ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/101/ΕΚ
9.3.2017 - (COM(2016)0450 – C8-0265/2016 – 2016/0208(COD)) - ***I
Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής ΠολιτικήςΕπιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων
Εισηγητές: Krišjānis Kariņš, Judith Sargentini
(Κοινές συνεδριάσεις επιτροπών – Άρθρο 55 του Κανονισμού)
- ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
- ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Ανάπτυξης
- ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου
- ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων
- ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
- ΤΕΛΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΜΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/101/ΕΚ
(COM(2016)0450 – C8-0265/2016 – 2016/0208(COD))
(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2016)0450),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και τα άρθρα 50 και 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C8-0265/2016),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 19ης Οκτωβρίου 2016[1],
– έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 14ης Οκτωβρίου 2016[2],
– έχοντας υπόψη το άρθρο 59 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη τις κοινές συνεδριάσεις της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων σύμφωνα με το άρθρο 55 του Κανονισμού,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης, της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A8-0056/2017),
1. εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·
2. ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·
3. αναθέτει στον/στην Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.
Τροπολογία 1
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ[3]*
στην πρόταση της Επιτροπής
---------------------------------------------------------
Πρόταση
ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/101/ΕΚ
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως τα άρθρα 50 και 114,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας[4],
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[5],
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[6] αποτελεί το βασικό νομικό μέσο για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Η εν λόγω οδηγία, η οποία πρόκειται να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο έως τις 26 Ιουνίου 2017, καθορίζει ένα επικαιροποιημένο, διαφανές, αποτελεσματικό και ολοκληρωμένο νομικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση της συγκέντρωσης χρημάτων ή περιουσιακών στοιχείων για τρομοκρατικούς σκοπούς, απαιτώντας από τα κράτη μέλη να εντοπίζουν, να αντιλαμβάνονται, να μετριάζουν και να προλαμβάνουν τους κινδύνους όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.
(2) Οι πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις ανέδειξαν τις αναδυόμενες νέες τάσεις, ιδίως όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι τρομοκρατικές ομάδες χρηματοδοτούν και διεξάγουν τις δραστηριότητές τους. Ορισμένες σύγχρονες υπηρεσίες τεχνολογίας καθίστανται όλο και πιο δημοφιλείς ως εναλλακτικά χρηματοπιστωτικά συστήματα και παραμένουν εκτός του πεδίου εφαρμογής της νομοθεσίας της Ένωσης ή επωφελούνται από εξαιρέσεις που δεν μπορούν πλέον να δικαιολογηθούν. Προκειμένου να συμβαδίσουμε με τις εξελισσόμενες τάσεις, θα πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για την αύξηση της διαφάνειας των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και των εταιρικών οντοτήτων εντός του νομικού πλαισίου πρόληψης που ισχύει στην Ένωση, με στόχο τη βελτίωση του υφιστάμενου πλαισίου πρόληψης και την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Επιβάλλεται να σημειωθεί ότι τα μέτρα που θα ληφθούν πρέπει να είναι ανάλογα με τους κινδύνους.
(2α) Επί σειρά ετών οι εκθέσεις των Ηνωμένων Εθνών, της Interpol και της Europol κάνουν λόγο για την ολοένα και αυξανόμενη σύγκλιση οργανωμένου εγκλήματος και τρομοκρατίας. Δεδομένης της αυξανόμενης σύγκλισης μεταξύ οργανωμένου εγκλήματος και τρομοκρατίας, η εξάρθρωση των δικτύων του οργανωμένου εγκλήματος πρέπει να αποτελεί τμήμα οποιασδήποτε στρατηγικής για την πάταξη της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Το λαθρεμπόριο φορητών όπλων, ναρκωτικών, τσιγάρων και προϊόντων απομίμησης/παραποίησης, η εμπορία ανθρώπων, η παροχή «προστασίας» έναντι χρημάτων και η εκβίαση έχουν αποβεί για τις τρομοκρατικές ομάδες εξαιρετικά αποδοτικές μέθοδοι για την απόσπαση χρηματοδότησης, δεδομένου ότι αποδίδουν περίπου 110 δισεκατομμύρια EUR κάθε χρόνο (χωρίς να υπολογίζεται η εμπορία προϊόντων απομίμησης/παραποίησης). H σχέση μεταξύ της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος και οι δεσμοί μεταξύ των εγκληματικών και των τρομοκρατικών ομάδων συνιστούν σημαντική απειλή για την ασφάλεια της Ένωσης.
(2β) Επίσης, σε συνάρτηση με τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας διαπράττονται κατά κανόνα νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, παράνομη εμπορία προϊόντων, όπως αργού πετρελαίου, ναρκωτικών, έργων τέχνης, όπλων και προστατευόμενων ειδών, σοβαρή φορολογική απάτη και φοροδιαφυγή επί παρανόμως αποκτηθέντων εσόδων. Με την επιφύλαξη της [νέας οδηγίας κατά της τρομοκρατίας] τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την ποινικοποίηση αυτών των συμπεριφορών και να μεριμνήσουν ώστε οι τρομοκράτες και οι τρομοκρατικές οργανώσεις να μην μπορούν να επωφελούνται από κέρδη που προκύπτουν από αυτές τις εγκληματικές δραστηριότητες.
(3) Ενώ θα πρέπει να επιδιώκονται οι στόχοι της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, τυχόν τροποποιήσεις της εν λόγω οδηγίας πρέπει να συνάδουν με τις εν εξελίξει δράσεις της Ένωσης στον τομέα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα θεμελιώδη δικαιώματα και αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και στο πλαίσιο του σεβασμού και της εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας. Το ευρωπαϊκό θεματολόγιο για την ασφάλεια[7] εντόπισε ως προτεραιότητα την αναβάθμιση του νομικού πλαισίου της ΕΕ για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, υποδεικνύοντας την ανάγκη λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας με πιο αποτελεσματικό και ολοκληρωμένο τρόπο, τονίζοντας ότι η διείσδυση στις χρηματοπιστωτικές αγορές επιτρέπει τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης-18ης Δεκεμβρίου 2015 τόνισαν επίσης την ανάγκη να αναληφθεί γρήγορα περαιτέρω δράση κατά της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας σε όλους τους τομείς.
(4) Η Επιτροπή ενέκρινε ένα σχέδιο δράσης για την περαιτέρω ενίσχυση της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας[8] , το οποίο υπογραμμίζει την ανάγκη προσαρμογής στις νέες απειλές και τροποποίησης της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 προς τον σκοπό αυτό.
(5) Τα μέτρα της Ένωσης πρέπει επίσης να αντανακλούν με ακρίβεια τις εξελίξεις και τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί σε διεθνές επίπεδο. Συνεπώς, πρέπει να ληφθούν υπόψη τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 2195 (2014) σχετικά με τους δεσμούς μεταξύ τρομοκρατίας και διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος, 2199 (2015) σχετικά με την παρεμπόδιση των τρομοκρατικών ομάδων να αποκτήσουν πρόσβαση σε διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και 2253 (2015) για την επέκταση του πλαισίου κυρώσεων ώστε να συμπεριληφθεί το Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε.
(5α) Οι δραστηριότητες νομιμοποίησης παράνομων εσόδων εκτελούνται με ευρεία χρήση συναλλαγών σε μετρητά. Η διάδοση και η χρήση ηλεκτρονικών τραπεζικών λογαριασμών και άλλων παρόμοιων συστημάτων πληρωμής έχει αυξηθεί πολύ τα τελευταία χρόνια, κατά συνέπεια υπάρχει περιθώριο να εξεταστεί το ενδεχόμενο θέσπισης ενός ορίου στις μεταφορές μετρητών σε επίπεδο ΕΕ, χωρίς να επιβαρυνθούν σημαντικά τα νοικοκυριά και οι εταιρείες. Η Επιτροπή πρέπει να αξιολογήσει το ύψος ενός μέγιστου ορίου μεταφοράς μετρητών που θα θεσπιστεί σε επίπεδο ΕΕ, αφήνοντας στα κράτη μέλη την επιλογή να επιβάλουν χαμηλότερα όρια. Η εν λόγω αξιολόγηση πρέπει να διενεργηθεί εντός 2 ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας. Θα πρέπει, όπου είναι δυνατόν, να χρησιμοποιούνται πολιτικές και δράσεις σε άλλους συναφείς τομείς αρμοδιοτήτων της Ένωσης, για παράδειγμα στο διεθνές εμπόριο και την αναπτυξιακή συνεργασία, με σκοπό να συμπληρωθεί το εγχείρημα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οι εν λόγω πολιτικές και δράσεις θα πρέπει να επιδιώκουν να συμπληρώνουν και όχι να υπονομεύουν άλλους στόχους πολιτικής της Ένωσης.
(6) Οι πάροχοι υπηρεσιών ανταλλαγής μεταξύ εικονικών νομισμάτων και παραστατικών νομισμάτων (δηλαδή νομισμάτων που έχουν αναγνωριστεί ως νόμιμο χρήμα), καθώς και οι πάροχοι υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών για εικονικά νομίσματα δεν έχουν υποχρέωση να εντοπίζουν την ύποπτη δραστηριότητα. Ως εκ τούτου, οι τρομοκρατικές ομάδες είναι σε θέση να μεταφέρουν χρήματα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ένωσης ή εντός δικτύων εικονικών νομισμάτων, συγκαλύπτοντας μεταφορές ή επωφελούμενες από έναν ορισμένο βαθμό ανωνυμίας στις εν λόγω πλατφόρμες. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 ούτως ώστε να περιλαμβάνει τις πλατφόρμες ανταλλαγής εικονικών νομισμάτων και τους παρόχους υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να μπορούν να παρακολουθούν τη χρήση των εικονικών νομισμάτων. Αυτό θα παρείχε ισορροπημένη και αναλογική προσέγγιση, διασφαλίζοντας την τεχνολογική πρόοδο και τον υψηλό βαθμό διαφάνειας που έχει επιτευχθεί στον τομέα της εναλλακτικής χρηματοδότησης και της κοινωνικής επιχειρηματικότητας.
(7) Η αξιοπιστία των εικονικών νομισμάτων δεν θα αυξηθεί αν χρησιμοποιούνται για εγκληματικούς σκοπούς. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η ανωνυμία θα καταστεί περισσότερο εμπόδιο παρά πλεονέκτημα για τη χρήση των εικονικών νομισμάτων και την εξάπλωση των δυνητικών οφελών τους. Η συμπερίληψη εικονικών πλατφορμών ανταλλαγής και παρόχων υπηρεσιών θεματοφυλακής πορτοφολιών δεν θα αντιμετωπίσει εξ ολοκλήρου το ζήτημα της ανωνυμίας που συνδέεται με συναλλαγές σε εικονικά νομίσματα, από τη στιγμή που μεγάλο μέρος του περιβάλλοντος εικονικών νομισμάτων θα παραμείνει ανώνυμο διότι οι χρήστες μπορούν επίσης να συναλλάσσονται χωρίς πλατφόρμες ανταλλαγής ή παρόχους υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών. Για την καταπολέμηση των κινδύνων που σχετίζονται με την ανωνυμία, οι εθνικές Μονάδες Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (ΜΧΠ) θα πρέπει να μπορούν να συσχετίζουν τις διευθύνσεις των εικονικών νομισμάτων με την ταυτότητα του ιδιοκτήτη των εικονικών νομισμάτων. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να αξιολογηθεί περαιτέρω η δυνατότητα να επιτρέπεται στους χρήστες να δηλώνουν οι ίδιοι τα στοιχεία τους στις αρμόδιες αρχές σε εθελοντική βάση.
(8) Τα τοπικά νομίσματα (γνωστά επίσης ως συμπληρωματικά νομίσματα) που χρησιμοποιούνται σε πολύ περιορισμένα δίκτυα, όπως πόλεις ή περιφέρειες, και μεταξύ μικρού αριθμού χρηστών δεν θα πρέπει να θεωρούνται εικονικά νομίσματα.
(9) Έναντι φυσικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, τα κράτη μέλη πρέπει να απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη για τη διαχείριση και τον μετριασμό των κινδύνων. Ως εκ τούτου, κάθε κράτος μέλος καθορίζει σε εθνικό επίπεδο το είδος των ενισχυμένων μέτρων δέουσας επιμέλειας που πρέπει να ληφθούν έναντι τρίτων χωρών υψηλού κινδύνου. Αυτές οι διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ των κρατών μελών δημιουργούν αδύνατα σημεία σχετικά με τη διαχείριση των επιχειρηματικών σχέσεων με τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου που προσδιορίζονται από την Επιτροπή. Οι τρομοκράτες μπορούν να εκμεταλλευτούν αυτά τα κενά για να διοχετεύουν κεφάλαια εντός και εκτός του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης. Είναι σημαντικό να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του καταλόγου των τρίτων χωρών υψηλού κινδύνου που καταρτίστηκε από την Επιτροπή, μέσω παροχής εναρμονισμένης αντιμετώπισης αυτών των χωρών σε επίπεδο Ένωσης. Αυτή η εναρμονισμένη προσέγγιση θα πρέπει να επικεντρωθεί κυρίως σε ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη. Ωστόσο, θα πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη και στις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν πρόσθετα μέτρα μετριασμού εκτός από τα ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις. Διεθνείς οργανισμοί και φορείς καθορισμού προτύπων με αρμοδιότητα στον τομέα της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μπορεί να κάνουν έκκληση για την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων αντιμετώπισης για την προστασία του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος από τη συνεχή και ουσιαστική νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και κινδύνους χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που προέρχονται από χώρες. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θέτουν σε ισχύ και να εφαρμόζουν πρόσθετα μέτρα μετριασμού σχετικά με τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου που χαρακτηρίζονται από την Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη εκκλήσεις και συστάσεις για αντίμετρα, όπως εκείνες που εκφράζονται από την Ομάδα Χρηματοπιστωτικής Δράσης (FATF), και τηρώντας τις υποχρεώσεις που απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες. Εκτός από τα αντίμετρα που λαμβάνονται έναντι των τρίτων χωρών υψηλού κινδύνου, μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση του καθεστώτος ΚΞΧ/ΧΤ που ισχύει στις χώρες του ΕΟΧ και στις τρίτες χώρες θα πρέπει να αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση διαβατηρίου και ισότιμης πρόσβασης στην εσωτερική αγορά. Η πρόσβαση στην εσωτερική αγορά μπορεί να είναι γενικά περιορισμένη ή περιορισμένη όσον αφορά ορισμένους τομείς και υπόχρεες οντότητες, όταν εντοπίζονται αδυναμίες στο καθεστώς ΚΞΧ/ΧΤ.
(9α) Τόσο η Ένωση και τα κράτη μέλη της, αφενός, όσο και οι τρίτες χώρες, αφετέρου, έχουν ευθύνη για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η συνεργασία με τρίτες χώρες θα πρέπει επίσης να επικεντρωθεί περαιτέρω στην ενίσχυση των χρηματοπιστωτικών συστημάτων και των διοικήσεων των αναπτυσσομένων χωρών για να τους επιτραπεί να συμμετέχουν καλύτερα στην παγκόσμια διεργασία της φορολογικής μεταρρύθμισης, προκειμένου να αποθαρρυνθεί το οικονομικό έγκλημα και οι σχετικές παράνομες δραστηριότητες, και να εφαρμόσουν μηχανισμούς καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες οι οποίοι θα συμβάλουν σε καλύτερη ανταλλαγή δεδομένων και πληροφοριών με άλλες χώρες με σκοπό τον εντοπισμό της απάτης και των τρομοκρατών.
(10) Δεδομένης της εξελισσόμενης φύσης των απειλών και του ευάλωτου χαρακτήρα του ΚΞΧ/ΧΤ, η Ένωση θα πρέπει να υιοθετήσει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση σχετικά με τη συμμόρφωση των εθνικών καθεστώτων ΚΞΧ/ΧΤ με τις απαιτήσεις σε επίπεδο Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των εν λόγω εθνικών καθεστώτων. Για τον σκοπό της παρακολούθησης της ορθής μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των απαιτήσεων της Ένωσης, της αποτελεσματικής εφαρμογής τους και της ικανότητάς τους να ολοκληρώσουν ένα ισχυρό προληπτικό καθεστώς στον τομέα αυτό, η Επιτροπή θα πρέπει να βασίσει την εκτίμησή της σχετικά με τα εθνικά καθεστώτα κινδύνου, η οποία ισχύει με την επιφύλαξη εκείνων που διεξάγονται από διεθνείς οργανισμούς και φορείς καθορισμού προτύπων με αρμοδιότητα στον τομέα της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, όπως η FATF ή η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για την αξιολόγηση μέτρων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (MONEYVAL). Οι διεθνείς οργανισμοί και οι φορείς καθορισμού προτύπων με αρμοδιότητα στον τομέα της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας θα πρέπει να συνεργάζονται στενά με τα κράτη μέλη για να καθορίσουν ένα σύνολο κοινών δεικτών για την αξιολόγηση των εθνικών καθεστώτων κινδύνου, καθώς και εναρμονισμένα προληπτικά μέτρα.
(10α) Η παρακολούθηση της μεταφοράς των ενωσιακών απαιτήσεων στα εθνικά καθεστώτα δεν επαρκεί για να εξασφαλίσει ότι τα εθνικά καθεστώτα ΚΞΧ/ΧΤ είναι αποτελεσματικά για να αντιμετωπίσουν τις δραστηριότητες ΚΞΧ/ΧΤ, καθώς οι αδυναμίες συχνά απορρέουν από την αναποτελεσματική επιβολή των κανόνων. Στο πλαίσιο αυτό, είναι κρίσιμης σημασίας για την εσωτερική αγορά να έχουν η Επιτροπή και οι ΕΕΑ επιπλέον εξουσίες αξιολόγησης της συνοχής των εθνικών καθεστώτων ΚΞΧ/ΧΤ με την εφαρμογή του ενωσιακού πλαισίου όσον αφορά την παρακολούθηση και την επιβολή των εθνικών κανόνων. Οι ΕΕΑ αναλαμβάνουν πρόσθετες εξουσίες στον τομέα της ΚΞΧ/ΧΤ, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιών να διενεργούν επιτόπιες αξιολογήσεις στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, να επιβάλλουν την παραγωγή οποιωνδήποτε πληροφοριών σχετίζονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, να εκδίδουν συστάσεις για μέτρα αποκατάστασης, να δημοσιεύουν αυτές τις συστάσεις και να λαμβάνουν μέτρα που είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των συστάσεών τους.
(1βb) Η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η φοροδιαφυγή διενεργούνται όλο και περισσότερο μέσω των εμπορικών συναλλαγών, με τη χειραγώγηση των τιμών, των ποσοτήτων ή της ποιότητας. Η χρηματοπιστωτική και φορολογική διαφάνεια αποτελούν κορυφαίες προτεραιότητες της εμπορικής πολιτικής της Ένωσης και, επομένως, στις χώρες που ανέχονται τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη φοροδιαφυγή δεν θα πρέπει να παρέχεται κανένα προνόμιο εμπορικών συναλλαγών με την Ένωση.
(10γ) Σύμφωνα με τη στρατηγική «Εμπόριο για όλους», θα πρέπει να ληφθούν περαιτέρω αποτελεσματικά μέτρα όσον αφορά το εμπόριο στον τομέα των υπηρεσιών με σκοπό να αποτραπεί η κατάχρηση του για παράνομες χρηματοοικονομικές ροές, δεδομένου ότι οι ελεύθερες εμπορικές συναλλαγές για αγαθά και υπηρεσίες με αναπτυσσόμενες χώρες αυξάνουν τον κίνδυνο της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, οι δε εμπορικές συναλλαγές της Ένωσης στον τομέα των υπηρεσιών με φορολογικούς παραδείσους είναι εξαπλάσιες των αντίστοιχων συναλλαγών με συγκρίσιμες χώρες, ενώ δεν υφίστανται τέτοιες διαφορές στο εμπόριο αγαθών.
(10δ) Εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να συντάξει έκθεση προς τα κράτη μέλη σχετικά με τα πιθανά νομικά κενά που υπάρχουν στα κεφάλαια των ισχυουσών εμπορικών συμφωνιών της Ένωσης με τρίτες χώρες για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την εγκατάσταση, ιδίως όσον αφορά τον ορισμό της επένδυσης και της εγκατάστασης, το πεδίο εφαρμογής και τις προθεσμίες των ειδικών εξαιρέσεων προληπτικής φύσεως, την ύπαρξη ή μη ανώτατων ορίων για τις πληρωμές μεταξύ μερών των εμπορικών συμφωνιών, τα νομίσματα που επιτρέπονται για αυτές τις πληρωμές, την επιβεβαίωση του τραπεζικού απορρήτου και την ύπαρξη διατάξεων σχετικά με την ανταλλαγή δεδομένων.
(10ε) Τα κεφάλαια για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την εγκατάσταση στις μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες θα πρέπει να περιέχουν στενούς ορισμούς των επενδύσεων, ώστε να εξαιρούνται τα προϊόντα που ενέχουν μεγάλη πιθανότητα μεταφοράς αφορολόγητων χρημάτων· θα πρέπει να προβλέπουν την κατάρτιση δημόσιων μητρώων των τελικών πραγματικών δικαιούχων εταιρειών, καταπιστευμάτων και παρόμοιων νομικών μορφωμάτων που ιδρύονται, διοικούνται ή λειτουργούν στα εδάφη που καλύπτονται από τη συμφωνία εμπορίου· θα πρέπει να περιλαμβάνουν ρυθμίσεις σχετικά με τη συνεργασία στο πλαίσιο του ελέγχου των χρηματοπιστωτικών ροών και της άρσης του τραπεζικού απορρήτου, σύμφωνα με τους κανόνες περί προστασίας δεδομένων και τα πρότυπα ανοικτών δεδομένων· θα πρέπει να διευρύνουν το πεδίο και τις προθεσμίες για τις εξαιρέσεις προληπτικής φύσεως πέραν της «ανισορροπίας των αναγκών πληρωμών» και να αντικαταστήσουν τις δεσμεύσεις για «καταβολή βέλτιστης προσπάθειας» με υποχρεωτικές διατάξεις.
(11) Οι προπληρωμένες κάρτες γενικής χρήσης, οι οποίες θεωρούνται κοινωνικά χρήσιμες, έχουν νόμιμες χρήσεις και αποτελούν προσιτό μέσο που συμβάλλει στην χρηματοοικονομική ένταξη. Ωστόσο, οι ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες είναι εύκολο να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση τρομοκρατικών επιθέσεων και της εφοδιαστικής των τρομοκρατών. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να στερηθούν οι τρομοκράτες, οι τρομοκρατικές οργανώσεις, οι χορηγοί της τρομοκρατίας και οι λοιποί διαμεσολαβητές αυτά τα μέσα χρηματοδότησης των επιχειρήσεών τους, μέσω περαιτέρω μείωσης των ορίων και των μέγιστων ποσών κάτω από τα οποία οι υπόχρεες οντότητες επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν ορισμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας προς τον πελάτη τα οποία προβλέπονται από την οδηγία (ΕΕ) 2015/849. Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ανάγκες των καταναλωτών στη χρήση προπληρωμένων μέσων γενικής χρήσης και χωρίς να εμποδίζεται η χρήση των εν λόγω μέσων για την προώθηση της κοινωνικής και χρηματοοικονομικής ένταξης, είναι σημαντικό να μειωθούν τα υφιστάμενα όρια για τις ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες γενικής χρήσης ▌.
(12) Ενώ η χρήση των ανώνυμων προπληρωμένων καρτών που εκδίδονται στην Ένωση περιορίζεται ουσιαστικά μόνον στην επικράτεια της Ένωσης, αυτό δεν συμβαίνει πάντα με παρόμοιες κάρτες που εκδίδονται σε τρίτες χώρες. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οι ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες που εκδίδονται εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να χρησιμοποιούνται στην Ένωση μόνον εφόσον μπορεί να θεωρηθεί ότι συμμορφώνονται με απαιτήσεις ισοδύναμες με εκείνες που ορίζονται στη νομοθεσία της Ένωσης. Ο κανόνας θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ σε πλήρη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις της Ένωσης όσον αφορά το διεθνές εμπόριο, ιδίως τις διατάξεις της Γενικής Συμφωνίας για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών.
(13) Οι ΜΧΠ διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον προσδιορισμό ιδίως των διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών πράξεων των τρομοκρατικών δικτύων και στον εντοπισμό των χρηματοδοτών τους. Οι οικονομικές έρευνες μπορούν να αποδειχθούν καίριας σημασίας στην προσπάθεια να έρθουν στο φως οι μέθοδοι διευκόλυνσης των τρομοκρατικών πράξεων και τα δίκτυα και τα σχέδια των τρομοκρατικών οργανώσεων. Λόγω της έλλειψης περιοριστικών διεθνών προτύπων, οι ΜΧΠ διατηρούν σημαντικές διαφορές όσον αφορά τις λειτουργίες, τις αρμοδιότητες και τις εξουσίες τους. Τα κράτη μέλη οφείλουν να καταβάλουν προσπάθειες προκειμένου να εξασφαλίσουν μια πιο αποτελεσματική και συντονισμένη προσέγγιση για τη διεξαγωγή οικονομικών ερευνών σχετικά με την τρομοκρατία, συμπεριλαμβανομένων των ερευνών που σχετίζονται με παράνομη χρήση εικονικών νομισμάτων. Ωστόσο, οι τρέχουσες διαφορές δεν θα πρέπει να επηρεάζουν τη δραστηριότητα μιας ΜΧΠ, ιδίως την ικανότητά της να αναπτύσσει προληπτικές αναλύσεις για την υποστήριξη όλων των αρχών που είναι επιφορτισμένες με δραστηριότητες παροχής πληροφοριών, ερευνητικές και δικαστικές δραστηριότητες, καθώς και με τη διεθνή συνεργασία. Οι ΜΧΠ θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες και να μπορούν να τις ανταλλάσσουν χωρίς εμπόδια, μεταξύ άλλων μέσω της κατάλληλης συνεργασίας με τις αρχές επιβολής του νόμου. Σε όλες τις περιπτώσεις όπου υπάρχει υποψία εγκληματικότητας και, ειδικότερα, σε υποθέσεις που αφορούν τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, οι πληροφορίες θα πρέπει να ρέουν άμεσα και γρήγορα, χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί περαιτέρω η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των ΜΧΠ, μέσω αποσαφήνισης των εξουσιών και της συνεργασίας μεταξύ των ΜΧΠ.
(13α) Προκειμένου να ξεπεραστούν οι τρέχουσες δυσχέρειες στη συνεργασία μεταξύ των εθνικών ΜΧΠ, θα πρέπει να συσταθεί μια ενωσιακή ΜΧΠ για να συντονίζει, να βοηθά και να στηρίζει τις ΜΧΠ των κρατών μελών σε διασυνοριακές υποθέσεις. Θα ήταν εξάλλου ιδιαίτερα κατάλληλη για μια ενοποιημένη χρηματοπιστωτική αγορά της Ένωσης και αποτελεσματική κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στην εσωτερική αγορά. Οι ΜΧΠ των κρατών μελών θα παρέμεναν πρωτίστως υπεύθυνες για τη λήψη αναφορών ύποπτων συναλλαγών, αναλύοντάς τις και κοινοποιώντας τις στην εθνική αρμόδια αρχή. Η ενωσιακή ΜΧΠ θα υποστήριζε τα κράτη μέλη ιδίως στη διατήρηση και ανάπτυξη των τεχνικών υποδομών για την ανταλλαγή πληροφοριών, βοηθώντας στην κοινή ανάλυση διασυνοριακών υποθέσεων και στη στρατηγική ανάλυση, και θα συντόνιζε το έργο των ΜΧΠ των κρατών μελών σε διασυνοριακές υποθέσεις.
(14) Οι ΜΧΠ θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν από οποιαδήποτε υπόχρεη οντότητα όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τις λειτουργίες της. Η απρόσκοπτη πρόσβαση στις πληροφορίες είναι απαραίτητη για να εξασφαλιστεί ότι οι ροές χρήματος μπορούν να εντοπιστούν σωστά και τα παράνομα δίκτυα και οι ροές ανιχνεύονται σε πρώιμο στάδιο. Όταν οι ΜΧΠ πρέπει να λάβουν πρόσθετες πληροφορίες από υπόχρεες οντότητες βάσει υποψίας για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η εν λόγω υποψία μπορεί να προκληθεί από προηγούμενη έκθεση για ύποπτες συναλλαγές που αναφέρεται στη ΜΧΠ, αλλά και με άλλα μέσα, όπως ανάλυση της ίδιας της ΜΧΠ, πληροφορίες που παρέχονται από τις αρμόδιες αρχές ή πληροφορίες που διατηρούνται από άλλη ΜΧΠ. Ως εκ τούτου, οι ΜΧΠ πρέπει να μπορούν να λαμβάνουν τις χρηματοοικονομικές, διοικητικές και περί της επιβολής του νόμου πληροφορίες που χρειάζονται για να ασκήσουν σωστά τα καθήκοντά τους από οποιαδήποτε υπόχρεη οντότητα, ακόμη και χωρίς να συνταχθεί προηγούμενη έκθεση από την επιμέρους υπόχρεη οντότητα. Μια ΜΧΠ θα πρέπει επίσης να μπορεί να αποκτήσει τις εν λόγω πληροφορίες βάσει αιτήματος που υποβάλλεται από άλλη ΜΧΠ της Ένωσης και να ανταλλάσσει τις πληροφορίες με την αιτούσα ΜΧΠ.
(14α) Οι αρμόδιες αρχές που εποπτεύουν τα πιστωτικά και χρηματοοικονομικά ιδρύματα για τη συμμόρφωσή τους με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να μπορούν να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν εμπιστευτικές πληροφορίες, ανεξάρτητα από τον αντίστοιχο χαρακτήρα ή την κατάστασή τους. Για τον σκοπό αυτό, αυτές οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να έχουν κατάλληλη νομική βάση για την ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών και να συνεργάζονται όσο το δυνατόν περισσότερο, τηρώντας τα ισχύοντα διεθνή πρότυπα στον τομέα αυτόν.
(14β) Οι πληροφορίες προληπτικού χαρακτήρα που αφορούν τα πιστωτικά και χρηματοοικονομικά ιδρύματα, όπως οι πληροφορίες που σχετίζονται με την καταλληλότητα και την αξιοπιστία των διευθυντών και των μετόχων, τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, τη διοίκηση ή τη συμμόρφωση και τη διαχείριση κινδύνου, είναι συχνά απαραίτητες για την επαρκή εποπτεία ΚΞΧ/ΧΤ αυτών των ιδρυμάτων. Αντιστρόφως, οι πληροφορίες ΚΞΧ/ΧΤ είναι επίσης σημαντικές για την προληπτική εποπτεία αυτών των ιδρυμάτων. Συνεπώς, η ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών και η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών ΚΞΧ/ΧΤ για τα πιστωτικά και χρηματοοικονομικά ιδρύματα και των φορέων προληπτικής εποπτείας δεν θα πρέπει να εμποδίζεται ακουσίως από τη νομική αβεβαιότητα που μπορεί να οφείλεται στην έλλειψη σαφών διατάξεων σε αυτόν τον τομέα. Αυτή η αποσαφήνιση του νομικού πλαισίου είναι ακόμη πιο σημαντική καθώς η προληπτική εποπτεία έχει, σε ορισμένες περιπτώσεις, ανατεθεί σε επόπτες που δεν ανήκουν στον τομέα ΚΞΧ/ΧΤ, όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
(15) Η καθυστερημένη πρόσβαση στις πληροφορίες από ΜΧΠ και άλλες αρμόδιες αρχές σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών και θυρίδων ασφαλείας, ειδικά ανώνυμων, δυσχεραίνει την ανίχνευση των μεταφορών χρηματικών ποσών που αφορούν την τρομοκρατία. Τα εθνικά στοιχεία που επιτρέπουν την εξακρίβωση των τραπεζικών λογαριασμών και των λογαριασμών πληρωμών και των θυρίδων ασφαλείας που ανήκουν σε ένα άτομο είναι κατακερματισμένα και, ως εκ τούτου, δεν είναι προσβάσιμα εγκαίρως στις ΜΧΠ και τις άλλες αρμόδιες αρχές. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να ιδρυθούν κεντρικοί αυτοματοποιημένοι μηχανισμοί, όπως μητρώο ή σύστημα ανάκτησης δεδομένων, σε όλα τα κράτη μέλη ως αποτελεσματικό μέσο για την απόκτηση έγκαιρης πρόσβασης στις πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών και θυρίδων ασφαλείας, των πληρεξουσίων και των πραγματικών δικαιούχων τους.
(15α) Οι πληροφορίες για την κατοχή και τον έλεγχο ακίνητης περιουσίας όπως κτισμάτων και γης δεν είναι διαθέσιμες σε όλα τα κράτη μέλη, ούτε υπάρχουν ενοποιημένα δεδομένα για τους δικαιούχους ασφαλειών ζωής. Δραστηριότητες νομιμοποίησης παράνομων εσόδων διενεργούνται και στη βάση κτηματομεσιτικών συναλλαγών και μέσω προϊόντων ασφαλειών ζωής. Η θέσπιση κεντρικών αυτόματων μηχανισμών, όπως ένα μητρώο ή ένα σύστημα ανάκτησης δεδομένων, σε όλα τα κράτη μέλη είναι απαραίτητη για τον εντοπισμό αυτών των πληροφοριών και για την υποστήριξη της φάσης διερεύνησης. Οι αρχές των κρατών μελών χρειάζονται έγκαιρη πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα για να προβαίνουν σε διασυνοριακούς ελέγχους και έρευνες.
(15β) λαμβάνοντας υπόψη τις συνεχείς τεχνολογικές αλλαγές που καθιστούν δυνατή τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, προτείνεται η θέσπιση ενός ενωσιακού μέσου παρακολούθησης, συντονισμού και πρόβλεψης της τεχνολογίας, το οποίο θα βοηθά τις διάφορες ΜΧΠ στο έργο τους.
(16) Για να γίνει σεβαστή η ιδιωτική ζωή και να προστατευτούν τα προσωπικά δεδομένα, τα εν λόγω μητρώα θα πρέπει να αποθηκεύουν τα ελάχιστα δεδομένα που είναι απαραίτητα για την εκτέλεση των ερευνών ΚΞΧ. Τα ενδιαφερόμενα υποκείμενα των δεδομένων θα πρέπει να ενημερώνονται ότι τα δεδομένα τους καταγράφονται και είναι προσβάσιμα στις ΜΧΠ και θα πρέπει να λαμβάνουν ένα σημείο επαφής για την άσκηση των δικαιωμάτων πρόσβασης και διόρθωσής τους. Πρέπει να οριστούν μέγιστες περίοδοι διατήρησης για την καταχώριση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα μητρώα και θα πρέπει να προβλέπεται η καταστροφή τους, μόλις οι πληροφορίες δεν είναι πλέον αναγκαίες για τον αναφερόμενο σκοπό. Η πρόσβαση στα μητρώα και τις βάσεις δεδομένων θα πρέπει να περιορίζεται βάσει της αρχής «ανάγκη γνώσης».
(17) Η ακριβής εξακρίβωση και ο έλεγχος των δεδομένων των φυσικών και νομικών προσώπων είναι απαραίτητα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Οι τελευταίες τεχνικές εξελίξεις στην ψηφιοποίηση των συναλλαγών και των πληρωμών επιτρέπουν την ασφαλή απομακρυσμένη ή ηλεκτρονική εξακρίβωση· τα εν λόγω μέσα εξακρίβωσης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και οποιαδήποτε άλλα μέσα απομακρυσμένης ταυτοποίησης που βασίζονται στις νέες τεχνολογίες και παρουσιάζουν επαρκές επίπεδο ασφάλειας ισοδύναμο με το βασικό επίπεδο διασφάλισης του e-IDAS θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, ιδίως σε σχέση με τα κοινοποιηθέντα ηλεκτρονικά συστήματα εξακρίβωσης και τα μέσα που προσφέρουν υψηλού επιπέδου ασφαλή εργαλεία και παρέχουν ένα σημείο αναφοράς βάσει του οποίου μπορεί να ελεγχθεί η αξιολόγηση των μεθόδων εξακρίβωσης που έχουν συσταθεί σε εθνικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να αναγνωριστούν τα ασφαλή ηλεκτρονικά αντίγραφα των πρωτότυπων εγγράφων, καθώς και οι ηλεκτρονικές δηλώσεις, βεβαιώσεις ή διαπιστευτήρια ως έγκυρα μέσα εξακρίβωσης της ταυτότητας. Η αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.
(17α) Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA) είναι το κέντρο πραγματογνωσίας της Ένωσης για την ασφάλεια των δικτύων και των πληροφοριών· ο ENISA θα πρέπει να αποκτήσει τη δυνατότητα να ανταλλάσσει απρόσκοπτα πληροφορίες με τις αρχές επιβολής του νόμου, προκειμένου να καταστεί δυνατή η συνεργασία στον τομέα της κυβερνασφάλειας, η οποία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην καταπολέμηση της χρηματοδότησης εγκληματικών δραστηριοτήτων, περιλαμβανομένης της τρομοκρατίας.
(17β) Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) θα πρέπει να κληθεί να επικαιροποιήσει το εγχείρημά της για διαφάνεια, ώστε να αντιμετωπίσει τις σημερινές προκλήσεις, προκειμένου να προλαμβάνεται αποτελεσματικότερα η χρήση των χρηματοπιστωτικών συστημάτων για σκοπούς νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
(18) Το όριο του πραγματικού δικαιούχου που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 6 εδάφιο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 δεν κάνει διάκριση μεταξύ γνήσιων εμπορικών εταιρειών και εταιρειών που δεν ασκούν ενεργή επιχειρηματική δραστηριότητα και χρησιμοποιούνται ως επί το πλείστον ως ενδιάμεση δομή μεταξύ των περιουσιακών στοιχείων ή του εισοδήματος και του τελικού πραγματικού δικαιούχου. Για τον τελευταίο, το καθορισμένο όριο παρακάμπτεται εύκολα, με αποτέλεσμα να μην προσδιορίζεται η ταυτότητα των φυσικών προσώπων τα οποία τελικά κατέχουν ή ελέγχουν τη νομική οντότητα. Για να αποσαφηνιστούν καλύτερα οι πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο όσον αφορά τις ενδιάμεσες δομές που υιοθετούν εταιρική μορφή, είναι απαραίτητο να καθιερωθεί ένα συγκεκριμένο όριο από το οποίο συνάγεται η ένδειξη της ιδιοκτησίας. Το όριο αυτό πρέπει να είναι αρκετά χαμηλό ώστε να καλύπτεται η πλειονότητα των καταστάσεων.
(19) Η προσέγγιση για την αναθεώρηση των υφιστάμενων πελατών στο σημερινό πλαίσιο βασίζεται σε προσέγγιση βάσει των κινδύνων. Ωστόσο, δεδομένου του υψηλότερου κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και σχετικών αδικημάτων που σχετίζονται με κάποιες ενδιάμεσες δομές, η εν λόγω προσέγγιση ενδέχεται να μην επιτρέπει την έγκαιρη ανίχνευση και εκτίμηση των κινδύνων. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι παρακολουθούνται επίσης σε οργανωμένη βάση ορισμένες σαφώς προσδιορισμένες κατηγορίες ήδη υφιστάμενων πελατών.
(20) Τα κράτη μέλη επί του παρόντος απαιτείται να εξασφαλίζουν ότι οι νομικές οντότητες που έχουν συσταθεί εντός της επικράτειάς τους αποκτούν και διατηρούν επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο τους. Η ανάγκη για ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τον εντοπισμό των εγκληματιών, οι οποίοι διαφορετικά θα μπορούσαν να αποκρύπτουν την ταυτότητά τους πίσω από μια εταιρική δομή. Το παγκόσμια διασυνδεδεμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα απλοποιεί την απόκρυψη και τη μεταφορά κεφαλαίων σε όλο τον κόσμο, και τα άτομα που νομιμοποιούν έσοδα από παράνομες δραστηριότητες, οι χρηματοδότες της τρομοκρατίας, καθώς και άλλοι εγκληματίες κάνουν όλο και περισσότερο χρήση της εν λόγω δυνατότητας.
(21) Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ο συγκεκριμένος παράγοντας που καθορίζει το κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρακολούθηση και την καταγραφή των πληροφοριών για τον πραγματικό δικαιούχο καταπιστευμάτων και ανάλογων νομικών μορφωμάτων. Για να αποφευχθεί αυτό, λόγω των διαφορών στα νομικά συστήματα των κρατών μελών, ορισμένα καταπιστεύματα και ανάλογα νομικά μορφώματα δεν παρακολουθούνται και δεν είναι καταχωρισμένα πουθενά στην Ένωση, και για να αποφευχθεί η στρέβλωση της εσωτερικής αγοράς όλα τα καταπιστεύματα και τα ανάλογα νομικά μορφώματα, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των Treuhand, Stiftung, Privatstiftung, Usufruct Fiducia θα πρέπει να καταχωρίζονται στο κράτος μέλος ή στα κράτη μέλη όπου γίνεται η ίδρυση, η διαχείριση ή η λειτουργία τους. Θα πρέπει να υποχρεούνται να γνωστοποιούν δημόσια ορισμένες πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο. Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική παρακολούθηση και καταχώριση των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο των καταπιστευμάτων και ανάλογων νομικών μορφωμάτων, είναι επίσης απαραίτητη η συνεργασία και η ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών.
(21α) Οι εγκληματίες μεταφέρουν παράνομα έσοδα μέσω πολυάριθμων χρηματοπιστωτικών διαμεσολαβητών για να αποφύγουν την ανίχνευση, οπότε είναι σημαντικό να επιτρέπεται στα χρηματοοικονομικά και πιστωτικά ιδρύματα να ανταλλάσσουν πληροφορίες, όχι μόνο μεταξύ μελών ομίλων, αλλά και με άλλα χρηματοοικονομικά και πιστωτικά ιδρύματα, εφόσον διασφαλίζεται η προστασία των δεδομένων.
(22) Η πρόσβαση του κοινού μέσω της υποχρεωτικής γνωστοποίησης ορισμένων πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο των εταιρειών, των καταπιστευμάτων και των άλλων οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων θα παρείχε πρόσθετες εγγυήσεις έναντι τρίτων που επιθυμούν να συναλλάσσονται με τις εν λόγω εταιρείες. Ορισμένα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα ή έχουν ανακοινώσει την πρόθεσή τους να διαθέσουν στο κοινό τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στα μητρώα του πραγματικού δικαιούχου. Το γεγονός ότι δεν θα διέθεταν όλα τα κράτη μέλη πληροφορίες στο κοινό ή ότι οι διαφορές στις πληροφορίες που διατίθενται και στην προσβασιμότητά τους ενδέχεται να οδηγήσουν σε διαφορετικά επίπεδα προστασίας τρίτων στην Ένωση. Σε μια ομαλά λειτουργούσα εσωτερική αγορά, υπάρχει ανάγκη συντονισμού για την αποφυγή στρεβλώσεων. Επομένως, παρόμοιες πληροφορίες πρέπει να είναι δημόσια διαθέσιμες σε όλα τα κράτη μέλη.
(23) Η δημόσια πρόσβαση επιτρέπει επίσης μεγαλύτερο έλεγχο των πληροφοριών από την κοινωνία των πολιτών, συμπεριλαμβανομένου του Τύπου και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, και συμβάλλει στη διατήρηση της εμπιστοσύνης στην ακεραιότητα των επιχειρηματικών συναλλαγών και του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Μπορεί να συμβάλει στην καταπολέμηση της κατάχρησης των νομικών οντοτήτων και νομικών ρυθμίσεων, τόσο βοηθώντας τις έρευνες όσο και μέσω αποτελεσμάτων που συνδέονται με τη φήμη, δεδομένου ότι οποιοσδήποτε θα μπορούσε να συνάψει συναλλαγές με αυτές γνωρίζει την ταυτότητα των πραγματικών δικαιούχων. Διευκολύνει επίσης την έγκαιρη και αποτελεσματική διάθεση πληροφοριών στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, καθώς και στις αρχές, συμπεριλαμβανομένων των αρχών τρίτων χωρών, οι οποίες συμμετέχουν στην καταπολέμηση αυτών των αδικημάτων.
(24) Η εμπιστοσύνη στις χρηματοπιστωτικές αγορές από τους επενδυτές και το ευρύ κοινό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ύπαρξη ακριβούς καθεστώτος γνωστοποίησης που παρέχει διαφάνεια στις δομές του πραγματικού δικαιούχου και του ελέγχου των εταιρειών. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα συστήματα εταιρικής διακυβέρνησης που χαρακτηρίζονται από συγκεντρωμένη ιδιοκτησία, όπως εκείνη στην Ένωση. Αφενός, οι μεγάλοι επενδυτές με σημαντικά δικαιώματα ψήφου και ταμειακών ροών ενδέχεται να ενθαρρύνουν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και απόδοση της επιχείρησης. Αφετέρου, ωστόσο, οι ελέγχοντες πραγματικοί δικαιούχοι με μεγάλες ομάδες ψηφοφορίας ενδέχεται να έχουν κίνητρα για να εκτρέπουν τα εταιρικά περιουσιακά στοιχεία και ευκαιρίες για προσωπικό όφελος σε βάρος των επενδυτών μειοψηφίας.
(25) Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέπουν την πρόσβαση σε πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο με αρκετά συνεκτικό και συντονισμένο τρόπο, μέσω των κεντρικών μητρώων στα οποία ορίζονται οι πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο, θεσπίζοντας σαφή κανόνα για τη δημόσια πρόσβαση, ούτως ώστε οι τρίτοι να είναι σε θέση να εξακριβώνουν, σε όλη την Ένωση, ποιοι είναι οι πραγματικοί δικαιούχοι των εταιρειών. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να τροποποιηθεί η οδηγία 2009/101/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[9] με σκοπό την εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων για τη γνωστοποίηση πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο των εταιρειών, ιδίως με σκοπό την προστασία των συμφερόντων τρίτων.
(26) Θα πρέπει να αναζητηθεί δίκαιη ισορροπία μεταξύ αφενός του γενικού δημόσιου συμφέροντος για την εταιρική διαφάνεια και την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και αφετέρου των θεμελιωδών δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων. Το σύνολο των δεδομένων που πρέπει να τίθενται στη διάθεση του κοινού θα πρέπει να περιορίζεται, να ορίζεται σαφώς και αναλυτικά και να είναι γενικού χαρακτήρα, ούτως ώστε να ελαχιστοποιείται η δυνητική βλάβη των πραγματικών δικαιούχων. Ταυτόχρονα, οι πληροφορίες που καθίστανται προσβάσιμες στο κοινό δεν θα πρέπει να διαφέρουν σημαντικά από τα δεδομένα που συλλέγονται επί του παρόντος. Για να περιοριστεί η παρέμβαση στο δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής τους, γενικά, και στην προστασία των προσωπικών τους δεδομένων, ειδικότερα, οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να αφορούν ουσιαστικά την κατάσταση των πραγματικών δικαιούχων των επιχειρήσεων και των καταπιστευμάτων και θα πρέπει να αφορούν αυστηρά τη σφαίρα της οικονομικής δραστηριότητας στην οποία λειτουργούν οι πραγματικοί δικαιούχοι.
(27) Η δημοσιοποίηση πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο θα πρέπει να σχεδιαστεί με τρόπο ώστε να δίνει στις κυβερνήσεις και τις ρυθμιστικές αρχές τη δυνατότητα να ανταποκρίνονται γρήγορα σε εναλλακτικές επενδυτικές τεχνικές, όπως παράγωγα επί μετοχών διακανονιζόµενα σε μετρητά. Από την άλλη πλευρά, η νόμιμη πλειοψηφία των μετοχών δεν θα πρέπει να αποθαρρύνεται από την ανάληψη ενεργού ρόλου στη διαχείριση της παρακολούθησης σε εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες. Για τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών που αποκτούν όλο και μεγαλύτερο διεθνή προσανατολισμό και γίνονται όλο και πιο περίπλοκες, είναι απαραίτητο οι νομικοί κανόνες και απαιτήσεις που επιτρέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών σε διεθνές επίπεδο να διατίθενται και να εφαρμόζονται αποτελεσματικά από τις εθνικές εποπτικές αρχές.
(28) Τα προσωπικά δεδομένα των πραγματικών δικαιούχων θα πρέπει να δημοσιοποιούνται, έτσι ώστε να μπορούν οι τρίτοι και η κοινωνία των πολιτών εν γένει να γνωρίζουν ποιοι είναι οι πραγματικοί δικαιούχοι. Ο ενισχυμένος δημόσιος έλεγχος θα συμβάλει στην πρόληψη της κατάχρησης των νομικών οντοτήτων και των νομικών ρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένης της φοροαποφυγής. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό αυτές οι πληροφορίες να παραμένουν διαθέσιμες στο κοινό μέσω των εθνικών μητρώων και μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων για 10 έτη μετά τη διαγραφή της εταιρείας από το μητρώο. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να παρέχουν βάσει του νόμου την επεξεργασία των πληροφοριών για τον πραγματικό δικαιούχο, συμπεριλαμβανομένων των προσωπικών δεδομένων για άλλους σκοπούς, αν η εν λόγω επεξεργασία ανταποκρίνεται σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος και αποτελεί απαραίτητο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για τον νόμιμο επιδιωκόμενο στόχο.
(29) Επιπλέον, με τον ίδιο στόχο της εξασφάλισης αναλογικής και ισορροπημένης προσέγγισης και της εγγύησης των δικαιωμάτων στην ιδιωτική ζωή και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέψουν εξαιρέσεις από τη γνωστοποίηση και την πρόσβαση σε πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο στα μητρώα, σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν οι πληροφορίες θα εξέθεταν τον πραγματικό δικαιούχο σε κίνδυνο εξαπάτησης, απαγωγής, εκβιασμού, βίας ή εκφοβισμού.
(30) Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[10], η οποία θα αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[11], εφαρμόζεται στην επεξεργασία προσωπικών δεδομένων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.
(31) Κατά συνέπεια, τα φυσικά πρόσωπα των οποίων τα προσωπικά δεδομένα τηρούνται στα εθνικά μητρώα ως πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο θα πρέπει να ενημερώνονται για τη δημοσίευση των προσωπικών τους δεδομένων, πριν πραγματοποιηθεί η εν λόγω δημοσίευση. Επιπλέον, θα πρέπει να διατίθενται μόνον τα προσωπικά δεδομένα που είναι επικαιροποιημένα και αντιστοιχούν στους πραγματικούς δικαιούχους και οι δικαιούχοι θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τα δικαιώματά τους εντός του σημερινού ενωσιακού νομικού πλαισίου προστασίας των δεδομένων , όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και την οδηγία (ΕΕ) 2016/680 της Ένωσης[12], και των διαδικασιών που ισχύουν για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων.
(32) Η παρούσα οδηγία ισχύει υπό την επιφύλαξη της προστασίας των προσωπικών δεδομένων που τυγχάνουν επεξεργασίας από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με την απόφαση-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου[13], η οποία θα αντικατασταθεί από την οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[14].
(33) Επί του παρόντος, οι εταιρείες και παρόμοιες νομικές οντότητες που δραστηριοποιούνται στην Ένωση έχουν την υποχρέωση να καταχωρίζουν τις πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο, ενώ η ίδια υποχρέωση δεν ισχύει για όλα τα καταπιστεύματα και άλλες νομικές ρυθμίσεις που παρουσιάζουν παρόμοια χαρακτηριστικά, όπως Treuhand, fiducies ή fideicomiso που έχουν συσταθεί στην Ένωση. Τα κράτη μέλη καλούνται να επανεξετάσουν ποιες νομικές ρυθμίσεις στο νομικό τους πλαίσιο έχουν δομή και λειτουργία παρόμοια με τα καταπιστεύματα. Με σκοπό να εξασφαλιστεί ότι οι πραγματικοί δικαιούχοι όλων των νομικών οντοτήτων και νομικών ρυθμίσεων που λειτουργούν στην Ένωση θα προσδιορίζονται σωστά και θα παρακολουθούνται στο πλαίσιο ενός συνεκτικού και ισοδύναμου συνόλου όρων, οι κανόνες σχετικά με την καταχώριση των πληροφοριών για τον πραγματικό δικαιούχο των καταπιστευμάτων από τους καταπιστευματοδόχους τους θα πρέπει να είναι συνεπείς με εκείνους που εφαρμόζονται σε σχέση με την καταχώριση των πληροφοριών για τον πραγματικό δικαιούχο εταιρειών.
▌
(36) Με σκοπό να εξασφαλισθεί η συνεκτική και αποτελεσματική καταχώριση και ανταλλαγή πληροφοριών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι αρχές τους που είναι επιφορτισμένες με το μητρώο που έχει συσταθεί για τις πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο καταπιστευμάτων και άλλων νομικών μορφωμάτων παρόμοιων με τα καταπιστεύματα συνεργάζονται με τους ομολόγους τους σε άλλα κράτη μέλη, ανταλλάσσοντας πληροφορίες σχετικά με καταπιστεύματα και άλλα παρόμοια με τα καταπιστεύματα νομικά μορφώματα.
(37) Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι οι κανόνες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας εφαρμόζονται σωστά από την υπόχρεη οντότητα. Σ’ αυτό το πλαίσιο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενισχύσουν τον ρόλο των δημόσιων αρχών που ενεργούν ως αρμόδιες αρχές με καθορισμένες αρμοδιότητες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων των ΜΧΠ, των αρχών που ασκούν καθήκοντα διερεύνησης ή δίωξης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των συναφών βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και κατάσχεσης ή δέσμευσης και δήμευσης περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες, καθώς και των αρχών κατά της διαφθοράς, των φορολογικών αρχών, των αρχών που λαμβάνουν εκθέσεις σχετικά με τη διασυνοριακή μεταφορά νομισμάτων και διαπραγματεύσιμων τίτλων στον κομιστή και των αρχών που έχουν εποπτικές αρμοδιότητες ή αρμοδιότητες παρακολούθησης που αποσκοπούν στη διασφάλιση της συμμόρφωσης από τις υπόχρεες οντότητες.
(37α) Ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα ή την κατάστασή τους, οι αρμόδιες αρχές που εποπτεύουν τα πιστωτικά και χρηματοοικονομικά ιδρύματα για τη συμμόρφωσή τους με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να μπορούν να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν εμπιστευτικές πληροφορίες σε αυτό το πλαίσιο. Για τον λόγο αυτόν, χρειάζεται μια κατάλληλη νομική βάση για να επιτραπεί σε αυτές τις αρμόδιες αρχές να ανταλλάσσουν εμπιστευτικές πληροφορίες και να συνεργάζονται όσο το δυνατόν περισσότερο. Επιπροσθέτως, οι προληπτικές πληροφορίες που συγκεντρώνονται μέσω της εποπτείας των πιστωτικών και χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων θα αποδειχθούν συχνά απαραίτητες για την επαρκή εποπτεία ΚΞΧ/ΧΤ αυτών των ιδρυμάτων και αντιστρόφως. Συνεπώς, η ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών και η συνεργασία μεταξύ αρμόδιων αρχών ΚΞΧ/ΧΤ για τα πιστωτικά και χρηματοοικονομικά ιδρύματα και φορέων προληπτικής εποπτείας δεν θα πρέπει να παρεμποδίζεται από τη νομική αβεβαιότητα που μπορεί να οφείλεται στην έλλειψη σαφών διατάξεων σε αυτόν τον τομέα.
(37β) Τα υπάρχοντα δεδομένα που περιλαμβάνονται στην ειδική έκθεση της Eurostat σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες δείχνουν ότι ο αριθμός των αναφορών ύποπτων συναλλαγών που έχουν υποβληθεί διαφέρει σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών και των υπόχρεων οντοτήτων. Η συλλογή δεδομένων πρέπει να βελτιωθεί με στόχο να επεκταθεί η κάλυψη δεδομένων και να επιτραπεί η επικαιροποίηση των πληροφοριών. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στη Eurostat στατιστικά στοιχεία σχετικά με την ΚΞΧ ώστε να επιτρέπουν στην Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία να δημοσιεύει ανά διετία έκθεση που συνοψίζει και εξηγεί αυτά τα στατιστικά στοιχεία.
(37γ) Τα βασικά πρότυπα διαφάνειας θα πρέπει να είναι δεσμευτικά και να διέπουν τις διαπραγματεύσεις και επαναδιαπραγματεύσεις των εμπορικών συμφωνιών και εταιρικών σχέσεων της Ένωσης. Οι εμπορικοί εταίροι θα πρέπει να χάνουν τα οφέλη που χορηγούνται στο πλαίσιο των εμπορικών συμφωνιών με την Ένωση, όταν δεν τηρούν τα σχετικά διεθνή πρότυπα, όπως το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς του ΟΟΣΑ, το σχέδιο δράσης για τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη μεταφορά κερδών του ΟΟΣΑ, το κεντρικό μητρώο πραγματικών δικαιούχων και οι συστάσεις της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης (FATF). Στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη μεταφορά κερδών του ΟΟΣΑ, είναι σημαντικό να εφαρμόζεται πλήρως για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις το σύστημα υποβολής στοιχείων ανά χώρα.
(37δ) Ένας σχετικά μεγάλος αριθμός αναφορών ύποπτων συναλλαγών υποβάλλονται από τα πιστωτικά ιδρύματα, ενώ δεν υποβάλλονται παρά ελάχιστες ή σχεδόν καθόλου αναφορές ύποπτων συναλλαγών από ορισμένες άλλες υπόχρεες οντότητες, ιδίως από τα διάφορα είδη επαγγελματικών συμβούλων, δικηγόρων και καταπιστευμάτων.
(37ε) Εκτιμήσεις αντικτύπου όσον αφορά τη βιωσιμότητα του εμπορίου θα πρέπει να περιλαμβάνουν λεπτομερείς πληροφορίες όσον αφορά την επίδοση της εκάστοτε τρίτης χώρας ή των χωρών στον τομέα αυτό, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των σχετικών νομοθετικών διατάξεων. Η ενίσχυση των ρητρών καλής διακυβέρνησης στις διμερείς συμφωνίες με τρίτες χώρες και η παροχή σε αυτές τεχνικής βοήθειας θα πρέπει να αποτελεί βασικό στοιχείο των συμφωνιών αυτών, ακόμα και στην περίπτωση που οι ρήτρες αυτές δεν είναι δεσμευτικές.
(38) Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα[15], τα κράτη μέλη δεσμεύτηκαν να επισυνάπτουν στην κοινοποίηση των εθνικών μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, όταν δικαιολογείται, και ένα ή περισσότερα έγγραφα που διευκρινίζουν τον δεσμό ανάμεσα στα στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα τμήματα των εθνικών πράξεων μεταφοράς. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί τη διαβίβαση αυτών των εγγράφων δικαιολογημένη.
(39) Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ήτοι η προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος μέσω της πρόληψης, του εντοπισμού και της διερεύνησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, επειδή μεμονωμένα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη για την προστασία των χρηματοπιστωτικών τους συστημάτων μπορεί να μη συνάδουν με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και με τους κανόνες του κράτους δικαίου και της δημόσιας τάξης της Ένωσης, μπορεί όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των σκοπών αυτών.
(40) Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 7 του Χάρτη), το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 8 του Χάρτη) και την επιχειρηματική ελευθερία (άρθρο 16 του Χάρτη).
(41) Δεδομένης της ανάγκης να εφαρμοστούν επειγόντως μέτρα που λαμβάνονται με σκοπό την ενίσχυση του καθεστώτος της Ένωσης που έχει καθιερωθεί για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και έχοντας υπόψη τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από τα κράτη μέλη για τη γρήγορη μεταφορά της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 στο εθνικό δίκαιο, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο έως την 1η Ιανουαρίου 2017. Για τους ίδιους λόγους, οι τροποποιήσεις της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 και της οδηγίας 2009/101/ΕΚ θα πρέπει επίσης να μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο έως την 1η Ιανουαρίου 2017.
(41α) Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα γνωμοδότησε στις 12 Οκτωβρίου 2016[16].
(42) Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[17], η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις [...[18]],
(43) Συνεπώς, οι οδηγίες (ΕΕ) 2015/849 και 2009/101/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Τροποποιήσεις της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849
Η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 τροποποιείται ως εξής:
(-1) στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:
«(α) ελεγκτές, εξωτερικούς λογιστές και φορολογικούς συμβούλους, ή οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα που προσφέρουν φορολογικές υπηρεσίες και συμβουλές·»
(-1a) στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3, τα στοιχεία δ) και ε) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:
«(d) κτηματομεσίτες, συμπεριλαμβανομένων των μεσιτών εκμίσθωσης ακινήτων·
(ε) άλλα πρόσωπα που εμπορεύονται αγαθά ή υπηρεσίες, εφόσον η πληρωμή καταβάλλεται ή εισπράττεται σε μετρητά και αφορά ποσό ίσο ή μεγαλύτερο από 100 000 EUR, ανεξαρτήτως του αν η συναλλαγή διενεργείται με μία και μόνη πράξη ή με περισσότερες της μιας πράξεις που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους·
(1) στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3), προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία ζ), η), η α) και η β):
«(g) παρόχους που ασχολούνται κατά κύριο λόγο και επαγγελματικά με υπηρεσίες ανταλλαγής μεταξύ εικονικών νομισμάτων και παραστατικών νομισμάτων.
(h) παρόχους υπηρεσιών πορτοφολιών που παρέχουν υπηρεσίες θεματοφυλακής διαπιστευτηρίων που είναι απαραίτητα για την πρόσβαση σε εικονικά νομίσματα.»·
(η α) φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εμπορεύονται έργα τέχνης, αίθουσες τέχνης, οίκους δημοπρασιών και πλατφόρμες αποθήκευσης, συντήρησης και εμπορίας έργων τέχνης και άλλων πολύτιμων ειδών (για παράδειγμα, ελεύθερες ζώνες)·
(η β) εκδότες και διανομείς ηλεκτρονικού χρήματος .»
(1β) στο άρθρο 2 η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
"4. Για τους σκοπούς της παραγράφου 3 στοιχείο α), τα κράτη μέλη απαιτούν να μην υπερβαίνει ο συνολικός κύκλος εργασιών από τη χρηματοπιστωτική δραστηριότητα ένα συγκεκριμένο όριο, το οποίο πρέπει να είναι αρκούντως χαμηλό. Το όριο αυτό καθορίζεται σε εθνικό επίπεδο, σε συνάρτηση με το είδος της χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας. Το όριο αναφέρεται στην Επιτροπή και αξιολογείται στις αναλύσεις κινδύνου που διενεργούν η Επιτροπή και κάθε κράτος μέλος, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 της παρούσας οδηγίας.»
(2) Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:
(-α) στο σημείο 4, το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«(f) όλων των αδικημάτων όπως ▌ορίζονται στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών, που τιμωρούνται με στερητική της ελευθερίας ποινή ή ένταλμα προσωρινής κράτησης μέγιστης διάρκειας άνω του ενός έτους ή, όσον αφορά τα κράτη μέλη που έχουν ελάχιστο κατώτατο όριο για τα αδικήματα στην έννομη τάξη τους, όλων των αδικημάτων που τιμωρούνται με στερητική της ελευθερίας ποινή ή ένταλμα προσωρινής κράτησης ελάχιστης διάρκειας τουλάχιστον άνω των έξι μηνών·»
(-αα) a στ) στο σημείο 4 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:
«(στ α) των αδικημάτων που σχετίζονται με άμεσους και έμμεσους φόρους όπως ορίζονται στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών, λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 57 της παρούσας οδηγίας.»
(-α β) στο σημείο 6 στοιχείο α) σημείο i), το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
Συμμετοχή 10 % συν μια μετοχή ή ιδιοκτησιακό δικαίωμα άνω του 10 % στον πελάτη που κατέχεται από φυσικό πρόσωπο αποτελεί ένδειξη άμεσης ιδιοκτησίας. Συμμετοχή 10 % συν μια μετοχή ή ιδιοκτησιακό δικαίωμα άνω του 10 % στον πελάτη που κατέχεται από εταιρεία, η οποία βρίσκεται υπό τον έλεγχο φυσικού προσώπου ή προσώπων ή από πολλές εταιρείες, οι οποίες βρίσκονται υπό τον έλεγχο του ίδιου φυσικού προσώπου ή προσώπων, αποτελεί ένδειξη έμμεσης ιδιοκτησίας. Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών να αποφασίζουν ότι ένα μικρότερο ποσοστό μπορεί να αποτελεί ένδειξη ιδιοκτησίας ή ελέγχου. Ο έλεγχος με άλλα μέσα μπορεί να εξακριβωθεί, μεταξύ άλλων, με βάση τα κριτήρια του άρθρου 22 παράγραφοι 1 ως 5 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
▌
(α α) στο σημείο 6 στοιχείο α) παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:
«(iα) ανώτερα διοικητικά στελέχη, εντολοδόχοι διευθυντές, διαχειριστές και άλλοι πληρεξούσιοι ή αντιπρόσωποι δεν προσδιορίζονται ως πραγματικοί δικαιούχοι, εκτός εάν πληρούν τα κριτήρια πραγματικού δικαιούχου·»
(α β) στο στοιχείο (6)(α), το σημείο ii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«(ii) εάν, αφού εξαντληθούν όλα τα δυνατά μέσα, η οικονομική οντότητα δεν παρέχει την ταυτότητα κάθε φυσικού προσώπου που πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στο σημείο (i), οι υπόχρεες οντότητες καταχωρούν ότι δεν υφίσταται πραγματικός δικαιούχος και τηρούν αρχεία των δράσεων που αναλήφθηκαν προκειμένου να προσδιοριστεί ο πραγματικός δικαιούχος βάσει του σημείου i).
Όταν υπάρχει αμφιβολία ότι το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που προσδιορίστηκαν είναι ο ή οι πραγματικοί δικαιούχοι, η αμφιβολία αυτή καταγράφεται.
Επιπλέον, οι υπόχρεες οντότητες προσδιορίζουν και επαληθεύουν την ταυτότητα του σχετικού φυσικού προσώπου που κατέχει θέση ανώτατου διοικητικού στελέχους, το οποίο προσδιορίζεται ως «ανώτατο διοικητικό στέλεχος» (και όχι ως «δικαιούχος»), καθώς και τις λεπτομέρειες της καταχώρισης όλων των νομίμων ιδιοκτητών της οντότητας.»
(α γ) στο σημείο 6, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«(β) σε περίπτωση σχημάτων καταπιστευματικής διαχείρισης (trusts) - όλα τα ακόλουθα πρόσωπα:
(i) του(των) ιδρυτή(-ών)·
(ii) του(των) καταπιστευματοδόχου(-ων)·
(iii) ο ή οι προστάτες εάν υπάρχουν·
(iv) οι δικαιούχοι· ή, όταν τα άτομα που αποτελούν δικαιούχους του νομικού μορφώματος ή της νομικής οντότητας δεν έχουν προσδιοριστεί ακόμη, η κατηγορία προσώπων προς το συμφέρον της οποίας έχει κυρίως συσταθεί ή λειτουργεί το νομικό μόρφωμα ή η νομική οντότητα·
(v) οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο ασκεί τον τελικό έλεγχο της εταιρείας καταπιστευματικής διαχείρισης μέσω άμεσης ή έμμεσης ιδιοκτησίας ή με άλλα μέσα.
Αν οποιαδήποτε από τις ανωτέρω κατηγορίες i) - v) περιλαμβάνει, αντί ή επιπλέον των φυσικών προσώπων, μία ή περισσότερες νομικές οντότητες, οι πραγματικοί δικαιούχοι αυτής της οντότητας, όπως ορίζονται στην ανωτέρω παράγραφο, θεωρείται με τη σειρά τους ότι συγκαταλέγονται στους πραγματικούς δικαιούχους της εταιρείας καταπιστευματικής διαχείρισης.»
(α δ) a στ) στο σημείο 9 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:
«(η α) μέλη της δημόσιας διοίκησης που είναι υπεύθυνα για την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια που αναφέρονται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ.»
(β) το σημείο 16) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«(16) ως «ηλεκτρονικό χρήμα» νοείται το ηλεκτρονικό χρήμα, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2) της οδηγίας 2009/110/ΕΚ, όμως με εξαίρεση τη νομισματική αξία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφοι 4 και 5 της εν λόγω οδηγίας·»· ;
(γ) προστίθενται τα ακόλουθα σημεία 18, 18α) και 18β):
"(18) ως «εικονικά νομίσματα» νοείται μια ψηφιακή αναπαράσταση αξίας που ούτε εκδίδεται από κεντρική τράπεζα ή δημόσια αρχή, ούτε συνδέεται με νομίμως κυκλοφορούν παραστατικό νόμισμα, η οποία δεν διαθέτει το νομικό καθεστώς νομίσματος ή χρήματος, όμως γίνεται αποδεκτή από φυσικά ή νομικά πρόσωπα ως μέσο συναλλαγής και πιθανώς επίσης για άλλους σκοπούς, και μπορεί να μεταφέρεται, να αποθηκεύεται ή να διακινείται ηλεκτρονικά.
(18α) ως «εκδότης ηλεκτρονικού χρήματος» νοείται ίδρυμα όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 2) της οδηγίας 2009/110/ΕΚ·
(18β) ως «πάροχος υπηρεσιών θεματοφυλακής πορτοφολιών» νοείται μια οντότητα που παρέχει υπηρεσίες για τη διασφάλιση ιδιωτικών κρυπτογραφικών κλειδιών για λογαριασμό πελατών, με στόχο τη διακράτηση, αποθήκευση και μεταβίβαση εικονικών νομισμάτων.
(2α) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 5α:
«Άρθρο 5a
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, πέραν των υπόχρεων οντοτήτων όπως προβλέπει η παρούσα οδηγία, και οι εθνικές αρχές εφαρμόζουν μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, όπως περιγράφεται στα άρθρα 13, 18α, 19 και 20, όσον αφορά υπηκόους τρίτων χωρών που υποβάλλουν αίτηση για χορήγηση δικαιώματος διαμονής ή ιθαγένειας στο κράτος μέλος, δυνάμει των εθνικών νόμων που παραχωρούν δικαιώματα διαμονής ή/και ιθαγένεια σε υπηκόους τρίτων χωρών με αντάλλαγμα μεταφορές κεφαλαίων, αγορά ιδιοκτησίας ή κρατικών ομολόγων, ή επενδύσεις σε εταιρείες στο εν λόγω κράτος μέλος.
(2β) Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:
(α) στην παράγραφο (2), τα στοιχεία β) και γ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:
«(β) τους κινδύνους που συνδέονται με κάθε συγκεκριμένο τομέα, συμπεριλαμβανομένων εκτιμήσεων του χρηματικού όγκου της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες για καθέναν από αυτούς τους τομείς·
(γ) τα πιο συνηθισμένα μέσα που χρησιμοποιούν οι κακοποιοί για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, περιλαμβανομένων όσων χρησιμοποιούνται ιδίως στις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, ανεξάρτητα από την κατάταξη των τελευταίων στον κατάλογο που συντάσσεται με βάση το άρθρο 9 παράγραφος 2.
(β) η παράγραφος (3) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
"3. Η Επιτροπή θέτει την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στη διάθεση των κρατών μελών και των υπόχρεων οντοτήτων προκειμένου να τα/τις βοηθήσει στον εντοπισμό, την κατανόηση, τη διαχείριση και τον μετριασμό του κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και για να επιτρέψει σε άλλους ενδιαφερόμενους φορείς, περιλαμβανομένων των εθνικών νομοθετών, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των ΕΕΑ και των αντιπροσώπων των ΜΧΠ να κατανοήσουν καλύτερα τους κινδύνους. Οι εκθέσεις δημοσιεύονται έξι μήνες μετά τη διάθεσή τους στα κράτη μέλη.»
(γ) η παράγραφος (4) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«4. Εάν είτε η αιτιολόγηση που παρέχει ένα κράτος μέλος δεν κρίνεται ικανοποιητική για τον σκοπό της εξασφάλισης ενός ισχυρού καθεστώτος ΚΞΧ σε όλη την Ένωση, είτε ένα κράτος μέλος εξακολουθεί να μην επιβάλλει μέτρα για να συμμορφωθεί με αυτές τις συστάσεις, η Επιτροπή μπορεί να συστήσει επιπλέον στα κράτη μέλη να απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη όταν αντιμετωπίζουν φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δραστηριοποιούνται σε έναν τομέα ή εκτελούν δραστηριότητες που προσδιορίζονται ως υψηλού κινδύνου για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες/ χρηματοδότηση τρομοκρατίας.
(2γ) Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:
(α) στην παράγραφο 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Εάν ένα κράτος μέλος αναθέσει την αρμοδιότητα της εξουσίας του που απορρέει από το πρώτο εδάφιο σε άλλες αρχές, ιδίως δε σε περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο, πρέπει να εξασφαλίζεται αποδοτικός και αποτελεσματικός συντονισμός μεταξύ όλων των εμπλεκομένων αρχών. Αν περισσότερες από μία μονάδα εντός μιας αρχής στην οποία έχει ανατεθεί η αρμοδιότητα, είναι υπεύθυνες για τα καθήκοντα που απορρέουν από το πρώτο εδάφιο, πρέπει να εξασφαλίζεται αποτελεσματικός συντονισμός και συνεργασία μεταξύ των διαφόρων μονάδων».
(β) στην παράγραφο (4) προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:
«(ε α) αναφέρει τη θεσμική δομή και τις ευρείες διαδικασίες του συστήματος ΚΞΧ/ΧΤ που εφαρμόζει, μεταξύ άλλων της ΜΧΠ, των φορολογικών υπηρεσιών και των εισαγγελικών αρχών, καθώς και των ανθρώπινων και οικονομικών πόρων που διατίθενται.
(ε β) διερευνά και αναφέρει τις εθνικές προσπάθειες και τους πόρους (εργατικό δυναμικό και προϋπολογισμός) που διατίθενται για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
(γ) η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
"5. Τα κράτη μέλη θέτουν τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων κινδύνου που διενεργούν στη διάθεση της Επιτροπής, των ΕΕΑ και των άλλων κρατών μελών. Άλλα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν σχετικές επιπρόσθετες πληροφορίες, όπου είναι σκόπιμο, στο κράτος μέλος που διενεργεί την εκτίμηση κινδύνου. Δημοσιοποιείται περίληψη της εκτίμησης. Η περίληψη αυτή δεν περιέχει διαβαθμισμένες πληροφορίες.
(δ) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 5α:
«5α. Oι ΕΕA, μέσω της Μικτής Επιτροπής, και η Επιτροπή απευθύνουν στα κράτη μέλη συστάσεις σχετικά με τα μέτρα που είναι κατάλληλα για την αντιμετώπιση των εντοπιζόμενων κινδύνων. Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν κάποια από τις συστάσεις στα εθνικά τους συστήματα ΚΞΧ/ΧΤ, ενημερώνουν σχετικά τις ΕΕA και την Επιτροπή και αιτιολογούν αυτή τους την απόφαση. Εάν είτε η αιτιολόγηση που παρέχεται δεν κρίνεται ικανοποιητική για τον σκοπό της εξασφάλισης ενός ισχυρού καθεστώτος ΚΞΧ σε όλη την Ένωση, είτε ένα κράτος μέλος εξακολουθεί να μην επιβάλλει μέτρα για να συμμορφωθεί με αυτές τις συστάσεις, η Επιτροπή μπορεί να συστήσει επιπλέον στα κράτη μέλη να απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη όταν αντιμετωπίζουν φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δραστηριοποιούνται σε έναν τομέα ή εκτελούν δραστηριότητες που προσδιορίζονται ως υψηλού κινδύνου για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες/ χρηματοδότηση τρομοκρατίας.
(2δ) Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:
(α) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
"2. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 64, με σκοπό να επισημανθούν οι τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τις ανεπάρκειες τόσο στη νομοθεσία όσο και στις διοικητικές και εμπορικές πρακτικές, ιδίως όσον αφορά:
(α) το νομικό και θεσμικό πλαίσιο ΚΞΧ/ΧΤ στην τρίτη χώρα, ιδίως:
(i) την ποινικοποίηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·
«(iα) την ύπαρξη ισχυρών συστημάτων προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους εταιρειών και άλλων οντοτήτων ή μορφωμάτων είναι διαθέσιμες στις αρμόδιες αρχές και ότι υπάρχει διαφάνεια των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους».
(ii) τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη·
(iii) τις απαιτήσεις σχετικά με την τήρηση αρχείων· και
(iv) τις απαιτήσεις αναφοράς ύποπτων συναλλαγών·
(β) τις εξουσίες, ▌ τις διαδικασίες και την πολιτική ανεξαρτησία των αρμόδιων αρχών της τρίτης χώρας με στόχο την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων επαρκώς αποτρεπτικών και αποτελεσματικών ποινών και κυρώσεων, καθώς και τις πρακτικές της σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές στα κράτη μέλη ή την Ένωση·
(γ) την αποτελεσματικότητα του συστήματος ΚΞΧ/ΧΤ όσον αφορά την αντιμετώπιση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας εκ μέρους της τρίτης χώρας, συμπεριλαμβανομένης μιας ανάλυσης των δεικτών διακυβέρνησης, όπως ο έλεγχος της διαφθοράς, η κυβερνητική αποτελεσματικότητα, η πολιτική σταθερότητα και η απουσία βίας/τρομοκρατίας, η ποιότητα κανονιστικών ρυθμίσεων, το κράτος δικαίου και η λογοδοσία.
(γ α) την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρμοδίων αρχών και κρατών μελών της ΕΕ·
(γ β) τα ισχύοντα μέτρα για την προστασία των καταγγελτών που αποκαλύπτουν πληροφορίες σχετικές με δραστηριότητες νομιμοποίησης παράνομων εσόδων.»
(α α) παρεμβάλλεται νέα παράγραφος 2α:
2α. Η παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ) του άρθρου 9 λαμβάνεται υπόψη κατά τη διαπραγμάτευση οποιωνδήποτε συμφωνιών εμπορίου, σύνδεσης και εταιρικής σχέσης από την Επιτροπή ή οποιοδήποτε κράτος μέλος με τρίτη χώρα. Η τελική συμφωνία προβλέπει διατάξεις για ελάχιστα πρότυπα και ρήτρες χρηστής διακυβέρνησης, όπως προβλέπεται στο παράρτημα ΙΙ της ανακοίνωσης της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με μια εξωτερική στρατηγική για πραγματική φορολόγηση στον τομέα της ΚΞΧ/ΧΤ, βελτιωμένη συνεργασία και αποτελεσματικά μέτρα αντιποίνων, αν η τρίτη χώρα δεν επιβάλει αυτές τις διατάξεις.
(α β) η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
4. Η Επιτροπή, κατά την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, διενεργεί την εκτίμησή της σχετικά με τους κινδύνους που αντιπροσωπεύουν συγκεκριμένες τρίτες χώρες λαμβάνοντας υπόψη (αλλά χωρίς να βασίζεται αποκλειστικά σε αυτές) τις εκτιμήσεις, αξιολογήσεις ή εκθέσεις που συντάσσουν διεθνείς οργανισμοί και φορείς καθορισμού προτύπων με αρμοδιότητες στον τομέα της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.»
(2ε) στο άρθρο 10 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«1. Τα κράτη μέλη απαγορεύουν στα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς να τηρούν ανώνυμους λογαριασμούς, ανώνυμα βιβλιάρια καταθέσεων ή ανώνυμες θυρίδες ασφαλείας. Τα κράτη μέλη απαιτούν σε κάθε περίπτωση οι κάτοχοι και οι δικαιούχοι υφιστάμενων ανώνυμων λογαριασμών, ανώνυμων βιβλιαρίων καταθέσεων ή ανώνυμων θυρίδων ασφαλείας να υπαχθούν σε μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη έως το αργότερο έξι μήνες μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας οδηγίας και οπωσδήποτε πριν χρησιμοποιηθούν καθ' οιονδήποτε τρόπο οι λογαριασμοί, τα βιβλιάρια καταθέσεων ή οι θυρίδες ασφαλείας.
(2στ) Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:
(α) το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«(γ) για πρόσωπα που εμπορεύονται αγαθά ή υπηρεσίες, όταν διενεργούν περιστασιακές συναλλαγές σε μετρητά που ανέρχονται σε ποσό ίσο ή μεγαλύτερο των 10 000 EUR, είτε η συναλλαγή πραγματοποιείται με μία και μόνη πράξη είτε με περισσότερες της μιας πράξεις που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους·
(β) το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«(ε) όταν υπάρχει υπόνοια νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε παρέκκλιση, εξαίρεση ή κατώτατο όριο· τα ακόλουθα αγαθά θεωρούνται ευαίσθητα από πλευράς νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας: πετρέλαιο, πολύτιμα μέταλλα, προϊόντα καπνού, πολιτιστικά τεχνουργήματα και άλλα αντικείμενα αρχαιολογικής, ιστορικής, πολιτιστικής και θρησκευτικής σημασίας ή σπάνιας επιστημονικής αξίας, καθώς και ελεφαντοστό και προστατευόμενα είδη.
(3) Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:
(α) η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:
(i) Στο πρώτο εδάφιο, τα στοιχεία α), β) και ε) αντικαθίστανται από τα ακόλουθα:
«(α) το μέσο πληρωμής δεν διαθέτει δυνατότητα επαναφόρτισης ή έχει ανώτατο μηνιαίο όριο πράξεων πληρωμής 150 EUR που μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνον στην Ένωση·
(β) το ανώτατο ποσό που αποθηκεύεται ηλεκτρονικά δεν υπερβαίνει τα 150 EUR·»·
(ε) ο εκδότης παρακολουθεί επαρκώς και διασφαλίζει ιχνηλασιμότητα για τις συναλλαγές ή την επιχειρηματική σχέση ώστε να είναι δυνατός ο εντοπισμός ασυνήθιστων ή ύποπτων συναλλαγών.
(ii) διαγράφεται το δεύτερο εδάφιο·
(β) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η παρέκκλιση της παραγράφου 1 δεν ισχύει σε περίπτωση εξόφλησης σε μετρητά ή ανάληψης σε μετρητά της νομισματικής αξίας του ηλεκτρονικού χρήματος όταν το εξοφλούμενο ποσό υπερβαίνει τα 50 EUR.»·
(γ) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:
"3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα ενωσιακά πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που ενεργούν ως αγοραστές να δέχονται μόνον τις πληρωμές που πραγματοποιούνται με προπληρωμένες κάρτες που έχουν εκδοθεί σε τρίτες χώρες, όπου οι εν λόγω κάρτες πληρούν απαιτήσεις ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) και στο άρθρο 14 ή μπορεί να θεωρηθεί ότι πληρούν τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου.»· Οι πληροφορίες παρακολουθούνται τακτικά και τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα διαθέτουν επαρκείς πόρους για την εκτέλεση αυτού του καθήκοντος.
(4) στο άρθρο 13 παράγραφος 1 το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«(α) την εξακρίβωση και την επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή, συμπεριλαμβανομένων, όπου υπάρχουν, μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014[19] ή οποιωνδήποτε άλλων διαδικασιών απομακρυσμένης ταυτοποίησης που αναγνωρίζονται και εγκρίνονται από την αρμόδια αρχή.
(4α) στο άρθρο 13, παράγραφος 1 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:
«(αα) τον έλεγχο των ονομάτων του πελάτη και του πραγματικού δικαιούχου βάσει του καταλόγου κυρώσεων της Ένωσης·
(4β) στο άρθρο 13 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 6α:
«6α. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, όταν τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, όπως περιγράφονται στο παρόν άρθρο, δεν επιτρέπουν τον προσδιορισμό του δικαιούχου, ή όταν υπάρχουν εύλογες αμφιβολίες εάν το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που προσδιορίστηκαν είναι ο ή οι πραγματικοί δικαιούχοι, η επιχειρηματική σχέση απορρίπτεται ή τερματίζεται και δεν εκτελούνται συναλλαγές.»
(5) στο άρθρο 14 η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
"5. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, όχι μόνον σε όλους τους νέους πελάτες, αλλά και στους υπάρχοντες πελάτες την κατάλληλη χρονική στιγμή, ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου, ή όταν μεταβάλλονται οι σχετικές περιστάσεις του πελάτη, ή όταν η υπόχρεη οντότητα έχει καθήκον κατά τη διάρκεια του σχετικού ημερολογιακού έτους να επικοινωνήσει με τον πελάτη με σκοπό την αναθεώρηση κάθε πληροφορίας που σχετίζεται με τον πραγματικό δικαιούχο ή δικαιούχους, ιδίως στο πλαίσιο της οδηγίας 2011/16/ΕΕ. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να επικοινωνήσουν με τον πελάτη με σκοπό την αναθεώρηση κάθε πληροφορίας που σχετίζεται με τον πραγματικό δικαιούχο ή δικαιούχους, το αργότερο μέχρι ... [ένα έτος μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].»
(6) στο άρθρο 18 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα άρθρα 18α έως 24, καθώς επίσης και σε άλλες περιπτώσεις υψηλότερου κινδύνου που προσδιορίζονται από τα κράτη μέλη ή τις υπόχρεες οντότητες, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, ώστε να διαχειρίζονται και να μετριάζουν κατάλληλα τους κινδύνους αυτούς.»·
(6α) στο άρθρο 18 η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εξετάζουν το ιστορικό και τον σκοπό όλων των συναλλαγών που πληρούν μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) είναι πολύπλοκες συναλλαγές·
(ii) είναι ασυνήθιστα μεγάλες συναλλαγές·
(iii) ακολουθούν ένα ασυνήθιστο μοντέλο συναλλαγής·
(iv) δεν φαίνεται να έχουν απολύτως νόμιμο σκοπό.
Ειδικότερα, οι υπόχρεες οντότητες αυξάνουν τον βαθμό και τη φύση της παρακολούθησης της επιχειρηματικής σχέσης, προκειμένου να προσδιοριστεί αν οι εν λόγω συναλλαγές ή δραστηριότητες φαίνονται ύποπτες.
(7) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 18α:
«Άρθρο 18α
1. Όσον αφορά τις επιχειρηματικές σχέσεις ή τις συναλλαγές με τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, τα κράτη μέλη απαιτούν, όταν συναλλάσσονται με φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες με εγκατάσταση σε τρίτες χώρες που χαρακτηρίζονται ως τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2, οι υπόχρεες οντότητες εφαρμόζουν τουλάχιστον τα ακόλουθα ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη:
(α) τη συλλογή πρόσθετων πληροφοριών σχετικά με τον πελάτη, συμπεριλαμβανομένων των πραγματικών δικαιούχων·
(β) τη συλλογή πρόσθετων πληροφοριών για τον σχεδιαζόμενο χαρακτήρα της επιχειρηματικής σχέσης·
(γ) τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με την προέλευση των κεφαλαίων ή την πηγή του πλούτου του πελάτη, συμπεριλαμβανομένων των πραγματικών δικαιούχων·
(δ) τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις αιτίες των συναλλαγών που σχεδιάζονται ή εκτελούνται·
(ε) την απόκτηση της έγκρισης ανώτερων διευθυντικών στελεχών για την έναρξη ή τη συνέχιση της επιχειρηματικής σχέσης·
(στ) τη διεξαγωγή ενισχυμένης παρακολούθησης της επιχειρηματικής σχέσης, μέσω αύξησης του αριθμού και του χρονοδιαγράμματος των ελέγχων που εφαρμόζονται, και μέσω επιλογής προτύπων των συναλλαγών που χρήζουν περαιτέρω εξέτασης·
(ζ) την απαίτηση η πρώτη πληρωμή να πραγματοποιείται μέσω λογαριασμού στο όνομα του πελάτη σε τράπεζα που υπόκειται σε παρόμοια πρότυπα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη.
1α. Εκτός από τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν ένα από τα ακόλουθα μέτρα σε τρίτες χώρες που χαρακτηρίζονται ως τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2, σε συμμόρφωση με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης:
(α) απαίτηση για αυξημένη εποπτική εξέταση ή απαιτήσεις εξωτερικού ελέγχου για τα υποκαταστήματα και τις θυγατρικές χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν στην εν λόγω χώρα·
(β) απαίτηση αυξημένου εξωτερικού ελέγχου για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους σε σχέση με οποιοδήποτε από τα υποκαταστήματα και τις θυγατρικές που βρίσκονται στην ενδιαφερόμενη χώρα.
2. Εκτός από τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 και 1α και σε συμμόρφωση με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από υπόχρεες οντότητες, όταν συναλλάσσονται με φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες εγκατεστημένες σε τρίτες χώρες που χαρακτηρίζονται ως τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2, να εφαρμόζουν ένα ή περισσότερα πρόσθετα μέτρα μετριασμού:
(α) απαίτηση να εφαρμόζουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πρόσθετα στοιχεία ενισχυμένης δέουσας επιμέλειας·
(β) εισαγωγή ενισχυμένων σχετικών μηχανισμών αναφοράς ή συστηματικής αναφοράς χρηματοοικονομικών συναλλαγών·
(γ) περιορισμό των επιχειρηματικών σχέσεων ή των χρηματοοικονομικών συναλλαγών με φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες από την προσδιοριζόμενη χώρα.
(γ α) την ύπαρξη ισχυρών συστημάτων ώστε να διασφαλίζεται ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν τις ελάχιστες απαιτούμενες πληροφορίες σχετικά με τους τελικούς δικαιούχους, χωρίς να υπάρχουν εμπόδια όσον αφορά το εσωτερικό δίκαιο και τη διαχείριση τα οποία θα χρησιμεύσουν ως πρόσχημα για την άρνηση παροχής πληροφοριών.
3. Εκτός από τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 και 1α, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν ένα από τα ακόλουθα μέτρα σε τρίτες χώρες που χαρακτηρίζονται ως τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2, σε συμμόρφωση με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης:
(α) άρνηση της ίδρυσης θυγατρικών ή υποκαταστημάτων ή γραφείων εκπροσώπησης χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων από την ενδιαφερόμενη χώρα, ή συνεκτίμηση με άλλο τρόπο του γεγονότος ότι το σχετικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα προέρχεται από χώρα που δεν διαθέτει επαρκή συστήματα ΚΞΧ/ΧΤ·
(β) απαγόρευση σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να ιδρύουν υποκαταστήματα ή γραφεία εκπροσώπησης στην ενδιαφερόμενη χώρα, ή συνεκτίμηση με άλλο τρόπο του γεγονότος ότι το σχετικό υποκατάστημα ή γραφείο εκπροσώπησης θα βρισκόταν σε χώρα που δεν διαθέτει επαρκή συστήματα ΚΞΧ/ΧΤ·
(γ) απαγόρευση σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να βασίζονται σε τρίτα μέρη που βρίσκονται στην ενδιαφερόμενη χώρα για να εκτελούν στοιχεία της διαδικασίας δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη·
(δ) απαίτηση τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να αναθεωρούν και να τροποποιούν ή, αν είναι απαραίτητο, να τερματίζουν τις αντίστοιχες σχέσεις με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην ενδιαφερόμενη χώρα·
▌
4. Κατά τη θέση σε ισχύ ή εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη, κατά περίπτωση, τις σχετικές εκτιμήσεις, αξιολογήσεις ή εκθέσεις που συντάσσουν διεθνείς οργανισμοί και φορείς καθορισμού προτύπων με αρμοδιότητες στον τομέα της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας σχετικά με τους κινδύνους που αντιπροσωπεύουν συγκεκριμένες τρίτες χώρες.
5. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα μέτρα που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 πριν από τη θέση τους σε ισχύ ή την εφαρμογή τους.»·
(7α) στο άρθρο 20β, το σημείο ii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«(ii) να λαμβάνουν επαρκή μέτρα για να διαπιστώνουν την πηγή του πλούτου και την προέλευση των κεφαλαίων τα οποία αφορά η επιχειρηματική σχέση ή η συναλλαγή με τέτοια πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένης της εταιρικής δομής που χρησιμοποιείται για τις επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές·»
(7β) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 20α:
«Άρθρο 20a
1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν εθνική νομοθεσία που προβλέπει την κατάρτιση καταλόγων πολιτικώς εκτεθειμένων προσώπων που διαμένουν στο έδαφός τους.
2. Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη και συλλέγοντας δεδομένα που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη και διεθνείς οργανισμούς, καταρτίζει κατάλογο των πολιτικώς εκτεθειμένων προσώπων που διαμένουν στην Ένωση. Ο κατάλογος είναι προσβάσιμος από τις δημόσιες αρχές και από τις υπόχρεες οντότητες.
3. Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν απαλλάσσουν τις υπόχρεες οντότητες από τις υποχρεώσεις τους για δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη, οι δε υπόχρεες οντότητες δεν αρκούνται στις πληροφορίες αυτές για την τήρηση των εν λόγω υποχρεώσεων.
4. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να αποτρέψουν την εμπορία πληροφοριών σχετικά με πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα ή πρόσωπα που ασκούν ή ασκούσαν σημαντικό λειτούργημα σε διεθνή οργανισμό.»
(7γ) το άρθρο 22 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Όταν ένα πολιτικώς εκτεθειμένο πρόσωπο έχει παύσει να ασκεί σημαντικό δημόσιο λειτούργημα σε κράτος μέλος ή τρίτη χώρα ή να κατέχει σημαντική δημόσια θέση σε διεθνή οργανισμό, οι υπόχρεες οντότητες απαιτείται να λαμβάνουν για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 36 μηνών υπόψη τον κίνδυνο που συνεχίζει να θέτει το εν λόγω πρόσωπο και να εφαρμόζουν τα κατάλληλα μέτρα, ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου, έως ότου θεωρηθεί ότι το πρόσωπο αυτό δεν ενέχει πλέον κίνδυνο που χαρακτηρίζει ειδικά τα πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα.»
(7δ) Στο άρθρο 26, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«2. Τα κράτη μέλη απαγορεύουν στις υπόχρεες οντότητες να βασίζονται σε τρίτα μέρη εγκαταστημένα σε τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου. ▌»
(8) στο άρθρο 27 η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπόχρεες οντότητες στις οποίες απευθύνεται ο πελάτης λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι κατάλληλα αντίγραφα των δεδομένων εξακρίβωσης και ελέγχου της ταυτότητας, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον είναι διαθέσιμα, των δεδομένων που λαμβάνονται με μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014, ή οποιαδήποτε άλλη διαδικασία απομακρυσμένης ταυτοποίησης που αναγνωρίζεται και εγκρίνεται από τις αρμόδιες αρχές, καθώς και άλλα συναφή έγγραφα για την ταυτότητα του πελάτη ή του πραγματικού δικαιούχου, τους διαβιβάζονται αμελλητί, κατόπιν αιτήσεως, από το τρίτο μέρος·
(8α) Στο άρθρο 28 το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από τα εξής:
«(γ) η αποτελεσματική εφαρμογή των απαιτήσεων που αναφέρονται στο στοιχείο β) υπόκειται σε εποπτεία σε επίπεδο ομίλου από αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ▌.»
(9) Το άρθρο 30 τροποποιείται ως εξής:
(-α) στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κύριοι μετοχών ή δικαιωμάτων ψήφου ή ιδιοκτησιακού δικαιώματος σε εταιρικές ή άλλες οντότητες, μεταξύ άλλων μέσω μετοχών στον κομιστή, ή μέσω ελέγχου με άλλα μέσα, αποκαλύπτουν σε αυτές τις οντότητες κατά πόσον κρατούν το συμφέρον στο όνομά τους και στον δικό τους λογαριασμό ή για λογαριασμό άλλου φυσικού προσώπου. Σε περίπτωση που ενεργούν για λογαριασμό κάποιου άλλου, γνωστοποιούν στο μητρώο την ταυτότητα του φυσικού προσώπου για λογαριασμό του οποίου ενεργούν. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το(τα) φυσικό(ά) πρόσωπο(α) που κατέχουν θέση ανώτατων διοικητικών στελεχών σε εταιρική και άλλη νομική οντότητα, γνωστοποιούν στις εν λόγω οντότητες κατά πόσον κατέχουν τη θέση στο όνομά τους ή για λογαριασμό άλλου προσώπου. Σε περίπτωση που ενεργούν για λογαριασμό κάποιου άλλου, γνωστοποιούν στο μητρώο την ταυτότητα του προσώπου για λογαριασμό του οποίου ενεργούν.»
(-α α) η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«4. Τα κράτη μέλη απαιτούν οι πληροφορίες που φυλάσσονται στο κεντρικό μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 να είναι επαρκείς, ακριβείς και τρέχουσες. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν μηχανισμούς για να εξασφαλίσουν ότι οι πληροφορίες στο μητρώο επαληθεύονται σε τακτική βάση. Οι υπόχρεες οντότητες, οι ΜΧΠ και οι αρμόδιες αρχές αναφέρουν οποιαδήποτε ασυμφωνία εντοπίζουν μεταξύ των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο που τηρούνται στα κεντρικά μητρώα και των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο που συγκεντρώνονται στο πλαίσιο των διαδικασιών ή ερευνών δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που διεξάγουν.»
(α) ▌η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι στις πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο έχουν δωρεάν πρόσβαση σε κάθε περίπτωση:
(α) οι αρμόδιες αρχές και οι ΜΧΠ, χωρίς κανένα περιορισμό·
(β) οι υπόχρεες οντότητες, στο πλαίσιο των μέτρων δέουσας επιμέλειας για τον πελάτη σύμφωνα με το κεφάλαιο II.»
▌
(α α) παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 5α:
«5α. Οι πληροφορίες που διατηρούνται στο μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου σε σχέση με κάθε εταιρική ή άλλη νομική οντότητα εκτός από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 1α στοιχείο α) της οδηγίας (ΕΚ) 2009/101 είναι προσβάσιμες στο κοινό.
Οι πληροφορίες που είναι προσβάσιμες στο κοινό περιλαμβάνουν τουλάχιστον το όνομα, την ημερομηνία γέννησης, την υπηκοότητα και τη χώρα διαμονής, τα στοιχεία επικοινωνίας (χωρίς να κοινοποιείται η διεύθυνση κατοικίας), το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχει ο πραγματικός δικαιούχος, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 6) στοιχείο α).
Για τον σκοπό της παρούσας παραγράφου, η πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες περί προστασίας των δεδομένων και τα πρότυπα ανοιχτών δεδομένων και υπόκειται σε ηλεκτρονική εγγραφή. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν τέλος για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών.»
(β) η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«6. Το κεντρικό μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 διασφαλίζει ταχεία και απεριόριστη πρόσβαση των αρμόδιων αρχών και των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ) σε όλες τις πληροφορίες που διατηρούνται στο κεντρικό μητρώο, χωρίς κανέναν περιορισμό και χωρίς να ειδοποιείται η οντότητα. Επιτρέπει επίσης την ταχεία πρόσβαση των υπόχρεων οντοτήτων, όταν λαμβάνονται μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙ.
Αρμόδιες αρχές που έχουν πρόσβαση στο κεντρικό μητρώο, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3, είναι οι δημόσιες αρχές με καθορισμένες αρμοδιότητες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών αρχών, των εποπτικών αρχών και των αρχών που ασκούν καθήκοντα διερεύνησης ή δίωξης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των συναφών βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, εντοπισμού και κατάσχεσης ή δέσμευσης και δήμευσης περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες.»·
(β α) η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«8. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να μην βασίζονται αποκλειστικά στο κεντρικό μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 προκειμένου να εκπληρώσουν τις απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη σύμφωνα με το κεφάλαιο II. Οι απαιτήσεις αυτές πληρούνται χρησιμοποιώντας προσέγγιση που βασίζεται σε εκτίμηση του κινδύνου. Κάθε φορά που συνάπτεται νέα πελατειακή σχέση με εταιρική ή άλλη νομική οντότητα που υπόκειται σε καταχώριση πληροφοριών σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους σύμφωνα με την παράγραφο 3, οι υπόχρεες οντότητες συγκεντρώνουν αποδεικτικά στοιχεία της καταχώρισης.»
(γ) οι παράγραφοι 9 και 10 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:
«9. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που θα καθοριστούν από το εθνικό δίκαιο, όταν η πρόσβαση που αναφέρεται στην παράγραφο 5 στοιχείο β) και στην παράγραφο 5α θα εξέθετε τον πραγματικό δικαιούχο σε κίνδυνο εξαπάτησης, απαγωγής, εκβιασμού, βίας ή εκφοβισμού ή εάν ο πραγματικός δικαιούχος είναι ανήλικος ή με άλλον τρόπο ανίκανος, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν κατά περίπτωση εξαίρεση από την πρόσβαση στο σύνολο ή σε μέρος των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εξαιρέσεις αυτές χορηγούνται κατόπιν λεπτομερούς αξιολόγησης της εξαιρετικής φύσης των περιστάσεων, ενώ η αξιολόγηση είναι, κατόπιν σχετικής αίτησης, προσβάσιμη από την Επιτροπή. Οι εξαιρέσεις επαναξιολογούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα για να αποφεύγονται οι καταχρήσεις. Όταν χορηγείται εξαίρεση, κάτι τέτοιο πρέπει να αναφέρεται σαφώς στο μητρώο. Τα δικαιώματα σε διοικητική επανεξέταση της απόφασης εξαίρεσης και σε αποτελεσματική δικαστική προσφυγή είναι εξασφαλισμένα. Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν ετήσια στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των εξαιρέσεων που χορηγήθηκαν και τους λόγους που δηλώθηκαν, και υποβάλλουν τα δεδομένα στην Επιτροπή.
Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται δυνάμει της παρούσας παραγράφου δεν ισχύουν για τα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και για τις υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3) στοιχείο β) όταν πρόκειται για δημοσίους υπαλλήλους.
10. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα κεντρικά μητρώα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου διασυνδέονται μέσω της ευρωπαϊκής κεντρικής πλατφόρμας που συστάθηκε με το άρθρο 4α παράγραφος 1 της οδηγίας 2009/101/ΕΚ. Η σύνδεση των κεντρικών μητρώων των κρατών μελών με την πλατφόρμα συστήνεται σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες που καθορίζονται από τις εκτελεστικές πράξεις που έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 4γ της οδηγίας 2009/101/ΕΚ.
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διατίθενται μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων που συστάθηκε με το άρθρο 4α παράγραφος 2 της οδηγίας 2009/101/ΕΚ, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών που εφαρμόζουν την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου καθίστανται διαθέσιμες μέσω των εθνικών μητρώων και μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων για 10 έτη μετά τη διαγραφή της εταιρικής ή άλλης νομικής οντότητας από το μητρώο. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή με σκοπό να εφαρμόσουν τους διάφορους τύπους πρόσβασης σύμφωνα με την παράγραφο 5.»
(γ α) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 10α:
«10α. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες που συστήνονται εκτός της επικράτειάς τους ή/και της δικαιοδοσίας τους απαιτείται να λαμβάνουν και να διατηρούν επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο, συμπεριλαμβανομένων των λεπτομερειών των δικαιωμάτων που κατέχουν οι πραγματικοί δικαιούχοι, και να υποβάλλουν αυτές τις πληροφορίες στο δημόσιο μητρώο υπό όρους παρόμοιους με αυτούς που περιγράφονται στις παραγράφους 1, 3, 5 και 6 του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 7β της οδηγίας 2009/101/ΕΚ στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) όταν η εταιρική ή νομική οντότητα ανοίγει τραπεζικό λογαριασμό ή ζητεί δάνειο στο κράτος μέλος·
(β) όταν η νομική ή εταιρική οντότητα αποκτά ακίνητη περιουσία, είτε με αγορά είτε με άλλα νόμιμα μέσα, όπως δωρεά·
(γ) όταν η εταιρική ή νομική οντότητα είναι συμβαλλόμενο μέρος σε οποιαδήποτε εμπορική συναλλαγή της οποίας η εγκυρότητα δυνάμει του εθνικού δικαίου εξαρτάται από κάποια ορισμένη διατύπωση ή πράξη επικύρωσης, όπως πιστοποίηση από συμβολαιογράφο.
Τα κράτη μέλη προβλέπουν κατάλληλες κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με την υποχρέωση καταχώρισης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, όπως ακυρότητα της σύμβασης.»
(10) Το άρθρο 31 τροποποιείται ως εξής:
(α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι αυτό το άρθρο ισχύει για τα καταπιστεύματα και άλλα είδη νομικών ρυθμίσεων που έχουν δομή ή λειτουργία παρεμφερή με τα καταπιστεύματα, όπως, μεταξύ άλλων, fiducie, Treuhand, waqf ή fideicomiso, Stiftung, Privatstiftung, Usufruct Fiducia και όλα τα άλλα παρόμοια, όσον αφορά τη δομή ή τη λειτουργία, υφιστάμενες ή μελλοντικές νομικές ρυθμίσεις. Τα κράτη μέλη ορίζουν τα χαρακτηριστικά για να καθορίσουν σε ποιες περιπτώσεις οι νομικές ρυθμίσεις έχουν δομή ή λειτουργία παρεμφερή με τα καταπιστεύματα και άλλες ρυθμίσεις που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο.
Κάθε κράτος μέλος απαιτεί από τους καταπιστευματοδόχους σε σχήμα ρητής καταπιστευματικής διαχείρισης (express trust) ή από άλλα πρόσωπα που κατέχουν αντίστοιχη ή ανάλογη θέση σε άλλους τύπους νομικών ρυθμίσεων όπως αυτά που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, του οποίου η δημιουργία, διαχείριση ή λειτουργία γίνεται στο εν λόγω κράτος μέλος να αποκτούν και να διατηρούν επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους του καταπιστεύματος. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν την ταυτότητα όλων των πραγματικών δικαιούχων όπως αναφέρονται στα στοιχεία (β) και (γ) του άρθρου 3 παράγραφος 6.»·
(α α) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι καταπιστευματοδόχοι ή πρόσωπα που κατέχουν αντίστοιχη ή ανάλογη θέση σε άλλους τύπους νομικών ρυθμίσεων όπως αυτά που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 31 παράγραφος 1 γνωστοποιούν την ιδιότητά τους αυτή και παρέχουν εγκαίρως στις υπόχρεες οντότητες τις πληροφορίες της παραγράφου 1 ▌.
(α β) η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
3. Τα κράτη μέλη απαιτούν οι αρμόδιες αρχές και οι ΜΧΠ να μπορούν να έχουν ταχεία πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι υπόχρεες οντότητες, οι ΜΧΠ και οι αρμόδιες αρχές αναφέρουν οποιαδήποτε ασυμφωνία εντοπίζουν μεταξύ των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο που τηρούνται στα κεντρικά μητρώα και των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο που συγκεντρώνονται στο πλαίσιο των διαδικασιών ή ερευνών δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που διεξάγουν.
(β) παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 3α:
«3α. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 τηρούνται σε κεντρικό μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 30 και που έχει συσταθεί από κάθε κράτος μέλος στο οποίο έχει δημιουργηθεί, γίνεται η διαχείριση ή λειτουργεί το καταπίστευμα»·
(γ) η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που διατηρούνται στο μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο 3α είναι προσβάσιμες δωρεάν, ταχέως και απεριόριστα από τις αρμόδιες αρχές και ΜΧΠ, χωρίς να ειδοποιούνται τα συμβαλλόμενα μέρη της ενδιαφερόμενης νομικής ρύθμισης. Εξασφαλίζουν επίσης ότι επιτρέπεται στις υπόχρεες οντότητες η έγκαιρη πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες, σύμφωνα με τις διατάξεις για τη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη που προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙ. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα χαρακτηριστικά των εν λόγω μηχανισμών.
Αρμόδιες αρχές που έχουν πρόσβαση στο κεντρικό μητρώο, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3α, είναι οι δημόσιες αρχές με καθορισμένες αρμοδιότητες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών αρχών, των εποπτικών αρχών και των αρχών που ασκούν καθήκοντα διερεύνησης ή δίωξης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των συναφών βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και κατάσχεσης ή δέσμευσης και δήμευσης περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες.»·
(δ) παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι 4α και 4β:
«4α. Οι πληροφορίες που διατηρούνται στο μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο 3α του παρόντος άρθρου σε σχέση με οποιεσδήποτε νομικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, με άλλα καταπιστεύματα εκτός από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 1α στοιχείο β) της οδηγίας (ΕΚ) 2009/101 είναι δημόσια προσβάσιμες ▌.
Οι δημόσια προσβάσιμες ▌ πληροφορίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον το όνομα, την ημερομηνία γέννησης, την υπηκοότητα, τη χώρα διαμονής, τα στοιχεία επικοινωνίας (χωρίς να κοινοποιείται η διεύθυνση κατοικίας), το είδος και το μέγεθος των δικαιωμάτων που κατέχει ο πραγματικός δικαιούχος, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 6, στοιχεία β) και γ).
Για τον σκοπό της παρούσας παραγράφου, η πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες περί προστασίας των δεδομένων και τα πρότυπα ανοιχτών δεδομένων και υπόκειται σε ηλεκτρονική εγγραφή. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν τέλος για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών.
4β. Κάθε φορά που συνάπτεται νέα πελατειακή σχέση με καταπίστευμα ή άλλη νομική ρύθμιση που υπόκειται σε καταχώριση πληροφοριών σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους σύμφωνα με την παράγραφο 3α, οι υπόχρεες οντότητες συγκεντρώνουν αποδεικτικά στοιχεία της καταχώρισης ▌.»
(δ α) η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
5. Τα κράτη μέλη απαιτούν οι πληροφορίες που φυλάσσονται στο κεντρικό μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο 4 να είναι επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν μηχανισμούς για να εξασφαλίσουν ότι οι πληροφορίες στο μητρώο επαληθεύονται σε τακτική βάση. Οι υπόχρεες οντότητες, οι ΜΧΠ και οι αρμόδιες αρχές αναφέρουν οποιαδήποτε ασυμφωνία εντοπίζουν μεταξύ των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο που τηρούνται στα κεντρικά μητρώα και των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο που συγκεντρώνονται στο πλαίσιο των διαδικασιών ή ερευνών δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που διεξάγουν.
(ε) παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 7α:
«7α. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο, όταν η πρόσβαση που αναφέρεται στις παραγράφους 4 και 4α θα εξέθετε τον πραγματικό δικαιούχο σε κίνδυνο ▌απαγωγής, εκβιασμού, βίας ή εκφοβισμού ή εάν ο πραγματικός δικαιούχος είναι ανήλικος ή με άλλον τρόπο ανίκανος, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν κατά περίπτωση εξαίρεση από την πρόσβαση στο σύνολο ή σε μέρος των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εξαιρέσεις αυτές χορηγούνται κατόπιν αξιολόγησης της εξαιρετικής φύσης των περιστάσεων, ενώ η αξιολόγηση είναι, κατόπιν σχετικής αίτησης, προσβάσιμη από την Επιτροπή. Οι εξαιρέσεις επαναξιολογούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα για να αποφεύγονται οι καταχρήσεις. Όταν χορηγείται εξαίρεση, κάτι τέτοιο να αναφέρεται σαφώς στο μητρώο. Τα δικαιώματα σε διοικητική επανεξέταση της απόφασης εξαίρεσης και σε αποτελεσματική δικαστική προσφυγή είναι εξασφαλισμένα. Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν ετήσια στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των εξαιρέσεων που χορηγήθηκαν και τους λόγους που δηλώθηκαν, και υποβάλλουν τα δεδομένα στην Επιτροπή.
Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται δυνάμει του πρώτου εδαφίου δεν ισχύουν για τα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και για τις υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3) στοιχείο β) όταν πρόκειται για δημοσίους υπαλλήλους.
Όταν ένα κράτος μέλος αποφασίσει να καθιερώσει εξαίρεση σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, δεν περιορίζει την πρόσβαση σε πληροφορίες από τις αρμόδιες αρχές και τις ΜΧΠ.»·
(στ) η παράγραφος 8 διαγράφεται·
(ζ) η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«9. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα κεντρικά μητρώα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου διασυνδέονται μέσω της ευρωπαϊκής κεντρικής πλατφόρμας που συστάθηκε με το άρθρο 4α παράγραφος 1 της οδηγίας 2009/101/ΕΕ. Η σύνδεση των κεντρικών μητρώων των κρατών μελών με την πλατφόρμα συστήνεται σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες που καθορίζονται από τις εκτελεστικές πράξεις που έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 4γ της οδηγίας 2009/101/ΕΚ.
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διατίθενται μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων που συστάθηκε με το άρθρο 4α παράγραφος 2 της οδηγίας 2009/101/ΕΕ, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών που εφαρμόζουν τις παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου.
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι μόνον οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίες είναι επικαιροποιημένες και αντιστοιχούν στους πραγματικούς δικαιούχους, διατίθενται μέσω των εθνικών τους μητρώων και μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων, και η πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες συνάδει με τους κανόνες προστασίας των δεδομένων.
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου καθίστανται διαθέσιμες μέσω των εθνικών μητρώων και μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων για 10 έτη αφότου η νομική ρύθμιση που αναφέρεταιστην παράγραφο 1 διαγράφεται από το μητρώο. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται με την Επιτροπή με σκοπό να εφαρμόσουν τους διάφορους τύπους πρόσβασης σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 4α του παρόντος άρθρου.»·
(η) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 10:
«10. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η δημιουργία, η διαχείριση ή η λειτουργία μιας παρόμοιας με καταπίστευμα νομικής ρύθμισης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, θεωρείται ότι γίνεται σε κάθε κράτος μέλος όπου:
(α) δημιουργείται ή διέπεται σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους ή αν το δικαστήριο τελικής προσφυγής βρίσκεται στη δικαιοδοσία του κράτους μέλους· ή
(β) είναι συνδεδεμένη με το κράτος μέλος επειδή:
(i) ένας ή περισσότεροι από τους πραγματικούς δικαιούχους κατοικούν στο εν λόγω κράτος μέλος·
(ii) κατέχει ακίνητη περιουσία στο εν λόγω κράτος μέλος·
(iii) κατέχει μετοχές ή δικαιώματα ψήφου ή δικαίωμα ιδιοκτησίας σε νομική οντότητα που έχει συσταθεί στο εν λόγω κράτος μέλος· ή
(iv) κατέχει τραπεζικό λογαριασμό ή λογαριασμό πληρωμών σε πιστωτικό ίδρυμα που βρίσκεται στο εν λόγω κράτος μέλος.
(η α) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 10α:
«10.α Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τις κατηγορίες και τα χαρακτηριστικά των νομικών ρυθμίσεων που έχουν προσδιοριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 εντός 12 μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας και κατά τη λήξη της περιόδου αυτής, η Επιτροπή θα πρέπει να δημοσιεύσει εντός 2 μηνών στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον ενοποιημένο κατάλογο αυτών των νομικών ρυθμίσεων. Έως τις 26 Ιουνίου 2020, η Επιτροπή υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο στην οποία αξιολογείται κατά πόσον όλες οι νομικές ρυθμίσεις που έχουν δομή ή λειτουργία παρεμφερή με καταπιστεύματα και διέπονται από το δίκαιο των κρατών μελών προσδιορίστηκαν δεόντως και υπόκειντο στις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Κατά περίπτωση, η Επιτροπή λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να αναλάβει δράση με βάση τα πορίσματα της εν λόγω έκθεσης.»
(11) Το άρθρο 32 τροποποιείται ως εξής:
(α) στην παράγραφο 3, πρώτο εδάφιο, η τέταρτη πρόταση αντικαθίσταται από ακόλουθο κείμενο:
Μπορεί να ζητεί, να λαμβάνει και να χρησιμοποιεί πρόσθετες πληροφορίες από οποιαδήποτε υπόχρεη οντότητα.
(β) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 9:
«9. Στο πλαίσιο των καθηκόντων της, κάθε ΜΧΠ δύναται να λαμβάνει από κάθε υπόχρεη οντότητα, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 53, πληροφορίες για τους σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, ακόμη και αν η εν λόγω υπόχρεη οντότητα δεν υπέβαλε προηγούμενη έκθεση, σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 1 στοιχείο α).»·
(12) παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 32α:
«Άρθρο 32α
1. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν αυτοματοποιημένους κεντρικούς μηχανισμούς, όπως κεντρικά μητρώα ή κεντρικά συστήματα ηλεκτρονικής ανάκτησης δεδομένων, που επιτρέπουν την εξακρίβωση, εγκαίρως, οποιωνδήποτε φυσικών ή νομικών προσώπων που κατέχουν ή ελέγχουν λογαριασμούς πληρωμής, όπως ορίζονται στην οδηγία 2007/64/ΕΚ, χρηματοπιστωτικών μέσων όπως ορίζεται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ και τραπεζικών λογαριασμών και θυρίδων ασφαλείας που τηρούνται από πιστωτικό ίδρυμα εντός της επικράτειάς τους. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα χαρακτηριστικά των εν λόγω εθνικών μηχανισμών.
2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που διατηρούνται στους κεντρικούς μηχανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι άμεσα προσβάσιμες, σε εθνικό επίπεδο, στις ΜΧΠ και τις αρμόδιες αρχές για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κάθε ΜΧΠ δύναται να παρέχει εγκαίρως, σύμφωνα με το άρθρο 53, σε οποιεσδήποτε άλλες ΜΧΠ πληροφορίες που διατηρούνται στους κεντρικούς μηχανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
3. Οι ακόλουθες πληροφορίες είναι προσβάσιμες και έχουν δυνατότητα αναζήτησης μέσω των κεντρικών μηχανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1:
– για τον κάτοχο λογαριασμού πελάτη και κάθε πρόσωπο που σκοπεύει να ενεργήσει για λογαριασμό του πελάτη: το ονοματεπώνυμο, συμπληρωμένο με τα άλλα στοιχεία αναγνώρισης που απαιτούνται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή ένας μοναδικός αριθμός αναγνώρισης·
– για τον πραγματικό δικαιούχο του κατόχου λογαριασμού πελάτη: το ονοματεπώνυμο, συμπληρωμένο με τα άλλα στοιχεία αναγνώρισης που απαιτούνται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή ένας μοναδικός αριθμός αναγνώρισης·
– για τον τραπεζικό λογαριασμό ή τον λογαριασμό πληρωμών: ο αριθμός IBAN και η ημερομηνία ανοίγματος και κλεισίματος του λογαριασμού.»·
– για τη θυρίδα ασφαλείας: το όνομα και η διάρκεια της περιόδου μίσθωσης·
3α. Έως τις 26 Ιουνίου 2019, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση στην οποία αξιολογεί τους όρους και τις τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες για την ασφαλή και αποτελεσματική διασύνδεση των κεντρικών μητρώων. Κατά περίπτωση, η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται από νομοθετική πρόταση. «·
(12α) παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 32β:
«Άρθρο 32β
1. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν αυτοματοποιημένους κεντρικούς μηχανισμούς, όπως κεντρικά μητρώα ή κεντρικά συστήματα ηλεκτρονικής ανάκτησης δεδομένων, που επιτρέπουν την εξακρίβωση, εγκαίρως, οποιωνδήποτε φυσικών ή νομικών προσώπων κατέχουν ή ελέγχουν οικόπεδα και κτίρια εντός της επικράτειάς τους. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα χαρακτηριστικά των εν λόγω εθνικών μηχανισμών.
2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που διατηρούνται στους κεντρικούς μηχανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι άμεσα προσβάσιμες, σε εθνικό επίπεδο, από τις ΜΧΠ και τις αρμόδιες αρχές. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κάθε ΜΧΠ δύναται να παρέχει εγκαίρως, σύμφωνα με το άρθρο 53, σε οποιεσδήποτε άλλες ΜΧΠ πληροφορίες που διατηρούνται στους κεντρικούς μηχανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
3. Οι ακόλουθες πληροφορίες είναι προσβάσιμες και έχουν δυνατότητα αναζήτησης μέσω των κεντρικών μηχανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1:
– σχετικά με τον ιδιοκτήτη ακινήτου και κάθε πρόσωπο που σκοπεύει να ενεργήσει για λογαριασμό του ιδιοκτήτη: το ονοματεπώνυμο, συμπληρωμένο με τα άλλα στοιχεία αναγνώρισης που απαιτούνται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή ένας μοναδικός αριθμός αναγνώρισης·
– σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο της ακίνητης περιουσίας: το ονοματεπώνυμο, συμπληρωμένο με τα άλλα στοιχεία αναγνώρισης που απαιτούνται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή ένας μοναδικός αριθμός αναγνώρισης·
– σχετικά με την ακίνητη περιουσία: η ημερομηνία και η αιτία της απόκτησης κυριότητας, η υποθήκη και τα δικαιώματα πέραν της ιδιοκτησίας·
– σχετικά με οικόπεδα: η θέση, ο αριθμός αγροτεμαχίου, η κατηγορία του οικοπέδου (τρέχουσα κατάσταση του οικοπέδου), η έκταση του αγροτεμαχίου (έκταση οικοπέδου)·
– σχετικά με κτίρια: η θέση, ο αριθμός οικοπέδου, ο αριθμός του κτιρίου, ο τύπος, η δομή, το εμβαδόν επιφανείας.
4. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή, προκειμένου να θεσπιστεί μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2018 ένα ευρωπαϊκό μητρώο ακίνητης περιουσίας σύμφωνα με την παράγραφο 1, με βάση την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Πληροφοριών σχετικά με την Έγγειο Ιδιοκτησία (EULIS).
(12β) παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 32β:
«Άρθρο 32α
1. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν αυτοματοποιημένους κεντρικούς μηχανισμούς, όπως κεντρικά μητρώα ή κεντρικά συστήματα ηλεκτρονικής ανάκτησης δεδομένων, που επιτρέπουν την εξακρίβωση, εγκαίρως, οποιωνδήποτε φυσικών ή νομικών προσώπων κατέχουν ή ελέγχουν ασφαλιστήρια ζωής ή υπηρεσίες σχετικές με επενδύσεις, όπως ασφαλιστήρια συμβόλαια με είσπραξη ασφαλίστρου που κατέχονται εντός της επικράτειάς τους. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα χαρακτηριστικά των εν λόγω εθνικών μηχανισμών.
2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που διατηρούνται στους κεντρικούς μηχανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι άμεσα προσβάσιμες, σε εθνικό επίπεδο, από τις ΜΧΠ και τις αρμόδιες αρχές. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κάθε ΜΧΠ δύναται να παρέχει εγκαίρως, σύμφωνα με το άρθρο 53, σε οποιεσδήποτε άλλες ΜΧΠ πληροφορίες που διατηρούνται στους κεντρικούς μηχανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
3. Οι ακόλουθες πληροφορίες είναι προσβάσιμες και έχουν δυνατότητα αναζήτησης μέσω των κεντρικών μηχανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1:
– για το συμβαλλόμενο μέρος και κάθε πρόσωπο που σκοπεύει να ενεργήσει για λογαριασμό του συμβαλλόμενου μέρους: το ονοματεπώνυμο, συμπληρωμένο με τα άλλα στοιχεία αναγνώρισης που απαιτούνται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή ένας μοναδικός αριθμός αναγνώρισης·
– για τον πραγματικό δικαιούχο του ασφαλιστηρίου ζωής: το ονοματεπώνυμο, συμπληρωμένο με τα άλλα στοιχεία αναγνώρισης που απαιτούνται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή ένας μοναδικός αριθμός αναγνώρισης·
– για το ασφαλιστήριο ζωής: η ημερομηνία σύναψης του συμβολαίου και το ασφαλιζόμενο ποσό.
4. Έως τις 26 Ιουνίου 2019, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση στην οποία αξιολογεί τους όρους και τις τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες για την ασφαλή και αποτελεσματική διασύνδεση των κεντρικών μητρώων. Κατά περίπτωση, η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται από νομοθετική πρόταση.»
(13) Το άρθρο 33 τροποποιείται ως εξής:
(α) στην παράγραφο 1, η εισαγωγική πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες και, εφόσον απαιτείται, από τους διευθυντές, τους υπαλλήλους τους και τους συμβούλους και επαγγελματίες που έχουν προσληφθεί από εξωτερικές πηγές, να συνεργάζονται πλήρως:
(αα) Στην παράγραφο 1 το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:
«(β) παρέχοντας αμελλητί στη ΜΧΠ, κατόπιν αιτήματός της, όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες.»·
(13α) Το άρθρο 34 τροποποιείται ως εξής:
(α) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«2. Τα κράτη μέλη δεν εφαρμόζουν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 33 παράγραφος 1 στους συμβολαιογράφους, άλλους ελεύθερους επαγγελματίες νομικούς, τους νόμιμους ελεγκτές, τους εξωτερικούς λογιστές και φοροτεχνικούς, αποκλειστικά και μόνον στο βαθμό που η εν λόγω εξαίρεση αφορά τις πληροφορίες που λαμβάνουν από ή σχετικά με πελάτη τους, κατά την αξιολόγηση της νομικής κατάστασης του εν λόγω πελάτη ή όταν τον υπερασπίζονται ή τον εκπροσωπούν σε δίκη ή σχετικά με δίκη, ▌ανεξαρτήτως αν οι πληροφορίες λαμβάνονται πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά τη δίκη.
Σε υποθέσεις φοροδιαφυγής, φοροαποφυγής και φορολογικής απάτης και με την επιφύλαξη του τεκμηρίου της αθωότητας και του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω επαγγελματίες τηρούν μητρώο των ενεργειών τους έτσι ώστε, αν χρειαστεί, να μπορούν να δώσουν αποδείξεις ότι όντως εκτελούσαν καθήκοντα σχετικά με την εργασία τους.»
(αα) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:
«2α. Οι αυτορρυθμιζόμενοι φορείς που ορίζονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 1 δημοσιεύουν ετήσια έκθεση η οποία περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με:
(α) τα μέτρα που έχουν ληφθεί σύμφωνα με τα άρθρα 58, 59 και 61·
(β) τον αριθμό των αναφορών παραβάσεων που ελήφθησαν·
(γ) τον αριθμό των εκθέσεων που υποβάλλονται στη ΜΧΠ·
(δ) τον αριθμό και την περιγραφή των μέτρων που εφαρμόζονται για την επαλήθευση της συμμόρφωσης των υπόχρεων οντοτήτων προς τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με:
i. τα άρθρα 10 έως 24 (δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη)·
ii. τα άρθρα 33, 34 και 35 (αναφορά ύποπτων συναλλαγών)·
iii. το άρθρο 40 (τήρηση αρχείων)· και
iv. τα άρθρα 45 και 46 (εσωτερικοί έλεγχοι).»
(13β) το άρθρο 37 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Η καλή τη πίστει γνωστοποίηση πληροφοριών από υπόχρεη οντότητα ή από υπάλληλο ή διευθυντή τέτοιας υπόχρεης οντότητας, ΜΧΠ ή άλλων σχετικών δημόσιων φορέων σύμφωνα με τα άρθρα 33 και 34 δεν αποτελεί παράβαση τυχόν συμβατικής ή νομοθετικής, κανονιστικής ή διοικητικής απαγόρευσης της γνωστοποίησης πληροφοριών, ούτε συνεπάγεται οποιουδήποτε είδους ευθύνη για την υπόχρεη οντότητα ή τους διευθυντές ή τους υπαλλήλους της, ακόμη κι αν οι περιστάσεις δεν τους επέτρεπαν να γνωρίζουν ακριβώς ποια ήταν η βασική εγκληματική δραστηριότητα και ανεξάρτητα από το εάν πράγματι υπήρξε παράνομη δραστηριότητα.»
(13γ) Το άρθρο 38 τροποποιείται ως εξής:
(α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων και των αντιπροσώπων της υπόχρεης οντότητας, τα οποία αναφέρουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας εσωτερικά, εξωτερικά ή στη ΜΧΠ, να τυγχάνουν προστασίας βάσει του νόμου από την έκθεσή τους σε απειλές, αντίποινα ή σε εχθρικές ενέργειες, ιδίως δε από εργασιακές ενέργειες που είναι δυσμενείς ή που εισάγουν διακρίσεις, αστικές αγωγές και κατηγορίες για ποινικά αδικήματα που συνδέονται με μια τέτοια αποκάλυψη.»
(αα) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:
«1α. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα άτομα που εκτίθενται σε απειλές, εχθρικές ενέργειες ή εργασιακές ενέργειες που είναι δυσμενείς ή που εισάγουν διακρίσεις επειδή αναφέρουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας εσωτερικά ή στη ΜΧΠ, μπορούν να υποβάλλουν καταγγελία κατά τρόπο ασφαλή στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές έχουν τη νομική υποχρέωση να διενεργούν έρευνα και να εκδίδουν απόφαση. Είναι πάντα δυνατή η άσκηση δικαστικής προσφυγής κατά της απόφασης.
(14) στο άρθρο 39 η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«3. Η απαγόρευση της παραγράφου 1 δεν εμποδίζει τη γνωστοποίηση μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών από τα κράτη μέλη, υπό τον όρο να ανήκουν στον ίδιο όμιλο, ή μεταξύ των εν λόγω ιδρυμάτων ή οργανισμών και των υποκαταστημάτων τους και των θυγατρικών που ευρίσκονται σε τρίτες χώρες, των οποίων την κυριότητα έχουν κατά πλειοψηφία, εφόσον τα εν λόγω υποκαταστήματα και οι εν λόγω θυγατρικές συμμορφώνονται πλήρως προς τις πολιτικές και τις διαδικασίες που ισχύουν σε επίπεδο ομίλου, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών για την ανταλλαγή πληροφοριών εντός του ομίλου, σύμφωνα με το άρθρο 42 και εφόσον οι εν λόγω πολιτικές και διαδικασίες ομίλου πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.»·
(15) στο άρθρο 40, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:
(α) τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από τα ακόλουθα:
«(α) στην περίπτωση της διαδικασίας δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, αντίγραφο των εγγράφων και των πληροφοριών που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που ορίζονται στο κεφάλαιο II, συμπεριλαμβανομένων, όπου είναι διαθέσιμες, πληροφοριών που αποκτώνται με μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014, ή με εναλλακτικές τεχνικές εξ αποστάσεως ταυτοποίησης που υπόκεινται στην έγκριση των αρμόδιων αρχών, για χρονικό διάστημα πέντε ετών μετά το τέλος της επιχειρηματικής τους σχέσης με τον πελάτη ή μετά την ημερομηνία της περιστασιακής συναλλαγής·
(β) τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία και αρχεία των συναλλαγών, που συνίστανται στα πρωτότυπα έγγραφα ή σε αντίγραφα τα οποία γίνονται δεκτά σε δικαστικές διαδικασίες σύμφωνα με την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένων, όπου είναι διαθέσιμες, πληροφοριών που αποκτώνται με μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014, ή με εναλλακτικές τακτικές εξ αποστάσεως ταυτοποίησης που υπόκεινται στην έγκριση των αρμόδιων αρχών, τα οποία είναι αναγκαία για τον προσδιορισμό των συναλλαγών, για χρονικό διάστημα πέντε ετών μετά το τέλος της επιχειρηματικής τους σχέσης με τον πελάτη ή μετά την ημερομηνία της περιστασιακής συναλλαγής.»·
(β) προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Το δεύτερο εδάφιο εφαρμόζεται επίσης σε σχέση με τα δεδομένα που είναι προσβάσιμα μέσω των κεντρικών μηχανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 32α.»·
(15α) το άρθρο 43 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει της παρούσας οδηγίας με σκοπό την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας όπως αναφέρονται στο άρθρο 1 θεωρείται ζήτημα δημόσιου ενδιαφέροντος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2016/679.»
(15β) Το άρθρο 44 τροποποιείται ως εξής:
(α) στην παράγραφο 2 το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«(δ) δεδομένα όσον αφορά τον αριθμό των διασυνοριακών αιτήσεων παροχής πληροφοριών που υποβλήθηκαν, απορρίφθηκαν και απαντήθηκαν πλήρως ή εν μέρει από τη ΜΧΠ, ανά χώρα αντισυμβαλλομένου.»
(αα) η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία και την Επιτροπή τις στατιστικές που αναφέρονται στην παράγραφο 2. H Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία δημοσιεύει ετήσια έκθεση στην οποία συνοψίζονται και εξηγούνται οι στατιστικές που αναφέρονται στην παράγραφο 2, και η οποία πρέπει να διατίθενται στον ιστότοπό της.»
(16) στο άρθρο 47 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«1. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών ανταλλαγής μεταξύ των εικονικών νομισμάτων και παραστατικών νομισμάτων, οι πάροχοι υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών, τα ανταλλακτήρια συναλλάγματος και οι υπηρεσίες ρευστοποίησης επιταγών, καθώς και οι φορείς παροχής υπηρεσιών σε εταιρείες καταπιστευματικής διαχείρισης και σε επιχειρήσεις έχουν λάβει άδεια ή έχουν εγγραφεί σε μητρώο, ενώ οι πάροχοι υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών υπόκεινται σε ρυθμίσεις.»·
(16α) Το άρθρο 48 τροποποιείται ως εξής:
(α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να παρακολουθούν αποτελεσματικά τις δραστηριότητες προσώπων των οποίων τα καθήκοντα σε σχέση με ΚΞΧ/ΧΤ ανατίθενται από υπόχρεες οντότητες και αυτορρυθμιζόμενους φορείς.»
(αα) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:
«1α. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι μία αρμόδια αρχή λειτουργεί ως εποπτεύουσα αρχή ΚΞΧ/ΧΤ, η οποία είναι ανεξάρτητη ως προς τη δομή της. Η εποπτεύουσα αρχή ΚΞΧ/ΧΤ εξασφαλίζει την εποπτεία και τον συντονισμό των δραστηριοτήτων καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που πραγματοποιούνται από άλλες αρμόδιες αρχές και φορείς επιβολής του νόμου ώστε να εξασφαλίζεται ότι όλες οι υπόχρεες οντότητες υπόκεινται σε επαρκή εποπτεία, συμπεριλαμβανομένων των επιθεωρήσεων, των προληπτικών ενεργειών, της παρακολούθησης και των διορθωτικών ενεργειών. Η εποπτεύουσα αρχή ΚΞΧ/ΧΤ λειτουργεί ως σημείο επαφής για τις εποπτεύουσες αρχές ΚΞΧ/ΧΤ των άλλων κρατών μελών, της Επιτροπής και των ΕΕΑ.
(α β) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν επαρκείς εξουσίες, συμπεριλαμβανόμενης της εξουσίας να απαιτούν την προσκόμιση οποιωνδήποτε πληροφοριών σχετικών με την παρακολούθηση της συμμόρφωσης και να διενεργούν ελέγχους, και διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς και τεχνικούς πόρους και ανθρώπινο δυναμικό για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το προσωπικό των εν λόγω αρχών διατηρεί υψηλό επαγγελματικό επίπεδο, μεταξύ άλλων και σε ζητήματα εμπιστευτικότητας και προστασίας των δεδομένων, διακρίνεται για την ακεραιότητά του και διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό αυτών των αρχών εφαρμόζει επαρκείς κανόνες και μηχανισμούς ώστε να αποτρέπει περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων και να επιβάλλουν σχετικές κυρώσεις.
(16β) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 48α:
«Άρθρο 48a
1. Οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής διενεργούν γενικούς και ειδικούς ελέγχους στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Η Επιτροπή μπορεί να διορίζει εμπειρογνώμονες από τα κράτη μέλη οι οποίοι επικουρούν τους δικούς της εμπειρογνώμονες. Γενικοί και ειδικοί έλεγχοι διενεργούνται σε τακτική βάση. Κύριος στόχος τους είναι να επαληθεύουν ότι οι αρμόδιες αρχές αναλαμβάνουν δράση σύμφωνα με τις εκτιμήσεις κινδύνου και σε συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία. Η Επιτροπή μπορεί, πριν από τη διενέργεια αυτών των ελέγχων, να ζητεί από τα κράτη μέλη να παράσχουν οποιαδήποτε σχετική πληροφορία το συντομότερο δυνατόν.
2. Ειδικοί έλεγχοι και επιθεωρήσεις σε έναν ή περισσότερους ειδικούς τομείς μπορούν να συμπληρώνουν τους γενικούς ελέγχους. Οι εν λόγω ειδικοί έλεγχοι και οι επιθεωρήσεις χρησιμεύουν ιδίως ώστε:
(α) να επαληθεύεται η εφαρμογή των συστάσεων σχετικά με τα μέτρα που είναι κατάλληλα για την αντιμετώπιση των κινδύνων που προσδιορίζονται στις εκτιμήσεις κινδύνου και μπορούν να περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, επιτόπιες επιθεωρήσεις των αρμόδιων αρχών·
(β) να επαληθεύεται η λειτουργία και η οργάνωση των αρμόδιων αρχών·
(γ) να διερευνώνται σημαντικά ή επαναλαμβανόμενα προβλήματα στα κράτη μέλη·
(δ) να διερευνώνται επείγουσες καταστάσεις, ανακύπτοντα προβλήματα ή νέες εξελίξεις στα κράτη μέλη.
3. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση για τα πορίσματα κάθε διενεργούμενου ελέγχου. Η έκθεσή της περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, συστάσεις για τα κράτη μέλη που θα πρέπει να συμπεριληφθούν στις συστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 5α. Η Επιτροπή καθιστά τις εκθέσεις της διαθέσιμες στο κοινό. Η Επιτροπή παρέχει στη σχετική αρμόδια αρχή ένα σχέδιο έκθεσης προς σχολιασμό, λαμβάνει υπόψη τα σχόλια αυτά κατά την κατάρτιση της τελικής έκθεσης και δημοσιεύει τα σχόλια της αρμόδιας αρχής μαζί με την τελική έκθεση.
4. Η Επιτροπή εκπονεί ετήσιο πρόγραμμα ελέγχου, το διαβιβάζει εκ των προτέρων στα κράτη μέλη και υποβάλλει έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματά του. Η Επιτροπή μπορεί να τροποποιήσει το πρόγραμμα για να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στους τομείς ΚΞΧ/ΧΤ.
5. Τα κράτη μέλη:
(α) αναλαμβάνουν κατάλληλη δράση ώστε να δίνεται συνέχεια στις συστάσεις που προκύπτουν από τους ελέγχους·
(β) παρέχουν την απαιτούμενη συνδρομή, όλα τα έγγραφα τεκμηρίωσης και την λοιπή τεχνική υποστήριξη που ζητούν οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής προκειμένου να μπορέσουν να διεξαγάγουν αποδοτικά και αποτελεσματικά τους ελέγχους·
(γ) εξασφαλίζουν ότι οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής έχουν πρόσβαση σε όλες τις εγκαταστάσεις ή σε τμήματα εγκαταστάσεων και τις πληροφορίες, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται τα συστήματα πληροφορικής, που σχετίζονται με την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
6. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 64, προκειμένου να καταρτίσει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τους ελέγχους.»
(17) το άρθρο 49 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Άρθρο 49
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ιθύνοντες, οι ΜΧΠ, οι εποπτικές αρχές και άλλες αρμόδιες αρχές, που συμμετέχουν στην ΚΞΧ/ΧΤ, όπως οι φορολογικές αρχές και οι αρχές επιβολής του νόμου, να διαθέτουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς που να τους επιτρέπουν να συνεργάζονται και να συντονίζονται σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά την ανάπτυξη και την εφαρμογή πολιτικών και δραστηριοτήτων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, μεταξύ άλλων, με σκοπό την εκπλήρωση της υποχρέωσής τους δυνάμει του άρθρου 7.»·
(17α) το άρθρο 50 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στις ΕΕΑ όλες τις πληροφορίες που τους είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους βάσει της παρούσας οδηγίας. Έως τις 26 Ιουνίου 2017, οι ΕΕΑ εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές, σχετικά με τις λεπτομέρειες της συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών, σε σχέση με την εποπτεία από ΚΞΧ/ΧΤ των πιστωτικών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν σε διασυνοριακή βάση.»
(18) Στο τμήμα 3 του κεφαλαίου VI, προστίθεται το ακόλουθο υποτμήμα IIα:
«Υποτμήμα ΙΙα
Συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών
Άρθρο 50α
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συνδρομή μεταξύ αρμόδιων αρχών. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές δεν απορρίπτουν αίτημα για συνδρομή με την αιτιολόγηση ότι:
(α) το αίτημα θεωρείται επίσης ότι περιλαμβάνει φορολογικά θέματα·
(β) η εθνική νομοθεσία απαιτεί από την υπόχρεη οντότητα να τηρεί απόρρητο ή εμπιστευτικότητα, εκτός εάν οι σχετικές πληροφορίες που ζητούνται διατηρούνται σε περιπτώσεις όπου ισχύει νομικό προνόμιο ή νομικό επαγγελματικό απόρρητο·
(γ) βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα, διερεύνηση ή διαδικασία στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, εκτός εάν η συνδρομή θα παρεμπόδιζε την εν λόγω έρευνα, διερεύνηση ή διαδικασία·
(δ) η φύση ή η κατάσταση της αιτούσας ομολόγου αρχής είναι διαφορετική από εκείνη της αρμόδιας αρχής προς την οποία απευθύνεται το αίτημα.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που εποπτεύουν τα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς συνεργάζονται μεταξύ τους στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ανεξάρτητα από την αντίστοιχη φύση τους ή το αντίστοιχο καθεστώς τους. Αυτή η συνεργασία περιλαμβάνει επίσης τη δυνατότητα διενέργειας, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της ερωτώμενης αρμόδιας αρχής, ερευνών για λογαριασμό αιτούσας αρμόδιας αρχής, και την επακόλουθη ανταλλαγή των πληροφοριών που λαμβάνονται μέσω αυτών των ερευνών.»·
(18α) Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 1α και 1β:
«Άρθρο 51α
Έως τον Ιούνιο του 2017, η Επιτροπή υποβάλλει νομοθετική πρόταση για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ΜΧΠ που θα συντονίζει, θα επικουρεί και θα στηρίζει τις ΜΧΠ των κρατών μελών. Αυτή η ευρωπαϊκή ΜΧΠ στηρίζει ιδίως τις εθνικές ΜΧΠ προκειμένου να διατηρήσουν και να αναπτύξουν την τεχνική υποδομή με σκοπό την εξασφάλιση της ανταλλαγής πληροφοριών, τους παρέχει βοήθεια κατά την κοινή ανάλυση διασυνοριακών περιπτώσεων και παρέχει τη δική της περιπτωσιολογική ανάλυση, και συντονίζει το έργο των ΜΧΠ των κρατών μελών για διασυνοριακές περιπτώσεις. Για τον σκοπό αυτό, η εθνική ΜΧΠ ανταλλάσσει αυτόματα πληροφορίες με αυτήν την ευρωπαϊκή ΜΧΠ κατά τη διερεύνηση περίπτωσης νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η εν λόγω νομοθετική πρόταση λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα της χαρτογράφησης της Επιτροπής σχετικά με τις εξουσίες των ΜΧΠ των κρατών μελών και τα εμπόδια στη συνεργασία προκειμένου να σχεδιαστεί ένα καλά ισορροπημένο και εξατομικευμένο σύστημα συνεργασίας.
Άρθρο 51β
1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ τους μπορούν να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν σχετικές πληροφορίες με τους ξένους ομολόγους τους.
2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ τους είναι σε θέση να διενεργούν έρευνες για λογαριασμό ξένων ομολόγων όταν κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι αποδειχθεί σκόπιμο για μια ανάλυση χρηματοοικονομικών συναλλαγών. Κατ' ελάχιστον, οι έρευνες θα πρέπει να περιλαμβάνουν:
– Αναζήτηση στις δικές τους βάσεις δεδομένων, οι οποίες θα συμπεριλαμβάνουν πληροφορίες σχετικές με αναφορές ύποπτων συναλλαγών.
– Αναζήτηση σε άλλες βάσεις δεδομένων στις οποίες μπορούν να έχουν άμεση ή έμμεση πρόσβαση, συμπεριλαμβανομένων των βάσεων δεδομένων των οργάνων επιβολής του νόμου, των δημόσιων βάσεων δεδομένων, των διοικητικών βάσεων δεδομένων και εμπορικά διαθέσιμων βάσεων δεδομένων.
Όπου επιτρέπεται, οι ΜΧΠ επικοινωνούν επίσης με άλλες αρμόδιες αρχές και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς προκειμένου να λάβουν σχετικές πληροφορίες.»·
(19) Το άρθρο 53 τροποποιείται ως εξής:
(α) στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
Το αίτημα περιλαμβάνει τα πραγματικά περιστατικά και το σχετικό πλαίσιο, τους λόγους υποβολής και περιγραφή του αιτήματος και τον τρόπο με τον οποίο θα χρησιμοποιηθούν οι ζητούμενες πληροφορίες.
(β) στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Η εν λόγω ΜΧΠ λαμβάνει πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 9 και διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση τις απαντήσεις.» ·
(β α) η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«3. Η ΜΧΠ μπορεί να αρνηθεί την ανταλλαγή πληροφοριών μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις όπου η ανταλλαγή θα μπορούσε να αντίκειται σε θεμελιώδεις αρχές του εθνικού της δικαίου. Οι εν λόγω εξαιρέσεις προσδιορίζονται κατά τρόπο ώστε να προλαμβάνονται η κατάχρηση και οι αδικαιολόγητοι περιορισμοί της ελεύθερης ανταλλαγής πληροφοριών για σκοπούς ανάλυσης. Όταν πρόκειται για τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις, η ερωτώμενη ΜΧΠ αποστέλλει έκθεση στην Επιτροπή.»·
(β β) Προστίθενται οι εξής παράγραφοι 1α και 1β:
«3α. Η ΜΧΠ κάθε κράτους μέλους δημοσιεύει ανά τρίμηνο συνοπτικά στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη συνεργασία της και την ανταλλαγή πληροφοριών με άλλες ΜΧΠ.
3β. Η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση σχετικά με εμπόδια που αντιμετώπισαν οι αρμόδιες αρχές σε σχέση με την ανταλλαγή πληροφοριών και τη βοήθεια μεταξύ αρχών από διαφορετικά κράτη μέλη. Η έκθεση αυτή δημοσιεύεται ανά διετία.»
(19α) Στο άρθρο 54, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:
«1α. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ ορίζουν τουλάχιστον έναν αξιωματούχο ως υπεύθυνο να λαμβάνει αιτήματα παροχής πληροφοριών ή αιτήσεις αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής από ομόλογες οντότητες σε άλλα κράτη μέλη και να εξασφαλίζει ότι τα εν λόγω αιτήματα γίνονται αντικείμενο έγκαιρης διαχείρισης.»
(20) Το άρθρο 55 τροποποιείται ως εξής:
(α) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η προηγούμενη συγκατάθεση της ερωτώμενης ΜΧΠ για τη διάδοση των πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές παρέχεται αμελλητί και στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ανεξάρτητα από τον τύπο των συναφών βασικών αδικημάτων. Η ερωτώμενη ΜΧΠ δεν αρνείται να δώσει τη συγκατάθεσή της για τη διάδοση των πληροφοριών, εκτός εάν αυτό δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεών της για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, θα μπορούσε να παρακωλύσει τη διενέργεια ποινικής έρευνας, θα ήταν σαφώς δυσανάλογο προς τα έννομα συμφέροντα ενός φυσικού ή νομικού προσώπου ή του κράτους μέλους της ερωτώμενης ΜΧΠ ή διαφορετικά δεν θα συμμορφωνόταν με θεμελιώδεις αρχές της εθνικής νομοθεσίας του εν λόγω κράτους μέλους. Οιαδήποτε τέτοια άρνηση συγκατάθεσης επεξηγείται δεόντως.»·
(αα) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:
«2α. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017, η Επιτροπή υποβάλλει νομοθετική πρόταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την εξέταση του απαραίτητου και αποτελεσματικού συντονισμού των ΜΧΠ και για τον συντονισμό της καταπολέμησης της χρηματοοικονομικής εγκληματικότητας στο επίπεδο της ΕΕ μέσω της ευρωπαϊκής ΜΧΠ
(21) το άρθρο 57 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Άρθρο 57
Οι διαφορές μεταξύ των ορισμών των φορολογικών εγκλημάτων σύμφωνα με το εκάστοτε εθνικό δίκαιο δεν εμποδίζουν την ικανότητα των ΜΧΠ να παρέχουν συνδρομή σε άλλη ΜΧΠ και δεν περιορίζουν την ανταλλαγή, τη διάδοση και τη χρήση πληροφοριών σύμφωνα με τα άρθρα 53, 54 και 55.»·
(21α) Στο τμήμα 3 του κεφαλαίου VI, παρεμβάλλεται το ακόλουθο υποτμήμα:
Υποτμήμα IIIα
Συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών που εποπτεύουν πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και επαγγελματικό απόρρητο
Άρθρο 57α
1. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι όλα τα πρόσωπα που εργάζονται ή έχουν εργαστεί στις αρμόδιες αρχές που εποπτεύουν πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς αναφορικά με τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία, καθώς και οι ελεγκτές ή οι εμπειρογνώμονες που ενεργούν για λογαριασμό των αρμόδιων αρχών, δεσμεύονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου.
Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που μπορεί να λάβουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας δεν επιτρέπεται να γνωστοποιούνται σε κανένα απολύτως πρόσωπο ή αρχή, παρά μόνο με συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή, ώστε να μην μπορεί να προσδιοριστεί η ταυτότητα μεμονωμένων υπόχρεων οντοτήτων, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων που εμπίπτουν στο ποινικό δίκαιο.
2. Η παράγραφος 1 επιτρέπει στις εν λόγω αρμόδιες αρχές να μεταδίδουν ή να ανταλλάσσουν πληροφορίες μεταξύ τους σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή άλλες οδηγίες ή κανονισμούς σε σχέση με την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Η διαβίβαση ή η ανταλλαγή πληροφοριών υπόκειται στο ότι η παραλήπτρια αρχή δεσμεύεται από το εθνικό δίκαιο να συμμορφώνεται προς τους όρους του επαγγελματικού απορρήτου όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.
3. Οι αρμόδιες αρχές που λαμβάνουν εμπιστευτικές πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1 χρησιμοποιούν τις πληροφορίες αυτές μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:
– κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής κυρώσεων·
– κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δυνάμει άλλων οδηγιών ή κανονισμών, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής κυρώσεων·
– κατά την άσκηση προσφυγής κατά απόφασης της αρμόδιας αρχής, συμπεριλαμβανομένης δικαστικής διαδικασίας·
– στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών που έχουν κινηθεί δυνάμει ειδικών διατάξεων που προβλέπονται από το δίκαιο της Ένωσης στον τομέα των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών.
4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που εποπτεύουν τα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς συνεργάζονται μεταξύ τους στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ανεξάρτητα από την αντίστοιχη φύση τους ή το αντίστοιχο καθεστώς τους. Αυτή η συνεργασία περιλαμβάνει επίσης τη δυνατότητα διενέργειας, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της ερωτώμενης αρμόδιας αρχής, ερευνών για λογαριασμό αιτούσας αρμόδιας αρχής, και την επακόλουθη ανταλλαγή των πληροφοριών που λαμβάνονται μέσω αυτών των ερευνών.
5. Τα κράτη μέλη μπορούν να συνάπτουν συμφωνίες συνεργασίας που προβλέπουν συνεργασία και ανταλλαγές εμπιστευτικών πληροφοριών με τις αρμόδιες αρχές οι οποίες αποτελούν ομολόγους των αρμόδιων αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι εν λόγω συμφωνίες συνεργασίας συνάπτονται με βάση την αμοιβαιότητα και μόνο εφόσον οι πληροφορίες που παρέχονται καλύπτονται από εγγυήσεις επαγγελματικού απορρήτου τουλάχιστον ισοδύναμες με αυτές που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που γίνονται αντικείμενο ανταλλαγής σύμφωνα με αυτές τις συμφωνίες συνεργασίας χρησιμοποιούνται για τον σκοπό της εκτέλεσης των εποπτικών καθηκόντων των αναφερόμενων αρχών.
Όταν η πληροφορία προέρχεται από άλλο κράτος μέλος, μπορεί να γνωστοποιείται μόνο έπειτα από ρητή συμφωνία των αρμοδίων αρχών που τη γνωστοποίησαν και, κατά περίπτωση, μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους συμφώνησαν οι αρχές αυτές.
Άρθρο 57β
1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 57α παράγραφοι 1 και 3, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών, στο ίδιο κράτος μέλος ή σε διαφορετικό κράτος μέλος, μεταξύ των αρμόδιων αρχών και των ακόλουθων φορέων, κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων τους:
– των αρχών στις οποίες έχει ανατεθεί το δημόσιο καθήκον εποπτείας άλλων οντοτήτων του χρηματοπιστωτικού τομέα και των αρχών που έχουν την ευθύνη της εποπτείας των χρηματοπιστωτικών αγορών·
– των οργάνων που συμμετέχουν στην εκκαθάριση και την πτώχευση ιδρυμάτων και σε άλλες παρεμφερείς διαδικασίες·
– των προσώπων τα οποία είναι επιφορτισμένα με τους εκ του νόμου ελέγχους των λογαριασμών πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών.
Οι πληροφορίες που λαμβάνονται υπόκεινται σε κάθε περίπτωση σε απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 57α παράγραφος 1.
2. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 57α παράγραφοι 1 και 3, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν, δυνάμει διατάξεων που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο, τη γνωστοποίηση ορισμένων πληροφοριών σε άλλα τμήματα της κεντρικής διοίκησής τους που είναι αρμόδια για το δίκαιο περί εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, καθώς και σε επιθεωρητές που ενεργούν για λογαριασμό των εν λόγω τμημάτων.
Ωστόσο, οι γνωστοποιήσεις αυτές μπορούν να πραγματοποιούνται όποτε κρίνεται απαραίτητο για την εποπτεία των εν λόγω ιδρυμάτων αναφορικά με τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία. Τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες υπόκεινται σε απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 57α παράγραφος 1.
3. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν τη γνωστοποίηση ορισμένων πληροφοριών που σχετίζονται με την εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων αναφορικά με τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία, προς κοινοβουλευτικές εξεταστικές επιτροπές στο κράτος μέλος τους, ελεγκτικά συνέδρια στο κράτος μέλος τους και άλλες οντότητες που αναλαμβάνουν τη διενέργεια ερευνών στο κράτος μέλος τους, υπό τις εξής προϋποθέσεις:
(α) οι οντότητες έχουν ακριβή εντολή βάσει του εθνικού δικαίου να ερευνούν ή να ελέγχουν τις ενέργειες των αρχών που είναι επιφορτισμένες με την εποπτεία των ιδρυμάτων αυτών ή με τη θέσπιση νόμων σχετικά με την εν λόγω εποπτεία·
(β) οι οντότητες θεωρούν τις πληροφορίες απαραίτητες για την εκπλήρωση της εντολής που αναφέρεται στο στοιχείο α)·
(γ) τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες υπόκεινται σε απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου βάσει του εθνικού δικαίου τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 57α παράγραφος 1·
(δ) όταν η πληροφορία προέρχεται από άλλο κράτος μέλος, γνωστοποιείται μόνο με τη ρητή συμφωνία των αρμόδιων αρχών που τη γνωστοποίησαν και μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους συμφώνησαν οι εν λόγω αρχές.
4. Το παρόν υποτμήμα επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές που εποπτεύουν πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς αναφορικά με τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία να διαβιβάζουν εμπιστευτικές πληροφορίες, για τους σκοπούς των καθηκόντων τους, σε άλλες αρχές επιφορτισμένες με την εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών σύμφωνα με άλλες οδηγίες ή κανονισμούς, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που ενεργεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.»
(21β) Στο τμήμα 3 του κεφαλαίου VI, παρεμβάλλεται το ακόλουθο υποτμήμα:
«Υποτμήμα IIIβ
Διεθνής συνεργασία
Άρθρο 57γ
1. Το κράτος μέλος θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι αρμόδιες αρχές του που εποπτεύουν τα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, καθώς και οι αρχές επιβολής του νόμου παρέχουν το μεγαλύτερο δυνατό εύρος διεθνούς συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών που αποτελούν ομολόγους των εθνικών αρμόδιων αρχών.
2. Το κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι υπάρχουν αποτελεσματικές δίοδοι που διευκολύνουν την άμεση και εποικοδομητική απευθείας ανταλλαγή μεταξύ ομολόγων, αυθόρμητα ή κατόπιν αιτήματος, πληροφοριών που σχετίζονται με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.»
(21γ) Το άρθρο 58 τροποποιείται ως εξής:
(α) στην παράγραφο 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, σε περιπτώσεις παραβάσεων που υπόκεινται σε ποινικές κυρώσεις, οι αρχές επιβολής του νόμου ενημερώνονται κατάλληλα για τις εν λόγω παραβάσεις.»
(β) Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:
«4α. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και οι αυτορρυθμιζόμενοι φορείς ενημερώνουν την Επιτροπή, όταν οι εθνικοί νόμοι εμποδίζουν τις εξουσίες εποπτείας και έρευνας που διαθέτουν και είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων τους.»
(21δ) Το άρθρο 59 τροποποιείται ως εξής:
(α) Το εισαγωγικό μέρος της παραγράφου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το παρόν άρθρο εφαρμόζεται τουλάχιστον σε περιπτώσεις παράβασης των υπόχρεων οντοτήτων να συμμορφωθούν προς τις απαιτήσεις που ορίζονται:
(β) στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το παρόν άρθρο εφαρμόζεται τουλάχιστον σε περιπτώσεις σοβαρής, επαναλαμβανόμενης ή συστηματικής ή συνδυασμού των ανωτέρω, παράβασης εκ μέρους των εταιρειών και άλλων νομικών οντοτήτων, ομίλων και άλλων τύπων νομικών ρυθμίσεων με δομή ή λειτουργίες παρόμοιες με αυτές ομίλων των υπόχρεων οντοτήτων να συμμορφωθούν προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 30 και 31.»
(γ) η παράγραφος 2 στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«(γ) σε περιπτώσεις σοβαρής, επαναλαμβανόμενης, συστηματικής παράβασης ή παράβασης που συνδυάζει τα ανωτέρω κριτήρια, και όταν υπόχρεη οντότητα υπόκειται σε χορήγηση άδειας λειτουργίας, την ανάκληση ή αναστολή της άδειας·
(δ) στην παράγραφο 3, παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:
«(βα) σε περιπτώσεις σοβαρής, επαναλαμβανόμενης, συστηματικής παράβασης ή παράβασης που συνδυάζει τα ανωτέρω κριτήρια, την ανάκληση της άδειας λειτουργίας·»
(21e) Το άρθρο 61 τροποποιείται ως εξής:
(α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
"1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και οι αυτορρυθμιζόμενοι φορείς θεσπίζουν αποτελεσματικούς και αξιόπιστους μηχανισμούς για την ενθάρρυνση των καταγγελιών στις αρμόδιες αρχές και στους αυτορρυθμιζόμενους φορείς ενδεχόμενων ή πραγματικών παραβάσεων των εθνικών διατάξεων που μεταφέρουν στο εθνικό δίκαιο την παρούσα οδηγία.
(β) στην παράγραφο 3, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν έναν ή περισσότερους ασφαλείς διαύλους επικοινωνίας για άτομα που επιθυμούν να αναφέρουν υπόνοιες για ξέπλυμα παράνομου χρήματος ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Τέτοιου είδους δίαυλοι εξασφαλίζουν ότι η ταυτότητα των προσώπων που παρέχουν πληροφορίες είναι γνωστές μόνο στις αρμόδιες αρχές. »
(21f) το άρθρο 64 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
(α) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«2. Η εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που προβλέπεται στο άρθρο 9 και στο άρθρο 48α ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις 25 Ιουνίου 2015.»
(β) η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«5. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει των άρθρων 9 και 48α τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.
(21ζ) Στο άρθρο 65 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο 1α:
«Η έκθεση συνοδεύεται, αν είναι απαραίτητο, από κατάλληλες προτάσεις, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, αυτών που σχετίζονται με τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων των κρατών μελών, πληρωμές μετρητών, εικονικά νομίσματα, εξουσιοδοτήσεις για τη σύσταση και τη διατήρηση κεντρικής βάσης δεδομένων με σκοπό την καταχώριση των ταυτοτήτων των χρηστών και των διευθύνσεων πορτοφολιού που είναι προσβάσιμες από τις ΜΧΠ, καθώς και υπεύθυνες δηλώσεις σχετικά με τη χρήση από χρήστες εικονικών νομισμάτων.
Έως τα τέλη του 2017, η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες των ΜΧΠ των κρατών μελών και τα εμπόδια στη συνεργασία. Η αξιολόγηση αυτή περιλαμβάνει την εκτίμηση των μέσων στήριξης της κοινής ανάλυσης διασυνοριακών περιπτώσεων και των λύσεων για την αύξηση του επιπέδου χρηματοοικονομικών πληροφοριών εντός της ΕΕ. Η έκθεση συνοδεύεται, αν κρίνεται απαραίτητο, από κατάλληλες προτάσεις για την άρση των εμποδίων κατά τη συνεργασία αναφορικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, την ανταλλαγή και τη χρήση των πληροφοριών. Η έκθεση περιλαμβάνει μια εκτίμηση της ανάγκης για:
(α) επιχειρησιακές οδηγίες σχετικά με την ορθή εφαρμογή της παρούσας οδηγίας·
(β) διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών σε διασυνοριακές περιπτώσεις·
(γ) έναν μηχανισμό επίλυσης διαφορών·
(δ) στήριξη της κοινής ανάλυσης στρατηγικού κινδύνου σε επίπεδο Ένωσης·
(ε) συγκρότηση ομάδων κοινής ανάλυσης για διασυνοριακές περιπτώσεις·
(στ) υποβολή αναφορών από τις υπόχρεες οντότητες απευθείας στο FIU.net·
(ζ) συγκρότηση μιας Ευρωπαϊκής Μονάδας Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών για την ενίσχυση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των εθνικών ΜΧΠ.»·
(22) Στο άρθρο 65, προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:
«Η έκθεση συνοδεύεται, αν είναι απαραίτητο, από κατάλληλες προτάσεις, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, εκείνων σε σχέση με εικονικά νομίσματα, εξουσιοδοτήσεις για τη σύσταση και τη διατήρηση κεντρικής βάσης δεδομένων για την καταχώριση των ταυτοτήτων των χρηστών και των διευθύνσεων πορτοφολιού που είναι προσβάσιμες στις ΜΧΠ, καθώς και φόρμες για τη δήλωση των στοιχείων από τους ίδιους τους χρήστες εικονικών νομισμάτων.»·
(23) στο άρθρο 66, η πρώτη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Οι οδηγίες 2005/60/ΕΚ και 2006/70/ΕΚ καταργούνται από την 1η Ιανουαρίου 2017.»·
(24) στο άρθρο 67 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία το αργότερο την 23η Φεβρουαρίου 2018. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.
(24α) Στο παράρτημα II, το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«(3) Γεωγραφικοί παράγοντες κινδύνου - καταχώριση:»
(25) στο παράρτημα III σημείο 2), το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«(γ) επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές εξ αποστάσεως, (χωρίς φυσική παρουσία των μερών), χωρίς ορισμένες διασφαλίσεις όπως μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης ή σχετικές υπηρεσίες εμπιστοσύνης όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 910/2014, ή εναλλακτικές τεχνικές εξ αποστάσεως ταυτοποίησης που υπόκεινται στην έγκριση των αρμόδιων αρχών·».
Άρθρο 2
Τροποποιήσεις της οδηγίας 2009/101/ΕΚ
Η οδηγία 2009/101/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:
(1) Στο κεφάλαιο 1 εισάγεται το ακόλουθο άρθρο 1α:
«Άρθρο 1α
Πεδίο εφαρμογής
Τα μέτρα για τη γνωστοποίηση πληροφοριών σχετικά με την πραγματική κυριότητα ισχύουν όσον αφορά τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις των κρατών μελών σε σχέση με:
(α) εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 30 της οδηγίας 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[20], συμπεριλαμβανομένων των τύπων εταιρειών που αναφέρονται στο άρθρο 1 της παρούσας οδηγίας ▌·
(β) καταπιστεύματα που αποτελούνται από οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο που διατηρείται από ή για λογαριασμό προσώπου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα η οποία συνίσταται ή περιλαμβάνει τη διαχείριση καταπιστευμάτων και ενεργεί ως καταπιστευματοδόχος ενός καταπιστεύματος κατά τη διάρκεια της εν λόγω επιχειρηματικής δραστηριότητας με σκοπό την αποκόμιση κέρδους, καθώς και άλλα είδη νομικών ρυθμίσεων που έχουν δομή ή λειτουργία παρεμφερή με τα εν λόγω καταπιστεύματα.»
(1α) Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:
(α) παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:
«(αα) μη γνωστοποίησης των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο επακριβώς και πλήρως, όπως ορίζεται στο άρθρο 7β·»
(β) προστίθεται το ακόλουθο σημείο:
«(βα) μη γνωστοποίησης των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο, όπως ορίζεται στο άρθρο 7β.
(γ) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όπου ισχύουν υποχρεώσεις για τα νομικά πρόσωπα, μπορούν να επιβάλλονται ποινές στα μέλη του διοικητικού οργάνου ή σε οποιαδήποτε άλλα φυσικά πρόσωπα τα οποία, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, ευθύνονται για την παράβαση.»
(2) Στο κεφάλαιο 2 εισάγεται το ακόλουθο άρθρο 7β:
«Άρθρο 7β
Δημοσιοποίηση πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο
1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που απαιτούνται για να εξασφαλιστεί η υποχρεωτική γνωστοποίηση από τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1α στοιχεία α) και β) της παρούσας οδηγίας επαρκών, ακριβών και επίκαιρων πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο τους, σύμφωνα με τα άρθρα 30 και 31 της οδηγίας 2015/849.
Οι πληροφορίες αποτελούνται τουλάχιστον από το όνομα, την ημερομηνία γέννησης, την υπηκοότητα, τη χώρα διαμονής και τα στοιχεία επικοινωνίας (χωρίς γνωστοποίηση της διεύθυνσης κατοικίας) του πραγματικού δικαιούχου, καθώς επίσης και το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχει.
2. Η δημοσιοποίηση πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, διασφαλίζεται μέσω των κεντρικών μητρώων που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 3 της οδηγίας 2015/849.
3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διατίθενται στο κοινό επίσης μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων που αναφέρεται στο άρθρο 4α παράγραφος 2, σύμφωνα με τους κανόνες περί προστασίας των δεδομένων και τα πρότυπα ανοιχτών δεδομένων, και με την επιφύλαξη ηλεκτρονικής εγγραφής.
4. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο, όταν η πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θα εξέθετε τον πραγματικό δικαιούχο σε κίνδυνο εξαπάτησης, απαγωγής, εκβιασμού, βίας ή εκφοβισμού ή εάν ο πραγματικός δικαιούχος είναι ανήλικος ή με άλλον τρόπο ανίκανος, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν κατά περίπτωση εξαίρεση από την υποχρεωτική γνωστοποίηση του συνόλου ή μέρους των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εξαιρέσεις αυτές χορηγούνται κατόπιν λεπτομερούς αξιολόγησης της εξαιρετικής φύσης των περιστάσεων, ενώ η αξιολόγηση είναι, κατόπιν σχετικής αίτησης, προσβάσιμη από την Επιτροπή. Οι εξαιρέσεις επαναξιολογούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα για να αποφεύγονται οι καταχρήσεις. Όταν χορηγείται εξαίρεση, κάτι τέτοιο πρέπει να αναφέρεται σαφώς στο μητρώο. Τα δικαιώματα σε διοικητική επανεξέταση της απόφασης εξαίρεσης και σε αποτελεσματική δικαστική προσφυγή είναι εξασφαλισμένα. Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν ετήσια στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των εξαιρέσεων που χορηγήθηκαν και τους λόγους που δηλώθηκαν, και υποβάλλουν τα δεδομένα στην Επιτροπή.
5. Τα προσωπικά δεδομένα των πραγματικών δικαιούχων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 γνωστοποιούνται με σκοπό να δίνεται η δυνατότητα σε τρίτους και στην κοινωνία των πολιτών στο σύνολό της να γνωρίζουν ποιοι είναι οι πραγματικοί δικαιούχοι, συμβάλλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο στην αποτροπή της κατάχρησης των νομικών οντοτήτων και των νομικών ρυθμίσεων μέσω ενισχυμένης δημόσιας εξέτασης. Για τον σκοπό αυτό, αυτές οι πληροφορίες παραμένουν διαθέσιμες στο κοινό μέσω των εθνικών μητρώων και μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων επί 10 έτη μετά τη διαγραφή της οντότητας ή της ρύθμισης από το μητρώο.».
5α. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να παρακολουθούν αποτελεσματικά και να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, ώστε να εξασφαλίζεται συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν επαρκείς εξουσίες, συμπεριλαμβανόμενης της εξουσίας να απαιτούν την προσκόμιση οποιωνδήποτε πληροφοριών σχετικών με την παρακολούθηση της συμμόρφωσης και να διενεργούν ελέγχους, και διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς και τεχνικούς πόρους και ανθρώπινο δυναμικό για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το προσωπικό των εν λόγω αρχών διατηρεί υψηλό επαγγελματικό επίπεδο, μεταξύ άλλων και σε ζητήματα εμπιστευτικότητας και προστασίας των δεδομένων, διακρίνεται για την ακεραιότητά του και διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα.».
Άρθρο 2α
Τροποποιήσεις της οδηγίας 2013/36/ΕΕ
Στο άρθρο 56 παράγραφος 1 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:
(στ α) αρχών αρμόδιων για την εποπτεία των υπόχρεων οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημεία 1) και 2) της οδηγίας 2015/849 αναφορικά με τη συμμόρφωση προς αυτήν την οδηγία.»
Άρθρο 3
Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2017. Κοινοποιούν αμέσως την Επιτροπή για το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.
Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.
2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 4
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 5
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Στρασβούργο,
Για το Ευρωπαϊκό ΚοινοβούλιοΓια το Συμβούλιο
Ο ΠρόεδροςΟ Πρόεδρος
- [1] Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
- [2] Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
- [3] * Τροπολογίες: το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ▌.
- [4] ΕΕ C […] της […], σ. […].
- [5] ΕΕ C […] της […], σ. […].
- [6] Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).
- [7] Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή Περιφερειών με τίτλο «Το ευρωπαϊκό θεματολόγιο για την ασφάλεια», COM(2015) 185 final.
- [8] Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας COM(2016) 50 final.
- [9] Οδηγία 2009/101/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα κράτη μέλη εκ μέρους των εταιρειών, κατά την έννοια του άρθρου 48 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης, για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων, με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες (EE L 258 της 1.10.2009, σ. 11).
- [10] Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).
- [11] Κανονισμός (EΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).
- [12] Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τον σκοπό της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).
- [13] Απόφαση-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2008, για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις (ΕΕ L 350 της 30.12.2008, σ.60).
- [14] Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τον σκοπό της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).
- [15] ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.
- [16] Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.
- [17] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ.45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ.1)
- [18] ΕΕ C …
- [19] Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).
- [20] Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).»·
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Ανάπτυξης (1.12.2016)
προς την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων
σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/101/ΕΚ
(COM(2016)0450 – C8-0265/2016 – 2016/0208(COD))
Συντάκτρια γνωμοδότησης: Elly Schlein
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ
Η Επιτροπή υπέβαλε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο πρόταση για την περαιτέρω ενίσχυση των κανόνων της ΕΕ που αφορούν την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, με σκοπό να αντιμετωπιστεί η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και να βελτιωθεί η διαφάνεια ως προς τους πραγματικούς δικαιούχους εταιρειών και καταπιστευμάτων, και έτσι να ενισχυθεί ο αγώνας κατά της φοροαποφυγής.
Η συντάκτρια της γνωμοδότησης χαιρετίζει τις τροποποιήσεις που προτείνει η Επιτροπή, οι οποίες αντιπροσωπεύουν κάποια θετικά βήματα προόδου στο πρόβλημα της φοροδιαφυγής και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Τα Έγγραφα του Παναμά απέδειξαν για άλλη μια φορά την επείγουσα ανάγκη αποτελεσματικών κανόνων για την επαλήθευση της πραγματικής κυριότητας εταιρειών και άλλων νομικών προσώπων. Ειδικότερα, ένα τεράστιο ποσό πόρων χάθηκε για τις αναπτυσσόμενες χώρες λόγω ύποπτων συναλλαγών και ενός δικτύου παράνομων δραστηριοτήτων που περιλαμβάνουν τη χρήση ανώνυμων εταιριών-βιτρίνας και καταπιστευμάτων.
Εντούτοις, η πρόταση, ως έχει, δεν απαντά ακόμη με την τόλμη και τον επείγοντα χαρακτήρα που αναμένουν οι πολίτες. Η συντάκτρια πιστεύει ότι ορισμένα σοβαρά κενά παραμένουν: δεν θα οφείλουν όλα τα καταπιστεύματα να αποκαλύπτουν στο κοινό τους λεγόμενους πραγματικούς δικαιούχους (BOs), και ορισμένα θα μπορούν να μην τους αποκαλύπτουν παρά μόνο σε όσους μπορούν να αποδείξουν «έννομο συμφέρον». Όσον αφορά τις εταιρείες, η ισχύουσα οδηγία περιλαμβάνει διάταξη που ορίζει ότι, αν η ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου δεν μπορεί να προσδιοριστεί, τότε αντ’ αυτού μπορεί να κατονομάζεται κάποιο ανώτερο διοικητικό στέλεχος. Επιπλέον, μολονότι το όριο για τον πραγματικό δικαιούχο μειώνεται από ποσοστό κυριότητας 25% σε 10% των μετοχών, η εν λόγω αλλαγή είναι εύθραυστη, δεδομένου ότι αφορά μόνον τις «παθητικές μη χρηματοπιστωτικές οντότητες».
Αν και η συντάκτρια υποστηρίζει τις προσπάθειες της Επιτροπής, θεωρεί ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πρέπει να προχωρήσουν περισσότερο στη διόρθωση των ελλείψεων που απειλούν να αποδυναμώσουν τον αγώνα κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και την καταπολέμηση της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής σε ολόκληρο τον πλανήτη. Εάν δεν κλείσουν τα κενά αυτά, οι αρχές των αναπτυσσόμενων χωρών θα εξακολουθήσουν να δυσκολεύονται να διαπεράσουν το εταιρικό προπέτασμα που δημιουργούν οι εταιρείες-βιτρίνας στην Ευρώπη και να ανακτήσουν κλεμμένα περιουσιακά στοιχεία και να αντιμετωπίσουν τις παράνομες χρηματοοικονομικές ροές. Η ΕΕ δεν θα πρέπει να χάσει την ευκαιρία να ενισχύσει περαιτέρω τους κανόνες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για τη βελτίωση της διαφάνειας, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες των αναπτυσσόμενων χωρών, που πλήττονται ιδιαίτερα από την μάστιγα των παράνομων χρηματοοικονομικών ροών. H συνοχή της αναπτυξιακής πολιτικής απαιτεί να δώσουμε τη δυνατότητα στις αναπτυσσόμενες χώρες να αξιοποιήσουν τους δικούς τους εγχώριους πόρους, ιδίως μέσω της φορολογίας. Μόνο η πλήρης δημοσιότητα θα επιτρέψει στους πολίτες των αναπτυσσόμενων χωρών να πετύχουν να μη χρησιμοποιούνται οι ανώνυμες εταιρείες-βιτρίνας για να «ξεπλένουν» αλλού πόρους βασικούς για την ανάπτυξη.
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ
Η Επιτροπή Ανάπτυξης καλεί την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδιες επί της ουσίας, να λάβουν υπόψη τους τις ακόλουθες τροπολογίες:
Τροπολογία 1 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 9 α (νέα) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||||||||||||||||||||
|
(9α) Τόσο η Ένωση και τα κράτη μέλη της, αφενός, όσο και οι τρίτες χώρες, αφετέρου, έχουν ευθύνη για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η συνεργασία με τρίτες χώρες θα πρέπει επίσης να επικεντρωθεί περαιτέρω στην ενίσχυση των χρηματοπιστωτικών συστημάτων και των διοικήσεων των αναπτυσσομένων χωρών για να τους επιτραπεί να συμμετέχουν καλύτερα στην παγκόσμια διεργασία της φορολογικής μεταρρύθμισης, προκειμένου να αποθαρρυνθεί το οικονομικό έγκλημα και οι σχετικές παράνομες δραστηριότητες, και να εφαρμόσουν μηχανισμούς καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες οι οποίοι θα συμβάλουν σε καλύτερη ανταλλαγή δεδομένων και πληροφοριών με άλλες χώρες με σκοπό τον εντοπισμό της απάτης και των τρομοκρατών. | |||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 2 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 21 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||||||||||||||||||||
(21) Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ο συγκεκριμένος παράγοντας που καθορίζει το κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρακολούθηση και την καταγραφή των πληροφοριών για τον πραγματικό δικαιούχο καταπιστευμάτων και ανάλογων νομικών μορφωμάτων. Για να αποφευχθεί αυτό, λόγω των διαφορών στα νομικά συστήματα των κρατών μελών, ορισμένα καταπιστεύματα δεν παρακολουθούνται και δεν είναι καταχωρισμένα πουθενά στην Ένωση, όλα τα καταπιστεύματα και τα ανάλογα νομικά μορφώματα θα πρέπει να καταχωρίζονται εκεί όπου γίνεται η διαχείρισή τους. Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική παρακολούθηση και καταχώριση των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο των καταπιστευμάτων, είναι επίσης απαραίτητη η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. |
(21) Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ο συγκεκριμένος παράγοντας που καθορίζει το κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρακολούθηση και την καταγραφή των πληροφοριών για τον πραγματικό δικαιούχο καταπιστευμάτων και ανάλογων νομικών μορφωμάτων. Για να αποφευχθεί αυτό, λόγω των διαφορών στα νομικά συστήματα των κρατών μελών, ορισμένα καταπιστεύματα δεν παρακολουθούνται και δεν είναι καταχωρισμένα πουθενά στην Ένωση, όλα τα καταπιστεύματα και τα ανάλογα νομικά μορφώματα θα πρέπει να καταχωρίζονται εκεί όπου δημιουργούνται, γίνεται η διαχείρισή τους ή λειτουργούν. Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική παρακολούθηση και καταχώριση των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο των καταπιστευμάτων, είναι επίσης απαραίτητη η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. | |||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 3 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 35 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||||||||||||||||||||
(35) Για να εξασφαλιστεί η αναλογικότητα, οι πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο σε σχέση με άλλα καταπιστεύματα, εκτός από εκείνες που αποτελούνται από οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο που διατηρείται από ή για λογαριασμό προσώπου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα η οποία συνίσταται ή περιλαμβάνει τη διαχείριση καταπιστευμάτων και ενεργεί ως καταπιστευματοδόχος ενός καταπιστεύματος κατά τη διάρκεια της εν λόγω επιχειρηματικής δραστηριότητας με σκοπό την αποκόμιση κέρδους, θα πρέπει να είναι διαθέσιμες μόνον σε συμβαλλόμενα μέρη που έχουν έννομο συμφέρον. Το έννομο συμφέρον σε σχέση με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και τα συναφή βασικά αδικήματα θα πρέπει να δικαιολογείται από άμεσα διαθέσιμα μέσα, όπως το καταστατικό ή η δήλωση αποστολής μη κυβερνητικών οργανώσεων, ή βάσει αποδεδειγμένων προηγούμενων δραστηριοτήτων σχετικών με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή συναφών βασικών αδικημάτων, ή αποδεδειγμένο ιστορικό ερευνών ή δράσεων στον εν λόγω τομέα. |
διαγράφεται | |||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 4 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 35 α (νέα) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||||||||||||||||||||
|
(35α) Μολονότι η καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της τρομοκρατίας είναι θεμιτός στόχος, τα μέτρα που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να παρεμποδίζουν τις προσιτές σε όλους, χωρίς διακρίσεις, χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες εντός της Ένωσης και σε τρίτες χώρες. | |||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 5 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 35 β (νέα) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||||||||||||||||||||
|
(35β) Τα εμβάσματα αντιπροσωπεύουν σημαντική συμβολή στην οικογένεια και την ανάπτυξη της κοινότητας. Μολονότι αναγνωρίζεται η σημασία της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να παρεμποδίζουν τις αποστολές εμβασμάτων από διεθνείς μετανάστες. | |||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 6 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 35 γ (νέα) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||||||||||||||||||||
|
(35γ) Η ανθρωπιστική βοήθεια αποσκοπεί στο να παρέχει βοήθεια και αρωγή στα άτομα που βρίσκονται σε κατάσταση ανάγκης σε παγκόσμιο επίπεδο και έχει ύψιστη σημασία. Τα μέτρα για την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και της φοροδιαφυγής δεν θα πρέπει να αποτελούν εμπόδιο για τα άτομα και τους οργανισμούς όσον αφορά τη χρηματοδότηση αυτής της βοήθειας προς όφελος των ανθρώπων που τη χρειάζονται. | |||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 7 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 2 – στοιχείο -α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 3 – σημείο 6 – στοιχείο α | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:32015L0849&rid=1 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 8 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 2 – στοιχείο α Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 3 – σημείο 6 – στοιχείο α – σημείο i | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 9 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 2 – στοιχείο α α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 3 – σημείο 6 – στοιχείο β | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?qid=1479387654876&uri=CELEX%3A32015L0849 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αφού ένα καταπίστευμα μπορεί να έχει περισσότερους του ενός ιδρυτές ή προστάτες, οι ορισμοί περί του πραγματικού δικαιούχου πρέπει να παραπέμπουν «στον ή τους» «ιδρυτές» και «προστάτες», όπως ήδη γίνεται με «τον ή τους καταπιστευματοδόχους» και «τους δικαιούχους». Διαφορετικά, η αμφισημία αυτή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να καταγράφεται μόνον ένας από τους πιθανώς πολλούς ιδρυτές ή προστάτες. Ήδη, τον πληθυντικό για όλα τα ενεχόμενα μέρη ενός καταπιστεύματος τον ζητούν και τα σχόλια του OOΣA για τα Κοινά Πρότυπα Αναφοράς (CRS) στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 10 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 8 α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 28 – στοιχείο γ | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:32015L0849&qid=1479377482666&from=EN | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 11 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 9 – στοιχείο -α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 30 – παράγραφος 4 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
(http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:32015L0849&qid=1479377482666&from=EN) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 12 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 9 – στοιχείο α | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 13 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 9 – στοιχείο α α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 30 – παράγραφος 5 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?qid=1479387654876&uri=CELEX:32015L0849 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Οι πληροφορίες που υπάρχουν στα μητρώα των πραγματικών δικαιούχων πρέπει να είναι προσβάσιμες στο κοινό σε μορφή ανοικτών δεδομένων. H απαίτηση να δημιουργήσουν τα κράτη μέλη τα μητρώα βάσει των προτύπων των ανοικτών δεδομένων αποκλείει επίσης τα μητρώα όπου η αναζήτηση μπορεί να γίνει με τη χρήση μιας και μόνης παραμέτρου, π.χ. του ονόματος της εταιρείας. Επί πλέον, διευκολύνει αφάνταστα τη διασύνδεση των μητρώων των κρατών μελών, που πρέπει να γίνει εντός των επόμενων ετών. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 14 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 9 – στοιχείο γ Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 30 – παράγραφος 9 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
H διατύπωση θα μπορούσε να ερμηνευθεί κατά τρόπο που να δημιουργεί αυτόματη ομαδική εξαίρεση για όσες εταιρείες περιλαμβάνουν ως πραγματικό δικαιούχο ένα τουλάχιστον πρόσωπο κάτω από μια ορισμένη ηλικία. H τρέχουσα μνεία περί κινδύνου εξαπάτησης θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να ζητηθεί εξαίρεση εξ ολοκλήρου για λόγους οικονομικής ζημίας. Όταν χορηγείται εξαίρεση, αυτή πρέπει να εμφαίνεται ευκρινώς στο μητρώο που είναι προσβάσιμο στο κοινό. Επί πλέον, οι εξαιρέσεις αυτές πρέπει να χορηγούνται με χρονικούς περιορισμούς. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 15 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 10 – στοιχείο α Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 1 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 16 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 10 – στοιχείο β Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 3α | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Πρέπει να καλυφθούν όλα τα ήδη υφιστάμενα αλλά και τα μελλοντικά νομικά μορφώματα που είναι ισοδύναμα με καταπιστεύματα. Tα κράτη μέλη πρέπει να απαιτούν την καταχώρηση όλων των καταπιστευμάτων που διέπονται από το δίκαιό τους ή που τα διαχειρίζεται μόνιμος κάτοικος ΕΕ, ακόμη κι αν όλα τα μέρη του καταπιστεύματος και τα περιουσιακά στοιχεία του δεν βρίσκονται στην ΕΕ. Mε τον τρόπο αυτό τα κράτη μέλη μπορούν να εξασφαλίσουν ότι το δίκαιό τους ή οι μόνιμοι κάτοικοί τους δεν θα διευκολύνουν το ξέπλυμα χρήματος ή τη φοροδιαφυγή προς άλλα σημεία του πλανήτη, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό για τις αναπτυσσόμενες χώρες | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 17 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 10 – στοιχείο δ Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 4 α | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τα ανοικτά δεδομένα είναι κρίσιμης σημασίας για να μην αποκρύπτονται οι πραγματικοί δικαιούχοι των καταπιστευμάτων: επιτρέπουν τη συλλογή και ανάλυση μεγάλων ποσοτήτων δεδομένων με σκοπό να εντοπίζονται καλύτερα ανωμαλίες, συστηματικές συμπεριφορές, προειδοποιητικά σήματα (red flags) κλπ. καθώς και να συνδυάζονται δεδομένα πραγματικών δικαιούχων με πληροφορίες από άλλες κατάλληλες πηγές δεδομένων, σημαντικές για την ανίχνευση περιπτώσεων διαφθοράς σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα, δηλ. συμβάσεις και διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 18 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 10 – στοιχείο δ Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 4β | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
H απαίτηση να γνωστοποιούν οι υπόχρεες οντότητες τις ασυμφωνίες ανάμεσα στις δικές τους διαδικασίες δέουσας επιμέλειας (CDD) και στα κεντρικά μητρώα πραγματικών δικαιούχων (BO) θα βελτιώσει τα δεδομένα των κεντρικών μητρώων. Nα τονισθεί ακόμη ότι οι υπόχρεες οντότητες δεν πρέπει να στηρίζονται στις πληροφορίες των κεντρικών μητρώων, αλλά οφείλουν να εκτελούν τη δική τους ανεξάρτητη διαδικασία δέουσας επιμέλειας σχετικά με τον πελάτη, ώστε να γνωρίζουν ποιός είναι αυτός. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 19 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 10 – στοιχείο δ α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 5 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
(http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:32015L0849&qid=1479377482666&from=EN) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 20 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 10 – στοιχείο ε Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 7α – εδάφιο 1 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
βλ. Άρθρο 1 παράγραφο 1 – σημείο 9 – στοιχείο γ. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 21 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – σημείο 10 – στοιχείο η Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 10 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ένα καταπίστευμα πρέπει να είναι καταχωρημένο σε όλα τα κράτη μέλη όπου διαθέτει σημεία σύνδεσης. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 22 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 2 – σημείο 1 α (νέο) Οδηγία 2009/101/ΕΚ Άρθρο 7 – στοιχείο β α (νέο) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
(http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:32009L0101&rid=1) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 23 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 2 – σημείο 1 β (νέο) Οδηγία 2009/101/ΕΚ Άρθρο 7 – παράγραφος 1 α (νέα) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
(http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:32009L0101&rid=1) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 24 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 2 – σημείο 2 Οδηγία 2009/101/ΕΚ Άρθρο 7β – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 25 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 2 – σημείο 2 Οδηγία 2009/101/ΕΚ Άρθρο 7 β – παράγραφος 3 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 26 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 2 – σημείο 2 Οδηγία 2009/101/ΕΚ Άρθρο 7 β – παράγραφος 4 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 27 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 2 – σημείο 2 Οδηγία 2009/101/ΕΚ Άρθρο 7 β – παράγραφος 5 α (νέα) | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
Τίτλος |
Πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας |
||||
Έγγραφα αναφοράς |
COM(2016)0450 – C8-0265/2016 – 2016/0208(COD) |
||||
Επιτροπές αρμόδιες επί της ουσίας Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
ECON 12.9.2016 |
LIBE 12.9.2016 |
|
|
|
Γνωμοδότηση της Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
DEVE 12.9.2016 |
||||
Συντάκτης(τρια) γνωμοδότησης Ημερομηνία ορισμού |
Elly Schlein 21.10.2016 |
||||
Άρθρο 55 - Κοινές συνεδριάσεις επιτροπών Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
6.10.2016 |
||||
Εξέταση στην επιτροπή |
7.11.2016 |
|
|
|
|
Ημερομηνία έγκρισης |
29.11.2016 |
|
|
|
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
19 1 2 |
|||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Ignazio Corrao, Nirj Deva, Raymond Finch, Doru-Claudian Frunzulică, Charles Goerens, Enrique Guerrero Salom, Maria Heubuch, Teresa Jiménez-Becerril Barrio, Linda McAvan, Norbert Neuser, Paavo Väyrynen, Bogdan Brunon Wenta, Rainer Wieland, Ελένη Θεοχάρους |
||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Marina Albiol Guzmán, Seb Dance, Ádám Kósa, Adam Szejnfeld, Patrizia Toia |
||||
Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Xabier Benito Ziluaga, Dariusz Rosati, Jarosław Wałęsa |
||||
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (8.12.2016)
προς την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων
σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/101/ΕΚ
(COM(2016)0450 – C8-0265/2016 – 2016/0208(COD))
Συντάκτης γνωμοδότησης: Emmanuel Maurel
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ
Η Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου καλεί την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδιες επί της ουσίας, να λάβουν υπόψη τους τις ακόλουθες τροπολογίες:
Τροπολογία 1 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 5 α (νέα) | ||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||
|
(5α) Θα πρέπει, όπου είναι δυνατόν, να χρησιμοποιούνται πολιτικές και δράσεις σε άλλους συναφείς τομείς αρμοδιοτήτων της Ένωσης, για παράδειγμα στο διεθνές εμπόριο και την αναπτυξιακή συνεργασία, με σκοπό να συμπληρωθεί το εγχείρημα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οι εν λόγω πολιτικές και δράσεις θα πρέπει να επιδιώκουν να συμπληρώνουν και όχι να υπονομεύουν άλλους στόχους πολιτικής της Ένωσης. | |||||||||||||||
Τροπολογία 2 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 10 α (νέα) | ||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||
|
(10α) Η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η φοροδιαφυγή διενεργούνται όλο και περισσότερο μέσω των εμπορικών συναλλαγών, με τη χειραγώγηση των τιμών, των ποσοτήτων ή της ποιότητας. Η χρηματοπιστωτική και φορολογική διαφάνεια αποτελούν κορυφαίες προτεραιότητες της εμπορικής πολιτικής της Ένωσης και, επομένως, στις χώρες που ανέχονται τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη φοροδιαφυγή δεν θα πρέπει να παρέχεται κανένα προνόμιο εμπορικών συναλλαγών με την Ένωση. | |||||||||||||||
Τροπολογία 3 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 10 β (νέα) | ||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||
|
(10β) Σύμφωνα με τη στρατηγική «Εμπόριο για όλους», θα πρέπει να ληφθούν περαιτέρω αποτελεσματικά μέτρα όσον αφορά το εμπόριο στον τομέα των υπηρεσιών με σκοπό να αποτραπεί η κατάχρηση του για παράνομες χρηματοοικονομικές ροές, δεδομένου ότι οι ελεύθερες εμπορικές συναλλαγές για αγαθά και υπηρεσίες με αναπτυσσόμενες χώρες αυξάνουν τον κίνδυνο της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, οι δε εμπορικές συναλλαγές της Ένωσης στον τομέα των υπηρεσιών με φορολογικούς παραδείσους είναι εξαπλάσιες των αντίστοιχων συναλλαγών με συγκρίσιμες χώρες, ενώ δεν υφίστανται τέτοιες διαφορές στο εμπόριο αγαθών. | |||||||||||||||
Τροπολογία 4 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 10 γ (νέα) | ||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||
|
(10γ) Εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να συντάξει έκθεση προς τα κράτη μέλη σχετικά με τα πιθανά νομικά κενά που υπάρχουν στα κεφάλαια των ισχυουσών εμπορικών συμφωνιών της ΕΕ με τρίτες χώρες για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την εγκατάσταση, ιδίως όσον αφορά τον ορισμό της επένδυσης και της εγκατάστασης, το πεδίο εφαρμογής και τις προθεσμίες των ειδικών εξαιρέσεων προληπτικής φύσεως, την ύπαρξη ή μη ανώτατων ορίων για τις πληρωμές μεταξύ μερών των εμπορικών συμφωνιών, τα νομίσματα που επιτρέπονται για αυτές τις πληρωμές, την επιβεβαίωση του τραπεζικού απορρήτου και την ύπαρξη διατάξεων σχετικά με την ανταλλαγή δεδομένων. | |||||||||||||||
Τροπολογία 5 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 10 δ (νέα) | ||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||
|
(10δ) Η ελευθέρωση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών θα πρέπει να υπόκειται σε καλύτερους ελέγχους και σε εκ των προτέρων ανάλυση από τις αρμόδιες αρχές· έχοντας υπόψη τη ραγδαία εξέλιξη της καινοτομίας στον χρηματοπιστωτικό τομέα, η συμπερίληψη των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στις εμπορικές συμφωνίες και εταιρικές σχέσεις της Ένωσης θα πρέπει να βασίζεται σε θετικούς καταλόγους. | |||||||||||||||
Τροπολογία 6 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 10 ε (νέα) | ||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||
|
(10ε) Τα κεφάλαια για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την εγκατάσταση στις μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες θα πρέπει να περιέχουν στενούς ορισμούς των επενδύσεων, ώστε να εξαιρούνται τα προϊόντα που ενέχουν μεγάλη πιθανότητα μεταφοράς αφορολόγητων χρημάτων· θα πρέπει να προβλέπουν την κατάρτιση δημόσιων μητρώων των τελικών πραγματικών δικαιούχων εταιρειών, καταπιστευμάτων και παρόμοιων νομικών μορφωμάτων που ιδρύονται, διοικούνται ή λειτουργούν στα εδάφη που καλύπτονται από τη συμφωνία εμπορίου· θα πρέπει να περιλαμβάνουν ρυθμίσεις σχετικά με τη συνεργασία στο πλαίσιο του ελέγχου των χρηματοπιστωτικών ροών και της άρσης του τραπεζικού απορρήτου, σύμφωνα με τους κανόνες περί προστασίας δεδομένων και τα πρότυπα ανοικτών δεδομένων· θα πρέπει να διευρύνουν το πεδίο και τις προθεσμίες για τις εξαιρέσεις προληπτικής φύσεως πέραν της «ανισορροπίας των αναγκών πληρωμών» και να αντικαταστήσουν τις δεσμεύσεις για «καταβολή βέλτιστης προσπάθειας» με υποχρεωτικές διατάξεις. | |||||||||||||||
Τροπολογία 7 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 37 α (νέα) | ||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||
|
(37α) Τα βασικά πρότυπα διαφάνειας θα πρέπει να είναι δεσμευτικά και να διέπουν τις διαπραγματεύσεις και επαναδιαπραγματεύσεις των εμπορικών συμφωνιών και εταιρικών σχέσεων της Ένωσης. Οι εμπορικοί εταίροι θα πρέπει να χάνουν τα οφέλη που χορηγούνται στο πλαίσιο των εμπορικών συμφωνιών με την Ένωση, όταν δεν τηρούν τα σχετικά διεθνή πρότυπα, όπως το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς του ΟΟΣΑ, το σχέδιο δράσης για τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη μεταφορά κερδών του ΟΟΣΑ, το κεντρικό μητρώο πραγματικών δικαιούχων και οι συστάσεις της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης (FATF). Στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη μεταφορά κερδών του ΟΟΣΑ, είναι σημαντικό να εφαρμόζεται πλήρως για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις το σύστημα υποβολής στοιχείων ανά χώρα. | |||||||||||||||
Τροπολογία 8 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 37 β (νέα) | ||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||
|
(37β) Εκτιμήσεις αντικτύπου όσον αφορά τη βιωσιμότητα του εμπορίου θα πρέπει να περιλαμβάνουν λεπτομερείς πληροφορίες όσον αφορά την επίδοση της εκάστοτε τρίτης χώρας ή των χωρών στον τομέα αυτό, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των σχετικών νομοθετικών διατάξεων. Η ενίσχυση των ρητρών καλής διακυβέρνησης στις διμερείς συμφωνίες με τρίτες χώρες και η παροχή σε αυτές τεχνικής βοήθειας θα πρέπει να αποτελεί βασικό στοιχείο των συμφωνιών αυτών, ακόμα και στην περίπτωση που οι ρήτρες αυτές δεν είναι δεσμευτικές. | |||||||||||||||
Τροπολογία 9 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 37 γ (νέα) | ||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | |||||||||||||||
|
(37γ) Σε περίπτωση που υφίστανται ήδη ή είναι υπό διαπραγμάτευση, εμπορικές συμφωνίες με αναπτυσσόμενες χώρες, πρέπει, στο πλαίσιο της συμφωνίας, να διατίθενται επαρκείς πόροι για τη δημιουργία τεχνικών, στελεχικών και θεσμικών ικανοτήτων που απαιτούνται για την υλοποίηση των προαναφερθεισών απαιτήσεων. Οι ετήσιες εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή των εμπορικών συμφωνιών που έχει συνάψει η Ένωση με τρίτες χώρες θα πρέπει να έχουν ειδικό κεφάλαιο για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την εγκατάσταση, και να περιλαμβάνουν επαληθεύσιμες πληροφορίες σχετικά με τη συμμόρφωση προς τις προαναφερθείσες απαιτήσεις. | |||||||||||||||
Τροπολογία 10 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο -1 (νέο) Οδηγία 2015/849/ΕΕ Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 3 – στοιχείο ε | ||||||||||||||||
| ||||||||||||||||
(http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EN/TXT/HTML/?uri=CELEX:32015L0849&from=IT) | ||||||||||||||||
Τροπολογία 11 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 2α (νέο) Οδηγία 2015/849/ΕΕ Άρθρο 11 – στοιχείο γ | ||||||||||||||||
| ||||||||||||||||
(http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EN/TXT/HTML/?uri=CELEX:32015L0849&from=IT) | ||||||||||||||||
Τροπολογία 12 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 7 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 18α – παράγραφος 1 – εισαγωγικό μέρος | ||||||||||||||||
|
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
Τίτλος |
Πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας |
||||
Έγγραφα αναφοράς |
COM(2016)0450 – C8-0265/2016 – 2016/0208(COD) |
||||
Επιτροπές αρμόδιες επί της ουσίας Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
ECON 12.9.2016 |
LIBE 12.9.2016 |
|
|
|
Γνωμοδότηση της Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
INTA 12.9.2016 |
||||
Συντάκτης(τρια) γνωμοδότησης Ημερομηνία ορισμού |
Emmanuel Maurel 12.10.2016 |
||||
Άρθρο 55 - Κοινές συνεδριάσεις επιτροπών Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
6.10.2016 |
||||
Εξέταση στην επιτροπή |
29.11.2016 |
|
|
|
|
Ημερομηνία έγκρισης |
5.12.2016 |
|
|
|
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
16 4 7 |
|||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Laima Liucija Andrikienė, Maria Arena, Tiziana Beghin, Karoline Graswander-Hainz, Jude Kirton-Darling, Bernd Lange, Marine Le Pen, David Martin, Anne-Marie Mineur, Sorin Moisă, Alessia Maria Mosca, Godelieve Quisthoudt-Rowohl, Inmaculada Rodríguez-Piñero Fernández, Tokia Saïfi, Marietje Schaake, Helmut Scholz, Joachim Schuster, Joachim Starbatty |
||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Bendt Bendtsen, Reimer Böge, Klaus Buchner, Edouard Ferrand, Agnes Jongerius, Sander Loones |
||||
Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Mairead McGuinness, Molly Scott Cato, Ramón Luis Valcárcel Siso |
||||
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (18.1.2017)
προς την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων
σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 που αφορά την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/101/EΚ
(COM(2016)0450 – C8-0265/2016 – 2016/0208(COD))
Συντάκτης γνωμοδότησης: Κώστας Χρυσόγονος
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ
I. Εισαγωγή
Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην τροποποίηση δύο πρόσφατων νομοθετημάτων της ΕΕ σχετικά με τους χρηματοοικονομικούς ελέγχους και τη διαφάνεια, προκειμένου να προαχθεί η πάταξη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, φαινομένων που βρίσκουν έδαφος στα κενά των χρηματοοικονομικών ελέγχων[1].
Στο πλαίσιο αυτό, εντοπίζονται τα ακόλουθα πέντε βασικά προβλήματα: 1. ύποπτες συναλλαγές που αφορούν τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου δεν παρακολουθούνται αποτελεσματικά λόγω των ασαφών και μη συντονισμένων απαιτήσεων για τη διενέργεια δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη· 2. ύποπτες συναλλαγές με τη χρήση εικονικών νομισμάτων δεν παρακολουθούνται επαρκώς από τις αρχές, οι οποίες δεν είναι σε θέση να κάνουν τη σύνδεση ταυτοτήτων και συναλλαγών· 3. τα υφιστάμενα μέτρα για τον μετριασμό των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες/χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που συνδέονται με τα ανώνυμα προπληρωμένα μέσα είναι ανεπαρκή· 4. οι μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ) δεν έχουν πρόσβαση σε –και δεν ανταλλάσσουν– πληροφορίες που κατέχουν οι υπόχρεες οντότητες· 5. οι ΜΧΠ στερούνται πρόσβασης ή έχουν καθυστερημένη πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών[2].
Στο πεδίο αυτό, είναι σημαντικό να βρεθεί η σωστή ισορροπία ανάμεσα στη θέσπιση επαρκών ελέγχων για την αποτελεσματική αποτροπή των οικονομικών εγκλημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, αφενός, και στην προστασία της ιδιωτικής ζωής και των θεμελιωδών δικαιωμάτων, αφετέρου. Τα τελευταία χρόνια, η αυξανόμενη ζημία που οφείλεται σε χρηματοοικονομικές παρατυπίες και τρομοκρατική δραστηριότητα έχει διαταράξει την ισορροπία αυτή, δεδομένου ότι για την προστασία της κοινωνίας στο σύνολό της απαιτούνται ισχυρότερα μέτρα. Το ζήτημα, λοιπόν, αφορά την εξισορρόπηση των συμφερόντων αυτών, τα οποία μπορεί να είναι ως ένα βαθμό αντικρουόμενα, καθώς και στην αρχή της αναλογικότητας.
II. Ρύθμιση των εικονικών νομισμάτων
Τα εικονικά νομίσματα αποτελούν προς το παρόν περιθωριακό φαινόμενο, αλλά είναι πιθανό να έχουν στο μέλλον ολοένα και μεγαλύτερη σημασία. Ταυτόχρονα, είναι προφανές ότι μπορεί να γίνει κατάχρηση των νομισμάτων αυτών για εγκληματικούς σκοπούς. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή προτείνει να επιβληθούν στις πλατφόρμες ανταλλαγής εικονικών νομισμάτων και στους παρόχους υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών ορισμένες από τις υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών που ισχύουν για τους παρόχους παραδοσιακών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Σε αυτό το πλαίσιο, οι εθνικές μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ) θα πρέπει να μπορούν να συσχετίζουν τις διευθύνσεις των εικονικών νομισμάτων με την ταυτότητα του κατόχου του εικονικού χρήματος.
Ο συντάκτης γνωμοδότησης επικροτεί το εν λόγω μέτρο, αλλά συμφωνεί με την άποψη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι η εισαγωγή αυτής της υποχρέωσης παροχής πληροφοριών θα πρέπει να διατυπωθεί κατά τρόπο ώστε να μην μπορεί να εκληφθεί ως ενθάρρυνση των εικονικών νομισμάτων.
III. Περιορισμοί στις ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες
Οι ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες μπορούν να είναι ένα χρήσιμο μέσο πληρωμής, ιδίως για μικρά ποσά. Ωστόσο, μπορούν να χρησιμοποιηθούν με δόλιο τρόπο[3]. Η Επιτροπή προτείνει τη μείωση του ορίου για πληρωμές μέσω αυτών των καρτών χωρίς συστηματική διεξαγωγή ελέγχων δέουσας επιμέλειας, καθώς και τον τερματισμό της εξαίρεσης των ηλεκτρονικών πληρωμών από τον έλεγχο δέουσας επιμέλειας.
Ο συντάκτης γνωμοδότησης συντάσσεται με τη διενέργεια αυστηρότερων ελέγχων στις κάρτες αυτές, δεδομένου ότι υπάρχουν αποδεδειγμένες περιπτώσεις κατάχρησής τους, αλλά εκτιμά ότι πρέπει να αποφευχθεί το ενδεχόμενο η αυστηρότητα των περιορισμών να καθιστά τις κάρτες αυτές εκ των πραγμάτων άχρηστες. Θεωρεί, επιπλέον, ότι θα πρέπει να μελετηθεί προσεκτικά ο αντίκτυπος των προτεινόμενων μέτρων στην ανταγωνιστικότητα, και ειδικά στις ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται στον τομέα των προπληρωμένων μέσων και των εικονικών νομισμάτων.
IV. Εξουσίες των ΜΧΠ όσον αφορά την πρόσβαση σε πληροφορίες
Με βάση την πρόταση της Επιτροπής, οι εξουσίες των ΜΧΠ των κρατών μελών να ζητούν πληροφορίες από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αυξάνονται. Επί του παρόντος, οι ΜΧΠ μπορούν να ζητήσουν πληροφορίες μόνο εάν το συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα τις έχει ειδοποιήσει για την ύπαρξη ασυνήθους δραστηριότητας. Με την πρόταση επιτρέπονται, ως εκ τούτου, τα αιτήματα motu proprio. Πρόκειται επίσης να δημιουργηθούν στα κράτη μέλη κεντρικά μητρώα για τους κατόχους τραπεζικών λογαριασμών.
Ο συντάκτης γνωμοδότησης εκτιμά ότι, δεδομένων των συνθηκών, οι περιορισμοί στο χρηματοπιστωτικό απόρρητο είναι δικαιολογημένοι. Σε κάθε περίπτωση, τα θεμελιώδη δικαιώματα όλων των μερών πρέπει να γίνονται απολύτως σεβαστά.
V. Κοινή προσέγγιση έναντι τρίτων χωρών υψηλού κινδύνου
Η ΕΕ διαθέτει σήμερα έναν σχετικά σύντομο κοινό κατάλογο τρίτων χωρών υψηλού κινδύνου στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές των οποίων θα πρέπει να επιδεικνύεται ιδιαίτερη προσοχή. Η πρόταση ορίζει κοινά πρότυπα για τη διαχείριση χρηματοοικονομικών συναλλαγών προς και από τις εν λόγω δικαιοδοσίες.
Ο συντάκτης γνωμοδότησης φρονεί ότι αυτή η κοινή προσέγγιση είναι επιβεβλημένη.
VI. Πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο
Μία από τις σημαντικότερες πτυχές της πρότασης αφορά στις αυξημένες υποχρεώσεις ως προς τη δήλωση πληροφοριών σχετικά με την πραγματική κυριότητα εταιρικών δομών, εταιρειών καταπιστευματικής διαχείρισης και παρεμφερών μορφωμάτων και την παροχή πρόσβασης στις πληροφορίες αυτές. Πολλά πρόσφατα χρηματοπιστωτικά και πολιτικά σκάνδαλα κατέδειξαν ότι αυτού του είδους τα μορφώματα μπορεί να αποτελέσουν τρόπο για να αποφευχθεί η φορολόγηση ή η ορθή εποπτεία χρηματοπιστωτικών υποθέσεων. Στόχος της πρότασης είναι να αποκτήσει πρόσβαση το κοινό σε ένα περιεκτικότερο μητρώο που θα περιλαμβάνει ορισμένες πληροφορίες σχετικά με την πραγματική κυριότητα εταιρικών δομών ή εταιρειών καταπιστευματικής διαχείρισης, αντί να παραχωρείται πρόσβαση μόνο σε ορισμένους φορείς. Επιπλέον, επεξηγούνται επίσης οι ισχύοντες κανόνες σχετικά με την καταγραφή των εταιρειών καταπιστευματικής διαχείρισης.
Ο συντάκτης γνωμοδότησης θεωρεί ότι η αυξημένη αυτή διαφάνεια είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη του κοινού στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ιδιαίτερη σημασία έχει, το όριο το οποίο θα θεσπιστεί για τη δήλωση των δικαιωμάτων που κατέχει ο πραγματικός δικαιούχος να είναι αρκετά χαμηλό –η πρόταση της Επιτροπής για μείωση του ορίου από 25% σε 10% μπορεί να γίνει δεκτή.
VII. Συμπέρασμα
Ο συντάκτης γνωμοδότησης εκτιμά ότι πρόκειται για μια επίκαιρη και αναγκαία πρόταση προκειμένου να ενισχυθεί το νομικό πλαίσιο της Ένωσης για την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. H πρόταση της Επιτροπής μπορεί να υιοθετηθεί ως προς τις βασικές της γραμμές, αλλά με ορισμένες τροπολογίες στόχος των οποίων είναι η περαιτέρω ενίσχυση της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, με παράλληλη διασφάλιση του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο πεδίο αυτό.
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ
Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων καλεί την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδιες επί της ουσίας, να λάβουν υπόψη τους τις ακόλουθες τροπολογίες:
Τροπολογία 1 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 1 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(1) Η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου24 αποτελεί το βασικό νομικό μέσο για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Η εν λόγω οδηγία, η οποία πρόκειται να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο έως τις 26 Ιουνίου 2017 καθορίζει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο για την αντιμετώπιση της συγκέντρωσης χρημάτων ή περιουσιακών στοιχείων για τρομοκρατικούς σκοπούς, απαιτώντας από τα κράτη μέλη να εντοπίζουν, να αντιλαμβάνονται και να μετριάζουν τους κινδύνους όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. |
(1) Η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου24 αποτελεί το βασικό νομικό μέσο για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Η εν λόγω οδηγία, η οποία πρόκειται να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο έως τις 26 Ιουνίου 2017, καθορίζει ένα επικαιροποιημένο, διαφανές, αποτελεσματικό και ολοκληρωμένο νομικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση της συγκέντρωσης χρημάτων ή περιουσιακών στοιχείων για τρομοκρατικούς σκοπούς, απαιτώντας από τα κράτη μέλη να εντοπίζουν, να αντιλαμβάνονται, να μετριάζουν και να προλαμβάνουν τους κινδύνους όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
_________________ |
_________________ | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
24 Οδηγία 2015/849/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής, ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73· |
24 Οδηγία 2015/849/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής, ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73· | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 2 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 2 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(2) Οι πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις ανέδειξαν τις αναδυόμενες νέες τάσεις, ιδίως όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι τρομοκρατικές ομάδες χρηματοδοτούν και διεξάγουν τις δραστηριότητές τους. Ορισμένες σύγχρονες υπηρεσίες τεχνολογίας καθίστανται όλο και πιο δημοφιλείς ως εναλλακτικά χρηματοπιστωτικά συστήματα και παραμένουν εκτός του πεδίου εφαρμογής της νομοθεσίας της Ένωσης ή επωφελούνται από εξαιρέσεις που δεν μπορούν πλέον να δικαιολογηθούν. Προκειμένου να συμβαδίσουμε με τις εξελισσόμενες τάσεις, θα πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για τη βελτίωση του υφιστάμενου πλαισίου πρόληψης. |
(2) Οι πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις ανέδειξαν τις αναδυόμενες νέες τάσεις, ιδίως όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι τρομοκρατικές ομάδες χρηματοδοτούν και διεξάγουν τις δραστηριότητές τους. Ορισμένες σύγχρονες υπηρεσίες τεχνολογίας καθίστανται όλο και πιο δημοφιλείς ως εναλλακτικά χρηματοπιστωτικά συστήματα και παραμένουν εκτός του πεδίου εφαρμογής της νομοθεσίας της Ένωσης ή επωφελούνται από εξαιρέσεις που δεν μπορούν πλέον να δικαιολογηθούν. Προκειμένου να συμβαδίσουμε με τις εξελισσόμενες τάσεις, θα πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για την αύξηση της διαφάνειας των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και των εταιρικών οντοτήτων εντός του νομικού πλαισίου πρόληψης που ισχύει στην Ένωση, με στόχο τη βελτίωση του υφιστάμενου πλαισίου πρόληψης και την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 3 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 3 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(3) Ενώ θα πρέπει να επιδιώκονται οι στόχοι της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, τυχόν τροποποιήσεις της εν λόγω οδηγίας πρέπει να συνάδουν με τις εν εξελίξει δράσεις της Ένωσης στον τομέα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Το ευρωπαϊκό θεματολόγιο για την ασφάλεια25 υπέδειξε την ανάγκη λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας με πιο αποτελεσματικό και ολοκληρωμένο τρόπο, τονίζοντας ότι η διείσδυση στις χρηματοπιστωτικές αγορές επιτρέπει τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης-18ης Δεκεμβρίου 2015 τόνισαν επίσης την ανάγκη να αναληφθεί γρήγορα περαιτέρω δράση κατά της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας σε όλους τους τομείς. |
(3) Ενώ θα πρέπει να επιδιώκονται οι στόχοι της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, τυχόν τροποποιήσεις της εν λόγω οδηγίας πρέπει να συνάδουν με τις εν εξελίξει δράσεις της Ένωσης στον τομέα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα θεμελιώδη δικαιώματα και αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και στο πλαίσιο του σεβασμού και της εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας. Το ευρωπαϊκό θεματολόγιο για την ασφάλεια25 εντόπισε ως προτεραιότητα την αναβάθμιση του νομικού πλαισίου της ΕΕ για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, υποδεικνύοντας την ανάγκη λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας με πιο αποτελεσματικό και ολοκληρωμένο τρόπο, τονίζοντας ότι η διείσδυση στις χρηματοπιστωτικές αγορές επιτρέπει τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης-18ης Δεκεμβρίου 2015 τόνισαν επίσης την ανάγκη να αναληφθεί γρήγορα περαιτέρω δράση κατά της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας σε όλους τους τομείς. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
_________________ |
_________________ | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
25 Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή Περιφερειών με τίτλο «Το ευρωπαϊκό θεματολόγιο για την ασφάλεια», COM(2015) 185 final. |
25 Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή Περιφερειών με τίτλο «Το ευρωπαϊκό θεματολόγιο για την ασφάλεια», COM(2015) 185 final. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 4 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 5 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(5) Τα μέτρα της Ένωσης πρέπει επίσης να αντανακλούν με ακρίβεια τις εξελίξεις και τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί σε διεθνές επίπεδο. Το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 2199(2015) προτρέπει τα κράτη να εμποδίσουν τις τρομοκρατικές ομάδες να αποκτήσουν πρόσβαση σε διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. |
(5) Τα μέτρα της Ένωσης πρέπει επίσης να αντανακλούν με ακρίβεια τις εξελίξεις και τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί σε διεθνές επίπεδο. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 2199(2015) και 2253(2015) καλούν τα κράτη να εμποδίσουν τις τρομοκρατικές ομάδες να αποκτήσουν πρόσβαση σε διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 5 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 6 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(6) Οι πάροχοι υπηρεσιών ανταλλαγής μεταξύ εικονικών νομισμάτων και παραστατικών νομισμάτων (δηλαδή νομισμάτων που έχουν αναγνωριστεί ως νόμιμο χρήμα), καθώς και οι πάροχοι υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών για εικονικά νομίσματα δεν έχουν υποχρέωση να εντοπίζουν την ύποπτη δραστηριότητα. Ως εκ τούτου, οι τρομοκρατικές ομάδες είναι σε θέση να μεταφέρουν χρήματα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ένωσης ή εντός δικτύων εικονικών νομισμάτων, συγκαλύπτοντας μεταφορές ή επωφελούμενες από έναν ορισμένο βαθμό ανωνυμίας στις εν λόγω πλατφόρμες. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 ούτως ώστε να περιλαμβάνει τις πλατφόρμες ανταλλαγής εικονικών νομισμάτων και τους παρόχους υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να μπορούν να παρακολουθούν τη χρήση των εικονικών νομισμάτων. Αυτό θα παρείχε ισορροπημένη και αναλογική προσέγγιση, διασφαλίζοντας την τεχνολογική πρόοδο και τον υψηλό βαθμό διαφάνειας που έχει επιτευχθεί στον τομέα της εναλλακτικής χρηματοδότησης και της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. |
(6) Οι πάροχοι υπηρεσιών ανταλλαγής μεταξύ εικονικών νομισμάτων και παραστατικών νομισμάτων (δηλαδή νομισμάτων που έχουν αναγνωριστεί ως νόμιμο χρήμα), οι πάροχοι υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών για εικονικά νομίσματα, οι εκδότες, διαχειριστές, διαμεσολαβητές και διανομείς εικονικών νομισμάτων, και οι διαχειριστές και πάροχοι συστημάτων ηλεκτρονικών πληρωμών δεν έχουν υποχρέωση να εντοπίζουν την ύποπτη δραστηριότητα. Ως εκ τούτου, οι τρομοκρατικές ομάδες είναι σε θέση να μεταφέρουν χρήματα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ένωσης ή εντός δικτύων εικονικών νομισμάτων, συγκαλύπτοντας μεταφορές ή επωφελούμενες από έναν ορισμένο βαθμό ανωνυμίας στις εν λόγω πλατφόρμες. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 ούτως ώστε να περιλαμβάνει τις πλατφόρμες ανταλλαγής εικονικών νομισμάτων, τους εκδότες, διαχειριστές, διαμεσολαβητές και διανομείς εικονικών νομισμάτων, και τους διαχειριστές και παρόχους συστημάτων ηλεκτρονικών πληρωμών. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να μπορούν να παρακολουθούν τη χρήση των εικονικών νομισμάτων, προκειμένου να εντοπίζουν ύποπτες δραστηριότητες. Αυτό θα παρείχε ισορροπημένη και αναλογική προσέγγιση, διασφαλίζοντας συγχρόνως τόσο την καινοτόμο τεχνολογική πρόοδο που προσφέρεται από τέτοια νομίσματα όσο και τον υψηλό βαθμό διαφάνειας που έχει επιτευχθεί στον τομέα της εναλλακτικής χρηματοδότησης και της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 6 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 7 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(7) Η αξιοπιστία των εικονικών νομισμάτων δεν θα αυξηθεί αν χρησιμοποιούνται για εγκληματικούς σκοπούς. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η ανωνυμία θα καταστεί περισσότερο εμπόδιο παρά πλεονέκτημα για τη χρήση των εικονικών νομισμάτων και την εξάπλωση των δυνητικών οφελών τους. Η συμπερίληψη εικονικών πλατφορμών ανταλλαγής και παρόχων υπηρεσιών θεματοφυλακής πορτοφολιών δεν θα αντιμετωπίσει εξ ολοκλήρου το ζήτημα της ανωνυμίας που συνδέεται με συναλλαγές σε εικονικά νομίσματα, από τη στιγμή που μεγάλο μέρος του περιβάλλοντος εικονικών νομισμάτων θα παραμείνει ανώνυμο διότι οι χρήστες μπορούν επίσης να συναλλάσσονται χωρίς πλατφόρμες ανταλλαγής ή παρόχους υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών. Για την καταπολέμηση των κινδύνων που σχετίζονται με την ανωνυμία, οι εθνικές Μονάδες Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (ΜΧΠ) θα πρέπει να μπορούν να συσχετίζουν τις διευθύνσεις των εικονικών νομισμάτων με την ταυτότητα του ιδιοκτήτη των εικονικών νομισμάτων. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να αξιολογηθεί περαιτέρω η δυνατότητα να επιτρέπεται στους χρήστες να δηλώνουν οι ίδιοι τα στοιχεία τους στις αρμόδιες αρχές σε εθελοντική βάση. |
(7) Για την καταπολέμηση των κινδύνων που σχετίζονται με την ανωνυμία, τα εικονικά νομίσματα δεν θα πρέπει να είναι ανώνυμα και οι εθνικές Μονάδες Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (ΜΧΠ) θα πρέπει να μπορούν να συσχετίζουν τις διευθύνσεις των εικονικών νομισμάτων με την ταυτότητα του ιδιοκτήτη των εικονικών νομισμάτων. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(Βλέπε τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 12ης Οκτωβρίου 2016 – CON/2016/49) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Μολονότι είναι ευκταία η θέσπιση κανόνων για την πρόληψη της χρήσης εικονικών νομισμάτων για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα πρέπει κατ’ ανάγκη να το πράξει με τρόπο που να υιοθετεί τη χρήση των νομισμάτων αυτών. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 7 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 11 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(11) Οι προπληρωμένες κάρτες γενικής χρήσης έχουν νόμιμες χρήσεις και να αποτελούν μέσο που συμβάλλει στην χρηματοοικονομική ένταξη. Ωστόσο, οι ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες είναι εύκολο να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση τρομοκρατικών επιθέσεων και της εφοδιαστικής των τρομοκρατών. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να στερηθούν οι τρομοκράτες αυτό το μέσο χρηματοδότησης των επιχειρήσεών τους, μέσω περαιτέρω μείωσης των ορίων και των μέγιστων ποσών κάτω από τα οποία οι υπόχρεες οντότητες επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν ορισμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας προς τον πελάτη τα οποία προβλέπονται από την οδηγία (ΕΕ) 2015/849. Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ανάγκες των καταναλωτών στη χρήση προπληρωμένων μέσων γενικής χρήσης και χωρίς να εμποδίζεται η χρήση των εν λόγω μέσων για την προώθηση της κοινωνικής και χρηματοοικονομικής ένταξης, είναι σημαντικό να μειωθούν τα υφιστάμενα όρια για τις ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες γενικής χρήσης και να καταργηθεί η εξαίρεση δέουσας επιμέλειας προς τον πελάτη για την επιγραμμική χρήση τους. |
(11) Οι προπληρωμένες κάρτες γενικής χρήσης, οι οποίες θεωρούνται κοινωνικά χρήσιμες, έχουν νόμιμες χρήσεις και αποτελούν προσιτό μέσο που συμβάλλει στην χρηματοοικονομική ένταξη. Ωστόσο, οι ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες είναι εύκολο να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση τρομοκρατικών επιθέσεων και της εφοδιαστικής των τρομοκρατών. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να στερηθούν οι τρομοκράτες αυτό το μέσο χρηματοδότησης των επιχειρήσεών τους, μέσω περαιτέρω μείωσης των ορίων και των μέγιστων ποσών κάτω από τα οποία οι υπόχρεες οντότητες επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν ορισμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας προς τον πελάτη τα οποία προβλέπονται από την οδηγία (ΕΕ) 2015/849. Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ανάγκες των καταναλωτών στη χρήση προπληρωμένων μέσων γενικής χρήσης για θεμιτούς σκοπούς και χωρίς να εμποδίζεται η χρήση των εν λόγω μέσων για την προώθηση της κοινωνικής και χρηματοοικονομικής ένταξης, είναι σημαντικό να μειωθούν τα υφιστάμενα όρια για τις ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες γενικής χρήσης. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 8 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 13 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(13) Οι ΜΧΠ διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον προσδιορισμό ιδίως των διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών πράξεων των τρομοκρατικών δικτύων και στον εντοπισμό των χρηματοδοτών τους. Λόγω της έλλειψης περιοριστικών διεθνών προτύπων, οι ΜΧΠ διατηρούν σημαντικές διαφορές όσον αφορά τις λειτουργίες, τις αρμοδιότητες και τις εξουσίες τους. Ωστόσο, αυτές οι διαφορές δεν θα πρέπει να επηρεάζουν τη δραστηριότητα μιας ΜΧΠ, ιδίως την ικανότητά της να αναπτύσσει προληπτικές αναλύσεις για την υποστήριξη όλων των αρχών που είναι επιφορτισμένες με δραστηριότητες παροχής πληροφοριών, ερευνητικές και δικαστικές δραστηριότητες, καθώς και με τη διεθνή συνεργασία. Οι ΜΧΠ θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες και να μπορούν να τις ανταλλάσσουν χωρίς εμπόδια, μεταξύ άλλων μέσω της κατάλληλης συνεργασίας με τις αρχές επιβολής του νόμου. Σε όλες τις περιπτώσεις όπου υπάρχει υποψία εγκληματικότητας και, ειδικότερα, σε υποθέσεις που αφορούν τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, οι πληροφορίες θα πρέπει να ρέουν άμεσα και γρήγορα, χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί περαιτέρω η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των ΜΧΠ, μέσω αποσαφήνισης των εξουσιών και της συνεργασίας μεταξύ των ΜΧΠ. |
(13) Οι μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ), ως αποκεντρωμένο και καλά οργανωμένο δίκτυο, βοηθούν τα κράτη μέλη της ΕΕ να συνεργάζονται καλύτερα μεταξύ τους. Διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον προσδιορισμό ιδίως των διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών πράξεων των τρομοκρατικών δικτύων και στον εντοπισμό των χρηματοδοτών τους. Λόγω της έλλειψης περιοριστικών διεθνών προτύπων, οι ΜΧΠ διατηρούν σημαντικές διαφορές όσον αφορά τις λειτουργίες, τις αρμοδιότητες και τις εξουσίες τους. Ωστόσο, αυτές οι διαφορές δεν θα πρέπει να επηρεάζουν τη δραστηριότητα μιας ΜΧΠ, ιδίως την ικανότητά της να αναπτύσσει προληπτικές αναλύσεις για την υποστήριξη όλων των αρχών που είναι επιφορτισμένες με δραστηριότητες παροχής πληροφοριών, ερευνητικές και δικαστικές δραστηριότητες, καθώς και με τη διεθνή συνεργασία. Οι ΜΧΠ θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες και να μπορούν να τις ανταλλάσσουν χωρίς εμπόδια, μεταξύ άλλων μέσω της κατάλληλης συνεργασίας με τις αρχές επιβολής του νόμου. Σε όλες τις περιπτώσεις όπου υπάρχει υποψία εγκληματικότητας και, ειδικότερα, σε υποθέσεις που αφορούν τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, οι πληροφορίες θα πρέπει να ρέουν άμεσα και γρήγορα, χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί περαιτέρω η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των ΜΧΠ, μέσω αποσαφήνισης των εξουσιών και της συνεργασίας μεταξύ των ΜΧΠ. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 9 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 13 α (νέα) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
(13α) Η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ΜΧΠ με σκοπό τη συνδρομή και στήριξη των ΜΧΠ των κρατών μελών στα καθήκοντά τους θα ήταν ένα αποτελεσματικό και οικονομικά αποδοτικό μέσο για την εξασφάλιση της λήψης, ανάλυσης και κοινοποίησης εκθέσεων σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας στην εσωτερική αγορά. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 10 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 14 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(14) Οι ΜΧΠ θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν από οποιαδήποτε υπόχρεη οντότητα όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τις λειτουργίες της. Η απρόσκοπτη πρόσβαση στις πληροφορίες είναι απαραίτητη για να εξασφαλιστεί ότι οι ροές χρήματος μπορούν να εντοπιστούν σωστά και τα παράνομα δίκτυα και οι ροές ανιχνεύονται σε πρώιμο στάδιο. Όταν οι ΜΧΠ πρέπει να λάβουν πρόσθετες πληροφορίες από υπόχρεες οντότητες βάσει υποψίας για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η εν λόγω υποψία μπορεί να προκληθεί από προηγούμενη έκθεση για ύποπτες συναλλαγές που αναφέρεται στη ΜΧΠ, αλλά και με άλλα μέσα, όπως ανάλυση της ίδιας της ΜΧΠ, πληροφορίες που παρέχονται από τις αρμόδιες αρχές ή πληροφορίες που διατηρούνται από άλλη ΜΧΠ. Ως εκ τούτου, οι ΜΧΠ πρέπει να μπορούν να λαμβάνουν πληροφορίες από οποιαδήποτε υπόχρεη οντότητα, ακόμη και χωρίς να συνταχθεί προηγούμενη έκθεση από την επιμέρους υπόχρεη οντότητα. Μια ΜΧΠ θα πρέπει επίσης να μπορεί να αποκτήσει τις εν λόγω πληροφορίες βάσει αιτήματος που υποβάλλεται από άλλη ΜΧΠ της Ένωσης και να ανταλλάσσει τις πληροφορίες με την αιτούσα ΜΧΠ. |
(14) Οι ΜΧΠ θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν από οποιαδήποτε υπόχρεη οντότητα όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τις λειτουργίες της. Η απρόσκοπτη πρόσβαση στις πληροφορίες είναι απαραίτητη για να εξασφαλιστεί ότι οι ροές χρήματος μπορούν να εντοπιστούν σωστά και τα παράνομα δίκτυα και οι ροές ανιχνεύονται σε πρώιμο στάδιο. Όταν οι ΜΧΠ πρέπει να λάβουν πρόσθετες πληροφορίες από υπόχρεες οντότητες βάσει υποψίας για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η εν λόγω υποψία μπορεί να προκληθεί από προηγούμενη έκθεση για ύποπτες συναλλαγές που αναφέρεται στη ΜΧΠ, αλλά και με άλλα μέσα, όπως ανάλυση της ίδιας της ΜΧΠ, πληροφορίες που παρέχονται από τις αρμόδιες αρχές ή πληροφορίες που διατηρούνται από άλλη ΜΧΠ. Ως εκ τούτου, οι ΜΧΠ πρέπει να μπορούν να λαμβάνουν τις χρηματοοικονομικές, διοικητικές και περί της επιβολής του νόμου πληροφορίες που χρειάζονται για να ασκήσουν σωστά τα καθήκοντά τους από οποιαδήποτε υπόχρεη οντότητα, ακόμη και χωρίς να συνταχθεί προηγούμενη έκθεση από την επιμέρους υπόχρεη οντότητα. Μια ΜΧΠ θα πρέπει επίσης να μπορεί να αποκτήσει τις εν λόγω πληροφορίες βάσει αιτήματος που υποβάλλεται από άλλη ΜΧΠ της Ένωσης και να ανταλλάσσει τις πληροφορίες με την αιτούσα ΜΧΠ. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 11 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 15 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(15) Η καθυστερημένη πρόσβαση στις πληροφορίες από ΜΧΠ και άλλες αρμόδιες αρχές σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών δυσχεραίνει την ανίχνευση των μεταφορών χρηματικών ποσών που αφορούν την τρομοκρατία. Τα εθνικά στοιχεία που επιτρέπουν την εξακρίβωση των τραπεζικών λογαριασμών και των λογαριασμών πληρωμών που ανήκουν σε ένα άτομο είναι κατακερματισμένα και, ως εκ τούτου, δεν είναι προσβάσιμα εγκαίρως στις ΜΧΠ και τις άλλες αρμόδιες αρχές. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να ιδρυθούν κεντρικοί αυτοματοποιημένοι μηχανισμοί, όπως μητρώο ή σύστημα ανάκτησης δεδομένων, σε όλα τα κράτη μέλη ως αποτελεσματικό μέσο για την απόκτηση έγκαιρης πρόσβασης στις πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών, των πληρεξουσίων και των πραγματικών δικαιούχων τους. |
(15) Η καθυστερημένη πρόσβαση στις πληροφορίες από ΜΧΠ και άλλες αρμόδιες αρχές σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών και των κατόχων θυρίδων ασφαλείας, ιδίως ανώνυμων, δυσχεραίνει την ανίχνευση των μεταφορών χρηματικών ποσών που αφορούν την τρομοκρατία. Τα εθνικά στοιχεία που επιτρέπουν την εξακρίβωση των τραπεζικών λογαριασμών και των λογαριασμών πληρωμών και των θυρίδων ασφαλείας που ανήκουν σε ένα άτομο είναι κατακερματισμένα και, ως εκ τούτου, δεν είναι προσβάσιμα εγκαίρως στις ΜΧΠ και τις άλλες αρμόδιες αρχές. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να ιδρυθούν κεντρικοί αυτοματοποιημένοι μηχανισμοί, όπως μητρώο ή σύστημα ανάκτησης δεδομένων, σε όλα τα κράτη μέλη ως αποτελεσματικό μέσο για την απόκτηση έγκαιρης πρόσβασης στις πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών και των κατόχων θυρίδων ασφαλείας, των πληρεξουσίων και των πραγματικών δικαιούχων τους. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 12 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 16 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(16) Για να γίνει σεβαστή η ιδιωτική ζωή και να προστατευτούν τα προσωπικά δεδομένα, τα εν λόγω μητρώα θα πρέπει να αποθηκεύουν τα ελάχιστα δεδομένα που είναι απαραίτητα για την εκτέλεση των ερευνών ΚΞΧ. Τα ενδιαφερόμενα υποκείμενα των δεδομένων θα πρέπει να ενημερώνονται ότι τα δεδομένα τους καταγράφονται και είναι προσβάσιμα στις ΜΧΠ και θα πρέπει να λαμβάνουν ένα σημείο επαφής για την άσκηση των δικαιωμάτων πρόσβασης και διόρθωσής τους. Κατά τη μεταφορά αυτών των διατάξεων στο εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίζουν μέγιστες περιόδους διατήρησης (που υποστηρίζονται από επαρκή αιτιολογία ως προς τη διάρκειά τους) όσον αφορά την καταχώριση των προσωπικών δεδομένων στα μητρώα και να προβλέπουν την καταστροφή τους, μόλις οι πληροφορίες δεν είναι πλέον αναγκαίες για τον αναφερόμενο σκοπό. Η πρόσβαση στα μητρώα και τις βάσεις δεδομένων θα πρέπει να περιορίζεται βάσει της αρχής «ανάγκη γνώσης». |
(16) Για να γίνει σεβαστή η ιδιωτική ζωή και να προστατευτούν τα προσωπικά δεδομένα, τα εν λόγω μητρώα θα πρέπει να αποθηκεύουν τα ελάχιστα δεδομένα που είναι απαραίτητα για την εκτέλεση των ερευνών ΚΞΧ ή ερευνών σχετικά με τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Τα ενδιαφερόμενα υποκείμενα των δεδομένων θα πρέπει να ενημερώνονται ότι τα δεδομένα τους καταγράφονται και είναι προσβάσιμα στις ΜΧΠ και θα πρέπει να λαμβάνουν ένα σημείο επαφής για την άσκηση των δικαιωμάτων πρόσβασης και διόρθωσής τους. Κατά τη μεταφορά αυτών των διατάξεων στο εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίζουν μέγιστες περιόδους διατήρησης (που υποστηρίζονται από επαρκή αιτιολογία ως προς τη διάρκειά τους) όσον αφορά την καταχώριση των προσωπικών δεδομένων στα μητρώα και να προβλέπουν την καταστροφή τους, μόλις οι πληροφορίες δεν είναι πλέον αναγκαίες για τον αναφερόμενο σκοπό. Η πρόσβαση στα μητρώα και τις βάσεις δεδομένων θα πρέπει να περιορίζεται βάσει της αρχής «ανάγκη γνώσης» κατόπιν εκτίμησης κινδύνου. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 13 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 17 α (νέα) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
(17α) Ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA) είναι το κέντρο πραγματογνωσίας της Ένωσης για την ασφάλεια των δικτύων και των πληροφοριών· ο ENISA θα πρέπει να αποκτήσει τη δυνατότητα να ανταλλάσσει απρόσκοπτα πληροφορίες με τις αρχές επιβολής του νόμου, προκειμένου να καταστεί δυνατή η συνεργασία στον τομέα της κυβερνασφάλειας, η οποία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην καταπολέμηση της χρηματοδότησης εγκληματικών δραστηριοτήτων, περιλαμβανομένης της τρομοκρατίας. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 14 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 17 β (νέα) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
(17β) Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) θα πρέπει να κληθεί να επικαιροποιήσει το εγχείρημά της για διαφάνεια, ώστε να αντιμετωπίσει τις σημερινές προκλήσεις, προκειμένου να προλαμβάνεται αποτελεσματικότερα η χρήση των χρηματοπιστωτικών συστημάτων για σκοπούς νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 15 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 18 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(18) Το όριο του πραγματικού δικαιούχου που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 6 εδάφιο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 δεν κάνει διάκριση μεταξύ γνήσιων εμπορικών εταιρειών και εταιρειών που δεν ασκούν ενεργή επιχειρηματική δραστηριότητα και χρησιμοποιούνται ως επί το πλείστον ως ενδιάμεση δομή μεταξύ των περιουσιακών στοιχείων ή του εισοδήματος και του τελικού πραγματικού δικαιούχου. Για τον τελευταίο, το καθορισμένο όριο παρακάμπτεται εύκολα, με αποτέλεσμα να μην προσδιορίζεται η ταυτότητα των φυσικών προσώπων τα οποία τελικά κατέχουν ή ελέγχουν τη νομική οντότητα. Για να αποσαφηνιστούν καλύτερα οι πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο όσον αφορά τις ενδιάμεσες δομές που υιοθετούν εταιρική μορφή, είναι απαραίτητο να καθιερωθεί ένα συγκεκριμένο όριο από το οποίο συνάγεται η ένδειξη της ιδιοκτησίας. |
(18) Το όριο του πραγματικού δικαιούχου που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 6 εδάφιο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 δεν κάνει διάκριση μεταξύ γνήσιων εμπορικών εταιρειών και εταιρειών που δεν ασκούν ενεργή επιχειρηματική δραστηριότητα και χρησιμοποιούνται ως επί το πλείστον ως ενδιάμεση δομή μεταξύ των περιουσιακών στοιχείων ή του εισοδήματος και του τελικού πραγματικού δικαιούχου. Για τον τελευταίο, το καθορισμένο όριο παρακάμπτεται εύκολα, με αποτέλεσμα να μην προσδιορίζεται η ταυτότητα των φυσικών προσώπων τα οποία τελικά κατέχουν ή ελέγχουν τη νομική οντότητα. Για να αποσαφηνιστούν καλύτερα οι πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο όσον αφορά τις ενδιάμεσες δομές που υιοθετούν εταιρική μορφή, είναι απαραίτητο να καθιερωθεί ένα συγκεκριμένο όριο από το οποίο συνάγεται η ένδειξη της ιδιοκτησίας. Το όριο αυτό θα πρέπει να είναι αρκετά χαμηλό ώστε να καλύπτεται η πλειονότητα των καταστάσεων. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Το όριο αυτό θα πρέπει να είναι αρκετά χαμηλό ώστε να καλύπτεται η πλειονότητα των καταστάσεων στις οποίες χρησιμοποιούνται νομικά πρόσωπα για την απόκρυψη της ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου. Το όριο που προτείνεται να εγγραφεί στο άρθρο 3 παράγραφος 6 εδάφιο α) σημείο i) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 είναι 10%. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 16 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 21 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(21) Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ο συγκεκριμένος παράγοντας που καθορίζει το κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρακολούθηση και την καταγραφή των πληροφοριών για τον πραγματικό δικαιούχο καταπιστευμάτων και ανάλογων νομικών μορφωμάτων. Για να αποφευχθεί αυτό, λόγω των διαφορών στα νομικά συστήματα των κρατών μελών, ορισμένα καταπιστεύματα δεν παρακολουθούνται και δεν είναι καταχωρισμένα πουθενά στην Ένωση, όλα τα καταπιστεύματα και τα ανάλογα νομικά μορφώματα θα πρέπει να καταχωρίζονται εκεί όπου γίνεται η διαχείρισή τους. Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική παρακολούθηση και καταχώριση των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο των καταπιστευμάτων, είναι επίσης απαραίτητη η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. |
(21) Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ο συγκεκριμένος παράγοντας που καθορίζει το κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρακολούθηση και την καταγραφή των πληροφοριών για τον πραγματικό δικαιούχο καταπιστευμάτων και ανάλογων νομικών μορφωμάτων. Για να αποφευχθεί αυτό, λόγω των διαφορών στα νομικά συστήματα των κρατών μελών, ορισμένα καταπιστεύματα δεν παρακολουθούνται και δεν είναι καταχωρισμένα πουθενά στην Ένωση, όλα τα καταπιστεύματα και τα ανάλογα νομικά μορφώματα θα πρέπει να καταχωρίζονται εκεί όπου δημιουργούνται ή εκεί που γίνεται η διαχείριση ή η εκμετάλλευσή τους. Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική παρακολούθηση και καταχώριση των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο των καταπιστευμάτων, είναι επίσης απαραίτητη η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 17 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 22 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(22) Η πρόσβαση του κοινού μέσω της υποχρεωτικής γνωστοποίησης ορισμένων πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο των εταιρειών θα παρείχε πρόσθετες εγγυήσεις έναντι τρίτων που επιθυμούν να συναλλάσσονται με τις εν λόγω εταιρείες. Ορισμένα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα ή έχουν ανακοινώσει την πρόθεσή τους να διαθέσουν στο κοινό τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στα μητρώα του πραγματικού δικαιούχου. Το γεγονός ότι δεν θα διέθεταν όλα τα κράτη μέλη πληροφορίες στο κοινό ή ότι οι διαφορές στις πληροφορίες που διατίθενται και στην προσβασιμότητά τους ενδέχεται να οδηγήσουν σε διαφορετικά επίπεδα προστασίας τρίτων στην Ένωση. Σε μια ομαλά λειτουργούσα εσωτερική αγορά, υπάρχει ανάγκη συντονισμού για την αποφυγή στρεβλώσεων. |
(22) Η πρόσβαση του κοινού μέσω της υποχρεωτικής γνωστοποίησης ορισμένων πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο των εταιρειών θα παρείχε πρόσθετες εγγυήσεις έναντι τρίτων που επιθυμούν να συναλλάσσονται με τις εν λόγω εταιρείες. Ορισμένα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα ή έχουν ανακοινώσει την πρόθεσή τους να διαθέσουν στο κοινό τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στα μητρώα του πραγματικού δικαιούχου. Το γεγονός ότι δεν θα διέθεταν όλα τα κράτη μέλη πληροφορίες στο κοινό ή ότι οι διαφορές στις πληροφορίες που διατίθενται και στην προσβασιμότητά τους ενδέχεται να οδηγήσουν σε διαφορετικά επίπεδα προστασίας τρίτων στην Ένωση. Σε μια ομαλά λειτουργούσα εσωτερική αγορά, υπάρχει ανάγκη συντονισμένης προσέγγισης για την αποφυγή τέτοιων στρεβλώσεων και για μεγαλύτερη διαφάνεια, που αποτελεί βασικό παράγοντα για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης του κοινού στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 18 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 35 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(35) Για να εξασφαλιστεί η αναλογικότητα, οι πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο σε σχέση με άλλα καταπιστεύματα, εκτός από εκείνες που αποτελούνται από οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο που διατηρείται από ή για λογαριασμό προσώπου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα η οποία συνίσταται ή περιλαμβάνει τη διαχείριση καταπιστευμάτων και ενεργεί ως καταπιστευματοδόχος ενός καταπιστεύματος κατά τη διάρκεια της εν λόγω επιχειρηματικής δραστηριότητας με σκοπό την αποκόμιση κέρδους, θα πρέπει να είναι διαθέσιμες μόνον σε συμβαλλόμενα μέρη που έχουν έννομο συμφέρον. Το έννομο συμφέρον σε σχέση με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και τα συναφή βασικά αδικήματα θα πρέπει να δικαιολογείται από άμεσα διαθέσιμα μέσα, όπως το καταστατικό ή η δήλωση αποστολής μη κυβερνητικών οργανώσεων, ή βάσει αποδεδειγμένων προηγούμενων δραστηριοτήτων σχετικών με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή συναφών βασικών αδικημάτων, ή αποδεδειγμένο ιστορικό ερευνών ή δράσεων στον εν λόγω τομέα. |
(35) Για να εξασφαλιστούν η νομιμότητα και η αναλογικότητα, οι πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο σε σχέση με άλλα καταπιστεύματα, εκτός από εκείνες που αποτελούνται από οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο που διατηρείται από ή για λογαριασμό προσώπου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα η οποία συνίσταται ή περιλαμβάνει τη διαχείριση καταπιστευμάτων και ενεργεί ως καταπιστευματοδόχος ενός καταπιστεύματος κατά τη διάρκεια της εν λόγω επιχειρηματικής δραστηριότητας με σκοπό την αποκόμιση κέρδους, θα πρέπει να είναι διαθέσιμες μόνον σε συμβαλλόμενα μέρη που έχουν έννομο συμφέρον. Το έννομο συμφέρον σε σχέση με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και τα συναφή βασικά αδικήματα θα πρέπει να δικαιολογείται από άμεσα διαθέσιμα μέσα, όπως το καταστατικό ή η δήλωση αποστολής μη κυβερνητικών οργανώσεων, ή βάσει αποδεδειγμένων προηγούμενων δραστηριοτήτων σχετικών με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή συναφών βασικών αδικημάτων, ή αποδεδειγμένο ιστορικό ερευνών ή δράσεων στον εν λόγω τομέα. Έννομο συμφέρον θα μπορούσε να υπάρχει στις περιπτώσεις όπου ο πραγματικός δικαιούχος ή ο καταπιστευματοδόχος κατέχει δημόσιο αξίωμα ή κατείχε δημόσιο αξίωμα κατά τα πέντε τελευταία έτη. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 19 Πρόταση οδηγίας Αιτιολογική σκέψη 17 α (νέα) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή |
Τροπολογία | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
(41α) Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα γνωμοδότησε στις 12 Οκτωβρίου 20161α. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
_________________ | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
1α Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Είναι σκόπιμο να υπάρχει αναφορά στη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 20 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 1 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 3 – στοιχείο ζ | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(Βλέπε τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 12ης Οκτωβρίου 2016 – CON/2016/49) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Είναι ορθότερο να γίνεται αναφορά σε «νομίμως αναγνωρισμένα νομίσματα». | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 21 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 1 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 3 – στοιχείο η α (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 22 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 1 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 3 – στοιχείο η β (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 23 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 2 – στοιχείο -α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 3 – παράγραφος 1 – σημείο 4 – στοιχείο στ | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 24 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 2 – στοιχείο α Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 3 – παράγραφος 1 – σημείο 6 – στοιχείο α – περίπτωση i – εδάφιο 2 α | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 25 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 2 – στοιχείο α α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 3 – παράγραφος 1 – σημείο 6 – στοιχείο α – περίπτωση ii | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 26 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 2 – στοιχείο γ Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 3 – παράγραφος 1 – σημείο 18 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(Βλέπε τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 12ης Οκτωβρίου 2016 – CON/2016/49) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ο ορισμός του εικονικού νομίσματος χρήζει βελτίωσης, όπως συνιστά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 27 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 2 α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 7 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1 α (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 28 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 2 β (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 9 – παράγραφος 2 – στοιχείο γ α (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 29 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 2 γ (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 9 – παράγραφος 2 – στοιχείο γ β (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 30 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 2 δ (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 10 – παράγραφος 1 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 31 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 3 – στοιχείο γ Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 12 – παράγραφος 3 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 32 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 4 α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 13 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1 – στοιχείο α α (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 33 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 4 β (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 13 α (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 34 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 5 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 14 – παράγραφος 5 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 35 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 6 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 18 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Δεν είναι μόνο στις περιπτώσεις υψηλότερου κινδύνου αλλά και σε όλες τις άλλες περιπτώσεις προσδιορισμένου κινδύνου που τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, ώστε να διαχειρίζονται και να μετριάζουν κατάλληλα τους κινδύνους αυτούς. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 36 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 7 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 18 α – παράγραφος 1 – στοιχείο α | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 37 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 7 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 18 α – παράγραφος 1 – στοιχείο γ | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 38 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 7 α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 26 – παράγραφος 2 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 39 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 9 – στοιχείο -α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 30 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 α (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 40 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 9 – στοιχείο α α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 30 – παράγραφος 5 α (νέα) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 41 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 9 – στοιχείο β Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 30 – παράγραφος 6 – εδάφιο 1 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Η διασφάλιση ταχείας και απεριόριστης πρόσβασης των αρμόδιων αρχών και των ΜΧΠ σε όλες τις πληροφορίες που διατηρούνται στο κεντρικό μητρώο, χωρίς κανέναν περιορισμό και χωρίς να ειδοποιείται η οντότητα, θα κατοχυρώσει την αποτελεσματικότητα του κεντρικού μητρώου που αναφέρεται στην παρούσα πρόταση τροποποίησης. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 42 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 9 – στοιχείο β Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 30 – παράγραφος 6 – εδάφιο 2 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ένα υγιές χρηματοπιστωτικό σύστημα, εξοπλισμένο με τους κατάλληλους πόρους εποπτείας και ανάλυσης και ικανό να εντοπίζει αφύσικα σχήματα συναλλαγών, μπορεί να βοηθήσει να διασφαλιστούν: | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
- αυξημένη γνώση των τρομοκρατικών και εγκληματικών συνδέσεων και δικτύων, καθώς και οιωνδήποτε απειλών ανακύπτουν στο πλαίσιο αυτό· | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
- αποτελεσματικά προληπτικά μέτρα από όλες τις αρμόδιες αρχές (συμπεριλαμβανομένων των εποπτικών αρχών). | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Συνεπώς, στον κατάλογο θα πρέπει να περιληφθούν και οι εποπτικές αρχές. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 43 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 9 – στοιχείο β α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 30 – παράγραφος 8 – εδάφιο 1 α (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 44 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 9 – στοιχείο γ Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 30 – παράγραφος 9 – εδάφιο 1 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 45 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 9 – στοιχείο γ Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 30 – παράγραφος 10 – εδάφιο 3 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Είναι απαραίτητη μια εναρμονισμένη προσέγγιση σε επίπεδο ΕΕ, παράλληλα με τη διασφάλιση της πλήρους εκπλήρωσης των διεθνών δεσμεύσεων. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Η εφαρμογή των πλέον πρόσφατων διεθνών προτύπων αναδεικνύει τη σημασία που έχει η επέκταση του πεδίου των πληροφοριών που διατίθενται στις μονάδες χρηματοπιστωτικών πληροφοριών και η πρόσβαση σε αυτές. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 46 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 10 – στοιχείο α Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 47 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 10 – στοιχείο α Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 – εισαγωγικό μέρος | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 48 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 10 – στοιχείο β Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 3 α | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 49 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 10 – στοιχείο γ Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 4 – εδάφιο 2 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Οι εποπτικές αρχές συγκαταλέγονται στις αρχές που ασκούν ουσιώδες καθήκον. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 50 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 10 – στοιχείο δ Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 4 α – εδάφιο 1 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 51 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 10 – στοιχείο δ Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 4 α – εδάφιο 2 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 52 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 10 – στοιχείο δ Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 4α – εδάφιο 2 α (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 53 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 10 – στοιχείο δ Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 4β | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αιτιολόγηση | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Πέραν των νομικών ρυθμίσεων, θα πρέπει να αναφερθούν και τα νομικά μέσα, όπως υποδεικνύεται ανωτέρω. Τα νομικά μέσα διαφέρουν από τις νομικές ρυθμίσεις και πρέπει, συνεπώς, να αναφερθούν ξεχωριστά. Προκειμένου να διασφαλισθεί ότι η παρούσα οδηγία ισχύει για όλες τις νομικές δομές που έχουν λειτουργίες παρεμφερείς με τα καταπιστεύματα, πρέπει να προστεθεί η φράση «νομικά μέσα». | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 54 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 10 – στοιχείο ε Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 31 – παράγραφος 7 α – εδάφιο 1 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 55 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 11 – στοιχείο α Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 32 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1 – τέταρτη παράγραφος | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 56 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 12 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 32 α – παράγραφος 1 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 57 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 12 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 32α – παράγραφος 3 – περίπτωση 3 α (νέα) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 58 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 12 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 32 α – παράγραφος 3 α (νέα) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 59 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 12 α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 32 β (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 60 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 16 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 47 – παράγραφος 1 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 61 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 18 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 50 α – εισαγωγικό μέρος | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 62 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 18 α (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 51 α (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 63 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 18 β (νέο) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 51 β (νέο) | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 64 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 1 – παράγραφος 1 – σημείο 20 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 Άρθρο 55 – παράγραφος 2 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 65 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 2 Οδηγία 2009/101/ΕΚ Άρθρο 7 β – παράγραφος 3 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Τροπολογία 66 Πρόταση οδηγίας Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 2 Οδηγία 2009/101/ΕΚ Άρθρο 7 β – παράγραφος 4 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
Τίτλος |
Πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας |
||||
Έγγραφα αναφοράς |
COM(2016)0450 – C8-0265/2016 – 2016/0208(COD) |
||||
Επιτροπές αρμόδιες επί της ουσίας Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
ECON 12.9.2016 |
LIBE 12.9.2016 |
|
|
|
Γνωμοδότηση της Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
JURI 12.9.2016 |
||||
Συντάκτης(τρια) γνωμοδότησης Ημερομηνία ορισμού |
Κώστας Χρυσόγονος 12.10.2016 |
||||
Rule 55 – joint committee meetings Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
6.10.2016 |
||||
Εξέταση στην επιτροπή |
28.11.2016 |
|
|
|
|
Ημερομηνία έγκρισης |
12.1.2017 |
|
|
|
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
18 1 0 |
|||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Max Andersson, Joëlle Bergeron, Marie-Christine Boutonnet, Jean-Marie Cavada, Therese Comodini Cachia, Mady Delvaux, Mary Honeyball, Gilles Lebreton, António Marinho e Pinto, Julia Reda, Evelyn Regner, József Szájer, Axel Voss, Tadeusz Zwiefka |
||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Daniel Buda, Sergio Gaetano Cofferati, Angel Dzhambazki, Heidi Hautala, Constance Le Grip, Victor Negrescu |
||||
Αναπληρωτές (άρθρο 200 παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Andrey Novakov |
||||
- [1] Οδηγία 2015/849/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής, ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73· και οδηγία 2009/101/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα κράτη μέλη εκ μέρους των εταιρειών, κατά την έννοια του άρθρου 48 δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης, για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων, με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες, EE L 258 της 1.10.2009, σ. 11.
- [2] Εκτίμηση αντίκτυπου της Επιτροπής, SWD(2016)0223, SWD(2016)0224.
- [3] Βλέπε επίσης «The law enforcement challenges of cybercrime: are we really playing catch up?» (Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η επιβολή του νόμου για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας στον κυβερνοχώρο: είμαστε πραγματικά σε θέση να κερδίσουμε τον χαμένο χρόνο;), μελέτη της επιτροπής LIBE, Θεματικό Τμήμα Γ, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2015.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
Τίτλος |
Πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας |
||||
Έγγραφα αναφοράς |
COM(2016)0450 – C8-0265/2016 – 2016/0208(COD) |
||||
Ημερομηνία υποβολής στο ΕΚ |
5.7.2016 |
|
|
|
|
Επιτροπές αρμόδιες επί της ουσίας Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
ECON 12.9.2016 |
LIBE 12.9.2016 |
|
|
|
Γνωμοδοτικές επιτροπές Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
DEVE 12.9.2016 |
INTA 12.9.2016 |
JURI 12.9.2016 |
|
|
Εισηγητές Ημερομηνία ορισμού |
Krišjānis Kariņš 15.6.2016 |
Judith Sargentini 15.6.2016 |
|
|
|
Άρθρο 55 – Κοινή διαδικασία επιτροπών Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια |
6.10.2016 |
||||
Εξέταση στην επιτροπή |
1.12.2016 |
12.1.2017 |
|
|
|
Ημερομηνία έγκρισης |
28.2.2017 |
|
|
|
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
88 1 4 |
|||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Burkhard Balz, Hugues Bayet, Heinz K. Becker, Pervenche Berès, Malin Björk, Udo Bullmann, Caterina Chinnici, Fabio De Masi, Agustín Díaz de Mera García Consuegra, Frank Engel, Cornelia Ernst, Tanja Fajon, Markus Ferber, Raymond Finch, Sven Giegold, Neena Gill CBE, Ana Gomes, Nathalie Griesbeck, Roberto Gualtieri, Danuta Maria Hübner, Cătălin Sorin Ivan, Eva Joly, Othmar Karas, Dietmar Köster, Barbara Kudrycka, Cécile Kashetu Kyenge, Alain Lamassoure, Juan Fernando López Aguilar, Olle Ludvigsson, Monica Macovei, Ivana Maletić, Fulvio Martusciello, Gabriel Mato, Roberta Metsola, Bernard Monot, Claude Moraes, Luigi Morgano, Alessandra Mussolini, József Nagy, Luděk Niedermayer, Péter Niedermüller, Stanisław Ożóg, Soraya Post, Dariusz Rosati, Pirkko Ruohonen-Lerner, Judith Sargentini, Molly Scott Cato, Pedro Silva Pereira, Birgit Sippel, Csaba Sógor, Theodor Dumitru Stolojan, Paul Tang, Traian Ungureanu, Bodil Valero, Marco Valli, Miguel Viegas, Jakob von Weizsäcker, Cecilia Wikström, Kristina Winberg, Tomáš Zdechovský, Γεώργιος Κύρτσος, Δημήτριος Παπαδημούλης |
||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Richard Corbett, Pál Csáky, Mady Delvaux, Herbert Dorfmann, Bas Eickhout, Maria Grapini, Anna Hedh, Ramón Jáuregui Atondo, Teresa Jiménez-Becerril Barrio, Krišjānis Kariņš, Jean Lambert, Jeroen Lenaers, Paloma López Bermejo, Thomas Mann, Angelika Mlinar, John Procter, Emil Radev, Michel Reimon, Andreas Schwab, Barbara Spinelli, Tibor Szanyi, Romana Tomc, Nils Torvalds, Lieve Wierinck, Ελισσάβετ Βόζεμπεργκ-Βρυωνίδη |
||||
Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Luke Ming Flanagan, Kinga Gál, Peter Kouroumbashev, Monica Macovei, Momchil Nekov, Paul Tang, Pavel Telička, Traian Ungureanu, Ελισσάβετ Βόζεμπεργκ-Βρυωνίδη, Lieve Wierinck, Branislav Škripek |
||||
Ημερομηνία κατάθεσης |
9.3.2017 |
||||
ΤΕΛΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΜΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
88 |
+ |
|
ALDE |
Nathalie Griesbeck, Angelika Mlinar, Pavel Telička, Nils Torvalds, Lieve Wierinck, Cecilia Wikström |
|
ECR |
Monica Macovei, Stanisław Ożóg, John Procter, Pirkko Ruohonen-Lerner, Branislav Škripek |
|
EFDD |
Marco Valli, Kristina Winberg |
|
ENF |
Bernard Monot |
|
GUE/NGL |
Malin Björk, Fabio De Masi, Cornelia Ernst, Luke Ming Flanagan, Paloma López Bermejo, Dimitrios Papadimoulis, Barbara Spinelli, Miguel Viegas |
|
PPE |
Heinz K. Becker, Pál Csáky, Herbert Dorfmann, Agustín Díaz de Mera García Consuegra, Kinga Gál, Danuta Maria Hübner, Teresa Jiménez-Becerril Barrio, Othmar Karas, Krišjānis Kariņš, Barbara Kudrycka, Georgios Kyrtsos, Alain Lamassoure, Jeroen Lenaers, Ivana Maletić, Thomas Mann, Fulvio Martusciello, Gabriel Mato, Roberta Metsola, Alessandra Mussolini, József Nagy, Luděk Niedermayer, Emil Radev, Dariusz Rosati, Theodor Dumitru Stolojan, Csaba Sógor, Romana Tomc, Traian Ungureanu, Elissavet Vozemberg-Vrionidi, Tomáš Zdechovský |
|
S&D |
Hugues Bayet, Pervenche Berès, Udo Bullmann, Caterina Chinnici, Richard Corbett, Mady Delvaux, Tanja Fajon, Neena Gill CBE, Ana Gomes, Maria Grapini, Roberto Gualtieri, Anna Hedh, Cătălin Sorin Ivan, Ramón Jáuregui Atondo, Peter Kouroumbashev, Cécile Kashetu Kyenge, Dietmar Köster, Olle Ludvigsson, Juan Fernando López Aguilar, Claude Moraes, Luigi Morgano, Momchil Nekov, Péter Niedermüller, Soraya Post, Pedro Silva Pereira, Birgit Sippel, Tibor Szanyi, Paul Tang, Jakob von Weizsäcker |
|
VERTS/ALE |
Bas Eickhout, Sven Giegold, Eva Joly, Jean Lambert, Michel Reimon, Judith Sargentini, Molly Scott Cato, Bodil Valero |
|
1 |
- |
|
EFDD |
Raymond Finch |
|
4 |
0 |
|
PPE |
Frank Engel, Burkhard Balz, Markus Ferber, Andreas Schwab |
|
Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων:
+ : υπέρ
- : κατά
0 : αποχή