και μεταξύ των κρατών μελών. Υπό το πρίσμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης, κατέστη σαφές ότι n χειραγώγηση της αγοράς ενδέχεται να προκαλέσει εκτεταμένες ζημιές για τη ζωή εκατομμυρίων ατόμων. Οι πολίτες θεωρούν σωστά ότι η απουσία εναρμονισμένων ποινικών κυρώσεων δημιουργεί ένα περιβάλλον ατιμωρησίας εντός του οποίου οι χειραγωγούντες την αγορά μπορούν να ευδοκιμήσουν, επωφελούμενοι μιας αγοράς χωρίς σύνορα, ενώ ταυτόχρονα λειτουργούν σε δικαστικά συστήματα που δεν τους διώκουν ή διαθέτουν ανεπαρκή ποινικά πλαίσια σε σχέση με το χειρισμό των θεμάτων αυτών. Αυτή η κατάσταση δημιουργεί με τη σειρά της λόγους για μια αυξημένη αντίληψη της διαφθοράς εκ μέρους της κοινωνίας και την παρεπόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης προς το κράτος δικαίου και στη νομιμότητα των θεσμών. Επιπλέον, οι ποινικές κυρώσεις για αδικήματα κατάχρησης της αγοράς θα λειτουργήσουν, σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό, αποτρεπτικά για τους επίδοξους παραβάτες..

Τροπολογία  2

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 12 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(12α) Προκειμένου οι κυρώσεις για τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4 να είναι αποτελεσματικές και αποτρεπτικές, θα έπρεπε να προβλέπεται στην παρούσα οδηγία ένα ελάχιστο όριο για τη μέγιστη χρόνο φυλάκισης.

Τροπολογία  3

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 13 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(13α) Τα κράτη μέλη πρέπει να τηρούν πλήρως τις αρχές του μη δις δικάζειν και favor rei και να εξασφαλίζουν ότι στην περίπτωση που έχει ήδη επιβληθεί μια διοικητική κύρωση, δεν θα επιβάλλεται ποινική κύρωση σε σχέση με τα ίδια περιστατικά, στην περίπτωση που οι διοικητικές και ποινικές κυρώσεις έχουν τον ίδιο χαρακτήρα.

Τροπολογία  4

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 14 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(14α) Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι αρχές επιβολής του νόμου και οι δικαστικές αρχές, ή άλλες υπηρεσίες υπεύθυνες για τη διερεύνηση ή τη δίωξη των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4, διαθέτουν την κατάλληλη κατάρτιση. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι υφίστανται αποτελεσματικά ανακριτικά μέσα για την επιβολή του νόμου και σε σχέση με τις δικαστικές αρχές ή άλλες υπηρεσίες υπεύθυνες για τη διερεύνηση ή δίωξη των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4.

Τροπολογία  5

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 16 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(16α) Κάθε καταδίκη που επιβάλλεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία πρέπει να δημοσιοποιείται αμέσως και να περιλαμβάνει τουλάχιστον πληροφορίες για το είδος και τη φύση του αδικήματος, της κύρωσης και της ταυτότητας του καταδικασμένου φυσικού ή νομικού προσώπου, στο βαθμό που τούτο δεν θέτει σοβαρά σε κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή δεν προκαλεί δυσανάλογη βλάβη στους εμπλεκόμενους.

Τροπολογία  6

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 17

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(17) Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή να εξασφαλιστεί η ύπαρξη σε όλη την Ένωση ποινικών κυρώσεων για τα πλέον σοβαρά αδικήματα κατάχρησης αγοράς, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και κατά συνέπεια, λόγω των διαστάσεων και των επιπτώσεων της παρούσας οδηγίας, μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτού του στόχου.

(17) Αν και προς στιγμήν υπάρχουν διαθέσιμα περιορισμένα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη διασυνοριακή διάσταση της εσωτερικής διαχείρισης και χειραγώγησης της αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη την ολοκλήρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών εντός της Ένωσης, είναι ασφαλές να συμπεράνουμε ότι πολλά από τα αδικήματα αυτά δεν περιορίζονται σε συναλλαγές σε ένα μόνο κράτος μέλος. Στο πλαίσιο αυτό, ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή να εξασφαλιστεί η ύπαρξη σε όλη την Ένωση ποινικών κυρώσεων για τα πλέον σοβαρά αδικήματα κατάχρησης αγοράς, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και κατά συνέπεια, λόγω των διαστάσεων και των επιπτώσεων της παρούσας οδηγίας, μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτού του στόχου.

Τροπολογία  7

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 17 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(17α) Προκειμένου να εξασφαλίζεται η ουσιαστική δίωξη σε διασυνοριακές υποθέσεις, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την καθιέρωση της δικαιοδοσίας τους στα ζητήματα που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4 όπου το αδίκημα διεπράχθη εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στο έδαφός τους ή προς όφελος ενός φυσικού ή νομικού προσώπου που διαμένει ή είναι εγκατεστημένο στο έδαφος ενός κράτους μέλους.

Τροπολογία  8

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 18 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(18a) Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν τα δικονομικά δικαιώματα των υπόπτων ή των κατηγορουμένων στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών και, ιδίως, να λαμβάνουν υπόψη το ψήφισμα του Συμβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 2009 για έναν οδικό χάρτη για την ενίσχυση των δικονομικών δικαιωμάτων των υπόπτων ή κατηγορουμένων σε ποινικές διαδικασίες, την οδηγία 2010/64/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Οκτωβρίου 2010 σχετικά με το δικαίωμα σε διερμηνεία και μετάφραση κατά την ποινική διαδικασία2, την οδηγία 2012/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά με το δικαίωμα ενημέρωσης στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών3 και οποιαδήποτε άλλη νομική πράξη ή σύσταση της Ένωσης στον εν λόγω τομέα.

 

______________________

 

1 ΕΕ C 295, 4.12.2009, σ. 1.

 

2 ΕΕ L 280, 26.10.2010, σ. 1.

 

3 ΕΕ L 142, 1.6.2012, σ. 1.

Αιτιολόγηση

Είναι σημαντικό να υπογραμμισθεί η σημασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ιδίως των δικονομικών δικαιωμάτων στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών.

Τροπολογία  9

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 19

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(19) Η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στα κράτη μέλη, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να προβαίνει σε εκτίμηση της πιθανής μελλοντικής ανάγκης για τη θέσπιση μιας ελάχιστης εναρμόνισης των ειδών και των επιπέδων των ποινικών κυρώσεων.

(19) Η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στα κράτη μέλη, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να προβαίνει σε εκτίμηση της πιθανής μελλοντικής ανάγκης για τη θέσπιση μιας ελάχιστης εναρμόνισης των ειδών και των επιπέδων των ποινικών κυρώσεων. Η Επιτροπή πρέπει ειδικότερα να αναζητήσει πληροφορίες για το διασυνοριακό χαρακτήρα πολλών εκ των συναλλαγών που συνιστούν αδίκημα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, σεβόμενη την αρχή της επικουρικότητας.

Τροπολογία  10

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – στοιχείο α)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

α) η από πλευράς κατόχου εμπιστευτικών πληροφοριών χρησιμοποίηση των πληροφοριών αυτών για την απόκτηση ή τη διάθεση, για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου, χρηματοπιστωτικών μέσων στα οποία αναφέρονται οι εν λόγω πληροφορίες. Συμπεριλαμβάνεται εν προκειμένω η χρησιμοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών για την ακύρωση ή την τροποποίηση εντολής σχετικά με χρηματοπιστωτικό μέσο στο οποίο αναφέρονται οι πληροφορίες αυτές όταν η εν λόγω εντολή διαβιβάστηκε πριν την κατοχή των εν λόγω εμπιστευτικών πληροφοριών· ή

α) η από πλευράς κατόχου εμπιστευτικών πληροφοριών και, ενώ γνωρίζει τη φύση των εν λόγω πληροφοριών, χρησιμοποίηση των πληροφοριών αυτών άμεσα ή έμμεσα για την απόκτηση ή τη διάθεση, τη συμβουλή προς απόκτηση ή διάθεση, ή την παρακίνηση άλλου προσώπου σε απόκτηση ή διάθεση για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου, χρηματοπιστωτικών μέσων στα οποία αναφέρονται οι εν λόγω πληροφορίες. Συμπεριλαμβάνεται εν προκειμένω η χρησιμοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών για την ακύρωση ή την τροποποίηση εντολής σχετικά με χρηματοπιστωτικό μέσο στο οποίο αναφέρονται οι πληροφορίες αυτές όταν η εν λόγω εντολή διαβιβάστηκε πριν την κατοχή των εν λόγω εμπιστευτικών πληροφοριών και ακυρώθηκε ή τροποποιήθηκε·

Αιτιολόγηση

Η παρούσα τροπολογία εφαρμόζει την αρχή της ασφάλειας δικαίου: η περιγραφή των στοιχείων ενός ποινικού αδικήματος πρέπει να διατυπώνεται με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια, ώστε το άτομο να είναι σε θέση να προβλέψει ποιες πράξεις θα το καταστήσουν ποινικά υπόλογο.

Τροπολογία  11

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – στοιχείο β)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β) η κοινοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, εκτός εάν αυτό γίνει στα σύννομα πλαίσια άσκησης των εκ της απασχόλησης ή του επαγγέλματος καθηκόντων.

β) η κοινοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, ενώ γνωρίζει τη φύση των εν λόγω πληροφοριών, εκτός εάν αυτό γίνει στα σύννομα πλαίσια άσκησης των εκ της απασχόλησης ή του επαγγέλματος καθηκόντων.

Αιτιολόγηση

Η παρούσα τροπολογία εφαρμόζει την αρχή της ασφάλειας δικαίου: η περιγραφή των στοιχείων ενός ποινικού αδικήματος πρέπει να διατυπώνεται με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια, ώστε το άτομο να είναι σε θέση να προβλέψει ποιες πράξεις θα το καταστήσουν ποινικά υπόλογο.

Τροπολογία  12

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – στοιχείο β) α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

β)α. η από πλευράς κατόχου εμπιστευτικών πληροφοριών συμβουλή προς απόκτηση ή διάθεση, ή η παρακίνηση άλλου προσώπου σε απόκτηση ή διάθεση χρηματοοικονομικών μέσων, στα οποία αφορούν οι εν λόγω πληροφορίες, ή σε ακύρωση ή τροποποίηση εντολής σχετικά με χρηματοπιστωτικό μέσο στο οποίο αναφέρονται οι πληροφορίες αυτές, χωρίς να αποκαλυφθούν οι εμπιστευτικές πληροφορίες στο εν λόγω πρόσωπο.

Τροπολογία  13

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 5 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι η υποκίνηση και η συνέργεια στη διάπραξη, όπως και η απόπειρα διάπραξης των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 4, τιμωρούνται ως ποινικά αδικήματα.

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι η υποκίνηση και η συνέργεια στη διάπραξη, όπως και η απόπειρα διάπραξης των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 4, τιμωρούνται ως ποινικά αδικήματα

Τροπολογία  14

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 6 – παράγραφος 1α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1a. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι τα ποινικά αδικήματα τα οποία αναφέρονται στο στοιχείο α) του άρθρου 3 και στα στοιχεία α), β) και γ) του άρθρου 4, τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης το ανώτατο όριο της οποίας ανέρχεται σε τουλάχιστον πέντε έτη.

Αιτιολόγηση

Εάν η ανάγκη για την εν λόγω νομική πράξη βασίζεται στο γεγονός ότι τα καθεστώτα επιβολής κυρώσεων των κρατών μελών είναι σε γενικές γραμμές αδύναμα και ανομοιογενή, οι κυρώσεις πρέπει να εναρμονισθούν σε ορισμένο βαθμό.

Τροπολογία  15

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 6 – παράγραφος 1 β (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1β. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι τα ποινικά αδικήματα τα οποία αναφέρονται στα στοιχεία β) και βα) του άρθρου 3 και στο στοιχείο δ) του άρθρου 4 τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης το ανώτατο όριο της οποίας ανέρχεται σε τουλάχιστον δύο έτη.

Αιτιολόγηση

Εάν η ανάγκη για την εν λόγω νομική πράξη βασίζεται στο γεγονός ότι τα καθεστώτα επιβολής κυρώσεων των κρατών μελών είναι σε γενικές γραμμές αδύναμα και ανομοιογενή, οι κυρώσεις πρέπει να εναρμονισθούν σε ορισμένο βαθμό.

Τροπολογία  16

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 8 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Άρθρο 8α

 

Δικαιοδοσία

 

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για τη θέσπιση της δικαιοδοσίας τους σε σχέση με τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4 όπου:

 

(a) το αδίκημα έχει διαπραχθεί εξ ολοκλήρου ή εν μέρει εντός της επικράτειάς τους ή

 

(β) το αδίκημα έχει διαπραχθεί προς όφελος ενός φυσικού ή νομικού προσώπου που διαμένει ή είναι εγκατεστημένο στην επικράτεια ενός κράτους μέλους.

Τροπολογία  17

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 8 β (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Άρθρο 8β

 

Μη δις δικάζειν

 

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι στην περίπτωση που έχει ήδη επιβληθεί μια διοικητική κύρωση, δεν θα επιβάλλεται ποινική κύρωση σε σχέση με τα ίδια περιστατικά, εφόσον οι διοικητικές και ποινικές κυρώσεις έχουν τον ίδιο χαρακτήρα.

Τροπολογία  18

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 8 γ (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Άρθρο 8γ

 

Κατάρτιση και μέσα διερεύνησης

 

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι αρμόδιες για την επιβολή του νόμου και οι δικαστικές αρχές ή άλλες υπηρεσίες υπεύθυνες για τη διερεύνηση ή τη δίωξη των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4, διαθέτουν την κατάλληλη κατάρτιση.

 

2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται υφίστανται αποτελεσματικά μέσα διερεύνησης για τις αρμόδιες για την επιβολή του νόμου αρχές και τις δικαστικές αρχές ή άλλες υπηρεσίες υπεύθυνες για τη διερεύνηση ή τη δίωξη των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Ποινικές κυρώσεις για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς

Έγγραφα αναφοράς

COM(2011)0654 – C7-0358/2011 – 2011/0297(COD)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

 Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

ECON

15.11.2011

 

 

 

Γνωμοδότηση της

 Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

LIBE

15.11.2011

Συνδεδεμέν-η(-ες) επιτροπ-ή(-ές) - Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

24.5.2012

Συντάκτης(τρια) γνωμοδότησης

 Ημερομηνία ορισμού

Emine Bozkurt

20.3.2012

Εξέταση στην επιτροπή

21.3.2012

 

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

10.7.2012

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

45

0

4

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Jan Philipp Albrecht, Edit Bauer, Mario Borghezio, Rita Borsellino, Emine Bozkurt, Arkadiusz Tomasz Bratkowski, Simon Busuttil, Carlos Coelho, Ioan Enciu, Frank Engel, Monika Flašíková Beňová, Hélène Flautre, Kinga Göncz, Nathalie Griesbeck, Sylvie Guillaume, Monika Hohlmeier, Salvatore Iacolino, Sophia in ‘t Veld, Lívia Járóka, Teresa Jiménez-Becerril Barrio, Timothy Kirkhope, Baroness Sarah Ludford, Monica Luisa Macovei, Véronique Mathieu, Anthea McIntyre, Claude Moraes, Αντιγόνη Παπαδοπούλου, Γεώργιος Παπανικολάου, Carmen Romero López, Renate Sommer, Rui Tavares, Nils Torvalds, Wim van de Camp, Axel Voss, Josef Weidenholzer, Cecilia Wikström, Tatjana Ždanoka, Светослав Христов Малинов

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Elena Oana Antonescu, Michael Cashman, Leonidas Donskis, Δημήτριος Δρούτσας, Lorenzo Fontana, Hubert Pirker, Raül Romeva i Rueda, Salvador Sedó i Alabart, Bogusław Sonik, Michèle Striffler

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Nadja Hirsch

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (20.6.2012)

προς την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής

σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις ποινικές κυρώσεις για καταχρήσεις εμπιστευτικών πληροφοριών και για χειραγώγηση αγοράς
(COM(2011)0654 – C7‑0358/2011 – 2011/0297(COD))

Συντάκτρια γνωμοδότησης: Alexandra Thein

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

Η θέσπιση ποινικών κυρώσεων κατά των καταχρήσεων στην αγορά αποτελεί μία σημαντική καινοτομία και μία ευπρόσδεκτη αυστηροποίηση των μέσων για την καταπολέμηση καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά. Η συντάκτρια της γνωμοδότησης χαιρετίζει το γεγονός ότι η Επιτροπή, για πρώτη φορά στον κομβικής σημασίας αυτόν τομέα, κάνει χρήση των νέων αρμοδιοτήτων που εισήγαγε η Συνθήκη της Λισαβόνας για την εναρμόνιση του ποινικού δικαίου προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων εναρμόνισης (άρθρο 83 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ).

Οι τροπολογίες αποσκοπούν αφενός να καταστήσουν σαφές ότι τα ισχύοντα εθνικά συστήματα πρέπει να ρυθμίζουν την ευθύνη των νομικών προσώπων, ούτως ώστε η επιβολή κυρώσεων εις βάρος νομικών προσώπων να είναι δυνατή μόνο στα κράτη μέλη στα οποία υπάρχει ήδη σχετική πρόβλεψη.

Αφετέρου πρέπει να διατυπωθεί η αρχή της μη επιβολής διπλής ποινής, ιδίως όσον αφορά την ταυτόχρονη επιβολή ποινικών και διοικητικών κυρώσεων, προκειμένου να δοθεί στη σημαντική αυτή θεμελιώδη αρχή η δέουσα σημασία.

Εξάλλου φαίνεται επιβεβλημένο να διευρυνθεί η προβλεπόμενη έκθεση αξιολόγησης της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας προκειμένου να συμπεριλάβει το αξιόποινο της απόπειρας και την ευθύνη των νομικών προσώπων και την επιβολή κυρώσεων σε αυτά, δεδομένου ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στο κατά πόσον τα μέτρα αυτά έχουν αποδώσει στην πράξη.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων καλεί την Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να ενσωματώσει στην έκθεσή της τις ακόλουθες τροπολογίες:

Τροπολογία  1

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(1) Μια χρηματοπιστωτική αγορά μπορεί να είναι ενοποιημένη και αποτελεσματική μόνον εφόσον είναι ανεπίληπτη. Η ομαλή λειτουργία των αγορών κινητών αξιών και η διατήρηση της εμπιστοσύνης του κοινού προς αυτές αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία. Η κατάχρηση αγοράς θίγει την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών και την εμπιστοσύνη του κοινού στις κινητές αξίες και τα παράγωγα μέσα.

(1) Για μια ενοποιημένη και αποτελεσματική χρηματοπιστωτική αγορά και για ενισχυμένη εμπιστοσύνη των επενδυτών, η αγορά πρέπει να είναι ανεπίληπτη. Η ομαλή λειτουργία των αγορών κινητών αξιών και η διατήρηση της εμπιστοσύνης του κοινού προς αυτές αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία. Η κατάχρηση αγοράς θίγει την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών και την εμπιστοσύνη του κοινού στις κινητές αξίες και τα παράγωγα μέσα.

Τροπολογία  2

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 7

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(7) Όλα τα κράτη μέλη δεν έχουν προβλέψει ποινικές κυρώσεις για ορισμένες μορφές σοβαρών παραβάσεων της εθνικής νομοθεσίας εφαρμογής της οδηγίας 2003/6/ΕΚ. Οι διαφορετικές αυτές προσεγγίσεις υπονομεύουν την ομοιομορφία των όρων λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και μπορούν να ενθαρρύνουν ορισμένα πρόσωπα στη διάπραξη καταχρήσεων αγοράς στα κράτη μέλη εκείνα που δεν προβλέπουν ποινικές κυρώσεις για τα εν λόγω αδικήματα. Επιπλέον, δεν έχει υπάρξει μέχρι τώρα σε όλη την Ένωση συμφωνία επί των ορισμών των συμπεριφορών εκείνων οι οποίες θα πρέπει να θεωρούνται ως σοβαρές παραβάσεις. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καθοριστούν ελάχιστοι κανόνες όσον αφορά τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων που διαπράττονται από φυσικά και νομικά πρόσωπα καθώς και κυρώσεις. Η ύπαρξη κοινών ελάχιστων κανόνων θα καταστήσει επίσης δυνατή τη χρήση αποτελεσματικότερων μεθόδων έρευνας και αποτελεσματικής συνεργασίας τόσο εντός όσο και μεταξύ των κρατών μελών. Οι ποινικές καταδίκες για αδικήματα κατάχρησης της αγοράς συχνά αποτελούν το αντικείμενο ευρείας κάλυψης από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, πράγμα που συμβάλλει στην αποτροπή των επίδοξων παραβατών, καθώς εφιστούν την προσοχή του κοινού στην προσήλωση των αρμοδίων αρχών στο έργο της καταστολής των πράξεων κατάχρησης αγοράς.

(7) Όλα τα κράτη μέλη δεν έχουν προβλέψει ποινικές κυρώσεις για ορισμένες μορφές σοβαρών παραβάσεων της εθνικής νομοθεσίας εφαρμογής της οδηγίας 2003/6/ΕΚ. Οι διαφορετικές αυτές προσεγγίσεις υπονομεύουν την ομοιομορφία των όρων λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και μπορούν να ενθαρρύνουν ορισμένα πρόσωπα στη διάπραξη καταχρήσεων αγοράς στα κράτη μέλη εκείνα που δεν προβλέπουν ποινικές κυρώσεις για τα εν λόγω αδικήματα. Επιπλέον, δεν έχει υπάρξει μέχρι τώρα σε όλη την Ένωση συμφωνία επί των ορισμών των συμπεριφορών εκείνων οι οποίες θα πρέπει να θεωρούνται ως σοβαρές παραβάσεις. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καθοριστούν ελάχιστοι κανόνες όσον αφορά τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων που διαπράττονται από φυσικά πρόσωπα, την ευθύνη των νομικών προσώπων καθώς και τις κυρώσεις. Η ύπαρξη κοινών ελάχιστων κανόνων θα καταστήσει επίσης δυνατή τη χρήση αποτελεσματικότερων μεθόδων έρευνας και αποτελεσματικής συνεργασίας τόσο εντός όσο και μεταξύ των κρατών μελών. Οι ποινικές καταδίκες για αδικήματα κατάχρησης της αγοράς συχνά αποτελούν το αντικείμενο ευρείας κάλυψης από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, πράγμα που συμβάλλει στην αποτροπή των επίδοξων παραβατών, καθώς εφιστούν την προσοχή του κοινού στην προσήλωση των αρμοδίων αρχών στο έργο της καταστολής των πράξεων κατάχρησης αγοράς.

Τροπολογία  3

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 14

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(14) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη διασφάλιση της ακεραιότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών, όπως αυτή εκτίθεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. ... του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να επεκτείνουν την ευθύνη ώστε να περιλαμβάνει τα νομικά πρόσωπα και, όπου είναι εφικτό, να επισύρεται η ποινική ευθύνη των νομικών προσώπων.

(14) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη διασφάλιση της ακεραιότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών, όπως αυτή εκτίθεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. ... του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να επεκτείνουν την ευθύνη ώστε να περιλαμβάνει τα νομικά πρόσωπα και να επισύρεται η ποινική ευθύνη των νομικών προσώπων, στις περιπτώσεις που αυτό είναι συμβατό με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία.

Τροπολογία  4

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 18

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(18) Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στο Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτά κατοχυρώνονται στη Συνθήκη. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να εφαρμόζεται με το δέοντα σεβασμό της ελευθερίας του επιχειρείν (άρθρο 16), του δικαιώματος λυσιτελούς προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου (άρθρο 47), του τεκμηρίου αθωότητας και των δικαιωμάτων της υπεράσπισης (άρθρο 48), των αρχών της νομιμότητας και της αναλογικότητας αξιοποίνων πράξεων και ποινών (άρθρο 49), και του δικαιώματος του προσώπου να μη δικάζεται και να μην τιμωρείται ποινικά δύο φορές για την ίδια αξιόποινη πράξη (άρθρο 50).

(18) Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στο Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτά κατοχυρώνονται στη Συνθήκη. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να εφαρμόζεται με το δέοντα σεβασμό της ελευθερίας του επιχειρείν (άρθρο 16), του δικαιώματος λυσιτελούς προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου (άρθρο 47), του τεκμηρίου αθωότητας και των δικαιωμάτων της υπεράσπισης (άρθρο 48), των αρχών της νομιμότητας και της αναλογικότητας αξιοποίνων πράξεων και ποινών (άρθρο 49), και του δικαιώματος του προσώπου να μη δικάζεται και να μην τιμωρείται ποινικά δύο φορές για την ίδια αξιόποινη πράξη (άρθρο 50). Στη συνάρτηση αυτή, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίσουν ότι δεν επιβάλλονται για την ίδια πράξη τόσο ποινικές όσο και διοικητικές κυρώσεις.

Τροπολογία  5

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 1 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1. Με την παρούσα οδηγία θεσπίζονται ελάχιστοι κανόνες σε θέματα ποινικών κυρώσεων που εφαρμόζονται στις πλέον σοβαρές μορφές αδικημάτων κατάχρησης αγοράς, ήτοι στις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και στις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς.

1. Με την παρούσα οδηγία θεσπίζονται ελάχιστοι κανόνες σε θέματα ποινικών κυρώσεων που εφαρμόζονται στις πλέον σοβαρές μορφές αδικημάτων κατάχρησης αγοράς, ήτοι στις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και στις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς. Η παρούσα οδηγία ισχύει μόνο για συναλλαγές, εντολές ή συμπεριφορές οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. ... του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς και οι οποίες θα παραβίαζαν τον κανονισμό αυτό.

Αιτιολόγηση

Για λόγους συνοχής, τα ποινικά αδικήματα σύμφωνα με την οδηγία για τις καταχρήσεις αγοράς πρέπει να αφορούν τις ίδιες πράξεις που απαγορεύονται με βάση τον αντίστοιχο κανονισμό· συνεπώς το πεδίο εφαρμογής των δύο νομικών μέσων πρέπει να εναρμονιστεί..

Τροπολογία  6

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – εισαγωγή

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι οι πιο κάτω ενέργειες συνιστούν ποινικά αδικήματα, εφόσον γίνονται σκοπίμως:

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι οι πιο κάτω ενέργειες συνιστούν ποινικά αδικήματα, εφόσον γίνονται σκοπίμως από φυσικό πρόσωπο:

Αιτιολόγηση

Πρέπει να διασαφηνιστεί ότι ένα φυσικό πρόσωπο που κατέχει εμπιστευτικές πληροφορίες δεν διαπράττει το αδίκημα κατάχρησης εμπιστευτικών πληροφοριών (πράξη που τιμωρείται ως ποινικό αδίκημα) σύμφωνα με το άρθρο 3, εάν δεν γνωρίζει ότι οι εν λόγω πληροφορίες είναι όντως εμπιστευτικές. Οι διατάξεις της οδηγίας για τις καταχρήσεις αγοράς σχετικά με την κατάχρηση εμπιστευτικών πληροφοριών πρέπει να ισχύουν μόνο για φυσικά πρόσωπα, διότι ο τομέας της εταιρικής ευθύνης πρέπει να ρυθμίζεται από το εθνικό δίκαιο.

Τροπολογία  7

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – στοιχείο α

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(α) η από πλευράς κατόχου εμπιστευτικών πληροφοριών χρησιμοποίηση των πληροφοριών αυτών για την απόκτηση ή τη διάθεση, για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου, χρηματοπιστωτικών μέσων στα οποία αναφέρονται οι εν λόγω πληροφορίες. Συμπεριλαμβάνεται εν προκειμένω η χρησιμοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών για την ακύρωση ή την τροποποίηση εντολής σχετικά με χρηματοπιστωτικό μέσο στο οποίο αναφέρονται οι πληροφορίες αυτές όταν η εν λόγω εντολή διαβιβάστηκε πριν την κατοχή των εν λόγω εμπιστευτικών πληροφοριών· ή

(α) η από πλευράς κατόχου εμπιστευτικών πληροφοριών χρησιμοποίηση των πληροφοριών αυτών για την απόκτηση ή τη διάθεση, για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου, χρηματοπιστωτικών μέσων στα οποία αναφέρονται οι εν λόγω πληροφορίες, όταν ο εν λόγω κάτοχος εμπιστευτικών πληροφοριών γνωρίζει ότι οι πληροφορίες αυτές είναι εμπιστευτικές. Συμπεριλαμβάνεται εν προκειμένω η χρησιμοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών για την ακύρωση ή την τροποποίηση εντολής σχετικά με χρηματοπιστωτικό μέσο στο οποίο αναφέρονται οι πληροφορίες αυτές όταν η εν λόγω εντολή διαβιβάστηκε πριν την κατοχή των εν λόγω εμπιστευτικών πληροφοριών· ή

Τροπολογία  8

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(β) η κοινοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, εκτός εάν αυτό γίνει στα σύννομα πλαίσια άσκησης των εκ της απασχόλησης ή του επαγγέλματος καθηκόντων.

(β) η κοινοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, εκτός εάν αυτό γίνει στα σύννομα πλαίσια άσκησης των εκ της απασχόλησης ή του επαγγέλματος καθηκόντων, όταν ο κάτοχος εμπιστευτικών πληροφοριών γνωρίζει ότι οι πληροφορίες αυτές είναι εμπιστευτικές.

Τροπολογία  9

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – στοιχείο β α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(βα) η σύσταση σε άλλο πρόσωπο ή η υποκίνηση άλλου προσώπου βάσει των εμπιστευτικών πληροφοριών να αποκτήσει ή να διαθέσει χρηματοπιστωτικά μέσα στα οποία αναφέρονται οι εν λόγω πληροφορίες, όταν ο κάτοχος εμπιστευτικών πληροφοριών γνωρίζει ότι οι πληροφορίες αυτές είναι εμπιστευτικές.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αυτή εισάγεται για να καλύψει περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα πρόσωπο που κατέχει εμπιστευτικές πληροφορίες υποκινεί άλλο πρόσωπο σε διενέργεια συναλλαγών χωρίς να κοινοποιήσει τις πληροφορίες. Με τη διάταξη αυτή, το εν λόγω πρόσωπο δεν μπορεί να υποκινεί πράξεις που συνεπάγονται κατάχρηση εμπιστευτικών πληροφοριών, καθώς το πρόσωπο που υποκινείται δεν διενεργεί τέτοιες πράξεις (αφού ουδέποτε υπήρξε κάτοχος των εμπιστευτικών πληροφοριών). Παρόμοια διατύπωση χρησιμοποιείται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού για καταχρήσεις της αγοράς (πρόταση της Επιτροπής).

Τροπολογία  10

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 1 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Οι διατάξεις της παραγράφου 1 στοιχεία α) και βα) δεν ισχύουν εκτός εάν οι εμπιστευτικές πληροφορίες είχαν ουσιώδη επιρροή στην απόφαση του σχετικού προσώπου να προβεί στην απόκτηση ή τη διάθεση των χρηματοπιστωτικών μέσων ή στη σύσταση προς άλλο πρόσωπο ή στην υποκίνηση άλλου προσώπου να πράξει κατ' αυτόν τον τρόπο.

Αιτιολόγηση

Η πραγματοποίηση συναλλαγής και η ταυτόχρονη κατοχή εμπιστευτικών πληροφοριών δεν πρέπει να αποτελεί καθεαυτή αξιόποινη πράξη. Η επιφύλαξη αυτή καθιστά σαφές ότι οι συναλλαγές με αντικείμενο χρηματοπιστωτικά μέσα, η σύσταση προς άλλο πρόσωπο ή η παρακίνηση άλλου προσώπου να ενεργήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι νόμιμες, εφόσον οι εμπιστευτικές πληροφορίες δεν επηρεάζουν ουσιωδώς της απόφαση για τη διενέργεια της συναλλαγής.

Τροπολογία  11

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 8

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι τα νομικά πρόσωπα τα οποία καθίστανται υπεύθυνα δυνάμει του άρθρου 7 τιμωρούνται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι τα νομικά πρόσωπα τα οποία καθίστανται υπεύθυνα δυνάμει του άρθρου 7 τιμωρούνται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις. Σύμφωνα με το εκάστοτε εθνικό δίκαιο, στις κυρώσεις αυτές μπορεί επίσης να περιλαμβάνεται και ο ποινικός κολασμός των νομικών προσώπων.

Τροπολογία  12

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 8 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Άρθρο 8α

 

Συνδυασμένη επιβολή ποινικών και διοικητικών κυρώσεων

 

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν στο πλαίσιο των μέτρων που θεσπίζουν σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ότι σε μία πράξη που αποτελεί συγχρόνως αξιόποινη πράξη και αντικείμενο διοικητικών μέτρων ή κυρώσεων επιβάλλονται μόνο ποινικές κυρώσεις. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επιπλέον ότι η πράξη αυτή μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο διοικητικών κυρώσεων εφόσον δεν επιβληθούν ποινικές κυρώσεις.

Τροπολογία  13

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 9 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Έως τις [4 έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση επί της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και, αν παρίσταται ανάγκη, επί του κατά πόσον είναι απαραίτητη η αναθεώρησή της, ιδίως όσον αφορά τη σκοπιμότητα θέσπισης ελάχιστων κοινών κανόνων για τα είδη και τα επίπεδα των ποινικών κυρώσεων.

Έως τις [4 έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση επί της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και, αν παρίσταται ανάγκη, επί του κατά πόσον είναι απαραίτητη η αναθεώρησή της. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζει ιδίως τη σκοπιμότητα θέσπισης ελάχιστων κοινών κανόνων για τα είδη και τα επίπεδα των ποινικών κυρώσεων και κατά πόσον έχουν αποδώσει στην πράξη ο ποινικός κολασμός της απόπειρας καθώς και η αναγνώριση της ευθύνης των νομικών προσώπων και η επιβολή κυρώσεων σε αυτά.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Ποινικές κυρώσεις για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς

Έγγραφα αναφοράς

COM(2011)0654 – C7-0358/2011 – 2011/0297(COD)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

ECON

15.11.2011

 

 

 

Γνωμοδότηση της

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

JURI

15.11.2011

Συντάκτης(τρια) γνωμοδότησης

       Ημερομηνία ορισμού

Alexandra Thein

21.11.2011

Εξέταση στην επιτροπή

26.3.2012

26.4.2012

30.5.2012

 

Ημερομηνία έγκρισης

19.6.2012

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

13

8

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Raffaele Baldassarre, Luigi Berlinguer, Sebastian Valentin Bodu, Christian Engström, Marielle Gallo, Giuseppe Gargani, Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Klaus-Heiner Lehne, Antonio Masip Hidalgo, Alajos Mészáros, Evelyn Regner, Francesco Enrico Speroni, Rebecca Taylor, Alexandra Thein, Cecilia Wikström, Tadeusz Zwiefka

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Piotr Borys, Cristian Silviu Buşoi, Eva Lichtenberger, Dagmar Roth-Behrendt, Axel Voss

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Patrice Tirolien

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τίτλος

Ποινικές κυρώσεις για καταχρήσεις εμπιστευτικών πληροφοριών και για χειραγώγηση αγοράς

Έγγραφα αναφοράς

COM(2011)0654 – C7-0358/2011 – 2011/0297(COD)

Ημερομηνία υποβολής στο ΕΚ

20.10.2011

 

 

 

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

ECON

15.11.2011

 

 

 

Γνωμοδοτική(ές) επιτροπή(ες)

Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

JURI

15.11.2011

LIBE

15.11.2011

 

 

Συνδεδεμένη(ες) επιτροπή(ες)

Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

LIBE

24.5.2012

 

 

 

Εισηγητής(ές)

Ημερομηνία ορισμού

Arlene McCarthy

21.9.2010

 

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

6.2.2012

12.4.2012

19.6.2012

20.9.2012

Ημερομηνία έγκρισης

9.10.2012

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

39

0

1

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Burkhard Balz, Elena Băsescu, Jean-Paul Besset, Sharon Bowles, Udo Bullmann, Νικόλαος Χουντής, George Sabin Cutaş, Leonardo Domenici, Diogo Feio, Markus Ferber, Elisa Ferreira, Ildikó Gáll-Pelcz, Jean-Paul Gauzès, Sven Giegold, Sylvie Goulard, Liem Hoang Ngoc, Gunnar Hökmark, Wolf Klinz, Ρόδη Κράτσα-Τσαγκαροπούλου, Philippe Lamberts, Astrid Lulling, Arlene McCarthy, Sławomir Witold Nitras, Ivari Padar, Alfredo Pallone, Άννυ Ποδηματά, Antolín Sánchez Presedo, Olle Schmidt, Peter Simon, Theodor Dumitru Stolojan, Ivo Strejček, Sampo Terho, Marianne Thyssen, Ramon Tremosa i Balcells, Corien Wortmann-Kool, Pablo Zalba Bidegain

Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Sari Essayah, Ashley Fox, Robert Goebbels, Olle Ludvigsson, Sirpa Pietikäinen

Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 187, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία

Timothy Kirkhope

Ημερομηνία κατάθεσης

19.10.2012