ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με το μέλλον του τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών στην Ευρώπη – στρατηγικές ανάπτυξης

27.1.2014 - (2013/2100 (INI))

Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου
Εισηγήτρια: Anthea McIntyre

Διαδικασία : 2013/2100(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A7-0048/2014
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A7-0048/2014
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με το μέλλον του τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών στην Ευρώπη – στρατηγικές ανάπτυξης

(2013/2100 (INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–       έχοντας υπόψη τους τίτλους III και VII του τρίτου μέρους της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),

–       έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 της 21ης Οκτωβρίου 2009 σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά,

–       έχοντας υπόψη την οδηγία 2009/128/ΕΚ της 21ης Οκτωβρίου 2009 για την ορθολογική χρήση των γεωργικών φαρμάκων,

–       έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ)[1], τον οποίο υιοθέτησε η νομοθετική πρόταση της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 2011, που υποβλήθηκε στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας που ορίζει η ΣΛΕΕ (πρώην διαδικασία συναπόφασης), για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (COM(2011)0626), ο οποίος εγκρίθηκε πρόσφατα από τα τρία ενδιαφερόμενα θεσμικά όργανα της ΕΕ,

–       έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1182/2007, της 26ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση ειδικών κανόνων όσον αφορά τον τομέα των οπωροκηπευτικών[2], καθώς και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών[3],

–       έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1169/2011, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές[4],

–       έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007 της 28ης Ιουνίου 2007 για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων[5],

–       έχοντας υπόψη την οδηγία 2001/18/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον[6],

–       έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 21ης Ιουνίου 1996, σχετικά με την ανάληψη κοινοτικής πρωτοβουλίας υπέρ της διακοσμητικής κηπουρικής[7],

–       έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τις τιμές των τροφίμων στην Ευρώπη (COM(2008)0821),

–       έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 16ης Ιουλίου 2008, όσον αφορά το σχέδιο δράσης για τη βιώσιμη κατανάλωση και παραγωγή και τη βιώσιμη βιομηχανική πολιτική (COM(2008)0397),

–       έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 28ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη βελτίωση της λειτουργίας της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων στην Ευρώπη (COM(2009)0591),

–       έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 28ης Μαΐου 2009, σχετικά με την πολιτική ποιότητας των γεωργικών προϊόντων (COM(2009)0234),

–       έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Μαΐου 2011 με τίτλο «Η ασφάλεια ζωής μας, το φυσικό μας κεφάλαιο: στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2020» (COM(2011)0244),

–       έχοντας υπόψη την απόφαση 2008/359/EΚ της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2008, για τη σύσταση μιας ομάδας υψηλού επιπέδου αρμόδιας για την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας γεωργικών προϊόντων, και την έκθεση της εν λόγω ομάδας υψηλού επιπέδου, της 17ης Μαρτίου 2009, σχετικά με την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας γεωργικών προϊόντων διατροφής, καθώς επίσης τις συστάσεις και τον χάρτη πορείας βασικών πρωτοβουλιών της ομάδας[8],

–       έχοντας υπόψη τη μελέτη του Νοεμβρίου 2012 με τίτλο «Στήριξη γεωργικών συνεταιρισμών» (SFC), στην οποία παρουσιάζονται τα πορίσματα του έργου της SFC που εγκαινιάστηκε από την Επιτροπή[9],

–       έχοντας υπόψη τη μελέτη που εκπόνησε το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Επιτροπής – Ινστιτούτο Τεχνολογικών Προβλέψεων για το 2013, με τίτλο «Βραχείες αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων και τοπικά συστήματα τροφίμων στην ΕΕ. Η υφιστάμενη κατάσταση των κοινωνικοοικονομικών τους χαρακτηριστικών»[10],

–       έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

–       έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου (A7-0048/2014),

Α.     λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τομέας των οπωροκηπευτικών, παρά το γεγονός ότι λαμβάνει περίπου το 3% των ενισχύσεων της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ), αντιστοιχεί στο 18% της συνολικής αξίας της γεωργικής παραγωγής στην ΕΕ, αντιπροσωπεύει το 3% των χρησιμοποιούμενων γεωργικών εκτάσεων της ΕΕ και η αξία του υπερβαίνει τα 50 δισεκατομμύρια ευρώ·

Β.     λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τομέας των κηπευτικών περιλαμβάνει την καλλιέργεια φρούτων, λαχανικών, πατάτας, σαλατικών, βοτάνων και καλλωπιστικών φυτών· λαμβάνοντας υπόψη ότι o τομέας των κηπευτικών περιλαμβάνει φυτώρια, κηπουρική θάμνων, υπηρεσίες κηπουρικής, κηπουρική κοιμητηρίων, λιανοπωλητές εργαλείων και εξαρτημάτων κηπουρικής, καταστήματα κηπευτικών προϊόντων, ανθοπωλεία και την αρχιτεκτονική κήπων και τοπίων·

Γ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι ο εκτιμώμενος κύκλος εργασιών της αλυσίδας εφοδιασμού οπωροκηπευτικών ξεπερνά τα 120 δισεκατομμύρια ευρώ, με περίπου 550.000 εργαζομένους, ενώ ο τομέας είναι σημαντικός για την οικονομία των περιοχών στις οποίες τα ποσοστά ανεργίας τείνουν να είναι υψηλά·

Δ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ αποτελεί τον δεύτερο κατά σειρά παραγωγό σε παγκόσμιο επίπεδο και είναι επίσης ο δεύτερος κατά σειρά εισαγωγέας οπωροκηπευτικών· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ζήτηση στον τομέα αυτό αυξάνεται και ότι σήμερα υπερβαίνει την προσφορά· λαμβάνοντας υπόψη ότι το εμπόριο οπωροκηπευτικών αυξήθηκε από περισσότερο από 90 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, το 2000, σε περίπου 218 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, το 2010, και ότι αντιπροσωπεύει περίπου το 21% του παγκόσμιου εμπορίου τροφίμων και ζωικών προϊόντων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ έχει ανοίξει σε μεγάλο βαθμό τις αγορές της στις εισαγωγές από τρίτες χώρες με τις οποίες έχει συνάψει διμερείς και πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες·

Ε.     λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τομέας της καλλιέργειας κηπευτικών - πρωτογενής παραγωγή και τομέας μεταποίησης - λειτουργεί ως οικονομικός πολλαπλασιαστής σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τονώνοντας αφενός τη ζήτηση και δημιουργώντας αφετέρου προστιθέμενη αξία σε άλλους οικονομικούς τομείς, όπως το εμπόριο, οι κατασκευές και οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες·

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τομέας των βιολογικών οπωροκηπευτικών είναι ο ταχύτερα αναπτυσσόμενος τομέας βιολογικών προϊόντων, η αξία του οποίου ανήλθε στα 19,7 δισεκατομμύρια ευρώ στην αγορά της ΕΕ το 2011, με ποσοστό αύξησης 9% μεταξύ του 2010 και του 2011 και ετήσια ανάπτυξη μεταξύ 5% και 10% σε δεκαετή βάση· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε επίπεδο καλλιεργούμενης επιφάνειας, το μερίδιο των βιολογικών φρούτων σημείωσε αύξηση κατά 18,2% και των βιολογικών λαχανικών κατά 3,5%, μεταξύ 2010 και 2011·

Ζ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατά κεφαλήν κατανάλωση οπωροκηπευτικών το 2011 στην ΕΕ των 27 μειώθηκε κατά 3% σε σύγκριση με τη μέση κατανάλωση των προηγούμενων πέντε ετών, παρά τα ευεργετικά αποτελέσματα που έχει η κατανάλωση των εν λόγω προϊόντων στην υγεία·

Η.     λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό ανθέων, βολβών λουλουδιών και φυτών σε γλάστρες (44 % της παγκόσμιας παραγωγής), με τη μεγαλύτερη πυκνότητα ανά εκτάριο· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κύκλος εργασιών στον τομέα των καλλωπιστικών φυτών υπολογίζεται σε 20 δισεκατομμύρια ευρώ σε επίπεδο παραγωγής, σε 28 δισεκατομμύρια ευρώ σε επίπεδο χονδρικού εμπορίου και σε 38 δισεκατομμύρια ευρώ σε επίπεδο λιανικού εμπορίου και ότι ο τομέας απασχολεί περίπου 650.000 άτομα·

Θ.     λαμβάνοντας υπόψη ότι το καθεστώς ενίσχυσης των οπωροκηπευτικών εντάσσεται στο πλαίσιο της ΚΓΠ και στόχοι του είναι, μεταξύ άλλων, η ισορροπία της αλυσίδας τροφίμων, η προώθηση των οπωροκηπευτικών, η αύξηση της ανταγωνιστικότητας και η υποστήριξη της καινοτομίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να ενισχυθεί η συμμετοχή στις οργανώσεις παραγωγών, ακόμη και στις περιφέρειες στις οποίες εδώ και μερικά χρόνια δεν υπάρχουν διαθέσιμα επιχειρησιακά κονδύλια και/ή οι μέθοδοι παραγωγής είναι παρωχημένες, ώστε να καταστεί το σύστημα πιο ελκυστικό, καθώς οι περισσότεροι από τους μισούς επί του συνόλου των καλλιεργητών στην ΕΕ εξακολουθούν να μην ανήκουν σε κάποια οργάνωση παραγωγών (ΟΠ), παρά τον στόχο που είχε θέσει η Επιτροπή για μέσο ποσοστό μελών σε οργανισμούς παραγωγών 60% για το 2013· λαμβάνοντας υπόψη ότι το χαμηλό ποσοστό οργάνωσης σε ορισμένα κράτη μέλη οφείλεται εν μέρει στην αναστολή της λειτουργίας των οργανώσεων παραγωγών, γεγονός που δημιουργεί αβεβαιότητα μεταξύ των παραγωγών· λαμβάνοντας υπόψη ότι, δεδομένου ότι οι οργανώσεις παραγωγών διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος των οργανώσεων παραγωγών οπωροκηπευτικών, είναι σημαντικό να προληφθεί η αβεβαιότητα με την αποσαφήνιση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας σχετικά με την αναγνώριση των οργανώσεων παραγωγών·

Ι.      λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη Eurostat, το συνολικό άμεσο κόστος για τους γεωργούς της ΕΕ αυξήθηκε κατά μέσο όρο σχεδόν 40% μεταξύ 2000 και 2010, ενώ οι τιμές παραγωγού αυξήθηκαν κατά μέσο όρο λιγότερο από 25%· λαμβάνοντας υπόψη ότι το άμεσο κόστος αυξήθηκε περίπου κατά 80% για τα συνθετικά λιπάσματα και τα βελτιωτικά εδάφους, περίπου 30% για τους σπόρους και τα σπορόφυτα και περίπου 13% για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα·

ΙΑ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι η απώλεια γονιμότητας λόγω της διάβρωσης του εδάφους, της μειωμένης χρήσης οργανικών ουσιών που έχει ως αποτέλεσμα χαμηλά επίπεδα κοκκώδους σύστασης και χούμου και μειωμένη συγκράτηση θρεπτικών στοιχείων και νερού, καθώς και η μείωση των οικολογικών διαδικασιών, επιβαρύνουν σημαντικά τόσο τους γεωργούς όσο και τον κρατικό προϋπολογισμό·

ΙΒ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι ο «αγωγός της γνώσης» για να μετουσιωθεί η έρευνα σε πράξη στον τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών αντιμετωπίζει δυσκολίες, και ότι οι δαπάνες του ιδιωτικού τομέα για την έρευνα είναι συνολικά χαμηλές, με τον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης (Ε&Α) να αντιστοιχεί μόλις στο 0,24% των συνολικών δαπανών της βιομηχανίας τροφίμων σε ολόκληρη την ΕΕ των 15, το 2004, την τελευταία περίοδο για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία·

ΙΓ.    λαμβάνοντας υπόψη τον μεγάλο αριθμό ποικιλιών κηπευτικών που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν εξαιτίας της μικρής οικονομικής τους βιωσιμότητας, καθώς και τον οικολογικό, κοινωνικό και πολιτιστικό ρόλο που επιτελούν οι αγρότες οι οποίοι, συνεχίζοντας την καλλιέργεια των εν λόγω ποικιλιών, διαφυλάσσουν σημαντικές συνιστώσες της ευρωπαϊκής γεωργικής βάσης·

ΙΔ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αυξανόμενες δυσκολίες όσον αφορά την πρόληψη, τον έλεγχο και την εξάλειψη βλαβερών οργανισμών καθώς και η περιορισμένη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων για την προστασία των καλλιεργειών κηπευτικών είναι πιθανόν να θέσουν σε κίνδυνο τη γεωργική ποικιλότητα και την ποιότητα της ευρωπαϊκής κηπουρικής·

ΙΕ.    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της καλλιέργειας οπωροκηπευτικών συχνά δραστηριοποιούνται παράλληλα στους τομείς της παραγωγής, των πωλήσεων και της παροχής υπηρεσιών·

ΙΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενδογένεση (cisgenesis) μπορεί να οριστεί ως τεχνική της γενετικής μηχανικής που εισάγει σε υποκείμενο φυτό γονίδιο από συγγενικό φυτό του ίδιου γένους ή είδους·

1.      τονίζει τη σημασία που έχει η προώθηση του τομέα οπωροκηπευτικών της ΕΕ και η διασφάλιση της ικανότητάς του να ανταγωνίζεται καλύτερα στις παγκόσμιες αγορές, μέσω της καινοτομίας, της έρευνας και ανάπτυξης, της ενεργειακής απόδοσης και της ασφάλειας, της προσαρμογής και του μετριασμού της αλλαγής του κλίματος και μέτρων για τη βελτίωση της εμπορίας, καθώς και της συνέχισης των προσπαθειών με σκοπό την εξάλειψη της υφιστάμενης ανισορροπίας μεταξύ επιχειρήσεων και προμηθευτών μέσω της αύξησης του επιπέδου συγκέντρωσης του τομέα·

2.      υπογραμμίζει την ανάγκη να καταστεί ευκολότερη η πρόσβαση των παραγωγών σε αγορές τρίτων χωρών· καλεί την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειες για τη στήριξη των εξαγωγέων φρούτων, κηπευτικών, ανθέων και καλλωπιστικών φυτών, ώστε να αντεπεξέλθουν στον αυξανόμενο αριθμό μη δασμολογικών εμποδίων, όπως είναι τα φυτοϋγειονομικά πρότυπα ορισμένων τρίτων χωρών, που δυσχεραίνουν, ή ακόμα και καθιστούν αδύνατες, τις εξαγωγές της ΕΕ·

3.      καλεί την Επιτροπή να δημιουργήσει για όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά της ΕΕ τους ίδιους όρους πρόσβασης όσον αφορά τις προδιαγραφές εμπορίας, τις ονομασίες προέλευσης κ.λπ., και να διενεργεί ελέγχους για να διασφαλίσει την τήρηση των όρων αυτών, προκειμένου να αποφεύγονται στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό·

4.      ενθαρρύνει την προώθηση της κατανάλωσης οπωροκηπευτικών στα κράτη μέλη μέσα από εκπαιδευτικές δραστηριότητες όπως το ευρωπαϊκό σχέδιο προώθησης της κατανάλωσης φρούτων στα σχολεία ή όπως, για παράδειγμα, τα βιομηχανικά προγράμματα Grow Your Own Potato και Cook Your Own Potato του Ηνωμένου Βασιλείου·

5.      σημειώνει ότι οι τοπικές και οι περιφερειακές αγορές συχνά δεν διαθέτουν επαρκή αποθέματα τοπικά παραγόμενων κηπευτικών προϊόντων και ότι, ως εκ τούτου, η γεωργική επιχειρηματικότητα θα πρέπει να προωθηθεί στις εν λόγω περιοχές, ιδίως μέσω της παροχής κινήτρων για την επιχειρηματικότητα των νέων, τα οποία θα δημιουργήσουν ευκαιρίες απασχόλησης στον γεωργικό τομέα και θα εξασφαλίσουν τον εφοδιασμό με φρέσκα τοπικά προϊόντα·

6.      επισημαίνει τα οφέλη που έχει η καλλιέργεια καλλωπιστικών φυτών στην ανθρώπινη υγεία και την ευεξία, μέσω της αύξησης των χώρων πρασίνου και, κατά συνέπεια, της βελτίωσης του αστικού περιβάλλοντος σε σχέση με την κλιματική αλλαγή και την αγροτική οικονομία· τονίζει την ανάγκη για ενεργότερη στήριξη του τομέα αυτού μέσω της τόνωσης των επενδύσεων και των προοπτικών σταδιοδρομίας·

7.      χαιρετίζει τα μέτρα του ενωσιακού καθεστώτος οπωροκηπευτικών που προορίζονται για την αύξηση του προσανατολισμού προς την αγορά μεταξύ των καλλιεργητών της ΕΕ, την ενθάρρυνση της καινοτομίας, την προώθηση των οπωροκηπευτικών, την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και τη βελτίωση της εμπορίας , της ποιότητας του προϊόντος και των περιβαλλοντικών πτυχών της παραγωγής, μέσω της παροχής στήριξης στις οργανώσεις παραγωγών, στις ενώσεις ΟΠ και της αναγνώρισης διεπαγγελματικών οργανώσεων, και με την προώθηση της δημιουργίας πόλων συγκέντρωσης πόρων που θα δημιουργήσουν νέες ροές εσόδων, τα οποία θα διοχετευθούν σε νέες επενδύσεις· επισημαίνει, ταυτόχρονα, ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι οι αυτόνομοι παραγωγοί που εμπορεύονται τα προϊόντα τους και οι εταιρείες απευθείας πωλήσεων δεν υπόκεινται σε διακρίσεις, αλλά έχουν την ευκαιρία να εφαρμόζουν καινοτόμα σχέδια και να ενισχύουν την ανταγωνιστικότητά τους·

8.      υπενθυμίζει ότι η τοπική και περιφερειακή παραγωγή και εμπορία συμβάλλουν στη δημιουργία και τη διατήρηση της οικονομικής δραστηριότητας καθώς και θέσεων εργασίας στις αγροτικές περιοχές·

9.      επισημαίνει ότι οι μικρές αλυσίδες προστιθέμενης αξίας συντελούν στον περιορισμό εκπομπών οι οποίες καταστρέφουν το κλίμα·

10.    σημειώνει ότι η «αστική γεωργία» παρέχει στον τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών νέες επιλογές·

11.    εκφράζει την ικανοποίησή του για την έκθεση σχετικά με τη δημόσια διαβούλευση της Επιτροπής με τίτλο «Επανεξέταση του καθεστώτος της ΕΕ στον τομέα των οπωροκηπευτικών», και ιδιαίτερα το σημείο 3.8, όπου αναγνωρίζεται η ανάγκη απλούστευσης των σημερινών κανόνων που διέπουν τις οργανώσεις παραγωγών, υποστηρίζεται η πρόταση για την ενίσχυσή τους και επισημαίνεται ότι οι περισσότερες απαντήσεις είναι υπέρ της διατήρησης της βασικής φιλοσοφίας του ισχύοντος καθεστώτος στήριξης·

12.    τονίζει ότι η μείωση της γραφειοκρατίας είναι ιδιαίτερα σημαντική για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, χωρίς ωστόσο να διακυβεύεται η ασφάλεια δικαίου στην οποία βασίζονται οι επιχειρήσεις αυτές·

13.    εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η μεταρρύθμιση της ΚΓΠ διατηρεί το ευρωπαϊκό σύστημα ενισχύσεων του τομέα οπωροκηπευτικών που βασίζεται στις οργανώσεις παραγωγών, ενώ αναγνωρίζει ότι τα υφιστάμενα μέσα δεν ήταν πάντοτε αποτελεσματικά, όπως παραδέχεται η Επιτροπή στο έγγραφο για τη δημόσια διαβούλευση με τίτλο «Επανεξέταση του καθεστώτος της ΕΕ για τον τομέα των οπωροκηπευτικών», και, ως εκ τούτου, υποστηρίζει τις εργασίες της ομάδας Newcastle που αποσκοπούν στη βελτίωση του καθεστώτος των οπωροκηπευτικών της ΕΕ, το οποίο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ειδική φύση των νομικών διατάξεων που διέπουν τους συνεταιρισμούς στα κράτη μέλη, ώστε να μην περιορισθεί η δημιουργία νέων οργανώσεων παραγωγών, με παράλληλο σεβασμό της δυνατότητας των παραγωγών να επιλέξουν να παραμείνουν εκτός του συστήματος των οργανώσεων παραγωγών· σημειώνει επίσης τη δημιουργία ενός ενωσιακού μέσου για τη διαχείριση των σοβαρών κρίσεων που πλήττουν ορισμένα κράτη μέλη και τονίζει ότι θα πρέπει να είναι ανοιχτό σε όλους τους παραγωγούς, είτε συμμετέχουν σε οργανώσεις παραγωγών είτε όχι·

14.    προκειμένου να ενισχυθούν οι επωφελείς δραστηριότητες που διεξάγουν οι οργανώσεις παραγωγών, καλεί την Επιτροπή, κατά την επανεξέταση του καθεστώτος οπωροκηπευτικών, να εκπονήσει σαφείς και πρακτικούς κανόνες για τον σχεδιασμό και τις μεθόδους εργασίας των οργανώσεων παραγωγών και να προσαρμόσει το σύστημα ώστε να ταιριάζει με τις δομές της αγοράς που υπάρχουν στα κράτη μέλη, ούτως ώστε να μπορούν οι οργανώσεις παραγωγών να διαδραματίζουν τον ρόλο για τον οποίο υπάρχουν και να έχουν, συνεπώς, οι καλλιεργητές κίνητρο να προσχωρήσουν σε αυτές, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη των θεμελιωδών στόχων του καθεστώτος και ότι οι καλλιεργητές παραμένουν ελεύθεροι να λάβουν τις δικές τους αποφάσεις για τα θέματα αυτά·

15.    εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι κανόνες που διέπουν τις οργανώσεις παραγωγών επιδέχονται διάφορες ερμηνείες από τους ελεγκτές της Επιτροπής, γεγονός που δημιουργεί υψηλό βαθμό αβεβαιότητας και μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τα κράτη μέλη να βρεθούν αντιμέτωπα με τον κίνδυνο να μην τους χορηγηθεί χρηματοδότηση και να υποβληθούν σε δικαστικό έλεγχο· τονίζει επίσης ότι οι διαδικασίες ελέγχου και οι δημοσιονομικές διορθώσεις πρέπει να πραγματοποιούνται πιο έγκαιρα και εντός συμφωνημένης χρονικής περιόδου ελέγχου·

16.    σημειώνει ότι διατηρούνται αθέμιτες εμπορικές πρακτικές σε όλη την ΕΕ, που υπονομεύουν τις επιχειρήσεις κηπευτικών και τις οργανώσεις παραγωγών τους και κλονίζουν την εμπιστοσύνη των καλλιεργητών ώστε να επενδύσουν στο μέλλον· πιστεύει ότι οι κώδικες δεοντολογίας που έχουν συμφωνηθεί από όλους τους φορείς της αλυσίδας εφοδιασμού, με την υποστήριξη ενός νομοθετικού πλαισίου και την επίβλεψη εθνικού κριτή σε κάθε κράτος μέλος για την παρακολούθηση των εμπορικών πρακτικών, θα βελτιώσουν σημαντικά τη λειτουργία της αλυσίδας τροφίμων και την εσωτερική αγορά·

17.    θεωρεί ότι τα διάφορα ιδιωτικά πρότυπα για τα υπολείμματα φυτοπροστατευτικών προϊόντων τα οποία εφαρμόζουν πολλές μεγάλες αλυσίδες λιανικής πώλησης λειτουργούν κατά της ανταγωνιστικότητας και εις βάρος των συμφερόντων των παραγωγών οπωροκηπευτικών· ζητεί από την Επιτροπή να παρέμβει με στόχο την κατάργηση των εν λόγω πρακτικών, δεδομένου ότι τα επίπεδα υπολειμμάτων φυτοπροστατευτικών προϊόντων που επιτρέπονται βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας προστατεύουν ικανοποιητικά την υγεία τόσο των καταναλωτών όσο και των παραγωγών·

18.    καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν την ολοκληρωμένη διαχείριση επιβλαβών οργανισμών, να στηρίξουν την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα μέσω της ενίσχυσης της έρευνας και της ανάπτυξης με στόχο την εξεύρεση μη χημικών εναλλακτικών λύσεων, όπως οι φυσικοί θηρευτές και τα παράσιτα επιβλαβών οργανισμών, και να χρησιμοποιήσουν το πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα και την καινοτομία «Ορίζοντας 2020» για να χρηματοδοτήσουν την εφαρμοσμένη έρευνα που προωθεί την ανάπτυξη ολοκληρωμένων στρατηγικών για την αντιμετώπιση των επιβλαβών οργανισμών, των ασθενειών και των ζιζανίων, και να παράσχουν στους παραγωγούς τα εργαλεία και τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εφαρμογή της οδηγίας 2009/128/ΕΚ, το άρθρο 14 της οποίας προβλέπει ότι «τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την προώθηση της διαχείρισης επιβλαβών οργανισμών με χαμηλή εισροή γεωργικών φαρμάκων, με προτεραιότητα, όπου αυτό είναι δυνατόν, σε μεθόδους χωρίς χημικά μέσα» και «δημιουργούν τις αναγκαίες συνθήκες για την εφαρμογή ολοκληρωμένης φυτοπροστασίας ή στηρίζουν τη δημιουργία των συνθηκών αυτών»·

19.    καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν και να δώσουν έμφαση στην εντατικοποίηση των οικολογικών διαδικασιών που διασφαλίζουν τη μακροχρόνια υγεία, τη γονιμότητα και τον σχηματισμό του εδάφους, καθώς και τη διαχείριση και τον περιορισμό των πληθυσμών των επιβλαβών οργανισμών· πιστεύει ότι, κατά τον τρόπο αυτό, μπορούν να επιτευχθούν μακροπρόθεσμα οφέλη παραγωγικότητας για τους γεωργούς και να μειωθούν οι δαπάνες για τους κρατικούς προϋπολογισμούς·

20.    τονίζει ότι η καλλιέργεια κηπευτικών στηρίζεται σε μια ποικιλία φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΦΠΠ), και προτρέπει την Επιτροπή να υιοθετήσει μια προσέγγιση σχετικά με τη ρύθμιση αυτών των προϊόντων η οποία θα βασίζεται στην εκτίμηση των κινδύνων και θα στηρίζεται σε ανεξάρτητα επιστημονικά δεδομένα που αξιολογούνται από ομοτίμους υπογραμμίζει ότι οι ήσσονος σημασίας χρήσεις είναι ιδιαιτέρως ευπαθείς εξαιτίας της έλλειψης διαθέσιμων δραστικών ουσιών· καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει τον συντονισμό της συλλογής δεδομένων στα κράτη μέλη, ιδίως των δεδομένων για τα κατάλοιπα, ο οποίος αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την έκδοση αδειών για εδώδιμες ειδικές καλλιέργειες· καλεί τη ΓΔ Agri, τη ΓΔ Sanco, τη ΓΔ Περιβάλλοντος και τη ΓΔ Ανταγωνισμού να συνεργαστούν στρατηγικά προκειμένου να λάβουν υπόψη τον αντίκτυπο που έχουν οι αλλαγές στη ρύθμιση των ΦΠΠ από πολλαπλές οπτικές γωνίες·

21.    προτρέπει την Επιτροπή να επανεξετάσει τη λειτουργία των κανόνων για την αμοιβαία αναγνώριση των αδειών φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΦΠΠ) μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 40 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή τους και να αρθούν τυχόν γραφειοκρατικά και διοικητικά εμπόδια, και να μελετήσει το θέμα ενός μακροπρόθεσμου στόχου για παγκόσμια εναρμόνιση όσον αφορά τη ρύθμιση των ΦΠΠ και τη μείωση των μη δασμολογικών εμπορικών φραγμών στις εξαγωγές·

22.    προτρέπει την Επιτροπή να υποβάλει, χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που προβλέπει το άρθρο 51 εδάφιο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, έκθεση στο Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού ταμείου για τις ήσσονος σημασίας χρήσεις και τις ειδικές καλλιέργειες· τονίζει ότι το εν λόγω ταμείο πρέπει να είναι σε θέση να χρηματοδοτεί ένα μόνιμο ευρωπαϊκό πρόγραμμα εργασίας για τον συντονισμό και τη συνεργασία μεταξύ των επιχειρήσεων της αλυσίδας γεωργικών προϊόντων διατροφής, των αρμόδιων αρχών και των ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων των ερευνητικών ιδρυμάτων, για την ανάπτυξη και τη χρηματοδότηση, εφόσον είναι αναγκαίο, δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας για την προστασία των ειδικών καλλιεργειών και των χρήσεων ήσσονος σημασίας·

23.    επισημαίνει ότι τα εισαγόμενα προϊόντα δεν οφείλουν να πληρούν τις ίδιες φυτοϋγειονομικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν τα ευρωπαϊκά προϊόντα· τονίζει ότι αυτή η συνεχιζόμενη απόκλιση μεταξύ των απαιτήσεων όχι μόνο υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής παραγωγής αλλά, επιπλέον, είναι επιζήμια για τα συμφέροντα των ευρωπαίων καταναλωτών·

24.    υπενθυμίζει ότι τόσο ο κανονισμός για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα (κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, της 21ης Οκτωβρίου 2009) όσο και ο νέος κανονισμός για τα βιοκτόνα (κανονισμός (EΕ) αριθ. 528/2012, της 22ας Μαΐου 2012) απαιτούν από την Επιτροπή να θεσπίσει, έως το Δεκέμβριο του 2013, επιστημονικά κριτήρια για τον καθορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικού διαταράκτη· εκφράζει την ανησυχία του για το ενδεχόμενο τα κριτήρια αυτά να έχουν ως αποτέλεσμα την απόσυρση σημαντικών ουσιών που θα μπορούσαν να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούνται με αποδεκτή επικινδυνότητα· τονίζει πόσο σημαντική είναι η εξασφάλιση μιας διαφανούς διαδικασίας προκειμένου οι αποφάσεις να είναι κατανοητές για τους εμπλεκόμενους φορείς της αγοράς, όσον αφορά την επιστημονική τους βάση, και για τους φορείς που εμπλέκονται στη διαμόρφωση νέων κριτηρίων· προτρέπει την Επιτροπή να εξετάσει πλήρως τον αντίκτυπο διαφορετικών προσεγγίσεων κατά την υποβολή προτάσεων σχετικά με παράγοντες που διαταράσσουν την ενδοκρινική λειτουργία·

25.    καλεί την Επιτροπή να επανεκτιμήσει τους ισχύοντες περιορισμούς στη χρήση ορισμένων νεονικοτινοειδών και να εξετάζει επιμελώς τυχόν νέα επιστημονικά στοιχεία στον εν λόγω τομέα· προτρέπει επίσης την Επιτροπή να αξιολογήσει δεόντως τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο ενδεχόμενων περιορισμών σε σχέση με τον χώρο, τον τρόπο και την ημερομηνία εφαρμογής τους προτού τους θέσει σε ισχύ, και να λάβει δεόντως υπόψη της τυχόν οικονομικές επιπτώσεις·

26.    επισημαίνει ότι ο τομέας της καλλιέργειας κηπευτικών βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη χρήση πολύ εξειδικευμένων λιπασμάτων υψηλής ποιότητας· επικροτεί την τρέχουσα αναθεώρηση του κανονισμού της ΕΕ για τα λιπάσματα, αλλά εκφράζει την ανησυχία του για τον στόχο της Επιτροπής να συμπεριλάβει τα βελτιωτικά εδάφους, η χρήση των οποίων μέχρι πρότινος ήταν προαιρετική· τονίζει ότι δεν απαιτείται ακρίβεια κατά την παρασκευή και τη χρήση των εν λόγω βελτιωτικών και καλεί την Επιτροπή να μην τα συμπεριλάβει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού για τα λιπάσματα·

27.    υπογραμμίζει το γεγονός ότι ο τομέας των κηπευτικών πρωτοστατεί στην ανάπτυξη και την εισαγωγή καινοτόμων συστημάτων γεωργίας ακριβείας και πιστεύει ότι τα εν λόγω συστήματα θα μειώσουν τη χρήση φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, θα αυξήσουν τις αγοραίες αποδόσεις, θα μειώσουν τα απορρίμματα και θα βελτιώσουν τη συνέχεια του εφοδιασμού και τις οικονομικές επιδόσεις· τονίζει ότι οι τεχνικές καλλιέργειας, όπως η αμειψισπορά ή οι δευτερεύουσες καλλιέργειες, καθώς και η χρήση παλαιών και νέων ποικιλιών καλλιεργειών και η έρευνα και ανάπτυξη, πρέπει να αποσκοπούν στον περιορισμό στο ελάχιστο των περιβαλλοντικών βλαβών·

28.    σημειώνει την πρόταση κανονισμού της Επιτροπής για το φυτικό αναπαραγωγικό υλικό (COM(2013)0262) και εκφράζει την ανησυχία του για το ενδεχόμενο οι προτάσεις να έχουν δυσανάλογες επιπτώσεις στον τομέα των κηπευτικών, και ιδίως στα καλλωπιστικά φυτά και στα φρούτα· τονίζει ότι κάθε νομοθεσία πρέπει να είναι αναλογική και να αναγνωρίζει την αρχή της επικουρικότητας· τονίζει, επίσης, ότι οι αλλαγές στη νομοθεσία δεν πρέπει να θέτουν σε κίνδυνο παραδοσιακές ποικιλίες και καλλιέργειες και πρέπει να συμβάλλουν στη γενετική ποικιλότητα και εντός πληθυσμών των καλλιεργειών, για τη μακροπρόθεσμη επισιτιστική ασφάλεια και την ανθεκτικότητα των συστημάτων τροφίμων·

29.    σημειώνει τον αντίκτυπο των μη ιθαγενών χωροκατακτητικών ειδών κηπευτικών στο ευρύτερο περιβάλλον, ωστόσο συνιστά την εφαρμογή μιας περιφερειακής ή ανά χώρα προσέγγισης στο πλαίσιο της πρότασης κανονισμού της Επιτροπής για την πρόληψη και διαχείριση της εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών (COM(2013) 0620), η οποία να αναγνωρίζει ότι ορισμένες περιοχές της Ευρώπης είναι περισσότερο ευάλωτες σε σχέση με άλλες και ότι οι διάφορες περιοχές στην Ευρώπη έχουν διαφορετικό κλίμα το οποίο ευνοεί την καλλιέργεια διαφορετικών ειδών φυτών·

30.    παροτρύνει σθεναρά την Επιτροπή να κατοχυρώσει ως γενική αρχή το δικαίωμα των δημιουργών ποικιλιών να χρησιμοποιούν ελεύθερα τα υφιστάμενα φυτικά υλικά για να αναπτύσσουν και να διαθέτουν στην αγορά νέα υλικά, ανεξάρτητα από τυχόν αξιώσεις διπλώματος ευρεσιτεχνίας που μπορεί να αφορούν τα φυτικά υλικά·

31.    καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να στηρίξουν τη δημιουργία τοπικών αγορών οπωροκηπευτικών και μικρών αλυσίδων εφοδιασμού, διασφαλίζοντας κατά τον τρόπο αυτόν ότι τα προϊόντα διατίθενται φρέσκα·

32.    ζητεί από την Επιτροπή να δώσει προτεραιότητα σε καλλιέργειες κηπευτικών όσον αφορά τη χρηματοδότηση και την έρευνα, με τη χρήση νέων και καινοτόμων τεχνικών αναπαραγωγής των φυτών, να είναι σαφής σχετικά με το κανονιστικό καθεστώς των φυτών που παράγονται με τις τεχνικές αυτές και να διασφαλίσει ότι οι νέες τεχνικές αναπαραγωγής που αποδεικνύεται ότι δεν οδηγούν στην παραγωγή ΓΤΟ θα θεωρούνται συμβατικές τεχνικές αναπαραγωγής και, ως εκ τούτου, δεν θα υπόκεινται σε διαδικασίες για τη χορήγηση άδειας πριν από τη διάθεση στην αγορά·

33.    καλεί την Επιτροπή να διακρίνει τα ενδογονιδιακά (cisgenic) από τα διαγονιδιακά φυτά και να δημιουργήσει διαφορετική διαδικασία έγκρισης για τα ενδογονιδιακά φυτά, ώστε να καθίσταται σαφές ότι η ενδογένεση (cisgenesis) αποτελεί προηγμένη μορφή συμβατικής τεχνικής αναπαραγωγής των φυτών· αναμένει τη γνωμοδότηση της ΕΑΑΤ που ζήτησε η ΓΔ Υγείας και Καταναλωτών , η οποία θα αξιολογεί τα πορίσματα της ομάδας εργασίας για τις νέες βιοτεχνολογικές τεχνικές αναπαραγωγής·

34.    υπογραμμίζει τις εποχιακά υψηλές ανάγκες του τομέα καλλιέργειας κηπευτικών σε εργατικό δυναμικό, και καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την εφαρμογή αποτελεσματικών συστημάτων που να διασφαλίζουν ότι οι παραγωγοί κηπευτικών μπορούν να έχουν πρόσβαση στο εργατικό δυναμικό που χρειάζονται για τις βασικές περιόδους του έτους τηρώντας παράλληλα πλήρως τις απαιτήσεις της οδηγίας για τους εποχικούς εργαζομένους, συμπεριλαμβανομένης της αρχής των δίκαιων αμοιβών·

35.    επικροτεί την ανανεωμένη έμφαση που δίνεται στην εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού και στη μαθητεία, όμως σημειώνει με ανησυχία ότι, σε ορισμένα κράτη μέλη, ο αριθμός των ατόμων που ολοκληρώνουν μαθητείες στον τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών είναι χαμηλός, με αποτέλεσμα να μειώνονται οι πιθανές διέξοδοι για τους νέους που ενδιαφέρονται για τον κλάδο· αναγνωρίζει ότι όχι όλοι οι νέοι που αρχίζουν μια μαθητεία ανταποκρίνονται σ' αυτήν. τονίζει ότι οι προσπάθειες ενθάρρυνσης των νέων να αναζητούν απασχόληση και να εκπαιδεύονται στον τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών πρέπει να υποστηρίζονται από εκστρατείες ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης για την προώθηση της εικόνας του κλάδου,

36.    προτρέπει τον τομέα γεωργικών ειδών διατροφής καθώς και την ερευνητική κοινότητα να συνεργαστούν συστηματικά ώστε να προσελκύσουν και να εκπαιδεύσουν την επόμενη γενιά ερευνητών και να αναβαθμίσουν τις δεξιότητες του υφιστάμενου εργατικού δυναμικού·

37.    υπογραμμίζει τα οφέλη που προκύπτουν από την ενίσχυση και την επέκταση των εταιρικών σχέσεων μεταξύ κυβέρνησης, βιομηχανίας και ερευνητικών οργανισμών, καθώς και την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι τα συστήματα για τη στήριξη των εν λόγω εταιρικών σχέσεων είναι διαρθρωμένα κατά τρόπο που να μεγιστοποιείται ο αντίκτυπος και η συνοχή των επενδύσεων συνολικά·

38.    τονίζει τη ζωτική σημασία της αποδοτικής χρήσης του εξειδικευμένων επιστημονικών πόρων με στόχο την επίσπευση της εφαρμογής των αποτελεσμάτων της έρευνας και της καινοτομίας μέσω της μεταφοράς καινοτόμου τεχνολογίας γεωργικής παραγωγής στον τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών και του συνδυασμού της έρευνας, της καινοτομίας, της κατάρτισης και της επέκτασης στον γεωργικό τομέα με οικονομικές πολιτικές που θα πληρούν τις απαιτήσεις της ανάπτυξης της παραγωγής κηπευτικών, αυξάνοντας την αποτελεσματικότητά της·

39.    είναι της άποψης ότι πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στους τομείς της ανθοκομίας και των καλλωπιστικών φυτών να κάνουν βελτιωμένη χρήση των προγραμμάτων της Ένωσης για την έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη και την καινοτομία, και καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει την «προστατευμένη καλλιέργεια» στους στόχους του προγράμματος «Ορίζοντας 2020», με στόχο την τόνωση της καινοτομίας όσον αφορά, για παράδειγμα, τη βιώσιμη προστασία των καλλιεργειών, τη βιώσιμη χρήση των υδάτων και των θρεπτικών ουσιών, την ενεργειακή απόδοση, τα προηγμένα συστήματα καλλιέργειας και παραγωγής και τις βιώσιμες μεταφορές·

40.    κρίνει ότι, δεδομένου ότι η χρηματοδότηση της γεωργικής και φυτοκομικής έρευνας υπόκειται σε δημοσιονομικούς περιορισμούς στα κράτη μέλη, η χρηματοδότηση από τρίτα μέρη, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων και των εμπόρων λιανικής, θα πρέπει να ενθαρρύνεται και να συμβαδίζει με το γενικό ερευνητικό ενδιαφέρον στον τομέα·

41.    καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διευκολύνουν την πρόσβαση σε μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση για την πραγματοποίηση επενδύσεων σε σύγχρονες τεχνολογίες παραγωγής οπωροκηπευτικών με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των κηπευτικών προϊόντων και υπηρεσιών·

42.    υπογραμμίζει την κρίσιμη σημασία που έχει ένα ποιοτικό επιχειρηματικό σχέδιο για την εξασφάλιση χρηματοδοτικών κεφαλαίων· συνιστά να γίνεται από τους καλλιεργητές μεγαλύτερη χρήση της επιχειρηματικής στήριξης και των συμβουλευτικών υπηρεσιών, και προτρέπει την Επιτροπή να συνεργαστεί πιο στενά με τη βιομηχανία ώστε να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω υπηρεσίες είναι εύκολα προσβάσιμες στους καλλιεργητές·

43.    προτρέπει την Επιτροπή –στο πλαίσιο διαφανούς διαδικασίας, με τη συμμετοχή των εργαζομένων του κλάδου– να ενημερώσει τους περιγραφικούς κώδικες των προϊόντων που αναφέρονται στο κεφάλαιο 6 «φυτά ζωντανά και προϊόντα της ανθοκομίας· βολβοί, ρίζες και παρόμοια είδη· άνθη κομμένα· και φυλλώματα για διακοσμήσεις) στη συνδυασμένη ονοματολογία για το 2012·

44.    εκφράζει ανησυχία σχετικά με την πιθανή μεταφορά της παραγωγής κηπευτικών εκτός της ΕΕ·

45.    εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία ότι από ένα τρίτο έως το ήμισυ των εδώδιμων προϊόντων χάνεται άσκοπα εξαιτίας της εμφάνισής του, και καλεί την Επιτροπή να δημιουργήσει επειγόντως δυνατότητες για την εμπορία, ιδίως σε τοπικές και περιφερειακές αγορές, προϊόντων με ευρύτερο φάσμα προδιαγραφών ποιότητας, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη διαφάνεια και την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς· εφιστά την προσοχή στις πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί στην Αυστρία και την Ελβετία, όπου τα οπωροκηπευτικά με εξωτερικές ατέλειες πωλούνται δοκιμαστικά στο λιανικό εμπόριο τροφίμων· καλεί τα σουπερμάρκετ να λάβουν υπόψη τις έρευνες αγοράς που δείχνουν ότι πολλοί καταναλωτές δεν αποδίδουν απαραιτήτως μεγάλη σημασία στην εμφάνιση των οπωροκηπευτικών και ότι αρκούνται στο να αγοράζουν προϊόντα χαμηλότερης ποιότητας, ιδίως εάν είναι πιο οικονομικά·

46.    επισημαίνει με ανησυχία τις συνολικές απώλειες και τις απορρίψεις οπωροκηπευτικών που προορίζονται για διάθεση στην πρωτογενή αγορά, καθώς και τις σημαντικές οικονομικές απώλειες για τις επιχειρήσεις· αναγνωρίζει ότι η μείωση της συστημικής σπατάλης τροφίμων έχει καίρια σημασία για την αύξηση του εφοδιασμού ενός συνεχώς αυξανόμενου παγκόσμιου πληθυσμού με τρόφιμα· Επικροτεί, εν τούτοις, τις προσπάθειες που καταβάλλουν φορείς στην αλυσίδα εφοδιασμού να διοχετεύουν τα εν λόγω προϊόντα σε μια δευτερογενή αγορά αντί να προβαίνουν στην απόρριψή τους·

47.    καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να καταστήσουν το νομοθετικό και το πολιτικό περιβάλλον όσο το δυνατόν περισσότερο ευνοϊκό για τη χρήση των αποβλήτων κηπευτικών εργασιών· αναφέρει ότι υπάρχουν πολλά υλικά, όπως το μείγμα κατάλοιπων μανιταριών, τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή μέσων καλλιέργειας προστιθέμενης αξίας εάν δεν χαρακτηρίζονταν ως «απόβλητα»·

48.    υπενθυμίζει ότι τα συστήματα υδατοκαλλιέργειας και υδροπονικής καλλιέργειας (Aquaponik) έχουν τη δυνατότητα να παράγουν τρόφιμα με βιώσιμο τρόπο και σε τοπικό επίπεδο μέσω της συνδυασμένης αναπαραγωγής ιχθύων του γλυκού νερού και λαχανικών σε ένα κλειστό σύστημα, συμβάλλοντας στη μείωση της κατανάλωσης πόρων εν συγκρίσει με τα παραδοσιακά συστήματα·

49.    υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να βελτιωθεί η παρακολούθηση των τιμών και των ποσοτήτων που παράγονται και τίθενται στο εμπόριο, καθώς και ότι πρέπει να συλλέγονται στατιστικά στοιχεία για τους χρήστες κηπευτικών σε ολόκληρη την ΕΕ, ώστε οι παραγωγοί να μπορούν να κατανοούν καλύτερα τις τάσεις της αγοράς, να προβλέπουν κρίσεις και να προετοιμάζουν τις μελλοντικές συγκομιδές· καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει τα καλλωπιστικά φυτά στις προβλέψεις της·

50.    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

  • [1]  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.
  • [2]  ΕΕ L 273 της 17.10.2007, σ. 1.
  • [3]  ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.
  • [4]  ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 18.
  • [5]  ΕΕ L 189 της 20.7.2007, σ. 1.
  • [6]  ΕΕ L 106 της 17.4.2001, σ. 1.
  • [7]  ΕΕ C 198 της 8.7.1996, σ. 266.
  • [8]  Βλέπε http://ec.europa.eu/enterprise/sectors/food/competitiveness/high-level-group/documentation/
  • [9]  Βλέπε http://ec.europa.eu/agriculture/external-studies/2012/support-farmers-coop/fulltext_en.pdf
  • [10]  Βλέπε http://ftp.jrc.es/EURdoc/JRC80420.pdf

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Η καλλιέργεια κηπευτικών αντιπροσωπεύει το 18% της συνολικής αξίας της γεωργικής παραγωγής στην ΕΕ και χρησιμοποιεί μόνο το 3% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων της ΕΕ. Τα οπωροκηπευτικά παίζουν σημαντικό ρόλο στη σημερινή κοινωνία και συνιστούν σημαντικό μέρος μιας υγιεινής διατροφής. Ο τομέας παρουσιάζει μεγάλη ποικιλομορφία και είναι ίσως το πιο πολύπλοκο και λιγότερο κατανοητό κομμάτι της γεωργίας της ΕΕ.

Επικρατεί μεγάλη αισιοδοξία για το μέλλον της καλλιέργειας κηπευτικών στα κράτη μέλη, οι ευκαιρίες είναι πολλές και ποικίλες, και η ΕΕ διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην απελευθέρωση του τεράστιου δυναμικού του τομέα.

Οι καλλιεργητές παράγουν τεράστια ποικιλία καλλιεργειών, το μεγαλύτερο ποσοστό των οποίων πρέπει να τις συγκεντρώσουν, να τις επεξεργαστούν και να τις παραδώσουν εγκαίρως, ώστε να ανταποκριθούν στις απαιτητικές προδιαγραφές των μεταποιητών, των εμπόρων λιανικής και των καταναλωτών. Ο τομέας της καλλιέργειας κηπευτικών στην Ευρώπη αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις· από την προσαρμογή στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής έως τη διατροφή του αυξανόμενου παγκόσμιου πληθυσμού με μικρότερο αντίκτυπο στο περιβάλλον.

Η αύξηση της θερμοκρασίας και του CO2 θα έχει ως αποτέλεσμα να μεταφερθούν οι υφιστάμενες καλλιέργειες στις βόρειες περιοχές της Ευρώπης. Οι καλλιέργειες κηπευτικών είναι πιο ευπαθείς στις μεταβαλλόμενες συνθήκες σε σύγκριση με τις αροτραίες καλλιέργειες. Η έλλειψη νερού θα επηρεάσει άμεσα την παραγωγή τους.

Ωστόσο, η καλλιέργεια κηπευτικών της ΕΕ δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται απλώς ως μια σειρά προκλήσεων, και σε κάποιο βαθμό οι παγκόσμιες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η καλλιέργεια κηπευτικών της ΕΕ έχουν ήδη αντιμετωπιστεί. Μειώνεται ο αριθμός των μικρότερων και λιγότερο εξειδικευμένων παραγωγών, καθώς ο ανταγωνισμός που δημιουργείται από τις εισαγωγές και από τους άλλους καλλιεργητές απαιτεί την προσαρμογή της βιομηχανίας και τη χρήση των πιο σύγχρονων μηχανημάτων και μεθόδων παραγωγής. Επιπλέον, θα ήταν λάθος να υποστηριχθεί ότι οι αλυσίδες εφοδιασμού στο σύνολό τους είναι δυσλειτουργικές. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται στην Ευρώπη μια τάση προς πιο ολοκληρωμένες σχέσεις των αλυσίδων εφοδιασμού στον τομέα των φρέσκων προϊόντων και υπάρχουν καλά παραδείγματα χρηστής λειτουργίας της εν λόγω διαδικασίας. Προκειμένου να επιταχυνθεί η εν λόγω τάση, πρέπει ο τομέας να υιοθετήσει μια πιο στρατηγική προσέγγιση ως προς την επιχειρηματική του συμπεριφορά.

Στις μέρες μας, οι καλλιεργητές λειτουργούν σε ένα πλαίσιο μειούμενης κερδοφορίας και κλιμακούμενου κόστους παραγωγής. Οι τρέχουσες προκλήσεις οφείλονται κυρίως σε μακροπρόθεσμες διαθρωτικές αλλαγές. Οι καταναλωτές ζητούν όλο και μεγαλύτερη άνεση στην αγορά και προετοιμασία των τροφίμων, στη γεύση και στην ποικιλία, και ανησυχούν όλο και περισσότερο για την ασφάλεια και την ποιότητα των τροφίμων. Οι σχέσεις μεταξύ των αλυσίδων εφοδιασμού στον τομέα των φρέσκων προϊόντων γίνονται όλο και πιο πολύπλοκες, ενώ οι πωλήσεις ελέγχονται από όλο και λιγότερους εμπόρους λιανικής. Ταυτόχρονα, σε πολλά κράτη μέλη μειώνεται η βάση εφοδιασμού φρέσκων προϊόντων ή χάνει σημαντικό μερίδιο της αγοράς, λόγω εισαγωγών από ανταγωνιστικές χώρες εντός της Ευρώπης και παγκοσμίως.

Το πρόβλημα αυτό επιδεινώνεται περαιτέρω λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, η οποία έχει οδηγήσει σε μείωση των επιπέδων κατανάλωσης. Σε περισσότερες από τις μισές ευρωπαϊκές χώρες η κατανάλωση φρέσκων οπωροκηπευτικών εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από το ελάχιστο συνιστώμενο επίπεδο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.

Ένα από τα βασικά διαρθρωτικά όρια του τομέα οπωροκηπευτικών της ΕΕ είναι το μικρό μέγεθος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Το 2007, ποσοστό μεγαλύτερο από το 70% των εκμεταλλεύσεων οπωροκηπευτικών δεν ξεπέρασε τα 5 εκτάρια, γεγονός που δημιουργεί υψηλότερο κόστος παραγωγής για τους γεωργούς, περιορίζοντας την απόδοση της παραγωγής και μειώνοντας την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα. Το μέσο μέγεθος των εκμεταλλεύσεων οπωροκηπευτικών είναι πολύ μεγαλύτερο στις χώρες της Βόρειας Θάλασσας απ' ό, τι τις χώρες της Μεσογείου.

Η έλλειψη πίστης και εμπιστοσύνης μεταξύ των αλυσίδων εφοδιασμού αποτελεί εύλογα τον πιο σημαντικό παράγοντα που επηρεάζει τον κλάδο των φρέσκων προϊόντων. Καθίσταται συχνά σαφές από συζητήσεις με καλλιεργητές ότι η έλλειψη εμπιστοσύνης, σε συνδυασμό με τα χαμηλά περιθώρια κέρδους, οδηγεί σε χαμηλά επίπεδα επενδύσεων στην αναπτυσσόμενη βάση, γεγονός που στη συνέχεια μεταφράζεται σε χαμηλότερη απόδοση και μειωμένη ανταγωνιστικότητα. Ωστόσο, οι κώδικες δεοντολογίας στους οποίους έχουν συμφωνήσει όλοι οι φορείς στην αλυσίδα εφοδιασμού και οι οποίοι υποστηρίζονται από ένα νομοθετικό πλαίσιο και επιβλέπονται από κάποιον εθνικό κριτή σε κάθε κράτος μέλος μπορούν να δώσουν στους παραγωγούς την εμπιστοσύνη που χρειάζονται για να επενδύσουν.

Οι καλλιεργητές έχουν επίσης ανάγκη από ένα όσο το δυνατόν πιο υποστηρικτικό νομοθετικό και πολιτικό περιβάλλον. Το καθεστώς της ΕΕ για τα οπωροκηπευτικά έχει βοηθήσει τους καλλιεργητές να προσανατολιστούν περισσότερο στην αγορά, έχει ενθαρρύνει την καινοτομία και έχει αυξήσει την ανταγωνιστικότητά τους μέσα από την παροχή στήριξης στις οργανώσεις παραγωγών (PO). Ωστόσο, έπειτα από 15 χρόνια, περισσότερο από το ήμισυ του συνόλου των παραγωγών της ΕΕ δεν ανήκουν σε κάποια οργάνωση παραγωγών, παρά τον στόχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ένα μέσο ποσοστό της τάξης του 60% έως το 2013. Το χαμηλό ποσοστό οργάνωσης οφείλεται εν μέρει στην αναστολή της λειτουργίας των οργανώσεων παραγωγών στα κράτη μέλη, γεγονός που προκαλεί σοβαρή ανησυχία επειδή δημιουργεί αβεβαιότητα μεταξύ των παραγωγών και οδηγεί σε ανταγωνιστικό μειονέκτημα μεταξύ εκείνων που βρίσκονται εντός του συστήματος και εκείνων που βρίσκονται έξω από αυτό.

Η Επιτροπή, κατά την αναθεώρηση του ενωσιακού καθεστώτος για τα οπωροκηπευτικά, πρέπει να θεσπίσει σαφέστερους πρακτικούς κανόνες σχετικά με τον δέοντα σχεδιασμό και τη δέουσα διαχείριση των οργανώσεων παραγωγών, καθώς επίσης να διασφαλίσει ότι το σύστημα είναι προσαρμοσμένο στην υφιστάμενη διάρθρωση της αγοράς σε κάθε κράτος μέλος. Η ενίσχυση της θέσης των καλλιεργητών μέσα από αυξημένη συνεργασία, καλύτερη εσωτερική οργάνωση καθώς και μια πιο επαγγελματική προσέγγιση της διαχείρισης θα συμβάλει στο να διασφαλιστεί ότι οι καλλιεργητές λαμβάνουν επαρκείς αποδόσεις κατά τη διαπραγμάτευση των συμβατικών ρυθμίσεων με σημαντικούς αγοραστές και εμπόρους λιανικής. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό το έργο της ομάδας Newcastle. Πρόκειται για μια ομάδα κρατών μελών που συναντήθηκαν στο Newcastle το 2012 με στόχο τη βελτίωση του ενωσιακού καθεστώτος για τα οπωροκηπευτικά, και ιδίως τη βελτίωση της διατύπωσης του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 σχετικά με τα κριτήρια απλοποίησης και αναγνώρισης.

Η καλλιέργεια κηπευτικών βασίζεται σε μια ποικιλία φυτοπροστατευτικών προϊόντων. Η Επιτροπή πρέπει να υιοθετήσει μια προσέγγιση σχετικά με τη ρύθμιση αυτών των προϊόντων η οποία να βασίζεται στην εκτίμηση των κινδύνων. Οι ήσσονος σημασίας χρήσεις είναι ιδιαιτέρως ευπαθείς. Θα ήταν πολύ λυπηρό να φθάσουμε σε ένα σημείο στο οποίο οι κατασκευαστές δεν θα αναπτύσσουν νέα προϊόντα για την αγορά της ΕΕ, αλλά αντιθέτως θα επιλέγουν να επικεντρώνονται σε άλλες αγορές με χαμηλότερο κανονιστικό κόστος.

Επιπροσθέτως, η Επιτροπή πρέπει να επαναξιολογήσει, ενόψει νέων επιστημονικών στοιχείων, την ισχύουσα απαγόρευση της χρήσης ορισμένων νεονικοτινοϊδών και να αξιολογήσει δεόντως τον οικονομικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο των εν λόγω περιορισμών προτού τους θέσει σε ισχύ. Επιπλέον, πρέπει να ληφθεί υπόψη η δυνατότητα εφαρμογής γεωργίας ακριβείας στην καλλιέργεια κηπευτικών. Οι τεχνικές αυτές μπορούν να μειώσουν σημαντικά τη χρήση χημικών ουσιών στον τομέα αυτό.

Η νομοθεσία μόνο δεν επαρκεί. Δεδομένου ότι η δημόσια χρηματοδότηση της έρευνας στα κηπευτικά υπόκειται σε δημοσιονομικούς περιορισμούς στα κράτη μέλη, είναι σημαντικότερο από ποτέ να ενθαρρυνθεί περισσότερο η έρευνα στον τομέα αυτό, και οι έμποροι λιανικής, ως άμεσοι αποδέκτες της νέας έρευνας και ανάπτυξης των προϊόντων, να επενδύσουν ξανά στον τομέα ένα μέρος των κερδών τους από την κατηγορία φρέσκων προϊόντων.

Οι κοινές επενδύσεις στην έρευνα νέων ποικιλιών, τεχνικών παραγωγής και προϊόντων που θέλουν να αγοράσουν οι καταναλωτές θα δώσουν τη δυνατότητα στους καλλιεργητές της ΕΕ να διατηρήσουν μια βιώσιμη βάση παραγωγής και να ανταγωνιστούν με επιτυχία στις παγκόσμιες αγορές. Η μεταφορά της έρευνας στην πράξη είναι ιδιαιτέρως σημαντική και ουσιαστική για να συνεχίσει η ΕΕ να προπορεύεται των ανταγωνιστών της.

Όσον αφορά τα προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ, πρέπει να δοθεί εκ νέου προσοχή στην ανθοκομία και στα καλλωπιστικά φυτά. Ομοίως, η απουσία «προστατευμένης καλλιέργειας» από το Horizon 2020 οδηγεί σε χαμένες ευκαιρίες για κλιματικά ελεγχόμενες καινοτομίες στην καλλιέργεια κηπευτικών. Πρέπει επίσης να ενθαρρυνθούν οι επενδύσεις που αποσκοπούν στη βελτίωση της διαχείρισης υδάτων και της ενεργειακής απόδοσης.

Οι καταναλωτές δικαίως προσδοκούν τα τρόφιμα να είναι ασφαλή, υγιεινά, θρεπτικά και βολικά, όμως, χωρίς νέες προόδους στην τεχνολογία, οι προσδοκίες αυτές θα ικανοποιούνται όλο και δυσκολότερα. Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή πρέπει να δώσει προτεραιότητα σε οικονομικά σημαντικές καλλιέργειες κηπευτικών όσον αφορά τη χρηματοδότηση και την έρευνα, με τη χρήση νέων και καινοτόμων τεχνικών αναπαραγωγής των φυτών, και να είναι σαφής ως προς το κανονιστικό καθεστώς που αφορά τα παραγόμενα με τις εν λόγω νέες τεχνικές φυτά.

Οι τρέχουσες τεχνολογίες που βασίζονται στο γονιδίωμα μπορούν να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά σε προγράμματα βελτίωσης καλλιεργειών κηπευτικών. Προσφέρουν πλούτο πληροφοριών που μπορούν να αξιοποιηθούν για χρήσιμα γονίδια και μοριακούς δείκτες. Οι πρόοδοι που έχουν σημειωθεί την τελευταία δεκαετία στη βιοτεχνολογία έχουν επίσης οδηγήσει σε τεχνικές αναπαραγωγής των φυτών, οι οποίες μπορούν να αξιοποιήσουν τις εν λόγω πληροφορίες.

Η χρήση της γενετικής τροποποίησης (GM) με σκοπό τη μεταφορά συγκεκριμένων γονιδίων μεταξύ οργανισμών έχει αποδειχτεί ότι είναι ισχυρή τεχνική για την εισαγωγή νέων χαρακτηριστικών στα φυτά, όπως η αντοχή στις ασθένειες, η αντοχή στο στρες και οι ενισχυμένες θρεπτικές ιδιότητες. Η εν λόγω τεχνολογία μπορεί να αποδειχτεί ιδιαιτέρως πολύτιμη για την ανάπτυξη κηπευτικών ποικιλιών οι οποίες είναι δύσκολο ή χρονοβόρο να παραχθούν με τη χρήση παραδοσιακών αναπαραγωγικών μεθόδων. Ωστόσο, η εν λόγω τεχνολογία χρησιμοποιείται επίσης για τη μεταφορά γονιδίων μεταξύ φυτών του ίδιου είδους (δηλαδή, για την παραγωγή ενδογονιδιακών φυτών).

Η φυτοκομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει δυσκολίες όσον αφορά τη διαθεσιμότητα εργατικού δυναμικού. Τα ενδιαφερόμενα μέρη επισημαίνουν ότι υπάρχει έλλειψη ειδικευμένων και ικανών υπαλλήλων στον τομέα, επειδή φαίνεται πως δεν θεωρείται ελκυστική επιλογή σταδιοδρομίας. Ο τομέας γεωργικών ειδών διατροφής καθώς και η ερευνητική κοινότητα πρέπει να συνεργαστούν συστηματικά ώστε να προσελκύσουν και να εκπαιδεύσουν την επόμενη γενιά ερευνητών και να αναβαθμίσουν τις δεξιότητες του υφιστάμενου εργατικού δυναμικού.

Πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη οι ειδικές ανάγκες του τομέα καλλιέργειας κηπευτικών σε εργατικό δυναμικό, και ιδίως η ανάγκη για εποχικούς εργάτες. Τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόζουν αποτελεσματικά συστήματα που να διασφαλίζουν ότι οι παραγωγοί κηπευτικών μπορούν να έχουν πρόσβαση στο εργατικό δυναμικό που χρειάζονται για βασικές περιόδους του έτους.

Οι περίοδοι μαθητείας κατά την εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού είναι επίσης ιδιαιτέρως σημαντικές. Ωστόσο, σε ορισμένα κράτη μέλη, ο αριθμός των ατόμων που ολοκληρώνουν μαθητείες στον τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών είναι ανησυχητικά χαμηλός. Παρατηρείται επίσης μείωση του αριθμού των μαθημάτων φυτοκομίας που προσφέρουν τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, λόγω της έλλειψης ζήτησης. Ταυτόχρονα, υπάρχει έλλειψη δεξιοτήτων στην καλλιέργεια κηπευτικών, ιδίως σε τομείς όπως η φυτολογία, η παθολογία των φυτών και η γεωπονία.

Οι στατιστικές που αφορούν την καλλιέργεια κηπευτικών στην ΕΕ πρέπει να περιλαμβάνουν όλες τις κατηγορίες, να είναι φιλικές προς τον χρήστη και να ενημερώνονται σε τριμηνιαία βάση, ώστε να διαθέτουν καλύτερη τομεακή πληροφόρηση. Η ποιοτική στατιστική πληροφόρηση θα βοηθήσει τους καλλιεργητές να κατανοήσουν καλύτερα τις τάσεις της αγοράς και να προετοιμάσουν τις μελλοντικές συγκομιδές.

Οι καλλιεργητές πρέπει επίσης να ενθαρρύνονται ώστε να αξιοποιούν καλύτερα την επιχειρηματική στήριξη και τις συμβουλευτικές υπηρεσίες. Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή πρέπει να εργαστεί στενότερα με τον τομέα προκειμένου να διασφαλιστεί η εύκολη πρόσβαση στις υπηρεσίες. Όπως ισχύει για όλες τις επιχειρήσεις στην ΕΕ, και ιδίως για τις ΜΜΕ, υπάρχει μεγάλη ανάγκη για μείωση των κανονιστικών επιβαρύνσεων για τις επιχειρήσεις κηπευτικών.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

21.1.2014

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

22

10

1

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

John Stuart Agnew, Eric Andrieu, Liam Aylward, José Bové, Luis Manuel Capoulas Santos, Michel Dantin, Albert Deß, Diane Dodds, Herbert Dorfmann, Hynek Fajmon, Iratxe García Pérez, Julie Girling, Martin Häusling, Esther Herranz García, Peter Jahr, Elisabeth Jeggle, Elisabeth Köstinger, George Lyon, Gabriel Mato Adrover, Mairead McGuinness, James Nicholson, Rareş-Lucian Niculescu, Marit Paulsen, Britta Reimers, Giancarlo Scottà, Czesław Adam Siekierski, Alyn Smith, Ewald Stadler, Marc Tarabella, Janusz Wojciechowski

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Luís Paulo Alves, Pilar Ayuso, Esther de Lange, Christa Klaß, Anthea McIntyre, Petri Sarvamaa

Αναπληρωτές (άρθρο 187, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Adam Gierek