ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με τη σύσταση του Συμβουλίου όσον αφορά τον διορισμό μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

29.10.2012 - (C7‑0195/2012 – 2012/0806(NLE))

Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής
Εισηγήτρια: Sharon Bowles
PR_NLE_art109

Διαδικασία : 2012/0806(NLE)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A7-0348/2012
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A7-0348/2012
Συζήτηση :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τη σύσταση του Συμβουλίου όσον αφορά τον διορισμό μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

(C7‑0195/2012 – 2012/0806(NLE))

(Διαβούλευση)

Tο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–       έχοντας υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου, της 10ης Ιουλίου 2012[1],

–       έχοντας υπόψη το άρθρο 283, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C7-0195/2012),

–       έχοντας υπόψη το άρθρο 109 του Κανονισμού του,

–       έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7-0348/2012),

Α.     λαμβάνοντας υπόψη ότι, με την επιστολή του από 13ης Ιουλίου 2012, που ελήφθη στις 18 Ιουλίου 2012, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε το Κοινοβούλιο να γνωμοδοτήσει σχετικά με τον διορισμό του Yves Mersch ως μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για θητεία οκτώ ετών·

Β.     λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Κοινοβουλίου προέβη εν συνεχεία στην αξιολόγηση των προσόντων του υποψηφίου, ιδίως από την άποψη των απαιτήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 283, παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και της ανάγκης για πλήρη ανεξαρτησία της ΕΚΤ στον τομέα της νομισματικής πολιτικής σύμφωνα με το άρθρο 130 ΣΛΕΕ, και ότι, στο πλαίσιο της αξιολόγησης αυτής, η επιτροπή έλαβε βιογραφικό σημείωμα του υποψηφίου καθώς και τις απαντήσεις του στο γραπτό ερωτηματολόγιο που του εστάλη·

Γ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιτροπή πραγματοποίησε εν συνεχεία ακρόαση του υποψηφίου στις 22 Οκτωβρίου 2012, κατά την οποία ο υποψήφιος προέβη σε εναρκτήρια δήλωση και εν συνεχεία απάντησε σε ερωτήσεις των μελών της επιτροπής·

Δ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι υπήρχε ευρεία συναίνεση ως προς το ότι ο υποψήφιος είναι πρόσωπο αναγνωρισμένου κύρους και διαθέτει τα επαγγελματικά προσόντα και την πείρα σε νομισματικά και τραπεζικά θέματα, που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων ενός μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ·

Ε.     λαμβάνοντας υπόψη ότι, πριν από τη λήξη της θητείας της κ. Tumpel-Gugerell, είχε θιγεί ανεπίσημα από βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το ζήτημα της γυναικείας εκπροσώπησης στην ΕΚΤ·

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, από τότε που ιδρύθηκε η ΕΚΤ και έως την αποχώρηση της κ. Tumpel-Gugerell, ένα μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΚΤ ήταν πάντοτε γυναίκα·

Ζ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και της Ένωσης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 3 της Συνθήκες ΕΕ, η επιτροπή μας μερίμνησε ώστε, πριν από τη λήξη της θητείας του Gonzalez-Paramo τον Μάιο του 2012, να ενημερωθεί το Συμβούλιο, με επιστολή που απέστειλε ο πρόεδρος της επιτροπής στον πρόεδρο της Eurogroup, εξ ονόματος όλων των πολιτικών ομάδων, σχετικά με την έλλειψη πολυμορφίας στην εκτελεστική επιτροπή της ΕΚΤ και ως προς την ανάγκη να υποβληθεί υποψηφιότητα από γυναίκα·

H.     λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην ίδια επιστολή, ο πρόεδρος της επιτροπής προέτρεψε την Eurogroup να εφαρμόσει μεσοπρόθεσμο σχέδιο για την προώθηση γυναικών σε θέσεις επιρροής στην ΕΚΤ, σε εθνικές κεντρικές τράπεζες και σε εθνικά υπουργεία οικονομικών·

Θ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν έχει παραληφθεί επίσημη απάντηση στην επιστολή της 8ης Μαΐου 2012·

Ι.      λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση ορίζει την αρχή της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών·

ΙΑ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 19 της ΣΛΕΕ αναθέτει αρμοδιότητες στην Ένωση για την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φύλου·

ΙΒ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολυμορφία όσον αφορά την εκπροσώπηση των φύλων στα διοικητικά συμβούλια και στις κυβερνήσεις διασφαλίζει ευρύτερες ικανότητες και περαιτέρω προοπτικές, και ότι η πρόσληψη αποκλειστικά ανδρών ή γυναικών συνεπάγεται πιο περιορισμένη επιλογή και ενέχει τον κίνδυνο απώλειας δυνάμει άριστων υποψηφίων·

ΙΓ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η θητεία της σημερινής Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ λήγει το 2018, με αποτέλεσμα να στερείται ενδεχομένως η εν λόγω επιτροπή πολυμορφίας μεταξύ των φύλων έως την εν λόγω ημερομηνία·

ΙΔ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι, με επιστολή του στις 19 Σεπτεμβρίου, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μετά από συνεδρίαση της Διάσκεψης των Προέδρων, κάλεσε τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να δεσμευτεί προκειμένου να διασφαλιστεί ότι όλα τα θεσμικά όργανα της Ένωσης για τα οποία φέρει την ευθύνη θα πρέπει να εφαρμόζουν συγκεκριμένα μέτρα για την κατοχύρωση της ισορροπίας μεταξύ των φύλων·

ΙΕ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 21 Σεπτεμβρίου 2010, η Επιτροπή θέσπισε τη στρατηγική για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών 2010-2015 (COM(2010)0491) και, στις 16 Απριλίου 2012, ενέκρινε έκθεση σχετικά με την πρόοδο ως προς την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών το 2011(SWD (2012/0085)·

ΙΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων (οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (CRD4)), συμπεριλάμβανε την απαίτηση να εφαρμόζουν τα θεσμικά όργανα πολιτική για την προώθηση της συμμετοχής και των δύο φύλων στον φορέα διαχείρισης·

ΙΖ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 7 Μαρτίου 2011, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Ισότητα των Φύλων για την περίοδο 2011 - 2020·

ΙΗ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο ενέκρινε ψηφίσματα, στις 3 Φεβρουαρίου 2012, σχετικά με τη συμμετοχή των γυναικών στις διαδικασίες λήψης πολιτικών αποφάσεων[2], στις 8 Μαρτίου 2011 σχετικά με την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση - 2010[3], και στις 6 Ιουλίου 2011 σχετικά με τις γυναίκες και τη διοίκηση των επιχειρήσεων[4]·

1.      εκδίδει αρνητική γνώμη σχετικά με τη σύσταση του Συμβουλίου για τον διορισμό του Yves Mersch ως μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, και καλεί το Συμβούλιο να αποσύρει τη σύστασή του και να υποβάλει στο Κοινοβούλιο νέα σύσταση·

2.      αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Συμβούλιο και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1: ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ YVES MERSCH

Γεννηθείς την 1η Οκτωβρίου 1949 στο Λουξεμβούργο. Ιθαγένεια: Λουξεμβουργιανή

Σπουδές

1973   Μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα νομικά

Πανεπιστήμιο Paris 1 Panthéon Σορβόννη

1974   Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών στο διεθνές δημόσιο δίκαιο

Μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στις πολιτικές επιστήμες

Πανεπιστήμιο Paris 1 Panthéon Σορβόννη

1975   Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών στις πολιτικές επιστήμες

Πανεπιστήμιο Paris 1 Panthéon Σορβόννη

Επαγγελματική σταδιοδρομία

1974              Εγγραφή στον δικηγορικό σύλλογο του Λουξεμβούργου

Βοηθός καθηγητή στο δημόσιο δίκαιο

Πανεπιστήμιο Paris-Sud 11

1975              Βοηθός, Υπουργείο Οικονομικών

1976 - 1978    Απόσπαση στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), Ουάσινγκτον

1978 – 1979   Υπάλληλος, Υπουργείο Οικονομικών

1980 - 1981    Οικονομικός Σύμβουλος, Μόνιμη Αντιπροσωπεία του Λουξεμβούργου στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, Νέα Υόρκη

1981               Σύμβουλος, διεθνείς οικονομικές και νομισματικές σχέσεις, Υπουργείο Οικονομικών

1983 - 1999    Μέλος του Συμβουλίου του Νομισματικού Ινστιτούτου του Λουξεμβούργου

(Αρχή Προληπτικής Εποπτείας)

1985 - 1989    Κυβερνητικός επίτροπος για το Χρηματιστήριο του Λουξεμβούργου

(Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών)

1989 - 1998    Διευθυντής του Δημόσιου Ταμείου

Προσωπικός Εκπρόσωπος του Υπουργού Οικονομικών κατά τις διαπραγματεύσεις της Συνθήκης του Μάαστριχτ

Από την 1η Ιουνίου 1998       Διοικητής της κεντρικής τράπεζας του Λουξεμβούργου (έναρξη της τρίτης θητείας στις 11 Ιουνίου 2010)

Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου και του Γενικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

Από το 2000:  Πρόεδρος της ένωσης μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα «The Bridge Forum Dialogue a.s.b.l», που ιδρύθηκε το 2000 με τη συμμετοχή των θεσμικών οργάνων και φορέων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με έδρα το Λουξεμβούργο

Από το 2003:  Μέλος του ακαδημαϊκού συμβουλίου του «Institut Universitaire International Luxembourg» (Διεθνές Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο του Λουξεμβούργου)

Από το 2006:  Μέλος του συμβουλίου του ιδρύματος «Luxembourg School of Finance» (Οικονομική Σχολή του Λουξεμβούργου)

Από το 2010:  Μέλος του «Section des sciences morals et politique de l’Institut Grand-Ducal» (Τμήμα Επιστημών Ηθικής και Πολιτικής του Ινστιτούτου του Μεγάλου Δουκάτου)

Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Διεθνούς Εταιρείας Διαχείρισης Ισλαμικής Ρευστότητας (IILM)

Από το 2011:  Αιρετός Συμπρόεδρος της Περιφερειακής Συμβουλευτικής Ομάδας για την Ευρώπη, του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας

Μέλος, με δικαίωμα ψήφου, του Γενικού Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου

Μέλος της Ελεγκτικής Επιτροπής της ΕΚΤ

Πρόεδρος του «Fondation de la Banque centrale du Luxembourg» (Ίδρυμα της Κεντρικής Τράπεζας του Λουξεμβούργου – Ίδρυμα BCL), το οποίο προάγει την έρευνα και την τριτοβάθμια εκπαίδευση στα πεδία δραστηριοτήτων της BCL

Άλλες επίσημες θέσεις

Εκπρόσωπος του Λουξεμβούργου στους ακόλουθους φορείς:

–         Νομισματική Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (αναπληρωματικό μέλος από το 1982 έως το 1985, τακτικό μέλος από το 1989 έως το 1998)

–         Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) (Αναπληρωτής Διοικητής)

–         Παγκόσμια Τράπεζα (Αναπληρωτής Διοικητής)

–         Ευρωπαϊκή Τράπεζα για την Ανασυγκρότηση και την Ανάπτυξη (ΕΤΑΑ) (Αναπληρωτής Διοικητής)

–         Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) (Μέλος του Συμβουλίου)

–         Τράπεζα Ανάπτυξης του Συμβουλίου της Ευρώπης (Μέλος του Συμβουλίου)

–         Διεθνές Ταμείο Γεωργικής Ανάπτυξης (IFAD) (Διοικητής)

Διοικητικό στέλεχος εκπροσώπησης του κράτους στα συμβούλια των ακόλουθων φορέων:

–         ARBED S.A (χάλυβας)

–         Ευρωπαϊκή Εταιρεία Εκμετάλλευσης Δορυφόρων (Société européenne de satellites-SES) (δορυφορικές υπηρεσίες)

–         Εταιρεία ταχυδρομικών και τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών (Entreprise des Postes et Télécommunications)

–         Εθνική Εταιρεία Στέγασης (Société Nationale des Habitations à Bon Marché)

–         Banque et Caisse d’Epargne de l’Etat (Κρατική Τράπεζα και Ταμιευτήριο)

Πρόεδρος του Γραφείου Ασφάλισης Εξαγωγικών Πιστώσεων (Office du Ducroire)

Πρόεδρος του Ταμείου για την καταπολέμηση του εμπορίου ναρκωτικών

Αντιπρόεδρος της Τράπεζας «Société nationale de crédit et d’investissement» (Εθνική εταιρεία πιστώσεων και επενδύσεων)

Μετάλλια

Ο Yves Mersch είναι Αξιωματικός του Τάγματος της Λεγεώνας της Τιμής (Γαλλία) και Ανώτατος Αξιωματικός του Τάγματος του Σταυρού της Αναγνώρισης (Λεττονία).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2: ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ YVES MERSCH ΣΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ

Α. Προσωπική και επαγγελματική διαδρομή

1. Παρακαλώ, εκθέστε τις κύριες πτυχές της επαγγελματικής σας εμπειρίας σε νομισματικά, χρηματοπιστωτικά και επιχειρηματικά θέματα.

2. Παρακαλώ, εκθέστε τις κύριες πτυχές της ευρωπαϊκής και διεθνούς σας πείρας.

Σε σχέση με τις ερωτήσεις 1 και 2:

Καθ’ όλη την επαγγελματική μου σταδιοδρομία ασχολούμαι με νομισματικά και χρηματοπιστωτικά θέματα. Τούτο ισχύει για τις ποικίλες θέσεις τις οποίες κατείχα ως δημόσιος υπάλληλος καθώς και ως κεντρικός τραπεζίτης, εκ των οποίων όλες τοποθετούνται σε ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο.

Από τον Μάιο του 1998 διατελώ Πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας του Λουξεμβούργου, η οποία ιδρύθηκε στο πλαίσιο της καθιέρωσης του ευρώ και της ίδρυσης της ΕΚΤ και του Ευρωσυστήματος.

Με αυτή την ιδιότητά μου διατελώ επίσης μέλος του Διοικητικού και του Γενικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Είμαι μέλος με δικαίωμα ψήφου, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου από την ίδρυσή του το 2011. Το Διοικητικό Συμβούλιο με διόρισε στην Ελεγκτική Επιτροπή της ΕΚΤ τον Ιούλιο του 2011.

Το 2011 εξελέγην Συμπρόεδρος της Περιφερειακής Συμβουλευτικής Ομάδας για την Ευρώπη του Φόρουμ Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Διορίστηκα Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Διεθνούς Εταιρείας Διαχείρισης Ισλαμικής Ρευστότητας το 2010.

Ενώ ήμουν βοηθός καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Paris-Sud έγινα δεκτός στον δικηγορικό σύλλογο του Λουξεμβούργου. Ένα χρόνο αργότερα ξεκίνησα τη σταδιοδρομία μου στο Υπουργείο Οικονομικών, στο Τμήμα Προϋπολογισμού πριν αναχωρήσω για την Ουάσινγκτον και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Επέστρεψα στο Υπουργείο Οικονομικών ασχολούμενος με δημοσιονομικά θέματα και διαρθρωτικές πολιτικές.

Το 1980 αποσπάστηκα στο Υπουργείο Εξωτερικών, όπου έγινα μέλος της μόνιμης αντιπροσωπείας του Λουξεμβούργου στα Ηνωμένα Έθνη στη Νέα Υόρκη. Τα ακόλουθα έτη, κάλυψα τους τομείς των νομισματικών θεμάτων και των διεθνών χρηματοπιστωτικών σχέσεων ως Σύμβουλος στο Υπουργείο Οικονομικών. Το 1985 ανέλαβα τη θέση του κυβερνητικού επιτρόπου στο Χρηματιστήριο του Λουξεμβούργου, και στη συνέχεια του Διευθυντή του Δημοσίου Ταμείου το 1989, θέση την οποία κατείχα για δέκα σχεδόν έτη.

Εργάστηκα σε διάφορες θέσεις σε επιχειρήσεις και οργανισμούς. Μεταξύ άλλων, υπήρξα μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, του Νομισματικού Ινστιτούτου του Λουξεμβούργου, της Arbed S.A., της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Εκμετάλλευσης Δορυφόρων (Société Européenne de Satellites), του Κρατικού Ταμιευτηρίου, της Εταιρείας Ταχυδρομικών και Τηλεπικοινωνιακών Υπηρεσιών και της Εθνικής Εταιρείας Στέγασης.

Διετέλεσα επίσης Πρόεδρος του Γραφείου Ασφάλισης Εξαγωγικών Πιστώσεων, Πρόεδρος του Γραφείου για την Καταπολέμηση της Διακίνησης Ναρκωτικών και Αντιπρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας Ανάπτυξης του Λουξεμβούργου.

Επιπροσθέτως, διετέλεσα Διοικητής του Διεθνούς Ταμείου Γεωργικής Ανάπτυξης και Υποδιοικητής της Παγκόσμιας Τράπεζας καθώς και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας για την Ανασυγκρότηση και την Ανάπτυξη. Επίσης υπήρξα μέλος της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Επιτροπής και προέδρευσα της ομάδας προσωπικών αντιπροσώπων των Υπουργών Οικονομικών της ΕΕ, η οποία συνέταξε το σύμφωνο της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης της Συνθήκης του Μάαστριχτ.

Πέραν της επαγγελματικής μου εμπειρίας, διατελώ πρόεδρος της ένωσης μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα «The Bridge Forum Dialogue a.s.b.l» από το 2000, που αποτελεί το έτος δημιουργίας του. Τα θεσμικά και λοιπά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με έδρα το Λουξεμβούργο συμμετέχουν σε αυτό το φόρουμ με σκοπό την ανταλλαγή απόψεων στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

3. Ποιες είναι οι σημαντικότερες αποφάσεις στη λήψη των οποίων λάβατε μέρος κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού σας βίου;

Είχα την τιμή να συμμετέχω σε πολλές διαπραγματεύσεις και στην κατάρτιση αποφάσεων σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο σε οικονομικά και χρηματοπιστωτικά θέματα. Επιτρέψτε μου να αναφέρω ορισμένες μόνο περιπτώσεις τις οποίες θεωρώ σημαντικές.

Με την ιδιότητά μου ως προσωπικού αντιπροσώπου του Υπουργού Οικονομικών του Λουξεμβούργου, προέδρευσα της αντίστοιχης συντακτικής ομάδας κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων της Συνθήκης του Μάαστριχτ.

Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων μου στο ΔΝΤ έγινα μάρτυρας της μετάβασης στο τρέχον νομισματικό σύστημα, όπως προβλέπεται στη 2η τροποποίηση των άρθρων του ΔΝΤ.

Είμαι Πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας του Λουξεμβούργου από την ίδρυσή της, το 1998.

Αδιαλείπτως από την εισαγωγή του ευρώ αποτελώ μέλος του Διοικητικού και του Γενικού Συμβουλίου της ΕΚΤ συμβάλλοντας στην εκπλήρωση της εντολής της ΕΚΤ.

Ειδικότερα, θεωρώ τις προκλήσεις που προέκυψαν από τη χρηματοπιστωτική κρίση και την κρίση δημοσίου χρέους σημαντικές εμπειρίες. Από τη στιγμή της εκδήλωσης των κρίσεων συμμετείχα στις αποφάσεις που έλαβε το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ για τον μετριασμό των συνεπειών στον χρηματοπιστωτικό τομέα και στην πραγματική οικονομία εντός της ζώνης του ευρώ.

4. Έχετε επιχειρηματικές ή χρηματοοικονομικές συμμετοχές ή οποιεσδήποτε άλλες δεσμεύσεις που ενδεχομένως θα συγκρούονταν με τα μελλοντικά σας καθήκοντα και υπάρχουν κάποιοι άλλοι σημαντικοί προσωπικοί ή άλλης φύσεως παράγοντες που θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη από το Κοινοβούλιο σε σχέση με το διορισμό σας;

Όχι.

5. Ποιους κατευθυντήριους στόχους θα επιδιώξετε στην οκτάχρονη θητεία σας ως μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας;

Θεωρώ ως πρώτο και κύριο καθήκον μου να συμμορφωθώ πλήρως προς την εντολή της ΕΚΤ, όπως της ανατέθηκε από τη Συνθήκη.

Σύμφωνα με τη Συνθήκη, πρωταρχικός στόχος της ΕΚΤ είναι να διατηρήσει τη σταθερότητα των τιμών μεσοπρόθεσμα για τη ζώνη του ευρώ συνολικά και —διατηρώντας τη σταθερότητα των τιμών— να στηρίξει τις γενικές οικονομικές πολιτικές στην Ένωση.

Επιπλέον, σύμφωνα με τη Συνθήκη, η ΕΚΤ έχει έναν ακόμα κατευθυντήριο στόχο —και πάλι, διατηρώντας τη σταθερότητα των τιμών— να συμβάλει στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Σύμφωνα με τις αρμοδιότητες της ΕΚΤ, θα ενεργώ με ανεξαρτησία υπέρ του γενικού συμφέροντος της ζώνης του ευρώ και της ΕΕ συνολικά. Κατά συνέπεια, ως μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ δεν θα ενεργώ ως εκπρόσωπος του κράτους μέλους του οποίου είμαι πολίτης.

Επιπλέον, αποδίδω μεγάλη σημασία στην ικανότητα, την ακεραιότητα, τη διαφάνεια και τη λογοδοσία.

Είμαι πεπεισμένος επίσης ότι η λήψη αποφάσεων με συλλογικό τρόπο και η αμιγώς επαγγελματική συμπεριφορά αποτελούν σημαντικά πλεονεκτήματα για την ΕΚΤ.

Β. Νομισματική πολιτική της ΕΚΤ

6. Πιστεύετε ότι ενδέχεται να φθάσουμε σε ένα σημείο όπου θα χρειαστεί να επιλέξουμε μεταξύ χαμηλού πληθωρισμού και μιας διάλυσης της ζώνης του ευρώ; Σε παρόμοια κατάσταση, ποια εναλλακτική λύση θα υποστηρίζατε;

Η Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση βασίζεται στη συμφωνία ότι ένα περιβάλλον χαμηλού πληθωρισμού αποτελεί την καλύτερη συμβολή που μπορεί να έχει η νομισματική πολιτική στην οικονομική ανάπτυξη, τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, την κοινωνική συνοχή και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Για να διατηρηθεί η στήριξη προς το κοινό νόμισμα και την ακεραιότητα της ζώνης του ευρώ είναι ως εκ τούτου εξαιρετικά σημαντικό η ΕΚΤ να εκπληρώσει την εντολή της για διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών.

Η Συνθήκη δεν αναθέτει απλώς στην ΕΚΤ σαφή εντολή για διατήρηση της σταθερότητας των τιμών, αλλά προβλέπει και σαφή όρια για τις ενέργειες στις οποίες δύναται να προβεί η ΕΚΤ. Φρονώ ότι η επίλυση των διαρθρωτικών οικονομικών προβλημάτων ή των δημοσιονομικών ανισορροπιών υπερβαίνει τα μέσα μιας κεντρικής τράπεζας και θα πρέπει να αντιμετωπισθεί με τις αρμόζουσες οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές.

Εν προκειμένω, οι κυβερνήσεις της ζώνης του ευρώ έχουν εκφράσει τη ρητή δέσμευσή τους να προβούν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την επίλυση των συνεχιζόμενων κρίσεων δημοσίου χρέους στη ζώνη του ευρώ και τη διαφύλαξη του ευρώ. Η δέσμευση αυτή επιβεβαιώνεται από την ενθαρρυντική πρόοδο προς την ανάκτηση υγιών δημοσιονομικών θέσεων σε όλη τη ζώνη του ευρώ και από την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας, ιδίως στα πιο ευάλωτα κράτη μέλη, παρότι απαιτούνται περαιτέρω αποφασιστικές προσπάθειες. Η δέσμευση αυτή αντανακλάται επίσης στην προθυμία των ευρωπαίων ηγετών να προχωρήσουν σε θεσμικές μεταρρυθμίσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με στόχο η ΟΝΕ να αντιστοιχεί πλήρως σε μια νομισματική ένωση.

Ταυτοχρόνως, η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ κατά τη διάρκεια της κρίσης υπήρξε αποτελεσματική στην αποφυγή χειρότερων αποτελεσμάτων. Είμαι πεπεισμένος ότι η στρατηγική νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ διαθέτει όλα τα εφόδια ώστε να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της συνεχιζόμενης κρίσης. Οι καλά εδραιωμένες μακροπρόθεσμες πληθωριστικές προσδοκίες σε ένα περιβάλλον χαμηλής πληθωριστικής πίεσης επέτρεψαν στην ΕΚΤ να μειώσει τα επιτόκια σε πολύ χαμηλά επίπεδα, στηρίζοντας την οικονομική ανάπτυξη. Επιπλέον, η ΕΚΤ έχει εφαρμόσει μια σειρά από μη συμβατικά μέτρα νομισματικής πολιτικής για τη στήριξη της διαδικασίας μεταφοράς της νομισματικής πολιτικής, με στόχο τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών, στηρίζοντας με τον τρόπο αυτό τη ροή πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία και επίσης τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ζώνης του ευρώ.

7. Ποια είναι η άποψή σας σχετικά με την ανομοιογένεια των νομισματικών συνθηκών στην ευρωζώνη και τον αντίκτυπό της στην ενιαία νομισματική πολιτική της ΕΚΤ;

Πάρα το γεγονός ότι ένας βαθμός εθνικής διαφοροποίησης στις οικονομικές και χρηματοπιστωτικές συνθήκες αποτελεί φυσιολογικό χαρακτηριστικό μιας νομισματικής ένωσης, η ανομοιογένεια έχει αυξηθεί στη ζώνη του ευρώ κατά τη διάρκεια της κρίσης. Ειδικότερα, οι νομισματικές συνθήκες κατακερματίζονται ολοένα περισσότερο μεταξύ των χωρών. Οι χρηματαγορές έχουν υποστεί ζημίες, ιδίως εκτός των εθνικών συνόρων. Η αντιστροφή των διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών ροών έχει περιορίσει τις χρηματικές και πιστωτικές εξελίξεις σε αρκετές χώρες της ζώνης του ευρώ. Τούτο δημιουργεί προκλήσεις για την εφαρμογή και τη μεταφορά της ενιαίας νομισματικής πολιτικής.

Το τρέχον επίπεδο ανομοιογένειας αντικατοπτρίζει τις δημοσιονομικές, μακροοικονομικές και χρηματοπιστωτικές ανισορροπίες που συσσωρεύτηκαν με την πάροδο του χρόνου σε ορισμένες χώρες της ζώνης του ευρώ, καθώς και τους διαφορετικούς ρυθμούς διόρθωσης των ανισορροπιών αυτών. Οι ανισορροπίες σχετίζονται κυρίως με τα υψηλά επίπεδα χρέους στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα και με τα τρωτά σημεία στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Η αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας στις χώρες αυτές απαιτεί σημαντική σχετική αναπροσαρμογή των τιμών. Επίσης απαιτούνται υγιείς διαρθρωτικές και δημοσιονομικές πολιτικές για να διασφαλιστεί η επιστροφή στην πορεία της βιώσιμης ανάπτυξης.

Η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ στοχεύει στη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών στη ζώνη του ευρώ συνολικά. Μια σειρά από μη τυποποιημένα μέτρα νομισματικής πολιτικής που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της κρίσης συνέβαλαν στη διασφάλιση μιας περισσότερο ομοιογενούς μεταφοράς της νομισματικής πολιτικής σε όλη τη ζώνη του ευρώ, με σκοπό τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών. Κοιτώντας προς το μέλλον, η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να παράσχει μια μακροπρόθεσμη λύση στις πραγματικές αιτίες της ανομοιογένειας. Ενώ οι πολιτικές της ΕΚΤ μπορούν να συνδράμουν στη διασφάλιση μιας πιο ομαλής διαδικασίας προσαρμογής και να προσφέρουν προσωρινή ανακούφιση, δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τις απαραίτητες διαρθρωτικές προσαρμογές στις οικονομίες των χωρών της ζώνης του ευρώ. Οι μελλοντικές δράσεις πολιτικής πρέπει να επιφέρουν βελτιώσεις σε ποικίλους τομείς και ένα ενισχυμένο πλαίσιο διακυβέρνησης. Η πλέον επιτακτική ανάγκη είναι η άμεση εφαρμογή όσων έχουν ήδη αποφασισθεί ως θεμέλιοι λίθοι για την περαιτέρω ολοκλήρωση.

Όπως επεσήμανε ο Πρόεδρος της ΕΚΤ στη συνέντευξη τύπου της 2ας Αυγούστου, το Διοικητικό Συμβούλιο θεωρεί ότι ο χρηματοπιστωτικός κατακερματισμός παρεμποδίζει την αποτελεσματική λειτουργία της νομισματικής πολιτικής. Κατά τη συζήτησή μας εξετάσαμε διάφορα συμπτώματα του κατακερματισμού της χρηματοπιστωτικής αγοράς. Σε αυτά περιλαμβάνεται το ποσοστό των διασυνοριακών δανείων των χρηματαγορών, το οποίο μειώθηκε από 60% έως τα μέσα του 2011 σε 40% σήμερα. Οι μη εγχώριες διατραπεζικές καταθέσεις βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο από τις αρχές του 2008 σε αρκετές χώρες. Οι αυξανόμενες περιπτώσεις προσφυγής σε πράξεις παροχής ρευστότητας στο πλαίσιο του Ευρωσυστήματος σε ορισμένες χώρες αποτελεί ένα επιπλέον παράδειγμα του κατακερματισμού αυτού. Υπάρχει σημαντική αύξηση στη χρήση εγχώριων εγγυήσεων στις πράξεις αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ. Το ποσοστό της διασυνοριακής χρήσης εγγυήσεων εντός της ζώνης του ευρώ κυμαίνεται στο 20% περίπου σήμερα σε σύγκριση με 50% το 2006. Υπάρχει μεγάλη απόκλιση στα επιτόκια επαναγοράς γενικών εγγυήσεων μεταξύ της περιφέρειας της ευρωζώνης και των κεντρικών κρατών, η οποία ξεκίνησε στα τέλη του 2011. Υπάρχουν πολλά άλλα συμπτώματα νομισματικού κατακερματισμού. Συμφωνώ με τον Πρόεδρο ότι πρέπει να υπερνικήσουμε αυτόν τον κατακερματισμό.

8. Κρίνετε ότι οι τράπεζες της ευρωζώνης βασίστηκαν σε υπερβολικό βαθμό στην παροχή ρευστότητας από την ΕΚΤ;

Η ΕΚΤ μετέβαλε την πολιτική διάθεσής της σε μια διαδικασία δημοπρασιών σταθερού επιτοκίου με πλήρη διάθεση τον Οκτώβριο του 2008, εξαιτίας της δυσλειτουργίας των χρηματαγορών στην ευρωζώνη και της ταχείας επιδείνωσης της εμπιστοσύνης στις χρηματοπιστωτικές αγορές παγκοσμίως μετά τη χρεοκοπία της αμερικανικής τράπεζας επενδύσεων Lehman Brothers. Βάσει αυτής της πολιτικής διάθεσης, το ποσό των αποθεματικών των κεντρικών τραπεζών που διατηρούνται από τις τράπεζες σε κάθε περίοδο καθορίζεται από τη συνολική ζήτηση των τραπεζών σε αυτές τις δημοπρατήσεις. Η υψηλή ζήτηση για διαμεσολάβηση της κεντρικής τράπεζας και η ευρέως κυριαρχούσα αβεβαιότητα έχουν ως αποτέλεσμα υψηλή ζήτηση από τις τράπεζες για πίστωση του Ευρωσυστήματος, η οποία υπερβαίνει τις αυστηρές ανάγκες ρευστότητας των τραπεζικών τομέων. Σήμερα, οι χρηματαγορές της ζώνης του ευρώ εμφανίζουν έναν ασυνήθιστα υψηλό βαθμό κατακερματισμού, ο οποίος διατρέχει ολοένα περισσότερο τα εθνικά σύνορα και ο οποίος έχει οδηγήσει σε πολύ αυξημένα επίπεδα διαμεσολάβησης των κεντρικών τραπεζών και σε πλεονάζουσα ρευστότητα της τάξεως των 800 δισεκατομμυρίων ευρώ περίπου. Ωστόσο, πίσω από αυτό το μεγάλο συνολικό ποσό υπάρχει σημαντική ανομοιογένεια μεταξύ τραπεζών, ακόμη και ολόκληρων τραπεζικών συστημάτων. Ενδέχεται να υπάρχουν μεμονωμένες περιπτώσεις, σε ορισμένες χώρες, υπερβολικής εξάρτησης από τη χρηματοδότηση του Ευρωσυστήματος.

Εν γένει, θεωρώ ότι, στο επίπεδο των μεμονωμένων τραπεζών, η εξάρτηση πρέπει να παρακολουθείται ιδίως με σκοπό να αποφευχθεί η διάδοση μη υγιών επιχειρηματικών προτύπων. Εν κατακλείδι, η εξάρτηση μάλλον αντικατοπτρίζει τον βαθμό κατακερματισμού των χρηματαγορών και την πίεση που ασκείται στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η οποία επί του παρόντος είναι πολύ υψηλή.

Συγκεκριμένα, η σύνδεση μεταξύ κρατών και τραπεζών δημιουργεί δυσκολίες στα τραπεζικά συστήματα των χωρών που βρίσκονται σε ασθενέστερες δημοσιονομικά θέσεις όσον αφορά τη διατήρηση ή την ανάκτηση της πρόσβασης στις αγορές με προσιτούς όρους. Ως εκ τούτου, θα ήθελα να τονίσω ότι οι αξιόπιστες βελτιώσεις στη δημοσιονομική δυναμική είναι ουσιώδους σημασίας και από την άποψη της μείωσης της εξάρτησης των τραπεζικών συστημάτων από τις κεντρικές τράπεζες σε ορισμένα κράτη μέλη. Οι αβεβαιότητες στις κανονιστικές αλλαγές ενδέχεται επίσης να συμβάλουν στην υπερβολική εξάρτηση από τη διαμεσολάβηση των κεντρικών τραπεζών.

9. Διατηρώντας τον στόχο της σταθερότητας των τιμών, πώς κατά την άποψή σας θα έπρεπε η ΕΚΤ να υλοποιήσει τις δευτερεύουσες δεσμεύσεις της που απορρέουν από τη Συνθήκη (να συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη και την πλήρη απασχόληση) και ποια μέσα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει η ΕΚΤ για να το επιτύχει;

Το άρθρο 127 της Συνθήκης θέτει στο Ευρωσύστημα τον πρωταρχικό στόχο της διατήρησης της σταθερότητας των τιμών. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ έχει ποσοτικοποιήσει τον στόχο αυτό στοχεύοντας σε πληθωρισμό υπό, αλλά πλησίον του 2% μεσοπρόθεσμα.

Ο ορισμός αυτός λαμβάνει επιπλέον υπόψη την ανάγκη στήριξης των «[..] γενικών οικονομικών πολιτικών στην Κοινότητα, προκειμένου να συμβάλει στην υλοποίηση των στόχων της Κοινότητας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2». Είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι η σταθερότητα των τιμών από μόνη της αποτελεί την καλύτερη συμβολή που δύναται να παρέχει η νομισματική πολιτική στη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και ότι στηρίζει τις γενικές οικονομικές πολιτικές της Κοινότητας. Ενισχύει επίσης τη λειτουργία του μηχανισμού καθορισμού τιμών και προωθεί την αποτελεσματική κατανομή των πόρων. Η σταθερότητα των τιμών ελαχιστοποιεί επίσης το ασφάλιστρο πληθωριστικού κινδύνου στα μακροπρόθεσμα επιτόκια και προστατεύει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, των μισθωτών, των συνταξιούχων και των αποταμιευτών.

Επιπλέον, ο μεσοπρόθεσμος προσανατολισμός της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ συνδράμει στη σαφή οριοθέτηση των πληθωριστικών προσδοκιών και ταυτοχρόνως στην ορθή αντίδραση σε οικονομικά και δημοσιονομικά αιφνίδια πλήγματα της οικονομίας της ευρωζώνης, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τα χρονικά διαστήματα που απαιτούνται ώστε η νομισματική πολιτική να διεισδύσει στην οικονομία. Ένα σαφές παράδειγμα της σημασίας του μεσοπρόθεσμου προσανατολισμού είναι η εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Παρά το γεγονός ότι τα ποσοστά του πληθωρισμού θα κυμαίνονται πάνω από το 2% κατά τους επόμενους μήνες, η απόφαση της ΕΚΤ στις αρχές Ιουλίου του 2012 κατέδειξε την ετοιμότητά της να φέρει τα επιτόκια σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα μειώνοντας τις πληθωριστικές πιέσεις που ασκούνται στον ορίζοντα της σχετικής πολιτικής.

Τέλος, η ΕΚΤ έχει εφαρμόσει μια σειρά μη συμβατικών μέτρων νομισματικής πολιτικής για την αντιμετώπιση προβλημάτων στον μηχανισμό μεταφοράς. Τα μέτρα αυτά ελήφθησαν ειδικότερα στο πλαίσιο της αβεβαιότητας και των περιορισμών που σχετίζονται με το γεγονός ότι η χρηματοδότηση των τραπεζών από τις αγορές πραγματικά απειλεί να υπονομεύσει τον τραπεζικό δανεισμό και δημιουργεί πιέσεις για ευρεία απομόχλευση. Από την άποψη αυτή, τα μέτρα της ΕΚΤ στόχευαν στην ενίσχυση της ροής πιστώσεων στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις προκειμένου να εκπληρωθεί η πρωταρχική εντολή της διατήρησης της σταθερότητας των τιμών, αλλά ταυτοχρόνως συνέβαλαν σημαντικά στη στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης στη ζώνη του ευρώ.

10. Σε ποιους ρόλους, σχέσεις και προκλήσεις θεωρείτε θα κληθούν να ανταποκριθούν η ΕΚΤ και ο επικείμενος Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθεροποίησης; Θεωρείτε ότι η ΕΚΤ χρειάζεται περισσότερα νέα μέσα για να ανταποκριθεί στην κρίση της ευρωζώνης;

Η ΕΚΤ και ο μελλοντικός ΕΜΣ έχουν σαφώς καθορισμένες και χωριστές εντολές. Ο πρωταρχικός και επιτακτικός στόχος της ΕΚΤ είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών στη ζώνη του ευρώ, ενώ ο ΕΜΣ θα είναι υπεύθυνος για τη διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στη ζώνη του ευρώ συνολικά. Οι στόχοι των δύο θεσμικών οργάνων —το ένα νομισματικό, το άλλο δημοσιονομικό— είναι συμπληρωματικοί, εφόσον η σταθερότητα των τιμών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για ευρεία μακροχρηματοπιστωτική σταθερότητα, και η χρηματοπιστωτική σταθερότητα ενισχύει την ομαλή μεταφορά της νομισματικής πολιτικής στην πραγματική οικονομία, συμβάλλοντας συνεπώς στη σταθερότητα των τιμών.

Και τα δύο θεσμικά όργανα είναι εξοπλισμένα με μέσα για την εκπλήρωση των εντολών τους. Η ΕΚΤ διατηρεί τη σταθερότητα των τιμών μέσω αλλαγών στο βασικό της επιτόκιο —το τυποποιημένο μέσο της— και μέσω μη τυποποιημένων μέτρων για την αντιμετώπιση δυσλειτουργιών στον μηχανισμό μεταφοράς της νομισματικής πολιτικής. Ο ΕΜΣ έχει στη διάθεσή του μέσα για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και την πρόληψη της μετάδοσης, στα οποία περιλαμβάνονται δάνεια και προληπτικά πιστωτικά όρια στα κράτη μέλη της ευρωζώνης, οι αγορές κρατικών ομολόγων στην πρωτογενή και δευτερογενή αγορά, και τα δάνεια για την ανακεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Όλα τα μέσα στήριξης του ΕΜΣ υπόκεινται σε όρους.

Ο ρόλος της ΕΚΤ μέσα στο πλαίσιο του μελλοντικού ΕΜΣ καθορίζεται σαφώς στη Συνθήκη του ΕΜΣ. Πριν την απόφαση για τη χορήγηση ενίσχυσης ΕΜΣ, η ΕΚΤ θα συμμετέχει στην εκτίμηση του κατά πόσον υφίσταται κίνδυνος για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ συνολικά, στον καθορισμό των χρηματοδοτικών αναγκών του εν λόγω μέλους του ΕΜΣ, και στη δημιουργία συνδέσμων με άλλα όργανα με σκοπό τη διαπραγμάτευση και την παρακολούθηση των μνημονίων συνεννόησης τα οποία περιγράφουν λεπτομερώς τους όρους πολιτικής. Επιπλέον, η ΕΚΤ θα αξιολογεί κατά πόσον υφίστανται έντονες αναταράξεις στη χρηματοπιστωτική αγορά και κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, που επιβάλλουν στον ΕΜΣ να αγοράσει τίτλους από τη δευτερογενή αγορά. Επιπλέον, η ΕΚΤ και το ΕΤΧΣ έχουν υπογράψει συμφωνία αντιπροσωπείας, δίνοντας εντολή στην ΕΚΤ να προβαίνει σε πράξεις αγοράς εκ μέρους του ΕΤΧΣ, και αναμένεται ότι παρόμοια συμφωνία θα συναφθεί με τον ΕΜΣ.

Όσον αφορά τα μέσα για την αντιμετώπιση της κρίσης της ζώνης του ευρώ, η ΕΚΤ διαθέτει όλα τα εργαλεία που χρειάζεται για να διατηρήσει τη σταθερότητα των τιμών σύμφωνα με την εντολή της και εντός των ορίων της Συνθήκης. Η αντιμετώπιση ευρύτερων πτυχών της κρίσης της ζώνης του ευρώ δεν αποτελεί αρμοδιότητα της νομισματικής πολιτικής και πρέπει να αντιμετωπιστεί με αποφασιστικά μέτρα από τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ.

Στη συνεδρίασή του στις 2 Αυγούστου, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ δήλωσε ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να είναι έτοιμες να ενεργοποιήσουν τον ΕΤΧΣ/ΕΜΣ στην αγορά ομολόγων όταν υφίστανται έκτακτες συνθήκες στη χρηματοπιστωτική αγορά και κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα —υπό αυστηρούς και αποτελεσματικούς όρους σύμφωνα με τις καθορισμένες κατευθυντήριες γραμμές.

Η τήρηση των δεσμεύσεων των κυβερνήσεων και η εκπλήρωση του ρόλου των ΕΤΧΣ/ΕΜΣ συνιστούν απαραίτητες προϋποθέσεις. Όπως ανέφερε ο Πρόεδρος στη συνέντευξη τύπου στις 2 Αυγούστου, το Διοικητικό Συμβούλιο, στο πλαίσιο της εντολής του για διατήρηση της σταθερότητας των τιμών μεσοπρόθεσμα και σεβόμενο την ανεξαρτησία του στον καθορισμό της νομισματικής πολιτικής ενδέχεται να προβεί σε οριστικές πράξεις ανοικτής αγοράς μεγέθους επαρκούς για την εκπλήρωση του στόχου του. Στο πλαίσιο αυτό, θα αντιμετωπιστούν οι ανησυχίες των ιδιωτών επενδυτών περί προτεραιότητας. Επιπλέον, το Διοικητικό Συμβούλιο ενδέχεται να εξετάσει τη λήψη περαιτέρω μη συμβατικών μέτρων νομισματικής πολιτικής σύμφωνα με ό,τι απαιτείται για την επιδιόρθωση της μεταφοράς της νομισματικής πολιτικής. Η πειστική δραστηριότητα της αγοράς εξαρτάται ωστόσο από έναν αξιόπιστο χάρτη πορείας για περαιτέρω ολοκλήρωση στον δημοσιονομικό, χρηματοπιστωτικό και πολιτικό τομέα.

11. Με ποιον τρόπο θα εξασφαλίσετε τη διαφάνεια σε σχέση με το SMP και το Πρόγραμμα Αγοράς Καλυμμένων Ομολόγων (CBPP);

Η ΕΚΤ δημοσιεύει τα οφειλόμενα ποσά του SMP και του CBPP2 μία φορά την εβδομάδα.

12. Η ΕΚΤ έχει προβεί σε μη συμβατικές πράξεις νομισματικής πολιτικής κατά τα τελευταία τέσσερα έτη. Θα τις θεωρούσατε σημαντική επιδότηση προς τον τραπεζικό τομέα; Εάν ναι, σε τι ποσό θα αντιστοιχούσε; Ποιο θεωρείτε ότι είναι το χρονοδιάγραμμα για την ΕΚΤ ώστε να εξέλθει από τα τρέχοντα μη τυποποιημένα μέτρα;

Ο βασικός στόχος των μη συμβατικών μέτρων που ελήφθησαν από την ΕΚΤ είναι να συμβάλουν σε έναν λειτουργικό μηχανισμό μεταφοράς της νομισματικής πολιτικής. Παραδείγματος χάριν, η ΕΚΤ είχε ως στόχο να παράσχει ενίσχυση αναχρηματοδότησης στους τραπεζικούς ισολογισμούς της ζώνης του ευρώ μέσω μακροπρόθεσμων πράξεων αναχρηματοδότησης με προβλεπόμενη λήξη 3 ετών καθώς και μέσω της διαδικασίας πλήρους διάθεσης σε όλες τις πράξεις. Όπως ανέφερε και ο Πρόεδρος της ΕΚΤ στην ακρόασή του ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τα μέτρα αυτά είχαν καταστεί απαραίτητα λόγω της παρουσίας των ασφαλίστρων κινδύνου αυξημένης ρευστότητας ως συνέπεια της αυξημένης αβεβαιότητας και της μεταβλητότητας της χρηματοπιστωτικής αγοράς και επειδή οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ αντιμετώπιζαν ένα περιβάλλον με αυξανόμενες προκλήσεις όσον αφορά την αναχρηματοδότηση των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων. Τα μέτρα της ΕΚΤ έχουν συμβάλει στη μείωση των ασφαλίστρων αυτών και έχουν σταθεροποιήσει τη χρηματοδότηση των τραπεζών, και αμφότερα τα μέτρα αυτά μπορούν να θεωρηθούν ότι στόχευαν στη μείωση στρέβλωσης της αγοράς.

Τα μη συμβατικά μέτρα εγκρίθηκαν για να διασφαλιστεί η μεταφορά της ενιαίας νομισματικής πολιτικής η οποία έχει ως στόχο τη διαφύλαξη της σταθερότητας των τιμών στη ζώνη του ευρώ. Όπως όλα τα μέτρα νομισματικής πολιτικής, και τα μέτρα αυτά έχουν επιπτώσεις στον ισολογισμό των τραπεζών και σε άλλους οικονομικούς παράγοντες, γεγονός που αποτελεί μέρος της διαδικασίας μεταφοράς.

Τα μη συμβατικά μέτρα θα ισχύσουν για όσο χρονικό διάστημα απαιτηθεί. Δεδομένου του ισχυρού τους αντίκτυπου στις τιμές της αγοράς, ωστόσο, είναι ουσιώδης η στενή παρακολούθηση της εξέλιξης της κατάστασης και της συνεχιζόμενης αναγκαιότητάς τους προκειμένου να αποφευχθεί η εμφάνιση ενδεχόμενων αρνητικών παρενεργειών των μέτρων αυτών. Τα μέτρα αυτά είναι προσωρινά εκ φύσεως και εκ κατασκευής. Τελούν υπό συνεχή παρακολούθηση όσον αφορά τη χρησιμότητά τους.

13. Τι είδους ρόλο θα πρέπει να διαδραματίζουν, κατά την άποψή σας, στην πολιτική της ΕΚΤ οι αξιολογήσεις του δημόσιου χρέους; Πιστεύετε ότι η ΕΚΤ πρέπει κατά κανόνα να αποδέχεται ως κινητές αξίες όλα τα κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης;

Το Ευρωσύστημα λαμβάνει υπόψη του πολλά στοιχεία κατά την αξιολόγηση των κριτηρίων πιστοληπτικής διαβάθμισης των στοιχείων ενεργητικού που είναι αποδεκτά ως εγγυήσεις στις πράξεις νομισματικής πολιτικής. Οι εκτιμήσεις των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας είναι ένας σημαντικός παράγοντας, αλλά δεν αποτελούν το μοναδικό στοιχείο που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων και για την εξασφάλιση προστασίας υψηλού κινδύνου. Στην περίπτωση των κρατών που ακολουθούν το πρόγραμμα προσαρμογής ΔΝΤ-ΕΕ, παραδείγματος χάριν, διαδραματίζει καίριο ρόλο η αξιολόγηση της ΕΚΤ για το πρόγραμμα και τη συμμόρφωση της χώρας με το πρόγραμμα αυτό.

Το πλαίσιο του Ευρωσυστήματος για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να εξασφαλίζει επαρκή προστασία κινδύνου για το Ευρωσύστημα στις πράξεις νομισματικής πολιτικής. Ορίζει τα πρότυπα που εφαρμόζει η ΕΚΤ για τις κινητές αξίες, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών ομολόγων των χωρών της ζώνης του ευρώ. Το Ευρωσύστημα μπορεί να περιορίσει τη χρήση κινητών αξιών, να απορρίψει κινητές αξίες ή να εφαρμόσει επιπλέον περικοπές σε αυτές, με βάση οποιαδήποτε πληροφορία θεωρεί βάσιμη, αν αυτό απαιτείται για να διασφαλιστεί ότι η ανάληψη κινδύνου στις πράξεις νομισματικής πολιτικής παραμένει εύλογη.

Υποστηρίζω τη δέσμευση της G20 για περαιτέρω μείωση της εξάρτησης από τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, όπως έχει επανειλημμένως ζητηθεί και από την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του ΕΚ στο πλαίσιο μιας αναθεώρησης του κανονισμού της ΕΕ σχετικά με τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Εξ όσων γνωρίζω, το Ευρωσύστημα εργάζεται ενεργά προς την κατεύθυνση αυτή, κυρίως ενισχύοντας τις δικές του εσωτερικές ικανότητες αξιολόγησης πιστωτικού κινδύνου και ενδυναμώνοντας τις ικανότητές της δέουσας επιμέλειας όσον αφορά τα εξωτερικά συστήματα πιστοληπτικής αξιολόγησης. Τούτο απαιτεί μια σταδιακή προσέγγιση, ώστε να μπορέσει να δημιουργηθεί εσωτερικά μια αξιόπιστη και κατάλληλη εναλλακτική λύση για την αξιολόγηση της φερεγγυότητας.

14. Ποια είναι η εκτίμησή σας για την επιτυχία της πρόσφατης πρωτοβουλίας συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα (PSI) στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους; Πώς μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι δεν θα απαιτηθεί εκ νέου;

Η αναδιάρθρωση του ελληνικού δημοσίου χρέους που εφαρμόστηκε τον Μάρτιο-Απρίλιο του 2012 μείωσε το οφειλόμενο ποσό δημοσίου χρέους κατά 106 δισεκατομμύρια ευρώ ή κατά 50% του ΑΕΠ.

Το αποτέλεσμα αυτό διευκολύνθηκε από τη χρήση ρητρών συλλογικής δράσης, που συνέβαλαν στην επίτευξη ποσοστού συμμετοχής 96%. Ωστόσο, μολονότι αυτή η αναδιάρθρωση του χρέους συνέβαλε στην αποκατάσταση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους στην Ελλάδα, ο στόχος αυτός σε τελική ανάλυση θα μπορέσει να επιτευχθεί μόνον εάν οι ελληνικές αρχές εμμείνουν στην εφαρμογή του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής. Δυστυχώς, μετά την έγκριση του δεύτερου προγράμματος για την Ελλάδα, η εφαρμογή της πολιτικής ανακόπηκε πλήρως, ενώ οι μακροοικονομικές προοπτικές επιδεινώθηκαν περαιτέρω. Οι παράγοντες αυτοί έχουν επηρεάσει αρνητικά τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Προτεραιότητα αποτελεί τώρα να επαναφέρει η νέα κυβέρνηση το πρόγραμμα σε ορθή πορεία. Δεν θεωρώ χρήσιμη μια συζήτηση σχετικά με έναν ακόμα γύρο αναδιάρθρωσης του χρέους στο παρόν στάδιο. Πρώτον, η συζήτηση αυτή θα υπονομεύσει περαιτέρω τα κίνητρα της ελληνικής κυβέρνησης για την εφαρμογή του προγράμματος. Και δεύτερον, θα μπορούσε επιπλέον να υπονομεύσει τα κίνητρα για δημοσιονομική εξυγίανση και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε άλλες ευάλωτες χώρες της ζώνης του ευρώ.

15. Πώς αξιολογείτε τις αυξανόμενες απαιτήσεις και οφειλές των μελών της ΕΚΤ στο πλαίσιο του στόχου ΙΙ;

Οι απαιτήσεις του στόχου 2 και αντιστοίχως οι αξιώσεις του στόχου 2 επί των ισολογισμών των εθνικών κεντρικών τραπεζών στη ζώνη του ευρώ έχουν αυξηθεί σημαντικά κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα τραπεζικά συστήματα σε ορισμένες χώρες αντιμετωπίζουν εκροές πληρωμών οι οποίες δεν αντισταθμίζονται από εισροές πληρωμών και δεν μπορούν να αναπληρωθούν από κεφάλαια που συγκεντρώνονται στην αγορά. Η αναπλήρωση αντ’ αυτού προέρχεται από τον δανεισμό από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες έναντι εγγυήσεων. Ταυτοχρόνως, οι χώρες στις οποίες οι πληρωμές εισρέουν εμφανίζουν αξιώσεις στο πλαίσιο του στόχου 2.

Οι ισορροπίες του στόχου 2 αντικατοπτρίζουν τη στήριξη του Ευρωσυστήματος η οποία διασφαλίζει ότι οι φερέγγυες τράπεζες δεν περιορίζονται ως προς τη ρευστότητα και ότι το κεφάλαιο μπορεί να ρέει ελεύθερα μεταξύ των κρατών μελών. Οι ανισορροπίες του στόχου 2 στο μέγεθος που βρίσκονται σήμερα μπορούν να αποφευχθούν εάν διαλυθεί ο καταστροφικός σύνδεσμος μεταξύ τραπεζών και κυβερνήσεων, λόγω του οποίου οι αδύναμες τράπεζες συμπαρασύρουν προς τα κάτω τις κυβερνήσεις και αντιστρόφως, δηλ. οι τράπεζες να καταστούν πραγματικά ευρωπαϊκές ως μακροπρόθεσμος στόχος. Εάν μια ένωση των χρηματοπιστωτικών αγορών δημιουργηθεί με αξιόπιστο τρόπο, συνοδευόμενη από την καλή λειτουργία του δημοσιονομικού συμβολαίου και τη διαδικασία μακροοικονομικής ανισορροπίας, οι ανισορροπίες του στόχου 2 θα καθίστανται πολύ λιγότερο εμφανείς.

Οι ανισορροπίες αυτές ενδέχεται επίσης να επηρεαστούν από τη δικτύωση υποδομών οι οποίες λειτουργούν σε διεθνές επίπεδο αλλά είναι εγκατεστημένες σε λίγες χώρες.

16. Ποια είναι η άποψή σας σχετικά με τον ρυθμό με τον οποίο τα νέα κράτη μέλη θα πρέπει να εντάσσονται στη νομισματική ένωση και να υιοθετούν το ευρώ, δεδομένων όλων των κριτηρίων σύγκλισης και της συμμετοχής στον μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών (ERM II);

Η Συνθήκη είναι πολύ σαφής: ένας «υψηλός βαθμός βιώσιμης σύγκλισης» πρέπει να επιτευχθεί πριν μια χώρα μπορέσει να υιοθετήσει το ευρώ. Τούτο σημαίνει ότι μια απλή μηχανική ανάγνωση των κριτηρίων σύγκλισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 140 της Συνθήκης δεν αρκεί. Αυτό που απαιτείται είναι μια αξιολόγηση της ανθεκτικότητας της υιοθέτησης του ευρώ. Εάν η οικονομική σύγκλιση δεν είναι βιώσιμη, οι χώρες θα αντιμετωπίσουν εν τέλει προβλήματα όπως απώλειες σε ανταγωνιστικότητα και/ή κύκλους έντονης ανάπτυξης και ύφεσης. Η πείρα της ζώνης του ευρώ έχει παράσχει αδιάσειστα στοιχεία για το πόσο σημαντική είναι η προσεκτική αξιολόγηση της ετοιμότητας μιας χώρας να υιοθετήσει το ευρώ βάσει αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων. Τούτο ισχύει και για τη συμμετοχή στον ERM II, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την υιοθέτηση του ευρώ. Τα κράτη μέλη πρέπει να αποδείξουν ότι μπορούν να διατηρήσουν τη σταθερότητα των τιμών, τη δημοσιονομική πειθαρχία και την ανταγωνιστικότητα χωρίς μεγάλες προσαρμογές συναλλαγματικής ισοτιμίας.

Εν κατακλείδι, ο ρυθμός για την υιοθέτηση του ευρώ διαφέρει από χώρα σε χώρα καθώς εξαρτάται από τον βαθμό της επιτευχθείσας σύγκλισης. Όσον αφορά τα νέα κράτη μέλη τα οποία δεν έχουν υιοθετήσει ακόμα το ευρώ (δηλ. τη Βουλγαρία, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Λετονία, τη Λιθουανία, την Ουγγαρία, την Πολωνία και τη Ρουμανία) η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διενέργησαν την πιο πρόσφατη αξιολόγησή τους στις εκθέσεις σύγκλισης του 2012 οι οποίες δημοσιεύθηκαν στις 30 Μαΐου. Σε εκείνη τη χρονική στιγμή, καμία από τις χώρες αυτές δεν πληρούσε όλα τα οικονομικά και νομικά κριτήρια για την υιοθέτηση του ευρώ.

17. Ποια είναι η άποψή σας σχετικά με την πρωτοβουλία «Πέραν του ΑΕΠ»;

Αποτελεί βασικό καθήκον των υπευθύνων χάραξης πολιτικής το να οραματίζονται τη μεγιστοποίηση της ευημερίας των πολιτών τους με βιώσιμο τρόπο. Για τον σκοπό αυτό είναι απαραίτητο και θα πρέπει να επικροτείται ο συνεχής αγώνας για την καλύτερη δυνατή μέτρηση της ευημερίας. Όπως αντικατοπτρίζεται στη συζήτηση στην Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, διαφορετικές μετρήσεις είναι κατάλληλες ανάλογα με τον εκάστοτε στόχο. Το πλεονέκτημα της μέτρησης με βάση το ΑΕΠ είναι ότι καταγράφει σχετικά καλά τη μακροοικονομική δραστηριότητα μιας χώρας. Η χρήση του αρμόζει στις περιπτώσεις που η οικονομική δραστηριότητα αναλύεται ή συσχετίζεται με άλλες οικονομικές μεταβλητές, όπως τα επίπεδα δημόσιου χρέους.

Συνεπώς, τα υψηλής ποιότητας στατιστικά στοιχεία ΑΕΠ (και δυνητικής παραγωγής) είναι απαραίτητα. Ωστόσο, φαίνεται λογικό να συμπληρώνονται οι αμιγώς παραγωγικές μετρήσεις, όπως το ΑΕΠ, με άλλους δείκτες κατά την αξιολόγηση της γενικότερης ευημερίας του πληθυσμού ιδίως σε μια μακροπρόθεσμη προοπτική. Οι δείκτες αυτοί θα μπορούσαν μεταξύ άλλων να συμπεριλαμβάνουν την κατάσταση του περιβάλλοντος, της κοινωνικής ένταξης ή του συστήματος υγείας. Τα δεδομένα της διεξαγόμενης έρευνας του Ευρωσυστήματος σχετικά με τα οικονομικά και την κατανάλωση των νοικοκυριών θα προσθέσουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες σχετικά με τις διανεμητικές πτυχές του χρέους και του πλούτου.

18. Ποιες θα είναι, κατά την άποψή σας, οι βασικές προκλήσεις για το ευρωπαϊκό στατιστικό σύστημα στην προσεχή δεκαετία;

Η πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση έχει καταδείξει πόσο σημαντικό είναι η ευρωπαϊκή στατιστική να είναι έγκαιρη, αξιόπιστη και υψηλής ποιότητας. Η σημασία αυτή της στατιστικής για τη χάραξη πολιτικής είναι πιθανό να αυξηθεί περαιτέρω. Η διασφάλιση της αξιοπιστίας των επίσημων ευρωπαϊκών οικονομικών και χρηματοπιστωτικών στατιστικών στοιχείων θα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη στήριξη ενός ολοκληρωμένου πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ και παγκόσμιας μακροοικονομικής εποπτείας η οποία θα αξιολογεί τη βιώσιμη και ισορροπημένη ανάπτυξη εντός των G20. Για τον σκοπό αυτό, θα απαιτηθούν συγκρίσιμα υψηλής ποιότητας στοιχεία από τις χώρες και πιο αναλυτικά στοιχεία. Τα προσφάτως ενημερωμένα διεθνή στατιστικά πρότυπα θα πρέπει να εφαρμοστούν με συντονισμένο τρόπο σε όλη την ΕΕ. Εξίσου σημαντική είναι η αξιοπιστία —και η ανεξαρτησία— των φορέων που παράγουν τις στατιστικές αυτές καθώς και το να ανακοινώνονται και να είναι εύκολα προσβάσιμα στο κοινό τα αποτελέσματα ως ένα δωρεάν κοινό αγαθό.

Οι ευρωπαϊκές στατιστικές αναπτύσσονται, παράγονται και διαδίδονται μέσω του ευρωπαϊκού στατιστικού συστήματος (EΣΣ) και του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ). Η Eurostat και οι εθνικές στατιστικές υπηρεσίες της ΕΕ (ΕΣΥ), το EΣΣ, θα αντιμετωπίσουν προκλήσεις ενίσχυσης των συστημάτων τους διαχείρισης της ποιότητας με βάση τον κώδικα ορθής πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την ανεξαρτησία τους. Όλες οι χώρες της ΕΕ θα πρέπει να υπογράψουν τη σχεδιασθείσα δέσμευση αξιοπιστίας. Επιπλέον, το ΕΣΣ θα πρέπει να συνεργαστεί έτι στενότερα με το ΕΣΚΤ στο επιτυχημένο πλαίσιο της επιτροπής στατιστικών για θέματα νομισματικά, χρηματοπιστωτικά και ισοζυγίου πληρωμών (CMFB), συντονίζοντας και εκσυγχρονίζοντας τις διαδικασίες συλλογής και παραγωγής δεδομένων. Τούτο θα συνέδραμε στη διατήρηση —ή ακόμα και την αύξηση— της ποιότητας των στατιστικών, ενώ θα μείωνε ταυτοχρόνως το συνολικό κόστος της παραγωγής ευρωπαϊκών στατιστικών.

Γ. Απόψεις για την οικονομική πολιτική της ΕΕ

19. Σε ποιες ενέργειες πρέπει να προβούμε για να σταματήσουμε την κρίση;

Η κρίση πρέπει να αντιμετωπιστεί τόσο σε εθνικό επίπεδο —μέσω της δημοσιονομικής εξυγίανσης και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την ανάταση του δυναμικού ανάπτυξης— όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο —μέσω της ενισχυμένης διακυβέρνησης και ολοκλήρωσης.

Για να καταπολεμηθεί η κρίση, πρέπει να αντιμετωπιστούν οι βασικές της αιτίες: υπερβολικά δημόσια χρέη, ανεπαρκής ανταγωνιστικότητα και ανεπιθύμητες εξελίξεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Συνεπώς, οι κυβερνήσεις με μεγάλα δημόσια χρέη πρέπει να μειώσουν το χρέος τους σε ποσοστά ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα, συμμορφούμενα πλήρως με το ενισχυμένο πλαίσιο διακυβέρνησης της ΕΕ. Τούτο καθίσταται ακόμα πιο σημαντικό καθώς τα υψηλά ποσοστά χρέους από μόνα τους επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη. Για τον περιορισμό των ενδεχόμενων αρνητικών αρχικών συνεπειών της στην ανάπτυξη, η δημοσιονομική εξυγίανση θα πρέπει να επικεντρωθεί στη μεγαλύτερη αποδοτικότητα των δαπανών και να αποφύγει άσκοπες περικοπές στις δημόσιες επενδύσεις. Μια τέτοια αξιόπιστη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική προσαρμογή θα αυξήσει την εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών και θα έχει ως αποτέλεσμα μειωμένα ασφάλιστρα κινδύνου. Τούτο θα μεταφερθεί στον ιδιωτικό τομέα και στο τέλος θα παράγει περισσότερη ανάπτυξη.

Η απαραίτητη ολοκληρωμένη δημοσιονομική εξυγίανση στην Ευρώπη πρέπει να συνοδευτεί με πολύ περισσότερη ένταση από διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα έχουν ως στόχο την αύξηση του δυναμικού ανάπτυξης και τη βελτίωση της ικανότητας απορρόφησης των κραδασμών των εθνικών οικονομιών. Οι περισσότερες χώρες που υφίστανται επί του παρόντος την πίεση των χρηματοπιστωτικών αγορών έχουν ήδη αρχίσει να εγκρίνουν σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Παρά το γεγονός ότι περαιτέρω μέτρα για τη μείωση των υφιστάμενων δυσκαμψιών στις αγορές προϊόντων και εργασίας φαίνονται από πολιτική άποψη ιδιαιτέρως δύσκολα σε ένα περιβάλλον υποτονικής ανάπτυξης, είναι αναπόφευκτα προκειμένου να επιτευχθεί βιώσιμη ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.

Κατά συνέπεια, θα πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω ο ανταγωνισμός στις αγορές προϊόντων, μέσω της ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς, και οι μισθοί θα πρέπει να προσαρμόζονται με ευέλικτο τρόπο αντικατοπτρίζοντας τις συνθήκες και την παραγωγικότητα της αγοράς εργασίας.

Επιπλέον, η ανάπτυξη βιώσιμης παραγωγικότητας πρέπει να προωθηθεί μέσω μεταξύ άλλων της διευκόλυνσης των επενδύσεων στην έρευνα και την ανάπτυξη και της διασφάλισης μιας υψηλής ποιότητας εκπαίδευσης και διά βίου μάθησης. Τα μέτρα αυτά παίζουν εξίσου αποφασιστικό ρόλο στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας που δεν αφορά τις τιμές. Παράλληλα με τις βελτιώσεις στην ανταγωνιστικότητα των τιμών, τα μέτρα αυτά είναι πιθανό να προωθήσουν τις εξαγωγικές επιδόσεις των κρατών μελών και να ενισχύσουν τις ανταγωνιστικές επιχειρήσεις εισαγωγών, διευκολύνοντας την απαραίτητη εκ νέου εξισορρόπηση στις περιπτώσεις όπου κυριαρχούν ακόμα μακροοικονομικές ανισορροπίες.

Για τη διασφάλιση της ανάπτυξης, της σταθερότητας και της ευημερίας με βιώσιμο τρόπο, είναι απαραίτητη μια αποφασιστική κίνηση προς μια γνήσια οικονομική και νομισματική ένωση. Οι προτάσεις που παρουσιάστηκαν από τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σε στενή συνεργασία με τους Προέδρους της Επιτροπής, της Ευρωομάδας και της ΕΚΤ τον Ιούνιο του 2012 δείχνουν προς τη σωστή κατεύθυνση. Παρότι η κρίση προώθησε την απαραίτητη ενίσχυση του βασισμένου σε κανόνες δημοσιονομικού πλαισίου, είναι απαραίτητα περαιτέρω βήματα προς μια φορολογική ένωση για να διασφαλισθεί ότι όλες οι χώρες της ζώνης του ευρώ —και η ζώνη του ευρώ στο σύνολό της— ακολουθούν συνεχώς βιώσιμες δημοσιονομικές πολιτικές. Η ζώνη του ευρώ πρέπει επίσης να προχωρήσει προς ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο οικονομικής πολιτικής για να αυξήσει την πίεση μεταξύ των χωρών για εφαρμογή των απαραίτητων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Επιπλέον, οι μεταρρυθμίσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα είναι απαραίτητες στα περισσότερα κράτη μέλη. Η πολιτική δέσμευση για θέσπιση ενός ενοποιημένου καθεστώτος εποπτείας βάσει του άρθρου 127 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ πρέπει να εφαρμοστεί.

Τέλος, είναι πολύ σημαντικό, η βαθύτερη ολοκλήρωση της ΟΝΕ να συνοδεύεται από ενισχυμένη λογοδοσία, ιδίως ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για να διασφαλιστεί η δημοκρατική νομιμότητα της διαδικασίας αυτής.

20. Ποια θα ήταν η σημασία της έκδοσης ευρωομολόγων για την οικονομική διακυβέρνηση στη ζώνη του ευρώ; Έχετε κάποια προτίμηση μεταξύ των επιλογών που παρουσίασε η Επιτροπή στην Πράσινη Βίβλο της;

Η εισαγωγή ευρωομολόγων ή άλλου μέσου κοινού χρέους που περιλαμβάνει ευρείες αμοιβαίες δημοσιονομικές υποχρεώσεις εξαρτάται κατά πολύ από την κατάλληλη αλληλουχία. Είναι εφικτή μόνο μετά από μια σημαντική μεταφορά δημοσιονομικής εθνικής κυριαρχίας σε επίπεδο ΕΕ με στόχο να επιτευχθεί μια γνήσια οικονομική ένωση στη ζώνη του ευρώ. Δίχως αυτήν την μεταφορά εθνικής κυριαρχίας, η οποία διευκολύνει την αποτελεσματική οικονομική διακυβέρνηση, η έκδοση κοινού χρέους θα στερούνταν αξιοπιστίας, θα δημιουργούσε μια κατάσταση ηθικού κινδύνου και θα διακινδύνευε να αποδυναμώσει τα κίνητρα για υγιείς δημοσιονομικές πολιτικές, οι οποίες είναι απαραίτητες σε μια οικονομική και νομισματική ένωση. Οι υγιείς δημοσιονομικές πολιτικές συμβάλλουν επίσης στην επιδίωξη της σταθερότητας των τιμών στο Ευρωσύστημα.

Ωστόσο, με την κατάλληλη αλληλουχία η έκδοση κοινού χρέους προσφέρει επίσης πιθανά οφέλη για δημοσιονομική ολοκλήρωση και λειτουργικότητα της αγοράς καθώς και για χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Συνεπώς, εφόσον επιτευχθεί μια αξιόπιστη δημοσιονομική ένωση με επαρκή δημοκρατική νομιμότητα, θεωρώ την κοινή έκδοση δημοσίου χρέους από τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ ως ένα πιθανό συμπλήρωμα.

21. Ποιοι θεωρείτε ότι είναι οι σημαντικότεροι στόχοι της στρατηγικής για την απασχόληση και την ανάπτυξη μέχρι το 2020; Πώς θα μπορούσαν η ΕΚΤ και τα μέσα συντονισμού οικονομικής πολιτικής να συμβάλουν στην επιτυχία αυτής της στρατηγικής; Παρακαλώ, απαριθμήστε με σειρά σπουδαιότητας τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες πιστεύετε ότι αποτελούν προτεραιότητα στην ΕΕ και δικαιολογήστε τις επιλογές σας.

Τα κράτη μέλη πρέπει να αυξήσουν το δυναμικό ανάπτυξης των οικονομιών τους το οποίο υπήρξε σχετικά περιορισμένο και σε φθίνουσα πορεία στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες κατά τα προηγούμενα έτη, με βιώσιμο τρόπο. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό, η οικονομική πολιτική των κρατών μελών πρέπει να στηρίζει την καινοτομία, να παρέχει ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τις επιχειρήσεις και να ενισχύει την ανταγωνιστικότητα μέσω της μείωσης των υφιστάμενων δυσκαμψιών στις αγορές προϊόντων και εργασίας. Ένα τέτοιο περιβάλλον θα δημιουργούσε άριστες συνθήκες για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων απασχόλησης.

Η συμφωνηθείσα στρατηγική Ευρώπη 2020 και το σύμφωνο για το ευρώ+, για το οποίο δεσμεύτηκε ένας μεγάλος αριθμός χωρών της ΕΕ, επισημαίνουν σημαντικούς τομείς διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στους οποίους πρέπει να στοχεύουν οι χώρες. Η σειρά σπουδαιότητας των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη χώρα και ποικίλλει στις διάφορες χώρες της ΕΕ. Παρ’ όλα αυτά, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη και περιλαμβάνουν φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ευελιξία και τον ανταγωνισμό στις αγορές προϊόντων και εργασίας είναι απαραίτητες στα περισσότερα κράτη μέλη και ιδίως στη ζώνη του ευρώ όπου ο βασικός μηχανισμός προσαρμογής είναι η ευελιξία των τιμών και των μισθών. Οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι μισθοί εξελίσσονται σύμφωνα με την παραγωγικότητα καθώς έχουν άμεσο αντίκτυπο στην ανταγωνιστικότητα των χωρών. Η ευελιξία στους μισθούς απαιτείται ιδίως σε περιόδους υποτονικής ανάπτυξης της παραγωγικότητας. Για να διευκολυνθεί αυτό, πρέπει να εξαλειφθεί η αυτόματη τιμαριθμική προσαρμογή των μισθών, να ελεγχθεί προσεκτικά η νομοθεσία για την προστασία της απασχόλησης και να ισχυροποιηθούν οι συμβάσεις σε επίπεδο εταιρειών. Επιπλέον, οι αλλαγές στα συστήματα ασφάλισης ανέργων και οι ενεργές πολιτικές της αγοράς εργασίας πρέπει να διευκολύνουν την ανακατανομή των πόρων προς τις πιο ανταγωνιστικές επιχειρήσεις και τους πιο ανταγωνιστικούς τομείς. Όσον αφορά τις αγορές προϊόντων, τα υπερβολικά μισθώματα ιδίως σε προστατευόμενα επαγγέλματα θα πρέπει να αντιμετωπισθούν επειγόντως. Η τολμηρή αντιμετώπιση της πίεσης που ασκείται από προνομιούχες ομάδες και από τα συμφέροντα του κάθε τομέα είναι βέβαιο ότι θα αυξήσει τον ανταγωνισμό και θα ανοίξει τα κλειστά επαγγέλματα και θα απελευθερώσει τη μετανάστευση. Τα υπερβολικά περιθώρια κέρδους εμφανίζονται συχνότερα σε τομείς παροχής υπηρεσιών με εγχώριο προσανατολισμό.

Η καινοτομία πρέπει να στηριχτεί μέσω της επένδυσης στην έρευνα και την ανάπτυξη αλλά και στην ανώτερη εκπαίδευση και στη διά βίου μάθηση. Η επαγγελματική εκπαίδευση έχει αποδειχθεί ιδιαιτέρως επιτυχημένη σε ορισμένα κράτη μέλη όσον αφορά τη διατήρηση της ανεργίας των νέων σε χαμηλά επίπεδα, και χώρες με υψηλά επί του παρόντος ποσοστά ανεργίας των νέων θα μπορούσαν να μιμηθούν το παράδειγμα τους. Επιπλέον, το επιχειρηματικό περιβάλλον θα μπορούσε να βελτιωθεί σε πολλά κράτη μέλη μέσω της μείωσης της γραφειοκρατίας. Η εφαρμογή αυτών των μέτρων παραμένει βασική ευθύνη των κρατών μελών. Υπό το πρίσμα της τρέχουσας κρίσης, η οποία μεταξύ άλλων αποκάλυψε τις αδυναμίες των υφιστάμενων μηχανισμών της ΕΕ για τον συντονισμό της οικονομικής πολιτικής, θα πρέπει να διερευνηθούν τρόποι ενίσχυσης των κινήτρων των κρατών μελών να επιδιώξουν τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων τρόπων ενίσχυσης της άσκησης πίεσης μεταξύ των κρατών μελών.

Κατά την άποψή μου, η καλύτερη συμβολή της ΕΚΤ στη βιώσιμη ανάπτυξη και την προώθηση των μακροπρόθεσμων επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα είναι η διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών.

22. Ποια είναι η άποψή σας για τη φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών; Εκτιμάτε ότι ένας φόρος επί της αγοραπωλησίας συναλλάγματος, περιλαμβανομένου του ευρώ, θα είχε ευεργετικές συνέπειες — παραδείγματος χάριν, σταθεροποιώντας τις συναλλαγματικές ισοτιμίες των χωρών που επιθυμούν να ενταχθούν στο μέλλον στη ζώνη του ευρώ; Ποιες είναι οι απόψεις σας σχετικά με τη δυνατότητα επιβολής ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών σε ορισμένα μόνο κράτη μέλη;

Υπάρχουν πολλές διαφορετικές προτάσεις σχετικά με τη φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Η επιβολή φόρου στις αγοραπωλησίες συναλλάγματος είναι ιδιαιτέρως προβληματική καθώς περιορίζει την ελεύθερη κυκλοφορία του κεφαλαίου. Η τελευταία πρόταση της Επιτροπής εξαιρεί τις αγοραπωλησίες συναλλάγματος, αλλά εξακολουθώ να διαβλέπω ορισμένα μειονεκτήματα σε έναν φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Οι υπέρμαχοι ισχυρίζονται ότι ένας φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών (ΦΧΣ) θα μπορούσε ταυτοχρόνως (i) να μειώσει τη μεταβλητότητα στις χρηματοπιστωτικές αγορές, (ii) να διασφαλίσει την ακεραιότητα της ενιαίας χρηματοπιστωτικής αγοράς και (iii) να αυξήσει τα έσοδα που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν για την εσωτερικοποίηση του κόστους εξυγίανσης των τραπεζών. Παρότι καθένας από τους στόχους αυτούς είναι επιθυμητός, αμφιβάλλω κατά πόσον ένας φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών μπορεί να τους επιτύχει. Η προβλεπόμενη μείωση της μεταβλητότητας, παραδείγματος χάριν, δεν έχει επιβεβαιωθεί από τη θεωρητική και εμπειρική έρευνα. Αντιθέτως: αυξάνοντας το κόστος συναλλαγών η ρευστότητα της αγοράς θα μειωθεί.

Επιπλέον, για κάθε έναν από τους αναφερθέντες στόχους έχουν προταθεί και βρίσκονται υπό συζήτηση καταλληλότερα μέσα πολιτικής. Ορισμένες πρακτικές αλγοριθμικών συναλλαγών θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν μέσω κανονιστικών ρυθμίσεων. Τα κεφάλαια για την εξυγίανση των τραπεζών μπορούν να χρηματοδοτηθούν επαρκέστερα από τις εισφορές των τραπεζών.

Εάν επιβληθεί ένας ΦΧΣ, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ένας ΦΧΣ πάσχει από μια πολύ ελαστική φορολογική βάση η οποία θα υπόκειται σε πολλαπλές μορφές δραστηριοτήτων διαφυγής και αποφυγής εάν δεν επιβληθεί σε όλο τον κόσμο. Μια επιλεκτική θέσπιση ενός ΦΧΣ θα καθιστούσε αδύνατους ορισμένους από τους αρχικούς στόχους, και κυρίως την εναρμόνιση εντός της ενιαίας χρηματοπιστωτικής αγοράς της ΕΕ.

23. Ποια είναι η γνώμη σας σχετικά με τον ρόλο του Συμβουλίου και της ΕΚΤ αντιστοίχως όσον αφορά την εξωτερική εκπροσώπηση της ευρωζώνης;

Οι ρόλοι του Συμβουλίου και της ΕΚΤ στον τομέα της εξωτερικής εκπροσώπησης προκύπτουν από τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους άσκησης πολιτικής οι οποίες ορίζονται στη Συνθήκη. Κατά συνέπεια, η ΕΚΤ έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να εκπροσωπεί την ενιαία νομισματική πολιτική και τα άλλα καθήκοντά της. Η συναλλαγματική πολιτική του ευρώ αποτελεί μια αρμοδιότητα που συμπεριλαμβάνει και το Συμβούλιο και την ΕΚΤ. Οι οικονομικές πολιτικές, αντιθέτως, έχουν παραμείνει σε μεγάλο βαθμό στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, τα οποία επίσης εκπροσωπούν τις πολιτικές αυτές εξωτερικά. Τούτου λεχθέντος, η Ευρώπη —και ιδίως η ζώνη του ευρώ— βρίσκεται επί του παρόντος σε μια διαδικασία σημαντικής ενίσχυσης των δομών οικονομικής διακυβέρνησης. Συν τω χρόνω, η διαδικασία αυτή θα αντανακλάται σε έναν ενισχυμένο συντονισμό της εξωτερικής εκπροσώπησης των πολιτικών αυτών σε παγκόσμιο επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο 138 της ΣΛΕΕ προβλέπει έναν τρόπο για τη διασφάλιση μιας κοινής εκπροσώπησης όσον αφορά ζητήματα ειδικού ενδιαφέροντος για την ΟΝΕ σε διεθνή φόρα. Ωστόσο, σε τελική ανάλυση πρόκειται για ένα πολιτικό ζήτημα και εναπόκειται συνεπώς στα κράτη μέλη να το αποφασίσουν.

24. Πώς αποτιμάτε την πρόσφατη εξέλιξη στη συναλλαγματική ισοτιμία δολαρίου/ευρώ;

Με την όξυνση της κρίσης δημοσίου χρέους στη ζώνη του ευρώ κατά το δεύτερο μισό του 2011, το ευρώ υποτιμήθηκε έναντι του δολαρίου εν μέσω αυξημένης μεταβλητότητας των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Από τον Ιούλιο του 2011, το ευρώ έχει υποτιμηθεί κατά περίπου 15% έναντι του δολαρίου. Η αποδυνάμωση του ευρώ συσχετίστηκε σε μεγάλο βαθμό με την αυξημένη απροθυμία για ανάληψη κινδύνου παγκοσμίως εν μέσω εντάσεων σε ορισμένες αγορές χρέους της ζώνης του ευρώ και επιδείνωσης της παγκόσμιας προοπτικής ανάπτυξης.

Από μια μακροπρόθεσμη προοπτική, το ευρώ εξακολούθησε να είναι ένα αξιοσημείωτα σταθερό νόμισμα, συγκρινόμενο και με άλλα μεγάλα νομίσματα. Στην τιμή του 1,20 έως 1,25 δολαρίου ανά ευρώ, το ευρώ τον Ιούλιο/Αύγουστο του 2012 βρισκόταν πλησίον του μακροπρόθεσμου μέσου όρου του από την ημερομηνία θέσπισής του το 1999. Τούτο υπογραμμίζει το γεγονός ότι η συνεχιζόμενη κρίση στη ζώνη του ευρώ δεν έχει θέσει σε κίνδυνο την αξία του νομίσματος, εσωτερικά ή εξωτερικά.

25. Πώς αποτιμάτε την πρόσφατη εξέλιξη στη συναλλαγματική ισοτιμία ρενμίνμπι/ευρώ;

Πιστεύετε ότι οι Κεντρικές Τράπεζες είναι σε θέση να καταπολεμήσουν αποτελεσματικά την υπερβολική μεταβλητότητα; Πιστεύετε ότι πρέπει να ενθαρρυνθεί ο διεθνής ρόλος του ευρώ;

Καθώς το κινεζικό νόμισμα εξακολουθεί να συναλλάσσεται με σχετικά μικρό περιθώριο διακύμανσης έναντι του δολαρίου, η εξέλιξη της συναλλαγματικής ισοτιμίας ρενμίνμπι/ευρώ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξη του ευρώ έναντι του δολαρίου. Η ανατίμηση του κινεζικού ρενμίνμπι πλησίον του 4% έναντι του ευρώ από τις αρχές του έτους ήταν, εν προκειμένω, αποτέλεσμα της υποτίμησης του ευρώ έναντι του δολαρίου (5%), ενώ το ρενμίνμπι σημείωσε απώλειες πλέον του 1% έναντι του δολαρίου. Από τότε που η κεντρική τράπεζα της Κίνας (PBoC) ανακοίνωσε τη διεύρυνση του ημερήσιου εύρους διακύμανσης του ρενμίνμπι έναντι του δολαρίου στα μέσα Απριλίου του 2012, η αύξηση του ρενμίνμπι έναντι του δολαρίου έχει εκτροχιαστεί. Παρότι η ανακοίνωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μια ισχυρότερη δέσμευση της PBoC να επιτρέψει μεγαλύτερη τάση ανατίμησης, η απόφαση είναι ευπρόσδεκτη από την προοπτική της ζώνης του ευρώ καθώς η μεγαλύτερη νομισματική ευελιξία αποτελεί προϋπόθεση για το περαιτέρω άνοιγμα των λογαριασμών κεφαλαίου της Κίνας.

Τούτο ευελπιστώ ότι θα συνδράμει στην ενδυνάμωση των ικανοτήτων τιμολόγησης και διαχείρισης του κινδύνου των συμμετεχόντων στην αγορά και θα στηρίξει άλλες απολύτως απαραίτητες μεταρρυθμίσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Στηρίζω την ουδέτερη προσέγγιση του Ευρωσυστήματος σύμφωνα με την οποία η χρήση του ευρώ σε διεθνές επίπεδο δεν θα πρέπει ούτε να παρεμποδίζεται ούτε να ενθαρρύνεται. Η χρήση των νομισμάτων σε διεθνές επίπεδο είναι κυρίως αποτέλεσμα μιας διαδικασίας καθοδηγούμενης από την αγορά. Η διεθνής κοινότητα έχει ευθύνη να διασφαλίσει ότι η διαδικασία διεθνοποίησης των νομισμάτων είναι ομαλή και δεν παράγει από μόνη της χρηματοπιστωτική αστάθεια. Όπως αντικατοπτρίζεται στις σχετικά σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες του ευρώ έναντι των άλλων κύριων αποθεματικών νομισμάτων, ο διεθνής ρόλος του ευρώ έχει παραμείνει σχετικά σταθερός καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης δημοσίου χρέους της ζώνης του ευρώ.

26. Πώς αξιολογείτε τα επιτεύγματα της G20; Ποιες είναι οι απόψεις σας σχετικά με το τρέχον επίπεδο συντονισμού;

Η G20 αποτελεί το βασικό φόρουμ για τη συνεργασία των οικονομικών πολιτικών σε παγκόσμιο επίπεδο. Συγκεκριμένα, έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008-09 και σήμερα, κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης, αποτελεί ένα φόρουμ ανταλλαγής και συνεργασίας και ένα ευρύ φάσμα οικονομικών και χρηματοπιστωτικών θεμάτων. Ως φόρουμ, η G20 υπήρξε σε γενικές γραμμές επιτυχημένο εφόσον διαδραματίζει τον ρόλο της από το 2008.

Οι προσπάθειές της να ενισχύσει τη λειτουργία του διεθνούς νομισματικού συστήματος είναι ευπρόσδεκτες, καθώς και η στήριξή της προς τα βασικά δομικά στοιχεία της παγκόσμιας κανονιστικής μεταρρύθμισης από την Επιτροπή της Βασιλείας και του Συμβουλίου για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα (FSB).

Στο πλαίσιο αυτό, επικροτώ ιδιαιτέρως τη δημιουργία έξι περιφερειακών συμβουλευτικών ομάδων του FSB με σκοπό να συνενώσουν τις δημοσιονομικές αρχές των χωρών μελών και μη μελών του FSB για την προώθηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και την ανταλλαγή απόψεων όσον αφορά τα τρωτά σημεία που επηρεάζουν τα χρηματοπιστωτικά συστήματα. Το FSB ανακοίνωσε τις ρυθμίσεις τον Νοέμβριο του 2010 για τη διεύρυνση και την επισημοποίηση της προέκτασης πέραν των μελών της. Έχω την τιμή να συμπροεδρεύω της περιφερειακής συμβουλευτικής ομάδας για την Ευρώπη μαζί με τον βρετανό συνάδελφό μου.

Ωστόσο, η επιτυχία των διεθνών αυτών προσπαθειών θα εξαρτηθεί από την εφαρμογή τους σε εθνικό επίπεδο σύμφωνα με το πλαίσιο για ισχυρή, βιώσιμη και ισορροπημένη ανάπτυξη. Όντως, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι σημαντική η αποφασιστική εφαρμογή των δεσμεύσεων πολιτικής.

Δ. Χρηματοπιστωτική σταθερότητα και εποπτεία

27. Συνηγορείτε υπέρ μιας τραπεζικής ένωσης; Εάν ναι, ποια μορφή θα πρέπει να λάβει; Θα πρέπει η ΕΚΤ να διαδραματίζει ρόλο στην εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και εάν ναι, τι είδους; Εάν ναι, ποιες αλλαγές στην υποχρέωση λογοδοσίας θα πρέπει να ισχύσουν; Θα πρέπει να εκχωρηθούν ορισμένες εξουσίες εποπτείας στην ΕΑΤ;

Προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι διαρθρωτικές αδυναμίες του πλαισίου χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, και κυρίως να διαλυθεί η σύνδεση του τραπεζικού τομέα με τα κράτη, η ζώνη του ευρώ έχει ανάγκη από μια τραπεζική ένωση με ενιαία αρχή τραπεζικής εποπτείας της ζώνης του ευρώ, συνοδευόμενη από ευρωπαϊκές ευρείες λύσεις για εξυγίανση σύμφωνα με τις βασικές αρχές του FSB και με την πάροδο του χρόνου από έναν μηχανισμό ασφάλισης των καταθέσεων της ΕΕ.

Στη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και στη σύνοδο κορυφής των χωρών της ζώνης του ευρώ τον Ιούνιο του 2012, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων δεσμεύθηκαν να ενεργοποιήσουν το άρθρο 127 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ και να αναθέσουν στην ΕΚΤ εποπτικά καθήκοντα για τις τράπεζες της ζώνης του ευρώ.

Κατά την άποψή μου, στην ΕΚΤ θα πρέπει να ανατεθούν εποπτικές εξουσίες σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:

Πρώτον, η διεξαγωγή της εποπτείας θα πρέπει να βασίζεται σε έναν σαφή και αποτελεσματικό διαχωρισμό από τη διεξαγωγή της ενιαίας νομισματικής πολιτικής. Ο πρωταρχικός στόχος της ΕΚΤ όπως κατοχυρώνεται στη Συνθήκη είναι η διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών στη ζώνη του ευρώ.

Δεύτερον, οι εποπτικές αρμοδιότητες θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές και σφαιρικές προκειμένου να ελαχιστοποιούν πιθανούς οικονομικούς κινδύνους και κινδύνους υπόληψης. Τούτο συνεπάγεται ότι η εποπτική περίμετρος της ΕΚΤ θα πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις τράπεζες της ζώνης του ευρώ ενώ τα ίδια τα εποπτικά καθήκοντα θα οργανώνονται με αποκεντρωτικό τρόπο.

Τρίτον, η επιχειρησιακή διεξαγωγή των εποπτικών καθηκόντων θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο αποκεντρωμένη προς τους εθνικούς επόπτες. Αυτό θα διασφαλίσει την εγγύτητα με τις εποπτευόμενες οντότητες και συνάδει επίσης με τις αρχές της αναλογικότητας και της επικουρικότητας. Ταυτοχρόνως, τα εθνικά εποπτικά καθήκοντα θα πρέπει να ασκούνται σε στενό συντονισμό με το ΕΣΚΤ παρέχοντας στην ΕΚΤ πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες με έγκαιρο τρόπο και μέσω τακτών διαδικασιών υποβολής εκθέσεων.

Τέταρτον, τα εποπτικά καθήκοντα θα πρέπει να ασκούνται με τις απαραίτητες διασφαλίσεις ανεξαρτησίας. Η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών είναι εξέχουσας σημασίας όσον αφορά τη νομισματική πολιτική και μπορεί επίσης να προστατεύσει την εποπτεία από αδικαιολόγητη εξωτερική παρεμβολή, καθώς και από τον κίνδυνο κανονιστικής άλωσης.

Τέλος, η εποπτεία θα πρέπει να υπόκειται σε υψηλά πρότυπα δημοκρατικής υπευθυνότητας για τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας στη διεξαγωγή της δημόσιας αυτής λειτουργίας εντός της ζώνης του ευρώ. Οι δίαυλοι λογοδοσίας για την εποπτεία θα πρέπει να είναι, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, διαχωρισμένοι από αυτούς της νομισματικής πολιτικής.

Όσον αφορά τις σχέσεις με την ΕΑΤ, η ΕΚΤ θα διεξάγει εποπτεία σύμφωνα με το δίκαιο της ΕΕ και σύμφωνα με τα πρότυπα της ΕΑΤ. Η ΕΚΤ συνεπώς θα στηρίζει περαιτέρω ορισμένες βασικές δραστηριότητες της ΕΑΤ, όπως αυτές που προωθούν την εποπτική σύγκλιση σε επίπεδο ΕΕ. Δεν θα αντικαταστήσει καμία από τις λειτουργίες της ΕΑΤ, παρά μόνο αυτές των εθνικών εποπτικών αρχών. Συνεπώς, οι αρμοδιότητες της ΕΚΤ δεν θα έρχονται σε σύγκρουση με το δίκαιο της ΕΕ ή με τον ρόλο της ΕΑΤ.

28. Ποια είναι η άποψή σας σχετικά με τον κανονισμό για τις οντότητες σκιώδους τραπεζικής;

Από άποψη προνοητικότητας είναι σημαντικό οι κίνδυνοι που εμπεριέχονται στις τραπεζικές δραστηριότητες να αντιμετωπίζονται με ολοκληρωμένο και συστηματικό τρόπο αντί να ασχολούμεθα μόνο με ιδρύματα που ορίζονται ως ελεγχόμενες τράπεζες. Τόσο το FSB όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εργάζονται για να εντοπίσουν τομείς πιθανής ρυθμιστικής παρέμβασης. Κατά την άποψή μου, οι ρυθμιστικές πρωτοβουλίες μπορούν να αντιμετωπίσουν τα ακόλουθα θέματα.

Πρώτον, είναι σημαντικό να προωθηθεί στις τράπεζες η ορθή διαχείριση του κινδύνου έκθεσής τους σε σκιώδεις τράπεζες και να ελαχιστοποιηθούν τα κίνητρα εντός του ρυθμιστικού πλαισίου που ευνοούν τις συναλλαγές με τις σκιώδεις τράπεζες έναντι των ελεγχόμενων τραπεζών.

Δεύτερον, όσον αφορά τα κεφάλαια των χρηματαγορών, συζητείται ακόμα κατά πόσον πρέπει να μεταβούμε υποχρεωτικά σε μεταβλητή καθαρή αξία ενεργητικού προκειμένου να περιοριστούν οι κίνδυνοι προσφυγής σε κεφάλαια της χρηματαγοράς. Το Ευρωσύστημα θεωρεί ότι υφίσταται ανάγκη για επιπρόσθετα μέτρα που θα περιορίζουν την αλλαγή λήξης και τον πιστωτικό κίνδυνο.

Τρίτον, θα πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατά πόσον ορισμένες διατάξεις της ΟΚΑ IV θα πρέπει να ισχύουν σε χρηματοδοτικές εταιρείες που δεν δέχονται καταθέσεις με στόχο να περιοριστεί το εύρος μελλοντικού ρυθμιστικού αρμπιτράζ για τους παρόχους πιστώσεων.

Τέταρτον, σημαντικό τμήμα του έργου του FSB σχετίζεται με πιθανές πρωτοβουλίες σχετικά με δραστηριότητες δανεισμού συμφωνιών επαναγοράς και κινητών αξιών. Τα θέματα που αντιμετωπίζονται περιλαμβάνουν: τη φιλοκυκλική φύση των απαιτήσεων περιθωρίου που χρησιμοποιούνται σε χρηματοδοτικές συναλλαγές κινητών αξιών· και τους κινδύνους που σχετίζονται με την επανενεχυρίαση και την επαναχρησιμοποίηση των περιουσιακών στοιχείων των πελατών. Το FSB θα παρουσιάσει μια έκθεση σχετικά με τα θέματα αυτά στο τέλος του τρέχοντος έτους. Η έκθεση αυτή θα αποτελέσει τη βάση για τη διερεύνηση των συγκεκριμένων πρωτοβουλιών που θα πρέπει να αναληφθούν στην ΕΕ.

Όσον αφορά τις αγορές συμφωνιών επαναγοράς (repos) εν γένει, στηρίζω την πρόσφατη πρόταση του Ευρωσυστήματος για κατάλληλες πρωτοβουλίες σε επίπεδο ΕΕ, ως μια από κοινού προσπάθεια των δημοσίων αρχών και της χρηματοπιστωτικής βιομηχανίας, για τη δημιουργία μιας κεντρικής βάσης δεδομένων ώστε να αποκτήσουν καλύτερη γνώση σχετικά με τη χρηματοδότηση των κινητών αξιών και τις αγορές συμφωνιών επαναγοράς. Η απόκτηση περισσότερων πληροφοριών σχετικά με τις δραστηριότητες των αγορών συμφωνιών επαναγοράς είναι σημαντική για τη μελέτη της εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Ε. Λειτουργία της ΕΚΤ και δημοκρατική λογοδοσία και διαφάνεια

29. Κατά την άποψή σας, πρέπει οι διάφορες αρμοδιότητες των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής να αλλάζουν συν τω χρόνω, σύμφωνα με τις αλλαγές που σημειώνονται στο έργο και στις προτεραιότητες της ΕΚΤ;

Βάσει της σύστασης της εταιρικής διακυβέρνησης που εδραιώθηκε από τη Συνθήκη και το καταστατικό της ΕΚΤ και του ΕΣΚΤ, η Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΚΤ αποτελεί ένα όργανο συλλογικής λήψης αποφάσεων. Οι αρμοδιότητες στην πραγματικότητα ανατίθενται στην Εκτελεστική Επιτροπή ως σύνολο και όχι μεμονωμένα στα μέλη της. Αυτό ακριβώς επιτρέπει την αξιοποίηση των ποικίλων υπόβαθρων και των διαφορετικών επαγγελματικών γνώσεων των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής. Αυτός ο συνδυασμός δεξιοτήτων και προσεγγίσεων αποτελεί και μάλιστα αποδεδειγμένα ένα εξαιρετικά πολύτιμο πλεονέκτημα για κάθε θεσμικό όργανο. Πολύ περισσότερο σε χαλεπούς καιρούς όπως αυτοί που διανύουμε επί του παρόντος.

Ταυτοχρόνως, για τη διευκόλυνση της καθημερινής λειτουργίας της ΕΚΤ, έχουν θεσπιστεί γραμμές άμεσης αναφοράς μεταξύ των μεμονωμένων μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής και των ποικίλων τμημάτων της ΕΚΤ, σύμφωνα με την αποφασισθείσα ανάθεση των χαρτοφυλακίων στα μέλη της Επιτροπής. Η διοικητική αυτή ανάθεση διαχειριστικών αρμοδιοτήτων δεν θίγει τη συλλογική φύση της λήψης αποφάσεων από την Εκτελεστική Επιτροπή. Η διανομή χαρτοφυλακίων ανανεώνεται από καιρού εις καιρόν.

30. Ποιο σύστημα θεωρείτε κατάλληλο για τη διασφάλιση της δίκαιης εναλλαγής των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, μεταξύ άλλων και όσον αφορά τις επιμέρους εθνικότητες και το φύλο;

Η ποικιλία συνιστά σημαντικό πλεονέκτημα. Επιτρέπει την αντιπαράθεση και τον συμβιβασμό διαφορετικών προσεγγίσεων και ως εκ τούτου εμπλουτίζει και ισχυροποιεί τη λήψη αποφάσεων. Είναι συνεπώς σημαντική η προώθηση της ποικιλίας.

Τούτου λεχθέντος, οι μόνοι όροι που προβλέπονται από τη Συνθήκη και το καταστατικό των ΕΚΤ/ΕΣΚΤ για τον διορισμό μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ σχετίζονται με την επαγγελματική τους εμπειρογνωμοσύνη και πείρα: «τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής διορίζονται μεταξύ προσώπων αναγνωρισμένου κύρους και επαγγελματικής πείρας σε νομισματικά ή τραπεζικά θέματα». Το ισχύον νομικό πλαίσιο δεν αφήνει περιθώρια για τη θέσπιση επιπλέον κριτηρίων πέραν αυτών που ορίζονται στη διάταξη της ισχύουσας Συνθήκης.

31. Ποια είναι η άποψή σας σχετικά με την ανάγκη αύξησης της ποικιλίας ως προς το επαγγελματικό υπόβαθρο των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, αντί η σύνθεσή της να στηρίζεται αποκλειστικά σε κεντρικούς τραπεζίτες;

Ποια είναι η άποψή σας για το πρόβλημα της ανακύκλωσης προσώπων μεταξύ εποπτικών ή ρυθμιστικών φορέων και ιδιωτικών ιδρυμάτων στον ίδιο τομέα;

Όπως ήδη επεσήμανα στην απάντησή μου στην προηγούμενη ερώτηση, η ποικιλία αποτελεί πολύτιμο πλεονέκτημα που εμπλουτίζει και ισχυροποιεί τη λήψη αποφάσεων. Τούτο ισχύει ομοίως για την ποικιλία όσον αφορά το σχετικό επαγγελματικό υπόβαθρο και την εμπειρία: ενεργοποιεί τον προβληματισμό, εμπλουτίζει την οικοδόμηση απόψεων και συμβάλλει στη λήψη υγιών και σταθερών αποφάσεων.

Η Συνθήκη δεν περιορίζει τη βάση πρόσληψης για την Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΚΤ σε ένα συγκεκριμένο επάγγελμα αλλά, προς το συμφέρον της ίδιας της ΕΚΤ, επικεντρώνεται στις γνώσεις και την πείρα των υποψηφίων. Η Συνθήκη στην πραγματικότητα απαιτεί οι υποψήφιοι να έχουν «αναγνωρισμένο κύρος και επαγγελματική πείρα σε νομισματικά ή τραπεζικά θέματα», ανεξαρτήτως του πού απέκτησαν το κύρος και την πείρα τους.

Παρεμπιπτόντως, το γεγονός ότι ένας κεντρικός τραπεζίτης επιλέγεται να γίνει μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ δεν συνεπάγεται ότι ολόκληρη η σταδιοδρομία του προσώπου αυτού είναι στον τομέα των κεντρικών τραπεζών. Στην πραγματικότητα, πολλοί από εμάς (εμού του ιδίου συμπεριλαμβανομένου) έχουμε επαγγελματική πείρα είτε σε άλλο τμήμα του δημοσίου τομέα (Υπουργεία Οικονομικών), είτε στον ακαδημαϊκό τομέα και/ή στον ιδιωτικό (χρηματοπιστωτικό) τομέα. Το υπόβαθρο και η εκπαίδευσή μου στα νομικά ενδέχεται να κομίζουν μια επιπλέον πτυχή στην ποικιλία της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ.

Ο κίνδυνος σύγκρουσης συμφερόντων μετά τη λήξη της θητείας ενός μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ αντιμετωπίζεται στο ισχύον νομικό πλαίσιο. Παραδείγματος χάριν, ο κώδικας δεοντολογίας για τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου επιβάλλει μία περίοδο αναμονής ενός έτους κατά τη διάρκεια της οποίας τα πρώην μέλη οφείλουν να εξακολουθήσουν να αποφεύγουν τη σύγκρουση συμφερόντων που ενδέχεται να προκύψει από οποιαδήποτε νέα ιδιωτική ή επαγγελματική δραστηριότητα. Επιπλέον, οι συνθήκες απασχόλησης των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ τα αποτρέπουν από το να αποδεχθούν οποιαδήποτε θέση υπαλλήλου, διευθυντού ή συμβούλου, αμειβόμενη ή μη, σε οντότητα η οποία υπήρξε αντισυμβαλλόμενος σε πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος ή σε συναλλαγματικές πράξεις.

Η απαγόρευση αυτή ισχύει για ένα έτος μετά τη λήξη των καθηκόντων τους, με την επιφύλαξη τυχόν απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου.

32. Ποια θα είναι η προσωπική σας προσέγγιση σε σχέση με τον κοινωνικό διάλογο στην ΕΚΤ;

Η διατήρηση του εποικοδομητικού διαλόγου μεταξύ των εργοδοτών και των εργαζομένων είναι απαραίτητη όχι μόνο για την παροχή κινήτρων στο προσωπικό αλλά και για την ορθή διακυβέρνηση ενός οργανισμού.

Γνωρίζω ότι η ΕΚΤ διαβουλεύεται με εκπροσώπους των εργαζομένων όσον αφορά τις αλλαγές στις συνθήκες απασχόλησης και τις σχετικές πολιτικές και δεσμεύομαι να στηρίξω την πρακτική αυτή. Επιπλέον, ως υποψήφιο μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, επικροτώ την τρέχουσα πρακτική της να συναντά τους εκπροσώπους των εργαζομένων άμεσα σε μια ετήσια συνάντηση και σε άλλες περιστάσεις, αναλόγως με τις αρμοδιότητες και τις συνθήκες. Εν γένει, θεωρώ σημαντική τη διατήρηση της εμπιστοσύνης και της κατανόησης μεταξύ των εκπροσώπων της ΕΚΤ και των εκπροσώπων των εργαζομένων.

Η ΕΚΤ διεξάγει επίσης διάλογο με τους εκπροσώπους των εργαζομένων του ΕΣΚΤ, προκειμένου να τους ενημερώνει για τις αποφάσεις που πρόκειται να ληφθούν από τα όργανα λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ και οι οποίες ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο καθεστώς απασχόλησης στις κεντρικές τράπεζες.

33. Θα συνηγορούσατε υπέρ της διαδικασίας επιβεβαίωσης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (παρά τα συνταγματικά θέματα που θα προκαλούσε μία τέτοια μεταβολή);

Σύμφωνα με το άρθρο 283 της ΣΛΕΕ, ο βασικός στόχος της διαδικασίας για τον διορισμό ενός μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ είναι να διασφαλίσει ότι «πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους και επαγγελματικής πείρας σε νομισματικά ή τραπεζικά θέματα» επιλέγονται για τη θέση αυτή. Η Συνθήκη παραχωρεί το δικαίωμα του διορισμού στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο όμως δύναται να προβεί σε αυτόν μόνον «αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».

Κρίνοντας από τους προηγούμενους και τους παρόντες διορισμούς, το τρέχον σύστημα έχει επαρκώς παράσχει υποψηφίους οι οποίοι άσκησαν τα καθήκοντά τους με αξιοθαύμαστο τρόπο. Από αυτή την άποψη, δεν διαβλέπω σημαντικές ενδείξεις οι οποίες θα αιτιολογούσαν αναθεώρηση της πρακτικής αυτής. Ωστόσο, δεν άπτεται των καθηκόντων ενός κεντρικού τραπεζίτη να λαμβάνει αποφάσεις σε διαδικαστικά ζητήματα τα οποία εμπίπτουν αυστηρά —και δικαίως— στον τομέα των συμβαλλομένων στη Συνθήκη.

34. Θα μπορούσατε να αναπτύξετε τις απόψεις σας για την έννοια της δημοκρατικής λογοδοσίας σε σχέση με την ΕΚΤ και την κεντρική τραπεζική λειτουργία γενικά;

Η δημοκρατική λογοδοσία είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της νομιμότητας και την εκπλήρωση της πρωταρχικής εντολής της ΕΚΤ έναντι των πολιτών και των πολιτικών αρχών. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ως το μοναδικό άμεσα εκλεγμένο ευρωπαϊκό θεσμικό όργανο διαδραματίζει θεμελιώδη ρόλο στην υποχρέωση λογοδοσίας της ΕΚΤ. Συνεπώς, οι μηχανισμοί λογοδοσίας διασφαλίζουν ότι η ΕΚΤ ενεργεί σύμφωνα με την εντολή της. Στην ΕΚΤ έχει παραχωρηθεί ισχυρή ανεξαρτησία από τη Συνθήκη, βάσει στοιχείων ότι αυτό το καθεστώς είναι το πλέον κατάλληλο για τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών.

Ταυτοχρόνως, η ΕΚΤ έχει δεσμευτεί να πληροί τα υψηλότερα πρότυπα λογοδοσίας έναντι των πολιτών γενικά, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθώς και των συμμετεχόντων στις χρηματοπιστωτικές αγορές και υπερβαίνει των καταστατικών της υποχρεώσεων στις τακτικές δραστηριότητές της υποβολής εκθέσεων. Πρέπει να αναφερθεί κυρίως ότι η ΕΚΤ δημοσιεύει ετήσια έκθεση, μηνιαίο δελτίο, εβδομαδιαίες δημοσιονομικές καταστάσεις και μεγάλο αριθμό πρόσθετων εκθέσεων και εγγράφων έρευνας που διατίθενται στο ευρύ κοινό στην ιστοσελίδα της ΕΚΤ. Ο ιστότοπος της ΕΚΤ παρέχει επιπλέον στους πολίτες τις γνωμοδοτήσεις της ΕΚΤ, τις νομικές πράξεις της ΕΚΤ —επί παραδείγματι, όσον αφορά τις πράξεις νομισματικής πολιτικής, ευρεία συλλογή στατιστικών καθώς και λεπτομερείς πληροφορίες για χρήστες ειδικού ενδιαφέροντος. Μια φορά τον μήνα η ΕΚΤ αιτιολογεί τις αποφάσεις της για τη νομισματική πολιτική σε συνέντευξη τύπου και απαντά σε ερωτήσεις δημοσιογράφων, γεγονός το οποίο αποτελεί μια μοναδική ανοικτή και διαφανής προσέγγιση στην επικοινωνία των κεντρικών τραπεζών. Η δέσμευση της ΕΚΤ για λογοδοσία και διαφάνεια διαφαίνεται επίσης στις πολυάριθμες ομιλίες που εκφωνούνται από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου. Στηρίζω απόλυτα την προσέγγιση της ΕΚΤ για την παροχή τακτών, ολοκληρωμένων και σε πραγματικό χρόνο αιτιολογήσεων της αξιολόγησης και των αποφάσεων της νομισματικής της πολιτικής. Οι τεχνολογίες της πληροφορίας, όπως το διαδίκτυο, συνιστούν μια πολύτιμη ευκαιρία να καθίστανται οι πληροφορίες διαθέσιμες σε ένα ευρύ κοινό με πολύ χαμηλό κόστος.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ως το δημοκρατικά εκλεγμένο θεσμικό όργανο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καλεί την ΕΚΤ σε λογοδοσία. Μία φορά ανά έτος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εγκρίνει ψήφισμα σχετικά με την ετήσια έκθεση της ΕΚΤ, η οποία δημοσιεύεται την ημέρα που παρουσιάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Στον τριμηνιαίο νομισματικό διάλογο, ο Πρόεδρος της ΕΚΤ εκθέτει τις πράξεις νομισματικής πολιτικής. Κατά την άποψή μου, ο διάλογος αυτός υπήρξε ιδιαιτέρως εποικοδομητικός καθ' όλη τη διάρκεια της κρίσης όσον αφορά την αιτιολόγηση των μέτρων πολιτικής της ΕΚΤ. Επανειλημμένως, οι ακροάσεις έδωσαν το έναυσμα σε μια ευρεία δημόσια συζήτηση σχετικά με τα μέτρα για την αντιμετώπιση των οικονομικών προκλήσεων.

Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση όσον αφορά τη σχέση τους με τα εθνικά κοινοβούλια σύμφωνα με το νομικό τους πλαίσιο. Με την ιδιότητά μου ως διοικητή της κεντρικής τράπεζας του Λουξεμβούργου, έχω ανταποκριθεί σε προσκλήσεις του εθνικού μου κοινοβουλίου να εκθέσω απόψεις για την οικονομική κατάσταση, τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, τη δημοσιονομική θέση, τα διαρθρωτικά θέματα, κτλ.

35. Τι συμπεράσματα συνάγετε από τη σύγκριση μεταξύ των πολιτικών διαφάνειας τις οποίες ακολούθησαν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα Αποθεμάτων (FED) και η ΕΚΤ; Τι πιστεύετε για τη δημοσίευση από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ή την Τράπεζα της Αγγλίας των πρακτικών των δικών τους συνεδριάσεων; Πιστεύετε ότι αυτή η πολιτική θα μπορούσε να εφαρμοστεί από την ΕΚΤ;

Μια διαφανής νομισματική πολιτική παρέχει στους πολίτες τις πληροφορίες που σχετίζονται με την καλύτερη κατανόηση και αξιολόγηση της νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας. Η διαφάνεια βοηθά τους πολίτες να αξιολογούν τις επιδόσεις της κεντρικής τράπεζας. Επιπλέον, βοηθά τους πολίτες να διαμορφώνουν προσδοκίες όσον αφορά τη μελλοντική πορεία της πολιτικής της κεντρικής τράπεζας, διευκολύνοντας την εκπλήρωση της εντολής της κεντρικής τράπεζας. Συνεπώς, αναγνωρίζεται ευρέως σήμερα ότι η διαφανής επικοινωνία και αλληλεπίδραση με τους πολίτες ενισχύσει την αξιοπιστία, την προβλεψιμότητα και την αποτελεσματικότητα της νομισματικής πολιτικής. Εξ αρχής, η ΕΚΤ επεσήμανε ότι η διαφάνεια αποτελεί σημαντικό στοιχείο της προσέγγισής της για τη νομισματική πολιτική, παρουσιάζοντας και αιτιολογώντας τις αποφάσεις πολιτικής της στο ευρύ κοινό με ανοικτό, σαφή και έγκαιρο τρόπο.

Η ΕΚΤ ανακοίνωσε μια επίσημη στρατηγική νομισματικής πολιτικής με έναν ποσοτικό ορισμό της σταθερότητας των τιμών. Επιπλέον, οι αποφάσεις πολιτικής επεξηγούνται από τον Πρόεδρο της ΕΚΤ σε μηνιαία συνέντευξη τύπου, σε δηλώσεις στον Τύπο και σε πολλές άλλες δημοσιεύσεις της ΕΚΤ. Δικαίως θα λέγαμε ότι έως τώρα η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έχει σε μεγάλο βαθμό συγκλίνει προς την πρακτική της ΕΚΤ. Τον Ιανουάριο του 2012 η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ κατέστησε σαφές ότι ένα ποσοστό πληθωρισμού της τάξεως του 2% μακροπρόθεσμα θεωρείται επί του παρόντος το πλέον συνεπές προς την εντολή της. Αυτός ο ορισμός της σταθερότητας των τιμών ομοιάζει σε μεγάλο βαθμό με τον ορισμό της ΕΚΤ για τη διατήρηση του πληθωρισμού υπό, αλλά πλησίον του 2%. Επιπλέον, ο Πρόεδρος Bernanke το 2011 άρχισε να παραχωρεί συνεντεύξεις τύπου μετά από ορισμένες συναντήσεις της ομοσπονδιακής επιτροπής ανοικτής αγοράς, που συνιστά πρακτική – μια αυθαίρετη απόφαση που ενθυμούμαι πολύ καλά – που έχει ήδη υιοθετήσει η ΕΚΤ κατά το παρελθόν, και συγκεκριμένα το 1998.Η διαφάνεια δεν βοηθά απλώς την κεντρική τράπεζα να εκπληρώσει την εντολή της πιο αποτελεσματικά, αλλά ταυτόχρονα τη διευκολύνει να λογοδοτεί με μεγαλύτερη ευκολία για τις πράξεις της. Ωστόσο, καθώς στις κεντρικές τράπεζες διατίθενται ποικίλα μέσα για την ενίσχυση της επικοινωνίας τους, θα πρέπει οι τράπεζες αυτές να επιλέγουν τον καταλληλότερο δίαυλο επικοινωνίας ανάλογα με τις περιστάσεις. Οι επιτροπές νομισματικής πολιτικής, ιδίως, ενδέχεται να υπόκεινται σε διαφορετικούς τρόπους λογοδοσίας. Παρότι πολλές επιτροπές υπόκεινται σε ένα σύστημα συλλογικής λογοδοσίας (η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και η ΕΚΤ), ορισμένες άλλες, όπως η Τράπεζα της Αγγλίας, βασίζονται σε μεμονωμένη λογοδοσία των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής. Και οι δύο προσεγγίσεις έχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, καθώς και επιπτώσεις στην επικοινωνία της κεντρικής τράπεζας. Σε περιπτώσεις όπου η δημοσίευση των πρακτικών των διαβουλεύσεων για τη νομισματική πολιτική ενδέχεται να συνδράμει τους πολίτες στο να προβλέψουν καλύτερα τις μελλοντικές αλλαγές στα επιτόκια, το πλεονέκτημα αυτό πρέπει να σταθμίζεται απέναντι στον κίνδυνο οι πολίτες, κατά τον ίδιο τρόπο, να αποδώσουν μεγαλύτερη σημασία σε μεμονωμένες απόψεις απ’ ό,τι στα σχετικά οικονομικά επιχειρήματα και στην απόφαση που λαμβάνει η πλειοψηφία, ιδίως ελλείψει μιας πολιτικής ένωσης.

Επιπλέον, στην περίπτωση της ΕΚΤ, η ίδια η Συνθήκη θεσπίζει την εμπιστευτικότητα των εργασιών των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου. Η διάταξη αυτή στοχεύει στη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της λήψης αποφάσεων όσον αφορά τη νομισματική πολιτική και την εξασφάλιση της συλλογικής λογοδοσίας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου εν συνόλω. Οι συνθήκες αυτές αιτιολογούν το γεγονός ότι η ΕΚΤ παρέχει πληροφορίες που εστιάζονται στη συλλογική αξιολόγηση του Διοικητικού Συμβουλίου. Η εισαγωγική δήλωση του Προέδρου παρέχει στο κοινό μια συνολική σύνοψη της πολιτικής αξιολόγησης των σχετικών οικονομικών εξελίξεων. Η μηνιαία συνέντευξη τύπου που παραχωρείται αμέσως μετά από κάθε συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής και συμπεριλαμβάνει ένα χρονικό διάστημα για ερωτήσεις και απαντήσεις, προσφέρει ένα βήμα για έγκαιρη αιτιολόγηση των συζητήσεων και των αποφάσεων νομισματικής πολιτικής.

Επιπλέον, η ΕΚΤ δημοσιεύει επίσης στον ιστότοπό της, στο τέλος κάθε μήνα, μια σύντομη σύνοψη των αποφάσεων που ελήφθησαν από το Διοικητικό Συμβούλιο και δεν αφορούν τον τομέα της νομισματικής πολιτικής. Εφόσον μέσω των διαύλων αυτών, παρέχεται στους πολίτες ολοκληρωμένη πληροφόρηση και αιτιολογήσεις σε πραγματικό χρόνο, δεν θεωρώ ότι υπάρχουν ισχυροί λόγοι για την αλλαγή της τρέχουσας πρακτικής.

36. Ποια είναι η άποψή σας σχετικά με το νομισματικό διάλογο με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο; Μπορούν τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ να συζητούν θέματα νομισματικής πολιτικής καθώς και τις αποφάσεις της ΕΚΤ με άλλους πολιτικούς παράγοντες, ή μήπως αυτό θα έβλαπτε την ανεξαρτησία της τράπεζας;

Οι τρέχουσες τακτές τριμηνιαίες ακροάσεις αποτελούν έναν από τους βασικούς μηχανισμούς δημοκρατικής λογοδοσίας της ΕΚΤ. Διευκολύνουν τη συζήτηση μεταξύ των βουλευτών του Κοινοβουλίου και της ΕΚΤ και προσφάτως στο πλαίσιο της κρίσης επέτρεψαν την πολύτιμη συζήτηση σχετικά με ενδεχόμενα μέτρα εξυγίανσης. Επιπλέον είναι εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι επιτρέπουν στην ΕΚΤ να αιτιολογεί το σκεπτικό και τους λόγους που βρίσκονται πίσω από τα μέτρα τα οποία λαμβάνει. Συνεπώς, ο τριμηνιαίος νομισματικός διάλογος αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο επικοινωνίας με το Κοινοβούλιο και εν γένει με τους πολίτες. Παρότι πρέπει να διατηρούνται αποτελεσματικές σχέσεις εργασίας με άλλα πολιτικά όργανα όπως η Ευρωομάδα και το Συμβούλιο ECOFIN, ιδίως στο πλαίσιο της επίλυσης της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της κρίσης δημοσίου χρέους, είναι πολύ σημαντικό το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να παραμείνει το μοναδικό θεσμικό όργανο που καλεί την ΕΚΤ σε λογοδοσία. Δεδομένης της εντολής της ΕΚΤ για διατήρηση της σταθερότητας των τιμών στη ζώνη του ευρώ συνολικά, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτελεί το κατάλληλο θεσμικό όργανο για την άσκηση της δημοκρατικής λογοδοσίας με τη μορφή του νομισματικού διαλόγου.

37. Ποιοι είναι, κατά την εκτίμησή σας, οι σημαντικότεροι κίνδυνοι και προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΚΤ;

Η ζώνη του ευρώ βρίσκεται επί του παρόντος αντιμέτωπη με μια πολύπλευρη κρίση, τα στοιχεία της οποίας διαπλέκονται —έντονα μεταβλητές αγορές δημοσίου χρέους, ασταθής δημοσιονομικός τομέας και χαμηλή ή αρνητική ανάπτυξη σε αρκετά από τα κράτη μέλη της. Συνεπώς, η ΕΚΤ αντιμετωπίζει αρκετές σημαντικές προκλήσεις.

Στο κέντρο του τομέα ευθύνης της ΕΚΤ βρίσκεται η άσκηση της νομισματικής πολιτικής με στόχο τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών στη ζώνη του ευρώ συνολικά.

Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι η κρίση έχει προκαλέσει βλάβες στην ορθή μεταφορά της στάσης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ απέναντι στις οικονομίες των κρατών μελών. Πιο συγκεκριμένα, τα επιτόκια της νομισματικής πολιτικής δεν μεταφέρονται στην οικονομία με τον ίδιο τρόπο που μεταφέρονταν πριν από την κρίση. Σε απάντηση, η ΕΚΤ έχει καταφύγει σε μη τυποποιημένα μέτρα νομισματικής πολιτικής με στόχο να διατηρήσει τον μηχανισμό μεταφοράς και να διασφαλίσει ότι τα επιτόκια μεταφέρονται ορθώς στην πραγματική οικονομία. Απαιτείται συνεχής παρακολούθηση και η ΕΚΤ πρέπει να λαμβάνει τολμηρά μέτρα όποτε απαιτείται προκειμένου να διασφαλίσει την εκπλήρωση της εντολής της.

Δεδομένου ότι η κρίση επηρεάζει με διαφορετικούς τρόπους τις χώρες σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ, έχει επίσης παρατηρηθεί αυξημένη απόκλιση στους οικονομικούς δείκτες σε όλη τη ζώνη του ευρώ. Στο πλαίσιο αυτού του περιβάλλοντος αυξημένης ανομοιογένειας, η ΕΚΤ πρέπει να συνεχίσει να εκπληρώνει την εντολή της για διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών στη ζώνη του ευρώ συνολικά. Η προσεκτικά σχεδιασμένη αντίδραση πολιτικής της ΕΚΤ έχει συνδράμει στη μείωση της ανομοιογένειας στις χρηματοοικονομικές συνθήκες, έχει επιτρέψει τη διαφοροποιημένη ανάληψη μη τυποποιημένων μέτρων σε όλη τη ζώνη του ευρώ και έχει εξομαλύνει τη μεταφορά της νομισματικής πολιτικής. Ωστόσο, η ανομοιογένεια θα συνεχίσει να αποτελεί πρόκληση για την πολιτική της ΕΚΤ για όσο χρονικό διάστημα θα παραμένουν ευάλωτες οι οικονομίες της ζώνης του ευρώ.

Συγκεκριμένα, οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ εξακολουθούν να υπερισχύουν δεδομένης της συνεχιζόμενης κρίσης δημοσίου χρέους και της αλληλεπίδρασής της με τον τραπεζικό τομέα. Σύμφωνα με την εντολή της για διαφύλαξη της σταθερότητας των τιμών, η ΕΚΤ ανέλαβε άμεση και αποφασιστική δράση ώστε να παράσχει ρευστότητα στις τράπεζες της ζώνης του ευρώ σε μια περίοδο αυξημένης αβεβαιότητας. Τούτο απέτρεψε σε μεγάλο βαθμό να μετατραπούν τα προβλήματα ρευστότητας σε προβλήματα φερεγγυότητας και ενίσχυσε συνεπώς τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Ωστόσο, οι περισσότερο θεμελιώδεις ανισορροπίες στο τραπεζικό σύστημα πρέπει να αντιμετωπιστούν από τις αρμόδιες αρχές. Είναι απαραίτητη η ανάληψη αποφασιστικής δράσης από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για τη δημιουργία μιας ένωσης της χρηματοπιστωτικής αγοράς στη ζώνη του ευρώ προκειμένου να τεθεί το τραπεζικό σύστημα σε υγιή θεμέλια για το μέλλον. Η δημιουργία ενός ενιαίου εποπτικού μηχανισμού αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για τον σκοπό αυτό.

Τέλος, η τρέχουσα κρίση έφερε στο φως αδυναμίες στο πλαίσιο διακυβέρνησης

της ΟΝΕ. Οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν από τα ευρωπαϊκά κράτη δεν ήταν συνεπείς προς τη συμμετοχή τους σε μια νομισματική ένωση και, συνεπώς, σε ορισμένες περιπτώσεις υπονόμευσαν την εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των εθνικών προϋπολογισμών. Σε πολλές περιπτώσεις, η δημοσιονομική εξυγίανση και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις πριν από την κρίση ήταν ανεπαρκείς. Είναι επειγόντως αναγκαίο ένα κατά πολύ ενισχυμένο πλαίσιο ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης. Ενώ έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος —η ενίσχυση του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης, η θέσπιση του ευρωπαϊκού εξαμήνου, η έγκριση του δημοσιονομικού συμβολαίου και η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού επίλυσης της κρίσης— περαιτέρω ενέργειες είναι απαραίτητες. Πέραν της δημιουργίας μιας ένωσης της χρηματοπιστωτικής αγοράς, η ζώνη του ευρώ πρέπει να σημειώσει πρόοδο προς ολοκληρωμένα πλαίσια πολιτικής για τις δημοσιονομικές και οικονομικές πολιτικές καθώς και προς την πολιτική ένωση, ώστε να διασφαλίσει την πολιτική νομιμότητα της διαδικασίας αυτής. Τέλος, οι κυβερνήσεις της ζώνης του ευρώ πρέπει να επιμερίσουν ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος της εθνικής κυριαρχίας όσον αφορά τις οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές και τις πολιτικές των χρηματοπιστωτικών αγορών σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

22.10.2012

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

20

13

12

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Burkhard Balz, Elena Băsescu, Sharon Bowles, Leonardo Domenici, Derk Jan Eppink, Diogo Feio, Markus Ferber, Elisa Ferreira, Ildikó Gáll-Pelcz, Sven Giegold, Sylvie Goulard, Liem Hoang Ngoc, Syed Kamall, Wolf Klinz, Jürgen Klute, Philippe Lamberts, Werner Langen, Astrid Lulling, Hans-Peter Martin, Ivari Padar, Alfredo Pallone, Olle Schmidt, Edward Scicluna, Peter Simon, Theodor Dumitru Stolojan, Kay Swinburne, Sampo Terho, Marianne Thyssen, Corien Wortmann-Kool, Pablo Zalba Bidegain, Ρόδη Κράτσα-Τσαγκαροπούλου, Άννυ Ποδηματά

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Jean-Pierre Audy, Pervenche Berès, Saïd El Khadraoui, Sari Essayah, Robert Goebbels, Roberto Gualtieri, Danuta Maria Hübner, Sophia in ‘t Veld, Olle Ludvigsson, Thomas Mann, Sirpa Pietikäinen, Gianni Pittella, Nils Torvalds

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Julie Girling, Charles Goerens, Erminia Mazzoni