ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την ετήσια έκθεση του 2014 για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης

9.9.2016 - (2015/2326(INI))

Επιτροπή Νομικών Θεμάτων
Εισηγήτρια: Heidi Hautala

Διαδικασία : 2015/2326(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A8-0262/2016
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A8-0262/2016
Συζήτηση :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την ετήσια έκθεση του 2014 για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης

(2015/2326(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την 32η ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης (2014) (COM(2015)0329),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής με τίτλο «Έκθεση αξιολόγησης της πρωτοβουλίας EU Pilot» (COM(2010)0070),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής με τίτλο «Δεύτερη έκθεση αξιολόγησης της πρωτοβουλίας EU Pilot» (COM(2011)0930),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 20ής Μαρτίου 2002, όσον αφορά τις σχέσεις με τον καταγγέλλοντα στον τομέα των παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου (COM(2002)0141),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 2ας Απριλίου 2012 με τίτλο «Επικαιροποίηση του χειρισμού των σχέσεων με τους καταγγέλλοντες όσον αφορά την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης» (COM(2012)0154),

–  έχοντας υπόψη τη συμφωνία-πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

–   έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου που συνήφθη μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με την 30ή και την 31η έκθεση της Επιτροπής για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ[1],

–  σύμφωνα με το άρθρο 52 και το άρθρο 132 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Αναφορών (A8-0262/2016),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 17 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) ορίζει τον θεμελιώδη ρόλο της Επιτροπής ως «θεματοφύλακα των Συνθηκών»·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 ΣΕΕ, ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΧΘΔΕΕ) έχει το ίδιο νομικό κύρος με τις Συνθήκες, απευθύνεται δε στα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης και στα κράτη μέλη όταν εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης (άρθρο 51 παράγραφος 1 ΧΘΔΕΕ)·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 258 παράγραφοι 1 και 2 ΣΛΕΕ, η Επιτροπή διαβιβάζει αιτιολογημένη γνώμη σε κράτος μέλος, όταν κρίνει ότι αυτό δεν εκπλήρωσε υποχρέωσή του εκ των Συνθηκών, και δύναται να προσφύγει στο Δικαστήριο, εάν το εν λόγω κράτος μέλος δεν συμμορφωθεί με τη γνώμη αυτή εντός προθεσμίας που του τάσσει η Επιτροπή·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η συμφωνία -πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπει ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με όλες τις διαδικασίες επί παραβάσει με βάση προειδοποιητικές επιστολές, αλλά δεν καλύπτει την άτυπη διαδικασία «EU Pilot», που προηγείται της κίνησης επίσημης διαδικασίας επί παραβάσει·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή επικαλείται το άρθρο 4 παράγραφος 3 ΣΕΕ και την αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας μεταξύ Ένωσης και κρατών μελών προκειμένου να υλοποιήσει την υποχρέωσή της να τηρεί διακριτική στάση έναντι των κρατών μελών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας EU Pilot·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι με τη διαδικασία EU Pilot επιδιώκεται μια στενότερη και συνεκτικότερη συνεργασία μεταξύ Επιτροπής και κρατών μελών προκειμένου να αντιμετωπίζονται, κατά το δυνατόν, εγκαίρως οι παραβιάσεις του ενωσιακού δικαίου και να αποτρέπεται η ανάγκη προσφυγής στη διαδικασία επί παραβάσει·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2014 η Επιτροπή έλαβε 3.715 καταγγελίες σχετικά με πιθανές παραβιάσεις του ενωσιακού δικαίου, τα δε κράτη μέλη κατά των οποίων υποβλήθηκαν οι περισσότερες από αυτές τις καταγγελίες ήταν η Ισπανία (553), η Ιταλία (475) και η Γερμανία (276)·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2014 η Επιτροπή κίνησε 893 νέες διαδικασίες επί παραβάσει, τα δε κράτη μέλη με τις περισσότερες εκκρεμείς διαδικασίες ήταν η Ελλάδα (89), η Ιταλία (89) και η Ισπανία (86)·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 41 ΧΘΔΕΕ ορίζει το δικαίωμα στη χρηστή διοίκηση ως το δικαίωμα κάθε προσώπου στην αμερόληπτη, δίκαιη και εντός ευλόγου προθεσμίας εξέταση των υποθέσεών του από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης και ότι το άρθρο 298 ΣΛΕΕ προβλέπει ότι, κατά την εκπλήρωση της αποστολής τους, τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμοί της Ένωσης στηρίζονται σε ευρωπαϊκή διοίκηση ανοιχτή, αποτελεσματική και ανεξάρτητη·

1.  επισημαίνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 17 ΣΛΕΕ, η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του ΧΘΔΕΕ (άρθρο 6 παράγραφος 1 ΣΕΕ), οι διατάξεις του οποίου απευθύνονται στα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης και στα κράτη μέλη όταν εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης·

2.  αναγνωρίζει ότι τα κράτη μέλη φέρουν την κύρια ευθύνη για την ορθή μεταφορά και εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, τονίζει, ωστόσο, ότι αυτό δεν απαλλάσσει τα θεσμικά όργανα της ΕΕ από την υποχρέωσή τους να σέβονται το πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ κατά τη θέσπιση του παράγωγου δικαίου της Ένωσης·

3.  τονίζει τον θεμελιώδη ρόλο της Επιτροπής στην εποπτεία της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ και στην υποβολή της ετήσιας έκθεσης προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο· ζητεί από την Επιτροπή να συνεχίσει να διαδραματίζει ενεργό ρόλο στην ανάπτυξη διάφορων εργαλείων για τη βελτίωση της εφαρμογής, της επιβολής και της τήρησης του ενωσιακού δικαίου στα κράτη μέλη και για την παροχή στοιχείων για την εφαρμογή των κανονισμών της ΕΕ στην επόμενη ετήσια έκθεση της Επιτροπής, πέρα από εκείνα που αφορούν την εφαρμογή των οδηγιών της ΕΕ·

4.   αναγνωρίζει ότι τα κράτη μέλη φέρουν την κύρια ευθύνη για την ορθή μεταφορά και εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, και υπογραμμίζει ότι τα κράτη μέλη οφείλουν επίσης, όταν εφαρμόζουν το ενωσιακό δίκαιο, να σέβονται πλήρως τις θεμελιώδεις αξίες και τα θεμελιώδη δικαιώματα που έχουν κατοχυρωθεί στις συνθήκες και στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ· επισημαίνει ότι ο έλεγχος και η αξιολόγηση της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Επιτροπής· καλεί για τον σκοπό αυτό εκ νέου τα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν συστηματικά τους πίνακες συσχετισμού, τονίζει, ωστόσο, ότι αυτό δεν απαλλάσσει τα θεσμικά όργανα της ΕΕ από την υποχρέωσή τους να σέβονται το πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ κατά τη θέσπιση του παράγωγου δικαίου της Ένωσης· γνωρίζει ότι πρέπει να κάνει χρήση των εκθέσεων εφαρμογής όσον αφορά τις τομεακές νομοθεσίες·

5.  αναγνωρίζει ότι στη συνάρτηση αυτή ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι ζωτικής σημασίας αφού ασκεί πολιτικό έλεγχο στις ενέργειες της Επιτροπής αναφορικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας, ελέγχει τις ετήσιες εκθέσεις παρακολούθησης της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ και εγκρίνει τα σχετικά κοινοβουλευτικά ψηφίσματα· επισημαίνει ότι το ΕΚ θα μπορούσε να συνεισφέρει περισσότερο στην έγκαιρη και ορθή μεταφορά της νομοθεσίας της ΕΕ στα εθνικά δίκαια, μεταδίδοντας την εμπειρία που αποκτά κατά τη διαδικασία λήψης νομοθετικών αποφάσεων μέσω προκαθορισμένων σχέσεων με τα εθνικά κοινοβούλια·

6.  επισημαίνει ότι η έγκαιρη και ορθή μεταφορά του δικαίου της ΕΕ στην εθνική νομοθεσία και ένα σαφές εθνικό νομοθετικό πλαίσιο θα πρέπει να αποτελούν προτεραιότητα για τα κράτη μέλη προκειμένου να αποφεύγονται οι παραβάσεις της νομοθεσίας της ΕΕ ενώ παράλληλα θα παρέχονται στα άτομα και στις επιχειρήσεις τα σκοπούμενα οφέλη χάρη στην αποτελεσματική και ουσιαστική εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ·

7.  υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο των κοινωνικών εταίρων, των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και άλλων ενδιαφερόμενων φορέων όσον αφορά τη θέσπιση νομοθεσίας και τον έλεγχο και την επισήμανση ελλείψεων κατά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ από τα κράτη μέλη· επισημαίνει την αναγνώριση, εκ μέρους της Επιτροπής, του ρόλου των ενδιαφερόμενων φορέων, μέσω της δρομολόγησης, το 2014, νέων εργαλείων που διευκολύνουν την εν λόγω διαδικασία· ενθαρρύνει τους ενδιαφερόμενους φορείς να συνεχίσουν να επαγρυπνούν εν προκειμένω στο μέλλον·

8.  αναγνωρίζει τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει η αποτελεσματική εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ στην ενίσχυση της αξιοπιστίας των θεσμικών οργάνων της ΕΕ· εκτιμά τη σημασία που προσδίδει η ετήσια έκθεση της Επιτροπής στις αναφορές που υποβάλλουν πολίτες, επιχειρήσεις και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών οι οποίες αποτελούν θεμελιώδες δικαίωμα που έχει κατοχυρωθεί με τη συνθήκη της Λισαβόνας, σημαντικό στοιχείο της ευρωπαϊκής ιθαγένειας και σημαντικό μέσο παρακολούθησης της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ και του εντοπισμού πιθανών κενών σε αυτό μέσω της απευθείας έκφρασης των απόψεων και των εμπειριών των πολιτών, παράλληλε με τις εκλογές και τα δημοψηφίσματα που εξακολουθούν να αποτελούν την κύρια οδό της δημοκρατικής έκφρασης·

9.  θεωρεί ότι οι μη ρεαλιστικές προθεσμίες για την εφαρμογή της νομοθεσίας μπορούν να καταστήσουν αδύνατη τη συμμόρφωση των κρατών μελών, γεγονός που ισοδυναμεί με σιωπηρή αποδοχή των καθυστερήσεων στην εφαρμογή· καλεί τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα να συμφωνήσουν σε πιο κατάλληλα χρονοδιαγράμματα για την εφαρμογή των κανονισμών και οδηγιών, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις απαιτούμενες προθεσμίες ελέγχου και διαβούλευσης· πιστεύει ότι η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει εκθέσεις, αξιολογήσεις και νομοθετικές αναθεωρήσεις στις προθεσμίες που έχουν συμφωνηθεί από τους συννομοθέτες και όπως ορίζεται στη σχετική νομοθεσία·

10.   επιδοκιμάζει το γεγονός ότι στη νέα Διοργανική Συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου περιλαμβάνονται διατάξεις με στόχο να βελτιωθεί η μεταφορά και εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ και να προωθηθεί μια πιο δομημένη συνεργασία στο ζήτημα αυτό· στηρίζει την έκκληση που διατυπώνεται στη συμφωνία αυτή για τον καλύτερο εντοπισμό των εθνικών μέτρων που δεν αφορούν αυστηρά με την ενωσιακή νομοθεσία (μια πρακτική που είναι γνωστή ως «κανονιστικός υπερθεματισμός»)· τονίζει τη σπουδαιότητα της ενίσχυσης της διαδικασίας μεταφοράς και την ανάγκη να κοινοποιούν τα κράτη μέλη και να επισημαίνουν σαφώς τα εθνικά μέτρα που συμπληρώνουν τις ευρωπαϊκές οδηγίες· τονίζει ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει, κατά την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας, να μην επιβαρύνουν χωρίς λόγο τη νομοθεσία αυτή, δεδομένου ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται εσφαλμένες αντιλήψεις όσον αφορά την νομοπαραγωγική δραστηριότητα της ΕΕ και αυξάνεται αδικαιολόγητα ο σκεπτικισμός των πολιτών· υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι αυτό δεν θίγει με κανέναν τρόπο το δικαίωμα των κρατών μελών να θεσπίζουν σε εθνικό επίπεδο αυστηρότερα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα από όσα έχουν συμφωνηθεί σε επίπεδο ΕΕ·

11.  υπογραμμίζει ότι το Κοινοβούλιο θα πρέπει να διαδραματίζει έναν ισχυρότερο ρόλο κατά την εξέταση του τρόπου με τον οποίο οι υποψήφιες προς ένταξη χώρες και οι χώρες με τις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συνάψει συμφωνίες σύνδεσης τηρούν το δίκαιο της ΕΕ· προτείνει στη συνάρτηση αυτή να παρασχεθεί στις χώρες αυτές κατάλληλη βοήθεια υπό μορφήν διαρκούς συνεργασίας με τα εθνικά τους κοινοβούλια στον τομέα της τήρησης και εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ·

12.  φρονεί ότι το Κοινοβούλιο θα πρέπει να συντάσσει κανονικές εκθέσεις και όχι απλώς ψηφίσματα για όλες τις υποψήφιες χώρες σε συνάρτηση με τις ετήσιες εκθέσεις προόδου που συντάσσει η Επιτροπή, προκειμένου να παρέχεται σε όλες τις ενδιαφερόμενες επιτροπές η δυνατότητα να γνωμοδοτούν σχετικά· πιστεύει ότι η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να συντάσσει εκθέσεις προόδου για όλες τις χώρες της ευρωπαϊκής γειτονίας οι οποίες έχουν υπογράψει συμφωνίες σύνδεσης, ούτως ώστε να μπορεί το Κοινοβούλιο να προβαίνει σε μια σοβαρή και συστηματική αξιολόγηση της προόδου που έχουν σημειώσει οι χώρες αυτές στον τομέα της εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου που συναρτάται με τα ζητήματα της σύνδεσης·

13.  χαιρετίζει την 32η «ετήσια έκθεση της Επιτροπής για τον έλεγχο και την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης» και επισημαίνει ότι το 2013 το περιβάλλον, οι μεταφορές, η εσωτερική αγορά και οι υπηρεσίες υπήρξαν οι τομείς πολιτικής στους οποίους οι περισσότερες υποθέσεις παράβασης συνέχισαν να εκκρεμούν και το 2014· επισημαίνει επίσης ότι το 2014 το περιβάλλον, η υγεία, η προστασία των καταναλωτών, η κινητικότητα και οι μεταφορές αποτέλεσαν και πάλι τους τομείς πολιτικής, σε συνάρτηση με τους οποίους κινήθηκε ο μεγαλύτερος αριθμός νέων διαδικασιών επί παραβάσει· παροτρύνει την Επιτροπή, χάριν της διασφάλισης διοργανικής διαφάνειας, να προσφέρει στο Κοινοβούλιο καλύτερη πρόσβαση σε έγγραφα που αφορούν υποθέσεις παραβίασης του δικαίου της ΕΕ·

14.  διαπιστώνει ότι, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση, «ο αριθμός των επίσημων διαδικασιών επί παραβάσει έχει μειωθεί κατά τα τελευταία πέντε χρόνια» και ότι σύμφωνα με την Επιτροπή, αυτό αποτυπώνει την αποτελεσματικότητα του δομημένου διαλόγου με τα κράτη μέλη μέσω του EU Pilot· θεωρεί, συνεπώς, ότι η μείωση που σημειώθηκε τα τελευταία έτη και η μείωση που αναμένεται να σημειωθεί κατά τα προσεχή έτη οφείλονται στη διαρκή πτώση του αριθμού νέων νομοθετικών προτάσεων της Επιτροπής· τονίζει ωστόσο ότι, σε περίπτωση καθυστερημένης μεταφοράς οδηγιών, η Επιτροπή δεν εφαρμόζει τη διαδικασία EU Pilot·

15.   επισημαίνει ότι με την εκ των υστέρων αυτή αξιολόγηση δεν αίρεται η υποχρέωση της Επιτροπής να παρακολουθεί εγκαίρως και με αποτελεσματικό τρόπο τη μεταφορά και εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ, τονίζει δε ότι το Κοινοβούλιο θα μπορούσε, μέσω του ελέγχου που ασκεί στην Επιτροπή, να συμμετέχει στην παρακολούθηση της εφαρμογής των νομοθετικών διατάξεων·

16.  επισημαίνει ότι η αύξηση του αριθμού των νέων υποθέσεων «EU Pilot» κατά την υπό εξέταση περίοδο και η μείωση του αριθμού των εκκρεμών διαδικασιών επί παραβάσει, καταδεικνύουν σύμφωνα με την ετήσια έκθεση, ότι το σύστημα «EU Pilot» έχει αποδείξει την αξία του και είχε θετικό αντίκτυπο με την προώθηση της αποτελεσματικότερης επιβολής του δικαίου της ΕΕ· επαναλαμβάνει, ωστόσο, ότι η επιβολή του δικαίου της ΕΕ δεν είναι επαρκώς διαφανής ούτε υπόκειται σε πραγματικό έλεγχο εκ μέρους των προσφευγόντων και των ενδιαφερομένων μερών, και εκφράζει τη λύπη του επειδή, παρά τις επανειλημμένες αιτήσεις του, το Κοινοβούλιο εξακολουθεί να έχει ανεπαρκή πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία «EU Pilot» και τις εκκρεμείς υποθέσεις· καλεί την Επιτροπή, στο πλαίσιο αυτό, να διασφαλίσει περισσότερη διαφάνεια αναφορικά με τις πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία «EU Pilot» και τις εκκρεμείς υποθέσεις·

17.  φρονεί ότι οι χρηματικές ποινές λόγω μη τήρησης του ενωσιακού δικαίου πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές, να λαμβάνονται υπόψη οι συνεχείς παραλείψεις στον τομέα αυτό και να γίνονται σεβαστά τα νομικά δικαιώματα των κρατών μελών·

18.  υπενθυμίζει ότι σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση που εδράζεται στο κράτος δικαίου και στην ασφάλεια και προβλεψιμότητα του νόμου, θα πρέπει οι πολίτες της ΕΕ, πρώτα από όλους, να είναι σε θέση να γνωρίζουν με σαφή, προσιτό, διαφανή και γρήγορο τρόπο (μέσω Διαδικτύου και με άλλα μέσα) εάν και ποιοι εθνικοί νόμοι έχουν εκδοθεί με μεταφορά του δικαίου της ΕΕ στην εσωτερική νομοθεσία, και ποιες εθνικές αρχές είναι υπεύθυνες για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής τους·

19.  καλεί την Επιτροπή να διασυνδέσει όλες τις δικτυακές πύλες, τα σημεία πρόσβασης και τους ενημερωτικούς ιστοτόπους σε μια ενιαία δικτυακή πύλη που θα παρέχει στους πολίτες εύκολη πρόσβαση σε ηλεκτρονικά έντυπα καταγγελιών και φιλικές προς το χρήστη πληροφορίες για τις διαδικασίες επί παραβάσει· ζητεί, επιπλέον, από την Επιτροπή να περιλάβει πιο λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τη χρήση αυτών των δικτυακών πυλών στην επόμενη έκθεση παρακολούθησής της·

20.  επισημαίνει ότι η ειλικρινής συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και του Κοινοβουλίου αποτελεί υποχρέωση και των δύο θεσμικών οργάνων· ζητεί, συνεπώς, να αναθεωρηθεί η συμφωνία-πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ώστε να καταστεί δυνατή η παροχή ενημέρωσης σχετικά με τις διαδικασίες «EU Pilot» υπό μορφή (εμπιστευτικού) εγγράφου προς την κοινοβουλευτική επιτροπή που είναι αρμόδια για την ερμηνεία και την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης·

21.  υπενθυμίζει ότι στο ψήφισμά του της 15ης Ιανουαρίου 2013, το Κοινοβούλιο ζήτησε την έγκριση ενός κανονισμού της ΕΕ σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού διοικητικού διαδικαστικού δικαίου σύμφωνα με το άρθρο 298 ΣΛΕΕ, αλλά ότι, παρά το γεγονός ότι το ψήφισμα εγκρίθηκε με συντριπτική πλειοψηφία (572 ψήφοι υπέρ, 16 κατά και 12 αποχές), η Επιτροπή δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα του Κοινοβουλίου να υποβάλει σχετική πρόταση· καλεί την Επιτροπή να επανεξετάσει το ψήφισμα του Κοινοβουλίου με στόχο την υποβολή πρότασης νομοθετικής πράξης σχετικά με το διοικητικό διαδικαστικό δίκαιο·

22.  εκφράζει, ειδικότερα, τη λύπη του για το γεγονός ότι δεν δόθηκε συνέχεια στην έκκλησή του για τη θέσπιση δεσμευτικών κανόνων υπό μορφήν ενός κανονισμού που θα καθορίζει τις διάφορες πτυχές της διαδικασίας επί παραβάσει και της προδικασίας, όπως κοινοποιήσεις, δεσμευτικές προθεσμίες, το δικαίωμα ακρόασης και η υποχρέωση αιτιολόγησης, καθώς και το δικαίωμα κάθε προσώπου να έχει πρόσβαση στο φάκελό του, προκειμένου να ενισχυθούν τα δικαιώματα των πολιτών και να διασφαλίζεται διαφάνεια·

23.  επισημαίνει, στη συνάρτηση αυτή, ότι η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων έχει συγκροτήσει μια νέα ομάδα εργασίας για το διοικητικό δίκαιο, η οποία έχει αποφασίσει να εκπονήσει ένα συγκεκριμένο σχέδιο κανονισμού σχετικά με τη διοικητική διαδικασία που εφαρμόζει η διοίκηση της Ένωσης για να αποτελέσει «πηγή έμπνευσης» για την Επιτροπή, με στόχο όχι να αμφισβητήσει το δικαίωμα πρωτοβουλίας της Επιτροπής, αλλά να αποδείξει ότι η θέσπιση του κανονισμού αυτού είναι και χρήσιμη και εφικτή·

24.  πιστεύει ότι στόχος του εν λόγω σχεδίου κανονισμού δεν είναι να αντικαταστήσει την ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ, αλλά αντιθέτως να την συμπληρώσει όταν ανακύπτουν προβλήματα αναφορικά με την ερμηνεία και να προσδώσει περισσότερη προσβασιμότητα, σαφήνεια και συνοχή στην ερμηνεία των ισχυουσών διατάξεων προς όφελος τόσο των πολιτών και των επιχειρήσεων όσο και της διοίκησης και των υπαλλήλων της·

25.  καλεί, συνεπώς, για μια ακόμη φορά την Επιτροπή να υποβάλει μια νομοθετική πρόταση σχετικά με ένα ευρωπαϊκό διοικητικό διαδικαστικό δίκαιο, λαμβάνοντας υπόψη τη δράση που έχει αναλάβει έως τώρα το Κοινοβούλιο προς αυτήν την κατεύθυνση·

26.   υπενθυμίζει ότι όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, ακόμη και όταν ενεργούν ως μέλη ομάδων διεθνών δανειστών («τρόικες»), δεσμεύονται από τις Συνθήκες και τον ΧΘΔΕΕ·

27.  καλεί την Επιτροπή να καταστήσει τη συμμόρφωση προς το δίκαιο της ΕΕ πραγματική πολιτική προτεραιότητα που πρέπει να επιδιώκεται σε στενή συνεργασία με το Κοινοβούλιο, το οποίο έχει καθήκον α) να εξασφαλίζει ότι η Επιτροπή παραμένει πολιτικά υπόλογη και β), ως συννομοθέτης, να διασφαλίζει ότι τηρείται πλήρως ενήμερο προκειμένου να βελτιώνει συνεχώς το νομοθετικό του έργο·

28.  τάσσεται υπέρ της δημιουργίας ενός μηχανισμού στο πλαίσιο του Κοινοβουλίου για τον έλεγχο της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου στα κράτη μέλη, με τον οποίο θα αναλύεται το πρόβλημα της μη συμμόρφωσης κατά συγκεκριμένο ανά χώρα τρόπο και θα λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι οι αρμόδιες μόνιμες επιτροπές του Κοινοβουλίου ελέγχουν την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου στο πλαίσιο των αντιστοίχων αρμοδιοτήτων τους.

29.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή καθώς και στην Επιτροπή των Περιφερειών, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Η 32η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ περιλαμβάνει, για μια ακόμη φορά, ενδιαφέρουσες πληροφορίες όσον αφορά τη μεταφορά και την εφαρμογή στην πράξη του δικαίου της ΕΕ. Από την έκθεση προκύπτει, συνεπώς, ότι το περιβάλλον, οι μεταφορές, η εσωτερική αγορά και οι υπηρεσίες εξακολουθούν να αποτελούν τους τομείς πολιτικής στους οποίους οι περισσότερες υποθέσεις παράβασης των συνθηκών παρέμειναν εκκρεμείς το 2014. Στην ετήσια έκθεση τονίζεται επίσης ότι ο αριθμός των επίσημων διαδικασιών επί παραβάσει έχει μειωθεί κατά τα τελευταία πέντε χρόνια. Σύμφωνα με την Επιτροπή, αυτό αποτυπώνει την αποτελεσματικότητα του διαλόγου με τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της διαδικασίας EU Pilot. Ωστόσο, έχοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο εξακολουθεί να διαθέτει περιορισμένη πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία EU Pilot, καθώς και σε εκκρεμούσες υποθέσεις, δεν μπορεί εύκολα να αξιολογηθεί σε ποιο βαθμό η μείωση των επίσημων διαδικασιών επί παραβάσει αποτυπώνει πράγματι την εκ μέρους των κρατών μελών τήρηση του ενωσιακού δικαίου και όχι συμβιβαστικές λύσεις μεταξύ Επιτροπής και κρατών μελών που παραβιάζουν το ενωσιακό δίκαιο. Από την έκθεση, μπορεί, συνεπώς, να συναχθεί ότι η επιβολή του ενωσιακού δικαίου εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από μειωμένη διαφάνεια. Στη συνάρτηση αυτή, η εισηγήτρια φρονεί ότι οι προτάσεις που υπέβαλε η νέα ομάδα εργασίας για το διοικητικό δίκαιο που συγκροτήθηκε από την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων μπορούν να αποτελέσουν πολύτιμη πηγή έμπνευσης για την Επιτροπή, δεδομένου ότι αποδεικνύουν ότι η θέσπιση ενός κανονισμού που θα διέπει τη διοικητική διαδικασία των διοικητικών υπηρεσιών της Ένωσης είναι και χρήσιμη και εφικτή. Η εισηγήτρια πιστεύει επίσης ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί και πρέπει να διαδραματίζει ένα πιο δομημένο ρόλο τόσο κατά την εξέταση του τρόπου με τον οποίο οι υποψήφιες προς ένταξη χώρες και οι χώρες με τις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συνάψει συμφωνίες σύνδεσης τηρούν το ενωσιακό δίκαιο όσο και κατά την παροχή κατάλληλης προς τούτο υποστήριξης στις χώρες αυτές.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (28.4.2016)

προς την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων

σχετικά με τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης: ετήσια έκθεση για το 2014
(2015/2326(INI))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Ramon Tremosa i Balcells

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής καλεί την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2014 η Επιτροπή έλαβε 3.715 καταγγελίες σχετικά με πιθανές παραβιάσεις του ενωσιακού δικαίου, τα δε κράτη μέλη κατά των οποίων υποβλήθηκαν οι περισσότερες από αυτές τις καταγγελίες ήταν η Ισπανία (553), η Ιταλία (475) και η Γερμανία (276)·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2014 η Επιτροπή κίνησε 893 νέες διαδικασίες επί παραβάσει, τα δε κράτη μέλη με τις περισσότερες εκκρεμείς διαδικασίες ήταν η Ελλάδα (89), η Ιταλία (89) και η Ισπανία (86)·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι μεταξύ των ετών 2010 και 2014 εκκρεμούσαν 3.550 διαδικασίες εξαιτίας της καθυστερημένης μεταφοράς 439 οδηγιών στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών, ενώ κατά μέσο όρο 8 κράτη μέλη παραβίασαν κάθε οδηγία που εγκρίθηκε κατά το χρονικό αυτό διάστημα· το Βέλγιο (36), η Ρουμανία (34) και η Σλοβενία (26) ήταν τα κράτη μέλη που επηρεάστηκαν περισσότερο[1]·

1.  θεωρεί ότι η αποτελεσματικότητα του δικαίου της Ένωσης υπονομεύεται συστηματικά από τη μη ικανοποιητική εφαρμογή του από τα κράτη μέλη και τα μη ικανοποιητικά μέτρα που λαμβάνει στη συνέχεια η Επιτροπή· σημειώνει ότι η έλλειψη εφαρμογής και εκτέλεσης συμβάλλει σημαντικά στη δημιουργία μιας σειράς κρίσεων στην Ευρώπη, δημιουργεί άνισους όρους ανταγωνισμού εντός της εσωτερικής αγοράς και τονίζει ότι η βελτίωση της εφαρμογής της νομοθεσίας της ΕΕ μπορεί να τονώσει την προσήλωση και την εμπιστοσύνη των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους σκοπούς και τους στόχους της·

2.  θεωρεί ότι οι μη ρεαλιστικές προθεσμίες για την εφαρμογή της νομοθεσίας μπορούν να καταστήσουν αδύνατη τη συμμόρφωση των κρατών μελών, γεγονός που ισοδυναμεί με σιωπηρή αποδοχή των καθυστερήσεων στην εφαρμογή· καλεί τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα να συμφωνήσουν σε πιο κατάλληλα χρονοδιαγράμματα για την εφαρμογή των κανονισμών και οδηγιών, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις απαιτούμενες προθεσμίες ελέγχου και διαβούλευσης· πιστεύει ότι η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει εκθέσεις, αξιολογήσεις και νομοθετικές αναθεωρήσεις στις προθεσμίες που έχουν συμφωνηθεί από τους συννομοθέτες και όπως ορίζεται στη σχετική νομοθεσία·

3.  καλεί την Επιτροπή να δημιουργήσει, για κάθε Γενική Διεύθυνση μια ιστοσελίδα που θα αναγράφει τα κράτη μέλη που δεν έχουν μεταφέρει οδηγίες ή δεν έχουν συμμορφωθεί με αποφάσεις και κανονισμούς· θεωρεί ότι αυτή θα πρέπει να επικαιροποιείται σε μηνιαία βάση και να αναφέρει ποιες οδηγίες δεν έχουν μεταφερθεί ή/και ποιες αποφάσεις και κανονισμοί δεν έχουν τηρηθεί·

4.  θεωρεί ότι η Επιτροπή πρέπει να αντιμετωπίσει πιο αποφασιστικά τις περιπτώσεις στις οποίες ορισμένες οδηγίες δεν έχουν μεταφερθεί ορθά, προκειμένου να καλύπτει τόσο ακούσιες όσο και εκούσιες ενέργειες των κρατών μελών·

5.  θεωρεί ότι αποτελεί καθήκον της Επιτροπής να αντιτάσσεται στα δύο νομοθετικά σώματα που είναι αρμόδια για τη λήψη αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πράγμα που επιτρέπει εξαιτίας των νομικών αβεβαιοτήτων και δυνητικών κινδύνων και περιπλοκών που θα μπορούσαν να προκύψουν, να λαμβάνονται αποφάσεις για σημαντικά θέματα μέσω κατ’ εξουσιοδότηση/εκτελεστικών πράξεων κατά τη διαδικασία συναπόφασης·

6.  σημειώνει με ανησυχία ότι οι ένδεκα οδηγίες στον τομέα της τραπεζικής και χρηματοπιστωτικής νομοθεσίας εξακολουθούν να μην έχουν μεταφερθεί από ένα τουλάχιστον ή περισσότερα κράτη μέλη, με τη Γερμανία να αποτελεί τη μόνη χώρα που έχει μεταφέρει όλη την υφιστάμενη νομοθεσία στον εν λόγω τομέα, και την Αυστρία να αποτελεί, το μοναδικό έτερο κράτος μέλος με λιγότερες από τρεις οδηγίες να πρέπει να μεταφερθούν[2]·

7.  επισημαίνει ότι η οδηγία για τις καθυστερήσεις πληρωμών εξακολουθεί να μην εφαρμόζεται δεόντως σε ένδεκα κράτη μέλη, και ότι η κατάσταση είναι χειρότερη στην Ιταλία, την Κύπρο, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα, όπου η καθυστέρηση πληρωμών σε συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων[3] είναι πολύ πάνω από το μέσο όρο[4], με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πρόσθετα προβλήματα για τις ΜΜΕ·

8.  επισημαίνει εξάλλου ότι δεν έχουν ακόμη μεταφερθεί η οδηγία σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, η οδηγία για τις απαιτήσεις σχετικά με τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών και η οδηγία για τα δικαιώματα των καταναλωτών[5]· ζητεί από την Επιτροπή τη στενότερη παρακολούθηση των φορολογικών και τελωνειακών πτυχών των διαδικασιών κρατικών ενισχύσεων, καθώς πρόκειται για ένα από τους τέσσερις τομείς πολιτικής όπου κινήθηκαν οι περισσότερες διαδικασίες επί παραβάσει το 2014·

9.  υπενθυμίζει ότι η μη συμμόρφωση με τα κριτήρια του Μάαστριχ και η ελλιπής και μεροληπτική επιβολή των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης από την Επιτροπή και το Συμβούλιο έχουν συμβάλει στην εκδήλωση της ευρωπαϊκής κρίσης δημοσίου χρέους που ακολούθησε την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση· εκφράζει την ανησυχία του για τη συνεχιζόμενη έλλειψη συμμόρφωσης και τη μη συστηματική επιβολή των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και ταυτόχρονα επισημαίνει ότι οι ισχύοντες κανόνες πρέπει να εφαρμόζονται με τη χρήση των ισχυουσών ρητρών ευελιξίας· ζητεί από την Επιτροπή να υιοθετήσει μια πιο προορατική στάση όσον αφορά την εφαρμογή της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών και ιδίως όσον αφορά την αποτελεσματική πρόληψη σοβαρών μακροοικονομικών και δημοσιονομικών ανισορροπιών·

10.  επισημαίνει ότι το 2014 μόνο 10 από τις 157 κύριες συστάσεις που έγιναν προς τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου εφαρμόστηκαν πλήρως ή παρουσίασαν σημαντική πρόοδο[6]· ζητεί, στο πλαίσιο αυτό, να τηρηθούν οι συστάσεις για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο που διατυπώθηκαν στην έκθεση των Πέντε Προέδρων για την εμβάθυνση της ΟΝΕ, όπως: πιο συγκεκριμένες και φιλόδοξες ειδικές ανά χώρα συστάσεις και σαφέστερη εστίαση σε καθορισμένες προτεραιότητες με ταυτόχρονη παροχή στα κράτη μέλη του απαραίτητου περιθωρίου ελιγμών κατά την εφαρμογή των ειδικών ανά χώρα συστάσεων, καθώς και συστηματικότερη χρήση διαδικασιών υποβολής εκθέσεων, αξιολόγησης από ομοτίμους και της παροχής εξηγήσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, προκειμένου να διασφαλιστεί ορθή εφαρμογή και εκτεταμένος δημόσιος διάλογος που θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερη εθνική ανάληψη ευθυνών·

11.  επισημαίνει ότι, για τα κράτη μέλη που ανήκουν στην ευρωζώνη ή συμμετέχουν στην τραπεζική ένωση, η μεταφορά της οδηγίας για την ανάκαμψη και εξυγίανση των τραπεζών (BRRD) είναι απαραίτητη για να λειτουργήσει ο ενιαίος μηχανισμός εξυγίανσης, καθώς σε πολλές περιπτώσεις οι αποφάσεις του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης πρέπει να εφαρμόζονται με βάση τη μεταφορά της οδηγίας (BRRD)[7]·

12.  σημειώνει ότι στις 22 Οκτωβρίου 2015 η Επιτροπή προσέφυγε στο Δικαστήριο της ΕΕ κατά έξι κρατών μελών[8] λόγω μη μεταφοράς της οδηγίας BRRD·

13.  εκφράζει την έντονη ανησυχία του για το γεγονός ότι δέκα κράτη μέλη δεν έχουν ακόμα εφαρμόσει την οδηγία σχετικά με τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων (DGSD)[9] και καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει για την εφαρμογή της· υπογραμμίζει τη σημασία της έγκαιρης εφαρμογής της ισχύουσας τραπεζικής νομοθεσίας και της ενίσχυσης του διαλόγου με εμπειρογνώμονες του κλάδου και οργανώσεις προστασίας των καταναλωτών ώστε να εκτιμηθεί ο αντίκτυπος και η αποτελεσματικότητα της εγκριθείσας νομοθεσίας·

14.  εκφράζει την ικανοποίησή του για τις πρώτες προτάσεις της Επιτροπής στον τομέα της ένωσης των κεφαλαιαγορών και τονίζει τη σημασία που έχει η προώθηση των επενδύσεων στην πραγματική οικονομία·

15.  θεωρεί ότι η έλλειψη αποτελεσματικής ανταλλαγής πληροφοριών στο πλαίσιο της οδηγίας σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας («DAC») έχει οδηγήσει σε αθέμιτες πρακτικές που ήταν τα κύρια αίτια της υπόθεσης LuxLeaks και άλλων καταχρηστικών φορολογικών πρακτικών σε άλλα κράτη μέλη·

16.  καλεί την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών να αξιολογήσει κατά πόσο τα τραπεζικά συστήματα των κρατών μελών που δεν συμμορφώνονται με την οδηγία BRRD και την οδηγία DGSD υφίστανται ένα ανταγωνιστικό μειονέκτημα·

17.  διαπιστώνει με απογοήτευση ότι, λόγω της αδυναμίας της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA) και της Επιτροπής να καταρτίσουν και να εγκρίνουν τα αναγκαία μέτρα επιπέδου 2 εντός του χρονικού πλαισίου που είχε τεθεί, η Επιτροπή έχει κρίνει απαραίτητο να προτείνει να καθυστερήσει κατά ένα έτος η έναρξη ισχύος της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID II) και του συνοδευτικού κανονισμού MiFIR, καθώς και να καθυστερήσει εξίσου η εφαρμογή ορισμένων διατάξεων στο πλαίσιο του κανονισμού για την κατάχρηση της αγοράς (MAR) και του κανονισμού για τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων (CSDR)·

18.  καλεί την Επιτροπή να κινήσει διαδικασίες επί παραβάσει κατά των κρατών μελών που έχουν αρνηθεί ανοικτά να τηρήσουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις αποφάσεις (ΕΕ) αριθ. 1601/2015 και αριθ. (ΕΕ) 1523/2015 του Συμβουλίου, της 14ης και 22ας Σεπτεμβρίου αντίστοιχα, οι οποίες θεσπίζουν σύστημα υποχρεωτικών ποσοστώσεων για την υποδοχή των προσφύγων.

19.  πιστεύει ότι η Επιτροπή θα πρέπει, στο μέτρο του εφικτού και του δέοντος, να προτείνει περισσότερους κανονισμούς και λιγότερες οδηγίες, προκειμένου να διασφαλίζονται ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών στο πλαίσιο των νομοθετικών διατάξεων, ιδίως όσον αφορά το ενωσιακό δίκαιο για την εσωτερική αγορά, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη ότι ο τύπος των νομοθετικών κειμένων πρέπει να συνάδει με τους στόχους και τους σκοπούς των προτάσεων·

20.  φρονεί ότι οι χρηματικές ποινές λόγω μη τήρησης του ενωσιακού δικαίου πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές, να λαμβάνονται υπόψη οι συνεχείς παραλείψεις στον τομέα αυτό και να γίνονται σεβαστά τα νομικά δικαιώματα των κρατών μελών·

21.  θεωρεί ότι ο αριθμός των επίσημων διαδικασιών επί παραβάσει μειώθηκε και συνεπεία της αποτελεσματικότητας του διαρθρωμένου διαλόγου με τα κράτη μέλη μέσω της εφαρμογής του EU Pilot·

22.  χαιρετίζει τις προσπάθειες της Επιτροπής να βελτιώσει την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης· ενθαρρύνει περαιτέρω προσπάθειες για την ενίσχυση της διαφάνειας·

23.  τάσσεται υπέρ της δημιουργίας μιας δομημένης σταθερής διαδικασίας στο πλαίσιο του Κοινοβουλίου για τον έλεγχο της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου στα κράτη μέλη, με την οποία θα αναλύεται το πρόβλημα της μη συμμόρφωσης κατά συγκεκριμένο ανά χώρα τρόπο και θα λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι οι αρμόδιες μόνιμες επιτροπές του Κοινοβουλίου ελέγχουν την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου στο πλαίσιο των αντιστοίχων αρμοδιοτήτων τους.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

26.4.2016

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

32

24

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Gerolf Annemans, Hugues Bayet, Pervenche Berès, Esther de Lange, Markus Ferber, Jonás Fernández, Elisa Ferreira, Neena Gill, Roberto Gualtieri, Brian Hayes, Gunnar Hökmark, Danuta Maria Hübner, Cătălin Sorin Ivan, Othmar Karas, Alain Lamassoure, Philippe Lamberts, Werner Langen, Sander Loones, Bernd Lucke, Olle Ludvigsson, Ivana Maletić, Fulvio Martusciello, Bernard Monot, Luděk Niedermayer, Stanisław Ożóg, Sirpa Pietikäinen, Dariusz Rosati, Pirkko Ruohonen-Lerner, Alfred Sant, Molly Scott Cato, Peter Simon, Theodor Dumitru Stolojan, Paul Tang, Ramon Tremosa i Balcells, Ernest Urtasun, Marco Valli, Cora van Nieuwenhuizen, Jakob von Weizsäcker, Pablo Zalba Bidegain, Marco Zanni, Γεώργιος Κύρτσος, Δημήτριος Παπαδημούλης

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Matt Carthy, Philippe De Backer, Mady Delvaux, Marian Harkin, Ian Hudghton, Sophia in ‘t Veld, Syed Kamall, Krišjānis Kariņš, Paloma López Bermejo, Emmanuel Maurel, Siôn Simon, Romana Tomc

Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Daniela Aiuto, Virginie Rozière

  • [1]  Τα δεδομένα στις αιτιολογικές σκέψεις A, B και Γ προέρχονται από την έκθεση της Επιτροπής με θέμα «Έλεγχος της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου - Ετήσια έκθεση 2014» (9.7.2015).
  • [2]  Ιδιαίτερα ανησυχητικές είναι οι παραβιάσεις στην Πολωνία (10), στο Λουξεμβούργο (9) και στη Σλοβενία, στην Ισπανία και στην Εσθονία (8 αντιστοίχως).
  • [3]  Business-to-business (Β2Β).
  • [4]  «Μεταφορά και εφαρμογή της οδηγίας για την καθυστέρηση πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές», Υπηρεσία Έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
  • [5]  Ευρωπαϊκή Επιτροπή - Έλεγχος της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου - Ετήσια έκθεση 2014, σ. 19-20 - http://ec.europa.eu/atwork/applying-eu-law/docs/annual_report_32/com_2015_329_en.pdf
  • [6]  Ποσοστό επιτυχίας περίπου 6,5%· Zsolt Darvas και Alvaro Leandro, ‘The Limitations of Policy Coordination in the Euro Area under the European Semester’, Bruegel, Νοέμβριος 2015.
  • [7]  Ανακοίνωση τύπου της Επιτροπής της 22.10.2015 σχετικά με την παραπομπή έξι χωρών στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μη μεταφορά της οδηγίας BRRD.
  • [8]  Τσεχική Δημοκρατία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πολωνία, Ρουμανία και Σουηδία.
  • [9]  Βέλγιο, Κύπρος, Εσθονία, Ελλάδα, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβενία και Σουηδία· Δελτίο Τύπου της Επιτροπής, 10 Δεκεμβρίου 2015.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (18.2.2016)

προς την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων

σχετικά με τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ: ετήσια έκθεση για το 2014
(2015/2326(INI))

Συντάκτρια γνωμοδότησης: Agnieszka Kozłowska-Rajewicz

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων καλεί την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

1.  υπογραμμίζει το γεγονός ότι η Επιτροπή έχει εξουσία και καθήκον να επιβλέπει την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας και να κινεί διαδικασίες επί παραβάσει κατά των κρατών μελών τα οποία δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους βάσει των Συνθηκών· ζητεί ωστόσο από την Επιτροπή, προτού κινήσει επισήμως τις διαδικασίες επί παραβάσει, να δίνει προτεραιότητα στην πρωτοβουλία «EU Pilot» και να δρομολογεί με τον τρόπο αυτό μια διαδικασία διαλόγου με τα κράτη μέλη· υπενθυμίζει στα κράτη μέλη ότι το δίκαιο της Ένωσης αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της εθνικής νομοθεσίας τους και ότι φέρουν την ευθύνη για την ορθή εφαρμογή του·

2.  επισημαίνει ότι η έγκαιρη και ορθή μεταφορά του δικαίου της ΕΕ στην εθνική νομοθεσία και ένα σαφές εθνικό νομοθετικό πλαίσιο θα πρέπει να αποτελούν προτεραιότητα για τα κράτη μέλη προκειμένου να αποφεύγονται οι παραβάσεις της νομοθεσίας της ΕΕ ενώ παράλληλα θα παρέχονται στα άτομα και στις επιχειρήσεις τα σκοπούμενα οφέλη χάρη στην αποτελεσματική και ουσιαστική εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ·

3.  υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο των κοινωνικών εταίρων, των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και άλλων ενδιαφερόμενων φορέων όσον αφορά τη θέσπιση νομοθεσίας και τον έλεγχο και την επισήμανση ελλείψεων κατά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ από τα κράτη μέλη· επισημαίνει την αναγνώριση, εκ μέρους της Επιτροπής, του ρόλου των ενδιαφερόμενων φορέων, μέσω της δρομολόγησης, το 2014, νέων εργαλείων που διευκολύνουν την εν λόγω διαδικασία· ενθαρρύνει τους ενδιαφερόμενους φορείς να συνεχίσουν να επαγρυπνούν εν προκειμένω στο μέλλον·

4.  υπογραμμίζει το γεγονός ότι το 2014 καταχωρίστηκαν 3.715 νέες καταγγελίες, ενώ η Επιτροπή έλαβε τον μεγαλύτερο αριθμό νέων καταγγελιών (666) στους τομείς της απασχόλησης, των κοινωνικών υποθέσεων και της κοινωνικής ένταξης από το 2011[1]· υπενθυμίζει ότι η ελλιπής εφαρμογή και η εσφαλμένη ή μη εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ εκ μέρους των κρατών μελών καθιστούν αναποτελεσματική τη νομοθεσία, μειώνουν σημαντικά τα κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα και, ενδέχεται να απαιτούν περαιτέρω δράση σε ενωσιακό επίπεδο, τηρουμένης απολύτως της αρχής της επικουρικότητας·

5.  υπογραμμίζει το γεγονός ότι το 2014 το Δικαστήριο δεν εξέδωσε σημαντικές αποφάσεις στον τομέα της απασχόλησης, των κοινωνικών υποθέσεων και της κοινωνικής ένταξης·

6.  επισημαίνει ότι, επί του συνόλου των 2.341 καταγγελιών που υποβλήθηκαν το 2014 στο ευρωπαϊκό δίκτυο Solvit, οι 1.458 αφορούσαν την πρόσβαση σε δικαιώματα κοινωνικής ασφάλισης και την άσκηση αυτών στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004, με τον μεγαλύτερο αριθμό των καταχωρισμένων καταγγελιών να αφορά επιδόματα τέκνων, συντάξεις και επιδόματα ανεργίας·

7.  καλεί την Επιτροπή να υποβάλει το συντομότερο δυνατόν την εδώ και καιρό αναμενόμενη αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και τον κανονισμό εφαρμογής του, ώστε να διασφαλιστεί ότι όλοι απολαύουν πλήρως των δικαιωμάτων κοινωνικής ασφάλισης· υπενθυμίζει στα κράτη μέλη την υποχρέωσή τους να συνεργάζονται στενά επί του θέματος προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι μετακινούμενοι πολίτες της ΕΕ δεν στερούνται τα δικαιώματά τους· καλεί τη διοικητική επιτροπή για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης να αξιολογεί σε ετήσια βάση τα προβλήματα που εμφανίζονται συχνότερα, να υποβάλλει συγκεκριμένες προτάσεις για τη βελτίωση της κατάστασης και να δημοσιοποιεί την αξιολόγησή της και τις προτάσεις της·

8.  επισημαίνει ότι το 2014 ο αριθμός των νέων υποθέσεων παραβάσεων λόγω καθυστερημένης μεταφοράς στον τομέα της απασχόλησης (17) αυξήθηκε ελαφρά σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (13), και ότι όλες οι υποθέσεις αυτές αφορούσαν το εργατικό δίκαιο[2]· υπενθυμίζει ότι η καθυστερημένη μεταφορά του εργατικού δικαίου αποτελεί χρόνιο πρόβλημα σε ορισμένα κράτη μέλη, και εμποδίζει τα άτομα να απολαμβάνουν τα δικαιώματά τους και να επωφελούνται του ενωσιακού δικαίου· τονίζει ότι η καθυστερημένη και εσφαλμένη μεταφορά των οδηγιών της ΕΕ έχει αρνητικές επιπτώσεις στη συνολική ασφάλεια δικαίου και στους ισότιμους όρους ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά· καλεί τα κράτη μέλη να αναλάβουν δράση, συμπεριλαμβανομένης της νομοθετικής δράσης, κατά περίπτωση προκειμένου να διασφαλιστεί η ουσιαστική και επωφελής μεταφορά των οδηγιών της ΕΕ στο εσωτερικό δίκαιο κάθε χώρας·

9.  υπογραμμίζει ότι οι καθυστερήσεις όσον αφορά τη μεταφορά δικαίου παρεμποδίζουν την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και αντιβαίνουν στα συμφέροντα τόσο των πολιτών όσο και των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα να στερούνται ορισμένα από τα δικαιώματά τους· καλεί, στη συνάρτηση αυτή, τα κράτη μέλη να μεταφέρουν το ταχύτερο δυνατόν στο εθνικό τους δίκαιο την οδηγία 2011/24/ΕΕ περί εφαρμογής των δικαιωμάτων των ασθενών στο πλαίσιο της διασυνοριακής υγειονομικής περίθαλψης, προκειμένου να εξασφαλίσουν την πρόσβαση όλων των Ευρωπαίων σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας σε άλλο κράτος μέλος της Ένωσης·

10.  τονίζει ότι στο τέλος του 2014, εκκρεμούσαν 1.347 υποθέσεις παραβάσεων, συμπεριλαμβανομένων 72 υποθέσεων που σχετίζονταν με την απασχόληση[3]·

11.  επικροτεί την Επιτροπή που, στο πλαίσιο του προγράμματός της για τον έλεγχο της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας της νομοθεσίας (REFIT), δίνει ιδιαίτερη προσοχή στο ζήτημα της εφαρμογής και επιβολής της ενωσιακής νομοθεσίας προκειμένου να αποτρέψει και να περιορίσει τον αριθμό των υποθέσεων καθυστερημένης μεταφοράς δικαίου εκ μέρους των κρατών μελών·

12.  επισημαίνει ότι οι λόγοι για την καθυστερημένη μεταφορά οδηγιών διαφέρουν από χώρα σε χώρα· προτρέπει την Επιτροπή να διενεργήσει διεξοδικές αναλύσεις στα κράτη μέλη προκειμένου να αποκτήσει σφαιρική γνώση του εν λόγω τομέα και να καταπολεμήσει στο μέλλον τις καθυστερήσεις στη μεταφορά, μέσω της πρότασης λύσεων που θα είναι συμβατές με τις ανάγκες νομικής φύσεως συγκεκριμένων κρατών μελών·

13.  επικροτεί το γεγονός ότι την τελευταία πενταετία η Επιτροπή έχει καταβάλει προσπάθειες να μειώσει τον αριθμό των επίσημων διαδικασιών επί παραβάσει, διενεργώντας έναν αποτελεσματικό δομημένο διάλογο με τα κράτη μέλη, μέσω της εφαρμογής της διαδικασίας «EU Pilot» πριν από την κίνηση της επίσημης διαδικασίας επί παραβάσει·

14.  προτρέπει την Επιτροπή, όταν καταρτίζει και αξιολογεί νομοθεσία, να λαμβάνει υπόψη τα δυνητικά οφέλη και βάρη, μεταξύ άλλων για τις ΜΜΕ, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 99% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και δημιουργούν το 85% των νέων θέσεων εργασίας· τονίζει, στη συνάρτηση αυτή, την ανάγκη να εφαρμοστεί η αρχή «Προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις (Think Small First)»· υπογραμμίζει την ανάγκη αξιολόγησης όχι μόνο των βραχυπρόθεσμων επιπτώσεων αλλά και της μακροπρόθεσμης αξίας της νομοθεσίας· τονίζει, ωστόσο, ότι όλοι οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο προστασίας όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια στον χώρο εργασίας, ανεξαρτήτως του μεγέθους της εταιρίας που τους απασχολεί·

15.  ζητεί να ληφθούν περαιτέρω μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική παρακολούθηση και επιβολή της νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένης της έγκαιρης μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και της συμμόρφωσης με τους στόχους της εν λόγω νομοθεσίας, και να αντιμετωπιστούν ολέθρια κενά όπου προκύπτουν· τονίζει την ανάγκη για σαφείς νομοθετικές πράξεις, προκειμένου να διευκολυνθεί η συμμόρφωση·

16.  τονίζει, ωστόσο, ότι η νομοθεσία της ΕΕ θέτει απλώς ελάχιστα πρότυπα τα οποία μπορούν να βελτιωθούν από τα κράτη μέλη στην εθνική νομοθεσία τους·

17.  πιστεύει ότι οι εκτιμήσεις επιπτώσεων θα πρέπει να περιλαμβάνουν ελέγχους ΜΜΕ και ανταγωνιστικότητας ώστε να διασφαλιστεί ότι η νέα νομοθεσία δεν προκαλεί υπερβολική επιβάρυνση στις επιχειρήσεις, και ιδίως στις ΜΜΕ·

18.  χαιρετίζει τις προσπάθειες που κατέβαλε η Επιτροπή κατά τα τελευταία έτη και αναγνωρίζει το εύρος των μέτρων που έχουν θεσπιστεί προκειμένου να υποβοηθούνται τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή του δικαίου, όπως πίνακες αντιστοιχίας, ετήσιος πίνακας αποτελεσμάτων και κατευθυντήριες γραμμές· επικροτεί το γεγονός ότι η Επιτροπή καταρτίζει σχέδια εφαρμογής ώστε να καταστεί ευκολότερη η αποτελεσματική και άμεση εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης· τονίζει ότι είναι σημαντική η παρακολούθηση, εκ μέρους της Επιτροπής, της αξιοποίησης των σχεδίων εφαρμογής από τα κράτη μέλη·

19.  επισημαίνει την εν εξελίξει αναθεώρηση εκ μέρους της Επιτροπής της ισχύουσας νομοθεσίας μέσω του θεματολογίου για τη βελτίωση της νομοθεσίας, το οποίο αποσκοπεί να διασφαλιστεί η υψηλή ποιότητα της νομοθεσίας της ΕΕ όσον αφορά τη διαφάνεια, τη δημόσια διαβούλευση, την εφαρμογή και τη συμμόρφωση με την αρχή της επικουρικότητας· ζητεί, ως εκ τούτου, από την Επιτροπή να συντονίζει τις προσπάθειές της με εκείνες των κρατών μελών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε προγενέστερο στάδιο της νομοθετικής διαδικασίας, ώστε να εξασφαλίζεται ότι η μελλοντική ενωσιακή νομοθεσία θα μπορεί να εφαρμοστεί πιο αποτελεσματικά, δεδομένου ότι η απορρύθμιση, οι υπέρμετρες ρυθμίσεις ή η μη ύπαρξη ρυθμίσεων μπορούν να προκαλέσουν μεγαλύτερη ζημία στην επιχειρηματικότητα και την απασχόληση· επισημαίνει, ωστόσο, ότι ο εν λόγω συντονισμός δεν πρέπει να θίγει τα προνόμια του νομοθέτη και ότι θα πρέπει να σέβεται πλήρως τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και τη δημοκρατική νομιμοποίηση των κρατών μελών·

20.  τονίζει ότι η αρχή της ίσης μεταχείρισης και της αποφυγής διακρίσεων έχει παγιωθεί στο ενωσιακό δίκαιο, και ότι θα πρέπει συνεπώς να λαμβάνεται υπόψη και να καθίσταται σεβαστή κατά την κατάρτιση της νομοθεσίας της ΕΕ·

21.  καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει τη συνεργασία της με τα κράτη μέλη για τη ταχύτερη επανόρθωση των παραβάσεων του δικαίου της ΕΕ, εφόσον είναι απαραίτητο· υπογραμμίζει ότι η εν λόγω συνεργασία πρέπει να χαρακτηρίζεται από διαφάνεια και να υπόκειται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο·

22.  καλεί την Επιτροπή να αναθεωρήσει το πλαίσιο στο οποίο τα κράτη μέλη παρέχουν πληροφορίες τεκμηρίωσης σχετικά με την εκ μέρους τους μεταφορά οδηγιών στο εθνικό δίκαιο·

23.  καλεί την Επιτροπή να υποστηρίξει περισσότερο τα κράτη μέλη όσον αφορά την μεταφορά και την ορθή εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ μέσω της παροχής εξατομικευμένων εργαλείων, όπως λεπτομερή σχέδια εφαρμογής και έγγραφα καθοδήγησης που προκύπτουν από ενισχυμένη και αμοιβαία συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών από ένα πρώιμο στάδιο της νομοθετικής διαδικασίας· πιστεύει ότι ο τακτικός διάλογος με τους κοινωνικούς εταίρους είναι επίσης ένα ουσιαστικό μέσο με το οποίο τα κράτη μέλη μπορούν να διασφαλίσουν την αποτελεσματική εφαρμογή του εργατικού δικαίου της ΕΕ·

24.  τονίζει ότι η ενίσχυση των επιθεωρήσεων εργασίας των κρατών μελών είναι καίριας σημασίας προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή του εργατικού δικαίου της ΕΕ στα κράτη μέλη·

25.  επικροτεί το γεγονός ότι η Επιτροπή έχει αναπτύξει εργαλεία για να παρέχει στήριξη στα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως το Your European Portal, το Solvit και το CΗΑΡ, αλλά εκφράζει δυσαρέσκεια για την άγνοια σχετικά με αυτά και την υποαξιοποίησή τους·

26.  καλεί τα κράτη μέλη να παρέχουν στην Επιτροπή σαφέστερα και λεπτομερέστερα στοιχεία σχετικά με τη μεταφορά οδηγιών στο εθνικό τους δίκαιο, ώστε να καταστεί δυνατό να βελτιωθεί η διαδικασία αναθεώρησης·

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

17.2.2016

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

44

10

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Laura Agea, Guillaume Balas, Brando Benifei, Mara Bizzotto, Vilija Blinkevičiūtė, Enrique Calvet Chambon, David Casa, Ole Christensen, Jane Collins, Martina Dlabajová, Λάμπρος Φουντούλης, Elena Gentile, Arne Gericke, Marian Harkin, Czesław Hoc, Danuta Jazłowiecka, Agnes Jongerius, Jan Keller, Ádám Kósa, Agnieszka Kozłowska-Rajewicz, Κωνσταντίνα Κούνεβα, Jean Lambert, Jérôme Lavrilleux, Patrick Le Hyaric, Jeroen Lenaers, Verónica Lope Fontagné, Javi López, Thomas Mann, Dominique Martin, Joëlle Mélin, Elisabeth Morin-Chartier, Emilian Pavel, João Pimenta Lopes, Marek Plura, Terry Reintke, Sofia Ribeiro, Maria João Rodrigues, Claude Rolin, Anne Sander, Sven Schulze, Siôn Simon, Jutta Steinruck, Romana Tomc, Ulrike Trebesius, Marita Ulvskog, Renate Weber, Jana Žitňanská

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Amjad Bashir, Tania González Peñas, Miapetra Kumpula-Natri, António Marinho e Pinto, Tamás Meszerics, Νεοκλής Συλικιώτης, Ivo Vajgl

  • [1]  «Έλεγχος της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ: ετήσια έκθεση για το 2014» (COM(2015)0329), σ. 8.
  • [2]  Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής με τίτλο «Μέρος Ι – Τομείς πολιτικής» (το οποίο συνοδεύει το έγγραφο «Έλεγχος της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ: ετήσια έκθεση για το 2014»), σ. 40.
  • [3]  «Έλεγχος της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ: ετήσια έκθεση για το 2014» (COM(2015)0329), σ. 15.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Αναφορών (22.4.2016)

προς την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων

σχετικά με την παρακολούθηση της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου: ετήσια έκθεση για το 2014
(2015/2326(INI))

Συντάκτρια γνωμοδότησης: Cecilia Wikström

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Αναφορών καλεί την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

1.  επαναλαμβάνει ότι τα προβλήματα εφαρμογής και επιβολής του δικαίου της ΕΕ είναι μακροχρόνια και υποστηρίζει την αποτελεσματική εφαρμογή των κοινών κανόνων της ΕΕ στα κράτη μέλη, πράγμα ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση της αξιοπιστίας της Ένωσης και για να ικανοποιηθούν οι προσδοκίες των πολιτών σχετικά με τα πλεονεκτήματα που μπορούν να αντλήσουν από την ΕΕ·

2.  τονίζει τον θεμελιώδη ρόλο της Επιτροπής στην εποπτεία της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ και στην υποβολή της ετήσιας έκθεσης προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο· ζητεί από την Επιτροπή να συνεχίσει να διαδραματίζει ενεργό ρόλο στην ανάπτυξη διάφορων εργαλείων για τη βελτίωση της εφαρμογής, της επιβολής και της συμμόρφωσης των κρατών μελών προς το δίκαιο της ΕΕ και για την παροχή στοιχείων για την εφαρμογή των κανονισμών της ΕΕ στην επόμενη ετήσια έκθεση της Επιτροπής, πέρα από εκείνα που αφορούν την εφαρμογή των οδηγιών της ΕΕ·

3.  αναγνωρίζει ότι ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι επίσης ζωτικής σημασίας αφού ασκεί πολιτικό έλεγχο στις ενέργειες της Επιτροπής αναφορικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας, ελέγχει τις ετήσιες εκθέσεις παρακολούθησης της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ και εγκρίνει τα σχετικά κοινοβουλευτικά ψηφίσματα· επισημαίνει ότι το ΕΚ θα μπορούσε να συνεισφέρει περισσότερο στην έγκαιρη και ορθή μεταφορά της νομοθεσίας της ΕΕ στα εθνικά δίκαια, μεταλαμπαδεύοντας την πείρα που αποκτά κατά τη διαδικασία λήψης νομοθετικών αποφάσεων μέσω προκαθορισμένων διαδικασιών με τα εθνικά κοινοβούλια·

4.  υπενθυμίζει τη σημασία των αναφορών και των ερωτήσεων που λαμβάνει το Κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 227 της ΣΛΕΕ, οι οποίες συχνά αποτελούν έναυσμα για να δρομολογήσει η Επιτροπή διαδικασίες επί παραβάσει εναντίον κρατών μελών· τονίζει ότι οι καταγγελίες μεμονωμένων πολιτών αποτελούν έναν από τους κύριους τρόπους καθορισμού αδυναμιών και εντοπισμού παραβιάσεων του δικαίου της ΕΕ εκ μέρους των κρατών μελών, αλλά και πηγή ενημέρωσης για την Επιτροπή· σημειώνει ότι το 2014 πολίτες, επιχειρήσεις, ΜΚΟ και άλλες οργανώσεις συνέχισαν να είναι ιδιαίτερα ενεργοί στις καταγγελίες δυνητικών παραβάσεων του δικαίου της ΕΕ με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός των εκκρεμουσών καταγγελιών το 2014 να αυξηθεί περίπου κατά 5,7 % και να κινηθούν 1 208 νέες υποθέσεις EU Pilot· ταυτόχρονα λαμβάνει υπόψη των αριθμό των καταγγελιών και των υποθέσεων EU Pilot που εξετάστηκαν το 2014 και εκτιμά ότι το ποσοστό επίλυσης υποθέσεων EU Pilot, που ανήλθε στο 75 %, υποδεικνύει μια ταχεία και αποτελεσματική μέθοδο επίλυσης προβλημάτων·

5.  αναγνωρίζει τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει η αποτελεσματική εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ στην ενίσχυση της αξιοπιστίας των θεσμικών οργάνων της ΕΕ· εκτιμά τη σημασία που προσδίδει η ετήσια έκθεση της Επιτροπής στις αναφορές που υποβάλλουν πολίτες, επιχειρήσεις και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών καθώς αυτές λειτουργούν ως σημαντικός δίαυλος παρακολούθησης της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ και του εντοπισμού πιθανών κενών στο πλαίσιό του μέσω της απευθείας έκφρασης των απόψεων και των εμπειριών των πολιτών - πέρα από την κύρια οδό της δημοκρατικής έκφρασης: τις εκλογές και τα δημοψηφίσματα, τα οποία συνιστούν θεμελιώδες δικαίωμα κατοχυρωμένο στη Συνθήκη της Λισαβόνας και σημαντικό στοιχείο της ιδιότητας της Ευρωπαϊκής ιθαγένειας·

6.  επισημαίνει ότι οι αποκλίσεις στην εφαρμογή και τη μεταφορά του δικαίου της ΕΕ από τα κράτη μέλη δημιουργούν φραγμούς για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες, και συγκεκριμένα για όσους επιθυμούν να επωφεληθούν από τα επιτεύγματα της εσωτερικής αγοράς και να ζήσουν, να εργαστούν, να ασκήσουν επιχειρηματική δραστηριότητα ή να σπουδάσουν σε άλλο κράτος μέλος· τονίζει ότι οι καθυστερήσεις στη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο έχουν αρνητικό αντίκτυπο και στην ασφάλεια δικαίου· επαναλαμβάνει τη θέση του ότι η Επιτροπή πρέπει να καταστήσει τη συμμόρφωση προς το δίκαιο της ΕΕ πραγματική πολιτική προτεραιότητα μέσω ουσιαστικής συνεργασίας με τα θεσμικά όργανα, ιδίως με το Συμβούλιο, και συγκεκριμένα μέσω της συστηματικής προσφυγής στους πίνακες αντιστοιχίας, με τα κράτη μέλη και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς· υπογραμμίζει την πρωταρχική ευθύνη των κρατών μελών να μεταφέρουν και να εφαρμόζουν ορθά το δίκαιο της ΕΕ·

7.  αναγνωρίζει τις εγγυήσεις διοικητικής φύσεως που παρέχονται στους συντάκτες των αναφορών, όπως είναι η υποχρέωση έγκαιρης πληροφόρησης και κοινοποίησης όσον αφορά τις καταγγελίες τους, σύμφωνα εξάλλου με το αίτημα που η Επιτροπή Αναφορών είχε διατυπώσει στη γνώμη της του 2015 επί της εν λόγω έκθεσης· εκφράζει, ωστόσο, τη δυσαρέσκειά του για τις καθυστερήσεις στις απαντήσεις της Επιτροπής σε πολυάριθμες αναφορές, όταν της ζητείται να γνωμοδοτήσει, και παροτρύνει την Επιτροπή να βελτιώσει τις υφιστάμενες πρακτικές της προκειμένου να ενημερώνει τους πολίτες έγκαιρα και δεόντως για τυχόν ενέργειες και μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο της επεξεργασίας των καταγγελιών τους· τονίζει ότι ο αυξημένος όγκος αναφορών που υποβάλλονται δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υπονομεύσει την ποιότητα της επεξεργασίας τους κατά περίπτωση·

8.  επισημαίνει την θετική επίδραση του EU Pilot στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ Επιτροπής και κρατών μελών, καθώς και στην επίλυση των προβλημάτων που άπτονται της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ σε εθνικό επίπεδο και ζητεί από την Επιτροπή να δώσει τη δέουσα προσοχή στην τρέχουσα εφαρμογή και την εσωτερική αναθεώρηση των αποφάσεων που λαμβάνονται στο πλαίσιο της διαδικασίας EU Pilot· επισημαίνει ότι αυτό μπορεί επίσης να παράσχει χρήσιμες πληροφορίες για εκκρεμούσες αναφορές και καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει την συμμετοχή των αναφερόντων στη διαδικασία υποθέσεων EU Pilot που προκύπτουν από αναφορές, προκειμένου να διευκολυνθεί και ο διάλογος μεταξύ των αναφερόντων και των οικείων εθνικών αρχών· επικροτεί τις αυξανόμενες προσπάθειες των κρατών μελών να διευθετήσουν τα περιστατικά παραβάσεων πριν προβούν σε διαδικασία ενώπιον των δικαστικών αρχών· επισημαίνει ότι οι προδικαστικές αποφάσεις βοηθούν στην αποσαφήνιση ερωτημάτων αναφορικά με την εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ και μπορούν να αποτρέψουν την κίνηση διαδικασιών επί παραβάσει·

9.  ζητεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και κυρίως από την Επιτροπή Αναφορών να προωθήσουν εκστρατείες ευαισθητοποίησης για το σύστημα καταγγελιών εκ μέρους των πολιτών σε περίπτωση παραβίασης του δικαίου της ΕΕ, για το πρόγραμμα EU Pilot και για τις διαδικασίες επί παραβάσει, προκειμένου να ενισχυθεί η ευρύτερη χρήση τους και να διευκολυνθεί η πρόσβαση του κοινού σε πληροφορίες μέσω της ιστοσελίδας του ΕΚ·

10.  επιδοκιμάζει τη βούληση των υπηρεσιών της Επιτροπής να ενισχύσουν την ανταλλαγή πληροφοριών με την Επιτροπή Αναφορών και επαναλαμβάνει τα αιτήματά του για βελτίωση της επικοινωνίας μεταξύ των δύο πλευρών, και συγκεκριμένα όσον αφορά την δρομολόγηση και την διεκπεραίωση των επί παραβάσει διαδικασιών από την Επιτροπή, συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας EU Pilot· ζητεί δε να καταβληθούν προσπάθειες προκειμένου να διαβιβάζονται οι πληροφορίες στην Επιτροπή Αναφορών εντός ευλόγου χρονικού πλαισίου, γεγονός που θα βελτιώσει την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας απάντησης στα αιτήματα των πολιτών· υπενθυμίζει το αίτημα που έχει διατυπώσει επανειλημμένα προς την Επιτροπή να λαμβάνει υπόψη τις εκθέσεις και τα πορίσματα της Επιτροπής Αναφορών στις δραστηριότητες παρακολούθησης και το νομοθετικό της έργο·

11.  επικροτεί την βελτιωμένη πρόβλεψη ενημέρωσης από την Επιτροπή προς τους πολίτες, στόχος της οποίας είναι περισσότερη διαφάνεια, σχετικά με την παρακολούθηση της ταχείας εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ μέσω ιστοσελίδων, βάσεων δεδομένων, απλούστερων εντύπων για υποβολή καταγγελιών και ηλεκτρονικών εργαλείων επίλυσης προβλημάτων· χαιρετίζει τη βελτιωμένη ηλεκτρονική πρόσβαση στις αποφάσεις σχετικά με παραβάσεις και τον ανανεωμένο δικτυακό τμήμα της «Δικτυακής πύλης Europa: Τα δικαιώματά σου», που παρέχει στους πολίτες πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο έχει εφαρμοστεί το δίκαιο της ΕΕ στα κράτη μέλη και τον τρόπο υποβολής μιας καταγγελίας· τονίζει ότι χρειάζεται να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για την παροχή καλύτερης πρόσβασης σε πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ και σχετικά με τα εργαλεία για την επίλυση προβλημάτων αλλά και για τη βελτίωση της διαχείρισης των καταγγελιών των πολιτών και των επιχειρήσεων της ΕΕ σχετικά με παραβιάσεις του δικαίου της ΕΕ·

12.  καλεί την Επιτροπή να διασυνδέσει όλες τις δικτυακές πύλες, τα σημεία πρόσβασης και τους ενημερωτικούς ιστοτόπους σε μια ενιαία δικτυακή πύλη που θα παρέχει στους πολίτες εύκολη πρόσβαση σε ηλεκτρονικά έντυπα καταγγελιών και φιλικές προς το χρήστη πληροφορίες για τις διαδικασίες επί παραβάσει· ζητεί, επιπλέον, από την Επιτροπή να περιλάβει πιο λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τη χρήση αυτών των δικτυακών πυλών στην επόμενη έκθεση παρακολούθησής της·

13.  εκφράζει τη λύπη του διότι πολλές αναφορές που υποβάλλονται από πολίτες της ΕΕ εξακολουθούν να αναφέρονται σε παραβιάσεις του δικαίου της ΕΕ· υπογραμμίζει ότι οι αναφορές αφορούν κυρίως εικαζόμενες παραβιάσεις του δικαίου της ΕΕ στους τομείς των θεμελιωδών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ατόμων που ανήκουν σε μειονότητες και των ατόμων με αναπηρίες, των διακρίσεων, συμπεριλαμβανομένων των διακρίσεων λόγω εθνικότητας, της εσωτερικής αγοράς, της ελεύθερης κυκλοφορίας, των μεταφορών, του περιβάλλοντος, της εκπαίδευσης, της απασχόλησης και της υγειονομικής περίθαλψης· εκτιμά ότι οι εν λόγω αναφορές επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να υπάρχουν συχνά και διαδεδομένα δείγματα καθυστερημένης ή ατελούς μεταφοράς στις εθνικές νομοθεσίες, ή κακής εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ και επισημαίνει ότι αποτελεί καθήκον των κρατών μελών να εφαρμόζουν και να εκτελούν αποτελεσματικά τους κανόνες δικαίου της ΕΕ και ότι πρέπει να νομοθετούν σε πνεύμα πλήρους σεβασμού των θεμελιωδών αξιών και των αρχών που κατοχυρώνονται στις Συνθήκες και στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ· ζητεί από τα κράτη μέλη να βελτιώσουν ουσιωδώς την ποιότητα της ανταλλαγής πληροφοριών με την Επιτροπή Αναφορών και των παρεχόμενων διασαφηνίσεων· τονίζει την ανάγκη παρουσίας και ισορροπημένου διαλόγου με τους εκπροσώπους των κρατών μελών σχετικά με τις οικείες αναφορές κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων της Επιτροπής Αναφορών· συνιστά την πιο αποτελεσματική ενσωμάτωση προληπτικών μηχανισμών·

14.  υπενθυμίζει ότι το πεδίο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις (παλαιότερα γνωστό ως «τρίτος πυλώνας») αποτελεί συχνά θέμα αναφορών από φυσικά πρόσωπα· σημειώνει ότι κατά την επεξεργασία αρκετών αναφορών εντοπίζονται συχνά επίμονα προβλήματα, όπως μεγάλες καθυστερήσεις στην εκδίκαση υποθέσεων ενώπιον εθνικών δικαστηρίων· τονίζει τη χρησιμότητα και καταλληλότητα των προδικαστικών αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, που παρέχουν κατευθυντήριες γραμμές για τέτοιες υποθέσεις, και εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα εθνικά δικαστήρια προσφεύγουν σπάνια στο μέσο αυτό, εκφράζει συνεπώς την ικανοποίησή του για την διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής κατά τρόπον ώστε να συμπεριλαμβάνεται σε αυτές η αστυνομική και δικαστική συνεργασία από 1ης Δεκεμβρίου 2014· υπενθυμίζει ότι η εξέταση και επεξεργασία των αναφορών αποτελεί διαδικασία ανεξάρτητη και διαφορετικής φύσεως σε σχέση με την εκδίκαση υποθέσεων ενώπιον εθνικών δικαστηρίων·

15.  επισημαίνει τη μεγάλη σημασία των σχεδίων εφαρμογής που ενέκρινε η Επιτροπή με σκοπό την παροχή συνδρομής και καθοδήγησης προς τα κράτη μέλη σε σχέση με την έγκαιρη, σαφή και ορθή εφαρμογή των οδηγιών της ΕΕ, που είναι απαραίτητη για την αποδοτικότητα και τη βιωσιμότητα της λειτουργίας της ΕΕ· εκφράζει την ικανοποίησή του για τη σημασία που αποδίδεται στο θεματολόγιο για τη Βελτίωση της Νομοθεσίας και σημειώνει την παρακολούθηση της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης μέσω του προγράμματος REFIΤ στην ετήσια έκθεση σχετικά με την παρακολούθηση της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης· ζητεί από την Επιτροπή να επιδιώξει την ενεργό συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών εταίρων, των οργανώσεων των καταναλωτών, των ΜΚΟ και των επιχειρήσεων, όταν αξιολογεί τον αντίκτυπο της νομοθεσίας της ΕΕ, στη διενέργεια των ελέγχων αναλογικότητας και επικουρικότητας (σε εκ των προτέρων στάδιο) και στην παρακολούθηση της εφαρμογής (σε εκ των υστέρων στάδιο)· καλεί την Επιτροπή να περιλαμβάνει στις αξιολογήσεις της τον υπολογισμό και την μείωση του διοικητικού άχθους που αντιμετωπίζουν οι πολίτες καθώς επίσης και να λαμβάνει υπόψη όχι μόνο τον οικονομικό αντίκτυπο, αλλά και τον ευρύτερο κοινωνικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο της νομοθεσίας της ΕΕ· υπενθυμίζει στην Επιτροπή να εφαρμόζει τις αρχές της ίσης μεταχείρισης των κρατών μελών και της αμεροληψίας κατά τον ενδελεχή έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ· ελπίζει να βελτιωθεί η ποιότητα της νομοθεσίας της ΕΕ και αυτό να έχει θετικό αντίκτυπο στον αριθμό των αναφορών που υποβάλλονται·

16.  τονίζει πως η Επιτροπή χρειάζεται να υιοθετήσει μια πιο τολμηρή προσέγγιση κατά την εξέταση αναφορών που εγείρουν ζητήματα σχετικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα, ενώ παράλληλα θα λαμβάνεται υπόψη η αρχή της επικουρικότητας.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

19.4.2016

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

26

0

4

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Marina Albiol Guzmán, Margrete Auken, Alberto Cirio, Pál Csáky, Miriam Dalli, Rosa Estaràs Ferragut, Eleonora Evi, Peter Jahr, Rikke Karlsson, Jude Kirton-Darling, Edouard Martin, Roberta Metsola, Marlene Mizzi, Julia Pitera, Gabriele Preuß, Jarosław Wałęsa, Cecilia Wikström, Tatjana Ždanoka, Ελένη Θεοχάρους, Νότης Μαριάς

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Enrique Calvet Chambon, Jérôme Lavrilleux, Julia Reda, Ángela Vallina, Rainer Wieland, Κωνσταντίνα Κούνεβα, Μιλτιάδης Κύρκος

Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

José Blanco López, Martina Dlabajová, Zbigniew Kuźmiuk

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

5.9.2016

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

16

2

1

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Joëlle Bergeron, Marie-Christine Boutonnet, Jean-Marie Cavada, Therese Comodini Cachia, Mady Delvaux, Mary Honeyball, Dietmar Köster, Gilles Lebreton, Evelyn Regner, Pavel Svoboda, Axel Voss, Tadeusz Zwiefka, Κώστας Χρυσόγονος

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Pascal Durand, Heidi Hautala, Sylvia-Yvonne Kaufmann, Stefano Maullu, Virginie Rozière, Cecilia Wikström