ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την αίτηση υπεράσπισης των προνομίων και ασυλιών που υπέβαλε η Lara Comi
30.1.2014 - (2014/2014(IMM))
Επιτροπή Νομικών Θεμάτων
Εισηγητής: Bernhard Rapkay
ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με την αίτηση υπεράσπισης των προνομίων και ασυλιών που υπέβαλε η Lara Comi
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την από 16ης Οκτωβρίου 2013 αίτηση της Lara Comi σχετικά με την υπεράσπιση της ασυλίας της στο πλαίσιο άσκησης της δικαστικής δίωξης ενώπιον του Δικαστηρίου της Φεράρα,
– αφού άκουσε τη Lara Comi στις 5 Νοεμβρίου 2013, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 8 και 9 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 6, παράγραφος 2, της πράξης σχετικά με την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία της 20ής Σεπτεμβρίου 1976,
– έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ημερομηνία 12 Μαΐου 1964, 10 Ιουλίου 1986, 15 και 21 Οκτωβρίου 2008, 19 Μαρτίου 2010 και 6 Σεπτεμβρίου 2011[1],
– έχοντας υπόψη την απόφασή του της 14ης Ιανουαρίου 2014 σχετικά με την αίτηση υπεράσπισης της ασυλίας και των προνομίων της Lara Comi,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 6 παράγραφος 3 και το άρθρο 7 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0067/2014),
A. επισημαίνοντας ότι η Lara Comi, μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ζήτησε την υπεράσπιση της ασυλίας της σε σχέση με κλητήριο θέσπισμα να παρουσιαστεί ενώπιον του Δικαστηρίου της Φεράρα, το οποίο της κοινοποιήθηκε την 1η Οκτωβρίου 2013 και αφορά αίτηση αποζημίωσης για βλάβη που προκάλεσε με τα λεγόμενά της κατά τη διάρκεια πολιτικής συζήτησης στο πλαίσιο τηλεοπτικής εκπομπής·
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 30 Ιουλίου 2013, η Lara Comi είχε ήδη υποβάλει αίτηση υπεράσπισης της βουλευτικής της ασυλίας σε σχέση με δικαστική δίωξη που είχε κινηθεί από την Εισαγγελία της Φεράρα μετά από μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση για τις ίδιες δηλώσεις που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας απόφασης·
Γ. επισημαίνοντας ότι το άρθρο 8 του Πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο ρητώς επικαλείται η Lara Comi στην αίτηση υπεράσπισής της, ορίζει ότι τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε κανενός είδους ανάκριση, κράτηση ή άλλη νομική ενέργεια για γνώμη ή ψήφο που δόθηκε κατά την άσκηση των καθηκόντων τους·
Δ. επισημαίνοντας ότι το Κοινοβούλιο, κατά την άσκηση των εξουσιών του σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες, επιδιώκει πρωτίστως να διατηρεί την ακεραιότητά του ως δημοκρατικής νομοθετικής συνέλευσης και να διασφαλίζει την ανεξαρτησία των βουλευτών του κατά την άσκηση των καθηκόντων τους·
Ε. επισημαίνοντας ότι το Κοινοβούλιο διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια όσον αφορά την κατεύθυνση που επιθυμεί να δώσει σε μία απόφαση μετά από αίτηση υπεράσπισης της βουλευτικής ασυλίας ενός από τα μέλη του·
ΣΤ. επισημαίνοντας ότι το Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει ότι δήλωση που διατυπώνεται από βουλευτή εκτός των χώρων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να αποτελεί, σύμφωνα με το άρθρο 8 του Πρωτοκόλλου, γνώμη εκφρασθείσα κατά την άσκηση των βουλευτικών του καθηκόντων, αποδίδοντας ιδιαίτερη σημασία όχι στον τόπο στον οποίο πραγματοποιείται η δήλωση, αλλά στη φύση και το περιεχόμενό της·
Ζ. επισημαίνοντας ότι η ασυλία έναντι δικαστικών διώξεων της οποίας απολαύουν οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκτείνεται και στις αστικές διαδικασίες·
Η. επισημαίνοντας ότι η Lara Comi προσκλήθηκε στην τηλεοπτική εκπομπή υπό την ιδιότητα του μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και όχι ως εθνική εκπρόσωπος κόμματος, το οποίο άλλωστε εκπροσωπείτο από άλλη προσκεκλημένη, τηρουμένων των εθνικών διατάξεων σκοπός των οποίων είναι να εξασφαλίζεται ισόρροπη παρουσία των πολιτικών εκπροσώπων στις τηλεοπτικές συζητήσεις που διεξάγονται σε προεκλογικές περιόδους, όπως ακριβώς συνέβη στη συγκεκριμένη περίπτωση·
Θ. αναγνωρίζοντας ότι στις σύγχρονες δημοκρατίες ο πολιτικός διάλογος δεν διεξάγεται μόνον στο Κοινοβούλιο, αλλά και σε μέσα ενημέρωσης, που ποικίλλουν από δηλώσεις στον Τύπο έως το Διαδίκτυο·
Ι. επισημαίνοντας ότι, στην εν λόγω τηλεοπτική εκπομπή, η Lara Comi παρενέβη ως βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προκειμένου να συζητήσει πολιτικά ζητήματα, μεταξύ άλλων το θέμα των δημόσιων συμβάσεων και του οργανωμένου εγκλήματος, θέματα με τα οποία ασχολείται από μακρού χρόνου σε ευρωπαϊκό επίπεδο·
ΙΑ. υπενθυμίζοντας ότι, την επομένη, η κυρία Comi ζήτησε συγγνώμη από τον ενάγοντα, συγγνώμη η οποία στη συνέχεια επανελήφθη και σε άλλη εθνική τηλεοπτική εκπομπή·
ΙΒ. επισημαίνοντας ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά τις ίδιες δηλώσεις για τις οποίες το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με απόφασή του στις 14 Ιανουαρίου 2014, ήδη έκρινε ορθό να υπερασπιστεί την ασυλία της κ. Comi στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας ενώπιον και πάλι του Δικαστηρίου της Φεράρα·
1. αποφασίζει να υπερασπισθεί την ασυλία και τα προνόμια της Lara Comi·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει αμέσως την παρούσα απόφαση και την έκθεση της αρμόδιας επιτροπής του στις αρμόδιες αρχές της Ιταλικής Δημοκρατίας και στη Lara Comi.
- [1] Υπόθεση 101/63 Wagner/Fohrmann και Krier [1964] Συλλ. 195, Υπόθεση 149/85 Wybot/Faure και άλλοι [1986] Συλλ. 2391, Υπόθεση T-345/05 Mote/Κοινοβούλιο [2008] Συλλ. II-2849, Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-200/07 και C-201/07 Marra/De Gregorio και Clemente [2008] Συλλ. I-7929, Υπόθεση T - 42/06 Gollnisch/Κοινοβούλιο [2010] Συλλ. II- 01135 και Υπόθεση C-163/10 Patriciello [2011] Συλλ. I - 07565.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
1. Ιστορικό
Κατά τη συνεδρίαση της ολομέλειας της 9ης Σεπτεμβρίου 2013, ο Πρόεδρος ανακοίνωσε, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3 του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ότι έλαβε αίτηση της Lara Comi σχετικά με την υπεράσπιση της βουλευτικής της ασυλίας, με αναφορά στο άρθρο 8 του Πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Πρόεδρος παρέπεμψε την αίτηση στην Επιτροπή Νομικών Θεμάτων, κατά το άρθρο 6 παράγραφος 3 του Κανονισμού.
Η αίτηση αυτή, που αφορά δικαστική διαδικασία ενώπιον ποινικού δικαστηρίου, συνοδευόταν από μια δεύτερη αίτηση υπεράσπισης, την οποία η Lara Comi υπέβαλε στις 16 Οκτωβρίου 2013, σχετικά με κλητήριο θέσπισμα να παρουσιαστεί ενώπιον του Δικαστηρίου της Φεράρα, το οποίο της κοινοποιήθηκε την 1η Οκτωβρίου 2013, στο πλαίσιο αστικής διαδικασίας που αφορά αίτηση αποζημίωσης για βλάβη που προκλήθηκε από τα ίδια περιστατικά για τα οποία έχει κινηθεί ποινική διαδικασία. Η κυρία Comi άσκησε το δικαίωμα ακροάσεώς της ενώπιον της επιτροπής και για τα δύο ζητήματα στη συνεδρίαση της 5ης Νοεμβρίου 2013.
Κατά τη διάρκεια της τηλεοπτικής εκπομπής Servizio pubblico στις 24 Ιανουαρίου 2013, η Lara Comi συζητούσε με τον Antonio Ingroia, αρχηγό πολιτικού κόμματος, για θέματα που αφορούσαν τις δημόσιες συμβάσεις και το οργανωμένο έγκλημα εν σχέσει και με τη χρεοκοπία της εταιρείας Coopcostruzioni. Στο πλαίσιο αυτό, η συζήτηση περιστράφηκε στον Roberto Soffritti, πρώην δήμαρχο της Φεράρα και υποψήφιο στις βουλευτικές εκλογές της Ιταλίας του Φεβρουαρίου 2013, με το ψηφοδέλτιο του κόμματος του Antonio Ingroia.
Ο κ. Soffritti υποστηρίζει ότι οι δηλώσεις στις οποίες προέβη η Lara Comi ως προς το άτομό του κατά την εν λόγω συζήτηση προσέβαλαν την τιμή και την υπόληψή του και, ως εκ τούτου, κατέθεσε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση, κατά τα άρθρα 595, εδάφια 2 και 3, του ιταλικού ποινικού κώδικα και το άρθρο 30 του νόμου της 6ης Αυγούστου 1990, αριθ. 223. Ταυτόχρονα ο κ. Soffritti κοινοποίησε στη Lara Comi κλητήριο θέσπισμα να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου της Φεράρα για την αποκατάσταση, στο πλαίσιο αστικής διαδικασίας, της βλάβης που υποστηρίζει ότι υπέστη εξαιτίας των ίδιων δηλώσεων.
Από πλευράς της, η κυρία Comi υποστηρίζει ότι πήρε μέρος στη συζήτηση υπό την ιδιότητα βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ότι μίλησε για τις δημόσιες συμβάσεις, δηλαδή για ένα θέμα γενικού ενδιαφέροντος με το οποίο η ίδια ανέκαθεν ασχολείτο στο πλαίσιο της δραστηριότητάς της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
2. Νόμος και διαδικασία σχετικά με την ασυλία των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Το άρθρο 8 του Πρωτοκόλλου (αριθ. 7) περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει τα εξής:
Άρθρο 8
Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε έρευνα, κράτηση ή δίωξη για γνώμη ή ψήφο δοθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Η διαδικασία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διέπεται από τα άρθρα 6 και 7 του Κανονισμού του. Οι σχετικές διατάξεις έχουν ως εξής:
Άρθρο 6 - Άρση της βουλευτικής ασυλίας:
1. Το Κοινοβούλιο, κατά την άσκηση των εξουσιών του σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες, επιδιώκει πρωτίστως να διατηρεί την ακεραιότητά του ως δημοκρατικής νομοθετικής συνέλευσης και να διασφαλίζει την ανεξαρτησία των βουλευτών του κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. (...)
3. Κάθε αίτηση η οποία απευθύνεται στον Πρόεδρο από βουλευτή ή πρώην βουλευτή με σκοπό την προάσπιση της ασυλίας και των προνομίων ανακοινώνεται στην Ολομέλεια και παραπέμπεται στην αρμόδια επιτροπή.
4. Σε επείγουσες περιπτώσεις, αν βουλευτής συνελήφθη ή η ελευθερία κινήσεών του περιορίσθηκε κατά τρόπο που φαίνεται να παραβιάζει τα προνόμια και τις ασυλίες του, ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου, ύστερα από διαβούλευση με τον πρόεδρο και τον εισηγητή της αρμόδιας επιτροπής, μπορεί να αναλάβει πρωτοβουλία με σκοπό την επιβεβαίωση των προνομίων και ασυλιών του συγκεκριμένου βουλευτή. Ο Πρόεδρος γνωστοποιεί την πρωτοβουλία του στην επιτροπή και ενημερώνει το Κοινοβούλιο.
Άρθρο 7 - Διαδικασίες σχετικά με την ασυλία:
1. Η αρμόδια επιτροπή εξετάζει χωρίς καθυστέρηση και με τη σειρά υποβολής τους τις αιτήσεις για άρση της ασυλίας ή για προάσπιση της ασυλίας και των προνομίων.
2. Η επιτροπή καταρτίζει πρόταση αιτιολογημένης απόφασης που περιορίζεται σε σύσταση για την έγκριση ή την απόρριψη της αίτησης άρσης της ασυλίας ή προάσπισης της ασυλίας και των προνομίων.
3. Η επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την ενδιαφερόμενη αρχή να της παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία ή επεξήγηση θεωρεί αναγκαία προκειμένου να σχηματίσει γνώμη για το εάν η ασυλία πρέπει να αρθεί ή να προασπισθεί. Ο ενδιαφερόμενος βουλευτής πρέπει να έχει την ευκαιρία να εκφράσει την άποψή του, μπορεί να προσκομίσει οποιαδήποτε έγγραφα ή άλλα γραπτά στοιχεία θεωρεί χρήσιμα. Μπορεί να εκπροσωπηθεί από άλλο βουλευτή. (...)
6. Σε περιπτώσεις σχετικά με την υπεράσπιση προνομίου ή ασυλίας, η επιτροπή αποφασίζει εάν οι περιστάσεις συνιστούν διοικητικό ή άλλο περιορισμό επιβαλλόμενο στην ελεύθερη διακίνηση των βουλευτών που ταξιδεύουν προς και από τον τόπο συνεδρίασης του Κοινοβουλίου ή στην έκφραση γνώμης ή ψήφου κατά την άσκηση της εντολής τους ή αν εμπίπτουν στις περιπτώσεις του άρθρου 9 του πρωτοκόλλου περί προνομίων και ασυλιών που δεν αποτελούν θέμα
εθνικής νομοθεσίας, και υποβάλλει πρόταση με την οποία καλεί την ενδιαφερόμενη αρχή να καταλήξει στα αναγκαία συμπεράσματα.
7. Η επιτροπή μπορεί να διατυπώσει αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με την αρμοδιότητα της εν λόγω αρχής και σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης, αλλά δεν αποφαίνεται σε καμία περίπτωση για την ενοχή ή μη βουλευτών ούτε για το σκόπιμο ή μη της ποινικής δίωξης για την έκφραση γνώμης ή τις πράξεις που τους καταλογίζονται, ακόμη και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εξέταση της αίτησης παρέχει στην επιτροπή εμπεριστατωμένες πληροφορίες για την υπόθεση. (...)
3. Αιτιολόγηση της προτεινόμενης απόφασης
Η Lara Comi επικαλείται ρητώς στην αίτησή της το άρθρο 8 του Πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως απεφάνθη το Δικαστήριο, η έκταση της απόλυτης αυτής ασυλίας, που αναφέρεται στο άρθρο 8, πρέπει επίσης να προσδιοριστεί με βάση το κοινοτικό δίκαιο και μόνο[1]. Το Δικαστήριο, άλλωστε, υπεστήριξε πρόσφατα ότι η δήλωση στην οποία προέβη ευρωβουλευτής εκτός των χώρων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και λόγω της οποίας ασκήθηκε εναντίον του ποινική δίωξη στο κράτος μέλος καταγωγής του για εγκλήματα γνώμης, συνιστά γνώμη εκφρασθείσα κατά την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων και καλυπτόμενη από την σχετική ασυλία στην περίπτωση κατά την οποία η δήλωση αυτή αποτελεί έκφραση υποκειμενικής εκτιμήσεως, η οποία έχει άμεσο και πρόδηλο σύνδεσμο με την άσκηση των εν λόγω καθηκόντων[2].
Βασική αρχή της προβλεπόμενης από το άρθρο 8 βουλευτικής ασυλίας είναι η ελευθερία των μελών να συζητούν περί θεμάτων δημόσιου ενδιαφέροντος χωρίς να αναγκάζονται, ενόψει του ενδεχομένου να εναχθούν ή να διωχθούν ποινικά, να προσαρμόζουν τις απόψεις τους κατά τρόπο που να καθίστανται αποδεκτές ή ακίνδυνες για τον ακροατή[3]. Αναπόφευκτα, οι γνώμες που εκφράζουν τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα θεωρούνται ενίοτε από ορισμένους υπερβολικές, εξοργιστικές ή προσβλητικές. Παρά ταύτα, σε ένα φιλελεύθερο και δημοκρατικό πλαίσιο, η σπουδαιότητα του απρόσκοπτου διαλόγου επί των δημόσιων ζητημάτων είναι τόσο μεγάλη, ώστε δεν θα πρέπει καταρχήν να απαγορεύεται η διατύπωση ακόμη και προσβλητικών ή ακραίων απόψεων. Αυτό ισχύει όλως ιδιαιτέρως όσον αφορά τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τα οποία, ακριβώς λόγω της φύσης των καθηκόντων τους, διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στα πλαίσια του συστήματος της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Η λογική επί της οποίας εδράζεται ο προσανατολισμός αυτός εντοπίζεται στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο επεξέτεινε την προστασία του πολιτικού λόγου μέχρι τις προσβλητικές ή υβριστικές εκφράσεις, οι οποίες είναι πολύ συχνά «η μόνη μορφή λόγου που μπορεί να διεγείρει την προσοχή, να ανατρέψει παραδοσιακές πεποιθήσεις και να ωθήσει τους ακροατές να αποδεχτούν ασυνήθιστους τρόπους ζωής»[4].
Το άρθρο 8, συνεπώς, πρέπει να ερμηνευθεί με τρόπο που να καλύπτει όχι μόνον δηλώσεις απόψεων και αξιολογικές κρίσεις επί θεμάτων δημοσίου ενδιαφέροντος ή πολιτικού περιεχομένου, αλλά και δηλώσεις οι οποίες, με το περιεχόμενο ή τον τρόπο με τον οποίο εκφέρονται, ενδέχεται να εξοργίζουν ή να προσβάλλουν το κοινό γενικώς ή μεμονωμένα άτομα που είναι οι άμεσοι ή έμμεσοι αποδέκτες τους, εφόσον οι δηλώσεις αυτές συνδέονται λειτουργικά με την άσκηση της κοινοβουλευτικής δραστηριότητας.
Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων εκτιμά ότι τα γεγονότα που σχετίζονται με την υπόθεση, όπως συνάγεται από τη μήνυση και την ακρόαση της Lara Comi, αποδεικνύουν ότι οι δηλώσεις στις οποίες προέβη η ίδια όχι μόνον αφορούν θέματα πραγματικού δημόσιου ενδιαφέροντος -δημόσιες συμβάσεις και οργανωμένο έγκλημα- αλλά έχουν επίσης άμεσο και πρόδηλο σύνδεσμο με την άσκηση των καθηκόντων της ως μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Πρέπει επίσης να εκτιμηθεί δεόντως το γεγονός ότι η κ. Comi ζήτησε προσωπικώς συγγνώμη από τον ενάγοντα, συγγνώμη η οποία στη συνέχεια επανελήφθη και σε άλλη εθνική τηλεοπτική εκπομπή.
Τέλος, όπως κατ' επανάληψη έχει κάνει δεκτό από την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων, εφόσον οι δηλώσεις ενός βουλευτή καλύπτονται από την ασυλία του άρθρου 8 του πρωτοκόλλου, η ασυλία παράγει αποτελέσματα όχι μόνο στην ποινική διαδικασία αλλά και στην ενδεχόμενη αστική διαδικασία που αφορά την αξίωση αποζημίωσης που απορρέει από τις ίδιες δηλώσεις. Εν προκειμένω, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων αναγνωρίζει ότι η παρούσα υπόθεση αφορά τις ίδιες δηλώσεις για τις οποίες το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με απόφασή του στις 14 Ιανουαρίου 2014, έκρινε ορθό να υπερασπιστεί την ασυλία της κ. Comi στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας.
4. Συμπεράσματα
Βάσει των ανωτέρω εκτιμήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3 του Κανονισμού, μετά από εξέταση των λόγων που συνηγορούν υπέρ ή κατά της υπεράσπισης της ασυλίας, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων συνιστά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να υπερασπισθεί την ασυλία και τα προνόμια της Lara Comi.
- [1] Marra, Προαναφερθείσα απόφαση, παράγραφος 26.
- [2] Patriciello, Προαναφερθείσα απόφαση, παράγραφος 41.
- [3] Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, απόφαση Α. κατά Ηνωμένου Βασιλείου, αριθ. 35373/97, Συλλογή αποφάσεων 2002-X, § 75.
- [4] R.Post, Constitutional Domains: Democracy, Community, Management, Harvard University Press, 1995, σελ. 139.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Ημερομηνία έγκρισης |
21.1.2014 |
|
|
|
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
10 0 1 |
|||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Sajjad Karim, Klaus-Heiner Lehne, Antonio Masip Hidalgo, Bernhard Rapkay, Evelyn Regner, Francesco Enrico Speroni, Dimitar Stoyanov, Cecilia Wikström, Tadeusz Zwiefka |
||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Eva Lichtenberger |
||||