ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών

18.10.2016 - (2016/2076(INI))

Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων
Εισηγήτρια: Catherine Bearder

Διαδικασία : 2016/2076(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A8-0303/2016
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A8-0303/2016
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών

(2016/2076(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών» (COM(2016)0087),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Ιανουαρίου 2014 σχετικά με την εγκληματικότητα εις βάρος άγριων ειδών[1],

–  έχοντας υπόψη τη σύμβαση για το διεθνές εμπόριο ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας που απειλούνται με εξαφάνιση (CITES), η οποία εφαρμόζεται στην ΕΕ μέσω του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 338/97 του Συμβουλίου για την προστασία των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας με τον έλεγχο του εμπορίου τους, καθώς και μέσω του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2006 της Επιτροπής για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 338/97 του Συμβουλίου,

–  έχοντας υπόψη την απόφαση (ΕΕ) 2015/451 του Συμβουλίου, της 6ης Μαρτίου 2015, σχετικά με την προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη σύμβαση για το διεθνές εμπόριο των ειδών άγριας χλωρίδας και πανίδας που απειλούνται με εξαφάνιση (CITES)[2],

–  έχοντας υπόψη τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 2003 κατά της διαφθοράς,

–  έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 2000 κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος,

–  έχοντας υπόψη τη Σύμβαση για τη Βιολογική Ποικιλότητα (CBD) και τη Σύμβαση περί της διατηρήσεως της αγρίας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης (Σύμβαση της Βέρνης),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση του 2016 για την παγκόσμια εγκληματικότητα εις βάρος των άγριων ειδών, με θέμα την εμπορία προστατευόμενων ειδών, την οποία εκπόνησε το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμα αριθ. 69/314 της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, της 30ής Ιουλίου 2015, για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμα της Συνέλευσης του ΟΗΕ για το Περιβάλλον αριθ. 2/14 σχετικά με την παράνομη εμπορία άγριων ειδών και προϊόντων άγριων ειδών,

–  έχοντας υπόψη τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ) των Ηνωμένων Εθνών για το 2015-2030,

–  έχοντας υπόψη τη Διεθνή Κοινοπραξία για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας εις βάρος άγριων ειδών (ICCWC), στην οποία συμμετέχουν η CITES, η Ιντερπόλ, το UNODC, η Παγκόσμια Τράπεζα και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τελωνείων,

–  έχοντας υπόψη τη Διακήρυξη που υπεγράφη στη Διάσκεψη του Λονδίνου του 2014 σχετικά με την παράνομη εμπορία άγριων ειδών,

–  έχοντας υπόψη τη Διακήρυξη των Ανακτόρων του Μπάκιγχαμ του 2016 για την πρόληψη της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών στον τομέα των μεταφορών,

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 995/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Οκτωβρίου 2010, για τη θέσπιση των υποχρεώσεων των φορέων εκμετάλλευσης που διαθέτουν ξυλεία και προϊόντα ξυλείας στην αγορά[3], και τη σχετική έκθεση υλοποίησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του 2016,

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, περί δημιουργίας κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας (ΠΛΑ)[4],

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 605/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1185/2003 του Συμβουλίου σχετικά με την αφαίρεση πτερυγίων καρχαρία επί του σκάφους[5] και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 206/2009 της Επιτροπής της 5ης Μαρτίου 2009[6] που επιτρέπει την εισαγωγή αλιευτικών προϊόντων βάρους 20 kg για προσωπική κατανάλωση,

–  έχοντας υπόψη τη σημασία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ελέγχου της Αλιείας, που συγκροτήθηκε δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 768/2005 του Συμβουλίου, για την καταπολέμηση της παράνομης σύλληψης και πώλησης υδρόβιων ειδών,

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 2008/99/ΕΚ της 19ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου[7],

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 1999/22/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Μαρτίου 1999 για τη διατήρηση άγριων ζώων στους ζωολογικούς κήπους[8],

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 2009/147/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 2009 περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών[9],

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 1992 για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας[10],

–  έχοντας υπόψη τη μελέτη σχετικά με τα εγκλήματα εις βάρος των άγριων ειδών, την οποία δημοσίευσε το Θεματικό Τμήμα του για την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων τον Μάρτιο του 2016,

–  έχοντας υπόψη το δίκτυο Natura 2000, που περιλαμβάνει βασικούς τόπους αναπαραγωγής και αναπαύσεως για σπάνια και απειλούμενα είδη, καθώς και ορισμένους σπάνιους τύπους φυσικών οικοτόπων οι οποίοι προστατεύονται αυτοδικαίως,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση του 2014 του ερευνητικού έργου «Δράση της ΕΕ για την καταπολέμηση του περιβαλλοντικού εγκλήματος (EFFACE)»,

–  έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 2016 σχετικά με την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση του Γενικού Γραμματέα της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Πρόληψη του Εγκλήματος και την Ποινική Δικαιοσύνη της 4ης Μαρτίου 2013 με τίτλο «Illicit trafficking in protected species of wild flora and fauna and illicit access to genetic resources» (Παράνομη εμπορία προστατευόμενων ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας και παράνομη πρόσβαση σε γενετικούς πόρους),

–  έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 2016 σχετικά με το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών,

–  έχοντας υπόψη την αξιολόγηση ταχείας απόκρισης του 2016 του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για το περιβάλλον (UNEP) και της Interpol με τίτλο «The Rise of Environmental Crime» (Η αύξηση του περιβαλλοντικού εγκλήματος),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 52 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης, της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, της Επιτροπής Αλιείας και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A8-0303/2016),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράνομη εμπορία άγριων ειδών συνιστά διεθνές οργανωμένο έγκλημα, η αξία του οποίου εκτιμάται στα 20 δισεκατομμύρια EUR ετησίως, και ότι η εμπορία αυτή αυξήθηκε παγκοσμίως κατά τα τελευταία έτη, με αποτέλεσμα να καταστεί μία από τις μεγαλύτερες και πιο κερδοφόρες μορφές οργανωμένου διασυνοριακού εγκλήματος· λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράνομη εμπορία άγριων ειδών χρηματοδοτεί και συνδέεται στενά με άλλες μορφές σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρή απώλεια παγκόσμιας βιοποικιλότητας που αντιστοιχεί στο έκτο κύμα μαζικής εξαφάνισης ειδών·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη την απειλή που συνιστούν για την παγκόσμια βιοποικιλότητα και τις υπηρεσίες οικοσυστήματος οι αλλαγές των χρήσεων γης, η μη βιώσιμη χρήση των φυσικών πόρων, η ρύπανση και η κλιματική αλλαγή· λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ότι πολλά είδη που απειλούνται με εξαφάνιση αντιμετωπίζουν πολύ σημαντικότερα προβλήματα από ό,τι στο παρελθόν λόγω της ταχείας αστικοποίησης, της εξαφάνισης των οικοτόπων και της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράνομη εμπορία άγριων ειδών έχει μεγάλο αρνητικό αντίκτυπο στη βιοποικιλότητα, τα υφιστάμενα οικοσυστήματα, τη φυσική κληρονομιά των χωρών προέλευσης, τους φυσικούς πόρους και τη διατήρηση των ειδών·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράνομη εμπορία άγριων ειδών αποτελεί σοβαρή και μεγεθυνόμενη απειλή για την παγκόσμια ασφάλεια, πολιτική σταθερότητα και οικονομική ανάπτυξη, τους τοπικούς βιοτικούς πόρους και το κράτος δικαίου και ότι, ως εκ τούτου, απαιτείται για την αντιμετώπισή της μία στρατηγική, συντονισμένη σε επίπεδο ΕΕ προσέγγιση στην οποία θα συμμετέχουν όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξάλειψη της παράνομης εμπορίας απειλούμενων ειδών χλωρίδας και πανίδας και των προϊόντων τους έχει καίρια σημασία για την επίτευξη των στόχων των Ηνωμένων Εθνών αναφορικά με τη βιώσιμη ανάπτυξη·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η CITES αποτελεί σημαντική διεθνή συμφωνία που καλύπτει 35.000 φυτικά και ζωικά είδη και η οποία βρίσκεται σε ισχύ από το 1975 και έχει υπογραφεί από 183 μέρη (συμπεριλαμβανομένων όλων των κρατών μελών της ΕΕ και, από τον Ιούλιο του 2015, από την ίδια την ΕΕ)·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εμπορικές και αναπτυξιακές πολιτικές θα πρέπει να λειτουργούν, μεταξύ άλλων, ως μέσο βελτίωσης του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ορθής μεταχείρισης των ζώων και της περιβαλλοντικής προστασίας·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το EU-TWIX (EU Trade in Wildlife Information Exchange) παρακολουθεί την παράνομη εμπορία άγριων ειδών μέσω της δημιουργίας μιας βάσης δεδομένων παρακρατήσεων και διαύλων επικοινωνίας μεταξύ αξιωματούχων σε όλες τις χώρες της Ευρώπης από το 2005·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η έλλειψη ενημέρωσης και πολιτικής δέσμευσης συνιστά μείζον εμπόδιο στην αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το θεματολόγιο της ΕΕ για την ασφάλεια για την περίοδο 2015-2020 προσδιορίζει την εγκληματικότητα εις βάρος άγριων ειδών ως μορφή οργανωμένου εγκλήματος που πρέπει να καταπολεμηθεί σε επίπεδο ΕΕ, εξετάζοντας το ενδεχόμενο επιβολής περαιτέρω ποινικών κυρώσεων σε ολόκληρη την ΕΕ μέσω της αναθεώρησης της υφιστάμενης νομοθεσίας για το περιβαλλοντικό έγκλημα·

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιχείρηση COBRA III που διεξήχθη τον Μάιο του 2015 ήταν η μεγαλύτερη στην ιστορία συντονισμένη επιχείρηση επιβολής του διεθνούς δικαίου κατά της παράνομης εμπορίας απειλούμενων ειδών και οδήγησε σε 139 συλλήψεις και πάνω από 247 παρακρατήσεις, μεταξύ των οποίων ελεφαντοστό, ιατρικά φυτά, κέρατα ρινόκερου, παγκολίνοι, ροδόξυλο, χελώνες και πολλά άλλα φυτικά και ζωικά είδη·

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ζήτηση για παράνομα προϊόντα άγριων ειδών στις αγορές προορισμού προωθεί τη διαφθορά σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών·

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ αποτελεί σημαντική αγορά προορισμού και διαμετακομιστική οδό για την παράνομη εμπορία άγριων ειδών, αλλά και προέλευση παράνομης εμπορίας ορισμένων ευρωπαϊκών απειλούμενων ειδών χλωρίδας και πανίδας·

ΙΕ.  λαμβάνοντας υπόψη το ψήφισμα της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Πρόληψη του Εγκλήματος και την Ποινική Δικαιοσύνη του Απριλίου 2013, το οποίο εγκρίθηκε από το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο των Ηνωμένων Εθνών στις 25 Ιουλίου 2013, ενθαρρύνει τα κράτη μέλη του «να θεωρούν σοβαρό έγκλημα την παράνομη εμπορία προστατευόμενων ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας όταν εμπλέκονται ομάδες οργανωμένου εγκλήματος» και να την εντάξουν κατ' αυτόν τον τρόπο στο ίδιο επίπεδο με την εμπορία ανθρώπων και τη διακίνηση ναρκωτικών·

Γενικές Παρατηρήσεις

1.  επικροτεί το σχέδιο δράσης της Επιτροπής για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, το οποίο επισημαίνει την ανάγκη για συντονισμένη δράση προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι αιτίες της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, να εφαρμοστούν και να επιβληθούν αποτελεσματικά οι υφιστάμενοι κανόνες και να ενισχυθεί η παγκόσμια συνεργασία μεταξύ των χωρών προέλευσης, διαμετακόμισης και προορισμού·

2.  καλεί την Επιτροπή, τα κράτη μέλη, την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης και τους οργανισμούς της ΕΕ Ευρωπόλ και Eurojust να αναγνωρίσουν ότι η εγκληματικότητα εις βάρος άγριων ειδών αποτελεί σοβαρή και αυξανόμενη απειλή και να δώσουν την υψηλότερη δυνατή προτεραιότητα από πολιτικής άποψης στην αντιμετώπισή της· επισημαίνει την ανάγκη για ολοκληρωμένες και συντονισμένες προσεγγίσεις που θα καλύπτουν διάφορους τομείς πολιτικής όπως το εμπόριο, η ανάπτυξη, οι εξωτερικές υποθέσεις, οι μεταφορές και ο τουρισμός, και η δικαιοσύνη και οι εσωτερικές υποθέσεις·

3.  τονίζει ότι ο προσδιορισμός και η κατανομή κατάλληλων οικονομικών πόρων και ανθρώπινου δυναμικού είναι ουσιώδους σημασίας για την εφαρμογή του σχεδίου δράσης· υπογραμμίζει την ανάγκη να προβλεφθούν επαρκείς χρηματοδοτικοί πόροι στον προϋπολογισμό της ΕΕ και τους εθνικούς προϋπολογισμούς της ΕΕ, προκειμένου να διασφαλισθεί η αποτελεσματική εφαρμογή αυτού του σχεδίου·

4.  αναγνωρίζει τη σημασία του σχεδίου δράσης, αλλά τονίζει την ανεπαρκή κάλυψη των υδρόβιων ειδών·

5.  επιμένει στην πλήρη και έγκαιρη εφαρμογή όλων των στοιχείων του σχεδίου δράσης που αντικατοπτρίζουν την επείγουσα ανάγκη να σταματήσουν οι παράνομες και μη βιώσιμες πρακτικές και να προληφθεί η περαιτέρω απώλεια ειδών· ζητεί από την Επιτροπή να παρέχει ετησίως στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έγγραφη ενημέρωση όσον αφορά την εφαρμογή του, και να συγκροτήσει έναν μηχανισμό διαρκούς λεπτομερούς παρακολούθησης και αξιολόγησης για τη μέτρηση της προόδου, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που λαμβάνουν τα κράτη μέλη·

6.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αυξήσουν και να βελτιώσουν την προστασία των οικοτόπων των ειδών-στόχων και τονίζει ότι θα πρέπει να διασφαλισθεί αυξημένη προστασία για τις περιοχές που έχουν χαρακτηρισθεί ως Ευάλωτα Θαλάσσια Οικοσυστήματα, Οικολογικά ή Βιολογικά Σημαντικές Θαλάσσιες Περιοχές, καθώς και για τις τοποθεσίες του δικτύου Natura 2000·

7.  ζητεί από την Επιτροπή να θεσπίσει ειδική θέση συντονιστή για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, βάσει του προτύπου που χρησιμοποιείται για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, προκειμένου να διασφαλιστεί μία συντονισμένη προσπάθεια εκ μέρους των διαφόρων υπηρεσιών της Επιτροπής και των κρατών μελών·

8.  υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι πολλά υδρόβια είδη αντιμετωπίζουν επίσης κίνδυνο εξαφάνισης, γεγονός που θα επηρεάσει τη βιωσιμότητα πολλών οικοσυστημάτων·

9.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναπτύξουν περαιτέρω επιστημονικές μελέτες σχετικά με τις τεχνολογικές προσαρμογές του αλιευτικού εξοπλισμού για την αποφυγή των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων, δεδομένου ότι πολλά είδη, συμπεριλαμβανομένων των χελωνών, απειλούνται τόσο από τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα όσο και από την παράνομη εμπορία άγριων ζώων·

Πρόληψη της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών και αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών της

10.  ζητεί από την ΕΕ, τις τρίτες χώρες, τους ενδιαφερόμενους φορείς και την κοινωνία των πολιτών να διοργανώσουν μια σειρά από στοχευμένες και συντονισμένες εκστρατείες ευαισθητοποίησης, με στόχο τη μείωση της ζήτησης που σχετίζεται με την παράνομη εμπορία προϊόντων άγριων ειδών μέσω μιας πραγματικής και διαρκούς αλλαγής της ατομικής και συλλογικής συμπεριφοράς· αναγνωρίζει τον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στη στήριξη του σχεδίου δράσης·

11.  καλεί την ΕΕ να στηρίξει πρωτοβουλίες οι οποίες προωθούν την ανάπτυξη εναλλακτικών βιώσιμων μέσων διαβίωσης για τις αγροτικές κοινότητες που βρίσκονται κοντά στα άγρια είδη, οι οποίες να αυξάνουν τα τοπικά οφέλη από τα μέτρα διατήρησης, να ελαχιστοποιούν τις συγκρούσεις μεταξύ ανθρώπων και άγριων ειδών και να προωθούν τα άγρια είδη ως πολύτιμο κοινοτικό εισόδημα· πιστεύει ότι τέτοιες πρωτοβουλίες, όταν αναλαμβάνονται σε διαβούλευση με τις οικείες κοινότητες, θα αυξήσουν τη στήριξη προς τη διατήρηση και θα συμβάλουν στην ανάκαμψη, διατήρηση και βιώσιμη διαχείριση των πληθυσμών των άγριων ειδών και των οικοτόπων τους·

12.  τονίζει ότι η προστασία των άγριων ειδών πρέπει να αποτελεί καίριο στοιχείο των στρατηγικών της ΕΕ για την παγκόσμια μείωση της φτώχειας και ζητεί να περιλαμβάνονται στις διάφορες συμφωνίες συνεργασίας που συνάπτονται με τρίτες χώρες, ενέργειες που θα επιτρέπουν στις τοπικές κοινότητες να επωφελούνται άμεσα από την ενασχόλησή τους με την προστασία των άγριων ειδών·

13.  υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι η παράνομη εμπορία υδρόβιων ειδών επηρεάζει επίσης την οικονομική ανάπτυξη των παράλιων κοινοτήτων και τις περιβαλλοντικές συνθήκες των υδάτων μας·

14.  καλεί την ΕΕ να θέσει κατεπειγόντως επί τάπητος το ζήτημα της διαφθοράς και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα μέτρα διεθνούς διακυβέρνησης κατά μήκος της αλυσίδας παράνομης εμπορίας άγριων ειδών· καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη να συνεργαστούν με χώρες εταίρους μέσω της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της διαφθοράς (UNCAC) και άλλων φόρουμ προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα στις χώρες προέλευσης, στα σημεία διαμετακόμισης και στις αγορές προορισμού· ζητεί από όλα τα κράτη μέλη να συμμορφωθούν πλήρως και να εφαρμόσουν αποτελεσματικά τις διατάξεις της UNCAC· επικροτεί τη διεθνή δέσμευση για την αντιμετώπιση της διαφθοράς που διατυπώνεται στο άρθρο 10 της απόφασης 69/314 της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, του Ιουλίου του 2015·

15.  αναγνωρίζει την ανάγκη για παροχή συνδρομής, καθοδήγησης και κατάρτισης στις στις αρχές των χωρών προέλευσης, διαμετακόμισης και προορισμού όσον αφορά την έρευνα, την επιβολή του νόμου και τις ένδικες διαδικασίες σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο· υπογραμμίζει την ανάγκη αποτελεσματικού συντονισμού των προσπαθειών αυτών μεταξύ όλων των υπηρεσιών που συμμετέχουν σε αυτό το έργο· καλεί την ΕΕ να υποστηρίξει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και να παράσχει ειδικό εξοπλισμό και εμπειρογνωμοσύνη όπου χρειάζεται·

16.  λαμβάνει υπό σημείωση τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της ΕΕ της 20ής Ιουνίου 2016 σχετικά με το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, αναγνωρίζοντας ότι η εγκληματικότητα εις βάρος άγριων ειδών αποτελεί σοβαρή και αυξανόμενη απειλή για τη βιοποικιλότητα και το περιβάλλον, αλλά και για την παγκόσμια ασφάλεια, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη βιώσιμη ανάπτυξη· λυπάται βαθύτατα για την έλλειψη σαφών δεσμεύσεων από τα κράτη μέλη· τονίζει τον αποφασιστικό ρόλο που διαδραματίζουν τα κράτη μέλη για την πλήρη και συνεκτική εφαρμογή του σχεδίου δράσης σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά την επίτευξη των στόχων του σχεδίου·

17.  παροτρύνει τις κυβερνήσεις των χωρών προέλευσης: i) να βελτιώσουν το κράτος δικαίου και να θεσπίσουν αποτελεσματικά αποτρεπτικά μέτρα με ενίσχυση της ποινικής έρευνας, δίωξης και καταδίκης· ii) να θεσπίσουν αυστηρότερους νόμους που θα αντιμετωπίζουν την παράνομη εμπορία άγριων ειδών ως «σοβαρό έγκλημα» που απαιτεί τον ίδιο βαθμό προσοχής και σοβαρότητας με άλλες μορφές διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος· iii) να διαθέσουν περισσότερους πόρους για την καταπολέμηση των εγκλημάτων που αφορούν τα άγρια είδη, και ειδικότερα για την ενίσχυση της επιβολής της νομοθεσίας σχετικά με τα άγρια είδη, των εμπορικών ελέγχων, της παρακολούθησης, καθώς και του εντοπισμού και της κατάσχεσης στα τελωνεία· iv) να δεσμευτούν όσον αφορά την πολιτική μηδενικής ανοχής στο θέμα της διαφθοράς·

Αποτελεσματικότερη εφαρμογή και επιβολή του νόμου

18.  ζητεί από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν σχέδια δράσης για την επιβολή πολιτικών και κυρώσεων σε σχέση με την εμπορία άγριων ειδών, καθώς και να δημοσιοποιούν και να ανταλλάσσουν πληροφορίες όσον αφορά παρακρατήσεις και συλλήψεις που σχετίζονται με εγκλήματα εις βάρος άγριων ειδών, προκειμένου να εξασφαλιστούν η συνοχή και οι εναρμονισμένες προσεγγίσεις μεταξύ των κρατών μελών· υποστηρίζει τη διαμόρφωση μηχανισμού που θα προσφέρει στην Επιτροπή τακτικές ενημερώσεις όσον αφορά στοιχεία και πληροφορίες για κατασχέσεις και συλλήψεις στα κράτη μέλη και θα προωθεί την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών·

19.  επαναλαμβάνει τη σημασία της πλήρους εφαρμογής και επιβολής των κανονισμών της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών·

20.  προτείνει να είναι αρκούντως αυστηρές οι κυρώσεις για την παράνομη εμπορία άγριων ζώων, ιδιαίτερα σε περιοχές με ευάλωτα θαλάσσια οικοσυστήματα ή που περιλαμβάνονται στο δίκτυο Natura 2000, για να αποτρέπονται οι επίδοξοι παραβάτες·

21.  προτρέπει τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν στις υπηρεσίες επιβολής του νόμου, τις εισαγγελικές αρχές και τα εθνικά δικαστήρια τους απαραίτητους οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους και κατάλληλη εμπειρογνωμοσύνη για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας εις βάρος άγριων ειδών· προτρέπει ένθερμα την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την παροχή κατάρτισης και την ευαισθητοποίηση όλων των σχετικών υπηρεσιών και οργάνων·

22.  επιδοκιμάζει τις προσπάθειες του δικτύου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εφαρμογή και την επιβολή του δικαίου του περιβάλλοντος (IMPEL), του ευρωπαϊκού δικτύου εισαγγελέων για το περιβάλλον (ENPE), του ευρωπαϊκού φόρουμ δικαστών για το περιβάλλον (EUFJE) και του αστυνομικού δικτύου για την καταπολέμηση του περιβαλλοντικού εγκλήματος (EnviCrimeNet)·

23.  σημειώνει τη συμπερίληψη της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών στο θεματολόγιο της ΕΕ για την ασφάλεια, για την περίοδο 2015-2020, το οποίο αναγνωρίζει ότι η παράνομη εμπορία άγριων ειδών απειλεί τη βιοποικιλότητα στις περιοχές προέλευσης, τη βιώσιμη ανάπτυξη και την περιφερειακή σταθερότητα·

24.  προτείνει τα έσοδα από τα πρόστιμα για παράνομη εμπορία να επενδύονται από τα κράτη μέλη στην προστασία και διατήρηση της άγριας χλωρίδας και πανίδας·

25.  ζητεί να εντατικοποιηθεί η συλλογή πληροφοριών, η νομοθέτηση και η επιβολή της νομοθεσίας, καθώς και η καταπολέμηση της διαφθοράς σε σχέση με την εμπορία άγριων ειδών στα κράτη μέλη και σε άλλες χώρες προορισμού ή διέλευσης· καλεί, κατά συνέπεια, την Επιτροπή να παρακολουθεί πολύ προσεκτικά αυτές τις διοικητικές και ελεγκτικές πτυχές της εφαρμογής των διεθνών κανόνων σε θέματα παράνομης εμπορίας άγριων ειδών·

26.  τονίζει ότι, προκειμένου να αποτρέπεται η «μετανάστευση» εγκληματικών δικτύων που έχουν στόχο τα άγρια είδη, είναι ιδιαίτερα σημαντική η εναρμόνιση των πολιτικών και των νομικών πλαισίων σε σχέση με τα εγκλήματα που αφορούν τα άγρια είδη·

27.  υπογραμμίζει την ανάγκη για βελτίωση της διϋπηρεσιακής συνεργασίας και ανταλλαγή ισχυόντων και επίκαιρων δεδομένων μεταξύ των υπηρεσιών εφαρμογής και επιβολής της νομοθεσίας σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο· ζητεί τη δημιουργία στρατηγικών δικτύων επιβολής της νομοθεσίας τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε επίπεδο κρατών μελών, για τη διευκόλυνση και τη βελτίωση της εν λόγω συνεργασίας· καλεί όλα τα κράτη μέλη να συγκροτήσουν μονάδες για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας εις βάρος άγριων ειδών, προκειμένου να διευκολύνουν την εφαρμογή της στο πλαίσιο των διαφόρων οργανισμών·

28.  ζητεί από τα κράτη μέλη να παρέχουν διαρκώς στην Ευρωπόλ πληροφορίες και δεδομένα επί του θέματος· προτρέπει την Ευρωπόλ να εξετάσει τα εγκλήματα εις βάρος άγριων ειδών στο πλαίσιο της επόμενης ενωσιακής αξιολόγησης απειλής όσον αφορά το σοβαρό και οργανωμένο έγκλημα (SOCTA)· ζητεί τη θέσπιση ειδικής μονάδας για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας εις βάρος άγριων ειδών εντός της Ευρωπόλ, η οποία θα έχει διεθνική αρμοδιότητα και ευθύνη και θα διαθέτει επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους, προκειμένου να διευκολυνθούν η κεντρική πληροφόρηση και ανάλυση, αλλά και ο συντονισμός των ερευνών και των στρατηγικών επιβολής του νόμου·

29.  καλεί την Επιτροπή να προωθήσει το σύστημα EU-TWIX, ένα εργαλείο για την ανταλλαγή δεδομένων και πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών που αποδεδειγμένα λειτουργεί σωστά, και να διασφαλίσει μακροπρόθεσμη οικονομική δέσμευση ως προς αυτό· πιστεύει ότι οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην παρακολούθηση της επιβολής του νόμου και στην ενημέρωση όσον αφορά τα εγκλήματα σε σχέση με τα άγρια είδη· ζητεί την περαιτέρω συνεργασία της ΕΕ και των κρατών μελών για την υποστήριξη των προσπαθειών που καταβάλλουν οι ΜΚΟ·

30.  επισημαίνει τη σχέση μεταξύ του εγκλήματος εις βάρος άγριων ειδών και άλλων μορφών οργανωμένου εγκλήματος, συμπεριλαμβανομένης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης παραστρατιωτικών και τρομοκρατικών ομάδων, και θεωρεί ότι η διεθνής συνεργασία για την καταπολέμηση των παράνομων χρηματοοικονομικών ροών αποτελεί προτεραιότητα· καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να χρησιμοποιήσουν όλα τα διαθέσιμα μέσα, περιλαμβανομένης και της συνεργασίας με τον χρηματοοικονομικό τομέα, για να παρακολουθούν και να διερευνούν τις συνέπειες των νέων χρηματοπιστωτικών προϊόντων και πρακτικών που εμπλέκονται στη δραστηριότητα αυτήν·

31.  παροτρύνει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν πλήρως τις διατάξεις της οδηγίας 2008/99/ΕΚ σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου και να καθορίσουν κατάλληλα επίπεδα κυρώσεων για τα ποινικά αδικήματα που αφορούν τα άγρια είδη· εκφράζει ανησυχία για το γεγονός ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν ακόμα εφαρμόσει πλήρως την οδηγία αυτήν και καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει την εφαρμογή της σε κάθε κράτος μέλος, ιδίως όσον αφορά τις ποινές, και να προσφέρει καθοδήγηση· ζητεί από την Επιτροπή να επανεξετάσει την οδηγία 2008/99/ΕΚ, ιδίως όσον αφορά την αποτελεσματικότητά της για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας εις βάρος άγριων ειδών, εντός του χρονοδιαγράμματος που προβλέπεται στο θεματολόγιο της ΕΕ για την ασφάλεια, και να υποβάλει πρόταση για την κατάλληλη αναθεώρησή της· καλεί την Επιτροπή να αναλάβει δράση για τη θέσπιση και εφαρμογή κοινών ελάχιστων κανόνων όσον αφορά τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και τις κυρώσεις που σχετίζονται με την παράνομη εμπορία άγριων ειδών, σύμφωνα με το άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ σχετικά με την ιδιαιτέρως σοβαρή εγκληματικότητα με διασυνοριακή διάσταση·

32.  θεωρεί ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στο ζήτημα των τελωνείων στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης, όσον αφορά τόσο τη συνεργασία με τις χώρες εταίρους όσο και την καλύτερη και ουσιαστικότερη εφαρμογή στο εσωτερικό της Ένωσης· αναμένει, κατά συνέπεια, την επανεξέταση από την Επιτροπή το 2016 της εφαρμογής και επιβολής του σημερινού νομικού πλαισίου και ζητεί να συμπεριληφθεί σε αυτήν την επανεξέταση μια αξιολόγηση των τελωνειακών διαδικασιών·

33.  προτρέπει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν αποτελεσματικά και να συμμορφωθούν με τη Σύμβαση των ΗΕ κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος (UNTOC), η οποία αποτελεί τη βάση για την ανάληψη διεθνούς δράσης και για την παροχή νομικής αλληλοβοήθειας, καθώς και καίριο βήμα προς μια κοινή συντονισμένη προσέγγιση για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας εις βάρος άγριων ειδών· εκφράζει έντονη δυσαρέσκεια, στο πλαίσιο αυτό, για το γεγονός ότι έντεκα κράτη μέλη δεν έχουν εφαρμόσει ακόμα την UNTOC· καλεί αυτά τα κράτη μέλη να θέσουν σε εφαρμογή τη σύμβαση το συντομότερο δυνατό·

34.  θεωρεί ότι απαιτείται η εφαρμογή συνεπών, αποτελεσματικών και αποτρεπτικών ποινικών κυρώσεων για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας εις βάρος άγριων ειδών· προτρέπει τα κράτη μέλη να κατατάξουν την παράνομη εμπορία άγριων ειδών στα σοβαρά εγκλήματα σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο β της UNTOC·

35.  αναγνωρίζει την ανάγκη για την παροχή κατευθυντήριων γραμμών στους δικαστές και τους εισαγγελείς των κρατών μελών όσον αφορά τη δίωξη και την καταδίκη, καθώς και την ανάγκη για εκπαίδευση των τελωνειακών και των οργάνων επιβολής του νόμου σε σημεία εισόδου στην ΕΕ· θεωρεί ότι το παγκόσμιο πρόγραμμα δικαστών και η συνεργατική πρωτοβουλία «Πράσινα τελωνεία» του UNEP αποτελούν πρότυπα προς μίμηση·

36.  ζητεί από την Επιτροπή, τους αρμόδιους οργανισμούς της ΕΕ και τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν την κλίμακα της παράνομης διαδικτυακής εμπορίας άγριων ειδών και να δημιουργήσουν υποδομές στο πλαίσιο των μονάδων περιβαλλοντικού εγκλήματος και των τελωνείων, να βελτιώσουν τον συντονισμό με τις μονάδες ηλεκτρονικού εγκλήματος και να αυξήσουν τη συμμετοχή των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών προκειμένου να διασφαλιστεί η ύπαρξη διαύλων για την παροχή αρωγής από διασυνοριακές μονάδες οι οποίες ειδικεύονται στην καταπολέμηση του ηλεκτρονικού εγκλήματος·

37.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να συνεργαστούν με φορείς διαχείρισης μέσων κοινωνικής δικτύωσης, μηχανών αναζήτησης και πλατφορμών ηλεκτρονικού εμπορίου σχετικά με το πρόβλημα της παράνομης διαδικτυακής εμπορίας άγριων ειδών· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τα μέτρα ελέγχου και να χαράξουν πολιτικές για την αντιμετώπιση πιθανής παράνομης δραστηριότητας στο διαδίκτυο· στο πλαίσιο αυτό, καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης του προβλήματος του ηλεκτρονικού εγκλήματος εις βάρος άγριων ειδών σε επίπεδο ΕΕ·

38.  καλεί τις υπηρεσίες επιβολής της νομοθεσίας της ΕΕ και των κρατών μελών να προσδιορίσουν και να παρακολουθούν τα είδη άλλων μορφών σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος, όπως η εμπορία ανθρώπων, ώστε να συμβάλλουν στις δραστηριότητες πρόληψης και στη διερεύνηση παρατυπιών στην αλυσίδα εφοδιασμού, κατά την αντιμετώπιση περιπτώσεων παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, για παράδειγμα σε περιπτώσεις ύποπτων φορτίων ή οικονομικών συναλλαγών··

39.  εκφράζει ικανοποίηση για το γεγονός ότι η ΕΕ συμμετείχε στην COP17 για πρώτη φορά ως μέρος της CITES και επιδοκιμάζει το γεγονός ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη της δείχνουν ισχυρή αφοσίωση και προσφέρουν ουσιαστική οικονομική υποστήριξη στη CITES

40.  επιδοκιμάζει τη διαδικασία επανεξέτασης από εμπειρογνώμονες του UNEP για τον προσδιορισμό ενός καθολικά αναγνωρισμένου ορισμού του περιβαλλοντικού εγκλήματος· σημειώνει, εν προκειμένω, ότι τα νομικά όρια μεταξύ των διαφόρων τύπων περιβαλλοντικών εγκλημάτων είναι μερικές φορές συγκεχυμένα, γεγονός που μπορεί να μειώσει τις ευκαιρίες αποτελεσματικής δίωξης και τιμωρίας·

Ενίσχυση της παγκόσμιας εταιρικής σχέσης

41.  ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τον διάλογο και τη συνεργασία με τις χώρες προέλευσης, διαμετακόμισης και προορισμού στην αλυσίδα εφοδιασμού της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών και να τους παράσχουν τεχνική και οικονομική αρωγή και διπλωματική υποστήριξη· πιστεύει ότι η ΕΕ πρέπει να δράσει σε διεθνές επίπεδο για να στηρίξει τις τρίτες χώρες στην καταπολέμηση της εμπορίας άγριων ειδών και να συμβάλει στην περαιτέρω ανάπτυξη των αναγκαίων νομικών πλαισίων μέσω διμερών και πολυμερών συμφωνιών·

42.  επισημαίνει ότι η εκτεταμένη διαφθορά, η αδυναμία των θεσμών, η διάβρωση του κράτους, η κακοδιαχείριση και οι επιεικείς ποινές για εγκλήματα που αφορούν τα άγρια είδη αποτελούν σημαντικές προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν, για την αποτελεσματική καταπολέμηση της διεθνικής παράνομης εμπορίας άγριων ειδών· παροτρύνει την ΕΕ να στηρίξει τις αναπτυσσόμενες χώρες στις προσπάθειές τους με στόχο τον περιορισμό των κινήτρων για λαθροθηρία, μέσω της βελτίωσης των οικονομικών δυνατοτήτων και της προώθησης της χρηστής διακυβέρνησης και του κράτους δικαίου·

43.  καλεί τα θεσμικάόργανα της ΕΕ, τα κράτη μέλη και όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη να διερευνήσουν πιο συστηματικά τους δεσμούς μεταξύ παράνομης εμπορίας άγριων ειδών και περιφερειακών συγκρούσεων ή τρομοκρατίας·

44.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν ένα καταπιστευματικό ταμείο ή μια παρόμοια δομή, σύμφωνα με το άρθρο 187 του αναθεωρημένου δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, με στόχο την ασφάλεια των προστατευόμενων περιοχών και την καταπολέμηση της εμπορίας άγριων ειδών και της λαθροθηρίας, στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης κατά της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών·

45.  καλεί την ΕΕ να αναβαθμίσει την οικονομική και τεχνική της στήριξη, η οποία παρέχεται μέσω του Μηχανισμού Αναπτυξιακής Συνεργασίας (ΜΑΣ) και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης (ΕΤΑ), με σκοπό να συνδράμει τις αναπτυσσόμενες χώρες ώστε να εφαρμόσουν τους εθνικούς κανονισμούς για τα άγρια είδη σύμφωνα με τις συστάσεις της CITES, και ιδίως τις χώρες που δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους για την επιβολή της νομοθεσίας και τη δίωξη των λαθροθηρών·

46.  ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα χρηματοδότησης βάσει του Μέσου Εταιρικής Σχέσης για πρωτοβουλίες που στοχεύουν στη μείωση της ζήτησης για παράνομα προϊόντα άγριας χλωρίδας και πανίδας σε βασικές αγορές, σύμφωνα με την προτεραιότητα 1 του σχεδίου δράσης· τονίζει ότι, στο πλαίσιο αυτό, μπορεί να είναι σημαντική η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στις δομές ελέγχου που προβλέπονται βάσει των κεφαλαίων των εμπορικών συμφωνιών της ΕΕ για το εμπόριο και τη βιώσιμη ανάπτυξη·

47.  τονίζει ότι είναι σημαντικό να αντιμετωπιστεί, στο πλαίσιο της στρατηγικής εταιρικής σχέσης ΕΕ-Κίνας, το ευαίσθητο ζήτημα της αυξανόμενης ζήτησης για προϊόντα άγριας χλωρίδας και πανίδας, όπως το ελεφαντοστό, το κέρας ρινόκερου και τα οστά τίγρης, που αποτελεί πραγματική απειλή για τη διατήρηση των εν λόγω ειδών και τη βιοποικιλότητα εν γένει·

48.  ζητεί από την Επιτροπή να συμπεριλάβει σε όλες τις εμπορικές συμφωνίες και διαπραγματεύσεις της ΕΕ υποχρεωτικά και εκτελεστά κεφάλαια σχετικά με τη βιώσιμη ανάπτυξη, με ειδική μνεία για την εξάλειψη της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών σε όλους τους τομείς της οικονομίας, και καλεί την Επιτροπή να περιλαμβάνει αναλύσεις των διατάξεων αυτών στις εκθέσεις υλοποίησης που συντάσσει· προτρέπει την Επιτροπή να δώσει έμφαση στην εφαρμογή της CITES και στα μέτρα για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας εις βάρος άγριων ειδών, στο πλαίσιο του συστήματος ΣΓΠ+·

49.  σημειώνει ότι η διαφθορά αποτελεί έναν από τους κύριους παράγοντες που καθιστούν δυνατό το παράνομο εμπόριο άγριων ειδών και προϊόντων άγριων ειδών και συμβάλλουν στην άνθησή του· επικροτεί τη δέσμευση που ανέλαβε η Επιτροπή στο πλαίσιο της στρατηγικής της με τίτλο «Εμπόριο για όλους» να συμπεριλάβει φιλόδοξες διατάξεις κατά της διαφθοράς για την καταπολέμηση των άμεσων και έμμεσων επιπτώσεων τόσο της διαφθοράς όσο και της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών σε όλες τις μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες· καλεί, κατά συνέπεια, την Επιτροπή να προσδώσει μέγιστη προσοχή σε αυτές τις διοικητικές και ελεγκτικές πτυχές της εφαρμογής των διεθνών κανόνων σε θέματα παράνομης διακίνησης άγριων ειδών·

50.  καλεί την ΕΕ να διερευνήσει, εντός του πλαισίου του ΠΟΕ, πώς τα παγκόσμια εμπορικά και περιβαλλοντικά καθεστώτα μπορούν να αλληλοϋποστηριχθούν καλύτερα, ιδίως στο πλαίσιο των εν εξελίξει εργασιών για την ενίσχυση της συνοχής μεταξύ του ΠΟΕ και των πολυμερών περιβαλλοντικών συμφωνιών, καθώς και υπό το πρίσμα της συμφωνίας για τη διευκόλυνση του εμπορίου, η οποία ανοίγει νέους δρόμους συνεργασίας μεταξύ των τελωνειακών αρχών και των υπαλλήλων που είναι αρμόδιοι για την άγρια χλωρίδα και πανίδα και το εμπόριο, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες· φρονεί ότι πρέπει να διερευνηθούν περαιτέρω ευκαιρίες για συνεργασία μεταξύ του ΠΟΕ και της CITES, ιδίως όσον αφορά την προσφορά τεχνικής υποστήριξης και τη δημιουργία ικανοτήτων στον τομέα του εμπορίου και του περιβάλλοντος, για αξιωματούχους από τρίτες χώρες·

51.  υπογραμμίζει τον καίριο ρόλο της διεθνούς συνεργασίας μεταξύ όλων των οργανισμών στην αλυσίδα επιβολής του νόμου· καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να συνεχίσουν να στηρίζουν τη Διεθνή κοινοπραξία για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας εις βάρος άγριων ειδών (ICCWC)· χαιρετίζει κάθε ενίσχυση της στήριξης αυτής, μεταξύ άλλων μέσω της παροχής χρηματοδοτικών πόρων και εξειδικευμένης τεχνογνωσίας, για να διευκολυνθεί η ανάπτυξη ικανοτήτων, να προωθηθεί η ανταλλαγή πληροφοριών και μυστικών πληροφοριών, καθώς και η στήριξη της επιβολής και της συμμόρφωσης· καλεί την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει τους δείκτες της ICCWC για να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα της χρηματοδοτικής στήριξης της ΕΕ προς τρίτες χώρες για την υποστήριξη ενεργειών κατά της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, προκειμένου να διευκολυνθεί η ενιαία και αξιόπιστη αξιολόγηση των χρηματοδοτικών αναπτυξιακών χρηματοδοτήσεων·

52.  χαιρετίζει διεθνείς επιχειρήσεις επιβολής του νόμου, όπως η επιχείρηση COBRA III, η οποία οδήγησε σε σημαντικό αριθμό παρακρατήσεων παράνομων προϊόντων άγριων ειδών και συλλήψεων λαθρεμπόρων και προσέφερε μεγάλη δημόσια προβολή όσον αφορά την αναγνώριση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών ως σοβαρού οργανωμένου εγκλήματος·

53.  καλεί τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τον προϋπολογισμό της CITES ώστε να μπορέσει ο οργανισμός να διευρύνει τις δραστηριότητες παρακολούθησης και χαρακτηρισμού ειδών· εκφράζει τη λύπη του, στο πλαίσιο αυτό, για το γεγονός ότι κατά την περίοδο 1992-2015 έξι κράτη μέλη δεν προέβησαν σε καταβολή των οικονομικών υποχρεώσεών τους δυνάμει της CITES·

54.  εκφράζει ικανοποίηση για το γεγονός ότι το σχέδιο δράσης της ΕΕ αποτελεί σημαντική συμβολή για την επίτευξη των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης που έχουν τεθεί στο πλαίσιο του θεματολογίου του 2030 για τη βιώσιμη ανάπτυξη, που συμφωνήθηκε από τους αρχηγούς κρατών στη σύνοδο κορυφής των Ηνωμένων Εθνών τον Σεπτέμβριο του 2015·

Η ΕΕ ως αγορά προορισμού, πηγή και σημείο διαμετακόμισης

55.  παρατηρεί ότι η CITES, ο κανονισμός της ΕΕ για την ξυλεία και το ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕ για την ΠΛΑ αλιεία αποτελούν σημαντικά εργαλεία για τη ρύθμιση της διεθνούς εμπορίας άγριων ειδών· εκφράζει ωστόσο ανησυχία για την έλλειψη κατάλληλης εφαρμογής και επιβολής και καλεί τα κράτη μέλη και καλεί τα κράτη μέλη να εντείνουν τις κοινές και συντονισμένες προσπάθειές τους προκειμένου να διασφαλίσουν την αποτελεσματική εφαρμογή της· εκφράζει επίσης την ανησυχία του για τα κενά στο ισχύον ρυθμιστικό πλαίσιο όσον αφορά τα είδη και τους φορείς· καλεί, λοιπόν, την ΕΕ να επανεξετάσει το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο προκειμένου να τη συμπληρώσει με την απαγόρευση της διάθεσης στην αγορά, μεταφοράς, απόκτησης και κατοχής άγριων ειδών που έχουν συλλεχθεί ή αποτελέσει αντικείμενο εμπορικής συναλλαγής σε τρίτες χώρες παρανόμως· θεωρεί ότι η νομοθεσία αυτή θα μπορούσε να εναρμονίσει το υφιστάμενο ενωσιακό πλαίσιο και ότι ο διεθνικός αντίκτυπός της μπορεί να διαδραματίσει καίριο ρόλο στη μείωση της παγκόσμιας παράνομης εμπορίας άγριων ειδών· στο πλαίσιο αυτό, τονίζει ότι μια τέτοια νομοθεσία θα πρέπει να προβλέπει την πλήρη διαφάνεια όσον αφορά τυχόν απαγορεύσεις σχετικά με είδη λόγω του παράνομου χαρακτήρα τους σε τρίτες χώρες, ώστε να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου για όσους ασχολούνται με το νόμιμο εμπόριο·

56.  υπογραμμίζει ότι η θήρα τροπαίων έχει συμβάλει στη μεγάλη μείωση των πληθυσμών απειλούμενων ειδών που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ της CITES και καλεί επιτακτικά την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν μια προληπτική προσέγγιση για τις εισαγωγές κυνηγετικών τροπαίων ειδών που προστατεύονται δυνάμει των κανονισμών της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, να στηρίξουν την περαιτέρω ενίσχυση των νομικών διατάξεων της ΕΕ που διέπουν τις εισαγωγές κυνηγετικών τροπαίων στα κράτη μέλη της ΕΕ, και να απαιτούν άδειες για την εισαγωγή τροπαίων όλων των ειδών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα B του κανονισμού (EΚ) αριθ. 338/97·

57.  χαιρετίζει τη διακήρυξη του Παλατιού του Μπάκιγχαμ του 2016 στην οποία οι υπογράφοντες, που προέρχονται από αεροπορικές εταιρείες, ναυτιλιακές εταιρείες, φορείς εκμετάλλευσης λιμένων, τελωνειακές υπηρεσίες, διακυβερνητικούς οργανισμούς και φιλανθρωπικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της διατήρησης, δεσμεύονται να αναβαθμίσουν τα πρότυπα στον τομέα των μεταφορών, εστιάζοντας στην ανταλλαγή πληροφοριών, στην κατάρτιση του προσωπικού, στις τεχνολογικές βελτιώσεις και στον επιμερισμό των πόρων μεταξύ εταιρειών και οργανώσεων σε παγκόσμιο επίπεδο· καλεί όλα τα μέρη να εφαρμόσουν στο ακέραιο τις δεσμεύσεις της διακήρυξης· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να προωθήσουν εθελοντικές δεσμεύσεις παρόμοιες με τις δεσμεύσεις της διακήρυξης του Παλατιού του Μπάκιγχαμ σε άλλους τομείς, και δη στον χρηματοπιστωτικό τομέα και στον τομέα του ηλεκτρονικού εμπορίου·

58.  ζητεί την ολοκληρωτική και άμεση απαγόρευση, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, της εμπορίας, των εξαγωγών ή των επανεξαγωγών ελεφαντόδοντου στην ΕΕ και στο εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένου του «προσυμβασιακού» ελεφαντόδοντου και των κεράτων ρινόκερου· ζητεί τη θέσπιση μηχανισμού που θα αξιολογεί την ανάγκη λήψης ανάλογων περιοριστικών μέτρων και για τα άλλα απειλούμενα είδη·

59.  σημειώνει ότι ο κανονισμός της ΕΕ για την πρόληψη, αποτροπή και εξάλειψη της παράνομης, αδήλωτης και ανεξέλεγκτης (ΠΑΑ) αλιείας έχει αποδώσει αποτελέσματα, αλλά επιμένει ότι η εφαρμογή θα πρέπει να είναι πιο αυστηρή, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν εισέρχονται στην ευρωπαϊκή αγορά προϊόντα παράνομης αλιείας· συνιστά τα κράτη μέλη της ΕΕ να είναι πιο συνεπή και αποτελεσματικά στους ελέγχους της τεκμηρίωσης αλιευμάτων (πιστοποιητικά αλιευμάτων) και φορτίων (ιδίως από χώρες που εκτιμώνται ως υψηλού κινδύνου), ώστε να διασφαλίζεται ότι τα αλιεύματα αποτελούν προϊόν νόμιμης αλιείας·

60.  τονίζει τη σημασία της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα στην καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, μέσω της αυτορρύθμισης και της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης· θεωρεί ότι η δυνατότητα εντοπισμού κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού είναι απαραίτητη για τις νόμιμες και βιώσιμες συναλλαγές, είτε εμπορικού είτε μη εμπορικού χαρακτήρα· τονίζει την ανάγκη για συνεργασία και συντονισμό σε διεθνές επίπεδο, καθώς και μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, και καλεί την ΕΕ να ενισχύσει τα υπάρχοντα μέσα ελέγχου, μεταξύ των οποίων και τη χρήση μηχανισμών εντοπισμού· θεωρεί ότι ο τομέας μεταφορών θα πρέπει να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο, παραδείγματος χάρη μέσω της εφαρμογής ενός συστήματος εντοπισμού με δυνατότητα έγκαιρης προειδοποίησης· επισημαίνει τον σημαντικό ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν στο πλαίσιο αυτό οι συμπράξεις μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα·

61.  ζητεί από τα κράτη μέλη, εκτός από τους ελέγχους των συνόρων που απαιτεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 338/97, να εφαρμόσουν μηχανισμούς ελέγχου συμμόρφωσης εντός της χώρας, με τους οποίους θα ελέγχονται τακτικά οι έμποροι και κάτοχοι άδειας, όπως τα καταστήματα πώλησης ζώων συντροφιάς, οι εκτροφείς, τα κέντρα ερευνών και τα φυτώρια και οι οποίοι θα περιλαμβάνουν ελέγχους σε τομείς όπως η μόδα, η τέχνη, η ιατρική και η εστίαση, όπου μπορεί να χρησιμοποιούνται παρανόμως μέρη φυτών και ζώων·

62.  ζητεί από τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν την άμεση κατάσχεση παρακρατηθέντων ειδών, καθώς και τη φροντίδα και την επανεγκατάσταση ζωντανών ειδών που έχουν παρακρατηθεί ή κατασχεθεί σε κέντρα προστασίας ζώων· καλεί την Επιτροπή να προσφέρει καθοδήγηση για να εξασφαλιστεί ότι όλα τα κέντρα διάσωσης άγριων ειδών που χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη ανταποκρίνονται σε ικανοποιητικά πρότυπα· καλεί ακόμη την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να εξασφαλίσουν επαρκή χρηματοδότηση για τα κέντρα διάσωσης άγριων ειδών·

63.  καλεί τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν εθνικά σχέδια για τη μεταχείριση ζωντανών ειδών που έχουν κατασχεθεί σύμφωνα με το Παράρτημα 3 του ψηφίσματος 10.7 της διάσκεψης της σύμβασης CITES (RevCoP15)· τονίζει ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναφέρουν όλα τα ζωντανά ζώα που κατάσχουν στο σύστημα EU-TWIX και ότι θα πρέπει να δημοσιεύονται ετήσιες συνοπτικές εκθέσεις, καθώς και ότι τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι η κατάρτιση των αξιωματούχων επιβολής περιλαμβάνει θέματα σχετικά με την ευημερία και την ασφάλεια κατά τη μεταχείριση ζωντανών ζώων· καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη να δεσμεύσουν επαρκή χρηματοδοτική στήριξη για τα κέντρα διάσωσης άγριων ειδών·

64.  καλεί τα κράτη μέλη να εξετάσουν το ενδεχόμενο θέσπισης συστημάτων «θετικού καταλόγου» ειδών, βάσει του οποίουτα εξωτικά είδη θα αξιολογούνται αντικειμενικά και σύμφωνα με επιστημονικά κριτήρια για την ασφάλεια και την καταλληλότητά τους ως προς την εμπορία και τη δυνατότητα να αποτελέσουν ζώα συντροφιάς·

°

°  °

65.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

  • [1]  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0031.
  • [2]  ΕΕ L 75, 19.3.2015, σ. 1.
  • [3]  ΕΕ L 295, 12.11.2010, σ. 23.
  • [4]  ΕΕ L 286, 29.10.2008, σ. 1.
  • [5]  ΕΕ L 181, 29.6.2013, σ. 1.
  • [6]  ΕΕ L 77, 24.3.2009, σ. 1.
  • [7]  ΕΕ L 328, 6.12.2008, σ. 28.
  • [8]  ΕΕ L 94, 9.4.1999, σ. 24.
  • [9]  ΕΕ L 20, 26.1.2010, σ. 7.
  • [10]  ΕΕ L 206, 22.7.1992, σ. 7.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Το 2015, κατά την Παγκόσμια ημέρα της άγριας ζωής, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Ban Ki-moon δήλωσε: «Είναι καιρός να πάρουμε στα σοβαρά το έγκλημα εις βάρος των άγριων ειδών». Το μήνυμα ήταν απλό, αλλά αυστηρό: η παράνομη εμπορία άγριων ειδών συνιστά σοβαρή και μεγεθυνόμενη απειλή, όχι μόνο για την επιβίωση πολυάριθμων ειδών χλωρίδας και πανίδας, αλλά και για το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την παγκόσμια διακυβέρνηση, την ευημερία των τοπικών κοινοτήτων, και πάνω από όλα την επιβίωση αυτή καθ’ αυτήν των οικοσυστημάτων ανά τον κόσμο.

Η παράνομη εμπορία άγριων ειδών έχει εξελιχθεί σε εγκληματική βιομηχανία αξίας δισεκατομμυρίων ευρώ, την οποία ελέγχουν οργανωμένες εγκληματικές ομάδες. Ο χαμηλός κίνδυνος ανίχνευσης και τα υψηλά κέρδη προσελκύουν συμμορίες, οι οποίες εκμεταλλεύονται την παράνομη παγίδευση και μεταφορά άγριων ειδών προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τις εγκληματικές τους δραστηριότητες.

Οι προσπάθειες για την καταπολέμηση εγκλημάτων εις βάρος του ευρύτερου περιβάλλοντος αποκτούν ιδιαίτερη σημασία για την αντιμετώπιση των απειλών κατά της ειρήνης και της ασφάλειας. Σε όλον τον κόσμο, μη κρατικές ένοπλες ομάδες, τρομοκρατικές ομάδες και άλλοι διαπράττουν εγκλήματα εις βάρος του περιβάλλοντος όλο και συχνότερα και ζουν από την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων διότι αποδίδει ευκολότερα κέρδη σε σύγκριση με άλλες μορφές εκμετάλλευσης, όπως το λαθρεμπόριο ναρκωτικών και τσιγάρων ή η παράνομη διακίνηση μεταναστών.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην καταπολέμηση της εγκληματικότητας εις βάρος άγριων ειδών, διότι συνιστά μείζονα προορισμό για παράνομα προϊόντα άγριων ειδών, καθώς και σημείο διαμετακόμισης, και συχνά πηγή, για την παράνομη εμπορία άγριων ειδών, ιδίως μεταξύ των χωρών της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, αλλά και της ίδιας της ΕΕ.

Το σχέδιο δράσης αποτελεί μέρος της απάντησης της ΕΕ στο θεματολόγιο του ΟΗΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη με ορίζοντα το 2030 και ιδίως στον στόχο βιώσιμης ανάπτυξης 15, ο οποίος ζητεί την ανάληψη άμεσης δράσης προκειμένου να εξαλειφθούν η λαθροθηρία και η παράνομη εμπορία προστατευόμενων ειδών και να τεθούν επί τάπητος η ζήτηση για παράνομα προϊόντα άγριων ειδών, αλλά και η προσφορά τους.

Το σχέδιο δράσης ορίζει κάποιες προτεραιότητες για τη χρονική περίοδο 2016-2020 που θα ενισχύσουν τον ρόλο της ΕΕ στην καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών σε παγκόσμιο επίπεδο: πρόληψη, επιβολή του νόμου, συνεργασία, καθώς και αναγνώριση της ΕΕ ως αγορά προορισμού, πηγή και σημείο διαμετακόμισης για προϊόντα άγριων ειδών.

Η πρώτη προτεραιότητα του σχεδίου δράσης είναι η πρόληψη της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών και η αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών της. Καίριο βήμα για την επίτευξη του στόχου τούτου είναι να συμβάλλει η ΕΕ στη μείωση της παγκόσμιας ζήτησης για παράνομα προϊόντα άγριων ειδών, αλλά και της προσφοράς τους, αξιοποιώντας τα εργαλεία που έχει στη διάθεσή της: το πλαίσιο της CITES, εκστρατείες ευαισθητοποίησης, την αντιμετώπιση του σοβαρού προβλήματος διαφθοράς στην αλυσίδα εφοδιασμού και την ανάπτυξη των ικανοτήτων των υπηρεσιών επιβολής του νόμου στις χώρες προέλευσης, αλλά και των δασοφυλάκων που καταπολεμούν επί τόπου την παράνομη εμπορία άγριων ειδών.

Η δεύτερη προτεραιότητα του σχεδίου δράσης είναι η διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής και επιβολής των υφιστάμενων κανόνων για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος εις βάρος άγριων ειδών. Ως έχει η κατάσταση, δεν επαρκούν τα δεδομένα και οι πληροφορίες σχετικά με συλλήψεις που παρέχουν τα κράτη στις υπηρεσίες επιβολής του νόμου Ευρωπόλ και Eurojust, κάτι που περιορίζει σημαντικά την ικανότητα των τελευταίων να καταπολεμήσουν την παράνομη εμπορία άγριων ειδών σε διασυνοριακό επίπεδο. Επίσης, οι κυρώσεις που επιβάλλονται στους παράνομους διακινητές άγριων ειδών δεν αντιστοιχούν στη σοβαρότητα του εγκλήματος. Τα κράτη μέλη της ΕΕ θα πρέπει να θεσπίσουν σταθερές και εναρμονισμένες κυρώσεις για τους παράνομους διακινητές άγριων ειδών που καταδικάζονται. Η ΕΕ θα πρέπει να εξετάσει τη δυνατότητα θέσπισης νομοθεσίας για την απαγόρευση της εισαγωγής, εμπορίας, και εκ νέου εξαγωγής ειδών που είναι προστατευόμενα στις χώρες προέλευσής τους. Παράδειγμα τέτοιας νομοθεσίας αποτελεί ο νόμος Lacey των ΗΠΑ. Παρόλο που η CITES συνιστά χρήσιμο εργαλείο για τον έλεγχο της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών και την προστασία ειδών που απειλούνται με εξαφάνιση, δεν καλύπτει όλα τα κρίσιμα είδη, ενώ αδυνατεί να ανταποκριθεί ταχέως σε μεταβαλλόμενες συνθήκες και ως εκ τούτου δίνει στους εγκληματίες ευκαιρίες να εκμεταλλεύονται τα σχετικά «παραθυράκια» με ευκολία.

Η τρίτη προτεραιότητα είναι η ενίσχυση της παγκόσμιας συνεργασίας των χωρών προέλευσης, κατανάλωσης και διαμετακόμισης για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών. Για την επίτευξη του στόχου τούτου, είναι σημαντική η παροχή πολιτικής στήριξης και τεχνικής αρωγής σε καίριες χώρες προέλευσης, διαμετακόμισης και προορισμού. Επίσης, η ΕΕ θα χρειαστεί να εκμεταλλευτεί την χρηματοοικονομική της ισχύ προκειμένου να προσθέσει ρήτρες σε υφιστάμενες και μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες σχετικά με την ανάγκη καταπολέμησης της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών. Η συμφωνία για τη Σύμπραξη Χωρών του Ειρηνικού (TPP) μεταξύ των ΗΠΑ και έντεκα κρατών του Ειρηνικού περιλαμβάνει διατάξεις για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών· δεν είναι τέλειες, αλλά συνιστούν πολιτική δήλωση ότι θα πρέπει να υπολογίζεται η βιοποικιλότητα κατά τη σύναψη εμπορικών σχέσεων. Η συμφωνία αυτή θα πρέπει να αποτελέσει πρότυπο για τις νέες εμπορικές διαπραγματεύσεις της ΕΕ.

Τέλος, η ΕΕ αυτή καθ’αυτήν αποτελεί εξαιρετικά ενεργό αγορά για την εμπορία παράνομων προϊόντων άγριων ειδών. Αποτελεί όχι μόνο σημείο διαμετακόμισης και αγορά προορισμού, αλλά και πηγή για παράνομα προϊόντα άγριων ειδών, τα οποία προστατεύονται δυνάμει του ενωσιακού δικαίου. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θέσουν επί τάπητος το εσωτερικό εμπόριο παράνομων προϊόντων από συλλεγμένα άγρια είδη τα οποία πωλούνται ως νόμιμα αγαθά, π.χ. άνθη, έπιπλα και εξωτικά ζώα συντροφιάς. Επίσης, τα κράτη μέλη της ΕΕ θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο αναβάθμισης και βελτίωσης των κέντρων προστασίας και διάσωσης ζώων προκειμένου να μπορούν τα κέντρα αυτά να αντιμετωπίσουν τη μεγάλη ποικιλία ειδών που παρακρατούνται σε συνοριακά σημεία και αλλού στην ΕΕ.

Εντέλει, τα κράτη μέλη της ΕΕ φέρουν κοινή ευθύνη για την αντιμετώπιση του προβλήματος τούτου και την αποτροπή της ταχείας μείωσης του πληθυσμού ορισμένων από τα πιο πολύτιμα είδη στον κόσμο. Έτσι, όχι μόνο θα διατηρήσουμε τη βιοποικιλότητα για τις μελλοντικές γενιές, αλλά επιπλέον θα βελτιώσουμε και θα ενδυναμώσουμε το πλαίσιο ασφαλείας της ΕΕ, θα προαγάγουμε τη ζωή των τοπικών κοινοτήτων, θα τονώσουμε τη βιώσιμη ανάπτυξη και θα ενισχύσουμε το κράτος δικαίου.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Ανάπτυξης (12.9.2016)

προς την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων

σχετικά με σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών
(2016/2076(INI))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Brian Hayes

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Ανάπτυξης καλεί την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι φτωχοί του κόσμου, σε ποσοστό περίπου 70 %, ζουν σε αγροτικές περιοχές και εξαρτώνται άμεσα από τη βιοποικιλότητα για τον βιοπορισμό τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι η προστασία της βιοποικιλότητας είναι, ως εκ τούτου, σημαντική για τα βιώσιμα μέσα βιοπορισμού και την ανάπτυξη υπέρ των απόρων· λαμβάνοντας υπόψη ότι, από την άλλη πλευρά, η συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων μπορεί να είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία της εν λόγω προστασίας·

B.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η παγκόσμια βιοποικιλότητα και οι υπηρεσίες οικοσυστημάτων διατρέχουν κίνδυνο λόγω αλλαγών της χρήσης της γης, μη βιώσιμης χρήσης των φυσικών πόρων, ρύπανσης και κλιματικής αλλαγής· λαμβάνοντας υπόψη, ειδικότερα, ότι πολλά απειλούμενα είδη αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες προκλήσεις σε σύγκριση με το παρελθόν, εξαιτίας της ταχείας αστικοποίησης, της απώλειας οικοτόπων και της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η συμμετοχή της ΕΕ ως νομικού υποκειμένου σε αυτό το σύστημα προστασίας των ειδών δεν μπορεί παρά να επιβεβαιώσει τη σημαντική και υπεύθυνη θέση που αναλαμβάνει η ΕΕ στην προώθηση της βιωσιμότητας·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πρακτικές διαχείρισης των φυσικών πόρων και οι παράνομες διακινήσεις που συνδέονται στενά με τους περιορισμούς στους τομείς της διακυβέρνησης και της ασφάλειας συνιστούν το τέταρτο μεγαλύτερο τύπο παγκόσμιου εγκλήματος από άποψη ετήσιου κύκλου εργασιών·

E.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περισσότερες συγκρούσεις έχουν τη ρίζα τους στην εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου και στην παράνομη διακίνηση ζώων, κάτι που θέτει σε κίνδυνο την ευημερία των τοπικών κοινοτήτων, τη βιοποικιλότητα, την πανίδα και τη χλωρίδα·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συγκρούσεις μεταξύ ανθρώπων και ζώων, οι οποίες προκύπτουν από την απώλεια οικοτόπων και τις αυξανόμενες ανάγκες των ανθρώπων, συνιστούν σημαντική απειλή για τη διασφάλιση της επιβίωσης πολλών ειδών σε διάφορα μέρη του κόσμου· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποψίλωση και η υποβάθμιση των δασών προκαλείται κυρίως από την επέκταση της γεωργικής γης και την εντατική υλοτομία για ξυλεία, καυσόξυλα και άλλα δασικά προϊόντα, καθώς και από την υπερβόσκηση· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα άγρια είδη που έρχονται σε επαφή με ανθρώπους συχνά θανατώνονται ή αιχμαλωτίζονται· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αντιμετώπιση οπλισμένων λαθροθηρών μπορεί να είναι εξαιρετικά επικίνδυνη·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ελέφαντες και οι ρινόκεροι βρίσκονται στην πρώτη θέση στον κατάλογο των ειδών που θανατώνονται από λαθροκυνηγούς, αντικατοπτρίζοντας την αυξανόμενη ζήτηση για τους χαυλιόδοντες και τα κέρατά τους σε ολόκληρο τον κόσμο· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι λαθροκυνηγοί μπορεί να δραστηριοποιούνται λόγω φτώχειας ή πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης από εγκληματικές οργανώσεις που αναζητούν κυνηγούς με γνώση του ανάγλυφου της περιοχής·

H.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράνομη εμπορία άγριων ειδών στην οποία εμπλέκονται λαθροκυνηγοί, ένοπλοι μη κρατικοί φορείς από χώρες προέλευσης, διεθνείς εγκληματικές ομάδες και πληθώρα παραγόντων στις χώρες ζήτησης δεν αποτελεί νέο φαινόμενο, αλλά η κλίμακα, ο χαρακτήρας και οι επιπτώσεις της έχουν φθάσει σε άνευ προηγουμένου επίπεδο για ορισμένα είδη·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι αναγκαίο να αναγνωριστεί η εγγενής αξία της βιοποικιλότητας και οι διάφοροι τρόποι με τους οποίους συμβάλλει στη βιώσιμη ανάπτυξη και την ευημερία των ανθρώπων, σύμφωνα με τους στόχους που έχουν οριστεί στον Στόχο αριθ. 15 της Ατζέντας του 2030 για την Βιώσιμη Ανάπτυξη·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εγκλήματα σε σχέση με άγρια είδη αποτελούν μια σημαντική και διακρατικά οργανωμένη εγκληματική δραστηριότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, με ετήσιο κύκλο εργασιών ύψους τουλάχιστον 19 δισ. δολαρίων ΗΠΑ, γεγονός που την τοποθετεί στην θέση της τέταρτης σημαντικότερης παράνομης δραστηριότητας στον κόσμο· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επιπτώσεις της στην βιοποικιλότητα είναι καταστροφικές και ότι έχει αρνητικό αντίκτυπο στο κράτος δικαίου, λόγω των στενών δεσμών της με τη διαφθορά, ιδίως σε ορισμένες περιοχές της Αφρικής, όπου οι συνέπειες στη δυνατότητα οικονομικής ανάπτυξης είναι εξαιρετικά αρνητικές·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ οφείλει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην καταπολέμηση της εν λόγω παράνομης εμπορίας, καθώς η Ευρώπη αποτελεί επί του παρόντος αγορά προορισμού και κέντρο διαμετακόμισης προς άλλες περιοχές· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρώπη είναι επίσης η περιοχή από την οποία προέρχονται ορισμένα παρανόμως διακινούμενα είδη·

1.  εκφράζει ανησυχία για την αύξηση της λαθροθηρίας και της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών και σχετικών προϊόντων, καθώς και για τις αρνητικές οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις της εν λόγω αύξησης· πιστεύει ότι για την καταπολέμηση της λαθροθηρίας απαιτείται συντονισμένη αντιμετώπιση από την ΕΕ και παροχή βοήθειας σε χώρες που έχουν περιορισμένες δυνατότητες για την προστασία των άγριων ειδών· πιστεύει ότι η ΕΕ μπορεί να διαδραματίσει έναν μεγαλύτερο ρόλο στην προστασία και τη διατήρηση καταφυγίων άγριων ζώων σε αναπτυσσόμενες χώρες·

2.  υπενθυμίζει ότι η βιοποικιλότητα και τα ανθεκτικά οικοσυστήματα στηρίζουν τους βιοτικούς πόρους, ενισχύουν την επισιτιστική και διατροφική ασφάλεια, καθιστούν δυνατή την πρόσβαση σε νερό και υγειονομική περίθαλψη και συμβάλλουν σημαντικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και στην προσαρμογή σε αυτήν· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι είναι εξόχως σημαντικό να προστατεύονται η βιοποικιλότητα και οι υπηρεσίες οικοσυστημάτων για να εξασφαλίζεται ότι οι βιώσιμοι βιοτικοί πόροι συμβάλλουν στη μείωση της φτώχειας σε παγκόσμιο επίπεδο·

3.  τονίζει ότι στην στρατηγική για τη συνοχή της πολιτικής της ΕΕ που κατοχυρώνεται στις Συνθήκες πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η προστασία των άγριων ειδών, υπογραμμίζει τον καθοριστικό ρόλο της βιοποικιλότητας στους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης και στηρίζει την εμβληματική πρωτοβουλία Β4Life για την προστασία της βιοποικιλότητας, που εφαρμόζεται ειδικότερα μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης και του Μηχανισμού Αναπτυξιακής Συνεργασίας, καθώς και τον στόχο 1.2 του σχεδίου δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών όσον αφορά τις αγροτικές κοινότητες· καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι οι συναφείς δράσεις συνάδουν με τον θεμελιώδη στόχο της αναπτυξιακής πολιτικής της ΕΕ περί μείωσης της φτώχειας, με τις βιώσιμες δασικές πολιτικές και με τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ, ιδίως το Στόχο αριθ. 15, και ότι έχουν θετικό αντίκτυπο, συγκεκριμένα, στην επισιτιστική ασφάλεια, τους φυσικούς οικοτόπους και τα οικοσυστήματα· καλεί την ΕΕ να προωθήσει προσοδοφόρες δραστηριότητες στις προστατευόμενες περιοχές και στις ζώνες ασφαλείας αυτών (δηλ. μέσω βιώσιμου τουρισμού), και να ενισχύσει ανάλογα τις τοπικές δυνατότητες·

4.  καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να κάνουν χρήση των εμπορικών και αναπτυξιακών τους μέσων για την εκπόνηση ειδικών προγραμμάτων για την ενίσχυση της εφαρμογής της Σύμβασης για το διεθνές εμπόριο ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας που απειλούνται με εξαφάνιση (CITES), και να παράσχουν πόρους για την ανάπτυξη ικανοτήτων στο πλαίσιο της καταπολέμησης της λαθροθηρίας και της παράνομης εμπορίας, ιδίως μέσω της υποστήριξης, της ενίσχυσης και της επέκτασης πρωτοβουλιών για την επιβολή της νομοθεσίας, όπως είναι το δίκτυο επιβολής νομοθεσίας σχετικά με τα άγρια είδη στην ASEAN (ASEAN-WEN), το δίκτυο επιβολής νομοθεσίας σχετικά με τα άγρια είδη στο Κέρας της Αφρικής (HA-WEN) και η ομάδα δράσης της συμφωνίας της Λουσάκα (LATF), τα οποία στοχεύουν στη δημιουργία περιφερειακών κέντρων εμπειρογνωμοσύνης και στην παροχή προτύπων συνεργασίας κατά του εγκλήματος που αφορά άγρια είδη·

5.  υπενθυμίζει ότι μεγάλο μέρος των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ΕΕ σε σχέση με την παράνομη εμπορία άγριων ειδών οφείλεται στην πλημμελή εφαρμογή της συναφούς νομοθεσίας της ΕΕ από τα κράτη μέλη της· παροτρύνει τα κράτη μέλη και όλους τους σχετικούς φορείς να εφαρμόσουν το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών βάσει του προβλεπόμενου χρονοδιαγράμματος, σύμφωνα με τα συμπεράσματα σχετικά με το εν λόγω σχέδιο δράσης, τα οποία ενέκρινε το Συμβούλιο στις 20 Ιουνίου 2016·

6.  θεωρεί ότι η ευμάρεια των αφρικανικών πληθυσμών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα άγρια είδη και ότι η φτώχεια στις αγροτικές περιοχές είναι θεμελιώδες στοιχείο της λαθροθηρίας σε τοπικό επίπεδο·

7.  πιστεύει ότι οι ΜΚΟ μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην παρακολούθηση της επιβολής του νόμου και στην ενημέρωση όσον αφορά τα εγκλήματα σε σχέση με τα άγρια είδη· ζητεί περαιτέρω στήριξη των προσπαθειών των ΜΚΟ, δεδομένων των περιορισμένων δυνατοτήτων των τοπικών δημόσιων αρχών στους τομείς αυτούς·

8.  τονίζει ότι η προστασία των άγριων ειδών, η οποία επικεντρώνεται κυρίως στη διατήρηση των οικοσυστημάτων και των τοπίων που συντηρούν βασικούς πληθυσμούς των αφρικανικών άγριων ειδών, πρέπει να αποτελεί βασικό στοιχείο των στρατηγικών της ΕΕ για τη μείωση της φτώχειας·

9.  τονίζει ότι το σχέδιο δράσης είναι καταδικασμένο να αποτύχει εάν δεν χρηματοδοτηθεί επαρκώς· πιστεύει ότι οι χρηματοδοτικοί πόροι για την εξασφάλιση της εφαρμογής του σχεδίου πρέπει να καθορίζονται στον προϋπολογισμό της ΕΕ και κάθε κράτους μέλους, και ότι οι ανθρώπινοι πόροι θα πρέπει επίσης να κατανέμονται με σαφή τρόπο·

10.  είναι της άποψης ότι τα εγκλήματα που αφορούν τα άγρια είδη και τα δάση θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με την ίδια προσοχή που δίδεται σε οποιαδήποτε άλλη μορφή διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος, και ότι, κατά συνέπεια, η επιβολή του νόμου δεν θα πρέπει να περιορίζεται μόνο στους λαθροθήρες, αλλά να έχει ως στόχο και τα υψηλότερα κλιμάκια του οργανωμένου εγκλήματος·

11.  παροτρύνει τις κυβερνήσεις των χωρών προέλευσης να: i) βελτιώσουν το κράτος δικαίου και να θεσπίσουν αποτελεσματικά αποτρεπτικά μέτρα με ενίσχυση της ποινικής έρευνας, δίωξης και καταδίκης· (ii) θεσπίσουν αυστηρότερους νόμους που θα αντιμετωπίζουν την παράνομη εμπορία άγριων ειδών ως «σοβαρό έγκλημα» που απαιτεί τον ίδιο βαθμό προσοχής και σοβαρότητας με άλλες μορφές διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος· iii) διαθέσουν περισσότερους πόρους για την καταπολέμηση των εγκλημάτων που αφορούν τα άγρια είδη, ειδικότερα για την ενίσχυση της επιβολής της νομοθεσίας σχετικά με τα άγρια είδη, των εμπορικών ελέγχων, της παρακολούθησης, καθώς και του εντοπισμού και της κατάσχεσης στα τελωνεία· iv) δεσμευτούν όσον αφορά την πολιτική μηδενικής ανοχής στο θέμα της διαφθοράς·

12.  τονίζει ότι απαιτούνται συλλογικές παρεμβάσεις σε παγκόσμιο επίπεδο για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας που αφορά τα άγρια είδη, συμπεριλαμβανομένης της οικονομικής της διάστασης μέσω διεθνούς συνεργασίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες· τονίζει επίσης ότι είναι αναγκαίο να δρομολογηθούν εκστρατείες ευαισθητοποίησης για να περιοριστεί η ζήτηση προϊόντων άγριων ειδών·

13.  παροτρύνει τις χώρες προέλευσης, διαμετακόμισης και ζήτησης να ενισχύσουν τον βαθμό συνεργασίας τους για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών κατά μήκος ολόκληρης της αλυσίδας· ζητεί, για τον σκοπό αυτό, την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ π.χ. του Διεθνούς Οργανισμού Εγκληματολογικής Αστυνομίας (Ιντερπόλ), του Παγκόσμιου Οργανισμού Τελωνείων (WCO), του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα (UNODC) και της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς (UNCAC)·

14.  καλεί την ΕΕ να αναβαθμίσει την οικονομική και τεχνική της στήριξη, η οποία παρέχεται μέσω του Μηχανισμού Αναπτυξιακής Συνεργασίας (ΜΑΣ) και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης (ΕΤΑ), με σκοπό να συνδράμει τις αναπτυσσόμενες χώρες ώστε να εφαρμόσουν τους εθνικούς κανονισμούς για τα άγρια είδη σύμφωνα με τις συστάσεις της CITES, ιδίως τις χώρες που δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους για την επιβολή της νομοθεσίας και τη δίωξη των λαθροθηρών·

15.  υπογραμμίζει ότι η φτώχεια και οι αδύναμοι φορείς διοίκησης δίνουν στους εγκληματίες τη δυνατότητα να διαφθείρουν κακώς αμειβόμενα όργανα των αρχών επιβολής του νόμου· τονίζει την ανάγκη υπεύθυνης διαχείρισης των κινδύνων που συνδέονται με την καταπολέμηση της λαθροθηρίας και του εμπορίου άγριων ειδών, δραστηριότητες που αμφότερες προκαλούν ζημία στα οικοσυστήματα και τους αγροτικούς βιοτικούς πόρους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που βασίζονται στον οικολογικό τουρισμό, καθώς και την ανάγκη διεξαγωγής στοχευμένων εκστρατειών ευαισθητοποίησης των ειδικών όσον αφορά το οργανωμένο έγκλημα και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες· επισημαίνει ότι η εκτεταμένη διαφθορά, η αδυναμία των θεσμών, η διάβρωση του κράτους, η κακοδιαχείριση και οι επιεικείς ποινές για εγκλήματα που αφορούν τα άγρια είδη αποτελούν σημαντικές προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν για την αποτελεσματική καταπολέμηση της διεθνικής παράνομης εμπορίας άγριων ειδών· παροτρύνει την ΕΕ να στηρίξει τις αναπτυσσόμενες χώρες στις προσπάθειές τους για τον περιορισμό των κινήτρων για λαθροθηρία, μέσω βελτίωσης των οικονομικών δυνατοτήτων και προώθησης της χρηστής διακυβέρνησης και του κράτους δικαίου, μέσω παροχής κατάρτισης και στήριξης σε οργανισμούς που ασχολούνται με την παράνομη εμπορία άγριων ειδών, και μέσω ενίσχυσης της ευαισθητοποίησης σχετικά με το παράνομο εμπόριο που αφορά τα άγρια είδη· καλεί τα όργανα της ΕΕ, τα κράτη μέλη και όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη να διερευνήσουν πιο συστηματικά τους δεσμούς μεταξύ παράνομης εμπορίας άγριων ειδών και περιφερειακών συγκρούσεων ή τρομοκρατίας, εν αναμονή των συμπερασμάτων της προσεχούς έκθεσης του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC)·τονίζει ότι είναι αναγκαία μια μακροπρόθεσμη στρατηγική για την καταπολέμηση της διαφθοράς και ότι θα πρέπει να ενισχυθεί η δυνατότητα αποτελεσματικής διερεύνησης των καταγγελιών περί συνενοχής σε κυβερνητικό επίπεδο· τονίζει ότι αυτό θα μπορούσε, ως έσχατη λύση, να οδηγήσει σε κυρώσεις τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε ευρύτερο διεθνές επίπεδο·

16.  ζητεί την υλοποίηση δράσεων που θα δώσουν τη δυνατότητα σε τοπικούς φορείς να ωφελούνται άμεσα από τη συμμετοχή στην προστασία των άγριων ειδών και, παράλληλα με μέτρα για την αποτροπή παράνομων δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τα άγρια είδη, θα βελτιώσουν τις δυνατότητες βιοπορισμού χωρίς εμπλοκή σε τέτοιες δραστηριότητες· ζητεί ειδικότερα την, κατά προτεραιότητα, ενσωμάτωση τέτοιων δράσεων στις διάφορες συνθήκες εμπορίου και συνεργασίας που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τρίτες χώρες· καλεί, προς τούτο, την Επιτροπή να εξετάσει την εισαγωγή συγκεκριμένων πιλοτικών σχεδίων που αποβλέπουν κυρίως στην κατάρτιση και τη στήριξη των τοπικών τελωνειακών αρχών και των δασικών υπηρεσιών, στο πλαίσιο των συμφωνιών συνεργασίας·

17.  πιστεύει ότι ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να ενθαρρυνθεί να λειτουργήσει ως πρότυπο, τόσο εντός όσο και εκτός της επικράτειας της ΕΕ, μέσω ενός κώδικα δεοντολογίας που θα καταδικάζει την κατανάλωση παράνομων προϊόντων άγριων ειδών·

18.  ζητεί τη στήριξη πρωτοβουλιών του ιδιωτικού τομέα για τον περιορισμό του παράνομου εμπορίου άγριων ειδών·

19.  ζητεί, για την υλοποίηση του σχεδίου δράσης της ΕΕ, στενότερη και εποικοδομητική συνεργασία μεταξύ των ενδιαφερόμενων φορέων, συμπεριλαμβανομένων των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και των σχετικών επιχειρηματικών κλάδων, για την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των υφιστάμενων εργαλείων και πολιτικών και για την ενίσχυση των συνεργειών μεταξύ αυτών, προκειμένου να διασφαλιστεί ο μέγιστος δυνατός αντίκτυπός τους κατά την αντιμετώπιση της εμπορίας άγριων ειδών σε ολόκληρη την ΕΕ, αλλά και παγκοσμίως·

20.  ζητεί βηματική αλλαγή στη συλλογή πληροφοριών, τη νομοθέτηση και την επιβολή της νομοθεσίας, καθώς και την καταπολέμηση της διαφθοράς, σε σχέση με την εμπορία άγριων ειδών στα κράτη μέλη και σε άλλες χώρες προορισμού ή διέλευσης· καλεί, κατά συνέπεια, την Επιτροπή να παρακολουθήσει πολύ προσεκτικά αυτές τις διοικητικές και ελεγκτικές πτυχές της εφαρμογής των διεθνών κανόνων σε θέματα παράνομης εμπορίας άγριων ειδών·

21.  υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να γίνει υποχρεωτική η συμπερίληψη ενός κεφαλαίου για τη βιώσιμη ανάπτυξη σε κάθε νέα εμπορική συμφωνία· θεωρεί ότι το νόμιμο και βιώσιμο εμπόριο μπορεί να έχει θετικό αντίκτυπο στη βιώσιμη ανάπτυξη και στις κοινότητες· πιστεύει ότι η ΕΕ πρέπει να δράσει σε διεθνές επίπεδο για να στηρίξει τις τρίτες χώρες στην καταπολέμηση της εμπορίας άγριων ειδών και να συμβάλει στην περαιτέρω εξέλιξη της συναφούς νομοθεσίας μέσω διμερών και πολυμερών συμφωνιών·

22.  ζητεί την ενίσχυση των διεθνών μηχανισμών λογοδοσίας και επείγουσες βελτιώσεις όσον αφορά την πολιτική και τη νομοθεσία με στόχο να δοθεί τέλος στην εμπορία και τη ζήτηση προϊόντων άγριων ειδών και δασικών προϊόντων·

23.  ζητεί λεπτομερή ετήσια έκθεση για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της προόδου όσον αφορά την υλοποίηση, συμπεριλαμβανομένου ενός μηχανισμού παρόμοιου με τον πίνακα αποτελεσμάτων που χρησιμοποιήθηκε για την παρακολούθηση της προόδου της ολοκλήρωσης του δικτύου Natura 2000·

24.  τονίζει ότι προκειμένου να αποτρέπεται η «μετανάστευση» εγκληματικών δικτύων που έχουν στόχο τα άγρια είδη, είναι ιδιαίτερα σημαντική η εναρμόνιση των πολιτικών και των νομικών πλαισίων σε σχέση με τα εγκλήματα που αφορούν τα άγρια είδη·

25.  παροτρύνει την ΕΕ και όλα τα κράτη μέλη της να διευρύνουν τη στήριξη για τη ρύθμιση του διεθνούς εμπορίου και να κλείσουν οριστικά τις εγχώριες αγορές ελεφαντοστού και να καταστρέψουν όλα τα αποθέματα ελεφαντοστού·

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

31.8.2016

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

25

1

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Louis Aliot, Beatriz Becerra Basterrechea, Ignazio Corrao, Manuel dos Santos, Doru-Claudian Frunzulică, Nathan Gill, Charles Goerens, Enrique Guerrero Salom, Heidi Hautala, Maria Heubuch, György Hölvényi, Teresa Jiménez-Becerril Barrio, Στέλιος Κούλογλου, Arne Lietz, Linda McAvan, Norbert Neuser, Cristian Dan Preda, Lola Sánchez Caldentey, Ελένη Θεοχάρους, Paavo Väyrynen, Bogdan Brunon Wenta, Rainer Wieland, Anna Záborská.

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Brian Hayes, Joachim Zeller

Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Liliana Rodrigues

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (04.10.2016)

προς την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων

σχετικά με το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών
(2016/2076(INI))

Συντάκτρια γνωμοδότησης: Emma McClarkin

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου καλεί την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

1.  εκφράζει την ικανοποίησή του για το σχέδιο δράσης της ΕΕ κατά της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, το οποίο θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην καταπολέμηση της ανησυχητικής αύξησης του εξαιρετικά κερδοφόρου παράνομου εμπορίου άγριας χλωρίδας και πανίδας, το οποίο αποσταθεροποιεί οικονομίες και κοινότητες που εξαρτώνται από την άγρια ζωή για την εξασφάλιση των μέσων διαβίωσής τους, και απειλεί την ειρήνη και την ασφάλεια των εύθραυστων περιοχών των εμπορικών εταίρων της ΕΕ μέσω της ενίσχυσης παράνομων οδών· υπογραμμίζει, ειδικότερα, ότι η ΕΕ παραμένει βασική αγορά προορισμού και οδός διαμετακόμισης παράνομων προϊόντων άγριας χλωρίδας και πανίδας· επισημαίνει, για τον λόγο αυτό, τις προτεραιότητες 1 και 2 που αφορούν την πρόληψη της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών και την εφαρμογή και επιβολή των υφιστάμενων σχετικών κανόνων και νομικών πλαισίων·

2.   θεωρεί ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στο ζήτημα των τελωνείων στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης, όσον αφορά τόσο τη συνεργασία με τις χώρες εταίρους όσο και την καλύτερη και ουσιαστικότερη εφαρμογή στο εσωτερικό της Ένωσης· αναμένει, κατά συνέπεια, την επανεξέταση από την Επιτροπή το 2016 της εφαρμογής και επιβολής του σημερινού νομικού πλαισίου και ζητεί να συμπεριληφθεί σε αυτήν την επανεξέταση αξιολόγηση των τελωνειακών διαδικασιών·

3.  ζητεί από την Επιτροπή να αναζητήσει τρόπους βελτίωσης της υφιστάμενης έννομης τάξης της ΕΕ, ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων μείζονων παγκόσμιων εταίρων, όπως οι HΠA, με στόχο να αποτρέπεται η εισαγωγή, εμπορία και επανεξαγωγή ειδών που δεν περιλαμβάνονται ακόμη στα προσαρτήματα της Σύμβασης διεθνούς εμπορίας ειδών της άγριας πανίδας και χλωρίδας που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν (CITES) ή στα παραρτήματα του κανονισμού (EK) αριθ. 338/97, αλλά προστατεύονται ήδη στις χώρες καταγωγής·

4.  επισημαίνει την σπουδαιότητα της αρχής της συνοχής της αναπτυξιακής πολιτικής ώστε η κοινή εμπορική πολιτική να συνεισφέρει ουσιωδώς στη δράση της Ένωσης κατά της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, ως εργαλείο τόσο για την στήριξη των προσπαθειών που σχετίζονται άμεσα με το σχέδιο δράσης, όσο και για τη δημιουργία συνολικά πρόσφορων συνθηκών για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, ιδίως μέσω της δυνατότητας παροχής εναλλακτικών επιλογών για τον προσπορισμό εισοδήματος στους ανθρώπους που ζουν σε αγροτικές περιοχές γειτονικών χωρών, οι οποίες πλήττονται από τη λαθροθηρία·

5.  ζητεί από την Επιτροπή, στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕK) αριθ. 338/97, να αξιολογήσει τις προτάσεις για ευρύτερο περιορισμό του εμπορίου ελεφαντοστού και κέρατος ρινόκερου στην ΕΕ, περιλαμβανομένης ενδεχόμενης πλήρους απαγόρευσης των προϊόντων ελεφαντοστού και κέρατος ρινόκερου, που να συνάδει με τους κανόνες τόσο της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ όσο και του ΠΟΕ·

6.  ζητεί την καλύτερη χρήση των υφιστάμενων πόρων, την χρήση σύγχρονων τεχνολογιών και την κατάλληλη κατάρτιση για τις τελωνειακές αρχές στις χώρες προέλευσης, διέλευσης και προορισμού και ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, εντατικότερη διεθνή συνεργασία, ενίσχυση των συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και την κάλυψη των υφιστάμενων κενών της νομοθεσίας, για την επιτυχή καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου άγριων ειδών και την ταυτόχρονη διευκόλυνση του νόμιμου εμπορίου άγριων ειδών· επισημαίνει, στο πλαίσιο αυτό, τη στενή σύνδεση μεταξύ του επικερδούς, εκτεταμένου και οργανωμένου παράνομου εμπορίου ειδών άγριας χλωρίδας και πανίδας και της διεθνούς τρομοκρατίας και ζητεί καλά συντονισμένη συνεργασία μεταξύ των αστυνομικών και τελωνειακών αρχών σε παγκόσμιο επίπεδο, αναγνωρίζοντας ότι το σχέδιο δράσης, αναχαιτίζοντας το παράνομο εμπόριο άγριων ειδών, αναμένεται να περιορίσει θετικά την χρηματοδότηση εγκληματικών και τρομοκρατικών οργανώσεων και να συμβάλει με αυτόν τον τρόπο στην ενίσχυση του κράτους δικαίου και στη σταθερότητα και την ασφάλεια των εθνών·

7.  ζητεί να κατανεμηθούν πόροι για τη δημιουργία ουσιαστικών ικανοτήτων στις χώρες προέλευσης, διέλευσης και προορισμού, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, την κατάρτιση, την ενημέρωση του κοινού, τη δημιουργία και τη συντήρηση κέντρων για τη διάσωση ειδών άγριας ζωής και τη θέσπιση προγραμμάτων οικολογικού τουρισμού·

8.   σημειώνει ότι η διαφθορά αποτελεί έναν από τους κύριους παράγοντες που καθιστούν δυνατό το εμπόριο παράνομων προϊόντων άγριων ειδών και άγριων ζώων και που συμβάλλουν στην άνθησή του· επικροτεί τη δέσμευση που ανέλαβε η Επιτροπή στο πλαίσιο της στρατηγικής της με τίτλο «Εμπόριο για όλους» να συμπεριλάβει φιλόδοξες διατάξεις κατά της διαφθοράς για την καταπολέμηση των άμεσων και έμμεσων επιπτώσεων τόσο της διαφθοράς όσο και της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών σε όλες τις μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες· καλεί, κατά συνέπεια, την Επιτροπή να δώσει μέγιστη προσοχή σε αυτές τις διοικητικές και ελεγκτικές πτυχές της εφαρμογής των διεθνών κανόνων σε θέματα παράνομης διακίνησης άγριων ειδών·

9.  σημειώνει ότι το νόμιμο εμπόριο άγριων ειδών μπορεί να συνεισφέρει στη δημιουργία εισοδημάτων σε αναπτυσσόμενες χώρες, και ιδίως στις αγροτικές περιοχές· ζητεί την επιβολή μέτρων που να προωθούν το νόμιμο και περιβαλλοντικά βιώσιμο εμπόριο άγριων ειδών, το οποίο μπορεί να αποτελέσει εργαλείο για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης και της βιοποικιλότητας·

10. χαιρετίζει την ενσωμάτωση διατάξεων που εξασφαλίζουν τη διατήρηση και την βιώσιμη χρήση της βιολογικής ποικιλότητας στο κεφάλαιο για το εμπόριο και τη βιώσιμη ανάπτυξη της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών ΕΕ-Βιετνάμ (ΣΕΣ) και επιμένει στην ενσωμάτωση εκτελεστών διατάξεων για την προστασία της άγριας πανίδας σε όλες τις μελλοντικές ΣΕΣ της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, εκείνων που συνάπτονται με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ιαπωνία και τις χώρες της ASEAN ως αγορές στόχους· τονίζει ότι είναι σημαντικό να καταστούν εκτελεστές οι δεσμεύσεις των κεφαλαίων για το εμπόριο και τη βιώσιμη ανάπτυξη και καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει την ανάλυση αυτών των διατάξεων στις εκθέσεις της σχετικά με την εφαρμογή και να δώσει έμφαση στην υποβολή εκθέσεων σχετικά με την εφαρμογή της σύμβασης CITES στο πλαίσιο του συστήματος ΣΓΠ+·

11.  ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα χρηματοδότησης βάσει του Μέσου Εταιρικής Σχέσης για πρωτοβουλίες που στοχεύουν στη μείωση της ζήτησης για παράνομα προϊόντα άγριας χλωρίδας και πανίδας σε βασικές αγορές, σύμφωνα με την προτεραιότητα 1 του σχεδίου δράσης· τονίζει ότι, στο πλαίσιο αυτό, μπορεί να είναι σημαντική η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στις δομές ελέγχου που προβλέπονται βάσει των κεφαλαίων των εμπορικών συμφωνιών της ΕΕ για το εμπόριο και τη βιώσιμη ανάπτυξη·

12.  τονίζει ότι είναι σημαντικό να αντιμετωπιστεί, στο πλαίσιο της στρατηγικής εταιρικής σχέσης ΕΕ-Κίνας, το ευαίσθητο ζήτημα της αυξανόμενης ζήτησης για προϊόντα άγριας χλωρίδας και πανίδας, όπως το ελεφαντοστό, το κέρας ρινόκερου και τα οστά τίγρης, που αποτελεί πραγματική απειλή για τη διατήρηση των εν λόγω ειδών και τη βιοποικιλότητα εν γένει·

13.  υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, λαμβανομένων υπόψη του ρόλου και του αντίκτυπου των πλατφορμών ηλεκτρονικού εμπορίου, των δικτύων διανομής, των μεταφορικών εταιρειών και των εταιριών ταχυμεταφορών, τονίζοντας, ωστόσο, ότι είναι απαραίτητη η κατάλληλη καθοδήγηση των φορέων του ιδιωτικού τομέα· επικροτεί τις αναδυόμενες συνεργατικές προσεγγίσεις μηδενικής ανοχής μεταξύ των ειδικών για θέματα εμπορίου ειδών άγριας χλωρίδας και πανίδας και των εταιριών υλικοτεχνικής υποστήριξης· φρονεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να προβληματιστεί σχετικά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο βελτίωσης της αντιμετώπισης των κινδύνων που σχετίζονται με το ηλεκτρονικό εμπόριο και την επιγραμμική και μη επιγραμμική εμπορική διαφήμιση·

14.  τονίζει ότι είναι σημαντικό να υπάρχουν αποτελεσματικά και αποδοτικά συστήματα σήμανσης και ιχνηλασιμότητας, ως εγγύηση για τη νομιμότητα και τη βιωσιμότητα του εμπορίου ειδών άγριας χλωρίδας και πανίδας·

15.  καλεί την ΕΕ να διερευνήσει, εντός του πεδίου εφαρμογής του πλαισίου του ΠΟΕ, πώς παγκόσμια εμπορικά και περιβαλλοντικά καθεστώτα μπορούν να αλληλοϋποστηριχθούν καλύτερα, ιδίως στο πλαίσιο των εν εξελίξει εργασιών για την ενίσχυση της συνοχής μεταξύ του ΠΟΕ και των πολυμερών περιβαλλοντικών συμφωνιών, καθώς και υπό το πρίσμα της συμφωνίας για τη διευκόλυνση του εμπορίου, η οποία ανοίγει νέους δρόμους συνεργασίας μεταξύ των τελωνειακών αρχών και των υπαλλήλων που είναι αρμόδιοι για την άγρια χλωρίδα και πανίδα και το εμπόριο, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες· φρονεί ότι πρέπει να διερευνηθούν περαιτέρω ευκαιρίες για συνεργασία μεταξύ του ΠΟΕ και της CITES, ιδίως όσον αφορά την προσφορά τεχνικής υποστήριξης και τη δημιουργία ικανοτήτων στον τομέα του εμπορίου και του περιβάλλοντος για αξιωματούχους από τρίτες χώρες·

16.  ζητεί από την Επιτροπή να συνεργαστεί με τους εταίρους, μεταξύ άλλων, στο πλαίσιο της CITES, ώστε να διασφαλίσει την ιχνηλασιμότητα των προϊόντων άγριας χλωρίδας και πανίδας, καθώς πολλά τρόπαια που προέρχονται από κατακριτέες δραστηριότητες λαθροθηρίας καταλήγουν από την μαύρη αγορά σε νόμιμες εμπορικές οδούς·

17.  παροτρύνει έντονα την ΕΕ να αντιταχθεί στην υπό εξέταση πρόταση περί διαγραφής, κατά την επόμενη συνεδρίαση CITES COP17, των υφιστάμενων σχολίων σχετικά με το ελεφαντοστό από τη Ναμίμπια και τη Ζιμπάμπουε, βάσει της οποίας το ελεφαντοστό θα καταστεί εμπορεύσιμο είδος, και να στηρίξει την πρόταση να περιληφθούν όλοι οι αφρικανικοί ελέφαντες στο παράρτημα Ι·

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

26.9.2016

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

31

0

4

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Laima Liucija Andrikienė, David Campbell Bannerman, Daniel Caspary, Marielle de Sarnez, Eleonora Forenza, Karoline Graswander-Hainz, Alexander Graf Lambsdorff, Bernd Lange, David Martin, Emmanuel Maurel, Emma McClarkin, Anne-Marie Mineur, Sorin Moisă, Alessia Maria Mosca, Franz Obermayr, Inmaculada Rodríguez-Piñero Fernández, Tokia Saïfi, Marietje Schaake, Helmut Scholz, Joachim Schuster, Joachim Starbatty, Iuliu Winkler, Jan Zahradil

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Eric Andrieu, Reimer Böge, José Bové, Edouard Ferrand, Gabriel Mato, Frédérique Ries, Jarosław Wałęsa

Αναπληρωτές (άρθρο 200 παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Werner Kuhn, Verónica Lope Fontagné, Francisco José Millán Mon, Cláudia Monteiro de Aguiar, Milan Zver

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Αλιείας (11.10.2016)

προς την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων

σχετικά με το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ζώων
(2016/2076(INI))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Ricardo Serrão Santos

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Αλιείας καλεί την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

1.  αναγνωρίζει τη σημασία του σχεδίου δράσης, αλλά τονίζει την ανεπαρκή κάλυψη των υδρόβιων ειδών·

2.  υπογραμμίζει ότι η προστασία της θαλάσσιας βιοποικιλότητας εν γένει, στα ευρωπαϊκά ύδατα και στην ανοικτή θάλασσα, αποτελεί μία από τις δεσμεύσεις της Ένωσης στο πλαίσιο της Σύμβασης για τη βιολογική ποικιλότητα· υπογραμμίζει ότι ο στόχος της προστασίας της θαλάσσιας βιοποικιλότητας θα πρέπει να επιδιώκεται μέσω πολλών δράσεων, μεταξύ άλλων με την καταπολέμηση της παράνομης, αδήλωτης και ανεξέλεγκτης (ΠΑΑ) αλιείας, τον έλεγχο όλων των μορφών θαλάσσιας κυκλοφορίας, την ενίσχυση της εξωτερικής διάστασης της κοινής αλιευτικής πολιτικής και τον αγώνα κατά της εγκληματικότητας γενικά·

3.  σημειώνει ότι ο κανονισμός της ΕΕ για την πρόληψη, αποτροπή και εξάλειψη της παράνομης, αδήλωτης και ανεξέλεγκτης (ΠΑΑ) αλιείας έχει αποδώσει αποτελέσματα, αλλά επιμένει ότι η εφαρμογή θα πρέπει να είναι πιο αυστηρή, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν εισέρχονται στην ευρωπαϊκή αγορά προϊόντα παράνομης αλιείας· προτείνει τα κράτη μέλη της ΕΕ να είναι πιο συνεπή και αποτελεσματικά στους ελέγχους της τεκμηρίωσης αλιευμάτων (πιστοποιητικά αλιευμάτων) και φορτίων (ιδίως από χώρες που εκτιμώνται ως υψηλού κινδύνου), ώστε να διασφαλίζεται ότι τα αλιεύματα αποτελούν προϊόν νόμιμης αλιείας·

4.  υπενθυμίζει ότι τα είδη θαλάσσιας χελώνας Chelonia mydas, Eretmochelys imbricata και Dermochelys coriacea απειλούνται από την παράνομη εμπορία και ότι όχι μόνον πρόκειται για παράνομα αλιεύματα αλλά εξακολουθούν να αποτελούν και παρεμπίπτοντα αλιεύματα στο πλαίσιο ορισμένων δραστηριοτήτων βιομηχανικής αλιείας·

5.  υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι η παράνομη εμπορία υδρόβιων ειδών επηρεάζει επίσης την οικονομική ανάπτυξη των παράκτιων κοινοτήτων και τις περιβαλλοντικές συνθήκες των υδάτων μας·

6.  σημειώνει ότι ο κανονισμός της ΕΕ για την πρόληψη, αποτροπή και εξάλειψη της ΠΑΑ αλιείας μπορεί να είναι αποτελεσματικός μακροπρόθεσμα μόνον εάν τα στοιχεία για τις εισαγωγές αλιευτικών προϊόντων διατροφής μπορούν να κοινοποιούνται στα 28 κράτη μέλη σε πραγματικό χρόνο, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα για ελέγχους διασταύρωσης, επαληθεύσεις και, τελικά, για μια συντονισμένη προσέγγιση όσον αφορά τον εντοπισμό και το μπλοκάρισμα ύποπτων φορτίων· καλεί επομένως την Επιτροπή να εγκρίνει μια ηλεκτρονική βάση δεδομένων με στοιχεία για εισαγόμενα αλιευτικά προϊόντα διατροφής προκειμένου να αποτρέπεται πιθανή αθέμιτη χρήση·

7.  υπενθυμίζει το οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό κόστος της παράνομης εμπορίας θαλάσσιων ειδών, που οδηγεί σε μείωση της θαλάσσιας βιοποικιλότητας, θέτει σε κίνδυνο τα οικοσυστήματα, μειώνει τις πηγές εισοδήματος για όσους ασκούν βιώσιμη αλιεία και συνιστά απειλή για την υγεία·

8.  υπενθυμίζει ότι οι πληθυσμοί οξυρρύγχου μειώθηκαν δραματικά λόγω της καταστροφής οικοτόπων και της εντατικής εκμετάλλευσής τους προκειμένου να καλυφθεί η ζήτηση για χαβιάρι· τονίζει ότι το εμπόριο χαβιαριού ρυθμίζεται από τη Σύμβαση Διεθνούς Εμπορίας ειδών της άγριας πανίδας και χλωρίδας που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν (CITES) και ότι η εκμετάλλευση ορισμένων ειδών απαγορεύεται·

9.  υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι πολλά υδρόβια είδη αντιμετωπίζουν επίσης κίνδυνο εξαφάνισης, γεγονός που θα επηρεάσει τη βιωσιμότητα πολλών οικοσυστημάτων·

10.  υπενθυμίζει ότι η παράνομη αλιεία κοραλλιών, όπως του Corallium rubrum στη Μεσόγειο και στον Ατλαντικό Ωκεανό, και η παρεμπίπτουσα, όπως αυτή που αφορά την αλιεία με τράτα βυθού ή με παραγάδια, συνιστούν απειλή για τους οικοτόπους και τις υπηρεσίες οικοσυστημάτων που αυτοί στηρίζουν·

11.  εκφράζει την ικανοποίησή του για τη σημασία που δίνεται στα ζητήματα που σχετίζονται με τον έλεγχο, αλλά ζητεί από την Επιτροπή να είναι περισσότερο ακριβής στην αναφορά της στην παράνομη, αδήλωτη και ανεξέλεγκτη αλιεία και να κάνει ρητή αναφορά στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ελέγχου της Αλιείας·

12.  υποστηρίζει την ενίσχυση της εφαρμογής υφιστάμενων συμφωνιών καθώς και της εφαρμογής νέας νομοθεσίας σε εθνικό επίπεδο, ιδίως σε αναπτυσσόμενες χώρες, για τη συμμόρφωση με τους κανονισμούς CITES και ΠΑΑ, μέσω της παροχής βοήθειας για την ανάπτυξη προγραμμάτων, τη θέσπιση κανονισμών, τη διεξαγωγή εργαστηρίων και την υποστήριξη προσπαθειών για την εφαρμογή του νόμου·

13.  καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι το νέο σχέδιο δράσης θα περιλαμβάνει μηχανισμό συνεργασίας μεταξύ της καταπολέμησης της ΠΑΑ αλιείας και των στρατηγικών που έχουν εκπονηθεί για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών·

14.  προτρέπει την Επιτροπή να αναγνωρίσει την παράνομη, αδήλωτη και ανεξέλεγκτη αλιεία που διενεργείται σε ευρωπαϊκό έδαφος και στην άμεση γειτονία του (π.χ. την αλιεία υαλόχελων, οξυρρύγχων και κοραλλιών) και να επιδείξει την απαιτούμενη προσοχή, ζητεί σε στενότερη παρακολούθηση των ευάλωτων θαλάσσιων ειδών και των ειδών που προστατεύονται από τη CITES·

15.  υπογραμμίζει την ανάγκη της αποτελεσματικής συνεργασίας των ΓΔ της Επιτροπής MARE και TRADE, προκειμένου τα προϊόντα της ΠΑΑ αλιείας να μην εισάγονται στο έδαφος της Ένωσης και οι εμπορικές συμφωνίες που διαπραγματεύεται η Ένωση να μην περιλαμβάνουν τα είδη που προέρχονται από την ΠΑΑ αλιεία·

16.  υποστηρίζει ότι πρέπει να διασφαλίζεται ότι τα μέτρα που λαμβάνονται βάσει του σχεδίου δράσης για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ζώων συνάδουν με το δίκαιο της ΕΕ για την παράνομη, ανεξέλεγκτη και αδήλωτη αλιεία·

17.  τονίζει τη σημασία της καταπολέμησης των παράνομων εξαγωγών υαλόχελων από την Ευρώπη και ευρωπαϊκού οξυρρύγχου που χρησιμοποιείται για παράνομο εμπόριο χαβιαριού·

18.  προτείνει να ενισχυθούν τα μέτρα για τον έλεγχο της εμπορίας άγριων ζώων, ιδίως όσον αφορά την παράνομη εμπορία ειδών που προορίζονται για ενυδρείο και τον τομέα διαδικτυακών πωλήσεων (π.χ. αγορές από ιδιοκτήτες ενυδρείων)·

19.  τονίζει τη σημασία των ελέγχων, της κατάρτισης και των εκστρατειών ευαισθητοποίησης του κοινού προκειμένου να επιβληθεί το σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών στον τομέα της αλιείας·

20.  επαναλαμβάνει πόση σημασία έχει η διατήρηση της επιστημονικής μελέτης και της τεχνολογικής προσαρμογής στον τομέα των αλιευτικών εργαλείων, προκειμένου να αποφεύγονται τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα και η αύξηση της πίεσης σε πληθυσμούς οργανισμών οι οποίοι βρίσκονται στο στόχαστρο της παράνομης εμπορίας·

21.  προτείνει επανεξέταση των αδειών εισαγωγής οργανισμών ή μελών οργανισμών οι οποίοι εμπίπτουν σε μέτρα διατήρησης (σύμφωνα με τον κανονισμό 1185/2003 όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό 605/2013)·

22.  ενθαρρύνει την Επιτροπή να αξιοποιήσει την εμπειρία που αποκτήθηκε κατά την καταπολέμηση της ΠΑΑ αλιείας, προκειμένου να βελτιωθούν οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών·

23.  τονίζει ότι είναι σημαντικό να διατηρηθεί η ιχνηλασιμότητα των αλιευμάτων και να εξασφαλιστεί η κατάλληλη σήμανσή τους· τονίζει ότι η παράνομη και λαθραία αλιεία συνιστά απειλή για τη βιώσιμη εκμετάλλευση των έμβιων υδρόβιων πόρων και υποσκάπτει τις προσπάθειες για την καλύτερη διαχείριση των ωκεανών και της προστασίας της θαλάσσιας βιοποικιλότητας·

24.  σημειώνει ότι οι τεχνικές αναγνώρισης βάσει DNA μπορούν να στηρίξουν σημαντικά την παρακολούθηση, αλλά και τις στοχευμένες έρευνες για σκοπούς δίωξης· θεωρεί ότι τα εργαλεία που βασίζονται στο DNA είναι ιδανικά για την αναγνώριση της προέλευσης των αλιευμάτων και των προϊόντων αλιείας, καθώς το DNA υπάρχει σε όλα τα κύτταρα και μπορεί να εξαχθεί ακόμη και από τηγανισμένα ψάρια·

25.  εκτιμά ότι το σύστημα με το οποίο δέχονται κίτρινες και κόκκινες κάρτες οι τρίτες χώρες που δεν συνεργάζονται για την καταπολέμηση της ΠΑΑ αλιείας θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και ως μηχανισμός για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών·

26.  υπενθυμίζει ότι οι νόμιμοι αλιείς χελιών ζητούν ομόφωνα να καθιερωθεί ευρωπαϊκή επισήμανση με στόχο την εγγύηση της ιχνηλασιμότητας και τη διασφάλιση μιας δίκαιης αγοράς χελιών·

27.  τονίζει τη σημασία της διασφάλισης υψηλής ποιότητας όσον αφορά τα δεδομένα στον τομέα της αλιείας και τη ροή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών επιβολής του νόμου στα κράτη μέλη·

28.  ζητεί αυστηρότερους κανόνες και ελέγχους της αλιείας αναψυχής, η οποία δεν ρυθμίζεται επαρκώς σε εθνικό επίπεδο και μπορεί να τροφοδοτεί τη μαύρη αγορά·

29.  τονίζει τη σημασία της ιχνηλασιμότητας στον καθορισμό της προέλευσης και των διαδρομών της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών στην ΕΕ, προκειμένου να καταπολεμηθεί αποτελεσματικότερα·

30.  προτείνει να ενισχυθεί η επαγρύπνηση και η προστασία των ευάλωτων θαλάσσιων οικοσυστημάτων, των σημαντικών από οικολογική ή βιολογική άποψη θαλάσσιων περιοχών και του δικτύου Natura 2000, επί τη βάσει ενός διαρκούς διαλόγου με όλους τους ενδιαφερόμενους παράγοντες, για να υποστηριχθεί η διατήρηση ειδών που βρίσκονται υπό πίεση λόγω της παράνομης εμπορίας·

31.  θεωρεί ουσιώδες να ενισχυθεί η καταπολέμηση των φαινομένων εκτεταμένης λεηλασίας των ποταμών από εγκληματίες που εξάγουν λαθραία μεγάλες ποσότητες αλιευμάτων προς πώληση στις ευρωπαϊκές αγορές, αδιαφορώντας για το αλιευμένο είδος και τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο από την αναστάτωση των ισορροπιών στα άγρια είδη· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να συνεργαστούν για την ενίσχυση των ελέγχων στα σύνορα με στόχο την αναχαίτιση της εξαγωγής τέτοιων αλιευμάτων που προορίζονται για τη μαύρη αγορά και αποτελούν μείζονα κίνδυνο, ιδίως για την υγεία των καταναλωτών·

32.  προτείνει να υποστηριχθεί η χρήση εργαλείων που εγγυώνται τη βιωσιμότητα της εκμετάλλευσης ευαίσθητων φυσικών πόρων·

33.  προτείνει τα έσοδα από τα πρόστιμα για παράνομη εμπορία να επενδύονται από τα κράτη μέλη στην προστασία και διατήρηση της άγριας χλωρίδας και πανίδας·

34.  υποστηρίζει ότι η παράνομη αλιεία καταστρέφει τα θαλάσσια οικοσυστήματα και τη βιοποικιλότητα, έχει άμεσο αντίκτυπο όσον αφορά την εξάντληση των αποθεμάτων ιχθύων και υποβαθμίζει τις παράκτιες και νησιωτικές περιοχές·

35.  επισημαίνει ότι η παράνομη αλιεία εκτιμάται ότι ισούται με το 19 % της αναφερόμενης αξίας των αλιευμάτων·

36.  υποστηρίζει εναλλακτικές μορφές βιώσιμης παραγωγής προκειμένου να περιοριστεί η πίεση που υφίστανται τα άγρια είδη (π.χ. υδατοκαλλιέργεια)·

37.  επισημαίνει τον καθοριστικό ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι παράκτιες κοινότητες στην καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών και στηρίζει τον ρόλο τους στη διατήρηση της άγριας ζωής και στις φιλικές προς το περιβάλλον δραστηριότητες·

38.  είναι της άποψης ότι ένα από τα ισχυρότερα μέσα για την αντιμετώπιση της παράνομης και περιβαλλοντικά ανεύθυνης εμπορίας άγριων ειδών συνίσταται στο να πειστούν οι καταναλωτές να προβαίνουν σε επιλογές βασισμένες στην ενημέρωση όταν αγοράζουν προϊόντα που προέρχονται από άγρια είδη· ενθαρρύνει την παραγωγή και την αγορά πιστοποιημένων αγαθών από βιώσιμα θαλάσσια άγρια είδη·

39.  θεωρεί ότι οι πρωτοβουλίες περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης και παιδείας έχουν ζωτική σημασία για την προστασία της θαλάσσιας βιοποικιλότητας και πιστεύει ότι τα εκπαιδευτικά συστήματα και τα μέσα ενημέρωσης διαδραματίζουν καίριο ρόλο·

40.  υπενθυμίζει ότι η ευαισθητοποίηση των πολιτών σχετικά με τον αντίκτυπο της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών και η σημασία της ιχνηλασιμότητας των προϊόντων είναι ζωτικής σημασίας για την καταπολέμηση των παράνομων δραστηριοτήτων μέσω του περιορισμού της αντίστοιχης αγοράς·

41.  προτείνει την καθιέρωση πανευρωπαϊκής αναγνώρισης για όσους έχουν ενεργό συμμετοχή στην καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας· η εν λόγω αναγνώριση θα μπορούσε να έχει τη μορφή βραβείου το οποίο θα απονέμεται σε εκείνους που έχουν ιδιαίτερη συμμετοχή, ενίοτε με κίνδυνο της ζωή τους, στην καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών της στεριάς, ορεινών περιοχών ή λιμνών, ποταμών και της θάλασσας·

42.  θεωρεί ότι ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους της εξωτερικής δράσης της Ένωσης είναι η «αποτελεσματική πολυμερής προσέγγιση» και επισημαίνει ότι η Επιτροπή τη θεωρεί το πιο συμμετοχικό, χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις μέσο για τη συγκρότηση διεθνούς διακυβέρνησης, ιδίως με σκοπό την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών· υπογραμμίζει κατά συνέπεια την ανάγκη να παίξει η Ένωση εξέχοντα ρόλο στα διεθνή όργανα·

43.  προτείνει να είναι αρκούντως αυστηρές οι κυρώσεις για την παράνομη εμπορία άγριων ζώων, ιδιαίτερα σε περιοχές με ευάλωτα θαλάσσια οικοσυστήματα ή που περιλαμβάνονται στο δίκτυο Natura 2000, για να αποτρέπονται οι επίδοξοι παραβάτες·

44.  προτείνει στο σχέδιο δράσης να προσδιορίζονται τα χρηματοδοτικά μέσα και να προβλέπονται ποσοτικοί στόχοι που θα επιτρέπουν να ελέγχεται μακροπρόθεσμα η επιτυχία του.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

11.10.2016

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

23

1

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Marco Affronte, Clara Eugenia Aguilera García, Renata Briano, Alain Cadec, Richard Corbett, Diane Dodds, Linnéa Engström, João Ferreira, Raymond Finch, Ian Hudghton, Carlos Iturgaiz, Werner Kuhn, Gabriel Mato, Norica Nicolai, Liadh Ní Riada, Ulrike Rodust, Remo Sernagiotto, Ricardo Serrão Santos, Ruža Tomašić, Peter van Dalen

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

José Blanco López, Cláudia Monteiro de Aguiar, Nils Torvalds

Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Dariusz Rosati

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (28.9.2016)

προς την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων

σχετικά με το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών
(2016/2076(INI))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Κώστας Χρυσόγονος

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων καλεί την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφύλαξη της βιοποικιλότητας διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο στη θέσπιση του ευρωπαϊκού περιβαλλοντικού δικαίου και στη χάραξη των ευρωπαϊκών περιβαλλοντικών πολιτικών· λαμβάνοντας υπόψη ότι η προστασία των απειλούμενων ζωικών και φυτικών ειδών και η καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας των ειδών αυτών αποτελούν ζητήματα διεθνούς και εθνικού ενδιαφέροντος, τα οποία απαιτούν τη συνεργασία μεταξύ όλων των εθνών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της ΕΕ, ιδίως στο πλαίσιο του αυξανόμενου παράνομου εμπορίου των ειδών αυτών (παράνομη εμπορία άγριων ειδών) σε διεθνές και εθνικό επίπεδο·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράνομη εμπορία άγριων ειδών αποφέρει σημαντικά κέρδη σε εγκληματικές ομάδες και ότι επί του παρόντος κατέχει υψηλή θέση στον κατάλογο των παράνομων εμπορικών δραστηριοτήτων σε παγκόσμιο επίπεδο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί επί του παρόντος αγορά προορισμού και κόμβο για το παράνομο διαμετακομιστικό εμπόριο προς άλλες περιοχές, καθώς και περιοχή προέλευσης ορισμένων ειδών παράνομης εμπορίας·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη το ψήφισμα της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Πρόληψη του Εγκλήματος και την Ποινική Δικαιοσύνη του Απριλίου 2013, το οποίο εγκρίθηκε από το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο των Ηνωμένων Εθνών στις 25 Ιουλίου 2013, ενθαρρύνει τα κράτη μέλη του «να θεωρούν σοβαρό έγκλημα την παράνομη εμπορία προστατευόμενων ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας όταν εμπλέκονται ομάδες οργανωμένου εγκλήματος» και να την εντάξουν κατ' αυτόν τον τρόπο στο ίδιο επίπεδο με την εμπορία ανθρώπων και τη διακίνηση ναρκωτικών·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι όλα τα κράτη μέλη έχουν υπογράψει τη Σύμβαση διεθνούς εμπορίας ειδών της άγριας πανίδας και χλωρίδας που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν (CITES) και ότι η ΕΕ κατέστη συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης το 2015·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η συμμετοχή της ΕΕ ως νομικού υποκειμένου σε αυτό το σύστημα προστασίας των ειδών δεν μπορεί παρά να επιβεβαιώνει τη σημαντική και υπεύθυνη θέση που λαμβάνει η ΕΕ στην προώθηση της βιωσιμότητας·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 2008/99/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου εναρμονίζει τους ορισμούς των αδικημάτων που σχετίζονται με το έγκλημα εις βάρος άγριων ειδών και υποχρεώνει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν, στην εθνική τους νομοθεσία, αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές κυρώσεις για σοβαρές παραβιάσεις της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με τη διατήρηση του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένων των προστατευόμενων ειδών άγριας χλωρίδας και πανίδας·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ εξακολουθεί να είναι μία από τις μεγαλύτερες αγορές παράνομων προϊόντων άγριας ζωής και κόμβο για το παράνομο διαμετακομιστικό εμπόριο προς άλλες περιοχές (το παράνομο εμπόριο άγριας πανίδας υπολογίζεται ότι ανέρχεται σε περίπου 22 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ σε παγκόσμιο επίπεδο), και λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα σχέδιο δράσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αντιμετώπιση του ζητήματος της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών συνιστά ουσιαστικό βήμα προόδου· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτό το σχέδιο της ΕΕ πρέπει τώρα να συνοδευθεί από αποτελεσματικά συμπληρωματικά μέτρα όπως η κατάρτιση του προσωπικού των δασικών και των τελωνειακών υπηρεσιών και η θέσπιση αποτελεσματικών κυρώσεων·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το σχέδιο δράσης της ΕΕ καταδεικνύει ότι η ΕΕ είναι έτοιμη να ανταποκριθεί στις διεθνείς προσδοκίες και δεσμεύσεις και ότι καθιστά ακόμη πιο φιλόδοξη τη δράση για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την αρχή της αποτελεσματικότητας της δημόσιας δράσης, τα κράτη μέλη οφείλουν να συντονίζουν τις δράσεις τους προκειμένου τα απειλούμενα είδη να μπορούν να προστατεύονται επιτυχώς από το παράνομο εμπόριο· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί με μια κοινή δέσμευση της ΕΕ και των κρατών μελών της, υπό τη μορφή σχεδίου δράσης, με το οποίο θα αξιοποιούνται αποτελεσματικά οι υφιστάμενοι πόροι και οργανισμοί ενώ παράλληλα οι πιθανές παράνομες δραστηριότητες θα αξιολογούνται και θα παρακολουθούνται διεξοδικά από εμπειρογνώμονες, θα υλοποιούνται οι κοινές διεθνείς δεσμεύσεις και θα αναγνωρίζεται, σε πολιτικό επίπεδο, η σημασία που έχει η αντιμετώπιση του προβλήματος·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, τα κράτη μέλη πρέπει να είναι ελεύθερα να επιλέξουν τα μέσα για την επίτευξη της προστασίας των απειλούμενων ζωικών και φυτικών ειδών· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ρόλος των τοπικών αρχών είναι ιδιαίτερα ουσιαστικός και αναγκαίος στο πλαίσιο αυτό·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, δεδομένου του εξαιρετικά διασυνοριακού χαρακτήρα των αδικημάτων παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, τα κράτη μέλη και η ΕΕ ως σύνολο θα πρέπει να στοχεύουν στην υλοποίηση των διεθνών δεσμεύσεων που έχουν ήδη αναληφθεί, στη θέσπιση ελάχιστων κανόνων όσον αφορά τον ορισμό τέτοιων αδικημάτων και την επιβολή κυρώσεων για αυτά, σύμφωνα με το άρθρο 83 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και στη διευκόλυνση του διαρθρωμένου διαλόγου για ενισχυμένη συνεργασία μέσω διαβούλευσης με όλες τις σχετικές αρχές και τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων τρίτων χωρών και χωρών προέλευσης·

1.  επικροτεί την Επιτροπή όσον αφορά το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, καθώς και το γεγονός ότι, κατά την τελευταία δεκαετία, η ΕΕ έχει συμμετάσχει ενεργά στην καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας ειδών άγριας χλωρίδας και πανίδας, εγκρίνοντας αυστηρούς εμπορικούς κανόνες με στόχο να τερματιστεί η παράνομη εμπορία αυτού του τύπου·

2.  εκφράζει ικανοποίηση για τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Περιβάλλοντος της 20ής Ιουνίου 2016 σχετικά με το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών·

3.  χαιρετίζει επίσης το γεγονός ότι το σχέδιο δράσης της ΕΕ αποτελεί σημαντική συμβολή για την επίτευξη των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης που έχουν τεθεί στο πλαίσιο του θεματολογίου του 2030 για τη βιώσιμη ανάπτυξη, που συμφωνήθηκε από τους αρχηγούς κρατών στη σύνοδο κορυφής των Ηνωμένων Εθνών τον Σεπτέμβριο του 2015·

4.  θεωρεί ότι, η ΕΕ και τα κράτη μέλη της χρειάζεται να εντείνουν τις κοινές τους προσπάθειες για την αντιμετώπιση του περιβαλλοντικού εγκλήματος και ειδικότερα της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, τώρα που η ΕΕ συμμετέχει στη σύμβαση CITES, η οποία σήμερα προστατεύει πάνω από 35.000 είδη πανίδας και χλωρίδας, και να καθιερώσουν ισχυρή συνεργασία με τρίτες χώρες και χώρες προέλευσης· επισημαίνει, συνεπώς, την επείγουσα ανάγκη ενίσχυσης και βελτίωσης του συντονισμού των μέτρων για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών και των βαθύτερων αιτίων της, τόσο με τις χώρες προέλευσης όσο και με τις χώρες διέλευσης και εμπορίας·

5.  παροτρύνει την ΕΕ να συμμετάσχει σε εκστρατείες ευαισθητοποίησης με ενδιαφερόμενα μέρη και με την κοινωνία των πολιτών, όχι μόνο σε αγροτικές περιοχές, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, με σκοπό τον περιορισμό της αγοράς παράνομων προϊόντων άγριων ειδών·

6.  καλεί την Επιτροπή και τις αρχές των κρατών μελών να εντείνουν τη συνεργασία τους για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, ιδίως μεταξύ φορέων επιβολής του νόμου, σε εθνικό, ενωσιακό και διεθνές επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων των αστυνομικών, τελωνειακών και δικαστικών αρχών, των δασικών υπηρεσιών και των αρχών εμπορικής και υγειονομικής επιθεώρησης, με σκοπό την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων επιτόπου· παροτρύνει τα κράτη μέλη να παρέχουν νομική συνδρομή και καθοδήγηση στα εθνικά δικαστήρια σχετικά με την καταπολέμηση των εγκλημάτων που αφορούν τα άγρια είδη· ζητεί, στο πλαίσιο αυτό, να καθοριστούν προτεραιότητες από κοινού για την επιβολή των κανόνων, με παροχή ειδικής στήριξης για διασυνοριακές υποθέσεις από την Europol και την Eurojust·

7.  θεωρεί ότι όλα τα κράτη μέλη οφείλουν να τιμήσουν τις διεθνείς δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι η νομοθεσία τους για το οργανωμένο έγκλημα θα καλύπτει την παράνομη εμπορία άγριων ειδών και ότι θα είναι δυνατή η επιβολή ενδεδειγμένων κυρώσεων για αυτόν τον τύπο παράνομης εμπορίας· τονίζει, ταυτόχρονα, ότι θα πρέπει να βελτιωθεί η διεθνής συνεργασία για την επιβολή του νόμου, μέσω της συμμετοχής σε διεθνείς επιχειρήσεις επιβολής του νόμου, τεχνικής βοήθειας και στοχευμένης χρηματοδοτικής στήριξης·

8.  παροτρύνει τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν, σύμφωνα με το ψήφισμα της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Πρόληψη του Εγκλήματος και την Ποινική Δικαιοσύνη του Απριλίου 2013, ότι η παράνομη εμπορία άγριων ειδών θεωρείται σοβαρό έγκλημα όταν εμπλέκονται ομάδες οργανωμένου εγκλήματος, σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος·

9.  συμφωνεί με την Επιτροπή ότι είναι απαραίτητη η συμβολή δραστηριοτήτων κατάρτισης στην καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, συμπεριλαμβανομένης της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών· καλεί, κατά συνέπεια, την Επιτροπή να εξετάσει κατάλληλα σχέδια κατάρτισης που θα απευθύνονται κυρίως στους προαναφερόμενους φορείς επιβολής του νόμου· συνιστά να δημιουργηθεί ένα σύστημα παρακολούθησης προκειμένου να καθοριστούν οι βελτιώσεις και οι βέλτιστες πρακτικές που θα έχουν ως στόχο να τερματιστεί η παράνομη εμπορία άγριων ειδών, και θεωρεί επίσης ότι είναι σημαντικό να ενισχυθεί η ευαισθητοποίηση, κυρίως μέσω εκστρατειών ευαισθητοποίησης, και να ενταθεί ο διάλογος και η τεχνική συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές και τις τοπικές κοινότητες, με εστίαση στις επιπτώσεις της παράνομης εμπορίας προϊόντων που προέρχονται από την άγρια πανίδα και χλωρίδα·

10.  θεωρεί ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν μηχανισμοί μη δεσμευτικού δικαίου για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών· επισημαίνει, ωστόσο, ότι ίσως να είναι απαραίτητη η ανάληψη νομοθετικής δράσης προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου και να θεσπιστούν επαρκείς δεσμευτικοί κανόνες· υπογραμμίζει ότι νομοθεσία της ΕΕ για τη θέσπιση των υποχρεώσεων των φορέων εκμετάλλευσης που διαθέτουν παράνομα προϊόντα στην αγορά και για την αποτελεσματική καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών, ήδη ισχύει για τον τομέα της ξυλείας·

11.  καλεί την Επιτροπή να αναλάβει δράση για τη θέσπιση και εφαρμογή κοινών ελάχιστων κανόνων όσον αφορά τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και τις κυρώσεις που σχετίζονται με την παράνομη εμπορία άγριων ειδών, σύμφωνα με το άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ· παροτρύνει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν πλήρως τις διατάξεις της οδηγίας 2008/99/ΕΚ σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου και να καθορίσουν κατάλληλα επίπεδα κυρώσεων για τα ποινικά αδικήματα που αφορούν τα άγρια είδη· τονίζει την ανάγκη να παρακολουθείται δεόντως η εφαρμογή του σχεδίου δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας άγριων ειδών και να ενημερώνονται τακτικά το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την πρόοδο που θα σημειώνεται έως τις 31 Ιουλίου 2018, και να διεξαχθεί η συνολική αξιολόγησή του σχεδίου δράσης έως το 2020·

12.  εκφράζει ικανοποίηση, στο πλαίσιο αυτό, για τη δέσμευση που ανέλαβε η Επιτροπή, σύμφωνα με το ενωσιακό θεματολόγιο για την ασφάλεια, να επαναξιολογήσει την καταλληλόλητα και την αποτελεσματικότητα της πολιτικής και του νομικού πλαισίου της ΕΕ για την αντιμετώπιση του περιβαλλοντικού εγκλήματος, ιδίως δε του οργανωμένου εγκλήματος που αφορά τα άγρια είδη· εκφράζει, επίσης, ικανοποίηση για τη δέσμευση που ανέλαβε η Επιτροπή όσον αφορά την υποβολή ενδιάμεσης έκθεσης προόδου στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του σχεδίου δράσης, έως τις 31 Ιουλίου 2018, καθώς και όσον αφορά τη διεξαγωγή της συνολικής αξιολόγησής του έως το 2020.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

26.9.2016

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

20

2

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Joëlle Bergeron, Marie-Christine Boutonnet, Jean-Marie Cavada, Mady Delvaux, Rosa Estaràs Ferragut, Sajjad Karim, Dietmar Köster, Gilles Lebreton, António Marinho e Pinto, Emil Radev, Evelyn Regner, József Szájer, Axel Voss, Tadeusz Zwiefka, Κώστας Χρυσόγονος

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Daniel Buda, Sergio Gaetano Cofferati, Pascal Durand, Angel Dzhambazki, Sylvia-Yvonne Kaufmann, Stefano Maullu, Virginie Rozière

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙΚΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

13.10.2016

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

60

0

4

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Marco Affronte, Margrete Auken, Pilar Ayuso, Zoltán Balczó, Catherine Bearder, Ivo Belet, Nessa Childers, Birgit Collin-Langen, Mireille D’Ornano, Miriam Dalli, Angélique Delahaye, Stefan Eck, Bas Eickhout, Eleonora Evi, José Inácio Faria, Francesc Gambús, Elisabetta Gardini, Gerben-Jan Gerbrandy, Jens Gieseke, Julie Girling, Sylvie Goddyn, Françoise Grossetête, Anneli Jäätteenmäki, Jean-François Jalkh, Josu Juaristi Abaunz, Karin Kadenbach, Kateřina Konečná, Giovanni La Via, Peter Liese, Norbert Lins, Susanne Melior, Miroslav Mikolášik, Massimo Paolucci, Bolesław G. Piecha, Frédérique Ries, Michèle Rivasi, Daciana Octavia Sârbu, Annie Schreijer-Pierik, Davor Škrlec, Renate Sommer, Dubravka Šuica, Tibor Szanyi, Claudiu Ciprian Tănăsescu, Jadwiga Wiśniewska, Damiano Zoffoli

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Guillaume Balas, Paul Brannen, Nicola Caputo, Michel Dantin, Mark Demesmaeker, Luke Ming Flanagan, Elena Gentile, Martin Häusling, Krzysztof Hetman, Gesine Meissner, James Nicholson, Marijana Petir, Gabriele Preuß, Christel Schaldemose, Jasenko Selimovic, Mihai Ţurcanu

Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Nicola Danti, Anna Hedh, Marco Zullo