ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού για τα υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα ((ΕK) αριθ. 1935/2004)
18.7.2016 - (2015/2259(INI))
Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων
Εισηγήτρια: Christel Schaldemose
ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού για τα υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα ((ΕK) αριθ. 1935/2004)
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1935/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2004 σχετικά με τα υλικά και αντικείμενα που προορίζονται να έρθουν σε επαφή με τρόφιμα και με την κατάργηση των οδηγιών 80/590/ΕΟΚ και 89/109/ΕΟΚ[1],
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2023/2006 της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την ορθή πρακτική παραγωγής υλικών και αντικειμένων που προορίζονται να έλθουν σε επαφή με τρόφιμα[2],
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 10/2011 της Επιτροπής, της 14ης Ιανουαρίου για τα πλαστικά υλικά και τα αντικείμενα που προορίζονται να έρθουν σε επαφή με τρόφιμα[3],
– έχοντας υπόψη την Αξιολόγηση Εφαρμογής στην Ευρώπη σχετικά με τον κανονισμό για τα υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα(κανονισμός (ΕK) αριθ. 1935/2004) του Μαΐου 2016 που διενήργησε η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Κοινοβουλευτικής Έρευνας[4],
– έχοντας υπόψη τις εργασίες της ημερίδας με θέμα «Υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα – Πώς να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των τροφίμων και η τεχνολογική καινοτομία στο μέλλον», που πραγματοποιήθηκε στις 26 Ιανουαρίου 2016 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο»[5],
– έχοντας υπόψη την έκθεση ανασκόπησης της Επιτροπής με θέμα «State of the Art Report on Mixture Toxicity» (έκθεση σχετικά με τις πλέον πρόσφατες επιστημονικές εξελίξεις στο πεδίο της τοξικότητας των μειγμάτων)[6],
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο με τίτλο «Συνδυασμένες επιδράσεις των χημικών ουσιών – Μείγματα χημικών ουσιών» (COM(2012)0252),
– έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Υπουργών Περιβάλλοντος της 22ας Δεκεμβρίου 2009 σχετικά με τις συνδυασμένες επιδράσεις των χημικών ουσιών[7],
– έχοντας υπόψη την απόφαση αριθ. 1386/2013/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2013, σχετικά με γενικό ενωσιακό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον έως το 2020 «Ευημερία εντός των ορίων του πλανήτη μας», η οποία αναγνωρίζει, μεταξύ άλλων, ότι η ΕΕ πρέπει να αντιμετωπίσει τις συνδυασμένες επιδράσεις των χημικών ουσιών και τις ανησυχίες όσον αφορά την ασφάλεια που πηγάζουν από τους ενδοκρινικούς διαταράκτες σε όλη τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης[8],
– έχοντας υπόψη την αξιολόγηση με τίτλο «State of the science of endocrine disrupting chemicals – 2012» (Πρόοδος της επιστήμης στον τομέα των ουσιών με ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής - 2012»), που καταρτίστηκε για το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για το περιβάλλον (UNEP) και την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ)[9],
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ(7) («κανονισμός REACH»)[10],
– έχοντας υπόψη το άρθρο 52 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A8-0237/2016),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1935/2004 (εφεξής «ο κανονισμός-πλαίσιο») ορίζει τις γενικές απαιτήσεις ασφάλειας για όλα τα υλικά και αντικείμενα που προορίζονται να έρθουν σε επαφή, άμεσα ή έμμεσα, με τρόφιμα προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι δεν μεταναστεύουν στα τρόφιμα ουσίες σε ποσότητες τέτοιες που θέτουν σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία ή επιφέρουν μη αποδεκτή μεταβολή στη σύνθεση του τροφίμου ή αλλοίωση των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών του·
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι το παράρτημα Ι του κανονισμού-πλαισίου απαριθμεί 17 υλικά και αντικείμενα που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα (FCM) που μπορούν να ρυθμιστούν με ειδικά μέτρα·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι από τα παραπάνω 17, μόνο 4 υλικά υπόκεινται σε ειδικά μέτρα της ΕΕ: πλαστικά (συμπεριλαμβανομένων των ανακυκλωμένων πλαστικών), κεραμικά, αναγεννημένη κυτταρίνη, και τα ενεργά και νοήμονα υλικά·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει οπωσδήποτε να αναθεωρηθούν ορισμένα ειδικά μέτρα της ΕΕ, ιδιαίτερα η οδηγία 84/500/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα κεραμικά αντικείμενα·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι για τα υπόλοιπα 13 υλικά που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, τα κράτη μέλη διατηρούν τη δυνατότητα να θεσπίζουν εθνικές διατάξεις·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλά κράτη μέλη έχουν ήδη θεσπίσει διαφορετικά μέτρα για τα υπόλοιπα FCM ή εργάζονται επί του παρόντος για τον σκοπό αυτό· λαμβάνοντας υπόψη ότι, όσον αφορά τα εν λόγω εθνικά μέτρα, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης δεν έχει εφαρμογή, και η αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς καθώς και υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας, όπως προβλέπεται από τον κανονισμό-πλαίσιο και τις Συνθήκες, δεν είναι δυνατόν, ως εκ τούτου, να εξασφαλιστούν·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα υλικά που δεν ρυθμίζονται από ειδικά μέτρα της ΕΕ μπορεί να αποτελέσουν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και να οδηγήσουν σε απώλεια της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, ανασφάλεια δικαίου και αυξημένο κόστος συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις –που συχνά μετακυλίεται στους καταναλωτές σε μεταγενέστερο στάδιο της αλυσίδας εφοδιασμού·– εμποδίζοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την Αξιολόγηση Εφαρμογής στην Ευρώπη του Μαΐου 2016, που πραγματοποίησε η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Κοινοβουλευτικής Έρευνας (EPRS), όλοι οι σχετικοί ενδιαφερόμενοι συμφωνούν σε μεγάλο βαθμό ότι η έλλειψη ενιαίων μέτρων είναι επιζήμια για τη δημόσια υγεία και την προστασία του περιβάλλοντος, και για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου δεν θα πρέπει να καθυστερούν την εφαρμογή οιουδήποτε μέτρου αποσκοπεί στην αποτροπή ή μείωση των δυνητικά σοβαρών ή μη αναστρέψιμων επιπτώσεων για την ανθρώπινη υγεία ή/και το περιβάλλον, όπως επιβάλλεται από την αρχή της προφύλαξης που κατοχυρώνεται στις Συνθήκες της ΕΕ·
Θ. λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη ότι οι ενδοκρινικοί διαταράκτες και οι γονιδιοτοξικές ουσίες που περιέχονται στα FCM είναι ιδιαίτερα προβληματικές τόσο για τη δημόσια υγεία όσο και για το περιβάλλον· λαμβάνοντας υπόψη ότι, επί του παρόντος, οι ενδοκρινικοί διαταράκτες ή οι γονιδιοτοξικές ουσίες δεν μπορούν να προβλεφθούν αξιόπιστα από τη χημική σύνθεση και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να ενθαρρύνεται η διεξαγωγή βιοδοκιμασιών ως προαιρετικό πρόδρομο μέτρο προκειμένου να διασφαλίζεται η ασφάλεια των χημικά περίπλοκων FCM· λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να ενθαρρύνεται η έρευνα σχετικά με την ανάπτυξη αναλυτικών και τοξικολογικών δοκιμασιών προκειμένου να εξασφαλίζονται αξιόπιστες και οικονομικά αποδοτικές αξιολογήσεις της ασφάλειας των FCM προς όφελος των καταναλωτών, του περιβάλλοντος και των κατασκευαστών·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επιβλαβείς μικροοργανισμοί (παθογόνοι ή προερχόμενοι από αλλοίωση) που μπορεί να υπάρχουν ως μολυσματικές προσμίξεις στα FCM, και τα βιοκτόνα που μπορεί να χρησιμοποιούνται στη συνέχεια για την ελάττωση του αριθμού τους, θέτουν επίσης σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένα τρόφιμα βρίσκονται για μεγάλα χρονικά διαστήματα σε επαφή με πολύ διαφορετικά υλικά συσκευασίας·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η βελτίωση του συντονισμού όλων των διατάξεων που έχουν σχέση με τη χρήση FCM θα μπορούσε να συμβάλει στην καλύτερη προστασία της υγείας των καταναλωτών και στη μείωση των επιπτώσεων των FCM και, ιδίως, των υλικών συσκευασίας στο περιβάλλον·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η βελτίωση του συντονισμού όλων των διατάξεων που αφορούν τα FCM, συμπεριλαμβανομένου του κανονισμού REACH, θα καταστήσει αποτελεσματικότερη την κυκλική οικονομία·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ειδικά μέτρα πρέπει να βασίζονται σε επιστημονικά στοιχεία· λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν αρκετά άγνωστα επιστημονικά στοιχεία και ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα·
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA), η νανοτεχνολογία και τα νανοϋλικά αποτελούν μια νέα τεχνολογική εξέλιξη και τα FCM είναι ένας τομέας στον οποίο χρησιμοποιούνται τα νανοϋλικά· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των νανοϋλικών ενδέχεται να επηρεάσουν τα τοξικοκινητικά και τοξικολογικά προφίλ τους, ωστόσο οι διαθέσιμες πληροφορίες που σχετίζονται με τις πτυχές αυτές είναι περιορισμένες· λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν επίσης αμφιβολίες που πηγάζουν από τη δυσκολία χαρακτηρισμού, εντοπισμού και μέτρησης των νανοϋλικών στα τρόφιμα και στις βιολογικές μήτρες, καθώς και από την περιορισμένη διαθεσιμότητα τοξικολογικών δεδομένων και μεθόδων ελέγχου·
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αξιολογήσεις κινδύνων για την υγεία και το περιβάλλον σε επίπεδο ΕΕ περιορίζονται επί του παρόντος στην αξιολόγηση μεμονωμένων ουσιών και αγνοούν τις πραγματικές συνθήκες της συνδυασμένης και σωρευτικής έκθεσης από διαφορετικές οδούς και διαφορετικά είδη προϊόντων, που είναι γνωστή και ως «επίδραση κοκτέιλ» ή «επίδραση μειγμάτων»·
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη σύσταση του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) και της ΠΟΥ (2009)[11], οι αξιολογήσεις έκθεσης θα πρέπει να καλύπτουν τον γενικό πληθυσμό, καθώς και κρίσιμες ομάδες που είναι ευάλωτες ή αναμένεται να υφίστανται υψηλότερο επίπεδο έκθεσης από τον γενικό πληθυσμό (π.χ. νήπια, παιδιά)·
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να διασφαλίζεται η ιχνηλασιμότητα των FCM σε όλα τα στάδια της αλυσίδας εφοδιασμού προκειμένου να διευκολύνονται οι έλεγχοι, η ανάκληση των ελαττωματικών προϊόντων, η ενημέρωση των καταναλωτών και ο καταλογισμός των ευθυνών·
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η σήμανση αποτελεί ένα εξαιρετικά άμεσο και αποτελεσματικό εργαλείο ενημέρωσης του καταναλωτή για τα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος·
Κ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η εφαρμογή οριζόντιας προσέγγισης για τις ουσίες σε όλους τους τομείς της οικονομίας παρέχει συνέπεια όσον αφορά τη νομοθεσία και προβλεψιμότητα για τις επιχειρήσεις·
ΚΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάπτυξη ομοιόμορφων μεθόδων δοκιμών στην ΕΕ για όλα τα FCM θα συμβάλει στην επίτευξη υψηλότερου επιπέδου προστασίας της υγείας και του περιβάλλοντος σε ολόκληρη την ΕΕ·
ΚΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η καθιέρωση ελέγχου ασφαλείας για τα έτοιμα αντικείμενα που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα θα έδινε ίσως τη δυνατότητα συμπλήρωσης συγκεκριμένων ειδικών μέτρων·
Εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ για τα FCM: επιτυχίες και κενά
1. αναγνωρίζει ότι ο κανονισμός-πλαίσιο αποτελεί μια σταθερή νομική βάση, οι στόχοι της οποίας παραμένουν επίκαιροι·
2. υπογραμμίζει ότι, ενώ ο κύριος στόχος θα πρέπει να είναι η θέσπιση ειδικών μέτρων για τα εν λόγω 13 υλικά που δεν υπάγονται ακόμη σε ρυθμιστικό πλαίσιο σε επίπεδο ΕΕ, όλοι οι σχετικοί ενδιαφερόμενοι επισημαίνουν ότι υπάρχουν ελλείψεις όσον αφορά την εφαρμογή και την επιβολή της ισχύουσας νομοθεσίας·
3. αναμένει την επικείμενη επανεξέταση από το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Επιτροπής των εθνικών διατάξεων που θεσπίστηκαν από τα κράτη μέλη για τα μη εναρμονισμένα υλικά· καλεί την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει το αποτέλεσμα αυτής της επανεξέτασης ως αφετηρία για την εκπόνηση των απαιτούμενων μέτρων·
4. προτρέπει την Επιτροπή, κατά την επεξεργασία των απαιτούμενων μέτρων, να λάβει υπόψη την Αξιολόγηση της Εφαρμογής στην Ευρώπη που διεξήγαγε η EPRS και τα εθνικά μέτρα που ισχύουν ήδη ή βρίσκονται στο στάδιο της κατάρτισης·
5. επισημαίνει ότι η Επιτροπή θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην κατάρτιση ειδικών μέτρων σε επίπεδο ΕΕ για το χαρτί και το χαρτόνι, τα βερνίκια και τα επιχρίσματα, τα μέταλλα και τα κράματα, τα μελάνια και τις κολλητικές ουσίες, δεδομένου ότι τα προαναφερθέντα υλικά επικρατούν στην αγορά της ΕΕ και ενέχουν κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου, αλλά και προκειμένου να διατηρηθεί η ενιαία αγορά τόσο για τα FCM όσο και για τα τρόφιμα·
6. υπογραμμίζει ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στα υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα, είτε άμεσα είτε έμμεσα, με υψηλότερο κίνδυνο μετανάστευσης, όπως υλικά που περιβάλλουν υγρά και τρόφιμα υψηλής περιεκτικότητα σε λιπαρά, και στα υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα για μεγάλο χρονικό διάστημα·
7. είναι της γνώμης ότι η έγκριση περαιτέρω ειδικών μέτρων σε επίπεδο ΕΕ θα ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις να αναπτύξουν ασφαλή επαναχρησιμοποιήσιμα και ανακυκλωμένα FCM, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στις προσπάθειες της ΕΕ να εγκαθιδρύσει αποτελεσματικότερη κυκλική οικονομία· επισημαίνει ότι μία προϋπόθεση γι’ αυτό θα ήταν η βελτίωση της ιχνηλασιμότητας και η σταδιακή εξάλειψη ουσιών στα FCM οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία·
8. υπογραμμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι η χρήση FCM που παρασκευάζονται από ανακυκλωμένα προϊόντα και η επαναχρησιμοποίηση FCM δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε υψηλότερο αριθμό μολυσματικών προσμίξεων και/ή καταλοίπων στο τελικό προϊόν·
9. είναι πεπεισμένο ότι, με γνώμονα την επικέντρωση των προσπαθειών της ΕΕ στη μετάβαση προς μια κυκλική οικονομία, θα πρέπει να αναπτυχθούν καλύτερες συνέργειες μεταξύ του κανονισμού-πλαισίου για τα FCM και της κυκλικής οικονομίας, οι οποίες θα πρέπει να περιλαμβάνουν ειδικά μέτρα σε επίπεδο ΕΕ για το ανακυκλωμένο χαρτί και χαρτόνι· σημειώνει ότι υπάρχει όριο ως προς το πόσες φορές μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν τα ανακυκλωμένα προϊόντα χαρτιού και χαρτονιού, γεγονός που απαιτεί σταθερή παροχή φρέσκων ινών ξύλου·
10. δεδομένου του κινδύνου μετανάστευσης των ορυκτελαίων στα τρόφιμα από υλικά και αντικείμενα που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα, τα οποία παρασκευάζονται από χαρτί και χαρτόνι, υποστηρίζει, εν αναμονή της θέσπισης ειδικών μέτρων και της ενδεχόμενης απαγόρευσης των ορυκτελαίων στα μελάνια, την περαιτέρω έρευνα με σκοπό να αποτραπεί η μετανάστευση·
11. υποστηρίζει την αύξηση των στόχων ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης για όλα τα υλικά στην πρόταση οδηγίας της Επιτροπής για την τροποποίηση της οδηγίας 94/62/ΕΚ για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας (COM(2015)0596)· υπενθυμίζει στην Επιτροπή, ωστόσο, ότι οι στόχοι για την ανακύκλωση και την επαναχρησιμοποίηση πρέπει να συνοδεύονται από επαρκή μέτρα ελέγχου προκειμένου να διασφαλίζεται η ασφάλεια των υλικών που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα·
12. δίνει έμφαση στη δύσκολη θέση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στην αλυσίδα παραγωγής, δεδομένου ότι, λόγω της απουσίας σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων, δεν μπορούν να λάβουν ή να διαβιβάσουν πληροφορίες που εγγυώνται την ασφάλεια των προϊόντων τους·
13. θεωρεί ότι επιβάλλεται τα κράτη μέλη να ζητήσουν τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων μερών στη διαδικασία, όταν προτείνονται ειδικές απαιτήσεις ασφαλείας για FCM·
14. αναγνωρίζει ότι το ισχύον πρότυπο για την αξιολόγηση της ασφάλειας των FCM είναι ανεπαρκές, καθώς υποτιμάται γενικά ο ρόλος των FCM στην επιμόλυνση των τροφίμων και υπάρχει έλλειψη πληροφόρησης για την έκθεση του ανθρώπου·
Αξιολόγηση κινδύνου
15. έχει επίγνωση του σημαντικού ρόλου που διαδραματίζει η EFSA, στην αξιολόγηση του κινδύνου των ουσιών που χρησιμοποιούνται στα FCM που ρυθμίζονται από ειδικά μέτρα· αναγνωρίζει τις δαπάνες που συνδέονται με την αξιολόγηση του κινδύνου μιας συγκεκριμένης ουσίας και τους περιορισμένους πόρους της EFSA· καλεί, ως εκ τούτου, την Επιτροπή να αυξήσει το επίπεδο χρηματοδότησης για την EFSA ενόψει των πρόσθετων εργασιών, δεδομένης της αυξημένης ανάγκης για τη διεξαγωγή αξιολογήσεων κινδύνου όπως περιγράφεται αναλυτικά παρακάτω·
16. καλεί την EFSA και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) να συνεργάζονται και να συντονίζουν τις εργασίες τους προκειμένου να χρησιμοποιούν αποτελεσματικά τα υπάρχοντα μέσα για τη διεξαγωγή ολοκληρωμένων αξιολογήσεων·
17. αναγνωρίζει ότι, προκειμένου να αξιολογούνται σωστά οι κίνδυνοι των FCM, είναι απαραίτητο να λαμβάνονται υπόψη τόσο οι ουσίες που χρησιμοποιούνται στην παρασκευή και την επεξεργασία τους όσο και οι ακούσια προστιθέμενες ουσίες (NIAS), περιλαμβανομένων των προσμίξεων από τις σκοπίμως προστιθέμενες ουσίες και άλλες ουσίες που προκύπτουν από χημικές αντιδράσεις· αναγνωρίζει ότι, για τον σκοπό αυτό, οι αρχικές ουσίες πρέπει να αναφέρονται σαφώς στην EFSA και στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών· τονίζει, ως εκ τούτου, τη σημασία της συνεργασίας μεταξύ των επιστημονικών φορέων/εργαστηρίων και χαιρετίζει την πρόθεση της EFSA να επικεντρωθεί περισσότερο στα επεξεργασμένα υλικά και αντικείμενα και τη διαδικασία παραγωγής, παρά στις ουσίες που χρησιμοποιούνται[12]·
18. τονίζει ότι έχει σημασία να συνεχιστεί η επιστημονική έρευνα στον τομέα των NIAS καθώς, σε αντίθεση προς τις γνωστές επικίνδυνες ουσίες, η ταυτότητα και η δομή τους, ειδικά στα πλαστικά, είναι άγνωστες·
19. καλεί την Επιτροπή να επανεξετάσει τα αποδεικτικά στοιχεία όσον αφορά τα εξής: i) τις τρέχουσες παραδοχές σχετικά με τη μετανάστευση ουσιών μέσω λειτουργικών φραγμών· ii) την οριακή συγκέντρωση 10 ppb για τις ουσίες που μεταναστεύουν στα τρόφιμα η οποία χρησιμοποιείται από ορισμένες εταιρείες και αρμόδιες αρχές για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με την επιλογή των χημικών ουσιών που θα υποβληθούν σε αξιολόγηση κινδύνου· iii) τον βαθμό στον οποίο οι λειτουργικοί φραγμοί καθίστανται λιγότερο αποτελεσματικοί με την πάροδο μεγάλων χρονικών περιόδων αποθήκευσης, καθώς μπορεί απλώς να επιβραδύνουν τη μετανάστευση iv) τις τρέχουσες παραδοχές σχετικά με το μοριακό μέγεθος που επηρεάζει την απορρόφηση χημικών ουσιών μέσω του εντέρου
20. καλεί την EFSA και την Επιτροπή να διευρύνουν την έννοια των ευάλωτων ομάδων ώστε να περιλαμβάνονται οι έγκυες και οι θηλάζουσες γυναίκες, καθώς και οι πιθανές επιπτώσεις της έκθεσης σε χαμηλή δόση και οι αμονότονες σχέσεις δόσης-απόκρισης στα κριτήρια αξιολόγησης του κινδύνου·
21. εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι η EFSA, στην πρόσφατη διαδικασία αξιολόγησης των κινδύνων που διενήργησε, δεν έλαβε υπόψη το λεγόμενο «φαινόμενο κοκτέιλ» ή τις επιπτώσεις των πολλαπλών συνδυαστικών και σωρευτικών εκθέσεων από FCM και άλλες πηγές, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν δυσμενείς επιπτώσεις ακόμη και εάν τα επίπεδα των επιμέρους ουσιών στο μείγμα είναι χαμηλά, και παροτρύνει την EFSA να το πράξει στο μέλλον· καλεί επίσης την Επιτροπή να εξετάσει το φαινόμενο αυτό, και σε μεγάλα χρονικά διαστήματα, κατά τον καθορισμό ορίων μετανάστευσης που θεωρούνται ασφαλή για την ανθρώπινη υγεία·
22. ζητεί τη διενέργεια περαιτέρω επιστημονικών ερευνών σχετικά με την αλληλεπίδραση διαφορετικών χημικών ουσιών·
23. εκφράζει επίσης τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι η EFSA δεν λαμβάνει ακόμη υπόψη την πιθανότητα ύπαρξης επιβλαβών μικροοργανισμών στα FCM· καλεί, ως εκ τούτου, την Ομάδα για τις βιολογικές πηγές κινδύνου (BIOHAZ) της EFSA να εξετάσει το ζήτημα των μικροοργανισμών στα FCM μέσω της σύνταξης γνωμοδότησης της EFSA επί του θέματος·
24. επισημαίνει ότι τα FCM περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 (κανονισμός για τα βιοκτόνα[13]) καθώς βιοκτόνα μπορεί να υπάρχουν σε υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα για να διατηρούν την επιφάνειά τους καθαρή από μικροβιακή επιμόλυνση (απολυμαντικά) και για να προσδίδουν συντηρητικό αποτέλεσμα στο τρόφιμο (συντηρητικά)· σημειώνει, πάντως, ότι οι διαφορετικοί τύποι βιοκτόνων στα FCM υπάγονται σε διαφορετικά νομικά πλαίσια και ότι, ανάλογα με τον τύπο του βιοκτόνου, η αξιολόγηση κινδύνου πρέπει να διενεργείται από τον ECHA ή από την EFSA ή και από τους δύο οργανισμούς·
25. καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει τη συνοχή μεταξύ των κανονισμών για τα FCM και τα βιοκτόνα προϊόντα και να αποσαφηνίσει τους ρόλους του ECHA και της EFSA εν προκειμένω· καλεί επίσης την Επιτροπή να επεξεργαστεί μια εναρμονισμένη και ενοποιημένη προσέγγιση για τη συνολική αξιολόγηση και έγκριση των ουσιών που χρησιμοποιούνται ως βιοκτόνα στα FCM, με στόχο την αποφυγή των αλληλεπικαλύψεων, της ανασφάλειας δικαίου και της περιττής επανάληψης των εργασιών·
26. καλεί την EFSA να εξετάσει το γεγονός ότι οι μονάδες παραγωγής τροφίμων αναγνωρίστηκαν από την επιστημονική επιτροπή για τους ανακύπτοντες και τους πρόσφατα εντοπιζόμενους κινδύνους για την υγεία (SCENIHR) το 2009 ως ένα από τα κρίσιμα μέρη που προάγουν την ανάπτυξη βακτηρίων ανθεκτικών τόσο στα αντιβιοτικά όσο και στα βιοκτόνα· επισημαίνει, ως εκ τούτου, ότι τα FCM που περιέχουν βιοκτόνα μπορεί να συμβάλλουν επίσης στην εμφάνιση βακτηρίων ανθεκτικών στα αντιβιοτικά στους ανθρώπους·
27. υπογραμμίζει ότι τα FCM αποτελούν σημαντική πηγή έκθεσης του ανθρώπου σε ανησυχητικές χημικές ουσίες, συμπεριλαμβανομένων των υπερφθοριωμένων ενώσεων (PFC) και των χημικών ουσιών με ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής (EDC) όπως οι φθαλικές ενώσεις και οι δισφαινόλες, που έχουν συνδεθεί με χρόνιες παθήσεις καθώς και με προβλήματα αναπαραγωγής, διαταραχές του μεταβολισμού, αλλεργίες και νευροαναπτυξιακά προβλήματα· σημειώνει ότι η μετανάστευση τέτοιων χημικών ουσιών εμπνέει ιδιαίτερη ανησυχία για τα FCM, δεδομένης της πιθανότητας πρόκλησης βλάβης ακόμα και σε εξαιρετικά μικρές δόσεις·
28. σημειώνει με ανησυχία τις αυξημένες επιπτώσεις που μπορεί να έχουν οι ουσίες που χρησιμοποιούνται σε FCM στην υγεία των βρεφών και των παιδιών·
29. καλεί την Επιτροπή να καλύψει το κενό όσον αφορά την αξιολόγηση ασφαλείας μεταξύ του κανονισμού REACH και της νομοθεσίας για τα FCM εξασφαλίζοντας ότι οι εταιρείες παρέχουν αξιολογήσεις σχετικά με την ασφάλεια, για διάφορες πτυχές της ανθρώπινης υγείας, της έκθεσης σε χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στα FCM κατά την παραγωγή, τη χρήση και τη διανομή· θεωρεί ότι αυτό θα πρέπει να αποσαφηνιστεί στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1935/2004·
30. καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει καλύτερο συντονισμό και συνεκτικότερη προσέγγιση μεταξύ της νομοθεσίας REACH και FCM, ιδιαίτερα όσον αφορά τις ουσίες που έχουν ταξινομηθεί ως καρκινογόνες, μεταλλαξιογόνες και τοξικές για την αναπαραγωγή (ΚΜΤ) (κατηγορίες 1Α, 1Β και 2) ή ουσίες που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία (SVHC) δυνάμει του κανονισμού REACH, καθώς και να διασφαλίσει ότι οι επιβλαβείς ουσίες που αποσύρονται σταδιακά βάσει του κανονισμού REACH θα αποσυρθούν επίσης σταδιακά και από τα FCM· τονίζει ότι, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι μπορεί να αποκλείεται κάθε είδους κίνδυνος για τη δημόσια υγεία, η Επιτροπή πρέπει να ενημερώνει τακτικά το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εάν ορισμένες ουσίες που προκαλούν ανησυχία (όπως οι SVHC, οι ΚΜΤ, τα βιοσυσσωρευτικά χημικά ή ορισμένες κατηγορίες χημικών ουσιών που προκαλούν ενδοκρινικές διαταραχές) και οι οποίες απαγορεύονται ή αποσύρονται σταδιακά δυνάμει του REACH ή οιασδήποτε άλλης νομοθεσίας εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται στα FCM· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο ταξινόμησης της δισφαινόλης Α (BPA) μεταξύ των ουσιών SVHC·
31. σημειώνει ότι η Επιτροπή δημοσίευσε, στις 15 Ιουνίου 2016, επιστημονικά κριτήρια για τον καθορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικού διαταράκτη όσον αφορά δραστικές ουσίες που χρησιμοποιούνται σε βιοκτόνα και φυτοπροστευτικά προϊόντα· υπογραμμίζει, ωστόσο, την ανάγκη για οριζόντια κριτήρια για όλα τα προϊόντα, περιλαμβανομένων των FCM, και καλεί την Επιτροπή να υποβάλει τέτοιου είδους κριτήρια χωρίς καθυστέρηση· ζητεί τα εν λόγω κριτήρια, από τη στιγμή που θα τεθούν σε ισχύ, να λαμβάνονται υπόψη στη διαδικασία αξιολόγησης κινδύνων των FCM·
32. χαιρετίζει το γεγονός ότι, μετά την πρόσφατη γνωμοδότηση της EFSA, η Επιτροπή έχει ανακοινώσει τελικά το σχέδιό της να εισαγάγει όριο μετανάστευσης 0,05 mg/kg για την BPA για τις συσκευασίες και τα δοχεία που κατασκευάζονται από πλαστικό, καθώς και για τα βερνίκια και τα επιχρίσματα που χρησιμοποιούνται σε μεταλλικά δοχεία· θεωρεί ότι αυτό αποτελεί βελτίωση σε σύγκριση με το σημερινό όριο μετανάστευσης των 0,6 mg/kg για BPA στα πλαστικά· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι, εξαιτίας της απουσίας ειδικών μέτρων, αντίστοιχο όριο μετανάστευσης δεν ισχύει για όλα τα FCM·
33. αναγνωρίζει, βάσει της έκθεσης επιστημονικών στοιχείων και πολιτικής του 2015 του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Επιτροπής, το ζήτημα της μετανάστευσης βαρέων μετάλλων στα τρόφιμα· αντιλαμβάνεται ότι η Επιτροπή επανεξετάζει τα όρια για τον μόλυβδο και το κάδμιο στην οδηγία 84/500/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα κεραμικά αντικείμενα· προτρέπει την Επιτροπή να υποβάλει νομοθετική πρόταση για τη θέσπιση χαμηλότερων ορίων για την ελευθέρωση του καδμίου και του μολύβδου και εκφράζει τη δυσαρέσκειά του διότι η αναθεώρηση της οδηγίας 84/500/ΕΟΚ δεν έχει ακόμη συζητηθεί στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο·
34. στηρίζει τις πρωτοβουλίες έρευνας και καινοτομίας που επιδιώκουν να αναπτύξουν νέες ουσίες για χρήση σε FCM που έχουν αποδειχθεί ασφαλή για την υγεία του ανθρώπου· τονίζει, εντούτοις, ότι προς το παρόν οι ασφαλέστερες εναλλακτικές λύσεις δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν τη δισφαινόλη S (BPS) ως υποκατάστατο της δισφαινόλης Α (BPA), δεδομένου ότι η BPS μπορεί να έχει τοξικολογικά χαρακτηριστικά παρόμοια με την BPA[14]·
35. υποστηρίζει, ιδιαίτερα, την περαιτέρω έρευνα σχετικά με τα νανοϋλικά, καθώς υπάρχει ακόμη επιστημονική αβεβαιότητα όσον αφορά τις συνέπειες και την ικανότητα μετανάστευσης των εν λόγω υλικών και την επίπτωσή τους στην υγεία του ανθρώπου· πιστεύει, συνεπώς, ότι τα νανοϋλικά δεν θα πρέπει να υπόκεινται σε έγκριση για χρήση μόνον σε πλαστικές ύλες αλλά και σε όλα τα FCM, και ότι δεν θα πρέπει να αξιολογούνται μόνο στη χύδην μορφή τους·
36. επισημαίνει ότι οι φραγμοί της αγοράς, και δη η υποβολή αιτήσεων για τη χορήγηση εγκρίσεων δυνάμει διαφορετικών εθνικών κανόνων, έχει ως αποτέλεσμα απώλεια ευκαιριών για τη βελτίωση της ασφάλειας των τροφίμων μέσω της καινοτομίας·
Ιχνηλασιμότητα
37. πιστεύει ότι η δήλωση συμμόρφωσης μπορεί να καταστεί αποτελεσματικό εργαλείο για να διασφαλίζεται ότι τα FCM συμμορφώνονται με τους σχετικούς κανόνες, και συνιστά όλα τα FCM, είτε εναρμονισμένα είτε μη, να συνοδεύονται από δήλωση συμμόρφωσης και την κατάλληλη τεκμηρίωση, όπως ισχύει επί του παρόντος για τα FCM για τα οποία έχουν εγκριθεί συγκεκριμένα μέτρα· πιστεύει ότι οι συνθήκες χρήσης θα πρέπει να αντικατοπτρίζονται καλύτερα στις σχετικές δηλώσεις συμμόρφωσης·
38. εκφράζει, ωστόσο, τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι, ακόμα και όταν είναι υποχρεωτικές, οι δηλώσεις συμμόρφωσης δεν είναι πάντα διαθέσιμες για σκοπούς επιβολής και ότι, όταν είναι διαθέσιμες, η ποιότητά τους δεν είναι πάντα αρκετά υψηλή ώστε να εξασφαλίζεται ότι αποτελούν αξιόπιστη πηγή τεκμηρίωσης της συμμόρφωσης·
39. ζητεί να ενισχυθεί η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση των FCM που εισάγονται από τρίτες χώρες μέσω της απαίτησης να υπάρχουν ορθά και πλήρη έγγραφα ταυτοποίησης και δηλώσεων συμμόρφωσης· επιμένει ότι τα εισαγόμενα FCM πρέπει να συμμορφώνονται με τα πρότυπα της ΕΕ, διασφαλίζοντας έτσι τη δημόσια υγεία και τον θεμιτό ανταγωνισμό·
40. καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει υποχρεωτική σήμανση της σκόπιμης παρουσίας νανοϋλικών στα FCM και να καθιερώσει υποχρεωτική σήμανση της σύνθεσης των FCM τα οποία χρησιμοποιούνται για βιολογικά προϊόντα και για προϊόντα που προορίζονται για κρίσιμες ομάδες
Συμμόρφωση, επιβολή του νόμου και έλεγχοι
41. εκφράζει την ανησυχία ότι το επίπεδο επιβολής της νομοθεσίας για τα FCM ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό σε ολόκληρη την ΕΕ· τονίζει τη σημασία της ανάπτυξης κατευθυντήριων γραμμών της ΕΕ για τα FCM που θα διευκολύνουν την εναρμονισμένη και ομοιόμορφη εφαρμογή και καλύτερη επιβολή στα κράτη μέλη· για τον σκοπό αυτό, υπογραμμίζει τη σημασία της ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών· πιστεύει ότι οι υπόλοιπες μη νομοθετικές επιλογές πολιτικής, όπως η αυτοαξιολόγηση της βιομηχανίας, θα πρέπει να λειτουργούν συμπληρωματικά προς τα μέτρα βελτίωσης της επιβολής του κανονισμού πλαίσιο για τα FCM·
42. θεωρεί ότι με την περαιτέρω εναρμόνιση των υλικών και αντικειμένων που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα μπορεί να επιτευχθεί ενιαίο υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας·
43. συνιστά την καθιέρωση ομοιόμορφων προτύπων της ΕΕ για αναλυτική εξέταση, ανάλογα με το υλικό και το αντικείμενο που έρχεται σε επαφή με τρόφιμα, ούτως ώστε οι εταιρείες και οι αρμόδιες αρχές σε ολόκληρη την ΕΕ, να διενεργούν δοκιμές χρησιμοποιώντας την ίδια μέθοδο· σημειώνει ότι η καθιέρωση ομοιόμορφων μεθόδων δοκιμής θα εγγυάται την ίδια μεταχείριση των FCM σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά, οπότε θα εξασφαλίζονται καλύτερη παρακολούθηση των προτύπων και υψηλότερα επίπεδα προστασίας·
44. τονίζει ότι είναι ευθύνη του κάθε κράτους μέλους να διενεργεί ελέγχους σε εταιρείες που παράγουν ή εισάγουν FCM· εκφράζει, ωστόσο, τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν την υποχρέωση των εταιρειών να καταχωρίζουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα, επιτρέποντας έτσι στις εταιρείες αυτές να παρακάμπτουν τους ελέγχους συμμόρφωσης· καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ήδη να υποχρεώσουν όλες τις εταιρείες που παράγουν ή εισάγουν FCM να καταχωρίζουν επισήμως την επιχειρηματική τους δραστηριότητα σύμφωνα με το κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004· αναγνωρίζει την ύπαρξη κατάλληλων μηχανισμών καταχώρισης σε πολλά κράτη μέλη, οι οποίοι μπορούν να λειτουργήσουν ως υπόδειγμα βέλτιστης πρακτικής·
45. καλεί τα κράτη μέλη να αυξήσουν τη συχνότητα και την αποτελεσματικότητα των επίσημων ελέγχων, με βάση τον κίνδυνο μη συμμόρφωσης καθώς και τους ενδεχόμενους κινδύνους για την υγεία, λαμβάνοντας υπόψη την ποσότητα των τροφίμων, τους καταναλωτές για τους οποίους προορίζονται και το χρονικό διάστημα κατά το οποίο έχουν έρθει σε επαφή με τα FCM, καθώς και τον τύπο του FCM, τη θερμοκρασία και τυχόν άλλους σχετικούς παράγοντες·
46. επιμένει ότι πρέπει τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι διαθέτουν το απαραίτητο προσωπικό και τον εξοπλισμό για τη διενέργεια ομοιόμορφων, αυστηρών και συστηματικών ελέγχων, καθώς και ένα σύστημα αποτρεπτικών κυρώσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, σύμφωνα με την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004·
47. ζητεί αποτελεσματικότερη συνεργασία και συντονισμό μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής όσον αφορά το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές, προκειμένου να εξαλείφονται γρήγορα και αποτελεσματικά οι κίνδυνοι για την υγεία·
48. καλεί την Επιτροπή να εξετάσει περαιτέρω τη δυνατότητα θέσπισης ενός ελέγχου ασφαλείας για τα έτοιμα αντικείμενα που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα ή άλλες διαδικασίες έγκρισης αντικειμένων που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα·
49. επιδοκιμάζει την πλατφόρμα της Επιτροπής «Better Training for Safer Food»· συνιστά την περαιτέρω διεύρυνση των δραστηριοτήτων της·
50. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Τα υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα (FCM) χρησιμοποιούνται ευρέως στην καθημερινή ζωή, με τη μορφή της συσκευασίας των τροφίμων, των μαγειρικών σκευών, των επιτραπέζιων σκευών κ.λπ. Όταν έλθουν σε επαφή με τρόφιμα, και ανάλογα με τη σύνθεση και τις ιδιότητές τους, τα διάφορα υλικά μπορούν να συμπεριφέρονται διαφορετικά, μεταφέροντας συστατικά τους στα τρόφιμα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι χημικές ουσίες που προέρχονται από FCM μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία ή να επηρεάσουν αρνητικά την αλλαγή της σύνθεσης των τροφίμων. Καθώς εκτιμάται ότι το φαγητό είναι μία από τις σημαντικότερες οδούς έκθεσης του ανθρώπου σε χημικά, υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα υπόκεινται σε νομικά δεσμευτικούς κανόνες σε επίπεδο ΕΕ, οι οποίες επί του παρόντος καθορίζονται στον κανονισμό-πλαίσιο (ΕΚ) αριθ. 1935/2004. Η νομοθεσία επιδιώκει να διασφαλίσει υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών, ενώ παράλληλα εξασφαλίζεται η αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς για τα προϊόντα FCM.
Ο κανονισμός καθορίζει τις γενικές απαιτήσεις ασφάλειας που ισχύουν για όλα τα πιθανά υλικά και αντικείμενα που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα· προβλέπει επίσης τη δυνατότητα θέσπισης ειδικών μέτρων για τα δεκαεπτά υλικά που απαριθμούνται στο παράρτημα 1 του κανονισμού-πλαισίου. Μέχρι στιγμής, έχουν ληφθεί ειδικά μέτρα που έχουν εγκριθεί σε επίπεδο ΕΕ για μόνο τέσσερα FCM: πλαστικό (συμπεριλαμβανομένου του ανακυκλωμένου πλαστικού), κεραμικά, αναγεννημένη κυτταρίνη και τα ενεργά και νοήμονα υλικά.
Για τα άλλα FCM, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν συγκεκριμένα μέτρα σε εθνικό επίπεδο. Ορισμένα κράτη μέλη το έχουν ήδη πράξει για τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα FCM (χαρτί και χαρτόνι, μέταλλα και κράματα, γυαλί, επιχρίσματα, σιλικόνες, λάστιχα, και μελάνια εκτύπωσης), αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά κενά.
Αυτό δημιουργεί μια κατάσταση όπου τα ειδικά μέτρα που θεσπίζονται από ένα κράτος μέλος σε εθνικό επίπεδο, μπορεί να διαφέρουν από εκείνες του άλλου κράτους μέλους, δημιουργώντας διαφορετικά πρότυπα για την ασφάλεια των προϊόντων. Επιπλέον, η απουσία συγκεκριμένων μέτρων σε επίπεδο ΕΕ για την πλειονότητα των υλικών που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1935/2004 οδηγεί σε δημιουργία εμποδίων στην εσωτερική αγορά, με αυξημένο κόστος συμμόρφωσης – που συχνά μετακυλίεται στους καταναλωτές – και απώλεια ανταγωνιστικότητας και καινοτομίας. Η συμμόρφωση με διαφορετικούς εθνικούς κανόνες δεν είναι ούτε αποτελεσματική ούτε αποδοτική όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της νομοθεσίας.
Το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διεξάγει επί του παρόντος μελέτη για να υπάρξει ολοκληρωμένη εικόνα της σημερινής κατάστασης όσον αφορά τα FCM για τα οποίες δεν απαιτούνται ειδικά μέτρα που έχουν τεθεί σε εφαρμογή σε επίπεδο ΕΕ.
Στις 26 Ιανουαρίου 2016, μετά από αίτημα της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πραγματοποιήθηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ημερίδα με θέμα «Υλικά που έρχονται σε επαφή με Τρόφιμα – Πώς να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των τροφίμων και την τεχνολογική καινοτομία στο μέλλον;».
Τον Μάιο του 2016, η Υπηρεσία Έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΓΔ EPRS) δημοσίευσε εκτενή μελέτη σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1935/2004 («Αξιολόγηση της Εφαρμογής στην Ευρώπη»). Η μελέτη συνοψίζει τα αποτελέσματα μιας ολοκληρωμένης έρευνας που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια αρκετών μηνών. Εκτός από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA), στην έρευνα συμμετείχαν 28 εθνικές αρμόδιες αρχές καθώς και ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων από τις επιχειρήσεις, τους καταναλωτές, την υγεία και τις περιβαλλοντικές οργανώσεις KQUMVZ και ακαδημαϊκοί.
Ένα από τα σημαντικότερα αποτελέσματα τόσο της Αξιολόγησης της Εφαρμογής στην Ευρώπη όσο και του Εργαστηρίου ήταν η έκκληση για περαιτέρω εναρμόνιση στον τομέα των FCM (ιδίως των μη-εναρμονισμένων), από την πλειονότητα των ενδιαφερομένων από όλους τους τομείς.
Σαφώς, η περαιτέρω εναρμόνιση σε επίπεδο ΕΕ για τα μη εναρμονισμένα υλικά με συγκεκριμένα μέτρα που βασίζονται σε επιστημονικά στοιχεία, θα ήταν ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, δίνοντας προτεραιότητα σε εκείνα τα υλικά που ενέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία και έχουν τη μεγαλύτερο μέρος της ζήτησης στην αγορά της ΕΕ (δηλαδή χαρτί και χαρτόνι, συμπεριλαμβανομένου του ανακυκλωμένου χαρτιού και χαρτονιού, επιχρίσματα, μελάνια και κόλλες).
Επιπλέον, τα στοιχεία που συλλέγονται κατά τους τελευταίους μήνες, επισημαίνουν την ανάγκη να αντιμετωπιστούν επειγόντως οι τρέχουσες ελλείψεις όσον αφορά την εφαρμογή και την επιβολή της νομοθεσίας. Στο πλαίσιο αυτό, έμφαση πρέπει να δοθεί σε τέσσερις κύριους τομείς: στην αξιολόγηση των κινδύνων, στην ιχνηλασιμότητα, καθώς και στην επιβολή και τον έλεγχο της συμμόρφωσης.
Όσον αφορά την αξιολόγηση του κινδύνου των εναρμονισμένων FCM που υπόκεινται σε ειδικά μέτρα, η EFSA διαδραματίζει καίριο ρόλο. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τις δαπάνες που συνδέονται με την αξιολόγηση του κινδύνου των συγκεκριμένων ουσιών, οι πόροι της EFSA είναι περιορισμένοι. Προκειμένου να μειωθεί ο χρόνος που απαιτείται για τη διενέργεια εκτίμησης κινδύνου και, έτσι, να αυξηθεί ο αριθμός των αξιολογούμενων ουσιών, κρίνεται απαραίτητη η αύξηση του επιπέδου της χρηματοδότησης των δραστηριοτήτων της EFSA σε αυτό τον τομέα.
Αντίθετα, για τις δεκατρείς μη εναρμονισμένες FCM που δεν υπόκεινται σε ειδικά μέτρα σε επίπεδο ΕΕ, θα ισχύουν οι σχετικές διαδικασίες αδειοδότησης (συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης των κινδύνων) που καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο, εάν πράγματι υφίστανται. Δεδομένου ότι η EFSA αξιολογεί μόνο τον κίνδυνο των ουσιών που χρησιμοποιούνται στα εναρμονισμένα FCM, οι μέθοδοι δοκιμών που εφαρμόζονται από άλλους αξιολογητές κινδύνου (επιχειρήσεις, εθνικά εργαστήρια κ.λπ.), θα πρέπει επίσης να εκσυγχρονιστούν, έτσι ώστε να θεσπιστούν ενιαίες προδιαγραφές ασφαλείας (για αναλυτική εξέταση, καθορισμένα ανώτατα όρια για τις ουσίες και κανονικές συνθήκες χρήσης). Αυτό θα μειώσει επίσης το κόστος για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές.
Σύμφωνα με τη μελέτη της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Κοινοβουλευτικής Έρευνας (EPRS) και τις συζητήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο Εργαστήριο, αποτελεί μείζονα εντοπισμένη πρόκληση ότι ορισμένες από τις ουσίες που υπάρχουν στα FCM αυτή τη στιγμή δεν έχουν αξιολογηθεί. Ειδικότερα, αυτή είναι η περίπτωση για τις αποκαλούμενες «ακούσια προστιθέμενες ουσίες» («NIAS») οι οποίες είναι προσμίξεις από τις σκόπιμα προστιθέμενες ουσίες ή ουσίες που προέρχονται από χημικές αντιδράσεις (όπως προϊόντα αποσύνθεσης ή υποπροϊόντα που σχηματίζονται κατά την παραγωγική διαδικασία), που υπάρχουν στο τελικό υλικό. Ως ένα βαθμό, η παρουσία των NIAS σε FCM μπορεί να προβλεφθεί, αλλά αυτό είναι δυνατό μόνο εάν οι σκοπίμως προστιθέμενες ουσίες, οι προσμίξεις και οι συνθήκες επεξεργασίας είναι γνωστές. Για τους λόγους αυτούς, είναι σημαντικό να υπάρχει πλήρης ενημέρωση από τους κατασκευαστές / μεταποιητές FCM, και καλή συνεργασία μεταξύ των επιστημονικών φορέων και των εργαστηρίων σε όλα τα κράτη μέλη.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι στην τρέχουσα διαδικασία αξιολόγησης του κινδύνου της, η EFSA δεν λαμβάνει υπόψη το λεγόμενο «φαινόμενο κοκτέιλ» (που προκύπτει από χημικές ουσίες με παρόμοια τοξικολογικά τελικά σημεία ενεργώντας από κοινού) και τις πολλαπλές εκθέσεις (που προκύπτουν από χημικές ουσίες – ακόμη και σε χαμηλές δόσεις – από διαφορετικές πηγές). Αυτό θα πρέπει, ωστόσο, να εξεταστεί από την EFSA στο μέλλον. Σύμφωνα με έναν από τους κύριους στόχους του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1935/2004, δηλαδή την προστασία της ανθρώπινης υγείας, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να εξετάσει τις συνέπειες του «φαινομένου κοκτέιλ» και των πολλαπλών εκθέσεων κατά τον καθορισμό ορίων μετανάστευσης που θεωρούνται ασφαλή για την ανθρώπινη υγεία .
Ένας άλλος τομέας που πρέπει να ενισχυθεί και να βελτιωθεί είναι η ισχύουσα νομοθεσία είναι η ιχνηλασιμότητα. Η ιχνηλασιμότητα όλων των FCM πρέπει να εξασφαλίζεται σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού, προκειμένου να διευκολυνθούν οι σωστοί έλεγχοι.
Για τα ενδιαφερόμενα μέρη, ένα βασικό μέσο για τη διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας είναι η λεγόμενη «Δήλωση Συμμόρφωσης» που πιστοποιεί ότι ένα FCM πληροί τα απαιτούμενα πρότυπα. Σύμφωνα με τον κανονισμό πλαίσιο, η δήλωση συμμόρφωσης πρέπει να συνοδεύει όλα τα εναρμονισμένα FCM με τις σχετικές πληροφορίες, ώστε να καταστούν δυνατοί οι αξιόπιστοι έλεγχοι και ο εντοπισμός. Στην πράξη, όμως, τα έγγραφα δεν είναι πάντα διαθέσιμα για σκοπούς επιβολής του νόμου και, όποτε είναι διαθέσιμα, η ποιότητα (δηλαδή η ακρίβεια και πληρότητα) της δήλωσης συμμόρφωσης δεν αρκεί πάντα για να εξασφαλίσει ότι αποτελεί αξιόπιστη πηγή τεκμηρίωσης της συμμόρφωσης.
Τα ίδια πρότυπα για την ιχνηλασιμότητα και τη συμμόρφωση πρέπει να ισχύουν για FCM που εισάγονται από τρίτες χώρες. Ωστόσο, όπως και για την ομάδα FCM που αποτελούν αντικείμενα εμπορίας εντός της ΕΕ, τα στοιχεία δείχνουν ότι σε πολλά κράτη μέλη σήμερα, η τεκμηρίωση που πρέπει να συνοδεύει τα FCM που διατίθενται στην αγορά της ΕΕ συχνά είτε δεν είναι διαθέσιμα είτε είναι ελλιπή.
Σε σχέση με τους ελέγχους, φαίνεται ότι μόνο ορισμένα κράτη μέλη διενεργούν ελέγχους σε τακτική βάση, σύμφωνα με τον κανονισμό 882/2004 όσον αφορά τους επίσημους ελέγχους στα τρόφιμα και τις ζωοτροφές, ενώ άλλα διενεργούν ελέγχους από καιρό σε καιρό. Κατά συνέπεια, υπάρχουν διαφορές στην ένταση των ελέγχων για το ίδιο FCM σε ολόκληρη την ΕΕ. Ένα ακόμη εύρημα είναι ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν απαιτούν καν τις εταιρείες που παράγουν ή εισάγουν FCM να καταχωρίζουν επισήμως την επιχειρηματική τους δραστηριότητα, γεγονός που αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για την εφαρμογή των κατάλληλων ελέγχων.
Εν κατακλείδι, είναι απαραίτητη η ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ για την αντιμετώπιση της έλλειψης συγκεκριμένων μέτρων της ΕΕ και για τα κενά στην αξιολόγηση των κινδύνων, την ιχνηλασιμότητα, την τήρηση και τον έλεγχο. Ο εισηγητής καλεί την Επιτροπή να αναθεωρήσει το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο που θα βασίζεται στις συστάσεις πολιτικής που περιέχονται στην παρούσα έκθεση, προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή της νομοθεσίας και για την καλύτερη επίτευξη των στόχων της, που είναι η διασφάλιση και η προστασία της υγείας των καταναλωτών και η διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Ημερομηνία έγκρισης |
12.7.2016 |
|
|
|
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
61 3 0 |
|||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Marco Affronte, Margrete Auken, Pilar Ayuso, Zoltán Balczó, Catherine Bearder, Ivo Belet, Simona Bonafè, Biljana Borzan, Lynn Boylan, Cristian-Silviu Buşoi, Soledad Cabezón Ruiz, Nessa Childers, Alberto Cirio, Birgit Collin-Langen, Mireille D’Ornano, Miriam Dalli, Seb Dance, Jørn Dohrmann, Ian Duncan, Stefan Eck, Bas Eickhout, Eleonora Evi, José Inácio Faria, Karl-Heinz Florenz, Francesc Gambús, Elisabetta Gardini, Gerben-Jan Gerbrandy, Jens Gieseke, Julie Girling, Sylvie Goddyn, Françoise Grossetête, Andrzej Grzyb, Anneli Jäätteenmäki, Jean-François Jalkh, Karin Kadenbach, Kateřina Konečná, Giovanni La Via, Peter Liese, Norbert Lins, Valentinas Mazuronis, Susanne Melior, Miroslav Mikolášik, Massimo Paolucci, Gilles Pargneaux, Piernicola Pedicini, Pavel Poc, Frédérique Ries, Michèle Rivasi, Annie Schreijer-Pierik, Renate Sommer, Dubravka Šuica, Tibor Szanyi, Nils Torvalds, Jadwiga Wiśniewska, Damiano Zoffoli |
||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Paul Brannen, Nicola Caputo, Martin Häusling, Merja Kyllönen, Christel Schaldemose, Keith Taylor, Νίκος Ανδρουλάκης |
||||
Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Jiří Maštálka, Maurice Ponga |
||||
- [1] ΕΕ L 338 της 13.11.2004, σ. 4.
- [2] ΕΕ L 384 της 29.12.2006, σ. 75.
- [3] ΕΕ L 12 της 15.1.2011, σ. 1.
- [4] PE 581.411
- [5] PE 578.967
- [6] Kortenkamp 2009. http://ec.europa.eu/environment/chemicals/effects/pdf/report_mixture_toxicity.pdf
- [7] http://register.consilium.europa.eu/doc/srv?l=EN&f=ST%2017820%202009%20INIT
- [8] 7ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον ΕΕ L 354, της 28.12.2013, σ. 171, http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=CELEX:32013D1386
- [9] http://www.who.int/ceh/publications/endocrine/en/
- [10] ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1.
- [11] Recent developments in the risk assessment of chemicals in food and their potential impact on the safety assessment of substances used in food contact materials (Πρόσφατες εξελίξεις όσον αφορά την αξιολόγηση κινδύνων των χημικών ουσιών στα τρόφιμα και τον πιθανό τους αντίκτυπο στην εκτίμηση της ασφάλειας των ουσιών που χρησιμοποιούνται σε υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα) - Δελτίο EFSA 2016·14(1):4357 [σ. 28] https://www.efsa.europa.eu/en/efsajournal/pub/4357
- [12] http://www.efsa.europa.eu/sites/default/files/scientific_output/files/main_documents/4357.pdf
- [13] ΕΕ L 167, 27.6.2012, σ. 1.
- [14] Επιτροπή Κοινωνικοοικονομικής Ανάλυσης (SEAC), γνωμοδότηση σχετικά με την κατάρτιση φακέλου για το παράρτημα XV που προτείνει περιορισμούς σχετικά με τη δισφαινόλη Α, σ. 13. http://www.echa.europa.eu/documents/10162/13641/bisphenol_a_seac_draft_opinion_en.pdf