ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για το 2012
13.11.2013 - (2013/2076(INI))
Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής
Εισηγητής: Gianni Pittella
ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για το 2012
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για το 2012 (0000 – C7–0000/2013),
– έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 123, 282 και 284 παράγραφος 3,
– έχοντας υπόψη το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και ιδίως τα άρθρα 15 και 21,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Μαΐου 1998 για τον δημοκρατικό έλεγχο στην τρίτη φάση της ΟΝΕ[1],
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Απριλίου 2013 σχετικά με την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για το 2011[2],
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE) αριθ. .../2013 του Συμβουλίου, της ..., [για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων], στο εξής «κανονισμός ΕΕΜ»,
– έχοντας υπόψη την 83η ετήσια έκθεση της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών για την περίοδο 2012-2013, που δημοσιεύθηκε στις 23 Ιουνίου 2013,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 119 παράγραφος 1 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7 – 0382/2013),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2013, το ΑΕγχΠ στη ζώνη του ευρώ μειώθηκε κατά 0,6% το 2012, έπειτα από αύξηση 1,4% το 2011, και θα υποχωρήσει κατά 0,4% το 2013 προτού αυξηθεί κατά 1,2% το 2014·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις ίδιες προβλέψεις, η ανεργία στη ζώνη του ευρώ αυξήθηκε από 10,2% στο τέλος του 2011 σε 11,4% στο τέλος του 2012, και μπορεί να αυξηθεί περαιτέρω σε 12,2% το 2013 πριν σημειωθεί εκ νέου μικρή μείωση το 2014, ενώ παρατηρούνται σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης, με την ανεργία να κυμαίνεται από 4,3% έως 25% και με ακόμα μεγαλύτερα ποσοστά της ανεργίας των νέων η οποία αυξήθηκε σημαντικά κατά την ίδια περίοδο·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2012 η ΕΚΤ μείωσε τα επιτόκια μία φορά, τον Ιούλιο (κατά 25 μονάδες βάσης), ενώ τον Μάιο του 2013 τα μείωσε περαιτέρω στο πρωτοφανώς χαμηλό 0,5%·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2013, ο μέσος πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ μειώθηκε σε 2,5% το 2012, από 2,7% το 2011, και η αύξηση του Μ3 περιορίστηκε σε 1,5% το 2011 έναντι 1,7% το 2010·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενοποιημένη λογιστική κατάσταση του Ευρωσυστήματος ανήλθε σε 3 τρισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του 2012, ποσό που αντιπροσωπεύει αύξηση της τάξης του 12% περίπου κατά τη διάρκεια του 2012·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα μη εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία αντιπροσώπευαν το μεγαλύτερο μέρος των περιουσιακών στοιχείων που κατετίθεντο ως ασφάλεια στο Ευρωσύστημα κατά τη διάρκεια του 2012 και ανέρχονταν περίπου σε 25% του συνόλου· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μη εμπορεύσιμοι τίτλοι, σε συνδυασμό με τους τίτλους που εξασφαλίζονται με περιουσιακά στοιχεία, αντιπροσωπεύουν περισσότερο από 40% των συνολικών περιουσιακών στοιχείων που κατατίθενται ως ασφάλεια·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συνολικός όγκος των συναλλαγών για όλα τα μέσα στη χρηματαγορά του ευρώ μειώθηκε κατά 14% κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2012 σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του προηγούμενου έτους·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η επείγουσα βοήθεια υπό μορφή ρευστότητας που παρασχέθηκε από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες, και που εμπίπτει στην κατηγορία των «λοιπών απαιτήσεων σε ευρώ έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων της ζώνης του ευρώ» της ενοποιημένης λογιστικής κατάστασης του Ευρωσυστήματος, ανήλθε σε άνευ προηγουμένου επίπεδα το 2012 και έφτασε τα 206 δισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του 2012·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ του Φεβρουαρίου 2012 διοχέτευσαν 529,5 δισεκατομμύρια ευρώ στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της ζώνης του ευρώ υπό μορφή δανείων τριετούς διάρκειας με αρχικό επιτόκιο 1%·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ρυθμός αύξησης των πιστώσεων των νομισματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (ΝΧΙ) προς κατοίκους της ζώνης του ευρώ μειώθηκε σημαντικά κατά το διάστημα μεταξύ Δεκεμβρίου 2011 και Δεκεμβρίου 2012, από 1% τον Δεκέμβριο του 2011 σε 0,4% τον Δεκέμβριο του 2012, και οι πιστώσεις προς τον ιδιωτικό τομέα μειώθηκαν κατά 0,7% τον Δεκέμβριο του 2012·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα πάντοτε με τις εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2013, το μέσο ακαθάριστο χρέος της γενικής κυβέρνησης στη ζώνη του ευρώ αυξήθηκε από 88% το 2011 σε 92,7% του ΑΕγχΠ το 2012, και το συνολικό έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης μειώθηκε από 4,2% σε 3,7% του ΑΕγχΠ·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ του Δεκεμβρίου 2011 και του Φεβρουάριου 2012 διοχέτευσαν στις ευρωπαϊκές τράπεζες πάνω από 1 τρισεκατομμύριο ευρώ – 489 δισεκατομμύρια ευρώ και 529,5 δισεκατομμύρια ευρώ αντίστοιχα – υπό τη μορφή χαμηλότοκων δανείων τριετούς διάρκειας με επιτόκιο 1%·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές οικονομικές προβλέψεις της άνοιξης του 2012 έδειξαν χαμηλά επίπεδα εμπιστοσύνης των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, υψηλά ποσοστά ανεργίας τα οποία περιορίζουν την ιδιωτική κατανάλωση καθώς και πτωτική τάση στην αύξηση των εξαγωγών μετά το 2010, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα τη στασιμότητα της αύξησης του ΑΕγχΠ κατά το 2011 και το 2012·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) παραμένουν η ραχοκοκαλιά της οικονομίας της ζώνης του ευρώ, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 98% του συνόλου των επιχειρήσεων της ζώνης του ευρώ, απασχολώντας περίπου τα τρία τέταρτα των εργαζομένων της ζώνης του ευρώ και δημιουργώντας περίπου το 60% της προστιθέμενης αξίας·
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η φερεγγυότητα και η χρηματοοικονομική υγεία των ΜΜΕ έχουν επιδεινωθεί πολύ περισσότερο σε σχέση με εκείνες των μεγάλων επιχειρήσεων και ότι η παρατεταμένη διάρκεια των δυσμενών οικονομικών συνθηκών έχει επιδεινώσει τα προβλήματα ασύμμετρης πληροφόρησης που αντιμετωπίζουν οι ΜΜΕ·
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με πληροφορίες που παρέχονται από την έρευνα για την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση (SAFE), τα κέρδη, η ρευστότητα, τα ρυθμιστικά αποθέματα και τα ίδια κεφάλαια των ΜΜΕ έχουν επηρεαστεί περισσότερο από την κρίση σε σχέση με εκείνα των μεγάλων εταιρειών·
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 282 ΣΛΕΕ αναφέρει ότι πρωταρχικός στόχος της ΕΚΤ είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) λειτουργεί υπό την αιγίδα της ΕΚΤ στον τομέα της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας·
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (ΤΔΚ) διαπίστωσε στην ετήσια έκθεσή της ότι, εξαιτίας της πολιτικής χαμηλών επιτοκίων στη ζώνη του ευρώ, οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες των κρατών μελών έχουν εξασθενήσει σημαντικά·
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 123 ΣΛΕΕ και το άρθρο 21 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας απαγορεύουν τη χρηματοδότηση των κυβερνήσεων με νομισματικά μέσα·
Κ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διατήρηση του πληθωρισμού σε χαμηλά επίπεδα αποτελεί τον καλύτερο τρόπο με τον οποίο η νομισματική πολιτική μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση ευνοϊκών συνθηκών για την οικονομική ανάπτυξη, τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την κοινωνική συνοχή και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα·
ΚΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συστάσεις σχετικά με τη διαφάνεια της ψηφοφορίας και τη δημοσίευση των συνοπτικών πρακτικών που διατυπώθηκαν στα τα προηγούμενα ψηφίσματα του Κοινοβουλίου για τις ετήσιες εκθέσεις της ΕΚΤ, δεν έχουν ακόμη ληφθεί υπόψη·
ΚΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εθνικές αρχές μακροπροληπτικής εποπτείας θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αρμοδιότητα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) όσον αφορά τη μακροπροληπτική εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος εντός της ΕΕ·
ΚΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διατήρηση της ροής πιστώσεων προς τις ΜΜΕ είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς σε αυτές απασχολείται το 72% του εργατικού δυναμικού της ζώνης του ευρώ και το συνολικό μερίδιό τους στη δημιουργία (και απώλεια) θέσεων εργασίας είναι πολύ μεγαλύτερο από εκείνο των μεγάλων επιχειρήσεων·
ΚΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συστάσεις που διατυπώθηκαν στα προηγούμενα ψηφίσματά του για τις ετήσιες εκθέσεις της ΕΚΤ όσον αφορά τη διαφάνεια της ψηφοφορίας και τη δημοσίευση των συνοπτικών πρακτικών δεν έχουν ακόμη ληφθεί υπόψη·
ΚΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 28 Σεπτεμβρίου 2012 η διευκόλυνση αποδοχής καταθέσεων ανήλθε σε 315.754 εκατομμύρια ευρώ·
ΚΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πιστώσεις στη ζώνη του ευρώ μειώνονται κατά 2% σε ετήσια βάση και ότι σε ορισμένες χώρες η μείωση είναι μεγαλύτερη, όπως στην Ισπανία όπου καταγράφηκε ετήσια μείωση 8% το 2012·
ΚΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ΜΜΕ αναγκάζονται να καταβάλλουν πολύ υψηλότερο κόστος δανεισμού ανάλογα με τη χώρα της ζώνης του ευρώ στην οποία βρίσκονται και ότι, κατ’ αυτό τον τρόπο, δημιουργούνται στρεβλώσεις στην ενιαία αγορά·
ΚΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πιστωτική ασφυξία που πλήττει σήμερα τις ΜΜΕ σε ορισμένες χώρες της ζώνης του ευρώ αποτελεί ένα από τα βασικά προβλήματα που καθυστερούν την οικονομική ανάκαμψη·
Νομισματική πολιτική
1. επικροτεί τα τολμηρά μέτρα που έλαβε η ΕΚΤ το 2012, τα οποία έχουν συμβάλει καθοριστικά στη σταθεροποίηση του τραπεζικού τομέα και στην αποσύνδεση των τραπεζών από τα κράτη·
2. εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για το γεγονός ότι οι επίμονα δυσμενείς οικονομικές συνθήκες έχουν γίνει κανόνας σε ορισμένες περιοχές της ΕΕ, προκαλώντας αστάθεια σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ και συνιστώντας απειλή για τη λαϊκή και πολιτική στήριξη του ευρωπαϊκού σχεδίου στο σύνολό του·
3. σημειώνει ότι η προσφυγή στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης, στις πράξεις μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης με πλήρη κατανομή σε σταθερά επιτόκια, καθώς και στη διευκόλυνση οριακής χρηματοδότησης, στην επείγουσα βοήθεια υπό μορφή ρευστότητας (ELA) και στη διευκόλυνση αποδοχής καταθέσεων, παρέμειναν σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα κατά τη διάρκεια του 2012, σηματοδοτώντας τη σοβαρή δυσλειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής και της διατραπεζικής αγοράς δανεισμού της ζώνης του ευρώ, παρότι διαπιστώθηκε σημαντική βελτίωση της κατάστασης λόγω της σταθεροποίησης των επιτοκιακών περιθωρίων και των ανισορροπιών του TARGET ΙΙ κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους·
4. πιστεύει ότι οι θετικές συνέπειες των αποφάσεων του Ιουλίου του 2012 για μείωση των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ είναι περιορισμένες, δεδομένου ότι σε πολλές χώρες της ζώνης του ευρώ ο μηχανισμός μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής δεν λειτουργεί καθόλου ή είναι σε μεγάλο βαθμό δυσλειτουργικός· υπενθυμίζει ότι, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, τα πολύ χαμηλά επιτόκια μπορεί να προκαλέσουν στρεβλώσεις στον επιχειρηματικό τομέα και να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στις ιδιωτικές καταθέσεις και στα συνταξιοδοτικά προγράμματα·
5. σημειώνει την πρόβλεψη του Προέδρου της ΕΚΤ, ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του ΕΚ την 8η Ιουλίου 2013, για διατήρηση των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ στα υφιστάμενα ή και χαμηλότερα επίπεδα για εκτεταμένη χρονική περίοδο, με δεδομένο τον περιορισμένο κίνδυνο μεσοπρόθεσμου πληθωρισμού αλλά και την ανάγκη στήριξης της πραγματικής οικονομίας·
6. σημειώνει με ανησυχία ότι η ζήτηση του τραπεζικού συστήματος για ρευστότητα από το Ευρωσύστημα αυξήθηκε το 2012, ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο την εξάρτηση του τραπεζικού συστήματος από την παρέμβαση του Ευρωσυστήματος, και προειδοποιεί για τους κινδύνους της εξάρτησης αυτής·
7. θεωρεί ότι οι πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (LTRO) τριετούς διάρκειας που διακανονίστηκαν τον Μάρτιο του 2012 συνέβαλαν στη σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος, αλλά και ότι το μέτρο αυτό θα πρέπει να είναι προσωρινό· σημειώνει ότι, παρά τη ρευστότητα που χορηγήθηκε στο τραπεζικό σύστημα από την ΠΠΜΑ, οι διαθέσιμες πιστώσεις προς την πραγματική οικονομία παραμένουν κάτω από τα προ της κρίσης επίπεδα· κατανοεί ότι το επίπεδο της ζήτησης πιστώσεων από τις επιχειρήσεις είναι επί του παρόντος πολύ χαμηλό, γεγονός που καθιστά δύσκολη τη χορήγηση δανείων από τις τράπεζες·
8. εκφράζει τον έντονο προβληματισμό του όσον αφορά τη μεταβίβαση των κινδύνων από τις τράπεζες και τις κυβερνήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα στον ισολογισμό της ΕΚΤ, έπειτα από την απόφαση της ΕΚΤ να αγοράσει «απεριόριστες ποσότητες» βραχυπρόθεσμου δημόσιου χρέους· τονίζει ότι οι LTRO δεν συνιστούν ουσιαστική λύση για την αντιμετώπιση της κρίσης·
9. θεωρεί ότι οι λειτουργίες του κεντρικών εθνικών τραπεζών πρέπει να εκτελούνται κατά τρόπο πλήρως συμβατό με τη λειτουργική, θεσμική και χρηματοπιστωτική ανεξαρτησία, ώστε να διασφαλίζεται η κατάλληλη εκτέλεση των καθηκόντων τους που απορρέουν από τη Συνθήκη και από το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της ΕΚΤ·
10. υπογραμμίζει ότι η ανεπαρκής διαθεσιμότητα πιστώσεων από τον τραπεζικό τομέα δεν αποτελεί τη βασική αιτία της ανεπαρκούς ανάπτυξης του ευρωπαϊκού επιχειρηματικού τομέα·
11. εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η πιστωτική στενότητα φαίνεται να είναι πολύ έντονη για τις ΜΜΕ, διότι οι τράπεζες κρίνουν ότι οι ΜΜΕ διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο πτώχευσης απ’ ό,τι οι μεγαλύτερες εταιρείες, καθώς και λόγω του ότι οι ΜΜΕ συχνά δεν είναι σε θέση να στραφούν από τις τραπεζικές πιστώσεις σε άλλες πηγές εξωτερικής χρηματοδότησης·
12. τονίζει την ανησυχία του όσον αφορά τον σημαντικό κατακερματισμό των όρων δανεισμού για τις ΜΜΕ στις χώρες της ζώνης του ευρώ·
13. υπογραμμίζει τον σημαντικό, αν και περιορισμένο, ρόλο που διαδραμάτισε το πρόγραμμα για τις αγορές τίτλων (SMP) μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2012 στην αντιμετώπιση της δυσλειτουργίας ορισμένων τμημάτων της αγοράς κρατικών ομολόγων στη ζώνη του ευρώ· προειδοποιεί ότι το εν λόγω μέτρο δεν πρέπει να θεωρηθεί μόνιμο από τον τραπεζικό τομέα ή τις κυβερνήσεις·
14. χαιρετίζει την καθιέρωση των οριστικών νομισματικών συναλλαγών (OMT), χωρίς εκ των προτέρων ποσοτικά όρια, προκειμένου να εξασφαλιστεί η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής, και εκφράζει ικανοποίηση για την απόφαση να συνδεθεί η ενεργοποίηση των OMT με αυστηρές προϋποθέσεις που συνδέονται με ένα πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας/ Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΤΧΣ/ΕΜΣ)·
15. κατανοεί τις προειδοποιήσεις της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών ότι η περίοδος ποσοτικής χαλάρωσης είναι υπερβολικά μεγάλη (η αποκαλούμενη πρακτική «όσο χρειαστεί»)· παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις συζητήσεις στις περισσότερες μεγάλες κεντρικές τράπεζες σχετικά με το καταλληλότερο χρονοδιάγραμμα για την εγκατάλειψη των χαλαρών νομισματικών πολιτικών τους· σημειώνει ότι, μεταξύ των άλλων, το Συμβούλιο του Ομοσπονδιακού Αποθεματικού Συστήματος των ΗΠΑ σκοπεύει να εγκαταλείψει τις τωρινές πολιτικές το συντομότερο δυνατόν· κατανοεί το γεγονός ότι η ΕΚΤ θα διατηρήσει μια διευκολυντική πολιτική έως ότου σταθεροποιηθεί ο τραπεζικός τομέας και παύσουν να συνιστούν απειλή για τον δημόσιο τομέα οι δευτερογενείς επιπτώσεις, μια πολιτική που καθίσταται δυνατή λόγω των χαμηλών ποσοστών πληθωρισμού που αναμένονται σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα·
16. θεωρεί ότι τα προγράμματα της ΕΚΤ για παροχή ρευστότητας πρέπει απαραιτήτως να διασκεδάσουν με κατάλληλο τρόπο τις ανησυχίες σχετικά με τον πληθωρισμό, για παράδειγμα μέσω αποστείρωσης·
17. θεωρεί ότι, υπό το πρίσμα των πρόσφατων εξελίξεων στις ΗΠΑ, η οικονομική ανάκαμψη και η ενίσχυση της ανάπτυξης της οικονομίας αποτελούν μια υγιή και στέρεα βάση για τη σταδιακή κατάργηση των μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης·
18. υπενθυμίζει ότι τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ επρόκειτο να έχουν μεταβατικό χαρακτήρα και, κατά συνέπεια, δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να θεωρούνται από τον τραπεζικό τομέα ως μόνιμο μέσο·
19. ενθαρρύνει την ΕΚΤ να αποστείλει σαφή μηνύματα στην αγορά όσον αφορά την εκτιμώμενη περίοδο ενεργοποίησης των μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης και να προβεί στη σταδιακή κατάργησή τους μόλις η ένταση στον τραπεζικό τομέα μειωθεί, η σύνδεση μεταξύ των τραπεζών και του κράτους διαρρηχθεί και οι οικονομικοί δείκτες για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό δικαιολογούν την εν λόγω απόφαση·
20. θεωρεί ότι τα εργαλεία νομισματικής πολιτικής που έχει χρησιμοποιήσει η ΕΚΤ από την αρχή της κρίσης μπορεί μεν να παρέχουν μια ευπρόσδεκτη ανακούφιση σε προβληματικές χρηματοπιστωτικές αγορές, αλλά έχουν δείξει τα όριά τους όσον αφορά την τόνωση της ανάπτυξης και τη βελτίωση της κατάστασης στην αγορά εργασίας· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι η ΕΚΤ θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο λήψης περαιτέρω μέτρων·
21. εκφράζει τον προβληματισμό του σχετικά με τα ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα της επείγουσας βοήθειας υπό μορφή ρευστότητας (ELA) που παρασχέθηκε από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες κατά τη διάρκεια του 2011 με την έγκριση της ΕΚΤ, και ζητεί περαιτέρω γνωστοποίηση ή συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με το ακριβές ύψος των διευκολύνσεων αυτών, τις υποκείμενες πράξεις καθώς και τους όρους που συνοδεύουν τις διευκολύνσεις·
22. αναγνωρίζει ότι η ΕΚΤ, λόγω του ότι ο μηχανισμός μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής δεν λειτουργεί ομαλά, θα πρέπει να αναζητήσει τρόπους πιο άμεσης στοχοθέτησης των ΜΜΕ· τονίζει ότι, επί του παρόντος, παρόμοιες ΜΜΕ από ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ δεν έχουν ισότιμη πρόσβαση σε πιστώσεις, μολονότι έχουν παρεμφερείς οικονομικές προοπτικές και αντιμετωπίζουν παρόμοιους κινδύνους· καλεί την ΕΚΤ να εφαρμόσει μια πολιτική άμεσης αγοράς τιτλοποιημένων υψηλής ποιότητας δανείων ΜΜΕ, ιδίως από ορισμένα κράτη μέλη στα οποία δεν λειτουργεί πλέον ο μηχανισμός μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής· υπογραμμίζει ότι η πολιτική αυτή θα πρέπει να είναι περιορισμένη από πλευράς ποσών και χρόνου, πλήρως αποστειρωμένη και προσανατολισμένη στην αποφυγή κινδύνων όσον αφορά τον ισολογισμό της ΕΚΤ·
23. πιστεύει ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να λάβει πολύ σοβαρά υπόψη το ενδεχόμενο δρομολόγησης ενός ειδικού προγράμματος για να βοηθηθούν οι ΜΜΕ να αποκτήσουν πρόσβαση σε πιστώσεις, στο πνεύμα του συστήματος χρηματοδότησης για το πρόγραμμα δανειοδοσίας της Τράπεζας της Αγγλίας·
24. θεωρεί ότι το σύστημα διακανονισμού TARGET II έχει διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στη διαφύλαξη της ακεραιότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ζώνης του ευρώ· σημειώνει, ωστόσο, ότι οι σοβαρές ανισορροπίες του TARGET ΙΙ αποκαλύπτουν τον ανησυχητικό βαθμό κατακερματισμού των χρηματοπιστωτικών αγορών στη ζώνη του ευρώ, καθώς και τη συνεχιζόμενη φυγή κεφαλαίων από κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ή απειλούνται με σοβαρές δυσκολίες όσον αφορά τη χρηματοπιστωτική τους σταθερότητα·
25. καλεί την ΕΚΤ να δημοσιοποιήσει τη νομική απόφαση σχετικά με το πρόγραμμα για τις οριστικές νομισματικές συναλλαγές (OMT), ώστε να μπορούν να αναλυθούν σε μεγαλύτερο βάθος οι λεπτομέρειες και οι συνέπειές του·
26. υπογραμμίζει ότι οι διευκολύνσεις ELA περιλαμβάνονται στους ενοποιημένους ισολογισμούς του Ευρωσυστήματος υπό τον τίτλο «λοιπές απαιτήσεις σε ευρώ έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων ζώνης ευρώ», χωρίς περαιτέρω δημοσιοποίηση ή συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τις εν λόγω διευκολύνσεις ή τις υποκείμενες πράξεις και τους όρους που τις συνοδεύουν· ζητεί από την ΕΚΤ να βελτιώσει την ενημέρωση που παρέχεται στον ιστότοπό της για τις εξελίξεις σχετικά με τις ELA ανά χώρα·
27. εκφράζει ικανοποίηση για τη σταθεροποίηση των επιπέδων των ανισορροπιών του TARGET II κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2012· υπογραμμίζει ότι το σύστημα διακανονισμού TARGET II έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διαφύλαξη της ακεραιότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ζώνης του ευρώ· εξακολουθεί, ωστόσο, να ανησυχεί για τον υφιστάμενο κατακερματισμό των χρηματοπιστωτικών αγορών εντός της ζώνης του ευρώ·
28. υπενθυμίζει την ανεξαρτησία της ΕΚΤ κατά την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής της, όπως προβλέπεται στις Συνθήκες· υποστηρίζει ότι η άσκηση της νομισματικής πολιτικής θα πρέπει να είναι δημοκρατική και αποτέλεσμα διαβούλευσης μεταξύ διαφορετικών απόψεων και προσεγγίσεων, ώστε να ενισχύεται η διαφάνεια και, συνακόλουθα, η δημοκρατική λογοδοσία· υπενθυμίζει, στο πλαίσιο αυτό, τη σημασία του νομισματικού διαλόγου και των γραπτών ερωτήσεων που υποβάλλουν οι βουλευτές του ΕΚ·
29. εκφράζει την ανησυχία του για τις πιθανές δευτερογενείς επιπτώσεις μιας παρατεταμένης και εξαιρετικά διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής, όπως η επιθετική ανάληψη κινδύνου, η σώρευση χρηματοπιστωτικών ανισορροπιών, οι στρεβλώσεις στη διαμόρφωση των τιμών στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τα κίνητρα για την καθυστέρηση της διόρθωσης των ισολογισμών και των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται· ενθαρρύνει την ΕΚΤ να εξασφαλίσει την ενδεδειγμένη ισορροπία μεταξύ των κινδύνων που συνεπάγεται η πρόωρη εγκατάλειψη της εξαιρετικά διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής την οποία ακολουθεί και των κινδύνων που απορρέουν από την περαιτέρω καθυστέρηση της εγκατάλειψής της·
30. υπογραμμίζει ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να είναι έτοιμη να συμμορφωθεί με τα υψηλότερα πρότυπα λογοδοσίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων νομισματικής πολιτικής και των εποπτικών της καθηκόντων έναντι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και υπενθυμίζει, στο πλαίσιο αυτό, τη σπουδαιότητα του νομισματικού διαλόγου και των γραπτών ερωτήσεων που υποβάλλουν οι βουλευτές του ΕΚ· υπενθυμίζει το συνεχιζόμενο αίτημα για μεγαλύτερη διαφάνεια στην ΕΚΤ, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση της αξιοπιστίας και της προβλεψιμότητας, και εκφράζει την εκτίμησή του για τις βελτιώσεις που ήδη έχουν πραγματοποιηθεί στον εν λόγω τομέα·
31. θεωρεί ότι η συναλλαγματική ισοτιμία αποτελεί σημαντική μεταβλητή της οικονομικής πολιτικής η οποία επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα της ζώνης του ευρώ· υπογραμμίζει τη σημασία της στήριξης του ευρώ ως διεθνούς νομίσματος·
32. ζητεί από την ΕΚΤ να εξετάσει το ενδεχόμενο χρησιμοποίησης της «εμπροσθοστρεφούς καθοδήγησης» (forward guidance) ως μη συμβατικού εργαλείου για την ενίσχυση της ορθής μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής· παρατηρεί ότι η εμπροσθοστρεφής καθοδήγηση θα πρέπει να συνδέεται με θετικές αλλαγές στην οικονομική ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ ή με αύξηση του πληθωρισμού σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα άνω του 2%·
33. καλεί την ΕΚΤ, σε συνεργασία με τις εθνικές κεντρικές τράπεζες, να αποσαφηνίσει τις πολιτικές της όσον αφορά τις συμφωνίες ανταλλαγής συναλλάγματος, οι οποίες αποσκοπούν στην παροχή στήριξης για τις διμερείς οικονομικές και εμπορικές συναλλαγές καθώς και στη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας·
Τραπεζική ένωση
34. σημειώνει ότι το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα εξακολουθεί να είναι εύθραυστο και χρήζει διαρθρωτικής μεταρρύθμισης και σταθεροποίησης μέσω της ανάπτυξης μιας πραγματικής τραπεζικής ένωσης·
35. χαιρετίζει την πρόοδο που έχει σημειωθεί στις διαπραγματεύσεις για τον κανονισμό σχετικά με τον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό (ΕΕΜ), ο οποίος θα αναθέτει στην ΕΚΤ την αρμοδιότητα εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων της ζώνης του ευρώ· πιστεύει ότι η ίδρυση του ΕΕΜ θα συμβάλει στη διάρρηξη του δεσμού μεταξύ των τραπεζών και των κρατών, καθώς και στην ανάπτυξη μιας κοινής ευρωπαϊκής προσέγγισης για τη διαχείριση κρίσεων·
36. εκφράζει ιδιαίτερη ικανοποίηση για τη συμμετοχή του στον διορισμό του προέδρου και του αντιπροέδρου του εποπτικού συμβουλίου·
37. θεωρεί ότι η ίδρυση του ΕΕΜ θα συμβάλει στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στον τραπεζικό τομέα και στην αναζωογόνηση του διατραπεζικού δανεισμού και των διασυνοριακών ροών πιστώσεων μέσω της ανεξάρτητης ολοκληρωμένης εποπτείας όλων των συμμετεχόντων κρατών μελών·
38. καλεί τον ΕΕΜ να ενεργεί με πλήρη συμμόρφωση προς το ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και να εφαρμόζει με πλήρη συνέπεια τις αρχές στις οποίες βασίζεται η ενιαία αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών·
39. θεωρεί ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να επικροτήσει το ενδεχόμενο συμμετοχής κρατών μελών που δεν είναι μέλη της ζώνης του ευρώ στον ΕΕΜ, με στόχο τη διασφάλιση μεγαλύτερης εναρμόνισης των εποπτικών πρακτικών εντός της ΕΕ·
40. τονίζει τη σημασία της γόνιμης συνεργασίας μεταξύ της ΕΚΤ και των αρμόδιων εθνικών αρχών στο πλαίσιο του ΕΕΜ, προκειμένου να εξασφαλίζεται αποτελεσματική και ομαλή εποπτεία·
41. επικροτεί την ετοιμασία μιας διεξοδικής επισκόπησης της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων όλων των τραπεζών που θα τεθούν υπό την άμεση εποπτεία του ΕΕΜ και τη συνεισφορά της στη συνολική προσομοίωση ακραίων καταστάσεων που θα διενεργηθεί από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA), σε συνεργασία με τον ΕΕΜ, κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2014·
42. σημειώνει ότι η ενίσχυση της ΕΚΤ που προκύπτει από τη δημιουργία του ΕΕΜ πρέπει να εξισορροπηθεί με την ενίσχυση της λογοδοσίας έναντι των εθνικών κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·
43. θεωρεί ότι η διαφάνεια στον τομέα της τραπεζικής εποπτείας είναι απολύτως απαραίτητη, όπως είχε γίνει κοινά αποδεκτό στο πλαίσιο της διοργανικής συμφωνίας μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας·
44. σημειώνει ότι η ανάθεση εποπτικών καθηκόντων στην ΕΚΤ θέτει νέες προκλήσεις όσον αφορά τη σύγκρουση συμφερόντων, και εκφράζει ικανοποίηση διότι το ζήτημα αυτό προβλέπεται στη διοργανική συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της ΕΚΤ· υπενθυμίζει ότι, για την πλήρη εφαρμογή των διατάξεων αυτών, η ΕΚΤ οφείλει να εισαγάγει ακριβέστερους κανόνες, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, διατάξεων σχετικά με τους χρόνους αναμονής (cooling-off periods) για τα ανώτατα διοικητικά στελέχη του Ευρωσυστήματος που συμμετέχουν στην τραπεζική εποπτεία·
45. υπενθυμίζει ότι η ΕΚΤ πρέπει οπωσδήποτε να διασφαλίσει τον λειτουργικό διαχωρισμό των βασικών μονάδων της που καταρτίζουν τα σχέδια αποφάσεων όσον αφορά τη νομισματική πολιτική και την εποπτική πολιτική· υπογραμμίζει την επιτακτική ανάγκη διασφάλισης της δημοκρατικής λογοδοσίας στο πλαίσιο της συμφωνίας σχετικά με πρακτικά μέτρα που αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ της ΕΚΤ και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·
46. θεωρεί ότι πρέπει επειγόντως να εγκριθεί η σύσταση ενός ενιαίου μηχανισμού εξυγίανσης, για την προστασία των φορολογούμενων και την αποτροπή περαιτέρω τραπεζικών κρίσεων·
47. τονίζει ότι, για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού συστήματος, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η πολυμορφία του με την ενθάρρυνση της δημιουργίας τοπικών τραπεζών μικρού και μεσαίου μεγέθους·
48. θεωρεί ότι, προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος και να ενισχυθεί η σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, καθώς και να αποφευχθεί η ανάπτυξη ιδρυμάτων «πολύ μεγάλων για να χρεοκοπήσουν» («too big to fail»), θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο του πλήρους διαχωρισμού μεταξύ τραπεζών καταθέσεων και τραπεζών επενδύσεων· προσβλέπει στη νομοθετική πρόταση της Επιτροπής σχετικά με την τραπεζική διάρθρωση·
49. πιστεύει ότι η «τρόικα» θα πρέπει να αντικατασταθεί από ένα σύστημα όπου η Επιτροπή, λογοδοτώντας στο Κοινοβούλιο, τίθεται στον πυρήνα του μηχανισμού για τις χώρες που εφαρμόζουν προγράμματα, η Ευρωομάδα συμμετέχει στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, η ΕΚΤ παρέχει εμπειρογνωμοσύνη και το ΔΝΤ παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες κατά περίπτωση·
Θεσμικά θέματα
50. επισημαίνει ότι ο κανονισμός σχετικά με τον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό προβλέπει διοργανικές διευθετήσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της ΕΚΤ όσον αφορά τη δημοκρατική λογοδοσία, με έμφαση στον ρόλο του Κοινοβουλίου· προτρέπει την ΕΚΤ να ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις, ιδίως όσον αφορά τη δημοκρατική λογοδοσία και τη διαφάνεια στο πλαίσιο των εποπτικών δραστηριοτήτων της·
51. καλεί την ΕΚΤ να υποβάλει σε κριτική αυτοαξιολόγηση όλες τις πτυχές των δραστηριοτήτων της, συμπεριλαμβανομένου του αντικτύπου των προγραμμάτων προσαρμογής στον σχεδιασμό των οποίων συνέβαλε και της εκ των υστέρων καταλληλότητας των μακροοικονομικών παραδοχών και σεναρίων στα οποία βασίστηκαν τα εν λόγω προγράμματα·
52. ζητεί από την ΕΚΤ να δημοσιεύει τα συνοπτικά πρακτικών των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου της, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρημάτων και των ψηφοφοριών·
53. εκφράζει ανησυχία για την περιφρόνηση που επέδειξε το Συμβούλιο προς το ψήφισμα του Κοινοβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012[3], σχετικά με τον διορισμό νέου μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, και σημειώνει ότι θα πρέπει να δίνεται η δέουσα προσοχή τόσο στην εμπειρία όσο και στο φύλο των μελών κατά τον διορισμό των ανώτατων διοικητικών στελεχών της ΕΚΤ· θεωρεί ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, θα πρέπει να αποτελέσουν παράδειγμα προς μίμηση όσον αφορά την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων και ότι είναι απαραίτητη η βελτίωση της εκπροσώπησης των φύλων σε ηγετικές θέσεις στην ΕΚΤ· αποδοκιμάζει έντονα το γεγονός ότι τα κράτη μέλη αγνόησαν την αρνητική ψήφο που έδωσε το Κοινοβούλιο, τόσο στην Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Επιτροπής όσο και στην ολομέλεια, λόγω της απουσίας της διάστασης της ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων κατά τον διορισμό του Yves Mersch· παροτρύνει τα κράτη μέλη να ενσωματώσουν την προοπτική της ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων, με δυνατότητα ανάληψης θετικής δράσης για ισόρροπη εκπροσώπηση, κατά τον διορισμό μελών στην Εκτελεστική Επιτροπή·
54. υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 10.4 του Πρωτοκόλλου αριθ. 4 του Καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ οι εργασίες του Διοικητικού Συμβουλίου καλύπτονται από εμπιστευτικότητα, ωστόσο μπορεί να αποφασίζει να δημοσιοποιεί το αποτέλεσμα των συζητήσεών του· ζητεί από την ΕΚΤ να παρέχει στις επόμενες ετήσιες εκθέσεις της αιτιολογημένη απάντηση στην ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ΕΚΤ·
55. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
- [1] ΕΕ C 138, 4.5.1998, σ. 177.
- [2] Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0176.
- [3] Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0396.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Ημερομηνία έγκρισης |
5.11.2013 |
|
|
|
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
41 5 1 |
|||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Marino Baldini, Burkhard Balz, Jean-Paul Besset, Sharon Bowles, Udo Bullmann, Νικόλαος Χουντής, George Sabin Cutaş, Leonardo Domenici, Derk Jan Eppink, Diogo Feio, Markus Ferber, Ildikó Gáll-Pelcz, Jean-Paul Gauzès, Sylvie Goulard, Liem Hoang Ngoc, Gunnar Hökmark, Syed Kamall, Jürgen Klute, Ρόδη Κράτσα-Τσαγκαροπούλου, Philippe Lamberts, Werner Langen, Astrid Lulling, Ivana Maletić, Hans-Peter Martin, Marlene Mizzi, Sławomir Nitras, Ivari Padar, Alfredo Pallone, Antolín Sánchez Presedo, Olle Schmidt, Peter Simon, Theodor Dumitru Stolojan, Kay Swinburne, Sampo Terho, Marianne Thyssen, Corien Wortmann-Kool, Pablo Zalba Bidegain |
||||
Αναπληρωτής(ές) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία |
Zdravka Bušić, Krišjānis Kariņš, Mojca Kleva Kekuš, Olle Ludvigsson, Thomas Mann, Gianni Pittella, Nils Torvalds |
||||
Αναπληρωτής(ές) (άρθρο 187, παρ. 2) παρών(όντες) κατά την τελική ψηφοφορία |
Izaskun Bilbao Barandica, Yves Cochet, Mary Honeyball |
||||