ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Zbigniew Ziobro

24.1.2014 - (2013/2189(IMM))

Επιτροπή Νομικών Θεμάτων
Εισηγήτρια: Cecilia Wikström

Διαδικασία : 2013/2189(IMM)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A7-0045/2014
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A7-0045/2014
Συζήτηση :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Zbigniew Ziobro

(2013/2189(IMM))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–   έχοντας υπόψη την αίτηση άρσης της ασυλίας του Zbigniew Ziobro, που υποβλήθηκε από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας της Πολωνίας στις 24 Ιουνίου 2013, σε σχέση με ποινική διαδικασία που εκκρεμεί ενώπιον του Πρωτοδικείου του κέντρου της πόλης της Βαρσοβίας, 5ο Τμήμα (ποινικών υποθέσεων) [Υπόθεση αριθ. V K199/12], και που ανακοινώθηκε στην ολομέλεια στις 9 Σεπτεμβρίου 2013,

–   αφού άκουσε τον Zbigniew Ziobro, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 3, του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη τα άρθρα 8 και 9 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και το άρθρο 6 παράγραφος 2 της πράξης της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία,

–   έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ημερομηνία 12 Μαΐου 1964, 10 Ιουλίου 1986, 15 και 21 Οκτωβρίου 2008, 19 Μαρτίου 2010 και 6 Σεπτεμβρίου 2011[1],

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 105 του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Πολωνίας,

–   έχοντας υπόψη το άρθρο 6 παράγραφος 2 και το άρθρο 7 του Κανονισμού του,

–   έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0045/2014),

Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας της Πολωνίας ζήτησε την άρση της βουλευτικής ασυλίας του βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Zbigniew Ziobro, σε σχέση με δίωξη που αφορά εικαζόμενο ποινικό αδίκημα·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα αφορά αδίκημα που διώκεται κατ’ έγκληση σύμφωνα με το άρθρο 212 παράγραφοι 1 και 2 του Ποινικού Κώδικα της Πολωνίας·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 8 του Πρωτοκόλλου περί των Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε έρευνα, κράτηση ή δίωξη για γνώμη ή ψήφο δοθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 9 του Πρωτοκόλλου περί των Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απολαύουν, εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 105 του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Πολωνίας, ο βουλευτής δεν υπέχει ευθύνη για δραστηριότητες που αναπτύσσει στο πλαίσιο της βουλευτικής εντολής, τόσο κατά τη διάρκειά της όσο μετά τη λήξη της. Όσον αφορά τις δραστηριότητες αυτές ο βουλευτής μπορεί να κληθεί να λογοδοτήσει μόνο ενώπιον της Δίαιτας και, εάν έχει προσβάλει δικαιώματα τρίτων, μπορεί να διωχθεί δικαστικά μόνο ύστερα από άδεια της Δίαιτας·

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι αποκλειστικά και μόνο το Κοινοβούλιο αποφασίζει εάν θα αρθεί ή όχι η ασυλία σε μια συγκεκριμένη υπόθεση· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο μπορεί να λάβει δεόντως υπόψη την άποψη του βουλευτή προτού αποφασίσει να άρει ή να μην άρει την ασυλία του[2]·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το εικαζόμενο αδίκημα δεν τελεί σε άμεση ή πρόδηλη συνάρτηση με την άσκηση των καθηκόντων του Zbigniew Ziobro υπό την ιδιότητά του ως βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ούτε συνιστά γνώμη εκφρασθείσα ή ψήφο δοθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων αυτών κατά την έννοια του άρθρου 8 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ποινική διαδικασία που έχει κινηθεί κατά του Zbigniew Ziobro ουδεμία σχέση έχει με την ιδιότητά του ως βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στην παρούσα υπόθεση το Κοινοβούλιο δεν έχει διαπιστώσει ενδείξεις περί fumus persecutionis, δηλαδή μια αποχρώσα και συγκεκριμένη υπόνοια ότι η διαδικασία αυτή αποσκοπεί να παρεμποδίσει την πολιτική δραστηριότητα του εν λόγω βουλευτή·

Ι.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η αίτηση υποβάλλεται ως αποτέλεσμα αντέγκλησης και ότι, στο πλαίσιο αυτό, τυχόν απόφαση να μην αρθεί η ασυλία βουλευτή θα στερούσε τον άλλο εγκαλούντα από τη δυνατότητα να δώσει δικαστική συνέχεια στην υπόθεσή του στο πλαίσιο της υπεράσπισής του·

1.  αποφασίζει να άρει την ασυλία του Zbigniew Ziobro·

2.  αναθέτει στον πρόεδρό του να διαβιβάσει αμελλητί την παρούσα απόφαση και την έκθεση της αρμόδιας επιτροπής του στην αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας της Πολωνίας και στον Zbigniew Ziobro.

  • [1]  Υπόθεση 101/63 Wagner κατά Fohrmann και Krier, Συλλογή 1964, σ. 195, υπόθεση 149/85 Wybot κατά Faure και άλλων, Συλλογή 1986, σ. 2391, υπόθεση T-345/05 Mote κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή 2008, σ. ΙΙ- 2849, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-200/07 και C-201/07 Marra κατά De Gregorio και Clemente, Συλλογή 2008, σελ. I-7929, υπόθεση T-42/06 Gollnisch κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή 2010, σ. II-01135 και υπόθεση C-163/10 Patriciello, Συλλογή 2011, σ. I-07565.
  • [2]  Υπόθεση T-345/05 Mote κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή 2008, σ. II-2849, σκέψη 28.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Ιστορικό

Στις 24 Νοεμβρίου 2011, αντιδρώντας σε συνέντευξη του κ. Artur Balazs, πρώην Υπουργού Γεωργίας της Πολωνίας, στον ιστότοπο www.wpolityce.pl, ο κ. Zbigniew Ziobro, πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης της Πολωνίας στη κυβέρνηση Kaczyński, προέβη στην ακόλουθη δήλωση σε άρθρο με τίτλο «ο Ziobro θα μηνύσει τον Balazs» που δημοσιεύτηκε στη σελίδα 5 της εφημερίδας «Gazeta Polska Codzienne» και αναρτήθηκε την ίδια ημέρα στον ιστότοπο www.niezalezna.pl : «Είναι απόλυτα προφανές ότι ο Balazs μπέρδεψε τους ρόλους του και νόμισε ότι θα μπορούσε να χειραγωγήσει τους εισαγγελικούς λειτουργούς. Προσπάθησε να παρέμβει σε έρευνα σχετικά με τη μαφία των καυσίμων. Θα ήθελε να απομακρύνω από τη θέση του τον Εισαγγελέα που διερευνούσε τις σκοτεινές σχέσεις που αυτός ή οι συνεργάτες του διατηρούσαν με τη μαφία των καυσίμων».

Στις 10 Απριλίου 2012, αφού εντωμεταξύ ο κ. Ziobro είχε φέρει την υπόθεση της συνέντευξης του κ. Balazs στο δικαστήριο, ο κ. Balazs υπέβαλε αντέγκληση στο Πρωτοδικείο του κέντρου της πόλης της Βαρσοβίας , 5ο Τμήμα Ποινικών Υποθέσεων, ισχυριζόμενος ότι, με την ως άνω δήλωση, ο κ. Ziobro ενήργησε κατά τρόπο ικανό να πλήξει την προς το πρόσωπό του εκτίμηση της κοινής γνώμης ή να οδηγήσει σε απώλεια της εμπιστοσύνης στην ικανότητά του να αναλαμβάνει πολιτικές δραστηριότητες ή να κατέχει δημόσιο αξίωμα, μεταξύ άλλων και σε εθνικό επίπεδο.

Το δικαστήριο πρότεινε να παραπεμφθεί η υπόθεση σε διαμεσολάβηση, πράγμα που έγινε δεκτό από τον κ. Balazs αλλά απορρίφθηκε από τον κ. Ziobro.

Κατά τη συνεδρίαση της 9ης Σεπτεμβρίου 2013, ο Πρόεδρος ανακοίνωσε σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 του Κανονισμού ότι είχε λάβει αίτηση με ημερομηνία 24 Ιουνίου 2013 από τη Γενική Εισαγγελία της Δημοκρατίας της Πολωνίας σχετικά με την άρση της βουλευτικής ασυλίας του Zbigniew Ziobro με αναφορά στα άρθρα 8 και 9 του Πρωτοκόλλου περί των Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο Πρόεδρος παρέπεμψε την αίτηση αυτή στην Επιτροπή Νομικών Θεμάτων σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2. Ο κ. Ziobro έγινε δεκτός σε ακρόαση στην επιτροπή στις 21 Ιανουαρίου 2014, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 5[1].

2. Νομοθετικές και διαδικαστικές διατάξεις σχετικά με την ασυλία των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Τα άρθρα 8 και 9 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν ως εξής:

Άρθρο 8

Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε έρευνα, κράτηση ή δίωξη για γνώμη ή ψήφο δοθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 9

Κατά τη διάρκεια των συνόδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τα μέλη του απολαύουν:

α. εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους,

β. εντός της επικρατείας άλλων κρατών μελών της εξαιρέσεως από κάθε μέτρο κρατήσεως και κάθε δικαστική δίωξη.

Η ασυλία τους καλύπτει επίσης όταν μεταβαίνουν στον τόπο συνεδριάσεως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή όταν επιστρέφουν από αυτόν.

Επίκληση της ασυλίας δεν δύναται να γίνει στην περίπτωση αυτοφώρου εγκλήματος και ούτε δύναται να εμποδίσει την άσκηση του δικαιώματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να άρει την ασυλία ενός από τα μέλη του.

Τα άρθρα 6 και 7 του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχουν ως εξής:

Άρθρο 6 - Άρση της βουλευτικής ασυλίας:

1. Το Κοινοβούλιο, κατά την άσκηση των εξουσιών του σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες, επιδιώκει πρωτίστως να διατηρεί την ακεραιότητά του ως δημοκρατικής νομοθετικής συνέλευσης και να διασφαλίζει την ανεξαρτησία των Βουλευτών του κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Κάθε αίτηση για άρση της ασυλίας αξιολογείται σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8 και 9 του πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με τις αρχές που αναφέρονται στο παρόν άρθρο. (...)

Άρθρο 7 - Διαδικασίες σχετικά με την ασυλία

1. Κάθε αίτηση η οποία απευθύνεται στον Πρόεδρο από αρμόδια αρχή κράτους μέλους με σκοπό την άρση της ασυλίας ενός βουλευτή, ή από βουλευτή ή πρώην βουλευτή με σκοπό την υπεράσπιση προνομίων και ασυλιών, ανακοινώνεται στην Ολομέλεια και παραπέμπεται στην αρμόδια επιτροπή.

2. Η επιτροπή εξετάζει χωρίς καθυστέρηση, αλλά λαμβάνοντας υπόψη την σχετική περιπλοκότητά τους, τις αιτήσεις για άρση της ασυλίας ή για προάσπιση των προνομίων και ασυλιών.

3. Η επιτροπή καταρτίζει πρόταση αιτιολογημένης απόφασης που περιορίζεται σε σύσταση για την έγκριση ή την απόρριψη της αίτησης άρσης της ασυλίας ή προάσπισης της ασυλίας και των προνομίων.

4. Η επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την ενδιαφερόμενη αρχή να της παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία ή επεξήγηση θεωρεί αναγκαία προκειμένου να σχηματίσει γνώμη για το εάν η ασυλία πρέπει να αρθεί ή να προασπισθεί.

5. Ο ενδιαφερόμενος βουλευτής πρέπει να έχει την ευκαιρία να εκφράσει την άποψή του, μπορεί να προσκομίσει οποιαδήποτε έγγραφα ή άλλα γραπτά στοιχεία θεωρεί χρήσιμα και μπορεί να εκπροσωπηθεί από άλλον βουλευτή.

Ο βουλευτής δεν παρίσταται στις συζητήσεις σχετικά με την αίτηση άρσης ή υπεράσπισης της ασυλίας του, παρά μόνο στην ίδια την ακρόαση.

Ο πρόεδρος της επιτροπής καλεί τον βουλευτή σε ακρόαση, προσδιορίζοντας την ημερομηνία και την ώρα αυτής. Ο βουλευτής δύναται να παραιτηθεί του δικαιώματος ακρόασης.

Εάν ο βουλευτής δεν παραστεί στην ακρόαση σύμφωνα με την εν λόγω πρόσκληση, λογίζεται ότι παραιτήθηκε του δικαιώματος ακρόασης, εκτός εάν ζητήσει να μη συμμετάσχει στην ακρόαση κατά την προτεινόμενη ημερομηνία και ώρα, αιτιολογώντας την απουσία του. Ο πρόεδρος της επιτροπής αποφασίζει εάν θα κάνει δεκτή την ως άνω αίτηση, λαμβάνοντας υπόψη τους εκτιθέμενους λόγους· κατά της απόφασης του προέδρου δεν επιτρέπεται προσφυγή.

Εάν ο πρόεδρος της επιτροπής δεχθεί την αίτηση, καλεί τον βουλευτή σε ακρόαση σε νέα ημερομηνία και ώρα. Εάν ο βουλευτής αγνοήσει τη δεύτερη πρόσκληση σε ακρόαση, η διαδικασία συνεχίζεται χωρίς να έχει ακουσθεί ο βουλευτής. Στην περίπτωση αυτή, δεν γίνονται δεκτές περαιτέρω αιτήσεις ακρόασης ή μη συμμετοχής σε αυτή. (...)

7. Η επιτροπή μπορεί να διατυπώσει αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με την αρμοδιότητα της εν λόγω αρχής και σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης, αλλά δεν αποφαίνεται σε καμία περίπτωση για την ενοχή ή μη βουλευτών ούτε για το σκόπιμο ή μη της ποινικής δίωξης για την έκφραση γνώμης ή τις πράξεις που τους καταλογίζονται, ακόμη και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εξέταση της αίτησης παρέχει στην επιτροπή εμπεριστατωμένες πληροφορίες για την υπόθεση. (...)

Το άρθρο 105 παράγραφος 1 του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Πολωνίας έχει ως εξής:

Ο βουλευτής δεν υπέχει ευθύνη για δραστηριότητες που αναπτύσσει στο πλαίσιο της βουλευτικής εντολής, τόσο κατά τη διάρκειά της όσο μετά τη λήξη της. Όσον αφορά τις δραστηριότητες αυτές ο βουλευτής μπορεί να κληθεί να λογοδοτήσει μόνο ενώπιον της Δίαιτας και, εάν έχει προσβάλει δικαιώματα τρίτων, μπορεί να διωχθεί δικαστικά μόνο ύστερα από άδεια της Δίαιτας. (...)

Το άρθρο 212 παράγραφοι 1 και 2 του Ποινικού Κώδικα της Πολωνίας έχουν ως εξής:

1. Όποιος αποδίδει σε άλλο άτομο, ομάδα ατόμων, οργανισμό ή οργανωτική μονάδα χωρίς νομική προσωπικότητα ενέργειες ή ιδιότητες που μπορούν να θίξουν την τιμή και την υπόληψή του ή να οδηγήσουν σε απώλεια της εμπιστοσύνης που είναι απαραίτητη για μια συγκεκριμένη θέση, απασχόληση ή είδος δραστηριότητας τιμωρείται με χρηματική ποινή καθώς και με περιοριστική ή στερητική της ελευθερίας ποινή.

2. Εάν ο δράστης τελέσει την πράξη που περιγράφεται στην παράγραφο 1 μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης, τιμωρείται με χρηματική ποινή καθώς και με περιοριστική ή στερητική της ελευθερίας ποινή έως ένα έτος. (...)

3. Αιτιολόγηση της προτεινόμενης απόφασης

Η παρούσα υπόθεση πληροί τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή του άρθρου 9 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αληθεύει ότι εικαζόμενες συκοφαντικές δηλώσεις μπορούν, κατ’ αρχήν, να καλύπτονται από την απόλυτη ασυλία που προβλέπει το άρθρο 8 του Πρωτοκόλλου (το οποίο αναφέρεται σε γνώμη που εξέφρασε βουλευτής κατά την άσκηση των καθηκόντων του). Ωστόσο, η διάταξη αυτή οριοθετήθηκε σαφώς από το Δικαστήριο, το οποίο απεφάνθη ότι «όταν ένας βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προβαίνει σε μία δήλωση εκτός του οργάνου αυτού, η οποία έχει ως αποτέλεσμα να ασκηθεί δίωξη στο κράτος μέλος καταγωγής του λόγω ψευδούς καταμήνυσης, αυτό να μην αποτελεί γνώμη δοθείσα κατά την άσκηση των κοινοβουλευτικών του καθηκόντων εμπίπτουσα στην προβλεπόμενη από τη διάταξη αυτή ασυλία, εκτός εάν η δήλωση αυτή συνιστά υποκειμενική αξιολόγηση η οποία συναρτάται άμεσα και προδήλως με την άσκηση των καθηκόντων αυτών»[2]. Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε επίσης πρόσφατα τη νομολογία του στην υπόθεση Gollnisch[3], σύμφωνα με την οποία η γνώμη (υπό την ευρύτερη έννοια) βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καλύπτεται από την ασυλία - που έχει θεσπιστεί βάσει του δικαίου της ΕΕ - μόνον όταν έχει δοθεί «κατά την άσκηση των καθηκόντων [του]», επομένως, προϋποτίθεται η ύπαρξη συνάρτησης μεταξύ της εκφρασθείσας γνώμης και των βουλευτικών καθηκόντων. Η συνάρτηση αυτή πρέπει να είναι άμεση και πρόδηλη.

Με βάση τα πραγματικά περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, δεν μπορεί να διαπιστωθεί η απαραίτητη άμεση και πρόδηλη συνάρτηση. Η υπόθεση δεν εμπίπτει στο πεδίο των πολιτικών δραστηριοτήτων του κ. Ziobro ως βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεδομένου ότι αφορά δραστηριότητες καθαρά εθνικού χαρακτήρα. Πράγματι, ο κ. Ziobro προέβη στις δηλώσεις του αντιδρώντας σε συνέντευξη του πρώην Υπουργού Γεωργίας της Πολωνίας και αναφέρθηκε σε γεγονότα που συνέβησαν το 2006, όταν ο κ. Ziobro ήταν Υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση της οποίας ηγείτο ο Jarosław Kaczyński. Συνεπώς τα γεγονότα αυτά προηγούνται της δραστηριότητάς του ως βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και δεν σχετίζονται με τη δραστηριότητα αυτή. Ως εκ τούτου, η εικαζόμενη πράξη δεν τελεί σε άμεση ή πρόδηλη συνάρτηση με την άσκηση των καθηκόντων του κ. Ziobro υπό την ιδιότητά του ως βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ούτε συνιστά γνώμη εκφρασθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων αυτών κατά την έννοια του άρθρου 8 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, οι ποινικές διαδικασίες που έχουν κινηθεί κατά του κ. Ziobro δεν συνδέονται με το σημερινό του αξίωμα του βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Σύμφωνα με το άρθρο 9 του Πρωτοκόλλου, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απολαύουν, εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους. Το άρθρο 105 παράγραφος 1 του Συντάγματος της Πολωνίας ορίζει ότι, όσον αφορά τη δραστηριότητα που αναπτύσσει στο πλαίσιο της εντολής του, ο βουλευτής της Πολωνικής Δίαιτας μπορεί να κληθεί να λογοδοτήσει μόνο ενώπιον αυτής και, εάν έχει παραβιάσει δικαιώματα τρίτων, μπορεί να διωχθεί δικαστικά μόνο ύστερα από άδεια της Δίαιτας. Συνεπώς απαιτείται απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προκειμένου να συνεχιστεί η δίωξη κατά του κ. Ziobro.

Το Κοινοβούλιο προκειμένου να αποφασίσει για την άρση ή μη βουλευτικής ασυλίας εφαρμόζει τις δικές του πάγιες αρχές. Αν και η παρούσα κατ’ έγκληση δίωξη φαίνεται να έχει κινηθεί στο πλαίσιο πολιτικής αντιπαράθεσης, η επιτροπή δεν έχει διαπιστώσει ενδείξεις περί fumus persecutionis, δηλαδή μια αποχρώσα και συγκεκριμένη υπόνοια ότι η διαδικασία αυτή αποσκοπεί να παρεμποδίσει την πολιτική δραστηριότητα του εν λόγω βουλευτή·

Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η αίτηση υποβάλλεται ως αποτέλεσμα αντέγκλησης και ότι, στο πλαίσιο αυτό, τυχόν απόφαση να μην αρθεί η ασυλία βουλευτή θα στερούσε τον άλλο εγκαλούντα από τη δυνατότητα να δώσει δικαστική συνέχεια στην υπόθεσή του στο πλαίσιο της υπεράσπισής του·

Τέλος, κατά την υποβολή της αίτησης άρσης της ασυλίας, το μόνο που έπραξε ο Εισαγγελέας ήταν να εγκρίνει τη κίνηση της κατ' έγκληση δίωξης και κατέστησε σαφές, για λόγους γενικού συμφέροντος, δεν επιλήφθηκε της υπόθεσης ούτε κίνησε τη διαδικασία ούτε παρενέβη σε αυτήν.

4. Συμπέρασμα

Βάσει των ανωτέρω εκτιμήσεων και σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του Κανονισμού, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων συνιστά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να άρει τη βουλευτική ασυλία του κ. Zbigniew Ziobro.

  • [1]  Αξίζει να υπενθυμιστεί ότι τον Ιανουάριο του 2013 είχε υποβληθεί μια πρώτη αίτηση για την άρση της ασυλίας του κ. Ziobro. Ωστόσο, η αίτηση αυτή υποβλήθηκε από τον δικαστή του Πρωτοδικείου του κέντρου της πόλης της Βαρσοβίας, 5ο Τμήμα (Ποινικών Υποθέσεων), μετά από αίτημα ιδιώτη και όχι, όπως επισημαινόταν παλαιότερα από τις πολωνικές αρχές με επιστολή της 26ης Ιουλίου 2011, από την Εισαγγελία. Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων ήταν συνεπώς της άποψης ότι η αίτηση για την άρση της ασυλίας δεν υποβλήθηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από τις αρμόδιες αρχές και την έκρινε απαράδεκτη.
  • [2]  Patriciello, ε.α., στο διατακτικό και στη σκέψη 41. Υπογράμμιση του συντάκτη.
  • [3]  Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-346/11 και T-347/11 Bruno Gollnisch κατά Κοινοβουλίου, ε.α.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

21.1.2014

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

10

0

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Sajjad Karim, Klaus-Heiner Lehne, Antonio Masip Hidalgo, Bernhard Rapkay, Evelyn Regner, Francesco Enrico Speroni, Cecilia Wikström, Tadeusz Zwiefka, Димитър Стоянов